.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-Συναξαρι-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
[Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης,Μια Συναντηση]-χ.ν.κουβελης
.
-Εισθε εξ Αμερικης ερχομενος;
-Ειμαι εκ της νησου Σκιαθου των Σποραδων
..
Μου ειπαν πως θα τον εβρησκα εις το μπακαλικον -καφενειον
του Δημητρη Καχριμανη εις του Ψυρη,εκει εσυχναζεν απο ετων,
πηγα στην οδο Σαρρη,τον βρηκα να καθεται εις ενα τραπεζακι απο-
μερα,να μην διδει τροφην εις την ''περιεργεια του Κοινου'',ουτε να
εξαπτεται η ματαιοδοξια του,η μερα ητο ζεστη,προς το μεσημερι
και κατω απο τον ισκιο της συκομουριας εις την αυλην του καφε-
νειου ωσαυτως ζεστη,ηταν το ολον τρια-τεσσερα ατομα εκεινη
την ωραν,το γκαρσονι που εφαινετο κοιμισμενον,εις γεροντακος
εκαθειτο πιο περα αριστερα και εμπροσθεν υποψιθυριζων κατα
διαστηματα,και δυο λουστρακια περιμενοντα υπομονετικως να κα-
θαρισουν τα υποδηματα τινος εκ των εξερχομενων και εισερχο-
μενων εις το μπακαλικον,εμιλουσαν και εγελουσαν σκουντωντας
τον ενα το αλλον περιπαιχτικως,εκεινος εκαθειτο εις μιαν συνειθι-
σμενην καρεκλαν εμπροσθεν ενος τετραγωνου τραπεζιου,επανω
εις το τραπεζιον εμπροσθεν του ητο τα υπολειματα του γευματος
του,ενα πιατο,λιγο ψωμι, ενα ποτηρι του νερου,ηταν ημερα Τεταρ-
τη νηστισιμη,τα χερια τα ειχε σταυρωμενα στο στηθος,το κεφαλι
σκυφτο,τα ματια χαμηλωμενα,επλησιασα,δεν εφανει πως με
αντεληφθει το ελαχιστον,εδιστασα να τον ανησυχησω,ισως βα-
θεως να συνελογιζετο την ματαιοτητα του κοσμου,το προσκαιρον
του,η' να ηκουεν εις τα ωτα της ψυχης του το καθαροτατον και
τρικυμιζων γελιο της Μοσχουλας εις την τινα στιλπνον αιγιαλον
η' νυχταν εις μιαν κλειστην καμαρην,ισως και να εκαθειτο σιμα ,
πολυ σιμα,εις την μητερα του την Αγγελικην που υπερηγαπα,
μικρον παιδιον ον εις την αγκαλην της,ποιος ηξευρει τι ονειρευ-
ετο,και ποιας πολυπαθας και πολυτροπας υπαρξεις και ψυχας
να επλαθεν ως εψηλωνεν ο νους του,ενιωσα περιξ την ζεστην
ατμοσφαιραν ακινητουσαν και τοτε τον ηκουσα:
''Γιατι ηρθες;Τι θελεις;''
συνηλθα απο τις σκεψεις μου και τον ερωτησα με οχι υψωνε-
νην την φωνην:
''Εισθε εξ Αμερικης ερχομενος;''
και μου απαντησεν:''Ειμαι εκ της νησου Σκιαθου των Σπορα-
δων'', ταπεινως την φωνην,ινα μην εξαφθει η περιεργειαν
του Κοινου,''nous excitons la curiosite du public'',τον ακουσα
να μιλει γαλλικα,τον ευχαριστησα εκ βαθους καρδιας και ανε-
χωρησα
.
.
απο τα ''ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ''
[ Αη Γιωργης ] παλιο Βασιλοπουλο [ Ξηρομερο ]-χ.ν.κουβελης
.
Ιστορια η' μυθος λεγει για εναν ηρωα,εικοσιπενταετη, πως καββαλαρης σε αλογο
ερυθρο,πολεμησε και νικησε δρακοντα και ελευθερωσεν τον τοπον.Εις την
μνημη του εκτισαν εκκλησιαν.Ετουτην.Και εδω εθεμελιωσαν τα σπιτια τους,εδω
επανδρευτηκαν,εδω εζησαν βιον ταπεινον και ειρηνικον.Οι ελιες χιλιετη δεν-
τρα μετα κορμων ελλισομενων,ως τωρα καρπιζουν.Φωναι αιγων και συριγμοι ποι-
μενων εκ των κρημνων και των βραχων του ορους υψηλωτερα του παλαιου οικισμου κατολισθενοντας ως λιθοι φθανουν στα αυτια μας..Ο τοπος γεματος θαμνων και
βατων,με αλυγιες ,με βατομουριες και φραγκοσυκιες.Σωζεται και μερος ενος
πλακοστρωτου δρομισκου του χωριου.Οι τοιχοι των ερειπωμενων οικιων εγκατα-
κρημνισμενοι χασκουν ως λειψανα περασμενης ζωης ταπεινων ανθρωπων
γεωργων και κτηνοτροφων.Ο ποιμην,ος μας εχαιρετησεν,εις την αρχην εφοβηθη,
μας ενομισεν ληστας η'κλεφτας.Ο ηλιος κυκλος η' σφαιρα εκυλιετο υπερθεν λαμπρος
προς εσπεριαν.Εν νεφος επιμηκες και λευκοφαιες αιωρειτο εις το μερος της ανατολης.
Ουδεν επνεεν την ωρα εκεινην.Ηκουοντο τερπνα και ηδυφωνα ασματα
πτηνων εις τα δεντρα και εις τον αερα..Το εσωτερικον της εκκλησιας ητο το παλαι επιβλητικοτατον,τρικλιτον,με κιονας και αψιδας.Εις το ιερον υπερανω της κογχης
ητο εζωγραφισμενος υπερμεγεθης οφθαλμος.Και εις δυσμας ητο εκει εις το υπερωον εζωγραφισμενον μεγαν θαλασσιον καβουρην.Εν τω μεσω του ουρανου της οροφης
ο Παντοκρατωρ,η ζωγραφια του ητο εις καλην καταστασιν.Και εκ των τεσσαρων ευ-
αγγελιστων εις τα τριγωνα των αψιδων εσωζοντο οι δυο.Το τεμπλο εργο μεγαλου
τεχνιτου δεν εφερεν ουδεμιαν εικοναν αγιου η' παραστασεως.Τα παραθυρα αποτε-
λουντο εκ πολυχρωμων τεμαχιων υαλων και το φως του ηλιου εισερχετο εις το εσωτε-
ρικον του ναου διαφορως κεχρωσμενον.Εις το δαπεδο παντου τριματα εκ της κατα-
στροφης της στεγης,πετρες χωματα και ξυλα.Οι κιονες κεκλιμενοι,να σπασουν,να συντριφθουν.παρασυροντας εις την πτωσην των ολοκληρον το οικοδομημα του ναου.
Ο ναος εγκατελελειφθης εις την φθοραν,το μεγα καλλος του εν ερημωσει,Εις την
μαχην με τον Χρονον ενικησεν ο Χρονος.
.
.
ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΚΑΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
το ορος υπερυπτατο ως τανυπτερυγος αετος ,και ο ναισκος ως ταπεινος σπουργιτης,
στρουθιον,εν μεσω αιχμηρων βραχων και εγγυτατα κρημνων αβυσεων
Και ηρθεν ο ανθρωπος κατα ωραν ορθρινην και εμεινεν.
Και ειδεν τας νεφελλας λευκας ως η χιων ,και τα ανθη της αμυγδαλιας
Και ακουσεν καλλικελαδα πουλια στα δεντρα, και πως ξεδιψουσαν με την δροσον
της χλοης
Και μεσηβρινην ωραν στον ισκιο πλατανου συνεφαγεν μετ' ανθρωπων εχοντας
καθαρας τας οψεις και λιγοστα τα λογια
Και πνεων ο ανεμος πηρε τις πραξεις του και τις μοιρασε δικαια στα τεσσερα σημεια
του οριζοντα
Και γραμματα εγραψεν επι των φυλλων των πεπτοκοτων εκ των δενδρων , και στις
πετρες σχεδιασε
Και τα διαστηματα του ηλιου στον ουρανο μετρησε και υπολογισε τον χρονο των βη-
ματων του
Και αναχωρησεν ο ανθρωπος κατα ωραν εσπερινην και εμεινε οπισω ο ανεμος που τον
περιεβαλλε και ειχεν το σχημα του τοσα χρονια
.
.[απο τα ''Παπαδιαμαντικα '' ]
.
.
ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΜΟΝΗΝ ΣΥΚΙΑΝ ΟΡΑΜΑ
[Γραφη Κατα τον Παλαιον Τροπον του Αλεξανδρου Κυρου Παπαδιαμαντη]-χ.ν.κουβελης
περι την μονην συκιαν το αρχιλωδες χωριον εκτεινετο δια απαλων αναβαθμων χλοιζου-
σας γης κυκλωτερως ητο ελαιοδεντρα νεωτερα και γηραιωτερα γεμοντα ελαιοκαρπον
λιαν πληθυντικον και εις τινας διακριτας θεσεις εφυοντο ρογδιες,η μερα ητον εις το
μεσον της,ηλιολουστος και πολυ χλιαρα δια ταυτην ωραν χειμωνος,ησυχια επληρωνε
τον αερα,ως και αυτα τα στρουθια σιωπουντα ητον και οι λαλησεις των ακινητουσες,
εξαιφνης ηκουσθη μεγας ηχος,ως εκ πληθος κροταλων και τυμπανων
ισχυρως κροουμενων,ο αερας εταραχθη σφοδρα,τα φυλλα της συκιας εριγησαν και
ομιχλη επηρε την περιοχην,και καββαλαρης αρματωμενος παλληκαρι πολεμιστης εις
λευκοτατον αλογον αναβατης διεσχισεν εγκαρσιως το τοπιον εκ δυσμων προς
ανατολας και εξηφανισθη γρηγορα η οπτασια του οσαυτως γρηγορα ενεμφανισθη,
μετα ταυτα επανηλθεν η προτερα ατμοσφαιρα εις τον τοπον περι την συκιαν ,ως
ουδεν να ειχεν συμβει και να το ειχεν ταραξει,πλην τωρα ηκουωντο οι λαλησεις
των στρουθιων πλεον ευφωνικοτερον και ο αερας εφαινετο πλεον φωτεινος,
λεγουν οι παλαιοτεροι πως τοιαυτα οραματα ειναι λιαν συχνα εμφανιζομενα εις τας
θεσεις οπου φυονται μονες συκιες
.
.
Ο ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΕΓΡΑΨΕ:
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης Σκιαθιτης τον τοπον Ελλην το γενος
.
Ο ελαχιστος εγραψε...
.
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ
ΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ-χ.ν.κουβελης
.
.Ο ελαχιστος ξυπνησε απ'το ονειρο.Συλλογισθηκε τους προκατοχους,ειδε να
κρεμουν τα προσωπεια τους στα κλαρια κι αργα υστερα ν'αποσυρονται στη σκια
.με φυλλα ελιας λογχοφορα χαρακωσε τον ουρανο
.εσυρε τον ισκο του ως το κυπαρισσι,ο ισκιος του ευθυτενης ως το δεντρο
.πουλια ανεβαζαν με σκαλες λοφων τη θαλασσα στα λογια τους,να σιωπησουν τα
περιττα
.σαν εδυσε βρηκε την τροφη του να δειπνισει ελιες και ψωμι στο τραπεζι
.καμπυλωσε τον λογισμο του και στοχευσε το μικρο το ταπεινο το μη -υπερυψου-
μενο
.και το κρινακι λευκοτατο πνεει τον υπνο των βραχων,σκεφτηκε
.σημερα ηρθε ενας ταπεινος ανθρωπος.
Γεωργος
Του εφερε σιταρι ν'αλεσει
.σε περασμενους καιρους φυτεψε θαμνους και πουρναρια φιλικι κουμαριες και
σε μελλοντικους καιρους θα φυτρωσουν
.ειδε το κομματι του καθαρου ουρανου στο μικρο παραθυρο.Του δωθηκε αυτη
η Δωρεα
.η πεταλουδα σχεδιασε τη μερα της σε ισκιους βραχων,και το χαμομηλο τον κιτρινο
υπνο της σκιασε
.στο τερμα μιας μερας ειδε στο βαθος χαμηλα τη θαλασσα.
Αναγνωρισε το Μεγαλο Ανερμηνευτο
.με τα φτερα των πουλιων αποκτουμε την ιδεα της ανυψωσης και της πτωσης
ταυτοχρονα
.στο πιατο εβαλε τις ελιες και καθισε στο ξυλινο τραπεζι να φαει
.ο ερημοτατος των ανθρωπων απλωνοντας το χερι στηριχτηκε στον βραχο
.στο χορταρι αναμεσα στις πετρες πνεει την υπαρξη του ο κοσμος
.το μεσημερι πανω απ'το λοφο ισορροπησε ενα οριζοντιο συννεφο,ως λευκη χιων
.με το ανοιγμα του αντιχειρα και του δειχτη μετρησε το διαστημα που τον χωριζει
απο τα πραγματα γυρω
.οργωσε τη γη ,εσπειρε ,θερισε και τη λιγοστη σοδεια πολλαπλασιαζοντας την την
μοιρασε ισοποσα
.τα δε ανθρωπινα ειχε παρ'ολ'αυτα παντα στην εγνοια του
. κι αν τον αδικησαν δεν ανταπεδωσε,ο εναρετος
.πληθος παπαρουνες εχυσαν το κοκκινο αιμα τους στο πρασινο χορταρι της ανοιξης
.''απο το χερι μου αρχιζει η ερημος,οταν το δαχτυλο μου δεν φτανει στο δαχτυλο του
πλησιον μου''
.εβαλε να φαει,λιγοστες ελιες και χορτα βρασμενα,φωναξε πρωτα τα πουλια,υστερα
τους ανθρωπους,
ολοι χορτασαν και εμεινε και για την αλλη μερα φαγητο να χορτασθουν
.ηταν εκ φυσεως λιποσαρκος,αλλα ισχυρος στα νευρα τους σωματος και ανθεκτικος
στις κλειδωσεις,ικανος ν'αναρριχαται στους βραχους και να υπερπηδα βαθεια χασμα-
τα της γης,ως ζαρκας
.ενωνοντας τους δυο αντιχειρεςκαι τους δυο δειχτες τους αριστερου και του δεξιου
χεριου σχηματισε κυκλο,απο αυτον τον κυκλο περασε την ματια του και κοιταξε τον
κοσμο,υστερα απομακρυνοντας τα ενωμενα δαχτυλα μεγαλωνε συνεχως τον κυκλο
.σκορπισε λογους αγαθους και ωφελησε πολλαπλα τους ανθρωπους χωρις ανταμοιβη
δεχομενος
.το προσωπο ενος απο εμας με τα στρωματα της ιστοριας του τοιχογραφησε σε περιο-
πτη θεση να βλεπουμε τι ωφελει και τι βλαφτει
.τα εργα του απλα και ανιδιοτελη ως και οι λογοι του
.ανοιξε το παραθυρο και ξημερωσε,
εκλεισε το παραθυρο και νυχτωσε,
στην κινηση αυτη οφειλει ο κοσμος την υπαρξη του
.αναρωτηθηκε ποση Αληθεια ο ανθρωπος δικαιουται
.ποση απο τη συμμετρια της μαργαριτας αγγιζει τον αερα
.φοβηθηκε μηπως τα λογια του καταληφθουν απο ψεματα
.σκεφτηκε πως για να μετρησεις το μεγεθος των λοφων και των βουνων χρεια-
ζεσαι την ιδεα του μυρμηγκιου
.στους ορθρους μνημονευε τους γεωργους, τους ποιμενοντας και τους ψαραδες
.με μηκη βλεματων μετραμε τις αποστασεις μας
.το φως που ελαμψε το ορυκτο της μερας
.και η ψυχη τους εφταχορδη λυρα αντηχησε το φως
.αυτο το πραγμα εχει αυτο το ονομα,
και ο ανθρωπος απο τις πραξεις του εχει το ονομα του ακεραιο η' λειψο
.''ο ανθρωπος δεν ειναι,μονο,μια υλιστικη μηχανη''
αυτο ειπε και το γαλαζιο πληρωσε τα υπαρχοντα
.εκεινος ο ανθρωπος εφυγε χρονια πριν,σκαβοντας στις πραξεις του θα τον ανα-
στησεις
.Αυτος ο Ελαχιστος Μεταφυσικος και ο Στοχαστης
ο Αγνοων τα Ατερμονα
.αγκυρωνε αποσπασματα της θαλασσας στον ουρανο
και μερη απο συννεφα στα κυματα
.τις βροχερες μερες μαζευε το νερο στη στερνα και τις μερες της μεγαλης ξηρασιας
το ξοδευε να ποτιζει τα φυτα μην ξεραθουν
.ο δρομος αναμεσα απο βραχια και θαμνους ανεβαινε
και μαζι το τοπιο
.στα ακρα των τοπων μου,η ευγενικη νησος Σκιαθος ,η ψωμοφαγα Ακαρνανια,η
αρχοντικη Σμυρνη ,η ακριβη Μορφου της Παφος της νησος Κυπρου
.κι επειτα ο ερημιτης πηρε το μονοπατι αναμεσα στις ελιες
.ψηλα υπεροπτικο πεταγμα τανυπτερυγου αετου ισορροπουσε χαμηλα το κιτρινο
τρεμουλιασμα της πεταλουδας στον αερα
.η μερα κυλησε αναμεσα στα βραχια τις ωρες της κι αποψε τ'αηδονι γλιστρισε
στο φως του φεγγαριου.
.Μπορει να βλεπει την Ωραιοτητα
.και η σκεψη του λουστηκε στη διαυγεια
.ο ηρεμος υπνος της χελωνας κατω απο πανσεληνο φως με τα νερα φωτεινα και
λουλουδιασμενα της ανοιξης
.στις τοιχογραφιες ξεχωριζε συγκαιρινους του ανθρωπους,πλησιαζε,τους χαιρε-
τουσε και κουβεντιαζε μαζι τους
.ειδε.
Οι βαρκες στον αερα κολυμπαγαν σαν δελφινια
.η ισχυρη πιεση του ανεμου η' η ανωση των ψαριων χαραζεται στον ρυθμο
των κυματων
.ηρθε ενας ανθρωπος,δεν τον ρωτησε τιποτα,εφαγε μαζι του και μετα το γευμα εφυγε,αφου τον ευχαριστησε
.στο ξερο ξυλο που φυτεψε περιμενε ν'αναστηθει η ανοιξη
.δεν θελησε στην τοιχογραφια ν'αποτυπωσει τη ματαιοδοξια του
.αυτη τη νυχτα το φεγγαρι σταθηκε πανω απ'το κυπαρισσι,μια στιγμη
.και με τη γλωσσα του ειπε:
''το νερο καθρεφτης του Χρονου ειναι''
.τοσα πολλα σχηματα φυλλων και τοσα ειδη φυτων
στο φως .
Η Υπαρξη
.καποτε κατεβαινε στη θαλασσα ,εμενε με τις ωρες ακουγοντας τ'αδιακοπα
κυματα να ερχονται να φευγουν
.φυσωντας ο αερας εσειε τις ακρες των δεντρων που με τις πενες τους εγραφαν
στο τετραδιο τ'ουρανου:
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
.ειδε.
Περιστερι λευκο σαν βελος περασε μεσα απο ασπρο συννεφο
.και με τη γλωσσα του ειπε:
''ποιο ονομα πραγματος δεν ειπωθηκε ως τωρα
και ποτε δεν θα ειπωθει;''
.ενα νευμα η ευτυχια
μια κινηση απλη,στο χερι σου
.Μπορει να βλεπει την Ωραιοτητα
''μικρα κυκλαμινα ρουφουν φως στη ριζα του βραχου''
.οπως ψαρας κυκλωνει τα νερα με διχτια να πιασει ψαρια, το φως κυκλωσε
και πιανοντας το το ειχε να φωτιζει τις μερες του και να μην ειναι σκοτεινες
οι νυχτες του
.και στη γλωσσα του εγραψε:
''οι μελισσες τριγυριζαν στα ανθη τρυγωντας τη γυρι τους''
Μεγαλυνομεν τα Εργα
.Αυτα ακουστηκαν.
Παλιμψηστο Αλεξανδρου Παπαδιαμαντη
η Χωρα μου
.Ενα σημειο προσθετωντας,
απο Εδω η Αιωνιοτητα
.
.
ουδεν αναβλεψον πλεον παρα Αλεξανδρον Παπαδιαμαντην -χ.ν.κουβελης
Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ, τῇ 4 Μαρτίου 1851. Ἐβγήκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον
εἰς τὰ 1863,
[Μισοπλαγιασμένη κοντὰ εἰς τὴν ἑστίαν, μὲ σφαλιστὰ τὰ ὄμματα, τὴν κεφαλὴν
ἀκουμβώσα εἰς τὸ κράσπεδον τῆς ἑστίας, τὸ λεγόμενον «φουγοπόδαρο»,
ἡ θεια-Χαδούλα, ἡ κοινῶς Γιαννοὺ ἡ Φράγκισσα, δὲν ἐκοιμάτο,]
[εις την ταβερνα του Κεχριμανη,εικοσιεφτα συναπτα ετη,ετρωγεν τον ημερισιον
σιτον,και εσυλογιζετο,ως αν ητο δυνατο να μην μεριμνει δια τα επιουσια τα υλικα
και ως τα πετεινα του ουρανου να βιοποριζεται και ως τα ανθη του αγρου ανευ
ουδενος μεληματος να υφαινει τα ενδυματα του,και ελευθερως και ανεσκοπτως
να μεριμνα και να στοχαζεται τα μεταφυσικα και την πραγματικη τω οντι ζωη]
[Ἦτο μικρά, βαθεῖα ρεματιά, εἰς τὸ μέσον ἑνὸς ἐλαιῶνος κατέχοντος ὅλην τὴν
κλιτὺν τοῦ λόφου δεξιόθεν καὶ ἑνὸς λεμονεῶνος τοιχογυρισμένου στολίζοντος
τὸν κάμπον, ἀριστερόθεν]
ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄
τάξιν.
[κενοδοξια παντων αθλιωτερα,ο τοπος πληθος μωροφιλοδοξων,δημαγωγων,ενας
συμφερτος ιδιοτελων,η πολις «της δουλοπαροικίας και των πλουτοκρατών»,
μιαν χρυση αμμουδια να ιδει,τη θαλασσα πλατεια ακτινοβολουσα ως κατοπτρον
και την νυχτα τον ασημενιο στιλβοντα χειμμαρο της σεληνης,και η φυσις ζωηρα με
τους δροσους της,τα φυσηματα,αναπνεουσα γαληνη,φιλοτητα και νεικος,η προσω-
κρατικη φυσις της αγαπημενης νησου]
Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἴτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν
πατρίδα.
[εψηλωσεν ο νους της Χαδουλας,τι επλασθη ο κοσμος ως κολαστηριον των φτωχων
ανθρωπων;εις την στρωμνην της,νυξ αδιαπεραστη,αγρυπνουσα,''Δελχαρω,Δελχαρω ''
φωνησεν,''κοιμασαι;''.Κοιμαμαι μανα'',''εγω δεν εχω υπνο,δεν σφαλιζουν τα ματια
μου'' ,''τι βλεπεις μανα;'',''πως ειμαι βυθισμενη στο νερο,κι ουτε κρυωνω κι ουτε
ζεσταινομαι'',απεκριθην η γραια Χαδουλα,και το νηπιον εκλαυσεν,βαθεια τρανταχτη-
κε,τι ειναι ,αληθεια,αμαρτια και τι λυτρωμος;]
[«ένα περιβόλι είναι ο κόσμος πού μας παρουσιάζει στις ιστορίες του... Παντού τα
συγκεκριμένα και τα χειροπιαστά, ζωγραφιές των πραγμάτων, όχι άρθρα... Πρόσωπα,
όχι δόγματα. Εικόνες, όχι φράσεις. Κουβέντες, όχι κηρύγματα, διηγήματα, όχι αγο-
ρεύσεις»ο Παλαμας εγραψεν
[εκαταντησαμεν οι Ελληνες δουλοι,και εδεθηκεν η γλωσσα μας,μια αλυσσωδεμενη
μαιμου και στα πανηγυρια συρεται και χορευει δια γελωτα και δεχεται τα ''ξεροκομ-
ματα'' των Ευρωπαιον,
ενα αθλιωτατον ''μπαιγνιον'' της Ιστοριας]
Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπήγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα
ὀλίγους μῆνας
[«απλώς και μόνον μετήλλαξεν τυράννους»,η Ελλαδα,τι να ειπεις; ρομφαια και
μαστιγιον τους χρειαζεται]
[Τὴν πλιατσικολογίαν διεδέχθη ἡ φορολογία, καὶ ἔκτοτε ὅλος ὁ περιούσιος λαὸς ἐξακο-
λουθεῖ νὰ δουλεύη διὰ τὴν μεγάλην κεντρικὴν γαστέρα, τὴν «ὦτα οὐκ ἔχουσαν».]
Τῷ 1873 ἤλθα εἰς Ἀθήνας καί ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου.
[«Κατ' έκείνην την ήμέραν συνέβη να είμαι πλούσιος»,πρωτη του μηνα,πλουσιος
να σπαταλησει,σε ολιγον να καταντησει απορος,περιδεης,ζητιανος του παραδεισου]
Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπου ἤκουα κατ' ἐκλογὴν ὀλίγα
μαθήματα φιλολογικά,
[ξενόδουλοι, λογιότατοι γραμματοσοφιστές,εις τι χρειαζεται η σοφια αν ειναι φιλο-
δοξια,και συναμα ματαιοδοξια,και υπερμετρος ζηλος εξουσιας και πηγη απρεπους
πλουτισμου;]
[Ἀνωφελὴς ὁ βίος μου ἐνώπιόν σου ρέει·
εις του Ψυρρη,η πολις κυψελη φυλακισμενων,πεινωντων το αιθριον το καθαρον
το ασπιλον,δεσμιων των υλικων,εγω η καθ'ομοιωση του ουδεν κατεχοντος ]
κατ' ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰ ξένας γλώσσας.
[Μερικοὶ λένε, πῶς τὸ Ἄνθος τοῦ Γιαλοῦ ἔγινε ἀνθός, ἀφρὸς τοῦ κύματος,
πρασινα δεντρα,δαντελωτοι θαμνοι,φυλικια τρυφερα,κουμαριες,ενα δασος
αρχαιας βλαστησης,η Μοσχουλα μου ,την ηκουα,ευχαρις,και το σουραυλι μου
εβγαλα και ηχηθεισαν ιαμβοι και αναπαιιστοι μελιγρα φωνηματα,δια να μαγευσουν
και να ''μαυλισουν'' τις νεραιδες]
Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἴτα ἔγραφα στίχους, καί ἐδοκίμαζα να συντάξω κωμῳ-
δίας.
[«Πολλές είναι εκατόν πενήντα. Με φτάνουνε εκατό'',τι να τα κανω περισσοτερα;
ολιγες φακες,τοσον,μερικας ελαιας βρωσιμας τοσον,α και ο οινος,τοσον,
βεβαιως φτανουν και τα αλλα περισσευουν,δια να τα κοινωνησω εις τους εχοντας
περισσοτερας και πλεον επιτακτικας αναγκας απο εμενα,τους βασανιζομενους εν
τω ακουσιω βιω]
Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη Ἡ Μετανάστις
ἔργον μου εἰς τὸ περιοδικὸν Σωτήρα.
[«Δεν είναι απλούς διηγηματογράφος, είναι πνευματικός και ηθικός εργάτης,
αγωνιστής της προόδου, της ενημερώσεως, της δικαιοσύνης»εκρινεν ο κυρ Βλασης
Γαβριηλιδης ενθα εις την εφημεριδαν ''Ακροπολις'' ιδιοκτησιαν του εδημοσιευετο
εις συνεχειας το μυθιστοριματικον εργον μου ''η Γυφτοπουλα'' μετ'επαινων,φιλικη
η κρισις,αλλ'ομως υπαρχουσι και επικρισεις,ολα τα εχει ο ''μπαξες'',και το ταλαντον
και το αταλαντον,και το υψηλον και το χαμερπες,και το δοκιμον και το αδοκιμον,
και το συντηρητικον και το μοδερνον,και τον Δοστογιεφσκιν και τον Φτωχοπροδρο-
δρον,και το εν τη φυσει και το εν τω αστει,και το διαρκες και το επισοδειακον,και το
σοβαρον και το σκωπτικον,εγω δε ως η ταπεινη χλοη βλαστησα και θα μαραθω
Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν εἰς τὸ Μὴ χάνεσαι.
[- Δευτέρας λοιπόν σκέψεως αρχή επροβλήθη ποία να ήτον καλλιτέρα ανάμεσα εις
τας τέχνας ... ερρινοφθόγγει αργά αργά ο διδάσκαλος, εγκύπτων όλος εις το τετράδιον,
με την ρίνα εγγίζουσαν εις το χαρτίον, με τα μάτια τέσσαρα μην του διαφύγη επί του
χειρογράφου κανείς σολοικισμός ή βαρβαρισμός, προσθέτωνκόμματα και τελείας και
μεταβάλλων όλας τας οξείας εις βαρείας.]
[να ιδωμεν πως με τετοια θα εκπαιδευτουμεν;]
και τα ολιγα αυτα κολλυβογραμματα θα μου εφτανον ,τα πλεον θα ητο αχρηστα,καλα
μονον να δοκησισοφω,να πλουτιζω,να ειμαι τσαρλατανος και ψευδης,με ενα λογον
''παλιανθρωπος'']
Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ
καί ἐφημερίδας.
[δεν αξιωθην εν τω προσκαιρω βιω ουδεν εκδοθεν βιβλιον]
[ουδεν αναβλεψον πλεον παρα την Παραδεισον νησον μου]
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης
.
.
Στο καταραχτη και στη λιμνουλα στον αγιο Βαρβαρο-Τρυφου Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης
ητον το μερος ημερον αλλα και αγριον ενα μιγμα μεταφυσικον και καθαρως
φυσικον γαργαρα κινουμενα νερα κρυσταλλινα επιπτον υπερανω εκ των κρη-
μνωδων βραχων στιλποντων αναγλυφων θαυμασιως και υποκατω τα υποδε-
χετο μικρη λεκανη ως λιμνουλα εκει ολιγον ηρεμουσαν και παλιν ορμουσαν
απο στενωπου εις χειμμαρωδην ρυακαν αφριζοντα και κελαρυζοντα οι λουο-
μενοι παραθεριστες εις τα υδατα ητον εις φυσικην ευχαριστησιν τα παιδια
αναρριχωμενα εις τους λιαν επικληνεις βραχους εβουτουσαν και αναδυοντο
περιχαρη ονειρο και μαγεμα η φυσις περικλεισμενη απο τα δασωδη βουνα
και τον καταγαλανον ουρανον φωτεινοτατον
.
.
ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ ΤΩΝ ΚΥΜΑΤΩΝ-χ.ν.κουβελης
(ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ)
''Τωρα εις την πολιν.την πολυανθρωπον.την αποκοσμον κολασιν.αναπολων την
παραδεισον της παιδικης ηληκιας.να επανερχομουν εις εκεινον το ευτυχες ετος 196...
τι δυστυχια να εχω μορφωθη να εχω προοδευση.να εχω εξευρωπαισθη και να μην
παρεμεινον αγραμματος και ακαλλιεργητος.ξυλον απελεκητον.δυο-τρια κολλυβο-
γραμματα θα μου εφθανον και θα επερισσευον να ημουν ευτυχης.
Την ιδον.πεμπτην φοραν εκεινην την εβδομαδαν.και πεμπτην φοραν ωσαυτως μετειχον
της αφατου ευτυχιας.θερος του 196...παντα ηρχετο την ιδιαν ακριβως ωραν δια να λου-
σθη εις τα κρυσταλλινα και καθαροτατα υδατα της θαλασσης.ολιγον μετα την ανατολην
του ηλιου.ισως ηθελεν να προφθαση να αποφυγη τον μεγαν καυσωναν ο οποιος επικρατει
καθ'ολην την ημεραν.ελαχιστοι κολυμβηται επαρευρισκοντο εις τον χρυσον αιγιαλον
εκεινην την πρωινην ωραν ως επι το πλειστον παιδια.η θαλασσα ητον ησυχος γαληνιος απαστραπτουσα εκ του αντανακλωμενου ηλιακου φωτος.εκτυφλωτικη.εκεινη εκδυετο των ενδυματων της και ητον ευχαρις απολαυσις δια εμε να βλεπω τα καλλη της φανερωμενα.
ητον ως ονειρον και γοητεια.μαγευτικη οπτασια.μου εφαινετο εις τους δωδεκαετους
οφθαλμους μου ως παγκαλλος υλοποιημενη ιδεα η οποια μ'ετερπεν εν εκστασει. εκεινη
η νηρηις η σειριν ουδολως υπερεβαινεν το δεκατον εβδομον ετος της ηληκιας της.εκ της
θεσεως μου εβλεπον την υπεροχον οψην της τον τορνευτον τραχηλον τους στιλπνους
ωμους τους διδυμους απαλους και προεξεχοντας κολπους της τους θαυμασιους βραχιο-
νας της την λευκοτατην ως γαλαν κοιλιαν της και τους αλαβαστρινους μηρους τας τελειας
κνημας το υπεροχον ισχιον την ωραιοτατην βοστρυχωτην κομην της.ω ητον θαυμα η
εμφανισης της κορης εκεινης.η καρδια εις το στηθος μου επαλλονταν ισχυρως και εφτε-
ρουγιζεν ως περιστερα να ελευθερωθη να πεταξη εις τον υψηλον αιθεραν.τοσαυτως
μεγαλη ητον η αναστατωσις των αισθησεων μου.απασων.και οποια χαρα ως την ιδον
να εισχωρη εις τα υδατα. ως ομοια θεας μου εφανη.και εβουτησεν εις τα νερα και μετα
μακρον ανεδυθην.ως περιλαμπρος υγρος δελφινη και ιδον το νερον ως μαργαριτας να
χυνεται εκ της ερασμου κομης της.και τοτε εμβαινα και εγω εις την θαλασσαν να κολυ-
μβησω και μαλιστα ετολμουν να την πλησιασω και να κολυμβω πλησιον της να ειμαι
μετεχων των υδατων τα οποια την ενεγκαλιζον και πληρη εκ της ισοθεης ουσιας της
να με περιτυλιγουν .ω ποσο μεγαλη η εκστασις μου.εις ωραιοτατον παραδεισον εγ-
γκλεισμενος ευρισκομην. τοτε εν τη ισχυροτατη διεργερσει μου ηρχετο η πονηρα ιδεα
να εγενετο να μην ημπορει να κολυμβηση ειτε απο μεγαν κυμα ειτε εκ της θεας τε-
στιου θαλασσιου κητους ειτε να επιπτεν εν τω μεσω μεγιστου στροβιλισμου και φο-
βερης περιδινησεως να παρελυαν οι κινησεις της και να εσωνοντον οι δυναμεις της να
πνιγη και τοτε απεγνωσμενως να εφωναζεν βοηθεια και εγω να ετρεχον να την σωσω
απο βεβαιοτατον πνιγμον.να περνουσα το αριστερο μου χερι εις τον γυμνον της ωμον
εκεινη απνοος μισολιποθυμισμενη να μου επαραδιδετο ψυχη τε σωματι και με δυνατας
κινησεις του δεξιου χεριου μου και των ισχυρων ωθησεων των ποδιων μου να την εφερ-
να εις την αμμο της ακτης και να την εσωζα.και τοτε δια παντος θα ημουν εν τη συνει-
δησει της ο σωτηρ της και θα μου εδωριζεν ολοκληρον τον εαυτον της ως ανταμοιβην
ισοβιως να την εχω δικη μου.οποια ευτυχια υπερτατη.
Εξ αυτου του ονειρου βιαιως με εξυπνησεν με εξοριξεν η μητηρ μου με την δυνατην
φωνη της. μ'εξεκολλησεν εξ αυτης της θεσπεσιου κορης εκ της ονειρωδους επαφης
οπως ξεκολλνα βιαιως οχταποδιν ψαρας εκ του βυθου εις τον οποιον ειναι σφιχτως
προσκολλημενον.
''Εδω εισαι.παλι στη θαλασσα.βγαις.ελα στο σπιτι και θα δεις τι θα παθεις''
Ω ποια η απογοητευσις μου.ποσον τραυματικη η επανοδος μου εις την πεζην και α-
νιαρην πραγματικοτηταν.
Παρα τας φοβερας απειλας της μητρος μου το εκατορθωσα και της εξεφυγον και παλιν
την αλλην ημεραν την ιδιαν ακριβως ωραν ευρεθην εις τον αιγιαλον.αλλα την παγκαλλην
κορην δεν ιδον.ουτε και τας αλλας ημερας.ως να ητον ονειρον και λιαν συντομως εξηφα-
νισθη ως αιφνιδιως εφανη.εδιαλυθη εις την τυρβην και την ματαιοτηταν του κοσμου
ετουτου.
Εδω τωρα εγκλειστος εις την φοβερην ειρκτην της πολεως.αναπωλω την ευτυχιαν.
Ουδεποτεν εχω λησμονηση εκεινην την μαλλον αμαρτωλην η αθωαν οπτασιαν της
παιδικης μου ηληκιας εις ολας τας ιδιοτελεις περιπτυξεις και τους αλλους κυνερωτες
μου εις την μετεπειταν αχαριν ενηλικον ζωην μου.
Εκεινο το Ονειρο των Κυματων''.
(Αντιγραφη)
χ.ν.κουβελης
.
.
'ΑΓΑΘΟΝ ΤΟ ΑΝΑΛΟΓΙΣΘΕΙΝ''
[ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΣΚΙΑΘΙΤΗ]
.
.
αμα το τριτον λαλημα του ορνιθος ηκουσθη εσηκωθη εκ του
γλυκου υπνου και εις την αμφιλυκην ευρεθη εις τον αγρον
και εζευγαρωσεν τα αλογα δια να καλλιεργησει τα χωματα,
να σπειρει τον επιουσιον σιτον
ειτα ο ηλιος ανηλθεν του χαμηλου λοφου ωσει σφαιρα πορ-
φυρα και αναθαρρησεν η φυσις απασα εκ της νυχτερινης ναρκω-
σεως και το μικροτατον ανθος ορθωσεν περιχαρες την πολυχρω-
ματην κεφαλην του εκτεινοντας ελευθερως τα φυλλα του ως τα
λευκα πτερουγια της εκτεινει η περιστερα να πεταξει εις τον ελα-
φρην αερα και ο ελαχιστος κοτσυφας ελαλησεν εναρμονιως εν-
τος των παρακειμενων εις τας ακρας του αγρου σμιχτων θαμνων
και μαλα καλλικελαδος
.
ειδεν τους εργατας εις το παραδιπλα ελαιοστασιν ,εν ανδρογυνον
μετα των πεντε μικρων τεκνων αυτου,τριων θηλεων και δυο αρρενων,
εσυνελεγον τον στιλβοντα ελαιοκαρπον, τους εγνωριζεν,πτωχοι αν-
θρωποι,ητο γειτνιαζοντες οι οικιες των και τους επλησιασεν,τους εκα-
λημερισεν εγκαρδιως και αυτοι ομοιως εγκαρδια τον εκαλημερισαν,
το ελαιοστασιν ητον προικωο της πτωχης και ταπεινης γυναικος ,
η οποια ομοιαζεν πολυ,τοιουτως του εφαινετο,εκεινο το Δελχαρω
της Φραγκογιαννους ,της οποιας ''ειχε ψηλωση ο νους'',
''ας ειναι συγχωρεμενη κι αναπαυμενη η ψυχη της '' εις αγαθον
αναλογισθειν ,''σαν να'χαν ποτε τελειωμο τα παθια κ'οι καημοι
του κοσμου''
.
ο πενταετης Γεωργακης μετα της Ακριβουλας της εννεαχρονης
αδελφης του εβοσκουν τας λιγοστας αιγας των εις τινα περιεγ-
κλειστον θαμνων και δαφνων κτηματιον,ητον η ωρα εις την εξο-
δον του φθινοπωρου και εις την αρχην του χειμωνος,μολαταυτα
η μερα ητο ζεστη με λαμπροτατον ηλιον και καθαροτατην ατμο-
σφαιραν,οι αιγες πεινωσαι ανεσκιρτουν ευκινητως επι των χθα-
μαλων θαμνων αποκοπτωντας δια των οδοντων χλοιζοντα βλα-
στιδια και τα ετρωγον εν τω αμα,εις το ανατολικον συνορον του
κτηματος εκτεινετο ο αιγιαλος βραχωδης,και ηκουοντο οι τρεμ-
μωδεις παφλασμοι των κυματων και οι οξειες φωνες των γλαρων,
τα δυο παιδια επλησιασαν το θαλασσιον συνορον και ατενιζον
θαυματιστως τον γλαυκον και απεραντον ποντον,εις καποιαν
ωραν εγενετο μεγας ησυχασμος,μετα απο ολιγην ωραν το εν-
νεατες κορασιον η Ακριβουλα εστρεψεν την κεφαλην της προς
τον αδελφον της Γεωργακην και υπομειδιουσα ειπεν χαμηλη
την φωνην
''Γεωργακη ,ακου,δεν ακους το τραγουδι της φωκιας;ποσο γλυ-
κα τραγουδει στο πελαγο,σαν να'ναι εδω κοντα κατω στα βρα-
χια,τοσο καθαρα ακουγεται,ακους Γεωργακη;''
Και εκεινος ο Γεωργακης εκινησεν την κεφαλην του εις νοημα
καταφατικον ,κι ας μην ηκουεν ουδεναν ηχον και ουδε τραγουδι
της φωκης,επειδη δεν ηθελεν να κακοκαρδισει την μεγαλυτε-
ραν αδελφην του,την οποιαν υπεραγαπα,και εφοβειτο σφοδρα
να μην την χασει και αυτην και την αγαπην της,ασπαιρεν δε ισχυ-
ρως η καρδια του σαν ψαριν δια την αδελφην του Ακριβουλα
.
.
ΤΟΠΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγενετο ο ανθρωπος καθ'ομοουσιος το τοπιον
[ο ηλιος κρυβονταν πισω απ¨τη κορφη της Βιτσης στη δυση του,
το τοπιον αναληφλει,μετεωρον ,μεταφυσικο εις φως και σχηματα,
δροσερο αερακι εκινηθει κι αναδευσε τα φυλλωματα των υψηλων
δεντρων, ανεπνευσαν τα πλασματα ,ζωα κι ανθρωποι,αναψυχησαν
οσα οντα εκεινην την ωραν ευρισκοντο εκει]
.
.
ΣΥΝΑΞΑΡΙΑ[ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ]-χ.ν.κουβελης
.
Κατα εκεινες τις ημερες οσοι ανθρωποι απεθνησκαν,μικροι
η' μεγαλοι,αρρενες η' θηλεα,εις τον δρομον καταμονοι η'
αιφνιδιως,η' εις τα σπιτια των κατισχνοι ,αδυνατισμενοι,
ομοιοι σκελετων,σακοι κοκκαλων.αρρωστοι απο την δυστυ-
χιαν του πολεμου εκεινου,ανημποροι,βασανισμενοι απο την
πειναν και τις κακουχιες,ελεεινα φαντασματα ανθρωπων,σκιες
του Αδη,τους ετυλιγαν τα σωματα μεσα σε σινδονια και τα
εριχναν εις ανοιχθεντα μεγαλο λακκο το ενα σωμα διπλα στο
αλλο αψυχο σωμα,και τα εστοιβαζαν υπερανω των αλλων,και
με αλλα σωματα τα εκαλυπτον,μεχρι ολιγον κατωθεν της επιφα-
νειας του εδαφους τουτο εγενετο,εως να σωθουν να τελειωσουν
τα νεκρα κορμια που ηταν να θαψουν ομαδικα,επειτα εριχναν
απο πανω τους με τα φτυαρια το χωμα και το πατουσαν με τα πο-
διας τους κι ετσι τους εσκεπαζαν,και καποιος ητανε να μεριμνησει
και τοποθετουσε μια πετρα στον ταφο ,επιπεδη το πιο συνηθες,
μια πλακα ως μνημη τους,μαλλον προσκαιρη μνημη παρα αιωνια
αυτων των κακοθανατισμενων,ανωνυμοι εν μεσω ανωνυμων εις
τον αιωνα τον απαντα,
ετσι μ'ατυτον τον τροπον εθαβονταν πολλοι ανθρωποι εις την επαι-
σχυντην και σκληρην περιοδον της Κατοχης.
Και γι'αυτους τους ταπεινους αδοξους, τους κακοτυχους εγενετο
ετουτος ο λογος τωρα.
Να μη ξεχασθουν.
Να μην ξεχασουμε.Ποτε.
.
Ποσα εχει αναγκην ο ανθρωπος να επιβιωσει;αληθως ,ολι-
γα και ελαχιστα,και προπαντος πραξεις ειλικρινεις φιλανθρω-
πες,ου δολος τις εν τοις λογοις του,ου ψευδος εκφυγων εκ
τοις εαυτου χειλεσιν ,ουδεν πονηρον εν τη διανοια του,
να σμιξει τη γυναικα ως η φυσις οριζει,να πληθυνθουν οι αν-
θρωποι,και ασφαλως ουδεμιαν χρειαν και ουδεν ενδιαφερον
εχει πλουτου περιττου,και της απληστιας και εξουσιαν ασκειν
επι ανθρωπων,ακριτως και αδικως,και επι παντος των υπαρχον-
των εν τη γη και εν τω ουρανω,ορατων τε και αορατων.
.
Ειδεν τον αδικον και δεν διαμαρτυρηθηκε
Ειδεν τον κλεφτην και δεν τον εμποδισεν
Ειδεν τον φονιαν και δεν τον κατηγγειλε
Ακουσεν τον δημαγωγον και τον ακουλουθησεν τυφλα
Ακουσεν τον συκοφαντην και συνεναισε στην κακολογια του
Και την απληστιαν εζηλεψεν
και δεν εχορτασθει,ακορεστος η διψα του να θησαυρισει
Και με δολον επραξεν κατα του πλησιον του
Εγωιστης Φαυλος Ψευδολογος
.
Οι γραμμες των πουλιων στον ουρανο,ευθειες η¨καμπυλες,μει-
κτα φτερουγισματα,ελαφρα πετασματα,
η λευκη εμφανιση του συννεφου και η εξαχνωση του,
το απαλο αερακι στις ακρες των δεντρων οι αιωρισμοι,
το χορταρι αργαλειος που ανθη υφαινει,μορφες και χρωματα,
και τα ξυφαινει,
το φως που περιοδικα γυριζει στο σκοτος κι αντιστροφα,το σκο-
τος στο φως,
ο ηλιος που το πρωι ανατελει στα ροδινα και που στα ροδινα δυει
το βραδυ,
το φεγγαρι που γιομιζει τη νυχτα στρογγυλο κι αδειαζει ,καθως
πηλινο κανατι το νερο του,γεμιζει κι αδειαζει,
η θαλασσα που σε λαμπερο γαλαζιο γαληνευει και σε πελω-
ρια κυματα σ'αχνους και σ'αγρια μουγκρητα θεριευει,
ο ανθρωπος που υψωνεται και ταπεινωνεται,τις και ουτις,
η καρδια που την μια φορα γελαει και χαιρεται ικαι την αλλη
κλαιει και πικρενεται,
η φωνη που ακουστηκε δυνατη και σβηστηκε,
το χερι που αγκαλιασε ανθρωπο φιλικα και το εσπρωξαν,
το νερο που δροσισε διψασμενον και φαρμακωσε πικραμενον,
Τα Παντα Νυν και Αειν Ειναι.Και Ουθεν Ειναι.
Και Εν Παντι Καιρω και Τοπω Γεννησονται
Νεουργα η' Παλαια .
.
Ο ανθρωπος εκεινος απομακρυνθηκεν εις ερημιαν,εις αγονον
και ξηρον τοπον,ελλειποντα ανθρωπων ,βραχοι δε ητο οξυμορ-
φοι και πλατυμορφοι και λιαν χαμηλοι θαμνοι εδω κι εκει αραι-
οι η ' πυκνωτεροι και ως περαν εσκορπισμενοι εις ελαφρως κα-
μπυλωσαν επιφανειαν γης πλατειαν και επιμηκυν εως το βαθος
του οριζοντος ενθα εδιαλυετο εις το αοριστον λαμπερον θα-
μπος τ'ουρανου,
εσκαψε με τα χερια του,τσαπια τα εκαμνεν και εις τους λακκους
εφυτευσεν καρπους ελαιας,τους οποιους ειχεν φερει μαζι του και
εγεννοντο μετα καιρον υγειη ελιδια και εις τα δυο ετη τα δεδρα
εκαρπωθησαν ελαιας,
εφυτευσεν και κληματα και εφυτρωθει αμπελος,εγευετο τους
γλυκεις καρπους και περισσευαν και δια τα πετεινα τ'ουρανου,
οσα απο εκεινα τα πουλια εκει μονιμα διαβιωνουν ,και οσα απ'
αυτα ειναι μεταναστευτικα κατ κατα τις ετησιες μετακινησεις των
προσκαιρα ευρισκονται εις εκεινον τον τοπον,
συνελεξε απο εκει γυρω πετρες και τις στοιχισε κατα υψος και
κατα μηκος ,και σε κλειστες γραμμες,και ετσι θεμελιωσε και υψω-
σε τους τεσσερις τοιχους της κατοικιας του,
και για την στεγην εκοψε ευθεια και γερα ξυλα και τα εστρωσε
με πλακες να καλυφθει εξ ουρανου,απο την ατμοσφαιραν,απο
βροχας και χιονας,απο λιβαν και παγωνιαν,
και επειδη δεν συνευρεθει χρονια πολλα μ'αλλον ανθρωπον να
συνομιλησει και να συμφαγει,και ειχε πολλες σκεψεις και πολλα
αισθηματα να τον πιεζουν και να εβγουν εξω να εκφρασθουν
αρχισε τοτε πανω στα βραχια,στις επιφανειες των,να σχεδιαζει
γραμματα και εικονες επισηςβ σχεδιαζε,
και σε φλουδες δεντρων εγραφε και στους κορμους των και πα-
νω στις επιφανειες φυλλων και στη γη στο χωμα πανω σχεδια-
ζε τις εικονες του κι εγραφε τα κειμενα του,
αν καποιος ποτε τα συνελεγε ολ'αυτα θα αποτελουσαν την ιστο-
ρια του,το προσωπο του,θα μαρτυρουσαν το ταπεινο περασμα
του απ'τον κοσμο,
αληθεια,πολυ αργοτερα ετυχε να ερθουν ανθρωποι σ'εκεινα
τα μερη,σπουδαγμενοι,και βρηκαν υπολειματα,αποσπασματα
της γραφης και των εικονων του,ελαχιστα τμηματα,ιχνη απ'το
σπιτι του,τις ελιες του,κληματα απ'τ' αμπελι του,και απ'αυτα τα
ευρηματα εικασανε,συμπερανανε,το ειδος και το υφος του αν-
θρωπου,τον δημιουργο τους,
Ανθρωπος δε εξ ανθρωπου φανερωνεται,
Αληθως,Δικαιοσυνη Εις Τον Αιωνα.
.
.
[α]Παραλλαγη
Η ΣΜΙΞΗ ΜΕ ΤΗ ΓΗ
.
λιαν πρωι με το τριτον λαλημα του πετεινου εσηκωθη εκ του
υπνου,εξυπνησεν και τον μικροτερον υιον,πενταετην οντα,ετοι-
μασθη και επηγαν εις το χωραφι,εκει εδωσεν εις το παιδιον
τους λιθινους φαλλους να τους διασκορπισει εις τα τεσσερα ση-
μεια του οριζοντα,και το παιδι εκινηθη εις το χωραφι και εσκορ-
πιζεν τους φαλλους ως ειχεν ορμηνευθει να κανει και καθως
τουτο εγενετο ευχηθη:
''Να γινει η σμιξη του φαλλου με τη γη και να ευωδωθει και
να πληθυνθουν οι καρποι της ενωσης ως η αμμος της θαλασσης
και ως τ'αστρα τ'ουρανου'',
εκεινην την ωραν εκ της κορυφης του λοφου ανατολικα ανε-
βαινεν ο δισκος του ηλιου υπερλαμπρος,τα παντα εφωτισθησαν
δυνατα και εθερμανθησαν και οι ατμοι υψωθηκαν και διαλυ-
θηκαν και εφανερωθει ολη η πλασις,
οταν ετελειωσεν το παιδι το εργον του και ηρθεν κοντα του,
τοτε επιασεν τον γιο του με τα δυο του χερια και τον εση-
κωσεν ψηλα και εκανεν ευθυτενης τρεις περιστροφες το σωμα
του δεξιοθεν με το ανυψωμενον παιδιον,και εκεινον πολυ ευ-
χαρες εγελουσεν δυνατα και εκλωτσουσεν εις τον
αεραν τους ποδας του ελευθερους,
επειτα εσταθην ακινητος και εκατεβασεν το παιδι εις τη γη
ορθον,το εσηκωσεν και το εκατεβασεν ομοιως αλλας δυο φο-
ρας ,τρεις το αυτο επανελαβεν,
επειτα το εφιλησεν σταυρωτα και επεστρεψαν εις το σπιτι.
.
.
απο συναξαρι
.
βαδισε αναμεσα στους ανθρωπους,ελαχιστος ο τοπος που
επιανε,ισα-ισα ν'απλωσει τα ποδια του και να σταυρωσει τα χερια
του,λιγοι τον ειδανε και λιγοτεροι τον γνωρισανε,πως ο ανθρωπος
αυτος δεν ηταν μητε αλλαζων,μητε ματαιοδοξος,μητε εγωιστης,
τι καλο επραξε κανενας δεν εμαθε,οπως το ταπεινο στρουθιο
εζησε,πεταξε απο κλαδι σε κλαδι,απο δεντρο σε δεντρο,λαλησε
στον αερα ,κατεβηκε στη γη,εψαξε στα χωματα να βρει σπορους
να τραφει,περασε ο καιρος του και χαθηκε .
.
.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ
[στον κυρ Αλεξανδρο Παπαδιαμαντη]
.
.
Ο αλλαζων ανθρωπος ασκηθηκε για πολλα χρονια
Εψαλλε τα αναλλοιωτα και του φανερωθηκαν τα
κρυμμενα ,στις δε τοιχογραφιες μπορουσε να γρα-
φει:χειρ του ταπεινου δουλου Σου
Κυριος επιδιδει την ημεραν εκαστου εκαστω
.
.
εφτασε στην ελαχιστη παρατηρηση.
Ο δισκος του ηλιου ανεβαινε και κατεβαινε .
Ανυψωση.Ημερα.Νυχτα.Αποκαθηλωση.
Πορευεσθαι εν τω σμικρω , αυτο ει το Μεγιστον
.
.
Στην ερημια ,που βρισκονταν νηστεψε σαραντα
ημερες με λιγοστο νερο κι ελαχιστο ψωμι.Στο
τελος της νηστειας πηρε τα συνεργα του κι
εγλυψε σε μαρμαρινη πετρα μια σεβασμια
μορφη.Οταν με το θελημα του τελειωσε
εσκαψε στη γη λακκο και την εχωσε,απο πανω
φυτεψε κυπαρισσι.Περασαν οι χρονοι κι ηρθε
ο καιρος της πληρωμης .Ξεθαψε τη πετρα
και πηρε γαληνιος τη θεση της .
Μακαριζε τον ανδρα οτι αυτος οιδε.
.
.
Την Πρωτη Ημερα της Ανοιξης αναπαυθηκε .
Οσα ανθη και κρινα θα τον καλλωπισουν
ανθισαν.Κι ο δικαιος λογος του θα υψωθει
και θ'απλωθει ως η βελανιδια. Ποιος ειναι
αυτος ο ταπεινωμενος ανθρωπος ;
Κυριος ανταποδωσει υπερ ημων
.
.
Η ψυχη του μολυνθηκε στο κακο και το πονηρο
παρελαβε τη σαρκα του αδυνατη.Αναχωρησε
σ'αυτο τον τοπο να απεκδυθει αυτο το ασχημο
ενδυμα.Περασαν οι μερες δυσκολα κι οι νυχτες
δυσβασταχτες.Δεν υπεκυψε στον πειρασμο
κι αντεξε καλα .Οταν κοιμηθηκε απ'το χωμα
αναβλυσε μυρο κι ευωδια.
Εγεννηθη καινη η καρδια του στον απαντα αιωνα.
Αμην.
.
.
Σε τρεις ημερες βρηκαν διαμελισμενα τα υπο-
λειματα του.Μ'ακρα συντριβη και ταπεινωση
τα περισυνελλεξαν.Το ξυλο της αγριελιας
χρησιμοποιηθηκε για να χαραξουν το σχεδιο
στη γη.Δυο ορθογωνισμενες πετρες σ'επαφη
μεταξυ τους κι απο πανω μια τριτη να τις
πιανει και τις δυο.Ετσι συνεχισαν περιγραφο-
ντας και περικλειοντας με σφαιρικα τριγωνα
και ημισφαιρια τα ευρηματα.Στο τελος ανιστο-
ρησαν την αγιογραφια του ανασκολοπισθεντα
μαρτυρα.
Μνησθηναι το παραδειγμα
.
.
Ο ελαχιστος ξυπνησε απο το ονειρο .Αντικρισε
την αμυγδαλια ανθισμενη.''Νυν απολυεις τον
δουλον Σου , Κυριε '' κι εφυγε μετα το ονειρο.
Τετελεσται.
.
.
Ειδε το ξερο δεντρο και το ευλογησε .Την
ερχομενη ανοιξη ανθισε και καρπισε , στα
δε φυλλωματα του φιλοξενησε τα πουλια.
Κι εκεινος εφαγε απ' τον καρπο κι ευφραν-
θηκε , μοιρασε και στους φτωχους , στις
χηρες και στα ορφανα.
Πορευου κατα τα ρηματα Του
.
.
ΨΑ ' ,1
.
....Και εσται ως το ξυλον το πεφυτευμενον παρα
τας διεξοδους των υδατων ,ο τον καρπον αυτου
δωσει εν καιρω αυτου και το φυλλον αυτου ουκ
απορρυησεται.
....εσκηνωσε κατω απ'την αγριελια και υπομονε-
τικα υμνογραφησε το απεριττο, το Υπερυμνητο
.
.
ΨΒ' , 2
.
....δραξασθε παιδειας , μη ποτε οργισθη Κυριος
και απολεισθε εξ οδου δικαιας
....Κατ'εκεινες τις ημερες εισεπλευσαν καραβια
στο λιμανι της μικρης πολιχνης , κουρσαροι
ακουστηκε.Οι ανθρωποι εντρομοι εγκατελειψαν
τις ασχολιες τους στη γη και στη θαλασσα
κι εψαξαν να βρουν καταφυγια στα σπηλαια.
Εκεινος ο μοναχος ανδρας τους συνδραμε
και τους φιλανθρωπισε τις ωρες εκεινες,
τους πονεσε σαν αδερφια.Οταν ο κινδυνος
περασε, με την απομακρυνση των κακο-
τροπων , επεστρεψαν στις ασχολιες τους ,
σε γη και θαλασσα , και δεν τον ξεχασαν.
.
.
ΨΓ' , 3
.
....και , υψων την κεφαλην κεφαλην μου ,φωνη μου
προς Κυριον εκεκραξα ,και επηκουσε μου εξ ορους
αγιου αυτου.
....Ενα ονειρο ειδε ο υπνωθεις και εξεγερθεις κατοπιν:
το Θεατρο ηταν τεραστιο , λαξευμενο εξ ολοκληρου
στο πετρωμα του βραχου ,στο δε κοιλον ξεχωρισε την
κορυφαια του χορου με τα χερια της υψωμενα σ'αργο-
συρτο θρηνο :Ωιμε!Αλι!και ξαφνικα απ ' τ' ακροτατο
σκαλι του αμφιθεατρου κυλησε η πετρινη κεφαλη
του παιδιου.Μαζευτηκαν παραυτα στην ορχηστρα
η μανα κι ο αγαπημενος μαθητης , περιλυπομενοι.
Θυμαται το μελος του μοιρολογιου:Που εδυ σου
το καλλος.
....Ενα ονειρο ,που ειδε ο υπνωθεις και εξεγερθεις
κατοπιν.
.
.
ΨΔ ', 4
.
....υιοι ανθρωπων , εως ποτε βαρυκαρδιοι ; ινα τι
αγαπατε ματαιοτητα και ζητειτε ψευδος;
....ελεγε στους προστρεχοντες σ'αυτον. Να το
κειμενο του:Το γιωτα του κυπαρισσιου ,το ταυ
της βελανιδιας και το μι της γλυκοριζας,μ'αυτα
επειτα σχηματιζονται οι λεξεις.''Στην αυτοκρατο-
ρια της βελανιδιας συμφυονταν σκορπισμενα τα
ευθυτενη κυπαρισσια και το χωμα αναμεμιγμενο
με την ηδυτητα της γλυκοριζας ''.Καιρος να δια-
βασουμε το Νοημα,το εμπροσθεν και το απωτερον.
.
.
ΨΕ ' , 5
.
....Κατα το πληθος των ασεβειων αυτων εξωσον
αυτους ,οτι παρεπικραναν σε , Κυριε , και ευφραν-
θρειησαν παντες οι ελπιζοντες επι σε
....Οι δολιες πραξεις και τα ανομηματα εφθειραν
την ψυχην του.Πριν ,Τωρα βαθεια μετανοησε και
ντραπηκε την αμαρτωλη ζωη του.Δεν ειναι για το
φοβο της αιωνιας τιμωριας ,αλλα η Αγαπη.Ειδε
το κομματι του καθαρου ουρανου στο μικρο παρα-
θυρο κι αναψε ευλαβικα το κερι να φωτισει.
Καταφυγη του αυτη η σταση . του δωθηκε
αυτη η χαρη
.
.
ΨΣΤ', 6
.
....εκοπιασα εν τω στεναγμω μου , λουσω
καθ'΄εκαστην νυχτα την κλινη μου , εν
δακρυσιν μου την στρωμνην μου βρεξω
....εσυλλογισθει τους προκατοχους,ειδε να
κρεμουν τις προσωπιδες τους στα κλαδια
κι αργα υστερα ν 'αποσυροντε στη σκια.
Ο γεωργος , ο ποιμενων τα κτηνη ,
ο ψαρευων στη θαλασσα.
.
.
ΨΖ ', 7
.
....σωσον με εκ παντων των διωκοντων με και
ρυσαι με
....εκει τον συντροφευσαν τα αγια ρηματα των
πατερων .Οταν ανοσιουργηματα συνεβησαν
στον κοσμο δεν παρεμεινε αμετοχος και δεν
σταθηκε αδιαφορος .Εν τω μεσω των συναν-
θρωπων αγωνιστηκε και μαρτυρησε .Ποιος
θυμαται και μνημονευει τον συναθλητη μας
στην Αληθεια ;
.
.
ΨΗ ' , 8
.
....οτι οψομαι τους ουρανους,εργα των δακτυλων
σου ,σεληνην και αστερας,α συ εθεμελιωσας.
....Να ωφεμελισθει η ψυχη του απο την παρατηρη-
ση του απλου.Υψηλος στοχος του.Τα εργα και οι
ημερες του υπακουουν στο θελημα του. Η αγρια
ελια ανθιζει κι η χελωνα ζευγαρωνει μ'αμεμπτο
τροπο.Ας ειναι ευλογημενος ο τοκος.
.
.
Συναξαρι
.
............εδωσε τον ορισμο...........οριστε
............ρυθμικος κι αεικινητος
............κινησεις των
............ασταθων..........εμμονη!
....................διακοσια τετοια υλικα σωμα-
....................τα η ' μ' αλλα λογια : τα βα-
....................σικα ερωτηματα.............δεν
.
.
......[η'
......υπαρχει η υλη ; την εποχη των Κομνηνων
......και στους Αγιους Θεοδωρους του Μυστρα: ανδρο-
......γυνο εδωσε δωρο τον ορισμο
....................................''Παμεγγιστος''
.....................................πανω
.....................................σε κοκκινο α-
.....................................λογο
.....................................Μιχαηλ ; Γεωργιος ! Δημητριος ;
.....................................Ιωαννης Δαμασκηνος ! η πορνη τοξευ-
.....................................................................μενη απ ' τους
.....................................................................αναμαρτητους
.....................................................................εικονιζεται στην οψη
...............................................................της Σεληνης
.
.
Συναξαρι Ι
.
....Σ' εκεινο τον τοπο οι λοφοι στο νοτο αφηναν
ανοιγμα προς τη θαλασσα ,Τα πρωινα του καλο-
καιριου ερχονταν ως εκει η θαλασσινη αυρα,
τ ' απογευματα εβλεπε τους ψαραδες να ριχνουν
οργιες διχτυα.Πως θα κοιμηθει μ' αυτες τις εικονες,
που ειδε ;δεν απορουσε , μηπωςβλαστημησει.Την
αλλη μερα θα κατεβαινε στη πολιτεια κι ισως , αν
στεκονταν τυχερος , να συναντουσε τον ελαχιστο
ανθρωπο , π ' αναζητουσε χρονια τωρα.Μεσα στη
χουφτα του πηρε χωμα,σ'αυτο εφτυσε,το επλασε
με τα χερια του , επειτα φυσηξε στο εσωτερικο
της μαζας τη φωνη του κι οταν τελειωσε το ειδε ,
γαληνιος , ν ' απομακρυνεται.Αυριο το μεσημερι
θα του'φερνε τα νεα του.Γλυκα,που πνεει τ' αερακι
στα φτερα των γλαρων , οπως στις σκεψεις του το
δωρισμενο ονομα.Η πολιτεια κατω καθως βυθι-
στηκε στο σκοταδι αναψε τα φωτα της ,ως εκει πανω
τον εφτανε ο πολυελαιος της. Αυριο ,το πολυ ως
το μεσημερι , τον περιμενε,να μεταφερει τα νεα του,
εστω και τα ελαχιστα δυνατα.
.
.
Συναξαρι
.
...............υμνησατε τον Κυριον . [ παρατεταγμενοι
στα χαραγματα οι αρχαγγελοι ] εξι η'εφτα εφιπποι:
...............ο Οδυσσεας εστησε
...............το κουπι ; ρωτησε
...............Λαλια , που λαλησε '' εκλαυσε δε
ο πατηρ ημων '' μπροστα στο δεσμωτηριο , δεν
ειναι βυζαντινη η Ιστορια , κατα
...............τας γραφας εικονισθηκαν παντα τα
...................................................φυτα
...................................................στη
........................................διατροφη του
........................................απομεινανε τα
........................................ξερα συκα , οταν
....................................εφυγε αφησε ημιτελη
....................................την παρασταση των τριων
....................................παιδων εν τη καμινω
.
.
Συναξαρι ΙI
.
....Εριξε μεσα στον καθρεφτη με την χρυσοσκαλι-
σμενη κορνιζα ολοκληρο το τοπιο.Ατοφιο, οπως
ακριβως το εβλεπαν τα σβησμενα ματια του.
Εκει μεσα αυτος ο ιδιος θα συναντουσε τον φημι-
σμενο κατασκευαστη [ κατ ' αλλους περισσοτερο
ακριβολογους , τον δημιουργο ] του ξυλινου
αλογου .Στο δικο του χερι ηταν να μην αφανισει
το τρανο [μεγαλο ] καστρο. Ετσι το θελησε να
γινει.Ομως στη βδεγλυρη υβρι να μην αφησει
τα πραγματα να τρεξουν τιμωρηθηκε ν 'αναψουν
τα σβησμενα ματια του σαν καρβουνα με λαμ-
πρωτατο εκτυφλωτικο φως και ταυτοχρονα να εκ-
διωχθει απ ' το εσωτερικο του καθρεφτη.[Απατρις
και αμοιρος].
....Ανημπορος διηγηται τα τραγελαφικα του ψεματα
σε ιδιοτελεις εμπορους , εχινδες του πονηρου , απ 'το
πρωι [ σε 24 ενοτητες ]
.
.
Συναξαρι
.
.................Το σπιτι ανοιξε στα τριανταφυλλα και
...........το τριανταφυλλο μυρισε την αγρια μεντα , κι
.................ολα τα οικοδομηματα μετεωρα
.................στους συλλογισμους του Ιωνα μοναχου κρα-
...........ταιο πελαγο
..........................ο Πανσεληνος
..........................Μανουηλ, κοντα στο θεο,εγγυς
...........τω θεω . απομακρα , σκλήρα στην εξορια
...........το γελιο τρανταξε το
...........πνευμα το οπου θελει πνεει τα ρη-
....ματα και η
....Μαρια η Αιγυπτια δεν εκπορνευτηκε καιτοι
....ανδρες πολλοι την ποθησανε,ανενδοτη παραδωθηκε
....στο μεγα πληθος καταμαρτυ-
ρησε την ανευσπλαχνια των μωριας πασχοντων , το
...............σπιτι εκλεισε τον ανοικονομητο γι-
...............γαντα , δολιωτατα τυφλωμενος δεν θλι
....βεται στην οργη του . αφες αυτοις ου γαρ οι-
....δασι τι ποιουσιν , ετσι εκλεινε την νωπο-
....γραφια η επιγραφη [ συγχωρεση ] ετσι
.
.
Συναξαρι ΙII
.
....Στο ακρογυαλι κατεπλευσαν οι εκδιωχθεντες,πλη-
θος αντρες γυναικες και παιδια.Την τριτη ημερα εφτα-
σαν οι τελευταιοι, αναζητησαν ευθυς στην ακτη τα ιχνη
των προηγουμενων.Οσο ομως κι αν εψαξαν δεν βρηκαν
το παραμικρο.Καποιοι , οι λιγοτεροι , απογοητευθηκαν
σφοδρα , τριγυρνουσαν χωρις τα μυαλα τους στα παρα-
κειμενα δαση , νηστικοι μερες και διψασμενοι .Οι αλλοι
επλασαν πηλο σε ορθογωνια και ψηνοντας τον εφοδια-
στηκαν τα υλικα να οικοδομησουν καινουργια σπιτια ,
γυρω απ 'το λοφο , ρυμοτομησαν με τετραγωνα τον
συνοικισμο και εγκαθιδρυσαν δημοκρατικο πολιτευμα.
Στη θαλασσα μονο δεν εριξαν καραβια κι ουτε συμπε-
ριελαβαν τη θαλασσα στη διατροφη τους.Οι νομοι ηταν
αυστηροι , κι οσοι τους αθετησαν παρανομοντας τιμω-
ρηθηκαν μ' αυστηροτατες ποινες,τους εστειλαν στον
αγυριστο δρομο να ανακαλυψουν την τοποθεσια
των εξαφανισμενων . Γυριζαν, μισοτρελοι,και τους
αφηγουνταν τις περιπετειες τους , πως τους ετυχαν .
Για να γινουν δε πιστευτοι εδωναν ενα σωρο λεπτο-
μερειες..Ολοι ανεξαιρετως γελουσαν μαζυ τους και
τους περιεπαιζαν .Τα πραγματα σοβαρεψαν μοναχα
οταν ενας απ' αυτους σηκωνοντας το δειχτη του δεξιου
χεριου τους κατανομασε εναν - εναν ξεχωριστα με
τα ονοματα εκεινων.
.
.
Συναξαρι
.
Ιδου εγω ο εξαποστελων των λεξεων το
ορεινο ονομα:Μ γραμμα.δεν επλασθει ψεμα
...............να φωτογραφισε το βιολι,μπροστα απ'
....................το δεντρο το τοπιο κι ο βραχος σκα-
....................λωνε στην αγια Λαυρα Μονεμβασια
....................στο παλιο λιμανι και στη μεσα πεδιαδα
....................εφοβηθησαν την μελλουσα οργη
.............η νεωτερη ειδε πολλα
.............βοτσαλα στα παραλια
.............των ανηθικων θαμνων παρα-
.............δεξου τα πραχθεντα,ενα χερι με ψα-
.............λιδι εκοψε το προσωπο,ενας
.
.............προσκυνητης στον ναο της Περιβλεπτου
.............επιγραφει την εικονα των ψηφιδωτων.ανθρωποι
χυνουν νερο στα οργωμενα χωραφια,υστερα
φυτευουν τα ματια τους στο φθαρτο και
..................προ τουτοις ο αγγελος ως
..................φωτεινη στηλη τους κοιμιζει στη
..................δικαιοσυνη................να γρηγορειτε
..................ο ανθρωπος νυν και α-
...............................................ειν
...............................................το ξυπνημα.
.
.
Συναξαρι ΙV
.
....Τα βουνα περικυκλωσαν τη σκητη του κι ο
ουρανος θολωνε τη σκεπη του,βοσκουσε τις σκε-
ψεις του στους θαμνους , τα εργοχειρα του σκορπι-
σμενα στα χωραφια.γλυκεια ηταν η ωρα των λογων.
συναχτηκαν στις διδαχες του τα πετεινα τ' ουρανου
κι απαντα τα τετραποδα ζωα και μαθητευσαντες πλημ-
μυρισαν διδασκοντες την οικουμενη στα τεσσερα πε-
ρατα.τον τριτον ενιαυτον τελευτησαντος σταυρωθηκε
απο πραιτωριανους
.............''Εγω μαρτυρησα τα πεπραγμενα ''
..............εν τω μηνι Αθηρ
.
.
Συναξαρι
.
.....................αποκαλύφθηκε:''απεστρεψε ανθρωπος το προσ-
.....................ωπον αυτου ''ομιλει μονο με λεξεις [φλε-
.....................γομενος και μη καιγομενος ] πανω στο βωμο το
.....................μοσχαρι /μωσαι'κο [1632 μ.χ ] 2,30χ1,60
.....................υπαρχει και
.....................ανθρωπος με
.....................φτερα, οχι ο Ικαρος απετυχε , αλιμονο πως
................θα το μαθει ο πατερας ;
................αν δε αλλος εικονιζεται καθως φημολογειται,
.........στο χερι η πυξιδα δειχνει:Ιωαννης Στ' Κατακουζηνος
.........ρηγας και μοναχος και
.........Ρηγας Φερραιος μαρτυρησε στα νερα του Δουναβη
.........ως ειθισται στη Θεια Λειτουργια κριθηκε ''τα Σα εκ
των Σων ''[ στο δυτικο τοιχο αποκεφαλιστηκε ο δεσποτης
................Στεφανος: γιατι φιλοξενησε 1200 φτωχους κι
................απελευθερωσε αλλους 1800 σκλαβους] . πανω
................απ'την αψιδα η επιγραφη:
..................................................εδωσαν τρεις ερμηνειες
.
.
Συναξαρι V
.
....Εγραψε με μεγαλογραμματη γραφη και σχολαστικα
τηρησε τα σημεια στιξης και τους τονους: την ψιλη ,
τη βαρεια, την περισπωμενη και την οξεια. Και την
δασεια δεν ξεχασε.Στους εσπερινους δρομους της θα-
λασσας εριχνε τα διχτυα και κατα τον ορθρο,την επο-
μενη,σηκωνε το ψαρεμα στη βαρκα.Τα μοιραζε στη
συνεχεια στους φτωχους κι οτι περισσευε το εριχνε να
φανε οι γατες .Αυτος εκεινες τις μερες δεν ετρωγε.Ηρ-
θανε τ'αποβραδο τρεις και τον ζητησανε.οταν τους ειδε
στο κατωφλι ενιωσε μυστικα μεσα του βαθεια,ποιοι ειναι
στη πραγματικοτητα.Μαζεψε τα απαραιτητα και τους
ακολουθησε διχως να διαμαρτυρηθει.Πως τοσα θαυματα,
που εκανε και τωρα δεν δυνονταν να σωσει το ιδιο του
το κορμι; Δεν τους απαντησε στις κοροι'διες τους.ουτε
στις λοιδωριες . προσευχηθηκε να μην πληρωσουν
σκληρα εξαιτιας του.Οι πληγες του,τις μετρησε ολες,
ηταν τριανταεννια τον αριθμο κι ειχαν πανω τους ριξει
αλατι. Πονουσε για την απανθρωπια τους περισσοτερο
και τους το'πε χωρις παραπονο.
.
.
Συναξαρι
.
.................ενσαρκωθεις με οροσειρες
..........και το κρινακι λευκο-
................τατο πνεει τον υπνο των βρα-
...χων,καλα και κα-
..........κα τα δεχτηκαμε χωρις δυσφορια η'
...θυμο......να.......η μασκα απο απεναντι
.....μορφαζει το ανεξηγητο ,στη γραμματικη το-
.......τε εναποθεσαμε τις τυχες μας.
............γλυτωσαμε τα υπαρχοντα
............των πουλιων και δεν
............αστοχησαμε τα λογια. πικρα μας
............αντιγυρισε απ'το λιμανι,εδω τω-
.......ρα παρηγοριομαστε φυτευοντας α-
.....μυγδαλιες στα δακτυλα. '' ενσαρ-
...κωθεις ο γιος του διγενη στον πρωτο
αριθμο ,που υπερβαινει τον αριθμο
[[[12[εις την 12]]εις την 12]]εις την 12
...δωδεκα φορες στους δωδεκα μηνες σε
.....σε δωδεκα χρονια εγραψε . Αχαιος
........Θεολογος Βυζαντινος ασκητευ-
...............................................ει[ν]
.
.
Συναξαρι VΙ
.
....Η φημη του εφτασε σαν γρηγορο αλογο στα
τεσσερα σημεια του οριζοντα.Στον βορρα κατοι-
κουσε τοτε η Μαρια,πορνη,που στο κρεβατι της
ασελγουσαν οι αντρες. Καποιοι μιλησαν και για
γυναικες.''Μετανοητε ,εφτασε ,αμαρτωλοι,η ωρα
της κρισης ''.Τ'αποφασισε να παρατησει το σπιτι,
ζητησε απο εναν-εναν συγχωρεση κι ετρεξε να
τον συναντησει.Ο νεος εραστης την προυπαντησε
λεγοντας:''Καλως ωρισες,τ 'ανθος του αγρου''κι
αφου της εδειξε καλα το μερος,αναχωρησε για το
δικο της,που παρατησε
.
.
Συναξαρι
.
...........''πλην ενος'' πληθυνθηκα στα ελ-
............λατωματα η' στις αμαρτιες κι αυξηθηκα
.....στα αγαθα ,ημερες ογδοντα κρατησα τη
.....σταγονα στον σταλακτιτη αγουρο στα-
.....φυλι καρπισε τη δεηση, τα εωθινα τα συνα-
............παντησε πριν το ευγλωττο να σημανει
............κι η μοιρα του ανατειλε πανσελη-
............νος στα ιερα ασημαντα την ακρο-
.....τατη ερημια των ψυχων μας.................Μαξι-
.....μος ο Γραικος , ο αλλος ειναι ο Ωριγενης
.....συνετος και ταπεινοφρων.....................μας
ορισαν να φυλαμε τα δωρα τα αχραντα και τωρα
γεννησε η φοραδα τρια πουλαρια να καβαλι-
κεψει ο Κομνηνος οντας ανδρωθει στη μοναξια
πεπαλαιωθης καστριτης αρχοντας , γλωσσα δεν
εχω . την κοψανε συρριζα ,μονον εμειναν τα μα-
τια ξαγρυπνα στα αφανερωτα [γλυκο'ναι το
πνευμα της πεταλουδας σιμα στ 'αγριολου-
λουδα ] κι απαλο
.
.
Συναξαρι VIΙ
.
....''Να μιλω δεν το κατεχω με περιτεχνα λογια ,
τολμω παρ'ολ'αυτα για εκεινα τα θαυμαστα να
μιλησω .Κατα τις ημερεςεκεινες,λοιπον, συνεβη-
κε να πεσουν πολλες βροχες στη χωρα και τα νερα
ανεβαινοντας να καταβυθισουν τους οικισμους
των ανθρωπων.Κανεις δεν θα γλιτωνε τη δικαια
τιμωρια αν δεν υψωνε ο γενναιος η φωνη του.
''Ουαι,που οι αδικοι αδικεψαμε,ουαι ,που οι ατιμοι
ατιμησαμε,ουαι, που οι πορνοι πορνεψαμε''.Τα λογια
αρματωσανε τη ψυχη μας. καθαριστηκαμε απο τα
περιττα κι ετσι διασωθεις μεταφερω ακεραια τα
μαρτυρια ''
Εγραφει ημεραν Τεταρτην του Μηνος Φεβρουαριου
και ωραν ενατην βραδυνην του σωτηριου ετους 1195
.
.
Συναξαρι
.
...............Μεμνησον. παντα τα ρη-
...............ματα κατεφαγαν οι Ομηρι-
.........δες,αποφαγια πουλιων δειπνησανε μυ-
....στικα
...............τωρα,τωρα στον ορθρο πλη-
...............ρωθηκαν οι τρεις δουλευ-
...............τες:Ιωαννης ,Νικηφορος,Κωνσταντινος
....Δραγατσης ο πενητας ζηλωτης
..................................τ' αλογο σεμνυνεται
..........................πριν το νερο
..................................το ανθοφοριο μετα
..................................το νερο κι
.......................................ο Αλεξανδρος ο
....σκιαθιτης εγραψε το οραμα στο ναρθηκα των
θαλασσων. εξαιφνης η βουνο-
...................σειρα πλυθηκε στη δροσο νυν
...................ο ην ο μετα αειν ο
...................ων.....................δοξα
...................σοι,μεμνησον Δευτερα η-
.........................μερα
.
.
Συναξαρι VIII
.
....Κι ηρθε ο φτωχος ανθρωπος στον αγιο
ασκητη,τον βρηκε την ωρα της προσευχης.
Σαν εδυσε ο ηλιος βρηκε τη τροφη να δειπνη-
σει, ο αλλος ανθρωπος τον περιμενε υπομονε-
τικα:''Ποτε αγιε γεροντα ονειρευομαστε ;''Δεν
πηρε την απαντηση παρα οταν ονειρευτηκε
τον κηπο στο σπιτακι της μανας του να γεμιζει
στις βιολες.Παλι ακουγε το τριζονι:''Μετα το
ονειρο ξυπναμε στο ονειρο''.Κι αυτο τον χαρο-
ποιησε τι ητανε σφοδρα συγχισμενος και με
βαρεια τη καρδια.Tην αλλη μερα ξημερωνοντας
εφυγε
.
.
ΨΘ' 9
.
....οι οφθαλμοι αυτου εις τον πενητα υποβλεπου-
σιν
....ανακαλυψε το πετρινο κεφαλι σκαβοντας για
τον αδελφο του ,που κοιμηθηκε.Το υπολοιπο σω-
μα του δεν ανευρεθηκε,Το ξανατοποθετησε εκει
ακριβως,που το βρηκε,αφου πρωτα το καθαρισε
με νερο και σαπουνι.Εριξε πανω του το χωμα,
το και λεγομενο χους,απ'οπου ερχομαστε και
σ'αυτο ξαναγυριζουμε.Αυριο, θα αναστηθουμε
.
.
ΨΙ', 10
.
....ο δε αγαπων την αδικιαν μισει την εαυτου ψυχην,
επιβρεψει επι αμαρτωλους παγιδας,πυρ και θειον και
πνευμα καταιγιδας η μερις του ποτηριου αυτων
....εσυρε τα βηματα του ως το κυπαρισσι, ο ισκιος
του ευθυτενης ως το δεντρο του κι ο ανθρωπος
εκεινος ο φυτευτης ανωνυμος στους ανωνυμους.
Στη δε κορυφη του ειδε η' φανταστηκε να ισοζυγι-
ζεται ενα επιμηκες βυζαντινο συννεφο ως λευκη χιων,
ως λευκη νεφελη, κατα το σχημα της μεταφορας
.
.
ΨΙΑ' , 11
.
....οτι ωλιγωθησαν αι αληθειαι απο των υιων
των ανθρωπων
....εκεινος ο ναυτης,ο Ελπηνορας στον Ομηρο,
μηνυσε του Δυσσεα να τον θαψει στ'ακροθα-
λασσι, παρα θιν αλος στην αρχαια γλωσσα και
για μνημουρι του στους επερχομενους διαβατες
να στηλωθει , δειχνοντας το κρανιο του , το
κουπι με το οποιο ελαμνε ως ελαχιστος στο
ταξιδι .Κι αυτος θα ζητουσε αντιστοιχα δυο
ξυλα , κλαδια, συνδεδεμενα σ'οριζοντια και
καθετη θεση
.
.
ΨΙΒ ', 12
.
....εως ποτε αποστρεψεις το προσωπον μου απ'εμου
....στον κοσμο βρεθηκε μοναχος,η μανα του, πορνη
στο επαγγελμα, τον παρατησε μωρο , ο δε πατερας
του αγνωστος. Αυτος ο ιδιος πλανηθηκε ,ληστεψε,
μοιχευσε και συκοφαντησε αθωους .Μετανοησε
βαθεια κι εκλαψε πικρα .Τωρα περιμενει ηρεμος
τη πληρωμη του στη τελευταια κριση .Μοναχος
.
.
ΨΙΓ', 13
.
....παντες εξεκλιναν , αμα ηχριωθησαν , ουκ
εστι ποιων χρηστοτητα , ουκ εστιν εως ενος.
....σημερα ηρθε ενας ταπεινος ανθρωπος,Μαζι
του λογικευτηκε.Γεωργος.Του εφερε σιταρι
ν'αλεσει, να φτιαχνει το ψωμι του και τον
προσφερομενο αρτο.Εφερε μαζι του και τον
μικροτερο γυιο του .Το παιδι ντροπαλο δεν
ρωτησε τιποτα.Στο τελος , οταν ηταν η ωρα
να φυγουν , σηκωθηκε και περιεργαστηκε
την τοιχογραφια της σταυρωσης.Αυτος τους
φιλεψε σταφιδες κι οταν ειδε τις φιγουρες
τους να ξεμακραινουν εκανε στον αερα
το σημειο της ευλογιας
.
.
ΨΙ ', 14
.
....Κυριε τις παροικησει εν τω σκηνωματι σου;
η' τις κατασκηνωσει εν ορει αγιω σου ;
....Την ανοιξη ειδε τις παπαρουνες σαν το αιμα
του και η νυχτα ειχε πανσεληνο.Στη ριζα του
βραχου ξαγρυπνησε τις σκεψεις του.Το ξημε-
ρωμα επεστρεψε ,Καθαρισε το χωρο κι ανοιξε
το ανατολικο παραθυρο να μπει ο ηλιος.Σ' ενα
πιατο εβαλε τις ελιες και καθησε στο ξυλινο
τραπεζι να φαει
.
.
ΨΙΕ ', 15
.
....δια τουτο ηυφρανθη η καρδια μου και
ηγαλλιασατο η γλωσσα μου.
....ενθυμηθηκε τον ληστην και κακογνωμον
εκεινον , που μετανοησε για τα κακα εργα του
και σ'εκεινα τα μερη κατασκηνωσε. Λενε πως
αλυσσοδεθηκε να μην πραξει πλεον το κριμα
και τ'αδικο και πως κυνηγαριδες της περιοχης
τον αντικρυσαν και δεν τον ξεχωρισαν απο αγριο
ζωο,τον κονταρισαν οι αδαεις και τελειωσε ο οσιος
τις ημερες του.Ακομα ενθυμηθηκε τον γεροντα,
που πασχισε να μαθητευσει την ομιλια των πουλιων
και στο τελος τα καταφερε .Και τον αλλο αγιο ,
που αποφασισε να μην ξαναμιλησει για να μην
ξεστομισει απρεπα λογια.Τον ιδιον,αληθεια,γιατι
θ'αξιζει να τον θυμηθει κανεις ;
.
.
Ηρθε στο εσχατο σημειο της περιοχης.Απο-
κρυμνο και μετεωρο . Η θαλασσα,η τροφη
των ψαριων,στο απομακρο βαθος απεραντη
κι η πεδιαδα,η βοσκη των ταυρων,πολυ πιο
κατω στον αδιαπεραστο βυθο της ομιχλης.
Ει Συ ο ποιων θαυμασια και μυστι-
κα
.
.
Αλλαζοντας τα ενδυματα της ψυχης του αντικατε-
στησε και το ονομα του.Το αρχαιο ''Ουτις ''Κανεις.
Τα χερια του αποχωρισθηκαν την πρωτερη επιδεξιο-
τητα κι απεκτησαν καινουργια.Στο τερμα μιας μερας
ειδε περα μακρια στο βαθος της θαλασσας τη λαμψη
του ηλιου πανω της.Αναγνωρισε το Μεγαλο Ανερμηνευτο .
Εκλεισε τα ματια του σαν ο ποθος του ηταν ν'ασφαλισει
μεσα του το οραμα.Οταν τ'ανοιξε πλημμυρισε απο φως
το σκοταδι .Αναχωρησε για τους αλλους να συμμερι-
σθει μαζι τους αυτο το αποκτημα.
Ηγγικεν νυν γαρ ο Αειν
.
.
Αλυσσοδεσε τις εξεις και τις επιθυμιες του.Απειρα
τα πειραγματα του πονηρου . πορνικες γυναικες
και τραπεζια εμπλεα αγαθων . κρασια , μαγειρεμε-
να και ψητα κρεατα . ασεμνα τραγουδια .Εδω το
βουνο ανεβαινει εκριζωμενο απ' τη θαλασσα .Παρα-
τουσε χαμηλωτερα τις ελιες και τ' αμπελια,τα περι-
βολια και τους συνοικισμους κι εφτανε ψηλα στεφα-
νωμενο με σκληρα αμορφα βραχια.Πολλα χρονια
εμεινε σ'αυτη την τοποθεσια.
Χορτασθησομαι ενθα διαμενει το ονομα αυτου
.
.
Τους εχθρους του συγχωρεσε , κι απ ' οσους αδι-
κησε ζητησε συγχωρεση.Καθαρισμενος πια εμεινε
ολομοναχος.Γαληνιος.
Μην απορριψης με θαυμασιε πλεον
.
.
μετρησε μια προς μια τις πετρες , που θα τον
λιθοβολησουν . τις διεσπειρε τυχαια στο λιτο
τοπιο.Διαλεξε το μερος του. Κι αργοπορησε
αναμεσα στους ανθρωπους .Με τα λογια του
ερεθισε τους χειριστους.Τον συνελαβαν και
τον καταδικασαν.Εριξαν το φορτιο των λιθων
πανω του.Λευκο περιστερι εφυγε η ψυχη του.
Αιωνιον το αφθαρτον της Αληθειας.
.
.
εκει στην ερημο ο λογος του ποιητη ατονισε.
ισχνο το κορμι απ ' την ολιγοφαγια. εσπειρε
και κλαδεψε κληματα . πελεκησε το κουταλι
και το πιρουνι .ηρθαν κατα χιλιαδες οι αμαρ-
τωλοι να τους συγχωρεσει . ζητησε να νηστε-
ψουν κι υστερα τους εδειξε τα σπαρμενα χω-
ραφια. αλλοι λενε πως εγινε αυτο κι αλλοι
πως δεν εγινε.
Μυστικα τα εργα σου , Κυριε , στους
πιστευοντας
.
.
ηρθε στο εσχατο σημειο της περιοχης .Αποκρη-
μνο και μετεωρο.Εκει αντιμετωπισε την πλανη.
Η τροφη του τ' αγρια χορτα .Εκει του αποκαλυ-
φθηκε η αληθεια.
Δεδοξαστε το Ονομα
.
.
.
Κυρ Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομολογιες-χ.ν.κουβελης
Μη σεαυτου ποιησεις εικόναν,τουτο εδιαλογιζονταν και συναισθανονταν βαθεως
το αμαρτήμα του,οι οφθαλμοί τεταπεινωμενοι,εν ταπεινώσει πορευου,μη την
φιλαυτίαν ζητεις,
Κυρ Αλεξανδρε τελειώσαμε,ηκουσε τη φωνή του φιλου Παυλου Νιρβανα,μια φωτογραφία είναι,
Nous excitons la couriosite du public,,μίλησε γαλλικά,εμεις προκαλούμε την περιέργεια
του κοινού,το κοινό,ενα μισόκοιμισμένο γκαρσονι,ενας γεροντακος που λίαζονταν,δυο λουστρακια που παίζανε,
δεν είχανε έρθει ακόμα οι τουρίστες για να τους πωλησουμε το γραφικό,
.
.
.
πρώτην φοράν,τον είδον εις την συνοικίαν του Ψυρρη,περιν την μεσημβρίαν,καθήμενον εις το ταβερνειον του Κεχριμανην,κεκλιμένην την κεφαλήν,ενδεδυμένον με βαρύν
δευτεραν τον είδον εισερχόμενον εις τον ναόν του Αγίου Ελισσαίου εις το Μοναστήριον,μιαν μικραν μονοκλιτον βασιλικην εκκλησίαν,ωσεί σπουργίτης,
....
.
.
.
ιερουργών οσίως τω Κυρίῳ σου. Όνπερ καθικετεύων εκτενῶς,
Νάξιον ιεράτευμα, πρέσβευε δωρηθῆναι καὶ ημίν το θείον έλεος.
και είδον πλήθος ταπεινούς απλοικους ανθρώπους ,ανδρας γυναίκας και παιδια,με αρχαία πρόσωπα,ίνα πληρωθεί ο α' Μακαρισμός:
Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι· ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
η αγρυπνία,ως καθημερινά,θα διαρκούσε ολονυχτια,ιερουργουντος του ταπεινωτερου των ιερέων και του απλοικοτερου των ανθρώπων,του Νικολάου Πλανα,Νάξιου,οστις ήτο βραδυγλωσσος,'Τα λάθη όσα κάμνει εις την ανάγνωσιν, είναι πολλάκις κωμικά και όμως εξ όλων των ακροατών του, εξ όλου τού εκκλησιάσματος, κανείς μας δεν γελά. Διατί; Τον εσυνηθήσαμεν και μας αρέσει.'εγραψε ο κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης,όστις ψαλμωδει εις το δεξιόν Ψαλτήριον,εις δε το αριστερον ο εξάδελφος του Αλέξανδρος Μωραϊτιδης,
λεπτής,και όχι με πολυφωνίας και παραφωνίας,αίτινες ομοιαζουν με το πνεύμα του ανεμου το βίαιον και με τον συσσεισμον,μέσω των οποίων δεν εφανερωθη
'Εκείνην την ημέραν, ήτο 8η Σεπτεμβρίου, είχα ψάλει τὸ «Χαῖρε σεμνὴ μῆτερ καὶ δούλη Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ». γράφει,
μετά έξι ημερας έψαλλεν:"Αγαλλιάσθω τα δρυμού ξύλα σύμπαντα».
"Και εἰς την μνήμην της Παναγίας έψαλα τα θεσπέσια εκεῖνα κελαδήματα, το «Πεποικιλμένη» καὶ τὸ «Νενίκηνται», και το «Συνέστειλε χορὸς των Αποστόλων, το Θεοδόχον σῶμα σου· εις οὐρανίους θαλάμους προς τον υιὸν εκφοιτῶσα».
Ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.
Περαστικά, Κούλα. Δεν έχεις τίποτα, κορίτσι μου.
―Α! μπάρμπ᾿- Αλέξανδρε, εψέλλισεν ασθενώς. Πότε θα μου πης πάλι τὰ θεῖα… τραούγια;
―Όποτε θέλεις, Κούλα μου. Άμα γίνη αγρυπνία εις τον Άγιον Ελισσαῖον να έλθης, να σου τα πω.
― Να μου τα πης. Μα θα τ᾿ ακούσω;
ο δε ενάρετος ιερευς Νικόλαος Πλανάς και ο Σκιαθίτης κυρ Αλέξανδρος εμουρμουριζαν την ακολουθίαν των νηπιων
ώσπερ στρουθίον τάχος επέτασας».
.
.
.