.
.
.
ΜΕΤΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
-TRANSLATING ANCIENT GREEK TEXTS
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-2
.
.
Αλκμαν-Αγιδω και Αγησιχορα-Παρθενειον-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΛΚΜΑΝ-''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' Παρθενειον Αγιδως και Αγησιχορας χορικον
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
ΑΛΚΜΑΝ ΛΥΡΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ[Σπαρτη ,μεσα 7ου αι.π.Χ]
Ο Αλκμαν,ποιητης ακμασε στα μεσα του 7ου αι.π.Χ στη Σπαρτη[την 27η Ολυμπιαδα
672-668 π.Χ κατα το Λεξικο της Σουδας],αρχαιες μαρτυριες αναφερουν πως ηταν Ιωνας
απο τις Σαρδεις της Λυδιας,στη Σπαρτη πηγε λογω καποιου χρησμου η' πουληθηκε
σαν δουλος,ηταν διαμορφωτης της χορικης ποιησης,οι Αλεξανδρινοι γραμματικοι
χωρισαν το εργο του σε 6 βιβλια,αυτα περιεχουν υμνους,παιανες,υπορχηματα,σκολια,
παρθενεια,εγραφε και τη μουσικη και χορογραφουσε τις κινησεις των χορικων του.
Το 1855 σε ταφο κοντα τη δευτερη πυραμιδα της Γκιζας στην Αιγυπτο ο γαλλος
αιγυπτιολογος Mariette βρηκε παπυρο με παρθενειο του Αλκμανα 101 στιχων,
''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' ,αυτο μαλλον ειχε 140 στιχους και αποτελουνταν απο 10 η' 12
στροφες,εχουν σωθει μονο οι 7''
.
Ο ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΙΠΠΟΚΟΩΝΤΙΔΩΝ[αρχικοι στιχοι του Παρθενειου
''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' του Αλκμανα]
Χορος 11 παρθενων με κορυφαιες του χορου τις φιλες Αγιδω και Αγησιχορα αρχικα ψαλλει
την επικη συγκρουση του ηρωα Ηρακλη με τους Ιπποκοωντιδες,τον Ιπποκοωντα και τους
12 γιους του.Στο παρθενειο εχουμε τα ονοματα:Λυκαιος,Ενασφορος,Σεβρος,Αλκιμος,
Ιπποθοος,Ευτειχης,Αρηιος,Σκαιος,Ευρυτος,Αλκωνας.
Ο Ιπποκοωντας ηταν ο μεγαλυτερος γιος του βασιλια της Σπαρτης Οιβαλου και της νυμφης
Βατειας,νοθος,η' της βασιλισας Γοργοφονης,νομιμος γιος,τ'αλλα μικροτερα αδερφια του
ηταν ο Τυνδαρεω και ο Ικαριος.Μετα το θανατο του πατερα τα τρια αδερφια διαφωνησαν
για την εξουσια,δυνατοτερος ο Ιπποκοωντας τους εκδιωξε με τη βοηθεια των 12 παιδιων
του.Ο Τυνδαρεω με τον Ικαριο κατεφυγαν στην Πλευρωνα της Αιτωλιας στον Θεστιο.
Απο εκει ο Ικαριος πηγε στην Ακαρνανια,παντρευτηκε την Πολυκαστη κορη του Λυγαιου
κι απεκτησε τον Αλυζεα,τον Λευκαδιο και την Πηνελοπη,που παντρευτηκε τον Οδυσσεα.
Ο Ιπποκοωντας και οι γιοι του ηταν πολυ σκληροι και καποτε ο Ηρακλης θυμωσε μαζι τους,
ειτε γιατι συμμαχησαν με τον Νηλεα εναντιον του ειτε γιατι αρνηθηκαν τον εξαγνισμο του
μετα τον φονο του Ιφιτου ειτε γιατι σκοτωσαν τον εξαδερφο του Οιωνο του Λικυμνιου,
και εκστρατευσε εναντιον τους.Τραυματιστηκε ομως και υποχωρησε.Επανηρθε και
με την βοηθεια του Κηφεα και των παιδιων του στη μαχη που εγινε σκοτωθηκε
ο Ιπποκοωντας και οι 12 γιοι του.Μετα απ'τη νικη εφερε τον Τυνδαρεω στην εξουσια
της Σπαρτης.Ο Τυνδαρεω παντρευτηκε την ομορφη Ληδα κορη του Θεστιου της Πλευ-
ρωνας κι αυτη γεννησε την Ελενη και τον Πολυδευκη απο την ενωση της με τον Δια
με μορφη κυκνου,το ενα αυγο, και τον Καστορα και την Κλυταιμνηστρα με τον Τυνδαρεω,
απο το αλλο αυγο.Ο Καστορας και ο Πολυδευκης ονομαζονται Διοσκουροι.
Στο χορικο,στους πολεμιστες αναφερεται και το ονομα Πωλυδευκης,φαινεται πως
ο Πολυδευκης και ο Καστορας πολεμησαν με τον Ηρακλη τους Ιπποκοωντιδες για το
δικαιο του πατερα τους Τυνδαρεω.
Πιθανον,το Πωλυδευκης,να ειναι ονομα γιου του Ιπποκοωντα.
.
ΤΟ ΠΑΡΘΕΝΕΙΟΝ ΤΗΣ ΑΓΙΔΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΗΣΙΧΟΡΑΣ[οι επομενοι στιχοι
του Παρθενειου ''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' του Αλκμανα]
Στη Σπαρτη οι παρθενες,τα νεαρα κοριτσια,συγκεντρωνονταν στα ιερα εξω απο την
πολη και συζουσαν,το ιδιο συνεβαινε και με τα νεαρα αγορια,εκει τα εκπαιδευαν
καταλληλα για την μετεπειτα ενηλικη ζωη τους,ερωτικη και κοινωνικη.
Σε ενα απο αυτα τα ιερα,το ιερο της Ορθιας Αρτεμιδας,του Ορθρου,της Αωτις,της Αως,
της Αυγης,ο χορος 11 νεανιδων με κορυφαιες τις αγαπημενες φιλες Αγιδω και Αγησιχορα
σε μια γαμηλια τελετουργια,απο τα μεσανυχτα μεχρι το ξημερωμα,επαινει την ομορφια
των δυο κοριτσιων,συγκρινοντας την με τον χρυσο,με τον ηλιο,με τον αργυρο,με την
ταχυτητα των αλογων,του ιβηνου και του κολαξαιου,και πως ουτε ο μεγαλος πλουτος θα
τις δελεασει να χωρισουν,ουτε η ομορφια των αλλων κοριτσιων,ουτε της Ναννως,ουτε
της Αρετας,ουτε της Συλακης ουτε της Κλεησισηρας,θα τις γοητευσει,ουτε πια θα
ζητησουν ερωτικες συμβουλες απο την εμπειρη δασκαλα Αινησιμβροτα,οπως πριν
εκαναν,αν θα τραβηξουν και πως το ενδιαφερον ειτε της Ασταφιδας ειτε της Φιλυλλας
ειτε της Δαμαρετας ειτε της Ιανθεμης,
τωρα η Αγιδω αγαπα την Αγησιχορα,και η Αγησιχορα φιλει την Αγιδω.
Αν και η Αγιδω ειναι ομορφοτερη απο την Αγησιχορα ,στην ομορφια της Αγησιχορας
αναφερονται πολυ περισσοτεροι στιχοι στο χορικο,ισως για να αναπληρωθει το ελλειμα
και να υπαρξει ισορροπια,εναρμονιση του ζευγαριου των παρθενων.
Χορος 11 παρθενων εναντι σε χορο 10.Ισως στο α' μερος της τελετουργιας χορευαν και
τραγουδουσαν ολες μαζι,στο β' μερος χωριζονταν σε δυο ομαδες απ'τις οποιες η μια
χορευε κι η αλλη τραγουδουσε και στο γ' μερος η κορυφαια του χορου η χοροστατις
τραγουδουσε κι οι αλλες χορευαν.
Ο ποιητης,ο Αλκμαν,καθοριζε την χορογραφια των κινησεων και την μιμητικη του χορου
και την μουσικη υποκρουση με φορμιγγα,η' αυλο,η λυρα.
.
.
ΑΛΚΜΑΝ-''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' Παρθενειον Αγιδως και Αγησιχορας χορικον
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
]Πωλυδεύκης·
οὐ μόνο]ν Λύκαιϝον ἐν καμοῦσιν ἀλέγω
ἀλλ’ Ἐνα]ρσφόρον τε καὶ Σέβρον ποδώκη
Ἀλκιμό]ν τε τὸν βιατὰν
Ἱππόθω]ν τε τὸν κορυστὰν 5
Εὐτείχη] τε ϝάνακτά τ’ Ἀρήιον
]ά τ’ ἔξοχον ἡμισίων·
καὶ ]ν τὸν ἀγρόταν
Σκαῖον] μέγαν Εὔρυτόν τε
Ἄρεος ἂν] πώρω κλόνον 10
Ἄλκωνά] τε τὼς ἀρίστως
οὐδ’ ἁμῶς] παρήσομες
κράτησε γ]ὰρ Αἶσα παντῶν
καὶ Πόρος] γεραιτάτοι
σιῶν· ἀπ]έδιλος ἀλκὰ 15
μή τις ἀνθ]ρώπων ἐς ὠρανὸν ποτήσθω
μηδὲ πη]ρήτω γαμῆν τὰν Ἀφροδίταν
Κυπρίαν F]άν[α]σσαν ἤ τιν’
] ἤ παίδα Πόρκω
εἰναλίω· Χά]ριτες δὲ Διὸς δόμον 20
ἀμφιέπου]σιν ἐρογλεφάροι·
]τάτοι
]τα δαίμων
]ι φίλοις
ἔδ]ωκε δῶρα 25
]γαρέον
]ώλεσ’ ἥβα
]ρονον
μ]αταίας
]έβα· τῶν δ’ ἄλλος ἰῷ 30
]μαρμάρῳ μυλάκρῳ
] .εν Ἀΐδας
]αυτοι
]’πον· ἄλαστα δὲ
Fέργα πάσον κακὰ μησαμένοι. 35
ἔστι τις σιῶν τίσις·
ὁ δ᾿ ὄλβιος, ὅστις εὔφρων
ἁμέραν [δι]απλέκει
ἄκλαυτος· ἐγὼν δ᾿ ἀείδω
Ἀγιδῶς τὸ φῶς· ὁρῶ 40
ϝ᾿ ὥτ᾿ ἄλιον, ὅνπερ ἇμιν
Ἀγιδὼ μαρτύρεται
φαίνην· ἐμὲ δ᾿ οὔτ᾿ ἐπαινῆν
οὔτε μωμήσθαι νιν ἁ κλεννὰ χοραγὸς
οὐδ᾿ ἁμῶς ἐῆι· δοκεῖ γὰρ ἤμεν αὔτα 45
ἐκπρεπὴς τὼς ὥπερ αἴτις
ἐν βοτοῖς στάσειεν ἵππον
παγὸν ἀεθλοφόρον καναχάποδα
τῶν ὑποπετριδίων ὀνείρων.
.
ἦ οὐχ ὁρῆις; ὁ μὲν κέλης 50
Ἐνητικός· ἁ δὲ χαίτα
τᾶς ἐμᾶς ἀνεψιᾶς
Ἁγησιχόρας ἐπανθεῖ
χρυσὸς [ὡ]ς ἀκήρατος·
τό τ᾿ ἀργύριον πρόσωπον, 55
διαφάδαν τί τοι λέγω;
Ἁγησιχόρα μὲν αὕτα·
ἁ δὲ δευτέρα πεδ᾿ Ἀγιδὼ τὸ ϝεῖδος
ἵππος Ἰβηνῶι Κολαξαῖος δραμήται·
ταὶ Πεληάδες γὰρ ἇμιν 60
Ὀρθρίαι φᾶρος φεροίσαις
νύκτα δι᾿ ἀμβροσίαν ἅτε σήριον
ἄστρον ἀυηρομέναι μάχονται.
.
οὔτε γάρ τι πορφύρας
τόσσος κόρος ὥστ᾿ ἀμύναι, 65
οὔτε ποικίλος δράκων
παγχρύσιος, οὐδὲ μίτρα
Λυδία, νεανίδων
ἰανογ [λ] εφάρων ἄγαλμα,
οὐδὲ ταὶ Ναννῶς κόμαι, 70
ἀλλ᾿ οὐ[δ᾿] Ἀρέτα σιειδής,
οὐδὲ Σύλακίς τε καὶ Κλεησισήρα,
οὐδ᾿ ἐς Αἰνησιμβρ[ό]τας ἐνθοῖσα φασεῖς·
Ἀσταφίς [τ]έ μοι γένοιτο
καὶ ποτιγλέποι Φίλυλλα 75
Δαμαρ[έ]τα τ᾿ ἐρατά τε ϝιανθεμίς·
ἀλλ᾿ Ἁγησιχόρα με τηρεῖ.
.
οὐ γὰρ ἁ κ[α]λλίσφυρος
Ἁγησιχ[ό]ρ[α] πάρ᾿ αὐτεῖ,
Ἀγιδοῖ [δ᾿ ἴκτ]αρ μένει 80
θωστήρ[ιά τ᾿] ἅμ᾿ ἐπαινεῖ;
ἀλλὰ τᾶν [εὐχάς], σιοί,
δέξασθε· [σι]ῶν γὰρ ἄνα
καὶ τέλος· [χο]ροστάτις,
ϝείποιμί κ᾿, [ἐ]γὼν μὲν αὐτὰ 85
παρσένος μάταν ἀπὸ θράνω λέλακα
γλαύξ· ἐγὼ[ν] δὲ τᾶι μὲν Ἀώτι μάλιστα
ϝανδάνην ἐρῶ· πόνων γὰρ
ἇμιν ἰάτωρ ἔγεντο·
ἐξ Ἁγησιχόρ[ας] δὲ νεάνιδες 90
ἰρ]ήνας ἐρατ[ᾶ]ς ἐπέβαν.
.
τῶ]ι τε γὰρ σηραφόρωι
αὐ]τῶς εδ[
τ[ῶι] κυβερνάται δὲ χρὴ
κ[ἠ]ν νᾶϊ μάλιστ᾿ ἀκούην· 95
ἁ δὲ τᾶν Σηρην[ί]δων
ἀοιδοτέρα μ[ὲν οὐχί,
σιαὶ γάρ, ἀντ[ὶ δ᾿ ἕνδεκα
παίδων δεκ[ὰς ἅδ᾿ ἀείδ]ει·
φθέγγεται δ᾿ [ἄρ᾿] ὥ[τ᾿ ἐπὶ] Ξάνθω ῥοαῖσι 100
κύκνος· ἁ δ᾿ ἐπιμέρωι ξανθᾶι κομίσκαι
.
.
]Πολυδευκης
οχι μονο τον Λυκαιο στους παθοντες συγκαταλεγω
αλλα και τον Ενα]σφορο και τον Σεβρο τον γοργοποδαρο
και τον Αλκιμο τον σωματοδυναμο
και τον Ιπποθοο τον κρανοφορο 5
και τον Ευτειχη και τον βασιλια Αρηιο
κι εξοχο στους ημιθεους
και τον παρα πολυ αγριο
Σκαιο και τον Ευρυτο
τ'Αρη ο τρομερος κλονισμος 10
και τον Αλκωνα μεσ'στους αριστους
καθολου να μην προσπερασουμε
επικρατησε το Πεπρωμενο παντων
και Πορος]οι αρχαιοτατατοι
των θεων.ανεμποδιστη δυναμη
μην καποιος απ'τους ανθρωπους στον ουρανο θα πατησει
μην επιχειρισει να κανει γυναικα την Αφροδιτη
την Κυπρια βασιλισσα η' καποια
η' κορη απ'του Πορκου
του θαλασσιου.οι Χαριτες στου Δια το παλατι 20
περιφερονται οι ομορφοβλεφαρες
]τάτοι
]τα δαίμων
]ι φίλοις
ἔδ]ωκε δῶρα 25
]γαρέον
]ώλεσ’ ἥβα
]ρονον
μ]αταίας
απ'αυτους αλλος με βελος
με μαρμαρινη μυλοπετρα
στον Αδη
αυτοι
ασυγχωρητα
εργα επραξαν κακα στο νου σκεπτομενοι 35
.
ειναι αυτη των θεων τιμωρια.
ευτυχισμενος,οποιος ευχαριστα
την ημερα πλεκει
ακλαυτα.εγω δε τραγουδω
της Αγιδως το φως.την βλεπω 40
σαν ηλιο,που σε μας
η Αγιδω αποκαλυπτει
το φεγγος.εμενα ουτε να την παινεσω
ουτε να την κατηγορησω η θαυμαστη κορυφαια του χορου
καθολου δεν μ'αφηνει.πρεπει να τιμησω αυτη 45
π'αναμεσα μας ξεχωριζει οπως
σε βοσκηματα ζωα υπερεχει αλογο
γερο αθλοφορο ταραχωποδο
των φτερωτων ονειρων
.
αυτη δεν την βλεπεις;αλογο ιππασιας 50
ενετικο.η χαιτη
της ξαδερφης μου
Αγησιχορας ανθιζει
σαν καθαρος χρυσος
και τ'αργυρο προσωπο, 55
με τα λογια τι να σου λεω
η Αγησιχορα αυτη'ναι.
η δευτερη μετα την Αγιδω στην οψη
αλογο μ'ιβηνο κολαξαιο θα τρεξει.
οι Πληιαδες περιστερες οταν εμεις 60
στην Ορθρια Αρτεμη αλετρι κουβαλουμε
μεσ'στην αθανατη νυχτα τοτε του Σειριου
τ'αστρο να σηκωσουν αγωνιζονται
.
ουτε της πορφυρας
ο τοσσος πλουτος να μας κρατησει μακρια 65
ουτε περιτεχνος δρακος
πολυχρυσος,ουτε κεφαλης καλυμμα
της Λυδιας,των κοριτσιων
των κυανοβλεβαρων η χαρα,
ουτε της Ναννως τα μαλλια, 70
αλλ'ουτε η Αρετα η θεικη,
ουτε η Συλακη και η Κλεησισηρα,
ουτε στην Αινησιμβροτα εκει να πας να πεις.
η Ασταφιδα δικη μου να γινει
και να μου ριχνει το βλεμμα της η Φιλυλλα 75
κι η Δαμαρετα κι η αξιαγαπητη η Ιανθεμη
αλλα η Αγησινορα με λιωνει.
.
η με τους ωραιους αστραγαλους
Αγησιχορα δεν ειναι σε μενα
στην Αιγιδα κοντα καθεται 80
και τα ευχαρηστηρια υμνει
τις ευχες,θεοι,
δεχτητε,των θεων η αρχη
και το τελος.κορυφαια του χορου,
και για μενα να πω,εγω'μαι μια 85
παρθενος π'ανωφελα απ'τη στεγη φωναζω
σαν κουκουβαγια.εγω την θεα της Αυγης πολυ
να ευχαριστησω θελω.στους πονους
σε μας θεραπευτρια εγινε.
για χαρη της Αγησιχορας τα κοριτσια 90
τις αρμονιες τις γλυκειες τραγουδανε
.
πλαι στ'αλογο που συρει τ'αρμα
τ'αλλα πρεπει να τρεχουν
και στον καπετανιο πρεπει
σ'εκεινο το πλοιο καλα ν'υπακουν. 95
απ'τις Σειρηνες
καλυτερα δεν τραγουδουν,
αυτες θεες ειναι,απεναντι σ'εντεκα
κοριτσιων δεκαδα γλυκα τραγουδα
κελαηδαει οπως στου Ξανθου τα τρεχουμενα νερα 100
κυκνος.κι αυτη με τ'ανεμιστα ξανθα μαλλια
.
.
.
Αλκμαν-Αγιδω και Αγησιχορα-Παρθενειον-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΛΚΜΑΝ-''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' Παρθενειον Αγιδως και Αγησιχορας χορικον
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
ΑΛΚΜΑΝ ΛΥΡΙΚΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ[Σπαρτη ,μεσα 7ου αι.π.Χ]
Ο Αλκμαν,ποιητης ακμασε στα μεσα του 7ου αι.π.Χ στη Σπαρτη[την 27η Ολυμπιαδα
672-668 π.Χ κατα το Λεξικο της Σουδας],αρχαιες μαρτυριες αναφερουν πως ηταν Ιωνας
απο τις Σαρδεις της Λυδιας,στη Σπαρτη πηγε λογω καποιου χρησμου η' πουληθηκε
σαν δουλος,ηταν διαμορφωτης της χορικης ποιησης,οι Αλεξανδρινοι γραμματικοι
χωρισαν το εργο του σε 6 βιβλια,αυτα περιεχουν υμνους,παιανες,υπορχηματα,σκολια,
παρθενεια,εγραφε και τη μουσικη και χορογραφουσε τις κινησεις των χορικων του.
Το 1855 σε ταφο κοντα τη δευτερη πυραμιδα της Γκιζας στην Αιγυπτο ο γαλλος
αιγυπτιολογος Mariette βρηκε παπυρο με παρθενειο του Αλκμανα 101 στιχων,
''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' ,αυτο μαλλον ειχε 140 στιχους και αποτελουνταν απο 10 η' 12
στροφες,εχουν σωθει μονο οι 7''
.
Ο ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΙΠΠΟΚΟΩΝΤΙΔΩΝ[αρχικοι στιχοι του Παρθενειου
''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' του Αλκμανα]
Χορος 11 παρθενων με κορυφαιες του χορου τις φιλες Αγιδω και Αγησιχορα αρχικα ψαλλει
την επικη συγκρουση του ηρωα Ηρακλη με τους Ιπποκοωντιδες,τον Ιπποκοωντα και τους
12 γιους του.Στο παρθενειο εχουμε τα ονοματα:Λυκαιος,Ενασφορος,Σεβρος,Αλκιμος,
Ιπποθοος,Ευτειχης,Αρηιος,Σκαιος,Ευρυτος,Αλκωνας.
Ο Ιπποκοωντας ηταν ο μεγαλυτερος γιος του βασιλια της Σπαρτης Οιβαλου και της νυμφης
Βατειας,νοθος,η' της βασιλισας Γοργοφονης,νομιμος γιος,τ'αλλα μικροτερα αδερφια του
ηταν ο Τυνδαρεω και ο Ικαριος.Μετα το θανατο του πατερα τα τρια αδερφια διαφωνησαν
για την εξουσια,δυνατοτερος ο Ιπποκοωντας τους εκδιωξε με τη βοηθεια των 12 παιδιων
του.Ο Τυνδαρεω με τον Ικαριο κατεφυγαν στην Πλευρωνα της Αιτωλιας στον Θεστιο.
Απο εκει ο Ικαριος πηγε στην Ακαρνανια,παντρευτηκε την Πολυκαστη κορη του Λυγαιου
κι απεκτησε τον Αλυζεα,τον Λευκαδιο και την Πηνελοπη,που παντρευτηκε τον Οδυσσεα.
Ο Ιπποκοωντας και οι γιοι του ηταν πολυ σκληροι και καποτε ο Ηρακλης θυμωσε μαζι τους,
ειτε γιατι συμμαχησαν με τον Νηλεα εναντιον του ειτε γιατι αρνηθηκαν τον εξαγνισμο του
μετα τον φονο του Ιφιτου ειτε γιατι σκοτωσαν τον εξαδερφο του Οιωνο του Λικυμνιου,
και εκστρατευσε εναντιον τους.Τραυματιστηκε ομως και υποχωρησε.Επανηρθε και
με την βοηθεια του Κηφεα και των παιδιων του στη μαχη που εγινε σκοτωθηκε
ο Ιπποκοωντας και οι 12 γιοι του.Μετα απ'τη νικη εφερε τον Τυνδαρεω στην εξουσια
της Σπαρτης.Ο Τυνδαρεω παντρευτηκε την ομορφη Ληδα κορη του Θεστιου της Πλευ-
ρωνας κι αυτη γεννησε την Ελενη και τον Πολυδευκη απο την ενωση της με τον Δια
με μορφη κυκνου,το ενα αυγο, και τον Καστορα και την Κλυταιμνηστρα με τον Τυνδαρεω,
απο το αλλο αυγο.Ο Καστορας και ο Πολυδευκης ονομαζονται Διοσκουροι.
Στο χορικο,στους πολεμιστες αναφερεται και το ονομα Πωλυδευκης,φαινεται πως
ο Πολυδευκης και ο Καστορας πολεμησαν με τον Ηρακλη τους Ιπποκοωντιδες για το
δικαιο του πατερα τους Τυνδαρεω.
Πιθανον,το Πωλυδευκης,να ειναι ονομα γιου του Ιπποκοωντα.
.
ΤΟ ΠΑΡΘΕΝΕΙΟΝ ΤΗΣ ΑΓΙΔΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΗΣΙΧΟΡΑΣ[οι επομενοι στιχοι
του Παρθενειου ''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' του Αλκμανα]
Στη Σπαρτη οι παρθενες,τα νεαρα κοριτσια,συγκεντρωνονταν στα ιερα εξω απο την
πολη και συζουσαν,το ιδιο συνεβαινε και με τα νεαρα αγορια,εκει τα εκπαιδευαν
καταλληλα για την μετεπειτα ενηλικη ζωη τους,ερωτικη και κοινωνικη.
Σε ενα απο αυτα τα ιερα,το ιερο της Ορθιας Αρτεμιδας,του Ορθρου,της Αωτις,της Αως,
της Αυγης,ο χορος 11 νεανιδων με κορυφαιες τις αγαπημενες φιλες Αγιδω και Αγησιχορα
σε μια γαμηλια τελετουργια,απο τα μεσανυχτα μεχρι το ξημερωμα,επαινει την ομορφια
των δυο κοριτσιων,συγκρινοντας την με τον χρυσο,με τον ηλιο,με τον αργυρο,με την
ταχυτητα των αλογων,του ιβηνου και του κολαξαιου,και πως ουτε ο μεγαλος πλουτος θα
τις δελεασει να χωρισουν,ουτε η ομορφια των αλλων κοριτσιων,ουτε της Ναννως,ουτε
της Αρετας,ουτε της Συλακης ουτε της Κλεησισηρας,θα τις γοητευσει,ουτε πια θα
ζητησουν ερωτικες συμβουλες απο την εμπειρη δασκαλα Αινησιμβροτα,οπως πριν
εκαναν,αν θα τραβηξουν και πως το ενδιαφερον ειτε της Ασταφιδας ειτε της Φιλυλλας
ειτε της Δαμαρετας ειτε της Ιανθεμης,
τωρα η Αγιδω αγαπα την Αγησιχορα,και η Αγησιχορα φιλει την Αγιδω.
Αν και η Αγιδω ειναι ομορφοτερη απο την Αγησιχορα ,στην ομορφια της Αγησιχορας
αναφερονται πολυ περισσοτεροι στιχοι στο χορικο,ισως για να αναπληρωθει το ελλειμα
και να υπαρξει ισορροπια,εναρμονιση του ζευγαριου των παρθενων.
Χορος 11 παρθενων εναντι σε χορο 10.Ισως στο α' μερος της τελετουργιας χορευαν και
τραγουδουσαν ολες μαζι,στο β' μερος χωριζονταν σε δυο ομαδες απ'τις οποιες η μια
χορευε κι η αλλη τραγουδουσε και στο γ' μερος η κορυφαια του χορου η χοροστατις
τραγουδουσε κι οι αλλες χορευαν.
Ο ποιητης,ο Αλκμαν,καθοριζε την χορογραφια των κινησεων και την μιμητικη του χορου
και την μουσικη υποκρουση με φορμιγγα,η' αυλο,η λυρα.
.
.
ΑΛΚΜΑΝ-''Εις Αρτεμιν Ορθιαν'' Παρθενειον Αγιδως και Αγησιχορας χορικον
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
]Πωλυδεύκης·
οὐ μόνο]ν Λύκαιϝον ἐν καμοῦσιν ἀλέγω
ἀλλ’ Ἐνα]ρσφόρον τε καὶ Σέβρον ποδώκη
Ἀλκιμό]ν τε τὸν βιατὰν
Ἱππόθω]ν τε τὸν κορυστὰν 5
Εὐτείχη] τε ϝάνακτά τ’ Ἀρήιον
]ά τ’ ἔξοχον ἡμισίων·
καὶ ]ν τὸν ἀγρόταν
Σκαῖον] μέγαν Εὔρυτόν τε
Ἄρεος ἂν] πώρω κλόνον 10
Ἄλκωνά] τε τὼς ἀρίστως
οὐδ’ ἁμῶς] παρήσομες
κράτησε γ]ὰρ Αἶσα παντῶν
καὶ Πόρος] γεραιτάτοι
σιῶν· ἀπ]έδιλος ἀλκὰ 15
μή τις ἀνθ]ρώπων ἐς ὠρανὸν ποτήσθω
μηδὲ πη]ρήτω γαμῆν τὰν Ἀφροδίταν
Κυπρίαν F]άν[α]σσαν ἤ τιν’
] ἤ παίδα Πόρκω
εἰναλίω· Χά]ριτες δὲ Διὸς δόμον 20
ἀμφιέπου]σιν ἐρογλεφάροι·
]τάτοι
]τα δαίμων
]ι φίλοις
ἔδ]ωκε δῶρα 25
]γαρέον
]ώλεσ’ ἥβα
]ρονον
μ]αταίας
]έβα· τῶν δ’ ἄλλος ἰῷ 30
]μαρμάρῳ μυλάκρῳ
] .εν Ἀΐδας
]αυτοι
]’πον· ἄλαστα δὲ
Fέργα πάσον κακὰ μησαμένοι. 35
ἔστι τις σιῶν τίσις·
ὁ δ᾿ ὄλβιος, ὅστις εὔφρων
ἁμέραν [δι]απλέκει
ἄκλαυτος· ἐγὼν δ᾿ ἀείδω
Ἀγιδῶς τὸ φῶς· ὁρῶ 40
ϝ᾿ ὥτ᾿ ἄλιον, ὅνπερ ἇμιν
Ἀγιδὼ μαρτύρεται
φαίνην· ἐμὲ δ᾿ οὔτ᾿ ἐπαινῆν
οὔτε μωμήσθαι νιν ἁ κλεννὰ χοραγὸς
οὐδ᾿ ἁμῶς ἐῆι· δοκεῖ γὰρ ἤμεν αὔτα 45
ἐκπρεπὴς τὼς ὥπερ αἴτις
ἐν βοτοῖς στάσειεν ἵππον
παγὸν ἀεθλοφόρον καναχάποδα
τῶν ὑποπετριδίων ὀνείρων.
.
ἦ οὐχ ὁρῆις; ὁ μὲν κέλης 50
Ἐνητικός· ἁ δὲ χαίτα
τᾶς ἐμᾶς ἀνεψιᾶς
Ἁγησιχόρας ἐπανθεῖ
χρυσὸς [ὡ]ς ἀκήρατος·
τό τ᾿ ἀργύριον πρόσωπον, 55
διαφάδαν τί τοι λέγω;
Ἁγησιχόρα μὲν αὕτα·
ἁ δὲ δευτέρα πεδ᾿ Ἀγιδὼ τὸ ϝεῖδος
ἵππος Ἰβηνῶι Κολαξαῖος δραμήται·
ταὶ Πεληάδες γὰρ ἇμιν 60
Ὀρθρίαι φᾶρος φεροίσαις
νύκτα δι᾿ ἀμβροσίαν ἅτε σήριον
ἄστρον ἀυηρομέναι μάχονται.
.
οὔτε γάρ τι πορφύρας
τόσσος κόρος ὥστ᾿ ἀμύναι, 65
οὔτε ποικίλος δράκων
παγχρύσιος, οὐδὲ μίτρα
Λυδία, νεανίδων
ἰανογ [λ] εφάρων ἄγαλμα,
οὐδὲ ταὶ Ναννῶς κόμαι, 70
ἀλλ᾿ οὐ[δ᾿] Ἀρέτα σιειδής,
οὐδὲ Σύλακίς τε καὶ Κλεησισήρα,
οὐδ᾿ ἐς Αἰνησιμβρ[ό]τας ἐνθοῖσα φασεῖς·
Ἀσταφίς [τ]έ μοι γένοιτο
καὶ ποτιγλέποι Φίλυλλα 75
Δαμαρ[έ]τα τ᾿ ἐρατά τε ϝιανθεμίς·
ἀλλ᾿ Ἁγησιχόρα με τηρεῖ.
.
οὐ γὰρ ἁ κ[α]λλίσφυρος
Ἁγησιχ[ό]ρ[α] πάρ᾿ αὐτεῖ,
Ἀγιδοῖ [δ᾿ ἴκτ]αρ μένει 80
θωστήρ[ιά τ᾿] ἅμ᾿ ἐπαινεῖ;
ἀλλὰ τᾶν [εὐχάς], σιοί,
δέξασθε· [σι]ῶν γὰρ ἄνα
καὶ τέλος· [χο]ροστάτις,
ϝείποιμί κ᾿, [ἐ]γὼν μὲν αὐτὰ 85
παρσένος μάταν ἀπὸ θράνω λέλακα
γλαύξ· ἐγὼ[ν] δὲ τᾶι μὲν Ἀώτι μάλιστα
ϝανδάνην ἐρῶ· πόνων γὰρ
ἇμιν ἰάτωρ ἔγεντο·
ἐξ Ἁγησιχόρ[ας] δὲ νεάνιδες 90
ἰρ]ήνας ἐρατ[ᾶ]ς ἐπέβαν.
.
τῶ]ι τε γὰρ σηραφόρωι
αὐ]τῶς εδ[
τ[ῶι] κυβερνάται δὲ χρὴ
κ[ἠ]ν νᾶϊ μάλιστ᾿ ἀκούην· 95
ἁ δὲ τᾶν Σηρην[ί]δων
ἀοιδοτέρα μ[ὲν οὐχί,
σιαὶ γάρ, ἀντ[ὶ δ᾿ ἕνδεκα
παίδων δεκ[ὰς ἅδ᾿ ἀείδ]ει·
φθέγγεται δ᾿ [ἄρ᾿] ὥ[τ᾿ ἐπὶ] Ξάνθω ῥοαῖσι 100
κύκνος· ἁ δ᾿ ἐπιμέρωι ξανθᾶι κομίσκαι
.
.
]Πολυδευκης
οχι μονο τον Λυκαιο στους παθοντες συγκαταλεγω
αλλα και τον Ενα]σφορο και τον Σεβρο τον γοργοποδαρο
και τον Αλκιμο τον σωματοδυναμο
και τον Ιπποθοο τον κρανοφορο 5
και τον Ευτειχη και τον βασιλια Αρηιο
κι εξοχο στους ημιθεους
και τον παρα πολυ αγριο
Σκαιο και τον Ευρυτο
τ'Αρη ο τρομερος κλονισμος 10
και τον Αλκωνα μεσ'στους αριστους
καθολου να μην προσπερασουμε
επικρατησε το Πεπρωμενο παντων
και Πορος]οι αρχαιοτατατοι
των θεων.ανεμποδιστη δυναμη
μην καποιος απ'τους ανθρωπους στον ουρανο θα πατησει
μην επιχειρισει να κανει γυναικα την Αφροδιτη
την Κυπρια βασιλισσα η' καποια
η' κορη απ'του Πορκου
του θαλασσιου.οι Χαριτες στου Δια το παλατι 20
περιφερονται οι ομορφοβλεφαρες
]τάτοι
]τα δαίμων
]ι φίλοις
ἔδ]ωκε δῶρα 25
]γαρέον
]ώλεσ’ ἥβα
]ρονον
μ]αταίας
απ'αυτους αλλος με βελος
με μαρμαρινη μυλοπετρα
στον Αδη
αυτοι
ασυγχωρητα
εργα επραξαν κακα στο νου σκεπτομενοι 35
.
ειναι αυτη των θεων τιμωρια.
ευτυχισμενος,οποιος ευχαριστα
την ημερα πλεκει
ακλαυτα.εγω δε τραγουδω
της Αγιδως το φως.την βλεπω 40
σαν ηλιο,που σε μας
η Αγιδω αποκαλυπτει
το φεγγος.εμενα ουτε να την παινεσω
ουτε να την κατηγορησω η θαυμαστη κορυφαια του χορου
καθολου δεν μ'αφηνει.πρεπει να τιμησω αυτη 45
π'αναμεσα μας ξεχωριζει οπως
σε βοσκηματα ζωα υπερεχει αλογο
γερο αθλοφορο ταραχωποδο
των φτερωτων ονειρων
.
αυτη δεν την βλεπεις;αλογο ιππασιας 50
ενετικο.η χαιτη
της ξαδερφης μου
Αγησιχορας ανθιζει
σαν καθαρος χρυσος
και τ'αργυρο προσωπο, 55
με τα λογια τι να σου λεω
η Αγησιχορα αυτη'ναι.
η δευτερη μετα την Αγιδω στην οψη
αλογο μ'ιβηνο κολαξαιο θα τρεξει.
οι Πληιαδες περιστερες οταν εμεις 60
στην Ορθρια Αρτεμη αλετρι κουβαλουμε
μεσ'στην αθανατη νυχτα τοτε του Σειριου
τ'αστρο να σηκωσουν αγωνιζονται
.
ουτε της πορφυρας
ο τοσσος πλουτος να μας κρατησει μακρια 65
ουτε περιτεχνος δρακος
πολυχρυσος,ουτε κεφαλης καλυμμα
της Λυδιας,των κοριτσιων
των κυανοβλεβαρων η χαρα,
ουτε της Ναννως τα μαλλια, 70
αλλ'ουτε η Αρετα η θεικη,
ουτε η Συλακη και η Κλεησισηρα,
ουτε στην Αινησιμβροτα εκει να πας να πεις.
η Ασταφιδα δικη μου να γινει
και να μου ριχνει το βλεμμα της η Φιλυλλα 75
κι η Δαμαρετα κι η αξιαγαπητη η Ιανθεμη
αλλα η Αγησινορα με λιωνει.
.
η με τους ωραιους αστραγαλους
Αγησιχορα δεν ειναι σε μενα
στην Αιγιδα κοντα καθεται 80
και τα ευχαρηστηρια υμνει
τις ευχες,θεοι,
δεχτητε,των θεων η αρχη
και το τελος.κορυφαια του χορου,
και για μενα να πω,εγω'μαι μια 85
παρθενος π'ανωφελα απ'τη στεγη φωναζω
σαν κουκουβαγια.εγω την θεα της Αυγης πολυ
να ευχαριστησω θελω.στους πονους
σε μας θεραπευτρια εγινε.
για χαρη της Αγησιχορας τα κοριτσια 90
τις αρμονιες τις γλυκειες τραγουδανε
.
πλαι στ'αλογο που συρει τ'αρμα
τ'αλλα πρεπει να τρεχουν
και στον καπετανιο πρεπει
σ'εκεινο το πλοιο καλα ν'υπακουν. 95
απ'τις Σειρηνες
καλυτερα δεν τραγουδουν,
αυτες θεες ειναι,απεναντι σ'εντεκα
κοριτσιων δεκαδα γλυκα τραγουδα
κελαηδαει οπως στου Ξανθου τα τρεχουμενα νερα 100
κυκνος.κι αυτη με τ'ανεμιστα ξανθα μαλλια
.
.
.
αρχαικο νυχτερινο στη Σαπφω-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Σαπφω,τι παρακαλεις;-χ.ν.κουβελης
σεληνη απ'ολα τ'αστρα ωραιοτερη
λαμπερη
σαν δυει ο ηλιος
γυρω σου ολα τ'αστερια χλωμιαζουν
και το φως σου χυνεις πανω στη θαλασσα
και στην ανθισμενη γη δροσια πεφτει
κι οι μελιλωτοι γεμιζουν ανθοι
ω ομορφη ω χαριτωμενη κορη καλλιφωνη
πως λαμπει το προσωπο σου
νυφη παρθενα χαιρε
ο ερωτας εμενα τρανταζει
και μου διαλυει τα μελη
γλυκος πικρος ανικητος
Σαπφω,τι παρακαλεις;
να μιλησω δεν μπορω λεξη να πω
ιδρωτας με λουζει ολοκληρη ο τρομος μ'αρπαζει
πιο χλωμη κι απ'το χορταρι εγινα
ο ερωτας μου τρανταζει το μυαλο
οπως ο δυνατος ανεμος απ'τα βουνα ορμωντας
τσακιζει τα δεντρα
χαθηκε το φεγγαρι
κι η Πουλια εδυσε,μεσανυχτα,
περναει η ωρα,
κι εγω μονη κοιμαμαι
εσυ μ'εχεις ξεχασει
.
σελ]άννα ἀστέρων πάντων η κάλλιστος
αργυρια
ὤς ποτ’ ἀελίω
δύντος
πάντα παρρέχοισ’ ἄστρα φάος δ’ ἐπί-
σχεις θάλασσαν ἐπ’ ἀλμύραν
ἴσως καὶ πολυανθέμοις ἀρούραις·
ἀ δ’ ἐέρσα κάλα κέχυται, τεθά-
λαισι δὲ βρόδα κἄπαλ’ ἄν-
θρυσκα καὶ μελίλωτος ἀνθεμώδης·
ὦ κάλα, ὦ χαρίεσσα πάρθενον ἀδύφωνον
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
νύμ]φη παρθενία χαῖρε ἄπαλο̣ν χρόα
Ἔρος δηὖτέ μ' ὀ λυσιμέλης δόνει,
γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον
Ψάπφοι, τί κά[λεις;
θέλω τί τ' εἴπην ἀλλά [γλωσ]σ'με κωλύει
ἀ δέ μ᾽ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δέ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποία
Ερος δ'ετιναξε μοι φρενας,
ως ανεμος κατ'ορος δρυσιν εμπετων
Δεδυκε μεν α σελαννα
και Πληιαδες ,μεσαι δε νυχτες,
παρα δ'ερχετ'ωρα,
εγω δε μονα κατευδω.
Εμμεθεν δ'εχεισθα λαθα
.
.
.
Μινωας-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ωριων-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τιτυος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τανταλος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Σισυφος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΜΙΝΩΟΣ ΩΡΙΩΝΟΣ ΤΕ ΤΙΤΥΟΥΣ ΤΑΝΤΑΛΕΩΣ ΤΕ ΣΙΣΥΦΗΩΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 568-600]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
ἔνθ' ἦ τοι Μίνωα ἴδον, Διὸς ἀγλαὸν υἱόν,
χρύσεον σκῆπτρον ἔχοντα θεμιστεύοντα νέκυσσιν,
ἥμενον· οἱ δέ μιν ἀμφὶ δίκας εἴροντο ἄνακτα, 570
ἥμενοι ἑσταότες τε, κατ' εὐρυπυλὲς Ἄϊδος δῶ.
τὸν δὲ μέτ' Ὠρίωνα πελώριον εἰσενόησα
θῆρας ὁμοῦ εἰλεῦντα κατ' ἀσφοδελὸν λειμῶνα,
τοὺς αὐτὸς κατέπεφνεν ἐν οἰοπόλοισιν ὄρεσσι,
χερσὶν ἔχων ῥόπαλον παγχάλκεον, αἰὲν ἀαγές.
καὶ Τιτυὸν εἶδον, Γαίης ἐρικυδέος υἱόν,
κείμενον ἐν δαπέδῳ. ὁ δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα,
γῦπε δέ μιν ἑκάτερθε παρημένω ἧπαρ ἔκειρον,
δέρτρον ἔσω δύνοντες· ὁ δ' οὐκ ἀπαμύνετο χερσί.
Λητὼ γὰρ ἕλκησε, Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν, 580
Πυθώδ' ἐρχομένην διὰ καλλιχόρου Πανοπῆος.
καὶ μὴν Τάνταλον εἰσεῖδον χαλέπ' ἄλγε' ἔχοντα,
ἑσταότ' ἐν λίμνῃ· ἡ δὲ προσέπλαζε γενείῳ.
στεῦτο δὲ διψάων, πιέειν δ' οὐκ εἶχεν ἑλέσθαι·
ὁσσάκι γὰρ κύψει' ὁ γέρων πιέειν μενεαίνων,
τοσσάχ' ὕδωρ ἀπολέσκετ' ἀναβροχέν, ἀμφὶ δὲ ποσσὶ
γαῖα μέλαινα φάνεσκε, καταζήνασκε δὲ δαίμων.
δένδρεα δ' ὑψιπέτηλα κατὰ κρῆθεν χέε καρπόν,
ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι
συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι· 590
τῶν ὁπότ' ἰθύσει' ὁ γέρων ἐπὶ χερσὶ μάσασθαι,
τὰς δ' ἄνεμος ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα σκιόεντα.
καὶ μὴν Σίσυφον εἰσεῖδον κρατέρ' ἄλγε' ἔχοντα,
λᾶαν βαστάζοντα πελώριον ἀμφοτέρῃσιν.
ἦ τοι ὁ μὲν σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν τε
λᾶαν ἄνω ὤθεσκε ποτὶ λόφον· ἀλλ' ὅτε μέλλοι
ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ' ἀποστρέψασκε Κραταιΐς·
αὖτις ἔπειτα πέδονδε κυλίνδετο λᾶας ἀναιδής.
αὐτὰρ ὅ γ' ἂψ ὤσασκε τιταινόμενος, κατὰ δ' ἱδρὼς
ἔῤῥεεν ἐκ μελέων, κονίη δ' ἐκ κρατὸς ὀρώρει. 600
.
εκει ακομ'αυτον τον Μινωα ειδα,του Δια τον λαμπρο γιο.
χρυσο σκηπτρο κρατωντας κριτης στους νεκρους,
καθημενο.αυτοι δε αυτον για τη δικη ρωτουσαν βασιλια 570
καθημενοι κι ορθιοι,στου ευρυπυλου Αδη τα παλατια
μετα τον Ωριωνα τον πελωριο αντικρισα
αγριμια μαζι να ριχνει σε λιβαδι μ'ασφοδιλια
αυτα π'αυτος σκοτωνε σ'απατητα βουνα,
στα χερια εχοντας ροπαλο ολοχαλκο,παντ'ασπαστο
και τον Τιτυο ειδα,της Γης της πολυδοξασμενης τον γιο,
ξαπλωμενον στο χωμα,που πανω σ'εννια ηταν πλεθρα γης,
γυπες σ'αυτον απ'τη μια κι αλλη μερια παρακαθημενοι το σηκωτι εσχιζαν
το ραμφος μεσα βυθιζοντες.δεν μπορουσε να τους διωξει περα με τα χερια
την Λητω γιατι εσυρε να βιασει,του Δια την ενδοξη γυναικα 580
προς την Πυθω ερχομενη μεσ'απ'τον καλο για χορο τοπο του Πανοπεα
κι ακομα τον Τανταλο αντικρισα βαρια βασανα να'χει
ορθος να στεκει μεσ'σε λιμνη,που τον χτυπουσε στο γενι
φαινονταν να διψαει,να πιει δεν μπορουσε να παρει με το χερι
γιατ'οσσες φορες εκυβ' ο γερος να πιει λαχταρωντας,
τοσσες φορες το νερο χανονταν ρουφιονταν κατω,γυρω στα ποδια
η γη μαυρη φαινονταν,την καταξηρανε θεος.
δεντρα υψιφυλλα απ'τ'ακρα κρεμουσαν τον καρπο
αχλαδιες και ροδιες και μηλιες με γυαλιστερους καρπους
και συκες γλυκες στη γευση κι ελιες θαυμασια ανθιστες 590
αυτα οποτ' απλωνε ο γερος στα χερια ν'αρπαξει
αυτες ο ανεμος επαιρνε κι εριχνε προς τα νεφη τα σκοτεινα
κι ακομα τον Σισυφον αντικρυσα φριχτα βασανα να'χει
πετρα να βασταει πελωρια στα δυο χερια.
αυτη λοιπον αυτος γερα στυλωμενος και με χερια και με ποδια
την πετρα πανω εσπρωχνε προς τον λοφο.αλλ'οταν εφτανε
την κορυφη να υπερβει,τοτε τον επαιρνε πισω το μεγαλο βαρος
παλι επειτα προς την πεδιαδα κυλουσε η πετρα η ανελεητη
αλλ'ομως αυτος ξανα εσπρωχνε μ'ενταση δυναμης.κατω ιδρωτας
ετρεχε απ'τα μελη,σκονη δε απ'το κεφαλι πετιονταν 600
.
.
.
Ωριων-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο Αστερισμος του Ωριωνα-χ.ν.κουβελης
.
.
Ο ΠΑΛΛΟΜΕΝΟΣ ΣΕ ΛΑΜΠΡΟΤΗΤΑ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΩΡΙΩΝΑ ΚΑΙ
Η ΠΑΛΛΟΜΕΝΗ ΣΕ ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΩΡΙΩΝΑ-χ.ν.κουβελης
.
καὶ πολὺ καλλίστους μετά γε κλυτὸν Ὠρίωνα: 310
[και πολυ λαμπροτατοι μετα τον ονομαστο Ωριωνα]
Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ'-στιχος 310
.
πρωτος ο Πτολεμαιος εντοπισε αυτον τον υπερπληθη αστερων και υπερμεγεθη,πελωριον,
αστερισμο και τον ονομασε Ωριωνα,ενας συνεχως παλλομενος σε λαμπροτητα υπεργιγαντας,
το αστρο του α,το Betelgeuse,εχει 800 φορες μεγαλυτερη διαμετρο απο τον Ηλιο και βρισκε-
ται 650 ετη φωτος μακρια απ'τη Γη,ειναι πανω απ'τον Ισημερινο στο Βορειο Ημισφαιριο,
ορατος απ'τον Νοεμβριο μεχρι τον Απριλιο,και πανω στο Νοτιο Ημισφαιριο,εκει ενας ισχυρος
αστρικος ανεμος φυσα και,πιθανως,του μεταβαλει την λαμπροτητα,ειναι εκδηλα
ανθρωομορφικος,τ'αστρα του σχηματιζουν την μορφη ενος κυνηγου με το ροπαλο και την
ασπιδα του και το σκυλι του να τον ακολουθει,ο Σειριος,το λαμπροτερο αστερι του
αστερισμου του Μεγαλου Κυνος,αποφευγει τον αστερισμο Σκορπιο,τον οποιο εχει απεναντι
σε αντιθετη θεση τ'ουρανου.σαν εχθρο του,και παθιασμενα ερωτικα κυνηγα απο πισω τις
Πλειαδες,τις 7 κορες, την Μαία την Ταϋγέτη την Ηλέκτρα την Στερόπη την Κελαινώ
την Αλκυόνη την Μερόπη,κι αυτες πρωτες ξεφευγοντας βυθιζονται στη θαλασσα
κι επειτα βυθιζεται κι αυτος,αυτες τελη Μαη ανατελουν κι ερχεται καλοκαιρι κι οταν δυουν
χειμωνας,κι αυτος οταν ειναι στον ουρανο οι ναυτικοι τον τρεμουν ειναι επικινδυνος δεινος
καταστροφεας και φοβερα τρικυμιζει τη θαλασσα,κατα τον ιστορικο Πολυβιο αυτος ειναι
υπαιτιος με την ανατολη του για την καταστροφη του ρωμαικου στολου το 260 π.Χ στον Α'
Καρχηδονιακο πολεμο,οι απλοι ανθρωποι αυτον τον αστερισμο του Ωριωνα τον ονομαζουν
και Αλεκτροπόδιον παρομοιαζοντας τον με αλλαζονα αλεκτορα,τον κοκορα,κι αλλοι τον λενε
Αλητροπόδιον,ο περιλανωμενος ,απο το αλεω,σαν περιπλανωμενο κυνηγο τον βλεπουν τις
νυχτες οταν ο Ησιοδος στο διδακτικο ποιημα του Εργα και Ημεραι,μεσω του αδερφου του
Περση, τους συμβουλευει σε σχεση μ'αυτον για την ωρα,τον καταλληλο χρονο για να γινουν
οι διαφορες γεωργικες αγροτικες και ναυτικες εργασιες:
ἐργάζευ, Πέρση,
εργασου,Περση
.
δμωσὶ δ᾽ ἐποτρύνειν Δημήτερος ἱερὸν ἀκτὴν 597
δινέμεν, εὖτ᾽ ἂν πρῶτα φανῇ σθένος Ὠρίωνος,
χώρῳ ἐν εὐαέι καὶ ἐυτροχάλῳ ἐν ἀλωῇ·
[τους δουλους ξεσηκωσε στης Δημητρας την ιερη ακτη
ν'αλωνισουν,μολις οταν πρωτα φανει ο δυνατος Ωριωνας,
σε χωρο ευαερο κι ολοστρογκυλο αλωνι']
τι καλοκαιρι ερχεται
.
εὖτ᾽ ἂν δ᾽ Ὠρίων καὶ Σείριος ἐς μέσον ἔλθῃ
οὐρανόν, Ἀρκτοῦρον δ᾽ ἐσίδῃ ῥοδοδάκτυλος Ἠώς, 610
ὦ Πέρση, τότε πάντας ἀποδρέπεν οἴκαδε βότρυς·
[μολις οταν ο Ωριωνας και ο Σειριος μεσουρανισει
κι η ροδοδαχτυλη Αυγη αντικρυ βλεπει τον Αρκτουρο,
Περση,τοτε ολα τρυγα στο σπιτι τα σταφυλια]
τι μεσα Σετεμβρη θα'ναι
.
αὐτὰρ ἐπὴν δὴ
Πλῃάδες θ᾽ Ὑάδες τε τό τε σθένος Ὠρίωνος 615
δύνωσιν, τότ᾽ ἔπειτ᾽ ἀρότου μεμνημένος εἶναι
ὡραίου· πλειὼν δὲ κατὰ χθονὸς ἄρμενος εἶσιν.
[οταν πια
οι Πλειαδες κι οι Υαδες τα βροχαστερια κι ο δυνατος Ωριωνας
δυσουν,τοτε μετα τ'αλετρι να θυμηθεις ειναι
η ωρα.πληρωθηκε ο καιρος στη γη σπορα ετοιμασμενη να'ναι ]
.
εἰ δέ σε ναυτιλίης δυσπεμφέλου ἵμερος αἱρεῖ·
εὖτ᾽ ἂν Πλῃάδες σθένος ὄβριμον Ὠρίωνος
φεύγουσαι πίπτωσιν ἐς ἠεροειδέα πόντον, 620
δὴ τότε παντοίων ἀνέμων θυίουσιν ἀῆται·
καὶ τότε μηκέτι νῆας ἔχειν ἐνὶ οἴνοπι πόντῳ,
[αν για ναυτικα ταξιδια τρικυμιωδη ποθος σε σηκωσει
μολις οταν οι Πλειαδες τη δυναμη του τρομερου Ωριωνα
φευγοντας πεφτουν μεσα στο ανεμοδαρμενο ποντο
τοτες παντος λογης ανεμοι φυσομανουνε
και τοτε μητε καραβια να'χεις σε καποιο μαυρο ποντο]
χειμωνας,Δεκεμβρης,ειναι με κρυα και βροχες
.
ἐργάζευ, νήπιε Πέρση,
.
Η ΠΑΛΛΟΜΕΝΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΩΡΙΩΝΑ
οπως ειναι συνεχως παλλομενος,μεταβαλλομενος, σε λαμπροτητα ο αστερισμος του
Ωριωνα ετσι παλλομενη ειναι και η Μυθολογια του Ωριωνα,με πολλες παραλλαγες:
Καποτε ο Διας και ο Ποσειδωνας βρεθηκαν στην Βοιωτια στην πολη Υριη,κοντα στην
Αυλιδα,αυτη η πολη εστειλε καραβια στον πολεμο της Τροιας:
[Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια Β']
Βοιωτῶν μὲν Πηνέλεως καὶ Λήϊτος ἦρχον
Ἀρκεσίλαός τε Προθοήνωρ τε Κλονίος τε, 495
οἵ θ' Ὑρίην ἐνέμοντο καὶ Αὐλίδα πετρήεσσαν
Σχοῖνόν τε Σκῶλόν τε πολύκνημόν τ' Ἐτεωνόν
εκει τους φιλοξενησε ο ηρωας της πολεως ο Υριεας,αυτος ηταν γερος,χηρος και ακληρος,
εφυγαν οι θεοι ευχαριστημενοι απο την φιλοξενια και την αλλη μερα το πρωι ο γεροντας
βρηκε μπροστα στην πορτα του ενα γερο κι υγιες παιδι,τον Ωριωνα.
Λενε ακομα πως ηταν παιδι του Ποσειδωνα απο το σμιξιμο του θεου με την θνητη Ευρυαλη
την κορη του Μινωα,κι απ'αυτον δωριστηκε το χαρισμα να περπαταει πανω στα κυματα της
θαλασσας.
λενε,πως ηταν πελωριος,δυνατος κι ομορφος κι ο Ποσειδωνας τον ζηλεψε και τον τυφλωσε.
αυτος τυφλος πηγε προς την ανατολη κι η Αυγη η Ηω μολις τον ειδε τον ερωτευτηκε,και
χτυπωντας τον με τις ακτινες του ηλιου ξαναειδε το φως.
στη Χιο που βρεθηκε ερωτευτηκε σφοδρα την Μεροπη την κορη του βασιλια Οινοπιωνα,
τη ζητησε,ομως για του τη δωσει γυναικα του εβαλε ενα αθλο:να σκοτωσει ολα τ'αγρια θηρια
του νησιου,
οταν αποτελειωσε τον αθλο ηθελε δεν ηθελε ορισε τον γαμο και στο γαμηλιο τραπεζι με
γλυκο κρασι μεθυσε τον Ωριωνα κι οταν αποκοιμηθηκε απ'τη μεθη ζαλισμενος ο Ωριωνας
πηγε κρυφα στη καμαρα και του'βγαλε τα ματια.Τοτε ο Ωριωνας πηρε ενα παιδι και το'βα-
λε πανω στους ωμους να τον καθοδηγει κι ανεβηκε σε ψηλη κορφη κι απο'κει τον ειδε η Αυγη
η Ηω που φερνει το φως και τον ερωτευτηκε και του'δωσε το φως ξανα στα ματια.
Εκεινος γυρισε στον βασιλια και τον τιμωρησε σκοτωνοντας τον.
σε αλλο μυθο,που τον αναφερει ο ποιητης Πινδαρος,σαν ειδε τις 7 Πλειαδες,
την Μαία την Ταϋγέτη την Ηλέκτρα την Στερόπη την Κελαινώ την Αλκυόνη την Μερόπη,
ερωτευτηκε σφοδρα την Μεροπη,εκεινη ομως δεν τον ηθελε κι εκεινος την κυνηγουσε
μαζι με τις αλλες αδερφες της,πεντε χρονια συνεχεια τις κυνηγουσε,κι ο Διας τις λυπηθη-
κε και τοτε ο Ωριωνας πατησε εναν σκορπιο κι απ'το δηλητηριο του σκορπιου πεθανε,
και τους αστερισε,τις Πλειαδες και τον Ωριωνα μαζυ και τον σκυλο του,κι ο αστερισμος
του αποφευγει τον αστερισμο του Σκορπιου και παντα στεκει απεναντι μακρια του και
παντα τρεχει πισω απ'τις Πλειαδες που παντα φευγουν μπροστα και δεν τις φτανει
ποτε,ν'αρπαξει την Μεροπη.
σ'αλλη παραλλαγη του μυθου λενε στα βουνα και δαση της Χιου που κυνηγουσε με την
Αρτεμη,δεινος κυνηγος κι αυτος,γιγαντας,αγγιξε το πεπλο της θεας,εκεινη προσβληθηκε
κι εβαλε σκορπιο να τον δαγκωσει για τιμωρια,το δηλητηριο τον σκοτωσε,μετα εκεινη
μετανιωσε και τον εβαλε αστερισμο στον ουρανο.
αλλοι λενε,πως αυτο το εκανε επειδη την παρατησε για τον ερωτα της Ηους.
κι αλλοι πως το εκανε αυτο γιατι υπερηφανευτηκε πως δεν φοβαται κανενα ζωο και κανεναν.
σ'ενα αλλο μυθο του Ωριωνα,ο Ωριωνας ηταν ερωτικος συντροφος της Αρτεμης κι ο
αδερφος της ο Απολλωνας δεν τον ηθελε,και μια μερα που ο Ωριωνας κολυμπουσε περα
μακρια,ο Απολλωνας την προκαλεσε να δειξει ποσο δεινη τοξευτρια ηταν,αν μπορουσε
να πετυχει εκεινο το μικρο σημαδι περα εκει μακρια,εκεινη σημαδεψε και το πετυχε
ακριβως,οταν εμαθε πως ηταν ο Ωριωνας πολυ λυπηθηκε και τον εκανε αστερισμο.
στον Ομηρο μαθαινουμε πως σκοτωθηκε στην Ορτυγια την Δηλο απο την Αρτεμι
τυφλωμενη απο την ζηλεια της για την Ηω.
Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'- στιχοι 121-124
ὣς μὲν ὅτ᾿ Ὠρίων᾿ ἕλετο ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
τόφρα οἱ ἠγάασθε θεοὶ ῥεῖα ζώοντες,
ἧος ἐν Ὀρτυγίῃ χρυσόθρονος Ἄρτεμις ἁγνὴ
οἷς ἀγανοῖς βελέεσσιν ἐποιχομένη κατέπεφνεν.
[ετσι οταν τον Ωριωνα διαλεξε η ροδοδαχτυλη Αυγη
τοτε νιωσατε ζηλια οι θεοι οι καλοζωισμενοι
μεχρι στην Ορτυγια η χρυσοθρονη Αρτεμη η αγνη
με τα ελαφρα της βελη πηγε στο μερος και τον σκοτωσε]
.
στη Βιβλιοθηκη του Απολλοδωρου [Α',4,3],εκει εκτος απο τη ιστορια με τον Οινοπιωνα
αναφερεται πως η Αρτεμη τον σκοτωσε σε αγωνα δισκοβολιας που την προκαλεσε,
κι ακομη οταν βιασε την Ωπιν μια απο τις κοπελες της ακολουθιας της τον σκοτωσε το-
ξευοντας τον .
Βιβλιοθηκη Απολλοδωρου-Α
Α 4,3 Ὠρίωνα δὲ Ἄρτεμις ἀπέκτεινεν ἐν Δήλῳ. τοῦτον γηγενῆ λέγουσιν ὑπερμεγέθη τὸ σῶμα·
Φερεκύδης δὲ αὐτὸν Ποσειδῶνος καὶ Εὐρυάλης λέγει. ἐδωρήσατο δὲ αὐτῷ Ποσειδῶν
διαβαίνειν τὴν θάλασσαν. οὗτος <πρώτην> μὲν ἔγημε Σίδην, ἣν ἔρριψεν εἰς Ἅιδου περὶ
μορφῆς ἐρίσασαν Ἥρα· αὖθις δὲ ἐλθὼν εἰς Χίον Μερόπην τὴν Οἰνοπίωνος ἐμνηστεύσατο.
μεθύσας δὲ Οἰνοπίων αὐτὸν κοιμώμενον ἐτύφλωσε καὶ παρὰ τοῖς αἰγιαλοῖς ἔρριψεν. ὁ δὲ
ἐπὶ τὸ <Ἡφαίστου_γτ; χαλκεῖον ἐλθὼν καὶ ἁρπάσας παῖδα ἕνα, ἐπὶ τῶν ὤμων ἐπιθέμενος
ἐκέλευσε ποδηγεῖν πρὸς τὰς ἀνατολάς. ἐκεῖ δὲ παραγενόμενος ἀνέβλεψεν ἐξακεσθεὶς ὑπὸ
τῆς ἡλιακῆς ἀκτῖνος, καὶ διὰ ταχέων ἐπὶ τὸν Οἰνοπίωνα ἔσπευδεν.
Α 4,4 ἀλλὰ τῷ μὲν Ποσειδῶν ἡφαιστότευκτον ὑπὸ γῆν κατεσκεύασεν οἶκον, Ὠρίωνος δ᾽
Ἠὼς ἐρασθεῖσα ἥρπασε καὶ ἐκόμισεν εἰς Δῆλον· ἐποίει γὰρ αὐτὴν Ἀφροδίτη συνεχῶς ἐρᾶν,
ὅτι Ἄρει συνευνάσθη.
Α 4,5 ὁ δ᾽ Ὠρίων, ὡς μὲν ἔνιοι λέγουσιν, ἀνῃρέθη δισκεύειν Ἄρτεμιν προκαλούμενος, ὡς
δέ τινες, βιαζόμενος Ὦπιν μίαν τῶν ἐξ Ὑπερβορέων παραγενομένων παρθένων ὑπ᾽ Ἀρτέμιδος
ἐτοξεύθη.
.
[Α 4,3 τον Ωριωνα η Αρτεμη σκοτωσε στη Δηλο.αυτος απο γεννησιμιου λενε με υπερμεγεθες
σωμα. ο Φερεκυδης λεει πως του Ποσειδωνα και της Ευρυαλης ηταν.εκανε δωρο σ'αυτον ο
Ποσειδωνας [το χαρισμα]να διαβαινει τη θαλασσα.αυτος πρωτη γυναικα εκαμε την Σιδη,
την οποια εριξε στον Αδη για την ομορφια εχθρευοντας την Ηρα.μετα αφου ηρθε στη Χιο την
Μεροπη του Οινοπιωνα μνηστευτηκε.αφου μεθυσε ο Οινοπιωνας αυτον κοιμισμενον τον
τυφλωσε και στα ακρογιαλια τον πεταξε.αυτος στου Ηφαιστου το χαλκουργειο ηρθε κι
αρπαζοντας ενα παιδι,στους ωμους βαζοντας διεταξε να τον καθοδηγησει προς την
ανατολη,εκει οταν βρεθηκε ξαναειδε οταν χτυπηθηκε απο την ηλιακη ακτινα,και γρηγορα
προς τον Οινοπιωνα εσπευσε
Α 4,4 αλλα σ'αυτον ο Ποσειδωνας εναν απο τον Ηφαιστο κατασκευασμενο κατω
απ'τη γη κατασκευασε οικο,ο Ωριωνας την Ηω αρπαξε και την εφερε μαζι του στη Δηλο.
την εκανε αυτην η Αφροδιτη συνεχως να ερωτευεται,γιατι με τον Αρη επεσε στο κρεβατι
Α 4,5 ο δε Ωριωνας,οπως μερικοι λενε,του παρθηκε η ζωη σ'αγωνα δισκοβολιας την
Αρτεμη οταν προκαλεσε,οπως δε καποιοι[λενε],οταν βιαζοντας την Ωπιν μια απ'τους
Υπερβορειους της ακολουθιας της παρθενες απο την Αρτεμη τοξευτηκε.]
.
ο Οδυσσεας στην Ομηρου Οδυσσεια στη ραψωδια λ' της Νεκυιας[στιχοι 572-575]οταν
κατεβηκε στον κατω κοσμο να ρωτησει τον μαντη Τειρασια για τον νοστο,την επιστροφη
του,στη Ιθακη,αναμεσα στους αλλους ειδε και τον Ωριωνα:
Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ'-στιχοι 572-575
τὸν δὲ μέτ' Ὠρίωνα πελώριον εἰσενόησα
θῆρας ὁμοῦ εἰλεῦντα κατ' ἀσφοδελὸν λειμῶνα,
τοὺς αὐτὸς κατέπεφνεν ἐν οἰοπόλοισιν ὄρεσσι,
χερσὶν ἔχων ῥόπαλον παγχάλκεον, αἰὲν ἀαγές.
[μετα τον Ωριωνα τον πελωριο αντικρισα
αγριμια μαζι να ριχνει σε λιβαδι μ'ασφοδιλια
αυτα π'αυτος σκοτωνε σ'απατητα βουνα,
στα χερια εχοντας ροπαλο ολοχαλκο,παντ'ασπαστο ]
.
.
.
Παυσανιας 'Αρκαδικα' κεφ. 10,38,13-και Ανυτη-χ.ν.κουβελης
ΑΝΥΤΗ Η ΤΕΓΕΑΤΙΣ-Η Αυστηρα Δωρις-αρχαια ποιητρια-300 π.χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
10 Επιγραμματα της Ανυτης-η μεταφραση και η αποδοση τους:
[μεταφραση-και αποδοση χ.ν.κουβελης]
.
η Ανυτη ηταν αρχαια ποιητρια απο την Τεγεα της Αρκαδιας,το 300 π.Χ,εγραφε
στην δωρικη διαλεκτο,ηταν Αυστηρα Δωρις,λιτα χωρις περιττα στοιχεια,τα
θεματα της ηταν καθημερινα,τα κοινωνικα της ζωης των συμπολιτων της,
τα οποια κατεγραφε ευγενικα και με συμπαθεια,εικονες της φυσης,περιστατικα
ζωων,ο Αντιπατρος ο Θεσσαλονικευς,1ος αι. π.Χ.,την ονομαζει θηλυκο Ομηρο και
την θεωρει μια απο τις εννια μεγαλυτερες ποιητριες της αρχαιοτητας,εγραψε
επιγραμματα,αναθηματικα, επιταφια,επιδεικτικα,βουκολικα,απ'αυτα σωζοντα 22,
18 σε τρια βιβλια της Παλατινηςς Ανθολογίας , 3 στη συλλογη Planudea
[Ανθολογια Ελληνικων Επιγραμματων του Μαξιμου Πλανουδη], και 1 αποδιδεται
σε αλλη ποιητρια με το ιδιο ονομα,την Ανυτη την Μυτιληναια ,
οἰχόμεθ᾽, ὦ Μίλητε, φίλη πατρί, τῶν ἀθεμίστων
τὰν ἄνομον Γαλατᾶν ὕβριν ἀναινόμεναι,
παρθενικαὶ τρισσαὶ πολιήτιδες, ἃς ὁ βιατὰς
Κελτῶν εἰς ταύτην μοῖραν ἔτρεψεν Ἄρης.
[η εισβολη των Γαλατων στην Μικρα Ασια το 279 π.Χ ,και πως τρεις γυναικες απο την Μιλητο
προτιμησαν να πεθανουν παρα να πεσουν στα χερια τους]
Τη ποιητρια Ανυτη αναφερει στα Αρκαδικα του [κεφαλαιο 10,38,13] ο Παυσανιας.
ακοντιζουσης παρεχεται και επικλησιν ειληφεν Αιτωλη Αφροδιτη δε εχει μεν εν
σπηλαιω τιμας.ευχονται δε και αλλων εινεκα και αι γυναικες μαλιστα αι χηραι
γαμον αιτουσι παρα της θεου.του δε Ασκληπιου το ιερον ερειπια ην,εξ αρχης δε
ωκοδομησεν αυτο ανηρ ιδιωτης Φαλυσιος.νοσησαντι γαρ οι τους οφθαλμους
και ου πολυ αποδεον τυφλω ο εν Επιδαυρω πεμπει θεος Ανυτην την ποιησασαν
τα επη φερουσαν σεσημασμενην δελτον.τουτο εφανη τη γυναικι οψις ονειρατος,
υπαρ μεντοι ην αυτικα.και ευρε τε εν ταις χερσι ταις αυτης σεσημασμενην δελτον
και πλευσασα ες την Ναυπακτον εκελευσεν αφελοντα την σφραγιδα Φαλυσιον
επιλεγεσθαι τα γεγραμμενα.τω δε αλλως μεν ου δυνατα εφαινετο ιδειν τα γραμματα
εχοντι ουτω των οφθαλμων.ελπιζων δε τι εκ του Ασκληπιου
.
10 Επιγραμματα της Ανυτης-η μεταφραση και η αποδοση τους:
.
Ἡνία δή τοι παῖδες ἐνί, τράγε, φοινικόεντα
θέντες καὶ λασίῳ φιμὰ περὶ στόματι
ἵππια παιδεύουσι θεοῦ περὶ ναὸν ἄεθλα,
ὄφρ' αὐτοὺς φορέῃς ἤπια τερπομένους.
.
ηνια τωρα σε σενα τα παιδια εχουν,τραγε,πορφυρα
βαλει και γερο φιμωτρο γυρω στο στομα
για ιππικους ασκουνται απ'του θεου γυρω το ναο αγωνες
για να τα γυριζεις ηρεμα να τα διασκεδαζεις
[σου δεσαν ,τραγε,τα παιδια,κοκκινα χαλιναρια
και γερο στο στομα σου βαλαν φιμωτρο
για ιππικους αγωνες του θεου ασκουνται μαζι σου
κι εσυ προσεξε ηρεμα να τα διασκεδασεις]
.
Ἀκρίδι, τᾶ κατ᾿ ἄρουραν ἀηδόνι, καὶ δρυοκοίτᾳ
τέττιγι ξυνὸν τύμβον ἔτευξε Μυρώ,
παρθένιον στάξασα κόρα δάκρυ, δισσὰ γὰρ αὐτᾶς
παίγνι' ὁ δυσπειθὴς ᾤχετ᾿ ἔχων Ἀίδας.
.
στην ακριδα,στου χωραφιου τ'αηδονι,και στης βελανιδιας τον ενοικο
τζιτζικα κοινο τυμβο υψωσε η Μυρω
παρθενικο σταζοντας κορης δακρυ,γιατι τα δυο σ'αυτη
παιχνιδια ο σκληρος ηρθε και τα πηρε να τα'χει Αδης
[στην ακριδα,τ'αγρου την τραγουδιστρια,και στης βελανιδιας
νοικαρη τον τζιτζικα στους δυο μαζι ταφο ψηλο υψωσε η Μυρω
γι'αυτα εκλαψε η παρθενα με μαυρο δακρυ,που τα δυο της
αυτα παιχνιδια ηρθε και τ'αρπαξε δικα του ο Αδης να'χει]
.
Οὐκέτι μ᾿ ὡς τὸ πάρος πυκιναῖς πτερύγεσσιν ἐρέσσων
ὄρσεις ἐξ εὐνῆς ὄρθριος ἐγρόμενος,
ἦ γάρ σ᾿ ὑπνώοντα σίνις λαθρηδὸν ἐπελθών
ἔκτεινεν λαιμῷ ῥίμφα καθεὶς ὄνυχα.
ποτε πια οπως πριν τα πυκνα φτερα ανατιναζοντας
δεν θα με σηκωσεις απ'το κρεβατι το ξημερωμα οταν ξυπνουσες
γιατι στον υπνο σου κλεφτης υπουλα σ'επιτεθηκε
και σε σκοτωσε στον λαιμο κοφτερα χωνοντας νυχια
[ποτε πια τα πυκνα φτερα δε θα τιναξεις
κι ουτε απ'το κρεβατι ξανα θα με σηκωσεις
καθε πρωι καθως ξυπνουσες χαραμα
στον υπνο μεσα ηρθε κλεφτης κι αρπαζοντας σε
στο λαιμο χωνοντας τα κοφτερα νυχια σε σκοτωσε]
.
Μνᾶμα τόδε φθιμένου μενεδαΐου εἵσατο Δᾶμις
ἵππου, ἐπεὶ στέρνον τοῦδε δαφοινὸς Ἄρης
τύψε, μέλαν δέ οἱ αἷμα ταλαυρίνου διὰ χρωτός
ζέσσ᾿, ἐπὶ δ᾿ ἀργαλέᾳ βῶλον ἔδευσε φονᾶ.
.
το μνημα αυτο του σκοτωμενου γενναιου εστησε ο Δαμις
αλογου,γιατι το στερνο αυτου ο σκοτεινος κοκκινος Αρης
χτυπησε,μαυρο δε αιμα με δυναμη απ'το δερμα
πεταχτηκε βραστο,και πανω στο ξερο χωμα ετρεξε η σφαγη
[το μνημα αυτο στο σκοτωμενο γενναιο αλογο του
οι Δαμις υψωσε,αυτο ο αιματοβαμενος Αρης το τρυπησε
στο στηθος,καταμαυρο το αιμα πεταχτηκε βραστο
απ'το γερο κορμι βρεχοντας το ξερο χωμα το σφαξιμο του]
.
Οὐκέτι δὴ πλωτοῖσιν ἀγαλλόμενος πελάγεσσιν
αὐχέν᾿ ἀναρρίψω βυσσόθεν ὀρνύμενος,
οὐδὲ παρ' εὐσκάλμοιο νεὼς περικαλλέα χείλη
ποιφύξῶ τἀμᾷ τερπόμενος προτομᾷ,
ἀλλὰ με πορφυρέα πόντου νοτὶς ὦσ᾿ ἐπὶ χέρσον,
κεῖμαι δὲ ῥαδινὰν τάνδε παρ' ἠιόνα.
.
ποτε πια τωρα στους πλους χαρουμενος των πελαγων
τον λαιμο δεν θα ξεπροβαλω απ'τις αβυσσους αναδυομενος
ουτε γυρω στου καλοσκαρμου καραβιου τα πολυομορφα ακρα
παφλαζοντας στην αφιερωμενη διασκεδαζοντας προτομη
αλλα μενα η δυνατη του ποντου νοτια με πεταξε στη στερια,
κειτομαι στη λεπτη αυτη αμμωδη ακτη
[ποτε πια τωρα χαρουμενο στα ταξιδια των πελαγων
απ'τις αβυσσους τον αυχαινα αναδυομενο δεν θα βγαλω
ουτε γυρω απ'τη σκαλιστη του καραβιου πρυμνη θα χοροπηδω
με παφλασμους διασκεδαζοντας με τη μορφη του δελφινιου
σ'αυτη,τωρα η ισχυρη νοτια του ποντου μ'ερριξε στη ξερα
κειτομαι ξαπλωμενο κι αψυχο στην αμμωδη αυτη ακτη ]
.
Πολλάκι τῷδ᾿ ὀλοφυδνὰ κόρας ἐπὶ σάματι Κλείνῶ
μάτηρ ὠκύμορον παῖδ᾿ ἐβόασε φίλαν,
ψυχὰν ἀγκαλέουσα Φιλαινίδος, ἅ πρὸ γάμοιο
χλωρὸν ὑπὲρ ποταμοῦ χεῦμ᾿ Ἀχέροντος ἔβα
.
πολλες φορες σ'αυτο μ'ολοφυρμους στης κορης το μνημα η Κλεινω
η μητερα την ολιγομοιρη κοπελα εκραζε δυνατα την αγαπημενη,
τη ψυχη καλωντας της Φιλαινιδας,που πριν το γαμο
το θαμπο του ποταμου Αχεροντα ρευμα διαβηκε
[πολλες φορες η Κλεινω η μητερα στης κορης της το μνημα θρηνει
σπαραχτικα για την ολιγοζωη κοπελα ουρλιαζει την αγαπημενη,
τη ψυχη της Φιλαινιδας της καλωντας,που πριν το γαμο
στα θολα νερα τ'Αχεροντα στερνο διαβηκε αγυριστο ταξιδι]
.
Ἵζευ τᾶσδ' ὑπὸ καλὰ δάφνας εὐθαλέα φύλλα
ὡραίου τ᾿ ἄρυσαι νάματος ἁδὺ πόμα,
ὄφρα τοι ἀσθμαίνοντα πόνοις θέρεος φίλα γυῖα
ἀμπαύσῃς πνοιᾶ τυπτόμενα Ζεφύρου.
.
καθησε οποιος να'σαι κατω απ'τα ωραια της δαφνης θαλερα φυλλα
δροσερο αντλησε απ'τη πηγη ευχαριστο πιομα,
για να τ'ασθμαινοντα απ'τους κοπους του θερους μελη σου
αναπαυσεις στη πνοη χτυπημενα του Ζεφυρου
[οποιος να'σαι,ξενε,κατω απ'της δαφνης τα φουντωτα κι ευωδιαστα
φυλλα κατσε κι αντλησε απ'το πηγαδι δροσερο να ευχαριστηθεις νερο,
τα κορασμενα μελη σου απ'του θερους τους κοπους ν'αναπαψεις
και τ'απαλο αερακι του Ζεφυρου το προσωπο σου να χαιδεψει]
.
Θάεο τὸν Βρομίου κεραὸν τράγον, ὡς ἀγερώχως
ὄμμα κατὰ λασιᾶν γαῦρον ἔχει γενύων
κυδιόων ὅτι οὗ θάμ᾿ ἐν οὔρεσιν ἀμφὶ παρῇδα
βόστρυχον εἰς ῥοδέαν Ναῒς ἔδεκτο χέρα.
.
δες τον κερασφορο του Βρομιου ταυρο,ποσο αγερωχα
το βλεμμα στα πυκνοτριχα γαυρα εχει γενια
καυχομενος πως αληθεια συχνα στα ορη τον απ'τις δυο μεριες του μαγουλου
βοστρυχο στο ροδαλο η Ναις επαιρνε χερι
[για δες τον Βρομιο ταυρο τον κερασφορο,ποσο αγερωχα
το βλεμμα στα γενια τα πυκνοτριχα και γαυρα εχει
παινευεται πως πολυ συχνα στα ορη στο μαγουλο του γυρω
το σγουρο μαλλι του με ροδαλο η Ναις χαιδεψε χερι]
.
Τίπτε κατ᾿ οἰόβατον, Πὰν ἀγρότα, δάσκιον ὕλαν
ἥμενος ἁδυβόᾳ τῷδε κρέκεις δόνακι;
"Ὄφρα μοι ἑρσήεντα κατ᾿ οὔρεα ταῦτα νέμοιντο
πόρτιες ἠυκόμων δρεπτόμεναι σταχύων.¨
.
γιατι ταχα στ'απατητο,Πανα αγροτη,σκιερο δασος
καθισμενος γλυκοφωνα σ'αυτο υφαινεις καλαμι;
για να σε μενα στα δροσερα ορη αυτα να βοσκουν
μοσχαρινες καλομαλλες δρεποντας σταχυα
[γιατι,Πανα αγροτη,στ'απατητα και σκιερα δαση
καθεσε και γλυκους ηχους υφαινεις στη φλογερα;
γιατι στα δροσερα ορη για μενα βοσκουν μοσχαρινες
καλομαλλες τρωγοντας αφθονα καρπερα σταχυα]
.
Ὤλεο δή ποτε καὶ σὺ πολύρριζον παρὰ θάμνον,
Λόκρι, φιλοφθόγγων ὠκυτάτη σκυλάκων,
τοῖον ἐλαφρίζοντι τεῷ ἐγκάτθετο κώλῳ
ἰὸν ἀμείλικτον ποικιλόδειρος ἔχις.
.
χαθηκες καποτε και συ στον πολυρριζο διπλα θαμνο,
Λοκρις,απ'τα σκυλακια που τους αρεσει να γαυγιζουν η ταχυτερη,
στ'αλαφρο βαθεια μεσα εχυσε ακρο σου
δηλητηριο ανυποφορο ποικιλοχρωμη οχια
[σ'εχασα καποτε σε πυκνους μεσα θαμνους πολυρριζους,
Λοκρις,απ'ολα τα σκυλακια που τους αρεσει να γαυγιζουν
η πιο γοργη,μεσ'στ'αλαφρο σου ποδι βαθια δηλητηριο
εχυσε ποικιλοχρωμη οχια ανυποφορο θανατηφορο]
.
.
.
Καλλιστω-και η Μεγαλη Αρκτος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΚΑΛΛΙΣΤΩ ΚΑΙ Ο ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΑΡΚΤΟΥ-χ.ν.κουβελης
[αρχαια κειμενα-μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
η Καλλιστω ηταν κορη του Λυκαονα απο την Αρκαδια με τους πενηντα γιους,ηταν
πολυ ομορφη,καλλιστω,κι απο μικρη αφιερωθηκε στη θεα Αρτεμη και μαζι μ'αλλες
κοπελες ακολουθουσε τη θεα στο κυνηγι,ορκισμενη ποτε να μην χασει την
παρθενια της,την ειδε ο Διας και θαμπωθηκε απ'την ομορφια της και ομοιαζοντας
στην εικονα της θεας Αρτεμης την ξεγελασε και την παρεσυρε κι εσμιξε μαζυ της,
δεν μπορεσε η κοπελα να κρυψει την εγκυμοσυνη της και μια μερα που λουζονταν
στα δροσερα νερα ενος ποταμου οι κοπελες, η Αρτεμη ειδε την φουσκωμενη κοιλια
της Καλλιστω και τοσο οργιστηκε μαζι της με την αθετηση του ορκου που οταν
γεννησε την μεταμορφωσε σε αρκουδα και γυριζε μεσα στα πυκνα δαση,οταν
καποτε μεγαλωσε κι εγινε αντρας το παιδι της την βρηκε στο κυνηγι,εκεινη ειδε
το παιδι της κι ετρεξε προς το μερος του με λαχταρα,εκεινο ομως δεν καταλαβε
τη μητερα του και σηκωσε το δορυ του να την τρυπησει,τοτε ο Διας επειδη φοβηθηκε τη
μητροκτονια,το αμαρτημα παιδι να σκοτωσει τη μανα του,το μεταμορφωσε κι εκεινο σε
μικρο αρκουδακι,κι ετσι το παιδι γνωρισε τη μανα του,και κλαιγανε τις δυστυχιες τους,
και τοτε τους λυπηθηκε ο Διας και τους εκανε δυο αστερισμους στον ουρανο,η μανα η
Καλυψω εγινε η Μεγαλη Αρκτος και το παιδι η Μικρη Αρκτος,
η θεα Ηρα,γυναικα του Δια,ζηλευοντας τους ερωτες του Δια με την Καλυψω ζητησε απο
τον Ωκεανο να μην δεχτει ποτε να βυθιστουν,να λουσθουν,στα νερα του.
οἴη δ' ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεανοῖο
(Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχος 275)
Τον αστερισμο της Μεγαλης Αρκτου τον εντοπισε ο Πτολεμαιος,ειναι ο κυριωτερος
αστερισμος του Βορειου ημισφαιριου,αειφανης,αποτελειται απο 128 αστερια,απο τα 7
λαμπροτερα αστερια τα 4 σχηματιζουν ενα τετραπλευρο και τα 3 την ουρα του,τον
ονομαζουν και Αμαξα απο την εποχη του Ομηρου.
ἄρκτον θ', ἣν καὶ ἅμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν.
(Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχος 273)
απο το 'αμα'<μαζι και το 'αξα'<αξονας,τ'αστερια που γυριζουν γυρω απο τον ουρανιο
αξονα,
στη λαογραφια απο το σχημα του τον ονομαζουν:κατσαρολα,αλετροποδι,αλετρι,
αροτρο,αμαξα,αναποδο καραβι,
απο τα 7 αυτα αστρα,τους 7 βοες,ονομασθηκε ο γειτονικος αστερισμος Βοωτης,βοσκος
βοδιων,
καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην
ἄρκτον θ',
(Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχοι 272-273,
στην προεκταση της εξω πλευρας του τετραπλευρου της Μεγαλης Αρκτου βρισκεται
ο Πολικος Αστερας στην ουρα της Μικρης Αρκτου
.
Απολλοδωρου Βιβλιοθηκη-Βιβλιο Γ' 8.2
Εὔμηλος δὲ καί τινες ἕτεροι λέγουσι Λυκάονι καὶ θυγατέρα Καλλιστὼ γενέσθαι· Ἡσίοδος
μὲν γὰρ αὐτὴν μίαν εἶναι τῶν νυμφῶν λέγει, Ἄσιος δὲ Νυκτέως, Φερεκύδης δὲ Κητέως.
αὕτη σύνθηρος Ἀρτέμιδος οὖσα, τὴν αὐτὴν ἐκείνῃ στολὴν φοροῦσα, ὤμοσεν αὐτῇ μεῖναι
παρθένος. Ζεὺς δὲ ἐρασθεὶς ἀκούσῃ συνευνάζεται, εἰκασθείς, ὡς μὲν ἔνιοι λέγουσιν,
Ἀρτέμιδι, ὡς δὲ ἔνιοι, Ἀπόλλωνι. βουλόμενος δὲ Ἥραν λαθεῖν εἰς ἄρκτον μετεμόρφωσεν
αὐτήν. Ἥρα δὲ ἔπεισεν Ἄρτεμιν ὡς ἄγριον θηρίον κατατοξεῦσαι. εἰσὶ δὲ οἱ λέγοντες ὡς
Ἄρτεμις αὐτὴν κατετόξευσεν ὅτι τὴν παρθενίαν οὐκ ἐφύλαξεν. ἀπολομένης δὲ Καλλιστοῦς
Ζεὺς τὸ βρέφος ἁρπάσας ἐν Ἀρκαδίᾳ δίδωσιν ἀνατρέφειν Μαίᾳ, προσαγορεύσας Ἀρκάδα·
τὴν δὲ Καλλιστὼ καταστερίσας ἐκάλεσεν ἄρκτον.
.
Απολλοδωρου Βιβλιοθηκη-Βιβλιο Γ' 8.2
Ο Ευμηλος και καποιοι αλλοι λενε στον Λυκαονα και θυγατερα η Καλλιστω εγινε.
Ο Ησιοδος λοιπον αυτη μια απ'τις νυμφες ειναι λεει,ο Ασιος του Νυκτεα,ο Φερεκυδης
του Κητεα.αυτη ακολουθος στο κυνηγι της Αρτεμις οντας,την ιδια μ'εκεινη στολη
φορωντας,ορκιστηκε σ'αυτη να μεινει παρθενα.Ο Ζευς αυτην ερωτευθηκε κι ακουσια
μαζι του συνεβρεθηκε,ομοιαζοντας στην εικονα,οπως μερικοι λενε,στην Αρτεμη,
οπως δε μερικοι,στον Απολλωνα.θελοντας απο την Ηρα να την κρυψει σε αρκουδα
μεταμορφωσε αυτην.η Ηρα επεισε την Αρτεμη σαν αγριο θηριο να την τοξευσει.ειναι
δε οι λεγοντας πως η Αρτεμη αυτη ετοξευσε γιατι τη παρθενια δεν φυλαξε.χαμενης
της Καλλιστως ο Ζευς το βρεφος αρπαζοντας στην Αρκαδια το'δωσε να το αναθρεψει
η Μαια,φωναζοντας τον Αρκαδα.την δε Καλλιστω καταστεριζοντας ονομασε αρκτο.
.
Παυσανιας Αρκαδικα[6.3]
ἐπὶ δὲ τῷ γένει παντὶ τῷ ἄρσενι θυγάτηρ Λυκάονι ἐγένετο Καλλιστώ. ταύτῃ τῇ
Καλλιστοῖ -λέγω δὲ τὰ λεγόμενα ὑπὸ Ἑλλήνων-συνεγένετο ἐρασθεὶς Ζεύς: Ἥρα
δὲ ὡς ἐφώρασεν, ἐποίησεν ἄρκτον τὴν Καλλιστώ, Ἄρτεμις δὲ ἐς χάριν τῆς Ἥρας
κατετόξευσεν αὐτήν. καὶ ὁ Ζεὺς Ἑρμῆν πέμπει σῶσαι τὸν παῖδά οἱ προστάξας,
ὃν ἐν τῇ γαστρὶ εἶχεν ἡ Καλλιστώ:[3.7]Καλλιστὼ δὲ αὐτὴν ἐποίησεν ἀστέρας
καλουμένην ἄρκτον μεγάλην, ἧς καὶ Ὅμηρος ἐν Ὀδυσσέως ἀνάπλῳ παρὰ Καλυψοῦς
μνήμην ἔσχε:
Πληιάδας τ' ἐσορῶντα καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην
ἄρκτον θ', ἣν καὶ ἅμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν.
.
[3.6]επι πλεον στη γεννια ολη των αρσενικων θυγατερα στον Λυκαονα εγινε η Καλλιστω-
με αυτη την Καλλιστω-λεω τα λεγομενα απ'τους Ελληνες-συνεβρεθει ερωτευθεις ο Ζευς.
η Ηρα οταν τ'ανακαλυψε,εκανε αρκουδα την Καλλιστω,η Αρτεμη για χαρι της Ηρας την
ετοξευσε.και ο Ζευς τον Ερμη εστειλε να σωσει το παιδι αυτον προσταζοντας,που στη
κοιλια ειχε η Καλλιστω.[3.7]την Καλιστω την ιδια την εκανε αστερισμο καλουμενη αρκτο
μεγαλη,της οποιας και ο Ομηρος στου Οδυσσεα τον αναπλου απο την Καλυψω την
μνημονευση εκανε:
και τις Πλειαδες αντικρυζοντας και τον Βοωτη π'αργει να δυσει
και την Αρκτο,αυτη κι αμαξα προσφωνοντας καλουν,
.
(Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχοι 269-277)
.
γηθόσυνος δ' οὔρῳ πέτασ' ἱστία δῖος Ὀδυσσεύς.
αὐτὰρ ὁ πηδαλίῳ ἰθύνετο τεχνηέντως 270
ἥμενος· οὐδέ οἱ ὕπνος ἐπὶ βλεφάροισιν ἔπιπτε
Πληϊάδας τ' ἐσορῶντι καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην
Ἄρκτον θ', ἣν καὶ ἄμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν,
ἥ τ' αὐτοῦ στρέφεται καί τ' Ὠρίωνα δοκεύει,
οἴη δ' ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεανοῖο·
τὴν γὰρ δή μιν ἄνωγε Καλυψώ, δῖα θεάων,
ποντοπορευέμεναι ἐπ' ἀριστερὰ χειρὸς ἔχοντα.
.
χαρουμενος με τον ουριο ανεμο ανοιξε πανια ο θεικος Οδυσσεας
τοτ'αυτος στο πηδαλιο διηυθυνε επιδεξια 270
καθησμενος.ουτ'ο υπνος στα βλεφαρα επεφτε
και τις Πλειαδες αντικρυζοντας και τον Βοωτη π'αργει να δυσει
και την Αρκτο,αυτη κι αμαξα προσφωνοντας καλουν,
που και στο ιδιο μερος στρεφεται και τον Ωριωνα ατενιζει.
μονο σ'αυτη η μοιρα της δεν ειναι να λουστει στον Ωκεανο
αυτην τοτ'αυτον συμβουλεψε η Καλυψω,η διαλεχτη στις θεες,
ποντοπορευομενος στ'αριστερο χερι να'χει
.
.
.
ο Ηρακλης στη πυρα-χ.ν.κουβελης
πλησιασε,αναψε τη φωτια κι ο βιαιος σωματοδυναμος Ηρακλης αποτεφρωθηκε.
Σαν ετοιμο απο καιρο εκτελεστηκε το σχεδιο.
ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ.
.
[στη περιοχη της πυρας σωζονται ερειπια ναου δωρικου ρυθμου,με σπασμενους κιονες,
αποσπασματα του θριγγου,τριγλυφα και πετρες με επιγραφες με κατεστραμενα τα γραμματα
των λεξεων]
.
.
ΗΡΑΚΛΗΕΙΟΣ ΤΕ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ'-στιχοι 601-627]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
τὸν δὲ μέτ' εἰσενόησα βίην Ἡρακληείην, 601
εἴδωλον· αὐτὸς δὲ μετ' ἀθανάτοισι θεοῖσι
τέρπεται ἐν θαλίῃς καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην,
παῖδα Διὸς μεγάλοιο καὶ Ἥρης χρυσοπεδίλου.
ἀμφὶ δέ μιν κλαγγὴ νεκύων ἦν οἰωνῶν ὥς,
πάντοσ' ἀτυζομένων· ὁ δ' ἐρεμνῇ νυκτὶ ἐοικώς,
γυμνὸν τόξον ἔχων καὶ ἐπὶ νευρῆφιν ὀϊστόν,
δεινὸν παπταίνων, αἰεὶ βαλέοντι ἐοικώς.
σμερδαλέος δέ οἱ ἀμφὶ περὶ στήθεσσιν ἀορτὴρ
χρύσεος ἦν τελαμών, ἵνα θέσκελα ἔργα τέτυκτο, 610
ἄρκτοι τ' ἀγρότεροί τε σύες χαροποί τε λέοντες,
ὑσμῖναί τε μάχαι τε φόνοι τ' ἀνδροκτασίαι τε.
μὴ τεχνησάμενος μηδ' ἄλλο τι τεχνήσαιτο,
ὃς κεῖνον τελαμῶνα ἑῇ ἐγκάτθετο τέχνῃ.
ἔγνω δ' αἶψ' ἐμὲ κεῖνος, ἐπεὶ ἴδεν ὀφθαλμοῖσι,
καί μ' ὀλοφυρόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν' Ὀδυσσεῦ,
ἆ δείλ', ἦ τινὰ καὶ σὺ κακὸν μόρον ἡγηλάζεις,
ὅν περ ἐγὼν ὀχέεσκον ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο.
Ζηνὸς μὲν πάϊς ἦα Κρονίονος, αὐτὰρ ὀϊζὺν 620
εἶχον ἀπειρεσίην· μάλα γὰρ πολὺ χείρονι φωτὶ
δεδμήμην, ὁ δέ μοι χαλεποὺς ἐπετέλλετ' ἀέθλους.
καί ποτέ μ' ἐνθάδ' ἔπεμψε κύν' ἄξοντ'· οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλον
φράζετο τοῦδέ γέ μοι κρατερώτερον εἶναι ἄεθλον.
τὸν μὲν ἐγὼν ἀνένεικα καὶ ἤγαγον ἐξ Ἀΐδαο·
Ἑρμείας δέ μ' ἔπεμπεν ἰδὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη.»
ὣς εἰπὼν ὁ μὲν αὖτις ἔβη δόμον Ἄϊδος εἴσω,
αὐτὰρ ἐγὼν αὐτοῦ μένον ἔμπεδον, εἴ τις ἔτ' ἔλθοι
ἀνδρῶν ἡρώων, οἳ δὴ τὸ πρόσθεν ὄλοντο.
καί νύ κ' ἔτι προτέρους ἴδον ἀνέρας, οὓς ἔθελόν περ, 630
Θησέα Πειρίθοόν τε, θεῶν ἐρικυδέα τέκνα·
ἀλλὰ πρὶν ἐπὶ ἔθνε' ἀγείρετο μυρία νεκρῶν
ἠχῇ θεσπεσίῃ· ἐμὲ δὲ χλωρὸν δέος ᾕρει,
μή μοι Γοργείην κεφαλὴν δεινοῖο πελώρου
ἐξ Ἄϊδος πέμψειεν ἀγαυὴ Περσεφόνεια.
αὐτίκ' ἔπειτ' ἐπὶ νῆα κιὼν ἐκέλευον ἑταίρους
αὐτούς τ' ἀμβαίνειν ἀνά τε πρυμνήσια λῦσαι·
οἱ δ' αἶψ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον.
τὴν δὲ κατ' Ὠκεανὸν ποταμὸν φέρε κῦμα ῥόοιο,
πρῶτα μὲν εἰρεσίῃ, μετέπειτα δὲ κάλλιμος οὖρος. 627
.
.
μετα αντικρυσα τον σωματοδυναμο Ηρακλη, 601
ενα ειδωλο,αυτος μεσ'στους αθανατους θεους
χαιρεται σ'αφθονια κι εχει γυναικα την καλλιστραγαλη Ηβη,
τη κορη του μεγαλου Δια και της χρυσοπεδιλης Ηρας.
γυρω σ'αυτον η κραυγη των πεθαμενων σαν των ορνιων ηταν
απ'τον φοβο παντου σκορπισμενα.αυτος στη μαυρη νυχτα εμοιαζε,
γυμνο τοξαρι ειχε και στα νευρα σαιτα,
φοβερα ολογυρα κοιτουσε,να μη σταματα να ριχνει εμοιαζε.
τρομερο να το δεις εχει γυρω στα στηθη του λουρι
χρυσο ηταν κεντημενο υφασμα,πανω του θαυμασια εργα εικονισμενα. 610
κι αρκουδες κι αγριοχοιροι και εξαγριωμενα λιονταρια,
κι αγωνες και μαχες και φονικα κι ανθρωποσκοτωμοι,
να μην θελησει αυτος που το τεχνουργησε αλλο να τεχνουργησει
παρομοιο μ'εκεινον τον τελαμωνα να δουλεψει με την τεχνη του.
αμεσως με γνωρισε εκεινος,μολις μ'ειδε στα ματια,
και κλαιγοντας σπαραχτικα λογια φτερωτα με προσφωνησε.
''διογεννητε γιε του Λαερτη,πολυμηχανε Οδυσσεα,
αχ δυστυχε,καποια και σενα σε παρασερνει μοιρα
αυτη που κι εγω τραβηξα κατ'απ'το φως του ηλιου.
του Δια κι αν ημουνα παιδι του γιου του Κρονου,ομως βασανα 620
ειχα απειρα.επειδη σε παρα πολυ κατωτερο σε λαμψη
ημουν δουλος,αυτος σε μενα βαριους διεταζε να εκτελεσω αθλους.
και καποτε εδω μ'εστειλε τον σκυλο να συρω.επειδη κανενας ακομ'αλλος
νομιζε απ'αυτον σ'εμενα δυσκολοτερος δεν ηταν αθλος.
αυτον εγω ανεβασα κι εφερα απ'τον Αδη.
ο Ερμης μ'επεμψε βοηθεια κι η Αθηνα με τα λαμπερα ματια''
ετσι σαν ειπ'αυτος αμεσως πηγε στο παλατι Αδη μεσα να μπει, 627
.
.
.
Οδυσσεας-Odysseas-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ
-μεταφραση και σχολια χ.ν.κουβελης
[Αναφερεται η περιοχη κυριαρχιας του Οδυσσεα και με ποσα καραβια πηγε στη Τροια]
ραψωδια Β',στιχοι 631-637
Αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἦγε Κεφαλλῆνας μεγαθύμους,
οἵ ῥ᾽ Ἰθάκην εἶχον καὶ Νήριτον εἰνοσίφυλλον
καὶ Κροκύλει᾽ ἐνέμοντο καὶ Αἰγίλιπα τρηχεῖαν,
οἵ τε Ζάκυνθον ἔχον ἠδ᾽ οἳ Σάμον ἀμφενέμοντο,
οἵ τ᾽ ἤπειρον ἔχον ἠδ᾽ ἀντιπέραι᾽ ἐνέμοντο· 635
τῶν μὲν Ὀδυσσεὺς ἦρχε Διὶ μῆτιν ἀτάλαντος·
τῷ δ᾽ ἅμα νῆες ἕποντο δυώδεκα μιλτοπάρῃοι
κι ο Οδυσσεας οδηγουσε τους μεγαλοψυχους Κεφαλληνες
που την Ιθακη ειχαν και το Νηριτο με τα δεντρα που τα φυλλα τρεμουν
και την Κροκυλεια μοιραζονταν και την τραχεια Αιγιλιπα
που και την Ζακυνθο ειχαν και την Σαμον γυρω μοιραζονταν
που και την στερια ειχαν και τ'αντιπερα μοιραζονταν. 635
αυτων ο Οδυσσεας ηταν αρχηγος στου Δια τη σοφια ισοζυγιαζονταν.
μ'αυτον μαζι καραβια ακολουθουσαν δωδεκα κοκκινοπλευρα
.
[Ο Οδυσσεας συνοδευει την Χρυσηιδα στην επιστροφη στον πατερα της]
ραψωδια Α',στιχοι 308-311
Ἀτρεΐδης δ᾿ ἄρα νῆα θοὴν ἅλαδὲ προέρυσσεν,
ἐν δ᾿ ἐρέτας ἔκρινεν ἐείκοσιν, ἐς δ᾿ ἑκατόμϐην
βῆσε θεῷ, ἀνὰ δὲ Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον 310
εἷσεν ἄγων· ἐν δ᾿ ἀρχὸς ἔϐη πολύμητις Ὀδυσσεύς.
τοτ'ο Ατρειδης καραβι γρηγορο στη θαλασσα ερριξε,
στα δε κουπια διαλεξε εικοσι,μεσα δε εκατο βοδια
φορτωσε στο θεο,πανω δε στο σκαφος την ομορφομαγουλη Χρυσηιδα 310
να καθισει εφερε.αρχηγος δε ανεβηκε ο πολυμηχανος Οδυσσεας
.
[Ο Αντιφος του Πριαμου αστοχωντας να χτυπησει με το δορι τον Τελαμωνιο
Αιαντα βρισκει και σκοτωνει τον Λευκο τον συντροφο του Οδυσσεα,ο Οδυσσεας
τοτε θυμωσε,θελησε να εκδικηθει και σκοτωνει τον Δημοφοωντα νοθο γιο του
Πριαμου]
ραψωδια Δ',στιχοι 496-504
στῆ δὲ μάλ᾽ ἐγγὺς ἰὼν καὶ ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ
ἀμφὶ ἓ παπτήνας· ὑπὸ δὲ Τρῶες κεκάδοντο
ἀνδρὸς ἀκοντίσσαντος· ὃ δ᾽ οὐχ ἅλιον βέλος ἧκεν,
ἀλλ᾽ υἱὸν Πριάμοιο νόθον βάλε Δημοκόωντα
ὅς οἱ Ἀβυδόθεν ἦλθε παρ᾽ ἵππων ὠκειάων. 500
Τόν ῥ᾽ Ὀδυσεὺς ἑτάροιο χολωσάμενος βάλε δουρὶ
κόρσην· ἣ δ᾽ ἑτέροιο διὰ κροτάφοιο πέρησεν
αἰχμὴ χαλκείη· τὸν δὲ σκότος ὄσσε κάλυψε,
δούπησεν δὲ πεσών, ἀράβησε δὲ τεύχε᾽ ἐπ᾽ αὐτῷ.
ηρθε και σταθηκε πολυ κοντα κι ακοντισε με δορι γυαλισμενο
γυρω καλα κοιτωντας.οι δε Τρωες υποχωρησαν
απ'τον αντρα π'ακοντισε.το δε βελος δεν πηγε χαμενο,
αλλα τον γιο του Πριαμου τον νοθο χτυπησε Δημοκοωντα
π'απ' την Αβυδο ηρθε με τ'αλογα τα γρηγορα.500
Αυτον λοιπον για τον συντροφο χολιασμενος χτυπησε με το δορι
στο πλαι του κεφαλιου,π'απ'την αλλη μερια μεσ'απ'τον κροταφο περασε
η χαλκινη αιχμη,αυτον δε το σκοτος στα ματια καλυψε.
γκντουπησε πεφτωντας,βροντηξαν δε τ'αρματα πανω σ'αυτον
.
[Η λεξη γκντουπησε ειναι ηχοποιητικη,απο τον ηχο γκντουπ που κανει οταν
πεφτει κατι,απο εκει και η λεξη γδουπος,χτυπος,βροντος,κροτος]
.
ραψωδια Ε',στιχοι 677-679
Ἔνθ᾽ ὅ γε Κοίρανον εἷλεν Ἀλάστορά τε Χρομίον τε
Ἄλκανδρόν θ᾽ Ἅλιόν τε Νοήμονά τε Πρύτανίν τε.
Καί νύ κ᾽ ἔτι πλέονας Λυκίων κτάνε δῖος Ὀδυσσεὺς 679
εκει αυτος λοιπον τον Κοιρανο πηρε και τον Αλαστορα και τον Χρομιο
και τον Αλκανδρο και τον Αλιο και τον Νοημονα και τον Πρυτανι
και τωρα ακομα πολλους απ΄τους Λυκιους θα σκοτωνε ο θεικος Οδυσσεας 679
.
[ο ερωδιος ηταν το αγαπημενο πουλι της Αθηνας και η εμφανιση του στον Οδυσσεα
και τον Διομηδη,που με τον Διομηδη αντικατασκοπευουν τους Τρωες,δειχνει την ευνοια
της θεας]
ραψωδια Κ',στιχοι 274-277
τοῖσι δὲ δεξιὸν ἧκεν ἐρῳδιὸν ἐγγὺς ὁδοῖο
Παλλὰς Ἀθηναίη· τοὶ δ᾽ οὐκ ἴδον ὀφθαλμοῖσι 275
νύκτα δι᾽ ὀρφναίην, ἀλλὰ κλάγξαντος ἄκουσαν.
χαῖρε δὲ τῷ ὄρνιθ᾽ Ὀδυσεύς,
σ'αυτους δε στα δεξια εστειλε ερωδιο κοντα στο δρομο
η Παλλαδα Αθηνα.αυτοι δεν τον ειδαν στους οφθαλμους 275
στη νυχτα μεσα τη σκοτεινη,αλλα να σφυριζει ακουσαν.
χαρηκε δε με το πουλι ο Οδυσσεας,
.
[ο Οδυσσεας και ο Διομηδης συλλαμβανουν τον κατασκοπο των Τρωων τον Δολωνα,
τον ανακρινουν και μαθαινουν πως για βοηθεια των Τρωων ηρθε ο Θρακας βασιλιας
Ρησος με τ'αλογα του,τα πιο ομορφα τα πιο μεγαλα και τα πιο γρηγορα,
και απειλει πως του φτανει μια μερα μονο για να κατανικησει τον ελληνικο στρατο,
τοτε για τους Αχαιους υπαρχει μεγαλος κινδυνος αν περασει μια νυχτα και δεν τον
σκοτωσουν δεν θα μπορεσει κανεις να τον νικησει μετα ουτε ο Αιαντας ουτε κι αυτος
ο Αχιλλεας]
ραψωδια Ε',στιχοι 433-441
εἰ γὰρ δὴ μέματον Τρώων καταδῦναι ὅμιλον
Θρήϊκες οἷδ᾽ ἀπάνευθε νεήλυδες ἔσχατοι ἄλλων·
ἐν δέ σφιν ῾Ρῆσος βασιλεὺς πάϊς Ἠϊονῆος.
τοῦ δὴ καλλίστους ἵππους ἴδον ἠδὲ μεγίστους·
λευκότεροι χιόνος, θείειν δ᾽ ἀνέμοισιν ὁμοῖοι·
ἅρμα δέ οἱ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ εὖ ἤσκηται·
τεύχεα δὲ χρύσεια πελώρια θαῦμα ἰδέσθαι
ἤλυθ᾽ ἔχων· τὰ μὲν οὔ τι καταθνητοῖσιν ἔοικεν 440
ἄνδρεσσιν φορέειν, ἀλλ᾽ ἀθανάτοισι θεοῖσιν
αν λοιπον σκεφτεστε στων Τρωων να καταπεστε τον ομιλο
να οι Θρακες νεοφερμενοι πολυ μακρυα πισω απ'τους αλλους.
αναμεσα σ'αυτους ο Ρησος βασιλιας παιδι του Ηιονα.
αυτου τωρα τα πιο ομορφ'αλογα ειδα και τα πιο μεγαλα.
λευκοτερα απ'το χιονι,τρεχουν δε στους ανεμους ομοια.
τ'αρμα δε και με χρυσο και μ'ασημι καλα ειργασμενο .
μ'αρματα δε χρυσα πελωρια θαυμα να τα βλεπεις
ηρθ'εχοντας.τετοια σε κανεναν απ'τους θνητους δεν ταιριαζει 440
αντρες να φορουν,αλλα στους αθανατους θεους.
.
.
.
Σιμοεισιος Ανθεμιδης-Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Δ-στιχοι 470-489-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΝΘΕΜΙΔΗΣ ΣΙΜΟΕΙΣΙΟΣ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Δ'-στιχοι 470-489]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
Ὣς τὸν μὲν λίπε θυμός,ἐπ' αὐτῷ δ' ἔργον ἐτύχθη 470
ἀργαλέον Τρώων καὶ Ἀχαιῶν· οἳ δὲ λύκοι ὣς
ἀλλήλοις ἐπόρουσαν, ἀνὴρ δ' ἄνδρ' ἐδνοπάλιζεν.
Ἔνθ' ἔβαλ' Ἀνθεμίωνος υἱὸν Τελαμώνιος Αἴας
ἠΐθεον θαλερὸν Σιμοείσιον, ὅν ποτε μήτηρ
Ἴδηθεν κατιοῦσα παρ' ὄχθῃσιν Σιμόεντος
γείνατ', ἐπεί ῥα τοκεῦσιν ἅμ' ἕσπετο μῆλα ἰδέσθαι·
τοὔνεκά μιν κάλεον Σιμοείσιον· οὐδὲ τοκεῦσι
θρέπτρα φίλοις ἀπέδωκε, μινυνθάδιος δέ οἱ αἰὼν
ἔπλεθ' ὑπ' Αἴαντος μεγαθύμου δουρὶ δαμέντι.
πρῶτον γάρ μιν ἰόντα βάλε στῆθος παρὰ μαζὸν 480
δεξιόν· ἀντικρὺ δὲ δι' ὤμου χάλκεον ἔγχος
ἦλθεν· ὃ δ' ἐν κονίῃσι χαμαὶ πέσεν αἴγειρος ὣς
ἥ ῥά τ' ἐν εἱαμενῇ ἕλεος μεγάλοιο πεφύκει
λείη, ἀτάρ τέ οἱ ὄζοι ἐπ' ἀκροτάτῃ πεφύασι·
τὴν μέν θ' ἁρματοπηγὸς ἀνὴρ αἴθωνι σιδήρῳ
ἐξέταμ', ὄφρα ἴτυν κάμψῃ περικαλλέϊ δίφρῳ·
ἣ μέν τ' ἀζομένη κεῖται ποταμοῖο παρ' ὄχθας.
τοῖον ἄρ' Ἀνθεμίδην Σιμοείσιον ἐξενάριξεν
Αἴας διογενής·
ετσι τον[Ελεφηνορα]εγκατελειψε η ψυχη.πανω σ'αυτον μαχη εγινε 470
ολεθρια Τρωων κι Αχαιων,αυτοι σαν λυκοι
οι με στους δε κατεπεφταν,αντρας αντρα αρπαζε βιαια.
εκει χτυπησε τ'Ανθεμιωνα το γιο ο Τελαμωνιος Αιαντας
τ'ανυπαντρο παλικαρι Σιμοεισιον,που καποτε η μανα
απ'την Ιδη κατεβαινοντας σιμα στις οχθες του Σιμοεντα
γεννησε,οταν με τους γονεις μαζι τα προβατα φυλαγε.
γι'αυτο το λογο αυτον καλουσαν Σιμοεισιο.ουτε στους γονεις
τα θροφεια στους αγαπημενους απεδωσε,ολιγοζωος στα χρονια
υπηρξε απ'τ'Αιαντα τ'αφοβου στη καρδια το δορι δαμασθηκε.
οταν πρωτος εφτασε τον χτυπησε στο στηθος διπλα στο βυζι 480
το δεξιο.αντικρυ μεσ'απ'τον ωμο το χαλκινο κονταρι
ηρθε.αυτος δεν στις σκονες καταχαμα επεσε σαν λευκα
π'αφου σε λιβαδι ελους μεγαλου εχει φυτρωσει
γυαλιστερη,και κλωνoi στη κορυφη της φυτρωνουν.
αυτη αρματοποιος αντρας με λαμπερο σιδερο
κοβει,για να σε τροχο καμψει σε πανεμορφο αρμα.
κι αυτη ξεραμενη κειται στου ποταμου σιμα τις οχθες.
ετσ'ομοια λοιπον τον Ανθεμιδην Σιμοεισιον γυμνωσε απ'οπλα
ο θεικος Αιαντας
.
.
.
Μηδεια Ευριπιδη [3ο Χορικό-στιχοι 627-633]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
Χορος
ἔρωτες ὑπὲρ μὲν ἄγαν
ἐλθόντες οὐκ εὐδοξίαν
οὐδ΄ ἀρετὰν παρέδωκαν
ἀνδράσιν· εἰ δ΄ ἅλις ἔλθοι 630
Κύπρις͵ οὐκ ἄλλα θεὸς εὔχαρις οὕτως.
μήποτ΄͵ ὦ δέσποιν΄͵ ἐπ΄ ἐμοὶ χρυσέων τόξων ἐφείης
ἱμέρῳ χρίσασ΄ ἄφυκτον οἰστόν.
.
Χορος
ερωτες παν'απ'τα μετρα
σαν ερχονται μητ'ονομα καλο
μητ'αρετη φερνουν
στους ανθρωπους.μ'αν συνετα ομως ερθει 630
η Κυπρις,μητ'αλλη θεα γεματη χαρι ετσ'ειναι.
ποτε,ω δεσποινα,σε με απ'τα χρυσα τοξα μη ριξεις
στον ποθο που'ναι βαμενη την αφευκτη σαιτα
.
.
.
.
.
Γλαυκος του Ιππολοχου Τρωας και Διομηδης του Τυδεα Αχαιος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ ΡΑΨΩΔΙΑΣ Ζ' ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΧΑΙΟΥ ΤΥΔΕΙΔΗ ΔΙΟΜΗΔΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΩΑ ΓΛΑΥΚΟ
ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΟΧΟΥ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον ειδε ξαφνικα μπροστα του ο Τυδειδης Διομηδης τον αντρειο Γλαυκο
''ποιος εισαι;αν εισαι ανθρωπος στασου αντιπαλος απεναντι μου ισομαχος
αν ομως εισαι καποιος θεος,με τους θεους δεν τα βανω υβρις ειν'αυτο''
κι εκεινος του'πε τοτε με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
'''την Εφυρα την Κορινθο γεννια απ'τον Σισυφο και παιδι αυτου ο Γλαυκος
κι αυτου παιδι ο Βελλεροφοντης που βασανα τραβηξε πολλα σαν η Αντεια
τον ερωτευτηκε του βασιλια Προιτου η γυναικα κι εκεινος δεν την θελησε
και τοτε εκεινη ψευτικε στον βασιλια πως εκεινος την ατιμασε
κι ο βασιλιας τον εστειλε με σηματα λυγρα στον πεθερο του στη Λυκια
στα ρεματα του Ξανθου να τον ξεκανει εκει περα εκεινος
κι οταν εφτασε και του'δειξε τα σηματα εκεινος τον εστειλε να σκοτωσει την Χιμαιρα
που'ταν μπροστα λιονταρι και πισω δρακοντας φιδι και ξεφυσουσε φωτια
και καυτερο καπνο απ'το φικαλεο στομα της κι απ'τα ρουθουνια
κι υστερα να πολεμησει τους κυδαλιμους ισχυρους Σολυμους
και τριτο τις αντρομαχες ἀντιανείρας Αμαζονες να μαχευτει
και με λοχο αριστων του'στεισ`ενεδρα ξαφνικα να του ριχτει
και σαν νικητης απ'ολ'αυτα γυρισε τον παντρεψε με τη κορη του
και του'δωκε καρπερο περιβολι κι ευφορο φαρδυ χωραφι
κι αμπελι καλο να'χει να γλυκογευεται καρπους και χυμο
κι αυτη Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν γεννησε 197
ομως αυτον τον εχθρευτηκαν οι θεοι και σαλεψ' ο νους του
και πλανιονταν στον ερημο Ἀλήϊον τοπο μακρυα απ'ανθρωπων κατοικιες
εγω απ'αυτον περιφανευομαι πως ειμαι τον γενναιο Βελλεροφοντη
γεννημα του παιδιου του Ιππολοχου ''
ετσ'ειπε κι ως ακουσε τα λογια αυτα ο Διομηδης του Τυδεα
ἔγχος μὲν κατέπηξεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ 213
το κονταρι εμπηξε στη γη που πολλους θρεφει και του'πε
με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός·
Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην
ξείνισ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ' ἐρύξας·
οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά·
Οἰνεὺς μὲν ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν,
Βελλεροφόντης δὲ χρύσεον δέπας ἀμφικύπελλον 220
καί μιν ἐγὼ κατέλειπον ἰὼν ἐν δώμασ' ἐμοῖσι.
''εσυ μου'σαι τωρα φιλος απο φιλοξενια πατρογονικος παλιος
αφου ο Οινεας καποτε τον θεικο αμεμπτο Βελλεροφοντη
φιλοξενηξε στα μεγαρα εικοσι μερες κρατωντας.
κι αυτοι ο ενας στον αλλον προσφεραν δωρα φιλοξενιας καλα
ο Οινεας ζωστηρα εδωσε κοκκινη φοινικια λαμπρη
ο Βελλερεφοντης χρυσο ποτηρι με γυρω δυο λαβες 220
κι αυτο εγω αφησα φευγοντας στα παλατια μου''
κι αφου οι δυο αντρειοι πολεμιστες γνωρισθηκαν κι ευχαριστηθηκαν
στη καρδια για τον παλιο πατρογονικο δεσμο σαν φιλοι εδωσαν
τα χερια κι οχι αντιπαλοι εχθροι να εξολοθρεψει ο ενας τον αλλον
ὃς πρὸς Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε' ἄμειβε 235
χρύσεα χαλκείων, ἑκατόμβοι' ἐννεαβοίων.
κι ο Γλαυκος με τον Τυδειδη Διομηδη ανταλλαξε αρματα 235
χρυσα με χαλκινα,εκατο βοδιων με εννια βοδιων
και τοτε μεσα τους εννοησαν καλα τον αφευκτο λογο τον αληθινο
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 146
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
''οποια των φυλλων η γεννια τετοια και των ανθρωπων 146
τα φυλλα μεν αλλα ο ανεμος κατω ριχνει,αλλα δε το δεντρο
το θαλερο φυτρωνει,οταν της ανοιξης ερχεται η ωρα,
σαν των ανθρωπων τη γενια η μια φυτρωνει η δ'αλλη τελειωνει''
.
.
.
Γλαυκος του Ιππολοχου Τρωας και Διομηδης του Τυδεα Αχαιος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ ΡΑΨΩΔΙΑΣ Ζ' ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΧΑΙΟΥ ΤΥΔΕΙΔΗ ΔΙΟΜΗΔΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΩΑ ΓΛΑΥΚΟ
ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΟΧΟΥ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον ειδε ξαφνικα μπροστα του ο Τυδειδης Διομηδης τον αντρειο Γλαυκο
''ποιος εισαι;αν εισαι ανθρωπος στασου αντιπαλος απεναντι μου ισομαχος
αν ομως εισαι καποιος θεος,με τους θεους δεν τα βανω υβρις ειν'αυτο''
κι εκεινος του'πε τοτε με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
'''την Εφυρα την Κορινθο γεννια απ'τον Σισυφο και παιδι αυτου ο Γλαυκος
κι αυτου παιδι ο Βελλεροφοντης που βασανα τραβηξε πολλα σαν η Αντεια
τον ερωτευτηκε του βασιλια Προιτου η γυναικα κι εκεινος δεν την θελησε
και τοτε εκεινη ψευτικε στον βασιλια πως εκεινος την ατιμασε
κι ο βασιλιας τον εστειλε με σηματα λυγρα στον πεθερο του στη Λυκια
στα ρεματα του Ξανθου να τον ξεκανει εκει περα εκεινος
κι οταν εφτασε και του'δειξε τα σηματα εκεινος τον εστειλε να σκοτωσει την Χιμαιρα
που'ταν μπροστα λιονταρι και πισω δρακοντας φιδι και ξεφυσουσε φωτια
και καυτερο καπνο απ'το φικαλεο στομα της κι απ'τα ρουθουνια
κι υστερα να πολεμησει τους κυδαλιμους ισχυρους Σολυμους
και τριτο τις αντρομαχες ἀντιανείρας Αμαζονες να μαχευτει
και με λοχο αριστων του'στεισ`ενεδρα ξαφνικα να του ριχτει
και σαν νικητης απ'ολ'αυτα γυρισε τον παντρεψε με τη κορη του
και του'δωκε καρπερο περιβολι κι ευφορο φαρδυ χωραφι
κι αμπελι καλο να'χει να γλυκογευεται καρπους και χυμο
κι αυτη Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν γεννησε 197
ομως αυτον τον εχθρευτηκαν οι θεοι και σαλεψ' ο νους του
και πλανιονταν στον ερημο Ἀλήϊον τοπο μακρυα απ'ανθρωπων κατοικιες
εγω απ'αυτον περιφανευομαι πως ειμαι τον γενναιο Βελλεροφοντη
γεννημα του παιδιου του Ιππολοχου ''
ετσ'ειπε κι ως ακουσε τα λογια αυτα ο Διομηδης του Τυδεα
ἔγχος μὲν κατέπηξεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ 213
το κονταρι εμπηξε στη γη που πολλους θρεφει και του'πε
με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός·
Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην
ξείνισ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ' ἐρύξας·
οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά·
Οἰνεὺς μὲν ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν,
Βελλεροφόντης δὲ χρύσεον δέπας ἀμφικύπελλον 220
καί μιν ἐγὼ κατέλειπον ἰὼν ἐν δώμασ' ἐμοῖσι.
''εσυ μου'σαι τωρα φιλος απο φιλοξενια πατρογονικος παλιος
αφου ο Οινεας καποτε τον θεικο αμεμπτο Βελλεροφοντη
φιλοξενηξε στα μεγαρα εικοσι μερες κρατωντας.
κι αυτοι ο ενας στον αλλον προσφεραν δωρα φιλοξενιας καλα
ο Οινεας ζωστηρα εδωσε κοκκινη φοινικια λαμπρη
ο Βελλερεφοντης χρυσο ποτηρι με γυρω δυο λαβες 220
κι αυτο εγω αφησα φευγοντας στα παλατια μου''
κι αφου οι δυο αντρειοι πολεμιστες γνωρισθηκαν κι ευχαριστηθηκαν
στη καρδια για τον παλιο πατρογονικο δεσμο σαν φιλοι εδωσαν
τα χερια κι οχι αντιπαλοι εχθροι να εξολοθρεψει ο ενας τον αλλον
ὃς πρὸς Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε' ἄμειβε 235
χρύσεα χαλκείων, ἑκατόμβοι' ἐννεαβοίων.
κι ο Γλαυκος με τον Τυδειδη Διομηδη ανταλλαξε αρματα 235
χρυσα με χαλκινα,εκατο βοδιων με εννια βοδιων
και τοτε μεσα τους εννοησαν καλα τον αφευκτο λογο τον αληθινο
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 146
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
''οποια των φυλλων η γεννια τετοια και των ανθρωπων 146
τα φυλλα μεν αλλα ο ανεμος κατω ριχνει,αλλα δε το δεντρο
το θαλερο φυτρωνει,οταν της ανοιξης ερχεται η ωρα,
σαν των ανθρωπων τη γενια η μια φυτρωνει η δ'αλλη τελειωνει''
.
.
.
Γλαυκος του Ιππολοχου Τρωας και Διομηδης του Τυδεα Αχαιος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ ΡΑΨΩΔΙΑΣ Ζ' ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΧΑΙΟΥ ΤΥΔΕΙΔΗ ΔΙΟΜΗΔΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΩΑ ΓΛΑΥΚΟ
ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΟΧΟΥ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον ειδε ξαφνικα μπροστα του ο Τυδειδης Διομηδης τον αντρειο Γλαυκο
''ποιος εισαι;αν εισαι ανθρωπος στασου αντιπαλος απεναντι μου ισομαχος
αν ομως εισαι καποιος θεος,με τους θεους δεν τα βανω υβρις ειν'αυτο''
κι εκεινος του'πε τοτε με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
'''την Εφυρα την Κορινθο γεννια απ'τον Σισυφο και παιδι αυτου ο Γλαυκος
κι αυτου παιδι ο Βελλεροφοντης που βασανα τραβηξε πολλα σαν η Αντεια
τον ερωτευτηκε του βασιλια Προιτου η γυναικα κι εκεινος δεν την θελησε
και τοτε εκεινη ψευτικε στον βασιλια πως εκεινος την ατιμασε
κι ο βασιλιας τον εστειλε με σηματα λυγρα στον πεθερο του στη Λυκια
στα ρεματα του Ξανθου να τον ξεκανει εκει περα εκεινος
κι οταν εφτασε και του'δειξε τα σηματα εκεινος τον εστειλε να σκοτωσει την Χιμαιρα
που'ταν μπροστα λιονταρι και πισω δρακοντας φιδι και ξεφυσουσε φωτια
και καυτερο καπνο απ'το φικαλεο στομα της κι απ'τα ρουθουνια
κι υστερα να πολεμησει τους κυδαλιμους ισχυρους Σολυμους
και τριτο τις αντρομαχες ἀντιανείρας Αμαζονες να μαχευτει
και με λοχο αριστων του'στεισ`ενεδρα ξαφνικα να του ριχτει
και σαν νικητης απ'ολ'αυτα γυρισε τον παντρεψε με τη κορη του
και του'δωκε καρπερο περιβολι κι ευφορο φαρδυ χωραφι
κι αμπελι καλο να'χει να γλυκογευεται καρπους και χυμο
κι αυτη Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν γεννησε 197
ομως αυτον τον εχθρευτηκαν οι θεοι και σαλεψ' ο νους του
και πλανιονταν στον ερημο Ἀλήϊον τοπο μακρυα απ'ανθρωπων κατοικιες
εγω απ'αυτον περιφανευομαι πως ειμαι τον γενναιο Βελλεροφοντη
γεννημα του παιδιου του Ιππολοχου ''
ετσ'ειπε κι ως ακουσε τα λογια αυτα ο Διομηδης του Τυδεα
ἔγχος μὲν κατέπηξεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ 213
το κονταρι εμπηξε στη γη που πολλους θρεφει και του'πε
με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός·
Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην
ξείνισ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ' ἐρύξας·
οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά·
Οἰνεὺς μὲν ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν,
Βελλεροφόντης δὲ χρύσεον δέπας ἀμφικύπελλον 220
καί μιν ἐγὼ κατέλειπον ἰὼν ἐν δώμασ' ἐμοῖσι.
''εσυ μου'σαι τωρα φιλος απο φιλοξενια πατρογονικος παλιος
αφου ο Οινεας καποτε τον θεικο αμεμπτο Βελλεροφοντη
φιλοξενηξε στα μεγαρα εικοσι μερες κρατωντας.
κι αυτοι ο ενας στον αλλον προσφεραν δωρα φιλοξενιας καλα
ο Οινεας ζωστηρα εδωσε κοκκινη φοινικια λαμπρη
ο Βελλερεφοντης χρυσο ποτηρι με γυρω δυο λαβες 220
κι αυτο εγω αφησα φευγοντας στα παλατια μου''
κι αφου οι δυο αντρειοι πολεμιστες γνωρισθηκαν κι ευχαριστηθηκαν
στη καρδια για τον παλιο πατρογονικο δεσμο σαν φιλοι εδωσαν
τα χερια κι οχι αντιπαλοι εχθροι να εξολοθρεψει ο ενας τον αλλον
ὃς πρὸς Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε' ἄμειβε 235
χρύσεα χαλκείων, ἑκατόμβοι' ἐννεαβοίων.
κι ο Γλαυκος με τον Τυδειδη Διομηδη ανταλλαξε αρματα 235
χρυσα με χαλκινα,εκατο βοδιων με εννια βοδιων
και τοτε μεσα τους εννοησαν καλα τον αφευκτο λογο τον αληθινο
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 146
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
''οποια των φυλλων η γεννια τετοια και των ανθρωπων 146
τα φυλλα μεν αλλα ο ανεμος κατω ριχνει,αλλα δε το δεντρο
το θαλερο φυτρωνει,οταν της ανοιξης ερχεται η ωρα,
σαν των ανθρωπων τη γενια η μια φυτρωνει η δ'αλλη τελειωνει''
.
.
.
Γλαυκος του Ιππολοχου Τρωας και Διομηδης του Τυδεα Αχαιος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ ΡΑΨΩΔΙΑΣ Ζ' ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΧΑΙΟΥ ΤΥΔΕΙΔΗ ΔΙΟΜΗΔΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΩΑ ΓΛΑΥΚΟ
ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΟΧΟΥ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον ειδε ξαφνικα μπροστα του ο Τυδειδης Διομηδης τον αντρειο Γλαυκο
''ποιος εισαι;αν εισαι ανθρωπος στασου αντιπαλος απεναντι μου ισομαχος
αν ομως εισαι καποιος θεος,με τους θεους δεν τα βανω υβρις ειν'αυτο''
κι εκεινος του'πε τοτε με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
'''την Εφυρα την Κορινθο γεννια απ'τον Σισυφο και παιδι αυτου ο Γλαυκος
κι αυτου παιδι ο Βελλεροφοντης που βασανα τραβηξε πολλα σαν η Αντεια
τον ερωτευτηκε του βασιλια Προιτου η γυναικα κι εκεινος δεν την θελησε
και τοτε εκεινη ψευτικε στον βασιλια πως εκεινος την ατιμασε
κι ο βασιλιας τον εστειλε με σηματα λυγρα στον πεθερο του στη Λυκια
στα ρεματα του Ξανθου να τον ξεκανει εκει περα εκεινος
κι οταν εφτασε και του'δειξε τα σηματα εκεινος τον εστειλε να σκοτωσει την Χιμαιρα
που'ταν μπροστα λιονταρι και πισω δρακοντας φιδι και ξεφυσουσε φωτια
και καυτερο καπνο απ'το φικαλεο στομα της κι απ'τα ρουθουνια
κι υστερα να πολεμησει τους κυδαλιμους ισχυρους Σολυμους
και τριτο τις αντρομαχες ἀντιανείρας Αμαζονες να μαχευτει
και με λοχο αριστων του'στεισ`ενεδρα ξαφνικα να του ριχτει
και σαν νικητης απ'ολ'αυτα γυρισε τον παντρεψε με τη κορη του
και του'δωκε καρπερο περιβολι κι ευφορο φαρδυ χωραφι
κι αμπελι καλο να'χει να γλυκογευεται καρπους και χυμο
κι αυτη Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν γεννησε 197
ομως αυτον τον εχθρευτηκαν οι θεοι και σαλεψ' ο νους του
και πλανιονταν στον ερημο Ἀλήϊον τοπο μακρυα απ'ανθρωπων κατοικιες
εγω απ'αυτον περιφανευομαι πως ειμαι τον γενναιο Βελλεροφοντη
γεννημα του παιδιου του Ιππολοχου ''
ετσ'ειπε κι ως ακουσε τα λογια αυτα ο Διομηδης του Τυδεα
ἔγχος μὲν κατέπηξεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ 213
το κονταρι εμπηξε στη γη που πολλους θρεφει και του'πε
με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός·
Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην
ξείνισ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ' ἐρύξας·
οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά·
Οἰνεὺς μὲν ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν,
Βελλεροφόντης δὲ χρύσεον δέπας ἀμφικύπελλον 220
καί μιν ἐγὼ κατέλειπον ἰὼν ἐν δώμασ' ἐμοῖσι.
''εσυ μου'σαι τωρα φιλος απο φιλοξενια πατρογονικος παλιος
αφου ο Οινεας καποτε τον θεικο αμεμπτο Βελλεροφοντη
φιλοξενηξε στα μεγαρα εικοσι μερες κρατωντας.
κι αυτοι ο ενας στον αλλον προσφεραν δωρα φιλοξενιας καλα
ο Οινεας ζωστηρα εδωσε κοκκινη φοινικια λαμπρη
ο Βελλερεφοντης χρυσο ποτηρι με γυρω δυο λαβες 220
κι αυτο εγω αφησα φευγοντας στα παλατια μου''
κι αφου οι δυο αντρειοι πολεμιστες γνωρισθηκαν κι ευχαριστηθηκαν
στη καρδια για τον παλιο πατρογονικο δεσμο σαν φιλοι εδωσαν
τα χερια κι οχι αντιπαλοι εχθροι να εξολοθρεψει ο ενας τον αλλον
ὃς πρὸς Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε' ἄμειβε 235
χρύσεα χαλκείων, ἑκατόμβοι' ἐννεαβοίων.
κι ο Γλαυκος με τον Τυδειδη Διομηδη ανταλλαξε αρματα 235
χρυσα με χαλκινα,εκατο βοδιων με εννια βοδιων
και τοτε μεσα τους εννοησαν καλα τον αφευκτο λογο τον αληθινο
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 146
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
''οποια των φυλλων η γεννια τετοια και των ανθρωπων 146
τα φυλλα μεν αλλα ο ανεμος κατω ριχνει,αλλα δε το δεντρο
το θαλερο φυτρωνει,οταν της ανοιξης ερχεται η ωρα,
σαν των ανθρωπων τη γενια η μια φυτρωνει η δ'αλλη τελειωνει''
.
.
.
Ωραια Ελενη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
.
Η ΟΥ ΝΕΜΕΣΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Γ',στιχοι 139-160]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τα πορτοκαλια στο κηπο αυτη την εποχη φιαλες γευστικου
χυμου ,τα βλεπει ν'αναδευονται και στην πιο παραμικρη αναπνοη
του αερα,
μια φωνη πεταξε σαν πουλι λαμπερο φως,
στον καθρεφτη ενα κενο,πισω στη καρεκλα το λεπτο πεπλο
και στο τραπεζι η χρυση μασκα,ενα πουλι τσιμπολογαει τα ματια της,
εκει που ειναι στη πραγματικοτητα οι βολβοι της,σε ποια ιστορια
ανθισαν και μαραθηκαν,
κοιταζει τα χερια της,δυο ατελειωτες σειρες γεγονοτων,
αυτο εγινε,τοτε,σ'εκεινο το μερος,ηταν αυτη η' θεατης η' ξενη,
η' ενα ειδωλο,οπως τωρα,
γιατι μυριζουν τα πορτοκαλια;
τι σημαινει αυτη η απεραντη γαληνη;πως να'ναι η αιωνιοτητα;
ο κυκλος ενος λαμπερου πουλιου τρεμει τον ισκιο του στον απεναντι
ασπρισμενο τοιχο,μεχρι χθες ηταν οι εργατες και δουλευαν,εφυγαν,
σημερα δεν ηταν,
τι ευτυχια να παρατηρεις τους ανθρωπους,να τους βλεπεις,ολοκληρους,
που ειναι οταν δεν τους βλεπεις;
κοιταξε την εικονα της,ποια ειναι;
μεγαλα ματια αυτια σαν κοχυλια μαλλια σγουρα σαν σερπαντινες αποκριας,
οταν κανει βολτα με το ποδηλατο στη παραλια ανεμιζουν στο δροσερο
αερακι,
φορεσε τη χρυση μασκα,πρωτα μπροστα στον καθρεφτη κι επειτα μεσα
στο κηπο προβαρε τα λογια της
στιχοι 139-160 απο την ραψωδια Γ',
εκανε ενα δυο λαθη,καποιες λεξεις δεν θυμηθηκε,ακομα πρεπει
να διορθωσει την εκφραση της,και την κινηση της να προσεξει,
αυτη την ωρα της δυσης του ηλιου
τα πορτοκαλια γυαλιζαν χρυσα,
.
Ὣς εἰποῦσα θεὰ γλυκὺν ἵμερον ἔμβαλε θυμῷ
ἀνδρός τε προτέρου καὶ ἄστεος ἠδὲ τοκήων· 140
αὐτίκα δ' ἀργεννῇσι καλυψαμένη ὀθόνῃσιν
ὁρμᾶτ' ἐκ θαλάμοιο τέρεν κατὰ δάκρυ χέουσα
οὐκ οἴη, ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ' ἕποντο,
Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ, Κλυμένη τε βοῶπις·
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανον ὅθι Σκαιαὶ πύλαι ἦσαν.
Οἳ δ' ἀμφὶ Πρίαμον καὶ Πάνθοον ἠδὲ Θυμοίτην
Λάμπόν τε Κλυτίον θ' Ἱκετάονά τ' ὄζον Ἄρηος
Οὐκαλέγων τε καὶ Ἀντήνωρ πεπνυμένω ἄμφω
ἥατο δημογέροντες ἐπὶ Σκαιῇσι πύλῃσι,
γήραϊ δὴ πολέμοιο πεπαυμένοι, ἀλλ' ἀγορηταὶ 150
ἐσθλοί, τεττίγεσσιν ἐοικότες οἵ τε καθ' ὕλην
δενδρέῳ ἐφεζόμενοι ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι·
τοῖοι ἄρα Τρώων ἡγήτορες ἧντ' ἐπὶ πύργῳ.
οἳ δ' ὡς οὖν εἴδονθ' Ἑλένην ἐπὶ πύργον ἰοῦσαν,
ἦκα πρὸς ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον·
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν·
ἀλλὰ καὶ ὧς τοίη περ ἐοῦσ' ἐν νηυσὶ νεέσθω,
μηδ' ἡμῖν τεκέεσσί τ' ὀπίσσω πῆμα λίποιτο. 160
.
ετσι λεγοντας η θεα γλυκια νοσταλγια εβαλε στη καρδια
και για τον πρωτον αντρα και τη πολη κι ακομα τους γονεις 140
τοτ' αφου μ'ασπρο λαμπρο καλυφτηκε λεπτο πεπλο
ορμησ'εξω απ'τη καμαρα τρυφερο κατω δακρυ χυνοντας
οχι μοναχη,μαζι μ'αυτη και δυο περαστεκαμενες ακολουθουσαν
η Αιθρα του Πιτθεα η θυγατερα κι η Κλυμενη με τα μεγαλα σα βοδιου ματια
γρηγορα επειτα εφτασαν οπου οι Σκαιες πυλες ησαν
αυτοι γυρω απ'τον Πριαμο και τον Πανθοο και τον Θυμοιτη
και τον Λαμπο και τον Κλυτια και τον Ικεταονα τον βλαστο τ'Αρη
κι ο Ουκαλεγων κι ο Αντηνωρας συνετοι στο μυαλο κι οι δυο
καθονταν δημογεροντες πανω στις Σκαιες πυλες
απ'τα γηρατεια στο πολεμο ηταν παυμενοι,αλλ'αγορητες 150
εξοχοι,στα τζιτζικια μοιαζοντας που και μεσα στο δασος
στα δεντρα καθισμενοι φωνη απαλη σαν τον κρινο βγαζουν
τετοιοι λοιπον των Τρωων ηγητορες καθονταν πανω στον πυργο.
αυτοι δε μολις ειδαν την Ελενη πανω στον πυργο να'ρχεται
σιγανα ο ενας προς τον αλλον λογια φτερωτα απηυθυναν.
δεν ειναι θεικη τιμωρια που Τρωες και ευκνημιδες Αχαιοι
για τετοια ξεχωριστη γυναικα πολυ καιρο βασανα υποφερουν
φοβερα στις αθανατες θεες στην οψη μοιαζει.
αλλα και ετσι τετοια αν ειναι στα καραβια ν'ανεβει
μητε σε μας και στα τεκνα πισω πληγη να μεινει 160
.
.
.
Σαπφω-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο παπυρος της Οξυρυγχου 1787 που εκδοθηκε απο τον Grenfell και τον Hunt στις αρχες
του 1900 περιειχε το μισο δεξιο μερος του ποιηματος,το 2004 εκδοθηκαν οι παπυροι
21351 και 21376 με τη βοηθεια των οποιων το ποιημα ολοκληρωθηκε
.
ὔμμες πεδὰ Μοίσαν ἰ]οκ[ό]λπων κάλα δῶρα, παῖδες,
σπουδάσδετε καὶ τὰ]ν φιλάοιδαν λιγύραν χελύνναν·
ἔμοι δ’ ἄπαλον πρίν] ποτ’ [ἔ]οντα χρόα γῆρας ἤδη
ἐπέλλαβε, λεῦκαι δ’ ἐγ]ένοντο τρίχες ἐκ μελαίναν·
βάρυς δέ μ’ ὀ [θ]ῦμος πεπόηται, γόνα δ’ [ο]ὐ φέροισι,
τὰ δή πότα λαίψηρ’ ἔον ὄρχησθ’ ἴσα νεβρίοισι.
τὰ <μὲν> στεναχίσδω θαμέως· ἀλλὰ τί κεν ποείην;
ἀγήραον ἄνθρωπον ἔοντ’ οὐ δύνατον γένεσθαι.
καὶ γάρ π[ο]τα Τίτωνον ἔφαντο βροδόπαχυν Αὔων
ἔρωι φ[υρ]άθεισαν βάμεν’ εἰς ἔσχατα γᾶς φέροισα[ν,
ἔοντα [κ]άλον καὶ νέον, ἀλλ’ αὖτον ὔμως ἔμαρψε
χρόνωι πόλιον γῆρας, ἔχ[ο]ντ’ ἀθανάταν ἄκοιτιν.
εσεις,αφοσιωμενες στις Μουσες με τους μυριστους σαν ια κολπους τα ωραια δωρα,
κοριτσια,να σπουδαζεται,και την φιλαοιδο μελωδικη λυρα απο καυκαλο χελωνας
σε μενα δε απαλο πριν καποτε οντας το δερμα το γηρας τωρα
το κατεβαλε,ασπρες δ'εγιναν οι τριχες απο μαυρες
βαρεια δε σε με η καρδια εχει γινει,τα γονατα δεν με κρατουν
αυτα που καποτε αναλαφρα ηταν στο χορο ομοια στα ελαφακια
γι'αυτα στεναζω συχνα,αλλα και τι να κανω;
αγηραστος ο ανθρωπος ειναι αδυνατο να γινει
και οπως καποτε τον Τιθωνο λενε η ροδοβραχιονη Ηω
απ'τον ερωτα αναστατωμενη ηρθε στα εσχατα της γης φερνοντας
οντας ωραιον και νεον,αλλ'αυτον ομως τον αρπαξε
στην ωρα το γκριζο γηρας,εχοντα αθανατη γυναικα
.
.
.
ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΣΑΠΦΟΥΣ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο παπυρος της Οξυρυγχου 1787 που εκδοθηκε απο τον Grenfell και τον Hunt στις αρχες
του 1900 περιειχε το μισο δεξιο μερος του ποιηματος,το 2004 εκδοθηκαν οι παπυροι
21351 και 21376 με τη βοηθεια των οποιων το ποιημα ολοκληρωθηκε
.
ὔμμες πεδὰ Μοίσαν ἰ]οκ[ό]λπων κάλα δῶρα, παῖδες,
σπουδάσδετε καὶ τὰ]ν φιλάοιδαν λιγύραν χελύνναν·
ἔμοι δ’ ἄπαλον πρίν] ποτ’ [ἔ]οντα χρόα γῆρας ἤδη
ἐπέλλαβε, λεῦκαι δ’ ἐγ]ένοντο τρίχες ἐκ μελαίναν·
βάρυς δέ μ’ ὀ [θ]ῦμος πεπόηται, γόνα δ’ [ο]ὐ φέροισι,
τὰ δή πότα λαίψηρ’ ἔον ὄρχησθ’ ἴσα νεβρίοισι.
τὰ <μὲν> στεναχίσδω θαμέως· ἀλλὰ τί κεν ποείην;
ἀγήραον ἄνθρωπον ἔοντ’ οὐ δύνατον γένεσθαι.
καὶ γάρ π[ο]τα Τίτωνον ἔφαντο βροδόπαχυν Αὔων
ἔρωι φ[υρ]άθεισαν βάμεν’ εἰς ἔσχατα γᾶς φέροισα[ν,
ἔοντα [κ]άλον καὶ νέον, ἀλλ’ αὖτον ὔμως ἔμαρψε
χρόνωι πόλιον γῆρας, ἔχ[ο]ντ’ ἀθανάταν ἄκοιτιν.
εσεις,αφοσιωμενες στις Μουσες με τους μυριστους σαν ια κολπους τα ωραια δωρα,
κοριτσια,να σπουδαζεται,και την φιλαοιδο μελωδικη λυρα απο καυκαλο χελωνας
σε μενα δε απαλο πριν καποτε οντας το δερμα το γηρας τωρα
το κατεβαλε,ασπρες δ'εγιναν οι τριχες απο μαυρες
βαρεια δε σε με η καρδια εχει γινει,τα γονατα δεν με κρατουν
αυτα που καποτε αναλαφρα ηταν στο χορο ομοια στα ελαφακια
γι'αυτα στεναζω συχνα,αλλα και τι να κανω;
αγηραστος ο ανθρωπος ειναι αδυνατο να γινει
και οπως καποτε τον Τιθωνο λενε η ροδοβραχιονη Ηω
απ'τον ερωτα αναστατωμενη ηρθε στα εσχατα της γης φερνοντας
οντας ωραιον και νεον,αλλ'αυτον ομως τον αρπαξε
στην ωρα το γκριζο γηρας,εχοντα αθανατη γυναικα
.
.
.
αρχαικο-σε λαμαρινα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ιολη Ευρυπιδη-σε λαμαρινα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΙΟΛΗΣ ΕΥΡΥΠΙΔΗ-χ.ν.κουβελης
Όμηρου Ιλιάδα-ραψωδια Β-στιχοι 729-733
Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια φ-στιχοι 13-41,ραψωδια θ-στιχοι 223-228
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
Όμηρου Ιλιάδα-ραψωδια Β-στιχοι 729-733]
Οἳ δ' εἶχον Τρίκκην καὶ Ἰθώμην κλωμακόεσσαν,
οἵ τ' ἔχον Οἰχαλίην πόλιν Εὐρύτου Οἰχαλιῆος,
τῶν αὖθ' ἡγείσθην Ἀσκληπιοῦ δύο παῖδε
ἰητῆρ' ἀγαθὼ Ποδαλείριος ἠδὲ Μαχάων·
τοῖς δὲ τριήκοντα γλαφυραὶ νέες ἐστιχόωντο.
αυτοι'χαν την Τρικκη και την πετρωδη Ιθωμη
κι αυτοι'χαν την Οιχαλια την πολι του Ευρυτου του Οιχαλια,
αυτων τοτε ηγουνταν του Ασκληπιου τα δυο παιδια
γιατροι αξιοι ο Ποδαλειριος και ο Μαχαων
σ'αυτους τριαντα κοιλα καραβια ακολουθουσαν με σειρα
,
[Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια φ-στιχοι 13-41]
δῶρα τά οἱ ξεῖνος Λακεδαίμονι δῶκε τυχήσας
Ἴφιτος Εὐρυτίδης, ἐπιείκελος ἀθανάτοισι.
τὼ δ' ἐν Μεσσήνῃ ξυμβλήτην ἀλλήλοιϊν
οἴκῳ ἐν Ὀρτιλόχοιο δαΐφρονος. ἦ τοι Ὀδυσσεὺς
ἦλθε μετὰ χρεῖος, τό ῥά οἱ πᾶς δῆμος ὄφελλε·
μῆλα γὰρ ἐξ Ἰθάκης Μεσσήνιοι ἄνδρες ἄειραν
νηυσὶ πολυκλήϊσι τριηκόσι' ἠδὲ νομῆας.
τῶν ἕνεκ' ἐξεσίην πολλὴν ὁδὸν ἦλθεν Ὀδυσσεύς, 20
παιδνὸς ἐών· πρὸ γὰρ ἧκε πατὴρ ἄλλοι τε γέροντες·
Ἴφιτος αὖθ' ἵππους διζήμενος, αἵ οἱ ὄλοντο
δώδεκα θήλειαι, ὑπὸ δ' ἡμίονοι ταλαεργοί·
αἳ δή οἱ καὶ ἔπειτα φόνος καὶ μοῖρα γένοντο,
ἐπεὶ δὴ Διὸς υἱὸν ἀφίκετο καρτερόθυμον,
φῶθ' Ἡρακλῆα, μεγάλων ἐπιίστορα ἔργων,
ὅς μιν ξεῖνον ἐόντα κατέκτανεν ᾧ ἐνὶ οἴκῳ,
σχέτλιος, οὐδὲ θεῶν ὄπιν αἰδέσατ' οὐδὲ τράπεζαν,
τὴν ἥν οἱ παρέθηκεν· ἔπειτα δὲ πέφνε καὶ αὐτόν,
ἵππους δ' αὐτὸς ἔχε κρατερώνυχας ἐν μεγάροισι. 30
τὰς ἐρέων Ὀδυσῆϊ συνήντετο, δῶκε δὲ τόξον,
τὸ πρὶν μὲν ἐφόρει μέγας Εὔρυτος, αὐτὰρ ὁ παιδὶ
κάλλιπ' ἀποθνῄσκων ἐν δώμασιν ὑψηλοῖσι.
τῷ δ' Ὀδυσεὺς ξίφος ὀξὺ καὶ ἄλκιμον ἔγχος ἔδωκεν,
ἀρχὴν ξεινοσύνης προσκηδέος· οὐδὲ τραπέζῃ
γνώτην ἀλλήλω· πρὶν γὰρ Διὸς υἱὸς ἔπεφνεν
Ἴφιτον Εὐρυτίδην, ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν,
ὅς οἱ τόξον ἔδωκε. τὸ δ' οὔ ποτε δῖος Ὀδυσσεὺς
ἐρχόμενος πόλεμόνδε μελαινάων ἐπὶ νηῶν
ᾑρεῖτ', ἀλλ' αὐτοῦ μνῆμα ξείνοιο φίλοιο 40
κέσκετ' ἐνὶ μεγάροισι, φόρει δέ μιν ἧς ἐπὶ γαίης.
τα δωρ'αυτα σ'αυτον φιλος ξενιας στη Λακεδαιμονα ετυχε να δωσει
ο Ιφιτος του Ευρυτου,παρομοιος στους αθανατους,
που στη Μεσσηνη συναντησε'ο ενας τον αλλον
στο σπιτι του θαυμαστου Ορτιλοχου,οπου σ'αυτον ο Οδυσσεας
ηρθε για χρεος,επειδη σ'αυτον ολος ο δημος οφειλε
προβατα αφου απ'την Ιθακη Μεσσηνιοι αντρες αρπαξαν
στα καραβια τα πολυσκαρμα τριακοκια μαζι με τους βοσκους.
γι'αυτα αποσταλθηκε πολυ δρομο να'ρθει ο Οδυσσεας 20
παιδι οντας,προς τα κει λοιπον τον εστειλε ο πατερας κι οι αλλοι γεροντες
κι ο Ιφιτος παλι αλογα ζητουσε να βρει,αυτα σ'αυτον χαθηκαν
δωδεκα θηλυκα,μ'ανθεκτικα μουλαρια να βυζαινουν.
αυτες τοτε σ'αυτον επειτα και φονος και μοιρα εγιναν
οταν τοτε στου Δια το γιο εφτασε τον οξυθυμο,
τον λαμπρο Ηρακλη,μεγαλων εμπειρο γνωστη εργων
αυτος αυτον ξενον οντα σκοτωσε ενω ηταν στο σπιτι ,
ο ολεθριος,ουτε των θεων την εκδικηση ντραπηκε ουτε το τραπεζι
αυτο που σ'αυτον παραθεσε.επειτα δ'εφονευσε κι αυτον,
και τις φοραδες αυτος κρατησε με τις δυνατες οπλες στα μεγαρα 30
αυτες ζητωντας με τον Οδυσεα συναντηθηκε,του'δωκε δε τοξο,
που πριν κατειχε ο μεγας Ευρυτος,αλλα στο παιδι
καταλλειπε αποθνησκωντας στα δωματα τα ψηλα.
σ'αυτον δε ο Οδυσεας ξιφος οξυ και ισχυρο κονταρι εδωκε,
αρχη φιλοξενιας στενης συγγενειας.ουτε σε τραπεζι
γνωρισ'ο ενας τον αλλον,γιατι πριν ο γιος του Δια εφονευσε
τον Ιφιτο υου Ευρυτου,παρομοιον στους αθανατους,
αυτος που σ'αυτον τοξο εδωκε,αυτο δε ουδεποτε ο θεικος Οδυσσεας
πηγαινοντας για πολεμο στα μελανα πανω τα καραβια
επαιρνε,αλλ'αυτου μνημα στον φιλο της ξενιας τον αγαπητο 40
αφηνε να'ναι στα μεγαρα,το'φορουσε δε αυτος στη γη του
.
(Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια Θ-στιχοι 223 -228)
ἀνδράσι δὲ προτέροισιν ἐριζέμεν οὐκ ἐθελήσω,
οὔθ' Ἡρακλῆϊ οὔτ' Εὐρύτῳ Οἰχαλιῆϊ,
οἵ ῥα καὶ ἀθανάτοισιν ἐρίζεσκον περὶ τόξων.
τῶ ῥα καὶ αἶψ' ἔθανεν μέγας Εὔρυτος οὐδ' ἐπὶ γῆρας
ἵκετ' ἐνὶ μεγάροισι· χολωσάμενος γὰρ Ἀπόλλων
ἔκτανεν, οὕνεκά μιν προκαλίζετο τοξάζεσθαι.
στους αντρες δε στους προτερους να'ρθω σ'εριδα δεν θα'θελα
ουτε με τον Ηρακλη ουτε με τον Ευρυτο της Οιχαλιας,
αυτοι βεβαια και με τους αθανατους εριζαν περι τοξων
γι'αυτο βεβαια και γρηγορα πεθανεν ο μεγας Ευρυτος ουδ'εις γηρας
εφτασε να'ναι στα μεγαρα.γιατι χολιασμενος ο Απολλων
τον σκοτωσε,επειδη αυτον προκαλουσε να τοξευσει
.
.
ΙΟΛΗ ΕΥΡΥΠΙΔΗ-χ.ν.κουβελης
''ενα πραγμα''
σκεφτεται πως ειναι ενα πραγμα
''ενα πραγμα ο ανθρωπος''
εδω στη Τραχινα
απο την Οιχαλια οιχομαι αλος
εκει τους εσφαξε ολους ο Ηρακλης
πατερα αδερφια ''κι εμενα μ'αρπαξε χωρις να θελω''
ιερη μανια τρελλα τον επιασε οπως τοτε με τα παιδια του
''τι φταιω εγω'' τωρα που ολα συνετελλεσθηκαν
και το δηλητηριο του Νεσσου του ποτισε το κορμι
και τον εκαψε κι η ευγενικη Δηιανειρα χαθηκε απ'εαυτου της
''τωρα γυναικα του Υλλου''ρημαγμενη μεσα στους καθρεφτες της μνημης
''ο αδελφος μου ο Ιφιτος''να ψαχνει τις χαμενες φοραδες
μεσα στους στιχους 13-41 της ραψωδια φ' της Οδυσσειας του Ομηρου
ενας ολοκληρος ζωντανος ανθρωπος
''εγω ανθρωπος μεσα στα διχτια της ιστοριας αλλων ανθρωπων''
.
.
.
Τετρακτυς Πυθαγορα-Αυτος Εφα-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΥΤΟΣ ΕΦΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΧΡΥΣΑ ΕΠΗ-χ.ν.κουβελης
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ΑΥΤΟΣ ΕΦΑ-χ.ν.κουβελης
νυχτα περασμενη στο σπιτι του στην Αλεξανδρεια,ξαπλωμενος στο κρεβατι δεν τον
αφηνουν οι πληγες στη πλατη να κοιμηθει,πονουν εντονα και τον ενοχλουν,κλεινει
για μια στιγμη τα ματια και βλεπει ζωντανο εφιαλτη,τα παραμορφωμενα προσωπα των
φανατισμενων βασανιστων του,αγρια λυσσασμενα,πολυ κοντα στο δικο του προσωπο,
τα στοματα τους βρωμουν,τα ματια τους φουσκωμενα βγαζουν φλογες,τον ραπιζουν
αλυπητα στον γυμνωμενο κορμο τεσσαρακοντα και μια μετραει,λυποθυμαει,σωριαζεται
κατω και του ριχνουν καταπανω του παγωμενο νερο,συνερχεται και τον μαστιγωνουν
παλι τεσσαρακοντα και μια μετραει,και παλι λυποθυμαει και παλι τεσσαρακοντα και μια
μετραει κι αυτο το ιδιο τρομαχτικο επαναλαμβανεται συνεχως,''ες αειν'' σκεφτεται,
το πρωι τον παιρνει εξαντλημενον ο υπνος,βαθυς υπνος,τοτε ησυχαζει η ταραγμενη ψυχη
του,σ'εναν ελευθερον αιθερα εχει ερθει,εκει βλεπει κι ακουει καθαρα,αυτος κι οι αλλοι
αγαπημενοι συμαθητες του,κι οι δασκαλοι τους πραοι και ησυχοι,''Το Λογικο ειναι πιο
σπουδαιοτερο απο το Θυμικο και το Επιθυμητο'' ακουει,''Η Αρετη ειναι ο μονος δρομος
προς την Αληθεια'',''Το Εν Ειναι το Υπερουσιον'' ακουει ''Εκ του Ενος Νους τε Ψυχη τε'',
''Η Δημιουργια του Κοσμου Δεν Ειναι Ασυνεχης'',''Η Μερικη Ατομικη Ψυχη Εις το Ολικον
Εν '',''Η Υψιστη Τριαδικοτητα-Σωμα-Υλη-Ψυχη'',ακουει,και μαζι με αλλους συνοπαδους
ειναι σ'ενα δωματιο και βλεπει πολυ αχνα το ειδωλο του Δασκαλου πισω απο παραπε-
σμα ακουει τα λογια του μαγνητισμενος και μαθαινει να σιωπα,τοτε του ηρθε η ιδεα
στο νου για το ταξιδι,επιτακτικη αναγκη αυτο οπωσδηποτε να γινει,στο ιδιο καραβι απο
την Αλεξανδρεια προς το Βυζαντιο μαζι του συνταξιδευαν ο Αμμωνιος Σακκας,ο Ωριγενης,
ο Ερρενιος,ο Λογγινος,ο Πλωτινος,ο Πορφυριος,ο Ψευδο-Διονυσιος ο Αρεοπαγιτης,
ο Μιχαηλ Ψελλος,ο Γεωργιος Γεμιστος η' Πληθων,ο δασκαλος του Πλουταρχος,και οι
μαθητες του Αινειας απο τη Γαζα και Θεοσεβιος,συγκεντρωνονταν στο σαλονι και
συζητουσαν με τις ωρες,ο Πλωτινος και ο Πορφυριος αποβιβαστηκαν στη Σαλαμινα
της Κυπρου,ο Αμμωνιος Σακκας και ο Γεωργιος Γεμιστος Πληθων κατεβηκαν στο λιμανι
της Σμυρνης,αυτος και ο Μιχαηλ Ψελλος κατεβηκαν στην Πολη,οι υπολοιποι αλλος θα
ταξιδευε προς τη Θεσσαλονικη,αλλος στις πολεις του Ποντου,αλλος δυτικα με προορισμο
Γαληνοτατη Βενετια,αλλος στην Οδησσο της Μαυρης Θαλασσας,αλλος στη περιοχη
της Καππαδοκιας,ειχαν φτασει πρωι,κατελυσε σ'ενα φτηνο ξενοδοχειο στη συνοικια
Ταταυλα,επονομαζομενη Κουρτουλούς,οπως τον πληροφορησε η ευγενικη νεαρη
τουρκαλα ρεσεψιονιστα,κοιμηθηκε να ξεκουραστει κι οταν ξυπνησε αργα το απογευμα
βγηκε και περιηγηθηκε στη πολη,το βραδυ εφαγε σ'ενα εστιατοριο στο Περαν,
''Η Ωραια του Περαν'',Γεμιστα Πολιτικα,γεμιστες ντοματες και πιπεριες με πολυ
κρεμμυδι,διαβασε στο μενου,ρυζι, κουκουναρι και σταφιδες,επι πλεον σερβεριστηκε
κι ενα ροφημα γιαουρτιου,το Αιρανι,την αλλη μερα ξεκινησε τα μαθηματα σ'ενα
μοντερνο κτιριο συνεδριασεων με αμφιθεατρο κοντα στον Ιπποδρομο,το ακροατηριο
το αποτελουσαν κυριως νεαρα ατομα και των δυο φυλων,εφηβοι,και θα διαρκουσαν
τεσσερις ωρες ,απο τις 9 η ωρα το πρωι μεχρι τις 1 η ωρα το μεσημερι,παντα αρχιζε το
μαθημα με τη φραση,''Αυτος Εφα'',συγκινημενος,και στην παρουσιαση των θεματων του
θα ακολουθουσε την Τετρακτυν,
αυτο ηταν το προγραμμα που ανακοινωθηκε:
Μαθημα 1:
-κανε φιλο οποιον στην αρετη ειναι αριστος
Μαθημα 2:
-στα πραα να μετεχεις λογια και στα εργα τα επωφελη
-να μην εχθρευεσαι φιλο σου για μικρο λαθος του
Μαθημα 3:
-να συγκρατησε στο φαι και στον υπνο και στη λαγνεια και στο θυμο
-μην κανεις κακο εργο μητε μ'αλλον μητε μονος σου
-απ'ολα δε πιο πολυ να ντρεπεσαι τον εαυτο σου
Μαθημα 4:
-ν'ασκεις την δικαιοσυνη και μ'εργο και με λογο
-να μην εισαι αλογιστα με τιποτα εθισμενος
-να σ'αρεσει ν'αποκτας πραγματα αλλα να ξερεις και να τα χανεις
-στα λογια των ανθρωπων συνυπαρχουν αναξια και καλα
και θα συνεχιζε ,επανερχομενος στην Τετρακτυν:
Μαθημα 5:
-το ψευδος ν'αντιμετωπιζεις με ηρεμια
Μαθημα 6:
-να μην επιτρεψεις κανεναν να σε παραπλανησει
-να μην πραξεις μητε να πεις ο,τι δεν ειναι το καλλιτερο για σενα
Μαθημα 7:
-να σκεφτεσαι πριν ενεργησεις,μηπως ανοητα πραξεις
-να πραττεις αυτο που δεν θα στεναχωρησει καποιον και σενα
-να μην πραττεις αυτα που δεν εχεις αναγκη αλλα οσα χρειαζεσαι
Μαθημα 8
-να μην αμελεις την υγεια του σωματος
-μετρο ειναι αυτο που δεν θα σε στεναχωρηρει.
-η διατροφη σου να'ναι καθαρη ανεπεξεργαστη λιτη
-να μην τραβας τον φθονο των αλλων με τον τροπο που ζεις
και παλι:
Μαθημα 9:
-να μην σπαταλας
Μαθημα 10:
-να μην εισαι φιλοχρηματος
-το μετρο σε ολα ειναι αριστο
Μαθημα 11:
-πραξε οσα δεν θα σε βλαψουν ουτε σενα ουτε τους αλλους
-καθε νυχτα πριν κοιμηθεις εξετασε τρις φορες τις πραξεις της μερας
ρωτωντας:
που παρελειψα;
τι εκανα;
τι επρεπε να κανω και δεν εκανα;
-μαθε να βλεπεις και ν'ακους
δεν προλαβε,στο τριτο μαθημα,στις 10 η ωρα και μισυ ακριβως περικυκλωθηκε το κτιριο
του αμφιθεατρου απο πανοπλους αστυνομικους κι απο τον φανατισμενο οχλο που
ουρλιαζε:Αρον Αρον Αυτον,εισηρθε ο εισαγγελεας με την συνοδεια του στην αιθουσα,
διεταξαν την εκκενωση της απο τους Ακροατες και τον συνελαβαν Επ Αυτοφορω οπως
επισημα του ανακοινωσαν,του εβαλαν χειροπεδες,τον εμπασαν γρηγορα σε περιπολικο
να μην τον λυντσαρει το εξαγριωμενο πληθος και τον φυγαδεψαν προς αγνωστη
κατευθυνση,,τον κρατησαν ολη την νυχτα σε καποιο αυστηρα φρορουμενο αστυνομικο
κτιριο και την αλλη μερα πολυ πρωι με την διαδικασια του Αυτοφορου τον
μετεφεραν στα δικαστηρια,εκει κεκλεισμενων των θυρων τον καταδικασαν σε
τασσαρακοντα και μια μαστιγωσεις,''επι της πλατης τουτου του πλανου'' οπως σχολα-
στικα καταγραφτηκε στα πρακτικα της Δικης,οπως και η ακριβης κατηγορια:
''Ο Ιεροκλης εξ Αλεξανδρειας εν τη Αιγυπτω Αυτοαποκαλουμενος Νεοπλατωνιστης
Φιλοσοφος ερχομενος ες την Βασιλιδα των Πολεων Πολιν την Ημετεραν αρξασθε
Παρα τω Νομω διδασκων και διαδιδων Κενα Δαιμονια εις τους ημετερους νεους
Ενος Υμιν Αγνωστου Αυτος Εφα επικαλουμενος γελοιως του μαλα μωρου προσχηματος
ως τουτα τα πονηρα και φαυλα στενως συναδουν μετα της Ιερης και Πανσεπτου
Ημων Θρησκειας'',τον εσυραν στη φυλακη,εκει μεσα στο μισοσκοταδο της τεραστιας
Αιθουσας των Βασανιστηριων τον γυμνωσαν απο τη μεση και πανω,του τεντωσαν τα
χερια ψηλα και τα εδεσαν σταυρωτα σε μια μεταλλικη κολωνα που εκτεινονταν σε
τεραστιο υψος στο κεντρο του δεσμωτηριου και 10 αντρες θα τον μαστιγωναν με τη
σειρα,εφαρμοζοντας για να τον εξεφτευλισουν πληρως την δικη του μεθοδο,
''Την Σοι Υμετεραν Τετρακτυν'',οπως κοροιδευτηκα ειπαν αρχαιστι και γελασαν
δυνατα,ξεκινησε το μαρτυριο του μαστιγωματος ο πρωτος με 1 χτυπημα,
ακολουθησαν οι δυο με 2 χτυπηματα απο ενα ο καθενας,μετα οι αλλοι τρεις με 3
χτυπηματα απο ενα ο καθενας, μετα οι αλλοι τεσσερις με 4 χτυπηματα απο ενα ο
καθενας,
''Το Συνολον Δεκα''
αναφωνησε με απροσωπη φωνη κι εγραψε στα πρακτικα του ο ξερακιανος γραμματεας
της φυλακης,οι μαστιγωσεις συνεχιστηκαν με την ιδια Τετρακτυν Μεθοδον,
απλα και για να διακεδασουν και να μην πληξουν οι 10 βασανιστες εναλλασσονταν στις
τεσσερις ομαδες των 1,3,3,4 εκτελεστων της τιμωριας,σε καθε γυρω ο γραμματεας φωναζε
κι εγραφε:
''Το Συνολον Εικοσιν'',
''Το Συνολον Τριακοντα'',
''Το Συνολον Τεσσαρακοντα'',
για την επιπλεον 'μιαν' ερριξαν κληρο,
τοτε ο γραμματεας με θριαμβευτικη φωνη αναφωνησε και εγραψε:
''Το Συνολον Τεσσαρακοντα και Μιαν''
''Τετελεσται''
και συνεχισε με το ιδιο υφος
''Εγω Εφα'',
και εκλεισε το βιβλιο του,αυτο ακουγωντας γελασαν κοροιδευτικα οι 10 δεσμωτες,
ξυπνησε αργα,οι ακτινες του ηλιου εμπαιναν απ'το παραθυρο στο δωματιο του ζεστες
κι εκτυφλωτικες,
σηκωθηκε απ'το κρεβατι,κατα περιεργο τροπο σημερα δεν αισθανονταν τις φοβερες
ενοχλησεις ψηλα στη πλατη που αισθανονταν το τελευταιο τριμηνο,σαν να τον ειχαν
χαραξει βαθεια πολλες φορες εκει με αιχμηρο μαχαιρι κι ενιωθε οξυτατο πονο,
περασαν οπως ηρθαν,σκεφτηκε χαμογελωντας,
εκανε ενα δροσερο ντους και ξυριστηκε,επειτα ανοιξε το ψυγειο πηρε ενα μπουκαλι με
κρυο γαλα,το αδειασε και γεμισε ενα ποτηρι,το ηπιε σχεδον μονορουφι,
πηγε στο γραφειο του,απο το μεγαλο παραθυρο δυτικα ειχε μια ευρυγωνια απoψη της
πολης,που αυτην την ωρα ωρα αχνιζε χρυση πολυβουη πολυπροσωπη,ανοιξε το
ραδιοφωνο,βρηκε ενα τζαζ σταθμο και το αφησε εκει,Miles Davis In Blue Green,
καθισε στο γραφειο κι εβγαλε απ'το συρταρι αριστερα τα χειρογραφα,το κοιταξε
προσεκτικα,εκανε μια δυο διορθωσεις,τωρα ηταν ενταξει,ετοιμα,και τηλεφωνησε
στον εκδοτη του,
τον βρηκε,του ειπε να τον περιμενει,θα περνουσε σε λιγονα του παραδωσει τα χειρο-
γραφα,ειχε τελειωσει,και να συζητησουν καποιες λεπτομερειες της τελικης εκδοσης τους,
συμφωνησαν κι εκλεισε το τηλεφωνο,
σε μια ωρα ακριβως ηταν στον εκδοτη,του ζητησε ν'αλλαξουν τον τιτλο του βιβλιου απο
Χρυσα Επη σε Αυτος Εφα,ο εκδοτης πηγε ν'αντιδρασει,θα του ελεγε τα γνωστα περι
ευπωλητου βιβλιου κοστους κερδους κτλ,ειδε ομως το αναντιρρητο υφος στα ματια του
και δεν τολμησε να πει τιποτα.
.
Αυτο ειναι το Κειμενο των Χειρογραφων που παραδωθηκε στον Αλεξανδρινο εκδοτη
τη εικοστη πρωτη Μαιω το σωτηριον ετος 450
παρα του Ιεροκλεους εξ Αλεξανδρειας Νεοπλατωνικου Φιλοσοφου
Αυτός έφα
[ ΠΥΘΑΓΟΡΕΙΑ ΧΡΥΣΑ ΕΠΗ] Υποτιτλος
Ἀθανάτους μὲν πρῶτα θεούς, νόμωι ὡς διάκεινται,
τίμα καὶ σέβου ὅρκον. ἔπειθ' ἥρωας ἀγαυούς
τούς τε καταχθονίους σέβε δαίμονας ἔννομα ῥέζων
τούς τε γονεῖς τίμα τούς τ' ἄγχιστ' ἐγγεγαῶτας.
τῶν δ' ἄλλων ἀρετῆι ποιοῦ φίλον ὅστις ἄριστος.
πραέσι δ' εἶκε λόγοισ' ἔργοισί τ' ἐπωφελίμοισι.
μηδ' ἔχθαιρε φίλον σὸν ἁμαρτάδος εἵνεκα μικρῆς,
ὄφρα δύνῆι, δύναμις γὰρ ἀνάγκης ἐγγύθι ναίει.
Ταῦτα μὲν οὕτως ἴσθι, κρατεῖν δ' εἰθίζεο τῶνδε
γαστρὸς μὲν πρώτιστα καὶ ὕπνου λαγνείης τε
καὶ θυμοῦ. πρήξηις δ' αἰσχρόν ποτε μήτε μετ' ἄλλου
μήτ' ἰδίηι, πάντων δὲ μάλιστ' αἰσχύνεο σαυτόν.
εἶτα δικαιοσύνην ἀσκεῖν ἔργωι τε λόγωι τε,
μηδ' ἀλογίστως σαυτὸν ἔχειν περὶ μηδὲν ἔθιζε,
ἀλλὰ γνῶθι μέν, ὡς θανέειν πέπρωται ἅπασιν,
χρήματα δ' ἄλλοτε μὲν κτᾶσθαι φιλεῖ, ἄλλοτ' ὀλεσθαι.
ὅσσα δὲ δαιμονίαισι τύχαις βροτοὶ ἄλγε' ἔχουσιν,
ἣν ἂν μοῖραν ἔχηις, ταύτην φέρε μὴδ' ἀγανάκτει.
ἰᾶσθαι δὲ πρέπει καθ' ὅσον δύνηι, ὧδε δὲ φράζευ
οὐ πάνυ τοῖς ἀγαθοῖς τούτων πολὺ Μοῖρα δίδωσιν.
Πολλοὶ δ' ἀνθρώποισι λόγοι δειλοί τε καὶ ἐσθλοί
προσπίπτουσ', ὧν μήτ' ἐκπλήσσεο μήτ' ἄρ' ἐάσηις
εἴργεσθαι σαυτόν. ψεῦδος δ' ἤν πέρ τι λέγηται,
πράως εἶχ'. ὃ δέ τοι ἐρέω, ἐπὶ παντὶ τελείσθω
μηδεὶς μήτε λόγωι σε παρείπηι μήτε τι ἔργωι
πρῆξαι μηδ' εἰπεῖν, ὅ τί τοι μὴ βέλτερόν ἐστιν.
Βουλεύου δὲ πρὸ ἔργου, ὅπως μὴ μωρὰ πέληται
δειλοῦ τοι πράσσειν τε λέγειν τ' ἀνόητα πρὸς ἀνδρός.
ἀλλὰ τάδ' ἐκτελέειν, ἅ σε μὴ μετέπειτ' ἀνιήσει.
πρᾶσσε δὲ μηδὲ ἓν ὧν μὴ ἐπίστασαι, ἀλλὰ διδάσκευ
ὅσσα χρεών, καὶ τερπνότατον βίον ὧδε διάξεις.
οὐ δ' ὑγιείας τῆς περὶ σῶμ' ἀμέλειαν ἔχειν χρή,
ἀλλὰ ποτοῦ τε μέτρον καὶ σίτου γυμνασίων τε
ποιεῖσθαι. μέτρον δὲ λέγω τόδ', ὃ μή σ' ἀνιήσει.
εἰθίζου δὲ δίαιταν ἔχειν καθάρειον ἄθρυπτον
καὶ πεφύλαξο τοιαῦτα ποιεῖν, ὁπόσα φθόνον ἴσχει.
μὴ δαπανᾶν παρὰ καιρὸν ὁποῖα καλῶν ἀδαήμων
μηδ' ἀνελεύθερος ἴσθι. μέτρον δ' ἐπὶ πᾶσιν ἄριστον.
πρᾶσσε δὲ ταῦθ', ἅ σε μὴ βλάψει, λόγισαι δὲ πρὸ ἔργου.
Μὴ δ' ὕπνον μαλακοῖσιν ἐπ' ὄμμασι προσδέξασθαι,
πρὶν τῶν ἡμερινῶν ἔργων τρὶς ἕκαστον ἐπελθεῖν
«πῆι παρέβην; τί δ' ἔρεξα; τί μοι δέον οὐκ ἐτελέσθη;»
ἀρξάμενος δ' ἀπὸ πρώτου ἐπέξιθι καὶ μετέπειτα
δειλὰ μὲν ἐκπρήξας ἐπιπλήσσεο, χρηστὰ δὲ τέρπευ.
Ταῦτα πόνει, ταῦτ' ἐκμελέτα, τούτων χρὴ ἐρᾶν σε
ταῦτά σε τῆς θείης Ἀρετῆς εἰς ἴχνια θήσει
ναὶ μὰ τὸν ἁμετέραι ψυχᾶι παραδόντα τετρακτύν,
παγὰν ἀενάου φύσεως. ἀλλ' ἔρχευ ἐπ' ἔργον
θεοῖσιν ἐπευξάμενος τελέσαι. Τούτων δὲ κρατήσας
γνώσεαι ἀθανάτων τε θεῶν θνητῶν τ' ἀνθρώπων
σύστασιν, ἧι τε ἕκαστα διέρχεται, ἧι τε κρατεῖται,
γνώσηι δ', ἣ θέμις ἐστί, φύσιν περὶ παντὸς ὁμοίην,
ὥστε σε μήτε ἄελπτ' ἐλπίζειν μήτε τι λήθειν.
γνώσηι δ' ἀνθρώπους αὐθαίρετα πήματ' ἔχοντας
τλήμονας, οἵτ' ἀγαθῶν πέλας ὄντων οὔτ' ἐσορῶσιν
οὔτε κλύουσι, λύσιν δὲ κακῶν παῦροι συνιᾶσιν.
τοίη μοῖρ' αὐτῶν βλάπτει φρένας. ὡς δὲ κύλινδροι
ἄλλοτ' ἐπ' ἄλλα φέρονται ἀπείρονα πήματ' ἔχοντες.
λυγρὰ γὰρ συνοπαδὸς Ἔρις βλάπτουσα λέληθεν
σύμφυτος, ἣν οὐ δεῖ προάγειν, εἴκοντα δὲ φεύγειν.
Ζεῦ πάτερ, ἦ πολλῶν κε κακῶν λύσειας ἅπαντας,
εἰ πᾶσιν δείξαις, οἵωι τῶι δαίμονι χρῶνται.
ἀλλὰ σὺ θάρσει, ἐπεὶ θεῖον γένος ἐστὶ βροτοῖσιν,
οἷς ἱερὰ προφέρουσα φύσις δείκνυσιν ἕκαστα.
Ὧν εἴ σοί τι μέτεστι, κρατήσεις ὧν σε κελεύω
ἐξακέσας, ψυχὴν δὲ πόνων ἀπὸ τῶνδε σαώσεις.
ἀλλ' εἴργου βρωτῶν ὧν εἴπομεν ἔν τε Καθαρμοῖς
ἔν τε Λύσει ψυχῆς, κρίνων καὶ φράζευ ἕκαστα
ἡνίοχον γνώμην στήσας καθύπερθεν ἀρίστην.
ἢν δ' ἀπολείψας σῶμα ἐς αἰθέρ' ἐλεύθερον ἔλθηις,
ἔσσεαι ἀθάνατος, θεός ἄμβροτος, οὐκέτι θνητός.
.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Τους αθανατους θεους,στο νομο οπως οριζεται,
τιμα και σεβασου τον ορκο,επειτα τους λαμπρους ηρωες
και τους καταχθονιους να σεβεσαι δαιμονες τα εννομα πραττωντας
και τους γονεις σου τιμα και τους εξ'αγχιστειας συγγενεις
απ'τους αλλους στην αρετη κανε φιλο οποιος αριστος
στα πραα να μετεχεις λογια και στα εργα τα επωφελη
μητε να εχθρευεσαι φιλο σου λογω παραπτωματος μικρου
οσον δυνασαι.επειδη η δυναμη στην αναγκη κοντα διαμενει
Τουτα μεν ετσι να τα γνωριζεις,να συγκρατησε δε συνειθισε σε τουτα εδω:
της κοιλιας πρωτα-πρωτα και του υπνου και της λαγνειας
και του θυμου.μην πραξεις δ'αισχρο ποτε μητε μ'αλλον
μητε με σενα τον ιδιο.απ'ολα δε πιο πολυ να ντρεπεσαι τον εαυτο σου
Επειτα την διακαιοσυνη ν'ασκεις και μ'εργο και με λογο
μητ'αλογιστα τον εαυτο σου να'χεις για τιποτα εθισμενο
αλλα γνωρισε,πως να πεθαινουν ειναι το πεπρωμενο σ'ολους
πραγματα δε αλλοτε μεν ν'αποκτας ν'αγαπας,αλλοτε να τα χανεις
Οσα δε απ'τις δαιμονιακες τυχες οι θνητοι αλγη εχουν
οποια κι αν μοιρα να'χεις,αυτη να φερεις διχως ν'αγανακτεις
να θεραπευεις δε πρεπει καθ'οσον το δυνεσαι,αυτο εδω να'χεις υπ'οψιν
οχι σε παρα πολλους απ'τους αγαθους απ'αυτα πολυ μεριδιο δινουν
Πολλοι δε στους ανθρωπους λογοι και αναξιοι και καλοι
συνυπαρχουν,γι'αυτους μητε να απορριπτεις μητε να στεναχωριεσαι
ν'ασκεις τον εαυτο σου.ψευδος δε αν για κατι λεγεται,
πραως να μενεις,αυτο δε που θα σου πω,στα παντα να το εκτελεσεις.
κανεις μητε με λογο να σε παραπλανησει μητε με καποιο εργο
να πραξεις μητε να πεις,ο,τι για σενα δεν ειναι το καλλιτερο.
Να διαλογιζεσαι δε πριν το εργο,οπως μη μωρα πραξεις .
αναξιου ανδρα σε σενα και να πραττει και να λεει τ'ανοητα,
αλλ'αυτα να εκτελεις,αυτα που σενα μετεπειτα να μην στεναχωρησουν.
Να μην πραττεις δε μητ'ενα απ'αυτα που δεν γνωριζεις,αλλα να διδασκεσαι
οσα χρειαζεσαι,και πιο τερπνοτερο βιο ετσι θα περασεις
Ουτε δε της υγειας του σωματος αμελεια πρεπει να'χεις
αλλα και του ποτου μετρο και φαγητου και γυμναστικη
να κανεις.μετρο δε λεω τουτο εδω,αυτο που δεν θα σε στεναχωρηρει.
Συνειθιζε δε να'χεις διαιτα καθαρη αθραυστη
και να προφυλαγεσαι τετοια να κανεις,απ'οσα τον φθονο τραβουν.
να μη δαπανας παρακαιρα τα οποια απο τα καλα σαν τους αδαεις
μητε φιλοχρηματος να εισαι.το μετρο δε σε ολα αριστο.
Πραξε δε τουτα,αυτα που δεν θα σε βλαψουν,υπολογισε δε πριν το εργο
Μητε υπνο μαλακο πανω στα ματια να καλοδεχτεις,
πριν των ημερινων εργων τρις φορες καθ'ενα διελθεις
''που παρεβη;τι δε επραξα;τι σε μενα πρεπον δεν εκτελεσα;''
αρχιζοντας δε απ'το πρωτο να επεκτεινεσαι και στα μετεπειτα
για τ'αναξια που διεπραξες να επιπλητεσαι,για τα χρηστα να τερπεσαι
Τουτα μοχθησε,τουτα ασκησε,τουτων πρεπει ν'αγαπας
τουτα εσενα στα ιχνη της θειας Αρετης θα σε θεσουν
ναι μα τον παραδιδοντα στις δικιες μας ψυχες την τετρακτυν
πηγην αεναου φυσεως.αλλ'ελα στο εργο
στους θεους προσευχομενος να εκτελεσεις,τουτων δε τηρωντας
θα γνωρισεις και των αθανατων θεων και των θνητων ανθρωπων
τη συσταση,και πως σε καθενα διερχεται,και πως συγκρατειται,
θα γνωρισεις,αν θεμιτο ειναι,τη φυση για τα παντα ομοια,
ωστε εσυ μητε απελπιδα να ελπιζεις μητε κατι να σου ξεφευγει
θα γνωρισεις δε ανθρωπους απο μονοι τους βασανα εχοντες
ταλαιπωρους,οτι τ'αγαθα διπλα τους οντας ουτε τα βλεπουν
ουτε τ'ακουν,τη λυση δε των κακων λιγοι συνειδητοποιουν.
η τετοια μοιρα αυτων βλαπτει τα φρενα.οπως κυλινδροι
απ'αλλο σ'αλλο φερονται ατελειωτα βασανα εχοντες,
επειδη ολεθρια συνοδος η Ερις που τους βλαπτει το'χουν ξεχασει
πως συμφυτος ειναι ,αυτη δεν πρεπει να καλλιεργεις,να της μοιασεις δε ν'αποφευγεις
Ζευ πατερα,που απο πολλα και κακα δυνασαι να λυσεις απαντας,
εαν σ'ολους δειξεις,ενας μονος του ποιο δαιμονα εχει αναγκη.
Αλλα εσυ να'χεις πιστη,επειδη θεικο ειναι το γενος στους θνητους,
σ'αυτους η ιερη αποκαλυτικη φυση δειχνει το καθενα.
Αυτων εαν εσυ μετεχεις,κρατησεις αυτα που σε παροτρυνω
να εξασκησεις,την ψυχη δε απ'τους πονους αυτους εδω θα σωσεις,
αλλ'απεφυγε των βρωσιμων αυτων που ειπαμε και στους Καθαρμους
και στη Λυτρωση της ψυχης,κρινοντας και να σκεπτεσαι το καθενα
ηνιοχο τη γνωμη να στησεις που απο πανω ερχεται την αριστη.
οταν δε εγκαταλειψεις το σωμα στον ελευθερο αιθερα θα ελθεις,
θα εισαι αθανατος,θεος αμβροτος αφθαρτος,καθολου πια θνητος
.
.
ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΤΡΑΚΤΥΝ ΜΑΘΗΜΑΤΑ
1
-κανε φιλο οποιον στην αρετη ειναι αριστος
2
-στα πραα να μετεχεις λογια και στα εργα τα επωφελη
-να μην εχθρευεσαι φιλο σου για μικρο λαθος του
3
-να συγκρατησε στο φαι και στον υπνο και στη λαγνεια και στο θυμο
-μην κανεις κακο εργο μητε μ'αλλον μητε μονος σου
-απ'ολα δε πιο πολυ να ντρεπεσαι τον εαυτο σου
4
-ν'ασκεις την δικαιοσυνη και μ'εργο και με λογο
-να μην εισαι αλογιστα με τιποτα εθισμενος
-να σ'αρεσει ν'αποκτας πραγματα αλλα να ξερεις και να τα χανεις
-στα λογια των ανθρωπων συνυπαρχουν αναξια και καλα
1
-το ψευδος ν'αντιμετωπιζεις με ηρεμια
2
-να μην επιτρεψεις κανεναν να σε παραπλανησει
-να μην πραξεις μητε να πεις ο,τι δεν ειναι το καλλιτερο για σενα
3
-να σκεφτεσαι πριν ενεργησεις,μηπως ανοητα πραξεις
-να πραττεις αυτο που δεν θα στεναχωρησει καποιον και σενα
-να μην πραττεις αυτα που δεν εχεις αναγκη αλλα οσα χρειαζεσαι,
4
-να μην αμελεις την υγεια του σωματος
-μετρο ειναι αυτο που δεν θα σε στεναχωρηρει.
-η διατροφη σου να'ναι καθαρη ανεπεξεργαστη λιτη
-να μην τραβας τον φθονο των αλλων με τον τροπο που ζεις
1
-να μην σπαταλας
2
-να μην εισαι φιλοχρηματος
-το μετρο σε ολα ειναι αριστο
3
-πραξε οσα δεν θα σε βλαψουν ουτε σενα ουτε τους αλλους
-καθε νυχτα πριν κοιμηθεις εξετασε τρις φορες τις πραξεις της μερας
ρωτωντας:
που παρελειψα;
τι εκανα;
τι επρεπε να κανω και δεν εκανα;
-μαθε να βλεπεις και ν'ακους
.
.
.
.
Πλατων-χειρογραφο
Η ΠΕΡΙΠΑΙΚΤΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΣΤΟΝ ΠΡΟΛΟΓΟ ΤΟΥ ΣΟΦΙΣΤΗ
-χ.ν.κουβελης
-Πλατων Σοφιστης-Προλογος [μεταφραση χ.ν.κουβελης]-
ο Πλατωνας θεωρουσε τον σοφιστη ψευδολογο,αυτος ο σοφιστης δηλαδη υποστηριζοντας
πως το μη-ον δεν υπαρχει τοτε ολα ειναι οντα,επομενως αυτα που λεει ειναι αληθη,τα
ψευδη,κι ετσι εκανε το μαυρο ασπρο κι αντε να βγαλεις ακρη απ'τα ξεξασπρισματα και να
δεις ασπρη μερα,δηλαδη την οντως αληθεια,
τον επιασε που λες ο Πλατωνας τον καθησε σε μια καρεκλα,και με τις ερωτησεις τον εκανε
με τα κρεμμυδακια,'λες Α,να δουμε το Α;',τον εκανε να πει Β,'λες Β,να δουμε το Β;',τον
εκανε να πει Γ,'λες Γ,να δουμε τοΓ;',...και με το ιδιο βιολι βιολακι τον πηγαινε καροτσι
μεχρι το Ω κι ακομα παραπερα στο αγυριστο,
επομενως ο σοφιστης ειναι ον ψευτης,
του τα'κανε λιανα λιανα,παντα φυσικα φορωντας τη μασκα του Σωκρατη,χαζος ειναι
να βγαλει τα καστανα απ'τη φωτια μονος του:
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.ακου φιλαρακο,Υπαρχει κατι;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.και βεβαια υπαρχει,το ον
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[απο μεσα του-ονος εισαι και φαινεσαι]ας ονομασομαι μερικα οντα,Α,Β,Γ,Δ,
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Ας ονομασουμε.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Ωραια,το Α ειναι ιδιο με τον εαυτο του η' διαφορετικο;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Πως μπορει να'ναι διαφορετικο,ιδιο ειναι
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Ορθα λες[για να μαθεις να μην ξελες],αφου και τα Β,Γ,Δ ειναι ιδια με τον
εαυτο τους τοτε το Α θα ειναι διαφορετικο απο αυτα;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Αληθεια,θα ειναι διαφορετικο
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Αληθεια να σε καψει-απο μεσα του],αφου αυτα θα εκλαμβανουν τον
εαυτο τους σαν ιδια,σαν οντα,τοτε τα διαφορετικα θα τα εκλαμβανουν σαν μην οντα
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Αν ρωτησες,απαντω βεβαιως σαν μη οντα
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Σιγα μη ρωταγα τον Ψευτη να μου πει Αληθεια]Δηλαδη για το Β το Α ειναι
μη-ον
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Ορθα,μη-ον
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Ημιονος εσυ ον-απο μεσα του]Επομενως φιλε μου σοφιστακο το μη-ον
ειναι ον
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Πως αυτο;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Παει του'ρθε ταμπλας,επαθε διχασμο προσωπικοτητας] Εν ταξει.Να το δουμε
με την ησυχια μας ,απ'την αρχη,το Α δεν συμφωνησαμε πως ειναι ον;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Και βεβαια συμφωνησαμε,το Α ον
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[να'ξερες τι σε περιμενει,ενας διαλογος]δεν εξαγαμε και συμπερασμα,αρα το Α
μη-ον;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Εξαγαμε;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Να που ο μουργος παει να τ'αλλαξει]Εξαγαμε το μη-ον ον.Τελεια και Παυλα.
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Καλα
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Καλαθια]Τι ελεγες πριν;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Τι ελεγα;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Κανει το κοροιδο]Πριν ελεγες πως το μη-ον δεν υπαρχει.Και τωρα τι λες;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Αληθεια,τι λεω;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Την Αληθεια που θα σε καψει]Τωρα λες πως το μη-ον υπαρχει.
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Και τι μ'αυτο;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Ομολογεις πως εισαι Ψευτης.
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Με προσβαλεις;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Σοβαρολογεις;Μα αυτο που πριν ελεγες πως δεν υπαρχει τωρα λες πως
υπαρχει,αρα αυτα που διδασκες πριν ηταν ψευτιες.
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.[γελαει]στα λογια,και συ στα λογια πιστευεις;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Εισαι Ψευδολογος.
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Εσυ Αληθολογος νομιζεις πως εισαι;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Εγω ,τουλαχιστον νομιζω πως ενα γνωριζω
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Αληθεια τι;
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Πως τιποτα δεν γνωριζω
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Σιγα τα ωα.Αυτο ειναι ενα Σοφισμα.Να.Λες 'πως γνωριζω πως δεν γνωριζω
τιποτα',τοτε κι αυτο που ειπες 'πως γνωριζω πως δεν γνωριζω τιποτα' δεν το γνωριζεις
και παει λεγοντας,σε λογια δηλαδη να βρισκομαστε.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.[Με στριμωξε]Μηπως εχουμε κανεναν αλλον καλλιτερο τροπο εκτος απο τα
λογια να ψαχνουμε την Αληθεια;
ΣΟΦΙΣΤΗΣ.Μα την Αληθεια κανεναν.Δικιο εχεις.Γι'αυτο ασε και μενα να βγαλω το
ψωμακι μου με τα λογια,με μια αλλη εκφανση των λογων,το Ψεμα
ΣΩΚΡΑΤΗΣ.Σε συγχωρω.Αμαρτια εξομολογουμενη ουκ αμαρτια εστι.
[μονολογει-αυτοι οι ψευτες,τελικα,ψεματα ψεματα μου ειναι παρα πολυ χρησιμοι για να
βρω την αληθεια,αυτοι θα βρισκουν πρωτοι το Ψεμα κι εγω μετα την Αληθεια,οποτε τη βρω
ειν'αληθεια]
Ειχε αποφασισει για τον τιτλο του διαλογου ,Σοφιστης,μετα τον διαλογο Θεαιτητος,
τελος 368 πΧ η' αρχες 367 π.Χ πριν αναχωρησει για τις Συρακουσες,
σε πραγματικο χρονο την αλλη μερα μετα τη διαλεκτικη συζητηση για τη φυση της
γλωσσας με τον Θεαιτητο,η γλωσσα αντιληψη;η γλωσσα αληθη κριση;η γλωσσα
αληθη κριση με λογο;η' κατι αλλο;
θεμα του Σοφιστη 'περι του οντος και του μη-οντος',τα προσωπα: Σοφιστης, Θεοδωρος,
Σωκρατης,Ελεατης Ξενος, Θεαιτητος,
για τη περιπαικτικη διαθεση του προλογου χρησιμοποιησε μια ιδεα που πηρε απο τους
κατωθι στιχους 485-487 της ραψωδιας ρ' της Οδυσσειας του Ομηρου
.
Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωσια ρ',στιχοι 485-487
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
καί τε θεοὶ ξείνοισιν ἐοικότες ἀλλοδαποῖσι,
παντοῖοι τελέθοντες, ἐπιστρωφῶσι πόληας,
ἀνθρώπων ὕβριν τε καὶ εὐνομίην ἐφορῶντες 487
κι οι θεοι σε ξενους μοιαζοντας απ'αλλουε τοπους,
πολλων ειδων παιρνουν μορφες,και τριγυρνουν στις πολεις,
των ανθρωπων και την παραβαση και την ευνομια επιβλεποντας
.
.
Πλάτωνος Σοφιστής
[Περι του οντος και του μη-οντος]
Πρόσωπα: Σοφιστής, Θεόδωρος, Σωκράτης, Ἐλεάτης Ξένος, Θεαίτητος
[216a] Θεόδωρος
κατὰ τὴν χθὲς ὁμολογίαν, ὦ Σώκρατες, ἥκομεν αὐτοί τε κοσμίως καὶ τόνδε τινὰ ξένον ἄγομεν, τὸ μὲν γένος ἐξ Ἐλέας, ἑταῖρον δὲ τῶν ἀμφὶ Παρμενίδην καὶ Ζήνωνα [ἑταίρων], μάλα δὲ ἄνδρα φιλόσοφον.
Σωκράτης
ἆρ' οὖν, ὦ Θεόδωρε, οὐ ξένον ἀλλά τινα θεὸν ἄγων κατὰ τὸν Ὁμήρου λόγον λέληθας; ὅς φησιν ἄλλους [216b] τε θεοὺς τοῖς ἀνθρώποις ὁπόσοι μετέχουσιν αἰδοῦς δικαίας, καὶ δὴ καὶ τὸν ξένιον οὐχ ἥκιστα θεὸν συνοπαδὸν γιγνόμενον ὕβρεις τε καὶ εὐνομίας τῶν ἀνθρώπων καθορᾶν. τάχ' οὖν ἂν καὶ σοί τις οὗτος τῶν κρειττόνων συνέποιτο, φαύλους ἡμᾶς ὄντας ἐν τοῖς λόγοις ἐποψόμενός τε καὶ ἐλέγξων, θεὸς ὤν τις ἐλεγκτικός.
Θεόδωρος
οὐχ οὗτος ὁ τρόπος, ὦ Σώκρατες, τοῦ ξένου, ἀλλὰ μετριώτερος τῶν περὶ τὰς ἔριδας ἐσπουδακότων. καί μοι δοκεῖ θεὸς μὲν ἁνὴρ οὐδαμῶς εἶναι, θεῖος μήν: πάντας [216c] γὰρ ἐγὼ τοὺς φιλοσόφους τοιούτους προσαγορεύω.
Σωκράτης
καὶ καλῶς γε, ὦ φίλε. τοῦτο μέντοι κινδυνεύει τὸ γένος οὐ πολύ τι ῥᾷον ὡς ἔπος εἰπεῖν εἶναι διακρίνειν ἢ τὸ τοῦ θεοῦ: πάνυ γὰρ ἇνδρες οὗτοι παντοῖοι φανταζόμενοι διὰ τὴν τῶν ἄλλων ἄγνοιαν “ἐπιστρωφῶσι πόληασηομ. οδ. 17.485-7,” οἱ μὴ πλαστῶς ἀλλ' ὄντως φιλόσοφοι, καθορῶντες ὑψόθεν τὸν τῶν κάτω βίον, καὶ τοῖς μὲν δοκοῦσιν εἶναι τοῦ μηδενὸς [τίμιοι], τοῖς δ' ἄξιοι τοῦ παντός: καὶ τοτὲ μὲν πολιτικοὶ [216d] φαντάζονται, τοτὲ δὲ σοφισταί, τοτὲ δ' ἔστιν οἷς δόξαν παράσχοιντ' ἂν ὡς παντάπασιν ἔχοντες μανικῶς. τοῦ μέντοι ξένου ἡμῖν ἡδέως ἂν πυνθανοίμην, εἰ φίλον αὐτῷ, τί ταῦθ' [217a] οἱ περὶ τὸν ἐκεῖ τόπον ἡγοῦντο καὶ ὠνόμαζον.
Θεόδωρος
τὰ ποῖα δή;
Σωκράτης
σοφιστήν, πολιτικόν, φιλόσοφον.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Θεόδωρος
καθως η χθεσινη ομολογια ,Σωκρατη,ηρθαμε οπως κανονιστηκε και τουτον εδω τον ξενο
φερνομε,καταγομενο απο την Ελεα,συντροφο των περι τον Παρμενιδη και τον Ζηνωνα,
μαλιστα ανδρα φιλοσοφο
Σωκράτης
Επομενως λοιπον,Θεοδωρε,οχι ξενο αλλα καποιον θεο εφερες κατα τον λογο του Ομηρου
χωρις να καταλαβεις, αυτος λεει και αλλοι θεοι στους ανθρωπους οποιοι απ'αυτους
εχουν αιδω του δικαιου και βεβαια κι ο ξενιος θεος οχι λιγοτερο συνοδος γινεται
και τις παραβασεις και τις ευνομιες των ανθρωπων επιβλεπουν,μηπως λοιπον και σενα
καποιος τετοιος απ'τους ανωτατους ακολουθει,φαυλοι εμεις οντες στις συζητησεις
και να επιθεωρησει και να ελεγξει,θεος οντας καποιος ελεγκτικος
Θεόδωρος
δεν ειναι τουτη η συμπεριφορα ,Σωκρατη,του ξενου,αλλα πιο συγκρατημενη των περι των
εριδων σπουδασμενων,και σε μενα φαινεται θεος ο ανδρας καθολου να ειναι,θειος ομως,
επειδη ολους εγω τους φιλοσοφους τετοιους προσφωνω
Σωκράτης
και πολυ καλα,φιλε,τουτο βεβαια,αν διακινδυνεψω ετσι να το πω,το ειδος δεν ειναι πολυ
ευκολο να διακριθει απ'το του θεου,επειδη πολλοι τετοιοι ανδρες παντος ειδους
φανταζουν απο την αγνοια των αλλων να τριγυρνουν στις πολεις,οι μη πλαστοι
αλλ'οντως φιλοσοφοι,παρατηρουν απο ψηλα τον βιο των κατω,και σε καποιους μεν
φαινονται να ειναι μηδενικης αξιας,σε καποιους δε αξιζουν τα παντα,και ποτε μεν
πολιτικοι φανταζουν,ποτε δε σοφιστες,ποτε δε σε καποιους νομιζονται παραδομενοι
παντελως στη μανια της τρελλας,απο τον ξενο μας ευχαριστως θα ηθελα να μαθω,
αν ειναι αρεστο του,τι για τουτα οι περι τον εκει τοπο πρεσβευαν και πως ονομαζαν
Θεόδωρος
ποια ακριβως;
Σωκράτης
τον σοφιστή, τον πολιτικό, τον φιλόσοφο.
.
.
.
Διονυσος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ορφικοί ύμνοι ,αριθμος 30-Διονύσου θυμίαμα στύρακα και Ηροδοτου
Ιστοριαι Βιβλιο Γ' 107 -λιβανωτος,σμυρνη,κασιη,κιναμωμον,ληδανον,στυραξ
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Ορφικοί ύμνοι ,αριθμος 30
Διονύσου
θυμίαμα στύρακα
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον, εὐαστῆρα,
πρωτόγονον, διφυῆ, τρίγονον, Βακχεῖον ἄνακτα,
ἄγριον, ἄρρητον, κρύφιον, δικέρωτα, δίμορφον,
κισσόβρυον, ταυρωπόν, Ἀρήιον, εὔιον, ἁγνόν,
ὠμάδιον, τριετῆ, βοτρυηφόρον, ἐρνεσίπεπλον.
Εὐβουλεῦ, πολύβουλε, Διὸς καὶ Περσεφονείης
ἀρρήτοις λέκτροισι τεκνωθείς, ἄμβροτε δαῖμον
κλῦθι, μάκαρ, φωνῆς, ἡδὺς δ᾽ ἐπίπνευσον ἀμεμ[φ]ής
εὐμενὲς ἦτορ ἔχων, σὺν ἐυζώνοισι τιθήναις.
καλω τον Διονυσο τον βροντοφωνο τον ευαι κραυγαζοντα,
τον πρωτογενην,τον διφυτον,τον τρις γεννηθεντα,του Βακχειου βασιλια,
τον αγριον,τον αρρητον,τον αποκρυφον,τον δικερατον,τον διμορφον,
τον κισσοσκεπαστον,τον ταυροπροσωπον,τον του Αρη φιλο,τον ευοιιον,τον αγνον,
τον ωμοφαγον,τον τριετην,τον σταφυλια φεροντα,τον φυλλοντυμενον,
Ευβουλε,πολυβουλε,του Δια και της Περσεφωνης
στ'αρρητα κρεβατια γεννηθεις,αθανατε δαιμονα
ακουσε,μακαριε,της φωνης,γλυκος δε πνευσε προς με χωρις επικριση
ευμενη καρδια εχοντας,μαζι με τις ομορφοζωνες ακολουθες
.
Σχολια-χ.ν.κουβελης
ο Διας με τη μορφη φιδιου εσμιξε με τη Περσεφωνη και γεννηθηκε ο Διονυσος,
ο Ζαγρευς,η Ηρα ζηλεψε και διεταξε τους Τιτανες να τον σκοτωσουν,ο Ζαγρευς
προσπαθησε να ξεφυγει παιρνοντας διαδοχικες μορφες,μικρου παιδιου,γερου αντρα,
νεαρου,λιονταριου,αλογου,ερπετου,τιγρης και τελικα ταυρου,που τον εσφαξαν οι
Τιτανες,
απο εκει τα επιθετα του Διονυσου δικέρων, ταυρωπός
-κατα τους Ορφικους ο χρονος δημιουργησε το αργυροφεον ωον το κοσμικο αβγο απο το
οποιο εκκολαφθηκε ο ορφικος θεος Πρωτογονος η' Φανης,[αυτος που λαμπει,που
φαινεται,που ειναι φως],αρσενικος και θηλυκος ταυτοχρονα,με τεσσερα ματια και τεσσερα
κεφαλια με μορφη ζωου,με χρυσα φτερα και φωνη λιονταριου και κριου,
απο εκει ο Διονυσος και Πρωτογονος,
-διφυης,
απο τις δυο φυσεις του,την θεικη και ανθρωπινη,απο το θεικο αιμα που χυθηκε
οταν τον εσφαξαν οι Τιτανες,
κι απο το θηλυκο κι αρσενικο σωμα του
-τριγονος,αναφερεται στις τρεις γεννησεις του:
ως Ζαγρευς,γιος του Δια και της Περσεφωνης
ως Διονυσος,γιος του Δια και της Σεμελης
ως Ιακχος,γιος του Διονυσου και της Αυγης
-τριετης,επειδη καθε δυο χρονια γινονταν η τριετης γιορτη του Διονυσου
.
Η[Ο] Στυραξ
θυμίαμα στύρακα,θυμιαμα απο στυρακα,
η[ο] Στυραξ,[Στυρακας,Αστύρακας, Αστυράκι, Αστρακιά, Αγριοκυδωνιά,...,] ειναι ενας
φυλλοβολος φαρμακευτικος θαμνος,αλλα καιδεντρο[3μ-6μ],με ανθη λευκα,φυλλα
μικρα ωοειδη λεια πανω και χνουδωτα κατω,
απο τον κορμο του βγαινει ειδος ρητινης που εχρησιμοποιητο σαν θυμιαμα σε
θρησκευτικες εκδηλωσεις στην αρχαιοτητα κι αργοτερα,ακομη στην αρωματοποιεια,
στη φαρμακευτικη,...
ο Ηροδοτος 484-426 π.Χ στην Ιστορια του,βιβλιο Γ' ,107 γραφει για τον Στυρακα:
1 Πρὸς δ᾽ αὖ μεσαμβρίης ἐσχάτη Ἀραβίη τῶν οἰκεομενέων χωρέων ἐστί, ἐν δὲ ταύτῃ
λιβανωτός τε ἐστὶ μούνῃ χωρέων πασέων φυόμενος καὶ σμύρνη καὶ κασίη καὶ κινάμωμον
καὶ λήδανον. ταῦτα πάντα πλὴν τῆς σμύρνης δυσπετέως κτῶνται οἱ Ἀράβιοι. 2 τὸν μέν
γε λιβανωτὸν συλλέγουσι τὴν στύρακα θυμιῶντες, τὴν ἐς Ἕλληνας Φοίνικες ἐξάγουσι·
ταύτην θυμιῶντες λαμβάνουσι· τὰ γὰρ δένδρεα ταῦτα τὰ λιβανωτοφόρα ὄφιες ὑπόπτεροι,
μικροὶ τὰ μεγάθεα, ποικίλοι τὰ εἴδεα, φυλάσσουσι πλήθεϊ πολλοὶ περὶ δένδρον ἕκαστον,
οὗτοι οἵ περ ἐπ᾽ Αἴγυπτον ἐπιστρατεύονται, οὐδενὶ δὲ ἄλλῳ ἀπελαύνονται ἀπὸ τῶν
δενδρέων ἢ τῆς στύρακος τῷ καπνῷ.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
προς δε επισης το νοτο τελευταια ειναι η Αραβια απο τις κατωκοιμενες χωρες ,και σε τουτη
και ο λιβανωτος ειναι στη μονη απ'ολες τις χωρες που φυεται και η σμυρνα και η κασια
και το κιναμωμον και το λαδανο,τουτα ολα πλην της σμυρνας δυσκολα τ'αποκτουν
οι Αραβιοι,τον μεν λιβανωτον συλλεγουν την στυρακα θυμιατιζοντας,αυτην που στους
Ελληνες οι Φοινικες εξαγουν,τουτην θυμιατιζοντας λαμβανουν,επειδη τα δεντρα
τουτα τα λιβανωφορα φιδια με λεπτα πτερα,μικρα στο μεγεθος,ποικιλοειδη,φυλασουν
πληθος πολλα γυρω απο καθε δεντρο ,τουτα αυτα ειναι που για την Αιγυπτο ετοιμαζονται
να στρατευσουν,μ'επουδενι δε αλλο μεσο εκδιωχνονται απο τα δεντρα παρα μοναχα με τον
καπνο της στυρακος
.
Σχολια:
-λιβανωτος[το δεντρο λιβανος],λιβανωτον[λιβανι]
-σμυρνη,σμυρνα,ρητινη δεντρου της οικογενειας Βουρσεριδων-s mur πικρη,μυρρο
- Κιννάμωμον η Κασσία[κανελα] αειθαλες φυτο
-ληδανον,λαδανον,αλαδανος ,αρωματικη ρητινη απο το φυτο Κισθος ο κρητικος
[Cistus creticus]
.
.
.
Ανθολογιον του Στοβαιου,η πρωτη εκδοση Βενετιας 1536
Αποφθεγματα Αρχαιων Σοφων απο το Ανθολογιον του Στοβαιου
ΣΤΟΒΑΙΟΥ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΝ:ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΙ
[μεταφραση αποσπασματων χ.ν.κουβελης]
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΒΑΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ
ο Ιωαννης Στοβαιος[5ος αι. μΧ],γραμματικος,ηταν απο τους Στοβους της Μακεδονιας,
για την εκπαιδευση του γιου του Σεπτιμιου εγραψε το Ανθολογιον-Εκλογαι Αποφθεγματα
Υποθηκαι με επιλεγμενα αποσπασματα συγγραφεων της Αρχαιων και των Ελληνιστικων
Χρονων,ποιητων,ιστορικων,φιλοσοφων,ρητορων, αποτελουμενο απο 4 βιβλια,με θεματα
στο βιβλιο 1-μεταφυσικα,φυσικα
στο βιβλιο 2-γνωστικα,ηθικα
στο βιβλιο 3-ηθικα
στο βιβλιο 4-ηθικα,παιδαγωγικα,πολιτικα
ανθολογησε 204 συγγραφεις με πανω απο 500 αποσπασματα εργων τους και η πρωτη εκδοση
του Ανθολογιου εγινε στη Βενετια το 1536
.
.
ΣΤΟΒΑΙΟΥ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟΝ:ΕΠΤΑ ΣΟΦΟΙ
[μεταφραση αποσπασματων χ.ν.κουβελης]
[3.1.172α] Κλεόβουλος Εὐαγόρου Λίνδιος ἔφη·
Μέτρον ἄριστον. Εὖ τὸ σῶμα ἔχειν καὶ τὴν ψυχήν. Φιλήκοον εἶναι καὶ μὴ πολύλαλον.
Πολυμαθῆ ἢ ἀμαθῆ.Ἀδικίαν μισεῖν. Πολίταις τὰ βέλτιστα συμβουλεύειν. Ἡδονῆς κρατεῖν.
Βίᾳ μηδὲν πράττειν. Τέκνα παιδεύειν. Ἔχθρας διαλύειν. Μὴ ἐπιγέλα τῷ σκώπτοντι·
ἀπεχθὴς γὰρ ἔσῃ τοῖς σκωπτομένοις. Εὐποροῦντα μὴ ὑπερήφανον εἶναι, ἀποροῦντα μὴ
ταπεινοῦσθαι.
[3.1.172α] Κλεοβολος του Ευαγορα ο Λινδιος ειπε:
Το μετρο ειναι αριστο.Υγιες να'χεις το σωμα και την ψυχη.Ν'αγαπας ν'ακους και να
μην πολυμιλας.Πολυμαθης παρα αμαθης.Την αδικια ν'απεχθανεσαι.Τους πολιτες τα
πιο καλα να συμβουλευεις.Της ηδονης να συγκρατησαι.Με βια τιποτα να μην πραττεις.
Τα παιδια να εκπαιδευεις.Τις εχθρες να διαλυεις.Να μην επιδοκιμαζεις αυτον που
κοροιδευει,γιατι απεχθης θα γινεις στους κοροιδευομενους.Οταν ευπορεις να μη
υπηρηφανευεσαι,ουτε οταν απορεις να ταπεινωνεσαι.
.
[3.1.172β] Σόλων Ἐξηκεστίδου Ἀθηναῖος ἔφη·
Μηδὲν ἄγαν. Ἡδονὴν φεῦγε, ἥτις λύπην τίκτει. Σφραγίζου τοὺς μὲν λόγους σιγῇ, τὴν δὲ
σιγὴν καιρῷ. Μὴ ψεύδου, ἀλλ᾽ ἀλήθευε. Τὰ σπουδαῖα μελέτα. Φίλους μὴ ταχὺ κτῶ, οὓς
δ᾽ ἂν κτήσῃ, μὴ ταχὺ ἀποδοκίμαζε. Ἄρχεσθαι μαθών, ἄρχειν ἐπιστήσῃ. Εὐθύνας ἑτέρους
ἀξιῶν διδόναι, καὶ αὐτὸς ὕπεχε. Συμβούλευε μὴ τὰ ἥδιστα, ἀλλὰ τὰ βέλτιστα. Τοῖς πολίταις
μὴ θρασύνου. Μὴ κακοῖς ὁμίλει.Φίλους εὐσέβει. Ὃ ἂν ‹μὴ› ἴδῃς μὴ λέγε. Εἰδὼς σίγα. Τὰ
ἀφανῆ τοῖς φανεροῖς τεκμαίρου.
[3.1.172β] Σολων του Εξηκεστιδου ο Αθηναιος ειπε:
Σε τιποτα να μην υπερβαλεις.Την ηδονη ν'αποφευγεις,που λυπη γενα.Να σφραγιζεις
τα μεν λογια σου με σιωπη,την δε σιωπη με την καταλληλη περισταση.Να μην ψευδεσαι,
αλλα να λες την αληθεια.Τα σπουδαια να μελετας.Φιλους γρηγορα να μην αποκτας,
οποιους δε αν αποκτησεις,γρηγορα μην απορριπτεις.Να κυβερνιεσαι να μαθεις,[και]να
κυβερνας να γνωριζεις.Οταν ευθυνες σ'αλλους αξιωνεις να δινεις,κι ο ιδιος να τις δεχεσαι.
Να συμβουλευεις οχι τα ευχαριστα,αλλα τα βελτιστα.Με τους [συμ] πολιτες να μην
αποθρασυνεσαι.Με τους κακους να μην μιλας.Τους φιλους να σεβεσαι.Οτι αν δεν το
γνωριζεις να μην το λες.Αν γνωριζεις σιωπα.Τα αφανη απο τα φανερα να συναγεις.
.
[3.1.172γ] Χείλων Δαμαγήτου Λακεδαιμόνιος ἔφη·
Γνῶθι σαυτόν. Ἐπὶ τὰ δεῖπνα τῶν φίλων βραδέως πορεύου, ἐπὶ δὲ τὰς ἀτυχίας ταχέως.
Πρεσβύτερον σέβου. Τὸν τὰ ἀλλότρια περιεργαζόμενον μίσει. Ζημίαν αἱροῦ μᾶλλον ἢ
κέρδος αἰσχρόν· τὸ μὲν γὰρ ἅπαξ λυπήσει, τὸ δὲ ἀεί. Τῷ δυστυχοῦντι μὴ ἐπιγέλα. Τραχέσιν
ἥσυχον σεαυτὸν πάρεχε, ὅπως σε αἰσχύνωνται μᾶλλον ἢ φοβῶνται. Ἡ γλῶσσά σου μὴ
προτρεχέτω τοῦ νοῦ. Θυμοῦ κράτει. Μὴ ἐπιθύμει ἀδύνατα. Νόμοις πείθου.
[3.1.172γ] Χειλων του Δαμαγητου ο Λακεδαιμονιος ειπε:
Να γνωρισεις τον εαυτο σου.Στα δειπνα των φιλων αργα να πηγαινεις,στις δε ατυχιες
γρηγορα.Τον γεροντοτερον να σεβεσαι.Αυτον που τα ξενα περιεργαζεται ν'απεχθανεσαι.
Τη ζημια να ζητας μαλλον παρα κερδος αισχρο,το μεν ενα για μια φορα θα σε λυπησει,
το δε αλλο για παντα.Στον δυστυχουντα να μην επιγελας.Στους κακοτροπους ηρεμο
τον εαυτο σου να'χεις,για να σε ντρεπονται μαλλον παρα να σε φοβουνται.Η γλωσσα
να μην προτρεχει του νου.Του θυμου να συγκρατησαι.Να μην επιθυμεις τα αδυνατα.
Στους νομους να υπακους.
.
[3.1.172δ] Θαλῆς Ἐξαμίου Μιλήσιος ἔφη·
Φίλων παρόντων καὶ ἀπόντων μέμνησο. Μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ᾽ ἐν τοῖς
ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός. Μὴ πλούτει κακῶς.Μὴ προσδέχου τὸ φαῦλον. Χαλεπὸν τὸ εὖ
γνῶναι. Ἥδιστον τὸ ἐπιθυμίας τυχεῖν. Ἀνιαρὸν ἀργία. Βλαβερὸν ἀκρασία. Βαρὺ
ἀπαιδευσία. Δίδασκε καὶ μάνθανε τὸ ἄμεινον. Ἀργὸς μὴ ἴσθι, μηδ᾽ ἂν πλουτῇς. Μέτρῳ χρῷ.
Μὴ πᾶσι πίστευε. Ἄρχων κόσμει σεαυτόν.
[3.1.172δ] Θαλης του Εξαμιου ο Μιλησιος ειπε:
Τους φιλους παροντες κι αποντες να θυμασαι.Να μην καλλωπιζεις την οψη,αλλα
και στις ασχολιες να'σαι καλος.Να μην πλουτιζεις κακα.Να μην δεχεσαι το φαυλο.
Δυσκολη η ορθη γνωση.Πολυ ευχαριστο αυτο που επιθυμεις να σου συμβει.
Δυσαρεστο η αργια.Βλαβερη η ακρισια.Βαρυ η απαιδευσια.Διδαξε και μαθε το πιο
ανωτερο.Αργος να μην εισαι,μητε κι αν εισαι πλουσιος.Στο μετρο να'χεις αναγκη.
Να μην πιστευεις σ'ολους.Οταν κυβερνας να ευπρεπιζεσαι[να γινεσαι καλυτερος
στον εαυτο σου]
.
[3.1.172ε] Πιττακὸς Υρραδίου Λέσβιος ἔφη·
Καιρὸν γνῶθι. Ὃ μέλλεις ποιεῖν, μὴ λέγε· ἀποτυχὼν γὰρ καταγελασθήσῃ. Τοῖς ἐπιτηδείοις
χρῶ. Ὅσα νεμεσᾷς τῷ πλησίον, αὐτὸς μὴ ποίει.Παρακαταθήκας ἀπόδος. Ἀνέχου ὑπὸ τῶν
πλησίον μικρὰ ἐλαττούμενος. Τὸν φίλον κακῶς μὴ λέγε, μηδ᾽ εὖ τὸν ἐχθρόν· ἀσυλλόγιστον
γὰρ τὸ τοιοῦτον. Δεινὸν συνιδεῖν τὸ μέλλον, ἀσφαλὲς τὸ γενόμενον. Ἄπληστον κέρδος.
Κτῆσαι ἀίδια· εὐσέβειαν, παιδείαν, σωφροσύνην, φρόνησιν, ἀλήθειαν, πίστιν, ἐμπειρίαν,
ἐπιδεξιότητα, ἑταιρείαν, ἐπιμέλειαν, οἰκονομίαν, τέχνην.
[3.1.172ε] Πιττακος του Υρραδιου ο Λεσβιος ειπε:
Τον καταλληλο χρονο να γνωριζεις.Αυτο που μελλει να κανεις,μη λες,γιατι
αποτυγχανοντας θα καταγελαστεις.Στους γνωριζοντες να'χεις αναγκη.Οσα κατηγορεις
στον πλησιον,ο ιδιος να μην τα κανεις.Αυτα που σου παραδινονται να τα αποδιδεις.
Ν'ανεχεσαι απ'τους γειτονες λιγο να ζημιωνεσαι.Για τον φιλο κακα να μην λες,μητε καλα
για τον εχθρο,επειδη απερισκεπτο το τοιουτο.Δυσκολο να γνωρισεις το μελλον,βεβαιο
το γινομενο.Το κερδος απληστια.Αποκτησε τα διαρκη ,ευσεβεια,σωφροσυνη,φρονηση,
αληθεια,πιστη,εμπειρια,επιδεξιοτητα,συναδελφικοτητα,επιμελεια,οικονομια,τεχνη.
.
[3.1.172ζ] Βίας Τευταμίδου Πριηνεὺς ἔφη·
Οἱ πλεῖστοι ἄνθρωποι κακοί. Ἐς τὸ ἔσοπτρον [ἔφη] ἐμβλέψαντα δεῖ, εἰ μὲν καλὸς φαίνῃ,
καλὰ ποιεῖν, εἰ δὲ αἰσχρός, τὸ τῆς φύσεως ἐλλιπὲς διορθοῦσθαι τῇ καλοκαγαθίᾳ. Βραδέως
ἐγχείρει· ὃ δ᾽ ἂν ἄρξῃ, διαβεβαιοῦ. Μίσει τὸ ταχὺ λαλεῖν, μὴ ἁμάρτῃς· μετάνοια γὰρ
ἀκολουθεῖ. Μήτ᾽ εὐήθης ἴσθι, μήτε κακοήθης. Ἀφροσύνην μὴ προσδέχου. Φρόνησιν
ἀγάπα. Νόει τὸ πραττόμενον. Ἄκουε πολλά. Λάλει καίρια.Ἀνάξιον ἄνδρα μὴ ἐπαίνει διὰ
πλοῦτον. Πείσας λάβε, μὴ βιασάμενος. Κτῆσαι ἐν μὲν νεότητι εὐπραξίαν, ἐν δὲ τῷ γήρᾳ
σοφίαν. Ἕξεις ἔργῳ μνήμην, καιρῷ εὐλάβειαν, τρόπῳ γενναιότητα, πόνῳ ἐγκράτειαν, φόβῳ
εὐσέβειαν, πλούτῳ φιλίαν, λόγῳ πειθώ, σιγῇ κόσμον, γνώμῃ δικαιοσύνην, τόλμῃ ἀνδρείαν,
πράξει δυναστείαν, δόξῃ ἡγεμονίαν.
[3.1.172ζ] Βιας ο Τευταμιδου ο Πριηνευς ειπε:
Οι πιο πολυ ανθρωποι κακοι.Στον καθρεφτη να κοιταξεις πρεπει,αν μεν καλος φανεις,
καλα να κανεις,αν δε απαισιος,την ελλειψη της φυσεως να διορθωσεις με την
καλοκαγαθια.Αργα να επιχειρεις,οτι δε αρχισεις να'σαι βεβαιος,επειδη η μετανοια
ακολουθει.Μητ'αγαθος να'σαι,μητε κακοηθης.Την αφροσυνη μην δεχεσαι.Την φρονηση
ν'αγαπας.Να κατανοεις αυτο που πραττεται.Ακουε πολλα.Μιλα στη ωρα.Αναξιο αντρα
μην επαινεις για τον πλουτο.Πειθωντας να παιρνεις,οχι βιαζοντας.Ν'αποκτησεις στην μεν
νεοτητα ευτυχια,στο δε γηρας σοφια.Να'χεις στο εργο μνημη ,στην καταλληλη στιγμη
ευλαβεια,στο φερσιμο γενναιοτητα,στον πονο εγκρατεια,στον φοβο ευσεβεια,στον πλουτο
φιλια,στον λογο πειθω,στη σιωπη σεμνοτητα,στη γνωμη δικαιοσυνη,στη τολμη αδρεια,στη
πραξη δυναστεια,στη δοξα ηγεμονια
.
[3.1.172η] Περίανδρος Κυψέλου Κορίνθιος ἔφη·
Μελέτα τὸ πᾶν. Κέρδος αἰσχρὸν. Δημοκρατία κρεῖττον τυραννίδος. Αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί,
αἱ δ᾽ ἀρεταὶ ἀθάνατοι. Εὐτυχῶν μὲν μέτριος ἴσθι, ἀτυχῶν δὲ φρόνιμος. Φειδόμενον
κρεῖττον ἀποθανεῖν ἢ ζῶντα ἐνδεῖσθαι. Σεαυτὸν ἄξιον παρασκεύαζε τῶν γονέων. Ζῶν μὲν
ἐπαινοῦ, ἀποθανὼν δὲ μακαρίζου. Φίλοις εὐτυχοῦσι καὶ ἀτυχοῦσιν ὁ αὐτὸς ἴσθι. Ὃν ἂν
ἑκὼν ὁμολογήσῃς πονηρόν, παράβαινε. Λόγων ἀπορρήτων ἐκφορὰν μὴ ποιοῦ. Μὴ μόνον
τοὺς ἁμαρτάνοντας κόλαζε, ἀλλὰ καὶ τοὺς μέλλοντας κώλυε. Δυστυχῶν κρύπτε, ἵνα μὴ
τοὺς ἐχθροὺς εὐφράνῃς
[3.1.172η] Περιανδρος του Κυψελου ο Κορινθιος ειπε:
Μελετα το παν.Το κερδος αισχρον.Η Δημοκρατια ανωτερη της τυραννιδος.Οι μεν ηδονες
θνητες,οι δε αρετες αθανατες.Ευτυχων μεν συγκρατημενος να'σαι,ατυχων δε φρονιμος.
Αυτος που τσιγκουνευεται καλυτερα να πεθανει παρα ζωντας να στερηται τ'αναγκαια.
Τον εαυτο σου να προετοιμαζεις αξιον των γονεων.Τον ζωντα μεν να τιμας,τον
αποθανοντα δε να μακαριζεις.Στους φιλους που ευτυχουν κι ατυχουν ο ιδιος να'σαι.
Οποιο αν με τη θεληση ομολογησεις πονηρο ,παραμερισε το. Λογια απορρητα μην τα
κοινολογεις.Οχι μονο τους βλαπτοντας να τιμωρεις,αλλα και τους μελλοντες
[να βλαψουν]εμποδιζε.Οτι δυστυχεις κρυψε,για να μην τους εχθρους ευχαριστησεις.
.
.
.
.
Πορτραιτο-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Πλατων ποιηση
(μεταφραση χ.ν.κουβελης)
Αστερας εισαθρεις αστηρ εμος.
Ειθε γενοιμην Ουρανος,
ως πολλοις ομμασιν εις σε βλεπω
Τ'αστερια κοιταζεις αστερι μου.
Ας γινομουν Ουρανος,
με πολλα ματια να σε βλεπω
.
.
.
Αρπαλυκη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
ΙΓ΄ Περὶ Ἁρπαλύκης
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
ΙΓ΄ Περὶ Ἁρπαλύκης
Ἱστορεῖ Εὐφορίων Θρᾳκὶ καὶ Δεκτάδας
(1) Κλύμενος δὲ ὁ Τελέως ἐν Ἄργει γήμας Ἐπικάστην γεννᾷ παῖδας, ἄρρενας μὲν Ἴδαν
καὶ Θήραγρον, θυγατέρα δὲ Ἁρπαλύκην, πολύ τι τῶν ἡλίκων θηλειῶν κάλλει διαφέρουσαν.
ταύτης εἰς ἔρωτα ἐλθὼν χρόνον μέν τινα ἐκαρτέρει καὶ περιῆν τοῦ παθήματος· ὡς δὲ πολὺ
μᾶλλον αὐτὸν ὑπέρρει τὸ νόσημα, τότε διὰ τῆς τροφοῦ κατεργασάμενος τὴν κόρην λαθραίως
αὐτῇ συνῆλθεν.
(2) ἐπεὶ μέντοι γάμου καιρὸς ἦν καὶ παρῆν Ἀλάστωρ, εἷς τῶν Νηλειδῶν, ἀξόμενος αὐτήν, ᾧ καθωμολόγητο, παραχρῆμα μὲν ἐνεχείρισε, πάνυ λαμπροὺς γάμους δαίσας.
(3) μεταγνοὺς δὲ οὐ πολὺ ὕστερον διὰ τὸ ἔκφρων εἶναι μεταθεῖ τὸν Ἀλάστορα καὶ περὶ μέσην
ὁδὸν αὐτῶν ἤδη ὄντων ἀφαιρεῖται τὴν κόρην, ἀγ<αγ>όμενός τε εἰς Ἄργος ἀναφανδὸν αὐτῇ
ἐμίσγετο. ἡ δὲ δεινὰ καὶ ἔκνομα πρὸς τοῦ πατρὸς ἀξιοῦσα πεπονθέναι τὸν νεώτερον ἀδελφὸν κατακόπτει· καί τινος ἑορτῆς καὶ θυσίας παρ᾿ Ἀργείοις τελουμένης, ἐν ᾗ δημοσίᾳ πάντες
εὐωχοῦνται, [καὶ]τότε σκευάσασα τὰ κρέα τοῦ παιδὸς παρατίθησι τῷ πατρί.
(4) καὶ ταῦτα δράσασα αὐτὴ μὲν εὐξαμένη θεοῖς ἐξ ἀνθρώπων ἀπαλλαγῆναι, μεταβάλλει τὴν
ὄψιν εἰς χαλκίδα5 ὄρνιν· Κλύμενος δὲ, ὡς ἔννοιαν ἔλαβε τῶν συμφορῶν, διαχρῆται ἑαυτόν.
.
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
ΙΓ΄ Περὶ Ἁρπαλύκης
Ιστορει ο Ευφοριων στον Θρακα και ο Δεκταδας
(1) Ο Κλυμενος δε του Τελεα στο Αργος παντρευθεις την Επικαστη γεννα παιδια,αρρενα
μεν τον Ιδα και τον Θηραγρο,θυγατερα δε την Αρπαλυκη,που πολυ των συνομιλικων
θηλυκων στο καλλος διεφερε,τουτης ερωτευθεις καποιο χρονο μεν συγκρατιονταν και
ξεπερνουσε το παθος.Καθως δε παρα πολυ αυτον υπερχειλιζει η αρρωστεια,τοτε με τη
συνεργεια της τροφου κρυφα μ'αυτην συνεβρεθηκε.
(2) Οταν λοιπον του γαμου καιρος ηταν κι ηρθε ο Αλαστωρ,ενας των Νηλειδων,να την
παρει,που σ'αυτον ειχε υποσχεθει,αμεσως μεν την παρεδωσε,πολυ λαμπρα γαμηλια
τραπεζια παραθετωντας,
(3)μετανιωνοντας δε λιγο υστερα γιατι παραφρονησε καταδιωξε τον Αλαστορα και στο
μεσο του δρομου αυτων οντων ηδη αρπαξε τη κορη,κι ερχομενος στο Αργος φανερα
μ'αυτη εσμιγε.Αυτη δε τρομερα και ανομα απ'τον πατερα θεωρωντας πως εχει παθει
τον νεοτερο αδερφο κομματιαζει.Και καποιας γιορτης και θυσιας απ'τους Αργειους
τελουμενης,στην οποια δημοσια οι παντες τρωνε και διασκεδαζουν,τοτε παρασκευαζον-
τας τα κρεατα του παιδιου τα παραθεσαι στον πατερα.
(4) και τουτα ενεργωντας αυτη μεν προσευχομενη στους θεους απ'τους ανθρωπους
ν'απαλλαγει,μεταμορφωθηκε σε πουλι χαλκιδα.Ο Κλυμενος δε,οταν εννοησε τις
συμφορες,αυτοκτονησε.
.
.
Σχολια:
.-Παρθένιος ο Νικαευς [1ος αι.π.Χ] Ελληνας αρχαιος ποιητης απο τη Νίκαια της Βιθυνιας
.-Ευφορίων ο Χαλκιδευς [γεννηθηκε περιπου το 275π.Χ]Ελληνας αρχαιος ποιητης και
επιγραμματοποιος
Suda s.v. Εὐφορίων, ε 3801
Εὐφορίων, Πολυμνήστου, Χαλκιδεύς, ἀπὸ Εὐβοίας, μαθητὴς ἐν τοῖς φιλοσόφοις Λακύδου
καὶ Πρυτάνιδος καὶ ἐν τοῖς ποιητικοῖς Ἀρχεβούλου τοῦ Θηραίου
-Δεκτάδας,ης,αρχαιος συγγραφεας που εγραψε μυθικα θεματα
-οι απογονοι του Νηλεα ονομαζονταν Νηλειδες,ο Νηλεας ηταν πατερας του Νεστορα
της Πυλου.
-η γιορτη ειναι αφιερωμενη στη θεα Ηρα
-το πουλι χαλκις ισως ειναι ενα ειδος κουκουβαγιας,θεωρουμενη θεραπαινιδα,υπηρετρια
της θεας Αθηνας,
στη Λακωνια χαλκις ειναι η θεραπαινιδα,η υπηρετρια.
.
Ευφορίων ο Χαλκιδευς
-αποσπασμα απο το επικο ποιημα του Θραξ ,που αναφερεται στον Κλυμενο και την Αρπαλυκη
3 ] ήλιε δε •[
] παιδός άγασίφ[ρον]ος · [
5 ] δείπνα λυγρήι επ[ ί μοίρηι (?)
ευ? θ][α]ρσες · από κλύτόνω[
] · ν τε και [α]ρχματα κ[α]λλυνο[υσ · ·
πρό]δομονδε διέκ θαλάμοιο · [
θυ]ρετρα και υψοθι δωμηθέν[τα
10 ]ος επ' [ε]υρυρόηι Αϊαντι
] · ν υ[πει]ρέχει [ακ]ρεμόνε[σσιν
μαργοσυνης δε ε]κητι θεοι και άεικέος άΐκλου
οίόβιόν μιν εθηκα]ν' Άθηναίης θεράπαιναν
χαλκίδα, τοις έτε]ροισιν άπεχθομένην ορνισιν
15 άνδράσι δ' ος γ' ά]πάρεστος έώι θάνεν άμφι σιδήρ[ωι].
παιδί νυν ουλομε]νον Κλυμένου έπε', αίνος ερωτο[ς.
ε]πιμίσγεται ώκεάνοιο
]κορέσσομεν ἧι ποτε Μῆδος
]σσεναν[...].α[...]ρ.υ...ν
20 ]φωεσ[ ]..[
]κερασ[
]..αι..[
.
.
λυγρος,ολεθριος
Αιαντας,ποταμος
ακρεμων,κλαδι δεντρου που διακλαδιζεται σε μικροτερα κλαδια
ἕκητι,για αιτια του,της
μαργοσυνη,αισχρη επιθυμια
αεικης,απρεπης
ἄικλον,βραδυ φαγητο
Άθηναίης,θεας Αθηνας
οἰόβιος,μοναχικος
ουλομενη,καταραμενη
αίνος ερωτο[ς,αστερισμος
.
.
.
Αρχιλοχος,αποσπασμα παπυρου[Κολωνια Koln Germany]
Εγω ο Αρχιλοχος ποιητης μισθοφορος γραφω-χ.ν.κουβελης
Εγω ο Αρχιλοχος ο Παριος ο Θασιος υιος της δουλης Ενιπους αριστοκρατης
ποιητης δια πενιαν και αποριαν οινοφιλος μισθοφορος θυμοεις σαρκαστικος
εκδικητικος ιδιοφυης θαρρσυς αντιων παντοδαπων επ' δουρι κεκλυμενος γραφω:
Ασπίδι μεν Σαΐων τις αγάλλεται, ην παρά θάμνωι,
έντος αμώμητον, κάλλιπον ουκ εθέλων·
ψυχήν δ’ εξεσάωσα. Τι μοι μέλει ασπίς εκείνη;
Ερρέτω· εξαύτις κτήσομαι ου κακίω.
κι ας με περασουν για δειλο,καλλιτερα ριψασπις παρα,νομιζω,ριψψυχης
με την ασπιδα καποιος απ'τους Σαιους αγαλλεται,που σε θαμνο κοντα,
χαρμα ιδεσθαι,την παρατησα εξαναγκασμενος.
Τον εαυτο μου εσωσα.Τι με νοιαζει η ασπιδα εκεινη;
Ας παει στα τσακιδια.Παλι μι'αλλη καλλιτερη θ'αποκτησω
πολλα ειδαν τα ματια μου,ανθρωπους και τοπους,παλιανθρωπους κι αριστους,τσογλανια
και φιλοσοφους,πορνες κι ηθικες,λοχιες και λογιωνε στρατηγους ,
α σιγουρα
Ου φιλέω μέγαν στρατηγόν ουδέν διαπεπλιγμένον
ουδέ βοστρύχoισι γαύρον ουδ’ υπεξυρημένον,
αλλά μοι σμικρός τις είη και περί κνήμας ιδείν
ροικός, ασφαλέως βεβηκώς ποσσί, καρδίης πλέως.
βεβαιοτατα
δεν γουσταρω μεγα στρατηγο ουτε μ'ανοιχτα τα ποδαρια στημενο
ουτε με κατσαρα τσουλουφια θρασεμενον ουτε και κοντρα ξυρισμενο
αλλ'ας ειναι για γουστο μου κοντος και με στραβα ποδαρια
σταθερα να περπατα,να το λεει η καρδια του
πνεει απ'τις αγριοτριανταφυλλιες ενα μυριστικο αερακι κι απαλα μου χαιδευει το προσωπο
και χωρις να θελω ζωντανη μου φερνει την εαρινη αναμνηση της Νεοβουλης
Ἐσμυρισμέναι κόμας καὶ στῆθος,
ὡς ἄν καὶ γέρων ἠράσσατο.
αχ μοσχομυριστα μαλλια και στηθος
και γερο αναστατωνεται
αχ μοναχα η κορη του Λυκαμβεα ειναι η πιο υπεροχη
Οἴην Λυκάμβεω παῖδα τὴν ὑπερτέρην.
και ποσο μου ερεθιζει το μυαλο η σκεψη τους,ο Λυκαμβεας κι η Νεοβουλη μισητοι εχθροι
μου,με πικρους στιχους αν δεν τους εξολοθρευσω δεν θα ησυχασω,με ιαμβους βραχυ μακρο
και τροχαιους μακρο βραχυ δεν θα τους αφησω σε χλωρο κλαρι,την απιστια τους θα
πληρωσουν,τι κι αν γυριζω πληρωμενος πολεμιστης για συμφεροντα ξενα εδω κι εκει στην
Ιωνια στη Θασο στη Μακεδονια στη Τορωνη στην Ευβοια θα επιστρεψω στη πατριδα να τους
τσακισω,βραχυ μακρο βραχυ και παλι απ'την αρχη,μια ωρα πριν το γαμο αλλαξαν,δεν με θελουν
για γαμπρο φωναξαν,μ'εδιωξαν,μ'εξευτελισαν σ'ολο το νησι,εμενα τον γονο τ'αριστοκρατη
Τελεσικλη,αλλα κι εγω εχω καταστρωσει αλαθητο σχεδιο να τους εξευτελισω,
τα φκιαχνω λοιπον με την αδερφη,την ξεμυαλιζω,δοξα τω θεω ο πολεμος μου'κανε γερο και
θελκτικο το κορμι,δεν θ'αντεξει,θα λαβωθει στις σαιτιες μου,θα τη ριξω στις γλυκες του
κρεβατιου,κι υστερα τους χορευω ως το τελος,
ειναι στιγμες που με πιανει στο δοκανο της μια στεναχωρια μεγαλη,και για τιποτα δεν με
μελλει,
ουτε για ιαμβους ουτε για τερψεις
Καὶ μ' οὔτ' ἰάμβων οὔτε τερπωλέων μέλει·
να σιωπησω θελω,να μη κινουμαι,να μην αισθανομαι τιποτα,τοτε παρακαλαω να εμφανισθει
επιτελους εκεινος ο σκαιοτατος Καλωνδας η' Κορακας,ειτε στη Ναξο ειτε οπουδηποτε αλλου
δεν με νοιαζει,
τωρα και τι θα'δινα,αν
Εἰ γὰρ ὣς ἐμοὶ γένοιτο χεῖρα Νεοβούλης θιγεῖν
και μονο γινονταν το χερι της Νεοβουλης ν'αγγιζα
θυμαμαι και γελαω ενα περιστατικο στο σπιτι της,τοτε π'αραβωνιασμενος κι ευτυχισμενος
γυριζα εκει.η μανα της κοκετα δεν το'βαζε κατω,γρια κοτα και βαφονταν και στολιζονταν κι
ηθελε να περναει για μικρουλα,ποθητη,κι οπως ερχονταν σιναμενη και κουναμενη η πεθερα
εσκυψα και ψιθυρισα στ'αυτι της Νεοβουλης μου
Οὐκ ἄν μύρισι γρηῦς ἐοῦσ' ἠλείφεο.
με μυρα η γρια μπλατσαρωνεται
-σιγα ,μη σ'ακουσει η μαμα,αντεδρασε εκεινη και γελασε
ποσο με κουραζαν οι βεγγερες που καθε τοσο εκανε,μαζευε πριν βραδιασει τις φιλεναδες της,
κατι ανυπαντρες γεροντοκορες,κατι ξιπασμενες νεοπλουτες και κοτσομπολευαν περι παντος
επιστητου,ηληθια γελια,ανοησιες,ελαφραδες,ενας ακατασχετος απεχθης βαβακισμος φλυαριας
στριφογυριζε στο σπιτι
Κατ' οἶκον ἐστρωφᾶτο μισητὸς βάβαξ.
απο δω που καθομαι μου φαινεται
Ἥδε δ' ὥστ᾽ ὄνου ῥάχις
ἕστηκεν ὕλης ἀγρίης ἐπιστεφής·
το βουνο της Θασου σαν ραχη γαιδαρου και το δασος σαν σαμαρι πανω του,αυτη η αποικια
ηταν μια μωροφιλοδοξια του πατερα,να'χει την αποικια του,καθε αριστοκρατης που σεβεται
τ'ονομα του εχει αποικια,αυτη μας καταστρεψε,δεν ειναι ευκολο σημερα να κρατηθουν αυτες
οι αποικιες,πολλοι ειναι αυτοι που τις επιβουλευονται,ειναι λιαν δυσκολα κι επικινδυνα πραγ-
τα αυτες οι αποικιες,και δεν ξερεις πως καταληγουν,σημερα δεν ειναι οπως παλιοτερα,αλλαξαν
οι καιροι,και πολιτικα και οικονομικα και στρατιωτικα,καιροι ου μενετοι.
παρ'ολ'αυτα μεσα στη δεινη πενια μου και την πολυ μαλα απορια μου
οὔ μοι τὰ Γύγεω τοῦ πολυχρύσου μέλει,
οὐδ᾽ εἷλέ πώ με ζῆλος, οὐδ᾽ ἀγαίομαι θεῶν ἔργα,
μεγάλης δ᾽ οὐκ ἐρέω τυραννίδος·
ἀπόπροθεν γάρ ἐστιν ὀφθαλμῶν ἐμῶν.
εμενα οι θησαυροι του πολυχρυσου Γυγη δεν με νοιαζουν
ουτε καθολου με πιανει ζηλια ουτε θαυμαζω των δυνατων τα εργα
ουτε ζηταω να'χω μεγαλη εξουσια
περα πολυ μακρια αυτα απ'τα ματια μου ειναι
μα τι στο διαολο εγινε;γιατι σκοτιδιασε;μεσημερι ηταν,μηπως υβρισα τα θεια και τα ιερα
εν αγνοια μου και καποιους απ'τους ανωτερους τσαντιστηκε κι εστειλε αυτο το φοβερο
σημαδι να δω και να μετανοησω;τι εγινε ο ηλιος;που πηγε;,εδω ηταν πριν στη μεση τ'ουρανου
και με κατακαιγε με τις ακτινες του,ανοιξη Απριλης οντας,ποιος τον αρπαξε και κανει φτηνη
πλακα στους ανθρωπους;αν εκκλειψει ο ηλιος τοτε χαιρεται η ζεστη και καλωσερχεται η
παγωνια,γαια γεννοιτο παγογαια ,δεν μπορει αυτο να γινει,ειναι αδυνατο,οπως ας πουμε τα
θηρια ν'αλλαξουν τις θεσεις τους με τα δελφινια,και ν'αγαπουν τα ηχηρα κυματα πιο πολυ απ'τη
στερια,και τα δελφινια το δασωμενο βουνο,αυτο που βλεπω τωρα το θεωρω ανελπιστο,
κι ορκο σιγουρα θα'παιρνα πως δεν μπορει να συμβει,και στα παραξενα δεν πιστευω,
κι ουτε πως ο Ζευς ο πατερας των Ολυμπιων ειν'ο αιτιος,γιατι και στους θεους υπαρχει μετρο
τι μπορουν να κανουν,θεοι τε ουκ υπερβησεται μετρα,ομως η εκκλειψη του ηλιου συμβαινει
τωρα εδω μπροστα στα ματια μου κι ειμαι μαρτυρας της και ενω ηταν μεσημερι εγινε νυχτα,και
κρυφτηκε το φως του ηλιου που ελαμπε,και σιγουρα τρομερο δεος θα πλακωσε τους
ανθρωπους κι απ'αυτο δεν γινεται να μη πιστεψουν και να μην ειναι φυσιολογικα αναμενομενο
και να μην απορισουν ακομα κι οταν συμβει τα ψαρια με τ'αγρια θηρια ν'αλλαξουν τις μονιες
τους,
αυτο,δεν ξερω γιατι,μου φαινεται αξιον αποριας για τον ανθρωπο και κρισιμο για τη μελλοντικη
σκεψη του και πρεπει ταχιστα να καταγραψω αυτο το φευγαλεο φαινομενο,ειμαι σιγουρος πως
στο μελλον θα ειναι σημαντικη αυτη η παρατηρηση,αρχισε να ξεθολωνουν τα ματια μου,αρχιζω
να βλεπω καλλιτερα,οπως σε κατι που βλεπεις μπαινει μπροστα κατι αλλο και το κρυβει,
αληθεια τι μπηκε μπροστα απ'τον ηλιο και τον εκρυψε,να προλαβω λοιπον να το καταγραψω
πριν αυτος ο Καλωνδας μπει μπροστα μου και με κρυψει
Χρημάτων ἂεπλον οὐδέν ἐστιν οὐδ’ ἀπώμοτον οὐδέ θαυμάσιον,
ἐπειδή Ζεύς πατήρ Ὀλυμπίων ἐκ μεσαμβρίης ἒθηκε νύκτ’,
ἀποκρύψας φάος ἡλίου λάμποντος,λυγρόν δ’ ἦλθε ἐπ’ ἀνθρώπους δέος.
ἐκ δέ τοῦ καί πιστά πάντα κἀπίελτα γίνεται ἀνδράσιν·
μηδείς ἒθ’ ὑμέων εἰσορέων θαυμαζέτω
μηδ’ ἐάν δελφῖσι θῆρες ἀνταμείψωνται νομόν
ἐνάλιον, καί σφιν θαλάσσης ἠχέεντα κύματα
φίλτερ’ ἠπείρου γένηται, τοῖσι δ’ ὑλέειν ὂρος.
[ολικη εκκλειψις ηλιου τη 6η Απριλίω 648 π.Χ
εγραφει παρ'Αρχιλοχου εν ειδει παρατηρητου]
.
.
.
Μουσα,ερυθρομορφη κουπα[περιπου 470-460 π.Χ]Ερετρια,Μουσειο Λουβρου Παρισι Γαλλια
ΙΒΥΚΟΣ/ΠΟΙΗΜΑ-Ήρι μεν αι τε Κυδώνιαι
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
Ιβυκος[αρχες 6ου αι.π.Χ]λυρικος ποιητης απο το Ρηγιο της Κατω Ιταλιας.Τον προσκαλεσε
ο Πολυκρατης στη Σαμο[564-560 π.Χ].Εγραψε και χορικη ποιηση.Δολοφονηθηκε απο
ληστες στην Κορινθο[530 π.Χ],που αποκαλυφθηκαν στο θεατρο απο ιερακες[Ιερακες
του Ιβυκου]
.
Ήρι μεν αι τε Κυδώνιαι
μηλίδες αρδόμεναι ροάν
εκ ποταμών, ίνα Παρθένων
κήπος ακήρατος, αι τ’ οινανθίδες
αυξόμεναι σκιεροίσιν υφ’ έρνεσιν 5
οιναρέοις θαλέθοισιν· εμοί δ’ έρος
ουδεμίαν κατάκοιτος ώραν.
=τε= υπό στεροπάς φλέγων
Θρηΐκιος Βορέας
αίσσων παρά Κύπριδος αζαλέαις μανί- 10
αισιν ερεμνός αθαμβής
εγκρατέως πεδόθεν =φυλάσσει=
ημετέρας φρένας.
.
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
Ανοιξη κι οι κυδωνιες τα δεντρακια
ποτιζονται απ'τα νερα που κυλουν
των ποταμων,μεσα στων Παρθενων
τον απειραχτο κηπο,και του κληματος τα μπουμπουκακια
μεγαλωνουν κατω απ'τα σκιερα φυλλωματα
της κληματαριας και ζωηρευουν,για μενα ο ερωτας
ουτε μια ωρα ησυχαζει,
[και]με λαμψεις αστραπων φλογερος
σαν Θρακισιος Βορηας
φυσσα ορμητικος απ'τη Κυπριδα με λυσσαλεα
μανια ζοφερος σκοτεινος
αναστατωνει μεσ'απ'τα βαθη
τα μυαλα μου
.
.
.
Λαοδικη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
16. Περὶ Λαοδίκης
(Ἱστορεῖ Ἡγήσιππος Μιλησιακῶν Παλληνιακῶν α΄)
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
16. Περὶ Λαοδίκης
(Ἱστορεῖ Ἡγήσιππος Μιλησιακῶν Παλληνιακῶν α΄)
(1) Ἐλέχθη δὲ καὶ περὶ Λαοδίκης ὅδ᾿ ὁ λόγος, ὡς ἄρα παραγενομένων ἐπὶ Ἑλένης ἀπαίτησιν Διομήδους καὶ Ἀκάμαντος πολλὴν ἐπιθυμίαν εἶχεν μιγῆναι παντάπασι νέῳ ὄντι Ἀκάμαντι· καὶ
μέχρι μέν τινος ὑπ᾿ αἰδοῦς κατέχεσθαι, ὕστερον δὲ νικωμένην ὑπὸ τοῦ πάθους ἀνακοινώσασθαι Περσέως γυναικὶ (Φιλοβίη αὐτῇ ὄνομα) παρακαλεῖν τε αὐτὴν ὅσον οὐκ ἤδη διοιχομένῃ ἀρήγειν αὐτῇ.
(2) κατοικτείρουσα δὲ τὴν συμφορὰν τῆς κόρης δεῖται τοῦ Περσέως ὅπως συνεργὸς αὐτῇ γένηται, ἐκέλευέ τε ξενίαν καὶ φιλότητα τίθεσθαι πρὸς τὸν Ἀκάμαντα. Περσεὺς δὲ τὸ μὲν καὶ τῇ γυναικὶ βουλόμενος ἁρμόδιος εἶναι, τὸ δὲ καὶ τὴν Λαοδίκην οἰκτείρων, πάσῃ μηχανῇ τὸν Ἀκάμαντα εἰς Δάρδανον ἀφικέσθαι πείθει (καθίστατο γὰρ ὕπαρχος τοῦ χωρίου), ἦλθε [δὲ] καὶ Λαοδίκη ὡς εἰς ἑορτήν τινα σὺν ἄλλαις τῶν Τρῳάδων ἔτι παρθένος οὖσα.
(3) ἔνθα δὴ παντοδαπὴν θοίνην ἑτοιμασάμενος συγκατακλίνει καὶ τὴν Λαοδίκην αὐτῷ, φάμενος
μίαν εἶναι τῶν τοῦ βασιλέως παλλακίδων. καὶ Λαοδίκη μὲν οὕτως ἐξέπλησε τὴν ἐπιθυμίαν, χρόνου δὲ προϊόντος γίνεται τῷ Ἀκάμαντι υἱὸς Μούνιτος ὃν ὑπ᾿ Αἴθρᾳ τραφέντα μετὰ Τροίας ἅλωσιν διεκόμισεν ἐπ᾿ οἴκου· καὶ αὐτὸν θηρεύοντα ἐν Ὀλύνθῳ τῆς Θράκης ὄφις ἀνεῖλεν.
.
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
16. Περὶ Λαοδίκης
(Ἱστορεῖ Ἡγήσιππος Μιλησιακῶν Παλληνιακῶν α΄)
(1)ελεγαν δε και για την Λαοδικη τουτη την ιστορια,πως οταν εφθασαν για να ζητησουν την
Ελενη ο Διομηδης κι ο Ακαμαντας μεγαλη επιθυμια την επιασε να σμιξει με τον Ακαμαντα
που ηταν παρα πολυνεαρος,και μεχρι ενα βαθμο απ'την ντροπη συγκρατηθηκε,υστερα δε
νικημενη απ'το παθος το μαρτυρησε στη γυναικα του Περσεα[Φιλοβιη τ'ονομα της]και την
παρακαλεσε να την βοηθησει που'ταν σχεδον παραδομενη.
(2) Συμμεριζοντας δε τη συμφορα της κοπελας παρακαλεσε θερμα τον Περσεα οπως
συνεργος σ'αυτη να γινει,και του ζητησε φιλοξενια να παραθεσει στον Ακαμαντα.Ο
Περσεας θελοντας δε και να μην δυσαρεστησει τη γυναικα του,και την Λαοδικη δε
ευσπλαχνιζοντας,με καθε τροπο τον Ακαμαντα στη Δαρδανο να'ρθει πειθει [που'ταν
διορισμενος υπευθυνος υπαρχος της περιοχης].Ηρθε κι η Λαοδικη δηθεν για καποια
γιορτη μαζι μ'αλλες Τρωαδιτισσες π'ακομα παρθενα ηταν.
(3) Εκει λοιπον ενα γιορτινο τραπεζι με παντος ειδους φαγητων του ετοιμασε κι εβαλε να
πλαγιασει και η Λαοδικη μ'αυτον,λεγοντας πως ειναι μια απ'τις παλλακιδες του βασιλια.
Και η Λαοδικη μεν ετσι χορτασε την επιθυμια,με του χρονου δε το περασμα γινεται στον
Ακαμαντα ο γιος ο Μουνιτος τον οποιο απ'την Αιθρα τραφεντα μετα την αλωση της Τροιας
μετεφερε στο σπιτι του.Κι αυτον σε κυνηγι που ηταν στην Ολυνθο της Θρακης φιδι του πη-
ρε τη ζωη.
Σχολια
-Λαοδικη,κορη του Πριαμου και της Εκαβης
-Διομηδης,ομηρικος ηρωας,βασιλιας του Αργους
-Ακαμαντας,γιος του Θησεα
-Περσεας,υπαρχος στη Δαρδανο,πολη του Ελλησποντου
-Αιθρα,γυναικα του Αιγεα και μητερα του Θησεα
-Τη Λαοδικη για να την γλυτωσουν οι θεοι απο την αιχμαλωσια των Αχαιων κατα την
αλωση της Τροιας ανοιξαν τη γη και την εκρυψαν μεσα
.
.
,
Peter Paul Rubens: Η Πτώση του Φαέθωντος, 1604/1605 (National Gallery of Art, Washington D. C.)
Φαεθωντος
(απόσπασμα,παπυρου,β' μισα στίχων, αποδιδομενο στον Αλκαιο τον Μεσσηνιο,200 π.χ)
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Φαεθωντος
(απόσπασμα,παπυρου,β' μισα στίχων, αποδιδομενο στον Αλκαιο τον Μεσσηνιο,200 π.χ)
......................).περί αφ'άρματος εντεα δ'ιππων
.....................)...θαρηθαυστα κλιθεντα κονει
.....................)θωνου εδαισατο σάρκα κεραυνος
.....................)ίσα χρυσεον οίκον ιδ(ε)ιν
.....................).ν κλαυσονται αδελφον
.....................στ)ηθεα πλησσομεναι
.....................)ν αιθαλοεν πυρ
.....................)ον ηλθεν εδος
....................)ζωοισι γαρ εικελα τευξεν
....................)τεχναισι φιλαις
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
απ'τ'αρμα που'σερναν τ'αλογα
τσακιστηκε πεφτοντας στα βραχια
την σαρκα του'καψε ο κεραυνος
να'θελει στο χρυσο ανακτορο να φτασει
οι αδερφες κλαινε τον αδερφο
θρηνουν τα στηθια δερνωντας
τ'αρμα φλογερη φωτια
στο παλατι τ'ηλιου ξαναγυρισε
τοσο ζωηρα να'ναι τα'φκιαξ'αυτα
με την επιδεξια τεχνη του
.
.
Φαεθων-χ.ν.κουβελης
νομισε ο Φαεθων πως θα'φτανε στην πιο υπερλαμπρη δοξα
κι ολο ψηλοτερα ο μωρος ανεβαινε μεχρι π'αντικρυσε τον φοβερο
αστερισμο του Σκορπιου και τοσο τρομαξε και τα'χασε
κι ολο πεφτοντας πλησιαζε τη γη και την κατακαιγε
και τα ποταμια και τη θαλασσα θα ξηρανε αν κεραυνος
δεν τον χτυπαγε και δεν γκρεμιζονταν να τσακιστει στα βραχια πανω
κι οι αδερφες του ειδαν κι ακουσαν τον ολεθριο χαμο του
και κλαιγωντας τα μαλλια τραβουσαν και δερνοντας τα στηθη θρηνουσαν
αν δεν τις λυπονταν σε λευκες να μεταμορφωσουν να ησυχασουν
ηθελε να δωσει ενα καιριο παραδειγμα πως κανεις
δεν πρεπει τα μετρα ποτε να θελει να να υπερβει
γιατι παντα εκει μι'ανωτερη δυναμη θα τον κατακεραυνωνει
κι ο μυθος του Φαεθωνα του'φανηκε ο πιο αρμοδιος να'ναι για τουτο
.
.
.
Pop Big Apple-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μεταφρασεις-χ.ν.κουβελης
Πλατων-Διονυσιος ο σοφιστης-Ανακρεων-Λουκιανος
Παλατινη Ανθολογία V/79
Platon Poem Πλατων Ποίημα
μῆλον ἐγώ. βάλλει με φιλῶν σέ τις·
ἀλλ΄ ἐπίνευσον͵ Ξανθίππη· κἀγὼ καὶ σὺ μαραινόμεθα
Μήλο εγώ που με πετα κάποιος που σ'αγαπα
Ξανθιππη να το καταδεχτεις γιατί οπως κι εγώ κι εσύ θα μαραθεις.
.
.
Παλατινη Ανθολογια V/81
Διονυσιος ο σοφιστης
Η τά ρόδα, ροδόεσσαν έχεις χάριν
αλλά τί πωλείς; σαυτήν ή τα ρόδα ηέ συναμφότερα;
Κοπέλα με τα ρόδα ρόδινη εχεις χαρη
Αλήθεια τι πουλάς,εσενα η' τα ρόδα η' και τα δύο μαζί;
.
.
Ανακρεων
Ὦ παῖ παρθένιον βλέπων
δίζημαί σε, σὺ δ' οὐ κλύεις,
οὐκ εἰδὼς, ὅτι τῆς ἐμῆς
ψυχῆς ἡνιοχεύεις.
Κοπέλα που παρθενικα κοιτας
σε ζητάω αλλ'εσυ δεν ακούς
ούτε ξέρεις πως της καρδιάς μου
τα ηνία κρατάει
.
.
Πῶλε Θρηικίη, τί δή με
λοξὸν ὄμμασι βλέπουσα
νηλέως φεύγεις, δοκεῖς δέ
μ' οὐδὲν εἰδέναι σοφόν;
ἴσθι τοι, καλῶς μὲν ἄν τοι
τὸν χαλινὸν ἐμβάλοιμι,
ἡνίας δ' ἔχων στρέφοιμί
σ' ἀμφὶ τέρματα δρόμου•
νῦν δὲ λειμῶνάς τε βόσκεαι
κοῦφά τε σκιρτῶσα παίζεις,
δεξιὸν γὰρ ἱπποπείρην
οὐκ ἔχεις ἐπεμβάτην.
Φοραδιτσα θρακιωτισα τωρα
με λοξά μάτια κοιτώντας με
σσπλάχνα αποφευγεις,νομιζεις
πως κανενα δεν ξέρω τεχνασμα.
Να το ξερεις,σφιχτα
θα σου βάλω χαλιναρι
και τα ηνία κρατωντας να σε στρεφω
στου δρόμου τα γυρισματα
Τώρα στα λιβάδια βοσκας
κι ανάλαφρα σκιρτωντας παιζεις,
αφού επιδέξιο αλόγων γνωστη
δεν έχεις αναβατη
.
.
Ελληνική Ανθολογία Πλανουδη /XVI
Λουκιανος
Εἰς τὸ κενόν με τέθεικε, νόμου χάριν, ὧδε Πρίηπον Εὐστοχίδης ξηρῶν κληματίδων φύλακα
καὶ περιβέβλημαι κρημνὸν βαθύν. ὃς δ' ἂν ἐπέλθη, οὐδὲν ἔχει κλέψαι πλὴν ἐμὲ τὸν
φύλακα.
Στο κενό μ'έβαλε,δια νόμου,εδω τον Πριαπο ο Ευστοχιδης ξερών κληματων φυλακα.
και τριγυριζομαι από γκρεμό βαθύ,οποιος έρθει τίποτα δεν έχει να κλέψει παρ'εμε τον
φυλακα
.
.
.
ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς [π. 120 μ.Χ-π. 190 μ.Χ]ηταν ρητορας και σατυρικος συγγραφεας
απο τα Σαμοσατα της Κομμαγηνης της Συριας
[Λουκιανος,πορτραιτο 17ου αιωνα]
Μυρτάλη καὶ Δωρίων -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Λουκιανου Εταιρικοὶ Διάλογοι-Δωρίων καὶ Μυρτάλη
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Εταιρα Μυρταλη περιοχη Κεραμεικου μ.Χ-χ.ν.κουβελης
.
ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς [π. 120 μ.Χ-π. 190 μ.Χ]ηταν ρητορας και σατυρικος συγγραφεας
απο τα Σαμοσατα της Κομμαγηνης της Συριας
.
Luciani Samosatensis Opera. Lucian. Karl Jacobitz. in aedibus B. G. Teubneri. Leipzig, 1896.
βικιθηκη
Λουκιανου Εταιρικοὶ Διάλογοι
Δωρίων καὶ Μυρτάλη
Δωρίων
[1] νῦν με ἀποκλείεις, ὦ Μυρτάλη, νῶν, ὅτε πένης ἐγενόμην διὰ σέ, ὅτε δέ σοι τὰ τοσαῦτα ἐκόμιζον, ἐρώμενος, ἀνήρ, δεσπότης, πάντ᾽ ἦν ἐγώ. ἐπεὶ δ᾽ ἐγὼ μὲν αὖος ἤδη ἀκριβῶς, σὺ δὲ τὸν Βιθυνὸν ἔμπορον εὕρηκας ἐραστήν, ἀποκλείομαι μὲν ἐγὼ καὶ πρὸ τῶν θυρῶν ἕστηκα δακρύων, ὁ δὲ τῶν νυκτῶν φιλεῖται καὶ μόνος ἔνδον ἐστὶ καὶ παννυχίζεται, καὶ κυεῖν φὴς ἀπ᾽ αὐτοῦ.
Μυρτάλη
ταῦτά με ἀποπνίγει, Δωρίων, καὶ μάλιστα ὁπόταν λέγῃς ὡς πολλὰ ἔδωκας καὶ πένης γεγένησαι δἰ ἐμέ. λόγισαι γοῦν ἅπαντα ἐξ ἀρχῆς ὁπόσα μοι ἐκόμισας.
Δωρίων
[2] εὖ γε, ὦ Μυρτάλη, λογισώμεθα. ὑποδήματα ἐκ Σικυῶνος τὸ πρῶτον δύο δραχμῶν· τίθει δύο δραχμάς. [p. 268]
Μυρτάλη
ἀλλ᾽ ἐκοιμήθης νύκτας δύο. [p. 320]
Δωρίων
καὶ ὁπότε ἧκον ἐκ Συρίας, ἀλάβαστρον μύρου ἐκ Φοινίκης, δύο καὶ τοῦτο δραχμῶν νὴ τὸν Ποσειδῶ.
Μυρτάλη
ἐγὼ δέ σοι ἐκπλέοντι τὸ μικρὸν ἐκεῖνο χιτώνιον τὸ μέχρι τῶν μηρῶν, ὡς ἔχοις ἐρέττων, Ἐπιούρου τοῦ πρωρέως ἐκλαθομένου αὐτὸ παρ᾽ ἡμῖν, ὁπότε ἐκάθευδε παρ᾽ ἐμοί.
Δωρίων
ἀπέλαβεν αὐτὸ γνωρίσας ὁ Ἐπίουρος πρῴην ἐν Σάμῳ μετὰ πολλῆς γε, ὦ θεοί, τῆς μάχης. κρόμμυα δὲ ἐκ Κύπρου καὶ σαπέρδας πέντε καὶ πέρκας τέτταρας, ὁπότε κατεπλεύσαμεν ἐκ Βοσπόρου, ἐκόμισά σοι. τί οὖν; καὶ ἄρτους ὀκτὼ ναυτικοὺς ἐν γυργάθῳ ξηροὺς καὶ ἰσχάδων βῖκον ἐκ Καρίας καὶ ὕστερον ἐκ Πατάρων σανδάλια ἐπίχρυσα, ὦ ἀχάριστε· καὶ τυρόν ποτε μέμνημαι τὸν μέγαν ἐκ Γυθίου.
Μυρτάλη
πέντε ἴσως δραχμῶν, ὦ Δωρίων, πάντα ταῦτα
Δωρίων
[3] ὦ Μυρτάλη, ὅσα ναύτης ἄνθρωπος ἐδυνάμην μισθοῦ ἐπιπλέων. νῦν γὰρ ἤδη τοίχου ἄρχω τοῦ δεξιοῦ καὶ σὺ ἡμῶν ὑπερορᾷς, πρῴην δὲ ὁπότε τὰ Ἀφροδίσια ἦν, οὐχὶ δραχμὴν ἔθηκα πρὸς τοῖν ποδοῖν τῆ Ἀφροδίτης σοῦ ἕνεκεν ἀργυρᾶν; καὶ πάλιν τῇ μητρὶ εἰς ὑποδήματα δύο δραχμὰς καὶ Λυδῇ ταύτῃ πολλάκις εἰς τὴν χεῖρα νῦν μὲν δύο, νῦν δὲ τέτταρας ὀβολούς. ταῦτα πάντα συντεθέντα οὐσία ναύτου ἀνδρὸς ἦν. [p. 321]
Μυρτάλη
τὰ κρόμμυα καὶ οἱ σαπέρδαι, ὦ Δωρίων;
Δωρίων
ναί· οὐ γὰρ εἶχον πλείω κομίζειν· οὐ γὰρ ἂν ἤρεττον, εἴ γε πλουτῶν ἐτύγχανον. τῇ μητρὶ δὲ οὐδὲ κεφαλίδα μίαν σκορόδου ἐκόμισα πώποτε. ἡδέως δ᾽ ἂν ἔμαθον ἅτινά σοι παρὰ τοῦ Βιθυνοῦ τὰ δῶρα
Μυρτάλη
τουτὶ πρῶτον ὁρᾷς τὸ χιτώνιον; ἐκεῖνος ἐπρίατο, καὶ τὸν ὅρμον τὸν παχύτερον. [p. 269]
Δωρίων
ἐκεῖνος; ᾔδειν γάρ σε πάλαι ἔχουσαν.
Μυρτάλη
ἀλλ᾽ ὃν ᾔδεις, πολὺ λεπτότερος ἦν καὶ σμαράγδους οὐκ εἶχε. καὶ ἐλλόβια ταυτὶ καὶ δάπιδα, καὶ πρῴην δύο μνᾶς, καὶ τὸ ἐνοίκιον κατέβαλεν ὑπὲρ ἡμῶν, οὐ σάνδαλα Παταρικὰ καὶ τυρὸν Γυθιακὸν καὶ φληνάφους.
Δωρίων
[4] ἀλλὰ ἐκεῖνο οὐ λέγεις, οἵῳ ὄντι συγκαθεύδεις αὐτῷ; ἔτη μὲν ὑπὲρ τὰ πεντήκοντα πάντως, ἀναφαλαντίας καὶ τὴν χρόαν οἷος κάραβος. οὐδὲ τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ ὁρᾷς; αἱ μὲν γὰρ χάριτες, ὦ Διοσκόρω, πολλαί, καὶ μάλιστα ὁπόταν ᾄδῃ καὶ ἁβρὸς εἶναι θέλῃ, ὄνος αὐτολυρίζων, φασίν. ἀλλὰ ὄναιο αὐτοῦ ἀξία γε οὖσα καὶ γένοιτο ὑμῖν παιδίον ὅμοιον τῷ πατρί, ἐγὼ δὲ καὶ αὐτὸς εὑρήσω Δελφίδα ἢ Κυμβάλιόν τινα τῶν κατ᾽ ἐμὲ ἢ τὴν γείτονα ὑμῶν τὴν αὐλητρίδα ἢ πάντως τινά. δάπιδας δὲ καὶ ὅρμους καὶ διμναῖα μισθώματα οὐ πάντες ἔχομεν. [p. 322]
Μυρτάλη
ὦ μακαρία ἐκείνη, ἥτις ἐραστὴν σέ, ὦ Δωρίων, ἕξει· κρόμμυα γὰρ αὐτῇ οἴσεις ἐκ Κύπρου καὶ τυρόν, ὅταν ἐκ Γυθίου καταπλέῃς.
.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Luciani Samosatensis Opera. Lucian. Karl Jacobitz. in aedibus B. G. Teubneri. Leipzig, 1896.
Δωριος
[1] τωρα μενα απ'εξω με κλεινεις,Μυρταλη,τωρα,που φτωχος εγινα για σενα,οταν σε σενα
τοσα εφερνα,αγαπητικος,αντρας,κυριος,τα παντα ημουνα.Κι επειδη εγω'μαι πια τελειως
στεγνος,εσυ τον Βιθυνο εμπορο βρηκες για εραστη,εγω απ'εξω κλεινομαι και μπροστα
στις πορτες σταθηκα με δακρυα,αυτος τις νυχτες ν'αγαπιεται και μονος μεσα να'ναι
και να ξημεροβραδυαζεται,και πως γκαστρωθηκες λες απ'αυτον.
Μυρτάλη
αυτα μ'ενοχλουν πολυ,Δωριε,και μαλιστα οποτε λες πως πολλα εδωκες και φτωχος
εχεις γινει για μενα.Υπολογισε λοιπον ολα απ'την αρχη οσα σε μενα εφερες.
Δωριος
[2] ωραια,Μυρταλη,ας υπολογισουμε.Παπουτσια απ'τη Σικυωνα πρωτα πρωτα δυο
δραχμες.Προσθεσε δυο δραχμες.
Μυρτάλη
αλλ'ομως κοιμηθηκες δυο νυχτες
Δωριος
κι οταν καποτε ηρθα απ'τη Συρια,αλαβαστρο με μυρο απ'τη Φοινικη,δυο και τουτο
δραχμες μα τον Ποσειδωνα.
Μυρτάλη
κι εγω σε σενα οταν απεπλευσες τον κοντο εκεινο χιτωνα που μεχρι τους μηρους φτανει,
να τον εχεις οταν κωπηλατουσες,απ'τον Επιουρο αυτον της πρωρης υπευθυνο ξεχασμενον
σε μας,οταν καποτε κοιμονταν σε μενα.
Δωριος
τον ξαναπηρε αφου τον γνωρισε ο Επιουρος πριν λιγο καιρο στη Σαμο μετα απο πολυ
βεβαια,ω θεοι,μαχη.
Κρεμμυδια απ'την Κυπρο και σαπερδες ψαρια πεντε και περκες τεσσερες,οταν καποτε
καταπλευσαμε απ'τον Βοσπορο,εφερα σε σενα.Τι ετσι λοιπον σ'αφησα;κι αρτους
ναυτικους σε καλαθι ξηρα παξιμαδια και βαζο με συκα απ'τη Καρια κι υστερα απ'τα Πα-
ταρα σανδαλια επιχρυσα,αχαριστη,και το τυρι καποτε θυμαμαι το υπεροχο απ'το Γυθιο
Μυρτάλη
πεντε ισως δραχμες ,Δωριε,ολ'αυτα
Δωριος
[3]Μυρταλη,οσα ναυτικος ανθρωπος μπορουσα με μισθο πλεοντας,τωρα ομως της πλευ-
ρας του πλοιου επιβλεπω της δεξια και συ με υπεροψια μας κοιτας,πριν λιγο καιρο ομως
οταν καποτε τ'Αφροδισια ηταν,δεν εβαλα μπρος στα δυο ποδια της Αφροδιτης για χαρη
σου ασημενια δραχμη;κι ακομα στη μητερα σου στα παπουτσια δυο δραχμες και σ'αυτη τη
Λυδη πολλες φορες στο χερι,τωρα δυο,τωρα τεσσερες οβολους.Αυτα ολα αν μαζωχτουν η
περιουσια ναυτικου ειναι.
Μυρτάλη
τα κρεμμυδια κι οι σαπερδες τα ψαρια,Δωριε;
Δωριος
ναι.γιατι δεν ειχα περισσοτερα να φερω.γιατι δεν θα κωπηλατουσα,αν βεβαια πλουσιος
τυχαινα να'μουνα.στη μητερα μου ουτε μια σκελιδα σκορδου δεν εφερα ποτε.
Ευχαριστως θα'θελα να μαθω ποια ακριβως σε σενα απ'τον Βιθυνο τα δωρα ειναι.
Μυρτάλη
αυτο εδω πρωτα πρωτα το βλεπεις το φουστανι;εκεινος τ'αγορασε ,και το περιδεραιο
το βαρυτερο.
Δωριος
εκεινος;ξερω ομως πως και παλια το'χες.
Μυρτάλη
αλλ'αυτο οπως ξερεις,πολυ λεπτοτερο ηταν και σμαραγδια δεν ειχε.Κι αυτα εδω τα σκου-
λαρικια και ταπητες,και πριν λιγο καιρο δυο μνας,και το ενοικιο κατεβαλε για μας,οχι σαν-
δαλια Παταρικα και τυρι Γυθιου κι ανοητες φλυαριες.
Δωριος
[4] αλλ'εκεινο δεν το λες,τετοιος που'ναι κοιμασαι μ'αυτον;χρονια πανω απ'τα πενηντα
παντως,φαλακρος και το δερμα ιδιος καραβιδα.Ουτε τα δοντια του βλεπεις;και τα
χαρισματα του,Διοσκορε,πολλα,και μαλιστα οταν καποτε τραγουδαει κι αβρος θελει
να'ναι,γαιδαρος που γκαριζει,λενε.Αλλα να ωφεληθεις αφου αξια του εισαι και να
γεννηθει σε σας παιδι ομοιο στον πατερα,εγω ο ιδιος θα βρω Δελφιδα η' Κυμβαλιον
καποια απ'αυτες σε μενα η' τη γειτονισα σας την αυλητριδα η' τελοσπαντων καποια,
ταπητες και περιδεραια και δυομνων μισθωματα δεν εχουμε ολοι.
Μυρτάλη
ω ευτυχισμενη εκεινη,π'αγαπητικο εσενα,ω Δωριε,θα'χει.Γιατι κρεμμυδια σ'αυτη θα
φερεις απ'τη Κυπρο και τυρι,οταν απ'το Γυθιο θα καταπλεεις.
.
.
Εταιρα Μυρταλη περιοχη Κεραμεικου-χ.ν.κουβελης
την πρωτη φορα που την συναντησα μου'χε πει τ'ονομα της,''Μυρταλη'',γελασε,''η Μανταμ
μου το'βγαλε,ταιριαζει μου'πε,ουτε ξερω απο που βγαινει,το δικο μου ειναι Κουλα,Βασιλι-
κη'',
μετα απο λιγες μερες την επισκεφθηκα,εφερα μαζι μου και τους Εταιρικους Διαλογους
του Λουκιανου στο αρχαιο κειμενο,την ρωτησα αν θελει να της διαβασω,απαντησε ναι,
''σημερα εχω ρεπο κι εχω οσο χρονο θελω'',
της διαβασα τον διαλογο της Μυρταλης και του Δωριωνος οσο πιο καλη προφορα του
αρχαιου κειμενου μπορουσα,με ακουσε με προσοχη,τελειωσα,
με κοιταξε,ειχε ωραια ματια,''τωρα εσυ θα νομιζεις πως εχω παει σχολειο,πηγα δεν πηγα
μεχρι τη δευτερα δημοτικου,καταλαβα βεβαια πως ηταν ελληνικα,επιασα αρκετες
λεξεις,αυτο το αποκλειεις το λεμε κι εμεις,με παραμεριζεις σημαινει,με ξαποστελνεις
αλλιως,φυσικα και καταλαβα τα με σε,και τα ιμων,τα κρομμυα και το τυρι,τις δραχμες,
κι απο εκεινο που ακουσα,που πρεπει να λεει,''αλλα μαζι μου κοιμηθηκες δυο νυχτες'',
συμπερανα κι απο τ'άλλα,πως προκειται για καποια ιεροδουλη με ονομα Μυρταλη,αρχαια
συναδελφο μου,και τον προστατη της Δωριων,νταβατζη τον λεμε τωρα,που τον ξαποστειλε
για καποιον πλουσιο εμπορο,πενηνταρη,που τις κανει ακριβα δωρα, φανταζουμαι χρυσα
κοσηματα με σμαραγδια,κι ωραια φορεματα,και της πληρωνει και το ενοικιο,την εχει
σπιτωμενη'',''στεγιτης'' σχολιασα,''ενω εκεινος'',συνεχισε,''της εφερνε κρεμμυδια και
ψαρια και τυρια απ'τα ταξιδια του στη θαλασσα,τριχες,και της πουλουσε αγαπες κι ερωτες,
φυκια δηλαδη για μεταξωτες κορδελες,και της λεει να τον παρατησει τον αλλονε,τον εμπο-
ρο,γιατ'ειναι γερος,πεννηνταρης ακουσα,κι ακουσα και μια λεξη,δεν θυμαμαι ποια,μαλλον
θα'θελε να πει φαλακρος,και σαν καραβιδα ακουσα και χρωμα,και δεν εχει φωνη να
τραγουδησει,πως γκαριζει σαν γαιδαρος,κι εκεινη του λεει πως δεν τον θελει αλλο
κι εκεινος της λεει,αυτο το καταλαβα,θα βρει μια αλλη,μια απο Δελτα ειπε,μια γειτονισα,κι
εκεινη του'πε ,μακαρια,το λεμε και σημερα για καποιον πολυ ευτυχισμενο,μακαριος
λεμε ειναι ,πολυ ευτυχισμενη λοιπον θα'ναι αυτη η γυναικα που θα της φερνεις
κρεμμυδια και τυρια'',
''πολυ καλα καταλαβες'',της ειπα,''δεν χρειαζεται να σου μεταφρασω τον διαλογο απο τα
αρχαια ελληνικα στη γλωσσα που μιλαμε σημερα,αυτη ειναι η ιστορια'',και συνεχισα,''εδω
στον Κεραμεικο που ειναι το σπιτι της μανταμ με τις κοπελες τα αρχαια χρονια ηταν οι
οικοι της Πανδημης Αφροδιτης,τα σπιτια των ιεροδουλων,εταιρες τις λεγανε,κι η Μυρταλη
ηταν μια απ'αυτες'',
''κι η Μυρταλη ειμαι κι εγω μια απ'αυτες σημερα'',με διεκοψε,γελασε,επειτα σοβαρεψε,
την αφησα να μιλησει,
''μ'ειχε κι εμενα,πανε τωρα δεκαπεντε χρονια,διπλαρωσει ενας τετοιος τυπος,αθωα κι
αβγαλτη οπως ημουνα δεν τον καταλαβα με τουμπαρισε με τα γλυκα λογια και δηθεν
αιωνιες αγαπες,ημουνα τελειως απειρη και τον πιστεψα,ναυτικος ητανε,οταν ξεμπαρκαρε
μου'φερνε κατι φτηνιαρικα πραγματα και μου τα πασσαρε σαν σπουδαια δωρα,θυμαμαι
μια βενταλια κι ενα κιμονο απ'τη Κινα,κατι αρωματα που βρωμουσαν βαρια απ'την
Ινδια,καπου τελως παντων απο'κει περα,εσωρουχα απ'τη Μαρσιλια,εν τω μεταξυ εγω ειχα
πονηρεψει και καταλαβα τη μηχανη του,οτι βγαζω απο την πουτανια να του τα δινω δηθεν
να τα κανει κουμαντο αυτος που ξερει καλα,κι εγω του τα'δινα η ηληθια,καποια παθουσα
με ψιλιασε,το και το ,του ζητησα τα λεφτα,εγινε αγριο θηριο,μ'ειπε αχαριστη,που δεν τον
εμπιστευομαι,αυτος που νοιαζεται για το καλο μου,εγω επεμεινα,τα θελω να μου τα
δωσει,τοτε αυτος παρατησε τους καλους τροπους,με χτυπησε αγρια,με κλωτσησε
αλυπητα,στη κοιλια στη μητρα,μου φωναζε πως θα μου χαραξει το προσωπο,εγω δεν
τον φοβηκα,ηξερα πως ηταν δειλος,ανανδρος,αντισταθηκα,χυμηξα πανω του,του'μπη
ξα νυχια μου στο κορμι να το ξεσχισω,ουρλιαζα,του'πα να ξεκουμπιστει απο μπροστα
μου,να μην τον ξαναδω στα ματια μου,δεν θελω τα λεφτα αρκει ποτε πια να μην ξανα-
συναντησω,ετσι τον ξαποστειλα,πως το διαβασες;τον αποκλεισα'',
σταματησε,η αναπνοη της ηταν βαρια,αυτο που ειχε θυμηθει ειχε ζωντανεψει μεσα της
κι ηταν οδυνηρο,δεν σχολιασα την αφησα να συνελθει,
οταν ηρεμησε με κοιταξε και χαμογελασε,''δεν ειναι τιποτα,μην ανησυχεις,παει,περα-
σε,βλεπεις ποσο μοιαζει η ιστορια μου μ'αυτη την ιστορια που μου διαβασες;η ιδια
ιστορια ειναι,και τοτε και τωρα''.
ετοιμασθηκα να φυγω,η ωρα ειχε περασει,εξω ειχε νυχτωσει,με παρακαλεσε να της αφη-
σω το βιβλιο μ'αυτην την ιστορια,''να μου το δωρισεις'',ειπε,''αλλωστε εγω σου εκανα και
τη μεταφραση του'',συμφωνησα,''ευχαριστως'',της ειπα,''δικο σου ειναι το βιβλιο,παρτο'',
την χαιρετησα κι εφυγα,
εστριψα απο το δρομακι της στην Πειραιως,ανεβηκα στην Ομομοια και πηρα το μετρο
.
.
.
Δημωνασσα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΔΗΜΩΝΑΣΣΑ
Διωνος Χρυσοστομου Περι Τυχης Λογοι β'
[μεταφραση σχολια χ.ν.κουβελης]
Ἐρῶ δὲ ὑμῖν τινα καὶ Κύπριον λόγον, εἰ βούλεσθε. ἤνεγκεν ὁ παλαιὸς βίος καὶ ἐνδόξους
γυναῖκας, Ῥοδογούνην πολεμικήν,Σεμίραμιν βασιλικήν, Σαπφὼ μουσικήν, Τιμάνδραν
καλήν· οὕτω καὶ ἐν Κύπρωι Δημώνασσα ἐγένετο, πολιτική τε ὁμοῦ γυνὴ καὶ νομοθετική.
τρεῖς ἔθηκεν αὕτη τοῖς Κυπρίοις νόμους· τὴν μοιχευθεῖσαν κειραμένην πορνεύεσθαι·
θυγάτηρ αὐτῆς ἐμοιχεύθη καὶ τὴν κόμην ἀπεκείρατο κατὰ τὸν νόμον καὶ ἐπορνεύετο. τὸν
αὑτὸν ἀποκτείναντα ἄταφον ῥίπτεσθαι · δεύτερος οὗτος Δημωνάσσης νόμος· τρίτος ὥστε
μὴ ἀποκτεῖναι βοῦν ἀρότριον. δυοῖν δὲ αὐτῆι παίδων ἀρρένων ὄντων,ὁ μὲν ἐπὶ τῶι βοῦν
ἀποκτεῖναι ἀπέθανε, τὸν δὲ αὑτὸν ἀποκτείναντα οὐκ ἔθαψεν. ἡ δέ τέως μὲν ἐκαρτέρει,
καὶ ἄπαις οὖσα καὶ νομοθετοῦσα· ἰδοῦσα δέ βοῦν ἐπὶ μόσχωι ἀπολλυμένωι μυκωμένην
καὶ τὴν ἑαυτῆς ἐν ἄλλωι συμφορὰν γνωρίσασα, τήξασα χαλκὸν εἰς αὐτὸν ἥλατο. καὶ ἦν ἐκεῖ
πύργος ἀρχαῖος ἀνδριάντα χάλκεον ἔχων χαλκῶι ἐντετηκότα καὶ πρὸς ἀσφάλειαν τοῦ
ἱδρύματος καὶ πρὸς μίμημα τοῦ διηγήματος· ἐπιγραφὴ δὲ ἐπί τινος στήλης πλησίον·
Σοφὴ μὲν ἤμην, ἀλλὰ πάντ' οὐκ εὐτυχής
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Σε σας θα πω καποια Κυπριακη διηγηση,αν θελετε.Ειχε κι ο παλιος καιρος ενδοξες γυ-
ναικες,την πολεμικη Ροδογουνη,την βασιλικη Σεμιραμι,την μουσικη Σαπφω,την
ωραια Τιμανδρα,ετσι και στην Κυπρο η Δημωνασσα εγινε,και ταυτοχρονα πολιτικος
γυναικα και νομοθετης.Τρεις εθεσε αυτη στους Κυπριους νομουε,
την γυναικα που μοιχευει αφου την κουρεψουν συριζα να εκπορνευεται.
η κορη της εμοιχευσε και τα μαλλια κουρεψαν κατα τον νομον και εκπορνευετο.
οποιον αυτοκτονει αταφον να πετανε,αυτος ο δευτερος της Δημωνασσας νομος,
ο τρίτος,για να μην σκοτωνουν βοδι που'ναι στ'αλετρι.
σ'αυτη δυο παιδια αρσενικα οντας,ο ενας επειδη το βοδι σκοτωσε πεθανε ,
τον αλλον που αυτοκτονισε δεν εθαψε.
Αυτη για λιγο καιρο συγκρατιονταν,και χωρις παιδια οντας και νομοθετωντας,οταν ειδε
μια αγελαδα πανω στο πεθαμενο μοσχαρι να μουγκριζει και την δικια της συμφορα σ'αλ-
λης γνωριζοντας,ελιωσε χαλκο και μεσα σ'αυτον επεσε.
Κι ηταν εκει πυργος αρχαιος χαλκινο ανδιαντα εχοντας σε χαλκο λιωμενο ριγμενον και
προς ασφαλεια του ιδρυματος και προς απομιμηση του διηγηματος.
[ηταν και] μια επιγραφη πανω σε μια στηλη πλησιον
Σοφη ημουν,αλλα παντων δυστυχης
.
.
Σχολια:
-Διων ο Χρυσοστομος[40 μ.Χ-120 μ.Χ]Ελληνας ρητορας,συγγραφεας και κυνικος και
στωικος φιλοσοφος απο την Προυσα της Βιθυνιας
-Ροδογουνη[Ροδογυνη]γυναικα του Υστασπη,μητερα του Δαρειου Α' Μεγα της Περσιας
-Σεμιραμις,βασιλισα της Ασσυριας
-Σαπφω,η ποιητρια
-Τιμανδρα,κορη της Δηδας και του Τυνδαρεω ,αδελφη της Ωραιας Ελενης
-οι τρεις νομοι της Δημωνασσας
1.Γυναικα που μοιχευει να κουρευεται και να εκπορνευεται[να ζει σαν πορνη]
Νομος για την διαφυλαξη της οικογενειας.
2.Οποιον σκοτωνει βοδι που'ναι σ'αλετρι ζευγμενο να τον θανατωνουν.
Νομος για την προφυλαξη της αγροτικης και γεωργικης καλλιεργειας.
3.Εκεινον που αυτοκτονει να τον αφηνουν αταφο.
Νομος για σεβασμο της ζωης που σου δωθηκε
-Η τραγωδια της πολιτικης και νομοθετικης Δημωνασσας ηταν να εκτελεσει κατα
γραμμα και τους τρεις του νομους με θυματα τα τρια παιδια της.
[Ισως πολιτικοι της αντιπαλλοι να τα ''σκηνοθετησαν'' τα γεγοντα ετσι ωστε να φανουν
εκνομα,κολασιμα:μοιχεια,θανατωση βοδιου,αυτοκτονια ]
-Ο τροπος που επελεξε τον θανατο της,να πεσει σε λιωμενο χαλκο,ηταν γιατι σαν
αυτοκτονια που ηταν θα τιμωρουνταν απο τον ιδιο της τον νομο να μεινει αταφη,
πολυ μεγαλη ατιμωση,να μην εχει μνημα
-το επιγραμμα της:
Σοφὴ μὲν ἤμην, ἀλλὰ πάντ' οὐκ εὐτυχής
απηχει την κυνικη φιλοσοφια:
μπορει στο βιο μας να'μαστε σοφοι αλλ'οχι κι οπωσδηποτε ευτυχης
.
.
.
Danaë Οράτσιο Τζεντιλέσκι (1621)
Gentileschi Artemisa Danae Sait Louis
Klimt Danae 1907 -08
Tintoret-Danaé-Lyon
Titian Danae(Hermitage Version)
Titian Danae
Δαναη Rembrandt Harmensz van Rijn (1643), Μουσείο Ερμιτάζ
Δαναη-Jan Gossaert
.
.
Σιμωνιδης ο Κειος
-Δαναη-
[μεταφραση σχολια χ.ν.κουβελης]
ὅτε λάρνακι
ἐν δαιδαλέαι
ἄνεμός τε μην πνέων
κινηθεῖσά τε λίμνα δείματι
5 ἔρειπεν͵ οὐκ ἀδιάντοισι παρειαῖς
ἀμφί τε Περσέι βάλλε φίλαν χέρα
εἶπέν τ΄· ὦ τέκος οἷον ἔχω πόνον·
σὺ δ΄ ἀωτεῖς͵ γαλαθηνῶι
δ΄ ἤθεϊ κνοώσσεις
10 ἐν ἀτερπέι δούρατι χαλκεογόμφωι
<τῶι>δε νυκτιλαμπεῖ͵
κυανέωι δνόφωι ταθείς·
ἄχναν δ΄ ὕπερθε τεᾶν κομᾶν
βαθεῖαν παριόντος
15 κύματος οὐκ ἀλέγεις͵ οὐδ΄ ἀνέμου
φθόγγον͵ πορφυρέαι
κείμενος ἐν χλανίδι͵ πρόσωπον καλόν.
εἰ δέ τοι δεινὸν τό γε δεινὸν ἦν͵
καί κεν ἐμῶν ῥημάτων
20 λεπτὸν ὑπεῖχες οὖας.
κέλομαι δ΄͵ εὗδε βρέφος͵
εὑδέτω δὲ πόντος͵ εὑδέτω δ΄ ἄμετρον κακόν·
μεταβουλία δέ τις φανείη͵
Ζεῦ πάτερ͵ ἐκ σέο·
25 ὅττι δὲ θαρσαλέον ἔπος εὔχομαι
ἢ νόσφι δίκας͵
σύγγνωθί μοι
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ηταν τοτε μεσα σε βαρκουλα
καλα φκιαγμενη
κι ο ανεμος με μανια φυσουσε
κι αγρια φουσκωμενη η θαλασσα ,απ'το φοβο αυτη ετοιμη
ηταν να σωριαστει,και με δακρυα εβρεχε τα μαγουλα
τοτε αγκαλιασε σφιχτα τον Περσεα με τρυφερα χερια
κι του'πε.παιδακιι μου,τι βασανο αυτο που'χω.
συ κοιμασαι,γαληνια σαν μετα απ'το βυζαγμα
βαθεια αποκοιμισμενο
μεσ'στην δυστυχη βαρκα με ξυλα με χαλκινα καρφια στερεωμενα
που στη νυχτα πολυ αστραφτει,
μεσα στο μαυρο πυκτο σκοταδι ξαπλωμενο,
ο αλμυρος αφρος πανω στα μαλλια σου πεφτοντας
του κυματος που μ'ορμη περνα
δεν σ'ενοχλει,ουτε τ'ανεμου
η πολυ βουη,μεσα στο πορφυρο εισαι
καλυμενος σεντονι,μονο τ'ομορφο προσωπο φαινεται,
αχ αν εσυ ενιωθες ο τρομος τι τρομος ειναι
στα πικρα μου τα λογια
θα τεντωνες καλα να τ'ακουσεις το τρυφερο σου αυτι,
σε παρακαλω,κοιμησου μωρο μου,
να κοιμηθει η θαλασσα,να κοιμηθει το τρανο κακο.
και μεταβολη ας φανερωθει,
Δια πατερα,στη θεληση σου,
αν αναιδης ειναι η επικλιση μου
κι οχι ορθη
συγχωρεσε με
.
.
Σχολια:
-ο Σιμωνιδης ο Κειος[Κεα 556 π.Χ-Συρακουσες 469 π.Χ] ηταν μεγαλος αρχαιος ελληνας ποιητης,
ο Σιμωνιδης ειναι που εγραψε τα δυο φημισμενα επιγραμματα,
το ενα για τη Μαχη του Μαραθωνα κατα των Περσων:
Ελλήνων προμαχούντες Αθηναίοι,
Μαραθώνι χρυσοφόρων Μήδων εστόρεσαν δύναμιν.
και το αλλο για τη Μαχη των Θερμοπυλων:
Ὦ ξεῖν', ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις,
ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι
.
-η Δαναη,ηταν κορη του βασιλια του Αργους Ακρισιου,ενας χρησμος ελεγε πως το παιδι
της Δαναης θα τον σκοτωσει και θα του παρει το θρονο,γι'αυτο εκλεισε τη Δαναη μεσα σ'ενα
υπογειο να μην ερθει σε επαφη με αντρα,ομως ο Διας με τη μορφη χρυση βροχης εισχωρησε
στη φυλακη και γονιμοποιησε την Δαναη,οταν γεννηθηκε το μωρο ο Περσεας και το εμαθε ο
Ακρισιος για να απαλλαγει απ'το ανεπιθυμητο παιδι διεταξε να βαλουν τη μανα και το παιδι
μεσα σε μια μικρη βαρκα,λαρνακα,και να την αφησουν βαθεια μεσα στη θαλασσα να χαθουν
[ο μυθος πιθανον να απηχει τον φοβο τα νοθα παιδια να διεκδικησουν την κληρονομημενη
βασιλεια]
-λαρνακα,σκαφη,βαρκουλα
-δαιδαλεαι,δαιδαλεω,απο τεχνιτη,μαστορα,δαιδαλο,[απο τον Δαιδαλο]κατασκευασμενη,καλα
φκ[τ]ιαγμενη
-λιμνα,λιμνη,ακινητα νερα,με το ρημα κινηθεισα,κινηθεισα λιμνα,τα ακινητα νερα κινηθηκαν,
φουσκωσαν,φουσκωμενη θαλασσα,τρικυμισμενη θαλασσα
-φιλαν χερα,φιλικο χερι,χερι που δειχνει αγαπη,που πιανει τρυφερα
-γαλαθηνωι,μωρο που ηπιε γαλα απο το βυζι της μανας του,που βυζαξε κι ειναι γαληνιο,
χαραλωμενο,[τα μωρα μετα το βυζαγμα αποκοιμιουνται],ευτυχισμενο,
-κνοωσσεις,υπνωσεις,υπνωμενο,χαλαρωμενο,βαθια υπνωμενο,αποκοιμισμενο
-ατερπει,ατερπης,που δεν δινει τερψη,χαρα,ειναι δυστυχης
-δουρατι χαλκεογομφωι,επιμηκη ξυλα[σανιδες]καρφωμενα με χαλκινα καμφια,γομφους,
-νυκτιλαμπει,της νυχτας το λαμπος,λαμπω αστραφτω,στη νυχτα π'αστραφτει
-κυανεωι,κυανος,σκουρος,σκοτεινος
-δνοφωι,δνοφως,ουδεν φως,σκοταδι
-ταθεις,ενταθεις,τεντωμενος,ξαπλωμενος
-αχναν [δωρικα η σε α],αχνη,αχναν βαρειαν κυματος,η βαρεια[αλμυρη]αχνη του κυματος,
ο αλμυρος αφρος του κυματος
-παριοντος,παρ'οντος,παρ'ειναι,περναει
-φθογγος,φωνη,ηχος,βουη
-χλανιδι,χλανις,χλαινη,πανωφορι,κατι απο πανω φορεμενο,σεντονι,κουβερτα,που σκεπαζει
οταν κοιμομαστε
-λεπτον ουας,λεπτο αυτι,τρυφερο αυτι,μικρο αυτι,αυτακι
-υπεχεις,υπεχω,προσεχω,υπεχω ους,τεντωνω τ'αυτια ν'ακουσω κατι προσεχτικα
-αμετρον,α[στερητικο]+μετρον,χωρις μετρο,αμετρητο,τεραστιο,μεγαλο,τρανο
-μεταβουλια,μετα+βουλη,βουλη,γνωμη,βουλομαι,βουληση,θελω,θεληση,
[μεταβουλια,μεταβολη,αλλαγη,θελησης]
-φανειη,φα -φως,να φανει,να φανερωθει,να ερθει στο φως,να δειχτει
-θαρσαλεον,θαρσος θαρρος,τολμηρο,θαρσυς,θαρσης,αναιδης
-επος ευχομαι,επος[λογος]ευχης,προσευχη,επικλιση
-νοσφι δικας,μακρια απο δικαιο,απο πρεπον,απρεπο,οχι σωστο,οχι ορθο
-συγγνωθι μοι,συν+γνωθω,εχω την ιδια γνωμη με καποιον,να συμμεριζομαι την ιδια γνωμη
με καποιον,να συγχωρω[χωρω στον ιδιο χωρο με καποιον,να συγχωρω
.
.
.
.
Ἀργανθώνη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
36. Περὶ Ἀργανθώνης
[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Παρθένιος ὁ Νικαεύς: Ἐρωτικὰ παθήματα
36. Περὶ Ἀργανθώνης
[ιστορει Ασκληπιαδης Μυρλεανος εν Βιθυνιακοις πρωτον]
[36.1] Λέγεται δὲ καὶ Ῥῆσον, πρὶν ἐς Τροίαν ἐπίκουρον ἐλθεῖν, ἐπὶ πολλὴν γῆν ἰέναι
προσαγόμενόν τε καὶ δασμὸν ἐπιτιθέντα. ἔνθα δὴ καὶ εἰς Κίον ἀφικέσθαι κατὰ κλέος
γυναικὸς καλῆς· Ἀργανθώνη αὐτῇ ὄνομα. [36.2] αὕτη τὴν μὲν κατ᾿ οἶκον δίαιταν καὶ μονὴν ἀπεστύγει, ἀθροισαμένη δὲ κύνας πολλοὺς ἐθήρευεν οὐ μάλα τινὰ προσιεμένη. ἐλθὼν οὖν
ὁ Ῥῆσος εἰς τόνδε τὸν χῶρον βίᾳ μὲν αὐτὴν οὐκ ἦγεν, ἔφη δὲ θέλειν αὐτῇ συγκυνηγεῖν· καὶ
αὐτὸς γὰρ ὁμοίως ἐκείνῃ τὴν πρὸς ἀνθρώπους ὁμιλίαν ἐχθαίρειν· ἡ δὲ ταῦτα λέξαντος ἐκείνου κατῄνεσε πειθομένη αὐτὸν ἀληθῆ λέγειν. [36.3] χρόνου δὲ ου πολλοῦ διαγενομένου εἰς πολὺν
ἔρωτα παραγίνεται τοῦ Ῥήσου· καὶ τὸ μὲν πρῶτον ἡσυχάζει αἰδοῖ κατεχομένη· ἐπειδὴ δὲ σφοδρότερον ἐγίνετο τὸ πάθος, ἀπετόλμησεν εἰς λόγους ἐλθεῖν αὐτῷ, καὶ οὕτως ἐθέλων αὐτὴν ἐκεῖνος ἠγάγετο γυναῖκα. [36.4] ὕστερον δέ, πολέμου γενομένου τοῖς Τρωσί, μετῄεσαν αὐτὸν
οἱ βασιλεῖς ἐπίκουρον· ἡ δὲ Ἀργανθώνη, εἴτε καὶ δι᾿ ἔρωτα, ὃς πολὺς ὑπῆν αὐτῇ, εἴτε καὶ
ἄλλως καταμαντευομένη τὸ μέλλον, βαδίζειν αὐτὸν οὐκ εἴα. [36.5] Ῥῆσος δὲ μάλα
κακιζόμενος ἐπὶ [τῇ] μονῇ οὐκ ἠνέσχετο, ἀλλὰ ἦλθεν εἰς Τροίαν καὶ μαχόμενος ἐπὶ ποταμῷ
τῷ νῦν ἀπ᾿ἐκείνου Ῥήσῳ καλουμένῳ, πληγεὶς ὑπὸ Διομήδους ἀποθνήσκει. [36.6] ἡ δὲ ὡς
ᾔσθετο τεθνηκότος αὐτοῦ, αὖτις ἀπεχώρησεν εἰς τὸν τόπον, ἔνθα ἐμίγη πρῶτον αὐτῷ, καὶ
περὶ αὐτὸν ἀλωμένη θαμὰ ἐβόα τοὔνομα τοῦ Ῥήσου· τέλος δὲ σῖγα τῷ ποταμῷ προσημένη
διὰ λύπην ἐξ ἀνθρώπων ἀπηλλάγη.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[36.1] λεγεται και για τον Ρησσο,πριν στην Τροια συμμαχος να'ρθει,σε πολλους τοπους
πηγε και τους πρασαρτησε και φορολογια εβαλε,οπου εκει και στη Κιο εφτασε,απο τη
φημη μιας γυναικας ομορφης,Αργανθωνη τ'ονομα της[36.2]αυτη τα οικιακα και την
εγκλειστη διαμονη απεχθανονταν,και μαζευοντας πολλα σκυλια κυνηγουσε και ουτε
ηθελε καποιον να την ακολουθει,οταν ηρθε λοιπον ο Ρησος σε τουτη εδω τη χωρα με τη
βια δεν την πηρε,της ειπε πως θελει μ'αυτην μαζι να κυνηγησουν,κι αυτος ιδια μ'εκεινη
την συναναστροφη με τους ανθρωπους μισουσε,εκεινη αυτα λεγοντας εκεινος συνενεσε
πιστευοντας πως αυτος αληθεια λεει,[36.3] δεν περασε πολυς χρονος και πολυ ερωτευτηκε
τον Ρησο,και στην αρχη δεν μιλουσε επειδη ντρεπονταν,οταν ομως σφοδροτερο εγινε το
παθος,τολμησε να του μιλησει,κι ετσι θελοντας την την πηρε κοντα του γυναικα ,[36.4]
υστερα ,οταν ο πολεμος γινονταν στους Τρωες,του ζητησαν οι βασιλιαδες να συμμετασχει,
η Αργανθωνη,ειτε απ'τον πολυ ερωτα που την διακατειχε,ειτε μ'αλλο τροπο μαντευοντας
το μελλον,δεν αντεχε αυτος να παει,[36.5]ο Ρησος ομως να κατηγορηθει γι'ανανδρεια
μενοντας στο σπιτι δεν τ'ανεχονταν,κι ετσι ηρθε στη Τροια και μαχομενος στον ποταμο
που τωρα απο κεινον ειναι ονομασμενος,πληγωμενος απ'τον Διομηδη πεθαινει,[36.6]
αυτη οταν εμαθε τον πεθαμο του,αναχωρησε στον τοπο,οπου για πρωτη φορα εσμιξε
μ'αυτον,κι εκει περιπλανωμενη συνεχεια φωναζε τ'ονομα του Ρησου,και τελος ησυχασε
στον ποταμο καθισμενη κοντα απ'τη λυπη κι απαλλαχτηκε απ'τ'ανθρωπινα.
.
.
Σχολια:
-ο Ασκληπιαδης ο Μυρλεανος[Μυρλεια Βιθυνιας 1ος αι.π.Χ]ηταν γραμματικος στη σχολη
της Περγαμου
-ο Ρησος ηταν βασιλιας της Θρακης,ονομαστος για τα καταλευκα αλογα του,που συμφωνα
μ'ενα χρησμο αν βοσκουσαν στη Τροια θα νικουσαν οι Τρωες,σκοτωθηκε απο τον Διομηδη
και τον Οδυσσεα μεσα στην σκηνη του κατα την αποστολη της κατασκοπειας των Τρωων
[Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια Κ' στιχοι 455 κ.ε],ο Ευρυπιδης εγραψε την τραγωδια 'Ρησος'
-Κιος,αρχαια πολη στη Βιθυνια,Προποντιδα,χτισμενη τον 8ο-7ο αιωνα απο τους Μιλησιους
και τον Κιο[κατα την μυθολογια απο τους Αργοναυτες]
-Ρησος ποταμος της Βιθυνιας,παραποταμος του Γρανικου,
[Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια Μ' στιχος 20]
ὅσσοι ἀπ' Ἰδαίων ὀρέων ἅλα δὲ προρέουσι,
Ῥῆσός θ' Ἑπτάπορός τε Κάρησός τε Ῥοδίος τε 20
Γρήνικός τε καὶ Αἴσηπος δῖός τε Σκάμανδρος
καὶ Σιμόεις,
.
.
.
Οδυσσεια Ομηρου εκδοση 1504
Περί Ζωιλου Ομηρομαστιγος-χ.ν.κουβελης
Αιτια για την ενασχοληση μου για τον Ζωιλο ηταν το διηγημα ''Τα Συμβαντα του Μυλου''
του Παπαδιαμαντη,εκει διαβασα:
Τὰ δένδρα ἔσμιγον εἰς τρυφερὰς περιπτύξεις ἐκεῖ τὴν νύκτα, καὶ ὁ κισσὸς καὶ τὸ κλῆμα
ἀνερριχῶντο εἰς τὰ ὕψη τῶν κλάδων, καὶ καρποὶ μελαμβριθεῖς ἐκρέμαντο εἰς τὰ
ἀκροκλώνια, διὰ νὰ δίδεται τροφὴ εἰς ὅλα τὰ πτερωτὰ καὶ τὰ ὄρνεα, τὰ ἐπικαλούμενα τὸ
ὄνομα τοῦ Κυρίου. Καὶ θνητὸς ἄνθρωπος δὲν ἠδύνατο ν᾿ ἀναβῇ ἐκεῖ, οὐδὲ νὰ
καταβῇ, ἐκτὸς ἂν ἦτον οὐρανοπετής. «Οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνήρ, οὐ καταβαίη».
αυτο το «Οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνήρ, οὐ καταβαίη». μου κινησε το ενδιαφερων,μου
φανηκε να ειναι ομηρικο,και κανοντας αναζητηση στο Google πραγματι ηταν ο στιχος 77
στη ραψωδια μ' της Οδυσσειας,που περιγραφει τι θα συναντησει ο Οδυσσεας μετα την
αναχωρηση του απο την Κιρκη,δηλαδη τις Σειρήνες, τη Σκύλλα και τη Χάρυβδη και τα Βοδια
του Ηλιου:
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια μ',στιχοι 73-79]
οἱ δὲ δύω σκόπελοι ὁ μὲν οὐρανὸν εὐρὺν ἱκάνει
ὀξείῃ κορυφῇ, νεφέλη δέ μιν ἀμφιβέβηκε
κυανέη: τὸ μὲν οὔ ποτ' ἐρωεῖ, οὐδέ ποτ' αἴθρη 75
κείνου ἔχει κορυφὴν οὔτ' ἐν θέρει οὔτ' ἐν ὀπώρῃ.
οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνὴρ οὐ καταβαίη, 77
οὐδ' εἴ οἱ χεῖρές τε ἐείκοσι καὶ πόδες εἶεν:
πέτρη γὰρ λίς ἐστι, περιξεστῇ ἐϊκυῖα.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
εκει'ναι δυο σκοπελοι,στον πλατυ ουρανο ο ενας φτανει
μ'οξεια κορυφη,και με συνεφο ολουθε σκεπασμενος
μαυρο,κι ουτε ποτε αυτο σκορπα κι ουτε ποτε καθαριζει 75
κεινου κραταει τη κορυφη ουτ'αν ειν' στο θερος ουτ'αν στο φθινοπωρη
κι ουτε ν'ανεβει θνητος ανθρωπος μπορει κι ουτε να κατεβει 77
ουτε κι αν χερια εικοσι και ποδια ειχε
γιατ' ειναι η πετρα λεια,ολοξυστη να'ναι μοιαζει
[και στη μεση αυτου του σκοπελου ειναι η σπηλια της τρομερης Σκυλλας]
στα αποτελεσματα της αναζητησης που εκανα εμφανισθηκε και ο Ζωιλος,ενας επικριτης
του Ομηρου,που τον εψεγε,συν τοις αλλοις,σ'αυτον τον ομηρικο στιχο:
οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνὴρ οὐ καταβαίη
ειναι περιττο να λες,πως δεν μπορεις να κατεβεις απο εκει που δεν μπορεις ν'ανεβεις,
ειναι λογικη ανοησια
εκανα μια πρωτη κριση,φυσικα και το ηξερε αυτο ο Ομηρος,απλα ο στιχος ειναι,και
πρεπει να ειναι,ενταγμενος στη τεχνη της ποιησης,στο μετρο του στιχου,το δακτυλικο
εξαμετρο,με εξι ποδες μακρο βραχυ βραχυ,επισης η ευφωνια αμβαιη/καταβαιη,χαριν
της ποιητικης αδειας δικαιολογειται ο λογικος πλεονασμος,κι ακομα πως η ποιηση δεν
ειναι αυστηρη επιστημη,οχι τι ξερω αλλα τι εχει αισθητικη,
στη Βικιπαιδεια εγραφε:
Ο Ζωίλος ήταν ρήτορας από την Αμφίπολη που έζησε μεταξύ 285- 247 π.Χ.[1]
Κατηγορούσε με μικρόλογα τον Όμηρο, γι αυτό επονομάστηκε Ομηρομάστιξ και για τη
δηκτική του γλώσσα γενικά κύων ρητορικός.
λιγοστα μπορουσες να βρεις στο inrenet,θελησα να μαθω περισσοτερα,επισκεφτηκα
την Εθνικη Βιβλιοθηκη,εκει βρηκα μετα απο μερες και με μεγαλη δυσκολια μια εργασια
για τον Ζωιλο τριων σελιδων γραμμενη στα ελληνικα μεσα στο βιβλιο The Classical Works
[edition 1931Oxford] του Henry.G.Moore ενος αγγλου καθηγητη στην εδρα Classical
Literature University of Oxford,England,με τον τιτλο:Περί Ζωιλου Ομηρομαστιγος,
τοτε ενιωσα,επηρεασμενος απο την εργασια του αγγλου καθηγητη,την σφοδρη επιθυμια
να γραψω για τον Ζωιλο,και μαλιστα με τον ιδιο τιτλο:
Περί Ζωιλου Ομηρομαστιγος
[παρακατω αντιγραφω το εργο μου ]:
Περί Ζωιλου Ομηρομαστιγος
ο Ζωιλος [περιπου 285- 247 π.Χ ]ηταν απο την Αμφιπολη,ρητορας και σοφιστης,μαθητευσε
στον Διογενη τον Κυνικο,
στο Λεξικο Σουδας γραφεται για τον Ζωιλο:
"Ζωίλος Αμφιπολίτηςος επεκλήθη Ομηρομάστιξ, ότι επέσκωπτεν Ομηρον.
Δι ο αυτόν διώξαντες οι εν τη Ολυμπία κατά των Σκιρωνίδων πετρών έρριψαν.
Ρήτωρ δε ήν και φιλόσοφος "
ισως η αποτυχια του ως ρητορας,επειδη στερουνταν την απαραιτητα δυνατη,επιβλητικη
φωνη και την ικανοτητα των θεατρικων,υποκριτικων,κινησεων που συνοδευουν την εκ-
φωνηση των λογων στα δικαστηρια και στην αγορα να τον εκανε να στραφει προς την
φανατικη επικριση των ιερων πρωτοτυπων,οπως του Ομηρου αλλα και του Πλατωνα,
τον Ομηρο τον κοσκινιζε στιχο-στιχο να βρει λαθη,ανακριβειες,λογικα χασματα,ασαφειες,
αφελειες,μωρολογιες,κλπ
πραγμα αρκετα ευκολα,γιατι σ'συτο συνηγορουσαν πολλα:
-πρωτον,η γλωσσα του Ομηρου,μια καθαρα τεχνικη γλωσσα,που δεν μιλιονταν πουθενα
στον ελληνικο χωρο,με βαση την Ιωνικη διαλεκτο,με αιολικα,αρκαδο-κυπριακα και
μυνηναικα γλωσσικα δανεια
-δευτερον,η αναγκη να διατηρηθει το μετρο,το δακτυλικος εξαμετρο,με εξι ποδας ανα
στιχο,με μακρο βραχυ βραχυ καθε ποδας,αυτο εμπεριειχε τον κινδυνο καθε λογης
ευκολιων,και αυθαιρεσιων, για να επιτευχθει
-τριτον,η διαφορετικη εποχη που γραφτηκαν τα Ομηρικα Επη Ιλιαδα και Οδυσσεια,τον 8ο
με 7ο αιωνα π.Χ απο την εποχη που διαδραματισθηκαν τα γεγονοτα που αφηγειται,τον 12ο
αιωνα π.Χ,η ερωτηματικη συμπλοκη νεωτερων και παλιοτερων στοιχειων,κι ακομα η
Πεισιστρατια διορθωση τον 6ο αιωνα π.Χ
-τεταρτον,το ιδιο το προσωπο του Ομηρου,αν δηλαδη υπηρξε,
εχομε αμφιβολια για τον τοπο γεννησης του,επτα πολεις τον διεκδικουν,
το Άργος,η Αθήνα,η Χίος,η Κολοφώνα,η Ρόδος,η Σαλαμίνα,η Σμύρνη,
με επικρατεστερη τη Σμυρνη,
το αρχικο ονομα του ηταν Μελησιγένης
για τον πατερα του εχομε διαφορα ονοματα:
Μαίων,Μέλας,Μνησαγόρας,Δαίμων,Θαμόρας,Μενέμαχος.
και για τη μητερα του τα ονοματα:
Μήτις,Κριθηίς,Θεμιστώ,Συγνεθώ,Μέλας
οσο για την τυφλοτητα του,πρεπει τυφλωθηκε αργοτερα,μετα τα Επη,πιθανον απο
καταρρακτη,η' απο διαβητικο γλαυκωμα,η' απο εκφυλιση της ωχρας κηλιδας,
[ομηρος στην ιωνικη διαλεκτο της Σμυρνης σημαινει τυφλος]
δεν ξερουμε αν δηλαδη ηταν ενας ο ποιητης των Επων η'περισσοτεροι ποιητες,οι αοιδοι,
η' οι Ομηριδες,και ισως τα ολοκληρωμενα επη δεν ειναι παρα μια συρραφη ολων των
διασπαρτων επικων διηγησεων,αυτο,μαλλον,φανερωνεται και απο τα λογοτυπα που
επαναλαμβανονται και στα δυο επη,σε επιθετα ηρωων και θεων,σε μαχες,σε αγορευσεις,
κλπ,και για καθαρα μνημονευτικους λογους,αφου τα επη για αιωνες ηταν προφορικα
μεχρι τη καταγραφη τους απο τον Πεισιστρατο[600-527 π.Χ]
αυτος λοιπον ο Ζωιλος βρηκε προσφορο εδαφος να επικρινει το Ομηρο,να τολμησει
να τον ψεξει στους:Κατα της Ομηρου Ποιησεως Λογους εννεα,
χωρις να νοιαστει για την υστεροφημια του να μικρολογησει κατα ενος Ιερου Αβατου,
Προσωπου,τον Ομηρο,κατα καποιον λοιπον ειρωνικο τροπο κερδισε την υστεροφημια
του...χανοντας την υστεροφημια του σκωπτωντας.
Μπορουμε να φαντασθουμε και να σχεδιασουμε εναν πιθανον εμπεριστατωμενο προλογο
στους κακοπιστους του 'Κατα της Ομηρου Ποιησεως Λογους εννεα'
Ζωιλου προλογος
Αν κρινω πονηρά υβριζω τους θεους,αν κρινω αρμοδιως θα με εχθρευτουν οι
πολιτες,παρ'ολ'αυτα,Ανδρες Αθηναιοι,δεν θα σιωπησω και μιλησω,
Τουτον λοιπον τον Ποιητην θα δειξω ως φλυαρον παντογνωστην,Αντιγραφει χειριστα
οσα του παραδωθηκαν απο τους αρχαιοτερους,δεν λεω φιλος ειναι ο Ομηρος,ομως
φιλτερα η Αληθεια ,η' δεν συμφωνειται πλεον;
ο Ομηρος ψαλλει των Μουσων τον ωραιο ηχο με τη λυρα του αλλα δεν ακουει τι λεει,
οσα ποιησε ειναι πεπλασμενα θαυματα,παραδοξα και παραλογα,ως μαγος εμφανιζεται
εις τον αδαη και τον απατα,μαλιστα καλλιεργει την εικονα του θεουργου,του φιλοσοφου,
του προφητη,του μαντη,του επιστημονα,του χρησμωδου,των Μουσαων θεραποντα,
επικαλουμενος την ρηση της Πυθιας,ενας λογοκλοπος ομως ειναι των αοιδων,και
του Φημιου και του Δημοδικου,θα τους εχετε νομιζω ακουστα,
δεν ειναι αποριας αξιον η πολυμαθεια του να μην του διδαξει τον νου,λεει πως Αλαθητος
ειναι μα δεν ειναι,και θα το δειξω αυτο καλα πως ετσι ειναι,ανθρωπος μ'ακορεστη
φιλοδοξια ενας ανεμελος γλετζες ειναι,και δεν θα'ταν υπερβολη αλλα μετα βεβαιοτη-
τος να πω,καθολου υποθετικα,πως μετα τα πλουσια γευματα και δειπνα που συχνα
παρευρισκεται ξερνα μια και δυο και τρεις φορες,
κι αν πραγματικα ειναι σοφος θα'πρεπε να γνωριζει τι ειναι σοφο,κι αυτος σιγουρα δεν
το γνωριζει,μεταχειριζεται ολες τις τεχνες για να πει κατι δηθεν σημαντικο αλλα στην ουσια
δεν λεει τιποτα,και μου φαινεται ηολυ εμπειρος και επιδεξιος στη τεχνη να κολακευει τους
δυνατους,και θεους,Ανδρες Αθηναιοι,και ανθρωπους,και να επωφελειται,
ενω ειναι τελειως ανιδεος περι των υπερφυσικων ζητηματων ισχυριζεται πως ειναι
βαθυς ειδημων,και να μην το ξεχναται αυτο,Ανδρες Αθηναιοι,θεραπων και υπηρετης και
δουλος ειναι των πλουσιων και των αργοσχολων, κι αυτος ο Μεγας Αδεκαστος,ο
Αδιαφθορος,μεροληπτησε υπερ του υμετερου φιλου Οδυσσεα και δεν αναφερει πουθενα
τον Μεγιστο Παλαμηδη τον ηρωα,των εφευρετη,τον φιλοσοφο που τον συκοφαντησαν και
τον σκοτωσαν αδικα και ποταπα στη Τροια,κι αυτη ηταν,μην σας απατα,η αληθινη αιτια
για τον θυμο την μηνιν του Αχιλλεα,αλλα σιωπα και υποκλεπτει την αληθεια,την γραφει
κατα το ιδιον του συμφερεον,
τωρα ειναι η ωρα να μαθετε πως τα εργα του ειναι επαισχυντα προιοντα υποτελειας,και
αισχροτατης στους θεους και στους ανθρωπους ιδιοτελειας,βριθει παλινωδιων,ποτε το
το ενα το λεει ετσι ποτε το λεει αλλιως,κατα το δοκουν,αυτα ομως δεν ειναι σοβαρα
πραγματα,ενας χυδαιος λογογραφος ειναι που πληρωνεται αδρα,Πολλά πιών καί πολλά
φαγών,
ευθαρσως τον προσαγορευω Σαθων ο αιδοιος αντι αοιδος ,
ο ανοητος ειπεν τον Αχιλεα ατοκον,αληθεια πως να εχει τοκον ο Αχιλλεαςαφου δεν ειναι
παντρεμενος;
ειπεν ο καπνος ανωθεν φερεται,
αληθεια ειδε καποιος εξ υμων καπνον κατωθεν να φερεται;
τοσον πολυ ακαπνιστος μου φαινεται να ειναι αυτος ο Ομηρος
και σας διαβεβαιω,Ανδρες Αθηναιοι,πως δεν ειναι και φυσικα ατρανταχτα μ'αυτο το
εργο μου που εχετε ανα χειρας θα το αποδειξω,με μικρολογιες και οχι με απεραντολογιες
.
Καπως ετσι θα εγραφε τον προλογο ο Ζωιλος στους 'Κατα της Ομηρου Ποιησεως Λογους
εννεα'
επισης εγραψε και αλλα εργα:
Ιστοριαν απο θεογονιας εως της Φιλιππου τελευτης βιβλια τρια
Περι Αμφιπολεως
Κατα Ισοκρατους του ρητορος
για το τελος του λενε πως τον σταυρωσε ο Πτολεμαιο ο Φιλαδελφος,αλλοι πως θανα-
τωθηκε με λιθοβολισμο στην Χιο,κι αλλοι πως τον εκαψαν ζωντανο στη Σμυρνη,
ας μην θεωρησουμε αιτια αυτων των βιαιοπραγιων τα μικρολογα του,γιατι μικρα ειναι,και
μαλλον αστεια και διασκεδαστικα,και δεν χαλασε ο κοσμος για ενα αστειο,
και φυσικα ο θειος Ομηρος,
και πως αυτος ο Ζωιλος ο Ομηρομαστιξ,μαστιγωνει,τιμωρει,τον Ομηρο,η' πως ειναι η
μαστιγα,η καταρα του Ομηρου,αυτο μαλλον ειναι αστειο
.
τωρα,ας επιτραπει να κανουμε μια φανταστικη πλαστογραφιση του εργου του,
και στον λογο εβδομο Κατα της Ομηρου Ποιησεως να διαβασουμε τα κατωθι ...μικρολογα:
κι εδω ας εξετασουσε τον στιχο 110 της ραψωδιας μ' της Οδυσσειας:
ἓξ ἑτάρους ἐν νηὶ ποθήμεναι ἢ ἅμα πάντας.
μαζι με τον στιχο 60 της ραψωδιας ι' ,παλι της Οδυσσειας:
ἓξ ἀφ᾿ ἑκάστης νηὸς ἐυκνήμιδες ἑταῖροι
ὤλονθ᾽
βλεπομε καθαρα πως εχομε επαναλαμβανομενο λογοτυπο,
λεει,στην πρωτη περιπτωση,την υποθετικη,στη Σκυλα, θα χασει εξι συντροφους απο το
καραβι
και στη δευτερη περιπτωση που συνεβηκε στους Κικονες πως εχασε εξι συντροφους
απο καθε καραβι,
τωρα γιατι εξι σε καθενα κι οχι,π.χ ενας στο πρωτο καραβι,δυο στο δευτερο,τρεις στο τριτο
κι ουτω καθεξεις η' και διαφορετικα,αυτο το ξερει μονο ο...ποιητης και μαλιστα ισχυριζεται
πως λεει την αληθεια,βεβαια θα ισχυρισθει λογους υψηλης τεχνης,το μετρο,
το αντιστοιχο του 'εξι σε καθε καραβι' θα ηταν να πει' εβδομηνταδυο',,επειδη δωδεκα ηταν
ολα τα καραβια του Οδυσσεα,τοτε εξι επι δωδεκα ισον εβδομηνταδυο,
το εβδομηνταδυο βεβαια κατα τον σοφοτατο Ποιητη θα χαλαγε το μετρο και φυσικα την
τεχνη,αλλα,εγω θα ελεγα,τι αξιζει η υψηλη τεχνη οταν δεν υπηρετει την αληθεια;
τωρα το εξι στην πρωτη περιπτωση διατηρειται,κι ας μην διατηρειται η αληθεια,λογω του
του λογοτυπου,
αλλ'αυτο,παλι εγω λεω,δεν ειναι ποιηση,τεχνη,να την παιρνει κανεις σοβαρος ανθρωπος
στα σοβαρα αλλα...μηχανοραφια,νομιζω,
και αλλα μικρολογα γι'αυτους τους δυο μικρολογους,δηλαδη στιχους,θα μπορουσα να
γραψω αλλα αυτα τα μικρα,ολιγα,επαρκουν
και για να εχει ο αναγνωστης πληρη εικονα παραθετω τα δυο συνολα των μικρολογων
στιχων απ'οπου αντλησα τα δυο μικρολογα στιχους-παραδειγματα μου:
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια μ' ,στιχοι 108-110]
ἀλλὰ μάλα Σκύλλης σκοπέλῳ πεπλημένος ὦκα
νῆα παρὲξ ἐλάαν, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερόν ἐστιν
ἓξ ἑτάρους ἐν νηὶ ποθήμεναι ἢ ἅμα πάντας. 110
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
αλλα πολυ κοντα στης Σκυλλας το σκοπελο πλησιασε γοργα
το καραβι περα να κωπηλατησεις,επειδη πολυ καλλιτερο ειναι
εξι συντροφοι στο καραβι να ρουφηχτουν παρα μαζι ολοι 110
.
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ι' ,στιχοι 39-61]
Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν,
Ἰσμάρῳ· ἔνθα δ' ἐγὼ πόλιν ἔπραθον, ὤλεσα δ' αὐτούς. 40
ἐκ πόλιος δ' ἀλόχους καὶ κτήματα πολλὰ λαβόντες
δασσάμεθ', ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
ἔνθ' ἦ τοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας
ἠνώγεα, τοὶ δὲ μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο.
ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο, πολλὰ δὲ μῆλα
ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς.
τόφρα δ' ἄρ' οἰχόμενοι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν,
οἵ σφιν γείτονες ἦσαν, ἅμα πλέονες καὶ ἀρείους,
ἤπειρον ναίοντες, ἐπιστάμενοι μὲν ἀφ' ἵππων
ἀνδράσι μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα. 50
ἦλθον ἔπειθ', ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίνεται ὥρῃ,
ἠέριοι· τότε δή ῥα κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη
ἡμῖν αἰνομόροισιν, ἵν' ἄλγεα πολλὰ πάθοιμεν.
στησάμενοι δ' ἐμάχοντο μάχην παρὰ νηυσὶ θοῇσι,
βάλλον δ' ἀλλήλους χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν.
ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν ἦμαρ,
τόφρα δ' ἀλεξόμενοι μένομεν πλέονάς περ ἐόντας·
ἦμος δ' ἠέλιος μετενίσετο βουλυτόνδε,
καὶ τότε δὴ Κίκονες κλῖναν δαμάσαντες Ἀχαιούς.
ἓξ δ' ἀφ' ἑκάστης νηὸς ἐϋκνήμιδες ἑταῖροι 60
ὤλονθ'· οἱ δ' ἄλλοι φύγομεν θάνατόν τε μόρον τε.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]]
απ'το Ιλιο φερνοντας με ο ανεμος στους Κικονες με πεταξε
στην Ισμαρω,οπ'εγω τη πολη πατηξα κι αυτους αφανισα 40
απ'τη πολη και γυναικας και πολλα αγαθα αρπαζοντας
τα μοιραστηκαμε,κανεις να μην με κατακρινει πως δεν τα'θεσα ισα,
τοτ'εγω να σηκωσουμε τα ποδι μας να φευγουμε απο'κει
συμβουλευα,αυτοι παρα πολυ μωροι δεν πειθονταν
οπου πολυ κρασι πινοντας μεθουσαν,πολλα δ'αρνια
εσφαζαν σ'ακρογυαλι και τα χορευτικα στο βαδισμα βοδια,
εν τω μεταξυ πηγαν οι Κικονες στους Κικονες και φωναξαν
που σ'αυτους γειτονες ησαν,και πιο πολλοι και πιο αντρειοι,
πο'μεναν στη στερια,ξεροντας απ'τ'αλογα
στους αντρες να μαχονται κι αν χρειαστει και πεζοι να'ναι 50
και τοτε ηρθαν,ωσα τα φυλλα και τ'ανθια που γινονται στην ωρα τους,,
στην αχλυ το ξημερωμα,τοτε κακη μοιρα του Δια επεσε πανω
σε μας τους καταδικασμενους,για να πολλα βασανα να παθουμε,
στηθηκαν κι εμαχονταν κοντα στα γρηγορα καραβια
πετουσαν οι μεν εδω στους δε εκει τα χαλκινα κονταρια ,
οσ'αυγη ητανε κι αυξανε η μερα
ως τοτε τους αντικρουσαμε αν και περσοτεροι ηταν
ομως ο ηλιος οταν εφτασε και λυνουνε τα βοδια
τοτε κι οι Κικονες απωθησαν τους Αχαιους νικωντες,
εξη απο καθε καραβι με τις καλες περικνημιδες συντροφοι 60
χαθηκαν,οι αλλοι φυγαμε και το θανατο και τη μαυρη μοιρα
.
.
ακομα ενας αλλος μικρολογος στιχος προς επι-κριση ειναι ο στιχος 210 απο την ραψωδια
Χ' της Ιλιαδας,ν'αλλαξουμε κι εργο,για μεγαλυτερη σφαιρικοτητα των μικρων λογων μου
Κατα της Ομηρου Ποιησεως
καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα,
ἐν δ᾽ ἐτίθει δύο κῆρε τανηλεγέος θανάτοιο, 210
τὴν μὲν Ἀχιλλῆος, τὴν δ᾽ Ἕκτορος ἱπποδάμοιο,
ἕλκε δὲ μέσσα λαβών· ῥέπε δ᾽ Ἕκτορος αἴσιμον ἦμαρ,
(Ομήρου Ιλιαδα ραψωδια Χ' στίχοι 209-212)
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
και τοτε τη χρυση ο πατερας τεντωσε ζυγαρια
κι εβαλε τις δυο μοιρες τ'οδυνηρου θανατου
τη μια τ'Αχιλλεα,την αλλη τ'Εχτορα του ιπποδαμαστη
τη τραβηξε τη μεση πιανοντας,κι εκλινε τ'Εχτορα η γραμμενη μερα
κι εγω απλα και πολυ φυσικα απορων μικρολογω ρωτωντας:
ποδαπαὶ γὰρ αἱ Μοῖραι ἐν ταῖς πλάστιγξι,
καθήμεναι ἢ ἑστηκυῖα
δηλαδη
πως ειναι τοποθετημενες οι μοιρες στη πλαστιγκα;
καθιστες η' ορθιες
μια μικρολογη απορια,αθωα χαριν παιδιας
Εγω ο Ζωιλος ο επικαταρατος Αττικος επι παντων επιστητων μικρολογω
και φυσει δεχομαι των παντων επ'εμοι τινα μικρολογιαν
.
.
ΕΠΙΜΥΘΙΟ
αν και τον Ομηρον μικρολογω
κατ'ουσιαν Αυτον μεγαλογω
[Ζωιλος Αμφιπολιτης]
.
.
.
Μενανδρος[342 π.Χ-292 π.Χ]-Νεα Αττικη Κωμωδια -Δυσκολος,παπυρος Μποντμερ
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΓΝΩΜΑΙ [ΣΥΛΛΟΓΗ]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Μενανδρος[Κηφισια 342 π.Χ-Πειραιας 292 π.Χ],μεγαλος Ελληνας κωμωδιογραφος της
Νεας Αττικης Κωμωδιας,σπουδασε στη Περιπατικη Σχολη του Αριστοτελη με δασκαλο
τον Θεοφραστο,ειχε φιλο και τον Επικουρο και τον Δημητριο Φαληρεα,ηταν ανηψιος του
Αλεξις ποιητη της Μεσης Κωμωδιας,εγραψε πανω απο εκατο κωμωδιες,τα θεματα του
ηταν ρεαλιστικα,παθη,ελαττωματα,ερωτες,μιση,αρετες,...,γραμμενα στην απλη καθημερι-
νη γλωσσα,το 321 π.Χ ανεβηκε το πρωτο εργο του 'Οργη',εχει σωθει ολοκληρη η κωμωδια
του Δυσκολος[το 316 π.Χ α' βραβειο],και σχεδον ολοκληρες οι κωμωδιες Επιτρεποντες,
Σαμια,Περικειρομενη,αλλα εργα του:Σικυωνιοι,Ασπις,Μισούμενος,Γεωργός,Ήρως,
Κόλαξ,Φάσμα[αποσπασματικα]
Το 291 π.Χ πνιγηκε κολυμπωντας στον Πειραια,
.
Εχουμε μια Ανθολογια Γνωμων[Αποφθεγματων],συλλογη του Μενανδρου
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΓΝΩΜΑΙ [ΣΥΛΛΟΓΗ]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Ως χαρίεν εστ’ άνθρωπος αν άνθρωπος ή.
ποσο ευχαριστος ειν'ο ανθρωπος αν ανθρωπος ειναι
Δρυός πεσούσης, πάς ανήρ ξυλεύεται.
δεντρο πεσμενο ολοι το κομματιαζουν
Θνητός γεγονώς άνθρωπε, μη φρόνει μέγα.
σαν εισαι θνητος μη νομιζεις πολλα
Βιοί γαρ ουδείς ον προαιρείται βίον.
κανενας δεν ζει τη ζωη που θελει
Φύσιν πονηρά μεταβαλείν ου ράδιον.
ο πονηρος δεν αλλαζει ευκολα
Ζώμεν γαρ ού ως θέλομεν, αλλ’ ως δυνάμεθα.
δεν ζουμε οπως θελουμε αλλ'οπως μπορουμε
Φιλόπονος ἴσθι καὶ βίον κτήσῃ καλόν.
εργατικος να'σαι και ζωη θ'αποκτησεις καλη
Υγεία και νους εσθλά τω βίω δύο.
υγεια και μυαλο ειναι τα δυο της ζωης καλα
Τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί.
τα χρεη δουλο απο ελευθερο σε κανουν
Γυνή δικαία του βίου σωτηρία.
η σωστη γυναικα ειναι θησαυρος στη ζωη
Ανήρ ο φεύγων και πάλι μαχήσεται.
αυτος π'αποφευγει κατι στο τελος δεν θα τ'αποφυγει
Ανήρ δίκαιος πλούτον ουκ έχει ποτέ.
ο δικαιος ανθρωπος τα πλουτη δεν θελει
Γυναιξί πάσαις κόσμον η σιγή φέρει.
σ'ολες τις γυναικες η σιωπη ειναι στολιδι
Έστι δίκης οφθαλμός, ος τα πάνθ’ ορά.
το ματι της δικαιοσυνης τα παντα βλεπει
Τίμα το γήρας, ου γαρ έρχεται μόνον.
Να φροντιζεις τα γηρατεια,γιατι μονα δεν ερχονται
Ο μη δαρείς άνθρωπος ου παιδεύεται.
αυτος που δεν παθαινει δεν μαθαινει
Ἀφεὶς τὰ φανερὰ μὴ δίωκε τἀφανῆ.
να σ'αρκουν τα φανερα και να μη επιδιωκεις τ'αμφιβολα
Ἀνὴρ πονηρὸς δυστυχεῖ, κἂν εὐτυχῇ.
αδικος ανθρωπος δυστυχει κι αν ευτυχει
Ἄνθρωπος ὢν γίνωσκε τῆς ὀργῆς κρατεῖν.
ανθρωπος ων μαθε τον θυμο να συγκρατεις
Αἰσχρὸν δὲ μηδὲν πρᾶττε, μηδὲ μάνθανε.
το αισχρο μητε να πραττεις μητε να μαθαινεις
Ἀνδρὸς χαρακτὴρ ἐκ λόγου γνωρίζεται.
τ'ανθρωπου ο χαρακτηρας απ'τα λογια γνωριζεται
Ανήρ δ’ άβουλος ηδοναίς θηρεύεται.
ο αμυαλος ανθρωπος τις απολαυσεις κυνηγα
Ο κύβος ερρίφθη.
το ζαρι ριχτηκε
Ξένους ξένιζε και συ γαρ ξένος γ’ έση.
τους ξενους φιλοξενα γιατι κι εσυ ξενος καποτε θα'σαι
Γέρων εραστής, εσχάτη κακή τύχη.
ερωτας στα γεραματα,η τελευταια κακη τυχη
Λαβών απόδος άνθρωπε και λήψη πάλιν.
Αν λαβεις κατι αποδωσε το ανθρωπε και παλι θα το λαβεις
Αγάπης δε ουδέν μείζον ούτε ίσον εστί.
απ'την αγαπη τιποτα δεν ειναι πιο μεγαλο ουτε ισο
Ρήμα παράκαιρον τον όλον ανατρέπει βίον.
λογια αστοχαστα ολη τη ζωη ανατρεπουν
Πας ερυθριών χρηστός είναι μοι δοκεί.
οποιος κοκκινιζει καλο σε μενα φαινεται
Είς εστι δούλος οικίας, ο δεσπότης.
ενας ειν'ο δουλος του σπιτιου,ο νοικοκυρης
Θέλω τύχης σταλαγμόν ή φρενών πίθον.
θελω μια σταλαγματια τυχη παρα ενα πυθαρι μυαλα
Εάν δ’ έχωμεν χρήμαθ’, έξομεν φίλους
αν εχουμε χρηματα θα'χουμε και φιλους
Αδύνατον τ' αληθές λαθείν.
αδυνατο η αληθεια να κρυφτει
Γράμματα μαθείν δει, και, μαθόντα, νουν έχειν.
γραμματα να μαθαινεις πρεπει,και,μαθαινοντας,μυαλο να βαζεις
Αιδώς του κάλλους ακρόπολις.
το να ντρεπεσαι ειναι της ωραιοτητος η ακροπολη
Μέμνησο νέος ων, ως γέρων έση ποτέ.
να θυμασαι νεος οντας,πως γερος θα γινεις καποτε
Ον γαρ οι Θεοί φιλούσιν, αποθνήσκει νέος.
αυτον που οι θεοι αγαπουν,πεθαινει νεος
Στρέφει δε πάντα τα εν βίω μικρά τύχη.
τα παντα στη ζωη τα γυριζει μικρη τυχη
Βακτήρια εστί παιδεία βίου.
μπαστουνι στηριγμα της ζωης η παιδεια ειναι
Λύπης ιατρός εστίν ανθρώποις λόγος.
της λυπης γιατρος ειναι στους ανθρωπους ο λογος
Βίος βίου δεόμενος ουκ έστιν βίος.
ζωη που τη ζωη φοβαται[αποφευγει]δεν ειναι ζωη
Ουδείς ανάγκης μείζον ισχύει νόμος.
καμιας αναγκης δεν υπερεχει ο νομος
Μόνη σιγή μεταμέλειαν ου φέρει.
μονη η σιωπη μεταμελεια δεν σημαινει
Βούλου δ’ αρέσκειν πάσι, μη σαυτώ μόνον.
να θελεις ν'αρεσεις σ'ολους,οχι στον εαυτο σου μονο
Κακοίς ομιλών καυτός εκβήσει κακός.
με τους κακους συναναστρεφομενος θα καταντησεις κακος
Γυναικός εσθλής εστι σώζειν οικίαν.
η καλη γυναικα κραταει το σπιτι
Εν τοίς κακοίσι τους φίλους ευεργέτει.
στα κακα τους φιλους να βοηθας
Πάντων των αναγκαίων κακών ιατρός χρόνος εστίν.
σ'ολα τα αναποφευκτα κακα ο χρονος γιατρος ειναι
Θάλασσα και πυρ, και γυνή τρίτον κακόν.
θαλασσα φωτια και γυναικα τα τρια κακα
Το δις εξαμαρτείν τ’ αυτόν ουκ ανδρός σοφού.
δυο φορες να πεφτεις στο ιδιο λαθος σοφος δεν εισαι
Οὐδὲν σιωπῆς ἔστι χρησιμώτερον.
τιποτ'απ'τη σιωπη δεν ειναι χρησιμωτερο
Έρωτα παύει λιμός ή χαλκού σπάνις.
τον ερωτα κοβει η φτωχεια η' η ελλειψη χρηματος
Η γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει.
γλωσσα που μπερδευεται την αληθεια φανερωνει
Γυνή γαρ ουδέν οίδε πλην ό βούλεται.
η γυναικα τιποτ'αλλο δεν ξερει εκτος απ'αυτο που θελει
Πανήγυριν νόμιζε τόνδε τὸν βίον.
πανηγυρι νομιζε αυτην εδω τη ζωη
Γάμει δε μη την προίκα αλλά την γυναίκα.
να μην παντρευεσαι τη προικα αλλα τη γυναικα
Ανδρός πονηρού φεύγε συνοδίαν αεί.
τη παρεα πονηρου ανθρωπου παντοτε ν'αποφευγεις
Αρχής τετευχώς, ίσθι ταύτης άξιος.
αν σου τυχει εξουσια,να της εισαι αξιος
Κρίνει φίλους ο καιρός, ως χρυσόν το πυρ.
ο χρονος δοκιμαζει τους φιλους,οπως η φωτια το χρυσο
Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει.
κακα ηθη τη φυση διαστρεφουν
Βίον καλόν ζης αν γυναίκα μη έχεις.
ευτυχισμενη ζωη ζεις αν γυναικα δεν εχεις
Θεού σέβου και πάντα πράξεις ενθέως.
τον θεο να σεβεσε και τα παντα θα πραξεις σωστα
Ψυχής νοσούσης εστί φάρμακον λόγος.
στην ψυχη π'αρρωστησε ειναι φαρμακο ο λογος
Θανάτου μόνον ουκ έστιν επανόρθωμα.
του θανατου μονο δεν υπαρχει επανορθωση
Αβουλία γαρ πολλά βλάπτονται οι βροτοί.
η αβουλια πολυ βλαπτει τους ανθρωπους
Αθάνατον οργήν μη φύλαττε, θνητός ων.
για παντα το θυμο μην κρατας,θνητος για λιγο εισαι
Γέλως άκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος.
γελιο παρακαιρο για κλαματα αιτια
Μετά την δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις.
μετα τη δωρεα γρηγορα ξεχνιεται το χαρισμα
Τούτ᾽ εστί το ζην, μη σεαυτώ ζην μόνον.
αυτη'ναι η ζωη,να μην ζεις για τον εαυτο σου μονο
Φιλεί δ’ εαυτού πλείον ουδείς ουδένα.
απ'τον εαυτο του πιο πολυ δεν αγαπαει κανεις κανεναν
Θεόν επιορκών μη δόκει λεληθέναι.
οτ'ο θεος αν αδικησεις μην νομισεις πως θα σε ξεχασει
Λόγον παρ’ εχθρού μη ποθ’ ηγήση φίλον.
το λογο τ'εχθρου σου ποτε μην παρεις για φιλικο
Διά πενίαν μηδενός καταφρόνει.
για τη φτωχεια του κανεναν μη καταφρονεις
Όμοια πόρνη δάκρυα και ρήτωρ έχει.
ομοια η πορνη κι ο ρητωρας κλαψουριζουν
Θεών όνειδος τους κακούς ευδαιμονείν.
ειναι ντροπη στους θεους οι κακοι να ευτυχουν
Βουλόμεθα πλουτείν πάντες αλλ’ ου δυνάμεθα.
θελουμε να πλουτιζουμε ολοι αλλα δεν μπορουμε
Μήτηρ απάντων γαία και κοινή τροφός.
μητερα ολων η γη και μαζι μας τρεφει
Η γλώσσα πολλούς εις όλεθρον ήγαγεν.
η γλωσσα πολλους στη καταστροφη παρασερνει
Αεί κράτιστον εστί τα αληθή λέγειν εν παντί καιρώ
παντοτε το πιο ανωτερο ειναι την αληθεια να λες σε καθε περισταση
Κενής δε δόξης ουδέν αθλιώτερον.
απο την ματαιοδοξια τιποτε αθλιωτερο
Χειρ χείρα νίπτει.
το'να χερι τ'αλλο χερι νιβει
Θεός συνεργός, πάντα ποιεί ραδίως.
συνεργος ο θεος,τα παντα κανει ευκολα
Αρετής απάσης σεμνός ηγείται λόγος.
ολη την αρετη σεμνος καθοδηγει λογος
Πειρώ τύχης άνοιαν ανδρείως φέρειν.
προσπαθησε την ατυχια με γενναιοτητα ν'αντιμετωπιζεις
Εξ ηδονής γαρ φύεται το δυστυχείν.
απ'την ηδονη ξεφυτρωνει η δυστυχια
Όπου βία πάρεστι, ουδέν ισχύει νόμος.
οπου η βια επικρατει,δεν ισχυει ο νομος
Φασί κακίστους οι πονηροί τους καλούς.
οι κακοι κακολογουν τους καλους
Λίαν φιλών σεαυτόν ουχ έξεις φίλον.
αν πολυ αγαπας τον εαυτο σου δεν θα'χεις φιλο
Ανδρών δε φαύλων όρκον εις ύδωρ γράφε.
ανθρωπων πονηρων τον ορκο στο νερο γραψε
Η κοιλία και πολλά χωρεί κωλίγα.
η κοιλια και πολλα χωνευει και λιγα
Οξύς θεών οφθαλμός ες το πανθ’ οράν.
καθαρα των θεων ο οφθαλμος τα παντα βλεπει
Καλόν φέρουσι καρπόν οι σεμνοί τρόποι.
καλο καρπο καρποφορουν οι σεμνοι τροποι
Δίκαια δράσας, συμμάχους έξεις θεούς.
αν δικαια ενεργεις,συμμαχους θα'χεις τους θεους
Δειλού γαρ αντρός δειλά και φρονήματα.
φοβισμενου ανθρωπου και οι ιδεες φοβισμενες
Άγει δε προς φως την αλήθειαν χρόνος.
φερνει στο φως την αληθεια ο χρονος
Εχθροίς απιστών ούποτ’ αν πάθοις βλάβην.
αν τους εχθρους δεν εμπιστευεσαι ποτε δεν θα βλαφτεις
Ραθυμία τα πολλ’ ελαττούσθαι ποιεί.
η νωθροτητα τα πολλα ελαττωνει
Ανεξέταστον μη κόλαζε μηδένα.
χωρις να τον εξεταζεις να μην κατηγορεις κανεναν
Νους έστι πάντων ηγεμών των χρησίμων.
ο νους ειναι ολων των χρησιμων οδηγης
Νόμος πονηρός ανομίαν παρεισφέρει.
νομος κακος ανομια προκαλει
Ευχής δικαίας ουκ ανήκοοος θεός.
στη δικαια ευχη ο θεος δεν κλεινει τ'αυτια
Η μεσότης εν πάσιν ασφαλέστερον.
το μετρο ειναι τ'ασφαλεστερο σ'ολα
Καιρών μεταβολήν πάντοτε χρη σε σκοπείν.
την μεταβολη των περιστασεων παντοτε πρεπει να υπολογιζεις
Άπαντας αυτών κρείσσονας ανάγκη ποιεί.
ολους η αναγκη των καλλιτερους τους κανει
Ά μη προσήκει μητ’ άκουε μηθ’ όρα.
αυτα που δεν πρεπει ουτε ν'ακους ουτε να βλεπεις
Το πολλά τολμάν πόλλ᾽ αμαρτάνειν ποιεί.
αν τολμας πολλα τοτε και σε πολλα σφαλεις
Ουδεὶς ό νοείς μεν οίδεν, ό δε ποιείς βλέπει.
κανενας αυτο που σκεφτεσαι δεν ξερει,αυτο που κανεις βλεπει
Ανάπαυσις ύπνος εστί πάντων των κακών.
η αναπαυση ο υπνος ειναι ολων των κακων
Ο γραμμάτων άπειρος ου βλέπει βλέπων.
ο αγραμματος δεν βλεπει οταν βλεπει
Πράττων τα σαυτού, μη τα των άλλων σκόπει.
κανε τα δικα σου,και μην κοιτας των αλλων
Βέλτιστε, μη το κέρδος εν πάσι σκόπει.
αγαπητε,να μην κοιτας το κερδος σ'ολα
Μιμού τα σεμνά, μη κακούς μιμού τρόπους.
να μιμησε τα καλα,μην μιμησε τους κακους τροπους
Άκουε πόντων, εκλέγου δ᾽ ά συμφέρει
Ακουε τα παντα,διαλεξε δε αυτα που σου ταιριαζουν
Ά ψέγομεν ημείς, ταύτα μη μιμώμεθα.
αυτα που κατηγορουμε να μην τα μιμουμαστε
Βουλή πονηρά χρηστόν ουκ έχει τέλος.
κακη επιδιωξη δεν θα'χει καλο τελος
Βίον πορίζου πάντοθεν πλην εκ κακών.
στη ζωη να προμηθευεσαι απ'τα παντα εκτος των κακων
Ου παντελώς δει τοις πονηροίς επιτρέπειν, αλλ’ αντιτάττεσθαι.
δεν πρεπει παντελως στους πονηρους να συμφωνουμε,αλλα να αντιταζομαστε
Έργοις φιλόπονος ίσθι, μη λόγοις μόνον.
στα εργα εργατικος να'σαι,οχι στα λογια μονο
Μη σπεύδ’ ά μη δει, μηδ’ ά δει σπεύδειν μένε.
μη σπευδεις σ'αυτα που δεν πρεπει,ουτε σ'αυτα που πρεπει να σπευδεις να καθυστερεις
Ἄνθρωπον ὄντα δεῖ φρονεῖν τἀνθρώπινα.
ο ανθρωπος ανθρωπος οντας πρεπει να νοιαζεται για τ'ανθρωπινα
Ἀναφαίρετον κτῆμ᾽ ἐστὶ παιδεία βροτοῖς.
αναφαιρετο αποκτημα ειναι η παιδεια στους ανθρωπους
Ἀεὶ τὸ λυποῦν ἐκδίωκε τοῦ βίου.
παντοτε αυτο που στεναχωρει εκδιωξε απ'τη ζωη
Αὐτά σε διδάσκει τοῦ βίου τὰ πράγματα.
να σε διδασκει η πραγματικοτητα
Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης.
ανθρωπος ων να θυμασαι την κοινη τυχη
Ἄδικον τὸ λυπεῖν τοὺς φίλους ἑκουσίως.
ειν'αδικο να στεναχωρεις τους φιλους με τη θεληση σου
Ο συκοφάντης εστί τοις πέλας λύκος.
ο συκοφαντης στο περιβαλον του ειναι λυκος
Χάριν λαβών μέμνησο και δους επιλαθού.
αν χαρι λαβεις να την θυμασαι κι αν δωσεις να τη ξεχασεις
Αλωτά γίγνεται επιμελεία και πόνω άπαντα.
ολα κατακτιονται με προσπαθεια και κοπο
Υπέρ σεαυτού μη φράσης εγκώμιον.
μην εγκωμιαζεις τον εαυτο σου
Ἀχάριστος, ὅστις εὖ παθὼν ἀμνημονεῖ.
αχαριστος οποιος ευεργετουμενος ξεχνα
Ἀγαθὸν μέγιστον ἡ φρόνησίς ἐστ᾽ ἀεί.
μεγιστο αγαθο η φρονηση ειναι παντα
Ἄγει τὸ θεῖον τοὺς κακοὺς πρὸς τὴν δίκην.
ο θεος προσαγει τους κακους στη δικαιοσυνη
Ἄνθρωπον ὄντα σαυτὸν ἀναμίμνησκ᾽ ἀεί.
πως εισαι ανθρωπος να θυμασαι παντα
Ἀνδρὸς δικαίου καρπὸς οὐκ ἀπόλλυται.
ανθρωπου δικαιου ο καρπος δεν σαπιζει
Ἀνὴρ δὲ χρηστὸς χρηστὸν οὐ μισεῖ ποτε.
ανθρωπος καλος καλον δεν μισει ποτε
Ἄνθρωπος ἀτυχῶν σῴζεθ᾽ ὑπὸ τῆς ἐλπίδος.
ανθρωπος π'ατυχισε σωζεται απ'την ελπιδα
Ἀνὴρ γὰρ ἄνδρα καὶ πόλις σῴζει πόλιν.
ο ανθρωπος τον ανθρωπο και πολη την πολη σωζει
Ἀνδρὸς πονηροῦ σπλάγχνον οὐ μαλάσσεται.
ανθρωπου πονηρου τα σπλαχνα δεν μαλακωνουν
Ἀνὴρ δίκαιός ἐστιν οὐχ ὁ μὴ ἀδικῶν,ἀλλ᾽ ὅστις ἀδικεῖν δυνάμενος μὴ βούλεται.
δικαιος ανθρωπος δεν ειναι ο μη αδικων,αλλ'οποιος ενω μπορει ν'αδικησει δεν θελει
Ἅπαντ᾽ ἀφανίζει γῆρας, ἰσχὺν σώματος,ἀκοήν, ὅρασιν, κάλλος, οὐκέθ᾽ ἡδονή.
ολα τ'αφανιζει το γηρας,δυναμη σωματικη,ακοη,οραση,ομορφια,ποτε πια ηδονη
Ἄνευ προφάσεως οὐδὲν ἀνθρώποις κακόν.
χωρις αιτια κανενα στους ανθρωπους κακο
Ἀνελεύθεροι γάρ εἰσιν οἱ φιλάργυροι.
σκλαβοι ειναι οι φιλαργυροι
Ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος.
ανθρωπο αχαριστο να μην τον νομιζεις για φιλο
Ἅπαντας ἡ παίδευσις ἡμέρους τελεῖ.
ολους η παιδεια μας εξημερωνει
Ἆρ᾽ ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος;
αραγε μηπως υπαρχει καποια συγγενεια λυπης και βιου;
Ἅπαντές ἐσμεν εἰς τὸ νουθετεῖν σοφοί,αὐτοὶ δ᾽ ἁμαρτάνοντες οὐ γιγνώσκομεν.
ολοι ειμαστε στο να συμβουλευουμε σοφοι,οι ιδιοι πως σφαλουμαι δεν γνωριζουμαι
Ἀνὴρ ἄβουλος εἰς κενὸν μοχθεῖ τρέχων.
ανθρωπος αβουλος μοχθει στο κενο τρεχοντας
Ἄνευ δὲ λύπης οὐδὲ εἷς βροτῶν βίος.
χωρις λυπη καμια ανθρωπινη ζωη
Ἀδίκοις φίλοισιν ἢ κακοῖς μὴ συμπλέκου.
μ'αδικους φιλους η' κακους να μην συσχετιζεσαι
Ἄξεις ἀλύπως τὸν βίον χωρὶς γάμου.
θα΄χεις αλυπο βιο αν δεν παντρευτεις
Ἄλλος καθεύδων ἥδετ᾽, ἄλλος ἐσθίων.
αλλος οταν κοιμαται ευχαριστιεται ,κι αλλος οταν τρωει
Ἄγει πονηρὰ πρᾶξις εἰς κακὸν κλέος.
κακη πραξη φερνει κακη φημη
Ἀπῆλθεν οὐδεὶς τῶν βροτῶν πλοῦτον φέρων.
κανενας ανθρωπος δεν πεθανε παιρνοντας μαζι του τα πλουτη
Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ
τιποτα βεβαιο στην ανθρωπινη ζωη
Ψυχῆς μέγας χαλινὸς ἀνθρώποις ὁ νοῦς.
της ψυχης μεγαλο χαλιναρι στους ανθρωπους ο νους
Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον.
η σοφια απ'τον πλουτο αποκτημα π'αξιζει πιο πολυ
.
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΓΝΩΜΑΙ [ΣΥΛΛΟΓΗ]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Μενανδρος[Κηφισια 342 π.Χ-Πειραιας 292 π.Χ],μεγαλος Ελληνας κωμωδιογραφος της
Νεας Αττικης Κωμωδιας,σπουδασε στη Περιπατικη Σχολη του Αριστοτελη με δασκαλο
τον Θεοφραστο,ειχε φιλο και τον Επικουρο και τον Δημητριο Φαληρεα,ηταν ανηψιος του
Αλεξις ποιητη της Μεσης Κωμωδιας,εγραψε πανω απο εκατο κωμωδιες,τα θεματα του
ηταν ρεαλιστικα,παθη,ελαττωματα,ερωτες,μιση,αρετες,...,γραμμενα στην απλη καθημερι-
νη γλωσσα,το 321 π.Χ ανεβηκε το πρωτο εργο του 'Οργη',εχει σωθει ολοκληρη η κωμωδια
του Δυσκολος[το 316 π.Χ α' βραβειο],και σχεδον ολοκληρες οι κωμωδιες Επιτρεποντες,
Σαμια,Περικειρομενη,αλλα εργα του:Σικυωνιοι,Ασπις,Μισούμενος,Γεωργός,Ήρως,
Κόλαξ,Φάσμα[αποσπασματικα]
Το 291 π.Χ πνιγηκε κολυμπωντας στον Πειραια,
.
Εχουμε μια Ανθολογια Γνωμων[Αποφθεγματων],συλλογη του Μενανδρου
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΓΝΩΜΑΙ [ΣΥΛΛΟΓΗ]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Ως χαρίεν εστ’ άνθρωπος αν άνθρωπος ή.
ποσο ευχαριστος ειν'ο ανθρωπος αν ανθρωπος ειναι
Δρυός πεσούσης, πάς ανήρ ξυλεύεται.
δεντρο πεσμενο ολοι το κομματιαζουν
Θνητός γεγονώς άνθρωπε, μη φρόνει μέγα.
σαν εισαι θνητος μη νομιζεις πολλα
Βιοί γαρ ουδείς ον προαιρείται βίον.
κανενας δεν ζει τη ζωη που θελει
Φύσιν πονηρά μεταβαλείν ου ράδιον.
ο πονηρος δεν αλλαζει ευκολα
Ζώμεν γαρ ού ως θέλομεν, αλλ’ ως δυνάμεθα.
δεν ζουμε οπως θελουμε αλλ'οπως μπορουμε
Φιλόπονος ἴσθι καὶ βίον κτήσῃ καλόν.
εργατικος να'σαι και ζωη θ'αποκτησεις καλη
Υγεία και νους εσθλά τω βίω δύο.
υγεια και μυαλο ειναι τα δυο της ζωης καλα
Τα δάνεια δούλους τους ελευθέρους ποιεί.
τα χρεη δουλο απο ελευθερο σε κανουν
Γυνή δικαία του βίου σωτηρία.
η σωστη γυναικα ειναι θησαυρος στη ζωη
Ανήρ ο φεύγων και πάλι μαχήσεται.
αυτος π'αποφευγει κατι στο τελος δεν θα τ'αποφυγει
Ανήρ δίκαιος πλούτον ουκ έχει ποτέ.
ο δικαιος ανθρωπος τα πλουτη δεν θελει
Γυναιξί πάσαις κόσμον η σιγή φέρει.
σ'ολες τις γυναικες η σιωπη ειναι στολιδι
Έστι δίκης οφθαλμός, ος τα πάνθ’ ορά.
το ματι της δικαιοσυνης τα παντα βλεπει
Τίμα το γήρας, ου γαρ έρχεται μόνον.
Να φροντιζεις τα γηρατεια,γιατι μονα δεν ερχονται
Ο μη δαρείς άνθρωπος ου παιδεύεται.
αυτος που δεν παθαινει δεν μαθαινει
Ἀφεὶς τὰ φανερὰ μὴ δίωκε τἀφανῆ.
να σ'αρκουν τα φανερα και να μη επιδιωκεις τ'αμφιβολα
Ἀνὴρ πονηρὸς δυστυχεῖ, κἂν εὐτυχῇ.
αδικος ανθρωπος δυστυχει κι αν ευτυχει
Ἄνθρωπος ὢν γίνωσκε τῆς ὀργῆς κρατεῖν.
ανθρωπος ων μαθε τον θυμο να συγκρατεις
Αἰσχρὸν δὲ μηδὲν πρᾶττε, μηδὲ μάνθανε.
το αισχρο μητε να πραττεις μητε να μαθαινεις
Ἀνδρὸς χαρακτὴρ ἐκ λόγου γνωρίζεται.
τ'ανθρωπου ο χαρακτηρας απ'τα λογια γνωριζεται
Ανήρ δ’ άβουλος ηδοναίς θηρεύεται.
ο αμυαλος ανθρωπος τις απολαυσεις κυνηγα
Ο κύβος ερρίφθη.
το ζαρι ριχτηκε
Ξένους ξένιζε και συ γαρ ξένος γ’ έση.
τους ξενους φιλοξενα γιατι κι εσυ ξενος καποτε θα'σαι
Γέρων εραστής, εσχάτη κακή τύχη.
ερωτας στα γεραματα,η τελευταια κακη τυχη
Λαβών απόδος άνθρωπε και λήψη πάλιν.
Αν λαβεις κατι αποδωσε το ανθρωπε και παλι θα το λαβεις
Αγάπης δε ουδέν μείζον ούτε ίσον εστί.
απ'την αγαπη τιποτα δεν ειναι πιο μεγαλο ουτε ισο
Ρήμα παράκαιρον τον όλον ανατρέπει βίον.
λογια αστοχαστα ολη τη ζωη ανατρεπουν
Πας ερυθριών χρηστός είναι μοι δοκεί.
οποιος κοκκινιζει καλο σε μενα φαινεται
Είς εστι δούλος οικίας, ο δεσπότης.
ενας ειν'ο δουλος του σπιτιου,ο νοικοκυρης
Θέλω τύχης σταλαγμόν ή φρενών πίθον.
θελω μια σταλαγματια τυχη παρα ενα πυθαρι μυαλα
Εάν δ’ έχωμεν χρήμαθ’, έξομεν φίλους
αν εχουμε χρηματα θα'χουμε και φιλους
Αδύνατον τ' αληθές λαθείν.
αδυνατο η αληθεια να κρυφτει
Γράμματα μαθείν δει, και, μαθόντα, νουν έχειν.
γραμματα να μαθαινεις πρεπει,και,μαθαινοντας,μυαλο να βαζεις
Αιδώς του κάλλους ακρόπολις.
το να ντρεπεσαι ειναι της ωραιοτητος η ακροπολη
Μέμνησο νέος ων, ως γέρων έση ποτέ.
να θυμασαι νεος οντας,πως γερος θα γινεις καποτε
Ον γαρ οι Θεοί φιλούσιν, αποθνήσκει νέος.
αυτον που οι θεοι αγαπουν,πεθαινει νεος
Στρέφει δε πάντα τα εν βίω μικρά τύχη.
τα παντα στη ζωη τα γυριζει μικρη τυχη
Βακτήρια εστί παιδεία βίου.
μπαστουνι στηριγμα της ζωης η παιδεια ειναι
Λύπης ιατρός εστίν ανθρώποις λόγος.
της λυπης γιατρος ειναι στους ανθρωπους ο λογος
Βίος βίου δεόμενος ουκ έστιν βίος.
ζωη που τη ζωη φοβαται[αποφευγει]δεν ειναι ζωη
Ουδείς ανάγκης μείζον ισχύει νόμος.
καμιας αναγκης δεν υπερεχει ο νομος
Μόνη σιγή μεταμέλειαν ου φέρει.
μονη η σιωπη μεταμελεια δεν σημαινει
Βούλου δ’ αρέσκειν πάσι, μη σαυτώ μόνον.
να θελεις ν'αρεσεις σ'ολους,οχι στον εαυτο σου μονο
Κακοίς ομιλών καυτός εκβήσει κακός.
με τους κακους συναναστρεφομενος θα καταντησεις κακος
Γυναικός εσθλής εστι σώζειν οικίαν.
η καλη γυναικα κραταει το σπιτι
Εν τοίς κακοίσι τους φίλους ευεργέτει.
στα κακα τους φιλους να βοηθας
Πάντων των αναγκαίων κακών ιατρός χρόνος εστίν.
σ'ολα τα αναποφευκτα κακα ο χρονος γιατρος ειναι
Θάλασσα και πυρ, και γυνή τρίτον κακόν.
θαλασσα φωτια και γυναικα τα τρια κακα
Το δις εξαμαρτείν τ’ αυτόν ουκ ανδρός σοφού.
δυο φορες να πεφτεις στο ιδιο λαθος σοφος δεν εισαι
Οὐδὲν σιωπῆς ἔστι χρησιμώτερον.
τιποτ'απ'τη σιωπη δεν ειναι χρησιμωτερο
Έρωτα παύει λιμός ή χαλκού σπάνις.
τον ερωτα κοβει η φτωχεια η' η ελλειψη χρηματος
Η γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει.
γλωσσα που μπερδευεται την αληθεια φανερωνει
Γυνή γαρ ουδέν οίδε πλην ό βούλεται.
η γυναικα τιποτ'αλλο δεν ξερει εκτος απ'αυτο που θελει
Πανήγυριν νόμιζε τόνδε τὸν βίον.
πανηγυρι νομιζε αυτην εδω τη ζωη
Γάμει δε μη την προίκα αλλά την γυναίκα.
να μην παντρευεσαι τη προικα αλλα τη γυναικα
Ανδρός πονηρού φεύγε συνοδίαν αεί.
τη παρεα πονηρου ανθρωπου παντοτε ν'αποφευγεις
Αρχής τετευχώς, ίσθι ταύτης άξιος.
αν σου τυχει εξουσια,να της εισαι αξιος
Κρίνει φίλους ο καιρός, ως χρυσόν το πυρ.
ο χρονος δοκιμαζει τους φιλους,οπως η φωτια το χρυσο
Ἤθη πονηρὰ τὴν φύσιν διαστρέφει.
κακα ηθη τη φυση διαστρεφουν
Βίον καλόν ζης αν γυναίκα μη έχεις.
ευτυχισμενη ζωη ζεις αν γυναικα δεν εχεις
Θεού σέβου και πάντα πράξεις ενθέως.
τον θεο να σεβεσε και τα παντα θα πραξεις σωστα
Ψυχής νοσούσης εστί φάρμακον λόγος.
στην ψυχη π'αρρωστησε ειναι φαρμακο ο λογος
Θανάτου μόνον ουκ έστιν επανόρθωμα.
του θανατου μονο δεν υπαρχει επανορθωση
Αβουλία γαρ πολλά βλάπτονται οι βροτοί.
η αβουλια πολυ βλαπτει τους ανθρωπους
Αθάνατον οργήν μη φύλαττε, θνητός ων.
για παντα το θυμο μην κρατας,θνητος για λιγο εισαι
Γέλως άκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος.
γελιο παρακαιρο για κλαματα αιτια
Μετά την δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις.
μετα τη δωρεα γρηγορα ξεχνιεται το χαρισμα
Τούτ᾽ εστί το ζην, μη σεαυτώ ζην μόνον.
αυτη'ναι η ζωη,να μην ζεις για τον εαυτο σου μονο
Φιλεί δ’ εαυτού πλείον ουδείς ουδένα.
απ'τον εαυτο του πιο πολυ δεν αγαπαει κανεις κανεναν
Θεόν επιορκών μη δόκει λεληθέναι.
οτ'ο θεος αν αδικησεις μην νομισεις πως θα σε ξεχασει
Λόγον παρ’ εχθρού μη ποθ’ ηγήση φίλον.
το λογο τ'εχθρου σου ποτε μην παρεις για φιλικο
Διά πενίαν μηδενός καταφρόνει.
για τη φτωχεια του κανεναν μη καταφρονεις
Όμοια πόρνη δάκρυα και ρήτωρ έχει.
ομοια η πορνη κι ο ρητωρας κλαψουριζουν
Θεών όνειδος τους κακούς ευδαιμονείν.
ειναι ντροπη στους θεους οι κακοι να ευτυχουν
Βουλόμεθα πλουτείν πάντες αλλ’ ου δυνάμεθα.
θελουμε να πλουτιζουμε ολοι αλλα δεν μπορουμε
Μήτηρ απάντων γαία και κοινή τροφός.
μητερα ολων η γη και μαζι μας τρεφει
Η γλώσσα πολλούς εις όλεθρον ήγαγεν.
η γλωσσα πολλους στη καταστροφη παρασερνει
Αεί κράτιστον εστί τα αληθή λέγειν εν παντί καιρώ
παντοτε το πιο ανωτερο ειναι την αληθεια να λες σε καθε περισταση
Κενής δε δόξης ουδέν αθλιώτερον.
απο την ματαιοδοξια τιποτε αθλιωτερο
Χειρ χείρα νίπτει.
το'να χερι τ'αλλο χερι νιβει
Θεός συνεργός, πάντα ποιεί ραδίως.
συνεργος ο θεος,τα παντα κανει ευκολα
Αρετής απάσης σεμνός ηγείται λόγος.
ολη την αρετη σεμνος καθοδηγει λογος
Πειρώ τύχης άνοιαν ανδρείως φέρειν.
προσπαθησε την ατυχια με γενναιοτητα ν'αντιμετωπιζεις
Εξ ηδονής γαρ φύεται το δυστυχείν.
απ'την ηδονη ξεφυτρωνει η δυστυχια
Όπου βία πάρεστι, ουδέν ισχύει νόμος.
οπου η βια επικρατει,δεν ισχυει ο νομος
Φασί κακίστους οι πονηροί τους καλούς.
οι κακοι κακολογουν τους καλους
Λίαν φιλών σεαυτόν ουχ έξεις φίλον.
αν πολυ αγαπας τον εαυτο σου δεν θα'χεις φιλο
Ανδρών δε φαύλων όρκον εις ύδωρ γράφε.
ανθρωπων πονηρων τον ορκο στο νερο γραψε
Η κοιλία και πολλά χωρεί κωλίγα.
η κοιλια και πολλα χωνευει και λιγα
Οξύς θεών οφθαλμός ες το πανθ’ οράν.
καθαρα των θεων ο οφθαλμος τα παντα βλεπει
Καλόν φέρουσι καρπόν οι σεμνοί τρόποι.
καλο καρπο καρποφορουν οι σεμνοι τροποι
Δίκαια δράσας, συμμάχους έξεις θεούς.
αν δικαια ενεργεις,συμμαχους θα'χεις τους θεους
Δειλού γαρ αντρός δειλά και φρονήματα.
φοβισμενου ανθρωπου και οι ιδεες φοβισμενες
Άγει δε προς φως την αλήθειαν χρόνος.
φερνει στο φως την αληθεια ο χρονος
Εχθροίς απιστών ούποτ’ αν πάθοις βλάβην.
αν τους εχθρους δεν εμπιστευεσαι ποτε δεν θα βλαφτεις
Ραθυμία τα πολλ’ ελαττούσθαι ποιεί.
η νωθροτητα τα πολλα ελαττωνει
Ανεξέταστον μη κόλαζε μηδένα.
χωρις να τον εξεταζεις να μην κατηγορεις κανεναν
Νους έστι πάντων ηγεμών των χρησίμων.
ο νους ειναι ολων των χρησιμων οδηγης
Νόμος πονηρός ανομίαν παρεισφέρει.
νομος κακος ανομια προκαλει
Ευχής δικαίας ουκ ανήκοοος θεός.
στη δικαια ευχη ο θεος δεν κλεινει τ'αυτια
Η μεσότης εν πάσιν ασφαλέστερον.
το μετρο ειναι τ'ασφαλεστερο σ'ολα
Καιρών μεταβολήν πάντοτε χρη σε σκοπείν.
την μεταβολη των περιστασεων παντοτε πρεπει να υπολογιζεις
Άπαντας αυτών κρείσσονας ανάγκη ποιεί.
ολους η αναγκη των καλλιτερους τους κανει
Ά μη προσήκει μητ’ άκουε μηθ’ όρα.
αυτα που δεν πρεπει ουτε ν'ακους ουτε να βλεπεις
Το πολλά τολμάν πόλλ᾽ αμαρτάνειν ποιεί.
αν τολμας πολλα τοτε και σε πολλα σφαλεις
Ουδεὶς ό νοείς μεν οίδεν, ό δε ποιείς βλέπει.
κανενας αυτο που σκεφτεσαι δεν ξερει,αυτο που κανεις βλεπει
Ανάπαυσις ύπνος εστί πάντων των κακών.
η αναπαυση ο υπνος ειναι ολων των κακων
Ο γραμμάτων άπειρος ου βλέπει βλέπων.
ο αγραμματος δεν βλεπει οταν βλεπει
Πράττων τα σαυτού, μη τα των άλλων σκόπει.
κανε τα δικα σου,και μην κοιτας των αλλων
Βέλτιστε, μη το κέρδος εν πάσι σκόπει.
αγαπητε,να μην κοιτας το κερδος σ'ολα
Μιμού τα σεμνά, μη κακούς μιμού τρόπους.
να μιμησε τα καλα,μην μιμησε τους κακους τροπους
Άκουε πόντων, εκλέγου δ᾽ ά συμφέρει
Ακουε τα παντα,διαλεξε δε αυτα που σου ταιριαζουν
Ά ψέγομεν ημείς, ταύτα μη μιμώμεθα.
αυτα που κατηγορουμε να μην τα μιμουμαστε
Βουλή πονηρά χρηστόν ουκ έχει τέλος.
κακη επιδιωξη δεν θα'χει καλο τελος
Βίον πορίζου πάντοθεν πλην εκ κακών.
στη ζωη να προμηθευεσαι απ'τα παντα εκτος των κακων
Ου παντελώς δει τοις πονηροίς επιτρέπειν, αλλ’ αντιτάττεσθαι.
δεν πρεπει παντελως στους πονηρους να συμφωνουμε,αλλα να αντιταζομαστε
Έργοις φιλόπονος ίσθι, μη λόγοις μόνον.
στα εργα εργατικος να'σαι,οχι στα λογια μονο
Μη σπεύδ’ ά μη δει, μηδ’ ά δει σπεύδειν μένε.
μη σπευδεις σ'αυτα που δεν πρεπει,ουτε σ'αυτα που πρεπει να σπευδεις να καθυστερεις
Ἄνθρωπον ὄντα δεῖ φρονεῖν τἀνθρώπινα.
ο ανθρωπος ανθρωπος οντας πρεπει να νοιαζεται για τ'ανθρωπινα
Ἀναφαίρετον κτῆμ᾽ ἐστὶ παιδεία βροτοῖς.
αναφαιρετο αποκτημα ειναι η παιδεια στους ανθρωπους
Ἀεὶ τὸ λυποῦν ἐκδίωκε τοῦ βίου.
παντοτε αυτο που στεναχωρει εκδιωξε απ'τη ζωη
Αὐτά σε διδάσκει τοῦ βίου τὰ πράγματα.
να σε διδασκει η πραγματικοτητα
Ἄνθρωπος ὢν μέμνησο τῆς κοινῆς τύχης.
ανθρωπος ων να θυμασαι την κοινη τυχη
Ἄδικον τὸ λυπεῖν τοὺς φίλους ἑκουσίως.
ειν'αδικο να στεναχωρεις τους φιλους με τη θεληση σου
Ο συκοφάντης εστί τοις πέλας λύκος.
ο συκοφαντης στο περιβαλον του ειναι λυκος
Χάριν λαβών μέμνησο και δους επιλαθού.
αν χαρι λαβεις να την θυμασαι κι αν δωσεις να τη ξεχασεις
Αλωτά γίγνεται επιμελεία και πόνω άπαντα.
ολα κατακτιονται με προσπαθεια και κοπο
Υπέρ σεαυτού μη φράσης εγκώμιον.
μην εγκωμιαζεις τον εαυτο σου
Ἀχάριστος, ὅστις εὖ παθὼν ἀμνημονεῖ.
αχαριστος οποιος ευεργετουμενος ξεχνα
Ἀγαθὸν μέγιστον ἡ φρόνησίς ἐστ᾽ ἀεί.
μεγιστο αγαθο η φρονηση ειναι παντα
Ἄγει τὸ θεῖον τοὺς κακοὺς πρὸς τὴν δίκην.
ο θεος προσαγει τους κακους στη δικαιοσυνη
Ἄνθρωπον ὄντα σαυτὸν ἀναμίμνησκ᾽ ἀεί.
πως εισαι ανθρωπος να θυμασαι παντα
Ἀνδρὸς δικαίου καρπὸς οὐκ ἀπόλλυται.
ανθρωπου δικαιου ο καρπος δεν σαπιζει
Ἀνὴρ δὲ χρηστὸς χρηστὸν οὐ μισεῖ ποτε.
ανθρωπος καλος καλον δεν μισει ποτε
Ἄνθρωπος ἀτυχῶν σῴζεθ᾽ ὑπὸ τῆς ἐλπίδος.
ανθρωπος π'ατυχισε σωζεται απ'την ελπιδα
Ἀνὴρ γὰρ ἄνδρα καὶ πόλις σῴζει πόλιν.
ο ανθρωπος τον ανθρωπο και πολη την πολη σωζει
Ἀνδρὸς πονηροῦ σπλάγχνον οὐ μαλάσσεται.
ανθρωπου πονηρου τα σπλαχνα δεν μαλακωνουν
Ἀνὴρ δίκαιός ἐστιν οὐχ ὁ μὴ ἀδικῶν,ἀλλ᾽ ὅστις ἀδικεῖν δυνάμενος μὴ βούλεται.
δικαιος ανθρωπος δεν ειναι ο μη αδικων,αλλ'οποιος ενω μπορει ν'αδικησει δεν θελει
Ἅπαντ᾽ ἀφανίζει γῆρας, ἰσχὺν σώματος,ἀκοήν, ὅρασιν, κάλλος, οὐκέθ᾽ ἡδονή.
ολα τ'αφανιζει το γηρας,δυναμη σωματικη,ακοη,οραση,ομορφια,ποτε πια ηδονη
Ἄνευ προφάσεως οὐδὲν ἀνθρώποις κακόν.
χωρις αιτια κανενα στους ανθρωπους κακο
Ἀνελεύθεροι γάρ εἰσιν οἱ φιλάργυροι.
σκλαβοι ειναι οι φιλαργυροι
Ἀνὴρ ἀχάριστος μὴ νομιζέσθω φίλος.
ανθρωπο αχαριστο να μην τον νομιζεις για φιλο
Ἅπαντας ἡ παίδευσις ἡμέρους τελεῖ.
ολους η παιδεια μας εξημερωνει
Ἆρ᾽ ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος;
αραγε μηπως υπαρχει καποια συγγενεια λυπης και βιου;
Ἅπαντές ἐσμεν εἰς τὸ νουθετεῖν σοφοί,αὐτοὶ δ᾽ ἁμαρτάνοντες οὐ γιγνώσκομεν.
ολοι ειμαστε στο να συμβουλευουμε σοφοι,οι ιδιοι πως σφαλουμαι δεν γνωριζουμαι
Ἀνὴρ ἄβουλος εἰς κενὸν μοχθεῖ τρέχων.
ανθρωπος αβουλος μοχθει στο κενο τρεχοντας
Ἄνευ δὲ λύπης οὐδὲ εἷς βροτῶν βίος.
χωρις λυπη καμια ανθρωπινη ζωη
Ἀδίκοις φίλοισιν ἢ κακοῖς μὴ συμπλέκου.
μ'αδικους φιλους η' κακους να μην συσχετιζεσαι
Ἄξεις ἀλύπως τὸν βίον χωρὶς γάμου.
θα΄χεις αλυπο βιο αν δεν παντρευτεις
Ἄλλος καθεύδων ἥδετ᾽, ἄλλος ἐσθίων.
αλλος οταν κοιμαται ευχαριστιεται ,κι αλλος οταν τρωει
Ἄγει πονηρὰ πρᾶξις εἰς κακὸν κλέος.
κακη πραξη φερνει κακη φημη
Ἀπῆλθεν οὐδεὶς τῶν βροτῶν πλοῦτον φέρων.
κανενας ανθρωπος δεν πεθανε παιρνοντας μαζι του τα πλουτη
Βέβαιον οὐδέν ἐστιν ἐν θνητῷ βίῳ
τιποτα βεβαιο στην ανθρωπινη ζωη
Ψυχῆς μέγας χαλινὸς ἀνθρώποις ὁ νοῦς.
της ψυχης μεγαλο χαλιναρι στους ανθρωπους ο νους
Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον.
η σοφια απ'τον πλουτο αποκτημα π'αξιζει πιο πολυ
.
.
.
Αβροτονος-εταιρα-στους Επιτρεποντες του Μενανδρου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Μενανδρος[Κηφισια 342 π.Χ-Πειραιας 292 π.Χ],μεγαλος Ελληνας κωμωδιογραφος της
Νεας Αττικης Κωμωδιας,σπουδασε στη Περιπατικη Σχολη του Αριστοτελη με δασκαλο
τον Θεοφραστο,ειχε φιλο και τον Επικουρο και τον Δημητριο Φαληρεα,ηταν ανηψιος του
Αλεξις ποιητη της Μεσης Κωμωδιας,εγραψε πανω απο εκατο κωμωδιες,τα θεματα του
ηταν ρεαλιστικα,παθη,ελαττωματα,ερωτες,μιση,αρετες,...,γραμμενα στην απλη καθημερι-
νη γλωσσα,το 321 π.Χ ανεβηκε το πρωτο εργο του 'Οργη',εχει σωθει ολοκληρη η κωμωδια
του Δυσκολος[το 316 π.Χ α' βραβειο],και σχεδον ολοκληρες οι κωμωδιες Επιτρεποντες,
Σαμια,Περικειρομενη,αλλα εργα του:Σικυωνιοι,Ασπις,Μισούμενος,Γεωργός,Ήρως,
Κόλαξ,Φάσμα[αποσπασματικα]
Το 291 π.Χ πνιγηκε κολυμπωντας στη Φρεαττυδα στον Πειραια,
.
Μενανδρου Επιτρεποντες-Η Υποθεση Περιληπτικα εις Συμμεικτην Απταιστον Γλωσσαν
-δια τον ληρον υποθετικον φλυακαν χ.ν.κουβελης
εγιναν αρμοδιως οι γαμοι του Χαρισιου και της Παμφιλης του Αθηναιου Σμικρινη με
γλεντια με τραγουδια και με νταουλια και χορους κι ο Χαρισιος εκανε πενταμηνο
ταξιδακι εμπορικων συμφεροντων κι επιστρεφοντας ξαφνηκα κι εμβροντητα βρηκε μωρο
καλοριζικο στη κουνια μπελα πενταμηνητικο στο μετρημα μπασταρδικο φως φαναρ' κι
επειδη για τους εννια μηνους τους σωστους ελλειπαν τεσσερις στρογγυλοι μηνες στα
δακτυλα,να στα μουτρα του,που δεν θα'χει να βγει στην αγορα,εβγαλε το φυσικο κι
αναγκαιο συμπερασμα πως του'βαλε η Παφιλη κερατα βγαζοντας τα ματια της μ'αλλον κι
εψαχνε στο κουτελο τις πολυ εμφανεις ενδειξεις κερατων οστων και μην αντεχοντας την
δυσβασταχτη ντροπη και τη ξεφτιλα και το περιγελο κατεληξε θαμωνας παννυχιος και
ολημεριος στην υπογεια του Χαιρεσιφρονα ταβερνα να πινει του σκασμου να ξεχασει τον
πονο του παρεα με μπολικα τηγανιστα και πιπερατα κοκκινιστα φαγια και την μαγγιορα
Αβροτονον εταιραν συντροφια κι αγκαλια,κι επειδη κατασπαταλουσε τη προικα δεοντως,
ασυστολως ασωτως και νομιμως πλην βεβαιως ανομως δια τον αυστηρων κι ηθικων
αρχων πενθερον του Σμικρινην εκεινος καθημερινως βαζοντας σαφη πικρολογα στην
Παμφιλη τον κατεκρινε σφοδρα,της πιπιλιζε το μυαλο,ο πεισας ο δειξας,και να τον
παρατησει οπως κι αυτος την παρατησε με μωρο στην αγκαλια,στη κουνια,να τον
μουτζωξει, τον αθλιο,τον χαλαστη τον αφανιστη τον αφαιρεστηι της περιουσιας του,
ποιησει προς αφαιρεσιν τουτου και ετερον αν ευρησει τουτη προς προσθεσιν,
ομως εκεινη αγρον ηγοραζε και δεν ακουε εις τα ωτα τα τοιουτα,επει γαρ η τοιουτη
εκεινη κρυφα κρατουσε μυστικο κι αθωα περιστερα δεν ηταν ως επαιζε το ρολο της,κι ο
Σμικρινης σκυλιαζε κι ηθελε νομιμως να τον προσαγει σε δικην περι τεθλασμενης
μη ευθειας διαγωγης και τετελεσμενης ασωτειας πορνειας και των λοιπων συναφων
συμπαμαρτηματων να κολασθει δεινως και να εκδωθει εις βαρος του διαζυγιον και
επιπροσθετως να πληρωνει και διατροφη του κερατος ο παλιο κερατας,ειχε αυτο το
δικαιωμα με το παραπανω ο Σμικρινης,ο Αθηναικος νομος οριζε τουτο σαφως:
ο νομιμος κυριος πραγματων,π.χ γυναικων,θυγατερων,χωραφιων,σπιτιων,αμαξων,δουλων
και λοιπων πραγματων του παρεχεται πληρες το δικαιωμα και τα ενδικα μεσα να τα
προφυλασσει και να τα προασπιζει δια του νομου,τελειος νομος σοφοτατος να σου
πετυχει,δεν λεγω,τοτε στα ζορικα που θα τυχαιναν,ν'αντιγραψουμε και μικρον τον
συναδελφο Ευριπιδη,ως απο μηχανης θεοι εμφανισθηκαν επι σκηνης δυο μαντραχαλοι
ενας γιδοβοσκος,αιπολος στο αρχαιο κειμενο,κι ενας μουτζουρομενος καρβουνας,αυτοι,
που λετε,λογομαχουσαν σαν κοκκορια για καποιο παρατημενο παιδι,εκθετο,μουλικο πως
νυν το λενε,το βρηκε,λεγει,ο ενας,με βουλα φυσει ανευθυνος,ο αιπολος, στο δασος κι
εξυπνα το φορτωσε στον αλλον,εναν ευαισθητο κλαψουριαρη ατεκνο,καρβουνα κι επειτα
ο δευτερος ο ευαισθητος ντε μυριστηκε το γλυκο, την ανωτερη ταξικη προελευση του
παιδιου και γυρισε στο πρωτο ανευθυνο αιπωλο και ζητουσε λογαριασμο,και μηπως
πωλησε,κατι λεει περιδεραια χρυσα και η' κατι τετοια μωροδιστικα που συνηθουνε να
φορτωνουν τα μωρα,και να του τα παραδωσει ακεραια κι ανεπαφα γιατι λεει ανηκουν εξ
ολοκληρου και αναφαιρετως στο παιδιον και πως οταν αυτο μεγαλωσει θα πορευθει
στους ατραπους του βιου,που τοσος αθεμιτος συναγωνισμος υπαρχει,να γινει,διαολε,
βασιλιας,κυνηγος λιονταριων,αθλητης,οτι τελος παντων γουσταρει και ταιριαζει σε
τηλικουτους γεννημενους ανωτερους και προνομιουχους κι ειναι μεγαλο κι ασυγχωρητο
κριμα το παιδι να μεινει γιδι και ξυλο απελεκητο και καθυστερημενο,νηπιο,και στο λαμο
τους θα το'χουν βαρος βαρυ,ασε που μπορει να παντρευτει την αδελφη του,να μη
ελευθερωσει την δουλα μανα του που σφουγγαριζει σκαλες και ξενοπλενει σε σπιτια
πλουσια,ουτε τον χαμενο αδελφο του να ξαναβρει,και να μην τα γελαει για μελο αυτα,
ο αιπολος, και μυθιστορηματα γιατι η πραγματικη ζωη,του λεει ο καρβουνας, βριθει
τετοιων συμβαντων,εχει μια ελπιδα το παιδι ,κρεμεται απ'αυτη και δεν κανει να του την
κοψουμε,να το παρουμε στο λαιμο μας,λεει,μαζι μ'αυτο κι εμας,κι επειδη τα λεφτα ειναι
πολλα κι η επενδυση στο μελλον μεγαλη κι ελπιδοφορα με σιγουρα πολλα και μεγαλα
τα κερδη και να μην αποβει ανθραξ ο θησαυριος θα πιανονταν ο γιδοβοσκος αιπολος
κι ο ανθρακευς καρβουνας στα χερια και θα'πεφτε το ξυλο της αρκουδας,δεν συνεφερνε η
μηδεν αγαν ακροτητα,η που πουθενα δεν αγουσα αντιπαλοτητα,παρα σε ζημια,και τοτε
ειχαν ενα κλικ,τη φαεινη ιδεα δηλαδη να ζητησουν επιτροπο της δικης να κρινει την αλυτη
υποθεση τους κι αμεσως οι τυχερακιδες τον βρηκαν μπροστα στα ποδια τους ,τι τυχαια
συμπτωσις!,στο προσωπο του Σμικρινη,πατερα της αθωας περιστερας κι αβγαλτης
Παμφιλης του θυματος δηλαδη της υποθεσης και πενθερου αυτου του καργιολη και
ρεμαλι Χαρισιου,και προς αποφυγην ακρατης φλυαριας,απορου φλυακος,ας ερθουμε στο
ζουμι και στο δια ταυτα,εμπροσθεν του δικαιου κριτου κι αμεροληπτου επιτροπου κυριου
κυριου Σμικρινη παρουσιαθηκαν την σημερον δυοιν διαδικοι,ο αιπολος Δαος και ο
ανθρακευς Συρισκος, με πληρεις επιχειρηματων και αντεπιχειρηματων λογους κι αντι-
λογους,δετους κι αλυτους,κι ακροαζοντας αυτους επισταμενως ο επικριτης επιτροπος και
ζυγιζοντας τη ζυγαρια ζυγισε δικαια ιση ορθη κριση και ετυμογορησε:
το παιδιον να'χει ο ατεκνος ευαισθητος ανθρακευς που τ'ανατρεφει και νοιαζεται με
θαυμαστο ζηλο το μελλον του και να του αποδωσουν καταλεπτως τα ευρεμενα μετρημενα
και καταχωρημενα εν πρωτοκολλω τη... τα στολιδια και τα γνωρισματα,ας ειν' και ληρα
και φο μπιζου,επει το παιδιον φυγειν μελλον αγλαες αδυνατον εστι ,κι εκεινος ο αιπολος
ο με τη βουλα ανευθυνος να αφαιρεθει τα παντα και να γυρισει στο γρεκι του στα γιδια
του και στα τυρια στα βουτυρα και στα ξινογαλακια του απρακτος ο πονηρος,να του γινει
νομιμως αφαιρεσις,να ζησει αυτος καλα στη φτωχεια στα τσιμπουρια του ως πριν κι εμεις
πολυ καλυτερα απο πριν στα πλουτη κι ετσι εγινε σεβαστη,ας εκαναν κι αλλιως,θα τους
κατακαθιζε η βακτηρια,η ιση κριση,η ισονομια του απαν απανταχουν,και θα μενε το
πραγμα εκει ως διευθυτηθηκε αν απο κει και περα δεν εβγαιναν κι αλλα,δεν ανοιγε ο
ασκος του αιπολου,του αιολου ηθελα να πω, για να συν-δεσουν με την ιστορια μοιχειας
Παμφιλης-Χαρισιου,τι αλυτη θα μενε αυτη,τωρα που ο τροχος των φρεσκων σαν συκα
γεγονοτων γυριζει;το εργο εχει οπωσδηποτε συνοχη,αρχη μεση και τελος αριστοτελικα
τω τροπω τελειοτητα,ισως και εντελεχεια,αταλαντος δεν ειν'ο ποιητης,κι ας μεχρι τωρα
εσεις οι κακομαθημενοι κι αχαριστοι θεατες χαιρεκακα σχολιαζεται ,''τι θελει να πει ο
ποιητης;'',κι υστερα η Παμφιλη,ακουγωντας την θλιβερη και πονεμενη ιστορια του εκθετου
μωρου απο κουτσομπολιο του πατερας της Σμικρινη σ'αυτην,λαμογιο δικαστης να σου
πετυχει που δεν σεβαστηκε τα ευαισθητα προσωπικα δεδομενα του αμοιρου παιδιου,
την δεοντολογια,τελος παντων,να εκφρασθουμε αυστηρως δικηγοριστικα,κι ανοιγωντας το
κουτακι ξερασε ολα τα γνωστα,και τοτ'ακουγωντας ,ως εκ θαυματος,ανοιξαν διαπλατα οι
θυρες των απωθημενων εσωψυχων και ξεχυθηκε σκοτεικο ορμητικο τα καταπιεσμενο
ασυνειδητο της αξιερασμιας Παμφιλης και θυμηκε στο πανηγυρι στα Ταυροπολια της
Αρτεμιδος καθαρα την ακρατη κραιπαλης με τις αλλες παρθενες κοπελες και τον προ
εννεαμηνου βιασμο της,ακουσιως η' εκουσιως αβιαστο η ψυχουλα της το ξερει,μεθυσμενη
κι απροστατευτη ως ειχεν η μοσχουλα δεχτηκε σεξιστικη επιθεση απο μεθυσμενο κι
ορμητικον νεαρον ταυριασμενον,κουτρουβαλιασθηκαν οι δυο χαμαι κι ιδου ο αμαρτωλος
καρπος της κοιλιας της στη κουνια νιαου νιαου αψευδης μαρτυς κι ιδου ο Χαρισιος
ταυρος,μ'αιχμηρο κερας,η' κερατα στον πληθυντικο αριθμο,κι ο Σμικρινης εξυπνος
ανθρωπος οντας χειρισθηκε πονηρα το θεμα,εβαλε ενα δικο του ανθρωπο του να
πλησιασει τον Χαρισιο εκει μεσ'στην υπογεια τη ταβερνα που μεσ'σε καπνους και σε
βρισιες ξημεροβραδυαζονταν ο εριφης και να κατορθωσει επιδεξιως ν'αποσπασει
τον αλκοολικο κι ακολαστο Χαρισιο απ'τις καυτερες σαλτσες κι απ'τα καυτα φιλια και
ζουμερα της Αβροτονας,να του'πε ,απο δω κι απο κει το φερνε,δεν φταιει η καημενη η
Παμφιλη,θυμα βιασμου ειναι,τον ατιμο που το'κανε,κρεμασμα θελει,,και να γυρισεις
σπιτι,να τα'χεις ολα,δουλα σου θα'ναι,στα ωπα ωπα θα σ'εχει κι ο πενθερος σου ο
Σμικρινης,καλος ανθρωπος ειναι και σ'αγαπαει,λιγο τσιγκουνης και γκρινιαρης αλλα
θ'αλλαξει για παρτη σου,χαλι να τον πατησεις θα γινει,θα σου φερνει και θα σε ταιζει
και του πουλιου το γαλα,και τοτε,ως εκ θαυματος,μπαμ κατακεφαλα του'ρθε και πανε
σκορπισαν τα κερατα εξ ων συνετεθησαν,φτου μου εγω'μαι ο αθλιος αιτιος εκεινης
της αμαρτωλης κι ελευθεριας νυχτος,πειρασμος,θυμαμαι,η Παμφιλη,διοκομματος,μηπως
ηξερα τοτε ποια ηταν,της ριχτηκα μανιωδως,η φυσις προσταζε,ορμητικα την εσπειρα και
καρπισε πενταμηνητικο νιαου νιαου,δες τι παθαινεις οταν εισαι στουπι στο μεθυσι,
θυμοσοφισε,απο νανιαρο ανεμελο ξυπνας μπαμπας με σκοτουρες,δεν ξερεις και που τα
βαζεις,κι αντε υστερα να τα μαζωξεις μπορεις,που κλινειν και που στηνειν,αμαχανον
ερπετον ερως,ετσι φιλοσοφικως σκεπτομενος μετανοησε και μαζωχτηκε στην οικια,
οικογενειαρχης,και χαζομπαμπας του πενταμηνιατικου που στην ουσια ηταν εννια-
μηνιατικο,νομιμο βεβαια εν τελει κι οχι νοθο,και παλευει με τα μπιμπερα και τις πανες
βρακακι να το εκτρεφσει,κι οσο για κοσμον και γνωρισματα ως τωρα βλεπει πολυ κοσμον
...κακα,μυρωδικα γνωρισματα αυτα,
κι ηρθε η ωρα κι η στιγμη να περατωθει η περιληψη αυτη,που μαλλον περιληψη δεν την
κανεις αλλα μαλλον κανονικο εργο,μαλλον αταλαντο και φλυαρο,λιαν φλυαξ,κουαξ κουαξ,
ενος ελλασονος ποιητου μωροφιλοδοξιων μακρυγορια,
ουκουν ειρηκα,
.
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
φεύγεις τὸ δίκαιον.
(ΔΑΟΣ)
δυστυχής.
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν τὰ μὴ σά.
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπιτρεπτέον τινί
ἐστι περὶ τούτων.
(ΔΑΟΣ)
220 βούλομαι· κρινώμεθα.
(ΣΥΡΟΣ)
τίς οὖν;
(ΔΑΟΣ)
ἐμοὶ μὲν πᾶς ἱκανός. δίκαια δὲ
πάσχω· τί γάρ σοι μετεδίδουν;
(ΣΥΡΟΣ)
τοῦτον λαβεῖν
βούλει κριτήν;
(ΔΑΟΣ)
ἀγαθῇ τύχῃ.
(ΣΥΡΟΣ)
πρὸς τῶν θεῶν,
βέλτιστε, μικρὸν ἂν σχολάσαις ἡμῖν χρόνον;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὑμῖν; περὶ τίνος;
(ΣΥΡΟΣ)
225 ἀντιλέγομεν πρᾶγμά τι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τί οὖν ἐμοὶ μέλει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτὴν τούτου τινὰ
ζητοῦμεν ἴσον· εἰ δή σε μηδὲν κωλύει,
διάλυσον ἡμᾶς.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὦ κάκιστ᾽ ἀπολούμενοι,
δίκας λέγοντες περιπατεῖτε, διφθέρας
ἔχοντες;
(ΣΥΡΟΣ)
230 ἀλλ᾽ ὅμως. τὸ πρᾶγμ᾽ ἐστὶν βραχύ,
καὶ ῥᾴδιον μαθεῖν. πάτερ, δὸς τὴν χάριν·
μὴ καταφρονήσῃς, πρὸς θεῶν. ἐν παντὶ δεῖ
καιρῷ τὸ δίκαιον ἐπικρατεῖν ἁπανταχοῦ,
καὶ τὸν παρατυγχάνοντα τούτου τοῦ μέρους
235 ἔχειν πρόνοιαν κοινόν ἐστι τῷ βίῳ
πάντων.
ΔΑΟΣ
μετρίῳ γε συμπέπλεγμαι ῥήτορι.
τί γὰρ μετεδίδουν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐμμενεῖτ᾽ οὖν, εἰπέ μοι,
οἷς ἂν δικάσω;
ΣΥΡΟΣ
πάντως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀκούσομαι· τί γὰρ
τό με κωλύον; σὺ πρότερος ὁ σιωπῶν λέγε.
ΔΑΟΣ
240 μικρόν γ᾽ ἄνωθεν, οὐ τὰ πρὸς τοῦτον μόνον
πραχθένθ᾽, ἵν᾽ ᾖ σοι καὶ σαφῆ τὰ πράγματα.
ἐν τῷ δασεῖ τῷ πλησίον τῶν χωρίων
τούτων ἐποίμαινον τριακοστὴν ἴσως,
βέλτιστε, ταύτην ἡμέραν αὐτὸς μόνος
245 κἀκκείμενον παιδάριον εὗρον νήπιον
ἔχον δέραια καὶ τοιουτονί τινα
κόσμον.
(ΣΥΡΟΣ)
περὶ τούτων ἐστίν.
ΔΑΟΣ
οὐκ ἐᾷ λέγειν.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐὰν λαλῇς μεταξύ, τῇ βακτηρίᾳ
καθίξομαί σου.
(ΣΥΡΟΣ)
καὶ δικαίως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λέγε.
(ΔΑΟΣ)
λέγω.
250 ἀνειλόμην, ἀπῆλθον οἴκαδ᾽ αὔτ᾽ ἔχων,
τρέφειν ἔμελλον. ταῦτ᾽ ἔδοξέ μοι τότε·
ἐν νυκτὶ βουλὴν δ᾽, ὅπερ ἅπασι γίνεται,
διδοὺς ἐμαυτῷ διελογιζόμην· ἐμοὶ
τί παιδοτροφίας καὶ κακῶν; πόθεν δ᾽ ἐγὼ
255 τοσαῦτ᾽ ἀναλώσω; τί φροντίδων ἐμοί;
τοιουτοσί τις ἦν. ἐποίμαινον πάλιν
ἕωθεν. ἦλθεν οὗτος —ἐστὶ δ᾽ ἀνθρακεύς—
εἰς τὸν τόπον τὸν αὐτὸν ἐκπρίσων ἐκεῖ
στελέχη· πρότερον δέ μοι συνήθης ἐγεγόνει.
260 λαλοῦμεν ἀλλήλοις. σκυθρωπὸν ὄντα με
ἰδών, «τί σύννους» φησὶ «Δᾶος;» «τί γάρ;» ἐγώ,
«περίεργός εἰμι,» καὶ τὸ πρᾶγμ᾽ αὐτῷ λέγω,
ὡς εὗρον, ὡς ἀνειλόμην. ὁ δὲ τότε μὲν
εὐθὺς πρὶν εἰπεῖν πάντ᾽ ἐδεῖθ᾽, «οὕτω τί σοι
265 ἀγαθὸν γένοιτο Δᾶε» παρ᾽ ἕκαστον λέγων,
«ἐμοὶ τὸ παιδίον δός. οὕτως εὐτυχής,
οὕτως ἐλεύθερος. γυναῖκά» φησι «γὰρ
ἔχω, τεκούσῃ δ᾽ ἀπέθανεν τὸ παιδίον»,
ταύτην λέγων, ἣ νῦν ἔχει τὸ παιδίον.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐδέου σύ γ᾽;
(ΔΑΟΣ)
270 ἱκετεύων ὅλην τὴν ἡμέραν
κατέτριψε. λιπαροῦντι καὶ πείθοντί με
ὑπεσχόμην. ἔδωκ᾽, ἀπῆλθεν μυρία
εὐχόμενος ἀγαθά· λαμβάνων μου κατεφίλει
τὰς χεῖρας. ἐπόεις ταῦτα;
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπόουν.
(ΔΑΟΣ)
ἀπηλλάγη.
275 μετὰ τῆς γυναικὸς περιτυχών μοι νῦν ἄφνω
τὰ τότε συνεκτεθέντα τούτῳ —μικρὰ δὲ
ἦν ταῦτα καὶ λῆρός τις, οὐθέν— ἀξιοῖ
ἀπολαμβάνειν καὶ δεινὰ πάσχειν φήσ᾽, ὅτι
οὐκ ἀποδίδωμ᾽, αὐτὸς δ᾽ ἔχειν ταῦτ᾽ ἀξιῶ.
280 ἐγὼ δέ γ᾽ αὐτόν φημι δεῖν ἔχειν χάριν
οὗ μετέλαβεν δεόμενος· εἰ μὴ πάντα δὲ
τούτῳ δίδωμ᾽, οὐκ ἐξετασθῆναί με δεῖ.
εἰ καὶ βαδίζων εὗρεν ἅμ᾽ ἐμοὶ ταῦτα καὶ
ἦν κοινὸς Ἑρμῆς, τὸ μὲν ἂν οὗτος ἔλαβ[εν ἄν,
285 τὸ δ᾽ ἐγώ· μόνου δ᾽ εὑρόντος, οὐ παρὼν τ̣[ότε
ἅπαντ᾽ ἔχειν οἴει σε δεῖν, ἐμὲ δ᾽ οὐδὲ ἕν;
τὸ πέρας· δέδωκά σοι τι τῶν ἐμῶν ἐ[γώ·
εἰ τοῦτ᾽ ἀρεστόν ἐστί σοι, καὶ νῦν ἔχε·
εἰ δ᾽ οὐκ ἀρέσκει, μετανοεῖς δ᾽, ἀπόδος πάλιν
290 καὶ μηδὲν ἀδίκει μηδ᾽ ἐλαττοῦ. πάντα δέ,
τὰ μὲν παρ᾽ ἑκόντος, τὰ δὲ κατισχύσαντά με,
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν. εἴρηκα τόν γ᾽ ἐμὸν λόγον.
(ΣΥΡΟΣ)
εἴρηκεν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
οὐκ ἤκουσας; εἴρηκεν.
ΣΥΡΟΣ
καλῶς.
οὐκοῦν ἐγὼ μετὰ ταῦτα. μόνος εὗρ᾽ οὑτοσὶ
295 τὸ παιδίον, καὶ πάντα ταῦθ᾽ ἃ νῦν λέγει
ὀρθῶς λέγει, καὶ γέγονεν οὕτως, ὦ πάτερ.
οὐκ ἀντιλέγω. δεόμενος, ἱκετεύων ἐγὼ
ἔλαβον παρ᾽ αὐτοῦ τοῦτ᾽· ἀληθῆ γὰρ λέγει.
ποιμήν τις ἐξήγγειλέ μοι, πρὸς ὃν οὑτοσὶ
300 ἐλάλησε, τῶν τούτῳ συνέργων, ἅμα τινὰ
κόσμον συνευρεῖν αὐτόν· ἐπὶ τοῦτον, πάτερ,
αὐτὸς πάρεστιν οὑτοσί. —τὸ παιδίον
δός μοι γύναι.— τὰ δέραια καὶ γνωρίσματα
οὗτός σ᾽ ἀπαιτεῖ Δᾶ᾽· ἑαυτῷ φησι γὰρ
305 ταῦτ᾽ ἐπιτεθῆναι κόσμον, οὐ σοὶ διατροφήν.
κἀγὼ συναπαιτῶ κύριος γεγενημένος
τούτου· σὺ δ᾽ ἐπόησάς με δούς. νῦν γνωστέον
βέλτιστέ σοι ταῦτ᾽ ἐστίν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
τὰ χρυσί᾽ ἢ ταῦθ᾽ ὅ τι ποτ᾽ ἐστὶ πότερα δεῖ
310 κατὰ τὴν δόσιν τῆς μητρός, ἥτις ἦν ποτε,
τῷ παιδίῳ τηρεῖσθ᾽, ἕως ἂν ἐκτραφῇ,
ἢ τὸν λελωποδυτηκότ᾽ αὐτὸν ταῦτ᾽ ἔχειν,
εἰ πρῶτος εὗρε τἀλλότρια. τί οὖν τότε,
ὅτ᾽ ἐλάμβανον τοῦτ᾽, οὐκ ἀπῄτουν ταῦτά σε;
315 οὔπω παρ᾽ ἐμοὶ τότ᾽ ἦν ὑπὲρ τούτου λέγειν.
ἥκω δὲ καὶ νῦν οὐκ ἐμαυτοῦ σ᾽ οὐδὲ ἓν
ἴδιον ἀπαιτῶν. κοινὸς Ἑρμῆς; μηδὲ ἓν
εὕρισχ᾽, ὅπου πρόσεστι σῶμ᾽ ἀδικούμενον·
οὐχ εὕρεσις τοῦτ᾽ ἔστιν ἀλλ᾽ ἀφαίρεσις.
320 βλέψον δὲ κἀκεῖ, πάτερ· ἴσως ἔσθ᾽ οὑτοσὶ
ὁ παῖς ὑπὲρ ἡμᾶς καὶ τραφεὶς ἐν ἐργάταις
ὑπερόψεται ταῦτ᾽, εἰς δὲ τὴν αὑτοῦ φύσιν
ᾄξας ἐλεύθερόν τι τολμήσει πονεῖν,
θηρᾶν λέοντας, ὅπλα βαστάζειν, τρέχειν
325 ἐν ἀγῶσι. τεθέασαι τραγῳδούς, οἶδ᾽ ὅτι,
καὶ ταῦτα κατέχεις πάντα. Νηλέα τινὰ
Πελίαν τ᾽ ἐκείνους εὗρε πρεσβύτης ἀνὴρ
αἰπόλος, ἔχων οἵαν ἐγὼ νῦν διφθέραν,
ὡς δ᾽ ᾔσθετ᾽ αὐτοὺς ὄντας αὑτοῦ κρείττονας,
330 λέγει τὸ πρᾶγμ᾽, ὡς εὗρεν, ὡς ἀνείλετο.
ἔδωκε δ᾽ αὐτοῖς πηρίδιον γνωρισμάτων,
ἐξ οὗ μαθόντες πάντα τὰ καθ᾽ αὑτοὺς σαφῶς
ἐγένοντο βασιλεῖς οἱ τότ᾽ ὄντες αἰπόλοι.
εἰ δ᾽ ἐκλαβὼν ἐκεῖνα Δᾶος ἀπέδοτο,
335 αὐτὸς ἵνα κερδάνειε δραχμὰς δώδεκα,
ἀγνῶτες ἂν τὸν πάντα διετέλουν χρόνον
οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει.
οὐ δὴ καλῶς ἔχει τὸ μὲν σῶμ᾽ ἐκτρέφειν
ἐμὲ τοῦτο, τὴν [δὲ] τοῦδε τῆς σωτηρίας
340 ἐλπίδα λαβόντα Δᾶον ἀφανίσαι, πάτερ.
γαμῶν ἀδελφήν τις διὰ γνωρίσματα
ἐπέσχε, μητέρ᾽ ἐντυχὼν ἐρρύσατο,
ἔσωσ᾽ ἀδελφόν. ὄντ᾽ ἐπισφαλῆ φύσει
τὸν βίον ἁπάντων τῇ προνοίᾳ δεῖ, πάτερ,
345 τηρεῖν, πρὸ πολλοῦ ταῦθ᾽ ὁρῶντ᾽ ἐξ ὧν ἔνι.
ἀλλ᾽ «ἀπόδος, εἰ μή» φησ᾽ «ἀρέσκει.» τοῦτο γὰρ
ἰσχυρὸν οἴεταί τι πρὸς τὸ πρᾶγμ᾽ ἔχειν.
οὐκ ἔστι δίκαιον· εἴ τι τῶν τούτου σε δεῖ
ἀποδιδόναι, καὶ τοῦτο πρὸς ζητεῖς λαβεῖν,
350 ἵν᾽ ἀσφαλέστερον πονηρεύσῃ πάλιν,
εἰ νῦν τι τῶν τούτου σέσωκεν ἡ Τύχη;
εἴρηκα. κρῖνον ὅ τι δίκαιον νενόμικας.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀλλ᾽ εὔκριτ᾽ ἐστί· πάντα τὰ συνεκκείμενα
τοῦ παιδίου ᾽στί. τοῦτο γινώσκω.
(ΔΑΟΣ)
καλῶς·
τὸ παιδίον δέ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
355 οὐ γνώσομ᾽ εἶναι μὰ Δία σοῦ
τοῦ νῦν ἀδικοῦντος, τοῦ βοηθοῦντος δὲ καὶ
ἐπεξιόντος τἀδικεῖν μέλλοντί σοι.
(ΣΥΡΟΣ)
πόλλ᾽ ἀγαθά σοι γένοιτο.
(ΔΑΟΣ)
δεινή γ᾽ ἡ [κρίσις
νὴ τὸν Δία τὸν Σωτῆρ᾽· ἅπανθ᾽ εὑρὼν [ἐγὼ
360 ἅπαντα περιέσπασμ᾽. ὁ δ᾽ οὐχ εὑρὼν ἔχει.
οὐκοῦν ἀποδιδῶ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
φημί.
.
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
αποφευγεις το δικαιο.
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης
δεν πρεπει συ να'χεις τα μη δικα σου.
(ΣΥΡΟΣ)
επιτραπος πρεπει καποιος
να'ναι περι τουτων
(ΔΑΟΣ)
το θελω,να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον;
(ΔΑΟΣ)
σε με μεθθν ο πασαενας ικανος,δικαια δε
παθαινω,γιατι με σε να μοιρασω;
(ΣΥΡΟΣ)
τουτον να λαβουμε
θελεις κριτη;
(ΔΑΟΣ)
καλη τυχη
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,
καλε μου ανθρωπε,λιγο αν μπορεις να σπαταλισεις για μας χρονο;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;περι τινος;
(ΣΥΡΟΣ)
αντιλεγουμε για καποιο πραγμα.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και τι λοιπον εμενα με μελει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη για τουτο καποιον
ζητουμε ισα να κρινει.κι αν βεβαια σε τιποτα δεν εμποδιζει,
ξεδιαλυσε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι
για δικες λεγοντες περπατατε,τομαρια
φορωντας;
(ΣΥΡΟΣ)
αλλ'ομως .το πραγμα ειναι συντομο,
κι ευκολο να καταλαβεις,πατερ,δος τη χαρι,
μη καταφρονησεις,να σ'εχουν καλα οι θεοι,σε καθε πρεπει
καιρο το δικαιο να επικρατει απανταχου,
κι ο παρατυγχανοντας τουτης της μοιρασιας
να'χει προνοια,κοινο ειναι στο βιο
παντων
ΔΑΟΣ
με μετρημενο μπερδευομαι ρητορα.
γιατι να μοιρασω;;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
θα τηρησετε λοιπον,πεστε μου,
οσα αν δικασω;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ας ακουσω,τι λοιπον
να μ'εμποδισει;συ πρωτος ο σιωπων λεγε
ΔΑΟΣ
λιγο παραπανω στα περασμενα,οχι αυτα που με τουτον μονον
πραχθηκαν,για να'ναι σε σε και σαφη τα πραγματα.
στο δασος στο πλησιον των χωραφιων
τουτων εβοσκα τριακοστη μερα απο τωρα ισως,
καλε μου ανθρωπε,ταυτην την ημερα εγω μονος
κει εγκαταλειμενο παιδακι βρηκα νηπιο
εχον περιδεραια και τετοια αλλα καποια
κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
περι τουτων ειναι
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
εαν λαλας διακοπτοντας,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω κατω
(ΣΥΡΟΣ)
και δικαια
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,πηγα στο σπιτι αυτο εχοντας,
να τ'αναθρεψω σκοπευα.τουτα πιστευα εγω τοτε,
μεσ'τη νυχτα αποφαση,οπως σ'απαντες γινεται,
εβγαλα με τον εαυτο μου διαλογιζομενος,για με
τι παιδοτροφια και βασανα;απο που δ'εγω
τοσα να ξοδεψω;τι φροντιδες για με;
τετοια ειναι.εβοσκα παλι
απ'την αυγη.ηρθ'αυτος-ειναι δε καρβουνας-
στον τοπο τον ιδιο πριονιζοντας εκει
κορμους,απο πριν σε με γνωστος ειχε γινει,
λαλουσαμε ο ενας στον αλλον,σκυθρωπο οντα μ'
ειδε,''γιατι σκεπτικος''ειπε,''ο Δαος;'',''για τι;''λεγω
''περιεργος ειμαι'',και το πραγμα σ'αυτον λεγω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,αυτος δε τοτε μεν
αμεσως πριν του πω τα παντα παρακαλα,''πω πω τι σε σε
καλο εγινε Δαε'' με το καθετι λεγοντας,
''σε με το παιδι δος,ετσι να'σαι ευτυχης,
ετσι να'σαι ελευθερος.γυναικα''ειπε''βεβαια
εχω,αυτη γεννησε και πεθανε το παιδι'',
για τουτη δω λεγω,αυτη που τωρα εχει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
παρακαλουσες συ;
(ΔΑΟΣ)
ικετευων ολη τη μερα
εξαντλησε,εκλιπαρωντας και πειθωντας με
το υποσχεθηκα,το εδωκα,εφυγε μυρια
ευχομενος αγαθα,αρπαζοντας μου καταφιλει
τα χερια,εκανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
εκανα
(ΔΑΟΣ)
απαλλαχτηκα.
μετα της γυναικος εμφανιζομενος σε μενα τωρα ξαφνικα
τα τοτε συνευβρισκομενα με τουτο-μικροπραματα δε
ηταν τουτα και μωροδιστικα,ενα τιποτα-αξιει
να τ'αποδωθουν και δεινα πασχει λεει,οτι
δεν αποδιδω,εγω ο ιδιος να τα'χω αξιω.
εγω δε γι'αυτον λεω πρεπει να μου'χει χαρι
που'λαβε παρακαλωντας.αν δεν τα παντα
σε τουτον δινω,να εξεταζομαι δεν πρεπει .
αν και βαδιζοντας ευρισκε μαζι με μενα τουτα κι
ηταν κοινο ερμαιο,το'να μεν τουτος θα λαμβανε,
τ'αλλο δ'εγω.μονος βρισκοντας,οχι παρων τοτε
τα παντα να'χεις νομιζεις σου πρεπει,εμενα δ'ουδε ενα;
να περατωσω.σου'χω δωσει κατι απ\τα δικα μου εγω,
αν τουτο αρεστο ειναι σε σε,και τωρα εχε,
εαν δε δεν σ'αρεσει,και μετανοεις,δωστο παλι
και καθολου ν'αδικεις μητε να χανεις,τα παντα δε,
τα μεν εκουσια,τα δε με τη δυναμη καταβαλοντας με,
δεν πρεπει συ να'χεις.εχω πει τον δικο μου λογο.
(ΣΥΡΟΣ)
εχει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν ακουσες;εχει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως.
συμφωνω εγω μετα ταυτα.μονος βρηκε τουτο'δω
το παιδι,κι ολα τουτα που τωρα δω λεγει
ορθως λεγει,κι εγιναν ετσι,πατερ,
δεν αντιλεγω.παρακαλοντας,ικετευων εγω
ελαβα παρ'αυτου τουτο.αληθεια λοιπον λεγει.
βοσκος καποιος φανερωσε σε με,στον οποιο αυτος δω
λαλησε,αυτων σε τουτον συνεργων,μαζι καποια
κοσμηματα συνβρεθηκαν μ'αυτο.για τουτο,πατερ,
αυτος παρευβρισκεται ο ιδιος εδω.-το παιδι
δωσε σε με γυναικα.-τα περιδεραια και τα γνωρισματα
αυτος απο σε απαιτει Δαε,στον εαυτο του λεει βεβαια
τουτα τοποθετησαν τα κοσμηματα,οχι σε σε διατροφη.
κι εγω συναπαιτω κυριος γενομενος
τουτου.συ δε μ'εκανες δινοντας.τωρα γνωστα
καλε μου ανθρωπε σε σε τουτα εγιναν,οπως σε με φαινεται,
τα χρυσα η' τουτα οτι ποια'ναι απ'τα δυο πρεπει
κατα τη κληροδοτηση της μητερας,οποια ηταν καποτε,
στο παιδι να διατηρηθουν,εως ν'ανατραφει,
η' ο λωποδυτης που τα'κλεψε αυτος τουτα να'χει;
αν πρωτος ηβρε τα ξενα.γιατι λοιπον τοτε
οταν επαιρνα τουτο,δεν απαιτησα τουτα απο σε;
δεν ειχα ακομα τοτε τη δικαιδοσια υπερ αυτου να λεγω.
ηρθα δε και τωρα οχι για τον εαυτο μου τον ιδιο απο σε ουτ'ενα
απαιτωντας.κοινο ερμαιο;μητ'ενα
απ'τα ευρεθεντα,οπου υπαρχει το σωμ'αδικουμενο.
ευρεση τουτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση
κοιταξε δε κεκει,πατερ,ισως να'ναι αυτο δω
το παιδι πανω απο μας και αναθρεμενο μεσ'σ'εργατες
να καταφρονεσει τουτα,στην δε δικια του φυση
εξωθημενο ελευθερο κατι να τολμησει να πασχισει.
να κυνηγα λιονταρια,οπλα να βασταζει,να τρεχει
σ'αγωνες.εχεις θεαθει τραγωδους,γνωριζεις οτι,
και τουτα τα κατεχεις ολα.τον καποιο Νηλεα
και τον Πελια κι εκεινους τους ηβρε γερος αντρας
γιδοβοσκος,εχων ιδιο οπως εγω τωρα τομαρι,
οταν αισθανθηκε αυτους οντας αυτου ανωτερους,
τους λεγει το πραγμα,πως τους βρηκε,πως τους σηκωσε και τους πηρε
κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με γνωρισματα,
απ'οπου μαθοντες τα παντα τ'αφοροντ'αυτους καθαρα
εγιναν βασιλιαδες οι τοτ'οντες γιδοβοσκοι.
αν δε αρπαζοντας εκεινα ο Δαος πωλουσε,
αυτος για να κερδιζε δραχμας δωδεκα.
αγνωστοι στον απαντα θα κατεληγαν χρονο
οι τετοιοι αντρες και οι τετοιοι στο γενος,
ουτε βεβαια καλα'ναι το μεν σωμα να εκτρεφω
εγω τουτο,την δε τουτου δω της σωτηριας
την ελπιδα αρπαζοντας ο Δαος ν'αφανισει,πατερ,
παντρευονταν αδελφη καποιος κι απ'τα γνωρισματα
αποφυγε,την μητερα συναντωντας τυχαια λυτρωσε,
εσωσ'αδελφο.οντας επισφαλης φυσει
ο βιος ολων με τη προνοια πρεπει,πατερ,
να τον διαφυλαττουμε,προ πολλου τουτα βλεπωντας εξ ων συνισταται.
αλλ' ''αποδοσε το,αν δεν'' λεει ''σ'αρεσει'' γιατι τουτο
ισχυρο νομιζει τι λογο προς το πραγμα να'χει.
ουτ'ειναι δικαιο.εαν τι απ'τα δικα τουτου εσυ πρεπει
ν'αποδοσεις,και τουτο ζητας ν'αρπαξεις,
για ν'ασφαλεστερα πονηρα ενεργησεις παλι,
αν τωρα τι απ'τα δικα του εχει σωσει η Τυχη;
εχω πει.κρινε οτι δικαιο εχεις νομισει.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αλλ'ευκολοκριτο ειναι.ολα τα συνευβρισκομενα
του παιδιου'ναι.τουτο αναγνωριζω
(ΔΑΟΣ)
καλως.
και το παιδι;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν αναγνωριζω οτ'ειναι μα το Δια δικο σου
του τωρα αδικουντος, αυτου δε που το βοηθα ειναι και
που ξεφευγει να τ'αδικει τον μελλοντα εσε
(ΣΥΡΟΣ)
πολλ'αγαθα σε σε να γινουν.
(ΔΑΟΣ)
σκληρη η κρισις
μα τον Δια τον Σωτηρ',απαντα ευρων εγω
απαντα αποστερουμαι,ο δε μη ευρων εχει.
συμφωνως λοιπον ν'αποδωσω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ειπα
.
.
-Μενανδρος; η' βιος;
-Μενανδρος
και[μια αλλη πραγματι-κοτερη βιο-τερη μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
μου φαινεται τ'αποφευγεις το δικαιο
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης εγω,
δεν το ξερεις πως δεν πρεπει να θελεις τα ξενα
(ΣΥΡΟΣ)
επιτροπο πρεπει καποιο να βαλουμε να κρινει τουτο
(ΔΑΟΣ)
φυσικα και το θελω να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον θες να'ναι αυτος;
(ΔΑΟΣ)
ας ειν' κι ο πασαενας.
καλα να παθω,που θελω να μοιρασω με σε;
(ΣΥΡΟΣ)
αυτον δω να παρουμε θελεις για κριτη;
(ΔΑΟΣ)
ας τυχει κι αυτος
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,καλε μου ανθρωπε,
μπορεις να σπαταλισεις λιγο χρονο για μας;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;για ποιο λογο,λεβεντες;
(ΣΥΡΟΣ)
για καποιο πραγμα αντιλεγουμε.κι ακρη δεν βρισκουμε
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και λοιπον τι με μελει εμενα για τις υποθεσεις σας;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη γι'αυτο καποιο ζηταμε ισα να κρινει.
κι αν τιποτα δεν σ'εμποδαει ξεχωρισε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι,για τι δικες τσαμπουνοντας περα δωθε γυρνοντας,
και προβειες φοροντας;
(ΣΥΡΟΣ)
το πραγμα συντομα θα σ'πω κι ευκολα θα καταλαβεις,μπαρμπα,
κανε μας τη χαρη μη μας περιφρονησεις,να'σαι καλα,
στο καθε τι το δικαιο πρεπει να κυριαρχει,
κι αυτος που'τυχει να κρινει διχονοια αυτο να'χει στο νου του,
αυτο'ναι ιδιος νομος γι'ολους
ΔΑΟΣ
με ζορικο μαλλον μπερδευτηκα ρητορα,
αχ γιατι να θελω,ο βλακας,να μοιρασω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ομως,για να'μαστε συμφωνοι απο πριν,οπως και να δικασω θα δεχτηκε μετα;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα ολα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
συμφωνοι,ας ακουσω τοτε, μ'εμποδιζει τιποτα;
συ πρωτος να πεις που δεν μιλας
ΔΑΟΣ
θ'αρχισω απο λιγο πριν να λεω,γι'αυτα που δεν εγιναν μαζι μ'αυτον,
να'ναι πιο σαφη τα πραγματα,
σ'ενα δασο κοντα σε τουτα τα χωραφια εβοσκα το κοπαδι μου
πανε καπου τριαντα μερες
καλε μου ανθρωπε,κεινη τη μερα μονος μου εγω βρηκα κει ενα παιδακι νηπιο
παρατημενο,
ειχε χρυση αλυσιδα στο λαιμο κι αλλα διαφορα τετοια παιδικα κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
βεβαιως γ'αυτα ειναι η διχονοια
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει ο διαολος να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αν φωνασκεις και διακοπτεις συνεχως,δεν θα το γλυτωσεις,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω
(ΣΥΡΟΣ)
παρα πολυ δικαιως νομιζω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε,συνεχα
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,το πηγα σπιτι,να τ'αναθρεψω σκοπευα.αυτα ενιωθα τοτε,
τη νυχτα ομως πηρ'αποφαση,οπως συνηθως σ'ολους γινεται,γιατι πιο καλα το σκεφτηκα,
ειμ'εγω τωρα για τετοια,νταντεματα και βασανα,που να τα βρω τοσα να ξοδευω;τετοιες
εγνοιες να βαλω;
κι ετσι σιγουρα ειναι.συμφωνειτε;
την αλλη μερα τα χαραματα που'βοσκα παλι το κοπαδι να σου και μου'ρχεται αυτος εδω
-καρβουνας ειναι-να πριονισει κορμους εκει γυρω στο τοπο,γνωστος μου απο πριν,
κι αλλαζαμε που και που καμια κουβεντα,οταν μ'ειδε σιωπηλο ''γιατ'εισαι σκεπτικος''
μου'πε''Δαε;'',''γιατι;''του'πα ''στα ξενα πραματα ανακατευομαι'',και με το νι και με το
σιγμα ολα του τα λεω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,κι αυτος απ'την αρχη μου λεγε και παρακαλα
,''πω πω τι μεγαλο καλο σου'τυχε Δαε'' και ξανα ξανα ελεγε,''δοστο σε με το παιδι,
δοστο μου,και να ευτυχισεις,και να λευτερωθεις,γυναικα'' ειπε,''βεβαια εχω,αλλα το
παιδι που γεννησε πεθανε''
γι'αυτηνα δω μιλαω,που τωρα κραταει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ετσ'ειναι;παρακαλουσες;σωστα;
(ΔΑΟΣ)
ικετευοντας ολη τη μερα μ'εξαντλησε,εκλιπαρωντας με καταφερε και δεχτηκα,
του το δωκα,εφυγε και μυρια μου ευχηθηκε καλα να παθω,κι αρπαζοντας τα χερια
μου τα καταφιλουσε,
σε ρωταω,πες,τα'κανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
τα'κανα
(ΔΑΟΣ)
επιτελους ξεφορτωθηκα.
μετα ξαφνικα μου'ρθε με τη γυναικα του και κεινα τα ψευτοπραματα που βρεθηκαν
με το παιδι και τ'αλλα μωροδιστικα,ενα τιποτα δηλαδη,μου ζηταει να του δωσω και
παρα πολυ τον στεναχωρει,λεει,που δεν του τα δινω και θελω'γω μοναχος μου να'χω,
και δεν ντρεπεται αντι να μου χρωστα ευγνωμοσυνη που το παιδι του δωσα στα
παρακαλια του κι αν δεν του τα δωσω θα με καταδικασει κιολας ,ο αχαριστος,απο πανω,
δεν λεω αν μαζι τα βρισκαμε,κι ηταν κοινο το ερμαιο,τοτε το'να μισο να παιρν'αυτος και
τ'αλλο μισο γω,ομως μονος βρηκα,και συ δεν ησουνα κει,και θελεις να'χεις τα παντα,
κι εγω τιποτα,
θα τελειωσω σε λιγο,
ακου,σου'χω δωσει κατι δικο μου,ναι;
αν σ'αρεσει,κρατα το
αν δε σ'αρεσει,και μετανιωσες,δωστο παλι πισω κι ετσι ουτε θ'αδικεις ουτε θα χανεις,
ομως τα παντα ν'απαιτεις,ειτε με τη θεληση μου,ειτε βιαζοντας με,να'χεις αυτο δεν ειναι
σωστο νομιζω,
τελος,εχω βγαλει το λογο μου
(ΣΥΡΟΣ)
τι;τα'χει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
χαμενε,δεν ακουσες;τα'χει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως τοτε.
συμφωνω μ'αυτα.μονος του βρηκε τουτο το παιδακι κι οσα ως τωρα ειπε πολυ ορθα
τα'πε,παρακαλωντας του πηρα το παιδι,ομως καποιος βοσκος,ενας απ'αυτους που μαζι
βοσκουν,μου σφυριξε,πως του ξερασε το μυστικο,
μ'αυτο το παιδι μαζι ηταν και κοσμηματα βρεμενα,μπαρμπα,
κι αυτο το παιδι ειναι το ιδιο εδω-γυναικα δωσ'μου το παιδι-
τις αλυσιδες και βρονταλιδια αυτο στα ζηταει Δαε,αφου σ'αυτον τα'βαλαν κι οχι εσυ
να τα φας,
κι εγω σαν ο κυριος,ο ιδιοκτητης πως να στο πω,του παιδιου μαζι μ'αυτο τ'απαιτω,
τετοιο εσυ μ'εκανες αφου μου το'δωσες,
τωρα,καλε μου ανθρωπε,ολα γνωστα σε σεναν γιναν,
κι οπως σωστοτερο μου φαινεται να'ναι,αυτα τα χρυσα και τ'αλλα οτι στον κορακα
να'ναι πρεπει αφου'ναι κληρονομια της μανας στο παιδι,οποια και να'ναι αυτη δεν
μας νοιαζει, στο παιδι να μεινουν,ωσπου να μεγαλωσει; η' ο λωοδυταρος αυτος να
τα'χει;
βεβαια πρωτος αυτος βρηκε τα ξενα πραματα,
γιατι οταν πηρα το παιδι δεν ζητησα κι αυτα;αμεσως να σου πω,
επειδη τοτ'ακομα δεν ειχα το δικαιωμα να το υπερασπιζω,τωρα ομως δεν ηρθα να
σ'απαιτησω για τον εαυτο μου,κοινο το ερμαιο;
ουτ'ενα τα βρεμενα σ'αυτο τ'αδικημενο,ευρεση αυτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση,
κοιτα καλα κι αυτο,μπαρμπα,ισως αυτο δω το παιδι να'ναι ανωτερο απο μας κι αν
ανατραφτει μεσ'σ'εργατες και δουλους να τα καταφρονεσει αυτα,και στη δικια του
φυση να στραφει κατι μεγαλο σαν ελευθερος να τολμησει,να κυνηγα λιονταρια,
οπλα να βασταζει,να τρεχει σ'αγωνες.
εχεις,σιγουρα,παει σε θεατρο κι ειδες τραγωδιες,και φυσικα πολυ καλα αυτα ολα τα
γνωριζεις,καποιο Νηλεα και τον αδερφο του τον Πελια κι εκεινους καποτε παλια τους
ηβρε ενας γερος γιδοβοσκος,σαν κι εμενα οπως τωρα φοροντας προβια,
οταν καταλαβε πως αυτοι'ναι ανωτεροι απ'αυτον,τους λεει την ιστορια,πως τους βρηκε,
πως τους σηκωσε και τους πηρε κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με τα γνωρισματα
τους,κι αφου οσα τους αφορουσαν τα γνωρισαν ολα καθαρα εγιναν βασιλιαδες που'ταν
γιδοβοσκοι καποτε.
αν ομως αρπαζοντας εκεινα ο Δαος τα πωλουσε, για να κερδιζε δωδεκα ψωροδραχμες,
αγνωστοι στον απαντα χρονο θα'μεναν τετοιοι σπουδαιοι αντρες κι απο τετοια φημισμενη
γενια.
κι ουτε.το τονιζω,σωστο ειναι το σωμα του παιδιου ν'αναθρεφω,ενω την ελπιδα της σωτη-
ριας του αρπαζοντας ο Δαος να εξανεμισει,μπαρμπα,
ξερεις;να σου πω,αδερφος θα παντρευονταν αδερφη κι απ'τα γνωρισματα τ'αποφυγε,
καποιος τη μητερα βρηκε τυχαια να'ναι δουλα και τη λυτρωσε,κι αλλος αδερφο εσωσε.
επειδη ο βιος των ανθρωπων φυσει αβεβαιος ειναι πρεπει,μπαρμπα,με συνεση να
προβλεπουμε τι μπορει να συμβει.
αλλ'ομως,'''δοστο πισω,αν δεν'' να λεει ''σ'αρεσει'' κι αυτο να θεωρει ισχυρο λογο δεν
ειναι καθολου σωστο,
μαλιστα οταν τα δικα του πρεπει να δωσεις και να μην κρατας,
σ'εχ'ομως καταλαβει καλα,θελεις και το παιδι ν'αρπαξεις για να με μεγαλυτερη σιγουρια
και πονηρια να του παρεις παλι οτι κατα τυχη σωθηκε;
τιποτ'αλλο,ολα τα'χω πει.τωρα εσυ να κρινεις οτι νομιζεις δικαιο πως ειναι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βλεπω πως καθολου δυσκολο να κρινω δεν ειναι,
ολα οσα βρεθηκαν με το παιδι ανηκουν στο παιδι,
αυτο δικαζω.
(ΔΑΟΣ)
καλως.
αλλα και το παιδι ποιος το παιρνει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν δικαζω πως ειναι μα το Δια δικο σου που τωρα τ'αδικας
αλλ'ανηκει σ'αυτον που το προστατευει και προσπαθει ν'αποφυγει
απο σε να τ'αδικησεις στο μελλον
(ΣΥΡΟΣ)
πολλα καλα να σου τυχουν
(ΔΑΟΣ)
σκληρη κι αδικη η κριση
μα τον Δια τον Σωτηρα,εγω π'ολα τα βρηκα ολα τα στερουμαι,
κι αυτος που τιποτα δεν βρηκε τα'χει,
τι να κανω;δενμου μενει αλλο παρα να συμμορφωθω και να τα δωσω;.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τελος,ειπα κι αποφασισα
.
.
.
Αβροτονος-εταιρα-στους Επιτρεποντες του Μενανδρου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Μενανδρος[Κηφισια 342 π.Χ-Πειραιας 292 π.Χ],μεγαλος Ελληνας κωμωδιογραφος της
Νεας Αττικης Κωμωδιας,σπουδασε στη Περιπατικη Σχολη του Αριστοτελη με δασκαλο
τον Θεοφραστο,ειχε φιλο και τον Επικουρο και τον Δημητριο Φαληρεα,ηταν ανηψιος του
Αλεξις ποιητη της Μεσης Κωμωδιας,εγραψε πανω απο εκατο κωμωδιες,τα θεματα του
ηταν ρεαλιστικα,παθη,ελαττωματα,ερωτες,μιση,αρετες,...,γραμμενα στην απλη καθημερι-
νη γλωσσα,το 321 π.Χ ανεβηκε το πρωτο εργο του 'Οργη',εχει σωθει ολοκληρη η κωμωδια
του Δυσκολος[το 316 π.Χ α' βραβειο],και σχεδον ολοκληρες οι κωμωδιες Επιτρεποντες,
Σαμια,Περικειρομενη,αλλα εργα του:Σικυωνιοι,Ασπις,Μισούμενος,Γεωργός,Ήρως,
Κόλαξ,Φάσμα[αποσπασματικα]
Το 291 π.Χ πνιγηκε κολυμπωντας στη Φρεαττυδα στον Πειραια,
.
Μενανδρου Επιτρεποντες-Η Υποθεση Περιληπτικα εις Συμμεικτην Απταιστον Γλωσσαν
-δια τον ληρον υποθετικον φλυακαν χ.ν.κουβελης
εγιναν αρμοδιως οι γαμοι του Χαρισιου και της Παμφιλης του Αθηναιου Σμικρινη με
γλεντια με τραγουδια και με νταουλια και χορους κι ο Χαρισιος εκανε πενταμηνο
ταξιδακι εμπορικων συμφεροντων κι επιστρεφοντας ξαφνηκα κι εμβροντητα βρηκε μωρο
καλοριζικο στη κουνια μπελα πενταμηνητικο στο μετρημα μπασταρδικο φως φαναρ' κι
επειδη για τους εννια μηνους τους σωστους ελλειπαν τεσσερις στρογγυλοι μηνες στα
δακτυλα,να στα μουτρα του,που δεν θα'χει να βγει στην αγορα,εβγαλε το φυσικο κι
αναγκαιο συμπερασμα πως του'βαλε η Παφιλη κερατα βγαζοντας τα ματια της μ'αλλον κι
εψαχνε στο κουτελο τις πολυ εμφανεις ενδειξεις κερατων οστων και μην αντεχοντας την
δυσβασταχτη ντροπη και τη ξεφτιλα και το περιγελο κατεληξε θαμωνας παννυχιος και
ολημεριος στην υπογεια του Χαιρεσιφρονα ταβερνα να πινει του σκασμου να ξεχασει τον
πονο του παρεα με μπολικα τηγανιστα και πιπερατα κοκκινιστα φαγια και την μαγγιορα
Αβροτονον εταιραν συντροφια κι αγκαλια,κι επειδη κατασπαταλουσε τη προικα δεοντως,
ασυστολως ασωτως και νομιμως πλην βεβαιως ανομως δια τον αυστηρων κι ηθικων
αρχων πενθερον του Σμικρινην εκεινος καθημερινως βαζοντας σαφη πικρολογα στην
Παμφιλη τον κατεκρινε σφοδρα,της πιπιλιζε το μυαλο,ο πεισας ο δειξας,και να τον
παρατησει οπως κι αυτος την παρατησε με μωρο στην αγκαλια,στη κουνια,να τον
μουτζωξει, τον αθλιο,τον χαλαστη τον αφανιστη τον αφαιρεστηι της περιουσιας του,
ποιησει προς αφαιρεσιν τουτου και ετερον αν ευρησει τουτη προς προσθεσιν,
ομως εκεινη αγρον ηγοραζε και δεν ακουε εις τα ωτα τα τοιουτα,επει γαρ η τοιουτη
εκεινη κρυφα κρατουσε μυστικο κι αθωα περιστερα δεν ηταν ως επαιζε το ρολο της,κι ο
Σμικρινης σκυλιαζε κι ηθελε νομιμως να τον προσαγει σε δικην περι τεθλασμενης
μη ευθειας διαγωγης και τετελεσμενης ασωτειας πορνειας και των λοιπων συναφων
συμπαμαρτηματων να κολασθει δεινως και να εκδωθει εις βαρος του διαζυγιον και
επιπροσθετως να πληρωνει και διατροφη του κερατος ο παλιο κερατας,ειχε αυτο το
δικαιωμα με το παραπανω ο Σμικρινης,ο Αθηναικος νομος οριζε τουτο σαφως:
ο νομιμος κυριος πραγματων,π.χ γυναικων,θυγατερων,χωραφιων,σπιτιων,αμαξων,δουλων
και λοιπων πραγματων του παρεχεται πληρες το δικαιωμα και τα ενδικα μεσα να τα
προφυλασσει και να τα προασπιζει δια του νομου,τελειος νομος σοφοτατος να σου
πετυχει,δεν λεγω,τοτε στα ζορικα που θα τυχαιναν,ν'αντιγραψουμε και μικρον τον
συναδελφο Ευριπιδη,ως απο μηχανης θεοι εμφανισθηκαν επι σκηνης δυο μαντραχαλοι
ενας γιδοβοσκος,αιπολος στο αρχαιο κειμενο,κι ενας μουτζουρομενος καρβουνας,αυτοι,
που λετε,λογομαχουσαν σαν κοκκορια για καποιο παρατημενο παιδι,εκθετο,μουλικο πως
νυν το λενε,το βρηκε,λεγει,ο ενας,με βουλα φυσει ανευθυνος,ο αιπολος, στο δασος κι
εξυπνα το φορτωσε στον αλλον,εναν ευαισθητο κλαψουριαρη ατεκνο,καρβουνα κι επειτα
ο δευτερος ο ευαισθητος ντε μυριστηκε το γλυκο, την ανωτερη ταξικη προελευση του
παιδιου και γυρισε στο πρωτο ανευθυνο αιπωλο και ζητουσε λογαριασμο,και μηπως
πωλησε,κατι λεει περιδεραια χρυσα και η' κατι τετοια μωροδιστικα που συνηθουνε να
φορτωνουν τα μωρα,και να του τα παραδωσει ακεραια κι ανεπαφα γιατι λεει ανηκουν εξ
ολοκληρου και αναφαιρετως στο παιδιον και πως οταν αυτο μεγαλωσει θα πορευθει
στους ατραπους του βιου,που τοσος αθεμιτος συναγωνισμος υπαρχει,να γινει,διαολε,
βασιλιας,κυνηγος λιονταριων,αθλητης,οτι τελος παντων γουσταρει και ταιριαζει σε
τηλικουτους γεννημενους ανωτερους και προνομιουχους κι ειναι μεγαλο κι ασυγχωρητο
κριμα το παιδι να μεινει γιδι και ξυλο απελεκητο και καθυστερημενο,νηπιο,και στο λαμο
τους θα το'χουν βαρος βαρυ,ασε που μπορει να παντρευτει την αδελφη του,να μη
ελευθερωσει την δουλα μανα του που σφουγγαριζει σκαλες και ξενοπλενει σε σπιτια
πλουσια,ουτε τον χαμενο αδελφο του να ξαναβρει,και να μην τα γελαει για μελο αυτα,
ο αιπολος, και μυθιστορηματα γιατι η πραγματικη ζωη,του λεει ο καρβουνας, βριθει
τετοιων συμβαντων,εχει μια ελπιδα το παιδι ,κρεμεται απ'αυτη και δεν κανει να του την
κοψουμε,να το παρουμε στο λαιμο μας,λεει,μαζι μ'αυτο κι εμας,κι επειδη τα λεφτα ειναι
πολλα κι η επενδυση στο μελλον μεγαλη κι ελπιδοφορα με σιγουρα πολλα και μεγαλα
τα κερδη και να μην αποβει ανθραξ ο θησαυριος θα πιανονταν ο γιδοβοσκος αιπολος
κι ο ανθρακευς καρβουνας στα χερια και θα'πεφτε το ξυλο της αρκουδας,δεν συνεφερνε η
μηδεν αγαν ακροτητα,η που πουθενα δεν αγουσα αντιπαλοτητα,παρα σε ζημια,και τοτε
ειχαν ενα κλικ,τη φαεινη ιδεα δηλαδη να ζητησουν επιτροπο της δικης να κρινει την αλυτη
υποθεση τους κι αμεσως οι τυχερακιδες τον βρηκαν μπροστα στα ποδια τους ,τι τυχαια
συμπτωσις!,στο προσωπο του Σμικρινη,πατερα της αθωας περιστερας κι αβγαλτης
Παμφιλης του θυματος δηλαδη της υποθεσης και πενθερου αυτου του καργιολη και
ρεμαλι Χαρισιου,και προς αποφυγην ακρατης φλυαριας,απορου φλυακος,ας ερθουμε στο
ζουμι και στο δια ταυτα,εμπροσθεν του δικαιου κριτου κι αμεροληπτου επιτροπου κυριου
κυριου Σμικρινη παρουσιαθηκαν την σημερον δυοιν διαδικοι,ο αιπολος Δαος και ο
ανθρακευς Συρισκος, με πληρεις επιχειρηματων και αντεπιχειρηματων λογους κι αντι-
λογους,δετους κι αλυτους,κι ακροαζοντας αυτους επισταμενως ο επικριτης επιτροπος και
ζυγιζοντας τη ζυγαρια ζυγισε δικαια ιση ορθη κριση και ετυμογορησε:
το παιδιον να'χει ο ατεκνος ευαισθητος ανθρακευς που τ'ανατρεφει και νοιαζεται με
θαυμαστο ζηλο το μελλον του και να του αποδωσουν καταλεπτως τα ευρεμενα μετρημενα
και καταχωρημενα εν πρωτοκολλω τη... τα στολιδια και τα γνωρισματα,ας ειν' και ληρα
και φο μπιζου,επει το παιδιον φυγειν μελλον αγλαες αδυνατον εστι ,κι εκεινος ο αιπολος
ο με τη βουλα ανευθυνος να αφαιρεθει τα παντα και να γυρισει στο γρεκι του στα γιδια
του και στα τυρια στα βουτυρα και στα ξινογαλακια του απρακτος ο πονηρος,να του γινει
νομιμως αφαιρεσις,να ζησει αυτος καλα στη φτωχεια στα τσιμπουρια του ως πριν κι εμεις
πολυ καλυτερα απο πριν στα πλουτη κι ετσι εγινε σεβαστη,ας εκαναν κι αλλιως,θα τους
κατακαθιζε η βακτηρια,η ιση κριση,η ισονομια του απαν απανταχουν,και θα μενε το
πραγμα εκει ως διευθυτηθηκε αν απο κει και περα δεν εβγαιναν κι αλλα,δεν ανοιγε ο
ασκος του αιπολου,του αιολου ηθελα να πω, για να συν-δεσουν με την ιστορια μοιχειας
Παμφιλης-Χαρισιου,τι αλυτη θα μενε αυτη,τωρα που ο τροχος των φρεσκων σαν συκα
γεγονοτων γυριζει;το εργο εχει οπωσδηποτε συνοχη,αρχη μεση και τελος αριστοτελικα
τω τροπω τελειοτητα,ισως και εντελεχεια,αταλαντος δεν ειν'ο ποιητης,κι ας μεχρι τωρα
εσεις οι κακομαθημενοι κι αχαριστοι θεατες χαιρεκακα σχολιαζεται ,''τι θελει να πει ο
ποιητης;'',κι υστερα η Παμφιλη,ακουγωντας την θλιβερη και πονεμενη ιστορια του εκθετου
μωρου απο κουτσομπολιο του πατερας της Σμικρινη σ'αυτην,λαμογιο δικαστης να σου
πετυχει που δεν σεβαστηκε τα ευαισθητα προσωπικα δεδομενα του αμοιρου παιδιου,
την δεοντολογια,τελος παντων,να εκφρασθουμε αυστηρως δικηγοριστικα,κι ανοιγωντας το
κουτακι ξερασε ολα τα γνωστα,και τοτ'ακουγωντας ,ως εκ θαυματος,ανοιξαν διαπλατα οι
θυρες των απωθημενων εσωψυχων και ξεχυθηκε σκοτεικο ορμητικο τα καταπιεσμενο
ασυνειδητο της αξιερασμιας Παμφιλης και θυμηκε στο πανηγυρι στα Ταυροπολια της
Αρτεμιδος καθαρα την ακρατη κραιπαλης με τις αλλες παρθενες κοπελες και τον προ
εννεαμηνου βιασμο της,ακουσιως η' εκουσιως αβιαστο η ψυχουλα της το ξερει,μεθυσμενη
κι απροστατευτη ως ειχεν η μοσχουλα δεχτηκε σεξιστικη επιθεση απο μεθυσμενο κι
ορμητικον νεαρον ταυριασμενον,κουτρουβαλιασθηκαν οι δυο χαμαι κι ιδου ο αμαρτωλος
καρπος της κοιλιας της στη κουνια νιαου νιαου αψευδης μαρτυς κι ιδου ο Χαρισιος
ταυρος,μ'αιχμηρο κερας,η' κερατα στον πληθυντικο αριθμο,κι ο Σμικρινης εξυπνος
ανθρωπος οντας χειρισθηκε πονηρα το θεμα,εβαλε ενα δικο του ανθρωπο του να
πλησιασει τον Χαρισιο εκει μεσ'στην υπογεια τη ταβερνα που μεσ'σε καπνους και σε
βρισιες ξημεροβραδυαζονταν ο εριφης και να κατορθωσει επιδεξιως ν'αποσπασει
τον αλκοολικο κι ακολαστο Χαρισιο απ'τις καυτερες σαλτσες κι απ'τα καυτα φιλια και
ζουμερα της Αβροτονας,να του'πε ,απο δω κι απο κει το φερνε,δεν φταιει η καημενη η
Παμφιλη,θυμα βιασμου ειναι,τον ατιμο που το'κανε,κρεμασμα θελει,,και να γυρισεις
σπιτι,να τα'χεις ολα,δουλα σου θα'ναι,στα ωπα ωπα θα σ'εχει κι ο πενθερος σου ο
Σμικρινης,καλος ανθρωπος ειναι και σ'αγαπαει,λιγο τσιγκουνης και γκρινιαρης αλλα
θ'αλλαξει για παρτη σου,χαλι να τον πατησεις θα γινει,θα σου φερνει και θα σε ταιζει
και του πουλιου το γαλα,και τοτε,ως εκ θαυματος,μπαμ κατακεφαλα του'ρθε και πανε
σκορπισαν τα κερατα εξ ων συνετεθησαν,φτου μου εγω'μαι ο αθλιος αιτιος εκεινης
της αμαρτωλης κι ελευθεριας νυχτος,πειρασμος,θυμαμαι,η Παμφιλη,διοκομματος,μηπως
ηξερα τοτε ποια ηταν,της ριχτηκα μανιωδως,η φυσις προσταζε,ορμητικα την εσπειρα και
καρπισε πενταμηνητικο νιαου νιαου,δες τι παθαινεις οταν εισαι στουπι στο μεθυσι,
θυμοσοφισε,απο νανιαρο ανεμελο ξυπνας μπαμπας με σκοτουρες,δεν ξερεις και που τα
βαζεις,κι αντε υστερα να τα μαζωξεις μπορεις,που κλινειν και που στηνειν,αμαχανον
ερπετον ερως,ετσι φιλοσοφικως σκεπτομενος μετανοησε και μαζωχτηκε στην οικια,
οικογενειαρχης,και χαζομπαμπας του πενταμηνιατικου που στην ουσια ηταν εννια-
μηνιατικο,νομιμο βεβαια εν τελει κι οχι νοθο,και παλευει με τα μπιμπερα και τις πανες
βρακακι να το εκτρεφσει,κι οσο για κοσμον και γνωρισματα ως τωρα βλεπει πολυ κοσμον
...κακα,μυρωδικα γνωρισματα αυτα,
κι ηρθε η ωρα κι η στιγμη να περατωθει η περιληψη αυτη,που μαλλον περιληψη δεν την
κανεις αλλα μαλλον κανονικο εργο,μαλλον αταλαντο και φλυαρο,λιαν φλυαξ,κουαξ κουαξ,
ενος ελλασονος ποιητου μωροφιλοδοξιων μακρυγορια,
ουκουν ειρηκα,
.
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
φεύγεις τὸ δίκαιον.
(ΔΑΟΣ)
δυστυχής.
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν τὰ μὴ σά.
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπιτρεπτέον τινί
ἐστι περὶ τούτων.
(ΔΑΟΣ)
220 βούλομαι· κρινώμεθα.
(ΣΥΡΟΣ)
τίς οὖν;
(ΔΑΟΣ)
ἐμοὶ μὲν πᾶς ἱκανός. δίκαια δὲ
πάσχω· τί γάρ σοι μετεδίδουν;
(ΣΥΡΟΣ)
τοῦτον λαβεῖν
βούλει κριτήν;
(ΔΑΟΣ)
ἀγαθῇ τύχῃ.
(ΣΥΡΟΣ)
πρὸς τῶν θεῶν,
βέλτιστε, μικρὸν ἂν σχολάσαις ἡμῖν χρόνον;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὑμῖν; περὶ τίνος;
(ΣΥΡΟΣ)
225 ἀντιλέγομεν πρᾶγμά τι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τί οὖν ἐμοὶ μέλει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτὴν τούτου τινὰ
ζητοῦμεν ἴσον· εἰ δή σε μηδὲν κωλύει,
διάλυσον ἡμᾶς.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὦ κάκιστ᾽ ἀπολούμενοι,
δίκας λέγοντες περιπατεῖτε, διφθέρας
ἔχοντες;
(ΣΥΡΟΣ)
230 ἀλλ᾽ ὅμως. τὸ πρᾶγμ᾽ ἐστὶν βραχύ,
καὶ ῥᾴδιον μαθεῖν. πάτερ, δὸς τὴν χάριν·
μὴ καταφρονήσῃς, πρὸς θεῶν. ἐν παντὶ δεῖ
καιρῷ τὸ δίκαιον ἐπικρατεῖν ἁπανταχοῦ,
καὶ τὸν παρατυγχάνοντα τούτου τοῦ μέρους
235 ἔχειν πρόνοιαν κοινόν ἐστι τῷ βίῳ
πάντων.
ΔΑΟΣ
μετρίῳ γε συμπέπλεγμαι ῥήτορι.
τί γὰρ μετεδίδουν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐμμενεῖτ᾽ οὖν, εἰπέ μοι,
οἷς ἂν δικάσω;
ΣΥΡΟΣ
πάντως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀκούσομαι· τί γὰρ
τό με κωλύον; σὺ πρότερος ὁ σιωπῶν λέγε.
ΔΑΟΣ
240 μικρόν γ᾽ ἄνωθεν, οὐ τὰ πρὸς τοῦτον μόνον
πραχθένθ᾽, ἵν᾽ ᾖ σοι καὶ σαφῆ τὰ πράγματα.
ἐν τῷ δασεῖ τῷ πλησίον τῶν χωρίων
τούτων ἐποίμαινον τριακοστὴν ἴσως,
βέλτιστε, ταύτην ἡμέραν αὐτὸς μόνος
245 κἀκκείμενον παιδάριον εὗρον νήπιον
ἔχον δέραια καὶ τοιουτονί τινα
κόσμον.
(ΣΥΡΟΣ)
περὶ τούτων ἐστίν.
ΔΑΟΣ
οὐκ ἐᾷ λέγειν.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐὰν λαλῇς μεταξύ, τῇ βακτηρίᾳ
καθίξομαί σου.
(ΣΥΡΟΣ)
καὶ δικαίως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λέγε.
(ΔΑΟΣ)
λέγω.
250 ἀνειλόμην, ἀπῆλθον οἴκαδ᾽ αὔτ᾽ ἔχων,
τρέφειν ἔμελλον. ταῦτ᾽ ἔδοξέ μοι τότε·
ἐν νυκτὶ βουλὴν δ᾽, ὅπερ ἅπασι γίνεται,
διδοὺς ἐμαυτῷ διελογιζόμην· ἐμοὶ
τί παιδοτροφίας καὶ κακῶν; πόθεν δ᾽ ἐγὼ
255 τοσαῦτ᾽ ἀναλώσω; τί φροντίδων ἐμοί;
τοιουτοσί τις ἦν. ἐποίμαινον πάλιν
ἕωθεν. ἦλθεν οὗτος —ἐστὶ δ᾽ ἀνθρακεύς—
εἰς τὸν τόπον τὸν αὐτὸν ἐκπρίσων ἐκεῖ
στελέχη· πρότερον δέ μοι συνήθης ἐγεγόνει.
260 λαλοῦμεν ἀλλήλοις. σκυθρωπὸν ὄντα με
ἰδών, «τί σύννους» φησὶ «Δᾶος;» «τί γάρ;» ἐγώ,
«περίεργός εἰμι,» καὶ τὸ πρᾶγμ᾽ αὐτῷ λέγω,
ὡς εὗρον, ὡς ἀνειλόμην. ὁ δὲ τότε μὲν
εὐθὺς πρὶν εἰπεῖν πάντ᾽ ἐδεῖθ᾽, «οὕτω τί σοι
265 ἀγαθὸν γένοιτο Δᾶε» παρ᾽ ἕκαστον λέγων,
«ἐμοὶ τὸ παιδίον δός. οὕτως εὐτυχής,
οὕτως ἐλεύθερος. γυναῖκά» φησι «γὰρ
ἔχω, τεκούσῃ δ᾽ ἀπέθανεν τὸ παιδίον»,
ταύτην λέγων, ἣ νῦν ἔχει τὸ παιδίον.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐδέου σύ γ᾽;
(ΔΑΟΣ)
270 ἱκετεύων ὅλην τὴν ἡμέραν
κατέτριψε. λιπαροῦντι καὶ πείθοντί με
ὑπεσχόμην. ἔδωκ᾽, ἀπῆλθεν μυρία
εὐχόμενος ἀγαθά· λαμβάνων μου κατεφίλει
τὰς χεῖρας. ἐπόεις ταῦτα;
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπόουν.
(ΔΑΟΣ)
ἀπηλλάγη.
275 μετὰ τῆς γυναικὸς περιτυχών μοι νῦν ἄφνω
τὰ τότε συνεκτεθέντα τούτῳ —μικρὰ δὲ
ἦν ταῦτα καὶ λῆρός τις, οὐθέν— ἀξιοῖ
ἀπολαμβάνειν καὶ δεινὰ πάσχειν φήσ᾽, ὅτι
οὐκ ἀποδίδωμ᾽, αὐτὸς δ᾽ ἔχειν ταῦτ᾽ ἀξιῶ.
280 ἐγὼ δέ γ᾽ αὐτόν φημι δεῖν ἔχειν χάριν
οὗ μετέλαβεν δεόμενος· εἰ μὴ πάντα δὲ
τούτῳ δίδωμ᾽, οὐκ ἐξετασθῆναί με δεῖ.
εἰ καὶ βαδίζων εὗρεν ἅμ᾽ ἐμοὶ ταῦτα καὶ
ἦν κοινὸς Ἑρμῆς, τὸ μὲν ἂν οὗτος ἔλαβ[εν ἄν,
285 τὸ δ᾽ ἐγώ· μόνου δ᾽ εὑρόντος, οὐ παρὼν τ̣[ότε
ἅπαντ᾽ ἔχειν οἴει σε δεῖν, ἐμὲ δ᾽ οὐδὲ ἕν;
τὸ πέρας· δέδωκά σοι τι τῶν ἐμῶν ἐ[γώ·
εἰ τοῦτ᾽ ἀρεστόν ἐστί σοι, καὶ νῦν ἔχε·
εἰ δ᾽ οὐκ ἀρέσκει, μετανοεῖς δ᾽, ἀπόδος πάλιν
290 καὶ μηδὲν ἀδίκει μηδ᾽ ἐλαττοῦ. πάντα δέ,
τὰ μὲν παρ᾽ ἑκόντος, τὰ δὲ κατισχύσαντά με,
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν. εἴρηκα τόν γ᾽ ἐμὸν λόγον.
(ΣΥΡΟΣ)
εἴρηκεν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
οὐκ ἤκουσας; εἴρηκεν.
ΣΥΡΟΣ
καλῶς.
οὐκοῦν ἐγὼ μετὰ ταῦτα. μόνος εὗρ᾽ οὑτοσὶ
295 τὸ παιδίον, καὶ πάντα ταῦθ᾽ ἃ νῦν λέγει
ὀρθῶς λέγει, καὶ γέγονεν οὕτως, ὦ πάτερ.
οὐκ ἀντιλέγω. δεόμενος, ἱκετεύων ἐγὼ
ἔλαβον παρ᾽ αὐτοῦ τοῦτ᾽· ἀληθῆ γὰρ λέγει.
ποιμήν τις ἐξήγγειλέ μοι, πρὸς ὃν οὑτοσὶ
300 ἐλάλησε, τῶν τούτῳ συνέργων, ἅμα τινὰ
κόσμον συνευρεῖν αὐτόν· ἐπὶ τοῦτον, πάτερ,
αὐτὸς πάρεστιν οὑτοσί. —τὸ παιδίον
δός μοι γύναι.— τὰ δέραια καὶ γνωρίσματα
οὗτός σ᾽ ἀπαιτεῖ Δᾶ᾽· ἑαυτῷ φησι γὰρ
305 ταῦτ᾽ ἐπιτεθῆναι κόσμον, οὐ σοὶ διατροφήν.
κἀγὼ συναπαιτῶ κύριος γεγενημένος
τούτου· σὺ δ᾽ ἐπόησάς με δούς. νῦν γνωστέον
βέλτιστέ σοι ταῦτ᾽ ἐστίν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
τὰ χρυσί᾽ ἢ ταῦθ᾽ ὅ τι ποτ᾽ ἐστὶ πότερα δεῖ
310 κατὰ τὴν δόσιν τῆς μητρός, ἥτις ἦν ποτε,
τῷ παιδίῳ τηρεῖσθ᾽, ἕως ἂν ἐκτραφῇ,
ἢ τὸν λελωποδυτηκότ᾽ αὐτὸν ταῦτ᾽ ἔχειν,
εἰ πρῶτος εὗρε τἀλλότρια. τί οὖν τότε,
ὅτ᾽ ἐλάμβανον τοῦτ᾽, οὐκ ἀπῄτουν ταῦτά σε;
315 οὔπω παρ᾽ ἐμοὶ τότ᾽ ἦν ὑπὲρ τούτου λέγειν.
ἥκω δὲ καὶ νῦν οὐκ ἐμαυτοῦ σ᾽ οὐδὲ ἓν
ἴδιον ἀπαιτῶν. κοινὸς Ἑρμῆς; μηδὲ ἓν
εὕρισχ᾽, ὅπου πρόσεστι σῶμ᾽ ἀδικούμενον·
οὐχ εὕρεσις τοῦτ᾽ ἔστιν ἀλλ᾽ ἀφαίρεσις.
320 βλέψον δὲ κἀκεῖ, πάτερ· ἴσως ἔσθ᾽ οὑτοσὶ
ὁ παῖς ὑπὲρ ἡμᾶς καὶ τραφεὶς ἐν ἐργάταις
ὑπερόψεται ταῦτ᾽, εἰς δὲ τὴν αὑτοῦ φύσιν
ᾄξας ἐλεύθερόν τι τολμήσει πονεῖν,
θηρᾶν λέοντας, ὅπλα βαστάζειν, τρέχειν
325 ἐν ἀγῶσι. τεθέασαι τραγῳδούς, οἶδ᾽ ὅτι,
καὶ ταῦτα κατέχεις πάντα. Νηλέα τινὰ
Πελίαν τ᾽ ἐκείνους εὗρε πρεσβύτης ἀνὴρ
αἰπόλος, ἔχων οἵαν ἐγὼ νῦν διφθέραν,
ὡς δ᾽ ᾔσθετ᾽ αὐτοὺς ὄντας αὑτοῦ κρείττονας,
330 λέγει τὸ πρᾶγμ᾽, ὡς εὗρεν, ὡς ἀνείλετο.
ἔδωκε δ᾽ αὐτοῖς πηρίδιον γνωρισμάτων,
ἐξ οὗ μαθόντες πάντα τὰ καθ᾽ αὑτοὺς σαφῶς
ἐγένοντο βασιλεῖς οἱ τότ᾽ ὄντες αἰπόλοι.
εἰ δ᾽ ἐκλαβὼν ἐκεῖνα Δᾶος ἀπέδοτο,
335 αὐτὸς ἵνα κερδάνειε δραχμὰς δώδεκα,
ἀγνῶτες ἂν τὸν πάντα διετέλουν χρόνον
οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει.
οὐ δὴ καλῶς ἔχει τὸ μὲν σῶμ᾽ ἐκτρέφειν
ἐμὲ τοῦτο, τὴν [δὲ] τοῦδε τῆς σωτηρίας
340 ἐλπίδα λαβόντα Δᾶον ἀφανίσαι, πάτερ.
γαμῶν ἀδελφήν τις διὰ γνωρίσματα
ἐπέσχε, μητέρ᾽ ἐντυχὼν ἐρρύσατο,
ἔσωσ᾽ ἀδελφόν. ὄντ᾽ ἐπισφαλῆ φύσει
τὸν βίον ἁπάντων τῇ προνοίᾳ δεῖ, πάτερ,
345 τηρεῖν, πρὸ πολλοῦ ταῦθ᾽ ὁρῶντ᾽ ἐξ ὧν ἔνι.
ἀλλ᾽ «ἀπόδος, εἰ μή» φησ᾽ «ἀρέσκει.» τοῦτο γὰρ
ἰσχυρὸν οἴεταί τι πρὸς τὸ πρᾶγμ᾽ ἔχειν.
οὐκ ἔστι δίκαιον· εἴ τι τῶν τούτου σε δεῖ
ἀποδιδόναι, καὶ τοῦτο πρὸς ζητεῖς λαβεῖν,
350 ἵν᾽ ἀσφαλέστερον πονηρεύσῃ πάλιν,
εἰ νῦν τι τῶν τούτου σέσωκεν ἡ Τύχη;
εἴρηκα. κρῖνον ὅ τι δίκαιον νενόμικας.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀλλ᾽ εὔκριτ᾽ ἐστί· πάντα τὰ συνεκκείμενα
τοῦ παιδίου ᾽στί. τοῦτο γινώσκω.
(ΔΑΟΣ)
καλῶς·
τὸ παιδίον δέ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
355 οὐ γνώσομ᾽ εἶναι μὰ Δία σοῦ
τοῦ νῦν ἀδικοῦντος, τοῦ βοηθοῦντος δὲ καὶ
ἐπεξιόντος τἀδικεῖν μέλλοντί σοι.
(ΣΥΡΟΣ)
πόλλ᾽ ἀγαθά σοι γένοιτο.
(ΔΑΟΣ)
δεινή γ᾽ ἡ [κρίσις
νὴ τὸν Δία τὸν Σωτῆρ᾽· ἅπανθ᾽ εὑρὼν [ἐγὼ
360 ἅπαντα περιέσπασμ᾽. ὁ δ᾽ οὐχ εὑρὼν ἔχει.
οὐκοῦν ἀποδιδῶ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
φημί.
.
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
αποφευγεις το δικαιο.
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης
δεν πρεπει συ να'χεις τα μη δικα σου.
(ΣΥΡΟΣ)
επιτραπος πρεπει καποιος
να'ναι περι τουτων
(ΔΑΟΣ)
το θελω,να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον;
(ΔΑΟΣ)
σε με μεθθν ο πασαενας ικανος,δικαια δε
παθαινω,γιατι με σε να μοιρασω;
(ΣΥΡΟΣ)
τουτον να λαβουμε
θελεις κριτη;
(ΔΑΟΣ)
καλη τυχη
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,
καλε μου ανθρωπε,λιγο αν μπορεις να σπαταλισεις για μας χρονο;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;περι τινος;
(ΣΥΡΟΣ)
αντιλεγουμε για καποιο πραγμα.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και τι λοιπον εμενα με μελει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη για τουτο καποιον
ζητουμε ισα να κρινει.κι αν βεβαια σε τιποτα δεν εμποδιζει,
ξεδιαλυσε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι
για δικες λεγοντες περπατατε,τομαρια
φορωντας;
(ΣΥΡΟΣ)
αλλ'ομως .το πραγμα ειναι συντομο,
κι ευκολο να καταλαβεις,πατερ,δος τη χαρι,
μη καταφρονησεις,να σ'εχουν καλα οι θεοι,σε καθε πρεπει
καιρο το δικαιο να επικρατει απανταχου,
κι ο παρατυγχανοντας τουτης της μοιρασιας
να'χει προνοια,κοινο ειναι στο βιο
παντων
ΔΑΟΣ
με μετρημενο μπερδευομαι ρητορα.
γιατι να μοιρασω;;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
θα τηρησετε λοιπον,πεστε μου,
οσα αν δικασω;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ας ακουσω,τι λοιπον
να μ'εμποδισει;συ πρωτος ο σιωπων λεγε
ΔΑΟΣ
λιγο παραπανω στα περασμενα,οχι αυτα που με τουτον μονον
πραχθηκαν,για να'ναι σε σε και σαφη τα πραγματα.
στο δασος στο πλησιον των χωραφιων
τουτων εβοσκα τριακοστη μερα απο τωρα ισως,
καλε μου ανθρωπε,ταυτην την ημερα εγω μονος
κει εγκαταλειμενο παιδακι βρηκα νηπιο
εχον περιδεραια και τετοια αλλα καποια
κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
περι τουτων ειναι
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
εαν λαλας διακοπτοντας,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω κατω
(ΣΥΡΟΣ)
και δικαια
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,πηγα στο σπιτι αυτο εχοντας,
να τ'αναθρεψω σκοπευα.τουτα πιστευα εγω τοτε,
μεσ'τη νυχτα αποφαση,οπως σ'απαντες γινεται,
εβγαλα με τον εαυτο μου διαλογιζομενος,για με
τι παιδοτροφια και βασανα;απο που δ'εγω
τοσα να ξοδεψω;τι φροντιδες για με;
τετοια ειναι.εβοσκα παλι
απ'την αυγη.ηρθ'αυτος-ειναι δε καρβουνας-
στον τοπο τον ιδιο πριονιζοντας εκει
κορμους,απο πριν σε με γνωστος ειχε γινει,
λαλουσαμε ο ενας στον αλλον,σκυθρωπο οντα μ'
ειδε,''γιατι σκεπτικος''ειπε,''ο Δαος;'',''για τι;''λεγω
''περιεργος ειμαι'',και το πραγμα σ'αυτον λεγω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,αυτος δε τοτε μεν
αμεσως πριν του πω τα παντα παρακαλα,''πω πω τι σε σε
καλο εγινε Δαε'' με το καθετι λεγοντας,
''σε με το παιδι δος,ετσι να'σαι ευτυχης,
ετσι να'σαι ελευθερος.γυναικα''ειπε''βεβαια
εχω,αυτη γεννησε και πεθανε το παιδι'',
για τουτη δω λεγω,αυτη που τωρα εχει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
παρακαλουσες συ;
(ΔΑΟΣ)
ικετευων ολη τη μερα
εξαντλησε,εκλιπαρωντας και πειθωντας με
το υποσχεθηκα,το εδωκα,εφυγε μυρια
ευχομενος αγαθα,αρπαζοντας μου καταφιλει
τα χερια,εκανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
εκανα
(ΔΑΟΣ)
απαλλαχτηκα.
μετα της γυναικος εμφανιζομενος σε μενα τωρα ξαφνικα
τα τοτε συνευβρισκομενα με τουτο-μικροπραματα δε
ηταν τουτα και μωροδιστικα,ενα τιποτα-αξιει
να τ'αποδωθουν και δεινα πασχει λεει,οτι
δεν αποδιδω,εγω ο ιδιος να τα'χω αξιω.
εγω δε γι'αυτον λεω πρεπει να μου'χει χαρι
που'λαβε παρακαλωντας.αν δεν τα παντα
σε τουτον δινω,να εξεταζομαι δεν πρεπει .
αν και βαδιζοντας ευρισκε μαζι με μενα τουτα κι
ηταν κοινο ερμαιο,το'να μεν τουτος θα λαμβανε,
τ'αλλο δ'εγω.μονος βρισκοντας,οχι παρων τοτε
τα παντα να'χεις νομιζεις σου πρεπει,εμενα δ'ουδε ενα;
να περατωσω.σου'χω δωσει κατι απ\τα δικα μου εγω,
αν τουτο αρεστο ειναι σε σε,και τωρα εχε,
εαν δε δεν σ'αρεσει,και μετανοεις,δωστο παλι
και καθολου ν'αδικεις μητε να χανεις,τα παντα δε,
τα μεν εκουσια,τα δε με τη δυναμη καταβαλοντας με,
δεν πρεπει συ να'χεις.εχω πει τον δικο μου λογο.
(ΣΥΡΟΣ)
εχει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν ακουσες;εχει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως.
συμφωνω εγω μετα ταυτα.μονος βρηκε τουτο'δω
το παιδι,κι ολα τουτα που τωρα δω λεγει
ορθως λεγει,κι εγιναν ετσι,πατερ,
δεν αντιλεγω.παρακαλοντας,ικετευων εγω
ελαβα παρ'αυτου τουτο.αληθεια λοιπον λεγει.
βοσκος καποιος φανερωσε σε με,στον οποιο αυτος δω
λαλησε,αυτων σε τουτον συνεργων,μαζι καποια
κοσμηματα συνβρεθηκαν μ'αυτο.για τουτο,πατερ,
αυτος παρευβρισκεται ο ιδιος εδω.-το παιδι
δωσε σε με γυναικα.-τα περιδεραια και τα γνωρισματα
αυτος απο σε απαιτει Δαε,στον εαυτο του λεει βεβαια
τουτα τοποθετησαν τα κοσμηματα,οχι σε σε διατροφη.
κι εγω συναπαιτω κυριος γενομενος
τουτου.συ δε μ'εκανες δινοντας.τωρα γνωστα
καλε μου ανθρωπε σε σε τουτα εγιναν,οπως σε με φαινεται,
τα χρυσα η' τουτα οτι ποια'ναι απ'τα δυο πρεπει
κατα τη κληροδοτηση της μητερας,οποια ηταν καποτε,
στο παιδι να διατηρηθουν,εως ν'ανατραφει,
η' ο λωποδυτης που τα'κλεψε αυτος τουτα να'χει;
αν πρωτος ηβρε τα ξενα.γιατι λοιπον τοτε
οταν επαιρνα τουτο,δεν απαιτησα τουτα απο σε;
δεν ειχα ακομα τοτε τη δικαιδοσια υπερ αυτου να λεγω.
ηρθα δε και τωρα οχι για τον εαυτο μου τον ιδιο απο σε ουτ'ενα
απαιτωντας.κοινο ερμαιο;μητ'ενα
απ'τα ευρεθεντα,οπου υπαρχει το σωμ'αδικουμενο.
ευρεση τουτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση
κοιταξε δε κεκει,πατερ,ισως να'ναι αυτο δω
το παιδι πανω απο μας και αναθρεμενο μεσ'σ'εργατες
να καταφρονεσει τουτα,στην δε δικια του φυση
εξωθημενο ελευθερο κατι να τολμησει να πασχισει.
να κυνηγα λιονταρια,οπλα να βασταζει,να τρεχει
σ'αγωνες.εχεις θεαθει τραγωδους,γνωριζεις οτι,
και τουτα τα κατεχεις ολα.τον καποιο Νηλεα
και τον Πελια κι εκεινους τους ηβρε γερος αντρας
γιδοβοσκος,εχων ιδιο οπως εγω τωρα τομαρι,
οταν αισθανθηκε αυτους οντας αυτου ανωτερους,
τους λεγει το πραγμα,πως τους βρηκε,πως τους σηκωσε και τους πηρε
κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με γνωρισματα,
απ'οπου μαθοντες τα παντα τ'αφοροντ'αυτους καθαρα
εγιναν βασιλιαδες οι τοτ'οντες γιδοβοσκοι.
αν δε αρπαζοντας εκεινα ο Δαος πωλουσε,
αυτος για να κερδιζε δραχμας δωδεκα.
αγνωστοι στον απαντα θα κατεληγαν χρονο
οι τετοιοι αντρες και οι τετοιοι στο γενος,
ουτε βεβαια καλα'ναι το μεν σωμα να εκτρεφω
εγω τουτο,την δε τουτου δω της σωτηριας
την ελπιδα αρπαζοντας ο Δαος ν'αφανισει,πατερ,
παντρευονταν αδελφη καποιος κι απ'τα γνωρισματα
αποφυγε,την μητερα συναντωντας τυχαια λυτρωσε,
εσωσ'αδελφο.οντας επισφαλης φυσει
ο βιος ολων με τη προνοια πρεπει,πατερ,
να τον διαφυλαττουμε,προ πολλου τουτα βλεπωντας εξ ων συνισταται.
αλλ' ''αποδοσε το,αν δεν'' λεει ''σ'αρεσει'' γιατι τουτο
ισχυρο νομιζει τι λογο προς το πραγμα να'χει.
ουτ'ειναι δικαιο.εαν τι απ'τα δικα τουτου εσυ πρεπει
ν'αποδοσεις,και τουτο ζητας ν'αρπαξεις,
για ν'ασφαλεστερα πονηρα ενεργησεις παλι,
αν τωρα τι απ'τα δικα του εχει σωσει η Τυχη;
εχω πει.κρινε οτι δικαιο εχεις νομισει.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αλλ'ευκολοκριτο ειναι.ολα τα συνευβρισκομενα
του παιδιου'ναι.τουτο αναγνωριζω
(ΔΑΟΣ)
καλως.
και το παιδι;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν αναγνωριζω οτ'ειναι μα το Δια δικο σου
του τωρα αδικουντος, αυτου δε που το βοηθα ειναι και
που ξεφευγει να τ'αδικει τον μελλοντα εσε
(ΣΥΡΟΣ)
πολλ'αγαθα σε σε να γινουν.
(ΔΑΟΣ)
σκληρη η κρισις
μα τον Δια τον Σωτηρ',απαντα ευρων εγω
απαντα αποστερουμαι,ο δε μη ευρων εχει.
συμφωνως λοιπον ν'αποδωσω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ειπα
.
.
-Μενανδρος; η' βιος;
-Μενανδρος
και[μια αλλη πραγματι-κοτερη βιο-τερη μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
μου φαινεται τ'αποφευγεις το δικαιο
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης εγω,
δεν το ξερεις πως δεν πρεπει να θελεις τα ξενα
(ΣΥΡΟΣ)
επιτροπο πρεπει καποιο να βαλουμε να κρινει τουτο
(ΔΑΟΣ)
φυσικα και το θελω να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον θες να'ναι αυτος;
(ΔΑΟΣ)
ας ειν' κι ο πασαενας.
καλα να παθω,που θελω να μοιρασω με σε;
(ΣΥΡΟΣ)
αυτον δω να παρουμε θελεις για κριτη;
(ΔΑΟΣ)
ας τυχει κι αυτος
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,καλε μου ανθρωπε,
μπορεις να σπαταλισεις λιγο χρονο για μας;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;για ποιο λογο,λεβεντες;
(ΣΥΡΟΣ)
για καποιο πραγμα αντιλεγουμε.κι ακρη δεν βρισκουμε
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και λοιπον τι με μελει εμενα για τις υποθεσεις σας;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη γι'αυτο καποιο ζηταμε ισα να κρινει.
κι αν τιποτα δεν σ'εμποδαει ξεχωρισε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι,για τι δικες τσαμπουνοντας περα δωθε γυρνοντας,
και προβειες φοροντας;
(ΣΥΡΟΣ)
το πραγμα συντομα θα σ'πω κι ευκολα θα καταλαβεις,μπαρμπα,
κανε μας τη χαρη μη μας περιφρονησεις,να'σαι καλα,
στο καθε τι το δικαιο πρεπει να κυριαρχει,
κι αυτος που'τυχει να κρινει διχονοια αυτο να'χει στο νου του,
αυτο'ναι ιδιος νομος γι'ολους
ΔΑΟΣ
με ζορικο μαλλον μπερδευτηκα ρητορα,
αχ γιατι να θελω,ο βλακας,να μοιρασω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ομως,για να'μαστε συμφωνοι απο πριν,οπως και να δικασω θα δεχτηκε μετα;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα ολα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
συμφωνοι,ας ακουσω τοτε, μ'εμποδιζει τιποτα;
συ πρωτος να πεις που δεν μιλας
ΔΑΟΣ
θ'αρχισω απο λιγο πριν να λεω,γι'αυτα που δεν εγιναν μαζι μ'αυτον,
να'ναι πιο σαφη τα πραγματα,
σ'ενα δασο κοντα σε τουτα τα χωραφια εβοσκα το κοπαδι μου
πανε καπου τριαντα μερες
καλε μου ανθρωπε,κεινη τη μερα μονος μου εγω βρηκα κει ενα παιδακι νηπιο
παρατημενο,
ειχε χρυση αλυσιδα στο λαιμο κι αλλα διαφορα τετοια παιδικα κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
βεβαιως γ'αυτα ειναι η διχονοια
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει ο διαολος να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αν φωνασκεις και διακοπτεις συνεχως,δεν θα το γλυτωσεις,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω
(ΣΥΡΟΣ)
παρα πολυ δικαιως νομιζω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε,συνεχα
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,το πηγα σπιτι,να τ'αναθρεψω σκοπευα.αυτα ενιωθα τοτε,
τη νυχτα ομως πηρ'αποφαση,οπως συνηθως σ'ολους γινεται,γιατι πιο καλα το σκεφτηκα,
ειμ'εγω τωρα για τετοια,νταντεματα και βασανα,που να τα βρω τοσα να ξοδευω;τετοιες
εγνοιες να βαλω;
κι ετσι σιγουρα ειναι.συμφωνειτε;
την αλλη μερα τα χαραματα που'βοσκα παλι το κοπαδι να σου και μου'ρχεται αυτος εδω
-καρβουνας ειναι-να πριονισει κορμους εκει γυρω στο τοπο,γνωστος μου απο πριν,
κι αλλαζαμε που και που καμια κουβεντα,οταν μ'ειδε σιωπηλο ''γιατ'εισαι σκεπτικος''
μου'πε''Δαε;'',''γιατι;''του'πα ''στα ξενα πραματα ανακατευομαι'',και με το νι και με το
σιγμα ολα του τα λεω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,κι αυτος απ'την αρχη μου λεγε και παρακαλα
,''πω πω τι μεγαλο καλο σου'τυχε Δαε'' και ξανα ξανα ελεγε,''δοστο σε με το παιδι,
δοστο μου,και να ευτυχισεις,και να λευτερωθεις,γυναικα'' ειπε,''βεβαια εχω,αλλα το
παιδι που γεννησε πεθανε''
γι'αυτηνα δω μιλαω,που τωρα κραταει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ετσ'ειναι;παρακαλουσες;σωστα;
(ΔΑΟΣ)
ικετευοντας ολη τη μερα μ'εξαντλησε,εκλιπαρωντας με καταφερε και δεχτηκα,
του το δωκα,εφυγε και μυρια μου ευχηθηκε καλα να παθω,κι αρπαζοντας τα χερια
μου τα καταφιλουσε,
σε ρωταω,πες,τα'κανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
τα'κανα
(ΔΑΟΣ)
επιτελους ξεφορτωθηκα.
μετα ξαφνικα μου'ρθε με τη γυναικα του και κεινα τα ψευτοπραματα που βρεθηκαν
με το παιδι και τ'αλλα μωροδιστικα,ενα τιποτα δηλαδη,μου ζηταει να του δωσω και
παρα πολυ τον στεναχωρει,λεει,που δεν του τα δινω και θελω'γω μοναχος μου να'χω,
και δεν ντρεπεται αντι να μου χρωστα ευγνωμοσυνη που το παιδι του δωσα στα
παρακαλια του κι αν δεν του τα δωσω θα με καταδικασει κιολας ,ο αχαριστος,απο πανω,
δεν λεω αν μαζι τα βρισκαμε,κι ηταν κοινο το ερμαιο,τοτε το'να μισο να παιρν'αυτος και
τ'αλλο μισο γω,ομως μονος βρηκα,και συ δεν ησουνα κει,και θελεις να'χεις τα παντα,
κι εγω τιποτα,
θα τελειωσω σε λιγο,
ακου,σου'χω δωσει κατι δικο μου,ναι;
αν σ'αρεσει,κρατα το
αν δε σ'αρεσει,και μετανιωσες,δωστο παλι πισω κι ετσι ουτε θ'αδικεις ουτε θα χανεις,
ομως τα παντα ν'απαιτεις,ειτε με τη θεληση μου,ειτε βιαζοντας με,να'χεις αυτο δεν ειναι
σωστο νομιζω,
τελος,εχω βγαλει το λογο μου
(ΣΥΡΟΣ)
τι;τα'χει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
χαμενε,δεν ακουσες;τα'χει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως τοτε.
συμφωνω μ'αυτα.μονος του βρηκε τουτο το παιδακι κι οσα ως τωρα ειπε πολυ ορθα
τα'πε,παρακαλωντας του πηρα το παιδι,ομως καποιος βοσκος,ενας απ'αυτους που μαζι
βοσκουν,μου σφυριξε,πως του ξερασε το μυστικο,
μ'αυτο το παιδι μαζι ηταν και κοσμηματα βρεμενα,μπαρμπα,
κι αυτο το παιδι ειναι το ιδιο εδω-γυναικα δωσ'μου το παιδι-
τις αλυσιδες και βρονταλιδια αυτο στα ζηταει Δαε,αφου σ'αυτον τα'βαλαν κι οχι εσυ
να τα φας,
κι εγω σαν ο κυριος,ο ιδιοκτητης πως να στο πω,του παιδιου μαζι μ'αυτο τ'απαιτω,
τετοιο εσυ μ'εκανες αφου μου το'δωσες,
τωρα,καλε μου ανθρωπε,ολα γνωστα σε σεναν γιναν,
κι οπως σωστοτερο μου φαινεται να'ναι,αυτα τα χρυσα και τ'αλλα οτι στον κορακα
να'ναι πρεπει αφου'ναι κληρονομια της μανας στο παιδι,οποια και να'ναι αυτη δεν
μας νοιαζει, στο παιδι να μεινουν,ωσπου να μεγαλωσει; η' ο λωοδυταρος αυτος να
τα'χει;
βεβαια πρωτος αυτος βρηκε τα ξενα πραματα,
γιατι οταν πηρα το παιδι δεν ζητησα κι αυτα;αμεσως να σου πω,
επειδη τοτ'ακομα δεν ειχα το δικαιωμα να το υπερασπιζω,τωρα ομως δεν ηρθα να
σ'απαιτησω για τον εαυτο μου,κοινο το ερμαιο;
ουτ'ενα τα βρεμενα σ'αυτο τ'αδικημενο,ευρεση αυτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση,
κοιτα καλα κι αυτο,μπαρμπα,ισως αυτο δω το παιδι να'ναι ανωτερο απο μας κι αν
ανατραφτει μεσ'σ'εργατες και δουλους να τα καταφρονεσει αυτα,και στη δικια του
φυση να στραφει κατι μεγαλο σαν ελευθερος να τολμησει,να κυνηγα λιονταρια,
οπλα να βασταζει,να τρεχει σ'αγωνες.
εχεις,σιγουρα,παει σε θεατρο κι ειδες τραγωδιες,και φυσικα πολυ καλα αυτα ολα τα
γνωριζεις,καποιο Νηλεα και τον αδερφο του τον Πελια κι εκεινους καποτε παλια τους
ηβρε ενας γερος γιδοβοσκος,σαν κι εμενα οπως τωρα φοροντας προβια,
οταν καταλαβε πως αυτοι'ναι ανωτεροι απ'αυτον,τους λεει την ιστορια,πως τους βρηκε,
πως τους σηκωσε και τους πηρε κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με τα γνωρισματα
τους,κι αφου οσα τους αφορουσαν τα γνωρισαν ολα καθαρα εγιναν βασιλιαδες που'ταν
γιδοβοσκοι καποτε.
αν ομως αρπαζοντας εκεινα ο Δαος τα πωλουσε, για να κερδιζε δωδεκα ψωροδραχμες,
αγνωστοι στον απαντα χρονο θα'μεναν τετοιοι σπουδαιοι αντρες κι απο τετοια φημισμενη
γενια.
κι ουτε.το τονιζω,σωστο ειναι το σωμα του παιδιου ν'αναθρεφω,ενω την ελπιδα της σωτη-
ριας του αρπαζοντας ο Δαος να εξανεμισει,μπαρμπα,
ξερεις;να σου πω,αδερφος θα παντρευονταν αδερφη κι απ'τα γνωρισματα τ'αποφυγε,
καποιος τη μητερα βρηκε τυχαια να'ναι δουλα και τη λυτρωσε,κι αλλος αδερφο εσωσε.
επειδη ο βιος των ανθρωπων φυσει αβεβαιος ειναι πρεπει,μπαρμπα,με συνεση να
προβλεπουμε τι μπορει να συμβει.
αλλ'ομως,'''δοστο πισω,αν δεν'' να λεει ''σ'αρεσει'' κι αυτο να θεωρει ισχυρο λογο δεν
ειναι καθολου σωστο,
μαλιστα οταν τα δικα του πρεπει να δωσεις και να μην κρατας,
σ'εχ'ομως καταλαβει καλα,θελεις και το παιδι ν'αρπαξεις για να με μεγαλυτερη σιγουρια
και πονηρια να του παρεις παλι οτι κατα τυχη σωθηκε;
τιποτ'αλλο,ολα τα'χω πει.τωρα εσυ να κρινεις οτι νομιζεις δικαιο πως ειναι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βλεπω πως καθολου δυσκολο να κρινω δεν ειναι,
ολα οσα βρεθηκαν με το παιδι ανηκουν στο παιδι,
αυτο δικαζω.
(ΔΑΟΣ)
καλως.
αλλα και το παιδι ποιος το παιρνει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν δικαζω πως ειναι μα το Δια δικο σου που τωρα τ'αδικας
αλλ'ανηκει σ'αυτον που το προστατευει και προσπαθει ν'αποφυγει
απο σε να τ'αδικησεις στο μελλον
(ΣΥΡΟΣ)
πολλα καλα να σου τυχουν
(ΔΑΟΣ)
σκληρη κι αδικη η κριση
μα τον Δια τον Σωτηρα,εγω π'ολα τα βρηκα ολα τα στερουμαι,
κι αυτος που τιποτα δεν βρηκε τα'χει,
τι να κανω;δενμου μενει αλλο παρα να συμμορφωθω και να τα δωσω;.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τελος,ειπα κι αποφασισα
.
.
.
η κούρῃ ναυσικλειτοῖος Δύμαντος ὁμηλικίη Ναυσικάας,θυγάτηρος μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια ζ' στιχοι 13-24
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τοῦ μὲν ἔβη πρὸς δῶμα θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
νόστον Ὀδυσσῆϊ μεγαλήτορι μητιόωσα
βῆ δ' ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη
κοιμᾶτ' ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη,
Ναυσικάα, θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο,
πὰρ δὲ δύ' ἀμφίπολοι, Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι,
σταθμοῖϊν ἑκάτερθε· θύραι δ' ἐπέκειντο φαειναί.
ἡ δ' ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης, 20
στῆ δ' ἄρ' ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν,
εἰδομένη κούρῃ ναυσικλειτοῖο Δύμαντος,
ἥ οἱ ὁμηλικίη μὲν ἔην, κεχάριστο δὲ θυμῷ.
τῇ μιν ἐεισαμένη προσέφη γλαυκῶπις Ἀθήνη
σ'αυτου[τ'Αλκινοου]μπηκε τ'ανακτορο η θεα με τα γυαλιστερα ματια Αθηνα,
το νοστο τ'Οδυσσεα του μεγαλοψυχου εχοντας στο νου
και μπηκ'αυτη σε περιτεχνο θαλαμο,οπ'ειναι κορη
και κοιμαται στους αθανατους σ'αναστημα κι οψη ομοια,
η Ναυσικα,θυγατερα του μεγαλοψυχου Αλκινοου,
και διπλα της δυο ακολουθες,απ'τις Χαριτες την ομορφια π'εχουν,
στους παρασταδες απ'τη μια κι απ'την αλλη μερια,κι ειν'οι λαμπρες πορτες κλειστες,
αυτη σαν τ'ανεμου τη πνοη ανατριχιασε τα σκεπασματα της κορης 20
και σταθηκε παν'στη κεφαλη της και σ'αυτη λογο ειπε,
ομοιασμενη στη κορη του δοξαστου ναυτικου Δυμαντα,
που σ'αυτη συνομηλικη ηταν,κι ευχαριστη στη καρδια.
σ'αυτην ομοιασμενη μιλησε η με τα γυαλιστερα ματια Αθηνα
.
.
.
Ναυσικάα,θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια ζ' στιχοι 127-138
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ὣς εἰπὼν θάμνων ὑπεδύσετο δῖος Ὀδυσσεύς,
ἐκ πυκινῆς δ' ὕλης πτόρθον κλάσε χειρὶ παχείῃ
φύλλων, ὡς ῥύσαιτο περὶ χροῒ μήδεα φωτός.
βῆ δ' ἴμεν ὥς τε λέων ὀρεσίτροφος, ἀλκὶ πεποιθώς, 130
ὅς τ' εἶσ' ὑόμενος καὶ ἀήμενος, ἐν δέ οἱ ὄσσε
δαίεται· αὐτὰρ ὁ βουσὶ μετέρχεται ἢ ὀΐεσσιν
ἠὲ μετ' ἀγροτέρας ἐλάφους· κέλεται δέ ἑ γαστὴρ
μήλων πειρήσοντα καὶ ἐς πυκινὸν δόμον ἐλθεῖν·
ὣς Ὀδυσεὺς κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισιν ἔμελλε
μείξεσθαι, γυμνός περ ἐών· χρειὼ γὰρ ἵκανε.
σμερδαλέος δ' αὐτῇσι φάνη κεκακωμένος ἅλμῃ,
τρέσσαν δ' ἄλλυδις ἄλλη ἐπ' ἠϊόνας προὐχούσας.
κι ετσι λεγωντας απ'τους θαμνους κατω βγηκε ο θειος Οδυσσεας,
απ'το πυκνο δασος βλασταρι εσπασε με το βαρυ του χερι
με φυλλα γεματο,και το'βαλε στο σωμα γυρω του να μην φανουν τα μελη,
βγηκε σαν λιονταρι ορεσιβιο,στη δυναμη του νιωθωντας σιγουρο,130
που'ναι δαρμενο απο βροχη κι αερα,και τα ματια του φωτια
εκαιγαν.και τοτ'αυτο σε βοδια χυμιζει η' σ'αρνια
η' και κατ'αγρια ελαφια.και τ'ωθει η κοιλια του
προβατα να ψαξει και σε γερο μαντρι να ερθει.
ετσ'ο Οδυσσεας στις ομορφομαλλες κορες ερχονταν
να σμιξει,αν κι ηταν γυμνος,επειδη τον εσπρωχνε αναγκη.
τρομερος σ'συτες φανηκε κακοδαρμενος αλμυρα,
τρεξαν αλλη απο'δω κι αλλη 'απο'κει στους οχτους να κρυφτουν.
.
.
.
Ερμιονη Ελενης Μενελαου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ερμιονη Ελενης Μενελαου Αναμονη-χ.ν.κουβελης
Γαμος Ερμιονης της Ελενης και του Μενελαου
[Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια δ' στιχοι 1-19]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Οἱ δ' ἷξον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν,
πρὸς δ' ἄρα δώματ' ἔλων Μενελάου κυδαλίμοιο.
τὸν δ' εὗρον δαινύντα γάμον πολλοῖσιν ἔτῃσιν
υἱέος ἠδὲ θυγατρὸς ἀμύμονος ᾧ ἐνὶ οἴκῳ.
τὴν μὲν Ἀχιλλῆος ῥηξήνορος υἱέϊ πέμπεν·
ἐν Τροίῃ γὰρ πρῶτον ὑπέσχετο καὶ κατένευσε
δωσέμεναι, τοῖσιν δὲ θεοὶ γάμον ἐξετέλειον·
τὴν ἄρ' ὅ γ' ἔνθ' ἵπποισι καὶ ἅρμασι πέμπε νέεσθαι
Μυρμιδόνων προτὶ ἄστυ περικλυτόν, οἷσιν ἄνασσεν.
υἱέϊ δὲ Σπάρτηθεν Ἀλέκτορος ἤγετο κούρην, 10
ὅς οἱ τηλύγετος γένετο κρατερὸς Μεγαπένθης
ἐκ δούλης· Ἑλένῃ δὲ θεοὶ γόνον οὐκέτ' ἔφαινον,
ἐπεὶ δὴ τὸ πρῶτον ἐγείνατο παῖδ' ἐρατεινήν,
Ἑρμιόνην, ἣ εἶδος ἔχε χρυσῆς Ἀφροδίτης.
ὣς οἱ μὲν δαίνυντο καθ' ὑψερεφὲς μέγα δῶμα
γείτονες ἠδὲ ἔται Μενελάου κυδαλίμοιο,
τερπόμενοι· μετὰ δέ σφιν ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδὸς
φορμίζων· δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ' αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αυτοι στη Λακεδαιμονα με τις βαθειες χαραδρες φτασαν,
και προς τ'ανακτορα τραβωντας του δοξαστου Μενελαου,
τον ηβραν να κανει τραπεζι γαμου με πολλους συγγενεις
του γιου και μαζι της αψεγαδιαστης θυγατερας μεσ'στο σπιτι,
αυτη στο γιο τ'ορμητικου Αχιλλεα με πομπη εστελνε,
αφου στη Τροια πρωτα την υποσχεθηκε και συναινεσε
να δωσει,σ'αυτους οι θεοι το γαμο ξετελειωναν,
αυτη εκει μ'αλογα κι αμαξια εστελνε με πομπη να μεινει
στων Μυρμιδονων τη φημισμενη πολι,που σ'αυτους βασιλευε.
στο γιο απ'τη Σπαρτη του Αλεκτορα εφερε τη κορη,10
αυτος εδω ο χαιδεμενος λεβεντης Μεγαπενθης εγινε
απο δουλα,στην Ελενη οι θεοι γονο δεν εφεραν στο φως
αφοτου πρωτα γεννησε παιδουλα χαριτωμενη,
την Ερμιονη,που την οψη της χρυσης ειχε Αφροδιτης .
ετσ'αυτοι τραπεζονονταν στο υψηλοροφο ανακτορο
οι γειτονες μαζι με τους συγγενεις του δοξαστου Μενελαου
τερπομενοι,και μ'αυτους τραγουδουσε θειος αοιδος
παιζοντας τη φορμιγγα,ενω δυο επιδεξιοι χορευτες απ'τον εαυτο τους
στο ρυθμο του τραγουδιου βγαινοντας μπροστα στροφογυριζαν στη μεση
.
.
ετσι γινηκαν οι γαμοι μου με τον Νεοπτολεμο,η θεληση του πατερα μου,υπακουσα,
η γνωμη της μητερας επιπολαια ως συνηθως δεν εισακουσθηκε,ο πατερας με ειχε
ταξει σ'αυτον για να παρουν τη πολη,ημουνα εννια χρονων οταν εφυγαν για κεινον
τον μακρινο πολεμο,πριν η μητερα ειχε φυγει μ'εκεινον τον ξενο ανθρωπο,εμενα μου
το κρυψαν,πως πηγε ταξιδι και γρηγορα θα γυρισει,εγω ομως ηξερα,παραμονευα εξω
απ'τη καμαρα της και κρυφακουγα τους ψιθυρους τους,την ζηλευα,ελεγαν πως της
εμοιαζα,η μητερα ηταν παρα πολυ ομορφη,οταν εφυγε κλειστηκα στον εαυτο μου,δεν
ηθελα να μιλησω σε κανεναν,ημουν ανεκφραστη,δεν ετρωγα,αδυνατησα πολυ,ανη-
συχουσαν για μενα,τις νυχτες δεν κοιμομουν,ξαγρυπνουσα,ακουγα καθαρα στ'αυτια
μου τα λογια τους και τα πνιχτα γελια τους,φοβουμουν πως τρελλαθηκα,και μια μερα
ξυπνησα και δεν θυμομουν τιποτα,ολα ειχαν ξεχαστει,ετρωγα,γελουσα,επαιζα και
χαιρομουνα με τ'αλλα κοριτσι τις φιλες μου,μεγαλωσα κι εγινα αυτο που λενε
καλλικομος,καλλιπαρηος,λευκωλενος, τανυπεπλος,τοτε με ειδε μ'ερωτευθηκε και
μ'εκλεψε ο Ορεστης,τον αγαπησα κι εγω και παντρευτηκαμε κρυφα,οταν γυρισε ο πατερας
και θελησε να με παντρεψει με τον Νεοπτολεμο φοβηθηκα να του φανερωσω το γαμο μου
με τον Ορεστη,δεν ξερω,τον λυπηθηκα,ολ'αυτα που εγιναν με τη μανα τον πικραναν
πολυ,την ξαναφερε αλλα ποτε,το ξερω καλα,δεν την συγχωρεσε,τη μερα για τα ματια του
κοσμου ηταν ζευγαρι,αλλα τις νυχτες δεν κοιμοντουσαν μαζι στο κρεβατι,καποιοι κολακες
για να κερδισουν την ευνοια του,με θεσεις και αξιωματα,για τα συμφεροντα τους,πληρω-
σαν διαφορους αταλαντους ποιητες να γραψουν πως η Ελενη ποτε δεν πηγε στη Τροια,εκει
ηταν μοναχα το ειδωλο της,κι αυτη η ιδια ηταν σ'ενα νησι απεναντι απ'το Σουνιο,ενα
μακρονησι που το ονομασαν Ελενης Νησος,κι αλλοι εγραψαν πως πηγε στην Αιγυπττο,
εγω ποτε δεν τα πιστεψα αυτα τα παραμυθια,στην Τροια ηταν και μετα τη πτωση της
εφυγε με καποιο εραστη και πηγε σε κεινη τη Μακρονησο και μετα στην Αιγυπτο,ο
Νεοπτολεμος μετα το γαμο με πηρε με πολλα προικια και μ'εφερε στη Θεσσαλια στη
Φθια,στη Φθιωτιδα,εκει ειχε κι αλλη γυναικα,τη χηρα του Εχτορα την Αδρομαχη κι ειχε
κανει μαλιστα και παιδι μαζι της τον Μολοσσο,αυτης της Ανδρομαχης,οταν οι Ελληνες
μπηκαν μεσα στη πολη κρυμμενοι στη κοιλια τ'αλογου,της ειχε αρπαξει το γιο βρεφος
απ'τα χερια της τον Αστυανακτα και τον ειχε πεταξει πανω απ'τα τειχη κατω στα βραχια να
τσακιστει,ο Ορεστης δεν με παρατησε κι ας εγω τον προδωσα,ουτε με κατηγορησε,ποσο
δειλη ημουν,δεν επρεπε τοτε να δεχτω εκεινο το γαμο,ποσο στεναχωρησα τον Ορεστη
μου,ο Ορεστης ηρθε στη Φθια,νοικιασε ενα σπιτι και βλεπομασταν κρυφα,δεν μπορουσα
χωρις αυτον ουτε κι αυτος χωρις εμενα,και μια μερα αποφασισαμε και φυγαμε,ο Ορεστης,
τ'ορκιζομαι,δεν πειραξε τον Νεοπτολεμο,αν και του αξιζε η τιμωρια,δεν τον δολοφονησε
αυτος,ηταν ατυχημα ο θανατος του, μας κυνηγησαν,εξουθενωμενους μας επιασαν στη
Θηβα ,μας πηγαν στην Αθηνα και μας δικασαν,εμενα μου βρηκαν ελαφρυντικα και με
αθωωσαν,τον Ορεστη ομως τον καταδικασαν τριαντα χρονια φυλακη,κλειστηκε στις
φυλακες στο Ναυπλιο,μου εγραφε τακτικα,πηγαινα και τον εβλεπα,του πηγαινα να δει και
το παιδι μας,τον Τισαμενο,παντα χαμογελαστος,οταν μ'εβλεπε αστραφτε το προσωπο
του,ηξερα πως ηταν στεναχωρημενος,αντι εγω να τον παρηγορω με παρηγορουσε εκεινος,
δεν τον προδωσα μ'αλλον αντρα κι ας με κοτσομπολεψαν με τον Διομηδη,με φλερταρε
επιμονα αλλα εγω δεν τα'φκιαξα μαζι του,δεν εκανα μαζι του τιποτα,τωρα εχουν περασει
τριαντα χρονια,εγω ξερω ποσο δυσκολα και οδυνηρα περασαν,ειμαι σαρανταεννια
χρονων,σημερα αποφυλακισθηκε ο Ορεστης,σε λιγη ωρα θα φτασει με το τρενο στο
σταθμο,θα ειναι στο σπιτι του,στο σπιτι μας,οσο πλησιαζει η ωρα να τον δω τοσο τρεμω
απ'τη χαρα,μου'ρχεται να βαλω τα κλαματα,συγκρατιεμαι να μην με δει κλαμενη,ακουω
το σφυριγμα του τρενου,σε λιγο θα μπει στην αποβαθρα,θα σταματησει,θ'ανοιξουν οι
πορτες,θα'βγει ο Ορεστης μου,θα τον αγκαλιασω,θα αγκαλιαστουμε,
.
.
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια-Βιβλιο Β-Προταση ια-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια,Βιβλιο Β',Προταση ια'
[μεταφραση σχολια-χ.ν.κουβελης]
ια΄. Τὴν δοθεῖσαν εὐθεῖαν τεμεῖν ὥστε τὸ ὑπὸ τῆς ὅλης καὶ τοῦ ἑτέρου τῶν τμημάτων
περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον εἶναι τῷ ἀπὸ τοῦ λοιποῦ τμήματος τετραγώνῳ
Ἔστω ἡ δοθεῖσα εὐθεῖα ἡ ΑΒ· δεῖ δὴ τὴν ΑΒ τεμεῖν ὥστε τὸ ὑπὸ τῆς ὅλης καὶ τοῦ ἑτέρου
τῶν τμημάτων περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον εἶναι τῷ ἀπὸ τοῦ λοιποῦ τμήματος τετραγώνῳ.
Ἀναγεγράφθω γὰρ ἀπὸ τῆς ΑΒ τετράγωνον τὸ ΑΒΔΓ, καὶ τετμήσθω ἡ ΑΓ δίχα κατὰ τὸ Ε
σημεῖον, καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΒΕ, καὶ διήχθω ἡ ΓΑ ἐπὶ τὸ Ζ, καὶ κείσθω τῇ ΒΕ ἴση ἡ ΕΖ, καὶ ἀναγεγράφθω ἀπὸ τῆς ΑΖ τετράγωνον τὸ ΖΘ, καὶ διήχθω ἡ ΗΘ ἐπὶ τὸ Κ· λέγω, ὅτι ἡ ΑΒ
τέτμηται κατὰ τὸ Θ, ὥστε τὸ ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ποιεῖν τῷ
ἀπὸ τῆς ΑΘ τετραγώνῳ.
Ἐπεὶ γὰρ εὐθεῖα ἡ ΑΓ τέτμηται δίχα κατὰ τὸ Ε, πρόσκειται δὲ αὐτῇ ἡ ΖΑ, τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν
ΓΖ, ΖΑ περιεχόμενον ὀρθογώνιον μετὰ τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΕ τετραγώνου ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς
ΕΖ τετραγώνῳ. ἴση δὲ ἡ ΕΖ τῇ ΕΒ· τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ μετὰ τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΕ ἴσον ἐστὶ
τῷ ἀπὸ ΕΒ. ἀλλὰ τῷ ἀπὸ ΕΒ ἴσα ἐστὶ τὰ ἀπὸ τῶν ΒΑ, ΑΕ· ὀρθὴ γὰρ ἡ πρὸς τῷ Α γωνία· τὸ
ἄρα ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ μετὰ τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΕ ἴσον ἐστὶ τοῖς ἀπὸ τῶν ΒΑ, ΑΕ. κοινὸν ἀφῃρήσθω
τὸ ἀπὸ τῆς ΑΕ· λοιπὸν ἄρα τὸ ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ
τῆς ΑΒ τετραγώνῳ. καί ἐστι τὸ μὲν ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ τὸ ΖΚ· ἴση γὰρ ἡ ΑΖ τῇ ΖΗ· τὸ δὲ ἀπὸ
τῆς ΑΒ τὸ ΑΔ· τὸ ἄρα ΖΚ ἴσον ἐστὶ τῷ ΑΔ. κοινὸν ἀφῃρήσθω τὸ ΑΚ· λοιπὸν ἄρα τὸ ΖΘ τῷ
ΘΔ ἴσον ἐστίν. καί ἐστι τὸ μὲν ΘΔ τὸ ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ· ἴση γὰρ ἡ ΑΒ τῇ ΒΔ· τὸ δὲ ΖΘ τὸ
ἀπὸ τῆς ΑΘ· τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ ΘΑ
τετραγώνῳ.
Ἡ ἄρα δοθεῖσα εὐθεῖα ἡ ΑΒ τέτμηται κατὰ τὸ Θ ὥστε τὸ ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ περιεχόμενον
ὀρθογώνιον ἴσον ποιεῖν τῷ ἀπὸ τῆς ΘΑ τετραγώνῳ· ὅπερ ἔδει ποιῆσαι.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ια'.την δοσμενη ευθεια να τμησουμε ωστε το υπο ολης και του αλλου των τμηματων
περιεχομενο ορθογωνιο ισο να ειναι με του υπολοιπου τμηματος το τετραγωνο
Εστω η δοσμενη ευθεια η ΑΒ,πρεπει την ΑΒ να τμησουμε ωστε το υπο ολης και του
αλλου των τμηματων περιεχομενο ορθογωνιο ισο να ειναι με του υπολοιπου τμηματος
το τετραγωνο
Ας εχει αναγραφθει λοιπον απο της ΑΒ τετραγωνο το ΑΒΔΓ,και ας εχει τμηθει η ΑΓ στα δυο
κατα το Ε σημειο,κι ας εχει συνδεθει η ΒΕ,κι ας εχει προεκταθει η ΓΑ στο Ζ,κι ας εχει παρθει
στην ΒΕ ιση η ΕΖ,και ας εχει αναγραφθει απο της ΑΖ τετραγωνο το ΖΘ,,κι ας εχει προε-
κταθει η ΗΘ στο Κ,
λεγω,οτι η ΑΒ εχει τμηθει κατα το Θ,ωστε το υπο των ΑΒ,ΒΘ περιεχομενον ορθογωνιο
ισο να γινεται στο απο της ΑΘ τετραγωνο
Επειδη λοιπον η ευθεια η ΑΓ τεμνεται στα δυο στο Ε,προσκειται δε σ'αυτη η ΖΑ,επομενως
το υπο των ΓΖ,ΖΑ περιεχομενο ορθογωνιο μετα του απο της ΑΕ τετραγωνου ισο ειναι στο
απο της ΕΖ τετραγωνου, [Προταση στ']
ιση δε η ΕΖ στη ΕΒ,επομενως το υπο των ΓΖ,ΖΑ [ορθογωνιο]μετα του απο της ΑΕ
[τετραγωνου]ισο ειναι στο απο της ΕΒ[τετραγωνου],αφου στο απο ΕΒ [τετραγωνο]
ισα ειναι τα απο ΒΑ,ΑΕ [τετραγωνα],επειδη ορθη η προς το Α γωνια][Πυθαγορειο
Θεωρημα στο ορθογωνιο τριγωνο ΑΒΕ],
επομενως το υπο των ΓΖ,ΖΑ [ορθογωνιο]μετα του απο της ΑΕ[τετραγωνου]ισο ειναι
στα απο των ΒΑ,ΑΕ [τετραγωνα],κι ας αφαιρεσω το κοινο απο της ΑΕ[τετραγωνο],
λοιπον τοτε το υπο των ΓΖ,ΖΑ περιεχομενο ορθογωνιο ισο ειναι στο απο της ΑΒ
τετραγωνο,
και ειναι το υπο των ΓΖ,ΖΑ[ορθογωνιο]το ΖΚ[ορθογωνιο],
αφου ιση η ΑΖ στη ΖΗ,το δε απο της ΑΒ[τετραγωνο]το ΑΔ[τετραγωνο],τοτε το ΖΚ[ορθο-
γωνο]ισο ειναι στο ΑΔ [τετραγωνο] ,κι ας αφαιρεσω το κοινο ΑΚ [ορθογωνιο],
λοιπον τοτε το ΖΘ [τετραγωνο] στο ΘΔ [ορθογωνιο] ισο ειναι,και ειναι το μεν ΘΔ
[ορθογωνιο]το υπο των ΑΒ,ΒΘ [ορθογωνιο],αφου ιση η ΑΒ στη ΒΔ,το δε ΖΘ [τετραγωνο]
το απο της ΑΘ [τετραγωνο],
τοτε το υπο των ΑΒ,ΒΘ περιεχομενο ορθογωνιο ισο ειναι στο απο ΘΑ τετραγωνο.
Επομενως η δοσμενη ευθεια η ΑΒ τεμνεται κατα το Θ ωστε το υπο των ΑΒ,ΒΘ περιε-
χομενο ορθογωνιο ισο να γινει στο απο της ΘΑ τετραγωνο.
ὅπερ ἔδει ποιῆσαι.αυτο που επρεπε να κανουμε
.
.
Σχολια:
η προταση ια' του βιβλιου β' των Στοιχειων του Ευκλειδη συνδεεται με τον
γ' ορο και την λ' προταση του βιβλιου στ':
ορος γ΄. Ἄκρον καὶ μέσον λόγον εὐθεῖα τετμῆσθαι λέγεται, ὅταν ᾖ ὡς ἡ ὅλη πρὸς τὸ μεῖζον
τμῆμα, οὕτως τὸ μεῖζον πρὸς τὸ ἔλαττον.
[λεγεται οτι μια ευθεια σε ακρο και μεσο λογο χωριζεται[απο ενα εσωτερικο της σημειο]
οταν ειναι οπως ολη προς το μεγαλυτερο τμημα, ετσι [ειναι και]το μεγαλυτερο προς το
μικροτερο τμημα]
δηλαδη:ευθυγραμμο τμημα χωριζεται απο ενα εσωτερικο του σημειο σε ακρο και μεσο
λογο,οταν ολοκληρο το εθυγραμμο τμημα προς το μεγαλυτερο τμημα που χωριζεται εχει
τον ιδιο λογο[αναλογια]με το λογο του μεγαλυτερου προς το μικροτερο τμημα
Αν ΑΒ το ευθυγραμμο τμημα με ακρα τα σημεια Α,Β,λεμε οτι ενα εσωτερικο του σημειο Γ
το χωριζει σε ακρο και μεσο λογο οταν:
Α.............Γ.....Β
[ΑΒ/ΑΓ]=[ΑΓ/ΓΒ]
απο αυτη τη σχεση προκυπτει η αναλογια της χρυσης τομης [κατα τον Ευκλειδη
ακρος και μεσος λογος] η' χρυσος κανονας :φ=[1+τετραγωνικη 5]/2=1,6180339887...
Αν θεσω ΑΓ=χ>ΓΒ=ψ τοτε:ΑΒ=χ+ψ
επομενως:[χ+ψ]/χ=χ/ψ => 1+[ψ/χ]=χ/ψ,επειδη χ/ψ=φ και ψ/χ =1/φ τοτε αντικαθιστωντας
εχουμε:1+[1/φ]=φ
=> φ+1=φ.φ => φ.φ-φ-1=0 => φ=[1+τετραγωνικη ριζα του 5]/2=1,6180339887...
.
Χρυσο ορθογωνιο ονομαζεται το ορθογωνιο με λογο πλευρων φ
Χρυσο τριγωνο ονομαζεται το ισοσκελες τριγωνο με λογο πλευρων φ
Χρυσο ορθογωνιο τριγωνο ονομαζεται το ορθογωνιο τριγωνο με μεγεθη
πλευρων ισα με 1,φ,φ.φ
Στην ακολουθια Fibonacci 1,1,2,3,5,8,13,21,34,...με αναδρομικο τυπο:
Fn=[Fn-1]+Fn-2] ο λογος διδοχικων ορων της [Fn]/[Fn-1] τεινει -> στο φ
.
προταση λ΄. Τὴν δοθεῖσαν εὐθεῖαν πεπερασμένην ἄκρον καὶ μέσον λόγον τεμεῖν.
[τη δοσμενη πεπερασμενη ευθεια [το δοσμενο ευθυγραμμο τμημα] σε ακρο και μεσο λογο να χωρισεις ]
.
το πορισμα στ' του βιβλιου β' που χρησιμοποιει ο Ευκλειδης στην αποδειξη της προτασης
ια' ειναι αυτο:
ϛ΄. Ἐὰν εὐθεῖα γραμμὴ τμηθῇ δίχα, προστεθῇ δέ τις αὐτῇ εὐθεῖα ἐπ' εὐθείας, τὸ ὑπὸ τῆς
ὅλης σὺν τῇ προσκειμένῃ καὶ τῆς προσκειμένης περιεχόμενον ὀρθογώνιον μετὰ τοῦ ἀπὸ
τῆς ἡμισείας τετραγώνου ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς συγκειμένης ἔκ τε τῆς ἡμισείας καὶ τῆς
προσκειμένης τετραγώνῳ.
[αν ευθεια γραμμη[ευθυγραμμο τμημα] διχοτομηθει και προστεθει καποια ευθεια[καποιο
ευθυγραμμο τμημα]στην ευθεια της[στη προεκταση της],το υπο της ολης[ευθειας,ολου
του ευθυγραμμου τμηματος]συν τη προσκειμενη[προστιθεμενη ευθεια,το προστιθεμενο
ευθυγραμμο τμημα] και της προσκειμενης[προστιθεμενης ευθεια,του προστιθεμενου
ευθυγραμμου τμηματος] περιεχομενο ορθογωνιο μετα[μαζι με]το του απο της μισης
[ευθειας,του μισου ευθυγραμμου τμηματος]τετραγωνου ισο ειναι στο απο της συναπο-
τελουμενης απο τη μιση [ευθεια,το μισο ευθυγραμμο τμημα]και την προσκειμενης
[προστιθεμενης ευθειας,του προστιθεμενου ευθυγραμμου τμηματος]τετραγωνου]
.
.
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια,Βιβλιο Β',Προταση ια'
[μεταφραση σχολια-χ.ν.κουβελης]
ια΄. Τὴν δοθεῖσαν εὐθεῖαν τεμεῖν ὥστε τὸ ὑπὸ τῆς ὅλης καὶ τοῦ ἑτέρου τῶν τμημάτων
περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον εἶναι τῷ ἀπὸ τοῦ λοιποῦ τμήματος τετραγώνῳ
Ἔστω ἡ δοθεῖσα εὐθεῖα ἡ ΑΒ· δεῖ δὴ τὴν ΑΒ τεμεῖν ὥστε τὸ ὑπὸ τῆς ὅλης καὶ τοῦ ἑτέρου
τῶν τμημάτων περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον εἶναι τῷ ἀπὸ τοῦ λοιποῦ τμήματος τετραγώνῳ.
Ἀναγεγράφθω γὰρ ἀπὸ τῆς ΑΒ τετράγωνον τὸ ΑΒΔΓ, καὶ τετμήσθω ἡ ΑΓ δίχα κατὰ τὸ Ε
σημεῖον, καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΒΕ, καὶ διήχθω ἡ ΓΑ ἐπὶ τὸ Ζ, καὶ κείσθω τῇ ΒΕ ἴση ἡ ΕΖ, καὶ ἀναγεγράφθω ἀπὸ τῆς ΑΖ τετράγωνον τὸ ΖΘ, καὶ διήχθω ἡ ΗΘ ἐπὶ τὸ Κ· λέγω, ὅτι ἡ ΑΒ
τέτμηται κατὰ τὸ Θ, ὥστε τὸ ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ποιεῖν τῷ
ἀπὸ τῆς ΑΘ τετραγώνῳ.
Ἐπεὶ γὰρ εὐθεῖα ἡ ΑΓ τέτμηται δίχα κατὰ τὸ Ε, πρόσκειται δὲ αὐτῇ ἡ ΖΑ, τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν
ΓΖ, ΖΑ περιεχόμενον ὀρθογώνιον μετὰ τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΕ τετραγώνου ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς
ΕΖ τετραγώνῳ. ἴση δὲ ἡ ΕΖ τῇ ΕΒ· τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ μετὰ τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΕ ἴσον ἐστὶ
τῷ ἀπὸ ΕΒ. ἀλλὰ τῷ ἀπὸ ΕΒ ἴσα ἐστὶ τὰ ἀπὸ τῶν ΒΑ, ΑΕ· ὀρθὴ γὰρ ἡ πρὸς τῷ Α γωνία· τὸ
ἄρα ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ μετὰ τοῦ ἀπὸ τῆς ΑΕ ἴσον ἐστὶ τοῖς ἀπὸ τῶν ΒΑ, ΑΕ. κοινὸν ἀφῃρήσθω
τὸ ἀπὸ τῆς ΑΕ· λοιπὸν ἄρα τὸ ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ
τῆς ΑΒ τετραγώνῳ. καί ἐστι τὸ μὲν ὑπὸ τῶν ΓΖ, ΖΑ τὸ ΖΚ· ἴση γὰρ ἡ ΑΖ τῇ ΖΗ· τὸ δὲ ἀπὸ
τῆς ΑΒ τὸ ΑΔ· τὸ ἄρα ΖΚ ἴσον ἐστὶ τῷ ΑΔ. κοινὸν ἀφῃρήσθω τὸ ΑΚ· λοιπὸν ἄρα τὸ ΖΘ τῷ
ΘΔ ἴσον ἐστίν. καί ἐστι τὸ μὲν ΘΔ τὸ ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ· ἴση γὰρ ἡ ΑΒ τῇ ΒΔ· τὸ δὲ ΖΘ τὸ
ἀπὸ τῆς ΑΘ· τὸ ἄρα ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ περιεχόμενον ὀρθογώνιον ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ ΘΑ
τετραγώνῳ.
Ἡ ἄρα δοθεῖσα εὐθεῖα ἡ ΑΒ τέτμηται κατὰ τὸ Θ ὥστε τὸ ὑπὸ τῶν ΑΒ, ΒΘ περιεχόμενον
ὀρθογώνιον ἴσον ποιεῖν τῷ ἀπὸ τῆς ΘΑ τετραγώνῳ· ὅπερ ἔδει ποιῆσαι.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ια'.την δοσμενη ευθεια να τμησουμε ωστε το υπο ολης και του αλλου των τμηματων
περιεχομενο ορθογωνιο ισο να ειναι με του υπολοιπου τμηματος το τετραγωνο
Εστω η δοσμενη ευθεια η ΑΒ,πρεπει την ΑΒ να τμησουμε ωστε το υπο ολης και του
αλλου των τμηματων περιεχομενο ορθογωνιο ισο να ειναι με του υπολοιπου τμηματος
το τετραγωνο
Ας εχει αναγραφθει λοιπον απο της ΑΒ τετραγωνο το ΑΒΔΓ,και ας εχει τμηθει η ΑΓ στα δυο
κατα το Ε σημειο,κι ας εχει συνδεθει η ΒΕ,κι ας εχει προεκταθει η ΓΑ στο Ζ,κι ας εχει παρθει
στην ΒΕ ιση η ΕΖ,και ας εχει αναγραφθει απο της ΑΖ τετραγωνο το ΖΘ,,κι ας εχει προε-
κταθει η ΗΘ στο Κ,
λεγω,οτι η ΑΒ εχει τμηθει κατα το Θ,ωστε το υπο των ΑΒ,ΒΘ περιεχομενον ορθογωνιο
ισο να γινεται στο απο της ΑΘ τετραγωνο
Επειδη λοιπον η ευθεια η ΑΓ τεμνεται στα δυο στο Ε,προσκειται δε σ'αυτη η ΖΑ,επομενως
το υπο των ΓΖ,ΖΑ περιεχομενο ορθογωνιο μετα του απο της ΑΕ τετραγωνου ισο ειναι στο
απο της ΕΖ τετραγωνου, [Προταση στ']
ιση δε η ΕΖ στη ΕΒ,επομενως το υπο των ΓΖ,ΖΑ [ορθογωνιο]μετα του απο της ΑΕ
[τετραγωνου]ισο ειναι στο απο της ΕΒ[τετραγωνου],αφου στο απο ΕΒ [τετραγωνο]
ισα ειναι τα απο ΒΑ,ΑΕ [τετραγωνα],επειδη ορθη η προς το Α γωνια][Πυθαγορειο
Θεωρημα στο ορθογωνιο τριγωνο ΑΒΕ],
επομενως το υπο των ΓΖ,ΖΑ [ορθογωνιο]μετα του απο της ΑΕ[τετραγωνου]ισο ειναι
στα απο των ΒΑ,ΑΕ [τετραγωνα],κι ας αφαιρεσω το κοινο απο της ΑΕ[τετραγωνο],
λοιπον τοτε το υπο των ΓΖ,ΖΑ περιεχομενο ορθογωνιο ισο ειναι στο απο της ΑΒ
τετραγωνο,
και ειναι το υπο των ΓΖ,ΖΑ[ορθογωνιο]το ΖΚ[ορθογωνιο],
αφου ιση η ΑΖ στη ΖΗ,το δε απο της ΑΒ[τετραγωνο]το ΑΔ[τετραγωνο],τοτε το ΖΚ[ορθο-
γωνο]ισο ειναι στο ΑΔ [τετραγωνο] ,κι ας αφαιρεσω το κοινο ΑΚ [ορθογωνιο],
λοιπον τοτε το ΖΘ [τετραγωνο] στο ΘΔ [ορθογωνιο] ισο ειναι,και ειναι το μεν ΘΔ
[ορθογωνιο]το υπο των ΑΒ,ΒΘ [ορθογωνιο],αφου ιση η ΑΒ στη ΒΔ,το δε ΖΘ [τετραγωνο]
το απο της ΑΘ [τετραγωνο],
τοτε το υπο των ΑΒ,ΒΘ περιεχομενο ορθογωνιο ισο ειναι στο απο ΘΑ τετραγωνο.
Επομενως η δοσμενη ευθεια η ΑΒ τεμνεται κατα το Θ ωστε το υπο των ΑΒ,ΒΘ περιε-
χομενο ορθογωνιο ισο να γινει στο απο της ΘΑ τετραγωνο.
ὅπερ ἔδει ποιῆσαι.αυτο που επρεπε να κανουμε
.
.
Σχολια:
η προταση ια' του βιβλιου β' των Στοιχειων του Ευκλειδη συνδεεται με τον
γ' ορο και την λ' προταση του βιβλιου στ':
ορος γ΄. Ἄκρον καὶ μέσον λόγον εὐθεῖα τετμῆσθαι λέγεται, ὅταν ᾖ ὡς ἡ ὅλη πρὸς τὸ μεῖζον
τμῆμα, οὕτως τὸ μεῖζον πρὸς τὸ ἔλαττον.
[λεγεται οτι μια ευθεια σε ακρο και μεσο λογο χωριζεται[απο ενα εσωτερικο της σημειο]
οταν ειναι οπως ολη προς το μεγαλυτερο τμημα, ετσι [ειναι και]το μεγαλυτερο προς το
μικροτερο τμημα]
δηλαδη:ευθυγραμμο τμημα χωριζεται απο ενα εσωτερικο του σημειο σε ακρο και μεσο
λογο,οταν ολοκληρο το εθυγραμμο τμημα προς το μεγαλυτερο τμημα που χωριζεται εχει
τον ιδιο λογο[αναλογια]με το λογο του μεγαλυτερου προς το μικροτερο τμημα
Αν ΑΒ το ευθυγραμμο τμημα με ακρα τα σημεια Α,Β,λεμε οτι ενα εσωτερικο του σημειο Γ
το χωριζει σε ακρο και μεσο λογο οταν:
Α.............Γ.....Β
[ΑΒ/ΑΓ]=[ΑΓ/ΓΒ]
απο αυτη τη σχεση προκυπτει η αναλογια της χρυσης τομης [κατα τον Ευκλειδη
ακρος και μεσος λογος] η' χρυσος κανονας :φ=[1+τετραγωνικη 5]/2=1,6180339887...
Αν θεσω ΑΓ=χ>ΓΒ=ψ τοτε:ΑΒ=χ+ψ
επομενως:[χ+ψ]/χ=χ/ψ => 1+[ψ/χ]=χ/ψ,επειδη χ/ψ=φ και ψ/χ =1/φ τοτε αντικαθιστωντας
εχουμε:1+[1/φ]=φ
=> φ+1=φ.φ => φ.φ-φ-1=0 => φ=[1+τετραγωνικη ριζα του 5]/2=1,6180339887...
.
Χρυσο ορθογωνιο ονομαζεται το ορθογωνιο με λογο πλευρων φ
Χρυσο τριγωνο ονομαζεται το ισοσκελες τριγωνο με λογο πλευρων φ
Χρυσο ορθογωνιο τριγωνο ονομαζεται το ορθογωνιο τριγωνο με μεγεθη
πλευρων ισα με 1,φ,φ.φ
Στην ακολουθια Fibonacci 1,1,2,3,5,8,13,21,34,...με αναδρομικο τυπο:
Fn=[Fn-1]+Fn-2] ο λογος διδοχικων ορων της [Fn]/[Fn-1] τεινει -> στο φ
.
προταση λ΄. Τὴν δοθεῖσαν εὐθεῖαν πεπερασμένην ἄκρον καὶ μέσον λόγον τεμεῖν.
[τη δοσμενη πεπερασμενη ευθεια [το δοσμενο ευθυγραμμο τμημα] σε ακρο και μεσο λογο να χωρισεις ]
.
το πορισμα στ' του βιβλιου β' που χρησιμοποιει ο Ευκλειδης στην αποδειξη της προτασης
ια' ειναι αυτο:
ϛ΄. Ἐὰν εὐθεῖα γραμμὴ τμηθῇ δίχα, προστεθῇ δέ τις αὐτῇ εὐθεῖα ἐπ' εὐθείας, τὸ ὑπὸ τῆς
ὅλης σὺν τῇ προσκειμένῃ καὶ τῆς προσκειμένης περιεχόμενον ὀρθογώνιον μετὰ τοῦ ἀπὸ
τῆς ἡμισείας τετραγώνου ἴσον ἐστὶ τῷ ἀπὸ τῆς συγκειμένης ἔκ τε τῆς ἡμισείας καὶ τῆς
προσκειμένης τετραγώνῳ.
[αν ευθεια γραμμη[ευθυγραμμο τμημα] διχοτομηθει και προστεθει καποια ευθεια[καποιο
ευθυγραμμο τμημα]στην ευθεια της[στη προεκταση της],το υπο της ολης[ευθειας,ολου
του ευθυγραμμου τμηματος]συν τη προσκειμενη[προστιθεμενη ευθεια,το προστιθεμενο
ευθυγραμμο τμημα] και της προσκειμενης[προστιθεμενης ευθεια,του προστιθεμενου
ευθυγραμμου τμηματος] περιεχομενο ορθογωνιο μετα[μαζι με]το του απο της μισης
[ευθειας,του μισου ευθυγραμμου τμηματος]τετραγωνου ισο ειναι στο απο της συναπο-
τελουμενης απο τη μιση [ευθεια,το μισο ευθυγραμμο τμημα]και την προσκειμενης
[προστιθεμενης ευθειας,του προστιθεμενου ευθυγραμμου τμηματος]τετραγωνου]
.
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια-Βιβλιο Β-Προταση ια
-animations music timpani effects minimal music c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια-Βιβλιο Β-Προταση ια
-animations music timpani effects minimal music c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
.
.
.
Ο Ευκλειδης και η ζ function of Riemann-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η προταση κ'.του βιβλιου θ' των Στοιχειων του Ευκλειδη,Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι,
το Biblio του Paul Erdos, the Total Proof of the Riemann Conjecture by c.n.c και
The c.n.c Conjecture-c.n.couvelis
Η προταση κ' του βιβλιου θ' του Ευκλειδη,Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροιτο Βιβλιο
του Πωλ Ερντος,η Ολοκληρωτικη Αποδειξη της Εικασιας του Ριμαν απο τον c.n.c και
Η c.n.c Εικασια-χ.ν.κουβελης
.
Στο Biblio του Paul Erdos με τι πιο ευφυεις αποδειξεις των Μαθηματικων στη πρωτη σελιδα
οπως ηταν φυσικα αναμενομενο βρηκα την κομση και λιτη αποδειξη του Ευκλειδη οτι:
Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι,
[απο τα Στοιχεια του Ευκλειδη,βιβλιο θ',προταση κ':
Οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους εἰσὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος πλήθους πρώτων ἀριθμῶν].
Αξεπεπεραστη!Καταπληκτικης Ομορφιας!
Περιττο να σημειωσω πως ολα τα Στοιχεια του Ευκλειδη περιεχονται στο Απολυτο Biblio
του Erdos.
Διαβαζοντας το Biblio στη σελιδα 1729[αυτος ειναι ο αριθμος Hardy-Ramanujantaxi-cab,
και ειναι ο μικροτερος ακεραιος αριθμος που μπορει να εκφρασθει σαν αθροισμα δυο
κυβων με δυο διαφορετικους τροπους]εκει σ'αυτη τη σελιδα βρηκα την αποδειξη του Euler
οτι:
Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι,απο την αποκλιση της σειρας του αθροισματων των αντι-
στροφων των πρωτων αριθμων:S[p]=1/2 + 1/3 + 1/5 + 1/7 + ...+ 1/p + ...,και p οσο γινεται
μεγαλος πρωτος αριθμος
Συνεσχισα το ξεφυλλισμα του Βιβλιου και στην σελιδα με αριθμο:τον πρωτο [2 εις την
74.207.281]-1,που ειναι ο 49ος Αριθμος Mersenne με 22.338.618 ψηφια και ημερομηνια
ανακαλυψης 27 Ιανουαριου 2016,απο τον Curtis Cooper,καθηγητου στο University of
Central Missouri στο Department of Mathematics και Computer Science,με το ειδικο
software απο το GIMPS project]εκει βρηκα την τελικη αποδειξη της Εικασιας του Ριμαν
[Riemann Conjecture]:
The real part of every non-trivial zero of the Riemann zeta function is 1/2
δηλαδη:
Της ζ συναρτησης του Riemann:ζ[s]=Σ[1/n εις την s],με n 1,2,3,..=1/1' s + 1/2' s +1/3' s
+1/4' s +1/5' s +...,οπου το s ανηκει στο συνολο των Μιγαδικων Αριθμων C,και
s=a+bi,a>1, το πραγματικο μερος καθε μη-τετριμμενης ριζας της ειναι 1/2
με τον Γενικο Τιτλο:
THE TOTAL PROOF OF RIEMANN'S CONJECTURE
By c.n.c
[entry's date 29 September 2015]
και ακολουθουσε η αποδειξη,η οποια ,διαβαζοντας την ,εκτεινονταν σε Αλεφ[Alef]
σελιδες.
Εδω θα τολμησω μια Εικασια την οποια θα ονομασω:
c.n.c CONJECTURE:
IS N0 OR N1 THE CARDINAL NUMBER OF PAGES OF THE TOTAL PROOF
OF RIEMANN'S CONJECTURE BY c.n.c IN THE BIBLIO OF PAUL ERDOS ?
μεταφραζω:
c.n.c ΕΙΚΑΣΙΑ:
ΕΙΝΑΙ ΑΛΕΦ 0 Η' ΑΛΕΦ 1 Ο ΠΛΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΣΕΛΙΔΩΝ ΤΗΣ
ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΡΙΜΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ c.n.c
ΣΤΟ BIBLIO ΤΟΥ ΠΩΛ ΕΡΝΤΟΣ;
Σημειωση:
1.Αλεφ 0 Ν0 ειναι ο πληθικος αριθμος του Συνολου των Φυσικων Αριθμων Ν,απειρα
αριθμησιμου συνολου
2.Αλεφ 1 Ν1 ειναι ο πληθικος αριθμος του Συνολου των Πραγματικων Αριθμων R,απειρα
μη αριθμησιμου συνολου
Αυτη την c.n.c Εικασια την εγραψα με μολυβι στο δεξιο περιθωριο της σελιδας με αριθμο
τον 48ο Αριθμο Mersenne M57.885.161,[2 εις την 57.885.101]-1,ημερομηνια ανακαλυψης
απο των Cooper 25 Ιανουαριου 2013,με 17.425.170 ψηφια
Μετα απ'αυτο εκλεισα το BIBLIO,
και ασχοληθηκα με την μεταφραση της προτασης κ' του βιβλιου θ' των Στοιχειων του
Ευκλειδη
την οποια και καταγραφω κατωθι:
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια,βιβλιο θ',προταση κ'.Οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους εἰσὶ παντὸς τοῦ
προτεθέντος πλήθους πρώτων ἀριθμῶν-Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι
[μεταφραση-σχολια-χ.ν.κουβελης]
κ΄. Οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους εἰσὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος πλήθους πρώτων ἀριθμῶν
Ἔστωσαν οἱ προτεθέντες πρῶτοι ἀριθμοὶ οἱ Α, Β, Γ· λέγω, ὅτι τῶν Α, Β, Γ πλείους εἰσὶ
πρῶτοι ἀριθμοί.
Εἰλήφθω γὰρ ὁ ὑπὸ τῶν Α, Β, Γ ἐλάχιστος μετρούμενος καὶ ἔστω ὁ ΔΕ, καὶ προσκείσθω τῷ
ΔΕ μονὰς ἡ ΔΖ. ὁ δὴ ΕΖ ἤτοι πρῶτός ἐστιν ἢ οὔ. ἔστω πρότερον πρῶτος· εὑρημένοι ἄρα εἰσὶ
πρῶτοι ἀριθμοὶ οἱ Α, Β, Γ, ΕΖ πλείους τῶν Α, Β, Γ.
Ἀλλὰ δὴ μὴ ἔστω ὁ ΕΖ πρῶτος· ὑπὸ πρώτου ἄρα τινὸς ἀριθμοῦ μετρεῖται. μετρείσθω ὑπὸ
πρώτου τοῦ Η· λέγω, ὅτι ὁ Η οὐδενὶ τῶν Α, Β, Γ ἐστιν ὁ αὐτός. εἰ γὰρ δυνατόν, ἔστω. οἱ δὲ Α,
Β, Γ τὸν ΔΕ μετροῦσιν· καὶ ὁ Η ἄρα τὸν ΔΕ μετρήσει. μετρεῖ δὲ καὶ τὸν ΕΖ· καὶ λοιπὴν τὴν
ΔΖ μονάδα μετρήσει ὁ Η ἀριθμὸς ὤν· ὅπερ ἄτοπον. οὐκ ἄρα ὁ Η ἑνὶ τῶν Α, Β, Γ ἐστιν ὁ αὐτός.
καὶ ὑπόκειται πρῶτος. εὑρημένοι ἄρα εἰσὶ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους τοῦ προτεθέντος
πλήθους τῶν Α, Β, Γ οἱ Α, Β, Γ, Η· ὅπερ ἔδει δεῖξαι.
,
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
κ'.Οι πρωτοι αριθμοι περισοτεροι ειναι παντος προτεθεντος πληθους πρωτων αριθμων
Ας ειναι οι προτεθεντες πρωτοι αριθμοι οι Α,Β,Γ,λεγω,οτι των Α,Β,Γ περισοτεροι ειναι
πρωτοι αριθμοι.
Ας εχει ληφθει λοιπον ο υπο των Α,Β,Γ ελαχιστος μετρουμενος[αριθμος][βιβλιο ζ', λϛ΄],
και εστω ο ΔΕ [αριθμος]
κι ας εχει προστεθει στον ΔΕ μοναδα η ΔΖ,ο ΕΖ τωρα λοιπον πρωτος ειναι η' οχι,
εστω κατα πρωτον πρωτος.
ευρεμενοι επομενως ειναι πρωτοι αριθμοι οι Α,Β,Γ,ΕΖ περισοτεροι των Α,Β,Γ.
Αλλα τωρα ας μην ειναι ο ΕΖ πρωτος.[συνθετος]
υπο πρωτου επομενως καποιου αριθμου μετρειται [βιβλιο ζ',λα΄],
ας μετριεται υπο πρωτου του Η,
λεγω,οτι ο Η με κανενα των Α,Β,Γ δεν ειναι ο ιδιος.
ειναι τοτε δυνατον,να ειναι.οι δε Α,Β,Γ τον ΔΕ μετρουν,και ο Η επομενως τον ΔΕ θα
μετρησει,μετραει δε και τον ΕΖ,και την λοιπη την ΔΖ μοναδα θα μετρησει ο Η αριθμος
οντας,
το οποιο ατοπο,
επομενως ο Η δεν ειναι με ενα των Α,Β,Γ ο ιδιος.και υποτεθηκε πρωτος,
ευρημενοι επομενως ειναι πρωτοι αριθμοι περισοτεροι του προτεθεντος πληθους
των Α,Β,Γ οι Α,Β.Γ.Η.
ὅπερ ἔδει δεῖξαι.
αυτο το οποιο επρεπε να δειχθει.
.
.
Σχολια
οι προτασεις των Στοιχειων του Ευκλειδη που χρησιμοποιηθηκαν για την αποδειξη ειναι
απο το βιβλιο ζ':
Ευκλειδη Στοιχεια,βιβλιο ζ', προταση λϛ΄:
Τριῶν ἀριθμῶν δοθέντων εὑρεῖν, ὃν ἐλάχιστον μετροῦσιν ἀριθμόν.
Τριων δοθεντων αριθμων να βρεθει ο ελαχιστος αριθμος τον οποιο μετρουν
[προκειται για το Ελαχιστο Κοινο Πολλαπλασιο τους,ΕΚΠ]
.
Ευκλειδη Στοιχεια,βιβλιο ζ',προταση λα΄:
Ἅπας σύνθετος ἀριθμὸς ὑπὸ πρώτου τινὸς ἀριθμοῦ μετρεῖται
Καθε συνθετος αριθμος υπο καποιου πρωτου αριθμου μετρειται
[Καθε συνθετος αριθμος κατα ενα και μοναδικο τροπο αναλυεται σε γινομενο πρωτων
παραγοντων]
.
.
.
Ο Ευκλειδης και η ζ function of Riemann-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η προταση κ'.του βιβλιου θ' των Στοιχειων του Ευκλειδη,Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι,
το Biblio του Paul Erdos, the Total Proof of the Riemann Conjecture by c.n.c και
The c.n.c Conjecture-c.n.couvelis
Η προταση κ' του βιβλιου θ' του Ευκλειδη,Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροιτο Βιβλιο
του Πωλ Ερντος,η Ολοκληρωτικη Αποδειξη της Εικασιας του Ριμαν απο τον c.n.c και
Η c.n.c Εικασια-χ.ν.κουβελης
.
Στο Biblio του Paul Erdos με τι πιο ευφυεις αποδειξεις των Μαθηματικων στη πρωτη σελιδα
οπως ηταν φυσικα αναμενομενο βρηκα την κομση και λιτη αποδειξη του Ευκλειδη οτι:
Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι,
[απο τα Στοιχεια του Ευκλειδη,βιβλιο θ',προταση κ':
Οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους εἰσὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος πλήθους πρώτων ἀριθμῶν].
Αξεπεπεραστη!Καταπληκτικης Ομορφιας!
Περιττο να σημειωσω πως ολα τα Στοιχεια του Ευκλειδη περιεχονται στο Απολυτο Biblio
του Erdos.
Διαβαζοντας το Biblio στη σελιδα 1729[αυτος ειναι ο αριθμος Hardy-Ramanujantaxi-cab,
και ειναι ο μικροτερος ακεραιος αριθμος που μπορει να εκφρασθει σαν αθροισμα δυο
κυβων με δυο διαφορετικους τροπους]εκει σ'αυτη τη σελιδα βρηκα την αποδειξη του Euler
οτι:
Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι,απο την αποκλιση της σειρας του αθροισματων των αντι-
στροφων των πρωτων αριθμων:S[p]=1/2 + 1/3 + 1/5 + 1/7 + ...+ 1/p + ...,και p οσο γινεται
μεγαλος πρωτος αριθμος
Συνεσχισα το ξεφυλλισμα του Βιβλιου και στην σελιδα με αριθμο:τον πρωτο [2 εις την
74.207.281]-1,που ειναι ο 49ος Αριθμος Mersenne με 22.338.618 ψηφια και ημερομηνια
ανακαλυψης 27 Ιανουαριου 2016,απο τον Curtis Cooper,καθηγητου στο University of
Central Missouri στο Department of Mathematics και Computer Science,με το ειδικο
software απο το GIMPS project]εκει βρηκα την τελικη αποδειξη της Εικασιας του Ριμαν
[Riemann Conjecture]:
The real part of every non-trivial zero of the Riemann zeta function is 1/2
δηλαδη:
Της ζ συναρτησης του Riemann:ζ[s]=Σ[1/n εις την s],με n 1,2,3,..=1/1' s + 1/2' s +1/3' s
+1/4' s +1/5' s +...,οπου το s ανηκει στο συνολο των Μιγαδικων Αριθμων C,και
s=a+bi,a>1, το πραγματικο μερος καθε μη-τετριμμενης ριζας της ειναι 1/2
με τον Γενικο Τιτλο:
THE TOTAL PROOF OF RIEMANN'S CONJECTURE
By c.n.c
[entry's date 29 September 2015]
και ακολουθουσε η αποδειξη,η οποια ,διαβαζοντας την ,εκτεινονταν σε Αλεφ[Alef]
σελιδες.
Εδω θα τολμησω μια Εικασια την οποια θα ονομασω:
c.n.c CONJECTURE:
IS N0 OR N1 THE CARDINAL NUMBER OF PAGES OF THE TOTAL PROOF
OF RIEMANN'S CONJECTURE BY c.n.c IN THE BIBLIO OF PAUL ERDOS ?
μεταφραζω:
c.n.c ΕΙΚΑΣΙΑ:
ΕΙΝΑΙ ΑΛΕΦ 0 Η' ΑΛΕΦ 1 Ο ΠΛΗΘΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΣΕΛΙΔΩΝ ΤΗΣ
ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗΣ ΑΠΟΔΕΙΞΗΣ ΤΗΣ ΕΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΡΙΜΑΝ ΑΠΟ ΤΟΝ c.n.c
ΣΤΟ BIBLIO ΤΟΥ ΠΩΛ ΕΡΝΤΟΣ;
Σημειωση:
1.Αλεφ 0 Ν0 ειναι ο πληθικος αριθμος του Συνολου των Φυσικων Αριθμων Ν,απειρα
αριθμησιμου συνολου
2.Αλεφ 1 Ν1 ειναι ο πληθικος αριθμος του Συνολου των Πραγματικων Αριθμων R,απειρα
μη αριθμησιμου συνολου
Αυτη την c.n.c Εικασια την εγραψα με μολυβι στο δεξιο περιθωριο της σελιδας με αριθμο
τον 48ο Αριθμο Mersenne M57.885.161,[2 εις την 57.885.101]-1,ημερομηνια ανακαλυψης
απο των Cooper 25 Ιανουαριου 2013,με 17.425.170 ψηφια
Μετα απ'αυτο εκλεισα το BIBLIO,
και ασχοληθηκα με την μεταφραση της προτασης κ' του βιβλιου θ' των Στοιχειων του
Ευκλειδη
την οποια και καταγραφω κατωθι:
.
.
Ευκλειδη Στοιχεια,βιβλιο θ',προταση κ'.Οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους εἰσὶ παντὸς τοῦ
προτεθέντος πλήθους πρώτων ἀριθμῶν-Οι Πρωτοι Αριθμοι ειναι Απειροι
[μεταφραση-σχολια-χ.ν.κουβελης]
κ΄. Οἱ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους εἰσὶ παντὸς τοῦ προτεθέντος πλήθους πρώτων ἀριθμῶν
Ἔστωσαν οἱ προτεθέντες πρῶτοι ἀριθμοὶ οἱ Α, Β, Γ· λέγω, ὅτι τῶν Α, Β, Γ πλείους εἰσὶ
πρῶτοι ἀριθμοί.
Εἰλήφθω γὰρ ὁ ὑπὸ τῶν Α, Β, Γ ἐλάχιστος μετρούμενος καὶ ἔστω ὁ ΔΕ, καὶ προσκείσθω τῷ
ΔΕ μονὰς ἡ ΔΖ. ὁ δὴ ΕΖ ἤτοι πρῶτός ἐστιν ἢ οὔ. ἔστω πρότερον πρῶτος· εὑρημένοι ἄρα εἰσὶ
πρῶτοι ἀριθμοὶ οἱ Α, Β, Γ, ΕΖ πλείους τῶν Α, Β, Γ.
Ἀλλὰ δὴ μὴ ἔστω ὁ ΕΖ πρῶτος· ὑπὸ πρώτου ἄρα τινὸς ἀριθμοῦ μετρεῖται. μετρείσθω ὑπὸ
πρώτου τοῦ Η· λέγω, ὅτι ὁ Η οὐδενὶ τῶν Α, Β, Γ ἐστιν ὁ αὐτός. εἰ γὰρ δυνατόν, ἔστω. οἱ δὲ Α,
Β, Γ τὸν ΔΕ μετροῦσιν· καὶ ὁ Η ἄρα τὸν ΔΕ μετρήσει. μετρεῖ δὲ καὶ τὸν ΕΖ· καὶ λοιπὴν τὴν
ΔΖ μονάδα μετρήσει ὁ Η ἀριθμὸς ὤν· ὅπερ ἄτοπον. οὐκ ἄρα ὁ Η ἑνὶ τῶν Α, Β, Γ ἐστιν ὁ αὐτός.
καὶ ὑπόκειται πρῶτος. εὑρημένοι ἄρα εἰσὶ πρῶτοι ἀριθμοὶ πλείους τοῦ προτεθέντος
πλήθους τῶν Α, Β, Γ οἱ Α, Β, Γ, Η· ὅπερ ἔδει δεῖξαι.
,
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
κ'.Οι πρωτοι αριθμοι περισοτεροι ειναι παντος προτεθεντος πληθους πρωτων αριθμων
Ας ειναι οι προτεθεντες πρωτοι αριθμοι οι Α,Β,Γ,λεγω,οτι των Α,Β,Γ περισοτεροι ειναι
πρωτοι αριθμοι.
Ας εχει ληφθει λοιπον ο υπο των Α,Β,Γ ελαχιστος μετρουμενος[αριθμος][βιβλιο ζ', λϛ΄],
και εστω ο ΔΕ [αριθμος]
κι ας εχει προστεθει στον ΔΕ μοναδα η ΔΖ,ο ΕΖ τωρα λοιπον πρωτος ειναι η' οχι,
εστω κατα πρωτον πρωτος.
ευρεμενοι επομενως ειναι πρωτοι αριθμοι οι Α,Β,Γ,ΕΖ περισοτεροι των Α,Β,Γ.
Αλλα τωρα ας μην ειναι ο ΕΖ πρωτος.[συνθετος]
υπο πρωτου επομενως καποιου αριθμου μετρειται [βιβλιο ζ',λα΄],
ας μετριεται υπο πρωτου του Η,
λεγω,οτι ο Η με κανενα των Α,Β,Γ δεν ειναι ο ιδιος.
ειναι τοτε δυνατον,να ειναι.οι δε Α,Β,Γ τον ΔΕ μετρουν,και ο Η επομενως τον ΔΕ θα
μετρησει,μετραει δε και τον ΕΖ,και την λοιπη την ΔΖ μοναδα θα μετρησει ο Η αριθμος
οντας,
το οποιο ατοπο,
επομενως ο Η δεν ειναι με ενα των Α,Β,Γ ο ιδιος.και υποτεθηκε πρωτος,
ευρημενοι επομενως ειναι πρωτοι αριθμοι περισοτεροι του προτεθεντος πληθους
των Α,Β,Γ οι Α,Β.Γ.Η.
ὅπερ ἔδει δεῖξαι.
αυτο το οποιο επρεπε να δειχθει.
.
.
Σχολια
οι προτασεις των Στοιχειων του Ευκλειδη που χρησιμοποιηθηκαν για την αποδειξη ειναι
απο το βιβλιο ζ':
Ευκλειδη Στοιχεια,βιβλιο ζ', προταση λϛ΄:
Τριῶν ἀριθμῶν δοθέντων εὑρεῖν, ὃν ἐλάχιστον μετροῦσιν ἀριθμόν.
Τριων δοθεντων αριθμων να βρεθει ο ελαχιστος αριθμος τον οποιο μετρουν
[προκειται για το Ελαχιστο Κοινο Πολλαπλασιο τους,ΕΚΠ]
.
Ευκλειδη Στοιχεια,βιβλιο ζ',προταση λα΄:
Ἅπας σύνθετος ἀριθμὸς ὑπὸ πρώτου τινὸς ἀριθμοῦ μετρεῖται
Καθε συνθετος αριθμος υπο καποιου πρωτου αριθμου μετρειται
[Καθε συνθετος αριθμος κατα ενα και μοναδικο τροπο αναλυεται σε γινομενο πρωτων
παραγοντων]
.
.
.
woman - 2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παρακλαυσιθυρον Μονοπρακτον Μονολογον Μελοδραματιον
-παρακλαυσιθυρος μεταφραση και παρακλαυσιθυρα σχολια χ.ν.κουβελης-
.
παρακλαυσιθηρον,παρα+κλαυμα+θυρα,παρα τη θυρα κλαιω,κλαιω και παρακαλω στη
πορτα σου,
παρακλαυσιθηρον,αρχαιο ελεγειακο ποιημα,[αλλα και συγχρονο,τα λεγομενο
''καψουρικο'' τραγουδι],το απαγγελνε,κλαιγοντας,παρακαλοντας ο[η] απαρνημενος[η]
στη πορτα του[της] σκληρου[ης] κι ανενδοτου[ης] απαρνητη[τριας] του ερωτα του[της],
Παρακλαυσιθυρος[η],δηλαδη:αυτος[η] που ''πηρε πορτα'',''ειδε πορτα'',''τον[την]
πεταξαν εξω απ'τη πορτα'',
τα παρακλαυσιθυρα ποιηματα [παλαιως και συγχρονως διαχρονικα κλαψουρικα
καψουρικα ασματα] τα εγραφε ο[η] ιδιος[α] ο[η] πασχων[σχουσα] με πολυ κλαμα,αλλα
και τα παραγγελνε σε επαγγελματια ποιητη,αν δεν τον[την] καταλαμβανε ο ποιητικος
οιστρος παρα μονο ο ερωτικος οιστρος,
.
Παρακλαυσιθυρων Παραδειγματα:
[για το αληθες του κλαυματος]
Απο την Παλατινη Ανθολογια τα κλαυσι-επιγραμματα:
.Ρουφινου-V-103
Μέχρι τίνος͵ Προδίκη͵ παρακλαύσομαι; ἄχρι τίνος σε γουνάσομαι͵ στερεή͵μηδὲν ἀκουόμενος;
ἤδη καὶ λευκαί σοι ἐπισκιρτῶσιν ἔθειραι͵ καὶ τάχα μοι δώσεις ὡς Ἑκάβη Πριάμῳ.
μεχρι ποτε,Προδικη,θα κλαιω για σε στη πορτα σου;ως ποτε για σε στα γονατα σου θα
πεφτω;σκληρη,καθολου να μην μ'ακους;
αλλ'ηδη κι ασπρα ξεφυτρωνουν τα μαλλια σου,και γρηγορα θα μου δωθεις οπως στον Πριαμο
η Εκαβη
.
.κι αλλο κλαμα για την κυρια,
του Καλλιμαχου-V-23-
και τι ονομα αυτης να σου πετυχει! Κωνωπιον!
[Κουνουπι ο ερως επιμονον και επιπονον!]
Οὕτως ὑπνώσαις Κωνώπιον, ὡς ἐμὲ ποιεῖς κοιμᾶσθαι ψυχροῖς τοῖσδε παρὰ προθύροις.
οὕτως ὑπνώσαις ἀδικωτάτη, ὡς τὸν ἐραστήν κοιμίζεις, ἐλέου δ᾽ οὐδ᾽ ὄναρ ἠντίασας.
γείτονες οἰκτείρουσι, σὺ δ᾽ οὐδ᾽ ὄναρ. ἡ πολιὴ δέ αὐτίκ᾽ ἀναμνήσει ταῦτά σε πάντα κόμη.
ετσι να κοιμασαι κι εσυ,Κωνωπια,οπως εμενα μ'εχεις να κοιμαμαι στη παγωνια εξω
απ'τη πορτα σου,ετσι να κοιμασαι σκληρη καρδια,οπως το θυμα σου το ερωτικο κοιμιζεις,
ελεος ουτε στ'ονειρο δεν εχεις,οι γειτονες λυπουνται,συ ουτε στ'ονειρο,σε λιγο τ'ασπρα
θα σου θυμησουν ολ'αυτα μαλλια
.
.κι ενα ρεμπετικο παρακλαυσιθυρο τραγουδι:
του Βασιλη Τσιτσανη
Ζητιανος της αγαπης[1946]
τραγουδισμενο απο την Ιωαννα Γεωργακοπουλου
ΖΗΤΙΑΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΩΑΝΝΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ 1946
https://youtu.be/hBjuBRZVP_M
Καθημερνώς στην πόρτα σου
θα σου χτυπώ ν' ανοίξεις
είμαι ζητιάνος και γιαυτό
μη με παραξηγήσεις
Και μη μου δώσεις πρόσεξε
ό,τι κι αν σου γυρεύω
κλείσε την πόρτα σου καλά
κι εγώ ας ζητιανεύω
Κι ένα πρωί στην πόρτα σου
θα μ' εύρει ο σκουπιδιάρης
δε θα σου ζητιανεύω πια
στο κάρο θα με βάλεις
Το ξέρω, αφιλότιμη
θα χύσεις μαύρο δάκρυ
να είσαι πάντα σ' εύχομαι
ζητιάνα στην αγάπη
.
και τωρα εδω ειναι το ζουμι,το νεροζουμι,υποθεση του κλαματος απο μια αρχαια
μαινουσα ερωτος κυρια παρα την θυραν κλαυθυριζων ενος αρχαιου στεραιου τον
θυμον Κυριου,
τα παλαια ντερτια κι οι καημοι!
ΠΑΡΑΚΛΑΥΣΙΘΥΡΟΝ
[ειτε το εποιησε αυτη ειτε το εποιησε ετερος τις ποιητης η' εταιρα επιτηδεια τινα[η' η Λαις
η' η Θαις η' η Φρυνη η' η Χλωρις η' η Ψαπφα,η' η...] προς χρειαν αυτης οπου δει αυτη η
ιδια παντως μαινεουσα τε και κατακαιομενη παρακλαυσιθυρει παρα στεραιου
φαλλοκρατους Κυριου]
εικασεσθαι τα 3 Μελοδραματα:
1.αυτη ειναι κατωτερας κοινωνικης σταθμης κι αυτος Κυριος της ανωτερας
υποσταθμης
[φτωχη και πλουσιος]
2.και αυτος κι αυτη μελη αμφω δυοιν της κοινωνικης υπερσταθμης
[πλουσια και πλουσιος]
3.αυτη κατωτερο γενος κι αυτος κατωτατο γενος
[φτωχη και ρεμαλι,εκμεταλευτης,νταβατζης]
[και τωρα ας μεταφρασουμε σοβαρως στεραιως το παρακλαυσιθυρον κλαμα,
αν και μπορουμε να το μεταφρασουμε παντοιοτροπως,με κατανοηση,με
συμπονοια,ειτε και διακωμωδιζωντας το ειτε μεταφραζοντας το λυγμικως αυτολεξι
λεξη λεξη κλαμα κλαμα]
.
.
Ἐξ ἀμφοτέρων γέγονεν αἵρεσις·
ἐζευγίσμεθα· τῆς φιλίης Κύπρις
ἔστ’ ἀνάδοχος· ὀδύνη μ’ ἔχει,
ὅταν ἀναμνησθῶ
ὡς κατεφίλει ‘πιβούλως μέλλων (5)
με καταλιμπάνειν
ἀκαταστασίης εὑρετὴς
χὠ τὴν φιλίην ἐκτικώς.
Ἔλαβέ μ’ ἔρως,
οὐκ ἀπαναίνομαι. (10)
Ἄστρα φίλα καὶ πότνια Νὺξ συνερῶσά μοι
παράπεμψον ἔτι με νῦν πρὸς ὃν Κύπρις
ἔκδοτον ἄγει με χὠ
πολὺς Ἔρως παραλαβών.
Συνοδηγὸν ἔχω τὸ πολὺ πῦρ (15)
τοὐν τῇ ψυχῇ μου καιόμενον.
Ταῦτά μ’ ἀδικεῖ, ταῦτά μ’ ὀδυνᾷ
ὁ φρεναπάτης,
ὁ πρὸ τοῦ μέγα φρονῶν, †καὶ ὁ τὴν Κύ[ριν οὐ
φάμενος εἶναί μοι τοῦ ‘ρᾶν αἰτίαν, (20)
οὐκ ἤνεγκε νῦν
τὴν τυχοῦσαν ἀδικίην.†
Μέλλω μαίνεσθαι· ζῆλος γάρ μ’ ἔχει,
καὶ κατακαίομαι καταλελειμμένη.
Αὐτὸ δὲ τοῦτό μοι τοὺς στεφάνους βάλε, (25)
οἷς μεμονωμένη χρωτισθήσομαι.
Κύριε, μή μ’ ἀφῇς ἀποκεκλειμένην·
δέξαι μ’· εὐδοκῶ ζηλῶ δουλεύειν.
Ἐπιμανῶς ἐρᾶν μέγαν ἔχει πόνον,
ζηλοτυπεῖν γὰρ δεῖ, στέγειν, καρτερεῖν· (30)
ἂν δ’ ἑνὶ προσκαθῇ, μόνον ἄφρων ἔσει,
ὁ γὰρ μονιὸς ἔρως μαίνεσθαι ποιεῖ.
Γίνωσχ’ ὅτι θυμὸν ἀνίκητον ἔχω,
ὅταν ἔρις λάβῃ με· μαίνομαι
εἰ μονοκοιτήσω, (35)
σὺ δὲ χρωτίζεσθ’ ἀποτρέχεις,
Νῦν δ’ ἂν ὀργισθῶμεν, εὐθὺ δεῖ
καὶ διαλύεσθαι.
Οὐχὶ διὰ τοῦτο φίλους ἔχομεν
οἳ κρινοῦσι τίς ἀδικεῖ; (40)
νῦν ἂν μὴ ἐπι[
ἐρῶ, κύριε, τὸν [
Νῦν μὲν οὔθ’ ε[
πλύτης ο[
δυνήσομαι. (45)
Κοίτασον, ἧς ἔχ[εις
ἱκανῶς σοῦ ἐν [
κύριε, [
πῶς μ’ ἀ[φῇς
πρῶτός μ’ ἐπείρ[ασας (50)
κύρι’, ἂν ἀτυχ[ῇ]ς, οὐ [
ὀπυασώμεθα· ἐμῶν ..εδε[…. ἐπι-]
τηδείως αἰσθέσθω μ..ταν [
Ἐγὼ δὲ μέλλω ζηλοῦν τω [
δουλ….. τ’ ἄν· διαφοροῦ· ἢ (55)
ἀνθρ[ώπου]ς ἀκρίτως θαυμάζεις
με[ ]φ[ο]ρη· προσίκου δ’ ὠ[
θαυ[μα ὠ]χρίην κατεῖδον ὁ
σχω[ ]τῳ τοιντα η ετυ[
κου[ ἐ]νόσησα νηπία· σὺ δέ, κύρ[ιε, (60)
καὶ [ ] [καταλελει]μμέν[ην] [ ]
λελάλ[ηκ’ ἐγὼ πε]ρὶ ἐμὴν [ ψυχήν.
.
-παρακλαυσιθυρος μεταφραση χ.ν.κουβελης-
[προς την θυρα παρακλαυσιθυρων]
και των δυο μας ηταν θεληση,
και ξευγαρωσαμε,τ'ερωτα η Κυπριδα
ειν'εγγυητρια.πονος με πιανει
οταν θυμαμαι
πως με καταφιλουσε κι επιβουλα σχεδιαζοντας
να μ'εγκαταλειψει
της αναστατωσης υποκινητης
και τ'ερωτα υπαιτιος
Μ'αρπαξ'ο ερωτας
δεν τ' απαρνουμαι
[προς τ'αστρα και την Νυχτα παρακλαυσιθυρων]
Αστρα αγαπητα και σεβαστη Νυχτα στον ερωτα μου συνεργος 10
στειλε με συνοδεια τωρα σ'αυτον που η Κυπριδα
παραδομενη με τραβα εκει
κι ο πολυς Ερωτας ολη αρπαζοντας
[προς την θυρα παρακλαυσιθυρων]
Παρεα εχω τη μεγαλη φωτια
που την ψυχη μου κατακαιει
Ετσι με βασανιζει,ετσι με πονα
αυτος του μυαλου μου ο πλανευτης
αυτος που πρωτα πολλα'λεγε λογια,[και την Κυπριδα
δεν ελεγε πως ειναι τ'ερωτα μου η αιτια;
δεν αντεξε τωρα 20
τη απαρνηση που την βρηκε]
Θα τρελλαθω,η ζηλεια με κατεχει
και κατακαιομαι εγκαταλειμενη
Κι αυτο ακομα,βαλε μου τα στεφανια
μ'αυτα μαζι ολομοναχη να βρισκομαι
[προς τον Κυριον παρακλαυσιθυρων]
Κυριε,μην μ'αφηνεις αποκλεισμενη
δεξε με,καταδεχομαι με παθος να σ'υπηρετω
[προς εαυτον φιλοσοφικως παρακλαυσιθυρων]
Τρελλα να ερωτευεσαι παρα πολυ μεγαλο εχει πονο
γιατι σε τρωει η ζηλεια,βογγας,ταπεινωνεσαι,
αν σ'εναν προσκολληθεις,μονος αφρονας θα'σαι, 30
γιατι ο απ'τη μια μερια ερωτας να τρελλενεσαι σε κανει,
[προς τον Κυριον παρακλαυσιθυρων]
Να ξερεις πως καρδια ανικητη εχω,
οταν η εριδα μ'αρπαξει,τρελλαινομαι
αν μονη κοιμηθω ,
εσυ δ'αλλου να συνευβρεθεις τρεχεις μακρυα,
Τωρα αν μαλλωνουμε,γρηγορα πρεπει
και να ξεχωρισουμε
Γι'αυτο τους φιλους δεν εχουμε
να κρινουν ποιος φταιει;
[προς τον Κυριον παρακλαυσιθυρωνμε λυγμους]
τωρα [ θ'αποτρελλαθω 40
ειμ'ερωτευμενη,κυριε,[μαζι σου
τωρα ουτε[να κανω πισω μπορω
πλύτης ο[να σου πλυνω τα ποδια γονατιστη
δυναμαι [μπορω κι αυτο ακομα να κανω
Ξαπλωσε στο κρεββατι ,αυτης πο'χ[εις [για φιλεναδα τωρα
αρκετα μαζι σου[ασχοληθηκα
κύριε, [γιατι πως μπορεις
πως μ'α[φηνεις
εσυ πρωτος με μεταχειριστηκες[και γυναικα μ'εκανες
κυριε,αν δυστηχησεις,μ'εκεινη μη[διστασεις να'ρθεις κοντα μου 50
ας παντρευτουμαι,των δικων μου [παθων να λυξει ο πονος
με την πειρα του ας μ'αισθανθει[κανε με δικη σου οπως εσυ καλα ξερεις
κι απολαυσε με
Θα ζηλευω τις
δουλες ...μοιρασε με[μ'αυτες δεν νοιαζει αρκει και δικος μου να'σαι
[φιλοσοφικως παρακλαυσιθυρων]
ανθρωπους χωρις κριση θαυμαζεις[στον ερωτα ποιον ερωτευεσαι δεν εχεις κριση
[προς τον Κυριον παρακλαυσιθυρων]
εδω ελα[σε μενα παλι
θαυμαστος μ'απαλο χρωμα σ'ειδα[ωραιος μ'απαλο χρωμα οταν σε πρωτοειδα
κι αρρωστησα η μωρη,εσυ δε,κυριε[κι αρρωστη τρελλη απ'ερωτα για σενα
μονη κι εγκαταλειμενη μ'αφηνεις 60
[προς εαυτον,τους θεατας του θεατρου και την θυρα παρακλαυσιθυρων]
ετσ'εχω εγω για την ψυχη μου μιλησει
.
.
κι ετσι πρωτοτυπα και προσθετα παρακλασιθυριζοντας φτασαμε στο τελος του
Παρακλαυσιθυρου Μονοπρακτου Μονολογου Μελοδραματος
.
.
και σημερα ποσα παρακλασιθυρα μονια ερωτα γινονται σε θυρες διαμερισματων,
σε mobile phones,σε TV Realities,σε internet Wiber,messenger,skype,likes Facebook,
THE PARAKLAYSINTERNETIOS EROS!
.
.
.
.
.
.
.
ΠΛΑΤΩΝ-PLATON -αποσπασματα-μεταφραση-translation-c.n.couvelis-χ.ν.κουβελης
http://artpoeticacouvelis.blogspot.gr/2015/04/blog-post_49.html
Πλατωνος Νομοι,626α
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
ἣν γὰρ καλοῦσιν οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων εἰρήνην, τοῦτ᾽ εἶναι μόνον ὄνομα,
τῷ δ᾽ ἔργῳ πάσαις πρὸς πάσας τὰς πόλεις ἀεὶ πόλεμον ἀκήρυκτον κατὰ φύσιν εἶναι.
γιατι αυτη που οι πιο πολλοι απ'τους ανθρωπους καλουν ειρηνη,τουτ'ειναι μονο
κατ'ονομα,και στα πραγματα ολες προς ολες οι πολεις παντοτε σε πολεμο ακηρυκτο
κατα φυση ειναι
http://artpoeticacouvelis.blogspot.gr/2015/04/blog-post_49.html
Πλατωνος Νομοι,626α
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
ἣν γὰρ καλοῦσιν οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων εἰρήνην, τοῦτ᾽ εἶναι μόνον ὄνομα,
τῷ δ᾽ ἔργῳ πάσαις πρὸς πάσας τὰς πόλεις ἀεὶ πόλεμον ἀκήρυκτον κατὰ φύσιν εἶναι.
γιατι αυτη που οι πιο πολλοι απ'τους ανθρωπους καλουν ειρηνη,τουτ'ειναι μονο
κατ'ονομα,και στα πραγματα ολες προς ολες οι πολεις παντοτε σε πολεμο ακηρυκτο
κατα φυση ειναι
.
.
.
.
Καραγκιοζης και Χατζηβατης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
[Θεατρο Σκιων ο Καραγκιοζης]
Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΜΑΛΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΑΧΑΡΝΗΣ /ΑΧΑΜΝΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ-
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
Ο Καραγκιοζης ειναι ξαπλωμενος εξω απ'την παραγκα του φαρδυς πλατυς και πολυ
αφηρημενος μεταφραζοντας/μαλαφραζοντας τους Αχαρνης/τους Αχαμνης του Αριστοφανη
Τον πλησιαζει ο Χατζηαβατης με καποιον κουστουμαρισμενο και γραβατωμενο και γυα-
λακια κυριο και του φωναζει:
Χατζηαβατης :Καραγκιοζη!.Ε! Καραγκιοζη!
Ο Καραγκιοζης οπως ειναι πολυ αφηρημενος τρομαζει και πετιεται πανω
Καραγκιοζης :Τι ειναι παιδια;μας την πεσανε οι καρβουνιαρηδες!Ειρηνη,Ερωτας
οχι Πολεμος,Αχαμνης!
Χατζηαβατης :Τις λες,Καραγκιοζη,τρελλαθηκες;
Καραγκιοζης :Α εσυ΄σαι μαλαγανα.Τι σου φταιω μωρε μουργο και μ'εκοψες απ'το
425 π.Χ που'χα την Ειρηνη μου,τα φαγια μου,και κλῖναι, τράπεζαι, προσκεφάλαια,
στρώματα,στέφανοι, μύρον, τραγήμαθ’, —αἱ πόρναι πάρα,—ἄμυλοι, πλακοῦντες,
σησαμοῦντες, ἴτρια,ὀρχηστρίδες (Αχαρνης. 1089-93)
Χατζηαβατης :[κοροιδευτικα]Ακαταλαβιστικα.Κανε τη κραιπαλη πιο λιανη!
Καραγκιοζης :κρεβατια,τραπεζια γιοματα φαγια, μαζιλαρια πουπουλα.στεφανια
λουλουδατα στα μαλλια,μεθυστικα μυρωδικα,ζαχαρωτα φρουτα,και τα κοριτσια πλαι,
ψωμια αχνιστα να δεις,πιτες λαχταριστες,σουσαματα,παστελια μελατα,χορευτριες
κι εγω στυομενος με την Θεωρια και την Οπωρα τῶν τιτθίων τους, ὡς σκληρὰ καὶ
κυδώνια (Αχαρνης. 1198-9)τα βυζακια τους σκληρα και κυδωνατα
Κι εσυ μωρε γρουσουζι μ'εκοψες σαν Διας Σκαταιβατος,
γερη καρπαζια που σου χρειαζεται να σε μεταφρασω ἀπεψωλημένο! Ἀτταταῖ ἀτταταῖ!
ωχ ωχ!
Χατζηαβατης :[κοροδοδευτικα]απο τι ειπες πως σ'εκοψα;
Καραγκιοζης :μαλαφρασιζω Αριστοφανη:
Χατζηαβατης :τι του εκανες;
Καραγκιοζης :εβανα χερι στην Ειρηνη και στους Αχαμνης του εστυκος
Χατζηαβατης :τι ξερεις αρχαια Ελληνικα και μεταφραζεις;
Καραγκιοζης :φυσικα!ο Καραγκιοζης ειναι Αρχαιος Ελληνας!Πεος προς Πεος!
Χατζηαβατης :και που ειπες που ησουν;
Καραγκιοζης :το 425 π.Χ και το 421 π.Χ
Χατζηαβατης :Πλακα μου κανεις;
Καραγκιοζης :Πλακα και Μοναστηρακι σου κανω!
Χατζηαβατης :Ελα γυρνα στο 2016!Στο Μνημονιο!ελα στη πραγματικοτητα,πως εισαι
σημερα;
Καραγκιοζης :να πεως τι βγαζω σημερα:
στένω, κέχηνα, σκορδινῶμαι, πέρδομαι,
ἀπορῶ, γράφω, παρατίλλομαι, λογίζομαι (Αχαρνης. 30-1).
Χατζηαβατης:δηλαδη δηλαδη ελληνιστι ;
Καραγκιοζης :πνιγομαι,χασμουριεμαι,ντερονομαι,πορδες ριχνω,
τα'χω χαμενα,ορνιθοσκαλιζω,τραβω τις τριχες μου,σπαω το ξερο μου
Χατζηαβατης:και τι βγαινει;
Καραγκιοζης :ουδεν χαυνοπρωκτο ξεκωλιαρικο ευρο,να αποπατησω και να καχεσω
Χατζηαβατης :αφου χρωστας,γυρισε αυτα που χρωστας.Τον βλεπεις αυτον τον κυριο;
Καραγκιοζης :ο φιογγος;ε και;
Χατζηαβατης:αυτος ο κυριος ειναι Οφθαλμος Ευρωπαιου
Καραγκιοζης : και τι θελει ο Οφθαλμος Ευρωπεου;
Οφθαλμος Ευρωπαιου:ἰαρταμὰν ἐξάρξαν ἀπισσόνα σάτρα.[Αχαρνης,100]
Καραγκιοζης :τσατρα πατρα.Τι στο πεος μου λεει ο Ευρωπεος ;
Οφθαλμος Ευρωπαιου:οὐ λῆψι χρῦσο χαυνόπρωκτ᾽ Ἰαοναῦ.[Αχαρνης,100]
Καραγκιοζης : τι τι;πεως πως;
Οφθαλμος Ευρωπαιου:οὐ λῆψι χρῦσο χαυνόπρωκτ᾽ Ἰαοναῦ
Καραγκιοζης : ξερεις τι λεει ΧαυνοΧαζοχαβιαρη μου ο φιογγος σου;
λεει:ντεν παρεις ευρω ξεκωλιαρη γκρεκη
Οφθαλμος Ευρωπαιου:τζαστ,οὐ λῆψι χρῦσο χαυνόπρωκτ᾽ Ἰαοναῦ
Καραγκιοζης : σατ απ!τ'ακουσαμε τρια να φας πεη Εξαψαλμε Ευρωπεου.
Χατζηαβατης:σωστα μιλαει ο εξοχοτατος κυριος Οφθαλμος Ευρωπαιου.Χρωσταμε.
Καραγκιοζης :Τι μας λες ευρολαικαστρη ευρωπεογλυφτη.Ακου Οφθαλμε Ευρωπεου
να σου πεολογισω πεως πεοπροκαλεστηκε το πεος χρεος,
πόρνην δὲ Σιμαίθαν ἰόντες Μεγαράδε
νεανίαι ᾿κκλέπτουσι μεθυσοκότταβοι·
κᾆθ' οἱ Μεγαρῆς ὀδύναις πεφυσιγγωμένοι
ἀντεξέκλεψαν Ἀσπασίας πόρνα δύο·
κἀντεῦθεν ἀρχὴ τοῦ πολέμου κατερράγη
Ἕλλησι πᾶσιν ἐκ τριῶν λαικαστριῶν (Αχαρνης. 524-9)
τη παστρικια τη Σουλα πανε στα Μεγαρα
και κλεβουν κατι δικα σας τζογλανια μεθυσμενα κουταβια
κι οι Μεγαρης απ'τα σκορδα πορδοφουσκωμενοι να σκασουν
κλεψαν γι'αντιποινα απ'της Ασπασιας δυο παστρικιες
κι απο κει ηρθ'η αρχη της κρισης να καταξεσκισει
ολους τους Ελληνες για τρεις παλιοπουτανες ψωλαρπαχτρες
[Αχαμνης. 524-9]
το Μεγαρων Ψωλιασμα ηταν η επεητια της κρισης
Χατζηαβατης:παραμυθια
Οφθαλμος Ευρωπαιου:γιες,παραμυθια
Καραγκιοζης : ντεν ειναι παραμυθια μεσιε να σου πεοπεταξω τα ματια Οφθαλμε
Ευρωπεου ο Μεγαριτης που για τα βγαλει περα πουλουσε τη κορη του για χοιριδιο
κλεισμενη σε σακι,ομως ειδαμε το χοιριαιδοιο της ,να ετσι αυτολεξι αθυροστομι:
Νῦν γε χοῖρος φαίνεται.
Ἀτὰρ ἐκτραφείς γε κύσθος ἔσται.[Αχαρνης 782-3]
τωρα βεβαια για χοιριδιο φαινεται
οταν τραφει και βεβαια καρααιδοιο φουσκωτο θα'ναι.[Αχαμνης 782-3]
Χατζηαβατης:Μελοδραματα
Οφθαλμος Ευρωπαιου:γιες,Μελοδραματα.
ντεν παρεις ευρω ξεκωλιαρη γκρεκη
Καραγκιοζης :λακατε λαικαστρες και οι δυο μην σας πεοπεριλαβω και σας απεψωλησω.
Τελος Ευρο Παραστυσης
Ας σκαταιβη η αυλαια κι ας στυσομεν τα πεη μας.
.
.
.
Αριστοφανης αρχαιο ελληνικο θεατρο μασκες
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ ΑΧΑΡΝΗΣ
Παραβαση,στιχοι 497-556,Δικαιοπολις-Λαμαχος λογομαχια ,στιχοι 572-619
[μεταφραση σχολια-χ.ν.κουβελης]
.
.
Παραβαση,στιχοι 497-556
[μεταφραση σχολια-χ.ν.κουβελης]
Δικαιοπολις
μή μοι φθονήσητ᾽, ἄνδρες οἱ θεώμενοι,
εἰ πτωχὸς ὢν ἔπειτ᾽ ἐν Ἀθηναίοις λέγειν
μέλλω περὶ τῆς πόλεως, τρυγῳδίαν ποιῶν.
500 τὸ γὰρ δίκαιον οἶδε καὶ τρυγῳδία.
ἐγὼ δὲ λέξω δεινὰ μέν, δίκαια δέ.
οὐ γάρ με νῦν γε διαβαλεῖ Κλέων ὅτι
ξένων παρόντων τὴν πόλιν κακῶς λέγω.
αὐτοὶ γάρ ἐσμεν οὑπὶ Ληναίῳ τ᾽ ἀγών,
505 κοὔπω ξένοι πάρεισιν· οὔτε γὰρ φόροι
ἥκουσιν οὔτ᾽ ἐκ τῶν πόλεων οἱ ξύμμαχοι·
ἀλλ᾽ ἐσμὲν αὐτοὶ νῦν γε περιεπτισμένοι·
τοὺς γὰρ μετοίκους ἄχυρα τῶν ἀστῶν λέγω.
ἐγὼ δὲ μισῶ μὲν Λακεδαιμονίους σφόδρα,
510 καὐτοῖς ὁ Ποσειδῶν, οὑπὶ Ταινάρῳ θεός,
σείσας ἅπασιν ἐμβάλοι τὰς οἰκίας·
κἀμοὶ γάρ ἐστι τἀμπέλια κεκομμένα.
ἀτάρ, φίλοι γὰρ οἱ παρόντες ἐν λόγῳ,
τί ταῦτα τοὺς Λάκωνας αἰτιώμεθα;
515 ἡμῶν γὰρ ἄνδρες, —οὐχὶ τὴν πόλιν λέγω·
μέμνησθε τοῦθ᾽, ὅτι οὐχὶ τὴν πόλιν λέγω,—
ἀλλ᾽ ἀνδράρια μοχθηρά, παρακεκομμένα,
ἄτιμα καὶ παράσημα καὶ παράξενα,
ἐσυκοφάντει· «Μεγαρέων τὰ χλανίσκια.»
520 κεἴ που σίκυον ἴδοιεν ἢ λαγῴδιον
ἢ χοιρίδιον ἢ σκόροδον ἢ χόνδρους ἅλας,
ταῦτ᾽ ἦν Μεγαρικὰ κἀπέπρατ᾽ αὐθημερόν.
καὶ ταῦτα μὲν δὴ σμικρὰ κἀπιχώρια,
πόρνην δὲ Σιμαίθαν ἰόντες Μεγαράδε
525 νεανίαι ᾽κκλέπτουσι μεθυσοκότταβοι·
κᾆθ᾽ οἱ Μεγαρῆς ὀδύναις πεφυσιγγωμένοι
ἀντεξέκλεψαν Ἀσπασίας πόρνα δύο·
κἀντεῦθεν ἀρχὴ τοῦ πολέμου κατερράγη
Ἕλλησι πᾶσιν ἐκ τριῶν λαικαστριῶν.
530 ἐντεῦθεν ὀργῇ Περικλέης οὑλύμπιος
ἤστραπτ᾽, ἐβρόντα, ξυνεκύκα τὴν Ἑλλάδα,
ἐτίθει νόμους ὥσπερ σκόλια γεγραμμένους,
ὡς χρὴ Μεγαρέας μήτε γῇ μήτ᾽ ἐν ἀγορᾷ
μήτ᾽ ἐν θαλάττῃ μήτ᾽ ἐν ἠπείρῳ μένειν.
535 ἐντεῦθεν οἱ Μεγαρῆς, ὅτε δὴ ᾽πείνων βάδην,
Λακεδαιμονίων ἐδέοντο τὸ ψήφισμ᾽ ὅπως
μεταστραφείη τὸ διὰ τὰς λαικαστρίας·
οὐκ ἠθέλομεν δ᾽ ἡμεῖς δεομένων πολλάκις.
κἀντεῦθεν ἤδη πάταγος ἦν τῶν ἀσπίδων.
540 ἐρεῖ τις. «οὐ χρῆν·» ἀλλὰ τί ἐχρῆν, εἴπατε.
φέρ᾽, εἰ Λακεδαιμονίων τις ἐκπλεύσας σκάφει
ἀπέδοτο φήνας κυνίδιον Σεριφίων,
καθῆσθ᾽ ἂν ἐν δόμοισιν; ἦ πολλοῦ γε δεῖ·
καὶ κάρτα μέντἂν εὐθέως καθείλκετε
545 τριακοσίας ναῦς, ἦν δ᾽ ἂν ἡ πόλις πλέα
θορύβου στρατιωτῶν, περὶ τριηράρχου βοῆς,
μισθοῦ διδομένου, παλλαδίων χρυσουμένων,
στοᾶς στεναχούσης, σιτίων μετρουμένων,
ἀσκῶν, τροπωτήρων, κάδους ὠνουμένων,
550 σκορόδων, ἐλαῶν, κρομμύων ἐν δικτύοις,
στεφάνων, τριχίδων, αὐλητρίδων, ὑπωπίων·
τὸ νεώριον δ᾽ αὖ κωπέων πλατουμένων,
τύλων ψοφούντων, θαλαμιῶν τροπουμένων,
αὐλῶν, κελευστῶν, νιγλάρων, συριγμάτων.
555 ταῦτ᾽ οἶδ᾽ ὅτι ἂν ἐδρᾶτε· τὸν δὲ Τήλεφον
οὐκ οἰόμεσθα; νοῦς ἄρ᾽ ἡμῖν οὐκ ἔνι.
.
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
Δικαιοπολις
μη με κατηγορηστε,εσεις οι θεατες,
που κι αν φτωχος οντας τολμω στους Αθηναιους να πω
τα της πολης,ενω κωμωδια κανω,
500 γιατι και το σωστο ξερει κι η κωμωδια.
Εγω τα δυσαρεστα θα πω αλλα και σωστα
ουτε μπορει τωρα βεβαια ο Κλεωνας να με μηνυσει οτι
μπροστα σε ξενους κακολογω τη πολη
γιατι εμεις μονοι ειμαστε εδω στη γιορτη τα Ληναια
505 και καθολου ξενοι δεν παρευβρισκονται,ουτε φοροι
ηρθαν ουτε απ'τις πολεις οι συμμαχοι
αλλ'ειμαστε εμεις μονοι τωρα καθαρισμενο σταρι
γιατι τους μετοικους αχυρα στο σταρι των πολιτων λεω
εγω δε μισω τους Λακεδαινονες σφοδρα
510 κι αυτους ο Ποσειδωνας,εκει θεος στο Ταιναρο,
να τους σεισει ολους και να ριξει τα σπιτια
γιατι και σε μενα τ'αμπελια ειναι κομματια
αλλα,φιλοι παροντες στα λογια μου,
γιατι γι'αυτα τους Λακωνες θεωρουμε υπαιτιους;
515 γιατι σε μας αντρες,δεν λεω την πολη,
να το θυμαστ'αυτο,οτι δεν λεω την πολη,
αλλ'αντρακια μοχθηρα,περιθωριακα,
ατιμα και παρασιτα κι αλλοπροσαλλα,
συκοφαντουσαν.''των Μεγαρεων τα πανωφορακια,λαθραια''
520 κι οπου αγγουρακι η' λαγουδακι
η' γουρουνοπουλακι η' σκορδο η' χοντρο αλατι,
αυτα'ναι απ'τα Μεγαρα φωναζαν και τα'στελναν πισω αυθημερον.
κι αυτα βεβαια ασημαντα και ντοπια δικα μας,
τη Σιμαιθα τη πουτανα πηγαινοντας στα Μεγαρα
525 καποια τζογλανια νεαροι κλεβουν κουταβια στο μεθυσι
κι οι Μεγαριτες απ'τους πονους υποφεροντας φουσκωτοι απ'τα σκορδα
γι'αντιπραξη εκλεψαν απ'της Ασπασιας δυο πουτανες.
κι απο και περα αρχισ'ο πολεμος που καταξεσκισε
τους Ελληνες ολους για τρεις ψωλαρπαχτρες,
530 απο'κει κι η οργη του Περικλη απ'τ'ολυμπιο υψος
αστραφτε,κι εβροντα και συνταρασσε την Ελλαδα,
νομοθετουσε οπως στιχακια ρυθμικα γραμμενα,
πως πρεπει Μεγαριτης μητε σ'υπαιθρο μητε σ'αγορα
μητε σε θαλασσα μητε σε στερια να μενει,
535 απο'κει κι οι Μεγαριτες,οταν λοιπον απ'τη πεινα στριμωχτηκαν,
τους Λακεδαιμονες παρακαλεσαν οπως το ψηφισμα
αλλαξουν αυτο για τις ψωλαρπαχτρες.
εμεις δεν το'θελαμε αν και πολλες φορες μας παρακαλαγαν,
κι απο κει να λοιπον παταγος απ'ασπιδες εγινε.
540 καποιος θα ρωτησει ''τι δεν επρεπε να γινει;''αλλα τι επρεπε,να πεις,
φερ'ειπειν,αν καποιος των Λακεδαιμονιων αποπλεοντας με σκαφος
αρπαζε για πουλημα βυζανιαρικο σκυλακι απ'τους Σεριφιωτες,
θα καθοσασταν απραγοι στα σπιτια μεσα;δεν το νομιζω πολυ,
κι αστραπιαια βεβαια ευθυς θα ριχνατε στη θαλασσα
545 τρακοσια καραβια,και θα'ταν η πολη γεματη
απο θορυβο στρατιωτων,κι απο τριηραρχου εκλογης βοη,
κι απο μισθοδοσιες,κι απο παλλαδια της θεας επιχρυσωμενα,
κι οι στοες της αγορας θα στεναζαν απ'τις συναξεις.και σταρια ζυγιαζμενα,
τ'ασκια,τις θηλιες για τα κουπια,τους καδους αγορασμενα,
550 τα σκορδα,τις ελιες,τις πλεχτρες τα κρεμμυδια,
τα στεφανια,τις ατζουγιες,τις αυλητριδες,τα μπλαβα ματια,
στο ναυσταθμο παταγος απ'το πελεκημα των κουπιων,
σκαρμων κροτουντων,το τρουπωμα των κουπιων,
των αυλων,των διαταγων,των σφυριχτρων,των συριγμων,
555 αυτα ξερω οτι θα κανατε.και απ'τον Τηλεφο
τα ιδια δεν θα περιμεναμε;γιατι μυαλο σ'εμας δεν ειναι.
.
.
Σχολια:
.στη Παραβαση ο Δικαιοπολις Αριστοφανης δανειζεται κουρελια απο τον Ευριπιδη,
την τραγωδια του Τηλεφος παραποιωντας την:
Ευριπιδη Τηλεφος
μη μοι φθονησητ΄,ανδρες Ελληνων ακροι,
ει πτωχος ων τετληκ'εν εσθλοισιν λεγειν
μη με κατηγορηστε,αντρες των Ελληνων αρχηγοι,
αν και φτωχος οντας εχω τολμησει σ'ευγενεις να μιλησω
.κατα τον Ηροδοτο η πραγματικη αιτια των Περσικων Πολεμων ειναι η αρπαγη
γυναικων ,''χειρων λαβων''
οι Φοινικες[γειτονες Περσων] εκλεψαν την Ιω απο το Ελληνικο Αργος
οι Ελληνες[Κρητες]αντεκλεψαν την Ευρωπη απο τους Φοινικες
Οι Ελληνες κατα την Αργοναυτικη εκστρατεια με τον Ιασονα εκλεψαν την Μηδεια
απο την Κολχιδα[γειτονες Περσων]
Ο Τρωας Παρις απο την Ασια[γειτονες Περσων]εκλεψε απο τους Ελληνες την ωραια
Ελενη της Σπαρτης κι αυτη η αρπαγη γυναικας ηταν η αιτια του Τρωικου Πολεμου
.ο Κλεωνας μηνυσε τον Αριστοφανη,''εκανε εισαγγελια'' εναντιον του,για την κωμωδια
του ''Βαβυλωνιοι'',το 426 π.χ στα Διονυσια[που τα παρακολουθουσαν και συμμαχοι
θεατες] ,οπου πηρε το πρωτο βραβειο,[Οι Αχαρνης διδαχτηκαν την επομενη χρονια
το 425 π.Χ στα Ληναια,οπου παιζονταν μονο κωμωδιες και την παρακολουθουσαν μονο
Αθηναιοι,οι Αχαρνης πηραν το πρωτο βραβειο],
Στους ''Βαβυλωνιους'' ο χορος σατυριζει τον δημαγωγο στρατιωτικο διοικητη Κλεωνα
που στον μυλο του δουλευουν σαν σκλαβοι οι ανθρωποι των πολεων της Δηλιακης
Συμμαχιας και επισης την ιμπεριαλιστικη πολιτικη της Αθηνας
.
το ''Μεγαρικο Ψηφισμα''ψηφιστηκε απο την Αθηνα και τον Περικλη το 433/2 π.Χ οικο-
νομικος αποκλεισμος των Αθηνων και της Αθηναικης Συμμαχιας κατα των Μεγαρων γιατι
δεχονταν φυγαδες απο την Αθηνα και γιατι καλλιεργουσαν ιερα κτηματα της Ελευσινας,
θεωτρειται σαν αιτια του Πελοποννησιακου Πολεμου,
ο Θουκυδιδης Ιστορια Α΄,139 γραφει:
Λακεδαιμόνιοι ...φοιτῶντες παρ' Ἀθηναίους Ποτειδαίας τε ἀπανίστασθαι ἐκέλευον καὶ
Αἴγιναν αὐτόνομον ἀφιέναι, καὶ μάλιστά γε πάντων καὶ ἐνδηλότατα προύλεγον τὸ περὶ
Μεγαρέων ψήφισμα καθελοῦσι μὴ ἂν γίγνεσθαι πόλεμον, ἐν ᾧ εἴρητο αὐτοὺς μὴ χρῆσθαι
τοῖς λιμέσι τοῖς ἐν τῇ Ἀθηναίων ἀρχῇ μηδὲ τῇ Ἀττικῇ ἀγορᾷ. οἱ δὲ Ἀθηναῖοι οὔτε τἆλλα
ὑπήκουον οὔτε τὸ ψήφισμα καθῄρουν, ἐπικαλοῦντες ἐπεργασίαν Μεγαρεῦσι τῆς γῆς τῆς
ἱερᾶς καὶ τῆς ἀορίστου καὶ ἀνδραπόδων ὑποδοχὴν τῶν ἀφισταμένων.
βεβαια η ιστορια της εχθροτητας ειναι παλιοτερη οταν το 446 π.Χ οι Μεγαρεις εφυγαν
απο τους Αθηναιους και προσχωρησαν στους παλαιοτερους συμμαχους των τους
Πελοποννησιους οταν σκοτωσαν με αιφνιδιαστικη επιθεση τους Αθηναιους φρουρους
στα λιμανια τους
.
.
.
Δικαιοπολις-Λαμαχος λογομαχια,στιχοι 572-619
[μεταφραση σχολια-χ.ν.κουβελης]
Λάμαχος
πόθεν βοῆς ἤκουσα πολεμιστηρίας;
ποῖ χρὴ βοηθεῖν; ποῖ κυδοιμὸν ἐμβαλεῖν;
τίς Γοργόν᾽ ἐξήγειρεν ἐκ τοῦ σάγματος;
Δικ.:
ὦ Λάμαχ᾽ ἥρως, τῶν λόφων καὶ τῶν λόχων. 575
Ἡμιχόριον Α
ὦ Λάμαχ᾽, οὐ γὰρ οὗτος ἅνθρωπος πάλαι
ἅπασαν ἡμῶν τὴν πόλιν κακοῤῥοθεῖ;
Λάμ.:
οὗτος σὺ τολμᾷς πτωχὸς ὢν λέγειν τάδε;
Δικ.:
ὦ Λάμαχ᾽ ἥρως, ἀλλὰ συγγνώμην ἔχε,
εἰ πτωχὸς ὢν εἶπόν τι κἀστωμυλάμην. 580
Λάμ.:
τί δ᾽ εἶπας ἡμᾶς; οὐκ ἐρεῖς;
Δικ.:
οὐκ οἶδά πω·
ὑπὸ τοῦ δέους γὰρ τῶν ὅπλων εἰλιγγιῶ.
ἀλλ᾽ ἀντιβολῶ σ᾽ ἀπένεγκέ μου τὴν μορμόνα.
Λάμ.:
ἰδού.
Δικ.:
παράθες νυν ὑπτίαν αὐτὴν ἐμοί.
Λάμ.:
κεῖται.
Δικ.:
φέρε νυν ἀπὸ τοῦ κράνους μοι τὸ πτερόν.
Λάμ.:
τουτὶ πτίλον σοι. 585
Δικ.:
τῆς κεφαλῆς νύν μου λαβοῦ,
ἵν᾽ ἐξεμέσω· βδελύττομαι γὰρ τοὺς λόφους.
Λάμ.:
οὗτος τί δράσεις; τῷ πτίλῳ μέλλεις ἐμεῖν;
πτίλον γάρ ἐστιν--
Δικ.:
εἰπέ μοι τίνος ποτὲ
ὄρνιθός ἐστιν; ἆρα κομπολακύθου;
Λάμ.:
οἴμ᾽ ὡς τεθνήξεις. 590
Δικ.:
μηδαμῶς ὦ Λάμαχε·
οὐ γὰρ κατ᾽ ἰσχύν ἐστιν· εἰ δ᾽ ἰσχυρὸς εἶ,
τί μ᾽ οὐκ ἀπεψώλησας; εὔοπλος γὰρ εἶ.
Λάμ.:
ταυτὶ λέγεις σὺ τὸν στρατηγὸν πτωχὸς ὤν;
Δικ.:
ἐγὼ γάρ εἰμι πτωχός;
Λάμ.:
ἀλλὰ τίς γὰρ εἶ;
Δικ.:
ὅστις; πολίτης χρηστός, οὐ σπουδαρχίδης, 595
ἀλλ᾽ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, στρατωνίδης,
σὺ δ᾽ ἐξ ὅτου περ ὁ πόλεμος, μισθαρχίδης.
Λάμ.:
ἐχειροτόνησαν γάρ με --
Δικ.:
κόκκυγές γε τρεῖς.
ταῦτ᾽ οὖν ἐγὼ βδελυττόμενος ἐσπεισάμην,
ὁρῶν πολιοὺς μὲν ἄνδρας ἐν ταῖς τάξεσιν, 600
νεανίας δ᾽ οἵους σὺ διαδεδρακότας,
τοὺς μὲν ἐπὶ Θρᾴκης μισθοφοροῦντας τρεῖς δραχμάς,
Τεισαμενοφαινίππους Πανουργιππαρχίδας,
ἑτέρους δὲ παρὰ Χάρητι τοὺς δ᾽ ἐν Χάοσιν,
Γερητοθεοδώρους Διομειαλαζόνας, 605
τοὺς δ᾽ ἐν Καμαρίνῃ κἀν Γέλα κἀν Καταγέλᾳ.
Λάμ.:
ἐχειροτονήθησαν γάρ.
Δικ.:
αἴτιον δὲ τί
ὑμᾶς μὲν ἀεὶ μισθοφορεῖν ἁμῃγέπῃ,
τωνδὶ δὲ μηδέν᾽; ἐτεὸν ὦ Μαριλάδη
ἤδη πεπρέσβευκας σὺ πολιὸς ὢν ἓν ἢ; 610
ἀνένευσε· καίτοι γ᾽ ἐστὶ σώφρων κἀργάτης.
τί δαὶ Δράκυλλος ἢ Εὐφορίδης ἢ Πρινίδης;
εἶδέν τις ὑμῶν τἀκβάταν᾽ ἢ τοὺς Χάονας;
οὔ φασιν. ἀλλ᾽ ὁ Κοισύρας καὶ Λάμαχος,
οἷς ὑπ᾽ ἐράνου τε καὶ χρεῶν πρώην ποτέ, 615
ὥσπερ ἀπόνιπτρον ἐκχέοντες ἑσπέρας,
ἅπαντες ᾽ἐξίστω᾽ παρῄνουν οἱ φίλοι.
Λάμ.:
ὦ δημοκρατία ταῦτα δῆτ᾽ ἀνασχετά;
Δικ.:
οὐ δῆτ᾽ ἐὰν μὴ μισθοφορῇ γε Λάμαχος.
.
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
Λάμαχος
απο που κραυγη ακουσα πολεμιστηρια;
που πρεπει να βοηθησω;που φασαρια μαχης να χωσω;
ποιος τη Γοργονα εξαγριωσε απ'την ασπιδα;
Δικ.:
ω Λαμαχε ηρωα των λοφων και των λοχων 575
Ἡμιχόριον Α
ω Λαμαχε,δεν ειν'αυτος ο ανθρωπος π'απο καιρο
ολην μας τη πολη με θορυβο;
Λάμ.:
ε! συ τολμας φτωχος οντας να λες αυτα;
Δικ.:
ω Λαμαχε ηρωα,αλλα συγχωρα με,
αν και φτωχος οντας να μη βαζω γλωσσα μεσα μου 580
Λάμ.:
τι'πες για μας,δεν λες;
Δικ.:
δεν ξερω πως να πω.
ο τρομος των οπλων με ζαλισε.
αλλα σε ικετευω παρεμερισ'απο με τη μορμονα το τερας
Λάμ.:
να δες την πηρα
Δικ.:
παρατησε την τωρα αναποδα να μην την βλεπω
Λάμ.:
ετσι ειναι
Δικ.:
δωσ'μου απ' το κρανος το φτερο
Λάμ.:
να το πουπουλο 585
Δικ.:
το κεφαλι μου τωρα πιασε,
για να κανω εμετο.μ'αηδιαζουν τα λοφια
Λάμ.:
ε! συ τι κανεις;με το φτερο θελεις να κανεις εμετο;
το φτερο ειναι του...
Δικ.:
πεσ'μου ποιανου καποτε
πουλιου ειναι;μηπως κομπαστηφλυαροπουλιου;
Λάμ.:
αλλιμονο θα πεθανεις 590
Δικ.:
καθολου θα λεγα ω Λαμαχε
γιατι το θαρρος δεν εχεις.αν θαρραλεος εισαι,
γιατι δεν μ'απεψωλιασες;αν κι αρματωμενος εισαι
Λάμ.:
τετοια συ τολμας να λες στον στρατηγο φτωχος οντας;
Δικ.:
εγω'μαι λοιπον φτωχος;
Λάμ.:
αλλα ποιος λοιπον εισαι;
Δικ.:
αυτος ειμαι,πολιτης ωφελιμος,οχι θεσιτης 595
αλλ'αφ'οτου εγινε πολεμος,εφ'οπλω στρατιτης,
συ δ'αφ'οτου εγινε πολεμος,μισθοτρωκτιτης
Λάμ.:
γιατι μ'εκλεξαν
Δικ.:
τρεις κι ο κουκος.
γι'αυτα λοιπον εγω αηδιασμενος εκλεισα ειρηνη,
βλεποντας ασπρομαλληδες αντρες στα εμπροσθεν 600
και νεαρους ομοιους με σενα στα μετοπισθεν να ξεφευγουν
αυτους που στη Θρακη μισθοφορουντες γενναιως μισθους,
τους Τεισαμενοφαινίππες τους Πανουργιππαρχίδες,
αλλους στον Χαρητα αλλους στους Χαονες
τους Γερητοθεοδώρους τους Διομειαλαζόνας, 605
αυτους απ'τη Καμαρινα και τη Γελα και τη Καταγελα
Λάμ.:
γιατι εκλεχτηκαν
Δικ.:
ποιος ειν' ο λογος,δεν το καταλαβα ποτε,
εσεις παντα να πληρωνεστε μιστους με καθε τροπο,
κι αυτοι τιποτα;αληθεια Μαριλαδη Καβουνοσκονε Αχαρνη
εχεις γινεις πρεσβης ποτε ως τωρα π'ασπρισες;610
εκανε νευμα οχι.αν κι ειναι φρονιμος κι εργατικος.
αληθεια ποιος ο Δρακυλλος ο Καρβουνιαρης η' ο Ευφοριδης η' ο Πρινονιδης
ειδε καποιος απο σας τα Εκβατανα η' τους Χαονες;
οχι λενε.αλλ'ο Κοισυρας κι ο Λαμαχος
που τους ερανους τρωνε και τα χρεη δεν γυρνανε πρωτοι παντου και παντα,615
οπως αποπλυματα χυμενα τ'απογευματα,
ολοι παραμεριζουν να τους αποφυγουν οι φιλοι
Λάμ.:
ω δημοκρατια αυτα πως αληθεια τ'ανεχεσαι;
Δικ.:
αληθεια οχι αν δε λαμβανει μιστους βεβαια ο Λαμαχος
.
.
Σχολια:
.Λαμαχος(;470-414 π.Χ.), Αθηναιος στρατηγος ,ενας απο τους αρχηγους της Αθηναικης
ναυτικης δυναμης κατα την Σικελικη Εκστρατεια,σκοτωθηκε το 414 π.Χ στη μαχη των
με τους Συρακουσιους,κατα τους αρχαιους συγγραφεις ηταν γενναιος στρατηγος,
ο Αριστοφανης τον διακωμωδισε σκληρα στις κωμωδιες του Αχαρνης ,Ειρηνη και
Βατραχους,τον θεωρουσε φανατικο φιλοπολεμο και αντιειρηνιστη,πολεμοκαπηλο,εκανε
λογοπαιγνιο με το ονομα του:Λαμαχος/Κλαυσιμαχος,τον απεκαλεσε υποτιμητικα και
Λαμαχιππιον δηλαδη μικρον ιππεα[Αχαρνης ,στ.1207]
στους Βατραχους,στ.1039, μετα τον θανατο του τον ονομαζει ηρωα:
Αἰσχύλος
ἀλλ᾽ ἄλλους τοι πολλοὺς ἀγαθούς, ὧν ἦν καὶ Λάμαχος ἥρως
.Χαονες ,λαος της Θεσπρωτιας Ηπειρου
.Τεισαμενοφαινίππους Πανουργιππαρχίδας,
ἑτέρους δὲ παρὰ Χάρητι τοὺς δ᾽ ἐν Χάοσιν,
Γερητοθεοδώρους Διομειαλαζόνας,
ο Αριστοφανης εδω διακωμωδει σαν πανουργους πονηρους αμαθεις κι αλλαζονες
τον Τεισαμενον,τον Φαινιππο,τον Ιππαρχιδη,τον Χαρη,τον Γερητα,τον Θεοδωρο τον
Διομεα
.Δομεια ,κωμοπολη της Αττικης
.Καμαρινη,Γελα πολεις της Κατω Ιταλιας
.Καταγελα,λογοπαιγνιο με τη Γελα
.Μαριλαδης,απο τη μαριλη,οτι το αμαυρον πυρ δηλοι,το καρβουνο,την καρβουνοσκονη
.Πρινιδης,λογοπαιγνιο απο τον πρινο που χρησιμοποιουσαν για παρασκευη καρβουνο
.Κοισυρα,πλουσια κι ευγενης Αθηναια,μητερα του Μεγακλη και συζυγος του Πεισιστρατου
.
.
.
Diarthrosis Διαρθρωσεις-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c. n. couvelis
Περί του Ζηνωνος του Ελεατη-χ.ν.κουβελης
το "εν τω παν" του Παρμενιδη τη διδασκαλία επρεπε να υποστηρίξει,πολλοί ήταν αυτοί
στην Αθήνα να την περιγελουσουν, διαλεκτικα θα τους αντιμετώπιζε, θα επικαλουνταν
την πολλαπλοτητα του κόσμου, του χώρου και του χρόνου, κι αυτός σταθερός νηφαλια
επιστημονικος θα τους οδηγούσε σίγουροτατα σε άτοπο, ένα κι ένα πλήρως συγκροτημενα
τα παραδοξα του, κύριοι δεν υπάρχει κίνηση, για να πας από το α στο β θα πρέπει να
περάσεις από το μέσο του αβ, εν συνεχεία από το μέσο του αβ και β, και έτσι επ'απειρον,
ούτε φυσικά ο ωκυπους Αχιλλέας θα φτάσει την προπορευομενη αργή χελώνα, αν στην
αρχή του αγώνα δρόμου η χελώνα είναι 10μ μπροστά κι ο Αχιλλεας είναι 10 φορές
ταχύτερος απ'αυτη τότε αν τρέξει 10μ η χελώνα θα διανύσει 1μ,αν τρέξει το 1μ τότε η
χελώνα θα είναι μπροστά 10εκ,αν τρέξει τα 10εκ η χελώνα πάλι θα είναι μπροστά 1εκ,
κι έτσι, θα καταλάβουν, πως τρέχοντας επ'απειρον ο Αχιλλέας πάντα θα βρίσκεται πίσω
απ'τη χελώνα,δεν θα σταματούσε σ'αυτα τα δύο, θα ακολουθουσαν ο οιστος,το βέλος,
και το στάδιο, κι άλλα το σύνολον 40 και πλέον,αν κύριοι θεωρείτε τον χρόνο πολλα-
πλοτητα διαιρεμενο σε χρονικές στιγμές χωρίς εύρος,το βέλος ομως για να κινηθεί θέλει
λόγω της διάστασης του πολύ μεγαλύτερο χρόνο από τον μηδενικό χρόνο της στιγμής,
επομένως δεν κινείται, είναι ακίνητο, οταν τ'ακουσε αυτά τα παράδοξα ο Διογένης
σηκώθηκε και απλα περπατησε,αυτό το αναφέρει ο Σιμπλικιος ένας νεοπλατωνικος
φιλόσοφος του 6ου αιώνα μ. Χ στην Αθήνα, κάποιοι άλλοι είπαν πως έτρεξε κι έπιασε
μια κότα κι άλλοι πως πηρε ένα τόξο κι ως επίδεξιος τοξοβολος σε αθλητικους αγώνες
τεντωνοντας το πέταξε πέρα το βέλος,αργότερα ο Αρχιμηδης ασχολουμενος με τις
απειρες αριθμοσειρες βρηκε πως η απειροσειρά 1/2 + 1/4 +1/8 +1/16 +... είναι
συγκλινουσα με όριο το 1,ετσι ο Αχιλλέας θα έφτανε τη χελώνα, επίσης ο Betrand Russell
είπε πως ο Αχιλλέας θα περάσει από όλα τα διαστήματα που θα περάσει και η χελώνα συν
ένα παραπάνω όταν θα τη φτάσει, ένα καινούργιο παράδοξο, αυτό λύθηκε,σύμφωνα με τη
θεωρία των συνόλων του Cantor,τα άπειρα υποσυνολα απειρων συνολων είναι ισοδύναμα,
έχουν τον ίδιο πληθικο αριθμό, κι ακόμα τον 20 αιώνα η κβαντική φυσική θεωρεί το μήκος
κβαντωμενο με ελάχιστο όριο μήκους τη σταθερά του Planck 1.616x10 εις την - 35,
το οποίο μηκος διαστηματος φυσικά η χελώνα θα βρει πρώτη στο δρόμο της και σ'αυτο
κατά συνέπεια θα την φτάσει και θα την προσπεράσει ο Αχιλλέας,ολ' αυτά βέβαια τα
αγνοουσε ο ευφυής Ζηνων ο Ελεατης , συνεπής φιλόσοφος και πιστός μαθητής του
Παρμενιδη, εν τω παν στο τέλειο και αδιαιρετο Σφαιρο του,
υστερογραφο:
ο Διογένης ο Λαερτιος (3ος αιώνας μ.Χ) στο έργο του:
Βίοι καὶ γνῶμαι τῶν ἐν φιλοσοφίᾳ εὐδοκιμησάντων, βιβλίο θ' γραφει:
Ὁ δὴ Ζήνων διακήκοε Παρμενίδου καὶ γέγονεν αὐτοῦ παιδικά. καὶ εὐμήκης ἦν, καθά φησι
Πλάτων ἐν τῷ Παρμενίδῃ, ὁ δ' αὐτὸς ἐν τῷ Σοφιστῇ <καὶ ἐν τῷ Φαίδρῳ αὐτοῦ μέμνηται>
καὶ Ἐλεατικὸν Παλαμήδην αὐτὸν καλεῖ. φησὶ δ' Ἀριστοτέλης εὑρετὴν αὐτὸν γενέσθαι
διαλεκτικῆς, ὥσπερ Ἐμπεδοκλέα ῥητορικῆς.
(ο Ζηνων είχε ακούσει τον Παρμενιδη και αυτόν τον Ζηνωνα θυμάται ο Πλάτων στους
διαλόγους του Παρμενιδης, Σοφιστης και στον Φαιδρο, και τον αποκαλεί Ελεατικον
Παλαμηδην δια το ευφευρετικον του, ο δε Αριστοτέλης τον λέει ευρετην της διαλεκτικης)
26 Γέγονε δὲ ἀνὴρ γενναιότατος καὶ ἐν φιλοσοφίᾳ καὶ ἐν πολιτείᾳ· φέρεται γοῦν αὐτοῦ
βιβλία πολλῆς συνέσεως γέμοντα. καθελεῖν δὲ θελήσας Νέαρχον τὸν τύραννον-οἱ δὲ
Διομέδοντα-συνελήφθη, καθά φησιν Ἡρακλείδης ἐν τῇ Σατύρου ἐπιτομῇ. ὅτε καὶ
ἐξεταζόμενος τοὺς συνειδότας καὶ περὶ τῶν ὅπλων ὧν ἦγεν εἰς Λιπάραν, πάντας ἐμήνυσεν
αὐτοῦ τοὺς φίλους, βουλόμενος αὐτὸν ἔρημον καταστῆσαι· εἶτα περί τινων εἰπεῖν ἔχειν
τινα <ἔφη> αὐτῷ πρὸς τὸ οὖς καὶ δακὼν οὐκ ἀνῆκεν ἕως ἀπεκεντήθη, ταὐτὸν Ἀριστογείτονι
τῷ τυραννοκτόνῳ παθών.
(ήταν γενναιοτατος και στη φιλοσοφία και στη πολιτικη, θέλησε να ρίξει τον τυραννο
Νεαρχο η' τον Διομεδοντα, κατά τον Ηρακλειδης (τον Λέμβο περιπατητικο φιλοσοφο, 2ος
αιώνας π.Χ) στην του Σατυρου επιτομή του, τον έπιασαν και τον ανεκριναν για τους
τους συντρόφους και για τα όπλα που μετεφερε στη Λιπαρα, τους μαρτυρισε όλους
για να τον παρατησουν ησυχο, έπειτα είπε στον Νεαρχο πως έχει να του πει κάποιον
στ'αυτι και του το δαγκωσε και τον σκότωσαν, το ίδιο με τον τυραννοκτονο Αριστογειτονα
παθαινοντας)
27 Δημήτριος δέ φησιν ἐν τοῖς Ὁμωνύμοις τὸν μυκτῆρα αὐτὸν ἀποτραγεῖν. Ἀντισθένης δὲ
ἐν ταῖς Διαδοχαῖς φησι μετὰ τὸ μηνῦσαι τοὺς φίλους ἐρωτηθῆναι πρὸς τοῦ τυράννου εἴ τις
ἄλλος εἴη· τὸν δ' εἰπεῖν, "σὺ ὁ τῆς πόλεως ἀλιτήριος." πρός τε τοὺς παρεστῶτας φάναι·
"θαυμάζω ὑμῶν τὴν δειλίαν, εἰ τούτων ἕνεκεν ὧν νῦν ἐγὼ ὑπομένω, δουλεύετε τῷ
τυράννῳ·" καὶ τέλος ἀποτραγόντα τὴν γλῶτταν προσπτύσαι αὐτῷ· τοὺς δὲ πολίτας
παρορμηθέντας αὐτίκα τὸν τύραννον καταλεῦσαι. ταὐτὰ δὲ σχεδὸν οἱ πλείους λαλοῦσιν.
Ἕρμιππος δέ φησιν εἰς ὅλμον αὐτὸν βληθῆναι καὶ κατακοπῆναι.
(ο δε Δημητριος[ο Μαγνησιος ]στους Ομωνυμους λέει πως του'κοψε τη μύτη, ο Αντίσθενης
[ο κυνικος φιλοσοφος]στις Διαδοχαις του λέει πως όταν τον ρώτησε αν ειναι και καποιος
άλλος είπε "συ, της πόλης ο καταστροφεας" και προς τους παραβρισκομενους ειπε:
"απορώ με τη δειλια σας, αν εγώ ενεκα αυτών τώρα υποφέρω, εσείς δουλεύετε στον
τυραννο" και τελος κόβοντας τη γλώσσα του την έφτυσε καταπανω σ'αυτον, τότε οι
πολίτες παρορμηθεντες αμεσως τον τυραννο λιθοβολησαν, αυτά σχεδόν οι
περισσότεροι λένε, ο δε Ερμιππος(ο Σμυρναιος περιπατητικος φιλόσοφος, 2ος αιώνας π Χ)
λέει πως σε μυλοπέτρα τον πέταξαν και τον κατακοψαν)
-επίσης ο Αριστοτέλης στα Φυσικά του,Φυσικής Ακροάσεως,βιβλιο 6,κεφαλαιο 9, ανα-
φερεται στον Ζηνωνα τον Έλεατη:
Ζήνων δὲ παραλογίζεται· εἰ γὰρ αἰεί, φησίν, ἠρεμεῖ πᾶν [ἢ κινεῖται] ὅταν ᾖ κατὰ τὸ ἴσον,
ἔστιν δ' αἰεὶ τὸ φερόμενον ἐν τῷ νῦν, ἀκίνητον τὴν φερομένην εἶναι ὀϊστόν. τοῦτο δ' ἐστὶ
ψεῦδος· οὐ γὰρ σύγκειται ὁ χρόνος ἐκ τῶν νῦν τῶν ἀδιαιρέτων, ὥσπερ οὐδ' ἄλλο μέγεθος
οὐδέν.
τέτταρες δ' εἰσὶν οἱ λόγοι περὶ κινήσεως Ζήνωνος οἱ παρέχοντες τὰς δυσκολίας τοῖς λύουσιν,
πρῶτος μὲν ὁ περὶ τοῦ μὴ κινεῖσθαι διὰ τὸ πρότερον εἰς τὸ ἥμισυ δεῖν ἀφικέσθαι τὸ φερόμενον
ἢ πρὸς τὸ τέλος, περὶ οὗ διείλομεν ἐν τοῖς πρότερον λόγοις.
δεύτερος δ' ὁ καλούμενος Ἀχιλλεύς· ἔστι δ' οὗτος, ὅτι τὸ βραδύτατον οὐδέποτε καταληφθή-
σεται θέον ὑπὸ τοῦ ταχίστου· ἔμπροσθεν γὰρ ἀναγκαῖον ἐλθεῖν τὸ διῶκον ὅθεν ὥρμησεν
τὸ φεῦγον, ὥστε ἀεί τι προέχειν ἀναγκαῖον τὸ βραδύτερον. ἔστιν δὲ καὶ οὗτος ὁ αὐτὸς λόγος
τῷ διχοτομεῖν, διαφέρει δ' ἐν τῷ διαιρεῖν μὴ δίχα τὸ προσλαμβανόμενον μέγεθος. τὸ μὲν οὖν
μὴ καταλαμβάνε σθαι τὸ βραδύτερον συμβέβηκεν ἐκ τοῦ λόγου, γίγνεται δὲ παρὰ ταὐτὸ τῇ
διχοτομίᾳ (ἐν ἀμφοτέροις γὰρ συμβαίνει μὴ ἀφικνεῖσθαι πρὸς τὸ πέρας διαιρουμένου πως τοῦ μεγέθους· ἀλλὰ πρόσκειται ἐν τούτῳ ὅτι οὐδὲ τὸ τάχιστον τετραγῳδημένον ἐν τῷ διώκειν τὸ βραδύτατον), ὥστ' ἀνάγκη καὶ τὴν λύσιν εἶναι τὴν αὐτήν. τὸ δ' ἀξιοῦν ὅτι τὸ προέχον οὐ καταλαμβάνεται, ψεῦδος· ὅτε γὰρ προέχει, οὐ καταλαμβάνεται· ἀλλ' ὅμως καταλαμβάνεται,
εἴπερ δώσει διεξιέναι τὴν πεπερασμένην. οὗτοι μὲν οὖν οἱ δύο λόγοι,
τρίτος δ' ὁ νῦν ῥηθείς, ὅτι ἡ ὀϊστὸς φερομένη ἕστηκεν. συμβαίνει δὲ παρὰ τὸ λαμβάνειν τὸν
χρόνον συγκεῖσθαι ἐκ τῶν νῦν· μὴ διδομένου γὰρ τούτου οὐκ ἔσται ὁ συλλογισμός.
τέταρτος δ' ὁ περὶ τῶν ἐν τῷ σταδίῳ κινουμένων ἐξ ἐναντίας ἴσων ὄγκων παρ' ἴσους, τῶν μὲν
ἀπὸ τέλους τοῦ σταδίου τῶν δ' ἀπὸ μέσου, ἴσῳ τάχει, ἐν ᾧ συμβαίνειν [240a] οἴεται ἴσον εἶναι
χρόνον τῷ διπλασίῳ τὸν ἥμισυν. ἔστι δ' ὁ παραλογισμὸς ἐν τῷ τὸ μὲν παρὰ κινούμενον τὸ δὲ
παρ' ἠρεμοῦν τὸ ἴσον μέγεθος ἀξιοῦν τῷ ἴσῳ τάχει τὸν ἴσον φέρεσθαι χρόνον· τοῦτο δ' ἐστὶ
ψεῦδος. οἷον ἔστωσαν οἱ ἑστῶτες ἴσοι ὄγκοι ἐφ' ὧν τὰ ΑΑ, οἱ δ' ἐφ' ὧν τὰ ΒΒ ἀρχόμενοι ἀπὸ
τοῦ μέσου, ἴσοι τὸν ἀριθμὸν τούτοις ὄντες καὶ τὸ μέγεθος, οἱ δ' ἐφ' ὧν τὰ ΓΓ ἀπὸ τοῦ ἐσχάτου,
ἴσοι τὸν ἀριθμὸν ὄντες τούτοις καὶ τὸ μέγεθος, καὶ ἰσοταχεῖς τοῖς Β. συμβαίνει δὴ τὸ πρῶτον Β
ἅμα ἐπὶ τῷ ἐσχάτῳ εἶναι καὶ τὸ πρῶτον Γ, παρ' ἄλληλα κινουμένων.
συμβαίνει δὲ τὸ Γ παρὰ πάντα [τὰ Β] διεξεληλυθέναι, τὸ δὲ Β παρὰ τὰ ἡμίση· ὥστε ἥμισυν
εἶναι τὸν χρόνον· ἴσον γὰρ ἑκάτερόν ἐστιν παρ' ἕκαστον. ἅμα δὲ συμβαίνει τὸ πρῶτον Β παρὰ
πάντα τὰ Γ παρεληλυθέναι· ἅμα γὰρ ἔσται τὸ πρῶτον Γ καὶ τὸ πρῶτον Β ἐπὶ τοῖς ἐναντίοις
ἐσχάτοις, [ἴσον χρόνον παρ' ἕκαστον γιγνόμενον τῶν Β ὅσον περ τῶν Α, ὥς φησιν,] διὰ τὸ
ἀμφότερα ἴσον χρόνον παρὰ τὰ Α γίγνεσθαι. ὁ μὲν οὖν λόγος οὗτός ἐστιν, συμβαίνει δὲ παρὰ
τὸ εἰρημένον ψεῦδος.
οὐδὲ δὴ κατὰ τὴν ἐν τῇ ἀντιφάσει μεταβολὴν οὐθὲν ἡμῖν ἔσται ἀδύνατον, οἷον εἰ ἐκ τοῦ μὴ
λευκοῦ εἰς τὸ λευκὸν μετα βάλλει καὶ ἐν μηδετέρῳ ἐστίν, ὡς ἄρα οὔτε λευκὸν ἔσται οὔτε οὐ
λευκόν· οὐ γὰρ εἰ μὴ ὅλον ἐν ὁποτερῳοῦν ἐστιν, οὐ λεχθήσεται λευκὸν ἢ οὐ λευκόν· λευκὸν
γὰρ λέγομεν ἢ οὐ λευκὸν οὐ τῷ ὅλον εἶναι τοιοῦτον, ἀλλὰ τῷ τὰ πλεῖστα ἢ τὰ κυριώτατα μέρη·
οὐ ταὐτὸ δ' ἐστὶν μὴ εἶναί τε ἐν τούτῳ καὶ μὴ εἶναι ἐν τούτῳ ὅλον. ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τοῦ ὄντος
καὶ ἐπὶ τοῦ μὴ ὄντος καὶ τῶν ἄλλων τῶν κατ' ἀντίφασιν· ἔσται μὲν γὰρ ἐξ ἀνάγκης ἐν θατέρῳ
τῶν ἀντικειμένων, ἐν οὐδετέρῳ δ' ὅλον αἰεί.
πάλιν δ' ἐπὶ τοῦ κύκλου καὶ ἐπὶ τῆς σφαίρας καὶ ὅλως τῶν ἐν αὑτοῖς κινουμένων, ὅτι συμβή-
σεται αὐτὰ ἠρεμεῖν· ἐν γὰρ τῷ αὐτῷ τόπῳ χρόνον τινὰ ἔσται καὶ αὐτὰ καὶ τὰ μέρη, ὥστε
ἠρεμήσει ἅμα καὶ κινήσεται. πρῶτον μὲν γὰρ τὰ μέρη οὐκ ἔστιν ἐν τῷ αὐτῷ οὐθένα χρό
[240b] νον, εἶτα καὶ τὸ ὅλον μεταβάλλει αἰεὶ εἰς ἕτερον· οὐ γὰρ ἡ αὐτή ἐστιν ἡ ἀπὸ τοῦ Α λαμβανομένη περιφέρεια καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ Β καὶ τοῦ Γ καὶ τῶν ἄλλων ἑκάστου σημείων, πλὴν
ὡς ὁ μουσικὸς ἄνθρωπος καὶ ἄνθρωπος, ὅτι συμβέβηκεν. ὥστε μεταβάλλει αἰεὶ ἡ ἑτέρα εἰς
τὴν ἑτέραν, καὶ οὐδέποτε ἠρεμήσει. τὸν αὐτὸν δὲ τρόπον καὶ ἐπὶ τῆς σφαίρας καὶ ἐπὶ τῶν
ἄλλων τῶν ἐν αὑτοῖς κινουμένων.
.
.
.
Οδυσσεας και ο ασκος του Αιολου
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΙΟΛΟ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια κ',στιχοι 56-69
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ἔνθα δ' ἐπ' ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ' ὕδωρ·
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ' ἐπασσάμεθ' ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τότ' ἐγὼ κήρυκά τ' ὀπασσάμενος καὶ ἑταῖρον,
βῆν εἰς Αἰόλοο κλυτὰ δώματα· τὸν δ' ἐκίχανον 60
δαινύμενον παρὰ ᾗ τ' ἀλόχῳ καὶ οἷσι τέκεσσιν.
ἐλθόντες δ' ἐς δῶμα παρὰ σταθμοῖσιν ἐπ' οὐδοῦ
ἑζόμεθ'· οἱ δ' ἀνὰ θυμὸν ἐθάμβεον ἔκ τ' ἐρέοντο·
«πῶς ἦλθες, Ὀδυσεῦ; τίς τοι κακὸς ἔχραε δαίμων;
ἦ μέν σ' ἐνδυκέως ἀπεπέμπομεν, ὄφρα ἵκοιο
πατρίδα σὴν καὶ δῶμα, καὶ εἴ πού τοι φίλον ἐστίν.»
ὣς φάσαν· αὐτὰρ ἐγὼ μετεφώνεον ἀχνύμενος κῆρ·
«ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ πρὸς τοῖσί τε ὕπνος
σχέτλιος. ἀλλ' ἀκέσασθε, φίλοι· δύναμις γὰρ ἐν ὑμῖν.
.
.
απο'κει στη στερια πατησαμε και αντλησαμε νερο
αμεσως δειπνο στρωσαν κοντα στα γρηγορα καραβια οι συντροφοι.
αλλ'ομως αφου φαγητου γευτηκαμε και μαζι πιοτου,
εκει τοτ'εγω κηρυκα πηρ'ακολουθο κι ενα συντροφο,
βαδισαμε στου Αιολου τα ονομαστα παλατια,κι αυτον τον τυχαμε 60
να τρωει μαζι με τη συντροφο στο κρεββατι και τα τεκνα του.
αφου ηρθαμε στο παλατι κοντα στους παραστατες στο κατωφλι
καθισαμε.αυτοι δε ξαφνιαστηκαν και μ'ερωτησαν.
''πως ηρθες,Οδυσσεα;ποιος σε σε κακος επετεθηκε δαιμονας;
αφου σε με την καρδια μας αποπεμπσαμε,για να φτασεις
στη πατριδα σου και στο σπιτι,κι εκει οπου σε σε αρεστο'ναι;''
ετσ'ειπαν.τοτ'εκει εγω αποκριθηκα βαριοκαρδισμενος.
''μ'εβλαψαν κι απερισκεπτοι συντροφοι κακοι μαζι σ'αυτους κι υπνος
ολεθριος,αλλ'επανορθωστε,φιλοι.γιατι η δυναμις σε σας
.
.
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΙΟΛΟ-χ.ν.κουβελης
τι ανοητοι,τι πονηροι,παντα στο μυαλο τους μηπως τους ερριξα στη μοιρασια,
μην δεν πηραμε τα ισα,εγω τους τιμησα σαν συντροφους,τους νοιαστηκα,
πασχισα να επιστρεψουμε στα σπιτια μας,ολοι,μηδενος εξαιρουμενου,
κι αυτοι ανθρωποι απερισκεπτοι,αφρονες,ετσι με πληρωσαν,με ολεθρο,
βεβαια κι αυτοι η νηπιοι χαθηκαν,απολεσθηκαν,πνιγηκαν στα θεορατα κυματα,
κι ισως τοτε να καταλαβαν τι κακος συμβουλος ητανε η ζηλοφθονια τους,
μην κραταω κατι για μενα κι αυτοι το στερηθουν κι ανοιξαν τον ασκο του Αιολου,
και τοτε καρυδοτσουφλο στους αγριους ανεμους ερμαιο το καραβι,τα πανια
σχιστηκαν και το τιμονι εσπασε κι η πρυμνη ραγισε και τα νερα ορμησαν μεσα
και μας βουλιαξαν αυτανδρους ,τωρα δικαιοσυνη,ηταν καλα κι αφρονα παιδια
οι συντροφοι
.
.
.
κεφαλι αλογου horse's head-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τ'ΑΛΟΓΑ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια ψ',στιχοι 271-304,351-373]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
στῆ δ' ὀρθὸς καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν· 271
Ἀτρεΐδη τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ
ἱππῆας τάδ' ἄεθλα δεδεγμένα κεῖτ' ἐν ἀγῶνι.
εἰ μὲν νῦν ἐπὶ ἄλλῳ ἀεθλεύοιμεν Ἀχαιοὶ
ἦ τ' ἂν ἐγὼ τὰ πρῶτα λαβὼν κλισίην δὲ φεροίμην.
ἴστε γὰρ ὅσσον ἐμοὶ ἀρετῇ περιβάλλετον ἵπποι·
ἀθάνατοί τε γάρ εἰσι, Ποσειδάων δὲ πόρ' αὐτοὺς
πατρὶ ἐμῷ Πηλῆϊ, ὃ δ' αὖτ' ἐμοὶ ἐγγυάλιξεν.
ἀλλ' ἤτοι μὲν ἐγὼ μενέω καὶ μώνυχες ἵπποι·
τοίου γὰρ κλέος ἐσθλὸν ἀπώλεσαν ἡνιόχοιο 280
ἠπίου, ὅς σφωϊν μάλα πολλάκις ὑγρὸν ἔλαιον
χαιτάων κατέχευε λοέσσας ὕδατι λευκῷ.
τὸν τώ γ' ἑσταότες πενθείετον, οὔδεϊ δέ σφι
χαῖται ἐρηρέδαται, τὼ δ' ἕστατον ἀχνυμένω κῆρ.
ἄλλοι δὲ στέλλεσθε κατὰ στρατόν, ὅς τις Ἀχαιῶν
ἵπποισίν τε πέποιθε καὶ ἅρμασι κολλητοῖσιν.
Ὣς φάτο Πηλεΐδης, ταχέες δ' ἱππῆες ἄγερθεν.
ὦρτο πολὺ πρῶτος μὲν ἄναξ ἀνδρῶν Εὔμηλος
Ἀδμήτου φίλος υἱός, ὃς ἱπποσύνῃ ἐκέκαστο·
τῷ δ' ἐπὶ Τυδεΐδης ὦρτο κρατερὸς Διομήδης, 290
ἵππους δὲ Τρῳοὺς ὕπαγε ζυγόν, οὕς ποτ' ἀπηύρα
Αἰνείαν, ἀτὰρ αὐτὸν ὑπεξεσάωσεν Ἀπόλλων.
τῷ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδης ὦρτο ξανθὸς Μενέλαος
διογενής, ὑπὸ δὲ ζυγὸν ἤγαγεν ὠκέας ἵππους
Αἴθην τὴν Ἀγαμεμνονέην τὸν ἑόν τε Πόδαργον·
τὴν Ἀγαμέμνονι δῶκ' Ἀγχισιάδης Ἐχέπωλος
δῶρ', ἵνα μή οἱ ἕποιθ' ὑπὸ Ἴλιον ἠνεμόεσσαν,
ἀλλ' αὐτοῦ τέρποιτο μένων· μέγα γάρ οἱ ἔδωκε
Ζεὺς ἄφενος, ναῖεν δ' ὅ γ' ἐν εὐρυχόρῳ Σικυῶνι·
τὴν ὅ γ' ὑπὸ ζυγὸν ἦγε μέγα δρόμου ἰσχανόωσαν. 300
Ἀντίλοχος δὲ τέταρτος ἐΰτριχας ὁπλίσαθ' ἵππους,
Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ὑπερθύμοιο ἄνακτος
τοῦ Νηληϊάδαο· Πυλοιγενέες δέ οἱ ἵπποι
ὠκύποδες φέρον ἅρμα·
Μηριόνης δ' ἄρα πέμπτος ἐΰτριχας ὁπλίσαθ' ἵππους. 351
ἂν δ' ἔβαν ἐς δίφρους, ἐν δὲ κλήρους ἐβάλοντο·
πάλλ' Ἀχιλεύς, ἐκ δὲ κλῆρος θόρε Νεστορίδαο
Ἀντιλόχου· μετὰ τὸν δ' ἔλαχε κρείων Εὔμηλος·
τῷ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδης δουρὶ κλειτὸς Μενέλαος,
τῷ δ' ἐπὶ Μηριόνης λάχ' ἐλαυνέμεν· ὕστατος αὖτε
Τυδεΐδης ὄχ' ἄριστος ἐὼν λάχ' ἐλαυνέμεν ἵππους.
στὰν δὲ μεταστοιχί, σήμηνε δὲ τέρματ' Ἀχιλλεὺς
τηλόθεν ἐν λείῳ πεδίῳ· παρὰ δὲ σκοπὸν εἷσεν
ἀντίθεον Φοίνικα ὀπάονα πατρὸς ἑοῖο, 360
ὡς μεμνέῳτο δρόμους καὶ ἀληθείην ἀποείποι.
Οἳ δ' ἅμα πάντες ἐφ' ἵπποιιν μάστιγας ἄειραν,
πέπληγόν θ' ἱμᾶσιν, ὁμόκλησάν τ' ἐπέεσσιν
ἐσσυμένως· οἳ δ' ὦκα διέπρησσον πεδίοιο
νόσφι νεῶν ταχέως· ὑπὸ δὲ στέρνοισι κονίη
ἵστατ' ἀειρομένη ὥς τε νέφος ἠὲ θύελλα,
χαῖται δ' ἐῤῥώοντο μετὰ πνοιῇς ἀνέμοιο.
ἅρματα δ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο πουλυβοτείρῃ,
ἄλλοτε δ' ἀΐξασκε μετήορα· τοὶ δ' ἐλατῆρες
ἕστασαν ἐν δίφροισι, πάτασσε δὲ θυμὸς ἑκάστου 370
νίκης ἱεμένων· κέκλοντο δὲ οἷσιν ἕκαστος
ἵπποις, οἳ δ' ἐπέτοντο κονίοντες πεδίοιο
μεταφραση χ.ν.κουβελης
σταθηκ'ορθος και λογο στους Αργειους ειπε 271
και γιε τ'Ατρεα κι αλλοι ευκνημιδες Αχαιοι
των αλογων αυτα τα προσφερμενα επαθλα ειν'εδω στον αγωνα
αν τωρα για αλλον αγωνιζομασταν οι Αχαιοι
τοτ'εγω τα πρωτα λαμβανοντας στη σκηνη θα'φερνα
γιατι το ξερετε ποσον στο δικο μου χαρισμα ειναι φορεμενα τ'αλογα
γιατι κι αθανατα ειναι,ο Ποσειδωνας δ'εφερ'αυτα
στον πατερα μου στον Πηλεα,ο οποιος αυτα σε μενα εγχειρισε
αλλ'ομως εγω μενω στη θεση μου κι οι μονωνυχες ιπποι
γιατι τετοιον της δοξας αξιον εχασαν ηνιοχον 280
ηπιον,ο οποιος σ'αυτων παρα πολλες φορες υγρο λαδι
τις χαιτες εχυνε λουζοντας σε νερο καθαρο
αυτα γι'αυτον στεκονται και πενθουν,στο χωμα κατω
οι χαιτες τους αγγιζουν,γι'αυτον στεκουν με λυπημενη καρδια
οι αλλοι ετοιμασθητε στο στρατο οποιος ενας των Αχαιων
και στ'αλογα εμπιστευεται και στ'αρματα στα στερια κολλημενα
ετσι μιλησ' ο Πηλειδης κι οι ταχεις ιππεις σηκωθηκαν
ορθωθει πρωτος πρωτος ο αρχων ανδρων Ευμηλος
τ'Αδμητου ο αγαπητος γιος,που στην ιπποσυνη υπερειχε
σ'αυτον επειτα ο Τυδειδης ορθωθει κρατερος Διομηδης 290
π'αλογα της Τροιας εβαλε σε ζυγο,αυτα που καποτ'αρπαξε
απ'τον Αινεια,μετα αυτον απομακρυνοντας τον εσωσ'ο Απολλων
σ'αυτον τοτ'επειτα ο Ατρειδης ορθωθει ξανθος Μενελαος
ο θεογενης,σε ζυγο δ'εσυρε ταχεις ιππους
την Αιθην τ'Αγαμεμνονα και τον δικο του Ποδαγρον
αυτην στο Αγαμεμνονα εδωκ'ο Αγχισιαδης Εχεπωλος
δωρο,για να μη τον ακολουθησει κατ'απ'το Ιλιο τ'ανεμοδαρτο,
αλλ'αυτου στον τοπο του να τερπεται μενοντας,πολυ μεγαλη αφου σ'αυτον εδωκε
ο Ζευς αφθονια,κατοικουσε δ'αυτος μεσ'στην ευρυχωρη Σικεωνα
αυτην τοτ'αυτος σε ζυγο εσυρε για πολυ μεγαλο δρομο ασυγκρατητη 300
ο Αντιλοχος δε τεταρτος τους καλλοτριχους οπλισ'ιππους
του Νεστορα ο λαμπρος γιος του γενναιοψυχου αρχοντα
του Νηλεαδη,οι δ'ιπποι της Πυλου γενα
οι γρηγοροποδοι συραν τ'αρμα
ο Μηριονης δ'επειτα πεμπτος τους καλλοτριχους οπλισ'ιππους 351
τοτ'ανεβηκαν στ'αρματα,τους κληρους βαλοντας,
τους εσεισ'ο Αχιλεας,κι εξω ο κληρος πεταχτηκε του Νεστοριδη
Αντιλοχου,μετ'απ'αυτον ελαχε ο αρχων Ευμηλος
σ'αυτον τοτ'επειτα ο Ατρειδης στο δορι ξακουστος Μενελαος
σ'αυτον επειτα ο Μηριονης ελαχε να οδηγησει ,τελευταιος τοτε
ο Τυδειδης ολων ο αριστος οντας ελαχε να οδηγησει τ'αλογα
στεκονταν δε σε στοιχους,κι ο Αχιλλεας σημανε τα τερματα
περα μακρια στην ομαλη πεδιαδα,παρατηρητη εβαλε να καθισει
τον ισοθεο Φοινικα συντροφο του δικου του πατερα 360
για να τυπωσει στη μνημη τους δρομους και την αληθεια ανοιχτα να πει
αυτοι δε συναμα απαντες πανω στ'αλογα τα μαστιγια σηκωσαν
πληττωντας στους ιμαντες,και μαζι κραυγαζοντας τα φωναζαν
ορμητικα να τρεξουν,αυτα δε γρηγορα διαπερνουσαν στη πεδιαδα
παραμερα απ'τα καραβια με ταχυτητα,και κατ'απ'τα στερνα η σκονη
σηκωνονταν πανω κι οπως συννεφο η' θυελλα
οι χαιτες δε κυματιζαν μ'ορμη με τη πνοη τ'ανεμου
τ'αρματα δ'αλλοτε μεν στη γη κατω αγγιζαν στη πολυτροφα
αλλοτε δε πανω τιναζονταν μετεωρα,κι οι οδηγοι των αλογων
στεκονταν ορθοι στ'αρματα και δυνατα χτυπουσε καθενος η καρδια 370
τη νικη ποθωντας,και φωναζαν στους δικους τους καθενας
τους ιππους ,κι αυτοι πετουσαν σηκωνοντας σκονη στη πεδιαδα
.
.
.
Αριστοτελης χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
10 Κατηγοριαι:οὐσίαν,ποσὸν,ποιὸν,πρός τι,ποὺ,ποτὲ,κεῖσθαι,ἔχειν,ποιεῖν,πάσχειν
Αριστοτελους Λογικά ή Όργανον-Κατηγορίαι [Κεφαλαιον τεταρτον]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
Τῶν κατὰ μηδεμίαν συμπλοκὴν λεγομένων ἕκαστον ἤτοι οὐσίαν σημαίνει ἢ ποσὸν
ἢ ποιὸν ἢ πρός τι ἢ ποὺ ἢ ποτὲ ἢ κεῖσθαι ἢ ἔχειν ἢ ποιεῖν ἢ πάσχειν. ἔστι δὲ οὐσία
μὲν ὡς τύπῳ εἰπεῖν οἷον ἄνθρωπος, ἵππος· ποσὸν δὲ οἷον δίπηχυ, τρίπηχυ· ποιὸν
δὲ οἷον λευκόν, γραμματικόν· πρός τι δὲ [2a] οἷον διπλάσιον, ἥμισυ, μεῖζον· ποὺ
δὲ οἷον ἐν Λυκείῳ, ἐν ἀγορᾷ· ποτὲ δὲ οἷον χθές, πέρυσιν· κεῖσθαι δὲ οἷον
ἀνάκειται,κάθηται· ἔχειν δὲ οἷον ὑποδέδεται, ὥπλισται· ποιεῖν δὲ οἷον τέμνειν,
καίειν· πάσχειν δὲ οἷον τέμνεσθαι, καίεσθαι. ἕκαστον δὲ τῶν εἰρημένων αὐτὸ μὲν
καθ' αὑτὸ ἐν οὐδεμιᾷ καταφάσει λέγεται, τῇ δὲ πρὸς ἄλληλα τούτων συμπλοκῇ
κατάφασις γίγνεται· ἅπασα γὰρ δοκεῖ κατάφασις ἤτοι ἀληθὴς ἢ ψευδὴς εἶναι,
τῶν δὲ κατὰ μηδεμίαν συμπλοκὴν λεγομένων οὐδὲν οὔτε ἀληθὲς οὔτε ψεῦδός
ἐστιν, οἷον ἄνθρωπος, λευκόν, τρέχει, νικᾷ
απο τα χωρις καμια συνδεση λεγομενα καθενα ειτε ουσια σημαινει η' ποσον
η' ποιον η' προς κατι η' που η' ποτε η' κειται η' εχειν η' ποιειν η' πασχειν.
ειναι δε ουσια συνοπτικα μεν λεγοντας οπως ανθρωπος,ιππος.ποσον δε οπως
διπηχυ,τριπηχυ.ποιον δε οπως λευκον,γραμματικον.προς τι δε οπως διπλασιον,
ημισυ,μεγαλυτερο.που δε οπως στο Λυκειο,στην αγορα.ποτε δε οπως χθες,
περυσι.κειται δε οπως ξαπλωμενος,καθισμενος.εχειν δε οπως υποδημενος,οπλισμε-
νος.ποιειν δε οπως κοβει,καιει.πασχειν δε οπως κοβεται,καιεται.
καθενα δε απο αυτα που εχουν ειπωθει αυτο μεν καθ'αυτο για καμια καταφαση δεν
λεγεται,στη συνδεση αυτων του ενος με το αλλο καταφαση γινεται.επειδη καθε
καταφαση νομιζεται οτι ειτε αληθης η' ψευδης ειναι, απο τα χωρις καμια συνδεση
λεγομενα κανενα ουτε αληθες ουτε ψευδες ειναι,οπως ανθρωπος,λευκον,τρεχει,
νικα
.
.
.
Φερετιμη,Ηροδοτου Ιστοριαι βιβλιο δ' 162-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΦΥΓΗ ΚΑΙ Η ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΑΤΤΟΥ ΦΕΡΕΤΙΜΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΕΛΘΩΝ
ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ,ΒΙΒΛΙΟ Δ' ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ,162,2-162,5
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[4.162.2] Ἀρκεσίλεως γὰρ ὁ Βάττου τε τοῦ χωλοῦ καὶ Φερετίμης οὐκ ἔφη ἀνέξεσθαι κατὰ
τὰ ὁ Μαντινεὺς Δημῶναξ ἔταξε, ἀλλὰ ἀπαίτεε τὰ τῶν προγόνων γέρεα. ἐνθεῦτεν στασιάζων
ἑσσώθη καὶ ἔφυγε ἐς Σάμον, ἡ δὲ μήτηρ οἱ ἐς Σαλαμῖνα τῆς Κύπρου ἔφυγε.[4.162.3] τῆς δὲ
Σαλαμῖνος τοῦτον τὸν χρόνον ἐπεκράτεε Εὐέλθων, ὃς τὸ ἐν Δελφοῖσι θυμιητήριον, ἐὸν
ἀξιοθέητον ἀνέθηκε, τὸ ἐν τῷ Κορινθίων θησαυρῷ κέεται. ἀπικομένη δὲ παρὰ τοῦτον ἡ
Φερετίμη ἐδέετο στρατιῆς ἣ κατάξει σφέας ἐς τὴν Κυρήνην. [4.162.4] ὁ δὲ Εὐέλθων πᾶν
μᾶλλον ἢ στρατιήν οἱ ἐδίδου· ἣ δὲ λαμβάνουσα τὸ διδόμενον καλὸν μὲν ἔφη καὶ τοῦτο εἶναι,
κάλλιον δὲ ἐκεῖνο, τὸ δοῦναί οἱ δεομένῃ στρατιήν.[4.162.5] τοῦτο ἐπὶ παντὶ γὰρ τῷ διδομένῳ
ἔλεγε,τελευταῖόν οἱ ἐξέπεμψε δῶρον ὁ Εὐέλθων ἄτρακτον χρύσεον καὶ ἠλακάτην, προσῆν δε
καὶ εἴριον. ἐπειπάσης δὲ αὖτις τῆς Φερετίμης τὠυτὸ ἔπος, ὁ Εὐέλθων ἔφη τοιούτοισι γυναῖκας
δωρέεσθαι ἀλλ᾽ οὐ στρατιῇ.
[4.162.2]επειδη ο Αρκεσιλαος ο γιος και του Βαττου του κουτσου και της Φερετιμης δεν
ανεχονταν κατα πως ο Δημωνακτας απο τη Μαντινεια τα ρυθμισε,αλλ'απαιτουσε τα προ-
νομια των προγονων,απο'κει στασιαζοντας διασωθηκε και κατεφυγε στη Σαμο,η δε μητερα
του στη Σαλαμινα της Κυπρου κατεφυγε,[4.162.3] της Σαλαμινας τουτο το καιρο επικρατουσε
ο Ευελθων,ο οποιος το θυματηρι στους Δελφους,που'ναι αξιοθεατο αφιερωσε,αυτο που
στον θησαυρο των Κορινθιων βρισκεται,ερχομενη δε σ'αυτον η Φερετιμη ζητουσε ικε-
τευτικα για στρατο να συντριψει αυτους στη Κυρηνη,[4.162.4]ο δε Ευελθων τα παντα μαλλον
παρα στρατο της εδινε,αυτη δε παιρνωντας αυτο που δινονταν καλο μεν ελεγε και τουτο
ειναι,το πιο καλο δε εκεινο,να δωθει σ'αυτη ο ζητουμενος ικετευτικα στρατος,[4.162.5]επειδη
αυτο στο καθετι που δινονταν ελεγε,τελευταιο σ'αυτη εστειλε δωρο ο Ευελθων αδραχτι
χρυσο και ροκα,επι πλεον δε προσφερε και μαλλι,αφου ειπε παλι η Φερετιμη τα ιδια
λογια, ο Ευελθων ειπε τετοιου ειδους στις γυναικες να δωριζονται αλλ'οχι στρατος
.
.
Η ΦΥΓΗ ΚΑΙ Η ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΑΤΤΟΥ ΦΕΡΕΤΙΜΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΕΛΘΩΝ
ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
λια επιμονη αυτη η κυρια της Κυρηνης μητερα του Βαττου Αρκεσιλαου
σεβασμια δεν αντιλεγω η Φερετιμη,αλλ'οι καιροι πλεον αλλαζουν
πρεπει να ημεθα μαλλον διπλωματικωτεροι με τους εναντιον ισχυρους
εγω παραδειγμα εδω στη Σαλαμινα της Κυπρου ολιγον πως εμηδισα
κι εχω τωρα ιδικο μου νομισμα ,καποιαν τελοσπαντων ανεξαρτησια,
αλλως θα εκαταστραφομην,ολα μην τα θελουμε ιδικα μας,
περασαν ανεπιστρεπτι τα προνομια των προτερων και τα μεγαλεια
κι εγω,δεν λεγω,ημπορουσα να ζητουσα στρατο απο τους Ελληνες,
καποιοι θα μου εδιδαν αλληλεγγυην,και τι;τι περισοτερον θα εκερδιζα,
τωρα εχω την ησυχιαν μου φρονιμα πραττοντας κι εκεινο συμβουλευω τη βασιλισα
σοφα ο Δειμωνακτας απο τη Μαντινεια τους θεσπισε τους νομους
και τους ρυθμισε τα οικονομικα και τους μοιρασε τις περιουσιες στη Κυρηνη
μην αλλα θελουν,στρατους κι επαναστασεις κι αναστατωσεις
και βεβαια σεβομαι την Κυρηναια Φερετιμη και ερωνικα δεν φερομαι
να της προσφερω χρυσο αδραχτι και ροκα και για γνεσιμο μαλλι
καθως τετοια στις γυναικες ταιριαζουν απο τη φυση τους δωρα
παρα στρατοι και πολεμοι,καλλιον δεν ειναι να δινονται,
εως τεσσερους Βαττους και εως τεσσερους Αρκεσιλαους στη Κυρηνη
ανεχεται ο Απολλωνας δια πλεον μην μελλεται εκεινη
αν ομως αλλον καλλιτερο χρησμον ηθελεν ας αφιερωνε σ'εκεινον
στους Δελφους ενα τουλαχιστον αξιοθεατον θυμιατηρι
.
.
.
Peter Stein ,γερμανος; σκηνοθετης θεατρου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗΣ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΣΤΗΝ ΠΑΣΣΑΡΩΝΑ ΤΩΝ ΜΟΛΟΣΣΩΝ
ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ-χ.ν.κουβελης [μεταφραση χ.ν.κουβελης]
την τελευταια μερα των τριημερων επισημων εκδηλωσεων 1-2-3 Μαιου το 423 πΧ στην
Πασσαρωνα της Ηπειρου για τον εορτασμο της συναψης συμμαχιας του βασιλια των
Μολοσσων Θαρυπα με τους Αθηναιους ηταν η παρασταση της τραγωδιας του Ευριπιδη
Ανδρομαχης,
η πολις ηταν σημαιοστολισμενη,τα καταστηματα και τα κεντρα διασκεδασεων ανοιχτα,οι
δρομοι γεματοι κοσμο,λαμπρη πανηγυρικη ατμοσφαιρα,μεγα πληθος επισκεπτων,
το θεατρο,το απογευμα;καταμεστο,ολη η πολις παρουσα,παιδια με τους γονεις τους,η θεα
στη γυρω φυση απο τις εξεδρες καταπληκτικη,ενα δροσερο απαλο αερακι φυσουσε απο τα
βορειοδυτικα,
περιμεναν να βγει ο βασιλιας Θαρυπας για τον εναρκτηριο λογο της παραστασης,
οταν βγηκε ολοι οι θεατες σηκωθηκαν ορθιοι και χειροκροτησαν,εκεινος με μεγαλη ρητο-
ρεια μιλησε,περιτεχνος ο λογος του,απο τη μαθητεια του στην Αθηνα,η Αθηνα το κλεος
ολης της Ελλαδος,ο Μολοσσος ειναι ο γεναρχης τους,γιος της Ανδρομαχης και του Νεο-
πτολεμου,αναφερθηκε διεξοδικα στην υποθεση και τα μηνυματα της τραγωδιας και τονισε
ιδιαιτερως τη προσωπικη του φιλια με τον ποιητη Ευριπιδη,επισης τον ευχαριστησε που η
πρωτη διδασκαλια της τραγωδιας του Ανδρομαχη γινεται στη πολη τους και τελειωσε την
ομιλια του με τα δεινα του πολεμου κατανομαζοντας τους κυριους υπαιτιους,τους Σπαρ-
τιατες ,εχθρους των πλεον,
οι παντες χειροκροτησαν παραπεταμενα ,κι ενας πολυπληθης ομιλος,νεαρων κυριως, θεα-
των στο κεντρο του αμφιθεατρου ξεσπασε φωναζοντας ρυθμικα το συνθημα :
''Εξω οι Μενελαοι κι οι Ελενες Ερμιονες'' που δονησε ολοκληρο το θεατρο,
επεσε σιωπη,θα αρχιζε η θεατρικη παρασταση,στους θεατες επικρατουσε αμηχανια
και βαθεια περιεργεια,το θεατρο ηταν αγνωστο σ'αυτους και πρωτη φορα θα παρα-
κολουθουσαν τραγωδια,
ξαφνικα ακουστηκαν φοβερα βουητα απο αεροπλανα που βομβαρδιζαν και εκκοφαντι-
κοι κροτοι απο τις βομβες που εσκαγαν,και τρομερες φωνες ανθρωπων,γυναικες που
ουρλιαζαν και παιδια που εκλαιγαν,
απο τη σκηνη περασαν γυναικες αλαφιασμενες σερνοντας παιδια,ακουστηκε η κραυγη
''Εαλω η Πολις'',απο μια γυναικα στην αρχη κι υστερα απ'ολο το χορο μαζι των γυναικων,
τοτε μια γυναικα μεσα απο το πληθος των γυναικων ξεχωρισε,στραφηκε προς τους θεατες,
και με αργοσυρτη φωνη ακουστηκε να λεει:
Ἀσιάτιδος γῆς σχῆμα, Θηβαία πόλις,
ὅθεν ποθ' ἕδνων σὺν πολυχρύσῳ χλιδῇ
Πριάμου τύραννον ἑστίαν ἀφικόμην
δάμαρ δοθεῖσα παιδοποιὸς Ἕκτορι,
ζηλωτὸς ἔν γε τῷ πρὶν Ἀνδρομάχη χρόνῳ, 5
νῦν δ', εἴ τις ἄλλη, δυστυχεστάτη γυνή·
[ἐμοῦ πέφυκεν ἢ γενήσεταί ποτε]·
ἥτις πόσιν μὲν Ἕκτορ' ἐξ Ἀχιλλέως
θανόντ' ἐσεῖδον, παῖδά θ' ὃν τίκτω πόσει
ῥιφθέντα πύργων Ἀστυάνακτ' ἀπ' ὀρθίων, 10
ἐπεὶ τὸ Τροίας εἷλον Ἕλληνες πέδον·
της Ασιατικης γης κοσμημα,Θηβαια πολη,
απο'κει καποτε νυφη με πολυχρυση προικα
στου βασιλια Πριαμου εφθασα το σπιτι
γυναικα δωθηκα παιδια να κανω στον Εκτορα,
να την ζηλευουν η Ανδρομαχη ημουν στον περασμενο καιρο,5
τωρα,αλλη τετοια δεν ειναι,η πιο δυστυχη γυναικα
απο μενα να υπηρξε η' να γεννηθηκε ποτε
που τον αντρα μου Εκτορα απ'τον Αχιλλεα
σκοτωμενο αντικρυσα,και το παιδι που γεννω στον αντρα αυτο
ριγμενο τον Αστυανακτα απ'τους ψηλους πυργους 10
οταν της Τροιας πηραν οι Ελληνες την πεδιαδα
σταματησε,επεσε στα γονατα,αρπαξε τα μαγουλα της με τα δυο χερια,τα ξεσκισε
''τωρα απ'τη σκλαβα μανα θελουν ν'αρπαξουν το παιδι και να το σκοτωσουν''
ουρλιαξε
.
.
,
Ερωτας και Αφροδιτη Eros and Aphroditee-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Η ΤΑΠΕΙΝΗ ΑΦΟΡΜΗ ΕΝΟΣ ΕΙΔΥΛΛΙΟΥ ΣΤΟΝ ΘΕΟΚΡΙΤΟ ΤΟ 275 π.Χ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΕΠΙ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΥ Β' ΤΟΥ ΦΙΛΑΔΕΛΦΟΥ-χ.ν.κουβελης
ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ ΕΙΔΥΛΛΙΑ-XIX. ΚΗΡΙΟΚΛΕΠΤΗΣ [μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ-χ.ν.κουβελης
Θεόκριτος (Συρακούσες 315 π.Χ. - 260 π.Χ.),ποιητης της Ελληνιστικης εποχης,γεννηθηκε
στις Συρακουσες[;],εζησε στην Αλεξανδρεια επι βασιλιας Πτολεμαιου Β' του Φιλαδελφου,
εγραψε Βουκολικη ποιηση,Επιγραμματα,Επαινους[στον Πτολεμαιο Β',στον Ιερωνα Β ' τον
Συρακουσιο],Επυλλια [Ειδυλλια]μικρα επικα ποιηματα,με ρεαλιστικα,της πραγματικοτητας,
θεματα,χαριτωμενα περιστατικα,πνευματωδη,μυθικα,ερωτικα,βουκολικα,γριφους[η Συριγξ],
με φυσικο κι αναλαφρο τροπο,εγραψε στην δωρικη γλωσσα,αλλα και στην αιολικη και
ιωνικη διαλεκτο, κυριως σε δακτυλικο εξαμετρο,
Ποιηματα του Θεοκριτου: I Θύρσις ή Ωδή,II Φαρμακεύτριαι,III Κῶμος,IV Νομείς,
V Αιπολικόν και Ποιμενικόν,VI Βουκολιασταί,VII Θαλύσια,VIII Βουκολιασταί (Δάφνις,
Μενάλκας και Αιπόλος),IX Βουκολιασταί (Δάφνις και Μενάλκας),X θερισταί ή Εργατίναι
(Μίλων και Βουκαίος),XI Κύκλωψ,XII Αΐτης,XIII Ὕλας,XIV Κυνίσκας Έρως ή Αισχίνης και
Θυώνιχος,XV Συρακούσιαι ή Αδωνιάζουσαι,XVI Χάριτες ή Ἱέρων,XVII Ἐγκώμιον εἰς Πτολεμαῖον,
XVIII Ἑλένης Ἐπιθαλάμιος,XIX Κηριοκλέπτης,XX Βουκολίσκος,XXI Αλιείς,XXII Διόσκουροι,
XXIII Εραστής ή Δύσερως,XXIV Ηρακλίσκος,XXV Ηρακλής Λεοντοφόνος,XXVI Λῆναι ή Βάκχαι,
XXVII Οαριστύς,XXVIII Ηλακάτη,XXIX Παιδικά ,XXX Εις Νεκρόν Άδωνιν,
.
Η ΤΑΠΕΙΝΗ ΑΦΟΡΜΗ ΕΝΟΣ ΕΙΔΥΛΛΙΟΥ ΣΤΟΝ ΘΕΟΚΡΙΤΟ ΤΟ 275 π.Χ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΕΠΙ ΠΤΟΛΕΜΑΙΟΥ Β' ΤΟΥ ΦΙΛΑΔΕΛΦΟΥ-χ.ν.κουβελης
ο Θεοκριτος συχνα περιλανιονταν στις φτωχικες συνοικιες της Αλεξανδρειας,μεσα Ιουλιου
κι η ζεστη ηταν ανυποφορη,τα σπιτια πλινθοκτιστα, χαμηλα ,αθλια,κολλημενα το ενα με
τ'αλλο,ασφυκτικα,οι αντρες,εργατες κι αχθοφοροι στην αγορα και στο λιμανι,ελειπαν στις
δουλειες,κυριαρχουσαν οι γυναικες και τα παιδια,αυτα αεικινητα,ετρεχαν απο δω κι απο κει,
επαιζαν,τσιριζαν,γκρινιαζαν,βρωμικα,ξυπολητα,αδυνατα,σχεδον γυμνα με ελαχιστα κουρελια
ρουχα,μυριζε τηγανισμενη σαρδελα,ενας καυγας αναψε μεταξυ δυο γυναικων,ενας ορμητικος
χειμαρρος χειρονομιων λαικων λεξεων εκφρασεων κι επιφωνηματων ξεχυθηκε κι αναστατωσε
τον αερα,οπως ξαφνικα ξεσπασε ο καυγας ετσι και ξαφνικα σταματησε,χαμογελασε,παλι ηταν
τυχερος,θα μαζευε ζωντανο φυσικο υλικο για την τεχνη του,τα ποιηματα,πιο κατω μεσα σε μια
αυλη μια γυναικα επλενε σκυμενη σε μια σκαφη,στο σχοινι ηταν απλωμενα ρουχα,μυριζε σα-
πουνι και λουλακι,καθως η γυναικα απορροφημενη επλενε το στηθος της μισογυμνο αναταρα-
ζονταν πανω κατω,κοντοσταθηκε ,η γυναικα ακουσε το θορυβο και σηκωσε το κεφαλι,ηταν
νεαρη και ομορφη,μελαχροινη,η γυναικα δεν ντραπηκε τον ξενο αντρα και δεν εσκυψε το κε-
φαλι,τον κοιταξε και γελασε,ειδε τ'ασπρα της δοντια να λαμπυριζουν,σαν ασπρες περιστερες
που ξεφευγουν ελευθερες κι αδιαντροπες στον αερα ηταν το ξεσπασμα του γελιου της,αυτη η
αγρια ομορφια τον γοητευσε,ζαλιστηκε,ηταν κι η καυτη ζεστη,εκεινη την ωρα λιγο πριν το
μεσημερι ανεβασμενη,ξαφνικα ακουστηκε απο περα δυνατο κλαμα παιδιου,η γυναικα ταρα-
χτηκε,ασυνειδητα σκουπισε με βια τα χερια της στη ποδια κι αλαλιασμενη παρατωντας τη
σκαφη ορμησε στο δρομο,παραλιγο να πεσει πανω του και να τον ριξει κατω,ενα μικρο
παιδι,αγορακι, εφτασε κλαιγοντας δυνατα αναπηδωντας γυρω γυρω και κλωτσωντας το
χωμα,φυσαγε τα δαχτυλα των χεριων του και φωναζε ''μανα,ποναω πολυ'',''τι εχεις
παιδακι μου;''εκεινη σαν τρελλη εκανε ''τι επαθες μωρο μου,ποιος σε πειραξε;πες μου'' ,
''μια μελισσα μανα με τσιμπησε και ποναω πολυ'' εκλαιγε το μικρο παιδι,''εδω εδω''κι
εδειχνε τα δακτυλα του,''αυτο ειναι μικρο μου'' γελασε η μανα ''ελα παμε σπιτι ,ησυχασε,
δεν ειναι τιποτα,θα σου περασει,θα δεις,η μανουλα θα στο γειανει''και το σηκωσε στην
αγκαλια της ''ειδε τρυφερα και ροδαλα τα χερακια σου και ζηλεψε η παλιομελισσα ,να δεις
θα την κανω ντα εγω τη παλιομελισσα'',το παιδι σαν να ηρεμησε στην αγκαλια της μανα του,
το κλαμα του τωρα; ηταν σιγανο σαν γλυκο παραπονο,
ο Θεοκριτος προχωρησε μεσα στην ταπεινη ανθρωπινη πολυβουη συνοικια και γυριζοντας
απ'αυτη βγηκε παλι στην Αλεξανδρεια πλουσιοτατος εμπνευσεων
.
.
ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ ΕΙΔΥΛΛΙΑ
XIX. ΚΗΡΙΟΚΛΕΠΤΗΣ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Τὸν κλέπταν ποτ᾽ Ἔρωτα κακὰ κέντασε μέλισσα
κηρίον ἐκ σίμβλων συλεύμενον, ἄκρα δὲ χειρῶν
δάκτυλα πάνθ᾽ ὑπένυξεν. Ὁ δ᾽ ἄλγεε, καὶ χέρ᾽ ἐφύση,
καὶ τὰν γᾶν ἐπάταξε, καὶ ἅλατα, ταῖ δ᾽ Ἀφροδίται
5 δεῖξεν τὰν ὀδύναν, καὶ μέμφετο, ὅττι γε τυτθὸν
θηρίον ἐντὶ μέλισσα καὶ ἁλίκα τραύματα ποιεῖ.
Χἀ μάτηρ γελάσασα· "Τὺ δ᾽ οὐκ ἴσσον ἐσσὶ μελίσσαις;
χὠ τυτθὸς μὲν ἐης, τὰ δὲ τραύματα ἁλίκα ποιεῖς.”
.
ΘΕΟΚΡΙΤΟΥ ΕΙΔΥΛΛΙΑ
XIX. ΚΕΡΟΚΛΕΠΤΗΣ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον κλεπτη καποτ'Ερωτα ασχημα κεντησε μελισσα
κερι απ'τις κυψελες να συλευβει,τ'ακροδαχτυλα
των χεριων ολα κατατσιμπησε,ποναε και το χερι φυσουσε
και τη γη κλωτσουσε και στριφογυρναε,στην Αφροδιτη
5 ειπε τη στεναχωρια του και παραπονιονταν,οτι τοσο μικρο
ζωακι ειν'η μελισσα και φλογερα τραυματα προκαλει,
Χα χα η μαννα γελασε ''κι εσυ δεν εισ'ισος της μελισσας;
αν και τοσο μικρουλης εισαι,τα τραυματα φλογερα προκαλεις''
.
.
.
Ερωτας και Αφροδιτη Eros and Aphroditee-animations c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
Αλεξανδρινη Σχολη
Ελληνιστικη Γραμματεια
ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΥ ΥΜΝΟΙ
ΕΙΣ ΛΟΥΤΡΑ ΤΗΣ ΠΑΛΛΑΔΟΣ
Τειρεσια Υποθεσις[στιχοι 70-130]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης
Καλλιμαχος ο Κυρηναιος [310 πΧ Κυρηνη-240 πΧ Αλεξανδρεια]ποιητής, βιβλιοθηκονόμος,
συγγραφέας, επιγραμματοποιός και μυθογράφος, άκμασε την εποχή των Πτολεμαίων
Β' Φιλάδελφου και Ευεργέτη,στην Αλεξάνδρεια ίδρυσε γραμματική σχολή,μαθητές του
ηταν ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος, Απολλώνιος ο Ρόδιος, ο Ερατοσθένης κ.ά.,
εκανε τον καταλογο-πινακες- ολων των βιβλιων της Βιβλιοθηκης της Αλεξανδρειας,
120 τομοι,απο το εργο του σωθηκαν 6 Υμνοι [Εις Δια,Εις Απολλωνα,Εις Αρτεμιν,
Εις Δηλον,Εις Λουτρα της Παλλαδος,Εις Δημητραν],64 επιγραμματα στην Παλατινη
Ανθολογια[Στεφανος του Μελεαγρου],αποσπασματα ,ενα επυλλιο,η Εκαλη[η φιλοξενια
του ηρωα Θησεα απο την γεροντισα Εκαλη,στην σημερινη περιοχη της Αθηνας Εκαλη] ,
τα Αιτια [4.000 στιχοι]αποσπασμα
.
.
ΚΑΛΛΙΜΑΧΟΥ ΥΜΝΟΙ
ΕΙΣ ΛΟΥΤΡΑ ΤΗΣ ΠΑΛΛΑΔΟΣ
Τειρεσια Υποθεσις[στιχοι 70-130]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
70δή ποκα γὰρ πέπλων λυσαμένα περόνας
ἵππω ἐπὶ κράνᾳ Ἑλικωνίδι καλὰ ῥεοίσᾳ
λῶντο· μεσαμβρινὰ δ᾽ εἶχ᾽ ὄρος ἁσυχία.
ἀμφότεραι λώοντο, μεσαμβριναὶ δ᾽ ἔσαν ὧραι,
πολλὰ δ᾽ ἁσυχία τῆνο κατεῖχεν ὄρος.
75 Τειρεσίας δ᾽ ἔτι μῶνος ἁμᾶ κυσὶν ἄρτι γένεια
περκάζων ἱερὸν χῶρον ἀνεστρέφετο·
διψάσας δ᾽ ἄφατόν τι ποτὶ ῥόον ἤλυθε κράνας,
σχέτλιος· οὐκ ἐθέλων δ᾽ εἶδε τὰ μὴ θεμιτά.
τὸν δὲ χολωσαμένα περ ὅμως προσέφασεν Ἀθάνα·
80«τίς σε, τὸν ὀφθαλμὼς οὐκέτ᾽ ἀποισόμενον,
ὦ Εὐηρείδα, χαλεπὰν ὁδὸν ἄγαγε δαίμων;»
ἁ μὲν ἔφα, παιδὸς δ᾽ ὄμματα νὺξ ἔλαβεν.
†ἐστάθη δ᾽ ἄφθογγος, ἐκόλλασαν γὰρ ἀνῖαι
γώνατα καὶ φωνὰν ἔσχεν ἀμαχανία.
85 ἁ νύμφα δ᾽ ἐβόασε· «τί μοι τὸν κῶρον ἔρεξας
πότνια; τοιαῦται, δαίμονες, ἐστὲ φίλαι;
ὄμματά μοι τῶ παιδὸς ἀφείλεο. τέκνον ἄλαστε,
εἶδες Ἀθαναίας στήθεα καὶ λαγόνας,
ἀλλ᾽ οὐκ ἀέλιον πάλιν ὄψεαι. ὢ ἐμὲ δειλάν,
90ὢ ὄρος, ὢ Ἑλικὼν οὐκέτι μοι παριτέ,
ἦ μεγάλ᾽ ἀντ᾽ ὀλίγων ἐπράξαο· δόρκας ὀλέσσας
καὶ πρόκας οὐ πολλὰς φάεα παιδὸς ἔχεις.»
†ἁ μὲν ἀμφοτέραισι φίλον περὶ παῖδα λαβοῖσα
†μάτηρ μὲν γοερᾶν οἶτον ἀηδονίδων
95 ἆγε βαρὺ κλαίοισα, θεὰ δ᾽ ἐλέησεν ἑταίραν·
καί νιν Ἀθαναία πρὸς τόδ᾽ ἔλεξεν ἔπος·
«δῖα γύναι, μετὰ πάντα βαλεῦ πάλιν ὅσσα δι᾽ ὀργάν
εἶπας· ἐγὼ δ᾽ οὔ τοι τέκνον ἔθηκ᾽ ἀλαόν.
οὐ γὰρ Ἀθαναίᾳ γλυκερὸν πέλει ὄμματα παίδων
100ἁρπάζειν· Κρόνιοι δ᾽ ὧδε λέγοντι νόμοι·
ὅς κε τιν᾽ ἀθανάτων, ὅκα μὴ θεὸς αὐτὸς ἕληται,
ἀθρήσῃ, μισθῶ τοῦτον ἰδεῖν μεγάλω.
δῖα γύναι, τὸ μὲν οὐ παλινάγρετον αὖθι γένοιτο
ἔργον· ἐπεὶ Μοιρᾶν ὧδ᾽ ἐπένησε λίνα,
105 ἁνίκα τὸ πρᾶτόν νιν ἐγείναο· νῦν δὲ κομίζευ,
ὦ Εὐηρείδα, τέλθος ὀφειλόμενον.
πόσσα μὲν ἁ Καδμηὶς ἐς ὕστερον ἔμπυρα καυσεῖ,
πόσσα δ᾽ Ἀρισταῖος, τὸν μόνον εὐχόμενοι
παῖδα, τὸν ἁβατὰν Ἀκταίονα, τυφλὸν ἰδέσθαι.
110καὶ τῆνος μεγάλας σύνδρομος Ἀρτέμιδος
ἐσσεῖτ᾽· ἀλλ᾽ οὐκ αὐτὸν ὅ τε δρόμος αἵ τ᾽ ἐν ὄρεσσι
ῥυσεῦνται ξυναὶ τᾶμος ἑκαβολίαι,
ὁππόκα κοὐκ ἐθέλων περ ἴδῃ χαρίεντα λοετρά
δαίμονος· ἀλλ᾽ αὐταὶ τὸν πρὶν ἄνακτα κύνες
115 τουτάκι δειπνησεῦντι· τὰ δ᾽ υἱέος ὀστέα μάτηρ
λεξεῖται δρυμὼς πάντας ἐπερχομένα·
ὀλβίσταν δ᾽ ἐρέει σε καὶ εὐαίωνα γενέσθαι,
ἐξ ὀρέων ἀλαὸν παῖδ᾽ ὑποδεξαμέναν.
ὦ ἑτάρα, τῷ μή τι μινύρεο· τῷδε γὰρ ἄλλα
120τεῦ χάριν ἐξ ἐμέθεν πολλὰ μενεῦντι γέρα·
μάντιν ἐπεὶ θησῶ νιν ἀοίδιμον ἐσσομένοισιν,
ἦ μέγα τῶν ἄλλων δή τι περισσότερον.
γνωσεῖται δ᾽ ὄρνιχας, ὃς αἴσιος οἵ τε πέτονται
ἤλιθα καὶ ποίων οὐκ ἀγαθαὶ πτέρυγες.
125 πολλὰ δὲ Βοιωτοῖσι θεοπρόπα, πολλὰ δὲ Κάδμῳ
χρησεῖ, καὶ μεγάλοις ὕστερα Λαβδακίδαις.
δωσῶ καὶ μέγα βάκτρον, ὅ οἱ πόδας ἐς δέον ἀξεῖ·
δωσῶ καὶ βιότω τέρμα πολυχρόνιον,
καὶ μόνος, εὖτε θάνῃ, πεπνυμένος ἐν νεκύεσσι
130φοιτασεῖ, μεγάλῳ τίμιος Ἀγεσίλᾳ.»
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
και τοτ'αφου τα πεπλα λυμενα τις καρφιτσες
στην Ιπποκρηνη του Ελικωνα καθαρια ρεοντας
λουζονταν,μεσημεριου ειχε το ορος ησυχια,
κι οι δυο λουζονταν,μεσημεριου ηταν ωρα,
πολλη ησυχια εκεινο κατειχε το ορος ,
ο Τειρεσιας μονος με τα σκυλια τοτε π'αρχιζαν τα γενεια
να μαυριζουν στον ιερο χωρο τριγυριζε,
διψωντας απεριγραπτα στη βρυση π'ερρεε ηρθε,
ο αμοιρος,και χωρις να θελει αυτα που δεν πρεπει ειδε,
οργιστηκε ομως τοτ'η Αθηνα και του'πε,
ποιος σενα,που τα ματια πια δεν θα'χεις απο δω φευγοντας,
γιε του Ευηρη στο δυσμοιρο αυτο δρομο σ'εφερε δαιμονας;
αυτα'πε και του παιδιου τα ματια νυχτα κατελαβε,
σταθηκε αφωνο,παρελυσαν απ'τη στεναχωρια
τα γονατα και τη φωνη εκοψε η ταραχη,
η νυμφη φωναξε,τι στ'αγορι μου εκανες
σεβασμια ,τετοιες,οι δαιμονες,ειστε φιλες;
τα ματια του παιδιου μου αφαιρεσες.τεκνο τυφλωμενο,
ειδες της Αθηνας τα στηθια και τις λαγονες,
αλλα τον ηλιο ξανα δεν θ'αντικρυσεις,εγω η δειλη,
βουνο,Ελικωνα ποτε πια δεν θα βρεθω σε σενα,
ομως πολλα πηρες για τα λιγα που κανες,ελαφια εχασες
και ζαρκαδια λιγα και το φως του παιδιου κρατας,
και με τα δυο χερια τ'αγαπημενο παιδι αγκαλιαζοντας
οπως μητερα μικρων αηδονιων γοερο θρηνο
ξεκινησε βαρια κλαιγοντας,κι η θεα λυπηθηκε τη φιλη,
και προς αυτην η Αθηνα αυτον ειπε λογο,
θεια γυναικα,ολα παρτα παλι οσα απ'την οργη
ειπες, εγω το τεκνο σου δεν τυφλωσα,
γιατι την Αθηνα δεν ευχαριστει να πλανιεται τα ματια των παιδιων
ν'αρπαζει,οι Κρονιοι αυτο εδω το λενε οι νομοι ,
οποιος καποιον των αθανατων,οταν ο θεος δεν το δεχεται,
βλεφαρισει,η πληρωμη να τον δει μεγαλη,
θεια γυναικα,αυτο δεν ξεγινετε μιας κι εγινε,
αφου η Μοιρα ετσι υφανε τη κλωστη
απο τοτε που αυτο πρωτογεννηθηκε,τωρα παρε,
γιε του Ευηρη,το χρεος το οφειλομενο,
ποσα η κορη του Καδμου υστερα πανω στη φωτια θα καψει,
ποσα ο Αρισταιος,για το μοναχοπαιδι προσευχομενοι,
τον εφηβο Ακταιονα,τυφλο να βλεπουν,
και κεινος της μεγαλης Αρτεμης συνοδοιπορος
θα'ναι,αλλ'ουτ'αυτον οι πορειες ουτε και στα οροι
θα απαλλαξουν οι κοινες τοτε τοξοβολιες
οταν καποτε χωρις να θελει θα παρακολουθησει τα χαριεντα
λουτρα της θεας,αλλα τα ιδια του τα σκυλια τον πριν κυριο
τοτ'ετσι θα δειπνισουν,και του γιου τα οστα η μητερα
θα μαζεψει σε πυκνοδασομενα μεσα μπαινοντας ,
κι ευτυχεστατη θα σε πει και στη ζωη καλοτυχη πως εισαι,
που απ'τα βουνα τυφλο παιδι δεχτηκες,
φιλη,μη γι'αυτον κλαψουριζεις,γιατι σ'αυτον αλλα
για χαρη σου απο μενα πολλα θα τον δωρισω,
επειδη μαντη θα τον καμω επαινετο στους ερχομενοιυς
που θα'ναι απ'τους αλλους περισσοτερο πιο μεγαλος ,
θα γνωριζει τα πουλια,αν αισια αυτα πετανε
περα δωθε και ποιων δεν ειναι καλες οι φτερουγες,
πολλα στους Βοιωτους των θεους θα προλεγει,πολλα στον Καδμο
θα χρησμοδοτει,και στους μεγαλους υστερα Λαβδακιδας,
θα του δωσω και μεγαλο ραβδι,τα ποδια του οπου πρεπει να πηγαινουν,
θα του δωσω και βιο με τερμα πολυχρονο,
και μονος αυτος,οταν πεθανει, πνοη εχοντας μεσ'τους νεκρους
θα περιφερεται,και στον μεγαλο Αγεσιλα σεβαστος,
.
.
.
Νιτωκρις,αιγυπτια φαραώ,Ηροδοτου Ιστορίαι βιβλίο β' Ευτερπη,100-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
αυτης της γυναίκας,που βασίλευσε,το όνομα ήταν το ίδιο μ'εκεινης της βαβυλωνιας βασιλισας,
Νιτωκρις,κι έλεγαν πως εκδικηθηκε για τον αδελφο της,τον οποίο οι Αιγύπτιοι στους οποίους
βασίλευε τον σκότωσαν,κι αφού τον σκότωσαν εδωσαν σ'εκεινη τη βασιλεία,αυτόν να εκδικη-
θεί πολλούς Αιγυπτιους αφάνισε με δόλο,εκτισε γι'αυτο ένα μεγαλο οίκημα υπόγειο και δήθεν
εγκαινιάζοντας αυτό,ομως αλλα στο νου σχεδιαζοντας,καλεσε τους Αιγυπτιους τους πιο πολύ
υπαιτιους που γνώριζε για το φόνο σε δείπνο,καθως αυτοί έτρωγαν και διασκέδαζαν τους εριξε
κατα πάνω τους χωρίς να καταλάβουν τα νερα του ποταμου μεσ'απο ενα μεγάλο αυλακι κρυφό
και τους επνιξε,γι'αυτη τοσα όχι περισότερα έλεγαν,εκτος απ'αυτό,πως όταν αυτο εκανε,ριχτηκε
σε οίκημα γεμάτο καυτή σταχτη,για να μείνει ατιμωρητη
.
100,2 τῇ δὲ γυναικὶ οὔνομα ἦν, ἥτις ἐβασίλευσε, τό περ τῇ Βαβυλωνίῃ, Νίτωκρις· τὴν ἔλεγον
τιμωρέουσαν ἀδελφεῷ, τὸν Αἰγύπτιοι βασιλεύοντα σφέων ἀπέκτειναν, ἀποκτείναντες δὲ οὕτω
ἐκείνῃ ἀπέδοσαν τὴν βασιληίην, τούτῳ τιμωρέουσαν πολλοὺς Αἰγυπτίων διαφθεῖραι δόλῳ.
3 ποιησαμένην γάρ μιν οἴκημα περίμηκες ὑπόγαιον καινοῦν τῷ λόγῳ, νόῳ δὲ ἄλλα μηχανᾶσθαι·
καλέσασαν δέ μιν Αἰγυπτίων τοὺς μάλιστα μεταιτίους τοῦ φόνου ᾔδεε πολλοὺς ἱστιᾶν,
δαινυμένοισι δὲ ἐπεῖναι τὸν ποταμὸν δι᾽ αὐλῶνος κρυπτοῦ μεγάλου. 4 ταύτης μὲν πέρι
τοσαῦτα ἔλεγον, πλὴν ὅτι αὐτήν μιν, ὡς τοῦτο ἐξέργαστο, ῥίψαι ἐς οἴκημα σποδοῦ πλέον, ὅκως
ἀτιμώρητος γένηται.
.
.
.
Τα ίχνη της Σεμίραμις-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ηροδοτου Ιστοριαι,βιβλιο Α Κλειω,1.184.1-μεταφραση χ.ν.ξκουβελης
[1.184.1] τῆς δὲ Βαβυλῶνος ταύτης πολλοὶ μέν κου καὶ ἄλλοι ἐγένοντο βασιλέες, τῶν ἐν
τοῖσι Ἀσσυρίοισι λόγοισι μνήμην ποιήσομαι, οἳ τὰ τείχεά τε ἐπεκόσμησαν καὶ τὰ ἱρά, ἐν δὲ
δὴ καὶ γυναῖκες δύο· ἡ μὲν πρότερον ἄρξασα, τῆς ὕστερον γενεῇσι πέντε πρότερον
γενομένη, τῇ οὔνομα ἦν Σεμίραμις, αὕτη μὲν ἀπεδέξατο χώματα ἀνὰ τὸ πεδίον ἐόντα
ἀξιοθέητα· πρότερον δὲ ἐώθεε ὁ ποταμὸς ἀνὰ τὸ πεδίον πᾶν πελαγίζειν·
[1.184.1] της Βαβυλωνας ταυτης πολλοι καποτε και αλλοι εγιναν βασιλεις,αυτων στους
περι Ασσυριων λογους μνημη θα κανω,οι οποιοι και τα τειχη εχουν διακοσμησει και τα
ιερα,αναμεσα τους βεβαια και δυο γυναικες,η μεν προτυτερα αρχησε,της υστερης πεντε
γενεες προτυτερα εγινε,σ'αυτην το ονομα ηταν Σεμιμαμις,αυτη υψωσε αναχωματα στη
πεδιαδα οντας αξιοθεατα,πρωτυτερα υπερχειλιζοντας ο ποταμος ολη τη πεδιαδα πελα-
γωνε
Σεμιραμις,το εξελληνισμενο ακκαδικο ονομα Sammur-amat,δωρο της θαλασσας,
μυθικο η' ιστορικο προσωπο;
ιστορικο:;απο Ασσυριακες πηγες,βασιλισα της Βαβυλωνας ,810-806 π.Χ,συζυγος του Σαμσι
Ανταντ,εκανε αναχωματα στον Ευφρατη,οικοδομησε τους Κρεμαστους Κηπους ενα απο τα
7 Θαυματα του Κοσμου[τους αναφερουν ο Διοδωρος ο Σικελιωτης,ο Στραβωνας,αλλα οχι
ο προγενεστερος Ηροδοτος]
μυθικο:η νυμφη Δερκετω,απο τη μεση και πανω γυναικα κι απο τη μεση και κατω ψαρι,
ερωτευθηκε εναν ομορφο Ασσυριο θνητο νεο,γεννησε ενα κοριτσι,επειδη ντραπηκε τη θεα
βυθιστηκε στα νερα και δεν ξαναβγηκε στην επιφανεια,το μικρο κοριτσι το ετρεφαν περι-
στερια και το βρηκαν ταπεινοι βοσκοι,μεγαλωσε και εγινε πολυ ομορφη κοπελα και την
παντρευτηκε ο στρατηγος Οννης του βασιλια των Ασσυριων Νινου,οταν στην εκστρατεια
κατα των Βακτρων ξεχωρισε για την ανδρεια και την εξυπναδα της ο βασιλιας Νινος την
ζητησε για γυναικα του απο τον αντρα της,εκεινος στεναχωρηθηκε πολυ και μην μπορων-
τας να αντισταθει στη θεληση του βασιλια να χασει τη γυναικα του αυτοκτονησε,
η Σεμιραμις,αυτο ηταν το ονομα της,βασιλισα πλεον σχεδιασε τη μεγαλη και ξακουστη
πολη της Βαβυλωνας,ενα τετραγωνο με καθε πλευρα 120 σταδια διαιρουμενο στη μεση
απο τον Ευφρατη ποταμο,την περιτειχισε με ψηλα και πλατια τειχη,οικοδομησε λαμπρα
κτιρια,μεγαλοπρεπα παλατια,τεραστιους ναους,με εντυπωσιακα οικοδομηματα ζιγκουρατ,
πυργοι ο ενας πανω στον αλλον πυργο,και εκτισε τους θαυμασιους κρεμαστους κηπους,
επιγειους παραδεισους με παντοειδη εξωτικα φυτα και δεντρα ,συντριβανια με νερα και
πανια καλλικελαδα πουλια,βοτανικοι κηποι κρεμαστοι ως τον ουρανο,ενα θαυμα ειδεσθαι,
επισης υψωσε μεγαλα αναχωματα να μη πλημμυριζουν τα νερα του ποταμου τη χωρα,
η Σεμιραμις λατρευθηκε ως η θεα Ισταρ,η Ασταρτη,που στους Ελληνες ειναι η Αφροδιτη,
οταν γυρισε απο τις Ινδιες μετα απο εναν ανεπιτυχη πολεμο αναληφθηκε στον ουρανο σαν
περιστερι
Ηροδοτου Ιστοριαι,βιβλιο Α Κλειω,1.181.2-1.181.5-μεταφραση χ.ν.ξκουβελης
ἐν δὲ τῷ ἑτέρῳ Διὸς Βήλου ἱρὸν χαλκόπυλον, καὶ ἐς ἐμὲ ἔτι τοῦτο ἐόν, δύο σταδίων πάντῃ,
ἐὸν τετράγωνον. [1.181.3] ἐν μέσῳ δὲ τοῦ ἱροῦ πύργος στερεὸς οἰκοδόμηται, σταδίου καὶ τὸ
μῆκος καὶ τὸ εὖρος, καὶ ἐπὶ τούτῳ τῷ πύργῳ ἄλλος πύργος ἐπιβέβηκε, καὶ ἕτερος μάλα ἐπὶ
τούτῳ, μέχρι οὗ ὀκτὼ πύργων. [1.181.4] ἀνάβασις δὲ ἐς αὐτοὺς ἔξωθεν κύκλῳ περὶ πάντας
τοὺς πύργους ἔχουσα πεποίηται· μεσοῦντι δέ κου τῆς ἀναβάσιός ἐστι καταγωγή τε καὶ θῶκοι ἀμπαυστήριοι, ἐν τοῖσι κατίζοντες ἀμπαύονται οἱ ἀναβαίνοντες. [1.181.5] ἐν δὲ τῷ τελευταίῳ
πύργῳ νηὸς ἔπεστι μέγας· ἐν δὲ τῷ νηῷ κλίνη μεγάλη κεῖται εὖ ἐστρωμένη καί οἱ τράπεζα
παράκειται χρυσέη. ἄγαλμα δὲ οὐκ ἔνι οὐδὲν αὐτόθι ἐνιδρυμένον· οὐδὲ νύκτα οὐδεὶς
ἐναυλίζεται ἀνθρώπων ὅτι μὴ γυνὴ μούνη τῶν ἐπιχωρίων, τὴν ἂν ὁ θεὸς ἕληται ἐκ πασέων,
ὡς λέγουσι οἱ Χαλδαῖοι, ἐόντες ἱρέες τούτου τοῦ θεοῦ.
1.181.2 στο αλλο μερος της Βαβυλωνας ηταν το χαλκοπυλο ιερο του Διος Βηλου και ως
εμενα ακομα τουτο ειναι,δυο σταδια καθε πλευρα,οντας τετραγωνο,στο μεσο του ιερου
πυργος στερεος οικοδομηται,ενα σταδιο και το μηκος και το πλατος και πανω σ'αυτον τον
πυργος αλλος πυργος ορθωθηκε, κι αλλος επι πλεον πανω σ'αυτον,μεχρι τους οκτω πυρ-
γους,η αναβαση σ'αυτους απο εξω περικυκλωνοντας ολους τους πυργους εγινε,στα μισα
καπου της αναβασης ειναι και καταλυμα και καθισματα επισημων αναπαυτηρια,σ'αυτα
καθιζοντας αναπαυονται οι ανεβαινοντες,στον τελευταιο πυργο ναος πανω ειναι μεγας,
μεσα στο ναο μεγαλο κρεββατι βρισκεται καλοστρωμενο και χρυσο τραπεζι διπλα βρισκε-
ται,αγαλμα δεν ειναι κανενα σ'αυτον εδω το χωρο τοποθετημενο,ουτε τη νυχτα κανενας
παραμενει για υπνο απο τους ανθρωπους εκτος μια γυναικα μονη απο τις ντοπιες την
οποια ο θεος θα διαλεξει απ'ολες,οπως λενε οι Χαλδαιοι,που ειναι ιερεις τουτου του θεου
βαθεια νυχτα,ευωδιαστη ζεστη απαλη σαν χαδι,η κοπελα διαλεχτη του θεου κοιμαται στο
κρεββατι,πανεμορφη παρθενα,το φως του φεγγαριου μεσα στη καμαρη αργοσαλευει νω-
χελικα,διπλα το χρυσο τραπεζι λαμπυριζει,μονη η πολυαγαπημενη κοιμαται σαν υπεροχο
νουφαρο κατω απο τα γαληνια νερα της νυχτας,μεσα στ'αυτακια της ακουει γλυκο νανου-
ρισμα το ανεβασμα του θεου στο οκτωπυργο και σιγοτρεμει απ'τη προσμονη,πως τρεμει
η καρδουλα της,σαν σ'ονειρο ερχεται ο θεος και πλαγιαζει σιμα της,την αγγιζει και κεινη
τον δεχεται ισαξια στις ηδονες
τ'ονομα της κοπελας,Σεμιραμις,δωρο του θεου
η' τ'ονομα της,Αμυιτις,η Μηδα πριγκιπισσα,αγαπημενη γυναικα του βασιλια Ναβουχοδο-
νοσορ,στην αγκαλια του,
η' της Αρσεμις
η' τα ονοματα των αλλων παρθενων,
πιστες ιερεες στην ιερη πορνεια της Ισταρ Ασταρτης Αφροδιτης
.
.
.
Φιλομηλα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Φιλομηλα Χελιδων Προκνη Αηδων Τηρευς Εποψ-Μυθικες Μεταμορφώσεις-χ.ν.κουβελης
Ο βασιλιάς της Αθηνας Παιδιων είχε δυο κόρες την Προκνη και την Φιλομηλα και δύο δίδυ-
μους γιους το Ερεχθεα και τον Βουτη,οι κοπέλες ήταν πολύ όμορφες,την Προκνη την πάν-
τρεψε χωρίς τη θέλησή της με τον Τηρεα βασιλιά της Θρακης,ο οποίος κατείχε και τη
Δαυλια της Φωκιδας,ο γαμος έγινε γιατί ο Τηρευς είχε βοηθήσει τον Πανδιωνα κατά των
Θηβαιων με τους οποίους είχε διαφορες συνόρων γης,η Προκνη γέννησε ένα γιο τον Ιτυ,
ο Τηρευς ήταν κρυφά ερωτευμένος με την όμορφη αδελφή της την Φιλομηλα,καποτε ο
Τηρευς πήγε να φέρει τη Φιλομηλα στην Θρακη,στο δρόμο της φανέρωσε το πάθος του
γι'αυτην,η κοπέλα αρνήθηκε και τότε αυτός τη βίασε και για να μην μαρτυρήσει της έκοψε
τη γλωσσα,στην Προκνη είπε πως ή Φιλομηλα πέθανε στο δρόμο και την έθαψε,στην πραγ-
ματικοτητα όμως την εκρυψε μεσα στις δούλες,ή Φιλομηλα υφανε και κεντησε τη συμφο-
ρά της και στη γιορτή του Διονυσου που ήταν στη Θρακη έθιμο να κάνουν δώρο στη βασί-
λισσα εστειλε στη Προκνη το υφαντό,και .η Προκνη είδε με τα μάτια αυτά που ακούν
τ'αυτια,πηγε τότε και βρήκε την αδελφή της τη Φιλομηλα ανάμεσα στις δούλες,οι δύο
αγαπημένες αδελφές ορκίστηκαν να εκδικηθούν τον Τηρεα,η Προκνη έσφαξε το παιδί τον
Ιτυ,του εβαρασε τα μέλη και τα εδωσε σε δειπνο να τα φάει ο Τηρεας ο πατέρας του,οι δύο
αδελφές έφυγαν κι όταν κατάλαβε τι έγινε ο Τηρεας τις καταδίωξε μ'ενα τσεκούρι,τις εφτα-
σε στη Δαυλια της Φωκιδας,τοτε εκείνες τις λυπηθηκε ο θεός και τις μεταμόρφωσε σε
πουλιά,την Προκνη σε αηδόνι να θρηνεί Ιτυ Ιτυ το παιδί της,την Φιλομηλα σε χελιδόνι να
τιτιβιζει με τη κομενη γλώσσα της το βιασμό της από τον Τηρεα,και τον Τηρεα μεταμόρ-
φωσε σε τσαλαπετεινό εποψ να ζητάει απελπισμένα το γιο του που -που
.
.
ΠΡΟΚΝΗ ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΤΗΡΕΑΣ-Απολλοδωρου;,Βιβλιοθήκη,Γ'14.8
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Γ 14,8 Πανδίων δὲ γήμας Ζευξίππην τῆς μητρὸς τὴν ἀδελφὴν θυγατέρας μὲν ἐτέκνωσε
Πρόκνην καὶ Φιλομήλαν, παῖδας δὲ διδύμους Ἐρεχθέα καὶ Βούτην. πολέμου δὲ ἐνστάντος
πρὸς Λάβδακον περὶ γῆς ὅρων ἐπεκαλέσατο βοηθὸν ἐκ Θρᾴκης Τηρέα τὸν Ἄρεος, καὶ τὸν
πόλεμον σὺν αὐτῷ κατορθώσας ἔδωκε Τηρεῖ πρὸς γάμον τὴν ἑαυτοῦ θυγατέρα Πρόκνην.
ὁ δὲ ἐκ ταύτης γεννήσας παῖδα Ἴτυν, καὶ Φιλομήλας .ἐρασθεὶς ἔφθειρε καὶ ταύτην, [εἰπὼν
τεθνάναι Πρόκνην,] κρύπτων ἐπὶ τῶν χωρίων. [αὖθις δὲ γήμας Φιλομήλαν συνηυνάζετο,]
καὶ τὴν γλῶσσαν ἐξέτεμεν αὐτῆς. ἡ δὲ ὑφήνασα ἐν πέπλῳ γράμματα διὰ τούτων ἐμήνυσε
Πρόκνῃ τὰς ἰδίας συμφοράς. ἡ δὲ ἀναζητήσασα τὴν ἀδελφὴν κτείνει τὸν παῖδα Ἴτυν,
καὶ καθεψήσασα Τηρεῖ δεῖπνον ἀγνοοῦντι παρατίθησι· καὶ μετὰ τῆς ἀδελφῆς διὰ τάχους
ἔφυγε. Τηρεὺς δὲ αἰσθόμενος, ἁρπάσας πέλεκυν ἐδίωκεν. αἱ δὲ ἐν Δαυλίᾳ τῆς Φωκίδος
γινόμεναι περικατάληπτοι θεοῖς εὔχονται ἀπορνεωθῆναι, καὶ Πρόκνη μὲν γίνεται ἀηδών,
Φιλομήλα δὲ χελιδών· ἀπορνεοῦται δὲ καὶ Τηρεύς,καὶ γίνεται ἔποψ.
.
.
ΠΡΟΚΝΗ ΦΙΛΟΜΗΛΑ ΤΗΡΕΑΣ-Απολλοδωρου;,Βιβλιοθήκη,Γ'14.8
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Γ 14,8 ο Πανδιων παιρνωντας σε γαμο την Ζευξιππη της μητερας του την αδελφη θυγατε-
ρες τεκνοποιησε την Προκνη και την Φιλομηλα,παιδια δε διδυμα τον Ερεχθεα και τον
Βουτην,σε πολεμο αντιτιθεμενος προς τον Λαβδακο για τα ορια της γης καλεσε για
βοηθεια απο τη Θρακη τον Τηρεα τον γιο του Αρη,και τον πολεμο μαζι μ'αυτον καταφερ-
νωντας εδωκε στον Τηρεα για γαμο την θυγατερα του Προκνη,αυτος απο τουτης γεννησε
παιδι τον Ιτυν,και της Φιλομηλας ερωτευθεις διεφθειρε και τουτην,[λεγοντας πεθανε στην
Προκνη]κρυβοντας στην υπαιθρο,[τοτε βιαζοντας τη Φιλομηλα μαζι της πλαγιαζε στο κρεβ-
βατι]και τη γλωσσα της εκοψε,αυτη αφου υφανε σε πεπλο γραμματα με τουτα εμηνυσε
στη Προκνη τις δικες της συμφορες,αυτη αφου αναζητησε την αδελφη σκοτωνει το παιδι
τον Ιτυν,κι αφου τον εβρασε στο Τηρεα που τ'αγνοουσε τον παρεθεσε,και με την αδελφης
της εσπευσμενα εφυγε,ο Τηρεας δε αισθανομενος,αρπαζοντας πελεκη τις καταδιωξε,
αυτες δε στη Δαυλια της Φωκιδας περικυκλωμενες να πιαστουν στους θεους ευχονται
να μεταμορφωθουν σε πουλια,και η μεν Προκνη γινεται αηδωνα,η δε Φιλομηλα χελιδωνα,
μεταμορφωνεται δε σε πουλι και ο Τηρεας,και γινεται εποψ τσαλαπετεινος
.
.
.
η Ελενη-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ Γ' ΡΑΨΩΔΙΑΣ
ΤΗΣ ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑΣ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Ιλιαδα ,γ'ραψωδια Τειχοσκοπια,στιχοι 156-158,172-176
μεταφραση χ..ν.κουβελης
.
φωναξε ο γερο Πριαμος τον φιλον τεκος την Ελενη
ν'ανεβει πανω στο τειχος στις Σκαιες πυλες να δει
τη μονομαχια του Μενελαου και του Αλεξανδρου
του παλιου και του καινουργιου αντρα της τη μαχη
και πως το τροπαιο ηταν εκεινη
και σαν την ειδαν να περνα οι σεβαστοι προεστοι
αναφωνησαν γεματοι θαυμασμο για τη γυναικα
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν
δεν ειναι κατηγορια καμια οι Τρωες κι οι Αχαιοι
για μια τετοια γυναικα τοσο καιρο βασανα να παθαινουν,
τρομερα πως μοιαζει στη μορφη μ'αθανατη θεα
κι εκεινη βλεπωντος τον γερο Πριαμο και τους αλλους αρχους
ξεσπασε σε βαρυ γοο και ραγιστηκε η καρδια της
αἰδοῖός τέ μοί ἐσσι φίλε ἑκυρὲ δεινός τε·
ὡς ὄφελεν θάνατός μοι ἁδεῖν κακὸς ὁππότε δεῦρο
υἱέϊ σῷ ἑπόμην θάλαμον γνωτούς τε λιποῦσα
παῖδά τε τηλυγέτην καὶ ὁμηλικίην ἐρατεινήν.
ἀλλὰ τά γ' οὐκ ἐγένοντο· τὸ καὶ κλαίουσα τέτηκα.
καλε μου πατερα για μενα εισαι πολυτιμημενος και σεβαστος
μου ταιριαζε κακο θανατο να παθω τοτε που εδω περα ηρθα
τον γιο σου ακολουθωντας καμαρα συζυγικη και συγγενεις
εγκαταλειποντας και θυγατερα μονακρικη και συνομιληκη
χαριτωμενη παρεα,αλλ'αυτα δεν εγιναν,γι'αυτο και κλαιγοντας
εχω λιωσει
ο Πριαμος την ρωτησε,
η Ελενη
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Ατρειδης ευρυ κρειων Αγαμεμνων
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Λαερτιάδης πολύμητις Ὀδυσσεύς
-και τουτος,εδειξε,ειναι ο Αἴας ἐστὶ πελώριος ἕρκος Ἀχαιῶν·
κι ολοι χαθηκαν,
ο ευρυ κρειων Αγαμεμνωνας μεσα ατο σπιτι του στις Μυκηνες
τον επνιξαν στο μπανιο η γυναικα του η βασιλισα Κλυταιμνηστρα
κι ο φιλος της ο Αιγισθος
κι ο Οδυσεας επαθε πολλα βασανα ος μαλα πολλα πλαγχθη
κι ο Αιαντας το πελωριον ερκος το φρουριο το τειχος των Αχαιων
τρελλαθηκε,τ'αδικο δεν αντεξε κι επεσε πανω στο ξιφος του
και του περασε αυτο περα για περα το κορμι εκει κοντα στα καραβια
των Ελληνων και παει
-ομως τα δυο μου αδερφια δε βλεπω τον Καστορα
και τον Πολυδευκη,μηπως ντρεπονται για μενα να φανουν;
αἴσχεα δειδιότες καὶ ὀνείδεα πόλλ' ἅ μοί ἐστιν.
που να ξερε η δυστυχη πως στη πατριδα επεσαν
κι εκει θαφτηκαν τα σωματα τους
τοὺς δ' ἤδη κάτεχεν φυσίζοος αἶα
ἐν Λακεδαίμονι αὖθι φίλῃ ἐν πατρίδι γαίῃ.
το χωμα τους κρατουσε στην πατριδα
σ'αλλον πολεμο εμφυλιο
η Ελενη τοτε βογγηξε
να πεθαινα να μην γεννιομουν απο μανα
το φως του ηλιου να μη εβλεπα ποτε
παρα που το σπιτι μου παρατησα
και τους γονεις και το μονακριβο παιδι μου
και τους αγαπημενους φιλους αφησα
κι ηρθα η ορφανη σε τουτα δω τα μερη
και σ'αυτους εδω τους τοπους και τοσα μυρια
βασανα και τοσους πονους σηκωσα
και στα πολλα ελιωσα τα κλαμματα
η Ελενη εκλαψε,για τοσους ανθρωπους που χαθηκαν,
για τον φιλον εκυρε τον Πριαμο
για τον ευγενη Εκτορα ιδιον κασιγνητο αδερφο της,
αλλους απ'αυτους τους δυο δεν ειχε μεασ στη Τροια
να μην την κακολογουν,να την υποστηριζουν,
και για τον Αχιλλεα εκλαψε,που γι'αυτον ουτ'ενας λογος
δεν γινεται σ'αυτη τη γ' ραψωδια,
εκλαψε για τον Νικο για τον Γιωργο
για τον Θεοφανη,για τον Κωστα για τον Αντρεα
για τον Γιαννη για τον Σταθη για τον Δημητρη
για τον Πλατωνα για τον Ερμη
για την Ειρηνη για την Μαρια για την Αγγελικη
για την Ελενη για την Βασιλικη
απ'ολη την Ελλαδα,απ'τη Σμυρνη,απ'τη Τραπεζουντα,
απ'τη Θεσσαλονικη απ' την Αμμοχωστο
απ'την Κορυτσα απ'τους Αγιους Σαραντα
απ'την οδος Σταδιου απ'τη πλατεια Συνταγματος
ενας σωρος σωματα το'να πανω στ'αλλο
ως τον ουρανο
στο φως και στο σκοταδι καιομενα
η Ελλαδα
.
.
.
η Ελενη-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ Γ' ΡΑΨΩΔΙΑΣ
ΤΗΣ ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑΣ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Ιλιαδα ,γ'ραψωδια Τειχοσκοπια,στιχοι 156-158,172-176
μεταφραση χ..ν.κουβελης
.
φωναξε ο γερο Πριαμος τον φιλον τεκος την Ελενη
ν'ανεβει πανω στο τειχος στις Σκαιες πυλες να δει
τη μονομαχια του Μενελαου και του Αλεξανδρου
του παλιου και του καινουργιου αντρα της τη μαχη
και πως το τροπαιο ηταν εκεινη
και σαν την ειδαν να περνα οι σεβαστοι προεστοι
αναφωνησαν γεματοι θαυμασμο για τη γυναικα
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν
δεν ειναι κατηγορια καμια οι Τρωες κι οι Αχαιοι
για μια τετοια γυναικα τοσο καιρο βασανα να παθαινουν,
τρομερα πως μοιαζει στη μορφη μ'αθανατη θεα
κι εκεινη βλεπωντος τον γερο Πριαμο και τους αλλους αρχους
ξεσπασε σε βαρυ γοο και ραγιστηκε η καρδια της
αἰδοῖός τέ μοί ἐσσι φίλε ἑκυρὲ δεινός τε·
ὡς ὄφελεν θάνατός μοι ἁδεῖν κακὸς ὁππότε δεῦρο
υἱέϊ σῷ ἑπόμην θάλαμον γνωτούς τε λιποῦσα
παῖδά τε τηλυγέτην καὶ ὁμηλικίην ἐρατεινήν.
ἀλλὰ τά γ' οὐκ ἐγένοντο· τὸ καὶ κλαίουσα τέτηκα.
καλε μου πατερα για μενα εισαι πολυτιμημενος και σεβαστος
μου ταιριαζε κακο θανατο να παθω τοτε που εδω περα ηρθα
τον γιο σου ακολουθωντας καμαρα συζυγικη και συγγενεις
εγκαταλειποντας και θυγατερα μονακρικη και συνομιληκη
χαριτωμενη παρεα,αλλ'αυτα δεν εγιναν,γι'αυτο και κλαιγοντας
εχω λιωσει
ο Πριαμος την ρωτησε,
η Ελενη
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Ατρειδης ευρυ κρειων Αγαμεμνων
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Λαερτιάδης πολύμητις Ὀδυσσεύς
-και τουτος,εδειξε,ειναι ο Αἴας ἐστὶ πελώριος ἕρκος Ἀχαιῶν·
κι ολοι χαθηκαν,
ο ευρυ κρειων Αγαμεμνωνας μεσα ατο σπιτι του στις Μυκηνες
τον επνιξαν στο μπανιο η γυναικα του η βασιλισα Κλυταιμνηστρα
κι ο φιλος της ο Αιγισθος
κι ο Οδυσεας επαθε πολλα βασανα ος μαλα πολλα πλαγχθη
κι ο Αιαντας το πελωριον ερκος το φρουριο το τειχος των Αχαιων
τρελλαθηκε,τ'αδικο δεν αντεξε κι επεσε πανω στο ξιφος του
και του περασε αυτο περα για περα το κορμι εκει κοντα στα καραβια
των Ελληνων και παει
-ομως τα δυο μου αδερφια δε βλεπω τον Καστορα
και τον Πολυδευκη,μηπως ντρεπονται για μενα να φανουν;
αἴσχεα δειδιότες καὶ ὀνείδεα πόλλ' ἅ μοί ἐστιν.
που να ξερε η δυστυχη πως στη πατριδα επεσαν
κι εκει θαφτηκαν τα σωματα τους
τοὺς δ' ἤδη κάτεχεν φυσίζοος αἶα
ἐν Λακεδαίμονι αὖθι φίλῃ ἐν πατρίδι γαίῃ.
το χωμα τους κρατουσε στην πατριδα
σ'αλλον πολεμο εμφυλιο
η Ελενη τοτε βογγηξε
να πεθαινα να μην γεννιομουν απο μανα
το φως του ηλιου να μη εβλεπα ποτε
παρα που το σπιτι μου παρατησα
και τους γονεις και το μονακριβο παιδι μου
και τους αγαπημενους φιλους αφησα
κι ηρθα η ορφανη σε τουτα δω τα μερη
και σ'αυτους εδω τους τοπους και τοσα μυρια
βασανα και τοσους πονους σηκωσα
και στα πολλα ελιωσα τα κλαμματα
η Ελενη εκλαψε,για τοσους ανθρωπους που χαθηκαν,
για τον φιλον εκυρε τον Πριαμο
για τον ευγενη Εκτορα ιδιον κασιγνητο αδερφο της,
αλλους απ'αυτους τους δυο δεν ειχε μεασ στη Τροια
να μην την κακολογουν,να την υποστηριζουν,
και για τον Αχιλλεα εκλαψε,που γι'αυτον ουτ'ενας λογος
δεν γινεται σ'αυτη τη γ' ραψωδια,
εκλαψε για τον Νικο για τον Γιωργο
για τον Θεοφανη,για τον Κωστα για τον Αντρεα
για τον Γιαννη για τον Σταθη για τον Δημητρη
για τον Πλατωνα για τον Ερμη
για την Ειρηνη για την Μαρια για την Αγγελικη
για την Ελενη για την Βασιλικη
απ'ολη την Ελλαδα,απ'τη Σμυρνη,απ'τη Τραπεζουντα,
απ'τη Θεσσαλονικη απ' την Αμμοχωστο
απ'την Κορυτσα απ'τους Αγιους Σαραντα
απ'την οδος Σταδιου απ'τη πλατεια Συνταγματος
ενας σωρος σωματα το'να πανω στ'αλλο
ως τον ουρανο
στο φως και στο σκοταδι καιομενα
η Ελλαδα
.
.
.
λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιοτυρομελιτοκατα
κεχυμενοκιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτεκεφαλλιοκιγκλοπελειο
λαγῳοσιραιοβαφητραγανοπτερυγών[Εκκλησιαζουσες του Αριστοφανη στιχοι 1169-1175]
Η γλωσσολιχουδια 172 γραμματων!Η μεγαλυτερη μαγειρικη λεξη του κοσμου!
λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιοτυρομελιτο
κατακεχυμενοκιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτεκεφαλλιοκιγκλοπε-
λειολαγῳοσιραιοβαφητραγανοπτερυγών
Ενα ορεκτικοτατο πιατο 172 γραμματων απο τις Εκκλησιαζουσες του Αριστοφανη
στιχοι 1169-1175
[ορεκτικογευστικοαπολαυστικημαγειρογλωσσογαρνιτουραμεταφραστικη-χ.ν.κουβελης]
Συνταγη,ας παραθεσουμε τα συστατικα του Αριστοφανικου πιατου:
λοπαδο πιατελα /τεμαχο σελαχο γαλεο φετες σαλαχιου και μπκαλιαρου/
κρανιο λειψανο καβουρια/δριμυ κοτριμματο σιλφιο καυτερο ψιλοκομμενο σιλφιο/
τυρο μελιτο κατακεχυμενο τυρομελο σιροπιασμενο/κιχλε επι κοσσυφο φαττοπεριστερα
αλεκτρυον οπτε τσιχλα κοτσυφι αγριοπεριστερο κοκορας ψητα /κεφαλλιο κιγκλο
κομματια σουσουραδας/πελειο ημερο περιστερι/λαγῳο λαγος/
σιραιο βαφη βρασμενου κρασιου σαλτσα /τραγανο πτερυγών τραγανες φτερουγες/
ολ'αυτα μαζι με υψηλη μαγειρικη τεχνη ας τα γαρνιρουμε στη πιατελα λοπαδα
κι ας τα σερβιρουμε με λαμπροτητα στους εξοχοτατους τυχερους συμποσιουχους,
στον κυριο Βλεπυρο και στην κυριαΠραξαγορα και στις αλλες συναμα τρολμηρες
Εκκλησιαζουσες κυριες του Αριστοφανη
λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεο-
1170 κρανιολειψανοδριμυποτριμματο-
σιλφιοτυρομελιτοκατακεχυμενο-
κιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστερα-
λεκτρυονοπτεκεφαλλιοκιγκλοπε-
λειολαγῳοσιραιοβαφητραγα-
1175 νοπτερυγών
κι ας το μεταφρασουμε ορεκτικως για να συμφαγωθει γευστικως:
μια μεγαλη πιατελα γαρνιρισμενη με φεταρισμενο σαλαχι μπακαλιαρο
καβουρια καυτερα καρυκευμενα με ψιλοκοπανισμενο σιλφιο
με τυρομελοσοροπιασμενη τσιχλα και κοτσυφι και αγριοπεριστερο
και κοκκορας ψητα και κομματια σουσουραδας και ημερο περιστερι και
λαγος και σε βρασμενου κρασιου σαλτσα τραγανες φτερουγες
Αντε ἰαὶ εὐαί!Καλη Ορεξη!Good appetite!bon appétit!¡buen provecho!Guten Appetit!
apetite bon!εὐαί, εὐαί, εὐαί, εὐαί!
σ'ολες τις γλωσσες,
αφου,αληθεια, η γλωσσα θα τη γευθει αυτη τη γλωσσολιχουδια 172 γραμματων,
Ιδου η Αυτου Μεγαλειοτης της Μεγαλυτερης Μαγειρικης Λεξης του Κοσμου
Αριστοφανικως Αρχαιοθεν:
λοπαδοτεμαχοσελαχογαλεοκρανιολειψανοδριμυποτριμματοσιλφιοτυρομελιτο
κατακεχυμενοκιχλεπικοσσυφοφαττοπεριστεραλεκτρυονοπτεκεφαλλιοκιγκλοπε-
λειολαγῳοσιραιοβαφητραγανοπτερυγών
[Εκκλησιαζουσες του Αριστοφανη στιχοι 1169-1175]
πιατοφεταρισμενουσελαχομπακαλαριοκαβουροκαυτερακαρυκευμεναψιλοκοπανισμενο
σιλφιοτυρομελοσοροπιασμενοτσιχλοαγριοπεριστεροκοκκοριψητοσουσουραδοπεριστερο
λαγοκρασατοσαλτσωμενατραγανοφτερουγες
.
.
.
Τα υβριολογια στην Οδύσσεια του Ομήρου- η μολοβρος γλωττη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΤΟ ΥΒΡΙΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΑΝΘΟΥ ΣΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ[Ομηρου Οδυσσεια,ρ',204-238]
ΚΑΙ ΤΟ ΟΙΚΤΡΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Μελανθος[μελας+ανθος]του Δολιου ηταν Ιθακισιος βοσκος και αθλιος συνεργατης
των μνηστηρων ,μαζι με την αδερφη του Μελανθω,ερωμενη του Ευρυμαχου,οταν
βρισκει τον Οδυσσεα[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ρ' στιχοι 204-238]ντυμενο γερο ζητιανο,
μαζι με τον πιστο του χοιροβοσκο Ευμαιο,τον βριζει σκαια και χυδαια.
Στη ραψωδια χ',στιχοι 473-476,Ομηρου Οδυσσεια,εχουμε το οικτρο τελος του στην μνηστη-
ροφονια
.
.
το υβριολογιο του Μελανθου στον Οδυσσεα[Ομηρου Οδυσσεια ,ρ',204-238]
το οικτρο τελος του στην μνηστηροφονια[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
[Ομηρου Οδυσσεια ,ρ',204-238]
ἀλλ' ὅτε δὴ στείχοντες ὁδὸν κάτα παιπαλόεσσαν
ἄστεος ἐγγὺς ἔσαν καὶ ἐπὶ κρήνην ἀφίκοντο
τυκτὴν καλλίροον, ὅθεν ὑδρεύοντο πολῖται,
τὴν ποίησ' Ἴθακος καὶ Νήριτος ἠδὲ Πολύκτωρ·
ἀμφὶ δ' ἄρ' αἰγείρων ὑδατοτρεφέων ἦν ἄλσος,
πάντοσε κυκλοτερές, κατὰ δὲ ψυχρὸν ῥέεν ὕδωρ
ὑψόθεν ἐκ πέτρης· βωμὸς δ' ἐφύπερθε τέτυκτο 210
Νυμφάων, ὅθι πάντες ἐπιῤῥέζεσκον ὁδῖται·
ἔνθα σφέας ἐκίχανεν υἱὸς Δολίοιο Μελανθεὺς
αἶγας ἄγων, αἳ πᾶσι μετέπρεπον αἰπολίοισι,
δεῖπνον μνηστήρεσσι· δύω δ' ἅμ' ἕποντο νομῆες.
τοὺς δὲ ἰδὼν νείκεσσεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζεν
ἔκπαγλον καὶ ἀεικές· ὄρινε δὲ κῆρ Ὀδυσῆος·
«νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ κακὸς κακὸν ἡγηλάζει,
ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον.
πῇ δὴ τόνδε μολοβρὸν ἄγεις, ἀμέγαρτε συβῶτα,
πτωχὸν ἀνιηρόν, δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα; 220
ὃς πολλῇς φλιῇσι παραστὰς φλίψεται ὤμους,
αἰτίζων ἀκόλους, οὐκ ἄορα οὐδὲ λέβητας.
τόν γ' εἴ μοι δοίης σταθμῶν ῥυτῆρα γενέσθαι
σηκοκόρον τ' ἔμεναι θαλλόν τ' ἐρίφοισι φορῆναι,
καί κεν ὀρὸν πίνων μεγάλην ἐπιγουνίδα θεῖτο.
ἀλλ' ἐπεὶ οὖν δὴ ἔργα κάκ' ἔμμαθεν, οὐκ ἐθελήσει
ἔργον ἐποίχεσθαι, ἀλλὰ πτώσσων κατὰ δῆμον
βούλεται αἰτίζων βόσκειν ἣν γαστέρ' ἄναλτον.
ἀλλ' ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
αἴ κ' ἔλθῃ πρὸς δώματ' Ὀδυσσῆος θείοιο, 230
πολλά οἱ ἀμφὶ κάρη σφέλα ἀνδρῶν ἐκ παλαμάων
πλευραὶ ἀποτρίψουσι δόμον κάτα βαλλομένοιο.»
ὣς φάτο, καὶ παριὼν λὰξ ἔνθορεν ἀφραδίῃσιν
ἰσχίῳ· οὐδέ μιν ἐκτὸς ἀταρπιτοῦ ἐστυφέλιξεν,
ἀλλ' ἔμεν' ἀσφαλέως. ὁ δὲ μερμήριξεν Ὀδυσσεύς,
ἠὲ μεταΐξας ῥοπάλῳ ἐκ θυμὸν ἕλοιτο
ἦ πρὸς γῆν ἐλάσειε κάρη ἀμφουδὶς ἀείρας·
ἀλλ' ἐπετόλμησε, φρεσὶ δ' ἔσχετο.
.
.
[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
ἐκ δὲ Μελάνθιον ἦγον ἀνὰ πρόθυρόν τε καὶ αὐλήν·
τοῦ δ' ἀπὸ μὲν ῥῖνάς τε καὶ οὔατα νηλέϊ χαλκῷ
τάμνον μήδεά τ' ἐξέρυσαν, κυσὶν ὠμὰ δάσασθαι,
χεῖράς τ' ἠδὲ πόδας κόπτον κεκοτηότι θυμῷ
.
.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
αλλ'οταν μαζι κατηφοριζοντας τον αποκρημνο δρομο
και στη πολη κοντα ησαν και στη βρυση εφτασαν
τη κτιστη που καθαρα τα νερα ρεει,απ'οπου υδρευονταν οι πολιτες,
αυτη που'φκιαξε ο Ιθακος κι ο Νηριτος κι επισης ο Πολυκτωρας,
και γυρω ηταν αλσος με λευκες που το νερο τις τρεφει,
απο παντου σε κυκλο,κατω δε παγωμενο ερρεε νερο
ψηλα απ'τη πετρα ,κι απο πανω βωμος ηταν κτισμενος 210
των Νυμφων,οπ'εκει ολοι εθυσιαζαν οι οδοιποροι
εκει τους ετυχε ο γιος του Δολιου ο Μελανθος
γιδια πηγαινοντας,σ'ολα τα αιγοκοπαδα τα πιο ξεχωρισμενα,
δειπνο στους μνηστηρες,και μαζι δυο ακολουθαγαν βοσκοι,
και βλεπωντας τους φιλονεικιας λογο ειπε και μιλησε
τρομερο κι απρεπο,του δε Οδυσσεα ταραχτηκε η καρδια,
''να τωρα ενας παντελως αθλιος εναν αθλιο σερνει,
ετσ'οπως παντα τον ομοιο φερνει ο θεος στον ομοιο,
που αυτον εδω τον σαπροφαγο πας,σιχαμερε γουρναρη,
τον ενοχλητικο φτωχο,των φαγητων τον αποροφητηρα, 220
αυτος σε πολλες πορτες και κατωφλια θα ξυνει τους ωμους
επαιτωντας ψωμοκοματα,οχι ξιφη κρεμαστα και λεβετια,
αυτον σε με να δωσεις των μαντριων φυλακας να γινει
σαρωτης του σταυλου να'ναι,χλωρο κλαρι να φερνει στα κατσικια
και τρογαλο πινωντας χοντρο μπουτι να φκιαξει,
αλλ'αφου λοιπον εργα αθλια εμαθε,δεν θα θελησει
δουλεια να πιασει,αλλα να γυριζει ασυστολα στη χωρα
θελει επαιτωντας να βοσκησει την αχορταγη κοιλια,
αλλα σε σε θα πω,κι αυτο και τετελεσμενο να'ναι,
αν κι ερθει προς τα σπιτια του Οδυσσεα του θειου 230
πολλα γυρω απ'το κεφαλι σκαμνια απ'των αντρων τις παλαμες
τα πλευρα θα συντριψουν σωρηδον καταπανω πεταμενα''
ετσ'ειπε,και περνωντας κλωτσια με πηδημα εδωσ'αφραδιαζοντας
στο γοφο,ομως αυτος εξω απ'την ατραπο δεν τρανταχτηκε,
αλλ'εμεινε ακουνητος,ο δε Οδυσσεας διστασε,
η' ορμωντας με το ροπαλο τη ψυχη να του τραβηξει
η' απ'τη γη σηκωνοντας να του κοπανισει το κεφαλι κατω χαμω,
αλλ'υπομεινε,στα νευρα δε κρατηθηκε
.
.
μετα τον Μελανθο εσυραν κατα το προθυρο και την αυλη,
απ'αυτον και τη μυτη και τ'αυτια μ'ανηλεο χαλκο
χωρισαν,και τ'αχαμνα ξεριζωσαν,στα σκυλια ωμα πετωντας να φανε,
και χερια και ποδια εκοψαν μ' οργισμενη τη καρδια
.
.
.
woman in chair-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Πολυκαστη,η Λαμπετιη,η Περση και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο-
χ.ν.κουβελης
η Πολυκαστη
(Ομήρου Οδύσσεια,γ',464-469)μετάφραση χ.ν.κουβελης
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη,
Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο.465
αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ' ἐλαίῳ,
ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος καλὸν βάλεν ἠ δὲ χιτῶνα,
ἔκ ῥ' ἀσαμίνθου βῆ δέμας ἀθανάτοισιν ὁμοῖος·
πὰρ δ' ὅ γε Νέστορ' ἰὼν κατ' ἄρ' ἕζετο, ποιμένα λαῶν.
στο μεταξύ τον Τημεμαχο έλουσε η όμορφη Πολυκαστη
του Νέστορα η πιο νεώτερη θυγατέρα του γιου του Νηλεα 465
επειτ'αφου και τον έλουσε και τον αλειψε με παχυ λάδι
τον περιεβαλε με καλό μακρύ φόρεμα και με χιτώνα,
απ'τον λουτήρα βγήκε μ'αναστημα στους αθάνατους ομοιος,
και κοντά στον Νέστορα πηγαίνοντας κάθησε,τον ποιμενα λαων
[η Πολυκαστη εγινε γυναικα του Τηλεμαχου και του γεννησε τον Περσεπολι]
.
.
η Λαμπετίη και η Φαέθουσα
(Ομήρου Οδύσσεια,μ',128-137)μετάφραση χ.ν.κουβελης
Θρινακίην δ' ἐς νῆσον ἀφίξεαι· ἔνθα δὲ πολλαὶ
βόσκοντ' Ἠελίοιο βόες καὶ ἴφια μῆλα.
ἑπτὰ βοῶν ἀγέλαι, τόσα δ' οἰῶν πώεα καλά, 130
πεντήκοντα δ' ἕκαστα. γόνος δ' οὐ γίνεται αὐτῶν,
οὐδέ ποτε φθινύθουσι. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί,
νύμφαι ἐϋπλόκαμοι, Φαέθουσά τε Λαμπετίη τε,
ἃς τέκεν Ἠελίῳ Ὑπερίονι δῖα Νέαιρα.
τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ
Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν,
μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα καὶ ἕλικας βοῦς.
στη Θρινακιη τη νησο θα φτασεις,οπου πολλες
βοσκουν τ'Ηλιου γελαδες και παχια προβατα
επτα βοδιων αγελες,τοσα κι αρνιων κοπαδια καλα,130
πενηντα εκαστα,απογονος δεν γινεται απ'αυτα,
ουτε ποτε φθινουν,θεες ποιμενες ειναι,
νυμφες ομορφοπλεξουδες,και η Φαεθουσα και η Λαμπετιη,
αυτες ετεκε στον Ηλιο Υπεριονα η θεια Νεαιρα,
αυτες τοτε η τεκουσα και θρεψασα σεβασμια μητερα
στη Θρινακιη νησο αποικισε εκει να μεινουν,
τα προβατα να φυλανε τα πατρωα και τα ελικοκερατα βοδια
.
.
η Κίρκη η Πέρση η Νέαιρα
(Ομήρου Οδύσσεια,κ',133-139)μετάφραση χ.ν.κουβελης
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
Αἰαίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιε
Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα,
αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο·
ἄμφω δ' ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
μητρός τ' ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα.139
απο'κει πριν την ωρα πλεουμε λυπημενοι τη καρδια,
χαρουμενοι απ'τη φυγη θανατου,φιλους χανοντας συντροφους,
στην Αιαιη νησο φτανουμε,οπ'εμενε
η Κιρκη η ομορφοπλεξουδη,τρομερη θεα μ΄'ανθρωπινη φωνη,
αυταδελφη του Αιητη πο'χει το χαμο στο νου,
κι οι δυο γεννιονται απ'τον Ηλιο που φως φερνει στους θνητους
κι απο μητερα τη Περση,αυτην ο Ωκεανος ετεκε κορη 139
'
'
και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο:
Αβαρβαρέη Αγαμήδη Αγαύη Αγλαϊη Αδρήστη Αθηναίη Αιγιάλια Αίθη Αίθρη Αλκάνδρη
Αληυόνη Αλθαίη Αλίη Αλκίππη Αλκμήνη Αμάθεια Αμφιθέη Αμφιθόη Αμφινόμη Αμφιτρίτη
Ανδρομάχη Άντεια Αντίκλεια Αντιόπη Αρήτη Αριάδνη Άρτεμις Αστυόχεια Αστυόχη Αυτονόη
Αφροδίτη Αψευδής Βρισηίς Γαία Γαλάτεια Γή Γλαύκη Γοργώ Γυγαίη Δανάη Δεξαμενή Δημήτηρ
Διομήδη Διώνη Δυναμένη Δωρίς Δωτώ Ειδοθέη Ειλείθυια Eκάβη Εκαμήδη Ελένη Ενυώ
Επικάστη Εριφύλη Εριώπις Ερμιόνη Ευηνίνη Ευριδίκη Ευρύκλεια Ευρυνόμη Ευρώπη Ήβη Ήρη
Θάλεια Θεανώ Θέμις Θέτις Θόη Θόωσα Ίαιρα Ιάνασσα Ιάνειρα Ινώ Ιξιόνη Ίρις Ιπποδάμεια
Ιφθίμη Ιφιάνασσα Ιφιμέδεια Ίφις Καλλιάνασσα Καλλιάνειρα Καλυψώ Κασσάνδρη Καστιάνειρα
Κίρκη Κισσηίς Κλεποπάτρη Κλυμένη Κλυταιμήστρη Κτιμένη Κυμοδόκη Κυμοθέη Λαμπετίη
Λαοδάμεια Λαοδίκη Λαοθόη Λευκοθέη Λήδη Λητώ Μαιάς Μαίρα Μάρπησσα Μεγάρη
Μελανθώ Μελίτη Μηδεσικικάστη Μούσα Μυκήνη Μυρίνη Ναυσικά Νέαιρα Νηίς
Νημερτίς Νησαίη Νιόβη Πανόπη Πασιθέη Περίβοια Περσεφόνεια Πέρση Πηνελόπεια Πηρώ
Ποδάγρη Πολυδάμνα Πολυδώρη Πολυκάστη Πολυμήλη Πόκρις Πρωτώ Ρήνη Ρέα Σικέλη Σεμέλη
Σκύλλα Σπειώ Τηθύς Τυρώ Υψιπύλη Φαίδρη Φέρουσα Φροντίς Φιλομέδουσα Φιλώ Χάρις
Χάρυβδις Χίμαιρα Χλωρίς Χρυσηίς Χρυσόθεμις Ωρείθυια
.
.
.
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου
[Ομηρου Ιλιαδα,Οδυσσεια] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Αβαρβαρέη Αγαμήδη Αγαύη Αγλαϊη Αδρήστη Αθηναίη Αιγιάλια Αίθη Αίθρη Αλκάνδρη
Αληυόνη Αλθαίη Αλίη Αλκίππη Αλκμήνη Αμάθεια Αμφιθέη Αμφιθόη Αμφινόμη Αμφιτρίτη
Ανδρομάχη Άντεια Αντίκλεια Αντιόπη Αρήτη Αριάδνη Άρτεμις Αστυόχεια Αστυόχη Αυτονόη
Αφροδίτη Αψευδής Βρισηίς Γαία Γαλάτεια Γή Γλαύκη Γοργώ Γυγαίη Δανάη Δεξαμενή Δημήτηρ
Διομήδη Διώνη Δυναμένη Δωρίς Δωτώ Ειδοθέη Ειλείθυια Eκάβη Εκαμήδη Ελένη Ενυώ
Επικάστη Εριφύλη Εριώπις Ερμιόνη Ευηνίνη Ευριδίκη Ευρύκλεια Ευρυνόμη Ευρώπη Ήβη Ήρη
Θάλεια Θεανώ Θέμις Θέτις Θόη Θόωσα Ίαιρα Ιάνασσα Ιάνειρα Ινώ Ιξιόνη Ίρις Ιπποδάμεια
Ιφθίμη Ιφιάνασσα Ιφιμέδεια Ίφις Καλλιάνασσα Καλλιάνειρα Καλυψώ Κασσάνδρη Καστιάνειρα
Κίρκη Κισσηίς Κλεποπάτρη Κλυμένη Κλυταιμήστρη Κτιμένη Κυμοδόκη Κυμοθέη Λαμπετίη
Λαοδάμεια Λαοδίκη Λαοθόη Λευκοθέη Λήδη Λητώ Μαιάς Μαίρα Μάρπησσα Μεγάρη
Μελανθώ Μελίτη Μηδεσικικάστη Μούσα Μυκήνη Μυρίνη Ναυσικά Νέαιρα Νηίς
Νημερτίς Νησαίη Νιόβη Πανόπη Πασιθέη Περίβοια Περσεφόνεια Πέρση Πηνελόπεια Πηρώ
Ποδάγρη Πολυδάμνα Πολυδώρη Πολυκάστη Πολυμήλη Πόκρις Πρωτώ Ρήνη Ρέα Σικέλη Σεμέλη
Σκύλλα Σπειώ Τηθύς Τυρώ Υψιπύλη Φαίδρη Φέρουσα Φροντίς Φιλομέδουσα Φιλώ Χάρις
Χάρυβδις Χίμαιρα Χλωρίς Χρυσηίς Χρυσόθεμις Ωρείθυια
Η Πολυκαστη,η Λαμπετιη,η Περση και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο-
χ.ν.κουβελης
η Πολυκαστη
(Ομήρου Οδύσσεια,γ',464-469)μετάφραση χ.ν.κουβελης
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη,
Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο.465
αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ' ἐλαίῳ,
ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος καλὸν βάλεν ἠ δὲ χιτῶνα,
ἔκ ῥ' ἀσαμίνθου βῆ δέμας ἀθανάτοισιν ὁμοῖος·
πὰρ δ' ὅ γε Νέστορ' ἰὼν κατ' ἄρ' ἕζετο, ποιμένα λαῶν.
στο μεταξύ τον Τημεμαχο έλουσε η όμορφη Πολυκαστη
του Νέστορα η πιο νεώτερη θυγατέρα του γιου του Νηλεα 465
επειτ'αφου και τον έλουσε και τον αλειψε με παχυ λάδι
τον περιεβαλε με καλό μακρύ φόρεμα και με χιτώνα,
απ'τον λουτήρα βγήκε μ'αναστημα στους αθάνατους ομοιος,
και κοντά στον Νέστορα πηγαίνοντας κάθησε,τον ποιμενα λαων
[η Πολυκαστη εγινε γυναικα του Τηλεμαχου και του γεννησε τον Περσεπολι]
.
.
η Λαμπετίη και η Φαέθουσα
(Ομήρου Οδύσσεια,μ',128-137)μετάφραση χ.ν.κουβελης
Θρινακίην δ' ἐς νῆσον ἀφίξεαι· ἔνθα δὲ πολλαὶ
βόσκοντ' Ἠελίοιο βόες καὶ ἴφια μῆλα.
ἑπτὰ βοῶν ἀγέλαι, τόσα δ' οἰῶν πώεα καλά, 130
πεντήκοντα δ' ἕκαστα. γόνος δ' οὐ γίνεται αὐτῶν,
οὐδέ ποτε φθινύθουσι. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί,
νύμφαι ἐϋπλόκαμοι, Φαέθουσά τε Λαμπετίη τε,
ἃς τέκεν Ἠελίῳ Ὑπερίονι δῖα Νέαιρα.
τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ
Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν,
μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα καὶ ἕλικας βοῦς.
στη Θρινακιη τη νησο θα φτασεις,οπου πολλες
βοσκουν τ'Ηλιου γελαδες και παχια προβατα
επτα βοδιων αγελες,τοσα κι αρνιων κοπαδια καλα,130
πενηντα εκαστα,απογονος δεν γινεται απ'αυτα,
ουτε ποτε φθινουν,θεες ποιμενες ειναι,
νυμφες ομορφοπλεξουδες,και η Φαεθουσα και η Λαμπετιη,
αυτες ετεκε στον Ηλιο Υπεριονα η θεια Νεαιρα,
αυτες τοτε η τεκουσα και θρεψασα σεβασμια μητερα
στη Θρινακιη νησο αποικισε εκει να μεινουν,
τα προβατα να φυλανε τα πατρωα και τα ελικοκερατα βοδια
.
.
η Κίρκη η Πέρση η Νέαιρα
(Ομήρου Οδύσσεια,κ',133-139)μετάφραση χ.ν.κουβελης
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
Αἰαίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιε
Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα,
αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο·
ἄμφω δ' ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
μητρός τ' ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα.139
απο'κει πριν την ωρα πλεουμε λυπημενοι τη καρδια,
χαρουμενοι απ'τη φυγη θανατου,φιλους χανοντας συντροφους,
στην Αιαιη νησο φτανουμε,οπ'εμενε
η Κιρκη η ομορφοπλεξουδη,τρομερη θεα μ΄'ανθρωπινη φωνη,
αυταδελφη του Αιητη πο'χει το χαμο στο νου,
κι οι δυο γεννιονται απ'τον Ηλιο που φως φερνει στους θνητους
κι απο μητερα τη Περση,αυτην ο Ωκεανος ετεκε κορη 139
'
'
η Ῥήνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Β',716-728] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Οἳ δ' ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο
καὶ Μελίβοιαν ἔχον καὶ Ὀλιζῶνα τρηχεῖαν,
τῶν δὲ Φιλοκτήτης ἦρχεν τόξων ἐῢ εἰδὼς
ἑπτὰ νεῶν· ἐρέται δ' ἐν ἑκάστῃ πεντήκοντα
ἐμβέβασαν τόξων εὖ εἰδότες ἶφι μάχεσθαι. 720
ἀλλ' ὃ μὲν ἐν νήσῳ κεῖτο κρατέρ' ἄλγεα πάσχων
Λήμνῳ ἐν ἠγαθέῃ, ὅθι μιν λίπον υἷες Ἀχαιῶν
ἕλκεϊ μοχθίζοντα κακῷ ὀλοόφρονος ὕδρου·
ἔνθ' ὅ γε κεῖτ' ἀχέων· τάχα δὲ μνήσεσθαι ἔμελλον
Ἀργεῖοι παρὰ νηυσὶ Φιλοκτήταο ἄνακτος.
οὐδὲ μὲν οὐδ' οἳ ἄναρχοι ἔσαν, πόθεόν γε μὲν ἀρχόν·
ἀλλὰ Μέδων κόσμησεν Ὀϊλῆος νόθος υἱός,
τόν ῥ' ἔτεκεν Ῥήνη ὑπ' Ὀϊλῆϊ πτολιπόρθῳ.
αυτοι που τη Μηθωνη και τη Θαυμακιη κατοικουσαν
και τη Μελιβοια ειχαν και την τραχεια Ολιζωνα,
αυτων ο Φιλοκτητης αρχηγευε των τοξων καλος γνωστης
των επτα πλοιων,κωπηλατες σε καθενα πενηντα
επεβαιναν των τοξων καλοι γνωστες ανδρεια να μαχονται, 720
αλλ'αυτος στη νησο κειτονταν δυνατ'αλγη πασχωντας
στην Λημνο την ιεροτατη,οπου κει τον κατελιπαν οι γιοι των Αχαιων
απ'το ελκος υποφεροντας το κακο τ'ολεθριου υδροφιδου,
εκει αυτος κειτονταν λυπημενος,γρηγορα να μνησθουν εμελλον
οι Αργειοι κοντα στα πλοια του Φιλοκτητη ανακτα,
ουτ'αυτοι αναρχοι ησαν,αν και ποθουσαν τον αρχοντα,
αλλ'ο Μεδων τους παρεταξε του Οιλεα ο νοθος γιος,
αυτον ετεκε η Ρηνη στον Οιλεα τον πολεων πορθητη
.
.
η Ἑλένη και η Ἀδρήστη η Ἀλκίππη η Φυλὼ οι θεραπαινιδες της Ελενης
η Ἀλκάνδρη η Αρτεμις
[Ομηρου Οδυσσεια,δ',121-135] μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἐκ δ' Ἑλένη θαλάμοιο θυώδεος ὑψορόφοιο
ἤλυθεν Ἀρτέμιδι χρυσηλακάτῳ ἐϊκυῖα.
τῇ δ' ἄρ' ἅμ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν,
Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ ἐρίοιο,
Φυλὼ δ' ἀργύρεον τάλαρον φέρε, τόν οἱ ἔδωκεν
Ἀλκάνδρη, Πολύβοιο δάμαρ, ὃς ἔναι' ἐνὶ Θήβῃς
Αἰγυπτίῃσ', ὅθι πλεῖστα δόμοισ' ἐν κτήματα κεῖται·
ὃς Μενελάῳ δῶκε δύ' ἀργυρέας ἀσαμίνθους,
δοιοὺς δὲ τρίποδας, δέκα δὲ χρυσοῖο τάλαντα.
χωρὶς δ' αὖθ' Ἑλένῃ ἄλοχος πόρε κάλλιμα δῶρα· 130
χρυσῆν τ' ἠλακάτην τάλαρόν θ' ὑπόκυκλον ὄπασσεν
ἀργύρεον, χρυσῷ δ' ἐπὶ χείλεα κεκράαντο.
τόν ῥά οἱ ἀμφίπολος Φυλὼ παρέθηκε φέρουσα
νήματος ἀσκητοῖο βεβυσμένον· αὐτὰρ ἐπ' αὐτῷ
ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχουσα.
η Ελενη απ'το θαλαμο τον αρωματισμενο τον υψηλοροφο
ηρθε στην Αρτεμη με τη χρυση ροκα ομοιασμενη
σ'αυτη τοτ'αμεσως η Αδρηστη καθισμα καλοτεχνο εθεσε,
η Αλκιππη ταπητα εφερε μαλακο μαλλινο,
η Φυλω αργυρο πανερι εφερε,που σ'αυτη εδωκε
η Αλκανδρη,του Πολυβοιου η οικοδεσποινα,πο'μενε στη Θηβα
στην Αιγυπτια,οπου πλειστα στα σπιτια αποκτηματα βρισκονται,
αυτος στον Μενελαο εδωκε δυο αργυρες λουτηρες,
δυο τρποδες,δεκα χρυσου ταλαντα,
χωρια παλι η Ελενη απ'τη συζυγο πηρε ωραια δωρα, 130
και χρυση ροκα και πανερι μ'αποκατω τροχους παραχωρησε
αργυρο,με χρυσο στα χειλη ακροτελειωμενο,
αυτο τοτε σ'αυτη η ακολουθος Φυλω παρεθεσε φερνωντας
με νημα κλωστο γεμισμενο,τοτε πανω σ'αυτο
η ροκα τεντωθηκε μενεξεδοβαφο μαλλι εχοντας
.
.
και η Γλαύκη και η Θάλεια και η Κυμοδόκη η Νησαίη και η Σπειώ και η Ἁλίη
και η Κυμοθόη και η Ἀκταίη και η Λιμνώρεια και η Μελίτη και η Ἴαιρα και η Ἀμφιθόη
και η Ἀγαυὴ και η Δωτώ και η Πρωτώ και η Φέρουσα και η Δυναμένη και η Δεξαμένη
και η Ἀμφινόμηκαι η Καλλιάνειρα η Δωρὶς και η Πανόπη και η Γαλάτεια
και η Νημερτής και η Ἀψευδὴς και η Καλλιάνασσα η Κλυμένη και η Ἰάνειρά και η Ἰάνασσα
η Μαῖρα και η Ὠρείθυια και η Ἀμάθεια
[Ομηρου Ιλιαδα,Σ',37-49] μεταφραση χ.ν.κουβελης
θεαὶ δέ μιν ἀμφαγέροντο
πᾶσαι ὅσαι κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν.
ἔνθ' ἄρ' ἔην Γλαύκη τε Θάλειά τε Κυμοδόκη τε
Νησαίη Σπειώ τε Θόη θ' Ἁλίη τε βοῶπις 40
Κυμοθόη τε καὶ Ἀκταίη καὶ Λιμνώρεια
καὶ Μελίτη καὶ Ἴαιρα καὶ Ἀμφιθόη καὶ Ἀγαυὴ
Δωτώ τε Πρωτώ τε Φέρουσά τε Δυναμένη τε
Δεξαμένη τε καὶ Ἀμφινόμη καὶ Καλλιάνειρα
Δωρὶς καὶ Πανόπη καὶ ἀγακλειτὴ Γαλάτεια
Νημερτής τε καὶ Ἀψευδὴς καὶ Καλλιάνασσα·
ἔνθα δ' ἔην Κλυμένη Ἰάνειρά τε καὶ Ἰάνασσα
Μαῖρα καὶ Ὠρείθυια ἐϋπλόκαμός τ' Ἀμάθεια
ἄλλαι θ' αἳ κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν.
οι θεες απ'αυτη γυρω μαζευτηκαν
[την Θετιδα την μητερα του Αχιλλεα που οδυρονταν για το σκοτωμον του Πατροκλου]
ολες οσες στο βαθος της θαλασσας Νηρηιδες ησαν,
εκει τοτ'ηταν και η Γλαύκη και η Θάλεια και η Κυμοδόκη
η Νησαίη και η Σπειώ και η Ἁλίη με τα μεγαλα σα βοδιου ματια 40
και η Κυμοθόη και η Ἀκταίη και η Λιμνώρεια
και η Μελίτη και η Ἴαιρα και η Ἀμφιθόη και η Ἀγαυὴ
και η Δωτώ και η Πρωτώ και η Φέρουσα και η Δυναμένη
και η Δεξαμένη και η Ἀμφινόμηκαι η Καλλιάνειρα
η Δωρὶς και η Πανόπη και η θαυμαστη Γαλάτεια
και η Νημερτής και η Ἀψευδὴς και η Καλλιάνασσα
εκει ηταν η Κλυμένη και η Ἰάνειρά και η Ἰάνασσα
η Μαῖρα και η Ὠρείθυια και η ομορφοπλεξουδη Ἀμάθεια
κι οι αλλες οσες στο βαθος της θαλασσας Νηρηιδες ησαν
.
.
.
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου
[Ομηρου Ιλιαδα,Οδυσσεια] μεταφραση χ.ν.κουβελης
[Ομηρου Ιλιαδα,Ξ',300-302,311-326] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Τηθύς Ἥρη[α] Ἰξιονιη Δανάη Σεμέλη Ἀλκμήνη Δήμητρα Λητω
[η Ηρα ετοιμαζεται να παει μακρια στον Ωκεανο στα περατα της γης και στην Τηθυ
και πριν αναχωρησει συναντιεται με τον Δια για μην του κακοφανει πως φευγει
κρυφα,αἴ κε σιωπῇ
οἴχωμαι πρὸς δῶμα βαθυῤῥόου Ὠκεανοῖο. 310]
ἔρχομαι ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης,300
Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν,
οἵ με σφοῖσι δόμοισιν ἐῢ τρέφον ἠδ᾽ ἀτίταλλον·
[πηγαινω να δω στης πολυτροφου τα περατα γης,
και τον Ωκεανο των θεων γεναρχη και τη μητερα Τηθυν,
που με στα παλατια τους καλαναθρεψαν και τρυφερα φροντισαν]
Τὴν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς·
Ἥρη κεῖσε μὲν ἔστι καὶ ὕστερον ὁρμηθῆναι,
νῶϊ δ' ἄγ' ἐν φιλότητι τραπείομεν εὐνηθέντε.
οὐ γάρ πώ ποτέ μ' ὧδε θεᾶς ἔρος οὐδὲ γυναικὸς
θυμὸν ἐνὶ στήθεσσι περιπροχυθεὶς ἐδάμασσεν,
οὐδ' ὁπότ' ἠρασάμην Ἰξιονίης ἀλόχοιο,
ἣ τέκε Πειρίθοον θεόφιν μήστωρ' ἀτάλαντον·
οὐδ' ὅτε περ Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης,
ἣ τέκε Περσῆα πάντων ἀριδείκετον ἀνδρῶν·
οὐδ' ὅτε Φοίνικος κούρης τηλεκλειτοῖο, 320
ἣ τέκε μοι Μίνων τε καὶ ἀντίθεον Ῥαδάμανθυν·
οὐδ' ὅτε περ Σεμέλης οὐδ' Ἀλκμήνης ἐνὶ Θήβῃ,
ἥ ῥ' Ἡρακλῆα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα·
ἣ δὲ Διώνυσον Σεμέλη τέκε χάρμα βροτοῖσιν·
οὐδ' ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης,
οὐδ' ὁπότε Λητοῦς ἐρικυδέος, οὐδὲ σεῦ αὐτῆς,
ὡς σέο νῦν ἔραμαι καί με γλυκὺς ἵμερος αἱρεῖ.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
σ'αυτη απαντωντας ειπε ο Ζευς που τα συννεφα μαζευει
''Ηρα προς τα κει ασε κι υστερα θα τραβηξεις
οι δυο ελα μ'ερωτα να τερπθουμε γερνωντας στο στρωμα
γιατι ποτε ως τωρα με θεας ερωτας ουτε γυναικας
τη καρδια στα στηθια αφου την περιελουσε εδαμασσε,
ουδ'οταν καποτ'ερωτευθηκα του Ιξιονη τη γυναικα στο κρεβατι,
αυτη που τεκε τον Πειριθοο ως θεο συνετο ισοζυγο.
ουτε τοτε με τη Δαναη τη ομορφοστραγαλη τ'Ακρισιου τη κορη,
αυτη που'τεκε τον Περσεα τον αριστο ξεχωριστο παντων των αντρων ,
ουτε τοτε με του Φοινικα την κορη του περα μακρυα ενδοξου 320
αυτη που'τεκε σε με και τον Μινωα και τον ισοθεο Ραδαμανθυν,
ουτε τοτε βεβαια με τη Σεμελη ουτε με την Αλκμηνη στη Θηβα,
εκεινη τον Ηρακλη τον ισχυροφρονα γεννησε παιδι,
η δ'αλλη τον Διωνυσο η Σεμελη ετεκε χαρμα στους βροτους,
ουτε τοτε με τη Δημητρα την ομορφοπλεξουδη ανασσα,
ουτε καποτε με τη Λητω τη πολυενδοξη,ουτε με σε την ιδια,
οπως εσε τωρα ερωτευομαι και με γλυκος ποθος ξεσηκωνει''
.
.
Νέστορα δ᾽ οὐκ ἔλαθεν ἰαχὴ πίνοντά περ ἔμπης,
ἀλλ᾽ Ἀσκληπιάδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
φράζεο δῖε Μαχᾶον ὅπως ἔσται τάδε ἔργα·
μείζων δὴ παρὰ νηυσὶ βοὴ θαλερῶν αἰζηῶν.
5 ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν πῖνε καθήμενος αἴθοπα οἶνον
εἰς ὅ κε θερμὰ λοετρὰ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη
θερμήνῃ καὶ λούσῃ ἄπο βρότον αἱματόεντα·
αὐτὰρ ἐγὼν ἐλθὼν τάχα εἴσομαι ἐς περιωπήν.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
απ'τον Νεστορα δεν ξεφευγε η ιαχη αν κι επινε παρ'ολ'αυτα,
αλλα στον Ασκληπιαδη λογια πτερωτα προσφωνησε.
εκφρασου θειε Μαχαονα πως ειναι αυτα εδω τα εργα
πιο μεγαλη τωρα κοντα στα πλοια η βοη των ρωμαλεων αντρων
αλλα συ μεν τωρα πινε καθημενος τον φλογατο οινο 5
ωσοτου τα θερμα λουτρα η ομορφοπλεξουδη Εκαμηδη
θερμανει και σε λουσει απο το πυκτο φονικο αιμα
ωστοσο εγω θα παω γρηγορα να μαθω στο περιοπτο σημειο
.
.
η Ἑκαμήδη
[Ομηρου Ιλιαδα,Ξ',1-8] μεταφραση χ.ν.κουβεληςΝέστορα δ᾽ οὐκ ἔλαθεν ἰαχὴ πίνοντά περ ἔμπης,
ἀλλ᾽ Ἀσκληπιάδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
φράζεο δῖε Μαχᾶον ὅπως ἔσται τάδε ἔργα·
μείζων δὴ παρὰ νηυσὶ βοὴ θαλερῶν αἰζηῶν.
5 ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν πῖνε καθήμενος αἴθοπα οἶνον
εἰς ὅ κε θερμὰ λοετρὰ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη
θερμήνῃ καὶ λούσῃ ἄπο βρότον αἱματόεντα·
αὐτὰρ ἐγὼν ἐλθὼν τάχα εἴσομαι ἐς περιωπήν.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
απ'τον Νεστορα δεν ξεφευγε η ιαχη αν κι επινε παρ'ολ'αυτα,
αλλα στον Ασκληπιαδη λογια πτερωτα προσφωνησε.
εκφρασου θειε Μαχαονα πως ειναι αυτα εδω τα εργα
πιο μεγαλη τωρα κοντα στα πλοια η βοη των ρωμαλεων αντρων
αλλα συ μεν τωρα πινε καθημενος τον φλογατο οινο 5
ωσοτου τα θερμα λουτρα η ομορφοπλεξουδη Εκαμηδη
θερμανει και σε λουσει απο το πυκτο φονικο αιμα
ωστοσο εγω θα παω γρηγορα να μαθω στο περιοπτο σημειο
.
Ἀλθαίῃ Κλεοπάτρῃ Μαρπήσση Ἀλκυόνη[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',551-560]
Διομήδη Ἶφις[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
Η ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ ΦΟΙΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΟΝ ΑΧΙΛΛΕΑ
οι Αχαιοι εστειλαν πρεσβεια στον Αχιλλεα τον σεβαστο γεροντα Φοινικα,πιστο φιλο του
πατερα του Πηλεα και που τον αναθρεψε μικρο στη Φθια,και τον Οδυσσεα να τον μετα-
πεισουν να επιστρεψει στη μαχη,
στο λογο του ο Φοινικας για να του μετατρεψει τη γνωμη του λεει πως ο θυμος δεν ειναι
καλος συμβουλος στον αντρα και του αναφερει δυο ιστοριες,
η μια ιστορια ηταν προσωπικη του,οταν αναγκαστηκε να φυγει απ'την Ελλαδα γιατι
εχθρευτηκε με τον πατερα του Αμυντορα για μια παλλακιδα υπηρετρια που ειχε ερωμενη
ο πατερας του κι ατιμαζε τη νομιμο γυναικα του και μανα του,κι η μανα του τον παροτρυνε
να παει μαζι με τη δουλα αυτη,να σιχαθει τον γερο και να τον παρατησει,κι ετσι εγινε κι
αγριεψε ο πατερας του κι αναγκαστηκε να φυγει απ'το σπιτι του κι εφθασε στον Πηλεα στη
Φθια
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',447-]
οἷον ὅτε πρῶτον λίπον Ἑλλάδα καλλιγύναικα
φεύγων νείκεα πατρὸς Ἀμύντορος Ὀρμενίδαο,
ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο,
τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν, ἀτιμάζεσκε δ' ἄκοιτιν 450
μητέρ' ἐμήν
στη δευτερη ιστορια ο Μελεαγρος στον πολεμο των Καλυδωνιων με τους Κουρητες
στην Αιτωλια θυμωσε με τη μανα του Αλθαια,για λογο των αδερφιων της,διχονεψαν κι
αποσυρθηκε απο τη μαχη,κλειστηκε μεσα στο σπιτι του κι η Καλυδωνα κινδυνευε να την
παρουν οι Κουρητες
.`
ΜΑΡΠΗΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΑΣ
η Μαρπησσα ηταν η ομορφη κορη του βασιλια Ευηνου της Αιτωλιας,στη γιορτη της
Ορτυγιας Αρτεμιδας στο Αιτωλικο ορος Χαλκις ο ηρωας Ιδας,που ηταν απ'τους πιο δυνα-
τους αντρες ποτε και πηρε μερος στην Αργοναυτικη εκστρατεια,την ειδε να χορευει και την
ερωτευθηκε,
ο Ευηνος δεν του την εδινε κι αναγκαστηκε να την κλεψει,τοτ'ο Ευηνος τον κυνηγησε με
την αμαξα και τ'αλογα του ,αλλα του Ιδα την αμαξα εσερναν φτερωτα αλογα και στο περα-
σμα του ποταμου Λυκορμα ο Ευηνος πνιγηκε κι απ'αυτον πηρε ο ποταμος τ'ονομα του,
Ευηνος ποταμος,
ο Ιδας με τη Μαρπησσα πηγαν στη Μεσσηνη,εκει την ειδε ο Απολλωνας την ερωτευθηκε κι
επιασε μαχη με τον Ιδα,τοτε επεμβηκε ο Διας,τους σταματησε και τους ειπε πως η γυναικα
η Μαρπησσα θα κρινει ποιον θελει για αντρα της απ'τους δυο,`
κι η Μαρπησσα διαλεξε τον Ιδα για αντρα της γιατι φοβηθηκε πως σαν γερασει ο Απολλω-
νας θα την παρατησει,
και την κορη τους Κλεοπατρα την πηρε γυναικα του ο Αιτωλος Μελεαγρος
.
.
Ἀλθαίῃ Κλεοπάτρῃ Μαρπήσση Ἀλκυόνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',551-560]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
ἤτοι ὃ μητρὶ φίλῃ Ἀλθαίῃ χωόμενος κῆρ
κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ καλῇ Κλεοπάτρῃ
κούρῃ Μαρπήσσης καλλισφύρου Εὐηνίνης
Ἴδεώ θ', ὃς κάρτιστος ἐπιχθονίων γένετ' ἀνδρῶν
τῶν τότε· καί ῥα ἄνακτος ἐναντίον εἵλετο τόξον
Φοίβου Ἀπόλλωνος καλλισφύρου εἵνεκα νύμφης,
τὴν δὲ τότ' ἐν μεγάροισι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
Ἀλκυόνην καλέεσκον ἐπώνυμον, οὕνεκ' ἄρ' αὐτῆς
μήτηρ ἀλκυόνος πολυπενθέος οἶτον ἔχουσα
κλαῖεν ὅ μιν ἑκάεργος ἀνήρπασε Φοῖβος Ἀπόλλων· 560
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τοτε λοιπον αυτος στην αγαπητη μητερα Αλθαια οργισμενος στη καρδια
καθονταν κοντα στη μνηστη του γυναικα την ομορφη Κλεοπατρα
κορη της Μαρπησσας της ομορφοστραγαλης τ'Ευηνου
και τ'Ιδα,αυτος π'ο ισχυροτατος των πανω στη γη εγινε των ανδρων
των τοτε,και μαλιστα εναντιον του ανακτος τεντωσε τοξο
του Φοιβου Απολλωνα ενεκα της ομορφοστραγαλης νυμφης,
αυτη δε τοτε στα μεγαρα ο πατερας κι η σεβασμια μητερα
Αλκυνονη καλουσαν επωνυμο,ενεκα λοιπον αυτης
η μητερα της αλκυονας τη πολυπενθο μοιρα εχοντας
εκλαιε οταν αυτην ο μακροτοξευτης αρπαξε Φοιβος Απολλωνας 560
.
.
Διομήδη Ἶφις
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση χ.ν.κουβελης
Πάτροκλος δ' ἑτάροισιν ἰδὲ δμωῇσι κέλευσε
Φοίνικι στορέσαι πυκινὸν λέχος ὅττι τάχιστα.
αἳ δ' ἐπιπειθόμεναι στόρεσαν λέχος ὡς ἐκέλευσε
κώεά τε ῥῆγός τε λίνοιό τε λεπτὸν ἄωτον.
ἔνθ' ὃ γέρων κατέλεκτο καὶ ἠῶ δῖαν ἔμιμνεν.
αὐτὰρ Ἀχιλλεὺς εὗδε μυχῷ κλισίης εὐπήκτου·
τῷ δ' ἄρα παρκατέλεκτο γυνή, τὴν Λεσβόθεν ἦγε, 660
Φόρβαντος θυγάτηρ Διομήδη καλλιπάρῃος.
Πάτροκλος δ' ἑτέρωθεν ἐλέξατο· πὰρ δ' ἄρα καὶ τῷ
Ἶφις ἐΰζωνος, τήν οἱ πόρε δῖος Ἀχιλλεὺς
Σκῦρον ἑλὼν αἰπεῖαν Ἐνυῆος πτολίεθρον.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Πατροκλος τους συντροφους και τις σκλαβες πολεμου διεταξε
στον Φοινικα να στρωσουν παχυ κρεββατι διχως καθυστερηση
αυτες δε υπακουοντας εστρωσαν κρεββατι οπως εδιαταξε
και προβια και κλινοκαλλυμα και λιναροσεντονο λεπτο'υφαντο
οπ'εκει ο γεροντας κατακλιθηκε και την θεια αυτη περιμενε.
επισης κι ο Αχιλλεας κοιμηθηκε στο βαθος της στερεας σκηνης
σ'αυτον τοτε διπλα κατακλιθηκε η γυναικα,π'απ'την Λεσβο εφερε,660
του Φορβαντα η θυγατερα η Διομηδη η ομορφομαγουλη,
ο Πατροκλος δε απ'την αλλη ξαπλωσε,διπλα τοτε και σ'αυτον
η Ιφις η ευζωνη,που σ'αυτον προσφερε ο θειος Αχιλλεας
την Σκυρο παιρνωντας την αποκρημνη τ'Ενυα καστροπολη
.
.
.Διομήδη Ἶφις[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
Η ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ ΦΟΙΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΟΝ ΑΧΙΛΛΕΑ
οι Αχαιοι εστειλαν πρεσβεια στον Αχιλλεα τον σεβαστο γεροντα Φοινικα,πιστο φιλο του
πατερα του Πηλεα και που τον αναθρεψε μικρο στη Φθια,και τον Οδυσσεα να τον μετα-
πεισουν να επιστρεψει στη μαχη,
στο λογο του ο Φοινικας για να του μετατρεψει τη γνωμη του λεει πως ο θυμος δεν ειναι
καλος συμβουλος στον αντρα και του αναφερει δυο ιστοριες,
η μια ιστορια ηταν προσωπικη του,οταν αναγκαστηκε να φυγει απ'την Ελλαδα γιατι
εχθρευτηκε με τον πατερα του Αμυντορα για μια παλλακιδα υπηρετρια που ειχε ερωμενη
ο πατερας του κι ατιμαζε τη νομιμο γυναικα του και μανα του,κι η μανα του τον παροτρυνε
να παει μαζι με τη δουλα αυτη,να σιχαθει τον γερο και να τον παρατησει,κι ετσι εγινε κι
αγριεψε ο πατερας του κι αναγκαστηκε να φυγει απ'το σπιτι του κι εφθασε στον Πηλεα στη
Φθια
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',447-]
οἷον ὅτε πρῶτον λίπον Ἑλλάδα καλλιγύναικα
φεύγων νείκεα πατρὸς Ἀμύντορος Ὀρμενίδαο,
ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο,
τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν, ἀτιμάζεσκε δ' ἄκοιτιν 450
μητέρ' ἐμήν
στη δευτερη ιστορια ο Μελεαγρος στον πολεμο των Καλυδωνιων με τους Κουρητες
στην Αιτωλια θυμωσε με τη μανα του Αλθαια,για λογο των αδερφιων της,διχονεψαν κι
αποσυρθηκε απο τη μαχη,κλειστηκε μεσα στο σπιτι του κι η Καλυδωνα κινδυνευε να την
παρουν οι Κουρητες
.`
ΜΑΡΠΗΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΑΣ
η Μαρπησσα ηταν η ομορφη κορη του βασιλια Ευηνου της Αιτωλιας,στη γιορτη της
Ορτυγιας Αρτεμιδας στο Αιτωλικο ορος Χαλκις ο ηρωας Ιδας,που ηταν απ'τους πιο δυνα-
τους αντρες ποτε και πηρε μερος στην Αργοναυτικη εκστρατεια,την ειδε να χορευει και την
ερωτευθηκε,
ο Ευηνος δεν του την εδινε κι αναγκαστηκε να την κλεψει,τοτ'ο Ευηνος τον κυνηγησε με
την αμαξα και τ'αλογα του ,αλλα του Ιδα την αμαξα εσερναν φτερωτα αλογα και στο περα-
σμα του ποταμου Λυκορμα ο Ευηνος πνιγηκε κι απ'αυτον πηρε ο ποταμος τ'ονομα του,
Ευηνος ποταμος,
ο Ιδας με τη Μαρπησσα πηγαν στη Μεσσηνη,εκει την ειδε ο Απολλωνας την ερωτευθηκε κι
επιασε μαχη με τον Ιδα,τοτε επεμβηκε ο Διας,τους σταματησε και τους ειπε πως η γυναικα
η Μαρπησσα θα κρινει ποιον θελει για αντρα της απ'τους δυο,`
κι η Μαρπησσα διαλεξε τον Ιδα για αντρα της γιατι φοβηθηκε πως σαν γερασει ο Απολλω-
νας θα την παρατησει,
και την κορη τους Κλεοπατρα την πηρε γυναικα του ο Αιτωλος Μελεαγρος
.
.
Ἀλθαίῃ Κλεοπάτρῃ Μαρπήσση Ἀλκυόνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',551-560]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
ἤτοι ὃ μητρὶ φίλῃ Ἀλθαίῃ χωόμενος κῆρ
κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ καλῇ Κλεοπάτρῃ
κούρῃ Μαρπήσσης καλλισφύρου Εὐηνίνης
Ἴδεώ θ', ὃς κάρτιστος ἐπιχθονίων γένετ' ἀνδρῶν
τῶν τότε· καί ῥα ἄνακτος ἐναντίον εἵλετο τόξον
Φοίβου Ἀπόλλωνος καλλισφύρου εἵνεκα νύμφης,
τὴν δὲ τότ' ἐν μεγάροισι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
Ἀλκυόνην καλέεσκον ἐπώνυμον, οὕνεκ' ἄρ' αὐτῆς
μήτηρ ἀλκυόνος πολυπενθέος οἶτον ἔχουσα
κλαῖεν ὅ μιν ἑκάεργος ἀνήρπασε Φοῖβος Ἀπόλλων· 560
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τοτε λοιπον αυτος στην αγαπητη μητερα Αλθαια οργισμενος στη καρδια
καθονταν κοντα στη μνηστη του γυναικα την ομορφη Κλεοπατρα
κορη της Μαρπησσας της ομορφοστραγαλης τ'Ευηνου
και τ'Ιδα,αυτος π'ο ισχυροτατος των πανω στη γη εγινε των ανδρων
των τοτε,και μαλιστα εναντιον του ανακτος τεντωσε τοξο
του Φοιβου Απολλωνα ενεκα της ομορφοστραγαλης νυμφης,
αυτη δε τοτε στα μεγαρα ο πατερας κι η σεβασμια μητερα
Αλκυνονη καλουσαν επωνυμο,ενεκα λοιπον αυτης
η μητερα της αλκυονας τη πολυπενθο μοιρα εχοντας
εκλαιε οταν αυτην ο μακροτοξευτης αρπαξε Φοιβος Απολλωνας 560
.
.
Διομήδη Ἶφις
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση χ.ν.κουβελης
Πάτροκλος δ' ἑτάροισιν ἰδὲ δμωῇσι κέλευσε
Φοίνικι στορέσαι πυκινὸν λέχος ὅττι τάχιστα.
αἳ δ' ἐπιπειθόμεναι στόρεσαν λέχος ὡς ἐκέλευσε
κώεά τε ῥῆγός τε λίνοιό τε λεπτὸν ἄωτον.
ἔνθ' ὃ γέρων κατέλεκτο καὶ ἠῶ δῖαν ἔμιμνεν.
αὐτὰρ Ἀχιλλεὺς εὗδε μυχῷ κλισίης εὐπήκτου·
τῷ δ' ἄρα παρκατέλεκτο γυνή, τὴν Λεσβόθεν ἦγε, 660
Φόρβαντος θυγάτηρ Διομήδη καλλιπάρῃος.
Πάτροκλος δ' ἑτέρωθεν ἐλέξατο· πὰρ δ' ἄρα καὶ τῷ
Ἶφις ἐΰζωνος, τήν οἱ πόρε δῖος Ἀχιλλεὺς
Σκῦρον ἑλὼν αἰπεῖαν Ἐνυῆος πτολίεθρον.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Πατροκλος τους συντροφους και τις σκλαβες πολεμου διεταξε
στον Φοινικα να στρωσουν παχυ κρεββατι διχως καθυστερηση
αυτες δε υπακουοντας εστρωσαν κρεββατι οπως εδιαταξε
και προβια και κλινοκαλλυμα και λιναροσεντονο λεπτο'υφαντο
οπ'εκει ο γεροντας κατακλιθηκε και την θεια αυτη περιμενε.
επισης κι ο Αχιλλεας κοιμηθηκε στο βαθος της στερεας σκηνης
σ'αυτον τοτε διπλα κατακλιθηκε η γυναικα,π'απ'την Λεσβο εφερε,660
του Φορβαντα η θυγατερα η Διομηδη η ομορφομαγουλη,
ο Πατροκλος δε απ'την αλλη ξαπλωσε,διπλα τοτε και σ'αυτον
η Ιφις η ευζωνη,που σ'αυτον προσφερε ο θειος Αχιλλεας
την Σκυρο παιρνωντας την αποκρημνη τ'Ενυα καστροπολη
.
.
Ο ΣΕΙΚΙΛΟΣ,ΤΟ ΜΟΥΣΙΚΟ ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΔΙΝΙ-χ.ν.κουβελης
το Αιδινι στα αρχαια χρονια λεγονταν Ανθεα,Ευανθια,Ερυνινα,Σελευκεια επι του Μαιανδρου,
Σελευκεια της Καριας,Τραλλεις τη βυζαντινη εποχη,οι θρακες Τραλλεις εχτισαν την ακροπολη
του,
ο ποιητης και μουσικος Σεικιλος απο το Αιδινι,τη Σελευκεια επι του Μαιανδρου,την εποχη
150 -146 π.Χ που βασιλευαν στην αυτοκρατορια των Σελευκιδων ο αμφιλεγομενος,δηθεν γιος
του Αντιοχου Δ' του Επιφανους,Αλεξανδρος Α' Βαλας,με τη γυναικα του Κλεοπατρα Θεα,κορη
του Πτολεμαιου Στ' Φιλομητορος της Αιγυπτου,εχασε την αγαπημενη γυναικα του Ευτερπη,
και στη μνημη της αφιερωσε επιτυμβια κυλινδρικη στηλη 40εκ με επιγραμμα,επηρεασμενος
απο τη φιλοσοφια του Επικουρου,με μουσικη σημανση πανω απο τα γραμματα,
Αυτο ειναι το μουσικο επιγραμμα του Σεικιλου:
ΕΙΚΩΝ Η ΛΙΘΟΣ ΕΙΜΙ
ΤΙΘΗΣΙ ΜΕ ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΕΝΘΑ ΜΝΗΜΗΣ ΑΘΑΝΑΤΟΥ
ΣΗΜΑ ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΝ
ΟΣΟΝ ΖΗΣ ΦΑΙΝΟΥ,
ΜΗΔΕΝ ΟΛΩΣ ΣΥ ΛΥΠΟΥ.
ΠΡΟΣ ΟΛΙΓΟΝ ΕΣΤΙ ΤΟ ΖΗΝ,
ΤΟ ΤΕΛΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΑΠΑΙΤΕΙ
ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΕΥΤΕΡΠΗΙ
ΕΙΚΟΝΑ Η ΠΕΤΡΑ ΕΙΜΑΙ
ΜΕ ΕΣΤΗΣΕ Ο ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΓΙΑ ΜΝΗΜΗ ΑΘΑΝΑΤΗ
ΜΝΗΜΕΙΟ ΠΟΛΥΧΡΟΝΟ
ΟΣΟΝ ΖΗΣ ΕΥΦΡΑΙΝΟΥ
ΚΑΘΟΛΟΥ ΜΗ ΛΥΠΑΣΑΙ
ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΖΗΝ
ΤΟ ΤΕΛΟΣ Ο ΧΡΟΝΟΣ ΑΠΑΙΤΕΙ
Ο ΣΕΙΚΙΛΟΣ ΣΤΗΝ ΕΥΤΕΡΠΗ
''ο ελληνικος στρατος μπηκε στο Αιδινι στις 14 Μαιου του 1919,εμεις οι Ελληνες βγηκαμε
στους δρομους πανηγυριζοντας,το Αιδινι τοτε ειχε 35.000 απ'αυτους οι 8.000 ηταν Ελληνες,
ημασταν ευκαταστατοι,καναμε εμποριο,το Αιδινι ειχε καλα συκα,ειχαμε σχολεια,νοσοκομεια,
τη 'Μελισσα' τον φιλολογικο συλλογο,με φιλαρμονικη,βιβλιοθηκη,και με τις αλλες ενθοτητες
τα ειχαμε καλα,ζουσαμε ειρηνικα,
ενα μηνα μετα ηρθαν οι Τσετες,για τρεις ολοκληρες μερες εγινε κολαση,σφαχτηκαν πολλοι
ανθρωποι,στις τρεις μερες ο στρατος τους κυνηγησε κι εμεινε στο Αιδινη μεχρι τη μεγαλη
καταστροφη το '22,
πολλοι τοτε εχασαν τους δικους τους ανθρωπους,μανα,πατερα,παιδια,γυναικα,αδερφια,
συγγενεις,εμενα ο αδερφος μου εχασε τη γυναικα του το Καλλιοπακι,απο τοτε τρελλαθηκε,
ποτε δεν εγινε καλα''
η επιτυμβια στηλη του Σεικιλου βρεθηκε το 1883,χαθηκε στη Μικρασιατικη Καταστροφη το
1922 και ξαναβρεθηκε σ'ενα τουρκικο σπιτι,ηταν σπασμενη η βαση της και χρησιμευε σαν
γλαστρα,σημερα βρισκεται στη Κοπεγχαγη στο Εθνικο Μουσειο της Δανιας
ποιος ξερει με τι λογια ο αδερφος του θρηνουσε με βαρυ καημο την αγαπημενη του γυναικα
το Καλλιοπακι στα προσφυγικα της Ελλαδας
δεν ειν'αυγη να σηκωθω,να μην αναστεναξω
αστρο της αυγης γιατι αργεις να βγεις
στο Αιδινι γεννηθηκε το 1893 η μεγαλη Ελληνιδα ποιητρια στιχουργος Ευτυχια Χατζηγεωργιου
Παπαγιαννοπουλου του λαικου τραγουδιου,μακρυνη απογονος του ποιητη και μουσικου της
Ελληνινιστικης εποχης Σεικιλου,
το τραγουδι της αυτο εχει ,οπως και το επιγραμμα του Σεικιλου,επικουρεια επιρροη
Άνθρωπε δυστυχισμένε
πάρ’ το απόφαση καημένε
πως σε τούτη τη ζωή
λίγες θα `ναι οι χαρές σου
πιο πολλές οι συμφορές σου
κι αλογάριαστοι καημοί.
Κανένα αποτέλεσμα
τα δάκρυα δε φέρνουν
αψήφιστα πάρ’ τους λοιπόν
τους πόνους που σε δέρνουν.
Κάνε τόπο στην καρδιά σου
να χωρούν τα βάσανα σου
πιες τις πίκρες σαν κρασί
μες στην ψεύτρα κοινωνία
ζούμε όλοι μ’ αγωνία
πάρ’ το απόφαση κι εσύ.
Κανένα αποτέλεσμα
τα δάκρυα δε φέρνουν
αψήφιστα πάρ’ τους λοιπόν
τους πόνους που σε δέρνουν.
.
.
.
Ακροπολη Αθηνων-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΠΟΛΙΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ-χ.ν.κουβελης
φθασαμε στην Ακροπολη,λιγο πριν το μεσημερι,η αρχη ενος φωτεινου Μαρτη,το
πλακοστρωτο δρομακι του Πικιωνη,οι ελιες σε παραταξη Παναθηναιων παρθενων,
τι να'χει αραγε απομεινει απο εκεινο τον αρχαιο ναο του 8ου π.Χ αφιερωμενο στην Αθηνα
Πολιαδα;αυτον που διαβασα στη Β' ραψωδια της Ιλιαδας του Ομηρου,στιχος 549
Οἳ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀθήνας εἶχον ἐϋκτίμενον πτολίεθρον
δῆμον Ἐρεχθῆος μεγαλήτορος, ὅν ποτ᾽Ἀθήνη
θρέψε Διὸς θυγάτηρ, τέκε δὲ ζείδωρος ἄρουρα,
κὰδ δ᾽ ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν ἑῷ ἐν πίονι νηῷ·
ἔνθα δέ μιν ταύροισι καὶ ἀρνειοῖς ἱλάονται 550
κοῦροι Ἀθηναίων περιτελλομένων ἐνιαυτῶν·
τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευ᾽ υἱὸς Πετεῶο Μενεσθεύς.
τῷ δ᾽ οὔ πώ τις ὁμοῖος ἐπιχθόνιος γένετ᾽ ἀνὴρ
κοσμῆσαι ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας·
Νέστωρ οἶος ἔριζεν· ὃ γὰρ προγενέστερος ἦεν· 555
τῷ δ᾽ ἅμα πεντήκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο.
αυτοι λοιπον που της Αθηνας ειχαν τη καλοχτισμενη καστροπολη
το δημο του Ερεχθεα του μεγαλοψυχου,αυτον που καποτε η Αθηνα
εθρεψε του Δια η θυγατερα,που τον γεννησε η γονιμη γη,
και τον εβαλε στην Αθηνα να καθισει στον πλουσιο ναο της,
οπ'εκει αυτον ταυρους κι αρνια θυσιαζουν να εξευμενισουν 550
οι νεοι των Αθηναιων περιστρεφομενων των ετων
τοτ'αυτων ηγεμονευε ο γιος του Πετεου ο Μενεσθεας,
σ'αυτον ποτε καποιος ομοιος πανω στη γη δεν γεννηθηκε αντρας
να παραταξει και αλογα και αντρες ασπιδοφορους
ο Νεστορας μονο τον ανταγωνιζονταν,αυτος γιατι προγενεστερος ηταν 555
σ'άυτον δε μαζι πενηντα μαυρα καραβια ακολουθουσαν
το παιδι ηταν πολυ χαρουμενο που θα ξαναβλεπε τα αρχαια,πριν λιγες μερες ειχανε
παει με το σχολειο και καταενθουσιασμενο ελεγε αυτα που εμαθε,
ανεβηκαμε,
τους αφησα στο ναο της Απτερου Νικης,και πηγα προς το Ερεχθειο,στον νοτιο τοιχο του
εμεναν απο τον ναο της Πολιαδας Αθηνας μονο δυο λιθινες βασεις του,εκει μεσα στο ναο
ηταν τοτε το ξοανο της θεας απο ξυλο ελιας,
οταν γυρισα βρηκα τη γυναικα να βγαζει φωτογραφιες στο παιδι μπροστα στον Παρθενω-
να ,''και στις Καρυατιδες θελω φωτογραφια'',ειπε το παιδι κι εδειξε ''να εκει περα'',
οταν κατεβηκαμε αγορασε καρτ-ποσταλ
.
.
.
Η ενοχλητικη ακριτομυθια του Θερσιτη στην Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Β'
.
Η ενοχλητικη ακριτομυθια του Θερσιτη στην Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Β'
στιχοι 211-270-[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Ἄλλοι μέν ῥ᾽ ἕζοντο, ἐρήτυθεν δὲ καθ᾽ ἕδρας·
Θερσίτης δ᾽ ἔτι μοῦνος ἀμετροεπὴς ἐκολῴα,
ὃς ἔπεα φρεσὶν ᾗσιν ἄκοσμά τε πολλά τε ᾔδη
μάψ, ἀτὰρ οὐ κατὰ κόσμον, ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν,
ἀλλ᾽ ὅ τι οἱ εἴσαιτο γελοίϊον Ἀργείοισιν 215
ἔμμεναι· αἴσχιστος δὲ ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθε·
φολκὸς ἔην, χωλὸς δ᾽ ἕτερον πόδα· τὼ δέ οἱ ὤμω
κυρτὼ ἐπὶ στῆθος συνοχωκότε· αὐτὰρ ὕπερθε
φοξὸς ἔην κεφαλήν, ψεδνὴ δ᾽ ἐπενήνοθε λάχνη.
ἔχθιστος δ᾽ Ἀχιλῆϊ μάλιστ᾽ ἦν ἠδ᾽ Ὀδυσῆϊ· 220
τὼ γὰρ νεικείεσκε· τότ᾽ αὖτ᾽ Ἀγαμέμνονι δίῳ
ὀξέα κεκλήγων λέγ᾽ ὀνείδεα· τῷ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀχαιοὶ
ἐκπάγλως κοτέοντο νεμέσσηθέν τ᾽ ἐνὶ θυμῷ.
αὐτὰρ ὃ μακρὰ βοῶν Ἀγαμέμνονα νείκεε μύθῳ·
«Ἀτρεΐδη τέο δ᾽ αὖτ᾽ ἐπιμέμφεαι ἠδὲ χατίζεις; 225
πλεῖαί τοι χαλκοῦ κλισίαι, πολλαὶ δὲ γυναῖκες
εἰσὶν ἐνὶ κλισίῃς ἐξαίρετοι, ἅς τοι Ἀχαιοὶ
πρωτίστῳ δίδομεν εὖτ᾽ ἂν πτολίεθρον ἕλωμεν.
ἦ ἔτι καὶ χρυσοῦ ἐπιδεύεαι, ὅν κέ τις οἴσει
Τρώων ἱπποδάμων ἐξ Ἰλίου υἷος ἄποινα, 230
ὅν κεν ἐγὼ δήσας ἀγάγω ἢ ἄλλος Ἀχαιῶν,
ἠὲ γυναῖκα νέην, ἵνα μίσγεαι ἐν φιλότητι,
ἥν τ᾽ αὐτὸς ἀπονόσφι κατίσχεαι; οὐ μὲν ἔοικεν
ἀρχὸν ἐόντα κακῶν ἐπιβασκέμεν υἷας Ἀχαιῶν.
ὦ πέπονες κάκ᾽ ἐλέγχε᾽ Ἀχαιΐδες οὐκέτ᾽ Ἀχαιοὶ, 235
οἴκαδέ περ σὺν νηυσὶ νεώμεθα, τόνδε δ᾽ ἐῶμεν
αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ γέρα πεσσέμεν, ὄφρα ἴδηται
ἤ ῥά τί οἱ χἠμεῖς προσαμύνομεν ἦε καὶ οὐκί·
ὃς καὶ νῦν Ἀχιλῆα ἕο μέγ᾽ ἀμείνονα φῶτα
ἠτίμησεν· ἑλὼν γὰρ ἔχει γέρας αὐτὸς ἀπούρας. 240
ἀλλὰ μάλ᾽ οὐκ Ἀχιλῆϊ χόλος φρεσίν, ἀλλὰ μεθήμων·
ἦ γὰρ ἂν Ἀτρεΐδη νῦν ὕστατα λωβήσαιο·»
Ὣς φάτο νεικείων Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν,
Θερσίτης· τῷ δ᾽ ὦκα παρίστατο δῖος Ὀδυσσεύς,
καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν χαλεπῷ ἠνίπαπε μύθῳ· 245
«Θερσῖτ᾽ ἀκριτόμυθε, λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής,
ἴσχεο, μηδ᾽ ἔθελ᾽ οἶος ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν·
οὐ γὰρ ἐγὼ σέο φημὶ χερειότερον βροτὸν ἄλλον
ἔμμεναι, ὅσσοι ἅμ᾽ Ἀτρεΐδῃς ὑπὸ Ἴλιον ἦλθον.
τὼ οὐκ ἂν βασιλῆας ἀνὰ στόμ᾽ ἔχων ἀγορεύοις, 250
καί σφιν ὀνείδεά τε προφέροις, νόστόν τε φυλάσσοις.
οὐδέ τί πω σάφα ἴδμεν ὅπως ἔσται τάδε ἔργα,
ἢ εὖ ἦε κακῶς νοστήσομεν υἷες Ἀχαιῶν.
τὼ νῦν Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ποιμένι λαῶν,
ἧσαι ὀνειδίζων, ὅτι οἱ μάλα πολλὰ διδοῦσιν 255
ἥρωες Δαναοί· σὺ δὲ κερτομέων ἀγορεύεις.
ἀλλ᾽ ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
εἴ κ᾽ ἔτι σ᾽ ἀφραίνοντα κιχήσομαι ὥς νύ περ ὧδε,
μηκέτ᾽ ἔπειτ᾽ Ὀδυσῆϊ κάρη ὤμοισιν ἐπείη,
μηδ᾽ ἔτι Τηλεμάχοιο πατὴρ κεκλημένος εἴην, 260
εἰ μὴ ἐγώ σε λαβὼν ἀπὸ μὲν φίλα εἵματα δύσω,
χλαῖνάν τ᾽ ἠδὲ χιτῶνα, τά τ᾽ αἰδῶ ἀμφικαλύπτει,
αὐτὸν δὲ κλαίοντα θοὰς ἐπὶ νῆας ἀφήσω
πεπλήγων ἀγορῆθεν ἀεικέσσι πληγῇσιν.»
Ὣς ἄρ᾽ ἔφη, σκήπτρῳ δὲ μετάφρενον ἠδὲ καὶ ὤμω 265
πλῆξεν· ὃ δ᾽ ἰδνώθη, θαλερὸν δέ οἱ ἔκπεσε δάκρυ·
σμῶδιξ δ᾽ αἱματόεσσα μεταφρένου ἐξυπανέστη
σκήπτρου ὕπο χρυσέου· ὃ δ᾽ ἄρ᾽ ἕζετο τάρβησέν τε,
ἀλγήσας δ᾽ ἀχρεῖον ἰδὼν ἀπομόρξατο δάκρυ.
οἳ δὲ καὶ ἀχνύμενοί περ ἐπ᾽ αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν· 270
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
οι αλλοι τοτε καθισαν στα εδραν'αποτραβηγμενοι,
ο Θερσιτης ακομα μοναχος χωρις μετρο τα λογια καυγαδιζε,
με λογι'απρεπα στα μυαλα που'σαν πολλα κι ακομα
απερισκεπτα,αλλ'ουτε με ταξη,εριζοντας με τους βασιλεις,
αλλα μονο και μονο για να δει να γελουν οι Αργειοι, 215
πιο ασχημοτερος αντρας κατ'απ'το Ιλιο δεν ηρθε,
αλληθωρος ηταν,κουτσος απ'το'να ποδι,οι ωμοι
κυρτοι πανω στο στηθος κολλημενοι,κι ακομα ψηλα
σουβλερη ηταν η κεφαλη,κι αραιη απο πανω τριχα,
εχθροτατος στον Αχιλλεα παρα πολυ και στον Οδυσσεα 220
γιατι μ'αυτους φιλονικουσε,τοτ'αυτος στον Αγαμεμνονα τον θειο
φαρμακερα εκραξε λεγοντας κατηγοριες,σ'αυτο τοτε οι Αχαιοι
τρομερα οργισθηκαν κι ενιωσαν αγανακτηση στη καρδια,
τοτ'αυτος βαρια κραζοντας τον Αγαμεμνονα φιλονικησε στο λογο
Ατρειδη παλι τι κλαιγεσαι και τι ακομα στερεισαι; 225
γεματες απο χαλκο οι σκηνες σου,και πολλες γυναικες
ειναι στη σκηνη σου ξεχωριστες,που σε σενα οι Αχαιοι
πρωτα πρωτα δινομε αφ'οτου καστρο παρουμε στα χερια,
η' ακομα και απο χρυσο εχεις αναγκη,που καποιος θα φερει
απ'τους αλογοδαμαστες Τρωες απ'το Ιλιο γιου λυτρα, 230
π'εγω δεμενο τον σερνω η' αλλος απ'τους Αχαιους,
η' γυναικα νεαρη,για να σμιξεις ερωτικα,
αυτη μοναχος χωριστα να κρατας,δε μου φαινεται ορθο
αρχηγος οντας εισαι συμφορες να φορτωνεις τους γιους των Αχαιων,
ω πεπονια σαπιοζαρωμενα Αχαιιδες γυναια πια οχι Αχαιοι, 235
στη πατριδα με τα πλοια να πλευσουμε,κι αυτον δω ας παρατησουμε
στη Τροια τα τροπαια του να ξεροψηνει,για να δει
αν λοιπον σε τι μεις βοηθεια ειμαστε η' καθολου δεν ειμαστε,
που και τωρα τον Αχιλεα απ'αυτον πιο πολυ ανωτερο μακραν
ατιμασε,γιατι πηγε το τροπαιο του να'χει κι αρπαξε 240
αλλα καθολου δεν ειναι χολη στ'Αχιλεα τα φρενα,αλλα συγχωρεση,
γιατι αλλιωτικα Ατρειδη τα τωρα υστατα θα σε ξεπαστρευαν,
ετσ'ειπε φιλονικοντας τον Αγαμεμνονα τον ποιμενα λαων,
ο Θερσιτης,στ'αυτον γρηγορα πεταγεται κοντα ο θειος Οδυσσεας,
κι αυτον λοξα προσβλεποντας μ'απειλητικο επεπληξε λογο.245
Θερσιτη π'ακριτα μιλας και σαν να σφυριζεις ρητορας,
βουλωστο,μη θελεις μοναχος εριζεις με τους βασιλεις,
γιατι απο σε γω σου λεω πιο αχρειοτερος θνητος αλλος
δεν ειναι,οσσοι με τον Ατρειδη κατ'απ'το Ιλιο ηρθαν,
κι ουτε τους βασιλεις στο στομα να΄χεις και ν'αγορευεις, 250
και γι'αυτους βρισιδια να ξεφραζεις;κι επιστροφη ν'αναμενεις,
τι καθολου καθαρα δεν ξερουμε πως θα'ναι αυτα δω τα εργα,
αν καλα η' αν κακα θα επιστρεψουμε οι γιοι των Αχαιων,
τωρα με τον Ατρειδη Αγαμεμνονα με τον ποιμενα λαων,
τα βανεις βριζοντας,οτι σ'αυτον παρα πολυ πολλα δινουν 255
οι ηρωες Δαναοι,κι εσυ κατακρινοντας αγορευεις,
αλλ'ενα θα σου πω,το οποιο και τετελεσμενο ειναι,
αν ακομα σε αφριζοντα λογια πετυχω οπως τωρα δω,
μητ'επειτα στ'Οδυσσεα τους ωμους η κεφαλη να'ναι πανω,
μητ'ακομη του Τηλεμαχου πατερας καλεσμενος να'μαι, 260
αν εγω δεν σε λαβω κι απ'τα ρουχα σου δεν σε γδυσω,
κι απ'τη χλαινη κι απ'το χιτωνα,κι απ'το βρακι π'τ'αχαμνα καλυπτει,
και σενα κλαιοντα στα γρηγορα πλοια αφησω
εχοντας χτυπημενο απ'την αγορα μ'ασχημες χτυπιες,
ετσι τοτ'ειπε,και με το σκηπτρο το μεσονεφρι και στο ωμο 265
χτυπησε,αυτος λυγισε,κι αφθονο ερριξε δακρυ
εξογκωμα αιμα γεματο απ'το μεσονεφρι σηκωθηκε
απ'το σκηπτρο το χρυσο,τοτ'αυτος καθησε και απ'το φοβο μαζευτηκε,
πονωντας θολωμενα βλεπωντας σφουγγισε το δακρυ,
αυτοι αν και στεναχωρημενοι γυρω σ'αυτον εσκασαν στα γελια 270
.
.
σχολια:
-κοτέοντο,κοταω,δεν τολμω,
[δεν κοτας,δεν τολμας,δεν σου βασταει]
στη Μαχαιρα Ξηρομερου Αιτωλοακαρνανιας χρησιμοποιουμε και σημερα αυτην
την ομηρικη λεξη:
δεν κοτας,αν κοτας ελα,δεν σου κοταει να το κανεις,να το πεις
-πέπονες, ο πεπων,πεπονι,καρπος γινωμενος μαλακος απ'τον ηλιο,
[μτφ.καθεται ζαρωμενος,δειλιασμενος,δειλιαζει]
.
.
.
Ἄλλοι μέν ῥ᾽ ἕζοντο, ἐρήτυθεν δὲ καθ᾽ ἕδρας·
Θερσίτης δ᾽ ἔτι μοῦνος ἀμετροεπὴς ἐκολῴα,
ὃς ἔπεα φρεσὶν ᾗσιν ἄκοσμά τε πολλά τε ᾔδη
μάψ, ἀτὰρ οὐ κατὰ κόσμον, ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν,
ἀλλ᾽ ὅ τι οἱ εἴσαιτο γελοίϊον Ἀργείοισιν 215
ἔμμεναι· αἴσχιστος δὲ ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθε·
φολκὸς ἔην, χωλὸς δ᾽ ἕτερον πόδα· τὼ δέ οἱ ὤμω
κυρτὼ ἐπὶ στῆθος συνοχωκότε· αὐτὰρ ὕπερθε
φοξὸς ἔην κεφαλήν, ψεδνὴ δ᾽ ἐπενήνοθε λάχνη.
ἔχθιστος δ᾽ Ἀχιλῆϊ μάλιστ᾽ ἦν ἠδ᾽ Ὀδυσῆϊ· 220
τὼ γὰρ νεικείεσκε· τότ᾽ αὖτ᾽ Ἀγαμέμνονι δίῳ
ὀξέα κεκλήγων λέγ᾽ ὀνείδεα· τῷ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀχαιοὶ
ἐκπάγλως κοτέοντο νεμέσσηθέν τ᾽ ἐνὶ θυμῷ.
αὐτὰρ ὃ μακρὰ βοῶν Ἀγαμέμνονα νείκεε μύθῳ·
«Ἀτρεΐδη τέο δ᾽ αὖτ᾽ ἐπιμέμφεαι ἠδὲ χατίζεις; 225
πλεῖαί τοι χαλκοῦ κλισίαι, πολλαὶ δὲ γυναῖκες
εἰσὶν ἐνὶ κλισίῃς ἐξαίρετοι, ἅς τοι Ἀχαιοὶ
πρωτίστῳ δίδομεν εὖτ᾽ ἂν πτολίεθρον ἕλωμεν.
ἦ ἔτι καὶ χρυσοῦ ἐπιδεύεαι, ὅν κέ τις οἴσει
Τρώων ἱπποδάμων ἐξ Ἰλίου υἷος ἄποινα, 230
ὅν κεν ἐγὼ δήσας ἀγάγω ἢ ἄλλος Ἀχαιῶν,
ἠὲ γυναῖκα νέην, ἵνα μίσγεαι ἐν φιλότητι,
ἥν τ᾽ αὐτὸς ἀπονόσφι κατίσχεαι; οὐ μὲν ἔοικεν
ἀρχὸν ἐόντα κακῶν ἐπιβασκέμεν υἷας Ἀχαιῶν.
ὦ πέπονες κάκ᾽ ἐλέγχε᾽ Ἀχαιΐδες οὐκέτ᾽ Ἀχαιοὶ, 235
οἴκαδέ περ σὺν νηυσὶ νεώμεθα, τόνδε δ᾽ ἐῶμεν
αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ γέρα πεσσέμεν, ὄφρα ἴδηται
ἤ ῥά τί οἱ χἠμεῖς προσαμύνομεν ἦε καὶ οὐκί·
ὃς καὶ νῦν Ἀχιλῆα ἕο μέγ᾽ ἀμείνονα φῶτα
ἠτίμησεν· ἑλὼν γὰρ ἔχει γέρας αὐτὸς ἀπούρας. 240
ἀλλὰ μάλ᾽ οὐκ Ἀχιλῆϊ χόλος φρεσίν, ἀλλὰ μεθήμων·
ἦ γὰρ ἂν Ἀτρεΐδη νῦν ὕστατα λωβήσαιο·»
Ὣς φάτο νεικείων Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν,
Θερσίτης· τῷ δ᾽ ὦκα παρίστατο δῖος Ὀδυσσεύς,
καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν χαλεπῷ ἠνίπαπε μύθῳ· 245
«Θερσῖτ᾽ ἀκριτόμυθε, λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής,
ἴσχεο, μηδ᾽ ἔθελ᾽ οἶος ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν·
οὐ γὰρ ἐγὼ σέο φημὶ χερειότερον βροτὸν ἄλλον
ἔμμεναι, ὅσσοι ἅμ᾽ Ἀτρεΐδῃς ὑπὸ Ἴλιον ἦλθον.
τὼ οὐκ ἂν βασιλῆας ἀνὰ στόμ᾽ ἔχων ἀγορεύοις, 250
καί σφιν ὀνείδεά τε προφέροις, νόστόν τε φυλάσσοις.
οὐδέ τί πω σάφα ἴδμεν ὅπως ἔσται τάδε ἔργα,
ἢ εὖ ἦε κακῶς νοστήσομεν υἷες Ἀχαιῶν.
τὼ νῦν Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ποιμένι λαῶν,
ἧσαι ὀνειδίζων, ὅτι οἱ μάλα πολλὰ διδοῦσιν 255
ἥρωες Δαναοί· σὺ δὲ κερτομέων ἀγορεύεις.
ἀλλ᾽ ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
εἴ κ᾽ ἔτι σ᾽ ἀφραίνοντα κιχήσομαι ὥς νύ περ ὧδε,
μηκέτ᾽ ἔπειτ᾽ Ὀδυσῆϊ κάρη ὤμοισιν ἐπείη,
μηδ᾽ ἔτι Τηλεμάχοιο πατὴρ κεκλημένος εἴην, 260
εἰ μὴ ἐγώ σε λαβὼν ἀπὸ μὲν φίλα εἵματα δύσω,
χλαῖνάν τ᾽ ἠδὲ χιτῶνα, τά τ᾽ αἰδῶ ἀμφικαλύπτει,
αὐτὸν δὲ κλαίοντα θοὰς ἐπὶ νῆας ἀφήσω
πεπλήγων ἀγορῆθεν ἀεικέσσι πληγῇσιν.»
Ὣς ἄρ᾽ ἔφη, σκήπτρῳ δὲ μετάφρενον ἠδὲ καὶ ὤμω 265
πλῆξεν· ὃ δ᾽ ἰδνώθη, θαλερὸν δέ οἱ ἔκπεσε δάκρυ·
σμῶδιξ δ᾽ αἱματόεσσα μεταφρένου ἐξυπανέστη
σκήπτρου ὕπο χρυσέου· ὃ δ᾽ ἄρ᾽ ἕζετο τάρβησέν τε,
ἀλγήσας δ᾽ ἀχρεῖον ἰδὼν ἀπομόρξατο δάκρυ.
οἳ δὲ καὶ ἀχνύμενοί περ ἐπ᾽ αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν· 270
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
οι αλλοι τοτε καθισαν στα εδραν'αποτραβηγμενοι,
ο Θερσιτης ακομα μοναχος χωρις μετρο τα λογια καυγαδιζε,
με λογι'απρεπα στα μυαλα που'σαν πολλα κι ακομα
απερισκεπτα,αλλ'ουτε με ταξη,εριζοντας με τους βασιλεις,
αλλα μονο και μονο για να δει να γελουν οι Αργειοι, 215
πιο ασχημοτερος αντρας κατ'απ'το Ιλιο δεν ηρθε,
αλληθωρος ηταν,κουτσος απ'το'να ποδι,οι ωμοι
κυρτοι πανω στο στηθος κολλημενοι,κι ακομα ψηλα
σουβλερη ηταν η κεφαλη,κι αραιη απο πανω τριχα,
εχθροτατος στον Αχιλλεα παρα πολυ και στον Οδυσσεα 220
γιατι μ'αυτους φιλονικουσε,τοτ'αυτος στον Αγαμεμνονα τον θειο
φαρμακερα εκραξε λεγοντας κατηγοριες,σ'αυτο τοτε οι Αχαιοι
τρομερα οργισθηκαν κι ενιωσαν αγανακτηση στη καρδια,
τοτ'αυτος βαρια κραζοντας τον Αγαμεμνονα φιλονικησε στο λογο
Ατρειδη παλι τι κλαιγεσαι και τι ακομα στερεισαι; 225
γεματες απο χαλκο οι σκηνες σου,και πολλες γυναικες
ειναι στη σκηνη σου ξεχωριστες,που σε σενα οι Αχαιοι
πρωτα πρωτα δινομε αφ'οτου καστρο παρουμε στα χερια,
η' ακομα και απο χρυσο εχεις αναγκη,που καποιος θα φερει
απ'τους αλογοδαμαστες Τρωες απ'το Ιλιο γιου λυτρα, 230
π'εγω δεμενο τον σερνω η' αλλος απ'τους Αχαιους,
η' γυναικα νεαρη,για να σμιξεις ερωτικα,
αυτη μοναχος χωριστα να κρατας,δε μου φαινεται ορθο
αρχηγος οντας εισαι συμφορες να φορτωνεις τους γιους των Αχαιων,
ω πεπονια σαπιοζαρωμενα Αχαιιδες γυναια πια οχι Αχαιοι, 235
στη πατριδα με τα πλοια να πλευσουμε,κι αυτον δω ας παρατησουμε
στη Τροια τα τροπαια του να ξεροψηνει,για να δει
αν λοιπον σε τι μεις βοηθεια ειμαστε η' καθολου δεν ειμαστε,
που και τωρα τον Αχιλεα απ'αυτον πιο πολυ ανωτερο μακραν
ατιμασε,γιατι πηγε το τροπαιο του να'χει κι αρπαξε 240
αλλα καθολου δεν ειναι χολη στ'Αχιλεα τα φρενα,αλλα συγχωρεση,
γιατι αλλιωτικα Ατρειδη τα τωρα υστατα θα σε ξεπαστρευαν,
ετσ'ειπε φιλονικοντας τον Αγαμεμνονα τον ποιμενα λαων,
ο Θερσιτης,στ'αυτον γρηγορα πεταγεται κοντα ο θειος Οδυσσεας,
κι αυτον λοξα προσβλεποντας μ'απειλητικο επεπληξε λογο.245
Θερσιτη π'ακριτα μιλας και σαν να σφυριζεις ρητορας,
βουλωστο,μη θελεις μοναχος εριζεις με τους βασιλεις,
γιατι απο σε γω σου λεω πιο αχρειοτερος θνητος αλλος
δεν ειναι,οσσοι με τον Ατρειδη κατ'απ'το Ιλιο ηρθαν,
κι ουτε τους βασιλεις στο στομα να΄χεις και ν'αγορευεις, 250
και γι'αυτους βρισιδια να ξεφραζεις;κι επιστροφη ν'αναμενεις,
τι καθολου καθαρα δεν ξερουμε πως θα'ναι αυτα δω τα εργα,
αν καλα η' αν κακα θα επιστρεψουμε οι γιοι των Αχαιων,
τωρα με τον Ατρειδη Αγαμεμνονα με τον ποιμενα λαων,
τα βανεις βριζοντας,οτι σ'αυτον παρα πολυ πολλα δινουν 255
οι ηρωες Δαναοι,κι εσυ κατακρινοντας αγορευεις,
αλλ'ενα θα σου πω,το οποιο και τετελεσμενο ειναι,
αν ακομα σε αφριζοντα λογια πετυχω οπως τωρα δω,
μητ'επειτα στ'Οδυσσεα τους ωμους η κεφαλη να'ναι πανω,
μητ'ακομη του Τηλεμαχου πατερας καλεσμενος να'μαι, 260
αν εγω δεν σε λαβω κι απ'τα ρουχα σου δεν σε γδυσω,
κι απ'τη χλαινη κι απ'το χιτωνα,κι απ'το βρακι π'τ'αχαμνα καλυπτει,
και σενα κλαιοντα στα γρηγορα πλοια αφησω
εχοντας χτυπημενο απ'την αγορα μ'ασχημες χτυπιες,
ετσι τοτ'ειπε,και με το σκηπτρο το μεσονεφρι και στο ωμο 265
χτυπησε,αυτος λυγισε,κι αφθονο ερριξε δακρυ
εξογκωμα αιμα γεματο απ'το μεσονεφρι σηκωθηκε
απ'το σκηπτρο το χρυσο,τοτ'αυτος καθησε και απ'το φοβο μαζευτηκε,
πονωντας θολωμενα βλεπωντας σφουγγισε το δακρυ,
αυτοι αν και στεναχωρημενοι γυρω σ'αυτον εσκασαν στα γελια 270
.
.
σχολια:
-κοτέοντο,κοταω,δεν τολμω,
[δεν κοτας,δεν τολμας,δεν σου βασταει]
στη Μαχαιρα Ξηρομερου Αιτωλοακαρνανιας χρησιμοποιουμε και σημερα αυτην
την ομηρικη λεξη:
δεν κοτας,αν κοτας ελα,δεν σου κοταει να το κανεις,να το πεις
-πέπονες, ο πεπων,πεπονι,καρπος γινωμενος μαλακος απ'τον ηλιο,
[μτφ.καθεται ζαρωμενος,δειλιασμενος,δειλιαζει]
.
.
.
Έκτορας και Ανδρομαχη σε αναμνηστική φωτογραφία-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
"εδώ στο φως μπροστά να σταθούμε"είπε η γυναίκα
"τι φοβάσαι ;" ο Έκτορας έπιασε το χέρι της Ανδρομάχης
"Έκτορα,το κεφάλι σου μου βαραίνει τα χέρια στη ραψωδία Ω
στους στίχους 725-745"
εκεινος γέλασε,πόσο αγαπούσε το γέλιο του,από τότε που την πήρε
από την Υποπλακια Θηβα γυναίκα του
"εδώ στο φως να σταθώ μπροστά σου πριν το σκοτάδι"και παίρνοντας
τη στάση ηθοποιού απηγγειλε
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχουσα·
στα χέρια μου το κεφάλι τ'Εκτορα έχω που νέος χαθηκε
ἆνερ ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην
λείπεις ἐν μεγάροισι· πάϊς δ' ἔτι νήπιος αὔτως
κι απ'το σπίτι μας λείπεις και μένα μ'αφησες μόνη και το παιδί
θα σε ζηταει
ὃν τέκομεν σύ τ' ἐγώ τε δυσάμμοροι, οὐδέ μιν οἴω
ἥβην ἵξεσθαι· πρὶν γὰρ πόλις ἧδε κατ' ἄκρης
πέρσεται· ἦ γὰρ ὄλωλας ἐπίσκοπος, ὅς τέ μιν αὐτὴν
ῥύσκευ, ἔχες δ' ἀλόχους κεδνὰς καὶ νήπια τέκνα, 730
αἳ δή τοι τάχα νηυσὶν ὀχήσονται γλαφυρῇσι,
καὶ μὲν ἐγὼ μετὰ τῇσι· σὺ δ' αὖ τέκος ἢ ἐμοὶ αὐτῇ
ἕψεαι, ἔνθά κεν ἔργα ἀεικέα ἐργάζοιο
εμας τις γυναίκες θα σύρουν στα πλοία σκλάβες να μας πάρουν
ντροπιασμένες κι ατιμασμενες μαζί και το παιδί αν πριν
δεν το πετάξει καποιος ψηλα απ' τα τείχη στα βράχια να τσακίσει
τ'αδυναμο κορμάκι του ως είναι χωρίς εσένα στηριγμα
όταν η πόλις ξεθεμελιωθεί απ'ακρη σ'ακρη
ἀθλεύων πρὸ ἄνακτος ἀμειλίχου, ἤ τις Ἀχαιῶν
ῥίψει χειρὸς ἑλὼν ἀπὸ πύργου λυγρὸν ὄλεθρον
χωόμενος, ᾧ δή που ἀδελφεὸν ἔκτανεν Ἕκτωρ
ἢ πατέρ' ἠὲ καὶ υἱόν, ἐπεὶ μάλα πολλοὶ Ἀχαιῶν
Ἕκτορος ἐν παλάμῃσιν ὀδὰξ ἕλον ἄσπετον οὖδας.
τι ανδρείος ήσουνα στο πόλεμο κι από σένα πολλοί χάσανε
κι αδερφό και πατέρα και γιο
θα θρηνήσει για σέ ο κόσμος όλος κι οι γονείς σου θα κλάψουν
πικρα
οὐ γὰρ μείλιχος ἔσκε πατὴρ τεὸς ἐν δαῒ λυγρῇ·
τὼ καί μιν λαοὶ μὲν ὀδύρονται κατὰ ἄστυ, 740
ἀρητὸν δὲ τοκεῦσι γόον καὶ πένθος ἔθηκας
κι η λύπη για μέ θα'ναι αμιλητη
γιατι,ακριβε μου, αν πέθανες στο κρεβάτι θα μου'πιανες το χερι
τρυφερο λόγο θα μου'λεγες νύχτα και μέρα να τον θυμάμαι
και δάκρυα να χυνω
Ἕκτορ· ἐμοὶ δὲ μάλιστα λελείψεται ἄλγεα λυγρά.
οὐ γάρ μοι θνῄσκων λεχέων ἐκ χεῖρας ὄρεξας,
οὐδέ τί μοι εἶπες πυκινὸν ἔπος, οὗ τέ κεν αἰεὶ
μεμνῄμην νύκτάς τε καὶ ἤματα δάκρυ χέουσα.
στη Φθία αμοροζα του Αχιλλειδη Νεοπτόλεμου κι ύστερα του Ελενου
στους Μολοσσούς
"Εδώ στο φως μπροστα ας σταθούμε για πάντα"της είπε
και την αγκαλιασε
.
.
.
η επιστροφη των Αχαιων απο την Τροια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ετσι εξετελεσθει η Υβρις Ατη Νεμεσις Τισις στον Διομηδη-χ.ν.κουβελης
κατα πρωτον η υβρις
οταν Διομηδης Τυδειδης υπερβησεται μετρα
συνενοχος του Οδυσσεα στην εχθρα του κατα του Παλαμηδη,
τον ευγενικο ηρωα με δολο τον ενεμπλεξαν ως προδοτη στη Τροια
και λιθοβολισαν οι Αχαιοι,εκτος του Αχιλλεα,αυτον τον εφυεστατο ανδρα των Ελληνων,
τον εφευρετη πεττειων,του ημερολογιου και των γραμματων,
λενε, πως σε πηγαδι τον εβαλαν και τον εκλεισαν με πετρες
εκει στην Διομηδους Αριστεια στην ραψωδια Ε' της Ιλιαδας οπου η υποπτη μεροληψια
του Ομηρου τον υμνησε επηλθε η ατη
το θολωμα του μυαλου
λιθαρι πηρε στα χερια 301
ο Τυδειδης τεραστιο που'ουτε δυο αντρες δεν θα σηκωναν,
που τωρα θνητοι'ναι,αυτος δ'αυτο ευκολα το'παλλε και μονος
ὃ δὲ χερμάδιον λάβε χειρὶ 301
Τυδεΐδης μέγα ἔργον ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν,
οἷοι νῦν βροτοί εἰσ'· ὃ δέ μιν ῥέα πάλλε καὶ οἶος
κι ορμαει τ'Αινεια κι αυτος θα'χανε γρηγορα τη ζωη του αν δεν προφθανε
να τον σωσει η μητερα του Κυπριδα Αφροδιτη π'απ'τον Αγχιση τον γεννησε
κι εκει στον στιχο 335 μ'ορμη της ριχτηκε ο ανδρειωμενος του Τυδεα γιος
και γδαρθηκε το χερι χτυπημενο με τ'οξυ δορι
το ροδαλο,με μιας το δορυ το δερμα τρυπησε
ἔνθ᾿ ἐπορεξάμενος μεγαθύμου Τυδέος υἱὸς 335
ἄκρην οὔτασε χεῖρα μετάλμενος ὀξέϊ δουρὶ
ἀβληχρήν.εἶθαρ δὲ δόρυ χροὸς ἀντετόρησεν
και σ'αυτη ο βροντοφωνος ειπε Διομηδης
φευγα μακρια του Δια θυγατερα απ'το πολεμο και την ανηλεη σφαγη
δεν σου φτανει που πληθος τις αδυνατες γυναικες ξεμυαλιζεις;349
ῇ δ' ἐπὶ μακρὸν ἄϋσε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης·
εἶκε Διὸς θύγατερ πολέμου καὶ δηϊοτῆτος·
ἦ οὐχ ἅλις ὅττι γυναῖκας ἀνάλκιδας ἠπεροπεύεις;349
μετα απ'αυτο φυσικα ηρθε η νεμεσις κατα του μεγαθυμου Τυδειδη
του βοης αγαθου Διομηδεος ἱπποδάμοιο τον αριστον των Αχαιων
ο μωρος,δεν το κατανοησε του Τυδεα ο γιος,
οττι δεν θα'ναι πολυμερος οποιος με τους αθανατους μαχεται,
ουτ'αυτον παιδια ποτε στα γονατα βαστωντας παπα θα τον φωναζουν
οταν ελθει απ'τον πολεμο και την ανηλεη σφαγη,
σ'αυτο τωρα ο Τυδειδης,αν και πολυ δυνατος ειναι, 410
να προσεξει μη καποιος απ'αυτον ανδρειωτερος μαζι του μαχεται,
μη η Αιγιαλεια η συνετη Αδρηστινη
απ'τον υπνο θρηνοντας τους αγαπημενους στο σπιτι σηκωσει
τον νυμφευτον αναζητωντας αντρα τον αριστον των Αχαιων
η φρονιμη γυναικα του Διομηδη του ιπποδαμαστη
νήπιος, οὐδὲ τὸ οἶδε κατὰ φρένα Τυδέος υἱὸς
ὅττι μάλ' οὐ δηναιὸς ὃς ἀθανάτοισι μάχηται,
οὐδέ τί μιν παῖδες ποτὶ γούνασι παππάζουσιν
ἐλθόντ' ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος.
τὼ νῦν Τυδεΐδης, εἰ καὶ μάλα καρτερός ἐστι, 410
φραζέσθω μή τίς οἱ ἀμείνων σεῖο μάχηται,
μὴ δὴν Αἰγιάλεια περίφρων Ἀδρηστίνη
ἐξ ὕπνου γοόωσα φίλους οἰκῆας ἐγείρῃ
κουρίδιον ποθέουσα πόσιν τὸν ἄριστον Ἀχαιῶν
ἰφθίμη ἄλοχος Διομήδεος ἱπποδάμοιο.
και εντελει τοτε η φοβερα τισις ,
καποια η Κυπριδα Αχαιιδα ξελογιασε
μ'ενα απ'τους Τρωες μαζι να φυγει
καποια απ'αυτες χαιδευοντας τις Αχαιιδες τις ομορφοπεπλες
απ'τη χρυση καρφιτσα θα τρυπησε το τρυφερο χερι
ἦ μάλα δή τινα Κύπρις Ἀχαιϊάδων ἀνιεῖσα
Τρωσὶν ἅμα σπέσθαι,
τῶν τινα καῤῥέζουσα Ἀχαιϊάδων ἐϋπέπλων
πρὸς χρυσῇ περόνῃ καταμύξατο χεῖρα ἀραιήν.
ο Οιαξ ο γιος του Ναυπλιου κι αδελφος του Παλαμηδη στις Μυκηνες ξεσηκωσε
τη Κλυταιμνηστρα κατα του Αγαμεμνονα και στ'Αργος ξελογιασε την Αδρηστινη,
πως ο Διομηδης ερχεται με τρωαδιτισες παλλακιδες,κι αλλη γυναικα θα'χει κι αλλα παιδια,
εκεινη τοτε με τον εραστη της τον Κομητη,τον γιο του Σθενελου,στο γυρισμο του'στησε
ενεδρα,κι αν δεν κατεφευγε οικετης στο ναο της Αθηνας θα'χε κακοθανατησει
κι εφυγε απ'τ'Αργος ο Διομηδης στην Απουλλια της Κατω Ιταλιας
κι εκει ιδρυσε το Αργος Ιππιον
ετσι εξετελεσθει η νομοτελεια υβρις ατη νεμεσις τισις
.
.
.
Ησιοδος,μωσαικο 4ος μ.Χ αι.και Θεογονια,χειρογραφο 16ου μ.Χ αι.
ΗΣΙΟΔΟΥ ΘΕΟΓΟΝΙΑ,Θεια τε Υπεριων [στιχοι 371-374]Ωκεανιναι[στιχοι 346-366]
Πειθώ Ἀδμήτη Ἰάνθη Ἠλέκτρη Δωρίς Πρυμνώ Οὐρανίη Ἱππώ Κλυμένη Ῥόδειά Καλλιρόη
Ζευξώ Κλυτίη Ἰδυῖά Πασιθόη Πληξαύρη Γαλαξαύρη Διώνη Μηλόβοσίς Θόη Πολυδώρη
Κερκηίς Πλουτώ Περσηίς Ἰάνειρά Ἀκάστη Ξάνθη Πετραίη Μενεσθώ Εὐρώπη Μῆτίς
Εὐρυνόμη Τελεστώ Χρυσηίς Ἀσίη Καλυψὼ Εὐδώρη Τύχη Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη Στύξ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο ΗΣΙΟΔΟΣ, Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟ ΛΗΛΑΝΤΙΟ ΠΕΔΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΑΘΛΟ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ ΥΜΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΜΦΙΔΑΜΑΝΤΑ-χ.ν.κουβελης
Ο ΗΣΙΟΔΟΣ, Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟ ΛΗΛΑΝΤΙΟ ΠΕΔΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΑΘΛΟ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ ΥΜΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΜΦΙΔΑΜΑΝΤΑ-χ.ν.κουβελης
Στο τελος του 8ου αι. π.Χ η' στις αρχες του 7ου αι. π.Χ εγινε ο πολεμος στο Ληλαντιο πεδιο,
ανατολικα της Χαλκιδας,αναμεσα στη Χαλκιδα και στην Ερετρια,αιτια του πολεμου η κατοχη
των ιαματικων λουτρων και των μεταλειων σιδηρου και χαλκου,
κατα τον Θουκυδιδη,αυτος ο πολεμος ηταν ο μοναδικος,αναμεσα απο τον Τρωικο πολεμο και
τους Περσικους πολεμους,που πολλες ελληνικες πολεις συμμαχησαν ειτε με τον ενα ειτε με
τον αλλο εμπολεμο,
[1.15.3] μάλιστα δὲ ἐς τὸν πάλαι ποτὲ γενόμενον πόλεμον Χαλκιδέων καὶ Ἐρετριῶν καὶ τὸ ἄλλο
Ἑλληνικὸν ἐς ξυμμαχίαν ἑκατέρων διέστη[Θουκυδιδη Ιστορια,βιβλιο Α,15]
[μαλιστα δε στον παλαι ποτε γενομενον πολεμο των Χαλκιδεων και των Ερετριων και το αλλο
Ελληνικο σε συμμαχια με τον εναν ειτε με τον αλλον διαιρεθει][μεταφραση χ.ν.κουβελης]
με τους Χαλκιδεις Ιπποβοτους αριστοκρατες συμμαχησαν:οι Σπαρτιατες,οι Κορινθιοι,οι Ερυ-
θρεις,οι Σαμιοι,οι Θεσσαλοι,
και με τους Ερετριεις Ιππεις αριστοκρατες :οι Μεγαρεις,οι Αργειοι,οι Μεσσηνιοι,οι Χιοι,
οι Μιλησιοι,
απο τον Θουκυδιδη δεν αναφερεται ουτε ο χρονος ουτε ο νικητης του πολεμου,
εκεινη την εποχη ο πατερας του Ησιοδου,ναυσιπλοος το επαγγελμα,με την οικογενεια του
μεταναστευσε λογω φτωχειας απο την Κυμη της Αιολιας στην Ασκρα της Βοιωτιας,στις προ-
ποδες του ορους Ελικωνα,
τοτε σε μια ναυμαχια που κερδισαν οι Χαλκιδεις σκοτωθηκε ο Αμφιδαμαντας,βασιλιας της
Χαλκιδας,κι οι γιοι του προς τιμη του προκυρηξαν επιταφιο υμνητικο αγωνα,στον οποιο πη-
ρε μερος και ο Ησιοδος και μαλιστα νικησε περνωντας το επαθλο το οποιο αφιερωσε στις
Μουσες,
στο επος του 'Εργα και Ημεραι',στιχοι 654-659,αναφερει σε δακτυλικους εξαμετρους το ιστορι-
κο αυτο γεγονος της βραβευσης,που ειναι και βιογραφικο του στοιχειο:
ἔνθα δ᾽ ἐγὼν ἐπ᾽ ἄεθλα δαΐφρονος Ἀμφιδάμαντος
Χαλκίδα τ᾽ εἲς ἐπέρησα· τὰ δὲ προπεφραδμένα πολλὰ 655
ἄεθλ᾽ ἔθεσαν παῖδες μεγαλήτορες· ἔνθα μέ φημι
ὕμνῳ νικήσαντα φέρειν τρίποδ᾽ ὠτώεντα.
τὸν μὲν ἐγὼ Μούσῃσ᾽ Ἑλικωνιάδεσσ᾽ ἀνέθηκα
ἔνθά με τὸ πρῶτον λιγυρῆς ἐπέβησαν ἀοιδῆς.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
απο'κει εγω για τα επαθλα του πολεμοχαρου Αμφιδαμαντα
στη Χαλκιδα περασα,τα προκυρηγμενα πολλα 655
επαθλα εθεσαν τα μεγαλοκαρδα παιδια,απο'κει λεγω
μ'υμνο νικησα να παρω τριποδα με δυο χερουλια,
τον οποιο εγω στις Μουσες τις Ελικωνιαδες αφιερωσα,
απο'κει το πρωτο στη μελωδικη μ'ανεβασαν τεχνη του τραγουδιου
.
.
ΗΣΙΟΔΟΥ ΘΕΟΓΟΝΙΑ,Θεια τε Υπεριων [στιχοι 371-374]
Ωκεανιναι[στιχοι 346-366]
Πειθώ Ἀδμήτη Ἰάνθη Ἠλέκτρη Δωρίς Πρυμνώ Οὐρανίη Ἱππώ Κλυμένη Ῥόδειά Καλλιρόη
Ζευξώ Κλυτίη Ἰδυῖά Πασιθόη Πληξαύρη Γαλαξαύρη Διώνη Μηλόβοσίς Θόη Πολυδώρη
Κερκηίς Πλουτώ Περσηίς Ἰάνειρά Ἀκάστη Ξάνθη Πετραίη Μενεσθώ Εὐρώπη Μῆτίς
Εὐρυνόμη Τελεστώ Χρυσηίς Ἀσίη Καλυψὼ Εὐδώρη Τύχη Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη Στύξ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θεια τε Υπεριων [στιχοι 371-374]
Θεία δ᾽ Ἠέλιόν τε μέγαν λαμπράν τε Σελήνην 371
Ἠῶ θ᾽, ἣ πάντεσσιν ἐπιχθονίοισι φαείνει
ἀθανάτοις τε θεοῖσι τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι,
γείναθ᾽ ὑποδμηθεῖσ᾽ Ὑπερίονος ἐν φιλότητι.
η Θεια και τον Ηλιο τον μεγα και την λαμπρα Σεληνη 371
και την Ηω,που σ'ολους πανω στη γη φωτιζει
και στους αθανατους θεους που τον ουρανο ευρυ εχουν,
γεννησε δαμασμενη απ'τον ερωτα του Υπεριωνα
.
.
Ωκεανιναι[στιχοι 346-366]
[Τιθυς]τίκτε δὲ Κουράων ἱερὸν γένος, αἳ κατὰ γαῖαν 346
ἄνδρας κουρίζουσι σὺν Ἀπόλλωνι ἄνακτι
καὶ ποταμοῖς, ταύτην δὲ Διὸς πάρα μοῖραν ἔχουσι,
Πειθώ τ᾽ Ἀδμήτη τε Ἰάνθη τ᾽ Ἠλέκτρη τε
Δωρίς τε Πρυμνώ τε καὶ Οὐρανίη θεοειδὴς 350
Ἱππώ τε Κλυμένη τε Ῥόδειά τε Καλλιρόη τε
Ζευξώ τε Κλυτίη τε Ἰδυῖά τε Πασιθόη τε
Πληξαύρη τε Γαλαξαύρη τ᾽ ἐρατή τε Διώνη
Μηλόβοσίς τε Θόη τε καὶ εὐειδὴς Πολυδώρη
Κερκηίς τε φυὴν ἐρατὴ Πλουτώ τε βοῶπις 355
Περσηίς τ᾽ Ἰάνειρά τ᾽ Ἀκάστη τε Ξάνθη τε
Πετραίη τ᾽ ἐρόεσσα Μενεσθώ τ᾽ Εὐρώπη τε
Μῆτίς τ᾽ Εὐρυνόμη τε Τελεστώ τε κροκόπεπλος
Χρυσηίς τ᾽ Ἀσίη τε καὶ ἱμερόεσσα Καλυψὼ
Εὐδώρη τε Τύχη τε καὶ Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη τε 360
καὶ Στύξ, ἣ δή σφεων προφερεστάτη ἐστὶν ἁπασέων.
αὗται ἄρ᾽ Ὠκεανοῦ καὶ Τηθύος ἐξεγένοντο
πρεσβύταται κοῦραι· πολλαί γε μέν εἰσι καὶ ἄλλαι·
τρὶς γὰρ χίλιαί εἰσι τανίσφυροι Ὠκεανῖναι,
αἵ ῥα πολυσπερέες γαῖαν καὶ βένθεα λίμνης 365
πάντῃ ὁμῶς ἐφέπουσι, θεάων ἀγλαὰ τέκνα.
[η Τιθυς] γεννα και των Κοριτσιων το ιερο γενος,που στη γη 346
τους ανδρες ανδρωνουν μαζυ με τον Απολλωνα ανακτα
και με τους ποταμους,αυτη απ'το Δια τη μοιρα ελαχαν,
κι η Πειθω κι η Αδμητη κι η Ιανθη κι η Ηλεκτρα
κι η Δωρις κι η Πρυμνω κι η Ουρανια η θεομορφη 350
κι η Ιππω κι η Κλυμενη κι η Ροδεια κι η Καλλιροη
κι η Ζευξω κι η Κλυτιη κι η Ιδυια κι η Πασιθοη
κι η Πληξαυρη κι η Γαλαξαυρη κι η αξιαγαπητη Διωνη
κι η Μηλοβοσις κι η Θοη κι η ευειδης Πολυδωρη
κι η Κερκηις με το ποθητο κορμι κι η Πλουτω η μεγαλοματα 355
κι η Περσηις κι η Ιανειρα κι η Ακαστη κι η Ξανθη
κι η Πετραιη η αξιεραστη κι η Μενεσθω κι η Ευρωπη
κι η Μητις κι η Ευρυνομη κι η Τελεστω η κροκοπεπλος
κι η Χρυσηις κι η Ασιη κι η ποθητη Καλυψω
κι η Ευδωρη κι η Τυχη κι η Αμφιρω κι η Ωκυροη 360
κι η Στυγα,που απ'αυτες η πιο ξεχωριστη ειναι απ'ολες,
αυτες τοτε απ'τον Ωκεανο και την Τιθυ εξεγεννηθηκαν
οι πιο παλιες κορες, πολλες ειν'ομως κι αλλες,
τρεις αφου'ναι χιλιαδες οι λεπταστραγαλες Ωκεανινες,
που διασπαρμενες τη γη και τα βαθη της λιμνης 365
παντου ομοιαμοιτραζονται,απο θεες λαμπρα τεκνα
.
.
[Μουσαι]
αἵ νύ ποθ᾽ Ἡσίοδον καλὴν ἐδίδαξαν ἀοιδήν,
ἄρνας ποιμαίνονθ᾽ Ἑλικῶνος ὕπο ζαθέοιο
αυτες καποτε τον Ησιοδο το καλο διδαξαν τραγουδι
τ'αρνια βοσκωντας κατ'απ'τον Ελικωνα τον πανθεο
αφου του εδωσαν κλαδι δαφνης
κι εκει στην Ασκρα ,τελος 8ου π.Χ αρχες 7ου π.Χ αι.,ακουσε αυτα τα θαυμασια ονοματα των
κοριτσιων:
Πειθώ Ἀδμήτη Ἰάνθη Ἠλέκτρη Δωρίς Πρυμνώ Οὐρανίη Ἱππώ Κλυμένη Ῥόδειά Καλλιρόη
Ζευξώ Κλυτίη Ἰδυῖά Πασιθόη Πληξαύρη Γαλαξαύρη Διώνη Μηλόβοσίς Θόη Πολυδώρη
Κερκηίς Πλουτώ Περσηίς Ἰάνειρά Ἀκάστη Ξάνθη Πετραίη Μενεσθώ Εὐρώπη Μῆτίς
Εὐρυνόμη Τελεστώ Χρυσηίς Ἀσίη Καλυψὼ Εὐδώρη Τύχη Ἀμφιρὼ Ὠκυρόη Στύξ
.
.
.
Ο Σωκρατης οὐ ἐστί ἡ θαλαττίᾳ πλατεία νάρκῃ
Πλατωνος Μενων,80a-80d[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Μένων: ὦ Σώκρατες, ἤκουον μὲν ἔγωγε πρὶν καὶ συγγενέσθαι [80a]σοι ὅτι σὺ οὐδὲν
ἄλλο ἢ αὐτός τε ἀπορεῖς καὶ τοὺς ἄλλους ποιεῖς ἀπορεῖν: καὶ νῦν, ὥς γέ μοι δοκεῖς,
γοητεύεις με καὶ φαρμάττεις καὶ ἀτεχνῶς κατεπᾴδεις, ὥστε μεστὸν ἀπορίας γεγονέναι.
καὶ δοκεῖς μοι παντελῶς, εἰ δεῖ τι καὶ σκῶψαι, ὁμοιότατος εἶναι τό τε εἶδος καὶ τἆλλα
ταύτῃ τῇ πλατείᾳ νάρκῃ τῇ θαλαττίᾳ: καὶ γὰρ αὕτη τὸν ἀεὶ πλησιάζοντα καὶ ἁπτόμενον
ναρκᾶν ποιεῖ, καὶ σὺ δοκεῖς μοι νῦν ἐμὲ τοιοῦτόν τι πεποιηκέναι, {{χ|ναρκᾶν]: ἀληθῶς
γὰρ ἔγωγε καὶ [80b]τὴν ψυχὴν καὶ τὸ στόμα ναρκῶ, καὶ οὐκ ἔχω ὅτι ἀποκρίνωμαί σοι.
καίτοι μυριάκις γε περὶ ἀρετῆς παμπόλλους λόγους εἴρηκα καὶ πρὸς πολλούς, καὶ πάνυ
εὖ, ὥς γε ἐμαυτῷ ἐδόκουν: νῦν δὲ οὐδ᾽ ὅτι ἐστὶν τὸ παράπαν ἔχω εἰπεῖν. καί μοι δοκεῖς εὖ
βουλεύεσθαι οὐκ ἐκπλέων ἐνθένδε οὐδ᾽ ἀποδημῶν: εἰ γὰρ ξένος ἐν ἄλλῃ πόλει τοιαῦτα
ποιοῖς, τάχ᾽ ἂν ὡς γόης ἀπαχθείης.
Σωκράτης: πανοῦργος εἶ, ὦ Μένων, καὶ ὀλίγου ἐξηπάτησάς με.
Μένων: τί μάλιστα, ὦ Σώκρατες; [80c]
Σωκράτης: γιγνώσκω οὗ ἕνεκά με ᾔκασας.
Μένων: τίνος δὴ οἴει;
Σωκράτης: ἵνα σε ἀντεικάσω. ἐγὼ δὲ τοῦτο οἶδα περὶ πάντων τῶν καλῶν, ὅτι χαίρουσιν
εἰκαζόμενοι λυσιτελεῖ γὰρ αὐτοῖς: καλαὶ γὰρ οἶμαι τῶν καλῶν καὶ αἱ εἰκόνες ἀλλ᾽ οὐκ
ἀντεικάσομαί σε. ἐγὼ δέ, εἰ μὲν ἡ νάρκη αὐτὴ ναρκῶσα οὕτω καὶ τοὺς ἄλλους ποιεῖ
ναρκᾶν,ἔοικα αὐτῇ: εἰ δὲ μή, οὔ. οὐ γὰρ εὐπορῶν αὐτὸς τοὺς ἄλλους ποιῶ ἀπορεῖν, ἀλλὰ
παντὸς μᾶλλον αὐτὸς ἀπορῶν οὕτως καὶ τοὺς ἄλλους ποιῶ [80d]ἀπορεῖν. καὶ νῦν περὶ
ἀρετῆς ὃ ἔστιν ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα, σὺ μέντοι ἴσως πρότερον μὲν ᾔδησθα πρὶν ἐμοῦ
ἅψασθαι, νῦν μέντοι ὅμοιος εἶ οὐκ εἰδότι. ὅμως δὲ ἐθέλω μετὰ σοῦ σκέψασθαι καὶ
συζητῆσαι ὅτι ποτέ ἐστιν.
Μένων: Σωκρατη,ακουα εγω πριν συνευρεθω[80a] με σενα οτ'εσυ τιποτ'αλλο δεν
κανεις παρα κι ο ιδιος ν'απορεις και τους αλλους να κανεις ν'απορουν,και τωρα,οπως
σε με φαινεται,με γοητευεις και φαρμακωνεις και φανερα λες μαγικα,ωστε γεματος
απ'απορια να γινω, και σε με φαινεσαι παντελως,αν ειν'επιτρεπτο και καποιο αστειο,παρα
πολυ ομοιος να'σαι και στη μορφη και τ'αλλα σ'αυτη τη πλατεια ναρκη[μουδιαστρα]τη
θαλασσια,γιατι κι αυτη αυτον που την πλησιαζει πολυ και την ακουμπα ναρκωνει,κι εσυ
μου φαινεται σε μενα τωρα κατι τετοιο να'χεις κανει,[να ναρκωνεις],αληθεια,γιατ'εγω
και [80b]τη ψυχη και το στομα ναρκωνω,και δεν εχω τι ν'αποκριθω σε σενα.καιτοι μυρια-
δες φορες βεβαιως περι αρετης παμπολλους λογους εχω εκφωνησει κι εμπρος απο πολ-
λους,και παρα πολυ καλα,οπως βεβαιως ο ιδιος νομιζα,τωρα το τι'ναι το παραμικρο δεν
εχω να πω,και σε μενα φαινεται καλα σκεπτεσαι ουτ'απο δω να εκπλευσεις ουτε δημο
ν'αλλαξεις,γιατι αν ξενος σ'αλλη πολη τετοια κανεις,μην τυχον ως μαγος αρπαχθεις
Σωκράτης: πανουργος εισαι,Μενων,και παρ'ολιγον να μ'εξαπατησεις
Μένων: γιατι τοτε,Σωκρατη;[80c]
Σωκράτης:γνωριζω ενεκα ποιου με παρομοιασες
Μένων: για ποιο τοτε νομιζεις;
Σωκράτης:για να σε παραμοιασω ανταποδιδοντας,αυτο το γνωριζω για ολους τους
ωραιους,διοτι χαιρονται να παρομοιαζονται γιατι σ'αυτους συμφερει,γιατι ωραιες νομιζω
των ωραιων και οι εικονες,αλλα δεν θ'ανταποδωσω παρομοιαζοντας σε,εγω,αν η ναρκη
η ιδια σε ναρκωση ετσι και τους αλλους κανει να ναρκωνουν,μοιαζω σ'αυτη,αν δεν ειν'ετσι,
τοτε οχι,γιατι εκτος αποριων ο ιδιος τους αλλους δεν κανω ν'απορουν,αλλα παντος αλλου
πιο πολυ ο ιδιος απορω ετσι και τους αλλους κανω[80d]ν'απορουν,και τωρα περι της
αρετης για την οποια εγω δεν γνωριζω,συ βεβαιως ισως προτυτερα γνωριζες πριν εμε
ακουμπισεις, τωρα βεβαιως ομοιος εισαι μ'αυτον που δεν γνωριζει,ομως θελω μαζι με
σενα να σκεφτω και να συζητησω τι εν τελει να'ναι
.
.
.
Πλατωνος Μενων,80a-80d[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Μένων: ὦ Σώκρατες, ἤκουον μὲν ἔγωγε πρὶν καὶ συγγενέσθαι [80a]σοι ὅτι σὺ οὐδὲν
ἄλλο ἢ αὐτός τε ἀπορεῖς καὶ τοὺς ἄλλους ποιεῖς ἀπορεῖν: καὶ νῦν, ὥς γέ μοι δοκεῖς,
γοητεύεις με καὶ φαρμάττεις καὶ ἀτεχνῶς κατεπᾴδεις, ὥστε μεστὸν ἀπορίας γεγονέναι.
καὶ δοκεῖς μοι παντελῶς, εἰ δεῖ τι καὶ σκῶψαι, ὁμοιότατος εἶναι τό τε εἶδος καὶ τἆλλα
ταύτῃ τῇ πλατείᾳ νάρκῃ τῇ θαλαττίᾳ: καὶ γὰρ αὕτη τὸν ἀεὶ πλησιάζοντα καὶ ἁπτόμενον
ναρκᾶν ποιεῖ, καὶ σὺ δοκεῖς μοι νῦν ἐμὲ τοιοῦτόν τι πεποιηκέναι, {{χ|ναρκᾶν]: ἀληθῶς
γὰρ ἔγωγε καὶ [80b]τὴν ψυχὴν καὶ τὸ στόμα ναρκῶ, καὶ οὐκ ἔχω ὅτι ἀποκρίνωμαί σοι.
καίτοι μυριάκις γε περὶ ἀρετῆς παμπόλλους λόγους εἴρηκα καὶ πρὸς πολλούς, καὶ πάνυ
εὖ, ὥς γε ἐμαυτῷ ἐδόκουν: νῦν δὲ οὐδ᾽ ὅτι ἐστὶν τὸ παράπαν ἔχω εἰπεῖν. καί μοι δοκεῖς εὖ
βουλεύεσθαι οὐκ ἐκπλέων ἐνθένδε οὐδ᾽ ἀποδημῶν: εἰ γὰρ ξένος ἐν ἄλλῃ πόλει τοιαῦτα
ποιοῖς, τάχ᾽ ἂν ὡς γόης ἀπαχθείης.
Σωκράτης: πανοῦργος εἶ, ὦ Μένων, καὶ ὀλίγου ἐξηπάτησάς με.
Μένων: τί μάλιστα, ὦ Σώκρατες; [80c]
Σωκράτης: γιγνώσκω οὗ ἕνεκά με ᾔκασας.
Μένων: τίνος δὴ οἴει;
Σωκράτης: ἵνα σε ἀντεικάσω. ἐγὼ δὲ τοῦτο οἶδα περὶ πάντων τῶν καλῶν, ὅτι χαίρουσιν
εἰκαζόμενοι λυσιτελεῖ γὰρ αὐτοῖς: καλαὶ γὰρ οἶμαι τῶν καλῶν καὶ αἱ εἰκόνες ἀλλ᾽ οὐκ
ἀντεικάσομαί σε. ἐγὼ δέ, εἰ μὲν ἡ νάρκη αὐτὴ ναρκῶσα οὕτω καὶ τοὺς ἄλλους ποιεῖ
ναρκᾶν,ἔοικα αὐτῇ: εἰ δὲ μή, οὔ. οὐ γὰρ εὐπορῶν αὐτὸς τοὺς ἄλλους ποιῶ ἀπορεῖν, ἀλλὰ
παντὸς μᾶλλον αὐτὸς ἀπορῶν οὕτως καὶ τοὺς ἄλλους ποιῶ [80d]ἀπορεῖν. καὶ νῦν περὶ
ἀρετῆς ὃ ἔστιν ἐγὼ μὲν οὐκ οἶδα, σὺ μέντοι ἴσως πρότερον μὲν ᾔδησθα πρὶν ἐμοῦ
ἅψασθαι, νῦν μέντοι ὅμοιος εἶ οὐκ εἰδότι. ὅμως δὲ ἐθέλω μετὰ σοῦ σκέψασθαι καὶ
συζητῆσαι ὅτι ποτέ ἐστιν.
Μένων: Σωκρατη,ακουα εγω πριν συνευρεθω[80a] με σενα οτ'εσυ τιποτ'αλλο δεν
κανεις παρα κι ο ιδιος ν'απορεις και τους αλλους να κανεις ν'απορουν,και τωρα,οπως
σε με φαινεται,με γοητευεις και φαρμακωνεις και φανερα λες μαγικα,ωστε γεματος
απ'απορια να γινω, και σε με φαινεσαι παντελως,αν ειν'επιτρεπτο και καποιο αστειο,παρα
πολυ ομοιος να'σαι και στη μορφη και τ'αλλα σ'αυτη τη πλατεια ναρκη[μουδιαστρα]τη
θαλασσια,γιατι κι αυτη αυτον που την πλησιαζει πολυ και την ακουμπα ναρκωνει,κι εσυ
μου φαινεται σε μενα τωρα κατι τετοιο να'χεις κανει,[να ναρκωνεις],αληθεια,γιατ'εγω
και [80b]τη ψυχη και το στομα ναρκωνω,και δεν εχω τι ν'αποκριθω σε σενα.καιτοι μυρια-
δες φορες βεβαιως περι αρετης παμπολλους λογους εχω εκφωνησει κι εμπρος απο πολ-
λους,και παρα πολυ καλα,οπως βεβαιως ο ιδιος νομιζα,τωρα το τι'ναι το παραμικρο δεν
εχω να πω,και σε μενα φαινεται καλα σκεπτεσαι ουτ'απο δω να εκπλευσεις ουτε δημο
ν'αλλαξεις,γιατι αν ξενος σ'αλλη πολη τετοια κανεις,μην τυχον ως μαγος αρπαχθεις
Σωκράτης: πανουργος εισαι,Μενων,και παρ'ολιγον να μ'εξαπατησεις
Μένων: γιατι τοτε,Σωκρατη;[80c]
Σωκράτης:γνωριζω ενεκα ποιου με παρομοιασες
Μένων: για ποιο τοτε νομιζεις;
Σωκράτης:για να σε παραμοιασω ανταποδιδοντας,αυτο το γνωριζω για ολους τους
ωραιους,διοτι χαιρονται να παρομοιαζονται γιατι σ'αυτους συμφερει,γιατι ωραιες νομιζω
των ωραιων και οι εικονες,αλλα δεν θ'ανταποδωσω παρομοιαζοντας σε,εγω,αν η ναρκη
η ιδια σε ναρκωση ετσι και τους αλλους κανει να ναρκωνουν,μοιαζω σ'αυτη,αν δεν ειν'ετσι,
τοτε οχι,γιατι εκτος αποριων ο ιδιος τους αλλους δεν κανω ν'απορουν,αλλα παντος αλλου
πιο πολυ ο ιδιος απορω ετσι και τους αλλους κανω[80d]ν'απορουν,και τωρα περι της
αρετης για την οποια εγω δεν γνωριζω,συ βεβαιως ισως προτυτερα γνωριζες πριν εμε
ακουμπισεις, τωρα βεβαιως ομοιος εισαι μ'αυτον που δεν γνωριζει,ομως θελω μαζι με
σενα να σκεφτω και να συζητησω τι εν τελει να'ναι
.
.
.
ΕΥΚΛΕΙΔΗ Στοιχεια α',θ΄.Τὴν δοθεῖσαν γωνίαν εὐθύγραμμον δίχα τεμεῖν.
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΕΥΚΛΕΙΔΗ Στοιχεια α',θ΄,Τὴν δοθεῖσαν γωνίαν εὐθύγραμμον δίχα τεμεῖν.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Ευκλειδους Αποδειξις
Ἔστω ἡ δοθεῖσα γωνία εὐθύγραμμος ἡ ὑπὸ ΒΑΓ. δεῖ δὴ αὐτὴν δίχα τεμεῖν.
Εἰλήφθω ἐπὶ τῆς ΑΒ τυχὸν σημεῖον τὸ Δ, καὶ ἀφῃρήσθω ἀπὸ τῆς ΑΓ τῇ ΑΔ
ἴση ἡ ΑΕ, καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΔΕ, καὶ συνεστάτω ἐπὶ τῆς ΔΕ τρίγωνον ἰσόπλευρον
τὸ ΔΕΖ, καὶ ἐπεζεύχθω ἡ ΑΖ· λέγω, ὅτι ἡ ὑπὸ ΒΑΓ γωνία δίχα τέτμηται ὑπὸ τῆς ΑΖ
εὐθείας. Ἐπεὶ γὰρ ἴση ἐστὶν ἡ ΑΔ τῇ ΑΕ, κοινὴ δὲ ἡ ΑΖ, δύο δὴ αἱ ΔΑ, ΑΖ δυσὶ ταῖς ΕΑ,
ΑΖ ἴσαι εἰσὶν ἑκατέρα ἑκατέρᾳ. καὶ βάσις ἡ ΔΖ βάσει τῇ ΕΖ ἴση ἐστίν· γωνία ἄρα ἡ ὑπὸ
ΔΑΖ γωνίᾳ τῇ ὑπὸ ΕΑΖ ἴση ἐστίν. Ἡ ἄρα δοθεῖσα γωνία εὐθύγραμμος ἡ ὑπὸ ΒΑΓ δίχα
τέτμηται ὑπὸ τῆς ΑΖ εὐθείας· ὅπερ ἔδει ποιῆσαι.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ΕΥΚΛΕΙΔΗ Στοιχεια α',θ΄,τη δοθεισα ευθυγραμμο γωνια να διχοτομησω
Ευκλειδη Αποδειξη
Εστω η δοθεισα ευθυγραμμος γωνια η υπο ΒΑΓ,πρεπει τωρα αυτη να διχοτομησω.
Ας ληφθει επι της ΑΒ τυχον σημειο το Δ,κι ας αφαιρεθει απο τη ΑΓ στην ΑΔ ιση η ΑΕ.
κι ας ενωθει η ΔΕ.κι ας σχηματισθει επι της ΔΕ τριγωνο ισοπλευρο το ΔΕΖ,κι ας ενωθει
η ΑΖ.λεγω,οτι η υπο ΒΑΓ γωνια εχει διχοτομηθει απο της ΑΖ ευθειας.Επειδη τοτε ιση ειναι
η ΑΔ στην ΑΕ,κοινη δε η ΑΖ,οι δυο τωρα οι ΔΑ,ΑΖ στις δυο τις ΕΑ,ΑΖ ισες ειναι η καθε μια
με τη καθε μια.και η βαση ΔΖ στη βαση ΕΖ ιση ειναι.η γωνια τοτε η υπο της ΔΑΖ στη γωνια
την υπο της ΕΑΖ ιση ειναι.Τοτε η δοθεισα ευθυγραμμος γωνια η υπο της ΒΑΓ εχει διχοτομη-
θει απο της ΑΖ ευθειας.αυτο το οποιο επρεπε να κατασκευασθει.
.
.
.
ΗΣΙΟΔΟΣ,ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ
[στιχοι 663-705] μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἤματα πεντήκοντα μετὰ τροπὰς ἠελίοιο,
ἐς τέλος ἐλθόντος θέρεος καματώδεος ὥρης,
ὡραῖος πέλεται θνητοῖς πλόος· οὔτε κε νῆα 665
καυάξαις οὔτ᾽ ἄνδρας ἀποφθείσειε θάλασσα,
εἰ δὴ μὴ πρόφρων γε Ποσειδάων ἐνοσίχθων
ἢ Ζεὺς ἀθανάτων βασιλεὺς ἐθέλῃσιν ὀλέσσαι·
ἐν τοῖς γὰρ τέλος ἐστὶν ὁμῶς ἀγαθῶν τε κακῶν τε.
τῆμος δ᾽ εὐκρινέες τ᾽ αὖραι καὶ πόντος ἀπήμων· 670
εὔκηλος τότε νῆα θοὴν ἀνέμοισι πιθήσας
ἑλκέμεν ἐς πόντον φόρτον τ᾽ ἐς πάντα τίθεσθαι,
σπεύδειν δ᾽ ὅττι τάχιστα πάλιν οἶκόνδε νέεσθαι·
μηδὲ μένειν οἶνόν τε νέον καὶ ὀπωρινὸν ὄμβρον
καὶ χειμῶν᾽ ἐπιόντα Νότοιό τε δεινὰς ἀήτας, 675
ὅς τ᾽ ὤρινε θάλασσαν ὁμαρτήσας Διὸς ὄμβρῳ
πολλῷ ὀπωρινῷ, χαλεπὸν δέ τε πόντον ἔθηκεν.
ἄλλος δ᾽ εἰαρινὸς πέλεται πλόος ἀνθρώποισιν·
ἦμος δὴ τὸ πρῶτον, ὅσον τ᾽ ἐπιβᾶσα κορώνη
ἴχνος ἐποίησεν, τόσσον πέταλ᾽ ἀνδρὶ φανήῃ 680
ἐν κράδῃ ἀκροτάτῃ, τότε δ᾽ ἄμβατός ἐστι θάλασσα·
εἰαρινὸς δ᾽ οὗτος πέλεται πλόος. οὔ μιν ἔγωγε
αἴνημ᾽· οὐ γὰρ ἐμῷ θυμῷ κεχαρισμένος ἐστίν·
ἁρπακτός· χαλεπῶς κε φύγοις κακόν· ἀλλά νυ καὶ τὰ
ἄνθρωποι ῥέζουσιν ᾀδρείῃσι νόοιο· 685
χρήματα γὰρ ψυχὴ πέλεται δειλοῖσι βροτοῖσιν.
δεινὸν δ᾽ ἐστὶ θανεῖν μετὰ κύμασιν· ἀλλά σ᾽ ἄνωγα
φράζεσθαι τάδε πάντα μετὰ φρεσίν, ὡς ἀγορεύω.
μηδ᾽ ἐν νηυσὶν ἅπαντα βίον κοΐλῃσι τίθεσθαι·
ἀλλὰ πλέω λείπειν, τὰ δὲ μείονα φορτίζεσθαι· 690
δεινὸν γὰρ πόντου μετὰ κύμασι πήματι κύρσαι,
[δεινὸν δ᾽, εἴ κ᾽ ἐπ᾽ ἄμαξαν ὑπέρβιον ἄχθος ἀείρας
ἄξονα καυάξαις καὶ φορτία μαυρωθείη.]
μέτρα φυλάσσεσθαι· καιρὸς δ᾽ ἐπὶ πᾶσιν ἄριστος.
Ὡραῖος δὲ γυναῖκα τεὸν ποτὶ οἶκον ἄγεσθαι, 695
μήτε τριηκόντων ἐτέων μάλα πόλλ᾽ ἀπολείπων
μήτ᾽ ἐπιθεὶς μάλα πολλά· γάμος δέ τοι ὥριος οὗτος.
ἡ δὲ γυνὴ τέτορ᾽ ἡβώοι, πέμπτῳ δὲ γαμοῖτο.
παρθενικὴν δὲ γαμεῖν, ὥς κ᾽ ἤθεα κεδνὰ διδάξῃς.
τὴν δὲ μάλιστα γαμεῖν, ἥ τις σέθεν ἐγγύθι ναίει, 700
πάντα μάλ᾽ ἀμφὶς ἰδών, μὴ γείτοσι χάρματα γήμῃς.
οὐ μὲν γάρ τι γυναικὸς ἀνὴρ ληίζετ᾽ ἄμεινον
τῆς ἀγαθῆς, τῆς δ᾽ αὖτε κακῆς οὐ ῥίγιον ἄλλο,
δειπνολόχης· ἥ τ᾽ ἄνδρα καὶ ἴφθιμόν περ ἐόντα
εὕει ἄτερ δαλοῖο καὶ ὠμῷ γήραϊ δῶκεν. 705
.
.
μερες πενηντα μετα το γυρισμα του ηλιου,
στο τελος οταν ερχεται του θερους η καματερη ωρα,
τοτε στην ωρα ειναι για τους θνητους η πλευση, ουτε και το καραβι 665
θα σπαγες ουτε και τους αντρες θ'αφανιζε η θαλασσα,
εκτος αν εκ των προτερων βεβαια ο Ποδειδων ο σειστης της γης
η' ο Ζευς των αθανατων ο βασιλιας ηθελαν να καταστρεψουν,
σ'αυτους γιατ'ειναι η ολοκληρωση μαζι και των αγαθων και των κακων.
τον καιρο που σταθεροι οι ανεμοι κι ο ποντος ακινδυνος 670
αφοβος τοτε καραβι γρηγορο στους ανεμους ριξε
και συρε στον ποντο φορτιο και στα παντα πρωτα να βαζεις
να σπευδεις οσο πιο ταχυτερα παλι στο σπιτι να επιστρεφεις
και μητε να προσμενεις το κρασι το νεο και την χινοπωρινη βροχη
και τον χειμωνα που προσπιπτει και με του Νοτια τα φοβερα φυσηματα 675
π'αναστατωνει θαλασσα συνεργωντας με του Δια το πολυβροχο
χινοπορο,και δυσχερη τον ποντο εκανε,
αλλη η ανοιξιατικη ωρα ειναι για πλευση στους ανθρωπους
τον καιρο που πρωτα,οσο το πατημα κουρουνας
σημαδι κανει,τοσο πεταλ'ανθους στον ανδρα θα φανει 680
σε συκιας κλαδι το πιο ακραιο,τοτε διαβατη ειν'η θαλασσα
κι αυτ'ειναι η ανοιξιατικη ωρα για πλευση,εγω ο ιδιος
δεν την επαινω,γιατι στην καρδια μου ευχαριστη δεν ειναι,
αρπακτη,και δυσκολα ν'αποφυγεις το κακο,αλλα τωρα κι αυτα
οι ανθρωποι επιχειρουν σ'αγνοια του νου 685
για χρηματα γιατι η ψυχη κινειται σ'αδυναμους θνητους,
φοβερο ειναι να πεθανεις μεσ'τα κυματα,αλλ'εγω σε συμβουλευω
να υπολογισεις ολ'αυτα μεσ'το μυαλο,καθως σου λεω,
μητε στα κοιλα καραβια ολο το βιος να βανεις
αλλα το πιο πολυ ν'αφηνεις πισω,τα πιο λιγα να φορτωνεις 690
γιατι φοβερο μεσα στα κυματα του ποντου συμφορα να σε χτυπησει
[φοβερο,κι αν πανω σ'αμαξα υπερμετρο βαρος σηκωνες
τον αξονα θα'σπαζες και τα φορτια θ'αφανιζονταν]
τα μετρα να φυλας,ο καιρος στα παντα αριστος
οταν εισαι στην ωρα γυναικα στο σπιτι σου να φερεις 695
μητε απ'τα τριαντα απ'ετη παρα πολλα να σου λειπουν
μητε να'χεις πανω παρα πολλα,ο γαμος αυτος στην ωρα του,
η γυναικα τεσσαρα ετη να μενει στην εφηβεια,στον πεμπτο να παντρευεται,
παρθενα να παντρευτεις,ωστε κι ηθη συνετα να διδαξεις,
αυτη καλυτερα να παντρευτεις,που σε σενα κοντα μενει, 700
ομως τα παντα καλα γυρω να δεις,μη στους γειτονες περιγελως γεινεις,
γιατι δεν κερδιζει απ'την αγαθη γυναικα ο ανδρας
κατι καλλιτερο,κι απ'την κακη παλι κατι πιο φοβερο αλλο,
μια ακορεστη, που και τον ανδρα και ρωμαλεος να'ναι
φλογιζει χωρις δαυλο και στο σκληρο γηρας δινει 705
.
.
.
Σεμέλη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ἣ δὲ Διώνυσον Σεμέλη τέκε χάρμα βροτοῖσιν
[Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια Ξ' στιχος 325]
χτενιζε τα μαλλια της στον καθρεφτη,τοτε την ειδε πισω της,τρομαξε,'πως μπηκες;
δεν σε ακουσα' της ειπε ,η αλλη γυναικα δεν μιλησε,την πλησιαζε,σταθηκε πισω
της,ακουγε την αναπνοη της βαρια,απλωσε τα χερια της κι εβαλε τα δαχτυλα της
πανω στα ματια της,'τι κανεις;'της φωναξε,εκεινη τα πιεζε δυνατα,'τα ματια μου'
ουρλιαξε,η αλλη γυναικα τα πιεζε ολο και πιο δυνατα,τα τρυπουσε με τα νυχια
της,'δεν βλεπω,ειναι τρομερο',εκεινη ανελεητη συνεχιζε,
ξυπνησε τρομαγμενη απο τις φωνες της,'ονειρο ηταν,παλι το ιδιο ονειρο',ο ηλιος απ'το
παραθυρο την τυφλωνε,φοβηθηκε,'το παιδι',εβαλε το χερι της πανω στη κοιλια της,'το
μικρο μου παιδι'
.
.
στη θυμελη του αρχαιου θεατρου η κορυφαια του χορου και γυρω οι βακχες γυναικες
του Διονυσου
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Χορος
[Ησιοδος,Θεογονια,στιχοι 940-942]
Καδμείη δ᾽ ἄρα οἱ Σεμέλη τέκε φαίδιμον υἱὸν 940
μιχθεῖσ᾽ ἐν φιλότητι, Διώνυσον πολυγηθέα,
ἀθάνατον θνητή· νῦν δ᾽ ἀμφότεροι θεοί εἰσιν
[επειτα του Καδμου η Σεμελη γεννησε λαμπρο γιο 940
σμιχθεισα μ'ερωτα,τον Διονυσο τον πολυχαριτωμενο,
αθανατο θνητη,τωρα κι οι δυο θεοι ειναι]
[Σεμελη[Θεμελη,Θυμελη,βωμος θυσιαστηριου στο αρχαιο θεατρο]
[Σεμελη,το ονομα της ως θνητης και Θυωνη,το ονομα της ως αθανατης]
Κορυφαια Χορου
[Ορφικος Υμνος Σεμελης]
Κικλήσκω κούρην Καδμηίδα παμβασίλειαν, εὐειδῆ Σεμέλην,
ἐρατοπλόκαμον, βαθύκολπον, μητέρα θυρσοφόροιο Διωνύσου
πολυγηθοῦς, ἣ μεγάλας ὠδῖνας ἐλάσσατο πυρφόρωι αὐγῇ
[επικαλουμαι την κορη του Καδμου των παντων βασιλισα,την ομορφη Σεμελη,
με τις εξαισιες πλεξουδες,αυτη με τα πλουσια στηθη,την μητερα του Διονυσου
του πολυχαριτωμενου που τον θυρσον κρατα,αυτη που περασε μεγαλες ωδινες
στην πορφυρη οταν γεννησε αυγη]
Χορος
[Ευριπιδη Βακχαι,στιχοι 274-280, 286-297]
δύο γάρ, ὦ νεανία,
τὰ πρῶτ᾽ ἐν ἀνθρώποισι· Δημήτηρ θεά— 275
Γῆ δ᾽ ἐστίν, ὄνομα δ᾽ ὁπότερον βούληι κάλει·
αὕτη μὲν ἐν ξηροῖσιν ἐκτρέφει βροτούς·
ὃς δ᾽ ἦλθ᾽ ἔπειτ᾽, ἀντίπαλον ὁ Σεμέλης γόνος
βότρυος ὑγρὸν πῶμ᾽ ηὗρε κἀσηνέγκατο
θνητοῖς, 280
καὶ καταγελᾷς νιν, ὡς ἐνεῤῥάφη Διὸς
μηρῷ; διδάξω σ᾽ ὡς καλῶς ἔχει τόδε.
ἐπεί νιν ἥρπασ᾽ ἐκ πυρὸς κεραυνίου
Ζεύς, ἐς δ᾽ Ὄλυμπον βρέφος ἀνήγαγεν θεόν,
Ἥρα νιν ἤθελ᾽ ἐκβαλεῖν ἀπ᾽ οὐρανοῦ· 290
Ζεὺς δ᾽ ἀντεμηχανήσαθ᾽ οἷα δὴ θεός.
ῥήξας μέρος τι τοῦ χθόν᾽ ἐγκυκλουμένου
αἰθέρος, ἔθηκε τόνδ᾽ ὅμηρον ἐκδιδούς,
Διόνυσον Ἥρας νεικέων· χρόνῳ δέ νιν
βροτοὶ ῥαφῆναί φασιν ἐν μηρῷ Διός, 295
ὄνομα μεταστήσαντες, ὅτι θεᾷ θεὸς
Ἥρᾳ ποθ᾽ ὡμήρευσε, συνθέντες λόγον.
[γιατι δυο,νεαρε,
τα πρωτα στους ανθρωπους,η Δημητρα η θεα, 275
η Γη ειναι,μ'ονομα οποιο απ'τα δυο θελεις καλεσε,
αυτη με τα ξηρα τρεφει τους θνητους,
αυτος δε ηρθ'επειτα,το ισοδυναμο της Σεμελης ο γονος
του σταφυλιου το υγρο πιομα ηυρε κι επροσφερε
στους θνητους 280
και περιγελας αυτον,πως μεσα ραφτηκε στου Δια
το μηρο,θα σου εξηγησω πως ορθως εγιν'αυτο,
οταν αυτον αρπαξ'απ'τη φωτια του κεραυνου
ο Ζευς,στον Ολυμπο το βρεφος ανεβασε θεο,
η Ηρα αυτον ηθελε να πεταξει, απ'τον ουρανο, 290
ο Ζευς αντιδρωντας μηχανευτηκε οπως θεος,
αποσπωντας καποιο μερος τ'αιθερα που κυκλωνει
τη γη,τ'ομοιωμα αυτο ομηρο εδωσε,
προστατευοντας τον Διονυσον απ'της Ηρας την εχθρα,με τον χρονο
αυτος οι θνητοι πως ραφτηκε λενε στον μηρο του Δια,295
τ'ονομα μεταβαλοντες,οτι στη θεα Ηρα ο θεος
καποτ'ομηρος κρατηθηκε,συνταιριαξαν τον μυθο
.
Κορυφαια Χορου
[Ορφικος Υμνος Διονυσου]
Κικλήσκω Διόνυσον ἐρίβρομον, εὐαστῆρα, πρωτόγονον, διφυῆ, τρίγονον,
Βακχεῖον ἄνακτα, ἄγριον, ἄρρητον, κρύφιον, δικέρωτα, δίμορφον, κισσόβρυον,
ταυρωπόν, Ἀρήιον, εὔιον, ἁγνόν, ὠμάδιον, τριετῆ, βοτρυοτρόφον, ἐρνεσίπεπλον.
[Επικαλουμαι τον Διονυσον τον βροντωδην,τον κραυγαζωντα ευοι,τον πρωτογενην,
τον δυο φυσεις εχοντα,τον τρις γεννηθεντα,τον Βακχον βασιλεα,τον εις τους
αγρους διαμενοντα,τον δια λογου ανεκφραστον,τον αποκρυφον,τον με δυο
κερατα,τον δυο μορφας εχοντα,τον με κισσον περισκεπαστον,τον εχοντα
οψιν ταυρου,τον αριον πολεμικον,τον Ευιον Βακχον,τον αγνον,τον ωμοφαγον,
τον τριετην εορταζοντα,τον τρεφοντα σταφυλους,τον βλαστους πεπλοφεροντα]
.
.
.
Pompeo Girolamo Batoni (1708-1787).Αφροδιτη και Ερωτας
Η Μεσονυκτιος Επισκεψις του Ερωτα,Ανακρεοντειον αρ.33,XXXIII
-μεταφραση-αποδοση χ.ν.κουβελης
Ανακρεοντεια,60 ποιηματα στην Παλατινη Ανθολογια[α' εκδοση απο τον Ερρικο Στεφανο
(Henri Étienne) Βενετια 1554],γραμμενα τον 1ο εως τον 6ο αιωνα μ.Χ,τα οποια μιμουνται
τα ποιηματα του αρχαιου λυρικου ποιητη Ανακρεοντα απο την Τεω της Μικρας Ασιας
[π 572 π.Χ-π 485 π.Χ),[και για χρονια τα θεωρουσαν εσφαλμενα δικα του],με θεματα τον
ερωτα και το κρασι,amor et vinum,συμποσιακα
Η Μεσονυκτιος Επισκεψις του Ερωτα,Ανακρεοντειον αρ.33,XXXIII
Μεσονυκτίοις ποτ’ ὥραις,
στρέφετ’ ἦμος Ἄρκτος ἤδη
κατὰ χεῖρα τὴν Βοώτου,
μερόπων δὲ φῦλα πάντα
5 κέαται κόπωι δαμέντα,
τότ’ Ἔρως ἐπισταθείς μευ
θυρέων ἔκοπτ’ ὀχῆας.
«τίς» ἔφην «θύρας ἀράσσει,
κατά μευ σχίσας ὀνείρους;»
10 ὁ δ’ Ἔρως «ἄνοιγε,» φησίν,
«βρέφος εἰμί, μὴ φόβησαι·
βρέχομαι δὲ κἀσέληνον
κατὰ νύκτα πεπλάνημαι.»
ἐλέησα ταῦτ’ ἀκούσας,
15 ἀνὰ δ’ εὐθὺ λύχνον ἅψας
ἀνέῳξα, καὶ βρέφος μέν
ἐσορῶ φέροντα τόξον
πτέρυγάς τε καὶ φαρέτρην·
παρὰ δ’ ἱστίην καθίξας
20 παλάμαις τε χεῖρας αὐτοῦ
ἀνέθαλπον, ἐκ δὲ χαίτης
ἀπέθλιβον ὑγρὸν ὕδωρ.
ὃ δ’ ἐπεὶ κρύος μεθῆκε
«φέρε» φησὶ «πειράσωμεν
25 τόδε τόξον, εἴ τί μοι νῦν
βλάβεται βραχεῖσα νευρή.»
τανύει δέ, καί με τύπτει
μέσον ἧπαρ ὥσπερ οἶστρος·
ἀνὰ δ’ ἅλλεται καχάζων·
30 «ξένε» δ’ εἶπε «συγχάρηθι·
κέρας ἀβλαβὲς μένει μοι·
σὺ δὲ καρδίαν πονήσεις.»
μεταφραση-αποδοση χ.ν.κουβελης
καποτε μεσ'στα μεσανυχτα
οταν γυριζ'η Αρκουδα
στο χερι του Βοωτη
ολα τα φυλα των θνητων
γερνουν στους κοπους βαρημενα 5
τοτ'εμε επισκεφτηκ' ο Ερωτας
της πορτας κρουωντας το μανταλο
'ποιος'φωναξα'χτυπα τη πορτα;
σε με κοβοντας τα ονειρα;'
κι ο Ερωτας 'ανοιξ' ειπε 10
'παιδι μικρο'μαι,μη φοβασαι
βρεχομαι κι ασεληνα
στη νυχτα πλανιεμαι'
αυτ'ακουγωντας λυπηθηκα
κι αμεσως λυχναρι αναβωντας 15
ανοιξα,και παιδι μικρο
βλεπω να'χει τοξο
φτερα και φαρετρα
και στο τζακι καθιζοντας
τις παλαμες και τα χερια του20
ζεστανα,κι απ'τα μαλια
σφουγκιζα το νερο που'σταζε
κι οταν αυτος συνηρθε
'δωσ'μου'ειπε'να δοκιμασουμε
αυτο'δω το τοξο,μηπως τωρα 25
μου βραχηκε και χαλασε το νευρο'
τοτε τεντωνει και με τρυπα
μεσ'στο σηκωτι σαν την αλογομυγα τον οιστρο
κι αναπηδωντας γελουσε δυνατα
'φιλ' ' ειπε 'ετσι να χαρεις κι εσυ 30
το τοξο αβλαφτο ειν' σε με
κι εσυ μεσ'στη καρδια θα πονεις'
.
.
.
Αισωπος-Esopos-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Αισώπου Μύθοι/Όνος και κύων συνοδοιπορούντες/Κύων κωδωνοφορών/Όνος πατήσας
σκόλοπα και λύκος/Όνος και ονηλάτης-μεταφραση translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Αισώπου Μύθοι/Όνος και κύων συνοδοιπορούντες
Ὄνος καὶ κύων ἐν ταὐτῷ ὡδοιπόρουν. Εὑρόντες δὲ ἐπὶ γῆς ἐσφραγισμένον γραμμάτιον,
ὁ ὄνος λαβὼν καὶ ἀναῤῥήξας τὴν σφραγῖδα καὶ ἀναπτύξας, διεξῄει εἰς ἐπήκοον τοῦ κυνός.
Περὶ βοσκημάτων δὲ ἐτύγχανε τὰ γράμματα χόρτου τε, φημί, καὶ κριθῆς καὶ ἀχύρου. Ἀηδῶς
οὖν ὁ κύων, τοῦ ὄνου ταῦτα διεξιόντος, διέκειτο· ἔνθεν δὴ καὶ ἔφησε τῷ ὄνῳ· Ὑπόβαθι,
φιλτατε, μικρόν, μή τι καὶ περὶ κρεῶν καὶ ὀστέων εὕρῃς διαλαμβάνων. Ὁ δὲ ὄνος ἅπαν
τὸ γραμμάτιον διεξελθὼν καὶ μηδὲν εὑρηκὼς ὧν ὁ κύων ἐζήτει, ἀντέφησεν αὖθις ὁ κύων·
Βάλε κατὰ γῆς, ὡς ἀδόκιμον πάντῃ, φίλε, τυγχάνον.
Γαιδαρος και σκυλος μαζι οδοιπορουσαν.Βρισκοντας στη γη σφραγισμενο γραμμα,ο
γαιδαρος το πηρε και αφου εσπασε τη σφραγιδα και το ξετυλιξε,το διαβασε ν'ακουσει με
προσοχη ο σκυλος.Για ζωα που βοσκουν ειναι γραμμενα και για χορταρι,ειπε,και κριθαρι
κι αχυρο.Ο σκυ-
λος δυσαρεστημενος ,απ'αυτα π'ο γαιδαρος διαβαζε,ειπε στον σκυλο.Παρακατω,φιλτατε,
μικρο,μηπως κατι και για κρεατα και κοκκαλα βρεις ν'αναφερει.Ο γαιδαρος ολο το γραμμα
κοιταξε απ'την αρχη μεχρι το τελος και μη βρισκοντας τιποτα απ'αυτα π'ο σκυλος ζητουσε,
ευθυς αντεδρασε ο σκυλος.Πετα το χαμω,αχρηστο σ'ολα,φιλε,ειναι
[Ο μυθος μας διδασκει] οτι αυτα που δεν μας χρησιμευουν ειναι αχρηστα
.
Αισώπου Μύθοι/Κύων κωδωνοφορών
Λάθρᾳ κύων ἔδακνε. Τούτῳ δὲ ὁ δεσπότης κώδωνα ἐκρέμασεν, ὥστε πρόδηλον εἶναι
τοῖς πᾶσι. Οὗτος δὲ τὸν κώδωνα σείων ἐν τῇ ἀγορᾷ ἠλαζονεύετο. Γραῦς δὲ κύων εἶπεν
αὐτῷ· «Τί φαντάζῃ; οὐ δι᾿ ἀρετὴν τοῦτον φορεῖς, ἀλλὰ δι᾿ ἔλεγχον τῆς κεκρυμμένης
σου κακίας.»
Ὅτι οἱ τῶν ἀλαζόνων κενόδοξοι τρόποι πρόδηλοί εἰσι δηλοῦντες τὴν ἀφανῆ κακίαν.
Κρυφα ενας σκυλος δαγκωνε.Σ'αυτον ο κυριος του κρεμασε ενα κουδουνι,ωστε να'ναι
φανερος στους παντες.Αυτος το κουδουνι σειωντας στην αγορα περηφανευονταν.Μια
γρια σκυλα ειπε σ'αυτον:Γιατι φαντασιοπληκτεις;δεν ειναι για αξιωμα π'αυτο φορεις
αλλα για ελεγχο της κρυμενης σου κακιας
[Ο μυθος μας διδασκει] οτι των αλαζονων οι κενοδοξοι τροποι φανεροι ειναι δηλωνοντας
την κρυμενη κακια
.
Αισώπου Μύθοι/Όνος πατήσας σκόλοπα και λύκος
Ὄνος πατήσας σκόλοπα χωλὸς εἱστήκει. Λύκον δὲ ἰδὼν καὶ φοβηθεὶς εἶπεν· Ὦ λύκε,
ἀποθνῄσκω ἐκ πόνου· καλὸν δέ μοί ἐστι σοῦ δεῖπνον γενέσθαι ἢ γυπῶν καὶ κοράκων.
Χάριν δὲ μίαν αἰτῶ σε, ἐξελεῖν τοῦ ποδός μου πρῶτον τὸν σκόλοπα, ὅπως μὴ μετὰ
πόνου θνήξωμαι. Ὁ δὲ λύκος ἄκροις ὀδοῦσι τὸν σκόλοπα δακὼν ἐξεῖλεν. Ὁ δὲ λυθεὶς
τοῦ πόνου, τὸν λύκον ἔτι χάσκοντα λακτίσας φεύγει, ῥῖνα καὶ μέτωπον καὶ ὀδόντας
συγκλάσας. Ὁ δὲ λύκος ἔφη· Οἴμοι, δίκαια πάσχω, ὅτι μάγειρος εἶναι μαθὼν πρῶτον,
νῦν ἱππίατρος ἐγενόμην.
Γαιδαρος πατωντας αγκαθι κουτσαθηκε.Λυκο βλεπωντας και φοβουμενος ειπε.Ω λυκε,
πεθαινω απ'τον πονο,και καλο σε μενα ειναι να γινω δικο σου δειπνο παρα γυπων και
κορακων.Μια χαρι ομως σου ζητω,να βγαλεις απ'το ποδι μου πρωτα τ'αγκαθι,για να μην
πεθανω με πονο.Ο λυκος με τ'ακρα των δοντιων τ'αγκαθι δαγκωνοντας εβγαλε.Αυτος
λυτρωμενος απ'τον πονο,τον λυκο π'ακομη ηταν με το στομα ανοικτο να χασκει κλωτσοντας
το σκαει,μυτη και μετωπο και δοντια σπαζοντας.Ο λυκος τοτ'ειπε.Αλιμονο,καλα παθαινω,
οτι μαγειρας ηταν το πρωτο πο'μαθα,και τωρα ιππιατρος γινηκα
[Ο μυθος μας διδασκει]οτι αυτος που δεν ενεργει συμφωνα μ'αυτο που ειναι αλλα παρασυρε-
ται να ενεργει μ'αυτο που δεν ειναι τοτε δυστυχει
.
Αισώπου Μύθοι/Όνος και ονηλάτης
Ὄνος πλατείας ὁδοῦ ἐκτραπεὶς ἐπὶ κρημνὸν ἐφέρετο. Τοῦ δὲ ὀνηλάτου ἐπιβοῶντος· Ἄθλιε,
ποῦ φέρει; καὶ τῆς οὐρᾶς ἐπιλαβομένου καὶ ἕλκοντος πρὸς ἑαυτόν, τῆς εἰς τὰ πρόσω φορᾶς
ὁ ὄνος οὐχ ἵστατο. Ὁ δὲ ἔτι μᾶλλον ὠθήσας αὐτὸν ἔφη· Ὕπαγε, νίκα τὴν κακὴν νίκην ἐν τῷ ἀναθέματι.
[Ὅτι] τοὺς ἀπολλυμένους οἰκείᾳ ἀφροσύνῃ ὁ μῦθος ἐλέγχει.
Γαιδαρος απο φαρδυ δρομο ξεφευγοντας σε γκρεμο κατρακυλουσε.Ο αγωγιατης του φωνα-
ζε,Αθλιε,κατα που τραβας; πιανοντας; την ουρα και τραβωντας τον προς αυτον,αλλ'ο γαιδαρος
τη φορα του προς τα κει δεν συγκρατουσε.Αυτος τοτε σπρωχνοντας τον ειπε:Τραβα στα τσακι-
δια,νικα την κακη νικη προς τη καταστροφη
[οτι]των ολοκληρωτικα κατεστραμενων την αφροσυνη τους ο μυθος ελεγχει
.
.
.
Αντιστηξεις-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παρθένιος ο Νικαεύς[Ποιητής του 1ου π.Χ. αιώνα]
Περί ερωτικών παθημάτων-25. Περὶ Φαΰλλου -28. Περὶ Κλείτης
[μεταφραση σημειωσεις χ.ν.κουβελης]
25. Περὶ Φαΰλλου
(Ἱστορεῖ Φύλαρχος)
[25.1] Φάυλλος δ᾿ ὁ τύραννος ἠράσθη τῆς Ἀρίστωνος γυναικός, ὃς Οἰταίων προστάτης
ἦν· οὗτος διαπεμπόμενος πρὸς αὐτὴν χρυσόν τε πολὺν καὶ ἄργυρον ἐπηγγέλλετο δώσειν,
εἴ τέ τινος ἄλλου δέοιτο φράζειν ἐκέλευεν ὡς οὐχ ἁμαρτησομένην. [25.2] τὴν δ᾿ ἄρα
πολὺς εἶχε πόθος ὅρμου τοῦ τότε κειμένου ἐν τῷ τῆς Προνοίας Ἀθηνᾶς ἱερῷ, ὃν εἶχε
λόγος Ἐριφύλης γεγονέναι, ἠξίου τε ταύτης τῆς δωρεᾶς τυχεῖν. [25.3] Φάυλλος δὲ τά
τε ἄλλα κατασύρων ἐκ Δελφῶν ἀναθήματα ἀναιρεῖται καὶ τὸν ὅρμον· ἐπεὶ δὲ διεκομίσθη
εἰς οἶκον τὸν Ἀρίστωνος, χρόνον μέν τινα ἐφόρει αὐτὸν ἡ γυνὴ μάλα περίπυστος οὖσα,
μετὰ δὲ ταῦτα παραπλήσιον αὐτῇ πάθος συνέβη τῷ περὶ τὴν Ἐριφύλην γενομένῳ. [25.4]
ὁ γὰρ νεώτερος τῶν υἱῶν αὐτῆς μανεὶς τὴν οἰκίαν ὑφῆψε, καὶ τήν τε μητέρα καὶ τὰ πολλὰ
τῶν κτημάτων κατέφλεξε.
25. Περὶ Φαΰλλου
(Ἱστορεῖ Φύλαρχος)
[25.1] ο τυραννος Φαυλλος ερωτευθηκε τη γυναικα του Αριστωνα,που των Οιταιων
προστατης ηταν,αυτος με διαμεσολαβητες που'στελνε προς αυτη και πολυ χρυσο κι
ασημι υποσχονταν να δωσει,και διεταξε να προσθεσουν αν τιποτ'αλλο ηθελε και δε
θα το στερουνταν[25.2] αυτη'χε ενα μεγαλο ποθο για ενα περιδεραιο που τοτε βρισκονταν
στο ιερο της Προνοιας Αθηνας,το οποιο ελεγαν στην Εριφυλη ανηκε,και ζητουσε αυτο το
δωρο να'χει [25.3] ο Φαυλλος αναμεσα στ'αλλα αναθηματα π'αρπαξε απ'τους Δελφους
πηρε και το περιδεραιο,επειτα αυτο σταλθηκε στο σπιτι του Αριστωνα,και για καποιο
χρονο το φορουσε η γυναικα κι εγινε πολυ ξακουστη,μετα απ'αυτα παρομοια σ'αυτη
συμφορα συνεβει μ'αυτη που στην Εριφυλη ηταν γινωμενη[25.4] ο νεωτερος απ'τους
γιους της τρελλαθηκε κι εκαψε το σπιτι,και τη μητερα και μεγαλο μερος της περιουσιας
κατεκαυσε
Σημειωση:Η Ιστορια της Εριφυλης:η Εριφυλη,κορη του Ταλαου βασιλια του Αργους,
αδελφη του Αδραστου,παντρευτηκε τον ξαδελφο της Αμφιαραο,επαιζε ρολο διακονιστη
στη φιλονικια του αδελφου της Αδραστου και του Αμφιαραου,οταν ο Πολυνεικης κατεφυγε
διωγμενος απο τη Θηβα στο Αργος απο τον αδελφο του Ετεοκλη ζητησε βοηθεια,ο Αδραστος
συμφωνησε,ο Αμφιαραος αρνηθηκε,γιατι γνωριζε σαν μαντης που ηταν πως σ'αυτη την
εκστρατεια,την επονομαζομενη Επτα Επι Θηβας,ολοι θα σκοτωνονταν εκτος απο τον
Αδραστο,ζητησαν τη γνωμη της Εριφυλης,εκεινη πηρε το μερος του αδελφου της Αδρα-
στου,εγινε η εκστρατεια κι οπως ειχε προβλεψει ο Αμφιαραος σκοτωθηκε,επειδη ειχε
υποψιες πως η Εριφυλη για να παρει αυτη την αποφαση δωροδοτηθηκε απο τον Πολυ-
νεικη με το περιδεραιο της Αρμονιας,το οποιο της εχαν χαρισει οι θεοι στον γαμο της,
αφησε εντολη στα παιδια του οταν μεγαλωσουν να σκοτωσουν τη μανα που δεχτηκε
τα δωρα για να συναινεσει στην εκστρατεια ενω ηξερε πως αυτος θα σκοτωθει,υστερα
απο δεκα χρονια[κατα τον Απολλοδωρο Γ 7,2 -5]τα παιδια της Αλκμαιων και Αμφιλοχος
τη σκοτωσαν μετα απο εντολη του Απολλωνα εκδικουμενοι το θανατο του πατερα [κατ'
αλλη εκδοχη ο Αλκμαιων βοηθησε σαν αρχηγος τους Επιγονους των Επτα,αφου ο γιος
του Πολυνεικη Θερσανδρος δωροδοκησε την μανα του Εριφυλη με το πεπλο της Αρμο-
νιας για να τον πεισει,επιστρεφοντας την σκοτωσε],ο Αλκμαιων το περιδεραιο και το
πεπλο το αφιερωσε στους Δελφους
.
28. Περὶ Κλείτης
(Ἱστορεῖ Εὐφορίων Ἀπολλοδώρῳ, τὰ ἑξῆς Ἀπολλώνιος Ἀργοναυτικῶν α΄)
[28.1] Διαφόρως δὲ ἱστορεῖται περὶ Κυζίκου τοῦ Αἰνέου· οἱ μὲν γὰρ αὐτὸν ἔφασαν
ἁρμοσάμενον Λάρισαν τὴν Πιάσου, ᾗ ὁ πατὴρ ἐμίγη πρὸ γάμου, μαχόμενον ἀποθανεῖν·
τινὲς δὲ προσφάτως γήμαντα Κλείτην συμβαλεῖν δι᾿ ἄγνοιαν τοῖς μετὰ Ἰάσονος ἐπὶ τῆς
Ἀργοῦς πλέουσι, καὶ οὕτως πεσόντα πᾶσι μὲν [τοῖς] ἄλλοις ἀλγεινὸν πόθον ἐμβαλεῖν,
ἐξόχως δὲ τῇ Κλείτῃ· ἰδοῦσα γὰρ αὐτὸν ἐρριμμένον, περιεχύθη καὶ πολλὰ κατωδύρατο,
νύκτωρ δὲ λαθοῦσα τὰς θεραπαινίδας ἀπό τινος δένδρου ἀνήρτησεν [ἑαυτήν].
28. Περὶ Κλείτης
(Ἱστορεῖ Εὐφορίων Ἀπολλοδώρῳ, τὰ ἑξῆς Ἀπολλώνιος Ἀργοναυτικῶν α΄)
[28.1] διαφορετικα δε ιστορουνε περι Κυζικου του Αινεου ,οι μεν ειπαν αυτον ταιρια-
σμενον με την Λαρισα του Πιασου,με την οποια ο πατερας εσμιξε προ του γαμου.και
μαχομενος πεθανε,καποιοι δε οταν ειχε προσφατα παντρευτει την Κλειτη βρεθηκε σε μαχη,αγνοωντας.μ'αυτους που με τον Ιασωνα επλεαν στην Αργο κι ετσι πεφτωντας
σ'ολους μεν τους αλλους οδυνηρο πονο προκαλεσε,τεραστιο δε στη Κλειτη,βλεπωντας
αυτον πεταμενον,τον αγκαλιασε και βαρια θρηνησε,τη νυχτα δε κρυφα ξεφευγοντας
απ'τις υπηρετριες απο καποιο δεντρο κρεμαστηκε
.
.
Σημειωση:ο Κυζικος ηταν βασιλιας των Δολιονων στη Κυζικο της Προποντιδας,απο εκει
περασαν οι Αργοναυτες τους οποιους φιλοξενησε,οταν εφυγαν τους επιασε τρικυμια κι
επιστρεφωντας πισω οι Δολιονες τους περασαν για πειρατες και τους επιτεθηκαν,στη
μαχη ο Ιασωνας σκοτωσε τον Κυζικο κι η γυναικα του Κλειτη κρεμαστηκε απο ενα
δεντρο
.
.
Σημειωση:Παρθενιος ο Νικαευς[1ος αιωνας π.Χ].ελληνας ποιητης,καταγονταν απο την
Νικαια της Βιθυνιας,το 73 π.Χ αιχμαλωτισθηκε απ'τους Ρωμαιους στον πολεμο κατα του
Μυθριδατη και μεταφερθηκε στη Ρωμη,στη Ναπολη εργαστηκε σαν δασκαλος κι ειχε
μαθητη και τον Βιργιλιο,εργα του,ελεγειακα ποιηματα[μονο οι τιτλοι εχουν ςωθει:
Αφροδιτη,Δηλος,Κριναγορας,Ηρακλης,Μταμορφωσεις,κ.α],το πεζο 'Περι Ερωτικων
Παθηματων'αφιερωμενο στον ποιητη Cornelius Gallus[70-26 π.Χ]
.
Φυλαρχος,3ος αιωνας π.Χ,καταγονταν απο την Ναυκρατις της Αιγυπτου[;],εζησε στην Αθηνα.
ιστορικος και μυθογραφος,εργα:Ιστοριαι[28 βιβλια]απο 272 εως 220 π.Χ,Τα κατά Αντίοχον
και Περγαμηνόν Ευμένη, Επιτομή μυθική.Περί της του Διός επιφανείας,Περί ευρημάτων.
Παρεμβάσεις[9 βιβλια],Αγραφα[μυθολογικο]
Ευφοριων,3ος αι. π.Χ,ελληνας ποιητης απο την Χαλκιδα,εζησε στην Αθηνα,απο το
221 π.Χ στην Αντιοχεια[στον Αντιοχο τον Μεγα Σελευκιδη],δημιουργια της βιβλιοθηκης
της Αντιοχειας και βιβλιοθηκονομος της
εργα:μυθολογικα επη [Θραξ,Ησιοδος,Μοψοπια,Χιλιαδες,Ἀντιγραφαὶ πρὸς Θεωρίδαν,
Ἀπολλόδωρος,κ.α],ελεγειες,επιγραμματα,σατυρικο δραμα[Αραι],πεζογραφιες:
[Ἱστορικὰ ὐπομνήματα,Περὶ τῶν Ἀλευαδῶν,Περὶ τῶν Ἰσθμίων,Περὶ Μελοποιϊῶν,Λέξις
Ἱπποκράτους]
.
.
.
Γεωργιου Παπαοικονομου-Κωνσταντινου Χαραλαμποπουλου
Απολλόδωρου Βιβλιοθήκη και Αιλιανου Ποικιλης Ιστοριας Εκλογαι,
βιβλιον δια τους μαθητας της πρωτης γυμνασιου και ημιγυμνασιου,1936,
Απολλόδωρου Βιβλιοθήκη Α'- Πυρρα και Δευκαλιων
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Α 7,2 Προμηθέως δὲ παῖς Δευκαλίων ἐγένετο. οὗτος βασιλεύων τῶν περὶ τὴν Φθίαν τόπων
γαμεῖ Πύρραν τὴν Ἐπιμηθέως καὶ Πανδώρας, ἣν ἔπλασαν θεοὶ πρώτην γυναῖκα. ἐπεὶ δὲ
ἀφανίσαι Ζεὺς τὸ χαλκοῦν ἠθέλησε γένος, ὑποθεμένου Προμηθέως Δευκαλίων τεκτηνάμενος λάρνακα, καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἐνθέμενος, εἰς ταύτην μετὰ Πύρρας εἰσέβη. Ζεὺς δὲ πολὺν ὑετὸν
ἀπ᾽ οὐρανοῦ χέας τὰ πλεῖστα μέρη τῆς Ἑλλάδος κατέκλυσεν, ὥστε διαφθαρῆναι πάντας
ἀνθρώπους, ὀλίγων χωρὶς οἳ συνέφυγον εἰς τὰ πλησίον ὑψηλὰ ὄρη. τότε δὲ καὶ τὰ κατὰ
Θεσσαλίαν ὄρη διέστη, καὶ τὰ ἐκτὸς Ἰσθμοῦ καὶ Πελοποννήσου συνεχέθη πάντα. Δευκαλίων
δὲ ἐν τῇ λάρνακι διὰ τῆς θαλάσσης φερόμενος <ἐφ᾽> ἡμέρας ἐννέα καὶ νύκτας <τὰς> ἴσας τῷ Παρνασῷ προσίσχει, κἀκεῖ τῶν ὄμβρων παῦλαν λαβόντων ἐκβὰς θύει Διὶ φυξίῳ. Ζεὺς δὲ
πέμψας Ἑρμῆν πρὸς αὐτὸν ἐπέτρεψεν αἱρεῖσθαι ὅ τι βούλεται· ὁ δὲ αἱρεῖται ἀνθρώπους αὐτῷ γενέσθαι. καὶ Διὸς εἰπόντος ὑπὲρ κεφαλῆς ἔβαλλεν αἴρων λίθους, καὶ οὓς μὲν ἔβαλε Δευκαλίων, ἄνδρες ἐγένοντο, οὓς δὲ Πύρρα, γυναῖκες. ὅθεν καὶ λαοὶ μεταφορικῶς ὠνομάσθησαν ἀπὸ τοῦ
λᾶας ὁ λίθος. γίνονται δὲ ἐκ Πύρρας Δευκαλίωνι παῖδες Ἕλλην μὲν πρῶτος, ὃν ἐκ Διὸς
γεγεννῆσθαι <ἔνιοι> λέγουσι, <δεύτερος δὲ> Ἀμφικτύων ὁ μετὰ Κραναὸν βασιλεύσας
τῆς Ἀττικῆς, θυγάτηρ δὲ Πρωτογένεια, ἐξ ἧς καὶ Διὸς Ἀέθλιος
Α 7,2 Του Προμηθεα το παιδι ο Δευκαλιων γεννηθηκε,αυτος βασιλευοντας στους το-
πους γυρω απ'τη Φθια παντρευεται την Πυρρα του Επιμηθεα και της Πανδωρας,
την πρωτη γυναικα που επλασαν οι θεοι,επειδη να αφανισει ο Ζευς το χαλκινο γενος
θελησε,συμβουλευομενος απ'τον Προνηθεα ο Δευκαλιων κατασκευαζει κιβωτιο,και
τα χρειαζουμενα βαζοντας μεσα σ'αυτη με την Πυρρα μπηκε.Ο Ζευς πολυ βροχη χυνον-
τας τα πιο πολλα μερη της Ελλαδας καταπλημμυρισε,ωστε να καταστρεψει ολους τους
ανθρωπους,πλην ολιγων που κατεφυγαν στα κοντινα ψηλα ορη,τοτε και τα ορη στη Θεσ-
σαλια χωρισε,και τα εκτος Ισθμου και Πελοποννησου ολα τα'κανε ενα.Ο Δευκαλιων μεσα
στο κιβωτιο διαμεσου της θαλασσας μεταφερομενος για εννεα μερες κι ισες νυχτες στον
Παρνασο προσαραξε,κι εκει η βροχη παυωντας βγαινοντας εξω θυσιαζει στον Δια τον
Φυξιο,τον προστατη των φυγαδων προς αυτον.η.Ο Διας στελνωντας τον Ερμη σ'αυτον
του επετρεψε να ζητησει οτι θελει,αυτος ζητησε ανθρωποι απ'αυτον να γινουν,κι απ'του
Δια αυτο που'πε πανω απ'το κεφαλι ερριχνε σηκωνοντας λιθαρια,κι αυτα που'ρριχνε ο
Δευκαλιων,αντρες γινονταν ,αυτα απ'την Πυρρα,γυναικες,απ'οπου και λαοι μεταφορικα
ονομασθηκαν απο του λαας ο λιθος,εγιναν απ'την Πυρρα στον Δευκαλιωνα παιδια ο
Ελληνας πρωτος,που απ'τον Δια εχει γεννησει καποιοι λενε,δευτερος ο Αμφικτυων που
μετα τον Κραναον βασιλευσε στην Αττικη,θυγατερα η Πρωτογεννεια,απ'αυτης κι ο Αεθλιος
του Δια
.
.
Απολλοδωρος ο Αθηναιος[180 π.Χ-π 110 π.Χ],αρχαιος Ελληνας ιστορικος,μυθογραφος,
και γραμματικος,μαθητης του στωικου φιλοσοφου Διογενη και του γραμματικου
Αρισταρχου.εζησε πολλα χρονια στην Αλεξανδρεια,το 146 π.Χ εκδιωχθηκε απο την
Αλεξανδρεια απο τον Πτολεμαιο Φυσκωνα λογω της αναμιξης του στην επιστημονικη
ερευνα του Μουσειου της Αλεξανδρειας,κατεφυγε στην Περγαμο της Μικρας Ασιας
στον Ατταλο Β',το 133 π.Χ γυρισε στην Αθηνα
Εργα του:
-Χρονικα,αφιερωμενο στον Ατταλο Β',εξιστορηση ιστορικων και πνευματικων γεγονοτων
απο τον Τρωικο πολεμο εως το 144 π.Χ,4 βιβλια σε κωμικο ιαμβικο τριμετρο στιχο,
-Το περι νεων,ιστορικο υπομνημα στον Καταλογο των νεων στη ραψωδια β' της Ιλιαδας
του Ομηρου,12 βιβλια
-Το περι θεων,παραδοσεις και φιλοσοφικες αντιληψεις ιστορικων και ποιητων περι θεων,
24 βιβλια
-Απολλοδωρου Βιβλιοθηκη,περιφραφη Ελληνικης μυθολογιας,4 βιβλια,θεωρειται νοθη,
εξ'ου και Ψευδο Απολλοδωρου Βιβλιοθηκη,βασισμενη στο Περι θεων με πολλες αντιφα-
σεις
-φιλολογικες κριτικες
Περι Σωφρονος,Περι Επιχαρμου,Περι Ετυμολογιων
.
.
ημιγυμνασια:
στην εκπαιδευτικη μεταρρυθμιση το 1929 του Αλεξανδρου Δελμουζου επι Βενιζελου σε
μικρες πολεις και κωμοπολεις ιδρυονται ημιγυμνασια δυο ταξεων
.
.
.
Κλαυδιου Αιλιανου Ποικιλη Ιστορια Βιβλιο Γ',28
Η Αλαζονια του Αλκιβιαδη επικρινομενη απο τον Σωκρατη
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
28 Ὁρῶν ὁ Σωκράτης τὸν Ἀλκιβιάδην τετυφωμένον ἐπὶ τῷ πλούτῳ καὶ μέγα φρονοῦντα
ἐπὶ τῇ περιουσίᾳ καὶ ἔτι πλέον ἐπὶ τοῖς ἀγροῖς, ἤγαγεν αὐτὸν ἔς τινα τῆς πόλεως τόπον
ἔνθα ἀνέκειτο πινάκιον ἔχον γῆς περίοδον, καὶ προσέταξε τῷ Ἀλκιβιάδῃ τὴν Ἀττικὴν
ἐνταῦθ᾽ ἀναζητεῖν. ὡς δ᾽ εὗρε, προσέταξεν αὐτῷ τοὺς ἀγροὺς τοὺς ἰδίους διαθρῆσαι. τοῦ
δὲ εἰπόντος ῾ἀλλ᾽ οὐδαμοῦ γεγραμμένοι εἰσίν᾽ ῾ἐπὶ τούτοις οὖν᾽ εἶπε ῾μέγα φρονεῖς, οἵπερ
οὐδὲν μέρος τῆς γῆς εἰσιν;
28 Βλεπωντας ο Σωκρατης τον Αλκιβιαδη κοκορευομενον για τον πλουτο και πολυ
περηφανευομενον για τη περιουσια κι ακομη περισσοτερο για τα χωραφια,τον
πηγε σ'ενα τοπο της πολης οπου βρισκονταν ενα πινακιδιο που'χε το χαρτη της
γης,και σοβαρα ζητησε απ'τον Αλκιβιαδη την Αττικη εκει ν'αναζητησει,οταν την
βρηκε,σοβαρα ζητησε απ'αυτον τα δικα του χωραφια να ξεχωρισει,αυτουνου
λεγοντος 'αλλα πουθενα καταγραμμενοι δεν ειναι'σ'αυτα λοιπον ειπε 'παρα πολυ
φροντιζεις,γι'αυτα που σε κανενα μερος της γης δεν ειναι'
.
.
Κλαυδιος Αιλιανος[Claudius Aelianus][π 175 μ.Χ-π 235 μ.Χ],ρωμαιος σοφιστης και
διδασκαλος της ρητορικης,γεννηθηκε στο Πραινεστο της Ιταλιας[Praeneste,Palestrina[,
αριστος γνωστης της ελληνικης γλωσσας,μελιγλωττος και μελιφθογγος,και σ'αυτη εγραφε,
απο την ταξη των απελευθερων,ηκμασε την εποχη Σεπτιμου Σεβηρου
Εργα του:
-Περι ζωων ιδιοτητος,17 Βιβλια,συντομες αφηγησεις Φυσικης Ιστοριας με ηθικο διδαγμα,
κατα το προτυπο του Αισωπου
-Ποικιλη Ιστορια,14 βιβλια,σωζεται μετα το Βιβλιο Γ',παραγραφος 12,περιληπτικα,
ενα 'περιοδικο ποικιλης υλης' της εποχης με στωικες θεωριες,
μια ποικιλια με ιστορικα και βιογραφικα ανεκδοτα,ρητα,θαυματα της φυσης,τοπικα εθιμα,
φιλοσοφους,ποιητες,ιστορικους,δραματουργους,μυθους,ηρωες,ηγεμονες,αθλητες,
σοφους,εραστες,τροφιμα,ποτα,μοδα φορεματα,δωροανταλλαγες,διακεδαση,θρησκευτικα
credos,ταφικα εθιμα,ελληνικη ζωγραφικη,ψαρεμα,φιδολατρεια και πολλα ποικιλα αλλα
-Περι προνοιας ,Περι των Θειων Ενεργειων,
μια αναμιξη στωικης φιλοσοφιας και λαικων δοξασιων
.
.
.
Κοριττω και Μητρω,Ηρωνδα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
ΗΡΩΝΔΑ ΜΙΜΙΑΜΒΟΙ-Μιμιαμβος VI-Φιλιάζουσαι ἢ Ἰδιάζουσαι-Ξεμοναχιασμενες Φιλεναδες-
[μεταφραση translation σχολια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΙΜΙΑΜΒΟΓΡΑΦΟΥ ΗΡΩΝΔΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΜΙΜΙΑΜΒΙΚΑ-
χ.ν.κουβελης
ο Ηρώνδας[η' Ηρωΐδας][<Ηρα η' Ηρως+πατρονυμικο ωνδας][300-250 π.Χ περιπου]
ηταν μιμιαμβογραφος απο την Κω και ακμασε το πρωτο μισο του 3ου αιωνα π.Χ
στην Αλεξανδρεια της Αιγυπτου επι Πτολεμαιου του Φιλαδελφου,μια γενια νεωτερος,
του Θεοκριτου.
Ο μιμιαμβος ηταν μιξη δυο ειδων:το ενα ειδος ο μιμος ,με κυριο εκπροσωπο τον
Συρακουσιο Σωφρονιο,5ος αι. π.Χ ,απο τον οποιον εφερε τον μιμο ο Πλατων στην
Αθηνα,και το δευτερο ειδος ο ιαμβος,με εκπροσωπους τον Αρχιλοχο και τον Ιππωναξ.
Ο Ηρωνδας εγραψε τους μιμιαμβους του σε διαλογικη μορφη,σε νοθη ιωνικη διαλε-
κτο και με μετρο τον χωλιαμβο του Ιππωναξ[κουτσο μετρο,η προτελευταια συλλαβη
μακρα αντι βραχεια].
Τα θεματα των μιμιαμβων του ηταν τα 'κακοφημα' της πολης:
περι μαστρωπων,κυριων σ'ερωτικες σχεσεις με δουλους,πορνεια,
δικαστηρια,δασκαλοι,sex shops and sex and city...
Το 1891 βρεθηκε παπυρος σε ταφο με μουμια στην Αιγυπτο στη πολη Μαιγίρ,αρχαια
Μοῖραι, με 8 ολοκληρους μιμιαμβους του Ηρωνδα.
Αυτοι ειναι:
Ι. Προκυκλίς ή μαστροπός-(270-247 π.Χ.)
90 στιχοι-η γρια Γυλλις επισκεπτεται τη νεαρη Μητριχη που ο αντρας της Μανδρης
λειπει δεκα μηνες σε ταξιδι στην Αιγυπτο και προσπαθει να την πεισει για να την ρι-
ξει στην αγκαλια του αθλητη και πλουσιου Γρυλλου,αλλ' αυτη αρνηται ν'απατησει
τον αντρα της
ΙΙ. Ο πορνοβοσκός -[;]
102 στιχοι-ο πορνοβοσκος Βατταρος τραβαει σε δικαστηριο της Κω τον Θαλη γιατι
του εκλεψε απο το πορνειο του μια απ'τις κοπελες και ζημιωνεται ενω αυτος πληρω-
νει τον πορνικο φορο του,στο δικαστηριο παρουσιαζεται και η κοπελα κι οι δικαστες
χανουν τα μυαλα τους.
-ΙΙΙ. Ο διδάσκαλος-[;]
97 στιχοι-η Μητροτιμη φερνει στον δασκαλο Λαμπρισκο τον ασωτο γιο της Κοτταλο
που ξημεροβραδιαζεται στις λεσχες παιζοντας αστραγαλους για να τον συνετισει
δερνοντας τον αλυπητα
IV. Ασκληπιώ ανατεθείσαι και θυσιάζουσαι-(270 π.Χ ;)
95 στιχοι-η Κυννω και η Κοκκαλη επισκεπτονται το ιερο του Ασκληπιου στη Κω με τις
δουλες τους κρατωντας ενα κοκορα για να προσφερουν θυσια γιατι εγειαναν απο
καποια αρρωστια,κι εκει κοιταζουν αφιερωματα αλλων προσκυνητων ,εργα των γιων
του Πραξιτελη και του Απελλη,οπως 'η Αναδυομενη Αφροδιτη' του
V. Η Ζηλότυπος-[;]
85 στιχοι-η ελευθερη κυρια Βιτιννα εχει συναψει ερωτικη σχεση με τον δουλο της
Γαστρωνα που εχει συναψει ερωτικη σχεση και με την Αμφυταια,και του κανει φο-
βερη σκηνη ζηλοτυπιας και διαταζει εναν δουλο της να τον συρει στον Ερμωνα να
τον μαστιγωσει γυμνο και δεμενο,κι ακουωντας τα θερμα παρακαλια της δουλης της
Κυδιλης για την οποια τρεφει μητρικα αισθηματα τελικα αποσυρει την τιμωρια.
VI. Φιλιαζουσαι η' Ιδιαζουσαι-[;]
94 στιχοι-η Μητρω επισκεπτεται την φιλη της Κοριττω και συζητουν διαφορα:
πρωτον την κακη συμπεριφορα των δουλων,μετα η Μητρω ανοιγει το θεμα:ποιος
κατασκευασε το ομοιωμα του αντρικου οργανου,το ειδε στα χερια της Νοσσης που
της το'δωσε η Ευβουλη που της το'δωσε η Κοριττω,αυτο την κανει εξω φρενων,
τελικα κατασκευαστης του ομοιωματος ηταν ο Κερδωνας,ενας πανασχημος .
VII. Σκυτευς-[;]
192 στιχοι[με κενα]-η Μητρω με φιλες της πηγαινει στον υποδηματοποιο Κερδωνα
για ν'αγορασουν παπουτσια,εκεινος παινευει τη δουλεια του,δεν τα βρισκουν στην
τιμη,παζαρευουν,τελικα φευγουν χωρις να ψωνισουν,του λενε πως θα περασουν μια
αλλη φορα
...συνεχεια του προηγουμενου μιμιαμβου,οι γυναικες πηγαν στον σκυτεα για να
εφοδιαστουν μ'ομοιωματα μαλλον παρα με παπουτσια
VIII.Ενύπνιον-[;]
79 στιχοι[με κενα]-μαλλον ο ιδιος ο ποιητης διηγηται το ονειρο που ειδε,σ'ενα
χειμωνιατικο περιβαλλον απο βοσκους,στη γιορτη του Διονυσου σ'εναν ασκωλια-
σμο,μουσικοχορευτικο διαγωνισμο,στη γιορτη του Διονυσου,το πρωτο βραβειο θα
το παρει ο Ηρωνδας για να σκασουν οι επικριτες του.
-Απο τον μιμιαμβο 'Απονηστιζόμεναι' εχουν διασωθει μονο 13 στιχοι.
ΗΡΩΝΔΑ ΜΙΜΙΑΜΒΟΙ
Φιλιάζουσαι ἢ Ἰδιάζουσαι
ΚΟΡΙΤΤΩ
Κάθησο Μητροῖ· τῇ γυναικὶ θὲς δίφρον
ἀνασταθεῖσα· πάντα δεῖ με προστάττειν
αὐτήν, σὺ δ’ οὐδὲν ἄν, τάλαινα, ποιήσαις
αὐτὴ ἀπὸ σαυτῆς· μᾶ, λίθος τις, οὐ δούλη,
ἐν τῇ οἰκίῃ εἶς· ἀλλὰ τἄλφιτ’ ἂν μετρέω, 5
τὰ κρίμν’ ἀμιθρεῖς· κἠ τοσοῦτ’ ἀποστάξει,
τὴν ἡμέρην ὅλην σε τονθορύζουσαν
καὶ πρημονῶσαν οὐ φέρουσιν οἱ τοῖχοι.
νῦν αὐτὸν ἐκμάσσεις τε καὶ ποιεῖς λαμπρόν,
ὅτ’ ἐστὶ χρείη, λῃστρί·; θῦέ μοι ταύτῃ, 10
ἐπεί σ’ ἔγευσ’ ἂν τῶν ἐμῶν ἐγὼ χειρέων.
ΜΗΤΡΩ
φίλη Κοριττοῖ, ταὔτ’ ἐμοὶ ζυγὸν τρίβεις.
κἠγὼ ἐπιβρύχουσα ἡμέρην τε καὶ νύκτα
κύων ὑλακτέω ταῖς ἀνωνύμοις ταύταις.
ἀλλ’ οὕνεκεν προς σ’ ἦλθον –
Κο. ἐκποδὼν ἡμῖν 15
φθείρεσθε, νώβυστρα, ὦτα μοῦνον καὶ γλάσσαι
τὰ δ’ ἄλλα ἑορτή –
Μη. λίσσομαί σε, μὴ ψεύσῃ,
φίλη Κοριττοῖ, τίς ποτ’ ἦν ὅ σευ ῥάψας
τὸν κόκκινον βαυβῶνα;
Κο. κοῦ δ’ ὁρώρηκας,
Μητροῖ, σὺ κεῖνον;
Μη. Νοσσὶς εἶχεν ἠρίννης 20
τριτημέρῃ νιν· μᾶ, καλόν τι δώρημα.
Κο. Νοσσίς; κόθεν λαβοῦσα;
Μη. διαβαλεῖς, ἤν σοι
εἴπω;
Κο. μὰ τούτους τοὺς γλυκέας, φίλη Μητροῖ,
ἐκ τοῦ Κοριττοῦς στόματος οὐδεὶς μὴ ἀκούσῃ
ὅσ’ ἂν σὺ λέξῃς.
Μη. ἡ Βιτᾶτος Εὐβούλη 25
ἔδωκεν αὐτῇ καὶ εἶπε μηδέν’ αἰσθέσθαι.
Κο. γυναῖκες, αὕτη μ’ ἡ γυνή ποτ’ ἐκτρίψει.
ἐγὼ μὲν αὐτὴν λιπαρεῦσαν ᾐδέσθην
κἤδωκα, Μητροῖ, πρόσθεν ἢ αὐτὴ χρήσασθαι..
ἥδ’ ὥσπερ εὕρημ’ ἁρπάσασα δωρεῖται 30
καὶ ταῖσι μὴ δεῖ· χαιρέτω φίλη πολλὰ
ἐοῦσα τοίη, χἠτέρην τιν’ ἀνθ’ ἡμέων
φίλην ἀθρείτω· τἀμὰ Νοσσίδι χρῆσθαι –
τῇ μή, δοκέω, μέζον μὲν ἢ γυνὴ γρύξω,
λάθοιμι δ’, Ἀδρήστεια – χιλίων εὔντων 35
ἕνα οὐκ ἂν ὅστις σαπρός ἐστι προσδώσω.
Μη. μὴ δή, Κοριττοῖ, τὴν χολὴν ἐπὶ ῥινὸς
ἔχ’ εὐθύς, ἤν τι ῥῆμα μὴ σοφὸν πεύθῃ.
γυναικός ἐστι κρηγύης φέρειν πάντα.
ἐγὼ δὲ τούτων αἰτίη λαλεῦσ’ εἰμί: 40
πόλλ΄, ἀλλὰ την μευ γλάσσαν ἐκτεμεῖν δεῖται.
ἐκεῖνο δ’ οὗ σοι καὶ μάλιστ’ ἐπεμνήσθην,
τίς ἐσθ’ ὁ ῥάψας αὐτόν; εἰ φιλεῖς μ’, εἶπον.
τί μ’ ἐμβλέπεις γελῶσα; νῦν ὁρώρηκας
Μητροῦν τὸ πρῶυον; ἢ τί τἀβρά σοι ταῦτα; 45
ἐνεύχομαι, Κοριττί, μή μ’ ἐπιψεύσῃ,
ἀλλ’ εἰπὲ τὸν ῥάψαντα.
Κο. μᾶ, ἦ μοι ἐνεύχῃ;
Κέρδων ἔρραψε.
Μη. κοῖος, εἰπέ μοι, Κέρδων;
δύ’ εἰσὶ γὰρ Κέρδωνες, εἷς μὲν ὁ γλαυκός,
ὁ Μυρταλίνης τῆς Κυλαιθίδος γείτων: 50
ἀλλ’ οὗτος οὐδ’ ἂν πλῆκτρον ἐς λύρην ῥάψαι:
ὁ δ’ ἕτερος ἐγγὺς τῆς συνοικίης οἰκέων
τῆς Ἑρμοδώρου, τὴν πλατεῖαν ἐκβάντι,
ἦν μὲν κοτ’ ἦν τις, ἀλλὰ νῦν γεγήρακε:
τούτῳ Κυλαιθὶς ἡ μακαρῖτις ἐχρῆτο 55
-μνησθεῖεν αὐτῆς οἵτινες προσήκουσι.
Κο. οὐδέτερος αὐτῶν ἐστιν, ὡς λέγεις, Μητροῖ.
ἀλλ’ οὗτος οὐκ οἶδ’ ἢ Χίου τις ἢ ‘ρυθρέων
ἥκει, φαλακρός, μικκός· αὐτὸν ἐρεῖς εἶναι
Πρηξῖνον· οὐδ’ ἂν σῦκον εἰκάσαι σύκῳ 60
ἔχοις ἂν οὕτω· πλὴν ἐπὴν λαλῇ, γνώσῃ
Κέρδων ὁτεύνεκ’ ἐστὶ καὶ οὐχὶ Πρηξῖνος.
κατ’ οἰκίην δ’ ἐργάζετ’ ἐμπολέων λάθρῃ -
τοὺς γὰρ τελώνας πᾶσα νῦν θύρη φρίσσει –
ἀλλ’, ἔργ’, ὁκοῖ’ ἔστ’ ἔργα τῆς Ἀθηναίης· 65
αὐτῆς ὁρῆν τὰς χεῖρας, οὐχὶ Κέρδωνος
δόξεις· ἐγὼ μέν – δύο γὰρ ἦλθ’ ἔχων, Μητροῖ,
ἰδοῦσ’ ἁμίλλῃ τὤμματ’ ἐξεκήμυνα·
τὰ βαλλί’ οὕτως ἄνδρες οὐχὶ ποιεῦσι
-αὐταὶ γάρ ἐσμεν - ὀρθά, κοὐ μόνον τοῦτο, 70
ἀλλ’ ἡ μαλακότης ὕπνος, οἱ δ’ ἱμαντίσκοι
ἔρι’, οὐχ ἱμάντες· εὐνοέστερον σκυτέα
γυναικὶ διφῶσ’ ἄλλον οὐκ ἀνευρήσεις.
Μη. κῶς οὖν ἀφῆκας τὸν ἕτερον;
Κο. τί δ’ οὐ, Μητροῖ,
ἔπρηξα; κοίην δ’ οὐ προσήγαγον πειθοῦν 75
αὐτῷ; φιλεῦσα, τὸ φαλακρὸν καταψῶσα,
γλυκὺν πιεῖν ἐγχεῦσα, ταταλίζουσα,
τὸ σῶμα μοῦνον οὐχὶ δοῦσα χρήσασθαι.
Μη. ἀλλ’, εἴ σε καὶ τοῦτ’ ἠξίωσ’, ἔδει δοῦναι.
Κο. ἔδει γάρ, ἀλλὰ καιρὸν οὐ πρέποντ’ εἶναι· 80
ἤληθεν ἡ Βιτᾶτος ἐν μέσῳ δούλη·
αὕτη γὰρ ἡμέων ἡμέρην τε καὶ νύκτα
τρίβουσα τὸν ὄνον σκωρίην πεοίηκεν,
ὅκως τὸν ωὑτῆς μὴ τετρωβόλου κόψῃ.
Μη. κῶς δ’ οὗτος εὗρε πρός σε τὴν ὁδὸν ταύτην; 85
φίλη Κοριττοῖ, μηδὲ τοῦτό με ψεύσῃ.
Κο. ἔπεμψεν αὐτὸν Ἀρτεμῖς ἡ Κανδᾶτος
τοῦ βυρσοδέψεω τὴν στέγην σημήνασα.
Μη. αἰεὶ μὲν Ἀρτεμῖς τι καινὸν εὑρίσκει,
πρόσω πιεῦσα τὴν προυκυλίην θάμνην. 90
ἀλλ’ οὖν γ’ ὅτ’ οὐχὶ τοὺς δύ’ εἶχες ἐκλῦσαι,
ἔδει πυθέσθαι τὸν ἕτερον τίς ἡ ἐκδοῦσα.
Κο. ἐλιπάρεον, ὁ δ’ ὤμνυεν οὐκ ἂν εἰπεῖν μοι·
ταύτῃ γὰρ καὶ ἠγάπησεν, Μητροῖ, - x
Μη. λέγεις ὁδόν μοι νῦν πρὸς Ἀρτεμῖν εἶναι, 95
ὅκως ὁ Κέρδων ὅστις ἐστὶν εἰδήσω.
ὑγίαινέ μοι, Κοριττί· λαιμάττει, χὤρη
ἡμῖν ἀφέρπειν ἐστί.
Κο. τὴν θύρην κλεῖσον,
αὕτη σύ, νεοσσοπῶλι, κἀξαμίθρησαι,
αἱ ἀλεκτορίδες εἰσόαι εἰσί, τῶν τε αἰρέων 100
αὐτῇσι ῥῖψον. οὐ γὰρ ἀλλὰ πορθεῦσι
ὠρνιθοκλέπται, κἢν τρέφῃ τις ἐν κόλπῳ.
ΗΡΩΝΔΑ ΜΙΜΙΑΜΒΟΙ-Μιμιαμβος VI-Φιλιάζουσαι ἢ Ἰδιάζουσαι-Ξεμοναχιασμενες Φιλεναδες-
[μεταφραση translation -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΩΣ
[η Κοριττω και η Μητρω συζητουν για την κακη συμπεριφορα των δουλων]
μετα
Μητρω:σε θερμοπαρακαλω,Κοριττω μου,μη μου κρυψεις,
ποιος σου'ραψε αυτο το κοκκινο πραμα;
Κοριττω:και που το'δες,Μητρουλα,αυτο;
Μητρω:η Νοσσις της Ηριννας το'χε πριν τρεις μερες,
μα,πολυ ωραιο δωρο
Κοριττω:η Νοσσις; κι απ'που το πηρε;
Μητρω:θα με βγαλεις στη φορα,αν σου πω;
Κοριττω:μα τα γλυκα σου ματια,Μητρουλα μου,απ'το στομα της Κοριττως
κανενας δεν θ'ακουσει οσα της πεις
Μητρω:του Βιτατου η γυναικα η Ευβουλη της το'δωκε και της ειπε
κανενας να μην το παρει ματι
Κοριττω:καριολες γυναικες,αυτη η γυναικα καποτε θα με καταστρεψει,
επεμενε κι εγω της το'δωκα να το'φχαριστηθει,Μητρω,προτου η ιδια εγω
του κανω χρηση,κι αυτη αρπαζοντας το το δωριζει σ'οποιες δεν πρεπει,
τετοια φιλεναδα να την χεσω,αλλη απο μενα φιλεναδα να μαζεψει,τα
δικα μου στη Νοσσιδα να δινει,και τι δεν εχω να της συρω,συγχωρα με,
Αδραστεια,και χιλια τετοια να'χω ενα δεν θα της δωκω ακομα και χαλια
να'ναι
Μητρω:μη δεν πρεπει,Κοριττω μου,χολη απ'τη μυτη να ξερασεις,αν
καποια ανοησια ακουστει,η σοβαρη γυναικα πρεπει τα παντα ν'αντεχει,
κι εγω'μαι η αιτια γι'αυτα τοσα πολλα να κελαηδησω,αλλ'επρεπε την
γλωσσα μου να κοψω,μα ας ξαναθυμηθω για κεινο που'ρθα,ποιος
στο'ραψε αυτο,αν μ'αγαπας,πες,τι με κοιτας γελωντας,τι τωρα πρωτη
φορα βλεπεις τη Μητρουλα σου;τι κανεις ετσι;σε παρακαλω,Κοριττω μου,
μη μου κρυβεσαι,πεστον μου
Κοριττω:μα,τι με παρακαλας,ο Κερδων το'ραψε
Μητρω:και ποιος ,πες μου,ειναι ο Κερδων,γιατ'ειναι δυο Κερδωνες,ο ενας
ο γαλανοματης,ο γειτωνας της Μυρταλινης της κορης της Κυλαιθιδας,αλλ'αυτος
δεν μπορει ουτ'ενα πληκτρο στη λυρα να ραψει,ο αλλος κοντα στη πολυκατοικια
του Ερμοδωρου μενει περνωντας την πλατεια,αυτος καποτε ηταν καποιος,
αλλα τωρα γερασε,αυτον η μακαριτισα η Κυλαιθιδα μαδισε,κι ας την μνημονευουν
οσοι'ναι συγγενεις της
Κοριττω:κανενας απ'αυτους που λες,Μητρω,δεν ειναι,αλλ'αυτος,δεν ξερει
καποιος αν η ' απ'τη Χιο η' απ'τις Ερυθρες ηρθε,φαλακρος και κοντος,θα'λεγες
πως ειν'ο Πρηξινος,ουτε συκο δεν μοιαζει τοσο με συκο,εκτος αν μιλαει,
τοτε ξερεις πως ειναι ο Κερδων κι οχι ο Πρηξινος,στο σπιτι εργαζεται και
πουλαει λαθραια γιατι τους φοροεισπραχτορες σημερα κι οι πορτες τρεμουν,
αλλα,τι εργα,νομιζεις πως της Αθηνας ειν'εργα,αυτης βλεπεις τα χερια
κι οχι του Κερδωνα,εγω,επειδη δυο ηρθε κι εφερε,Μητρω μου,βλεπωντας τα
μου βγηκανε εξω τα ματια ,τετοια καυλια οι αντρες δεν κανουν,αυτα ηταν
σηκωτα,κι οχι μον'αυτο,αλλ'ειχαν την απαλοτητα του υπνου,και τα λουρακια
μαλλινα οχι πετσινα,αλλον ευφυεστερον δερματοτεχνιτη για γυναικες οσο και
να ψαξεις δεν θα βρεις
Μητρω:και γιατι δεν πηρες και τ'αλλο;
Κοριττω:και τι,Μητρω μου,δεν εκανα,τι μεσο δεν μεταχειριστηκα να τον
πεισω,τον φιλησα,τη φαλακρα του χαιδεψα,του βαλα κατι γλυκο να πιει,
τον φωναξα 'Κεδρωνακο μου', μονο το κορμι μου δεν του'δωσα να παρει
Μητρω:αλλ',αν στο ζητουσε,επρεπα να το δωσεις
Κοριττω:και βεβαια επρεπε,αλλα δεν ηταν η καταλληλη στιγμη,ηταν μεσα κι
αλεθε η δουλα του Βιτατου,αυτη μερα και νυχτα σε μενα τριβει την πετρα και
σκονι τον εκανε,για να μην δωσει τετραβωλο ο δικος της να κοβει
Μητρω:και πως αυτος βρηκε αυτο δρομο κι ηρθε σε σε;,Κοριττω μου,μη μου
το κρυψεις
Κοριττω:τον εστειλε η Αρτεμις η γυναικα του Κανδατου του βυρσοδεψη,αυτη
του'δειξε το σπιτι
Μητρω:παντα η Αρτεμις καινουργιο μαστορευει,αυτη ξεπερασε και την μαστρωπο
Θαλεια,αλλ'αφου δεν καταφερες και τα δυο να του παρεις,θα'πρεπε να μαθεις ποια
παραγγειλε τ'αλλο
Κοριττω:τον χιλιοπαρακαλεσα,αλλ'αυτος ορκιζονταν πως δεν μπορειε να
μου την πει,γιατι την γουσταρε,Μητρουλα μου
Μητρω:μου λες πως πρεπει τον δρομο για την Αρτεμη να παρω,και ποιος
ειναι αυτος ο Κερδων να μαθω,γεια σου,Κοριττω μου,κατι πειναει πολυ,
κι ειν'η ωρα στο σπιτι μου να του σβησω τη πεινα
ΕΞΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΩΣ
[η Κοριττω λεει στη δουλα να κλεισει τις κοτες γιατι τριγυρνανε κλεφτοκοταδες]
.
.
Σχολια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis:
.
βαυβων,απο δερμα σκυλου ομοιωμα αντρικου οργανου πεους,
βαυβω,βαυ,βαυζω,βαυω,βουβαω,αποκοιμωμαι
βαυβω,θηλυκη θεοτητα γονιμοτητας,ανδρικο η' θηλυκο γεννητικο οργανο,αιδοιον
Στον μιμιαμβο 'Φιλιάζουσαι ἢ Ἰδιάζουσαι' ο Ηρωνδας
1/ παρουσιαζει κριτικα την ποιηση του παρομοιαζοντας την με τον βαυβωνα,
το δερματικο ομοιωμα του αρσενικου οργανου,του πεους, που σαν την ποιηση
του ειναι φαινομενικα ασχημο,ομως αν προσεχθει καλλιτερα ειναι αξιοθαυμαστο
εργο ποιησης οπως ο βαυβων που μαλλον ειναι εργο τεχνης της θεας Αθηνας
και
2/παροδει τα Ελευσινια Μυστηρια:
Μητρω-Δημητρα/Κοριττω-Κορη,Βαυβω,Ευβουλη/Ευβουλος
Συμφωνα με την ορφικη διδασκαλια η θεα Δημητρα εφτασε στην Ελευσινα ψα-
χνωντας την Κορη της Περσεφωνη και καθησε βουβη κι απαρηγορητη σε μια
πετρα,την Αγελαστη Πετρα,εκει την συναντησαν τεσσερες παρθενες ,η Καλλιδικη
η Κλεισιδικη η Δημω και η Καλλιθοη και την πηγαν στον πατερα τους τον βασιλια
της Ελευσινας Κελεο,μητερα τους ηταν η Μετανειρα,και της ζητησαν να γινει
τροφος του μωρου παιδιου Δημοφωντα,επειδη παρεμενε θλιμενη,της εδωσαν τον
κυκεωνα να πιει και να ξεχασει,αλλα δεν δεχτηκε,τοτε η κορη του Κελεου η χωλη
Ιαμβη προσπαθησε με κωμικους κι ασεμνους στιχους να την διασκεδασει,ομως απετυχε
και επεμβηκε η παραμανα της Βαυβω,κατα μια αλλη εκδοχη η Βαυβω ηταν γυναικα του αδελ-
φου του Κελεου Δυσαυλου και μητερα του Τριπτολεμου του Ευβουλου και της Πρωτονοης,
αυτη καθισε απεναντι απο τη θεα με ανοιχτα ποδια,και κανοντας 'ανασυρμο' των ενδυματων
της[σηκωνοντας τα ρουχα της]με ασεμνες κινησεις της εδειξε το αιδοιο της κι αναστεναζε
σαν να γεννουσε,τοτε απο τον κολπο της φανηκε ο Ιακχος που γελουσε,το θεικο παιδι οδηγος
της πορειας των μυημενων στα Ελευσινια Μυστηρια
.
Ο Ηρωνδας σκοπιμα χρησιμοποιει τα ονοματα γυναικων Νοσσις και Ηριννα,κανωντας αναφο-
ρα στις συγκαιρινες του ποιητριες:
την Νοσσις [τελος 4ου αιωνα π.Χ-αρχες 3ου αιωνα π.Χ]αρχαια ελληνιδα ποιητρια απο τους
Επιζεφυριους Λοκρους της Κατω Ιταλιας
και την Ηριννα[περιπου 4ος αιωνας π.Χ]αρχαια ελληνιδα λυρικη ποιητρια απο την Τηλο
.
.
.
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι εκδοση εν Λειψια 1837 παρα Ιωαννου Νικολαου
'Αλεξανδρου Βιος' του Ψευδοκαλλισθενη,ο Αλεξανδρος και οι Γυμνοσοφιστες της Ινδιας,
μινιατουρα 15ος αι.
Πλουταρχου:Βιοι Παραλληλοι:Αλεξανδρος [64]-
Οι ερωτησεις του Αλεξανδρου στους Γυμνοσοφιστες της Ινδιας και οι απαντησεις τους
[μεταφραση translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης]
[64]Τῶν δὲ Γυμνοσοφιστῶν τοὺς μάλιστα τὸν Σάββαν ἀναπείσαντας ἀποστῆναι καὶ κακὰ
πλεῖστα τοῖς Μακεδόσι παρασχόντας λαβὼν δέκα, δεινοὺς δοκοῦντας εἶναι περὶ τὰς ἀποκρίσεις
καὶ βραχυλόγους, ἐρωτήματα προὔθηκεν αὐτοῖς ἄπορα, φήσας ἀποκτενεῖν τὸν μὴ ὀρθῶς ἀποκρινάμενον πρῶτον, εἶτ’ ἐφεξῆς οὕτω τοὺς ἄλλους· ἕνα δὲ τὸν πρεσβύτατον ἐκέλευσεν ἐπικρίνειν. ὁ μὲν οὖν πρῶτος ἐρωτηθείς, πότερον οἴεται τοὺς ζῶντας εἶναι πλείονας ἢ τοὺς τεθνηκότας, ἔφη τοὺς ζῶντας· οὐκέτι γὰρ εἶναι τοὺς τεθνηκότας. ὁ δὲ δεύτερος, πότερον τὴν
γῆν ἢ τὴν θάλατταν μείζονα τρέφειν θηρία, τὴν γῆν ἔφη· ταύτης γὰρ μέρος εἶναι τὴν θάλατταν.
ὁ δὲ τρίτος, ποῖόν ἐστι ζῷον πανουργότατον, ὃ μέχρι νῦν, εἶπεν, ἄνθρωπος οὐκ ἔγνωκεν. ὁ δὲ τέταρτος ἀνακρινόμενος, τίνι λογισμῷ τὸν Σάββαν ἀπέστησεν, ἀπεκρίνατο, καλῶς ζῆν
βουλόμενος αὐτὸν ἢ καλῶς ἀποθανεῖν. ὁ δὲ πέμπτος ἐρωτηθείς, πότερον οἴεται τὴν ἡμέραν
πρότερον ἢ τὴν νύκτα γεγονέναι, τὴν ἡμέραν, εἶπεν, ἡμέρᾳ μιᾷ· καὶ προσεπεῖπεν οὗτος,
θαυμάσαντος τοῦ βασιλέως, ὅτι τῶν ἀπόρων ἐρωτήσεων ἀνάγκη καὶ τὰς ἀποκρίσεις ἀπόρους
εἶναι. μεταβαλὼν οὖν τὸν ἕκτον ἠρώτα, πῶς ἄν τις φιληθείη μάλιστα· ἂν κράτιστος ὤν, ἔφη,
μὴ φοβερὸς ᾖ. τῶν δὲ λοιπῶν τριῶν ὁ μὲν ἐρωτηθείς, πῶς ἄν τις ἐξ ἀνθρώπου γένοιτο θεός,
εἴ τι πράξειεν, εἶπεν, ὃ πρᾶξαι δυνατὸν ἀνθρώπῳ μὴ ἔστιν· ὁ δὲ περὶ ζῳῆς καὶ θανάτου,
πότερον ἰσχυρότερον, ἀπεκρίνατο τὴν ζῳήν, τοσαῦ