I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -(Λαϊκές Ιστορίες) Η Μυρωδιά τής Πίσσας - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-(Λαϊκές Ιστορίες)

Η Μυρωδιά τής Πίσσας

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelus
(Λαϊκές Ιστορίες)
Η Μυρωδιά τής Πίσσας

Στον Πειραιά, χαράματα, ο αέρας είχε αρμύρα και μυρωδιά πίσσας.Υγρασια
που τσακίζει τα κόκκαλα.Τα καράβια στέκονταν σα ζώα νυσταγμενα στις
προβλήτες.
Ο Μήτσος ολο το βράδυ το πέρασε στο καπηλειό , πίνοντας κρασί ξινό κι ακούγοντας τη Σουλα τη Σαλονικιά που τραγούδαγε με φωνή βραχνή, λες 
κι είχε μέσα της όλο τον μαυρο καπνό τής κοινωνιας. 
Την ήξερε από παλιά..Ηταν ένα φεγγάρι ερωμένη του,κι ένα βράδυ σκοτεινό 
και βροχερό πάνω σ'ένα  καυγά μ'ενα μορτη για πάρτη της,ο μόρτης έχασε τα προς το ζειν,κι αυτό το δεξί του αυτί.
Λογω εν αμυνει,την έπεσε στα καλά.Δυο χρόνους έκανε στη στενή.
Και τώρα να'τηνε μπροστά του στο τραπέζι.
-Τι έγινε, Μήτσο; του ’πε εκείνη, σκουπίζοντας τα χείλια της με το μανίκι.
-Τίποτα,,Σουλα.Ο κόσμος δεν έχει ίσια για μας, ούτε καμιά ζαριά.
-Σάμπως είχε και ποτές; Εσύ κι εγώ είμαστε για τα σκοτάδια, να το ξέρεις.
Γέλασε εκείνη.Στα μάτια της ειδε τη πίκρα.
Ξημέρωνε,κι ο Μήτσος περπατούσε πλάι στα βαρέλια, με το κεφάλι βαρύ 
καζάνι και το κορμί ξυλιασμένο.Απ'τα καφενεία ξεμπουκαραν οι εργάτες. 
Ένας σκύλος χυμηξε πάνω σε μια γάτα και της άρπαξε το ψαρι.
Όποιος φάει τον άλλον.Οποιος προλαβει.
Σε μια μάντρα παρακάτω έπεσε πάνω στον Τάσο.Παιδι τού δρόμου και τών λοιπων διαβατηρίων.
-Έλα δω, ρε μαγκα! φώναξε ο Τάσος. Έχω κρασί.
Ο Μήτσος πλησίασε, χαμογέλασε.
-Τι να το κάνω, ρε Τάσο; Το κρασί πια δε με πιάνει.
-Ε, τότε είσαι χαμένος άνθρωπος,τ'απαντησε ο άλλος και ρουφηξε τη μπουκάλα.
Καθίσε μαζι τού. Κάπνισαν κάτι αποτσίγαρα που'χε μαζεψει ο Τάσος απ’ το δρόμο. 
Από πέρα, ακούγονταν τα σφυρίγματα τών καραβιών.Ξυπνησαν για το μαρτύριο.
Η Σούλα περασε τυλιγμένη σ’ ένα κοκκινο σάλι.
-Καλημέρα, μάγκες, είπε.
Κι ο ήλιος, χαμηλός και κόκκινος, έπεσε πάνω της σα φωτιά.
Ο Μήτσος την κοίταξε κι ένιωσε για μια στιγμή  λύπη. Όχι για κείνη, μα για 
όλους τους, τούς χαμένους του λιμανιού, που ’χαν μείνει με τα κουφάρια τών ονείρων τους.
Δεν είπε τίποτα,κι υστερα έφυγε.
Χάθηκε μες στη μυρωδιά τής πίσσας.
.
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου