.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-Το τελος
- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
φωτογράφιση -χνκουβελης cncouvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το τελος
Συζούσαν πάνω από δέκα χρόνια.Μετά από τόσα χρόνια μόνο η συνήθεια
τούς συνέδεε στη μονοτονία...Εκείνος εργαζόταν σε έναν εκδοτικό οίκο,
επιμελητής κειμένων.Το μυθιστόρημα που άρχισε πριν δύο χρόνια,δεν το
τελείωσε ακόμα.Συνεχεια αλλάζει,τη γλώσσα,το ύφος,τη πλοκή.Και τον δυσκολεύει.ποιο τέλος να δώσει στην ιστορία. Εκείνη εργάζεται σε ένα δικηγορικό γραφείο, με ωράριο.Οι υποθέσεις διαζυγίου που αναλαμβάνει
δίνουν έναν υπνωτικό ρυθμό στη ζωή της.
Ένα βράδυ ήταν προσκεκλημένοι σ’ ένα πάρτι, στο σπίτι κάποιου γνωστου
ζευγαριού.. Οι αντρες αεικίνητοι,διαχυτικοί,,μιλούσαν ακατάπαυστα,περί
παντος θέματος,πολιτικής,φιλοσοφιας,επιστήμης,φλέρταραν τις γυναίκες,
και οι γυναίκες γελούσαν,μιλούσαν για τη μόδα,το κινηματογράφο,τα κοινωνικά σιριαλς,τα ρομαντικά μυθιστόρημα,και κυρίως για τα παιδιά τους,Μερικές πιο τολμηρές για το σεξ.
Εκείνη ένιωθε πλήξη,αδιαφορία, πως τίποτα απ’ αυτά δεν την αφορούσε,
Εκεινος είχε εξαφανιστει.Ηξερε που ηταν.Δεν ήθελε να κάνει σκηνη.
Σιχαίνονταν τη ζηλοτυπια.Οταν εμφανιστηκε ,την πλησίασε, τής είπε μια
δικαιολογία.Εκεινη τού είπε,χαμογελωντας,πως δεν πρόσεξε την απουσία
του.
Στη επιστροφή στο σπίτι δεν μίλησαν. Η νύχτα πέρασε άδεια, όπως τόσες
άλλες.
Τις επόμενες μέρες ήταν πλέον δυο ξένοι,που μοιράζονται τον ίδιο χώρο.
Το πρωί εκείνη έφευγε νωρίς.Εκείνος ακόμα κοιμονταν.Το βράδυ, όταν συναντιονταν, μιλούσαν μόνο για πρακτικά ζητήματα.
Ένα απογευμα πήγαν μαζί στο κέντρο.Εκεινη είχε ένα επείγον ραντεβού με
μια γυναίκα για μια νομική της υπόθεση.Εκεινος την περίμενε σε ένα καφέ.
Μετά περπάτησαν στους δρόμους γεμάτους φώτα, αυτοκίνητα, διαφημίσεις. Μίλησαν για μικροπράγματα.
Την άλλη μέρα εκείνος έφυγε.Χωρισαν Δεν έγινε σκηνή, δεν υπήρξαν εξηγήσεις.Εκεινη συνέχισε να ζει στο ίδιο σπίτι, να πηγαίνει στη δουλειά,
να γυρίζει σπίτι,να κοιμάται,να ξυπναει ,χωρίς κάποιο ιδιαίτερο λόγο.
Πέρασαν τρία χρονια. Η πόλη άλλαζε.Νέα κτίρια χτίστηκαν.Μεγαλωσε
ο ιστός,ο λαβύρινθος,γύρω της.Πολλαπλασιαστηκαν οι άγνωστοι άνθρωποι.
Οι ήχοι,οι θόρυβοι.
Εκείνη μετακόμισε σε ένα άλλο προαστιο,.Από το διαμέρισμα της είχε θέα
στο βάθος στη βιομηχανικη περιοχη.Τις νύχτες κάθονταν στο μπαλκόνι και
εβλεπε τα φώτα των εργοστασίων και τις καμινάδες τους.
Δεν ένιωθε ότι τής έλειπε, ούτε τον σκεφτόταν. Απλώς υπήρχε μια αίσθηση
πως κάποτε, υπήρξε κάτι που τώρα εχει ξεχαστεί..
Μια μέρα τυχαία στο κεντρο τον συνάντησε.Πήγαν για καφέ. Μίλησαν γενικά,
για τη δουλεια ,την υγεία,την πολιτική κατασταση.Εκεινος τής είπε,πως τελειωσε το μυθιστόρημα,βρήκε το τέλος του,και.το έχει παραδώσει για
έκδοση.
Όταν σηκώθηκαν να φύγουν χαιρέτισε ο ένας τον άλλον όπως δυο άνθρωποι
που μοιράστηκαν κάποτε έναν χώρο και τώρα απλώς εχουν την ανάμνηση τού γεγονότος.
Εκείνη η νύχτα αισθάνθηκαν πως ηταν απλώς μια ακόμη μέρα που τελείωνε.
.
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου