.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
- Κριτική Ανάλυση Κειμενων
-5-
- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
2 ψυχαναλυσεις και 1. σκηνή +μονόλογος
τού κειμένου:
.
.
1
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ηρωίδα τού Θεάτρου τού Παραλόγου μονολογει μετά την αυτοκτονια τού Βάλτερ Μπένγιαμιν σε ένα δωμάτιο όπου ένα call-girl ακούει τη "Ιεροτελεστία τής Άνοιξης" τού Στραβίνσκι από πικ-απ και ο Φρόυντ ψυχαναλύει τη Malina τής Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, δίπλα τους η Άννα Μανιάνι παρουσια τού UnSein
τού Χάιντεγγερ στη διάρκεια τής δίκης ενός πολιτικού αντιπάλου τού Στάλιν στις δικες τής Μόσχας τη δεκαετία τού 30 και τον Beria να φωτογραφίζει τον Χέλμουτ Νιούτον που φωτογραφιζεται μαζί με το call-girl ενώ ο Balhtus χαμογελαει
.
.
Το κείμενό σου είναι ένα εξαιρετικά πυκνό, πολυστρωματικό και συνειρμικά φορτισμένο collage αναφορών — μια σουρεαλιστική ψυχαναλυτική θεατρική σύνθεση, ένα "όνειρο μέσα στο όνειρο", όπου η ιστορία, η τέχνη, η πολιτική και
το υποσυνείδητο διαπλέκονται σε μια εφιαλτική τελετουργία, σχεδόν μυστικιστική.
Ας επιχειρήσουμε μια ψυχαναλυτική προσέγγιση:
Ασυνείδητο και Ενορμήσεις:
Η σκηνή θυμίζει όνειρο ή παραίσθηση, γεμάτη συγκρουόμενες φιγούρες από εντελώς διαφορετικά πλαίσια:
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ (επαναστάτρια, δολοφονημένη, φιγούρα μάρτυρα) μονολογεί στο στυλ τού Θεάτρου του Παραλόγου – δηλαδή χωρίς γραμμική λογική, σε γλώσσα διάσπαρτη, αποδομημένη, σχεδόν αφηρημένη.
Είναι σαν η ίδια να αναζητεί νόημα σε έναν κόσμο που το έχει χάσει.
Η αυτοκτονία του Βάλτερ Μπένγιαμιν είναι τραυματικό γεγονός, και εδώ
το έναυσμα που ενεργοποιεί την εξομολόγηση τής Λούξεμπουργκ: ο θάνατος τού στοχαστή που δεν άντεξε την ιστορία. Η πολιτική αποτυχία συναντά το υπαρξιακό αδιέξοδο.
Το δικαστήριο ως σκηνή του ασυνειδήτου:
Η δίκη πολιτικού αντιπάλου του Στάλιν είναι σκηνή παράνοιας, απόλυτου ελέγχου και διαστρέβλωσης τής αλήθειας.
Εκεί παρίσταται:
Ο Χάιντεγγερ, με τον UnSein (αντί του Sein — το Μη-Είναι αντί του Είναι), σαν μια φιλοσοφική κατάθεση για την απουσία νοήματος στην ιστορική στιγμή.
Ο Φρόυντ, αντί να ερμηνεύει τους εφιάλτες της ιστορίας, ψυχαναλύει τη Malina — μια λογοτεχνική ηρωίδα γεμάτη διχασμό και αυτοκαταστροφή — μαζί με την Άννα Μανιάνι, σύμβολο του πάθους και του ιταλικού νεορεαλισμού.
Συνδυάζονται το τραύμα, η ψυχολογική ανάλυση, και η ακατέργαστη ανθρώπινη εμπειρία.
Σεξουαλικότητα και Θάνατος:
Το call-girl ακούει την Ιεροτελεστία της Άνοιξης τού Igor Stravinsky (έργο για μια παγανιστική θυσία) — μια σεξουαλική, διονυσιακή, χαοτική σύνθεση. Η παρουσία της εισάγει την μοντέρνα σεξουαλικότητα, το βλέμμα, την έκθεση. Την ίδια στιγμή:
Ο Μπέρια (αρχηγός τής NKVD, βασανιστής και βιαστής) φωτογραφίζει — ένα σχόλιο για τη βία τού βλέμματος, τής εξουσίας, τής καταγραφής.
Ο Helmut Newton, γνωστός για τις ερωτικές και φετιχιστικές φωτογραφίες, φωτογραφίζεται με το call-girl – ένα φωτο-θέατρο εξουσίας και επιθυμίας.
Και ο Balthus (γνωστός για τις αισθησιακές απεικονίσεις) χαμογελά – σαν να αναγνωρίζει το διαστροφέα εαυτό του μέσα στη σκηνή.
Μεταμοντέρνος λαβύρινθος:
Το όλο σκηνικό είναι ένα θέατρο χωρίς κέντρο, όπου οι ρόλοι μπλέκονται:
Η πολιτική γίνεται σεξουαλική, η σεξουαλικότητα γίνεται καλλιτεχνική, η ψυχανάλυση γίνεται σκηνική πράξη, το όνειρο πολιτικό τραύμα, το ασυνείδητο συλλογική ιστορία.
Συμπέρασμα – Η Ψυχανάλυση του Κειμένου:
Το κείμενό είναι σαν ένα ψυχαναλυτικό κολάζ που μιλάει για τον τρόμο τής Ιστορίας, τη διαστροφή τής Εξουσίας, την αναζήτηση τού Νοήματος σε έναν κόσμο που αυτοκαταστρέφεται. Όλες οι φιγούρες — νεκροί, φαντάσματα,
τέρατα, φιλοσόφοι και call-girls — παίζουν ρόλους σε μια αποκαλυπτική όπερα τού παραλόγου.
.
.
2
Το κείμενο αποτελεί ένα ποιητικά παράδοξο, ονειρικά σουρρεαλιστικό και φιλοσοφικο-ψυχαναλυτικό collage προσώπων, εικόνων και γεγονότων, όπου οι νόμοι της λογικής,
του χρόνου και του χώρου καταλύονται.
Είναι σαν μια σκηνή που έχει ξεπηδήσει από το Θέατρο του Παραλόγου, το ασυνείδητο και την πολιτισμική μνήμη του 20ού αιώνα.
Ας κάνουμε μια ψυχαναλυτική ανάγνωση του.
Γενικό πλαίσιο ανάλυσης:
Το κείμενο είναι πυκνό σε συμβολισμούς, ιστορικές και πολιτισμικές αναφορές, τραύματα του 20ού αιώνα, αλλά και ατομικές και συλλογικές σκιές.
Αν προσεγγίσουμε αυτό το έργο ψυχαναλυτικά, μπορούμε να το δούμε ως ονειρικό σύμπαν, ως φαντασιακή σκηνή του Ασυνειδήτου, όπου πρόσωπα-σύμβολα λειτουργούν
ως μεταβιβάσεις (transferences) και προβολές (projections) της επιθυμίας, του τραύματος και της ενοχής.
Ψυχαναλυτική Ανάλυση
1. Ρόζα Λούξεμπουργκ – Ηρωίδα του Θεάτρου του Παραλόγου
Η Ρόζα εμφανίζεται μετά την αυτοκτονία του Βάλτερ Μπένγιαμιν, υποδηλώνοντας τον θρήνο για τη χαμένη ουτοπία.
Τοποθετείται ως ηρωίδα του Παραλόγου — εκεί που το πολιτικό όραμα αποτυγχάνει,
και η Ιστορία καταλήγει σε φάρσα ή παράνοια.
Ο μονόλογός της δεν απευθύνεται σε ακροατή — δείγμα υπαρξιακής απομόνωσης, όπως στον Beckett.
2. Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν – Αυτοκτονία και το τραύμα τής Ιστορίας
Η αυτοκτονία του είναι συμβολικό τραύμα: η ήττα του στοχασμού απέναντι στον φασισμό, η απόγνωση του ανθρώπου.
Η σκιά του πλανάται πάνω από όλο το κείμενο σαν ανεκπλήρωτη επιθυμία για δικαιοσύνη και λογική.
3. Το call-girl που ακούει Στραβίνσκι
Αντιπροσωπεύει τη σωματικότητα, τη σεξουαλικότητα και την αποϊεροποίηση της τέχνης.
Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης – έργο πρωτογονικό και βίαιο – παίζει ενώ εκείνη ακούει, ακίνητη, σαν ψυχαναλυτική αντίστιξη: η ενστικτώδης ζωή που συνεχίζεται παρά το ιστορικό τραύμα.
Είναι και αντικείμενο του βλέμματος (του Newton, του Beria,) — σύμβολο του fetish,
της αρσενικής προβολής.
4. Ο Φρόυντ που ψυχαναλύει τη Malina
Ο Φρόυντ ενσαρκώνει την ορθολογική προσέγγιση του Ασυνείδητου, ενώ η Malina
είναι το ίδιο το Ασυνείδητο που αρνείται να θεραπευτεί.
Η Malina (της Ingeborg Bachmann) είναι βαθιά τραυματισμένη, παγιδευμένη σε αντρικά πρότυπα και βία – συνεπώς, αυτή η σκηνή είναι μια αποτυχία της ψυχανάλυσης, όπου
ο Φρόυντ γίνεται αμήχανος παρατηρητής.
5. Η Άννα Μανιάνι και το UnSein του Χάιντεγγερ
Η παρουσία της Μανιάνι (σύμβολο της πρωτογενούς έκφρασης, της θηλυκής δύναμης) δίπλα στον Χάιντεγγερ και το UnSein μη-είναι) δίνει μια οντολογική διάσταση.
Είναι σαν θεατές ή μάρτυρες ενός ψευδοδικαστηρίου, μιας παρωδίας νοήματος (δίκες
της Μόσχας).
Το UnSein ενσαρκώνει την παραμόρφωση του Είναι μέσα σε ένα αυταρχικό καθεστώς, όπου η αλήθεια είναι εργαλείο εξουσίας.
6. Ο Μπέρια που φωτογραφίζει τον Νιούτον
Απόλυτη ειρωνεία και παράνοια:
Ο αρχιβασανιστής τής NKVD απαθανατίζει τον fetish φωτογράφο της Δύσης, που
με τη σειρά του φωτογραφίζεται με το call-girl.
Αυτό είναι μια αλυσίδα εξουσίας – βλέμματος – ελέγχου, όπου το θύμα και ο θύτης συγχέονται.
7. Ο Balthus που χαμογελά
Ο Balthus είναι ζωγράφος που ενοχλεί: taboo erotica — το χαμόγελό του δηλώνει
ενοχή χωρίς ενοχή, πρόκληση χωρίς τιμωρία.
Είναι ο μόνος που "καρπώνεται" τον παραλογισμό, χωρίς να καταρρεύσει.
Συνολική Ψυχαναλυτική Ερμηνεία
Αυτό το κείμενο είναι σαν όνειρο ενός συλλογικού υποκειμένου που έχει διασχίσει
τον 20ό αιώνα: με πολέμους, ολοκαυτώματα, σεξουαλική επανάσταση, φιλοσοφικά αδιέξοδα, και την αποτυχία της Επανάστασης.
Η σκηνή που περιγράφεται είναι ένα θεατρικό του Ασυνείδητου:
Ο πόθος και η βία συναντούν την ιδεολογία και την ηθική.
Το τραύμα μετατρέπεται σε αισθητική σύνθεση.
Το παρελθόν επιστρέφει ως φαντασματικό παρόν.
Λέξεις-Κλειδιά:
Παράλογο / Ασυνείδητο / Μεταβίβαση / Τραύμα / Fetish / Θάνατος / Ηδονή / Ενοχή / Ιστορία / Μνήμη / Ξένο σώμα
.
.
3
Το σκηνικό που περιγράφεται είναι ένα υπερρεαλιστικό και φαντασιακό θέατρο-όνειρο, ένα κολλάζ ιστορικών προσώπων, φιλοσοφικών ρευμάτων, ψυχαναλυτικής έντασης, πολιτικής βίας και αισθητικής πρόκλησης. Είναι κάτι ανάμεσα σε θεατρικό του Μπέκετ, πίνακα του Νταλί και καφκική δίκη υπό την επιτήρηση του Φουκώ.
Θα μπορούσε να αποτελέσει τον πρόλογο ενός θεατρικού έργου, μια πυκνή εικόνα όπου
ο Χρόνος καταρρέει και οι έννοιες συγκρούονται.
Ας προσπαθήσουμε να το αποδώσουμε ως εισαγωγικό μονόλογο ή σκηνή:
ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ — ΔΩΜΑΤΙΟ ΧΩΡΙΣ ΧΡΟΝΟ
(Μισοσκότεινο δωμάτιο. Ακούγεται η «Ιεροτελεστία της Άνοιξης». Το call-girl καπνίζει ξαπλωμένο σε ένα βελούδινο ντιβάνι, φορώντας μάσκα Commedia dell’arte. Ο Φρόυντ ψυχαναλύει τη Malina, που μιλά μόνο σε ερωτήσεις. Η Άννα Μανιάνι διαβάζει Χάιντεγγερ με ιταλικό πάθος. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ στέκεται στο κέντρο, σαν φάντασμα,σε σύγχυση, με βλέμμα στραμμένο προς τον νεκρό Benjamin. Στην άκρη, ο Beria κρατά φωτογραφική μηχανή και απαθανατίζει τον Helmut Newton, ο οποίος φωτογραφίζεται μαζί με το
call-girl – ο Balthus παρακολουθεί, χαμογελωντας.)
ΡΟΖΑ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ (μονόλογος):
Κι έτσι τελειώνει η ιστορία; Με φωτογραφίες και θραύσματα;
Ο Βάλτερ πήδηδε στη ανυπαρξία με χαπια..
Κι εγώ, αιχμάλωτη τού παραλόγου, θρηνώ χωρίς Επανάσταση.
Εδώ ,όπου οι λέξεις δεν έχουν πια νόημα.
Ο Φρόυντ σκάβει το υποσυνείδητο τής Μαλίνa,
μα δεν μπορεί να διακρίνει αν είναι γυναίκα ή χώρα υπό κατοχή.
Η Χαννα Αρεντ φωνάζει: «UnSein!»
Κι ο Χάιντεγγερ γελά από τις σελίδες τού Auschwitz που καίγονται.
Στη Μόσχα, ο χρόνος είναι πάντοτε Δεκέμβρης.
Ο Στάλιν δεν χρειάζεται πειστήρια ,χρειάζεται σιωπή.
Ο Μπέρια απαθανατίζει την πόρνη με τη λάμψη του θανάτου,
κι ο Helmut Newton ποζάρει, σαν να είναι μόδα η παρακμή.
Ο Balthus, αυτός ο αθώος ένοχος, χαμογελά –
γιατί ξέρει πως η αισθητική είναι το τελευταίο καταφύγιο της βίας.
Κι εγώ;
Μια Ρόζα σε βάζο γεμάτο φορμολη.
Ένα φάντασμα.Που σκοτώθηκε..
Μιλώ, μα ποιος ακούει;
Ο κόσμος είναι μια όπερα χωρίς θεατές.
Κι ο μονόλογός μου – μια κραυγή χωρίς ηχώ.
(Η μουσική κορυφώνεται. Οι μορφές παγώνουν σαν σε φωτογραφία.
Το call-girl χαμογελά, και σταματα το δίσκο στο πικ-απ.)
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μελέτες των 3 διηγηματων:
Η Απολογία τού Ανέφικτου
(Υπόθεση Walter Benjamin)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στο δωμάτιο δεν υπήρχε χρόνος· μόνο ένας ήχος.
Η «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» τού Ιγκόρ Στραβίνσκι στο πικ-απ.
Η πραγματικότητα σαν μαχαίρι σε κρέας. .Ο παλιός δίσκος γυρνούσε ασταμάτητα, ενώ μια γυναίκα καθόταν σε μια καρεκλα,καπνίζοντας.
και δήλωνε «προλετάρια τών αισθήσεων».
Άνοιξε η πόρτα και εμφανίστηκε η ,Χανα Αρεντ,κρατούσε στα χέρια της το πτώμα τού Βάλτερ Μπένγιαμιν. Το είχε μόλις μαζέψει από τα γαλλο-ισπανικά σύνορα, εκεί που η Ιστορία συναντάει τη μοναξιά.
-«Δεν ήσουν ποτέ για το τώρα, Βάλτερ. Ήσουν πάντα τού “θα ήταν” και τού
“θα μπορούσε”.» ψιθύρισε.
Ο Μπένγιαμιν δεν απαντούσε. Είχε πνιγεί από τη βαλίτσα του· όχι από τα χάπια.
Στον καναπέ,σε ένα διαμέρισμα τής Βιέννης,3/9/2025 μ.Α.μετα Αουσβιτς χρονολογια,ώρα 4:38,ο Φρόυντ ξεφύλλιζε τα όνειρα της Malina. Κάθε σελίδα
και μια ουλή. Δίπλα του, η Άννα Μανιάνι σιωπηλή,ντυμένη στα μαύρα.
-«Η Malina είναι κενή. Δεν έχει Εγώ, μόνο καθρέφτες.» είπε ο Φρόυντ, σημειώνοντας κάτι σε ένα μπλοκάκι που είχε γραμμένη τη λέξη "Νεκρές Ερωμένες".
Στην άλλη άκρη τού δωματίου, ο Χάιντεγγερ πλανιόταν στη σκόνη τού UnSein.
-"Εδώ δεν υπάρχει Παρουσία. Μόνο Απο-ουσία." μουρμούρισε. "Ουδείς εν ζωή"
Στο θέατρο αργότερα:Στο κέντρο της σκηνής, ο πολιτικός αντίπαλος τού Στάλιν στεκόταν δεμένος, τα μάτια του γυάλινα. Ο δικαστής ήταν ένας πίνακας τού
Francis Bacon.Η κατηγορία: "Δεν υπήρξες πιστός στο Όνειρο που σε έπλασε."
Ο Λαβρεντι Μπέρια, ντυμένος φωτογράφος τού Magnum, απαθανάτιζε τη σκηνή με μια Leica M3. Εστίαζε όχι στο πρόσωπο του κατηγορούμενου, αλλά στα πόδια μιας call-girl που γελούσε καθώς εβγαζε selfie με τον Helmut Newton, ντυμένο στα λευκά, με μενεκεν να τον τυλίγουν σαν μούμια με φίλμ Kodak.
Η αυλαία έκλεισε.
Ο θεατής Balthus χαμογελούσε. Πάντα χαμογελούσε. Τα μάτια του έβλεπαν
την εικόνα την αιώνια επιστροφή στην εφηβεία της Ιστορίας, διεστραμμένης, της τρυφερής, της επικίνδυνα αθώας.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ανάμεσα στους θεατές ειδε τον Χάιντεγκερ τον πλησιασε και τον χαστούκισε.
"Η ύπαρξη σου είναι προνόμιο. Το τίμημα όμως; Ο θάνατος των άλλων."
Επιστροφή από το Βερολίνο στη Βιέννη.
Ο Φρόυντ σήκωσε το βλέμμα:
"Η Λούξεμπουργκ,Ινγκεμποργκ ,ψάχνει απεγνωσμένα μια Ερμηνεία. Σαν όλους μας."
Η Malina άναψε τσιγάρο. Μύριζε πυρκαγιά.
-"Πρόσεξε Ingeborg θα κάνεις" φωναξε
Και τότε, ακούστηκε ένα τελευταίο κλικ.
Ο Beria είχε φωτογραφίσει την Ιστορία.
Αλλά κανείς δεν θα εμφάνιζε το φιλμ.
.
.
Με σκότωσαν και με ξέχασαν
(Υπόθεση τής Rosa Luxemburg)
Το δωμάτιο.Η μνημη.Ένα πικάπ, έπαιζε τη "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" τού Στραβίνσκι.
Στην οθόνη που προβάλονταν η εικόνα ντοκιμαντέρ μιας γυναίκας γυμνης με
με τατουάζ από στίχους του Ρίλκε.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ στεκόταν όρθια,, και μιλούσε σαν ηρωίδα τού Ιονέσκο:
-Ο Βάλτερ εφυγε με χάπια, λες και ήθελε να γίνει σημείωση στο περιθώριο μιας ιδέας. Εγώ,εγώ έμεινα. Στο βούρκο. Με σκότωσαν και με ξέχασαν.
Σημείωση από τη Ρόζα, γραμμένη σε καθρέφτη με κραγιόν:
"Η Επανάσταση δεν είναι ούτε γυμνή, ούτε ντυμένη. Είναι πάντα νεκρή και πάντα ζωντανή. Όπως εγώ.
Όπως το Τέλος."
.
.
Το Δωμάτιο τού Walter Benjamin
Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είχε μόλις αυτοκτονήσει σε μια γωνία του δωματίου,
δίπλα σ’ ένα σωρό από αποσκευές: μια βαλίτσα γεμάτη αποσπασματικές αλήθειες, μια γραφομηχανή που έγραφε μόνη της τις Θέσεις για τη Φιλοσοφία τής Ιστορίας και ένα ραδιόφωνο που φωναζε φασιστικά μανιφέστα.
-"Είμασρε όλοι τους εδώ", είπε η Ρόζα κοιτώντας το σώμα τού Βάλτερ και το
δικό της στο πάτωμα.
Άνοιξε τη πόρτα και μπήκε στο διπλανό δωμάτιο.Εκει απέναντι πλευρά ,
ο Φρόυντ καθόταν σε έναν καναπέ μαζί με την Malina.
Πλάι τους, η Άννα Μανιάνι ούρλιαζε χωρίς φωνή, σαν ιταλικός κινηματογράφος χωρίς υπότιτλους.
.
.
.
1
Η μελέτη ενός διηγηματος σαν το «Η Απολογία τού Ανέφικτου (Υπόθεση Walter Benjamin)» του χ.ν. κουβελη απαιτεί προσεκτική ανάγνωση και στοχαστική εμβάθυνση σε πολιτισμικά, φιλοσοφικά, και ιστορικά συμφραζόμενα. Το κείμενο κινείται στα όρια μεταξύ ποίησης, θεάτρου, φιλοσοφικού μονόλογου και υπαρξιακού δοκιμίου, με ένα ύφος που συνδυάζει το σουρεαλιστικό, το μετα-μνημονικό και το πολιτικά οργισμένο.
Ακολουθεί εστιασμένη μελέτη σε επιλεγμένα τμήματα του ποιήματος, αναδεικνύοντας δομικά, θεματικά και αισθητικά στοιχεία.
1. Το Σημείο Μηδέν: Το Δωμάτιο και η Αρχή της Μνήμης
«Στο δωμάτιο δεν υπήρχε χρόνος· μόνο ένας ήχος.
Η «Ιεροτελεστία της Άνοιξης» τού Ιγκόρ Στραβίνσκι στο πικ-απ.»
Ερμηνεία: Το δωμάτιο είναι μεταφυσικός χώρος – όχι τόπος, αλλά ψυχική κατασκευή, όπου δεν κυριαρχεί ο χρόνος, αλλά η αίσθηση. Ο ήχος της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης (έργο-σύμβολο της ανατροπής, της αγριότητας, της θυσίας) εισάγει το θεατή/αναγνώστη σε ένα σύμπαν όπου η ιστορία δεν εξελίσσεται, αλλά επανέρχεται με βία.
2. Χάνα Άρεντ και το πτώμα του Βάλτερ Μπένγιαμιν
>«Δεν ήσουν ποτέ για το τώρα, Βάλτερ. Ήσουν πάντα τού “θα ήταν” και τού
“θα μπορούσε”.»
Ερμηνεία: Η Άρεντ, ως συμβολική φιγούρα του πολιτικού στοχασμού, μιλά στον Benjamin με πικρή τρυφερότητα: τον καταδικάζει όχι για την πράξη της αυτοκτονίας, αλλά για την οντολογική αδυναμία του να ζήσει στο παρόν. Ο Benjamin εκπροσωπεί την απώλεια, το ανέφικτο της σωτηρίας, τη μελαγχολία της Ιστορίας.
«Είχε πνιγεί από τη βαλίτσα του· όχι από τα χάπια.»
Εδώ, η βαλίτσα είναι σύμβολο της γνώσης, των χειρογράφων, της αλήθειας που ποτέ δεν πρόλαβε να παραδοθεί. Η γνώση σκοτώνει, όχι η απελπισία. Ένας πνιγμός στην ανάγκη να σωθεί η Ιστορία.
3. Η Malina, ο Φρόυντ και οι Ουλές
«Η Malina είναι κενή. Δεν έχει Εγώ, μόνο καθρέφτες.»
Η Malina (αναφορά στο ομώνυμο έργο της Ingeborg Bachmann) είναι γυναίκα-σύμβολο της διαλυμένης ταυτότητας. Ο Φρόυντ – σαν φάντασμα της ψυχανάλυσης – προσπαθεί να εξηγήσει, αλλά και αποτυγχάνει. Κάθε σελίδα που ξεφυλλίζει, είναι ουλή – παρελθούσα τραυματική εμπειρία.
Η φράση «Νεκρές Ερωμένες» γράφεται στο σημειωματάριο του Φρόυντ – ίσως ως σύνοψη της Ευρώπης μετά το Άουσβιτς, των επιθυμιών που δεν βρήκαν ποτέ εκπλήρωση, της βαθιάς ερωτικής και πολιτικής αποτυχίας του αιώνα.
4. Η Δίκη ως Θέατρο του Παραλόγου και της Τρομοκρατίας
«Η κατηγορία: "Δεν υπήρξες πιστός στο Όνειρο που σε έπλασε."»
Η κατηγορία είναι μεταφυσική και ιδεολογική: η αποτυχία του ανθρώπου να ανταποκριθεί σε μια ιδεολογία που τον δημιούργησε.
Πρόκειται για την απόλυτη ολοκληρωτική αφήγηση, όπου το άτομο οφείλει να ταυτιστεί απόλυτα με το όνειρο ενός συστήματος.
Ο Beria φωτογραφίζει, αλλά η Ιστορία δεν θα εμφανιστεί ποτέ. Το φιλμ υπάρχει, αλλά το παρελθόν παραμένει αθέατο. Η τέχνη, η τεκμηρίωση, η μνήμη είναι ανίκανες να αποδώσουν δικαιοσύνη.
5. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ: Η Φωνή της Ιστορικής Αντίστασης
«Με σκότωσαν και με ξέχασαν»
«Η Επανάσταση δεν είναι ούτε γυμνή, ούτε ντυμένη. Είναι πάντα νεκρή και πάντα ζωντανή. Όπως εγώ. Όπως το Τέλος.»
Η Ρόζα επιστρέφει ως φωνή-φάντασμα της ουτοπίας, του αγώνα που προδόθηκε. Δεν αγιοποιείται, ούτε δικαιώνεται· παρουσιάζεται τραγικά επίκαιρη – μια νεκρή ζωντανή, όπως και η επανάσταση που δεν πραγματοποιείται ποτέ ολοκληρωτικά.
Ο λόγος της θυμίζει Ιονέσκο – παράλογος, θεατρικός, θραυσματικός – όπως είναι και η Ιστορία που αφηγείται.
6. Το Τελευταίο Δωμάτιο
«Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είχε μόλις αυτοκτονήσει σε μια γωνία του δωματίου…»
Το δωμάτιο, ξανά, γίνεται τόπος θανάτου, σκέψης, μαρτυρίας. Η βαλίτσα με τις "αποσπασματικές αλήθειες" είναι η βαλίτσα της ανθρωπότητας, του στοχασμού που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Το ραδιόφωνο με τα φασιστικά μανιφέστα υπενθυμίζει πως όσο η σκέψη σιωπά, ο φασισμός φωνάζει.
Συμπέρασμα: Το διηγημα ως Απολογία του Ανέφικτου
Το έργο του χ.ν. κουβελη είναι ποιητικό μνημείο σε μια Ευρώπη που απέτυχε να σωθεί από τον εαυτό της. Η επιτελεστικότητα του λόγου, οι ιστορικές αναφορές (Benjamin, Arendt, Luxemburg, Freud, Heidegger, Bachmann, Bacon, Newton) και η θεατρικότητα διαμορφώνουν ένα πολυφωνικό δράμα, όπου η Ιστορία, η Φιλοσοφία, η Ψυχανάλυση και η Τέχνη συγκρούονται με το τραύμα, την απώλεια και την αποτυχία της ουτοπίας.
Ο τίτλος "Απολογία του Ανέφικτου" είναι διττός:
Απολογία με την έννοια της υπεράσπισης του ουτοπικού, του ανεπίτευκτου,
Απολογία με την έννοια της παραδοχής μιας ήττας που είναι υπαρξιακή, πολιτική και αισθητική ταυτόχρονα.
..
.
2
.
Η μελέτη αυτού του διήγηματος του χνκουβελη «Με σκότωσαν και με ξέχασαν (Υπόθεση της Rosa Luxemburg)» εστιάζει σε ορισμένα βασικά στοιχεία που συγκροτούν τον ιδεολογικό, αισθητικό και υπαρξιακό του πυρήνα.
:
Μελέτη Αναλυση
1. Το δωμάτιο ως σκηνικός και ψυχικός χώρος
«Το δωμάτιο. Η μνήμη. Ένα πικάπ, έπαιζε τη "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" του Στραβίνσκι.»
Το δωμάτιο λειτουργεί ως θεατρικός και ψυχικός χώρος. Η παρουσία της μνήμης δίπλα στον χώρο και στον ήχο δημιουργεί έναν τόπο υπαρξιακής ανάκλησης, όπου το παρόν και το παρελθόν συγχέονται.
Η "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" του Στραβίνσκι, με το βίαιο, αποσπασματικό και σχεδόν διονυσιακό μουσικό ύφος, προσθέτει μια διάσταση τελετουργίας και θυσίας – προϊδεάζοντας για την βίαιη μοίρα της Ρόζας και τη σύγκρουση του ατόμου με την Ιστορία.
2. Η εικόνα της γυναίκας με τατουάζ από Ρίλκε
«Στην οθόνη που προβάλονταν η εικόνα ντοκιμαντέρ μιας γυναίκας γυμνής με τατουάζ από στίχους του Ρίλκε.»
Η γυμνότητα συμβολίζει την έκθεση, τη διάλυση των ρόλων και των συμβάσεων. Το τατουάζ – μια εγγραφή πάνω στο σώμα – παραπέμπει στη βαθιά και ανεξίτηλη σχέση του σώματος με την ποίηση. Οι στίχοι του Ρίλκε, ποιητή του υπαρξισμού και της μεταφυσικής της ψυχής, προσδίδουν υπαρξιακή βαρύτητα, τονίζοντας ότι το σώμα γίνεται φορέας μνήμης και τέχνης.
3. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ ως θεατρική φιγούρα
«Η Ρόζα Λούξεμπουργκ στεκόταν όρθια, και μιλούσε σαν ηρωίδα του Ιονέσκο»
Η Ρόζα εμφανίζεται όχι ως ιστορική, αλλά θεατροποιημένη μορφή, μέσα από το πρίσμα του παράλογου θεάτρου του Ιονέσκο. Η επιλογή αυτή υποδηλώνει την αποξένωση, τον υπαρξιακό παραλογισμό της επανάστασης που καταπίνει τους δημιουργούς της. Η φράση της:
«Με σκότωσαν και με ξέχασαν» είναι μια κραυγή ιστορικής αποδοχής αλλά και προσωπικής προδοσίας. Υπάρχει μια τραγική ειρωνεία: μια γυναίκα που αφιέρωσε τη ζωή της στην επανάσταση, δολοφονείται και σβήνεται από τη μνήμη, όπως ένας χαρακτήρας που δεν ανήκει ποτέ πλήρως στην πλοκή του έργου.
4. Η φράση για τον Βάλτερ και η σημείωση στον καθρέφτη
«Ο Βάλτερ έφυγε με χάπια, λες και ήθελε να γίνει σημείωση στο περιθώριο μιας ιδέας.»
Ο Βάλτερ ( αναφορά στον Βάλτερ Μπένγιαμιν) παρουσιάζεται ως υποσημείωση στην Ιστορία – δηλαδή ως παράπλευρη απώλεια της Ιδέας. Η έννοια της υποσημείωσης είναι ισχυρή: υπονοεί ότι η Ιστορία συντίθεται από περιθωριακές φωνές που δεν έγιναν ποτέ σώμα του αφηγήματος.
Η Ρόζα από την άλλη μένει, στο βούρκο, στο πεδίο της Ιστορίας, της ήττας, και της λήθης.
«Η Επανάσταση δεν είναι ούτε γυμνή, ούτε ντυμένη. Είναι πάντα νεκρή και πάντα ζωντανή. Όπως εγώ. Όπως το Τέλος»
Η φράση αυτή, γραμμένη με κραγιόν στον καθρέφτη, είναι φόρτιση τόσο ποιητική όσο και θεατρική. Το κραγιόν παραπέμπει στο γυναικείο, στον καθρέφτη του εαυτού, ενώ η αντίφαση "νεκρή και ζωντανή" ορίζει την διαλεκτική φύση της επανάστασης. Όπως και η Ρόζα: μια μορφή παρουσα-απούσα, δολοφονημένη-ζωντανή στη μνήμη.
5. Συμπεράσματα – Κεντρικοί θεματικοί άξονες
-Η Ιστορία ως Τραγωδία: Παρουσιάζεται όχι με επική αισιοδοξία αλλά ως αποτυχία και λήθη.
-Η Επανάσταση ως Υπαρξιακό Δράμα: Πέρα από ιδεολογικά σχήματα, γίνεται προσωπικό και ποιητικό βίωμα.
-Η Τέχνη ως Αντίσταση στη Λήθη: Ο Ρίλκε, ο Ιονέσκο, ο Στραβίνσκι ενσωματώνονται στο έργο ως σώματα αντίστασης ενάντια στη διαγραφή.
-Η Μνήμη ως Χώρος Θεατρικός και Ζωντανός: Το δωμάτιο, η οθόνη, ο καθρέφτης – όλα λειτουργούν ως σκηνές αναπαράστασης της τραγικής μνήμης.
.
.
3
Η μελέτη και ανάλυση του διηγήματος "Το Δωμάτιο του Walter Benjamin" του
χνκουβελη απαιτεί εστιασμένη προσοχή στη συμβολική δομή, το ύφος, τη διακειμενικότητα και την υπαρξιακή/φιλοσοφική του διάσταση. Το διήγημα είναι σύντομο, πυκνό και αλληγορικό, με έντονες αναφορές στη φιλοσοφία, την ψυχανάλυση, τον κινηματογράφο και την πολιτική.
Παρακάτω ακολουθεί εστιασμένη ανάλυση σε τμήματα, ώστε να αναδειχθούν τα κύρια νοήματα:
1ο Τμήμα: Η σκηνή της αυτοκτονίας του Walter Benjamin
"Ο Βάλτερ Μπένγιαμιν είχε μόλις αυτοκτονήσει σε μια γωνία του δωματίου, δίπλα σ’ ένα σωρό από αποσκευές: μια βαλίτσα γεμάτη αποσπασματικές αλήθειες, μια γραφομηχανή που έγραφε μόνη της τις Θέσεις για τη Φιλοσοφία τής Ιστορίας και ένα ραδιόφωνο που φώναζε φασιστικά μανιφέστα."
Σημασιολογική Ανάλυση:
Η αυτοκτονία του Benjamin αναφέρεται στην ιστορική αυτοκτονία του φιλόσοφου το 1940, καθώς προσπαθούσε να διαφύγει από το ναζιστικό καθεστώς.
Οι "αποσκευές" έχουν βαθιά συμβολική σημασία:
Βαλίτσα με αποσπασματικές αλήθειες → Αναφορά στη μη συστηματική σκέψη του Benjamin, που αγαπούσε τα αποσπάσματα, τα θραύσματα και τις πολλαπλές οπτικές της ιστορίας.
Γραφομηχανή → Η συνεχής δημιουργία, η φιλοσοφική σκέψη που "γράφεται από μόνη της", σα να τον ξεπερνά.
Ραδιόφωνο με φασιστικά μανιφέστα → Εικόνα της πραγματικότητας του φασισμού που τον περικυκλώνει, υπενθυμίζοντας τον αγώνα του ενάντια στον ολοκληρωτισμό.
Τεχνική και Ύφος:
Ποιητική πρόζα με συμπύκνωση νοημάτων, χωρίς περιττή εξήγηση.
Παράλογο και υπερρεαλιστικό ύφος, με ισχυρό συμβολισμό.
2ο Τμήμα: Η Ρόζα και ο διπλός θάνατος
"‘Είμαστε όλοι τους εδώ’, είπε η Ρόζα κοιτώντας το σώμα τού Βάλτερ και το δικό της στο πάτωμα."
Σημασιολογική Ανάλυση:
Η Ρόζα , αναφέρεται στη Ρόζα Λούξεμπουργκ, μαρξίστρια επαναστάτρια.
Η φράση "το σώμα του Βάλτερ και το δικό της στο πάτωμα" υποδηλώνει ότι και
η ίδια είναι νεκρή, ίσως πνευματικά ή κυριολεκτικά.
"Είμαστε όλοι τους εδώ" → Πολλαπλή ερμηνεία:
-Συγκέντρωση "νεκρών" μορφών του πνεύματος.
-Ιδέες και προσωπικότητες που σφραγίστηκαν από την ήττα, τον θάνατο, την προδοσία της Ιστορίας.
-Ίσως ειρωνική παραπομπή σε μία "μεταθανάτια" συνέλευση του παρελθόντος, με πολιτιστικά φαντάσματα.
3ο Τμήμα: Το διπλανό δωμάτιο – Ψυχανάλυση, λογοτεχνία και κινηματογράφος
"Άνοιξε τη πόρτα και μπήκε στο διπλανό δωμάτιο. Εκει, στην απέναντι πλευρά, ο Φρόυντ καθόταν σε έναν καναπέ μαζί με την Malina. Πλάι τους, η Άννα Μανιάνι ούρλιαζε χωρίς φωνή, σαν ιταλικός κινηματογράφος χωρίς υπότιτλους."
Ανάλυση Συμβολισμών:
Ο Φρόυντ στον καναπέ: Ισχυρή εικόνα ψυχαναλυτικής διαδικασίας. Η θέση του "γιατρού" ή του παρατηρητή της ανθρώπινης ψυχής.
Η Malina: Πιθανή αναφορά στο μυθιστόρημα "Malina" της Ingeborg Bachmann — με κεντρικό θέμα την καταβύθιση της γυναικείας ταυτότητας μέσα σε έναν ανδροκρατούμενο, ψυχικά καταπιεστικό κόσμο.
Άννα Μανιάνι: Ιταλίδα ηθοποιός, σύμβολο του ιταλικού νεορεαλισμού. Το "ούρλιαζε χωρίς φωνή" σαν βουβός κινηματογράφος χωρίς υπότιτλους
δείχνει:
-Ανεκφραστός πόνος, αδυναμία επικοινωνίας.
-Η εικόνα της Ιστορίας ή της Τέχνης που δεν μπορεί να μιλήσει ή να γίνει κατανοητή.
-Υπαινιγμός στην ανεπάρκεια της Τέχνης μπροστά στην Ιστορία και τον Θάνατο.
Συνολική Θεματική Επισκόπηση
Θέματα:
Ιστορική μνήμη και ήττα
Πνευματικός θάνατος των ιδεών
Σύγκρουση πολιτισμού και φασισμού
Ψυχαναλυτική ερμηνεία της Ιστορίας
Αδύνατη επικοινωνία μέσω τέχνης
Φαντασμαγορική συνέλευση προσώπων/συμβόλων
Στυλ & Αφηγηματική Δομή:
-Πολυεπίπεδη αλληγορία με φανταστικά στοιχεία.
-Συντομία, ένταση, "θεατρικότητα" και διακειμενικότητα.
Ο συγγραφέας "στήνει" ένα μεταφυσικό δωμάτιο, όπου οι μορφές της ευρωπαϊκής σκέψης και τέχνης συναντιούνται ως σκιές.
Συμπέρασμα
Το διήγημα "Το Δωμάτιο του Walter Benjamin" είναι ένα συμβολικό tableau vivant, ένας λογοτεχνικός τόπος συνάντησης των φαντασμάτων της ευρωπαϊκής σκέψης, σε έναν κόσμο όπου οι φασισμοί, η λήθη και η αδυναμία της τέχνης να αντιδράσουν αποτελεσματικά κυριαρχούν.
Ο χ κουβελης μέσα από πυκνές εικόνες και διακειμενικές αναφορές μας προκαλεί να στοχαστούμε πάνω στην αποτυχία της Ιστορίας να δικαιώσει τους στοχαστές και οραματιστές της.
.
.
.
χ.ν κουβέλης c.n.couvelis
μελέτη τού διηγήματος:
Η υπόθεση τής Ιεροτελεστίας
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, η Ρόζα Λούξεμπουργκ μονολογούσε ψιθυριστά,
"Όνειρο η' εφιάλτης;" σαν να αναζητούσε απαντήσεις μέσα από τις λέξεις της. Η "Ιεροτελεστία τής Άνοιξης" τού Στραβίνσκι έπαιζε ασταμάτητα από το π πικ-απ..
Σε μια γωνία, μια γυναίκα ξαπλωμένη πάνω σε έναν βελούδινο καναπέ, άκουγε τη μουσική απορροφημένη, ενώ δίπλα της, ο Φρόυντ αναλύοντας με πάθος την Malina, τής Ingeborg Bachmann, συζητούσε μαζί με την Άννα Μανιάνι. .
Θέμα συζήτησης,η δίκη ενός πολιτικού αντιπάλου του Στάλιν βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη. Οι φωνές τών κατηγορητών και των συνηγόρων αναμιγνύονταν με τον παλλόμενο ρυθμό του έργου τού Στραβίνσκι, Ο Beria,είπαν, χαμογελώντας, φωτογράφιζε τον Helmut Newton, που πόζαρε δίπλα στην γυναίκα, σαν να ήθελε να τούς αιχμαλωτίσει μια στιγμή διαφθοράς.
Ο Balhtus, αμίλητος, παρακολουθούσε με ένα ειρωνικό χαμόγελο τη σκηνή να εξελίσσεται.
Και τότε, το φως έσβησε ξαφνικα.
Όταν επανήλθε, η γυναίκα ήταν νεκρή, με ένα γυαλιστερό στιλέτο καρφωμένο στο στήθος της.
Ο Φρόυντ, με την ψυχραιμία του ψυχαναλυτή, πρότεινε πως το κίνητρο του φόνου ήταν κάτι βαθύτερο από μια απλή αντιπαράθεση — ήταν η προσπάθεια να καλυφθούν μυστικά που θα μπορούσαν να καταστρέψουν τη δίκη και να αποκαλύψουν μια μεγάλη πολιτική συνωμοσία.
Η Ρόζα προβαρε τον μονόλογο της για το θέατρο τού Παραλόγου,αναζητώντας την αλήθεια.
.
.
.
Η μελέτη ανάλυση του αστυνομικού διηγήματος «Η υπόθεση της Ιεροτελεστίας» του χνκουβέλη μπορεί να εστιαστεί στα βασικά αφηγηματικά, θεματικά και μορφολογικά τμήματα που συνθέτουν το κείμενο. Πρόκειται για ένα κείμενο που κινείται στο μεταίχμιο του αστυνομικού είδους και της λογοτεχνίας του παραλόγου/υπερρεαλισμού, και εμπεριέχει πλούσια διακειμενικά στοιχεία, φιλοσοφικές αναφορές και πολιτικές προεκτάσεις.
1. Εισαγωγική Σκηνή – Ατμόσφαιρα και Ψυχολογική Τάση
«Σε ένα σκοτεινό δωμάτιο, η Ρόζα Λούξεμπουργκ μονολογούσε ψιθυριστά, “Όνειρο ή εφιάλτης;”…»
Η αρχή εισάγει μια σκοτεινή, κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, τυπική του αστυνομικού διηγήματος.
Η φιγούρα της Ρόζας Λούξεμπουργκ, ιστορική και ιδεολογικά φορτισμένη, εδώ λειτουργεί συμβολικά — αναζητώντας την «αλήθεια» σε μια παραίσθηση, ανάμεσα σε «όνειρο» και «εφιάλτη».
Η μουσική υπόκρουση ("Η Ιεροτελεστία της Άνοιξης" του Στραβίνσκι) εντείνει την ψυχολογική ένταση και προαναγγέλλει την τελετουργική (ιεροτελεστική) φύση της επερχόμενης βίας.
2. Παράδοξες Συμμετοχές – Διακειμενικά Παιχνίδια
«…η γυναίκα… ο Φρόυντ… η Άννα Μανιάνι… ο Beria… ο Helmut Newton… ο Balthus…»
Η συνύπαρξη ιστορικών, πολιτισμικών και λογοτεχνικών προσώπων σε έναν κοινό χώρο διαμορφώνει ένα υπερρεαλιστικό σύμπαν.
Ο Φρόυντ (πατέρας της ψυχανάλυσης) συνομιλεί με την Άννα Μανιάνι (ηθοποιός του νεορεαλιστικού ιταλικού κινηματογράφου) για τη Malina της Ingeborg Bachmann (έργο υπαρξιακής αγωνίας).
Πρόκειται για μια παραίσθηση-σκηνή, που λειτουργεί περισσότερο συμβολικά παρά ρεαλιστικά.
Ο Beria (εκτελεστής του σταλινικού καθεστώτος) φωτογραφίζει — δείγμα παρακολούθησης, εξουσίας, καταγραφής της διαφθοράς.
3. Η Δολοφονία – Το Αστυνομικό Συμβάν
«…το φως έσβησε ξαφνικά… η γυναίκα ήταν νεκρή, με ένα στιλέτο καρφωμένο στο στήθος της.»
Κλασικό μοτίβο whodunit: φόνος, ξαφνικό σκοτάδι, πολλοί ύποπτοι, κανείς δεν "είδε".
Ο τόπος (κλειστό δωμάτιο) υποδηλώνει το κλασικό "κλειδωμένο μυστήριο" (locked room mystery).
Το φονικό όπλο (γυαλιστερό στιλέτο) προσδίδει τελετουργικότητα και σκηνικό θέατρου.
Το θύμα παραμένει ανώνυμο — η "γυναίκα" — υποδηλώνοντας ίσως συλλογικές ταυτότητες (π.χ. η αθώα, το υποκείμενο καταπίεσης, κ.ά.)
Η Ανάλυση του Φρόυντ – Ψυχολογικό Βάθος
«…πρότεινε πως το κίνητρο του φόνου ήταν κάτι βαθύτερο…»
Η ψυχαναλυτική προσέγγιση του Φρόυντ μεταθέτει το κίνητρο από την εξωτερική πράξη στο εσωτερικό τραύμα, στην ψυχική σύγκρουση.
Η αναφορά σε πολιτική συνωμοσία μετατρέπει το έγκλημα από προσωπικό σε συλλογικό και πολιτικό.
Το έγκλημα αποκτά συμβολική διάσταση: φόνος της αλήθειας, συγκάλυψη της ενοχής, κατασκευή ενοχής.
5. Επίλογος – Θέατρο του Παραλόγου
«Η Ρόζα πρόβαρε τον μονόλογό της για το Θέατρο του Παραλόγου…»
Το κείμενο τελειώνει κυκλικά: επιστροφή στη Ρόζα και στο θέατρο.
Ο "μονόλογος" αποτελεί αναζήτηση νοήματος μέσα στο χάος — όπως στο θέατρο του Ιονέσκο ή του Μπέκετ.
Δεν υπάρχει τελική λύση του μυστηρίου. Η εστίαση είναι στο υπαρξιακό κενό, την ερμηνεία, όχι στο γεγονός.
Συμπερασματική Θεώρηση
Το διήγημα του χνκουβέλη υπερβαίνει τα στενά όρια του αστυνομικού είδους. Αντλεί στοιχεία από:
Διακειμενικότητα και Μεταμοντερνισμό: προσώπα και έργα συναντιούνται αταξικά.
Υπερρεαλισμό: παραίσθηση, όνειρο, εφιάλτης, συμβολισμοί.
Θέατρο του Παραλόγου: αποδόμηση νοήματος, αβεβαιότητα, αδυναμία κατανόησης.
Πολιτική και Ιδεολογία: ο φόνος είναι πολιτική πράξη ή μέσο συγκάλυψης.
Ο τίτλος «Η Ιεροτελεστία» δηλώνει μια τελετουργική, σχεδόν μυθική διάσταση της βίας, στην οποία όλοι συμμετέχουν ως μάρτυρες, θύτες ή θύματα..
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
2 μελέτεςτού διηγήματος:
Ο Φόνος στην Ιεροτελεστία
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
I. Η Σκηνή του Εγκλήματος
Βρέθηκε νεκρή, γυμνή από τη μέση και πάνω, με μια μάσκα με τη φράση UnSein τού Χάιντεγκερ στο πρόσωπο, μέσα στη κρεβατοκάμαρας της.Το πικ-άπ έπαιζε συνεχεια την Ιεροτελεστία τής Άνοιξης τού Στραβίνσκι, στη σκηνή της θυσίας. Το πτώμα ήταν ενός call-girl γνωστού στο διαδίκτυο ως Digital_Sibyl.
Ο ντετέκτιβ Κ. κοίταξε τούς τοίχους, είχαν καλυφθεί με αποσπάσματα από τον Χάιντεγγερ και τον Λακάν, γραμμένα με κραγιόν. Στον καθρέφτη, με κόκκινη μπογιά:
"UNSEIN: ΤΟ ΜΗ-ΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ"
Και στο πάτωμα, μια φωτογραφική μηχανή Leica, με το φιλμ ακόμα μέσα.
II. Οι Ύποπτοι
Στο ίδιο κτίριο βρίσκονταν:
1. Ο Dr. Sigmund Freud, ψυχαναλυτής .λου είχε έρθει για να κάνει ψυχανάλυση στη Malina, λογοτεχνικό πρόσωπο που μιλούσε μόνο μέσα από αποσπάσματα
τής Ingeborg Bachmann
2. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ, που διατεινόταν πως είναι ηθοποιός, πρωταγωνίστρια του Θεάτρου του Παραλόγου και πρόβαρε τον μονόλογο της.Είχε εμμονή με την αυτοκτονία του Μπένγιαμιν.
3. Ο Lavrentiy Beria, επίσημος φωτογράφος τής δίκης τής Μοσχας, αλλά και παρακολουθητής των πάντων.
4. Ο Χέλμουτ Νιούτον, που φωτογραφιζόταν ημιγυμνος με την Digital_Sibyl, καπνίζοντας πούρο.
5. Ο Balthus, ζωγράφος των taboo erotica, καθόταν στο υπογειο και χαμογελούσε με τον τρόπο των ανθρώπων που δεν μιλούν πολύ ,αλλά ξέρουν τα πάντα.
III. Η Ανάκριση
Ο Κ.ρώτησε πρώτα τον Freud.
– Πού ήσασταν τη στιγμή τού εγκλήματος;
– Ψυχαναλυση. Η Malina μιλούσε για μια διάσπαση ανάμεσα στο Εγώ και την Ανυπαρξία. Η Anna Magnani μάρτυρας μαζί με τον.Heidegger.
– Ο Heidegger είναι νεκρός εδώ και δεκαετίες.
– Είστε σίγουρος;
Ο Νιούτον είπε πως η γυναίκα αυτή ήθελε να φωτογραφηθεί όπως ο θάνατος: όμορφη και απόλυτη.
– Είχαμε κλείσει μια performance θανάτου. Αλλά όταν ξύπνησα, ήταν ήδη νεκρή.
Ο Beria είπε ότι είχε καταγράψει τα πάντα.
– Η αλήθεια είναι στο φιλμ, είπε. Αλλά το φιλμ κάηκε. Κάποιος το έβαλε στο νερό τής τουαλέτας.
Η Ρόζα μιλούσε ακόμη για τον Μπένγιαμιν.
– Η αυτοκτονία του ήταν πολιτική πράξη. Όπως και ο φόνος της Σίβυλλας. Η ομορφιά της ήταν εργαλείο των κυρίαρχων.
, ήταν η Malina.
Η Malina όταν τη ρώτησε τι είδε, απάντησε:
– Δεν ήμουν εδώ. Ήμουν γραμμένη.
IV. Η Εξιχνίαση
Ο Κ. πήγε ξανά στο δωμάτιο. Σταμάτησε το πικ-άπ. Απόλυτη σιγή.
Ο Balthus στεκόταν διπλα από τον Freud και χαμογελούσε.
– Ήθελε να πεθάνει ως τέχνη, είπε. Αλλά η τέχνη είναι πάντα φόνος.
– Την σκότωσες επειδή δεν ειχε πια ενδιαφερον, έτσι δεν είναι;
– Όχι. Την σκότωσα επειδή είχε γίνει υπερ-εικόνα. Η πραγματικότητα της δεν χρειαζόταν πια. Ήταν το βλέμμα του Άλλου. Και το βλέμμα σκοτώνει.
V. Το Τέλος
Ο Κ. δεν τον συνέλαβε. Ποιον να καταδικάσεις σε έναν κόσμο που έχει ήδη καταδικαστεί από το UnSein τού Χάιντεγκερ; Ο φάκελος έκλεισε ως "συμβολική αυτοκτονία με στοιχεία μεταφυσικού εγκλήματος".
.
.
1
Η μελέτη ενός τέτοιου κειμένου — Ο Φόνος στην Ιεροτελεστία του χ.ν.κουβελη — απαιτεί προσέγγιση πολυεπίπεδη: φιλοσοφική, λογοτεχνική, ψυχαναλυτική και αισθητική. Το έργο είναι ένα μεταμοντέρνο noir, στοχαστικά φορτισμένο, με επιρροές από Heidegger, Lacan, Freud, Μπένγιαμιν, Bachmann, και εικαστικά στοιχεία της φωτογραφίας και του θεάτρου του παραλόγου.
Ακολουθεί μια ανάλυση υπό μορφή θεματικών αξόνων:
I. Η Σκηνή του Εγκλήματος — Η μεταφυσική της εικονοποιημένης θυσίας
Η χρήση της Ιεροτελεστίας της Άνοιξης (Stravinsky) κατά τη στιγμή του εγκλήματος λειτουργεί ως ηχητική τελετουργία, η οποία ενεργοποιεί ένα διονυσιακό αρχέτυπο θυσίας.
Η μάσκα με την επιγραφή UnSein (το μη-ον) δείχνει πως ο φόνος δεν είναι πράξη φυσική, αλλά μεταφυσική απόσυρση της ύπαρξης, ίσως αναγκαία για να «αποκαλυφθεί» η αλήθεια.
Το σώμα της Digital_Sibyl λειτουργεί ως φορέας συμβόλων: τεχνολογικό (digital), αρχαϊκό (Σίβυλλα), ερωτικό και μαρτυρικό.
II. Οι Ύποπτοι — Το Πάνθεον των Ιδεών
Ο συγγραφέας εγκαθιστά ένα "μεταθεατρικό δικαστήριο" φιλοσόφων, καλλιτεχνών και θεωρητικών, όπου κάθε ύποπτος αντιπροσωπεύει μια σχολή σκέψης ή πολιτισμική θέση:
1. Freud: η ερμηνεία του Εγώ και της Ανυπαρξίας μέσω ψυχανάλυσης — η επιθυμία ως έγκλημα.
2. Ρόζα Λούξεμπουργκ: η θεατρικότητα της επανάστασης και η πολιτική διάσταση της αυτοκτονίας.
3. Beria: το "βλέμμα του Κράτους" — η παρακολούθηση ως απόλυτη εξουσία.
4. Helmut Newton: η αισθητικοποίηση του θανάτου — πορνογραφία του ωραίου.
5. Balthus: το υποσυνείδητο της εικόνας, το απόλυτο βλέμμα, η υπέρβαση της ηθική.
Καθένας τους δεν είναι απλώς ύποπτος· είναι μεταφορά ενός λόγου που διασπά την αλήθεια του εγκλήματος σε φωνές, μορφές και συμβολισμούς.
III. Η Ανάκριση — Το Θέατρο της Πραγματικότητας
Οι μαρτυρίες παρουσιάζονται ως ρηματικές παρεμβάσεις ερμηνείας της πράξης. Ο ανακριτής Κ. δεν ερευνά την αντικειμενική αλήθεια· ερευνά την αφήγηση της αλήθειας.
Η Malina (Bachmann) δηλώνει: «Ήμουν γραμμένη» — δεν υπήρξε ως πρόσωπο, αλλά ως γλώσσα. Η πραγματικότητα είναι κειμενική.
IV. Η Εξιχνίαση — Το έγκλημα ως αισθητικό συμβάν
Ο Balthus παραδέχεται το φόνο όχι ως πράξη κακίας, αλλά ως αισθητική και φιλοσοφική ανάγκη: η Digital_Sibyl είχε γίνει υπερ-εικόνα, δηλαδή αντικείμενο χωρίς υποκείμενο.
Το βλέμμα του Άλλου (Lacan) που δομεί το υποκείμενο την αφανίζει όταν εκείνη γίνεται μόνο αυτό: μια εικόνα προς κατανάλωση. Το βλέμμα σκοτώνει.
V. Το Τέλος — Απουσία Δικαιοσύνης σε έναν Καταδικασμένο Κόσμο
Ο Κ. δεν συλλαμβάνει κανέναν. Γιατί;
Γιατί το έγκλημα δεν ήταν έγκλημα· ήταν τελετουργική αποκάλυψη του πραγματικού.
Το UnSein του Heidegger — η παρουσία του Μη-Όντος — καθιστά κάθε νόμο ανενεργό, αφού η Ύπαρξη ήδη έχει αρθεί.
Συνολική Ανάγνωση
Το κείμενο του χ.ν.κουβελη δεν είναι απλώς αστυνομικό διήγημα· είναι ένα φιλοσοφικό αφήγημα σε μορφή crime fiction, μια παρωδία της σύγχρονης ηθικής και της έννοιας της ταυτότητας. Θίγονται τα εξής:
Η μετα-εικόνα ως δολοφόνος του πραγματικού.
Η τέχνη ως φόνος του σώματος και αποθέωση της έννοιας.
Το φύλο, η εξουσία, ο θάνατος και η επιθυμία ως θεατρικά είδη.
Το βλέμμα ως απόλυτη δύναμη — Lacan, Newton, Beria: παραλλαγές του παντεπόπτη οφθαλμού.
Η αδυναμία της δικαιοσύνης να διαχειριστεί το μεταφυσικό ή το υπαρξιακό έγκλημα.
.
.
2
Η μελέτη και ανάλυση του διηγήματος «Ο Φόνος στην Ιεροτελεστία» του
χνκουβελη μπορεί να οργανωθεί εστιασμένα σε κάθε τμήμα του, για να αναδειχθεί η πολυσημία του κειμένου, ο φιλοσοφικός του υπόγειος πυρήνας και η μεταμοντέρνα λογοτεχνική του δομή.
ΤΙΤΛΟΣ: Ο Φόνος στην Ιεροτελεστία
Ο τίτλος συνδυάζει τη βία με το τελετουργικό, υπαινισσόμενος ότι ο φόνος δεν είναι απλό έγκλημα, αλλά μέρος ενός ιερού/αισθητικού δρώμενου. Η αναφορά στην Ιεροτελεστία της Άνοιξης του Στραβίνσκι προϊδεάζει για μια πράξη θυσίας, με τελετουργικό και μυστικιστικό χαρακτήρα.
I. Η ΣΚΗΝΗ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ
Η σκηνή είναι φτιαγμένη με μεταφυσικά, αισθητικά και φιλοσοφικά στοιχεία:
Το πτώμα: Digital_Sibyl – μια ψηφιακή Σίβυλλα, δηλαδή μάντισσα του διαδικτύου. Το όνομα υπαινίσσεται την τεχνο-μυστικιστική εποχή μας, όπου το ιερό ενσωματώνεται στο εικονικό.
Η μάσκα με τη λέξη UnSein (το «Μη-Ον» στον Χάιντεγκερ): ο θάνατος συνδέεται με την οντολογία. Το πρόσωπο (ταυτότητα) εξαφανίζεται πίσω από τη μάσκα του μη-είναι.
Το πικ-απ παίζει τη Σκηνή της Θυσίας από το έργο του Στραβίνσκι: ο θάνατος είναι θυσιαστικός, όχι απλά εγκληματικός.
Αποσπάσματα Χάιντεγκερ και Λακάν με κραγιόν: υπαινίσσεται την ανάμιξη του σώματος, της γλώσσας και του επιθυμητικού λόγου. Στον καθρέφτη γράφεται:
«ΤΟ ΜΗ-ΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ»
Το είδωλο χάνεται μέσα στην απουσία.
Η Leica με το φιλμ: Μια πράξη καταγραφής του εγκλήματος. Η εικόνα, όμως, δεν είναι διαθέσιμη—το φιλμ είναι μέσα, πιθανώς κατεστραμμένο.
Ανάλυση: Το έγκλημα δεν είναι απλά φόνος. Είναι ένα συμβολικό δρώμενο, ένα μείγμα ερωτισμού, φιλοσοφίας και αισθητικής. Η Σίβυλλα θυσιάζεται στον βωμό της εικόνας και του νοήματος.
II. ΟΙ ΥΠΟΠΤΟΙ
Κάθε ύποπτος είναι και ένα σύμβολο θεωρίας ή πολιτισμικού αφηγήματος:
1. Dr. Freud: Αντιπροσωπεύει το υποσυνείδητο, το τραύμα, το διχασμένο Εγώ. Η ψυχανάλυση εδώ παρουσιάζεται σχεδόν σαν μαρτυρία μυστηρίου, και η φράση «είστε σίγουρος ότι ο Χάιντεγκερ είναι νεκρός;» υπονοεί πως οι ιδέες είναι πιο ζωντανές από τους ανθρώπους.
2. Ρόζα Λούξεμπουργκ: Πολιτική/υπαρξιακή δραματουργία. Η αυτοκτονία του Walter Benjamin ως πολιτική πράξη. Η ομορφιά της Σίβυλλας ερμηνεύεται ως καταπιεστικό εργαλείο. Η ρητορική της παραπέμπει στον μετα-μαρξιστικό λόγο.
3. Beria: Ο Μεγάλος Παρατηρητής. Επιτήρηση, εξουσία, αλλά και καταστροφή των αποδείξεων (το καμένο φιλμ).
4. Helmut Newton: Φωτογράφος της θηλυκής επιθυμίας και του θανατερού ερωτισμού. Η performance του θανάτου μετατρέπεται σε πραγματικότητα.
5. Balthus: Σιωπηλός, αλλά «ξέρει τα πάντα». Ο καλλιτέχνης του απαγορευμένου. Εδώ υπονοείται ότι βλέπει χωρίς να ενεργεί – ή μήπως το βλέμμα του είναι το έγκλημα;
Ανάλυση: Οι ύποπτοι δεν είναι μόνο πρόσωπα, αλλά δυνάμεις του πολιτισμού: ψυχανάλυση, πολιτική, τέχνη, εξουσία, επιτήρηση, φιλοσοφία. Όλοι έχουν λόγο, όλοι είναι συνένοχοι.
III. Η ΑΝΑΚΡΙΣΗ
Η ανάκριση αποκαλύπτει παραμορφωμένες πραγματικότητες:
Ο Freud δηλώνει πως ήταν με τη Malina, η οποία μιλάει μόνο με αποσπάσματα άλλης συγγραφέως — η γλώσσα εδώ είναι διαμεσολαβημένη, όχι άμεση.
"Ήμουν γραμμένη."
Η Malina ως κείμενο, όχι πρόσωπο. Η πραγματικότητα είναι λογοτεχνική κατασκευή.
Η Newton κάνει λόγο για performance: η αισθητικοποίηση του θανάτου.
Η Ρόζα επαναφέρει το πολιτικό στοιχείο:
«Η ομορφιά της ήταν εργαλείο των κυρίαρχων».
Η Σίβυλλα, ως γυναίκα, είναι αντικείμενο εξουσίας.
Ο Beria έχει την αλήθεια στο φιλμ — αλλά το φιλμ καταστράφηκε.
Η εικόνα, η απόδειξη, είναι απώλεια.
Ανάλυση: Η ανάκριση λειτουργεί σαν ψευδο-δικαστήριο του μοντέρνου κόσμου. Κανείς δεν είναι αθώος, και κανείς δεν είναι απολύτως πραγματικός. Η αλήθεια διαρρέει ανάμεσα σε αποσπάσματα, performance και φιλοσοφικούς στοχασμούς.
IV. Η ΕΞΙΧΝΙΑΣΗ
Ο Balthus αποκαλύπτει την τελική αλήθεια:
>«Την σκότωσα επειδή είχε γίνει υπερ-εικόνα. […] Ήταν το βλέμμα του Άλλου. Και το βλέμμα σκοτώνει.»
Ο φόνος δεν είναι προσωπικός, είναι οντολογικός. Το βλέμμα του Άλλου (Λακάν) κατασκευάζει το υποκείμενο και ταυτόχρονα το καταστρέφει. Η Σίβυλλα ήταν τόσο εικόνα, που η ύπαρξή της ως πρόσωπο έγινε περιττή.
Ανάλυση: Η τέχνη, το βλέμμα, η αναπαράσταση σκοτώνουν το πραγματικό.
Ο Balthus μιλά σαν εκπρόσωπος του κόσμου της μετα-εικόνας, όπου η πραγματικότητα δεν αντέχει απέναντι στο συμβολικό και το αισθητικό.
V. ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Ο ντετέκτιβ Κ. δεν συλλαμβάνει κανέναν. Δεν υπάρχει πλέον νόμος να εφαρμοστεί. Το έγκλημα είναι συμβολικό, όπως και η ποινή.
«Ποιον να καταδικάσεις σε έναν κόσμο που έχει ήδη καταδικαστεί από το UnSein του Χάιντεγκερ;»
Το Μη-Ον του Χάιντεγκερ δεν επιτρέπει ελπίδα για μεταφυσική αποκατάσταση.
Ο φάκελος κλείνει ως «συμβολική αυτοκτονία με στοιχεία μεταφυσικού εγκλήματος».
Συνολική Ανάλυση – Εστίαση στα Επίπεδα Νοήματος
Επίπεδο/ Περιγραφή
Αστυνομικό/ Μυστήριο Πλαίσιο αφήγησης, λειτουργεί ως ειρωνικό περίβλημα
Φιλοσοφικό/ Οντολογία (UnSein), Ψυχανάλυση (Λακάν),
Ετεροπροσδιορισμός/ (το Βλέμμα)
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
2 μελέτες τού διηγηματος:
Και ο χρόνος συνέχισε να μην υπάρχει
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το δωμάτιο δεν είχε πόρτες. Είχε μόνο καθρέφτες.
Στο κέντρο, σε μια πολυθρόνα με κόκκινο βελούδο κάθονταν η Χανα Αρεντ. Μιλούσε στο νεκρό Βάλτερ Μπένγιαμιν, που είχε μόλις διαλέξει να πεθάνει
σε ένα δωμάτιο γεμάτο διαβατήρια που δεν ίσχυαν για κανέναν κόσμο.
Δεν τον κατηγορούσε. Μονάχα μονολογούσε, σαν ηρωίδα σε ένα θέατρο
που παίζει μόνο για τους νεκρούς.
-"Το να πεθαίνεις είναι εύκολο, Βάλτερ. Το δύσκολο είναι να αναλύεσε
από την Ιστορία."
Κάθε της λέξη τελειωνε στους καθρέφτες.
Αριστερα του δωματίου, μια γυναίκα με ψευδώνυμο LedaDelirium_69 άκουγε τη "Ιεροτελεστία τής Άνοιξης" τού Στραβίνσκι από ένα πικ-απ Technics. Το βινύλιο έτριζε, ο ήχος χοροπηδούσε, κι ο ρυθμός τών αγριεμένων ρωσικών εδαφών ξυπνούσε κάτι αρχέγονο κάτω από το δέρμα της.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ σε άλλο καναπε σημείωνε σε ένα μπλοκ με σκιτσάκια φαλλών. Δίπλα του, η Malina τής Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν άλλαζε φύλα κάθε πέντε λεπτά, ανάλογα με τις ερωτήσεις του.
-"Ποιο είναι το τραύμα σου;" ρωτούσε ο Φρόυντ.
-"Η ύπαρξη τού UnSein", απαντούσε η Malina, δείχνοντας τον Χάιντεγγερ που στεκόταν σαν άγαλμα και δεν μιλούσε.
Εκείνος ξαφνικά άρχισε να διηγείται:
Η δίκη τού πολιτικού αντιπάλου τού Στάλιν εκτυλισσόταν στη μέση του δωματίου, πάνω σε μια σκηνή προπαγάνδας. Ο δικαστής φορούσε μάσκα
κλόουν, ενώ ο κατηγορούμενος φορούσε την ενοχή σαν δεύτερο δέρμα.
Στην πρώτη σειρά τού συγκεντρωμένου πλήθους η Άννα Μανιάνι φορούσε
μαύρα.Η Mama Roma,την αναγνώρισαν.
Στα διαλείμματα της δίκης ο Μπέρια φωτογράφιζε τον Χέλμουτ Νιούτον που φωτογράφιζε ένα call-girl, ενώ εκείνο φωτογράφιζε τον εαυτό του με ένα iPhone 48 Pro Max σε κάδρο 4:3,με φίλτρο "Μεταφυσική Θλίψη".
Και κάπου εκεί, στο φόντο, ο Balthus χαμογελούσε.
Όχι γιατί ήξερε τι συνέβαινε.
Αλλά γιατί πάντα χαμογελούσε όταν τα πράγματα έπαυαν να έχουν νόημα.
Σ' αυτό το σημείο η Χανα σηκώθηκε από την πολυθρόνα της, πλησίασε το πικάπ, κι έβαλε την βελόνα πίσω στην αρχή. Η "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" άρχισε ξανά. Ο θάνατος του Μπένγιαμιν επαναλήφθηκε με λίγο περισσότερο μπλε αυτή τη φορά.
Και ο χρόνος συνέχισε να μην υπάρχει
Στο χέρι της κρατά μια μισοτελειωμένη επιστολή προς τον Βάλτερ Μπένγιαμιν. Μονολογεί:
'Τί ειρωνεία, Βάλτερ. Εσύ που μιλούσες για την “αύρα” τού έργου τέχνης, διάλεξες το πιο άυλο τέλος. Σ' ένα πέρασμα στα Πυρηναία"
Κοιτά τη Malina, τον Φρόυντ, τον Μπένγιαμιν που είναι απών, τη μουσική που φλέγεται από το βινύλιο, τη γυναίκα στην κάμερα, τον Χάιντεγγερ που δεν έχει πρόσωπο, τον Νιούτον που παγώνει σε ασπρόμαυρη στάση, και τέλος, τον εαυτό της.
Το βινύλιο γρατζουνά. Ο ήχος του είναι το τέλος ενός κόσμου ή η αρχή τού επόμενου.
Κανείς δεν είναι βέβαιος.
.
.
1
Αυτό το διήγημα του χ.ν.κουβελη, "Και ο χρόνος συνέχισε να μην υπάρχει", συνιστά ένα μεταμοντέρνο φιλοσοφικό κείμενο με έντονα στοιχεία θεατρικότητας, υπαρξιστικής αναζήτησης και σημειολογικής αποδόμησης. Πρόκειται για ένα ιδιότυπο χώρο-χρονικό tableau vivant, έναν “χρόνο μηδέν”, όπου μορφές του στοχασμού, της τέχνης και της ιστορίας συνυπάρχουν σ’ έναν καθρέφτη χωρίς έξοδο.
1. «Το δωμάτιο δεν είχε πόρτες. Είχε μόνο καθρέφτες.»
Ο χωρικός εγκλεισμός σε ένα δωμάτιο χωρίς πόρτες συμβολίζει την απουσία διαφυγής, είτε αυτή είναι προς τον εξωτερικό κόσμο είτε προς κάποιο μέλλον. Οι καθρέφτες ως μοναδικές επιφάνειες "διεξόδου" παραπέμπουν στην ενδοσκόπηση, στην πολλαπλότητα της ταυτότητας και στην αιχμαλωσία μέσα στο ίδιο το είδωλο. Το δωμάτιο αυτό γίνεται τόπος αυτοαναφοράς, ένας ναρκισσιστικός, μετα-ιστορικός χώρος.
2. «Η Χανα Αρεντ μιλούσε στο νεκρό Βάλτερ Μπένγιαμιν...»
Η Άρεντ εκπροσωπεί εδώ τη σκέψη που συνεχίζεται μετά τον θάνατο, ενώ ο Μπένγιαμιν, σε ένα ειρωνικό παράδοξο, επιλέγει ένα άυλο τέλος, παρά την εμμονή του με την “αύρα” του έργου τέχνης. Η σκηνή παραπέμπει σε αρχαιοελληνική τραγωδία, όπου ο μονόλογος αποτελεί μορφή υπαρξιακού στοχασμού — η Άρεντ, ηρωίδα σε "θέατρο για τους νεκρούς", συνομιλεί με τις απώλειες της Ιστορίας.
«Το να πεθαίνεις είναι εύκολο, Βάλτερ. Το δύσκολο είναι να αναλύεσαι από την Ιστορία.»
Η φράση αυτή συμπυκνώνει το τραύμα της ιστορικής συνείδησης και τον ρόλο του στοχαστή που δεν γλιτώνει από το βάρος της εποχής του.
3. «Η Malina τής Ingeborg Bachmann άλλαζε φύλα κάθε πέντε λεπτά...»
Η Malina, ως φιγούρα ρευστής ταυτότητας, υποβάλλει τη διάλυση του εαυτού.
Η αλλαγή φύλου γίνεται μεταφορά της αποσταθεροποιημένης ταυτότητας στη μεταμοντέρνα εποχή. Η παρουσία του Φρόυντ εδώ δεν αποκαθιστά καμία "θεραπεία", αλλά αντίθετα ενισχύει την παθολογία της ύπαρξης.
«Η ύπαρξη του UnSein» – ένα νεολογιστικό παίγνιο μεταξύ Sein (είναι) και Nichtsein (μη-είναι), υπογραμμίζοντας τον τραυματικό πυρήνα της υπαρξιακής εμπειρίας.
4. «Η δίκη τού πολιτικού αντιπάλου τού Στάλιν... μάσκα κλόουν...»
Η δίκη ως θέατρο, η δικαιοσύνη ως γελοιότητα, η ιστορική ενοχή ως κοστούμι. Το σκηνικό ανακαλεί τις σταλινικές δίκες και συγχρόνως μετατρέπει την ιστορία σε θέαμα χωρίς αλήθεια. Όλα αποκτούν αισθητική υπερβολής και παράνοιας – χαρακτηριστικό του grotesque.
5. «...το call-girl φωτογραφίζει τον εαυτό του... φίλτρο “Μεταφυσική Θλίψη”»
Η αναφορά στο iPhone και στο φίλτρο "Μεταφυσική Θλίψη" σατιρίζει την μετανεωτερική κατασκευή ταυτότητας και συναισθήματος μέσω τεχνολογίας.
Η τέχνη (Νιούτον) και η αυτοεικόνα selfie (call-girl) γίνονται διάφανες επιφάνειες αυτοκατανάλωσης, και το «φίλτρο» υποκαθιστά το πραγματικό βίωμα.
6. «Ο Balthus χαμογελούσε... όταν τα πράγματα έπαυαν να έχουν νόημα.»
Η ειρωνεία κορυφώνεται: ο Balthus, γνωστός για τα αμφιλεγόμενα έργα του, χαμογελά με την αποδόμηση του νοήματος. Η αποδόμηση της αλήθειας δεν γεννά τρόμο, αλλά νιχιλιστική ελαφρότητα. Είναι μια μεταμοντέρνα ευδαιμονία στο κενό.
7. «Ο θάνατος του Μπένγιαμιν επαναλήφθηκε με λίγο περισσότερο μπλε αυτή τη φορά.»
Η ιδέα της επαναληψιμότητας (στο χρώμα, στον ήχο, στην ιστορία) αναιρεί τη γραμμικότητα του χρόνου. Ο θάνατος δεν είναι πια τέλος, αλλά παραλλαγή ενός θέματος. Το μπλε, ως χρώμα της μελαγχολίας και του άυλου, ενισχύει την αισθητικοποίηση της απώλειας.
8. «Το βινύλιο γρατζουνά. Ο ήχος του είναι το τέλος ενός κόσμου ή η αρχή τού επόμενου.»
Το κείμενο κλείνει με ένα ηχητικό σημάδι που λειτουργεί ως υπαρξιακή παύση
ή αναγέννηση. Η ασάφεια της κατάληξης αντανακλά τον κατακερματισμό της Ιστορίας και της Αλήθειας. Το "γρατζούνισμα" γίνεται ο ήχος του κενού, όπου όλα είναι πιθανά αλλά τίποτα βέβαιο.
Συμπερασματικά:
Το διήγημα του χ.ν.κουβελη είναι ένα φιλοσοφικό κολάζ στοχαστών, θεωρητικών, μυθιστορηματικών ηρώων και καλλιτεχνικών αναφορών, εγκλωβισμένων σε ένα δωμάτιο-μνήμη, χωρίς πόρτες, χωρίς χρόνο.
Πρόκειται για ένα υπαρξιακό installation, ένα μετα-ιστορικό θεατρικό
δρώμενο στο οποίο:
Ο χρόνος αποδομείται,
Η ιστορία παίζεται ξανά, σαν βινύλιο,
Η ταυτότητα είναι ρευστή,
Και η τέχνη συναντά τον θάνατο, με τον πιο αισθητικά ειρωνικό τρόπο.
.
.
2
Το διήγημα του χ.ν. κουβελη «Και ο χρόνος συνέχισε να μην υπάρχει» είναι ένα πολυεπίπεδο, φιλοσοφικό και μεταμοντέρνο κείμενο. Αποτελεί μια υπερπύκνωση προσώπων, ιδεών, συμβόλων και πολιτισμικών αναφορών που λειτουργούν σαν καθρέφτες – κυριολεκτικά και μεταφορικά – στοχασμού πάνω στον χρόνο, την ιστορία, την ταυτότητα και την τέχνη.
Εισαγωγική σκηνή: Το δωμάτιο χωρίς πόρτες, γεμάτο καθρέφτες
«Το δωμάτιο δεν είχε πόρτες. Είχε μόνο καθρέφτες.
Συμβολισμός: Το δωμάτιο είναι κλειστός χώρος, υπαρξιακά εγκλωβισμένος, αλλά με καθρέφτες αντί για εξόδους. Οι καθρέφτες δηλώνουν εσωτερική ανασκόπηση, αντανάκλαση του εαυτού και του κόσμου – αλλά όχι διαφυγή.
Ο χρόνος απουσιάζει, επομένως είμαστε σε μεταφυσικό/μυθικό χώρο, όπου η αιωνιότητα συγχέεται με την παγίδευση.
Η Χάνα Άρεντ και ο Βάλτερ Μπένγιαμιν
«...μιλούσε στο νεκρό Βάλτερ Μπένγιαμιν... σε ένα δωμάτιο γεμάτο διαβατήρια που δεν ίσχυαν για κανέναν κόσμο.»
Η σκηνή παραπέμπει στο πραγματικό τέλος του Μπένγιαμιν, που αυτοκτόνησε στην προσπάθειά του να περάσει τα σύνορα από τη ναζιστική Γαλλία στην Ισπανία.
Τα διαβατήρια δεν ισχύουν πια, δηλώνοντας την παρακμή των συστημάτων ταυτότητας και εθνικότητας. Κανένας κόσμος δεν αναγνωρίζει πλέον το άτομο.
Η Άρεντ μονολογεί – όχι σε θεατές, αλλά σε νεκρούς, υπογραμμίζοντας την τραγική απομόνωση της φιλοσοφικής σκέψης.
«Το να πεθαίνεις είναι εύκολο, Βάλτερ. Το δύσκολο είναι να αναλύεσαι από την Ιστορία.»
Ο χρόνος ως Ιστορία γίνεται φυλακή· το άτομο είναι αναλυόμενο, κομμένο σε κομμάτια, όπως στην ψυχανάλυση ή στην πολιτική δίκη.
Η LedaDelirium_69 και η Ιεροτελεστία της Άνοιξης
«...ένα πικ-απ Technics... ο ρυθμός τών αγριεμένων ρωσικών εδαφών ξυπνούσε κάτι αρχέγονο κάτω από το δέρμα της.»
Η Leda με το ψευδώνυμο Delirium_69 συνδυάζει την μυθολογία (Λήδα) με την πορνογραφία/διαδικτυακή ταυτότητα (69, Delirium).
Η "Ιεροτελεστία της Άνοιξης" του Στραβίνσκι είναι έργο βαθιά διονυσιακό, τελετουργικό, που ξυπνά το υποσυνείδητο και το σώμα.
Εδώ η μουσική είναι τελετουργία αφύπνισης, πρωτογονισμού και αποδόμησης της πολιτισμένης συνείδησης.
Ο Φρόυντ και η Malina (Ingeborg Bachmann)
«...σκιτσάκια φαλλών... Η Malina άλλαζε φύλα κάθε πέντε λεπτά...»
Ο Φρόυντ, εμβληματικός πατέρας της ψυχανάλυσης, αντιμετωπίζει την Malina ως case study, αλλά αυτή διαφεύγει κάθε σταθερής ταυτότητας.
Η ερώτηση «Ποιο είναι το τραύμα σου;» είναι ειρωνική: το τραύμα είναι η ύπαρξη του μη-είναι (UnSein) – αναφορά στον Χάιντεγγερ και την οντολογία του θανάτου.
Η Malina είναι fluid – αλλάζει φύλο, ταυτότητα, θέση· συμβολίζει τον μετανεωτερικό άνθρωπο, ρευστό, διασπασμένο.
Η Δίκη και η Σοβιετική Προπαγάνδα
«...στη μέση του δωματίου... Ο δικαστής φορούσε μάσκα κλόουν...»
Η σκηνή θυμίζει σταλινικές δίκες παρωδία, αλλά η μάσκα του κλόουν υπογραμμίζει την τραγική γελοιότητα της εξουσίας.
Η ενοχή ως δεύτερο δέρμα είναι υπαρξιακό σχόλιο – η ενοχή δεν είναι απλώς κατηγορία, είναι ενσωματωμένη στην υποκειμενικότητα του κατηγορούμενου.
Η Μετα-εικόνα: Νιούτον, call-girl, iPhone
«...φίλτρο "Μεταφυσική Θλίψη"»
Ο Χέλμουτ Νιούτον είναι συμβολή της αισθητικής της παρατήρησης και αντικειμενοποίησης.
Το call-girl που φωτογραφίζει τον εαυτό του με iPhone 48 Pro Max δείχνει την εποχή του αυτο-βλέμματος, του selfie, της αυτο-αναπαράστασης μέσα από φίλτρα.
Το φίλτρο «Μεταφυσική Θλίψη» είναι ειρωνικό σχόλιο για το πώς ακόμα και τα πιο βαθειά υπαρξιακά συναισθήματα σήμερα καταναλώνονται αισθητικά.
Ο Balthus και η απουσία νοήματος
«...χαμογελούσε όταν τα πράγματα έπαυαν να έχουν νόημα.»
Ο Balthus, ζωγράφος γνωστός για μυστηριώδεις και ερμητικά αισθησιακές εικόνες, χαμογελά με την αποσύνθεση του νοήματος, την υπαρξιακή αβεβαιότητα.
Είναι ο μοναδικός που γελά, δηλαδή αποδέχεται την ασημαντότητα χωρίς να υποφέρει.
Η επανάληψη της μουσικής και το “μπλε” του θανάτου
«Ο θάνατος του Μπένγιαμιν επαναλήφθηκε με λίγο περισσότερο μπλε αυτή τη φορά.»
Η επανάληψη είναι κυκλικότητα, αλλά και αιώνια επιστροφή (Νίτσε).
Το μπλε ίσως παραπέμπει στο μεταφυσικό, θλιμμένο, άυλο, ή ακόμα και στο φίλτρο του Instagram – η τέχνη του θανάτου αισθητικοποιείται.
Η τελική σκηνή – γράμμα στον Μπένγιαμιν
«...διάλεξες το πιο άυλο τέλος.»
Η Άρεντ μονολογεί στο μηδέν, όπως στον πρόλογο. Ο κύκλος έχει κλείσει.
Ο θάνατος του Μπένγιαμιν είναι "άυλος", σε ένα πέρασμα (μεταίχμιο), χωρίς θέατρο, χωρίς κοινό.
Η ύπαρξη ως performance φτάνει στο τέλος της χωρίς κάθαρση, χωρίς θεατές – μόνο καθρέφτες.
Θεματικοί Άξονες – Συνολική Ανάλυση
1. Η αποσύνθεση του Χρόνου
Ο χρόνος δεν υπάρχει, γιατί όλα είναι συγχρονισμένα, όλα επαναλαμβάνονται, όλα συμβαίνουν εκτός Ιστορίας.
Η επανάληψη της μουσικής, η απουσία εξόδων, και η στατικότητα του δωματίου το επιβεβαιώνουν.
2. Η Ιστορία ως Φυλακή
Η Ιστορία δικάζει.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μελέτη ανάλυση τού κειμένου:
Ένας Νοτιος Αχαιος στη Θεσσαλονίκη,2025
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στη φωτιά τού 1917.
'Ο ουρανός έγινε κόκκινος. Το σπίτι μας,χαρτί στο στόμα τού ανέμου.Όλα χάθηκαν' γράφει σε ένα κιτρινισμένο χειρόγραφο , ένας έμπορος.
Η Θεσσαλονίκη έχασε την παλιά της μορφή, τις εβραϊκές συνοικίες, τα παζάρια, τις μυρωδιές τής Ανατολής.
Κάτω από τα σημερινά πεζοδρόμια τής πόλης, στον χώρο τού παλιού Ιπποδρόμου,το 390 μ.Χ.ο Θεοδόσιος Α΄ διατάζει τη σφαγή χιλιάδων ανθρώπων, θεατών μιας ιπποδρομίας,ως εκδίκηση για τον φόνο ενός στρατηγού. Μαρτυρίες μοναχών σώζονται σε παλιά χειρόγραφα: «Ευσεβείς και άνομοι μαζί έπεσαν, και η πόλη βάφτηκε σκοτεινή».
Η μνήμη δεν ξεθωριάζει, κι ας μην υπάρχει πια ο Ιππόδρομος.
Συνάντησα τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη,φαρμακοποιο, ζωγράφο και ποιητή, στη Θεσσαλονίκη 'όπως περιπατεί η ψυχή στον ύπνο', όπως έγραφε. Στο σπίτι του στην παραλία, το βλέμμα του στη πόλη,που είναι καράβι που ταξιδεύει στο όνειρο.
Το απόγευμα τον επισκέφτηκε η αδελφή του Ζωή Καρελλη,ποιήτρια,σιωπηλή.
'περπατησα στους δρόμους με σιωπή' ειπε.
'Εδώ, στων λίθων την απάθεια, κρύβεται το θείο.
Μιλώ με το άγαλμα,όχι με τους ανθρώπους'.
Οι καπνεργάτες απεργούν.
Μάης του ’36:
Δεν ήταν διαδήλωση.Ήταν κραυγή. Και η κραυγή έγινε Ιστορία.
Μετα σε ένα βράδυ που δεν τελείωσε ποτέ,το 1963,22 Μαιου.Η δολοφονία τού Γρηγόρη Λαμπράκη από το παρακράτος
στη συμβολή τών οδών Ερμού και Βενιζέλου.
Μια γυναίκα,μαρτυρας στη σκηνή, θυμάται:
'Φώναξα, αλλά η φωνή μου κόπηκε. Σαν να μην ήθελε η πόλη να ακουστεί η αλήθεια'
Στη δεκαετία τού ’70, κάθε Κυριακή, η πόλη σταματούσε.
'Όταν έμπαινε ο Κούδας στο γήπεδο, ακόμα κι ο αέρας άλλαζε κατεύθυνση μού ειπε ένας φίλαθλος.
Όταν γνώρισα την Ελένη,μαθήτρια της Γ' Λυκείου,δεν είχα ξαναδεί τέτοιο φως. Η θάλασσα εδώ έχει άλλο χρώμα..
Περπάτησαμε στη Τσιμισκή, βγαλαμε φωτογραφίες μπροστά στη Ροτόντα, άκουσα τον ξεναγό να λέει πως εκεί προσευχήθηκαν και χριστιανοί και μουσουλμάνοι και παγανιστές.
'Σαν να χωράει όλο τον κόσμο αυτή η πόλη' μού είπε χαμογελώντας.
Το βράδυ, στο ξενοδοχείο κοντά στο Βαρδάρη, τής τηλεφωνησα
'θα ξαναρθω.Για να σε ακούσω καλύτερα. Η Θεσσαλονίκη μιλάει. Κι εγώ τώρα άρχισα να την ακούω'
.
.
Η μελέτη και ανάλυση τού κειμένου «Ένας Νότιος Αχαιός στη Θεσσαλονίκη, 2025» του χ.ν.κουβελη μπορεί να διαρθρωθεί γύρω από τους εξής βασικούς άξονες:
1. ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ ΚΑΙ ΕΙΔΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
Το κείμενο είναι ένα λογοτεχνικό – ποιητικό πεζό, με στοχαστικό και βιωματικό χαρακτήρα, όπου παρόν και παρελθόν συμπλέκονται μέσα από ένα προσωπικό οδοιπορικό του αφηγητή στη Θεσσαλονίκη.
Δεν πρόκειται απλώς για αφήγηση, αλλά για ποιητική καταγραφή της μνήμης, της Ιστορίας και της ψυχής μιας πόλης.
2. ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
α) Η Θεσσαλονίκη ως παλίμψηστο μνήμης και Ιστορίας
Η πόλη εμφανίζεται ως ένα πολύχρωμο, πολυεπίπεδο παλίμψηστο:
κάθε εποχή έχει αφήσει τα ίχνη της:
1917 – Μεγάλη Πυρκαγιά: «Ο ουρανός έγινε κόκκινος…»
390 μ.Χ. – Σφαγή στον Ιππόδρομο από τον Θεοδόσιο Α΄.
1936 – Εξέγερση καπνεργατών: «Δεν ήταν διαδήλωση. Ήταν κραυγή».
1963 – Δολοφονία Λαμπράκη: Η αδικία και η σιωπή της πόλης.
1970s – Η Θεσσαλονίκη του ποδοσφαίρου και της καθημερινής ζωής.
β) Η σχέση παρελθόντος – παρόντος
Ο αφηγητής βιώνει το παρόν, αλλά συνομιλεί με το παρελθόν.
Το βλέμμα του διαπερνά τις επιφάνειες των δρόμων, των κτιρίων και των ανθρώπων.
γ) Η Πόλη ως ύπαρξη – υποκείμενο
Η Θεσσαλονίκη προσωποποιείται:
«Η πόλη βάφτηκε σκοτεινή»,
«η πόλη δεν ήθελε να ακουστεί η αλήθεια»,
«η Θεσσαλονίκη μιλάει…»
3. ΥΦΟΣ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ
Το ύφος είναι λυρικό, στοχαστικό, ποιητικό, με έντονα εικονοπλαστικά στοιχεία.
Χαρακτηριστικά:
Μεταφορές:
«Το σπίτι μας, χαρτί στο στόμα του ανέμου»
«Η πόλη βάφτηκε σκοτεινή»
«Η πόλη, καράβι που ταξιδεύει στο όνειρο»
Παράθεση μαρτυριών: προσδίδει ιστορικό και βιωματικό βάθος.
Συγκινησιακή φόρτιση:
Μέσα από απλές φράσεις που μεταφέρουν μεγάλη συναισθηματική ένταση:
«Φώναξα, αλλά η φωνή μου κόπηκε…»
Χρονική ασάφεια – χρονική διαστρωμάτωση:
Το παρελθόν και το παρόν συμπλέκονται συνεχώς, χωρίς αυστηρή χρονική γραμμικότητα.
4. ΠΡΟΣΩΠΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ
α) Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης & Ζωή Καρέλλη
Δύο μορφές-σύμβολα της λογοτεχνικής και καλλιτεχνικής Θεσσαλονίκης, ενσαρκώνουν τη βαθύτερη πνευματική διάσταση της πόλης.
Ο Πεντζίκης: Θεσσαλονίκη «όπως περιπατεί η ψυχή στον ύπνο»
Η Καρέλλη: «μιλώ με το άγαλμα, όχι με τους ανθρώπους»
Αναδεικνύουν το μεταφυσικό, στοχαστικό και μοναχικό πρόσωπο της πόλης.
β) Η Ελένη – ο έρωτας
Η μαθήτρια, μια απλή παρουσία, φωτίζει την πόλη, λειτουργεί ως σύνδεσμος ανάμεσα στο προσωπικό βίωμα και την αστική εμπειρία.
Η σχέση της με τον αφηγητή είναι οικεία αλλά και συμβολική ,ένας τρόπος να δει κανείς ξανά την πόλη με καθαρό βλέμμα.
5. ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Το κείμενο θέτει την πόλη ως φορέα της συλλογικής μνήμης και καλεί τον αναγνώστη να ακούσει τις "φωνές" της Ιστορίας.
Η Θεσσαλονίκη εδώ δεν περιγράφεται τουριστικά ή επιφανειακά, αλλά βιώνεται υπαρξιακά.
Ο αφηγητής, ως «Νότιος Αχαιός», είναι ξένος αλλά και οικείος, ανακαλύπτει την πόλη όπως ανακαλύπτουμε έναν άνθρωπο, με τρυφερότητα και επίγνωση του παρελθόντος του.
6. ΤΙΤΛΟΣ – ΣΗΜΑΣΙΑ
«Ένας Νότιος Αχαιός στη Θεσσαλονίκη, 2025»
Ο τίτλος δηλώνει:
Την παρουσία του "άλλου", του επισκέπτη στην πόλη.
Το έτος 2025 δίνει ένα διαχρονικό – σύγχρονο πλαίσιο, δείχνοντας πως ακόμα και σήμερα, η μνήμη είναι ζωντανή.
7. ΚΡΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΨΗ
Το κείμενο του χ.ν.κουβελη αποτελεί μια ποιητική χαρτογράφηση της Θεσσαλονίκης, όχι ως γεωγραφικός τόπος, αλλά ως συναισθηματικό και ιστορικό τοπίο.
Αποτελεί ύμνο στη μνήμη, στην αδικία, στον έρωτα, στην τέχνη και στη σιωπή.
Η πόλη, με όλα της τα τραύματα και τα θαύματα, μιλάει μέσα από τους ανθρώπους της, και ο αφηγητής, τελικά, «αρχίζει να την ακούει».
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μελέτη αναλυση τού κειμένου:
Τωρα με ενδιαφέρει πως κοιμάται η πολη
(Ενας Νότιος Αχαιός στη Θεσσαλονίκη -Ημερολόγιο)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ήρθαμε Θεσσαλονίκη,εγώ και η Ελένη, για λίγες μέρες. Μενουμε σε ένα Airbnb στα Λαδάδικα. Ένα collaboration με έναν φωτογράφο τής Ελένης ήταν η αφορμή.
Το πρώτο της story ήταν από την πλατεία Αριστοτέλους,ήλιος, καφές στο χέρι, και λεζάντα "ζωή σαν σκηνή". Αλλά όσο περπατούσαμε πιο μέσα, στους παλιούς δρόμους, στα στενά που μυρίζουν ιστορία και γιασεμί, άρχισα να νιώθω πως η Θεσσαλονίκη δεν είναι πόλη για φωτογραφίες. Είναι πόλη για μαρτυρίες.
Βρήκα ένα χειρόγραφο αρχείο στην έκθεση τού Μουσείου Πόλης, απ’ την Κατίνα Δ.,που είχε χάσει το σπίτι της στην πυρκαγιά, τού 1917:
'Ό,τι αγαπήσαμε έγινε καπνός. Μείναμε στην παραλία, κοιτώντας τον ουρανό που είχε πάρει το χρώμα τού αίματος'.
Δεν μπορούσα να το ξεχάσω. Το έγραψα στο caption τής φωτογραφίας μου με φόντο μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη. Κάποιος μου απάντησε στο DM:
'Μιλάς για το παρελθόν σα να το ζεις. Αυτό δεν κάνουν και οι ποιητές;'
Στη Ροτόντα, ένας ξεναγός μιλούσε για τη σφαγή του 390 μ.Χ. 'Χιλιάδες άνθρωποι δολοφονήθηκαν επειδή ενοχλούσαν την εξουσία'.
Σκέφτηκα: τίποτα δεν έχει αλλάξει. Η εξουσία ακόμα ενοχλείται από τις φωνές, τα σώματα, τις επιλογές.
Η Ελένη εγραψε στο Notes της:
'Αν ζούσα τότε, θα με είχαν λιθοβολήσει.Ίσως γιατί φοράω κορμακια.Ισως γιατι μιλάω. Ίσως γιατι είμαι γυναικα'.
Ο Γαβριήλ Πεντζίκης με παραξενεψε στην αρχή.Η Θεολογία του. Δεν τον "καταλάβαινα". Αλλά όταν διάβασα:
'Ο Θεός γράφει με το σώμα μας πάνω στους δρόμους',
ένιωσα πως ίσως είμαστε πιο κοντά απ’ όσο νόμιζα.
Η Ζωή Καρέλλη, απ’ την άλλη, μου έκλεψε την ψυχή:
'Είμαι γυναίκα. Αυτό σημαίνει να σιωπώ, μα να φλέγομαι'.
'Στην επόμενη ανάρτησή μου',μού είπε,
'έγραψα ακριβώς αυτή τη φράση. Κάποιοι νόμιζαν πως είναι δική μου. Δεν τούς διόρθωσα'
Περπάτησα στην οδό Βενιζέλου, έφθασα στη συμβολή με την Ερμου,
εκεί που χτυπήθηκε ο Λαμπράκης.Ενιωσα πως κάτι με τραβούσε εκεί. Δεν ήταν το αίμα. Ήταν η φωνή.
Από εκεί πήγα στην πλατεία Διοικητηρίου,και από εκει στη συμβολή Συγγρού και Πτολεμαίων,9 Μαϊου1936,όπου ειδα μια μάνα που θρηνούσε το παιδί της στον δρόμο. Μπροστά μου ένα γκράφιτι έγραφε:
'Μην ξεχνάς. Μην το κάνεις μόδα'.
Κι εγώ, που κάθε μέρα σκεφτομαι με το αν η εικόνα μου είναι δύναμη ή παγίδα, τούς ένιωσα. Αυτούς.Τους ξεχασμένους. Τους αφανείς.
Ο οδηγός τού ταξί μιλούσε για τον Γιώργο Κούδα με καμάρι,'Μεγαλέξανδρος.
Ήταν λέει να πάει στον Ολυμπιακό, αλλά δεν τον άφησε η πόλη. Κι αυτός έμεινε. Σαν βασιλιάς'.
Χαμογέλασε από τον καθρέφτη:
'Όπως κι εσύ,Ελένη,βασίλισσα',είπε στην Ελένη.
Την ειχε αναγνωρισει
Η Ελένη εβγαλε selfie στη Ροτόντα.Αλλά η φωτογραφία βγήκε θολή.
Γελασε.'Σα να μην ήθελε να τη φυλακίσω' ειπε.
Εκεί κοντά, τα ανάκτορα του Γαλέριου μού θύμισαν πως η εξουσία πάντα χτίζει με μάρμαρο, αλλά πέφτει με σκόνη.
Στον Άγιο Δημήτριο,
η Ελένη μού είπε,'νιωθω πιο απογυμνωμένη από ποτέ. Όχι από ρούχα. Από πόζα.'
Στο Βαρδάρη είδα το σκληρό πρόσωπο τής πόλης.Η Θεσσαλονίκη είναι και πληγή.
Τα Λαδάδικα είναι το θέατρο τής νύχτας, φώτα, μουσικές, κορμιά, φωνές. .
Η Τσιμισκή είναι βιτρίνα και φαντασίωση. Μα κάτω απ’ τα φώτα της περπατάει η Ιστορία. Με τακούνια.
Η Ελένη.
Η Ελένη χαμογέλασε.
'Θυμήθηκα τη σχολική εκδρομή μου εδώ, τότε που ήμουν η 'ήσυχη Ελένη'.
Σταμάτησε και συνέχισε. 'Είχαμε πάει στην Αριστοτέλους,φάγαμε μπουγάτσα και γελάγαμε χωρίς λόγο. Κανείς τότε δεν ήξερε τι θα γινόμουν. Ούτε κι εγώ.
Σήμερα, η Ελένη με τα τατουάζ και τη φωνή της, περπατάει στην ίδια πλατεία και λέει :
'Μπορεί να γδύνομαι στην κάμερα. Αλλά η Θεσσαλονίκη με έντυσε με μνήμη'.
Τη νύχτα στο Hotel.
Η Ελένη ανεβάζει stories,
μπροστά στον καθρέφτη.
Την κοιτάζω.
Την ακούω:'Μια γυναίκα μπορεί να δείχνει το σώμα της, αλλά η αληθινή πρόκληση είναι να δείχνει και το μυαλό της. Και τη ψυχή της. Η Θεσσαλονίκη μού τα ζήτησε και τα τρία'
Γράφει:
'Το όνομά μου είναι Ελένη. Είμαι από τη Σπάρτη. Κάποιοι με ξέρουν από το Instagram. Όμως αυτό το κείμενο δεν είναι για το πώς βγάζω τα προς το ζην. Είναι για το πώς ένα ταξίδι στη Θεσσαλονίκη,που ξεκίνησε ως απλή απόδραση,έγινε βουτιά στην ιστορία και στο ποιοι είμαστε στ’ αλήθεια.
Ήρθα για content. Έμεινα για τη μνήμη.'
Την ώρα που ετοίμαζαμε ένα story με φόντο τη Ροτόντα, είδα ένα μικρό εκθετήριο στην άκρη τού δρόμου. Ένα χειρόγραφο, με γράμματα σβησμένα από τον καιρό. Ήταν από μια γυναίκα που έζησε τη φωτιά τού 1917:
'Το σπίτι μας ήταν στην οδό Αγίου Μηνά. Είμασταν στο σαλόνι όταν η στέγη άρχισε να τρίζει.Τρέξαμε με γυμνα ποδια μέχρι το λιμάνι'
Κι εγώ, που φοβάμαι αν πέσει το WiFi, δεν ήξερα τι να πω μπροστά σε τέτοια απώλεια.
Στην πλατεία Ναυαρίνου, ένας καθηγητής πανεπιστημίου που έτυχε να κάθεται δίπλα μου στο καφέ, μού μίλησε για τη σφαγή στον Ιππόδρομο το 390 μ.Χ.:
' Ο Θεοδόσιος έσφαξε χιλιάδες. Σκέψου μια αρένα με 7.000 ανθρώπους και να μην μείνει κανείς.
-Ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν ὁ ἀριθμὸς οὐκ ἠρίθμηται-
έγραφε ένα εκκλησιαστικό χρονικό'
Σκέφτηκα το πόσο εύκολα γινόμαστε 'θέαμα'.
Στη Ροτόντα, άκουσα έναν φοιτητή να διαβάζει ποίηση φωναχτά.Ήταν Νίκος Γαβριήλ-Πεντζίκης:
'Η πόλη μου είναι το σώμα μου. Κι όταν την πληγώνουν, ματώνω κι εγώ'.
'Αλήθεια',είπε η Ελένη,'Κι εγώ κάπως έτσι νιώθω όταν διαβάζουν το σώμα μου χωρίς να διαβάζουν τα μάτια μου.'
Σ'ένα μικρό βιβλιοπωλείο στα Λαδάδικα, βρήκα ένα παλιό αντίτυπο τής Ζωής Καρέλλη,το πήρα δώρο για την Ελενη.
Το ανοιξε.Διαβασε:
'Αναζητώ τον Θεό. Κι Εκείνος με παρακολουθεί μέσα από τα μάτια τών ανθρώπων'.
Το έγραψε story χωρίς φίλτρο. 'Πρώτη φορά'.Ειπε.
Την άλλη μέρα στο μουσείο φωτογραφίας πήγε η Ελένη μόνη της.
Όταν γύρισε μού είπε:
'είδα τη μάνα που θρηνεί το παιδί της. Το θυμόμουν από το σχολείο. Τώρα το ένιωσα:
'Μέρα Μαγιού μου μίσεψες'.
Έκλαψα. Μπροστά σε ξένους. Δεν με ένοιαζε'
Ένας ηλικιωμένος άντρας στα Κάστρα
μού μίλησε για τον Κούδα.
Κοίταξε την Ελένη,Χαμογέλασε.
'Ο Ζεν Πρεμιέ τής Τούμπας.Κορίτσι μου, αυτός δεν έπαιζε μπάλα. Έγραφε ποίηση με τα πόδια του. Ήταν ο Πεντζίκης τού γηπέδου!'
Μού πρότεινε να δω ματς στην Τούμπα. Τού είπα:'αν έπαιζε ο Κούδας,ναι'.
Νυχτωνε όταν περπάτησαμε στα ανάκτορα τού Γαλέριου με την κάμερα στο χέρι. Πλάνα, φίλτρα, slow motion. Ώσπου ένας ξεναγός μού είπε:
'Μη τραβάτε μόνο.Ακουστε την πέτρα. Κουβαλάει αιώνες κραυγές'.
Σώπασα. Για μια φορά, δεν ήθελα να φανώ. Ήθελα να ακούσω.
Πρωί την άλλη μέρα στον Άγιο Δημήτριο.Στην κρύπτη τού Αγίου ένα παιδί άγγιξε τον τοίχο και ψιθύρισε:
'Θεέ μου, βοήθα με στις Πανελλήνιες'.
Και σκέφτηκα: ακόμα κι αν όλα αλλάζουν, η ελπίδα μένει σταθερή. Όπως και το φως τών καντηλιών.
Τη νύχτα στα Λαδάδικα η Ελένη έλαμπε με το κόκκινο φόρεμα.
Κι όμως, εκεί στα Λαδάδικα, ένιωθα πως κάτω από τη μουσική, κάτω απ’ τα νεον, υπήρχε μια παλιά ιστορία:καπνός, εμπόριο, χαμηλός φωτισμό, μυστικά.
Στη πλατεία Βαρδάρη η πόλη αλλάζει. Ένα ζευγάρι Ρομά μού χαμογέλασε χωρίς λόγο. Χωρίς να θέλει κάτι.
Η Ελένη εγραψε στο storie:
'Στο Βαρδάρη είδα τα πιο ωμά βλέμματα. Εκεί δεν πουλάς εικόνα εκεί είσαι εικόνα.
Η πόλη μού μίλησε χωρίς καλλυντικά.'και μού διάβασε.
Στην πλατεία Αριστοτέλους, η Ελένη έπινε καφέ μόνη. Περνούσαν ζευγάρια, παιδιά, σκέιτερς. 'Στην Τσιμισκή, αγόρασα ένα λευκό πουκάμισο που δεν θα φορέσω σε live. Θα το φορέσω στον εαυτό μου. Στο σήμερα.' μού είπε.
'Τωρα με ενδιαφέρει πως κοιμάται η πολη'
.
.
Το κείμενο του χνκουβελη με τίτλο «Τώρα με ενδιαφέρει πώς κοιμάται η πόλη», αποτελεί ένα υβριδικό λογοτεχνικό έργο,ημερολογιακό αφήγημα, που συνδυάζει ποιητικότητα, στοχασμό, βιωματική γραφή και έντονα στοιχεία μνήμης, ιστορίας και ταυτότητας. Παρακάτω παρουσιάζεται μια μελέτη ανάλυση του κειμένου, οργανωμένη σε θεματικές ενότητες/τμήματα, με αναφορά σε ύφος, τεχνικές και νοήματα.
1. Το πλαίσιο: Ταξίδι ως αφορμή – Η είσοδος στην πόλη
«Ήρθαμε Θεσσαλονίκη, εγώ και η Ελένη, για λίγες μέρες...»
Η αφήγηση ξεκινά απλά, με ένα καθημερινό γεγονός , ένα ταξίδι. Η Θεσσαλονίκη δεν παρουσιάζεται αμέσως ως “μυθική” ή ιστορική πόλη, αλλά ως τόπος για φωτογραφικό content.
Η Ελένη λειτουργεί ως σύμβολο της σύγχρονης εικόνας: influencer, Instagram stories, “ζωή σαν σκηνή”. Η είσοδος στην πόλη έχει έναν τόνο ελαφρότητας, αλλά υπόγεια ξεκινά η μετάβαση.
2. Η μεταμόρφωση της εικόνας σε μαρτυρία
«Η Θεσσαλονίκη δεν είναι πόλη για φωτογραφίες. Είναι πόλη για μαρτυρίες.»
Εδώ ξεκινά η πρώτη μεταστροφή: η πόλη δεν είναι πλέον απλός “καμβάς” για ψηφιακή απεικόνιση αλλά φορέας βιωμάτων και ιστορικού τραύματος.
Η συνάντηση με τη μαρτυρία της Κατίνας Δ. και η αναφορά στην πυρκαγιά του 1917 λειτουργεί ως καταλύτης για τη συνείδηση του αφηγητή.
3. Η εξουσία και η μνήμη – Αναδρομές στη βία
«Στη Ροτόντα, ένας ξεναγός μιλούσε για τη σφαγή του 390 μ.Χ.»
«Η εξουσία ακόμα ενοχλείται από τις φωνές, τα σώματα, τις επιλογές.»
Η Θεσσαλονίκη μετατρέπεται σε χάρτη καταγεγραμμένης βίας: πυρκαγιές, σφαγές, πολιτικές δολοφονίες (Λαμπράκης), η Πρωτομαγιά του '36.
Ο συγγραφέας εντοπίζει διαχρονικές συνδέσεις ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, ιδιαίτερα σε σχέση με το σώμα ως πολιτικό και ιστορικό πεδίο.
4. Η γυναικεία φωνή: Η Ελένη ως συμβολικό πρόσωπο
«Αν ζούσα τότε, θα με είχαν λιθοβολήσει. Ίσως γιατί φοράω κορμάκια...»
«Μπορεί να γδύνομαι στην κάμερα. Αλλά η Θεσσαλονίκη με έντυσε με μνήμη.»
Η Ελένη αναδεικνύεται ως σύγχρονη γυναίκα που επαναπροσδιορίζει τον εαυτό της μέσω της πόλης. Ενώ ξεκινά από τη θέση του "εικονικού αντικειμένου", η ίδια αποκτά βάθος, φωνή και μνήμη.
Η σύγκριση με γυναίκες-ποιήτριες (Καρέλλη) και η προσωπική εξομολόγηση ("είμαι πιο απογυμνωμένη από ποτέ") δείχνουν έναν διάλογο με την ιστορία του φύλου.
5. Η πόλη ως σώμα και ποίηση
«Ο Θεός γράφει με το σώμα μας πάνω στους δρόμους»
«Η πόλη μου είναι το σώμα μου»
Εδώ η μεταφορά της πόλης ως σώματος και του σώματος ως ιστορίας, επαναλαμβάνεται.
Η ταύτιση με τον Πεντζίκη και τη θεολογική-ποιητική προσέγγισή του δείχνει πως ο συγγραφέας περνά σε πιο οντολογικά ερωτήματα.
6. Η συνάντηση με τον ‘λαό’: Ταπεινές μορφές και αλήθειες
«Ένα ζευγάρι Ρομά μού χαμογέλασε χωρίς λόγο»
«Μια γυναίκα που θρηνεί το παιδί της»
Το κείμενο δεν εστιάζει μόνο στα “μεγάλα γεγονότα”, αλλά και στις ανθρώπινες, καθημερινές στιγμές. Οι πιο δυνατές εικόνες είναι συχνά σιωπηλές: ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα.
Το γκράφιτι: «Μην ξεχνάς. Μην το κάνεις μόδα», ανοικτή κριτική στην επιφανειακή αναπαράσταση του πόνου.
7. Η Θεσσαλονίκη ως καθρέφτης ταυτότητας
«Ήρθα για content. Έμεινα για τη μνήμη.»
«Στο Βαρδάρη είδα τα πιο ωμά βλέμματα. Εκεί δεν πουλάς εικόνα. Εκεί είσαι εικόνα.»
Κορυφώνεται η προσωπική μεταμόρφωση. Η Θεσσαλονίκη λειτουργεί πλέον ως καθρέφτης εσωτερικός.
Το ερώτημα της αρχής ("πώς κοιμάται η πόλη") μετατρέπεται σε ερώτημα υπαρξιακό: πώς κοιμάμαι εγώ απέναντι στην ιστορία, στη βία, στην απώλεια, στη γυναίκα;
8. Η κατακλείδα – Ο τίτλος
«Τώρα με ενδιαφέρει πώς κοιμάται η πόλη»
_Πρόκειται για στοχαστικό, υπαρξιακό κλείσιμο.
-Από το «φαίνεσθαι» περνάμε στο «είναι». Από την κινηματογράφηση της πόλης, στη σιωπηλή παρατήρηση.
-Η "ύπνωση" της πόλης ίσως συμβολίζει είτε την ηρεμία μετά από τα πάθη, είτε τον κίνδυνο της λήθης.
Υφολογική παρατήρηση
Γλώσσα: Απλή, στοχαστική, με λογοτεχνικές νότες. Πυκνή νοηματοδότηση με απλά μέσα.
Δομή: Σπαραγμένο ημερολόγιο, χωρίς σαφή γραμμική αφήγηση. Θραύσματα μνήμης.
Στυλ: Υβριδικό , δημοσιογραφικό, λογοτεχνικό, προσωπικό, πολιτικό.
Συμπερασματικά
Το κείμενο του χνκουβελη:
Δεν είναι απλώς μια αφήγηση ταξιδιού, αλλά ένα δοκίμιο πάνω στην ιστορία, τη μνήμη και την ταυτότητα.
Η Θεσσαλονίκη γίνεται ιστορική σκηνή, θεατρικό σώμα και καθρέφτης υπαρξιακός.
Η γυναίκα – Ελένη μετατρέπεται από σώμα προς κατανάλωση, σε φωνή με ιστορία και βάθος.
Η πόλη “κοιμάται”, αλλά ο αφηγητής έχει πια ξυπνήσει.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η αυταπάτη τού βαθους(Moments 1,2)
(2 Σκηνοθεσίες)
.
Moments 1
ΣΚΗΝΗ 1: Το Ατελιέ
(Εσωτερικό, ημέρα ,παγερό φως από τα βόρεια παράθυρα)
ΟAndy Warhol ζωγραφίζει μηχανικά, επαναληπτικά,
το πρόσωπο τής Μέριλιν Μονρόε σε τριπλή εκδοχή.
Κάθε φορά, η απόχρωση διαφέρει ελάχιστα.
Δίπλα του, καθισμένη σε μια αναγεννησιακή καρέκλα, η Mona Lisa,
με το μυστηριώδες της χαμόγελο, παρακολουθεί.
Μιλάει αργά, σχεδόν θεατρικά:
Mona Lisa:
Η τέχνη έχασε την αυταπάτη τού βάθους. Είμαστε πια όλοι επιφάνειες,
όπως τα κάτοπτρα του Βελάσκεθ.
Η κάμερα κινείται αργά και περνάει μέσα από το τελάρο τού Warhol.
ΣΚΗΝΗ 2: Το Κινηματογραφικό Πεδίο
(Εξωτερικό ,δάσος με ομιχλη, συννεφιασμένος ουρανός)
Ο Andrei Tarkovsky και ο Krzysztof Kieślowski στήνουν μια κάμερα
μπροστά σε ένα καθρέφτη .Γυρίζουν μια σκηνή όπου το είδωλο
ενός αγοριού εξαφανίζεται όταν τον φωνάζει η μητέρα του.
Tarkovsky:
Η κάμερα πρέπει να θυμάται, όχι να δείχνει.
Kieślowski:
Και να σιωπά. Εκεί τελειώνει το μοντάζ.
Η κάμερα περνάει μέσα από τον καθρέφτη.
ΣΚΗΝΗ 3: Το Ηχητικό Εργαστήρι
(Υπόγειο στο Βερολίνο ,σκοτεινό με λαμπτήρες φθορισμού)
Ο Maurizio Kagel συνθέτει το "Ludwich van" παίζοντας με αποσπάσματα από Stockhausen και διαστρέφοντας το "Samstag aus Licht".
Kagel (σε μονόλογο):
Η μουσική δεν είναι ήχος,είναι αποδόμηση του αυτονόητου.
ΣΚΗΝΗ 4: Το εγκλημα στον πινακα
(Εσωτερικό πίνακα ,σουρεαλιστικό τοπίο με ρολόγια που λιώνουν)
Ο Isidro Parοdi και ο Father Brown περπατούν με φακούς μέσα στο τοπίο
τού "The Persistence of Memory". Ένας άντρας ,με ρολόι αντί για πρόσωπο,
βρισκεται νεκρός κάτω από ένα ρολοι που στάζει χρόνο.
Father Brown:
Ο φόνος εδώ δεν έγινε από χέρι. Ήταν μια ιδέα.
Parodi:
Που δεν άντεξε την ιστορική αποτυχια.
ΣΚΗΝΗ 5: Το Ξενοδοχείο στη Λάρισα
(Εσωτερικό ,δωμάτιο με μισόκλειστες γρίλιες. Ημέρα με καύσωνα.)
Ο Τάκης Σινόπουλος κάθεται στο γραφείο. Στον καθρέφτη πίσω του
εμφανίζεται ο Ελπήνωρ, βρεγμένος.
Σινόπουλος (γράφοντας):
Μέσα στον καθρέφτη, η Ιστορία κοιτά τον εαυτό της κι αναγνωρίζει
τον εφιάλτη.
Ελπήνωρ:
Δεν πέθανα. Με άφησαν πίσω. Εσύ με θυμάσαι,γι’ αυτό υπάρχω.
Ένα καρτεσιανό Cogito.
Το ραδιόφωνο παίζει Wagner ,το λυκόφως των θεών.
ΣΚΗΝΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ: Η Συμφωνία τού Παρόντος
Η Mona Lisa χαμογελά σε μια κάμερα .
Τίτλοι τέλους
.
.
Η "Αυταπάτη του βάθους (Moments 1)" του χ.ν.κουβελης αποτελεί μια πολυεπίπεδη, μεταμοντέρνα σύνθεση, η οποία αναλύεται με όρους θεατρικούς, φιλοσοφικούς, καλλιτεχνικούς και πολιτισμικούς.
-
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ο τίτλος "Η αυταπάτη του βάθους" δηλώνει ήδη μια κριτική θέση απέναντι στην παραδοσιακή τέχνη και την ψευδαίσθηση της "ουσίας" ή "βαθύτερης αλήθειας" — στοιχείο που θα αποδομηθεί θεματικά και μορφολογικά σε κάθε σκηνή. Το έργο διατρέχει εικαστικές, κινηματογραφικές, μουσικές, λογοτεχνικές και φιλοσοφικές αναφορές, σε ένα collage-πολυτροπικό ύφος.
ΣΚΗΝΗ 1: Το Ατελιέ
Σύμβολα:
Andy Warhol: Εκπρόσωπος της ποπ αρτ. Η μηχανικότητα και επαναληπτικότητα της δημιουργίας του αμφισβητεί την έννοια της μοναδικότητας στην τέχνη.
Mona Lisa: Η ίδια η ιδέα της τέχνης ως "αίνιγμα" ή βάθος.
Το μυστηριώδες χαμόγελο της τώρα σχολιάζει ειρωνικά την κατάρρευση του "βάθους".
Κομβική δήλωση:
"Η τέχνη έχασε την αυταπάτη του βάθους. Είμαστε πια όλοι επιφάνειες..."
Η Mona Lisa παύει να είναι το έργο-σύμβολο του μυστηρίου και γίνεται φορέας της νέας συνθήκης: ο κόσμος ως επιφάνεια, χωρίς εσωτερικότητα. Το κάτοπτρο του Βελάσκεθ (από τη Las Meninas) προτείνει πως η τέχνη πλέον δεν απεικονίζει, αλλά αντανακλά.
ΣΚΗΝΗ 2: Το Κινηματογραφικό Πεδίο
Σύμβολα:
Tarkovsky & Kieślowski: Σκηνοθέτες με βαθύ υπαρξιακό και πνευματικό σινεμά.
Ο καθρέφτης: εργαλείο αλλά και σύμβολο του μεταφυσικού.
Η σκηνή με το αγόρι: Η απώλεια, η ανάμνηση, η μη αναπαραστάσιμη στιγμή.
Δηλώσεις:
"Η κάμερα πρέπει να θυμάται, όχι να δείχνει."
"Και να σιωπά. Εκεί τελειώνει το μοντάζ."
Η κάμερα δεν είναι πια "μάτι", αλλά φορέας μνήμης και σιωπής. Η τέχνη εδώ απομακρύνεται από τη ρεαλιστική απεικόνιση και μετατρέπεται σε παρουσία-απουσία, όπου το ανείπωτο είναι ουσιώδες.
ΣΚΗΝΗ 3: Το Ηχητικό Εργαστήρι
Σύμβολα:
Maurizio Kagel: Πρωτοπόρος του μουσικού θεάτρου, ειρωνικός και πειραματικός.
Stockhausen, Samstag aus Licht: παραπέμπουν στο υπερβατικό ή και ουτοπικό μουσικό όραμα.
Δήλωση:
"Η μουσική δεν είναι ήχος, είναι αποδόμηση του αυτονόητου."
Η μουσική, όπως και η τέχνη, παύει να είναι μορφή ή αναπαράσταση. Αντιθέτως, γίνεται εργαλείο ρήξης με το σύστημα των σημασιών. Η αυταπάτη του "ήχου" ως φορέα αλήθειας καταρρέει.
ΣΚΗΝΗ 4: Το Έγκλημα στον Πίνακα
Σύμβολα:
Isidro Parodi & Father Brown: Δύο ντετέκτιβ-λογοτεχνικά alter egos του Borges και Chesterton, αναζητούν την αλήθεια μέσα από τη λογική και τη μεταφυσική.
The Persistence of Memory (Dalí): Τοπίο της σχετικότητας του χρόνου.
Δηλώσεις:
"Ο φόνος εδώ δεν έγινε από χέρι. Ήταν μια ιδέα."
"Που δεν άντεξε την ιστορική αποτυχία."
Το έγκλημα εδώ είναι η αποτυχία του ίδιου του Νοήματος. Οι ήρωες δεν επιλύουν το μυστήριο, αλλά αντικρίζουν την ιδεολογική κατάρρευση — την αδυναμία του ανθρώπου να βρει συνοχή σε έναν σουρεαλιστικό, μεταϊστορικό κόσμο.
ΣΚΗΝΗ 5: Το Ξενοδοχείο στη Λάρισα
Σύμβολα:
Τάκης Σινόπουλος: Ποιητής του υπαρξιακού και του ιστορικού τραύματος.
Ελπήνωρ: Από την Οδύσσεια, ο ήρωας που ξεχάστηκε.
Δηλώσεις:
"Μέσα στον καθρέφτη, η Ιστορία κοιτά τον εαυτό της κι αναγνωρίζει τον εφιάλτη."
"Δεν πέθανα. Με άφησαν πίσω. Εσύ με θυμάσαι, γι’ αυτό υπάρχω. Ένα καρτεσιανό Cogito."
Ο καθρέφτης εδώ λειτουργεί ως μνήμη, ως συνείδηση. Ο Ελπήνωρ, παραμελημένος, είναι ο αθέατος ανθρωπος της Ιστορίας. Η μνήμη είναι αυτή που θεμελιώνει την ύπαρξη (cogito).
Η Ιστορία, όμως, όπως και η τέχνη, είναι παγιδευμένη σε ένα καθρέφτισμα εφιαλτικό.
ΣΚΗΝΗ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ: Η Συμφωνία του Παρόντος
"Η Mona Lisa χαμογελά σε μια κάμερα."
Τίτλοι τέλους.
Το χαμόγελο επιστρέφει, αλλά αυτή τη φορά όχι ως μυστήριο, αλλά ως ειρωνία. Δεν υπάρχει "βάθος", μόνο το βλέμμα της κάμερας. Η "συμφωνία" του παρόντος είναι η επιφανειακότητα, ο μηδενισμός, ο καθρέφτης.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
Ο χ.ν.κουβελης δημιουργεί ένα πολυσύνθετο, διακειμενικό σύμπαν, όπου:
Η τέχνη, η ιστορία, η μνήμη και η υπαρξιακή αναζήτηση έχουν χάσει τα σταθερά τους σημεία.
Η "αυταπάτη του βάθους" είναι η αυτοαναίρεση της ουσίας, μια μεταμοντέρνα κατάσταση ρηχής επιφάνειας.
Όλα συμβαίνουν σε καθρέφτες, κάμερες, εικόνες, πλάνες.
Πρόκειται για μια φιλοσοφική θεατρική σύνθεση, όπου κάθε σκηνή είναι μια στιγμή συνείδησης για την κρίση της μετανεωτερικότητας.
.
.
Moments 2
ΣΚΗΝΗ 1: Το Ατελιέ τού Warhol
(Λευκός χώρος, λαμπτήρες νέον, ήχοι από 60s avant-garde μουσική)
Ο Andy Warhol ζωγραφίζει μια από τις πορτοκαλο-φούξια εκδοχές
τής Μέριλιν Μονρόε. Δίπλα του, καθισμένη σε ένα μοντέρνο μεταλλικό
σκαμπό, η Mona Lisa, με το χαμόγελό της ελαφρώς ειρωνικό.
MONA LISA:
(με ιταλική προφορά, κοιτώντας την εικόνα τής Μέριλιν)
"Εγώ ήμουν ένα μυστήριο. Αυτή, ένα είδωλο. Ίσως τελικά είναι το ίδιο.
WARHOL:
(χωρίς να κοιτάζει)
".Όλα είναι επιφάνεια. Όπως η σούπα Campbell."
ΣΚΗΝΗ 2: Το Γύρισμα
(ομίχλη, καθρέφτες παντού)
Ο Tarkovsky και ο Kieślowski στήνουν μια σεκάνς: ένα παιδί κοιτάζει ένα παγωμένο ρολόι που λιώνει. Η κάμερα περνά ανάμεσα από καθρέφτες.
TARKOVSKY:
"Ο χρόνος δεν είναι κίνηση. Είναι πληγή."
KIEŚLOWSKI:
"Αν δεν ξέρουμε ποιος παρακολουθεί, τότε ποιος γράφει την ηθική
τής εικόνας;"
ΣΚΗΝΗ 3: Η Συναυλία
(Άδειο θέατρο, στο κέντρο μόνο ένα πιάνο, διάσπαρτα όργανα)
Ο Maurizio Kagel συνθέτει το Ludwich van με παραμορφωμένα θέματα τού Beethoven, ενώ παράλληλα αναλύει φωναχτά το Samstag aus Licht τού Stockhausen.
KAGEL
"Ο Stockhausen έφτιαχνε λειτουργίες για το σύμπαν. Εγώ για το αυτί που
δεν θέλει να υπακούει."
ΣΚΗΝΗ 4: Η Ανάκριση στο Πλαίσιο του Πίνακα
(Μέσα στον πίνακα The Persistence of Memory τού Dali. Ένας άντρας νεκρός,
Ο Father Brown μαζί με τον ντετέκτιβ Isidro Parodi ερευνούν.
ISIDRO PARODI:
"Το θύμα βρέθηκε με ένα ρολόι στο στόμα. Ήταν συλλέκτης ρολογιών.
Φαίνεται πως το τελευταίο τού σταμάτησε τον χρόνο για πάντα."
FATHER BROWN:
"Η αμαρτία δεν είναι στο έγκλημα,αλλά στην αδυναμία να συγχωρήσουμε
το παρελθόν μας."
ΣΚΗΝΗ 5: Το Ξενοδοχείο στη Λάρισα
(Νεοκλασικό ξενοδοχείο, μέσα στον Εμφύλιο. Βράδυ, βροχή, ομίχλη.)
Ο Τάκης Σινόπουλος γράφει στο ημερολόγιό του. Η πόρτα ανοίγει,
μπαίνει ο Ελπήνωρ, βρεγμένος, φαντάρος,.
ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ:
"Εσύ είσαι ο πιο ζωντανός νεκρός που έχω δει."
ΕΛΠΗΝΩΡ:
"Δεν πέθανα στην Τροία. Πέθανα στην Ελλάδα."
(Μια σφαίρα σφυρίζει απέξω. Τα Φώτα σβήνουν.)
ΤΙΤΛΟΙ ΤΕΛΟΥΣ
(με μουσική από το "Samstag aus Licht" τού Karlheinz Stockhausen)
.
.
Η ερμηνευτική μελέτη του ποιητικού-θεατρικού κινηματογραφικου κειμένου Moments 2 του χνκουβέλη απαιτεί προσέγγιση που συνδυάζει διερμηνευτική, αισθητική και διακειμενική ανάγνωση, καθώς το κείμενο είναι πολυεπίπεδο, μεταμοντέρνο και βαθιά πολιτισμικά φορτισμένο.
Γενική θεώρηση του έργου
Είδος: Μεταμοντέρνο κινηματογραφικό θεατρικό κείμενο / ποιητικό collage
Χαρακτηριστικά:
Απουσία γραμμικής πλοκής
Ιστορικά/καλλιτεχνικά πρόσωπα από διαφορετικές εποχές και χώρους
Αποσπασματικότητα, αισθητική του παλίμψηστου
Μεταφυσικά / φιλοσοφικά ζητήματα (ταυτότητα, χρόνος, μνήμη, ενοχή)
Υφολογικός συνδυασμός ειρωνείας, τραγικότητας και στοχασμού
Ο τίτλος “Moments” υποδηλώνει στιγμιότυπα – ψήγματα συνείδησης, πολιτισμού, ιστορίας και προσωπικής μνήμης που διακόπτονται, χωρίς ορατή συνέχεια, αλλά με υπόγειες νοηματικές συνδέσεις.
Σκηνή 1: Το Ατελιέ τού Warhol
Πρόσωπα:
Andy Warhol: Ιερέας της pop art – της αποθέωσης της επιφάνειας.
Mona Lisa: Αιώνιο σύμβολο του αινίγματος και της δυτικής τέχνης.
Η Mona Lisa μιλά για το μυστήριο του προσώπου της – ένα υπαρξιακό βάθος.
Η Marilyn Monroe αναφέρεται ως «είδωλο», εικόνα του εφήμερου, της κατασκευασμένης φήμης.
Ο Warhol, χωρίς να κοιτάζει, απορρίπτει κάθε βάθος: "Όλα είναι επιφάνεια."
Σχόλιο για τον πολιτισμό του θεάματος και την απώλεια αυθεντικότητας.
Σκηνή 2: Το Γύρισμα
Πρόσωπα:
Andrei Tarkovsky: Ο ποιητής του χρόνου και της εσωτερικότητας.
Krzysztof Kieślowski: Ο στοχαστής της ηθικής της εικόνας.
Ο χρόνος δεν είναι απλώς ροή – είναι τραύμα, πληγή.
Η ηθική της εικόνας και ο παρατηρητής ως ρυθμιστής νοήματος και αλήθειας.
Σχόλιο πάνω στο σινεμά ως μεταφυσική και ηθική πράξη – η εικόνα δεν είναι αθώα.
Σκηνή 3: Η Συναυλία
Πρόσωπα:
Maurizio Kagel: Αβάν-γκαρντ συνθέτης, θεατρικότητα στον ήχο.
Αναφορά στον Stockhausen: μουσικου της ηχητικής κοσμολογίας.
Ο Kagel απορρίπτει τη θεοποίηση της μουσικής: “για το αυτί που δεν θέλει να υπακούει”.
Υπαινιγμός για την ελευθερία στην ακρόαση – μουσική όχι ως δόγμα αλλά ως διάλογος.
Μια αντι-μεταφυσική μουσική στάση απέναντι στην ηχητική εξουσία.
Σκηνή 4: Η Ανάκριση στο Πλαίσιο του Πίνακα
Πρόσωπα:
Isidro Parodi: Ντετέκτιβ του Borges (οξύνοος, σαρκαστικός).
Father Brown: Ιερέας-ντετέκτιβ του Chesterton – βλέπει πέρα από το έγκλημα.
Ο πίνακας του Νταλί γίνεται χώρος εγκλήματος – σουρεαλιστική πραγματικότητα.
Ο νεκρός με ρολόι στο στόμα = εικόνα του χρόνου που σκοτώνει / σταματά.
Ο Brown μιλά για ενοχή όχι ως πράξη, αλλά ως αδυναμία συγχώρεσης – το ηθικό βάρος του παρελθόντος.
Ο χρόνος και η μνήμη ως δικαστές της ύπαρξης.
Σκηνή 5: Το Ξενοδοχείο στη Λάρισα
Πρόσωπα:
Τάκης Σινόπουλος: Ποιητής του Εμφυλίου, της υπαρξιακής φθοράς.
Ελπήνωρ: Μυθικός ήρωας που πέθανε “άδοξα” στην Οδύσσεια.
Ο Σινόπουλος βλέπει τον Ελπήνωρα – φάντασμα νεκρών πολέμων.
Ο Ελπήνωρ δεν πέθανε στην Τροία (ένδοξα), αλλά στην Ελλάδα – δηλαδή στην ήττα, στη διχόνοια, στον Εμφύλιο.
Η φράση για τον πιο ζωντανό νεκρό = μεταφορά για τη στοιχειωμένη συλλογική συνείδηση.
Η τραγωδία της σύγχρονης Ελλάδας ως επανάληψη αρχαίας μοίρας.
Τίτλοι τέλους
Με μουσική του Stockhausen – επιλογή που κλείνει τον κύκλο με κοσμική, σχεδόν μεταφυσική απόσταση. Η τέχνη δεν λυτρώνει. Ούτε εξηγεί. Απλώς υπενθυμίζει.
Διακειμενικότητα & Νοηματικοί Άξονες
1. Χρόνος: ως πληγή, εγκλεισμός, στασιμότητα (Tarkovsky, Dali, Eλπήνωρ).
2. Εικόνα και μνήμη: pop είδωλα (Marilyn), καθρέφτες (Kieślowski), αναμνήσεις (Σινόπουλος).
3. Ηθική και τέχνη: από την pop art μέχρι την avant-garde μουσική, από το σινεμά ως ερώτημα μέχρι τη λογοτεχνία ως ανάκριση.
4. Ανθρώπινη ευθραυστότητα: όλοι οι χαρακτήρες είναι σκιές – είτε του εαυτού τους, είτε της Ιστορίας.
Συμπέρασμα
Το Moments 2 είναι μια ποιητική ραψωδία από πολιτισμικά θραύσματα που δεν ενώνονται σε αφήγηση, αλλά σε υπαρξιακή συνομιλία.
Πίσω από κάθε σκηνή, ελλοχεύει ένα ερώτημα για το παρόν μας:
Τι σημαίνει να θυμάσαι, να αναπαριστάς, να δημιουργείς – σε έναν κόσμο όπου ο χρόνος είναι πληγή και η εικόνα σκιά;
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Ανακλαση τού Πολλαπλού
(3 Σκηνοθεσίες)
.
1
Πράξη Πρώτη: Το Στούντιο
Ο Andy Warhol, μέσα σ’ ένα λευκο στούντιο πλημμυρισμένο από φώτα
φθορίου ζωγραφίζει την Μέριλιν Μονρόε. Το πρόσωπό της επαναλαμβάνεται κάθε φορά με διαφορετικό χρώμα.
Δίπλα, με ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα, στέκεται η Τζοκόντα.
Τζοκόντα:
"Είναι παράξενο να βλέπεις τον εαυτό σου να διαλύεται σε αποχρώσεις
ροζ και πράσινου. Η pop-art είναι η Αναγέννηση της μαζικής κουλτούρας.
Botticelli -Coca-Cola."
Ο Warhol γελά.
Warhol:
"Όλοι αξίζουν 15 λεπτά αιωνιότητας. Ακόμα κι εσύ Τζοκοντα"
Πράξη Δεύτερη: Η Διπλή Αντανάκλαση
Στο άλλο άκρο τού στούντιο, μια βρύση στάζει πάνω σε έναν καθρέφτη,
ο Αντρέι Ταρκόφσκι γυριζει μια σεκάνς του Mirror.
Δίπλα του, ,ο Κριστόφ Κισλόφσκι αναζητά την επόμενη γωνία λήψης
για τη Veronica του.
Η κάμερα γλιστράει πάνω σε μια κοπέλα που κοιτάζει μέσα σ’ έναν
καθρέφτη και βλέπει ένα άλλο κορίτσι, σε άλλη χώρα.
Ταρκόφσκι:
"Ο χρόνος δεν περνα,εμείς περνάμε μέσα απ’ αυτόν. Μια Βερονίκ πεθαίνει
στη Βαρσοβία, άλλη τραγουδά στη Λυών."
Κισλόφσκι:
"Μήπως είναι η ίδια; Μήπως καμία δεν υπάρχει πραγματικά;"
Πράξη Τρίτη: Η Διάλυση τής Ανάμνησης
Στο βάθος τού στούντιο βρίσκεται ο πίνακας του Σαλβαντόρ Νταλί, The Persistence of Memory. Μόνο που τώρα, μια φιγούρα κείτεται στο κέντρο
με το πρόσωπο θαμπό και λιωμένο, σαν τα ρολόγια.
Ο Isidro Parodi, παγιδευμένος στη λογική τού Μπόρχες, κάθεται σε μια
καρέκλα και καπνίζει. Δίπλα του ο Father Brown, ντυμένος σοβαρα, κοιτάζει
τα λιωμένα ρολόγια.
Isidro Parodi:
"Ο χρόνος σκοτώνει, πάτερ. Αλλά ποιος τον διαχειρίζεται εδώ;"
Father Brown:
"Δεν είναι ο χρόνος το έγκλημα,αλλά η ανάμνηση. Κάποιος εδώ θυμήθηκε
κάτι που δεν έπρεπε."
Και τότε εμφανίζεται, σαν σημείωση πάνω σε μαυροπίνακα, το 5ο πρόβλημα
τού Hilbert:
“Είναι οι συνεχείς ομάδες αυτόματα διαφορίσιμες ομάδες;”
Πράξη Τέταρτη: Ηχητική Διάσπαση
Ο Maurizio Kagel κουρδίζει ένα πιάνο Στο πεντάγραμμο, το έργο τού
Ludwig van.Μουσικα θραύσματα από Μπετόβεν, ήχοι από σαξόφωνα και μεταλλικά κουτάλια, ραδιόφωνα στα γερμανικά.
Kagel:
"Η μνήμη είναι βία. Ο Beethoven δεν ανήκει στον 18ο αιώνα.
Ανήκει στον καθένα που τον παρερμηνεύει."
Ο ήχος από τα ρολόγια που λιώνουν τού Νταλί συγχρονίζεται με
την κάμερα τού Ταρκόφσκι, το φλας τού Warhol, το χαμογελο τής Τζοκόντα,
το αναπάντητο ερώτημα τού Hilbert.
Τελευταία Πράξη: Μια Ομάδα Συνεχής
Στο κέντρο τής οθονης,το ερώτημα του Hilbert αναβοσβήνει σαν επιγραφή
νέον.
.Τζοκόντα:
"Κι αν η ομορφιά είναι διαφορίσιμη;"
Warhol:
"Ή αν η φήμη είναι ομάδα Lie;"
Tarkovsky:
"Η ψυχή δεν είναι συνεχής, μα το φως περνά από μέσα της."
Parodi:
"Η λύση είναι απλή. Η ερώτηση είναι το έγκλημα."
Ο Father Brown:
"Και τότε, το πτώμα εξαφανίζεται."
Τέλος
.
.
Το έργο "Η Ανάκλαση του Πολλαπλού" του χνκουβελη είναι μια πολυεπίπεδη μετα-καλλιτεχνική σύνθεση που λειτουργεί ως ένα θεατρικό δοκίμιο, όπου η φιλοσοφία, η αισθητική, η μαθηματική λογική, και η κινηματογραφική/εικαστική τέχνη συγκλίνουν και ανακλώνται μεταξύ τους.
Πράξη Πρώτη: Το Στούντιο
Warhol – Τζοκόντα – Pop Art
Το στούντιο του Warhol γίνεται ένα σύγχρονο αναγεννησιακό εργαστήριο, όπου ο πολλαπλασιασμός της εικόνας (Μέριλιν Μονρόε σε χρωματικές παραλλαγές) αντικαθιστά την αυθεντικότητα.
Η Τζοκόντα, σύμβολο της υψηλής τέχνης, συνομιλεί ειρωνικά με τη μαζική κουλτούρα, λέγοντας:
“Η pop-art είναι η Αναγέννηση της μαζικής κουλτούρας. Botticelli - Coca-Cola.”
Μια εξαιρετική σύνοψη της εξίσωσης του υψηλού με το καθημερινό, του ιερού με το βιομηχανικό.
Η ατάκα του Warhol:
“Όλοι αξίζουν 15 λεπτά αιωνιότητας.”
αντιστρέφει το γνωστό “15 λεπτά διασημότητας”, εισάγοντας την έννοια της αιώνιας επιφανειακότητας ή και της αιωνιότητας ως meme.
Πράξη Δεύτερη: Η Διπλή Αντανάκλαση
Tarkovsky – Kieślowski – Veronica – Καθρέφτες
Ο τίτλος παραπέμπει άμεσα στο έργο “Mirror” του Ταρκόφσκι αλλά και στην “Διπλή ζωή της Βερόνικα” του Κισλόφσκι.
Οι καθρέφτες λειτουργούν ως συσκευές μετάβασης ανάμεσα σε παράλληλες υπάρξεις:
“Η κάμερα γλιστράει πάνω σε μια κοπέλα που κοιτάζει μέσα σ’ έναν καθρέφτη και βλέπει ένα άλλο κορίτσι, σε άλλη χώρα.”
Το χρονικό συνεχές καταρρέει, καθώς ο Ταρκόφσκι λέει:
“Ο χρόνος δεν περνά, εμείς περνάμε μέσα απ’ αυτόν.”
Ο Κισλόφσκι εισάγει τον οντολογικό σχετικισμό:
“Μήπως είναι η ίδια; Μήπως καμία δεν υπάρχει πραγματικά;”
Θέτοντας ερωτήματα για την ταυτότητα και την ύπαρξη, όπως κάνει και στις ταινίες του.
Πράξη Τρίτη: Η Διάλυση της Ανάμνησης
Dalí – Borges – Parodi – Father Brown – Χρόνος
Εδώ το στούντιο γίνεται χώρος αποσύνθεσης του χρόνου και της λογικής.
Η λιωμένη μορφή στον πίνακα του Νταλί είναι μια μεταφορά της μνήμης που αλλοιώνεται, όπως και τα ρολόγια.
Ο Isidro Parodi του Μπόρχες, φιγούρα εγκλωβισμένη σε λογικά παράδοξα, συνομιλεί με τον Father Brown, ήρωα του Chesterton, που αναζητά το έγκλημα όχι στον εξωτερικό κόσμο αλλά στην ενθύμηση:
“Δεν είναι ο χρόνος το έγκλημα, αλλά η ανάμνηση. Κάποιος εδώ θυμήθηκε κάτι που δεν έπρεπε.”
Το 5ο πρόβλημα του Hilbert εμφανίζεται ως εισβολή του καθαρού μαθηματικού λόγου στον ποιητικό χώρο. Ο νους, η μνήμη, η τέχνη – όλα υπόκεινται στην ερώτηση περί διαφορισιμότητας.
Πράξη Τέταρτη: Ηχητική Διάσπαση
Kagel – Beethoven – Μνήμη – Ήχος
Ο Kagel, μεταμοντέρνος μουσικός, αποδομεί τον Beethoven, εντάσσοντάς τον στο χώρο της παραμόρφωσης και παρερμηνείας.
Η φράση:
“Ο Beethoven δεν ανήκει στον 18ο αιώνα. Ανήκει στον καθένα που τον παρερμηνεύει.”
είναι μια επιβεβαίωση της αποδόμησης της αυθεντίας, αλλά και της βίαιης φύσης της μνήμης.
Οι ήχοι γίνονται αποσπασματικοί, κατακερματισμένοι σαν τις αναμνήσεις.
Συγχρονίζονται όλα τα προηγούμενα:
Warhol → Τζοκόντα → Ταρκόφσκι → Νταλί → Hilbert –
σαν μια συμφωνία πολλαπλών επιπέδων, μια ηχητική ανακλαστική δομή.
Τελευταία Πράξη: Μια Ομάδα Συνεχής
Φιλοσοφία – Μαθηματικά – Οντολογία – Ομορφιά – Μυστήριο
Ο τίτλος παραπέμπει άμεσα στο 5ο πρόβλημα του Hilbert και στη θεωρία των ομάδων Lie (συνεχείς διαφορίσιμες ομάδες).
Οι χαρακτήρες επανασυνδέονται με μεταφυσικά ερωτήματα:
Τζοκόντα: “Κι αν η ομορφιά είναι διαφορίσιμη;”
Warhol: “Ή αν η φήμη είναι ομάδα Lie;”
Tarkovsky: “Η ψυχή δεν είναι συνεχής, μα το φως περνά από μέσα της.”
Parodi: “Η λύση είναι απλή. Η ερώτηση είναι το έγκλημα.”
Father Brown: “Και τότε, το πτώμα εξαφανίζεται.”
Το τέλος δεν προσφέρει λύση – παρά μόνο μια αισθητικο-λογική μεταστοιχείωση της ερώτησης σε ποιητική σύλληψη.
Συμπερασματική Ανάγνωση:
Η "Ανάκλαση του Πολλαπλού" είναι ένα έργο διακειμενικής πυκνότητας, όπου η τέχνη δεν αναπαριστά την πραγματικότητα, αλλά αναπαράγεται μέσα από τις αναπαραστάσεις της. Είναι ένα θέατρο του νου, όπου:
η μαζική κουλτούρα συνομιλεί με την Αναγέννηση
η αιωνιότητα διαλύεται σε pixels και brush strokes
η μνήμη γίνεται βία
και η ύπαρξη αμφισβητείται μέσα από μαθηματικά ερωτήματα.
Αυτό το έργο δεν “απαντά”, αλλά γεννά ερωτήσεις – και μάλιστα σύνθετες, υβριδικές, αισθητικές, επιστημονικές και μεταφυσικές.
.
.
2
Ο Καθρέφτης της Μνήμης
Ο Andy Warhol ζωγραφίζει το πρόσωπο τής Μέριλιν Μονρόε.
Τα μαλλιά της, κατακίτρινα, εκτυπώνονταν ξανά και ξανά σε μεταξοτυπίες
σαν τα είδωλα που καταναλώνονται μέχρι να εξαντληθούν.
Πίσω του, η Mona Lisa,ή μάλλον η Joconda, όπως προτιμούσε να αποκαλείται εκείνη τη μέρα,καθόταν σταυροπόδι σε μια μεταλλική καρέκλα και κοιτούσε
το έργο του με ένα μειδίαμα πιο ειρωνικό απ’ το αυθεντικό της.
«Έτσι είναι η pop-art.Μια επανάληψη χωρίς βάθος; Ή μήπως μια άρνηση τού βάθους; Είμαι η πρώτη influencer της ιστορίας, κι εσύ απλώς μετουσιώνειςτο τίποτα σε εικόνα.»
Ο Warhol χαμογέλασε.
«Αν κοιτάξεις κάτι αρκετά φορές,σταματά να σημαίνει ό,τι νόμιζες.
Και τότε αρχίζει να σημαίνει κάτι άλλο.»
Στο βάθος, δίπλα σ’ ένα ρολόι ο Andrei Tarkovsky ετοίμαζε μια λήψη.
Το φως περνούσε από μια κουρτίνα μισάνοιχτη,
Ο Krzysztof Kieślowski κρατούσε την κάμερα ελαφρώς λοξά, ψάχνοντας
τη σωστή στιγμή μέσα στην αιωνιότητα.
«Εδώ θα περάσει η Veronica. Ή ίσως η άλλη. Δεν έχει σημασία ποια είναι. Σημασία έχει τι βλέπουμε μέσα από τα μάτια της.»
Ο Tarkovsky λεει. «Ο καθρέφτης δεν δείχνει την αλήθεια, δείχνει το βάρος
τής μνήμης. Εσύ βλέπεις ταυτόχρονα δύο ζωές. Εγώ, δύο χρόνους.
Δεν είμαστε τόσο διαφορετικοί.»
Μουσική από πιάνο .
Ο Maurizio Kagel, κουστουμαρισμένος σαν τον Μπετόβεν,διευθυνει αόρατους μουσικούς μέσα σε ένα στούντιο γεμάτο φωτοτυπίες από την παρτιτούρα
τού Ludwig van. Οι νότες παραμορφώνονταν και επανέρχονταν.
Και στη ρευστή επιφάνεια τού πίνακα The Persistence of Memory, ένας φόνος είχε διαπραχθεί.
Ένα σώμα ίσως ζωγραφισμένο, ίσως πραγματικό, ήταν πεσμένο δίπλα σε ένα ρολόι που είχε σταματήσει στις 4:17.
Ο Isidro Parodi, ξυρισμένος και ντυμένος με το ίδιο παλιό κουστούμι του, καθόταν στη καρέκλα και κάπνιζε αδιάφορα.
«Η σκηνή του εγκλήματος είναι υπερρεαλιστική,άρα λογικά ο δολοφόνος
είναι κάποιος με ανάγκη για ορθολογισμό.»
Ο Father Brown σχολίασε:«Ο δολοφόνος ήξερε πως εδώ ο χρόνος δεν έχει σημασία. Άρα ήθελε να κρυφτεί σ’ ένα μέρος που κανείς δεν θα σκεφτεί να ψάξει. Στο ίδιο το ερώτημα.»
Πλησίασαν τον τοίχο, όπου κάποιος είχε γράψει με κόκκινη κιμωλια:
"5ο Πρόβλημα: Είναι οι συνεχείς ομάδες αυτόματα διαφορίσιμες ομάδες;"
D. Hilbert
Ο Isidro Parodi κοίταξε το πρόβλημα, μετά το ρολόι, μετά το πτώμα.
«Ο φόνος δεν είναι φυσικός. Είναι μεταφυσικός. Εδώ δεν έχουμε θύμα.
Έχουμε ερώτηση. Και κάποιος προσπάθησε να τη σκοτώσει.»
Ο Father Brown σχολίασε: «Μήπως ήταν κάποιος που φοβάται τις απαντήσεις;»
«Ή μήπως», απάντησε ο Parodi, «ήταν κάποιος που ήξερε ότι κάθε αληθινή απάντηση αλλάζει τον κόσμο. Κι αυτό, φίλε μου, είναι το πιο επικίνδυνο
απ’ όλα.»
Την ίδια στιγμή, η Veronica πέρασε αργά μπροστά από τον φακό.
Το βλέμμα της διασταυρώθηκε για μια στιγμή με το βλέμμα τής Μέριλιν.
Το χαμόγελο της Mona Lisa άλλαξε,για πρώτη φορά μετά από αιώνες.
Η φωνή τού Warhol off:
«Όλα είναι επιφάνεια. Εκτός από το βλέμμα.»
End
.
.
Το κείμενο «Ο Καθρέφτης της Μνήμης» του χ.ν.κουβελη είναι ένα πολυεπίπεδο, μεταμοντέρνο λογοτεχνικό έργο, στο οποίο συνυπάρχουν προσωπικότητες από διαφορετικές χρονικές περιόδους, τέχνες και φιλοσοφικά πεδία. Η σύνθεσή του βασίζεται σε ένα υβριδικό σύμπαν όπου ο χρόνος, η μνήμη και η εικόνα διαπλέκονται σε μια μεταφυσική σκηνή αναζήτησης νοήματος.
1. Pop-Art, Warhol, Marilyn, Joconda
Ο Andy Warhol ζωγραφίζει το πρόσωπο τής Μέριλιν Μονρόε... «Έτσι είναι η pop-art. Μια επανάληψη χωρίς βάθος; Ή μήπως μια άρνηση τού βάθους;»
Αυτό το μέρος λειτουργεί ως εισαγωγή στη φιλοσοφία της εικόνας και της επιφάνειας. Η Μέριλιν παρουσιάζεται ως καταναλώσιμη εικόνα, ενώ η Mona Lisa λειτουργεί ως συνείδηση του βλέμματος, που σχολιάζει την επιφανειακή αναπαραγωγή της pop art.
Η ερώτηση της Mona Lisa αγγίζει τον πυρήνα του μεταμοντερνισμού: είναι η τέχνη επανάληψη του κενού ή συνειδητή άρνηση του βάθους;
Ο Warhol απαντά με το σλόγκαν της εποχής: «αν κοιτάξεις κάτι αρκετά, αλλάζει νόημα» – η παρατήρηση αλλάζει την ταυτότητα του αντικειμένου.
Η αναπαραγωγή της εικόνας, η εξάντληση του συμβόλου, η ειρωνεία στην αισθητική κατανάλωση.
2. Tarkovsky – Kieślowski – Οπτική & Μνήμη
«Ο καθρέφτης δεν δείχνει την αλήθεια, δείχνει το βάρος της μνήμης...»
Η αναφορά σε Tarkovsky και Kieślowski εισάγει το θέμα του χρόνου και της υποκειμενικής οπτικής. Και οι δύο σκηνοθέτες φημίζονται για τη μεταφυσική ποιότητα της κινηματογραφικής τους γλώσσας. Εδώ:
Η Veronica (αναφορά στη ταινία «Η Διπλή Ζωή της Βερόνικα» του Kieślowski) γίνεται σύμβολο εσωτερικής μνήμης και προβολής του εαυτού.
Ο καθρέφτης του Tarkovsky παραπέμπει στην αντανάκλαση του τραύματος και της ανάμνησης – μια μεταφορά για την ανθρώπινη συνείδηση.
Η οπτική εμπειρία, το υποκειμενικό βλέμμα, η μνήμη ως παραμορφωτικός καθρέφτης της πραγματικότητας.
3. Kagel – Beethoven – Μουσική & Πειραματισμός
Ο Maurizio Kagel, κουστουμαρισμένος σαν τον Μπετόβεν...
Ο Kagel, γνωστός για τις πειραματικές παραστάσεις και την ειρωνική αναδόμηση της κλασικής μουσικής, μεταμφιέζεται εδώ σε Beethoven. Η εικόνα του να διευθύνει αόρατους μουσικούς μέσα σε φωτοτυπίες της παρτιτούρας είναι αλληγορική:
Η μουσική ταυτότητα αποδομείται. Οι νότες χάνουν τη σταθερότητά τους.
Υπάρχει εδώ μια αισθητική σύγκρουση μεταξύ παράδοσης και μοντέρνας αποδόμησης – echo της συζήτησης Warhol–Mona Lisa.
Η επαναπροσέγγιση της Ιστορίας μέσω τέχνης, ο πειραματισμός ως εργαλείο κατανόησης του παρελθόντος.
4. The Persistence of Memory – Έγκλημα – Parodi & Father Brown
«Ο φόνος δεν είναι φυσικός. Είναι μεταφυσικός. Εδώ δεν έχουμε θύμα. Έχουμε ερώτηση.
Εδώ κορυφώνεται το φιλοσοφικό βάθος του κειμένου. Μέσα στην υπερρεαλιστική σκηνή που θυμίζει Νταλί, ένα πτώμα συμβολίζει την προσπάθεια να δολοφονηθεί μια ερώτηση – η αλήθεια, η γνώση.
Ο Parodi και ο Father Brown, ως λογοτεχνικοί ντετέκτιβ, αντιπροσωπεύουν τη λογική και τη θεολογική ερμηνεία.
Η ερώτηση του Hilbert αφορά μαθηματική λογική – η ένταξή της ενισχύει τον μεταφυσικό τόνο του εγκλήματος.
Η φράση: «κάθε αληθινή απάντηση αλλάζει τον κόσμο» – φέρει κοσμογονικό χαρακτήρα. Η απάντηση ισούται με αποκάλυψη και επομένως κίνδυνο.
> Θέμα: Η γνώση ως επικίνδυνη πράξη, η ερώτηση ως ύπαρξη, και ο φόβος απέναντι στην αλλαγή που φέρνει η κατανόηση.
5. Τελική σκηνή – Το βλέμμα
Το βλέμμα της διασταυρώθηκε... Το χαμόγελο της Mona Lisa άλλαξε...
Ανάλυση: Η κατάληξη είναι ποιητική και αινιγματική. Η Veronica, φορέας του βλέμματος, συναντά τη Μέριλιν – σύμβολο της εικόνας. Η Mona Lisa αντιδρά – η σταθερότητα της Ιστορίας διαταράσσεται.
Το βλέμμα, το μόνο που έχει βάθος, γίνεται τελική αλήθεια.
Η μεταφορά αυτή ενοποιεί όλα τα προηγούμενα: μνήμη, εικόνα, ερώτηση, τέχνη, χρόνος – όλα εξαρτώνται από το πώς τα βλέπουμε.
Το βλέμμα ως πράξη δημιουργίας. Η αλλαγή προοπτικής αλλάζει την ουσία της εμπειρίας.
Συμπεράσματα:
Το κείμενο λειτουργεί ως καθρέφτης της σύγχρονης ανθρώπινης εμπειρίας:
Οι εικόνες κυριαρχούν, αλλά ο άνθρωπος αναζητά το βάθος πίσω από αυτές.
Η μνήμη, όπως και η τέχνη, είναι ρευστές, υποκειμενικές και επαναδιαπραγματεύσιμες.
Η γνώση είναι επικίνδυνη, γιατί έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει τον κόσμο.
Τελικά, όλα είναι επιφάνεια — εκτός από το βλέμμα.
Αυτό βλέπει και η Veronica. Αυτό αλλάζει και τη Mona Lisa.
.
.
.
3
"Η Ανάκλαση τού Πολλαπλού"
(The Reflection of the Multiple)
ΠΡΑΞΗ Α΄Το Εργαστήριο τής Εικόνας
(Εσωτερικό, Ατελιέ - Νύχτα)
Η κάμερα κινείται αργά ανάμεσα σε κουτάκια σούπας Campbell’s, μεταλλικά χρώματα και φωτογραφίες τής Μέριλιν Μονρόε. Στο κέντρο κάθεται ο Andy Warhol, με λευκή περούκα, σκιαγραφώντας το πρόσωπο της Μέριλιν κάθε
φορα με διαφορετικό χρωματικό τόνο.
Απέναντι του, καθισμένη η Mona Lisa Joconda. με το αινιγματικό της χαμόγελο,
η φωνή της είναι σιβυλλική:
Μόνα Λίζα:
"Είναι αυτό τέχνη ή απλώς ο καθρέφτης μιας εποχής που ξέχασε να κοιτάξει βαθιά;"
Warhol:
"Pop art είναι να κοιτάς και να βλέπεις αυτό που ήδη υπάρχει. Είναι να αγαπάς
τη Μέριλιν επειδή την βλέπεις παντού."
Η κάμερα κάνει zoom in στο βλέμμα της Joconda.
ΠΡΑΞΗ Β΄ Ο Καθρέφτης τής Μνήμης
(Εσωτερικό,χαμηλός φωτισμός)
Ο Andrei Tarkovsky τοποθετεί τη κάμερα δίπλα σε ένα παράθυρο Το φως περνάει από κουρτίνες. Στην άκρη του πλάνου στέκεται ο Kieslowski,
κρατώντας σημειώσεις.
Στη σκηνή πρωταγωνιστεί μια κοπέλα, Veronica ή Natalie.
Στέκεται μπροστά από έναν καθρέφτη. Από πίσω της, περνά ένας ίσκιος, ο ίδιος της ο εαυτός.
Tarkovsky:
"Ο χρόνος είναι νερό που περνάει μέσα από μνήμες. Και κάθε εικόνα που μένει πίσω είναι απλώς ο καθρέφτης ενός άλλου εαυτού."
Kieslowski:
"Και αν υπάρχει άλλος εαυτός, δεν ζει ίσως μέσα στο βλέμμα μας;
Σαν μια ταινία που δεν παίχτηκε ποτέ."
ΠΡΑΞΗ Γ΄ Η Δίκη τής Μνήμης
(Εσωτερικό, Ο πίνακας "The Persistence of Memory" - Σουρεαλιστικός Χώρος)
Ο χώρος λιώνει ,ρολόγια λυγισμένα, τοπίο καμπυλωτό, ρευστό. Ένας άνδρας είναι νεκρός στη βάση ενός ρολογιού που στάζει.
Ο Isidro Parodi, ο ντετέκτιβ κάθεται στο κέντρο. Δίπλα του, ο Father Brown
με μια πίπα και βιβλία θεολογίας και λογικής.
Parodi:
"Το έγκλημα έγινε εντός της συνείδησης τού χρόνου. Ποιος είχε πρόσβαση;"
Father Brown κοιτάζει τα λιωμένα ρολόγια.
Father Brown:
"Ο δολοφόνος είναι εκείνος που προσπάθησε να σταματήσει τη μνήμη.
Και η μνήμη είναι επικίνδυνη όταν προσπαθείς να τη μορφοποιήσεις."
Στο βάθος, ακούγεται μουσική από το "Ludwig van" του Maurizio Kagel , αποσπάσματα Μπετόβεν διασπώνται και ξανασυντίθενται.
ΠΡΑΞΗ Δ΄ Το Πρόβλημα του Χρόνου
(Εσωτερικό, Μαθηματικός Πίνακας)
Ο David Hilbert στέκεται μπροστά από έναν μαυροπίνακα. Πίσω του, η
Marilyn Monroe,η Mona Lisa Joconda, ο Andy Warhol,o Andrei Tarkovsky,
o Krzystof Kieslowski ,o Isidro Parodi και ο Father Brown παρακολουθούν.
Hilbert :
"Είναι οι συνεχείς ομάδες αυτόματα διαφορίσιμες ομάδες;"
"Ή μήπως η συνέχεια δεν συνεπάγεται καθαρότητα;"
Warhol:
"Μήπως η τέχνη δεν είναι συνεχής ομάδα εικόνων; Και η διαφορισιμότητα
της είναι αυτό που ο θεατής βλέπει;”
Ο Hilbert χαμογελά. .
ΤΕΛΙΚΗ ΣΚΗΝΗ Η Αντανάκλαση
Όλοι βρίσκονται μέσα σε μια αίθουσα καθρεφτών. Η Joconda χάνεται σε πολλαπλές αντανακλάσεις. Η Μέριλιν τραγουδάει το “Happy Birthday”.
Η κάμερα απομακρύνεται.
Voice-of τού Kieslowski:
"Ζούμε πολλές ζωές, ίσως χωρίς να το ξέρουμε. Και η αλήθεια δεν είναι
τίποτα άλλο από την αντανάκλαση της ανάμνησης μέσα σε έναν καθρέφτη
που θολωνει"
Τέλος.
.
.
Η δραματουργική σύνθεση "Η Ανάκλαση του Πολλαπλού" του χ.ν.κουβελη είναι ένα ποιητικό, φιλοσοφικό, και μεταμοντέρνο έργο που αντλεί υλικό από τον χώρο της τέχνης, του κινηματογράφου, της φιλοσοφίας και της μαθηματικής σκέψης για να διερευνήσει τη σχέση εικόνας, μνήμης και ταυτότητας. Ο τίτλος είναι αποκαλυπτικός: κάθε "αντανάκλαση" είναι και ένα σπάσιμο, ένας πολλαπλασιασμός, μια παραλλαγή — όχι απαραίτητα μια "αντιγραφή".
ΠΡΑΞΗ Α΄ – Το Εργαστήριο τής Εικόνας
Το σκηνικό θυμίζει pop art εγκατάσταση: κονσέρβες Campbell’s, φωτογραφίες της Marilyn Monroe, και στο επίκεντρο ο Andy Warhol, εμβληματικός καλλιτέχνης της επιφανειακής επανάληψης. Η επαναλαμβανόμενη απεικόνιση της Monroe με "διαφορετικό χρωματικό τόνο" δείχνει την πολλαπλότητα της ίδιας εικόνας, άρα και τη σχετικότητα της ταυτότητας.
Η Mona Lisa, αντίθετα, φέρνει το στοιχείο του βάθους, του "αινίγματος", της αναζήτησης νοήματος κάτω από την επιφάνεια.
Η ερώτηση της Mona Lisa είναι υπαρξιακή: «Είναι αυτό τέχνη ή καθρέφτης μιας εποχής που ξέχασε να κοιτάξει βαθιά;»
Η απάντηση του Warhol ενσαρκώνει την ουσία της pop art: όχι βάθος, αλλά επιφάνεια, όχι πρωτοτυπία, αλλά παρουσία.
Η πράξη αυτή αντιπαραθέτει την τέχνη του βάθους (αναγέννηση, Μόνα Λίζα) με την τέχνη της επιφάνειας (pop art), χωρίς να δίνει σαφή απάντηση. Το ζουμ στο βλέμμα της Joconda παραπέμπει στη δύναμη του "προσωπικού βλέμματος" στην ερμηνεία της εικόνας.
ΠΡΑΞΗ Β΄ – Ο Καθρέφτης τής Μνήμης
Εδώ η εικόνα μετατρέπεται σε μέσο ενδοσκόπησης, με σκηνοθέτες που διερεύνησαν βαθιά τον χρόνο και τη μνήμη: Tarkovsky και Kieslowski.
Η σκηνή: μια κοπέλα μπροστά από καθρέφτη, με ίσκιο τον ίδιο της τον εαυτό, δηλώνει την πολλαπλότητα της ταυτότητας μέσα στον χρόνο.
Tarkovsky μιλάει ποιητικά: «Ο χρόνος είναι νερό που περνάει μέσα από μνήμες».
Kieslowski φέρνει την ιδέα του ανεκπλήρωτου εαυτού, της πιθανής ζωής που δεν έζησες.
Η πράξη αυτή μετατοπίζει τη συζήτηση από την αισθητική της εικόνας (Πράξη Α΄) στην οντολογική της σημασία: εικόνα ως ανάμνηση, καθρέφτης του εσωτερικού εαυτού, μνήμης και μη συνειδητών εκδοχών του «εγώ».
ΠΡΑΞΗ Γ΄ – Η Δίκη της Μνήμης
Εδώ η μνήμη γίνεται αντικείμενο ανακριτικής διαδικασίας, στο πλαίσιο ενός σουρεαλιστικού τοπίου που αντλεί απευθείας από τον πίνακα του Dalí.
Το σκηνικό: Λυγισμένα ρολόγια, λιωμένος χρόνος, θάνατος κάτω από το ρολόι. Μια συμβολική αναφορά στο «τέλος» του γραμμικού χρόνου.
Οι χαρακτήρες: Isidro Parodi (λογοτεχνικός ντετέκτιβ του Borges) και ο θεολογικά διανοούμενος Father Brown, αποτελούν ένα είδος μεταφυσικής αστυνομίας που αναζητούν τον "δολοφόνο" της μνήμης.
Ο Parodi παρατηρεί πως το έγκλημα συνέβη "εντός της συνείδησης του χρόνου".
Ο Father Brown δίνει μια συμβολική ερμηνεία: ο δολοφόνος προσπάθησε να σταματήσει τη μνήμη, να τη "μορφοποιήσει", δηλαδή να της δώσει σταθερή μορφή — πράγμα επικίνδυνο.
Η πράξη αυτή καταγγέλλει κάθε απόπειρα οριστικής ανάγνωσης της μνήμης. Το άτομο που προσπαθεί να «παγώσει» τον χρόνο είναι ένοχο. Η ροή της μνήμης είναι απαραίτητη, γιατί μέσα από αυτήν διατηρείται η ταυτότητα σε διαρκή αναδιαμόρφωση.
ΠΡΑΞΗ Δ΄ – Το Πρόβλημα του Χρόνου
Εδώ έχουμε το αποκορύφωμα της φιλοσοφικής και μαθηματικής αναζήτησης.
Ο Hilbert, κορυφαίος μαθηματικός, θέτει ερωτήματα για τη συνέχεια και τη διαφορισιμότητα — έννοιες που λειτουργούν και ως μεταφορές για την ανθρώπινη εμπειρία.
Ο Hilbert θέτει ανοιχτά ερωτήματα για την καθαρότητα της συνέχειας.
Warhol τα ανασχηματίζει σε αισθητικούς όρους: η τέχνη είναι μια ομάδα εικόνων· η διαφορισιμότητα είναι το βλέμμα του θεατή.
Η τέχνη και τα μαθηματικά γίνονται δύο διαφορετικές γλώσσες που προσπαθούν να μιλήσουν για το ίδιο πράγμα: τη φύση της συνέχειας, της μεταβολής, και της κατανόησης. Η σύνδεση των δύο πεδίων υποδηλώνει ότι η ερμηνεία της πραγματικότητας είναι πάντα υποκειμενική, ανεξαρτήτως επιστημονικής ή καλλιτεχνικής γλώσσας.
ΤΕΛΙΚΗ ΣΚΗΝΗ – Η Αντανάκλαση
Όλοι οι χαρακτήρες βρίσκονται σε μια αίθουσα καθρεφτών — καθαρά συμβολική εικόνα της πολλαπλότητας του εαυτού, της διάθλασης του νοήματος, της αναζήτησης του πραγματικού μέσα από είδωλα.
Η Joconda χάνεται σε πολλαπλές αντανακλάσεις — όπως η αλήθεια, η ταυτότητα, η μνήμη.
Η Marilyn τραγουδά το “Happy Birthday” — μια στιγμή ποπ επιφάνειας
που αποκτά τραγική ειρωνεία.
Voice-over του Kieslowski:
"Ζούμε πολλές ζωές, ίσως χωρίς να το ξέρουμε... η αλήθεια... είναι η αντανάκλαση της ανάμνησης σε έναν καθρέφτη που θολώνει"
Το έργο κορυφώνεται με μια μεταφυσική δήλωση: η αλήθεια δεν είναι "κάτι", αλλά το ίχνος που αφήνει η μνήμη όταν προσπαθεί να καθρεφτιστεί. Ο καθρέφτης "θολώνει" — γιατί κάθε ερμηνεία είναι μερική, εύθραυστη.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ
Το έργο "Η Ανάκλαση του Πολλαπλού" είναι:
Μεταμοντέρνο: χρησιμοποιεί διακειμενικότητα, παρωδία, υπέρθεση στυλ.
Πολυσυλλεκτικό: συνδυάζει ζωγραφική, κινηματογράφο, φιλοσοφία, θεολογία, μαθηματικά.
Φιλοσοφικό: θέτει ερωτήματα για την τέχνη, την εικόνα, τη μνήμη, τον χρόνο και την ταυτότητα.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μελέτη ανάλυση τής δομής τής ταινίας:
(ταινία μικρού μήκους)
Τίτλος:Η Πτώση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μαυρόασπρο πλάνο.Μηχανικός ήχος γραφομηχανης
Σκηνη 1
Η γυναικα ορθια στη μέση ενός άδειου λευκού δωματίου κοιτάζει
κατευθείαν στη κάμερα. Το φως αναβοσβήνει.
Η κάμερα στρέφεται γύρω της.
Γυναικα:
(ψιθυριστά)
-Η γλώσσα είναι το πρώτο ψέμα. Όταν λέω "εγώ", είμαι ήδη δύο.
κενό πλανο
Ακουγεται ραδιόφωνο,Ave Maria τού Σούμπερτ.
γυναικεία φωνή off
-η σιωπη είναι η συνειδητοποίηση τής ελευθερίας
Γκρο πλαν στο πρόσωπο τής γυναικας
Σκηνη 2 .
Μέσα στο ίδιο δωμάτιο με χαμηλό φωτισμό η γυναικα δένει τα μάτια
ενός άντρα καθισμένου σε μια καρέκλα .
φωνή τού αντρα:
-Δεν μπορώ να σε επιθυμήσω παρά μόνο όταν λείπεις.
λευκό φλου
φωνή τού αντρα:
-Ή όταν είσαι κάποια άλλη.
Σκηνη 3.
πάνω στη οθόνη ένα γυναικείο χέρι γράφει με κόκκινο κραγιόν:
Η επιθυμία δεν αναζητά την αλήθεια. Αναζητά τον νόμο που την απαγορεύει.
σκοτεινό φλου
Σκηνή 4.
Γκρο πλαν στα χείλη τής γυναίκας,
φωνή τής γυναικας:
-Αν δεν μ'εχεις,θα με καταλάβεις. Αν μ'εχεις, θα με ξεχάσεις.
Σκηνή 5.
Μέσα στο ίδιο άδειο λευκό δωμάτιο,στο κέντρο του η γυναίκα και ο άντρας
όρθιοι με γυρισμένη την πλατη
γυναίκα:
-Πόσες μάσκες χρειάζεσαι για να μην υπάρχεις;
άντρας:
Όσες χρειάζονται για να σε κοιτάξω χωρίς να κλείσω τα μάτια.
Η κάμερα γυρίζει γύρω τους.
Ο ήχος : ραδιόφωνο, όπερα, σειρήνες, ήχος γραφομηχανης.
λευκό φλου
Τελος
.
.
Η μικρού μήκους ταινία «Η Πτώση» του χ.ν.κουβελη είναι ένα ποιητικό, μεταμοντέρνο φιλμ που επιχειρεί να αποδομήσει τη γλώσσα, την επιθυμία
και την ταυτότητα μέσα από μια μινιμαλιστική αλλά έντονα συμβολική δομή.
1. Σύντομη Επισκόπηση
Η ταινία «Η Πτώση» κινείται ανάμεσα στο θεατρικό, το ποιητικό και το
φιλμικό.
Είναι χωρισμένη σε 5 σκηνές, με ένα σαφές κυκλικό μοτίβο:
αρχίζει και τελειώνει σε ένα λευκό, άδειο δωμάτιο, που λειτουργεί ως
ψυχικός/υπαρξιακός τόπος, αλλά και ως κενό που επιτρέπει την προβολή ταυτοτήτων και επιθυμιών.
Η αφήγηση είναι αποσπασματική, μη-ρεαλιστική, με στοιχεία πειραματικού κινηματογράφου, και δίνεται περισσότερο μέσω εικόνας, φωνής και ήχου,
παρά μέσω δράσης ή πλοκής.
2. Στοιχεία της Δομής
Α) Χωρική και Οπτική Οργάνωση
Το δωμάτιο: σταθερό και επαναλαμβανόμενο σκηνικό. Κενό, λευκό, λειτουργεί σαν «ουδέτερος καμβάς» όπου παίζεται το υπαρξιακό δράμα. Είναι ταυτόχρονα μη-τόπος και ο εσωτερικός χώρος του υποκειμένου.
Η κάμερα: κάνει περιστροφικές κινήσεις (κυρίως στη σκηνή 1 και σκηνή 5), δημιουργώντας αίσθηση εγκλωβισμού ή κυκλικής αναζήτησης χωρίς διέξοδο.
Γκρο πλαν: επικεντρώνει στο πρόσωπο και στα χείλη – αποδομεί την προσωπική ταυτότητα σε μερικά σημεία της έκφρασης.
Β) Χρήση Ήχου
Μηχανικός ήχος γραφομηχανής: υπογραμμίζει το τεχνητό και την αποξένωση, ίσως υποδηλώνει τη γλώσσα ως εργαλείο επιβολής.
Ave Maria / Όπερα / Σειρήνες: δραματοποιούν τις καταστάσεις, λειτουργούν
ως "συναισθηματικό υπόστρωμα" ή υπαρξιακο σχόλιο.
Off φωνές: ενισχύουν την απόσταση του υποκειμένου από τον εαυτό του και
τον άλλον· συχνά αντηχούν σαν εσωτερικές σκέψεις ή «φωνές συνείδησης».
Γ) Διαλεκτική Δομή – Διάλογος
Η αφήγηση στηρίζεται στον διάλογο μεταξύ του άνδρα και της γυναίκας,
ο οποίος όμως είναι:
αποσπασματικός,
μη ρεαλιστικός,
αφαιρετικός,
φιλοσοφικός.
Ο διάλογος δεν αποκαλύπτει χαρακτήρες, αλλά ιδεολογικές και ψυχολογικές θέσεις, έννοιες: επιθυμία, απουσία, γλώσσα, ταυτότητα, μνήμη.
3. Ερμηνευτική Ανάλυση - Θεματικές Δομές
Η Πτώση ως Υπαρξιακή και Γλωσσική Κατάρρευση
Ο τίτλος «Η Πτώση» παραπέμπει σε πολλαπλά επίπεδα:
Πτώση του «Εγώ» ως ενιαίου υποκειμένου.
Πτώση από την αυταπάτη της γλώσσας ως φορέα αλήθειας.
Πτώση της επιθυμίας στο απαγορευμένο και το απρόσιτο.
Αποδόμηση της Γλώσσας
Η φράση:
«Η γλώσσα είναι το πρώτο ψέμα. Όταν λέω "εγώ", είμαι ήδη δύο»
θέτει το φιλοσοφικό θεμέλιο της ταινίας: η γλώσσα ως εργαλείο σχάσης, αποξένωσης, και όχι αυθεντικής έκφρασης.
Η γλώσσα εμφανίζεται άλλοτε ως μάσκα και άλλοτε ως εργαλείο εξουσίας
ή καταστολής της επιθυμίας.
Επιθυμία και Απουσία
«Δεν μπορώ να σε επιθυμήσω παρά μόνο όταν λείπεις.»
Η επιθυμία ενεργοποιείται μόνο μέσα από την απώλεια, την απρόσιτη παρουσία
ή την μεταμφίεση. Δεν σχετίζεται με την αλήθεια, αλλά με το απαγορευμένο.
«Η επιθυμία δεν αναζητά την αλήθεια. Αναζητά τον νόμο που την απαγορεύει.»
Ταυτότητα και Πολλαπλότητα
Η γυναίκα και ο άντρας δεν είναι πρόσωπα, είναι υποκειμενικές θέσεις. Μιλούν ως προσωπεία, λειτουργούν ως φορείς ιδεών – εναλλασσόμενα, συμπληρωματικά ή ανταγωνιστικά.
«Πόσες μάσκες χρειάζεσαι για να μην υπάρχεις;»
«Όσες χρειάζονται για να σε κοιτάξω χωρίς να κλείσω τα μάτια.»
Η ταυτότητα εδώ είναι κενή, κατασκευασμένη από μάσκες, μη αυθεντική.
4. Σύνθεση και Δομή σεναρίου
Η ταινία έχει κυκλική δομή:
Ξεκινά και τελειώνει στο λευκό δωμάτιο.
Η γυναίκα είναι η κεντρική φιγούρα – το υποκείμενο που μιλά, παρατηρεί, επιτελεί, αλλά παραμένει αινιγματικό.
Οι σκηνές διακόπτονται από λευκά ή σκοτεινά φλου – λειτουργούν ως «παύσεις σκέψης» ή «ψυχικά κενά».
Η πορεία από σκηνή σε σκηνή δεν είναι γραμμική, αλλά εικονική και εννοιολογική:
σαν να μεταφερόμαστε από ένα ψυχικό τοπίο σε ένα άλλο, με τη γλώσσα,
τον ήχο και την εικόνα ως μόνο νήμα σύνδεσης.
5. Συνολική Ερμηνεία της Δομής
Η δομή της ταινίας είναι συνειδητά αποσπασματική και αντι-αφηγηματική, παραπέμπει σε έργα του πειραματικού κινηματογράφου (π.χ. Jean-Luc Godard, Chris Marker), αλλά και σε φιλοσοφικά/λογοτεχνικά κείμενα του Derrida, Lacan, Alain Robbie -Grillet)
Η πτώση που βιώνουμε ως θεατές είναι:
η πτώση από την αυταπάτη της πληρότητας,
η είσοδος σε έναν μη-τόπο όπου οι σημασίες παύουν να είναι σταθερές,
και τα υποκείμενα παύουν να είναι "ο εαυτός τους".
Κλείσιμο: Δομή ως μήνυμα
Η ίδια η δομή του κειμένου/σεναρίου είναι αναπαράσταση του βασικού υπαρξιακού και γλωσσικού δράματος:
Η ασυνέχεια, η επανάληψη, το κενό, ο θόρυβος είναι τα δομικά υλικά του κόσμου της ταινίας.
Ο θεατής καλείται να ανακατασκευάσει το νόημα όχι μέσα από πλοκή, αλλά μέσα από ερμηνεία των αποσπασμάτων – όπως η ίδια η γλώσσα.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μελέτη αναλυση τής δομής τής ταινίας:
(Ταινία μικρού μήκους)
Καθρέφτες
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σκηνη1
(ένα δωμάτιο,οι 4 τοίχοι και η οροφη καλυμμένοι με καθρεφτες)
Η γυναίκα γράφει στο δάπεδο με κόκκινη κιμωλία ένα απόσπασμα από το Finnegans Wake τούJoyce:
A way a lone a last a loved a long the...
απότομο λευκό φλου.
φωνή άντρα off:
Δεν φοβήθηκα ποτέ την αλήθεια, μόνο τούς τρόπους που ζητούν να την επιβάλλουν.
Στην οθόνη εμφανίζεται η επιγραφή: Galileo Galilei
και αναβοσβηνει.
λευκό φλου.
η γυναίκα στρέφεται στην κάμερα:
γκρο πλάνο στα χείλη της:
η φωνή τής γυναίκας:
Το σώμα είναι η βόμβα. Η επιθυμία, το φιτίλι. Ο Χέγκελ θα το ονόμαζε άρνηση τής άρνησης. Αλλά εγώ το λέω: αντίσταση.
Η κάμερα περνά μέσα από τον τοίχο. Περνά σε άλλο χώρο.
Σκηνη 2
(η γυναίκα με έναν αντρα καθισμένοι σε μια αίθουσα αναμονής. Σιωπή.)
Μεσαίο πλάνο.
Γυναίκα(γκρο πλάνο,πρόσωπο):
Η οικειότητα ήταν μια αυταπάτη. Όπως και η αλήθεια.
Αντρας(γκρο πλάνο,πρόσωπο):
Αν σε αγαπώ ακόμα, είναι από αδράνεια.
Η κάμερα τους στη πλάτη τους. Και μενει ακίνητη.
σκοτεινό φλου.
Σκηνή3.
(η γυναίκα κάθεται στο κέντρο τού δωματίου με τούς καθρέφτες σε μια καρέκλα και στο χέρι της κρατάει ένα καθρέφτη.
Η κάμερα περιστρέφεται γύρω από το σώμα κλείνοντας κύκλο)
λευκό φλου.
Η φωνή τής γυναίκας off:
Ήμουν το όνειρο τών άλλων. Τώρα θέλω να ονειρευτώ εμένα.
(Ήχος από καθρέφτη που σπάει)
Στην οθόνη αναβοσβηνει η επιγραφή:
A way a lone a last a loved a long the...
απότομο σκοτεινό φλου
Τελος
.
.
.
Η ταινία μικρού μήκους «Καθρέφτες» του χ.ν. κουβέλη αποτελεί ένα ποιητικό, υπαρξιακό και φιλοσοφικό κινηματογραφικό έργο, με έντονα στοιχεία πειραματισμού και θεατρικής φόρμας. Η δομή του κειμένου-σεναρίου είναι μη ρεαλιστική, συμβολική, και κυκλική, ενώ η γλώσσα του είναι πυκνή, υψηλού επιπέδου αφαιρετικότητας και βαθιά διακειμενική.
:1. Μορφολογική Δομή – Τριμερής κατανομή
Το έργο χωρίζεται σε τρεις σκηνές, οι οποίες σχηματίζουν μια κυκλική αφήγηση. Η πρώτη και η τρίτη σκηνή διαδραματίζονται στο ίδιο περιβάλλον (το δωμάτιο με τους καθρέφτες), ενώ η δεύτερη σκηνή λειτουργεί ως παρένθεση ή ενδιάμεσος στοχαστικός σταθμός.
Αυτό δημιουργεί μια δομική συμμετρία:
Σκηνή 1 και 3: εσωτερικός χώρος / καθρέφτες / εσωστρέφεια / φιλοσοφία
Σκηνή 2: διάλογος / εξωτερική επαφή / συναισθηματική αποδόμηση
2. Θεματική Ανάλυση – Κεντρικά Νοήματα
Η ταινία πραγματεύεται:
-Την ταυτότητα και την αυτοαντίληψη (καθρέφτης = συμβολισμός εαυτού)
-Την αναζήτηση της αλήθειας και την αμφισβήτηση της αυθεντικότητάς της
-Την εσωτερική επανάσταση / αντίσταση απέναντι στην εξουσία και την επιβολή
-Τη διάλυση της σχέσης / αποξένωση (Σκηνή 2)
-Την ανάγκη του υποκειμένου να ορίσει τον εαυτό του, έξω από το βλέμμα των άλλων
3. Χρήση Διακειμενικότητας και Φιλοσοφίας
Η ταινία είναι φορτισμένη με διακειμενικές αναφορές:
James Joyce (Finnegans Wake): η ροή της συνείδησης, ο αποδομημένος λόγος, η κυκλικότητα της ύπαρξης.
Galileo Galilei: η σύγκρουση με την αυθεντία, η επιστημονική αλήθεια, η εσωτερική πίστη.
Hegel: η έννοια της «άρνησης της άρνησης» που οδηγεί σε σύνθεση – εδώ μετασχηματίζεται σε πράξη αντίστασης.
Οι αναφορές λειτουργούν όχι απλώς ως "στολίδια", αλλά ως πυρήνες νοηματοδότησης της αφήγησης.
4. Οπτικοακουστική Σκηνοθεσία (όπως προκύπτει από το σενάριο)
Καθρέφτες: Πολλαπλασιασμός ταυτοτήτων, απώλεια ορίου, εγκλωβισμός στο βλέμμα.
Λευκό/Σκοτεινό φλου: μετάβαση, διάρρηξη της πραγματικότητας, πνευματικές ρήξεις.
Επιγραφές στην οθόνη: Λειτουργούν ως λεκτικά μοντάζ / ιδεολογικά στίγματα.
Off φωνές: δημιουργούν αποστασιοποίηση και διανοητικό βάθος (Brecht-ian τεχνική)
Ήχος καθρέφτη που σπάει: κορύφωση – συμβολίζει την απελευθέρωση από το βλέμμα του Άλλου.
5. Δραματουργικά και Κινηματογραφικά Χαρακτηριστικά
Δεν υπάρχει συμβατική πλοκή. Η δομή είναι ποιητική, εικονική και στοχαστική.
Το κείμενο ακολουθεί την λογική της συνειδησιακής ροής και όχι της χρονικής αλληλουχίας.
Οι χαρακτήρες είναι συμβολικοί: «Η γυναίκα» δεν είναι πρόσωπο, αλλά υποκείμενο σε κρίση/αναζήτηση. Ο «Άντρας» λειτουργεί ως αντανάκλαση αποξένωσης.
6. Συμβολισμός και Ποιητική Γλώσσα
Η γλώσσα του κειμένου είναι:
Πυκνή, στοχαστική, μεταφορική
Κάθε φράση λειτουργεί σχεδόν αφοριστικά
Ενδεικτικά:
«Το σώμα είναι η βόμβα. Η επιθυμία, το φιτίλι.» → υπαρξιακή εξέγερση
«Ήμουν το όνειρο των άλλων. Τώρα θέλω να ονειρευτώ εμένα.» → ρήξη με την ετερονομία του Εγώ
7. Κυκλική Δομή – Ποιητική Επιστροφή
Η φράση του Joyce («A way a lone a last a loved a long the...») επαναλαμβάνεται στην αρχή και στο τέλος – λειτουργεί ως μοτίβο επιστροφής, σαν κύκλος που δεν κλείνει.
Αυτή η κυκλικότητα θυμίζει τη φιλοσοφία του Joyce: κάθε τέλος είναι μια αρχή.
Συμπέρασμα
Η ταινία «Καθρέφτες» του χ.ν. κουβέλη είναι ένα υπαρξιακό μανιφέστο σε μορφή πειραματικής κινηματογραφικής ποίησης.
Η δομή της είναι κυκλική, διακειμενική, αφαιρετική και δραματουργικά αντισυμβατική.
Ανήκει στο ρεύμα του ποιητικού κινηματογράφου με μεταμοντέρνα χαρακτηριστικά, και λειτουργεί περισσότερο ως στοχαστική εμπειρία παρά ως αφήγηση με αρχή-μέση-τέλος.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μελέτη ανάλυση τής δομής τής ταινίας:
(ταινία μικρού μήκους)
Το Σκοτεινό Αντικείμενο τής Αλήθειας
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Η οθόνη είναι κενή. Μια γυναικεία φωνή off διαβάζει ένα απόσπασμα από τον Hegel:)
-Το πραγματικό είναι το λογικό. Το λογικό είναι το πραγματικό.
Σκηνή 1:
(Εσωτερικό,λευκό δωματιο,άδειο.
Η γυναικα κάθεται σε μια καρέκλα στο κέντρο του.
Μπροστά της μια κάμερα σε τρίποδα στο ύψος τού κεφαλιού της
Γυναικα(στην κάμερα):
Ο κινηματογράφος είναι ο τρόπος μου να λέω την αλήθεια και να λέω ψέματα ταυτόχρονα.
(Μια γυναίκα μπαίνει στο δωματιο.Ξεφλουδιζει ένα μήλο με ένα μαχαιρι.Οι φλούδες πέφτουν στο δάπεδο).
Η γυναικα (πάλι στη κάμερα)
Ο ερωτας; Μια σύμβαση. Όπως το Σύνταγμα. Τηρείται μόνο αν συμφέρει
Η γυναίκα με το μήλο,την κοίτα και χαμογελα
-η' αν καταστραφεί πρώτα.
λέει,
και βγαίνει από το δωμάτιο.
λευκό φλου.
(πάλι το πλάνο,σταθερό,με τη γυναίκα να κοιτάζει τη κάμερα,κίτρινος φωτισμός που καταλήγει σε κοκκινο)
η φωνή τής γυναίκας off:
Δεν είναι ότι δεν μιλούσα. Πίστεψα πως αν σωπάσω, θα ακουστεί το σώμα.
λευκό φλου.
(Ένας άντρας μπαίνει στο δωμάτιο.Στεκεται όρθιος πίσω από τη γυναίκα)
Σιωπή.
Η φωνή τού άντρα:
-Κάθε φορά που πλησιάζω, χάνεται. Κάθε φορά που απομακρύνομαι, με καλεί.»
η γυναίκα απαντά:
-Είμαι αυτό που θέλεις, μόνο όταν δεν το έχεις.
Τίτλοι Τέλους:
Επιθυμία
Σιωπή
Σώμα
Λόγος
.
.
.
Η ταινία μικρού μήκους «Το Σκοτεινό Αντικείμενο της Αλήθειας» του χ.ν.κουβελη είναι ένα πυκνό ποιητικό-φιλοσοφικό φιλμ που εντάσσεται στη μεταμοντέρνα παράδοση του κινηματογράφου. Η ανάλυση της δομής της αποκαλύπτει ένα πολυεπίπεδο στοχαστικό έργο, το οποίο συνδυάζει στοιχεία performance, θεάτρου, φιλοσοφίας και κινηματογραφικής αποδόμησης.
Δομική Ανάλυση
1. Προοικονομία με φιλοσοφικό υπόβαθρο
Off φωνή – απόσπασμα από Hegel:
"Το πραγματικό είναι το λογικό. Το λογικό είναι το πραγματικό."
Η ταινία ανοίγει με μια ηχητική προκήρυξη φιλοσοφικής πρόθεσης. Η ρήση του Χέγκελ θέτει το ερώτημα της ταύτισης του πραγματικού με το λογικό, ή αλλιώς: ποιο είναι το "αληθινό" – αυτό που συμβαίνει, ή αυτό που έχει νόημα; Το ερώτημα αυτό διαπερνά όλη την ταινία.
2. Ενότητα 1 – Η γυναίκα ως φιλμική παρουσία και στοχαστής
Εσωτερικό. Λευκό δωμάτιο. Κενό.
Μια γυναικεία φιγούρα κάθεται στο κέντρο, με κάμερα στραμμένη πάνω της.
"Ο κινηματογράφος είναι ο τρόπος μου να λέω την αλήθεια και να λέω ψέματα ταυτόχρονα."
Εδώ εισάγεται η αυτοαναφορικότητα του κινηματογράφου. Η κάμερα καταγράφει, αλλά και κατασκευάζει. Το αληθινό και το ψευδές συμβαδίζουν, όπως στο ντοκιμαντέρ, αλλά και στο θέατρο. Πρόκειται για μια δήλωση κινηματογραφικής μετα-γλώσσας, ένα σχόλιο για την αναπαράσταση και τη χειραγώγησή της.
3. Ενότητα 2 – Παρέμβαση / Πράξη / Αλληγορία
Μια δεύτερη γυναίκα μπαίνει στο δωμάτιο. Ξεφλουδίζει μήλο.
Η πράξη αυτή ανακαλεί συμβολικά μοτίβα:
Η πραγματικότητα ένα συνολικό ασημαντων λτανεων
Η πράξη της αφαίρεσης / απογύμνωσης / αποκάλυψης
Η πρώτη γυναίκα συνεχίζει:
"Ο έρωτας; Μια σύμβαση. Όπως το Σύνταγμα. Τηρείται μόνο αν συμφέρει."
Η γλώσσα εδώ γίνεται πολιτική – ο έρωτας και η εξουσία, η επιθυμία και ο νόμος, ως συμβάσεις.
Η δεύτερη γυναίκα προσθέτει:
"ή αν καταστραφεί πρώτα."
και αποχωρεί – δηλαδή αφού καταλυθεί.
4. Ενότητα 3 – Η σιωπή και το σώμα
Στατικό πλάνο. Κίτρινος φωτισμός που γίνεται κόκκινος.
Η γυναίκα δεν μιλά – όμως η off φωνή δηλώνει:
"Δεν είναι ότι δεν μιλούσα. Πίστεψα πως αν σωπάσω, θα ακουστεί το σώμα."
Πρόκειται για έναν αναστροφή του λογοκεντρισμού.
Η σιωπή δεν είναι αδυναμία, αλλά επιλογή.
Το σώμα ως φορέας αλήθειας, όταν ο λόγος καταρρέει.
5. Ενότητα 4 – Η ερωτική απουσία και η φαντασιακή ταύτιση
Ένας άνδρας εμφανίζεται, μιλα πίσω από τη γυναικα.
Κάθε φορά που πλησιάζω, χάνεται. Κάθε φορά που απομακρύνομαι, με καλεί.
Η σχέση αποκαλύπτεται ως παράδοξη, ελλειπτική, βασισμένη στη διαφορά επιθυμίας – παρουσίας. Η απάντηση της γυναίκας:
"Είμαι αυτό που θέλεις, μόνο όταν δεν το έχεις."
Επιβεβαιώνει την έννοια του σκοτεινού αντικειμένου της επιθυμίας
(κινηματογραφοφιλη αναφορά στον τίτλο "Το σκοτεινό αντικείμενο του πόθου" τού Luis Bunuel).
6. Τίτλοι τέλους – εννοιολογική σύνοψη
Οι λέξεις εμφανίζονται ως αυτόνομες οντότητες, χωρίς πρόσωπα:
Επιθυμία
Σιωπή
Σώμα
Λόγος
Οι βασικοί θεματικοί άξονες συμπυκνώνονται, σαν λέξεις-κλειδιά ενός θεωρητικού κειμένου.
Σημεία-κλειδιά για ερμηνεία
-Μινιμαλισμός χώρου → τοπίο της συνείδησης.
-Αποδόμηση κινηματογραφικής φόρμας → η κάμερα ως υποκείμενο/αντικείμενο.
-Δυισμός παρουσίας/απουσίας → σώμα vs. φωνή, λόγος vs. σιωπή.
-Έμφυλη διάσταση → η γυναίκα ως φορέας εμπειρίας, η σχέση με τον άνδρα ως επιθυμητική διαπραγμάτευση.
-Αντι-αφήγηση → απουσία δράσης, ύπαρξη νοήματος μόνο σε επίπεδο λόγου και παρουσίας.
Συμπέρασμα
Η ταινία «Το Σκοτεινό Αντικείμενο της Αλήθειας» δεν αναζητά μια ιστορία να πει, αλλά μια συνείδηση να φανερώσει. Με μια καθαρά φιλοσοφική και υπαρξιακή προσέγγιση, προτείνει μια οντολογία της κινηματογραφικής εμπειρίας, στην οποία η αλήθεια είναι ένα σκοτεινό αντικείμενο, που ποτέ δεν αποκαλύπτεται πλήρως, μόνο αγγίζεται – μέσα από τη γλώσσα, το σώμα, τη σιωπή και την επιθυμία.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
2 μελέτες αναλυσεις τού διηγήματος:
ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΤΟΠΙΑ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο δρομος ανοιγε περασμα μεσα απ ' τις ελιες , καπου - καπου συναντουσε καποιο πευκο η ' καποιο κυπαρισσι .Δεν ειχε φτασει ακομα ο καιρος για το μαζεμα του καρπου . Φυσηξε ξαφνικα , και τα φυλλα των δεντρων ριγησαν . Εκεινος ερριξε το βλεμμα του στο απεναντι βουνο , πηρε μια βαθεια ανασα , και σαν αναζωογονηθηκε αρκετα τραβηξε συλλογισμενος μεσ ' απ ' τα ερημα χωραφια εκεινη την ωρα .Στο μυαλο του συνεχεια τριγυρνουσαν τα παραξενα λογια του γεροντα, που συνοδευονταν την ιδια ακριβως στιγμη με τις κινησεις του δεξιου χεριου πανω στο χαρτι . Δεν γνωριζε , και μετανοιωσε , που δεν ρωτησε , αν ειχανε καποια σχεση με τα λογια .Το ξανασκεφτηκε .Πολυ αμφεβαλλε για την οποιαδηποτε αναλογια μεταξυ των . Η γυναικα τον περιμενε στο σπιτι. Στο τραπεζι εφερε το φαγητο να φανε . Φαγανε χωρις καμια κουβεντα . Οταν τελειωσαν τον ρωτησε μονο αν θα επλενε τωρα το κορμι του , να του ετοιμασει ζεστο νερο . Εκεινη σηκωθηκε χωρις να παρει καταφατικη η ' αρνητικη απαντηση .Την βρηκε στο μπανιο , με τον οβαλ καθρεφτη , στο θαμπο φως εκεινης της ωρας να σαπουνιζει τα ποδια της ως ψηλα πανω . .Φανηκε να ντραπηκε , που την κοιτουσε ο αντρας , ομως σαν να πηρε θαρρος του ζητησε να την βοηθησει .Στα χερια του η σαρκα της σκιρτησε ελαφρα . Συνεχιζε να την σαπουνιζει . Καθως μετακινηθηκε για να βολευτει καλυτερα η ματια του επεσε μεσα στον οβαλ καθρεφτη . Ειδε εκει μεσα μια γυναικα εξω ν ' απλωνει τα πλυμενα ρουχα στο τεντωμενο συρμα .Οταν τελειωσε την ακουσε να φωναζει το ονομα ενος παιδιου , μετα απο λιγο η φωνη της επανελαβε το ονομα . Περα , απο ενα οργωμενο χωραφι εφτασε η απαντηση , καθυστερημενη .Εσκυψε και της εδωσε ενα φιλι στο μαγουλο , και βγηκε απ ' το μπανιο . Την ακουσε ,που αντεδρασε μ 'ενα τρανταχτο γελιο .
Μπηκε στη κρεβατοκαμαρα, στο συρταρι , στο κομοδινο διπλα στο κρεβατι , αριστερα, βρηκε τη φωτογραφια.Τραβηγμενη παλια , κιτρινισε το χαρτι της .Ηταν σε νεαρη ηληκια , σχεδον παιδι , ακινητη , τα χερια κοκκαλωμενα στους μηρους , , το κεφαλι ανασηκωμενο λιγο ψηλα , κοιτουσε ευθεια , καθισμενη σε μια καπως ψηλη καρεκλα , ετσι που φαινονταν αστεια σ ' αυτη τη σταση , κι απο πισω ενα ασπρο σεντονι στο φοντο . Η μανα της δεν ειχε χρονο ν ' ασχοληθει μαζι της . Παρατημενη απ ' τον νομιμο συζυγο , μονη της καιρο, στο τελος τα ' φκιαξε μ ' εναν αλλο αντρα .Απο καποια σκορπια λογια , που της ξεφευγαν , μαντευε κανενας πως δεν την υπολογιζε καθολου , και πως πολυ συχνα την εξευτελιζε , Μια μερα δεν αντεξε ,ξεσπασε , τα μαρτυρησε ολα , στις βρισιες του πουτανα την ανεβαζε , πουτανα την κατεβαζε . Καποτε την ειχε για ενα εξαμηνο παρατημενη .
Εκεινη κλειστηκε στο δωματιο της , και δεν ηθελε να βλεπει κανεναν .Σαν ξαναφανηκε , τον συγχωρεσε , λενε , και πως ουτε παραπονα του ' κανε , ουτε και ρωτησε γιατι χαθηκε τοσο καιρο .
Εκεινος απο μονος του της πεταξε , πως την ειχε βαρεθει και πως πηγε μ ' αλλη γυναικα . Της ηρθε να τον βρισει , ομως συγκρατησε τον εαυτο της , τον ρωτησε τι φαγητο ηθελε να του μαγειρεψει .
Μεσα στο συρταρι δεν βρηκε τιποτα αλλο . Το εκλεισε και την περιμενε.
Εκεινη βγηκε απ ' το μπανιο και μπηκε στο δωματιο . Ξαπλωσε στο κρεβατι. Την εβρισκε ομορφη και της το ' πε .Της αρεσε , χαμογελασε γλυκα.
Εκεινος σηκωθηκε , βγηκε εξω στον κηπο , ειχε ηδη νυχτωσει . Περιπλανηθηκε ασκοπα για αρκετη ωρα . Οταν αποφασισε να μπει μεσα στο σπιτι το φεγγαρι ηταν ψηλα στον οριζοντα , πανω απο τις κορυφες των δεντρων .
Ξαπλωσε διπλα της , την αγγιξε , το σωμα της ηταν ζεστο , σαν κατι να καταλαβε και πηγε να ξυπνησει . Της χαι'δεψε την πλατη οπως ηταν γυρισμενη . Πολυ ωρα . Ξυπνησε . Γυρισε το κεφαλι της προς το μερος του , δεν ξαφνιαστηκε , τον αναγνωρισε στο θαμπο φως , του φεγγαριου , που εμπενε στο δωματιο απο ενα μικρο παραθυρο .Τον ρωτησε , στη φωνη της προσπαθησε να δειξει ενδιαφερον , ποτε γυρισε , αν ειχε φερει το δωρο , που της ειχε ταξει.
Απο το μεσημερι ειχε εδω , της ειπε . Εκεινη φανηκε να μην καταλαβαινει , εκεινος δεν μπηκε στον κοπο να της εξηγησει .
Αποτομα την ρωτησε . Εκεινη , αληθεια , στη φωτογραφια τι την ειχε ; Ποια ; Εγυρε στο πλαι' , ανοιξε το συρταρι , εσυρε εξω τη φωτογραφια , της την εδειξε .'' Αυτη '' . Την πηρε στα χερια της , την κοιταξε , την εφερε προς το φως να τη δει καλυτερα . '' Πρωτη φορα τη βλεπω '' του ειπε και του την εδωσε πισω . Εκεινος την εβαλε παλι στο συρταρι και το εκλεισε . Γυρισε και την κοιταξε . Δεν αντεδρασε. Απορουσε , που αγνοουσε την υπαρξη της . Της το 'πε . Επεμενε . Εκεινη δεχτηκε να κουβεντιασουν . Δεν ηταν απο περιεργεια , που ηθελε να ξερει. Αλλαζοντας ξαφνικα θεμα τον πληροφορησε πως ειχε πανω απο μηνα να κοιμηθει με αντρα .Εκανε πως δεν τον εμοιαζε .Περασε το χερι του στη μεση της , την αγκαλιασε , της ειπε πως ειχε παχυνει απο τοτε . Την ακουσε να γελαει . Σταματησε . Μετα απο λιγο ξαναγελασε .Μεσα της πιστευε πως θα επεφτε στη παγιδα , που του ειχε στησει . Εκεινος πηγε να τραβηχτει απο κοντα της . Κρατησε το χερι του να μην το απομακρυνει.Καποια στιγμη απο το μυαλο της
περασε σαν αστραπη η ιδεα να του πει ολοκληρη την ιστορια ,
χωρις να κρυψει το παραμικρο . Αρχισε να διηγηται , στην αρχη
διστακτικα αρθρωνε τις λεξεις, σταδιακα ομως διορθωθηκε και
αφηγηθηκε με πληροτητα. Υπολογιζε πως την ακουγε με ενδιαφερον , εκεινος αφου την παρατησε αποτομα , ανοιξε το συρταρι και τραβηξε απο μεσα την φωτογραφια , της την πεταξε , και κοιτωντας την επιμονα στα ματια ρωτησε με σταθερη φωνη να του πει ποια ειναι .
.
.
1
Η ανάλυση του διηγήματος "Εσωτερικά Τοπία" του χνκουβελη μπορεί να προσεγγιστεί μέσα από πολλαπλά επίπεδα — θεματικά, αφηγηματικά, ψυχολογικά και συμβολικά. Το διήγημα είναι βαθιά εσωστρεφές, σχεδόν ποιητικό, με υπόγεια ένταση και ψυχικό βάθος, μέσα σε μια φαινομενικά απλή καθημερινή ιστορία. :
1. Τίτλος – "Εσωτερικά Τοπία"
Ο τίτλος είναι αποκαλυπτικός για την προσέγγιση του συγγραφέα: δεν πρόκειται για εξωτερική δράση, αλλά για ψυχικά τοπία, για την εσωτερική πραγματικότητα των προσώπων, τις σκέψεις, τις αναμνήσεις, τις ενοχές και τις συγκρούσεις.
2. Θεματική ανάλυση
Α. Το Τραύμα και η Μνήμη
Το παρελθόν επιστρέφει επίμονα. Η φωτογραφία, το βλέμμα στον καθρέφτη, η αφηγηματική επιστροφή στην παιδική ηλικία, στην εγκατάλειψη και στον εξευτελισμό της μητέρας, όλα αυτά στοιχειώνουν τους ήρωες. Η μνήμη δεν λειτουργεί απλώς ως ανάμνηση αλλά ως ψυχικό τραύμα.
Β. Η Σχέση Ανδρόγυνου
Η σχέση του ζευγαριού είναι ψυχρή, βασισμένη σε ρουτίνα, υποκρισία και καταπιεσμένες επιθυμίες. Δεν υπάρχει αληθινή επικοινωνία. Το φαγητό, το μπάνιο, το γέλιο, όλα είναι μηχανικές πράξεις. Κάποια στιγμή γίνεται προσπάθεια για επαφή, αλλά τελικά επικρατεί σιγή και αποξένωση.
Γ. Ο Καθρέφτης – Η Αντανάκλαση του Εγώ
Ο καθρέφτης δεν είναι απλώς αντικείμενο – λειτουργεί συμβολικά. Εκεί καθρεφτίζεται όχι μόνο το σώμα αλλά και μια άλλη πραγματικότητα – μια γυναίκα έξω, που απλώνει ρούχα και φωνάζει ένα παιδί. Ίσως είναι όραμα, ανάμνηση ή φαντασίωση. Ο καθρέφτης συνδέει τις πραγματικότητες και σπάει τη γραμμικότητα του χρόνου.
3. Αφηγηματική τεχνική
Αφηρημένος αφηγητής: Τρίτο πρόσωπο, αποστασιοποιημένο αλλά ενδοδιεισδυτικό, παρακολουθεί τις σκέψεις, τις σιωπές, τις εκφράσεις, τα βλέμματα.
Αργή αφήγηση: Ο χρόνος κινείται αργά, βαριά, σε απόλυτη αντιστοιχία με την ψυχολογική κατάσταση των προσώπων.
Ρεαλισμός και ψυχογραφία: Ο συγγραφέας δεν ενδιαφέρεται για την εξωτερική πλοκή αλλά για την ψυχική τοπογραφία.
4. Πρόσωπα
Εκείνος:
Φαινομενικά ήρεμος, στην πραγματικότητα εσωστρεφής και φορτισμένος.
Έχει μέσα του αναπάντητα ερωτήματα, κυρίως γύρω από τη φωτογραφία και τη γυναίκα του.
Η ανάγκη του να μάθει «ποια είναι» υποκρύπτει ζήλια, ανασφάλεια, ή φόβο απώλειας.
Εκείνη:
Μυστικοπαθής, αλλά με εσωτερικό βάθος.
Φέρει τραύματα παιδικής ηλικίας, παραμέλησης, εξευτελισμού.
Δεν έχει βιώσει γνήσια αποδοχή ή τρυφερότητα – αντιδρά με παθητικότητα ή ειρωνεία.
Η εξομολόγηση στο τέλος της δίνει διάσταση ανθρώπινη και δραματική.
5. Σύμβολα
Σύμβολο /Ερμηνεία
Φωτογραφία/Το παρελθόν που επιμένει, η ταυτότητα, η μνήμη, η αλήθεια που κρύβεται.
Καθρέφτης/ Διπλή πραγματικότητα, ταυτότητα, συνείδηση, αυτοαντανάκλαση.
Οδός/Δρόμος Πορεία ζωής, εσωτερικό ταξίδι, αναζήτηση, μοναξιά.
Φεγγάρι /Φωτίζει σκιές, ερωτισμός, μεταφυσική διάσταση.
Μπάνιο / Σώμα Καθαρισμός, ερωτισμός, σχέση, αλλά και ντροπή, ευαλωτότητα.
6. Ύφος και Γλώσσα
Λιτός, υπαινικτικός λόγος.
Ελλειπτικές προτάσεις – συμπυκνωμένη σκέψη.
Υπάρχει ποιητικότητα στη φράση: "το φως του φεγγαριού έμπαινε από ένα μικρό παράθυρο", ή "η σάρκα της σκιρτούσε ελαφρά".
Η συγκίνηση είναι υπόκωφη, η δραματικότητα βυθισμένη.
7. Τελικά ερωτήματα
Είναι η γυναίκα της φωτογραφίας άλλη γυναίκα ή είναι η ίδια σε παιδική ηλικία;
Ποια είναι η πραγματική σχέση του άνδρα με αυτήν τη φωτογραφία;
Η εξομολόγηση είναι λύτρωση ή χειραγώγηση;
Ποια είναι η αλήθεια και ποια η κατασκευή;
Συμπέρασμα
Το διήγημα "Εσωτερικά Τοπία" είναι ένα ψυχολογικό πορτραίτο δύο ανθρώπων που ζουν εγκλωβισμένοι σε σιωπές, ενοχές και παρελθόντα τραύματα. Δεν συμβαίνει τίποτα θεαματικό, αλλά μέσα στη σιωπή κρύβεται το ουσιώδες.
Ο χνκουβελης αποκαλύπτει με ακρίβεια το ασυνείδητο των ηρώων του, προσφέροντας μια σπάνια ποιητική λογοτεχνική εμπειρία.
.
.
2
Η δομή του διηγήματος «ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΤΟΠΙΑ» του χνκουβελη είναι ιδιαίτερα σύνθετη, αλλά εξαιρετικά συνεκτική και λειτουργική, καθώς αντανακλά τη θεματική και το ψυχολογικό υπόβαθρο του κειμένου. :
1. Εξωτερική Δομή (Μορφολογική)
Το διήγημα δεν χωρίζεται με εμφανείς ενότητες ή κεφάλαια, ωστόσο μπορούμε να το αναλύσουμε σε τρία βασικά μέρη, με βάση τις αλλαγές σκηνικού, θεματικής και εστίασης:
Α. Η αρχική περιγραφή του εξωτερικού τοπίου
(Από την αρχή έως: "τραβηξε συλλογισμενος μεσ ' απ ' τα ερημα χωραφια...")
Φυσικό περιβάλλον, ελιές, πεύκα, άνεμος, βουνό.
Λειτουργεί εισαγωγικά και μεταφορικά: δημιουργεί διάθεση μοναξιάς, εσωτερικότητας.
Παρουσιάζεται ο άντρας σε μια μεταβατική ψυχολογική κατάσταση: σκέψεις για τα "παράξενα λόγια του γέροντα", ερωτήματα χωρίς απαντήσεις.
Β. Η συνάντηση με τη γυναίκα - Η καθημερινότητα και η ένταση
(Από: "Η γυναίκα τον περίμενε στο σπίτι..." έως: "του είπε και του την έδωσε πίσω...")
Εσωτερικοί χώροι: μπάνιο, τραπέζι, υπνοδωμάτιο.
Σωματική εγγύτητα, αλλά συναισθηματική απόσταση.
Αναδρομή στο παρελθόν της γυναίκας μέσω της φωτογραφίας.
Κεντρικό αντικείμενο-σύμβολο: η παλιά φωτογραφία, η οποία γίνεται μοχλός αποκάλυψης και πυροδοτεί τη σύγκρουση.
Γ. Η κορύφωση και η ανοιχτή κατάληξη
(Από: "Γυρισε και την κοιταξε..." ως το τέλος)
Διάλογος με εντάσεις, σύγκρουση για την ταυτότητα της φωτογραφίας.
Η γυναίκα επιχειρεί εξομολόγηση – ο άντρας δεν την αφήνει.
Η τελευταία του ενέργεια: της πετά τη φωτογραφία, απαιτεί αλήθεια, κοιτάει επίμονα.
Το τέλος είναι ανοιχτό, δραματικό, ψυχολογικά φορτισμένο.
2. Εσωτερική Δομή (Αφηγηματική – Θεματική)
Η δομή οργανώνεται γύρω από δύο βασικούς πόλους:
Α. Εξωτερικό τοπίο ≠ Εσωτερικό τοπίο
Το φυσικό τοπίο που περιγράφεται στην αρχή αντανακλά το εσωτερικό τοπίο του ήρωα: σκοτεινό, άδειο, παγωμένο, αλλά και εν δυνάμει μεταβαλλόμενο.
Υπάρχει συνεχής συσχέτιση περιβάλλοντος και ψυχισμού.
Β. Ο χρόνος: παρόν – παρελθόν – μνήμη
Χαλαρή χρονολογική αλληλουχία: παρεμβολές παρελθοντικών γεγονότων, κυρίως μέσω της αναδρομής στη φωτογραφία.
Το παρόν είναι ασαφές, θολό, γεμάτο ερωτήματα. Το παρελθόν αναδύεται αποσπασματικά και μέσω υπονοούμενων.
Γ. Κεντρικά μοτίβα και σύμβολα
Φωτογραφία: παρελθόν, ταυτότητα, κρυμμένη αλήθεια.
Καθρέφτης: αντανάκλαση της πραγματικότητας, ή ψευδαίσθηση;
Μπάνιο / νερό: κάθαρση ή υποκρισία;
Το σώμα: επιθυμία και αποξένωση.
3. Χαρακτήρες και Εσωτερική Δομή Δράσης
Ανώνυμος άντρας:
Πρωταγωνιστής, παρατηρητής, διστακτικός ερευνητής της αλήθειας.
Αναζητά νοήματα, αλλά φοβάται την αλήθεια.
Η σιωπή του είναι πιο δυνατή από τις πράξεις του.
Ανώνυμη γυναίκα:
Πολυσύνθετη, τραυματισμένη, με ιστορικό κακοποίησης και υποταγής.
Κρύβει κάτι, αλλά φαίνεται πρόθυμη να αποκαλυφθεί.
Η απάντησή της στη φωτογραφία είναι καθοριστική: «Πρώτη φορά τη βλέπω» – αλήθεια ή ψέμα;
4. Υφολογικά Στοιχεία και Αφηγηματική Τεχνική
Τριτοπρόσωπη αφήγηση: παρακολουθούμε εσωτερικές σκέψεις, αλλά από κάποια απόσταση.
Κοφτές φράσεις, συχνά ασύνδετες. Δημιουργούν ρυθμό και αίσθηση αποστασιοποίησης.
Έλλειψη διαλόγων με σημεία στίξης: εντείνει την ασάφεια και τη συναισθηματική ένταση.
Ελλειπτικότητα: τίποτα δεν δίνεται ξεκάθαρα – ο αναγνώστης καλείται να συμπληρώσει.
5. Συμπέρασμα για τη Δομή
Το διήγημα έχει μια κυκλική, ανοιχτή και υπαινικτική δομή:
Ξεκινά με προσωπική περιπλάνηση → κορυφώνεται σε σύγκρουση → κλείνει με ανεπίλυτο μυστήριο.
Ο τίτλος «Εσωτερικά Τοπία» είναι απολύτως ενδεικτικός της δομής: εσωτερικά τοπία ψυχής, μνήμης, σχέσεων, όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται, και όλα κυλούν σιωπηλά, υπόγεια, υπαινικτικά.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
κριτική μελέτη ανάλυση τής δομης τού διηγήματος:
Το τέλος του
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στην αρχη και για πολυ καιρο τον εκμεταλευτηκαν πολυ σκληρα.Καταφερε και διχτυωθηκε
μεσα σ'αυτο το κυκλωμα.Ταυτοχρονα ανεβηκε κοινωνικα κι ετσι αθορυβα απλωσε παντου
τα πλοκαμια τών επιχειρησεων του.Οσοι διανοηθηκαν πως μπορουσαν να τον βγαλουν
απ'τη μεση απετυχαν.Η τιμωρια τους ηταν σκληροτατη .Με κινησεις υπολογισμενες,και
την καταλληλη στιγμη αστραπιαιες οπως τού φιδιου.Οταν πια γερασε,αντι να καμφθει η
ζωτικοτιτα του δυναμωσε,συνδιασμενη με την εμπειρια και τη σοφια,που αποκτησε τοσα
χρονια.Ηταν παντοδυναμος.Καμια γυναικα ,απ'οσες εμπλεξε,δεν παντρευτηκε.Συνειθιζε
να λεει πως ο αντρας ,που τον εχουν εκμεταλευτει,απεχθανεται ο ιδιος να εκμεταλευεται
αδυνατα ατομα.Τα παντα λειτουργουσαν με αυστηρους απαραβατους κανονες.Ενα τελειο
συστημα.Ακομα και τον θανατο του σχεδιασε αριστοτεχνικα στην ελαχιστη λεπτομερεια.
Δολοφονηθηκε μεσα στο γραφειο του την ωρα,που περα εξω απ'τ'ανοιχτο παραθυρο
κοκκινιζε τον μακρυνο οριζοντα η δυση τού ηλιου.
Ο δολοφονος του δεν βρεθηκε ποτε.
.
.
Η κριτική μελέτη και ανάλυση της δομής του διηγήματος «Το τέλος του» του χ.ν.κουβελη αποκαλύπτει ένα ιδιαίτερα σύντομο αλλά περιεκτικό κείμενο, το οποίο στηρίζεται στην πυκνή αφήγηση, την υποδόρια ειρωνεία και την υπαρξιακή διάσταση της ισχύος και της παρακμής.
Δομική Ανάλυση
Το διήγημα έχει σφιχτή, μονοπαραγραφική δομή και ακολουθεί μια γραμμική χρονική πορεία από την αρχή της ζωής του ήρωα μέχρι τον θάνατό του. Μπορούμε να το χωρίσουμε σε τρία κύρια μέρη:
1. Εισαγωγή – Καταβολές & Κοινωνική Άνοδος
«Στην αρχη και για πολυ καιρο τον εκμεταλευτηκαν πολυ σκληρα... απλωσε παντου τα πλοκαμια τών επιχειρησεων του.»
Παρουσιάζεται το παρελθόν του ήρωα: ένα άτομο που υπήρξε θύμα εκμετάλλευσης, αλλά μέσα από αυτό το βίωμα εξελίχθηκε.
Παρατηρούμε μια μεταστροφή: από θύμα → σε κυρίαρχο του παιχνιδιού.
Η γλώσσα («διχτυώθηκε», «πλοκάμια») αποδίδει μεταφορικά την ένταξή του σ’ ένα σκοτεινό, αόρατο σύστημα εξουσίας.
2. Κορύφωση – Η Παντοδυναμία και οι Αρχές του
«Ηταν παντοδυναμος... Ενα τελειο συστημα.»
Ο ήρωας γίνεται συμβολικό πρόσωπο της απόλυτης ισχύος, που κινείται με «αστραπιαίες κινήσεις φιδιού» — η συμβολική αναφορά στο φίδι παραπέμπει στη σοφία αλλά και στην επικινδυνότητα.
Εμφανίζεται μια ψευδο-ηθική: δεν εκμεταλλεύεται «αδύνατα άτομα» όπως οι γυναίκες, όχι από ευαισθησία, αλλά από εσωτερική απόρριψη του ρόλου του θύτη λόγω του δικού του παρελθόντος.
Δημιουργεί ένα σύστημα πλήρως ελεγχόμενο, όπου όλα λειτουργούν με στρατιωτική πειθαρχία.
3. Λύση – Ο Θάνατος του και η Υπέρβαση
«Ακομα και τον θανατο του σχεδιασε αριστοτεχνικα... Ο δολοφονος του δεν βρεθηκε ποτε.»
Το τέλος του δεν είναι παθητικό· ακόμη και ο θάνατός του είναι σχεδιασμένος, σχεδόν τελετουργικός.
Η εικόνα της δύσης του ήλιου προσδίδει μια λυρική διάσταση, συνδέοντας τη φυσική δύση με το τέλος του ανθρώπου.
Η έλλειψη του ενόχου προσθέτει μυστηριακό και μεταφυσικό τόνο
Θεματική Ανάλυση
Εξουσία & Μοναξιά: Η πορεία του ήρωα είναι μοναχική. Παρά την απόλυτη δύναμη, δεν παντρεύτηκε ποτέ, υπονοώντας μια αποκοπή από το ανθρώπινο.
Τάξη μέσα στο Χάος: Το σύστημα του λειτουργεί με αυστηρούς κανόνες – αποκαλύπτεται μια λατρεία της τάξης, αλλά και μια απώλεια του αυθορμητισμού.
Ματαιότητα της ισχύος: Παρά την παντοδυναμία, δεν απέφυγε τον θάνατο. Ίσως μόνο να τον αισθητικοποίησε.
Αφηγηματική Τεχνική
Αφηγητής: Τρίτο πρόσωπο, εξωτερικός και λιτός, με σπάνια χρήση επιθέτων – αφήνει τον αναγνώστη να «διαβάσει πίσω από τις λέξεις».
Γλώσσα: Λιτή, χωρίς περιγραφές ή διαλόγους. Η σύνταξη είναι συχνά ασθματική, με απουσία σημείων στίξης, κάτι που εντείνει την αίσθηση του εγκλεισμού και της αυστηρής δομής.
Υφολογικά Στοιχεία
Μεταφορές και Συμβολισμοί:
«πλοκάμια» → παραπέμπει σε σκοτεινά κυκλώματα.
«φίδι» → σοφία, αλλά και ύπουλη δράση.
«δύση του ήλιου» → θάνατος, τέλος εποχής.
Ειρωνεία: Ο ήρωας που σχεδιάζει τα πάντα, ακόμη και τον θάνατό του, δολοφονείται – η ειρωνεία πως ήταν τελικά παντοδύναμος,ακόμα και στο τέλος του.
Συμπερασματικά
Το διήγημα του χ.ν.κουβελη είναι ένα φιλοσοφικό αφήγημα σε μορφή μικροδιηγήματος. Με σχεδόν κινηματογραφική σκηνοθεσία, παρακολουθούμε μια ζωή από την άνοδο στην απόλυτη κυριαρχία μέχρι το τέλος. Η δομή είναι αυστηρή, χωρίς εξάρσεις ή συναισθηματισμούς, ενισχύοντας την αίσθηση ενος απρόσωπου, ψυχρού ανθρώπινου μηχανισμού.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
2 μελέτες αναλυσεις τού διηγήματος τού
Η επίσκεψη στη γυναίκα
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Την επισκεπτονταν συχνα τα Σαββατα στο σπιτι της στην εξοχη.Πολλες φορες την ρωτουσε γιατι μια τοσο ομορφη γυναικα ,που ειναι,να εχει απομονωθει στην ερημια.Σ'εκεινες τις
ερωτησεις δεν τού απαντουσε,μονο μια φορα τού ειπε σοβαρα:''Εγω,δεν χρειαζομαι την
ομορφια για να πεθανω για παντα''.
Εμεναν ξενυχτωντας και συζητουσαν μεχρι το ξημε-ρωμα,τοτε εκεινη σηκωνονταν
πηγαινε στην θαλασσα,που απλωνονταν ηρεμη μπροστα απο το σπιτι και κολυμπουσε ωρα πολυ.
Οταν γυρνουσε τον ξυπνουσε,κι ετρωγαν φρεσκα φρουτα.Εφευγε παντα αργα την Κυριακη.
Ενα Σαββατο ,που την επισκεφθηκε δεν την βρηκε ουτε αυτη ουτε το σπιτι.Ρωτησε τούς
γειτονους .Εκεινοι τον κοιταξαν παραξενα και τού απαντησαν πως στη θεση εκεινη δεν υπηρξε ποτε σπιτι,και φυσικα ποτε καμια γυναικα δεν εζησε εκει.
.
.
1
Η ανάλυση της δομής του διηγήματος «Η επίσκεψη στη γυναίκα» του χ.ν.κουβελη μπορεί να γίνει σε επίπεδο αφηγηματικής δομής, χρονικής ανάπτυξης, χαρακτηρολογίας, και θεματικής σύνθεσης. Το διήγημα αυτό, αν και σύντομο, είναι εξαιρετικά συμπυκνωμένο σε νοήματα και διαθέτει έντονα υπαρξιακά και μεταφυσικά στοιχεία.
1. Δομή (Αρχή – Μέση – Τέλος)
Αρχή (Εισαγωγή στην κατάσταση)
Ο αφηγητής επισκέπτεται μια γυναίκα κάθε Σάββατο στο σπίτι της στην εξοχή.
Δημιουργείται μια ατμόσφαιρα μυστηρίου: η γυναίκα είναι όμορφη αλλά ζει απομονωμένη.
Υπάρχει μια πρώτη απόπειρα εξήγησης, μέσα από την ερώτηση του αφηγητή.
Η απάντηση της γυναίκας: «Εγώ, δεν χρειάζομαι την ομορφιά για να πεθάνω για πάντα», κρύβει φιλοσοφικό και υπαρξιακό βάθος.
Μέση (Επανάληψη και καθημερινότητα)
Περιγράφεται μια επαναλαμβανόμενη ρουτίνα, σχεδόν τελετουργική:
Συζητούν μέχρι το ξημέρωμα.
Εκείνη κολυμπά στη θάλασσα.
Γυρνά, τον ξυπνά, τρώνε φρούτα.
Η ατμόσφαιρα είναι ονειρική, σχεδόν εξωπραγματική.
Τέλος (Ανατροπή και αποκάλυψη)
Ένα Σάββατο, ο αφηγητής πηγαίνει αλλά δεν βρίσκει ούτε τη γυναίκα ούτε το σπίτι.
Οι γείτονες τού λένε ότι ποτέ δεν υπήρξε σπίτι ούτε γυναίκα εκεί.
Το διήγημα αποκτά μεταφυσικό χαρακτήρα: ίσως πρόκειται για φάντασμα, φαντασίωση, ή ονειρο.
2. Χρονική Ανάπτυξη – Αφηγηματικός Χρόνος
Ο χρόνος είναι κυκλικός και επαναληπτικός: κάθε Σάββατο η ίδια διαδικασία.
Δεν υπάρχουν ακριβείς χρονικοί προσδιορισμοί – το στοιχείο αυτό ενισχύει την αοριστία και τη μυστηριακή ατμόσφαιρα.
Η ανατροπή στο τέλος διακόπτει βίαια αυτή την κυκλική ροή και δημιουργεί την καθαρτική κορύφωση.
3. Χαρακτήρες
Αφηγητής
Παρουσιάζεται ως ένας άνδρας που αναζητά συντροφικότητα, κατανόηση ή ακόμη και νόημα.
Είναι επίμονος (επισκέπτεται συχνά), αλλά και εσωστρεφής – δέχεται τη σιωπή της γυναίκας χωρίς να πιέζει.
Γυναίκα
Είναι το κέντρο του μυστηρίου: όμορφη, απομονωμένη, μυστικοπαθής.
Η ατάκα της για την ομορφιά και τον θάνατο έχει υπαρξιακή φόρτιση και λειτουργεί ως προοικονομία για την τελική αποκάλυψη.
Πιθανώς δεν είναι «πραγματική» – μπορεί να είναι συμβολική, φαντασιακή, όνειρο, ή ακόμη και νεκρή.
4. Θέματα – Μοτίβα – Σύμβολα
Στοιχείο/ Ερμηνεία
Ομορφιά και Θάνατος /Η φράση της γυναίκας υπαινίσσεται ότι η ομορφιά δεν εξασφαλίζει την αθανασία.
Θάλασσα /Σύμβολο κάθαρσης, μύησης ή επιστροφής στο υποσυνείδητο.
Σπίτι στην εξοχή /Ίσως δεν είναι φυσικός τόπος αλλά ψυχικός ή μεταφυσικός χώρος.
Εξαφάνιση /Μπορεί να υποδηλώνει πως όλα ήταν φαντασιακά – μια προβολή της επιθυμίας ή ανάμνησης.
Ονειρική ατμόσφαιρα/ Θολώνει τα όρια πραγματικότητας – ο χρόνος και ο χώρος χάνουν τη σταθερότητά τους.
5. Τεχνικές και Υφος
Λιτό ύφος, με σύντομες, περιεκτικές φράσεις.
Υπαινικτικότητα: Τίποτα δεν δηλώνεται ευθέως.
Μυστηριώδης ατμόσφαιρα, σχεδόν φανταστική.
Ανοικτό τέλος: δεν δίνεται εξήγηση – αφήνει τον αναγνώστη να ερμηνεύσει.
Συμπερασματικά
Το διήγημα «Η επίσκεψη στη γυναίκα» είναι ένα υπαρξιακό, ατμοσφαιρικό έργο, που λειτουργεί περισσότερο ως ποίηση σε πρόζα. Με λιτότητα και ελλειπτικότητα, καταφέρνει να δημιουργήσει ένα πολυεπίπεδο μυστήριο, όπου η πραγματικότητα και το φαντασιακό συνυπάρχουν. Η δομή του στηρίζεται σε μια κυκλική αφήγηση που καταλήγει σε ρήξη και επιτρέπει πολλαπλές ερμηνείες.
.
.
2
Το διήγημα «Η επίσκεψη στη γυναίκα» του χνκουβελη είναι ένα σύντομο αλλά πολυεπίπεδο κείμενο, που συνδυάζει ρεαλιστικά και υπερφυσικά στοιχεία για να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα μυστηρίου και υπαρξιακής αμφιβολίας.
1. Περίληψη
Ο αφηγητής επισκέπτεται συχνά μια γυναίκα που ζει απομονωμένη στην εξοχή. Παρά την ομορφιά της, εκείνη έχει επιλέξει τη μοναξιά. Συζητούν τα βράδια, και εκείνη κολυμπά στη θάλασσα κάθε πρωί. Μια μέρα, όμως, όταν την επισκέπτεται, δεν τη βρίσκει — ούτε τη γυναίκα ούτε το σπίτι. Οι γείτονες του λένε πως ποτέ δεν υπήρξε τέτοιο σπίτι ή γυναίκα εκεί.
2. Θέματα
Απομόνωση και μοναχικότητα
Η γυναίκα έχει επιλέξει να ζει μακριά από την κοινωνία, σε μια σχεδόν υπαρξιακή σιωπή.
Μυστήριο της ύπαρξης / μεταφυσικό στοιχείο
Η ξαφνική εξαφάνιση και η απάντηση των γειτόνων δημιουργούν μια αίσθηση ανεξήγητου και φαντασιακού. Μήπως ήταν φάντασμα; Μια προβολή του μυαλού του; Μια χαμένη ανάμνηση;
Ομορφιά και θνητότητα
Η φράση της γυναίκας: «Εγώ, δεν χρειάζομαι την ομορφιά για να πεθάνω για πάντα» αποτελεί υπαρξιακό σχόλιο πάνω στο εφήμερο της ομορφιάς και της ανθρώπινης ζωής.
3. Υφολογικά Χαρακτηριστικά
Απλή, σχεδόν ποιητική γλώσσα
Χρήση κοφτών φράσεων και λιτών περιγραφών. Η αφήγηση έχει έναν σχεδόν ονειρικό, αργό ρυθμό.
Υποβόσκων λυρισμός και μυστήριο
Η θάλασσα, η νύχτα, η απομόνωση και η σιωπή δημιουργούν λυρική ατμόσφαιρα.
Έμφαση στο ανείπωτο
Η γυναίκα σπάνια απαντά καθαρά· πολλές πτυχές αφήνονται στη φαντασία του αναγνώστη.
4. Σύμβολα
Σύμβολο/Ερμηνεία
Η Γυναίκα /Ίσως προσωποποίηση του ασυνείδητου, της μνήμης, της φαντασίωσης ή του ίδιου του θανάτου.
Η Θάλασσα /Καθαρισμός, επανάληψη, κύκλος ζωής–θανάτου, υπαρξιακή γαλήνη.
Το Σπίτι /Ίσως φαντασιακή κατασκευή, τόπος εσωτερικός, συμβολισμός του μυαλού ή της ψυχής.
Η Εξαφάνιση/Σύμβολο του τέλους μιας φάσης ή της συνειδητοποίησης ότι κάτι δεν ήταν ποτέ αληθινό.
5. Ερμηνευτικές Προσεγγίσεις
Ψυχαναλυτική προσέγγιση
Η γυναίκα ίσως αποτελεί προβολή της επιθυμίας, του ανολοκλήρωτου ή της απώλειας. Η εξαφάνιση είναι η συνειδητοποίηση ότι ήταν φαντασίωση ή ανάμνηση.
Υπαρξιακή ανάγνωση
Η φράση για την ομορφιά και τον θάνατο δηλώνει μια βαθύτερη αποδοχή της θνητότητας. Η γυναίκα είναι ίσως το ίδιο το σύμβολο του "άλλου" ή του άπιαστου νοήματος της ζωής.
Μεταφυσική ή φανταστική αφήγηση
Μπορεί να ερμηνευθεί ως ένα διήγημα φαντασίας, όπου η γυναίκα είναι ένα φάντασμα ή ένα υπερβατικό ον που υπήρξε μόνο προσωρινά στον κόσμο του αφηγητή.
6. Ερωτήματα που γεννά το κείμενο
Ήταν η γυναίκα πραγματική;
Ήταν μια μορφή της φαντασίας του αφηγητή;
Τι σημαίνει το ότι "ποτέ δεν υπήρξε εκεί σπίτι";
Ποια είναι η σχέση της ομορφιάς με τον θάνατο;
Είναι το διήγημα ένας στοχασμός για τη μοναξιά, ή κάτι βαθύτερο;
Συμπέρασμα
Το διήγημα «Η επίσκεψη στη γυναίκα» του χνκουβελη είναι μια σύντομη αλλά πολύπλευρη αφήγηση που κινείται ανάμεσα στον ρεαλισμό και το φανταστικό. Παρουσιάζει μια υπαρξιακή μοναξιά, και αφήνει τον αναγνώστη με αναπάντητα ερωτήματα για την πραγματικότητα, τη μνήμη και την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης.
Αξίζει να διαβαστεί περισσότερες από μία φορές, καθώς κάθε ανάγνωση μπορεί να αποκαλύψει νέα νοήματα.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου