.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-Ορφέας και Ευρυδίκη
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ορφέας και Ευρυδίκη
(και μια μελέτη ανάλυση τού διηγήματος)
Ένα φίδι δάγκωσε την Ευρυδίκη και το δηλητήριο την φαρμακωσε.
Ο Ορφέας καθισμένος ακίνητος μπροστά στο νεκρό σώμα τής Ευρυδίκης
Δεν ακούγεται τίποτα.
Ήταν εκεί το σώμα της,όμως εκείνη δεν ήταν.
Κι έτσι ξεκίνησε για τον κάτω κόσμο,εκεί που,όπως λένε,οι ψυχές πάνε.
Πέρασε τον ποταμό Αχέροντα.Ο Χαρωντας δεν τον.εμποδισε.Ο Κέρβερος
ο τρικέφαλος ξάπλωσε κι αποκοιμήθηκε.
Εκεί στον Άδη ο Ορφέας στάθηκε μπροστά στον Πλούτωνα και την Περσεφόνη.
Με τη λύρα του τούς περιέγραψε:τη ζωή και το τέλος,τον έρωτα και τον
χωρισμό.
Οι σκιές των ψυχών σταμάτησαν να κινούνται.Ακουγαν.
Οι ποταμοί τών νεκρών πάγωσαν.
Η Περσεφόνη, συγκινημένη, είπε στον Πλούτωνα::
-Άφησέ τον να την πάρει, όμως με ένα όρο: να μην την κοιτάξει ώσπου να βγει στο φως τού ήλιου.
Ο Ορφέας πήρε την Ευρυδίκη κι ανέβαιναν.Ακουγε πίσω του τα βήματα της
κι η αγωνία του ήταν μεγάλη.Ηταν αλήθεια η' πλάνη;
Δεν άντεξε την αμφιβολια ,γύρισε πίσω και κοίταξε.
Την είδε.Ηταν.ομορφη,όμως το βλέμμα της έσβηνε.Απλωσε το χέρι του να την πιάσει.
-Ελα,φώναξε.
Κι εκείνη χάθηκε και τον άφησε μόνο του στο σκοτάδι.
Κι από τότε δεν ξαναμίλησε,ούτε στους ανθρώπους ξαναπαιξε τη λύρα του.
Πήγε στη Θράκη στις πρόποδες τού Παγγαίου.Εκει έπαιζε για τα δέντρα και
τα ποτάμια και τ'αγρια θηρία πλησίαζαν ημερωμενα.
Οι άνθρωποι έλεγαν:τρελάθηκε.
Και μια νύχτα οι Μαινάδες οργισμένες τον περικύκλωσαν.
-Υμνησε τον Διόνυσο,τον θεό μας, τού φώναξαν.
Εκείνος αρνήθηκε και τότε τον κατασπάραξαν.
Το κεφάλι του κύλησε στα νερά τού ποταμού Έβρου,κι η λύρα βρέθηκε στη
νήσο Λέσβο.
Κανείς ποτέ δεν έμαθε αν ο Ορφέας ξαναείδε την Ευρυδίκη.
.
.
.
Μελέτη ανάλυση τού διηγήματος «Ορφέας και Ευρυδίκη» τού χνκουβέλη αποκαλύπτει ένα πυκνό και λιτό έργο, όπου η μυθολογική αφήγηση αναπλάθεται με υπαρξιακή, μεταφυσική και ποιητική διάσταση. Ο συγγραφέας αξιοποιεί τον αρχαίο μύθο, όχι ως αναπαράσταση, αλλά ως σύμβολο της ανθρώπινης οδύνης, της απώλειας, και της ματαιότητας της ελπίδας.
1. Δομή και ύφος
Το διήγημα είναι λιτό, σχεδόν απέριττο, γραμμένο σε πεζό ποιητικό λόγο, με βραχείες, κοφτές προτάσεις και ρυθμική εσωτερικότητα. Ο χνκουβέλης αποφεύγει τον λυρισμό του συναισθήματος και προτιμά τη συγκρατημένη αφήγηση, η οποία αφήνει τον αναγνώστη να βιώσει το βάρος της σιωπής και της μοίρας.
Η δομή είναι γραμμική, με σαφή αρχή, μέση και τέλος:
Η αρχή (ο θάνατος της Ευρυδίκης) δηλώνει αμέσως την απώλεια.
Η μέση (η κάθοδος του Ορφέα στον Άδη) είναι η πορεία της ελπίδας και της αμφιβολίας.
Το τέλος (η δεύτερη απώλεια και ο θάνατος του Ορφέα) συνιστά την τελική αποδοχή του τραγικού.
Η αφήγηση είναι αντικειμενική, χωρίς συναισθηματική φόρτιση· όμως η υποδόρια συγκίνηση διαποτίζει κάθε φράση. Αυτό το ύφος, ψυχρό και νηφάλιο, δημιουργεί ποιητική ένταση — μια σιωπηλή τραγωδία.
2. Η εσωτερική μυθολογία
Ο χνκουβέλης δεν επαναλαμβάνει απλώς τον αρχαίο μύθο· τον απομυθοποιεί και τον αναστοχάζεται.
Ο Ορφέας δεν είναι πλέον ήρωας με υπερφυσική δύναμη, αλλά άνθρωπος που αγωνίζεται ενάντια στο ανυπέρβλητο όριο του θανάτου. Η Ευρυδίκη δεν είναι η ωραία που χάνεται, αλλά το σύμβολο της απουσίας, της ανεπανόρθωτης σιωπής.
Η φράση:
«Ήταν εκεί το σώμα της, όμως εκείνη δεν ήταν.»
συμπυκνώνει όλη τη φιλοσοφία του χνκουβέλη — τη διάκριση ανάμεσα στο σώμα και την παρουσία, στην ύλη και στο πνεύμα, στη ζωή και στο κενό.
Η πορεία του Ορφέα στον Άδη είναι μια κάθοδος στη συνείδηση του πένθους, μια προσπάθεια να νικήσει τη φθορά μέσω της τέχνης, της λύρας. Ο μύθος λειτουργεί εδώ ως αλληγορία της δύναμης της ποίησης — αλλά και της αποτυχίας της να αναστήσει το χαμένο.
3. Η σιωπή ως μοτίβο
Η σιωπή είναι κεντρικό μοτίβο του διηγήματος. Από την πρώτη φράση:
«Δεν ακούγεται τίποτα.»
μέχρι το τέλος: «Κανείς ποτέ δεν έμαθε αν ο Ορφέας ξαναείδε την Ευρυδίκη.»
η σιωπή λειτουργεί ως χώρος του ανείπωτου.
Η μουσική του Ορφέα, που άλλοτε συγκινούσε θεούς και ανθρώπους, σιωπά. Η τέχνη έχει αποτύχει να νικήσει τον θάνατο. Η σιωπή, επομένως, δεν είναι μόνο απώλεια της φωνής, αλλά αναγνώριση της ματαιότητας του λόγου μπροστά στο ανείπωτο του θανάτου.
4. Η τραγική ειρωνεία και το αίνιγμα της όρασης
Η στιγμή που ο Ορφέας γυρίζει να κοιτάξει είναι η κορύφωση του διηγήματος.
Η ειρωνεία είναι τραγική: το βλέμμα που επιθυμεί να βεβαιωθεί καταστρέφει αυτό που αγαπά.
Η αμφιβολία —«Ήταν αλήθεια ή πλάνη;»— είναι η ρίζα της ανθρώπινης αδυναμίας.
Ο Ορφέας γίνεται έτσι σύμβολο της πίστης που δεν αντέχει τον ίδιο της τον έλεγχο.
Το βλέμμα, στη γραφή του χνκουβέλη, είναι καταστροφικό: η γνώση που επιζητά να δει, σκοτώνει το άρρητο. Η Ευρυδίκη χάνεται όχι γιατί παραβιάζεται ένας όρος, αλλά γιατί η επιθυμία να γνωρίσουμε το άγνωστο οδηγεί στη διάλυσή του.
5. Η εξορία και ο θάνατος του ποιητή
Το δεύτερο μέρος του διηγήματος, μετά την απώλεια της Ευρυδίκης, μετατοπίζεται από το μεταφυσικό στο ανθρώπινο και τραγικό:
ο Ορφέας αποσύρεται «στις πρόποδες του Παγγαίου» και παίζει για τα δέντρα και τα ποτάμια — ένας ποιητής εξόριστος από τον κόσμο των ανθρώπων.
Οι άνθρωποι τον λένε «τρελό».
Η κοινωνία δεν κατανοεί τη σιωπή του καλλιτέχνη.
Η τέχνη, όταν παύει να υπηρετεί τους θεούς, θεωρείται μανία.
Η σκηνή με τις Μαινάδες είναι τελετουργική και αποφατική. Ο Ορφέας αρνείται να υμνήσει τον Διόνυσο, δηλαδή την άλογη λατρεία της ζωής, παραμένοντας πιστός στην απουσία και στη μνήμη της Ευρυδίκης.
Η κατασπάραξή του είναι, επομένως, μια μορφή μαρτυρίου — ο θάνατος του καλλιτέχνη που δεν υποτάσσεται στο πλήθος.
6. Συμβολισμός και φιλοσοφική ανάγνωση
Το διήγημα λειτουργεί πολυεπίπεδα:
Σε μυθολογικό επίπεδο, είναι η πιστή αναδιήγηση του αρχαίου μύθου.
Σε υπαρξιακό επίπεδο, είναι στοχασμός πάνω στον θάνατο, τον έρωτα και τη μνήμη.
Σε μεταφυσικό επίπεδο, ο Άδης είναι ο εσωτερικός κόσμος της συνείδησης, όπου ο Ορφέας κατέρχεται για να αντιμετωπίσει τη φθορά του.
Σε αισθητικό επίπεδο, είναι μια παραβολή για τη μοίρα της τέχνης:
η μουσική (ή η ποίηση) μπορεί να συγκινήσει θεούς, αλλά δεν μπορεί να αναστήσει το νεκρό.
Η φράση:
«Κανείς ποτέ δεν έμαθε αν ο Ορφέας ξαναείδε την Ευρυδίκη» αφήνει το διήγημα ανοικτό, αφήνοντας την πίστη στην αγάπη και στην τέχνη ως πιθανότητα, όχι ως βεβαιότητα.
7. Γλωσσική και αισθητική οικονομία
Η γλώσσα του χνκουβέλη είναι καθαρή, άμεση, χωρίς ρητορική.
Η αφήγηση θυμίζει ιερό χρονικό ή λιτή επιτύμβια επιγραφή.
Η ποιητική δύναμη προέρχεται από τη σιωπή ανάμεσα στις προτάσεις, όχι από τη διακόσμηση.
Η επιλογή του παρατακτικού λόγου δημιουργεί έναν ρυθμό νηφάλιας μοίρας — μια κατάφαση του αναπόφευκτου.
8. Συμπέρασμα
Το διήγημα «Ορφέας και Ευρυδίκη» του χνκουβέλη είναι ένα σύγχρονο μεταμυθολογικό κείμενο, όπου η αρχαία ιστορία γίνεται ανθρώπινος στοχασμός πάνω στη φθορά, την αγάπη και τη σιωπή της τέχνης.
Ο Ορφέας του χνκουβέλη δεν είναι ήρωας, αλλά άνθρωπος που έμαθε ότι η αγάπη δεν μπορεί να νικήσει τον χρόνο· και η λύρα του, που κάποτε συντάραζε θεούς, τώρα σιωπά μπροστά στο ανείπωτο.
Η Ευρυδίκη γίνεται σύμβολο του ανεπανάληπτου, του χαμένου που ο λόγος δεν μπορεί να ανακαλέσει.
Και το τέλος —το κεφάλι του Ορφέα που κυλά στον Έβρο— είναι η αιώνια συνέχεια του τραγουδιού μέσα στη σιωπή, η παρουσία του ποιητή μετά τον θάνατο.
Είναι ένα διήγημα υποβλητικό, σχεδόν αρχαϊκό στην απλότητά του, που λειτουργεί ταυτόχρονα ως μύθος, ποίημα και φιλοσοφική παραβολή.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου