.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
στο κυκλο των κοριτσιων της Σαπφους-in girl-circle of Sappho -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
[συνθεση απο πινακες του Γιαννη Μοραλη]
.
.
Sappho's Intimacy Private-Diary-c.n.couvelis
Ψαπφας Ημερολογιο-χ.ν.κουβελης
-η καλη μου Ανακτορια μου φαινεται στην ομορφια ιση της Αφροδιτης,
γλυκεια η φωνουλα της.πως ψιθυριζει.τα λαμδα και τα ρο της.ο κορφος
της μυριστικος κηπος.το κελαρυστο γελιο της πως με τρελενει.λεπτα τα
δαχτυλα των χεριων της .κρινοδαχτυλα.κι η φωνη μου πιανεται σαν μπαινει
μεσα στο δωματιο.εγω την κοιταζω κρυφα και παει η καρδια μου να σπασει
στα στηθη μου.σαν τ'αστρα που χανουν το φως τους γυρω απ'την σεληνη
σαν εκεινη βγαινει ολοφωτη στον σκοτεινο ουρανο κι ολα τα φωτιζει νερα
της θαλασσας μηλιες και δεντρα του κηπου.και το γυμνο ωμο της φωτιζει
αργυρο.''απ'τον ουρανο κατεβηκες,καλη μου;''την ρωταω και ταραζομαι.και
μ'ανθη της Ανοιξης και του Μαη στολιζω με στεφανι τα μαλλια της.''Ψαπφα,
ποια περισσοτερον αγαπας,εμενα η' την Ατθιδα η' την Τελεσιππα,ποια περισ-
σοτερο φροντιζεις;''με ρωταει με γλυκεια απαλη φωνη.''εσενα,λατρευω,αγαπη-
μενη''της αποκρινομαι.και βλεπω τα κοκκινα σαν κερασια χειλια της να χαμο-
γελουν.και τοτε για να την ευχαριστησω της τραγουδαω στιχους μου.
Αστέρες μέν ἀμφι κάλαν σελάνναν
ἆιψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπης
ἀργύρια γᾶν
τοτε η Ανακτορια μου γελαει ευτυχισμενη.κάλαν σελάνναν.φάεννον εἶδος
μάλιστα λάμπης.και σηκωνεται.πως περπαταει η φιλη μου σαν περδικα.
θαυμασια βηματιζει ἔρατόν τε βᾶμα.στον καθρεφτη μπροστα πηγαινει και
καθεται.ισοθεη.κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω.το φεγγοβολημα του
προσωπου της με μαγνητιζει.ο αρωματικος χειμμαρος των βοστρυχων της.
ο περηφανος ασπρος λαιμος της.τα τριανταφυλλα μαγουλα της.η κομψη
μυτουλα της.πως ολα τ'αγαπαω.κι εγω μαγεμενη την πλησιαζω και στ'αυτακι
της ψιθυριζω τρεμοντας:
Ἔρος δηὖτέ μ᾽ ὀ λυσιμέλης δόνει
γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον
ποσον πολυ αυτο της αρεσει της καλης μου Ανακτοριας.περιτεχνα τα πεδιλα
στα ποδια της.πως αγκαλιαζουν τα δαχτυλακια της.και ποθηω και εραομαι.
να φιλησω.΄'κατι θελω να σου πω,αλλα ντρεπομαι''.με κοιταξε βαθεια στα ματια.
κοκκινησα.''τι θελεις;''την ακουσα μισολυποθυμισμενη να λεει.''θέλω τί τ᾽ εἴπην,
ἀλλά με κωλύει αἴδως.''.επανελαβα χαμηλοφωνα.''Πεστο μου ν'ακουσω''την ακου-
σα να λεει κι ετρεμα.
''Eροs δ’ετιναξε µοι φρεναs , ω ανεµοs
κατ’ οροs δρυσιν εµπετων''
''Ψάπφοι,της ανοιξης καλλικελαδη αηδονα μου''.μου ειπαν τα χειλακια της.
και λαχταρησα σαν τρυγωνα.τολμησα κι αγγιξα ἀπάλᾳ δέρα.ὂν δ᾿ ἔφλυξας ἔμαν
φρένα καιομέναν πόθωι.καηκα αναψε το κορμι μου εχασα τα μυαλα μου.κι επει-
τα στη νυχτα που να'ταν ποτε να μην τελειωνε
δαύοις ἀπάλας ἐτάρας
ἐν στήθεσιν
καὶ στρώμναν ἐπὶ μολθάκαν
ἀπάλαν...
ἐξίης πόθον...
στα χερια μου την κρατουσα και την αγκαλιαζα
οπως η ροδοδαχτυλος σεληνη μετα τη δυση του ηλιου
ειναι αναμεσα στ'αστρα και περιλουζει με το φως της
την αλμυρη θαλασσα και την πολυανθισμενη γη
καλη δροσια χυνεται,βλαστιζουν τα ροδα και οι μελωμενοι
λωτοι γεμιζουν ανθια
ετσι ηταν η Ανακτορια στο κρεβατι μου
ὠς ὄτ᾽ ἀελίω δύντος ἀ βροδοδάκτυλος σελάννα
πάντα περρέχοισ᾽ ἄστρα, φάος δ᾽ ἐπί[10]σχει θάλασσαν
ἐπ᾽ ἀλμύραν ἴσως καὶ πολυανθέμοις ἀρούραις.
ἀ δ᾽ ἐέρσα κάλα κέχυται, τεθάλαισι δὲ βρόδα
κἄπαλ᾽ ἄνθρυσκα καὶ μελίλωτος ἀνθεμώδης.
κι ειπα βαθεια μεσα μου
Ευτυχισμενη ειμαι,ο γαμος εγινε οπως το ποθουσα
και την κορη εχω που τοσο ηθελα
κι εκεινης της φιλης ψιθυρισα
χαριτωμενη εχεις μορφη,τα ματια σου,κοπελλα μου,
γλυκα σα μελι κι ο ερωτας στο ποθητο σου προσωπο χυνεται
ναι
ετσι εμενα εξοχα με τιμησε η Αφροδιτη
Ὄλβια , σοὶ μὲν δὴ γάμος ὠς ἄραο
ἐκτετέλεστ᾽, ἔχηις δὲ πάρθενον, ἂν ἄραο.
σοὶ χάριεν μὲν εἶδος, ὄππατα δ᾽ ἐστί, νύμφα,
μέλλιχ᾽, ἔρος δ᾽ ἐπ᾽ ἰμέρτωι κέχυται προσώπωι.
[5]...τετίμακ᾽ ἔξοχά σ᾽ Ἀφροδίτα.
.
.
-τωρα τι να γραψω η δυστυχη;
εδυσε η σεληνη κι η Πουλια εδυσε κι αυτη
μεσανυχτα,περασ'η ωρα,κι εγω μονη κοιμαμαι
εμενα μ'εχεις ξεχασει ,Ανακτορια,
και με περιφρονεις κι αλλου αγαπας
και δεν σε νοιαζω πια
θελω τωρα να πεθανω
και,να,βλεπω τους δροσερους λωτους
στις οχθες του Αχεροντα
Δέδυκε μὲν ἀ σελάννα
καὶ Πληίαδες· μέσαι δὲ
νύκτες, παρὰ δ᾽ ἔρχετ᾽ ὤρα·
ἔγω δὲ μόνα κατεύδω.
... ἔμεθεν δ' ἔχῃσθα λάθαν
[Ανακτορια]σοὶ δ' ἔμεθεν μὲν ἀπήχθετο
φροντίσδην, ἐπὶ δ' [αλλαν] πότᾳ
[μᾶλλον] ἀνθρώπων ἔμεθεν φίλησθα
κατθάνην δ’ ἴμερός τις [ἔχει με καὶ
λωτίνοις δροσόεντας [ὄ-
χ[θ]οις ἴδην Ἀχερ[
.
.
.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
στο κυκλο των κοριτσιων της Σαπφους-in girl-circle of Sappho -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
[συνθεση απο πινακες του Γιαννη Μοραλη]
.
.
Sappho's Intimacy Private-Diary-c.n.couvelis
Ψαπφας Ημερολογιο-χ.ν.κουβελης
-η καλη μου Ανακτορια μου φαινεται στην ομορφια ιση της Αφροδιτης,
γλυκεια η φωνουλα της.πως ψιθυριζει.τα λαμδα και τα ρο της.ο κορφος
της μυριστικος κηπος.το κελαρυστο γελιο της πως με τρελενει.λεπτα τα
δαχτυλα των χεριων της .κρινοδαχτυλα.κι η φωνη μου πιανεται σαν μπαινει
μεσα στο δωματιο.εγω την κοιταζω κρυφα και παει η καρδια μου να σπασει
στα στηθη μου.σαν τ'αστρα που χανουν το φως τους γυρω απ'την σεληνη
σαν εκεινη βγαινει ολοφωτη στον σκοτεινο ουρανο κι ολα τα φωτιζει νερα
της θαλασσας μηλιες και δεντρα του κηπου.και το γυμνο ωμο της φωτιζει
αργυρο.''απ'τον ουρανο κατεβηκες,καλη μου;''την ρωταω και ταραζομαι.και
μ'ανθη της Ανοιξης και του Μαη στολιζω με στεφανι τα μαλλια της.''Ψαπφα,
ποια περισσοτερον αγαπας,εμενα η' την Ατθιδα η' την Τελεσιππα,ποια περισ-
σοτερο φροντιζεις;''με ρωταει με γλυκεια απαλη φωνη.''εσενα,λατρευω,αγαπη-
μενη''της αποκρινομαι.και βλεπω τα κοκκινα σαν κερασια χειλια της να χαμο-
γελουν.και τοτε για να την ευχαριστησω της τραγουδαω στιχους μου.
Αστέρες μέν ἀμφι κάλαν σελάνναν
ἆιψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπης
ἀργύρια γᾶν
τοτε η Ανακτορια μου γελαει ευτυχισμενη.κάλαν σελάνναν.φάεννον εἶδος
μάλιστα λάμπης.και σηκωνεται.πως περπαταει η φιλη μου σαν περδικα.
θαυμασια βηματιζει ἔρατόν τε βᾶμα.στον καθρεφτη μπροστα πηγαινει και
καθεται.ισοθεη.κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω.το φεγγοβολημα του
προσωπου της με μαγνητιζει.ο αρωματικος χειμμαρος των βοστρυχων της.
ο περηφανος ασπρος λαιμος της.τα τριανταφυλλα μαγουλα της.η κομψη
μυτουλα της.πως ολα τ'αγαπαω.κι εγω μαγεμενη την πλησιαζω και στ'αυτακι
της ψιθυριζω τρεμοντας:
Ἔρος δηὖτέ μ᾽ ὀ λυσιμέλης δόνει
γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον
ποσον πολυ αυτο της αρεσει της καλης μου Ανακτοριας.περιτεχνα τα πεδιλα
στα ποδια της.πως αγκαλιαζουν τα δαχτυλακια της.και ποθηω και εραομαι.
να φιλησω.΄'κατι θελω να σου πω,αλλα ντρεπομαι''.με κοιταξε βαθεια στα ματια.
κοκκινησα.''τι θελεις;''την ακουσα μισολυποθυμισμενη να λεει.''θέλω τί τ᾽ εἴπην,
ἀλλά με κωλύει αἴδως.''.επανελαβα χαμηλοφωνα.''Πεστο μου ν'ακουσω''την ακου-
σα να λεει κι ετρεμα.
''Eροs δ’ετιναξε µοι φρεναs , ω ανεµοs
κατ’ οροs δρυσιν εµπετων''
''Ψάπφοι,της ανοιξης καλλικελαδη αηδονα μου''.μου ειπαν τα χειλακια της.
και λαχταρησα σαν τρυγωνα.τολμησα κι αγγιξα ἀπάλᾳ δέρα.ὂν δ᾿ ἔφλυξας ἔμαν
φρένα καιομέναν πόθωι.καηκα αναψε το κορμι μου εχασα τα μυαλα μου.κι επει-
τα στη νυχτα που να'ταν ποτε να μην τελειωνε
δαύοις ἀπάλας ἐτάρας
ἐν στήθεσιν
καὶ στρώμναν ἐπὶ μολθάκαν
ἀπάλαν...
ἐξίης πόθον...
στα χερια μου την κρατουσα και την αγκαλιαζα
οπως η ροδοδαχτυλος σεληνη μετα τη δυση του ηλιου
ειναι αναμεσα στ'αστρα και περιλουζει με το φως της
την αλμυρη θαλασσα και την πολυανθισμενη γη
καλη δροσια χυνεται,βλαστιζουν τα ροδα και οι μελωμενοι
λωτοι γεμιζουν ανθια
ετσι ηταν η Ανακτορια στο κρεβατι μου
ὠς ὄτ᾽ ἀελίω δύντος ἀ βροδοδάκτυλος σελάννα
πάντα περρέχοισ᾽ ἄστρα, φάος δ᾽ ἐπί[10]σχει θάλασσαν
ἐπ᾽ ἀλμύραν ἴσως καὶ πολυανθέμοις ἀρούραις.
ἀ δ᾽ ἐέρσα κάλα κέχυται, τεθάλαισι δὲ βρόδα
κἄπαλ᾽ ἄνθρυσκα καὶ μελίλωτος ἀνθεμώδης.
κι ειπα βαθεια μεσα μου
Ευτυχισμενη ειμαι,ο γαμος εγινε οπως το ποθουσα
και την κορη εχω που τοσο ηθελα
κι εκεινης της φιλης ψιθυρισα
χαριτωμενη εχεις μορφη,τα ματια σου,κοπελλα μου,
γλυκα σα μελι κι ο ερωτας στο ποθητο σου προσωπο χυνεται
ναι
ετσι εμενα εξοχα με τιμησε η Αφροδιτη
Ὄλβια , σοὶ μὲν δὴ γάμος ὠς ἄραο
ἐκτετέλεστ᾽, ἔχηις δὲ πάρθενον, ἂν ἄραο.
σοὶ χάριεν μὲν εἶδος, ὄππατα δ᾽ ἐστί, νύμφα,
μέλλιχ᾽, ἔρος δ᾽ ἐπ᾽ ἰμέρτωι κέχυται προσώπωι.
[5]...τετίμακ᾽ ἔξοχά σ᾽ Ἀφροδίτα.
.
.
-τωρα τι να γραψω η δυστυχη;
εδυσε η σεληνη κι η Πουλια εδυσε κι αυτη
μεσανυχτα,περασ'η ωρα,κι εγω μονη κοιμαμαι
εμενα μ'εχεις ξεχασει ,Ανακτορια,
και με περιφρονεις κι αλλου αγαπας
και δεν σε νοιαζω πια
θελω τωρα να πεθανω
και,να,βλεπω τους δροσερους λωτους
στις οχθες του Αχεροντα
Δέδυκε μὲν ἀ σελάννα
καὶ Πληίαδες· μέσαι δὲ
νύκτες, παρὰ δ᾽ ἔρχετ᾽ ὤρα·
ἔγω δὲ μόνα κατεύδω.
... ἔμεθεν δ' ἔχῃσθα λάθαν
[Ανακτορια]σοὶ δ' ἔμεθεν μὲν ἀπήχθετο
φροντίσδην, ἐπὶ δ' [αλλαν] πότᾳ
[μᾶλλον] ἀνθρώπων ἔμεθεν φίλησθα
κατθάνην δ’ ἴμερός τις [ἔχει με καὶ
λωτίνοις δροσόεντας [ὄ-
χ[θ]οις ἴδην Ἀχερ[
.
.
.