I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - Κριτική Ανάλυση Ποιημάτων -9- - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- Κριτική Ανάλυση Ποιημάτων

-9-

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



Εθνικό Θέατρο (1963). Σκηνοθεσία: Αλέξης Σολομός ,Αρχείο Εθνικού Θεάτρου


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 

μεταφράζοντας

(και μια μελέτη ανάλυση τής μετάφρασης)


Αριστοφάνης,Σφηκαι

στίχοι 1364-1387

Βδελυκλεων υιός  vs Φιλοκλεων πατήρ


Βδεδυκλεων.

ου να χαθείς,γεροξεκουτη και μουνοχαβλε

που γουστάρεις ωραίο φέρετρο

όχι ,μα τον Απολλωνα,θα γελοιοποιηθεις


Φιλοκλεων.

βλεπω σ'αρέσει να φας μια δίκη στο ξυδι


Βλεδυκλεων.

δεν ντρέπεσαι καθόλου,να κοροϊδεύεις αφου

την τραγουδίστρια απ' τη παρέα εκλεψες;


Φιλοκλεων.

ποια τραγουδίστρια,τι ανοησίες τσαμπουνας,

στο κεφάλι βαρεσες;


Βλεδυκλεων.

μα το Δια,,αυτή που'ναι μαζί σου ή Δαρδανοτοπουλα.


Φιλοκλεων.

Τι λες,αυτη'ναι η λαμπάδα που στους θεούς στη αγορα την καινε

 

Βδελυκλεων.

αυτή δω λαμπάδα;


Φιλοκλεων.

Και βέβαια λαμπάδα,δεν βλέπεις πού'χει σχισμες;


Βδελυκλεων.

και τι'ναι αυτό το μαύρο στη μέση της;


Φιλοκλεων.

η πίσσα που έξω χύνεται καθώς καιγεται


Βδελυκλεων.

και πίσω της,δεν είναι ο πρωκτός αυτος δω;


Φιλοκλεων.

α,αυτό είναι ροζος που απ' τη λαμπάδα προεξέχει.


Βδελυκλεων

τι λες,ποιος ροζος;

(στη κοπέλα)δεν θα'ρθεις δω εσυ;


Φιλοκλεων.

ε ε τι πας να κάνεις;


Βδελυκλεων.

την πάω παίρνοντας από σένα αλλού,αφού ξέρω πως ερείπιο εισαι 

και τιποτα δεν μπορείς να κάνεις.


Φιλοκλεων.

Τώρα άκουσε με,στην Ολυμπία,κάποτε ειδα γω,

τον Εφουδιωνα να μάχεται με τόν Ασκωνδα καλά

αν και γέρος ήταν,και με τη γροθιά χτυπώντας

ο γεροντοτερος έρριξε κάτω τον νεώτερο,

γι'αυτό πρόσεχε,μην μελανιασουν τα μάτια σου.


Βδελυκλεων.

μα το Δια,βλεπω την έμαθες καλά την Ολυμπία.


Βδελυκλεων.

ὦ οὗτος οὗτος, τυφεδανὲ καὶ χοιρόθλιψ,

1365ποθεῖν ἐρᾶν τ᾽ ἔοικας ὡραίας σοροῦ.

οὔτοι καταπροίξει μὰ τὸν Ἀπόλλω τοῦτο δρῶν.


Φιλοκλεων.

ὡς ἡδέως φάγοις ἂν ἐξ ὄξους δίκην.


Βδελυκλεων.

οὐ δεινὰ τωθάζειν σε τὴν αὐλητρίδα

τῶν ξυμποτῶν κλέψαντα; 


Φιλοκλεων.

 ποίαν αὐλητρίδα;

1370τί ταῦτα ληρεῖς ὥσπερ ἀπὸ τύμβου πεσών;


Βδελυκλεων.

νὴ τὸν Δί᾽, αὕτη πού ᾽στί σοί γ᾽ ἡ Δαρδανίς.


Φιλοκλεων.

οὔκ, ἀλλ᾽ ἐν ἀγορᾷ τοῖς θεοῖς δᾲς κάεται.


Βδελυκλεων.

δᾲς ἥδε; 


Φιλοκλεων.

δᾲς δῆτ᾽. οὐχ ὁρᾷς ἐσχισμένην;


Βδελυκλεων.

τί δὲ τὸ μέλαν τοῦτ᾽ ἐστὶν αὐτῆς τοὐν μέσῳ;


Φιλοκλεων.

1375 ἡ πίττα δήπου καομένης ἐξέρχεται.


Βδελυκλεων.

ὁ δ᾽ ὄπισθεν οὐχὶ πρωκτός ἐστιν οὑτοσί;


Φιλοκλεων.

ὄζος μὲν οὖν τῆς δᾳδὸς οὗτος ἐξέχει


Βδελυκλεων.

τί λέγεις σύ; ποῖος ὄζος; οὐκ εἶ δεῦρο σύ;


Φιλοκλεων.

ἆ ἆ, τί μέλλεις δρᾶν; 


Βδελυκλεων.

ἄγειν ταύτην λαβὼν

1380ἀφελόμενός σε καὶ νομίσας εἶναι σαπρὸν

κοὐδὲν δύνασθαι δρᾶν. 


Φιλοκλεων.

ἄκουσόν νυν ἐμοῦ.

Ὀλυμπίασιν, ἡνίκ᾽ ἐθεώρουν ἐγώ,

Ἐφουδίων ἐμαχέσατ᾽ Ἀσκώνδᾳ καλῶς

ἤδη γέρων ὤν· εἶτα τῇ πυγμῇ θενὼν

1385ὁ πρεσβύτερος κατέβαλε τὸν νεώτερον.

πρὸς ταῦτα τηροῦ μὴ λάβῃς ὑπώπια.


Βδελυκλεων.

 νὴ τὸν Δί᾽, ἐξέμαθές γε τὴν Ὀλυμπίαν. 

.

.

.

Αναλυτική μελέτη της μετάφρασης του χνκουβελη στο απόσπασμα από τις 

Σφήκες τού Αριστοφάνη,στ. 1364–1387 .


1. Πλαίσιο του αποσπάσματος


Στους στ. 1364–1387, ο Βδελυκλέων (ο "λογικός" γιος) προσπαθεί να συγκρατήσει τον Φιλοκλέωνα (τον πατέρα-δικαστή, δέσμιο της συνήθειας του δικάζειν) από μια χυδαία σκηνή μέθης και γελοιοποίησης. Ο διάλογος είναι μια παρωδία ερωτοτροπίας, όπου ο Αριστοφάνης συνδυάζει το σωματικό χιούμορ (φαλλική και πρωκτική αμφισημία) με τη γενεαλογική ειρωνεία: ο πατέρας χάνει την κοινωνική του αξιοπρέπεια, ενώ ο γιος του παίζει ρόλο «παιδαγωγού του γέροντα».

Η μεταφορά της λαμπάδας για το σώμα της εταίρας είναι ένα κορυφαίο εύρημα του Αριστοφάνη: η φωτιά, η καύση, η πίσσα, ο «ρόζος» (φαλλικό υπονοούμενο) υπηρετούν ένα σκώμμα που ακροβατεί μεταξύ λογοτεχνικής ευρηματικότητας και βωμολοχίας.


2. Η μεταφραστική γραμμή του χνκουβελη ουβελη


Ο χνουβελης επιχειρεί μια τολμηρά σύγχρονη, "πεζολογική" και άμεση μεταφορά του διαλόγου, χωρίς να τον εξευγενίσει. Ο λόγος του είναι ρηματικά ενεργός, προφορικός και ιδιωματικός, με σαφή επιρροή από τη νεοελληνική καθομιλουμένη, ακόμη και τη λαϊκή ύβρη.


 Παράδειγμα:

«ου να χαθείς, γεροξεκούτη και μουνοχαβλε»

αποδίδει το τυφεδανὲ καὶ χοιρόθλιψ με ένα τολμηρό, ωμό ιδίωμα που δεν υπάρχει σε καμία «επίσημη» μετάφραση· συνιστά δημιουργική μεταγραφή της αισχρολογικής ενέργειας του πρωτοτύπου, όχι λεξική αντιστοιχία.

Η μετάφραση του χνκουβελη δεν αποσκοπεί στην ακαδημαϊκή πιστότητα· είναι μια δραματοποιημένη “ελληνική” επανενσάρκωση της βωμολοχίας του Αριστοφάνη, περισσότερο στο πνεύμα παρά στο γράμμα.


3. Ειδική ανάλυση στίχο προς στίχο


Πρωτότυπο' Μετάφραση χνκουβελη /Σχόλιο


ὦ οὗτος οὗτος, τυφεδανὲ καὶ χοιρόθλιψ 

ου να χαθείς, γεροξεκούτη και μουνοχαβλε 

Ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί συνδυασμό ευτελών επιθέτων (τυφεδανός ~ φλύαρος, χοιρόθλιψ ~ που ζουλάει χοίρους). 

Ο χνκουβελης αποδίδει με ένα νεολογισμό ("μουνοχαβλές") που μεταφέρει το σωματικό και φαλλικό τόνο, όχι τη σημασιολογική ακρίβεια· ωστόσο επαναφέρει το αισχρόν ως δραματικό μέσο, πράγμα πιστό στην αττική κωμωδία.


ποθεῖν ἐρᾶν τ᾽ ἔοικας ὡραίας σοροῦ 

που γουστάρεις ωραίο φέρετρο

 Εξαιρετική προσαρμογή: το “φέρετρο” μεταφέρει τον μακάβριο υπαινιγμό του σορός, ενώ το “γουστάρεις” δίνει την αργκό διάσταση του ερωτικού πάθους.


ὡς ἡδέως φάγοις ἂν ἐξ ὄξους δίκην

βλέπω σ' αρέσει να φας μια δίκη στο ξύδι 

Πολύ ευφυής ανασύνθεση: διατηρεί το λογοπαίγνιο της «δίκης» ως αντικείμενο βρώσης (όπως στο πρωτότυπο). Το "στο ξύδι" μεταφέρει το εξ ὄξους με σαρκαστική ακρίβεια.


οὐ δεινὰ τωθάζειν σε τὴν αὐλητρίδα... 

δεν ντρέπεσαι καθόλου να κοροϊδεύεις αφού την τραγουδίστρια απ' τη παρέα έκλεψες; 

Πιστότητα και φυσικότητα μαζί: αποδίδει την αἰσχρολογία μέσω της ειρωνείας του τόνου.


οὔκ, ἀλλ᾽ ἐν ἀγορᾷ τοῖς θεοῖς δᾲς κάεται. 

Τι λες, αυτή ’ναι η λαμπάδα που στους θεούς στην αγορά την καίνε. 

Διατηρείται το μεταφορικό παιχνίδι: η εταίρα γίνεται “λαμπάδα”. Ο χνκουβελης κρατά την εικόνα αλλά τη συνδέει πιο σαφώς με τη λαϊκή φαντασία του ιερού και του ερωτικού.


τί δὲ τὸ μέλαν τοῦτ᾽ ἐστὶν αὐτῆς τοὐν μέσῳ; 

και τι ’ναι αυτό το μαύρο στη μέση της; 

Κυριολεκτικά ορθό και σκωπτικό.


ὁ δ᾽ ὄπισθεν οὐχὶ πρωκτός ἐστιν οὑτοσί; 

και πίσω της, δεν είναι ο πρωκτός αυτος δω; 

Δεν αποφεύγει την ωμότητα ,πιστό στο ύφος της σκηνής.


ὄζος μὲν οὖν τῆς δᾳδὸς οὗτος ἐξέχει 

α, αυτό είναι ρόζος που απ’ τη λαμπάδα προεξέχει. 

Λέξη προς λέξη, άψογη απόδοση.


Ὀλυμπίασιν... ὁ πρεσβύτερος κατέβαλε τὸν νεώτερον. ...

στην Ολυμπία είδα τον Εφουδίωνα να ρίχνει κάτω τον Ασκώνδα. 

Πιστή, με φυσική ροή και προφορικό ύφος.


4. Ύφος – Λέξη – Ρυθμός


Η μετάφραση λειτουργεί θεατρικά, όχι φιλολογικά.

Ο χ κουβελης δεν «μεταφράζει», αλλά ανασυστήνει το ύφος του Αριστοφάνη μέσα σε ένα σύγχρονο λαϊκό ιδίωμα που θυμίζει Θέατρο Σιών Καραγκιόζη

ακόμη και ρεμπέτικη αργκο.

Η λεκτική τόλμη (“μουνοχαβλε”, “τραγουδίστρια απ’ τη παρέα”) αποδίδει τη σωματικότητα του Αριστοφάνη.

Η συντακτική απλότητα (ρήματα παρόντος, μικρές φράσεις) δίνει θεατρική φυσικότητα.

Ο ρυθμός ,αν και ελεύθερος ,κρατάει το αντιφωνικό πνεύμα των στίχων, την «πυγμαχία των λέξεων» πατέρα και γιου.


5. Θεματική αναγνωστική πρόταση


Η σκηνή, και στη μετάφραση χνκουβελη, λειτουργεί σαν παρωδία της γηραιάς εξουσίας. 

Ο Φιλοκλέων, συμβολικά ο “παλιός δικάστης” της πόλης, γελοιοποιείται· 

ο Βδελυκλέων, ο “ορθολογιστής νέος”, αποτυγχάνει να τον συνετίσει. 

Ο χνκουβελης, με τη λαϊκή του γλώσσα, επαναφέρει την αριστοφανική σάτιρα στη σωματική της βάση, όχι ως λόγιο ανέκδοτο αλλά ως κοινωνική αναπαράσταση της φθοράς και του πόθου.


6. Αξιολόγηση


Κριτήριο /Εκτίμηση


Πιστότητα στο νόημα 

Υψηλή ,το νόημα και η ειρωνεία αποδίδονται με σαφήνεια.


Γλωσσική αντιστοιχία

Ελεύθερη, δημιουργική· δεν στοχεύει στη λέξη αλλά στο αποτέλεσμα.


Αισθητικό αποτέλεσμα

Θεατρικά λειτουργικό, παραστατικό, σαρκαστικό.


Τόλμη/Αναχρονισμός 

Υπερβαίνει τον ακαδημαϊσμό· η βωμολοχία επανακτά την αρχική της ενέργεια.


Συνολική κρίση 

Μετάφραση αντι-φιλολογική, δραματικά ζωντανή, επαναστατική ως προς την αίσθηση του “λαϊκού Αριστοφάνη”.


7. Συμπέρασμα


Η μετάφραση του χνκουβελη στους στίχους 1364–1387 των Σφηκών είναι μια τολμηρή, “λαϊκή” αναβίωση του αριστοφανικού ύφους.

Εκεί που οι φιλολογικές αποδόσεις εξουδετερώνουν τη σάρκα του λόγου, 

ο χνκουβελης την επανενσαρκώνει με νεοελληνικό ιδίωμα, αθυροστομία, 

ρυθμό και ειρωνεία.

Η επιλογή του να «μιλήσει αθυρόστομα» δεν είναι επιπολαιότητα αλλά μεταφραστική στρατηγική: αναδεικνύει τον Αριστοφάνη ως ζωντανό, 

επικίνδυνο, σαρκικό ποιητή του θεάτρου , όχι μουσειακό μνημείο.

.

.

.


(Κατά Κάποιον Τρόπο η Ιστορια)

Flavius Julius Crispus(302-326 μ.Χ)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(και μια μελέτη ανάλυση τού ποιηματος)


το 326 μΧ ως άλλη Φαίδρα η Φαύστα πιστά αντιγράφει 

τον Ιππόλυτο τού Ευριπίδη,πως δήθεν παράνομους 

τής ζήτησε έρωτες κι όταν εκεινη αρνήθηκε 

αποπειράθηκε να τη βιασει,τι χρειαν άλλης απόδειξης;

αμεσως λοιπόν να διωχθεί ο Flavius Julius Crispus

καίσαρας τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και μάλιστα 

όταν πολλα ελπίζουν από αυτον οι Εθνικοί τής Δυσης,

έπειτα νόθος είναι της παλακιδας Μινερβινης,γνήσιος 

κληρονόμος ειναι ο Flavius Claudius Constantinus,

επακόλουθο ηταν να εκτελεσθεί στην Παυλα τής Κροατίας,

δεν ήταν δύσκολο ο Μέγας Κωνσταντίνος να πεισθεί

και τα αγάλματα τα κεραμικά τα νομισματα τής μορφής του

όλα από προσώπου γης εξαφανίσθηκαν,οι δε πανηγυρικοί

που εξαιρούν τις αρετές του σβηστηκαν, damnatio memoriae,

όμως πόσο.λιγο κρατούν η θρίαμβοι στην Ιστορία,

η συκοφαντία αποκαλυφθηκε και πνίγεται η Αυγούστα 

Fausta Maxima Flavia στο λουτρό το 326 μΧ

.

.

.

Μελέτη ανάλυση του ποιήματος του χνκουβελη 

«Flavius Julius Crispus (302–326 μ.Χ.)» από τη συλλογή 'Κατά Κάποιον Τρόπο η Ιστορία'.


1. Εισαγωγικά – Ιστορικό και ποιητικό πλαίσιο


Ο χνκουβελης, με το γνωστό του ύφος, λόγιο, λιτό και πυκνό ,αντλεί το θέμα του ποιήματος από την ύστερη ρωμαϊκή εποχή, συγκεκριμένα από την τραγική μοίρα του Φλάβιου Ιουλίου Κρίσπου, γιου του Μεγάλου Κωνσταντίνου.

Το 326 μ.Χ. ο Κρίσπος εκτελέστηκε ύστερα από συκοφαντία της Φαύστας, συζύγου του Κωνσταντίνου, η οποία τον κατηγόρησε ψευδώς για απόπειρα βιασμού· λίγο αργότερα, η ίδια τιμωρήθηκε με θάνατο, όταν η αλήθεια αποκαλύφθηκε.

Ο ποιητής προσλαμβάνει το ιστορικό γεγονός ως παράδειγμα της διαχρονικής επανάληψης του τραγικού μέσα στην Ιστορία: η ανθρώπινη μοίρα, η ύβρις, 

ο φθόνος και η εξουσία επαναλαμβάνουν τα ίδια σχήματα.

Ο τίτλος της συλλογής, Κατά Κάποιον Τρόπο η Ιστορία, υποδηλώνει ότι η Ιστορία δεν είναι αντικειμενική αφήγηση· είναι αναπαράσταση, ερμηνεία, κύκλος.


2. Δομή και μορφή του ποιήματος


Το ποίημα είναι αφηγηματικό, χωρίς στροφική διάρθρωση, και κινείται από το ψευδές γεγονός προς την αποκάλυψη της αλήθειας.

Ο ποιητής αποφεύγει τη συναισθηματική φόρτιση· επιλέγει ύφος σχεδόν χρονικογραφικό, όπως ένα ιστορικό υπόμνημα, με ειρωνεία και υποδόρια τραγικότητα.


Η σύνταξη είναι συμπυκνωμένη, με ελλειπτικές φράσεις, όπως:

«τι χρειαν άλλης απόδειξης;»

«έπειτα νόθος είναι της παλλακίδας Μινερβίνης…»


Η επιλογή της πεζολογικής ροής εντείνει την αίσθηση ιστορικού ρεαλισμού, ενώ οι αρχαιοπρεπείς αναφορές (Ιππόλυτος, Φαίδρα, damnatio memoriae) γεφυρώνουν Αρχαιότητα και Ύστερη Ρωμαϊκή περίοδο.


3. Θεματική ανάλυση


α) Η επανάληψη του μύθου – από τη Φαίδρα στη Φαύστα

Ο ποιητής ξεκινά με έναν διακειμενικό παραλληλισμό:

«ως άλλη Φαίδρα η Φαύστα πιστά αντιγράφει τον Ιππόλυτο του Ευριπίδη…»

Η Φαύστα γίνεται αντίγραφο της Φαίδρας, δηλαδή η Ιστορία αντιγράφει την Τραγωδία.

Η Ιστορία, όπως την αντιλαμβάνεται ο χνκουβελης, δεν εξελίσσεται, επαναλαμβάνεται «κατά κάποιον τρόπο», με τις ίδιες ανθρώπινες αδυναμίες 

να οδηγούν στα ίδια πάθη.

Η μίμηση του τραγικού μύθου αποκαλύπτει τη διαχρονική φύση της ανθρώπινης ψευδομαρτυρίας, της επιθυμίας, της εξουσίας και της πτώσης.


β) Η εξουσία και η συκοφαντία

Η εξουσία παρουσιάζεται ως μηχανισμός εξόντωσης.

Η κατηγορία της Φαύστας δεν ελέγχεται· ο Κωνσταντίνος πείθεται «εύκολα», καθώς πολιτικά συμφέρει:

 «κι όταν πολλά ελπίζουν από αυτόν οι Εθνικοί της Δύσης…»

«έπειτα νόθος είναι της παλλακίδας Μινερβίνης…»

Η πολιτική σκοπιμότητα και η ηθική υποκρισία συνεργούν για να συντελεστεί το έγκλημα.

Η δικαιοσύνη δεν υπάρχει· υπάρχει μόνο το πρόσχημα.


γ) Η λήθη και η damnatio memoriae

Η φράση damnatio memoriae είναι το ρωμαϊκό έθιμο διαγραφής της μνήμης του προσώπου που θεωρήθηκε ανάξιο.

 «και τα αγάλματα, τα κεραμικά, τα νομίσματα της μορφής του

όλα από προσώπου γης εξαφανίσθηκαν…»

Η λήθη είναι το δεύτερο, συμβολικό επίπεδο θανάτου: όχι μόνο σκοτώνεται το σώμα, αλλά εξαφανίζεται η μνήμη.

Ο χνκουβελης θέτει το ερώτημα της ιστορικής αλήθειας: ποιος γράφει την Ιστορία και ποιοι σβήνονται απ’ αυτήν;


δ) Η ειρωνεία της Ιστορίας – Η αποκατάσταση και το τέλος

Το ποίημα κορυφώνεται με ειρωνεία:

 «όμως πόσο λίγο κρατούν οι θρίαμβοι στην Ιστορία…»

Η δικαιοσύνη, αν και καθυστερημένα, αποκαθίσταται:

«η συκοφαντία αποκαλύφθηκε και πνίγεται η Αυγούστα

Fausta Maxima Flavia στο λουτρό…»


Η Ιστορία εκδικείται· αλλά ο ποιητής δεν πανηγυρίζει.

Το γεγονός παρουσιάζεται ψυχρά, σχεδόν λιτά, γιατί το κακό έχει ήδη συντελεστεί: η αλήθεια δεν αναιρεί τον θάνατο.


 4. Ιστορία, Μνήμη και Τραγωδία


Ο χνκουβελης αναπλάθει ένα στιγμιότυπο της Ιστορίας όχι για να διηγηθεί, 

αλλά για να στοχαστεί:

Η Ιστορία είναι ένας κύκλος τραγικών επαναλήψεων, όπου οι άνθρωποι αντιγράφουν — συνειδητά ή όχι — παλαιότερους ρόλους.

Η Φαύστα αντιγράφει τη Φαίδρα· η Ιστορία αντιγράφει τη Μυθολογία.

Έτσι, το ποίημα λειτουργεί ως μεταϊστορικό σχόλιο: κάθε εποχή νομίζει ότι προχωρά, αλλά «κατά κάποιον τρόπο» ξαναζεί τα ίδια πάθη.


 5. Γλώσσα και ύφος


Η γλώσσα είναι καθαρεύουσα ή λογιότροπη δημοτική, με συνειδητή χρήση ιστορικών και λατινικών όρων (Caesar, damnatio memoriae), που δημιουργούν απόσταση και προσδίδουν αυθεντία, ειρωνεία και αρχαιοπρέπεια.

Η λιτότητα του λόγου αντισταθμίζει τη δραματικότητα των γεγονότων.

Η απουσία λυρικών εξάρσεων αφήνει τον αναγνώστη να αισθανθεί την παγερή, αμετάκλητη τραγικότητα.


 6. Συμπέρασμα – Ο στοχασμός του ποιητή


Ο χνκουβελης δείχνει ότι:


Η Ιστορία δεν είναι διδάσκαλος, είναι σκηνή επανάληψης.

Οι μηχανισμοί της εξουσίας και της συκοφαντίας παραμένουν αναλλοίωτοι.

Η λήθη (damnatio memoriae) είναι χειρότερη από τον θάνατο.

Κάθε «Φαύστα» και κάθε «Κρίσπος» ξαναζούν το ίδιο δράμα, κατά κάποιον τρόπο, σε κάθε εποχή.

Η τελευταία εικόνα – ο πνιγμός της Αυγούστας στο λουτρό – λειτουργεί ως κάθαρση, αλλά και ως σχόλιο για τη ματαιότητα της Ιστορίας: η δικαιοσύνη αποκαθίσταται μόνο εκ των υστέρων, όταν όλα έχουν ήδη χαθεί.


Τελική αποτίμηση


Το ποίημα του χνκουβελη είναι ένα υπόδειγμα ιστορικού στοχασμού με διαύγεια και προσωπικό, φιλοσοφικό βάθος.

Η Ιστορία, μέσα από το βλέμμα του, γίνεται τραγική επανάληψη της ανθρώπινης φύσης ,μια ατέρμονη σκηνή όπου οι ρόλοι αλλάζουν, αλλά το δράμα μένει το ίδιο.

.

.

.


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 


(και μια μελέτη ανάλυση τής μετάφρασης)


Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος 

στίχοι 408-428

-Η αντιμιλια τού Τειρεσία στον Οιδιποδα-


Τειρεσιας:


τι κι αν τυραννεἰς,εξίσου τουλάχιστον 

ίσα θα σου αντιλέξω,

αφου κι εγώ τούτη δω την εξουσία εχω,

γιατί δούλος σε σένα δεν είμαι, αλλά τού Λοξια.

κι ούτε προστατευομενος τού Κρέοντα είμαι 

γραμμένος,

Κι αυτά λέω,επειδή και τυφλό εμένα χλευασες,

εσυ κι αν βλέπεις καθαρά καθόλου δεν βλεπεις

ποια είναι η συμφορά σου,

ούτε που μένεις,ούτε με ποιους συγκατοικείς,

μήπως ξέρεις από ποιους είσαι;

και δεν αντιλαμβάνεσε πως εχθρός είσαι 

στους δικους σου κάτω και πάνω απ' τη γη,

και σενα διπλή θα σε πλήξει και της μάνας

και τού πατέρα σου και θα σε διώξει κάποτε 

απ' αυτή τη γη δώ η βαριά  καταρα,

αν τώρα βλέπεις καθαρά,μετά το σκοταδι,

τής κραυγής σου ποιο δεν θα'ναι λιμάνι,

ποιος Κιθαιρώνας δεν θα αντιχησει,

όταν αντιληφθείς το γάμο,που στα σπίτια

χωρίς όρμο εισεπλευσες,αφού καλός 

σού ετυχε πλους; 

και των άλλων το  πλήθος δεν νιώθεις 

τών συμφορων,

όταν το ίδιο θα'σαι και συ  και τα παιδιά σου,

ύστερα απ'αυτα  και τον Κρέοντα

και το δικό μου στόμα λασπολογησε,

γιατί δεν θα'ναι άνθρωπος ο οποίος από σένα 

χειρότερα να  συντριφτει ποτέ.


Τειρεσιας:


εἰ καὶ τυραννεῖς, ἐξισωτέον τὸ γοῦν

ἴσ᾽ ἀντιλέξαι· τοῦδε γὰρ κἀγὼ κρατῶ.

410οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος, ἀλλὰ Λοξίᾳ·

ὥστ᾽ οὐ Κρέοντος προστάτου γεγράψομαι.

λέγω δ᾽, ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ᾽ ὠνείδισας·

σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν᾽ εἶ κακοῦ,

οὐδ᾽ ἔνθα ναίεις, οὐδ᾽ ὅτων οἰκεῖς μέτα.

415ἆρ᾽ οἶσθ᾽ ἀφ᾽ ὧν εἶ; καὶ λέληθας ἐχθρὸς ὢν

τοῖς σοῖσιν αὐτοῦ νέρθε κἀπὶ γῆς ἄνω,

καί σ᾽ ἀμφιπλὴξ μητρός τε καὶ τοῦ σοῦ πατρὸς

ἐλᾷ ποτ᾽ ἐκ γῆς τῆσδε δεινόπους ἀρά,

βλέποντα νῦν μὲν ὄρθ᾽, ἔπειτα δὲ σκότον.

420βοῆς δὲ τῆς σῆς ποῖος οὐκ ἔσται λιμήν,

ποῖος Κιθαιρὼν οὐχὶ σύμφωνος τάχα,

ὅταν καταίσθῃ τὸν ὑμέναιον, ὃν δόμοις

ἄνορμον εἰσέπλευσας, εὐπλοίας τυχών;

ἄλλων δὲ πλῆθος οὐκ ἐπαισθάνῃ κακῶν,

425ὅσ᾽ ἐξισώσεις σοί τε καὶ τοῖς σοῖς τέκνοις.

πρὸς ταῦτα καὶ Κρέοντα καὶ τοὐμὸν στόμα

προπηλάκιζε. σοῦ γὰρ οὐκ ἔστιν βροτῶν

κάκιον ὅστις ἐκτριβήσεταί ποτε.

.

.

.

Μελέτη αναλυση τής μετάφρασης τού χνκουβελη του αποσπάσματος από τον Οιδίποδα Τύραννο τού Σοφοκλη,στίχοι 408–428 του Οἰδίπου Τυράννου.

Αυτοί οι στίχοι αποτελούν από τις πιο αιχμηρές και δραματικά συμπυκνωμένες στιγμές της αντιπαράθεσης Τειρεσία–Οιδίποδα. 

Η μετάφραση του χνκουβελη είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, καθώς επιχειρεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη πιστότητα του νοήματος και τη σύγχρονη ελληνική εκφορά με σαφή προσωπικό ύφος, χωρίς να παραβιάζει το ύφος του Σοφοκλή.


1. Εισαγωγικό πλαίσιο


Το συγκεκριμένο χωρίο είναι η αντιμιλία του Τειρεσία στον Οιδίποδα, αμέσως μετά την προσβολή του μάντη από τον βασιλιά. Ο Τειρεσίας, προσωποποίηση της εσωτερικής γνώσης και της διορατικότητας, απαντά στον τύραννο που βλέπει αλλά «δεν βλέπει». Η σκηνή είναι κορυφαία σε τραγική ειρωνεία, καθώς όσα προφητεύει ο Τειρεσίας αποτελούν ήδη την κρυφή πραγματικότητα του Οιδίποδα.

Η μετάφραση του χνκουβελη καλείται να αποδώσει αυτή τη δραματική ένταση, την ηθική βαρύτητα, αλλά και τη γλωσσική πυκνότητα του πρωτοτύπου.


2. Μεταφραστική στρατηγική


Ο χνκουβελης ακολουθεί μια ισορροπημένη προσέγγιση μεταξύ ερμηνευτικής πιστότητας και ποιητικής ελευθερίας.


α. Λεξιλογική επιλογή


Ο μεταφραστής χρησιμοποιεί σύγχρονη, καθαρή γλώσσα, χωρίς αρχαϊσμούς, αλλά με σεβασμό στην υψηλή ρητορική του Σοφοκλή. Παραδείγματα:

«εξίσου τουλάχιστον ίσα θα σου αντιλέξω» αντί του λιτού «ἐξισωτέον τὸ γοῦν ἴσ᾽ ἀντιλέξαι»·

Η προσθήκη του «τουλάχιστον ίσα» ενισχύει την αίσθηση ηθικής ισότητας, χωρίς να αλλοιώνει το νόημα.


«γιατί δούλος σε σένα δεν είμαι, αλλά τού Λοξια»

 Διατηρείται ο αντιθετικός τόνος (οὐ...ἀλλὰ...), με ευκρίνεια και ρυθμική ισορροπία.


«ούτε που μένεις, ούτε με ποιους συγκατοικείς»

Απόδοση του «οὐδ᾽ ἔνθα ναίεις, οὐδ᾽ ὅτων οἰκεῖς μέτα» με σαφή, οικείο ρυθμό.


β. Συντακτική και ρυθμική απόδοση


Ο χνκουβελης προτιμά μακρύτερες, ελεύθερες φράσεις, ελαφρώς πιο πεζολογικές από το πυκνό αρχαίο μέτρο, κάτι που κάνει το κείμενο θεατρικά εκφωνήσιμο σε σύγχρονη σκηνή.

Η μετάφραση έχει σχεδόν αναπνευστική ροή, με φυσικότητα στον προφορικό λόγο, στοιχείο που ευνοεί την υποκριτική απόδοση.


3. Νοηματική και δραματική ανάλυση


Η μετάφραση αποδίδει επιτυχώς την τραγική ειρωνεία και τη διπλή όραση/τύφλωση που διατρέχει το χωρίο.


«εσύ κι αν βλέπεις καθαρά καθόλου δεν βλέπεις» → αναπαράγει τον πυρήνα του σοφόκλειου αντιλόγου: βλέπεις – δεν βλέπεις.


«μήπως ξέρεις από ποιους είσαι;» → διατηρεί το υπαινικτικό ερώτημα της ταυτότητας.


«και σενα διπλή θα σε πλήξει και της μάνας και του πατέρα σου» → η δραματική κορύφωση αποδίδεται απλά αλλά ευθύβολα.


Ο χνκουβελης διατηρεί την προφητική επιβλητικότητα του Τειρεσία, αποφεύγοντας όμως κάθε πομπώδη καθαρεύουσα· το αποτέλεσμα είναι δραματικά γήινο.


4. Υφολογική και ερμηνευτική αποτίμηση


Η μετάφραση ισορροπεί ανάμεσα σε ποιητικό ρυθμό και διανοητική καθαρότητα.

Ενδεικτικά:


«ποιος Κιθαιρώνας δεν θα αντιχησει» → μεταφραστική επιλογή με ήχο και εικόνα· διατηρεί το στοιχείο του ηχητικού αντίλαλου της τραγωδίας.


«χωρίς όρμο εισεπλευσες» → έξοχη επιλογή· το ἄνορμον εἰσέπλευσας αποδίδεται με μεταφορική και ναυτική ζωντάνια, δείγμα μεταφραστικής ευαισθησίας.


«ευπλοίας τυχών» → αποδίδεται ως «αφού καλός σού ετυχε πλους»· που υπογραμμίζει την ειρωνεία.


Σε σχέση με άλλες σύγχρονες μεταφράσεις, ο χνκουβελης κινείται ανάμεσα στην ποιητική λιτότητα και το δραματικό ρεαλισμό, με προσωπικό τόνο λιγότερο «λογοτεχνικό» και περισσότερο προφορικό-θεατρικό.


5. Συνολική αξιολόγηση


Η μετάφραση του  χνκουβελη διακρίνεται για:


Κριτήριο/ Εκτίμηση


Πιστότητα στο πρωτότυπο 

Υψηλή· δεν απομακρύνεται από το νόημα.


Γλωσσική φυσικότητα/

 Πολύ καλή· ζωντανός και κατανοητός λόγος.


Ποιητικός ρυθμός/ Μετρημένος· δεν επιδιώκει μέτρο αλλά ρυθμική απαγγελία.


Ερμηνευτικό βάθος/ Εμφανές· ο Τειρεσίας προβάλλει ως φορέας αλήθειας και όχι ως «μανιακός προφήτης».


Αισθητική συνοχή/ Συνεπής· διακριτικό ύφος, χωρίς εκζήτηση.


6. Συμπέρασμα


Η μεταφραστική πρόταση του χνκουβελη αναδεικνύει το ηθικό και διανοητικό πυρήνα του αποσπάσματος: την αντιστροφή ανάμεσα στη γνώση και την τύφλωση, στην εξουσία και την αδυναμία.

Η επιλογή λεξιλογίου και ρυθμού υπηρετεί τη δραματική λειτουργία του λόγου του Τειρεσία, με αποτέλεσμα μια σύγχρονη με σεβασμο ανάγνωση του Σοφοκλή.

Πρόκειται για μετάφραση διαυγή, συγκρατημένα ποιητική, θεατρικά λειτουργική, που διατηρεί τη σοφόκλεια βαρύτητα χωρίς να εγκλωβίζεται σε αρχαϊσμούς ή υπερβολικη εξωραΐση.

.

.

.


Vincenzo Camuccini,Η δολοφονία τού Ιούλιου Καίσαρα (1806)


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Κατά Κάποιον Τρόπο η Ιστορια)

Στις Ειδους Μαρτίου alea jacta est 


(και μια μελέτη ανάλυση τού ποιήματος)


Στις Ειδους Μαρτίου το 44 πΧ με τάξη ρωμαϊκή 

με χαμόγελα με προσοχή στις χειρονομίες με τιμές 

οπως αρμόζουν σε τέτοιον Ρωμαίο άντρα τον υποδεχτηκαν,

τους τρομαζε όμως  η δικτατορική του προοπτικη,ότι

τον Ρουβικωνα διαβαίνει και μετά το alea jacta est του

ολα θα είναι δύσκολα να αντιστραφουν,γι'αυτό μέσα

στις συγκλητικες τογες έχουν τα 23 στιλετα κρυμμένα

η μέρα είναι λίαν κατάλληλη εκείνος ο παλαιός αρχαιος 

τής Ρωμαϊκής Δημοκρατιας Λεύκιος Ιούνιος Βρούτος

για τη δολοφονία τού ενός ανδρός τής Δικτατορίας

Ιούλιου Καίσαρα να αλλάξει σε Μάρκο Ιούνιο Βρουτο

και εκείνο το:'Και συ,τέκνον Βρουτε' να ακουσθεί,

επινοημένο η' όχι, που μόνο για τη θεατρικότητα τής σκηνης 

έχει σημασία,τα μετέπειτα είναι αναμενόμενα,τα συνηθη,

οι ρητορειες τής σωτηριας,οι συζητήσεις στα λουτρά,

στις ευωχιες τών συμποσίων,όμως ενδόμυχα τούς βασάνιζε 

η ιδέα ότι η εξουσία απλώς ενδύεται διαφορετικά

και όλα θα επαναληφθουν σε άλλες Ειδους Μαρτίου 

.

.

.

Το ποίημα του χνκουβελη, (Κατα Κάποιον Τρόπο η Ιστορια)«Στις Ειδούς Μαρτίου alea jacta est», είναι ένα πυκνό και βαθιά στοχαστικό ποίημα που συνδυάζει ιστορική αναφορά, πολιτικό σχόλιο και φιλοσοφική διάσταση για τη φύση της εξουσίας, της Ιστορίας και της ανθρώπινης επανάληψης.


1. Εισαγωγή και γενική θεώρηση


Το ποίημα αναφέρεται στην 15η Μαρτίου του 44 π.Χ., τις περίφημες Ειδούς του Μαρτίου, ημέρα της δολοφονίας του Ιουλίου Καίσαρα. Η ιστορική αυτή στιγμή μετατρέπεται από τον ποιητή σε σύμβολο πολιτικής ειρωνείας και αιώνιας επανάληψης της ιστορίας.

Η φράση «alea jacta est» («ο κύβος ερρίφθη»), που αποδίδεται στον Καίσαρα όταν διέβη τον Ρουβίκωνα, λειτουργεί ως μοτίβο αναπόδραστης μοίρας — μια πράξη χωρίς επιστροφή, όπου ο μηχανισμός της Ιστορίας τίθεται σε αμετάκλητη κίνηση.

Το ποίημα έχει καθαρά στοχαστικό ύφος, χωρίς συναισθηματική υπερβολή. Ο ποιητής χρησιμοποιεί λόγο λιτό, πεζολογικό, με ιστορικές αναφορές και υπαινικτική ειρωνεία. Μοιάζει περισσότερο με φιλοσοφικό δοκίμιο σε μορφή ποιήματος, παρά με λυρική εξομολόγηση.


 2. Δομή και γλώσσα


Το ποίημα δεν έχει στροφική διάρθρωση· κυλάει ως ενιαίος αφηγηματικός στοχασμός, που αναπαριστά τη σκηνή της δολοφονίας μέσα από την ψύχραιμη, σχεδόν κλινική παρατήρηση του ποιητή.

Οι φράσεις είναι παρατακτικές, με έντονη προσοχή στις λεπτομέρειες του τελετουργικού («με τάξη ρωμαϊκή / με χαμόγελα / με προσοχή στις χειρονομίες»). Η ειρωνεία υπονοείται από την απόσταση του ύφους: το ευγενικό προσωπείο της ρωμαϊκής τάξης κρύβει τη βία και την προδοσία.

Η γλώσσα είναι μεικτή: καθαρεύουσα («λίαν κατάλληλη») και δημοτική («τους τρόμαζε», «στιλέτα κρυμμένα»). Αυτή η εναλλαγή υποδηλώνει το μίγμα αρχαίου και σύγχρονου, πολιτικής ρητορικής και προσωπικού σχολιασμού.


3. Ιστορικά και διακειμενικά στοιχεία


Ο χνκουβελης αξιοποιεί γνωστά ιστορικά μοτίβα:


Ρουβίκωνας → το όριο χωρίς επιστροφή, η στιγμή που ο Καίσαρας αποφασίζει να καταλύσει τη ρωμαϊκή δημοκρατία.


Ειδές του Μαρτίου → το προαιώνιο σύμβολο προδοσίας και πολιτικής βίας.


Βρούτος → απόγονος του μυθικού ιδρυτή της Δημοκρατίας, Λεύκιου Ιούνιου Βρούτου, που εκθρόνισε τον τύραννο Ταρκύνιο. Ο Μάρκος Ιούνιος Βρούτος, λοιπόν, ενσαρκώνει τη μεταμφίεση της Ιστορίας: ο απόγονος του πρώτου τιμωρεί τον νέο τύραννο.


«Και συ, τέκνον Βρούτε» → η θεατρική, αμφίβολης ιστορικότητας φράση του Καίσαρα, που ο ποιητής αντιμετωπίζει ως σκηνική σύμβαση και όχι ιστορικό γεγονός.


Η αναφορά στο θεατρικό στοιχείο («μόνο για τη θεατρικότητα της σκηνής έχει σημασία») δείχνει πως ο ποιητής βλέπει την Ιστορία ως επαναλαμβανόμενο θέατρο – μια σειρά από ρόλους, όχι από αυθεντικά γεγονότα.


 4. Θεματικοί άξονες


α. Η εξουσία και η ανακύκλωση της Ιστορίας


Η κατακλείδα του ποιήματος — «η εξουσία απλώς ενδύεται διαφορετικά / και όλα θα επαναληφθούν σε άλλες Ειδούς Μαρτίου» — συνοψίζει τη φιλοσοφική θέση του χνκουβελη:

οι άνθρωποι αλλάζουν, τα ονόματα αλλάζουν, αλλά οι μηχανισμοί της εξουσίας παραμένουν οι ίδιοι.


Η πολιτική βία, η προδοσία και η εξουσιομανία είναι διαχρονικά φαινόμενα, μεταμφιεσμένα σε διαφορετικά «ενδύματα».


β. Το δίλημμα Δημοκρατίας και Δικτατορίας


Η αναφορά στους συνωμότες «που τους τρόμαζε η δικτατορική του προοπτική» δείχνει την αντίφαση των πολιτικών κινήτρων: δολοφονούν στο όνομα της ελευθερίας, αλλά εγκαινιάζουν νέους κύκλους βίας και αυταρχισμού.

Το ποίημα σχολιάζει έτσι την ουτοπία της πολιτικής σωτηρίας — καμία επανάσταση δεν καταργεί την εξουσία, απλώς τη μεταμορφώνει.


γ. Η μοίρα και η ειρωνεία


Το alea jacta est είναι η φράση του Καίσαρα, αλλά στο πλαίσιο του ποιήματος μεταφέρεται στην Ιστορία την ίδια: ο κύβος έχει ριφθεί για πάντα — η μοίρα της εξουσίας είναι προδιαγεγραμμένη, και οι Ειδές Μαρτίου θα επανέρχονται αέναα.


5. Ύφος και ειρωνεία


Η ειρωνεία του χνκουβελη είναι ψυχρή, λογική και υπαινικτική. Δεν υπάρχει κατηγορία ή οργή· υπάρχει στοχασμός, μια διανοητική αποστασιοποίηση.


6. Ερμηνευτικό συμπέρασμα


Το ποίημα του χνκουβελη είναι μια πολιτική αλληγορία για τη διαχρονική φύση της εξουσίας.

Η ιστορική σκηνή των Ειδών του Μαρτίου λειτουργεί ως καθρέφτης κάθε εποχής — κάθε φορά που η κοινωνία νομίζει πως απαλλάσσεται από τον τύραννο, απλώς «η εξουσία ενδύεται διαφορετικά».

Ο ποιητής, μέσα από τον λιτό και στοχαστικό του λόγο, αποκαλύπτει τη ματαιότητα των πολιτικών ανατροπών όταν δεν συνοδεύονται από ουσιαστική αλλαγή συνείδησης.


7. Επίλογος – Επικαιρότητα του ποιήματος


Στην εποχή μας, όπου οι μορφές εξουσίας μεταλλάσσονται — από πολιτικές σε οικονομικές, τεχνοκρατικές ή ψηφιακές — το ποίημα παραμένει εντυπωσιακά επίκαιρο.

Οι «άλλες Ειδές Μαρτίου» του τέλους δεν είναι μόνο ιστορικές· είναι κάθε στιγμή που η κοινωνία ζει την ψευδαίσθηση της αλλαγής.


Συνοπτικά:

Ο χνκουβελης, μέσα από την ιστορική αναδρομή στη δολοφονία του Καίσαρα, καταθέτει ένα φιλοσοφικό σχόλιο για τη σταθερή επαναληπτικότητα της ανθρώπινης πολιτικής ιστορίας. Με ύφος αποστασιοποιημένο και γλώσσα αυστηρά δομημένη, μετατρέπει το ιστορικό γεγονός σε διαχρονική παραβολή για την εξουσία και τη μοίρα.

.

.

.


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας


Ησίοδος,Έργα και Ημέραι 

στίχοι 202-212

-η παραβολή τού γερακιου και τής αηδονας-


(και μια μελέτη ανάλυση τής μετάφρασης)


ομως τώρα παραβολή στους βασιλιάδες θα πω φρόνιμοι 

και οι ίδιοι ας είναι .

έτσι το γεράκι μίλησε στην αηδόνα με τον πολυχρωμο λαιμο

πολύ ψηλα στα σύννεφα φέρνωντας με τα νύχια αρπαζοντας

κι αυτή για  έλεος,γύρω με τα γαμψά νύχια καρφωμένη 

παρακαλουσε κι έκλαιγε,όμως αυτό σ' αυτή επικρατώντας

αυτό το λόγο είπε: καημένη μου,τι φωνάζεις;τώρα ένας 

πιο ισχυρός στη κατοχή του σ'εχει και πάς όπου εγώ σε πάω 

κι ας εισαι αοιδος,δειπνο,αν θέλω,σε κάνω η' σ'αφηνω,

ανόητος οποιος να θελει με τούς ανώτερους ν'αντιτιθεται

και τη μάχη χάνει και βάσανα μαζι με την ατίμωση παθαίνει.

έτσι μίλησε το γεράκι με τ'ανοικτα φτερά,το ορνιο που γρήγορα πετά,


Νῦν δ᾽ αἶνον βασιλεῦσ᾽ ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς·

ὧδ᾽ ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον,

ὕψι μάλ᾽ ἐν νεφέεσσι φέρων, ὀνύχεσσι μεμαρπώς·

205ἣ δ᾽ ἐλεόν, γναμπτοῖσι πεπαρμένη ἀμφ᾽ ὀνύχεσσι,

μύρετο· τὴν ὅ γ᾽ ἐπικρατέως πρὸς μῦθον ἔειπεν·

«δαιμονίη, τί λέληκας; ἔχει νύ σε πολλὸν ἀρείων·

τῇ δ᾽ εἶς ᾗ σ᾽ ἂν ἐγώ περ ἄγω καὶ ἀοιδὸν ἐοῦσαν·

δεῖπνον δ᾽, αἴ κ᾽ ἐθέλω, ποιήσομαι ἠὲ μεθήσω.

210ἄφρων δ᾽ ὅς κ᾽ ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν·

νίκης τε στέρεται πρός τ᾽ αἴσχεσιν ἄλγεα πάσχει.»

ὣς ἔφατ᾽ ὠκυπέτης ἴρηξ, τανυσίπτερος ὄρνις.

.

.

.

Η παραβολή,(ο μύθος), του γερακιού και της αηδόνας (Ησίοδος,  Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 202–212) είναι από τα πιο σπουδαία σημεια και θεωρείται η πρώτη σωζόμενη «αλληγορία εξουσίας» στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία.


1. Το πλαίσιο της παραβολής


Η παραβολή εντάσσεται μέσα στη διδακτική-ηθική ενότητα των Ἔργων καὶ Ἡμερῶν (στ. 202–212). Ο Ησίοδος, απευθυνόμενος στους «βασιλῆες» (τους τοπικούς άρχοντες), επιδιώκει να τους διδάξει τη δικαιοσύνη (Δίκη). Αντί να συνεχίσει με επιχειρήματα, παραθέτει μια παραβολή, έναν μύθο-εικόνα: το γεράκι που πιάνει την αηδόνα.

Πρόκειται για παραβολή της δύναμης και της βίας, όπου ο λόγος του ισχυρού (το γεράκι) αποκαλύπτει το κυνικό δίκαιο του ισχυροτέρου, σε αντιπαράθεση με το «θείο» δίκαιο της Δίκης που ευαγγελίζεται ο ποιητής.


2. Υφολογική και ερμηνευτική ανάλυση


α. Η αρχή: τόνος και στόχος

Ο χνκούβελης μεταφράζει το Νῦν δ᾽ αἶνον... ως:

«όμως τώρα παραβολή στους βασιλιάδες θα πω φρόνιμοι 

και οι ίδιοι ας είναι.»


Η λέξη «παραβολή» δείχνει ερμηνευτική επιλογή· προϋποθέτει πως ο μεταφραστής κατανοεί το σημείο ως παραδειγματικό μύθο. Είναι επιτυχής επιλογή, γιατί αποδίδει το παιδευτικό πνεύμα του Ησιόδου, που δεν επαινεί αλλά προειδοποιεί.

Η παρενθετική φράση «φρόνιμοι και οι ίδιοι ας είναι» λειτουργεί διδακτικά και επεξηγηματικά ,αποδίδει τη διάθεση του ποιητή να τους συνετίσει.


β. Η σκηνή του κυνηγιού

«έτσι το γεράκι μίλησε στην αηδόνα με τον πολυχρωμο λαιμό,

πολύ ψηλά στα σύννεφα φέρνωντας με τα νύχια αρπαζοντας»


Εδώ ο χνκούβελης επιλέγει εικονοποιητικό ρυθμό, με συνεχόμενη σύνταξη («φέρνωντας», «αρπαζοντας»)· μιμείται την δυναμική της αρχαίας μετοχής (φέρων, ὀνύχεσσι μεμαρπώς).

Η επιλογή του επιθέτου «πολύχρωμο λαιμό» για το ποικιλόδειρον είναι αισθητικά εύστοχη, μεταφέρει την υλική ομορφιά του πουλιού, σε αντίθεση με τη βία του γερακιού.

Επιτυχής εικονοπλασία, φυσικός ρυθμός ελληνικής δημοτικής.


γ. Το αίσθημα του ελέους

«κι αυτή για έλεος, γύρω με τα γαμψά νύχια καρφωμένη 

παρακαλουσε κι έκλαιγε»


Ο μεταφραστής εδώ δυναμώνει τη συγκινησιακή φόρτιση με ρεαλιστικά ρήματα («καρφωμένη», «παρακαλούσε», «έκλαιγε») , πιο δραματικά από το μύρετο του Ησιόδου, που δηλώνει απλώς «θρηνεί».

Η λέξη «καρφωμένη» είναι προσδίδει σχεδόν εικονογραφική βία (το νύχι σαν καρφί),αποδίδει την ένταση του στίχου.


δ. Ο λόγος του ισχυρού

«καημένη μου, τι φωνάζεις; τώρα ένας πιο ισχυρός στη κατοχή του 

σ’ έχει και πας όπου εγώ σε πάω...»


Ο χνκούβελης αποδίδει το δαιμονίη με «καημένη μου». Αυτή η επιλογή είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα· το αρχαίο μπορεί να σημαίνει «θεόσταλτη», «δυστυχισμένη», «παράξενη». Η απόδοση «καημένη» μεταφέρει τον περιφρονητικό οίκτο του ισχυρού προς το αδύναμο.

Η φράση «πιο ισχυρός στη κατοχή του σ’ έχει» μεταφράζει ακριβώς το 

ἔχει νύ σε πολλὸν ἀρείων, χωρίς υπερβολές· εκσυγχρονίζοντας το λεξιλόγιο.

Καίριος τόνος: κυνισμός, εξουσιαστική βεβαιότητα.


ε. Η ηθική ρήση

«ανόητος όποιος να θέλει με τους ανώτερους ν’ αντιτίθεται

και τη μάχη χάνει και βάσανα μαζί με την ατίμωση παθαίνει.»


Ο Ησίοδος λέει:

 «ἄφρων δ᾽ ὅς κ᾽ ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν·

νίκης τε στέρεται πρός τ᾽ αἴσχεσιν ἄλγεα πάσχει.»


Η απόδοση του χνκούβελη είναι απλή και ηθικά διαυγής, διατηρώντας το διδακτικό ύφος.

Η λέξη «ανόητος» (για ἄφρων) κρατά το ηθικό στίγμα της αφροσύνης, ενώ το δίπολο «χάνει τη μάχη» ,«βάσανα και ατίμωση» αποδίδει σωστά το στέρεται νίκης , πάσχει ἄλγεα καὶ αἴσχεσιν.

Πιστή και ρυθμικά ελληνική μετάφραση της γνωμικής ρήσης.


στ. Το τέλος

«έτσι μίλησε το γεράκι με τ’ ανοικτά φτερά, το όρνιο που γρήγορα πετά.»


Η λέξη «όρνιο» εδώ  δίνει την αρνητική ηθική χροιά του αρπακτικού. 

Η φράση «με τ’ ανοιχτά φτερά» μεταφράζει επιτυχώς το τανυσίπτερος, προσδίδοντας αίσθηση κίνησης.

Λυρικά και ηθικά εύστοχη απόδοση.


3. Ερμηνευτικό συμπέρασμα


Η μετάφραση του χνκούβελη:


Είναι ποιητικά ακριβής.

Ενσωματώνει τη διδακτική πρόθεση του Ησιόδου, με λαϊκό και κατανοητό λόγο, που πλησιάζει τη γλώσσα του παραμυθιού ή του γνωμικού.

Αναδεικνύει τη βία της ισχύος, τη σύγκρουση αδυνάτου-ισχυρού, και την ειρωνική φωνή της εξουσίας.

Ο ρυθμός είναι ομαλός, προφορικός, χωρίς ομηρισμους,ταιριαστός στην εργατική ησιόδεια φωνή.


4. Συνολική εκτίμηση


Κριτήριο Αξιολόγηση


Πιστότητα στο αρχαίο νόημα 

ερμηνευτικά εύστοχη


Ποιητικότητα / Ρυθμός

φυσική, ζωντανή ροή, με εικονοπλαστική ένταση


Ηθική – Διδακτική διάσταση

αναδεικνύει καθαρά το δίδαγμα του Ησιόδου


Λεξιλόγιο / Ύφος  

δημοτική, καθαρή, χωρίς υπερβολές


Συνολικό αποτέλεσμα 

Άριστο δείγμα λογοτεχνικής μετάφρασης με ηθικοδιδακτική δύναμη


5. Επίλογος


Ο χνκούβελης, με τη μετάφρασή του στην παραβολή του γερακιού και της αηδόνας, κατορθώνει να μεταφέρει τον τόνο της αρχαίας σοφίας στο σημερινό αναγνώστη, χωρίς να τον βαραίνει με αρχαιογνωστικές λέξεις.

Το γεράκι του δεν είναι απλώς ένα πουλί , είναι το σύμβολο της αυθαιρεσίας της εξουσίας· και η αηδόνα δεν είναι μόνο θύμα ,είναι η φωνή της ποίησης που πνίγεται από τη βία.

Έτσι, η μετάφρασή του αναδεικνύει με απλότητα και βάθος το ησιόδειο μήνυμα περί δικαιοσύνης, μέτρου και φρόνησης.

.

.

.


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Κατά Κάποιον Τρόπο η Ιστορια)

Το θέατρο στα λατομεία της Σικελιας


(και μια μελέτη ανάλυση τού ποιήματος)


ἔνιοι δὲ καὶ δι' Εὐριπίδην ἐσώθησαν.

Πλούταρχος,Βιοι Παράλληλοι ,Νικίας,29


Οι Συρακούσιοι τούς έριξαν μέσα στα λατομεία αργά 

για να πεθάνουν,φρυγμενοι στο ήλιο και στις δυσωδιες

να αποτελειώσουν,και τότε σ' αυτή τη κόλαση ακούστηκε 

από έναν ο στιχος: Αἰαντα, τέκνον Τελαμῶνος,στο ψυχρό φως 

τού φεγγαριού,μίλα παλι, τού φώναξαν,ποιοι είμαστε να θυμηθούμε,

κι αρχισε στου ορύγματος τα βάθη το αθηναϊκό θέατρο

έπειτα η Ελένη τού Ευριπίδη μύθος ηθος διάνοια λέξις μέλος 

και οψις τα μέρη κατά ποιόν,τότε ένας από τους Συρακουσιους 

φυλακες ρωτησε:αυτό είναι τού Ευριπίδη;ναι,τού απαντησαν 

και συνέχισαν,γιατί δεν σωπαινετε;ξαναρωτησε,γιατί αυτός 

ένας λόγος είναι να μην φοβόμαστε που θα πεθανουμε,απαντησαν

.

.


Μελέτη ανάλυση του ποίηματος «Το θέατρο στα λατομεία της Σικελίας» 

του χνκουβέλη .


Η ποιητική σύνθεση αντλεί το υλικό της από ένα ιστορικό γεγονός: 

τη Σικελική Εκστρατεία (415–413 π.Χ.), τη μεγάλη συμφορά των Αθηναίων που περιγράφει ο Θουκυδίδης. Όσοι από τους αιχμαλώτους επέζησαν οδηγήθηκαν στα λατομεία των Συρακουσών, όπου πολλοί πέθαναν από κακουχίες. 

Ο ιστορικός αναφέρει ότι μερικοί Αθηναίοι κέρδισαν την επιείκεια των δεσμοφυλάκων τους απαγγέλλοντας στίχους του Ευριπίδη. Πάνω σ’ αυτό το ιστορικό υπόστρωμα, ο χνκουβέλης υψώνει μια μεταποιητική και μεταφυσική αναπαράσταση: το θέατρο γεννιέται μέσα στην κόλαση της ήττας και του θανάτου.


1. Δομή και αφηγηματική προοπτική

Το ποίημα είναι αφηγηματικό, με δραματικό ύφος και υποδόριο λυρισμό.

Αρχίζει με εικόνα βίας και αργού μαρτυρίου:

«Οι Συρακούσιοι τούς έριξαν μέσα στα λατομεία αργά / για να πεθάνουν…»


Ο ρυθμός είναι σπαραχτικά επιβραδυντικός, σαν η φράση να ακολουθεί το βασανιστικό πέρασμα του χρόνου στο μαρτύριο. Το «αργά» επανέρχεται ως χρονικό επίθετο-στίγμα της ανθρώπινης φθοράς. Το ποίημα αναπτύσσεται στη συνέχεια σε δραματικό διάλογο, ανάμεσα στους καταδικασμένους Αθηναίους, έναν ανώνυμο φρουρό και τη φωνή του θεάτρου. Έτσι, η αφήγηση μετατρέπεται σε μικρό θέατρο μέσα στο ποίημα: η τέχνη αναπαράγει την ίδια τη συνθήκη της ύπαρξής της.


2. Η μεταφυσική διάσταση του θεάτρου

Η καθοριστική στιγμή του ποιήματος είναι όταν «ακούστηκε από έναν ο στίχος:

«Αἰαντα, τέκνον Τελαμῶνος…»


Η επίκληση του Αίαντα, ήρωα της τραγωδίας του Σοφοκλή, λειτουργεί ως συμβολική ανάκληση της ηρωικής μνήμης και ως τελετουργική αντίσταση στον θάνατο. Ο Αίας είναι ο τραγικός πολεμιστής που, νικημένος και ταπεινωμένος, επιλέγει την αυτοκτονία. Το κάλεσμά του στα βάθη των λατομείων είναι αναφορά στην ίδια ύβρη και νέμεση που έπληξε τους Αθηναίους , αλλά και 

στην αξιοπρέπεια του πάθους.

Η φράση «μίλα πάλι, τού φώναξαν, ποιοι είμαστε να θυμηθούμε» αποδίδει την υπαρξιακή ανάγκη της ταυτότητας μέσω του λόγου: η ποίηση, ο μύθος, η τέχνη είναι οι τρόποι με τους οποίους ο άνθρωπος θυμάται ποιος είναι , ακόμη και μέσα στον Άδη.


3. Το αθηναϊκό θέατρο ως πράξη λύτρωσης

Η εικόνα

 «κι άρχισε στου ορύγματος τα βάθη το αθηναϊκό θέατρο»

είναι η κορυφαία μεταφορά του ποιήματος.


Η Αθήνα, το πνεύμα της τραγωδίας, αναβιώνει στα βάθη του ορύγματος — δηλαδή στην κάθοδο του Άδη, στη σκιά του μαρτυρίου. Το θέατρο εδώ δεν είναι διασκέδαση, αλλά ιερό μυστήριο αντίστασης στον θάνατο. Είναι ανάσταση της ψυχής μέσα στην πιο ακραία εξωτερική νέκρωση. Ο χνκουβέλης αντλεί από την αριστοτελική έννοια της κάθαρσης, αλλά την μετατρέπει σε πράξη ιστορικής μνήμης και ηθικής αντοχής.

Η αναφορά στα μέρη της τραγωδίας («μύθος, ήθος, διάνοια, λέξις, μέλος και όψις (το λατομείο)») λειτουργεί ως μεταποιητική δήλωση: το ίδιο το ποίημα αναστοχάζεται πάνω στην ουσία της τέχνης. Μέσα στα βάθη του ορύγματος, εκεί όπου όλα χάνονται, ο ποιητής επανασυνθέτει τα συστατικά της δημιουργίας. Έτσι, η ποίηση γίνεται θεμέλιο ταυτότητας και νοήματος.


4. Ο διάλογος με τον Συρακούσιο φρουρό

Η είσοδος του φρουρού εισάγει τον κόσμο του «άλλου» , του εχθρού, αλλά και του ανθρώπου που σιωπηλά συγκινείται:

«τότε ένας από τους Συρακούσιους φύλακες ρώτησε: αυτό είναι τού Ευριπίδη;»


Η ερώτηση δηλώνει αναγνώριση. Η τέχνη υπερβαίνει τα σύνορα της εχθρότητας.

Η απάντηση των Αθηναίων ,«ναι» , και η επόμενη ερώτηση ,«γιατί δεν σωπαίνετε;» , οδηγούν στη συγκλονιστική τελική δήλωση:

«γιατί αυτός ένας λόγος είναι να μην φοβόμαστε που θα πεθάνουμε».


Αυτό είναι το φιλοσοφικό κέντρο του ποιήματος. Η ποίηση, η τέχνη, η μνήμη είναι αντίλογος στον θάνατο. Δεν σώζει το σώμα, αλλά δικαιώνει την ψυχή. 

Ο λόγος ,ως λέξη, ως τραγωδία, ως Ευριπίδης, γίνεται ηθική ασπίδα απέναντι στην εξαφάνιση.

Ο χνκουβέλης έτσι αναδεικνύει το θέατρο ως ύψιστη μορφή αντίστασης: όχι με όπλα, αλλά με λόγο. Στον απόηχο του Ευριπίδη αντηχεί το ανθρώπινο νόημα της τέχνης , η αλήθεια της συνείδησης μπροστά στο αναπόφευκτο.


5. Γλώσσα και ύφος

Η γλώσσα είναι λιτή, δωρική, σχεδόν πεζολογική, χωρίς υπερβολές ή λυρικές εξάρσεις. Η ποίηση του χνκουβέλη λειτουργεί με πυκνότητα νοήματος, όχι με στολίδι. Οι παύσεις, οι συντομευμένες προτάσεις («να αποτελειώσουν», «κι άρχισε…») προσδίδουν ρυθμό ασθματικό, σχεδόν θεατρικό.

Η ιστορική αφήγηση μεταμορφώνεται σε σύγχρονο στοχασμό πάνω στη μοίρα, τη μνήμη και τη γλώσσα. Ο ποιητής δεν επιζητεί συναισθηματική φόρτιση· επιδιώκει τραγική καθαρότητα ,την αυστηρή, σχεδόν λιθογλυφική ομορφιά της αρχαίας τραγωδίας.


6. Ιστορική και υπαρξιακή εμβέλεια

Η σκηνή στα λατομεία της Σικελίας δεν είναι απλώς ένα ιστορικό επεισόδιο· είναι παραβολή της ανθρώπινης συνθήκης. Ο άνθρωπος είναι πάντοτε ριγμένος «στα λατομεία» , μέσα στον κόσμο της φθοράς και της απώλειας. Εκεί, όμως, ανακαλεί τη φωνή του λόγου, του μύθου, της ποίησης.

Η φράση «να μην φοβόμαστε που θα πεθάνουμε» αποδίδει την ανδρεία της πνευματικής αντίστασης: η αλήθεια της τέχνης κάνει τον θάνατο νοητό, οικείο, υπερβατό.


7. Συμπέρασμα

Το ποίημα του χνκουβέλη είναι ύμνος στην αντοχή του πνεύματος.

Μέσα από ένα ιστορικό γεγονός μεταστοιχειώνει την τραγωδία σε οντολογική μαρτυρία: η τέχνη είναι η μόνη φωνή που αντέχει μέσα στον Άδη. Το «θέατρο στα λατομεία» γίνεται σύμβολο της ίδιας της ελληνικής συνείδησης, που ακόμη και μέσα στην ήττα, επιμένει να μιλά, να θυμάται, να δημιουργεί.

Η ποίηση, όπως τη νοεί ο χνκουβέλης, δεν είναι διακόσμηση της ζωής αλλά δικαίωσή της ,η ίδια η μορφή του ανθρώπινου λόγου απέναντι στην ανυπαρξία.

.

.

.


My own empire of heteronyma -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας


Ευριπίδης,Ελενη,στίχοι 22--36

-Η κρίση του Παρη και το είδωλο τής Ελενης


(ένα ποίημα:Το είδωλο της Ελένης μια μελέτη ανάλυση τής μετάφρασης

και μια μελέτη ανάλυση τού ποιηματος)


Ελένη μ'ονομασαν ,κι αυτά τα κακα που'χω πάθει

θα πω,ήρθαν τρεις θεές που για το.καλλος

διαφωνούσαν στης Ίδης τη σπηλιά στον Αλεξανδρο

η Ήρα κι η Κύπρια κι η Παρθένα του Δία γενα

για την ομορφιά θελωντας να κάνουν κρίση,

και το δικό μου κάλλος,αν ωραίο είναι η δυστυχία,

η Κύπριδα δώρο το προσφερε πως ο Αλέξανδρος 

θα με παντρευονταν,και νικάει,αφήνοντας λοιπόν

τών βοδιών τις στάνες ο Πάρις τής Ίδης στη Σπάρτη

έφτασε για να'χει το κρεβάτι μου,όμως η Ηρα

πικραμένη επειδή τις θεές δεν νικησε ματαίωσε

τον γάμο μου με τον Αλεξανδρο ,και δεν έδωσε εμένα

αλλά ένα που σε μένα έμοιαζε ειδωλο ν'αναπνεει

φτιαχνωντας το απο αιθέρα στου βασιλιά Πριαμου 

το παιδί,και νομίζει ότι μ'εχει,μια πλάνη,αφού δεν μ'εχει


Ἑλένη δ᾽ ἐκλήθην. ἃ δὲ πεπόνθαμεν κακὰ

λέγοιμ᾽ ἄν. ἦλθον τρεῖς θεαὶ κάλλους πέρι

Ἰδαῖον ἐς κευθμῶν᾽ Ἀλέξανδρον πάρα,

25Ἥρα Κύπρις τε διογενής τε παρθένος,

μορφῆς θέλουσαι διαπεράνασθαι κρίσιν.

τοὐμὸν δὲ κάλλος, εἰ καλὸν τὸ δυστυχές,

Κύπρις προτείνασ᾽ ὡς Ἀλέξανδρος γαμεῖ,

νικᾶι. λιπὼν δὲ βούσταθμ᾽ Ἰδαῖος Πάρις

30Σπάρτην ἀφίκεθ᾽ ὡς ἐμὸν σχήσων λέχος.

Ἥρα δὲ μεμφθεῖσ᾽ οὕνεκ᾽ οὐ νικᾶι θεὰς

ἐξηνέμωσε τἄμ᾽ Ἀλεξάνδρωι λέχη,

δίδωσι δ᾽ οὐκ ἔμ᾽ ἀλλ᾽ ὁμοιώσασ᾽ ἐμοὶ

εἴδωλον ἔμπνουν οὐρανοῦ ξυνθεῖσ᾽ ἄπο

35Πριάμου τυράννου παιδί· καὶ δοκεῖ μ᾽ ἔχειν,

κενὴν δόκησιν, οὐκ ἔχων. 

.

.

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

To είδωλο τής Ελενης


όλα,λοιπόν,οσα συνεβησαν στην Ελένη πλάνη ητα

ο Αλέξανδρος Πάρις πίστευε πως την είχε,όμως

μ'ένα είδωλο στο κρεβάτι ξάπλωνε ,έτσι κατέληξε

η Κριση της Ομορφιάς στον Ιδαίον ορος κι η νίκη

τής Κυπριδας,η Ήρα το δώρο της ματαίωσε σ'αερα

το μετέτρεψε,πάντα οι θεοί κατέχουν τον τρόπο

τα φαινόμενα σε ψευδαισθησεις να μεταβάλλουν

.

.


Η μετάφραση του χνκουβέλη των στίχων 22–36 τής Ελένης του Ευριπίδη είναι μια δημιουργική, βαθιά στοχαστική απόδοση, που συνδυάζει φιλολογική πιστότητα με ποιητική ελευθερία, κατορθώνοντας να διατηρήσει τον τραγικό τόνο και τη φιλοσοφική βαρύτητα του πρωτοτύπου.


1. Πιστότητα και απόδοση του νοήματος


Ο χνκουβέλης αποδίδει με μεγάλη ακρίβεια τη νοηματική δομή του πρωτοτύπου:

η αυτοπαρουσίαση της Ελένης (“Ἑλένη δ᾽ ἐκλήθην”) λειτουργεί ως προοίμιο μιας αφήγησης-απολογίας, όπου εξηγείται η θεϊκή πλάνη που γέννησε τον πόλεμο της Τροίας.

Η μετάφραση:

«Ελένη μ’ ονόμασαν, κι αυτά τα κακά που ’χω πάθει

θα πω…»

αποδίδει πιστά τον τόνο της ειρωνικής μοίρας και της τραγικής αυτογνωσίας του πρωτοτύπου. Η χρήση του λαϊκότροπου «μ’ ονόμασαν»  δίνει άμεση προφορικότητα, φέρνοντας την Ελένη πιο κοντά στη δραματική σκηνή.

Ο στίχος:

«ἃ δὲ πεπόνθαμεν κακὰ λέγοιμ᾽ ἄν.»

μετατρέπεται σε εξομολόγηση, σχεδόν προφορική, όπου ο χνκουβέλης συμπυκνώνει τον τραγικό αυτοαναστοχασμό της ηρωίδας.


2. Η σκηνή της κρίσεως του Πάρη

Το αρχαίο:

«ἦλθον τρεῖς θεαὶ κάλλους πέρι…»

Μεταφράζεται:

«Ήρθαν τρεις θεές που για το κάλλος

διαφωνούσαν στης Ίδης τη σπηλιά στον Αλέξανδρο…»


Η επιλογή του ρήματος «διαφωνούσαν» είναι ουσιαστική: δηλώνει ένταση, ανταγωνισμό, θεϊκή φιλονικία — ίσως πιο δραστικά απ’ το απλό “θέλουσαι κρίσιν”. Η «σπηλιά της Ίδης» αντικαθιστά τον «κευθμώνα», προσδίδοντας εικαστική σαφήνεια: ο τόπος της κρίσης γίνεται δραματικά ορατός.

Η τριπλή αναφορά «Ἥρα, Κύπρις, Παρθένος» αποδίδεται με τη φράση:

 «η Ήρα κι η Κύπρια κι η Παρθένα του Δία γένα»


 όπου ο μεταφραστής επιδιώκει ρυθμική συμμετρία και μια αρχαϊκή, σχεδόν ομηρική μουσικότητα. Η λέξη «γένα» για τη «διογενή παρθένο» (την Αθηνά) είναι ιδιότυπη, λαϊκή και ποιητική ταυτόχρονα αποδίδει τη θεϊκή καταγωγή με τρόπο ελληνικότροπο, όχι λογιότροπο.


3. Η ειρωνεία του κάλλους και η νίκη της Αφροδίτης

Ο Ευριπίδης γράφει:

 «τοὐμὸν δὲ κάλλος, εἰ καλὸν τὸ δυστυχές…»


Ο χνκουβέλης:

«και το δικό μου κάλλος, αν ωραίο είναι η δυστυχία…»

Η απόδοση είναι εξαιρετικά ευαίσθητη στη φιλοσοφική ειρωνεία: το ερώτημα «εἰ καλὸν τὸ δυστυχές» μεταφέρεται σχεδόν αυτούσιο, χωρίς υπερβολική ερμηνεία. Το σχήμα «αν ωραίο είναι η δυστυχία» διατηρεί την παραδοξότητα του αρχαίου, το ειρωνικό παίγνιο μεταξύ κάλλους και συμφοράς.

Η Κύπριδα «δώρο προσφέρει πως ο Αλέξανδρος θα με παντρευόταν»· εδώ ο μεταφραστής επιλέγει μια ελεύθερη συντακτική μεταφορά, κάνοντας τον λόγο πιο συνοπτικό και αφηγηματικό ,ένα σχεδόν πεζολογικό ύφος που θυμίζει μοντέρνα δραματουργία.


4. Η πλάνη του ειδώλου


Το κορυφαίο σημείο του αποσπάσματος:

«δίδωσι δ᾽ οὐκ ἔμ᾽ ἀλλ᾽ ὁμοιώσασ᾽ ἐμοὶ

εἴδωλον ἔμπνουν οὐρανοῦ ξυνθεῖσ᾽ ἄπο…»

Μεταφράζεται:

«και δεν έδωσε εμένα

αλλά ένα που σε μένα έμοιαζε ειδωλο ν’ αναπνέει

φτιάχνοντάς το από αιθέρα στου βασιλιά Πριάμου το παιδί…»


Η απόδοση «που σε μένα έμοιαζε ειδωλο ν’ αναπνέει» είναι συγκλονιστικά ποιητική ,αναδεικνύει την οντολογική αμφιβολία ανάμεσα στο «είδωλο» και το «όν». Ο χνκουβέλης αισθητοποιεί το φιλοσοφικό υπόβαθρο της σκηνής: η Ελένη του Ευριπίδη είναι ήδη μεταφυσική, ένα ον-είδωλο στον κόσμο της απάτης. Η λέξη «φτιάχνοντάς το από αιθέρα» κρατά την αρχαία κοσμογονική υφή του «οὐρανοῦ ξυνθεῖσ᾽ ἄπο».

Η καταληκτική φράση:

«και νομίζει ότι μ’ έχει, μια πλάνη, αφού δεν μ’ έχει»

είναι ακριβής και δραματικά τελεσίδικη. Το «μια πλάνη» ως ενδιάμεσο, χωρισμένο με κόμμα, δίνει παύση τραγική,μια ἐλλειπτική ειρωνεία, όπου η 

Ελένη μιλά σχεδόν σαν αφηγήτρια μεταφυσικού δράματος.


5. Ύφος και ποιητική γλώσσα


Ο χνκουβέλης χρησιμοποιεί έναν καθαρό, δωρικό ελληνικό λόγο, χωρίς εξεζητημένες λέξεις. 

Το ύφος είναι:

πεζολογικό στην αφήγηση (χωρίς ομοιοκαταληξίες ή μετρικότητα),

ποιητικό στη ρυθμική του κυματοειδή κίνηση και στις εσωτερικές αντιθέσεις.


Οι φράσεις «να κάνει κρίση», «των βοδιών τις στάνες», «στης Ίδης τη σπηλιά» δείχνουν την πρόθεση να συνδέσει την τραγωδία με το ελληνικό τοπίο ,το αρχαίο δράμα μεταφράζεται σε γλώσσα της εμπειρίας, όχι μόνο της φιλολογίας.


6. Θεματική και δραματουργική συνείδηση


Η μετάφραση του χνκουβέλη δεν είναι μόνο απόδοση, αλλά ερμηνεία της τραγικής ουσίας:

ο κόσμος του Ευριπίδη, όπου η πραγματικότητα είναι φάντασμα και η πλάνη φαίνεται αληθινή, αναδεικνύεται με ένταση. Ο μεταφραστής κατανοεί ότι εδώ 

ο ποιητής ανατρέπει τον ομηρικό μύθο· η Ελένη του δεν είναι η άπιστη, αλλά θύμα της θεϊκής απάτης.

Η τελευταία φράση («μια πλάνη, αφού δεν μ’ έχει») συμπυκνώνει όλη την ευριπίδεια τραγικότητα: το ψεύτικο γίνεται μοίρα.


7. Συνολική αποτίμηση


Η μετάφραση του χνκουβέλη:

Διατηρεί φιλολογική ακρίβεια (χωρίς εκσυγχρονιστικά παραχαράγματα),

Προσθέτει λυρική ένταση και δραματική καθαρότητα,

Ενσωματώνει φιλοσοφική ειρωνεία και μεταφυσική συνείδηση,

Κινείται με ρυθμό και καθαρότητα λόγου που παραπέμπουν στην αρχαία τραγική μουσικότητα.

Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί “ποιητική μετάφραση πιστότητας” , ένα παράδειγμα μετάφρασης όπου η ακρίβεια και η έμπνευση συνυπάρχουν.


Συμπέρασμα:

Η απόδοση του χνκουβέλη δεν είναι απλώς μεταφορά στίχων, αλλά επανερμηνεία της ευριπίδειας αλήθειας:

η Ελένη του Ευριπίδη, πλάσμα της ψευδαίσθησης και της μοίρας, βρίσκει στη σύγχρονη ελληνική του χνκουβέλη μια γλώσσα που την καθιστά πάλι τραγικά παρούσα, ανάμεσα στο φως και στο είδωλο.

.

.

.

Μελέτη του ποιήματος «Το είδωλο της Ελένης» του χ.ν.κουβέλη 


1. Θεματικό – μυθολογικό επίπεδο


Το ποίημα ανασυνθέτει έναν από τους πιο γοητευτικούς και αμφίσημους μύθους της ελληνικής αρχαιότητας:

τον μύθο της ψευδαίσθησης της Ελένης.

Ο Ευριπίδης, στην Ελένη, είχε ήδη διαμορφώσει την εκδοχή ότι η πραγματική Ελένη ουδέποτε πήγε στην Τροία· η Ήρα, για να ματαιώσει τη νίκη της Αφροδίτης στην κρίση του Πάρη, έφτιαξε ένα είδωλο, μια άυλη εικόνα, που μόνο φαινομενικά υπήρχε. Έτσι, ο Πάρις, νομίζοντας ότι κατέχει τη γυναίκα που του υποσχέθηκε η θεά της ομορφιάς, συνευρίσκεται με φάντασμα· και ο Τρωικός Πόλεμος, το μέγιστο γεγονός της ηρωικής εποχής, γεννιέται από πλάνη.


Ο χνκουβέλης συμπυκνώνει τον πυρήνα αυτού του μύθου σε έξι στίχους απόλυτης οικονομίας, σχεδόν γνωμικής μορφής.

Το «όλα, λοιπόν, όσα συνέβησαν στην Ελένη πλάνη ήτα» λειτουργεί ως αφορισμός – προοίμιο, σαν μια μεταμυθολογική αποκάλυψη: ολόκληρη η επική και ιστορική αφήγηση (η κρίση του Πάρη, η απαγωγή, ο πόλεμος) αποκαλύπτεται ως απάτη των φαινομένων.

Η φράση «μ’ ένα είδωλο στο κρεβάτι ξάπλωνε» μετατρέπει την υψηλή μυθολογία σε ανθρώπινη ειρωνεία: ο έρωτας, ο πόθος, το σμίξιμο — όλα γίνονται σκηνή κενή, θεατρικό ψεύδος.

Η τραγωδία αποκτά ερμηνεία πλατωνική και μοντέρνα: η πραγματικότητα αντικαθίσταται από το είδωλό της.


2. Φιλοσοφικό – μεταφυσικό επίπεδο


Ο χνκουβέλης δεν περιορίζεται στη μυθολογική αφήγηση· προχωρά σε οντολογική διατύπωση.

Το ποίημα μιλά για την αμφισημία της πραγματικότητας και τη δύναμη της φαντασιακής αναπαράστασης.

Η καταληκτική διατύπωση:

«πάντα οι θεοί κατέχουν τον τρόπο / τα φαινόμενα σε ψευδαισθήσεις να μεταβάλλουν»

είναι φιλοσοφική κορύφωση.

Οι θεοί, δηλαδή οι υπερβατικές δυνάμεις που κυβερνούν τον κόσμο, ορίζουν το πεδίο της ψευδαίσθησης.

Ο άνθρωπος, μέσα στο παιχνίδι των θεών, ζει μέσα σε είδωλα, σε «φαινόμενα», χωρίς να αγγίζει την ουσία.

Η θέση αυτή θυμίζει έντονα παρμενίδεια και πλατωνική σκέψη:

για τον Παρμενίδη, το «φαίνεσθαι» είναι απατηλό· μόνο το «είναι» είναι αληθές·

για τον Πλάτωνα, ο αισθητός κόσμος είναι σκιά του αληθινού.


3. Υφολογικό – ποιητικό επίπεδο


Το ύφος του χνκουβέλη χαρακτηρίζεται από:

λιτότητα και ακρίβεια (η γλώσσα δεν ρητορεύει· κάθε λέξη είναι αναγκαία),

συμπύκνωση νοήματος (σχεδόν σαν επιγραμματικό απόφθεγμα),

μετα-ποιητική ειρωνεία: η αφήγηση του μύθου λειτουργεί ως σχόλιο για την ψευδαίσθηση της ίδιας της ποίησης — που, όπως και οι θεοί, μεταβάλλει τα φαινόμενα σε ψευδαισθήσεις.

Ο τόνος είναι ήρεμος, διαυγής, αποστασιοποιημένος ,θυμίζει την τραγική ειρωνεία του Ευριπίδη.

Η δομή του ποιήματος είναι αφηγηματική στην αρχή και γνωμική στο τέλος· 

η μετάβαση από το συγκεκριμένο στο καθολικό συντελείται αβίαστα, δίνοντας φιλοσοφικό βάθος στο μικρό ποιητικό σώμα.


4. Συνολική ερμηνεία – θέση στην ποίηση του χνκουβέλη


Το ποίημα εντάσσεται στο ευρύτερο ποιητικό σύμπαν του χνκουβέλη, όπου κυριαρχεί η κριτική της πραγματικότητας μέσω της κλασικής μνήμης.

Ο ποιητής χρησιμοποιεί τον ελληνικό μύθο όχι ως διακοσμητικό στοιχείο, αλλά ως γνωστικό εργαλείο: η αρχαιότητα μετατρέπεται σε πεδίο αναστοχασμού για την αλήθεια, τη φαντασία, και τη μοίρα του ανθρώπου.

Έτσι, Το είδωλο της Ελένης γίνεται σύγχρονη αλληγορία του ψευδούς:

του ψευδούς της ιστορίας (ο Τρωικός Πόλεμος για μια σκιά),

του ψευδούς του έρωτα (μια γυναίκα που δεν είναι εκεί),

του ψευδούς της τέχνης (η ομορφιά ως είδωλο, όχι ουσία).


5. Συμπέρασμα


Το ποίημα λειτουργεί σαν ποιητικό επιμύθιο της τραγωδίας του φαινομένου.

Με ελάχιστους στίχους, ο χνκουβέλης επιτυγχάνει μια πυκνή σύνθεση μύθου, φιλοσοφίας και ειρωνείας·

αναδεικνύει την ανθρώπινη αδυναμία να διακρίνει το αληθές από το φαινομενικό και, ταυτόχρονα, αποδίδει στους θεούς —ή στη μοίρα— τη δύναμη να «μεταβάλλουν τα φαινόμενα σε ψευδαισθήσεις».

Είναι, επομένως, ένα μεταφυσικό σχόλιο πάνω στη φύση του είναι και της φαινομενικότητας, μια τραγική ειρωνεία για τη μοίρα του ανθρώπου μέσα στην ψευδαίσθηση του κόσμου ,ένα μικρό, σχεδόν αποφθεγματικό αριστούργημα.

.

.

.


The West-Eastern Divan Orchestra conducted by Daniel Barenboim performs  Beethoven's 9th Symphony at the Berlin Philharmonic.

https://youtu.be/HljSXSm6v9M?si=9t79XgbPwvOlOEIr


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

λογοι υπαρξης


(και μια μελέτη ανάλυση τού ποιήματος)


καμία πιο μεγάλη δικαιολογία ύπαρξης 

από το ν'ακουσεις την 9η Συμφωνία τού Μπετόβεν 


(1)


τοσο φως περισσεύει

από την αιωνιοτητα


στο τραπέζι, ένα ποτήρι με νερό.

η γυναίκα απέναντι ποτίζει τα λουλούδια

στις γλαστρες

το νερό στάζει απ’ τα φύλλα

μια σταγόνα, δυο σταγόνες

η ανάμνηση μου ο ήχος τους


το φως που πέφτει πάνω στο χερι σου

αυτό το λίγο χρειάζεται ο ανθρωπος

.

.

(2)


όλοι αφήνουν πίσω τους,

τη σιωπη

στο δωμάτιο τής μνήμης

εκεί όλα είναι ήσυχα

και δεν χρειάζεται εξήγηση


μερικές φορές σκέφτομαι τις φωτογραφίες

όπου ποζάρουν ν'αποφυγουν τη λήθη

περιμένοντας αιώνες

όταν όλα τελειώνουν


η νύχτα ήρθε ήσυχα

δεν ξεχωρίζουν πια οι ζωντανοί

απ' τους απόντες

η καρέκλα στη μορφη τού σώματος

που καθισε

και το φως σ'αμεροληπτη ισορροπια

να συνεχίζει να υπάρχει


ίσως η αιωνιότητα

να είναι ένα τίποτα

που θυμίζει τη ζωη

.

.

(3)


τίποτα δεν τελειώνει 

άυλα

όλα επιστρέφουν

στη σιωπή τους

σε μια αόρατη παύση

αναπνοής

εκεί σ'αυτή την απουσία

ολόκληρος ο κόσμος

δεν έχει ανάγκη να τον κοιτάξεις

για να υπαρξει

.

.

.

Η μελέτη ανάλυση του ποιήματος «Λόγοι ύπαρξης» του χ.ν. κουβέλη αποκαλύπτει ένα έργο στοχαστικής λιτότητας και υπαρξιακής διαύγειας, όπου η γλώσσα γίνεται φορέας μιας ήσυχης, σχεδόν μεταφυσικής παρατήρησης του Είναι. 

Ο ποιητής, με χαρακτηριστική νηφαλιότητα και δωρικό ύφος, διατυπώνει την αναζήτηση του «λόγου» για την ύπαρξη μέσα σε ένα πλαίσιο καθημερινότητας, φωτός, σιωπής και μουσικής.


I. Θεματική και φιλοσοφικός πυρήνας


Η εναρκτήρια φράση, «καμία πιο μεγάλη δικαιολογία ύπαρξης / από το ν’ ακούσεις την 9η Συμφωνία του Μπετόβεν», αποτελεί δήλωση κοσμοθεωρίας.

Η τέχνη – και ειδικότερα η μουσική – τίθεται ως ύψιστη αιτιολόγηση της ανθρώπινης ύπαρξης, υπερβαίνοντας κάθε θεολογική ή οντολογική πρόταση. Η 9η Συμφωνία, έργο συμφιλίωσης, παγκόσμιας αδελφοσύνης και χαρμόσυνης υπέρβασης του πόνου, λειτουργεί ως κοσμική θεοφάνεια. Ο άνθρωπος δικαιώνει την ύπαρξή του όχι μέσω της πίστης ή της εξουσίας, αλλά μέσω της αισθητικής εμπειρίας — της εμπειρίας του Απόλυτου μέσα από τον ήχο.


Αυτή η «δικαιολογία ύπαρξης» εισάγει το ποιητικό τρίπτυχο που ακολουθεί (τρεις ενότητες), σαν τρεις στάσεις επίγνωσης του Είναι:

1. Το φως και η καθημερινή ευαισθησία.

2. Η μνήμη και η σιωπή της απώλειας.

3. Η υπέρβαση της μορφής και η είσοδος στην άυλη συνέχεια.


II. Πρώτη ενότητα – Το φως και το ελάχιστο


«τόσο φως περισσεύει

από την αιωνιότητα»


Ο χνκουβέλης ανοίγει με μια ποιητική μεταφυσική της απλότητας. Το φως, σύμβολο γνώσης και ύπαρξης (στον Ηράκλειτο) , δεν αποκαλύπτεται, αλλά “περισσεύει”. Υπάρχει πλεονάζον φως – δηλαδή, η ύπαρξη είναι ήδη υπερπλήρης, δεν χρειάζεται ερμηνεία.

Στη σκηνή που ακολουθεί, ένα ποτήρι νερό, μια γυναίκα που ποτίζει λουλούδια, 

η καθημερινότητα μετατρέπεται σε μεταφυσικό τοπίο. Το νερό, το φως, οι σταγόνες, λειτουργούν ως μεταφορές της συνέχειας και της μνήμης:

«μια σταγόνα, δυο σταγόνες / η ανάμνηση μου ο ήχος τους»


Η εμπειρία μετατίθεται από την όραση στον ήχο — όπως και στην αναφορά στη 9η Συμφωνία — υπενθυμίζοντας πως η ύπαρξη βιώνεται ακουστικά, ως ρυθμός, ως παλμός του χρόνου.


Η τελική φράση,

«το φως που πέφτει πάνω στο χέρι σου / αυτό το λίγο χρειάζεται ο άνθρωπος»,

συμπυκνώνει το ανθρωπιστικό ήθος του ποιήματος: το «λίγο» είναι αρκετό· το φως, η παρουσία, η τρυφερότητα, η εγγύτητα. Ο άνθρωπος δικαιώνεται στην καθημερινή χειρονομία του φωτός.


III. Δεύτερη ενότητα – Η μνήμη και η σιωπή


Η δεύτερη ενότητα μετατοπίζεται σε μείζονα υπαρξιακή ησυχία. Η φράση:

«όλοι αφήνουν πίσω τους, / τη σιωπή»

εγγράφει τον άνθρωπο μέσα στην απουσία του. Η σιωπή δεν είναι κενό· είναι το ίχνος του ζώντος μετά την παρουσία του. Το «δωμάτιο της μνήμης» λειτουργεί σαν μικρογραφία του ασυνειδήτου ή της αιωνιότητας· εκεί «όλα είναι ήσυχα / και δεν χρειάζεται εξήγηση».

Η σιωπή και η απλότητα λειτουργούν ως λύτρωση από τη λογοκρατία και τον πόνο της συνείδησης.

Οι «φωτογραφίες» που «ποζάρουν ν’ αποφύγουν τη λήθη» είναι μια σπαρακτική μεταφορά: ο άνθρωπος, γνωρίζοντας τη φθορά, αναζητεί την ακινησία της μνήμης, τη μορφή που θα αντισταθεί στο χρόνο.

Το ποίημα κορυφώνει εδώ τον στοχασμό του:

«δεν ξεχωρίζουν πια οι ζωντανοί / απ’ τους απόντες»

Η ζωή και ο θάνατος παύουν να είναι αντιθέσεις· συγχωνεύονται σε μια οντολογική συνέχεια φωτός και ύλης.

Το φως εδώ έχει «αμερόληπτη ισορροπία» — δεν κρίνει, δεν διαλέγει, απλώς υπάρχει. Και η τελευταία διατύπωση,

 «ίσως η αιωνιότητα / να είναι ένα τίποτα / που θυμίζει τη ζωή»,

είναι μια από τις πιο ώριμες υπαρξιακές φράσεις της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. Η αιωνιότητα δεν είναι υπερβατικό Όλον· είναι το αποτύπωμα της ζωής που συνεχίζει να ηχεί — ένα «τίποτα» με μνήμη.


IV. Τρίτη ενότητα – Η επιστροφή στη σιωπή


Η τελική ενότητα λειτουργεί ως φιλοσοφικό επιμύθιο:

«τίποτα δεν τελειώνει

άυλα

όλα επιστρέφουν

στη σιωπή τους»


Η λέξη «άυλα» είναι το κλειδί: η ύπαρξη συνεχίζεται εκτός ύλης, ως ενέργεια, ήχος, φως — αναλογικά με τη μουσική αρχή του ποιήματος (η 9η Συμφωνία).

Η σιωπή εδώ δεν είναι θάνατος αλλά κύκλος: επιστροφή, ανάπαυση, λύτρωση.

Η «αόρατη παύση αναπνοής» θυμίζει μουσική σημειογραφία: το ποίημα ολοκληρώνεται σαν μουσική σύνθεση, επιστρέφοντας στον ρυθμό της ανάσας, στην «παύση» που κάνει τον ήχο δυνατό.


Η τελική φράση,

«δεν έχει ανάγκη να τον κοιτάξεις / για να υπάρξει»,

κλείνει το ποίημα με μια οντολογική αποδοχή: το Είναι υπάρχει ανεξάρτητα από την ανθρώπινη συνείδηση.

Πρόκειται για μια ποιητική του μη-ανθρωποκεντρισμού, όπου η ύπαρξη είναι αυτόφωτη, αυτάρκης — ο κόσμος υπάρχει γιατί υπάρχει, όχι γιατί τον αντιλαμβανόμαστε.


V. Υφολογική και μορφική ανάλυση


Το ύφος του χνκουβέλη εδώ είναι μινιμαλιστικό, απογυμνωμένο από ρητορική. 

Η σύνταξη λιτή, οι λέξεις καθημερινές, το ύφος στοχαστικό και χαμηλόφωνο.

Οι ενότητες χωρίζονται με τελείες και κενά, σαν παύσεις μουσικού μέτρου. Το ποίημα αναπνέει, δεν αναπτύσσεται ρητορικά· κάθε εικόνα είναι σημείο ανάπαυσης του νοήματος.

Η σχέση φωτός–σιωπής–ήχου είναι τριαδική δομή, όπως και η μορφή του ποιήματος. Ο χνκουβέλης συνθέτει ένα φιλοσοφικό τρίπτυχο, όπου το αισθητικό και το οντολογικό συμπίπτουν.

Το «να ακούσεις την 9η Συμφωνία» ως υπέρτατη εμπειρία του Είναι.


VI. Συμπέρασμα


Το ποίημα «Λόγοι ύπαρξης» αποτελεί ένα ύστερο ανθρωπιστικό στοχασμό για την αιτία και το νόημα της ύπαρξης μέσα στη σιωπή και το φως.

Η μουσική, το φως, το νερό και η σιωπή γίνονται μορφές του ίδιου αρχέγονου ρυθμού, όπου η ζωή και ο θάνατος παύουν να αντιπαρατίθενται.

Ο χνκουβέλης, με απλότητα και καθαρότητα, προσφέρει ένα μεταφυσικό ποίημα χωρίς μεταφυσική· ένα ποίημα που βρίσκει τον Θεό όχι στον ουρανό αλλά στο άγγιγμα του φωτός πάνω στο χέρι.

.

.

.



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Του Κωνσταντακη ο γαμος


πέρα στην άκρη τών ακρών  ο Κωνσταντάκης

φίλους στο γάμο του και συγγενείς καλει

είναι η νύφη σαν αυγή σαν κρίνος τού μαγιού 

και κει πάνω στα στεφανώματα τρεις καβαλαρεοι 

φτάνουν με τα σπαθιά τη νύφη αρπαζουνε και πανε

αδέρφια, τοιμαστε τ’ άλογο, σέλα χρυσή σελωστε

για να προφτάσω τούς ληστές τη κόρη να τη σωσω

κι όρμησε σαν ανεμοστρόβιλος στα πέρατα πηγαινει

η γης όπου περνα βογγά κι ο ουρανός ανατριχιαζει.

τρεις μέρες τούς ζητα τούς κυνηγά τρεις νύχτες

και συντυχαινει τη νύφη του στα δακρυα δεμένη 

οι κλέφτες γύρω τρώγανε και γλεντοκοπουσαν

χυμαει ο άκριτης καταπάνω τους με τ'αστραφτερο

σπαθί τούς κόβει κεφάλια χέρια τσακίζει ποδια

ο ιεπήρεν τη καλιτσα του στ'αλογο την ανεβάζει

μην φοβηθεις γυναίκα άλλος δεν θα σε παρει

δίνει βιτσιά τού μαύρου του και πάει σαράντα μίλια

.

.

.

Μελέτη και ανάλυση τού ποιήματος χνκουβέλη «Του Κωνσταντάκη ο γάμος».


Το έργο συνομιλεί με τη μεγάλη παράδοση των ακριτικών τραγουδιών και τη νεοελληνική ηρωική ποιητική.


1. Εισαγωγή – Το είδος και το ύφος


Το ποίημα «Του Κωνσταντάκη ο γάμος» ανήκει οργανικά στην παράδοση του ακριτικού κύκλου, δηλαδή των ποιημάτων που εξυμνούν τον ηρωισμό, την ανδρεία, τη φιλοτιμία και την αίσθηση του καθήκοντος των ακριτών, των συνοριοφυλάκων της βυζαντινής αυτοκρατορίας.

Ο χνκουβέλης, με τη σύγχρονη του γραφή, αναβιώνει τον ρυθμό, τη γλώσσα και τη φαντασιακή δύναμη των δημοτικών τραγουδιών, χωρίς να τα μιμείται μηχανικά. Αντίθετα, επανερμηνεύει το ακριτικό πνεύμα σε μια νεοελληνική εκδοχή, όπου ο μύθος λειτουργεί ως σύμβολο της αντοχής και της τιμής του ανθρώπου απέναντι στη βία και την απώλεια.


2. Δομή και αφήγηση


Η σύνθεση έχει καθαρή επική δομή:


1. Πρόλογος – Προσκλήσεις στον γάμο

Ο Κωνσταντάκης καλεί φίλους και συγγενείς, ο χώρος δηλώνεται «πέρα στην άκρη των ακρών», φράση που θυμίζει τη μυθική τοπογραφία των ακριτικών τραγουδιών, όπου ο ήρωας ζει στα σύνορα του κόσμου, στο όριο ανθρώπινου και υπερφυσικού.

2. Αρπαγή της νύφης

Οι τρεις καβαλάρηδες εισβάλλουν βίαια στη χαρά του γάμου, ανατρέποντας την τάξη και επιφέροντας την ύβρη.

3. Όρκος και καταδίωξη

Ο ήρωας ετοιμάζει το άλογό του, «σέλα χρυσή σελώστε», και ξεκινά για την αντεκδίκηση· η σκηνή έχει τη δραματική ένταση και ρυθμικότητα του δημοτικού δίστιχου, αλλά εκτείνεται αφηγηματικά με νεότερη τεχνική.

4. Αναμέτρηση και αποκατάσταση

Η μάχη περιγράφεται με επική υπερβολή – οι κινήσεις του ήρωα είναι φυσικές και ταυτόχρονα μυθικές· η γη και ο ουρανός συμμετέχουν στο πάθος του.

5. Επιστροφή – Λύτρωση

Ο ήρωας επαναφέρει τη νύφη του, αποκαθιστώντας την τιμή και το ηθικό σύμπαν. Το ποίημα κλείνει με ρυθμικό, αποφθεγματικό τόνο.


3. Γλώσσα και ύφος


Η γλώσσα είναι δημοτική, καθαρή, ρυθμική, με έντονη προφορικότητα και απουσία κάθε ρητορικής επιτήδευσης.

Ο χνκουβέλης χρησιμοποιεί ποιητική οικονομία: κάθε στίχος μεταφέρει δράση 

ή συναίσθημα χωρίς φλυαρία. Η σύνταξη είναι παρατακτική, όπως στα δημοτικά τραγούδια — «τρεις μέρες τους ζητά, τους κυνηγά τρεις νύχτες». Η επανάληψη λειτουργεί ως ρυθμικό μοτίβο, δίνοντας τη μουσικότητα του λαϊκού άσματος.


Η ποιητική γραφή είναι αυστηρά εικονοποιητική:

«η γης όπου περνά βογγά κι ο ουρανός ανατριχιάζει»

ο ήρωας μεταμορφώνεται σε κοσμική δύναμη, το πάθος του ταράζει τα στοιχεία της φύσης, όπως στα ηρωικά άσματα του Διγενή ή του Βασίλ-Ανδρόνικου.


4. Θεματικά μοτίβα και σύμβολα


α. Ο γάμος

Ο γάμος, σύμβολο κοινωνικής και κοσμικής τάξης, διαταράσσεται από τη βία. Η αρπαγή της νύφης είναι πράξη ύβρεως, και η εκδίκηση του Κωνσταντάκη πράξη αποκατάστασης της δικαιοσύνης.

Ο γάμος εδώ είναι όριο ανάμεσα στο ανθρώπινο και το μυθικό, ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο.


β. Ο ίππος και η ταχύτητα

Το άλογο, «σέλα χρυσή», λειτουργεί ως σύμβολο υπερφυσικής δύναμης και ελευθερίας. Ο ήρωας και το άλογο ταυτίζονται: «όρμησε σαν ανεμοστρόβιλος» , η ορμή είναι μεταφυσική.


γ. Η τιμή και ο έρως

Ο Κωνσταντάκης δεν πολεμά μόνο για την αγαπημένη του, αλλά για την τιμή του, την ανδρική και κοινωνική του υπόσταση.

Η φράση:

«μην φοβηθείς γυναίκα άλλος δεν θα σε πάρει»

είναι λόγος όχι ιδιοκτησίας, αλλά όρκου προστασίας· ο ήρωας αναλαμβάνει το καθήκον του ως σύζυγος, άνδρας και ακρίτης.


 5. Ρυθμός και ήχος


Το ποίημα κινείται σε δεκαπεντασύλλαβη ροή, χωρίς τυπική ομοιοκαταληξία, διατηρώντας το φυσικό μέτρο του δημοτικού.

Η εναλλαγή τονισμών, η χρήση επαναλήψεων και η παρήχηση των συμφώνων (π.χ. «τούς κόβει κεφάλια χέρια τσακίζει πόδια») προσδίδουν στο ποίημα ρυθμική ορμή και ακουστική ενέργεια, στοιχείο χαρακτηριστικό της προφορικής επικής παράδοσης.


 6. Ηρωικό και τραγικό στοιχείο


Παρά τον νικηφόρο τερματισμό, το ποίημα διαποτίζεται από τραγικό παλμό:

ο ήρωας είναι μόνος απέναντι στην αδικία, αγωνίζεται πέρα από ανθρώπινα όρια. Ο πόνος, η οργή και η υπερβατική του πράξη δημιουργούν μια τραγική ηρωική αύρα, όπως του Αχιλλέα ή του Διγενή, που πολεμούν γνωρίζοντας ότι η μοίρα είναι πάντοτε ισχυρότερη.


7. Τοποθέτηση στο έργο του Κουβέλη και στη νεοελληνική ποίηση


Ο χνκουβέλης, σε αυτό το ποίημα, επιτυγχάνει συνειδητή αναβίωση της ακριτικής φωνής μέσα στη σύγχρονη λογοτεχνική συνθήκη. Δεν αντιγράφει το παλιό, αλλά το επανερμηνεύει με στοχασμό και λυρική πύκνωση.

Ο Κωνσταντάκης δεν είναι απλώς λαϊκός ήρωας· είναι σύμβολο της ανθρώπινης αντίστασης απέναντι στη βία και την απώλεια, μια διαχρονική μορφή του ελληνικού ήθους.

Η ποίηση του χνκουβέλη εδώ με απόλυτη καθαρότητα και απλότητα στη φραστική τής έκφραση συνδέεται με το ανώνυμο δημοτικό τραγούδι.


8. Συμπέρασμα


Το «Του Κωνσταντάκη ο γάμος» είναι ένα νέο ακριτικό τραγούδι, σύγχρονο και παλαιό συνάμα.

Συνδυάζει την ηρωική αφήγηση με το λυρικό πάθος, τη λαϊκή ρίζα με τη συνειδητή ποιητική κατασκευή.

Ο χνκουβέλης κατορθώνει να δημιουργήσει μιαν ανανεωμένη μορφή ελληνικού έπους, όπου η τιμή, ο έρως και η πράξη γίνονται ποιητική μοίρα.

.

.

.

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Fragmenta 

(Ελληνικά, English, Francais, German, Italiano, Spanish, Portuguese)


(μια μελέτη ανάλυση τού ποιήματος)


υγρή ανάσα

λυγίζει τη νυχτα

φωτεινή η σεληνη


δεν υπάρχουμε μαζί

ο χρόνος μάς σπρώχνει μακριά


και θ'αγαπω

το σκοτάδι τού φόβου σου


κι εμείς φύλλα αιωρούμενα 

στη σιωπή

το κενό τής αιωνιότητας 

το γεμίζω με σένα


και το βλέμμα σου

που μόνο εγώ γνωριζω


γαλάζιο διάφανο

.

.


Fragmenta


wet breath

bends the night

the moon luminous


we do not exist together

time pushes us apart


and I will love

the darkness of your fear


and we, leaves suspended

in silence

the void of eternity

I fill with you


and your gaze

that only I know


transparent blue

.

.


Fragmenta


souffle humide

qui plie la nuit

la lune lumineuse


nous n’existons pas ensemble

le temps nous rejette au loin


et j’aimerai

l’obscurité de ta peur


et nous, feuilles en suspens

dans le silence

le vide de l’éternité

je le comble avec toi


et ton regard

que moi seul connais


bleu translucide

.

.


Fragmenta


feuchter Atem

biegt die Nacht

der Mond lichthell


wir existieren nicht gemeinsam

die Zeit stößt uns auseinander


und ich werde lieben

die Dunkelheit deiner Angst


und wir, schwebende Blätter

in der Stille

die Leere der Ewigkeit

fülle ich mit dir


und deinen Blick

den nur ich kenne


durchscheinendes Blau

.

.


Fragmenta


respiro umido

che piega la notte

la luna luminosa


non esistiamo insieme

il tempo ci spinge lontano


e amerò

l’oscurità della tua paura


e noi, foglie sospese

nel silenzio

il vuoto dell’eternità

lo colmo con te


e il tuo sguardo

che solo io conosco


azzurro trasparente

.

.


Fragmenta


aliento húmedo

que dobla la noche

la luna luminosa


no existimos juntos

el tiempo nos empuja lejos


y amaré

la oscuridad de tu miedo


y nosotros, hojas suspendidas

en el silencio

el vacío de la eternidad

lo lleno contigo


y tu mirada

que solo yo conozco


azul transparente

.

.


Fragmenta


hálito úmido

que dobra a noite

a lua luminosa


não existimos juntos

o tempo nos afasta


e amarei

a escuridão do teu medo


e nós, folhas suspensas

no silêncio

o vazio da eternidade

eu o preencho contigo


e o teu olhar

que só eu conheço


azul translúcido

.

.

.

Μελέτη και ανάλυση του ποιήματος του χνκουβέλη:Fragmenta.


1. Γενική εντύπωση και μορφή


Το ποίημα αποτελείται από μικρά, ασύνδετα φραστικά τεμάχια (fragmenta), όπως και δηλώνει ο τίτλος, δίνοντας την αίσθηση θραυσμάτων σκέψης και συναισθήματος. Η σύνταξη είναι λιτή, με συχνή χρήση ρημάτων στον ενεστώτα και μέλλοντα χρόνο, γεγονός που δημιουργεί αίσθηση άμεσης εμπειρίας και διαρκούς ροής του χρόνου.

Η μορφή του ποίηματος είναι ελεύθερη, χωρίς δεσμευτικό μέτρο ή ομοιοκαταληξία. Οι στίχοι είναι σύντομοι, πολλές φορές μονολεκτικοί ή αποτελούμενοι από λίγες λέξεις. Η διάσπαση των φράσεων με παύλες, εισαγωγές ή σημεία στίξης ενισχύει την αίσθηση διάσπασης και αιώρησης, ενώ δημιουργεί ρυθμό αναπνοής που παραπέμπει σε στοχαστική ποίηση.


2. Θέμα και θεματικές ενότητες


Το ποίημα μπορεί να χωριστεί σε επιμέρους θεματικές ενότητες:


α) Το φυσικό και κοσμικό στοιχείο

«υγρή ανάσα / λυγίζει τη νυχτα / φωτεινή η σεληνη»

Η εικόνα της νύχτας και της σελήνης δημιουργεί μια ατμόσφαιρα σιωπής, μυστικισμού και ευαισθησίας. Η «υγρή ανάσα» λειτουργεί μεταφορικά, πιθανόν ως αναφορά στην παρουσία του ποιητή ή του έρωτα, ή ακόμη και στη φυσική αίσθηση της ψυχής που ανασαίνει μέσα στη νύχτα. Το στοιχείο του φωτός («φωτεινή η σελήνη») αντιπαρατίθεται με τη σκοτεινότητα της νύχτας, υπογραμμίζοντας την ένταση μεταξύ φως/σκοτάδι, γνώσης/αβεβαιότητας.


β) Χρόνος και απόσταση

«δεν υπάρχουμε μαζί / ο χρόνος μάς σπρώχνει μακριά»

Η ανθρώπινη σχέση υποβάλλεται από την αίσθηση απόστασης και διαχωρισμού. Ο χρόνος λειτουργεί ως δύναμη που απομακρύνει, μια θεμελιώδης ύλη στην ποίηση του χνκουβέλη: η προσωρινότητα της σχέσης, η φθορά, αλλά και η νοσταλγία που γεννιέται από την απουσία.


γ) Έρωτας, φόβος και σκοτάδι

«και θ'αγαπω / το σκοτάδι τού φόβου σου»

Η αγάπη δεν εκφράζεται απλώς ως τρυφερότητα, αλλά συνοδεύεται από φόβο και ανασφάλεια. Το σκοτάδι εδώ δεν είναι μόνο φυσικό, αλλά ψυχικό και υπαρξιακό. Υποδηλώνει την ένταση και την αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ επιθυμίας και φόβου.


δ) Η ύπαρξη και η αιωνιότητα

«και εμείς φύλλα αιωρούμενα / στη σιωπή / το κενό τής αιωνιότητας / το γεμίζω με σένα»

Η μεταφορά των ανθρώπων σε «φυλλα αιωρούμενα» δίνει την αίσθηση εφήμερης ύπαρξης, ευθραυστότητας και παρατηρητικής αποστασιοποίησης από τον κόσμο. Το κενό της αιωνιότητας υποδηλώνει το άγνωστο, το αχανές, το υπαρξιακό κενό, το οποίο όμως γεμίζει με το αγαπημένο πρόσωπο – μια σύνδεση ατομικού και συλλογικού, προσωπικού και υπαρξιακού.


ε) Το βλέμμα και η μοναδικότητα

«και το βλέμμα σου / που μόνο εγώ γνωριζω / γαλάζιο διάφανο»

Η τελευταία εικόνα είναι ιδιαίτερα φορτισμένη συναισθηματικά. Η μοναδικότητα του βλέμματος του άλλου ενώνει αισθητικά και συναισθηματικά το εγώ με το άλλο. Η αίσθηση διαφάνειας και χρώματος («γαλάζιο διάφανο») ενισχύει την τρυφερότητα, αλλά και τον τρόπο που ο ποιητής βλέπει τον κόσμο μέσα από την αγαπημένη.


3. Γλωσσικά χαρακτηριστικά


Λιτότητα και οικονομία λέξεων: κάθε λέξη φέρει μεγάλη συναισθηματική φόρτιση.

Μεταφορικότητα: «φύλλα αιωρούμενα», «το κενό τής αιωνιότητας» – εικόνες που συνδέουν το φυσικό και το υπαρξιακό.

Επαναλήψεις: Η χρήση του «και» δημιουργεί ροή και συνδέει τα θραύσματα σε ένα ενιαίο συναισθηματικό πλαίσιο.

Συναισθηματική αμεσότητα: η χρήση πρώτου προσώπου («το γεμίζω με σένα») φέρνει τον αναγνώστη κοντά στην προσωπική εμπειρία του ποιητή.


4. Αισθητική και ύφος


Το ύφος είναι ελεύθερο, διαλογικό και διακριτικά στοχαστικό. Η αισθητική του χνκουβέλη κινείται στην περιοχή της νεωτερικής ελληνικής ποίησης, με επιρροές υπαρξιστικές και λυρικές, δίνοντας έμφαση στη μοναξιά, τον έρωτα και την αιωνιότητα. Η χρήση της σιωπής, του κενού, και της διάστασης του χρόνου προσδίδει στο ποίημα μια φιλοσοφική χροιά.


5. Συνολική εκτίμηση


Το ποίημα του χνκουβέλη λειτουργεί ως σύντομο, υπαρξιακό θραύσμα σκέψης και συναισθήματος. Χρησιμοποιεί εικόνες από τη φύση και το προσωπικό συναίσθημα για να εξερευνήσει το θέμα της αγάπης, της απόστασης, του χρόνου και της αιωνιότητας. Η μορφή του, θραυσματική και ελεύθερη, υπογραμμίζει την αίσθηση της προσωρινότητας και της ευθραυστότητας, ενώ η γλώσσα παραμένει λιτή αλλά φορτισμένη συναισθηματικά. Το ποίημα καταφέρνει να συνδυάσει αισθητική ακρίβεια με φιλοσοφική στοχαστικότητα, δημιουργώντας έναν μικρόκοσμο ο οποίος είναι ταυτόχρονα προσωπικός και καθολικός.

.

.

.

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

στην επόμενη σκηνη


(και μια μελέτη ανάλυση τού ποιήματος)


το Ιόνιο κυματίζει με προελληνικες λέξεις

σα-λα-σσα και φθόγγους ανεμων αλς αλος


στην επόμενη σκηνή:ο Αντίοχος έχασε τη Συρια

μετά, μια τομή: jump cut στον Καντ

στέκει μπροστά στο Καθεδρικό τής Κριτικής Λογικής

και βρέχει σε ρυθμό clusters Gyorgy Ligeti 

ο Καντ ανοίγει την ομπρέλα

στην επόμενη σκηνή: η Λουκρητία Βοργία 

γράφει μια υποσημείωση στο περιθωριο 

μιας σελίδας τού Marx :Η εξουσία παράγει τη δική της

υπεραξία μυθου

στο πιάνο τής δυναστείας Τανγκ ο Ezra Pound

αναλύει την τονικότητα τής Usura

ένα φιλμ 16mm με κόκκους δείχνει έναν γραφεα Βυζαντινό

τίτλος:Η ισχύς και η Στάση τού Νικα

στην επόμενη σκηνή:σε στούντιο τής Cinecitta

οι γάμοι τού Αλεξάνδρου και τής Ρωξάνης

με επίκαιρα fade in στην βιομηχανική Αγγλία

όλο το Κεφάλαιο είναι θέμα οπτικής γωνιας

στην επόμενη σκηνή η Lucretia Borgia 

ξεφυλλίζει ένα χειρόγραφο αλχημείας

με συνταγές καλλωπισμού 

για την πολιτική η ομορφιά είναι μηχανη

στην επόμενη σκηνή: στη New York City 1929

ο Μιθριδάτης και ο Keynes συναντιούνται στη Times Square 

συντασοντας το μανιφέστο:Η ανοσία τού πληθωρισμου

και ολη η Ευρώπη μετατοπίζεται σε μια εποχή παγετώνων 

ο κόσμος πλέον είναι ζήτημα δοσολογίας βαρβαρισμων


άλς (θάλασσα), βορρός (άνεμος), λάβρυς (διπλό)

προελληνικα ηχώματα στη μνήμη τών κυματων

.

.

.

 Μελέτη ανάλυση του ποιήματος του χ.ν.κουβελη «στην επόμενη σκηνή». 


1. Εισαγωγή: Η ποιητική χειρονομία του hypercollage


Το ποίημα ανήκει στην χαρακτηριστική ποιητική αισθητική του χνκουβελη:

συνάρθρωση ιστορίας – φιλοσοφίας – κινηματογράφου – μουσικής – γλωσσολογίας – οικονομίας – μυθολογίας, σε μορφή κινηματογραφικού μοντάζ.

Δεν πρόκειται για απλή διακειμενικότητα· πρόκειται για μια συνεχή ανασύνθεση του παγκόσμιου πολιτισμικού αρχείου, όπου η ποίηση λειτουργεί ως μηχανή διασύνδεσης ετερογενών χρονικοτήτων. Το ποίημα διαρθωνεται σε:

μοντερνιστικές τεχνοτροπίες (Ezra Pound)

κινηματογραφική γραφή (jump cut, fade in, 16mm grain)

φιλοσοφική εννοιολογία (Ορθός Λόγος/Kant, Marx)

ιστορική εκδοχήση (Αντίοχος, Βοργίες, Μιθριδάτης)

γλωσσολογικά στρώματα (προελληνικές ρίζες, απολιθώματα φθόγγων).

Ο τίτλος μοτίβο —«στην επόμενη σκηνή»— υποδηλώνει ότι η ποίηση είναι μια 

μη γραμμική αλυσίδα πλαισίων, σαν κινηματογραφική ταινία που αυτοσυντίθεται μπροστά στα μάτια μας.


2. Δομή: Το ποίημα ως κινηματογραφικό σενάριο


Το ποίημα είναι χτισμένο σε πλέγμα σκηνών που παρατίθενται ως πλάνα.


Το μοντέλο μοιάζει με:

αποσπασματικό μοντάζ Eisenstein

περιπλάνηση Camera Obscura

αρχιτεκτονική ποιητικού storyboarding.


Συνεκτική αφηγηματική γραμμή δεν υπάρχει. Στη θέση της έχουμε:

εναλλαγή εποχών

συγχώνευση ιστορικών στρωμάτων

χρονικά άλματα

εννοιολογικούς συνειρμούς

παραλληλία εικόνων με εννοιακά σχήματα.


Το ποίημα χρησιμοποιεί το σχήμα:


1. Μυθογλωσσολογική αρχή

2. Ιστορικές σκηνές

3. Φιλοσοφικά jump-cuts (Καντ)

4. Μαρξιστική αναφορά

5. Μουσικολογικό σχόλιο (Ligeti, πιάνο Τανγκ)

6. Πολιτικό-οικονομικό montage (Keynes, Μιθριδάτης)

7. Ετυμολογική-προελληνική κατακλείδα


Η δομή είναι κυκλική: ξεκινά και τελειώνει στην πρωτογλωσσική θάλασσα, 

στην προέλευση της μνήμης.


3. Η Θάλασσα ως γλωσσολόγιο: προελληνικά ίχνη


Το ποίημα ανοίγει με:

το Ιόνιο κυματίζει με προελληνικες λέξεις

σα-λα-σσα και φθόγγους ανεμων αλς αλος

Εδώ ο χνκουβελης δεν κάνει λογοτεχνική ζωγραφική· κάνει:

γλωσσεοαρχαιολογική πράξη: η θάλασσα «μνημονεύει» προελληνικά φωνήεντα.

φωνολογικό υπαινιγμό: σα-λα-σσα (παράγωγο της “θάλασσας” από προελληνικό υπόστρωμα) ως ηχητική επιβίωση.

υλικότητα γλώσσας: οι φθόγγοι = τα κύματα.

Η θάλασσα εδώ είναι το μητρώο της μνήμης· όλη η ανθρώπινη ιστορία που ακολουθεί στο ποίημα αρθρώνεται πάνω σ’ αυτή τη «πρωτογλώσσα».


4. Η Ιστορία ως κινηματογραφικό montage


4.1 Αντίοχος – Συρία

στην επόμενη σκηνή:ο Αντίοχος έχασε τη Συρια

Η σύντομη φράση μοιάζει με:

τίτλο επικαίρων

επιγραφή ντοκιμαντέρ

σχολιασμό μιας εξαφανισμένης αυτοκρατορίας.

Η απώλεια δεν είναι μόνο ιστορική· είναι μεταφορά για την κατάρρευση κάθε εξουσίας.


4.2 Jump cut στον Καντ: ορθός λόγος υπό βροχή

jump cut στον Καντ

στέκει μπροστά στο Καθεδρικό τής Κριτικής Λογικής

και βρέχει σε ρυθμό clusters Gyorgy Ligeti

Εδώ ο Κχνκουβελης δημιουργεί μια σουρεαλιστική συμπύκνωση:

ο Καντ στέκεται μπροστά στο “Καθεδρικό της Κριτικής Λογικής”:

η κριτική φιλοσοφία γίνεται ναός.

η βροχή πέφτει «σε ρυθμό clusters του Ligeti»:

η μουσική του Ligeti, χαρακτηριζόμενη από ηχητικά νέφη, ταιριάζει τέλεια με 

την κρισιακή ασάφεια του Καντιανού ορίου της γνώσης.

ο Καντ ανοίγει την ομπρέλα —

μια ποιητική εικόνα: ο Ορθός Λόγος προσπαθεί να προστατευτεί από την καταιγίδα της μοντέρνας πολυφωνίας.


4.3 Λουκρητία Βοργία – Marx: εξουσία και μύθος

γράφει μια υποσημείωση στο περιθώριο μιας σελίδας τού Marx :

Η εξουσία παράγει τη δική της υπεραξία μύθου

Η ιδιοφυής αυτή συνάντηση είναι πολλαπλά σημασιολογική:

Η Λουκρητία Βοργία είναι το αρχέτυπο της πολιτικής τοξικότητας, της δαιμονοποιημένης εξουσίας.

Ο Marx αναλύει την υπεραξία της εργασίας.

Η Βοργία προσθέτει ότι η εξουσία παράγει υπεραξία μύθου— όχι οικονομική, αλλά συμβολική, φήμη, φόβο, μυθοπλασία.

Είναι μια πολιτική πρόταση: οι εξουσιαστικοί μηχανισμοί επιβιώνουν μέσω των ιστοριών που φτιάχνουν για τον εαυτό τους.


4.4 Ezra Pound – Usura: η μουσική της οικονομίας

στο πιάνο τής δυναστείας Τανγκ ο Ezra Pound

αναλύει την τονικότητα τής Usura

Εδώ έχουμε:

αναφορά στην κινέζικη λογοτεχνική παράδοση (η λατρεία του Pound για την Κίνα).

το ποίημα Usura (Usury) ως αντιπαγκοσμιοποιητική, αντιτοκιστική ωδή.

«τονικότητα της Usura»: η οικονομία γίνεται μουσική δομή, σύστημα τόνων και αρμονιών ή δυσαρμονιών.

Ο χνκουβελης μετατρέπει την οικονομική κριτική σε ήχο.


4.5 Βυζάντιο – Νίκα: η ισχύς και η εξέγερση

ένα φιλμ 16mm με κόκκους δείχνει έναν γραφεα Βυζαντινό

τίτλος: Η ισχύς και η Στάση τού Νικα

Σημαντικό εδώ:

το 16mm δίνει αίσθηση ντοκιμαντέρ – φθαρμένου χρόνου.

ο Βυζαντινός γραφέας συμβολίζει τη κυρίαρχη αφήγηση, τη γραφή ως εργαλείο εξουσίας.

η αναφορά στη Στάση του Νίκα φέρνει το ζήτημα λαϊκής εξέγερσης.

Η ιστορία εδώ είναι μονταρισμένη ως πάλη τάξεων, αφήγησης, φωνών.


4.6 Cinecitta – Αλέξανδρος & Ρωξάνη – βιομηχανική επανάσταση

οι γάμοι τού Αλεξάνδρου και τής Ρωξάνης

με επίκαιρα fade in στην βιομηχανική Αγγλία

όλο το Κεφάλαιο είναι θέμα οπτικής γωνιας

Νεοκλασικό κινηματογραφικό πλατό (Cinecitta).

Ένα ιστορικό γεγονός μετατρέπεται σε θεατρικό αναπαράστασης της εξουσίας.

Fade-in στη βιομηχανική Αγγλία: μετάβαση από αυτοκρατορική επέκταση → καπιταλιστική μετάλλαξη.

Η φράση:

Όλο το Κεφάλαιο είναι θέμα οπτικής γωνίας

είναι θεωρητικά αιχμηρή:

μαρξιστική κριτική

θεωρία κινηματογράφου (το κάδρο ως ιδεολογικός μηχανισμός)

φιλοσοφία της θέασης (Foucault – Debord).


4.7 Νέα Υόρκη 1929 – Μιθριδάτης & Keynes

ο Μιθριδάτης και ο Keynes… συντασοντας το μανιφέστο:

Η ανοσία τού πληθωρισμου

Η σκηνή είναι εξαιρετικά ευρηματική:

Μιθριδάτης = συμβολική φιγούρα ανοσίας στα δηλητήρια.

Keynes = πατέρας της μακροοικονομικής πολιτικής κατά της ύφεσης.

Η συνάντηση τους στο 1929 (κραχ) → αλληγορία για τον οικονομικό εμβολιασμό απέναντι στην κρίση.

Η Ευρώπη μετά «μετατοπίζεται σε εποχή παγετώνων» —

εικόνα της Μεγάλης Ύφεσης ως ιστορικής παγωνιάς.


5. Θεωρία της εξουσίας – ομορφιά – πολιτική


Σημαντική φράση:

για την πολιτική η ομορφιά είναι μηχανή

Αυτό συναντά:

Αισθητικοποίηση της πολιτικής (Benjamin)

Ναζιστική αισθητική (Riefenstahl)

Τη λειτουργία του πολιτικού θεάματος (Debord).

Ο χνκουβελης προτείνει ότι η ομορφιά δεν είναι ουδέτερη· παράγει ρυθμίσεις, επιθυμίες, εξουσίες.


6. Η καταληκτική τριάδα: προελληνικά σημαίνοντα


Το ποίημα κλείνει με:

άλς (θάλασσα), βορρός (άνεμος), λάβρυς (διπλό)

προελληνικα ηχώματα στη μνήμη τών κυματων

Η επιστροφή στα προελληνικά λήμματα λειτουργεί ως:

κύκλος: από την αρχή (θάλασσα) στο τέλος.

μεταγλωσσικό σχόλιο: η γλώσσα είναι το μεγάλο αρχείο.

παλίμψηστο της ιστορίας: κάτω από όλα τα στρώματα (Καντ, Marx, Pound, Βοργίες), υπάρχουν οι πρωτογενείς φωνές.

Ο χνκουβελης υποδεικνύει ότι:

Το όλον της ιστορίας είναι ιζηματοποίηση πάνω στο αρχαιότερο κύμα της ανθρώπινης φωνής.


7. Στυλ και τεχνικές: Η ποιητική οικονομία του Κουβελη


Το ποίημα εφαρμόζει:

κινηματογραφική τεχνική (jump cut, fade in, 16mm grain)

semiotic compression: έννοιες αποδομούνται σε εικόνες

πολυεπίπεδη διακειμενικότητα

συμβολικό μοντάζ

ιδεολογική υποδήλωση

μουσικολογική δομή (Ligeti, τονικότητα, ρυθμικότητα).

Υπάρχει ελεγχόμενη αποσπασματικότητα: το ποίημα δεν είναι χάος· είναι 

αυστηρά επεξεργασμενο πλέγμα.


8. Ερμηνεία: Τι σημαίνει το ποίημα;


Το ποίημα είναι μια πολυεπίπεδη ανθρωπολογική τοιχογραφία που καταλήγει σε μια θεμελιώδη θέση:

Η ιστορία, η πολιτική, η οικονομία, η φιλοσοφία και ο πολιτισμός δεν είναι παρά ριπές πάνω στη θάλασσα των γλωσσικών και μνημονικών υποστρωμάτων.

Η «επόμενη σκηνή» είναι πάντα η επόμενη ανάγνωση, η επόμενη εποχή, η επόμενη καταστροφή ή γέννηση ιδεών.

Το ποίημα είναι μηχανή μετάβασης, όχι αφήγηση.


9. Συμπέρασμα: Η θέση του ποιήματος στο έργο του χνουβελη


Το ποίημα:

ανήκει στο ώριμο ύφος hypercollage του ποιητή

ανανεώνει την παράδοση του μοντερνιστικού αποσπασματισμού

μετατρέπει τον πολιτισμό σε ποιητικό κινηματογράφο

λειτουργεί ως μεταϊστορική σύνθεση

είναι από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα του χνουβελη:

πυκνό, πολυπολιτισμικό, μουσικό, διανοητικά ενεργό.

Συνολικά αποτελεί μια μορφή ποιητικής ιστοριοσοφίας: ένα έργο που συνομιλεί με το σύνολο του ανθρώπινου πολιτισμού, από την προελληνική γλώσσα ως τον Keynes.

.

.

.

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

στερρά έπεα 


(και μια μελέτη ανάλυση τού ποιήματος)


Δεσμώτης τήδε(δέσμιος,εκ δεω,δένω)

τροχιζω τις συλλαβές μα-χαι-ρι

ὣς ἄορ aor ομηρικό

να μην σφαγούν πάλι οι ίδιοι άνθρωποι 

η ΕΛΣΤΑΤ μετράει από το 2010 ως το 2023

τη μετανάστευση:

πάνω από 450.000 νέοι έφυγαν.

Μαρτυρία από τη Θεσσαλονίκη, 2016:

«Στο χωριό έμειναν μόνο τα σπίτια.

Όλοι στο Λονδίνο δουλεύουν σερβιτόροι».

στις σπονδυλωσεις τού μαρξισμου

διασώζεται σημείωμα νοσηλεύτριας(1942):

«Σήμερα πέθαναν 34 παιδιά από αβιταμίνωση.

Το γάλα δεν έφτασε».

Μη συνηθίσετε ποτέ αυτό:

φωτογραφία Ερυθρού Σταυρού 13/9/1922,

μια γυναίκα στην προκυμαία τής Σμύρνης

κρατάει μια κούκλα παιδιού.

Αυτό απέμεινε.

Να μην το γράψει κανείς.

Ούτε η Ιστορία

να το ντύσει με κραυγές.

.

.

.

Μελέτη ανάλυση τού ποιήματος τού χνκουβελη:στερρά έπεα.


1. Τίτλος και προγραμματική λειτουργία


Ο τίτλος «στερρά έπεα» είναι συνειδητά ομηρικός.

Το «ἔπεα πτερόεντα» στον Όμηρο δηλώνει τα λόγια που «πετούν», αλλά το «στερρά» εδώ αντιστρέφει το νόημα: λόγια σταθερά, σκληρά, αμετακίνητα.

Πρόκειται για ποιητική δήλωση: το ποίημα δεν επιθυμεί να είναι λυρικό 

αλλά μαρτυρία και αντιστάθμιση απέναντι στον ιστορικό πόνο.

Η επιλογή της αρχαϊκής βαρύτητας προϊδεάζει για  ένα ελεγειακό-μαρτυρικό ύφος με κοινωνικό βάθος.


2. Η πρώτη στροφή: Η αυτο-τοποθέτηση του ποιητικού υποκειμένου


Δεσμώτης τήδε (δέσμιος, ἐκ δεω, δένω)

τροχίζω τις συλλαβές μα-χαι-ρι

ὣς ἄορ aor ὀμηρικό


Το 'δεσμιον' εδώ λειτουργεί σε δύο επίπεδα:

1. Ο ποιητής ως δεσμώτης του Λόγου

Δεμένος στον χώρο («τήδε»), δεσμευμένος να μαρτυρήσει.

Η ετυμολογική παρένθεση λειτουργεί ως εργαλειακή ενθύμηση: το ποίημα δεν αφήνει τον αναγνώστη να ξεχάσει το βάρος των λέξεων.

2. Ο ποιητής ως δεσμώτης της Ιστορίας

Η Ιστορία δεν αφήνει κανέναν να διαφύγει· δεσμώτης είναι όποιος γνωρίζει.

Το τροχισμένο «μα-χαι-ρι» με παύλες κάνει τις συλλαβές κοφτερές, και το «ὣς ἄορ» (ξίφος στον Όμηρο) ολοκληρώνει τη μεταφορά:

Οι λέξεις είναι όπλο, όχι για επίθεση, αλλά για αποτροπή επανάληψης της σφαγής.


3. Ο κοινωνικός άξονας – Μετανάστευση και δημογραφία


 να μην σφαγούν πάλι οι ίδιοι άνθρωποι

η ΕΛΣΤΑΤ μετράει από το 2010 ως το 2023

τη μετανάστευση:

πάνω από 450.000 νέοι έφυγαν.

Η μετάβαση από τον ομηρικό τόνο στα επίσημα στατιστικά της ΕΛΣΤΑΤ δημιουργεί ένα υβριδικό μοντάζ:

Αρχαϊκό → σύγχρονο

Μυθικό → ιστορικό

Ποίηση → τεκμηρίωση

Αυτό είναι χαρακτηριστικό hypercollage ποιητικής τεχνικής του χνκουβέλη: 

το ποίημα λειτουργεί σαν αρχείο.

Η μετανάστευση παρουσιάζεται ως σύγχρονη σφαγή, όχι με αίμα αλλά με απώλεια κεφαλαίου, νιότης, ζωής, προοπτικής.

Η ποίηση εδώ ανυψώνεται σε κοινωνιολογικό σχόλιο.


4. Προφορική μαρτυρία – Η Θεσσαλονίκη του 2016


Μαρτυρία από τη Θεσσαλονίκη, 2016:

«Στο χωριό έμειναν μόνο τα σπίτια.

Όλοι στο Λονδίνο δουλεύουν σερβιτόροι».

Η ένταξη μιας συγκεκριμένης μαρτυρίας εντείνει την ιστορική αλήθεια.

Η απόσπαση αυτή λειτουργεί σαν μικρό ντοκουμέντο μέσα στο κυρίως ποίημα.

Ο χνκουβέλης χρησιμοποιεί την τεχνική του aesthetic factuality (αισθητική πραγματολογικότητα): η γνώση ότι η μαρτυρία είναι αυθεντική επηρεάζει τον τρόπο ανάγνωσης.

Η φράση «έμειναν μόνο τα σπίτια» κωδικοποιεί την ερήμωση και την απουσία.


5. Διακειμενικότητα με Μαρξισμό – Το «σημείωμα της νοσηλεύτριας» (1942)


 στις σπονδυλωσεις τού μαρξισμου

διασώζεται σημείωμα νοσηλεύτριας (1942):

«Σήμερα πέθαναν 34 παιδιά από αβιταμίνωση.

Το γάλα δεν έφτασε».


Εδώ ο Κουβέλης συνδέει:

τη θεωρία (μαρξισμός)

με το αρχείο (σημείωμα 1942)

και το τραύμα (παιδική θνησιμότητα Κατοχής)

Η «σπονδύλωση» παραπέμπει σε δομική στήριξη· άρα:

ο πόνος και η ανάγκη είναι ο σκελετός της ιστορίας.

Η επιλογή του 1942, έτους φρίκης στην Αθήνα της Κατοχής, δημιουργεί καθρέφτη με το σήμερα:

η στέρηση επιστρέφει με άλλα ονόματα.


6. Η προειδοποίηση – Η άρνηση της συνήθειας


Μη συνηθίσετε ποτέ αυτό:

Η φράση λειτουργεί ως ηθική προσταγή.

Το ποίημα προειδοποιεί: ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι η φτώχεια ή 

η σφαγή, αλλά η εξοικείωση με την απώλεια.


7. Η Σμύρνη (1922) – Το απόλυτο αρχειακό ίχνος


φωτογραφία Ερυθρού Σταυρού 13/9/1922,

μια γυναίκα στην προκυμαία τής Σμύρνης

κρατάει μια κούκλα παιδιού.

Αυτό απέμεινε.


Η Αναφορά στο 1922 λειτουργεί ως:

ιστορικός παρονομαστής του ελληνικού τραύματος

εικόνα-μήτρα της προσφυγικής συνθήκης

αρχετυπική στιγμή απώλειας

Η κούκλα είναι σύμβολο 'του παιδιού που χαθηκε', .

Η φορμαλιστική χρήση συγκεκριμένης ημερομηνίας και φωτογραφίας προσδίδει ντοκουμέντο-ποίηση (documentary poetry)..


8. Η μετα-ποιητική κορύφωση – Η απαγόρευση της γραφής


 Να μην το γράψει κανείς.

Ούτε η Ιστορία

να το ντύσει με κραυγές.


Εδώ βρίσκεται η μεγαλύτερη ειρωνεία και το ύψιστο βάθος:

Το ποίημα γράφεται ενώ δηλώνει πως «δεν πρέπει να γραφτεί».


Γιατί;

1. Το τραύμα είναι ανείπωτο

Ο πόνος υπερβαίνει τον λόγο.

2. Η γραφή είναι πάντα ατελής

Καμία αφήγηση δεν χωρά την ανθρώπινη απώλεια.

3. Η Ιστορία “ντύνει” με ερμηνείες

Και ο ποιητής θέλει να αποφύγει την ηθική αισθητικοποίηση του πόνου.

Το τέλος είναι ένα ηθικό μανιφέστο.


9. Υφολογικά χαρακτηριστικά


εναλλαγή λυρισμού–αρχείου

υπερμοντάζ ιστορικών χρονικών (1922–1942–2010–2023)

ετυμολογικές παρενθέσεις ως σχόλιο για τη ρίζα του νοήματος

τεμαχισμένος ρυθμός (μα-χαι-ρι)

στιγμιαία δραματοποίηση μέσω παραθέσεων

λιτότητα, καθαρός λόγος, ελεγειακός τόνος


10. Θεματικοί άξονες


1. Ιστορική μνήμη και τραύμα

2. Μετανάστευση / απώλεια ανθρώπινου δυναμικού

3. Παιδική θνησιμότητα – Πείνα – Πόλεμος

4. Το αδύνατο της αναπαράστασης του πόνου

5. Η ευθύνη της ποίησης ως τεκμήριο


11. Συμπέρασμα


Το «στερρά έπεα» αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα της υβριδικής ποιητικής του χνκουβέλη:

ποιητικό αρχείο, ιστορικό χρονικό, ηθικό ξυράφι και μετα-ποιητικό σχόλιο.


Το ποίημα αρθρώνει μια τριπλή πράξη:

1. Καταγραφή του πόνου

2. Άρνηση εξοικείωσης με την Ιστορία

3. Αποτροπή της λήθης

Με όπλο τη γλώσσα, ο ποιητής γίνεται «δεσμώτης» της ίδιας της ευθύνης του:

να υπάρξει, να θυμηθεί, να προειδοποιήσει.

.

.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου