.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
- Κριτική Ανάλυση Ποιημάτων
από τον κ.Κ
(Ιστορίες τού κ.Κ)
-4-
- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
μελέτη με αναφορές στο κινηματογραφικό έργο τού Ingmar Bergman
από τον κ.Κ τού ποιήματος:
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
με διακυμάνσεις στο κοκκινο
(Μονόλογος γυναίκας)
Το κόκκινο. Πάντα το κόκκινο.
Ένα όνειρο σ' ένα κόκκινο δωμάτιο. Κίτρινο κρεβάτι.
Το σώμα μου εκεί ξαπλωμένο
Στον καθρέφτη το δωμάτιο καθρεφτίζεται αλλιώς…
χτυπάει το τηλέφωνο.
Ξυπνάω.
Σιωπή. Πάλι.
Εκείνη τη μέρα ήταν έξαλλος. Με έβρισε. Με έσπρωξε.
Έπεσα στο πάτωμα
Ακόμα νιώθω τον πόνο στα πλευρά.
Τα χέρια του στο λαιμό μου. Έσφιγγε.
Πνιγόμουν.
Κι ύστερα
Μια κλωτσιά. Όση δύναμη μού είχε απομείνει,
τη διοχέτευσα στα γεννητικά του.
Ούρλιαξε.
Έφυγε. Δεν τον ξαναείδα ποτέ.
(παύση)
Ξέρεις, Από εκεί ξεκινάς πάντα.
Είναι σαν να με ξεγυμνώνεις από μέσα προς τα έξω.
Μάτια, βλέμμα
Αν δε σ' αρέσει,σβήνεις. Ξανά από την αρχή.
Σαν την ίδια τη ζωή.
(παύση)
Η ζωή μου σπασμένα επεισόδια.
Σπούδασα λογοτεχνία.
Διάβασα Sylvia Plath και Anne Sexton όταν ήμουν 16.
Έγραφα ποιήματα
Με έκλεισαν μέσα.
επικίνδυνη για τους γύρω μου.
για τον εαυτό μου.
(χαμογελαει )
Αγαπούσα την Diamanda Gallas, έκλαιγα με τους στίχους της,
και ονειρευόμουν να ζωγραφίσει ο Warhol το πορτραίτο μου.
Αλλά εσύ,
εσύ δεν με κάνεις όμορφη.
Με κάνεις αληθινή.
(παύση. γυρνάει το κεφάλι)
Κοίτα.
Σου είπα για το παιδί;
Ήταν μόλις τεσσάρων μηνών.
Το κρατούσα μπροστά στον καθρέφτη.
Άρχισε να κλαίει, γοερά.
Σα να μην άντεχε να δει το είδωλό του. Ή εμένα πίσω του.
Έκανε ώρα να ησυχάσει. Κι εγώ.δεν ησύχασα ποτέ.
(σηκώνει το χέρι)
Τι ώρα είναι;
(κοιτάει κάπου απέναντι)
10:42. Πόσες ώρες;
Χίλιες διακόσιες.
Είναι πολλές;
Ή είναι λίγες για έναν άνθρωπο;
Αν σκεφτείς ότι οι περισσότεροι δεν αφιερώνουν
ούτε δέκα για να δουν την ψυχή σου.
(παύση)
Impasto. Παχύ στρώμα.
Όπως ο χρόνος πάνω στο δέρμα μου.
Τι είναι ο χρόνος;
Για ένα ζώο. Για ένα φυτό. Για μια πέτρα.
Για τον εγκέφαλό μου, που κάποτε πίστευε
πως μπορεί να καταλάβει τα πάντα.
(χαμηλώνει η φωνή της)
Όταν ήμουν στην κλινική, έβλεπα ένα τεράστιο σκάκι
να παίζεται από μόνο του.
Οι κινήσεις γίνονταν μηχανικά.
Πιόνια κι εγώ.
Στον τοίχο, μια μεγάλη κόκκινη έλλειψη.
Μαύρες γραμμές την έκοβαν.
Ήταν ο εαυτός μου, Ένα σώμα πάνω σε ένα παραλληλεπίπεδο.
Το εκκρεμές τού Foucault από πάνω.
Μετρούσε τον χρόνο. 16,4 δευτερόλεπτα η ταλάντωση.
Και το σώμα άλλαζε μορφή.
Γινόταν εσύ
Γινόταν εκείνος.
Γινόταν εγώ.
(παύση)
Λένε πως κάποτε θα προβάλλουν
όλους τους ανθρώπους.
Θα τους βλέπουν
Στο τέλος, θα δεις κι εμενα.
Θα είσαι εκει.
(αγγίζει τον ώμο της,)
Η μητέρα μου είχε έναν μεγάλο καθρέφτη.
Έβαφε τα χείλη της κόκκινα.
Ήταν όμορφη. Τότε.
Όταν γέρασε, παραμορφώθηκε.
Όχι από τον χρόνο.
Από κάτι άλλο.
Πιο βαρύ.
Το θάνατο.
(παύση)
Τι ώρα είναι τώρα;
11:39.
Ας σταματήσουμε.
Θα συνεχίσουμε το απόγευμα.
(γέρνει το κεφάλι, μισογελάει)
Justly at 17:30.
–Ακριβώς.
(σταδιακό fade out, και μετά σκοτάδι)
[Τέλος Μονολόγου]
.
.
Μελέτη πάνω στον κινηματογράφο τού Ingmar Bergman σε σχέση με το ποιημα τού χνκουβελη:Με διακυμάνσεις στο κόκκινο(Μονόλογος γυναίκας)
Εισαγωγή: Η σκηνή ως ψυχανάλυση
Το «Με διακυμάνσεις στο κόκκινο» αποτελεί ένα θεατρικό ψυχογράφημα, που αντηχεί σε μεγάλο βαθμό την υπαρξιακή και ψυχαναλυτική διάσταση τού κινηματογραφικού έργου τού Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (Ingmar Bergman). Μολονότι πρόκειται για διαφορετικά μέσα (ποίημα -θέατρο vs κινηματογράφος), η διαχείριση τού εσωτερικού τραύματος, η κατάδυση στην ψυχή και η χρήση τού κόκκινου ως ψυχολογικού τοπίου, εδραιώνουν έναν κοινό πυρήνα: την ανθρώπινη αγωνία μπροστά στην αλήθεια τού εαυτού και τού θανάτου.
1. Το κόκκινο ως συναισθηματικό και ψυχικό φίλτρο
«Το κόκκινο. Πάντα το κόκκινο. Ένα όνειρο σ’ ένα κόκκινο δωμάτιο.»
Στο έργο τού Μπέργκμαν, το χρώμα, ιδιαίτερα στο «Cries and Whispers»
(Skrik och viskningar, 1972), γίνεται θεμέλιο ψυχολογικής ανατομίας. Το κόκκινο κυριαρχεί στους τοίχους, στα ενδύματα, στο φως — υποδηλώνοντας οδύνη, μνήμη, σώμα, μητρότητα, θάνατο.
Ο ίδιος ο Μπέργκμαν ανέφερε:
«Ήθελα το κόκκινο να μοιάζει με το εσωτερικό τού ανθρώπινου σώματος. Μια σπηλιά, ένα δωμάτιο-μήτρα, ή ένα κλουβί από σάρκα και αίμα.»
Ingmar Bergman, Images: My Life in Film
Το σκηνικό τού μονολόγου μάς μεταφέρει σε έναν τέτοιο ενδομητρικό/ψυχικό χώρο, όπου ο χρόνος δεν κυλά, αλλά «παγιδεύεται» στην ανάμνηση και στο τραύμα. Το κόκκινο δωμάτιο είναι συγχρόνως τόπος ύπνου, θανάτου και αναγέννησης.
2. Η θραυσματική ταυτότητα και η σιωπή
«Η ζωή μου, σπασμένα επεισόδια... Ποιήματα. Κλινική. Πιόνια κι εγώ.»
Αυτός ο σπασμένος λόγος – συνειρμικός, ασυνεχής, γεμάτος παύσεις – παραπέμπει άμεσα στις ηρωίδες τού Μπέργκμαν στο «Persona» (1966).
Εκεί, η σιωπή τής μιας (Elisabet Vogler) και ο λόγος τής άλλης (Alma), δημιουργούν έναν καθρέφτη-ψυχολογική μεταφορά.
Η περσόνα τής γυναίκας στον μονόλογο μας, ενώ μιλά, σχεδόν σωπαίνει.
Δεν αφηγείται, εξομολογείται.
«Είναι σαν να με ξεγυμνώνεις από μέσα προς τα έξω.»
Ακριβώς όπως στο «Persona», όπου ο Μπέργκμαν έλεγε:
«Στο “Persona” ήθελα να εξερευνήσω τα σύνορα τής ανθρώπινης ταυτότητας. Πότε παύουμε να είμαστε “εμείς” και γινόμαστε “ο άλλος”;»
— Bergman on Bergman: Interviews with Ingmar Bergman
Στον μονόλογο, η γυναίκα μεταμορφώνεται, όπως και οι ηρωίδες τού «Persona» μεταλλάσσονται — σε μια συνεχή διερώτηση: Εγώ είμαι; Εσύ; Ή και οι δύο;
3. Η βία, το σώμα και η ενοχή
«Έπεσα στο πάτωμα. Τα χέρια του στο λαιμό μου. Έσφιγγε. Πνιγόμουν.»
Η ενδοοικογενειακή βία περιγράφεται με σπαρακτική απλότητα. Η σωματική μνήμη γίνεται μέρος τού ψυχικού φορτίου. Σε αυτό, ο Μπέργκμαν έχει χτίσει
όλο το έργο του πάνω στη σωματοποίηση τηςυ ενοχής, τού πάθους, τού μίσους
– ιδίως στις ταινίες του όπως:
«Scenes from a Marriage» (1973)
«The Passion of Anna» (1969)
«Autumn Sonata» (1978)
Στο «Autumn Sonata», η σχέση μάνας-κόρης, και η κρυμμένη βία τής εγκατάλειψης, εξισώνεται με την περιγραφή στο μονόλογο:
«Η μητέρα μου είχε έναν μεγάλο καθρέφτη... Παραμορφώθηκε. Όχι από τον χρόνο. Από κάτι άλλο. Πιο βαρύ. Το θάνατο.»
4. Ο καθρέφτης ως μέσο αποκάλυψης
Οι καθρέφτες στο έργο λειτουργούν ως πύλες, όπου οι χαρακτήρες αντικρίζουν όχι το είδωλο, αλλά την ίδια τους την ουσία. Το παιδί στον μονόλογο «δεν αντέχει να δει το είδωλό του» — παραπέμπει στο «Hour of the Wolf» (1968), όπου η απώλεια ταυτότητας και η συντριβή του «είναι» περνά μέσα από καθρέφτες και σκοτεινά βλέμματα.
Στο «Persona» και στο «Through a Glass Darkly» (1961), ο καθρέφτης είναι εργαλείο σύγκρουσης με τον εαυτό:
«Ήθελα η κάμερα να είναι σαν ένας καθρέφτης. Όχι για να αντανακλά, αλλά για να εκθέτει.»
— Ingmar Bergman
5. Ο χρόνος, η ψύχωση και το υπαρξιακό σκάκι
«Έβλεπα ένα τεράστιο σκάκι να παίζεται από μόνο του.»
Η πιο άμεση αναφορά εδώ είναι στο «Η Έβδομη Σφραγίδα» (Det sjunde inseglet, 1957), όπου ο Ιππότης παίζει σκάκι με τον Θάνατο. Στον μονόλογο, το σκάκι «παίζεται από μόνο του» – μια μεταφορά για την ψυχωτική αποξένωση και την απώλεια ελέγχου, ενδεικτικό τής ψυχικής διαταραχής και τού εγκλεισμού.
Το εκκρεμές τού Foucault, η μέτρηση των 16,4 δευτερολέπτων, είναι σύμβολο αναπόφευκτου τέλους. Η επιστήμη, ο χρόνος, η δομή – όλα χάνουν νόημα μπροστά στην υποκειμενική κατάρρευση.
6. Η Τέχνη ως λύτρωση – και ως ψευδαίσθηση
Η ηρωίδα διαβάζει Sylvia Plath, Anne Sexton. Κλαίει με τη Diamanda Galás. Θέλει να τη ζωγραφίσει ο Warhol. Όμως, η τέχνη δεν την εξωραΐζει:
«Αλλά εσύ, εσύ δεν με κάνεις όμορφη. Με κάνεις αληθινή.»
Αυτό είναι κεντρική θέση στον Μπέργκμαν: η τέχνη ως καθαρτήριο, όχι ως καλλωπισμός.
Συμπέρασμα: Bergman, Μονόλογος και η διαφάνεια τού πόνου
Ο μονόλογος «Με διακυμάνσεις στο κόκκινο» θα μπορούσε να είναι μια ταινία τού Bergman . Όχι λόγω μίμησης, αλλά λόγω κοινής υπαρξιακής γραμματικής.
Ανάμεσα στα σκηνικά «δωμάτια τού μυαλού» και στους ψιθύρους τού τραύματος, η γυναικεία φιγούρα τού μονολόγου δεν ζητά εξιλέωση – ζητά αναγνώριση.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
μελέτη με αναφορές στο κινηματογραφικό έργο τού Michelangelo Antonioni
από τον κ.Κ τού ποιήματος:
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
με διακυμάνσεις στο κοκκινο
(Μονόλογος γυναίκας)
Το κόκκινο. Πάντα το κόκκινο.
Ένα όνειρο σ' ένα κόκκινο δωμάτιο. Κίτρινο κρεβάτι.
Το σώμα μου εκεί ξαπλωμένο
Στον καθρέφτη το δωμάτιο καθρεφτίζεται αλλιώς…
χτυπάει το τηλέφωνο.
Ξυπνάω.
Σιωπή. Πάλι.
Εκείνη τη μέρα ήταν έξαλλος. Με έβρισε. Με έσπρωξε.
Έπεσα στο πάτωμα
Ακόμα νιώθω τον πόνο στα πλευρά.
Τα χέρια του στο λαιμό μου. Έσφιγγε.
Πνιγόμουν.
Κι ύστερα
Μια κλωτσιά. Όση δύναμη μού είχε απομείνει,
τη διοχέτευσα στα γεννητικά του.
Ούρλιαξε.
Έφυγε. Δεν τον ξαναείδα ποτέ.
(παύση)
Ξέρεις, Από εκεί ξεκινάς πάντα.
Είναι σαν να με ξεγυμνώνεις από μέσα προς τα έξω.
Μάτια, βλέμμα
Αν δε σ' αρέσει,σβήνεις. Ξανά από την αρχή.
Σαν την ίδια τη ζωή.
(παύση)
Η ζωή μου σπασμένα επεισόδια.
Σπούδασα λογοτεχνία.
Διάβασα Sylvia Plath και Anne Sexton όταν ήμουν 16.
Έγραφα ποιήματα
Με έκλεισαν μέσα.
επικίνδυνη για τους γύρω μου.
για τον εαυτό μου.
(χαμογελαει )
Αγαπούσα την Diamanda Gallas, έκλαιγα με τους στίχους της,
και ονειρευόμουν να ζωγραφίσει ο Warhol το πορτραίτο μου.
Αλλά εσύ,
εσύ δεν με κάνεις όμορφη.
Με κάνεις αληθινή.
(παύση. γυρνάει το κεφάλι)
Κοίτα.
Σου είπα για το παιδί;
Ήταν μόλις τεσσάρων μηνών.
Το κρατούσα μπροστά στον καθρέφτη.
Άρχισε να κλαίει, γοερά.
Σα να μην άντεχε να δει το είδωλό του. Ή εμένα πίσω του.
Έκανε ώρα να ησυχάσει. Κι εγώ.δεν ησύχασα ποτέ.
(σηκώνει το χέρι)
Τι ώρα είναι;
(κοιτάει κάπου απέναντι)
10:42. Πόσες ώρες;
Χίλιες διακόσιες.
Είναι πολλές;
Ή είναι λίγες για έναν άνθρωπο;
Αν σκεφτείς ότι οι περισσότεροι δεν αφιερώνουν
ούτε δέκα για να δουν την ψυχή σου.
(παύση)
Impasto. Παχύ στρώμα.
Όπως ο χρόνος πάνω στο δέρμα μου.
Τι είναι ο χρόνος;
Για ένα ζώο. Για ένα φυτό. Για μια πέτρα.
Για τον εγκέφαλό μου, που κάποτε πίστευε
πως μπορεί να καταλάβει τα πάντα.
(χαμηλώνει η φωνή της)
Όταν ήμουν στην κλινική, έβλεπα ένα τεράστιο σκάκι
να παίζεται από μόνο του.
Οι κινήσεις γίνονταν μηχανικά.
Πιόνια κι εγώ.
Στον τοίχο, μια μεγάλη κόκκινη έλλειψη.
Μαύρες γραμμές την έκοβαν.
Ήταν ο εαυτός μου, Ένα σώμα πάνω σε ένα παραλληλεπίπεδο.
Το εκκρεμές τού Foucault από πάνω.
Μετρούσε τον χρόνο. 16,4 δευτερόλεπτα η ταλάντωση.
Και το σώμα άλλαζε μορφή.
Γινόταν εσύ
Γινόταν εκείνος.
Γινόταν εγώ.
(παύση)
Λένε πως κάποτε θα προβάλλουν
όλους τους ανθρώπους.
Θα τους βλέπουν
Στο τέλος, θα δεις κι εμενα.
Θα είσαι εκει.
(αγγίζει τον ώμο της,)
Η μητέρα μου είχε έναν μεγάλο καθρέφτη.
Έβαφε τα χείλη της κόκκινα.
Ήταν όμορφη. Τότε.
Όταν γέρασε, παραμορφώθηκε.
Όχι από τον χρόνο.
Από κάτι άλλο.
Πιο βαρύ.
Το θάνατο.
(παύση)
Τι ώρα είναι τώρα;
11:39.
Ας σταματήσουμε.
Θα συνεχίσουμε το απόγευμα.
(γέρνει το κεφάλι, μισογελάει)
Justly at 17:30.
–Ακριβώς.
(σταδιακό fade out, και μετά σκοτάδι)
[Τέλος Μονολόγου]
.
.
.
Μια αναλυτική μελέτη με παραπομπές στο κινηματογραφικό έργο τού Michelangelo Antonioni, εστιάζοντας στον μονόλογο -ποιημα
"Με διακυμάνσεις στο κόκκινο" τού χνκουβελη με θέμα το τραύμα, την αποσύνθεση τής ταυτότητας, τον καθρέφτη, και τη σιωπή – μοτίβα που διαπερνούν το σινεμά τού Antonioni.
Εισαγωγή
Ο μονόλογος "Με διακυμάνσεις στο κόκκινο" λειτουργεί ως ένα ψυχολογικό τοπίο, αποδομημένο και θραυσματικό, μέσα από τη ματιά μιας γυναίκας που παλεύει με τη μνήμη, τη βία, και τον χρόνο. Η χρήση τού χρώματος, τού καθρέφτη, τής σιωπής, τού κενού και τής απομόνωσης παραπέμπει ευθέως
στον κινηματογραφικό κόσμο τού Michelangelo Antonioni – ενός από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες τού μοντέρνου ευρωπαϊκού κινηματογράφου, γνωστού για τη διερεύνηση τής αποξένωσης, τής αποδόμησης τής ανθρώπινης επικοινωνίας και της εσωτερικής σιωπής.
1. Η αποξένωση και η αδυναμία επικοινωνίας
Η φράση:
"Σου είπα για το παιδί; Ήταν μόλις τεσσάρων μηνών. Το κρατούσα μπροστά στον καθρέφτη. Άρχισε να κλαίει, γοερά. Σα να μην άντεχε να δει το είδωλό του. Ή εμένα πίσω του."
ανακαλεί τη διαχρονική θεματική τού Antonioni για την αποξένωση και το αδιέξοδο τής ανθρώπινης επαφής.
Στην ταινία La Notte (1961), οι ήρωες περιφέρονται σε ένα αστικό τοπίο, αποξενωμένοι ακόμα και από τούς ίδιους τους εαυτούς. Η αντανάκλαση στον καθρέφτη εδώ, στο μονόλογο, γίνεται ένα υπαρξιακό ρήγμα – όχι απλώς ένα οπτικό μοτίβο. Το βρέφος δεν αντέχει το είδωλό του, υπογραμμίζοντας από νωρίς το τραύμα τής ύπαρξης, όπως ακριβώς οι χαρακτήρες του Antonioni δεν αντέχουν τις σιωπές τους.
2. Το Κόκκινο ως ψυχολογικό και χωρικό πεδίο
>"Το κόκκινο. Πάντα το κόκκινο. Ένα όνειρο σ' ένα κόκκινο δωμάτιο. Κίτρινο κρεβάτι."
Το κόκκινο, εδώ, φορτίζεται ψυχολογικά, λειτουργώντας ως σύμβολο τής βίας, τού πάθους, τής απώλειας. Ο Antonioni, ειδικά στην ταινία Il Deserto Rosso (1964), χρησιμοποιεί το χρώμα όχι απλώς ως διακόσμηση, αλλά ως ψυχολογικό δείκτη. Η πρωταγωνίστρια τής ταινίας (Monica Vitti) ζει μια υπαρξιακή κρίση. Το βιομηχανικό τοπίο είναι αποστειρωμένο, αλλά η χρήση τών έντονων κόκκινων και γκρι αντικατοπτρίζει την εσωτερική σύγχυση και ψυχική αστάθεια.
Ο μονόλογος εδώ αντηχεί την Giuliana: μια γυναίκα που δεν καταλαβαίνει πια τη θέση της στον κόσμο, που κλονίζεται υπαρξιακά σε χώρους – και χρώματα – που άλλοτε θα μπορούσαν να είναι οικεία.
3. Η εικονοκλαστική σιγή – Το βάρος τής σιωπής
"Σιωπή. Πάλι."
Η σιωπή στο έργο του Antonioni δεν είναι απλώς η απουσία λόγου, αλλά μια υπερφορτισμένη μορφή επικοινωνίας, που εκφράζει ό,τι η γλώσσα δεν μπορεί. Στις ταινίες L'Avventura (1960) και Blow-Up (1966), η έλλειψη εξήγησης, η αποσπασματικότητα, τα κενά γίνονται βασικά εργαλεία. Ο μονόλογος υιοθετεί αυτήν την αφήγηση μέσω τής παύσης, τού θρυμματισμένου χρόνου, τού σπασμένου εσωτερικού διαλόγου.
Οι σιωπές στο κείμενο έχουν ρυθμική λειτουργία, όπως και οι στατικές λήψεις τού Antonioni, που κρατούν τον θεατή σε αγωνία όχι για το «τι θα γίνει», αλλά
για το αν θα ειπωθεί ποτέ αυτό που είναι απαραίτητο να ειπωθεί.
4. Η χωρική ψυχολογία – Ο καθρέφτης και η αντανάκλαση
"Στον καθρέφτη το δωμάτιο καθρεφτίζεται αλλιώς..."
Ο καθρέφτης στον μονόλογο είναι ταυτόχρονα χώρος παραμόρφωσης και αποκάλυψης. Επαναφέρει έντονα το μοτίβο τού διχασμού τής ταυτότητας
– κάτι που συναντάμε έντονα στην ταινία Identificazione di una donna (1982),
όπου η θηλυκή φιγούρα παραμένει απροσδιόριστη, ένα εικόνισμα επιθυμίας
που διαφεύγει.
Η αντανάκλαση εδώ δεν είναι η αναγνώριση, αλλά η αδυναμία κατανόησης
τού εαυτού, το πέρασμα σε μια διαστρεβλωμένη, αφαιρετική πραγματικότητα.
5. Ο χρόνος και το σώμα – Το impasto τής ύπαρξης
"Impasto. Παχύ στρώμα. Όπως ο χρόνος πάνω στο δέρμα μου."
Ο χρόνος, στον Antonioni, δεν είναι γραμμικός. Στο Blow-Up, το παρόν καταρρέει. Οι χαρακτήρες δεν ξέρουν αν είδαν ή όχι ένα φόνο. Στο Professione: Reporter (1975), η ταυτότητα εναλλάσσεται. Ο μονόλογος ακολουθεί την ίδια διαταραχή τού γραμμικού χρόνου, δίνοντας περισσότερο έμφαση στη μνήμη, στο τραύμα
και στο βίωμα, παρά στη χρονολογική αφήγηση.
Το σώμα γίνεται τοπίο πάνω στο οποίο γράφεται ο χρόνος, μια υλική μαρτυρία τού ψυχικού πόνου, όπως και στα μακρόσυρτα πλάνα τού Antonioni που "παρατηρούν" το σώμα χωρίς να το ερμηνεύουν.
6. Το υποκειμενικό βλέμμα και η εικονοποίηση τής ψυχής
"Αν δε σ' αρέσει, σβήνεις. Ξανά από την αρχή. Σαν την ίδια τη ζωή."
Η κάμερα του Antonioni βλέπει, αλλά δεν σχολιάζει. Δημιουργεί χώρους στους οποίους ο θεατής πρέπει να αποδεχθεί το αβέβαιο. Ο μονόλογος μιλά σε έναν υποθετικό "εσύ" – όπως ο Antonioni μιλά στον θεατή του, ζητώντας του να ξαναδεί, να ξανασκεφτεί, να αντιμετωπίσει το εσωτερικό του τοπίο. Αυτή η παραβίαση τού "τέταρτου τοίχου", ο διαρκής διάλογος με έναν αόρατο παρατηρητή, αντηχεί την ανοιχτή φόρμα τού Antonioni.
Συμπεράσματα
Ο μονόλογος "Με διακυμάνσεις στο κόκκινο" κινείται στο ίδιο φάσμα αισθητικής και υπαρξιακής ανησυχίας με το έργο τούAntonioni. Μέσα από εικόνες θραυσματικές, χρωματικές φορτίσεις, μοναξιά, χρονική αστάθεια.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
μελέτη με αναφορές στο κινηματογραφικό έργο τού Jean-Luc Godard
από τον κ.Κ τού ποιήματος:
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
με διακυμάνσεις στο κοκκινο
(Μονόλογος γυναίκας)
Το κόκκινο. Πάντα το κόκκινο.
Ένα όνειρο σ' ένα κόκκινο δωμάτιο. Κίτρινο κρεβάτι.
Το σώμα μου εκεί ξαπλωμένο
Στον καθρέφτη το δωμάτιο καθρεφτίζεται αλλιώς…
χτυπάει το τηλέφωνο.
Ξυπνάω.
Σιωπή. Πάλι.
Εκείνη τη μέρα ήταν έξαλλος. Με έβρισε. Με έσπρωξε.
Έπεσα στο πάτωμα
Ακόμα νιώθω τον πόνο στα πλευρά.
Τα χέρια του στο λαιμό μου. Έσφιγγε.
Πνιγόμουν.
Κι ύστερα
Μια κλωτσιά. Όση δύναμη μού είχε απομείνει,
τη διοχέτευσα στα γεννητικά του.
Ούρλιαξε.
Έφυγε. Δεν τον ξαναείδα ποτέ.
(παύση)
Ξέρεις, Από εκεί ξεκινάς πάντα.
Είναι σαν να με ξεγυμνώνεις από μέσα προς τα έξω.
Μάτια, βλέμμα
Αν δε σ' αρέσει,σβήνεις. Ξανά από την αρχή.
Σαν την ίδια τη ζωή.
(παύση)
Η ζωή μου σπασμένα επεισόδια.
Σπούδασα λογοτεχνία.
Διάβασα Sylvia Plath και Anne Sexton όταν ήμουν 16.
Έγραφα ποιήματα
Με έκλεισαν μέσα.
επικίνδυνη για τους γύρω μου.
για τον εαυτό μου.
(χαμογελαει )
Αγαπούσα την Diamanda Gallas, έκλαιγα με τους στίχους της,
και ονειρευόμουν να ζωγραφίσει ο Warhol το πορτραίτο μου.
Αλλά εσύ,
εσύ δεν με κάνεις όμορφη.
Με κάνεις αληθινή.
(παύση. γυρνάει το κεφάλι)
Κοίτα.
Σου είπα για το παιδί;
Ήταν μόλις τεσσάρων μηνών.
Το κρατούσα μπροστά στον καθρέφτη.
Άρχισε να κλαίει, γοερά.
Σα να μην άντεχε να δει το είδωλό του. Ή εμένα πίσω του.
Έκανε ώρα να ησυχάσει. Κι εγώ.δεν ησύχασα ποτέ.
(σηκώνει το χέρι)
Τι ώρα είναι;
(κοιτάει κάπου απέναντι)
10:42. Πόσες ώρες;
Χίλιες διακόσιες.
Είναι πολλές;
Ή είναι λίγες για έναν άνθρωπο;
Αν σκεφτείς ότι οι περισσότεροι δεν αφιερώνουν
ούτε δέκα για να δουν την ψυχή σου.
(παύση)
Impasto. Παχύ στρώμα.
Όπως ο χρόνος πάνω στο δέρμα μου.
Τι είναι ο χρόνος;
Για ένα ζώο. Για ένα φυτό. Για μια πέτρα.
Για τον εγκέφαλό μου, που κάποτε πίστευε
πως μπορεί να καταλάβει τα πάντα.
(χαμηλώνει η φωνή της)
Όταν ήμουν στην κλινική, έβλεπα ένα τεράστιο σκάκι
να παίζεται από μόνο του.
Οι κινήσεις γίνονταν μηχανικά.
Πιόνια κι εγώ.
Στον τοίχο, μια μεγάλη κόκκινη έλλειψη.
Μαύρες γραμμές την έκοβαν.
Ήταν ο εαυτός μου, Ένα σώμα πάνω σε ένα παραλληλεπίπεδο.
Το εκκρεμές τού Foucault από πάνω.
Μετρούσε τον χρόνο. 16,4 δευτερόλεπτα η ταλάντωση.
Και το σώμα άλλαζε μορφή.
Γινόταν εσύ
Γινόταν εκείνος.
Γινόταν εγώ.
(παύση)
Λένε πως κάποτε θα προβάλλουν
όλους τους ανθρώπους.
Θα τους βλέπουν
Στο τέλος, θα δεις κι εμενα.
Θα είσαι εκει.
(αγγίζει τον ώμο της,)
Η μητέρα μου είχε έναν μεγάλο καθρέφτη.
Έβαφε τα χείλη της κόκκινα.
Ήταν όμορφη. Τότε.
Όταν γέρασε, παραμορφώθηκε.
Όχι από τον χρόνο.
Από κάτι άλλο.
Πιο βαρύ.
Το θάνατο.
(παύση)
Τι ώρα είναι τώρα;
11:39.
Ας σταματήσουμε.
Θα συνεχίσουμε το απόγευμα.
(γέρνει το κεφάλι, μισογελάει)
Justly at 17:30.
–Ακριβώς.
(σταδιακό fade out, και μετά σκοτάδι)
[Τέλος Μονολόγου]
.
.
Μια μελέτη τού ποιήματος τού χνκουβελη «Με διακυμάνσεις στο Κόκκινο»
μέσα στο κινηματογραφικό και αισθητικό σύμπαν τού Jean-Luc Godard,
Το ποίημα «Με διακυμάνσεις στο Κόκκινο (Μονόλογος γυναίκας )μοιάζει να αντηχεί έντονα τον υπαρξιακό τόνο, την αισθητική αποδόμηση και τη ρηξικέλευθη κινηματογραφική γλώσσα τού Jean-Luc Godard — ιδίως της ύστερης περιόδου του, μετά τα 1980s, όπου η έννοια τής εικόνας, τής μνήμης και τής γλώσσας, γίνεται κυρίαρχη.
Ο Godard, επηρεασμένος από τον μαρξισμό, τη φιλοσοφία, τη λογοτεχνία και τη ψυχανάλυση, δημιούργησε ένα σινεμά όχι για να «πει ιστορίες» αλλά για να αποδομήσει την ίδια τη μορφή τού κινηματογράφου, καθιστώντας τον θεατή συμμέτοχο σε μια πράξη στοχασμού και αισθητηριακής διάλυσης.
1. Το Κόκκινο ως εικόνα και σημασία – Από το “Le Mépris” στο “Pierrot le Fou”
«Το κόκκινο. Πάντα το κόκκινο. Ένα όνειρο σ’ ένα κόκκινο δωμάτιο.»
Η αναφορά στο χρώμα κόκκινο – φορτισμένο, υπαρξιακό, βίαιο, αισθησιακό – είναι απόλυτα godard-ική. Στο Le Mépris (1963), ο Godard χρησιμοποιεί το κόκκινο ως ψυχολογικό τοπίο, υποδεικνύοντας ρήξεις στον εσωτερικό κόσμο τής Camille (Brigitte Bardot).
Στο Pierrot le Fou (1965), το κόκκινο αναμειγνύεται με το μπλε, δημιουργώντας ένταση και παραλογισμό. Το κόκκινο είναι το χρώμα τής εξέγερσης, τού αίματος, τής επανάστασης, τής σεξουαλικής επιθυμίας, αλλά και τής γυναικείας απουσίας.
2. Η βία, το τραύμα και το φύλο – Το σώμα ως πεδίο αντίστασης
«Με έβρισε. Με έσπρωξε. Έπεσα στο πάτωμα… τα χέρια του στο λαιμό μου...»
Ο Godard δεν αποτυπώνει απλώς τη βία. Την απογυμνώνει από αισθητικοποίηση και την παρουσιάζει σπαρακτικά αποσπασματική. Στο Week-end (1967), η βία είναι εγγεγραμμένη στον κοινωνικό ιστό. Στο Sauve qui peut (la vie) (1980),
η γυναίκα είναι αντικείμενο, αλλά ταυτόχρονα συνειδητό υποκείμενο, που αφηγείται τη δική της σπασμένη αφήγηση.
Ο μονόλογος εδώ μοιάζει με εξομολόγηση-μαρτυρία: είναι το σώμα που ανακαλεί, θυμάται και αντιστέκεται. Όπως η Isabelle Huppert στο Passion (1982), έτσι και η αφηγήτρια δεν είναι θύμα – είναι φορέας λόγου και οπτικής.
3. Αποσπασματικότητα και αντι-αφήγηση – Η γλώσσα ως κατακερματισμένη συνείδηση
«Η ζωή μου σπασμένα επεισόδια... έβλεπα ένα τεράστιο σκάκι να παίζεται από μόνο του...»
Η μη γραμμική αφήγηση, οι παύσεις, τα χρονικά άλματα και οι μεταφορικές εικόνες είναι από τα κύρια δομικά εργαλεία τού Godard. Όπως λέει ο ίδιος:
«Δεν κάνω ταινίες με αρχή, μέση και τέλος. Αντιθέτως, αρχίζω με τέλος, περνάω στη μέση και φτάνω στην αρχή» (Jean-Luc Godard, συνέντευξη στο Cahiers du Cinéma, 1975).
Ο μονόλογος εδώ κινείται ως ποίηση: θυμίζει το Histoire(s) du cinéma (1988–1998), όπου η γλώσσα είναι κείμενο, ήχος, εικόνα, ιστορική μαρτυρία
και προσωπική αναπόληση, όλα ταυτόχρονα.
Η μορφή του μοιάζει με οπτικό δοκίμιο. Θα μπορούσε να σταθεί ως μέρος τών έργων τού Godard από τη δεκαετία του ’90 και εξής, που έμοιαζαν περισσότερο με προσωπικά δοκίμια εικόνων παρά με «ταινίες».
4. Η γυναικεία φωνή – Αντίσταση στην αντρική ματιά
«Με κάνεις αληθινή. Όχι όμορφη.»
Εδώ γίνεται μια σαφής κριτική στην πατριαρχική αισθητικοποίηση. Η γυναίκα στον Godard σπάνια υπάρχει ως αυτόνομο υποκείμενο (π.χ. Une femme est une femme, Vivre sa vie), αλλά σταδιακά – ειδικά από το Numéro deux (1975) και μετά – αποκτά φωνή, ειρωνεία, κριτική στάση.
Η αφηγήτρια τού μονολόγου αντιστέκεται στο βλέμμα. Η φράση αυτή αντηχεί την φεμινιστική ανάγνωση τού Godard από θεωρητικούς όπως η Laura Mulvey, που στο δοκίμιό της Visual Pleasure and Narrative Cinema (1975) εξηγεί πώς η γυναίκα στο σινεμά είναι το αντικείμενο τού βλέμματος.
Ο μονόλογος αντιστρέφει αυτή τη σχέση. Η γυναίκα κοιτάζει πίσω. Καθρεφτίζει, παρατηρεί, θυμάται.
5. Ο χρόνος, η μνήμη και η κατάρρευση τής ταυτότητας
«Τι είναι ο χρόνος; Για ένα ζώο. Για ένα φυτό. Για μια πέτρα. Για τον εγκέφαλό μου…»
Η σκηνή με το εκκρεμές τού Foucault και η ελλειπτική μορφή θυμίζουν τις φιλμικές περιπλανήσεις τού Godard στο Alphaville (1965) και στο Éloge de l'amour (2001): εκεί όπου ο χρόνος δεν είναι μια ευθεία γραμμή, αλλά μια σπείρα, μια επανάληψη, ένα τραύμα που ξαναπαίζεται.
Η συνείδηση διαλύεται. Όπως στο Histoire(s) du cinéma, έτσι και εδώ, η γυναίκα μεταμορφώνεται σε εικόνα, φωνή, σώμα, μαρτυρία, ερώτηση.
6. Επίλογος – Μια godard-ική γυναίκα στον καθρέφτη
Η τελευταία σκηνή:
«Η μητέρα μου… παραμορφώθηκε. Όχι από τον χρόνο. Από κάτι άλλο. Πιο βαρύ. Το θάνατο.»
Θυμίζει την αναστοχαστική μελαγχολία τής φωνής off στο Notre Musique (2004): η εικόνα πεθαίνει όταν δεν μπορεί πια να σημαίνει. Η μητέρα δεν είναι απλώς σύμβολο τής παλαιάς γενιάς. Είναι μια γυναίκα που έπαψε να αντικατοπτρίζεται. Το είδωλο χάνεται. Το υποκείμενο ραγίζει.
Η γυναικεία φωνή τού μονολόγου αυτού είναι η φωνή όλων τών γυναικών
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
Μια κριτική αναλυση από τον κ.Κ τού ποιήματος:
Επιμονη Επανάληψη
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στον καθρέφτη το σώμα υγρό,
σαπουνίζει τα πόδια της ως ψηλά πάνω
ο άντρας κοιτά, και ο χρόνος
κρέμεται απ’ τον ώμο του .
Στην κρεβατοκάμαρα
το σκοτάδι,
Εκείνη μιλούσε
κι εκείνος άκουγε,
μα σαν να μην ήταν εκεί.
Εκεινη
στην παλιά φωτογραφία,
ακίνητη
με τα χέρια σφιγμένα στους μηρούς.
Και στο βάθος ένα λευκό σεντόνι.
Σαν να την είχαν ντύσει
για μια απουσία.
Όταν τη ρώτησε ποια ήταν στη φωτογραφία
εκείνη γέλασε
αυτό είναι το τελευταίο τεκμήριο ενός παρελθόντος
που δεν ανήκει σε κανέναν
τότε
γύρισε και τού είπε μόνο
"Κοιμήσου. Έχουμε καιρό ακόμα να θυμηθούμε."
Ἔλουζε τὰ πόδια της,
ὡς τοὺς μηρούς ὁ ἀφρός.
Ὁ οβαλ καθρέφτης πρόβαλε μιὰ ἄλλη
ἡ γυναίκα — ἐκείνη ἡ ἄλλη —
ἀπλώνει σεντόνια.
έπειτα τη νύχτα
ἡ σελήνη εἶναι ψηλὰ ὡς δικαιολογία
για τις σκιες τοῦ παρελθόντος.
“Ποια εἶναι αὐτή;”
Ἐκεῖνη ἀπαντᾷ
“Πρῶτη φορά τὴ βλέπω.”
ἐπέστρεψαν
στὴ σάρκα,
στὸ βλέμμα,
στὴν ἔλλειψη λόγων
ενα ερώτημα, σχεδόν ψίθυρος
«Θα πλυθείς; Να σου βράσω νερό;»
Δεν περίμενε απάντηση
Τη ρώτησε για τη φωτογραφία.
«Ποια είναι αυτή;»
Εκείνη, είπε: «Πρώτη φορά τη βλέπω».
Ηταν ψέμα
δεν .μπορούσαν να ξεφυγουν
Μέσα στο σπίτι,
μια γυναίκα ξάπλωσε με έναν άντρα.
Είπε πως είχε καιρό.
Εκείνος, με ειρωνεία,
τής είπε πως πάχυνε.
Γέλασε.
Όχι γιατί ήταν αστείο,
.Εγώ,τού είπε,επιστρέφω
με τη μορφή μιας φωτογραφίας
που κανείς δεν θυμάται ποιος τράβηξε.
Στο μπάνιο, ο οβαλ καθρέφτης,
εκεί είδε να σαπουνίζει τα πόδια της,
ως πάνω στους μηρούς
το νερό να κυλάει
Κι όταν το βραδυ γύρισε,
τον ρώτησε.
«Τι να σου μαγειρέψω;»
Ο χρόνος εδώ ·είναι κύκλος,
που επιστρέφει στην ίδια ερώτηση.
Ποια είναι αυτή στη φωτογραφία;
Πήρε τη φωτογραφία στο χέρι,
είπε: «Πρώτη φορά τη βλέπω».
Της είπε πως πάχυνε·
εκείνη γέλασε
Ενα γέλιο που δεν ανήκε
σε κανένα πρόσωπο.
Πήρε πάλι τη φωτογραφία
—Κοίτα την.
Ποια είναι;
Η σιωπή, τελικά,
ήταν η μόνη τους κοινή γλώσσα.
.
.
Η ποιητική σύνθεση «Επιμονή Επανάληψη» τού χ.ν. κουβελη είναι ένα έργο υπαρξιακής και μνημονικής έντασης, με κυκλική δομή και ελλειπτική αφήγηση, που εξερευνά τις θεματικές τής ταυτότητας, τού χρόνου, τής μνήμης και τής φθοράς μέσα από το καθημερινό σκηνικό μιας σχέσης.
1η παράγραφος:
«Στον καθρέφτη το σώμα υγρό,
σαπουνίζει τα πόδια της ως ψηλά πάνω
ο άντρας κοιτά, και ο χρόνος
κρέμεται απ’ τον ώμο του.»
Ανάλυση:
Η εικόνα είναι σωματική, υγρή, ερωτική αλλά και μελαγχολική. Το μπάνιο, χώρος κάθαρσης, εδώ μετατρέπεται σε σκηνή παρατήρησης. Ο καθρέφτης λειτουργεί ως ενδιάμεσος χώρος μεταξύ πραγματικού και φαντασιακού. Ο άντρας, παρατηρητής, μοιάζει παθητικός, σχεδόν εγκλωβισμένος στον χρόνος,
ο χρόνος προσωποποιείται, «κρέμεται από τον ώμο του», υποδηλώντας
μνήμη.
2η παράγραφος:
«Στην κρεβατοκάμαρα
το σκοτάδι,
Εκείνη μιλούσε
κι εκείνος άκουγε,
μα σαν να μην ήταν εκεί.»
Ανάλυση:
Η σκηνή μεταφέρεται στο σκοτάδι — συμβολικά χώρος εσωτερικότητας, συναισθηματικής αποσύνδεσης. Η επικοινωνία διαρρηγνύεται: ο άντρας ακούει αλλά απουσιάζει, φανερώνοντας συναισθηματική αποστασιοποίηση ή εσωτερική φυγή. Υπάρχει μια αίσθηση «μισής παρουσίας», υπογραμμίζοντας τη φθορά τής σχέσης ή και τού νοήματος.
3η παράγραφος:
«Εκεινη
στην παλιά φωτογραφία,
ακίνητη
με τα χέρια σφιγμένα στους μηρούς.
Και στο βάθος ένα λευκό σεντόνι.
Σαν να την είχαν ντύσει
για μια απουσία.»
Ανάλυση:
Η φωτογραφία αναδεικνύεται σε κεντρικό μοτίβο. Η γυναίκα είναι "ακίνητη", δηλαδή παγιδευμένη στον χρόνο. Η στάση τού σώματος (χέρια στους μηρούς) είναι στάση έντασης ή αμηχανίας. Το «λευκό σεντόνι» μπορεί να παραπέμπει σε νεκρικό ένδυμα ή τελετουργική ετοιμασία, δημιουργώντας μια διάθεση θανάτου, απώλειας, μνήμης. Η «απουσία» λειτουργεί υπαινικτικά για τον αποχωρισμό
από την ίδια της την ταυτότητα.
4η παράγραφος:
«Όταν τη ρώτησε ποια ήταν στη φωτογραφία
εκείνη γέλασε
αυτό είναι το τελευταίο τεκμήριο ενός παρελθόντος
που δεν ανήκει σε κανέναν»
Ανάλυση:
Η ερώτηση «ποια είναι αυτή» γίνεται καθοριστική, επανέρχεται συστηματικά.
Η απάντηση τής γυναίκας δεν είναι άρνηση αλλά μεταφυσική διαγραφή: το παρελθόν δεν ανήκει σε κανέναν. Το γέλιο είναι ειρωνικό ή πικρό — μια μορφή αμυντικού μηχανισμού απέναντι στη μνήμη.
5η παράγραφος:
«τότε
γύρισε και τού είπε μόνο
"Κοιμήσου. Έχουμε καιρό ακόμα να θυμηθούμε."»
Ανάλυση:
Η μνήμη αναβάλλεται — ενσυνείδητα. Το «κοιμήσου» είναι φράση ηρεμίας αλλά και αποφυγής. Ο χρόνος διαστέλλεται τεχνητά. Η μνήμη εδώ παρουσιάζεται σαν επιλογή, όχι σαν αναγκαιότητα.
6η παράγραφος:
«Ἔλουζε τὰ πόδια της,
ὡς τοὺς μηρούς ὁ ἀφρός.
Ὁ οβαλ καθρέφτης πρόβαλε μιὰ ἄλλη
ἡ γυναίκα — ἐκείνη ἡ ἄλλη —
ἀπλώνει σεντόνια.»
Ανάλυση:
Η επανάληψη της εικόνας τής κάθαρσης επιστρέφει, αλλά τώρα με μετατόπιση. Ο καθρέφτης προβάλλει "μία άλλη", μια εναλλακτική ταυτότητα τής γυναίκας
Το απλωμένο σεντόνι λειτουργεί ξανά ως συμβολισμός απουσίας, θανάτου, ή προετοιμασίας. Η πολλαπλότητα τής γυναικείας ταυτότητας αρχίζει να ξετυλίγεται.
7η παράγραφος:
«ἔπειτα τη νύχτα
ἡ σελήνη εἶναι ψηλὰ ὡς δικαιολογία
για τις σκιες τοῦ παρελθόντος.»
Ανάλυση:
Η σελήνη είναι αρχέτυπο τού θηλυκού, τού μυστικού, τού υποσυνείδητου. Εδώ είναι «δικαιολογία» για τις σκιές τού παρελθόντος — υποδηλώνει πως ό,τι συμβαίνει τη νύχτα, στο σκοτάδι, μπορεί να αποδοθεί στο άλογο ή μη συνειδητό.
8η – 10η παράγραφος:
“Ποια εἶναι αὐτή;”
Ἐκεῖνη ἀπαντᾷ
“Πρῶτη φορά τὴ βλέπω.”
[…]
Ἡταν ψέμα
δεν .μπορούσαν να ξεφυγουν
Ανάλυση:
Η ερώτηση και η απάντηση επαναλαμβάνονται με μικρές διαφοροποιήσεις.
Η άρνηση είναι ψέμα. Υπάρχει επίγνωση αλλά και αδυναμία διαφυγής
11η – 13η παράγραφος:
Μέσα στο σπίτι,
μια γυναίκα ξάπλωσε με έναν άντρα.
[…]
Γέλασε.
Όχι γιατί ήταν αστείο,
Ανάλυση:
Η σκηνή είναι πεζολογική, σχεδόν ρεαλιστική. Επιστρέφει στην καθημερινότητα: σώματα, σιωπή, ειρωνείες, φθορά της επιθυμίας. Η ειρωνική φράση για τα κιλά είναι άλλη μια δηλωση στη φθορά της σχέσης. Το γέλιο δεν είναι ευθυμία — είναι προσωπείο,καταφυγή στην αποδοχή τής ματαίωσης.
14η – 15η παράγραφος:
Εγώ, τού είπε, επιστρέφω
με τη μορφή μιας φωτογραφίας
που κανείς δεν θυμάται ποιος τράβηξε.
Ανάλυση:
Η γυναίκα γίνεται εαυτός-μνήμη. Η επιστροφή της δεν είναι φυσική αλλά συμβολική — φωτογραφική. Η φωτογραφία γίνεται ο τόπος τού «άλλου εαυτού». .
16η – 20ή παράγραφος:
> Στο μπάνιο, ο οβαλ καθρέφτης,
[…]
Η σιωπή, τελικά,
ήταν η μόνη τους κοινή γλώσσα.
Ανάλυση:
Η κυκλική δομή ολοκληρώνεται. Επιστροφή στο μπάνιο, στον καθρέφτη, στο σώμα. Επαναλαμβάνονται ίδιες κινήσεις και ίδιες ερωτήσεις: ποια είναι;
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
κριτική ανάλυση από τον κ.Κ τού ποιήματος:
Στις Μυκηνες το φως τρυπησε τις λεξεις
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
στις Μυκηνες το φως τρυπησε το ξυλο
μιας προσωπιδας,ενας κοτσυφας αρχισε το τραγουδι,
τα βηματα του Αιγισθου στις πετρες εσβησαν
δυσκολο ειναι στον ανθρωπο να σηκωσει τις λεξεις
ν'ακουσει την ανασα τους
Αυγουστος,καυτη μερα,κι οι τουριστες φωτογραφιζουν
μια αναγλυφη πετρα γεγονοτων και την ελια
και το κυπαρισσι ,τη θαλασσα περα
η Κλυταιμνηστρα εχει το ουζερι ''ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ''
φρεσκο ψαρι και ψητο χταποδι στα καρβουνα σερβιρει
και στη διαπασον το συρτακι,ο Ορεστης τοτε
πιαστηκε απο τους χωροφυλακες,τον εδεσαν
τον εσυραν στο θεατρο,''δεστε τον,ποιος τον ξερει;
ποιος ειναι αυτος ο αλητης;''σιωπη,κανενας
δεν τολμησε να μιλησει πως τον ηξερε,κι ας τον ηξεραν
καλα ολοι τους ,και μαζι του ειχαν συνομωτησει,σιωπη,
ολοι φοβισμενοι,ετρεμαν,και χειροκροτησαν το θεαμα,
να μην μπλεξουν,χειροκροτησαν με προσποιητο
ενθουσιασμο,
και τοτε ξαφνικα ενα παιδι απο τα πανω καθισματα
κατεβηκε τρεχοντας και φτανοντας στη σκηνη γυρισε
προς το μερος των θεατων και κατεβασε το παντελονι του
και τους εδειξε τ'αποκρυφα του,''να!'',τους φωναξε,
''Η Ιστορια ειναι αλλα γεγονοτα.Μην ξεγελιεστε''
τους φανηκε αστειο,θεαμα,μια μοντερνα παραξενια
του σκηνοθετη,γελασαν,Ιστορια,γεγονοτα,κουραφεξαλα,
τοτε οι χωροφυλακες κι ο Ορεστης μπηκαν μπροστα του
και υποκληθηκαν στο κοινο
χειροκροτηματα
η παρασταση τελειωσε,μια τεραστια ανεπαναληπτη επιτυχια
και μετα απο εκεινα τα γεγονοτα οι θεατες σκορπιστηκαν
στα διαφορα κεντρα αναψυχης της περιοχης ,ταβερνες
και ζαχαροπλαστεια και αλλα
να τελειωσουν ευχαριστα την υπολοιπη μερα τους
.
.
Η κριτική ανάλυση τού ποιήματος «Στις Μυκήνες το φως τρύπησε τις λέξεις»
τού χ.ν.κουβελη μπορεί να προσεγγιστεί εξετάζοντας το ύφος, τη σημασιολογική δομή, τα ιστορικά και μυθολογικά συμφραζόμενα, καθώς
και την κριτική του στη σύγχρονη κοινωνία και τον πολιτισμό θεάματος. ::
«στις Μυκήνες το φως τρύπησε το ξύλο μιας προσωπίδας...»
Από τον πρώτο κιόλας στίχο, η παρεμβολή τού φωτός στην αρχαιότητα λειτουργεί συμβολικά. Το φως «τρυπάει» το «ξύλο» τής προσωπίδας, αναφορά σε αρχαίο προσωπείο ή μάσκα. Το φως γίνεται εδώ αποκαλυπτικός παράγοντας, φέρνοντας την αλήθεια στην επιφάνεια, διαπερνώντας το υλικό τού θεάματος
ή τής μεταμφίεσης.
Η φυσική εικόνα με τον κότσυφα, σύμβολο ζωής και συνέχειας, αναδύεται ως αντίστιξη στον χρόνο που έχει παγώσει στους μύθους. Το βήμα τού Αίγισθου
που σβήνει στις πέτρες δείχνει το ξεθώριασμα τής ιστορικής μνήμης, ενώ η αδυναμία τού ανθρώπου να "σηκώσει τις λέξεις" αποκαλύπτει το βάρος τής γλώσσας, τής Ιστορίας, τού τραύματος.
Ερμηνευτικά: Ο ποιητής θέτει από την αρχή το ερώτημα του πώς αντιμετωπίζεται η Ιστορία και η μυθολογία σήμερα. Το «φως» γίνεται μεταφορά τής αλήθειας που η σύγχρονη κοινωνία αδυνατεί να «σηκώσει» ή να κατανοήσει σε βάθος.
«Αύγουστος, καυτή μέρα, κι οι τουρίστες φωτογραφίζουν...»
Η δεύτερη ενότητα μεταφέρει τον αναγνώστη από τον χώρο τής μυθολογικής μνήμης στον τουριστικό παρόν. Οι τουρίστες, εκπρόσωποι τής σύγχρονης μαζικής κουλτούρας, δεν αγγίζουν την ουσία τών γεγονότων αλλά απλώς φωτογραφίζουν ό,τι απομένει από αυτά: πέτρες, δέντρα, θάλασσα ,τα εξωτερικά και ακίνδυνα στοιχεία τής Ιστορίας.
Κριτική στην αποϊεροποίηση τού παρελθόντος: Ο αρχαιολογικός χώρος γίνεται θέαμα, καταναλωτικό προϊόν. Η ιστορική συνείδηση διαλύεται στην ελαφρότητα τής τουριστικής φωτογραφίας.
«η Κλυταιμνήστρα έχει το ουζερί "ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ"...»
Στο αποκορύφωμα τής ειρωνείας, ο ποιητής προβάλλει μια παρωδία τής αρχαίας τραγωδίας. Η Κλυταιμνήστρα, η δολοφόνος τού Αγαμέμνονα, λειτουργεί τώρα ένα τουριστικό ουζερί. Το όνομα τού μαγαζιού «Πολύχρυσαι Μυκήναι» παραπέμπει ειρωνικά στον Όμηρο και τον Σλήμαν, μα πλέον χρησιμοποιείται
ως μάρκετινγκ.
Ο εκφυλισμός τών ηρώων τής τραγωδίας σε φιγούρες καθημερινής κατανάλωσης αποτελεί αιχμηρό σχόλιο για τη μετατροπή τής Ιστορίας σε κιτς. Το ίδιο και η σκηνή με τον Ορέστη που συλλαμβάνεται ,όχι ως τραγική φιγούρα, αλλά ως «αλήτης», απειλή για τη δημόσια τάξη. Το θέατρο εδώ είναι σκηνή πραγματικής ζωής, αλλά αντιμετωπίζεται από το κοινό με παθητικότητα και φόβο.
«σιωπή, κανένας δεν τόλμησε να μιλήσει...»
Η σιωπή τού πλήθους απέναντι στην αδικία είναι συλλογική συνενοχή.
Η καταστολή και ο φόβος παραλύουν τη συνείδηση. Η συνομωσία τού παρελθόντος αντικαθίσταται από τη δειλία τού παρόντος. Το χειροκρότημα, ψεύτικο, προσποιητό, θυμίζει τον μηχανισμό προσαρμογής και συμμόρφωσης.
Ερμηνευτικά: Εδώ το ποίημα μετατρέπεται σε πολιτικό σχόλιο για τη στάση
τής κοινωνίας απέναντι στην αλήθεια, το δίκαιο, και τη μνήμη. Οι άνθρωποι προτιμούν την ασφάλεια τού ρόλου τού θεατή, παρά το ρίσκο τής παρέμβασης.
«και τότε ξαφνικά ένα παιδί από τα πάνω καθίσματα...»
Η κάθαρση έρχεται απροσδόκητα, από ένα παιδί ,σύμβολο αθωότητας, αυθεντικότητας και αλήθειας. Η χειρονομία τού παιδιού, προκλητική και ταυτόχρονα αληθινή, αποκαλύπτει τον ψεύτικο χαρακτήρα τού θεάματος.
Το παιδί απογυμνώνει τούς θεατές από τις αυταπάτες τους και δηλώνει
ρητά: «Η Ιστορία είναι άλλα γεγονότα».
Ωστόσο, το κοινό παρερμηνεύει την αλήθεια ως τέχνασμα τού σκηνοθέτη.
Το ουσιαστικό μήνυμα εξουδετερώνεται μέσω τού μηχανισμού του γέλιου,
τής αισθητικοποίησης τής διαμαρτυρίας.
«οι χωροφύλακες κι ο Ορέστης μπήκαν μπροστά του και υποκλίθηκαν...»
Η πράξη υποταγής τών φορέων τής βίας στην εξουσία τού θεάματος αποτελεί ειρωνική αντιστροφή: το κατασταλτικό σώμα και το θύμα μετατρέπονται σε ηθοποιούς. Το κοινό χειροκροτεί, το έργο τελειώνει, και η ζωή συνεχίζεται.
Το φινάλε δείχνει την πλήρη ενσωμάτωση τής τραγωδίας στο θέαμα: δεν απομένει τίποτα το τραγικό, μόνο διασκέδαση, κατανάλωση, και επιφανειακή ευχαρίστηση.
Κριτική πρόταση: Ο ποιητής καταγγέλλει τον εκφυλισμό τής συλλογικής μνήμης και τού ήθους στον σύγχρονο πολιτισμό τής κατανάλωσης. Η Τραγωδία αντικαθίσταται από Θέαμα και η αλήθεια θάβεται κάτω από φολκλόρ και εμπορικότητα.
Συμπέρασμα
Το ποίημα τού χ.ν.κουβελη είναι μια βαθιά πολιτικοποιημένη αλληγορία, που συνδυάζει μυθολογικά μοτίβα, σύγχρονη κοινωνική κριτική και μεταδραματική γραφή. Η χρήση ειρωνείας, θεατρικών εικόνων και μεταφορικής γλώσσας λειτουργεί για να σχολιάσει:
την καταναλωτική διαχείριση τής Ιστορίας,
τον φόβο και την αδράνεια τών μαζών,
και την αναγκαιότητα ενός αυθεντικού βλέμματος, όπως αυτού του παιδιού.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
2 κριτικες αναλύσεις απο τον κ.Κ τού ποιήματος τού χνκουβελη :
Ημέρα επιμορφωτική, βαρυσήμαντη
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στην Αμφίπολη με το iPhone φωτογραφιζε
η κυρία Δέσποινα απ’ τη Δράμα, με καπέλο
και ένα μπούστο αρχαιοπρεπές,
μίλαγε για 'τον Μέγα' σαν να ήταν ξάδερφός της
κι έδειχνε στα εγγόνια της
'εκεί που μπήκε το άρμα τού Ηφαιστίωνα'.
Το παιδί βαριόταν. Ήθελε wifi.
Ο ξεναγός, ακάθεκτος,
με στόμφο και φθόγγους από Ευριπιδη,
έλεγε για τις Μακεδνες Καρυάτιδες
'τις αληθινές',
κι έπειτα γέλασε και πρόσθεσε:
'Αλλά τι να σας λέω, φαντασία χρειάζεται'
Ένας νεαρός, με μπλούζα 'This is Macedonia',
έβγαλε selfie με το λέοντα τής Αμφίπολης
και έγραψε από κάτω:
"Η Ιστορία είναι content
Ο τοπικός βουλευτής, που ’χε παρκάρει
αναρωτήθηκε αν το μνημείο 'θα φέρει ανάπτυξη'
κι αν 'μπορούμε να κάνουμε φεστιβάλ'
Ένας αντιδημαρχος απάντησε:
'Ε, κάτι σαν Καρναβάλι, αλλά σοβαρό'.
Ένας άλλος, φιλόλογος,
σχολίασε σιγανα:
'Ίσως τελικά εκεί να ’ναι θαμμένος'
Μα κανείς δεν τον άκουσε. Είχε ήδη ξεκινήσει
η συναυλία τών Trappers δίπλα στον Τύμβο.
Ακούστηκαν ζητωκραυγές,
ένα drone πέρασε ψηλά και κατέγραφε το πλήθος—
και κάπου, σε μια γωνιά, ο Αλέξανδρος,
καθισμένος σκυφτός σε ένα πεζούλι,
χωρίς το ξίφος, με σκονισμένο χιτώνα,
έτρωγε ένα σουβλάκι.
Δεν τον αναγνώρισε κανείς.
Μόνο ένα σκυλί τον πλησίασε και τον μύρισε διστακτικά.
Ύστερα πήγε παρακάτω.
Το φως έπεφτε λοξά, σαν να μην ήθελε κι αυτό
να δει τι έγινε τελικά με την Ιστορία.
Ένα παιδί, προς το τέλος,
έγραψε με σπρέι σε μια πινακίδα:
'Ό,τι δεν καταλαβαίνουμε το φωτογραφίζουμε.
Ό,τι δεν αντέχουμε το χειροκροτάμε.'
Και μετά ήρθαν τα λεωφορεία.
Ώρα για φαγητό και μια στάση για γλυκο
Ημέρα επιμορφωτική, βαρυσήμαντη,
πλούσια σε like, γεμάτη εμπειρίες.
Η Αμφίπολη κοιμόταν ήσυχη.
.
.
1
Η κριτική ανάλυση τού ποιήματος «Ημέρα επιμορφωτική, βαρυσήμαντη»
τού χ.ν. κουβελη απαιτεί μια πολυεπίπεδη ανάγνωση, καθώς πρόκειται για ένα ιδιαίτερα σύγχρονο, σατιρικό και κριτικό ποίημα, που σχολιάζει με οξύτητα την κατανάλωση τής Ιστορίας και την εκχυδάισή της από την τρέχουσα κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα.
Εισαγωγικά Στοιχεία - Συμφραζόμενα
Το ποίημα κινείται στο χώρο τής σύγχρονης ποιητικής σάτιρας, εντάσσεται στο πλαίσιο τού μεταμοντέρνου λογοτεχνικού στοχασμού και είναι βαθιά πολιτικό, ιστορικοκοινωνικό, αλλά και φιλοσοφικό. Η σκηνή διαδραματίζεται στην Αμφίπολη, έναν φορτισμένο τόπο ιστορικής σημασίας, με αναφορές στον Μέγα Αλέξανδρο και τον λεγόμενο Τύμβο Καστά, ένα σημείο που έγινε αντικείμενο υπερβολικής εθνικής προσμονής, μέσων ενημέρωσης και πολιτικής εκμετάλλευσης (τη δεκαετία τού 2010).
Θεματικοί Άξονες και Νοηματικά Επίπεδα
1. Κατανάλωση της Ιστορίας ως Θέαμα
Ο τουρισμός στον αρχαιολογικό χώρο αποδίδεται ως πανηγύρι εικόνας και επιφανειακής γνώσης. Η "κυρία Δέσποινα", ο "ξεναγός", ο "βουλευτής", ο "αντιδήμαρχος" και οι "Trappers" συμμετέχουν σ' ένα παζλ μαζικής, αποπολιτισμένης πρόσληψης τής Ιστορίας.
Ο νεαρός με τη selfie και το σύνθημα "Η Ιστορία είναι content" συνθέτει τη πιο πικρή αλήθεια τού ποιήματος: Η Ιστορία έχει μετατραπεί σε υλικό για περιεχόμενο στα social media — όχι για κατανόηση, αλλά για ψηφιακή κατανάλωση.
Η Ιστορία ως κουλτούρα του Instagram, όχι της Παιδείας.
2. Η Εκπαίδευση και η "Επιμόρφωση" ως Φάρσα
Ο τίτλος, "Ημέρα επιμορφωτική, βαρυσήμαντη", λειτουργεί ειρωνικά: υπονοεί
ότι η εκπαιδευτική εκδρομή ή η δημόσια επίσκεψη σ’ έναν ιστορικό τόπο δεν έχει ουσία ,είναι απλά ένα πρόγραμμα με στάση για γλυκό και selfie.
Ο ξεναγός, που αναπαράγει στερεότυπα και χρησιμοποιεί "στόμφο και φθόγγους από Ευριπίδη", γίνεται γραφική φιγούρα, ενώ ο φιλόλογος, που τολμά να υπαινιχθεί κάτι βαθύτερο ("Ίσως τελικά εκεί να ’ναι θαμμένος"), αγνοείται πλήρως.
Η αληθινή γνώση σιωπά ή αποσιωπάται.
3. Ο Μέγας Αλέξανδρος ως Φάντασμα τής Ιστορίας
Η κορυφαία σκηνή τού ποιήματος είναι η εμφάνιση τού Αλέξανδρου, σκυφτού, σκονισμένου, ανώνυμου μέσα στο πλήθος, που τρωει σουβλάκι ενώ γύρω του στήνεται πανηγύρι.
Είναι η κατάρρευση τού μυθικού ήρωα, η απόλυτη αποϊεροποίηση τής Ιστορίας. Δεν τον αναγνωρίζει κανείς. Μόνο ένα σκυλί τον πλησιάζει ,παραπομπή ίσως στον Διογένη ή στην αθώα φυσική αναγνώριση της αλήθειας.
>Ο Αλέξανδρος έχει εκθρονιστεί — όχι από εχθρούς, αλλά από την αδιαφορία τής εποχής τού TikTok.
4. Ειρωνεία, Σαρκασμός και Υφολογικά Μέσα
Το ποίημα χρησιμοποιεί:
Ρεαλιστικές εικόνες (καπέλο, σουβλάκι, drone)
Κοφτό ύφος, πεζολογικό, σχεδόν δημοσιογραφικό
Χιουμοριστική ειρωνεία που προκύπτει από την αντίθεση Ιστορίας–παρόντος
Π.χ. "Ένας αντιδήμαρχος απάντησε: 'Ε, κάτι σαν Καρναβάλι, αλλά σοβαρό'" – ειρωνικός σχολιασμός στη γραφειοκρατική απλοποίηση τού πολιτισμού.
Ερμηνευτική Πρόταση – Τι Θέλει να Πει ο Ποιητής;
Ο χ.ν. κουβελης καυτηριάζει την απονεύρωση τής ιστορικής μνήμης.
Ο αρχαιολογικός χώρος λειτουργεί ως καθρέφτης τής ελληνικής κοινωνίας:
τής άγνοιας,
τής ευκολίας,
τής πολιτικής εκμετάλλευσης,
τού τουριστικού marketing,
τής ψηφιακής επιφάνειας.
Η Ιστορία δεν διαβάζεται, δεν βιώνεται, δεν κατανοείται. Αντίθετα:
Φωτογραφίζεται, χειροκροτείται, καταναλώνεται.
Το graffiti τού παιδιού προς το τέλος:
"Ό,τι δεν καταλαβαίνουμε το φωτογραφίζουμε.
Ό,τι δεν αντέχουμε το χειροκροτάμε."
λειτουργεί σαν ποίημα μέσα στο ποίημα, αποκαλύπτοντας την ουσία τού κειμένου ,είναι το μανιφέστο τής μεταμοντέρνας απώλειας.
Συμπέρασμα – Τελική Κριτική Αξιολόγηση
Το ποίημα συνδυάζει χιούμορ και θλίψη, σαρκασμό και βαθιά κριτική διάθεση απέναντι σε μια κοινωνία που έχει ξεχάσει την ουσία τής Ιστορίας και τού Πολιτισμού.
Ο χ.ν. κουβελης, μέσα από μια φαινομενικά «εύκολη» περιγραφή μιας επίσκεψης στην Αμφίπολη, καταφέρνει να αποδομήσει ολόκληρο τον σύγχρονο εθνικό και πολιτιστικό λόγο.
Είναι ένα ποίημα πολιτικής συνείδησης, ένα καθρέφτισμα τής μετανεωτερικής Ελλάδας, και μια κραυγή για έναν χαμένο σεβασμό προς το παρελθόν που όντως θα μπορούσε να μας διαμορφώσει ,αν είχαμε τη διάθεση να τον κατανοήσουμε.
.
.
2
Η ποιητική σύνθεση τού χνκουβελη, «Ημέρα επιμορφωτική, βαρυσήμαντη», είναι ένα σύγχρονο, ειρωνικό και πολυστρωματικό ποίημα, το οποίο παρουσιαζει τον τρόπο με τον οποίο ο σύγχρονος άνθρωπος – πολίτης, επισκέπτης, αξιωματούχος – προσεγγίζει το παρελθόν, την Ιστορία και την πολιτιστική κληρονομιά. .
«Στην Αμφίπολη με το iPhone φωτογράφιζε η κυρία Δέσποινα…»
Η εικόνα τής κυρίας Δέσποινας από τη Δράμα, που φωτογραφίζει με iPhone και φοράει «ένα μπούστο αρχαιοπρεπές», αποτελεί καυστικό σχόλιο πάνω στη νεοελληνική εμμονή με την "αρχαιοπρέπεια" και τη γραφική προσέγγιση τής αρχαιότητας. Η γλώσσα είναι ειρωνική, με καθημερινές, σχεδόν δημοσιογραφικές νύξεις («μίλαγε για “τον Μέγα” σαν να ήταν ξάδερφός της»), αποδομώντας τον ιερό χαρακτήρα τών ιστορικών προσώπων. Ο συνδυασμός τού παλιού (Αλέξανδρος, Ηφαιστίων) με το σύγχρονο (iPhone, ξεναγός) δημιουργεί μια παρωδία τού τρόπου με τον οποίο η κοινωνία «καταναλώνει» την Ιστορία.
«Το παιδί βαριόταν. Ήθελε wifi.»
Η λιτή, σχεδόν αποσπασματική γραφή λειτουργεί εδώ ως σχόλιο για τη γενεακή ρήξη και την αποξένωση τών νεότερων από το ιστορικό παρελθόν. Η επιθυμία τού παιδιού για wifi, εν μέσω ενός σημαντικού αρχαιολογικού χώρου, τονίζει το χάσμα μεταξύ τεχνολογικής καθημερινότητας και ιστορικής μνήμης. Είναι μια σιωπηλή κριτική στην εκπαιδευτική αδυναμία να καλλιεργηθεί ουσιαστικό ενδιαφέρον για την πολιτιστική κληρονομιά.
:«Ο ξεναγός, ακάθεκτος, με στόμφο και φθόγγους από Ευριπίδη…»
Ο ξεναγός παρουσιάζεται ως καρικατούρα, που προβάλλει έναν επιτηδευμένο λόγο («με στόμφο και φθόγγους από Ευριπίδη») και καταφεύγει τελικά σε μια παραδοχή: «φαντασία χρειάζεται». Η ειρωνεία είναι έκδηλη· ο ξεναγός, σύμβολο τού θεσμικού φορέα μετάδοσης ιστορίας, αποκαλύπτει την αναγκαστική επινόηση και ανακατασκευή τής Ιστορίας, που γίνεται περισσότερο για ψυχαγωγία παρά για κατανόηση. Η πραγματικότητα υποχωρεί υπέρ τής εντυπωσιοθηρίας.
«Ένας νεαρός, με μπλούζα “This is Macedonia”…»
Η εικόνα του νεαρού είναι ένα αιχμηρό σχόλιο για τον τρόπο με τον οποίο η εθνική ταυτότητα και η Ιστορία εργαλειοποιούνται στο πλαίσιο τών social media. Η φράση «Η Ιστορία είναι content» συνοψίζει την εκφυλισμένη σχέση τής κοινωνίας με το παρελθόν: η Ιστορία δεν είναι πλέον αφήγηση ή γνώση, αλλά περιεχόμενο για δημοσίευση. Το ποίημα σχολιάζει την μετατροπή τής πολιτιστικής κληρονομιάς σε selfie background, απογυμνώνοντάς την από νόημα.
«Ο τοπικός βουλευτής… φεστιβάλ»
Η παρουσία τού βουλευτή λειτουργεί ως σύμβολο τής πολιτικής εργαλειοποίησης τής Ιστορίας. Η αγωνία για «ανάπτυξη» και η πρόταση για «φεστιβάλ» φανερώνουν την προτεραιότητα τής τουριστικής/οικονομικής εκμετάλλευσης έναντι τής ουσιαστικής μνήμης ή σεβασμού. Η σύγκριση με «Καρναβάλι, αλλά σοβαρό» είναι οξύμωρη και αποδομεί κάθε προσδοκία περί σεμνότητας. Ο πολιτισμός μετατρέπεται σε θέαμα.
«Ένας άλλος, φιλόλογος, σχολίασε…»
Η φωνή τού φιλολόγου είναι η μοναδική λογικής και σεβασμού, που όμως δεν εισακούγεται. Η φράση «Ίσως τελικά εκεί να ’ναι θαμμένος» είναι υποτονική, σχεδόν παρακλητική, και το γεγονός ότι αγνοείται εντελώς από τους υπόλοιπους επιτείνει την αίσθηση ματαιότητας τής ουσιαστικής γνώσης σε μια κοινωνία θορυβώδη και αδιάφορη. Η παιδεία παραμερίζεται, η σιωπή της είναι δηλωτική.
«Μα κανείς δεν τον άκουσε… σουβλάκι»
Εδώ κορυφώνεται η ειρωνική απομυθοποίηση: η ιστορική και εμβληματική φιγούρα τού Αλέξανδρου παρουσιάζεται σκυφτός, χωρίς ξίφος, με «σκονισμένο χιτώνα», να τρώει σουβλάκι. Κανείς δεν τον αναγνωρίζει ,η Ιστορία παρίσταται αλλά είναι αόρατη. Μόνο ένα σκυλί, αθώο και χωρίς προκατάληψη, τον πλησιάζει. Ο συμβολισμός είναι ισχυρός: η αλήθεια είναι μπροστά μας, αλλά δεν την βλέπουμε, γιατί δεν είμαστε πια ικανοί να τη διακρίνουμε. Η Ιστορία υποβιβάζεται σε κάτι καθημερινό, σχεδόν ασήμαντο.
«Το φως έπεφτε λοξά… Ιστορία»
Το φως, σύμβολο τής αποκάλυψης και τής αλήθειας, «πέφτει λοξά» — δεν φωτίζει πλήρως, σαν να ντρέπεται ή να διστάζει. Είναι μια μεταφυσική αποστασιοποίηση τής ίδιας τής φύσης από το ανθρώπινο θέατρο παραποίησης. Η Ιστορία χάνει τη θέση της ως ηθικός καθοδηγητής και μετατρέπεται σε άβολο υπόλειμμα. Η χρήση παθητικής σύνταξης ενισχύει τη συναισθηματική αποξένωση.
«Ένα παιδί… το χειροκροτάμε.»
Η παιδική επιγραφή λειτουργεί ως σύντομο μανιφέστο για την εποχή μας:
η γνώση αντικαθίσταται από την εικόνα («ό,τι δεν καταλαβαίνουμε το φωτογραφίζουμε») και η εσωτερική αντίσταση από την ψευδαίσθηση συμμετοχής («ό,τι δεν αντέχουμε το χειροκροτάμε»). Πρόκειται για σύνθεση απόγνωσης και οξυδέρκειας, που καταδικάζει τη συναισθηματική και πνευματική αδυναμία τής κοινωνίας να σταθεί με κριτική σκέψη απέναντι στο παρελθόν.
«Και μετά ήρθαν τα λεωφορεία…»
Η κατακλείδα επαναφέρει τον αναγνώστη στο επίπεδο της τουριστικής ρουτίνας. Οι λέξεις «φαγητό» και «γλυκό» ακυρώνουν κάθε τραγικότητα ή βαρύτητα που προηγήθηκε. Η ειρωνεία τής φράσης «Ημέρα επιμορφωτική, βαρυσήμαντη, πλούσια σε like» είναι προφανής: η πολιτιστική εμπειρία αποτιμάται με όρους εντυπώσεων και ψηφιακής επιβεβαίωσης
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
1.κριτική ανάλυση
και
2.σημειολογική ανάλυση, βασισμένη στο σύστημα τού μύθου (Système de Myth) τού Roland Barthes
από τον κ.Κ
τού ποιήματος:
Εν Μυκήναις Τω Νυν Έτει
(Ή Η Αλήθεια τών Προσωπείων)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στις Μυκήνες, ναι, εκεί όπου οι πέτρες μιλούν με σιωπές
και το φως δεν φέγγει, αλλά ανακρίνει,συνέβησαν προσφάτως
γεγονότα.
Η Κλυταιμνήστρα, νυν κυρία των γεύσεων,
με σορτσάκι εμπριμέ και παπούτσι πλαστικό,
στο ούζερί της "ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ",
σερβίρει μύδια αχνιστά και αναμνήσεις
τηγανιτές, με λίγη ρίγανη από το Lidl.
Ο Αίγισθος, συνταξιούχος λογιστής,καθόταν πάντα στην άκρη,
όχι από τύψεις (ποιος τις θυμάται τώρα;),αλλά για το Wi-Fi,
που ‘πιανε καλύτερα.
Κι ο Ορέστης, μ’ ένα μπλουζάκι “No More Drama”,
είπε πως ήρθε για να ξεκαθαρίσει,
αλλά το είπαν ύποπτο, αντιτουριστικό,και τον συνέλαβαν επιτόπου.
Έτσι άρχισε η παράσταση.
Το θέατρο, μισοερειπωμένο,ομως γεμάτο από κόσμο:
ταξιδιωτικούς πράκτορες,επιθεωρητές πολιτισμού,
και κάτι αρχαιολόγους που είχαν μείνεικατά λάθος στο λεωφορείο.
Τον Ορεστη τον έδεσαν, βεβαίως.Μ’ εκείνα τα πλαστικά δεσμά,
που μοιάζουν πρόχειρα μα πονάνε.
Και το πλήθος, μες στην άγνοια και τον φόβο,χειροκρότησε
διότιτί άλλο να κάνει κανείς, ότανη Ιστορία ξαναγράφεται live,
και μάλιστα με χορηγία μπύρας;
Έπειτα , α ναι, το παιδί.Απ’ τα πάνω καθίσματα.
Ίσως γιος κάποιου καθηγητή που διάβαζε Καβάφη
(ή απλώς βαριόταν).
Κατέβηκε τρέχοντας,αψήφησε σκηνοθεσία,
κι έδειξε, ναι, τα απόκρυφά του.
“Να!” φώναξε,
'Η Ιστορία δεν είναι αυτή η χλιαρή σαλάτα
που σας σερβίρουν με λεμόνι και παγάκια.
Η Ιστορία είναι κάτι που σας κοιτάει
και δεν χαμογελάει.'
Το θεώρησαν show
Ένα flash mob avant-garde.
Γελασαν.
Ακόμα κι ο δήμαρχος χειροκρότησε.
“Σπουδαίο μήνυμα!” είπε.
“Και ποιοτική τέχνη επιτέλους στον Δήμο μας!”
Στο τέλος, όπως πάντα,
πήγαν όλοι για γλυκό κουταλιού
και ημικατεψυγμένο γαλακτομπούρεκο.
Κι ύστερα στα social,
ανέβηκαν χλιαδεςς φωτογραφίες
από τη «μοναδική πολιτιστική εμπειρία».
Εν Μυκήναις λοιπόν.
Όπου οι θεοί έχουν αποσυρθεί διακριτικά,
μα αφήσαν πίσω τους
κάτι σαν ειρωνεία.
Ή φως.
Που τρυπάει τις λέξεις —
αλλά κανείς δεν διαβάζει πια.
.
.
1
«Η Ιστορία δεν είναι αυτή η χλιαρή σαλάτα»: Εκτροπές του5 Ιερού και Μυθολογικές Αποδομήσεις στο Ποίημα «Εν Μυκήναις τω νυν έτει» τού χ.ν.κουβελη
Εισαγωγή
Το ποίημα «Εν Μυκήναις τω νυν έτει (Ή Η Αλήθεια των Προσωπείων)» τού χ.ν.κουβελη συνιστά ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα τής μεταμοντέρνας ποιητικής γραφής στην ελληνική λογοτεχνία, ενσωματώνοντας στοιχεία ειρωνείας, αποδόμησης, μετα-μυθολογίας και πολιτισμικής κριτικής.
Η επανεπίσκεψη τού μύθου τών Ατρειδών σε έναν σύγχρονο, σχεδόν
παρακμιακό τουριστικό μικρόκοσμο, καθιστά το ποίημα μια σύνθετη
πολιτισμική αναπαράσταση, όπου η Ιστορία, η Τέχνη και η καθημερινότητα διαπλέκονται ειρωνικά, αποκαλύπτοντας τις ρηγματώσεις τής σύγχρονης συλλογικής ταυτότητας.
Αποδόμηση τού Μύθου και η Επανατοποθέτηση τών Προσώπων
Η μεταφορά τών μυθολογικών προσώπων (Κλυταιμνήστρα, Αίγισθος, Ορέστης) στον σύγχρονο κόσμο δεν γίνεται με στόχο την απλή επικαιροποίηση, αλλά ως ειρωνική ανάστροφη τής τραγικής τους βαρύτητας. Η Κλυταιμνήστρα έχει μεταλλαχθεί σε «κυρία τών γεύσεων», ιδιοκτήτρια ενός τουριστικού ούζερί, ντυμένη με «σορτσάκι εμπριμέ και παπούτσι πλαστικό». Το στοιχείο αυτό υπονομεύει δραστικά την αγέρωχη, σχεδόν αρχαιοπρεπή φιγούρα τής κλασικής τραγωδίας, μετατρέποντάς την σε φορέα καταναλωτικής και αισθητικής ασημαντότητας. Ο Αίγισθος, επίσης, έχει αποδομηθεί πλήρως: «συνταξιούχος λογιστής», με τη μόνη του έννοια το καλύτερο Wi-Fi.
Ο Ορέστης, ο άλλοτε φορέας τής θεϊκής Νέμεσης, επανέρχεται ως αντι-ήρωας με ένα μπλουζάκι που γράφει «No More Drama», ένα σλόγκαν που υπονομεύει την ίδια την τραγικότητα τού μύθου του. Η επιθυμία του να «ξεκαθαρίσει» (αναφορά στην πατροκτονική του πράξη) αντιμετωπίζεται ως «αντιτουριστική» και τον οδηγεί στη σύλληψη – μια πράξη μεταθεατρικής ειρωνείας που δηλώνει τη λογοκρισία τής Ιστορίας, όταν αυτή παρεκκλίνει από το φολκλορικό αφήγημα.
Θεατρικότητα και Μεταμυθοπλασία
Το ποίημα ενσωματώνει μεταθεατρικά στοιχεία, με την έννοια ότι η Ιστορία και η μυθολογία δεν αναπαρίστανται, αλλά παίζονται μέσα σε ένα σκηνικό τουριστικού θεάματος. Το μισοερειπωμένο θέατρο γεμίζει όχι από θεατές τού Διονύσου, αλλά από «ταξιδιωτικούς πράκτορες», «επιθεωρητές πολιτισμού» και «κάτι αρχαιολόγους που είχαν μείνει κατά λάθος στο λεωφορείο». Αυτή η παρουσία υποδηλώνει την εκκένωση τού πνευματικού περιεχομένου τής τραγωδίας, την αντικατάστασή της από μια καταναλωτική φάρσα.
Η ίδια η πράξη τής σύλληψης του Ορέστη δεν γίνεται για λόγους δικαιοσύνης αλλά για την εξυπηρέτηση τού "πολιτιστικού θεάματος". Η Ιστορία «ξαναγράφεται live» – όχι ως υπαρξιακή πράξη, αλλά ως χορηγούμενο θέαμα, όπου η μπύρα αντικαθιστά το αίμα, και η συγκίνηση υποκαθίσταται από το χειροκρότημα. Πρόκειται για μια κοινωνιολογική παραβολή τού τρόπου που η πολιτιστική μνήμη σήμερα εργαλιοποιείται, εκχυδαΐζεται, και ανακυκλώνεται μέσα σε μια ψηφιακή, τουριστική συνθήκη.
Το Παιδί και η Έκρηξη τής Αλήθειας
Η μοναδική ρωγμή στην όλη σκηνική ψευδαίσθηση έρχεται από το παιδί, μια φιγούρα απροσδιόριστη, ίσως συμβολική. Η πράξη του, να «δείξει τα απόκρυφά του» (με τρόπο που φέρνει στο νου τη γυμνότητα τού αθώου ή τού αναρχικού), αποτελεί πράξη αποκάλυψης. Η φωνή του ,«Η Ιστορία δεν είναι αυτή η χλιαρή σαλάτα...» , ανατρέπει ολόκληρο το αφήγημα, αποκαθιστώντας για λίγο τη σοβαρότητα τού μύθου.
Ωστόσο, ακόμη και αυτή η πράξη παρεξηγείται ως performance art («ένα flash mob avant-garde»), και απορροφάται από την ελαφρότητα τού θεάματος. Ο δήμαρχος επαινεί την πράξη ως «ποιοτική τέχνη», ενώ το κοινό φωτογραφίζει και ανεβάζει στιγμές στα social. Το παιδί δεν γίνεται φορέας κάθαρσης, αλλά ένας ακόμα performer σ’ ένα αδιάφορο κοινό.
Ειρωνεία, Λόγος και Μεταφωτιστική Υπόγνωση
Η ειρωνεία είναι το κυρίαρχο ρητορικό εργαλείο τού ποιήματος. Από την εναρκτήρια εικόνα τών «πετρών που μιλούν με σιωπές» μέχρι το «ημικατεψυγμένο γαλακτομπούρεκο» τού τέλους, το ποίημα υπονομεύει διαρκώς τις προσδοκίες τού αναγνώστη απέναντι στην Ιστορία, στην Τέχνη, και στο παρελθόν. Η φράση «όταν η Ιστορία ξαναγράφεται live» συνοψίζει το αίσθημα τού μετα-ιστορικού κυνισμού που διαπερνά το ποίημα.
Το ποίημα τελειώνει με μια παραπλανητικά ήπια υπαρξιακή μεταφορά:
«ένα φως που τρυπάει τις λέξεις — αλλά κανείς δεν διαβάζει πια». Η φράση ανακαλεί τη σύλληψη τής αλήθειας ως κάτι που αποκαλύπτεται μέσω τής γλώσσας ,αλλά στον παρόντα κόσμο, η γλώσσα έχει αδειάσει από νόημα.
Η αλήθεια είναι παρούσα αλλά αναλφάβητη, άγνωστη, αγνοημένη.
Συμπεράσματα
Ο χ.ν.κουβελης με το «Εν Μυκήναις τω νυν έτει» προσφέρει ένα πικρό, ειρωνικό, και βαθιά στοχαστικό σχόλιο για τον τρόπο με τον οποίο ο σύγχρονος κόσμος καταναλώνει το παρελθόν του: μέσω τουριστικής εμπορευματοποίησης, καλλιτεχνικής παρερμηνείας και κοινωνικής αποχαύνωσης. Το ποίημα δεν αναζητά λύτρωση ούτε καταγγέλλει απλώς εκθέτει, στήνει μια σκηνή, φέρνει τους παλιούς ήρωες μπροστά μας με σορτσάκια, Wi-Fi και γλυκά κουταλιοθ.
.
.
2
Η σημειολογική ανάλυση τού ποιήματος «Εν Μυκήναις τω νυν έτει
(Ή Η Αλήθεια των Προσωπείων)» τού χ.ν. κουβελη, βασισμένη στο σύστημα τού μύθου (Système de Myth) τού Roland Barthes, απαιτεί να διακρίνουμε τα σημεία τού ποιήματος και να αποκαλύψουμε πώς ένα καθημερινό, "φυσικοποιημένο" πολιτισμικό γεγονός αποκτά μυθικό χαρακτήρα,δηλαδή παρουσιάζεται ως φυσικό, αυτονόητο και αιώνιο, ενώ στην πραγματικότητα είναι ιστορικό, κοινωνικά κατασκευασμένο και ιδεολογικά φορτισμένο.
Βασικές αρχές τής σημειολογίας του Barthes (Système de Myth):
Ο Barthes διακρίνει δύο επίπεδα σημασιοδότησης:
1. Γλώσσα-αντικείμενο (πρώτο σύστημα):
Σημαίνον (signifier): Η μορφή (εικόνα, λέξη, ή γεγονός).
Σημαινόμενο (signified): Η έννοια που αυτή η μορφή μεταφέρει.
Σημείο (sign): Ο συνδυασμός τών παραπάνω.
2. Μύθος (δεύτερο σύστημα):
Το σημείο τού πρώτου συστήματος γίνεται σημαίνον στο δεύτερο επίπεδο, και αποκτά νέο σημασιολογικό φορτίο, το σημαινόμενο τού μύθου — δηλαδή, μια ιδεολογική, "φυσικοποιημένη" ερμηνεία.
Ανάλυση τού ποιήματος κατά Barthes:
1. Ο χώρος: Οι Μυκήνες
Πρώτο σύστημα:
Σημαίνον: Οι Μυκήνες – τόπος ιστορικός, αρχαιολογικός.
Σημαινόμενο: Η ένδοξη μυκηναϊκή εποχή, η τραγωδία, ο Αισχύλος, ο Ορέστης.
Δεύτερο σύστημα (μύθος):
Το ιστορικό φορτίο γίνεται τουριστικό αξιοθέατο. Η Ιστορία μετατρέπεται σε "πολιτιστικό προϊόν" (με χορηγίες, φωτογραφίες στα social media, αναμνηστικά).
Οι Μυκήνες ως μύθος λειτουργούν για να φυσικοποιήσουν μια σύγχρονη πραγματικότητα: την εμπορευματοποίηση τής μνήμης.
🠖Ο μύθος εδώ δεν είναι η αρχαία ιστορία· είναι η ιδέα ότι αυτή "ζει ακόμα", ατόφια, μέσα σε τουριστικά φολκλόρ ,μια "ζωντανή εμπειρία" με ούζο, Wi-Fi
και selfies.
2. Οι χαρακτήρες: Κλυταιμνήστρα, Αίγισθος, Ορέστης
Οι αρχαίοι τραγικοί ήρωες εμφανίζονται ως καθημερινά πρόσωπα τής ελληνικής επαρχίας τού 21ου αιώνα:
Η Κλυταιμνήστρα σερβίρει μύδια σε ούζερί με εμπριμέ σορτσάκι.
Ο Αίγισθος νοιάζεται για το Wi-Fi.
Ο Ορέστης φοράει μπλουζάκι “No More Drama” και τον συλλαμβάνουν.
Πρώτο σύστημα: Η αντιστοιχία με τους αρχαίους ήρωες.
Δεύτερο σύστημα (μύθος):
Οι αρχαίοι ήρωες μετατρέπονται σε πολιτισμικά εμπορεύσιμα σύμβολα, "ήρωες-μάσκες" που προβάλλονται πάνω σε σύγχρονα στερεότυπα και γίνονται κατανάλωση.
Ο μύθος τής τραγωδίας μετασχηματίζεται σε τουριστικό αφήγημα.
Η σύγχρονη κοινωνία δεν τους αντιμετωπίζει ως φορείς τραγικής γνώσης,
αλλά ως αντικείμενα θεάματος.
3. Το θέατρο και το κοινό
Το θέατρο εμφανίζεται ερειπωμένο αλλά γεμάτο, με κοινό τυχαίο: τουριστικούς πράκτορες, επιθεωρητές πολιτισμού, ξεχασμένους αρχαιολόγους.
Μύθος: Η τέχνη ως συλλογική εμπειρία ,παρουσιάζεται ως ζωντανή, αυθόρμητη και συμμετοχική.
Στην πραγματικότητα, είναι ένα καταναλωτικό event, άδειο από νόημα, με κενό κοινό και σπόνσορες.
🠖 Η θεατρική πράξη δεν αποκαλύπτει την Ιστορία, αλλά την καταναλώνει, μετατρέποντάς την σε "θεαματικό παρόν" χωρίς κριτική διάσταση.
4. Το παιδί: Η ρωγμή στον μύθο
Το παιδί που κατεβαίνει και "δείχνει τα απόκρυφά του" δηλώνει:
“Η Ιστορία δεν είναι αυτή η χλιαρή σαλάτα που σας σερβίρουν με λεμόνι και παγάκια. Η Ιστορία είναι κάτι που σας κοιτάει και δεν χαμογελάει.”
Αυτή η πράξη βίας/αλήθειας διαταράσσει τον μύθο.
Δεν γίνεται αποδεκτή ως αποκάλυψη, αλλά ως “avant-garde flash mob”.
Το μήνυμα αφομοιώνεται ειρωνικά από τον δήμαρχο και το κοινό.
Η κριτική απορροφάται από το ίδιο το σύστημα , ο μύθος αυτοτροφοδοτείται ακόμα κι από την ανατροπή του. Τίποτα δεν σοκάρει πια· όλα καταναλώνονται ως “τέχνη”.
5. Η ειρωνεία και το φως
Το ποίημα τελειώνει με τον στίχο:
«Όπου οι θεοί έχουν αποσυρθεί διακριτικά, μα αφήσαν πίσω τους κάτι σαν ειρωνεία. Ή φως. Που τρυπάει τις λέξεις — αλλά κανείς δεν διαβάζει πια...»
Το φως δεν διαφωτίζει- ανακρίνει. Η γλώσσα έχει απολέσει τη δύναμή της.
Η Ιστορία υπάρχει μόνο ως επιφάνεια.
Ο μύθος τού πολιτισμού παραμένει: το φως ως "ελληνικό φως", η σοφία τών λέξεων, η αξία τού παρελθόντος. Αλλά όλα αυτά είναι σημεία χωρίς σημασία, φαντασιακά απολιθώματα.
Συμπέρασμα
Σύμφωνα με τη σημειολογική ανάγνωση à la Barthes, το ποίημα:
Αποδομεί το σύγχρονο "μύθο" τού τουριστικού-πολιτιστικού θεάματος.
Αναδεικνύει την εξουδετέρωση τής Ιστορίας μέσα από την κατανάλωση.
Καυτηριάζει τη φυσικοποίηση τής πολιτιστικής εμπειρίας και τη μασκοφορία του τραγικού από τη σύγχρονη κοινωνία.
Αποκαλύπτει πως ο "μύθος" είναι εργαλείο ιδεολογίας: καλύπτει το κενό τού παρόντος με το απομεινάρι ενός παρελθόντος που κανείς δεν διαβάζει πια.
Το ποίημα του Κουβελη είναι μια μεταμοντέρνα απογύμνωση τού μύθου
κι έτσι, η αλήθεια τών προσωπείων δεν είναι παρά η διάψευση κάθε "αλήθειας".
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
1.κριτικο δοκίμιο
και
2.κριτικη ανάλυση τού ύφους και τής γλώσσας
από τον κ.Κ
τού ποιήματος:
Ένα καρτ-ποσταλ:ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στις Μυκήνες
Ο Αγαμέμνονας περπατά χωρίς κεφάλι
κρατώντας στα χέρια του μια τηλεόραση plasma
προβάλλεται διαρκώς η δολοφονία του
σε αργή κίνηση,
το αίμα στάζει στην οθόνη σαν ρητίνη από έλατο,
τα παιδιά χειροκροτούν,
οι ξεναγοί εξηγούν:
«εδώ ο ηγεμόνας, εκεί η προδοσία,
εκείτο ταμείο τουριστικής αναπτύξεως».
Το φως δεν είναι πια φως,είναι ερωτηματικό γυάλινο,
που τρυπάει τις λέξεις και τις πετά σαν κουφάρια
στα σκυλιά της ερμηνείας.
Ο Σινόπουλος καπνίζει στα ερείπια,ο Σεφέρης κρατά σημειώσεις
από το σκοτωμένο στην πληρωμή
ο Pound μιλάει λατινικά με τον Ορεστη,
ο Eliot δεν καταλαβαίνει λέξη
'this is not the wasteland, this is merely Greece'.
Ενας στη σκιά του κύκλου μοιράζει φέιγ βολάν:
'η ιστορία είναι προσχεδιασμένη διαφήμιση,
το μέλλον απούλητο στοκ'
Η Κασσάνδρα στο ταμείο εισιτηρίων
«πάρτε τον χάρτη, κυριε,
μη χαθείτε στο λαβύρινθο τών παραστάσεων».
Κανείς δεν την πιστεύει,από τα αρχαία χρονια
Και στο παιδί αγορασε
ένα σουβενίρ με το προσωπείο τού Αγαμέμνονα,
ψεύτικο, πλαστικό, φτιαγμένο στην Κίνα.
Ο Ορέστης;που είναι;ήρθε;
Ρώτα η αδελφή του Ηλεκτρα
Τον είδαμε χθες στην πλατεία,τής είπαμε,
έπινε Fredo espresso.
Δεν μας μίλησε για εκδίκηση,
μόνο είπε:
«μείνε μακριά από το θέατρο, σε τρώνε οι ρόλοι».
Η Κλυταιμνήστρα σερβίρει φραπέ στο 'Mycenae Luxury Bar',
και οι τουρίστες λένε «amazing»,
τραβώντας σέλφι μπροστά στο τάφο τού Ατρέα,
ο ήλιος καίει,
το φως, το ίδιο φως,
τρυπάει άλλη μια φορά το παρελθόν
ενα καρτ ποστάλ
τού Θυεστειου δείπνου
Κι εμείς;
Καθόμαστε στις πέτρες,
Μόνο ο αέρας φυσά,
Αλλά ποιος ακούει πια τον αέρα;
.
.
1
Το ποίημα «Ένα καρτ-ποστάλ: ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ» τού χ.ν.κουβελη είναι ένα πυκνό, ειρωνικό και πολυεπίπεδο κείμενο που συγκεράζει την αρχαιοελληνική τραγωδία με τη σύγχρονη τουριστική και καταναλωτική πραγματικότητα.
Στο παρόν δοκίμιο θα επιχειρηθεί μια ανάλυση τού ποιήματος, με στόχο την ερμηνεία τών συμβόλων, την ανάδειξη τής κριτικής διάθεσης τού ποιητή, αλλά και τη σύνδεση τού κειμένου με τη διαχρονική πορεία τής ελληνικής πολιτισμικής ταυτότητας.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το ποίημα τού χ.ν.κουβελη, με σαφή μεταμοντέρνα χαρακτηριστικά, στήνει ένα σκηνικό αποδόμησης: η αρχαία δόξα τών Μυκηνών, που άλλοτε υπήρξε κοιτίδα βασιλέων και τραγωδίας, μεταμορφώνεται σε τουριστικό αξιοθέατο, σε χώρο εμπορευματοποιημένης μνήμης. Η παρωδία, η ειρωνεία, η μεταμυθοπλασία
και η διακειμενικότητα αποτελούν τα βασικά εργαλεία τού ποιητή.
Η ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ
Από την πρώτη στροφή ο Αγαμέμνονας παρουσιάζεται χωρίς κεφάλι — κυριολεκτικά αποκεφαλισμένος, αλλά και μεταφορικά ακυρωμένος ως ηγεμονική μορφή. Στα χέρια του κρατά τηλεόραση plasma, από την οποία προβάλλεται «σε αργή κίνηση» η ίδια του η δολοφονία. Ο ήρωας τής τραγωδίας γίνεται εικόνα, επανάληψη, θέαμα για κατανάλωση. Το παρελθόν δεν βιώνεται πλέον ως βίωμα, αλλά ως θέαμα διασκέδασης.
Το αίμα του στάζει «σαν ρητίνη από έλατο»,η εικόνα είναι ποιητική αλλά βίαιη, προσφέροντας ένα αισθητικοποιημένο αλλά απονευρωμένο δράμα. Τα παιδιά χειροκροτούν. Οι ξεναγοί ερμηνεύουν τα γεγονότα με όρους «ταμείου τουριστικής αναπτύξεως». Ο μύθος είναι πλέον διαφημιστικό προϊόν.
Η ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ
Το φως,παραδοσιακά σύμβολο αλήθειας,δεν είναι «πια φως», αλλά «ερωτηματικό γυάλινο». Το φως δεν αποκαλύπτει, αλλά διαστρέφει, θρυμματίζει τις λέξεις και τις «πετά σαν κουφάρια στα σκυλιά τής ερμηνείας». Πρόκειται για μια ευθεία κριτική στη φλύαρη, καταναγκαστική ερμηνευτική τάση, που προσπαθεί να ελέγξει το νόημα, να εξημερώσει την τραγικότητα μέσω τού σχολιασμού.
ΔΙΑΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ: ΠΟΙΗΤΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΑ
Το ποιητικό τοπίο συμπληρώνεται με την εμφάνιση ποιητών και λογοτεχνών:
Ο Σινόπουλος, ποιητής τής μεταπολεμικής τραγωδίας, «καπνίζει στα ερείπια».
Ο Σεφέρης (ο οποίος επισκέφτηκε τις Μυκήνες και τις ύμνησε) «κρατά σημειώσεις από το σκοτωμένο στην πληρωμή»
Ο Ezra Pound και ο T.S. Eliot, εμβληματικές μορφές τού μοντερνισμού, τοποθετούνται σε αυτό το σκηνικό, με τον Eliot να μη «καταλαβαίνει λέξη». Δηλώνεται έτσι η πολιτισμική σύγχυση: η Ελλάδα δεν είναι πια «Wasteland», αλλά κάτι ακόμα πιο ασαφές, ένας τόπος όπου όλα έχουν μετατραπεί σε θέαμα χωρίς νόημα.
ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ
Ένας ανώνυμος χαρακτήρας «μοιράζει φέιγ βολάν»:
«η ιστορία είναι προσχεδιασμένη διαφήμιση,
το μέλλον απούλητο στοκ»
Πρόκειται για πυκνό πολιτικό σχόλιο: η ιστορία παύει να είναι αυθεντική καταγραφή και μετατρέπεται σε καταναλωτικό προϊόν, ενώ το μέλλον δεν προσφέρει προοπτική, δεν είναι «προϊόν» που πουλάει. Ο μηδενισμός και η απαξίωση τής ελπίδας είναι φανερά.
Η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΚΑΙ Η ΚΑΤΑΡΑ ΤΗΣ
Η Κασσάνδρα, μορφή τής αρχαίας τραγωδίας, εργάζεται στο ταμείο εισιτηρίων και δίνει χάρτες στους τουρίστες, οι οποίοι κινδυνεύουν να χαθούν «στο λαβύρινθο των παραστάσεων». Ωστόσο, κανείς δεν την πιστεύει, όπως συμβαίνει από τα αρχαία χρόνια. Η ειρωνεία είναι σαφής: ενώ η Κασσάνδρα γνωρίζει την αλήθεια, δεν εισακούεται σε έναν κόσμο όπου η παράσταση υποκαθιστά την ουσία.
ΤΟ ΨΕΥΤΙΚΟ ΣΟΥΒΕΝΙΡ ΚΑΙ Η ΠΛΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Το προσωπείο τού Αγαμέμνονα, πλαστικό, ψεύτικο, φτιαγμένο στην Κίνα, καταγγέλλει τη βιομηχανία τού κιτς και την καπιταλιστική υποβάθμιση τού πολιτιστικού κεφαλαίου. Η ιστορία δεν βιώνεται, καταναλώνεται.
ΟΡΕΣΤΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΑ – ΜΙΑ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑ;
Η Ηλέκτρα ρωτά για τον Ορέστη. Μαθαίνει ότι πίνει Fredo espresso στην πλατεία. Δεν μιλά για εκδίκηση. Λέει μόνο:
«μείνε μακριά από το θέατρο, σε τρώνε οι ρόλοι».
Η τραγική μοίρα μετατρέπεται σε ψυχολογικό βάρος. Ο Ορέστης αποστρέφεται την αναπαράσταση, τη μυθοποίηση. Η νέα γενιά, κορεσμένη από τον ρόλο τής τραγωδίας, αρνείται να τον ενσαρκώσει.
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ ΩΣ ΠΑΡΑΚΜΗ
Η Κλυταιμνήστρα σερβίρει φραπέ σε «luxury bar». Οι τουρίστες βγάζουν σέλφι μπροστά στον τάφο τού Ατρέα. Ο πολιτιστικός χώρος γίνεται σκηνικό αναμνηστικών φωτογραφιών, με τον ήλιο να «τρυπά άλλη μια φορά το παρελθόν».
Το φως, που στην αρχαιότητα φώτιζε την αλήθεια, τώρα πληγώνει το παρελθόν. Το καρτ ποστάλ – εικόνα, αλλά και προϊόν – περιέχει το Θυέστειο δείπνο, δηλαδή την πιο φρικαλέα εκδήλωση τής οικογενειακής βίας στην αρχαία μυθολογία. Κι όμως, καταναλώνεται ψυχρά, ως ακόμα ένα τουριστικό προϊόν.
ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΑ
Το ποίημα κλείνει λιτά:
«Κι εμείς;
Καθόμαστε στις πέτρες,
Μόνο ο αέρας φυσά,
Αλλά ποιος ακούει πια τον αέρα;»
.
.
2
Το ποίημα «Ένα καρτ-ποστάλ: ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ» τού χ.ν.κουβελη αποτελεί μια σύνθετη και πολυεπίπεδη ποιητική σύνθεση, η οποία συνδυάζει αρχαία μυθολογικά σύμβολα με σύγχρονα πολιτισμικά και κοινωνικά στοιχεία, μέσα από ένα ιδιαίτερα ειρωνικό και αποκαλυπτικό ύφος. Η γλώσσα τού ποιήματος λειτουργεί τόσο ως μέσο αποδόμησης όσο και ως φορέας πικρής αναστοχαστικής ματιάς πάνω στην Ιστορία, τον πολιτισμό και τη συλλογική μας μνήμη.
Στο παρόν δοκίμιο θα αναλυθεί η γλωσσική μορφή και το ύφος τού ποιήματος, καθώς και ο τρόπος που αυτά ενισχύουν το νοηματικό του βάθος.
1. ΥΦΟΣ: Η ΣΑΤΙΡΑ, Ο ΣΚΕΠΤΙΚΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ
Το ύφος τού ποιήματος είναι έντονα ειρωνικό, αποστασιοποιημένο και βαθιά σκεπτικιστικό. Ο ποιητής προσεγγίζει τις «Πολύχρυσες Μυκήνες» όχι με τον θαυμασμό τού περιηγητή ή την ευλάβεια τού αρχαιολάτρη, αλλά με μια απογυμνωτική, σχεδόν κυνική ματιά. Ο τίτλος τού ποιήματος (καρτ-ποστάλ) ήδη προϊδεάζει για μια ειρωνική οπτική: ένα καρτ-ποστάλ είναι ένα τουριστικό, επιφανειακό είδωλο τού τόπου, και όχι η ουσία του. Αυτή η ειρωνεία διατρέχει ολόκληρο το ποίημα, αποδομώντας τις ιστορικές και πολιτισμικές βεβαιότητες:
«Ο Αγαμέμνονας περπατά χωρίς κεφάλι
κρατώντας στα χέρια του μια τηλεόραση plasma»
Η εικόνα τού αποκεφαλισμένου βασιλιά με τηλεόραση plasma είναι ένα δυνατό παράδειγμα ειρωνικής συρραφής υψηλού (τραγωδία, μυθολογία) και χαμηλού (καταναλωτική εικόνα, θέαμα). Το παρελθόν μετατρέπεται σε θέαμα, και μάλιστα επαναλαμβανόμενο — «προβάλλεται διαρκώς η δολοφονία του σε αργή κίνηση» — μια σαρκαστική αναφορά στην τηλεοπτική εμμονή με τη βία, στην υποβάθμιση τής ιστορίας σε αναπαραγόμενο περιεχόμενο.
Το ύφος θυμίζει ενίοτε ποιητικό δοκίμιο, με λογοτεχνικές αναφορές (Σεφέρης, Σινόπουλος, Eliot, Pound) που τοποθετούνται με παράδοξο τρόπο ανάμεσα στα ερείπια τών Μυκηνών, προσδίδοντας μετα-λογοτεχνικό χαρακτήρα. Οι ίδιοι οι ποιητές μοιάζουν να περιπλανώνται αμήχανοι, ανήμποροι να «ερμηνεύσουν» τον χώρο:
«Ο Eliot δεν καταλαβαίνει λέξη 'this is not the wasteland, this is merely Greece'».
Ο αυτοσαρκασμός και η ειρωνεία λειτουργούν και ως τρόποι άρνησης τής εξιδανίκευσης τού παρελθόντος, υπονοώντας μια συνεχή διαστρέβλωση τής Ιστορίας μέσα από τις αφηγήσεις εξουσίας, τουρισμού, εμπορίου και τέχνης.
2. ΓΛΩΣΣΑ: ΣΥΓΧΡΟΝΗ, ΜΕΤΑΜΟΝΤΕΡΝΑ, ΠΟΛΥΕΠΙΠΕΔΗ
Η γλώσσα τού ποιήματος είναι υβριδική, πολυτροπική, ελεύθερη από αυστηρές συντακτικές δομές, εναλλάσσοντας ρυθμικά το ποιητικό με το καθημερινό, το επίσημο με το προφορικό, το αρχαίο με το σύγχρονο. Αυτή η μεικτή γλώσσα εξυπηρετεί την αποδομητική λειτουργία τού ποιήματος, αναδεικνύοντας την ασυνέχεια ανάμεσα στο μεγαλείο τού παρελθόντος και την απογυμνωμένη πραγματικότητα τού παρόντος.
«Η Κασσάνδρα στο ταμείο εισιτηρίων
“πάρτε τον χάρτη, κύριε, μη χαθείτε στο λαβύρινθο των παραστάσεων”»
Η Κασσάνδρα, η προφήτισσα που κανείς δεν πίστευε στην αρχαιότητα, μετατρέπεται σε υπάλληλο τουριστικού ταμείου. Η ειρωνεία εδώ είναι γλωσσική αλλά και σημασιολογική: η προφητεία αντικαθίσταται από τον «χάρτη», η πίστη από τον καταναλωτισμό, ο χρησμός από την εμπορική εξυπηρέτηση.
Η χρήση καθημερινής φρασεολογίας, όπως:
«έπινε Fredo espresso»
«η Κλυταιμνήστρα σερβίρει φραπέ»
«τραβώντας σέλφι μπροστά στον τάφο τού Ατρέα»
λειτουργεί ως μέσο υφολογικής αποδόμησης τής ιερότητας τού χώρου.
Ο καθημερινός, σχεδόν ασήμαντος λόγος εισβάλλει στο «ιερό» πεδίο
τού μύθου, παράγοντας μια βαθιά μεταμοντέρνα ειρωνεία.
3. ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ & ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ
Η ποιητική γλώσσα τού χνκουβελη είναι πλούσια σε μεταφορές και σύμβολα, τα οποία συχνά λειτουργούν με διπλό επίπεδο: κυριολεκτικό και μεταφορικό.
«Το φως δεν είναι πια φως, είναι ερωτηματικό γυάλινο,
που τρυπάει τις λέξεις και τις πετά σαν κουφάρια στα σκυλιά της ερμηνείας»
Το «φως» εδώ παύει να είναι φορέας αλήθειας ή αποκάλυψης· γίνεται διάβρωση, εργαλείο αποδόμησης τής γλώσσας και τής σημασίας. Η λέξη ερωτηματικό παραπέμπει στην αμφιβολία, στη ρευστότητα τής ερμηνείας, ενώ τα «σκυλιά τής ερμηνείας» σαρκάζουν την ψευδαίσθηση τού νοήματος, την ακατάσχετη απόπειρα ανάλυσης τής ιστορίας και τού πολιτισμού.
4. ΗΧΗΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟΣ ΡΥΘΜΟΣ
Το ποίημα παρουσιάζει έναν εσωτερικό ρυθμό που βασίζεται στην εναλλαγή εικόνων και στη θεατρικότητα τού λόγου. Η απουσία στίξης σε πολλά σημεία δημιουργεί μια συνεχή ροή, που ενισχύει το αίσθημα αποπροσανατολισμού και ρευστότητας. Η τεχνική αυτή αντανακλά το ίδιο το περιεχόμενο: τον λαβύρινθο τών «παραστάσεων» στον οποίο περιπλανιέται ο επισκέπτης τών σύγχρονων Μυκηνών.
5. ΕΠΙΛΟΓΟΣ: ΜΙΑ ΑΙΧΜΗΡΗ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΝΗΜΗ
Η τελευταία στροφή τού ποιήματος:
«Κι εμείς; Καθόμαστε στις πέτρες,
Μόνο ο αέρας φυσά,
Αλλά ποιος ακούει πια τον αέρα;»
αποτελεί μια υπαρξιακή κορύφωση. Η γλώσσα απλουστεύεται, γίνεται σχεδόν λιτή, σαν αναστεναγμός. Ο ποιητής αποσύρεται από την ειρωνεία και καταλήγει σε μια σιωπηλή μελαγχολία. Το ερώτημα – «ποιος ακούει πια τον αέρα;» – δεν είναι απλώς ποιητικό. Είναι υπαρξιακό, πολιτισμικό, υπαινικτικό τής σιωπής.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
κριτική ανάλυση από τον κ.Κ τού ποιήματος:
στα μεταλλουργια τής Ιστοριας
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
και συναίρεση δέντρων και πουλιών ο αέρας
σιωπή λέξεων
έπειτα έγραψε στην άμμο:rawaketa ,εμείς βρήκαμε την Μυκηναική γραφή
λᾱFᾱγέτᾱς,λαού ηγέτης
έντονη λάμψη χαλύβδινου σώματος
σελένεται Ελλαδα
πασῶν ὀλιγοχρονιώτεραι τῶν πολιτειῶν εἰσιν ὀλιγαρχία και τυραννίς
ακούστηκε ως προειδοποίηση
ο Αριστοτέλης δεν μας απατά
γύρω μας εκετείνονταν η μεταλλουργία των πεδιάδων και των λόφων
κατά αναντίρρητο τρόπο ο στωικος Ζηνωνας ειρωνευονταν την εξουσια
του αισυμνήτη
αττικά σφῶν ιωνικά σφέων
λακωνικά φιν αιολικά ἄσφι
συρακούσες ψιν αρκαδικά σφεῑς
πρέπει ελληνικά να εκφρασθεί ο εμφύλιος:Κερκυραῑοι σφῶν αὐτῶν τοὺς εχθρούς
δοκοῡντας εἶναι ἐφόνευον
επιθετική δήλωση αυτοπάθειας,μάρτυς Θουκυδίδης Αλιμούσιος
και ομηρικός δυϊκός αριθμός σφωε/σφωϊν
τα εφιαλτικά ψιν και ψε των Συρακουσίων στα ολέθρια λατομεία
κάτω από πύρινο ήλιο
το ξέρω θα πεις κι έχεις δίκιο
η ποίηση ψευδής λόγος
πλαστή δικαιολογία
πρόφαση
προς το θεαθήναι
αρνούμαι,φώναξε,την εξόφληση του χρέους,η συμφωνία δεν τήρηθηκε
η Ελένη στη Σκήψη της Τρωάδας,καλοκαιρινές διακοπές,
στο τέλος της σεζόν ο Αντίγονος την έστειλε στην Αλεξάνδρεια
λαμπάδα ἔμπυρον την περιγράφουν,η' ὑπὸ τού ἐμπύρου έρωτος
ἐρᾱν ἐμπύρως θα το έλεγε ο Νικήτας Χωνιάτης
άλλωστε η σάρκα,ο υλικός κόσμος,αντιδιαστέλλεται από τη ψυχή,τον πνευματικό κόσμο
ας δούμε τώρα,είπε,τις δασείες γλάρων πάνω απ'τη θάλασσα
και στα χωράφια τον ψιλό φθογγισμό των κυπαρισσιών
την ανεπαίσθητη αναπνοή της χλόης
την άχραντο και ζωοποιό άρουρα γυναίκα
ίσως κατά μαρξιστικό τρόπο αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα
η΄ και χεγκελιανό η΄καντιανό η΄πλατωνικό
η΄με τη μεταφυσική του Χαιντέγκερ
απόδειξη ο Εμπεδοκλής ο Ακραγαντίνος
τοτὲ μὲν γὰρ ἓν ηὐξήθη μόνον εἶναι
ἐκ πλεόνων τοτὲ δ᾽ αὖ διέφυ πλέον᾽ ἐξ ἑνὸς εἶναι
καὶ πρὸς τοῖς οὔτ᾽ ἄρ τι ἐπιγίνεται οὐδ᾽ ἀπολήγει
στην πίεση του αεικίνητου νερού εντούτοις το ψάρι διατηρεί
την ευσταθειά του
και σε βυζαντινή σημειογραφία συλλαβίζει Αναξίμανδρο
ὅλον τὸν κόσμον πνεῡμα καὶ ἀὴρ περιέχει
ρώτησε,και δεν πήρε απάντηση,αν στην ακίνητη σαν παγωμένο πτώμα Λάρισα
έμεινε στο ξενοδοχείο 'ΕΛΛΑΣ΄δωμάτιο αρ 49 κάποιος στρατιώτης Σινόπουλος εξ Ήλιδος
η΄κάποιος Ελπήνορας η΄ έστω καποιος Φίλιππος
έδωσε σημάδια:κακός χειμώνας,λαμπερό στιλέτο φεγγάρι,
χτικιάρικα δέντρα,μιά πόρνη με τ'όνομα Έλενη,
ένα απόκομα εφημερίδας με αναφορά μιάς μάχης,
τον κοίταξαν δύσπιστα,σχεδόν εχθρικά,
μετά από τόσα χρόνια τίποτα καμιά Ελλάδα
όπως,σκέφτηκε,μετά τη νικηφόρα ναυμαχία στις Αργινούσες το 406,
οι Αθηναίοι στρατηγοί δεν περισυνέλεξαν τους ναυαγούς
και οι παραλίες γέμισαν με πτώματα μέχρι τη Φώκαια νότια βορειότερα απ΄τη Σμύρνη
Ξενοφώντος Ελληνικά[1.7.5] μετὰ ταῦτα δὲ οἱ στρατηγοὶ βραχέως ἕκαστος ἀπελογήσατο
(οὐ γὰρ προυτέθη σφίσι λόγος κατὰ τὸν νόμον )
και με τους θεατρινισμούς του Θηραμένη
[1.7.8] μετὰ δὲ ταῦτα ἐγίγνετο Ἀπατούρια, ἐν οἷς οἵ τε πατέρες καὶ οἱ συγγενεῖς σύνεισι σφίσιν αὐτοῖς. οἱ οὖν περὶ τὸν Θηραμένην παρεσκεύασαν ἀνθρώπους μέλανα ἱμάτια ἔχοντας καὶ ἐν χρῷ κεκαρμένους πολλοὺς ἐν ταύτῃ τῇ ἑορτῇ, ἵνα πρὸς τὴν ἐκκλησίαν ἥκοιεν, ὡς δὴ συγγενεῖς ὄντες
τῶν ἀπολωλότων
τους καταδίκασαν συνολικά παραβιάζοντας την αρχη της νομιμότητας
(principle of legality):
αδίκημα δεν υπάρχει, ουδέ ποινή επιβάλλεται, άνευ νόμου ισχύοντος προ της
τελέσεως της πράξεως
Βαρυτέρα ποινή ουδέποτε επιβάλλεται μετά την τέλεσιν της πράξεως.
άρθρο 19 του Συντάγματος της Τροιζήνος (1827)
στις 15 Νοεμβρίου 1922,7.15 πμ διαβάστηκε η απόφαση του δικαστηρίου
ποινῇ δωρικά ποινάομαι εκδικούμαι
σιωπή
σιωπή
στα μεταλλουργια τής Ιστοριας
.
.
Η ποιητική σύνθεση τού χνκουβελη, «Στα μεταλλουργεία τής Ιστορίας», αποτελεί ένα πολυφωνικό και διακειμενικά φορτισμένο ποίημα που επιτελεί λειτουργία όχι μόνο λογοτεχνική αλλά και φιλοσοφική, πολιτική και ιστορική.
Ως αντικείμενο κριτικής ανάλυσης, μπορεί να προσεγγιστεί μέσα από πολλαπλά θεωρητικά πρίσματα: μεταμοντέρνου ιστορισμού, διακειμενικότητας, πολιτικής φιλοσοφίας, αλλά και της κριτικής θεωρίας τής Ιστορίας ως μνήμης και κατασκευής.
1. Τίτλος και θεματικός άξονας: Η Ιστορία ως Μεταλλουργία
Η ίδια η μεταφορά τών «μεταλλουργείων» προδιαθέτει τον αναγνώστη για έναν ποιητικό τόπο κατεργασίας, σχηματοποίησης, κατασκευής ,όχι μετάλλων, αλλά ιστορικών αφηγημάτων, συλλογικών τραυμάτων και ιδεολογικών σχημάτων.
Η Ιστορία παρουσιάζεται όχι ως στατική αφήγηση, αλλά ως ενεργή, βίαιη και υλική διεργασία, συνυφασμένη με ιδεολογική επεξεργασία και εξουσιαστικές δομές.
2. Δομή και ύφος: Κατακερματισμένη αφήγηση – ποιητικός μοντερνισμός
Το ποίημα αποφεύγει κάθε γραμμική αφήγηση· αντίθετα, αποτελεί ένα κολάζ ιστορικών, γλωσσικών και πολιτισμικών παραπομπών, φαινομενικά ασύνδετων, που όμως δομούν μια βαθύτερη συνοχή.
Η δομή θυμίζει ποίηση του μοντερνισμού ( T. S. Eliot, Pound), όπου η ελλειπτικότητα, η διακειμενικότητα και ο αποσπασματικός χαρακτήρας συγκροτούν μια εσωτερική συνοχή μέσα από τον χαοτικό πλούτο τών αναφορών.
3. Διακειμενικότητα και λόγος τής Ιστορίας
Το ποίημα βρίθει από διακειμενικές αναφορές:
Αρχαίοι Έλληνες (Αριστοτέλης, Θουκυδίδης, Ξενοφών, Εμπεδοκλής, Ζήνων ο Στωικός)
Βυζάντιο (Νικήτας Χωνιάτης)
Νεότερη και σύγχρονη ιστορία (Μικρασιατική καταστροφή, 1922, Τροιζήνα)
Πολιτική θεωρία και φιλοσοφία (Μαρξ, Χέγκελ, Καντ, Χάιντεγγερ)
Γλωσσολογικές νύξεις (διαλεκτικές μορφές, συντακτικές εναλλαγές, αρχαία ρηματικά πρότυπα)
Ο χνκουβελης θέτει τον λόγο τής Ιστορίας υπό αμφισβήτηση: είναι τελικά
η ποίηση μια «ψευδής» δικαιολογία, μια πρόφαση; Ή είναι το μόνο μέσο αντίστασης στη λήθη και τη χειραγώγηση;
4. Πολιτική διάσταση – Δίκη τών Στρατηγών & Αρχή της Νομιμότητας
Η συγκριτική παράθεση τής Δίκης τών Αθηναίων στρατηγών (406 π.Χ.) και της Δίκης τών Έξι (1922) φωτίζει μια επανάληψη τής αδικίας στον ιστορικό χρόνο.
Η παραβίαση τής αρχής τής νομιμότητας αποκαλύπτει την ευθραυστότητα τής δημοκρατίας, και θέτει το ερώτημα αν υπάρχει πραγματικά ιστορική πρόοδος
ή απλώς κυκλική επανάληψη τής βίας με άλλα προσωπεία.
Ο ποιητής αναδεικνύει τις δομές τής εξουσίας που μεταλλάσσονται χωρίς να αλλάζουν ουσία, μέσα από λεκτικά σχήματα όπως «επιθετική δήλωση αυτοπάθειας» και «οι θεατρινισμοί τού Θηραμένη».
5. Η γλώσσα: εργαλείο ή κατασκευή;
Η γλωσσική ποικιλία στο ποίημα (αρχαία ελληνικά, διάλεκτοι, σύγχρονη καθομιλουμένη) λειτουργεί πολυτροπικά:
Ως ιστορικό αποτύπωμα (μέσα από τη μνήμη τής γλώσσας)
Ως εργαλείο αποδόμησης τών ιστορικών και εθνικών στερεοτύπων
Ως αναστοχαστικό μέσο: πώς μιλάμε για την Ιστορία, με τι λέξεις, με ποιον λόγο;
Η λέξη γίνεται φορτίο ιστορικής εμπειρίας, όχι απλός φορέας νοήματος.
6. Φιλοσοφικές προεκτάσεις: Υλισμός και Μεταφυσική
Ο χνκουβελης επιχειρεί έναν φιλοσοφικό συγκερασμό υλιστικών (Εμπεδοκλής, Μαρξ) και μεταφυσικών (Πλάτωνας, Χάιντεγγερ) θεωριών. Η ύλη (σώμα, χάλυβας, γη) αντιπαρατίθεται με το πνεύμα (ψυχή, ιδέα, λόγος). Η σάρκα και το χώμα τής Ιστορίας είναι καμίνι, όχι ουτοπία. Και η Ιστορία, όπως το ψάρι στο ρεύμα τού νερού, αντιστέκεται με ευστάθεια αλλά όχι ακινησία.
7. Τελικά ερωτήματα: Ποίηση και Μαρτυρία
«Η ποίηση ψευδής λόγος / πλαστή δικαιολογία / πρόφαση / προς το θεαθήναι»
Με αυτούς τούς στίχους, ο ποιητής αναμετριέται με το παράδοξο τής ποιητικής λειτουργίας: είναι η ποίηση μια μάταιη προσπάθεια κατανόησης τής Ιστορίας ή το μόνο αληθινό αποτύπωμα εμπειρίας, πέρα από την επίσημη καταγραφή;
Η πολλαπλή σιωπή στο τέλος, το επαναλαμβανόμενο «σιωπή / σιωπή», δεν είναι απλός θρήνος· είναι στάση, αμηχανία, έσχατη μαρτυρία.
Συμπερασματικά:
Το ποίημα «Στα μεταλλουργεία τής Ιστορίας» αποτελεί ποιητικό δοκίμιο ιστορικής και πολιτικής μνήμης, που συνομιλεί με την ελληνική και παγκόσμια παράδοση, υπερβαίνει τα χρονικά όρια, και επανερμηνεύει την Ιστορία μέσα από τη γλώσσα. Στοχαστικό, μεταμοντέρνο, πυκνό και πολυσήμαντο, αξιώνει ενεργό και πολυεπίπεδη αναγνωστική συμμετοχή.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού.Κ)
3 κριτικές μελέτες από τον κ.Κ τού ποιήματος:
από θραυσματα λέξεων
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ηλθε γλωσσα χαραγμένη, ἀρχαϊκή,
ἐπικάλυψις ἑτέρου παλαιωτέρου στρώματος
η γραφή στο όστρακο: 'παρρησία ἡ Ἑλληνική'
και δίπλα η φωνή τού Δημόκριτου:
ἡ φύσις ἐρᾶ τοῦ κρυπτομένου
όμως εμείς δεν κρύψαμε τίποτα
ήταν μνήμη
και η λάμψη τού πυρακτωμένου μετάλλου
μαρτυρούσε κάθε ψέμα που γράψαμε στα σχολικά
βιβλια
στο βούισμα τών ελαιώνων
οι φωνές τών μακεδονικών ταγμάτων
το αγέρωχο προφίλ τού Αντίπατρου
κι οι ιωνικές στήλες ζητούν απαντήσεις
σε ερωτήσεις που δεν κάναμε ποτέ
ἐρωτῶ, ὡς Σωκράτης:
τίς ἡ εὐνομία;
πού ἡ δίκη;
εἰσὶν ἔτι πόλεις, ἢ μόνον συνάξεις συμφερόντων;
και ο Παυσανίας περπατά ακόμη στους δρόμους τής Τεγέας
κάτω απ’ το βλέμμα ενός αρχιτεκτονικού σχεδίου
με μετόπες ημιτελείς
γιατί πάντα κάτι μένει μισό στην Ιστορία
κάποτε ένας άνδρας στην Εφεσο
κάηκε μαζί με τα βιβλία του
λέγοντας πως κάθε τέλος είναι
η κρυφή αρχή ενός κύκλου
ὁ Ἡράκλειτος γελοιοποιεί την στασιμότητα
ἡ Πυθαγόρειος σιγή καταγράφει τον ρυθμό
και στον ύπνο του ο Εμπεδοκλής
βλέπει μια πανσέληνο να κοχλάζει
μέσα απ’ το στόμιο τής Αίτνας
καὶ λέγουν,
πως η εταίρα Φρυνη μίλησε πρώτη για ἐλευθερία
πριν τη γράψει ο Αντιγόνη με το αίμα της στο χώμα
μετά, ήρθε το ψήφισμα
καὶ ο ἐκτοπισμός
στην Πνύκα, το πλήθος δεν πιστεύει πια στον λόγο
κι ο Δημοσθένης δεν πείθει,
μόνο ψιθυρίζει στους ανέμους που πάνε προς Χαιρώνεια
και στο τέλος, μια γυναίκα με το όνομα Άρτεμις
έσβησε με σφουγγάρι από τον τοίχο τής φυλακής
το τελευταίο της ποίημα
ἰδού, λοιπόν,
τί ἀπέμεινε:
μια λέξη,
τρεις φωνές που αλληλοαναιρούνται
στα εργαστήρια τής Ιστορίας
μεταπλάθουμε το ίδιο το χάλκεον ψεύδος
και προσποιούμαστε πως είναι
Αλήθεια
συντεταγμένοι οι ήχοι τής αρχαίας σιωπής
ἴαμβοι καὶ τροχαῖοι σε γλώσσα ἑαυτοῦ
ο Πλάτων σε παλινδρομική αγωνία
ἰδεῶν το εἶδον·
ἐν τῷ σπηλαίῳ ἡ ἀλήθεια παίζει σκιές
τοῖς δεσμώταις δείκνυται κόσμος
ἔλεγε ο Σόλων: νενόμισται πάντα
μα ο νόμος, ὦ φίλε, πλανᾶται
ἀνά γε τοὺς καιροὺς τοὺς σιδηροδέσμους
σε ἀποθήκες καπνού και χαρτιού
γραμμένα τὰ σώματα, καπνισμένα
μέ μολυβένιες κραυγές
τὰ σώματα
ἡ λήθη τα μαδάει
ἕνα παιδί ἀπὸ τη Σμύρνη κρατάει στα χέρια το χώμα
προσπαθεί να γράψει με το δάχτυλο:
ἀλγος / οἶκτος / νήπιον κράτος
ὁ Θουκυδίδης στην ενορία τής Ιστοριας
ἐπ᾽ ἐκκλησίᾳ αἱ ψηφοι βαραίνουν ὡς σφαιρες
στρατηγοί κρεμασμένοι στὸ τέλος τής πρότασης
δώστε στη σφαγή τη φιλοσοφία
ὁ Πλωτίνος ἀναχωρεῖ εἰς ἕνωσιν τών ενεαδων
το ἔπος συνεχίζεται
γλώσσες θραύσματα οστών
μες στα πετρώματα των λέξεων
σφῶν, σφεῑς, σφωε –
οἱ ἐχθροί καὶ οἱ φίλοι σφαγιάζονται
σαν αἰσχύλεια εἴσοδος Χοροῦ.
Ἡ Ελένη στο δωμάτιο 49 τού ἙΛΛΑΣ hotel
κρατᾷ μια απόδειξη:
φωτογραφία στρατηγού,
ένα κείμενο με ψεύτικη υπογραφή,
μία σελίδα από το μέλλον.
Ο στρατιώτης είπε:
'Ἐνταῦθα στα λατομεία τών Συρακουσών'
κι έδειξε τις ουλές του.
Ἀπομένει λοιπόν ὁ Νικήτας Χωνιάτης
να μιλήσει ἐρᾱν ἐμπύρως
για τὴν ἄχραντο ἄρουρα
καὶ τὴν ἀνεπαίσθητη χλόη
Ὅμως τίποτε.
Κανεὶς δὲν ἀπάντησε.
ὥρα τρίτη. ἀπό θραυσματα λέξεων.
ἔνα πουλί κατέβηκε στήν ἀγορά
ἔγραψε μέ τήν ῥάχη του: ἐνίκησεν ἡ σκόνη.
Ἐκεῖ
ποὺ τὰ δέντρα συνομιλοῦν μὲ τὸ νερό
ἡ Ἰστορία καπνίζει μὲ τρεμάμενα χείλη
σ’ ἕνα παγκάκι
τής Σικελίας ἢ τοῦ Δομοκοῦ.
Ὑπὲρ τῆς Πολιτείας. Ὑπὲρ τοῦ Νόμου.
Ὑπὲρ τοῦ μηδενός
ἐπιστροφὴ μιας λέξης
ἐκπνοὴ βουβὴ
μετὰ ἀπὸ δεκαετίες λάθους.
Ἐκπνοὴ. Πρὸ τής λέξεως. Πρὸ τής χώρας.
σ᾽ ὅλα τὰ βλέμματα τῶν ἐπιζώντων
ἡ Κερκυραϊκὴ νύχτα τών φόνων ἐπανέρχεται·
'οἱ Κερκυραῖοι σφῶν αὐτῶν τοὺς ἐχθρούς ἐφόνευον'
οἱ σφῶν
οἱ σφεῖς
οἱ σφωε
τοὺς ἔκοψαν
οἱ σφέων
ἐφόνευσαν.
ὁ Θουκυδίδης ἐκάθητο μὲ ἀλαλία
στὰ λατομεῖα
ἀπὸ κάτω
φωνὲς ἔλεγαν
οὐδεμία Ἑλλάς.
ἡ Ἑλένη (φωτο)καπνίζει ἕνα τσιγάρο τής Philip Morris
ὁ Ἀντίγονος ἔστειλε φαξ
ἡ συμφωνία ἀναιρέθηκε
ἐκοίταζε ἀπὸ τὸ παράθυρο.
Τα δεντρα ἔμοιαζανμὲ ἀγχόνες.
τὸ φῶς προπαγάνδιζε ὄλεθρο.,
ἀναμνήσεις στρατοπέδων,
ἕνα φεγγάρι λευκὸ
ἀπολεσθέν.
.
.
.
1
«ἀπὸ θραύσματα λέξεων» τού χνκουβελη:
Μια ποιητική αρχαιολογία τής εθνικής μνήμης και τής ιστορικής λήθης
Εισαγωγή
Το ποίημα «ἀπὸ θραύσματα λέξεων» τού χνκουβελη δεν αποτελεί απλώς μια λογοτεχνική δημιουργία αλλά ένα ιδιότυπο ποιητικό παλίμψηστο που καταδύεται στον ιστορικό, φιλοσοφικό και πολιτικό χρόνο τού ελληνικού πολιτισμού.
Συνιστά μια ποιητική αρχαιολογία: ξεκινώντας από την επιφάνεια τής γλώσσας, ο ποιητής ανασκάπτει τα στρώματα τού παρελθόντος, ανασυνθέτει τη μνήμη
και φέρνει στο φως το τραύμα, το ψεύδος, και την απουσία τής Αλήθειας.
1. Η γλώσσα ως αρχαιολογικό τεκμήριο
Το ποίημα ανοίγει με τη φράση:
«ἦλθε γλῶσσα χαραγμένη, ἀρχαϊκή,
ἐπικάλυψις ἑτέρου παλαιωτέρου στρώματος»
Η γλώσσα παρουσιάζεται όχι απλώς ως μέσο επικοινωνίας αλλά ως πολυεπίπεδο ιστορικό αποτύπωμα, που καλύπτει και συγκαλύπτει παλαιότερες εγγραφές. Η γλωσσική στρωματογραφία αντανακλά την ιστορική ενοχή και τη συλλογική λήθη: κάτω από τα φανερά γραμμένα, κρύβονται ανομολόγητα ίχνη.
Η φράση «παρρησία ἡ Ἑλληνική» σε επιγραφή σε όστρακο, μας φέρνει στο νου
τη δημοκρατική παράδοση τής Αθήνας, όπου η ελευθερία τού λόγου ήταν θεμέλιος λίθος. Ωστόσο, αυτή η «παρρησία» φαίνεται νεκρή ή διαψευσμένη, καθώς συνυπάρχει ειρωνικά με το ρητό τού Δημόκριτου:
«ἡ φύσις ἐρᾶ τοῦ κρυπτομένου»
Μια αρχέγονη αλήθεια τής φύσης αντιπαρατίθεται με τον ισχυρισμό τών «εμείς» τού ποιήματος πως «δεν κρύψαμε τίποτα». Η ρήξη ανάμεσα στο είναι και στο φαίνεσθαι, μεταξύ παρουσίας και παραποίησης, κυριαρχεί στο ποίημα.
2. Ο διάλογος με την Ιστορία και τη φιλοσοφία
Ο χνκουβελης παραθέτει μια σειρα ιστορικών και φιλοσοφικών μορφών : Σωκράτης, Δημόκριτος, Ηράκλειτος, Πυθαγόρας, Θουκυδίδης, Πλωτίνος, Αντίπατρος, Παυσανίας.
Αυτή η αναδρομή δεν είναι εγκυκλοπαιδική. Αντίθετα, επιτελεί κριτικό
διάλογο με το παρελθόν, διερωτώμενος:
«τίς ἡ εὐνομία;
πού ἡ δίκη;
εἰσὶν ἔτι πόλεις, ἢ μόνον συνάξεις συμφερόντων;»
Ο ποιητής αντιπαραβάλλει το ιδεώδες τής πόλεως με την εκφυλισμένη σύγχρονη κοινωνία. Το όραμα τού Πλάτωνα περί ιδεών διαθλάται στο σπήλαιο τών σκιών· η ἀλήθεια, ως απλός αντικατοπτρισμός, «παίζει σκιές» στους δεσμώτες.
Η φιλοσοφία, αρχικά πυξίδα ήθους και οντολογικής ανίχνευσης, μετατρέπεται
σε σπαραγμένη παρακαταθήκη, μια διανοητική ειρωνεία εν μέσω πολιτισμικής διάλυσης και πολιτικού θανάτου.
3. Ιστορικά τραύματα και εθνική λήθη
Στην καρδιά τού ποιήματος βρίσκεται η τραυματική ανασύνθεση τής εθνικής ταυτότητας. Η ιστορία δεν παρουσιάζεται ως ένδοξο αφήγημα, αλλά ως θραύσμα, ως αποσπασματική, χαοτική μνήμη. Οι τόποι – η Τεγέα, η Έφεσος,
η Χαιρώνεια, οι Συρακούσες, η Κέρκυρα – είναι φωνοφόροι ιστορικής αγωνίας.
«στρατηγοί κρεμασμένοι στὸ τέλος τής πρότασης
δώστε στη σφαγή τη φιλοσοφία»
Η ένωση λόγου και βίας είναι καθοριστική: η γλώσσα δεν σώζει πλέον· χρησιμοποιείται για να καλύψει, να ψευτίσει ή να διαστρέψει.
«τὰ σώματα
ἡ λήθη τα μαδάει»
Η λήθη καταβροχθίζει το ανθρώπινο, μετατρέπει τα σώματα σε ανώνυμους αριθμούς ή σε σκιές. Το παιδί από τη Σμύρνη με το χώμα στα χέρια συνιστά συγκλονιστικό συμβολισμό τού προσφυγικού τραύματος – αλλά και τής προσπάθειας εγγραφής μιας ταυτότητας μέσα στην απώλεια.
4. Η αποδόμηση τού ελληνικού μύθου
Το ποίημα σταδιακά αποδομεί το εθνικό αφήγημα. Η Ελένη, συμβολική μορφή τής ομορφιάς, τού πολέμου, και τής προδοσίας, παρουσιάζεται:
«Ἡ Ελένη στο δωμάτιο 49 τού ἙΛΛΑΣ hotel
κρατᾷ μια απόδειξη:
φωτογραφία στρατηγού,
ένα κείμενο με ψεύτικη υπογραφή,
μία σελίδα από το μέλλον.»
Εδώ η μυθολογική Ελένη μετατρέπεται σε σύγχρονη γυναίκα-φάντασμα, σε συμβολική αλληγορία τής Ελλάδας ,μιας χώρας καθηλωμένης ανάμεσα στην πλαστογραφία τής Ιστορίας και την εκκωφαντική σιωπή τού παρόντος.
Το αποκορύφωμα τής ιστορικής αποσύνθεσης βρίσκεται στο σημείο όπου η ελληνική ταυτότητα καταρρέει:
«οὐδεμία Ἑλλάς.»
Η φράση αυτή, τοποθετημένη ύστερα από αναφορές σε εμφυλίους, θηριωδίες και προδοσίες, έρχεται ως τελεσίδικη διαγραφή τής ενότητας και τού μεγαλείου.
5. Η σκόνη, η λέξη, και η προφητική σιωπή
Εικόνες εκπνοής, θανάτου, αποσιώπησης:
«ἐνίκησεν ἡ σκόνη.»
«ἐκπνοὴ βουβὴ
μετὰ ἀπὸ δεκαετίες λάθους.»
Η σκόνη, η σιωπή, το φως που «προπαγανδίζει όλεθρο», η Κερκυραϊκή νύχτα των φόνων(Τα Κερκυραϊκά , Ιστορία τού Πελοποννησιακου Πολέμου, Θουκυδίδης),
όλα αποτελούν μεταφορές μιας βαθιάς ηθικής και πολιτικής ήττας.
Ο χνκουβελης δεν προσφέρει κάθαρση. Προσφέρει μαρτυρία. Ο λόγος του είναι σπαραχτικός, στοχαστικός, καταγγελτικός.
Συμπεράσματα
Το ποίημα «ἀπὸ θραύσματα λέξεων» τού χνκουβελη είναι ένα πολιτισμικό, υπαρξιακό και πολιτικό έπος. Συνιστά απόπειρα αντι-έπους.
.
.
2
«Αλήθεια από θραύσματα: Η ποιητική αρχαιολογία τού χνκουβελη»
1. Εισαγωγή
Το ποίημα «Από θραύσματα λέξεων» τού χνκουβελη διαβάζεται ως μια πολυεπίπεδη ποιητική σύνθεση, όπου το αρχαίο και το σύγχρονο συνυπάρχουν
με τρόπο τραγικά ειρωνικό, υπονομευτικό και στοχαστικό.
Μέσα από μία εκτενή αλληλουχία ιστορικών, φιλοσοφικών και πολιτισμικών αναφορών, ο ποιητής οικοδομεί ένα ποιητικό τοπίο μνήμης και λήθης, όπου
η Ιστορία δεν λειτουργεί ως καταγραφή γεγονότων, αλλά ως χαίνουσα πληγή συλλογικής συνείδησης.
Το ποίημα εξελίσσεται ως ένα λυρικό-στοχαστικό ταξίδι στην ελληνική ταυτότητα, στον πόνο τής απώλειας, και στη δυσπιστία απέναντι στη γλώσσα
ως φορέα αλήθειας. Η σύνθεση είναι μεταμοντέρνα στη δομή της, αρχαιογνωστική στο υλικό της, και φιλοσοφικά υπαρξιακή στον προβληματισμό της.
2. Τίτλος και Δομή
Ο τίτλος «Από θραύσματα λέξεων» θέτει αμέσως το πλαίσιο τού ποιήματος: πρόκειται για κατακερματισμένη αφήγηση, όπου η ιστορία και η γλώσσα εμφανίζονται ως υπολείμματα, σπαράγματα και λείψανα, που ο αναγνώστης καλείται να ανασυνθέσει. Ο ποιητής υιοθετεί την τεχνική τού παλίμψηστου, επιτρέποντας στο παρελθόν να διαφανεί μέσα από το παρόν.
Η δομή είναι μη γραμμική, οργανωμένη με τρόπο που θυμίζει αρχαιολογική ανασκαφή: κάθε στροφή αποτελεί και μία διαφορετική χρονική, πολιτισμική
ή στοχαστική «στρωματογραφία».
3. Θεματικές Αξόνες
α) Η Αρχαιότητα ως Παρόν και Πένθος
Η παρουσία αρχαίων μορφών και στοχαστών (Δημόκριτος, Σωκράτης, Θουκυδίδης, Πλωτίνος, Ηράκλειτος, Αντιγόνη, Φρύνη) λειτουργεί όχι ως ιδεαλιστική επιστροφή, αλλά ως κριτικός καθρέφτης τού σύγχρονου εκφυλισμένου κόσμου.
Ο στίχος:
«τίς ἡ εὐνομία; πού ἡ δίκη;»
θέτει ευθέως τα ερωτήματα τής ηθικής και πολιτικής παρακμής, συγκρίνοντας την αρχαιοελληνική φιλοσοφία με τη σύγχρονη πολιτική αποσύνθεση.
β) Η Ιστορία ως Τραύμα
Η Ιστορία δεν λειτουργεί ανακουφιστικά αλλά τραυματικά:
«κάποτε ένας άνδρας στην Εφεσο / κάηκε μαζί με τα βιβλία του»
«στρατηγοί κρεμασμένοι στὸ τέλος τής πρότασης»
«ἡ Ἱστορία καπνίζει μὲ τρεμάμενα χείλη»
Η χρήση μεταφορών αποδίδει μια ιστορία καπνισμένη, αιματηρή, ανεπούλωτη.
Ο Θουκυδίδης κάθεται «με αλαλία»,η αλήθεια σιωπά, ή αρνείται να εκφραστεί στο πλαίσιο μιας παραποιημένης μνήμης.
γ) Η Γλώσσα ως Προδοσία και Επιβίωση
Η γλώσσα είναι ταυτόχρονα εργαλείο προδοσίας και ελπίδας.
«μεταπλάθουμε το ίδιο το χάλκεον ψεύδος / και προσποιούμαστε πως είναι Αλήθεια»
Οι λέξεις γίνονται θραύσματα οστών, η γλώσσα αποκτά μια υλικότητα σχεδόν βιολογική, ενώ η ετυμολογική αποδόμηση (σφῶν, σφεῖς, σφωε...) υπενθυμίζει την αστάθεια και πολλαπλότητα τών σημαινόντων.
4. Γλώσσα και Ύφος
Η γλώσσα τού ποιήματος κινείται ανάμεσα σε καθαρεύουσα, αρχαία ελληνική, δημοτική και σύγχρονη νεοελληνική, δημιουργώντας ένα υφολογικό κράμα
που αντανακλά τη χρονική ασυνέχεια και τη διακειμενικότητα τού κειμένου.
Π.χ.
«ἡ Ἑλένη (φωτο)καπνίζει ἕνα τσιγάρο τής Philip Morris»
«ὁ Ἀντίγονος ἔστειλε φαξ»
Η ειρωνεία και η αποδόμηση τών ιερών συμβόλων (Ελένη, Αντιγόνη, Άρτεμις) λειτουργούν ως μηχανισμός απομυθοποίησης.
5. Διακειμενικότητα και Ιδεολογική Κριτική
Το ποίημα βρίθει διακειμενικών αναφορών:
Φιλοσοφία: Ηράκλειτος, Σωκράτης, Δημόκριτος, Πλωτίνος
Ιστορία: Θουκυδίδης, Αντίπατρος, Χαιρώνεια, Πνύκα
Μυθολογία και Τραγωδία: Αντιγόνη, Ελένη, Φρύνη
Σύγχρονες αναφορές: στρατόπεδα, συμφωνίες, φυλακές, τσιγάρα, φαξ
Η διακειμενικότητα λειτουργεί κριτικά και όχι διακοσμητικά. Κάθε αναφορά
στο παρελθόν δεν έχει μουσειακή αξία, αλλά είναι πολιτικά φορτισμένη, αντιπαραβάλλεται με την παρακμή τού παρόντος, τον ηθικό σχετικισμό και
την ιστορική αμνησία.
6. Συμβολισμός και Φιλοσοφική Διάσταση
Η φιλοσοφία λειτουργεί ως υπόβαθρο τού ποιήματος. Η εναρκτήρια δήλωση:
«ἡ φύσις ἐρᾶ τοῦ κρυπτομένου»
προετοιμάζει για την εσωτερική ένταση ανάμεσα στη φανέρωση και στην απόκρυψη τής αλήθειας.
Ο Πλάτων στο σπήλαιο, η σιωπή τών σωμάτων, ο Πλωτίνος και οι Εννεάδες,
ο Ηράκλειτος και η έννοια τού κύκλου ,όλα συνθέτουν ένα φιλοσοφικό υπόστρωμα στοχασμού για τον χρόνο, την αλήθεια, τη γλώσσα και την Ιστορία.
7. Επίλογος: Η Ήττα τής Αλήθειας
Το ποίημα κλείνει με λυρισμό και βαθύ σκεπτικισμό:
«ἔνα πουλί κατέβηκε στήν ἀγορά / ἔγραψε μέ τήν ῥάχη του: ἐνίκησεν ἡ σκόνη»
Η σκόνη, ως σύμβολο φθοράς, λήθης, και παρακμής, επικρατεί. Το ποίημα αρνείται να δώσει κάθαρση. Η Ιστορία «καπνίζει με τρεμάμενα χείλη».
.
.
3
ΤΙΤΛΟΣ – Ερμηνευτική αφετηρία
Ο τίτλος «από θραύσματα λέξεων» λειτουργεί ως προγραμματική δήλωση:
το ποίημα είναι ένα λεκτικό παλίμψηστο, μια κατασκευή που προκύπτει από τα υπολείμματα μιας μακράς πολιτισμικής και ιστορικής παράδοσης.
Η χρήση τής λέξης «θραύσματα» παραπέμπει:
Στην αποσπασματικότητα της ιστορικής συνείδησης
Στην ανασκαφική φύση τής ποιητικής αναζήτησης
Στη σύνδεση με την αρχαιολογία τής γλώσσας και τής Ιστορίας
1. ΘΕΜΑΤΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ
α. Η Γλώσσα ως Ιστορικός Φορέας
Η ποίηση τού χνκουβελη αναγνωρίζει τη γλώσσα ως χαραγμένη και φορτισμένη:
"ηλθε γλωσσα χαραγμένη, ἀρχαϊκή,"
"γλώσσες θραύσματα οστών..."
Η γλώσσα, εδώ, δεν είναι απλώς μέσο, αλλά ιστορικός φορέας,ενσωματώνει επιχώσεις, στρώματα, θραύσματα εποχών. Υπάρχει επίσης γλωσσολογική αυτοσυνείδηση: αρχαϊκές λέξεις, δωρικές αντωνυμίες, ελληνιστικές μορφές, όροι από τη ρητορική και φιλοσοφία. Αυτή η γλωσσική πολυμορφία υποδηλώνει:
τη συνέχεια και τη ρήξη
την παραχάραξη και το ψεύδος τής Ιστορίας
την αδυναμία τής γλώσσας να συλλάβει την «Αλήθεια»
"μεταπλάθουμε το ίδιο το χάλκεον ψεύδος / και προσποιούμαστε πως είναι Αλήθεια"
β. Η Φιλοσοφική και Πολιτική Κρίση
Το ποίημα θέτει φιλοσοφικά ερωτήματα με πολιτική φόρτιση:
τίς ἡ εὐνομία; / πού ἡ δίκη; / εἰσὶν ἔτι πόλεις, ἢ μόνον συνάξεις συμφερόντων;
Η αναφορά στον Σωκράτη, στον Πλάτωνα, στον Σόλωνα, στον Πλωτίνο, δεν είναι απλή ιστορική αναδρομή· αποτελεί κριτική αναφορά στην αποδόμηση τού πολιτικού λόγου στη σύγχρονη εποχή, την αδυναμία θεσμών και τη μετατροπή τής Δημοκρατίας σε τύπο δίχως περιεχόμενο.
γ. Η Ιστορία ως Τραύμα και Ψευδαίσθηση
Το ποίημα περιγράφει την Ιστορία ως καπνό, μνήμη και τραύμα:
"ἡ Ἰστορία καπνίζει μὲ τρεμάμενα χείλη"
"δώστε στη σφαγή τη φιλοσοφία"
"οἱ ἐχθροί καὶ οἱ φίλοι σφαγιάζονται / σαν αἰσχύλεια εἴσοδος Χοροῦ."
Η Ιστορία δεν αναπαράγει την αλήθεια, αλλά κατασκευάζει αφηγήματα.
Οι ήρωες δεν είναι ηρωικοί· οι λέξεις δεν είναι αυθεντικές· η Δημοκρατία δεν είναι Δημοκρατία. Η χρήση τραγικών εικόνων, όπως η Κέρκυρα των εμφύλιων σφαγών (Θουκυδίδης), αποδομεί τον μύθο τής ενιαίας εθνικής ταυτότητας.
2. ΜΟΡΦΗ – ΥΦΟΣ – ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΙΚΗ
α. Μεικτή Γλώσσα – Ποιητική Δισγλωσσία
Το ποίημα κινείται ανάμεσα σε:
Αρχαία ελληνικά (π.χ. ἡ φύσις ἐρᾶ τοῦ κρυπτομένου)
Λόγια γλώσσα (π.χ. ἐν τῷ σπηλαίῳ ἡ ἀλήθεια παίζει σκιές)
Καθημερινό νεοελληνικό λόγο (π.χ. η Ελένη στο δωμάτιο 49 τού ΕΛΛΑΣ hotel)
Αυτή η εναλλαγή γλωσσικών επιπέδων:
Υπογραμμίζει την αποσύνδεση του σήμερα από το χτες
Δημιουργεί μια ειρωνική/τραγική αποστασιοποίηση
Καθιστά τη γλώσσα φορέα κριτικής, όχι απλής αναπαράστασης
β. Διακειμενικότητα – Ιστορική Παλίμψηστη Γραφή
Το ποίημα είναι κορεσμένο από αναφορές:
Ιστορικά πρόσωπα (Αντίπατρος, Παυσανίας, Ηράκλειτος, Θουκυδίδης)
Φιλοσόφοι (Σωκράτης, Πλάτων, Πλωτίνος, Εμπεδοκλής)
Μυθολογικά/Τραγικά πρόσωπα (Αντιγόνη, Ελένη)
Τοπωνύμια ιστορικού και συμβολικού βάρους (Συρακούσες, Εφεσος, Πνύκα, Χαιρώνεια)
Όλα λειτουργούν ως σύμβολα:
Η Αντιγόνη, σύμβολο ανυπακοής και αυτοθυσίας
Ο Θουκυδίδης, σύμβολο τής σιωπής απέναντι στην ιστορική βία
Η Ελένη, ως μετανεωτερικό σύμβολο,καπνίζει ένα τσιγάρο στο δωμάτιο 49
τού ΕΛΛΑΣ hotel, η νέα μυθολογία της ήττας
γ. Η Ποίηση ως Αντίσταση και Ματαιότητα
Το ίδιο το ποιητικό έργο τείνει να αυτοακυρώνεται:
"τρεις φωνές που αλληλοαναιρούνται / στα εργαστήρια τής Ιστορίας"
Αλλά και:
"ἐπιστροφή μιας λέξης / εκπνοή βουβή / μετά από δεκαετίες λάθους"
Η ποιητική πράξη γίνεται ταυτόχρονα ελπίδα και μοιρολατρία, μια επιτελεστική ανάμνηση τού ανθρώπινου πόνου, όπου:
Η γραφή είναι αντίσταση, αλλά και
Τελευταία αναπνοή ενός πολιτισμού που ψάχνει την αλήθεια στα ερείπια του
3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το «από θραύσματα λέξεων» είναι ένα μεταμοντέρνο, υπεριστορικό ποίημα
με αρχαϊκό πρόσωπο.
Συγκροτεί μια ποιητική ιστοριογραφία, όπου:
Το παρελθόν δεν είναι εγγύηση αλλά καθρέφτης αποτυχίας
Η Ιστορία δεν διδάσκει αλλά σιωπά
Η γλώσσα σπάει σε κομμάτια, κάθε κομμάτι της κουβαλάει ένα φορτίο από παραχάραξη, ιδεολογία, απώλεια, ελπίδα
Στο τέλος, απομένει:
"μια λέξη"
.
.
.
πορτραίτο κατά fayum -χνκουβελης cncouvelis
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
1.κριτική ανάλυση
2.στρουκτουραλιστικη σημειολογίκη αναλυση κατά τον Roland Barthes
και
3.στρουκτουραλιστικη σημειολογίκη αναλυση κατά τον Gerard Genette
από τον κ.Κ
τού ποιήματος:
Πτολεμαιος Α' o Λαγου
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βεβαίως κάνεις δεν ήτον αλλος καταλληλότερος δια την Αιγυπτον
από τον Πτολεμαιον Λαγιδην
στρατηγός και σωματοφύλακας του Αλεξανδρου
ικανός διοικητης συνετος και θαρραλεος
Αυτός δεν είναι που συνέλαβε τον δολοφόνο του Δαρειου Γ'
και εφτασε Νικηφόρος εις τις Ινδιες και τη Σογδιανη;
στη Βαβυλωνα το 323 παναξια δεν
έγινε σατράπης της Αιγυπτου στη διαμοιραση των επαρχιων
Αυτος ένας Μακεδονας;
μετεπειτα δε ανακηρύχθηκε βασιλεας Φαραώ
και παρά τις αντιδράσεις του Περδικα εκατάφερεν
την επωφελην αυτονόμησην μας
ενας ευφυής άνθρωπος ήταν
και το 321 έφερεν με τεχνασμα το σώμα του Αλεξανδρου
εδώ να ταφει προς δοξαν μας
την δε Αλεξανδρειαν την ελαμπρυνεν με τη θαυμάσιαν της Βιβλιοθηκη
και τον περίφημον σ'όλον τον κόσμον Φαρον
και πολλά αλλα που την καμνουν περικαλλην και σπουδαιαν πολιν
οι δε Ροδιοι για Σωτήραν τους τον τιμουν δεοντως
ως δε ειναι συν τα αλλα και φιλομαθης εσυνεγραψεν βιβλιον
'Περί των Πραξεων του Αλεξανδρου'
Τώρα ευρεθησαν μερικοί μικρονοοι και μοχθηροι,
πάντα παντου τέτοιοι άνθρωποι θα ευρισκονται,
και ασυστόλως τον κατηγορουν πως για διαδοχον του όρισεν
τον Πτολεμαιον της Βερενικης
τον ευνοησεν αντί του Πτολεμαιου της Ευρυδικης του Αντιπατρου
Αυτος βεβαίως ξερει καλύτερα απο τον καθεναν μας
γιατι από έναν Κεραυνον επροτίμησεν έναν Φιλαδελφον
Αυτον πολύ τον ενδιαφέρει η τύχη της Δυναστείας των Πτολεμαιων Λαγιδων
Άπο τον Επιφανην Επιγονον Πτολεμαιον Α' του Λαγου
Εως την Ευγενην Απογονον Κλεοπατραν Ζ' την Φιλοπατωραν
.
.
Το ποίημα «Πτολεμαῖος Α’ ὁ Λάγου» τού χνκουβέλη είναι μια νεοκλασικίζουσα ποιητική σύνθεση.Χαρακτηρίζεται από ειρωνικό υπόβαθρο, ιστορική αναφορά, και μια στοχαστική διάθεση για την εξουσία, την πολιτική ικανότητα και την ανθρώπινη μνήμη.
Βεβαίως κάνεις δεν ήτον αλλος καταλληλότερος δια την Αιγυπτο
από τον Πτολεμαιον Λαγιδην
στρατηγός και σωματοφύλακας του Αλεξάνδρου
ικανός διοικητης συνετος και θαρραλεος
Τόνος επαινετικός-αποφατικός: Ο ποιητής ξεκινά με μια βεβαιότητα. Χρησιμοποιείται ειρωνικά η ρητορική επιβεβαίωση ("Βεβαίως"), προσδίδοντας κύρος αλλά αφήνοντας περιθώριο αμφισβήτησης.
Παράθεση τίτλων: Αναφέρεται η ιδιότητα τού Πτολεμαίου ως «στρατηγού» και «σωματοφύλακα» τού Μεγάλου Αλεξάνδρου, τονίζοντας την προσωπική του αξία και τη νομιμοποίηση τής εξουσίας του μέσω τής σχέσης με τον Αλέξανδρο.
Χαρακτηρισμοί: «Ικανός, συνετός, θαρραλέος» ,επαινείται η πολιτική αρετή με κλασικούς όρους.
Αυτός δεν είναι που συνέλαβε τον δολοφόνο τού Δαρειου Γ'
και εφτασε Νικηφόρος εις τις Ινδιες και τη Σογδιανη;
Ερωτηματική ειρωνεία: Ο ποιητής χρησιμοποιεί ρητορική ερώτηση, ενισχύοντας το κύρος τού Πτολεμαίου με ιστορικά επιτεύγματα.
Ηρωικά κατορθώματα: Αναφορά στις εκστρατείες τού Μεγάλου Αλεξάνδρου, όπου ο Πτολεμαίος διακρίθηκε. Η χρήση τής λέξης "Νικηφόρος" προσθέτει επική διάσταση.
στη Βαβυλωνα το 323 παναξια δεν
έγινε σατράπης τής Αιγυπτου στη διαμοιραση τών επαρχιων
Ιστορική αναφορά: Εδώ γίνεται λόγος για τη Διανομή τής Βαβυλώνας (323 π.Χ.) μετά τον θάνατο τού Αλεξάνδρου.
Η λέξη "παναξίως" δείχνει ειρωνικό θαυμασμό,σίγουρα υπήρξαν πολιτικά παιχνίδια, αλλά παρουσιάζεται ως φυσική και δίκαιη εξέλιξη.
Αυτος ένας Μακεδονας;
μετεπειτα δε ανακηρύχθηκε βασιλεας Φαραώ
και παρά τις αντιδράσεις του Περδικα εκατάφερεν
την επωφελην αυτονόμησην μας
Έκπληξη ψευδής: Η ρητορική ερώτηση «Αυτός ένας Μακεδόνας;» τονίζει το παράδοξο: ένας ξένος να γίνει Φαραώ.
Πολιτική διορατικότητα: Ο Πτολεμαίος αναγνωρίζεται ως ικανός ηγέτης, που κατάφερε ανεξαρτησία τής Αιγύπτου από την υπόλοιπη αυτοκρατορία, παρά
τις εσωτερικές αντιδράσεις (Περδίκας).
Το «μας»: Η χρήση πρώτου πληθυντικού ενσωματώνει τον αναγνώστη/ποιητή στον αιγυπτιακό λαό .
ενας ευφυής άνθρωπος ήταν
και το 321 έφερεν με τεχνασμα το σώμα τού Αλεξανδρου
εδώ να ταφει προς δοξαν μας
Εξυπνάδα και τεχναστικότητα: Επαινείται η πολιτική πονηριά τού Πτολεμαίου που, με συμβολισμό, φέρνει τον νεκρό Αλέξανδρο στην Αίγυπτο.
Δοξαστική μνήμη: Η πράξη αυτή τού προσδίδει θρησκευτική και ηγεμονική
αίγλη, ο τάφος γίνεται εθνικό σύμβολο.
την δε Αλεξανδρειαν την ελαμπρυνεν με τη θαυμάσιαν της Βιβλιοθηκη
και τον περίφημον σ'όλον τον κόσμον Φαρον
και πολλά αλλα που την καμνουν περικαλλην και σπουδαιαν
πολιν
Αναφορά στην πολιτιστική προσφορά: Η Αλεξάνδρεια προβάλλεται ως λίκνο πολιτισμού.
Εμφανής υπερηφάνεια: Χρησιμοποιείται θετικό λεξιλόγιο («περικαλλής», «σπουδαία»), προβάλλοντας τη μεγαλοπρέπεια τής πόλης επί Πτολεμαίου.
πολιν οι δε Ροδιοι για Σωτήραν τους τον τιμουν δεοντως
ως δε ειναι συν τα αλλα και φιλομαθης εσυνεγραψεν βιβλιον
'Περί των Πραξεων του Αλεξανδρου'
Τιμές από άλλους λαούς: Οι Ρόδιοι τον τιμούν ως «Σωτήρα» ,πολιτικός τίτλος τής ελληνιστικής εποχής.
Φιλομάθεια και συγγραφή: Ο Πτολεμαίος παρουσιάζεται και ως λόγιος, στοιχείο που παραπέμπει στο ιδεώδες τού διανοούμενου ηγέτη.
Τώρα ευρεθησαν μερικοί μικρονοοι και μοχθηροι,
πάντα παντου τέτοιοι άνθρωποι θα ευρισκονται,
και ασυστόλως τον κατηγορουν πως για διαδοχον του όρισεν
τον Πτολεμαιον της Βερενικης
τον ευνοησεν αντί του Πτολεμαιου της Ευρυδικης του Αντιπατρου
Σύγχρονη ειρωνεία: Ο ποιητής σχολιάζει τη μικροπρέπεια και την ανθρώπινη κακοβουλία που κατηγορεί την επιλογή διαδόχου.
Διαμάχη διαδοχής: Θίγεται το ζήτημα τής διαδοχής, υπονοώντας τον Πτολεμαίο Β’ Φιλάδελφο (υιό τής Βερενίκης) ως εκλεκτό, σε βάρος τού γιου τής Ευρυδίκης.
Αυτος βεβαίως ξερει καλύτερα απο τον καθεναν μας
γιατι από έναν Κεραυνον επροτίμησεν έναν Φιλαδελφον
Αυτον πολύ τον ενδιαφέρει η τύχη της Δυναστείας των Πτολεμαιων Λαγιδων
Άπο τον Επιφανην Επιγονον Πτολεμαιον Α' του Λαγου
Εως την Ευγενην Απογονον Κλεοπατραν Ζ' την Φιλοπατωραν
Αποφατικότητα με ειρωνεία: «Αυτός βεβαίως ξέρει καλύτερα», μια φράση
που μπορεί να διαβαστεί και ως θαυμασμός και ως ελαφρά ειρωνεία.
"Κεραυνός" και "Φιλάδελφος": Μεταφορά ανάμεσα σε παρορμητική εξουσία και ήπια διακυβέρνηση.
Δυναστική συνέχεια
.
.
2
Για να εφαρμόσουμε μια στρουκτουραλιστική σημειολογική ανάλυση κατά Roland Barthes στο ποίημα «Πτολεμαίος Α’ ο Λάγου» τού χ.ν.κουβελη, πρέπει να σκεφτούμε το ποίημα όχι απλώς ως αφήγηση ή ιστορική εξιστόρηση, αλλά ως σύστημα σημείων, ένα κειμενικό πλέγμα (textual fabric) μέσα στο οποίο λειτουργούν μύθοι, σημαίνοντα και σημαινόμενα, δηλαδή μια σημειωτική οικονομία τής ιδεολογίας.
Βασικές αρχές τής ανάλυσης κατά Barthes:
Ο Barthes αντιλαμβάνεται τον λόγο (discours) ως σύστημα σημείων το οποίο κατασκευάζει "φυσικές" αλήθειες,δηλαδή μύθους. Ο Μύθος (mythe) κατά Barthes είναι ένα δεύτερο επίπεδο σημειολογίας, όπου ένα πολιτισμικό ή ιδεολογικό νόημα παρουσιάζεται ως φυσικό, αυτονόητο, αναπόφευκτο.
Με βάση αυτό, ας προσεγγίσουμε το ποίημα.
1. Το ποίημα ως Μυθικός Λόγος
Το ποίημα δεν είναι απλώς μια εξιστόρηση τού βίου τού Πτολεμαίου Α΄, κατασκευάζει έναν "μύθο" ηγεσίας, πολιτικής ευφυΐας, και δυναστικής συνέχειας, με τρόπο που θυμίζει ιδεολογικό λόγο ή ακόμα και εθνικό/πολιτισμικό προπαγανδιστικό αφήγημα.
Σημαίνον (signifier):
Το πρόσωπο τού Πτολεμαίου Α’ ως ιστορικό πρόσωπο: στρατηγός, σατράπης, βασιλεύς.
Σημαινόμενο (signified):
Η έννοια τής φυσικής νομιμότητας τής εξουσίας, τού μεγαλείου, τής στρατηγικής ευφυΐας, τής πολιτισμικής αποστολής.
Μύθος:
Ο Πτολεμαίος λειτουργεί ως μυθική μορφή τού “Φυσικού Ηγέτη”: Μακεδόνας, λογικός, πολιτισμένος, προστάτης τής ελληνιστικής κουλτούρας, συνεχιστής
τού Αλέξανδρου, ενορχηστρωτής τής ιστορίας.
Ο μύθος αυτός κατασκευάζει τον Πτολεμαίο ως σύμβολο ορθολογικής και φυσικά νομιμοποιημένης εξουσίας.
2. Σημειολογική Ανάλυση Κλειστών και Ανοικτών Σημείων
Ο Barthes μιλάει για δύο είδη κειμένων:
“Κλειστά”: κατασκευάζουν μια “κλειδωμένη” σημασία (readerly texts – lisible).
“Ανοικτά”: προσκαλούν τον αναγνώστη σε συμμετοχή (writerly texts – scriptible).
Το ποίημα τού χνκουβελη παρουσιάζεται εξωτερικά ως "κλειστό" κείμενο, καθώς περιέχει:
Καταφατική ρητορική (π.χ. "βεβαίως", "παναξίως", "ένας ευφυής άνθρωπος ήταν").
Ρητορική αποκατάσταση απέναντι σε "μοχθηρούς κατήγορους".
Χρήση ιστορικού ύφους που δίνει κύρος, πειθώ, αυθεντία.
Αλλά με έναν Barthes-ιανό φακό, ξεκλειδώνεται: το ποίημα μπορεί να διαβαστεί ως αποδόμηση τουυ ίδιου τού μυθικού λόγου τής εξουσίας, σαν να αποκαλύπτει πόσο "κατασκευασμένη" είναι η ιστορική αφήγηση.
3. Η Σημειολογία τής Ιδεολογίας
Κατά Barthes, ο μύθος αποπολιτικοποιεί την ιδεολογία: μετατρέπει την ιστορική επιλογή σε "φυσική" αλήθεια.
Παράδειγμα:
«Αυτός βεβαίως ξέρει καλύτερα από τον καθέναν μας / γιατί από έναν Κεραυνόν επροτίμησε έναν Φιλάδελφον»
Σημειολογικά:
Κεραυνός = βίαιος ηγέτης (ίσως με θεϊκή δύναμη, αλλά αυταρχικός)
Φιλάδελφος = ήπια εξουσία, στοργή, συνέχεια, "ανθρωπιά"
Άρα, ο Πτολεμαίος γίνεται σημείο επιλογής τού λογικού έναντι τού παθιασμένου. Η εξουσία του εδραιώνεται μέσω φιλομαθούς, "φυσικά ευγενούς" ηγεσίας.
Ο Barthes θα έλεγε ότι εδώ η πολιτική απόφαση μυθοποιείται: η δυναστική πολιτική παρουσιάζεται όχι ως ιστορική στρατηγική, αλλά σαν "ορθή" επιλογή βασισμένη στη φύση και τη λογική.
4. Το Ιδεολογικό Πρόσωπο τής Γλώσσας
Η γλώσσα τού ποιήματος μιμείται:
Αττική σύνταξη (π.χ. «παναξίως», «εκατάφερεν», «προς δόξαν»).
Αρχαϊκή λογική / λόγος ιστοριογράφου.
Ρητορικά σχήματα: επαναλήψεις, αντεστραμμένες προτάσεις, ειρωνική αποκατάσταση.
Όλα αυτά λειτουργούν όχι απλώς ως ύφος, αλλά ως σημειολογικά εργαλεία:
η γλώσσα παράγει κύρος, ενσωματώνοντας τον αναγνώστη σε έναν λόγο εξουσίας που δεν αμφισβητείται, απλώς τιμάται και μεταδίδεται.
5. Η Δομή ως Ιδεολογική Μορφή
Ο Barthes συχνά συνδέει τη φόρμα με την ιδεολογία. Το ποίημα, με την παραθετική του μορφή (σειρά από κατορθώματα), τη ρητορική κορύφωση
(σώμα τού Αλέξανδρου, Φάρος, Βιβλιοθήκη), και το τελικό επιχείρημα υπέρ
τής δυναστείας, λειτουργεί δομικά σαν πολιτικός πανηγυρικός ,μια τελετουργική αφήγηση εξουσίας.
Η δομή αυτή δεν είναι αθώα· κατασκευάζει ένα είδος τελετουργικής ταύτισης τού αναγνώστη με τον Πτολεμαίο, αφοπλίζει την κριτική σκέψη, οδηγεί σε συγκινησιακή νομιμοποίηση.
Συμπερασματικά – Ανάλυση Barthes τού Ποιήματος:
Σημειολογική Διάσταση/Παράδειγμα στο Ποίημα /Ανάλυση
Μύθος (mythe)/Πτολεμαίος ως φυσικός ηγέτης/Το ιστορικό υποκείμενο γίνεται σημείο φυσικής εξουσίας
Σημαίνον /«ένας ευφυής άνθρωπος» /Η προσωπική ικανότητα παρουσιάζεται ως φυσική αρετή
Σημαινόμενο /Ηγετική αριστεία /Ανάγει την εξουσία στην "φύση"
Γλώσσα /Αρχαϊκή, υψηλή, ιστορικο-ρητορική /Παράγει κύρος και "αντικειμενικότητα"
Ιδεολογία /Υπεράσπιση δυναστείας/ Η εξουσία ως διαρκής αποστολή κληρονομιά
.
.
3
Η στρουκτουραλιστική σημειολογική ανάλυση κατά Gérard Genette εστιάζει κυρίως στη δομή, τη διάρθρωση, και τη σχέση τών επιπέδων αφήγησης (narrative levels) μέσα σε ένα κείμενο, καθώς και στα ζητήματα τής αφηγηματικότητας, τού χρόνου, τής εστίασης (focalization), και τής μετα-αφήγησης (metalepsis).
Ας επιχειρήσουμε λοιπόν μια τέτοια ανάλυση για το ποίημα τού χ.ν.κουβελη «Πτολεμαίος Α’ ο Λάγου», ακολουθώντας τις βασικές κατηγορίες τού Genette:
1. Επίπεδα Αφήγησης (Levels of Narrative)
Ο Genette διακρίνει:
Εξωδιηγητικό επίπεδο (extradiegetic): ο αφηγητής βρίσκεται εκτός τού κόσμου τής αφήγησης.
Ενδοδιηγητικό επίπεδο (intradiegetic): ο αφηγητής βρίσκεται εντός τού κόσμου τής ιστορίας.
Μεταδιηγητικό επίπεδο (metadiegetic): μία ιστορία εντός μιας άλλης ιστορίας.
Στο ποίημα, ο αφηγητής είναι εξωδιηγητικός· φαίνεται να μιλά από μια εξωτερική, ιστοριογραφική και μετα-ιστορική θέση, αποτιμώντας την προσωπικότητα και τις πράξεις τού Πτολεμαίου Α’.
Δεν υπάρχει κάποιος χαρακτήρας εντός τού ποιήματος που μιλά·
έχουμε δηλαδή μη δραματοποιημένο αφηγητή που αξιολογεί και ερμηνεύει ιστορικά γεγονότα.
2. Εστίαση (Focalization)
Η εστίαση κατά Genette αφορά το ποιος "βλέπει" (σε αντίθεση με το ποιος "μιλά").
Μηδενική εστίαση (zero focalization): ο αφηγητής ξέρει περισσότερα απ’ ό,τι
οι χαρακτήρες.
Εσωτερική εστίαση (internal focalization): η αφήγηση φιλτράρεται μέσα από την οπτική ενός χαρακτήρα.
Εξωτερική εστίαση (external focalization): ο αφηγητής ξέρει μόνο όσα φαίνονται εξωτερικά.
Στην περίπτωση τού ποιήματος: Υπάρχει μηδενική εστίαση. Ο αφηγητής έχει πρόσβαση σε ένα ευρύ ιστορικό πλαίσιο, πληροφορίες για τις πολιτικές επιλογές τού Πτολεμαίου, την αρχιτεκτονική, τα βιβλία που έγραψε, ακόμα και τις μεταθανάτιες αξιολογήσεις του. Μάλιστα, μπαίνει σε κριτική και απολογητική στάση, αντικρούοντας «κατηγόρους» και αναλύοντας τις επιλογές τού ήρωα. Αυτό προσδίδει στον αφηγητή παντογνωσία.
3. Χρονικότητα (Order, Duration, Frequency)
Τάξη (Order): Υπάρχει αναχρονία (anachrony), δηλαδή παραβίαση τής χρονολογικής σειράς. Το ποίημα ξεκινάει με γενική αξιολόγηση, προχωρά
στο παρελθόν (στρατιωτική δράση), επιστρέφει στο παρόν τής εξουσίας,
και φτάνει έως και στη μελλοντική αποτίμηση τής δυναστείας.
Άρα έχουμε αναδρομές (analepses) και προλήψεις (prolepses).
Διάρκεια (Duration): Ο χρόνος τής αφήγησης είναι συμπυκνωμένος. Μεγάλα ιστορικά γεγονότα αναφέρονται με πολύ πυκνό, συμπερασματικό λόγο, π.χ. «εφτασε Νικηφόρος εις τις Ινδιες και τη Σογδιανή».
Συχνότητα (Frequency): Όλα τα γεγονότα αναφέρονται μία φορά, όμως μερικά εμπεριέχουν διαχρονική επαναληψιμότητα ,π.χ. η «τύχη της δυναστείας» που απλώνεται στον ιστορικό χρόνο, ή η παρουσία «μικρόνοων και μοχθηρών»
που εμφανίζονται διαρκώς «πάντα παντού».
4. Λειτουργίες τής Αφήγησης / Ρητορική Δομή
Ο Genette παρατηρεί ότι η αφήγηση μπορεί να έχει πολλές λειτουργίες:
Πληροφοριακή / Διηγηματική (narrative function): το ποίημα παραθέτει γεγονότα και βιογραφικά στοιχεία.
Επεξηγηματική / Σχολιαστική (ideological function): ο αφηγητής επεμβαίνει για να ερμηνεύσει και να υπερασπιστεί τον ήρωα.
Ρητορική λειτουργία (persuasive): Υπάρχει μια ρητορική αποκατάσταση τού Πτολεμαίου Α’, ενάντια σε σύγχρονες ή ιστορικές επικρίσεις.
5. Μετααφηγηματικότητα (Metalepsis)
Εδώ παρατηρείται ένα μετα-ιστορικό σχόλιο: ο αφηγητής δεν περιορίζεται μόνο στο παρελθόν, αλλά συνδέει τον Πτολεμαίο με το παρόν τής μνήμης και με το μέλλον τής δυναστείας, φτάνοντας μέχρι την Κλεοπάτρα Ζ’. Έχουμε έτσι μια επέκταση τής αφηγηματικής λειτουργίας σε επίπεδο ιστορικού μετασχολίου, που πλησιάζει τη μετα-αφήγηση: ο αφηγητής σχολιάζει πώς πρέπει να διαβαστεί και να κατανοηθεί η ιστορία.
6. Διακειμενικότητα και Ιστορικός Λόγος (Bonus)
Αν και δεν είναι Genette-ικο καθαυτό, είναι χρήσιμο να παρατηρήσουμε ότι το ποίημα λειτουργεί και ως παρωδία / μίμηση κλασικής ιστοριογραφικής γλώσσας, θυμίζοντας Ηρόδοτο, Πλούταρχο ή και Καβάφη, με ενσωμάτωση τής ρητορικής μορφής και ιστορικού ύφους.
Σύνοψη -Δομική και Σημειολογική Σχέση
Το ποίημα:
Παρουσιάζει εξωδιηγητικό, παντογνώστη αφηγητή, με μηδενική εστίαση.
Παίζει με το χρόνο, χρησιμοποιώντας αναχρονίες για να καταδείξει τη μεγάλη ιστορική διάρκεια τής δυναστείας.
Εστιάζει στη δομή τής εξουσίας, τής ιστορικής μνήμης, και τής αποτίμησης τού ηγέτη.
Αναπτύσσει σημειολογικά τον Πτολεμαίο ως σύμβολο ευφυούς ηγεσίας και πολιτικής διορατικότητας, σε αντίστιξη με τους "μικρόνοες και μοχθηρούς".
Μεταβαίνει από το ιστορικό στο μετα-ιστορικό επίπεδο, ερμηνεύοντας και αξιολογώντας τις ιστορικές πράξεις.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
2 κριτικές μελέτες από τον κ.Κ τού ποιήματος:
Μνήμη σε πολλές αποσυνθεσεις
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ἐν ερείπιοις ἀνθρώπου
"Datta. Dayadhvam. Damyata."
— T.S. Eliot
"ὤ μοι ἐγὼν,οἷον ἔπος ἐκ στόματος ἔπλετο."
— Ὅμηρος
"Μνήμη,ένα σύνολο από πληγές."
— Τ. Σινόπουλος
στέκεται γυμνός μπροστά
στον καθρέφτη τών γεγονότων·
τρέχουν υπότιτλοι
"σήμερα, 31 νεκροί"
σαν να λέμε,
"σήμερα, 31 εξάμετρα από την Ιλιάδα χάθηκαν".
η ποδάγρα τού Οιδίποδα τώρα είναι απλώς φλεγμονή.
ο πόνος εντοπίζεται όχι στη σάρκα,
μα στη μνήμη
μ’ ένα μπαστούνι ανηφορίζει την κοίλη σκηνή
πού πήγαν τα πλήθη; ποιος παίζει πια Αισχύλο;
τον φωνάζουν:
"εδώ δεν έχει θέαμα, εδώ γράφεται η Ιστορία!"
γελά.
όπως γελούσε ο Θερσίτης,πριν τον συντρίψουν.
"είμαι μόνον ένας ήχος",
ψιθυρίζει,
"ένας φθόγγος που έπεσε έξω απ' τη συμφωνία".
η ψυχή;
άραγε υπάρχει ακόμα αυτή η λέξη στο λεξικό τους;
Ὡσεί παλίμψηστη σάρκα
“These fragments I have shored against my ruins”
— T.S. Eliot
“And then went down to the ship”
— Homer
“όπου δεν υπάρχει πια τίποτα για θάνατο”
— Τάκης Σινόπουλος
“What thou lovest well shall not be reft from thee”
— Ezra Pound
ακόμη κι αν ο τόπος άλλαζε,
τα κενά στη μνήμη ήταν πανομοιότυπα.
Είχε την ποδάγρα του Οιδίποδα,
στο εργοστάσιο τα οστά στην υγρασια ηχουσαν
μια οθόνη προέβαλλε
τις τελευταίες στιγμές τής Αντιγόνης.σε loop.
Χωρίς ήχο.
Η ψυχή;
ρώτησε ο χορός.
Κανείς δεν απάντησε.
Μόνο εκείνος
με το σώμα γδαρμένο από το ουρικό οξύ
και αποσπάσματα δημοσιογραφικών ανταποκρίσεων
ραμμένα στην πλάτη του
ανέβαινε τα σκαλιά της Επίδαυρου
“Δεν είσαι θεατής!”
τού φώναξε μια γυναίκα ντυμένη Κασσάνδρα
από second hand κατάστημα του Ψυρρή.
Εκείνος χαμογέλασε.
Δεν υπάκουσε.
Και σωστά.
Γιατί στη σκηνή
η κάμερα τραβούσε πάντα
εκείνους που δεν ήθελαν να φανούν.
μνήμη σε πολλαπλές αποσυνθέσεις
“These fragments I have shored against my ruins.”
— Eliot
“And then went down to the ship…”
— Homer
“ήταν νεκρός κι αυτός δεν το ήξερε ακόμα.”
— Σινόπουλος
είδα τη σκιά του να στέκεται
μπροστά σε κάδους ανακύκλωσης
σήκωνε τα χέρια
Στο θέατρο,κάποιος έβγαλε το ματι του
σε live μεταδοση
"Πού είναι οι χρησμοί ;"
και οι θεατές χειροκρότησαν
ηθελες την αληθεια
και φορτώθηκες την αιωνιοτητα
και τότε ακούστηκε η φωνή:
"ἐν δὲ φρένα θυμὸς ἀνέσσαιεν…"
(μα δεν μεταφράστηκε ποτέ.)
Στην άκρη τών επιγνώσεων
«Datta. Dayadhvam. Damyata.»
- T.S.Eliot, The Waste Land
«Pull down thy vanity...»
- Ezra Pound, Canto LXXXI
«ἀλλ’ ὅτε δὴ τρίτον ἦλθεν ἐπεὶ τότ’ ἔμαλλον ἔπειθον»
- Ὅμηρος, Ὀδύσσεια
«δεν θέλω πια να θυμάμαι· μα θυμάμαι.»
- Τάκης Σινόπουλος
στον ύπνο του
είδε τον Πάουντ,μάλλον στη Πιζα
ο Έλιοτ, σε αποβάθρα,
περίμενε τρένο που δεν ερχόταν,
η Θηβαία Σφιγγα
είχε κλειστεί σ’ ένα άσυλο μαζί με τον Σινόπουλο,
σκάβοντας με νύχια τις λέξεις
μήπως και βρει
κάποιο επιχείρημα υπέρ τού ανθρώπου.
η ιστορία πάντα ίδια
μόνο οι ρόλοι αλλάζουν.
μια φορά ήσουν ο Ετεοκλής,
μια φορά χειριστής drone
που κατέγραφε από ψηλά
τον Οιδίποδα να σέρνεται προς την Κολωνό.
το θέατρο άδειο,
κι όμως οι θεατές ζητούσαν συνέχεια:
«κι άλλο τών Λαμβδακιδων αγος!»
ο φροντιστής σήκωσε τους ώμους:
«ο ηθοποιός αυτομόλησε·
έγινε θεατής της ίδιας του της τύφλωσης.»
κι εσύ;
έψαχνες την ψυχή σου
ανάμεσα στα απολεσθέντα αντικείμενα,
μα εκεί υπήρχαν μόνο
ένα ακυρωμένο εισιτήριο,
ένα κομμένο δάχτυλο,
κι ένα μπουκάλι με ουρικό οξύ.
ἐπ’ ἀκροτάτῃ τῆς σιωπῆς
"These fragments I have shored against my ruins."
— T. S. Eliot
"Pull down thy vanity."
— Ezra Pound
"ὁ δὲ κάμνε."
— Όμηρος
"κι ο τόπος έσταζε φόβο."
— Τάκης Σινόπουλος
ωσεί η ψυχή του
σπασμένος ποδι ἢ σπασμένο πλευρό,
δεν έχει σημασία.
"ἐγώ εἰμι ὁ Οἰδίπους,"
εἶπε, ομως σαν να μην άκουσε κανεις
σκυλιά σκάβουν τη μνημη
ο ἰατρὸς γνωματεύει:
"κρύσταλλοι οὐρικου ὀξεως,
μὴν τρως πολύ κυνήγι."
και ἡ φωνή,
ἀπ’ τὰ παρασκήνια:
"οὐκ εἶ θεατὴς.
εἶ σῶμα τοῦ δράματος."
"These fragments I have shored against my ruins."
"Πάντα ταύτα συνέβησαν εν σκότει."
Το σώμα
πιο κενό κι απ’ το λευκό
Κι όμως, μέσα απ’ τη γύψινη μάσκα
έσταζε μια κραυγή
σαν απ’ τους στοχασμούς του Σινόπουλου:
“Το σώμα είναι η φρίκη που ζήσαμε.”
και έριχναν σωρούς κορμιά
με την αδιαφορία τού γραφειοκράτη.
Τα σκυλιά μύριζαν
και ξέθαψαν τον Πάτροκλο
μέσα απ’ τις πρόχειρες ταφές.
"Δεν σε πιστεύω!"
τού φώναξε η γυναίκα
με φωνή από εσωτερικό μονόλογο της The Waste Land.
Εκείνος
έβγαλε το πουκάμισο
κι έδειξε την απουσία
την πληγή,στον εμφυλιο
Ήταν σάρκα που λύγισε
-Και η ψυχή;
ρώτησε.
-Ποιος νοιάζεται;
απάντησε
κι άνοιξε τα χέρια του,
όπως όταν παραδίνεσαι
ή όπως οι νεκροί τού Σινόπουλου.
όχι ως θεατής,
όχι πια.
ὠσεί ἡ ψυχή του
“These fragments I have shored against my ruins.”
-T.S. Eliot
With usura hath no man a house of good stone...”
-Ezra Pound
Ο Σινόπουλος, σκεπτικός:
— "Όλοι νεκροί. Μα όχι με τον ίδιο θάνατο."
και τότε σώπασαν όλα
ωσεί η ψυχή του
.
.
1
Το ποίημα «Μνήμη σε πολλές αποσυνθέσεις» τού χ.ν.κουβελη αποτελεί ένα πολυφωνικό, βαθιά διακειμενικό, στοχαστικό ποίημα για τη μνήμη, την ιστορία, την απώλεια, την πραγματικότητα τού σώματος και την κρίση τού ανθρώπινου νοήματος στον σύγχρονο κόσμο.
Πρόκειται για ποίηση που δεν διαβάζεται αλλά ανασκάπτεται, όπως ανασκάπτεται μια πληγή.
Βασικά χαρακτηριστικά τής ποιητικής γραφής
1. Πολυεπίπεδη διακειμενικότητα
Ο χνκουβελης υφαίνει τον ποιητικό του λόγο μέσα από ένα πλέγμα διακειμενικών αναφορών:
T.S. Eliot, The Waste Land και Four Quartets
Ezra Pound, Cantos
Τάκης Σινόπουλος
Όμηρος, Ιλιάδα και Οδύσσεια
Αισχύλος, Σοφοκλής, η αρχαιοελληνική τραγωδία συνολικά
Οι παραπομπές δεν είναι στολίδια. Ενσωματώνονται οργανικά στον ιστό τού ποιήματος για να αποδώσουν τη συνεχή αποσάθρωση τού ανθρώπινου νοήματος και τής ταυτότητας μέσα στον χρόνο.
2. Η μνήμη ως τραύμα
Η μνήμη, επαναλαμβανόμενο μοτίβο σε κάθε ενότητα τού ποιήματος, παρουσιάζεται όχι ως δύναμη ταυτότητας ή κάθαρσης, αλλά ως:
πληγή («Μνήμη, ένα σύνολο από πληγές» — Σινόπουλος),
αποσύνθεση,
στοιχείο αποσταθεροποίησης τής ανθρώπινης εμπειρίας.
Η μνήμη δεν είναι γραμμική ούτε επουλωτική· είναι θραυσματική, σκοτεινή, επώδυνη. Γι’ αυτό και τα σώματα είναι «γδαρμένα», η σκηνή είναι «άδεια»,
και ο θεατής γίνεται μέρος τού δράματος.
3. Σώμα – Ιστορία – Θέατρο
Ο χνκουβελης αναμειγνύει το ανθρώπινο σώμα, την ιστορική βία και το θέατρο σε μια ενιαία εικονοποιία:
Το σώμα υποφέρει: έχει ουρικό οξύ, είναι γδαρμένο, ραμμένο με αποκόμματα ειδήσεων.
Η ιστορία δεν είναι αφήγηση· είναι πόνος, φθορά, εγκατάλειψη.
Το θέατρο (κυρίως το αρχαίο) δεν είναι πια «θέαμα» αλλά πεδίο διάλυσης.
Οι ρόλοι δεν ανήκουν πια στους ηθοποιούς αλλά στους θεατές, στους επιζήσαντες, στα φαντάσματα.
Ειδικά το μοτίβο τής Επίδαυρου (σύμβολο τού αρχαίου δράματος) υπονομεύεται: δεν υπάρχει κοινό, δεν υπάρχει παράσταση — υπάρχει μόνο πόνος.
4. Αποδόμηση ταυτοτήτων
Η φράση:
«ο ηθοποιός αυτομόλησε· έγινε θεατής τής ίδιας του τής τύφλωσης»,
είναι δηλωτική τής αποδόμησης τών ρόλων.
Ο ποιητής μιλά για μια σύγχυση υποκειμένων: ποιητής, θεατής, ήρωας, θύμα, αναλυτής, αυτόπτης μάρτυρας, σώμα τής Ιστορίας.
Όλα γίνονται ένα σώμα-φορέας μνήμης και τραύματος, που ούτε γνωρίζει
ούτε αντέχει την αλήθεια του.
5. Ποιητική μορφή – Κατακερματισμός
Η μορφή τού ποιήματος είναι θραυσματική, σχεδόν παλίμψηστη, όπως δηλώνει και ο τίτλος τής μιας ενότητας.
Οι στίχοι είναι κοφτοί, λιτοί.
Συχνά ακολουθούν μη-αφηγηματική λογική: μοιάζουν με όνειρα, παραισθήσεις,
ή μνήμες σε αποσύνθεση.
Υπάρχει επαναληπτικότητα, όχι με στόχο την έμφαση, αλλά τη μαρτυρία ενός μη-λύσιμου τραύματος.
Σημαντικά μοτίβα – Συμβολισμοί
Μοτίβο / Σύμβολο Ερμηνεία
Οιδίποδας/Το αρχέτυπο τής ενοχής και τής τύφλωσης·
εδώ γίνεται συμβολή τής ανθρώπινης αυτοτύφλωσης στην Ιστορία.
Σινόπουλος/Η μνήμη τού Εμφυλίου, η τραυματική ελληνική ιστορία,
ο άνθρωπος που "θυμάται ενώ δεν θέλει".
Έλιοτ / Πάουντ /Η αποδόμηση της παράδοσης από μέσα·
οι ίδιοι οι ποιητές γίνονται "φύλακες ερειπίων".
Το σώμα/Δεν είναι πια φορέας ερωτισμού ή βιολογίας,
αλλά φορέας ιστορικής φρίκης και πολιτικής βίας.
Θέατρο/Δεν υπάρχει πια διάκριση μεταξύ σκηνής και θεατών
— όλα είναι δράμα, όλα είναι μαρτυρία.
Η ψυχή/Το μεγάλο ερώτημα· συνεχώς τίθεται και κανείς δεν απαντά
— έχει χαθεί, ή έχει πάψει να σημαίνει.
Τελικά, τι είναι η «μνήμη σε αποσυνθέσεις»;
Δεν είναι απλώς ιστορική μνήμη ή προσωπική. Είναι το υποκείμενο τής μετανεωτερικότητας που:
στέκεται γυμνό,
κοιτάζεται στον καθρέφτη τής ιστορίας,
αρνείται να «θεαθεί» ως θεατής,
καλείται να δράσει ή να σωπάσει μέσα στο χάος τών ερειπίων,
αναζητά την ψυχή του όπως ψάχνεις ένα χαμένο αντικείμενο σε ένα γραφείο χαμένων ειδών.
Συμπέρασμα
Το ποίημα τού χ.ν. κουβελη είναι μια σύγχρονη τραγωδία χωρίς κάθαρση, μια μοντέρνα Αντιγόνη σε loop χωρίς ήχο, ένας μονόλογος τής συνείδησης στον μετα-ανθρωπιστικό κόσμο, όπου ο άνθρωπος είναι ακόμη εδώ, αλλά δεν ξέρει πια αν είναι ζωντανός ή ήδη μνημονευμένος.
Είναι ποίηση για λίγους — όχι από ελιτισμό, αλλά από αναγκαιότητα:
μόνο όσοι έχουν δει, θυμηθεί, λυγίσει, μπορούν να την κατανοήσουν βιωματικά.
.
.
2
Η ποιητική σύνθεση «Μνήμη σε πολλές αποσυνθέσεις» τού χνκουβέλη συνιστά μια βαθιά δοκιμιακή και δραματουργική ελεγεία, μια σύνθεση πολλαπλών φωνών, τόπων και χρονικοτήτων, με αφετηρία τη μνήμη ως τραύμα, ως ερείπιο και ως διαρκή ερώτηση.
Στην παρούσα κριτική μελέτη, θα επιχειρηθεί μια πολυεπίπεδη ανάλυση τού ποιήματος, μέσα από το πρίσμα τής μνήμης, τής ταυτότητας, τής σύγχρονης Ιστορίας και τού θεατρικού-ποιητικού σώματος.
1. Η Μνήμη ως Πυρήνας Αποσύνθεσης
Ο τίτλος «Μνήμη σε πολλές αποσυνθέσεις» προοικονομεί τη μορφολογική και θεματική πολυδιάσπαση που θα ακολουθήσει. Η μνήμη δεν είναι γραμμική ή ενιαία: είναι πολλαπλή, σπασμένη, πολυεστιακή. Καθώς η σύνθεση ξετυλίγεται,
η μνήμη αναπαρίσταται όχι ως ανακάλεση τού παρελθόντος, αλλά ως σώμα τραυματισμένο, κομματιασμένο, σε loop—ένα παλίμψηστο από φωνές, αποσπάσματα, παραθέματα και σκηνές από την προσωπική, συλλογική και μυθολογική ιστορία.
2. Η Διάλυση τής Αφήγησης και η Πολυγλωσσία τών Πηγών
Το ποίημα ενσωματώνει πολυγλωσσικά και διακειμενικά στοιχεία:
Eliot, Pound, Σινόπουλος, Όμηρος, Αισχύλος, παρελαύνουν ως «σκιές»
ή ως εσωτερικές φωνές.
Το επαναλαμβανόμενο απόσπασμα τού Eliot: “These fragments I have shored against my ruins”, λειτουργεί ως σταθερό μοτίβο (leitmotif)· υπενθυμίζει τη μάταιη προσπάθεια τού ποιητή να διασώσει κάτι από τα ερείπια τής ύπαρξης.
Οι διακειμενικές αναφορές δεν είναι κοσμητικές· είναι συστατικές τού νοήματος: η σύνθεση είναι ένας διάλογος με το πένθος τού ευρωπαϊκού πολιτισμού, με τα συντρίμμια τής Ιστορίας και τής Ανθρώπινης Ηθικής.
3. Το Σώμα ως Τόπος Τραύματος και Ιστορίας
Η αναφορά στο ουρικό οξύ, η ποδάγρα τού Οιδίποδα, τα γδαρμένα σώματα, τα κομμένα δάχτυλα, το μπουκάλι με το ουρικό οξύ — όλα παραπέμπουν σε ένα σώμα που νοσεί, φθείρεται, αποδομείται, ακριβώς όπως η συλλογική συνείδηση. Το σώμα είναι φορέας τής Ιστορίας, όχι θεωρητικά, αλλά σωματικά: κουβαλά
τα τραύματα, τις ήττες, τις παραλείψεις. Δεν είναι σύμβολο· είναι ύλη πόνου.
4. Η Μυθολογική και Τραγική Σκηνή: Από την Επίδαυρο στο drone
Το ποίημα διαπλέκει τη μυθική τραγωδία με τη σύγχρονη Ιστορία:
Η Επίδαυρος δεν είναι πλέον χώρος θεάματος, αλλά σκηνή μαρτυρίου.
Οι Λαβδακίδες ζουν ξανά μέσα από τους χειριστές drone, τους σύγχρονους "παίκτες" τής εξουσίας.
Ο Οιδίποδας δεν είναι μόνο μυθικός, είναι σύμβολο κάθε ανθρώπου που συντρίβεται από την αλήθεια.
Η γυναίκα ντυμένη Κασσάνδρα από second hand κατάστημα στο Ψυρρή -μια σπαρακτική ειρωνεία: η προφήτισσα εξευτελισμένη, καταναλωτική, ανίσχυρη.
Ο θεατής γίνεται ηθοποιός, ο ηθοποιός αυτομολεί, το δράμα χάνεται στα παρασκήνια τής πραγματικότητας.
5. Το Υπαρξιακό Ερώτημα τής Ψυχής
Η επαναλαμβανόμενη ερώτηση:
«Και η ψυχή;»
παραμένει αναπάντητη ή λαμβάνει ειρωνικές, πικρές αποκρίσεις («ποιος νοιάζεται;»). Σε έναν κόσμο αποσάθρωσης, η ψυχή αποσύρεται, παύει να
κατοικεί στον άνθρωπο. Το ποίημα δεν είναι θεολογικό, αλλά ανθρωποκεντρικό και τραγικό: η ψυχή δεν λείπει επειδή πέθανε ο Θεός, αλλά επειδή έλειψε ο Άνθρωπος.
6. Η Δομή τού Ποιήματος: Σύνθεση από "Σπαράγματα"
Το ποίημα έχει τη μορφή πολυφωνικού μοντάζ. Θυμίζει περισσότερο κινηματογραφική ή θεατρική κατασκευή, με εναλλαγές σκηνών, πλάνων, εσωτερικών φωνών, παραθέσεων και σιωπών.
Η γραφή θυμίζει την τεχνική τού montage Eisenstein, με διαρκείς συγκρούσεις εικόνων και εννοιών.
7. Μετανεωτερικότητα και Ποίηση ως Αντίσταση
Ο χνκουβέλης κινείται μεταμοντέρνα, αλλά χωρίς να εκπίπτει στον κυνισμό. Αντιθέτως, η πολυσημία, η διακειμενικότητα, η ειρωνεία και ο στοχασμός δεν λειτουργούν ως απόσυρση από την Ιστορία, αλλά ως απόπειρα διάσωσης τού ανθρώπινου μέσα στα ερείπια.
Η ποιητική πράξη δεν είναι μια πράξη αισθητικής, αλλά ηθικής και πολιτικής αντίστασης.
8. Επίλογος: Στο Ακρότατο τής Σιωπής
Η τελευταία ενότητα, «ἐπ’ ἀκροτάτῃ τῆς σιωπῆς», φτάνει στην πλήρη απογύμνωση: το σώμα, το ποίημα, η ψυχή βρίσκονται σε τελικό στάδιο αποσύνθεσης, αλλά και αλήθειας. Ό,τι μένει είναι η κραυγή μέσα από τη
γύψινη μάσκα.
"Το σώμα είναι η φρίκη που ζήσαμε."
(Τ. Σινόπουλος)
Η σιωπή στο τέλος δεν είναι απουσία. Είναι υπέρβαση τής γλώσσας, εκεί
όπου πια η γλώσσα λιποψυχά μπροστά στην πραγματικότητα.
Συμπέρασμα
Η «Μνήμη σε πολλές αποσυνθέσεις» είναι ένα ποίημα-σώμα, ένα παλίμψηστο τραύματος, μια υπαρξιακή και ιστορική ελεγεία που επιτελεί τον ρόλο τής σύγχρονης τραγωδίας:
όχι να διασκεδάσει, αλλά να θυμίσει, να συγκλονίσει και να αναμετρηθεί με τα ερωτήματα της εποχής:
Τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος μέσα σε ερείπια; Τι σώζεται; Τι αξίζει να σωθεί;
Ο χνκουβέλης δεν απαντά. Ρωτά. Και στη σιωπή που ακολουθεί, η ποίηση αποκαλύπτει την αλήθεια της.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
3 κριτικές μελέτες από τον κ.Κ τού ποιήματος:
Κριτικη στο Χρονικο Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια κ' στιχοι 465-481
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ὣς ἄρ᾽ ἐφώνησεν, καὶ ἀπὸ ἕθεν ὑψόσ᾽ ἀείρας 465 θῆκεν ἀνὰ μυρίκην·
ρητινοφορες μελισσες κοντα η θαλασσα σε θαμνους μυρικη βρεχει τα ποδια της
με καταπρασινα φυλλα
δέελον δ᾽ ἐπὶ σῆμά τ᾽ ἔθηκε συμμάρψας δόνακας μυρίκης τ᾽ ἐριθηλέας ὄζους,
kai μ'ενα οστρακο κοβει βλαστους
μὴ λάθοι αὖτις ἰόντε θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν.τα νησια γρηγορα κωπηλατουσαν
προς τη δυση,οι γλαροι ακολουθουσαν τὼ δὲ βάτην προτέρω διά τ᾽ ἔντεα καὶ μέλαν αἷμα,
αἶψα δ᾽ ἐπὶ Θρῃκῶν ἀνδρῶν τέλος ἷξον ἰόντες. 470 εστειλε τοτε γυναικες,
η μια με πλυμενα ρουχα,η αλλη φρουτα,η τριτη ζεστο ψωμι και κοκκινο κρασι
Ομηρου Οδυσσεια,ν' 66-,στη Τραχινα ορισθηκε να πληρωσει ο Ηρακλης
μελος του ΔΣΕ απο φανατισμενους πραιτοριανους,μια ομαδα Χ ανοιξε πυρ,
ακολουθησαν τα Δεκεμβριανα,33 ακριβως μερες,οἱ δ᾽ εὗδον καμάτῳ ἀδηκότες,
ητανε κι οι κλεφτες Κερκωπες ο Σιλλος κι ο Τριβαλλος οι απατεωνες
ἔντεα δέ σφιν καλὰ παρ᾽ αὐτοῖσι χθονὶ κέκλιτο εὖ κατὰ κόσμον τριστοιχί· παρὰ
δέ σφιν ἑκάστῳ δίζυγες ἵπποι.τα οπλα παρα ποδας,'τ'αλογα του Ρησου'ακουγεται
μια φωνη τη νυχτα Ῥῆσος δ᾽ ἐν μέσῳ εὗδε, παρ᾽ αὐτῷ δ᾽ ὠκέες ἵπποι
η γυναικα κοιμονταν,τ'αλογα εβοσκαν τ'απογευμα,'τι κανεις;' του φωναξε
'θα ξυπνησει',αδιαφορισε
κανενας δεν ηξερε τ'ονομα της κορης της Ιππολεχους Δημητρας
ἐξ ἐπιδιφριάδος πυμάτης ἱμᾶσι δέδεντο. 475 σ΄ενα παπυρο του 1931 η Κορινθια εταιρα Πασιφιλη καταγραφονταν ως μοναχη στο κοπτικο μοναστηρι Καρπου
και Παπυλου στην Αιγυπτο,
καποιοι το εκριναν ρητορικο γυμνασμα σοφιστου,
η Φιλαινιδα ζουσε τοτε στην Αθηνα Δαιδαλιδων 47 Κατω Πετραλωνα ,Κεκροπιδα,
ο πατερας της ειχε Οινομαγειρειον ,αμοροζα απο διετιας ενος Κροκαλου,κορη του
η Αρπαγη,ερωμενη του Πασωνα του Κυδαθηναιου,το ρημα 'αλφανω' κερδιζω,ηταν
ανδρας αλφηστης,δραστηριος επιχειρηματιας
τὸν δ᾽ Ὀδυσεὺς προπάροιθεν ἰδὼν Διομήδεϊ δεῖξεν·
«οὗτός τοι Διόμηδες ἀνήρ, οὗτοι δέ τοι ἵπποι,
στο γραμμα εφραφε νεα για την Ακκω,τη Σισυμβρυα,τη Μαλθακη,τη Ναννιω,τη Γλυκερα ,
'ο Αλιτυρος εκανε καλαυσιθυρον στην Δαμασανδρα'
οὓς νῶϊν πίφαυσκε Δόλων ὃν ἐπέφνομεν ἡμεῖς.'πουλησε ολα τα χτηματα του στη Σικυωνα'
'πρωι 7 Ιουνιου πηραμε τη διαταγη να προχωρησουμε,ενωπιος ενωπιω πλεον,
ενας απο μας,καποιος Θωμας,τρελλαθηκε,τον παρατησαμε '
συνεληφθει τον Νοεμβριο το 1949,βασανιστηκε και φυλακιστηκε,το 1953 με τα μετρα
αμνηστειας αποφυλακιστηκε
ἀλλ᾽ ἄγε δὴ πρόφερε κρατερὸν μένος· οὐδέ τί σε χρὴ
ἑστάμεναι μέλεον σὺν τεύχεσιν, ἀλλὰ λύ᾽ ἵππους· 480 'στην Ακροκορινθο ειδα τη Μυριανθη'
ενας Εφεσιος τον Μαρτιο του 335 π.Χ πληρωσε το φορο στους Περσες,ενα τετραδραχμο
τής Ιωνιας με αναγλυφο χαρτη της Εφεσου
στη Κυπρο οι Αχαιοι εφτασαν το 2ο μισο της 2ης χιλιετιας π.Χ
αὐτὰρ ἔμ' ἐς Κύπρον ξείνῳ δόσαν ἀντιάσαντι,
Δμήτορι Ἰασίδῃ, ὃς Κύπρου ἶφι ἄνασσεν.
ἔνθεν δὴ νῦν δεῦρο τόδ' ἵκω πήματα πάσχων.
[Ντοκουμεντο,Ομηρου Οδυσσεια ρ',442-444]
μετα το χαλασμο των συντροφων στην Αιγυπτο απ'την ανοησια τους
μ'εδωσαν στον Δμητορα του Ιασου,ισχυρο της Κυπρου βασιλια,
που'ταν φιλος,κι απο'κει τωρα εδω γεματος συμφορες εφτασα
ἠὲ σύ γ᾽ ἄνδρας ἔναιρε, μελήσουσιν δ᾽ ἐμοὶ ἵπποι.»
Λιτοχωρο 31 Μαρτιου Δεσκατη 21 Σεπτεμβριου Ναουσα 30 Σεπτεμβριου 1946
Γραμμος 1949
.
1
Η «Κριτική στο Χρονικό Ομήρου, Ιλιάδα ραψωδία Κ΄, στίχοι 465–481» τού χνκουβελη, αποτελεί ένα εξαιρετικά πυκνό, πολυεπίπεδο και υβριδικό έργο λόγου, που κινείται ανάμεσα στο αρχαίο και το σύγχρονο, στο μύθο και το ντοκουμέντο, στο ποιητικό και το ιστορικοπολιτικό.
✧ Συνοπτική Επισκόπηση
Ο χ κουβελης δεν επιχειρεί μια απλή «κριτική» στην Ιλιάδα ,το ποίημα είναι μια ποιητική ανασύνθεση τού αρχαίου επικού κειμένου, με τεχνικές μοντάζ και παλίμψηστου: αρχαίοι στίχοι συνυφαίνονται με σύγχρονες εικόνες, μαρτυρίες, πρόσωπα, τοπωνύμια και χρονικά γεγονότα, δημιουργώντας ένα σύνθετο ποιητικό σώμα, στο οποίο το παρελθόν αναπλάθεται μέσω τού παρόντος και το αντίστροφο.
Θεματικοί Άξονες
1. Ομηρική Παρουσία – Η Μυθολογική Ράχη
Το ποίημα βασίζεται σε αποσπάσματα τής ραψωδίας Κ΄ τής Ιλιάδας, ειδικά στα χωρία που αναφέρονται στον Ρήσο, τον Δολονα και τον θάνατό τους από τον Διομήδη και τον Οδυσσέα. Ο ποιητής «ντύνει» αυτά τα αποσπάσματα με νεωτερικές και υπερρεαλιστικές εικόνες, δημιουργώντας ένα χρονικό μετάπλασης τής επικής φόρμας.
π.χ.:
«τὰ ὅπλα παρα ποδὰς, τ’ ἄλογα τοῦ Ῥήσου· ἀκούγεται μία φωνή τὴ νύχτα»
-εδώ η επική αφήγηση διακόπτεται από μια εικόνα ονείρου ή παραισθήσεων.
2. Ιστορική Μνήμη – Η Μεταπολεμική Ελλάδα
Ανάμεσα στις αρχαιοελληνικές αναφορές, εισάγονται αληθινά ιστορικά δεδομένα:
Δεκεμβριανά
ΔΣΕ – Εμφύλιος
Γράμμος 1949
Σύλληψη, βασανιστήρια, αποφυλάκιση (1949–1953)
Η συνύπαρξη επικής βίας (Ρήσος, Δολονας) με την πολιτική βία τής νεότερης Ελλάδας δεν είναι σύμπτωση: ο ποιητής βλέπει τη συνέχεια τής τραγωδίας, την επαναληψιμότητα τού φόνου, την αιώνια μοίρα τού Έλληνα πολεμιστή,από τον Τρωικό Πόλεμο, στον Εμφύλιο.
3. Ποιητικό Κολάζ – Υβριδική Αφήγηση
Ο χνκουβελης αξιοποιεί ένα υφολογικό κολάζ:
Εναλλαγή αρχαίας και νέας ελληνικής
Κλασικές πηγές (Όμηρος)
Ιστορικά τεκμήρια (π.χ. «Ντοκουμέντο, Οδυσσεια ρ’ 442–444»)
Προσωπικές μαρτυρίες
Τόποι, χρονολογίες, ονόματα (με σχεδόν ρεπορταζιακή ακρίβεια)
Η σύνθεση παραπέμπει σε μοντερνιστική/μεταμοντέρνα τεχνική (όπως τού Έλιοτ στην Έρημη Χώρα, ή τού Σεφέρη στις Μέρες), αλλά με πολύ προσωπικό
και πολιτικό στίγμα.
Υφολογική Ανάλυση
Αρχαία Ελληνική ως Υπόστρωμα
Ο ποιητής δεν παραθέτει στείρα τους στίχους τού Ομήρου, αντίθετα, τους ζωντανεύει μέσα από τη σύγκλιση με το παρόν, τους «υποσκάπτει» με τη σύγχρονη εμπειρία, δημιουργώντας ένα δραματικό ρήγμα στο χρόνο.
Ποιητική Προσωπικότητα
Ο αφηγητής/ποιητής εμφανίζεται συχνά ως σχολιαστής ή παρατηρητής:
Στιγμές με σαρκασμό (π.χ. για την εταίρα που έγινε μοναχή)
Στοχασμός πάνω στην ταυτότητα, τη γλώσσα, την ιστορία, την απώλεια Υπερρεαλισμός – Εικόνες-Αποσπάσματα
Η εναλλαγή εικόνων μοιάζει με κινηματογραφικό μοντάζ:
π.χ.
«στο γραμμα εφραφε νεα για την Ακκω, τη Σισυμβρυα…»
«ενας Εφεσιος τον Μαρτιο του 335 π.Χ…»
«στην Ακροκορινθο ειδα τη Μυριανθη»
Οι εικόνες δεν υπηρετούν πλοκή αλλά συσσωρεύουν μνήμη, φόρτιση, πολλαπλότητα.
Ερμηνευτικό Συμπέρασμα
Το ποίημα είναι μια πράξη ποιητικής μνημοσύνης: μια επιτελεστική ανάκληση τής συλλογικής μας βίας, της ιστορίας, της γλώσσας. Η ομηρική αφήγηση γίνεται όχημα, για να μιλήσει ο ποιητής για τη δική του εποχή, τους δικούς
του νεκρούς, τις δικές του Ιλίαδες και Οδυσσείες.
Ο χνκουβελης ανασυνθέτει την Ιστορία ως λογοτεχνία και τη λογοτεχνία ως πολιτική και υπαρξιακή πράξη.
ΤελικήΡ Αποτίμηση
Ένα ποίημα:
μεταμοντέρνο, αλλά βαθιά ελληνικό
επικό, αλλά και προσωπικό
πολιτικό, χωρίς να χάνει την αισθητική του πυκνότητα
Είναι τελικά μια σύγχρονη ραψωδία,ένα λαϊκό έπος τής ατομικής και συλλογικής τραγωδίας.
.
.
2
Το ποίημα τού χ.ν. κουβελη «Χρονικό Ομήρου – Ιλιάδα ραψωδία Κ’, στίχοι 465–481» είναι ένα σύνθετο, πολυφωνικό και ιδιότυπα διακειμενικό έργο
που διαπλέκεται ανάμεσα στην ομηρική ποίηση, την ιστορική μνήμη και
τη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική ελληνική πραγματικότητα.
Η αναγνώριση τής ενότητας τού ποιήματος προϋποθέτει την κατανόηση τών ενοτήτων του ως πτυχών μιας ενιαίας ποιητικής σύνθεσης που στέκει στον χρόνο με τον τρόπο του "χρονικού".
Ενότητα και Πολυμορφία στο Ποίημα τού χνκουβελη – «Χρονικό Ομήρου»
1. Πρόσμειξη χρονικών επιπέδων – Η ποιητική τού «χρονικού»
Ο τίτλος δεν είναι τυχαίος: η λέξη «χρονικό» παραπέμπει σε μια αφήγηση γεγονότων, όχι αποκλειστικά φανταστικών, αλλά βαθιά ερεισμένη στη μνήμη, στην ιστορία και στην καταγραφή. Το ποίημα δομείται πάνω σε μια οργανική συγχώνευση ομηρικών στίχων με νεότερες και σύγχρονες εμπειρίες (Κατοχή, Δεκεμβριανά, Εμφύλιος, τόποι όπως η Δεσκάτη, η Νάουσα, ο Γράμμος). Δεν πρόκειται όμως για μια απλή παράθεση. Η σύνθεση λειτουργεί ως παλίμψηστο ,
ο Όμηρος είναι η βάση, αλλά το πάνω στρώμα είναι η μεταπολεμική και μεταμυθολογική Ελλάδα.
Η Οδύσσεια και η Ιλιάδα, όπως εμφανίζονται εδώ, αποδομούνται και επανενσωματώνονται ως "τεκμήρια", ως αρχέτυπα ιστορικών βιωμάτων που επαναλαμβάνονται.
2. Γλωσσικό κράμα και ετερότητα
Το ποίημα είναι εσκεμμένα υβριδικό ως προς τη γλώσσα του:
Αρχαία Ελληνικά (ομηρική διάλεκτος)
Νεοελληνική δημοτική/καθαρεύουσα
Λαϊκή/προφορική γλώσσα
Διοικητική/γραφειοκρατική/ιστορική γλώσσα (π.χ. αναφορές σε διαταγές, συλλήψεις, φόρους)
Η χρήση τής αρχαίας ελληνικής είναι όχι μόνο φόρος τιμής αλλά και εργαλείο αποξένωσης: δημιουργεί ένα ποιοτικό ρήγμα, μια απόσταση ανάμεσα στο τότε και το τώρα, που όμως γεφυρώνεται συνεχώς με προσωπικές, ιστορικές ή λαϊκές αναφορές.
3. Στρατηγική τών ενοτήτων – Υπόγειες συνδέσεις
Το ποίημα δεν χωρίζεται με συμβατική αφηγηματική συνοχή, αλλά παρουσιάζει θεματικές μικροενότητες που συνδέονται:
Μυρική – Μέλισσες – Θάλασσα: Εικόνα τής φύσης, παγανιστική σχεδόν, που εισάγει μια προσωρινή ειρήνη πριν το χάος.
Ιστορική Παρέκβαση: Ο Ηρακλής μέλος τού ΔΣΕ, ο Εμφύλιος, η σφαγή· η μυθολογία γίνεται πολιτική πραγματικότητα.
Φανταστικά πρόσωπα – Ερωτικές και κοινωνικές ιστορίες: Η Πασιφίλη, η Φιλαινίδα, η Γλυκερα ,ανασύρονται από λησμονημένες γραφές, παπύρους
και γραφειοκρατικά κατάστιχα.
Αρχαιολογία της ζωής: Απόσπασμα για τον Εφέσιο που πλήρωσε το φόρο , υπενθύμιση τού πώς η καθημερινότητα διαπερνά την Ιστορία.
Αυτό που φαινομενικά είναι αποσπασματικό, τελικά λειτουργεί ενοποιητικά μέσω τού χρόνου και τής μνήμης.
4. Η σύνθεση ως "δοκίμιο" με ποιητικά μέσα
Το ποίημα μπορεί να ιδωθεί και ως ποιητικό δοκίμιο, μια ελεύθερη αναστοχαστική δομή που:
Ανασυνθέτει τον μύθο
Επαναπλαισιώνει την Ιστορία
Καταγράφει προσωπικά και συλλογικά ίχνη
Ο χ.ν. κουβελης δεν εξιστορεί μόνο ,σχολιάζει μέσα από την ποιητική του διαστρωμάτωση. Η έννοια τής ενότητας λοιπόν δεν είναι αφηγηματική αλλά αισθητική και ιδεολογική. Το κάθε στιγμιότυπο είναι ένα κύτταρο μιας ευρύτερης μνήμης.
5. Ηθική και πολιτική διάσταση – ο "ανώνυμος" ήρωας
Μέσα στο ποιητικό πεδίο, οι μορφές δεν είναι ηρωικές με την παραδοσιακή έννοια. Ο "Θωμάς" που τρελάθηκε, οι αγωνιστές που εγκαταλείφθηκαν, οι κοπέλες με τα καθαρά ρούχα ή τα φρούτα, όλοι είναι μικρά κομμάτια τού τραγικού σώματος τής Ιστορίας. Ακόμη κι ο Διομήδης ,ο Οδυσσέας προσεγγίζονται όχι μυθολογικά αλλά με τρόπο εγκόσμιο, σχεδόν ειρωνικό.
Συμπερασματικά – Η Ενότητα τού Ποιήματος
Παρότι ο αναγνώστης μπορεί αρχικά να δυσκολευτεί να βρει "ενότητα", το ποίημα είναι μια σύνθεση μνήμης, πολιτικής συνείδησης και γλωσσικού παιγνίου. Η "ενότητα" τού έργου προκύπτει:
Μέσα από τη συνύφανση χρόνων (αρχαιότητα, μεσαίωνας, νεότερη και σύγχρονη Ελλάδα)
Μέσα από την εναλλαγή προσωπικού και συλλογικού βλέμματος
Μέσα από τη συνεχή διάρρηξη και αναδόμηση του μύθου
Μέσα από την υπόγεια συνομιλία των ενοτήτων
Ο χ.ν. κουβελης δημιουργεί ένα χρονικό-κολλάζ, όπου ο χρόνος και ο λόγος, ο μύθος και η εμπειρία, παλεύουν για θέση στη μνήμη.
.
.
3
Η κριτική σημειωτική ανάλυση τού ποιήματος «Κριτική στο Χρονικό Ομήρου· Ἰλιάδα ῥαψῳδία Κ', στίχοι 465–481» τού χ.ν.κουβελη προϋποθέτει την κατανόηση τής ιδιαίτερης ποιητικής στρατηγικής τού δημιουργού:
την έντονη διακειμενικότητα, τον σημειωτικό πλουραλισμό, και την ιστορική παλίμψηστη αφήγηση που πλέκει αρχαίο λόγο, νεότερη ελληνική ιστορία και βιωμένη μνήμη σε μια ενιαία ποιητική πρόταση.
1. Σημειωτική Πυκνότητα και Διακειμενικότητα
Το ποίημα δεν είναι απλώς μια αναφορά ή παρέμβαση στην Ιλιάδα· πρόκειται για συρραφή διαφορετικών σημειακών συστημάτων, από την επική ποίηση μέχρι την προφορική μνήμη, την ιστορική αφήγηση και το κοινωνικό τραύμα τού 20ού αιώνα.
Η ομηρική γλώσσα (π.χ. Ὣς ἄρ᾽ ἐφώνησεν…) λειτουργεί ως πρωτοκείμενο-πλέγμα, το σημείο-κλειδί πάνω στο οποίο χαράσσεται η σύγχρονη τραγική εμπειρία.
Τα μυθικά πρόσωπα (Ρήσος, Οδυσσέας, Διομήδης) διαπλέκονται με πραγματικά πρόσωπα τής νεότερης ιστορίας (γυναίκες τής αντίστασης, αγωνιστές τού ΔΣΕ, βασανισθέντες και εκτελεσμένοι).
Ο χώρος και ο χρόνος θρυμματίζονται: η Τροία συναντά τη Ναούσα, ο Ρήσος κοιμάται δίπλα στη γυναίκα με τα κόκκινα κρασιά, και το Λιτόχωρο γίνεται πεδίο μάχης τής διαρκούς Οδύσσειας.
Η σημειωτική αυτή υπερφόρτωση δεν γίνεται για λόγους επίδειξης, αλλά λειτουργεί ποιητικά: δείχνει την επαναληπτικότητα τού πόνου, τής σύγκρουσης και τηςυ ματαίωσης στην ελληνική ιστορία.
2. Πολυσημία και Γλωσσική Υβριδικότητα
Το ποίημα ενσαρκώνει μια υβριδική γλωσσική στρατηγική: αρχαία ελληνικά, δημοτική, ιστορικές φράσεις, τοπωνύμια, παραπομπές σε παπύρους, ημιθρύλους, αστικές ιστορίες.
Η λεκτική πολυσημία (π.χ. «αλφηστης» – "κερδοσκόπος", αλλά και "ζωντανός") και η μεικτή χρονικότητα υπογραμμίζουν την πολυπλοκότητα τής ταυτότητας.
Η χρήση τής λαϊκής και καθομιλουμένης (π.χ. "τι κανεις;" τού φωναξε) δίπλα στον επικό λόγο δεν χαλάει την αισθητική αρμονία, αλλά την ενισχύει.
3. Η Σημειολογία τής Ιστορικής Τραγωδίας
Ο χνκουβελης. φέρνει την ελληνική Ιστορία ως παλίμψηστο πένθους. Από την Ιλιάδα, περνάμε:
στα Δεκεμβριανά και την Αντίσταση·
στην εξορία, βασανιστήρια, αμνηστία·
στην καθημερινότητα τού εμφυλίου και τής καταστροφής τής μεταπολεμικής Ελλάδας.
Οι ηρωικές μορφές τής Ιλιάδας γειώνονται στη νεοελληνική πραγματικότητα — όχι για να συγκριθούν, αλλά για να αποδείξουν την ατέρμονη ανθρώπινη τραγικότητα.
4. Μνήμη, Τελετουργία και Θάνατος
Η νεκρική τελετουργία τού Ρήσου («τὰ ἔντεα… παρὰ πόδας», «Ῥῆσος δ᾽ ἐν μέσῳ εὗδε») αναπαράγεται ως μνημονική τελετουργία τού νεκρού μαχητή τού 1949 στον Γράμμο. Ο θάνατος είναι κοινή μοίρα, αλλά και πολιτικό γεγονός.
Η κοπέλα με το όνομα Δημητρα, η Κορινθιακή Πασιφίλη, ο Θωμάς που τρελάθηκε, είναι σκιές μνήμης, απολιθώματα ενός χρόνου που δεν ενσωματώθηκε ποτέ στο επίσημο αφήγημα.
5. Μεταμοντέρνα Ποίηση ή Ιστορικός Ανθρωπισμός;
Το ποίημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μεταμοντέρνο, λόγω τής ασυνεχούς αφήγησης και τής αποδόμησης τού επικού λόγου.
Ωστόσο, ο στόχος δεν είναι η αποδόμηση, αλλά η ανασύνθεση τού τραύματος,
η αντι-επική αντίληψη τής Ιστορίας, όπου οι ήρωες είναι θνητοί, ανώνυμοι,
και χαμένοι στην ιστορική λήθη.
Συμπεράσματα
Το έργο του χνκουβελη, και ειδικά αυτό το ποίημα:
Επανερμηνεύει τον Όμηρο με όρους πολιτικής και κοινωνικής μνήμης.
Χρησιμοποιεί τη σημειολογική ένταση ως εργαλείο σύνθεσης: κάθε λέξη είναι φορτισμένη, κάθε χρονική μετάβαση αποδομεί τον γραμμικό χρόνο.
Υψώνει ένα λυρικό μνημείο για τους ανώνυμους, τους νικημένους, τους "άσημους" τής Ιστορίας.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ιστορίες τού κ.Κ)
1.ρεαλιστικη μελέτη
και 2.η λειτουργια τών στίχων 465-481 τού πρωτοτύπου
από τον κ.Κ
τού ποιήματος:
Κριτικη στο Χρονικο Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια κ' στιχοι 465-481
-χ.ν.κουβελης
Ὣς ἄρ᾽ ἐφώνησεν, καὶ ἀπὸ ἕθεν ὑψόσ᾽ ἀείρας 465 θῆκεν ἀνὰ μυρίκην·
ρητινοφορες μελισσες κοντα η θαλασσα σε θαμνους μυρικη βρεχει τα ποδια της
με καταπρασινα φυλλα
δέελον δ᾽ ἐπὶ σῆμά τ᾽ ἔθηκε συμμάρψας δόνακας μυρίκης τ᾽ ἐριθηλέας ὄζους,
kai μ'ενα οστρακο κοβει βλαστους
μὴ λάθοι αὖτις ἰόντε θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν.τα νησια γρηγορα κωπηλατουσαν
προς τη δυση,οι γλαροι ακολουθουσαν τὼ δὲ βάτην προτέρω διά τ᾽ ἔντεα καὶ μέλαν αἷμα,
αἶψα δ᾽ ἐπὶ Θρῃκῶν ἀνδρῶν τέλος ἷξον ἰόντες. 470 εστειλε τοτε γυναικες,
η μια με πλυμενα ρουχα,η αλλη φρουτα,η τριτη ζεστο ψωμι και κοκκινο κρασι
Ομηρου Οδυσσεια,ν' 66-,στη Τραχινα ορισθηκε να πληρωσει ο Ηρακλης
μελος του ΔΣΕ απο φανατισμενους πραιτοριανους,μια ομαδα Χ ανοιξε πυρ,
ακολουθησαν τα Δεκεμβριανα,33 ακριβως μερες,οἱ δ᾽ εὗδον καμάτῳ ἀδηκότες,
ητανε κι οι κλεφτες Κερκωπες ο Σιλλος κι ο Τριβαλλος οι απατεωνες
ἔντεα δέ σφιν καλὰ παρ᾽ αὐτοῖσι χθονὶ κέκλιτο εὖ κατὰ κόσμον τριστοιχί· παρὰ
δέ σφιν ἑκάστῳ δίζυγες ἵπποι.τα οπλα παρα ποδας,'τ'αλογα του Ρησου'ακουγεται
μια φωνη τη νυχτα Ῥῆσος δ᾽ ἐν μέσῳ εὗδε, παρ᾽ αὐτῷ δ᾽ ὠκέες ἵπποι
η γυναικα κοιμονταν,τ'αλογα εβοσκαν τ'απογευμα,'τι κανεις;' του φωναξε
'θα ξυπνησει',αδιαφορισε
κανενας δεν ηξερε τ'ονομα της κορης της Ιππολεχους Δημητρας
ἐξ ἐπιδιφριάδος πυμάτης ἱμᾶσι δέδεντο. 475 σ΄ενα παπυρο του 1931 η Κορινθια εταιρα Πασιφιλη καταγραφονταν ως μοναχη στο κοπτικο μοναστηρι Καρπου
και Παπυλου στην Αιγυπτο,
καποιοι το εκριναν ρητορικο γυμνασμα σοφιστου,
η Φιλαινιδα ζουσε τοτε στην Αθηνα Δαιδαλιδων 47 Κατω Πετραλωνα ,Κεκροπιδα,
ο πατερας της ειχε Οινομαγειρειον ,αμοροζα απο διετιας ενος Κροκαλου,κορη του
η Αρπαγη,ερωμενη του Πασωνα του Κυδαθηναιου,το ρημα 'αλφανω' κερδιζω,ηταν
ανδρας αλφηστης,δραστηριος επιχειρηματιας
τὸν δ᾽ Ὀδυσεὺς προπάροιθεν ἰδὼν Διομήδεϊ δεῖξεν·
«οὗτός τοι Διόμηδες ἀνήρ, οὗτοι δέ τοι ἵπποι,
στο γραμμα εφραφε νεα για την Ακκω,τη Σισυμβρυα,τη Μαλθακη,τη Ναννιω,τη Γλυκερα ,
'ο Αλιτυρος εκανε καλαυσιθυρον στην Δαμασανδρα'
οὓς νῶϊν πίφαυσκε Δόλων ὃν ἐπέφνομεν ἡμεῖς.'πουλησε ολα τα χτηματα του στη Σικυωνα'
'πρωι 7 Ιουνιου πηραμε τη διαταγη να προχωρησουμε,ενωπιος ενωπιω πλεον,
ενας απο μας,καποιος Θωμας,τρελλαθηκε,τον παρατησαμε '
συνεληφθει τον Νοεμβριο το 1949,βασανιστηκε και φυλακιστηκε,το 1953 με τα μετρα
αμνηστειας αποφυλακιστηκε
ἀλλ᾽ ἄγε δὴ πρόφερε κρατερὸν μένος· οὐδέ τί σε χρὴ
ἑστάμεναι μέλεον σὺν τεύχεσιν, ἀλλὰ λύ᾽ ἵππους· 480 'στην Ακροκορινθο ειδα τη Μυριανθη'
ενας Εφεσιος τον Μαρτιο του 335 π.Χ πληρωσε το φορο στους Περσες,ενα τετραδραχμο
τής Ιωνιας με αναγλυφο χαρτη της Εφεσου
στη Κυπρο οι Αχαιοι εφτασαν το 2ο μισο της 2ης χιλιετιας π.Χ
αὐτὰρ ἔμ' ἐς Κύπρον ξείνῳ δόσαν ἀντιάσαντι,
Δμήτορι Ἰασίδῃ, ὃς Κύπρου ἶφι ἄνασσεν.
ἔνθεν δὴ νῦν δεῦρο τόδ' ἵκω πήματα πάσχων.
[Ντοκουμεντο,Ομηρου Οδυσσεια ρ',442-444]
μετα το χαλασμο των συντροφων στην Αιγυπτο απ'την ανοησια τους
μ'εδωσαν στον Δμητορα του Ιασου,ισχυρο της Κυπρου βασιλια,
που'ταν φιλος,κι απο'κει τωρα εδω γεματος συμφορες εφτασα
ἠὲ σύ γ᾽ ἄνδρας ἔναιρε, μελήσουσιν δ᾽ ἐμοὶ ἵπποι.»
Λιτοχωρο 31 Μαρτιου Δεσκατη 21 Σεπτεμβριου Ναουσα 30 Σεπτεμβριου 1946
Γραμμος 1949
.
.
1
Το ποίημα αυτό τού χνκουβελη —ένα διακειμενικό κείμενο βαθιά ριζωμένο στον ρεαλισμό— αποτελεί μια συγκλονιστική συνομιλία με το Χρονικό τού Ομήρου, συγκεκριμένα από τη ραψωδία Κ' τής Ιλιάδας (στ. 465-481), σε ένα κράμα ομηρικού λόγου και σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας.
1. Διακειμενικότητα ως ερμηνευτική πράξη
Ο χνκουβελης δεν «παραθέτει» απλώς Όμηρο· συνομιλεί μαζί του. Παίρνει τους στίχους τής ραψωδίας Κ’ (εισβολή Οδυσσέα και Διομήδη στο στρατόπεδο τών Τρώων), και τους διασπά σε ψήγματα εικόνων που διασταυρώνονται με τη νεοελληνική ιστορία —ΔΣΕ, Δεκεμβριανά, εμφύλιος, φυλακίσεις, εξορίες.
Οι ήρωες τού Ομήρου μεταφέρονται σε μια εποχή όπου το κράτος καταστέλλει και η μνήμη λογοκρίνεται.
«στη Τραχινα ορισθηκε να πληρωσει ο Ηρακλης / μελος τού ΔΣΕ»
Ο μύθος μπλέκεται με την ιστορία, κι ο Ηρακλής γίνεται σύμβολο τού διωκόμενου αγωνιστή.
2. Ρεαλισμός με διαβρωτική ποίηση
Ο ρεαλισμός εδώ δεν είναι καθαρός, ούτε εξωραϊσμένος. Είναι ποιητικός, βίαιος, σχεδόν κινηματογραφικός. Ο χνκουβελης εναλλάσσει σκηνές με φυσικά τοπία, ιστορικά τεκμήρια, πολιτική βία και προσωπικές μαρτυρίες:
«‘θα ξυπνήσει’, αδιαφόρισε»
«καποιοι το εκριναν ρητορικο γυμνασμα σοφιστου»
«συνεληφθει τον Νοεμβριο το 1949, βασανιστηκε και φυλακιστηκε»
Η τεχνική του μοιάζει με ντοκουμέντο-ποίημα (documentary poetry): ο λόγος γίνεται αδιάκοπη αφήγηση, σποραδικά διακοπτόμενη από ομηρικά δάνεια.
3. Η μορφή: Κατακερματισμός και αντιηρωισμός
Το ποίημα είναι εσκεμμένα κατακερματισμένο: σαν αρχείο που ξεφυλλίζεται χωρίς λογική σειρά —μυρικές ρίζες, αρχαίοι όζοι, παπύροι, πατριδογνωστικά ονόματα. Ο ήρωας είναι πλέον συλλογικός, ασθενής, χωρίς κλέος.
Τα «όπλα παρα ποδας», τα «άλογα τού Ρήσου» δεν έχουν πια μυθική δύναμη.
Αντί για θριάμβους, έχουμε:
«τον παρατησαμε»
«βασανιστηκε»
«αποφυλακιστηκε»
Η ηρωική βεβαιότητα τού Ομήρου συντρίβεται μέσα στον αμφίσημο μοντερνισμό τού χνκουβελη.
4. Η γλώσσα ως εργαλείο χρονικής σύγχυσης
Η χρήση τής αρχαίας ελληνικής πλάι στην καθομιλουμένη και στην καταγραφή ιστορικών γεγονότων (π.χ. "Λιτοχωρο 31 Μαρτιου", "Γραμμος 1949") δημιουργεί μια χρονική ασάφεια. Ο πόλεμος δεν είναι ιστορικό συμβάν· είναι διαρκές βίωμα. Το παρελθόν και το παρόν συνυπάρχουν χωρίς σαφή όρια.
5. Ο κόσμος τών αφανών
Το έργο είναι, εν τέλει, ένα μνημείο για τους ανώνυμους: τη Φιλαινίδα, την Πασιφίλη, τον Θωμά. Το ομηρικό έπος ήταν τών βασιλιάδων· εδώ, το έπος είναι τών γυναικών, τών ανταρτών, τών εκτελεσμένων, τών λησμονημένων.
Οι ιστορικές σφήνες λειτουργούν σαν επιτύμβια επιγράμματα.
Συμπεράσματα
Ο χνκουβελης δημιουργεί ένα συγκλονιστικό υβρίδιο μεταξύ μνήμης και ποίησης, ανάμεσα στον Όμηρο και τον Γράμμο. Το ποίημα δεν αποδομεί τον Όμηρο —τον επανασημασιοδοτεί, τον μεταφέρει από τη σκηνή τών θεών στη γη τών ανθρώπων. Είναι ένα βαθιά πολιτικό και λογοτεχνικά απαιτητικό έργο, που διατηρεί ανατριχιαστική επικαιρότητα:
Ο πόλεμος συνεχίζεται. Και η ποίηση επίσης.
.
.
2
Η ποιητική σύνθεση τού χνκουβέλη με τίτλο Κριτική στο Χρονικό Ομήρου - Ιλιάδα ραψωδία Κ', στίχοι 465–481 αποτελεί ένα σύνθετο μεταμοντέρνο σχόλιο που λειτουργεί ταυτόχρονα ως:
1. Λογοτεχνική παρωδία / ποιητική συνομιλία με τον Όμηρο
2. Ιστορικό και πολιτικό χρονικό τού 20ού αιώνα
3. Πειραματικό υβρίδιο ανάμεσα σε ποίηση, αφήγηση, ντοκουμέντο και μνήμη
Ας αναλύσουμε ταυτόχρονα την ομηρική βάση (στίχοι 465–481) και πώς αυτή λειτουργεί μέσα στο ποίημα τού χνκουβελη.
Ομηρικό υπόβαθρο – Ιλιάδα, Ραψωδία Κ', στ. 465–481
Οι στίχοι προέρχονται από τη νυκτερινή καταδρομική επιχείρηση τού Οδυσσέα και του Διομήδη στο στρατόπεδο των Τρώων. Έχουν σκοτώσει τον Δόλωνα και τώρα πλησιάζουν το στρατόπεδο τών Θρακών για να σκοτώσουν τον Ρήσο και
να κλέψουν τα περίφημα άλογά του.
Πυρήνας τών στίχων:
Ο Οδυσσέας υψώνει σημάδι (μυρίκη - θάμνος) για να θυμούνται το μέρος.
Σκοτώνουν τους άνδρες τού Ρήσου που κοιμούνται.
Το στρατόπεδο είναι βυθισμένο στη νύχτα και στην ακινησία του ύπνου.
Ο Ρήσος κοιμάται ανάμεσα στα άλογά του.
Ο Οδυσσέας δείχνει τον στόχο στον Διομήδη και του λέει να λύσει τα άλογα.
Παρουσιάζεται ο στόχος: τα άλογα που προφήτευσε ο Δόλων.
Ατμόσφαιρα: νύχτα – θάνατος – ακινησία – δόλος – προδοσία – ήσυχη φρίκη
Πώς λειτουργούν μέσα στο ποίημα τού χνκουβέλη
Ο χνκουβέλης παραθέτει τον ομηρικό πυρήνα με διακοπές, παρεμβολές και ασύνδετες εικόνες από την ελληνική ιστορία, τη λογοτεχνία, τον εμφύλιο, την ποίηση, τον ερωτισμό, την μνήμη. Αυτά τα θραύσματα δεν είναι τυχαία: συνδιαλέγονται υπόγεια με τους ομηρικούς στίχους, προκαλώντας κριτική, αποδόμηση, σύγκριση.
Ανάλυση στίχων 465–481 μέσα στο ποίημα
1. 465-466 – μυρίκη, φύση, σημάδι
«θῆκεν ἀνὰ μυρίκην»
Ο χνκουβέλης προσθέτει:
«ρητινοφορες μελισσες κοντα η θαλασσα σε θαμνους μυρικη...»
Το ηρωικό σημάδι τού Οδυσσέα μετατρέπεται σε οικολογική εικόνα, ειρηνική, σχεδόν αρκαδική. Ο ήρωας δείχνει – ο ποιητής θυμάται.
Αντικατάσταση τού πολεμικού νοήματος με φύση, τρυφερότητα, μνήμη.
2. 468 – "θὼ δὲ βάτην..."
Οι ήρωες προχωρούν προς τον φόνο. Ο χνκουβέλης παρεμβάλλει:
«τα νησια γρηγορα κωπηλατουσαν προς τη δυση...»
Προσθέτει πολιτισμικά σύμβολα τής καθόδου – Δύση = παρακμή
Εμφανίζονται γυναίκες με ρούχα, φρούτα, κρασί – όχι πολεμιστές, αλλά καθημερινότητα.
3. στ. 470 – τέλος Θρῃκῶν
χνκουβέλης: «Ομηρου Οδυσσεια,ν' 66-,στη Τραχινα ορισθηκε να πληρωσει ο Ηρακλης...»
Εισάγει ιστορικά επεισόδια τού Εμφυλίου, δολοφονίες, αντίποινα, συνδέοντας τον μύθο με τη σύγχρονη ελληνική βία.
4. στ. 471–472 – οι στρατιώτες κοιμούνται
«ἔντεα δέ σφιν καλὰ παρ᾽ αὐτοῖσι..."
Ο χνκουβέλης αναφέρεται:
«οι κλεφτες Κερκωπες... απατεωνες...»
Παρωδία ηρωισμού: ο Όμηρος δείχνει τάξη, πειθαρχία· ο ποιητής δείχνει απάτη, διάλυση.
5. στ. 474–475 – οι ίπποι δεμένοι
Ο ποιητής αναφέρεται σε μια εταιρα μοναχή, σε μια Φιλαινίδα, ερωμένες, εμπόρους, λέξεις τής καθημερινότητας.
Ο πόλεμος και οι ήρωες αντικαθίστανται από πρόσωπα της κοινωνικής περιθωριοποίησης.
6. στ. 476–479 – Οδυσσέας δείχνει στον Διομήδη
Εδώ παρεμβάλλονται:
επιστολές
τόποι της Ανατολής (Ακκώ, Σισυμβρυα)
παρακμιακά πρόσωπα
στρατιωτικές εντολές, Εμφύλιος
Ο ήρωας δεν δείχνει στόχο, αλλά κατακερματισμένες μνήμες. Η Ιστορία δεν είναι αφήγηση, είναι τραύμα.
7. στ. 480–481 – "ἄγε δὴ πρόφερε κρατερὸν μένος"
>Αντί ηρωισμού, εμφανίζεται η Μυριανθη στην Ακροκόρινθο.
Ο έρωτας αντί του πολέμου.
Η Κύπρος, ο Δμήτωρ, ο Δόλων, όλα συγχωνεύονται σε μια αφήγηση τραυμάτων, εξορίας, μνήμης.
Συνολική λειτουργία τών στίχων στο ποίημα
Οι ομηρικοί στίχοι δεν είναι απλώς παραπομπή — είναι ο σκελετός πάνω στον οποίο ο χνκουβέλης χτίζει ένα ποιητικό-ιστορικό παλίμψηστο.
Οι λειτουργίες τους:
1. Σύγκρουση παρελθόντος – παρόντος
Η ηρωική πράξη (κλοπή τών ίππων) γίνεται αφορμή για να θυμηθούμε σύγχρονες πράξεις προδοσίας, αντίστασης, τρέλας, ήττας.
2. Αποδόμηση τού ηρωισμού
Οι ήρωες κοιμούνται, οι ίπποι δένονται, αλλά οι σημερινοί άνθρωποι βασανίζονται, διώκονται, ξεχνιούνται.
3. Εγκιβωτισμός τής μνήμης
Η αναφορά στον Όμηρο επιτρέπει στον ποιητή να ενσωματώσει την Ιστορία τού Εμφυλίου, τής Κατοχής, τής εξορίας, τής πατριαρχίας.
4. Μετατροπή τού έπους σε ανθρωπογεωγραφία
Το κείμενο μεταμορφώνεται σε χάρτη ιστορικών τόπων, ανθρώπινων εμπειριών, τοπωνυμίων, γεγονότων.
Συμπερασματικά
Οι στίχοι 465–481 λειτουργούν:
ως παραβολή για τη σύγχρονη βία, λήθη και καταστροφή
ως αντίστιξη ανάμεσα στον "ένδοξο" Όμηρο και το "θραυσματικό" τώρα
ως σκηνή μνήμης, όπου ο πόλεμος μετατρέπεται σε ατομικές αφηγήσεις
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
σε 4 μελέτες το ποίημα:
(ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ)
Διων τού Κλειτια Τυραννος Εν ετει 218 - 210 π.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Εκεινος ο Διων τού Κλειτια,ενας αχρειος,
μας ξεγελασε,ανεβηκε τα αξιωματα,
μαζεψε κολακες,ιδιοτελεις ανθρωπους και
τωρα κυβερνα [τροπος του λεγειν] τη Πολη
οχτω συναπτα ετη.Και τους μαζευει στη Συγκλητο
βγαζει κουφιους λογους,τους γελειοποιει,
κι αυτοι χειροκροτουν τον τυραννο,
συμφωνουν μαζι του [ ας τους κοτουσε να μην
συμφωνισουν].Και τι να κανει το ποπολο,
τι ξερει απο δημοκρατιες και τετοια,να φαει
να μεθυσει το νοιαζει,κι επειτα ας
τα βγαλουν περα αυτοι που'χουν συμφεροντα.
Ομως τον Διωνα τον οργιζει,πολυ τον πειραζει
που ενας Γραφιας,ενας τιποτενιος δηλαδη,
ο Δημητριος,τολμα να μην τον αναφερει
πουθενα στην Ιστορια που γραφει,[σιγα
τον νεο Θουκυδιδη,και την Ιστορια, αλλα ,να,
δεν παυει να'ναι τελοσπαντων καποια
Ιστορια,και να λειπει] αυτος ο γελειωδεστατος
δεν λεει τιποτα γι'Αυτον,ενα Κενο στην Ιστορια.
Α, θα τον κανονισει[κι αν δεν καταλαβαινει
απο απειλες ,δωροδοκιες] θα τον ξεκανει,λιαν
συντομως μαλιστα.Τοσους εχει να το κανουν,
μετα χαρας μαλιστα,ενα νευμα του,μια
ανεπαισθητη κινηση ,και τελειωσε ο Δημητριος
ο Ιστορικος με την Ιστορια του .[ Και το'χει
βεβαιο πως αφου θα γραψουν για τη δολοφονια
του,ειναι φυσει αδυνατον να μην γραψουν
και για τον φονια του],Ετσι σχεδιαζε ο Τυραννος
να τον γραψει η Ιστορια,τι Τυραννος τι Φονιας.
Ομως αλλα του εμελλαν οι Θεοι,καπου κρυφα
στα περιχωρα ,ετοιμαζουν την εξοντωση του,
ο Αρμοδιος και ο Αριστογειτων[τα ψευδωνυμα
των συνομωτων ]
Η ειρωνεια της Ιστοριας ειναι πως ο Δημητριος
για να τιμησει τους Τυραννοκτονους αναγκαστηκε
να γραψει στην Ιστορια του πως τους απαλλαξαν
''απο τον επαισχυντον Τυραννον Διωνα του Κλειτια''
.
.
1
Η κριτική ανάλυση του ποιήματος «(ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ) Διων τού Κλειτια Τυραννος» του χ.ν. κουβελη εστιάζει στον τρόπο με τον οποίο ο ποιητής σχολιάζει τη φύση της εξουσίας, την παραμόρφωση της Ιστορίας και τη σατιρική ειρωνεία της ανθρώπινης φιλοδοξίας.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ – ΣΥΝΟΨΗ
Το ποίημα παρουσιάζει τον Δίωνα τού Κλειτία, έναν φανταστικό (ή συμβολικό) τύραννο που εξουσιάζει την πόλη επί οκτώ έτη (218–210 π.Χ.). Ο Δίων είναι ανίκανος και διεφθαρμένος, έχοντας καταλάβει την εξουσία με δόλο και στηριζόμενος σε κόλακες και συμφεροντολόγους. Ελέγχει τη Σύγκλητο με κενούς λόγους και απειλές και κυβερνά μια πόλη όπου ο λαός είναι παθητικός, αποστασιοποιημένος και ανίκανος να αντιδράσει.
Κεντρικό σημείο αποτελεί η αντίδραση τού Δίωνα στο γεγονός ότι ένας ιστορικός, ο Δημήτριος, τον αγνοεί επιδεικτικά στην Ιστορία που γράφει. Αυτό θεωρείται προσβολή στην ματαιοδοξία τού τυράννου, που τελικά αποφασίζει να δολοφονήσει τον ιστορικό, ελπίζοντας ότι έτσι θα καταγραφεί επιτέλους το όνομά του – έστω ως φονιάς. Το ειρωνικό φινάλε όμως ανατρέπει τα σχέδια του: ο Δημήτριος τελικά γράφει για τον Δίωνα, μα ως "επαίσχυντο τύραννο", όταν αναφέρει την αποκατάσταση της ελευθερίας από τους συνωμότες.
ΘΕΜΑΤΑ – ΝΟΗΜΑΤΑ
1. Εξουσία και Διαφθορά
Ο Δίων είναι το αρχέτυπο τού τυράννου: σφετερίζεται την εξουσία με δόλο, περιβάλλεται από κόλακες, ελέγχει το πολιτικό σύστημα μέσω φόβου και ψευτολογίας. Το ποίημα δείχνει πώς η εξουσία διαφθείρει και οδηγεί σε πολιτικό αυταρχισμό και ηθική κατάπτωση.
2. Ματαιοδοξία και Ιστορία
Το κρίσιμο ζήτημα είναι η επιθυμία τού τυράννου να μείνει στην Ιστορία. Η ματαιοδοξία του είναι τόσο έντονη που δεν τον νοιάζει με ποιον ρόλο θα τον θυμούνται – αρκεί να τον θυμούνται. Αυτή η φιλοδοξία οδηγεί στην ειρωνεία της μοίρας του: η Ιστορία τον θυμάται μόνο ως παράδειγμα προς αποφυγή.
3. Ειρωνεία και Δικαιοσύνη της Ιστορίας
Το ποίημα διαπνέεται από ειρωνεία: ο τυραννοκτόνος τελικά τον καθιστά αθάνατο στην Ιστορία όχι για τα «κατορθώματά» του, αλλά για τη ντροπή που προκάλεσε. Ο ίδιος ο Δημήτριος, που τον αγνοούσε, τελικά αναγκάζεται να τον αναφέρει – ως υβριστικό παράδειγμα. Έτσι, η Ιστορία λειτουργεί σχεδόν σαν ποιητική δικαιοσύνη.
4. Η Απάθεια τού Λαού
Ο ποιητής δεν αγνοεί τη λαϊκή ευθύνη: παρουσιάζει έναν λαό απαθή, που δεν ενδιαφέρεται για τη δημοκρατία, αρκεί να "φάει και να μεθύσει". Αυτός ο κυνισμός είναι βασικό συστατικό της διατήρησης της τυραννίας.
ΥΦΟΣ – ΓΛΩΣΣΑ – ΤΕΧΝΙΚΕΣ
Σαρκαστικός – Ειρωνικός Τόνος: Ιδιαίτερα στον τρόπο που περιγράφεται η "σημασία" του Δίωνα για την Ιστορία. Ο λόγος είναι καυστικός, σχεδόν θεατρικός, θυμίζοντας πεζολογικό μονόλογο.
Αναχρονισμοί: Υπάρχουν εκφράσεις σημερινές όπως "σιγά τον νέο Θουκυδίδη", "το ποπολο", "λιαν συντόμως", που εντείνουν το σατιρικό στοιχείο και φέρνουν το παρελθόν σε διάλογο με το παρόν.
Χρήση Πλασματικών Ονομάτων: Ο "Δίων τού Κλειτία" και ο "Δημήτριος" φαίνεται να είναι συμβολικοί χαρακτήρες – όχι ιστορικά πρόσωπα – και ίσως να παραπέμπουν σε διαχρονικούς τύπους εξουσίας και αντίστασης.
Δομή & Αφήγηση: Η ποιητική αφήγηση είναι σχεδόν πεζογραφική, αλλά ενταγμένη σε ποιητική μορφή, χωρίς στίξη και με συνεχείς παρενθέσεις. Αυτό δημιουργεί ένα ύφος προφορικό, αποκαλυπτικό, κριτικό.
ΣΥΜΒΟΛΙΣΜΟΙ
Δίων τού Κλειτία: Συμβολίζει τον κάθε επίδοξο αυταρχικό ηγέτη που δεν αποζητά την ευημερία του λαού, αλλά τη δική του υστεροφημία.
Δημήτριος: Ο συμβολικός ρόλος τού έντιμου ιστορικού που αρνείται να καταγράψει την εξουσία που δεν αξίζει να αναφερθεί.
Αρμόδιος και Αριστογείτων: Επικαλούνται τους παραδοσιακούς τυραννοκτόνους τής Αρχαίας Αθήνας, προβάλλοντας την αντίσταση και τη λύτρωση.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ – ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΥΠΟΒΑΘΡΟ
Παρά την φαινομενική τοποθέτηση του ποιήματος στον 3ο αιώνα π.Χ., τα θέματα είναι έντονα σύγχρονα: αυταρχικοί ηγέτες, χειραγώγηση θεσμών, απαθής κοινωνία, ψεύτικη υστεροφημία. Ο χ.ν. κουβελης χρησιμοποιεί την "αρχαιότητα" για να μιλήσει για το παρόν – ένα προσφιλές σχήμα σε μοντέρνους ποιητές με πολιτικό λόγο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το ποίημα είναι μια αιχμηρή, ειρωνική αλληγορία για την αυταρχική εξουσία, τη διαστρέβλωση της Ιστορίας και τη δίψα τού ανθρώπου για υστεροφημία, ακόμα κι αν αυτή προκύπτει από την απαξίωση. Ο χ.ν. κουβελης συνδυάζει ποιητική τεχνική, ιστορική φαντασία και πολιτική σάτιρα, δημιουργώντας ένα κείμενο με διαχρονική και επίκαιρη αξία.
.
.
2
Το ποίημα «(ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ) Δίων τού Κλειτια Τυραννος» του χ.ν. κουβελη αποτελεί μια έντονη σάτιρα της εξουσίας και της σχέσης της με την ιστορική μνήμη. Μέσα από ένα υποτιθέμενο ιστορικό περιστατικό –που λειτουργεί ως παραβολή για σύγχρονα πολιτικά φαινόμενα– ο ποιητής ασκεί κριτική στην τυραννία, την πολιτική υποκρισία, και τη χειραγώγηση της ιστορίας από τους ισχυρούς.
ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ
Το ποίημα ξεκινά με την εισαγωγή του κεντρικού προσώπου, του Δίωνα του Κλειτία, ενός «αχρείου» που κατέλαβε την εξουσία μέσω δόλου και διατηρεί την εξουσία του για οκτώ χρόνια με τη βοήθεια κολάκων και συμφεροντολόγων.
Η πλοκή εξελίσσεται με δύο βασικούς άξονες:
1. Η πολιτική κυριαρχία του Δίωνα:
Λόγοι κενοί, γελοιοποίηση της Συγκλήτου, υποκριτικά χειροκροτήματα.
Το «ποπόλο» εμφανίζεται αδιάφορο ή ανήμπορο — η ευθύνη παραμένει στους «έχοντες τα συμφέροντα».
2. Η απέχθεια τού Δίωνα για την ασημαντότητά του στην Ιστορία:
Ένας ασήμαντος ιστορικός, ο Δημήτριος, δεν τον μνημονεύει.
Ο Τύραννος οργίζεται, σχεδιάζει τη δολοφονία του, με την ελπίδα ότι έτσι θα περάσει στην Ιστορία μέσω τού εγκλήματος.
Η ανατροπή έρχεται με την ειρωνική παρέμβαση της Ιστορίας και της Μοίρας:
Οι συνωμότες (με τα «κλασικά» ψευδώνυμα Αρμόδιος και Αριστογείτων) σκοτώνουν τον τύραννο.
Ο Δημήτριος, ειρωνικά, τον μνημονεύει τελικά στην Ιστορία όχι για τα κατορθώματά του, αλλά ως παράδειγμα ντροπής: «τον επαίσχυντον Τύραννον Δίωνα του Κλειτία».
ΘΕΜΑΤΑ – ΝΟΗΜΑΤΑ
1. Η Ιστορία ως Πεδία Εξουσίας
Το ποίημα θίγει την πολιτική διάσταση της ιστοριογραφίας: Ποιος γράφει την ιστορία και γιατί; Ο Δίων, παρά την εξουσία του, δεν μπορεί να επιβληθεί στην ιστορική αφήγηση – αυτό εξοργίζει περισσότερο κι από την απώλεια της ίδιας της εξουσίας.
2. Τυραννία και Υποκρισία
Ο τυραννικός λόγος, η επιφανειακή δημαγωγία, οι κενές υποσχέσεις και η γελοιοποίηση της δημοκρατίας παρουσιάζονται ως διαχρονικές παθογένειες.
3. Η Δικαιοσύνη τής Ιστορίας
Παρά την επιθυμία του να «μπει στην Ιστορία», ο Δίων τελικά καταγράφεται με τον χειρότερο τρόπο. Η Ιστορία δεν ξεχνά – αλλά αναγνωρίζει και κρίνει.
4. Ειρωνεία και Σαρκασμός
Η γραφή τού ποιήματος είναι εμποτισμένη με πικρή ειρωνεία, κυρίως μέσω τών εσωτερικών σχολίων σε αγκύλες. Π.χ.:
«[τροπος του λεγειν]»,
«[σιγα τον νεο Θουκυδιδη…]»,
«[Και το'χει βεβαιο πως…]»
Ο λόγος απομυθοποιεί την εξουσία με χιούμορ και σαρκασμό.
ΥΦΟΣ ΚΑΙ ΓΛΩΣΣΑ
-Καθημερινή, απλή, προφορική γλώσσα, με ύφος σχεδόν πεζολογικό.
-Χρήση παρενθέσεων και αγκυλών για ειρωνικά ή αυτοσαρκαστικά σχόλια.
-Ιδιότυπη ορθογραφία/στιξη, π.χ. απουσία τόνων, χρήση μικρών γραμμάτων σε κύρια ονόματα, δημιουργεί την αίσθηση μιας αποδομημένης, «αντι-ποιητικής» ποίησης.
-Η χρήση ιστορικών αναφορών (Δημητρίου, Θουκυδίδη, Αρμοδίου και Αριστογείτονα) δίνει βάθος και μεταφέρει τη σάτιρα από το μεμονωμένο στο διαχρονικό.
ΔΙΑΤΕΧΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Διακειμενικότητα με την αρχαία ελληνική ιστοριογραφία και την πολιτική σκέψη.
Αναχρονισμός: Ο χρόνος είναι ασαφής (218–210 π.Χ.), αλλά τα θέματα μοιάζουν πολύ σύγχρονα.
Σκηνικό θεάτρου ή μονολόγου: Ο εσωτερικός μονόλογος τού αφηγητή θυμίζει πολιτική σάτιρα αρχαίας κωμωδίας (π.χ. Αριστοφάνη).
ΤΕΛΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Το ποίημα λειτουργεί ως πολιτική αλληγορία και κριτική πράξη, διασώζοντας με δηκτικό χιούμορ τη μνήμη απέναντι στη λήθη που επιδιώκουν οι ισχυροί. Αν και φαινομενικά αναφέρεται σε ένα αρχαίο περιστατικό, το ποίημα μιλά για το σήμερα, όπου τύραννοι, κόλακες και «ποπόλο» επαναλαμβάνουν έναν παλιό φαύλο κύκλο.
Ο χ.ν.κουβελης μέσα από την «αντι-ποιητική» του τεχνική προσφέρει μια οξυδερκή, καυστική αλλά ταυτόχρονα βαθιά πολιτική ανάγνωση τής Ιστορίας και τής εξουσίας.
.
.
3
Το ποίημα «(ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ)Δίων τού Κλειτια Τυραννος» του χνκουβελη αποτελεί μια σύνθετη πολιτική και φιλοσοφική αλληγορία που χρησιμοποιεί ιστορικά συμφραζόμενα για να σχολιάσει διαχρονικές αλήθειες σχετικά με την εξουσία, την ιστορία και τη μνήμη.
Παρακάτω παρουσιάζεται ερμηνευτική μελέτη με ανάλυση κατά στίχους, καθώς και σχολιασμός για το ύφος, τη γλώσσα και τη δομή του ποιήματος.
ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΤΑ ΣΤΙΧΟΥΣ
1. «Εκεινος ο Διων του Κλειτια, ενας αχρειος, μας ξεγελασε…»
Από τον πρώτο στίχο τίθεται ο τόνος: καταγγελτικός, σαρκαστικός.
Ο Δίων είναι ο τυπικός «αχρείος», ένας καιροσκόπος που κατέλαβε την εξουσία με δόλο.
Ο ποιητής εκφράζει την απογοήτευση και την προδοσία του λαού.
2. «μας ξεγελασε… κυβερνα [τροπος του λεγειν]…»
Το «τρόπος του λέγειν» δηλώνει ειρωνεία: δεν κυβερνά πραγματικά, αλλά καταπιέζει.
Η ειρωνεία διατρέχει όλο το ποίημα ως βασικό εκφραστικό εργαλείο.
3. «μαζεψε κολακες… και τωρα κυβερνα…»
Καυτηριάζει την πελατειακή εξουσία, τους κόλακες, τη διαφθορά, την έλλειψη αξ meritocracy.
Η εικόνα θυμίζει σύγχρονες πολιτικές δομές, παρ' όλο που ενδύεται ιστορικό μανδύα.
4. «οχτω συναπτα ετη… κουφιοι λογοι… χειροκροτουν»
Επανάληψη και φθορά: ο τύραννος παραμένει στην εξουσία χρόνια, λέγοντας «κούφια λόγια», ενώ οι άλλοι τον χειροκροτούν μηχανικά, παθητικά.
Σαφής υπαινιγμός στον μαζικό κομφορμισμό και την υποταγή.
5. «να φαει, να μεθυσει το νοιαζει»
Περιγραφή τού λαϊκού αποχαυνωμένου πλήθους (ποπολο): αδιάφορο για τη δημοκρατία, αρκείται στα βασικά.
Ο ποιητής κάνει κοινωνική κριτική, όχι μόνο στον ηγέτη, αλλά και στους υπηκόους του.
6. «ο Δημητριος, τολμα να μην τον αναφερει…»
Ο Δημήτριος ο ιστορικός είναι αντιστασιακος.
Η απόφασή του να παραλείψει τον τύραννο από την Ιστορία είναι πράξη ηθικής εξέγερσης.
7. «Α, θα τον κανονισει… θα τον ξεκανει…»
Η βία τού τυράννου ξεσκεπάζεται. Θέλει να σκοτώσει τον ιστορικό για να τον γράψει η Ιστορία!
Παράλογο και τραγικά ειρωνικό: η αναφορά του στην Ιστορία θα προκύψει μέσω της δολοφονίας.
8. «τι Τυραννος τι Φονιας…»
Η ταύτιση του ρόλου του τυράννου με αυτόν του φονιά εντείνει την ηθική απαξίωση.
Εδώ φαίνεται ο κυνισμός τού εξουσιαστή: η υστεροφημία με κάθε κόστος.
9. «ο Αρμοδιος και ο Αριστογειτων [ψευδωνυμα]…»
Εισάγεται η ελπίδα: η αντίσταση οργανώνεται.
Οι συνωμότες παίρνουν ονόματα ιστορικών τυραννοκτόνων, υπογραμμίζοντας τη σύνδεση παρόντος-παρελθόντος.
10. «αναγκαστηκε να γραψει στην Ιστορια του…»
Ιστορική ειρωνεία: ο Δημήτριος τελικά τον γράφει, αλλά όχι όπως ήθελε ο Δίων.
Ο τύραννος μπαίνει στην Ιστορία ως επαισχυντος, όχι ως μέγας ηγέτης.
Σαρκαστική νέμεσις: ο ίδιος ο ιστορικός του αποδίδει τον υποβιβαστικό χαρακτηρισμό που ήθελε να αποφύγει.
ΥΦΟΣ
Σαρκαστικό, καυστικό, θεατρικό.
Ο ποιητής χρησιμοποιεί αφήγηση σε πεζολογικό ρυθμό, σχεδόν δραματικό μονόλογο.
Χρησιμοποιεί παρενθέσεις για να σχολιάζει ειρωνικά, να υποβαθμίζει ή να υπογραμμίζει σημεία.
Το ύφος είναι συνειδητά απλό, καθημερινό, αλλά ταυτόχρονα βαθιά φιλοσοφικό και πολιτικό.
ΓΛΩΣΣΑ
Η γλώσσα είναι δημοτική, με καθημερινές εκφράσεις, αλλά όχι απλοϊκή.
Υπάρχει έντονη χρήση ειρωνικών παρεμβολών, όπως:
«τροπος του λεγειν»
«σιγα τον νεο Θουκυδιδη»
«λιαν συντομως»
Ο τόνος της γλώσσας ενισχύει το σατιρικό και δραματικό στοιχείο.
ΔΟΜΗ
Η δομή είναι αφηγηματική, ενιαία, χωρίς χωριστές στροφές.
Έχει τη μορφή πεζοποιημένου λόγου, που παραπέμπει σε ιστορική διήγηση ή ακόμα και μονόπρακτο θεάτρου.
Χωρίς ομοιοκαταληξία – στόχος δεν είναι η μελωδικότητα αλλά η ειρωνική αφήγηση και η πολιτική καταγγελία.
ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ
Το ποίημα παρουσιάζει την ειρωνεία τής Ιστορίας και την διαχρονική τυραννία τής εξουσίας που ζητά υστεροφημία, αναγνώριση, υποταγή. Ταυτόχρονα όμως, προβάλλει τη δύναμη τής αντίστασης: είτε μέσω της σιωπής ενός ιστορικού είτε μέσω τής δράσης των «Αρμόδιων» και «Αριστογείτονων».
Ο χνκουβελης αποδομεί την αλαζονεία τής εξουσίας και τη ναρκισσιστική ανάγκη τού τυράννου να μείνει στην Ιστορία, αποκαλύπτοντας πως τελικά η Ιστορία επιλέγει τί και ποιον θα θυμάται – και πώς.
.
.
.
4
Το ποίημα του χ.ν. κουβέλη, «(Κατά κάποιον τρόπο η Ιστορία) Δίων τού Κλειτία Τύραννος», βρίθει ειρωνείας, η οποία λειτουργεί σε πολλά επίπεδα και αποτελεί βασικό εργαλείο κριτικής απέναντι στην εξουσία, την πολιτική υποκρισία, και την "επίσημη" Ιστορία.
Ας δούμε πώς εκδηλώνεται η ειρωνεία στο ποίημα:
1. Ειρωνεία μέσω λεκτικής διατύπωσης
Πολλές φράσεις φαινομενικά παρουσιάζονται ουδέτερες ή περιγραφικές, αλλά στην πραγματικότητα κουβαλούν σαρκασμό:
«τροπος τού λεγειν»: Δηλώνει ότι η "κυβέρνηση" τού Δίωνα είναι απλώς προσχηματική. Στην ουσία, είναι αυταρχική εξουσία, όχι πραγματική διακυβέρνηση.
«σιγα τον νεο Θουκυδιδη»: Ειρωνεύεται αφενός τον ίδιο τον Δημήτριο ως έναν μηδαμινό ιστορικό, αλλά στην πραγματικότητα σαρκάζει τον Δίωνα, που θεωρεί προσβλητικό το ότι ούτε αυτός ο «μηδαμινος» δεν τον αναφέρει.
«Και το'χει βεβαιο πως αφου θα γραψουν για τη δολοφονια του [...] θα γραψουν και για τον φονια του»: Ο Δίων νομίζει πως θα εξασφαλίσει την αθανασία μέσω του εγκλήματος του. Αυτή η κυνική «λογική» αναδεικνύει το γελοίο τής ματαιοδοξίας του.
2. Δραματική ειρωνεία
Ο αναγνώστης γνωρίζει την ειρωνική ανατροπή πριν το μάθει ο ίδιος ο Δίων:
Ο τύραννος πιστεύει ότι μπορεί να ελέγξει τα πάντα, ακόμη και την Ιστορία.
Όμως, οι θεοί (ή καλύτερα, οι συνωμότες) ήδη σχεδιάζουν την εξόντωσή του.
Το αποκορύφωμα της ειρωνείας είναι πως ο Δημήτριος τελικά γράφει για τον Δίωνα, αλλά μόνο ως «επαίσχυντο τύραννο», τον οποίο τίμησαν οι τυραννοκτόνοι με την εξόντωσή του.
3. Ειρωνεία απέναντι στο πλήθος και τη δημοκρατία
«τι να κανει το ποπολο [...] να φαει να μεθυσει το νοιαζει»: Εδώ η ειρωνεία είναι πιο πικρή και κοινωνική. Ο λαός παρουσιάζεται απολιτικός, αδιάφορος, έρμαιο των ισχυρών — και αυτό ειρωνεύεται την υποτιθέμενη δημοκρατική λειτουργία τού κράτους.
4. Ειρωνεία ως πολιτικό σχόλιο
Το ποίημα μπορεί να διαβαστεί και ως πολιτική αλληγορία για τη σύγχρονη πολιτική κατάσταση:
-Τύραννοι που ανεβαίνουν με κόλπα και κολακείες.
-Ιστορικοί που φιμώνονται ή αγνοούνται.
-Κοινωνίες παθητικές ή διαβρωμένες.
-Ματαιόδοξοι ηγέτες που επιδιώκουν υστεροφημία ακόμα και μέσω τού εγκλήματος.
Όλα αυτά θυμίζουν καταστάσεις που δεν περιορίζονται μόνο στην αρχαιότητα.
Συμπέρασμα
Η ειρωνεία στο ποίημα είναι πολύπλευρη: λεκτική, δραματική, πολιτική, ιστορική. Ο χ.ν. κουβέλης τη χρησιμοποιεί για να αποδομήσει τον Δίωνα, να υπονομεύσει την ψευδο-εξουσία του, και να φανερώσει τη ματαιότητα τής τυραννίας. Επίσης, θέτει το παράδοξο της Ιστορίας: Ποιος γράφει την Ιστορία; Και ποιος τελικά μένει στην Ιστορία;
Αυτή η ειρωνεία είναι και η δικαίωση τού Δημητρίου: ο τύραννος έγινε υποσημείωση στο όνομα τών τυραννοκτόνων.
.
.
.



Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου