I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014

GREEK POETRY-Ψαπφας Ημερολογιο Sappho's Intimacy PrivateDiary- στο κυκλο των κοριτσιων της Σαπφουςin girl-circle of Sappho συνθεση απο πινακες του Γιαννη Μοραλη- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.










στο κυκλο των κοριτσιων της Σαπφους-in girl-circle of Sappho -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
[συνθεση απο πινακες του Γιαννη Μοραλη]
.
.
Sappho's Intimacy Private-Diary-c.n.couvelis

Ψαπφας Ημερολογιο-χ.ν.κουβελης

-η καλη μου Ανακτορια μου φαινεται στην ομορφια ιση της Αφροδιτης,
γλυκεια η φωνουλα της.πως ψιθυριζει.τα  λαμδα και τα ρο της.ο κορφος
της μυριστικος κηπος.το κελαρυστο γελιο της πως με τρελενει.λεπτα τα
δαχτυλα των χεριων της .κρινοδαχτυλα.κι η φωνη μου πιανεται σαν μπαινει
μεσα στο δωματιο.εγω την κοιταζω  κρυφα και παει η καρδια μου να σπασει
στα στηθη μου.σαν τ'αστρα  που χανουν το φως τους γυρω απ'την σεληνη
σαν εκεινη βγαινει ολοφωτη στον σκοτεινο ουρανο κι ολα τα φωτιζει νερα
της θαλασσας μηλιες και δεντρα του κηπου.και το γυμνο ωμο της φωτιζει
αργυρο.''απ'τον ουρανο κατεβηκες,καλη μου;''την ρωταω και ταραζομαι.και
μ'ανθη της Ανοιξης και του Μαη  στολιζω με στεφανι τα μαλλια της.''Ψαπφα,
ποια περισσοτερον αγαπας,εμενα η' την Ατθιδα η' την Τελεσιππα,ποια περισ-
σοτερο φροντιζεις;''με ρωταει με γλυκεια απαλη φωνη.''εσενα,λατρευω,αγαπη-
μενη''της αποκρινομαι.και βλεπω τα κοκκινα σαν κερασια χειλια της να χαμο-
γελουν.και τοτε για να την ευχαριστησω της τραγουδαω στιχους μου.
Αστέρες μέν ἀμφι κάλαν σελάνναν
ἆιψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπης
ἀργύρια γᾶν
τοτε η Ανακτορια μου γελαει ευτυχισμενη.κάλαν σελάνναν.φάεννον εἶδος
μάλιστα λάμπης.και σηκωνεται.πως περπαταει η φιλη μου σαν περδικα.
θαυμασια βηματιζει ἔρατόν τε βᾶμα.στον καθρεφτη μπροστα πηγαινει και
καθεται.ισοθεη.κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω.το φεγγοβολημα του
προσωπου της με μαγνητιζει.ο αρωματικος χειμμαρος των βοστρυχων της.
ο περηφανος ασπρος λαιμος της.τα τριανταφυλλα μαγουλα της.η κομψη
μυτουλα της.πως ολα τ'αγαπαω.κι εγω μαγεμενη την πλησιαζω και στ'αυτακι
της ψιθυριζω τρεμοντας:
Ἔρος δηὖτέ μ᾽ ὀ λυσιμέλης δόνει
γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον
ποσον πολυ αυτο της αρεσει της καλης μου Ανακτοριας.περιτεχνα τα πεδιλα
στα ποδια της.πως αγκαλιαζουν τα δαχτυλακια της.και ποθηω και εραομαι.
να φιλησω.΄'κατι θελω να σου πω,αλλα ντρεπομαι''.με κοιταξε βαθεια στα ματια.
κοκκινησα.''τι θελεις;''την ακουσα μισολυποθυμισμενη να λεει.''θέλω τί τ᾽ εἴπην,
ἀλλά με κωλύει αἴδως.''.επανελαβα χαμηλοφωνα.''Πεστο μου ν'ακουσω''την ακου-
σα να λεει κι ετρεμα.
''Eροs δ’ετιναξε µοι φρεναs , ω ανεµοs
κατ’ οροs δρυσιν εµπετων''
''Ψάπφοι,της ανοιξης καλλικελαδη αηδονα μου''.μου ειπαν τα χειλακια της.
και λαχταρησα σαν τρυγωνα.τολμησα κι αγγιξα ἀπάλᾳ δέρα.ὂν δ᾿ ἔφλυξας ἔμαν
φρένα καιομέναν πόθωι.καηκα αναψε το κορμι μου εχασα τα μυαλα μου.κι επει-
τα στη νυχτα που να'ταν ποτε να μην τελειωνε
δαύοις ἀπάλας ἐτάρας
ἐν στήθεσιν
καὶ στρώμναν ἐπὶ μολθάκαν
ἀπάλαν...
ἐξίης πόθον...
στα χερια μου την κρατουσα και την αγκαλιαζα
οπως η ροδοδαχτυλος σεληνη μετα τη δυση του ηλιου
ειναι αναμεσα στ'αστρα και περιλουζει με το φως της
την αλμυρη θαλασσα και την πολυανθισμενη γη
καλη δροσια χυνεται,βλαστιζουν τα ροδα και οι μελωμενοι
λωτοι γεμιζουν ανθια
ετσι ηταν η Ανακτορια στο κρεβατι μου
ὠς ὄτ᾽ ἀελίω δύντος ἀ βροδοδάκτυλος σελάννα
πάντα περρέχοισ᾽ ἄστρα, φάος δ᾽ ἐπί[10]σχει θάλασσαν
ἐπ᾽ ἀλμύραν ἴσως καὶ πολυανθέμοις ἀρούραις.
ἀ δ᾽ ἐέρσα κάλα κέχυται, τεθάλαισι δὲ βρόδα
κἄπαλ᾽ ἄνθρυσκα καὶ μελίλωτος ἀνθεμώδης.
κι ειπα βαθεια μεσα μου
Ευτυχισμενη ειμαι,ο γαμος εγινε οπως το ποθουσα
και την κορη εχω που τοσο ηθελα
κι εκεινης της φιλης ψιθυρισα
χαριτωμενη εχεις μορφη,τα ματια σου,κοπελλα μου,
γλυκα σα μελι κι ο ερωτας στο ποθητο σου προσωπο χυνεται
ναι
ετσι εμενα εξοχα με τιμησε η Αφροδιτη

Ὄλβια , σοὶ μὲν δὴ γάμος ὠς ἄραο
ἐκτετέλεστ᾽, ἔχηις δὲ πάρθενον, ἂν ἄραο.
σοὶ χάριεν μὲν εἶδος, ὄππατα δ᾽ ἐστί, νύμφα,
μέλλιχ᾽, ἔρος δ᾽ ἐπ᾽ ἰμέρτωι κέχυται προσώπωι.
[5]...τετίμακ᾽ ἔξοχά σ᾽ Ἀφροδίτα.
.
.
-τωρα τι να γραψω η δυστυχη;
εδυσε η σεληνη κι η Πουλια εδυσε κι αυτη
μεσανυχτα,περασ'η ωρα,κι εγω μονη κοιμαμαι
εμενα μ'εχεις ξεχασει ,Ανακτορια,
και με περιφρονεις κι αλλου αγαπας
και δεν σε νοιαζω πια
θελω τωρα να πεθανω
και,να,βλεπω τους δροσερους λωτους
στις οχθες του Αχεροντα

Δέδυκε μὲν ἀ σελάννα
καὶ Πληίαδες· μέσαι δὲ
νύκτες, παρὰ δ᾽ ἔρχετ᾽ ὤρα·
ἔγω δὲ μόνα κατεύδω.
... ἔμεθεν δ' ἔχῃσθα λάθαν
[Ανακτορια]σοὶ δ' ἔμεθεν μὲν ἀπήχθετο
φροντίσδην, ἐπὶ δ' [αλλαν] πότᾳ
[μᾶλλον] ἀνθρώπων ἔμεθεν φίλησθα
κατθάνην δ’ ἴμερός τις [ἔχει με καὶ
λωτίνοις δροσόεντας [ὄ-
χ[θ]οις ἴδην Ἀχερ[
.
.
.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-η εκλειψη του Οδυσσεα-the eclipse of Odyssea- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

θαλασσα-sea-Αστακος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
the eclipse of Odyssea-c.n.couvelis

η εκλειψη του Οδυσσεα-χ.ν.κουβελης

παρατηρουσαμε τον Οδυσσεια.σκεπτικος.ποτε δεν τον ειδαμε αλλη φορα ετσι.
κατι βαθεια τον ετρωγε.δεν.τολμουσαμε να ρωτησαμε.απομακρος.οπως βλεπεις
ανθρωπο ν'απομακρυνεται σε πλατεια και μακρυα παραλια και να χανεται μεσα
στο εκτυφλωτικο φως της δυσης του ηλιου ενα σημαδακι.''δεν θα μ'ακουσετε
αλλη φορα να μιλαω'',μας ειπε χωρις να μας κοιταξει,ταραχτηκαμε.''ποτε δεν θα
μ'ακουσετε αλλη φορα να σας μιλαω''.επανελαβε.η φωνη του μας φανηκε λυπημενη.
ακουσαμε τις κραυγες των γλαρων πανω απο την ηρεμη επιπεδη επιφανεια της θαλασ-
σας.μας ηρθε να κλαψουμε.''μην.κλαιτε.δεν ωφελει.να'στε δυνατοι και μονιασμενοι''.
θελαμε να τον ρωτησουμε.να πεσουμε στα ποδια του.να του φιλησουμε τα χερια.να
τον ικετευσουμε να μας πει γιατι.γιατι;και τι σημαινουν ολ'αυτα.δεν τολμησαμε.ξεραμε
πως ηταν περηφανος.δεν θελαμε να τον προσβαλουμε.κλειστηκε στη σιωπη του.
η υπαρξη του ανυπαρκτη.ανυπαρκτος.κανενας.σ'ενα λαβυρινθο κλειστηκε που δεν
υπαρχουν λεξεις.ουτε φωνη.μονος.ολομοναχος.αυτος κανενας.
.
.
.

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014

PAINTING -GREEK-on Picasso-PAINTING -GREEK-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis]

.
.
PAINTING -GREEK-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis]
.
on Picasso-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.

Picasso's-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης.


Color fruits-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
.

GREEK POETRY-VIBER VOICES- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.

Pop Girl-Hommage to Roy Lichtenstein-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης

VIBER VOICES-χ.ν.κουβελης

[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:31 Μ.Μ.] You: βρεχει και ακουω τις σταλαγματιες σου
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:32 Μ.Μ.] You: βλεπω τα συμφωνα της φωνης σου
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:33 Μ.Μ.] You: η ενατη συμφωνια των ματιων σου
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:35 Μ.Μ.] You: στα χερια σου μενεξεδες πουλια αναπαυονται
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:36 Μ.Μ.] You: ευτυχια η μελισσα γυριζει μελι
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:37 Μ.Μ.] You: ο ωμος σου γλυκο μηλο που δαγκωνω
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:38 Μ.Μ.] You: τα χερια σου αρωματιζουν τον αερα
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:41 Μ.Μ.] You: το χαμογελο ανοιγει το παραθυρο στο γαλαζιο κηπο
[Κυριακή, 28 Δεκεμβρίου 2014 2:43 Μ.Μ.] You: τα δαχτυλα σου ανακατευουν μυριστικα ανθη
it's raining
I hear the waterdrips
in you
under your voice
Iam seeing the Ninth Symphony of Your Eyes
in your hands flowers
violets birds resting
happiness bee spins honey
I sweet apple bite
flavored the air
the smile
opens in the blue garden
You  smells flowers
deine tropft
Ich höre
regnen
Siehe unter Ihre Stimme
Ich
Siehe unter Ihre Stimme
die Neunte Symphonie
von Deine Augen Vögel ruhen
Glück
dreht Honig
in Ihren Händen dein süß Apfel beißen
Geschmack die Luft das Lächeln
Fenster öffnet sich im blauen Garten
Geruch Blumen
Vos mains aromatisées l'air
Voir sous votre voix
pleuvoir je entends vos gouttes
bonheur tourne miel
sourire
Voir sous votre voix
la Neuvième Symphonie de vos yeux
dans vos mains violettes oiseaux perchés
bonheur tourne miel
la Neuvième Symphonie de vos yeux
de pomme douce
Vos mains aromatisées l'eaur
la fenêtre  se ouvre  fleurs odeur
dans le jardin bleu
Sento
piove le tue gocce
Vedere
dolce  di mela
sotto la voce
la Nona Sinfonia di  tuo occhi
in giardino azzuro
nelle vostre mani
dolce  di mela
viole uccelli di riposo
felicità  viole uccelli miele
dolce  di mela
Le tue mani aromatizzato l'aria
in giardino azzuro
loviendo oigo sus goteos
Véase bajo tu voz
la Novena Sinfonía de Sus Ojos
en sus manos violetas aves descansando
felicidad abeja gira miel
tu prima manzana mordida dulce
Sus manos con sabor del aire
la ventana sonrisa abre en el jardín azul
tuyo dedo de mano
rebuscó flores olor
βρεχει και ακουω τις σταλαγματιες σου
βλεπω τα συμφωνα της φωνης σου
η ενατη συμφωνια των ματιων σου
στα χερια σου μενεξεδες πουλια αναπαυονται
ευτυχια η μελισσα γυριζει μελι
ο ωμος σου γλυκο μηλο που δαγκωνω
τα χερια σου αρωματιζουν τον αερα
το χαμογελο ανοιγει το παραθυρο στο γαλαζιο κηπο
τα δαχτυλα σου ανακατευουν μυριστικα ανθη
.
.
.

Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

GREEK POETRY-κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε- τι ειπε ο Τειρεσιας στον Οδυσσεα [Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ' στιχοι 84-137]-μεταφραση χ.ν.κουβελης- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.

Ενρυθμον Abstract-1.50μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε-χ.ν.κουβελης

τι ειπε ο Τειρεσιας στον Οδυσσεα
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ' στιχοι 84-137]-μεταφραση χ.ν.κουβελης

φυτα σε Antonio Vivaldi for oboe andante πρασινη βλαστηση
απο λεξη σε λεξη η σιωπη κι ας ηχει
μια κυρτωμενη αιωρηση το απογευμα
ο ανθρωπος;τρισυλλαβο ον
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε
τα μωρα του μηδομαι
πολυοματη οιηση

ξεκουμπωνοντας τα χωματα της γης αναδυεται η Περσεφονη
η βλαστηση κουρη Φερεφατα Δαματρης
γυμνα στηθη κρινων ομοια λευκων
στις ανεμωνες αιμοραγει ο Αδωνις
τοτε κρυφοβλεψε ο Τειρεσιας να λουζεται η Αρτεμις
πανσεληνος νυχτα ακτινοβολουσα στους ωμους
και στους μοιρους και στη κοιλια
η' η ωραιοτατη μηδουσα Αθηνη
και φυσικα τον τυφλωσαν
οταν πει τι ειδε να μην τον πιστεψουν στραβο ανθρωπο
κι ετσι τα θεια να μην διασαλευθουν
κι αργοτερα ,λενε,γυναικα τον εκαναν,
ετσι τον γελοιοποιησαν
ανδρογυνο
ειχε γυναικεια στηθη και γενια αντρα
αυτον τον Τειρεσια στη νεκυια της Ομηρου Οδυσσειας
κατεβηκε στον κατω κοσμο να τον συμβουλευτει ο Οδυσσεας
για καλο νοστο
ευνοστον
ραψωδια λ' νεκυια -στιχοι 84-137

[μεταφραση χ.ν.κουβελης]

''κι ηρθε σε μενα τοτε  της πεθαμενης μανας η ψυχη 84
η Αντικλεια του μεγαλοψυχου Αυτολυκου η θυγατερα
που στη ζωη την αφησα φευγοντας για το Ιλιο νεος
οταν  την ειδα δακρυσα και θλιφτηκε η καρδια μου
αλλ'ομως δεν την αφηνα πρωτη να'ρθει οσο κι αν πολυ θρηνουσα,
στο  αιμα κοντα,πριν τον Τειρεσια να ρωτησω
και τοτε κοντα σε μενα ηρθε η ψυχη του Θηβαιου Τειρεσια.
και το χρυσο σκηπτρο κρατουσε.αυτος με γνωρισε και μου'πε
''Θεογεννητε γιε του Λαερτη πολυμηχανε Οδυσσεα
γιατι παρατησες,δυστυχε,το φως του ηλιου κι ηρθες εδω
νεκρους να δεις και τον αχαρο τουτο τοπο;
απομακρυνσου απ'το λακκο,και τραβηξε περα το κοφτερο σπαθι σου
για να πιω αιμα κι επειτα να σου πω τ'αλαθητα λογια''
Αυτος ειπε,κι εγω αναμερισα μακρυα και στη θηκη χωνω
το σπαθι με τ'αργυρα καρφια,κι αιμα οταν ηπιε μαυρο
αυτα τα λογια μιλησε κι ειπε  ο αλανθαστος μαντις
''τον γλυκο γυρισμο ζητας λαμπρε Οδυσσεα
ομως σ'εναντιωνεται ο θεος και νομιζω πως δεν θα σ'αφησει
ο σειστης της γης που στη καρδια του για σενα εχει εκδικηση
και βραζει απο οργη που τον αγαπημενο γιο του τυφλωσες
αλλα παλι οσα κακα κι αν παθετε θα φτασετε αν θελησεις
να συγκρατηθεις εσυ κι οι συντροφοι σου,
οταν πλησιασετε με το καλοφκιαγμενο καραβι
στο νησι της Θρηνακιας  ξεφευγοντας το βιολετι πελαγος
να βοσκουν εκει θα βρητε βοδια και παχια προβατα
του Ηλιου ,π'ολα απο ψηλα τα βλεπει κι ολα τ'ακουει
αυτα αν δεν πειραξεις και το γυρισμο σκεφτεσε
οσα κακα κι αν παθετε στην Ιθακη θα φτασετε
αν ομως τα πειραξετε τοτε να περιμενετε καταστροφη
στο καραβι και στους συντροφους κι αν εσυ διασωθεις
με καθυστερηση κακα θα φτασεις χανοντας ολους τους συντροφους
με ξενο καραβι και θ'αντιμετωπισεις στο σπιτι συμφορες
αντρες ξιπασμενους που το βιος σου κατατρωγουν
ανταγωνιζονται την ισοθεη γυναικα  σου να παρουν και δινοντας δωρα
αλλ'ομως εκεινους  με τη βια θα τιμωρησεις οταν φτασεις
κι αφου επειτα τους μνηστηρες στα μεγαρα σου μεσα τιμωρησεις
και σκοτωσεις με δολο η' στα φανερα με κοφτερο χαλκο
θ'αναχωρισεις επειτα παιρνωντας το καλοφκιαγμενο κουπι σου
να φτασεις σ'εκεινους που δεν γνωριζουν τη θαλασσα
ανθρωπους,ουτε μ'αλατι αναμειγμενη  τροφη τρωνε
ουτ'ακομα αυτοι γνωριζουν τα κοκκινοπλευρα καραβια
ουτε τα καλοφκιαγμενα κουπια,που'ναι φτερα των καραβιων
και σημαδι σου λεω πολυ καθαρο που δεν θα σου ξεφυγει
οποτε με σενα συναντηθει αλλος οδοιπορος
και πει πως δικριανι κρατας στον λαμπρο σου ωμο
τοτε στη γη μεσα στεριωσε το καλοφκιαγμενο κουπι
και κανε καλες θυσιες στον Ποσειδωνα τον βασιλια
κριαρι ταυρο κι απ'τους χοιρους βαρβατο καπρι
και στο σπιτι να επιστρεψεις  να κανεις θυσια εκατομβη
στους αθανατους θεους που τον πλατυ ουρανο κατεχουν
σ'ολους με τη σειρα.κι ο θανατος μακρυα απ'τη θαλασσα
πολυ ανωδυνος θα ερθει και θα σε πετυχει
στα γεραματα  ησυχα αποκαμωμενο.γυρω οι λαοι
ευτυχισμενοι θα'ναι,αυτα τ'αλανθαστα σε σενα λογια ειπα'' 137

''ἦλθε δ᾽ ἐπὶ ψυχὴ μητρὸς κατατεθνηυίης,84
Αὐτολύκου θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀντίκλεια,
τὴν ζωὴν κατέλειπον ἰὼν εἰς Ἴλιον ἱρήν.
τὴν μὲν ἐγὼ δάκρυσα ἰδὼν ἐλέησά τε θυμῷ·
ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὣς εἴων προτέρην, πυκινόν περ ἀχεύων,
αἵματος ἆσσον ἴμεν, πρὶν Τειρεσίαο πυθέσθαι.
"ἦλθε δ᾽ ἐπὶ ψυχὴ Θηβαίου Τειρεσίαο
χρύσεον σκῆπτρον ἔχων, ἐμὲ δ᾽ ἔγνω καὶ προσέειπεν·
᾽διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν᾽ Ὀδυσσεῦ,
τίπτ᾽ αὖτ᾽, ὦ δύστηνε, λιπὼν φάος ἠελίοιο
ἤλυθες, ὄφρα ἴδῃ νέκυας καὶ ἀτερπέα χῶρον;
ἀλλ᾽ ἀποχάζεο βόθρου, ἄπισχε δὲ φάσγανον ὀξύ,
αἵματος ὄφρα πίω καί τοι νημερτέα εἴπω.᾽
"ὣς φάτ᾽, ἐγὼ δ᾽ ἀναχασσάμενος ξίφος ἀργυρόηλον
κουλεῷ ἐγκατέπηξ᾽. ὁ δ᾽ ἐπεὶ πίεν αἷμα κελαινόν,
καὶ τότε δή μ᾽ ἐπέεσσι προσηύδα μάντις ἀμύμων·
"᾽νόστον δίζηαι μελιηδέα, φαίδιμ᾽ Ὀδυσσεῦ·
τὸν δέ τοι ἀργαλέον θήσει θεός· οὐ γὰρ ὀίω
λήσειν ἐννοσίγαιον, ὅ τοι κότον ἔνθετο θυμῷ
χωόμενος ὅτι οἱ υἱὸν φίλον ἐξαλάωσας.
ἀλλ᾽ ἔτι μέν κε καὶ ὣς κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε,
αἴ κ᾽ ἐθέλῃς σὸν θυμὸν ἐρυκακέειν καὶ ἑταίρων,
ὁππότε κε πρῶτον πελάσῃς ἐυεργέα νῆα
Θρινακίῃ νήσῳ, προφυγὼν ἰοειδέα πόντον,
βοσκομένας δ᾽ εὕρητε βόας καὶ ἴφια μῆλα
Ἠελίου, ὃς πάντ᾽ ἐφορᾷ καὶ πάντ᾽ ἐπακούει.
τὰς εἰ μέν κ᾽ ἀσινέας ἐάᾳς νόστου τε μέδηαι,
καί κεν ἔτ᾽ εἰς Ἰθάκην κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε·
εἰ δέ κε σίνηαι, τότε τοι τεκμαίρομ᾽ ὄλεθρον,
νηί τε καὶ ἑτάροις. αὐτὸς δ᾽ εἴ πέρ κεν ἀλύξῃς,
ὀψὲ κακῶς νεῖαι, ὀλέσας ἄπο πάντας ἑταίρους,
νηὸς ἐπ᾽ ἀλλοτρίης· δήεις δ᾽ ἐν πήματα οἴκῳ,
ἄνδρας ὑπερφιάλους, οἵ τοι βίοτον κατέδουσι
μνώμενοι ἀντιθέην ἄλοχον καὶ ἕδνα διδόντες.
ἀλλ᾽ ἦ τοι κείνων γε βίας ἀποτίσεαι ἐλθών·
αὐτὰρ ἐπὴν μνηστῆρας ἐνὶ μεγάροισι τεοῖσι
κτείνῃς ἠὲ δόλῳ ἢ ἀμφαδὸν ὀξέι χαλκῷ,
ἔρχεσθαι δὴ ἔπειτα λαβὼν ἐυῆρες ἐρετμόν,
εἰς ὅ κε τοὺς ἀφίκηαι οἳ οὐκ ἴσασι θάλασσαν
ἀνέρες, οὐδέ θ᾽ ἅλεσσι μεμιγμένον εἶδαρ ἔδουσιν·
οὐδ᾽ ἄρα τοί γ᾽ ἴσασι νέας φοινικοπαρῄους
οὐδ᾽ ἐυήρε᾽ ἐρετμά, τά τε πτερὰ νηυσὶ πέλονται.
σῆμα δέ τοι ἐρέω μάλ᾽ ἀριφραδές, οὐδέ σε λήσει·
ὁππότε κεν δή τοι συμβλήμενος ἄλλος ὁδίτης
φήῃ ἀθηρηλοιγὸν ἔχειν ἀνὰ φαιδίμῳ ὤμῳ,
καὶ τότε δὴ γαίῃ πήξας ἐυῆρες ἐρετμόν,
ῥέξας ἱερὰ καλὰ Ποσειδάωνι ἄνακτι,
ἀρνειὸν ταῦρόν τε συῶν τ᾽ ἐπιβήτορα κάπρον,
οἴκαδ᾽ ἀποστείχειν ἔρδειν θ᾽ ἱερᾶς ἑκατόμβας
ἀθανάτοισι θεοῖσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι,
πᾶσι μάλ᾽ ἑξείης. θάνατος δέ τοι ἐξ ἁλὸς αὐτῷ
ἀβληχρὸς μάλα τοῖος ἐλεύσεται, ὅς κέ σε πέφνῃ
γήραι ὕπο λιπαρῷ ἀρημένον· ἀμφὶ δὲ λαοὶ
ὄλβιοι ἔσσονται. τὰ δέ τοι νημερτέα εἴρω''.137
.
.
.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ουδεν αναβλεψον πλεον παρα Αλεξανδρον Παπαδιαμαντην- Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.


Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ουδεν αναβλεψον πλεον παρα Αλεξανδρον Παπαδιαμαντην -χ.ν.κουβελης

Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ, τῇ 4 Μαρτίου 1851. Ἐβγήκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον
εἰς τὰ 1863,
[Μισοπλαγιασμένη κοντὰ εἰς τὴν ἑστίαν, μὲ σφαλιστὰ τὰ ὄμματα, τὴν κεφαλὴν
ἀκουμβώσα εἰς τὸ κράσπεδον τῆς ἑστίας, τὸ λεγόμενον «φουγοπόδαρο»,
ἡ θεια-Χαδούλα, ἡ κοινῶς Γιαννοὺ ἡ Φράγκισσα, δὲν ἐκοιμάτο,]
[εις την ταβερνα του Κεχριμανη,εικοσιεφτα συναπτα ετη,ετρωγεν τον ημερισιον
σιτον,και εσυλογιζετο,ως αν ητο δυνατο να μην μεριμνει δια τα επιουσια τα υλικα
και ως τα πετεινα του ουρανου να βιοποριζεται και ως τα ανθη του αγρου ανευ
ουδενος μεληματος  να υφαινει τα ενδυματα του,και ελευθερως και ανεσκοπτως
να μεριμνα και να στοχαζεται τα μεταφυσικα και την πραγματικη τω οντι ζωη]
[Ἦτο μικρά, βαθεῖα ρεματιά, εἰς τὸ μέσον ἑνὸς ἐλαιῶνος κατέχοντος ὅλην τὴν
κλιτὺν τοῦ λόφου δεξιόθεν καὶ ἑνὸς λεμονεῶνος τοιχογυρισμένου στολίζοντος
τὸν κάμπον, ἀριστερόθεν]
ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄
τάξιν.
[κενοδοξια παντων αθλιωτερα,ο τοπος πληθος μωροφιλοδοξων,δημαγωγων,ενας
συμφερτος ιδιοτελων,η πολις «της δουλοπαροικίας και των πλουτοκρατών»,
μιαν χρυση αμμουδια να ιδει,τη θαλασσα πλατεια ακτινοβολουσα ως κατοπτρον
και την νυχτα τον ασημενιο στιλβοντα χειμμαρο της σεληνης,και η φυσις ζωηρα με
τους δροσους της,τα φυσηματα,αναπνεουσα γαληνη,φιλοτητα και νεικος,η προσω-
κρατικη φυσις της αγαπημενης νησου]
Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἴτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν
πατρίδα.
[εψηλωσεν ο νους της Χαδουλας,τι επλασθη ο κοσμος ως κολαστηριον των φτωχων
ανθρωπων;εις την στρωμνην της,νυξ αδιαπεραστη,αγρυπνουσα,''Δελχαρω,Δελχαρω ''
φωνησεν,''κοιμασαι;''.Κοιμαμαι μανα'',''εγω δεν εχω υπνο,δεν σφαλιζουν τα ματια
μου'' ,''τι βλεπεις μανα;'',''πως ειμαι βυθισμενη στο νερο,κι ουτε κρυωνω κι ουτε
ζεσταινομαι'',απεκριθην η γραια Χαδουλα,και το νηπιον εκλαυσεν,βαθεια τρανταχτη-
κε,τι ειναι ,αληθεια,αμαρτια και τι λυτρωμος;]
[«ένα περιβόλι είναι ο κόσμος πού μας παρουσιάζει στις ιστορίες του... Παντού τα
συγκεκριμένα και τα χειροπιαστά, ζωγραφιές των πραγμάτων, όχι άρθρα... Πρόσωπα,
όχι δόγματα. Εικόνες, όχι φράσεις. Κουβέντες, όχι κηρύγματα, διηγήματα, όχι αγο-
ρεύσεις»ο Παλαμας εγραψεν
[εκαταντησαμεν οι Ελληνες δουλοι,και εδεθηκεν η γλωσσα μας,μια αλυσσωδεμενη
μαιμου και στα πανηγυρια συρεται και χορευει δια γελωτα και δεχεται τα ''ξεροκομ-
ματα'' των Ευρωπαιον,
ενα αθλιωτατον ''μπαιγνιον'' της Ιστοριας]
Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπήγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα
ὀλίγους μῆνας
[«απλώς και μόνον μετήλλαξεν τυράννους»,η Ελλαδα,τι να ειπεις; ρομφαια και
μαστιγιον τους χρειαζεται]
[Τὴν πλιατσικολογίαν διεδέχθη ἡ φορολογία, καὶ ἔκτοτε ὅλος ὁ περιούσιος λαὸς ἐξακο-
λουθεῖ νὰ δουλεύη διὰ τὴν μεγάλην κεντρικὴν γαστέρα, τὴν «ὦτα οὐκ ἔχουσαν».]
Τῷ 1873 ἤλθα εἰς Ἀθήνας καί ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου.
[«Κατ' έκείνην την ήμέραν συνέβη να είμαι πλούσιος»,πρωτη του μηνα,πλουσιος
να σπαταλησει,σε ολιγον να καταντησει απορος,περιδεης,ζητιανος του παραδεισου]
Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπου ἤκουα κατ' ἐκλογὴν ὀλίγα
μαθήματα φιλολογικά,
[ξενόδουλοι, λογιότατοι γραμματοσοφιστές,εις τι χρειαζεται η σοφια αν ειναι φιλο-
δοξια,και συναμα ματαιοδοξια,και υπερμετρος ζηλος εξουσιας και πηγη απρεπους
πλουτισμου;]
[Ἀνωφελὴς ὁ βίος μου ἐνώπιόν σου ρέει·
εις του Ψυρρη,η πολις κυψελη φυλακισμενων,πεινωντων το αιθριον το καθαρον
το ασπιλον,δεσμιων  των υλικων,εγω η καθ'ομοιωση  του ουδεν κατεχοντος ]
κατ' ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰ ξένας γλώσσας.
[Μερικοὶ λένε, πῶς τὸ Ἄνθος τοῦ Γιαλοῦ ἔγινε ἀνθός, ἀφρὸς τοῦ κύματος,
πρασινα δεντρα,δαντελωτοι θαμνοι,φυλικια τρυφερα,κουμαριες,ενα δασος
αρχαιας βλαστησης,η Μοσχουλα μου ,την ηκουα,ευχαρις,και το σουραυλι  μου
εβγαλα και ηχηθεισαν ιαμβοι και αναπαιιστοι μελιγρα φωνηματα,δια να μαγευσουν
και να ''μαυλισουν'' τις νεραιδες]
Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἴτα ἔγραφα στίχους, καί ἐδοκίμαζα να συντάξω κωμῳ-
δίας.
[«Πολλές είναι εκατόν πενήντα. Με φτάνουνε εκατό'',τι να τα κανω περισσοτερα;
ολιγες φακες,τοσον,μερικας ελαιας βρωσιμας τοσον,α και ο οινος,τοσον,
βεβαιως φτανουν και τα αλλα περισσευουν,δια να τα κοινωνησω εις τους εχοντας
περισσοτερας και πλεον επιτακτικας αναγκας απο εμενα,τους βασανιζομενους εν
τω ακουσιω βιω]
 Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη Ἡ Μετανάστις
ἔργον μου εἰς τὸ περιοδικὸν Σωτήρα.
[«Δεν είναι απλούς διηγηματογράφος, είναι πνευματικός και ηθικός εργάτης,
αγωνιστής της προόδου, της ενημερώσεως, της δικαιοσύνης»εκρινεν ο κυρ Βλασης
Γαβριηλιδης ενθα εις την εφημεριδαν ''Ακροπολις'' ιδιοκτησιαν του εδημοσιευετο
εις συνεχειας το μυθιστοριματικον εργον μου ''η Γυφτοπουλα'' μετ'επαινων,φιλικη
η κρισις,αλλ'ομως υπαρχουσι και επικρισεις,ολα τα εχει ο ''μπαξες'',και το ταλαντον
και το αταλαντον,και το υψηλον και το χαμερπες,και το δοκιμον και το αδοκιμον,
και το συντηρητικον και το μοδερνον,και τον Δοστογιεφσκιν και τον Φτωχοπροδρο-
δρον,και το εν τη φυσει και το εν  τω αστει,και το διαρκες και το επισοδειακον,και το
σοβαρον και το σκωπτικον,εγω δε ως η ταπεινη χλοη βλαστησα και θα μαραθω
 Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν εἰς τὸ Μὴ χάνεσαι.
[- Δευτέρας λοιπόν σκέψεως αρχή επροβλήθη ποία να ήτον καλλιτέρα ανάμεσα εις
τας τέχνας ... ερρινοφθόγγει αργά αργά ο διδάσκαλος, εγκύπτων όλος εις το τετράδιον,
με την ρίνα εγγίζουσαν εις το χαρτίον, με τα μάτια τέσσαρα μην του διαφύγη επί του
χειρογράφου κανείς σολοικισμός ή βαρβαρισμός, προσθέτωνκόμματα και τελείας και
μεταβάλλων όλας τας οξείας εις βαρείας.]
[να ιδωμεν πως με τετοια θα εκπαιδευτουμεν;]
και τα ολιγα αυτα κολλυβογραμματα  θα μου εφτανον ,τα πλεον θα ητο αχρηστα,καλα
μονον να δοκησισοφω,να πλουτιζω,να ειμαι τσαρλατανος και ψευδης,με ενα λογον
''παλιανθρωπος'']
 Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ
καί ἐφημερίδας.
[δεν αξιωθην εν τω προσκαιρω βιω ουδεν εκδοθεν βιβλιον]
[ουδεν αναβλεψον πλεον παρα την Παραδεισον νησον μου]
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης
.
.
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-η Φονισσα-
διαβαζει η Κατινα Παξινου
.
.
.
.
.

Πέμπτη 25 Δεκεμβρίου 2014

GREEK POETRY-εγω ο Βινσεντ Βαν Γκογκ δεν ειμαι ο Vincent Van Gogh [ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΒΑΝ ΓΚΟΓΚ]- [THOUGHTS ON THE VAN GOGH'S CASE] I Vincent Van Gogh am not The Vincent Van Gogh- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.


Vincent van Gogh-c.n.couvelis χ.ν.κουβελής
.
.
εγω ο Βινσεντ Βαν Γκογκ δεν ειμαι ο Vincent Van Gogh
[ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΒΑΝ ΓΚΟΓΚ]-χ.ν.κουβελης

[THOUGHTS ON THE VAN GOGH'S CASE]-c.n.couvelis
I  Vincent Van Gogh am not  The  Vincent Van Gogh

το κιτρινο που εχω στη τσεπη του παντελονιου μου το βγαζω και το κραταω
στα χερια μου.το κοιταζω.το αισθανομαι λαμπερο.ακτινοβολο.το κολλαω
με μια ξαφνικη κινηση στα σταχια.ζωντανευουν φως.
εδω στην Αρλ το φως ειναι διαφορετικο απ'οτι ειναι στην Ελλαδα το φως.
εκει ξαπλωνεις στο χωμα και κοιμασαι.το χωμα εκει ειναι ζεστο.σε ζεσταινει.

ο ουρανος ειναι ενα ακινητο γαλαζιο.το δικο μου γαλαζιο στροβιλιζεται.
εκεινα τα ηλιοτροπια τα ζωγραφισα για τους μελλοντικους εμπορους.
προς πλουτισμο δηλαδη.κατα καποιο τροπο τους απατω.τους αιχμαλωτιζω
σε εναν φαυλο κυκλο.την αλλη μερα αφου σαπισαν τα λουλουδια στο
ανθοδοχειο και μυριζαν απαισια τα πεταξα εξω απ'το παραθυρο στον κηπο.

ο καλος μου ντοκτορ Gachet μου συνεστησε να προσεχω,να φροντιζω τον
εαυτο μου.σημερα νιωθω οργη θυμο και συναμα απελπισια.δεν ξερω τι
φταιει.δεν το θελω.ειμαι φυλακισμενος σε εναν κυκλο.αρχη τελος αρχη.

τι να καταλαβω απο αυτο που βλεπω;το δωματιο η καρεκλα το καδρο στον
τοιχο το παραθυρο ο δρομος εξω τα σπιτια οι ανθρωποι,ποσοι ειδων ανθρωποι
υπαρχουν;το μονοπατι αναμεσα στα οργωμενα χωραφια,τα πουλια στον
αερα ερχονται να τσιμπησουν σπορους,μια αναληψη βλαστησης,η μερα,
η μερα που νυχτωνει,η νυχτα,ο ουρανος πανω ,κατω απ'τους στροβιλισμους
των αστερισμων,αεικινητο τιποτα

σκληρη ,πολυ σκληρη,η ζωη των χωρικων.ανυποφορη.πως την αντεχουν;
πινακα δεν πουλησα,και πειναω,λιγα francs εχω στη τσεπη μου,
κιτρινα

γινομαι καθε μερα,καθε ωρα καθε λεπτο,ξενος προς τον εαυτο μου

τι αλλο μπορει καποιος να κανει;

σιωπη;
η'
ροχαλισμα;

καθως εγω δεν υπαρχω οπως τα πουλια δεν υπαρχουν

κατανοω τον κοσμο σημαινει τον φτυνω

ο κοσμος εχει τους Νομους του εγω τους Αγνοω

εγω ο Βενσεν Βαν Γκογκ δεν ειμαι ο Vincent Van Gogh

ειμαι σκυμενος και σκαβω να βρω

le jaune Je ai en la poche de mon pantalon, enlever et tenir
dans mes mains.
Je le regarde
Je le sente glamour.
rayonnement.
Je le colle
avec un mouvement brusque dans le ble.
se réanimer la lumière.
Ici, à Arles lumière est différente
que dans le Grèce la lumière
il allonge dans la sol et se endormirent.
Le sol y est chaud.
en chaleur.

Le ciel est une sans mouvement bleu tourbillonne.
Ces tournesols les peindre pour les marchants futurs.
ce est à dire à l'enrichissement.
Je quelque sorte les trompe
les capture dans un cercle vicieux.
Le lendemain, après avoir pourri fleurs
dans un vase
et sentait mauvais jeté dehors de la fenêtre dans le jardin.

Mon bon docteur Gachet
recommander
Prenez garde, prendre soin de moi.
Aujourd'hui je me sens la fureur la colère et le désespoir encore.
Je ne sais pas quel est le problème.
Je ne veux pas la
Je suis un prisonnier dans un cercle.
commence end commence

 que Je  comprenez de ce que vous voyez?
 la chambre ou le cadre de la chaise dans mur de la fenêtre
de la rue à l'extérieur des maisons du peuple, combien de sortes de gens
le chemin de là
 travers un champ labouré,
les oiseaux
en air viennent picorer les graines, une ascension de végétationt, jour,
Le jour commence à faire sombre, la nuit, le ciel au-dessus,
au-dessous tourbillon du constellations,
en infini mouvement rien

dur, très dur, la vie  des paysans.
insupportable.
comment résister?
Je
ne pas vendre une table,et Je ai faim, je ai peu francs dans ma poche,
jaune

je serai chaque jour, chaque heure chaque minute,
étranger à moi-même

quoi d'autre que peut-on faire?

silence?
ou
ronflement?

comme je ne exist pas en tant que  les oiseaux ne existent pas

comprendre le monde/signifie la cracher

Le monde a ses lois Je ignore ca

Je Vincent Van Gogh ne suis  pas la producton Vincent Van Gogh

je suis voûtee
et creuser pour trouver
.
.
.

Τετάρτη 24 Δεκεμβρίου 2014

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΙ ΕΣΥΝΕΒΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΝ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ - Μεγας Αλεξανδρος-Great Alexander- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

Μεγας Αλεξανδρος-Great Alexander-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΤΙ ΕΣΥΝΕΒΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΝ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ -χ.ν.κουβελης

μετα απο δυο ημερας ηρθομεν εις τοπον ερημικον και πολλα πετρωδην.
ο Αλεξανδρος μας ειπεν να σταθμευσωμεν εις ετουτον τον ερημον τοπον.
πως ητον λεει ασφαλεστατος.κι ετσι εγεννετο.κατασκηνωσαμεν και.ως ημαστο
κατακοποι τοσας ημερας εκλειστηκανε οι οφθαλμοι μας.οτε εξυπνησαμε
παραξενευτηκαμε οτι ο ηλιος ητον εις τον ουρανον.εις το αυτον σημειον ως
τον ειχομεν ιδει προτερον.εις των επιστημονικων εταιρων ερωτηθεις περι
αυτου ουδεν εγνωριζεν να αποκριθη.και το πλεον παραξενον δεν ητο ετουτο.
αλλα αλλον .ηκουαμε λιαν καθαρως τις φωνες αλλων ανθρωπων και τις
φωνες ζωων.και πουλιων ηκουαμε.και του ανεμου το φυσητον.και απο τον.ηχο
φλοισβου νερων ενομισαμεν πως η θαλασσα ητο.επειδη και γλαρων φωνες
ακουαμε και κυματων χτυπους.σαν ο τοπος εκεινος να ητο παραθαλασσιος
αλλα ουδεν βλεπαμεν.ο.Αλεξανδρος τοτε συγκαλεσεν τους ειδικους να συσκε-
φθουν δια το συμβαν.τι ετουτο ητο.ο ηλιος δε εις το αυτον.σημειον του ουρανου
ακινητος.ειχαμε την αισθησιν.πως ουτε ο χρονος ετρεχε .καποιος εκ των σοφων
αποφανθη πως αληθως δεν εξυπνησαμεν εκ του υπνου και πως εις ονειρον εγκλει-
στοι ευρισκομεθα ετι και πως εαν κοιμηθουμεν  εις το ονειρον παλιν εις αλλον
ονειρον θα εξυπνησομεν. απο ονειρον εις ονειρον και πως ηδυνατο καποτε να επα-
νελθομεν εις την αρχην.και τουτο ο Αλεξανδρος το εδεχθει και προσταξεν ολο το
στρατευμα να κοιμηθει.κι ετσι εγεννετο.την επομενην δε φοραν ητο αλλως .τωρα
εβλεπαμε τους ανθρωπους αλλα δεν.ημπορουσαμε να τους ακουσουμε ουτε να
τους αγγιξουμε ως να μην ειχουν ουτε σαρκαν ουτε οστα.ως να ητο φασματα.αλλα
και εκεινοι εφαινετο να μην μας εκαταλαβαινουν.τους παρατηρουσαμε λεπτομερως,
αλλα ως να ειχαμε καταληφτει απαντες απο μιαν νοσον αμνησιας δεν ημπορουσαμε
να αφηγηθουμε εις τινα το παραμικρον.τοσον μεγαλη η ληθη η μας κατελαβεν.
εκοιμηθηκαμε και εις αλλο ονειρο οι αυτοι ανθρωποι.τωρα και τους εβλεπαμε και
τους ακουγαμε.εκεινοι ουτε μας εβλεπαν ουτε μας ακουγανε οπου φορες τους εφω-
ναζαμε.εφαινετο δε ωσαν να παρηλθεν χρονος πολυς ενδιαμεσως.ειχον αλλαξει
εις τας φυσιογνωμιας των.τινες των παλαιων δεν ειδομεν.και ειδομεν πρωτην αλλους
νεωτερους.εις των.αντρων μας ερωτευθει σφοδρα μια των γυναικων τους και την
ακολουθει οπου ευρισκετο.ο δυστυχος τοσον εχασεν τα μυαλα του δια δαυτην ωστε
αληθη την ενομιζετο και της εξεθετε τον.ερωτα του λαβρον και περιπαθην.και με
παθος της ομιλουσε.και αγριευε οταν του ελεγαμε την αληθεια και πως η γυναικα
ητο φασμα ονειρου.ουδεν ηθελεν ακουσει.και οταν την ειδε να συνευρισκεται με
εναν αντρα της κοινωνιας της τοτε πληρως αλλοφρονησεν και ητο να τον λυπασαι
τον δυσμοιρον και αδυνατο να τον συγκρατησεις εις τας φρενας.τον εβρηκαμε απο
υψηλο βραχο να εχει πηδηξει κατω και να συντριφτει ο δυσμοιρος.εις αλλον ονειρο
δεν τους ειδαμε εκεινους τους ανθρωπους ουτε τους ακουαμε.ομως ειχαμε εις την
μνημη μας ζωηρην την καθε εκδηλωση τους .τα παντα καθαροτατα τα ενθυμουμεθα
και καθεις του αλλου τα ανακαλουσε απο τη μνημη του.και τα αφηγουμεθα με πολλας
λεπτοερειες.πολλοι δε πολυλογουσανε ωρες.τινες δε τεχνικοτατοι οντες μυθολογουσαν.
εφευρισκαν ιδικα των συμβαντα και τα εννοουσαν ως αληθη και να εσυνεβησαν.εμας
αλλα μας ετερπανε και τα επαινουσαμε και αλλα τα κριναμε και τα ψεγαμε.εις επομενα
ονειρα τους βλεπαμε δια ολιγην ωραν και συνεχως ετουτο ελαττουτο μεχρι οπου τους
εχασαμε εντελως.εκεινος ο σοφος εσυμπερανε πως εις καποια αγνωστο εις εμας μηχανη
ωφειλετο αυτο .οτι τους επροβαλε εις τον τοπον ενω αυτοι δεν υφισταντο πλεον .πως
αυτη η αγνωστος μηχανη τους ειχε καταγραψει τις ζωες και τους επροβαλε δια παντος.
επ'απειρον.και πως εμεις εκοιμωμεθα κανονικα και κανονικα εξυπνουσαμε ουχι εις ονει-
ρον αλλα εις ετουτον τον ερημον.τοπον εδω οπου εξαρχης ευρεθηκαμεν και εγινομασταν
μαρτυρες του φαινομενου της προβολης.και πως ο ακινητος ηλιος οπου ειδαμεν εις τον
ουρανον ητο μια εικονα της προβολης αυτης.και εσυμπερανε πως αν μεινουμε εδω παλιν
θα τους ειδομε να προβαλλονται.κι ετσι εγεννετο.κοιμηθηκαμε και οταν ξυπνησαμε τους
ειδαμε παλιν.τους βλεπαμε αναμεσα μας και τους ακουγαμε αλλα παλιν δεν τους αγγιζαμε.
τοτε ητο οπου ειδαμε τον αδικοσκοτωμενο συντροφο μας.και μαλιστα τον ειδαμε εις ερω-
τικη συνομιλιαν με την γυναικα εκεινην και εγελουσαν.και εφαινοντο πολυ ευτυχισμενοι οι
δυο.και τοτε καποιος απο εμας του εφωναξε με δυνατη φωνη.συντροφε πως εφτασες ως
εδω;εμεις σε μαζεψαμε απο τα βραχια κατω ασυντριμενο το σωμα σου και με τιμες σε
θαψαμε και χωμα.σηκωσαμε και σημα πανω στησαμε το κονταρι σου.πες μας, αληθεια,πως
εφτασες ως εδω;εκεινος γυρισε προς το μερος μας σαν κατι φανηκε να ακουσε ειτε να
αιστανθηκε αλλα δεν απαντησε.τοτε ο Αλεξανδρος ειπε να συνελθουμε και την αλλη μερα
να κινησουμε ολο το στρατευμα προς τα ανατολικα μερη.κι ετσι εγεννετο
.
.
.

Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟΝ ΜΥΘΟ ΤΟΥ ΘΕΥΘ- [Πλατων-Φαιδρος-274c-275b]- [μεταφραση-χ.ν.κουβελης]- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.


ΠΛΑΤΩΝ -PLATON-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης

ΤΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟΝ ΜΥΘΟ ΤΟΥ ΘΕΥΘ
[Πλατων-Φαιδρος-274c-275b]
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]

Σωκράτης
ακουσα λοιπον πως στα περιχωρα της Ναυκρατης της Αιγυπτου γεννηθηκε
καποιος απο τους παλαιους θεους,που ιερο του το πουλι ,που το φωναζουν
Ιβι.σ'αυτον τον θεο το ονομα ειναι Θευθ.Τουτος πρωτος βρηκε και τον αριθμο
και τον λογισμο και την γεωμετρια και την αστρονομια,ακομη και τους πεσσους
και τους κυβους και επιπλεων και τη γραφη.βασιλιας τοτε ολης της Αιγυπτου
ηταν ο Θαμου στη περιοχη της μεγαλης πολης στη ανω χωρα την οποια οι
Ελληνες ονομαζουν Αιγυπτιες Θηβες και τον θεο Αμμωνα,σε τουτον ερχομενος
ο  Θευθ του εδειξε τις τεχνες και ειπε πως πρεπει να διαδωθουνε στους αλλους
Αιγυπτιους,αυτος δε τον ρωτησε ποια ωφελια καθε μια μπορει να εχει,
κατα το χρονο που τις περιεγραφε με ακριβεια,εκεινος ελεγε πως αλλες του
φαινονταν καλες και αλλες οχι καλες,τη μια  αποδοκιμαζε,την αλλη επαινουσε,
πολλες ηταν οι κρισεις που εκανε για καθε μια τεχνη και για τα δυο ο Θαμουν
στον Θευθ,θα πολυλογουσαμε αν ηταν να το εξετασουμε αυτο.οταν στα
γραμματα ηταν.''τουτο,βασιλια,το μαθημα'' ειπε ο Θευθ ''σοφωτερους τους
Αιγυπτιους και πιο ικανους στη μνημη  θα κανει να ειναι,γιατι της μνημης και
της σοφιας το φαρμακο  βρεθηκε''.εκεινος ειπε '' αριστε τεχνικε  Θευθ,αλ-
λος ειναι ικανος να γεννα την τεχνη,κι αλλος να κρινει τι μερος και βλαβης
και ωφελιας εχει στους μελλοντες που θα κανουν χρηση.και τωρα εσυ,πατερας
οντας των γραμματων,απο ευνοια το αντιθετο ειπες απο οτι μπορει
να κανει.γιατι τουτο στις ψυχες αυτων που θα τα μαθουν θα προξενη-
σει ληθη σβησιμο της μνημης και παραμεληση της μνημης,ετσι
απο πιστη στη γραφη απο εξω με ξενα σημαδια κι οχι απο μεσα αυτοι
οι ιδιοι αυτοι να αναθυμουνται.τοτε λοιπον δεν βρηκες της μνημης το φαρ-
μακο αλλα της υπενθυμησης ,στους μαθητες γνωμη,και οχι αληθεια προσ-
φερεις ·γιατι πολλα-ακουγοντας σε σενα θα νομισουν χωρις διδασκαλια
πως ειναι πολλα-γνωριζοντες.χωρις κριση για τα πολλα οντες,και δυσκολοι
να συναναστρεφονται,θα γινουν δοξοσοφοι αντι σοφοι''
.
Σωκράτης
ἤκουσα τοίνυν περὶ Ναύκρατιν τῆς Αἰγύπτου γενέσθαι τῶν ἐκεῖ παλαιῶν
τινα θεῶν, οὗ καὶ τὸ ὄρνεον ἱερὸν ὃ δὴ καλοῦσιν Ἶβιν· αὐτῷ δὲ ὄνομα
τῷ δαίμονι εἶναι Θεύθ. τοῦτον δὴ πρῶτον ἀριθμόν τε καὶ λογισμὸν εὑρεῖν
καὶ [274d] γεωμετρίαν καὶ ἀστρονομίαν, ἔτι δὲ πεττείας τε καὶ κυβείας,
καὶ δὴ καὶ γράμματα. βασιλέως δ᾽ αὖ τότε ὄντος Αἰγύπτου ὅλης Θαμοῦ
περὶ τὴν μεγάλην πόλιν τοῦ ἄνω τόπου ἣν οἱ Ἕλληνες Αἰγυπτίας Θήβας
καλοῦσι, καὶ τὸν θεὸν Ἄμμωνα, παρὰ τοῦτον ἐλθὼν ὁ Θεὺθ τὰς τέχνας
ἐπέδειξεν, καὶ ἔφη δεῖν διαδοθῆναι τοῖς ἄλλοις Αἰγυπτίοις· ὁ δὲ ἤρετο
ἥντινα ἑκάστη ἔχοι ὠφελίαν, διεξιόντος δέ, ὅτι καλῶς ἢ μὴ [274e] καλῶς
δοκοῖ λέγειν, τὸ μὲν ἔψεγεν, τὸ δ᾽ ἐπῄνει. πολλὰ μὲν δὴ περὶ ἑκάστης
τῆς τέχνης ἐπ᾽ ἀμφότερα Θαμοῦν τῷ Θεὺθ λέγεται ἀποφήνασθαι, ἃ λόγος
πολὺς ἂν εἴη διελθεῖν· ἐπειδὴ δὲ ἐπὶ τοῖς γράμμασιν ἦν, "τοῦτο δέ, ὦ βασιλεῦ,
τὸ μάθημα," ἔφη ὁ Θεύθ, "σοφωτέρους Αἰγυπτίους καὶ μνημονικωτέρους
παρέξει· μνήμης τε γὰρ καὶ σοφίας φάρμακον ηὑρέθη." ὁ δ᾽ εἶπεν·
 "ὦ τεχνικώτατε Θεύθ, ἄλλος μὲν τεκεῖν δυνατὸς τὰ τέχνης, ἄλλος δὲ κρῖναι
τίν᾽ ἔχει μοῖραν βλάβης τε καὶ ὠφελίας τοῖς μέλλουσι χρῆσθαι· καὶ νῦν
[275a] σύ, πατὴρ ὢν γραμμάτων, δι᾽ εὔνοιαν τοὐναντίον εἶπες ἢ δύναται.
τοῦτο γὰρ τῶν μαθόντων λήθην μὲν ἐν ψυχαῖς παρέξει μνήμης ἀμελετησίᾳ,
ἅτε διὰ πίστιν γραφῆς ἔξωθεν ὑπ᾽ ἀλλοτρίων τύπων, οὐκ ἔνδοθεν αὐτοὺς
ὑφ᾽ αὑτῶν ἀναμιμνῃσκομένους· οὔκουν μνήμης ἀλλὰ ὑπομνήσεως φάρμακον
ηὗρες. σοφίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν, οὐκ ἀλήθειαν πορίζεις· πολυήκοοι
γάρ σοι γενόμενοι ἄνευ διδαχῆς πολυγνώμονες [275b] εἶναι δόξουσιν,
ἀγνώμονες ὡς ἐπὶ τὸ πλῆθος ὄντες, καὶ χαλεποὶ συνεῖναι, δοξόσοφοι
γεγονότες ἀντὶ σοφῶν.
.
[ελευθερη αποδοση]-χ.ν.κουβελης
Σωκρατης
ακουσα καποτε πως στα περιχωρα της Ναυκρατης υπηρχε καποιος
απ'τους παλιους θεους του τοπου,που το ιερο πουλι του το ονομαζαν
Ιβι.Το ονομα του θεου ηταν Θευθ.Αυτος ηταν ο πρωτος που ανακα-
λυψε τους αριθμους και τη μαθηματικη λογικη και τη γεωμετρια
και την αστρονομια  κι ακομα τα παιχνιδια με τους πεσσους και τους
κυβους και τελος τα συμβολα των γραμματων.Τοτε εκεινη την εποχη
βασιλευε σ'ολην την Αιγυπτο ο Θαμους,που εμενε στην πρωτευουσα
της πανω χωρας,που οι Ελληνες ονομαζουν Θηβαικες Θηβες και Αμμωνα
ονομαζουν τον θεο της. Σ'αυτον πηγε ο Θευθ και του εκανε επιδειξη των
τεχνων που εφευρε,και υποστηριξε πως πρεπει να διαδοθουν σ'ολους
τους Αιγυπτιους.Ο Θαμους τον ρωτησε να του πει πια θα ειναι η χρησιμοτητα
απο καθε μια.Και οσο ο Θευθ μιλουσε κι εξηγουσε μια-μια ο Βασιλιας ακουγε
κι οποια εκρινε καλη την επαινουσε κι οποια εκρινε κακη την απορριπτε.Λενε
πως ο Θαμους  στον Θευθ ειπε πολλα υπερ και κατα καθε τεχνης που
ακουσε,αυτα αν τα επεξεργασθουμε αναλυτικοτερα,θα μιλουσαμε
πολυ ωρα.Τελικα οταν εφτασαν στα γραμματα ο Θευθ ειπε:Βασιλια
μου η γνωση των γραμματων θα κανει περισσοτερο σοφους τους
Αιγυπτιους και περισσοτερο δυνατους στη μνημη,γιατι εχει βρεθει το
φαρμακο για τη σοφια και τη μνημη.Τοτε ο Αμμωνας του απαντησε:
Θευθ,τοσες τεχνες γνωριζεις,να ξερεις ομως πως αλλος εχει την ικανο
τητα να εφευρισκει τεχνες κι αλλος εχει την ικανοτητα να μπορει να κρινει
ποια ειναι χρησιμη και ποια ειναι βλαβερη οταν θα πραγματοποιηθουν.
Να τωρα,εσυ που'σαι ο πατερας των γραμματων,για να υπερασπισθεις
το δημιουργημα σου εμφανισες τα αντιθετα απ'ἀυτα που πραγματικα
μπορει να κανει αυτη η τεχνη.Γιατι,να ξερεις,τα γραμματα θα φερουν τη
λησμονια στις ψυχες οσων ανθρωπων θα τα μαθουν,αφου οι ιδιοι αυτοι
δεν θα νοιαστουν ν'ασκησουν τη μνημη τους,αφου,αν δωσουν πιστη
στη γραφη,θα ανακαλουν τα πραγματα στη μνημη τους οχι απο μονοι
τους απο μεσα τους,αλλα απο εξω,με τη βοηθεια ξενων συμβολων.
Γιἀυτο σου λεω πως δεν ανακαλυψες το φαρμακο της μνημης αλλα
της υπενθυμισης.Κι ετσι δινεις στους μαθητες σου μια σοφια φαινο
μενικη-,οχι την αληθεια,γιατι μ'ἀυτη την τεχνη θ'ακουσουν πολλα χωρις
να τα εχουν διδαχθει,και επομενως,θα πιστεψουν πως γνωριζουν πολλα,
στην πραγματικοτητα ομως,στα περισσοτερα τους λειπει η γνωση και
θα'ναι δυσκολα να τους συναναστρεφεται κανεις,αφου,αντι να'ναι σοφοι
θα'χουν καταντισει δοκησισοφοι,δηλαδη να νομιζουν πως ειναι σοφοι
.
.
.

GREEK POETRY-Η ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥΣ- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY-Η ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥΣ-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.

















Αστακος-εντυπωσεις-μεσημερι-χ.ν.κουβελης

Η ΕΛΑΧΙΣΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥΣ-χ.ν.κουβελης

ο Οδυσσεας εφερε το βλεμμα του ολογυρα.η θαλασσα κατω απ'τη πιεση
του ηλιου επιπεδη.καθρεφτης αεικινητων γλαρων.και γαλαζιας ακινησιας ουρανου.
στις αδειες καρεκλες φανταστηκε τα σχηματα των.ανθρωπων.
μια συνομιλια που τελειωσε.μια λεξη που δεν ειπωθηκε.και αναβληθηκε.
μια σιωπη εκκοφαντικη.το παιδι που ρωτουσε κι επαιρνε ασαφεις απαντησεις.
η γυναικα που χαμογελασε.κι υστερα αινιγματικα κλειστηκε στη σιωπη της.
το γελιο που ξεσπασε αναιτιο.ενα αγγιγμα.του δεξιου χεριου στον.αριστερο ωμο.
στιγμιαια αιωρηση της αιωνιοτητας.ο εγκλειστος χρονος της αβεβαιοτητας.
η λαμπερη μερα.η ζεστη ατμοσφαιρα.οι σκιες των ανθρωπων που ηταν εδω
πριν λιγη ωρα και τωρα δεν ειναι.ειμαι κανενας,συλλογιστηκε,ο Οδυσσεας.
η' δεν ειμαι κανενας.το βλεμμα του ολογυρα.τι ειναι το βλεμμα.που βλεπει.
προς τα που.και τι .το παρελθον στο παρον.η' το παρον στο μελλον.
η' το παρελθον στο μελλον.δυαδικες σχεσεις υπαρξης η' μη υπαρξης.
πριν.αργοτερα.τωρα.κανενας.καποιος.κανενας.προχωροντας η ωρα
η θαλασσα δυει στον ηλιο.οι γλαροι συνεχιζουν να μεταφερνουν ασπρη λαμψη.
χρωματιζονται οι απεναντι λοφοι μ' αγριλιες και θαμνους.η φωνη
της βαρκας ξυπνα τα ψαρια απ'τον ησυχο ηρεμο υπνο τους.την ιδια ακριβως
ωρα ειδε ανθρωπους να πλησιαζουν και ν'απομακρυνονται.μαγνητικα πεδια.
δοχεια λεξεων που αδειαζουν και παλι γεμιζουν.γιατι μιλαω.ποιος ακουει.
και τι απαντα.και κυριως τι ρωταει.και τι τον ρωταω.εγω.κανενας δεν ειμαι.
εσυ κανενας δεν εισαι.επινοηση η' πραγματικοτητα.βλεπει γυρω του
την πραγματικοτητα.τις ιδεες της πραγματικοτητας.στον καθρεφτη της θσλασσας
οι ανθρωποι .τα ειδωλα τους.οι φωνες οι χειρονομιες τους.η ελαχιστη συνομιλια τους.
η ενωση και ο χωρισμος τους.η επ'απειρον συνευρεση τους.μια στιγμη.τα παντα.
.
.
.

Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

GREEK POETRY-ΣΤΟΥΣ ΛΩΤΟΦΑΓΟΥΣ [Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 82-104]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis- Οδυσσεας-Odysseas- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.


Οδυσσεας-Odysseas-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΣΤΟΥΣ ΛΩΤΟΦΑΓΟΥΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 82-104]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

απο'κει εννια μερες παρασυρομουν απ'τους καταστροφικους ανεμους 82
στη θαλασσα που'ναι γεματη ψαρια .μετα τη δεκατη μερα πατησαμε
τη γη των Λωτοφαγων,που λουλουδιου τροφη τρωνε
οπου στη στερια περπατησαμε κι αντλησαμε νερο
κι αμεσως γευματισαν κοντα στα γρηγορα καραβια οι συντροφοι
μετα αφου γευτηκαν τη τροφη και το ποτο
τοτε εγω εστειλα συντροφους να πανε και να παρουν πληροφοριες
ποιοι ειν'αυτοι οι ανθρωποι στη γη που τρωνε σιταρι
δυο αντρες διαλεξα και τριτον ενα κηρυκα εστειλα μαζι τους
που αμεσως πηγαν κι εσμιξαν με τους Λωτοφαγους ανδρες
κι οι Λωτοφαγοι δεν σκεφτονταν θανατο για τους δικους μου
συντροφους,αλλα σ'αυτους εδωσαν  απ'τους λωτους να γευτουν
κι οποιος απ'αυτους ετρωγε τον γλυκο σαν μελι καρπο
ουτ'ηθελε παλι να φερει αναφορα ουτε να γυρισει πισω
αλλ'αυτο επιθυμουσαν να μεινουν με τους Λωτοφαγους ανδρες
λωτο να τρωνε κι εντελως τον γυρισμο στη πατριδα να ξεχασουν
αυτους εγω τους εφερα κλαιγοντας στα καραβια με τη βια
στα κοιλα καραβια καθεναν τραβηξα και κατω απ'τους παγκους εδεσα
και τους αλλους εμπιστους συντροφους προσταξα
γρηγορα να κινηθουν και στα γοργα καραβια ν'ανεβουν
μηπως καποιος τρωγοντας λωτο τον γυρισμο στη πατριδα ξεχασει
κι αυτοι αμεσως μπηκαν στα καραβια και στα καθισματα καθησαν
στη σειρα καθισμενοι την αφρισμενη θαλασσα με τα κουπια χτυπουσαν 104

ἔνθεν δ᾽ ἐννῆμαρ φερόμην ὀλοοῖς ἀνέμοισιν 82
πόντον ἐπ᾽ ἰχθυόεντα· ἀτὰρ δεκάτῃ ἐπέβημεν
γαίης Λωτοφάγων, οἵ τ᾽ ἄνθινον εἶδαρ ἔδουσιν.
ἔνθα δ᾽ ἐπ᾽ ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ᾽ ὕδωρ,
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ᾽ ἐπασσάμεθ᾽ ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τοτ᾽ ἐγὼν ἑτάρους προΐειν πεύθεσθαι ἰόντας,
οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες
ἄνδρε δύω κρίνας, τρίτατον κήρυχ᾽ ἅμ᾽ ὀπάσσας.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ οἰχόμενοι μίγεν ἀνδράσι Λωτοφάγοισιν·
οὐδ᾽ ἄρα Λωτοφάγοι μήδονθ᾽ ἑτάροισιν ὄλεθρον
ἡμετέροις, ἀλλά σφι δόσαν λωτοῖο πάσασθαι.
τῶν δ᾽ ὅς τις λωτοῖο φάγοι μελιηδέα καρπόν,
οὐκέτ᾽ ἀπαγγεῖλαι πάλιν ἤθελεν οὐδὲ νέεσθαι,
ἀλλ᾽ αὐτοῦ βούλοντο μετ᾽ ἀνδράσι Λωτοφάγοισι
λωτὸν ἐρεπτόμενοι μενέμεν νόστου τε λαθέσθαι.
τοὺς μὲν ἐγὼν ἐπὶ νῆας ἄγον κλαίοντας ἀνάγκῃ,
νηυσὶ δ᾽ ἐνὶ γλαφυρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ δῆσα ἐρύσσας.
αὐτὰρ τοὺς ἄλλους κελόμην ἐρίηρας ἑταίρους
σπερχομένους νηῶν ἐπιβαινέμεν ὠκειάων,
μή πώς τις λωτοῖο φαγὼν νόστοιο λάθηται.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον,
ἑξῆς δ᾽ ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς.104
.
.
.

GREEK POETRY-ΣΤΟΥΣ ΚΙΚΟΝΕΣ [Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 39-81]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis- Οδυσσεας Odyssea- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.


Οδυσσεας Odyssea-2μ χ 2μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΣΤΟΥΣ ΚΙΚΟΝΕΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 39-81]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

απ'το Ιλιο μ' εφερε ο ανεμος κοντα στους Κικονες 39
στην Ισμαρο,εκει εγω την πολη ερημωσα κι αυτους αφανισα
απ'τη πολη γυναικες και πολλα υπαρχοντα αφου αρπαξαμε
τα μοιρασαμε ισα ωστε καποιος με μενα να μην δυσαρεστηθει
οπου  αυτους επιμονα προετρεπα να παρουμε ποδι
αλλ'αυτοί ,παρα  πολυ ανοητοι μωροι , δεν πυθονταν
οπου πολυ κρασι πινωντας μεθουσαν,και πολλα προβατα
εσφαζαν  στ'ακρογυαλι και  βοδια με τα ελικοειδη ποδια
εν τω μεταξυ πηγαν οι Κικονες αλλους Κικονες να φωναξουν
που μ'αυτους γειτονες ησαν κι ηταν πιο πολλοι και πιο δυνατοι
στη στερια εμεναν,κι ηξεραν καλα πανω απ'τ'αρματα
κατα ανδρων  να μαχονται  κι οπου χρειασθει και  πεζοι να ειναι
ηρθαν  οπως οσα φυλλα κι ανθη βγαινουν την ανοιξη
ξημερωμα,και τοτε  η κακη μοιρα απ'τον Δια επεσε
σ'εμας τους δυσμοιρους για να παθουμε πολλα βασανα
σταθηκαν και πολεμουσαν κοντα στα γρηγορα καραβια
κι εριχναν ο ενας στον αλλον τα χαλκινα κονταρια
οσο ηταν πρωι και  μεγαλωνε μερα του θεου
τοσο τους αποκρουαμε  αν κι ηταν πιο πολλοι απο μας
ομως ηρθε η ωρα του ηλιου που λυνουν τα βοδια απ'το ζευγαρι
και τοτε οι Κικονες επικρατησαν πανω στους Αχαιους
εξι απο καθε καραβι συντροφοι με τις γερες περικνημιδες
χαθηκαν κι οι υπολοιποι  ξεφυγαμε απ'τον θανατο και τη μοιρα
απο εκει πρωτα να πλευσουμε με βαρια απ'τη λυπη καρδια
ανακουφισμενοι  που τον θανατο δεν βρηκαμε,χανοντας αγαπημενους
συντροφους,ουτε τα γερτα απ'τη μια  κι απ'την αλλη μερια καραβια κινησαν
πριν καποιον απ'τους διστακτικους συντροφους τρεις φορες καθεναν
φωναξουμε,που πεθαναν στη πεδιαδα απ'τους Κικονες χτυπημενοι,
στα καραβια σηκωσε καταπανω ανεμο Βορια ο Διας που τα συννεφα μαζευει
φοβερη θυελλα,με συννεφα σκεπασε τη γη
μαζι και τη θαλασσα κι απ'τον ουρανο κατεβαινει νυχτα
και τα καραβια γερναν σε γωνια και τα πανια τους
σε τρια και τεσσερα κομματια τα'σχισε η ισχυς τ'ανεμου
κι εμεις στα καραβια τα κατεβασαμε,φοβουμενοι καταστροφη,
αυτα βιαστικα τα κουπηλατισαμε προς τη στερια
εκει δυο νυχτες και δυο μερες χωρις διακοπη καμια
ακουνητοι ημασταν,μαζι η κουραση κι ο πονος τη καρδια ετρωγαν
αλλα οταν την τριτη μερα η ομορφοπλεξουδη Αυγη εφεξε
τα καταρτια στησαμε και πανω τους τ'ασπρα πανια τραβηξαμε
καθησαμε,τα καραβια οι ανεμοι και οι κυβερνητες τα καθοδηγουσαν
και τοτε σωος θα 'φθανα στη γη της πατριδας
αλλ'ομως το κυμα και το ρευμα  παρακαμπτωντας τον Μαλεα
κι ο Βοριας μ'εσπρωξε μακρυα,περα απ'τα Κυθηρα να περιπλανιεμαι 81
.
Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν,39
Ἰσμάρῳ. ἔνθα δ᾽ ἐγὼ πόλιν ἔπραθον, ὤλεσα δ᾽ αὐτούς·
ἐκ πόλιος δ᾽ ἀλόχους καὶ κτήματα πολλὰ λαβόντες
δασσάμεθ᾽, ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
ἔνθ᾽ ἦ τοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας
ἠνώγεα, τοὶ δὲ μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο.
ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο, πολλὰ δὲ μῆλα
ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς·
τόφρα δ᾽ ἄρ᾽ οἰχόμενοι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν,
οἵ σφιν γείτονες ἦσαν, ἅμα πλέονες καὶ ἀρείους,
ἤπειρον ναίοντες, ἐπιστάμενοι μὲν ἀφ᾽ ἵππων
ἀνδράσι μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα.
ἦλθον ἔπειθ᾽ ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ,
ἠέριοι· τότε δή ῥα κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη
ἡμῖν αἰνομόροισιν, ἵν᾽ ἄλγεα πολλὰ πάθοιμεν.
στησάμενοι δ᾽ ἐμάχοντο μάχην παρὰ νηυσὶ θοῇσι,
βάλλον δ᾽ ἀλλήλους χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν.
ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν ἦμαρ,
τόφρα δ᾽ ἀλεξόμενοι μένομεν πλέονάς περ ἐόντας.
ἦμος δ᾽ ἠέλιος μετενίσσετο βουλυτόνδε,
καὶ τότε δὴ Κίκονες κλῖναν δαμάσαντες Ἀχαιούς.
ἓξ δ᾽ ἀφ᾽ ἑκάστης νηὸς ἐυκνήμιδες ἑταῖροι
ὤλονθ᾽· οἱ δ᾽ ἄλλοι φύγομεν θάνατόν τε μόρον τε.
"ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
οὐδ᾽ ἄρα μοι προτέρω νῆες κίον ἀμφιέλισσαι,
πρίν τινα τῶν δειλῶν ἑτάρων τρὶς ἕκαστον ἀῦσαι,
οἳ θάνον ἐν πεδίῳ Κικόνων ὕπο δῃωθέντες.
νηυσὶ δ᾽ ἐπῶρσ᾽ ἄνεμον Βορέην νεφεληγερέτα Ζεὺς
λαίλαπι θεσπεσίῃ, σὺν δὲ νεφέεσσι κάλυψε
γαῖαν ὁμοῦ καὶ πόντον· ὀρώρει δ᾽ οὐρανόθεν νύξ.
αἱ μὲν ἔπειτ᾽ ἐφέροντ᾽ ἐπικάρσιαι, ἱστία δέ σφιν
τριχθά τε καὶ τετραχθὰ διέσχισεν ἲς ἀνέμοιο.
καὶ τὰ μὲν ἐς νῆας κάθεμεν, δείσαντες ὄλεθρον,
αὐτὰς δ᾽ ἐσσυμένως προερέσσαμεν ἤπειρόνδε.
ἔνθα δύω νύκτας δύο τ᾽ ἤματα συνεχὲς αἰεὶ
κείμεθ᾽, ὁμοῦ καμάτῳ τε καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἔδοντες.
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ τρίτον ἦμαρ ἐυπλόκαμος τέλεσ᾽ Ἠώς,
ἱστοὺς στησάμενοι ἀνά θ᾽ ἱστία λεύκ᾽ ἐρύσαντες
ἥμεθα, τὰς δ᾽ ἄνεμός τε κυβερνῆταί τ᾽ ἴθυνον.
καί νύ κεν ἀσκηθὴς ἱκόμην ἐς πατρίδα γαῖαν·
ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν
καὶ Βορέης ἀπέωσε, παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων.81
.
.
.

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2014

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-[Ανθρωπινα Εσωτερικα] Ετσι Ειναι Αν Ετσι Νομιζετε-το βλεμμα-Ερμου-Συνταγμα-Αθηνα-Luigi Pirandello- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

Luigi Pirandello-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης




το βλεμμα-Ερμου-Συνταγμα-Αθηνα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
[Ανθρωπινα Εσωτερικα]
Ετσι Ειναι Αν Ετσι Νομιζετε-χ.ν.κουβελης

την ειχε δει στην Ερμου,φορουσε ενα τζιν παντελονι και μια ασπρη μπλουζα,
λιγο πιο πανω απο την Καπνικαρεα μπηκε σ'ενα καταστημα,διαβασε την
ταμπελα του,μοντερνα γυναικεια ρουχα,καθησε στο παγκακι απεναντι στο
παρκακι και περιμενε να βγει,οταν βγηκε την συνοδευε ενας αντρας,στην
ηληκια της,σηκωθηκε και τους ακολουθησε απο το δεξια απεναντι πεζοδρο-
μιο,ανεβαιναν προς το Συνταγμα,εκεινος δεν τον ηξερε,εκεινη τον ηξερε,βεβαια
ειχαν περασει αρκετα χρονια απο τοτε κι ισως να μην τον γνωριζε τωρα,νομισε
πως τον ειδε,του φανηκε απο το υφος της,αν και πολυ συγκρατημενο,πως τον
γνωρισε,στη διασταυρωση με την Βουλης σταματησαν,μιλουσαν πολυ εντονα,
του φανηκε σαν να λογομαχουσαν,η γυνακα πηγε να φυγει,ο αντρας προσπαθησε
να την συγκρατησει απ'το χερι,εκεινη τον εσπρωξε κι ετρεξε προς τη πλατεια,
βιαστηκε κι εκεινος να την προφθασει,η γυναικα προσπαθησε να βρει ταξι,ολα
περνουσαν γεματα εκεινη την ωρα,την πλησιασε,δεν τον κοιταξε,τον αισθανθηκε
διπλα της κι ετρεξε προς τη σταση των τρολει,εκει αναμεσα στους αλλους ανθρω-
πους που περιμεναν ενιωθε πιο ασφαλης,δεν θα τολμουσε να την πλησιασει,εκει-
νος καθονταν ακριβως απο πισω της,η γυναικα  χωρις να τον βλεπει ενιωθε το
βλεμμα του επιμονο πανω της, χτυπησε το τηλεφωνο της,ηταν εκεινος,δεν το  ανοιξε,επεμενε,ξαναπηρε,δεν το ανοιξε και το απενεργοποιησε,προλαβε να δει
την ωρα 20:43,μια γυναικα την εσπρωξε απο πισω και περασε μπροστα της,
τρομαξε νομισε πως ηταν εκεινος,η κυκλοφορια των αυτοκινητων  ηταν πολυ
μεγαλη,μποτιλιαρισμα στη Σταδιου,μια διαδηλωση,ακουσε καποιον να λεει,
τα ιδια καθε μερα,την  επιασε αγωνια,ηταν νυχτα,δεν ηξερε τι θα συμβει,τι
ηταν ικανος να κανει,φοβοταν,το τρολει αργουσε,ειδε καποιον γνωστο της,πηρε
θαρρος,τον χαιρετησε,ο αλλος χαμογελασε,δεν μπορει θα το ειδε και δεν θα
τολμησει να κανει κατι,πως δεν το σκεφτηκε πριν ,ενεργοποιησε το τηλεφωνο και
εκανε πως μιλουσε με καποιον,θα το εβλεπε,θα ηταν περιεργος να μαθει με ποιον
μιλουσε και τι ελεγε,εκανε πως κατι εψαχνε στη τσαντα της και με την ακρη του ματιου
της δεν τον ειδε πισω της,εκλεισε το τηλεφωνο,η ωρα ηταν 21:17,κορναρισματα εκκο-
φαντικα,καποιοι αγαναχτισαν,μας εχουν σαν τα βοδια και τα γαιδουρια  και περιμε-
ουμε και κανενας δεν μας υπολογιζει οσο δεν φωναζουμε,καποιος ειπε,δεν παει
αλλο,κι εβρισε,μια ηληκιωμενη γυναικα πηγε να λυποθημησει,την κρατησαν μην
σωριαστει κατω και την εβαλαν να καθισει στο παγκακι και της εκαναν αερα,καποιος
της εδωσε νερο απο ενα εμφιαλωμενο μπουκαλακι να συνελθει,ενα παιδι γκρινιαξε,
κοιταξε καλυτερα γυρω της,εκεινος ειχε εξαφανισθει,η γυναικα φανηκε να'χει συνελ-
ει και να'ναι καλυτερα,περασε ενα τρολει,δεν ηταν του προορισμου της,γεματο,δεν
σταματησε,περασε κι αλλο γεματο δεν σταματησε,ουτε αυτο ηταν της περιοχης
της,περασαν δυο της περιοχης της ,γεματα,ενιωθε τα ποδια της να την πονανε,
πολυ κουρασμενα,τα παπουτσια την εσφιγαν,το κεφαλι της βουιζε,ζαλιζονταν,
αδειασε μια θεση στο παγκακι και καθησε,φοβηθηκε,ποση ωρα περασε δεν ηξερε,
της φανηκε αιωνες,σαν υπνωτισμενη ειδε το τρολει να σταματαει στη σταση,με
πολυ δυσκολια σηκωθηκε και μπηκε τελευταια μεσα,ισα που προλαβε πριν κλει-
σουν οι πορτες ,μεσα στο τρολει μεγαλος συνωστισμος,εψαξε για το εισιτηριο
στη τσαντα της,στη συγχιση της δεν το εβρισκε,τελικα το βρηκε και καταφερε
να το ακυρωσει,το τρολει προχωρουσε σημειωτον στην Φιλελληνων,βγηκαν τε-
λικα στην Βασιλισσης Αμαλιας,η ιδια μεγαλη κυκλοφορια,ακινησια,στην πυλη
του Ανδριανου τον ειδε μπροστα της,σε καποια αποσταση,στο διαδρομο,ορθιο,
ηταν εκεινος,δεν εκανε λαθος,δεν κοιτουσε προς το μερος της,ισα στα παραθυρα
προς τα αριστερα,ναι ηταν εκεινος,δεν ηταν αλλος,σιγουρα,ξεχωρισε το προσωπο
του στην φωτεινη αντανακλαση των τζαμιων
.
.
.