.
.
Μ
Literature Λογοτεχνία
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οι παρτίδες σκακιού στο Svendborg,Δανία,1938)-1η
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Παρτίδα Σκακιού στο Svendborg,1938
(Bertolt Brecht vs Walter Benjamin)
Svendborg, Νήσος Funen, Δανία - Άνοιξη τού 1938.
Ένα παγωμένο αεράκι φυσούσε από τη Βαλτική θάλασσα.
Ο Bertolt Brecht με τον φιλοξενούμενο του Walter Benjamin,πρόσφυγες από τη Ναζιστική Γερμανία,κάθονταν έξω στο κήπο
σ’ ένα ξύλινο τραπέζι με μια σκακιέρα ανάμεσά τους. Ήταν η τρίτη παρτίδα για σήμερα.
-Εσύ με τα λευκά,είπε ο Μπρεχτ, τακτοποιώντας τα κομμάτια.
1.e4.
Ο Μπένγιαμιν χαμογέλασε.
-1...c5. Σικελική Άμυνα. Όπως πάντα, επιλέγω τη σύγκρουση.
2. Nf3 Nc6
3. d4 cxd4
4. Nxd4 Nf6
5. Nc3 d6
-Όσο και να κρύβονται πίσω από 'αμυντικά' μέτρα, Μπέρτολτ, οι Ναζί χτίζουν ένα στρατιωτικό καθεστώς, όχι κράτος δικαίου. Η Kristallnacht είναι προ των πυλών.
-Όλα είναι προμελετημένα, Βάλτερ. Ο Χίτλερ δεν ήρθε για να κυβερνήσει. Ήρθε για να καταστρέψει. Να ξαναγράψει την Ιστορία με το αίμα όσων δεν του μοιάζουν. Αλλά ποιος τον έφερε; Η αστική τάξη. Ο φόβος τών κομμουνιστών. Ο φόβος τής αλλαγής.
Ο Μπρεχτ έκανε την επόμενη κίνηση:
6. Bg5
Επίθεση στο άλογο τής κυριαρχίας.
-Και ποια είναι η απάντηση; αναρωτήθηκε ο Μπένγιαμιν .
6...e6.
Ενα φλιτζάνι με καφέ αχνίζει στο πλάι τους.
Η συζήτηση δεν διακόπτεται από τις κινήσεις τους. Αντίθετα, κάθε κίνηση συνοδεύεται από μια σκέψη ,σαν να είναι το σκάκι ένας κώδικας ερμηνείας τής εποχής.
7. Qd2 Be7
8. O-O-O O-O
9. f4 a6
-Η εξορία είναι μια ιδιότυπη κατάσταση, Μπέρτολτ. Είσαι παρών στον κόσμο, αλλά απών απ’ τη γλώσσα σου, την κουλτούρα σου. Σαν να παίζεις σκάκι με κομμάτια από άλλο παιχνίδι.
Και κάθε μέρα διαβαζεις τα νέα από το Βερολίνο. Χθες μού έστειλαν φωτογραφίες από το στρατόπεδο στο Νταχάου. Κρατούμενοι με πινακίδες στο λαιμό:
Ich bin ein Jude.
Ich bin ein Kommunist.
Ο Μπρέχτ έπαιξε:
10. Nf3
-Ο στρατός τής λογικής αναδιοργανώνεται. Αλλά δεν ξέρω αν θα προλάβει.
Ο Μπένγιαμιν κοίταξε.
Η Δανία τού φαινόταν ειρηνική, σχεδόν ψεύτικη.
10...Qc7
11. Bd3 b5
12. e5 dxe5
13. fxe5 Nxe5
-Και ποιο είναι το τίμημα τής αλήθειας; ρώτησε ο Μπένγιαμιν.
Στην εποχή μας, Μπέρτολτ, όποιος λέει την αλήθεια, πρέπει να κρύβεται. Ή να μεταμφιέζεται.
-Γι’ αυτό γράφεις,απάντησε ο Μπρέχτ, για τον αφηγητή που χάνεται; Για την τέχνη που δεν έχει πια χώρο στη βαρβαρότητα;
Ο Μπένγιαμιν έγνεψε καταφατικά.
Ο αφηγητής πεθαίνει, γιατί ο κόσμος δεν ακούει ιστορίες. Θέλει ειδήσεις. Και οι ειδήσεις γράφονται απ’ τους νικητές.
14. Nxe5 Qxe5
15. Rhe1 Qc7
16. Qf2 Bb7
17. Qh4 h6
18. Bxh6 gxh6
19. Qxh6 Rfd8
20. Re3 Rxd3
21. Rdxd3
Ο Μπρεχτ έγειρε πίσω στην καρέκλα του,χαμογέλασε.
Κοίτα πώς πέφτουν, ένας-ένας, οι πυργοι. Όπως θα πέσουν και στη Γερμανία. Αλλά με τι τίμημα; Πόσα παιδιά θα χαθούν; Πόσοι Εβραίοι; Πόσοι εργάτες;
Ο Μπένγιαμιν δεν απάντησε.
Έβγαλε από την τσάντα του ένα μικρόσημειωματάριο.
-Σκέφτομαι να περάσω σύντομα από τη Μασσαλία,
είπε. Να φτάσω στα Πυρηναία. Υπάρχει ένα πέρασμα.
-Προς πού;ρώτησε ο Μπρεχτ
-Ίσως προς την Αμερική. Ίσως προς τον θάνατο. Δεν ξέρω. Ο κόσμος συστέλλεται γύρω μας,απαντησε ο Walter Benjamin.
22. Rdxd3 Qc5
23. Rg3+ Ng4
24. Rxg4+ Bg5
25. Rxg5#
-Ματ.
Ο Μπρεχτ ακούμπησε το πιόνι του στο τραπέζι. Η παρτίδα είχε τελειώσει. Η ήττα τού Μπένγιαμιν ήταν σχεδόν προαναγγελθείσα.
-Όπως και η δική μας; είπε ο φιλόσοφος.
Ο Μπρεχτ απαντησε:
-Όχι, Βάλτερ. Η δική μας παρτίδα δεν έχει τελειώσει. Θα συνεχίσει να παίζεται όσο υπάρχουν θεατές που βλέπουν και ακούν. Όσο υπάρχει ένας αφηγητής.
Ο Μπένγιαμιν δεν απάντησε. Μόνο μάζεψε τα χαρτιά του, έβαλε το κασκόλ του και σηκώθηκε.
Αργότερα,26 Σεπτεμβρίου 1940,στο Portbou, στα σύνορα Γαλλίας-Ισπανίας, ο Βάλτερ Μπένγιαμιν θα περνούσε στη σιωπή.
Ένα μικρό βαλιτσάκι με χειρόγραφα,το μόνο του βάρος,δεν θα κατάφερνε να το σώσει από τη βαρβαροτητα.
Ο θάνατός του, πιθανόν αυτοκτονία, θα έμενε σκοτεινός.
Αλλά σ’ εκείνο το δωμάτιο τού Svendborg, το απόγευμα τού 1938, η παρτίδα είχε παιχτεί με ακρίβεια, με αξιοπρέπεια, και με την επίγνωση τού τραγικου.
.
.
.
οι παρτίδες σκακιού στο Svendborg,Δανία,1938)-2η
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Παρτίδα Σκακιού στο Svendborg,1938
(Bertolt Brecht vs Walter Benjamin)
Svendborg, νησί Funen, Δανία , 1938.
Ένα ήσυχο απόγευμα στην ομιχλη.
Ο Bertolt Brecht και ο Walter Benjamin κάθονταν στην αυλή τού σπιτιού. Στο ξύλινο τραπεζι μια σκακιέρα με τα πιόνια τοποθετημένα στην αρχική τους θέση.
Το άγχος τής ιστορίας τούς έπνιγε. Ήταν και οι δύο εξόριστοι απο μια πατρίδα που είχε παραδοθεί στο τέρας τού φασισμού.
Η παρτίδα ξεκίνησε.
1.e4 e5 2.Nf3 Nc6 3.Bb5 a6, Ρουί Λόπεθ, μια από τις παλαιότερες και πιο πολιτισμένες τακτικες ανοιγματος.
-Παραμένεις πιστός στις κλασικές αρχές, Βαλτερ, είπε ο Μπρεχτ χαμογελωντας.
-Όπως κι εσύ, Μπέρτολτ, Ποτέ δεν έπαιξες γκαμπι,gam-betto,η' πειραματισμούς χωρίς σκοπό. Όμως είναι η εποχή μας που αρνείται το ρίσκο ή εμείς που φοβόμαστε το αβέβαιο;
4.Ba4 Nf6 5.O-O Be7 6.Re1 b5 7.Bb3 d6
-Έλαβα νέα από τον Adorno, συνέχισε ο Μπένγιαμιν.Η κατάσταση στο Φρανκφούρτη έχει χειροτερέψει. Καίνε βιβλία ακόμα. Διώχνουν καθηγητές. Ένας φοιτητής μού έγραψε πως οι εβραίοι αναγκάζονται να υπογράψουν δηλώσεις πίστης στον Χίτλερ για να μην αποβληθούν από το πανεπιστήμιο. Δεν το αντέχω πια.
Ο Μπρεχτ άναψε ένα πούρο. Το βλέμμα του σε γκρίζα νερά.
-Ο φασισμός δεν είναι παρά η βία τών αδυνάτων όταν εκπαιδεύονται από τούς ισχυρούς, είπε.Είναι το ίδιο σύστημα που ξέραμε, μόνο χωρίς προσωπεία. Ο καπιταλισμός δείχνει το αληθινό του πρόσωπο όταν φοβάται την πτώση του.
8.c3 O-O 9.h3 Nb8 10.d4 Nbd7 11.Nbd2 Bb7 12.Bc2 Re8
Η μάχη στο σκάκι δυνάμωσε.
-Διαβάζω καθημερινά τις εκθέσεις της Γκεστάπο, είπε ο Μπένγιαμιν. Στο Παρίσι τις αναλύω σαν ποίηση τού τρόμου. Ο Heinrich Heine είχε πει: Εκεί που καίνε βιβλία, στο τέλος θα κάψουν και ανθρώπους.Το είπε το 1821. Και τώρα βλέπουμε τη συνέχειά του.
-Η σκηνή τού θεάτρου δεν είναι αρκετη.Τα λόγια μας,Βαλτερ,απάντησε ο Μπρεχτ, δεν προλαβαίνουν τη βαρβαρότητα. Ακόμη και το 'Μάνα κουράγιο', που δουλεύω, νιώθω πως είναι πολύ ευγενικό,ήπιο, για την εποχή μας.
13.Nf1 Bf8 14.Ng3 g6 15.Bg5 h6 16.Bd2 Bg7 17.a4 c5
-Σαν αυτή την κίνηση,είπε ο Benjamin δείχνοντας το πιόνι στο c5 .Το Ναζιστικό πραξικόπημα δεν ήταν απλώς πραξικόπημα. Ήταν η παραμόρφωση τού ίδιου τού λαου.
18.d5 c4 19.Be3 Qc7 20.Nh2 Nc5 21.Ng4 Nxg4 22.hxg4 Bc8
Ο Μπρεχτ κοίταξε το ρολόι του.
-Ξέρεις, όταν έγραφα το 'Ταμπούρλα μέσα στη Νύχτα', δεν φανταζόμουν ότι η νύχτα θα κρατήσει τόσο πολύ. Ότι θα φύγω, θα περιφέρομαι, θα ψάχνω πατρίδα. Κι εσύ, Βαλτερ, δεν φοβάσαι; Δεν κουβαλάς τόσες σημειώσεις, έγγραφα, χειρόγραφα; Τόσα πράγματα που δεν πρέπει να πέσουν σε λάθος χέρια;
-Φοβάμαι,απάντησε ο Μπένγιαμιν.Φοβάμαι ότι όλα αυτά,οι λέξεις, τα κείμενα, οι ιδέες,θα μείνουν στα συρτάρια. Φοβάμαι ότι δεν θα φτάσω ποτέ στην Ισπανία. Ότι δεν θα περάσω ποτέ τα Πυρηναία.
23.axb5 Bb7 24.bxa6 Bxa6 25.Qd2 Reb8 26.Ra2 Bb5 27.Rea1 Rxa2 28.Rxa2 Bd7
-Και τι θα κάνεις; ρώτησε ο ο Μπρεχτ.
-Σκέφτομαι να φύγω σύντομα,απάντησε ο Μπένγιαμιν. Να παω στο νότο. Οι σύνδεσμοι λένε πως μπορώ να περάσω στη Βαρκελώνη και μετά ίσως Πορτογαλία, Αμερική.
-Εάν προλάβεις,ειπε ο Μπρεχτ.
Ήξεραν και οι δύο πως το ρολόι τής ιστορίας χτυπούσε γρήγορα πια. Κι ο ήχος δεν ήταν μελωδικός. Ήταν ο ήχος τού πολέμου.
29.f3 Qd8 30.Bxh6 Qh4 31.Bxg7 Kxg7 32.Nf1 Rh8 33.Ra7 Bxg4 34.fxg4 Qh1+ 35.Kf2 Rh2
Ο Μπένγιαμιν κοίταξε τη σκακιέρα. Τα κομμάτια σχημάτιζαν τώρα ένα ασφυκτικό πλέγμα. Η λευκή βασίλισσα αποκλεισμένη, ο μαύρος πύργος χτυπά την καρδιά τής άμυνας.
-Είσαι ένα βήμα πριν το ματ, παρατήρησε ήσυχα.
-Και όμως,είπε ο Μπρεχτ,δεν χαίρομαι.
-Έχω προαίσθημα τής ήττας,είπε ο Μπενγιαμιν.
36.Nxh2 Qxh2 37.Qe3 Qh4+ 38.Kf1 Qxg4 39.Qf3 Qxf3+ 40.gxf3 g5
Μια παρτίδα που οδηγούσε στο τέλος. Όχι λαμπερό, όχι ένδοξο Αλλά αργό, βασανιστικό,όπως η προέλαση τών ναζί στην Ευρώπη.
Σηκώθηκαν. Η δανέζικη δύση βάφτηκε με φως πυρκαγιάς.
Το προαισθημα τής φύσης.
-Αν δεν ξαναβρεθούμε, φίλε μου,είπε ο Μπενγιαμιν χαμογελωντας ,
-Να πεις στους άλλους πως προσπάθησα.
Portbou, 26 Σεπτεμβρίου 1940.
Ο Walter Benjamin αυτοκτόνησε, αρνούμενος να παραδοθεί στη Γκεστάπο.
Στις αποσκευές του βρηκαν ένα τετράδιο. Κανείς δεν έμαθε ποτέ τι περιείχε.
Στο Svendborg, η σκακιέρα έμεινε άθικτη,στο σημείο τού ματ.
Το παιχνίδι είχε τελειώσει.
Η Ιστορία μόλις άρχιζε.
.
.
.
οι παρτίδες σκακιού στο Svendborg,Δανία,1938)-3η
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Παρτίδα Σκακιού στο Svendborg,1938
(Bertolt Brecht vs Walter Benjamin)
Svendborg, νησί Funen, Δανία,1938
Ο άνεμος από τη Βαλτική φυσούσε ελαφρά στο Svendborg.
Το φως του απογεύματος πάνω στο ξύλινο τραπέζι. Μια σκακιέρα.
Ο Bertolt Brecht με το πούρο στο στόμα.Απέναντί του, ο Walter Benjamin, με τα γυαλιά χαμηλά στη μύτη.Το βλέμμα του.Τααυτοχρονη παρατήρηση τής θέσης τών πιονιών και τής θέση τής Ιστορίας.
e4,Ο βασιλιάς ανοίγει τον δρόμο,είπε ο Benjamin.
c5,Η σικελική άμυνα, απάντησε ο Brecht. Προκλητική, αλλά όχι παράλογη. Σαν τον Χίτλερ πριν το ’33.
Ο Benjamin χαμογέλασε. Είχε μαζί του μια εφημερίδα της εποχής: Völkischer Beobachter, επίσημο όργανο του NSDAP. Την ξεδίπλωσε και έδειξε μια φωτογραφία: πλήθη στο Βερολίνο, σημαιάκια με σβάστικες, και στο κέντρο, μια μορφή υπερυψωμένη, ο Φύρερ.
Nf3 ,Αναπτύσσουμε τις δυνάμεις μας χωρίς να προκαλούμε, είπε.
d6 ,Μα ήδη οι στρατηγοί έχουν τα όπλα έτοιμα, είπε ο Brecht. Η ήττα τής Δημοκρατίας ήταν γρήγορη. Και ποιος στάθηκε να πολεμήσει;
-Μήπως φταίει η ίδια η τάξη που τη γέννησε; απάντησε ο Benjamin.
Η σοσιαλδημοκρατία υπήρξε τόσο δειλή, όσο και αφελής. Ανέχτηκε τον λύκο ελπίζοντας πως θα χορτάσει μόνο με τα πρόβατα.
d4 cxd4 Nxd4 Nf6 Nc3 a6
Η παρτίδα προχωρούσε. Οι δύο άνδρες αντάλλασσαν κινήσεις όπως ανταλλάσσονταν τότε φυλλάδια στα καφέ του Παρισιού ή του Βερολίνου με προσοχη, αλλά πάντα με κίνδυνο.
Ο Brecht σηκώθηκε και έφερε λίγο τσάι.
Η σιωπή τών στοχαστών,
όταν διαλεγουμ τις λέξεις τους όπως οι παίκτες διαλέγουν κινήσεις, με στρατηγική και συνέπεια.
-Ξέρεις, Walter,είπε τελικά ο Brecht, έχω αρχίσει να γράφω τα Svendborger Gedichte. Δεν μπορείς να ζήσεις εξόριστος χωρίς να καταγράφεις.
Ο Benjamin χαμογελασε.
-Η εξορία,είπε,είναι ο τελευταίος χώρος ελευθερίας για τον στοχασμό. Όταν δεν ανήκεις πουθενά, έχεις δικαίωμα να αμφισβητείς τα πάντα.
Be2 e5 Nb3 Be7
Η θέση στη σκακιέρα γινόταν περίπλοκη. Όπως και στην Ευρώπη.
Ο Benjamin άνοιξε ένα σημειωματάριο και διαβασε ένα απόσπασμα από τον Άμλετ:
'To be, or not to be: that is the question'
-Ξέρεις, Bertolt, ο Άμλετ είναι σαν τον βασιλιά σε μια σκακιέρα. Είναι περικυκλωμένος από ίντριγκες, προδοσίες, δειλία και καθήκον. Το δίλημμά του δεν είναι απλώς υπαρξιακό, είναι στρατηγικό. Αν κινηθεί, πεθαίνει. Αν μείνει ακίνητος, όλα καταρρέουν γύρω του.
Ο Brecht χαμογέλασε. -Μιλούσες πάντα ποιητικά. Εγώ θα έλεγα πως ο Άμλετ απέτυχε να δράσει όταν έπρεπε. Εμείς δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια. Αν καθυστερήσουμε, δεν θα υπάρχουμε για να γράφουμε για την καθυστέρηση.
Ο Benjamin απάντησε:
Η τραγωδία τού Άμλετ είναι πως αντιλαμβάνεται την παρτίδα, αλλά αδυνατεί να την παίξει. Είμαστε σε μια Ευρώπη γεμάτη Άμλετ.
O-O O-O f4 exf4 Bxf4 Nc6 Kh1
Η παρτίδα είχε ενταση.
Η επίθεση είχε αρχίσει.
Ακούγονταν οι γλάροι και τα κύματα. Αλλά η Ιστορία δεν είχε σταματησει ποτέ να ακουγεται.
Ο Benjamin έβγαλε από ένα φάκελο ένα ντοκουμέντο: το Nürnberger Gesetzblatt, από τον Σεπτέμβριο του 1935 ,οι Νόμοι της Νυρεμβέργης, που στέρησαν από τους Εβραίους τα πολιτικά τους δικαιώματα.
-Απο εκει ξεκίνησαν όλα, είπε. Μια υπογραφή. Μια δήθεν 'νομική' πράξη. Και μετά, η βία ακολούθησε, θεσμικά. Οι λέξεις ήταν το πρώτο όπλο.
Ο Brecht έκανε μια κίνηση.
Be6
-Ίσως γι’ αυτό να γράφουμε. Οι λέξεις μπορούν να πολεμήσουν τις λέξεις,είπε.
Η παρτίδα συνεχιζόταν.
Ο Benjamin έπαιξε:
Qe1
Ο Brecht σκέφτηκε.Και απάντησε:
d5
Η κίνηση αυτή άνοιγε το κέντρο.
-Ή τώρα, ή ποτέ, είπε.
-Ξέρεις, Bertolt,είπε ο Benjamin,σκέφτομαι να φύγω για Ισπανία. Να περάσω από τα Πυρηναία, μέσω Portbou.
Ο Brecht τον κοίταξε και απάντησε.
-Δεν είναι ασφαλές. Οι φασίστες παρακολουθούν παντού. Η Γκεστάπο σε θεωρεί επικίνδυνο. Αν σε πιάσουν.
Ο Benjamin χαμογέλασε.
-Η Ιστορία δεν περιμένει τους διστακτικούς.
Re1 Qb6 exd5 Nxd5 Nxd5 Bxd5 Bf3 Bxf3 Rxf3 Rfe8 Qf1 Qxb2
Ο Brecht κοίταξε στη σκακιερα. Η θέση ήταν επικίνδυνη. Τα πιόνια χανονταν. Όπως κι οι σύντροφοι στη Γερμανία.
Ο Benjamin έπαιξε.
Rxf7+
Ο Brecht κοίταξε τη σκακιέρα. Ήταν ματ σε τέσσερις κινησεις.
Kxf7 Qc4+ Kf8 Rf1+ Bf6 Bd6+ Re7 Rxf6+ gxf6 Qe6 Re8 Qxf6+ Kg8 Be5
Ματ.
Ο Benjamin κοίταξε τον Brecht.
-Σαν τον Άμλετ,ειπε. Η τραγωδία ήταν αναπόφευκτη. Αλλά τουλάχιστον παίξαμε.
.
.
.
οι παρτίδες σκακιού στο Svendborg,Δανία,1938)-4η
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Παρτίδα Σκακιού στο Svendborg,1938
(Bertolt Brecht vs Walter Benjamin)
Svendborg, νησί Funen, Δανία,1938
Ο άνεμος από τη Βαλτική φυσούσε ελαφρά στο Svendborg.
Το φως του απογεύματος πάνω στο ξύλινο τραπέζι. Μια σκακιέρα.
Ο Bertolt Brecht με το πούρο στο στόμα.Απέναντί του, ο Walter Benjamin, με τα γυαλιά χαμηλά στη μύτη.Το βλέμμα του.Τααυτοχρονη παρατήρηση τής θέσης τών πιονιών και τής θέση τής Ιστορίας.
e4,Ο βασιλιάς ανοίγει τον δρόμο,είπε ο Benjamin.
c5,Η σικελική άμυνα, απάντησε ο Brecht. Προκλητική, αλλά όχι παράλογη. Σαν τον Χίτλερ πριν το ’33.
Ο Benjamin χαμογέλασε. Είχε μαζί του μια εφημερίδα της εποχής: Völkischer Beobachter, επίσημο όργανο του NSDAP. Την ξεδίπλωσε και έδειξε μια φωτογραφία: πλήθη στο Βερολίνο, σημαιάκια με σβάστικες, και στο κέντρο, μια μορφή υπερυψωμένη, ο Φύρερ.
Nf3 ,Αναπτύσσουμε τις δυνάμεις μας χωρίς να προκαλούμε, είπε.
d6 ,Μα ήδη οι στρατηγοί έχουν τα όπλα έτοιμα, είπε ο Brecht. Η ήττα τής Δημοκρατίας ήταν γρήγορη. Και ποιος στάθηκε να πολεμήσει;
-Μήπως φταίει η ίδια η τάξη που τη γέννησε; απάντησε ο Benjamin.
Η σοσιαλδημοκρατία υπήρξε τόσο δειλή, όσο και αφελής. Ανέχτηκε τον λύκο ελπίζοντας πως θα χορτάσει μόνο με τα πρόβατα.
d4 cxd4 Nxd4 Nf6 Nc3 a6
Η παρτίδα προχωρούσε. Οι δύο άνδρες αντάλλασσαν κινήσεις όπως ανταλλάσσονταν τότε φυλλάδια στα καφέ του Παρισιού ή του Βερολίνου με προσοχη, αλλά πάντα με κίνδυνο.
Ο Brecht σηκώθηκε και έφερε λίγο τσάι.
Η σιωπή τών στοχαστών,
όταν διαλεγουμ τις λέξεις τους όπως οι παίκτες διαλέγουν κινήσεις, με στρατηγική και συνέπεια.
-Ξέρεις, Walter,είπε τελικά ο Brecht, έχω αρχίσει να γράφω τα Svendborger Gedichte. Δεν μπορείς να ζήσεις εξόριστος χωρίς να καταγράφεις.
Ο Benjamin χαμογελασε.
-Η εξορία,είπε,είναι ο τελευταίος χώρος ελευθερίας για τον στοχασμό. Όταν δεν ανήκεις πουθενά, έχεις δικαίωμα να αμφισβητείς τα πάντα.
Be2 e5 Nb3 Be7
Η θέση στη σκακιέρα γινόταν περίπλοκη. Όπως και στην Ευρώπη.
Ο Benjamin άνοιξε ένα σημειωματάριο και διαβασε ένα απόσπασμα από τον Άμλετ:
'To be, or not to be: that is the question'
-Ξέρεις, Bertolt, ο Άμλετ είναι σαν τον βασιλιά σε μια σκακιέρα. Είναι περικυκλωμένος από ίντριγκες, προδοσίες, δειλία και καθήκον. Το δίλημμά του δεν είναι απλώς υπαρξιακό, είναι στρατηγικό. Αν κινηθεί, πεθαίνει. Αν μείνει ακίνητος, όλα καταρρέουν γύρω του.
Ο Brecht χαμογέλασε. -Μιλούσες πάντα ποιητικά. Εγώ θα έλεγα πως ο Άμλετ απέτυχε να δράσει όταν έπρεπε. Εμείς δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια. Αν καθυστερήσουμε, δεν θα υπάρχουμε για να γράφουμε για την καθυστέρηση.
Ο Benjamin απάντησε:
Η τραγωδία τού Άμλετ είναι πως αντιλαμβάνεται την παρτίδα, αλλά αδυνατεί να την παίξει. Είμαστε σε μια Ευρώπη γεμάτη Άμλετ.
O-O O-O f4 exf4 Bxf4 Nc6 Kh1
Η παρτίδα είχε ενταση.
Η επίθεση είχε αρχίσει.
Ακούγονταν οι γλάροι και τα κύματα. Αλλά η Ιστορία δεν είχε σταματησει ποτέ να ακουγεται.
Ο Benjamin έβγαλε από ένα φάκελο ένα ντοκουμέντο: το Nürnberger Gesetzblatt, από τον Σεπτέμβριο του 1935 ,οι Νόμοι της Νυρεμβέργης, που στέρησαν από τους Εβραίους τα πολιτικά τους δικαιώματα.
-Απο εκει ξεκίνησαν όλα, είπε. Μια υπογραφή. Μια δήθεν 'νομική' πράξη. Και μετά, η βία ακολούθησε, θεσμικά. Οι λέξεις ήταν το πρώτο όπλο.
Ο Brecht έκανε μια κίνηση.
Be6
-Ίσως γι’ αυτό να γράφουμε. Οι λέξεις μπορούν να πολεμήσουν τις λέξεις,είπε.
Η παρτίδα συνεχιζόταν.
Ο Benjamin έπαιξε:
Qe1
Ο Brecht σκέφτηκε.Και απάντησε:
d5
Η κίνηση αυτή άνοιγε το κέντρο.
-Ή τώρα, ή ποτέ, είπε.
-Ξέρεις, Bertolt,είπε ο Benjamin,σκέφτομαι να φύγω για Ισπανία. Να περάσω από τα Πυρηναία, μέσω Portbou.
Ο Brecht τον κοίταξε και απάντησε.
-Δεν είναι ασφαλές. Οι φασίστες παρακολουθούν παντού. Η Γκεστάπο σε θεωρεί επικίνδυνο. Αν σε πιάσουν.
Ο Benjamin χαμογέλασε.
-Η Ιστορία δεν περιμένει τους διστακτικούς.
Re1 Qb6 exd5 Nxd5 Nxd5 Bxd5 Bf3 Bxf3 Rxf3 Rfe8 Qf1 Qxb2
Ο Brecht κοίταξε στη σκακιερα. Η θέση ήταν επικίνδυνη. Τα πιόνια χανονταν. Όπως κι οι σύντροφοι στη Γερμανία.
Ο Benjamin έπαιξε.
Rxf7+
Ο Brecht κοίταξε τη σκακιέρα. Ήταν ματ σε τέσσερις κινησεις.
Kxf7 Qc4+ Kf8 Rf1+ Bf6 Bd6+ Re7 Rxf6+ gxf6 Qe6 Re8 Qxf6+ Kg8 Be5
Ματ.
Ο Benjamin κοίταξε τον Brecht.
-Σαν τον Άμλετ,ειπε. Η τραγωδία ήταν αναπόφευκτη. Αλλά τουλάχιστον παίξαμε.
.
.
.
οι παρτίδες σκακιού στο Svendborg,Δανία,1938)-5η
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Παρτίδα Σκακιού στο Svendborg,1938
(Bertolt Brecht vs Walter Benjamin)
Svendborg, νησί Funen, Δανία,1938
Ο ήλιος πάνω στη θάλασσα της Βαλτικής.
Στο κήπο τού σπιτιού ένα ξύλινο τραπέζι και πάνω του ένα σκάκι.
Ο Bertolt Brecht και ο Walter Benjamin απέναντι.Οι δυο σκακιστες.
Εξόριστοι τού Η' Ράιχ
e4.
είπε ο Benjamin. Και η παρτίδα ξεκίνησε.
Ο Brecht χαμογέλασε και απάντησε:
c5.
Σικελική Άμυνα.
-Δεν είναι απλώς μια παρτίδα άμυνας,είπε ο Benjamin. Είναι η ψευδαίσθηση ότι με μια κίνηση ελιγνου μπορούμε να καθυστερήσουμε το μοιραίο.
Nf3.
d6,απάντησε ο Brecht.
-Είμαστε όλοι σε άμυνα, Βάλτερ. Εσύ με τις λέξεις σου. Εγώ με το θέατρό μου. Και το Βερολίνο;
Το Βερολίνο δεν υπάρχει πια.
Ο Benjamin αοαντησε:
-Πριν από λίγες εβδομάδες, διάβασα την 'Κατάσταση Εξαίρεσης' του Cark Schmitt και αμέσως σκέφτηκα: Δεν έχουμε περάσει απλώς στην εξαίρεση ,ζούμε σε αυτήν. Δεν υπάρχουν κανόνες, Μπέρτολτ. Μόνο το Δίκαιο του Ισχυρού.
d4.
cxd4.
Nxd4.
Nf6.
Ο ήχος τού ανεμου πάνω στα φύλλα τών δέντρων
-Ξέρεις ποιο είναι το πρόβλημα σου, Walter;
είπε ο Brecht. Αναλύεις πολύ. Όσο εσύ γράφεις για τα Θραύσματα της Ιστορίας, οι φασίστες τα συνθλίβουν με τις μπότες τους.
-Και ποιος θα απομείνει να τα μαρτυρήσει, αν όχι εγώ;, απάντησε ο Benjamin .Αυτοί που νικούν, γράφουν την Ιστορία. Αλλά εκείνος που καταγράφει τη συντριβή, παίζει την ύστατη παρτίδα για την αλήθεια.
Η παρτίδα συνεχίζεται.
Nc3.
a6.
Ένα πουλί πέταξε προς το μέρος τής θαλασσας.
Ο Benjamin το παρακολουθησε με το βλεμμα του.
Ανοιξε τη τσάντα του κι από μέσα εβγαλε μια εφημερίδα,η Völkischer Beobachter, ημερομηνίας 4 Μαρτίου 1938.
Στο πρωτοσέλιδο, φωτογραφία τού Χίτλερ, χαμογελαστού, πλάι στον Χίμλερ.
-Είδες;, είπε.Το Anschluss
ξεκιναει. Η Αυστρία θα είναι το επόμενο θύμα. Ύστερα η Τσεχοσλοβακία. Ο Χίτλερ παίζει με τα κράτη όπως εμείς με τα πιόνια.
Ο Brecht δεν απάντησε.
Be2.
e5.
-Ο Χάιντεγκερ,συνεχισε ο Benjamin.Πίστεψε πως μπορεί να κάνει ροκέ με τον Ναζισμό. Έδωσε τον βασιλιά του για λίγο ασφάλεια, μα ξέχασε πως ο φασισμός δεν παίζει με κανόνες. Δεν είναι ορθολογική στρατηγική, είναι μαύρη δύναμη.
Ο Brecht τον κοίταξε.
-Λες πως ο Χάιντεγκερ έπαιξε σαν αρχάριος;
-Όχι, είπε ο Benjamin.Αλλα σαν αυτόματο -σκακιστή, με τον διάβολο κρυμμένο κάτω από το τραπέζι. Πίστευε πως ήταν ο νους. Μα ήταν πιόνι.
Η παρτίδα προχωρούσε.
Ο Benjamin, με ακρίβεια, ξεδίπλωνε μια επίθεση:
Nf5.
Bxf5.
exf5.
Be7.
O-O.
O-O.
Και σηκώνοντας το βλέμμα ο Benjamin τον κοιταξε και ειπε.
-Πιστεύεις, Bertolt ,ότι θα επιστρέψουμε;"
-Εγώ; είπε ο Brecht.Ίσως. Με τον Κόκκινο Στρατό. Εσύ...
Σταμάτησε.
Ο Benjamin έβγαλε από την τσάντα του ένα χάρτη τής Ευρώπης.
Με το χέρι τού έδειξε ένα μικρό σημείο στα σύνορα Γαλλίας-Ισπανίας.
-Portbou,είπε.
Ο Brecht ταράχτηκε.
-Μη λες ανοησίες.
-Το μέλλον είναι ήδη γραμμένο, Μπέρτολτ. Σαν το τέλος αυτής της παρτίδας.
Qf3.
Ο Brecht προσπάθησε να αμυνθεί.
Qc7
Qg3.
Kh8.
Bh6!.
-ο πύργος απειλεί με σαχ,
είπε ο Brecht.
- Όπως θυσιάζεις έναν στοχασμό για να σώσεις μια ζωή,απάντησε ο Benjamin .Ή όπως θυσιάζεσαι ο ίδιος, όταν η Ιστορία σε τραβάει απ’ το μανίκι και δεν σου επιτρέπει να διαλέξεις.
gxh6."
Qh4.
Ο Brecht το κατάλαβε.
-Ματ σε δύο κινησεις
Kg7.
Qg3+.
-Οπως στο Portbou είπε ο Benjamin.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Τελευταία Παρτίδα
(Ένα διήγημα για τον chess-player Miquel Najdorf)
Χειμώνας.Τουρνουα σκακιου.
Ο πολωνοαργεντινος γκραν-μετρ Miquel Najdorf καθόταν απέναντι από έναν νεαρό γραν-μετρ.
Ησυχία στην αίθουσα.Τα πιόνια έτοιμα στη σκακιερα.Το παιχνίδι άρχισε.
Όμως ο Miquel Najdorf δεν ήταν εκει.Ηταν
στη Βαρσοβία.Στη πόλη του που δεν υπήρχε πια.
Η κινηση στο σκάκι.
1.d4 Nf6 2.c4 e6 3.Nf3 d5. Η κλασική Ινδική Άμυνα.
Οι κινήσεις μου σήμερα,σκέφτηκε,δεν είναι για τη νίκη,αλλά για το παρελθόν.
Ο Mojsze Mendel Najdorf
όπως ήταν τότε το όνομά του στη Βαρσοβία το 1939.
Η πόλη σε λίγο θα παγωνε.Απο τη βαρβαρότητα.
Η γυναίκα του,η κόρη του,οι γονείς του,τα 4 αδέλφια του,όλοι εκεί.
Τα γέλια ,οι φωνές τους αντηχουν ακόμα στ’ αυτιά του.
Αυτός στην Αργεντινή Στην 8th Chess Olympiad in Buenos Aires.
Αυγουστος-Σεπτεμβριος τού 1939.
Ήταν να επιστρέψει. Δεν επέστρεψε ποτέ. Όταν η Πολωνία πνιγηκε από τις σβάστικες και τα τάγματα τού τρόμου, έμεινε εκεί μακριά ,παγιδευμένος στην εξορία του.
Το τηλεγράφημα που δεν ήρθε ποτέ.
Η απάντηση που δεν έλαβε ποτέ.
Το τελευταίο γράμμα: Είμαστε καλά. Η Ρόζα ζωγράφισε μια πεταλούδα σήμερα.
Κι ύστερα, σιωπή.
Ο Miguel Najdorf έκανε κίνηση:
10. Qb3.
Ο αντίπαλος δίστασε.
Η ομογένεια του στο γκέτο.Οι φίλοι του
στο στρατόπεδο Majdanek
Τον δασκαλο του
Savielly Tartakower που τον μαθαινει σκάκι και ποιηση
τον βρήκαν νεκρο στο στρατόπεδο,πάνω σε μια σκακιέρα με πετραδάκια.
Πώς μπορείς να παίζεις σκάκι όταν μέσα σου έχουν σφαγιαστεί τα πάντα;είχε πει κάποτε σε έναν δημοσιογράφο.
Ο αντίπαλος του έκανε λανθασμένη κίνηση.
Ο Miquel Najdorf δεν
πανηγύρισε.Έπαιξε τη 27η του κίνηση: Rf6!
Εκεινη την ώρα άκουσε τον πατέρα του να φωνάζει πίσω από ένα φράχτη.Η τελευταία φωνή του.
Είδε τη κόρη του.Τα μάτια της.Τον ρωτούσε:
μπαμπά που μας πάνε;τι θα μας κάνουν;
Μια φλόγα κατεβαινε απο τον ουρανό τής Βαρσοβίας
και την εκαιγε.
Κι αυτός ο ίδιος ο Miquel Najdorf να παίζει παρτίδες σκακι στο Μπουένος Άιρες, και να προσπαθει να θυμηθει τα πρόσωπά τους μέσα από τις θέσεις τών πιονιών.
Ο νεαρός αντίπαλος έκανε λάθος.
Εκείνος έπαιξε:
Qg7++
Ματ.
Η αίθουσα ξέσπασε σε χειροκροτήματα.
Εκείνος δεν άκουγε.
Εκείνος έβλεπε τη μητέρα του να ρίχνει τσάι στη πορσελάνινη κούπα
και να τού λέει:
Παίξε πάντα για ζωή. Όχι για ήττα.
Δεν μπορείς ν'αλλαξεις την ιστορία.
Η τελευταία παρτίδα.
-Για σένα, μικρη μου Ροζα,ψιθύρισε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Hegel vs Deleuze+Lacan-Marx vs Foucault+Freud-
Dostoyevsky vs Alain Robbie Grillet+Derrida
Η Συνάντηση τών Ιδεών
(στον σύγχρονο κόσμο)
1
Hegel vs Deleuze
(+Lacan)
+
Σε ένα καφέ της πόλης ο Hegel και ο Deleuze κάθισαν απέναντι.
Ο κόσμος γύρω τους έτρεχε, γεμάτος πληροφορία, καταναλωτισμό και θόρυβο.
Στο τραπεζι είναι και Lacan.
Lacan:
Εσείς συζητήσετε κι εγώ ψυναλυω.
Hegel:
Ο κόσμος αυτός είναι μια ατέρμονη διαδικασία. Κάθε αντίφαση που συναντούμε οδηγεί σε μια σύνθεση, μια υπέρβαση της σύγκρουσης. Το πνεύμα της εποχής αναδύεται μέσα από τις συγκρούσεις των ιδεών.
Deleuze:
Αλλά η εποχή αυτή δεν είναι μόνο αντίθεση. Είναι μια ροή πολλαπλών διακυμάνσεων, όπου κάθε γεγονός, κάθε πρόσωπο και κάθε μηχανή συνθέτουν δίκτυα επιθυμίας και μεταβολής. Δεν υπάρχει τελική σύνθεση, μόνο συνεχής διαφοροποίηση.
Hegel:
Χωρίς τελική σύνθεση, δεν υπάρχει νόημα. Το πνεύμα κινείται προς την ολοκλήρωση της αυτογνωσίας.
Deleuze:
Και όμως, η ολοκλήρωση που αναζητάς είναι μια ψευδαίσθηση. Η ζωή είναι ρευστή, ασταθής, και η δημιουργία γίνεται στην αλληλεπίδραση, όχι στην τελική σύνθεση.
Στο τέλος ο Lacan είπε:
Και οι δύο σας μιλάτε για τον κόσμο σαν να είναι σύστημα ή ροή, αλλά το ασυνείδητο, η επιθυμία που διαπερνά τον καθένα, υπερβαίνει και τις δύο σας.
Η πραγματικότητα δεν είναι μόνο ιδέα ή διαδικασία. Είναι διαρκής έλλειψη, η οποία δημιουργεί την ανάγκη για νόημα και ταυτότητα.»
.
.
Στον Μεταμοντέρνο Καθρέφτη
(Marx vs Foucault)
(+Freud)
+
Στο ίδιο καφέ στο κέντρο της πόλης σε άλλο τραπέζι κάθονταν ο Karl Marx και ο Michel Foucault,μαζί με τον Sigmund Freud.
Freud:
Συζητήσετε,κι εγώ σημειώνω τα τραύματα σας.
Marx:
Η οικονομία καθορίζει τα πάντα. Η εργασία, η ιδιοκτησία, η συσσώρευση κεφαλαίου , όλα αυτά δομούν τη ζωή των ανθρώπων. Η εκμετάλλευση συνεχίζεται, μόνο που σήμερα έχει πιο “λεπτές” μορφές.»
Foucault:
Δεν θα συμφωνήσω πλήρως, Karl. Η εξουσία δεν περιορίζεται στην οικονομία. Είναι παντού – στους θεσμούς, στα δίκτυα γνώσης, στα σώματα. Η παρακολούθηση, η πειθαρχία, η επιτήρηση – αυτές είναι οι νέες μορφές κυριαρχίας.
Marx:
Μα αν η οικονομική βάση δεν αλλάξει, όλα τα άλλα είναι επιφάνειες.
Η εξουσία δεν μπορεί να απελευθερωθεί από την ιδιοκτησία και τον πλούτο.
Foucault:
Και όμως, η γνώση και η γλώσσα καθορίζουν τι είναι αποδεκτό, τι θεωρείται “αλήθεια”. Ο κόσμος διαμορφώνεται όχι μόνο από τις παραγωγικές δυνάμεις αλλά και από τα λόγια και τα δίκτυα εξουσίας.
Ο Sigmund Freud σημειώνει στο τετράδιό του:
Παλεύουν με τον ίδιο φόβο: την αδυναμία ελέγχου. Ο Marx φοβάται τη δύναμη του κεφαλαίου πάνω στον άνθρωπο, ενώ ο Foucault φοβάται τη δύναμη του αόρατου πλέγματος κανόνων και γνώσης. Όμως και οι δύο ξεχνούν το ασυνείδητο ,τον χώρο μέσα στον άνθρωπο όπου οι επιθυμίες και οι φόβοι κυβερνούν ακόμα πιο δυνατά. Ο σύγχρονος κόσμος, λοιπόν, δεν είναι μόνο οικονομία ή εξουσία, είναι και η μάχη με το ίδιο μας το εσωτερικό σκοτάδι.
.
.
.
Το τέλος τής Ιστοριας
Dostoyevsky vs Alain Robbie Grillet
(+Derrida)
+
Στο ίδιο καφέ τής πόλης.Στο.ταπεζι ο Fiodor Dostoyevsky και Alain Robbie Grilletσυζητουν και ο Jacques Derrida αποδόμηση 3 φορες.
1
Dostoyevsky:
Ο άνθρωπος σήμερα ζει αποξενωμένος μέσα στην ίδια του την κοινωνία. Η ψυχή του πνίγεται ανάμεσα στην ανάγκη για νόημα και την αδιάκοπη φλυαρία της τεχνολογίας.
Robbe-Grillet:
Μα η τεχνολογία δεν είναι τίποτε άλλο παρά επιφάνεια. Ο κόσμος πλέον κατακερματίζεται σε στιγμές, σε εικόνες, σε αντικείμενα που παρατηρούνται, αλλά δεν βιώνονται. Η αλήθεια δεν κρύβεται πια στις λέξεις, αλλά στα περιγράμματα των πραγμάτων.
1η αποδομηση Derrida:
Εδώ, η διαφορά μεταξύ της εμπειρίας και της καταγραφής της γίνεται εμφανής. Ο Dostoyevsky αναζητά την ουσία πίσω από τη μορφή, ενώ ο Robbe-Grillet επιμένει στη μορφή ως αυτόνομο συμβάν. Στον σύγχρονο κόσμο, όπου η πληροφορία αντικαθιστά την εμπειρία, η διαφορά αυτή δεν είναι απλώς αισθητική, αλλά ηθική και πολιτική: το νόημα εκκρεμεί μεταξύ του βιώματος και της επιφάνειας.
2
Dostoyevsky:
Κοίτα τον δρόμο. Ο κόσμος περπατάει, αλλά κανείς δεν κοιτάει πραγματικά τον διπλανό του. Η μοναξιά δεν είναι απλώς προσωπική, είναι συλλογική.
Robbe-Grillet:
Η παρατήρηση είναι η μόνη σχέση που επιτρέπεται σήμερα. Σκιές περνούν δίπλα μας, αντικείμενα κινούμενα, αλλά δεν αλληλεπιδρούμε. Το βλέμμα αντικαθιστά τη φωνή, η εικόνα αντικαθιστά την ουσία.
2η αποδομηση Derrida:
Η αποξένωση είναι αποτέλεσμα της διαφοράς μεταξύ παρουσίας και αναπαράστασης. Η πόλη του σήμερα είναι μια επιφάνεια χωρίς βάθος, όπου η επαφή μετατρέπεται σε παρατήρηση. Ο Dostoyevsky θα πει ότι η ψυχή πονάει, ο Robbe-Grillet ότι η μορφή λείπει. Ο σύγχρονος κόσμος διασπάται μέσα στην επιφάνεια των πραγμάτων.
3
Dostoyevsky:
Η ηθική κρίση δεν έχει ημερομηνία λήξης. Κάθε άνθρωπος καλείται να επιλέξει, ακόμη και αν η επιλογή φαίνεται άσκοπη.
Robbe-Grillet:
Και όμως, οι επιλογές μας καταγράφονται σαν δεδομένα, σαν στιγμιότυπα. Ο άνθρωπος δεν αποφασίζει πια· οι επιλογές του γίνονται αρχεία, και η ζωή μετατρέπεται σε παρατηρητήριο.
3η αποδόμηση Derrida:
Η ελευθερία και η καταγραφή της είναι δύο όψεις της ίδιας αμφισημίας. Στον σύγχρονο κόσμο, η επιλογή δεν εξαλείφεται, αλλά η σημασία της χάνεται στο πεδίο της αναπαράστασης. Το ερώτημα που απομένει είναι αν η ιστορία τελειώνει με την επιτήρηση ή αν αρχίζει μια νέα μορφή συνείδησης μέσα στην ίδια την παρατήρηση.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οι 4 Λαβύρινθοι
Ο βασιλιάς ήταν σκληρός, αλλά και δίκαιος στην κρίση του. Δεν ανεχόταν αμφισβήτηση ούτε πλάνη. Κάλεσε ενώπιόν του τέσσερις υπηκόους που θεωρούσε ενόχους: έναν χριστιανό δικηγόρο, που κατηγορήθηκε για
υπεράσπιση αιρετικών· έναν μωαμεθανό γιατρό, που κατηγορήθηκε για υπερβολική πίστη στη γνώση και λιγότερη στην προσευχή· έναν ινδουιστή μαθηματικό, που κατηγορήθηκε για αλαζονεία · κι έναν βουδιστή ποιητή,
που κατηγορήθηκε για αναχωρηση από την κοινότητα για χάριν τής εσωτερικής του σιωπής.
Ο βασιλιάς τούς είπε:
-Η τιμωρία σας θα είναι η φυλάκιση στον λαβύρινθο της ευθείας γραμμής.
Μην νομίζετε ότι η ευθεία είναι απλή. Για τον καθένα σας θα μεταμορφωθεί ανάλογα με τα δόγματα που σας διαμόρφωσαν. Στην αρχή θα είστε όλοι μαζί. Έπειτα ο καθένας θα βρεθεί μόνος, στον δικό του λαβυρινθο. Μόνον όποιος φτάσει στην έξοδο θα ελευθερωθεί.
Και οι δεσμοφύλακες τούς οδήγησαν στο λαβύρινθο τής ευθείας γραμμής.
Είδαν ένα διάδρομο που φαινόταν άπειρος, χωρίς γωνίες, χωρίς στροφές,
μια τέλεια ευθεία. Μα μόλις έκλεισε η πύλη πίσω τους, τα πάντα άλλαξαν.
Κάθε ένας κλειστηκε στον δικό του λαβύρινθο.
Ο χριστιανός δικηγόρος βρέθηκε σε μια αιθουσα δικαστηριου,Και προχωρώντας βρέθηκε πάλι σε αίθουσα δικαστηριου,πανομοιοτυπη.Κι έπειτα σε άλλη,και σε άλλη.Ενας λαβύρινθος δικαστηρίων..
Στην αρχή επικαλέστηκε το δόγμα του Καί τη νομικη..Τι είναι η θεία χάρις;
τι είναι δικαιοσύνη; πού αρχίζει η αμαρτία και πού τελειώνει η συγχώρεση;
Εφαρμοζοντας την ορθοδοξία, τον καθολικισμό, τον προτεσταντισμό, σύντομα ανακάλυψε πως κάθε δόγμα τον οδηγουσε σε αντίφαση, σε αδιέξοδο.
Κατέφυγε στις αιρέσεις,και το αποτέλεσμα ήταν πως ο.λαβυρινθος τών δικαστηριων συνεχίζονταν,ατελείωτος.χωρίς να βρίσκει την τελική έξοδο.
Κύριε,δεν ζητώ να εξέλθω,αλλά να σε κατανοησω,είπε.
Ο μωαμεθανός γιατρός βρέθηκε αιθουσα που έμοιαζε με νοσοκομείο και ταυτόχρονα με τεμενος.Δεξιά και αριστερά του πόρτες άνοιγαν σε θαλάμους γεμάτους ασθενείς· με στίχους από το Κοράνι στους τοίχους.
Αυτός ήταν ο.λαβυρινθος.Αυτο το ίδιο.Απειρα.
Στην αρχή πέντε φορές τη μέρα γονάτιζε και προσεύχονταν πιστεύοντας πως αυτό θα τον οδηγήσει στην έξοδο.Χωρις αποτέλεσμα .
Και κατέφυγε στην επιστήμη.Εξέταζε τους ασθενείς, θεράπευε τις πληγές,
έδινε φάρμακα.
Όμως το άπειρο παρέμενε.
Κάνε με εργαλείο σου στη θεραπεία τού πλάσματος σου,προσευχήθηκε.
Ο ινδουιστης μαθηματικός βρέθηκε σε κυβικά δωμάτια όπου στο δάπεδο και στην οροφή ήταν γραμμένα μαθηματικά σύμβολα και στους 4 τοίχους αποσπάσματα από τις Βέρες.
Αυτός ήταν ο λαβύρινθος.Αυτι το ίδιο άπειρα.
Στην αρχή προσπάθησε να εφαρμόσει τη λογική.Διατυπωνε θεωρήματα.
Όμως αποδεικνύοντας δεν έφτανε σε κάποια έξοδο.Έπειτα κατεφυγε στη μεταφυσική των Βεδών: Ό,τι είναι έξω, είναι και μέσα· το άπειρο είναι ταυτόχρονα μηδέν.
Κατάλαβε πως ο λαβύρινθος του ήταν η αέναη σχέση του πεπερασμένου
μυαλού με το άπειρο θείο.Και ποτέ δεν θα έφτανε στην έξοδο του.
Εγώ ειμαι ο ίδιος το θεώρημα και η απόδειξη του,σκέφτηκε και παραδόθηκε.
Ο βουδιστής ποιητής βρέθηκε σε ενα χώρο με ομιχλη.Προχωρουσε και
πάντα είχε ομίχλη.Αυτος ήταν.ο.λαβυρινθος του.Ειχε την εντύπωση ότι
δεν προχωρούσε.Τα χαϊκού δεν είχαν αποτέλεσμα.
Τότε κατέφυγε στα διδαγματα τού Σιντάρτα. Η ζωή είναι πόνος, η απελευθέρωση έρχεται από την υπέρβαση της επιθυμίας.
Μα ποτέ δεν έβλεπε το τέλος.
Ο λαβύρινθός μου ειναι το Κενο,διαλογιστηκε.
Πέρασαν χρόνια, ίσως αιώνες. Κανένας από τους 4 δεν βρήκε την έξοδο.
Στα χρονικά τού βασιλείου γράφτηκε ότι χάθηκαν για πάντα στον λαβύρινθο
τής ευθείας.
Κατέληξε η ιστορία τους λαϊκός μυθος.
Άλλοι,οι πραγματιστές,λενε ότι φυλακίστηκαν σε τέσσερα κανονικα.4 κελιά,
μετα την εξέτιση τής ποινή τους ήταν ελεύθεροι και για να εντυπωσιάσουν, έπλασαν τούτη την ιστορία των 4 διαφορετικών λαβυρινθων
Κανείς δεν ξέρει την αλήθεια. Άλλος ένας λαβύρινθος.
.
.
My own empire of heteronyma -χνκουβελης cncouvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφράζοντας
αναλυωντας κατά τον Vladimir Propp και γράφοντας δύο παραμύθια μύησης.
Ομήρου Οδύσσεια ραψωδία τ' στίχοι 535-553
-Το όνειρο τής Πηνελοπης-
αλλά έλα τώρα τ'ονειρο άκουσε και εξηγα το μου
χήνες μέσ'στο σπίτι μου είκοσι στάρι τρωνε
βρεγμένο στο νερό και να τις βλέπω χαιρομαι
κι ήρθε μεγαλος απ' το βουνό γαμψονυχος αετός
κι όλες απ' το λαιμό τις άρπαξε και σκοτωσε,
αυτές πεσαν σωριαστηκαν στο σπίτι,κι αυτος
στον λαμπρό ανέβηκε αερα,και τοτ'εγω έκλαιγα
και μέσ'στο όνειρο θρηνουσα,και γύρω μου οι Αχαιες
μαζεύτηκαν οι ομορφομαλλουσες,που φώναζα κι έκλαιγα,
γιατι αετός μού σκότωσε τις χήνες,
κι εκείνος αφού ξαναγυρισε και στου σπιτιου σε δοκάρι
κάθισε που προεξειχε μ'ανθρωπινη φωνή με ηρεμησε
και είπε:ησύχαζε,τού φημιστου Ικάριου κόρη,
δεν ειναι ονειρο,αλλά όραμα αληθινό,που θα σού βγει,
οι χήνες οι μνηστήρες,κι εγώ που πριν αετός πουλί ήμουν
τώρα όμως ο άντρας σου κι έχω γυρίσει,που σ' όλους
θα φέρω τούς μνηστήρες άδοξο τέλος,
έτσι μίλησε,και τότ'εμενα ο γλυκός μ'αφησε υπνος,
και γύρω κοιτάζοντας τις χήνες στο σπίτι ειδα
στάρι να τσιμπολογουν στη λεκάνη,όπου και πριν.
.
ἀλλ' ἄγε μοι τὸν ὄνειρον ὑπόκριναι καὶ ἄκουσον.535
χῆνές μοι κατὰ οἶκον ἐείκοσι πυρὸν ἔδουσιν
ἐξ ὕδατος, καί τέ σφιν ἰαίνομαι εἰσορόωσα·
ἐλθὼν δ' ἐξ ὄρεος μέγας αἰετὸς ἀγκυλοχήλης
πᾶσι κατ' αὐχένας ἦξε καὶ ἔκτανεν· οἱ δ' ἐκέχυντο
ἁθρόοι ἐν μεγάροισ', ὁ δ' ἐς αἰθέρα δῖαν ἀέρθη.540
αὐτὰρ ἐγὼ κλαῖον καὶ ἐκώκυον ἔν περ ὀνείρῳ,
ἀμφὶ δέ μ' ἠγερέθοντο ἐϋπλοκαμῖδες Ἀχαιαί,
οἴκτρ' ὀλοφυρομένην, ὅ μοι αἰετὸς ἔκτανε χῆνας.
ἂψ δ' ἐλθὼν κατ' ἄρ' ἕζετ' ἐπὶ προὔχοντι μελάθρῳ,
φωνῇ δὲ βροτέῃ κατερήτυε φώνησέν τε·545
«θάρσει, Ἰκαρίου κούρη τηλεκλειτοῖο·
οὐκ ὄναρ, ἀλλ' ὕπαρ ἐσθλόν, ὅ τοι τετελεσμένον ἔσται.
χῆνες μὲν μνηστῆρες, ἐγὼ δέ τοι αἰετὸς ὄρνις
ἦα πάρος, νῦν αὖτε τεὸς πόσις εἰλήλουθα,
ὃς πᾶσι μνηστῆρσιν ἀεικέα πότμον ἐφήσω.»550
ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐμὲ μελιηδὴς ὕπνος ἀνῆκε·
παπτήνασα δὲ χῆνας ἐνὶ μεγάροισ' ἐνόησα
πυρὸν ἐρεπτομένους παρὰ πύελον, ἧχι πάρος περ.»
..
.
.
Ανάλυση τού αποσπάσματος από την Ομήρου Οδύσσεια ραψωδία τ' στίχοι 535-553,-το όνειρο τής Πηνελοπης-με τη θεωρία του Vladimir Propp,
Morphology of the Folktale(Μορφολογία τού παραμυθιού)
που χωρίζει τα παραμύθια σε λειτουργίες και αρχέτυπα.
-
Ανάλυση του ονείρου τής Πηνελοπης με τη θεωρία του Propp:
1. Η ηρωίδα/ήρωας:
Η τού «φημιστου Ικάριου κόρη», είναι η ηρωίδα. Όλη η αφήγηση γίνεται από την οπτική της, είναι αυτή που βιώνει την απώλεια και την απειλή.
2. Αρχέτυπα:
Αντιήρωας/Κακός (villain): Ο γαμψονύχης αετός από το βουνό, που αρπάζει και σκοτώνει τις χήνες. Στο αρχικό στάδιο του παραμυθιού, φαίνεται να είναι απειλητικός και επικίνδυνος.
Δωρητής (donor): Ο αετός που μεταμορφώνεται σε άντρα της. Παρέχει καθοδήγηση και προστασία, αλλά εμφανίζεται ως απειλή αρχικά.
Μνηστήρες (helper/target): Οι χήνες που τρώνε στάρι είναι οι «μνηστήρες», σύμβολα των πραγμάτων που την συνδέουν με την καθημερινότητα, τη φροντίδα ή τη ζωή της πριν την κρίση.
3. Λειτουργίες Propp που εμφανίζονται στο όνειρο:
1. Απουσία/Έλλειψη (Absentation): Οι χήνες εμφανίζονται ήρεμες και τρώνε στάρι, κάτι που δημιουργεί αίσθημα πληρότητας.
2. Επίθεση (Villainy): Ο αετός επιτίθεται και σκοτώνει τις χήνες, προκαλώντας απώλεια και λύπη στην ηρωίδα.
3. Αντίδραση ηρωίδας (Reaction): Θρηνεί και καλεί τις Αχαιές, δείχνοντας την κοινωνική υποστήριξη και την ανάγκη για βοήθεια.
4. Καθοδήγηση/Δώρο (Provision/Donor function): Ο αετός εμφανίζεται ξανά,
αλλά τώρα μιλάει ανθρώπινα και προσφέρει ερμηνεια: δεν είναι όνειρο, αλλά όραμα, και θα έχει αίσιο τέλος.
5. Μεταμόρφωση/Αποκατάσταση (Transformation/Return): Ο πρώην αετός γίνεται σύζυγος και προστάτης, και οι χήνες επιστρέφουν ασφαλείς, τρώγοντας και πάλι στάρι στο σπίτι.
4. Συμβολισμοί ονείρου:
Οι χήνες = μνηστήρες, καθημερινές χαρές, φροντίδα, ή απλές απολαύσεις που κινδυνεύουν.
Ο αετός = φόβος, απειλή, αλλά και μεταμόρφωση σε προστάτη/σύζυγο → σύμβολο δύναμης που αλλάζει μορφή.
Το στάρι στο σπίτι = αφθονία, ασφάλεια, ζωή που συνεχίζεται.
Η αναγνώριση του οράματος = επίγνωση ότι τα εμπόδια και οι απώλειες δεν είναι τελικά μόνιμα και θα φέρουν αλλαγή.
.
.
-Α-
Ένα μικρό παραμύθι
(μύησης)
Μια κόρη ζούσε στο σπίτι της ευτυχισμένα με τις χήνες της, που τσιμπολογούσαν στάρι στην αυλή. Και ξαφνικά, ένας γαμψονύχης αετός κατέβηκε από το βουνό και τις άρπαξε από'το.λαιμο,σκοτώνοντάς τις.
Η κόρη βλεπωντας αυτό έκλαιγε και θρηνούσε.Τοτε την άκουσαν οι
φίλες της κι έτρεξαν να την βοηθησουν.
Κι ηρθε τότε θα ο αετός απ' τα βουνά, και μίλησε μ'ανθρώπινη φωνή
και είπε:
Μην φοβάσαι. Αυτό δεν είναι όνειρο, αλλά όραμα. Εγώ, που ήμουν αετός,
τώρα είμαι ο άντρας σου και θα φέρω τέλος στους φόβους σου.
Κι έτσι,έτσι εγινε.
Ο αετός έγινε παλικάρι,και στάθηκε εκεί μπροστά της.
Κι η κόρη τον αγάπησε κι είδε πάλι τις χήνες της στην αυλη να
τσιμπολογουν το στάρι.
Και γρήγορα έγιναν οι γάμοι τους και γέμισε χαρά το σπιτι
.
.
-Β-
Παραμύθι μύησης
(με εφαρμογή των 31 λειτουργιών τού Vladimir' Propp,από το έργο του:
Morphology of folktale (Μορφολογία τού παραμυθιού)
1: Η Απουσία και η Αρχική Ηρεμία
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια μακρινή ήλχώρα από δω,ζούσε μια κόρη.
Κάθε μέρα που ξημερώνει φρόντιζε τις χήνες της, που τσιμπολογούσαν στάρι στην αυλή της. Η ζωή κυλούσε ήρεμα και γεμάτη χαρά, και η κόρη ήταν ευτυχισμένη.
(Λειτουργία 1: Απουσία/Absentation ,η ζωή ήταν ήρεμη, αλλά κάτι έλειπε για να ξεκινήσει η περιπέτεια.)
2: Η Επίθεση του Αντιήρωα
Μια μέρα, από τα ψηλά βουνά, κατέβηκε ένας γαμψονύχης αετός. Άρπαξε
απ' το.λαιμο όλες τις χήνες και τις σκότωσε, αφήνοντας το σπίτι άδειο και
την κόρη να κλαίει και να θρηνεί.Οι φίλες της άκουσαν τις φωνές της και μαζεύτηκαν γύρω της να την παρηγορισουν,αλλά ήταν αδυνατο.
(Λειτουργία 8: Κακό/Aggravation of villainy ,επίθεση από τον αετό.)
3: Η Αντίδραση της Ηρωίδας
Η κόρη θρηνούσε με λυγμούς και φώναζε . Η καρδιά της ήταν βυθισμένη στη λύπη, αλλά η αγάπη της για τις χήνες και η ελπίδα της να τις δει ξανά ζωντανές την κράτησαν δυνατή.
(9: Αντίδραση/Reaction,θρηνεί, ζητά βοήθεια.)
Κεφάλαιο 4: Ο Δωρητής εμφανίζεται
Ο αετός ξαναγυρισε, αλλά αυτή τη φορά μίλησε μ'ανθρώπινη φωνη.
«Μην φοβάσαι. Δεν είναι όνειρο, αλλά όραμα. Οι χήνες θα ζήσουν ξανά,
κι εγώ, που ήμουν αετός, θα είμαι τώρα ο άντρας σου.Ομως για να συμβεί
αυτό πρέπει να δοκιμαστείς τρεις φορές.Κι αυτο είναι το μαγικό ραμβδι.
(Λειτουργίες 12-14: Δωρητής/Donor ,ο αετός δοκιμάζει την ηρωίδα, προσφέρει μαγικό μέσο.)
5: Η Αποστολή
Η κόρη έπρεπε να ταξιδέψει σε τρία.μέρη για να επαναφέρει τις χήνες.τής:
Πρωτα στο Δάσος των Ψιθύρων, όπου τα δέντρα κρατούσαν μυστικά.
Δευτέρα στη Λίμνη των Αντανακλάσεων, όπου οι αληθινές επιθυμίες φανερώνονταν.
Και τριτον στο Βουνό του Ανεμοστρόβιλου, όπου ζούσε ο φύλακας τής χωρας
(Λειτουργίες 16-17: Αποστολή/Struggle ,η ηρωίδα πρέπει να περάσει δοκιμασίες.)
6: Οι Δοκιμασίες
Στο Δάσος των Ψιθύρων, η κόρη έμαθε να ακούει τις φωνές των ζώων και των φυτών.
Στη Λίμνη των Αντανακλάσεων, αναγνώρισε την πραγματική της δύναμη και την αγάπη της για τις χήνες.
Στο Βουνό του Ανεμοστρόβιλου, αντιμετώπισε ξανά τον γαμψονύχη αετό, που πλέον ήθελε να την δοκιμάσει για την αποφασιστικότητα της.
(Λειτουργίες 18-19: Αντιπαράθεση/Brandishing a magical agent , η ηρωίδα χρησιμοποιεί το μαγικό ραβδί.)
7: Η Νίκη
Με το μαγικό ραβδί, η κόρη επανέφερε τις χήνες στη ζωή. Ο αετός αναγνώρισε την αξία της και υποτάχθηκε στην αγάπη και την καρδιά της. Οι χήνες επέστρεψαν στο σπίτι και το στάρι ήταν ξανά στη λεκάνη.
(Λειτουργίες 20-21: Νίκη/Resolution ,η ηρωίδα κερδίζει και αποκαθιστά την τάξη.)
8: Επιστροφή και Ανταμοιβή
Η κόρη ξαναγυρισε στο σπίτι της με τον άντρα της, που πριν ήταν αετός, και
τώρα ήταν δίπλα της και την προστατευε .Κι οι αγαπημένες χήνες της στην
αυλή τσιμπολογουν το στάρι.
(Λειτουργίες 22-31: Επιστροφή, Ανταμοιβή, Αποκατάσταση τάξης, Νίκη και τιμωρία του αντιήρωα.)
Κεφάλαιο 9: Το Μαγικό Τέλος
Κι έμαθε ότι οι απώλειες είναι προσωρινές,οι φόβοι περνούν και η
αληθινή αγάπη φέρνει την ευτυχία.
Γίναν οι γάμοι της κόρης με τον άντρα της που ήταν πρώτα αετός.
και το σπίτι της ξανάγινε χαρουμενο.
.
.
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια κοινή χώρα από δω,ζούσε μια κόρη.
Κάθε μέρα που ξημερώνει φρόντιζε τις χήνες της, που τσιμπολογούσαν στάρι στην αυλή της. Η ζωή κυλούσε ήρεμα και γεμάτη χαρά, και η κόρη ήταν ευτυχισμένη.
Μια μέρα, από τα ψηλά βουνά, κατέβηκε ένας γαμψονύχης αετός. Άρπαξε
απ' το.λαιμο όλες τις χήνες και τις σκότωσε, αφήνοντας το σπίτι άδειο και
την κόρη να κλαίει και να θρηνεί.Οι φίλες της άκουσαν τις φωνές της και μαζεύτηκαν γύρω της να την παρηγορισουν,αλλά ήταν αδυνατο.
Η κόρη θρηνούσε με λυγμούς και φώναζε . Η καρδιά της ήταν βυθισμένη στη λύπη, αλλά η αγάπη της για τις χήνες και η ελπίδα της να τις δει ξανά ζωντανές την κράτησαν δυνατή.
Ο αετός ξαναγυρισε, αλλά αυτή τη φορά μίλησε μ'ανθρώπινη φωνη.
«Μην φοβάσαι. Δεν είναι όνειρο, αλλά όραμα. Οι χήνες θα ζήσουν ξανά,
κι εγώ, που ήμουν αετός, θα είμαι τώρα ο άντρας σου.Ομως για να συμβεί
αυτό πρέπει να δοκιμαστείς τρεις φορές.Κι αυτο είναι το μαγικό ραμβδι.
Η κόρη έπρεπε να ταξιδέψει σε τρία.μέρη για να επαναφέρει τις χήνες.τής:
Πρωτα στο Δάσος των Ψιθύρων, όπου τα δέντρα κρατούσαν μυστικά.
Δευτερα στη Λίμνη των Αντανακλάσεων, όπου οι αληθινές επιθυμίες φανερώνονταν.
Και τριτα στο Βουνό του Ανεμοστρόβιλου, όπου ζούσε ο φύλακας τής χωρας
Στο Δάσος των Ψιθύρων, η κόρη έμαθε να ακούει τις φωνές των ζώων και
των φυτών.
Στη Λίμνη των Αντανακλάσεων, αναγνώρισε την πραγματική της δύναμη και
την αγάπη της για τις χήνες.
Στο Βουνό του Ανεμοστρόβιλου, αντιμετώπισε ξανά τον γαμψονύχη αετό,
που πλέον ήθελε να την δοκιμάσει για την αποφασιστικότητα της.
Με το μαγικό ραβδί, η κόρη επανέφερε τις χήνες στη ζωή. Ο αετός αναγνώρισε την αξία της και υποτάχθηκε στην αγάπη και την καρδιά της. Οι χήνες επέστρεψαν στο σπίτι και το στάρι ήταν ξανά στη λεκάνη.
Η κόρη ξαναγυρισε στο σπίτι της με τον άντρα της, που πριν ήταν αετός, και
τώρα ήταν δίπλα της και την προστατευε .Κι οι αγαπημένες χήνες της στην
αυλή τσιμπολογουν το στάρι.
Κι έμαθε ότι οι απώλειες είναι προσωρινές,οι φόβοι περνούν και η αληθινή
αγάπη φέρνει την ευτυχία.
Γρήγορα ίναν οι γάμοι τής κόρης με τον άντρα της που ήταν πρώτα αετός.
και το σπίτι της ξανάγινε χαρουμενο.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η εικόνα και το θέαμα αντικαθιστούν την πραγματικότητα
στην μετανεωτερικη εποχη
Η Εικόνα και το Θέαμα ως Υποκατάστατα της Πραγματικότητας στη Μετανεωτερική Εποχή
Η μετανεωτερικότητα (ή ύστερη νεωτερικότητα) χαρακτηρίζεται από την αποδόμηση των σταθερών, την αμφισβήτηση των «μεγάλων
αφηγήσεων» (Lyotard) και την επικράτηση της εικόνας ως κυρίαρχου φορέα νοήματος. Στο πλαίσιο αυτό, η πραγματικότητα δεν βιώνεται άμεσα, αλλά μέσα από αναπαραστάσεις ,εικόνες, μέσα, θεάματα και ψηφιακές αναπαραγωγές που δημιουργούν την ψευδαίσθηση της εμπειρίας.
Η μετάβαση από την «κοινωνία της παραγωγής» στην κοινωνία της κατανάλωσης και του θεάματος (Guy Debord, La Société du spectacle, 1967) σηματοδοτεί την αντικατάσταση του βίωματος από την εικόνα, της ουσίας από την επιφάνεια, του πραγματικού από το φαντασιακό.
Ο Baudrillard στο έργο του Simulacres et Simulation (1981) υποστηρίζει ότι στη μετανεωτερική εποχή η αναπαράσταση δεν αντανακλά την πραγματικότητα, αλλά τη δημιουργεί. Οι εικόνες δεν είναι «αντίγραφα» του πραγματικού, αλλά προσομοιώσεις (simulacra) που προηγούνται και υποκαθιστούν το πραγματικό.
«Ζούμε σε έναν κόσμο όπου το πραγματικό εξαφανίζεται, αντικαθίσταται από τα σημεία του πραγματικού.»
Σύμφωνα με τον Baudrillard:
1ο στάδιο: η εικόνα αντανακλά την πραγματικότητα.
2ο στάδιο: η εικόνα τη διαστρεβλώνει.
3ο στάδιο: η εικόνα αποκρύπτει ότι δεν υπάρχει πραγματικότητα.
4ο στάδιο: η εικόνα γίνεται η ίδια η πραγματικότητα — το υπερπραγματικό.
Παράδειγμα:
Οι τουριστικές εμπειρίες μέσω Instagram ,οι άνθρωποι ταξιδεύουν όχι για να ζήσουν, αλλά για να παράγουν εικόνες που επιβεβαιώνουν μια ταυτότητα.
Η εικόνα του ταξιδιού γίνεται πιο «αληθινή» από το ίδιο το ταξίδι.
Προγενέστερος του Baudrillard, ο Debord περιγράφει την κοινωνία του ύστερου καπιταλισμού όπου «ό,τι ήταν ζωντανό έχει μετατραπεί σε αναπαράσταση».
Το θέαμα είναι όχι απλώς σύνολο εικόνων, αλλά κοινωνική σχέση μέσω εικόνων.
«Το θέαμα δεν είναι μια συλλογή εικόνων, αλλά μια κοινωνική σχέση που διαμεσολαβείται από εικόνες.»
Στο θέαμα, ο άνθρωπος παύει να είναι δρων υποκείμενο και μετατρέπεται σε παθητικό θεατή. Το ζην αντικαθίσταται από το φαίνεσθαι.
Η καθημερινή ζωή γίνεται σκηνή, όπου το σημαντικό δεν είναι το τι βιώνεται, αλλά το πώς παρουσιάζεται.
Παραδείγματα:
Η πολιτική ως τηλεοπτικό ή ψηφιακό θέαμα (τηλεμαχίες, σκηνοθετημένες εμφανίσεις).
Οι διαφημίσεις που δεν πουλούν προϊόντα, αλλά ονειρικές ταυτότητες.
Οι influencers που μετατρέπουν την ιδιωτική τους ζωή σε δημόσιο θέαμα.
σημεία.
Τα social media αποτελούν την πιο καθαρή έκφραση του μετανεωτερικού θεάματος.
Η ταυτότητα συγκροτείται μέσω της αυτο-αναπαράστασης, των εικόνων,
των stories, των reels.
Η καθημερινότητα σκηνοθετείται για να γίνει ορατή, και η «αυθεντικότητα» μετατρέπεται σε αισθητική στρατηγική.
«Δεν ζω για να υπάρχω,υπάρχω επειδή προβάλλομαι.»
Παραδείγματα:
Το «Instagrammable» φαγητό που επιλέγεται για την εικόνα του, όχι τη γεύση.
Οι selfies σε στιγμές λύπης ή δυσκολίας, ως ανάγκη αισθητικοποίησης της εμπειρίας.
Οι “filters” και η επεξεργασία φωτογραφιών που αντικαθιστούν το πραγματικό πρόσωπο με ένα ψηφιακό είδωλο.
Η εικόνα, πλέον, δεν αναπαριστά τον εαυτό ,τον παράγει.
Η πολιτική επικοινωνία μετατρέπεται σε τηλεοπτική αφήγηση ή ψηφιακό θέαμα.
Η ουσία (πολιτική θέση, ιδεολογία) αντικαθίσταται από επικοινωνιακή εικόνα, “branding” και “performance”.
Παραδείγματα:
Οι πολιτικοί χρησιμοποιούν τα social media όχι για διάλογο, αλλά για κατασκευή προσωπικού μύθου (με εικόνες καθημερινότητας, “behind the scenes” στιγμές).
Οι προεκλογικές καμπάνιες στηρίζονται σε οπτικές εντυπώσεις: το χαμόγελο,
το ντύσιμο, η σκηνοθεσία των ομιλιών.
Η πολιτική, κατά τον Baudrillard, έχει μετατραπεί σε υπερ-ρεαλιστικό σόου,
όπου η διάκριση μεταξύ πραγματικού γεγονότος και τηλεοπτικής αφήγησης καταργείται.
Από τον Πόλεμο του Κόλπου (1991) μέχρι την Ουκρανία, ο πόλεμος παρουσιάζεται ως τηλεοπτικό ή ψηφιακό γεγονός, όχι ως τραγωδία.
Οι εικόνες του πολέμου καταναλώνονται σε πραγματικό χρόνο ,καθιστώντας
τον θεατή αποστασιοποιημένο.
Baudrillard (1991): “The Gulf War Did Not Take Place” δηλαδή, ο πόλεμος υπήρξε ως τηλεοπτικό γεγονός, όχι ως βιωμένη εμπειρία.
Σήμερα, τα drones, τα live streams, οι εικόνες από TikTok και Telegram μετατρέπουν τον πόλεμο σε περιεχόμενο, σε ψηφιακό αφήγημα όπου η φρίκη αισθητικοποιείται.
Η μετανεωτερική κουλτούρα βασίζεται στην οικονομία της προσοχής:
η αξία ενός γεγονότος δεν εξαρτάται από το περιεχόμενό του, αλλά από το
πόσο ορατό είναι.
«Δεν έχει σημασία αν κάτι είναι αληθινό,σημασία έχει αν είναι viral.»
Η εικόνα μετατρέπεται σε νόμισμα:
όσο περισσότερο προβάλλεται, τόσο περισσότερο αποκτά αξία.
Η πραγματικότητα υποχωρεί μπροστά στη λογική της θεαματικότητας.
Παραδείγματα:
Τα “clickbait” δημοσιεύματα που παραποιούν την είδηση για περισσότερα views.
Οι influencers που αναπαριστούν την κατανάλωση ως τρόπο ύπαρξης.
Οι εταιρείες που παράγουν «brand stories» αντί για προϊόντα.
Η τέχνη, που κάποτε επιζητούσε την αυθεντική έκφραση, τώρα παίζει με την επιφάνεια, την ειρωνεία και την προσομοίωση.
Παραδείγματα:
Η pop art του Warhol, που ανέδειξε τη μαζική εικόνα ως τέχνη, προεικονίζοντας τον σημερινό κόσμο των memes και των brands.
Τα NFT έργα, όπου η «αυθεντικότητα» δεν είναι υλική αλλά ψηφιακή πιστοποίηση, η εικόνα αξίζει επειδή φαίνεται σπάνια, όχι επειδή είναι.
Οι ψηφιακοί καλλιτέχνες που συνθέτουν την αισθητική του θεάματος με την εμπορική λογική της αγοράς.
Η τέχνη δεν αντιστέκεται πλέον στο θέαμα ,το αφομοιώνει.
Η ζωή ως εικόνα: το τέλος της εμπειρίας
Στη μετανεωτερική εποχή, ο άνθρωπος δεν ζει για να βιώσει, αλλά για να αναπαραστήσει.
Η εμπειρία μετατρέπεται σε περιεχόμενο, η μνήμη σε αρχείο εικόνων, η συγκίνηση σε emoji.
Ο Σλάβοϊ Ζίζεκ σημειώνει πως η σύγχρονη εμπειρία χαρακτηρίζεται από το φαινόμενο της «αποστασιοποιημένης συμμετοχής» ,νιώθουμε μέσα από την εικόνα, χωρίς να εμπλεκόμαστε.
Παράδειγμα: Η παρακολούθηση μιας τραγωδίας (π.χ. φυσικής καταστροφής ή πολέμου) στο διαδίκτυο προκαλεί συγκίνηση, αλλά όχι δράση. Η εμπειρία είναι εικονική, όχι ηθική.
Παρά την κυριαρχία της εικόνας, αναπτύσσονται και αντι-κινήσεις που επιδιώκουν την επιστροφή στην αυθεντική εμπειρία:
Κίνημα “digital detox” — αποσύνδεση από την οθόνη.
Slow movements (slow food, slow living) — έμφαση στο βίωμα αντί της προβολής.
Αναβίωση της χειροποίητης τέχνης και της αναλογικής φωτογραφίας, ως αντίσταση στην απώλεια της αφής και της υλικότητας.
Ωστόσο, ακόμη κι αυτές οι κινήσεις συχνά αιχμαλωτίζονται από το ίδιο το θέαμα: προβάλλονται στο Instagram ως «εναλλακτικός τρόπος ζωής», μετατρέποντας την αυθεντικότητα σε νέα μορφή αισθητικοποίησης.
Η μετανεωτερική εποχή είναι η εποχή όπου το φαίνεσθαι υπερισχύει του είναι.
Η εικόνα δεν αναπαριστά τον κόσμο,τον αντικαθιστά.
Το θέαμα δεν είναι εξωτερική δύναμη, αλλά ο ίδιος ο τρόπος ύπαρξης μέσα
σε έναν κόσμο όπου η εμπειρία, η πολιτική, η τέχνη και η ταυτότητα έχουν
γίνει αναπαραστάσεις.
Ο Baudrillard μιλά για το «τέλος του πραγματικού».
Ο Debord, για την «παθητικοποίηση του ανθρώπου».
Όλοι συγκλίνουν σε ένα συμπέρασμα:
στην εποχή της εικόνας, η πραγματικότητα υπάρχει μόνο εφόσον απεικονίζεται.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφράζοντας κατευθειαν λαϊκά
Λουκιανου
Εταιρικοὶ Διάλογοι
Μήτηρ καὶ Μουσάριον
μάνα.
αν βρούμε έναν άλλον τέτοιον αγαπητικό,Μουσιτσα μου,όπως ο Χάρης,
τότε είναι να το γιορτάσουμε,στις τρεις χαρές να'μαστε,τώρα απ'αυτον
το γκόμενο ούτε ένα ευρώ πήρες,ούτε φόρεμα κανένα,ούτε γοβα,,
ούτε κολόνιες,αλλά όλο προφασεις κι ελπίδες ένα σωρό,'αν ο.πατερας...,
τότε κληρονομω,κι όλα δικά σου,και συ η αγαθιαρα νομίζεις πως θα σε στεφανωσει
Μουσιτσα.
μ'ορκιστηκε,μαμά μου,στην τιμή του
μάνα.
τώρα σωθηκαμε,γι'αυτό χτες για να πληρώσει τα χρέη του,κρυφά εν άγνοια μου,
τού 'δωσες το δαχτυλίδι,που φυσικά το γλεντησε,και πάλι σού 'φαγε τα δυο
περιδεραια τα πανάκριβα που στα δώρισε ο Χιώτης ο εφοπλιστής στο Παρίσι
φκιαγμενα,για τα γλέντια τού λέγαμενου με τη παρέα του,ορε τι μεγαλο κελεπουρι ειναι αυτός,ώφελος μεγάλο για μας.
Μουσιτσα.
αλλά είναι όμορφος,νεαρός,κι είναι ερωτευμένος,γιος πλουσίων,τραπεζίτης
ο μπαμπάς,δασκάλα η μαμά,και λέει πως θα με παντρευτει και μεγάλες ελπίδες έχουμε να ξελασπωσουμε,αν τα τιναξει ο γέρος του
μάνα.
α τώρα μάλιστα,Μουσιτσα,αν αγιρασουμε παπούτσια και ζητά ο έμπορος
λεφτά,θα του πούμε,ευρώ δεν έχουμε,πάρε όμως λιγες απ'τις ελπίδες μας,
και στον φούρναρη τα ίδια,κι αν μας ζητήσουν το ενοίκιο,περιμενετε,θα πούμε,
αν ο συμπέθερος τα τιναξει θα το δώσουμε μετά το γάμο,σαν δεν ντρεπεσε
να'σαι η μόνη απ'τις πουτανιτσες που ούτε σκουλαρίκι ούτε κολιέ ουτε
μεταξωτο κομπινεζον εχεις.
Μουσιτσα.
και τι έγινε,μαμά,μήπως είναι πιο καλύτερες και πιο γκομενες από μένα;
μάνα.
όχι,αλλά πιο καπατσες πιο πονηρές πιο γάτες,και δεν πιστεύουν παραμύθια,
από νεαρούς με το ψεμα στα χείλη,όρκους και κουραφεξαλα,ενώ εσύ η
κορόιδα το παίζεις πίστη και δεν πας μ'αλλον άντρα παρά μόνο με τον Χάρη,
και προχτές που'ρθε κείνος ο αγρότης απ' το Μενίδι που'χε μεσα στο πορτοφόλι
εκατομυρια,κι ήταν νεαρός,τον έστειλε ο πατέρας του και πούλησε το κρασί,
εσύ τον εδιωξες,και γαμιεσαι με τον Χάρη,που το παίζει Καζανόβας.
Μουσιτσα.
μα τι λες,μαμά,να τον παρατησω και να πάω μ'αυτον τον εργάτη που ζεχνει στη κοπριά,και ν'αφησω τον Χάρη το γλυκό μου γουρουνάκι.
μάνα.
εντάξει.εκεινος σου μυρίζει.και τον άλλον τον Φώντα που σου υποσχέθηκε
εκατομυριο γιατί δεν τον δέχτηκες,μήπως δεν ήταν ωραίος κι από πολη
και στην ίδια ηλικία με τον Χάρη;
Μουσιτσα.
τις λες τωρα;ο Χάρης απείλησε να μας σφάξει και τους δύο,αν μας πιάσει μαζί.
μάνα.
καλά,αυτό τ'ακουσαμε κι απ' αλλού,πόσοι άλλοι δεν απειλούν;μου φαίνεται θα μείνεις χωρίς γκόμενο στο τέλος απ'αυτα τα χαζά χωρίς και θα το μετανιώσεις κι από πουτανιτσα παρθενα σε μοναστήρι θα κλειστεις,α και σήμερα που'ναι τα γενέθλιά σου,τι δώρο θα σου κάνει;
Μουσιτσα.
δεν έχει φράγκο,μανουλα μου.
μάνα.
αυτός ούτε σκέφτεται να τα πάρει με κόλπο από τον πατέρα,ούτε παρακαλά
τη μάνα,απειλώντας οτι θα φύγει στα ξένα θα εξαφανιστεί,αν δεν πάρει,
παρά κάθεται σε μας και μας τα τρωει,ουτε δίνοντας δεκαρα μήτε αυτούς
που δίνουν αφηνει να πάρουμε,συ νομίζεις,Μουσιτσα μου,πως πάντα δεκαοκτώ χρονών θα'σαι;και τα ίδια θα σκέπτεται ο Χάρης,όταν πλουτίσει,η' η μάνα του
τού βρει νύφη με πολλά λεφτά;νομίζεις,πως θα θυμηθεί,τα δάκρυα και τα φιλιά και τους όρκους κοιτώντας μια προίκα πενταροδεκαρες;
Μουσιτσα.
και βέβαια θα θυμηθεί,απόδειξη,που μέχρι τώρα δεν παντρεύτηκε αλλη,
αν και τον πίεσαν πολύ αρνήθηκε.
μάνα.
μακάρι να μην διαψευστεί,αλλά τότε,Μουσιτσα μου,θα στο θυμησω εγώ.
.
.
μήτηρ
[1] ἂν δ᾽ ἔτι τοιοῦτον ἐραστὴν εὕρωμεν, ὦ Μουσάριον, οἷος ὁ Χαιρέας ἐστί, θῦσαι μὲν τῇ πανδήμῳ δεήσει λευκὴν μηκάδα, τῇ οὐρανίᾳ δὲ τῇ ἐν κήποις δάμαλιν, [p. 296] στεφανῶσαι δὲ καὶ τὴν πλουτοδότειραν, καὶ ὅλως μακάριαι καὶ τρισευδαίμονες ἐσόμεθα. νῦν ὁρᾷς παρὰ τοῦ νεανίσκου ἡλίκα λαμβάνομεν, ὃς ὀβολὸν μὲν οὐδεπώποτέ σοι δέδωκεν, οὐκ ἐσθῆτα, οὐχ ὑποδήματα, οὐ μύρον, ἀλλὰ προφάσεις ἀεὶ καὶ ὑποσχέσεις καὶ μακραὶ ἐλπίδες καὶ πολὺ τό, ἐὰν ὁ πατὴρ . . καὶ κύριος γένωμαι τῶν πατρῴων, καὶ πάντα σά. σὺ δὲ καὶ ὀμωμοκέναι αὐτὸν φὴς ὅτι νόμῳ σε γαμετὴν ποιήσεται.
Μουσάριον
ὤμοσε γάρ, ὦ μῆτερ, κατὰ ταῖν θεοῖν καὶ τῆς Πολιάδος.
μήτηρ
καὶ πιστεύεις δηλαδή· καὶ διὰ τοῦτο πρῴην οὐκ ἔχοντι αὐτῷ καταθεῖναι συμβολὴν τὸν δακτύλιον δέδωκας ἀγνοούσης ἐμοῦ, ὁ δὲ ἀποδόμενος κατέπιε, καὶ πάλιν τὰ δύο περιδέραια τὰ Ἰωνικά, ἕλκοντα ἑκάτερον δύο δαρεικούς, ἅ σοι ὁ Χῖος Πραξίας ὁ ναύκληρος ἐκόμισε ποιησάμενος ἐν Ἐρέσῳ· ἐδεῖτο γὰρ Χαιρέας ἔρανον συνεφήβοις ἀπενεγκεῖν. ὀθόνας γὰρ καὶ χιτωνίσκους τί ἂν λέγοιμι; καὶ ὅλως ἕρμαιόν τι ἡμῖν καὶ μέγα ὄφελος συμπέπτωκεν οὗτος.
Μουσάριον
[2] ἀλλὰ καλὸς καὶ ἀγένειος, καὶ φησὶν ἐραν καὶ δακρύει καὶ Δεινομάχης καὶ Λάχητος υἱός ἐστι τοῦ Ἀρεοπαγίτου καὶ φησὶν ἡμᾶς γαμήσειν καὶ μεγάλας ἐλπίδας [p. 297] ἔχομεν παρ᾽ αὐτοῦ, ἢν ὁ γέρων μόνον καταμύσῃ. [p. 249]
μήτηρ
οὐκοῦν, ὦ Μουσάριον, ἐὰν ὑποδήσασθαι δέῃ, καὶ ὁ σκυτοτόμος αἰτῇ τὸ δίδραχμον, ἐροῦμεν πρὸς αὐτόν, Ἀργύριον μὲν οὐκ ἔχομεν, σὺ δὲ τῶν ἐλπίδων ὀλίγας παρ᾽ ἡμῶν λαβέ· καὶ πρὸς τὸν ἀλφιτοπώλην τὰ αὐτά· καὶ ἢν τὸ ἐνοίκιον αἰτώμεθα, Περίμεινον, φήσομεν, ἔστ᾽ ἂν Λάχης ὁ Κολυττεὺς ἀποθάνῃ· ἀποδώσομεν γάρ σοι μετὰ τοὺς γάμους. οὐκ αἰσχύνῃ μόνη τῶν ἑταιρῶν οὐκ ἐλλόβιον οὐχ ὅρμον οὐ ταραντινίδιον ἔχουσα;
Μουσάριον
[3] τί οὖν, ὦ μῆτερ; ἐκεῖναι εὐτυχέστεραί μου καὶ καλλίους εἰσίν;
μήτηρ
οὔκ, ἀλλὰ συνετώτεραι καὶ ἴσασιν ἑταιρίζειν, οὐδὲ πιστεύουσι ῥηματίοις καὶ νεανίσκοις ἐπ᾽ ἄκρου τοῦ χείλους τοὺς ὅρκους ἔχουσι· σὺ δὲ εἶ πιστὴ καὶ φίλανδρος οὐδὲ προσίῃ ἄλλον τινὰ ὅτι μὴ μόνον Χαιρέαν· καὶ πρῴην μὲν ὅτε ὁ γεωργὸς ὁ Ἀχαρνεὺς ἧκε δύο μνᾶς κομίζων, ἀγένειος καὶ αὐτός — οἴνου δὲ τιμὴν ἀπειλήφει τοῦ πατρὸς πέμψαντος — σὺ δὲ ἐκεῖνον μὲν ἀπεμύκτισας, καθεύδεις δὲ μετὰ τοῦ Ἀδώνιδος Χαιρέου
Μουσάριον
τί οὖν; ἐχρῆν Χαιρέαν καταλείψασαν παραδέξασθαι τὸν ἐργάτην ἐκεῖνον κινάβρας ἀπόζοντα; λεῖός μοι, φασί, Χαιρέας καὶ χοιρίσκος Ἀχαρνικός. [p. 298]
μήτηρ
ἔστω· ἐκεῖνος ἀγροῖκος καὶ πονηρὸν ἀποπνεῖ. τί καὶ Ἀντιφῶντα τὸν Μενεκράτους μνᾶν ὑπισχνούμενον οὐδὲ τοῦτον ἐδέξω; οὐ καλὸς ἦν καὶ ἀστεῖος καὶ ἡλικιώτης Χαιρέου;
Μουσάριον
[4] ἀλλ᾽ ἠπείλησε Χαιρέας ἀποσφάξειν ἀμφοτέρους, εἰ λάβοι μέ ποτε μετ᾽ αὐτοῦ.
μήτηρ
πόσοι δὲ καὶ ἄλλοι ταῦτα ἀπειλοῦσιν; οὐκοῦν ἀνέραστος σὺ μενεῖς διὰ τοῦτο καὶ σωφρονήσεις καθάπερ οὐχ ἑταίρα, τῆς δὲ Θεσμοφόρου ἱέρειά τις οὖσα; ἐῶ τἆλλα. τήμερον Ἁλῶά ἐστι. τί δέ σοι δέδωκεν ἐς τὴν ἑορτήν; [p. 250]
Μουσάριον
οὐκ ἔχει, ὦ μαννάριον.
μήτηρ
μόνος οὗτος οὐ τέχνην εὕρηκεν ἐπὶ τὸν πατέρα, οὐκ οἰκέτην καθῆκεν ἐξαπατήσοντα, οὐκ ἀπὸ τῆς μητρὸς ᾔτησεν ἀπειλήσας ἀποπλευσεῖσθαι στρατευσόμενος, εἰ μὴ λάβοι, ἀλλὰ κάθηται ἡμᾶς ἐπιτρίβων μήτε αὐτὸς διδοὺς μήτε παρὰ τῶν διδόντων ἐῶν λαμβάνειν; σὺ δὲ οἴει, ὦ Μουσάριον, ὀκτωκαίδεκα ἐτῶν ἀεὶ ἔσεσθαι; ἢ τὰ αὐτὰ φρονήσειν Χαιρέαν, ὅταν πλουτῇ μὲν αὐτός, ἡ δὲ μήτηρ γάμον πολυτάλαντον ἐξεύρῃ αὐτῷ; μνησθήσεται ἔτι, οἴει, τότε τῶν δακρύων ἢ τῶν φιλημάτων ἢ τῶν ὅρκων πέντε ἴσως τάλαντα προικὸς βλέπων;
Μουσάριον
μνησθήσεται ἐκεῖνος· δεῖγμα δέ, ὡς οὐδὲ νῦν γεγάμηκεν, ἀλλὰ καταναγκαζόμενος καὶ βιαζόμενος ἠρνήσατο.
μήτηρ
γένοιτο μὴ ψεύδεσθαι. ἀναμνήσω δέ σε, ὦ Μουσάριον, τότε.
.
.
.
Ο λαβύρινθος τών φονων
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(και μια μελέτη ανάλυση )
1
Ο λαβύρινθος τών 2 ιστοριων
Η Ε. έλαβε το γράμμα το πρωί της Δευτέρας.
Ο πατέρας της ήταν νεκρός.Αυτοκτονία,
Καμία εξήγηση.Μόνο ένα όνομα: τού ηθικού αυτουργού.
Εκείνη δεν έκλαψε.
Έβαλε το γράμμα σε φάκελο, τον έκρυψε στο συρτάρι.
Το βράδυ βγήκε από το σπίτι. Περπάτησε ως το λιμάνι.
Είδε το νερό μαύρο, ήσυχο.
Σχεδιασε το σχέδιο.Οχι δικαιοσύνη.Σιχαινονταν τη λέξη.
Εκδίκηση.
Αυτόχθονα,καπου πολύ μακρια ένας συγγραφέας έγραφε.
Ένας κατάσκοπος είχε λάβει εντολή να στείλει ένα μήνυμα.
Το κρυπτογράφησης και το έβαλε μέσα στο διήγημα.
Σε ένα λαβύρινθο οπου κάθε πιθανότητα δημιουργούσε μιαν άλλη.
Δεν τον ένοιαζε καθόλου η φιλοσοφία.Τον ένοιαζε μονο να προλάβει.
Η Έ.πηγε στο εργοστάσιο που δούλευε.
Ο διευθυντής την καλεσε στο γραφείο του.Την συλληπηθηκε για τον
θάνατο τού πατέρα της.Της μίλησε ήρεμα, όπως πάντα.Προσοαθησε
να την παρηγορήσει.
Εκείνη χαμογέλασε, ευγενικά.Η ψυχραιμία της τρόμαξε και την ίδια.
Και η υποκρια αυτού τού ανθρώπου.
Το απόγευμα πήρε τηλεφωνο μια φίλη.Πρόσκληση για δείπνο, πρόσχημα
για το άλλοθι.
Το ραντεβού,ώρα μέρος,κανονίστηκε.
Το σχέδιο ήταν έτοιμο.
Την ίδια ώρα, ο συγγραφεας έμπαινε στο σπίτι του ενός καθηγητή μεσαιωνικής
λογοτεχνίας.
Ο καθηγητής τού μίλησε για έναν πρόγονό του συγγραφεα που είχε γραψει έναν λαβύρινθο σε ένα διήγημα.
Ο συγγραφεας προσπάθησε να φανεί ήρεμος.
Ο καθηγητης πηγε στη βιβλιοθήκη.Πηρε το βιβλιο.Οταν τού το έδειξε ο
συγγραφέας έβγαλε το περίστροφο και τον πυροβολησε.
Μια σφαίρα.Το μήνυμα στάλθηκε.
Η Έ.πήγε στο ξενοδοχείο στις εννέα,με έναν άγνωστο ναύτη εραστη.
Δεν χρειάζονταν τα λόγια,ξάπλωσαν στο κρεβάτι.
Εκείνος άφησε τα χρηματα στο κομοδίνο και έφυγε.
Εκείνη τα παράτησε,ανοιξε τη πόρτα,την και βγήκε από το δωμάτιο.
Ένιωθε βρώμικη, αλλά έτοιμη.
Στο εργοστάσιο, ο δουλευε δούλευε ως αργά.
Η Ε. χτύπησε την πόρτα και μπήκε στο γραφείο του
Εκείνος μόλις την είδε χαμογελασε.Παντα τού άρεσε ερωτικα.
Της ειπε να καθίσει.Εκεινη στάθηκε ορθια.
Της έφερε ένα ποτήρι ουίσκι.
Τότε εκείνη εβγαλε το περίστροφο.Η σφαίρα τον χτύπησε στη καρδιά.
Η δεύτερη, στην καρδιά.
Η Έ. κάλεσε την αστυνομία.
Η αστυνομία ήρθε σε δέκα λεπτά.Είπε πως αποπειράθηκε να την βιασει.
Η ιστορία της ήταν πειστική.
Αργότερα,ένας συγγραφέας,έγραψε ένα διήγημα.Ενα λαβυρινθο,όπου μέσα
του εξελίσσονταν,παρόμοια,άπειρες φορές οι δύο ιστορίες:
τής Ε.,και τής δολοφονίας τού καθηγητή.Εκδίκηση και κατασκοπια.
.
.
2
Ο χάρτης τών φονων
Την ξύπνησε ο ήχος τού τηλεφώνου.
Μια φωνή της είπε πως ο πατέρας της αυτοκτόνησε στη φυλακή.
Ήξερε πως τον αναγκασαν.Και ήξερε ποιος.
Πήγε στο σπίτι τού πατέρα της.Στο συρτάρι τού κομοδίνου βρήκε ενα διπλωμένο χαρτί.Το άνοιξε.Το σημειωμα,όχι με τον γραφικό χαρακτήρα τού πατέρα της, εγραφε:
Θα με σκοτώσουν, ψάξε στον χάρτη τού βιβλίου.
Είχε γραμμένο το όνομα τού συγγραφέας τού βιβλίου.
Η Έ. πήγε σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο.
Ο παλαιοβιβλιοπωλης ήξερε το όνομα.Εψαξε σε ένα ράφι και βρήκε το βιβλίο.
Ο συγγραφέας, τής είπε, ήταν κατάσκοπος.
Τον σκότωσαν για ένα μυστικό που κρυβόταν στο ίδιο το βιβλίο.
Η Ε.αγόρασε το βιβλίο.. Το διάβασε τη νύχτα.
Η ιστορία μιλούσε για έναν άνθρωπο που έγραψε ένα άπειρο μυθιστόρημα·
όπου κάθε επιλογή άνοιγε έναν άλλο κόσμο.
Στον κόσμο Α, ο ήρωας τού βιβλίου ζούσε.
Στον κόσμο Β, ήταν νεκρός.
Στον κόσμο Γ, κρατούσε όπλο.
Την άλλη μέρα η Ε,απόγευμα,πήγε στο εργοστάσιο που δούλευε ο πατέρας της.
Έβρεχε δυνατά.Η ομίχλη έκρυβε τα πάντα,τα διέλυε.
Στο γραφείο ήταν ο διευθυντής τού εργοστασιου.Συνεταιρος τού πατέρα της.
Σου έφερα το βιβλίο,τού ειπε.Και το άφησε μπροστά του πάνω στο γραφείο.
Εκείνος χαμογέλασε,προσπαθησε να κρυφτεί,ότι δεν καταλαβαίνει.
Η Έ. τον κοίταξε.
-Ποιος σου το έδωσε;τη ρώτησε.
Το αγόρασα σε ένα βιβλιοπωλειο.Καποιος το πούλησε χθες.Για να κρύψει
τον χαρτη.
Άνοιξε το βιβλίο,πήρε τον χάρτη και τον ανοιξε
Και τι δείχνει; ρώτησε ο διευθυντής.
Εσένα, τού είπε η Ε.Και έβγαλε το όπλο.Πυροβόλησε.Μία φορά.
Ύστερα άλλη μία.
Βγήκε έξω στο δρόμο.Ειχε νυχτώσει.Η βροχή είχε σταματήσει.Η ομίχλη
σκέπαζε τα πάντα.
Περιπλανηθηκε στη πολυκοσμία τής πόλης.
Στο μυαλό της η τελευταία φράση τού βιβλίου:
Κάθε φόνος είναι μια εκδοχή τού ίδιου φόνου.
.
.
3
Τελικά,μια εκδοχή είναι κι αυτή
Το τηλεγράφημα ήρθε λίγο πριν το μεσημέρι.
Η Έ. το διάβασε δυο φορές. Έλεγε πως ο πατέρας της αυτοκτόνησε.
Ηξερε τον άνθρωπο που τον ώθησε.
Εκείνο το ίδιο μεσημέρι,
Το ίδιο βράδυ,ένας κατάσκοπος διάβαζε ένα μήνυμα σε κώδικα.
Ήταν ενας λαβυρινθος από αναφορές και ψευδώνυμα.
Ήξερε ότι σύντομα θα πεθάνει.Έπρεπε, όμως, να γράψει πριν τον σκοτώσουν.
Το χειρόγραφο του δεν ήταν απλώς διήγημα. Ήταν ένα λαβυρινθος εκδοχων.
Η Έ., την ίδια ώρα, ειχε καταλάβει τη σκευωρια.
Ο διευθυντής στο εργοστάσιο που δουλεύε ο πατέρας της ως λογιστής,
και κατηγορηισε για τις κλεψιες του τον πατέρα της.
Η μόνη εκδοχη τής αντίδρασης ήταν η εκδικηση.
Τη νυχτα, πήγε σε ένα μπαρ.Μεσα στο ημίφως,και στη Jazz μουσική,ήπιε
τρία ουίσκι,και διάλεξε στη τύχη έναν νεαρό άντρα.
Τον πήγε σε ξενοδοχείο.Οτι έγινε έγινε σιωπηλά.
Την άλλη μέρα το πρωί πήρε το μέτρο και πήγε στο εργοστασιο.
Χτύπησε την πόρτα του γραφείου τού διευθυντή στις οκτώ και δέκα.
Εκείνος τής άνοιξε.
Η Ε. έβγαλε το περίστροφο από την τσάντα της και πυροβόλησε.
Μια φορά.
Ο άντρας τρανταχτηκε και έπεσε πάνω στο πάτωμα..
Εκείνη τηλεφώνησε στην αστυνομία.Είπε εκείνος πως προσπάθησε να την βιάσει.
Την ίδια ακριβώς ώρα ο συγγραφεας κατάσκοπος έγραφε τη τελευταία φράση τού διηγήματος του.Τού λαβυρινθου του.
Η εκδοχή μου συμβαίνει τωρα
Άκουσε βήματα να πλησιάζουν.Σήκωσε το κεφάλι.Τον είχαν βρει.
Σκέφτηκε πως σε μια άλλη εκδοχή τού λαβυρίνθου του, να μη σκοτωνόταν,
Αλλά τωρα δεν υπήρχε χρόνος για άλλη επιλογή.
Στην υπόθεση τής Ε. οι αστυνομικοί δεν καταλάβαιναν τα ξένα τής ιστορίας.
Ούτε το γιατί δεν υπήρχαν σημάδια πάλης.
Αλλά την πίστεψαν.Ήθελαν να την πιστέψουν.
Στο αρχείο γράφτηκε:
Δολοφονία εν αμυνει.
Τελικά,μια εκδοχή είναι κι αυτή.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οι Αντανακλάσεις
Βρέχει.Ο ντετέκτιβ Κ. στέκεται μπροστά σε ένα νεοκλασικό τριώροφο. .
Ο Κ. περνά την είσοδο. Οι τοίχοι είναι καλυμμένοι με καθρέφτες. Οι αντανακλάσεις τον πολλαπλασιάζουν..
Σε έναν καθρέφτη βλέπει τη μορφή μιας γυναίκας. Γυρνά ,δεν υπάρχει κανείς.
Φωτισμός χαμηλός. Βρίσκει τη φωτογραφία μιας γυναίκας. Στο πίσω μέρος, γραμμένο με πένα:
«Τη σκότωσα. Ή φαντάστηκα πως τη σκοτωσα. Ψάξε μες στους καθρέφτες.»
Βλέπει τη γυναίκα της φωτογραφίας να περπατά στο διάδρομο.Μεσα στον
καθρέφτη οι κινήσεις της επαναλαμβάνονται με μικρές διαφοροποιήσεις.
Στο φως στις σκιές.
Στην αίθουσα τών καθρεφτών η γυναίκα κάθεται σε πολυθρόνα. Ύστερα
σηκώνεται και περπατά.Ενας άντρας την παρακολουθεί
Στο δωμάτιο προβολής στο σπίτι του ο Κ. προβάλει τη ταινία.Σκηνες τής
γυναίκας.Πινει καφέ κοιτάζοντας τη κάμερα.Ενα χέρι εμφανίζεται μπροστά
από το πλάνο και την κρύβει.Μαυρο πλάνο.Υστερα βλέπει τη γυναίκα.Κοιταζει
κατευθείαν την κάμερα και λέει:
Μη με κοιτάς άλλο.
Τού τηλεφωνούν για τη δολοφονία.Νεκρος είναι ο άντρας.Ξαπλωμενος στο
πατωμα.Διπλα τού ένα σημείωμα.
Ο Κ.διαβαζει:
Έφτιαξα το κτίριο για να τη βλέπω. Ομως κάποια στιγμή έπαψε να υπάρχει για μένα. Ήταν πιο αληθινή όταν την έβλεπα, απ’ όταν την είχα.
Τώρα εγώ έγινα η αντανάκλασή της.
Το κτίριο υψώνεται γυάλινο, συμμετρικό.Ενας λαβύρινθος από καθρέφτες.
Η γυναίκα τον περιμένει.Δεν ξέρει αν τον αγαπά. Δεν θυμάται πια πότε άρχισε αυτή η ιστορία.
Ο άντρας παρατηρεί.Μπροστα σ'έναν καθρέφτη.Πίσω,το είδωλό του.
Η γυναίκα κάθεται σε μια μεταλλική καρέκλα από μέταλλο
«Ήσουν εδώ πριν, έτσι δεν είναι;»την ρωτα
«Ήμουν. Ή ίσως όχι.» απαντά εκεινη
.Ο άντρας μετράει τις κινήσεις της γυναίκας με ακρίβεια εμμονική: η γωνία με την οποία γύρισε το χέρι της, η λεπτή κάμψη της γάμπας της όταν βημάτισε ως την άλλη πλευρά τού χώρου, η ταλάντωση του μανικιού της στο φως.
Και η γυναίκα.Τον κοιτά. Ή δεν τον κοιτά. Ίσως τον κοιτά μέσα από έναν καθρέφτη. Κάνει έρωτα μαζί του, ή με το είδωλό του, ή με την ανάμνησή του,
ή με κάποιον άλλον που μοιάζει μ’ εκείνον και δεν είναι αυτός.
Η γυναίκα στέκεται γυμνή μπροστά από έναν καθρέφτη.
Ο άντρας την παρατηρεί.
Η σκηνή επαναλαμβάνεται.
Υπάρχει μια στιγμή που εκείνη φαίνεται να τον σκοτώνει.
Υπάρχει μια άλλη που εκείνος φεύγει.
Ή ίσως τίποτα από αυτά δεν συνέβη.
Η γυναίκα στέκεται μπροστά στον καθρέφτη.Το φως στο λευκού φορεμα.
Η πλάτη της γυμνη ως το τέλος της σπονδυλικής στήλης.
Ο άντρας την παρατηρεί από πίσω.
Κάποτε, την είχε φιλήσει στο λαιμο.Δεν είναι πια βέβαιος.
.Εκατοντάδες είδωλα τής ίδιας σκηνής: η γυναίκα με πλάτη γυμνή, ο άντρας
που κοιτά.
Η γυναίκα έχει σταυρώσει τα πόδια της στο δερμάτινο κάθισμα. .
«Θυμάσαι τότε που με παρατηρούσες γυμνή πίσω από τις περσίδες;»
τού λέει.
Ο άντρας δεν απαντά. .
«Ήμουν εκεί. Ή νόμιζα ότι ήμουν. Ίσως ήθελα να με δεις.»
εκείνη συνεχίζει.
Ένα κόκκινο σημάδι εμφανίζεται στον λαιμό του άντρα. Είναι μια γρατζουνιά,
ή ένα ίχνος από δάγκωμα.Η γυναίκα πλησιάζει αργά.Το παρατηρεί.
«Δεν ήμουν εγώ που το προκάλεσα αυτό.» λεει
«Θα μπορούσε να ήσουν.»λεει εκεινος
Η γυναίκα ξαπλωμένη, τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη της με μια μαύρη κορδέλα.Ο άντρας την αγγίζει μηχανικά· η αφή του μοιάζει με εξέταση αντικειμένου.Σχολιαζει την αντίδραση της.
Το στήθος της ανασηκώνεται. Η θηλή συσπάται. Το αριστερό της πόδι κάμπτεται 47 μοίρες. Το στόμα της μισανοίγει.
Ο άντρας την φιλά. Την δαγκώνει.Εκείνη καθοδηγεί τα πάντα.
Αυτό συνέβη πριν.
Όχι. Συμβαίνει τώρα.
Αν συμβεί πάλι, θα είναι διαφορετικό;
Η γυναίκα φορούσε λευκό φορεμα. Ή ίσως όχι. Το ύφασμα ήταν λευκό στον καθρέφτη απέναντί της, όμως στον καθρέφτη δίπλα της είχε μια πράσινη απόχρωση.
Ο άντρας στο βάθος καθισμένος σε μια καρέκλα στο βάθος γράφει,μπορεί και
να τη σχεδιαζει.
Η γυναίκα κάποτε βρίσκει ένα σημειωματάριο. Δεν είναι σίγουρη αν το έχει γράψει εκείνη ή εκεινο. Οι σελίδες του είναι γεμάτες σχέδια: κάτοψεις τού κτιρίου, βελάκια, αριθμοί, χρονικά διαστήματα, σχήματα σώματος σε διάφορες στάσεις. Πλάι σε ένα από τα σκίτσα υπάρχει γραμμένο:
"Το έγκλημα συνέβη. Ή πρόκειται να συμβεί. Ή δεν θα συμβεί ποτέ."
Τότε τον βλέπει.Μεσα σ'έναν καθρέφτη.Εκείνος στέκεται και την κοιτάζει. Εκείνη πλησιάζει. Τα χέρια της ακουμπούν τη λεία επιφάνεια.
«Με έκλεισες εδώ, στο βλέμμα σου.» τού λέει.
Η γυναίκα μπήκε στο κτίριο πρώτη.
Δεν θυμόταν γιατί είχε έρθει εκεί.Η αιθουσα ήταν ψυχρη, Στους τοίχους
καθρέφτες από το δάπεδο ως την.οροφη.Οι αντανακλάσεις πολλαπλασιάζονταν, θρυμματίζοντας το κορμί της.
Στην άλλη άκρη τής αιθουσας, είδε τον άντρα. Ήταν ήδη εκεί. Στεκόταν ακίνητος.
Τον ήξερε. Από πριν. Από κάπου.
Τον είχε αγαπήσει. Τον είχε πληγώσει. Εκείνος είχε φύγει.Κάτι είχε συμβεί.
Θυμούνταν μια σκηνη: να κάθεται σε ένα τραπέζι, ο άντρας απέναντι της, πότε
την κοιτάζει, ποτε εγραφε κάτι.
.«Ήσουν εδώ ή δεν ήσουν ποτέ;»λεει. .
Εκείνος δεν της απαντησε.Την κοιτούσε. Ήξερε ότι την παρακολουθούσε.
Ένιωθε το βλέμμα του,στο σώμα της.
Ένα πρωί, βρίσκει ένα σημείωμα:
“Αυτό που ψάχνεις δεν είναι τι συνέβη, αλλά πότε συνέβη.
Υπάρχεις, αλλά μόνο αν σε δει κάποιος."
Αρχίζει να βλέπει ξανά και ξανά σκηνές της σχέσης τους.Βλέπει τον ερωτα
τους. Τον χωρισμό.. Μια σκηνή βίας.Που δεν θυμόταν να συνέβη.
Σ’ έναν καθρέφτη τον βλέπει να την πνίγει. Σε άλλον, να της φτιάχνει καφέ.
Σε έναν τρίτο, τον βλέπει να σκουπίζει τα δάκρυά της.
Ένα πρωι η γυναίκα ξυπνά και τον βλέπει όρθιο μπροστά της.
«Δεν σε παρακολουθώ πια,» της λέει. «Είσαι ελεύθερη.»
«Ποιος ήσουν;» τον ρωτά. «Ο εραστής μου, ο δολοφόνος μου;"
Εκείνος χαμογελά. «Ό,τι χρειάστηκες για να βρεις τον εαυτό σου.»
Ο άντρας απομακρύνεται.. Ένας καθρέφτης τον καλύπτει
Ο ντετέκτιβ Κ.έφτασε στο κτίριο..
Το τηλεφώνημα ήταν παράξενο.
«Ένα έγκλημα πρόκειται να συμβεί στο Κτίριο με τους Καθρέφτες.
Ή ήδη συνέβη. Ή δεν θα συμβεί ποτέ. Ελάτε.»
Δεν ήταν η πρώτη φορά που άκουγε παράλογα πραγματα.Αλλά υπήρχε κάτι στον τόνο της φωνής,μια ψυχρή, σχεδόν απρόσωπη βεβαιότητα,που τον ώθησε να πάει.
Το κτίριο ήταν παλιό, εγκαταλειμμένο. Από έξω, δεν έδειχνε τίποτα το παράξενο: ένα τριώροφο, με νεοκλασικά στοιχεία και βαριά ξύλινη είσοδο. Όμως μέσα, όλα άλλαζαν.
Καθρέφτες παντού. Όχι μόνο στους τοίχους, αλλά και στην.οροφη,στις πόρτες, στους διαδρόμους
Ο Κ. δεν πίστευε στις μεταφυσικές ανοησίες. Έψαχνε μόνο την αλήθεια. Κάτι είχε συμβεί εδώ,ή θα συνέβαινε.
Βρήκε τη φωτογραφία τής γυναίκας πάνω σε ένα τραπέζι
Μια γυναίκα, με μαύρα μάτια, μαλλιά πιασμένα σφιχτά, να στέκεται μπροστά σε έναν καθρέφτη, το πρόσωπό της στραμμένο στο πλάι.
Στο πίσω μέρος τής φωτογραφίας, κάποιος είχε γράψει:
«Τη σκότωσα. Ή το φαντάστηκα. Ψάξε μες στους καθρέφτες.»
Η γυναίκα ήταν τριανταοκτώ ετών. Ο τελευταίος άνθρωπος που την είδε ήταν
ο σύντροφός της, μαθηματικός, εσωστρεφής, με εμμονή στη γεωμετρία και τις συμμετρίες. Είχαν ενοικιάσει το κτίριο ως καλλιτεχνικό στούντιο.
Ο Κ. βρήκε ίχνη και των δύο: ρούχα, αποτσίγαρα, σημειώσεις. Μα δεν υπήρχε νεκρό σώμα. Ούτε σημάδια πάλης. Ούτε αίμα.
Μόνο καθρέφτες.
Ο αντρας είχε εξαφανιστεί.Κανείς δεν τον είχε δει. Κανένα αποτύπωμα του. Μόνο τα σχέδιά του: εκατοντάδες σκίτσα καθρεφτών, γραμμών όρασης, σημείων παρατήρησης. Σαν να είχε μελετήσει το κτίριο όχι σαν αρχιτέκτονας, αλλά σαν θεατής που ήθελε να δει κάτι και να παραμείνει αόρατος.
Σε ένα δωμάτιο τού κτιριου, ο Κ. βρίσκει μια βιντεοταινία.
Στο δωμάτιο προβολής στο σπίτι του ο Κ. προβάλει τη ταινία.Σκηνες τής
γυναίκας.Σε μία κάθονταν στο πάτωμα. Σε άλλη, περπατούσε. Σε τρίτη, στεκόταν γυμνή, κοιτάζοντας κάποιον που δεν φαινόταν. Κάποιες φορές γύριζε και κοίταζε κατευθειαν την κάμερα.Και ύστερα, ένας άντρας να μπαινει μπροστα.Και το
πλανο.μαυριζει.Μετα βλέπει τη γυναίκα να γελά.
Όταν ξαναγύρισε ο Κ στο κτίριο με τούς καθρέφτες ήταν βέβαιος γι'αυτό που
θα αντικρύσει.
Στο κέντρο τής αίθουσας ενα νεκρό σώμα. Ήταν ο μαθηματικός.Δίπλα του,
ένα χαρτί.
Ο Κ. διαβασε:
«Νοικιασα το κτίριο για να τη βλέπω. Να την παρατηρώ σε κάθε της στιγμή.
Ομως εκείνη δεν ήθελε πια να υπάρχει για τα μάτια μου. Την κοιτούσα μέσα από
τούς καθρεφτες.Έγινε αντανάκλαση. Και τότε κατάλαβα: ήταν πιο αληθινή όταν την έβλεπα, εκεί απ’ όταν την είχα ζωντανή μπροστά μου.
Δεν τη σκότωσα.Εφυγε.Κι εγώ έμεινα με τα ειδωλα της.»
Η γνωματεύση τού ιατροδικαστή ήταν ότι ο άντρας είχε αυτοκτονήσει.
Με υπνωτικά χάπια.. Είχε μείνει εκεί μέρες, ίσως εβδομάδες. Μόνος, μέσα σε έναν λαβύρινθο από τις αντανακλάσεις τής γυναίκας.
Δεν υπάρχει πια υπόθεση. Δεν υπήρξε φόνος. Ή ίσως υπήρξε, αλλά όχι με αίμα.
Πριν φύγει ο Κ.από την αίθουσα κοιτάζει τους καθρέφτες. Και τότε, τη βλέπει.
Η γυναίκα. Περπατά. Σταματά. Κοιτάζει κατευθείαν προς τον καθρέφτη.
Προς αυτόν.Του χαμογελά.Και εξαφανίζεται.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θέατρο Σκιών ο Καραγκιόζης
Παράσταση 1η.
Ο Καραγκιόζης καθηγητής Γλωσσολογίας και Γεωμετρίας
Χατζηαβάτης:(προς τούς θεατές)
Γεια σας αξιότιμοι θεατές, κυρίες κύριοι και παιδιά .
Εδώ, μπροστά στο Πανεπιστήμιον της Παράγκας ,ο Καραγκιόζης θα αποδειξει θεώρηματα.
Θα το δουν κι αυτό τα μάτια μας και θα τ'ακουσουν τ'αυτια μας.
(φωνάζει)Καραγκιόζη ε Καραγκιόζη.
(Πετάγεται έξω από τη παραγκα ο Καραγκιόζης με ένα τεράστιο διαβητη
και ένα τρίγωνο στο κεφάλι.)
Καραγκιόζης:
Τι φωνάζεις,μωρέ γρουσουζη.Και μ'έκοψες πάνω στην αποδειξη!
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά)
Και τι αποδεικνυες;Το αρες μαρες κουκουναρες;
Καραγκιόζης:
φταίω τώρα εγώ να σε πιάσω τις 'παρε μωρέ φαπες '
Χατζηαβάτης:
Έλα,Καραγκιόζη,εγώ σε παραδέχομαι.Τι έχει σήμερα η παράσταση;
Καραγκιόζης:
Σήμερα,θα έχει μάθημα ανώτερης μαθηματικο-γλωσσολοδεσιας.
Θα αποδείξω το πέμπτο θεώρημα του Ευκλείδη.
Χατζηαβάτης:(με προποιητο θαυμασμό)
Ευγε,Καραγκιόζη.Και τι λέει αυτό το θεώρημα;
Καραγκιόζης:
Λέει,Χατζηαβάτη, ότι αν δύο ευθείαι τρακαρουν στα ίσα μια σε τρίτη και οι γωνίες τους τα κάνουν εντός και επί ταυτα,τότε οι ευθείαι δεν θα συναντηθούν πουθενά,
η' θα συναντηθούν στο μαντρι τού Μπαρμπα-Γιώργου η' στο Γαμο τού Καραγκιόζη.
Χατζηαβάτης:
Ενδιαφέρον θεώρημα.και τώρα ποια η αποδειξη.
Καραγκιόζης:
Βεβαίως.Να τη ζεστή ζεστή.Γλωσσολοδετικως.
Η λέξη “ευθεία” προέρχεται από το “ευ” και το “θέτω”. Δηλαδή κάτι που το θέτεις ευθέως,όπως όταν η Αγλαΐα μού ζητάει να φέρω ψωμί κι εγώ τής απαντώ “ευθέως ναι” και πάνω ευθέως στον φούρναρη και χραπ τη φρατζολα
ευθέως.
Χατζηαβάτης:
Ωραία απόδειξη.Ευθεια κλεψια.
Καραγκιόζης:
Και τώρα επειδή η παράσταση είναι 1+1 θα περιλαβω επί πλεων και τα Μπακακακια τού Αριστοφάνη.
Χατζηαβάτης:
Τους Βατράχους.Εξοχα.
Καραγκιόζης:
Ξέρεις γιατί τα Μπακακακια φώναζαν: “βρεκεκεκέξ κοάξ κοάξ”;
Χατζηαβάτης:
Που να ξέρω;μήπως ξέρω τη γλώσσα τους;
Καραγκιόζης:
είχαν κρίση ταυτότητας.
Χατζηαβάτης:
Σοβαρά;,τι λες;
Καραγκιόζης:
βεβαίως.Κανονικα έπρεπε να φωνάζουν:
μπακακακ μπακακακ μπακ μπακ
(από τη παραγκα τού Καραγκιόζη πετάγεται έξω η Αγλαΐα φωνάζοντας)
Καραγκιόζηηη. Άσε τις σοφιες. Τραβάς να φέρεις ψωμί.
Καραγκιόζης:(προς το κοινό)
Βλέπετε; Ευθέως πηγαινω και βουτάω,
γλωσολοδετικως απ' το βουτ,μπαμ.και βουτ.
Η πείνα,ευθέως, είναι το θεμελιώδες Θεώρημα τού Καραγκιόζη.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θέατρο Σκιών ο Καραγκιόζης
Η 2η παρασταση- “διάλεξη” τού Καραγκιόζη, πιο επιστημονικοποιημένη και πιο πεινασμένη.
(πανω στην παράγκα τού Καραγκιόζη μια επιγραφή: Ακαδημία Πεινασμένων Επιστημών.
Παράρτημα Παραγκας)
Χατζηαβάτης:
Καραγκιόζη,πάλι διάλεξη; Δεν χόρτασες ;
Καραγκιόζης:
Χορτενω εγώ,Χατζηχαβιαρη;
Ποτες τών φαών.
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά)
Και τι χορταστικό έχει το μενού σήμερα;
Καραγκιοζης:(σηκώνει το χέρι)
Εσύ θα φας φαπες μαπες.
(σοβαρευει)
Λοιπον το μενού σήμερα αρχίζει με το Θεώρημα τού Ευκλείδη:περί ισότητος τών γωνιών.
Χατζηαβάτης:
Θα μορφωθουμε με ισότητα.
Καραγκιόζης:
Να'ρθουμε στα ίσα μας.
Λέει, ότι τα τρίγωνα που έχουν ίσες πλευρές έχουν και ίσες γωνίες.
Κι επειδή η λέξη γωνία γλωσσολοδετικα προέρχεται από το “γονατίζω” θα γονατίσω να το αποδείξω.
Χατζηαβάτης:
Μα, αυτό δεν το λέει ο Ευκλείδης.
Καραγκιόζης:
Δεν ήξερε την Καραγκιόζικη αποδειξη.
Κι επειδή αν γονατίσω θα το αποδείξω ,τότε δεν χρειάζεται να γονατίσω,
όπερ εδειξε αποδείχτηκε.
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά)
Τι ευφυία.Και τώρα τι άλλο υψηλό μαθημα έχουμε;
Καραγκιόζης:
Αριστοφανης.Πεφτω απ'τα σύννεφα. Τις Νεφέλες.
Ο Σωκράτης κρέμεται στον αερα σ'ένα καλάθι,και σκέφτεται κοπανιστο αερα .
Αν όμως εγώ κρεμαστώ έτσι τότε βομβαρδισμός αερίων.
(Σηκώνει τα χέρια ψηλα)
Ὦ Νεφέλαι, χαρίεσσαι, ἀναφανδόν μοι φανεῖσαι.
και Καραγκιόζικα:
(προς τους θεατές)
συννεφάκια μου βρεξτε καμια φασολαδα να φάμε
αναφανδον
Χατζηαβάτης:
Τελειώσαμε;Χορτασαμε;
Καραγκιόζης:
Ποτέ.Τωρα έχουμε το κύριο μενού:Πτωχοπροδρομο φρικασέ.
Χατζηαβάτης:
Τι είναι αυτό είναι νόστιμο;
Καραγκιοζης:
Αυτός είναι ο πρώτος που έγραψε τη βιογραφία μου.
Της ίδιας συνομοταξίας με μένα,τής πειναστικής και λιγουρευτικης.
Ακουτε τι λέει
(προς τους θεατές)
Ουκ έχω ψωμί, ουδ’ οψάριον,
και πεινώ, και νηστεύω τοις πράγμασιν.
και καραγκιόζικα:
ούτε ψωμί έχω ούτε ψάρι
θα τα τιναξω απ' τη πείνα
και νηστεια.
Αδελφός μου καρδιακός σας λέω.
Χατζηαβάτης: Άρα, το συμπέρασμα,προφεσορα;
Καραγκιόζης:
Το συμπέρασμα είναι αυταποδεικτο:
Ο Ευκλειδης μετράει γωνίες.
ο Αριστοφάνης ειρωνευεται,
ο Πτωχοπρόδρομος
ψωμολυσσά.
Κι ο Καραγκιόζης πείνα.
(μέσα από τη παραγκα ακούγονται τα τρία παιδιά:
ο Κολητηρης,ο Κοπριτης,ο Μυριγκοκος,να φωνάζουν)
Μπαμπάκο, πεινάμεεεε,
τι θα φάμε;
Καραγκιόζης:(φωνάζει)
τη μάνα σας την Αγλαια
να φατε
σαν τρίγωνο τυρόπιτα.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θέατρο Σκιών ο Καραγκιόζης
Παράσταση 3η:
Ο Καραγκιόζης και η Θεία Γεωμετρία τής Πείνας
(Ο Καραγκιόζης κάθεται σε μια καρέκλα μπροστα απ' τη παραγκα.
Μια επιγραφή γράφει:
Οικος τής Φιλοσοφίας.
Κρατάει ένα τρίγωνο.Ερχεται ο Χατζηαβατης)
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά)
Χαιρε, σοφολογιοτατε Καραγκιόζη! Τι το επιστημονικον σήμερον:
Καραγκιόζης:(σηκώνεται από τη καρέκλα}
Φαπικον για σένα, μαλαγανα.
Και για σας(προς τους θεατές)Αξιότιμον Κοινόν,Κύριες Κύριοι και παιδιά,συμπεριλαμβανομένων τών τζαμπατζιδων,
θα διδάξω το Δωδέκατο Θεώρημα τού Ευκλείδη, γνωστό και ως “το θεώρημα του ψωμιού και τής συμμετρίας”!
Χατζηαβάτης:
Τι υπάρχει τέτοιο θεώρημα;
Καραγκιόζης:
Ασφαλώς,όσο υπάρχει συμμετρία στη πεινα.
Λοπον ο Ευκλείδης είπε:
Ίσαι επιφάνειαι έχουν ίσα εμβαδά.
Κι εγώ το μεταφράζω:
Ισες πεινες έχουν ίσες λιγουρες
Χατζηαβάτης:
Δηλαδή, εφαρμόζεις τη γεωμετρία στη διατροφή;
Καραγκιόζης:
Ακριβώς,και μαλιστα στην πειναστική διατροφη.
Πολύ χορταστική και υγιεινή η αφαγια.
Βλέπεις τι φουσκωμένη κοιλιά εχω,ούτε η Αγλαΐα γκαστρωμενη.
Χατζηαβάτης:
Και σίγουρα έχεις Αριστοφάνη.
Καραγκιόζης:
Μετά από τόσους πολέμους.Ειρήνη.
Ο Τρυγαίος πετάει στον ουρανό πάνω σε ένα τεράστιο σκαθάρι.
Και κακακιζει τη γη μας.
Να σου πω το προτιμώ απ' τις βόμβες στο κεφάλι μας.
Αν όμως ήταν σουτζουκάκια,θα'ταν όνειρο.
Ὦ Ζεῦ μέγιστε, τί ποτ’ ἐστίν ὃ βούλεται ὁ Τρυγαῖος;
και σε καραγκιόζικα:
κάνε τον Τρυγαίο,θεέ μου,από κει ψηλά χήνες ψητές να μου πετα.
Χατζηαβάτης:
Φανταστικό θα'ταν.
Ψητοπωλείο στον ουρανό.
Καραγκιόζης:
Και τώρα έχει Πτωχοπροδρομο τον
μέγα ποιητή τής πείνας.
Αυτός και μένα ξεπερνάει.
Άκουτε(προς τους θεατές)τι έγραψε ,μέσα απ'το στομάχι του:
Ἄρτον οὐχ εὗρον, οὐδὲν εἰς στόμα μοι,
μόνον ὀσμήν ἀναπνέω τηγανίτου.
και καραγκιόζικα:
ψωμί δεν έφαγα,τίποτα στο στόμα μου,
μόνο λιγουριασα με τηγανιτας μυρωδια
Χατζηαβάτης:
Όμως,Καραγκιόζη, η πεινα σε κάνει ποιητή.
Καραγκιόζης:
Και τα φαγια χορτασμένο.
(Ακούγεται η φωνή τής Αγλαΐας μέσα απ' τη παραγκα)
Καραγκιόζηηη.Τι θα φάμε σήμερα;
Καραγκιόζης:(φωνάζει)
Τα φάγατε τα τρία κρεμμύδια που σας έφερα περσι;
Τι τραβάω.Τι σπάταλοι είστε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θέατρο Σκιών ο Καραγκιόζης
Παρασταση 4η : Ο Καραγκιόζης και το Πυθαγόρειο Μπακλαβαθεώρημα
(Η παράγκα με επιγραφή:
Ακαδημία Επιστημών και Ζαχαροπλαστικής
Στον μπερντέ βλέπουμε τον Καραγκιόζη που φοράει σκούφο μάγειρα και κρατάει ένα ορθογώνιο τρίγωνο.)
(Έρχεται ο Χατζηαβατης)
Χατζηαβάτης:
Καραγκιόζη, τι είναι αυτό το τρίγωνο;
Καραγκιόζης:
Ορθογώνιο.Τού Πυθαγόρα.
Χατζηαβάτης.
Δηλαδή,το έκλεψες,μουργο;
Καραγκιοζης
Πεσ'το κι έτσι.Στις ορολογίες θα τα χαλάσουμε:
Σημερα,αποδειξα
το Πυθαγόρειο Θεώρημα, ότι:το τετράγωνον τής υποτείνουσας ισούται με το άθροισμα τών τετραγώνων τών καθέτων πλευρών.
Χατζηαβατης:
Δεν το πιστεύω,πως;
Καραγκιοζης:
Ζαχαροπλαστικως.
Το ταψί τού μπακλαβά είναι ίσο με το ταψί τής τυρόπιτας και τής σπανακόπιτας μαζί
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά(
Δηλαδή χορταστικη γεωμετρία.
Καραγκιόζης:
Και βέβαια.Ο Πυθαγόρας ήθελε αρμονία αριθμών, εγώ θέλω αρμονία γεύσεων.
Και με την ορθή αναλογια βγαίνει τραγανη η απόδειξη.
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά)
φάτε μάτια πυθαγόρειο
θεώρημα και κοιλιά περιδρομο.
Καραγκιόζης:
Για χαζό με περνάς;Για επιδόρπιο έχω Κοτόπουλα από τον Αριστοφάνη.Ορνιθες.
Που θα γεμίσουν την Πεινοκοκκυγια μου.
(Παίρνει ύφος και απαγγέλλει:)
Ὦ ὄρνιθες, ἀναβοήσατε πρὸς τὸν αἰθέρα.
και σε καραγκιόζικα:
ω κοτοπουλακια κατεβητε κάτω ψητά με τηγανητές πατάτες.
Χατζηαβάτης:
Και τι θα κάνεις με τόσα ψημένα πουλια;
Καραγκιόζης:
Το σουβλατζίδικο Νεφελοκοκκυγία.
Χατζηαβάτης:
Και θα πάψεις να πεινάς.
Καραγκιόζης:
Ξέχασε το.
Καραγκιοζης και να μην πεινάει γίνεται;
Πτωχοκαραγκιοζης θα μείνω.Τι να μου φάει άλλος τη πατεντα;
Μόνο έναν παραδέχομαι.
Χατζηαβατης:
Ποιον;Τον Εαυτό σου;
Καραγκιόζης:
Καλά σίγουρα Εαυτον.Και τον Πτωχοπροδρομο.Και μάλιστα έγραψα Πτωχοπροδρομικους στίχους περί Πίτας και Μπακλαβά.
Ακούστε(προς τους θεατές):
Ἀπὸ τῆς κουζίνας
ἐξήλθε μπακλαβάς λαμπρός·
Ἐγὼ τὸν εἶδον, ἐπείνασα
καὶ ἔκλαυσα πικρῶς.
Ἀντί ζαχάρεως, ἔχω καϋμόν,
καὶ φύλλα μπακλαβα την καλοτυχία μου
Χατζηαβάτης:(ειρωνικά)
Τι ύμνος τών νηστεικών.
Με συγκινησες.
Καραγκιόζης:
Αριστουργημα.
Ενα τρίγωνο συναισθημάτων.
Πείνα, λιγουρα και τζιφος. Όλα σε Πυθαγόρεια αρμονία.
(Απ'τη παράγκα βγαινει τρέχοντας ο Κοπρίτης)
Μπαμπάκο, είδα όνειρο πως έτρωγα μπακλαβά.
Καραγκιόζης:
Και χορτασες,ματάκια μου, μπακλαβά τρίγωνο..
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
double mysteries:
Father Brown vs Don Isidro Parodi
1.
Η Υπόθεση του Κεχριμπαρένιου Αγίου
Ήταν ένα απόγευμα σκοτεινό με ομιχλη, όταν ο κοντός, στρογγυλός καθολικός ιερέας με το χαμηλό καπέλο του στάθηκε μπροστά στις σιδερένιες μπάρες τής πόρτας τής φυλακής.
Ο φύλακας, συνηθισμένος στις πιο αλλόκοτες επισκέψεις, τον άφησε να περάσει χωρίς πολλές ερωτήσεις. Ο επισκέπτης ζήτησε να δει τον Don Isidro Parodi, τον παράδοξο εκείνον κρατούμενο που, μέσα από το κελί του, είχε αποκτήσει φήμη ως άνθρωπος της σκέψης και της διαύγειας.
Ο Father Brown μπήκε στο κελί με τον ήσυχο, σχεδόν νυσταγμένο του βηματισμό.
Το κελί μύριζε καπνό, μελάνι και τη μυρωδια βιβλίων που έχουν διαβαστεί πάρα πολλές φορές.
Ο δον Isidro Parodi, με τα γκρίζα του μαλλιά και το λεπτό χαμόγελο, σήκωσε το βλέμμα του.
-Πατέρα Μπράουν, είπε με μια φωνή σαν να μιλούσε σε κάποιον που γνώριζε
από πάντα.
-Don Parodi, αποκρίθηκε εκείνος, «ήρθα όχι για να εξομολογήσω, αλλά να εξομολογηθώ την αδυναμία μου.»
Ο Parodi χαμογέλασε διακριτικά.
-«Είναι ωραίο πράγμα η αδυναμία, όταν την ομολογεί ένας δυνατός νους. Πείτε μου, λοιπόν.»
Ο Father Brown έβγαλε από την τσέπη του ένα μικρό σταυρουδάκι από κεχριμπάρι. Το φως τού απογεύματος πέρασε μέσα του.
-«Η υπόθεση ξεκίνησε σ’ ένα μικρό χωριό της Βρετάνης, στο Σαιν-Μαρτέν-συρ-Λις.
Ένας άγιος, σκαλισμένος από κεχριμπάρι, εξαφανίστηκε από την εκκλησία.
Ήταν το καμάρι του εφημέριου, ένα λείψανο που θεωρούνταν θαυματουργο. Το κεχριμπάρι είχε μέσα του ένα μικρό, τέλεια διατηρημένο κουνούπι. Οι χωρικοί έλεγαν ότι το έντομο ήταν ‘ο φύλακας άγγελός τους’.»
Ο Parodi έκλεισε τα μάτια, σαν να ήθελε να δει την εικόνα πίσω από τις λέξεις.
- «Το άγαλμα χάθηκε ένα βράδυ,συνεχισε ο Father Brown Η πόρτα της εκκλησίας βρέθηκε κλειδωμένη από μέσα, τα παράθυρα άθικτα, και κανείς δεν άκουσε τίποτα. Το επόμενο πρωί, ο νεωκόρος δεν το βρήκε,είχε κλαπει »
-«Ποιοι ήταν οι ύποπτοι;» ρώτησε ήρεμα ο Parodi.
-«Τρεις», είπε ο ιερέας.
1. Ο κύριος Duval, συλλέκτης έργων τέχνης με μιαν ασθενική πίστη αλλά δυνατη επιθυμία κατοχής.
2. Η δεσποινίς Colette, δασκάλα του χωριού, που πίστευε ότι το λείψανο ήταν ειδωλολατρικό κατάλοιπο.
3. Και ο νεαρός Gaston, μαθητής τού λυκειου, που συχνά καθόταν μπροστά στο άγαλμα και το ζωγράφιζε.»
Ο Father Brown σταμάτησε.
-«Έκανα τις συνήθεις παρατηρήσεις μου ,μικρές λεπτομέρειες, φράσεις που αποκαλύπτουν την ψυχή. Η Colette μού είπε ότι το κεχριμπάρι δεν έχει ψυχή.
Ο Duval είπε ότι θα πλήρωνε ολόκληρη περιουσία για να έχει ένα θαύμα στο σαλόνι του. Ο μικρός Gaston απλώς είπε ότι το φως μέσα από το κεχριμπάρι είναι ‘σαν προσευχή φυλακισμένη’.»
-«Όμορφη φράση», ψιθύρισε ο Parodi,."σαν λογική φυλακισμένη"
-«Ναι. Και ωστόσο, μετά από μέρες έρευνας, δεν βρήκα τίποτα. Το άγαλμα εμφανίστηκε ύστερα από μια εβδομάδα, στον βωμό, ακριβώς εκεί που ήταν πριν, χωρίς καμιά φθορά. Κανείς δεν ομολόγησε τίποτα. Και γι’ αυτό ήρθα σε σας,δεν κατάφερα ποτέ να καταλάβω τι είχε συμβεί.»
Ο Don Isidro Parodi έμεινε για λίγο σιωπηλός.
Ένα φως, σκονισμένο και χρυσό, έπεφτε από το μικρό παράθυρο του κελιού. Το κεχριμπάρι πάνω στο τραπέζι ελαμπε.
Ο Parodi έφερε τα χέρια μπροστά στο πρόσωπό του, σαν να κρατούσε αόρατες σκέψεις.
-«Πατέρα Μπράουν», είπε, «σας ξέρω μόνο μέσα από τις αφηγήσεις άλλων, αλλά γνωρίζω πως οι άνθρωποι σάς λένε διαισθητικό. Εγώ, αντιθέτως, είμαι εγκλωβισμένος εδώ μέσα, κι έχω μόνο τη λογική μου. Όμως η λογική, όταν φωτιστεί από λίγη θεολογία, γίνεται σχεδόν πίστη.»
Ο ιερέας έγνεψε καταφατικά.
-«Σκεφτείτε», συνέχισε ο Parodi, «τι σημαίνει ένα θαύμα που εξαφανίζεται και επιστρέφει. Δεν είναι πράξη απιστίας ούτε πράξη εγκλήματος. Είναι πράξη ενοχής ή πράξη αγάπης.»
Ο Father Brown χαμογέλασε, με το βλέμμα εκείνο που δήλωνε ότι είχε μόλις ακούσει κάτι αληθινό.
-«Ο ένοχος, φυσικά, ήταν ο μικρός Gaston», είπε ο Parodi με ήρεμη βεβαιότητα.
-«Μα πώς το καταλάβατε;»
Ο Parodi άναψε ένα τσιγάρο με αργή, τελετουργική κίνηση.
-«Ο συλλέκτης θα το είχε πουλήσει ή κρατήσει· η δασκάλα θα το είχε καταστρέψει· μόνο ένα παιδί θα το ‘έκρυβε’. Είπε ότι το φως μέσα από το κεχριμπάρι είναι ‘προσευχή φυλακισμένη’. Η μόνη φυσική συνέχεια μιας τέτοιας φράσης είναι η επιθυμία να ‘ελευθερώσει’ την προσευχή. Πήρε το άγαλμα, το έκρυψε κάπου ,ίσως σε ένα παράθυρο πίσω απ'τις κουρτινες ή κοντά σε πηγή φωτός ,κι όταν ένιωσε ενοχή, το επέστρεψε σιωπηλά.»
Ο Father Brown έμεινε για λίγο άφωνος, σαν να του είχε διαβαστεί η σκηνή.
- «Ναι», είπε τελικά. «Όταν επέστρεψε το κεχριμπαρένιο άγαλμα ο Gaston είχε στα μάτια του μια λάμψη παράξενη, σαν να είχε δει κάτι ιερό και επικίνδυνο. Δεν τον υποψιάστηκα γιατί τον θεώρησα πολύ αθώο.»
Ο Parodi χαμογελασε.
-«Μερικές φορές, πάτερ, η αθωότητα είναι η μορφή που παίρνει η ενοχή»
Οι δυο άνδρες έμειναν σιωπηλοί.
Το φως μέσα στο κελί ήταν χαμηλό,μόνο το μικρό σταυρουδακι από κεχριμπάρι ελαμπε.
-«Ξέρετε, κύριε Parodi», είπε τελικά ο Father Brown, «μερικές φορές νομίζω
πως η λογική σας και η πίστη μου προσεύχονται στο ίδιο μυστήριο, απλώς με διαφορετικές λέξεις.»
-«Ίσως», απάντησε ο Parodi, «αλλά η δική σας προσευχή ζητά φως· η δική μου
το εξηγεί.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
double mysteries:
Father Brown vs Don Isidro Parodi
2.
Ο καθρέφτης τής ψυχης
Στο κελλί 273, ο Don Isidro Parodi, με το πρόσωπο αινιγματικο , σκούπιζε τον πάγκο του και τακτοποιούσε τα εφημερίδια που του έφερνε ο δεσμοφύλακας.
Τούτη τη φορά, ο επισκέπτης του δεν ήταν κάποιος φλύαρος μεσήλικας που ζητούσε να του εξηγήσει γιατί η γυναίκα του έφυγε. Ο άνθρωπος που στάθηκε μπροστά στα σιδερένια κάγκελα είχε ένα πρόσωπο που φανέρωνε πιο πολύ τη σκιά της πίστης παρά το φως της λογικής· ένα βλέμμα ταπεινό και ερευνητικό.
-Father Brown, είπε ο Parodi, .
-Don Isidro Parodi, αποκρίθηκε ο Άγγλος ιερέας.
«Ήλθα να σας αφηγηθώ μια υπόθεση που δεν κατάφερα να λύσω. Εσείς, που βλέπετε τα πάντα πίσω από τους τοίχους των πραγμάτων, ίσως μπορέσετε».
Ο Father Brown άνοιξε το σημειωματάριό του.
-«Πρόκειται για έναν Άγγλο ευγενή, τον σερ Μάλκολμ Χάρροου. Ζούσε σ’ ένα αρχοντικό στο Σάσεξ, κι είχε την εμμονή πως ένας καθρέφτης στο σπίτι του, ένας βενετσιάνικος καθρέφτης του 17ου αιώνα,δεν έδειχνε το είδωλο του,
αλλά την ψυχή του.
Ένα πρωί βρέθηκε νεκρός, καθισμένος στην πολυθρόνα του γραφείου, με το πρόσωπο στραμμένο προς τον καθρέφτη. Η αστυνομία είπε πως αυτοκτόνησε: το πιστόλι ήταν στο πάτωμα, κι η πόρτα κλειδωμένη από μέσα.
Όμως, υπήρχε κάτι που δεν εξηγήθηκε: πάνω στο γυαλί του καθρέφτη είχε σχηματιστεί η φράση:MEA CULPA.
Ο υπηρέτης είπε πως κανείς δεν μπορούσε να γράψει κάτι τέτοιο εκείνη τη νύχτα, γιατί το δωμάτιο ήταν κλειδωμένο από μέσα..
Κι όμως, το μήνυμα ήταν εκεί. Το πιο παράξενο: όταν κοίταξα προσεκτικά το είδωλό μου στον ίδιο καθρέφτη, είδα πως οι λέξεις δεν φαίνονταν ανεστραμμένες, όπως θα περίμενε κανείς. Ήταν σωστές, ευανάγνωστες».
Ο Father Brown σταμάτησε.
-«Έψαξα τα πάντα. Δεν υπήρχαν ίχνη άλλου ατόμου, ούτε παραβίαση, ούτε δαχτυλικά αποτυπώματα. Και όμως δεν πιστεύω πως αυτοκτόνησε».
Ο Parodi,χαμογέλασε κάτω απ’ το μουστάκι του.
-«Ένα καθρέφτης, μια λέξη γραμμένη σωστά, ένα δωμάτιο κλειδωμένο, κι ένας νεκρός που κοιτάζει το είδωλό του.», είπε.
Άναψε ένα τσιγάρο κι άφησε τον καπνό να σχηματίσει κύκλους στον αέρα.
-«Πάτερ, η υπόθεσή σας είναι γεμάτη σύμβολα ,κι ο καθρέφτης δεν δείχνει ποτέ την αλήθεια, μόνο την επιφάνεια τής ψυχής».
Σώπασε για λίγο.
«Είπατε πως οι λέξεις MEA CULPA φαίνονταν ευανάγνωστες. Αυτό σημαίνει
πως δεν ήταν γραμμένες επάνω στον καθρέφτη, αλλά πίσω από το γυαλί».
Ο Father Brown τον κοίταξε με απορια.
-«Πίσω από το γυαλί;»
-«Ακριβώς. Ένας βενετσιάνικος καθρέφτης εκείνης της εποχής έχει πίσω του λεπτό στρώμα από μέταλλο,συνήθως ασήμι ή υδράργυρο,το οποίο αντανακλά.
Αν κάποιος γράψει κάτι στην πίσω επιφάνεια του γυαλιού, η αντανάκλαση το αντιστρέφει ξανά και το κάνει να φαίνεται σωστό από μπροστά».
Ο Parodi κάπνιζε και συνεχισε:
-«Και μόνο ένας άνθρωπος μπορούσε να το κάνει χωρίς να σπάσει τον καθρέφτη: ο ίδιος ο υπηρέτης που, προφανώς, τον ξεκρέμασε για να τον καθαρίσει. Έγραψε εκείνο το MEA CULPA στο μέταλλο. Όταν το αφεντικό του στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη, είδε το μήνυμα και νόμισε πως τού το απηύθυνε η συνείδησή του και πυροβόλησε τον εαυτό του».
Ο Father Brown έμεινε για λίγο σιωπηλός. Έπειτα είπε:
-«Μα γιατί να το κάνει ο υπηρέτης;»
Ο Parodi γέλασε με το γνωστό του ειρωνικό μειδίαμα.
-«Ο υπηρέτης δεν σκόπευε να τον σκοτώσει. Ήθελε να τον τρομάξει. Ήξερε ότι
ο κύριος του είχε κάποια ενοχή, ίσως έναν φόνο, ίσως ένα μυστικό. Του ειπε
πως ο καθρέφτης δείχνει την ψυχή, κι έπειτα του πρόσφερε την απόδειξη: το “mea culpa” που ο ίδιος είχε χαράξει καιρό πριν. Ο σερ Μάλκολμ, βλέποντας τη φράση, δεν άντεξε την ιδέα της αποκάλυψης και αυτοκτόνησε».
Ο ιερέας σταύρωσε τα χέρια του.
-«Έτσι, λοιπόν, δεν ήταν φόνος αλλά ένας καθρέφτης που είπε την αλήθεια».
Ο Parodi χαμογέλασε.
-«Ή, όπως θα λέγατε εσείς, πάτερ, ήταν μια εξομολόγηση χωρίς ιερέα.»
Ο Father Brown σηκώθηκε να φύγει, ο δεσμοφύλακας τον συνόδευσε ως την πόρτα και πριν κλείσει τα κάγκελα, ο ιερέας γύρισε πίσω και είπε:
-«Don Isidro, σας ευχαριστώ. Η υπόθεση μ’ έκανε να σκεφτώ πως μερικές φορές η λογική και η μετάνοια είναι οι δύο όψεις του ίδιου καθρέφτη».
Ο Parodi έγνεψε, καθώς η σκιά τού τσιγάρου του έτρεμε στον τοίχο.
-«Και μερικές φορές, πάτερ, αυτό που καθρεφτίζεται δεν είναι παρά η ενοχή τού ανθρώπου που κοιτά».
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
double mysteries:
Father Brown vs Don Isidro Parodi
3.
Η Δυσπιστία τού Father Brown.
Ένα Σχόλιο τού Don Isidro Parodi
Η βροχή χτυπούσε τα σιδερένια κάγκελα παράθυρο τού κελιού Νο. 273 τής φυλακή. Ο φυλακισμένος ντετέκτιβ Don Isidro Parodi καθόταν στον στενό ξύλινο πάγκο του, σιωπηλος με τις λέξεις τού επόμενου συλλογισμού του,όταν η βαριά πόρτα άνοιξε για να εμφανιστεί μια απρόσμενη μορφή.
Ήταν κοντός, με στρογγυλό πρόσωπο, γκρι καπέλο κληρικού και με φθαρμένο καφέ παλτό. Ο επισκέπτης ειχε τον αέρα παλαιάς Αγγλίας.
-Πάτερ Μπράουν, είπε ο Parodi χωρίς να σηκώσει το βλέμμα. Δεν θα ρωτήσω πώς καταφέρατε να μπείτε εδώ. Αλλά, υποψιάζομαι, ήρθατε να μου πείτε μια ιστορία.
Ο κληρικός χαμογέλασε με εκείνο το ήσυχο, σχεδόν παιδικό χαμόγελο που
συχνά προανήγγελλε μια βαθιά αλήθεια.
-Όχι τόσο ιστορία, δον Παρόδι, όσο ενα αίνιγμα,που ίσως εσείς να δείτε καθαρότερα απ’ ό,τι εγώ.
Ο Parodi τον κοίταξε.
-Εμπρός λοιπόν.Το αίνιγμα.
-«Ήταν ένα απόγευμα θολό, με τον ουρανό τόσο χαμηλα που φαινόταν να στηρίζεται στους καμπαναρια τού Σάρεϋ», ξεκίνησε ο πατερ Μπράουν.
«Είχα προσκληθεί σε μια συγκέντρωση στο εξοχικό σπίτι τού Κόμη Τσέστερτον, ο οποίος,παρά το όνομά του,δεν ήταν ούτε ποιητής ούτε Άγγλος συγγραφέας, αλλά ένας Γάλλος πρώην μαγος, που είχε μεταστραφεί στον καθολικισμό με τρόπο θεαματικό. Έλεγε πως "ο διάβολος κουράστηκε να είναι ενδιαφέρων".»
Ο Parodi μειδίασε.
«Ο Κόμης ζούσε πια σαν ερημίτης. Πίστευε πως ήταν στόχος απόκρυφων δυνάμεων, επειδή είχε προδώσει τις "μυστικές τους αλήθειες". Εγώ, φυσικά,
δεν πίστευα πως ο διάβολος του έκανε φάρσες.
Αλλά, δον Παρόδι, ακούστε:
Την νύχτα που έμεινα στο σπίτι του, βρέθηκε δολοφονημένος. Η πόρτα του
ήταν κλειδωμένη από μέσα. Κανένα παράθυρο δεν είχε παραβιαστεί. Κανείς
δεν μπήκε, κανείς δεν βγήκε. Το μόνο που βρέθηκε κοντά του ήταν μια σκαλιστή εβένινη σφαίρα ,ένα αντικείμενο από τις παλιές του "μαγείες",και στο πρόσωπό του ένα ύφος φρίκης και απελπισίας.»
Ο Parodi ήταν σιωπηλος.Ο πατερ Μπράουν συνέχισε:
-«Ήταν όλοι εκεί, η οικονόμος του, μια πιστή καθολική που τον λάτρευε. Ένας νεαρός ιερέας, φοιτητής θεολογίας που ήθελε να μάθει για τη μεταστροφή τού Κόμη. Κι ένας περίεργος τύπος, ο κύριος Βερενζέ, “ειδικός στις αποκρυφιστικές τέχνες”, που είχε επισκεφθεί τον Κόμη με σκοπό, όπως είπε, "να τον αποτρέψει από το λάθος της εξομολόγησης".»
Ο πατερ Μπράουν αναστέναξε.
-«Το μόνο που βρήκα στο ημερολόγιο του Κόμη ήταν μια φράση: "Ο μόνος τρόπος να ξεφύγει κανείς από το Κακό είναι να θυμηθεί πως υπάρχει το Καλό."»
Ο δον Παρόδι φαίνονταν ναι σκεφτεται. Έπειτα, με τη χαρακτηριστική του ηρεμία, άρχισε:
-"Πάτερ Μπράουν, εσείς είστε ευφυής άνθρωπος,όχι επειδή βλέπετε
περισσότερα, αλλά επειδή καταλαβαίνετε περισσότερα. Παρ’ όλα αυτά, σας ξέφυγε το προφανές."
Ο πατερ Μπράουν τον κοιταξε.
-"Σας ακούω με ενδιαφέρον." είπε.
-" Ο Κόμης δεν δολοφονήθηκε από υπερφυσική δύναμη," είπε ο δον Παροδι,"ούτε από απόκρυφες σφαίρες. Αντίθετα, επέλεξε να πεθάνει ,αλλά ήθελε να το κάνει με τρόπο που να φαίνεται φόνος, για να τιμωρήσει κάποιον.
-"Μου φαίνεται υπερβολικά περίπλοκο..."είπε ο πατερ Μπράουν.
-"Όχι, καθόλου. ",τον έκοψε ο δον Παροδι ,"Ο Βερενζέ, ο αποκρυφιστής, είχε επισκεφθεί τον Κόμη και είχαν τσακωθεί έντονα. Ήταν κάποτε συνάδελφοι. Ο Βερενζέ δεν ήθελε να χάσει την αίγλη του παλιού συνεργάτη. Ίσως του ζήτησε να απαρνηθεί την πίστη του. Ο Κόμης, πιστεύοντας πια ακράδαντα στο Καλό, αποφάσισε να τον "τιμωρήσει" όχι με φωνές ή απειλές,αλλά με μια σκηνοθετημένη αυτοκτονία που να δείχνει φόνο και να στρέφει τις υποψίες
στον Βερενζέ."
-"Το δωμάτιο ήταν κλειδωμένο, δον Παρόδι...",τον έκοψε ο πατερ Μπράουν.
-"Ακριβώς.",συνεχίσει δον Παροδι ."Όπως και στη «Μυστική Εκκλησία», πάτερ, ο θάνατος φυλάει τα κλειδιά. Ο Κόμης είχε σχεδιάσει έναν μηχανισμό: η εβένινη σφαίρα δεν ήταν διακοσμητική. Ήταν κούφια και περιείχε κάψουλα δηλητηρίου. Την έσπασε με τα δόντια. Αργότερα, έριξε το κλειδί από το παράθυρο στο πεζοδρόμιο, πριν πεθάνει. Έπειτα, κάποιος,ίσως η οικονόμος, που ήθελε να μην υπάρξει σκάνδαλο,βρήκε το κλειδί και το ξανάβαλε στην τσέπη του θύματος.
Δεν ήταν έγκλημα, πάτερ. Ήταν θυσία, όπως αυτή που τόσο συχνά μνημονεύετε στα κηρύγματά σας."
-"Και γιατί να αφήσει εκείνο το μήνυμα στο ημερολόγιο;"ειπε ο πατερ Μπράουν.
-"Γιατί ήθελε να μείνει ηθικός νικητής.",απάντησε ο δον Παροδι ,"Να δείξει ότι δεν φοβήθηκε το Κακό. Ότι έφυγε με αξιοπρέπεια , όχι ηττημένος από τον διάβολο, αλλά νικητής διά τής ελεύθερης βούλησης."
Ο πάτερ Μπράουν σιώπησε.Επειτα χαμογελασε.ε
-"Νομίζω πως ο Θεός θα σας συγχωρούσε ακόμη κι αν λέγατε ψέματα, δον Παρόδι. Αλλά σήμερα,δεν είπατε κανένα.",
είπε και σηκώθηκε.
-"Η διάνοιά σας, δον Παρόδι, μοιάζει με λαβύρινθο που πάντα έχει έξοδο*, είπε
ο πάτερ Μπράουν καθώς φορούσε το φθαρμένο παλτό.του, "Και ό,τι κι αν ρίξει κανείς μέσα του,εικασίες, φόβους, ακόμη και μυστικισμό,βγαίνει τελικά στην επιφάνεια λογική και καθαρή αλήθεια."
Ο Don Isidro Parodi δεν απάντησε αμέσως. Κοίταξε το ταβάνι, σαν να ήθελε να επιβεβαιώσει ότι δεν είχε ξεχάσει κάποια λεπτομέρεια. Έπειτα, με την ήρεμη φωνή που συνήθως χρησιμοποιούσε όταν ήξερε πως είχε φτασει την καρδιά
του μυστηρίου, είπε:
-"Δεν ήταν τόσο δύσκολο, Father Brown.Ο θάνατος σπανίως είναι μυστήριος. Το μυστηριώδες είναι η ζωή που προηγήθηκε. Ο Κόμης δεν ήθελε να πεθάνει για να ξεφύγει. Ήθελε να πεθάνει για να μιλήσει ,όταν δεν θα μπορούσε πια να τον διακόψει κανείς. Και εσείς, ως ιερέας, ξέρετε πως κάποιοι άνθρωποι πρέπει να πεθάνουν για να ακουστούν. Ακριβώς όπως ο Θεός σας."
Ο Father Brown έμεινε για λίγο σιωπηλός. Κοίταξε το ξύλινο δάπεδο και έπειτα το πρόσωπο του don Parodi Παρόδι.
-"Αν ποτέ βγω από αυτή τη φυλακή, είπε τελικά ο don Isidro Parodi, που δεν το θεωρώ πιθανό, θα ταξιδέψω στην Αγγλία. Για να δω αν αυτά τα πράγματα που περιγράφετε ,τα ομιχλώδη, τα σχεδόν μεταφυσικά ,υπάρχουν όντως ή είναι απλώς η προέκταση της ψυχής σας.
" Κι εγώ θα επιστρέψω",απάντησε ο Father Brown, "για να μάθω αν η αλήθεια μπορεί πράγματι να γεννηθεί μέσα σε ένα κελί"
Έπειτα, με αργι βήμα, βγήκε από το κελί.
Ο don Isidro Parodi Παρόδι έμεινε μόνος. Ήξερε πως κάπου έξω από το κελί του, ένας άλλος άντρας σκεφτόταν σαν κι αυτόν.Ενας ιερέας τής παλιας Αγγλίας που με ταπεινους παιδικους συλλογισμους έλυνε εγκλήματα όχι για να τα εξηγήσει, αλλά για να συγχωρέσει.
Έκλεισε τα μάτια,να αποφύγει το σκοτάδι της φυλακής και ψιθύρισε:
Έγειρε πίσω το κεφάλι και ψιθύρισε:
-"Η δυσπιστία, Father Brown,, είναι ο τρόπος να πλησιάσουμε την πίστη. Όπως κι εσείς."
Έπειτα, γύρισε στη σιωπή τής φυλακής.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
1.
Πλάτων:
Σωκράτη, θα ήθελα σήμερα να συζητήσουμε κάτι διαφορετικό απ’ ό,τι συνήθως. Όχι περί ψυχής ή αρετής, αλλά περί του κωμικού και του αστείου· τί είναι το γέλιο, τί προκαλεί τη θυμηδία στους ανθρώπους, και ποιά η θέση του στην
τέχνη και στη ζωή.
Σωκράτης:
Εύγε, φίλε Πλάτων· γιατί και το γέλιο είναι μια μορφή σοφίας, αν το αναλογιστείς. Ίσως και να είναι η σκιά της αλήθειας, όπως η ειρωνεία είναι η σκιά της σοβαρότητας. Μα πες μου πρώτα ,τί εννοείς όταν λες “κωμικό”;
Πλάτων:
Θα έλεγα πως κωμικό είναι εκείνο που μας κάνει να γελάμε· μια ανατροπή του συνηθισμένου, μια μικρή ρωγμή στην τάξη των πραγμάτων.
Σωκράτης:
Άραγε, το κωμικό είναι απλώς μια αταξία; Αν ναι, τότε θα έπρεπε να γελάμε και με την κακοφωνία ή με την ασχήμια· κι όμως, συχνά δεν γελάμε, αλλά στενοχωριόμαστε. Μήπως, λοιπόν, το κωμικό δεν είναι η αταξία, αλλά μια αταξία χωρίς κίνδυνο;
Πλάτων:
Ναι, νομίζω πως έχεις δίκιο· εκεί όπου υπάρχει ασφάλεια, μπορούμε να γελάσουμε. Ο Αριστοφάνης, ας πούμε, χλεύαζε τους πολιτικούς, αλλά ο ίδιος
δεν έπαυε να αγαπά την πόλη του.
Σωκράτης:
Ας εξετάσουμε, λοιπόν, τί είναι το γέλιο. Είναι πράξη του σώματος ή της ψυχής; Διότι το στόμα γελά, αλλά η αιτία φαίνεται να έρχεται απ’ τον νου.
Πλάτων:
Μάλλον είναι κίνηση της ψυχής όταν αντιλαμβάνεται κάτι αταίριαστο. Θυμάμαι στους “Νεφέλες” του Αριστοφάνη, όταν ο Στρεψιάδης θέλει να μάθει πώς να απαλλαγεί από τα χρέη του με λόγια:
«οὐκοῦν εἰς τὸν νοῦν ἔρχεται ἡμῖν, ὡς ἀδύνατον ἐστὶ τὸ ἀδικεῖν;»
Και ο Σωκράτης του Αριστοφάνη απαντά με εκείνο το ειρωνικό ύφος που σε κάνει να γελάς, αλλά και να συλλογίζεσαι.
Σωκράτης:
Βλέπεις, λοιπόν, πως το γέλιο γεννιέται όταν η ψυχή βλέπει ένα παράδοξο, μια ασυμφωνία ανάμεσα στο φαινόμενο και στο είναι. Ο κωμικός, όπως και ο φιλόσοφος, αποκαλύπτει τη διάσταση αυτή.
Πλάτων:
Αλήθεια· και στον Όμηρο βρίσκουμε στιγμές κωμικές. Όταν, για παράδειγμα, ο Θερσίτης στηλιτεύει τους βασιλείς στην “Ιλιάδα”:
«Θερσίτης ὁ ἄμορφος, ἀκοίμητος, ἀναιδής·
μάλιστα γὰρ ἐν τοῖς Ἀχαιοῖς ἔρις ἦν ἐπὶ λόγῳ.»
Εκεί γελάμε όχι μόνο με τη μορφή του, αλλά και με την τόλμη του. Είναι μια στιγμή όπου το γελοίο γίνεται καθρέφτης της ύβρεως.
Σωκράτης:
Εύστοχα. Και στον Ησίοδο βρίσκουμε το ειρωνικό στοιχείο, όταν μιλά για τη γυναίκα:
«ἄνδρα κακὸν γυνὴ ἐσθλὴ καὶ ἀνὴρ ἐσθλὸς ἄνωθεν ἔθηκε Ζεύς.»
Εδώ η ειρωνεία είναι λεπτή· δεν είναι αστείο για γέλια, αλλά μια χιουμοριστική παρατήρηση για την ανθρώπινη μοίρα.
Σωκράτης:
Θα ήθελες, λοιπόν, να ταξινομήσουμε τα είδη του κωμικού, όπως οι φυσικοί ταξινομούν τα όντα;
Πλάτων:
Ας το επιχειρήσουμε.
Σωκράτης:
Λοιπόν, φαίνεται πως υπάρχει:
Πρωτον:Το σωματικό κωμικό ,όπως οι γελοίες χειρονομίες, τα προσωπεία, η φωνή, το βάδισμα. Ο Αριστοφάνης το χρησιμοποιεί πλούσια.
«ὦ φίλε, πῶς ἐπιπνέεις, ὡς χοῖρος;»
Δεύτερον:Το λεκτικό κωμικό, τα ευφυολογήματα, τα λογοπαίγνια, οι αντιφάσεις.
«Ἀλλὰ τίς ἄνθρωπος οὗτος; Φροντιστής τις, ὡς ἔοικεν!»
Τρίτον:Το ηθικό κωμικό ,όταν η αδυναμία ή η μικρότητα της ψυχής αποκαλύπτεται χωρίς μίσος, με συγκατάβαση.
Θυμήσου τον Πλούταρχο, που γράφει για τον Δημοσθένη:
«Ἐν ταῖς πράξεσι μικρὸς, ἐν ταῖς λέξεσι μέγας.»
Τέταρτον:Το διανοητικό χιούμορ, όπως στους σοφιστές, όπου η ειρωνεία γεννά γέλιο μέσα από την αντίφαση.
Όπως όταν ο Πρωταγόρας έλεγε:
«πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρωπος.»
Κι εγώ, αν ήμουν εκεί, θα του απαντούσα: «Ἄρα καὶ τοῦ μέτρου;»
Πλάτων:
Πες μου, λοιπόν, Σωκράτη, είναι το κωμικό ωφέλιμο ή επικίνδυνο για την ψυχή;
Σωκράτης:
Ας εξετάσουμε. Το γέλιο καθαίρει τα πάθη, όπως το δάκρυ. Όμως, αν στραφεί σε χλευασμό, γίνεται δηλητήριο. Ο Αριστοφάνης, με την ειρωνεία του, παιδαγωγεί. Ο γελωτοποιός, όμως, χωρίς νου, διαφθείρει.
Πλάτων:
Άρα, το μέτρο είναι το παν , και στο γέλιο, όπως και στη μουσική.
Η ευθυμία χωρίς φρόνηση οδηγεί στην ακολασία· η φρόνηση χωρίς ευθυμία οδηγεί στη σκυθρωπότητα.
Σωκράτης:
Ωραία το είπες· γιατί ο άνθρωπος δεν γεννήθηκε ούτε να γελά πάντα ούτε να θρηνεί πάντα, αλλά να θαυμάζει. Και το γέλιο είναι μια μορφή θαυμασμού, του παραδόξου.
Πλάτων:
Σωκράτη, νομίζω πως σήμερα έμαθα ότι το κωμικό δεν είναι εχθρός του φιλοσοφικού, αλλά αδελφός του. Και πως το χιούμορ είναι μια άλλη μορφή σοφίας· εκείνη που βλέπει την αλήθεια χωρίς δάκρυα.
Σωκράτης:
Έτσι είναι, φίλε μου· γιατί μόνον όποιος γελά με σοβαρότητα, και σοβαρεύεται με χαμόγελο, πλησιάζει την αλήθεια.
Ἐγὼ δὲ ἴσως γελῶ, ἵνα μὴ κλαίω.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
2.
Πλάτων:
Σωκράτη, καθώς συλλογιζόμουν τα λόγια μας για το γέλιο, μου γεννήθηκε άλλη απορία· τί διαφορά έχει, άραγε, το κωμικό από το τραγικό; Γιατί και τα δύο φαίνονται να μιλούν για τα ανθρώπινα πάθη· το ένα όμως μας κάνει να γελάμε,
το άλλο να δακρύζουμε.
Σωκράτης:
Μια σπουδαία απορία, Πλάτων· γιατί το ένα δείχνει την πτώση του ανθρώπου, το άλλο την αδυναμία του. Το τραγικό μάς φανερώνει τον άνθρωπο που παλεύει με τη μοίρα· το κωμικό, τον άνθρωπο που παραπατά στα μικρά του σφάλματα. Και στα δύο όμως αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας.
Πλάτων:
Άρα, το τραγικό συγκινεί δια του δέους, το κωμικό δια της ελαφρότητας;
Σωκράτης:
Ίσως καλύτερα να πούμε πως το τραγικό καθαίρει δια του φόβου, ενώ το κωμικό καθαίρει δια του γέλιου. Ο Αριστοτέλης, αν τον διαβάσεις προσεκτικά, υπονοεί πως και τα δύο είναι δύο όψεις της ίδιας καθαρτικής δύναμης.
Πλάτων:
Θυμάμαι, στην “Οδύσσεια”, ο Όμηρος συνδυάζει και τα δύο. Όταν ο Οδυσσέας, μεταμφιεσμένος ζητιάνος, βλέπει τους μνηστήρες να τρώνε και να κοροϊδεύουν, γελάμε· μα λίγο μετά, όταν τους σκοτώνει, συγκινούμαστε.
«ἡδέως ἐγέλασσε θεὸς καὶ πάντες ἄνδρες.»
Το ίδιο γεγονός γεννά άλλοτε γέλιο κι άλλοτε δάκρυ.
Σωκράτης:
Εύστοχο παράδειγμα. Ίσως λοιπόν το κωμικό και το τραγικό να μην είναι αντίθετα, αλλά συγγενή· όπως η μέρα και η νύχτα. Το ένα γεννιέται όταν το
άλλο φθίνει.
Πλάτων:
Ας δούμε τα παραδείγματα.
Στον Αισχύλο, ο Προμηθέας, δεμένος στον βράχο, φωνάζει:
«Ὦ Ζεῦ, τίς ἂν ἀντιποιήσαιτο σοῦ τύχην;»
Εκεί ο άνθρωπος αντιμάχεται το θείον, και γεννιέται τραγικότητα.
Αντίθετα, στον Αριστοφάνη, όταν ο Ευριπίδης κατεβαίνει στον Άδη στους “Βατραχους” για να φέρει πίσω τον εαυτό του, γελάμε:
«Ἐγὼ γὰρ οὐχ ἵππος, ἀλλ’ ἄνθρωπος εἰμί· τί δ’ ἂν πετάσαιμι;»
Εδώ η ίδια φιλοδοξία ,να αναμετρηθεί ο άνθρωπος με το θείον,παρουσιάζεται γελοία.
Σωκράτης:
Άρα, Πλάτων, δεν είναι το θέμα που κάνει το τραγικό ή το κωμικό, αλλά ο τρόπος. Ο ίδιος μύθος μπορεί να ειπωθεί τραγικά ή κωμικά· όπως η ιστορία της Ελένης. Ο Ευριπίδης την έκανε τραγωδία· ο Γοργίας, φιλοσοφική ρητορική· κι ο Αριστοφάνης, αν ήθελε, θα την έκανε σατιρική.
Σωκράτης:
Πες μου, λοιπόν, Πλάτων· τί χρειάζεται περισσότερο για να γελάσει ή να δακρύσει ο άνθρωπος;
Την ίδια ψυχή δεν έχει;
Πλάτων:
Έχει, μα το πάθος αλλάζει μορφή. Ο τραγικός θεατής ταυτίζεται, συμμετέχει·
ο κωμικός αποστασιοποιείται, βλέπει τον εαυτό του σαν άλλον. Το τραγικό μας βυθίζει· το κωμικό μας ανυψώνει.
Σωκράτης:
Πολύ σωστά· γιατί το γέλιο είναι μια μικρή νίκη της ψυχής πάνω στη θλίψη. Το δάκρυ, αντιθέτως, είναι μια μικρή ήττα που την αποδεχόμαστε με σεβασμό.
Πλάτων:
Ίσως, τελικά, και τα δύο να γεννιούνται από το ίδιο, το παράδοξο.
Όταν ο άνθρωπος βλέπει κάτι έξω από την τάξη του κόσμου, αντιδρά είτε με φόβο είτε με γέλιο.
Στην τραγωδία, το παράδοξο είναι φοβερό· στην κωμωδία, είναι αβλαβές.
Σωκράτης:
Ναι· όπως είπαμε πριν, το κωμικό είναι “ἀταξία ἄνευ κινδύνου”.
Αν όμως προσθέσεις κίνδυνο στο αστείο, γεννιέται το τραγικό.
Ο Αίας του Σοφοκλή θα μπορούσε να γίνει γελοίος, αν δεν υπήρχε το φάσμα
της αυτοκτονίας του.
Πλάτων:
Τότε, αν το κωμικό και το τραγικό είναι συγγενή, μήπως και τα δύο πρέπει να έχουν θέση στην παιδεία των νέων;
Σωκράτης:
Αναμφίβολα. Το τραγικό διδάσκει σεβασμό και μέτρο, το κωμικό διδάσκει αυτογνωσία και ταπεινότητα.
Ο άνθρωπος που δεν γελά με τον εαυτό του, κινδυνεύει να γίνει τραγικός·
κι εκείνος που γελά με όλα, κινδυνεύει να χάσει τη σοβαρότητα της ψυχής.
Πλάτων:
Άρα, η τέλεια ψυχή είναι εκείνη που ξέρει πότε να γελά και πότε να σιωπά.
Σωκράτης:
Ἀκριβῶς, φίλε μου. Ὅπως ἔλεγεν ὁ Πίνδαρος:
«Μηδὲν ἄγαν.»
Το ίδιο ισχύει και στο γέλιο και στο δάκρυ.
Πλάτων:
Νομίζω, Σωκράτη, πως τούτη η συνομιλία με δίδαξε ότι το κωμικό και το τραγικό είναι σαν δύο καθρέφτες που δείχνουν το ίδιο πρόσωπο ,τον άνθρωπο.
Ο ένας το φωτίζει, ο άλλος το σκιάζει· και μόνον όποιος κοιτά και τους δύο, βλέπει ολόκληρη την αλήθεια.
Σωκράτης:
Καλά το λες, Πλάτων. Το δάκρυ και το γέλιο είναι δύο στάλες του ίδιου ποταμού· της ανθρώπινης μοίρας.
Κι αν ποτέ οι θεοί γελούν, δεν είναι γιατί περιφρονούν· αλλά γιατί γνωρίζουν πως το τραγικό και το κωμικό είναι το ίδιο θαύμα, ειδωμένο από άλλη γωνία.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
3.
Πλάτων:
Σωκράτη, συλλογιζόμουν πως ο Αριστοφάνης, που τόσο αγαπήσαμε πριν, είναι σαν ένας καθρέφτης της Πόλης ,με πολιτικούς, σοφιστές, θεούς και πολίτες να γίνονται όλοι θέαμα.
Μα αργότερα, στην ελληνιστική εποχή, το γέλιο αλλάζει. Ο Μένανδρος δεν γελά πια με την πόλη, αλλά με τον άνθρωπο.
Σωκράτης:
Σωστά το είπες. Ο Αριστοφάνης γελούσε προς τα έξω, ο Μένανδρος προς τα μέσα.
Ο πρώτος σατίριζε τα κοινά· ο δεύτερος ερευνούσε τα πάθη.
Πες μου όμως ,ποιά είναι η αιτία αυτής της αλλαγής;
Πλάτων:
Ίσως γιατί η πόλη δεν είναι πια το ίδιο πράγμα. Οι παλιοί αγώνες της δημοκρατίας τέλειωσαν· η ζωή έγινε πιο ιδιωτική. Ο άνθρωπος έμεινε μόνος με τον εαυτό του ,κι εκεί άρχισε να βρίσκει το αστείο μέσα του.
Σωκράτης:
Αληθεια. Το γέλιο μετακινήθηκε από την ἀγορὰ στο οἶκον.
Δεν είναι πια ο Στρεψιάδης που γελά με τους σοφιστές, αλλά ο γερο-Δυσκόλος που θυμώνει με τον γείτονα και την τύχη.
Πλάτων:
Ναι· και θυμήσου τον Γνάθωνα του Μενάνδρου, τον κόλακα, που λέει:
«Ἀρέσκειν ἑκάστῳ πειρῶ, καὶ ταῦτ’ ἐστὶ τἀγαθά.»
Εδώ δεν γελάμε με τους θεούς, αλλά με την ανθρώπινη μικρότητα, την καθημερινή μας υποκρισία.
Σωκράτης:
Κι έτσι, το κωμικό έγινε πιο λεπτό, πιο ψυχολογικό. Ο Αριστοφάνης γέμιζε τη σκηνή με σύννεφα και βάτραχους· ο Μένανδρος με σιωπές, βλέμματα, ατυχίες.
Πλάτων:
Η Νέα Κωμωδία, λοιπόν, μοιάζει να έχει λιγότερο θόρυβο και περισσότερη ανθρωπιά. Δεν χλευάζει· κατανοεί.
Σωκράτης:
Πολύ σωστά. Το γέλιο έγινε ηθικό. Δεν είναι πλέον όπλο· είναι καθρέφτης.
Στον Αριστοφάνη, ο γελοίος είναι ο άλλος· στον Μένανδρο, ο γελοίος είμαι εγώ.
Κι αυτό είναι μεγάλη πρόοδος της ψυχής.
Πλάτων:
Ακριβώς. Κι έτσι εξηγείται γιατί οι Ρωμαίοι, όταν γνώρισαν τον Μένανδρο, τον λάτρεψαν· τον αντέγραψαν, τον μετάφρασαν, τον έκαναν δικό τους.
Σωκράτης:
Για πες μου τώρα, Πλάτων, τί έκαναν οι Ρωμαίοι με τούτο το ελληνικό πνεύμα;
Το σεβάστηκαν ή το παραποίησαν;
Πλάτων:
Θα έλεγα και τα δύο. Ο Πλαύτος πήρε τον Μένανδρο και τον έκανε πιο ζωηρό, πιο λαϊκό.
Οι τύποι του ,ο δούλος, ο νέος, ο γέρος, η εταίρα, είναι οι ίδιοι, αλλά η έκφραση έγινε πιο θορυβώδης, πιο θεατρική.
Άκου πώς βάζει ο Πλαύτος έναν δούλο να μιλά με αυθάδεια:
«Homo sum: humani nihil a me alienum puto.»
(“Είμαι άνθρωπος· τίποτα ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο.”)
Αυτό είναι πνεύμα ελληνικό, μα ειπωμένο με ρωμαϊκή δύναμη.
Σωκράτης:
Βλέπω λοιπόν πως το γέλιο ταξιδεύει μαζί με τους λαούς, αλλάζει ρούχα, όχι ψυχή.Ο Μένανδρος και ο Πλαύτος έχουν κοινό το ίδιο θεμέλιο ,την ανθρώπινη αδυναμία.Μόνο που ο Ρωμαίος γελά δυνατότερα, χωρίς την ελληνική μελαγχολία.
Πλάτων:
Ναι, το ελληνικό χιούμορ έχει πάντοτε κάτι το φιλοσοφικό, σαν να ξέρει πως πίσω από το αστείο υπάρχει λύπη.
Ο Ρωμαίος γελά για να ξεχάσει· ο Έλληνας γελά για να καταλάβει.
Σωκράτης:
Κι έπειτα έρχεται ο Λουκιανός, ο πιο παράξενος από όλους.
Δεν γράφει για τη σκηνή, αλλά για τη σκέψη· κι όμως, όλο του το έργο είναι
μια κωμωδία του πνεύματος.
Πλάτων:
Πράγματι. Με τον Λουκιανό, το γέλιο γίνεται φιλοσοφία.
Στους “Διαλόγους των Νεκρών” δείχνει τους ήρωες και τους βασιλείς του παρελθόντος να γελοιοποιούνται μέσα στον Άδη.
«Ἐκεῖνος ὁ μέγας βασιλεὺς, ὁ χρυσὸς, ὁ πολυτελής ,νῦν γυμνὸς καὶ ἴσος τοῖς πτωχοῖς.»
Είναι γέλιο σοφό, χωρίς κακία· ειρωνεία που γεννά στοχασμό.
Σωκράτης:
Ο Λουκιανός, θαρρώ, συνέχισε τη δική μου ειρωνεία, αλλά με πιο ελαφρό βήμα.
Χρησιμοποιεί το γέλιο για να πολεμήσει τη μωρία και τη δεισιδαιμονία·
γι’ αυτό και θα μπορούσε να ειπωθεί πως είναι ο τελευταίος Έλληνας Σωκράτης.
Πλάτων:
Και ο πρώτος “νεωτερικός” συγγραφέας· γιατί το χιούμορ του είναι καθολικό, όχι μόνο ελληνικό.
Γελά με την ίδια τη φύση του ανθρώπου· όπως όταν γράφει για τους θεούς που φιλονικούν για ψήγματα δόξης:
«ὁ Ζεὺς ἠγωνίζετο περὶ τιμῆς μετὰ τοῦ Ἑρμοῦ.»
Εδώ βλέπουμε θεούς να γελοιοποιούνται, αλλά όχι με ύβρη,με διάνοια.
Σωκράτης:
Ας συνοψίσουμε λοιπόν, Πλάτων.
Στον Αριστοφάνη, το γέλιο είναι πολιτικό·
στον Μένανδρο, ψυχολογικό·
στον Πλαύτο, θεατρικό και κοινωνικό·
στον Λουκιανό, φιλοσοφικό.
Πλάτων:
Και σε όλα υπάρχει το ίδιο αίτιο ,η επιθυμία του ανθρώπου να κατανοήσει τον εαυτό του χωρίς να απελπιστεί.
Το γέλιο είναι το φάρμακο της ψυχής απέναντι στην τραγικότητα της ζωής.
Σωκράτης:
Ναι· το γέλιο είναι η πιο ανθρώπινη μορφή σοφίας.
Γι’ αυτό και ο πιο σοφός άνθρωπος δεν είναι αυτός που δεν γελά, αλλά αυτός
που ξέρει γιατί γελά.
Πλάτων:
Σωκράτη, νιώθω πως το κωμικό, όπως και η αρετή, έχει ιστορία και πως εξελίσσεται μαζί με τον άνθρωπο.
Από το γέλιο των θεών του Ολύμπου, περάσαμε στο χαμόγελο του ανθρώπου
της καθημερινότητας· κι από εκεί στο χαμόγελο της σκέψης.
Σωκράτης:
Αληθεια. Και ίσως τούτο να σημαίνει πως ο άνθρωπος προοδεύει όχι μόνο όταν μαθαίνει να σκέφτεται, αλλά κι όταν μαθαίνει να γελά με σοφία.
Ἐγὼ δὲ λέγω ,ὁ γελῶν μετὰ νόου, ἐστίν ὁ φιλοσοφῶν ἄνευ λύπης.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
4
Πλάτων:
Σωκράτη, σε όλες τις συζητήσεις μας, παρατήρησα πως το γέλιο σε συνοδεύει.
Όχι το γέλιο του σκώμματος, αλλά το ήρεμο χαμόγελο του ανθρώπου που ξέρει κάτι και δεν το λέει αμέσως.
Θα έλεγα πως η ειρωνεία σου είναι ένα είδος κωμικού· αλήθεια είναι αυτό;
Σωκράτης:
Θα έλεγα πως είναι γέννημα του γέλιου και της σοφίας μαζί.
Η ειρωνεία δεν είναι χλευασμός· είναι παιδαγωγία.
Όταν λέγω πως “οὐκ οἶδα”, δεν το λέγω για να γελάσω με τον άλλον, αλλά για
να τον κάνω να γελάσει με τον εαυτό του.
Κι εκεί αρχίζει η γέννηση της γνώσης.
Πλάτων:
Άρα, η ειρωνεία είναι μια μορφή μαιευτικής ,χαμογελάς για να ξεγεννήσεις τη σκέψη του άλλου.
Σωκράτης:
Ακριβώς.Το χαμόγελο είναι το πρώτο φως που μπαίνει στη σπηλιά της άγνοιας·
μόλις ο άνθρωπος καταλάβει πόσο αστείος είναι όταν νομίζει ότι τα ξέρει όλα, τότε γίνεται ικανός να μάθει.
«Ὁ γελῶν ἑαυτῷ, σοφώτερος ἐστὶ τοῦ ἐπιγελώμενου ἄλλῳ.»
Πλάτων:
Αλήθεια, Σωκράτη, πιστεύεις ότι το χιούμορ βοηθά στη διδασκαλία;
Πολλοί δάσκαλοι προτιμούν το ύφος το σοβαρό και αυστηρό· εσύ, όμως, συχνά αστειεύεσαι.
Σωκράτης:
Πιστεύω πως ο μαθητής δεν πρέπει να φοβάται τον δάσκαλο· πρέπει να του χαμογελά.Η σοβαρότητα συχνά γεννά άμυνα· το χαμόγελο γεννά διάλογο.
Και ο διάλογος, όπως ξέρεις, είναι η ψυχή της φιλοσοφίας.
Πλάτων:
Μα δεν κινδυνεύει το γέλιο να κάνει τη φιλοσοφία ελαφριά;
Σωκράτης:
Όχι, αν έχει μέτρο.Όπως η μουσική δεν παύει να είναι τέχνη επειδή έχει ρυθμό, έτσι και η φιλοσοφία δεν χάνει το βάθος της επειδή χαμογελά.
Το χιούμορ δεν ακυρώνει την αλήθεια· την κάνει ανεκτή.
Γιατί, Πλάτων, η αλήθεια ,όπως το κρασί,χρειάζεται λίγο νερό για να την πιείς.
Πλάτων:
Άρα, ο δάσκαλος που δεν χαμογελά, μοιάζει με γιατρό που δίνει φάρμακο χωρίς μέλι.
Σωκράτης:
Ναι· και κάτι ακόμη. Το γέλιο είναι ένδειξη ελευθερίας του πνεύματος.
Ο ανόητος θυμώνει όταν γελούν μαζί του· ο σοφός χαμογελά πρώτος.
Γιατί ξέρει ότι δεν είναι τέλειος· κι αυτή η γνώση είναι η αρχή της σοφίας.
Πλάτων:
Άρα, ο σοφός γελά από γνώση, ο ανόητος από άγνοια.
Σωκράτης:
Και οι δύο γελούν , αλλά ο πρώτος κατανοεί, ο δεύτερος ξεχνά.
Το ένα είναι φως, το άλλο σκιά.
Θυμήσου τον Λουκιανό που λέγαμε· γελά με τους θεούς, όχι γιατί τους μισεί, αλλά γιατί θέλει να τους φέρει πιο κοντά στον άνθρωπο.
Αυτό είναι το γέλιο της κατανόησης.
Πλάτων:
Πολλοί όμως, Σωκράτη, λένε πως ο φιλόσοφος πρέπει να είναι σοβαρός·
πως το γέλιο είναι ανάξιο του στοχασμού, γιατί το αστείο φέρνει ασέβεια.
Σωκράτης:
Πλάνη μεγάλη.Οι θεοί, αν είναι πράγματι θεοί, δεν μπορεί να μην έχουν χιούμορ.
Πες μου, Πλάτων ,πώς θα άντεχαν να βλέπουν τα ανθρώπινα χωρίς να γελούν λίγο;
Ο Όμηρος το γνώριζε:
> «ἀθάνατοι δὲ θεοὶ γέλασαν ἀσπασίως.»
(Οἱ ἀθάνατοι θεοὶ ἐγέλασαν μ’ ἐυφροσύνην.)
Το γέλιο των θεών δεν είναι περιφρόνηση· είναι κατανόηση της ματαιότητας.
Κι όποιος φιλόσοφος το κατανοεί αυτό, πλησιάζει πιο πολύ στη θεία γαλήνη.
Πλάτων:
Κι όμως, πολλοί δεν καταλαβαίνουν την ειρωνεία σου· την νομίζουν προσβολή.
Σωκράτης:
Επειδή δεν ξέρουν ότι η ειρωνεία είναι το πιο τρυφερό εργαλείο της αλήθειας.
Η βία σκοτώνει το ψεύδος· η ειρωνεία το αποκαλύπτει.Είναι σαν να τραβάς μια κουρτίνα χαμογελώντας.Η αλήθεια δεν αντέχει το σπαθί· αντέχει το φως.
Πλάτων:
Άρα, η ειρωνεία είναι το χαμόγελο της αλήθειας· η μορφή που παίρνει η σοφία όταν θέλει να γίνει ανθρώπινη.
Σωκράτης:
Το γέλιο, Πλάτων, δεν είναι εχθρός της αλήθειας· είναι ο δρόμος προς αυτήν.
Όποιος γελά με τα δόγματα, τα ελέγχει.Όποιος γελά με τον φόβο, τον νικά.
Κι όποιος γελά με τον εαυτό του, τον γνωρίζει.
Πλάτων:
Θυμάμαι μιαν άλλη φράση σου, Σωκράτη:
«Ὁ μὴ εἰδὼς ἑαυτόν, πῶς ἂν εἴη σοφός;»
Ίσως το γέλιο είναι η πρώτη αναγνώριση αυτής της άγνοιας.
Σωκράτης:
Πράγματι. Το γέλιο είναι η πρώτη εξομολόγηση του φιλοσόφου.
Ο άνθρωπος που μπορεί να γελά με τον εαυτό του, έπαψε να είναι δούλος των αυταπατών του.Και μόνον τότε αρχίζει η αληθινή φιλοσοφία.
Πλάτων:
Σωκράτη, νομίζω πως τώρα καταλαβαίνω γιατί οι μαθητές σου σε αγαπούν·
όχι γιατί ήσουν αυστηρός, αλλά γιατί ήσουν χαρούμενος στην αλήθεια.
Η διδασκαλία σου δεν ήταν βάρος, αλλά παίγνιον της ψυχής.
Σωκράτης:
Το παίγνιον, Πλάτων, είναι η σοβαρότερη πράξη του πνεύματος.
Ἀνὴρ ἄνους σοβαρὸς ἐστίν· σοφὸς ἄνθρωπος παίζει.
Κι έτσι, το γέλιο δεν είναι τέλος της σκέψης, αλλά η αρχή της σοφίας.
Πλάτων:
Τότε, δάσκαλε, ας γελάσουμε· όχι με τους άλλους, αλλά με τους εαυτούς μας.
Ίσως έτσι προσεγγίσουμε την αλήθεια πιο ήσυχα.
Σωκράτης:
Γέλα, λοιπόν, Πλάτων· γιατί το χαμόγελο είναι η πιο καθαρή μορφή γνώσης.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
5
Πλάτων:
Σωκράτη, μετά απ’ όσα είπαμε για το γέλιο και τη φιλοσοφία, μου γεννήθηκε μια απορία:
μήπως η ίδια η μαιευτική σου μέθοδος είναι κωμική;
Γιατί πολλές φορές, όταν σε βλέπω να οδηγείς κάποιον σε απορία, η σκηνή θυμίζει κωμικό επεισόδιο· ο συνομιλητής σου νομίζει πως γνωρίζει, και ξαφνικά καταρρέει μέσα στα ίδια του τα λόγια!
Σωκράτης (χαμογελα):
Και τι άλλο είναι, Πλάτων, το κωμικό αν όχι μια μικρή κατάρρευση της αυταπάτης;Όταν ο άνθρωπος γελά, είναι γιατί για μια στιγμή βλέπει κάτι παράλογο μέσα του ή γύρω του.
Η μαιευτική μου, λοιπόν, γεννά γέλιο γιατί ξεσκεπάζει το παράλογο του εγωισμού.
«Ἐγὼ οὐδὲν οἶδα, ἀλλ’ οἱ ἄλλοι νομίζουσιν εἰδέναι· ὅπερ γελοιότερον πάντων.»
Πλάτων:
Ας θυμηθούμε, τότε, μερικά παραδείγματα.
Στον Ευθύφρονα, για παράδειγμα, όταν ο Ευθύφρων προσπαθεί να ορίσει το «ὅσιον», και κάθε του ορισμός γκρεμίζεται από τη λογική σου, το σκηνικό έχει κάτι το κωμικό.
Εκείνος επιμένει σοβαρά, κι εσύ με νηφαλιότητα τον φέρνεις σε αδιέξοδο.
Θυμάμαι:
«Ἦ καὶ ἄλλος ἄρα λόγος σοι φαίνεται περὶ τοῦ ὁσίου;»
κι εκείνος σαστίζει· δεν έχει πια τι να πει.
Ο αναγνώστης,κι εγώ ο ίδιος όταν σε ακούω,δεν μπορεί παρά να χαμογελάσει.
Σωκράτης:
Ναι· γιατί ο Ευθύφρων είναι υπερβολικά σοβαρός, και το σοβαρό χωρίς γνώση είναι πάντα αστείο.
Η φιλοσοφία γεννά το γέλιο όταν δείχνει την αντίθεση ανάμεσα στην αυτοπεποίθηση και στην άγνοια.
Πλάτων:
Το ίδιο και στον Ίππια Μείζονα, όπου ο Ίππιας παινεύεται για τις γνώσεις του, κι εσύ, με το πιο γλυκό χαμόγελο, τον ρωτάς:
«Ὦ θαυμάσιε Ἱππία, οἶσθα τί ἐστι καλόν;»
Κι εκείνος αρχίζει έναν μακροσκελή λόγο περί ωραίων σωμάτων, νόμων, πράξεων, και τελικά δεν ξέρει τι είναι «τὸ καλόν» καθαυτό.
Η ειρωνεία σου είναι λεπτή, αλλά ολόκληρος ο διάλογος έχει μια κωμική δομή, σαν δραματική σκηνή του Αριστοφάνη.
Σωκράτης:
Και πράγματι, ο Αριστοφάνης μ’ έκανε χαρακτήρα κωμικό, μα δίχως να ξέρει
πως είχε δίκιο!
Η φιλοσοφία, όταν ξεσκεπάζει την άγνοια, γίνεται θέατρο του νου· και το
κοινό γελά, όχι για να χλευάσει, αλλά για να δει καθαρότερα.
Πλάτων:
Μου φαίνεται, λοιπόν, πως το γέλιο προέρχεται από την ίδια τη στιγμή της απορίας.Όταν ο συνομιλητής σου μένει άφωνος, σαν να πέφτει μέσα στο ίδιο
του το δίχτυ.
Στον Πρωταγόρα ή στον Γοργία, για παράδειγμα, οι ρήτορες μιλούν με ύφος παντογνώστη, κι εσύ, με μικρές ερωτήσεις, τους οδηγείς να γελοιοποιήσουν
οι ίδιοι τα επιχειρήματά τους.
Σωκράτης:
Η απορία είναι η στιγμή που το πνεύμα σκοντάφτει στον εαυτό του· κι αυτό
είναι αληθινά κωμικό.
Η ψυχή βλέπει πως η σκέψη της είχε πόδια πήλινα.
Μα το γέλιο αυτό είναι ἱερόν· γιατί μέσα από αυτό γεννιέται η επίγνωση.
«Ἡ ἀπορία οὐκ αἰσχύνη ἐστίν, ἀλλ’ ἡ πρώτη γένεσις τοῦ νοεῖν.»
Πλάτων:
Μια άλλη πηγή του κωμικού στους διαλόγους σου είναι η αντιστροφή ρόλων.
Ο σοφός παριστάνει τον αμαθή, κι ο αμαθής τον σοφό· όπως στον Λάχη, όπου οι στρατηγοί νομίζουν ότι γνωρίζουν τι είναι ἀνδρεία, κι εσύ τούς ρωτάς με τέτοιο τρόπο ώστε στο τέλος εκείνοι μαθαίνουν από εσένα χωρίς να το καταλάβουν.
Σωκράτης:
Ακριβώς, Πλάτων· αυτή η αντιστροφή είναι το θέατρο της γνώσης.
Η φιλοσοφία μοιάζει με σκηνή όπου ο «γελοίος» αποδεικνύεται σοφός, κι ο «σοβαρός» γίνεται γελοίος.
Το κωμικό αναδύεται, λοιπόν, από τη σύγκρουση φαινομένου και ουσίας.
Πλάτων:
Σαν να λες πως κάθε ειρωνεία είναι μικρή τραγωδία που μετατρέπεται σε κωμωδία.
Σωκράτης:
Ή το αντίθετο· κάθε κωμωδία είναι μια τραγωδία της άγνοιας που γελά με τον εαυτό της.
Πλάτων:
Κι εγώ, όταν γράφω τους διαλόγους μας, συχνά νιώθω πως συνθέτω θέατρο.
Κάθε πρόσωπο έχει τον ρυθμό του, τη φωνή του, την αφέλεια ή την αυταρέσκειά του· κι εσύ, Σωκράτη, κινείσαι ανάμεσά τους σαν σκηνοθέτης που κρατά το χαμόγελο στο επίκεντρο.
Σωκράτης:
Ίσως, Πλάτων, η φιλοσοφία μας να είναι το ενδιάμεσο μεταξύ τραγωδίας και κωμωδίας.
Η τραγωδία δείχνει την πτώση του ήρωα από τη μοίρα· η κωμωδία δείχνει την πτώση του ανθρώπου από την αυταπάτη του.
Και η μαιευτική δείχνει πώς από αυτή την πτώση μπορεί να γεννηθεί φως.
Πλάτων:
Άρα, η μαιευτική σου είναι κωμική όχι για να γελάσουμε, αλλά για να δούμε.
Το γέλιο γίνεται εργαλείο αποκάλυψης.
Σωκράτης:
Ναι· είναι το χαμόγελο της αλήθειας όταν βγαίνει στο φως.
Και ίσως, Πλάτων, αυτή να είναι η βαθύτερη μορφή του χιούμορ:
το να βλέπεις τον κόσμο και τον εαυτό σου χωρίς φόβο.
Όπως το παιδί που παίζει με το χώμα· δεν το θεωρεί ταπεινό, αλλά θαυμαστό.
Πλάτων:
Σωκράτη, τώρα καταλαβαίνω γιατί οι διάλογοί σου, αν και φιλοσοφικοί, έχουν ρυθμό και σπιρτάδα.Η κωμικότητα της μαιευτικής δεν είναι περιττό στολίδι· είναι μέρος της αλήθειας.
Γιατί μόνο όποιος μπορεί να γελάσει με την άγνοιά του μπορεί να γεννήσει τη σοφία.
Σωκράτης:
Έτσι είναι, αγαπητέ Πλάτων.Η μαιευτική είναι τέχνη σοβαρή που γεννά χαρά·
κι όπως κάθε γέννα, αρχίζει με πόνο και τελειώνει με γέλιο.
Ἐκ γέλωτος ἡ ἀλήθεια ἀναφαίνεται, ὥσπερ ἐκ παιδίου καινοῦ ἡ ψυχή.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
6.
Πλάτων:
Δάσκαλε, έχουμε μιλήσει για την ειρωνεία, τη σάτιρα, το ουτοπικό γέλιο·
μα υπάρχει κάτι ακόμη που ο Αριστοφάνης κάνει με τόλμη πρωτάκουστη:
το αθυρόστομο, το βωμολόχο.
Τα πειράγματα, οι αισχρολογίες, τα λεκτικά παιχνίδια με τα σώματα και τα γεννητικά όργανα ,όλα εκείνα που προκαλούν το πιο τραχύ γέλιο.
Πώς μπορούμε να τα δούμε φιλοσοφικά;
Σωκράτης:
Με το βλέμμα του Διονύσου, Πλάτων.Η αθυροστομία, στους κωμικούς, δεν
είναι προστυχιά·είναι τελετουργική λύτρωση.
Στα Διονύσια, ο λόγος επιτρέπεται να “κατέβει” στο σώμα,να πει ό,τι απαγορεύεται στις αγορές και στους ναούς.Το “χαμηλό” είναι ο δρόμος προς
το “υψηλό”.
Όπως η φιλοσοφία αποκαλύπτει την άγνοια,έτσι η βωμολοχία αποκαλύπτει
τη σώματινή αλήθεια του ανθρώπου.
Πλάτων:
Δηλαδή, το αθυρόστομο δεν είναι βέβηλο, αλλά γόνιμο;
Σωκράτης:
Ακριβώς.Η ρίζα της βωμολοχίας είναι διονυσιακή: στα παλιά αγροτικά δρώμενα, οι γεωργοί έβριζαν μεταξύ τους για να καλέσουν τη γονιμότητα,να ξυπνήσουν
τη δύναμη της ζωής.Η λέξη “βωμολόχος” προέρχεται από τον “βωμό” και το “λοχάω”,δηλαδή αυτόν που “περιπαίζει κοντά στον βωμό”,όπως στα αγροτικά πανηγύρια.Έτσι και στον Αριστοφάνη:η αθυροστομία είναι πράξη ζωής, όχι αισχρολογία.
Πλάτων:
Στην Λυσιστράτη, οι γυναίκες ορκίζονται να απέχουν από τον έρωτα ώσπου οι άνδρες να κάνουν ειρήνη.Η σκηνή του όρκου είναι γεμάτη αισχρολογικά στοιχεία,και όμως ο σκοπός είναι υψηλός.
«Οὐ δώσω τοῦ ἀνδρὸς ἐπὶ τὴν ἀσπίδα ἀναβῆναι,
οὐδὲ ξυνῆψαι τὴν λόγχην ἐς τὴν ἐμήν.»
Η “λόγχη” και η “ἀσπίς” λειτουργούν διπλά,πολεμικά και ερωτικά.
Η δισημία είναι κωμική, μα κρύβει μια βαθιά ειρήνη του σώματος:
η γυναίκα σταματά τον πόλεμο με τη δύναμη της φύσης της.
Σωκράτης:
Βλέπεις λοιπόν, Πλάτων, ότι ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί τη βωμολοχία όχι
για να εξευτελίσει το σώμα, αλλά για να το αναβαθμίσει·να δείξει πως η δύναμη της ζωής,η σεξουαλικότητα,είναι ισχυρότερη από τη βία και την πολιτική.
Η αθυροστομία εδώ είναι σύμβολο ειρήνης.
Πλάτων:
Στις Θεσμοφοριάζουσες, η αθυροστομία φτάνει στα άκρα.Ο γυναικείος κόσμος παρουσιάζεται σε συνεδρίαση,όπου συζητούν, κατηγορούν, και αστειεύονται με τα πιο “ανείπωτα”.
«ὦ τὴν ἐμήν, ὡς ἐτάθη! …
τίς ἐς τὴν θύραν ἐμβάλλει;»
Το σκηνικό είναι εξολοκλήρου ερωτολογικό,και όμως η λειτουργία είναι θεατρική:ο ποιητής παρωδεί τα σοβαρά πολιτικά συνέδρια των ανδρών,
παίζοντας με τις ίδιες τους τις λέξεις.Η αισχρολογία γίνεται πολιτική παρωδία.
Σωκράτης:
Και να θυμάσαι, Πλάτων,ότι η αθυροστομία του Αριστοφάνη είναι κυρίως λεκτική τέχνη:παίζει με τις λέξεις όπως εγώ παίζω με τις έννοιες.
Η “ασέλγεια” είναι μια λογική μετατόπιση ,όχι πορνογραφία, αλλά λογοπαιγνιακή ευφυΐα.
Σωκράτης:
Στους Αχαρνείς, ο Δικαιόπολις στήνει πανηγύρι ειρήνης και μεθά με τους φίλους του.Το γέλιο είναι τραχύ, γεμάτο κρασί, φαλλούς και πειράγματα:
«Ἔρρωσο, Δικαιόπολι· καὶ σὺ πῖνε καὶ λάμβανε.»
«Ὦ φιάλη, τὰ καλὰ φέρεις· ἡδὺς ὁ ὀφθαλμὸς σου!»
Το αντικείμενο, η φιάλη, το ποτήρι,προσωποποιείται με σαφείς ερωτικές νύξεις.
Η βωμολοχία γίνεται πανηγυρικός έρωτας:το κρασί και το σώμα γίνονται ένα.
Πλάτων:
Εδώ, δάσκαλε, το γέλιο δεν είναι προσβολή,είναι κοινότητα.
Η αθυροστομία ενώνει, όπως η ευωχία στα Συμπόσια.
Η χαρά είναι κοινωνική , και ο λόγος γίνεται μέσο συντροφικότητας.
Πλάτων:
Κι όμως, σε άλλα έργα, η βωμολοχία παίρνει καθαρά ποιητικό χαρακτήρα.
Στους Ὄρνιθες, το παράλογο αγγίζει την παιδική φαντασία·
εκεί, το αθυρόστομο δεν σοκάρει ,διασκεδάζει.
«Ὦ Διόνυσε, ἄρ’ οὐκ ἐπὶ τοῖς ὄρνισι γάμοις ἥκεις;
Ὄρνις γὰρ ὄρνιν ἐπιβαίνει!»
Το “ἐπιβαίνει” είναι χυδαίο και συνάμα αθώο·ο ποιητής μιμείται τη φύση χωρίς ντροπή.Το σώμα γίνεται κοσμική δύναμη,και το γέλιο είναι κοσμογονία.
Σωκράτης:
Αν θελήσουμε, Πλάτων, να ταξινομήσουμε τη βωμολοχία του Αριστοφάνη,
θα βρούμε τέσσερις βαθμίδες:
Αθυροστομία πανηγυρική, στις γιορτές, το γέλιο του σώματος (π.χ. Αχαρνής, Εἰρήνη).
Αισχρολογία λεκτική ,τα λογοπαίγνια και οι δισημίες (π.χ. Λυσιστράτη, Θεσμοφοριάζουσαι).
Παρωδία ερωτική ,η ειρωνεία των ρόλων, φύλων και επιθυμιών (π.χ. Βάτραχοι, Νεφέλες).
Κοσμικό-φιλοσοφική βωμολοχία, η αποδοχή της φυσικής ενότητας όλων των όντων (π.χ. Ὄρνιθες, Πλούτος).
Σε όλες, η αθυροστομία λειτουργεί ως λύτρωση της λογικής από τον φόβο.
Ο άνθρωπος γελά με ό,τι θεωρεί ντροπή, κι έτσι, το υπερβαίνει.
Πλάτων:
Η ίδια η γλώσσα του είναι θαυμαστή·πλάθει νέες λέξεις, συνθέτει, παίζει με ρυθμό και ήχο.Η αθυροστομία του δεν είναι «βρισιά», αλλά ποιητικό παιχνίδι.
Σωκράτης:
Ναι, και αυτή είναι η μεγάλη του τέχνη.Η βωμολοχία του Αριστοφάνη είναι μουσική:ρυθμίζει το αστείο με την αρμονία των συλλαβών.
Άκου πώς γελά η γλώσσα του:
«βρεκεκεκέξ κοάξ κοάξ!» (Βάτραχοι)
Αθώος ήχος, μα βαθύτατα κωμικός·η επανάληψη λειτουργεί όπως το μωρό
που γελά με τη φωνή του.Το “χαμηλό” εδώ γίνεται λυρικό.
Πλάτων:
Άρα, δάσκαλε, το αθυρόστομο είναι μια μορφή αλήθειας;
Σωκράτης:
Αναμφίβολα.Η βωμολοχία είναι αποκαλυπτική·δείχνει αυτό που η κοινωνία προσπαθεί να κρύψει:ότι ο άνθρωπος είναι και σώμα, όχι μόνον λόγος.
Η σοβαροφάνεια είναι ψέμα·η αθυροστομία είναι τίμια.
«ἐκ τοῦ σώματος ἡ ἀλήθεια ἀρχόμενη, ἐπὶ ψυχὴν ἄγει.»
Γι’ αυτό ο Αριστοφάνης είναι φιλόσοφος του σώματος·όπως εγώ γεννώ ιδέες
με μαιευτική,εκείνος γεννά γέλιο με αισχρολογία —και το ένα δεν είναι πιο
αγνό από το άλλο.
Πλάτων:
Τώρα καταλαβαίνω γιατί οι Αθηναίοι δεν σκανδαλίζονταν·ήξεραν ότι η αθυροστομία ήταν ιερή αλήθεια του Διονύσου.Ο Αριστοφάνης, με τα “φαλλικά” του αστεία,μας δείχνει πως το σώμα γελά όπως γελά και ο νους.
Σωκράτης:
Και ο φιλόσοφος που δεν αντέχει να γελάσει με το σώμα,δεν είναι ακόμη έτοιμος να γνωρίσει την ψυχή.
«ἄνευ γέλωτος καὶ φαλλοῦ, οὐδὲ σοφία.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
7.
Πλάτων:
Δάσκαλε, είδαμε πως ο Αριστοφάνης έπλασε ένα κωμικό διονυσιακό, πολιτικό, ιερό και αθυρόστομο.Όμως στους μεταγενέστερους ποιητές, όπως ο Μένανδρος, η κωμωδία φαίνεται να αλλάζει:
Το γελιο γίνεται λεπτό, ήπιο, σχεδόν ηθικό.Τι συνέβη;
Σωκράτης:
Αυτό που συμβαίνει πάντα, Πλάτων:
ο άνθρωπος, κουρασμένος από την πόλη, στρέφεται στον εαυτό του.
Η Παλαιά Κωμωδία, του Αριστοφάνη, γελούσε με την πόλη·
η Νέα Κωμωδία γελά με τον ἄνθρωπο.
Δεν υπάρχουν πια δημαγωγοί, θεοί, πολεμικές εκστρατείες,υπάρχουν πατέρες, γιοι, ερωτευμένες κόρες, δούλοι πονηροί.
Το κωμικό γίνεται οικιακό, αλλά και ψυχολογικό.
Πλάτων:
Δηλαδή ο Μένανδρος αντικαθιστά την πολιτική σάτιρα με την ανθρώπινη συμπάθεια;
Σωκράτης:
Ακριβώς.Ο Μένανδρος είναι ο πρώτος ρεαλιστής του γέλιου.
Ακού το απόσπασμά του:
«Ἄνθρωπός εἰμι· καὶ οὐδὲν ἀνθρώπινον ἀγνοῶ.»
Εδώ ο ποιητής δεν γελά για να κατακρίνει,αλλά για να συγχωρήσει.
Το κωμικό δεν στηρίζεται στη βωμολοχία ή στη σάτιρα,αλλά στην
ανθρώπινη αδυναμία.Το γελιο γίνεται φιλοσοφία του μέτρου.
Πλάτων:
Δηλαδή ο Μένανδρος είναι ένας Σωκράτης χωρίς ειρωνεία;
Σωκράτης (χαμογελώντας):
Ίσως·αλλά και η ειρωνεία μου ήταν μια μορφή καλοσύνης,
όπως το δικό του γέλιο είναι μια μορφή σοφίας.
Πλάτων:
Στον Αριστοφάνη είχαμε προσωποποιημένα σύμβολα :τον Πόλεμο, την Ειρήνη,
τη Δίκη, τη Μανία.
Στον Μένανδρο έχουμε χαρακτήρες:τον φιλάργυρο γέρο, τον ερωτευμένο νέο, τον πονηρό δούλο.
Δεν είναι αυτό υποβάθμιση του κωμικού;
Σωκράτης:
Όχι, είναι εξατομίκευση.Το ανθρώπινο δράμα μπαίνει στη θέση του θεϊκού παιχνιδιού.
Εκεί που ο Αριστοφάνης χρησιμοποιεί φαλλικά σύμβολα,ο Μένανδρος χρησιμοποιεί συναισθηματικά μοτίβα.
Και το αστείο πηγάζει από την αντίθεση ανάμεσα στην επιθυμία και την πραγματικότητα.
«Ἐρᾷ μὲν ὁ παῖς, ὁ πατὴρ δὲ φρουρεῖ,
ἡ δὲ τύχη πάντα μεταστρέφει.»
Το γέλιο γίνεται παρατηρητικό·
ένα χαμόγελο σοφίας μπροστά στην αταξία του κόσμου.
Πλάτων:
Μου φαίνεται ότι ο Μένανδρος κάνει τη κωμωδία φιλοσοφία των ηθών·
σαν να διδάσκει ότι το μέτρο, η πραότητα, η κατανόηση είναι αρετές.
Σωκράτης:
Πολύ σωστά.Ο Μένανδρος διδάσκει χωρίς να νουθετεί.
Η ηθική του είναι ευγένεια, όχι κανόνας.Το γέλιο του δεν ταπεινώνει, αλλά εξανθρωπίζει.Σε κάνει να λες:
«Κι εγώ είμαι σαν κι αυτόν.»
Αυτό το γέλιο, Πλάτων, είναι πιο κοντά στη φιλοσοφική συμπόνια.
Πλάτων:
Κι όταν οι Ρωμαίοι πήραν τη Νέα Κωμωδία, τι απέγινε το κωμικό;
Σωκράτης:
Ο Πλαύτος κράτησε τη ζωντάνια του Αριστοφάνη και τη δομή του Μενάνδρου.
Έφτιαξε μια κωμωδία λαϊκή, γεμάτη από πανούργους δούλους, μέθυσους στρατιώτες και ερωτευμένους νεαρούς.
Αλλά το κέντρο του ενδιαφέροντος δεν είναι η κοινωνία ούτε η ψυχή·
είναι το παιχνίδι.Ο λόγος γίνεται θέατρο του μηχανισμού·το αστείο είναι πια τεχνική, όχι αποκάλυψη.
Ο Τερέντιος πάλι, πιο ήπιος, πιο λογικός,γράφει κωμωδίες που μοιάζουν με διαλόγους της αρετής·
«Homo sum, humani nihil a me alienum puto.»
(Τερέντιος, Heautontimorumenos,)
Ο ίδιος λόγος του Μενάνδρου, μεταφερμένος σε ρωμαϊκή γαλήνη.
Πλάτων:
Και τι να πούμε για τον Λουκιανό, δάσκαλε;Αυτός γελά όχι με τους ανθρώπους, αλλά με τους θεούς και τους ίδιους τους φιλοσόφους.
Σωκράτης:
Ο Λουκιανός είναι ο ειρωνικός διάδοχος της σωκρατικής μεθόδου.
Είναι ο πρώτος που κάνει φιλοσοφική παρωδία.
Στους Νεκρικούς Διαλόγους, στους Θεούς εν Συνεδρίῳ, στους Διόλογους των Εταίρων,το γέλιο του είναι λεπτό, διάφανο, και κρύβει μια μελαγχολία:
ότι οι άνθρωποι κυνηγούν φαντάσματα, ενώ νομίζουν πως κατέχουν την αλήθεια.
«Ἐγὼ δ’ ὁρῶ ἅπαντας γελοίους· οὐδὲν γὰρ ἀληθές ἐστιν ἐν τοῖς λόγοις αὐτῶν.»
Το κωμικό του Λουκιανού είναι γνωσιολογικό:γελά γιατί γνωρίζει ότι όλα είναι προσωπεία.
Πλάτων:
Δηλαδή, από τον Αριστοφάνη ως τον Λουκιανό, το γέλιο μεταμορφώνεται από διονυσιακό σε διανοητικό;
Σωκράτης:
Ναι — αλλά η ουσία μένει η ίδια:το γέλιο είναι ελευθερία.
Ο Αριστοφάνης γελά με τους θεσμούς,
ο Μένανδρος με τις ψυχές,
ο Λουκιανός με τις ιδέες.
Όλοι, με τον τρόπο τους, υπηρετούν τη φιλοσοφία του φωτός ,εκείνη
που διώχνει το σκοτάδι της αυταπάτης με το φως του χαμόγελου.
«Ὁ γέλως παιδαγωγὸς ἐστὶ τῆς σοφίας.»
Πλάτων:
Βλέπω τώρα, δάσκαλε,πως η πορεία του κωμικού είναι σαν την πορεία της φιλοσοφίας:από τον μύθο στο λόγο,από τη διονυσιακή έκσταση στην εσωτερική κρίση.
Σωκράτης:
Και το τέλος της πορείας αυτής είναι πάλι το ίδιο:ο άνθρωπος να μάθει να γελά χωρίς να περιφρονεί.Να γνωρίζει τα όριά του,και να τα δέχεται με χαμόγελο.
«Ὅστις γέλως σοφῶς, οὗτος ἤδη φιλόσοφος.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
8
Πλάτων:
Δάσκαλε, τώρα που μιλήσαμε για τη φιλοσοφία και το χιούμορ, θα ’θελα να στραφούμε στον Αριστοφάνη.
Εκείνον που πρώτος έδωσε στο γέλιο μορφή τέχνης και που, όπως ξέρεις,
σε είχε φέρει στη σκηνή στις Νεφέλες, κρεμασμένο μέσα σε ένα καλάθι!
Σωκράτης (γελα):
Ναι, ναι, θυμάμαι!
«Ὦ Σώκρατες, καταβαίνε· τί πράττεις ἐκεῖ ἐν τοῖς ἀέρι;»
Και εγώ, με ύφος προφήτη, απαντούσα:
«Μελετῶ τὰ μετέωρα καὶ τὰ ὑπὲρ γῆς πράγματα.»
κι έτσι γεννήθηκε το πιο διάσημο κωμικό στερεότυπο: ο «σοφιστής» που
νομίζει ότι αιωρείται πάνω από τη γη της κοινής λογικής.
Και ναι, δεν το κρύβω, Πλάτων· γέλασα και ο ίδιος μ’ αυτή την εικόνα.
Πλάτων:
Γιατί ο Αριστοφάνης, αν και σατίριζε, δεν ήταν υβριστής·ήταν ποιητής της αλήθειας μέσα από το γέλιο.
Σωκράτης:
Ας τις ταξινομήσουμε, λοιπόν.Το κωμικό στον Αριστοφάνη γεννιέται από πολλούς δρόμους· μπορούμε να ξεχωρίσουμε τουλάχιστον έξι βασικές μορφές:
Βωμολοχία , το αθυρόστομο και το σωματικό γέλιο.
Παρωδία , η μίμηση και διακωμώδηση των μεγάλων ποιητών, όπως του Ομήρου και του Ευριπίδη.
Σάτιρα πολιτική ,η ειρωνική αποκάλυψη της διαφθοράς, της δημαγωγίας, της ανοησίας του πλήθους.
Ειρωνεία και σαρκασμός, κυρίως απέναντι στη σοφιστική, στους ρητοροδιδασκάλους και στους ψευτοδιανοούμενους.
Φανταστικό και ουτοπικό κωμικό ,τα παράλογα, οι ανατροπές της πραγματικότητας, όπως το ταξίδι στ’ ουρανό ή η ειρήνη με τα πουλιά.
Ηθικό και μεταφυσικό γέλιο ,το γέλιο της απομυθοποίησης, της ειρήνης, της κοινότητας.
Ας δούμε τα έργα του ένα προς ένα.
Πλάτων:
Στους Αχαρνείς, ο Δικαιόπολις, ένας απλός αγρότης, συνάπτει μόνος του ειρήνη με τους Σπαρτιάτες και στήνει το δικό του πανηγύρι.
Το κωμικό εδώ είναι πολιτικό, αλλά και ουτοπικό·η ειρήνη παρουσιάζεται σαν παιγνίδι.
«Ἐγὼ δ’ ἄλλο οἶνον ἐγγίγνομαι πρὸς τοὺς Σπαρτιάτας, τριημέρου διαλλαγῆς.»
Η ειρωνεία είναι φανερή: ένας γεωργός πετυχαίνει ό,τι δεν μπορούν οι στρατηγοί και οι ρήτορες.Το γέλιο γίνεται μορφή αντίστασης στην ανοησία
της πολιτικής.
Σωκράτης:
Ακριβώς· το κωμικό είναι ο κοινός νους που θριαμβεύει απέναντι στην εξουσία.
Η ειρωνεία του Αριστοφάνη εδώ μοιάζει με τη δική μου μαιευτική·
αποκαλύπτει το γελοίο μέσα στο σοβαροφανές.
Σωκράτης:
Στους Ιππείς, ο ποιητής ρίχνει τα βέλη του κατά του Κλέωνα.
Εμφανίζει έναν υπηρέτη, τον Παφλαγόνα, που παραπέμπει στον ίδιο τον πολιτικό, και έναν αλλαντοπωλη που τον ξεπερνά στη δημαγωγία.
Εδώ το γέλιο είναι σαρκαστικό, σχεδόν ανελέητο.
«Ὦ Πάφλαξ, οὐκέτ’ ἄν σοι καὶ ἡ κάπνις ἐμπνέοι· ὁ δὲ ἀλλαντοπώλης σοι προείληφε τὴν γλῶτταν!»
Η αντιστροφή των ρόλων,ο λαϊκός που νικά τον πολιτικό,είναι βαθιά κωμική αλλά και τραγικά αληθινή.Το γέλιο γίνεται όπλο της ηθικής κρίσης.
Πλάτων:
Στις Σφήκες πάλι, ο Αριστοφάνης σατιρίζει το πάθος των Αθηναίων για τις δίκες.Ο Φιλοκλέων, ο γέρος δικαστής, είναι εθισμένος στο να δικάζει·
το γέλιο είναι παθολογικό, σχεδόν ψυχολογικό.
«Ὡς ἡδὺ τὸ δικαστήριον! ὡς ἡδὺ τὸ ψῆφον ἀναπνέειν!»
Ο ποιητής εδώ προσεγγίζει τη σωκρατική διάγνωση:ότι ο άνθρωπος βρίσκει ηδονή στην εξουσία που του προσφέρει η άγνοιά του.Το κωμικό γίνεται διάγνωση της ανθρώπινης μανίας.
Σωκράτης (γελα):
Τι να πω για τις Νεφέλες; Εγώ ο ίδιος είμαι ο ήρωας!
Ο Στρεψιάδης μπαίνει στο «Φροντιστήριον» για να μάθει πώς να κερδίζει τις δίκες με λόγια.Η σκηνή όπου βλέπει τον Σωκράτη να αιωρείται είναι από τα πιο αναγνωρίσιμα κωμικά επεισόδια.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: περιπατῶ ἐν τῷ ἀέρι, ἵνα ἀκριβεστέρως τὰ μετέωρα σκοπῶ.
ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ: ὦ ταλαίπωρε, τίς σε ἐκρέμασεν;
Εδώ ο Αριστοφάνης παρωδεί τη φιλοσοφία όπως ο Ευριπίδης την τραγωδία.
Το κωμικό στοιχείο είναι η σύγκρουση ανάμεσα στη σοβαροφάνεια και στην αφέλεια.
Πλάτων:
Και πάλι βλέπουμε πως ο ποιητής, ενώ φαίνεται να γελοιοποιεί τη φιλοσοφία, στην ουσία την απομυθοποιεί για να την καθαρίσει.Η κωμωδία γίνεται καθαρτήριο.
Πλάτων:
Στους Βατράχους, ο Διόνυσος κατεβαίνει στον Άδη για να φέρει πίσω έναν ποιητή, και γίνεται διαγωνισμός ανάμεσα στον Αισχύλο και τον Ευριπίδη.
Το κωμικό είναι εδώ μεταθεατρικό ,το θέατρο γελά με τον εαυτό του.
Η σκηνή της ζυγαριάς, όπου μετρούν ποιος ποιητής «ζυγίζει» περισσότερο με τους στίχους του, είναι απόλυτα ευρηματική:
«Ὁ Αἰσχύλος ἐπὶ τὴν ζυγὸν τὸν στίχον τίθησιν· βαρεῖς λόγοι κατέρχονται· ὁ δ’ Εὐριπίδης ἁπαλὰς λέξεις φέρει, καὶ ἀναπηδᾷ ἡ ζυγός!»
Εδώ το κωμικό γεννιέται από τη σύγκρουση ύφους και βάρους ,κυριολεκτικά!
Η παρωδία γίνεται κριτική τέχνης, όχι απλώς φάρσα.
Σωκράτης:
Η Λυσιστράτη είναι παράδειγμα κωμωδίας του σώματος και της ειρήνης.
Οι γυναίκες, με αρχηγό τη Λυσιστράτη, αποφασίζουν αποχή από τον έρωτα ώσπου να σταματήσει ο πόλεμος.
Το έργο συνδυάζει βωμολοχία, ερωτισμό, πολιτική σάτιρα και ουτοπία.
«Ἐὰν οὖν μὴ ποιήσητε τὴν εἰρήνην, ἀπεχόμεθα τῆς ἀφροδισίας!»
Η κωμικότητα δεν είναι χυδαία ,είναι δραστική, γιατί μετατρέπει το σώμα σε πολιτικό επιχείρημα.Το γυναικείο γέλιο είναι γέλιο ανατροπής.
Πλάτων:
Στην Εἰρήνη, ο Τρυγαίος ανεβαίνει στους ουρανούς καβάλα σε μια πελώριο σκαθάρι για να λυτρώσει την Εἰρήνη από το βουνό όπου την έχουν φυλακίσει
οι θεοί.Το κωμικό είναι μυθικό και παράλογο, γεμάτο φαντασία.
«Ἐπὶ σκαθάρου ἀναβαίνων ἐπὶ θεοὺς πορεύομαι.»
Εδώ ο Αριστοφάνης δημιουργεί ένα ονειρικό θέατρο:το αδύνατο γίνεται δυνατό, και το γέλιο φέρνει ελπίδα.Το αστείο έχει θεραπευτική λειτουργία.
Σωκράτης:
Στις Θεσμοφοριάζουσες, ο Ευριπίδης μπαίνει μεταμφιεσμένος στις γυναίκες
για να υπερασπιστεί τον εαυτό του.Είναι κωμωδία παρωδίας, γεμάτη θεατρικά παιχνίδια, μεταμφιέσεις, παρεξηγήσεις.Το γέλιο προκύπτει από την αντιστροφή φύλων και ρόλων, όπως θα λέγαμε σήμερα.
«Ἐγὼ γυνή εἰμι, καὶ οὐδὲν ἄλλο!»
Το κωμικό εδώ είναι ανθρωπολογικό ,η μεταμόρφωση του ανθρώπου σε κάτι άλλο, χωρίς να παύει να είναι ο εαυτός του.
Πλάτων:
Τέλος, στον Πλούτο, το τελευταίο του έργο, ο ποιητής εγκαταλείπει τη βωμολοχία και στρέφεται προς την ηθική αλληγορία.Ο θεός Πλούτος είναι τυφλός και δεν βλέπει ποιον να πλουτίσει·όταν ξαναβρίσκει το φως του, ο κόσμος ανατρέπεται.
«Ὦ Πλοῦτε, ἀνέβλεψας· ἄρα καὶ οἱ χρηστοὶ ἄνδρες πλουτήσουσιν!»
Εδώ το γέλιο είναι φιλοσοφικό:δεν γελάμε με τις πράξεις, αλλά με τη μοίρα.
Η ειρωνεία γίνεται στοχασμός.
Πλάτων:
Σωκράτη, βλέπω πως ο Αριστοφάνης υπήρξε, χωρίς να το ξέρει, φιλόσοφος
με μορφή κωμικού.Όπως εσύ γεννούσες γνώση με απορίες, εκείνος γεννούσε αλήθεια με γέλια.
Σωκράτης:
Ναι, Πλάτων· το κωμικό του ήταν μια άλλη μαιευτική.Γελούσε για να φανερώσει την ανοησία των ανθρώπων·κι έτσι, χωρίς να το καταλάβουν, οι θεατές έβγαιναν σοφότεροι.Το θέατρό του ήταν σχολή γέλωτος καὶ φρονήσεως.
«Ἐν γέλωτι ἡ παιδεία· καὶ ὁ γελῶν ἀληθῶς, φιλοσοφεῖ.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σωκράτους και Πλάτωνος Διάλογοι
Περί του κωμικου
9
Πλάτων:
Βλέπω, Σωκράτη, ότι ο Αριστοφάνης δεν έκανε μόνο τους ανθρώπους να γελούν·
τους έκανε και να βλέπουν.Μήπως, λοιπόν, το κωμικό δεν είναι απλώς παιχνίδι, αλλά κοινωνικός καθρέφτης;
Σωκράτης:
Αναμφίβολα, Πλάτων.Ο Αριστοφάνης γελοιοποιεί για να θεραπεύσει.
Όταν ο λαός γελά με τους δημαγωγούς στους Ἱππεῖς, δεν γελά απλώς·
αναγνωρίζει τη δική του ευθύνη.Το γέλιο γίνεται πολιτική αυτογνωσία.
Πλάτων:
Και στις Σφήκες το ίδιο· ο Φιλοκλέων γελά με τη δίκη, ώσπου αντιλαμβάνεται ότι η εξουσία της ψήφου τον έχει καταβροχθίσει.
Ο Αριστοφάνης δείχνει πως το γέλιο ξυπνά τη συνείδηση,γι’ αυτό ίσως ο λαός τον ανεχόταν, ακόμη κι όταν τους προσέβαλλε.
Σωκράτης:
Ναι· γιατί το αληθινό γέλιο, όπως και η φιλοσοφία, δεν φοβάται να προσβάλει.
Το γέλιο του Αριστοφάνη είναι ἐλεγκτικόν, όπως η δική μου μαιευτική.
Ο ποιητής βάζει τον θεατή να γελά με τους άλλους και στο τέλος να γελά με τον εαυτό του.
Πλάτων:
Παρατηρώ επίσης, δάσκαλε, ότι σε μερικά έργα του, το κωμικό ακουμπά σχεδόν το τραγικό.Στην Εἰρήνη, λ.χ., κάτω από το παιδικό όνειρο της αναβάσεως, κρύβεται ο πόνος των πολέμων·
στη Λυσιστράτη, κάτω από τα αστεία, υπάρχει η αγωνία μιας πόλης διαιρεμένης.
Σωκράτης:
Και αυτή είναι η ανώτερη μορφή του γέλιου ,το γέλιο που περνά μέσα από τα δάκρυα.Ο Αριστοφάνης γνώριζε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί χωρίς γέλιο,αλλά ούτε και να γελά χωρίς λύπη.
Έτσι, όπως η τραγωδία οδηγεί στην κάθαρση μέσω του φόβου και του ελέους,
η κωμωδία οδηγεί στη χαρμολύπη της αυτογνωσίας.
Πλάτων:
Και τί λες, Σωκράτη, για την ψυχή του ανθρώπου που γελά;
Πώς το γέλιο τον μεταμορφώνει;
Σωκράτης:
Όταν γελά κανείς, Πλάτων, λύεται μέσα του ο κόμπος της σοβαροφάνειας.
Το γέλιο είναι κάθαρση της ψυχής από την αλαζονεία.
Ο Αριστοφάνης, δείχνοντας τους θεούς να γελοιοποιούνται, τους πολιτικούς να διαστρέφονται, τις γυναίκες να κυβερνούν,μας μαθαίνει να παίρνουμε αποστάσεις από τον εαυτό μας.
Πλάτων:
Άρα, το γέλιο είναι είδος φιλοσοφίας·
μια στιγμή όπου ο άνθρωπος βλέπει την αλήθεια χωρίς να μπορεί να την αντέξει κι έτσι γελά.
Σωκράτης:
Και ο αληθινός φιλόσοφος, Πλάτων, είναι εκείνος που μπορεί να γελά πρώτα
με τον εαυτό του.
Πλάτων:
Μήπως, δάσκαλε, ο Αριστοφάνης υπήρξε ,χωρίς να το δηλώσει,ένας προ-φιλόσοφος;Η σκέψη του δεν είναι δογματική· είναι ερευνητική, όπως
η δική σου μέθοδος.Κάθε αστείο του είναι μια απορία.
Σωκράτης:
Σωστά λες.Σκέψου στις Νεφέλες πόσο μελετά τη φύση του λόγου, του δικαίου και της παιδείας.Πίσω από το γέλιο, υπάρχει φιλοσοφική έρευνα:
τι σημαίνει να λες την αλήθεια;τι είναι η γνώση;πώς χρησιμοποιείται ο λόγος;
Ο Αριστοφάνης θέτει τα ίδια ερωτήματα που κι εγώ θέτω,μόνο που εκείνος
τα απαντά με γέλιο, εγώ με απορία.
Πλάτων:
Κι όμως, Σωκράτη, πολλοί λένε πως ο Αριστοφάνης ήταν βωμολόχος και ασεβής.Πώς ταιριάζει αυτό με την ηθική που βλέπουμε στο έργο του;
Σωκράτης:
Το να μιλάς για τα πιο ταπεινά πράγματα δεν σημαίνει ότι είσαι ταπεινός·
αντιθέτως, το χιούμορ του Αριστοφάνη καθαγιάζει ακόμη και τη βωμολοχία.
Η αθυροστομία του είναι ιερή ,όπως το γέλιο των Σατύρων στα Διονύσια·
εκφράζει τη ζωτική δύναμη που αντιστέκεται στο θάνατο,την ίδια που γεννά
την τραγωδία, αλλά με ανάποδο πρόσωπο.
«ὁ Διόνυσος γέλωτα καὶ δάκρυον ἄμφω παρέχει.»
Ο Αριστοφάνης είναι ιερέας αυτού του διπλού θεού·σκοπός του δεν είναι να προσβάλει, αλλά να εξαγνίσει μέσω του γέλιου.
Πλάτων:
Δηλαδή, το γέλιο μπορεί να διδάξει όπως και η διαλεκτική;
Σωκράτης:
Βέβαια.Όταν ο θεατής γελά με τις Σφήκες ή τις Νεφέλες,συνειδητοποιεί κάτι για τον εαυτό του κι αυτή είναι γνώση βιωματική.
Το γέλιο είναι η μάθηση του απροσδόκητου·η στιγμή όπου καταλαβαίνεις ότι
η πραγματικότητα μπορεί να ’ναι αλλιώς.
Πλάτων:
Άρα, ο κωμικός είναι δάσκαλος των απλών όπως ο φιλόσοφος είναι δάσκαλος των σκεπτομένων.Και ίσως, Σωκράτη, το ένα να μην μπορεί χωρίς το άλλο.
Σωκράτης:
Ας το πούμε καθαρά, Πλάτων·
ο Αριστοφάνης έδωσε μορφή σε όλους τους τύπους του γέλιου:
το γέλιο της κοιλιάς, που εξαγνίζει το σώμα,
το γέλιο της ειρωνείας, που καθαρίζει το νου,
και το γέλιο της φρόνησης, που οδηγεί στην αλήθεια.
Αν οι τραγικοί μας δίδαξαν τι θα πει να υποφέρεις,ο Αριστοφάνης μας δίδαξε πώς να γελάς χωρίς να ξεχνάς.
Πλάτων:
Και ίσως, δάσκαλε, αυτός να είναι ο πιο σοφός τρόπος ζωής·
να φιλοσοφείς γελώντας.
Σωκράτης:
Πλάτων, θυμήσου τούτο:το γέλιο δεν είναι αντίπαλος της αλήθειας, είναι ο δρόμος της.Ο Αριστοφάνης, με το σκώμμα, έκανε ό,τι εγώ με την ειρωνεία:
γέννησε γνώση μέσα από την ταραχή της ψυχής.
Και ίσως, τελικά, ο άνθρωπος να είναι πιο σοβαρός όταν γελά,γιατί τότε
μόνον συνειδητοποιεί πόσο λίγο γνωρίζει.
Πλάτων (μειδιώντας):
Άρα, δάσκαλε, να γελώ είναι φιλοσοφείν.
Σωκράτης:
Ναι, Πλάτων
«ὁ γέλως ἐστὶν ἡ σοφίας ἀρχή.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο Καραγκιόζης Κατά την Ποιητικην τού Αριστοτέλη
Η μελέτη της "ποιητικής" του Καραγκιόζη με βάση το πρότυπο της Ποιητικής του Αριστοτέλη αποτελεί μια δημιουργική και ανατρεπτική προσέγγιση της λαϊκής θεατρικής παράδοσης μέσα από το πρίσμα της φιλοσοφικής ανάλυσης.
Ο Αριστοτέλης, στην Ποιητική του, αναλύει την τραγωδία (και σε μικρότερο βαθμό την κωμωδία) με βάση συγκεκριμένες κατηγορίες:
μίμησις, πλοκή, ήθος, διάνοια, λέξις, μέλος, όψις.
Μίμησις (Μίμηση της Πράξης)
Στον Αριστοτέλη, η ποίηση είναι μίμησις πράξεως ,αναπαράσταση πράξης ανθρώπινης, σημαντικής και πλήρους.
Στο θέατρο σκιών είναι επίσης μίμηση, όχι όμως υψηλών πράξεων, αλλά της καθημερινής ζωής του λαού ,μίμηση φτώχειας, κοινωνικής αδικίας, εξυπνάδας και επιβίωσης. Ο Καραγκιόζης ενσαρκώνει το λαϊκό υποκείμενο που αγωνίζεται ενάντια σε ανώτερες δυνάμεις (την εξουσία, τη φτώχεια, τη γραφειοκρατία) με το μοναδικό του όπλο: το χιούμορ και την παρατηρητικότητα.
Η μίμηση, δηλαδή, αφορά εδώ το πνεύμα του ελληνικού λαού ,τα παθήματα, τις αντιστάσεις και τις επινοήσεις του.
Πλοκή (Μύθος)
Για τον Αριστοτέλη, η πλοκή είναι η ψυχή της τραγωδίας· μια καλά δομημένη σειρά γεγονότων με αρχή, μέση και τέλος
Η πλοκή στα έργα του θεάτρου σκιών είναι απλή και επαναλαμβανόμενη, με στερεότυπα μοτίβα:
Ο Καραγκιόζης είναι φτωχός και πεινασμένος.
Παρουσιάζεται μια ευκαιρία για εργασία ή δόξα (π.χ. να γίνει γιατρός, στρατιώτης, γραμματικός).
Την αναλαμβάνει χωρίς γνώσεις ή ικανότητες.
Ακολουθεί μια σειρά από κωμικά επεισόδια με παρεξηγήσεις και συγκρούσεις.
Η κατάληξη είναι συνήθως μια μορφή αποτυχίας ή κωμικής λύτρωσης, με τον ήρωα να επιστρέφει στη φτώχεια αλλά με αξιοπρέπεια και γέλιο.
Η ενότητα και η συνοχή της δράσης είναι χαλαρές, αλλά υπάρχει πάντα μια κυκλική λογική: από την πείνα, στην προσπάθεια, στην αποτυχία, στην πείνα.
Ήθος (Χαρακτήρες)
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, οι χαρακτήρες πρέπει να είναι συνεπείς, αναγνωρίσιμοι και να συμβάλλουν στην πλοκή.
Το θεατρικό σύμπαν του Καραγκιόζη είναι γεμάτο τυποποιημένους χαρακτήρες, που λειτουργούν αρχετυπικά:
Καραγκιόζης: ο φτωχός, αστείος, πονηρός και εύστροφος λαϊκός τύπος.
Χατζηαβάτης: ο "λογικός", υπάκουος στον Πασά, αλλά και υπηρέτης των συμφερόντων του φίλου του.
Μπαρμπαγιώργος: ο τραχύς Ρουμελιώτης, οπλισμένος με τη γκλιτσα και την αγροτική αφέλεια.
Σιορ Διονύσιος: ο Ιταλοφανής Ζακυνθινός.
Μορφονιός, Βεληγκέκας, Σταύρακας: στερεότυπα της νεοελληνικής κοινωνίας.
Οι χαρακτήρες δεν εξελίσσονται, αλλά εκπροσωπούν κοινωνικές ομάδες και συμπεριφορές, λειτουργώντας ως φορείς κοινωνικής σάτιρας.
-Διάνοια (Στοχασμός, Ιδέες)
Η διάνοια στον Αριστοτέλη είναι η ικανότητα του ποιητή να εκφράζει γενικές αλήθειες και κοινωνικές ή ηθικές ιδέες μέσω των πράξεων των προσώπων
Η διάνοια στον Καραγκιόζη εκφράζεται μέσα από τη λαϊκή σοφία, τις παροιμίες, τα γνωμικά και τη σάτιρα:
Η πονηριά υπερέχει της εξουσίας.
Η φτώχεια δεν είναι ντροπή, αλλά αδικία.
Το γέλιο είναι όπλο ενάντια στην καταπίεση.
Η εξουσία γελοιοποιείται μέσα από τις υπερβολές της.
Παράδειγμα:
Όταν ο Καραγκιόζης προσποιείται τον γιατρό χωρίς καμία γνώση, σατιρίζεται η ψευδοεπιστήμη, η γραφειοκρατία, αλλά και η τυφλή εμπιστοσύνη του λαού στους "ειδικούς".
Λέξις (Γλώσσα, Ύφος)
Ο Αριστοτέλης δίνει σημασία στην ενδεδειγμένη χρήση της γλώσσας,πλούσια αλλά όχι πομπώδη, ανάλογη του ήθους των προσώπων.
Η γλώσσα του Καραγκιόζη είναι λαϊκή, καθομιλουμένη, γεμάτη ιδιωματισμούς, γλωσσικά παιχνίδια, παρηχήσεις, λογοπαίγνια και χυμώδεις εκφράσεις.
Συνδυασμός καθαρής δημώδους με ευρηματικά νεολογίσματα.
Κωμική χρήση των ονομάτων (π.χ. "Καραγκιόζης Στρατηγός", "Ο Καραγκιόζης γιατρός").
Παρωδία της επίσημης γλώσσας μέσα από τον λόγο των "ανώτερων" χαρακτήρων (π.χ. του Πασά).
Η λέξις εδώ υποστηρίζει το ύφος της σάτιρας και αντικατοπτρίζει την κοινωνική ταξικότητα μέσα από το ιδίωμα.
Δομή και Ενότητα
Η τραγωδία έχει αυστηρή δομή. Το θέατρο σκιών έχει μια πιο ευέλικτη, συχνά αυτοσχεδιαστική δομή.
Η δομή στον Καραγκιόζη μπορεί να περιγραφεί ως εξής:
1. Πρόλογος: Εισαγωγή, συχνά με τον Καραγκιόζη να μιλά στο κοινό.
2. Επεισόδια: Παρουσίαση του προβλήματος, η ανάληψη της αποστολής, οι παρεξηγήσεις, οι συγκρούσεις.
3. Κορύφωση: Συνήθως κωμική καταστροφή ή αποκάλυψη.
4. Λύση: Συμβιβασμός ή επιστροφή στην αρχική κατάσταση.
Η κυκλική δομή ενισχύει το αναλλοίωτο του ήρωα: ο κόσμος δεν αλλάζει, αλλά ο Καραγκιόζης εξακολουθεί να επιβιώνει.
Θέματα
Τα θέματα του θεάτρου σκιών είναι κατ’ εξοχήν κοινωνικά και πολιτικά.
Φτώχεια και επιβίωση
Φτώχεια και επιβίωση
Ο Καραγκιόζης ζει σε μια καλύβα,παραγκα, έχει τρία παιδιά και δεν έχει ποτέ λεφτά. Η οικονομική ανέχεια δεν τον εξευτελίζει, αλλά γίνεται κινητήριος δύναμη για επινοήσεις, πονηριές και επιβίωση. Η σάτιρα της ταξικής ανισότητας είναι συνεχής, αλλά μέσα από το γέλιο, όχι την καταγγελία.
Παράδειγμα:
Στην παράσταση Ο Καραγκιόζης Γιατρός, ο ήρωας παριστάνει τον γιατρό για να εξασφαλίσει φαγητό, με αποτέλεσμα ένα κωμικό χάος. Η πείνα τον καθοδηγεί, αλλά ποτέ δεν τον καταβάλλει.
Εξουσία και καταπίεση
Η εξουσία εκπροσωπείται κυρίως από τον Πασά και τον Βεληγκέκα
Ο Καραγκιόζης, αντιμέτωπος με αυτήν την αυστηρή και γραφειοκρατική εξουσία, δεν εξεγείρεται άμεσα, αλλά τη γελοιοποιεί ,υπονομεύει το κύρος της μέσα από αφέλεια ή πονηριά.
Παράδειγμα:
Στο Ο Καραγκιόζης Γραμματικός, ο ήρωας προσπαθεί να βοηθήσει τον Πασά να λύσει μια διαφορά, αλλά το μπλέκει τόσο, που ο ίδιος ο Πασάς καταλήγει πιο μπερδεμένος. Εδώ η γραφειοκρατία παρουσιάζεται ως γελοία και αναποτελεσματική.
Παιδεία και ψευτο-μόρφωση
Συχνή είναι η σάτιρα της δήθεν μόρφωσης, των "μορφωμένων" που δεν έχουν ουσιαστική γνώση. Ο Καραγκιόζης προσποιείται συχνά τον γιατρό, τον δάσκαλο, τον καθηγητή, αλλά το κάνει παραποιώντας όρους και έννοιες, δημιουργώντας κωμικές καταστάσεις.
Παράδειγμα:
Ο Σιορ Διονύσιος ή ο Μορφονιός χρησιμοποιούν δήθεν λόγιες λέξεις ή ιταλικές φράσεις, αποκαλύπτοντας την κενότητα της επιφανειακής μόρφωσης.
Η ελληνική ταυτότητα και η ετερότητα
Το θέατρο σκιών διαμορφώθηκε στην οθωμανική εποχή, και η πολυπολιτισμική του σύσταση αντικατοπτρίζεται στους χαρακτήρες:
Ο Καραγκιόζης είναι Έλληνας Ρωμιός.
Ο Χατζηαβάτης έχει μια «τούρκικη» υποτακτικότητα.
Ο Πασάς είναι Τούρκος άρχοντας.
Ο Σιορ Διονύσιος είναι επτανησιακός, με ιταλοελληνικά στοιχεία.
Ο Μπαρμπαγιώργος είναι αγροίκος από τη Ρούμελη.
Η θεατρική σύγκρουση αυτών των τύπων συμβολίζει την ελληνική εθνογένεση:
η δημιουργία εθνικής συνείδησης μέσα από την ετερότητα.
Οικογένεια και Πατριαρχία
Ο Καραγκιόζης είναι πατέρας και σύζυγος , αν και η γυναίκα του εμφανίζεται
σπανια, το γεγονός ότι έχει οικογένεια τον ανθρώπιζει. Τα παιδιά του, τα Κολλητηρια, λειτουργούν είτε ως αντανάκλαση της φτώχειας του, είτε ως πρόσχημα για να δείξει τρυφερότητα, δίχως όμως μελοδραματισμό.
Ύφος
Το ύφος στον Καραγκιόζη είναι κατά βάση κωμικό, σατιρικό, με έντονα στοιχεία παρωδίας. Δεν λείπουν όμως τα στιγμιότυπα λυρισμού και στοχασμού, ιδίως όταν ο ήρωας μονολογεί για τη ζωή του ή τη φτώχεια του.
Χαρακτηριστικά:
Αυτοσχεδιασμός: Ο Καραγκιοζοπαίκτης συχνά προσθέτει δικά του στοιχεία, πολιτικά σχόλια, ακόμα και αστεία της επικαιρότητας.
Ιδιωματισμοί: Κάθε χαρακτήρας μιλά με το δικό του γλωσσικό ιδίωμα.
Κωμική υπερβολή: Αλλοιώσεις λέξεων, φωνές, χειρονομίες (ακόμα και αν είναι σκιές).
Διπλά επίπεδα λόγου: Υπάρχει λόγος για τα παιδιά (αθώος, σωματικός) και λόγος για τους μεγάλους (πιο πονηρός, υπαινικτικός).
Μέλος (Μουσική)
Ο Αριστοτέλης θεωρεί τη μουσική σημαντικό συστατικό του δράματος.
Στον Καραγκιόζη, η μουσική παίζει καθοριστικό ρόλο:
Κάθε χαρακτήρας έχει δικό του μουσικό μοτίβο (π.χ. κλαρίνο για τον Μπαρμπαγιώργο, καντάδα για τον Σιορ Διονύσιο).
Η μουσική συνοδεύει την είσοδο, την έξοδο και τις συναισθηματικές κορυφώσεις.
Τα τραγούδια, συχνά αυτοσχέδια, σχολιάζουν τη δράση ή ενισχύουν το γέλιο.
Όψις (Οπτικό στοιχείο / Σκηνικά)
Στην Ποιητική, ο Αριστοτέλης θεωρεί την "όψιν" (σκηνοθεσία, όραση) ως το λιγότερο σημαντικό, αλλά στο θέατρο σκιών, είναι θεμελιώδες.
Οι σκιές, φτιαγμένες από δέρμα ή χαρτί, αποδίδουν την τυπολογία των προσώπων.
Η κίνηση των φιγούρων γίνεται με ρυθμό και τεχνική ακρίβεια, δημιουργώντας εφέ (ξύλο, χορός, κυνηγητά).
Ο φωτισμός είναι καθοριστικός , η μαγεία προκύπτει από το παιχνίδι φωτός και σκιάς.
Η Ποιητική του Καραγκιόζη ως Λαϊκή Τραγωδία
Αν και σε μορφή ο Καραγκιόζης φαίνεται εντελώς διαφορετικός από την αριστοτελική τραγωδία, σε ουσία, υπηρετεί παρόμοιους στόχους:
Μιμείται πράξεις ανθρώπινες, με σατιρικό ήθος, για να διδαχθεί και να ψυχαγωγηθεί ο θεατής.
Χρησιμοποιεί τη γλώσσα, το ήθος, τη διάνοια και την πλοκή για να σχολιάσει την κοινωνία.
Παρέχει, αντί για "κάθαρση μέσω φόβου και ελέου", μια κάθαρση μέσω γέλιου και αναγνώρισης: οι θεατές βλέπουν τους εαυτούς τους στον ήρωα, γελούν και φεύγουν πιο ελαφροί.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Σύλληψη τής Ηθικης
Ήταν λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Ο συγγραφέας διάβαζε την Ηθική τού Σπινόζα.
Άκουσε το χτύπημα στην πόρτα.Τους περίμενε.Φορουσε τα ρούχα του.Παντα
ήταν έτοιμος.
- "Άνοιξε.Ασφαλεια." άκουσε τη ψυχρή φωνή να προστάζει.
Εδώ και καιρό τον παρακολουθούσαν. Είχε κυκλοφορήσει ο πρώτος τομος
τής μελέτης του: «Η Ηθική του Σπινόζα και η Ευκλείδια Γεωμετρία: Μια απόπειρα πολιτικής αποδόμησης τού απόλυτου κράτους».
Ανοιξε. Τρεις άντρες.Ολοι με τη στολή τών Οργάνων τού Καθεστωτος, μαύρη
με περιβραχιόνιο.Του πέρασαν χειροπέδες. Ένας πήρε το βιβλίο τού Σπινόζα
από το τραπέζι και το ξεφύλλισε.
-"Αρκετά με την ηθική.'',είπε και το πεταξε"Πάμε".
Η μελέτη του, θεωρήθηκε αιρετική,επικίνδυνη για το αυταρχικό καθεστώς τους.
Ήταν μια φιλοσοφική και μαθηματική προσεγγιση τής Ηθικής τού Σπινόζα με τα Στοιχεία τής Ευκλείδειας γεωμετρίας.Και την είχε συνθέσει με «ορισμούς», «αξιώματα», «θεωρήματα» και «αποδείξεις».
Στο δρόμο προς την Ασφάλεια,μέσα στο αυτοκίνητο τών ασφαλιστών,
σκέφτονταν την συνέχεια τής μελέτης:
Ορισμός 1:
Η εξουσία είναι εκείνη η δύναμη που απαιτεί υποταγή.
Ορισμός 2:
Η ελευθερία είναι η αναγκαία συνθήκη του Λόγου.
Αξίωμα 1:
Κάθε εξουσία που βασίζεται στο φόβο, οδηγεί στον παραλογισμό.
Θεώρημα 1:
Αν το κράτος ζητά να καταργήσει τη δυνατότητα τής φιλοσοφικής κρίσης,
τότε το κράτος ενεργεί κατά της ίδιας του τής ύπαρξης.
Απόδειξη:
Αν το κράτος είναι λογικό, τότε ενισχύει το Λόγο.
Ο Λόγος γεννά αμφισβήτηση. Άρα, το λογικό κράτος οφείλει να αντέχει την αμφισβήτηση.
Αν δεν την αντέχει, παύει να είναι λογικό.
Έφτασαν στο πολυόροφο κτίριο τής ασφαλειας.Ενα κάθετο ορθογώνιο
θωρηκτό.
Ανέβηκαν με το ασανσέρ.Δεν.προσεξε τον όροφο.Σκεφτονταν:
Η μελέτη δεν θα έμενε στην ηθική θεωρία, αλλά θα προχωρούσε στην εξέταση τού ολοκληρωτικου καθεστώτος τού Πανοπτικού -επιτηρησης.
Τον πήγαν κατευθείαν στον ανακριτικό γραφείο.Τον καθησαν σε μια καρεκλα.Μεταλλικη.Ενας δυνατός προβολέας τον τυφλώνει.Απεναντι τού
Τρεις σκιά.Μετρησε τρεις ανακριτές.Εναλλασονταν.
ο.πρωτος,προσπαθουσε με ηπιο τρόπο να τον πεισει να αποκηρύξει τη μελέτη:
-"Η λογική δεν μπορεί να είναι ανώτερη τού Κράτους, Αν ήταν, τότε τι ρόλο παίζει το Δόγμα μας;"
Αυτός,δεν μίλησε.Σκεφτηκε:
"Το δόγμα χωρίς Λόγο είναι απλώς φόβος."
Επειτα ο δεύτερος ανακριτής,τού διάβαζε αποσπάσματα από τη μελέτη
τού και ταυτόχρονα με ηλεκτρόδια στους καρπούς τού έκανε ηλεκτροσόκ.
.Και για κάθε πρόταση που θεωροουνταν «υπονομευτική», η ένταση αυξανονταν.
''Αξίωμα 3:
Η ύπαρξη δεν χρειάζεται αυθεντία "
Το ρεύμα διαπέρασε τη σπονδυλική του στήλη.Τρανταχτηκε. Έπεσε από την καρέκλα. Τον σηκωσαν.Τον κάθησαν πάλι στη καρέκλα.
Ο τρίτος τού έδειχνε γεωμετρικά σχήματα.
"Πες μου. Αν ο ηθικός άνθρωπος είναι σαν κύκλος, τι είναι το Κράτος μας;"
Αυτός,δεν μίλησε.Σκεφτηκε:
"Ένα πολύγωνο με πλευρές τις παρεμβάσεις στην ελευθερία."
Ο.ανακριτης διέταξε να τον χτυπήσουν δυνατά στα δάκτυλα με σφυρι.
Μετα τον κατέβασαν εφτά ορόφους,τους μέτρησε,στο υπόγειο.Στην αίθουσα
τού Δικαστηριου.Η συνεδρίαση γινονταν κεκλεισμένων τών θυρών.
Τρεις δικαστές, ντυμένοι με το μαύρο κοστουμι.Ειχαν αποφασισει.Κανένας συνήγορος υπεράσπισης,κανένας μάρτυρας.
Με συνοπτικές διαδικασίες η δίκη κατέληξε.Ο πρόεδρος τού δικαστηρίου διάβασε την απόφαση με φωνή μονότονη :
Εν ονόματι τού Κράτους μας,η αποφασις ελήφθη έχωντας υπόψιν την φύση
τής μελέτης και τής ιδιοφυια της.
Το Δικαστήριο αποφασίζει τα εξής:
1. Ο κατηγορούμενος δεν είναι ένοχος για παραλογισμό ή διαστροφή τού Λόγου.
2. Ο κατηγορούμενος δεν είναι ένοχος για την υπέρμετρη χρήση τής ελευθερίας.
3. Η ποινή για την υπέρμετρη χρήση τής ελευθερίας δεν είναι η στέρησή της,
Και ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφασίζει:
Ο κατηγορούμενος αφήνεται ελεύθερος.
Υποχρεούται, από τούδε και εις το εξής, να συνεχίσει απρόσκοπτα τη μελέτη του περί τής "Ηθικής τού Σπινόζα και τής Ευκλείδειας Γεωμετρίας".
Εν κατακλείδι:
Αυτός,γενικά,που τολμά να σκεφτεί με απόλυτη λογική ενάντια στην εξουσία, καταδικάζεται να συνεχίσει να σκέφτεται.
Διά ταύτα, το Δικαστήριο τού Καθεστώτος παύει οριστικώς τη δίωξη.
Όταν ο συγγραφέας βγήκε έξω από κάθετο ορθογώνιο κτίριο τής Ασφάλειας
ξημέρωνε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το Σκάκι Καθρεφτης Στρατηγικης
Η ομίχλη καλυπτε το Λονδίνο.Απογευμα.Ο Sherlock Holmes καθόταν στο
σαλονι του στην 221B Baker Street με ένα σκάκι μπροστά του.
Το παιχνίδι ήταν παράξενο ,όχι μόνο γιατί ο αντίπαλός του ήταν ο μυστηριώδης κύριος Alastair Wren, αλλά γιατί υπήρχε μια παράξενη ένταση στον αέρα, σαν κάθε κίνηση να ήταν φορτισμένη με κάτι περισσότερο από στρατηγική.
Ο Dr. Watson, καθισμένος δίπλα, παρακολουθούσε σιωπηλά τις κινήσεις.
-"Πρέπει να παραδεχτώ, Sherlock», είπε, «δεν θυμάμαι ποτέ να έπαιξες σκάκι
με τόση σοβαρότητα. Τι σε έχει τόσο απορροφήσει;"
Ο Holmes χαμογέλασε.
- "Δεν είναι το παιχνίδι, Watson. Είναι η στρατηγική που κρύβεται πίσω από
κάθε κίνηση. Κάθε πιόνι, κάθε αλογο, κάθε βασίλισσα, μπορεί να αποκαλύψει
μια αλήθεια που αλλιώς θα περνούσε απαρατήρητη."
Ο κύριος Wren χαμογέλασε αινιγματικά και προχώρησε το αλογο του, αναγκάζοντας τον Holmes να σχολιάσει:
-"Σπάνια συναντά κανείς αντίπαλο που παίζει τόσο προσεκτικά.Ή έχει πολλή υπομονή ή πολλά να κρύψει."
Καθώς η ωρα περνούσε και τα πιόνια έπεφταν, ένα μοτίβο φαινόταν να αναδύεται στη σκακιέρα. Ο Holmes παρατηρούσε προσεκτικά τις κινήσεις
τού Wren, αναλύοντας όχι μόνο τη στρατηγική του αλλά και τη ψυχολογία του πίσω από κάθε κίνηση. Το βλέμμα του Wren ήταν αδιάφορο, αλλά ο τρόπος που
κοιτουσε το βασιλιά τού Holmes, κάθε φορά που έκανε μια θυσία, αποκαλυπτε κάτι κρυφό , μια τάση να ρισκάρει για να αποκαλύψει, ή ίσως να κρύψει, μια αλήθεια.
Όταν τελικά ο Holmes έκανε την τελευταία του κίνηση, ένα χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπο τού Wren.
-"Εξαιρετική παρτίδα, μιστερ Holmes. Ομως, όπως συμβαίνει με κάθε παρτίδα σκάκι η πραγματική νίκη δεν είναι πάντα εκεί που φαίνεται."
Ο Holmes τον κοίταξε με προποιητή απορία.
- "Τι εννοείτε;"
Ο Wren έγειρε προς τα πίσω στην καρέκλα του και έκανε μια χειρονομία αινιγματική.
-"Υπάρχει ένας άνδρας, που θα διαπράξει ένα έγκλημα. Η παρτίδα αυτή, με κάθε κίνηση, σας έδειξε πώς σκέφτεται. Σκεφτείτε την σκακιερα σαν μια μικρογραφία της πραγματικότητας: ο βασιλιάς που προστατεύεται πάρα πολύ,
ο ιππότης που κινείται απροβλεπτα,όλα αυτά αντικατοπτρίζουν τη συμπεριφορα τού δράστη."
-"Εννοείτε",είπε ο Sherlock Holmes ανάβοντας τη πίπα του,"ότι η παρτίδα ήταν
ένα προμήνυμα; Ένα είδος γρίφου που οδηγεί σε ένα έγκλημα;"
-"Ακριβώς», είπε ο Wren. «Και αν μελετήσετε προσεκτικά τη στρατηγική μου, θα καταλάβετε ποιον πρέπει να παρακολουθήσετε και πώς."
Το επόμενο πρωί, ο Holmes και ο Watson πήγαν στο.ανατολικο Λονδίνο.
Η παρτίδα σκάκι είχε γίνει ο καθρέφτης που αποκάλυπτε το επερχόμενο έγκλημα.Κάθε κίνηση, κάθε στρατηγικό σχέδιο, τούς οδήγησε στον δράστη
που είχε ήδησχεδιάσει το εγκλημα και ήταν έτοιμος να το εκτελεσει.
Όταν τελικά ο Holmes τον αιφνιδιασε ο δράστης αναγνώρισε με τρόμο κάτι που δεν είχε προβλέψει: την οξύνοια τού Holmes, που είχε αποκρυπτογραφήσει τις κινήσεις του μέσα από ένα παιχνίδι σκάκι.
-"Κάθε παρτίδα αφήνει ίχνη", είπε ο Holmes ήρεμα, «και ορισμένα ίχνη οδηγούν κατευθείαν στην αλήθεια."
Ο Dr. Watson,σε αυτή την υπόθεση που κατέγραψε στις: Stories Of Sherlock Holmes,θαύμασε την λογική επαγωγική μέθοδο τού Sherlock Holmes πως από μια αθώα παρτίδα σκάκι είχε αποκαλυψει το μυστήριο ,τη στρατηγική και ψυχολογία τού δράστη,και είχε αποτρεψει το εγκλημα,τη δολοφονία από τον άντρα τού μυστηριώδους κυρίου Alastair Wren.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Father Brown vs Don Isidro Parodi
Η αμφισημία τού φανταστικού και η λογική τού παραδοξου.
Ενα απογευμα,από λογική εικασία το υπεθεσε,ο ντετέκτιβ Don Isidro Parodi
στο.κελι του δέχτηκε την επίσκεψη τού Father Brown ενός Άγγλου ντετέκτιβ
ιερεα.
Τον δέχτηκε χαμογελώντας.
"Οι ιερείς είναι συνήθως καλύτεροι μάρτυρες απ’ ό,τι οι κατηγορούμενοι"
είπε.
Ο Father Brown φορούσε χαμηλό πλατύγυρο καπέλο,κρατούσε μια ομπρέλα,
"αφού πάντα υπάρχει πιθανότητα να βρεξει όπως και πιθανότητα να μην βρεξει."
είπε χαμογελώντας με αγαθό ύφος.
-"Don Parodi,είπε με την ήρεμη αγγλική προφορά, ήρθα να σας επισκεφθώ για να ζητήσω τη γνώμη σας. Υπήρξα μάρτυρας ενός μυστηρίου που, αν δεν το είχα δει με τα μάτια μου, θα το θεωρούσα αδύνατον.
Ο Don Parodi τον κοίταξε.
"λογικό ,πάτερ,αν ήταν θαύμα"
Ο Father Brown χαμογελασε.
"λογική από ένα λογικό,όμως όταν κάτι συμβαίνει,συμβαίνει"
Ο Don Parodi σχολίασε:"μέχρι να αποδειχθεί"
Για λίγο υπήρξε σιωπη.
"Ελάτε,πατερ,διηγήθηκε μου το μυστήριο.Ετσι κι αλλιώς όλα μυστήρια είναι
στην αρχή"
Ο Father Brown άρχισε:
-"Πριν από δύο μήνες, βρισκόμουν στο Γκλούτσεστερ. Εκεί, ένας νεαρός δάσκαλος, ο Έντουαρντ Κόουλ, βρέθηκε δολοφονημένος στο δωμάτιό του.
Όλοι υποπτεύθηκαν έναν φίλο του, έναν ζωγράφο ονόματι Χένρι Μάλοου, ο οποίος τον είχε επισκεφθεί εκείνη τη μέρα. Ο Μάλοου ισχυρίστηκε ότι έφυγε πριν από το έγκλημα και ότι ο φίλος του ήταν ζωντανός.
Η αστυνομία δεν βρήκε αποδείξεις.Με κάλεσαν..Καθώς παρατηρούσα το δωμάτιο..."
Ο Don Isidro Parodi σταμάτησε να τον ακούει,"μια φανταστική,επινοημένη,
ιστορια είναι.Στην κατηγορία μυστηρίου:Η αλήθεια δεν είναι ό,τι φαίνεται",
σκέφτηκε.
Διαισθάνονταν την εξέλιξη της.
Ο Father Brown τελειώνοντας το μυστήριο του,ειπε:
"Ήταν, όπως βλέπετε, ένα μυστήριο που μιλούσε για την ψευδαίσθηση τής αμαρτίας."
Ο Don Parodi κοίταξε ψηλά το μικρό παράθυρο τού κελιού του.
"Ενδιαφέρουσα ιστορία, πάτερ,όπως αυτό το παράθυρο τού κελιού μου.Και αν μού επιτρέπετε θα την "ανακρίνω" όπως θα ανεκρινα έναν κατηγορούμενο.
1ο. Η σκηνή τού εγκλήματος είναι διακοσμητικη,όχι ουσιαστικη.μπορουσε να παραληφθει. ;
2ο. Ο καθρέφτης: Ένας καθρέφτης πίσω από την πόρτα δεν θα μπορούσε να παραπλανήσει κάποιον σε τέτοιο βαθμό.
3ο. Το σημειωμα:“Η αλήθεια δεν είναι ό,τι φαίνεται” δεν μπορεί να έχει γραφτεί από έναν άνθρωπο που δολοφονείται,η' εν.πασει περιπτώσει πεθαίνει.,
4ο. Η λύση: Είναι υπερβολικά 'παραβολικη', πάτερ. Όπως οι παραβολές τού
δόγματος σας. Δεν αποκαλύπτει την πραγματικότητα· αποκαλύπτει μια ηθική."
Για λίγο επικράτησε σιωπή.Ο αερας στο κελί ακίνητος.
Έπειτα ο Don Isidro Parodi συνέχισε.
-"Επιτρέψτε μου τώρα να εκθεσω τη λογική μου απέναντι στην πιστη σας.
Το όνομα τού Έντουαρντ Κόουλ δεν μού είναι άγνωστο.Σε εφημερίδες τής Αγγλίας,αναφέρθηκε ο μυστηριώδης θάνατος του.Ο φίλος του, Χένρι Μάλοου, κατηγορήθηκε αρχικά, αλλά απαλλάχθηκε.Μπλεχτηκε και η μοιχεία τής
γυναίκας του.Η 7η Εντολή,πατερ.Η ιστορία,μάλιστα,έγινε και διήγημα
από ένα Άγγλο συγγραφέα με ενδιαφεροντα στις θεολογικές αλληγορίες."
Ο Don Parodi χαμογελασε..
-"Με λίγα λόγια,πάτερ, μού παρουσιάσατε μια ιστορία,που συνέβει διαφορετικά,
στην κυριολεξία την επινοήσατε,για να εκφράσετε μια ηθική σας ιδέα."
-"Ομως...".Ο Father Brown πήγε να αντιδράσει.Ο Don Parodi τον διεκοψε.
-"Μην ανησυχείτε, πάτερ,το ψεύδος είναι μια άλλη μορφή αληθειας.Ουτως η'
άλλως.Εσείς δημιουργείται μυστήρια για να ερμηνεύεται την αμαρτία.Οπως
εγώ λογικά επιχειρήματα για να ελέγχω την αντοχή τής λογικής."
Ο Father Brown σηκώθηκε.
-"φεύγω",είπε,"τελικά όλες οι ιστορίες ζητούν να πιστευτουν.''
Ο Don Isidro Parodi κοίταξε ψηλά στο τοίχο τού κελιου του το μικρό
παράθυρο.Ενα μαύρο τετράγωνο.Να αιωρείται.
-"έχεις δικιο",είπε,"όπως ο ουρανός,ενώ έχει νυχτώσει, ωστόσο υπάρχει εκεί έξω.
Αυτό για σάς είναι πιστευτό.Για μένα είναι λογικό."
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το σπιτι
Το σπίτι ήταν σε ένα ερημο.μερος, περιτριγυρισμένο από αιωνόβια δέντρα.
Ήταν αρχές φθινοπώρου.
Εκεί έφτασαν τρεις γυναίκες.Η.Αννα,η Βερόνικα,και η Λίντια.
Η Αννα ήταν νοσοκόμα, το πρόσωπό της είχε τη σκληρότητα γυναικας που
έχει μάθει να φροντίζει ανθρώπους που πεθαίνουν.. Η Βερόνικα, πρώην ηθοποιός μιλούσε πλέον σπάνια και όταν το έκανε, η φωνή της ήταν μια ξένη φωνή. Η Λιντια, συγγραφέας, ήρθε σ'αυτο το μέρος πληγωμένη από τη κατάρρευση τής σχέσης της με τον άντρα της,τα επαγγελματικα και τις ερωμένες του.
Το σπίτι κάποτε ανήκε στην Αλις, αδελφή της Αννας ,που είχε πεθάνει
εκεί μέσα από μια μακρά, βασανιστική αρρώστια. Τώρα οι τοίχοι τής κρεβατοκάμαρας της ήταν σιωπηλοί.Όμως η Λίντια έλεγε πως άκουγε
τα ψιθυρίσματα τών τελευταίων της ημερών.
Ένα βράδυ,η Βερόνικα κάθησε μπροστά σ'έναν παλιό καθρέφτη. Η ηθοποιός κοίταξε το είδωλό της και έβαλε τα δάχτυλά της στο πρόσωπό της, σαν
να'θελε να το χαράξει.Μετα από εκείνο το βραδυ κλείστηκε στη σιωπή της.
Η Λίντια, μια νύχτα ξύπνησε αναστατωμένη από έναν εφιάλτη.Ειδε την Άλις.
Το πρόσωπό της ήταν παραμορφωμένο από τον πόνο,και την παρακαλουσε,
«Μείνε», της ψιθύρισε. «Μην φύγεις όπως έφυγα εγώ».
Την άλλη μέρα η Λίντια έφυγε απ' το σπίτι.Συναντησε τον άντρα της.Αναμεσα
τους ένα τεράστιο κενό πλέον.Αβυσσος.
Η Άννα βρήκε στο υπόγειο,στην αποθήκη,ένα κασετόφωνο,με ηχογραφήσεις
τής φωνής τής Αλις.Μιλουσε γι'αυτη.Την.κατηγορουσε.Πως ήταν η αιτία
τής καταστροφής της.
Η Λίντια, γύρισε και ξεκίνησε να γράφει ένα διήγημα για μια γυναίκα που φρόντιζε μια άλλη και σιγά σιγά, έχανε το δικό της πρόσωπο.
Το σπίτι, ήταν βυθισμένο σε ακινησία. Στο εσωτερικό, τρεις γυναίκες
Η Βερονικα είχε σταματήσει να μιλάει πριν από δυο χρόνια,.Μετα από
μια θεατρική παρασταση.
Η νοσοκόμα της, η Άννα, τής διάβαζε από το ημερολόγιο της.
Για έναν άντρα που την εγκατέλειψε, για το παιδί που δεν γέννησε ποτέ,
για το σώμα της που κουράστηκε να αγαπαει χωρίς ανταπόκριση.
Και ένα γράμμα που δέχτηκε.
"Αγαπητή Βερονικα,
Σε βλέπω παντού. Στο πρόσωπο τής γυναίκας που με κοιτάζει.Στο σώμα της.
Στα ματια της."
Η Βερονικα πήρε το γραμμα και το έσκισε. Η Άννα δεν μίλησε.
Στο διπλανό δωμάτιο, η Άλις.Το σώμα της εκαιγε απο τον πυρετό.
Η παρουσία τής Άννας τής ήταν αφορητη.Μια νύχτα την έδιωξε.Η Άννα
επέμενε να μείνει.Την έσπρωξε να φυγει.
Η Άννα στάθηκε όλη τη νυχτα πίσω από την κλεισμένη πόρτα και την άκουγε
να ψιθυρίζει:
«Δεν φοβάμαι τον θάνατο.»
Το πρωί ήρθε στο σπίτι ο άντρας τής Λίντια.
Το ρολόι χτύπησε δεκα.
«Δεν ξέρω αν είμαι εγώ ή μια ανάμνηση μου.»τού είπε.
Εκεινος δεν απάντησε.
.Η Άννα γράφει στο ημερολόγιο της:"Το φως είχε μια θαμπάδα.Σκεφτομαι
πως ίσως όλων μας η ζωή δεν είναι παρά η απουσία τών ανθρώπων που
αγαπήσαμε."
Τη νύχτα η.Αλις είχε πυρετό και παραμιλούσε.
Η Λίντια θυμάται.Οι άντρες μιλουσαν δυνατά.Οι γυναίκες γελούσαν.
Όλοι επιναν.Εκεινη φοράει ένα μαύρο μακρύ φόρεμα.Διαφανο.-"Είσαι μακριά",
λέει στον άντρα της."Ακόμα και τώρα που είμαστε τόσο κοντα, η απόσταση
μάς χωρίζει."
Η Άννα διαβάζει από το ημερολόγιο στην Βερονικα:
"Είμαστε αναμνήσεις κάποιου που δεν μας θυμάται πια."
-"Σας περίμενα."
-"Δεν σας γνωρίζω."
"Κανείς δεν γνωρίζει κανέναν."
Αργότερα τη νύχτα,άνοιξε μια πόρτα και στο δωμάτιο ειδε ένα κρεβάτι.
Επάνω του ένα σώμα κοιμόνταν.
Πλησίασε αργά.
Η Άλις άνοιξε τα μάτια.
-Ήρθες,τής είπε..
-Δεν έφυγα ποτέ,ψιθύρισε η Αλις.
Την άλλη μέρα,το μεσημέρι,οι τρεις γυναίκες έφυγαν από το σπίτι.
.
.
.
φωτογράφιση -χνκουβελης cncouvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σκιες(Shadows)
(mise en scene of a blackwhite cinema movie)
Αρχή.
Μονότονη νότα πιάνου.
Σιωπή.
Ηχος αναπνοής
Σκηνή 1.
διαδρομος.μια γυναίκα μισοφωτισμενη.κοιταζει τη κάμερα.
γυναίκα(φωνή off):
'δεν περίμενω τίποτα'
η γυναίκα περπατά αργά προς το βάθος τού διαδρομου.ακουγεται ο ήχος τών τακουνιών της.
flou σκοτεινό.
ο ήχος ενός ρολογιού.
Σκηνή 2.
δωμάτιο ημιφωτισμενο.ενας άνδρας κάθεται στο τραπέζι. καπνίζει.
η γυναίκα μπαίνει. δεν τον κοιτάζει
άντρας.
πού ήσουν;
σιωπή.η κάμερα κάνει ένα αργό zoom στο πρόσωπό τής γυναίκας.
Σκηνή 3.
η γυναίκα χαμογελα (close-up plan)
γυναίκα:
'η αρχή τού τέλους.'
(ήχος off)μιας πόρτας που κλείνει.
Σκηνή 4.
η γυναίκα στον διάδρομο.ιδιο πλάνο με τη Σκηνή 1.
φωνή off.
'δεν ήταν ιστορία'
flou σκοτεινό.ηχος προβολέα.
Σκηνή 5.
κοντινό πλάνο.
το πρόσωπο τής γυναίκας μπροστά και πισω τού άντρα.εναλλαγη flou.
ήχος.η Billie Holiday.Don't explain.
γυναικα.
'δεν θέλω να μιλήσουμε.δεν αντέχω τις λέξεις.'
flou και στα δύο πρόσωπα.
Σκηνή 6.
(παράλληλο μοντάζ πλάνων)cut-ups
η γυναικα. περπατά νύχτα σε άδειους σκοτεινούς δρόμους τής πόλης.
ο άντρας τραβά φωτογραφίες ενός άδειου δωματιου.
η κάμερα σε αργή κίνηση πάνω στο πρόσωπο τής γυναικας και τού άντρα.
άντρας.
'οι άνθρωποι δεν χωρίζουν ποτέ'
γυναικα.
'απλώς αλλάζουν κάδρο'
flou σκοτεινό.
Σκηνή 7.
μεσαίο πλάνο.η γυναικα και ο άντρας με γυρισμένη την πλάτη.
άντρας.
'θυμάσαι τη νύχτα που σε ρώτησα αν με αγαπάς;'
γυναικα.
'θυμάμαι.και ηξερα πως το "ναι" ήταν ψέμα.'
Σιωπή.
η κάμερα κυκλικό τραβελινγκ στο αδειο δωμάτιο.
ακούγεται μόνο η αναπνοή τους.
Σκηνή 8.
μακρινό πλάνο.κινηματογραφηση τής γυναικας.
(φωνή σκηνοθέτη off).
'κοίτα σαν να τον αγαπάς.'
(κοντινό μεσαίο πλάνο )
η γυναικα.γυρνά το βλέμμα της προς τη καμερα.
το πλάνο παγώνει. ο ήχος τής μπομπίνας που σταματά.
Σκηνη 9.
η γυναίκα. στο διαδρομο.ιδια σκηνή με τη Σκηνή 1.
Σκηνή 10.
Η γυναικα (μεσαίο πλάνο) κάθεται μπροστά σε έναν λευκό τοίχο.
γυναίκα.
'δεν καταλαβαίνω γιατί με κινηματογραφείς;'
ο ήχος τής μπομπίνας.μερικά καρέ καίγονται.
Σκηνή 11.
η κάμερα ακολουθεί σε μεσαίο πλάνο την γυναικα. που περπατά νύχτα στους
άδειους δρόμους.δυνατο κοντραστ φωτισμού.σταματα σε μια βιτρίνα
με γυμνες κουκλες-μενεκεν.flou λευκό.
Σκηνή 12.
ο άντρας κρατά μια κάμερα. τη στρέφει προς την γυναίκα , που τον κοιτάζει
άντρας.
'Αν σε κινηματογραφήσω, θα σε κρατήσω'
γυναίκα.
'κάν’ το τότε.
ο ερωτας είναι πάντα μια κακή λήψη.'
το φιλμ κόβεται.ο ήχος μιας μπομπίνας που σταματά αποτομα.
Σκηνή 13.
η γυναίκα γράφει σε ένα τετράδιο.
η φωνή της (off):
'δεν μιλώ για μας.'
η κάμερα απομακρύνεται αργά προς τα πισω.ο ηχος μιας πόρτας που ανοιγει
και κλεινει.
Σκηνή 14.
εσωτερικό .διάδρομος .νύχτα.μεσαιο πλάνο. η γυναίκα ακουμπα στον τοίχο.
close up στο πρόσωπο της.ακούγεται ο ήχος ενός τρένου από μακριά.
γυναίκα.
'ισως να μην υπήρξα ποτέ '
flou σκοτεινό.
Σκηνή 15.
εσωτερικό .σαλόνι.η γυναίκα και ο άντρας κάθονται στο τραπέζι απέναντι.
ανάμεσα τους μια κάμερα super 8mm.
σκηνοθετικη οδηγια:το πλάνο τρέμει,έχει γραμμές και κόκκους.
minimal μουσική: ενα σόλο για βιολοντσέλο.
(το φιλμ εναλλάσσει 24fps και 12fps )
Σκηνή 16.
η γυναίκα μπροστα από μια οθόνη,όπου προβάλλονται σκηνές από την ταινία.
σκηνοθετική οδηγια:μονταζ cut ups.2 δευτ. πρόσωπο / 2 δευτ. οθόνη / 2 δευτ.
σκοτεινό.επαναλαμβανομενο.
Ηχος αναπνοής.
Μονότονη νότα πιάνου.
Σιωπή.
Τέλος.
.
.
.
φωτογράφιση -χνκουβελης cncouvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το τελος
Συζούσαν πάνω από δέκα χρόνια.Μετά από τόσα χρόνια μόνο η συνήθεια
τούς συνέδεε στη μονοτονία...Εκείνος εργαζόταν σε έναν εκδοτικό οίκο,
επιμελητής κειμένων.Το μυθιστόρημα που άρχισε πριν δύο χρόνια,δεν το
τελείωσε ακόμα.Συνεχεια αλλάζει,τη γλώσσα,το ύφος,τη πλοκή.Και τον δυσκολεύει.ποιο τέλος να δώσει στην ιστορία. Εκείνη εργάζεται σε ένα δικηγορικό γραφείο, με ωράριο.Οι υποθέσεις διαζυγίου που αναλαμβάνει
δίνουν έναν υπνωτικό ρυθμό στη ζωή της.
Ένα βράδυ ήταν προσκεκλημένοι σ’ ένα πάρτι, στο σπίτι κάποιου γνωστου
ζευγαριού.. Οι αντρες αεικίνητοι,διαχυτικοί,,μιλούσαν ακατάπαυστα,περί
παντος θέματος,πολιτικής,φιλοσοφιας,επιστήμης,φλέρταραν τις γυναίκες,
και οι γυναίκες γελούσαν,μιλούσαν για τη μόδα,το κινηματογράφο,τα κοινωνικά σιριαλς,τα ρομαντικά μυθιστόρημα,και κυρίως για τα παιδιά τους,Μερικές πιο τολμηρές για το σεξ.
Εκείνη ένιωθε πλήξη,αδιαφορία, πως τίποτα απ’ αυτά δεν την αφορούσε,
Εκεινος είχε εξαφανιστει.Ηξερε που ηταν.Δεν ήθελε να κάνει σκηνη.
Σιχαίνονταν τη ζηλοτυπια.Οταν εμφανιστηκε ,την πλησίασε, τής είπε μια
δικαιολογία.Εκεινη τού είπε,χαμογελωντας,πως δεν πρόσεξε την απουσία
του.
Στη επιστροφή στο σπίτι δεν μίλησαν. Η νύχτα πέρασε άδεια, όπως τόσες
άλλες.
Τις επόμενες μέρες ήταν πλέον δυο ξένοι,που μοιράζονται τον ίδιο χώρο.
Το πρωί εκείνη έφευγε νωρίς.Εκείνος ακόμα κοιμονταν.Το βράδυ, όταν συναντιονταν, μιλούσαν μόνο για πρακτικά ζητήματα.
Ένα απογευμα πήγαν μαζί στο κέντρο.Εκεινη είχε ένα επείγον ραντεβού με
μια γυναίκα για μια νομική της υπόθεση.Εκεινος την περίμενε σε ένα καφέ.
Μετά περπάτησαν στους δρόμους γεμάτους φώτα, αυτοκίνητα, διαφημίσεις. Μίλησαν για μικροπράγματα.
Την άλλη μέρα εκείνος έφυγε.Χωρισαν Δεν έγινε σκηνή, δεν υπήρξαν εξηγήσεις.Εκεινη συνέχισε να ζει στο ίδιο σπίτι, να πηγαίνει στη δουλειά,
να γυρίζει σπίτι,να κοιμάται,να ξυπναει ,χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο.
Πέρασαν τρία χρονια. Η πόλη άλλαζε.Νέα κτίρια χτίστηκαν.Μεγαλωσε
ο ιστός,ο λαβύρινθος,γύρω της.Πολλαπλασιαστηκαν οι άγνωστοι άνθρωποι.
Οι ήχοι,οι θόρυβοι.
Εκείνη μετακόμισε σε ένα άλλο προαστιο,.Από το διαμέρισμα της είχε θέα
στο βάθος στη βιομηχανικη περιοχη.Τις νύχτες κάθονταν στο μπαλκόνι και
εβλεπε τα φώτα των εργοστασίων και τις καμινάδες τους.
Δεν ένιωθε ότι τής έλειπε, ούτε τον σκεφτόταν. Απλώς υπήρχε μια αίσθηση
πως κάποτε, υπήρξε κάτι που τώρα εχει ξεχαστεί..
Μια μέρα τυχαία στο κεντρο τον συνάντησε.Πήγαν για καφέ. Μίλησαν γενικά,
για τη δουλεια ,την υγεία,την πολιτική κατασταση.Εκεινος τής είπε,πως τελειωσε το μυθιστόρημα,βρήκε το τέλος του,και.το έχει παραδώσει για
έκδοση.
Όταν σηκώθηκαν να φύγουν χαιρέτισε ο ένας τον άλλον όπως δυο άνθρωποι
που μοιράστηκαν κάποτε έναν χώρο και τώρα απλώς εχουν την ανάμνηση τού γεγονότος.
Εκείνη η νύχτα αισθάνθηκαν πως ηταν απλώς μια ακόμη μέρα που τελείωνε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Μικρές Ιστορίες-Short Stories)
Leonora Carrington και Max Ernst:Visions
Ήταν φθινόπωρο.Ο ουρανός στα νότια είχε μια χλωμή απόχρωση,
Προμηνυμα καταιγίδας.
Η Leonora ξύπνησε.
Ειδε τον Max να πινει καφέ, ακουμπισμένον στο παράθυρο.
Στο τραπέζι υπήρχε ένα σημειωματάριο.Είχε σχεδιασει ένα παιδί που τρέχει προς ένα σπίτι, κι ένα πουλί να πετά από πάνω του.
Χαμογέλασε και είπε:
«Πάλι αυτό το αηδόνι;»
«Δεν μπορώ να το αποφύγω», είπε εκείνος. «Ίσως επειδή σ’ ακούω να τραγουδάς τα πρωινά.»
Η Leonora φόρεσε το παλτό της. Είχαν να παραδώσουν καποια έργα σ’ έναν έμπορο τέχνης πριν φύγουν.
Καθώς περπατούσαν ένα άσπρο άλογο πέρασε από μπροστά τους,τραβώντας
ένα κάρο με κάρβουνα.
Η Leonora κοντοστάθηκε για λίγο.
Ο Max την κοίταξε χωρίς να μιλήσει.
Πιο κάτω, στην πλατεία, ένα παιδί πούλαγε πουλιά μέσα σε μικρά κλουβιά.
Ένα αηδόνι κελάηδησε.
Ο ήχος ακούστηκε στη βουή τού δρόμου.
Η Leonora χαμογέλασε.
«Τελικά,» είπε, «ό,τι ζωγραφίζουμε είναι απλώς ό,τι θέλουμε να κρατήσουμε
λίγο παραπάνω.»
Ο Max χαμογελασε.
«Ή ό,τι φοβόμαστε πως θα χάσουμε.»ειπε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Παραμύθι)
Η Καρδιά τού Φεγγαριού
Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα μικρό κορίτσι που δεν μπορούσε
να κοιμηθεί τα βράδια γιατί το φεγγάρι την κοιτούσε απ’ το παράθυρο.
«Γιατί δεν κοιμάσαι, μικρή μου;» τη ρώτησε ένα βράδυ το φεγγάρι.
«Γιατί εσύ με κοιταζεις», τού απάντησε εκείνη.
Τοτε το φεγγάρι τυλίχτηκε στα σύννεφα και χάθηκε.
Οταν ξημέρωσε και το κορίτσι ξύπνησε,είδε ένα μικρό ασημένιο φως
να έχει είχε πέσει στα χέρια της που παλλονταν..Στο σχήμα τής καρδιάς.
Κατάλαβε, ήταν η καρδιά τού φεγγαριού.
Το κορίτσι την φύλαξε μέσα σ’ ένα γυάλινο βάζο.
Κι από τότε, κάθε φορά που ένιωθε μόνη, το άνοιγε και έβγαινε από μέσα
το φως.
Το φεγγάρι δεν ήταν ποτέ πια μόνο,ούτε εκείνη
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο Χρονος
Είδε ένα σπίτι.Μπροστά στην πόρτα υπήρχε ένας καθρέφτης.
Κι έβλεπε μέσα έναν άντρα που δεν ήταν αυτός.
Μπήκε στο σπίτι.Στο δωμάτιο,με δυνατό φωτισμό,είδε μια πολυθρόνα,
ένα καθρέφτη,και ένα ρολόι χωρίς δείκτες.
"Χρόνος δεν υπάρχει εδώ."άκουσε μια φωνή πίσω του
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Σιωπή και το Φως
(της 9th Symphony του Ludwig van Beethoven )
Βιέννη,1822.Ο χειμώνας παγωμένος.Το δωμάτιο κλειστό.
Ο Beethoven γράφει,σημειώνει και σβήνει.Ενα χάος.
Σιωπή παντού.Ομως η μουσική ουρλιαζει.
I.Allegro ma non troppo, un poco maestoso.
Μια αρμονική ομίχλη από ρε μινορε.Στα δάκτυλα του οι δονήσεις τού πιάνου.
Τίποτα δεν ακούγεται.Δεν ακούω,όμως γνωρίζω.Σημειωνει.
-Όχι presto, πιο σφιχτό, πιο δυνατό.
Χτυπά το πιάνο, αλλά δεν ακούει τίποτα.
Ο ρυθμός, alla breve.Ορμητικά tutti.Ηχητικη ομίχλη.
Σκοταδι φως.D minor D major.
Ii.Scherzo:Molto vivace – Presto (D minor, Trio in B-flat major).
Ρυθμική επανάληψη (fugal subject) με timpani.Εκρηξη γαλήνη.
III. Adagio molto e cantabile – Andante moderato – Tempo primo – Andante moderato – Adagio – Lo stesso tempo.
Suspensions αναπνοής,ξύλινων πνευστών και muted εγχόρδων.αντιμεταθεσεις.
IV. Recitative: (Re minor-Re mayor)(Presto – Allegro ma non troppo – Vivace – Adagio cantabile – Allegro assai – Presto: O Freunde) – Allegro molto assai: Freude, schöner Götterfunken – Alla marcia – Allegro assai vivace: Froh, wie seine Sonnen – Andante maestoso: Seid umschlungen, Millionen! – Adagio ma non troppo, ma divoto: Ihr, stürzt nieder – Allegro energico, sempre ben marcato: (Freude, schöner Götterfunken – Seid umschlungen, Millionen!) – Allegro ma non tanto: Freude, Tochter aus Elysium! – Prestissimo, Maestoso, Molto prestissimo: Seid umschlungen, Millionen.
Η ανθρώπινη φωνή.Η ακουη.Η ψυχή.Τα τσέλα και τα κοντραμπάσα με ρεσιτατιβο.
Και τώρα η φωνή τού μπάσου.
Ακουει:
Ode an die Freude.
Ένα φως που διαλύει τη βαρβαρότητα.Ode an die Freude.
D major:E–E–F#–G | G–F#–E–D | D–E–F#–E | D…
Alle Menschen werden Brüder
Όλοι οι άνθρωποι θα γίνουν αδελφια.
Βιέννη,7 Μαΐου 1824.Πρεμιερα.Μίχαελ Ούμλαουφ,μαέστρος.
Ο Ludwig van Beethoven διευθύνει την 9th Symphony.
Η σοπράνο Καρολιν Ουνγκερ τον αγγίζει στον ώμο.
Τότε βλέπει στο Theater am Kärntnertor τον ενθουσιασμό τών ακροατών.
Και ακούει τη μουσική του.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σκηνες αναζήτησης σε μια πολη
(Θεσσαλονίκη)
Σκηνη 1.
Νύχτα.Βρεχει.Ο άντρας στην Εγνατία..Τα φώτα τών λεωφορείων
κυλούν στην υγρασία τού δρόμου..
Στην Πλατεία Αριστοτέλους,βλεπει μια γυναίκα με κόκκινο παλτό.
Την ακολουθεί.Στρίβει στην Τσιμισκή.Μέσα στις βιτρίνες, το πρόσωπό της αλλάζει.Κάθε αντανάκλαση.Μια άλλη πόλη.
Στην Αγίου Δημητρίου,αργότερα.Την βλέπει μπροστά σε μια πόρτα.
Χαμογελάει, λέει κάτι για το φως, και χάνεται.
Μετά τα μεσανυχτα στην παραλιακή.Ακινητη θάλασσα, βαριά υγρασία.
Ο Λευκός Πύργος γκρίζος.Μια γυναίκα στέκεται στο κιγκλίδωμα.
-Σε ψάχνω κι εγώ, του λέει.
Χάνεται πάλι.
Στον Βαρδάρη, νύχτα βαθιά.Νέον επιγραφές, φορτηγά, μπύρες.
Η ίδια γυναίκα, τώρα με κοντά μαλλιά, κάθεται στο πεζοδρόμιο.
Τού ζητάει τσιγάρο.Της δίνει.Εκεινη σηκωνεται και απομακρύνεται.
Φεύγει πριν προλάβει να τη ρωτήσει.
Στα Λαδάδικα.Οι τελευταίοι πελάτες στο μπαρ.Η γυναίκα χορεύει μόνη της.
Γυμνά πόδια.Τον κοιτάει και τού κάνει νόημα.Δεν πλησιάζει.
Ξέρει πως αν το κάνει, θα χαθεί για πάντα.
Η πόλη ξημερώνει.Πίσω στην Εγνατία.Τα ρολά ανεβαίνουν, τα καφέ ανοίγουν.
Κάθε πρόσωπο που περνά ένα αγνωστο.
.
.
Σκηνή 2.
Μια γυναίκα που είχε δει στο Βαρδάρη Δεν θυμόταν καλά το πρόσωπο.
Στην Εγνατία, το πλήθος. Περνούσαν άνθρωποι βιαστικοί,τουρίστες που φωτογράφιζαν ό,τι έβλεπαν. Σ’ ένα φανάρι απέναντι από τη Ροτόντα, την είδε Μια γυναίκα με μαλλιά δεμένα ψηλά, που στεκόταν στην άκρη τού πεζοδρομίου, κρατώντας ένα πλαστικό ποτήρι με καφέ. Γύρισε το κεφάλι της και για μια στιγμή τα βλέμματά τους συναντήθηκαν.
Εφτασε στην Πλατεία Αριστοτέλους. Τα τραπέζια γεμάτα. Άνθρωποι με κινητά, τα περιστέρια έκοβαν βόλτες ανάμεσα στα πόδια.
Κάθισε σ’ ένα παγκάκι. Από το βάθος τής στοάς, μια γυναίκα πέρασε κρατώντας μια τσάντα. Ήταν άλλη.Μα είχε το ίδιο βάδισμα.Την ακολούθησε ως την Τσιμισκή. Κάποια στιγμή στάθηκε έξω από ένα κατάστημα ρούχων, κι ύστερα χάθηκε ανάμεσα στις στοές. .
Νύχτωσε.Η πόλη άλλαζε ρυθμό. Τα μαγαζιά κατέβαζαν ρολά, τα φώτα άναβαν. Βρέθηκε στη παραλιακή. Το φως τού Θερμαϊκού χρυσό, και το νερό ακίνητο. Κόσμος περπατούσε, ζευγάρια, παιδιά με ποδήλατα, παρέες που γελούσαν. Εκείνη καθόταν στο στηθαίο, κοιτώντας προς τη θάλασσα. Τώρα το πρόσωπο της φαινόταν καθαρά ,μα ήταν διαφορετικό πάλι. Άλλο χρώμα μαλλιών, άλλο βλέμμα. Κάθισε λίγα μέτρα πιο πέρα. Δεν τού μίλησε, δεν γύρισε να τον κοιτάξει. Μετα σηκώθηκε και περπατούσε προς τον Λευκό Πύργο.
Την ακολούθησε ως εκεί. Οι τουρίστες έβγαζαν φωτογραφίες, οι πλανόδιοι πουλούσαν ψημενο καλαμπόκι. Εκείνη στάθηκε για λίγο στην είσοδο, τον κοίταξε,κι ύστερα ανέβηκε. Εκείνος έμεινε απ’ έξω. Δεν ήξερε αν έπρεπε να την ακολουθήσει. Όταν τελικά μπήκε, δεν την ειδε πουθενά.
Τη νύχτα στα Λαδάδικα. Έξω από ένα μπαρ, μια γυναίκα κάπνιζε.Το πρόσωπο
της φωτιζόταν από τις επιγραφές νέον.. Ήταν εκείνη. Χαμογέλασε.
-Με ψάχνεις;, τον ρώτησε.
Δεν απάντησε.
Επειτα εκείνη μπήκε μέσα. Όταν μπήκε κι εκείνος, η αίθουσα ήταν άδεια.
Βγήκε έξω. Η πόλη τον τύλιξε.
Κι ύστερα τίποτα. Μόνο το βήμα του στον δρόμο και το μακρινό βουητό
τής νύχτας.
.
.
Σκηνή 3.
Στην Πλατεία Αριστοτέλους, την είδε πρώτη φορά. Καθόταν μόνη, με ένα βιβλίο στα χέρια. Μαύρα μαλλιά, πρόσωπο φωτεινό.
Πλησίασε.
-Συγγνώμη,μήπως σε ξέρω;
Εκείνη χαμογέλασε.
-Όλοι ξέρουμε όλους εδώ. Είμαστε στην ίδια πόλη.
Σηκώθηκε και χάθηκε μέσα στο πλήθος.
Ένα παιδί πούλαγε μπαλόνια. Η πόλη άλλαζε.
Την επόμενη μέρα, περπάτησε στην Τσιμισκή. Οι βιτρίνες,τα νέα ρούχα.
-Αυτή η πόλη πάντα προσποιείται ότι είναι καινούρια, σκέφτηκε.
Και τότε, την είδε ξανά.
Φορούσε κόκκινο παλτό.
-Εσύ πάλι.
Γύρισε, τον κοίταξε χωρίς έκπληξη.
-Πάντα εσύ ψάχνεις.
-Ποια είσαι;
-Είμαι ό,τι θυμάσαι.
Είπε και τον προσπερασε.
Προχώρησε.Τα στενά είχαν σκιά και ψύχρα.
Μπροστά στη Ροτόντα παρακολουθησε μια νεαρή κοπέλα που επαιζε κιθάρα.
Σκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη.Ειναι σαν γυναίκα.Αλλάζει συνέχεια.
Κάποτε την είχαν κάψει, την είχαν χτίσει ξανά. Εβραίοι, Τούρκοι, Έλληνες,όλοι είχαν αφήσει τη σκιά τους.
-Ίσως αυτή να ’ναι η ίδια η πόλη.
Στην παραλιακή, το βράδυ ο αέρας είχε γεύση αλμυρή.
Και εκεί,στη σκιά τού Λευκού Πύργου,την είδε τρίτη φορά.Φορούσε λευκό φόρεμα
Πλησιασε προς το μέρος της.Εκείνη χάθηκε.
Αργά τη νυχτα στον Βαρδάρη.Τα φαντάσματα τών παλιών ξενοδοχείων.
Τα φώτα νέον.
Είδε μια γυναίκα με κοντά μαλλιά, τσιγάρο στο χέρι.
Τον κοίταξε και χαμογέλασε.
-Άργησες.
-Εσύ είσαι;
-Ήμουν κάποτε.
Στα Λαδάδικα εκλειναν τα μπαρ..
Μπήκε σ’ ένα μικρό μπαρ.Η γυναίκα ήταν εκει.Κοντη φούστα.Ενα ποτήρι
ουίσκι στο χέρι.
Πλησίασε.
-Είσαι η ίδια;
-Είμαι όλες..
Κάθισε δίπλα της. Για λίγο μίλησαν σαν να γνωρίζονταν, χωρίς να εξηγούν
τίποτα. Όταν γύρισε να της πει κάτι ακόμη, η καρέκλα ήταν άδεια.
Βγήκε έξω. Ο αέρας μύριζε βροχή.
Περπάτησε ως τη θάλασσα. Τα φώτα τού λιμανιού έκαναν κύκλους στο νερό.
Ένιωσε πως η πόλη τον κοιτούσε.Εκείνη, που ήταν η πόλη.
-Οτι ψαχνω, σκέφτηκε.ειναι απλώς ότι θυμάμαι.
.
.
Σκηνή 4.
Εγνατία.Ανθρωποι,λεωφορεία,αυτοκίνητα,μηχανάκια,άνθρωποι.
Σκέφτηκε πως κάτω απ’ αυτόν τον δρόμο, σιωπηλά, κοιμούνται ακόμα οι ρωμαϊκές πέτρες Όλα κάτω από άσφαλτο και διαφημίσεις.
Στην Πλατεία Αριστοτέλους, ανάμεσα στα τραπέζια και στα παιδιά που κυνηγιόντουσαν, την είδε πρώτη φορά. Καθόταν μόνη με ένα βιβλίο στα χέρια,
το φως από τη δύση έπεφτε στο πρόσωπό της.
Πλησίασε.
-Συγγνώμη,μήπως σε ξέρω;
Εκείνη χαμογέλασε.
-Όλοι ξέρουμε όλους εδώ. Από τη στάχτη τότε.
Ένιωσε να καταλαβαίνει. Η πυρκαγιά τού 1917 είχε σβήσει το παλιό κέντρο, και πάνω στα ερείπια χτίστηκε αυτή η νεοκλασική ψευδαίσθηση,με συμμετρίες και καμάρες που κοιτούν προς τη θάλασσα.
Πήγε να τής μιλήσει ξανά, μα εκείνη σηκώθηκε και χάθηκε μέσα στο πλήθος.
Την άλλη μέρα, περπατούσε στην Τσιμισκή. Οι βιτρίνες λαμπερές, μα πάνω απ’ αυτές, τα παλιά μπαλκόνια έδειχναν τη φθορά. Οι όροφοι έμοιαζαν να θυμούνται εποχές εμπορίου και προσφύγων από τη Μικρασία, οικογένειες που ξανάστησαν τη ζωή τους πάνω σε δάνεια και υποσχέσεις.
Και τότε, την είδε ξανά.
Φορούσε κόκκινο παλτό και κρατούσε μια σακούλα με βιβλία.
- Εσύ πάλι
Γύρισε, τον κοίταξε.
-Πάντα εσύ ψάχνεις.
-Ποια είσαι;
-Είμαι αυτή που αλλάζει όταν αλλάζει η πόλη.
Πέρασε δίπλα του και χάθηκε μέσα στο πλήθος.
Στη Ροτόντα. Τουρίστες γελούσαν, έπιναν μπύρες στα σκαλοπάτια.
Και τότε την είδε να περνά ,μ’ ένα μαντίλι στο κεφάλι.
Κι έσβησε πίσω από το μνημείο.
Το βράδυ κατέβηκε στην παραλιακή. Το φως τών αυτοκινήτων έσπαγε στα νερά. Οι άνθρωποι έτρωγαν, έπιναν, μιλούσαν δυνατά. Οι τουρίστες φωτογραφίζονταν κάτω από το άγαλμα τού Αλεξάνδρου.
Στον Λευκό Πύργο.Την είδε εκεί, στο κιγκλίδωμα, να κοιτάζει το νερό.
-Ήμουν εκεί όταν ήταν φυλακή.,τού είπε,Ήμουν εκεί όταν βάφτηκε λευκός για
να ξεχαστεί το κόκκινο αίμα.Εσύ τι θυμάσαι από μένα;
Στον Βαρδάρη αργοτερα Τα φώτα τών παλιών ξενοδοχείων, τα μαγαζιά με τις ταμπέλες σε τρεις γλώσσες, οι άνθρωποι που δεν κοιμούνται ποτέ.
Στην πλατεία, μπροστά σ’ ένα παλιό καφενείο, την είδε πάλι. Είχε κοντά μαλλιά, φορούσε ένα μαύρο σακάκι.
-Άργησες, τού είπε.
-Πού βρισκόμαστε τώρα;
-Εκεί όπου έφταναν οι πρόσφυγες με τα τρένα. Εδώ ξεκινούσαν τα πάντα
ξανά.
-Και εσύ;
-Εγώ ήμουν εκεί.
Στα Λαδάδικα η υγρασία τής νύχτας γλυστρουσε στον θόρυβο τών μπαρ.
Εδώ, παλιά, ήταν αποθήκες και οίκοι εμπορίου, πορνεια.
Σ’ ένα μικρό μαγαζί, με ξύλινη ταμπέλα, την βρήκε ξανά.
Το προσωπο μακιγιαρισμενο.
- Είσαι εσύ πάλι;
-Εγώ, η πόλη.
Στη παραλιακή ξημερώματα ο αέρας μύριζε βροχή και πετρέλαιο.
Στάθηκε μπροστα στη θάλασσα.Η πόλη πίσω του ξυπνούσε πάλι.
.
.
.


.webp)
.webp)


.webp)
.jpeg)
.webp)
.webp)
.jpeg)
.jpeg)





.jpeg)


.jpeg)












.jpeg)





Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου