.
.
Λ
Literature Λογοτεχνία
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
χ.ν κουβέλης c.n.couvelis
Η υπόθεση τής Ιεροτελεστίας
Σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, η Ρόζα Λούξεμπουργκ μονολογούσε ψιθυριστά,
"Όνειρο η' εφιάλτης;" σαν να αναζητούσε απαντήσεις μέσα από τις λέξεις της. Η "Ιεροτελεστία τής Άνοιξης" τού Στραβίνσκι έπαιζε ασταμάτητα από το π πικ-απ..
Σε μια γωνία, μια γυναίκα ξαπλωμένη πάνω σε έναν βελούδινο καναπέ, άκουγε τη μουσική απορροφημένη, ενώ δίπλα της, ο Φρόυντ αναλύοντας με πάθος την Malina, τής Ingeborg Bachmann, συζητούσε μαζί με την Άννα Μανιάνι. .
Θέμα συζήτησης,η δίκη ενός πολιτικού αντιπάλου του Στάλιν βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Οι φωνές τών κατηγορητών και των συνηγόρων αναμιγνύονταν με τον παλλόμενο ρυθμό του έργου τού Στραβίνσκι, Ο Beria,είπαν, χαμογελώντας, φωτογράφιζε τον Helmut Newton, που πόζαρε δίπλα στην γυναίκα, σαν να ήθελε να τούς αιχμαλωτίσει μια στιγμή διαφθοράς.
Ο Balhtus, αμίλητος, παρακολουθούσε με ένα ειρωνικό χαμόγελο τη σκηνή να εξελίσσεται.
Και τότε, το φως έσβησε ξαφνικα.
Όταν επανήλθε, η γυναίκα ήταν νεκρή, με ένα γυαλιστερό στιλέτο καρφωμένο στο στήθος της.
Ο Φρόυντ, με την ψυχραιμία του ψυχαναλυτή, πρότεινε πως το κίνητρο του φόνου ήταν κάτι βαθύτερο από μια απλή αντιπαράθεση — ήταν η προσπάθεια να καλυφθούν μυστικά που θα μπορούσαν να καταστρέψουν τη δίκη και να αποκαλύψουν μια μεγάλη πολιτική συνωμοσία.
Η Ρόζα προβαρε τον μονόλογο της για το θέατρο τού Παραλόγου,αναζητώντας την αλήθεια.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο Φόνος στην Ιεροτελεστία
I. Η Σκηνή του Εγκλήματος
Βρέθηκε νεκρή, γυμνή από τη μέση και πάνω, με μια μάσκα με τη φράση UnSein τού Χάιντεγκερ στο πρόσωπο, μέσα στη κρεβατοκάμαρας της.Το πικ-άπ έπαιζε συνεχεια την Ιεροτελεστία τής Άνοιξης τού Στραβίνσκι, στη σκηνή της θυσίας. Το πτώμα ήταν ενός call-girl γνωστού στο διαδίκτυο ως Digital_Sibyl.
Ο ντετέκτιβ Κ. κοίταξε τούς τοίχους, είχαν καλυφθεί με αποσπάσματα από τον Χάιντεγγερ και τον Λακάν, γραμμένα με κραγιόν. Στον καθρέφτη, με κόκκινη μπογιά:
"UNSEIN: ΤΟ ΜΗ-ΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ"
Και στο πάτωμα, μια φωτογραφική μηχανή Leica, με το φιλμ ακόμα μέσα.
II. Οι Ύποπτοι
Στο ίδιο κτίριο βρίσκονταν:
1. Ο Dr. Sigmund Freud, ψυχαναλυτής .λου είχε έρθει για να κάνει ψυχανάλυση στη Malina, λογοτεχνικό πρόσωπο που μιλούσε μόνο μέσα από αποσπάσματα
τής Ingeborg Bachmann
2. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, που διατεινόταν πως είναι ηθοποιός, πρωταγωνίστρια του Θεάτρου του Παραλόγου και πρόβαρε τον μονόλογο της.Είχε εμμονή με την αυτοκτονία του Μπένγιαμιν.
3. Ο Lavrentiy Beria, επίσημος φωτογράφος τής δίκης τής Μοσχας, αλλά και παρακολουθητής των πάντων.
4. Ο Χέλμουτ Νιούτον, που φωτογραφιζόταν ημιγυμνος με την Digital_Sibyl, καπνίζοντας πούρο.
5. Ο Balthus, ζωγράφος των taboo erotica, καθόταν στο υπογειο και χαμογελούσε με τον τρόπο των ανθρώπων που δεν μιλούν πολύ ,αλλά ξέρουν τα πάντα.
III. Η Ανάκριση
Ο Κ.ρώτησε πρώτα τον Freud.
– Πού ήσασταν τη στιγμή τού εγκλήματος;
– Ψυχαναλυση. Η Malina μιλούσε για μια διάσπαση ανάμεσα στο Εγώ και την Ανυπαρξία. Η Anna Magnani μάρτυρας μαζί με τον.Heidegger.
– Ο Heidegger είναι νεκρός εδώ και δεκαετίες.
– Είστε σίγουρος;
Ο Νιούτον είπε πως η γυναίκα αυτή ήθελε να φωτογραφηθεί όπως ο θάνατος: όμορφη και απόλυτη.
– Είχαμε κλείσει μια performance θανάτου. Αλλά όταν ξύπνησα, ήταν ήδη νεκρή.
Ο Beria είπε ότι είχε καταγράψει τα πάντα.
– Η αλήθεια είναι στο φιλμ, είπε. Αλλά το φιλμ κάηκε. Κάποιος το έβαλε στο νερό τής τουαλέτας.
Η Ρόζα μιλούσε ακόμη για τον Μπένγιαμιν.
– Η αυτοκτονία του ήταν πολιτική πράξη. Όπως και ο φόνος της Σίβυλλας. Η ομορφιά της ήταν εργαλείο των κυρίαρχων.
, ήταν η Malina.
Η Malina όταν τη ρώτησε τι είδε, απάντησε:
– Δεν ήμουν εδώ. Ήμουν γραμμένη.
IV. Η Εξιχνίαση
Ο Κ. πήγε ξανά στο δωμάτιο. Σταμάτησε το πικ-άπ. Απόλυτη σιγή.
Ο Balthus στεκόταν διπλα από τον Freud και χαμογελούσε.
– Ήθελε να πεθάνει ως τέχνη, είπε. Αλλά η τέχνη είναι πάντα φόνος.
– Την σκότωσες επειδή δεν ειχε πια ενδιαφερον, έτσι δεν είναι;
– Όχι. Την σκότωσα επειδή είχε γίνει υπερ-εικόνα. Η πραγματικότητα της δεν χρειαζόταν πια. Ήταν το βλέμμα του Άλλου. Και το βλέμμα σκοτώνει.
V. Το Τέλος
Ο Κ. δεν τον συνέλαβε. Ποιον να καταδικάσεις σε έναν κόσμο που έχει ήδη καταδικαστεί από το UnSein τού Χάιντεγκερ; Ο φάκελος έκλεισε ως "συμβολική αυτοκτονία με στοιχεία μεταφυσικού εγκλήματος".
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Και ο χρόνος συνέχισε να μην υπάρχει
Το δωμάτιο δεν είχε πόρτες. Είχε μόνο καθρέφτες.
Στο κέντρο, σε μια πολυθρόνα με κόκκινο βελούδο κάθονταν η Χανα Αρεντ. Μιλούσε
στο νεκρό Βάλτερ Μπένγιαμιν, που είχε μόλις διαλέξει να πεθάνει
σε ένα δωμάτιο γεμάτο διαβατήρια που δεν ίσχυαν για κανέναν κόσμο.
Δεν τον κατηγορούσε. Μονάχα μονολογούσε, σαν ηρωίδα σε ένα θέατρο
που παίζει μόνο για τους νεκρούς.
-"Το να πεθαίνεις είναι εύκολο, Βάλτερ. Το δύσκολο είναι να αναλύεσε
από την Ιστορία."
Κάθε της λέξη τελειωνε στους καθρέφτες.
Αριστερα του δωματίου, μια γυναίκα με ψευδώνυμο LedaDelirium_69 άκουγε τη "Ιεροτελεστία τής Άνοιξης" τού Στραβίνσκι από ένα πικ-απ Technics. Το βινύλιο έτριζε,
ο ήχος χοροπηδούσε, κι ο ρυθμός τών αγριεμένων ρωσικών εδαφών ξυπνούσε κάτι αρχέγονο κάτω από το δέρμα της.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ σε άλλο καναπε σημείωνε σε ένα μπλοκ με σκιτσάκια φαλλών. Δίπλα του, η Malina τής Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν άλλαζε φύλα κάθε πέντε λεπτά, ανάλογα με τις ερωτήσεις του.
-"Ποιο είναι το τραύμα σου;" ρωτούσε ο Φρόυντ.
-"Η ύπαρξη τού UnSein", απαντούσε η Malina, δείχνοντας τον Χάιντεγγερ που στεκόταν σαν άγαλμα και δεν μιλούσε.
Εκείνος ξαφνικά άρχισε να διηγείται:
Η δίκη τού πολιτικού αντιπάλου τού Στάλιν εκτυλισσόταν στη μέση του δωματίου, πάνω σε μια σκηνή προπαγάνδας. Ο δικαστής φορούσε μάσκα κλόουν, ενώ ο κατηγορούμενος φορούσε την ενοχή σαν δεύτερο δέρμα.
Στην πρώτη σειρά τού συγκεντρωμένου πλήθους η Άννα Μανιάνι φορούσε
μαύρα.Η Mama Roma,την αναγνώρισαν.
Στα διαλείμματα της δίκης ο Μπέρια φωτογράφιζε τον Χέλμουτ Νιούτον που φωτογράφιζε ένα call-girl, ενώ εκείνο φωτογράφιζε τον εαυτό του με ένα iPhone 48
Pro Max σε κάδρο 4:3,με φίλτρο "Μεταφυσική Θλίψη".
Και κάπου εκεί, στο φόντο, ο Balthus χαμογελούσε.
Όχι γιατί ήξερε τι συνέβαινε.
Αλλά γιατί πάντα χαμογελούσε όταν τα πράγματα έπαυαν να έχουν νόημα.
Σ' αυτό το σημείο η Χανα σηκώθηκε από την πολυθρόνα της, πλησίασε το πικάπ, κι έβαλε την βελόνα πίσω στην αρχή. Η "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" άρχισε ξανά. Ο θάνατος του Μπένγιαμιν επαναλήφθηκε με λίγο περισσότερο μπλε αυτή τη φορά.
Και ο χρόνος συνέχισε να μην υπάρχει
Στο χέρι της κρατά μια μισοτελειωμένη επιστολή προς τον Βάλτερ Μπένγιαμιν. Μονολογεί:
'Τί ειρωνεία, Βάλτερ. Εσύ που μιλούσες για την “αύρα” τού έργου τέχνης, διάλεξες το πιο άυλο τέλος. Σ' ένα πέρασμα στα Πυρηναία"
Κοιτά τη Malina, τον Φρόυντ, τον Μπένγιαμιν που είναι απών, τη μουσική που φλέγεται από το βινύλιο, τη γυναίκα στην κάμερα, τον Χάιντεγγερ που δεν έχει πρόσωπο, τον Νιούτον που παγώνει σε ασπρόμαυρη στάση, και τέλος, τον εαυτό της.
Το βινύλιο γρατζουνά. Ο ήχος του είναι το τέλος ενός κόσμου ή η αρχή τού επόμενου.
Κανείς δεν είναι βέβαιος.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Απολογία τού Ανέφικτου
(Υπόθεση Walter Benjamin)
Στο δωμάτιο δεν υπήρχε χρόνος· μόνο ένας ήχος.
Η «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» τού Ιγκόρ Στραβίνσκι στο πικ-απ.
Η πραγματικότητα σαν μαχαίρι σε κρέας. .Ο παλιός δίσκος γυρνούσε ασταμάτητα,
ενώ μια γυναίκα καθόταν σε μια καρεκλα,καπνίζοντας.
και δήλωνε «προλετάρια τών αισθήσεων».
Άνοιξε η πόρτα και εμφανίστηκε η ,Χανα Αρεντ,κρατούσε στα χέρια της το πτώμα
τού Βάλτερ Μπένγιαμιν. Το είχε μόλις μαζέψει από τα γαλλο-ισπανικά σύνορα, εκεί
που η Ιστορία συναντάει τη μοναξιά.
-«Δεν ήσουν ποτέ για το τώρα, Βάλτερ. Ήσουν πάντα τού “θα ήταν” και τού
“θα μπορούσε”.» ψιθύρισε.
Ο Μπένγιαμιν δεν απαντούσε. Είχε πνιγεί από τη βαλίτσα του· όχι από τα χάπια.
Στον καναπέ,σε ένα διαμέρισμα τής Βιέννης,3/9/2025 μ.Α.μετα Αουσβιτς χρονολογια,
ώρα 4:38,ο Φρόυντ ξεφύλλιζε τα όνειρα της Malina. Κάθε σελίδα
και μια ουλή. Δίπλα του, η Άννα Μανιάνι σιωπηλή,ντυμένη στα μαύρα.
-«Η Malina είναι κενή. Δεν έχει Εγώ, μόνο καθρέφτες.» είπε ο Φρόυντ, σημειώνοντας
κάτι σε ένα μπλοκάκι που είχε γραμμένη τη λέξη "Νεκρές Ερωμένες".
Στην άλλη άκρη τού δωματίου, ο Χάιντεγγερ πλανιόταν στη σκόνη τού UnSein.
-"Εδώ δεν υπάρχει Παρουσία. Μόνο Απο-ουσία." μουρμούρισε. "Ουδείς εν ζωή"
Στο θέατρο αργότερα:Στο κέντρο της σκηνής, ο πολιτικός αντίπαλος τού Στάλιν
στεκόταν δεμένος, τα μάτια του γυάλινα. Ο δικαστής ήταν ένας πίνακας τού
Francis Bacon.Η κατηγορία: "Δεν υπήρξες πιστός στο Όνειρο που σε έπλασε."
Ο Λαβρεντι Μπέρια, ντυμένος φωτογράφος τού Magnum, απαθανάτιζε τη σκηνή
με μια Leica M3. Εστίαζε όχι στο πρόσωπο του κατηγορούμενου, αλλά στα πόδια
μιας call-girl που γελούσε καθώς εβγαζε selfie με τον Helmut Newton, ντυμένο
στα λευκά, με μενεκεν να τον τυλίγουν σαν μούμια με φίλμ Kodak.
Η αυλαία έκλεισε.
Ο θεατής Balthus χαμογελούσε. Πάντα χαμογελούσε. Τα μάτια του έβλεπαν
την εικόνα την αιώνια επιστροφή στην εφηβεία της Ιστορίας, διεστραμμένης,
της τρυφερής, της επικίνδυνα αθώας.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ανάμεσα στους θεατές ειδε τον Χάιντεγκερ τον πλησιασε
και τον χαστούκισε.
"Η ύπαρξη σου είναι προνόμιο. Το τίμημα όμως; Ο θάνατος των άλλων."
Επιστροφή από το Βερολίνο στη Βιέννη.
Ο Φρόυντ σήκωσε το βλέμμα:
"Η Λούξεμπουργκ,Ινγκεμποργκ ,ψάχνει απεγνωσμένα μια Ερμηνεία. Σαν όλους μας."
Η Malina άναψε τσιγάρο. Μύριζε πυρκαγιά.
-"Πρόσεξε Ingeborg θα κάνεις" φωναξε
Και τότε, ακούστηκε ένα τελευταίο κλικ.
Ο Beria είχε φωτογραφίσει την Ιστορία.
Αλλά κανείς δεν θα εμφάνιζε το φιλμ.
.
.
Με σκότωσαν και με ξέχασαν
(Υπόθεση τής Rosa Luxemburg)
Το δωμάτιο.Η μνημη.Ένα πικάπ, έπαιζε τη "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" τού Στραβίνσκι.
Στην οθόνη που προβάλονταν η εικόνα ντοκιμαντέρ μιας γυναίκας γυμνης με
με τατουάζ από στίχους του Ρίλκε.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ στεκόταν όρθια,, και μιλούσε σαν ηρωίδα τού Ιονέσκο:
-Ο Βάλτερ εφυγε με χάπια, λες και ήθελε να γίνει σημείωση στο περιθώριο μιας ιδέας. Εγώ,εγώ έμεινα. Στο βούρκο. Με σκότωσαν και με ξέχασαν.
Σημείωση από τη Ρόζα, γραμμένη σε καθρέφτη με κραγιόν:
"Η Επανάσταση δεν είναι ούτε γυμνή, ούτε ντυμένη. Είναι πάντα νεκρή και πάντα ζωντανή. Όπως εγώ.
Όπως το Τέλος."
.
.
Το Δωμάτιο τού Walter Benjamin
Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είχε μόλις αυτοκτονήσει σε μια γωνία του δωματίου,
δίπλα σ’ ένα σωρό από αποσκευές: μια βαλίτσα γεμάτη αποσπασματικές αλήθειες,
μια γραφομηχανή που έγραφε μόνη της τις Θέσεις για τη Φιλοσοφία τής Ιστορίας και
ένα ραδιόφωνο που φωναζε φασιστικά μανιφέστα.
-"Είμασρε όλοι τους εδώ", είπε η Ρόζα κοιτώντας το σώμα τού Βάλτερ και το
δικό της στο πάτωμα.
Άνοιξε τη πόρτα και μπήκε στο διπλανό δωμάτιο.Εκει απέναντι πλευρά ,
ο Φρόυντ καθόταν σε έναν καναπέ μαζί με την Malina.
Πλάι τους, η Άννα Μανιάνι ούρλιαζε χωρίς φωνή, σαν ιταλικός κινηματογράφος
χωρίς υπότιτλους.
.
.
.
The Le Chevalier C. Auguste Dupin,Sherlock Holmes Hercule Poirot's triple case
-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
ο χρηματιστης Alex Turner,51 ετων,βρεθηκε δολοφονημενος στο διαμερισμα του στο
Manhattan,New York City,η οικιακη οικονομος του Alice Huxley,35 ετων,Γερμανοουγγρικης
καταγωγης,ανησυχησε,η πορτα ηταν κλειδωμενη απο μεσα,ειδοποιησε την αστυνομια η
οποια παραβιασε τη πορτα,το θυμα ηταν στο γραφειο ξαπλωμενο στο δαπεδο,καποιος τον
ειχε πυροβολησει στο στηθος,το τραυμα ηταν μοιραιο,ο Alex Turner συμφωνα με τις μαρτυριες της οικιακης βοηθου μετα το χωρισμο απο τη γυναικα του Ann Vitalli,27 χρονων,
Ιταλικης καταγωγης,μοντελο,τους τελευταιους εξι μηνες εμενε μονος του,δυο τρεις φορες
ειχε ερθει συνοδια με μια νεαρη γυναικα,δεν ηξερε περισσοτερα γιατι τοτε της εδεινε
αδεια και μενανε μονοι τους,την αλλη μερα το απογευμα οταν επεστρεφε η γυναικα ειχε
φυγει,ο Alex Turner ειχε τεραστια περιουσια την οποια ειχε επενδυσει σε διαφορες επιχειρησεις σ'ολο το κοσμο,πολυ συχνα ελειπε σε μακροημερα ταξιδια,γενικα ηταν ευδια-
θετος τυπος με λεπτο χιουμορ και γαλαντομος,τον τελευταιο ομως καιρο φαινονταν
σκεπτικος,κατι πολυ σοβαρο τον αποσχολουσε,δεν ειχε παιδια,με την Ann Vitalli ηταν ο
τριτος γαμος του,πανω στο γραφειο του βρεθηκε ανοιχτο στη σελιδα 237 το βιβλιο Ulysses
του James Joyce[Published by Paris: Shakespeare and Company,1922] με υπογραμμισμενη
τη φραση: time is money. Material domination.
την υποθεση της δολοφονιας του Alex Turner ανελαβαν να διαλευκανουν απο κοινου οι
τρεις διασημοι ντετεκτιβς,Le Chevalier C. Auguste Dupin,Sherlock Holmes και Hercule Poirot
ο Le Chevalier C. Auguste Dupin μετα απο αυστηρα συνεκτικη επαγωγικη σκεψη αποφαν
θηκε-πρωταρχικα,δεδομενου του κλειστου δωματιου,πως ο χρηματιστης Alex Turner δολο
φονηθηκε σε καποιο παραλληλο συμπαν,parallel universe,και το αποτελεσμα αυτης της
πραξης εμφανισθηκε στο δικο μας real συμπαν
ο Sherlock Holmes ειρωνευθηκε τον Le Chevalier C. Auguste Dupin,'νομιζω ,monsieur,πως
εδω,μαλλον,δεν εχουμε να κανουμε με μια αλλη υποθεση The Murders in the Rue Morgue,
αυτος ο φονος εγινε εδω στον our Real World'
'και τι συμπεραναν,Sir'αντεδρασε ομοιως ειρωνευτικα ο Le Chevalier C. Auguste Dupin
'οι αλαθητοι μεγεθυντικεις σας φακοι και οι γνωσεις σας περι των δηλητηριωδων μανι
ταριων της Σκωτιας;'
'ο Alex Huxley'εκανε την αναφορα του ο Sherlock Holmes 'δολοφονηθηκε ακριβως στις 10
και 47 το πρωι,ο δραστης επισκεφθηκε λιγη ωρα πριν το θυμα,ειχαν μια εντονη λεκτικη
διαφωνια,και,αυτο ηταν το σχεδιο του,εκδικηση,τον πυροβολησε στο στηθος,και μετα
αυτος υπογραμμισε τη φραση'time is money.Material domination στο βιβλιο,επισης
απειλησε την οικιακη βοηθο με τη ζωη της να μην μαρτυρησει,και την δωροδοκησε,απο-
δειψη πως την αλλη μερα του φονου η Alice Huxley κατεθεσε στην American Bank ενα
τεραστιο ποσο,300.000 $,υστερα ο δολοφονος κλειδωσε το δωματιο πετωντας μαλλον
το κλειδι μεσα σε καποιο υπονομο,το κλειδι,Κυριοι,της υποθεσης ειναι η οικιακη βοηθος,
αυτη θα μας φερει στον δολοφονο,καποιον εχθρο ανταγωνιστη,οικονομικο και ερωτικο
αντιζηλο,εραστη της πρωην γυναικας του Ann Vitalli' και συνεχισε 'There's the scarlet
thread of murder running through the colourless skein of life, and our duty is to unravel it,
and isolate it, and expose every inch of it' και απευθυνομενος στον Le Chevalier C. Auguste
Dupin σχολιασε 'crime is not fiction,but fact,and You,monsieur, have been in Afghanistan,
I perceive?'
ο Hercule Poirot γελασε,'οπως βλεπω a magnifying lens and tape measure in Brixton Road
for A Study in Scarlet,Sir Sherlock Holmes'αναφωνησε και σηκωθηκε απο τον μαλακο
καναπε,πηγε μεχρι το παραθυρο,και γυρνωντας προς το μερος τους σταθηκε και ειπε:
'The Truth has Grayish Color,neither White neither Black,there is,Gentlemen,not all Aristo-
telian Logic,A or A,η Αληθεια ειναι 'αναμεταξυ',between Le Chevalier C. Auguste Dupin and
Sherlock Holmes ,I should,perhaps tell you a little more about'
'Attention!Attention'τον εκοψε ο Le Chevalier C. Auguste Dupin'this crime is not The
Murder of Roger Ackroyd,Mr. Poirot, I'm really very sorry'
'Justly!'απαντησε χαμογελωντας ο Βελγος ντετεκτιβ Hercule Poirot χαιδευοντας το τσιγκελωτο μουστακι του'Ακριβως,monsieur and Sir,this crime is same The Murder of Roger
Ackroyd,προσοχη,κατα καποιο τροπο,επειδη καθε εγκλημα δεν ειναι μονο μια φυσικη,
φρικτη,πραξη αλλα επισης και μια διανοητικη ερευνα,λοιπον,κυριοι,ο χρηματιστης Alex
Turner αυτοκτονησε στις 10 και 47 το πρωι σε καποιο παραλληλο κοσμο,επασχε απο καταθλιψη,αιτια η μοιχεια της γυναικας του κι ο χωρισμος τους,διαβαζοντας το βιβλιο του
James Joyce Ulysses η περιπτωση του ηρωα του βιβλιου Leopold Bloom και οι αναριθμητες
και φανερες μοιχειες της γυναικας του Molly επιβαρυναν τη διαθεση του,ενιωσε βαθεια
απογοητευση,ο κοσμος του γκρεμισθηκε,αποδομηθηκε,ζουσε σε μεγαλη αυταπατη,γι'αυτο
και υπογραμμισε τη φραση της σελιδας 237:time is money. Material domination.ο χρονος
ειναι χρημα.Υλικη Κυριαρχια.Ενας Ψευτικος Κοσμος.Τοτε σκεφθηκε,σαν τελικη λυση,την
αυτοκτονια.Την σκηνοθετησε με την παραμικρη λεπτομερεια.Κατἀρχην κλειστηκε στο
δωματιο κι εκανε χρηση της hi science technology,την οποια εκ των πραγματων την κατειχε
πληρως,και τηλε μεταφερθηκε σε καποιο παραλληλο Συμπαν,το οποιο,φαινεται,πολυ
συχνα εμπισκεφτονταν,ειναι τα ταξιδια που ελεγε η οικιακη βοηθος,στην οποια για τις
υπηρεσιες της,εκεινο το πρωι,της δωρησε 300.000 $,λοιπον σἀυτο το parallel universe που
τηλεμεταφερθηκε ειχε την δυνατοτητα λεγοντας εναν prive code να εμφανισει εμπρος του
το virual computer του,αυτο το εικονικο laptop μπορουσε να το χειρισθει μεσω φωνης
και αφης,προσαρμοζοντας την προβολη του,τη θεση του,τη διαφανεια του,τις διαστασεις
του και τις αλλες παραμετρους,σἀυτο συνηθιζε να παιζει THE TIME MONEY game,ενα
multiplayer online strategy game πληρως προσομειωμενο σε εικονικο real περιβαλλον,εκει
ειχε τον ρολο ενος ντετικτιβ ο οποιος επρεπε να εξαθρωσει ενα τεραστιο δικτυο vile
badmen αδιστακτων κακοποιων οι οποιοι ηθελαν να εχουν την Ultimate Material Universe
Domination,την πληρη οικονομικη,υλικη και πνευματικη παγκοσμια κυριαρχια,ενας απ'
ἀυτος τους vile bad heroes ειχε συναψει ερωτικη σχεση με την Ann,την game wife του,
η real προσομοιωση του game ηταν τοσο καλα made in προγραμματισμενη,που αισθανθηκε πραγματικη λυπη και ταση για αυτοκτονια,κανοντας επιτηδες συνεχη game tactic
errors παρεσυρε τελικα τον bad vile heroe αντιζηλο του στο δωματιο του προκαλωντας
την αυτοκτονια-δολοφονια του,εκει στο κλειστο δωματιο τα facts εγιναν οπως τα περι-
εγραψε ο Sir Sherlock Holmes,δηλαδη η εντονη λογομαχια,ο πυροβολισμος στο στηθος,
η υπογραμμιση στο βιβλιο,λογομαχια η' δωροδοκια τής υπηρετριας,justly!νομιζω πως
χωρις την αυστηρη επαγωγικη σκεψη του Le Chevalier C. Auguste Dupin,τα magnifying
lens and tape measure Dupin του Sherlock Holmes και τα φαια κυτταρα εμενα του
Hercule Poirot δεν θα φθαναμε ποτε στην Absolute Solution'
και καθιζοντας στον μαλακο καναπε ειπε:
'Justly! an ingenious compination of The Murders in the Rue Morgue and The Murder of
Roger for A Study in Scarlet'
'Justly!'συμφωνησε ο Le Chevalier C. Auguste Dupin 'μἐνα σμπαρο τρια τριγονια'
'χωρις αμφιβολια'χαμογελασε ο Sherlock Holmes ' κατα καποιο τροπο μια με magnifying
lens and tape measure ingenious mental solution!
'Sure,in some parallel universe'σχολιασε αινιγματικα ο Hercule Poirot
.
.
.
The Le Chevalier C. Auguste Dupin, Sherlock Holmes, Hercule Poirot & Miss Marple's Quadrilateral Case
-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ο χρηματιστής Alex Turner, 51 ετών, βρέθηκε νεκρός στο πολυτελές διαμέρισμά του στο Manhattan, New York City. Το πτώμα του βρέθηκε στο γραφείο, ξαπλωμένο στο πάτωμα, με μια σφαίρα καρφωμένη στο στήθος. Η πόρτα ήταν κλειδωμένη από μέσα· κανένα ίχνος εισβολής.
Η οικιακή βοηθός Alice Huxley, 35 ετών, Γερμανοουγγρικής καταγωγής, ειδοποίησε την αστυνομία όταν ανησύχησε από την απουσία απάντησης. Οι αρχές έσπασαν την πόρτα και αντίκρισαν τη σκηνή.
Ο Turner, διαζευγμένος από την Ann Vitalli, 27 ετών, ιταλικής καταγωγής μοντέλο, ζούσε μόνος τους τελευταίους έξι μήνες. Σύμφωνα με την Alice, κάποτε δεχόταν επισκέψεις από μία νεαρή γυναίκα, πάντα τις ημέρες που της έδινε άδεια.
Στο γραφείο του βρέθηκε ανοιχτό το βιβλίο Ulysses του James Joyce, στη σελίδα 237. Η υπογραμμισμένη φράση:
“time is money. Material domination.”
Η υπόθεση ανέλαβαν τέσσερις ντετέκτιβς:
Le Chevalier C. Auguste Dupin
Sherlock Holmes
Hercule Poirot
και η διακριτική, αθόρυβη Miss Jane Marple από το St. Mary Mead.
Ο Dupin δήλωσε:
"Εκ πρώτης όψεως, μοιάζει με αυτοκτονία, αλλά στο επίπεδο ενός παράλληλου σύμπαντος.
Η υλοποίηση της πράξης στο δικό μας σύμπαν είναι απλώς η υλική εκδήλωση ενός συμβάντος που έλαβε χώρα αλλού."
Ο Holmes αντέδρασε με ειρωνεία:
"Παρακαλώ, ας μην ανακυκλώνουμε το Rue Morgue. Ο φόνος έγινε εδώ. Ο δράστης ήξερε να εξαφανίσει τα ίχνη του. Η φράση στο βιβλίο ήταν μήνυμα. Η οικιακή βοηθός δωροδοκήθηκε , κατέθεσε $300.000 την επόμενη ημέρα. Ο Turner είχε εχθρούς, ανταγωνιστές. Και, φυσικά, το παρελθόν της Ann Vitalli"
Ο Poirot, σηκώθηκε από τον καναπέ, πλησίασε το παράθυρο και είπε:
"Messieurs, η αλήθεια δεν είναι λευκή ούτε μαύρη. Είναι γκρι. Η φράση στο βιβλίο, το παιχνίδι εικονικής πραγματικότητας, η κατάθλιψη του Turner όλα οδηγούν σε αυτοκτονία, αλλά με διανοητικό τροπο. Ο ίδιος σκηνοθέτησε την 'δολοφονία' του εντός ενός ψηφιακού game σύμπαντος, του 'The Time Money'. Μία απόλυτα προγραμματισμένη προβολή της απελπισίας του."
Η Miss Marple, σιωπηλή μέχρι εκείνη τη στιγμή, χαμογέλασε ελαφρά, και ήρεμα, χωρίς στόμφο, είπε:
"Ξέρετε, κύριοι, ίσως το μυστήριο να μην είναι τόσο περίπλοκο όσο νομίζετε. Στο χωριό μου, στο St. Mary Mead, τα εγκλήματα συμβαίνουν όταν ο κόσμος ασχολείται υπερβολικά με το ‘φαίνεσθαι’. Εδώ έχουμε ένα άνδρα μόνο, με τρεις γάμους πίσω του, μια γυναίκα που ‘μοιάζει’ αθώα και έναν ψηφιακό κόσμο που αναπαριστά αυτό που δεν μπόρεσε ποτέ να γίνει στην πραγματικότητα.
Δεν είναι η τεχνολογία το ζήτημα, ούτε η πολυπλοκότητα. Είναι η μοναξιά. Ένας άνδρας που επιζητούσε αγάπη, και βρήκε μόνο προδοσία και απληστία. Ίσως αυτό να μην είναι φόνος, αλλά μια θεατρική έξοδος ένας άνθρωπος που σκηνοθέτησε το τέλος του ως ψηφιακό έγκλημα για να νιώσει ότι είχε κάποια σημασία.”
Όλοι σώπασαν.
Ο Holmes έγειρε ελαφρώς το κεφάλι.
Ο Dupin φαινόταν προβληματισμένος.
Ο Poirot έσφιξε ελαφρώς τα χείλη και ειπρ:
“Parfaitement, mademoiselle. Η ανάλυσή σας έχει μια τρομακτική ησυχία. Μια ησυχία που ίσως είναι η αληθινή φωνή του θανάτου.”
Η υπόθεση του Alex Turner έκλεισε ως αυτοκτονία.
Όμως στα μυαλά των τεσσάρων ντετέκτιβ, η υπόθεση έμεινε ανοικτή, όχι νομικά, αλλά υπαρξιακά.
Η Miss Marple, φεύγοντας, ειπε:
“Όταν οι άνδρες προσπαθούν να εξηγήσουν τον κόσμο με φιλοσοφίες, τεχνολογίες και αλγόριθμους, ξεχνούν ότι τις περισσότερες φορές, το τέλος ξεκινά με μια ραγισμένη καρδιά.”
.
.
Σχόλιο:
Η προσθήκη της Miss Marple έφερε μια θηλυκή και αισθηματική προσέγγιση,
αντιπαραβολή στη λογική/αναλυτική/ψυχαναλυτική μέθοδο των τριών ανδρών,
μια ανθρώπινη παρατήρηση που βασίζεται στην καθημερινή εμπειρία και τη βαθιά γνώση της ανθρώπινης φύσης.
Η φωνή της Marple δεν αντιπαρατίθεται με τους άλλους· τους εξισορροπεί. Είναι σαν την ήρεμη φλόγα σε μια αίθουσα γεμάτη προβολείς.
.
.
.
Ένα γράμμα της Miss Marple προς τον Le Chevalier C. Auguste Dupin
St. Mary Mead,
Devonshire, England
5η Σεπτεμβρίου 2025
Αγαπητέ μου Le Chevalier C. Auguste Dupin,
Ελπίζω, ο κοινός μας φίλος κύριος Poirot να σας μεταφέρει τα συγχαρητήριά μου για την άκρως εξωφρενική ανάλυσή σας επί της υποθέσεως του χρηματιστή κυρίου Alex Turner.
Οφείλω να ομολογήσω ότι διάβασα με ιδιαίτερη απορία και, θα τολμήσω να πω, διασκεδαστική αμηχανία την ερμηνεία σας περί "παραλλήλων συμπάντων" και τηλεμεταφορών με τη βοήθεια εικονικών συσκευών.
Όπως γνωρίζετε, δεν είμαι ειδική ούτε εις την hi science technology ούτε εις τα ηλεκτρονικά παιχνίδια τακτικής που φαίνεται να απασχόλησαν τον κύριο Turner σε τέτοιο βαθμό ώστε να δολοφονηθεί. Πόσο μοντέρνο και ταυτόχρονα, πόσο απελπιστικά παλιομοδίτικο, αν μου επιτρέπεται να παρατηρήσω.
Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να προσφέρω μια πιο σεμνή εξήγηση, βασισμένη σε ό,τι με δίδαξε η ζωή στο χωριό μου: οι άνθρωποι δεν αλλάζουν, μόνο τα μέσα τους αλλάζουν μορφή.
Ο κύριος Turner, όπως μαθαίνω, είχε περάσει από τρεις γάμους, κατείχε τεράστια περιουσία, και φαινόταν γενικά ευδιάθετος ως συνήθως συμβαίνει με τους πιο καταθλιπτικούς ανθρώπους. Η δε κυρία Vitalli, νέα, όμορφη, ελαφρώς αφελής , ένα "μοντέλο", λέτε ,μου θυμίζει τόσο τις κυρίες που συνήθιζαν να παντρεύονται εύπορους χήρους στα απογεύματα των γηροκομείων, μόνο και μόνο για να ξεφύγουν από τη μονοτονία.
Αυτό που με απασχολεί όμως περισσότερο είναι η οικιακή βοηθός, κυρία Alice Huxley. Όχι τόσο γιατί ενδέχεται να συμμετείχε στο έγκλημα, αλλά γιατί, όπως συχνά συμβαίνει,ήξερε περισσότερα απ’ όσα είπε. Στο χωριό μου, όταν μια υπηρέτρια καταθέσει 300.000 δολάρια την επομένη ενός φόνου, είτε έγινε θαύμα, είτε έγινε φόνος. Σπάνια τα δύο αυτά συνυπάρχουν.
Με άλλα λόγια, αγαπητέ Dupin, δεν χρειάζεστε παράλληλα σύμπαντα· το δικό μας είναι αρκετά περίπλοκο.
Ο κύριος Holmes, φυσικά, είχε δίκιο σε αρκετά σημεία, ιδίως στην παρατήρησή του για την απειλή και τη δωροδοκία. Αν και, επιτρέψτε μου να πω, τον βρίσκω κάπως… επιτηδευμένο. Σαν να λύνει κάθε υπόθεση με ένα μεγεθυντικό φακό.
Ο κύριος Poirot, από την άλλη, όπως πάντα, βλέπει την υπόθεση ως ένα μυστήριο ψυχής. Δεν θα διαφωνήσω μαζί του. Στο κάτω-κάτω, ακόμη και το “time is money” έχει μεγαλύτερο βάρος όταν το διαβάζει κανείς στην ερημιά μιας κατάρρευσης, παρά στην ησυχία ενός γραφείου.
Όμως, επιτρέψτε μου και μια τελική παρατήρηση, εν είδει φιλικής προτροπής:
Δεν είμαστε, αγαπητέ μου Chevalier, ούτε προφήτες τεχνολογίας, ούτε ήρωες της λογικής. Είμαστε παρατηρητές της ανθρώπινης φύσης. Κι όσο πιο προσεκτικά την κοιτά κανείς, τόσο πιο πολύ ξεχωρίζει την απάτη κάτω από το άρωμα της πολυτέλειας, τη μοναξιά πίσω από το χαμόγελο, και, ενίοτε, την αλήθεια πίσω από την προσομοίωση.
Με εκτίμηση,
και τις θερμότερες ευχές μου από την Αγγλία,
Miss Jane Marple
(St. Mary Mead’s resident detective,and proud observer of human folly)
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ένας Νοτιος Αχαιος στη Θεσσαλονίκη,2025
Στη φωτιά τού 1917.
'Ο ουρανός έγινε κόκκινος. Το σπίτι μας,χαρτί στο στόμα τού ανέμου.Όλα χάθηκαν' γράφει σε ένα κιτρινισμένο χειρόγραφο , ένας έμπορος.
Η Θεσσαλονίκη έχασε την παλιά της μορφή, τις εβραϊκές συνοικίες, τα παζάρια, τις μυρωδιές τής Ανατολής.
Κάτω από τα σημερινά πεζοδρόμια τής πόλης, στον χώρο τού παλιού Ιπποδρόμου,το 390 μ.Χ.ο Θεοδόσιος Α΄ διατάζει τη σφαγή χιλιάδων ανθρώπων, θεατών μιας ιπποδρομίας,ως εκδίκηση για τον φόνο ενός στρατηγού. Μαρτυρίες μοναχών σώζονται σε παλιά χειρόγραφα: «Ευσεβείς και άνομοι μαζί έπεσαν, και η πόλη βάφτηκε σκοτεινή».
Η μνήμη δεν ξεθωριάζει, κι ας μην υπάρχει πια ο Ιππόδρομος.
Συνάντησα τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη,φαρμακοποιο, ζωγράφο και ποιητή, στη Θεσσαλονίκη 'όπως περιπατεί η ψυχή στον ύπνο', όπως έγραφε. Στο σπίτι του στην παραλία, το βλέμμα του στη πόλη,που είναι καράβι που ταξιδεύει στο όνειρο.
Το απόγευμα τον επισκέφτηκε η αδελφή του Ζωή Καρελλη,ποιήτρια,σιωπηλή.
'περπατησα στους δρόμους με σιωπή' ειπε.
'Εδώ, στων λίθων την απάθεια, κρύβεται το θείο.
Μιλώ με το άγαλμα,όχι με τους ανθρώπους'.
Οι καπνεργάτες απεργούν.
Μάης του ’36:
Δεν ήταν διαδήλωση.Ήταν κραυγή. Και η κραυγή έγινε Ιστορία.
Μετα σε ένα βράδυ που δεν τελείωσε ποτέ,το 1963,22 Μαιου.Η δολοφονία τού Γρηγόρη Λαμπράκη από το παρακράτος
στη συμβολή τών οδών Ερμού και Βενιζέλου.
Μια γυναίκα,μαρτυρας στη σκηνή, θυμάται:
'Φώναξα, αλλά η φωνή μου κόπηκε. Σαν να μην ήθελε η πόλη να ακουστεί η αλήθεια'
Στη δεκαετία τού ’70, κάθε Κυριακή, η πόλη σταματούσε.
'Όταν έμπαινε ο Κούδας στο γήπεδο, ακόμα κι ο αέρας άλλαζε κατεύθυνση μού είπε ένας φίλαθλος.
Όταν γνώρισα την Ελένη,μαθήτρια της Γ' Λυκείου,δεν είχα ξαναδεί τέτοιο φως. Η θάλασσα εδώ έχει άλλο χρώμα..
Περπάτησαμε στη Τσιμισκή, βγαλαμε φωτογραφίες μπροστά στη Ροτόντα, άκουσα τον ξεναγό να λέει πως εκεί προσευχήθηκαν και χριστιανοί και μουσουλμάνοι και παγανιστές.
'Σαν να χωράει όλο τον κόσμο αυτή η πόλη' μού είπε χαμογελώντας.
Το βράδυ, στο ξενοδοχείο κοντά στο Βαρδάρη, τής τηλεφωνησα
'θα ξαναρθω.Για να σε ακούσω καλύτερα. Η Θεσσαλονίκη μιλάει. Κι εγώ τώρα άρχισα να την ακούω'
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Τωρα με ενδιαφέρει πως κοιμάται η πολη
(Ενας Νότιος Αχαιός στη Θεσσαλονίκη -Ημερολόγιο)
Ήρθαμε Θεσσαλονίκη,εγώ και η Ελένη, για λίγες μέρες. Μενουμε σε ένα Airbnb στα Λαδάδικα. Ένα collaboration με έναν φωτογράφο τής Ελένης ήταν η αφορμή.
Το πρώτο της story ήταν από την πλατεία Αριστοτέλους,ήλιος, καφές στο χέρι, και λεζάντα "ζωή σαν σκηνή". Αλλά όσο περπατούσαμε πιο μέσα, στους παλιούς δρόμους, στα στενά που μυρίζουν ιστορία και γιασεμί, άρχισα να νιώθω πως η Θεσσαλονίκη δεν είναι πόλη για φωτογραφίες. Είναι πόλη για μαρτυρίες.
Βρήκα ένα χειρόγραφο αρχείο στην έκθεση τού Μουσείου Πόλης, απ’ την Κατίνα Δ.,που είχε χάσει το σπίτι της στην πυρκαγιά, τού 1917:
'Ό,τι αγαπήσαμε έγινε καπνός. Μείναμε στην παραλία, κοιτώντας τον ουρανό που είχε πάρει το χρώμα τού αίματος'.
Δεν μπορούσα να το ξεχάσω. Το έγραψα στο caption τής φωτογραφίας μου με φόντο μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη. Κάποιος μου απάντησε στο DM:
'Μιλάς για το παρελθόν σα να το ζεις. Αυτό δεν κάνουν και οι ποιητές;'
Στη Ροτόντα, ένας ξεναγός μιλούσε για τη σφαγή του 390 μ.Χ. 'Χιλιάδες άνθρωποι δολοφονήθηκαν επειδή ενοχλούσαν την εξουσία'.
Σκέφτηκα: τίποτα δεν έχει αλλάξει. Η εξουσία ακόμα ενοχλείται από τις φωνές, τα σώματα, τις επιλογές.
Η Ελένη εγραψε στο Notes της:
'Αν ζούσα τότε, θα με είχαν λιθοβολήσει.Ίσως γιατί φοράω κορμακια.Ισως γιατι μιλάω. Ίσως γιατι είμαι γυναικα'.
Ο Γαβριήλ Πεντζίκης με παραξενεψε στην αρχή.Η Θεολογία του. Δεν τον "καταλάβαινα". Αλλά όταν διάβασα:
'Ο Θεός γράφει με το σώμα μας πάνω στους δρόμους',
ένιωσα πως ίσως είμαστε πιο κοντά απ’ όσο νόμιζα.
Η Ζωή Καρέλλη, απ’ την άλλη, μου έκλεψε την ψυχή:
'Είμαι γυναίκα. Αυτό σημαίνει να σιωπώ, μα να φλέγομαι'.
'Στην επόμενη ανάρτησή μου',μού είπε,
'έγραψα ακριβώς αυτή τη φράση. Κάποιοι νόμιζαν πως είναι δική μου. Δεν τούς διόρθωσα'
Περπάτησα στην οδό Βενιζέλου, έφθασα στη συμβολή με την Ερμου,
εκεί που χτυπήθηκε ο Λαμπράκης.Ενιωσα πως κάτι με τραβούσε εκεί. Δεν ήταν το αίμα. Ήταν η φωνή.
Από εκεί πήγα στην πλατεία Διοικητηρίου,και από εκει στη συμβολή Συγγρού και Πτολεμαίων,9 Μαϊου1936,όπου ειδα μια μάνα που θρηνούσε το παιδί της στον δρόμο. Μπροστά μου ένα γκράφιτι έγραφε:
'Μην ξεχνάς. Μην το κάνεις μόδα'.
Κι εγώ, που κάθε μέρα σκεφτομαι με το αν η εικόνα μου είναι δύναμη ή παγίδα, τούς ένιωσα. Αυτούς.Τους ξεχασμένους. Τους αφανείς.
Ο οδηγός τού ταξί μιλούσε για τον Γιώργο Κούδα με καμάρι,'Μεγαλέξανδρος.
Ήταν λέει να πάει στον Ολυμπιακό, αλλά δεν τον άφησε η πόλη. Κι αυτός έμεινε. Σαν βασιλιάς'.
Χαμογέλασε από τον καθρέφτη:
'Όπως κι εσύ,Ελένη,βασίλισσα',είπε στην Ελένη.
Την ειχε αναγνωρισει
Η Ελένη εβγαλε selfie στη Ροτόντα.Αλλά η φωτογραφία βγήκε θολή.
Γελασε.'Σα να μην ήθελε να τη φυλακίσω' ειπε.
Εκεί κοντά, τα ανάκτορα του Γαλέριου μού θύμισαν πως η εξουσία πάντα χτίζει με μάρμαρο, αλλά πέφτει με σκόνη.
Στον Άγιο Δημήτριο,
η Ελένη μού είπε,'νιωθω πιο απογυμνωμένη από ποτέ. Όχι από ρούχα. Από πόζα.'
Στο Βαρδάρη είδα το σκληρό πρόσωπο τής πόλης.Η Θεσσαλονίκη είναι και πληγή.
Τα Λαδάδικα είναι το θέατρο τής νύχτας, φώτα, μουσικές, κορμιά, φωνές. .
Η Τσιμισκή είναι βιτρίνα και φαντασίωση. Μα κάτω απ’ τα φώτα της περπατάει η Ιστορία. Με τακούνια.
Η Ελένη.
Η Ελένη χαμογέλασε.
'Θυμήθηκα τη σχολική εκδρομή μου εδώ, τότε που ήμουν η 'ήσυχη Ελένη'.
Σταμάτησε και συνέχισε. 'Είχαμε πάει στην Αριστοτέλους,φάγαμε μπουγάτσα και γελάγαμε χωρίς λόγο. Κανείς τότε δεν ήξερε τι θα γινόμουν. Ούτε κι εγώ.
Σήμερα, η Ελένη με τα τατουάζ και τη φωνή της, περπατάει στην ίδια πλατεία και λέει :
'Μπορεί να γδύνομαι στην κάμερα. Αλλά η Θεσσαλονίκη με έντυσε με μνήμη'.
Τη νύχτα στο Hotel.
Η Ελένη ανεβάζει stories,
μπροστά στον καθρέφτη.
Την κοιτάζω.
Την ακούω:'Μια γυναίκα μπορεί να δείχνει το σώμα της, αλλά η αληθινή πρόκληση είναι να δείχνει και το μυαλό της. Και τη ψυχή της. Η Θεσσαλονίκη μού τα ζήτησε και τα τρία'
Γράφει:
'Το όνομά μου είναι Ελένη. Είμαι από τη Σπάρτη. Κάποιοι με ξέρουν από το Instagram. Όμως αυτό το κείμενο δεν είναι για το πώς βγάζω τα προς το ζην. Είναι για το πώς ένα ταξίδι στη Θεσσαλονίκη,που ξεκίνησε ως απλή απόδραση,έγινε βουτιά στην ιστορία και στο ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια.
Ήρθα για content. Έμεινα για τη μνήμη.'
Την ώρα που ετοίμαζαμε ένα story με φόντο τη Ροτόντα, είδα ένα μικρό εκθετήριο στην άκρη τού δρόμου. Ένα χειρόγραφο, με γράμματα σβησμένα από τον καιρό. Ήταν από μια γυναίκα που έζησε τη φωτιά τού 1917:
'Το σπίτι μας ήταν στην οδό Αγίου Μηνά. Είμασταν στο σαλόνι όταν η στέγη άρχισε να τρίζει.Τρέξαμε με γυμνα ποδια μέχρι το λιμάνι'
Κι εγώ, που φοβάμαι αν πέσει το WiFi, δεν ήξερα τι να πω μπροστά σε τέτοια απώλεια.
Στην πλατεία Ναυαρίνου, ένας καθηγητής πανεπιστημίου που έτυχε να κάθεται δίπλα μου στο καφέ, μού μίλησε για τη σφαγή στον Ιππόδρομο το 390 μ.Χ.:
' Ο Θεοδόσιος έσφαξε χιλιάδες. Σκέψου μια αρένα με 7.000 ανθρώπους και να μην μείνει κανείς.
-Ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ὁ ἀριθμὸς οὐκ ἠρίθμηται-
έγραφε ένα εκκλησιαστικό χρονικό'
Σκέφτηκα το πόσο εύκολα γινόμαστε 'θέαμα'.
Στη Ροτόντα, άκουσα έναν φοιτητή να διαβάζει ποίηση φωναχτά.Ήταν Νίκος Γαβριήλ-Πεντζίκης:
'Η πόλη μου είναι το σώμα μου. Κι όταν την πληγώνουν, ματώνω κι εγώ'.
'Αλήθεια',είπε η Ελένη,'Κι εγώ κάπως έτσι νιώθω όταν διαβάζουν το σώμα μου χωρίς να διαβάζουν τα μάτια μου.'
Σ'ένα μικρό βιβλιοπωλείο στα Λαδάδικα, βρήκα ένα παλιό αντίτυπο τής Ζωής Καρέλλη,το πήρα δώρο για την Ελενη.
Το ανοιξε.Διαβασε:
'Αναζητώ τον Θεό. Κι Εκείνος με παρακολουθεί μέσα από τα μάτια τών ανθρώπων'.
Το έγραψε story χωρίς φίλτρο. 'Πρώτη φορά'.Ειπε.
Την άλλη μέρα στο μουσείο φωτογραφίας πήγε η Ελένη μόνη της.
Όταν γύρισε μού είπε:
'είδα τη μάνα που θρηνεί το παιδί της. Το θυμόμουν από το σχολείο. Τώρα το ένιωσα:
'Μέρα Μαγιού μου μίσεψες'.
Έκλαψα. Μπροστά σε ξένους. Δεν με ένοιαζε'
Ένας ηλικιωμένος άντρας στα Κάστρα
μού μίλησε για τον Κούδα.
Κοίταξε την Ελένη,Χαμογέλασε.
'Ο Ζεν Πρεμιέ τής Τούμπας.Κορίτσι μου, αυτός δεν έπαιζε μπάλα. Έγραφε ποίηση με τα πόδια του. Ήταν ο Πεντζίκης τού γηπέδου!'
Μού πρότεινε να δω ματς στην Τούμπα. Τού είπα:'αν έπαιζε ο Κούδας,ναι'.
Νυχτωνε όταν περπάτησαμε στα ανάκτορα τού Γαλέριου με την κάμερα στο χέρι. Πλάνα, φίλτρα, slow motion. Ώσπου ένας ξεναγός μού είπε:
'Μη τραβάτε μόνο.Ακουστε την πέτρα. Κουβαλάει αιώνες κραυγές'.
Σώπασα. Για μια φορά, δεν ήθελα να φανώ. Ήθελα να ακούσω.
Πρωί την άλλη μέρα στον Άγιο Δημήτριο.Στην κρύπτη τού Αγίου ένα παιδί άγγιξε τον τοίχο και ψιθύρισε:
'Θεέ μου, βοήθα με στις Πανελλήνιες'.
Και σκέφτηκα: ακόμα κι αν όλα αλλάζουν, η ελπίδα μένει σταθερή. Όπως και το φως τών καντηλιών.
Τη νύχτα στα Λαδάδικα η Ελένη έλαμπε με το κόκκινο φόρεμα.
Κι όμως, εκεί στα Λαδάδικα, ένιωθα πως κάτω από τη μουσική, κάτω απ’ τα νεον, υπήρχε μια παλιά ιστορία:καπνός, εμπόριο, χαμηλός φωτισμό, μυστικά.
Στη πλατεία Βαρδάρη η πόλη αλλάζει. Ένα ζευγάρι Ρομά μού χαμογέλασε χωρίς λόγο. Χωρίς να θέλει κάτι.
Η Ελένη εγραψε στο storie:
'Στο Βαρδάρη είδα τα πιο ωμά βλέμματα. Εκεί δεν πουλάς εικόνα εκεί είσαι εικόνα.
Η πόλη μού μίλησε χωρίς καλλυντικά.'και μού διάβασε.
Στην πλατεία Αριστοτέλους, η Ελένη έπινε καφέ μόνη. Περνούσαν ζευγάρια, παιδιά, σκέιτερς. 'Στην Τσιμισκή, αγόρασα ένα λευκό πουκάμισο που δεν θα φορέσω σε live. Θα το φορέσω στον εαυτό μου. Στο σήμερα.' μού είπε.
'Τωρα με ενδιαφέρει πως κοιμάται η πολη'
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Ανάκλαση τού Πολλαπλου
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αντιτυπα
1
Ταυτοχρονικότητα εις το Άχρονον
Η Marilyn μιλά:
-Oh darling, πόσα αντίτυπα τής ψυχής μου χωράνε σε μια μεταξοτυπία;
Δεν είμαι εγώ, είμαι ο θόρυβος της επιθυμίας σου.
Andy Warhol: Η σιωπή είναι τέχνη αν δεν απαντήσεις.
Camera, rolling
Ο Andrei Tarkovsky, κινηματογραφεί μια σταγόνα να πεφτει
μέσα σε παγωμένο πηγάδι της Σιβηρίας,
ενώ Krzystof Kieslowski
-Οι ήχοι έχουν ενοχές, λέει.
-Οι εικόνες έχουν αλήθειες, απαντα ο Αντρέι.
Η σκηνή:the Persistence of Memory κρεμασμένα ρολόγια
και στο κέντρο το σώμα,το άψυχο,
Ο Father Brown λεει
-"Ο δολοφόνος δεν διέφυγε. Είναι ακόμη εντός τού πινακα ,"
Ο Isidro Parodi, σκεπτικός, σημειώνει:
Το πτώμα βρέθηκε ανάμεσα σε δύο ρολόγια,
το ένα έδειχνε μέλλον, το άλλο παρελθόν.
"Το παρόν είναι ένοχο", συμπληρώνει ο ιερέας, ανάβοντας πίπα.
Κι ο Maurizio Kagel, γερμανόφωνος αργεντινός ,
παίζει στο πιάνο τη φούγκα :
-“Ludwich van, ludwig gone, gone gone gone—
Ο χρόνος λυγίζει.
Η τέχνη φωνάζει.
Η Marilyn χαμογελά.
-"Είμαι το είδωλο που δεν αναγνωρίζεται στο καθρέφτη",
κι ο Warhol την ξανατυπώνει
σε ροζ
σε μπλε
σε πράσινο
σε κιτρινο
Ο Tarkovsky σκηνοθετεί την πτώση ενός φύλλου.
Ο Kieslowski τραβά το ηχητικό του ψιθύρου.
Ο Father Brown ψάχνει το κίνητρο στο σουρρεαλισμό.
Ο Isidro Paredi σημειώνει:
Ο φόνος έγινε στο όνειρο ενός πίνακα.
Τίποτα δεν τελείωσε.
Η Επιμονή τής Μεριλιν
σε ύφος James Joyce
.
.
2
Flickerflashpop! Εκεί, στο silkscreen του Warhola,
η Μέριλυν, μισάνοιχτο στόμα, γυαλισμένο ροζ,
όχι πια Norma Jeane,μια ψηφιακή madonna
"Modern art," she ψιθυρίζει,
"is just repetition with a better wig."
Και γελάει, όχι ήχος
μονάχα feedback.
Meanwhile,ο Andrei Tarkovsky στήνει κάμερα
με τον Krzysztof ο οποίος δεν μιλάει,
μόνο κοιτάει.
“Slow,” λέει ο Αντρέι,
“Slower.”
“Slower than time."
Και ρίχνει νερό πάνω σε καθρέφτες
κι οι αντανακλάσεις θυμούνται
ό,τι οι άνθρωποι ξεχνούν.
Και να!
Μες στη σεκάνς αυτή,
εισβάλλει μια χορωδία από χαλασμένα πιάνα
Ο Maurizio Kagel γραφεί το Ludwig Van,
στην Κολωνία τού ’68.
.«Μουσική είναι η ανάμνηση που δεν ειπώθηκε ποτέ,»
και η παρτιτούρα του καίγεται επίτηδες,
για να αποδείξει ότι υπήρξε.
Μα κάπου εκεί ,στο λάθος καρέ ένας φόνος μέσα στον πίνακα.
Στο «Persistence of Memory».
Κι εκεί φτάνουν.
Ο Isidro Parodi, ντετέκτιβ,
και ο πάτερ Brown,με το καπέλο του,
την υποψία του για το καλό μέσα στο φρικαλέο.
"Δεν είναι θέμα πώς πέθανε," λέει ο Father,
"αλλά ποιος θα θυμάται τον θάνατό του."
Ο Isidro Parodi μεγεθύνει τα μάτια του
και βλέπει μέσα στον πίνακα.
Την ίδια τη Μέριλυν, να τον κοιτά,και να λέει ξανά:
“Repetition, darling. It’s all in the repetition.”
Και κάπου πίσω τους,ο Άντυ,
κλείνει το καπάκι απ’ το κουτί της σούπας.
Ο Tarkovsky ρίχνει σκόνη στο φως.
Ο Kieslowski τραβά μόνο τα τρία τελευταία δευτερόλεπτα.
Ο Kagel γελά
κι η συμφωνία σταματά
σαν κάποιος να έκλεισε απότομα το όνειρο.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Φαντασμαγορία σε 23 καρέ
Η Μέριλιν δε χαμογελά
μισάνοιχτο στόμα,
δαγκώνει το ροζ,
μωβ η σκιά, η Warhol-ική λάμψη σε τέσσερις εκδοχές,
λευκό, τιρκουάζ,
."Art is what you can get away with."
Δίπλα, η Τζοκόντα .
“Πείτε μου, εσείς, η τέχνη όταν γίνεται καθρέφτης,
είναι πορτραίτο;”
Ο φακό του Ταρκόφσκι,
αργά κάνει travelling
σε ένα σύννεφο που περνάει μπροστά απ’ τον ήλιο
κι αφήνει σκιά στο πρόσωπο του Κισλόφσκι.
Κι απ’ το βάθος — ήχος:
Ο Μαουρίτσιο Κάγκελ .
“Λούντβιχ, ω Λούντβιχ, μ’ ακούς;”
Η παρτιτούρα στάζει.
Οι νότες έχουν οξύ.
Και στο ρεφρέν, βιολί με πριόνι.
Ένα καναρίνι ξεφεύγει από τη φυλακή του ήχου.
Ξαφνικά,
Στον πίνακα του Νταλί
ρολόγια λειώνουν και ένα σώμα
ένα σώμα χωρίς ώρα.
Μέσα στην Επίμονη Μνήμη,
ο Χρόνος.
Ο Πάδρε Μπράουν
κρατά σημειωματάριο.
Ο Ισίδρο Παροδι κοιτά τα λιωμένα ρολόγια.
“Ο δολοφόνος είναι η ανάμνηση,” λέει.
“Όχι,” απαντά ο ιερέας.
“Ο δολοφόνος είναι ο ίδιος ο Νταλί.”
Μάρτυρας: ένα μυρμήγκι.
Λάρισα, 1948.
Στο "Ξενοδοχείο Χλόη",
ο Τάκης Σινόπουλος καπνίζει τη γλώσσα του.
Στον καθρέφτη πίσω του, ο Ελπήνωρ.
Αμίλητος, .
“γύρισα.”λέει.“για να γράψεις επιτέλους αυτό
που είδες και δεν είπες.”
ο Άντυ Γουόρχολ υπογράφει με glitter,
ο Ταρκόφσκι τραβά το τελευταίο καρέ
Ο Κισλόφσκι δεν λέει τίποτα.
Έχει πια περάσει απέναντι..
Πίσω από τη μουσική.
Πίσω απ’ τον φόνο.
Πίσω απ’ το πορτραίτο.
Στο τέλος
Ή υπερβολικά αληθινά.
.
.
.
Το σκοτεινό καθρέφτισμα τής μνημης
Στο στούντιο της 47ης Οδού, ο Andy Warhol
βυθίζεται στο φούξια βλέμμα της Μέριλιν.
γράφει μελαγχολία πάνω στη λάμψη της ποπ κουλτούρας.
Δίπλα με τα χέρια σταυρωμένα σαν να προσπαθεί
να προστατεύσει το αίνιγμά της, η Joconda,
η Μόνα Λίζα η ίδια, φοράει ένα αχνό μειδίαμα
που δεν είναι πια μυστήριο, αλλά ειρωνεία.
Ο Warhol είναι ο Velázquez τής κατανάλωσης, λέει.
Ο Ντιέγκο καθρεφτιζόταν στους βασιλείς του,
εκείνος καθρεφτίζεται σε κονσέρβες.
Στην άλλη άκρη τού σκηνικού, σε μια αποβάθρα
που δεν υπάρχει σε κανένα γεωγραφικό χάρτη,
ο Andrei Tarkovsky καδράρει τον ουρανό,
ψάχνοντας το φως που θυμάται από τα παιδικά του χρόνια.
Ο Kieslowski τον παρατηρεί σιωπηλός, κρατώντας
σημειώσεις σε ένα μπλε τετράδιο.
-Όλα είναι επιλογή. Ακόμα και η σιωπή.
-Κι όμως, λέει ο Ταρκόφσκι, μόνο το νερό θυμάται.
Και ανάμεσα από ηχητικά κύματα, ο Mauricio Kagel
τσαλακώνει παρτιτούρες. Γράφει το Ludwich van
σαν να γράφει ένα γράμμα σε κάποιον
που δεν θα διαβάσει ποτέ. .
Το φως ξαφνικά πέφτει απότομα. Κάποιος φωνάζει.
Η σκηνή αλλάζει.
Μέσα στον πίνακα τού Νταλί, τα ρολόγια στάζουν ακόμα.
Ένας φόνος έχει συμβεί,το πτώμα ακουμπά στη ρευστή σάρκα
του χρόνου. Ο Isidro Parodi, , εξετάζει το σκηνικό.
Δίπλα του, ο Father Brown καθαρίζει τα γυαλιά του με ένα μαντίλι .
-Κάποιος ήθελε να σκοτώσει τη μνήμη, λέει ο ιερέας.
-Όχι, διορθώνει ο Παροδι. Ήθελε να σκοτώσει τη φαντασία.
Κι απέτυχε.
Και τότε, στο ξενοδοχείο τής Λάρισας, όπου το φως πέφτει θαμπό
ο Τάκης Σινόπουλος, κουρασμένος από τις λέξεις και τους ανθρώπους,
γράφει ένα από τα τελευταία του ποιήματα. Το χέρι του τρέμει,
όχι από φόβο, αλλά από μνήμη.
Στην καρέκλα απέναντι, ο Ελπήνωρ ,νεκρός,
αρχαίος, και πάντα παρών, τού λέει:
-Δεν ξέφυγες ποτέ από τη μάχη. Απλώς την έκανες ποίηση.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ασκήσεις Συγχρονισμού στο Σαλόνι τού Ασυνείδητου
Ο Andy Warhol παρατηρεί μια εικόνα τής Μέριλιν Μονρόε,
όχι ως γυναίκα, αλλά ως σύμβολο με μεταξοτυπική ακρίβεια.
Η Μέριλιν, σιωπηλή μέσα σε μια μαζική κουλτούρα
που δεν γνωρίζει έλεος.
Δίπλα τους, καθισμένη αναπαυτικά σε μια καρέκλα Louis XVI,
η Τζοκόντα ,ή μάλλον η Mona Lisa Joconda, με το μισό χαμόγελο
που υπονοεί τα πάντα και τίποτα.
Η σύγχρονη τέχνη, σχολιάζει,δεν είναι πλέον καθρέφτης
αλλά κατακερματισμός. Ο Warhol, όπως ο Velázquez, παρατηρεί
και αναπαριστά,μια αυτοκρατορία εμπορεύσιμων εικόνων.
Σε μια γωνία τού ίδιου χώρου,ο Andrei Tarkovsky
σκηνοθετεί μια σκηνή. Η κάμερα κινείται αργά πάνω
σε στάσιμα νερά, αντανακλάσεις δέντρων, σιωπή.
Ο Krzysztof Kieślowski στέκεται δίπλα του, κρατώντας
τις σημειώσεις του.
-Αν δεν υπάρχουν απαντήσεις, του λέει ο Tarkovsky,
τότε η εικόνα πρέπει να γίνει ερώτηση.
-Και αν δεν υπάρξει ερώτηση, προσθέτει ο Kieślowski,
τότε ας κάνουμε την σιωπή να μιλά.
Ο Maurizio Kagel κάθεται μπροστά σε ένα πιάνο.
Γράφει μια παρτιτούρα με τίτλο Ludwich van redux.
Η μουσική ξεκινά με έναν ήχο πόρτας που ανοίγει,μια αναφορά
στο Samstag aus Licht τού Stockhausen.
Ο Beethoven δεν είναι ούτε ήρωας .Είναι ένας διαφημιστής
τής ίδιας του τής μουσικής.
Και ξαφνικά, ένα ουρλιαχτό μέσα από τον πίνακα Η Επιμονή τής Μνήμης
του Νταλί. ΟΤα ρολόγια λιώνουν αδιάφορα,για το φονο.
Από την κορνίζα του πίνακα ξεπροβάλλουν ο Isidro Parodi,
καθισμένος σε μια πολυθρόνα με μόνιμο σαρκασμό,
και ο Father Brown, με το καπέλο και το γλυκό του βλέμμα
γεμάτο σκεπτικισμό.
-Πώς γίνεται ένας φόνος να γίνει μέσα σε έναν πίνακα; ρωτά ο Parodi.
-Ίσως επειδή το ασυνείδητο είναι βιαιο, απαντά ο Father Brown. Και οι αναμνήσεις μάς σκοτώνουν πιο αργά από το μαχαίρι.
Εν τω μεταξύ, σ’ ένα παλιό ξενοδοχείο στη Λάρισα,
με βεράντα που βλέπει σε έναν έρημο δρόμο,
ο Τάκης Σινόπουλος κάθεται και γράφει. Η Ελλάδα φλέγεται
ακόμη από τον εμφύλιο· γύρω του, οι φωνές είναι σκιές,
τα σώματα λείπουν.
Ο χρόνος δεν είναι ούτε παρόν ούτε παρελθόν· είναι μια πληγή
που στάζει σιωπή, λέει.
Στο απέναντι τραπέζι, ένας άντρας με καπέλο και πρόσωπο νεανικό
αλλά κουρασμένο, ο Ελπήνωρ, πίνει κρασί.
Πέρασα από τη σκιά του Άδη,λέει. Μα εδώ, στον κόσμο των ζωντανών,
η μνήμη πονάει περισσότερο.
Ο Σινόπουλος τον κοιτάζει. Σηκώνει το ποτήρι του.
Στην Ανάμνηση, τότε. Και στην Τέχνη, που ξέρει να συνθέτει το φως
μέσα από τον θάνατο.
Και όλα αυτά, ενώ η Μέριλιν συνεχίζει να χαμογελά,
για πάντα χρωματισμένη, για πάντα αθώα.
.
.
.
Εσωτερική Καθοδος
Ξενοδοχείο “Η Λήθη” ,Λάρισα, 1949
«Μη μιλάς άλλο για νεκρούς», είπε ο Ελπήνωρ.
Ήταν η ώρα που το ρολόι στο φόντο τού πίνακα
έλιωνε αργά, αθόρυβα,
Ο Ντάλι, άφαντος.Όμως ο φόνος έγινε εκεί.
Μέσα στην "Εμμονή τής Μνήμης", κάτω απ' το λιωμένο ρολόι,
βρέθηκε το σώμα.
Ο πατήρ Μπράουν καθάρισε τα γυαλιά του και είπε:
«Όταν ένας πίνακας δολοφονεί, δεν ψάχνεις τον δολοφόνο
στο πινέλο, αλλά στο βλέμμα του θεατή».
Ο Ίσιντρο Παροδι, ήσυχος, κρατούσε σημειώσεις.
Έξω από τον καμβά, φυσούσε άνεμος.
Στον απέναντι τοίχο, ο Άντι Γουόρχολ έβαφε
ξανά και ξανά το ίδιο πρόσωπο: Μέριλιν, Μέριλιν, Μέριλιν..
Η Μόνα Λίζα στο πλάι τον κοιτούσε απαθής, ψιθυρίζοντας:
«Ο Βελάσκεθ ζωγράφιζε τη δύναμη. Εσύ ζωγραφίζεις τη φήμη.
Στην εποχή σας, δεν υπάρχουν βασιλιάδες. Μόνο προϊόντα».
Πιο πίσω, ο Ταρκόφσκι σήκωσε το χέρι:
«Φως», είπε.
Ο Κισλόφσκι δεν απάντησε.
Η σκηνή είχε ήδη γραφτεί σε μια χώρα που δεν υπάρχει πια.
Κάποια γυναίκα έκλαιγε, αλλά ο ήχος αφαιρέθηκε στο μοντάζ.
Στην άλλη άκρη του σαλονιού,
ο Μαουρίτσιο Κάγκελ κουρδίζει μια παρτιτούρα με μαχαίρι κουζίνας:
Ludwig van
Ο Στοκχάουζεν είχε πει:
«Ο ήχος είναι τα παντα».
Ο Κάγκελ γελάει:
«Ή ο φόβος μας.»
Και τότε, ο Τάκης Σινόπουλος, στο δωμάτιο 214, ξυπνά.
Μυρίζει καμένο χαρτί.Ανοίγει το παράθυρο.
Η Λάρισα σιωπά όπως σιωπούν οι νεκροί μετά τη μάχη.
Στην καρέκλα, κάθεται ο Ελπήνωρ.
Δεν έχει μεγαλώσει ούτε μέρα.
Τον ρωτά:
«Πού πάνε οι λέξεις όταν σκοτώνουν;»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η αυταπάτη τού βαθους
(2 Σκηνοθεσίες)
.
1
ΣΚΗΝΗ 1: Το Ατελιέ
(Εσωτερικό, ημέρα ,παγερό φως από τα βόρεια παράθυρα)
ΟAndy Warhol ζωγραφίζει μηχανικά, επαναληπτικά,
το πρόσωπο τής Μέριλιν Μονρόε σε τριπλή εκδοχή.
Κάθε φορά, η απόχρωση διαφέρει ελάχιστα.
Δίπλα του, καθισμένη σε μια αναγεννησιακή καρέκλα, η Mona Lisa,
με το μυστηριώδες της χαμόγελο, παρακολουθεί.
Μιλάει αργά, σχεδόν θεατρικά:
Mona Lisa:
Η τέχνη έχασε την αυταπάτη τού βάθους. Είμαστε πια όλοι επιφάνειες,
όπως τα κάτοπτρα του Βελάσκεθ.
Η κάμερα κινείται αργά και περνάει μέσα από το τελάρο τού Warhol.
ΣΚΗΝΗ 2: Το Κινηματογραφικό Πεδίο
(Εξωτερικό ,δάσος με ομιχλη, συννεφιασμένος ουρανός)
Ο Andrei Tarkovsky και ο Krzysztof Kieślowski στήνουν μια κάμερα
μπροστά σε ένα καθρέφτη .Γυρίζουν μια σκηνή όπου το είδωλο
ενός αγοριού εξαφανίζεται όταν τον φωνάζει η μητέρα του.
Tarkovsky:
Η κάμερα πρέπει να θυμάται, όχι να δείχνει.
Kieślowski:
Και να σιωπά. Εκεί τελειώνει το μοντάζ.
Η κάμερα περνάει μέσα από τον καθρέφτη.
ΣΚΗΝΗ 3: Το Ηχητικό Εργαστήρι
(Υπόγειο στο Βερολίνο ,σκοτεινό με λαμπτήρες φθορισμού)
Ο Maurizio Kagel συνθέτει το "Ludwich van" παίζοντας με αποσπάσματα από Stockhausen και διαστρέφοντας το "Samstag aus Licht".
Kagel (σε μονόλογο):
Η μουσική δεν είναι ήχος,είναι αποδόμηση του αυτονόητου.
ΣΚΗΝΗ 4: Το εγκλημα στον πινακα
(Εσωτερικό πίνακα ,σουρεαλιστικό τοπίο με ρολόγια που λιώνουν)
Ο Isidro Parοdi και ο Father Brown περπατούν με φακούς μέσα στο τοπίο
τού "The Persistence of Memory". Ένας άντρας ,με ρολόι αντί για πρόσωπο,
βρισκεται νεκρός κάτω από ένα ρολοι που στάζει χρόνο.
Father Brown:
Ο φόνος εδώ δεν έγινε από χέρι. Ήταν μια ιδέα.
Parodi:
Που δεν άντεξε την ιστορική αποτυχια.
ΣΚΗΝΗ 5: Το Ξενοδοχείο στη Λάρισα
(Εσωτερικό ,δωμάτιο με μισόκλειστες γρίλιες. Ημέρα με καύσωνα.)
Ο Τάκης Σινόπουλος κάθεται στο γραφείο. Στον καθρέφτη πίσω του
εμφανίζεται ο Ελπήνωρ, βρεγμένος.
Σινόπουλος (γράφοντας):
Μέσα στον καθρέφτη, η Ιστορία κοιτά τον εαυτό της κι αναγνωρίζει
τον εφιάλτη.
Ελπήνωρ:
Δεν πέθανα. Με άφησαν πίσω. Εσύ με θυμάσαι,γι’ αυτό υπάρχω.
Ένα καρτεσιανό Cogito.
Το ραδιόφωνο παίζει Wagner ,το λυκόφως των θεών.
ΣΚΗΝΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ: Η Συμφωνία τού Παρόντος
Η Mona Lisa χαμογελά σε μια κάμερα .
Τίτλοι τέλους:
.
.
.
2
ΣΚΗΝΗ 1: Το Ατελιέ τού Warhol
(Λευκός χώρος, λαμπτήρες νέον, ήχοι από 60s avant-garde μουσική)
Ο Andy Warhol ζωγραφίζει μια από τις πορτοκαλο-φούξια εκδοχές
τής Μέριλιν Μονρόε. Δίπλα του, καθισμένη σε ένα μοντέρνο μεταλλικό
σκαμπό, η Mona Lisa, με το χαμόγελό της ελαφρώς ειρωνικό.
MONA LISA:
(με ιταλική προφορά, κοιτώντας την εικόνα τής Μέριλιν)
"Εγώ ήμουν ένα μυστήριο. Αυτή, ένα είδωλο. Ίσως τελικά είναι το ίδιο.
WARHOL:
(χωρίς να κοιτάζει)
".Όλα είναι επιφάνεια. Όπως η σούπα Campbell."
ΣΚΗΝΗ 2: Το Γύρισμα
(ομίχλη, καθρέφτες παντού)
Ο Tarkovsky και ο Kieślowski στήνουν μια σεκάνς: ένα παιδί κοιτάζει ένα παγωμένο ρολόι που λιώνει. Η κάμερα περνά ανάμεσα από καθρέφτες.
TARKOVSKY:
"Ο χρόνος δεν είναι κίνηση. Είναι πληγή."
KIEŚLOWSKI:
"Αν δεν ξέρουμε ποιος παρακολουθεί, τότε ποιος γράφει την ηθική
τής εικόνας;"
ΣΚΗΝΗ 3: Η Συναυλία
(Άδειο θέατρο, στο κέντρο μόνο ένα πιάνο, διάσπαρτα όργανα)
Ο Maurizio Kagel συνθέτει το Ludwich van με παραμορφωμένα θέματα τού Beethoven, ενώ παράλληλα αναλύει φωναχτά το Samstag aus Licht τού Stockhausen.
KAGEL
"Ο Stockhausen έφτιαχνε λειτουργίες για το σύμπαν. Εγώ για το αυτί που
δεν θέλει να υπακούει."
ΣΚΗΝΗ 4: Η Ανάκριση στο Πλαίσιο του Πίνακα
(Μέσα στον πίνακα The Persistence of Memory τού Dali. Ένας άντρας νεκρός,
Ο Father Brown μαζί με τον ντετέκτιβ Isidro Parodi ερευνούν.
ISIDRO PARODI:
"Το θύμα βρέθηκε με ένα ρολόι στο στόμα. Ήταν συλλέκτης ρολογιών.
Φαίνεται πως το τελευταίο τού σταμάτησε τον χρόνο για πάντα."
FATHER BROWN:
"Η αμαρτία δεν είναι στο έγκλημα,αλλά στην αδυναμία να συγχωρήσουμε
το παρελθόν μας."
ΣΚΗΝΗ 5: Το Ξενοδοχείο στη Λάρισα
(Νεοκλασικό ξενοδοχείο, μέσα στον Εμφύλιο. Βράδυ, βροχή, ομίχλη.)
Ο Τάκης Σινόπουλος γράφει στο ημερολόγιό του. Η πόρτα ανοίγει,
μπαίνει ο Ελπήνωρ, βρεγμένος, φαντάρος,.
ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ:
"Εσύ είσαι ο πιο ζωντανός νεκρός που έχω δει."
ΕΛΠΗΝΩΡ:
"Δεν πέθανα στην Τροία. Πέθανα στην Ελλάδα."
(Μια σφαίρα σφυρίζει απέξω. Τα Φώτα σβήνουν.)
ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ
(με μουσική από το "Samstag aus Licht" τού Karlheinz Stockhausen)
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Ανακλαση τού Πολλαπλού
(3 Σκηνοθεσίες)
.
1
Πράξη Πρώτη: Το Στούντιο
Ο Andy Warhol, μέσα σ’ ένα λευκο στούντιο πλημμυρισμένο από φώτα
φθορίου ζωγραφίζει την Μέριλιν Μονρόε. Το πρόσωπό της επαναλαμβάνεται κάθε φορά με διαφορετικό χρώμα.
Δίπλα, με ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα, στέκεται η Τζοκόντα.
Τζοκόντα:
"Είναι παράξενο να βλέπεις τον εαυτό σου να διαλύεται σε αποχρώσεις
ροζ και πράσινου. Η pop-art είναι η Αναγέννηση της μαζικής κουλτούρας.
Botticelli -Coca-Cola."
Ο Warhol γελά.
Warhol:
"Όλοι αξίζουν 15 λεπτά αιωνιότητας. Ακόμα κι εσύ Τζοκοντα"
Πράξη Δεύτερη: Η Διπλή Αντανάκλαση
Στο άλλο άκρο τού στούντιο, μια βρύση στάζει πάνω σε έναν καθρέφτη,
ο Αντρέι Ταρκόφσκι γυριζει μια σεκάνς του Mirror.
Δίπλα του, ,ο Κριστόφ Κισλόφσκι αναζητά την επόμενη γωνία λήψης
για τη Veronica του.
Η κάμερα γλιστράει πάνω σε μια κοπέλα που κοιτάζει μέσα σ’ έναν
καθρέφτη και βλέπει ένα άλλο κορίτσι, σε άλλη χώρα.
Ταρκόφσκι:
"Ο χρόνος δεν περνα,εμείς περνάμε μέσα απ’ αυτόν. Μια Βερονίκ πεθαίνει
στη Βαρσοβία, άλλη τραγουδά στη Λυών."
Κισλόφσκι:
"Μήπως είναι η ίδια; Μήπως καμία δεν υπάρχει πραγματικά;"
Πράξη Τρίτη: Η Διάλυση τής Ανάμνησης
Στο βάθος τού στούντιο βρίσκεται ο πίνακας του Σαλβαντόρ Νταλί, The Persistence of Memory. Μόνο που τώρα, μια φιγούρα κείτεται στο κέντρο
με το πρόσωπο θαμπό και λιωμένο, σαν τα ρολόγια.
Ο Isidro Parodi, παγιδευμένος στη λογική τού Μπόρχες, κάθεται σε μια
καρέκλα και καπνίζει. Δίπλα του ο Father Brown, ντυμένος σοβαρα, κοιτάζει
τα λιωμένα ρολόγια.
Isidro Parodi:
"Ο χρόνος σκοτώνει, πάτερ. Αλλά ποιος τον διαχειρίζεται εδώ;"
Father Brown:
"Δεν είναι ο χρόνος το έγκλημα,αλλά η ανάμνηση. Κάποιος εδώ θυμήθηκε
κάτι που δεν έπρεπε."
Και τότε εμφανίζεται, σαν σημείωση πάνω σε μαυροπίνακα, το 5ο πρόβλημα
τού Hilbert:
“Είναι οι συνεχείς ομάδες αυτόματα διαφορίσιμες ομάδες;”
Πράξη Τέταρτη: Ηχητική Διάσπαση
Ο Maurizio Kagel κουρδίζει ένα πιάνο Στο πεντάγραμμο, το έργο τού
Ludwig van.Μουσικα θραύσματα από Μπετόβεν, ήχοι από σαξόφωνα και μεταλλικά κουτάλια, ραδιόφωνα στα γερμανικά.
Kagel:
"Η μνήμη είναι βία. Ο Beethoven δεν ανήκει στον 18ο αιώνα.
Ανήκει στον καθένα που τον παρερμηνεύει."
Ο ήχος από τα ρολόγια που λιώνουν τού Νταλί συγχρονίζεται με
την κάμερα τού Ταρκόφσκι, το φλας τού Warhol, το χαμογελο τής Τζοκόντα,
το αναπάντητο ερώτημα τού Hilbert.
Τελευταία Πράξη: Μια Ομάδα Συνεχής
Στο κέντρο τής οθονης,το ερώτημα του Hilbert αναβοσβήνει σαν επιγραφή
νέον.
.Τζοκόντα:
"Κι αν η ομορφιά είναι διαφορίσιμη;"
Warhol:
"Ή αν η φήμη είναι ομάδα Lie;"
Tarkovsky:
"Η ψυχή δεν είναι συνεχής, μα το φως περνά από μέσα της."
Parodi:
"Η λύση είναι απλή. Η ερώτηση είναι το έγκλημα."
Ο Father Brown:
"Και τότε, το πτώμα εξαφανίζεται."
Τέλος
.
.
2
Ο Καθρέφτης της Μνήμης
Ο Andy Warhol ζωγραφίζει το πρόσωπο τής Μέριλιν Μονρόε.
Τα μαλλιά της, κατακίτρινα, εκτυπώνονταν ξανά και ξανά σε μεταξοτυπίες
σαν τα είδωλα που καταναλώνονται μέχρι να εξαντληθούν.
Πίσω του, η Mona Lisa,ή μάλλον η Joconda, όπως προτιμούσε να αποκαλείται εκείνη τη μέρα,καθόταν σταυροπόδι σε μια μεταλλική καρέκλα και κοιτούσε
το έργο του με ένα μειδίαμα πιο ειρωνικό απ’ το αυθεντικό της.
«Έτσι είναι η pop-art.Μια επανάληψη χωρίς βάθος; Ή μήπως μια άρνηση τού βάθους; Είμαι η πρώτη influencer της ιστορίας, κι εσύ απλώς μετουσιώνειςτο τίποτα σε εικόνα.»
Ο Warhol χαμογέλασε.
«Αν κοιτάξεις κάτι αρκετά φορές,σταματά να σημαίνει ό,τι νόμιζες.
Και τότε αρχίζει να σημαίνει κάτι άλλο.»
Στο βάθος, δίπλα σ’ ένα ρολόι ο Andrei Tarkovsky ετοίμαζε μια λήψη.
Το φως περνούσε από μια κουρτίνα μισάνοιχτη,
Ο Krzysztof Kieślowski κρατούσε την κάμερα ελαφρώς λοξά, ψάχνοντας
τη σωστή στιγμή μέσα στην αιωνιότητα.
«Εδώ θα περάσει η Veronica. Ή ίσως η άλλη. Δεν έχει σημασία ποια είναι. Σημασία έχει τι βλέπουμε μέσα από τα μάτια της.»
Ο Tarkovsky λεει. «Ο καθρέφτης δεν δείχνει την αλήθεια, δείχνει το βάρος
τής μνήμης. Εσύ βλέπεις ταυτόχρονα δύο ζωές. Εγώ, δύο χρόνους.
Δεν είμαστε τόσο διαφορετικοί.»
Μουσική από πιάνο .
Ο Maurizio Kagel, κουστουμαρισμένος σαν τον Μπετόβεν,διευθυνει αόρατους μουσικούς μέσα σε ένα στούντιο γεμάτο φωτοτυπίες από την παρτιτούρα
τού Ludwig van. Οι νότες παραμορφώνονταν και επανέρχονταν.
Και στη ρευστή επιφάνεια τού πίνακα The Persistence of Memory, ένας φόνος είχε διαπραχθεί.
Ένα σώμα ίσως ζωγραφισμένο, ίσως πραγματικό, ήταν πεσμένο δίπλα σε ένα ρολόι που είχε σταματήσει στις 4:17.
Ο Isidro Parodi, ξυρισμένος και ντυμένος με το ίδιο παλιό κουστούμι του, καθόταν στη καρέκλα και κάπνιζε αδιάφορα.
«Η σκηνή του εγκλήματος είναι υπερρεαλιστική,άρα λογικά ο δολοφόνος
είναι κάποιος με ανάγκη για ορθολογισμό.»
Ο Father Brown σχολίασε:«Ο δολοφόνος ήξερε πως εδώ ο χρόνος δεν έχει σημασία. Άρα ήθελε να κρυφτεί σ’ ένα μέρος που κανείς δεν θα σκεφτεί να ψάξει. Στο ίδιο το ερώτημα.»
Πλησίασαν τον τοίχο, όπου κάποιος είχε γράψει με κόκκινη κιμωλια:
"5ο Πρόβλημα: Είναι οι συνεχείς ομάδες αυτόματα διαφορίσιμες ομάδες;"
D. Hilbert
Ο Isidro Parodi κοίταξε το πρόβλημα, μετά το ρολόι, μετά το πτώμα.
«Ο φόνος δεν είναι φυσικός. Είναι μεταφυσικός. Εδώ δεν έχουμε θύμα.
Έχουμε ερώτηση. Και κάποιος προσπάθησε να τη σκοτώσει.»
Ο Father Brown σχολίασε: «Μήπως ήταν κάποιος που φοβάται τις απαντήσεις;»
«Ή μήπως», απάντησε ο Parodi, «ήταν κάποιος που ήξερε ότι κάθε αληθινή απάντηση αλλάζει τον κόσμο. Κι αυτό, φίλε μου, είναι το πιο επικίνδυνο
απ’ όλα.»
Την ίδια στιγμή, η Veronica πέρασε αργά μπροστά από τον φακό.
Το βλέμμα της διασταυρώθηκε για μια στιγμή με το βλέμμα τής Μέριλιν.
Το χαμόγελο της Mona Lisa άλλαξε,για πρώτη φορά μετά από αιώνες.
Η φωνή τού Warhol off:
«Όλα είναι επιφάνεια. Εκτός από το βλέμμα.»
End
.
.
3
"Η Ανάκλαση τού Πολλαπλού"
(The Reflection of the Multiple)
ΠΡΑΞΗ Α΄Το Εργαστήριο τής Εικόνας
(Εσωτερικό, Ατελιέ - Νύχτα)
Η κάμερα κινείται αργά ανάμεσα σε κουτάκια σούπας Campbell’s, μεταλλικά χρώματα και φωτογραφίες τής Μέριλιν Μονρόε. Στο κέντρο κάθεται ο Andy Warhol, με λευκή περούκα, σκιαγραφώντας το πρόσωπο της Μέριλιν κάθε
φορα με διαφορετικό χρωματικό τόνο.
Απέναντι του, καθισμένη η Mona Lisa Joconda. με το αινιγματικό της χαμόγελο,
η φωνή της είναι σιβυλλική:
Μόνα Λίζα:
"Είναι αυτό τέχνη ή απλώς ο καθρέφτης μιας εποχής που ξέχασε να κοιτάξει βαθιά;"
Warhol:
"Pop art είναι να κοιτάς και να βλέπεις αυτό που ήδη υπάρχει. Είναι να αγαπάς
τη Μέριλιν επειδή την βλέπεις παντού."
Η κάμερα κάνει zoom in στο βλέμμα της Joconda.
ΠΡΑΞΗ Β΄ Ο Καθρέφτης τής Μνήμης
(Εσωτερικό,χαμηλός φωτισμός)
Ο Andrei Tarkovsky τοποθετεί τη κάμερα δίπλα σε ένα παράθυρο Το φως περνάει από κουρτίνες. Στην άκρη του πλάνου στέκεται ο Kieslowski,
κρατώντας σημειώσεις.
Στη σκηνή πρωταγωνιστεί μια κοπέλα, Veronica ή Natalie.
Στέκεται μπροστά από έναν καθρέφτη. Από πίσω της, περνά ένας ίσκιος, ο ίδιος της ο εαυτός.
Tarkovsky:
"Ο χρόνος είναι νερό που περνάει μέσα από μνήμες. Και κάθε εικόνα που μένει πίσω είναι απλώς ο καθρέφτης ενός άλλου εαυτού."
Kieslowski:
"Και αν υπάρχει άλλος εαυτός, δεν ζει ίσως μέσα στο βλέμμα μας;
Σαν μια ταινία που δεν παίχτηκε ποτέ."
ΠΡΑΞΗ Γ΄ Η Δίκη τής Μνήμης
(Εσωτερικό, Ο πίνακας "The Persistence of Memory" - Σουρεαλιστικός Χώρος)
Ο χώρος λιώνει ,ρολόγια λυγισμένα, τοπίο καμπυλωτό, ρευστό. Ένας άνδρας είναι νεκρός στη βάση ενός ρολογιού που στάζει.
Ο Isidro Parodi, ο ντετέκτιβ κάθεται στο κέντρο. Δίπλα του, ο Father Brown
με μια πίπα και βιβλία θεολογίας και λογικής.
Parodi:
"Το έγκλημα έγινε εντός της συνείδησης τού χρόνου. Ποιος είχε πρόσβαση;"
Father Brown κοιτάζει τα λιωμένα ρολόγια.
Father Brown:
"Ο δολοφόνος είναι εκείνος που προσπάθησε να σταματήσει τη μνήμη.
Και η μνήμη είναι επικίνδυνη όταν προσπαθείς να τη μορφοποιήσεις."
Στο βάθος, ακούγεται μουσική από το "Ludwig van" του Maurizio Kagel , αποσπάσματα Μπετόβεν διασπώνται και ξανασυντίθενται.
ΠΡΑΞΗ Δ΄ Το Πρόβλημα του Χρόνου
(Εσωτερικό, Μαθηματικός Πίνακας)
Ο David Hilbert στέκεται μπροστά από έναν μαυροπίνακα. Πίσω του, η
Marilyn Monroe,η Mona Lisa Joconda, ο Andy Warhol,o Andrei Tarkovsky,
o Krzystof Kieslowski ,o Isidro Parodi και ο Father Brown παρακολουθούν.
Hilbert :
"Είναι οι συνεχείς ομάδες αυτόματα διαφορίσιμες ομάδες;"
"Ή μήπως η συνέχεια δεν συνεπάγεται καθαρότητα;"
Warhol:
"Μήπως η τέχνη δεν είναι συνεχής ομάδα εικόνων; Και η διαφορισιμότητα
της είναι αυτό που ο θεατής βλέπει;”
Ο Hilbert χαμογελά. .
ΤΕΛΙΚΗ ΣΚΗΝΗ Η Αντανάκλαση
Όλοι βρίσκονται μέσα σε μια αίθουσα καθρεφτών. Η Joconda χάνεται σε πολλαπλές αντανακλάσεις. Η Μέριλιν τραγουδάει το “Happy Birthday”.
Η κάμερα απομακρύνεται.
Voice-of τού Kieslowski:
"Ζούμε πολλές ζωές, ίσως χωρίς να το ξέρουμε. Και η αλήθεια δεν είναι
τίποτα άλλο από την αντανάκλαση της ανάμνησης μέσα σε έναν καθρέφτη
που θολωνει"
Τέλος.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(ταινία μικρού μήκους)
Τίτλος:Η Πτώση
Μαυρόασπρο πλάνο.Μηχανικός ήχος γραφομηχανης
Σκηνη 1
Η γυναικα ορθια στη μέση ενός άδειου λευκού δωματίου κοιτάζει
κατευθείαν στη κάμερα. Το φως αναβοσβήνει.
Η κάμερα στρέφεται γύρω της.
Γυναικα:
(ψιθυριστά)
-Η γλώσσα είναι το πρώτο ψέμα. Όταν λέω "εγώ", είμαι ήδη δύο.
κενό πλανο
Ακουγεται ραδιόφωνο,Ave Maria τού Σούμπερτ.
γυναικεία φωνή off
-η σιωπη είναι η συνειδητοποίηση τής ελευθερίας
Γκρο πλαν στο πρόσωπο τής γυναικας
Σκηνη 2 .
Μέσα στο ίδιο δωμάτιο με χαμηλό φωτισμό η γυναικα δένει τα μάτια
ενός άντρα καθισμένου σε μια καρέκλα .
φωνή τού αντρα:
-Δεν μπορώ να σε επιθυμήσω παρά μόνο όταν λείπεις.
λευκό φλου
φωνή τού αντρα:
-Ή όταν είσαι κάποια άλλη.
Σκηνη 3.
πάνω στη οθόνη ένα γυναικείο χέρι γράφει με κόκκινο κραγιόν:
Η επιθυμία δεν αναζητά την αλήθεια. Αναζητά τον νόμο που την απαγορεύει.
σκοτεινό φλου
Σκηνή 4.
Γκρο πλαν στα χείλη τής γυναίκας,
φωνή τής γυναικας:
-Αν δεν μ'εχεις,θα με καταλάβεις. Αν μ'εχεις, θα με ξεχάσεις.
Σκηνή 5.
Μέσα στο ίδιο άδειο λευκό δωμάτιο,στο κέντρο του η γυναίκα και ο άντρας
όρθιοι με γυρισμένη την πλατη
γυναίκα:
-Πόσες μάσκες χρειάζεσαι για να μην υπάρχεις;
άντρας:
Όσες χρειάζονται για να σε κοιτάξω χωρίς να κλείσω τα μάτια.
Η κάμερα γυρίζει γύρω τους.
Ο ήχος : ραδιόφωνο, όπερα, σειρήνες, ήχος γραφομηχανης.
λευκό φλου
Τελος
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ταινία μικρού μήκους)
Καθρέφτες
Σκηνη1
(ένα δωμάτιο,οι 4 τοίχοι και η οροφη καλυμμένοι με καθρεφτες)
Η γυναίκα γράφει στο δάπεδο με κόκκινη κιμωλία ένα απόσπασμα από το Finnegans Wake τούJoyce:
A way a lone a last a loved a long the...
απότομο λευκό φλου.
φωνή άντρα off:
Δεν φοβήθηκα ποτέ την αλήθεια, μόνο τούς τρόπους που ζητούν να την επιβάλλουν.
Στην οθόνη εμφανίζεται η επιγραφή: Galileo Galilei
και αναβοσβηνει.
λευκό φλου.
η γυναίκα στρέφεται στην κάμερα:
γκρο πλάνο στα χείλη της:
η φωνή τής γυναίκας:
Το σώμα είναι η βόμβα. Η επιθυμία, το φιτίλι. Ο Χέγκελ θα το ονόμαζε άρνηση τής άρνησης. Αλλά εγώ το λέω: αντίσταση.
Η κάμερα περνά μέσα από τον τοίχο. Περνά σε άλλο χώρο.
Σκηνη 2
(η γυναίκα με έναν αντρα καθισμένοι σε μια αίθουσα αναμονής. Σιωπή.)
Μεσαίο πλάνο.
Γυναίκα(γκρο πλάνο,πρόσωπο):
Η οικειότητα ήταν μια αυταπάτη. Όπως και η αλήθεια.
Αντρας(γκρο πλάνο,πρόσωπο):
Αν σε αγαπώ ακόμα, είναι από αδράνεια.
Η κάμερα τους στη πλάτη τους. Και μενει ακίνητη.
σκοτεινό φλου.
Σκηνή3.
(η γυναίκα κάθεται στο κέντρο τού δωματίου με τούς καθρέφτες σε μια καρέκλα και στο χέρι της κρατάει ένα καθρέφτη.
Η κάμερα περιστρέφεται γύρω από το σώμα κλείνοντας κύκλο)
λευκό φλου.
Η φωνή τής γυναίκας off:
Ήμουν το όνειρο τών άλλων. Τώρα θέλω να ονειρευτώ εμένα.
(Ήχος από καθρέφτη που σπάει)
Στην οθόνη αναβοσβηνει η επιγραφή:
A way a lone a last a loved a long the...
απότομο σκοτεινό φλου
Τελος
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(ταινία μικρού μήκους)
Το Σκοτεινό Αντικείμενο τής Αλήθειας
(Η οθόνη είναι κενή. Μια γυναικεία φωνή off διαβάζει ένα απόσπασμα από τον Hegel:)
-Το πραγματικό είναι το λογικό. Το λογικό είναι το πραγματικό.
Σκηνή 1:
(Εσωτερικό,λευκό δωματιο,άδειο.
Η γυναικα κάθεται σε μια καρέκλα στο κέντρο του.
Μπροστά της μια κάμερα σε τρίποδα στο ύψος τού κεφαλιού της
Γυναικα(στην κάμερα):
Ο κινηματογράφος είναι ο τρόπος μου να λέω την αλήθεια και να λέω ψέματα ταυτόχρονα.
(Μια γυναίκα μπαίνει στο δωματιο.Ξεφλουδιζει ένα μήλο με ένα μαχαιρι.Οι φλούδες πέφτουν στο δάπεδο).
Η γυναικα (πάλι στη κάμερα)
Ο ερωτας; Μια σύμβαση. Όπως το Σύνταγμα. Τηρείται μόνο αν συμφέρει
Η γυναίκα με το μήλο,την κοιτα και χαμογελα
-η' αν καταστραφεί πρώτα.
λέει,
και βγαίνει από το δωμάτιο.
λευκό φλου.
(πάλι το πλάνο,σταθερό,με τη γυναίκα να κοιτάζει τη κάμερα,κίτρινος φωτισμός που καταλήγει σε κοκκινο)
η φωνή τής γυναίκας off:
Δεν είναι ότι δεν μιλούσα. Πίστεψα πως αν σωπάσω, θα ακουστεί το σώμα.
λευκό φλου.
(Ένας άντρας μπαίνει στο δωμάτιο.Στεκεται όρθιος πίσω από τη γυναίκα)
Σιωπή.
Η φωνή τού άντρα:
-Κάθε φορά που πλησιάζω, χάνεται. Κάθε φορά που απομακρύνομαι, με καλεί.»
η γυναίκα απαντά:
-Είμαι αυτό που θέλεις, μόνο όταν δεν το έχεις.
Τίτλοι Τέλους:
Επιθυμία
Σιωπή
Σώμα
Λόγος
.
.
.
ΤΙ ΕΣΥΝΕΒΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑΝ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ
(Αφηγήσεις περί τον Αλέξανδρον,η Φυλλάδα του )
– χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μετα τρεις ημερας πορείας εις γην άγνωστον, φθάσαμεν εις κοιλάδαν βαθείαν και περιτειχισμένην πανταχού υπό λόφων υψηλών, ο Αλέξανδρος είπε να σταθμεύσωμεν εκεί, διότι ο αήρ ήτο γλυκύς και το ύδωρ πηγαίον και καθαρόν. επαινεσαμεν την απόφασίν του και εστρατοπεδεύσαμεν.και ως ήτο αργά το εσπέρας και η κόπωσις μεγάλη, εκοιμηθήκαμεν ταχέως.
όταν εξύπνησαμεν εις,ηρώτησεν εις ποίαν ώραν του πρωίου ευρισκόμεθα,
αλλ’ η έκπληξις ήτο μεγάλη: ο ήλιος δεν ανέτελλε, ουδέ εδύετο, αλλά εφαίνετο εστατικός, εν μέσω του ουρανού, καθάπερ σήμα αμετακίνητον. και το παράδοξον δεν ήτο τούτο μόνον, αλλά και το εξής: οι ίσκιοι ημών δεν ήσαν όμοιοι με πριν. αντί να κυλούν και να αλλάζουσιν καθώς κυλά ο χρόνος, παρέμενον σταθεροί, ως απολιθώματα φωτός.
καθώς κυριευθηκαμεν μετ’ απορίας, ήλθεν ένας των επιστημόνων του στρατεύματος, και μας είπε: «εθεώρησα τον ίσκιον εμού και δεν είν’ εμού·
διότι κινώ την χείρα μου, και εκείνος μένει ακίνητος· είτε προβάλλεται εξ άλλου, είτε δεν είναι ίσκιος αλλ’ είδωλον».
αμέσως εκάλεσεν ο Αλέξανδρος τους σοφούς εις συμβούλιον, και εκεί απεφασίσθη πως η κοιλάς αύτη ήτο ίσως χώρος αλλοιωμένος, και ο χρόνος
ήτο φαινομενικός μόνον. είπεν ο σοφός Λύσιππος πως πιθανώς είμεθα εντός μηχανής αγνώστου, ήτις προβάλει εικόνας και φωνάς, και ημείς δεν ζώμεν την πραγματικότητα αλλά το υπολοιπον της.
την νύκτα εκείνην δεν είδαμεν όνειρα, αλλ’ όταν εξυπνήσαμεν, εθεάθησαν γύρω μας πρόσωπα άγνωστα, εις το πεδίον του στρατοπέδου, άνδρες και γυναίκες, ενδεδυμένοι παραδόξως, με στολάς ουχί ημετέρας εποχής. ομιλούσαν μεταξύ των, αλλά δεν ήδυνάμεθα να τους αγγίξωμεν, ωσάν να ήσαν αέρας.
ένας εξ ημών, ο Ελπίνικος, εφαίνετο ταραγμένος, διότι αναγνώρισεν εν μέσω εκείνων την μητέρα του, ήτις κατά δήλωσίν του, απέθανεν όταν εκείνος ήτο μικρόν παιδίον. έκλαιε και έτρεχεν προς αυτήν, αλλ’ εκείνη ούτε είδεν αυτόν, ούτε ησθάνθη παρουσίαν του.και καθίστατο ο Ελπίνικος παρανοϊκός και τελικώς εκατέρρευσεν.
κατά την εσπέραν, είπεν ο Αλέξανδρος: «τούτος ο τόπος δεν μας δέχεται· δεν ζώμεν, αλλ’ παρατηρούμεν την αντήχησιν άλλης ζωής· αύριον να φύγωμεν».
προτού όμως αναχωρήσωμεν, ένα παράδοξον έτερον συνέβη: είδαμεν ανάμεσά μας τον Αλέκτωρα, στρατιώτην όντως νεκρόν από καιρόν, πεσόντα εις την μάχην των Γαυγαμήλων. δεν ηδύνατο να μας ομιλήσει, αλλά περιεπλανιόταν με βλέμμα γαληνιον, και εκρατούσε εις το χέρι του άνθος τι παράδοξον, το οποίον ουδείς εξ ημών εγνώριζεν.
τότε ο σοφός Ηρακλείδης είπε το εξής: «ίσως, φίλοι, αύτη η μηχανή δεν είναι διά προβολήν των άλλων, αλλά ημίν η προβολή· ίσως και ημείς είμεθα ήδη καταγεγραμμένοι, και το παρόν ημών είναι προβολή αλλοτρίου παρελθόντος
ή μελλόντος. ποίος ημπορεί να γνωρίζει;»
και ο Αλέξανδρος, αφού ησύχασεν ολίγον, απεφάνθη: «έτερον δεν δυνάμεθα να κάμωμεν· μόνον να βαδίζωμεν προς την ανατολήν. εκεί που ο ήλιος ακόμη ίσως κινείται».
κι έτσι εγενέτο.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Τα 3 διηγήματα:Η Απόφαση για τον Κ.-Η Διαδικασια-Η Εκτελεση
Η Απόφαση για τον Κ.
Ξύπνησε απο το θορυθο βηματων στο διάδρομο. Πάλι. Όπως κάθε μερα.
Τα φώτα στο κελί του δεν έσβηναν ποτέ για να μην ξέρει πότε είναι μέρα
και πότε νύχτα. Για να διαλυθει ο χρόνος, να συντριβεί το μυαλό.
Είχε σταματησει να μετράει τις μέρες. ΤοΥ είπαν πως είχε συλληφθεί
για κάτι που είχε κάνει. Ή μάλλον,σκέφτηκε ειρωνικά, για όλα όσα υπήρχε
η υποψία πως ίσως να είχε σκεφτεί να κάνει.
Τρεις φορές τη μέρα,την ίδια ακριβώς ώρα,πρωί μεσημέρι βράδυ,φοβερη
η τακτικότητα τους,τον έπαιρναν και τον πηγαιναν αφού ανέβαιναν σκάλες και διέσχιζαν διαδρομους σ’ ένα γραφείο,τόσο πολύ ημιφωτισμενο σχεδόν σκοτεινό,
που τρεις σκιές έβλεπε. Δεν είχε σημασία αν ηταν πάντα οι ίδιοι, ή πάντα διαφορετικοί. Ένας διάβαζε:
-Ο Κ. κατηγορείται-
και συνέχιζε με μια λίστα κατηγοριών
Στο τέλος ενας άλλος,μια άλλη σκιά,τού έλεγε:
-Δεν αρνεισαι;
Δεν απαντούσε
-Η άρνηση απάντησης είναι κατηγορία,σημειώστε το,
αντιδρούσε η τρίτη σκια.
Μια φορά τού είπαν:
Την Πέμπτη το απόγευμα ώρα 5 συνάντησες στο καφέ:Blue Bird
μια γυναίκα με το όνομα Λένι,
έχεις ερωτική σχέση μαζί της;
-Οχι,απάντησε,
-Αρα φοβάσαι να το παραδεχτείς,τού ειπαν
Έπειτα τον έκλειναν στο κελί,
Μετά από πολύ καιρό,ίσως αιώνες,εγκλεισμού,ήρθαν τρεις,πάλι θολά τους
είδε διαλυμένους στο εκτυφλωτικό φως τού κελιού του.
Και του έδωσαν ένα χαρτί,γεμάτο σφραγίδες και υπογραφές.
ΤΕΛΙΚΗ ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΕΚΔΙΚΑΣΗ
ΑΠΟΦΑΣΗ :
Ο Κ. είναι ένοχος.
Τελική ποινή: απομόνωση, ανακριτική κράτηση.
Έφυγαν.
Πέρασαν χρόνια. Ίσως. Στη φυλακή δεν υπήρχε χρόνος, μόνο υγρασία
Μια μέρα, ξύπνησε και οι τρεις ιδέα η' άλλες σκιες του είπαν
-Ήσουν αθώος,έγινε λαθος,είσαι ελεύθερος,μπορείς να φύγεις,
να συνεχίσεις τη ζωή σου.
-εγω,όμως πέθανα, τούς είπε.
Δεν τού απάντησαν,άφησαν την πόρτα ανοικτή ,έφυγαν,άκουγε τα βήματα
τους στο διαδρομο να απομακρύνονται, να σβήνουν.
Ξανακοίταξε το χαρτί.
Υπόθεση Κ. κλειστη
Αθώος.
Σφραγίδα:
παμψηφεί.
.
.
.
Η Διαδικασια
Όταν το απόγευμα γύρισε από τη δουλειά,κάτω από τη πόρτα βρήκε ένα
σημείωμα.
Διάβασε:
κύριε Κ. ήρθαμε και δεν σε βρήκαμε όπως οφειλες να είσαι και να περιμένεις.
Αύριο Πεμπτη να έρθεις εξάπαντος για την Υποθεσησου στο γραφείο μας,
αριθμός 17,στο κτίριο 27 τής οδού...
Μην διανοηθεις να αδιαφορήσεις.Θα είμαστε αυστηροί.
Παραξενεύτηκε με το θράσος τού,,έπειτα το πήρε σανν.αστειο,κακόγουστο
μάλιστα,και για να το διασκεδάσει όλη τη νύχτα τη πέρασε στο διαμέρισμα
της φιλενάδες του.
Την άλλη μέρα ομως στη δουλειά η σκέψη του ήταν κολλημένη σε αυτό.
Άρχισε να φοβάται.Ιδρωνε.Ακυρωσε τα τρία τελευταία ραντεβού με πελάτες.Εκλεισε τα παράθυρα και έμεινε καθισμένος στον καναπε ακινητος.
Πήγε στο γραφείο.Χτυπησε τη πόρτα.Δεν.του απάντησαν.Ανοιξε και μπήκε μέσα. Εκεί όμως δεν τον περίμενε κανείς.
Κάθισε στη μοναδική καρέκλα και περίμενε.Ειχε περιέργεια να μάθει
τι συμβαίνει.
Αποκοιμήθηκε και τον ξύπνησε μια φωνή.
Είχε έναν άντρα περίπου σαράντα χρόνων με σκούρο κουστούμι και γραβάτα όρθιο μπροστά του.
Είμαι ο δικηγόρος σας, τού είπε.Ο φάκελος τής υπόθεσης σας έχει ήδη κατατεθεί.Αυτη τη στιγμή δεν γνωρίζω το περιεχόμενο του.
Αυτή τη στιγμή σας περιμένουν στο υπόγειο,δεν θα σας συνοδεύσω,
σε αυτή τη φάση μού απαγορεύουν την παρουσια στην εκδίκαση.
Ο δικηγόρος έφυγε.
Κατέβηκε με τον ανελκυστήρα στο υπογειο
Εκεί μπροστά του αντικρυσε μια αίθουσα δικαστηρίου με εκτυφλωτικό φως.
Πίσω από ένα ένα μακρύ τραπέζι είδε τις διαλυμένες μορφές από το δυνατό φως των δικαστών.Μετρησε πέντε στον αριθμό.
Κάποιος τού έκανε νόημα να πλησιάσει.
-Ο φάκελος σου,τού είπε.
Ο φάκελός του ήταν ογκωδης,τον άνοιξε,μέσα είχε φωτογραφίες, έγγραφα,
αποκόμματα απο εφημερίδες περιοδικά,
Τίποτα δεν ήταν δικό του,ούτε τον αφορούσε.
-Δεν αναγνωριζω τίποτα από όλα αυτά για δικό μου,τούς είπε
-Κανετε λάθος.Αυτη είναι η νΥπόθεση για την οποία εγκαλεισθε στο Δικαστήριο μας,είπε μια σκιά
-Και μαλιστα είναι πολύ σοβαρή,είπε μια άλλη σκια
Έφυγε αγανακτισμένος.Πισω τού άκουσε τα γέλια τους.
Πέρασαν δέκα μέρες.
Χτύπησε το τηλέφωνο στο γραφείο του.
-Στις 7 ακριβώς να παρουσιαστείτε στο Δικαστήριο,άκουσε μια φωνή,
δεν πρόλαβε να απάντηση και εκλεισε το τηλέφωνο ο άλλος.
Θυμωσε.Οχι δεν θα πάει.Δεν.θα τούς υπακουσει.Θα τούς αγνοήσει.
Πήρε τηλέφωνο τη Λένι,θα τρωγαν μαζι έξω.
Κοίταξε το ρολόι του,τρεις ώρες και είκοσι λεφτά μέχρι τής 7.
Στο υπόγειο τού ανακοίνωσαν την απόφαση.Καταδικαστηκε.
Τού απαγορεύτηκε να απολογηθεί.Ο δικηγορος τού ψιθύρισε.Ηταν αδύνατη
η υπεράσπιση του.
Έφυγε και πήγε κατευθείαν στο ραντεβού με τη Λένι,σε ένα κεντρικό εστιατόριο.
Προσπάθησε να μην τής δείξει τι τον απασχολει.τι είχε συμβει.
Η κοπέλα ήταν χαρούμενη,μιλούσε με ενθουσιασμό για τα μελλοντικά τους
σχέδια.
Αυτός όμως τώρα,ηξερε,πως κάθε ώρα,κι αυτή τη στιγμή μπορεί να έρθουν να τον συλλάβουν για να εκτίσει την ποινή του.
.
.
Η Εκτελεση
Τον ξυπνησαν δυνατά χτύπηματα στη πορτα.Κοιταξε το παράθυρο,ήταν ακόμα σκοτεινά,δεν είχε ξημερωσει.
-Ανοίξτε ,αλλιώς θα σπάσουμε τη πόρτα,άκουσε μια άγρια φωνη.
Ο.Κ. ανοιξε.Στο άνοιγμα τής πόρτας δύο άντρες ίδιοι ,σαν διδυμοι,με το ίδιο κουστούμι και γραβάτα.
-Συλλαμβανεσε,μίλησε ο ένας από τα δεξιά,φαίνεται πως ήταν ο ανώτερος,
ακολουθεισε ησυχα.Ήρθε η σειρά σου.
Μεταφέρθηκε σε ένα κτίριο με γκρίζους διαδρόμους.Ολες οι πόρτες από τη
μια και την άλλη μερια ήταν κλειστές.
Άνοιξαν μια πόρτα.
-Τον φέρατε;,άκουσε μια φωνή από μέσα.
Τον πέρασαν μέσα.Εκει είδες πέντε ανθρώπους να κάθονται σε καρέκλες,
ευθυγραμμισμένοι.
-Ειστε στο Δικαστήριο,ενώπιον τής 5μελους Επιτροπής Εκδίκασης
τής Υπόθεσης σας.Φακελος τού Κ.
Σε αυτή τη φάση απαγορεύεται ρητώς η υπεράσπιση σας από δικηγόρο.
είπε ο τρίτος από τα αριστερά.
Ας αρχίσουμε την παράθεση των στοιχείων κατηγορίας,
είπε ο πρώτος από αριστερά.
-Ορίστε, η επιστολή σας της 5/5
είπε ο 5ος στα δεξια και τού την έδειξε
Και η επιστολή σας της 6/6
είπε ο 4ος στα δεξιά και τού την έδειξε
-Και η φωτογραφια σας στη συνάντηση τής 7/7
είπε ο 3ος στα δεξιά και τού την έδειξε.
Ο Κ. προσπάθησε να απολογηθει.
-Δεν έχεται κανένα νομικό και ηθικο δικαίωμα.
τον έκοψε ο 2ος στα δεξιά.
Τον μετέφεραν σε ένα δωμάτιο,ένα μικρό παράθυρο έβλεπε σε ένα τοιχο.
Τού έφεραν φαγητό σε βρώμικο πιάτο.
Τη νύχτα ήρθαν και τον ανέκριναν.
Αυτό συνεχίστηκε κάθε νύχτα.
Πάντα οι ίδιες κατηγορίες με την ιδια σειρά.
Κάποιος ανακριτής κάποτε τού είπε:
-Η αυτοκριτική σου είναι ανεπαρκής.Δεν έχεις αποκηρύξει ακόμα την ιδέα ότι μπορείς να σκέφτεσαι μόνος σου.
Κουράστηκε.Έπαψε να θυμάται ποιος ήταν.
Ξημερώματα κάποια μέρα δύο άντρες τον μετέφεραν σε ένα ερημικό μέρος,
εκεί ο ένας τού άδειασε το περίστροφο στο κεφάλι.
Αστραπιαία εκει στο τέλος σκεφτηκε:
-Τελικα είμαι ένοχος,
και πάγωσε για πάντα.
Ο φάκελος τού Κ.εκλεισε ,αλλά ο τοίχος πίσω από το μικρό παράθυρο στο υπόγειο το ίδιο γκριζος και αμέτοχος,αδιάφορος.
.
.
.
Στοιχεία Συνδυαστικής Λογικής
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το.μηχανημα τών Προβολων.
Ονομάζομαι Α..Το όνομα αυτό δεν λέει τίποτα σε κανέναν, κι αυτο με βολεύει. Βρισκομαι τα τελευταία δεκατρία χρόνια σ’ ένα απομονωμένο ινστιτούτο, που βρίσκεται σε ένα νησι.Το ινστιτούτο στεγάζεται σε ένα παλιο κτίριο,χτισμένο με πέτρα και σίδερο, και κάτω από το έδαφος του εκτείνεται ένα δίκτυο υπογείων στοών, γεμάτων βιβλία.
Οι ερευνητες που έρχονται να εργασθουν εδώ στέλνονται από μυστικες κρατικες υπηρεσίες. Έτσι κι εγώ ήρθα.
Ήμουνα στο Λύκειο,όταν έλαβα ένα γράμμα.Ο πατέρας μου, κατηγορήθηκε για υπεξαίρεση και αυτοκτόνησε. Ήμουν δεκαέξι χρονών. Είπαν ότι είχε κλέψει χρήματα από το εργοστάσιο όπου εργαζόταν. Ο διευθυντής της εταιρείας,δεν παραδέχτηκε ποτέ την εμπλοκή του, αλλά ήξερα ότι εκείνος τον κατέστρεψε.
Δεν είχα αποδείξεις. Μόνο μια επιθυμία: να βρω έναν τρόπο να τον τιμωρησω.
Να εκδικηθω.
Στο ινστιτούτο, με δέχτηκαν χωρίς πολλές ερωτήσεις. Ήμουν εργατική και μεθοδική. Έμαθα γρήγορα να κινούμαι στους λαβύρινθους των αρχείων.
Οι παλαιότεροι ερευνητές μιλούσαν για την "Εφεύρεση", ένα μηχάνημα που είχε κατασκευαστεί δεκαετίες πριν από έναν ευφυή επιστημονα.Κι αυτό το μηχάνημα μπορούσε να καταγράψει την πραγματικότητα ,να την αποτυπώσει με κάθε
λεπτομέρεια και να την επαναλαμβάνει αιώνια.
Στην αρχή δεν το πίστεψα. Ύστερα, με οδήγησαν στο δωμάτιο που ήταν
τοποθετημένο.
Ήταν ένας κυκλικός χώρος, με γυάλινες επιφάνειες. Στο κέντρο βρισκόταν μια συσκευή που έμοιαζε με προβολέα.Σε μια επιφάνεια,είδα,εμφανιζόταν άνθρωποι σε μια βεράντα, γυναίκες με φορέματα περασμένης εποχής, ένας άνδρας που διάβαζε εφημερίδα. Η ιδια σκηνη επαναλαμβανόταν.
Από φωτογραφία που είχα δει,αναγνώρισα,τον ηθικό αυτουργό τής
αυτοκτονίας τού πατέρα μου.Πιο νέος στη φωτογραφία.Εδω στη προβολή
γερασμένος.
Η υπεύθυνη τού μηχανήματος,μια γυναίκα στα 50,μου εξήγησε ότι είχαν καταγραφει στιγμές από διάφορα πρόσωπα που έζησαν κάποτε.
Ζήτησα να δουλέψω στο δωματιο αυτών των προβολών. Με δέχτηκαν.
Κατάλαβα πως υπήρχε δυνατότητα να επέμβω στο μηχάνημα.
Ένα βράδυ, όταν οι άλλοι είχαν φύγει, κάθισα μπροστά στη συσκευή. Πληκτρολόγησα το όνομά του.
Ο άνδρας εμφανίστηκε . Ήταν στο γραφείο του, μόνος. Φορούσε γραβάτα,
ήταν σκυμμένος και έγραφε. Πλησίασα την επιφάνεια,την άγγιξα,άνοιξε
και πέρασα μέσα της.
Ο άντρας σήκωσε το βλέμμα.Ήμουν μπροστά του. Δεν τρόμαξε. Έμοιαζε να με περίμενε.
«Σε θυμάμαι,» είπε. «Η κόρη του.Με μισεις.Ηξερα πως κάποτε θα έρθεις να με βρεις,γι'αυτό και δέχτηκα να γραφτώ στο μηχάνημα.
«Δεν σε μισώ,» του απάντησα. «Ήθελα να δω τον άνθρωπο που.οδήγησε
τον πατέρα μου στην αυτοκτονία»
Εκείνος έμεινε σιωπηλος..Ύστερα άφησε το στυλό στο τραπέζι και μου έδωσε
το χαρτί που έγραψε.
Διάβασα:
«Έγραψα ψεύτικα στοιχεια για να σώσω την εταιρεία από τη χρεοκοπία. Δεν φαντάστηκα πως θα κατηγορηθεί εκείνος. Δεν έκανα τίποτα για να τον προστατέψω. Δεν ήθελα να πεθάνει. Αλλά δεν μετάνιωσα.»
Έβγαλα το περίστροφο,τον σημάδεψα,τον πυροβόλησα και τον σκότωσα.
Βγήκα από την επιφανεια προβολής.
Εκείνος έμεινε πίσω σκοτωμενος.
Η προβολή του όμως ηταν όπως πριν.Επαναλαμβάνονταν χωρίς τη δολοφονία του.
Δεν ειπα τίποτα σε κανέναν για την εκδικηση μου.
Κράτησα το χαρτι και το τοποθέτησα μέσα σε ένα από τα άπειρα βιβλία
της υπόγειας βιβλιοθήκης.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Επιστροφή
Ανοιξε το γράμμα,σε λίγο θα νύχτωνε.
Διάβασε: Ο πατερας της ήταν νεκρός.Ξαναδιαβασε.
Πηγε στο παράθυρο. Τα δέντρα σκοτεινα στο κήπο. Ήξερε ήδη τι θα κάνει.
Αύριο, θα τον επισκεπτόταν.
Το πρωί ξύπνησε με ένα αίσθημα ψυχρότητας Περιπλανηθηκε στους δρόμους
της πόλης.Όλα της φαίνονταν αδιάφορα,ασημαντα,οι ανθρωποι,τα αυτοκινητα. Τού τηλεφώνησε.Προσποίηση αθωότητας, κλήση για «προσωπική συζήτηση»
στο εργοστάσιο.
Το μεσημέρι πήγε με έναν άγνωστο άνδρα στο ξενοδοχείο.Εκανε έρωτα μαζί
του.Έπειτα, αηδιασμένη μπήκε στο μπάνιο και πλύθηκε.,άλλαξε ρούχα και,
παρατωντας τα χρήματα του άντρα που άφησε στο κρεβάτι, πηγε στο
ραντεβού της.
Εκείνος την περίμενε Δεν πρόλαβε να δικΙολογηθει.Εκεινξ τράβηξε το όπλο και τον σκότωσε.
'Η σφαίρα τον βρήκε με απόλυτη ακρίβεια.'σκεφτηκε.
Στο αστυνομικό τμήμα είπε μια ιστορία ψεύτικη και ταυτόχρονα αληθινή.
Το θυμα υποστήριξε, την είχε καλέσει για να τη βιάσει. Εκείνη, στην πάλη,
βρήκε το όπλο του στο τραπέζι και τον σκότωσε. Όλα έμοιαζαν συνεκτικά.
Όλα έγιναν πιστευτά.
Οταν βγήκε στον δρόμο είχε νυχτωσει. Ένα αδέσποτο σκυλί γάβγισε
Και τότε συνειδητοποίησε πως είχε σκοτώσει έναν άνθρωπο και ειπε
ψέματα.
Την επόμενη μέρα έλαβε το ίδιο γράμμα.Ιδιος φάκελος.Ίδια ημερομηνία.
Ίδιος θάνατος.
Και πάλι στάθηκε στο παράθυρο, και πάλι σκέφτηκε το σχέδιο.
Και πάλι ένας άγνωστος άνδρας, και πάλι το όπλο, και πάλι το ψέμα στην αστυνομία.
Μόνο που αυτή τη φορά υπήρχε μια μικρή διαφορά: το ρολόι στο.γραφειο
του άντρα που σκότωσε είχε σταματήσει. Ή ίσως, να σταμάτησε μόλις
μπήκε εκείνη.
Συνέχισε να ζει την ίδια μέρα, την ίδια εκδίκηση, το ίδιο ψέμα.
Ο κόσμος επαναλαμβανόταν, ακριβής και αδιάφορος. Κάθε φορά, ήξερε τι θα συμβεί, μα δεν μπορούσε να το αλλάξει. Δεν μπορούσε να μη τον σκοτώσει,
δεν μπορούσε να πει την αλήθεια· δεν μπορούσε να βγει από τον κύκλο.
Κάποτε, προσπάθησε να μην πάει. Να μείνει στο σπίτι. Να κάψει το γράμμα.
Να αγνοήσει την είδηση.
Μα το επόμενο πρωί, το ίδιο γράμμα ηρθε . Ο θάνατος επαναλαμβανόταν.
Ηταν καταδικασμένη να ζει μια εκδίκηση που δεν οδηγούσε ποτέ σε λύτρωση.
Και κάθε φορά που πίστευε πως τελείωσε,ξανάρχιζε.
Το γράμμα, το απόγευμα, το ψέμα.
Ο αντρας, το όπλο, η σφαίρα.
Πάλι απ’ την αρχή.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Επανάληψη τής μερας
Ελαβε το γράμμα ένα απόγευμα,την 15η Σεπτεμβρίου Ο πατέρας της ήταν νεκρός.
Η είδηση ήρθε από ένα φίλο του..Ο θάνατος αναφέρθηκε ως αυτοκτονία .
Εκεινη ήξερε. Ήξερε ότι δεν ήταν αρρώστια ή γηρατειά, ήταν απελπισία.
Και πίσω από την απελπισία, υπήρχε ένα όνομα,εκείνου τού άντρα..
Δούλευε σε εργοστάσιο υφασμάτων. Κάθε πρωί, περνούσε τη σιδερενια πύλη,συναντούσε τα ίδια πρόσωπα, και τον ιδιο καταναγκασμο.της εργασιας.
Εκείνος ο άντρας περνούσε ανάμεσά τους και με βλέμμα ψυχρό τους επιτηρουσε.
Την επόμενη ημέρα, μπήκε στο γραφείο του ,τον κοίταξε στα μάτια και τον σκότωσε με το όπλο του πατέρα της. Έπειτα κάλεσε την αστυνομία και
κατέθεσε με ήρεμη φωνή: είχε αμυνθεί από επίθεση. Ο φόνος ήταν αυτοάμυνα.
Και τότε, το επόμενο πρωί, ξύπνησε ξανά στο ίδιο δωμάτιο. Το γράμμα την περίμενε στο τραπέζι.
Ο πατέρας της είχε πεθάνει.
Ξανά.
Στην αρχή πίστεψε πως ήταν όνειρο. Ύστερα τρόμαξε. Άρχισε να παρατηρεί
κάθε λεπτομέρεια. Ήταν όλα ίδια: η ώρα, ο καιρός, το φως, το βλέμμα τής μητέρας στο πορτρέτο πάνω στο τοίχο. Το τσάι της είχε πάντα τον ίδιο πικρό τόνο. Το μελάνι στο γράμμα, ίδιο. Το παρελθόν δεν ήταν απλώς μνήμη· ήταν φυλακή.
Προσπάθησε να ξεφύγει.Έφυγε από το σπίτι, προσπάθησε να κρυφτεί.
Πήγε σινεμά.Εφαγε σε ένα εστιατόριο.Γυρισε αργά τη νύχτα στο σπιτι.
Αλλά το επόμενο πρωί, πάλι η 15η Σεπτεμβρίου. Ίδια. Ο πατέρας της, πάλι νεκρός.Εκεινος πάλι ζωντανός.
Έζησε πολλές εκδοχές της ίδιας ημέρας. Άλλες φορές τον σκότωνε διαφορετικά· άλλες τον συγχωρούσε· μία φορά, τού ομολόγησε τα πάντα και έφυγε από την πόλη. Μα κάθε φορά, η μέρα τελείωνε,και το επόμενο πρωί, ξανά το γράμμα.
Μετον καιρό έπαψε να εκπλήσσεται. Η πραγματικότητα είχε γίνει μηχανισμός, και εκείνη ένα γρανάζι. Όλα επαναλαμβάνονταν με ακρίβεια. Το εργοστάσιο, οι υπάλληλοι, το σκονισμένο φως στο παράθυρο του διευθυντή. Η φωνή της όταν έλεγε ψέματα στους αστυνομικούς. Το βάρος στο στήθος της κάθε φορά που πυροβολούσε.
Δεν υπήρχε σωτηρία. Δεν υπήρχε τέλος.
Αρχισε να πιστεύει πως δεν ήταν άνθρωπος πια, αλλά μια ιστορία που κάποιος είχε γράψει και ξεχάσει να τελειώσει. Ίσως ένα αφήγημα που διαβαζόταν από κάποιον σε έναν άλλο κόσμο. Ένας αναγνώστης που επέμενε να επιστρέφει πίσω, να ξαναδιαβάζει, να εξετάζει κάθε λεπτομέρεια για να καταλάβει αν εκεινη ήταν αθώα ή ένοχη. Αν το ψέμα της ήταν δικαιολογημένο. Αν ο φόνος ήταν λύτρωση
ή καταδίκη.
Ίσως γι' αυτό δεν μπορούσε να ξεφύγει.
Ίσως η 15η Ιανουαρίου ήταν η σελίδα ενός βιβλίου που δεν έκλεινε ποτέ.
Στο τέλος, έμαθε να ζει μέσα στη μέρα. Έπαιζε με τις επιλογές. Σκότωνε γρήγορα ή αργά. Έλεγε την αλήθεια ή όχι. Άλλοτε ήταν ψυχρή και λογική,
άλλοτε έκλαιγε με λυγμούς. Τίποτα δεν είχε σημασία.
Η σφαίρα πάντα έβρισκε στόχο.
Το αίμα έπεφτε στα χαρτιά του γραφείου.
Το τηλέφωνο καλούσε την αστυνομία.
Το φως του πρωινού έμπαινε απ' το παράθυρο.
Και το γράμμα,πάντα το γράμμα, την περίμενε στο τραπέζι.
Δεν περίμενε πια να αλλάξει κάτι. Ζούσε τη μέρα σαν να ήταν η τελευταία ,
αν και ήξερε πως ήταν η ίδια.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
κυκλος
Ελαβε το γράμμα στις τέσσερις το απόγευμα. Ήταν Τετάρτη.Ο πατέρας της, φυλακισμένος εδώ και χρόνια, είχε πεθάνει.Αυτοκτονία.Και στο τελος
έγραφε:
Δεν ήταν ένοχος.Τον πρόδωσε.
Εμεινε ακίνητη.Δεν δάκρυσε. .
Τού τηλεφώνησε.Ήταν ήρεμη. Του είπε ότι έπρεπε να τον δει για κάποιο θέμα στην αποθήκη. Εκείνος πρότεινε να τη δεχτεί στο σπίτι του το βράδυ, μετά τις επτά.
Αργότερα, περπάτησε στους δρόμους της πόλης, μπήκε σ’ ένα μπαρ.
Κάποιος άντρας την πλησίασε και τη ρωτησε το όνομά της. Τού το είπε. Εκεινος κέρασε ένα ποτό.Και δύο αλλά.Ζαλιστηκε. Και αργότερα, όταν τής έπιασε το χέρι, δεν αντιστάθηκε.Ένιωθε αδιαφορία.Κατελησαν σε δωμάτιο ξενοδοχείου.
Έπειτα ,νυχτώνοντας,πήγε στο ραντεβού. Είχε μαζί της το όπλο. Είχε μαζί της και το ψέμα που θα έλεγε. Ήξερε ακριβώς τι θα κάνει.
Τον σκότωσε με δυο πυροβολισμούς. Έπειτα κάλεσε την αστυνομία.
Όταν της ζήτησαν εξηγήσεις, είπε την ιστορία όπως την είχε σχεδιάσει:
ότι το αφεντικό την είχε καλέσει για δήθεν δουλειά, την παγίδευσε, και της
επιτεθηκε να τη βιασει. Ότι άρπαξε το όπλο του και πυροβόλησε από φόβο.
Κανείς δεν μπορούσε να αποδείξει το αντίθετο.
Την επόμενη μέρα ξύπνησε στο κρεβάτι της. Ήταν Τετάρτη. Τέσσερις το απόγευμα. Το ίδιο γράμμα κατω από τη πόρτα της.Η ίδια λέξη: "Αυτοκτονία."
Το ίδιο όνομα: τού ενοχου.
Ξαναπήγε στο μπαρ. Ο ίδιος άντρας, το ίδιο χαμόγελο, το ίδιο ξενοδοχείο.
Το βράδυ, στο σπίτι του όλα έγιναν ξανά. Και πάλι ο.πυροβολισμος.
Και πάλι το ψέμα. Και πάλι το τέλος,που δεν ήταν τέλος.
Την τρίτη φορά, προσπάθησε να αλλάξει κάτι. Πήγε αλλού. Δεν τον σκότωσε. Πήγε στην αστυνομία και είπε την αλήθεια: ότι τον μισει, ότι ήξερε πως είχε καταστρέψει τον πατέρα της, ότι ήθελε να τον σκοτώσει
Μα το επόμενο πρωί ήταν Τετάρτη.Και ξανάρχισε ο.κυκλος.
Κάθε κύκλος ειχε μικρές αποκλίσεις. Άλλοτε ο αλλος ήταν πιο.δύσπιστος. Άλλοτε ο άγνωστος αντρας στο μπαρ ήταν επιμονος. Άλλοτε ο πυροβολισμός αστοχούσε.
Ήταν σαν να είχε γραφτεί ένα σενάριο με σκοπό να παιζεταιναιώνια. Ίσως η εκδίκηση να ήταν μια μορφή φυλάκισης.
Δοκίμασε κάθε πιθανό τέλος. Τον συγχώρεσε. Τον αγνόησε. Τον κατήγγειλε. Αλλά κανένα δεν έσπασε τον κύκλο. Ο μόνος τρόπος να συνεχιστεί ο κυκλος
ήταν να συμβεί το ίδιο έγκλημα, με το ίδιο ψέμα, την ίδια ώρα,.
Ξυπνά. Διαβάζει το γράμμα. Πηγαίνει στο μπαρ. Πηγαίνει στο σπίτι. Σκοτώνει. Λέει την ιστορία. Κοιμάται.
Ξυπνά. Ξανά το ίδιο.
Στο τέλος, παύει να θυμάται .Δεν θυμάται τον πατέρα της πια. Δεν θυμάται
καν αν υπήρξε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η Αμνησία τών Γεγονότων
Ξύπνησε σ’ ένα δωμάτιο που δεν αναγνώριζε. Το φως έμπαινε από ένα παράθυρο με σιδερένια κάγκελα. Το ρολόι έδειχνε εννιά και τέταρτο. Δεν θυμόταν τι μέρα ήταν. Ούτε πού βρισκόταν. Ούτε γιατί.
Μια φωνή από το εσωτερικό τού σπιτιού τη φώναξε. Ήταν ανδρική,
Ο άντρας αυτός της έφερε καφέ και τής εξήγησε:
«Είχες πάει να πάρεις εκδίκηση για τον πατέρα σου.Μπήκες στο γραφείο του, τον σκοτωσες. Ύστερα, φώναξες την αστυνομία».
Ακουσε. Δεν απάντησε. Δεν ήξερε αν αυτό ήταν αλήθεια ή απλώς μια ιστορία.
Την επόμενη εβδομάδα, βρέθηκε σ’ ένα άλλο σπίτι. Ένα δωμάτιο με παλιές αφίσες. Ο εραστής εδω τής είπε:
«Ο πατέρας σου δεν ήταν αθώος. Ήταν μπλεγμένος. Εσύ τον πίστευες, αλλά ήσουν παιδί. Η εκδίκησή σου ήταν λάθος. Σκότωσες έναν αθώο. Δεν υπήρξε
ποτέ δικαιοσύνη. Μόνο πλανη».
.Δεν αντέδρασε. Ίσως ο άντρας να είχε δίκιο. Ίσως όχι.
Με το πέρασμα τών μηνών, η ίδια ιστορία άλλαζε μορφή. Άλλες νύχτες, άλλα ονόματα εραστών. Μερικές φορές, πίστευε πως ήταν θύμα. Άλλες φορές, εκτελέστρια. Άλλες, η ίδια δεν υπήρχε καν στην αφήγηση. Ήταν η μητέρα της.
Ή η φίλη ενός αυτόπτη μάρτυρα.
Κάποιος άλλος εραστής τής είπε ότι άντρας που πυροβολησε ήταν εραστής της. Ότι τον αγαπούσε και τον σκότωσε.
Κάποιος άλλος της είπε πως ο πατέρας της αυτοκτόνησε χωρίς λόγο. Πως εκείνη δημιούργησε τον ένοχο με τη φαντασία της. Πως ποτέ δεν υπήρξε
εκείνος ο άντρας.
Στην αρχή,αναζητούσε τη μία,τη μοναδική. αλήθεια. Πίστευε πως κάποια αφήγηση θα την απαλλασε από την αμνησία. Πως η λογική θα επικρατούσε.
Ύστερα κατάλαβε πως η αμνησία της δεν ήταν ασθένεια. Ήταν προστασία. Ήταν επιλογή.
Τώρα, όταν την ρωτούν «ποια είσαι;», απαντά απλά:
«Εξαρτάται ποιος με ρωτά».
Κι όταν της λένε την ιστορία της, χαμογελά.
Γιατί κάθε εκδοχή, ψεύτικη ή όχι, είναι ένα κομμάτι της. Κι εκείνη, πια, δεν έχει ανάγκη να ξέρει τι έγινε στ’ αλήθεια.
Μονάχα να θυμάται πως ήταν ικανή για όλα.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Λήθη
Ξύπνησε σ’ ένα άγνωστο διαμέρισμα.Ψυχρό, σχεδόν απρόσωπο. Το μόνο που αναγνώρισε ήταν το είδωλο της στον καθρέφτη.Δεν θυμόταν πού βρισκόταν. Ούτε γιατί.
Στο τραπέζι υπήρχε μια κούπα καφέ, μισοάδεια. Δίπλα, ένα σημείωμα:
«Μη φοβάσαι. Είσαι ασφαλής.»
Κάθε πρωί ήταν το ίδιο. Ξυπνούσε χωρίς αναμνήσεις. Κάθε νύχτα, κάποιος καινούριος άντρας εραστής τής μιλούσε για το παρελθόν της.
Ο πρώτος ήταν ένας λεπτός ψηλός άντρας με ήρεμη φωνή. Της είπε πως ήταν μια εργαζόμενη γραμματέας, ευγενική και συγκρατημένη, που έχασε τον πατέρα της από αυτοκτονία.
«Σου το είπε σε γράμμα. Σου αποκάλυψε την αλήθεια για τον εργοδότη του.
Εσύ έκλαψες. Θύμωσες. Ορκίστηκες εκδίκηση.»
Δεν θυμόταν τίποτα απ’ αυτά. Ο εραστής έμεινε μια εβδομάδα μαζί της. Της επανέλαβε κάθε μέρα τα ίδια, μέχρι που μια μέρα έφυγε χωρίς εξήγηση.
Την επόμενη εβδομάδα ήταν στον ίδιο ψυχρό,απρόσωπο διαμερισμσ με
άλλον εραστη. Εκείνος της είπε πως όλα ήταν ψέματα.
«Δεν υπήρξε ποτέ αυτοκτονία. Ο πατέρας σου πέθανε από εγκεφαλικο.
Εκείνος ο αντρας σε βοήθησε. Ήταν σαν πατέρας για σένα.
Μην τους πιστεύεις.»
Δεν ήξερε πια ποιον και τι να πιστέψει.
Ύστερα ήρθε νέος εραστής.Παλι στο ψυχρό απρόσωπο διαμερισμσ. Εκείνος τ
τής είπε πως όλα τα είχε φανταστεί .
« Ζεις σε μια φαντασίωση.Το μυαλό σου πειραχτηκε.Νοσηλευτηκες σε
ασυλο.Νευρωση»
Εμεινε σιωπηλή. Τη νύχτα έψαξε το διαμέρισμα. Δεν βρήκε τίποτα,ούτε
ψυχιατρικα έγγραφα, ούτε φωτογραφίες, ούτε αποδείξεις. Μονάχα ένα ημερολόγιο, κρυμμένο σε μια παλιά βαλίτσα.
Στο εξώφυλλο: «Σημειωσεις- Ημερολογιο»
Το άνοιξε. Οι σελίδες ήταν γεμάτες με καθημερινές σκέψεις.
Διαβασε:
«Ο πατέρας είπε πως είναι άρρωστος, μα δεν με κοιτάζει πια στα μάτια.
Νιώθω πως μου κρύβει κάτι. Αν τον χάσω χωρίς να ξέρω, δεν θα αντέξω.»
Την επόμενη μέρα, ενας άλλος άντρας ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι δίπλα της.
«Εγώ ήμουν μαζί σου όταν συνέβη», τής είπε,«Δεν σκότωσες κανέναν.Εκεινος πέθανε από καρδιακή προσβολή. Ήσουν εκεί, όμως δεν έκανες τίποτα.
Έκλαιγες και φώναζες ότι είχες έρθει για να τον σκοτώσεις, αλλά δεν χρειάστηκε. Η ζωή τον πρόλαβε.»
Ενιωσε τα δάχτυλά της να τρέμουν. Ήταν αυτό αλήθεια; Ήταν απλώς η πιο πειστική εκδοχή ως τώρα;
Κάθε εκδοχή είχε κάτι το αληθοφανές. Και κάτι το ψεύτικο. Το μόνο σταθερό στοιχείο ήταν η ίδια. Κλεισμένη σε ένα διαμέρισμα, περιτριγυρισμένη από άντρες εραστες που της μιλούσαν για το παρελθόν της σαν να ήταν δικό τους.
Κάποια μέρα, αντί να περιμένει τον επόμενο, βγήκε στον δρόμο. Το φως την τύφλωσε, οι ήχοι τής φάνηκαν οδυνηρά ξενοι. Στο μυαλό της, κάτι άρχισε να αναδύεται ,όχι γεγονότα, αλλά μια αίσθηση. Η αίσθηση ότι η αλήθεια της
δεν θα βρίσκεται ποτέ σε έναν άντρα ή σε μια ιστορία.
Η αλήθεια της ήταν η λήθη.
Κι αν ήταν καταδικασμένη να τη ζει ξανά κάθε μέρα, τότε τουλάχιστον ήθελε να τη ζήσει μόνη.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οι Εκδοχές (I)
Όταν άνοιξε τα μάτια της στο λευκό δωμάτιο του νοσοκομείου, δεν θυμόταν τίποτα.
Ούτε το όνομά της. Ούτε ποιος ήταν ο άντρας με το σκοτεινό βλέμμα που στεκόταν ορθιος. Εκείνος χαμογέλασε.
«Ήταν δικαιοσύνη.Το άξιζε. Δεν σε κατηγορώ που τον σκότωσες.»
τής είπε.
Τον κοίταξε χωρίς να καταλαβαίνει. Η λέξη «δικαιοσύνη» δεν τής έλεγε
τιποτα. Ζήτησε έναν καθρέφτη. Τα μάτια που αντίκρισε ήταν δικά της, αλλά άδεια, αψυχα.
Οι γιατροί της είπαν πως είχε υποστεί σοκ. Ίσως από κάποιο τραυματικό γεγονός. Της μίλησαν για αμνησία, προσωρινή ή μόνιμη.
Δεν υπήρχαν βεβαιότητες. Μόνο κενά.
Ο πρώτος άντρας που την επισκέφτηκε ισχυρίστηκε πως ήταν ο εραστής της.
«Ήσουν πάντα θλιμμένη. Μου έλεγες για τον πατέρα σου, πως αυτοκτόνησε στη φυλακή. Για τον εργοδότη του. Πως τον κατηγόρησες για την καταδίκη τού πατέρα σου. Πως ήθελες να τον εκδικηθείς. Εγώ ήμουν εκεί όταν πήρες την απόφαση. Θυμάσαι;»
Δεν θυμόταν. Τον άκουγε όπως κανείς ακούει παραμύθια ,με ενδιαφέρον, αλλά χωρίς να τα πιστευει.Το πρόσωπό του τής ήταν άγνωστο.
Την επόμενη μέρα, ένας δεύτερος άντρας ήρθε. Φαινόταν νεότερος.
«Μου είχες πει ότι ο εργοδοτης ήταν αθώος. Πως ο πατέρας σου είχε κάνει πράγματι την υπεξαίρεση. Πως εσύ ένιωθες ενοχή που δεν τον εμπόδισες. Γι’ αυτό κοιμήθηκες με έναν άγνωστο. Για να τιμωρήσεις τον εαυτό σου. Για να "λερωθείς", όπως έλεγες. Αλλά δεν ήθελες να σκοτώσεις κανέναν. Κάποιος
σε παγίδευσε με το γράμμα που ελαβες.»
Εκλεισε τα μάτια. Δύο ιστορίες,δύο αλήθειες. Ποια ήταν εκείνη;
Κάθε λίγες μέρες, εμφανιζόταν κι ένας καινούριος.
Ένας τής οτι ποτέ δεν υπήρξε πραγματικά. Πως η ιστορία της ήταν γραμμένη από κάποιον συγγραφέα. Ότι δεν ήταν τίποτα περισσότερο από λέξεις σε μια σελίδα.
Ένας άλλο,ήταν δικηγόρος,της είπε πως την υπερασπίστηκε στο δικαστήριο. Πως απαλλάχθηκε λόγω "ψυχικής διαταραχής". Της έδειξε έγγραφα, φωτογραφίες. Εκείνη, στην αίθουσα δικαστηριου . Τα μάτια της σκοτεινά.
Το πρόσωπό της σκληρό.
Αλλά και πάλι,τίποτα δεν ζωντάνεψε μέσα της.
Μια νύχτα, βγήκε από το νοσοκομείο χωρίς να ειδοποιήσει κανέναν.
Περπάτησε μέχρι το παλιό της σπίτι, όπως της είχαν πει. Δεν ένιωσε τίποτα. Ούτε συγκίνηση, ούτε φόβο, ούτε ανακούφιση.
Μονάχα κενό. Και μέσα στο κενό, μια φωνή ,δική της ή άλλων,που έλεγε:
«Ό,τι έγινε, έγινε.Και μπορεί να μην είναι αλήθεια.»
Στο δωμάτιο τού ξενοδοχείου, ένας ακόμη σύντροφος την περίμενε.
«Ήμουν εκείνη τη νύχτα.»,τής είπε.«Ήσουν ψύχραιμη, σχεδόν απόμακρη.
Δεν τον σκότωσες.Μετά από εκείνο το βράδυ, ήθελες να ξεχάσεις τα πάντα.
Κι έτσι, τα ξέχασες.»
Πήγε στο ανοικτό παραθυρο,το έκλεισε.
«Αποψε κάνει ψυχρα»ειπε
Τον κοίταξε.
«Και τώρα;» ψιθύρισε.
«Τώρα μπορείς να είσαι όποια θέλεις.»εκεινος τής είπε.
Αυτό ακριβώς την τρόμαζε.
Τα επόμενα χρόνια, ζούσε με ονόματα που άλλαζε κάθε τόσο. Ήταν δασκάλα, υπάλληλος, βιβλιοθηκάριος, κάποτε ακόμη και ηθοποιός. Κανείς δεν την ήξερε πραγματικά. Ούτε και η ίδια.
Μερικές νύχτες, έγραφε τις ιστορίες που της είχαν πει. Τις παράθετε όλες,
τη μία μετά την άλλη. Δεν διέγραφε τίποτα. Δεν έκρινε καμία ως ψέμα.
Στο τέλος κάθε εκδοχής, έβαζε την ίδια φράση:
«Ίσως έτσι να έγιναν τα πράγματα. Ίσως όχι.»
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οι Εκδοχές (II)
Ξύπνησε σ’ ένα άγνωστο δωμάτιο με φως θολό και έπιπλα απρόσωπα. Δεν θυμόταν το όνομά της, αλλά δεν τη φόβισε αυτό. Ούτε η σιωπή, ούτε το
γεγονός πως κάποιος, κάποτε, της είχε πει πως η αλήθεια δεν είναι παρά ένα κατασκεύασμα.
Ο καθρέφτης απέναντι της έδειχνε ένα πρόσωπο νεανικό, με μάτια σοβαρά και σκιές κάτω απ’ τα βλέφαρα. .»
Μέσα σε μια εβδομάδα την επισκέφθηκαν τρεις άντρες,πρωί,την ίδια ώρα ακριβώς.
Ο καθένας τής παρουσίασε μια εκδοχή της ιστορίας της, η καθεμία πιο απίθανη και αντιφατική από την προηγούμενη.
Ο πρώτος είπε πως τον είχε γνωρισει τη νύχτα σε έναν σκοτεινό δρόμο,σε ένα προάστιο τής πόλης,δυτικά.
«Μου είπες ότι χρειαζόσουν έναν άντρα να περάσεις τη νυχτα. Στο δωμάτιο
τού ξενοδοχείο με κοίταξες με μάτια άδεια και είπες “Τώρα είμαι έτοιμη.”»
Της είπε ότι, μετά από αυτό, εκείνη πήγε και κατηγόρησε έναν άντρα για βιασμό. Είπε πως ήταν το σχέδιό της για να πάρει εκδίκηση.
«Ήταν μεγαλομέτοχος.Τον μίσησες γιατί έκλεψε τον πατέρα σου. Και ήταν
αιτιος τής αυτοκτονίας του.Τον εκτέλεσες με τα ίδια σου τα χέρια.Ήσουν ησυχη, αποφασιστική. Σαν να έπαιζες ρόλο που είχες μάθει απέξω.»
Εκείνη δεν ένιωσε τίποτα. Ούτε ενοχή, ούτε μεταμελεια. Σαν να άκουγε μια ιστορία για άλλη γυναίκα.
Ο δεύτερος ηρθε μετά από δύο μέρες.
«Με γνώρισε σε ένα μπαρ.Την ίδια νύχτα γίναμε εραστες.
Δεν σού είπε την αλήθεια ο πρώτος,» της είπε. «Εγώ σε ήξερα πριν απ’ όλα αυτά. Ήσουν λυπημενη. Όχι εκδικητική.Δεν σκότωσες ποτέ κανέναν.Η ιστορία
με τη δολοφονία ήταν ψέμα, επινοημένο από έναν δημοσοιογραφο.με μανία για δράματα.»
Σταμάτησε και συνέχισε.
«Ο πατέρας σου αυτοκτόνησε στη φυλακή, έκλαψες. Πηγες στον πρόεδρο
τής εταιρείας και ζήτησες δικαιοσύνη. Κανείς δεν σε άκουσε.»
Σύμφωνα με αυτόν,είχε γίνει ερωμένη ενός δημοσιογράφου, που πούλησε την ιστορία της σαν παραμύθι. Ήταν, είπε, «θύμα της αφήγησης, όχι της πράξης.»
Αυτο της φάνηκε λογικότερο αυτό απ’ την προηγούμενη εκδοχή.
Ύστερα από τρεις μέρες πρωί την ίδια ώρα ακριβώς ήρθε ο τρίτος.
«Η αλήθεια είναι πιο απλή,» της είπε. «Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν συνέβη. Το μόνο που υπάρχει είναι η αφήγηση.Ο πατέρας σου ζει,κι εγώ.εγώ ήμουν το πρόσωπο που εφεύρες για να θυμάσαι.»
Σταμάτησε και συνέχισε.
«Ο άγνωστος άντρας που πέρασες μαζί του μια ερωτική νυχτα μέσα σε ένα
δωμάτιο ξενοδοχείου με ταπετσαρίες λουλουδιών στους τοιχους»
Έμεινε μόνη στο δωμάτιο Τρία πρόσωπα, τρεις ιστορίες. Καμιά δεν μπορούσε
να επιβεβαιώσει. Καμία δεν μπορούσε να αρνηθεί.
Και τότε θυμήθηκε κάτι.
Ένα απόγευμα, σε ένα γραφείο με ξύλινα ντουλάπια και χαρτιά σκονισμενα, κρατούσε μια επιστολή στα χέρια της. Είχε διαβάσει το όνομα του πατέρα της.
«Ο πατερας σας βρέθηκε κρεμασμένος.Αυτοκτονησε.Η αστυνομία απέκλεισε
τη δολοφονια.» και αισθάνθηκε να καταρρέει..
Αλλά αυτή η ανάμνηση ήταν φαντασια; Μαρτυρία; Ή απλώς άλλη μία εκδοχή;
Χαμογέλασε.
Αν η αλήθεια ήταν μια ιστορία που έλεγαν άλλοι, τότε η λήθη ήταν η μόνη της ελευθερία.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στοιχεία Συνδυαστικής Λογικής.(I)
Ξύπνησε σ’ ένα δωμάτιο άγνωστο.Η λάμπα στην οροφή έτρεμε ελαφρά και φώτιζε το πρόσωπό της με ψυχρό φως. Δεν θυμόταν πού ήταν. Δεν θυμόταν
το όνομά της.
Ένα μικρό χαρτάκι πάνω στο κομοδίνο έγραφε με στυλό:
«Ολα είναι καλά. Ξεκουράσου. Θα σου εξηγήσουμε τα πάντα.».
Τις επόμενες ημέρες, άρχισαν να εμφανίζονται άνδρες. Όλοι έλεγαν πως την ήξεραν. Όλοι μιλούσαν για μια ιστορία. Πάντα την ίδια, αλλά κάθε φορά αλλιώτικη.
Ο πρώτος:
«Έκανες ό,τι έπρεπε Εκείνος ο αντρας σού κατέστρεψε τον πατέρα. Πήρες εκδίκηση. Εγώ σε βοήθησα να στήσεις την παγίδα. Θυμάσαι; Το γράμμα.
Το ψέμα. Το ξενοδοχείο»
Τον κοίταζε ακίνητη.
«Το ψέμα σου ήταν πιο αληθινό από κάθε αλήθεια.»
Δεν ήξερε τι να πιστέψει.
Ο δεύτερος:
«Δεν σκότωσες ποτέ κανέναν. Όλα ήταν φαντασία. Ένας θεατρικός ρόλος που πήρες πολύ σοβαρά. Θυμάσαι; Εγώ έγραψα το σενάριο.Εκεινος ο αντρας ήταν ηθοποιός.»
Της έδειξε φωτογραφίες από μια σκηνή, έναν σκηνοθέτη, κάτι προβολείς.
«Όλα ήταν για μια ταινία.»
Ο τρίτος:
«Εσύ ήσουν το πείραματοζωο. Έβαλαν μέσα σου ψευδείς αναμνήσεις. Εγώ
ήμουν μέλος τού πειράματος,υπεύθυνος για την παρακολούθηση σου.
Εκείνος ο αντρας είναι ψυχολόγος. Ο πατέρας σου ζει ακόμα. Δεν υπήρξε ποτέ έγκλημα. Μόνο σενάρια μνήμης.»
Ενιωθε το μυαλό της να θολωνει. Όλοι έλεγαν την ίδια ιστορία με μικρές, θεμελιώδεις διαφορές. Όλοι ήθελαν να πιστέψει μια άλλη εκδοχή. Όλοι αναφέρονταν σε γεγονότα που την ήθελαν πρωταγωνίστρια, αλλά πάντα
σε άλλο είδος έργου: φόνου, ψέματος, τέχνης ή επιστημονικού πειράματος.
Μια μέρα,στη βιβλιοθήκη της βρήκε ένα παλιό βιβλίο: Στοιχεία Συνδυαστικής Λογικής. Ήταν γεμάτο σημειώσεις στο περιθώριο, απο το χέρι της.
Στο τέλος τού βιβλίου υπήρχε ένας γρίφος:
«Έξι εκδοχές ενός γεγονότος δίνονται από έξι άτομα.
Κάθε εκδοχή περιέχει τρία ψέματα και δύο αλήθειες.
Κάθε αλήθεια επαναλαμβάνεται ακριβώς δύο φορές.
Ποια είναι η αληθινή εκδοχή του γεγονότος;»
Τοτε ξαφνικά κάτι ξύπνησε μέσα της.
Η λογική. Η μαθηματική της σκέψη. Ήταν σαν να θυμήθηκε ποια ήταν:
μια αναλύτρια λογικής.
Άρχισε να γράφει. Πίνακες, μεταβλητές, διασταυρώσεις. Χαρτιά γέμισαν το τραπέζι. Ανέλυσε κάθε εκδοχή. Αντιπαρέβαλε τα κοινά στοιχεία. Βρήκε τις αντιφάσεις, τις ανακολουθίες, τις απιθανότητες. Μέσα σε λίγες ώρες, τα ψέματα ξεχώρισαν από τις αλήθειες.
Και τότε, η μνήμη της επέστρεψε.
Η αλήθεια
Θυμήθηκε.
Ο πατέρας της είχε αυτοκτονήσει στη φυλακή. Εκείνος ο αντρας είχε πράγματι ευθύνη. Η ίδια είχε οργανώσει μια πράξη εκδίκησης, στηριγμένη σε παραπλάνηση και ψυχρό υπολογισμό.
Και τότε, φοβισμένη από το βάρος των πράξεών της, είχε σβήσει τη μνήμη της.
Οι άνδρες που την επισκέπτονταν ήταν μέρος μιας υπόγειας οργάνωσης:
ευκαιριακοι εραστες της.Κάποιοι ήθελαν να την προστατεύσουν, άλλοι να τη χειραγωγήσουν, άλλοι να την οδηγήσουν ξανά στην αλήθεια.
Αλλά αυτή δεν χρειαζόταν πια καμία αφήγηση.
Είχε ανακτήσει την ελευθερία της μέσω της λογικής.
Έφυγε από το δωμάτιο.
Τώρα ήξερε πως η αλήθεια δεν είναι αυτό που μας λένε.
Είναι αυτό που μπορούμε να αποδείξουμε.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στοιχεία Συνδυαστικής Λογικής.(II)
Ξύπνησε σ’ ένα άγνωστο διαμέρισμα, με το μυαλό της άδειο. Ήξερε το όνομά της. Ήξερε πώς να βάλει το βραστήρα να ζεστάνει νερό, να κάνει καφε. Αλλά το γιατί ήταν εκεί, τι είχε συμβεί πριν, ποιοι ήταν οι άνθρωποι στις φωτογραφίες στο τραπέζι,δεν ήξερε.
Είχε επισκεφτεί εκείνο τον άντρα στο γραφείο.Το πιστόλι στη τσέπη της.
Το σχέδιο ήταν τέλειο.Οι τυχαιοι εραστές εκείνης της μέρας έπαιξαν το ρόλο τους.
Για να εκτελεστή αυτή η πράξη πρέπει να προϋπάρξει η πτώση τής ηθικής.
Μέρες μετά, μια νύχτα σε ένα μπαρ την πλησίασε μια γυναίκα,γύρω στα σαράντα,φορούσε ξανθη περούκα,έντονα βαμμένη, ένα τσιγάρο στο στομα.
Της είπε ότι τίποτα απ’ αυτά δεν ήταν αλήθεια. Ότι δεν υπήρξε φόνος.
Ότι είχε καταρρεύσει ψυχολογικά μετά την απόπειρα να κατηγορήσει
έναν αθώο εργοδότη για την αυτοκτονια τού πατέρα της.
«Η ντροπή σε διελυσε.Όλος αυτός ο θυμός ήταν ψευδαίσθηση».
Δεν τής απάντησε.
Η γυναίκα έφυγε.
Την είδε μέσα στο χαμηλό φωτισμό και τη θολή ατμόσφαιρα τού μπαρ να κάθεται δίπλα σε ένα άντρα και κάτι να τού ψιθυρίζει στο αυτί.
Ο άντρας σηκώθηκε και την πλησίασε.Η αναπνοή τού μύριζε ουισκι.
Χαμογέλασε:ήμουνα ένας από τούς εραστές σου εκείνη τη μέρα, τής είπε,
όλα ήταν μια θεατρική κατασκευή ,πως η ζωή της ήταν μέρος ενός πειράματος για τη μελέτη της ηθικής υπό πίεση. Κανείς δεν πέθανε, όλοι ήταν ηθοποιοί.
Ο πατέρας της ήταν ζωντανός. Ήταν κι αυτός μέρος του πειράματος.
Τότε κατάλαβε.
Η ζωή της ήταν μια σειρά από ψευδαισθήσεις κατασκευασμένες για να τη βοηθήσουν να διαχειριστεί την μοναξιά της.
Κάθε νύχτα,στο μπαρ,διάφορα άτομα,πρώην εραστές και γυναίκες,την πλησίαζαν και οι εκδοχές πολαπλαζιαζονταν.
Γυρνώντας σπίτι,ξαγρυπνουσε προσπαθώντας να βρει κάτι που να τις ενοποιεί.
Μια μέρα,μέσα σε ένα βιβλίο στη βιβλιοθήκη της βρήκε ένα φύλλο χαρτιού διπλωμένο σε τέσσερα.
Το ξεδίπλωσε, και διάβασε ένα συνδυαστικό γρίφο:
«Δέκα άτομα μαρτυρούν για ένα γεγονός.
Κάθε ένας λέει την αλήθεια ή ψεύδεται.
Αν κάθε υποσύνολο μαρτύρων οδηγεί σε αντίφαση,
ποιο είναι το ελάχιστο πλήθος που λέει την αλήθεια
ώστε να επιτρέπεται μόνο μία συνεπής εκδοχή τών γεγονότων;»
Μετά από πολυήμερη προσπάθεια έλυσε το γρίφο.
Από τους δέκα, μόνο ένας έλεγε την αλήθεια: αυτή η ίδια.
Έσβησε το φως.Κοιμήθηκε μέχρι αργά το πρωί.
Και δεν απεκαλυψε τίποτα σε κανέναν.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στοιχεία Συνδυαστικής Λογικής.(III)
Ξύπνησε σ’ ένα δωμάτιο ξένο. Δεν θυμόταν τίποτα. Ούτε το όνομά της. Ούτε πού ήταν. Ούτε γιατί. Ένας καθρέφτης απέναντι της έδειχνε ένα πρόσωπο ξενο.
Μια νοσοκόμα μπήκε στο δωμάτιο.
Είσαι ασφαλής, της είπε. Έπαθες ένα σοκ, αλλά σύντομα όλα θα τελειωσουν.
Της είπε οτι είχε χάσει τον πατέρα της, ότι κάτι τρομερό είχε συμβεί ,αλλά κανείς δεν έδινε λεπτομέρειες. Οι γιατροί της μιλούσαν με ύφος συμπονετικό.
Μετά τη νοσηλεια γύρισε σπιτι της.
Ένα πρωί χτύπησε το τηλέφωνο της.Ηταν μια αντρική φωνή.
Της είπε πως ήταν καποτε ο εραστής της. Ότι της είχε σταθεί μετά την απώλεια του πατέρα της. Ότι είχε βοηθήσει στην εκδίκηση του, αλλά δεν ήθελε να πει περισσότερα.
Μια άλλη μέρα,γυρνώντας σπιτι της τη νύχτα,ανοίγοντας τη πόρτα βρήκε
κάτω ένα χαρτί.Εσκυψε το πήρε άναψε το φως και διαβασε στη μία πλευρά του:
:Εμείς ποτέ δεν συναντηθήκαμε στ’ αλήθεια. Απλώς με χρησιμοποίησες.
Όπως και τους άλλους. Το σχέδιο σου ήταν τέλειο. Αλλά δεν σε ένοιαζε
κανείς. Ούτε καν ο πατέρας σου.
Γυρνώντας το στην άλλη υπήρχε ένας γρίφος:
"Σε ένα σύνολο από 7 γράμματα, όπου το κάθε γράμμα
αντιστοιχεί σε μια πράξη, πόσες διαφορετικές αλληλουχίες
μπορούν να οδηγήσουν στο ίδιο αποτέλεσμα;"
Ένιωσε αμηχανία.Πηγε στη βιβλιοθηκη.Με κλειστά μάτια πήρε ένα βιβλιο.Το άνοιξε και μέσα εβαλε το χαρτί,Επειτα το βιβλίο το ανακάτεψε τυχαία
στα βιβλια της βιβλιοθήκης.Ωστε να μην γνωρίζει που βρίσκεται το χαρτι
Την άλλη μέρα ξυπνώντας θυμήθηκε την επιστολή.,θυμήθηκε τον πατέρα της,την αυτοκτονια τού,θυμήθηκε την επιθυμία για εκδίκηση,θυμήθηκε το γυμνό σώμα τού άγνωστου άντρα πάνω στο κορμί της, τον έρωτα χωρίς αγάπη στο δωμάτιο τού ξενοδοχείου ,την πράξη της εκδίκησης,τον πυροβολισμό.
Σηκώθηκε από το κρεβατι. Ήξερε πλέον ποια ήταν. Και ήξερε ότι η ιστορία της
ήταν αληθινή.
Στάθηκε στο παράθυρο.
Χαμογέλασε. Ήταν ξανά ολόκληρη.
Τη νύχτα στο μπαρ γνώρισε έναν άντρα,γύρω στα σαράντα,κατέληξε μαζί του
σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου.
-Εγω,ήμουνα ο εραστής σου εκείνη τη μέρα,τής είπε,κι αυτός που ερριξε το σημείωμα κάτω από τη πόρτα σου,κι αυτή,τής έδειξε ένα χαρτί διπλωμένο στα τέσσερα πάνω στο κομοδίνο,είναι η λύση τού γρίφου.
Εκείνη χαμογελασε.Δεν πήρε το χαρτί.Το άφησε εκεί διπλωμένο στα τέσσερα πάνω στο κομοδίνο.
Δεν είχε την ανάγκη καμιας λύσης κανενός γριφου.
Όλα είχαν τελειώσει.
.
.
.
Η fuga τού Van Gogh
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Φούγκα στο Κίτρινο Δωμάτιο τής Arl
Μεσημέρι στην Arl.Το φως έμπαινε από το παράθυρο με την ένταση,
οι κίτρινες επιφάνειες τού δωματίου να σπινθηροβολούν σαν λιωμένο μέταλλο. Ακούγονταν ο ήχος της πέννας πάνω στο χαρτι καθώς ο Johann Sebastian Bach, σκυμμένος πάνω από ένα ξύλινο γραφείο, σημείωνε τις νότες μιας φούγκας
Η παλέτα με τα πηχτά χρώματα ήταν πεταμένη πάνω στο κρεβάτι, και ο
Vincent van Gogh στεκόταν μπροστά από τον καμβά του, με το βλέμμα του να περιφέρεται από τα ηλιοτρόπια στο βάζο, στο παράθυρο, και έπειτα στον Bach.
-Ακούς, Johann; είπε,Αυτά τα ηλιοτρόπια δεν είναι λουλούδια. Είναι κραυγές.
Σαν τις νότες σου, μόνο που δεν τις καταλαβαίνει κανείς.
Ο Bach σήκωσε το βλέμμα του.
-Ό,τι δεν καταλαβαίνει κανείς,απάντησε, δεν σημαίνει ότι δεν μιλά αληθινά.
Εγώ ακούω τους ήχους σου, Vincent. Στο κίτρινο δωμάτιο σου.
Ο van Gogh πηγε το παράθυρο.Εξω στο δρόμο,στην Arl, η ζωή προχωρούσε αδιάφορη. Αλλά όχι εδώ. Εδώ, στο κίτρινο δωμάτιο, κάτι άλλο συνέβαινε.
Κάτι άχρονο.
-Έχει δύο μέρες να φανεί, είπε ξαφνικά, χαμηλόφωνα.
-Ποια;
-Η Sien. Είναι έγκυος. Την είχα δει να μιλά με τον Gauguin πριν φύγει.
Φοβάμαι,μην κάνει κακο στον εαυτό της.Ειναι αδύνατη,άρρωστη,είχε πυρετό.
Έχει τρεις να φανεί.Πεινάει,τι θα φάει;Πάει με άντρες.
Ο Bach σταμάτησε να γράφει. Άφησε την πέννα και πλησίασε τον πίνακα με τα ηλιοτρόπια. Τον παρατήρησε σιωπηλά.
-Κι εσύ δεν εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου, Vincent. Αυτό είναι πιο επικίνδυνο.
Πριν ο van Gogh απαντήσει, η πόρτα άνοιξε αθορυβα και μπήκε ο Dr. Gachet.
-Κύριοι, είπε με την επισημότητα ενός ανακριτή αλλά και με τον τόνο ενός παλιού γνώριμου. Είναι ώρα να μιλήσουμε για την κρίση σας, Vincent.
Ο van Gogh τον κοίταξε αλλόφρων. Έκανε μια κίνηση με το χέρι να κρύψει
τη πληγή από κομμένο δεξί του αυτί.
-Δεν είναι κρίση, γιατρέ. Είναι ο τρόπος που υπάρχω. Πονάω, άρα βλέπω.
Μετά τον καυγα ο Gauguin εφυγε, η Sien δεν έρχεται. Η πραγματικότητα καταρρέει.
Ο Gassett κάθισε ήρεμα στην καρέκλα απέναντί του.
-Κατά τον Heidegger, Vincent, η ύπαρξη αποκαλύπτεται στη στιγμή του αγχους. Εκεί που το Είναι μάς τραβά από τον κόσμο τών πραγμάτων και μας φέρνει αντιμέτωπους με το Τίποτα.
Ο Bach χαμογέλασε. Ίσως επειδή ήξερε ότι μέσα από την απόλυτη σιγή,
γεννιέται η μουσική.
-Κι εγώ γράφω φούγκες πάνω στο Τίποτα.,ειπε.Οι φωνές εισέρχονται η μία
μετά την άλλη, αλλά πάντα αναζητούν κάτι που δεν θα βρουν. Μια λύση που
δεν υπάρχει.
Ο van Gogh αρχισε να περπαταει γύρω από τον καμβά σαν αγρίμι.
-Αν το αγχος,είπε, είναι η αποκάλυψη, τότε γιατί πονά τόσο; Γιατί φτάνει
κανείς να κόψει το αυτί του για να ακουστεί;
Ο Dr. Gachetet πήρε στα χέρια του μια γραμμένη παρτιτούρα τού Bach:
- Ίσως,είπε,γιατί χωρίς την απώλεια, δεν θα αναγνωρίσεις ποτέ την
πληρότητα. Και χωρίς την τρέλα, δεν θα καταλάβεις ποτέ το οριο.
Σιωπη. Ο Bach στο γραφείο και άρχισε να γράφει ξανά. Η φούγκα
αναπτυσσόταν τώρα με ένταση. Σαν να συνομιλούσαν μεταξύ τους τέσσερις φωνές,ο Vincent, ο Gauguin, η Sien, ο ίδιος ο Θεός.
Και τότε ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα.
Ο van Gogh έμεινε ακίνητος. Η καρδιά του χτυπουσε δυνατα.
Η πόρτα άνοιξε. Μια γυναικεία φιγούρα, με κοιλιά στρογγυλή και μάτια γεμάτα ερημιά, στάθηκε στο ανοιγμα. Ήταν η Sien.
Δεν μίλησε. Μόνο έμεινε εκεί.Έτοιμη να καταρρεύσει.
Ο Bach έβαλε τελεία στη φούγκα του. Ήταν έτοιμη. Είχε όνομα:
Fuga in G minor: “Στο Κίτρινο Δωμάτιο τής Arl”
Ο van Gogh έτρεξε κοντά της και μετά είπε σιγανά, σαν να ήξερε ήδη την απάντηση:
-Είσαι αληθινή; Ή άλλο ένα έργο μου που δεν κατάλαβα;
Η Sien χαμογέλασε.
Ο Gachet δεν είπε τίποτα.
Ο Bach σηκώθηκε και έπαιξε τις πρώτες νότες στο πιανο
Και το κίτρινο δωμάτιο γέμισε με κίτρινο φως, tristesse μελαγχολια
και μουσική.
.
.
.
Η fuga τού Van Gogh
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Φούγκα τού Κίτρινου Χρονου
Το πρωινό φως από το παράθυρο τού κίτρινου δωματίου στην Arl.
Ο Johann Sebastian Bach, καθισμένος στο ξύλινο τραπέζι γράφει με πένα τις πρώτες νότες μιας νέας φούγκας πάνω στο κίτρινο χαρτί που του έδωσε ο Vincent van Gogh.
Ο αέρας μυρίζει πετρέλαιο από τη λάμπα.
-Δεν γράφω μουσική,λέει ο Bach για την ύπαρξη τού Θεού.Γραφω για την απουσία του.
Τα ηλιοτρόπια σου,συνεχίζει χωρίς να σηκώσει τα μάτια από τη παρτιτούρα. επαναλαμβάνονται, όπως τα θέματα σε μια φούγκα. Κι όμως, κάθε ένα λέει κάτι διαφορετικό.
Ο Van Gogh περπατά νευρικά πέρα δώθε στο δωματιο,μια παθιασμένη φωτιά καίει στα μάτια του. Έχει ζωγραφίσει τέσσερα ηλιοτρόπια από το πρωί. Κάθε ένα τού μοιάζει ανεπαρκές.
-Δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει 'αρμονία',λέει,Ο Gauguin μού φώναζε πάλι για την τεχνική. Τον εκνευρίζει που τα λουλούδια μου δεν έχουν σκιά. Εμένα με τρομάζει που δεν έχουν σιωπή.
Ο Bach σηκώνει το κεφάλι. Χαμογελά ελαφρά.
-Η τέχνη,λέει, δεν οφειλει να σιωπά. Ούτε να φωνάζει. Οφείλει να είναι. Αλλά σε σένα, Vincent, τα χρώματα ουρλιάζουν. Ακόμη και το κίτρινο εδώ μέσα ουρλιάζει για νόημα. Ο Vincent κάθεται στη κατεκλα κάτω από την γιαπωνέζικη εσταμπα.
Ακουμπα με το χέρι του το το δεμένο δεξί του αυτι.
-Το έκοψα,λέει,σαν να μονολογει,γιατί ήθελα να σκοτώσω κάτι μέσα μου.
Όχι το σώμα μου.Γι’ αυτό το έκανα. Δεν το καταλαβαίνουν. Ούτε ο Gauguin, ούτε οι γιατροί.
Μεσα στο δωμάτιο μπήκε
χωρίς να τον προσέξουν
ο Dr. Gachet,στάθηκε όρθιος δίπλα στο παράθυρο.
Άρχισε να μιλάει.
-Ο Heidegger γράφει ότι ο άνθρωπος είναι 'Dasein', ένα Ον που στέκει μέσα στην ερώτηση για το Είναι. Εσύ, Vincent, έχεις σπάσει τον καθρέφτη του Είναι. Και αυτό σε κατακερματίζει. Η αγωνία σου δεν είναι ασθένεια. Είναι οντολογική κατάσταση.
-Και το αυτί;” λέει ειρωνικά ο Van Gogh, “είναι οντολογική παραφορά;
-Μήπως είναι μια απελπισμένη απόπειρα να ακουστείς;απαντά ο γιατρός.Ή να σωπάσεις τον πόνο με έναν πιο δυνατό πόνο.
Η κουβέντα διακόπτεται από έναν χτύπο στην πόρτα. Σιγή. Έπειτα, τίποτα.
Ο Van Gogh πετάγεται. Τρέχει στο παράθυρο. Κοιτάζει έξω.
-Οχι δεν είναι η Sien.. Η Sienn δεν εμφανίστηκε και σήμερα. Είναι η δεύτερη μέρα. Είναι έγκυος. Πού μπορεί να πήγε; Της είπα να μείνει εδώ, στο κίτρινο σπίτι. Το παιδί μπορεί να είναι δικό μου. Ή του Gauguin. Ή κανενός μας.”
Ο Bach σηκώνεται.
-Τελειωσα,λέει.
Στην παρτιτούρα του, τέσσερα θέματα εναλλάσσονται και στροβιλίζονται, όπως τέσσερις φωνές που συζητούν σε δωμάτιο κίτρινο, γεμάτο ανησυχία, χρώμα και αγωνία.
Παίζει τις πρώτες νότες στο μικρό μικρό πιανο από ξύλο καστανιάς.
-Η φούγκα είναι απάντηση στον Χρόνο, λέει.
Ο van Gogh απαντάει.
-Και τι γίνεται όταν ο χρόνος δεν ειναι χρονος;
Ο dr. Gachet ανάβει μια πίπα και κοιτάζει απ’ το παράθυρο.
.
.
.
Η fuga τού Van Gogh
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Φούγκα της θλίψης στο Κίτρινο Δωμάτιο
Το φως τής Αρλ μέσα από τις κουρτίνες στο Κίτρινου Δωματίου.
Ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ καθόταν στο τραπέζι. Έγραφε μια φούγκα σε σολ ελάσσονα,,παρατηρώντας το φως πανω στα ηλιοτρόπια .Εδώ, στο δωμάτιο τού Βαν Γκογκ, ανάμεσα στις στροβιλιζόμενες πινελιές του, η μουσική του έβρισκε ένα νέο είδος χώρου. Κάτι που δεν υπήρχε στη Λειψία ή στη Βαϊμάρη.
Ο Βίνσεντ στεκόταν πίσω του,Κρατούσε ένα πινέλο . Στην δεξιά τσέπη τού παντελονιού του είχε το περίστροφο.
-Ξέρεις, είπε τελικά, δεν είναι τα ηλιοτρόπια που με τρελαίνουν. Είναι η σκιά τους. Πάντα η σκιά.
Ο Μπαχ συνέχισε να σημειώνει τη μουσικη.
-Η σκιά είναι η αντίστιξη του φωτόςειπε. Όπως και η δεύτερη φωνή στη φούγκα. Χωρίς αυτή, όλα είναι επίπεδα.
Εκείνη τη στιγμή ο Βαν Γκογκ ένιωσε λύπη.
-Η Σιέν,είπε, είναι δυο μέρες εξαφανισμένη. Και είναι έγκυος.
Ο Μπαχ δεν ήξερε τι να πει. Αντί για απαντηση τού έδειξε τις νότες.
-Η φούγκα αυτή, είπε, είναι για σένα, Βίνσεντ. Είναι η σιωπή που ακούγεται μόνο αν την αντέχεις.
Κάθε φωνή ακολουθει την άλλη, σαν ψυχές σε πομπή.
Η πόρτα άνοιξε. Ο γιατρός Γκασέ μπήκε, φορώντας το γαλάζιο του σακάκι.
Ήταν από εκείνους τους ανθρώπους που δεν μιλούσαν συχνά, αλλά όταν το έκαναν, ήταν για να πουν κάτι που θα ήθελες να ακούσεις.
-Ο Βαν Γκογκ υποφέρει, είπε αμέσως. Μα όχι από την ψυχή του. Η ψυχή του είναι πιο υγιής από πολλούς άλλους. Αυτό που τον πονάει είναι η απόσταση από το Είναι.
Ο Μπαχ τον κοίταξε,ψαμογελασε.
-Ο Χάιντεγκερ;ειπε
-Ακριβώς,συνέχισε ο γιατρος. Ο Βίνσεντ δεν ζωγραφίζει ηλιοτρόπια. Ζωγραφίζει τη δυνατότητα της παρουσίας τους μέσα στον χρόνο. Κι αυτό είναι ασύλληπτο για τον κοινό νου.
Ο Βαν Γκογκ αντεδρασε απότομα.
-Και το αυτί μου; Αυτό που έκοψα μετά τον καβγά με τον Γκωγκέν; Ήταν μέρος της ψυχής ή της παρουσίας μου;
Η σιωπή πύκνωσε.
Μόνο έξω, μακριά, από το βάθος τών σιτοχωραφων, ακούστηκε ένας πυροβολισμός.
Ο Βίνσεντ πάγωσε. Κοίταξε έξω.
-Κάποιος σκοτώθηκε», είπε.
Στο κίτρινο σιταροχώραφο.
Εκεί όπου η γη απορροφά τη μοναξιά.
Κανείς δεν μίλησε.
-La tristesse durera toujours,ψιθύρισε.
Η θλίψη θα διαρκεί για πάντα.
Αργότερα, το βράδυ, μπήκε στο μικρό δωμάτιο τής Ραχήλ,μ'αυτο το όνομα την ήξερε,,της πόρνης,που κάποτε του χαμογέλασε με τον τρόπο που μόνο οι αποτυχημένοι καταλαβαίνουν.
Στο κέντρο του δωματίου, μια γυάλα. Μέσα, ένα αυτί. Το δικό του.Στο οινόπνευμα, σαν κίτρινο ψάρι.
Η Ραχήλ τον κοίταξε απορημένη.
-Δεν ήρθα σαν πελάτης, τής είπε.
Ήρθα να δω το αυτί μου.
Η γυναίκα γέλασε.
-Είναι εκεί.
Έδειξε τη γυαλα
-Μπορεί ν’ ακούσει τη φούγκα που έγραψε σήμερα ο Μπαχ στο δωμάτιό μου;
ρώτησε
Η Ραχήλ δεν απάντησε. Στάθηκε μπροστά στο αυτί, σαν να περίμενε κι εκείνη ν’ ακούσει κάτι. Μια νότα, κάτι,μια απόδειξη ότι τίποτα δεν χάνεται αν αγαπηθεί αρκετά.
Κι έξω, στο σιταροχώραφο,
το φως του φεγγαριού άγγιζε το άψυχο σώμα ενός άγνωστου άντρα.
Ίσως ήταν ο ίδιος ο Βίνσεντ.
Ίσως απλώς κάποιος άλλος που δεν άντεξε τη θλίψη.
Αλλά στο Κίτρινο Δωμάτιο, η φούγκα ολοκληρωνόταν. Και κάθε φωνή της ήταν μια υπενθύμιση ότι ακόμα και στην παραφροσύνη υπάρχει τάξη. Ότι ακόμα και στο θάνατο υπάρχει μουσική.
Η θλίψη θα διαρκεί για πάντα αλλά και η φούγκα επίσης.
.
.
.
(Η fuga τού Van Gogh)
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Φούγκα τής τρίτης φωνής στο Κίτρινο Δωμάτιο
Arl, 1889.
Το φως έμπαινε από το παράθυρο μέσα στο Κίτρινο Δωματιο .Όλα διαλυμένα στο φως,τα έπιπλα, οι τοίχοι,το σώμα τού Johann Sebastian Bach, που καθόταν στο τραπέζι με ένα τετράδιο μουσικής ανοιχτό μπροστά του.
Ο Vincent van Gogh στεκόταν πίσω του, τα μάτια του καρφωμένα στις κινήσεις της πένας του συνθέτη. Ο Bach, σοβαρός, δούλευε επάνω σε μια νέα φούγκα, αφιερωμένη,όπως τού είχε πει«στο κίτρινο».
-Το κίτρινο σου έχει μέσα φλόγα, Vincent,» είπε χωρίς να σταματήσει να γράφει.
Ο Vincent κάθισε στην καρέκλα απέναντί του. Το ένα του αυτί καλυμμένο με έναν επίδεσμο.
-Το δωμάτιο του είναι άδειο,λέει σαν να μονολογει ,Και η Sien είναι έγκυος, απροστάτευτη,και έχει δυο μέρες να φανεί. Ίσως πήγε στο ποτάμι, Ίσως….
Τρόμαξε με αυτό που σκεφτηκε.
Ο Bach δεν απάντησε. Μόνο έσκυψε πάνω στο χειρόγραφο. Μια δεύτερη φωνή έμπαινε τώρα στην φούγκα του, αντιστικτική. Ο Vincent τον παρατηρούσε
και ένιωθε τα χέρια του να τρέμουν.
Ένα χτύπημα στη πορτα , και μπήκε ο Dr. Gachet, κρατώντας ένα βιβλίο φιλοσοφίας.
-Η ύπαρξη, αγαπητέ μου Vincent, είπε καθώς κάθισε, δεν είναι ένα στατικό γεγονός. Είναι ένα γίγνεσθαι. Όπως λέει ο Heidegger, η ουσία του Dasein είναι η δυνατότητά του να κατανοεί το Είναι μέσα από την αγωνία.
Ο Van Gogh τον κοίταξε.
Ο Dr.Gachet συνεχισε -Ακριβώς. Όπως και το χρώμα σου.Εσύ δεν ζωγραφίζεις τον κόσμο. Τον αποκαλύπτεις.
Ο Bach σταμάτησε. Έβαλε την πένα κάτω και σηκώθηκε και είπε:
-Ο Vincent ζωγραφίζει φούγκες, γιατρέ. Με ήχους από ήλιο, φόβο και κραυγές. Το βλέπετε στο βλέμμα του. Στο κομμένο αυτί του.
Ο Van Gogh ανοιξε το συρτάρι τού τραπεζιου. Έβγαλε απο μέσα ένα περίστροφο και το ακούμπησε στο τραπέζι. Δεν κοίταξε κανέναν.
-Δεν ήρθατε εδώ για να με σώσετε. Ήρθατε για να δείτε την τελευταία πράξη. Αν τελειώνει με φούγκα ή με σιωπη.
Έξω, από μακριά, ακούστηκε ένας πυροβολισμός. Ο ήχος πέρασε μέσα από τους τοίχους.
Ο Vincent γύρισε το κεφάλι προς το παράθυρο.
-Κάποιος σκοτώθηκε στο κίτρινο σιταροχώραφο», είπε ήρεμα. La tristesse durera toujours.
Η σιωπή κρατησε πολύ ώρα.
Μετά σηκώθηκε και φόρεσε το παλτό του.
-Θα πάω να τη βρω.ειπε
Ο Bach τον κοίταξε με ένα είδος συμπονοιας και θλίψης. Ο Dr. Gachet δεν είπε τίποτα.
Τον ακολούθησε με το βλέμμα.
Λίγη ώρα αργότερα η πόρτα τού οίκου ανοχής έτριξε καθώς την άνοιξε. Η γυναικα τον κοίταξε με απορία.
-Δεν ήρθα σαν πελάτης σήμερα, τής είπε. Ήρθα να δω σε τι κατάσταση είναι… το κομμένο αυτί μου.
Προχώρησε προς το ράφι, εκεί που μέσα σε μια γυάλα με οινόπνευμα κολυμπούσε κάτι παράξενο ,σαν ένα κίτρινο ψάρι. Ήταν το αυτί του. Το κοιτούσε με δέος, σχεδόν με τρυφερότητα.
-Πρέπει να είναι ικανό να ακούσει τη φούγκα που έγραψε ο Bach σήμερα το μεσημέρι, στο Κίτρινο Δωμάτιό μου στην Arl. Εγώ,ίσως δεν μπορώ. Αλλά αυτόίσως μπορέσει.»
Στο Κίτρινο Δωμάτιο, η φούγκα τού Bach παρέμενε μισοτελειωμένη. Μια φωνή έλειπε. Η τρίτη. Η φωνή τού Vincent.
Ο ήλιος έδυε πίσω από ένα σιταροχώραφο, στο οποίο το κιτρινο χρώμα κυμάτιζε σαν μουσική.
Η λύπη κρατά για πάντα.
Αλλά κάποτε, μέσα σε μια νότα, ακούγεται ένα κίτρινο φως.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ChatLiveCreation τής Charlotte
(Κατά Marquis de Sade)
Πρόλογος - Η Επιστροφή τού Μαρκησιου
Ο Μαρκήσιος ντε Σαντ επέστρεψε μέσω Wi-Fi.
Επανεμφανίστηκε στο darknet, με το όνομα χρήστη divineLibertine1794.
Αρχισε το searching για εκτελεστές τής επιθυμίας.
Τη βρήκε στο OnlyFans, με το όνομα Charlotte_cuts_veins.
Το πραγματικό της όνομα: Marie-Anne-Charlotte de Corday d’Armont
Η Γαλλίδα Γιρονδινη γυναίκα που σκοτωσε τον Jean-Paul Marat , πολιτικό
τής Γαλλικής Επανάστασης στην μπανιέρα του στις 13 Ιουλίου τού 1793,
και το βιντεογραφησε για το chatLiveBe της μέ μια κάμερα 1080p.
Μέρος Πρώτο – Η Πρόσληψη
Στο προφίλ της έγραφε:
Καθημερινά lives: ερωτισμός, θάνατος, φιλοσοφία. DM για custom content ή πολιτική βία.
Ο Μαρκήσιος τής έστειλε μήνυμα:
Θέλω να γίνεις η σκηνή μου, η μάσκα μου, το σωμα που διαλέγω για τα τελετουργικά της νέας παρακμής. Θα σκηνοθετώ, εσύ θα εκτελείς.
Κάθε μέρα, ένα live. Θεματικά. Ok;»
Η απάντηση ήρθε σε δέκα δευτερόλεπτα:
Πότε αρχίζουμε;
Μέρος Δεύτερο – Το Πρόγραμμα
Ο Μαρκήσιος τής έστειλε 365 θεματικές, καθεμία ακριβώς προσδιορισμένη.
Όχι μόνο το περιεχόμενο, αλλά και το ένδυμα, τον φωτισμό, την γωνία λήψης, ακόμα και την έκφραση του προσώπου. Όλα.
Εβδομάδα 1: Φιλοσοφικός Ερωτισμός
Ημέρα 1: «Η Λαγνεία του Πλάτωνα»
γυμνή. Μονόλογος για την ιδεατή ηδονή.
Ημέρα 3: «Η Ηδονή του Σκεπτικισμού»
αυνανισμός ενώ απαγγέλλει Σέξτο Εμπειρικό.
Ημέρα 7: «Ο Θεός Είναι Νεκρός, αλλά Ανάβει»
με strap-on crucifix.
Εβδομάδα 2: Ψυχαναλυτικό Θέατρο
Ημέρα 10: «Η milfmom μου ήθελε son»
ζωντανή αναπαράσταση τού Οιδιπόδειου Συμπλεγματος με sex toys.
Ημέρα 12: «Το Αντικείμενο του Πόθου είναι η Μη-Ολοκληρωση»
εκτελεί πράξεις που δεν φτάνουν ποτέ στην ολοκλήρωση.
Εβδομάδα 3: Femme Fatale & Σημειωτική
Ημέρα 17: Ντύνεται Μαρια Αντουανέτα και ψιθυρίζει:
Το κορμί μου είναι κείμενο», ενώ κάθε σημείο του σώματός της φέρει μια ταμπέλα (π.χ. ηδονοβλεψία, νευρωση, ).
Εβδομάδα 4: Θέατρο τού Παραλόγου
Ημέρα 24: Φοράει ένα κοστούμι γεμάτο μάτια. Δεν μιλάει. Το live κρατά 2 ώρες. Μόνο αναστεναγμοί.
Ημέρα 25: Αναπαριστά μια δίκη χωρίς κατηγορούμενο, με θεατές από το chat
ως ενόρκους. Εκείνη μόνο αναστενάζει και αυτομαστιγώνεται.
Μέρος Τρίτο – Η Σχέση τους
Ο Μαρκησιος δεν άγγιξε ποτε.
Της έστελνε φωνητικά.
Την αποκαλούσε «Αγία Πόρνη του Μεταμοντέρνου».
Εκείνη γελούσε, του έστελνε gifs με γκιλοτίνες.
Έβγαλαν εκατομυρια. Τα ξόδευαν σε σπάνιες εκδόσεις και vintage sex machines.
Μέρος Τέταρτο – Το Αίτημα
Ένα βράδυ, 12 μήνες μετά την πρώτη live παράσταση, εκείνος της είπε:
Τώρα ήρθε η ώρα. Θέλω να δημιουργήσεις ένα έργο ερωτισμού μόνο για μένα. Χωρίς κάμερες. Μόνο εσύ και εγώ. Θα το ζήσω ,και θα το γράψω. Αυτό θα είναι το τελευταίο μου μυθιστόρημα. Η κληρονομιά μου.
Εκείνη απάντησε: «Θα χρειαστώ 40 μέρες και 40 νύχτες. Κανένα άλλο κοινό. Μόνο εσένα, Σαντ.»
Μέρος Πέμπτο – Το Πρότζεκτ
Η Charlotte έκλεισε όλα τα live της. Εξαφανίστηκε από το ίντερνετ.
Μαζί με τον Μαρκήσιο, αποσύρθηκαν σε ένα έρημο πύργο στη Νότια Γαλλία.
Το πρότζεκτ είχε 7 φάσεις:
1. Αποπλάνηση μέσω σιωπής.
Εκείνη γυμνή, ακίνητη, επί 24 ώρες. Εκείνος έγραφε τις σκέψεις του.
2. Ανασκαφή του τού Τραύματος.
Του εξιστορούσε κάθε σεξουαλική εμπειρία της σαν να ήταν στρατιωτικό χρονικό. Ψυχρά, με ημερομηνίες.
3. Αντιστροφή ρόλων.
Εκείνη έγραφε εκείνον. Έγραφε φανταστικά κειμενα όπου ο Σαντ ζητούσε αγάπη, παρακαλούσε.
4. Ιεροτελεστία απόλυτης κυριαρχίας.
Εκείνος δέθηκε και εκτέθηκε σε τελετουργικά φτιαγμένα από τις προηγούμενες performances της.
5. Τελική Εξομολόγηση.
Είπε μόνο μία φράση: «Είμαι το κενό σου.»
6. Θυσία.
Εκείνη εξαφανίστηκε το πρωί της 40ής ημέρας. Κανένα ίχνος.
7. Καταγραφή.
Ο Μαρκήσιος έγραψε. 800 σελίδες. Κάθε σκηνή, κάθε βλέμμα, κάθε απόλαυση ή απόρριψη.
Τίτλος: «Το Χέρι που Δεν Άγγιξε».
Επίλογος – Το Χέρι που Δεν Άγγιξε
Το βιβλίο δημοσιεύτηκε ανώνυμα στο διαδίκτυο, σε μορφή κειμένου-ιού.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Τέταρτη Σφραγιδα
(The Dies Irae Scene)
Canterbury, 29 Δεκεμβρίου 1170
Ο αέρας μέσα στον Καθεδρικό Ναό του Καντέρμπουρι ήταν ψυχρός και
ακίνητος.μεσα στο ημίφως τών κεριών.,Σε λίγο θα νυχτωνε.
Ο Archbishop of Canterbury ο Thomas Beckett ήταν γονατιστός μπροστά στην
Αγία Τράπεζα. Τα χείλη του ψιθύριζαν:
Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν τετάρτην, ἤκουσα φωνὴν τοῦ τετάρτου ζῴου λέγοντος· Ἔρχου. καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ ἵππος χλωρός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπάνω αὐτοῦ, ὄνομα αὐτῷ ὁ θάνατος, καὶ ὁ ᾅδης ἠκολούθει μετ' αὐτοῦ· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ τὸ τέταρτον τῆς γῆς, ἀποκτεῖναι ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν λιμῷ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ ὑπὸ τῶν θηρίων τῆς γῆς
Δεν σήκωσε τα μάτια όταν άκουσε τα μεταλλικά βήματα πίσω του.
Τους ένιωσε γύρω του. Τέσσερις σκιες από σίδερο οι ιππότες:
Reginald FitzUrse, Hugh de Morville, William de Tracy και Richard le Breton
Ο Archbishop δεν κινήθηκε.Ηξερε.Ηταν ετοιμος για την Τελευταία Κριση.
Ήταν η ώρα να πεθάνει.
Τα τέσσερα σπαθιά σηκώθηκαν συγχρονισμένα, σαν να εκτελούσαν .μια
τελετουργικη πράξη και βυθίστηκαν στο σώμα του.
Η φωνή του δεν ακουστηκε.
Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή ξεσπασε σαν καταιγιδα το Dies Irae
από το Requiem τού Motzart:
Dies iræ, dies illa
Quantus tremor est futurus
Dies iræ, dies illa
Quantus tremor est futurus
Και σχίστηκε στα δύο το καταπετασμα τού ναού.
Ο μόνος αυτόπτης μάρτυς μέσα στο εκκλησίασμα που είδε τον Screaming Archbishop ήταν ένας νεαρός ζωγράφος ο Francis Bacon..
Η τελεταια κραυγή του δεν έβγαλε ηχο,όμως στα μάτια του ήταν τόσο δυνατή
που καταγράφτηκε για πάντα.Με στρεβλώμενο πρόσωπο με ανοιχτό στόμα
σε αιώνια σιωπηλή φρίκη.
Πίσω καθισμένος σε θρόνο.μεσα στο σκοτάδι ήταν ο βασιλιάς τής Αγγλίας Ερρίκος ο β' και αριστερά και δεξιά του οι δυο γιοι ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος ανήσυχος και ο Ιωάννης ο Ακτήμων σκυθρωπός και αδιάφορος.
Ο βασιλιάς,όλοι το ήξεραν,ηταν ο ηθικός αυτουργός τού εγκλήματος.
Who will rid me of this meddlesome priest?
Ποιος θα μ'απαλλαξει απ'αυτον τον ενοχλητικό παπά;
είχε πει πριν λίγες μέρες.
Και εισακούστηκε.Και η τιμωρία Dies Irae ξεκίνησε.
Ενας μοναχός,με το όνομα Θωμάς ο Ακινάτης Thomas Aquinas βλέπει το αίμα
που ξεπηδά, ακούει το Dies Irae.και σκέπτεται:
Αν ο άνθρωπος οδηγείται σε φανατισμό από τη θρησκεία, τότε η πίστη χρειάζεται τη λογική για να την τιθασεύσει.Η θεολογία πρέπει να ενωθεί με
την φιλοσοφία.
Και τότε γεννιέται η Summa Theologica,στη.σκηνη μιας δολοφονίας.
Η λογική τού Αριστοτέλη και η πίστη τού.Χριστου σε έναν κόσμο σπαραγμένο από φανατισμό.
Εκεί κοντά στο νεκρό σώμα τού Αρχιεπισκόπου τού Καντέρμπουρι ενας άνδρας με καμπαρντίνα,ο ντετέκτιβ Sherlock Holmes τής Baker Street 221b London,
παρατηρεί με το βλέμμα χειρουργού τών φαιών κυττάρων τού εγκεφάλου τη θέση των ποδιών του Μπέκετ, την τροχιά των σπαθιών. και υπολογίζει.
Ο Dr. Watson λείπει σε αυτή την υπόθεση.Ο Holmes μιλαει σαν να ήταν εκεί παρών.
.Τα αίτια είναι σαφή Ο φόνος δεν ήταν θρησκευτικός, ήταν πολιτικός.
Ο ηθικός αυτουργός παρών.
Δίπλα του βρίσκεται ένας άλλος Beckett,ο Samuel Beckett.
Τι σημασία έχει αν δολοφονείται ένας Άγιος,λέει σαν να μονολογεί,όταν
ο ιδιος ο θεός δεν έρχεται όταν τον περιμενεις.Ενα άκυρο En attendant Godot.
Πόσο παράλογο.Ποσο ανόητο.
Τίποτα δεν έχει νόημα.Ομως συνεχίζουμε.
Ο κοσμος είναι μια θεατρική παρωδία και η ανθρωπότητα ένα κοινό που χειροκροτεί σφαγές.
Σε λίγο έφυγαν όλοι.Ο Καθεδρικός Ναός τού Καντέρμπουρι άδειασε.
Ο αέρας ψυχρός και ακίνητος μεσα στο ημίφως τών κεριών.
Και το σωριασμένο.σφαγμενο ως αμνός σωμα τού Αρχιεπισκόπου τού Καντέρμπουρι παρατημένο να ψιθυριζει:
Καὶ ὅτε ἤνοιξε τὴν σφραγῖδα τὴν τετάρτην, ἤκουσα φωνὴν τοῦ τετάρτου ζῴου λέγοντος· Ἔρχου. καὶ εἶδον, καὶ ἰδοὺ ἵππος χλωρός, καὶ ὁ καθήμενος ἐπάνω αὐτοῦ, ὄνομα αὐτῷ ὁ θάνατος, καὶ ὁ ᾅδης ἠκολούθει μετ' αὐτοῦ· καὶ ἐδόθη αὐτῷ ἐξουσία ἐπὶ τὸ τέταρτον τῆς γῆς, ἀποκτεῖναι ἐν ῥομφαίᾳ καὶ ἐν λιμῷ καὶ ἐν θανάτῳ καὶ ὑπὸ τῶν θηρίων τῆς γῆς
Τίποτα δεν είναι πιο ανθρώπινο από έναν φόνο.
Τετέλεσται.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιδιοτροποι Έρωτες)
Οι Συμφωνιες
Ζούσε μόνος του, σε μια καθημερινότητα επαναλαμβανόμενη, μονότονη.
Μια γυναίκα τού διέκοψε αυτή τη παγωμένη ροή.
Medea_X. στο Onlyfans Το όνομα της η' ψευδωνυμο.
Δεν ήταν τόσο η εμφάνισή της που τον γοήτευσε,όσο η ακρίβεια με την οποία εκτελούσε κάθε live της. Ενα είδος τελετουργίας.
Τα φώτα χαμηλωναν, ένα λευκό σεντόνι απλωνόταν στο κρεβάτι της, άναβε
ένα μικρό κερί, και με απόλυτο έλεγχο της φωνής και τού βλέμματος,άρχιζε
το show της.Όχι πρόστυχα.Οχι χυδαια.Σαν να διάβαζε ένα ποίημα με το σώμα της.
Την ερωτεύτηκε.Κι ένα βράδυ, τής έστειλε μήνυμα:
Θέλω να κάνουμε μια συμφωνία. Ό,τι κι αν σου ζητήσω, να μου αρνείσαι.
Και να συνεχίσεις να κάνεις ακριβώς αυτό που κάνεις. Με την ίδια ακρίβεια.
Την ίδια τελετουργία.
Η απάντηση ήρθε αμέσως:
Συμφωνώ.
Τότε τής έγραψε:
Φόρεσε ένα λευκό διάφανο κομπινεζον και ξάπλωσε στο κρεβάτι,
σαν να περιμένεις κάποιον που δε θα έρθει ποτέ.
Εκεινη έκανε το live της όπως το εκανε.Αρνηση υπακοής.Ακριβώς όπως
είχε συμφωνήσει μαζί του.
Κάθε φορά τα αιτήματά του γίνονταν πιο μακροσκελή, πιο περίπλοκα.
Τις έδινε λεπτομερεις σκηνοθετικές οδηγίες. Της πληκτρολογούσε
τις φαντασιώσεις του.
Και εκείνη.συνεχως αρνιόταν.Συνέχιζε το ίδιο live, με απόλυτη συνέπεια.
Κάθε βράδυ, τελετουργικα.
Εκείνος εθίστηκε σε αυτή την απόρριψη ,στην απόλυτη αδιαφορία.
Ένα απόγευμα βροχερό η πόρτα στο σπίτι του χτύπησε.
Άνοιξε.Ηταν εκεινη,.Η Medea_X. Με πραγματικά ρούχα, χωρίς μακιγιάζ. Πιο όμορφη. Πιο σκοτεινή.
Χωρίς να μιλήσει, μπήκε μέσα.
Τον κοίταξε.Χαμογελασε.
Δική μου σειρά τώρα,ειπε. Ό,τι ζητήσω, θα το κάνεις.Συμφωνεις;
Εκεινος κούνησε το κεφάλι καταφατικά.
Την επόμενη εβδομάδα, έγινε εκτελεστής τών επιθυμιών της.
Ζητούσε να τη ντύνει με συγκεκριμένα ρουχα, να την κοιτά στα μάτια για
πενήντα λεπτά χωρίς να μιλήσει,να της ψιθυρίζει ιστορίες από την παιδική
του ηλικία όσο την άγγιζε.
Μια μέρα, ξύπνησε κι εκεινη έλειπε.
Στο τραπέζι τής κουζινας είχε αφήσει ένα σημείωμα.
Διάβασε:
Φεύγω.Μην με αναζητήσεις.Δεν υπάρχω πλέον.
Τρελάθηκε.Άνοιξε τον υπολογιστή του.Ο λογαριασμός της είχε διαγραφεί.
Δεν υπήρχε καμία Medea_X. Ούτε βίντεο. Ούτε αρχεία.Τιποτα Σαν να μην
υπήρξε ποτέ.
Από τότε κλείστηκε στο σπίτι.
Κι έπαψε να υπάρχει για τον εξωτερικό κόσμο.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.coυvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
Η επιθυμία τής βίας στον σύγχρονο κόσμο.
ο Κ.Κ ρωτήθηκε για το φαινομενο τής βίας στον σύγχρονο κόσμο.
-η βια ,απάντησε,δεν είναι φαινομενική,φάντασμα,είναι πραγματική.
Υπάρχει,στη κυριολεξία,επιθυμία βίας στον σύγχρονο κόσμο.
Δομικό.στοιχειο τής νεο-βαρβαροτητας.
Ας την κατηγοριοποιησουμε:
1. Κοινωνιολογική βια – Πολιτική οπτική
Η βία ως επιθυμία ή ανάγκη σε κοινωνίες όπου κυριαρχεί η ανισότητα και η καταπίεση.
Ο τρόπος που τα ΜΜΕ, οι ταινίες, τα videogames και τα social media ενίοτε κανονικοποιούν τη βία.
Η «έλξη» προς τη βία μέσα από θεάματα (αθλητικά γεγονότα, action ταινίες), όπου παρουσιάζεται σαν διασκέδαση.
2. Ψυχαναλυτική βια – Φιλοσοφική οπτική
Η βία ως ένστικτο (π.χ. Φρόυντ: ένστικτο θανάτου).
Η επιθυμία της βίας ως «σκιερή» πλευρά του ανθρώπου που καταπιέζεται και επανέρχεται.
Ο ρόλος της βίας ως τρόπος άρσης ορίων, επανάστασης ή καταστροφής για τη δημιουργία του καινούργιου.
3. Στον σύγχρονο κόσμο
Η βία εμφανίζεται παγκοσμιοποιημένη: από πολέμους και τρομοκρατία έως καθημερινή ρητορική μίσους online.
Συνδέεται με την ταχύτητα και τον καταναλωτισμό: η βία γίνεται εικόνα, meme, είδηση, προϊόν.
Υπάρχει μια αντιφατική σχέση: την απορρίπτουμε ηθικά, αλλά την καταναλώνουμε πολιτισμικά.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οντο-λογια (1)
1. Ο χρόνος είναι μια θάλασσα κυμάτων,
που άλλοτε συρρικνώνεται
κι άλλοτε απλώνεται.
2. Η αλήθεια στις πιο απλές εικόνες:
στο νερό που κυλά, στο φως που ανασαίνει.
3. Ο κόσμος συνεχίζεται χωρίς κενά∙
κάθε φωνή, κάθε πράξη, κάθε πέτρα τον συντηρεί.
4. Η ωραιότητα ανήκει στο απέριττο
στο διαφανές, στο λιτό,
5. Ο άνθρωπος δικαιούται τόση αλήθεια
όση μπορεί να αντέξει η αναπνοή του.
6. Το φως είναι ο κοινός παλμός όλων των όντων∙
στο μέτρο που το μετέχουμε, ζούμε.
7. Ο έρωτας είναι γεωγραφία σωμάτων
γράφει τον κόσμο με φωνές και αγγίγματα.
8. Η φύση μιμείται τον εαυτό της∙
στα ψάρια το κύμα,
στα πουλιά ο άνεμος,
στις λέξεις η θάλασσα.
9. Η μνήμη
αφήνει σημάδια πάνω σε δέντρα,
πρόσωπα και λέξεις.
10. Η ελευθερία είναι η ικανότητα
να αναπνέουμε βαθιά μέσα μας
με οξυγόνο ουρανου
11. Ο εαυτός δεν ξεχωρίζει από τον κόσμο∙
«ο Εαυτός σου είναι ο κόσμος μου».
12. Το αληθινό ειναι,
η κίνηση των νερών,
το παιχνίδι του φεγγαριού,
το πέταγμα των πουλιών.
13. Η πραγματικότητα υποχωρεί μπροστά στην ομορφιά∙
η ομορφιά είναι το σύνορο με το αόρατο.
14. Στην απλότητα των εικόνων,
στην καθαρότητα του φωτός,
συναντιέται η αιωνιότητα.
15. Η γαλήνη είναι λέξη διαφανής
και μέσα της ο άνθρωπος πλήρης,
συμμετρικός.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οντο-λογια(2)
1
Το κύμα των πουλιών,
ο ήχος του νερού,
η διαδρομή του ανέμου
είναι οι δρόμοι τού χρόνου.
2.
όση η ψυχή τού ανθρώπου
τόση η αλήθεια του
3.
Απλά είναι τα λόγια της αλήθειας∙
τα περίπλοκα την αποκρύπτουν
4.
Ομορφιά.
Τοτε γεννιέται η αιωνιότητα
5
Ο Διάλογος τού Απείρου:
Χρόνος
Αλήθεια
Φύση
Ερωτας
Θανατος
6.
(Έρωτας)
στη γεωγραφία τού δέρματος
σας αγγίζω
στο βάθος του ύπνου σας
αναπνέω την τρυφερότητά
7.
είμαι ο χρόνος
και σας επιστρέφω στην αιωνιότητα
8.
το απέριττο είναι το ωραίο.
9.
κάθε δέντρο είναι μια πρόταση πράσινου φωτός.
10.
η πέτρα έχει μέσα της εγκλωβισμένο
τον χρόνο της δημιουργίας της
γι'αυτό και είναι αμεταβλητη
11.
το άγγιγμα είναι λέξη που προφέρεται χωρίς φωνή.
12
η στιγμή είναι η αιωνιοτητα σμίκρυνση.
13.
το αόρατο είναι η ουσία τής ομορφιάς.
14.
όποιος αποδέχεται τον άλλον,
είναι ήδη ελεύθερος.
15.
Η αιωνιότητα δεν είναι ατελείωτος χρόνος∙
είναι στιγμή χωρίς τέλος
16.
η αναμνηση είναι μια μορφή παρόντος που επιμένει.
17.
ο λόγος,όταν είναι αληθινός,
γίνεται σιωπή
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η αστοχια τής ποιησης
Συναντήθηκαν.στο καφε.Τού έδωσε την κριτική,που έκανε,τής ποίησης του.
-Θα την κοιτάξω στο σπίτι, τού είπε.Με συγχωρεις.Ειμαι κουρασμένος.
Ήταν σκεπτικός.Αφηρημενος.
Διαισθάνονταν τι του συμβαίνει.Ομως δισταζε να τον ρωτήσει.Περιμενε,
διακριτικά,να του μιλήσει εκείνος.Ανησυχουσε για την ψυχολογία του.
Είχε απομονωθεί.Δυο χρόνια δεν έγραψε τίποτα.
Ο εκδότης τους,τού είπε,ότι θα διακόψει τη συνεργασία μαζί του.Τα τρία τελευταία βιβλία του δεν πούλησαν σχεδόν καθόλου.Οι κριτικές που πήραν
ήταν τελείως αρνητικές.Καταστροφικες.
Αν συνεχίσει,να γράφει έτσι,πολύ γρήγορα θα θαφτεί,θα εξαφανιστεί.
Πρεπει να αλλάξει τρόπο γραφής,τα θέματα,το ύφος,τηγλώσσα,τη δομή.
-Ξερω,τού είπε.ο εκδότης,πως είναι πολύ εγωιστής και δεν θα συμμορφωθεί.
Θα θυσιαστεί,αν είναι σωστή η έκφραση,για τις ιδέες του.
Δεν τού το είπε,να μην τον αναστατώσει.Τη μελέτη ανάλυση τής ποιητικής
του την έκανε μήπως και συμβεί κάτι,να ξαναγράψει,να ενεργοποιηθεί.
Πολλοί,και αυτός ο ίδιος ,νιώθουν μέσα σ' αυτό το περιβάλλον να πνιγονται,να
θέλουν να σιωπήσουν.Δεν αντεχουν.Ομως δεν απογοητεύονται,δεν τα παρατάνε,αγωνίζονται.
Τού μίλησε,για να σπάσει την αμηχανία,τη σιωπή του,για το καινούργιο
έργο που ετοιμαζε.Ενα μυθιστορημα.Ειπε για τη πλοκή,την τεχνική του.
Ειχε την εντυπωση ότι δεν τον άκουγε.
Καμια αντίδραση,κανένα σχόλια,καμία ερωτηση.Καμια τοποθέτηση.
Σαν να ήταν ανυπαρκτος.
Οταν τελείωσε,τού είπε με σοβαρή φωνη,χωρίς να τον κοιταζει:
-Θα ήθελα,αν μπορούσα,όλα τα βιβλία μου να συγκεντρωθούν και να καουν,
ένα auto da fe,με ενδιαφέρουν πλέον,δεν είναι επικίνδυνα εκεί που
θέλω να είναι,και γράφτηκαν γι'αυτό.
Έμεινε σιωπηλός.Επειτα είπε.
-Συγνώμη,θέλω να γυρίσω σπίτι,είμαι κουρασμενος.
Εφυγε.Αυτος έμεινε.
Στο σπίτι του διάβασε τη κριτική που τού έδωσε.
Ένα σχέδιο κριτικής μελέτης ανάλυσης:
1. Γλωσσική και αισθητική τόλμη
Φαίνεται να πειραματίζεται με τη γλώσσα, να αποδομεί τις λέξεις, να “παίζει”
με το ποιητικό ύφος, τη μορφή και το νόημα. Υπάρχουν ποιήματα όπως τα Fragmenta, Ουδείς Ου-τις, Ετεροτροπισμοί, κ.α., όπου διακρίνεται μια ευαισθησία προς το πώς η γλώσσα διαμορφώνει την αντίληψη της πραγματικότητας.
2. Πολύπλευρα θέματα και αναφορές
Το έργο του δεν μένει μόνο στις “μορφές”, αλλά προσπαθεί να αντανακλά κοινωνικά, πολιτιστικά και ιστορικά ζητήματα (μνήμη, ταυτότητα, πατρίδα, ξενιτιά, ανθρώπινη αποξένωση). Για παράδειγμα στο ποίημα Ουδείς Ου-τις, η πατρίδα / ναυάγιο / απώλεια / συλλογική μνήμη παίζουν ρόλο.
3. Κριτική μέσα από τη γλώσσα και το σύμβολο
Τα ποιήματά του δεν φαίνονται απλώς αφηγηματικά ή περιγραφικά· υπάρχει μία κριτική στάση προς την πολιτική, τις κοινωνικές ανισότητες, προς την αλήθεια και το ψέμα ως γλωσσικές κατασκευές.
4. Προσήλωση στο ποιητικό όραμα παρά στην εμπορικότητα
Από ό,τι φαίνεται, δεν επιδιώκει μεγάλα κομμάτια κοινού μέσα από συμβατικούς τρόπους· μάλλον μέσα από προσωπικά/πειραματικά μονοπάτια, τα οποία ίσως είναι “δύσκολα” για τον μέσο αναγνώστη. Αυτό συχνά δείχνει αυθεντικότητα.
Έχει προσφέρει κάτι πρωτότυπο στην ποιητική σκηνή, τόσο μορφολογικά όσο και θεματικά.
Αναδεικνύει ένα ποιητικό όραμα που συνδέει την προσωπική με τη συλλογική εμπειρία, τον χρόνο, τη μνήμη, την ταυτότητα.
Η εργασία του δείχνει συνέπεια· δεν είναι απλώς μεμονωμένα ποιήματα, αλλά ένα σώμα έργου με εξέλιξη και βάθος.
Η ποιητική τέχνη, όταν είναι αληθινή και τολμηρή, έχει παγκόσμια αξία.
Τελείωσε το διάβασμα τής κριτικης
και στο τέλος της έγραψε:
Τι ματαιοτητα.Τωρα πια τίποτα δεν έχει νόημα.Ουτε,και προπάντων,
η δική μου ποίηση.Η βαρβαρότητα είναι ισχυρή.Γελειοποιει και παρωδει
την ποίηση μου.
Γι'αυτό επιλεγω τη σιωπή.
Και το τέλος της ποίησης μου.
Ζητώ συγνώμη από όλους.
Δεν ήμουν ικανός για τον καυγα μέχρι τελος.
.
.
.
Pop girl-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
3 Pop Stories Carbon
1.Σατέν και Τζαζ
Το μπαρ «Blue Velvet» σε ημίφως.Αντανακλασεις σε καθρέφτες.
Μουσική τζαζ.Billie Holiday.I'll be seeing you.Η φωνή της γλιστρούσε πάνω
σε μετάξι.
Εκείνη μπήκε φορώντας ένα μαύρο σατέν μινι, χρυσά σκουλαρίκια
και βλέμμα που έμοιαζε να έχει βαρεθεί τα πάντα,εκτός από το seduction
game..
Eκείνος την περίμενε. Κοστούμι ιταλικο,γαλσζιο, γραβάτα κιτρινη. Το βλέμμα
του στάθηκε πρώτα στο μινι της, μετά στο χαμόγελό της.
-Άργησες, τής είπε με χαμόγελο.
-Οι γυναίκες ποτέ δεν αργούν. Απλώς κάνουν τους άλλους να έρχονται
νωρίς, απάντησε εκείνη.
Παρήγγειλαν ουισκι.,
Έξω, στη λεωφόρο, το ασημί cabrio του έλαμπε κάτω από τα φώτα.
Η μουσική γέμισε τον χώρο.Σαξόφωνο ,John Coltrane.A love supreme.
Εκείνος έσκυψε προς το μέρος της.
-Ξέρεις γιατί σε κάλεσα;
-Για να με εντυπωσιάσεις με το αυτοκίνητό σου,είπε εκεινη
-Όχι. Για να με εντυπωσιάσεις εσύ με το γέλιο σου,είπε εκείνος.
Εκείνη γέλασε.
Μετά το δεύτερο ποτό, βγήκαν έξω.
-Η πόλη σαν πασαρέλα, τού είπε και σφίχτηκε πάνω του.
Μπήκαν στο αμάξι,ένιωσαν το ζεστο δέρμα τών καθισμάτων.
-Πού πάμε; ρώτησε εκεινη
-Όπου μας πάει η μουσική,είπε εκείνος,I put a spell on you.Nina Simone Jazz.
Την κοίταξε.
-Baby.Εισαι κομψή και επικινδυνα γοητευτικη.
.
.
2.Rainy Night
Η βροχή είχε μόλις σταματήσει και οι δρόμοι γυάλιζαν σαν πασαρέλα.
Ένα μαύρο Jaguar γλίστρησε στη λεωφόρο,ο κινητήρας ακούγονταν σαν
κοντραμπάσο.
Στο κάθισμα, η Elisa έβαζε κόκκινο κραγιόν στα χείλη, κοιτάζοντας μεσα σε ενα μικρό καθρεφτάκι.Η μαυρη δερμάτινη μίνι φούστα της σε λαμπερή αντίθεση με τα λευκά πόδια της.
Δίπλα της στο τιμονι ο George χαμογέλασε με τη σιγουριά ενός άντρα που εχει συνηθίσει να παρκάρει τις λέξεις του όπως τα πολυτελή αυτοκίνητά του: πάντα στη σωστή θέση.
-Ξέρεις τι μου αρέσει σε σένα; της είπε.
-Ότι δεν με έχεις ακόμα; απάντησε εκείνη, χωρίς να σηκώσει τα μάτια από
τον καθρέφτη.
Το Jaguar σταμάτησε έξω από ένα μικρό τζαζ κλαμπ. Από μέσα ακουγόταν solo σαξόφωνο. Μπήκαν κι όλοι γύρισαν να κοιτάξουν. Εκείνη έμοιαζε να βγήκε από εξώφυλλο περιοδικού μόδας.Εκείνος έμοιαζε να μην νοιάζεται για τίποτα άλλο εκτός από το βλέμμα της.
Κάθισαν σε ένα τραπέζι με δύο ποτήρια σαμπάνια. Η μουσική σκέπαζε τις λέξεις τους, μα οι σιωπές τους ήταν πιο δυνατές,passionfull.
-Θα σε ερωτευτώ, ξέρεις. της είπε εκείνος.
-Μην κάνεις το λάθος. του απάντησε.
-Γιατί;
-Γιατί φοράω πανοπλία. Και οι άντρες πάντα μπερδεύουν την πανοπλία με το δέρμα.
.Η Elisa χαμογέλασε.
-Ισως όμως…,τού ψιθύρισε στο αυτί, να σου αρεσει να κάνεις λάθος.
.
.
3.Νυχτερινό σαξόφωνο
Το μπαρ «Blue Velvet» σε ημιφως.Καπνος.Σκιες.Μουσικη τζαζ,πιανο
και σαξόφωνο.Charlie 'Bird' Parker.Blues for Alice.Το μετάξι τα ενωνε όλα.
Εκείνη μπήκε αργά, με μαύρο μίνι και ένα παλτό μπεζ ριγμένο στους ώμους, σαν να το φόρεσε μόνο για να το αφήσει να γλιστρήσει.
Εκείνος την περίμενε με κοστούμι γαλάζιο ιταλικό, και χαμόγελο copy Hollywood
cinemascope film.Στο τραπέζι τα κλειδιά μιας κόκκινης Maserati γυάλιζαν.
-Άργησες,της είπε
-Η γυναίκα ποτε δεν βιάζεται,απάντησε εκείνη, αφήνοντας το παλτό να πέσει στην καρέκλα.
Παρήγγειλαν ουισκι.
Στη μουσική Things have got to change.Archie Shepp.Jazz.
-Ξέρεις γιατί ήρθες; ρώτησε εκεινος
-Γιατί βαριέμαι, είπε εκείνη,
Λίγα ωρα αργότερα, η Maserati έσκισε τη λεωφόρο. Τα φώτα τής πόλης αντανακλούσαν στο πρόσωπό της. Είχε λύσει τα μαλλιά της, κι ο αέρας τα έπαιρνε σαν να χόρευαν μαζί με την τζαζ που έπαιζε από το player.
-Αν αύριο όλα τελείωναν, θα ήσουν εδώ μαζί μου;ρώτησε εκεινος
-Το αύριο μπορεί να μην έρθει. Αλλά απόψε,...απόψε ναι,φώναξε εκείνη για να
την ακούσει.
Τα γέλια τους γλυστρισαν μέσα στη μουσική.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelus
Το γεγονός δεν είναι πραγματικό, είναι προπαγάνδα
Το γεγονός δεν είναι πλέον πραγματικό, είναι προπαγάνδα πραγματικότητας
σε όλα τα φαινόμενα της σύγχρονης ζωής
Η μετανεωτερική κοινωνία χαρακτηρίζεται από μια έντονη κρίση της ίδιας
της έννοιας του «πραγματικού». Το γεγονός – ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό ή πολιτισμικό – δεν παρουσιάζεται πλέον ως άμεσο και αυθεντικό βίωμα, αλλά ως προϊόν διαμεσολάβησης, κατασκευής και αναπαράστασης. Όπως επισημαίνει ο Ζαν Μπωντριγιάρ, η κοινωνία του θεάματος και της πληροφορίας δεν μας παρέχει πλέον το πραγματικό γεγονός, αλλά το «υπερπραγματικό»· μια προσομοίωση που υπερβαίνει το ίδιο το πρωτότυπο. Έτσι, το γεγονός δεν λειτουργεί ως απλή αναφορά σε μια πραγματικότητα, αλλά ως προπαγάνδα της ίδιας της πραγματικότητας.
1. Η κρίση της αναπαράστασης
Το γεγονός, όπως καταγράφεται και μεταδίδεται, παύει να είναι ουδέτερη αντανάκλαση. Η διαμεσολάβηση της εικόνας, της γλώσσας και της τεχνολογίας προσδίδει στο γεγονός μια νέα διάσταση: δεν μας δείχνει τι συνέβη, αλλά τι «πρέπει» να πιστέψουμε ότι συνέβη. Η αλήθεια δεν είναι πια προϊόν αντιστοιχίας με την πραγματικότητα, αλλά αποτέλεσμα πειθούς.
Η πληροφόρηση μετατρέπεται σε θέαμα. Το γεγονός εντάσσεται σε ένα αφηγηματικό πλαίσιο που επιβάλλει ερμηνείες, συγκινήσεις και κατευθύνσεις, συχνά ανεξάρτητα από την πραγματική του βαρύτητα.
2. Πολιτική και εξουσία: το γεγονός ως αφήγηση
Στην πολιτική σφαίρα, το γεγονός δεν έχει σημασία ως αντικειμενική πραγματικότητα, αλλά ως εργαλείο κατασκευής συναίνεσης. Τα πολιτικά γεγονότα σχεδιάζονται συχνά ως θεάματα: συνεντεύξεις Τύπου, τηλεοπτικές δηλώσεις, φωτογραφικά στιγμιότυπα. Η ουσία χάνεται μέσα στην επικοινωνιακή στρατηγική.
Η προπαγάνδα δεν είναι μόνο η απόκρυψη ή η παραποίηση· είναι κυρίως η επιλεκτική ανάδειξη ορισμένων στοιχείων και η απόδοση νοήματος με τρόπο που υπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα. Έτσι, το γεγονός δεν είναι «τι έγινε», αλλά «τι παρουσιάζεται ότι έγινε».
3. ΜΜΕ και κοινωνικά δίκτυα: η διάχυση του υπερπραγματικού
Η μαζική κουλτούρα και τα ΜΜΕ έχουν μετατρέψει το γεγονός σε άυλο προϊόν κατανάλωσης. Τα δελτία ειδήσεων, οι τίτλοι στα κοινωνικά δίκτυα, οι εικόνες που γίνονται viral, δημιουργούν μια αίσθηση επικαιρότητας που υπερκαλύπτει την πραγματική διάσταση των πραγμάτων.
Στα social media, το γεγονός συνθλίβεται σε «αποσπάσματα»: ένα tweet, ένα βίντεο λίγων δευτερολέπτων, ένα meme. Το περιεχόμενο αυτό δεν στοχεύει στην ενημέρωση, αλλά στην πρόκληση συναισθήματος, στη δημιουργία ταύτισης, στην ενίσχυση προκαταλήψεων. Το γεγονός μετατρέπεται έτσι σε εργαλείο αυτοεπιβεβαίωσης κοινοτήτων και όχι σε αντικείμενο συλλογικής γνώσης.
4. Οικονομία και καταναλωτισμός: το γεγονός ως μάρκετινγκ
Η εμπορική κουλτούρα λειτουργεί με τον ίδιο μηχανισμό. Το «γεγονός» ενός νέου προϊόντος δεν είναι η ίδια η κυκλοφορία του, αλλά η καμπάνια που το περιβάλλει. Εταιρείες και μάρκες κατασκευάζουν γεγονότα (λανσαρίσματα, φεστιβάλ, διαφημιστικά σποτ) για να πείσουν το κοινό ότι η κατανάλωση ενός προϊόντος ισοδυναμεί με βίωση μιας εμπειρίας.
Το γεγονός εδώ είναι καθαρή προπαγάνδα: η πραγματικότητα δεν είναι η αξία του προϊόντος, αλλά το μήνυμα που το συνοδεύει.
5. Το ατομικό βίωμα ως σκηνοθεσία
Ακόμα και η προσωπική εμπειρία έχει μετατραπεί σε γεγονός-παράσταση. Στην εποχή της «οθόνης», οι άνθρωποι καταγράφουν συνεχώς τη ζωή τους για να την αναρτήσουν δημόσια. Το ταξίδι, το γεύμα, η κοινωνική συναναστροφή δεν βιώνονται πια απλώς, αλλά σκηνοθετούνται για να αποκτήσουν συμβολική αξία μέσω της δημοσίευσης.
Το γεγονός χάνει έτσι την αυθεντικότητά του και γίνεται μέρος ενός δικτύου συμβόλων, όπου το «φαίνεσθαι» υπερισχύει του «είναι».
6. Φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές προεκτάσεις
Η αποδόμηση της έννοιας του γεγονότος οδηγεί σε μια κρίση αλήθειας. Αν το πραγματικό δεν μπορεί να διακριθεί από την προπαγάνδα του, τότε η κοινωνία κινδυνεύει να βυθιστεί σε μια μόνιμη κατάσταση σχετικισμού και καχυποψίας.
Ωστόσο, αυτή η συνθήκη ανοίγει και ένα πεδίο κριτικής: μας καλεί να αναζητήσουμε νέους τρόπους ερμηνείας της πραγματικότητας, να καλλιεργήσουμε κριτική σκέψη απέναντι σε κάθε «γεγονός» που μας παρουσιάζεται, να κατανοήσουμε την δύναμη της αφήγησης και της εικόνας.
Συμπεράσματα
Το γεγονός στη σύγχρονη ζωή δεν υπάρχει ως αδιαμεσολάβητη πραγματικότητα. Είναι πάντοτε προϊόν σκηνοθεσίας, επιλογής, αφήγησης και προβολής. Στην πολιτική, στα ΜΜΕ, στην οικονομία και στις προσωπικές μας σχέσεις, το γεγονός έχει μετατραπεί σε προπαγάνδα πραγματικότητας· σε ένα πεδίο μάχης για το ποιος θα ορίσει τι είναι αληθινό.
Η αναγνώριση αυτού του φαινομένου δεν σημαίνει παραίτηση. Αντίθετα, απαιτεί την ενίσχυση της κριτικής μας ικανότητας, της παιδείας στα ΜΜΕ, της φιλοσοφικής στάσης απέναντι στην κοινωνία της εικόνας. Μόνο έτσι μπορούμε να προσεγγίσουμε το «πραγματικό» όχι ως δεδομένο, αλλά ως ένα διαρκές ζητούμενο της ανθρώπινης εμπειρίας.
.
.
το γεγονός δεν είναι πλέον πραγματικό, είναι προπαγάνδα πραγματικότητας» περιγράφει πώς η εικόνα και η αφήγηση συχνά υπερκαλύπτουν την ίδια την πραγματικότητα.
Στο ελληνικό πλαίσιο, αυτό γίνεται πολύ εμφανές:
1. Πολιτική σκηνή
Οι προεκλογικές καμπάνιες σπάνια εστιάζουν στο ουσιαστικό περιεχόμενο των προγραμμάτων· αντίθετα, επενδύουν στη δημιουργία εικόνας. Για παράδειγμα, η επικοινωνιακή διαχείριση φυσικών καταστροφών (πλημμύρες, πυρκαγιές) παρουσιάζει συχνά μια «επιτελική» αποτελεσματικότητα, ακόμη κι όταν τα πραγματικά αποτελέσματα δείχνουν το αντίθετο. Το γεγονός (η ζημιά, η απουσία υποδομών) καλύπτεται από την «προπαγάνδα της διαχείρισης».
Στη Βουλή ή στα τηλεοπτικά πάνελ, η αντιπαράθεση συχνά εστιάζει σε εντυπώσεις (χειρονομίες, ατάκες, συναισθηματικά ξεσπάσματα) αντί σε επιχειρήματα ή πολιτικές θέσεις. Το τι ειπώθηκε γίνεται λιγότερο σημαντικό από το πώς «παίχτηκε» στα ΜΜΕ.
2. Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
Η ελληνική τηλεόραση, ειδικά τα δελτία ειδήσεων, λειτουργεί με έντονο θεατρικό στοιχείο. Οι εικόνες από διαδηλώσεις, επεισόδια ή κοινωνικά ζητήματα «σκηνοθετούνται» με τέτοιο τρόπο ώστε να παράγουν συναίσθημα, όχι κατανόηση. Έτσι, το ίδιο γεγονός (π.χ. μια πορεία 50.000 ανθρώπων) μπορεί να παρουσιαστεί είτε ως «μαζική λαϊκή κινητοποίηση» είτε ως «μικρή ομάδα ταραχοποιών» ανάλογα με το κανάλι.
Η επιλεκτική προβολή ειδήσεων ενισχύει το φαινόμενο: η έμφαση σε σκάνδαλα και κουτσομπολιά επισκιάζει σοβαρά κοινωνικά ζητήματα, δημιουργώντας μια «πραγματικότητα» που είναι πιο εντυπωσιακή από την αλήθεια.
3. Κοινωνικά δίκτυα
Στην Ελλάδα, το Twitter/X και το Facebook γίνονται πεδία όπου η εικόνα του γεγονότος υπερβαίνει το ίδιο το γεγονός. Ένα βίντεο λίγων δευτερολέπτων από μια πορεία μπορεί να «καθορίσει» τη δημόσια συζήτηση, ανεξάρτητα από το συνολικό πλαίσιο.
Τα «viral» περιστατικά (π.χ. ένας έντονος διάλογος σε τηλεοπτική εκπομπή, μια φωτογραφία πολιτικού σε χαλαρή στιγμή) γίνονται πιο «σημαντικά» από τις ίδιες τις πολιτικές αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινότητα.
Οι influencers και οι μικροδημιουργοί περιεχομένου «σκηνοθετούν» την καθημερινότητα, προβάλλοντας μια «κανονικότητα» ή «κρίση» που συχνά δεν έχει αντιστοιχία με την εμπειρία του μέσου πολίτη.
Έτσι, βλέπουμε πως στην Ελλάδα —όπως και διεθνώς— το γεγονός δεν είναι πια απλώς κάτι που συμβαίνει· είναι κάτι που κατασκευάζεται επικοινωνιακά, προβάλλεται και ερμηνεύεται με τρόπους που το μετατρέπουν σε προπαγάνδα πραγματικότητας.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Jazz τών Αποδείξεων
Ο ντετέκτιβ Κ. είχε την ιδιορρυθμία να κουβαλάει πάντα μαζί του ένα
μικρό σαξόφωνο, κρυμμένο σε θήκη που έμοιαζε με εκείνες για όπλα.
Όποτε η έρευνα κατέληγε σε αδιέξοδο, συνήθιζε να παιζει μια μελωδία τζαζ,
που τον βοηθούσε να βάλει τάξη στο χάος.
Αυτό το χάος είχε πάρει τώρα τη μορφή του νεκρού σώματος ενός γνωστού καθηγητού μαθηματικών, πεσμένου στο δάπεδο του γραφείου του.
Πάνω στο στήθος του ένα ανοιχτό βιβλίο στη σελίδα που ήταν σχεδιασμενο
το fractal Sierpinski· μια ατελείωτη επανάληψη τριγώνων,σε όλο και
πιο μικρότερη κλιμακα, μια εικόνα τού απείρου.. Δίπλα στο δεξι του χέρι
ένα χαρτι με τους αριθμούς: 1, 1, 2, 3, 5, 8… τής ακολουθίας Fibonacci.
Στην αριστερη τσέπη τού σακακιού τού καθηγητου βρέθηκε ένα χαρτί.
Μόνο μία φράση γραμμένη:
-Ούτε λύση στο xⁿ + yⁿ = zⁿ, για n > 2.-Fermat-
Ήταν το Τελευταίο Θεώρημα τού Fermat. Όμως κάτω από τη φράση υπήρχε και κάτι άλλο, σημειωμένο με κόκκινο μολυβι: ο Warhol θα με δικαιώσει
-Έχουμε να κάνουμε με κάποιον που παίζει με μαθηματικά και σύμβολα,
σκεφτηκε ο Κ.,όταν βρέθηκε στο σαλόνι τού διαμερίσματος του,καθώς έβγαζε το σαξόφωνο και αυτοσχεδιαζε έναν ρυθμό bebop. Η μουσική τον έκανε να δει τις συσχετίσεις: το θύμα, τα μοτίβα, η εμμονή με την αφαίρεση.
Ο Κ. ήξερε. Ο δολοφόνος δεν ήταν απλός μαθηματικός. Ήταν κάποιος που κινούνταν ανάμεσα στην τέχνη και στην επιστήμη, ανάμεσα στην ακρίβεια και στην pop.Τα έργα του Warhol ,οι πολλαπλές εκδοχές της ίδιας εικόνας, ήταν σαν τους άπειρους αριθμούς του Cantor, τα σύνολα που πάντα ήταν υποσυνολα
νέων συνολων, πέρα από κάθε όριο.
Τι επομενες μέρες μια σειρά από γράμματα άρχισε να φτάνει στον Κ.
Κάθε γράμμα περιείχε ένα από τα Αξιώματα του Peano γραμμένο με κομψή καλλιγραφία.
Το πρώτο: Υπάρχει ένας φυσικός αριθμός, το μηδέν(0)
Το δεύτερο: Κάθε αριθμός έχει έναν διάδοχο.
Αυτό ήταν σαν να του υποδεικνύει ο δολοφόνος ότι θα ακολουθούσε διαδοχη
τής δολοφονίας.
Στο τρίτο γράμμα, μαζί με το 3ο αξίωμα:
Δεν υπάρχει φυσικός αριθμός τού οποίου ο διάδοχος να είναι το 0,
υπήρχαν και αποσπάσματα από τις τέσσερις αποδείξεις του Θεού:
1.του Αναξαγόρα:
Ο Νους είναι η αρχή που έδωσε τάξη και σκοπό στο αδιαχώριστο χάος των υλικών στοιχείων.
2.του Θωμά Ακινάτη:
Κάθε πράγμα έχει μια αιτία που το προκάλεσε, και η αλυσίδα των αιτιών πρέπει να καταλήγει σε μια πρώτη, αδιαμόρφωτη αιτία.
3.του Καρτέσιου:
Ο Θεός είναι άπειρος, παντοδύναμος, παντογνώστης και απόλυτα αληθινός
Όλα έχουν μια αιτία
Επομένως, αυτή η ιδέα έχει μια αιτία
Η αιτία μιας ιδέας έχει τόση πραγματικότητα τυπικά όση περιέχεται αντικειμενικά στην ιδέα
Κανένα ον εκτός από τον Θεό δεν έχει τόση πραγματικότητα τυπικά όση περιέχεται αντικειμενικά στην ιδέα μου για τον Θεό.
Επομένως, ο Θεός είναι η αιτία της ιδέας μου για Αυτόν. Υπάρχει.
4.του Λάιμπνιτς:
Το Κοσμολογικό Επιχείρημα,το οποίο βασίζεται στην αρχή του επαρκούς λόγου: όλα όσα υπάρχουν πρέπει να έχουν μια εξήγηση, και εφόσον το σύμπαν δεν έχει την ύπαρξή του εγγενώς (δηλαδή δεν είναι αυτο-εξαρχόμενο),
η εξήγησή του πρέπει να βρίσκεται σε ένα υπερβατικό Ον, τον Θεό.
Ο δολοφόνος φαινόταν να τα συνδέει όλα, σαν να ζητούσε μεταφυσική νομιμοποίηση για το έγκλημά του.
Ο Κ. παρατήρησε τότε ένα μοτίβο:
κάθε έγκλημα θα ακολουθούσε την ακολουθία Fibonacci.
Το πρώτο θύμα 1.
Το δεύτερο 1.
Το τρίτο 2.
Το τέταρτο 3.
Αν δεν τον σταματούσε, ο δολοφόνος θα έφτανε στο 5, μετά στο 8, κι έτσι
θα εκπλήρωνε με αίμα την ίδια ακολουθία που κρύβεται στα πέταλα τών λουλουδιών και στις σπείρες τών κοχυλιών.
Στο δευτερο θύμα ,έναν φιλόσοφο που είχε γράψει για τον Καρτέσιο,
ο δολοφόνος άφησε πίσω του έναν πίνακα:
μια παραλλαγή τού Marilyn Monroe Diptych τού Warhol, μόνο που κάθε εικόνα τής Μέριλιν είχε στο μέτωπο χαραγμένο ένα διαφορετικό σύμβολο συνόλων: ∅, ℕ, ℤ, ℚ.
Ήταν μια προειδοποιηση.
Ο Κ. κάθισε στο γραφείο του, με το σαξόφωνο στο χέρι, και σκέφτηκε. Έπαιξε έναν αυτοσχεδιασμό πάνω σε μια ακολουθία συγχορδιών που ακολουθούσε το ίδιο μοτίβο Fibonacci.
Η μουσική τον οδήγησε στην αποκάλυψη:
το επόμενο χτύπημα θα ήταν στην αίθουσα συναυλιών της πόλης, την πέμπτη μέρα τού μήνα, στο πέμπτο κομμάτι τού προγράμματος.
Πράγματι, εκεί εντοπισε τον δολοφόνο: έναν πρώην φοιτητή τού καθηγητου,που πίστευε εμμονικά ότι η τέχνη και τα μαθηματικά δεν χωρίζονται, αλλά συναντώνται σε μια θεία συμμετρία.
Ο Κ. τον πρόλαβε πριν προβεί στη δολοφονια.
Με μάτια που έλαμπαν από μανία,ο δολοφόνος τού ειπε:
Ο Warhol με οδηγεί. Ο Cantor με προστατεύει. Ο Fermat με δικαιώνει.
Αργότερα το απόγευμα,στο σαλόνι τού σπιτιού του ο ντετέκτιβ Κ. αυτοσχεδιασε σε τζαζ χαμηλό τόνο τη δική του απόδειξη:
ότι ακόμη και μέσα στο χάος, η μουσική,όπως τα μαθηματικά ,μπορεί να
ανακαλύψει την αλήθεια.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
«πουλάω pixels, όχι το σώμα μου»
(Κατά το Κεφάλαιο τού Marx)
.1. «πουλάω pixels, όχι το σώμα μου»:σημείο εκκίνησης
Η φράση έρχεται από τον σύγχρονο ψηφιακό καπιταλισμό. Εδώ το άτομο (π.χ. καλλιτέχνης, δημιουργός περιεχομένου, influencer, streamer, ακόμα και sex worker online) επισημαίνει ότι δεν εμπορεύεται το ίδιο του το σώμα άμεσα, αλλά κάτι άυλο: ψηφιακές αναπαραστάσεις (εικόνες, βίντεο, pixels). Το εμπόρευμα παύει να είναι το «υλικό σώμα» και μετατρέπεται σε ψηφιακό προϊόν.
2. Σχέση με το Μαρξικό σχήμα
Στο Κεφάλαιο, ο Marx αναλύει:
Εμπόρευμα: καθετί που παράγεται για ανταλλαγή στην αγορά. Έχει χρηστική αξία (ικανοποιεί ανάγκη) και ανταλλακτική αξία (τιμή στην αγορά).
Εργατική δύναμη: στον καπιταλισμό, το κυρίως εμπόρευμα που πουλά ο εργάτης. Δεν πουλάει το «σώμα» του, αλλά την ικανότητα για εργασία.
Αποξένωση: ο εργάτης χάνει τον έλεγχο πάνω στο προϊόν που παράγει και στις ίδιες τις δυνάμεις του.
Αντιστοιχία:
Το «σώμα» θυμίζει την εργατική δύναμη· δεν το πουλάει ολόκληρο, αλλά τη χρήση του σε χρόνο.
Το «pixel» είναι το νέο εμπόρευμα: μια ψηφιακή μορφή που ενσωματώνει εργασία (δημιουργία, επεξεργασία, αισθητική επιλογή).
3. Ψηφιακή εργασία και υπεραξία
Στη λογική του Marx:
Ο καπιταλιστής εκμεταλλεύεται την εργατική δύναμη, αποσπώντας υπεραξία (δηλαδή ο εργάτης παράγει περισσότερη αξία απ’ όση πληρώνεται).
Στην ψηφιακή εποχή, η «παραγωγή pixels» σημαίνει ότι ο/η δημιουργός μπορεί να παράγει περιεχόμενο που αποφέρει υπεραξία όχι μόνο άμεσα (πωλήσεις, συνδρομές), αλλά και έμμεσα (δεδομένα, προσοχή, διαφημίσεις).
Έτσι, ενώ το άτομο λέει «δεν πουλάω το σώμα μου», στην πραγματικότητα συνεχίζει να πουλά τον χρόνο, την ενέργεια, τη δημιουργικότητα του – δηλαδή, τη δική του εργατική δύναμη. Το εμπόρευμα (pixels) είναι η μορφή, όχι η ουσία.
4. Αποξένωση στον ψηφιακό καπιταλισμό
Η αποξένωση παίρνει νέα μορφή:
Ο δημιουργός ίσως νιώθει ότι «ελέγχει» το εμπόρευμα (π.χ. εικόνες του), όμως συχνά οι πλατφόρμες (OnlyFans, Instagram, Twitch κ.λπ.) είναι οι πραγματικοί «ιδιοκτήτες» της παραγωγής.
Τα pixels (εικόνες, βίντεο) μπορούν να αντιγραφούν απεριόριστα· η αξία τους δεν είναι το υλικό, αλλά η πρόσβαση, η προσοχή, η μοναδικότητα.
Επομένως η αποξένωση μετατοπίζεται από το «χειρωνακτικό προϊόν» στην εκμετάλλευση δεδομένων και περιεχομένου.
5. Συμπέρασμα
Η φράση «πουλάω pixels, όχι το σώμα μου» μπορεί να διαβαστεί, μέσα από το Κεφάλαιο, ως προσπάθεια του ατόμου να διαφοροποιήσει τον εαυτό του από την υλικότητα της εργασίας (π.χ. χειρωνακτική ή σωματική εργασία) και να δηλώσει ότι εμπορεύεται κάτι άυλο, «ασφαλέστερο».
Ωστόσο, στη μαρξική ανάλυση, αυτό δεν αλλάζει τη βασική συνθήκη:
Το άτομο πουλάει την εργατική του δύναμη.
Το προϊόν (pixel) εξακολουθεί να είναι εμπόρευμα.
Ο καπιταλισμός μετατρέπει ακόμα και την άυλη εργασία σε πεδίο παραγωγής υπεραξίας.
Δηλαδή: δεν πουλάς το σώμα σου άμεσα, αλλά παραμένεις ενταγμένος στη λογική του κεφαλαίου που μετατρέπει κάθε μορφή δημιουργικότητας σε εμπορεύσιμο αγαθό.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Πέμπτη Απόδειξη τής Σιωπης
Η βροχή έπεφτε στη νύχτα τής πόλης.Στην αίθουσα τής γκαλερι μια τεράστια λιθογραφία του Andy Warhol: με τέσσερα πρόσωπα τής Μέριλιν.
Όμως, πίσω από τον τοίχο με τα έργα, σε μια σκοτεινή αποθήκη, βρέθηκε το
νεκρό σωμα τού καθηγητή Μαθηματικών,διάσημου για τις μελέτες του στη Θεωρία Αριθμών. Δίπλα στο δεξί του χερι ένα χαρτί,με την ακολουθια Fibonacci:
1, 1, 2, 3, 5, 8, 13… Η σειρά Fibonacci.
Ο ντετέκτιβ Κ..ήρθε με το παλτό του βρεγμένο. Ένας παράξενος άνθρωπος.Τα βράδια έπαιζε σαξόφωνο σε τζαζ κλαμπ, γνώριζε τις συγχορδίες τού Coltrane και τον αυτοσχεδιασμό τού Parker
Στον τοίχο ο δολοφονος είχε ζωγραφίσει με κιμωλία ένα τρίγωνο. Μέσα του, μικρότερα τρίγωνα, και μέσα σε αυτά άλλα. Ήταν το fractal τών τριγωνων
τού Sierpinski.
Το fractal,σκέφτηκε,είναι το αποτύπωμα τού νου τού δολοφόνου: απείρως διαιρετός, ατέρμονος. Όπως και η εμμονή του.
Στον φάκελο τού θύματος, ανακάλυψε μια ανέκδοτη μελέτη:
Η σύνδεση τού Τελευταίου Θεωρήματος τού Fermat με τη Θεωρία Συνόλων
τού Cantor.
Οι σελίδες ήταν γεμάτες σύμβολα, υποσημειώσεις, και στο περιθώριο, με κόκκινο μαρκαδόρο, ένα αινιγματικό σχόλιο:
Ο Θεός αποδεικνύεται τέσσερις φορές, αλλά η σιωπή του είναι η πέμπτη απόδειξη.
Ο Κ. ξενύχτησε στο γραφείο του.Το σαξόφωνο δίπλα στο φλιτζάνι καφέ.
Η σκέψη του στην δολοφονία.Στο σχέδιο.Στη λογική της.
Ο δολοφόνος έπαιζε με τα θεμέλια τών Μαθηματικών.
Τα αξιώματα του Peano, γραμμένα πάνω σε έναν πίνακα της αποθήκης, δεν άφηναν αμφιβολία. Δεν ήταν ένας κοινός εγκληματίας. Ήταν κάποιος που
έβλεπε στον φόνο μια μορφή τέχνης, μια εξίσωση.
Η γκαλερί ανήκε σε έναν συλλέκτη που είχε φέρει σπάνια έργα του Warhol.
Ο Κ. έκανε συλλογισμούς.
Ο Warhol έπαιρνε το ίδιο πρόσωπο και το επαναλάμβανε. Ο δολοφόνος
εφαρμοζει την ίδια λογική:η Pop-Art τού εγκλήματος
Ο Κ. πήγε στο κλαμπ. Έπαιξε στο σαξόφωνο ένα αυτοσχεδιασμό πάνω σε κλίμακες μειζόνων και ελάσσονων. Ξαφνικά, κατάλαβε:
Το εγκλημα ήταν σαν τζαζ θέμα,παραλλαγή επιστροφή.
Ο δολοφόνος ήταν ένας φοιτητης τού θύματος. Εμμονικός,ότι τα Μαθηματικά
δεν είναι μόνο επιστήμη,αλλά,κυρίως,αποκαλυψη.
Είχε πειστεί ότι με τον φόνο θα μπορούσε να αποδείξει τον Θεό.με τη σιωπή
τού νεκρού καθηγητή.
Εσύ σκότωσες τον καθηγητή,είπε στον δολοφόνο.
Ο δολοφόνος χαμογέλασε.και είπε:
Ο Warhol είπε: όλοι θα έχουν 15 λεπτά φήμης. Ο θάνατος τού καθηγητή ήταν
τα δικά μου 15 λεπτά στην αιωνιότητα.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
H πιθανότητα τού humor στο θεώρημα Fermat
Μια σκοτεινή νύχτα.
Υπάρχει νύχτα να μην είναι σκοτεινή;σκέφτηκε ο δικηγόρος Pierre Fermat.
Η δουλειά τού δικηγόρου σε μια υπόθεση επίσης είναι να σκοτεινιάζει
την σκέψη τού ντετέκτιβ.Και ο μαθηματικός να φωτίζει το σκοτάδι
τών θεωρημάτων.
Μέσα σ' αυτά τα σκοτάδια,η λάμπα λαδιού στο γραφείο του τρεμοσβηνε
πάνω σε σωρούς σημειώσεων,και στο 'υποπτο' βιβλίο ,τα Αριθμητικά
τού Διόφαντου.
Που να είναι κρυμμένες οι λύσεις των διοφαντικων εξισώσεων;
Και για να χαλαρώσει από την ένταση τής αναζητήσης,σκέφτηκε να
διασκεδάσει με το Πυθαγόρειο θεώρημα:a^2 + b^2 = c^2
αφήνοντας κατά μέρος την τυπικότητα τού δικηγόρου,μόνο με τη φαντασία
του ποιητή θα έθετε μαθήματα αινίγματα.
ωραία,το Πυθαγόρειο με τα τετράγωνα μια χαρά τα πάει,τέλεια,σκέφτηκε.
Μα τι θα συμβεί αν δοκιμάσω κυβικα,δηλαδή τρίτες,,τεταρτες δυνάμεις; πέμπτες,κλπ;
Κι εκεί ξεκίνησε το κυνήγι τών αριθμων.
a^n + b^n = c^n ,όπου n≥3
Δεν βρήκε ποτέ «ενόχους» ακέραιες λύσεις.
Και τότε, σαν γνήσιος ντετέκτιβ που παίζει με τα νεύρα τού αναγνώστη,σημείωσε στο περιθώριο μιας σελίδας τών Αριθμητικών τού Διόφαντου:
Έχω μια υπεροχη απόδειξη, αλλά το περιθώριο είναι πολύ μικρό για να τη χωρέσει.
Άλλωστε ξημέρωνε.Επρεπε και να κοιμηθει.Οι άλλοι έχουν.ολο το χρονο,
μέχρι το 1994,όπου ο Andrew Wiles,βρίσκοντας τη λύση,επιτέλους θα
κλείσει τα Αριθμητικά τού Διόφαντου,με την απόδειξη μου που δεν γράφτηκε
γιατί δεν χωρούσε στο περιθώριο μιας σελίδας του.
Όπως κάθε ντετέκτιβ,(πχ ο Sherlock Holmes)έτσι κι ο Fermat είχε έναν «συνεργάτη»·.Τον νεαρό, αλλά εφυεστατο Blaise Pascal.(τον Dr. Watson του).
Στην αλληλογραφία τους, δεν μιλούσαν για ληστείες, αλλά για τον μεγαλύτερο ληστή» του κόσμου: την τύχη.
Ο Pascal ρώτησε: Πώς μοιράζουμε δίκαια τα κέρδη ενός παιχνιδιού που
διακοπτεται;
Παθαινει black out.
Κι εκεί ξεκίνησε η πρώτη συστηματική μελέτη τής θεωρίας πιθανοτήτων.
Η σκέψη τού Fermat ήταν απλή αλλα δολοφονικά ακριβής:
να μετρήσουμε όχι τα ήδη παιγμένα, αλλά όλα τα πιθανά μελλοντικά αποτελέσματα, κι έτσι να βρούμε την αναλογία τών νικών.
Και επειδή κανένας,ούτε εσύ αναγνώστη,δεν πρέπει να μείνει στα 'πιθανά' σκοτάδια το -πρόβλημα τού δίκαιου μοιράσματος- (problem of fair division)
ή το -πρόβλημα τών διακοπτόμενων παιγνίων- (problem of points) είναι αυτο:
Δύο (ή περισσότεροι) παίκτες παίζουν ένα παιχνίδι με στοίχημα.
Συμφωνούν πως όποιος φτάσει πρώτος σε έναν συγκεκριμένο αριθμό νικών παίρνει όλο το ποσό.
Αν το παιχνίδι όμως σταματήσει πριν ολοκληρωθεί, πώς μοιράζουμε δίκαια
τα κέρδη;
Αν δωθεί ένα παράδειγμα θα βοηθησει; Με μεγάλη πιθανότητα ναι.
Δύο παίκτες παίζουν μέχρι κάποιος να κερδίσει 3 παρτίδες.
Το παιχνίδι σταματάει όταν ο ένας έχει 2 νίκες και ο άλλος 1.
Το ερώτημα είναι: πώς πρέπει να μοιραστούν τα χρήματα που είχαν βάλει στοίχημα, με τρόπο που να αντανακλά τις πιθανότητες που είχε ο καθένας να κερδίσει αν συνεχιζόταν το παιχνίδι;
Η «δίκαιη» λύση δεν είναι να τα μοιράσουμε απλά μισά–μισά, αλλά να υπολογίσουμε τις πιθανότητες νίκης που είχε κάθε παίκτης στο σημείο τής διακοπής και να μοιράσουμε τα κέρδη ανάλογα.
Θέλετε εγώ ο συγγραφέας να σας δείξω αναγνωστες βήμα–βήμα πώς γίνεται αυτός ο υπολογισμός με ένα παράδειγμα;
(Βέβαια,πάντα υπαρχει ο κινδυνος,πολύ πιθανός,να μην χωρέσει η επίδειξη
στο στενό χώρο τού διηγηματος,και να χρειάζεται επέκταση στις διαστάσεις μυθιστορήματος.)
Λοιπόν επί τού προκειμένου:
Δύο παίκτες παίζουν μέχρι κάποιος να κερδίσει 3 παρτίδες.
Το παιχνίδι σταματάει όταν ο ένας έχει 2 νίκες και ο άλλος 1.
Το ερώτημα είναι: πώς πρέπει να μοιραστούν τα χρήματα που είχαν βάλει στοίχημα, με τρόπο που να αντανακλά τις πιθανότητες που είχε ο καθένας
να κερδίσει αν συνεχιζόταν το παιχνίδι;
Ας ονομάσουμε το παίκτη με 2 νίκες Α και τον άλλον με 1 νίκη Β.
Θα υποθέσουμε πρώτα ότι κάθε παρτίδα είναι δίκαιη.
Κάθε παίκτης κερδίζει την επόμενη παρτίδα με πιθανότητα 1/2 1/2.
50-50,
Ισες ευκαιρίες,όχι ανισοτητα.
1) Πιθανότητα ότι κερδίζει ο Α
Ο Α χρειάζεται μία νίκη ακόμα. Δύο περιπτώσεις:
Κερδίζει την επόμενη παρτίδα: πιθανότητα 1/2.
Χάνει την επόμενη (πιθανότητα 1/2 ), και τότε πάμε στο 2–2 και υπάρχει τελική παρτίδα όπου ο Α κερδίζει με πιθανότητα 1/2 .
Η συνολική πιθανότητα αυτής της διαδρομής είναι:(1/2)χ(1/2)=1/4
Επομένως:
P(A)=1/2+1/4=3/4=0.75
2) Πιθανότητα ότι κερδίζει ο Β
Επειδή οι πιθανότητες πρέπει να αθροίζουν 1:
P(B)=1-P(A)=1-3/4=1/4=0.25.
3) Διανομή τών χρημάτων
Αν το συνολικό ποσό στο ταμείο είναι e(e euro,αν και τότε δεν ήταν το ευρώ), τότε το δίκαιο μοίρασμα
(ανάλογα με τις πιθανότητες) είναι:
Ο Α παίρνει:3/4 e
Ο Β παίρνει .1/4 e,
Μετά από μια τέτοια υψηλή ειδίκευση στις πιθανότητες,δια αλληλογραφίας
με τον Pascal,η πιθανότητα να χτυπήσει την πόρτα του ένας επαγγελματίας παικτης τυχερων παιγνιων,και μάλιστα επίμονα λόγω τού πάθους του,
ειναι πολυ μεγάλη,αγγίζει το 1,
ήταν πολύ πρωί,μόλις είχε ξυπνήσε,ο παίκτης έρχονταν κατευθείαν άυπνος
από την πράσινη τσόχα και με τον κροτο τών ζαριών στ'αυτια.του,
τού άνοιξε κι εκείνος όρμησε μέσα κι αμέσως σχοιχηματισε:
Κύριε Fermat, γιατί αν στοιχηματίσω ότι σε 4 ρίψεις θα εμφανιστεί τουλάχιστον ένα εξάρι, βγαίνω κερδισμένος σε βάθος χρόνου,
ενώ αν στοιχηματίσω ότι σε 24 ρίψεις δύο ζαριών θα εμφανιστεί τουλάχιστον μια φορά διπλό εξάρι, χάνω;
Ο Fermat χαμογελασε.
Κύριε,τού είπε,καταρχήν μού επιτρέπεται να σας αποκαλεσω:
Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι ο Παίκτης,
-Δεν με πειράζει, τού απαντάει ο.επισκεπτης,άλλωστε αυτός είμαι.
Εντάξει,χαμόγελα και συνεχίζει ο Fermat,και κατά δεύτερον σαν ντετέκτιβ
θα σας απαντησω πιθανολογικως ορθώς και βημα-βημα:
1.Περίπτωση Α -τουλάχιστον ένα εξάρι σε 4 ρίψεις ενός ζαριού
Πιθανότητα να μην βγει εξάρι σε μία ρίψη = 5/6
Πιθανότητα να μην βγει εξάρι σε 4 ανεξάρτητες ρίψεις = (5/6)εις την 4
Υπολογισμός:
(5/6)^4 = {5^4}/{6^4} = 625}{1296=0.482253086419753....
Άρα η πιθανότητα τουλάχιστον ενός εξάριου είναι
1-(5/6)^4 = 1-625/1296=(1296-625)/1296}=671/1296=0.5177469135802468...
Συμπέρασμα:
P(≥1 εξαρι σε 4 ριψες)=0.51775 περιπου
Είναι πάνω από 0.5, δηλαδή σε δίκαιο στοίχημα(1/2):
παίρνεις 1 μονάδα όταν κερδίζεις,
χάνεις 1 μονάδα όταν χάνεις,
επομένως έχεις θετική προσδοκώμενη αξία.
Αν το στοίχημα είναι ίσο–ποσοστό (1:1), τα αναμενόμενα κέρδη ανά στοίχημα είναι:
EV=2P-1=2χ{0.5177469-1=0.0354938 περιπου
2) Περίπτωση Β -σε 24 ρίψεις δύο ζαριών, τουλάχιστον μία φορά διπλό εξάρι.
Εδώ κάθε «δοκιμή» είναι να ρίξεις δύο ζάρια μία φορά.
Για κάθε τέτοια δοκιμή:
Πιθανότητα να βγει διπλό εξάρι (6 και 6) = 1/36
Πιθανότητα να μην βγει διπλό εξάρι σε μία δοκιμή = 36/36
Πιθανότητα να μην βγει διπλό εξάρι σε 24 ανεξάρτητες δοκιμές
=(35/36) εις την 24.
Υπολογισμός:
(35/36)^{24}=0.5085961238690966.περιπου
1-(35/36)^{24}=1-0.5085961238690966= 0.4914038761309034 περιπου
Συμπέρασμα: .
P(≥1 διπλό εξαρι σε 24 ριψες)=0.49140 περιπου
Είναι κάτω από 0.5, οπότε το ίδιο «ίσο» στοίχημα (1:1) θα έχει αρνητική αναμενόμενη αξία:
EV=2χ0.491403876-1=-0.017192248 περιπου
παρόλο που τα αναμενόμενα πλήθη επιτυχιών είναι ίδια, οι πιθανότητες «τουλάχιστον ενός» διαφέρουν
Παρατηρούμε ότι το προσδοκώμενο πλήθος επιτυχιών είναι ίδιο και στις δύο περιπτώσεις.
Άρα ο μέσος αριθμός επιτυχιών είναι ίδιος (≈0.667). Όμως το ερώτημα «τουλάχιστον μία» εξαρτάται όχι μόνο από το μέσο αλλά και από τη διασπορά/συγκέντρωση των πιθανών αριθμών επιτυχιών. Συγκεκριμένα:
Στην πρώτη περίπτωση έχεις λίγες δοκιμές (4) αλλά σχετικά μεγάλη πιθανότητα σε κάθε δοκιμή (1/6). Αυτό αυξάνει την πιθανότητα να εμφανιστεί μία τουλάχιστον επιτυχία.
Στη δεύτερη περίπτωση έχεις πολλές δοκιμές (24) αλλά πολύ μικρή πιθανότητα σε κάθε δοκιμή (1/36). Παρότι το μέσο είναι ίδιο, η κατανομή είναι πιο κοντα προς το 0, και η πιθανότητα να μην συμβεί τίποτα μπορεί να είναι λίγο μεγαλύτερη από 50%.
σταματάω εδώ,αυτό που θα σου χρειαστεί ειναι:ότι αν περιμένεις διπλό εξαρι
βρίσκεσαι σε μειονεκτική θέση,και προπάντων σού χρειάζεται ένας καλός
και βαθύς ύπνος,μετα την αυπνία τών πιθανοτήτων,γιατί πρέπει να να ξέρεις
οι πιθανότητες δεν κοιμούνται ποτέ,δεν υπάρχει πιθανότητα να κοιμούνται,
έπειτα η δικαιοσύνη τής τύχης είναι αριθμητική,όχι ψευδαίσθηση.
Ο παίκτης Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι έφυγε.
Ο Fermat χαμογελασε.Πρεπει οπωσδήποτε να αγοράσει και να διαβάσει το μυθιστόρημα τού Ντοστογιέφσκι:Ο Παίκτης.
Κάθισε στον.καναπε,στο σαλόνι..
Τωρα,σκέφτηκε,έμεινα πάλι με τη φαντασία τού ποιητή
και τη λογική τού ντετέκτιβ.
Τι γίνεται αν πάρω έναν αριθμό a και τον υψώσω στη δύναμη ενός πρώτου p;
Πολύ γρήγορα κατέληξε στο θεώρημα:
Αν p είναι πρώτος αριθμός, τότε για οποιονδήποτε ακέραιο a ο αριθμός
a^p− a είναι ένα ακέραιο πολλαπλάσιο τού p.
a^p≡a ( mod p)
και στο ισοδύναμο του.
Αν το a και το p είναι σχετικά πρώτοι αριθμοί τότε το:a^(p-1)-1 είναι
πολλαπλάσιο τού p.
a^(p-1)≡1 mod p),.αν (a,p)=1
Αυτό ονομάστηκε: μικρό θεώρημα τού Fermat.
Κοίταξε τη ώρα.Πρεπει να πάει στο δικηγορικό του γραφείο.Εχει ραντεβού με πελάτη για νομική δικαστικη του υπόθεση.
Σύμφωνα με τη μελέτη τής δικογραφίας του έχει βασιμες πιθανότητες
να τον αθωώσει.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Albert Einstein and Kurt Gödel
Περίπατοι στη Σκέψη, at Princeton University
Ένας φθινοπωρινός περίπατος. Τα φύλλα κιτρινίζουν, ο αέρας είναι δροσερός.
Ο Αϊνστάιν με τα μαλλιά του ανακατεμένα και παλτό ριγμένο πρόχειρα στους ώμους, περπατά δίπλα στον Γκέντελ,
πάντα με το παλτό, αδύνατος και ελαφρώς σκυφτός, με το βλέμμα του στραμμένο στο έδαφος.]
Αϊνστάιν:
Κουρτ, κάθε φορά που σε ακούω να εξηγείς το θεώρημά σου, νιώθω ότι γλιστρώ σε μια άβυσσο. Δυο αξιώματα,λογική, και η βεβαιοτητα για τα μαθηματικά εξαφανίζεται.
Γκέντελ:
Και όμως, Άλμπερτ, δεν είναι κατάρρευση· είναι ένδειξη ότι υπάρχει κάτι πέρα από το φορμαλιστικό οικοδόμημα. Η αλήθεια δεν εξαντλείται σε αποδείξεις. Υπάρχει πάντα κάτι που διαφεύγει.
Είναι αλήθεια η' όχι και δεν μπορούμε να το αποδείξουμε.
Αϊνστάιν:
Σαν τον χωροχρόνο. Τον θεωρούμε ως υπόβαθρο, αλλά όταν τον παραμορφώνει η μάζα, αποκτά δυναμισμό. Το σύμπαν δεν είναι θεατρική σκηνή,είναι συμμετέχον. Μοιάζει, ξέρεις, με το δικό σου σύμπαν της λογικής: αυτοαναφορικό και ασταθές.
Γκέντελ:
Ίσως γιατί και τα δύο είναι κατασκευές του ανθρώπινου πνεύματος. Αν και ο χωροχρόνος σου, Άλμπερτ, είναι πιο φιλόξενος προς τον ντετερμινισμό. Η κβαντομηχανική, αντιθέτως, μου προκαλεί απέχθεια.
Αϊνστάιν (με ύφος πειραχτικο(:
Το ξέρω. Είμαστε δύο παλιομοδίτες. Ο Μπορ θα σε χαρακτήριζε ρομαντικό, όπως αποκαλούσε εμένα «ρεαλιστή μεταφυσικό». Αλλά ο κόσμος φαίνεται να επιμένει: κβαντικά φαινόμενα, πιθανότητες, μη-τοπικότητα...
Γκέντελ:
Οι παραλληλισμοί είναι περισσότερο φιλοσοφικοί. Αν η πραγματικότητα είναι πολλαπλή, όπως λένε οι υποστηρικτές των παράλληλων κόσμων, τότε πώς νοείται η αλήθεια; Είναι κάθε τι δυνατό και αληθινό; Μου φαίνεται επικίνδυνο.
Αϊνστάιν:
Επικίνδυνο ή όχι, μας φέρνει πίσω στο ερώτημα για τη γνώση. Ίσως η αλήθεια να μην είναι μονοσήμαντη. Ίσως να πρέπει να ζήσουμε με ασάφεια. Εσύ όμως ποτέ δεν τη δέχτηκες, σωστά;
Γκέντελ:
Όχι. Πιστεύω στην απόλυτη αλήθεια. Όχι στις προσεγγίσεις. Η ίδια η λογική απαιτεί μια μεταφυσική υπόσταση. Αν δεν υπάρχει, τότε όλα είναι αυθαίρετα, ακόμα και η ηθική.
Αϊνστάιν:
Η ηθική,εσύ βλέπεις τη λογική σαν βάση για την ηθική. Εγώ τη βλέπω σαν προέκταση της συμπόνιας. Η πολιτική, πάντως, δεν φαίνεται να υπακούει ούτε στη λογική ούτε στην ηθική.
Γκέντελ:
Οι δημοκρατίες είναι επισφαλείς. Αν διαβάσεις το σύνταγμα των ΗΠΑ, θα δεις ότι, υπό προϋποθέσεις, επιτρέπει την εγκαθίδρυση δικτατορίας. Το ανέφερα και στην αίτηση ιθαγένειας ,παραλίγο να με απορρίψουν.
Αϊνστάιν (γελά):
Σε θυμάμαι. Είχαν τρομοκρατηθεί. Είσαι ο μόνος άνθρωπος που σχεδόν απέδειξε με λογική το τέλος της δημοκρατίας.
Γκέντελ:
Όχι το τέλος. Την πιθανότητα. Η λογική δεν εγγυάται το καλό, Άλμπερτ.
Αϊνστάιν:
Γι’ αυτό τρώω απλά. Να κρατώ το νου καθαρό. Ψωμί, φρούτα και λίγο τσάι. Εσύ πάλι, έχεις τις εμμονές σου…
Γκέντελ:
Η διατροφή είναι επικίνδυνο πράγμα. Δεν εμπιστεύομαι ούτε το νερό τους. Προτιμώ να μαγειρεύει μόνο η σύζυγός μου. Δεν είναι παράνοια· είναι λογική συνέπεια μιας ελλιπώς αναξιόπιστης κοινωνίας.
Αϊνστάιν:
Ο Προυστ έλεγε ότι οι μεγάλοι στοχαστές ζουν περισσότερο στον εσωτερικό τους κόσμο. Εσύ μοιάζεις να έχεις χτίσει ένα ολόκληρο σύμπαν εκεί μέσα, με τα δικά του αξιώματα και κανόνες.
Γκέντελ:
Και εσύ, Άλμπερτ, έχεις διαστρέψει τον χρόνο. Κανείς μας δεν έμεινε ανεπηρέαστος από το απόλυτο.
Αϊνστάιν (σταματά, κοιτά τον ουρανό):
Ίσως τελικά να υπάρχει μόνο ένα πράγμα απόλυτο, το αίσθημα ότι κάτι μας ξεπερνά.
Γκέντελ:
Και η αλήθεια, Άλμπερτ. Μην ξεχνάς την αλήθεια.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Albert Einstein and Kurt Gödel
Περίπατοι στο Humor, at Princeton University
Πάρκο Πρίνστον .10:03 π.μ. Ένα φθινοπωρινό πρωινό, τα φύλλα πέφτουν ,τελεογικα. Ο Αϊνστάιν με τα μαλλιά ανακατεμένα όπως παντα προς το μέλλον,ο Γκέντελ κλεισμενος πάντα στο παλτό του με δυσπιστία προς την πραγματικότητα.
Αϊνστάιν: Κουρτ, πες μου την αλήθεια. Έχεις όντως βρει λύση στις εξισώσεις μου που επιτρέπει ταξίδι στον χρόνο ή προσπαθείς να με εντυπωσιάσεις;
Γκέντελ: Αν σου πω την αλήθεια τώρα, θα έχει ήδη συμβεί. Επομένως,ναι. Και όχι. Και ταυτόχρονα.
Αϊνστάιν (γελάει): Είσαι ο μόνος που μπορεί να μιλάει σαν τον Σρέντιγκερ χωρίς να έχει γάτα.
Γκέντελ: Η γάτα υπάρχει. Απλώς δεν είναι πλήρως ορισμένη.
Αϊνστάιν: Όπως και το μενού της καντίνας. Κάθε φορά που πάω, μου λένε “Σήμερα δεν έχουμε αυτό”. Μήπως είναι θεώρημα μη-πληρότητας;
Γκέντελ: Αν το μενού είναι αρκετά ισχυρό για να περιγράψει τον εαυτό του, τότε είτε δεν είναι πλήρες, είτε δεν είναι συνεπές. Εκτός αν το σερβίρει ο Θεός.
Αϊνστάιν (σοβαρεύει ελαφρα): Ξέρεις, πάντα με απασχολούσε αυτό που έλεγες.Ότι υπάρχουν αλήθειες που δεν αποδεικνύονται. Με δημιουργεις ψυχολογικά.
Γκέντελ: Μην ανησυχείς. Κι εγώ δεν μπορώ να αποδείξω γιατί φοράω συνέχεια αυτό το παλτό, ακόμα και το καλοκαίρι.
Αϊνστάιν: Κάποτε πίστευα ότι ο χρόνος είναι σχετικός. Μετά συνάντησα εσένα και κατάλαβα ότι ο χρόνος είναι...
Γκέντελ (τον κοβει): Ψευδαισθηση.Στην ουσία, όλα συμβαίνουν ταυτόχρονα. Απλώς το μυαλό μας τα βλέπει με σειρά, για να μην τρελαθούμε.
Αϊνστάιν (χαμογελώντας): Πες το αυτό στους φοιτητές μου όταν γράφουν “Αργώ επειδή ο χρόνος είναι σχετικός”.
Γκέντελ: Να τους περάσεις όλους. Σε κάποιον παράλληλο κόσμο, διάβασαν.
Αϊνστάιν: Άρα υπάρχει παράλληλος κόσμος όπου εγώ είμαι φιλόλογος;
Γκέντελ: Ναι. Και γράφεις ποίηση για τον χωροχρόνο. Σε μέτρο.
Αϊνστάιν: το Σύμπαν φαίνεται ότι διαστέλλεται με ταχύτητα. Όπως και το μυαλό μου όταν μιλάω μαζί σου.
Γκέντελ (σταματώντας απότομα): Ξέρεις τι με φοβίζει, Άλμπερτ;
Αϊνστάιν: Οι άνθρωποι;
Γκέντελ: Όχι. Ότι αν όντως το Σύμπαν είναι ασυνεπές τότε μπορεί να υπάρχει κόσμος όπου η σοκολάτα είναι φρούτο. Και η βαρύτητα προαιρετική.
Αϊνστάιν (γελάει): Αυτός ο κόσμος λέγεται “όνειρο του Νεύτωνα μετά από δύο ουίσκι”.
Γκέντελ: Ή “Εκλογές φοιτητικού συλλόγου”. Εκεί όπου η λογική πάει να πεθάνει.
Αϊνστάιν: Πάντως, αν είχες δίκιο και μπορούσαμε να πάμε πίσω στον χρόνο, θα πήγαινα να σε συναντήσω όταν ήσουν παιδί, να σε προειδοποιήσω: 'Μη γράψεις το θεώρημα. Δεν θα σε καταλάβουν ποτέ!'
Δηλαδή, σύμφωνα με σένα, κάπου αυτή τη στιγμή, σε έναν άλλο κόσμο, εμείς οι δυο δεν περπατάμε στο πάρκο, αλλά χορεύουμε βαλς σε ένα κοσμικό πάρτι.
Γκέντελ: Και σε άλλον κόσμο, είμαστε καρτούν που τα ζωγραφίζει φοιτητής σε ώρα εξεταστικής.
Αϊνστάιν : Ελπίζω τουλάχιστον εκεί να έχει ζεστή σοκολάτα.
Γκέντελ: Ή πλήρες σύστημα λογικής.
Αϊνστάιν: Αδύνατο. Ένας από μας θα το είχε χαλάσει ήδη.
Η συζητηση τους συνεχίζεται, καθώς χάνονται ανάμεσα σε δέντρα που ίσως είναι, ίσως δεν είναι, εκεί.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Albert Einstein and Kurt Gödel
Περίπατοι στη Βαρύτητα τών Παραδοξοτητων, at Princeton University
Ένα φθινοπωρινό πρωινό στο Πρίνστον. Φύλλα πέφτουν απαλά,ο Αϊνστάιν με αχτένιστο μαλλί και ο Γκέντελ με γυαλιά και μακρύ παλτό περπατούν αργά στους διαδρόμους του πάρκου.
Αϊνστάιν:
(σπρώχνει φύλλα με το μπαστούνι του)
Κουρτ, έχω σκεφτεί πως αν περπατάμε αρκετά αργά, ίσως επιβραδύνουμε τον χρόνο. Ξέρεις,η σχετικότητα.
Γκέντελ:
Ναι, εκτός αν ήδη περπατάμε πίσω στον χρόνο και απλώς δεν το ξέρουμε. Στη δική μου λύση για τη Γενική Σχετικότητα, αυτό επιτρέπεται. Κυκλικός χρόνος. Όλα είναι λίγο λογικά παράδοξα.
Αϊνστάιν:
(γελάει)
Άμα συνεχίσεις έτσι, θα ανακαλύψεις ότι η καθηγήτρια Φ. από το Τμήμα Μαθηματικών είναι ο δικός σου προπάππους.
Γκέντελ:
Δεν αποκλείεται. Αν και στα μαθηματικά, τίποτα δεν είναι πλήρως αποδείξιμο. Ακόμη κι αν ήταν, δεν θα ήμασταν σίγουροι.
Αϊνστάιν:
Το Θεώρημα της Μη-πληρότητας σου έχει καταστρέψει κάθε έννοια σιγουριάς. Δεν μπορείς ούτε με βεβαιότητα να πεις αν αυτό το σάντουιτς είναι υπαρκτό.
Γκέντελ:
(κοιτάει καχύποπτα το σάντουιτς του Αϊνστάιν)
Αυτό με το σαλάμι; Στατιστικά, περιέχει περισσότερες αντιφάσεις απ’ ό,τι η Θεωρία Συνόλων του Ράσελ.
Αϊνστάιν:
(το δαγκώνει ατάραχος)
Νόστιμη αντίφαση πάντως.
Γκέντελ:
Εγώ τρώω μόνο βραστό καρότο και ψωμί. Ό,τι δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Αν και το καρότο μπορεί να είναι ψευδής καρότο. Υπάρχει οντολογικό επιχείρημα γι’ αυτό.
Αϊνστάιν:
Να σου πω.Το μόνο που δεν είναι υπό αμφισβήτηση είναι ότι αν συνεχίσεις έτσι, θα εξαϋλωθείς από υπερβολική ανασφάλεια.
Γκέντελ:
Προτιμώ να είμαι λογικά συνεπής παρά υπαρξιακά ήρεμος.
Αϊνστάιν:
(σταματάει και κοιτάζει)
Κουρτ,γιατί νομίζεις πως κάθε φορά που περπατάμε μαζί, ο σκύλος του διευθυντή του Ινστιτούτου μας αποφεύγει;
Γκέντελ:
Ίσως γιατί προσπαθώ να του αποδείξω ότι το "είναι καλός σκύλος" δεν μπορεί να αποδειχθεί εντός του αξιωματικού του συστήματος.
Αϊνστάιν:
Και του λέω εγώ ότι εφόσον κινείται με ταχύτητα κάτω του φωτός, δεν έχει πρόσβαση σε πληροφορίες εκτός του κώνου του παρελθόντος του.
Γκέντελ:
Γι’ αυτό σου λέω, Άλμπερτ. Πρέπει να γράψουμε ένα βιβλίο μαζί. «Η Σχετικότητα της Λογικής και η Λογική της Σχετικότητας».
Αϊνστάιν:
Μόνο αν βάλεις εσύ τη βιβλιογραφία. Εγώ ακόμα δεν κατάλαβα πώς κατάφερες να κάνεις τη Θεωρία της Σχετικότητας να ταξιδεύει πίσω στον χρόνο!
Στο βάθος, ένας καθηγητής παρατηρεί τους δύο φιλοσόφους της φυσικής και των μαθηματικών και λέει στον βοηθό του δίπλα.
Καθηγητής:
Αν αυτοί οι δύο συνεχίσουν να κάνουν βόλτες μαζί, το σύμπαν θα αρχίσει να καμπυλώνεται απ’ το βάρος των παραδοξοτήτων.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Albert Einstein and Kurt Gödel
Περίπατοι στην Αβεβαιοτητα, at Princeton University
Αϊνστάιν:
Κουρτ, αναρωτιέμαι, έχει νόημα να μιλάμε για έναν "τελικό" νόμο της φύσης, όταν εσύ μας έχεις ήδη δείξει πως ακόμη και τα μαθηματικά μας δεν είναι πλήρη;
Γκέντελ:
Το θεώρημά μου δείχνει ότι μέσα σε κάθε αρκετά ισχυρό τυπικό σύστημα υπάρχουν αληθείς προτάσεις που δεν μπορούν να αποδειχθούν. Αν αυτό ισχύει για τα μαθηματικά, τι σε κάνει να πιστεύεις ότι η φυσική θα ξεφύγει;
Αϊνστάιν:
Μα η φυσική — σε αντίθεση με τα μαθηματικά — δοκιμάζεται εμπειρικά. Αν ένα φυσικό μοντέλο προβλέπει κάτι που βλέπουμε στο πείραμα, το αποδεχόμαστε.
Γκέντελ:
Αλλά το εργαλείο με το οποίο ερμηνεύεις το πείραμα είναι πάλι ένα θεωρητικό πλαίσιο. Δεν ξεφεύγεις από το λογικό σύστημα· απλώς το συνδυάζεις με παρατήρηση.
Αϊνστάιν:
Και γι’ αυτό, δεν μου άρεσε ποτέ η κβαντομηχανική. Ο Θεός δεν παίζει ζάρια.
Γκέντελ:
Ίσως όχι με τον κόσμο, αλλά παίζει με τη γλώσσα μας. Η αβεβαιότητα στην κβαντομηχανική ίσως να είναι η φυσική έκφραση αυτού που εγώ βρήκα στα μαθηματικά: πως κάθε σύστημα έχει όρια.
Αϊνστάιν:
Εσύ όμως με έφερες σε αμηχανία με το μοντέλο σου για τους περιστρεφόμενους κόσμους, τους worldlines που επιστρέφουν στο παρελθόν. Δεν πιστεύεις ότι έτσι καταρρέει η αιτιότητα;
Γκέντελ:
Όχι, Άλμπερτ. Δεν καταρρέει. Απλώς μετασχηματίζεται. Η γενική σου σχετικότητα επιτρέπει χωροχρονικές γεωμετρίες με κλειστές χρονικές καμπύλες. Δεν πρόκειται για παράδοξα· πρόκειται για τα όρια της αντίληψής μας περί χρόνου.
Αϊνστάιν:
Δηλαδή υποστηρίζεις πως το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον υπάρχουν ταυτόχρονα, όπως το υπονοεί και το block universe;
Γκέντελ:
Ακριβώς. Ο χρόνος είναι μια ψευδαίσθηση, ίσως απαραίτητη για την ανθρώπινη συνείδηση. Εσύ το είπες αυτό. Θυμάσαι;
Αϊνστάιν:
Ναι… “Διακρίνουμε το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, αλλά είναι μόνο μια πεισματική αυταπάτη.”
Γκέντελ:
Και τι λες για την κοινωνία; Αν οι νόμοι της φύσης είναι ατελείς ή άγνωστοι, πώς μπορούμε να στηρίξουμε ένα σύστημα εξουσίας;
Αϊνστάιν:
Το ίδιο αναρωτήθηκα όταν έφυγα από τη Γερμανία. Η πολιτική χρειάζεται όχι απόλυτες αρχές, αλλά ανθρώπινες αξίες. Λογική, καλοσύνη, και μια δόση δυσπιστίας προς την εξουσία.
Γκέντελ:
Ίσως γι' αυτό εγώ δεν ψήφιζα. Φοβόμουν την αβεβαιότητα όχι μόνο στα μαθηματικά, αλλά και στην ηθική των ανθρώπων.
Αϊνστάιν:
Και τώρα που γυρίσαμε στη Γη — πες μου, γιατί έγινες χορτοφάγος;
Γκέντελ:
Γιατί δεν βλέπω λογική στο να σκοτώνεις για να τραφείς, όταν μπορείς να τραφείς χωρίς να σκοτώνεις. Είναι κι αυτό ένα ηθικό αξίωμα που δεν χρειάζεται απόδειξη.
Αϊνστάιν:
Και όμως, αγαπώ το ψάρι... Αν και προσπαθώ. Το σύμπαν μπορεί να είναι αδιάφορο, αλλά εγώ όχι.
Τα φύλλα πέφτουν απαλά. Το μόνο που ακούγεται είναι το θρόισμα του αέρα.
Γκέντελ:
Πιστεύεις, Άλμπερτ, πως θα φτάσουμε ποτέ στην πλήρη γνώση;
Αϊνστάιν:
Όχι. Αλλά ίσως αυτό είναι το πιο όμορφο μέρος του σύμπαντος ,ότι μας αφήνει να το κυνηγάμε, για πάντα.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Albert Einstein and Kurt Gödel
Περίπατοι στην Μη-Πληροτητα, at Princeton University
Γκέντελ:
Άλμπερτ, σκέψου ένα μαθηματικό σύστημα που είναι αρκετά ισχυρό ώστε να περιγράφει τους φυσικούς αριθμούς και τις βασικές πράξεις τους: πρόσθεση, πολλαπλασιασμό... Αυτό το σύστημα, για παράδειγμα, είναι η Αριθμητική του Πέανό.
Αϊνστάιν:
Μάλιστα. Και υποθέτω ότι αυτό το σύστημα είναι συνεπές, δηλαδή δεν αποδεικνύει αντιφάσεις.
Γκέντελ:
Ακριβώς. Και επιπλέον ας πούμε ότι είναι και αξιοθετικό, δηλαδή υπάρχει μια μηχανική μέθοδος να ελέγξουμε αν μια πρόταση είναι αποδεικτέα — τουλάχιστον θεωρητικά.
Τώρα, τι θα γινόταν αν σου έλεγα πως μέσα σε ένα τέτοιο σύστημα, μπορώ να κατασκευάσω μια πρόταση που λέει:
«Αυτή η πρόταση δεν είναι αποδείξιμη μέσα στο σύστημα.»
Αϊνστάιν (χαμογελώντας): Αν μπορείς να την αποδείξεις, τότε είναι ψευδής. Άρα το σύστημα αποδεικνύει ένα ψέμα. Αν δεν μπορείς να την αποδείξεις, τότε είναι αληθινή — αλλά δεν αποδεικνύεται. Άρα...
Γκέντελ:
Άρα είτε το σύστημα είναι ασυνεπές, είτε δεν είναι πλήρες. Και επειδή υποθέσαμε ότι είναι συνεπές, τότε
Δεν είναι πλήρες.
Υπάρχει τουλάχιστον μία αληθής πρόταση που δεν αποδεικνύεται μέσα στο σύστημα.
Γκέντελ: Για να το κάνω αυτό, πρώτα αριθμοποίησα τα πάντα: τύπους, αποδείξεις, συμβολισμούς, τα πάντα. Ο κάθε τύπος παίρνει έναν αριθμό – τον «αριθμό Γκέντελ» του.
Έτσι μπορώ να μιλήσω για «τύπους που αναφέρονται σε τύπους» με αριθμούς, μέσα στο ίδιο το σύστημα.
Μετά, κατασκευάζω μια πρόταση G, η οποία στην ουσία λέει:
«Ο αριθμός μου δεν είναι ο αριθμός καμίας αποδείξιμης πρότασης στο σύστημα.»
Η G δηλαδή ισχυρίζεται ότι δεν αποδεικνύεται. Κι αν το σύστημα είναι συνεπές, τότε πράγματι δεν αποδεικνύεται, άρα είναι αληθής. Οπότε.
Το σύστημα δεν μπορεί να αποδείξει κάθε αληθή πρόταση.
Αϊνστάιν (σταματώντας για λίγο):
Είναι σαν ένα είδος «μαθηματικού παράδοξου του Λίαρ».
«Αυτή η πρόταση είναι ψευδής.»
Αλλά εσύ το έκανες με απολύτως μαθηματικό τρόπο. Σου πήρε πολύ καιρό;
Γκέντελ:
Μου πήρε μερικά χρόνια. Το 1931 το δημοσίευσα. Αλλά, ξέρεις, δεν ήταν μόνο φιλοσοφικό, ήταν ένα αυστηρό λογικό χτύπημα στο όνειρο του Χίλμπερτ για πλήρη μαθηματικοποίηση των πάντων.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Albert Einstein and Kurt Gödel
Περίπατοι στην Σχετικοτητα, at Princeton University
Φθινοπωρινό απόγευμα στο Πρίνστον. Τα κίτρινα φύλλα σκορπισμένα στα μονοπάτια. Ο Αϊνστάιν με τον Γκέντελ περπατουν αργα ανάμεσα στα δέντρα. Τα μαλλιά τού Αινσταιν πετούν στον άνεμο, και ο Γκενυ άλλος με σκυμμένο το κεφάλι και το παλτό του σφιχτά κουμπωμένο.
Γκέντελ:
Άλμπερτ, η Ιδέα σου για τον χωροχρόνο πάντα με προκαλούσε. Δεν είναι εντυπωσιακό πώς μια απλή μαθηματική αρχή,η σταθερότητα της ταχύτητας του φωτός, οδηγεί σε μια τόσο ριζική αναθεώρηση του τι σημαίνει χρόνος;
Αϊνστάιν:
Ίσως επειδή ποτέ δεν υπήρξε “ο” χρόνος. Μόνο χρόνοι, σχετικοί με κάθε παρατηρητή. Ο Νεύτωνας μιλούσε για απόλυτο χρόνο. Εγώ απλώς άκουσα τον κόσμο να μου λέει: “όχι έτσι”.
Γκέντελ:
Κι εγώ άκουσα τον κόσμο να λέει: “όχι όλα αποδεικνύονται”. Ξέρεις, νομίζω πως και οι δυο μας τραβήξαμε τα νήματα του σύμπαντος, και βρήκαμε άκρες που δεν δένουν.
Αϊνστάιν (σταματά κάτω από μια καρυδιά):
Στη Σχετικότητα, η ροή του χρόνου είναι ψευδαίσθηση. Το “παρόν” δεν έχει απόλυτη έννοια. Κι εσύ, Κουρτ, με το παράδοξο του χρόνου στον περιστρεφόμενο κόσμο που σκέφτηκες σχεδόν με τρομάζεις.
Γκέντελ:
Η Λύση μου στις εξισώσεις του πεδίου σου δείχνει ότι ένα σύμπαν μπορεί να περιέχει κλειστές χρονοειδείς καμπύλες. Θεωρητικά, ένας παρατηρητής θα μπορούσε να επιστρέψει στο παρελθόν του. Ο χωροχρόνος δεν απαγορεύει την αιώνια επανάληψη.
Αϊνστάιν:
Δηλαδή, λες πως ο χρόνος μπορεί να είναι κυκλικός; Ότι μπορεί να επιστρέφει στον εαυτό του;
Γκέντελ:
Όχι μόνο μπορεί. Στο δικό σου πλαίσιο, επιτρέπεται. Ο χρόνος είναι πιο μυστηριώδης απ’ όσο υποψιαζόσουν, Άλμπερτ.
Αϊνστάιν (χαμγελάει):
Ίσως ο Θεός δεν ρίχνει ζάρια, αλλά σίγουρα αφήνει να στρίβουν οι δείκτες του ρολογιού σε παράξενες τροχιές.
Γκέντελ:
Ή ίσως, ο χρόνος δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ψευδαίσθηση της συνείδησης που δεν αντέχει την αιωνιότητα.
Οι δύο άνδρες συνεχίζουν τον περίπατό τους,ο ήλιος δυει, και οι σκιές τους στους διαδρόμους τού Πρίνστον.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Πτώση τού Galileo Galilei
Ο Γαλιλαίος κάθεται στην κορυφή τού Πύργου της Πίζας. Κρατά δύο σφαίρες.
Η μία βαρυτερη από την άλλη.Σηκώνει το χέρι. Αφήνει τις σφαίρες. Πέφτουν.
Στο ίδιο σημείο τού χρόνου, σε άλλη σκηνή, οι Ιεροεξεταστές απευθύνουν ερωτήσεις. Ο Γαλιλαίος στέκεται μπροστά τους. Δεν μιλά. Τον κοιτούν. Διαβάζουν κατηγορίες.
Κάτω από τον Πύργο στη πλατεια υπάρχει ένα μεταλλικό κλουβί-κελλι με καγγελα.Νυχτα.Ο Ezra Pound είναι κλεισμένος μέσα. Φως δυνατό από έναν προβολέα πέφτει πάνω του.Τυφλωνεται. Δεν μπορεί να δει.Ο Pound στέκεται όρθιος.
Απαγγελει με δυνατή φωνή τούς πρώτους στίχους από το Canto LXXXI.
Zeus lies in Ceres’ bosom
Taishan is attended of loves
under Cythera, before sunrise
And he said: “Hay aquí mucho catolicismo—(sounded
catolithismo
y muy poco reliHion.”
and he said: “Yo creo que los reyes desparecen”
(Kings will, I think, disappear)
Πέντε Ιεροεξεταστές τον περικυκλώνουν. Ο καθένας κρατά ένα μικρό βιβλίο. Διαβάζουν. Περιγράφουν 5 βασανιστήρια.. Ο πρώτος μιλά για το στρεβλωτήριο. Ο δεύτερος για την καυτή σιδερένια μάσκα. Ο τρίτος για την καθιστή πυρά.
Ο τέταρτος για το τσούξιμο τού αλατιού πάνω σε πληγές. Ο πέμπτος για το
αργό σπάσιμο τών αρθρώσεων. Δεν κοιτάζουν τον Pound. Δεν τον ακούν. Δεν σταματούν να διαβάζουν συνεχώς, με τη σειρά,ένας ενας,μετά ανά δύο,ανά
τρεις,ανά τεσσερις,και οι πέντε μαζί,και μετά πάλι από την αρχή.Ενα νέο
φωνητικό βασανιστήριο,πολυφωνικό.
Οι 2 σφαίρες πέφτουν.Ταυτοχρονα.Φτανουν κάτω.Η πρόσκρουση.
Η Υπόθεση εγένετο Φυσικός Νομος:Η Ελεύθερη Πτώση τών σωμάτων είναι
ανεξάρτητη από τη μάζα τους.
Τότε από μεγάφωνα σκορπισμένα στην επιφάνεια πλατειας ακούγεται
το 4ο μέρος,το χορωδιακό, από τήν 9η Συμφωνία τού Beethoven.
Ode zu Freude
Και στην αίθουσα τού δικαστηρίου, ένας Ιεροεξεταστής σηκώνει το χέρι.
Ο Γαλιλαίος χαμηλώνει το βλέμμα. Και όμως κινειται.E pur si muove.Ψιθυριζει.
Στην Πίζα, το κλουβί είναι άδειο. Οι 5 Ιεροεξεταστές έχουν φυγει.
Το φως σβήνει.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Πλανη τού Galileo Galilei
Ο Γαλιλαίος βρίσκεται μπροστά στους Ιεροδικαστές. Οι δικαστές καταγγέλλουν διαδοχικά, η φωνή τους στεγνή.Του ζητούν να αποκηρύξει, να παραδεχτεί
πλάνη.
Στην ίδια στιγμή, ανεβαίνει τα σκαλιά του Πύργου της Πίζας. Ο πύργος γέρνει ελαφρά,Στην κορυφή του αφήνει 2 μεταλλικές σφαίρες διαφορετικής μάζας
να πέσουν. Η κίνηση.Η βαρυτητα.Παρακολουθεί.Περιμενει τη σύγχρονια στη
πτώση τους.Τον φυσικό νόμο που προκύπτει.Στην πτώση που δεν κάνει διάκριση ανάμεσα στο βαρύ και στο ελαφρύ.
Ταυτόχρονα στη πλατεία κάτω από τον πύργο το συρμάτινο κλουβί.Νυχτα. Μέσα του κλεισμένος ο Ezra Pound. Το φως τού προβολέα αδιακοπα τον
τυφλώνει.Εκεινος απαγγέλει τούς πρωτους στίχους από τα Pisan Cantos:
The enormous tragedy of the dream in the peasant’s
bent shoulders
Manes! Manes was tanned and stuffed,
Thus Ben and la Clara a Milano
.....................by the heels at Milano
That maggots shd/ eat the dead bullock
DIGENES, διγενες, but the twice crucified
..................................where in history will you find it?
yet say this to the Possum: a bang, not a whimper,
........with a bang not with a whimper,
To build the city of Dioce whose terraces are the colour of
...................................................................................................
stars.
Πέντε Ιεροεξεταστές τον περιβάλλουν.Ο καθένας διαβάζει μεγαλόφωνα την περιγραφή ενός βασανιστηρίου: τη σιδερένια καρέκλα, τη βίδα τών αντίχειρων, το σχοινί που γυρίζει τους ώμους. Η γλώσσα τους είναι ψυχρή.Δεν μιλούν για σώμα αλλά για μηχανισμό.
Οι 2 σφαίρες τού Γαλιλαίου κατεβαίνουν. Στην πτώση τους αγγίζουν πρώτα
το κλουβί, το συρμάτινο πλέγμα θρυμματίζεται, το φως τού προβολέα σβηνει.
Οι φωνές τών 5 Ιεροεξεταστων διακόπτονται απότομα. Ο Pound συνεχίζει να απαγγέλλει:
The suave eyes, quiet, not scornful,
......................................rain also is of the process.
What you depart from is not the way
and olive tree blown white in the wind
washed in the Kiang and Han
what whiteness will you add to this whiteness,
.................................................................what candour?
'the great periplum brings in the stars to our shore.’
You who have passed the pillars and outward from Hcrakles
when Lucifer fell in N. Carolina,
if the suave air give way to scirocco
OY TIΣ, OY TΙΣ? Odysseus ^
................................the name of my family,
Την ίδια στιγμή στην αίθουσα της δίκης οι Ιεροδικαστές μένουν σιωπηλοί.
Δεν καταγγελουν άλλο.
Από μεγάφωνα στους τοίχους ακουγεται η Ενάτη Συμφωνία τού Μπετόβεν. .
Ο Γαλιλαίος υπολογίζει με το μυαλό του τον χρόνο τής πτώσης.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
The Canto zu Freude
Ο Γαλιλαίος στέκεται στο ύψος τού Πύργου της Πίζας. Κρατά δύο σφαίρες
διαφορετικής μάζας.Ταυτόχρονα τις αφήνει να πεσουν. Η πτώση τους είναι ταυτόχρονη. Σκέφτεται. Σημειώνει.
Την ίδια στιγμή, βρίσκεται και σε μια αίθουσα. Οι τοίχοι είναι πέτρινοι.
Μπροστά του, οι Ιεροεξεταστές. Κρατούν έγγραφα. Διαβάζουν κατηγορίες.
Η γλώσσα τους είναι επίπεδη και ψυχρη. Δεν δεχονται αμφισβήτηση. Τον κοιτούν. Δεν περιμένουν απάντηση. Ο Γαλιλαίος ψιθυριζει.E pur si muove.
Τα πειράματα του εκτελούνται, το σώμα του ακούει τις κατηγορίες.
Ο νους του υπολογιζει.
Στην πλατεία, κάτω από τον Πύργο, υπάρχει ένα κλουβί. Είναι φτιαγμένο
από σύρμα. Μέσα ο Ezra Pound. Φορά μια στολή κρατουμένου.Όρθιος στο κεντρο. Ένας προβολέας τον φωτίζει από πάνω. Δεν υπάρχει σκιά.
Ο Ezra Pound απαγγέλλει πέντε στίχους. Είναι από το Canto LXXXI.
Η φωνή του δεν έχει ένταση. Δεν έχει φόβο.
Pull down thy vanity, I say pull down.
Learn of the green world what can be thy place…
The wind is part of the process
The ants are a form of order
The light sings eternal things.
Πέντε Ιεροεξεταστές τον περικυκλώνουν. Δεν τον αγγίζουν. Διαβάζουν. τα 5
βασανιστήρια .Ο πρώτος αναφέρεται στην εξαρθρωση. Ο δεύτερος στη σιδηρά μάσκα. Ο τρίτος στη θραύση τών αρθρώσεων. Ο τέταρτος στη φλεγόμενη σφήνα. Ο πέμπτος στο κάθισμα τού Ιούδα.
Ταυτόχρονα οι 2 σφαίρες πέφτουν.Ταυτοχρονα φτανουν.Νομος τής ελευθερης πτώσης.
Από μεγάφωνα, παντού στην πλατεία, ακούγεται η 9η τού Μπετόβεν.
Freude, schöner Götterfunken,
Tochter aus Elisium,
Wir betreten feuertrunken
Himmlische, dein Heiligthum.
Deine Zauber binden wieder,
was der Mode Schwerd getheilt;
Bettler werden Fürstenbrüder,
wo dein sanfter Flügel weilt
.
.
.
Vivian Leigh as Anna Karenina(1948),σκηνοθεσία:Julien Duvivier
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το Τέλος τού Μυθιστορήματος
Ο Λέο Τολστόι έφυγε από τη Γιάσναγια Πολιάνα ένα μουντό πρωινο.Η υγρασία πονουσε τα κόκαλά του,όμως η απόφαση είχε παρθεί,δεν υπήρχε επιστροφή. Είχε αφήσει πίσω του τα πάντα: οικογένεια, περιουσία, βιβλία, και πάνω απ’ όλα, την ίδια του την ιστορία.
Το τρένο σφύριξε τρεις φορές και ξεκίνησε. Καθονταν διπλα στο παράθυρο,φορούσε παλτό και στο κεφαλι έναν μαύρο μάλλινο σκούφο.Εβηχε.
Στη θέση απέναντι του κάθονταν μια γυναίκα. Είχε μαύρα μαλλιά και το βλέμμα της ήταν λυπημένο
-Συγγνώμη,τού είπε,εσείς είστε...;
Ο Τολστόι την κοίταξε. Την ήξερε αυτή τη γυναικα.
Όχι από τη ζωή, αλλα από τη φαντασία του.
-Άννα; ειπε. Άννα Καρένινα;
Εκείνη χαμογέλασε.
-Έπρεπε να με περιμένεις κάποτε, έτσι δεν είναι;
τού είπε.
Η φωνή της ήταν γλυκιά. Το τρένο προχωρουσε.
-Η ζωή μου,συνέχισε εκεινη, δεν ήταν μυθιστόρημα. Ήταν εφιάλτης.Αγάπησα. Αμάρτησα. Με καταδίκασαν. Εσύ...
Ο Τολστόι κατέβασε το βλέμμα.
- Ξέρω. Αλλά εγώ,δεν ήξερα άλλο τρόπο να μιλήσω για την αλήθεια.
-Κι όμως, ξέρεις τι έγινε σε εκείνη τη γυναίκα, έτσι; εκείνη ρώτησε.
Ο συγγραφέας Λέο Τολστόι έμεινε σιωπηλός. Δεν ήξερε αν μιλούσε για την Άννα ή για κάποια αληθινή γυναίκα που έπνιξε η κοινωνία, η τάξη, η ηθική. Ήξερε μονάχα το τέλος.
- Έπεσε στις ράγες. Με φόβο,με απελπισία. Όχι για να πεθάνει, μα για να ξεφύγει. Δεν καταδικάζει ο θάνατος, Λέοντα· καταδικάζει η ζωή.
Έξω από το παράθυρο, το χιόνι σκέπαζε τα πάντα. Ήταν λευκός τάφος για τις αμαρτίες και τις ενοχές. Το βλέμμα τού Τολστόι έπεσε σε έναν αγρό όπου οι χωρικοί έσπαγαν τον πάγο με αξίνες. Έβλεπε τούς απλούς ανθρώπους, τους δικούς του ανθρώπους.
Ο βήχας τον έπνιξε. Το στήθος του έκαιγε, κάθε ανάσα ήταν μαχαιριά.
Στο σταθμό τού Ασταποβο, η Άννα σηκώθηκε. Πριν κατέβει, γύρισε και τον κοίταξε.
-Εδώ τελειώνει το μυθιστόρημα, Λέοντα.
Έμεινε μόνος. Ο πυρετός τον έπνιγε. Τον μετέφεραν στο γραφείο τού σταθμάρχη, σε ένα στενό, παγωμένο δωμάτιο. Τον ξάπλωσαν σ’ ένα ξύλινο ράντσο με μια κουβέρτα στρατιωτική.
Απ’ το παράθυρο, είδε πλήθος να μαζεύεται έξω. Χιλιάδες χωρικοί. Άντρες,γυναίκες με παιδιά στην αγκαλιά. Όλοι είχαν έρθει για τον αγιο τους.
Τότε κάποιος μπήκε μέσα.
Τον κοιταξε με τρομαγμένο βλέμμα.
Του ψιθύρισαν ότι μια γυναίκα έπεσε στις ράγες τού τρένου. Η περιγραφή της ήταν ακριβής: μαύρα μαλλιά, κόκκινο καπέλο, ένα βλέμμα σαν ερημιά.
-Η Άννα,ψιθύρισε,η Άννα μου.
Ένα αίσθημα πένθους και θυμού τον κυρίευσε.Για την κοινωνία που την ανάγκασε.
Τα μάτια του άρχισαν να βαραινουν.Δυσκολεύονταν να αναπνεύσει.
Και τότε, χωρίς να καταλάβει πώς.εγινε,βρέθηκε πίσω στη Γιάσναγια Πολιάνα.
Ήταν βρέφος μεσα σε μια κούνια. Πάνω του, η μητέρα του τον νανούριζε. Ένα τραγούδι. Άγνωστο.
Όμως τον συγκινούσε βαθιά μέσα του. Ήταν το "Summertime", το νανούρισμα τής Bess από την όπερα Porgy and Bess τού Gershwin.
Σιγα-σιγα η μορφή της μητέρας του άλλαξε.Η μάνα του πήρε τη μορφή τής Άννα Καρένινα.
Εκείνη έσκυψε, τον φίλησε στο μέτωπο και τού ψιθύρισε:
-Τώρα μπορείς να φύγεις. Δεν υπάρχει πια λόγος να είσαι εδώ.
Ο Λέων Τολστόι έκλεισε τα μάτια του για τελευταία φορά.
Το μυθιστόρημα είχε τελειώσει.
.
.
.




.jpeg)

.png)




.jpeg)

.jpeg)



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου