.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΣΑΠΦΩ Ο ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΑΜΑ
-χ.ν.κουβελης
.
το 622 π.Χ η μικρη Σαπφω 8 χρονων τοτε μακρινη
ξαδερφη του Οδυσσεα Ελυτη,πηγαινε στη β' δημο-
τικου,οι γονεις ηταν απο την Ιωνια,ειχαν ερθει
προσφυγες το 1922 απο τη Σμυρνη στη Λεσβο,στη
Μυτιληνη κι εγκατασταθηκαν εκει,στη Βαρεια,
σε μεγαλυτερη ταξη,στην πεμπτη,πηγαινε ο Θεο-
φιλος του Χατζημανουηλ,ενα ονειροπαρμενο παιδι,
αθωο,ολοι του εκαναν πλακα,οταν τον εβλεπαν στο
δρομο τα μεγαλυτερα παιδια εβαζαν τα μικροτερα
να του κανουν καζουρα φωναζοντας εν χορω ρυθμι-
κα:
''Νατος Νατος ο Μεγαλεξανδρος!
Εμπρος ολοι στη Μικρασια
να παρουμε τη Περσια!
Εμπρος Εμπρος!''
φωναζαν κι εξαφανιζονταν,φυσικα το μαθαινε
ο δασκαλος και την αλλη μερα τιμωρουσε τους
υπευθυνους,ορθιοι στον τοιχο στο'να ποδι,
και μια μερα λενε πως πηγε κι ο Θεοφιλος και
καθισε στη τιμωρια,κι οταν ο δασκαλος τον ρω-
τησε γιατι,απαντησε πως κι αυτος εφταιγε που
τον εκανε ετσι ο θεος να τον κοροιδευουν,μισο
ανθρωπο,
απο τοτε τα παιδια δεν τον ξαναπειραξαν,
η Σαπφω πολυ τον συμπαθουσε,τα σπιτια τους ηταν
πολυ κοντα,κι η μανα της η θεια Κλειδα,μια αγια
γυναικα,που ψυχοπονουσε και νοιαζονταν τους φτω-
χους,τους φιλευε ποτε ψωμι,ποτε αλευρι,ποτε φαι
τους εστελνε,γιατι ηταν σε πολυ καλυτερη κατα-
σταση απ'αυτους,
κι εκεινος την συμπαθουσε και την αφηνε να τον
βλεπει να ζωγραφιζει,κανεναν αλλο δεν αφηνε να
τον δει,
ζωγραφιζε ομορφα,την εξοχη γυρω στη Βαρεια,τις
ελιες,τα αρχοντικα,τις βαρκες,και προσωπα εκανε
της μυθολογιας,τον Αχιλλεα,τον Οδυσσεα,τον Ομηρο,
που λεγανε πως ηταν απ'τη Σμυρνη,εκανε και ηρωες
του 1821,τον Κατσαντωνη,τον Καραισκακη κι αλ-
λους,
και μια μερα της ειπε να την ζωγραφισει,και κα-
θισε και την εκανε,της εμοιαζε η εικονα,μονο
που την ειχε παραστησει πολυ μεγαλυτερη στην
ηληκια,κοπελλα 25 χρονων μελαχροινη κι'εγραψεν
στην εικονα:
η ποιητρια Σαπφω απο τη Λεσβο,
τον ρωτησε:γιατι εγραψε ετσι;και της απαντησε:
πως οι ανθρωποι ειναι αδυνατοι να εμποδισουν τα
πραγματα να γινουν,εκεινα που ειναι να γινουν
θα γινουν
κι αυτη,χωρις να ξερει πως εγινε,πηρε ενα
μολυβι και του'γραψε ενα στιχο σ'ενα χαρτι:
παντοδάπαισι μεμειχμένα χροίαισιν,
στην ιδια ταξη με τη Σαπφω ητανε η Ατθιδα,
η Τελεσιππα και η Μεγαρα,μια ταξη παραπανω
ηταν η Αναγορα και η Γογγυλα,στην α'ταξη
ηταν η Γοργω και η Ανδρομεδα,η Μικα ηταν
μικρη δεν πηγαινε σχολειο,ουτε ο Φαων πηγαι-
νε,ενιωθε μια συμπαθεια γι'αυτο παιδι που
δεν μπορουσε να την καταλαβει,
μια μερα ηρθαν στο σπιτι συγενεις του πατερα,
θυμαται ηταν καλοκαιρι,Κυριακη,αρχες Αυγου-
στου,μια πολυ ζεστη μερα,
ηταν απογευμα και δεν ειχε δροσισει ακομα,
τα τζιτζικια στα δεντρα ξεφωνιζαν,οι μεγαλοι
καθησαν στην αυλη κατω απο τη μεγαλη κλημα-
ταρια,
τα παιδια,αυτη,και τις δυο αδερφες της την
Μελπω και την Ελενη,μεγαλυτερες της,και τον
Γιωργο,μικροτερο απ'ολα τ'αδερφια,δεν τ'αφη-
ναν να μπερδευονται στα ποδια και στις κου-
βεντες των μεγαλων,
αυτη,ηταν πολυ περιεργη,πηγε και κρυφτηκε
πισω απ'το φρακτη του κηπου κι απο κει τα
ακουσε και τα ειδε ολα,
ηταν τρεις οι συγγενεις,ενας ανδρας με ευγε-
νικο παρουσιαστικο,μια γυναικα αρχοντικη
ομορφη κι ενας νεαρος,συνεσταλμενο παιδι,
καταλαβε απο τα λογια τους πως ηταν πατερας,
μητερα και γιος,
ακουσε το ονομα του γιου,Οδυσσεας,της φανηκε,
χωρις να ξερει γιατι,πως του ταιριαζε αυτο
το ονομα,κι ηξερε απο το σχολειο δυο μ'αυτο
το ονομα,
τον Οδυσσεα που τις περιπετειες εγραψε ο Ομη-
ρος,και τον Οδυσσεα Αντρουτσο,
καποια στιγμη ακουσε τον νεαρο να λεει:πως
η Ελλαδα περιεχει το μεταφυσικο φως του πραγμα-
τικου ειναι,
δεν καταλαβε τη φραση,τη θεωρησε ομως σπουδαια,
κι επειδη ειχε καλη μνημη την αποτυπωσε και την
κατεγραψε:
''εκεινο το βραδυ οι τρεις συγγενεις μεινανε
σπιτι μας,
τη νυχτα ειχε λαμπρη γεματη σεληνη,αυγουστιατι-
κη πανσεληνο,τ'αστερια γυρω απ'τη σεληνη χαθηκαν
απ'το φως της,
την αλλη μερα φυγανε πολυ πρωι,δεν ειχαμε ακομα
εμεις τα παιδια ξυπνησει,
πηγα στο Θεοφιλο,τον βρηκα στο χωρο,στη παραγ-
κα,που ζωγραφιζε,
ηθελα πολυ να του'πω ποσο σπουδαιους συγγενεις
ειχαμε,να καυχηθω,κρατηθηκα,φοβομουν μην τον
προσβαλω,επειδη εκεινοι ηταν ταπεινοι οικογε-
νεια και δεν ειχαν τετοιους συγγενεις,
καθομουν και κοιτουσα πως ζωγραφιζε,με ποια
σειρα ζωγραφιζε την εικονα του,τι εβαζε πρωτο
τι δευτερο,πως αναλατευε τα χρωματα του,πως
τα τοποθετουσε,πως γινοντανε η εικονα,πως
ζωντανευε,
ειχε αφαιρεθει τοσο απο τη δουλεια του και
μ'ειχε εντελως ξεχασει γιατι καποια στιγμη
φωναξε δυνατα,που τρομαξα,πραγμα παραξενο
γι'αυτον τον ταπεινο ανθρωπο που ηταν συνηθως
λιγομιλητος,
τον ακουσα καθαρα να λεει:''Φως!.Φως!'',
σαν να συνηρθε απο τον ηχο της φωνη του,με αντι-
ληφθηκε,ντραπηκε,κοκκινισε,και συνεχισε σιωπηλα
να ζωγραφιζει,
δεν ξερω πως τα συνδιασα,αλλα εκεινη η κραυγη:
Φως!Φως!
μ'εκανε να θυμηθω τη φραση του νεαρου που ειχα
ακουσει εκεινο το απογευμα στην αυλη του σπιτιου
μου,και να ταυτισω τη σημασια της με την φραση
του Θεοφιλου ,που μολις λιγο πριν ακουσα,
απ'αυτο θαρρεψα κι αποφασισα να του διηγηθω
το περιστατικο,εκεινος ζωγραφιζε κι εγω του
ελεγα,
οταν τελειωσα,χωρις να με κοιταζει και χωρις
να σταματησει τη δουλεια του με ρωτησε να του
περιγραψω τον νεαρο,
τον περιεγραψα οσο πιο λεπτομερειακα μπορουσα
να τον θυμηθω,
οταν τελειωσα την περιγραφη,χαμογελασε,κουνησε
το κεφαλι του και τον ακουσα πολυ καθαρα και
σοβαρα να λεει:
''τον ξερω αυτον τον κυριο ειχε ερθει στη Μυτιλη-
νη στη Βαρεια με καποιον αλλον κυριο,Αντρεα Εμπει-
ρικο,τον ελεγαν αν θυμαμαι καλα,και εδειχναν
μεγαλο ενδιαφερον για τις ζωγραφιες μου,μετα ηρθε
ο κυριος Στρατης,Ελληνας,ζουσε στη Γαλλια,Στρατη
Ελευθεριαδη Τεριαντ τον ελεγαν'',
δεν ξαμαμιλησε μεχρι,που εφυγα,
οταν ξαναπηγα μετα απο καποιες μερες,δεν τον βρη-
κα,
μου ειπανε οι δικοι του πως εφυγε ξαφνικα απο το
νησι,και δεν ηξεραν που πηγε,δεν ειχαν νεα του,
καποιος ειπε πως περασε απεναντι στη στερεα Ελ-
λαδα,στο Βολο στο Πηλιο,αλλος ειπε πως πηγε
στη Μακεδονια,αλλος στην Κρητη κι αλλος ειπε πως
βρησκεται στις Σποραδες,στη Σκιαθο η'στη Σκοπελο,
οπου και να πηγε ας ειναι καλα,
εκεινο το βραδυ τον ονειρευτηκα,ασκητικο και μι-
κρο ταπεινο ανθρωπακι που ητανε ανεβασμενο σε μια
σκαλωσια σ'ενα καφενειο,κι ελεγες θα πεσει να τσα-
κιστει τοσο αδυνατος ηταν,ζωγραφιζε τα οραματα
της ψυχης του,
και τοτε γυρισε προς το μερος μου και με κοιταξε,
κι ηταν γυρω στο κεφαλι του χρυσο φως,σαν φωτοστε-
φανο,και τον ακουσα να μου λεει:
''ανοιξε το στομα σου ,σαν να μεταλαβαινεις'',
κι εγω μαγνητισμενη υπακουσα,ανοιξα το στομα
μου,
και τοτε ειδα ν'ανακατευει χρωματα και να τα
πεταει απαλα προς το ανοιχτο στομα μου,και πριν
φτασουν τα χρωματα στο στομα μου μετατρεπονταν
σε ελληνικες λεξεις,
εβλεπα τα γραμματα,τα φωνηεντα,
τα συμφωνα,τους διφθογγους,συλλαβες,ολοκληρες
λεξεις,προτασεις τελειωμενες,ατελειωτες,η'αποσπα-
σματα και περνουσαν μεσα μου κι ενιωθα μεγαλη
χαρα κι αγαλλιαση,και συνεχιστηκε αυτο ωρα πολυ,
που δεν ξερω να υπολογισω
επειτα οπως ηρθε το ονειρο εφυγε και κοιμηθηκα
ως το πρωι ησυχα,
αυτο που ειδα σε κανεναν δεν το αναφερα,ουτε
στους γονεις μου,ουτε στ'αδερφια μου,ουτε στις
αγαπημενες φιλες μου,παρα μοναχα εδω το κατε-
γραψα σ'αυτο το μικρο σημειωμα''
.
.
ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟ-χ.ν.κουβελης
.
1.η εικονα εφτανε μεχρι τη νησο Σκιαθο νοτια,ακουστηκε
το σφυριγμα του τραινου του ντε Κιρικο,''ο Μεγαλεξανδρος
καβαλικευων εις τον Βουκεφαλαν ορμων εις το πεδιον
της μαχης καταδιωκων τον Κυρον τον βασιλεα της Περσιας'',
2.τον ειδον υψηλα ανεβασμενον εις την σκαλαν,''το κιτρινο
κοντα εις το κοκκινο παιρνει φως,γινεται λαμπεροτερο'',
συμφωνησα σιωπηλα.μεγαν φως
3.η Αρετουσα ητανε μια αρχοντοπουλα της Αθηνας κι ηρθε
σ'αγαπη με τον Ρωτοκριτο και παθανε τα δυο τους πολλα
βασανα ωσοτου να ενωθουν,''να το γραφει ετουτη η φυλλα-
δα κι εχει κι ωραιες ζογραφιες μεσα'',
4.να καθεται ο χωριατης εις το καφενειο ειτε για τον πρωινο
καφε του ειτε τον μεσημεριανο ειτε τον απογευματινο και να
ευχαριστιεται το ματι και η ψυχη του στους τοιχους τους πα-
ραδεισους με τα πουλια τα δεντρα διαφορα μηλιες τα ζωα
εκει μεσα και τα σπιτακια με τις κοκκινες στεγες,ολα αυτα
τα χρωματα σ'ουρανο γη και θαλασσα,σκεφτηκα,αυριο πρωι
θα συναντουσα τον Κιτσο Μακρη στο σπιτι του στο Βολο
στη περιοχη Αναυρου,ειχα μεγαλη την επιθυμια να δω Τους
Τρεις Καπεταναιους Συμφιλιωθεντες και τον Ροβερτο και
την Ιουλια,εργα του Θεοφιλου
5.οταν πηγε να χαθει το Ελληνικο ηρθε στην Ιωλκο και στα
χωρια του Βολου ζωγραφιζε,''στον κυρ Γιαννη Κοντο εκανα
ζογραφιες στη σαλα,τον εκανα και καβαλαρη,καλος ανθρωπος''
6.''μια ζωγραφια μου ηταν ο Περικλης να δινει λογο στους
Αθηναιους πως δαπανησε τα χρηματα για την Ακροπολη'',
εβγαλε να φαγει,ψωμι ,σ'ενα πιατακι μερικες ελιες,τον
ακουγα να τρωγει,και πως γεμισε πληθυνθηκε ο τοπος χωρα-
φια με σταχια καρπισμενα και οι πλαγες ελιες
7.απο λιθογραφιες ταχυδρομικα δελταρια και εικονογραφη-
μενα φυλλαδια ''παιρνω τα σχεδια μου,βαζω τις μπογιες μου
και κανω τις εικονες μου'',υπογραφε Θεοφιλος Χατζημιχαηλ
''το ονομα της μητερας '',μια φορα υπογραψε Θεοφιλος Κε-
φαλας ''το ονομα του πατερα ''
8.''να ,αυτο το ρουχο πρεπει να το κανω ωραιο'',αυριο τις Απο-
κριες θα ντυθουν,η κομπανια με τα παιδια,''εγω θα ειμαι ο Με-
γαλεξανδρος και τα παιδια ο στρατος μου οι Μακεδονες,θα
γυρισουμε στους δρομους και στις πλατειες και στις γειτονιες
στα σπιτια,να δειξουμε το μεγαλειο της πατριδας'',τους εβλε-
παν οι προσφυγες και τα δακρυα τρεχανε στα ματια,''εκανα
στο Ελληνικο Προξενειο της Σμυρνης θυροφυλαξ καβασης,
τοτε ημουνα πολυ νεος'',τωρα η Σμυρνη που ητανε δεν ειναι
9.''ο Λεωνιδας Αντρουτσος ο πατερας του Δυσσεα,λεβεντης'',
κοιταξα την εικονα,''το μηλο κατω απ'τη μηλια''ειπα σιγανα,
ανεμος φυσηξε και μυρισε ριγανι και θυμαρι,το χορταρι ερι-
ξε φτενη τη σκια του ,''η φωνη του ητο ως του λεοντα,αρπαγε
θεορατο βραχο στα χερια του και τον πετουσε περα μακρυα,
τοσην ειχε δυναμη εκεινος ο ανθρωπος για οφελος της πατρι-
δας''
10.''εκει στους τοπους που ζογραφιζα στα μαγαζια μαζευονταν
κοσμος να βλεπει πως εκανα την εικονα'',ελεγαν διαφορα,πολ=
λοι τον πειραζαν,''Θεοφιλε,τα ψωμια οπως τα δειχνεις θα πε-
σουν απο το φτυαρι'',και γελασαν,εκεινος δεν αλλαξε τη ζογρα-
φικη ,ο φουρναρης εδειχνε τα ψωμια,''τα ζωγραφισμενα ψωμια'',
ειπε ο Στρατης Ευστρατιαδης ο Terriade,''δεν πεφτουν,δεν ισχυ-
ουν οι νομοι της βαρυτητας'',εδειξε τα σχηματα τα χρωματα,''
τοτε γιατι να υπαρχει η ζωγραφικη αν αναπαραγει σωστα την
πραγματικοτητα;''
11.να γελασουν,δεν το περιμεναν,τοσα του καναν,''τραβηξε κα-
ποιος τη σκαλα να γελασουμε'',επεσε,το πηρε κατακαρδα,εφυ-
γε απ'τον τοπο εκεινο,''εφυγε,αφησε πισω του τα δεντρα που
φυτεψε τα αγριμια που ζωντανεψε τα πουλια του πετανε οι
ηρωες του ανασαινουν τους χαιρεταμε και μας χαιρετανε,σαν
εμας ειναι'',γυρισε στη Μυτηλινη στη Βαρεια ,''ξαναηρθε'',γε-
ροι που ηταν παιδια τον γνωρισαν,''για ενα πιατο λιγο φαι και
κρασι ζογραφιζει'',εδω ειναι η πραγματικοτητα εκει ειναι το
ονειρο
12.ο Στρατης ο Αντρεας ο Οδυσσεας στη Βαρεια,στο σπιτι του,
''τα τζιτζικια ξεφωνιζουν τον ουρανο'',στη γλωσσα του Ομηρου,
η ελια γερικη λυγιζει το φως,η σκια παιρνει το σχημα ανθρωπι-
νης πατουσας,πιεσε κι ελαφρα βαθυνε το χωμα,''ο Μεγας Πα-
νας ο Ορθιος Φαλλος Δοξα σοι'',πουλι πουλακι πεταξε φωνου-
λα εσκαψε τον αερα,''η Ελλαδα αυτη ειναι'',
αυτος ο ταπεινος ο ελαχιστος ανθρωπος που δεν χορτασε το
ψωμι κι οι ανθρωποι δεν τον καταδεχονταν,που δεν αποστασε
να ζογραφιζει χαθηκε,''ενα φαγητο ''ειπαν ''τον δηλητηριασε'',
τωρα πως εγινε και πλημμυρισε ο κοσμος γυρω του φιλους,
πως ο ταπεινος υψωθησεται
.
.
ΠΕΡΙ ΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟΝ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ ΖΟΓΡΑΦΟΝ
.
''Τοτε εζουσα και ζωγραφιζα στο Πηλιο.Ενας αρ-
χοντας μ'ειχε περικαλεσει να του ζωγραφισω τους
τοιχους.Ο κυρ Γιαννης ητο ευγενικος ανθρωπος
και μου ητανε πολυ συμπαθης.Τον εκανα μια ει-
κονα καββαλαρης σε αλογο ,και μεσα στα δεντρα
μηλιες και τα λουλουδια και τα σπιτια.
Εφτιαξα κι αλλα .Τον Μεγα Αλεξανδρο με περι-
κεφαλαια να παλευει να μερωσει τον Βουκεφαλο.
Αυτο πολυ μου αρεσε .Και γω ντυνομουν Αλεξαν-
νδρος ,εντυνα και πολλα παιδια αρχαιους και
παεναμε στους δρομους.
Τοτε,αλλη φορα, σ'ενα καφενειο ειχα τελειωσει
μια ζωγραφια , ενα μερος στη θαλασσα ειχε και
τα βουνα .Κι ενας ντοπιος ανθρωπος μου'πε πως
ειχα κανει τα καραβια μικρα και τα ζωα μεγαλα,
και τα πουλια με χρωματα που δεν εχουν,και τις
μαργαριτες μεγαλυτερες απ'τα δεντρα,κι αλλα.
Τοτε εκεινοι που ηταν μεσα στο καφενειο γελα-
σαν,εγω δεν ειπα τιποτα ,μαζεψα τα πραγματα
μου και βγηκα εξω.Ειχε νυχτωσει .''
Εικονες πολλες,τον Ρωτοκριτο την Αρετουσα
τον πατερα του ηρωος Δυσσεα .Τα χρωμματα
τα παιρνα και τα βαζα κοντα να λενε την ιστο-
ρια,αν και γραμματα δεν ηξερα μητε πολλα
ουτε λιγα ειχα στο μπαουλο μου φυλλαδες με
ζωγραφιες και με γραμματα .Κι ηθελα να κανω
τον Καραισκακη σαν πρωτο ξαδερφο του Αχιλλε-
α που τα παλια χρονια σκοτωθηκε εξω απ'τους
πυργους της Τροιας ,να μοιαζουν.
Και τον Δυσσεα Αντρουτσο να 'ναι ,να μοια-
ζει στον Οδυσσεα ,αδερφος,τι εμεις οι Ελληνες
μια μαγια ειμαστε,οπως τα λενε οι γραμματι-
σμενοι.
Τα ψωμια οταν τα ξεφουρνιζει ο μαστορας ο
φουρναρης ηθελα να μπορουσα να τα'κανα
ετσι ν'αχνιζουν να τα κοψεις να τα μοιρασεις
στην φαμελια να χορτασει.Αυτο στο μυαλο
μου το ξεσηκωσα απο μια ιστορια που διαβασα.
Ητανε ενας αρχαιος ζωγραφος τοσο αξιος που
στο πανι ζωγραφισε κερασια τοοο αληθινα
που ξεγελαστηκαν τα πουλια και πηγαν να
τα τσιμπησουν.
Και τον Ιασωνα που λενε πως ειναι απο τουτα
τα μερη εκανα ,και τη γυναικα του τη Μηδεια,
και την αδελφη του Μεγαλεξανδρου τη Γοργο-
να μιση ψαρι κι απ'τη μεση κι απανω κοπελλα,
και τον Εχτορα παλικαρι και την Ανδρομαχη
ρουσα,να'χει και το παιδι μωρο στην αγγαλια,
και τη βασιλισσα την Κλειτεμνηστρα τον αν-
δρα της τον βασιλια τον Αγαμεμνονα να
πνιγουν στο λουτρο με τον Αιγισθο,και τις
μικρες μελλισσες στα ανθη ,και τις πεταλουδες
στα κρινα, τα προβατα τα γιδια τ'αλογα το
ψιλο το χορταρακι
''και τωρα πισω στη πατριδα που γεννηθηκα
ηρθε ο μεσιε Στρατης ανθρωπος καλος και
εξυπνος,ηθελε να δει εκεινα που εκανα ,μ'ε-
φερε πανια κολλες χαρτια χρωματα να κα-
τσω κατω να κανω ζωγραφιες.
Και να μην χαλασω το χατηρι σε τετοιο
καλο ανθρωπο του ζωγραφιζω .Και ντρε-
πομαι να τον πω πως τα βραδυα που
πεφτω να ξαποστασω και τωρα στα χρο-
νια που εχω δυσκολα ερχεται ο υπνος
φτιαχνω πολλες ζωγραφιες ,αυτες θελω
να κανω ,μα το ξημερωμα ,χανονται
απ'το νου μου, οπως ο καπνος διαλυονται.''
Εφερε στο σπιτι ανθρωπους γραμματισμε-
νους ποιητες συγγραφεις να με δουνε και
να με ρωτησουν.
Ενας απ'αυτους ειπε πως αυτες οι ζωγραφιες
μου ειναι οι τοποι μας οι ανθρωποι μας
τα ζωα και τα πουλια που πετουν πανω μας
τα δεντρα τα σπιτια μας τα ποταμια η θαλασ-
σα τα παραμυθια τα δικα μας οι ηρωες οι
παλιοι
Εγω σαν εφυγαν εκλεισα τα παραθυρα τη
πορτα κλειστηκα στο σκοταδι καθησα στην
ακρη του κρεβατιου εκλεισα τα ματια κι ειδα
μετα απο λιγο τη μανα μου και τον πατερα
μου σε φωτισμενη ακρογυαλια να με περιμε-
νουν.
.
.
ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΘΕΟΦΙΛΟΥ-χ.ν.κουβεληςι
''αυτος ο ταπεινος και αγαθος που ητον ο Θεοφιλος Κεφαλας Χατζημιχαηλ εκ της μητρος
το επωνυμον'' μου ειπεν ο κυρ Γιαννης Κοντος κτηματιας το επαγγελμα και μυλωνας Ανω-
βολιωτης στην Ανακασια,''με εζογραφισεν εις αλογον ιππευων,ως Αγιον Γεωργιον
η' και Αγιον Δημητριον''εσυνεχισεν τον λογον του ο φιλος προστατης του Θεοφιλου ''και
μιαν αλλην μου εκαμνεν ζογραφικην μετα της συζυγου μου με ανθοστηλην περιτεχνον''
ειπεν και εμειδιασεν υπερηφανως.''θα ελεγον πως το ταμπλω αυτο δηλαδη την ιμαζ την
εκαμνεν εις το στυλ με το οποιον εκαμνεν την σειραν η οποια εικονιζει τους συμπαθεις
αμουρε Αρεθουσα και Ερωτοκριτο.λε κουλερς η mise en scène και λα σανς'' εσχολιασεν
ο μεσιε Στρατης Ελευθεριαδης Τεριαντ γαλιστι.μετιε τεχνοκριτικος εις Παρισιους
αρτ-κριτικ.
Την ημεραν εκεινην κατα την οποιαν καποιος αναιδης και κακοτροπος ετραβηξεν την
σκαλαν και επεσεν κατω ο δυστυχος Θεοφιλος και θα ετσακιζετο τα κοκκαλα του αν
καποιος θεος δεν εβαζεν τη χειρα του να τον εκρατη,τοτε,ελαχιστοι το ηξερουν η' καλυ-
τερον το φανταζονται,πως διακαως ηυχηθη,αν ητον δυνατον και εγινετο,να εγι-
νετο αυθις και να επαρουσιαζετουν ως Μεγαλεξανδρος η' ως Γεωργιος Καραισκακης
η' Δυσσεας Ανδρουτσος η' ως Κωνσταντινος Παλαιολογος ,τους οποιους ολους ειχεν ζογραφισει,ουτως ηθελεν να σωσει την δυστυχην πατριδαν απο τους αρπαγες της και
τους καθε λογης δυναστες της.
Αυτα εσυλογιζετο εις την Βαρεια της Μυτιλινης ο εις το παρελθον Καβασης θυροφυλαξ
εις το Ελληνικον Προξενειον της Σμυρνης Θεοφιλος,εις τον οικισκον του τρωγων ενα
μαγειρεμενον οψαρι πλην ομως ανορεκτως.Εκ των υστερων το ψαρι αυτο τον εδηλητη-
ριασεν και αποθανεν.
Ποσον δηλητηριαζομεν απο των αρχαιοτατων χρονων μεχρι και σημερον αυτην την
ερημον πατριδαν και ουδολως προσεχομεν τον αγαπημενον τοπον μας ουτε νοιαζο-
μαστε το παραμικρον να την ωφελησομεν.
.
.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ,ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΕΙΚΟΝΑ ΒΙΟΥ
.
.
ηταν ενας ξενομεριτης ,οπου δεν τον ηξερε και μας
τον εδειξε,''ποιος ειναι αυτος;φαινεται να μην ειναι
στα καλα του'',
τον κοιταξαμε,γελασαμε,''ειναι ντυμενος μεγαλε-
ξανδρος ετσι ντυνεται καθε αποκρια,και σερνει
και μικρα παιδια μαζι του'',''ειναι λοξος;'',''δεν ειναι,
εχει μονο ευχαριστηση να παριστανει τους ηρωες
τους ελληνες'',μας κοιταξε ,σαν να μην καταλαβε,
''και ποια εργασια κανει αυτος ο σαλος;'',''ζωγραφος
ειναι,και ζωγραφιζει σε σπιτια,οποιος του πει,σε κα-
φενεια,και δεν ζηταει αμοιβη,να του δωσουνε μονο
ενα πιατο φαγι και το κρασι του να πινει'',''και ζωγρα-
φιζει καλα;ειναι τεχνιτης η' κανενας τσαρλατανος;'',
ο τροπος,που ρωτουσε μας δυσαρεστησε,''αν θες να
μαθεις και να'χεις γνωμη να λες μπες σ'εκεινο το
καφενειο,να εκει,να δεις τι ζωγραφισε,να καμεις
τη γνωμη σου,εμεις ειμαστε αγραμματοι και δεν κατε-
χουμε να σου πουμε'',
ετσι του'παμε κι ο ξενομεριτης προθυμος μας ακουσε
και πηγε στο καφενειο,τον ακολουθησαμε κι εμεις εκει,
ειχε δυο ζωγραφιες τελειωμενες ,η μια εδειχνε ενα χορο,
η αλλη ενα ζευγαρι,αρχαιο ,δεν ξεραμε,ο ξενομεριτης
κοιτουσε τις ζωγραφιες,τον ειδαμε σοβαρο,''εχει κανει
πολλες τετοιες;''μας ρωτησε,''παρα πολλες''του απαντη-
σαμε,''ειναι απ'το 97 εδω,εχει κανει και στον κυρ Γιαννη
Κοντο,απ'τα μερη μας εδω στο Πηλιο'',
εκεινη τη στιγμη μπηκε μεσα στο μαγαζι ο Θεοφιλος,ειχε
βγαλει τα ρουχα και τη περικεφαλαια του μεγαλεξανδρου,
ητανε παλι με τη λερη φουστανελα,που παντα φορουσε,
αδυνατος ,δεν ετρωγε καλα,ητανε και το στομαχι του ευ-
παθες,και τον βασανιζε,
''φοβηθηκα μην τις χαλασετε'',ακουστηκε σιγανη τρεμου-
λιαστη η φωνη του,
ο ξενομεριτης τον πλησιασε,''πως σε λενε;'' ,
''Θεοφιλο ,πατηρ μου ειναι ο Γαβριηλ Κεφαλας απο
τη νησον Λεσβον και μητηρ μου η Πηνελοπη του Χατζη-
μιχαηλ,εκαμα και καβασης στο Προξενειο των Ελληνων
στη Σμυρνη'',
το τελευταιο το ειπε με δυνατη φωνη σαν να ητο περηφανος,
'''ειδα τις ζωγραφιες σου,και θελω να μου κανεις μια,τον
Ερωτοκριτο με την Αρετουσα ,του ξερεις;'',''αν τους ξερω;
εχω και τη φυλαδα τους'',ειπε ο ταπεινος ανθρωπος,''τοτε
να ξεκινησεις την εικονα,και να συμφωνησουμε την αμοιβη
σου'',''εγω,φαγι θελω,αν και ψαρια και κρεας'',τα λογια του
ειχανε λαχταρα, ο ξενομεριτης κουνησε το κεφαλι του
''θα εχεις και ψαρια και κρεας,θα δωσω διαταγη να σου
δινουνε,οταν ξανα'ρθω να την εχεις ετοιμη την εικονα,σε
δυο μηνες απο τωρα'',''να τελειωσω πρωτα αυτην την εικο-
να'',εδειξε ο ζωγραφος την ατελειωτη εικονα,''κι επειτα
αρχιζω'',ετσι συμφωνησαν,και βγηκε εξω απο το
μαγαζιον ο ξενομεριτης,ο Θεοφιλος εμεινε στο εσωτε-
ρικο του,τοσο αγαθος και πραος ανθρωπος ητο,καθολου
αλαζονικος,εμεις ακολουθησαμε τον ξενομεριτη,ενας
ο πιο θαραλεος τον ρωτησε,''τι λες για τις εικονες,
ειναι της αρεσκειας σας;'',''αυτον τον ανθρωπο να τον
προσεχετε,σαν τα ματια σας να τον εχετε'',ειπε,κι
εφυγε,
την αλλη μερα ανεβηκε ο Θεοφιλος στη σκαλα να
ζωγραφισει κι ενας απο μας,ως το'χαμε συνηθειο,
να τον κοροιδευομαι,μπηκε κρυφα μεσα στο μαγα-
ζι και κει,που ζωγραφιζε και ητο ξεχασμενος και
δεν τον νοησε του τραβηξε τη σκαλα,κι επεσε ο τα-
λαιπωρος και κακομοιρος ανθρωπος απο το υψος,πως
δεν τσακιστηκε να σκοτωθει,
σηκωθηκε,δεν ειπε τιποτα,ενα λογο ενα παραπονο,παρα
παρατησε τα συνεργα του τις μπογιες και βγηκε εξω ,
περπατησε κουτσενοντας ως την ακρη,απεναντι,της μι-
κρης πλατειας ,κι εστριψε στη γωνια του δρομου,
κι απο τοτε δεν τον ξαναειδαμε,χαθηκε,καποιος ειπε πως
πεθυμισε τη πατριδα του και γυρισε στα μερη του,σαν
εκεινον τον Οδυσσεα,που ιστορουσε ,
σε δυο μηνες ,που θα ξαναρθει ο ξενομεριτης δεν θα
τον βρει εδω,και την εικονα δεν εκανε
.
.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ ΕΛΛΗΝ ΖΩΓΡΑΦΟΣ
Πληρωσε τον κοσμο με απλοικοτητα
ματια προσηλωμενα σε κυκλους οραματων
και σε πρωινα κρυσταλλα η ψυχη του
στις ελιες ερωδιοι λιχνιζουν το εναρμονιο
με γαλαζιους ανεμους
οι ηρωες λιτοδιαιτοι
προσφαγιζουν λογια περιστεριων
περιμενουν τις μηλιες
ν'απογαλακτισουν τα εκλαμπρα
βρεφη των κενταυρων
αραγε γνωριζε τα Μαθηματα της Λογικης
του Σταγειριτη αυτος
ο ξιφηρης υπερμαχος των κρινων
με την πνοη των τοπιων
και πεπλοφορους ανεμους
στυλοβατει ο ελαχιστος νηστευτης
η εικονα/εξοχος κουρος στο καφενειο
με τον Αλεξανδρο του Γιωργη κατα μια εικασια
συνομιλουν Περι της Μορφολογιας των Μυθων
χαμηλοφωνα
πλανης Αθλητης ο Αγιος Χρωματοφορος
καρπος Ελληνων σε φωταυγες παραθυρο
προς τα οραματα
βλεπεις
το σπιτι ρυθμικα αιωρουμενο
σε Ευκλειδιες διαστασεις αχειροποιητο
το μεσημερι ακουστηκε η μουσικη των τζιτζικιων
κατω απ'τις ελιες κι αποκοιμηθηκε
ο ερημοτατος των ανθρωπων
ποια ωραιοτητα στη λευκοτητα /και
πως κτιζεται το φως
στον πενητα δωσαμε ελιες,
δωσαμε ψωμι και κρασι ,
μας αντιγυρισε ο εφυεστατος Λογους Αισθητικης
και πηγαν στον Αλεξανδρο τον παναθλιο
χρωματιστη
εκδυθηκε την προσωπιδα του και
την τοιχογραφισε σ'αυτον
την ιδια ωρα
βγηκαν στο φως κιτρινοι θαμνοι
κι ανθρωποι με πολλες αμαρτιες μετανοησαν
πλανης Αθλητης ο Αγιος Χρωματοφορος
Θεοφιλος Χατζημιχαηλ
Λεσβιος τον τοπον Ελλην
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΣΑΠΦΩ Ο ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΑΜΑ
-χ.ν.κουβελης
.
το 622 π.Χ η μικρη Σαπφω 8 χρονων τοτε μακρινη
ξαδερφη του Οδυσσεα Ελυτη,πηγαινε στη β' δημο-
τικου,οι γονεις ηταν απο την Ιωνια,ειχαν ερθει
προσφυγες το 1922 απο τη Σμυρνη στη Λεσβο,στη
Μυτιληνη κι εγκατασταθηκαν εκει,στη Βαρεια,
σε μεγαλυτερη ταξη,στην πεμπτη,πηγαινε ο Θεο-
φιλος του Χατζημανουηλ,ενα ονειροπαρμενο παιδι,
αθωο,ολοι του εκαναν πλακα,οταν τον εβλεπαν στο
δρομο τα μεγαλυτερα παιδια εβαζαν τα μικροτερα
να του κανουν καζουρα φωναζοντας εν χορω ρυθμι-
κα:
''Νατος Νατος ο Μεγαλεξανδρος!
Εμπρος ολοι στη Μικρασια
να παρουμε τη Περσια!
Εμπρος Εμπρος!''
φωναζαν κι εξαφανιζονταν,φυσικα το μαθαινε
ο δασκαλος και την αλλη μερα τιμωρουσε τους
υπευθυνους,ορθιοι στον τοιχο στο'να ποδι,
και μια μερα λενε πως πηγε κι ο Θεοφιλος και
καθισε στη τιμωρια,κι οταν ο δασκαλος τον ρω-
τησε γιατι,απαντησε πως κι αυτος εφταιγε που
τον εκανε ετσι ο θεος να τον κοροιδευουν,μισο
ανθρωπο,
απο τοτε τα παιδια δεν τον ξαναπειραξαν,
η Σαπφω πολυ τον συμπαθουσε,τα σπιτια τους ηταν
πολυ κοντα,κι η μανα της η θεια Κλειδα,μια αγια
γυναικα,που ψυχοπονουσε και νοιαζονταν τους φτω-
χους,τους φιλευε ποτε ψωμι,ποτε αλευρι,ποτε φαι
τους εστελνε,γιατι ηταν σε πολυ καλυτερη κατα-
σταση απ'αυτους,
κι εκεινος την συμπαθουσε και την αφηνε να τον
βλεπει να ζωγραφιζει,κανεναν αλλο δεν αφηνε να
τον δει,
ζωγραφιζε ομορφα,την εξοχη γυρω στη Βαρεια,τις
ελιες,τα αρχοντικα,τις βαρκες,και προσωπα εκανε
της μυθολογιας,τον Αχιλλεα,τον Οδυσσεα,τον Ομηρο,
που λεγανε πως ηταν απ'τη Σμυρνη,εκανε και ηρωες
του 1821,τον Κατσαντωνη,τον Καραισκακη κι αλ-
λους,
και μια μερα της ειπε να την ζωγραφισει,και κα-
θισε και την εκανε,της εμοιαζε η εικονα,μονο
που την ειχε παραστησει πολυ μεγαλυτερη στην
ηληκια,κοπελλα 25 χρονων μελαχροινη κι'εγραψεν
στην εικονα:
η ποιητρια Σαπφω απο τη Λεσβο,
τον ρωτησε:γιατι εγραψε ετσι;και της απαντησε:
πως οι ανθρωποι ειναι αδυνατοι να εμποδισουν τα
πραγματα να γινουν,εκεινα που ειναι να γινουν
θα γινουν
κι αυτη,χωρις να ξερει πως εγινε,πηρε ενα
μολυβι και του'γραψε ενα στιχο σ'ενα χαρτι:
παντοδάπαισι μεμειχμένα χροίαισιν,
στην ιδια ταξη με τη Σαπφω ητανε η Ατθιδα,
η Τελεσιππα και η Μεγαρα,μια ταξη παραπανω
ηταν η Αναγορα και η Γογγυλα,στην α'ταξη
ηταν η Γοργω και η Ανδρομεδα,η Μικα ηταν
μικρη δεν πηγαινε σχολειο,ουτε ο Φαων πηγαι-
νε,ενιωθε μια συμπαθεια γι'αυτο παιδι που
δεν μπορουσε να την καταλαβει,
μια μερα ηρθαν στο σπιτι συγενεις του πατερα,
θυμαται ηταν καλοκαιρι,Κυριακη,αρχες Αυγου-
στου,μια πολυ ζεστη μερα,
ηταν απογευμα και δεν ειχε δροσισει ακομα,
τα τζιτζικια στα δεντρα ξεφωνιζαν,οι μεγαλοι
καθησαν στην αυλη κατω απο τη μεγαλη κλημα-
ταρια,
τα παιδια,αυτη,και τις δυο αδερφες της την
Μελπω και την Ελενη,μεγαλυτερες της,και τον
Γιωργο,μικροτερο απ'ολα τ'αδερφια,δεν τ'αφη-
ναν να μπερδευονται στα ποδια και στις κου-
βεντες των μεγαλων,
αυτη,ηταν πολυ περιεργη,πηγε και κρυφτηκε
πισω απ'το φρακτη του κηπου κι απο κει τα
ακουσε και τα ειδε ολα,
ηταν τρεις οι συγγενεις,ενας ανδρας με ευγε-
νικο παρουσιαστικο,μια γυναικα αρχοντικη
ομορφη κι ενας νεαρος,συνεσταλμενο παιδι,
καταλαβε απο τα λογια τους πως ηταν πατερας,
μητερα και γιος,
ακουσε το ονομα του γιου,Οδυσσεας,της φανηκε,
χωρις να ξερει γιατι,πως του ταιριαζε αυτο
το ονομα,κι ηξερε απο το σχολειο δυο μ'αυτο
το ονομα,
τον Οδυσσεα που τις περιπετειες εγραψε ο Ομη-
ρος,και τον Οδυσσεα Αντρουτσο,
καποια στιγμη ακουσε τον νεαρο να λεει:πως
η Ελλαδα περιεχει το μεταφυσικο φως του πραγμα-
τικου ειναι,
δεν καταλαβε τη φραση,τη θεωρησε ομως σπουδαια,
κι επειδη ειχε καλη μνημη την αποτυπωσε και την
κατεγραψε:
''εκεινο το βραδυ οι τρεις συγγενεις μεινανε
σπιτι μας,
τη νυχτα ειχε λαμπρη γεματη σεληνη,αυγουστιατι-
κη πανσεληνο,τ'αστερια γυρω απ'τη σεληνη χαθηκαν
απ'το φως της,
την αλλη μερα φυγανε πολυ πρωι,δεν ειχαμε ακομα
εμεις τα παιδια ξυπνησει,
πηγα στο Θεοφιλο,τον βρηκα στο χωρο,στη παραγ-
κα,που ζωγραφιζε,
ηθελα πολυ να του'πω ποσο σπουδαιους συγγενεις
ειχαμε,να καυχηθω,κρατηθηκα,φοβομουν μην τον
προσβαλω,επειδη εκεινοι ηταν ταπεινοι οικογε-
νεια και δεν ειχαν τετοιους συγγενεις,
καθομουν και κοιτουσα πως ζωγραφιζε,με ποια
σειρα ζωγραφιζε την εικονα του,τι εβαζε πρωτο
τι δευτερο,πως αναλατευε τα χρωματα του,πως
τα τοποθετουσε,πως γινοντανε η εικονα,πως
ζωντανευε,
ειχε αφαιρεθει τοσο απο τη δουλεια του και
μ'ειχε εντελως ξεχασει γιατι καποια στιγμη
φωναξε δυνατα,που τρομαξα,πραγμα παραξενο
γι'αυτον τον ταπεινο ανθρωπο που ηταν συνηθως
λιγομιλητος,
τον ακουσα καθαρα να λεει:''Φως!.Φως!'',
σαν να συνηρθε απο τον ηχο της φωνη του,με αντι-
ληφθηκε,ντραπηκε,κοκκινισε,και συνεχισε σιωπηλα
να ζωγραφιζει,
δεν ξερω πως τα συνδιασα,αλλα εκεινη η κραυγη:
Φως!Φως!
μ'εκανε να θυμηθω τη φραση του νεαρου που ειχα
ακουσει εκεινο το απογευμα στην αυλη του σπιτιου
μου,και να ταυτισω τη σημασια της με την φραση
του Θεοφιλου ,που μολις λιγο πριν ακουσα,
απ'αυτο θαρρεψα κι αποφασισα να του διηγηθω
το περιστατικο,εκεινος ζωγραφιζε κι εγω του
ελεγα,
οταν τελειωσα,χωρις να με κοιταζει και χωρις
να σταματησει τη δουλεια του με ρωτησε να του
περιγραψω τον νεαρο,
τον περιεγραψα οσο πιο λεπτομερειακα μπορουσα
να τον θυμηθω,
οταν τελειωσα την περιγραφη,χαμογελασε,κουνησε
το κεφαλι του και τον ακουσα πολυ καθαρα και
σοβαρα να λεει:
''τον ξερω αυτον τον κυριο ειχε ερθει στη Μυτιλη-
νη στη Βαρεια με καποιον αλλον κυριο,Αντρεα Εμπει-
ρικο,τον ελεγαν αν θυμαμαι καλα,και εδειχναν
μεγαλο ενδιαφερον για τις ζωγραφιες μου,μετα ηρθε
ο κυριος Στρατης,Ελληνας,ζουσε στη Γαλλια,Στρατη
Ελευθεριαδη Τεριαντ τον ελεγαν'',
δεν ξαμαμιλησε μεχρι,που εφυγα,
οταν ξαναπηγα μετα απο καποιες μερες,δεν τον βρη-
κα,
μου ειπανε οι δικοι του πως εφυγε ξαφνικα απο το
νησι,και δεν ηξεραν που πηγε,δεν ειχαν νεα του,
καποιος ειπε πως περασε απεναντι στη στερεα Ελ-
λαδα,στο Βολο στο Πηλιο,αλλος ειπε πως πηγε
στη Μακεδονια,αλλος στην Κρητη κι αλλος ειπε πως
βρησκεται στις Σποραδες,στη Σκιαθο η'στη Σκοπελο,
οπου και να πηγε ας ειναι καλα,
εκεινο το βραδυ τον ονειρευτηκα,ασκητικο και μι-
κρο ταπεινο ανθρωπακι που ητανε ανεβασμενο σε μια
σκαλωσια σ'ενα καφενειο,κι ελεγες θα πεσει να τσα-
κιστει τοσο αδυνατος ηταν,ζωγραφιζε τα οραματα
της ψυχης του,
και τοτε γυρισε προς το μερος μου και με κοιταξε,
κι ηταν γυρω στο κεφαλι του χρυσο φως,σαν φωτοστε-
φανο,και τον ακουσα να μου λεει:
''ανοιξε το στομα σου ,σαν να μεταλαβαινεις'',
κι εγω μαγνητισμενη υπακουσα,ανοιξα το στομα
μου,
και τοτε ειδα ν'ανακατευει χρωματα και να τα
πεταει απαλα προς το ανοιχτο στομα μου,και πριν
φτασουν τα χρωματα στο στομα μου μετατρεπονταν
σε ελληνικες λεξεις,
εβλεπα τα γραμματα,τα φωνηεντα,
τα συμφωνα,τους διφθογγους,συλλαβες,ολοκληρες
λεξεις,προτασεις τελειωμενες,ατελειωτες,η'αποσπα-
σματα και περνουσαν μεσα μου κι ενιωθα μεγαλη
χαρα κι αγαλλιαση,και συνεχιστηκε αυτο ωρα πολυ,
που δεν ξερω να υπολογισω
επειτα οπως ηρθε το ονειρο εφυγε και κοιμηθηκα
ως το πρωι ησυχα,
αυτο που ειδα σε κανεναν δεν το αναφερα,ουτε
στους γονεις μου,ουτε στ'αδερφια μου,ουτε στις
αγαπημενες φιλες μου,παρα μοναχα εδω το κατε-
γραψα σ'αυτο το μικρο σημειωμα''
.
.
ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟ-χ.ν.κουβελης
.
1.η εικονα εφτανε μεχρι τη νησο Σκιαθο νοτια,ακουστηκε
το σφυριγμα του τραινου του ντε Κιρικο,''ο Μεγαλεξανδρος
καβαλικευων εις τον Βουκεφαλαν ορμων εις το πεδιον
της μαχης καταδιωκων τον Κυρον τον βασιλεα της Περσιας'',
2.τον ειδον υψηλα ανεβασμενον εις την σκαλαν,''το κιτρινο
κοντα εις το κοκκινο παιρνει φως,γινεται λαμπεροτερο'',
συμφωνησα σιωπηλα.μεγαν φως
3.η Αρετουσα ητανε μια αρχοντοπουλα της Αθηνας κι ηρθε
σ'αγαπη με τον Ρωτοκριτο και παθανε τα δυο τους πολλα
βασανα ωσοτου να ενωθουν,''να το γραφει ετουτη η φυλλα-
δα κι εχει κι ωραιες ζογραφιες μεσα'',
4.να καθεται ο χωριατης εις το καφενειο ειτε για τον πρωινο
καφε του ειτε τον μεσημεριανο ειτε τον απογευματινο και να
ευχαριστιεται το ματι και η ψυχη του στους τοιχους τους πα-
ραδεισους με τα πουλια τα δεντρα διαφορα μηλιες τα ζωα
εκει μεσα και τα σπιτακια με τις κοκκινες στεγες,ολα αυτα
τα χρωματα σ'ουρανο γη και θαλασσα,σκεφτηκα,αυριο πρωι
θα συναντουσα τον Κιτσο Μακρη στο σπιτι του στο Βολο
στη περιοχη Αναυρου,ειχα μεγαλη την επιθυμια να δω Τους
Τρεις Καπεταναιους Συμφιλιωθεντες και τον Ροβερτο και
την Ιουλια,εργα του Θεοφιλου
5.οταν πηγε να χαθει το Ελληνικο ηρθε στην Ιωλκο και στα
χωρια του Βολου ζωγραφιζε,''στον κυρ Γιαννη Κοντο εκανα
ζογραφιες στη σαλα,τον εκανα και καβαλαρη,καλος ανθρωπος''
6.''μια ζωγραφια μου ηταν ο Περικλης να δινει λογο στους
Αθηναιους πως δαπανησε τα χρηματα για την Ακροπολη'',
εβγαλε να φαγει,ψωμι ,σ'ενα πιατακι μερικες ελιες,τον
ακουγα να τρωγει,και πως γεμισε πληθυνθηκε ο τοπος χωρα-
φια με σταχια καρπισμενα και οι πλαγες ελιες
7.απο λιθογραφιες ταχυδρομικα δελταρια και εικονογραφη-
μενα φυλλαδια ''παιρνω τα σχεδια μου,βαζω τις μπογιες μου
και κανω τις εικονες μου'',υπογραφε Θεοφιλος Χατζημιχαηλ
''το ονομα της μητερας '',μια φορα υπογραψε Θεοφιλος Κε-
φαλας ''το ονομα του πατερα ''
8.''να ,αυτο το ρουχο πρεπει να το κανω ωραιο'',αυριο τις Απο-
κριες θα ντυθουν,η κομπανια με τα παιδια,''εγω θα ειμαι ο Με-
γαλεξανδρος και τα παιδια ο στρατος μου οι Μακεδονες,θα
γυρισουμε στους δρομους και στις πλατειες και στις γειτονιες
στα σπιτια,να δειξουμε το μεγαλειο της πατριδας'',τους εβλε-
παν οι προσφυγες και τα δακρυα τρεχανε στα ματια,''εκανα
στο Ελληνικο Προξενειο της Σμυρνης θυροφυλαξ καβασης,
τοτε ημουνα πολυ νεος'',τωρα η Σμυρνη που ητανε δεν ειναι
9.''ο Λεωνιδας Αντρουτσος ο πατερας του Δυσσεα,λεβεντης'',
κοιταξα την εικονα,''το μηλο κατω απ'τη μηλια''ειπα σιγανα,
ανεμος φυσηξε και μυρισε ριγανι και θυμαρι,το χορταρι ερι-
ξε φτενη τη σκια του ,''η φωνη του ητο ως του λεοντα,αρπαγε
θεορατο βραχο στα χερια του και τον πετουσε περα μακρυα,
τοσην ειχε δυναμη εκεινος ο ανθρωπος για οφελος της πατρι-
δας''
10.''εκει στους τοπους που ζογραφιζα στα μαγαζια μαζευονταν
κοσμος να βλεπει πως εκανα την εικονα'',ελεγαν διαφορα,πολ=
λοι τον πειραζαν,''Θεοφιλε,τα ψωμια οπως τα δειχνεις θα πε-
σουν απο το φτυαρι'',και γελασαν,εκεινος δεν αλλαξε τη ζογρα-
φικη ,ο φουρναρης εδειχνε τα ψωμια,''τα ζωγραφισμενα ψωμια'',
ειπε ο Στρατης Ευστρατιαδης ο Terriade,''δεν πεφτουν,δεν ισχυ-
ουν οι νομοι της βαρυτητας'',εδειξε τα σχηματα τα χρωματα,''
τοτε γιατι να υπαρχει η ζωγραφικη αν αναπαραγει σωστα την
πραγματικοτητα;''
11.να γελασουν,δεν το περιμεναν,τοσα του καναν,''τραβηξε κα-
ποιος τη σκαλα να γελασουμε'',επεσε,το πηρε κατακαρδα,εφυ-
γε απ'τον τοπο εκεινο,''εφυγε,αφησε πισω του τα δεντρα που
φυτεψε τα αγριμια που ζωντανεψε τα πουλια του πετανε οι
ηρωες του ανασαινουν τους χαιρεταμε και μας χαιρετανε,σαν
εμας ειναι'',γυρισε στη Μυτηλινη στη Βαρεια ,''ξαναηρθε'',γε-
ροι που ηταν παιδια τον γνωρισαν,''για ενα πιατο λιγο φαι και
κρασι ζογραφιζει'',εδω ειναι η πραγματικοτητα εκει ειναι το
ονειρο
12.ο Στρατης ο Αντρεας ο Οδυσσεας στη Βαρεια,στο σπιτι του,
''τα τζιτζικια ξεφωνιζουν τον ουρανο'',στη γλωσσα του Ομηρου,
η ελια γερικη λυγιζει το φως,η σκια παιρνει το σχημα ανθρωπι-
νης πατουσας,πιεσε κι ελαφρα βαθυνε το χωμα,''ο Μεγας Πα-
νας ο Ορθιος Φαλλος Δοξα σοι'',πουλι πουλακι πεταξε φωνου-
λα εσκαψε τον αερα,''η Ελλαδα αυτη ειναι'',
αυτος ο ταπεινος ο ελαχιστος ανθρωπος που δεν χορτασε το
ψωμι κι οι ανθρωποι δεν τον καταδεχονταν,που δεν αποστασε
να ζογραφιζει χαθηκε,''ενα φαγητο ''ειπαν ''τον δηλητηριασε'',
τωρα πως εγινε και πλημμυρισε ο κοσμος γυρω του φιλους,
πως ο ταπεινος υψωθησεται
.
.
ΠΕΡΙ ΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟΝ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ ΖΟΓΡΑΦΟΝ
.
''Τοτε εζουσα και ζωγραφιζα στο Πηλιο.Ενας αρ-
χοντας μ'ειχε περικαλεσει να του ζωγραφισω τους
τοιχους.Ο κυρ Γιαννης ητο ευγενικος ανθρωπος
και μου ητανε πολυ συμπαθης.Τον εκανα μια ει-
κονα καββαλαρης σε αλογο ,και μεσα στα δεντρα
μηλιες και τα λουλουδια και τα σπιτια.
Εφτιαξα κι αλλα .Τον Μεγα Αλεξανδρο με περι-
κεφαλαια να παλευει να μερωσει τον Βουκεφαλο.
Αυτο πολυ μου αρεσε .Και γω ντυνομουν Αλεξαν-
νδρος ,εντυνα και πολλα παιδια αρχαιους και
παεναμε στους δρομους.
Τοτε,αλλη φορα, σ'ενα καφενειο ειχα τελειωσει
μια ζωγραφια , ενα μερος στη θαλασσα ειχε και
τα βουνα .Κι ενας ντοπιος ανθρωπος μου'πε πως
ειχα κανει τα καραβια μικρα και τα ζωα μεγαλα,
και τα πουλια με χρωματα που δεν εχουν,και τις
μαργαριτες μεγαλυτερες απ'τα δεντρα,κι αλλα.
Τοτε εκεινοι που ηταν μεσα στο καφενειο γελα-
σαν,εγω δεν ειπα τιποτα ,μαζεψα τα πραγματα
μου και βγηκα εξω.Ειχε νυχτωσει .''
Εικονες πολλες,τον Ρωτοκριτο την Αρετουσα
τον πατερα του ηρωος Δυσσεα .Τα χρωμματα
τα παιρνα και τα βαζα κοντα να λενε την ιστο-
ρια,αν και γραμματα δεν ηξερα μητε πολλα
ουτε λιγα ειχα στο μπαουλο μου φυλλαδες με
ζωγραφιες και με γραμματα .Κι ηθελα να κανω
τον Καραισκακη σαν πρωτο ξαδερφο του Αχιλλε-
α που τα παλια χρονια σκοτωθηκε εξω απ'τους
πυργους της Τροιας ,να μοιαζουν.
Και τον Δυσσεα Αντρουτσο να 'ναι ,να μοια-
ζει στον Οδυσσεα ,αδερφος,τι εμεις οι Ελληνες
μια μαγια ειμαστε,οπως τα λενε οι γραμματι-
σμενοι.
Τα ψωμια οταν τα ξεφουρνιζει ο μαστορας ο
φουρναρης ηθελα να μπορουσα να τα'κανα
ετσι ν'αχνιζουν να τα κοψεις να τα μοιρασεις
στην φαμελια να χορτασει.Αυτο στο μυαλο
μου το ξεσηκωσα απο μια ιστορια που διαβασα.
Ητανε ενας αρχαιος ζωγραφος τοσο αξιος που
στο πανι ζωγραφισε κερασια τοοο αληθινα
που ξεγελαστηκαν τα πουλια και πηγαν να
τα τσιμπησουν.
Και τον Ιασωνα που λενε πως ειναι απο τουτα
τα μερη εκανα ,και τη γυναικα του τη Μηδεια,
και την αδελφη του Μεγαλεξανδρου τη Γοργο-
να μιση ψαρι κι απ'τη μεση κι απανω κοπελλα,
και τον Εχτορα παλικαρι και την Ανδρομαχη
ρουσα,να'χει και το παιδι μωρο στην αγγαλια,
και τη βασιλισσα την Κλειτεμνηστρα τον αν-
δρα της τον βασιλια τον Αγαμεμνονα να
πνιγουν στο λουτρο με τον Αιγισθο,και τις
μικρες μελλισσες στα ανθη ,και τις πεταλουδες
στα κρινα, τα προβατα τα γιδια τ'αλογα το
ψιλο το χορταρακι
''και τωρα πισω στη πατριδα που γεννηθηκα
ηρθε ο μεσιε Στρατης ανθρωπος καλος και
εξυπνος,ηθελε να δει εκεινα που εκανα ,μ'ε-
φερε πανια κολλες χαρτια χρωματα να κα-
τσω κατω να κανω ζωγραφιες.
Και να μην χαλασω το χατηρι σε τετοιο
καλο ανθρωπο του ζωγραφιζω .Και ντρε-
πομαι να τον πω πως τα βραδυα που
πεφτω να ξαποστασω και τωρα στα χρο-
νια που εχω δυσκολα ερχεται ο υπνος
φτιαχνω πολλες ζωγραφιες ,αυτες θελω
να κανω ,μα το ξημερωμα ,χανονται
απ'το νου μου, οπως ο καπνος διαλυονται.''
Εφερε στο σπιτι ανθρωπους γραμματισμε-
νους ποιητες συγγραφεις να με δουνε και
να με ρωτησουν.
Ενας απ'αυτους ειπε πως αυτες οι ζωγραφιες
μου ειναι οι τοποι μας οι ανθρωποι μας
τα ζωα και τα πουλια που πετουν πανω μας
τα δεντρα τα σπιτια μας τα ποταμια η θαλασ-
σα τα παραμυθια τα δικα μας οι ηρωες οι
παλιοι
Εγω σαν εφυγαν εκλεισα τα παραθυρα τη
πορτα κλειστηκα στο σκοταδι καθησα στην
ακρη του κρεβατιου εκλεισα τα ματια κι ειδα
μετα απο λιγο τη μανα μου και τον πατερα
μου σε φωτισμενη ακρογυαλια να με περιμε-
νουν.
.
.
ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΘΕΟΦΙΛΟΥ-χ.ν.κουβεληςι
''αυτος ο ταπεινος και αγαθος που ητον ο Θεοφιλος Κεφαλας Χατζημιχαηλ εκ της μητρος
το επωνυμον'' μου ειπεν ο κυρ Γιαννης Κοντος κτηματιας το επαγγελμα και μυλωνας Ανω-
βολιωτης στην Ανακασια,''με εζογραφισεν εις αλογον ιππευων,ως Αγιον Γεωργιον
η' και Αγιον Δημητριον''εσυνεχισεν τον λογον του ο φιλος προστατης του Θεοφιλου ''και
μιαν αλλην μου εκαμνεν ζογραφικην μετα της συζυγου μου με ανθοστηλην περιτεχνον''
ειπεν και εμειδιασεν υπερηφανως.''θα ελεγον πως το ταμπλω αυτο δηλαδη την ιμαζ την
εκαμνεν εις το στυλ με το οποιον εκαμνεν την σειραν η οποια εικονιζει τους συμπαθεις
αμουρε Αρεθουσα και Ερωτοκριτο.λε κουλερς η mise en scène και λα σανς'' εσχολιασεν
ο μεσιε Στρατης Ελευθεριαδης Τεριαντ γαλιστι.μετιε τεχνοκριτικος εις Παρισιους
αρτ-κριτικ.
Την ημεραν εκεινην κατα την οποιαν καποιος αναιδης και κακοτροπος ετραβηξεν την
σκαλαν και επεσεν κατω ο δυστυχος Θεοφιλος και θα ετσακιζετο τα κοκκαλα του αν
καποιος θεος δεν εβαζεν τη χειρα του να τον εκρατη,τοτε,ελαχιστοι το ηξερουν η' καλυ-
τερον το φανταζονται,πως διακαως ηυχηθη,αν ητον δυνατον και εγινετο,να εγι-
νετο αυθις και να επαρουσιαζετουν ως Μεγαλεξανδρος η' ως Γεωργιος Καραισκακης
η' Δυσσεας Ανδρουτσος η' ως Κωνσταντινος Παλαιολογος ,τους οποιους ολους ειχεν ζογραφισει,ουτως ηθελεν να σωσει την δυστυχην πατριδαν απο τους αρπαγες της και
τους καθε λογης δυναστες της.
Αυτα εσυλογιζετο εις την Βαρεια της Μυτιλινης ο εις το παρελθον Καβασης θυροφυλαξ
εις το Ελληνικον Προξενειον της Σμυρνης Θεοφιλος,εις τον οικισκον του τρωγων ενα
μαγειρεμενον οψαρι πλην ομως ανορεκτως.Εκ των υστερων το ψαρι αυτο τον εδηλητη-
ριασεν και αποθανεν.
Ποσον δηλητηριαζομεν απο των αρχαιοτατων χρονων μεχρι και σημερον αυτην την
ερημον πατριδαν και ουδολως προσεχομεν τον αγαπημενον τοπον μας ουτε νοιαζο-
μαστε το παραμικρον να την ωφελησομεν.
.
.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ,ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΕΙΚΟΝΑ ΒΙΟΥ
.
.
ηταν ενας ξενομεριτης ,οπου δεν τον ηξερε και μας
τον εδειξε,''ποιος ειναι αυτος;φαινεται να μην ειναι
στα καλα του'',
τον κοιταξαμε,γελασαμε,''ειναι ντυμενος μεγαλε-
ξανδρος ετσι ντυνεται καθε αποκρια,και σερνει
και μικρα παιδια μαζι του'',''ειναι λοξος;'',''δεν ειναι,
εχει μονο ευχαριστηση να παριστανει τους ηρωες
τους ελληνες'',μας κοιταξε ,σαν να μην καταλαβε,
''και ποια εργασια κανει αυτος ο σαλος;'',''ζωγραφος
ειναι,και ζωγραφιζει σε σπιτια,οποιος του πει,σε κα-
φενεια,και δεν ζηταει αμοιβη,να του δωσουνε μονο
ενα πιατο φαγι και το κρασι του να πινει'',''και ζωγρα-
φιζει καλα;ειναι τεχνιτης η' κανενας τσαρλατανος;'',
ο τροπος,που ρωτουσε μας δυσαρεστησε,''αν θες να
μαθεις και να'χεις γνωμη να λες μπες σ'εκεινο το
καφενειο,να εκει,να δεις τι ζωγραφισε,να καμεις
τη γνωμη σου,εμεις ειμαστε αγραμματοι και δεν κατε-
χουμε να σου πουμε'',
ετσι του'παμε κι ο ξενομεριτης προθυμος μας ακουσε
και πηγε στο καφενειο,τον ακολουθησαμε κι εμεις εκει,
ειχε δυο ζωγραφιες τελειωμενες ,η μια εδειχνε ενα χορο,
η αλλη ενα ζευγαρι,αρχαιο ,δεν ξεραμε,ο ξενομεριτης
κοιτουσε τις ζωγραφιες,τον ειδαμε σοβαρο,''εχει κανει
πολλες τετοιες;''μας ρωτησε,''παρα πολλες''του απαντη-
σαμε,''ειναι απ'το 97 εδω,εχει κανει και στον κυρ Γιαννη
Κοντο,απ'τα μερη μας εδω στο Πηλιο'',
εκεινη τη στιγμη μπηκε μεσα στο μαγαζι ο Θεοφιλος,ειχε
βγαλει τα ρουχα και τη περικεφαλαια του μεγαλεξανδρου,
ητανε παλι με τη λερη φουστανελα,που παντα φορουσε,
αδυνατος ,δεν ετρωγε καλα,ητανε και το στομαχι του ευ-
παθες,και τον βασανιζε,
''φοβηθηκα μην τις χαλασετε'',ακουστηκε σιγανη τρεμου-
λιαστη η φωνη του,
ο ξενομεριτης τον πλησιασε,''πως σε λενε;'' ,
''Θεοφιλο ,πατηρ μου ειναι ο Γαβριηλ Κεφαλας απο
τη νησον Λεσβον και μητηρ μου η Πηνελοπη του Χατζη-
μιχαηλ,εκαμα και καβασης στο Προξενειο των Ελληνων
στη Σμυρνη'',
το τελευταιο το ειπε με δυνατη φωνη σαν να ητο περηφανος,
'''ειδα τις ζωγραφιες σου,και θελω να μου κανεις μια,τον
Ερωτοκριτο με την Αρετουσα ,του ξερεις;'',''αν τους ξερω;
εχω και τη φυλαδα τους'',ειπε ο ταπεινος ανθρωπος,''τοτε
να ξεκινησεις την εικονα,και να συμφωνησουμε την αμοιβη
σου'',''εγω,φαγι θελω,αν και ψαρια και κρεας'',τα λογια του
ειχανε λαχταρα, ο ξενομεριτης κουνησε το κεφαλι του
''θα εχεις και ψαρια και κρεας,θα δωσω διαταγη να σου
δινουνε,οταν ξανα'ρθω να την εχεις ετοιμη την εικονα,σε
δυο μηνες απο τωρα'',''να τελειωσω πρωτα αυτην την εικο-
να'',εδειξε ο ζωγραφος την ατελειωτη εικονα,''κι επειτα
αρχιζω'',ετσι συμφωνησαν,και βγηκε εξω απο το
μαγαζιον ο ξενομεριτης,ο Θεοφιλος εμεινε στο εσωτε-
ρικο του,τοσο αγαθος και πραος ανθρωπος ητο,καθολου
αλαζονικος,εμεις ακολουθησαμε τον ξενομεριτη,ενας
ο πιο θαραλεος τον ρωτησε,''τι λες για τις εικονες,
ειναι της αρεσκειας σας;'',''αυτον τον ανθρωπο να τον
προσεχετε,σαν τα ματια σας να τον εχετε'',ειπε,κι
εφυγε,
την αλλη μερα ανεβηκε ο Θεοφιλος στη σκαλα να
ζωγραφισει κι ενας απο μας,ως το'χαμε συνηθειο,
να τον κοροιδευομαι,μπηκε κρυφα μεσα στο μαγα-
ζι και κει,που ζωγραφιζε και ητο ξεχασμενος και
δεν τον νοησε του τραβηξε τη σκαλα,κι επεσε ο τα-
λαιπωρος και κακομοιρος ανθρωπος απο το υψος,πως
δεν τσακιστηκε να σκοτωθει,
σηκωθηκε,δεν ειπε τιποτα,ενα λογο ενα παραπονο,παρα
παρατησε τα συνεργα του τις μπογιες και βγηκε εξω ,
περπατησε κουτσενοντας ως την ακρη,απεναντι,της μι-
κρης πλατειας ,κι εστριψε στη γωνια του δρομου,
κι απο τοτε δεν τον ξαναειδαμε,χαθηκε,καποιος ειπε πως
πεθυμισε τη πατριδα του και γυρισε στα μερη του,σαν
εκεινον τον Οδυσσεα,που ιστορουσε ,
σε δυο μηνες ,που θα ξαναρθει ο ξενομεριτης δεν θα
τον βρει εδω,και την εικονα δεν εκανε
.
.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ ΕΛΛΗΝ ΖΩΓΡΑΦΟΣ
Πληρωσε τον κοσμο με απλοικοτητα
ματια προσηλωμενα σε κυκλους οραματων
και σε πρωινα κρυσταλλα η ψυχη του
στις ελιες ερωδιοι λιχνιζουν το εναρμονιο
με γαλαζιους ανεμους
οι ηρωες λιτοδιαιτοι
προσφαγιζουν λογια περιστεριων
περιμενουν τις μηλιες
ν'απογαλακτισουν τα εκλαμπρα
βρεφη των κενταυρων
αραγε γνωριζε τα Μαθηματα της Λογικης
του Σταγειριτη αυτος
ο ξιφηρης υπερμαχος των κρινων
με την πνοη των τοπιων
και πεπλοφορους ανεμους
στυλοβατει ο ελαχιστος νηστευτης
η εικονα/εξοχος κουρος στο καφενειο
με τον Αλεξανδρο του Γιωργη κατα μια εικασια
συνομιλουν Περι της Μορφολογιας των Μυθων
χαμηλοφωνα
πλανης Αθλητης ο Αγιος Χρωματοφορος
καρπος Ελληνων σε φωταυγες παραθυρο
προς τα οραματα
βλεπεις
το σπιτι ρυθμικα αιωρουμενο
σε Ευκλειδιες διαστασεις αχειροποιητο
το μεσημερι ακουστηκε η μουσικη των τζιτζικιων
κατω απ'τις ελιες κι αποκοιμηθηκε
ο ερημοτατος των ανθρωπων
ποια ωραιοτητα στη λευκοτητα /και
πως κτιζεται το φως
στον πενητα δωσαμε ελιες,
δωσαμε ψωμι και κρασι ,
μας αντιγυρισε ο εφυεστατος Λογους Αισθητικης
και πηγαν στον Αλεξανδρο τον παναθλιο
χρωματιστη
εκδυθηκε την προσωπιδα του και
την τοιχογραφισε σ'αυτον
την ιδια ωρα
βγηκαν στο φως κιτρινοι θαμνοι
κι ανθρωποι με πολλες αμαρτιες μετανοησαν
πλανης Αθλητης ο Αγιος Χρωματοφορος
Θεοφιλος Χατζημιχαηλ
Λεσβιος τον τοπον Ελλην
.
.
.
Γεια σου Θεοφιλε! Ωραιε σαν Έλληνα! animation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
https://youtu.be/4VUg5jDrBy4
Θεόφιλος Κεφαλας Χατζημιχαήλ ζογραφος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ρώτησε για ένα ζωγράφο,κοιταχτηκαν και γέλασαν,' τον σοβατζη θέλεις;' είπαν,'τον μουρλο θελει','ειναι με τη λιανομαριδα κάτω στη πόλη και παριστάνει το Μεγαλέξανδρο,ντυμένος με περικεφαλαία και φουστανελα'ειπε ένας άλλος,'ακους αρχαίος με φουστανέλα'κι έσκασε στα γέλια,'σαλεμενος είναι,ξενομεριτης,πέρα απ' το Αιγαίο,Μυτηλινιος',τους άφησε,κατέβηκε και
τον είδε,μια εξαίσια οπτασία,ξεσηκωμενη απ'τις ζογραφιες του,ίδιος ο Αλεξαντρος,,η' κι ο
Δυσσέας Ανδρούτσος,και τα παιδιά οι Μακεδόνες ο στρατός του,τα παλικάρια του,έφερε τη
σκέψη του πέρα απ' το Αιγαίο,στην Ιωνία,στη Σμύρνη,στο Γόρδιο,στο Γρανικο,στην Ισσο,στην ένδοξη εκστρατεία μας στην Ανατολή,ως την άκρη της Ιντιας,αυτός ο Θεόφιλος ο φτωχός τω πνεύματι ο Νικηφόρος Ισκαντερ του Ελληνισμού,αυτό ήταν,το κατάλαβε, το νόημα,το σύμβολο
της ταπείνωσης του ως σαλου,το απόγευμα τον είδε ανεβασμένο στη σκάλα να ζωγραφίζει,ετσι ακριβώς σαν ωραίος Έλληνας που ήταν,και κάποιος,σπο μας ενας,γλυστρισε αθόρυβα μέσα στην αίθουσα και του τράβηξε τη σκάλα και τον γκρέμισε,σηκώθηκε,σκουπιστηκε και χωρίς να μας
πει κουβέντα,ούτε παράπονο ούτε χαιρετισμό,έφυγε απ' τα μέρη μας,δεν μας άξιζε απελευθέρωση,
τέτοιοι που είμαστε, κι εκεί στη Βαρεια της Λέσβου πόσο ηθελε να δηλητη-ριαστεί απ'το ψάρι,
καλός άνθρωπος ο Στρατής,αλλά σαν η πατριδα είναι τυφλή τι τον ωφελεί η δόξα στο Παρίσι,
αυτόν τον Οδυσσέα Αντρουτσο Μεγαλεξαντρο
https://youtu.be/4VUg5jDrBy4
Θεόφιλος Κεφαλας Χατζημιχαήλ ζογραφος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ρώτησε για ένα ζωγράφο,κοιταχτηκαν και γέλασαν,' τον σοβατζη θέλεις;' είπαν,'τον μουρλο θελει','ειναι με τη λιανομαριδα κάτω στη πόλη και παριστάνει το Μεγαλέξανδρο,ντυμένος με περικεφαλαία και φουστανελα'ειπε ένας άλλος,'ακους αρχαίος με φουστανέλα'κι έσκασε στα γέλια,'σαλεμενος είναι,ξενομεριτης,πέρα απ' το Αιγαίο,Μυτηλινιος',τους άφησε,κατέβηκε και
τον είδε,μια εξαίσια οπτασία,ξεσηκωμενη απ'τις ζογραφιες του,ίδιος ο Αλεξαντρος,,η' κι ο
Δυσσέας Ανδρούτσος,και τα παιδιά οι Μακεδόνες ο στρατός του,τα παλικάρια του,έφερε τη
σκέψη του πέρα απ' το Αιγαίο,στην Ιωνία,στη Σμύρνη,στο Γόρδιο,στο Γρανικο,στην Ισσο,στην ένδοξη εκστρατεία μας στην Ανατολή,ως την άκρη της Ιντιας,αυτός ο Θεόφιλος ο φτωχός τω πνεύματι ο Νικηφόρος Ισκαντερ του Ελληνισμού,αυτό ήταν,το κατάλαβε, το νόημα,το σύμβολο
της ταπείνωσης του ως σαλου,το απόγευμα τον είδε ανεβασμένο στη σκάλα να ζωγραφίζει,ετσι ακριβώς σαν ωραίος Έλληνας που ήταν,και κάποιος,σπο μας ενας,γλυστρισε αθόρυβα μέσα στην αίθουσα και του τράβηξε τη σκάλα και τον γκρέμισε,σηκώθηκε,σκουπιστηκε και χωρίς να μας
πει κουβέντα,ούτε παράπονο ούτε χαιρετισμό,έφυγε απ' τα μέρη μας,δεν μας άξιζε απελευθέρωση,
τέτοιοι που είμαστε, κι εκεί στη Βαρεια της Λέσβου πόσο ηθελε να δηλητη-ριαστεί απ'το ψάρι,
καλός άνθρωπος ο Στρατής,αλλά σαν η πατριδα είναι τυφλή τι τον ωφελεί η δόξα στο Παρίσι,
αυτόν τον Οδυσσέα Αντρουτσο Μεγαλεξαντρο
.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου