I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - Η τελευταία νύχτα (Μονόλογος τής Ελενης) -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- Η τελευταία νύχτα

(Μονόλογος τής Ελενης)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis




φωτογράφιση 
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Η τελευταία νύχτα

(Μονόλογος τής Ελενης)


Η σελήνη κρύφτηκε στα σύννεφα.Και στη νύχτα,απόψε,πύκνωσε το σκοτάδι.

Ακούω,λίγο πιο πέρα απ' το κήπο,τα νερά τού Ευρώτα.Σκoτεινα,αργά να 

κυλουν.Τη θλίψη τών βατράχων στα καλάμια.Ο τεράστιος όγκος τού

Ταυγετου αυστηρός στο βάθος.Κανενας άνθρωπος δεν ξεφεύγει τη μοίρα 

του.

Οι στρατιώτες γύρω στις φρουρές ξαγρυπνουν.Παίζουν χαρτιά να περάσει

η ώρα.

Πως θα τουςξεγλυστρισω;

Τι προδίδω;.Σε τι είμαι ενοχή;

Γιατί βλέπω τη Τροια να καίγεται;Γιατί ακούω θρήνους;

Όμως εμένα μια ακατανίκητη φωτιά με καίει.

Η επιθυμία μου.Ουτε σε νόμο,ούτε σε ηθική

Σε λίγο θα φύγω.

Και ποτέ πια δεν θα ξαναδώ τούς ανθρώπους που αγαπώ.Την μικρή μου

Ερμιόνη.

Ένα χέρι αόρατο με παρασύρει.

Ξέρω,στη ντροπή,στη καταρα,στη καταστροφή,

Βγήκε η σελήνη απ' τα σύννεφα.Παγωμενη.Νοεμβρης μήνας.

Η ώρα με βιάζει να ετοιμαστώ.Να φύγω.

Πόση νύχτα,πόσο σκοτάδι θα με καλύψει να φτασω στον έρωτα.Στη συμφορα.

Ο Έρωτας,ακούω,σέρνεται σαν ζωντανό φίδι.

Ο Ταύγετος απέναντι όρθιος τεράστιος μάρτυρας.

Το σώμα μου θέλει να φύγει.

Οι βάτραχοι στα καλάμια,είναι γυναίκες που θρηνούν.Η Ληδα η μάνα μου.

Η καρδιά μου σπαραζει.Η Τροια Ελένη θα καει,ακούω.Κι εσύ θα είσαι

η αιτία.

Ο ευγενικός Έκτορας νεκρός.Η σεμνή Ανδρομάχη χήρα.Ο μικρος

Αστυνακτας τσακισμένος στα βράχια.

Κι εσύ στο κρεβάτι τού Παρι μοιχαλίδα.

Γιατί δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής;Γιατί ολ'αυτα πρέπει να γίνουν;

Γιατί δεν ανεβαίνουν στο σπίτι οι στρατιώτες να με πιάσουν;

Να φωνάξουν.Πηγε να το σκάσει με τον εραστή.Τον ξένο άντρα.Τον εχτρο μας.

Είναι ο έρωτας μια κατάβαση στη κόλαση.

Η σελήνη κρύφτηκε στα σύννεφα.

Είμαι μόνη και φοβάμαι.Ποιος μπορεί να με σταματήσει;

Η Ελένη τής Σπάρτης πεθαίνει.

Η Ελένη τής Τροίας θα'ναι καταραμένη.

Όμως πριν σβήσει η νύχτα,κι είναι αργά,πρέπει να φύγω.

Τώρα που η Σπάρτη κοιμάται.Πριν το πρώτο φως της μερας πέσει στις 

κορφές τού Ταϋγετου.

Υποταγμένη στην φλόγα που καίει,και δεν σβήνει.

Φεύγω και πάω στο ατελείωτο σκοτάδι.

Να κατέβω τη ξύλινη σκάλα σιγά με προσοχή,να μην τρίξουν τα σκαλιά.

Κι αν κάποτε με θυμηθούν, ας μην πουν πως αγάπησα.

Ας πουν πως δεν μπόρεσα να μην αγαπήσω.

.

.

.

Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - Μην αδιαφορισετε για τον Antonio Gramsci -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- Μην αδιαφορισετε για τον Antonio Gramsci

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



Antonio Gramsci-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Μην αδιαφορισετε για τον Antonio Gramsci


14 dicembre 1931 

Carissima Tania, 

solo giovedí ricevetti la tua lettera del 3 dicembre che era giunta tassata 

non so per quale ragione ma probabilmente per eccesso di peso. Le tue 

fotografie, nell'insieme, mi sono piaciute moltissimo; avrei però voluto 

averne qualcuna di recentissima, come mi avevi promesso, perché già da 

circa un anno e mezzo non ci vediamo e avrei voluto avere una impressione 

delle tue attuali condizioni di salute. 


Απρίλης 1937.Η νύχτα στη φυλακή.

Ενώ η Ιταλία  μέσα στην παραίσθηση τού φασιστικού μεγαλείου. Ο Μουσολίνι, είκοσι χρόνια μετά την «Πορεία προς τη Ρώμη», είχε μετατρέψει τη χώρα σε έναν μηχανισμό ελέγχου. Η  ρητορική Αναγέννηση τής Ρώμης.Η αποικιοκρατική εκστρατεία στην Αιθιοπία.

Ο Antonio Gramsci γράφει στα 'Τετραδια τής φυλακής:

Η  μάχη για την ηγεμονία δεν κρίνεται μόνο στα όπλα, αλλά στις ιδέες, στις λέξεις, στη γλώσσα τών ανθρώπων.

Το τραπέζι μπροστά του γεμάτο  σημειώσεις, σκέψεις, αποσπάσματα για τον Μακιαβέλλι, τον Μαρξ, την εκπαίδευση, τη γλώσσα. 

Ο φύλακας, ένα νέο παιδί  απ'το Τορίνο,δεν ήξερε ποιον ακριβώς είχε απέναντί του: έναν κρατούμενο ή έναν δάσκαλο.

-Κύριε Γκράμσι, χρειάζεστε κάτι; ρώτησε.

Εκείνος χαμογέλασε.

-Μονάχα λίγο χαρτί ακόμη, αν υπάρχει,ζήτησε.

Οι λέξεις είναι το μόνο που δεν μπορούν να μου πάρουν.,σκέφτηκε.

Ήξερε,ότι το τέλος πλησιαζει. Οι γιατροί τον είχαν προειδοποιήσει πως η καρδιά του δεν θα άντεχε άλλο. 

Εκείνος συνεχιζε να οραματίζεται σε μια Ιταλία μετά τον φασισμο.

Τώρα όλα πνιγμένα στη προπαγάνδα και το φοβο.

Έβλεπε εικόνες τής Σαρδηνίας.Τα βουνά στο φως.Η μάνα στον αργαλειό.

Η φτώχεια τού λαού.

Ο Τολιατι στη Μόσχα.

Σύντροφοι μην ξεχνάτε:Εκπαίδευση.

Πήρε την πένα,να προλάβει πριν νυχτώσει,να γράψει:Η παλιά τάξη πεθαίνει, 

και η νέα δεν μπορεί ακόμη να γεννηθεί. Στο μεταξύ, εμφανίζονται τέρατα…

Σύντροφοι μην ξεχνάτε:Εκπαίδευση.Μην αδιαφορειτε.

Ο άνθρωπος με τη φωνή τών ταπεινών έβλεπε στις εφημερίδες τής Ρωμης 

τα πρωτοσέλιδα με τις  l«λαμπρές επιτυχίες τού Ντούτσε» στην Αβησσυνία. 

Φωτογραφίες με Ιταλους στρατιώτες κάτω από την αυτοκρατορική

σημαια.

Θυμόταν ακόμη τον εισαγγελέα στη δίκη του να φωνάζει:

Πρέπει να εμποδίσουμε αυτόν τον εγκέφαλο να λειτουργεί για είκοσι χρόνια.

Κι εκείνος έγραφε ασταμάτητα να μην προδώσει τον άνθρωπο.

Η αλήθεια, έγραφε, είναι επαναστατική.

Καταλαβαινε πως ο  φασισμός κυριάρχησε όχι μόνο με τα όπλα,αλλά με τη 

συναίνεση, με την πίστη τών μικροαστών, με τον φόβο και τη σαγήνη τού 

έθνους. 

Εκείνος πρέσβευε ότι: η πολιτισμική ηγεμονία, η κυριαρχία τών ιδεών,ειναι

το νέο πεδίο μάχης.

Αντιμετωπιζε τη φυλακή όχι ως σιωπή, αλλά ως εργαστήριο παρατήρησης 

του κόσμου.

Η Τάνια τού έστειλε τα περιοδικα:Pégaso και Educazione Fascista.

Ενδιαφέρεται να κατανοήσει πως ο  φασισμός κατασκευάζει την 'ηγεμονια

τού.'

Αναλύοντας την επίσημη «μορφωτική» παραγωγή τού καθεστώτος, προσπαθεί να διαπιστώσει πώς το κράτος καλλιεργεί τη συναίνεση, πώς χρησιμοποιεί 

την εκπαίδευση και τον πολιτισμό για να ελέγξει το συλλογικό φαντασιακό.

Στο Τορίνο το 1919,στα εργοστάσια τής Fiat,στις συνελεύσεις τών εργατών,

στις συζητήσεις με τους συντροφους,πίστευε ότι η επανασταση είναι ζήτημα ημερών.

Τώρα ξέρει πως ειναι υπόθεση αιώνων.

Η Ισπανία στους φασίστες τού Φράνκο.

Η Γερμανία στους ναζί τού Χίτλερ.

Η Σοβιετική Ένωση στις δίκες τής Μόσχας.

Θυμήθηκε το γραμμα στη μάνα:

Carissima mamma,

ho pensato molto a te in questi giorni. Ho pensato ai nuovi dolori che stavo 

per darti, alla tua età e dopo tutte le sofferenze che hai passato. 

Occorre che tu sia forte, nonostante tutto, come sono.forte io e che mi perdoni 

con tutta la tenerezza del tuo immenso amore e della tua bontà. 

Saperti forte e paziente nella sofferenza sarà un motivo di forza anche per me: pensaci e quando mi scriverai all'indirizzo che ti manderò rassicurami.

Λίγο αργότερα αποκοιμήθηκε.

Είδε το τελευταίο όνειρο του.Περπατουσε ανάμεσα σε πλήθη ανθρώπων.

Κρατούσαν βιβλία αντί για όπλα.Ενα μικρό παιδί τού έδωσε ένα τετράδιο.

Εγραψες για μένα, τού είπε,τον Antonio.

Το πρωί, στις 27 Απριλίου 1937 ,ο γιατρός διαπίστωσε τον θάνατό τού.

Ο φάκελος τού Antonio  Gramsci εκλεισε.

Ο φάκελος τού Antonio Gramsci άνοιξε.

Ο Antonio Gramsci δεν πέθανε.

Ο Antonio Gramsci διάβαζεται

Ο κάθε ένας είναι φιλόσοφος.

Η ελευθερία είναι εργασία τού νου.


 Ricorda, se non l'hai ancora fatto, che non ho ricevuto il fascicolo di «Pégaso» 

dello scorso novembre, e fammi mandare i fascicoli di novembre e dicembre dell'«Educazione Fascista» dove è pubblicato il resoconto del 

Congresso degli Istituti fascisti di cultura che desidero leggere. Manda, per 

piacere, la lettera raccomandata. Se le riviste straniere mi saranno concesse 

ci sarà tempo a fare l'abbonamento: nel dubbio è meglio astenersi. – Ti mando 

il modulo del servizio dei Conti correnti Postali del «Corriere della Sera» per rinnovare l'abbonamento che scade il 31 dicembre: lo puoi rinnovare per tre 

mesi o per sei mesi, non piú di sei mesi però.

 – Cara Tania, ti abbraccio affettuosamente 

Antonio

.

.

.

Σημειωσεις:


Γραμμα τού Gramsci από τη φυλακή στην Tania Schucht(1887-1943),

κουνιάδα του και αδελφή τής γυναίκας του Julia.

Η Τάνια τού έστελνε βιβλία,τρόφιμα,ειδήσεις, φωτογραφίες...


14 dicembre 1931 

Carissima Tania, 

solo giovedí ricevetti la tua lettera del 3 dicembre che era giunta tassata 

non so per quale ragione ma probabilmente per eccesso di peso. Le tue 

fotografie, nell'insieme, mi sono piaciute moltissimo; avrei però voluto 

averne qualcuna di recentissima, come mi avevi promesso, perché già da 

circa un anno e mezzo non ci vediamo e avrei voluto avere una impressione 

delle tue attuali condizioni di salute


Αγαπημενη μου  Τάνια,

μόνο την Πέμπτη έλαβα το γράμμα σου της 3ης Δεκεμβρίου, το οποίο 

είχε φτάσει με επιπλέον ταχυδρομικό τέλος ,δεν ξέρω για ποιον λόγο, 

αλλά πιθανόν εξαιτίας υπέρβασης βάρους. Οι φωτογραφίες σου, συνολικά, 

μου άρεσαν πάρα πολύ· αλλά θα ήθελα να είχα και κάποια προσφατη, 

όπως μου είχες υποσχεθεί, γιατί ήδη εδώ και περίπου ενάμιση χρόνο 

δεν έχουμε ιδωθεί, και θα ήθελα να έχω μια εντύπωση για την τωρινή 

σου κατάσταση υγείας.


Ricorda, se non l'hai ancora fatto, che non ho ricevuto il fascicolo di «Pégaso» 

dello scorso novembre, e fammi mandare i fascicoli di novembre e dicembre dell'«Educazione Fascista» dove è pubblicato il resoconto del Congresso 

degli Istituti fascisti di cultura che desidero leggere. 

Manda, per piacere, la lettera raccomandata.

 Se le riviste straniere mi saranno concesse ci sarà tempo a fare l'abbonamento: 

nel dubbio è meglio astenersi. 

– Ti mando il modulo del servizio dei Conti correnti Postali del «Corriere della Sera» per rinnovare l'abbonamento che scade il 31 dicembre: 

lo puoi rinnovare per tre mesi o per sei mesi, non piú di sei mesi però.

 – Cara Tania, ti abbraccio affettuosamente 

Antonio


Θυμήσου, αν δεν το έχεις ήδη κάνει, ότι δεν έχω λάβει το τεύχος τού περιοδικού «Pégaso» του περασμένου Νοεμβρίου, και φρόντισε να μου στείλεις τα τεύχη Νοεμβρίου και Δεκεμβρίου του περιοδικού «Educazione Fascista», όπου έχει δημοσιευθεί η αναφορά τού Συνεδρίου των Φασιστικών Ινστιτούτων Πολιτισμού, το οποίο επιθυμώ να διαβάσω.

Στείλε, σε παρακαλώ, το γράμμα συστημένο.

Αν μου επιτραπούν τα ξένα περιοδικά, θα υπάρξει καιρός να γίνει η συνδρομή· προς το παρόν, αν υπάρχει αμφιβολία, είναι καλύτερα να αποφύγουμε.

Σου στέλνω το έντυπο της Υπηρεσίας Ταχυδρομικών Λογαριασμών της 

«Corriere della Sera» για να ανανεώσεις τη συνδρομή, που λήγει στις 31 Δεκεμβρίου: μπορείς να την ανανεώσεις για τρεις ή έξι μήνες, αλλά όχι για περισσότερο από έξι μήνες.

—Αγαπητή Τάνια, σε φιλώ,

Αντόνιο.

.

.

.

αποσπασμα από το γραμμα τού Gramsci που έστειλε από τη φυλακή 

στη μητέρα του Giuseppina Marcias (1861–1932).


Roma, 20 novembre 1926


Carissima mamma,

ho pensato molto a te in questi giorni. Ho pensato ai nuovi dolori che stavo 

per darti, alla tua età e dopo tutte le sofferenze che hai passato. 

Occorre che tu sia forte, nonostante tutto, come sono.forte io e che mi perdoni 

con tutta la tenerezza del tuo immenso amore e della tua bontà. 

Saperti forte e paziente nella sofferenza sarà un motivo di forza anche per me: pensaci e quando mi scriverai all'indirizzo che ti manderò rassicurami.


αγαπημένη μου μαμά 

Σε αυτές τις μέρες σε σκέφτηκα πολύ.

Σκέφτηκα τις καινούργιες στενοχώριες που επρόκειτο να σου δωσω, στην

ηλικία σου και μετά  τις ολες δοκιμασίες που έχεις ήδη περάσει.

Πρέπει να είσαι δυνατή, προπαντως, όπως είμαι κι εγώ δυνατός, και να με συγχωρήσεις με όλη την τρυφερότητα τής απειρης αγάπης και τής καλοσύνης σου.

Να ξέρω πως είσαι δυνατή και υπομονετική μέσα στη δοκιμασία θα είναι

ένα κίνητρο δύναμης και για μένα. 

σκέψου το αυτό, και όταν θα μου γράψεις στη διεύθυνση που θα σου στείλω, καθησύχασέ με.

.

.

.


LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - Το κίτρινο φως μεσα -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- Το κίτρινο φως μεσα

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis




Edward Hopper paintings 


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Το κίτρινο φως μεσα


Ξημέρωνε στη πολη.Εξω.Μέσα στο δωμάτιο  ενα χλωμό, μεταλλικό φως μέσα από τις περσίδες τού δωματίου σε λωρίδες πάνω στούς τοίχους. 

Εκείνη, καθόταν στην άκρη τού κρεβατιού, φορώντας ένα λευκό νυχτικο και κοιτούσε το άδειο ποτήρι στο κομοδίνο. Το ρολόι απέναντι χτυπούσε σταθερά,

τα δευτερόλεπτα ενοχλητικά τής υπενθύμιζαν ότι ο χρόνος δεν σταματά, ακόμα 

κι όταν όλα μέσα σου έχουν παγώσει.

Εκείνος ήταν στην κουζίνα. Ένας άντρας γύρω στα σαράντα πέντε. Έφτιαχνε καφέ χωρίς να σκέφτεται, οι κινήσεις του αυτόματες,το κουτάλι, η ζάχαρη, το ανακάτεμα, ο ήχος τού μεταλλου στο φλιτζάνι. 

Έξω, από το παράθυρο, η πόλη ξυπνούσε σβήνοντας τα φώτα νέον και μεγαλωνοντας τούς θορύβους. Μέσα, τίποτα δεν άλλαζε.

Δεν μιλουσαν πολύ τον τελευταίο καιρό. Ζούσαν μαζί, αλλά ο καθένας

κατοικούσε σ’ έναν διαφορετικό κόσμο.

Τα βράδια κάθονταν απεναντι στο μικρο σαλονι, το φως κίτρινο. 

Εκείνη διάβαζε ένα βιβλίο.Εκείνος ακινητος περίμενε κάτι να συμβεί, κάτι που ποτέ δεν συνέβαινε..

Μια νύχτα, εκείνη πήγε στο παράθυρο. Κοίταξε απέναντι στη πολυκατοικία τα φωτισμένα παραθυρα.Πισω από τις κουρτίνες στα δωμάτια σκιές αγνωστων 

ανθρώπων.Μια γυναίκα που χτένιζε τα μαλλιά της, ένας άντρας που έβγαζε το σακάκι του, μια σκιά που έσβηνε το φως και χανονταν.

Εβλεπε ζωές εγκλωβισμένες, όπως τη δική της. Κάθε παράθυρο μια ιστορία

μοναξιάς.

Εκείνος σταθηκε πίσω της. Δεν μίλησε.Δεν την άγγιξε. Κοίταζαν μαζί το απέναντι κτίριο. .

-Νομίζεις ότι μας βλέπουν; είπε εκείνη.

-Όχι. Κανείς δεν βλέπει κανέναν, πια, απάντησε εκείνος.

Το επόμενη μέρα ,το απογευμα, εκείνη πηγε στο μικρό καφέ που συνειθιζε να πηγαίνει.

Κάθισε στο παράθυρο, παρήγγειλε έναν καφέ φίλτρου.Το φως έμπαινε πλάγια. 

Το ραδιόφωνο έπαιζε  μια παλιά μελωδία που έκανε τον χρόνο να κυλά πιο αργά. Από το τζάμι έβλεπε τούς περαστικούς.Πρόσωπα που περνούσαν βιαστικά.

Αυτός ήταν ο τρόπος τους να υπάρχουν,σκέφτηκε.

Εκείνος είχε μείνει σπίτι.Σταθηκε στη μέση τού σαλονιου περιτριγυρισμενος

από έπιπλα που δεν είχαν μετακινηθεί μήνες.

Είχε νυχτωσει όταν εκείνη γυρισε. Δεν μιλησαν.Εκείνος κάθονταν στον καναπε .Εκείνη κάθισε δίπλα του. .

Το φως εξω ήταν κίτρινο.Μια επιγραφή νέον απέναντι αναβοσβηνε.

Ενας ρυθμός ζωης ξενης,σκέφτηκε εκείνος.

Ταυτόχρονα κι εκείνη σκέφτηκε το ιδιο

-Δεν έχουμε που να πάμε,την άκουσε να λεει.

-ναι,δεν εχουμε που να πάμε,τον άκουσε να απαντάει.

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - Η νυχτα -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- Η νυχτα

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



φωτογράφιση-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Η νύχτα.


Με λένε Ρωξάνη.Αυτό λέω στους πελάτες.Αυτοι έρχονται ,φεύγουν,κι εγώ

μένω στο ίδιο δωμάτιο.Το παραθυρο στο δωματιο δεν ανοίγει ποτέ.

Ήμουν δεκαεννιά όταν ήρθα στη πόλη.

Στο μέρος που γεννήθηκα και μεγάλωσα πνιγομουν.Με κοιτούσαν.Με έκριναν.

Με έδιωξαν.

Στην αρχή στη πόλη δύσκολα επιβίωνα.Μια γνωστή μου κοπέλα μού μιλήσε 

για το 'σπιτι'.

Πήγα.Εγινε η συμφωνία με τη μαντάμ.Το σώμα σου,μού είπε,είναι το προϊόν 

σου,όχι τα αίσθηματα σου.

Μου έδωσε,θυμάμαι,να φορέσω ένα μαύρο κομπινεζον.Οι άντρες , μού είπε η μαντάμ,προτιμούν το μυστήριο.Οχι το λευκό,την αγνότητα.Ουτε το κόκκινο,

το πάθος.Το μαύρο,το μυστήριο ελκύει.

Ενας πελάτης έρχονταν για καιρό κάθε Τρίτη.Δεν ήθελε σεξ,ήθελε να μιλάμε.

Μού μιλούσε για το γιο του Για τη γυναίκα του ποτέ.Μου έφερνε σοκολάτες.

Την τελευταία φορά που ήρθε μού είπε πως δεν είχε γιο.

Ένας άλλος κάθε φορά μού ελεγε 'συγνωμη'.Δεν ξέρω γιατί και σε ποιον το 

έλεγε.Κι αυτός κάποτε εξαφανίστηκε.

Όλοι όσοι έρχονται εδώ κάποια στιγμή εξαφανίζονται.

Σε μένα μένει η νύχτα.Η νύχτα είναι φίλη μου.Με προστατεύει.Στο σκοτάδι

κανένας δεν σε βλέπει πραγματικά,δεν σου κάνει ερωτήσεις.

Κάποιες φορές φοβάμαι. Όχι τούς πελάτες.Φοβαμαι την απουσία τού αύριο. 

Τι θα γίνει όταν γεράσω.

Ίσως να γίνω πάλι η  «Ελένη».Αυτό είναι το πραγματικό μου όνομα.

Η δουλειά μου εδώ στο 'σπιτι' είναι να ακουω.Πουλαω,όχι το κορμί μου,αλλά

τη σιωπή,το άγγιγμα που δεν κρίνει.

Η μόνη εικόνα που έχω τού εαυτού μου,είναι αυτή στον καθρέφτη,μετά όταν φεύγει ο πελάτης.Καμια άλλη.

Το πρωί νιώθω κουρασμενη.Ξεβαφω το πρόσωπο μου και είναι σαν να σβήνω

το πρόσωπο μου.Αυτο τής Ρωξάνης.Αυτο τής νύχτας.

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - (Λαϊκές Ιστορίες) Το λαχείο -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- (Λαϊκές Ιστορίες)

Το λαχείο

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Λαϊκές Ιστορίες)

Το λαχείο


 Ο Μήτσος από μικρός στη τύχη το'ριχνε το μπαλακι.Μια ιδέα,μια κομπίνα,

ένα κάτι τυχερον,αδερφέ και κονομαεί.Κοντολογις ελεγε:θα κάνω την τύχη μου.

Κι εκείνη η ρουφιάνα έκανε την αδιάφορη.Την ακαταδεκτη.

Ο Μήτσος εμενε,τρόπος τού λέγειν,σε ένα σπίτι.Σπιτι το λες αν είσαι

φαντασιόπληκτος  η' εφοριακός να φορολογησεις το παρόν ακίνητον.

Εκείνη τη μέρα είχε τις μαύρες του.Τις παραειχε εις το ορθότερον.

Αφού πάντα είχε τα μαύρα.

Το τελευταίο ψιλο του ρουφηχτηκε στον κουλοχέρη.

Τώρα πίνει καφέ τής παρηγοριάς στο καφέ τού Μπάμπη.Τον.λεγανε και 

'ο  Μισός' τον Μπάμπη.Μισος κλέφτης,μισος κουφός.Ακουγε ότι τον

βόλευε.Πχ δεν άκουγε το 'βερεσε'.

 Εκείνη λοιπόν την αποφραδα μέρα για τον Μήτσο,είχε τα κέφια του ο 

Μπάμπης.

-ρε Μητσαρα, τού σερβίρει,πιες το καφεδάκι σου με την ησυχία σου,

κι άμα δεν έχεις να πληρώσεις,σε γράφω στο δεφτερι και σε σβήνω

με την ησυχία μου,έτσι κι αλλιώς σβηστός είσαι,είπε και γέλασε.

Αυτό το 'σβηστός είσαι' πολύ τού κακοφανηκε τού Μήτσου.

Όμως τον βόλεψε λόγω ανωτέρας βίας.Και δεν εκφράστηκε δεοντως.

Τότε λοιπόν μπουκαρει μέσα ή Φροσω.Μετα ξεχειλισμενων καμπυλών και 

φθηνων αρωμάτων.Χηραμενη από τριετίας.Αποσυρμενη από δεκαετίας.

Αρχαιον πλέον είδος.Παλαια δόξα και διηγουμενη να κλαίς.

Αυτά τα ελαχιστα αναγνωριστικα.Και τώρα εις το προκειμενον.

Η Φρόσω κρατουσε τα λαχεία μοστρα.Τον πλησίασε.

-Μαγκα, τού ξηγιεται,παίρνεις λαχείο,και κανείς τη τύχη σου.Εισαι;

Αστραψε μέσα στο Μήτσο,στα εσωψυχα του,εκείνο το 'θα κάνω τη τύχη μου',

μαράζι από παιδιοθεν.

-Είναι, τής πασάρει.

Εκείνη τού λέει:-τοσο κανει.

Εκείνος τής λέει:εντάξει,γραψτο.

Εκείνη τού λέει:Εντάξει,το κρατάω,γράψε το νούμερο:38142

Στο σπίτι όλη τη νύχτα,τα μάτι γαρίδα,άυπνος έως πρωίας, κάνει όνειρα μεγαλομετόχου:

Βιλαρα εξοχικο,αυτοκίνητο φινο,κοτερο δελφινι,γυναίκες ιλουστρασιον,

κλπ παρεμφερή πλουσιοπάροχα.

Και βλέπει την επαύριον στην εφημερίδα τον κερδίζοντα αριθμό.

38142.

Τρελάθηκε.Η τρέλα του κτυπησε πόρτα Δρομοκαειτιου.

 Στο πρώτο βρισκει τη Φρόσω.

-Κερδισα το λαχείο,να σε φιλήσω μανιτσα.

Και χυμαει να την φιλήσει.

-Ωπα,τού κάνει εκείνη ανεβάζοντας την όπισθεν.Στοπ.Δεν καταλαβες.Εγω κέρδισα.

-πως τι; τι κέρδισες;λέει ο Μήτσος.

-Ξοφλεισες;,δεν ξοφλεισες; λέει η Φρόσω.

Επομένως ακυρον τον κέρδος.

-Και ποιος κέρδισε; ρωτάει ο Μήτσος.

-Φυσικα,εγώ που κράτησα το ανεξόφλητο,απαντάει η Φρόσω.

Και τότε κατάλαβε ο Μήτσος.

Την τύχη του την έπιασε τύχη η Φρόσω.

.

.

.

Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ - Μονόλογος τής γυναίκας στο Θάλαμο 7 -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

- Μονόλογος τής γυναίκας στο Θάλαμο 7

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



φωτογράφιση -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Μονόλογος τής γυναίκας στο Θάλαμο 7


Δεν ξέρω τι μέρα είναι. Εδώ μέσα οι μέρες ειναι ιδιες. Παγιδευμένες μέσα 

σ’ ένα θορυβο.

Ακούω ακόμα εκείνη τη φωνη. Όταν κοιμάμαι,την ακούω πιο δυνατά. 

Η φωνή τής μάνας μου, όταν χτυπούσε την πόρτα και φώναζε να ανοίξω. 

Μου λένε να καταπιώ το χάπι. Το μικρό, άσπρο, στρογγυλό που υποτίθεται 

«θα με γαληνέψει».

Μα δεν θέλω γαλήνη.Θέλω να βγω απ’ τον τοίχο.

Όταν με ηρεμούν, με σκοτώνουν λίγο λίγο κάθε φορά. Μια σταγόνα σιωπής στάζει μέσα μου.

Στο πάτωμα, κάτω απ’ το παράθυρο, υπάρχει μια γρατσουνιά , την έκανα εγώ 

με το κουμπί τής πιτζάμας. Έγραψα το όνομά μου: Ελένη. Να θυμάμαι ποια 

είμαι.

Το φως είναι μαχαίρι και μού κόβει τα μάτια.Μιλώ στα ρολόγια και να τούς 

ζητώ να σταματήσουν.

Οι ήχοι,πάντα οι ήχοι. 

Μια φορά, έξω, έπεσε κεραυνός κοντά στο σπίτι ,και από τότε, κάθε φορά 

που ακούω μεταλλικό χτύπο, ξαναζώ εκείνη τη νύχτα.

Οι γιατροί μιλάνε σιγά μεταξύ τους. Νομίζουν πως δεν ακούω. Αλλά εγώ 

τ'ακούω όλα.:

“Μανιοκαταθλιπτική φάση, έντονη συναισθηματική διακύμανση, παραληρητικές αναφορές.”

Όμως κανείς δεν γράφει στις σημειώσεις τους: φόβος. Κανείς δεν σημειώνει πως απλώς φοβάμαι.

Τη νύχτα βλέπω εφιάλτες. Στα όνειρα περπατάω σ’ έναν διάδρομο που δεν τελειώνει. Στους τοίχους υπάρχουν καθρέφτες, αλλά δεν δείχνουν εμένα, δείχνουν μια αλλη γυναίκα.

Εκείνη η γυναίκα γυρίζει και με κοιταζει.Τα μάτια της σκοτεινα.Μου λέει,

ψιθυριζει,ίσα που την ακούω: “Μην πάρεις τα χάπια. Αν τα πάρεις, θα με ξεχάσεις.”

Κι εγώ τη φοβάμαι. Γιατί νομίζω πως εκείνη είμαι εγώ.Μια άλλη.

Όταν έρχονται οι νοσοκόμοι, τούς χαμογελώ. Έμαθα να υποκρίνομαι.

Αν χαμογελάς, σε αφήνουν ήσυχη. Δεν σε δένουν. Δεν σου βάζουν άλλο φάρμακο στη φλέβα.

Αλλά μόλις φεύγουν, το χαμόγελο λιώνει, πέφτει στο πάτωμα.

Κάποτε πίστευα πως η αγάπη θα με γιατρέψει. Τώρα πιστεύω πως μόνο 

η σιωπή μπορεί.

Αν καταφέρω να κάνω τούς ήχους να σταματήσουν, ίσως μπορέσω να κοιμηθω.Πώς είναι να κοιμάσαι χωρίς φόβο;

Ακούς;

Πάλι βουίζει ο τοίχος. Ίσως να είναι ο σωλήνας της θέρμανσης. Ίσως και να 

είναι το μυαλό μου.

Δεν έχει σημασία. Εδώ μέσα.Μόνο ήχο


Σήμερα μπήκε ένας καινούριος γιατρός.Δεν με κοιτάει στα μάτια.

Ρώτησε τ’ όνομά μου.

«Ελένη», του είπα, και μού χαμογέλασε.

Μετά σημείωσε κάτι. Όλοι σημειώνουν κάτι.

Το μεσημέρι έφεραν το δίσκο με το φαγητό. Σούπα ζεστη.

Την άφησα να κρυώσει. Δεν πεινουσα.Ειχα ένα βάρος στο στομάχι, σαν να'χα κατάπια όλο το νοσοκομείο.

Το βράδυ η μυρωδιά τού οινοπνεύματος. 

Η νοσοκόμα έφυγε.

Μετά ακούγεται πάλι ο ήχος,το κλικ από το κλείδωμα τής πόρτας.

Αυτός ο ήχος μού υπενθυμίζει ότι δεν υπάρχει έξοδος.

Δίπλα στον θάλαμο 6, η Μαρία κλαιει,την ακούω,που νομίζει πως τής παίρνουν το παιδί κάθε νύχτα.

Της είπα μια φορά πως δεν υπάρχει παιδί. Μου είπε: «Ούτε κι εσύ υπάρχεις».

Από τότε, δεν μιλάμε.

Ήρθε η νοσοκόμα γράφει στην καρτέλα μου: “Συνεργάσιμη. Ήρεμη.”

Δεν ξέρει πως μέσα μου ουρλιάζω. Μόνο που δεν βγαίνει ήχος, γιατί αν ακουστώ, θα ’ρθουν με τούς λευκους ιμάντες να με δέσουν.

Κι εγώ δεν θέλω .

Κάποιες φορές νομίζω πως βλέπω σκιές στους τοιχους

Τις νύχτες, μετράω τις σταγόνες από τον ορό. Μία, δύο, τρεις…

Αύριο θα με πάνε πάλι στην αίθουσα ηλεκτροσόκ.

Το λένε «θεραπεία». Εγω το λέω "ο κεραυνός εκείνης τής νύχτας στο σπίτι μου"

Ακουω τη φωνή τής μάνας μου.Μόνο που τώρα ψιθυρίζει πιο ήρεμα:

«Μη θυμάσαι, Ελένη. Όλα ήταν ένα όνειρο».

Κι εγώ θέλω να τη ρωτήσω ,αν ήμουν ποτέ ξύπνια.Αν υπήρξα.


Με ξύπνησαν νωρίς.Το φως ήταν άσπρο.

Οι νοσοκόμοι με οδήγησαν στον διάδρομο.Το βήμα μου αντηχούσε στα κρύα πλακάκια.

Με πήγαν στη αίθουσα τού ηλεκτροσόκ.

Κοίταζα τούς τοίχους.γεμάτοι στίγματα από άλλους ανθρώπους που ίσως δεν υπήρξαν ποτέ.

Με κάθισαν στη καρέκλα.Φοβομουν.

Ο γιατρός μού χαμογέλασε.

«Θα σου κάνει καλό», είπε. 

Με δέσανε. .

Ακούω τον ήχο τού μηχανήματος.

Βλεπω τη γυναίκα από το όνειρο μου να κάθεται απεναντι, χωρίς να μιλάει.

Τα μάτια της ήταν ακόμα πιο σκοτεινά.

Η πρώτη δόση ηλεκτρισμου.Το μυαλό μου μούδιασε.

Όταν τελείωσαν, με γύρισαν στον θάλαμο.

Ξαπλωσα στο κρεβάτι μου.Δεν ακουγα τίποτα.

.

.

.

GREEK POETRY - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis μεταφράζοντας Ησίοδος,Έργα και Ημέραι στίχοι 202-212 -η παραβολή τού γερακιου και τής αηδονας -χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

 .

.

GREEK POETRY

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας


Ησίοδος,Έργα και Ημέραι 

στίχοι 202-212

-η παραβολή τού γερακιου και τής αηδονας

-χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis

POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης





χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας


Ησίοδος,Έργα και Ημέραι 

στίχοι 202-212

-η παραβολή τού γερακιου και τής αηδονας-


ομως τώρα παραβολή στους βασιλιάδες θα πω φρόνιμοι 

και οι ίδιοι ας είναι .

έτσι το γεράκι μίλησε στην αηδόνα με τον πολυχρωμο λαιμο

πολύ ψηλα στα σύννεφα φέρνωντας με τα νύχια αρπαζοντας

κι αυτή για  έλεος,γύρω με τα γαμψά νύχια καρφωμένη 

παρακαλουσε κι έκλαιγε,όμως αυτό σ' αυτή επικρατώντας

αυτό το λόγο είπε: καημένη μου,τι φωνάζεις;τώρα ένας 

πιο ισχυρός στη κατοχή του σ'εχει και πάς όπου εγώ σε πάω 

κι ας εισαι αοιδος,δειπνο,αν θέλω,σε κάνω η' σ'αφηνω,

ανόητος οποιος να θελει με τούς ανώτερους ν'αντιτιθεται

και τη μάχη χάνει και βάσανα μαζι με την ατίμωση παθαίνει.

έτσι μίλησε το γεράκι με τ'ανοικτα φτερά,το ορνιο που γρήγορα πετά,


Νῦν δ᾽ αἶνον βασιλεῦσ᾽ ἐρέω φρονέουσι καὶ αὐτοῖς·

ὧδ᾽ ἴρηξ προσέειπεν ἀηδόνα ποικιλόδειρον,

ὕψι μάλ᾽ ἐν νεφέεσσι φέρων, ὀνύχεσσι μεμαρπώς·

205ἣ δ᾽ ἐλεόν, γναμπτοῖσι πεπαρμένη ἀμφ᾽ ὀνύχεσσι,

μύρετο· τὴν ὅ γ᾽ ἐπικρατέως πρὸς μῦθον ἔειπεν·

«δαιμονίη, τί λέληκας; ἔχει νύ σε πολλὸν ἀρείων·

τῇ δ᾽ εἶς ᾗ σ᾽ ἂν ἐγώ περ ἄγω καὶ ἀοιδὸν ἐοῦσαν·

δεῖπνον δ᾽, αἴ κ᾽ ἐθέλω, ποιήσομαι ἠὲ μεθήσω.

210ἄφρων δ᾽ ὅς κ᾽ ἐθέλῃ πρὸς κρείσσονας ἀντιφερίζειν·

νίκης τε στέρεται πρός τ᾽ αἴσχεσιν ἄλγεα πάσχει.»

ὣς ἔφατ᾽ ὠκυπέτης ἴρηξ, τανυσίπτερος ὄρνις.

.

.

.

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Ο εκμηδενισμος τού Ηγεμονα τού Niccolo Machiavelli -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Ο εκμηδενισμος τού Ηγεμονα τού Niccolo Machiavelli 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ο εκμηδενισμος τού Ηγεμονα τού Niccolo Machiavelli 


Το 1512 οι Μέδικοι, με τη βοήθεια τών ισπανικών στρατευμάτων τού Φερδινάνδου, επέστρεψαν στη.Φλωρεντια και κατέλυσαν τη δημοκρατία. 

Ο Νικολο Μακιαβέλι, που υπηρετούσε το κράτος τής πόλης, αποπέμφθηκε 

από τη διπλωματική του θέση..Οι φίλοι του,οι προστάτες του,διωχθηκαν.

Ο ίδιος συνελήφθη.Αναφερετε πως βασανίστηκε..

Όταν τον άφησαν ελεύθερο αποσύρθηκε στο κτήμα του.

Άρχισε να γράφει.Ηξειρε πως τώρα οι Μεδικοι τον περιφρονουσαν.Επρεπε.να

ξανακερδίσει την εμπιστοσύνη τους.

Περιέγραφε με ακρίβεια τη δύναμη,την ασταθή φύση τής εξουσίας και τα μέσα που χρησιμοποιεί ο ηγεμόνας για να την διατηρήσει. Η γλώσσα ήταν απλή, τα παραδείγματα ρεαλιστικά, η σκέψη αυστηρή.

Όταν τελείωσε το χειρόγραφο, το έστειλε στους Μέδικους, ελπίζοντας σε αναγνώριση. 

Δεν υπήρξε απάντηση.

Εφάρμοσαν το δεύτερο από αυτό που τούς απηύθυνε:

Τούς αντιπάλους σου ή πρέπει να τούς παίρνεις με το μέρος σου ή να τούς εκμηδενίζεις.

Τον εκμηδενισαν.

.

.

.

GREEK POETRY -κι εγώ εδω -χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

 .

.

GREEK POETRY

-κι εγώ εδω 

-χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis

POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

κι εγώ εδω


κι ύστερα έρχονται νύχτες 

κι εγώ εδω

μα τι να σού πω

πως ο άνθρωπος είναι το πλάσμα 

που στα δόντια του έχει κολλημένο χωμα

γεμάτη τσιμέντο ή πολη

αν είναι να τελειώσουμε αυτό το κόσμο 

ας τελειώσουμε με φασαρία.

Όχι άλλο ύπνο στις τηλεοράσεις.

Όχι άλλο φόβο ντυμένο καταψυκτες

η πόλη βηχει

λέξεις στραβες ξημέρωσε πάλι

Σε ψάχνω χρόνια

μέχρι που κατάλαβα 

πώς δεν βρίσκεσαι εδω

Κι αν ποτέ με δεις στο δρόμο

μην πεις τίποτα.

η ιστορία μας δεν τελείωσε.

.

.

.


Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025

GREEK POETRY -(Κατα Κάποιον Τρόπο η Ιστορια) Στις Ειδους Μαρτίου alea jacta est -χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.

.

GREEK POETRY

-(Κατα Κάποιον Τρόπο η Ιστορια)

Στις Ειδους Μαρτίου alea jacta est 

-χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis

POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης



Vincenzo Camuccini,Η δολοφονία τού Ιούλιου Καίσαρα (1806)


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Κατα Κάποιον Τρόπο η Ιστορια)

Στις Ειδους Μαρτίου alea jacta est 


Στις Ειδους Μαρτίου το 44 πΧ με τάξη ρωμαϊκή 

με χαμόγελα με προσοχή στις χειρονομίες με τιμές 

οπως αρμόζουν σε τέτοιον Ρωμαίο άντρα τον υποδεχτηκαν,

τους τρομαζε όμως  η δικτατορική του προοπτικη,ότι

τον Ρουβικωνα διαβαίνει και μετά το alea jacta est του

ολα θα είναι δύσκολα να αντιστραφουν,γι'αυτό μέσα

στις συγκλητικες τογες έχουν τα 23 στιλετα κρυμμένα

η μέρα είναι λίαν κατάλληλη εκείνος ο παλαιός αρχαιος 

τής Ρωμαϊκής Δημοκρατιας Λεύκιος Ιούνιος Βρούτος

για τη δολοφονία τού ενός ανδρός τής Δικτατορίας

Ιούλιου Καίσαρα να αλλάξει σε Μάρκο Ιούνιο Βρουτο

και εκείνο το:'Και συ,τέκνον Βρουτε' να ακουσθεί,

επινοημένο η' όχι, που μόνο για τη θεατρικότητα τής σκηνης 

έχει σημασία,τα μετέπειτα είναι αναμενόμενα,τα συνηθη,

οι ρητορειες τής σωτηριας,οι συζητήσεις στα λουτρά,

στις ευωχιες τών συμποσίων,όμως ενδόμυχα τούς βασάνιζε 

η ιδέα ότι η εξουσία απλώς ενδύεται διαφορετικά

και όλα θα επαναληφθουν σε άλλες Ειδους Μαρτίου 

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Ο τελευταίος πινακας -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Ο τελευταίος πινακας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



Mark Rothko, Untitled (Red on Red)1969


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ο τελευταίος πινακας


Ένα φως χλωμό,μεταλλικό,στο δωμάτιο.

Ηταν νωρίς το πρωί.

Ενα φλιτζάνι μαύρο καφέ.Δεν είχε κοιμηθεί σχεδόν καθόλου.Το τελευταίο 

καιρό τα χρώματα στους πίνακες του σκοτείνιασαν.Πιο βαθιά κόκκινα,μαύρα.

Μια βαρυτική δύναμη.

Ο μισοτελειωμένος πίνακας.Ενα καστανό μαύρο πάνω,ένα κόκκινο κάτω.

Μια οριζόντια λεπτή γραμμή κίτρινου.Ζωγραφικη μιας αναπνοής που πνίγεται.

Ένα τέλος χρωμάτων.

Στο τραπέζι ανακατεμένα σωληνάρια χρώματα,πινέλα,χαρτιά.

Το δωμάτιο μύριζε τερεβινθινη.Εξω ακούγεται το βουητό τής τεράστιας πόλης.

Το χρώμα δεν είναι μορφή.Ειναι συναίσθημα,σκέφτηκε,που έχει χάσει το

νόημα.

Κοίταξε ένα άλμπουμ.φωτογραφιων.

Ποτε ήταν η τελευταία φορά που την είδε;

Μεσημέρι.Βγηκε έξω.

Η πόλη ψυχρή.Οι βιτρίνες τα φανάρια οι περαστικοί όλα αδιάφορα.

Περπατούσε αργά.Περασε μπροστα από ένα μεγάλο εστιατόριο.Σιχαινεται

τα εστιατόρια.Την καταναλωση διακοσμητικών φαγητών.

Την είδε,έτσι τού φάνηκε,μέσα στο πλήθος.Την έχασε.

Φθινοπωρινή ομίχλη.Δεν ζητούσε τίποτα.

Επέστρεψε.Στο ασανσέρ ένιωσε ότι είχε δει ό,τι χρειάζονταν να δει.

Μπαίνοντας στο διαμέρισμα στάθηκε μπροστά στον πίνακα.Σε πολύ μικρή

απόσταση.

Πήρε ένα πινέλο και πέρασε άλλη μια στρώση κόκκινο.Το χρώμα απορροφηθηκε

αμέσως.

Εδώ τελειώνει,ψιθύρισε.

Πήγε στο μπάνιο και έπλυνε τα χέρια του στον νεροχύτη.Κοιταξε το νερό που

έγινε κόκκινο.

Γύρισε στο δωμάτιο.Στο σημειωματάριο έγραψε:Ο πίνακας είναι...

Δεν τελείωσε τη φράση.

Ο ήχος τής πόλης δεν τον αφορούσε πια.

Άκουσε τη φωνή της απ' τη κρεβατοκάμαρα.

Πηγε.Τη βρήκε μπροστά στον καθρέφτη.

Αυτό ήταν πριν ένα μήνα.

Το επόμενο πρωι κανείς δεν υπήρχε στο δωμάτιο.

Μόνο ο πίνακας στο σκοτάδι.

.

.

.

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

GREEK POETRY -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis μεταφράζοντας Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος στίχοι 408-428 -Η αντιμιλια τού Τειρεσία στον Οιδιποδα -χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

 .

.

GREEK POETRY

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 

Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος 

στίχοι 408-428

-Η αντιμιλια τού Τειρεσία στον Οιδιποδα

-χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis

POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 


Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος 

στίχοι 408-428

-Η αντιμιλια τού Τειρεσία στον Οιδιποδα-


Τειρεσιας:


τι κι αν τυραννεἰς,εξίσου τουλάχιστον 

ίσα θα σου αντιλέξω,

αφου κι εγώ τούτη δω την εξουσία εχω,

γιατί δούλος σε σένα δεν είμαι, αλλά τού Λοξια.

κι ούτε προστατευομενος τού Κρέοντα είμαι 

γραμμένος,

Κι αυτά λέω,επειδή και τυφλό εμένα χλευασες,

εσυ κι αν βλέπεις καθαρά καθόλου δεν βλεπεις

ποια είναι η συμφορά σου,

ούτε που μένεις,ούτε με ποιους συγκατοικείς,

μήπως ξέρεις από ποιους είσαι;

και δεν αντιλαμβάνεσε πως εχθρός είσαι 

στους δικους σου κάτω και πάνω απ' τη γη,

και σενα διπλή θα σε πλήξει και της μάνας

και τού πατέρα σου και θα σε διώξει κάποτε 

απ' αυτή τη γη δώ η βαριά  καταρα,

αν τώρα βλέπεις καθαρά,μετά το σκοταδι,

τής κραυγής σου ποιο δεν θα'ναι λιμάνι,

ποιος Κιθαιρώνας δεν θα αντιχησει,

όταν αντιληφθείς το γάμο,που στα σπίτια

χωρίς όρμο εισεπλευσες,αφού καλός 

σού ετυχε πλους; 

και των άλλων το  πλήθος δεν νιώθεις 

τών συμφορων,

όταν το ίδιο θα'σαι και συ  και τα παιδιά σου,

ύστερα απ'αυτα  και τον Κρέοντα

και το δικό μου στόμα λασπολογησε,

γιατί δεν θα'ναι άνθρωπος ο οποίος από σένα 

χειρότερα να  συντριφτει ποτέ.


Τειρεσιας:


εἰ καὶ τυραννεῖς, ἐξισωτέον τὸ γοῦν

ἴσ᾽ ἀντιλέξαι· τοῦδε γὰρ κἀγὼ κρατῶ.

410οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος, ἀλλὰ Λοξίᾳ·

ὥστ᾽ οὐ Κρέοντος προστάτου γεγράψομαι.

λέγω δ᾽, ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ᾽ ὠνείδισας·

σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν᾽ εἶ κακοῦ,

οὐδ᾽ ἔνθα ναίεις, οὐδ᾽ ὅτων οἰκεῖς μέτα.

415ἆρ᾽ οἶσθ᾽ ἀφ᾽ ὧν εἶ; καὶ λέληθας ἐχθρὸς ὢν

τοῖς σοῖσιν αὐτοῦ νέρθε κἀπὶ γῆς ἄνω,

καί σ᾽ ἀμφιπλὴξ μητρός τε καὶ τοῦ σοῦ πατρὸς

ἐλᾷ ποτ᾽ ἐκ γῆς τῆσδε δεινόπους ἀρά,

βλέποντα νῦν μὲν ὄρθ᾽, ἔπειτα δὲ σκότον.

420βοῆς δὲ τῆς σῆς ποῖος οὐκ ἔσται λιμήν,

ποῖος Κιθαιρὼν οὐχὶ σύμφωνος τάχα,

ὅταν καταίσθῃ τὸν ὑμέναιον, ὃν δόμοις

ἄνορμον εἰσέπλευσας, εὐπλοίας τυχών;

ἄλλων δὲ πλῆθος οὐκ ἐπαισθάνῃ κακῶν,

425ὅσ᾽ ἐξισώσεις σοί τε καὶ τοῖς σοῖς τέκνοις.

πρὸς ταῦτα καὶ Κρέοντα καὶ τοὐμὸν στόμα

προπηλάκιζε. σοῦ γὰρ οὐκ ἔστιν βροτῶν

κάκιον ὅστις ἐκτριβήσεταί ποτε.

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Vincent Van Gogh Alonso Don Quixote (Ελληνικά, English, Francais, German,Italian, Spanish, Portuguese) -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Vincent Van Gogh Alonso Don Quixote 

(Ελληνικά, English, Francais, German,Italian, Spanish, Portuguese)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Vincent Van Gogh Alonso Don Quixote 

(Ελληνικά, English, Francais, German,Italian, Spanish, Portuguese)


Ο Vincent van Gogh περπατούσε νύχτα σε μια άδεια πόλη.

Οι κολώνες φωτισμού αναμμένες.Οι σκιές σε επιμήκυνση.Στον μπλε ουρανο η σελήνη μηνίσκος.

Εκεί μέσα στη παράξενη αρμονία,είδε γυναίκες,να περπατούν αργά,σιωπηλές.

Σαν να ονειρεύονταν του φάνηκε.

Και ξαφνικά μπροστά του στάθηκε η αδύνατη ψηλή αστεία φιγούρα ενός ιππότη,με μπρούτζινη πανοπλία κι ένα ξύλινο κοντάρι στο χέρι.

Alégrate, amigo,φώναξε η φιγούρα με επικο πομπώδες τονο.

Ο Vincent κατάλαβε αμέσως ποιος ήταν: 

ο Alonso Don Quixote.

Ψάχνω τη Dulcinea μου,

είπε ο ιππότης,πρέπει επειγόντως να τη σώσω,κινδυνεύει απ' τους κακούς γίγαντες.

Ο Vincent χαμογέλασε:

Μα αυτοί,amigo,δεν είναι γίγαντες,είναι ανεμόμυλοι.

Δεν είναι φαντασία ,ονειρο.

-Οπως κάθε πραγματικό που αγγίζει η καρδιά είναι όνειρο,amigo,είπε σοβαρός ο Don Quixote.

Ακούστηκε ένας μακρινός πυροβολισμός.

-Ουτε κι αυτός είναι όνειρο,είπε ο Vincent,έχει συμβεί πραγματικα.

Περιπλανήθηκαν στους δρόμους τής πόλης.Εφτασαν στον σιδηροδρομικό σταθμό.

Τα τραίνα σταματημένα στις αποβαθρες.Αιωνια ακίνητα.

Οι γυναίκες όρθιες,ακίνητες, τούς παρακολουθούσαν.

Ανάμεσα τους,η Sien Clasina Maria Hoornik

τού van Gogh,και η Dulcinea τού Don Chichote.

Ο Vincent κοίταξε ψηλά το αιωρούμενο πρόσωπο τού 

Don Quixote σε κίτρινους στροβιλισμούς άστρων και είπε: 

Ζούμε μέσα στα όνειρα άλλων ανθρώπων,amigo.

Ο Don Chichote χαμογέλασε με θλίψη.

-Και ίσως οι πίνακες σου,είπε, να είναι η ίδια η ζωή,και οι ανεμόμυλοι μου σκιές τής φαντασιας.

Και ξαφνικά ο ιππότης στρέφει το κεφάλι με το μπρούτζινο κράνος ψηλά, σηκώνει το κοντάρι και λογχιζει το φεγγάρι φωνάζοντας:Dulcinea.

Την ίδια στιγμή ο Vincent βλέπει την Sien μεσα στις ακίνητες γυναίκες.Η τρίτη από αριστερά.Πλησιαζει.

Κι εκείνη χάνεται.

Δεν υπήρχε γύρω τους παρά μόνο η πραγματικότητα,που διαλύει τα όνειρα τους.

.

.

Vincent Van Gogh Alonso Don Quixote


Vincent van Gogh walked at night through an empty city.

The streetlights were on. Shadows stretched long. In the blue sky, a crescent moon.

There, in that strange harmony, he saw women walking slowly, silently.

It seemed to him as if they were dreaming.

And suddenly, in front of him, stood the thin, tall, comical figure of a knight, with bronze armor and a wooden lance in hand.

"Alégrate, amigo," the figure shouted in an epic, pompous tone.

Vincent immediately understood who he was:

Alonso Don Quixote.

"I’m looking for my Dulcinea," said the knight, "I must save her urgently; she is in danger from evil giants."

Vincent smiled:

"But those, amigo, are not giants, they are windmills.

It’s not imagination, it’s a dream."

"As everything real that touches the heart is a dream, amigo," said Don Quixote seriously.

A distant gunshot was heard.

"That’s not a dream either," said Vincent, "it really happened."

They wandered the streets of the city. They arrived at the railway station.

The trains were stopped on the platforms. Eternally still.

The women stood motionless, watching them.

Among them, Sien Clasina Maria Hoornik of van Gogh, and Don Quixote’s Dulcinea.

Vincent looked up at Don Quixote’s floating face in yellow swirling stars and said:

"We live inside other people's dreams, amigo."

Don Quixote smiled sadly.

"And perhaps your paintings," he said, "are life itself, and my windmills are shadows of imagination."

And suddenly, the knight turned his head up with his bronze helmet, lifted his lance, and pierced the moon shouting: "Dulcinea."

At that same moment, Vincent saw Sien among the motionless women. The third from the left. He approached.

And she disappeared.

Around them, there was nothing but reality, which dissolves their dreams.

.

.

Vincent Van Gogh Alonso Don Quichotte


Vincent van Gogh marchait la nuit dans une ville vide.

Les lampadaires étaient allumés. Les ombres s’allongeaient. Dans le ciel bleu, un croissant de lune.

Là, dans cette étrange harmonie, il vit des femmes marcher lentement, silencieusement.

On aurait dit qu’elles rêvaient.

Et soudain, devant lui, se dressa la silhouette mince, grande et comique d’un chevalier, avec une armure en bronze et une lance en bois à la main.

"Alégrate, amigo," cria la silhouette d’un ton épique et pompeux.

Vincent comprit immédiatement qui c’était :

Alonso Don Quichotte.

"Je cherche ma Dulcinée," dit le chevalier, "je dois la sauver d’urgence ; elle est en danger à cause des méchants géants."

Vincent sourit :

"Mais eux, amigo, ce ne sont pas des géants, ce sont des moulins à vent.

Ce n’est pas de l’imagination, c’est un rêve."

"Comme tout ce qui est réel et touche le cœur est un rêve, amigo," dit Don Quichotte sérieusement.

Un coup de feu lointain se fit entendre.

"Ça non plus ce n’est pas un rêve," dit Vincent, "cela s’est vraiment reel."

Ils errèrent dans les rues de la ville. Ils arrivèrent à la gare.

Les trains étaient arrêtés sur les quais. Éternellement immobiles.

Les femmes restaient debout, immobiles, les observant.

Parmi elles, Sien Clasina Maria Hoornik de van Gogh, et la Dulcinée de Don Quichotte.

Vincent regarda en haut le visage flottant de Don Quichotte dans des tourbillons jaunes d’étoiles et dit :

"Nous vivons dans les rêves des autres, amigo."

Don Quichotte sourit tristement.

"Et peut-être que tes tableaux," dit-il, "sont la vie elle-même, et mes moulins à vent sont les ombres de l’imagination."

Et soudain, le chevalier tourna la tête avec son casque de bronze, leva sa lance et transperça la lune en criant : "Dulcinée."

Au même moment, Vincent vit Sien parmi les femmes immobiles. La troisième à partir de la gauche. Il s’approcha.

Et elle disparut.

Autour d’eux, il n’y avait que la réalité, qui dissout leurs rêves.

.

.

Vincent Van Gogh Alonso Don Quijote


Vincent van Gogh ging nachts durch eine leere Stadt.

Die Straßenlaternen leuchteten. Die Schatten wurden lang. Am blauen Himmel ein Mondsichel.

Dort, in dieser seltsamen Harmonie, sah er Frauen langsam und still gehen.

Es schien ihm, als träumten sie.

Und plötzlich stand vor ihm die dünne, große, komische Gestalt eines Ritters, mit bronzener Rüstung und einem hölzernen Speer in der Hand.

"Alégrate, amigo," rief die Gestalt in epischem, pompösem Ton.

Vincent erkannte sofort, wer er war:

Alonso Don Quijote.

"Ich suche meine Dulcinea," sagte der Ritter, "ich muss sie dringend retten; sie ist in Gefahr durch böse Riesen."

Vincent lächelte:

"Aber das sind, amigo, keine Riesen, das sind Windmühlen.

Es ist keine Fantasie, es ist ein Traum."

"Wie alles Wahre, das das Herz berührt, ein Traum ist, amigo," sagte Don Quijote ernst.

Ein fernes Schussgeräusch war zu hören.

"Auch das ist kein Traum," sagte Vincent, "es ist wirklich geschehen."

Sie wanderten durch die Straßen der Stadt. Sie erreichten den Bahnhof.

Die Züge standen auf den Gleisen. Ewige Stille.

Die Frauen standen reglos da und beobachteten sie.

Unter ihnen Sien Clasina Maria Hoornik von van Gogh und Don Quijotes Dulcinea.

Vincent blickte hinauf auf Don Quijotes schwebendes Gesicht in gelben wirbelnden Sternen und sagte:

"Wir leben in den Träumen anderer Menschen, amigo."

Don Quijote lächelte traurig.

"Und vielleicht sind deine Bilder," sagte er, "das Leben selbst, und meine Windmühlen die Schatten der Fantasie."

Und plötzlich drehte der Ritter den Kopf mit dem bronzenen Helm nach oben, hob seinen Speer und stieß die Mondesgabel und rief: "Dulcinea."

Zur selben Zeit sah Vincent Sien unter den reglosen Frauen. Die dritte von links. Er näherte sich.

Und sie verschwand.

Um sie herum gab es nur die Realität, die ihre Träume zerstört.

.

.

Vincent Van Gogh Alonso Don Chisciotte


Vincent van Gogh camminava di notte in una città vuota.

I lampioni erano accesi. Le ombre si allungavano. Nel cielo blu, una luna a falce.

Lì, in quella strana armonia, vide delle donne camminare lentamente, silenziose.

Sembrava loro che stessero sognando.

E improvvisamente, davanti a lui, si ergeva la figura sottile, alta e comica di un cavaliere, con armatura di bronzo e una lancia di legno in mano.

"Alégrate, amigo," gridò la figura con tono epico e pomposo.

Vincent capì subito chi era:

Alonso Don Chisciotte.

"Cerco la mia Dulcinea," disse il cavaliere, "devo salvarla urgentemente; è in pericolo per colpa dei cattivi giganti."

Vincent sorrise:

"Ma quelli, amigo, non sono giganti, sono mulini a vento.

Non è fantasia, è un sogno."

"Come tutto ciò che è reale e tocca il cuore è un sogno, amigo," disse Don Chisciotte seriamente.

Si sentì uno sparo lontano.

"Neanche questo è un sogno," disse Vincent, "è successo davvero."

Si aggirarono per le strade della città. Arrivarono alla stazione ferroviaria.

I treni erano fermi sui binari. Eternamente immobili.

Le donne stavano in piedi, immobili, a osservarli.

Tra loro, Sien Clasina Maria Hoornik di van Gogh, e la Dulcinea di Don Chisciotte.

Vincent guardò in alto il volto fluttuante di Don Chisciotte tra gialli vortici di stelle e disse:

"Viviamo nei sogni degli altri, amigo."

Don Chisciotte sorrise tristemente.

"E forse i tuoi dipinti," disse, "sono la vita stessa, e i miei mulini a vento sono ombre dell’immaginazione."

E improvvisamente, il cavaliere voltò la testa con il casco di bronzo verso l’alto, sollevò la lancia e trafigge la luna gridando: "Dulcinea."

Nello stesso momento Vincent vide Sien tra le donne immobili. La terza da sinistra. Si avvicinò.

E lei scomparve.

Intorno a loro c’era solo la realtà, che dissolveva i loro sogni.

.

.


Vincent Van Gogh Alonso Don Quijote


Vincent van Gogh caminaba de noche por una ciudad vacía.

Las farolas estaban encendidas. Las sombras se alargaban. En el cielo azul, una luna creciente.

Allí, en esa extraña armonía, vio a mujeres caminando lentamente, en silencio.

Le pareció que estaban soñando.

Y de repente, frente a él, se encontraba la delgada, alta y cómica figura de un caballero, con armadura de bronce y una lanza de madera en la mano.

"Alégrate, amigo," gritó la figura con un tono épico y pomposo.

Vincent comprendió de inmediato quién era:

Alonso Don Quijote.

"Busco a mi Dulcinea," dijo el caballero, "debo salvarla urgentemente; está en peligro por los malvados gigantes."

Vincent sonrió:

"Pero esos, amigo, no son gigantes, son molinos de viento.

No es imaginación, es un sueño."

"Como todo lo real que toca el corazón es un sueño, amigo," dijo Don Quijote seriamente.

Se escuchó un disparo lejano.

"Eso tampoco es un sueño," dijo Vincent, "sucedió realmente."

Vagaron por las calles de la ciudad. Llegaron a la estación de tren.

Los trenes estaban detenidos en los andenes. Eternamente quietos.

Las mujeres permanecían de pie, inmóviles, observándolos.

Entre ellas, Sien Clasina Maria Hoornik de van Gogh, y la Dulcinea de Don Quijote.

Vincent miró hacia arriba el rostro flotante de Don Quijote entre remolinos amarillos de estrellas y dijo:

"Vivimos dentro de los sueños de otras personas, amigo."

Don Quijote sonrió tristemente.

"Y tal vez tus cuadros," dijo, "sean la vida misma, y mis molinos de viento las sombras de la imaginación."

Y de repente, el caballero giró la cabeza con su casco de bronce hacia arriba, levantó su lanza y atravesó la luna gritando: "Dulcinea."

Al mismo tiempo, Vincent vio a Sien entre las mujeres inmóviles. La tercera desde la izquierda. Se acercó.

Y ella desapareció.

A su alrededor no había más que la realidad, que disuelve sus sueños.

.

.

Vincent Van Gogh Alonso Dom Quixote


Vincent van Gogh caminhava à noite por uma cidade vazia.

Os postes de luz estavam acesos. As sombras alongadas. No céu azul, uma lua crescente.

Ali, naquela estranha harmonia, viu mulheres caminhando lentamente, em silêncio.

Parecia-lhe que estavam sonhando.

E de repente, à sua frente, estava a figura magra, alta e engraçada de um cavaleiro, com armadura de bronze e uma lança de madeira na mão.

"Alégrate, amigo," gritou a figura em tom épico e pomposo.

Vincent entendeu imediatamente quem era:

Alonso Dom Quixote.

"Estou procurando minha Dulcineia," disse o cavaleiro, "preciso salvá-la urgentemente; ela está em perigo por causa dos maus gigantes."

Vincent sorriu:

"Mas esses, amigo, não são gigantes, são moinhos de vento.

Não é imaginação, é um sonho."

"Como tudo o que é real e toca o coração é um sonho, amigo," disse Dom Quixote seriamente.

Ouviu-se um tiro distante.

"Isso também não é um sonho," disse Vincent, "aconteceu de verdade."

Eles vagaram pelas ruas da cidade. Chegaram à estação ferroviária.

Os trens estavam parados nas plataformas. Eternamente imóveis.

As mulheres permaneciam em pé, imóveis, observando-os.

Entre elas, Sien Clasina Maria Hoornik de van Gogh, e a Dulcineia de Dom Quixote.

Vincent olhou para o alto o rosto flutuante de Dom Quixote em redemoinhos amarelos de estrelas e disse:

"Vivemos dentro dos sonhos de outras pessoas, amigo."

Dom Quixote sorriu tristemente.

"E talvez seus quadros," disse ele, "sejam a própria vida, e meus moinhos de vento sombras da imaginação."

E de repente, o cavaleiro virou a cabeça com o capacete de bronze para cima, levantou a lança e cravou a lua gritando: "Dulcineia."

No mesmo momento, Vincent viu Sien entre as mulheres imóveis. A terceira da esquerda. Aproximou-se.

E ela desapareceu.

Ao redor deles, só havia a realidade, que dissolve seus sonhos.

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis μεταφράζοντας Θουκυδίδης,Ιστορία Πελοποννησιακου Πολέμου, Βιβλίο β',67 -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 


Θουκυδίδης,Ιστορία Πελοποννησιακου Πολέμου,

Βιβλίο β',67

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 


Θουκυδίδης,Ιστορία Πελοποννησιακου Πολέμου,

Βιβλίο β',67


και στο τελος τού ίδιου θέρους ο Αριστεας ο Κορίνθιος και οι πρέσβεις τών Λακεδαιμονίων Ανηριστος και Νικόλαος και Πρατοδαμος και Τιμαγορας απ'τη Τεγέα και ο Πολλις απ'το Άργος,εξ ιδίων κινούμενος,κατευθυνόμενοι στην Ασία προς τον βασιλεα όπως,αν είναι δυνατόν,τον πείσουν και χρήματα να τους δώσει και να συμμετάσχει στο πόλεμο,φτάνουν στον Σιταλκη πρώτα,τον γιο τού Τηρεα στη Θρακη,

θελωντας και να τον πείσουν,αν μπορούσαν,αφού αποστατησει από τη συμμαχία τών Αθηναίων να  εκστρατευσει στη Ποτειδαια,όπου ήταν στράτευμα τών Αθηναίων που πολιορκουσε,

και όπως τον καταφέρουν,δια μέσου εκείνου να περάσουν από τον Ελλήσποντο στον Φαρνάκη τού Φαρναβαζου,

ο οποίος επρόκειτο στο βασιλέα να τούς στείλει,

όμως οι πρέσβεις τών Αθηναίων που έτυχε να βρίσκονται εκεί ο Λέαρχος τού Καλλιμαχου και ο Αμεινιαδης τού Φιλημονος 

στον Σιταλκη πείθουν τον Σαδοκο που είχε γεννηθεί Αθηναίος,τού Σιταλκη το γιο,όπως τους άντρες να παραδώσει στα χέρια τους,για να μην μεταβούν στον βασιλέα και την πόλη του,όσο τούς περνούσε,να βλαψουν.

αυτός λοιπόν αφού πεισθηκε τούς άφησε να κατευθυνθουν μέσω τής Θράκης στο πλοίο με το οποίο επρόκειτο τον Ελλήσποντο να περασουν

και πριν να επιβιβαστούν τούς συλλαμβάνει.

κι άλλους στελνωντας μαζί με τον Λεαρχο και τον Αμεινιαδη τούς διέταξε σ'εκεινους να παραδωσουν,

αυτοί τότε αφού τούς πήραν τούς μετέφεραν στην Αθήνα,

όταν αυτοί έφτασαν επειδή φοβήθηκαν οι Αθηναίοι τον Αριστεα

μήπως πάλι τούς κάνει  ακόμη μεγαλύτερη ζημιά διαφευγοντας,γιατί και πρωτύτερα σ'αυτά τής Ποτείδαιας και της Θράκης

τα πάντα φαίνεται να έκανε, 

χωρίς κριση,αν και θέλησαν να μιλησουν,αυθημερόν τούς σκότωσαν όλους και σε φαράγγι έρριξαν,

αφού θεώρησαν δίκαιο σ'αυτους ν'αντιδρασουν όπως ακριβώς και οι Λακεδαιμόνιοι πρώτοι εκαναν,

τούς εμπόρους που επιασαν απ'τους Αθηναιους κι απ'τους συμμάχους στα φορτηγά πλοία γύρω απ'τη Πελοπόννησο πλεοντας να σκοτώσουν και σε φαράγγια να ριξουν.

γιατί πράγματι όλους από την αρχή τού πολέμου οι Λακεδαιμόνιοι όσους να έπιαναν στη θάλασσα σαν εχθρούς αφάνιζαν,κι αυτους που με τούς Αθηναίους συμπολεμουσαν κι αυτούς με κανέναν απ'τους δυο.


[67] [67.1] Καὶ τοῦ αὐτοῦ θέρους τελευτῶντος Ἀριστεὺς Κορίνθιος καὶ Λακεδαιμονίων πρέσβεις Ἀνήριστος καὶ Νικόλαος καὶ Πρατόδαμος καὶ Τεγεάτης Τιμαγόρας καὶ Ἀργεῖος ἰδίᾳ Πόλλις, πορευόμενοι ἐς τὴν Ἀσίαν ὡς βασιλέα, εἴ πως πείσειαν αὐτὸν χρήματά τε παρασχεῖν καὶ ξυμπολεμεῖν, ἀφικνοῦνται ὡς Σιτάλκην πρῶτον τὸν Τήρεω ἐς Θρᾴκην, βουλόμενοι πεῖσαί τε αὐτόν, εἰ δύναιντο, μεταστάντα τῆς Ἀθηναίων ξυμμαχίας στρατεῦσαι ἐπὶ τὴν Ποτείδαιαν, οὗ ἦν στράτευμα τῶν Ἀθηναίων πολιορκοῦν, καὶ ᾗπερ ὥρμηντο, δι’ ἐκείνου πορευθῆναι πέραν τοῦ Ἑλλησπόντου ὡς Φαρνάκην τὸν Φαρναβάζου, ὃς αὐτοὺς ἔμελλεν ὡς βασιλέα ἀναπέμψειν. [67.2] παρατυχόντες δὲ Ἀθηναίων πρέσβεις Λέαρχος Καλλιμάχου καὶ Ἀμεινιάδης Φιλήμονος παρὰ τῷ Σιτάλκῃ πείθουσι τὸν Σάδοκον τὸν γεγενημένον Ἀθηναῖον, Σιτάλκου υἱόν, τοὺς ἄνδρας ἐγχειρίσαι σφίσιν, ὅπως μὴ διαβάντες ὡς βασιλέα τὴν ἐκείνου πόλιν τὸ μέρος βλάψωσιν. [67.3] ὁ δὲ πεισθεὶς πορευομένους αὐτοὺς διὰ τῆς Θρᾴκης ἐπὶ τὸ πλοῖον ᾧ ἔμελλον τὸν Ἑλλήσποντον περαιώσειν, πρὶν ἐσβαίνειν ξυλλαμβάνει, ἄλλους ξυμπέμψας μετὰ τοῦ Λεάρχου καὶ Ἀμεινιάδου, καὶ ἐκέλευσεν ἐκείνοις παραδοῦναι· οἱ δὲ λαβόντες ἐκόμισαν ἐς τὰς Ἀθήνας. [67.4] ἀφικομένων δὲ αὐτῶν δείσαντες οἱ Ἀθηναῖοι τὸν Ἀριστέα μὴ αὖθις σφᾶς ἔτι πλείω κακουργῇ διαφυγών, ὅτι καὶ πρὸ τούτων τὰ τῆς Ποτειδαίας καὶ τῶν ἐπὶ Θρᾴκης πάντα ἐφαίνετο πράξας, ἀκρίτους καὶ βουλομένους ἔστιν ἃ εἰπεῖν αὐθημερὸν ἀπέκτειναν πάντας καὶ ἐς φάραγγα ἐσέβαλον, δικαιοῦντες τοῖς αὐτοῖς ἀμύνεσθαι οἷσπερ καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι ὑπῆρξαν, τοὺς ἐμπόρους οὓς ἔλαβον Ἀθηναίων καὶ τῶν ξυμμάχων ἐν ὁλκάσι περὶ Πελοπόννησον πλέοντας ἀποκτείναντες καὶ ἐς φάραγγας ἐσβαλόντες. πάντας γὰρ δὴ κατ’ ἀρχὰς τοῦ πολέμου Λακεδαιμόνιοι ὅσους λάβοιεν ἐν τῇ θαλάσσῃ ὡς πολεμίους διέφθειρον, καὶ τοὺς μετὰ Ἀθηναίων ξυμπολεμοῦντας καὶ τοὺς μηδὲ μεθ’ ἑτέρων.

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis μεταφράζοντας Πλούταρχος,Συναγωγὴ ἱστοριῶν παραλλήλων Ἑλληνικῶν καὶ Ῥωμαϊκῶν (4) - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 


Πλούταρχος,Συναγωγὴ ἱστοριῶν παραλλήλων Ἑλληνικῶν καὶ Ῥωμαϊκῶν

(4)

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

μεταφράζοντας 


Πλούταρχος,Συναγωγὴ ἱστοριῶν παραλλήλων Ἑλληνικῶν καὶ Ῥωμαϊκῶν

(4)


Ο Ξέρξης με πεντακόσιες μυριάδες στο Αρτεμίσιο προσορμιζοντας πόλεμο στους κατοίκους τού τόπου κύρρηξε.

Οι Αθηναίοι λοιπόν αναστατωμένοι έστειλαν κατάσκοπο τον Αγησίλαο, τού Θεμιστοκλή αδελφό,αν και ο Νεοκλής ο πατέρας του σε όνειρο είδε πως και τα δυο τού έκοψαν χέρια.

Όταν βρεθηκε στους βάρβαρους με στολη περσική τον Μαρδόνιο,έναν απ' τους σωματοφυλακες,σκότωσε νομίζοντας πως ο Ξέρξης ειναι.

Τοτε αφού  συνεληφθει απ'τους εκεί γύρω δεμένος  πήγε στο βασιλέα.

Κι όταν να θυσιασθει ο προαναφερθεις επρόκειτο πάνω στου Ήλιου το βωμό το δεξί έβαλε χέρι,και χωρίς αναστεναγμούς αντεχωντας το μαρτύριο τών βασανων ελευθερώθηκε απ'τα δεσμά λέγοντας:

όλοι είμαστε τέτοιοι οι Αθηναίοι,κι αν δεν το πιστεύεις,και το αριστερό θα βάλω.

Τότε επειδή φοβήθηκε ο Ξέρξης να τον φρουρούν διέταξε,

όπως ακριβώς ιστορει ο Αγαθαρχιδης ο Σάμιος στο δεύτερο βιβλίο τών Περσικών.


ΞΕΡΞΗΣ μετὰ πεντακοσίων μυριάδων Ἀρτεμισίῳ προσορμίσας πόλεμον τοῖς ἐγχωρίοις κατήγγειλεν· Ἀθηναῖοι δὲ συγκεχυμένοι κατάσκοπον ἔπεμψαν Ἀγησίλαον, τὸν Θεμιστοκλέους ἀδελφόν, καίπερ Νεοκλέους τοῦ πατρὸς αὐτοῦ κατ´ ὄναρ ἑωρακότος ἀμφοτέρας ἀποβεβληκότα τὰς χεῖρας. παραγενόμενος δ´ εἰς τοὺς βαρβάρους ἐν σχήματι Περσικῷ Μαρδόνιον, ἕνα τῶν σωματοφυλάκων, ἀνεῖλεν ὑπολαμβάνων Ξέρξην εἶναι. συλληφθεὶς δὲ πρὸς τῶν πέριξ δέσμιος ἤχθη πρὸς τὸν βασιλέα. βουθυτεῖν δὲ τοῦ προειρημένου μέλλοντος ἐπὶ τῷ τοῦ Ἡλίου βωμῷ τὴν δεξιὰν ἐπέθηκε χεῖρα, καὶ ἀστένακτος ὑπομείνας τὴν ἀνάγκην τῶν βασάνων ἠλευθερώθη τῶν δεσμῶν εἰπών ’πάντες ἐσμὲν τοιοῦτοι Ἀθηναῖοι· εἰ δ´ ἀπιστεῖς, καὶ τὴν ἀριστερὰν ἐπιθήσω.‘ φοβηθεὶς δ´ ὁ Ξέρξης φρουρεῖσθαι αὐτὸν προσέταξε· καθάπερ ἱστορεῖ Ἀγαθαρχίδης Σάμιος ἐν δευτέρᾳ τῶν Περσικῶν.

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Η παρτίδα Σκάκι τών 2 Θεωριων - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Η παρτίδα Σκάκι τών 2 Θεωριων

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η παρτίδα Σκάκι τών 2 Θεωριων


Α vs Β
Α: παιζει με τα λευκα.
Β:παίζει με τα μαυρα.
8 . ♜  ♞ ♝  ♛  ♚ ♝   ♞   ♜
7 .♟♟♟♟♟♟ ♟♟
6 .
5 .
4 .
3 .
2 . ♙  ♙  ♙  ♙  ♙  ♙  ♙  ♙
1 . ♖  ♘  ♗ ♕ ♔  ♗  ♘  ♖
      a   b   c  d  e   f   g   h
Η παρτίδα άρχισε.
Α:Ο πρώτος, ο Μαθηματικός είχε το βλέμμα του βυθισμένο στο σύνολο τών πιθανών κινήσεων, όχι ως παιχνίδι, αλλά ως τοπολογία της ύπαρξης
Β:Ο δεύτερος, ο Φιλόσοφος έβλεπε τις  κινήσεις τού Α σαν πράξεις βούλησης, σαν τη διαλεκτική ανάμεσα στην αναγκαιότητα και την ελευθερία.
Κανείς τους δεν μιλούσε. Μονάχα ο ήχος τών πιονιών που άγγιζαν τα ασπρόμαυρα  τετραγωνα  ακούγονταν.
Ο Α σε κάθε κίνηση τού Β έβλεπε ότι:
η στρατηγική τού
αντιπάλου του,ειναι απρόβλεπτη αλλά εσωτερικά συνεπής,και αποκάλυπτε μια συμμετρία μέσα στην ασυμμετρία.
Κάθε επίθεση, κάθε υποχώρηση, κάθε ανταλλαγή κομματιών, τού φανέρωνε μια κρυφή μαθηματική σχέση.
Κάποια στιγμή, όταν ο Β θυσιασε ένα πιονι,σκέφτηκε:
Ένα σύστημα όπου η ήττα ενός στοιχείου γεννά τη νίκη του επόμενου.
Στο μυαλό του γεννηθηκε μια Θεωρια. Όχι από αριθμούς, αλλά απο:
Κίνηση-Μετασχηματισμός
-Νέα Ισορροπία.
Έτσι,επηρεασμενος από τον αντίπαλό του, συνέλαβε μια Θεωρία Αυτογενών Συμμετριών.
Ταυτόχρονα ο Β παρατηρουσε τον τρόπο που ο Α σκεφτόταν πριν κινηθεί.
Έβλεπε μια πειθαρχία, μια λογική ψυχρότητα.
Και τότε άρχισε να αντιλαμβάνεται πως η καθαρή λογική τού αντιπάλου του γεννούσε μια νέα μορφή ελευθερίας.
Μια ελευθερία όχι της βούλησης, αλλά της κατανόησης: η αποδοχή τής ανάγκης ως πράξης.
Έτσι, κατά τη διάρκεια τής παρτίδας, σχηματίστηκε στο νου του ένα φιλοσοφικό σύστημα.
Το ονόμασε:Οντολογία τής Σχέσης.
Σύμφωνα μ’ αυτό,το Είναι δεν είναι ποτέ μόνο του. Υπάρχει μόνο στο βαθμό που συσχετίζεται.
Η βασίλισσα υπάρχει επειδή υπάρχει ο βασιλιάς.Το πιόνι, επειδή υπάρχει η σκακιέρα που παίζει τη κίνηση του.
Η συνείδηση, επειδή υπάρχει το άλλο βλέμμα απέναντί της.
Ο Β αισθάνθηκε τότε ότι είχε ανακαλύψει τη θεμελιώδη δομή ένος φιλοσοφικου συστηματος που ενωνε τη λογική και την επιθυμία.
Η παρτίδα συνεχίζονταν.
Ο Α κοίταξε τη σκακιέρα.
Ματ σε τρεις κινήσεις.
Ο Β κοίταξε τη σκακιέρα.
Δεν υπήρχε διαφυγή.
Χαμογέλασε.
-Ματ λοιπόν,είπε ήρεμα.
-Ματ, ακριβώς, απάντησε ο Α.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή
η μαθηματική Θεωρία Αυτογενών Συμμετριών
έσβησε στο μυαλό του.
Σαν ποτέ να μην είχε γεννηθεί.Ολο το λαμπρό οικοδόμημα τών λογικών σχέσεων διαγράφηκε.
Και ο Β λίγο πριν ολοκλήρωσει την μεγάλη του φιλοσοφική σύλληψη
ένιωσε τη σκέψη του να θολώνει.
Η Οντολογία τών Σχέσεων
κατέρρευσε.Διαλυθηκε.
Το σκάκι ανάμεσα τους ένα
πεδίο από κενά ασπρόμαυρα τετραγωνα.
Όπου η νίκη και η ήττα δεν διαφέρουν.
Η παρτίδα τελείωσε με τον κλασσικό τρόπο:
ματ.
Όμως:
Ο Α και ο Β  σε μια παρτίδα σκάκι είχαν υπάρξει ο ένας το θεώρημα τού άλλου.
Κι αυτό τώρα μετά το ματ το αγνοούσαν.
.
.
Η Παρτίδα Σκακιού
Α vs Β

Α:λευκά πιόνια.
Β: μαύρα πιόνια.

8 . ♜  ♞ ♝  ♛  ♚ ♝   ♞   ♜
7 .♟♟♟♟♟♟ ♟♟
6 .
5 .
4 .
3 .
2 . ♙  ♙  ♙  ♙  ♙  ♙  ♙  ♙
1 . ♖  ♘  ♗ ♕ ♔  ♗  ♘  ♖
      a   b   c  d  e   f   g   h

1. e4 e5
Το κλασικό άνοιγμα με έλεγχο του κέντρου. Και οι δύο παίκτες ανοίγουν γραμμές για αξιωματικούς και βασίλισσα.

2. Nf3 Nc6
ο Α αναπτύσσει τον ίππο και πιέζει το πιόνι e5.
Ο Β απαντά συμμετρικά, υπερασπίζοντας το e5.

3. Bb5 a6 4. Ba4 Nf6 5. O-O Be7
Ξεκινά η Ισπανική Παρτίδα (Ruy Lopez).
Ο Α βάζει τον αξιωματικό στην κλασική διαγώνιο.
Ο Β αναπτύσσει κομμάτια, ετοιμάζεται για ροκέ.

6. Re1 b5 7. Bb3 d6 8. c3 O-O 9. h3 Nb8

Ο Α ενισχύει το κέντρο (c3) και αποφεύγει πιθανά σαχ στην g4 (h3).
Ο Β κάνει ροκέ και αναδιοργανώνει τον ίππο (Nb8 → Nc5) για πιο ευέλικτη ανάπτυξη.

10. d4 Nbd7 11. Nbd2 Bb7
Ο Α σπάει το κέντρο με d4, προσπαθώντας να πάρει χώρο.
Ο Β βάζει τον αξιωματικό σε φιανκέτο (Bb7), ελέγχοντας τη μεγάλη διαγώνιο.

12. a4 c5 13. d5 c4 14. Bc2 Nc5
Η παρτίδα παίρνει μορφή σκληρής μάχης για το κέντρο και πτέρυγα της βασίλισσας.
Τα πιόνια μπλοκάρουν τη θέση, οι ίπποι αναπτύσσονται στρατηγικά.

15. Nf1 Nxa4 16. Ng3 Nc5
Ο Α αναδιοργανώνει τον ίππο για επίθεση.
Ο Β κερδίζει υλικό στην πτέρυγα της βασίλισσας (Nxa4).

17. Nf5 Re8 18. Bg5 h6 19. Bh4 Bf8
Ο Α ξεκινά επίθεση στην πτέρυγα του βασιλιά, στοχεύοντας πιθανά αδύναμα σημεία.
Ο Β προστατεύει τον βασιλιά και αναδιοργανώνει αξιωματικούς.

20. Qd2 Kh7 21. Nxh6+ gxh6 22. Ng5+ hxg5 23. Qxg5 Bg7
Ο Α θυσιάζει τον ίππο για άνοιγμα γραμμών γύρω από τον βασιλιά.
Ο Β παίρνει, αλλά η θέση γίνεται επικίνδυνη λόγω έκθεσης του βασιλιά.

24. Re3 Bh6 25. Qf5+ Kg7 26. Rg3+ Kf8
Ο Α φέρνει πύργο στην επίθεση.
Ο Β προσπαθεί να ξεφύγει, αλλά ο βασιλιάς είναι εγκλωβισμένος.

27. Bxf6 Qc8 28. Qh7 Bg7 29. Qxg7#
Η τελική επίθεση ολοκληρώνεται:
Η λευκή βασίλισσα παίρνει στο g7, δίνει ματ.Checkmate.
Ο μαύρος βασιλιάς δεν έχει κίνηση, καμία προστασία δεν υπάρχει.

1. e4 e5
2. Nf3 Nc6
3. Bb5 a6
4. Ba4 Nf6
5. O-O Be7
6. Re1 b5
7. Bb3 d6
8. c3 O-O
9. h3 Nb8
10. d4 Nbd7
11. Nbd2 Bb7
12. a4 c5
13. d5 c4
14. Bc2 Nc5
15. Nf1 Nxa4
16. Ng3 Nc5
17. Nf5 Re8
18. Bg5 h6
19. Bh4 Bf8
20. Qd2 Kh7
21. Nxh6+ gxh6
22. Ng5+ hxg5
23. Qxg5 Bg7
24. Re3 Bh6
25. Qf5+ Kg7
26. Rg3+ Kf8
27. Bxf6 Qc8
28. Qh7 Bg7
29. Qxg7#.ματ.Checkmate
.
.


.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Nocturne op.9 no.2 - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Nocturne op.9 no.2

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis


χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Nocturne op.9 no.2


Ξύπνησε.Κοιταξε το παράθυρο.Δεν είχε ξημερώσει.

Εκείνη κοιμόνταν ακόμη.

Όλη τη νύχτα έβρεχε.

Σηκώθηκε χωρίς να ανάψει φως.

Πηγε στη κουζίνα. Εβαλε καφε να βράσει.

Ανοιξε το παράθυρο.Ορμησε μέσα ή υγρασία τού Οκτωβρη. Έξω, ο κόσμος ξυπνούσε μέσα σ’ ένα φως θολο μελαγχολικό.Εκείνο το φως που κάνει τα πράγματα να φαίνονται διαλυμένα.Αδιαφορα.

Εκείνη ξυπνησε.Την άκουσε.

Ήρθε στη κουζίνα. Την ειδε.

-Κοιμηθηκες;τη ρώτησε.

-οχι πολύ,απάντησε εκείνη,κανει κρυο.

Εκείνος έκλεισε το παράθυρο.

Εκείνη πήγε στο μπάνιο.

Όταν βγήκε τον ρώτησε:

-Θα φύγεις;

Εκείνος δεν την κοιταξε.

 -Δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι για να μείνει κανείς,ειπε Νομίζω πως απλώς αλλάζουμε δωμάτια μέσα στο ίδιο σπίτι.

Έμειναν σιωπηλοί.

Τώρα η σιωπή.

Τόσα χρόνια μιλουσαν

για να συντηρήσουν κάτι που είχε πάψει να υπάρχει.

Πηγαν στο σαλόνι.

Εκείνη άνοιξε τη τηλεόραση Την έκλεισε.

-Ξέρεις τι σκέφτομαι;

είπε εκείνη.

Ότι η ζωή μας είναι ένα δωμάτιο γεμάτο καθρέφτες. Κι εμείς κοιτάμε συνεχώς τις αντανακλάσεις, χωρίς ποτέ να αγγίζουμε τίποτα αληθινό.

Εκείνος χαμογέλασε 

-Ίσως οι καθρέφτες,είπε,να είναι πιο αληθινοί απ’ ό,τι εμεις. Κρατούν ό,τι χάνουμε.

Εκείνο το πρωινό  περπάτησαν στη παραλία, εκεί όπου είχαν γνωριστεί πριν δεκαπέντε χρόνια. Ο αέρας μύριζε σάπια φύκια.Τα κύματα,μια αίσθηση επανάληψης,σαν κάτι που 

δεν έχει τέλος ούτε αρχή.

-Θυμάσαι τότε; ρώτησε εκείνη.

-Μόνο αποσπάσματα,είπε εκείνος σαν να μιλούσε στον εαυτό του.Εικόνες χωρίς ήχο. Εσύ με ένα κόκκινο φόρεμα. Το  πρωινό φως.Κατι μού είπες που δεν θυμάμαι. Εκείνη σταματησε.Ειχε γυρισμένη την πλατη.

-Ίσως,ειπε,να ’ναι καλύτερα έτσι.

Εκείνος ένιωσε λύπη.

Όπως οταν κάποιος καταλαβαινει πως η ζωή του έγινε παρελθόν.

Το βράδυ,στο σπίτι,εκείνη έπαιξε στο πιάνο Σοπέν:

Nocturne op. 9 No. 2

Στο δωμάτιο χαμηλός φωτισμός.

Εκείνος άκουγε τις νότες.

Ακινησία νερού.

Εκείνη σταμάτησε να παίζει.

Χωρίς να τον κοιτάξει είπε:

-Αυτό το κομμάτι το έπαιζε η μητέρα μου όταν ήμουν παιδί.

-Την θυμάσαι καθαρά; τη ρωτησε

-Όχι,απάντησε εκείνη. Μόνο τα χέρια της πάνω στα πλήκτρα. Ίσως να τη θυμάμαι μέσα από τη μουσική της. 

-Την αγαπούσες; τη ρώτησε.

-Δεν ξέρω,απαντησε εκεινη.

Ίσως να αγαπησα μόνο την ιδέα που είχα για κεινη.

Τη νύχτα έβρεχε.

Η υγρασία συνέχιζε να διαλύει τη πόλη.

.

.

.

GREEK POETRY -Fragmenta -χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

 .

.

GREEK POETRY

-Fragmenta

-χ.ν.κουβέλης c.n.couvelis

POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης


Fragmenta 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η ζωή μας είναι ένα δωμάτιο γεμάτο καθρέφτες 

που δεν αντανακλούν τιποτα

.

.

Our life is a room full of mirrors 

that reflect nothing.

.

.

Notre vie est une champre pleine de miroirs 

qui ne reflètent rien.


Unser Leben ist ein Raum voller Spiegel, 

die nichts widerspiegeln.


La nostra vita è una stanza piena di specchi 

che non riflettono nulla.


Nuestra vida es una habitación llena de espejos 

que no reflejan nada.


A nossa vida é uma sala cheia de espelhos 

que não refletem nada.

.

.

.

ίσως να τη θυμάμαι μόνο από τις λέξεις της


ελλειψεις ψυχών


ημίφως σώματος


στερεά οξείδωση πόθου

.

.

perhaps I remember her only by her words


gaps of souls


half-light of the body


solid oxidation of desire

.

.

peut-être que je me souviens d'elle seulement par ses mots


les creux des âmes


la demi-lumière du corps


l'oxydation solide du désir

.

.

Vielleicht erinnere ich mich nur an sie durch ihre Worte


Lücken der Seelen


Halblicht des Körpers


Feste Oxidation des Verlangens

.

.

Forse la ricordo solo per le sue parole


Spazi delle anime


Mezza luce del corpo


Ossidazione solida del desiderio

.

.

Quizás la recuerde solo por sus palabras


 Huecos de las almas


 Medialuz del cuerpo


 Oxidación sólida del deseo

.

.

Talvez eu a lembre apenas por suas palavras


Lacunas das almas


Meia-luz do corpo


Oxidação sólida do desejo

.

.

.

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


νυχτερινό σώμα

που λείπεις

το φως σαπίζει 

πάνω στη γυμνή πλατη 

με γεύση δέρματος

σε ψάχνω

χωρίς αφή στο σκοταδι

απουσία που δεν απέκτησε

μορφή 

αιώνιας τρυφεροτητας

η λευκή λέξη

που δεν έγραψες

κύμα το μέλλον μας

που δεν αγγίζει

την ακτη

.

.

Night body

that is absent

the light rots

upon the bare back

with the taste of skin

I search for you

without touch in the dark

an absence that never took

shape

of eternal tenderness

the white word

you never wrote

wave, our future

that does not touch

the shore

.

.

Corps de nuit

qui est absent

la lumière pourrit

sur le dos nu

avec le goût de la peau

je te cherche

sans toucher dans l’obscurité

une absence qui n’a jamais

pris forme

d’une tendresse éternelle

le mot blanc

que tu n’as jamais écrit

vague, notre futur

qui ne touche pas

le rivage

.

.

Nachtkörper

der fehlt

das Licht verrottet

auf dem bloßen Rücken

mit dem Geschmack von Haut

ich suche dich

ohne Berührung im Dunkeln

eine Abwesenheit, die nie

Form annahm

ewiger Zärtlichkeit

das weiße Wort

das du nie geschrieben hast

Welle, unsere Zukunft

die das Ufer

nicht berührt

.

.

Corpo notturno

che è assente

la luce marcisce

sulla schiena nuda

con il sapore della pelle

ti cerco

senza tocco nel buio

un’assenza che non ha mai preso forma

di eterna tenerezza

la parola bianca

che non hai mai scritto

onda, il nostro futuro

che non tocca

la riva

.

.

Cuerpo nocturno

que está ausente

la luz se pudre

sobre la espalda desnuda

con el sabor de la piel

te busco

sin tocar en la oscuridad

una ausencia que nunca tomó forma

de ternura eterna

la palabra blanca

que nunca escribiste

ola, nuestro futuro

que no toca

la orilla

.

.

Corpo noturno

que está ausente

a luz apodrece

sobre as costas nuas

com o gosto da pele

procuro-te

sem toque na escuridão

uma ausência que nunca tomou forma

de ternura eterna

a palavra branca

que nunca escreveste

onda, nosso futuro

que não toca

a praia

.

.

.

σε ένα βλέμμα

μακρύτερα από σένα

γραφω


in a glance

farther than you

I write


en un regard

plus loin que toi

j’écris


in einem Blick

weiter als du

ich schreibe


in uno sguardo

più lontano di te

scrivo


en un vistazo

más lejos que tú

escribo


num olhar

mais longe do que tu

eu escrevo

.


η συμπυκνωμένη λογοτεχνία 

τών ήχων

τής ωραιότητας σου


εντατικοί μονόλογοι αιωνιοτητας

.


τελικά οι λέξεις 

μάς σώζουν 

από την απωλεια

.


η γλώσσα μας

είναι ακόμα επικίνδυνη

και είναι το μόνο μέσο αντιστασης


Ich weiß keine bessere Welt als die Sprache

und keine gefährlichere

.


το πρόσωπο σου φαίνεται 

οχι στις λεξεις

αλλά στα ματια


η αναβληθεισα ομορφια

.


εθνικισμός είναι να πιστεύεις ότι ο κόσμος έξω από τα σύνορα

είναι ένα χάος μολυσμένων φυλών και παρηκμασμένων ηθών.

.


ίσως πάλι μια λέξη

μια πρόταση

σε κλείσει απαλά 

με μια αόριστη γλυκυτητα

.

(αντι-παραδοξοτητες)


το νερό τής βροχής πέφτει

επειδή βαριέται στον ουρανό

και βρίσκει πιο ενδιαφέρον στη γη


στη Water music suite τού Handel 


https://youtu.be/mAyiidg25uE?si=ebOhegiZ0CpatL5G

.


(αντι-παραδοξοτητες)


το Α ενωμένο με το Χ 

κατά κάποιο τρόπο 

γίνεται ένα ψαρι



.


(αντι-παραδοξοτητες)


το τίποτα γαβγιζε εκκοφαντικα

και τού πέταξα ένα κομμάτι σιωπης

.


(αντι-παραδοξοτητες)


ο θεός

ένα βήμα πού δεν πάτησε ποτέ στη γη

.


στην παύση

αναμεσα στις λέξεις σου

αναδύεται 

η ομορφια σου


in the pause

between your words

emerges

your beauty


dans la pause

entre tes mots

émerge

ta beauté


in der Pause

zwischen deinen Worten

taucht

deine Schönheit auf


nella pausa

tra le tue parole

emerge

la tua bellezza


en la pausa

entre tus palabras

surge

tu belleza


na pausa

entre as tuas palavras

surge

a tua beleza

.

.


η λέξη σου

στάζει

και γίνεται αναμνηση

.


στην άκρη τής θαλασσας 

κοχύλια θορυβώδη

ανοίγουν σε πορφυρό φως

και τα ψάρια κρυσταλλινα

αθόρυβα

ο χρόνος από νερό βυθιζεται

κι όλα ξυπνάνε από όνειρο

σε άλλο όνειρο 

η ζωή είναι

πόθος διευρυνσεως

.



(αντι-παραδοξοτητες)


το ε και το χ 

ενώθηκαν στο σχήμα 

πουλιου

και πεταξαν

.



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Του Κωνσταντακη ο γαμος


πέρα στην άκρη τών ακρών  ο Κωνσταντάκης

φίλους στο γάμο του και συγγενείς καλει

είναι η νύφη σαν αυγή σαν κρίνος τού μαγιού 

και κει πάνω στα στεφανώματα τρεις καβαλαρεοι 

φτάνουν με τα σπαθιά τη νύφη αρπαζουνε και πανε

αδέρφια, τοιμαστε τ’ άλογο, σέλα χρυσή σελωστε

για να προφτάσω τούς ληστές τη κόρη να τη σωσω

κι όρμησε σαν ανεμοστρόβιλος στα πέρατα πηγαινει

η γης όπου περνα βογγά κι ο ουρανός ανατριχιαζει.

τρεις μέρες τούς ζητα τούς κυνηγά τρεις νύχτες

και συντυχαινει τη νύφη του στα δακρυα δεμένη 

οι κλέφτες γύρω τρώγανε και γλεντοκοπουσαν

χυμαει ο άκριτης καταπάνω τους με τ'αστραφτερο

σπαθί τούς κόβει κεφάλια χέρια τσακίζει ποδια

ο ιεπήρεν τη καλιτσα του στ'αλογο την ανεβάζει

μην φοβηθεις γυναίκα άλλος δεν θα σε παρει

δίνει βιτσιά τού μαύρου του και πάει σαράντα μίλια

.

.


το σώματά τους με μια αρχαία σκουριά

πηχτης ιστοριας

αδύναμα τα  μετατόπιζαν στούς επόμενους

θανατους

.

.

.

Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2025

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Η Tarantella τής Αλίκης τού Lewis Carroll -Η Αλίκη τού Lewis Carroll και η παρτίδα τού Bridge - χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Η Tarantella τής Αλίκης τού Lewis Carroll

-Η Αλίκη τού Lewis Carroll 

και η παρτίδα τού Bridge

- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis



χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Η Tarantella τής Αλίκης τού Lewis Carroll 


Ήταν μια από εκείνες τις μέρες που ανασανε ανία.

Η  Αλίκη καθισμένη μπροστα στον μεγάλο καθρέφτη τού σαλονιού.

Δεν ήταν κάτι που δεν είχε ξανασυμβεί, μα ποτέ με τόση σοβαρότητα,σαν

ν'ανοίγεις μια πόρτα.

-Αφου εκεί περα,είπε στον εαυτό της,είναι η Χώρα των Θαυμάτων,εδώ είναι η Χωρα Μη Θαυμάτων, όπου όλα είναι λογικά, προβλέψιμα, και οι καθρέφτες καθρεφτες.

Σηκώθηκε πλησίασε τον καθρέφτη και πέρασε μέσα του.

Ο Λαγός με το ημίψηλο καπέλο την περίμενε κάτω από ένα πράσινο φουντωτο δέντρο .

-Καλημέρα, μιστερ, είπε η Αλίκη. Σου έχω φέρει δωράκι,ένα πρόβλημα από τον Lewis Carroll.

Ο Λαγός με σοβαρό ύφος:

-μον σερί,είμαι όλος αυτιά.

Η Αλίκη χαμογελάει και λέει:

-Τρεις αδελφές ,η Έλσι, η Λότι και η Τίλι, πηγαίνουν περίπατο. Η ηλικία τής Έλσι είναι το άθροισμα τών άλλων δύο, και το τετράγωνο τής ηλικίας τής Λότι ισούται με το τετράγωνο τής ηλικίας τής Τίλι συν τη δική της ηλικία. Πόσων ετών είναι η καθεμία;

Ο Λαγός έβγαλε ένα μικρό τετράδιο από το ημίψηλο καπέλο του και μολυβι, σαν ταχυδακτυλουργός,κι αφού μουρμούρισε «ας θέσουμε E,Lo, T για τις ηλικίες», έκανε πράξεις στον αέρα με το ραβδί του:

συν +,πλην -,επί .,δια:,

Μετά από λίγο χαμογέλασε αυτάρεσκα.

-Ευρεικα! η Τίλι είναι 3, η Λότι είναι 4 και η Έλσι 7. Ο κόσμος είναι τόσο όμορφος και δεν χρειάζεται αποδείξεις.

Η Αλίκη τον χειροκρότησε.

-Ορθως.E=Lo+T=4+3=7

και Lo.Lo=T.T+E

4.4=3.3+7

16=9+7

16=16

Τώρα η σειρά μου,για να έχουμε εξισωση, τής είπε ο Λαγός κλεινοντας της το ματι.

Απάντησέ μου, Αλικακι:

Σε ένα χωριό υπάρχουν δύο κουρείς. Ο ένας έχει όμορφο καλοκουρεμένο κεφάλι κι ο άλλος ασχημο κακοκουρεμενο. Σε ποιον θα  πας να κουρευτείς;

Η Αλίκη έβγαλε ένα καθρεφτάκι κοίταξε τα μαλλιά της,σκέφτηκε λίγο.

-Μα φυσικά, στον ακουρευτο!,απάντησε. Επειδή ο καθένας κόβει τα μαλλιά του άλλου ,άρα ο καλοκουρεμένος κουρεύτηκε από τον κακοκουρεμενο!

-Περιφημα! είπε ο Λαγός και τής έδωσε το χερι.

Συγχαρητήρια για την  λογική σου.

Ήρθαν  και δυο φίλοι τους:

ο παπουτσωμένος Γάτος και η Ντάμα Κούπα η κοκέτα.

-Παιζουμε μπριτζ;,πρότεινε ο Γατος.

-Γιατι όχι,απάντησε,ο Λαγός,τι έχουμε να χάσουμε;

Η Ντάμα Κουπα ανακατεύει την τράπουλα ταχυδακτυλουργικως .

Και στρώθηκαν οι τέσσερις χαρτοπαιχτες σ'ένα τραπέζι με καθρέφτη.

Η Ανατολη Αλίκη ζευγαρι απέναντι με τον Λαγό Δυση

Ο Βορράς Γάτος ζευγάρι απέναντι με την Ντάμα Κούπα Νοτο .

Μοίρασαν τα χαρτιά.Η παρτίδα άρχισε με τις ιδιοτροπίες της.

Ο Λαγός προσπαθούσε να θυμηθεί αν είχε ήδη παίξει το σπαθί του ή μόνο σκεφτηκε να το ριξει.

Ο Γάτος,κάθε τοσο εξαφανιζόταν στη μέση κάθε γύρου για να σκεφτεί «μεταφυσικά» αν το μπριτζ είναι παιχνίδι δεξιοτήτων ή τύχης. 

Η Αλίκη σημείωνε τους πόντους με τόση επιμέλεια που στο τέλος είχε κατασκευάσει μια νέα θεωρία πιθανοτήτων.

Αν παίξω Άσσο και δεν παίξω Ρήγα Καρο τότε η πιθανότητα  για λένε ειναι...

Η Ντάμα Κουπα κάθε τόσο 

χαμογελούσε με νόημα.

Και η παρτίδα κατέληξε:

Αλίκη Λαγός 7/6 Γάτος Ντάμα Κουπα

-Ίσως η ζωή να ’ναι μια μεγάλη παρτίδα μπριτζ,

φιλοσοφησε η Ντάμα.

-Τα φύλλα μοιράζονται στην τύχη,σχολίασε τεχνοκριτικως η Αλίκη,όμως το πώς θα τα παίξεις αυτό είναι η τέχνη!

Τότε άρχισε να ακούγεται μουσική. Από τα κλαδια τών δέντρων βιολιά, από το νερο μια τρομπέτα, και το χορταρι άρχισε να κυματίζει στο ρυθμό τού μπαλετου Pulcinella τού Igor Stravinsky.

Ο Λαγός Πουλτσινελα φορεσε μάσκα τής commedia dell’arte, και με τον φίλο του Γάτο κάνουν καντάδα στα κοριτσια.

Η Αλικη Πιμπινελα χορεύει ανάμεσα τους και η φίλη της Ντάμα Κούπα ανεμίζει το φουστάνι της.

Η μουσική τελείωσε.

Η ώρα πέρασε.

Η μαμά κι ο μπαμπάς όταν επιστρέψουν θα ανησυχησουνν αν δεν την βρουν στο σαλόνι.

Η Αλίκη χαιρέτησε τους φίλους.

-εις το επανιδείν au revoir,girl and boys,

έκανε ένα βήμα,πέρασε τον καθρέφτη και επεστρεψε εγκαίρως στο σαλόνι τής άλλης πλευράς.

Τής Χώρας τών Μη-Θαυματων.

.

.

.

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Η Αλίκη τού Lewis Carroll 

και η παρτίδα τού Bridge


Η Αλίκη,αποφεύγοντας την ανία της Χώρας τών Μη Θαυμάτων,περασε τον καθρέφτη μπροστά της και βρέθηκε στη Χώρα των Θαυμάτων 

Εκεί βρήκε τους φίλους της:

Τον Λαγό με το ημίψηλο καπελο,τον Γάτο(ένα copy τού Cheshire Cat),και την belladonna star Ντάμα Κούπα.

Αποφάσισαν να παίξουν μια 

παρτίδα bridge,κάτω από το φουντωτο πράσινο δέντρο.

Κάθισαν στο στρογγυλό τραπεζι έτοιμοι για την αντιμαχια Τύχης και Λογικής.

Στην Ανατολή η Αλίκη και στη Δύση απέναντι ζευγάρι  με το Λαγό.

Στο Βορρά ο Γατος και απεναντι στο Νοτο ζευγάρι με  τηη Ντάμα Κούπα.

Μοιράστηκαν τα χαρτιά,αφού πρώτα ανακατεύθηκαν ταχυδακτυλουργικως από τα χέρια τού Λαγού.

Άρχισε το bridge game:

Ο Λαγός από τη Δυση κοιτούσε τα χαρτιά του και ένιωθε ότι κάθε φύλλο ήταν ένα συγκεκριμένο πρόβλημα μαθηματικής λογικής που έπρεπε να λύσει.

Σκεφτόταν:

-Αν παίξω Άσσο Σπαθί τώρα, τότε ο αντίπαλος θα αντιδράσει με Ρήγα Καρό και η λεβέ θα χαθεί. 

Άρα πρέπει να

ανακατευθύνω τις πιθανότητες.

Το μυαλό του δούλευε με εξισώσεις,

πιθανοθεωρητικές ανισότητες και διαγράμματα δέντρου, σαν να ήταν σε διαγωνισμό λογικών γρίφων. 

Κάθε κίνηση αντιστοιχούσε σε λύση ενός συστήματος εξισώσεων με άγνωστα.

Η Αλίκη στην Ανατολή έβλεπε τα χαρτιά της ως συγκεκριμένο γρίφο, ένα λογικό αίνιγμα που έπρεπε να αποκωδικοποιήσει:

-Αν παίξω Κούπα, η Νότος θα μπορούσε να κερδίσει τη λεβέ, 

αλλά αν παίξω Σπαθί, το σύνολο τών πιθανών λεβέ θα μειωθεί…

Κάθε φύλλο ήταν μια συνθήκη σε ένα αλγεβρικό ή γεωμετρικό πρόβλημα. Σημείωνε με ακρίβεια, αναλύοντας κάθε πιθανό αποτέλεσμα και σχεδιάζοντας στρατηγικές σαν να έλυνε τον πιο περίπλοκο γρίφο του Lewis Carroll.

Ο Γάτος στο Βορρά,είχε άλλον προβληματισμό. Αντιμετώπιζε την παρτίδα ως μεταφυσική φιλοσοφία. 

Κάθε λεβέ ήταν μια υπόθεση για τη φύση τής πραγματικότητας, και κάθε απόφαση έπρεπε να βασιστεί σε αξιώματα και θεώρηματα όπως η Ηθική τού Σπινόζα:

Αξίωμα 1: Η φύση τού παιχνιδιού είναι αναγκαία και καθορισμένη.

Θεώρημα 1: Η λεβέ που κερδίζεται ή χάνεται είναι αποτέλεσμα όχι μόνο τύχης αλλά και τής αλληλουχίας αιτίων και αποτελεσμάτων.

Κάθε φύλλο γινόταν αντικείμενο λογικής απόδειξης και φιλοσοφικής ανάλυσης. Όταν ο Γάτος ρίχνει ένα φύλλο, μονολογεί:

-Αν αυτό το φύλλο είναι σωστό, 

τότε η λεβέ ακολουθεί αναγκαστικά· 

αν είναι λάθος, η συνέπεια είναι γνωστή…

και όλα είναι ένα παιχνίδι αιτιοκρατίας.

Η Ντάμα Κούπα στο Νότο έβλεπε την παρτίδα ως Glamour Show. 

Κάθε φύλλο που έπαιζε συνοδευόταν από χαριτωμενη κίνηση τού χεριού,υποσχετικο χαμόγελο,αθώα δήθεν επίδειξη τού ντεκολτέ,ένα παιχνιδιάρικο βλέμμα:

-Το παιχνίδι είναι σκηνή, η κάθε λεβέ θεατρική στιγμή, και οι αντίπαλοι το κοινό μου,σκέφτονταν με την ηδονικη ελαφρότητα τού είναι.

Τα φύλλα της δεν ήταν απλώς αριθμοί και σύμβολα:ήταν κοσμήματα που εξέφραζαν λάμψη, παρουσία και φινέτσα, ενσωματώνοντας το Glamour Show στη λογική τού bridge.

Καθώς η παρτίδα προχωρούσε, η στρατηγική αποκτούσε σπουδαιότητα. 

Ο Λαγός μελετούσε κάθε κίνηση σαν μαθηματικό πρόβλημα, 

η Αλίκη σαν λογικό γρίφο, ο Γάτος σαν φιλοσοφική απόδειξη, 

και η Ντάμα Κούπα σαν παράσταση show. 

Οι λεβέ κυλούσαν: 

1-1

2-2

3-3… 

μέχρι που το σκορ έφτασε στο 6-6.

Η τελική λεβέ ήταν καθοριστική. Η Αλίκη από την Ανατολη αποφάσισε να παίξει Άσσο Κούπα, 

ο Γάτος στο Βορρα έριξε 10 Κούπα,

ο  Λαγός από τη Δύση ακολούθησε με Ρήγα Κούπα

και η Ντάμα Κούπα στο Νοτο με χάρη το 8 Κούπα,

αν και καταρχην σκέφτηκε 

ριξει Ντάμα Κούπα.

Και τελικά:

Η Ανατολή-Δυση κερδίζει τον Βορρα-Νοτο.

Τελικό σκορ: 7-6 λεβε.

Τότε ο Lewis Carroll(που από κεκτημένη ταχύτητα περιγραφής δεν αναφέρθηκε)που παρακολουθούσε σκεπτικος,όταν η παρτίδα ολοκληρώθηκε,σχολίασε:

-Παρατηρησα,My Ladies and Gentlemen, ότι ο Λαγός, αν και λογικά σχολαστικός, υπέπεσε σε λάθος υπολογισμό πιθανοτήτων στη λεβέ 5.

Και η  Αλίκη, παρόλο που σκέφτηκε κάθε γρίφο σωστά, δεν εκμεταλλεύτηκε πλήρως την πληροφορία από τις προηγούμενες λεβέ.

Ο δε Γάτος, ενώ γενικα φιλοσοφούσε σχολαστικα τα αίτια και τα αποτελέσματα, αγνόησε την αναγκαιότητα της τύχης.

 Και η γοητευτική Ντάμα Κούπα, παρόλο που έλαμψε στο Glamour, έχασε μερικές κρίσιμες λεβέ λόγω υπερβολικής θεατρικότητας.

Και με ένα αινιγματικο χαμόγελο ο Carroll κατέληξε:

-Το bridge είναι μαθηματική λογική, γρίφος, φιλοσοφία και θέαμα ταυτόχρονα. Ο νικητής είναι αυτός που συνδυάζει αυτά τα 4 στοιχεία χωρίς να παραβλέπει την τύχη. Και η στρατηγική, όπως στη ζωή, απαιτεί λογική, φαντασία και,οπωσδηποτε, μια μικρή δόση λάμψης.

Η Αλίκη, ο Λαγός, ο Γάτος και η Ντάμα Κούπα εμειναν σιωπηλοι, απολαμβάνοντας τη μαγεία τής ανακάλυψης. 

Η παρτίδα τού bridge είχε τελειώσει, αλλά η μάθηση και η απόλαυση τού παιχνιδιού θα τούς συντρόφευε για πάντα.

Έπειτα η ώρα πέρασε gaming.Η Αλίκη αποχαιρέτησε τούς φίλους της.

-Au revoir,my love friends.

Και περνώντας μέσα απ' τον καθρέφτη επέστρεψε 

στην ανία τής Χώρας τών Μη Θαυμάτων.

.

.

.