.
20 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΥ
.
20 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΥ
.
.
.
απο τα '' 20 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΥ ''
.
απο τα '' 20 ΔΙΗΓΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΟΥ ''
.
.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
.
Το καραβι ειχε δεσει σ'ενα λιμανι καπου στην Αφρικη νοτια
για δεκα μερες.Θα ξεφορτωναμε δημητριακα και θα φορτω-
ναμε ξυλεια.Οι ναυτες τις νυχτες ετρεχαν στα μπαρ με τις
γυναικες.Η βιομηχανια ερωτικο-εμπορευμα ηταν καλα ορ-
γανωμενη,το χρημα ο συνδετικος κρικος πελατη και πω-
λητη.Οι γυναικες σε πολλες κατηγοριες διαβαθμινσεων.
Ηλικιας,σωματος,χρωματος,τιμων αγορας,γουστων.
Μια νυχτα,περασμενα μεσανυχτα σ'ενα απο εκεινα τα μπαρ
ενας ναυτης φιλος μου μαχαιρωσε μια μαυρη γυναικα μεσα
στο δωματιο της..Η ατυχη γυναικα πεθανε.Ηρθε η αστυνο-
μια,πεσαμε πανω της να μπερδεψουμε τα γεγονοτα,να την
γλυτωσει ο ναυτης και κατηγορησαμε για ενοχο της δολοφονι-
ας εναν μαυρο σωματεμπορο.Σκοτωσε τη γυναικα επειδη
του εκρυβε χρηματα,πηγαινε κρυφα με πελατες για παρτι
της και δεν υπακουσε.Η αστυνομια πεισθηκε,τον μαυρο
τον ειχε στο ματι,ευκαιρια εψαχνε και τον συνελαβε.
Την αλλη μερα σηκωσαμε αγκυρα και φυγαμε.
Ο καπετανιος ενας θρησκος ;ανθρωπος μας μαζεψε στην
τραπεζαρια και μας ειπε πως ηταν θυμωμενος και δεν συμ-
φωνει μ'αυτα,που κανουμε.Ηταν αμαρτια βαρια να γινονται
τετοια πραγματα,φονος ανθρωπου και ενεχοποιηση αθωου αν-
θρωπου.Ειπε πολλα στο κηρυγμα του,πολλοι κλαιγαμε και
πιο πολυ ο φιλος μου ο ναυτης,ξεσπασε σε λυγμους.
Απο εκεινη την μερα αλλαξε.Φοβονταν πολυ και κλειδω-
νε την πορτα στο καμαρινι του.Επινε πολυ,μεθουσε.Στα
πορτα,που φταναμε και αραζαμε για μερες εμενε στο καρα-
βι,κλεισμενος μεσα,και δεν κατεβαινε στο λιμανι να διασκε-
δασει,οπως εκανε πρωτα.Σ'εμενα δεν ανοιγονταν πια,τωρα
ελεγε λιγες κουβεντες.Τον ρωτουσα τι εχει,απεφευγε να απαν-
τησει.''Δεν ξερω'' ελεγε μονο.
Καποια φορα δυο μερες μετα απο μια τρομερη τρικυμια στη
μεση του ωκεανου,που κινδυνεψαμε να πνιγουμε αρρωστη-
σε βαρια .Το κορμι του ψηνονταν στον πυρετο ολη την νυ-
χτα.Ξενυχτησα διπλα του.Ετρεμε και παραμιλουσε,μολις που
ακουγονταν,ψιθυριστα,ακατανοητα λογια.Φαινεται πως
μεσα στο παραληρημα του κατι τον τρομαξε τιναχτηκε στο
κρεβατι,πεταξε τα σκεπασματα και ουρλιαξε σαν να τον
μαχαιρωναν.Μετα απο εκεινη την κριση ηρεμησε ,ξαπλωσε
στο κρεβατι και κοιμηθηκε.Ο υπνος του ηταν ηρεμος,ησυχος
σαν τον υπνο του θανατου.
Οταν μετα απο ωρες ξυπνησε,δεν ειχε πυρετο,το μετωπο του
ηταν δροσερο.Μου ζητησε νερο,του εδωσα να πιει.Αδειασε
το ποτηρι,μου το εδωσε και μου ειπε:''Το τελειωσα''.Δεν τον
ρωτησα τι εννοουσε,στην κατασταση του δεν ηθελα να τον
κουρασω.
Σιγα -σιγα η υγεια του καλυτερευσε και ανεκτησε τις δυνα-
μεις του.Ομως η συμπεριφορα του συνεχισε να ειναι παραξε-
νη ,τωρα εκανε τα αντιθετα απο πριν.Σε καθε λιμανι κατεβαι-
νε, και γυριζε στα μπαρ μεθυσμενος,εμπλεκε σε καυγαδες προ-
καλωντας τους αλλους πελατες..Χωρις λογο τους εβριζε,κανε-
νας δεν τολμουσε να αντιδρασει,τοσο αγριος ηταν,στο τελος
τα'σπαζε ολα γυρω του.
Εγω με αυτα,που εκανε τον απεφευγα,δεν τον εκανα παρεα
φοβομουνα μην εχω μπερδεματα.Εμοιαζε με αγριο σαρκο-
βορο ζωο,που εψαχνε να βρει την λεια του να την κατα-
σπαραξει.
Ολοι εμεις οι αλλοι ναυτες μετα απο καποιο χρονικο
διαστημα στη θαλασσα ξεμπαρκαραμε και γυριζαμε
στα σπιτια μας στους δικους μας,και μετα παλι ταξιδευ-
αμε με το ιδιο καραβι η' με αλλα καραβια.Εκεινος ποτε
δεν ξεμπαρκαρε,συνεχως ταξιδευε.
Εγω αλλαξα καραβια,και παντα ρωτουσα γι'αυτον.Οι ναυ-
τικοι,που εκαναν μαζι στο ιδιο καραβι μου ελεγαν πως δεν
ειχε αλλαξει καθολου,εκανε τα ιδια.
Η μοιρα το εφερε να βρεθουμε στο ιδιο καραβι μετα απο
πολλα χρονια.Δεν τον αναγνωρισα αμεσως.Ηταν εξαντλη-
μενος απο το ποτο,ειχε γερασει.Αυτος με παρακαλεσε να
βρισκουμε συνεχεια διπλα του,αν γινονταν να μην τον
εγκαταλειψω ουτε για μια στιγμη,σαν να ηθελε εναν μαρ-
τυρα της ζωης του.Εγω ενιωσα αδιαφορια και αποστροφη
και γι'ασυτον και για την ζωη του.
Σ'εκεινο το τελευταιο ταξιδι μας πεσαμε σε μεγαλη τρι-
κυμια.Τα κυματα θεορατα σαν βουνα επεφταν στο καρα-
βι,δυνατος αερας το τρανταζε,και βροχη καταρραχτης πα-
νω μας.Τρεις μερες και τρεις νυχτες σκοτεινες καταστρο-
φης,βροντες και αστραπες,κολαση.Νομισαμε πως ηρθε
το τελος μας,η συντελεια του κοσμου..
Κι εκεινος ο αθλιος μεσα σ'αυτη την αγρια θεομηνια γυρ-
νουσε αναμεσα μας παντα μεθυσμενος αναισθητος για ο-
λα οσα συνεβαιναν γυρω του.
Μετα την τριτη μερα σταματησε ο καιροςτα συννεφα δια-
λυθηκαν,ανοιξε ο ουρανος,ο ανεμος επαψε ,η θαλασσα ηρε-
μησε.Το καραβι ειχε μεγαλες καταστροφες ,ομως καταφε-
ραμε να αραξουμε στο Μπουενος Αιρες της Αργεντινης.
Μια νυχτα ολοι οι ναυτες κατεβηκαμε στο λιμανι να δια-
σκεδασουμε τα βασανα ,που μας ετυχαν.Ολα τα μπαρ γε-
ματα.Στο μπαρ,που βρεθηκα ηταν ναυτικοι και απο αλλα
καραβια,ανακατεμενοι ολοι στο μισοσκοταδο,μεσα στις φω-
νες,στα τραγουδια,στις βρισιες και στα δυνατα γελια των
γυναικων.Βαμενα κοκκινα χειλη,ξανθα,κοκκινα μαλλια,
γυμνες πλατες,η γυμνη σαρκα του λαιμου,μεσα στο εμποριο
των σωματων.
Ξαφνικα ακουστησε μεσα στη νυχτα πανω απο τον θορυβο μια
δυνατη κραυγη,σαν ουρλιαχτο ζωου.Παγωσαμε.Μεσα στο πλη-
θος στην αιθουσα ορμησε μια μαυρη γυναικα,αναμαλλιασμενη,
στα χερια της κρατουσε μαχαιρι.Την αρπαξαν,της πηραν το
.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ
.
Το καραβι ειχε δεσει σ'ενα λιμανι καπου στην Αφρικη νοτια
για δεκα μερες.Θα ξεφορτωναμε δημητριακα και θα φορτω-
ναμε ξυλεια.Οι ναυτες τις νυχτες ετρεχαν στα μπαρ με τις
γυναικες.Η βιομηχανια ερωτικο-εμπορευμα ηταν καλα ορ-
γανωμενη,το χρημα ο συνδετικος κρικος πελατη και πω-
λητη.Οι γυναικες σε πολλες κατηγοριες διαβαθμινσεων.
Ηλικιας,σωματος,χρωματος,τιμων αγορας,γουστων.
Μια νυχτα,περασμενα μεσανυχτα σ'ενα απο εκεινα τα μπαρ
ενας ναυτης φιλος μου μαχαιρωσε μια μαυρη γυναικα μεσα
στο δωματιο της..Η ατυχη γυναικα πεθανε.Ηρθε η αστυνο-
μια,πεσαμε πανω της να μπερδεψουμε τα γεγονοτα,να την
γλυτωσει ο ναυτης και κατηγορησαμε για ενοχο της δολοφονι-
ας εναν μαυρο σωματεμπορο.Σκοτωσε τη γυναικα επειδη
του εκρυβε χρηματα,πηγαινε κρυφα με πελατες για παρτι
της και δεν υπακουσε.Η αστυνομια πεισθηκε,τον μαυρο
τον ειχε στο ματι,ευκαιρια εψαχνε και τον συνελαβε.
Την αλλη μερα σηκωσαμε αγκυρα και φυγαμε.
Ο καπετανιος ενας θρησκος ;ανθρωπος μας μαζεψε στην
τραπεζαρια και μας ειπε πως ηταν θυμωμενος και δεν συμ-
φωνει μ'αυτα,που κανουμε.Ηταν αμαρτια βαρια να γινονται
τετοια πραγματα,φονος ανθρωπου και ενεχοποιηση αθωου αν-
θρωπου.Ειπε πολλα στο κηρυγμα του,πολλοι κλαιγαμε και
πιο πολυ ο φιλος μου ο ναυτης,ξεσπασε σε λυγμους.
Απο εκεινη την μερα αλλαξε.Φοβονταν πολυ και κλειδω-
νε την πορτα στο καμαρινι του.Επινε πολυ,μεθουσε.Στα
πορτα,που φταναμε και αραζαμε για μερες εμενε στο καρα-
βι,κλεισμενος μεσα,και δεν κατεβαινε στο λιμανι να διασκε-
δασει,οπως εκανε πρωτα.Σ'εμενα δεν ανοιγονταν πια,τωρα
ελεγε λιγες κουβεντες.Τον ρωτουσα τι εχει,απεφευγε να απαν-
τησει.''Δεν ξερω'' ελεγε μονο.
Καποια φορα δυο μερες μετα απο μια τρομερη τρικυμια στη
μεση του ωκεανου,που κινδυνεψαμε να πνιγουμε αρρωστη-
σε βαρια .Το κορμι του ψηνονταν στον πυρετο ολη την νυ-
χτα.Ξενυχτησα διπλα του.Ετρεμε και παραμιλουσε,μολις που
ακουγονταν,ψιθυριστα,ακατανοητα λογια.Φαινεται πως
μεσα στο παραληρημα του κατι τον τρομαξε τιναχτηκε στο
κρεβατι,πεταξε τα σκεπασματα και ουρλιαξε σαν να τον
μαχαιρωναν.Μετα απο εκεινη την κριση ηρεμησε ,ξαπλωσε
στο κρεβατι και κοιμηθηκε.Ο υπνος του ηταν ηρεμος,ησυχος
σαν τον υπνο του θανατου.
Οταν μετα απο ωρες ξυπνησε,δεν ειχε πυρετο,το μετωπο του
ηταν δροσερο.Μου ζητησε νερο,του εδωσα να πιει.Αδειασε
το ποτηρι,μου το εδωσε και μου ειπε:''Το τελειωσα''.Δεν τον
ρωτησα τι εννοουσε,στην κατασταση του δεν ηθελα να τον
κουρασω.
Σιγα -σιγα η υγεια του καλυτερευσε και ανεκτησε τις δυνα-
μεις του.Ομως η συμπεριφορα του συνεχισε να ειναι παραξε-
νη ,τωρα εκανε τα αντιθετα απο πριν.Σε καθε λιμανι κατεβαι-
νε, και γυριζε στα μπαρ μεθυσμενος,εμπλεκε σε καυγαδες προ-
καλωντας τους αλλους πελατες..Χωρις λογο τους εβριζε,κανε-
νας δεν τολμουσε να αντιδρασει,τοσο αγριος ηταν,στο τελος
τα'σπαζε ολα γυρω του.
Εγω με αυτα,που εκανε τον απεφευγα,δεν τον εκανα παρεα
φοβομουνα μην εχω μπερδεματα.Εμοιαζε με αγριο σαρκο-
βορο ζωο,που εψαχνε να βρει την λεια του να την κατα-
σπαραξει.
Ολοι εμεις οι αλλοι ναυτες μετα απο καποιο χρονικο
διαστημα στη θαλασσα ξεμπαρκαραμε και γυριζαμε
στα σπιτια μας στους δικους μας,και μετα παλι ταξιδευ-
αμε με το ιδιο καραβι η' με αλλα καραβια.Εκεινος ποτε
δεν ξεμπαρκαρε,συνεχως ταξιδευε.
Εγω αλλαξα καραβια,και παντα ρωτουσα γι'αυτον.Οι ναυ-
τικοι,που εκαναν μαζι στο ιδιο καραβι μου ελεγαν πως δεν
ειχε αλλαξει καθολου,εκανε τα ιδια.
Η μοιρα το εφερε να βρεθουμε στο ιδιο καραβι μετα απο
πολλα χρονια.Δεν τον αναγνωρισα αμεσως.Ηταν εξαντλη-
μενος απο το ποτο,ειχε γερασει.Αυτος με παρακαλεσε να
βρισκουμε συνεχεια διπλα του,αν γινονταν να μην τον
εγκαταλειψω ουτε για μια στιγμη,σαν να ηθελε εναν μαρ-
τυρα της ζωης του.Εγω ενιωσα αδιαφορια και αποστροφη
και γι'ασυτον και για την ζωη του.
Σ'εκεινο το τελευταιο ταξιδι μας πεσαμε σε μεγαλη τρι-
κυμια.Τα κυματα θεορατα σαν βουνα επεφταν στο καρα-
βι,δυνατος αερας το τρανταζε,και βροχη καταρραχτης πα-
νω μας.Τρεις μερες και τρεις νυχτες σκοτεινες καταστρο-
φης,βροντες και αστραπες,κολαση.Νομισαμε πως ηρθε
το τελος μας,η συντελεια του κοσμου..
Κι εκεινος ο αθλιος μεσα σ'αυτη την αγρια θεομηνια γυρ-
νουσε αναμεσα μας παντα μεθυσμενος αναισθητος για ο-
λα οσα συνεβαιναν γυρω του.
Μετα την τριτη μερα σταματησε ο καιροςτα συννεφα δια-
λυθηκαν,ανοιξε ο ουρανος,ο ανεμος επαψε ,η θαλασσα ηρε-
μησε.Το καραβι ειχε μεγαλες καταστροφες ,ομως καταφε-
ραμε να αραξουμε στο Μπουενος Αιρες της Αργεντινης.
Μια νυχτα ολοι οι ναυτες κατεβηκαμε στο λιμανι να δια-
σκεδασουμε τα βασανα ,που μας ετυχαν.Ολα τα μπαρ γε-
ματα.Στο μπαρ,που βρεθηκα ηταν ναυτικοι και απο αλλα
καραβια,ανακατεμενοι ολοι στο μισοσκοταδο,μεσα στις φω-
νες,στα τραγουδια,στις βρισιες και στα δυνατα γελια των
γυναικων.Βαμενα κοκκινα χειλη,ξανθα,κοκκινα μαλλια,
γυμνες πλατες,η γυμνη σαρκα του λαιμου,μεσα στο εμποριο
των σωματων.
Ξαφνικα ακουστησε μεσα στη νυχτα πανω απο τον θορυβο μια
δυνατη κραυγη,σαν ουρλιαχτο ζωου.Παγωσαμε.Μεσα στο πλη-
θος στην αιθουσα ορμησε μια μαυρη γυναικα,αναμαλλιασμενη,
στα χερια της κρατουσε μαχαιρι.Την αρπαξαν,της πηραν το
μαχαιρι και την εσυραν στο δωματιο,απ'το οποιο βγηκε κι α-
κουστηκε η φωνη.
Εκει μεσα στο θαμπο φως αντικρυσαμε πανω στο κρεβατι το
ημιγυμνο σωμα ενος αντρα λευκου,στο μερος της καρδιας
ηταν κοκκινο μαυρο.Τον ειχε μαχαιρωσει η μαυρη γυναικα.
Πλησιασα κοντα κι ειδα τον ανθρωπο.Αναγνωρισα το θυμα,
ηταν ο φιλος μου.Τοτε στο δυνατο φως,που καποιος αναψε
γυρισα και ειδα την μαυρη γυναικα.Την αναγνωρισα,χωρις
την παραμικρη αμφιβολια,ηταν εκεινη η μαυρη γυναικα ,
που ειχε εκεινος ο αθλιος μαχαιρωσει πριν πολλα χρονια
σ'ενα μπαρ σε καποιο λιμανι της Αφρικης νοτια.Το ιδιο
προσωπο,λιγο πιο γερασμενο.
.
.
Εκει μεσα στο θαμπο φως αντικρυσαμε πανω στο κρεβατι το
ημιγυμνο σωμα ενος αντρα λευκου,στο μερος της καρδιας
ηταν κοκκινο μαυρο.Τον ειχε μαχαιρωσει η μαυρη γυναικα.
Πλησιασα κοντα κι ειδα τον ανθρωπο.Αναγνωρισα το θυμα,
ηταν ο φιλος μου.Τοτε στο δυνατο φως,που καποιος αναψε
γυρισα και ειδα την μαυρη γυναικα.Την αναγνωρισα,χωρις
την παραμικρη αμφιβολια,ηταν εκεινη η μαυρη γυναικα ,
που ειχε εκεινος ο αθλιος μαχαιρωσει πριν πολλα χρονια
σ'ενα μπαρ σε καποιο λιμανι της Αφρικης νοτια.Το ιδιο
προσωπο,λιγο πιο γερασμενο.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου