.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΜΗΔΕΙΑ ,ΠΡΙΝ ΤΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Μηδεια και Ιασωνας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΜΗΔΕΙΑ ,ΠΡΙΝ ΤΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-χ.ν.κουβελης
απο το μπαλκονι του σπιτιου της ειχε θεα στην Ακροπολη.αυτο το εκπληκτικο
φως της Αττικης.τρυπωνε στο εσωτερικο.σερνονταν στο πατωμα,ανεβαινε στις
καρεκλες.στοιβαζονταν στα τραπεζι.καρφιτσωνονταν στο κρυσταλλο του καθρε-
φτη.εκει στο βαθος που ηταν τα μαλλια της.ακουσε διαπεραστικη τη σειρηνα
της πυροσβεστικης η' ενος περιπολικου της αστυνομιας.η ακουη της ακολουθη-
σε τον επαναλαμβανομενο ηχο που απομακρυνομενος μειωθηκε κι εξαφανισθηκε.
διαλυθηκε μεσα στη ζωντανη τεραστια πολη.στο τραπεζι τα δυο εισητηρια για
το Ηρωδειο αποψε το βραδυ.στο σεικερ ανακατεψε ενα κοκτειλ.πορτοκαλι μηλο
ανανας ,δυο τρεις στογονες βοτκα και παγακια.δροσιστηκε.φορεσε το μαυρο
φορεμα που της πηγαινε,μαυρα παπουτσια με τακουνι.κοιταχτηκε στο καθρεφτη.
η κοκεταρια της αιωνιας γυναικας,σκεφτηκε και χαμογελασε.αμεσως μετα σοβα-
ρευτηκε.καθισε μπροστα στον καθρεφτη,χτενισε τα μαλλια της,εβαψε προσεχτι-
κα τα χειλη της κοκκινα.ακουσε το καναρινι στο μπαλκονι.σαν να κοιμονταν και
να ξυπνησε.βγηκε εξω και του εβαλε τροφη και νερο.εκεινο στην αρχη φοβηθηκε
τη παρουσια της και μαζευτηκε,υστερα ξεθαρρεψε κι αρχισε το κελαηδημα.ειδε
τη πολη μεσα στη φωτεινη αχλυ της διαλυμενη.γυρισε στο βαθος του καθρεφτη.
ειδε τα πρασινα λιβαδια και τις αμμουδερες παραλιες της πατριδας της,κατω απ'
τον χρυσο ηλιο ,εκλεισε τα ματια,ακουσε τις φωνες του πατερα και της μανας της,
κατι της φωναζαν δεν ξεχωριζε τι λεγανε,σαν καποια ισχυρη δυναμη να την αρπαζε
σφιχτα και να την απομακρυνε,σ'εκεινη τη θαλασσα τα ψαρια ειχαν ανεβει στην
επιφανεια της και το'να ετρωγε τ'αλλο,και στ'αλλα που διαπραχτηκαν δεν ηξε-
ρε τι εκανε,αυτο την τραβουσε ανελεητα,δεν μπορουσε,και δεν ηθελε να του
αντισταθει,εκουσια ολα εγιναν,τι σημασια εχει αν μετανοιωσε,εγιναν και δεν αλ-
λαζουν,τα παιδια της ηταν πολυ ομορφα,ποσο αγαπουσε τη φωνουλα της μικρης,
και τη ζωηραδα τ'αγοριου της,σαν να'χαν παρει απ'τις δυο φυσεις της,την τρυφε-
ροτητα και την αγριαδα,ανοιξε τα ματια,αργησε να συνελθει ,της φανηκε πολυ πα-
ραξενο να βρισκεται σ'αυτον τον τοπο και να υπαρχει,σ'αυτο το δωματιο,σ'αυτη
τη πολη,αυτη και η μνημη της ολοκληρη,σκληρη σαν ατσαλι και πικρη,στον αντρα
της τα ειπε ολα,τιποτα δεν του εκρυψε,και στις ερωτησεις του απαντησε με ειλι-
κρινεια,αλλοτε εννοιωθε απεραντη ανακουφιση κι αλλοτε τρομερη στεναχωρια,
εκεινος την αγαπουσε και της συμπαρασταθηκε,μονολογουσε ακατασχετα χωρις
νοημα,ειχε ισχυρες εκρηξεις εσπαγε οτι βρισκονταν μπροστα της,τα κομματιαζε,
εκεινος ηταν διακριτικος μαζι της και υπομονετικος,επειτα βυθιζονταν στη σιωπη
της,εκανε μερες να βγει απο εκει,ξαπλωμενη ακινητη στο κρεβατι,σιγα σιγα περ-
νωντας ο καιρος συνηρθε,αρχισε να γελαει να χαιρετε,εκεινος ευτυχισμενος της
ειπε πως τωρα θυμαται μ'αλλον τροπο,το καταλαβε,γιατι ετσι ηταν,οτι ερχεται
στο μυαλο,στη σκεψη της ειναι σαν να'χει συμβει σ'εναν αλλον ανθρωπο,κι εκει-
νη να παρακολουθει τη ζωη του,σαν θεατης ,οπως στο θεατρο παρακολουθεις
μια παρασταση,μια μερα της ειπε πως ειναι ετοιμος να γραψει το εργο,συμφωνη-
σε,ωρες τον εβλεπε στο γραφειο να γραφει,πολλες φορες την φωναζε να καθισει`
κοντα του,τοτε της διαβαζε τι ειχε γραψει και της ζητουσε να κουβεντιασουν,
να κρινει και να προτεινει διορθωσεις,για ζητηματα υφους,πλοκης,γλωσσας,
περιστατικων,εβλεπε το εργο σιγα σιγα να χτιζεται να αποκτα οντοτητα,τα προ-
σωπα,οι πραξεις του,η δομη του,να τελειωνει, αυτο την εκανε να καταλαβει
πως η λογοτεχνια,κι αυτος ειναι ο στοχος της,μετασχηματιζει τη πραγματι-
κοτητα και δειχνει,αποκαλυπτει τις κρυμμενες πτυχες της,την αληθινη της
ουσια,''εισαι ετοιμη;'' ακουσε τη φωνη του,γυρισε και τον ειδε,θολα,σιγα σιγα
ξεκαθαρισαν τα ματια της,''ναι,ετοιμη,σε περιμενα''
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΜΗΔΕΙΑ ,ΠΡΙΝ ΤΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Μηδεια και Ιασωνας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΜΗΔΕΙΑ ,ΠΡΙΝ ΤΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ-χ.ν.κουβελης
απο το μπαλκονι του σπιτιου της ειχε θεα στην Ακροπολη.αυτο το εκπληκτικο
φως της Αττικης.τρυπωνε στο εσωτερικο.σερνονταν στο πατωμα,ανεβαινε στις
καρεκλες.στοιβαζονταν στα τραπεζι.καρφιτσωνονταν στο κρυσταλλο του καθρε-
φτη.εκει στο βαθος που ηταν τα μαλλια της.ακουσε διαπεραστικη τη σειρηνα
της πυροσβεστικης η' ενος περιπολικου της αστυνομιας.η ακουη της ακολουθη-
σε τον επαναλαμβανομενο ηχο που απομακρυνομενος μειωθηκε κι εξαφανισθηκε.
διαλυθηκε μεσα στη ζωντανη τεραστια πολη.στο τραπεζι τα δυο εισητηρια για
το Ηρωδειο αποψε το βραδυ.στο σεικερ ανακατεψε ενα κοκτειλ.πορτοκαλι μηλο
ανανας ,δυο τρεις στογονες βοτκα και παγακια.δροσιστηκε.φορεσε το μαυρο
φορεμα που της πηγαινε,μαυρα παπουτσια με τακουνι.κοιταχτηκε στο καθρεφτη.
η κοκεταρια της αιωνιας γυναικας,σκεφτηκε και χαμογελασε.αμεσως μετα σοβα-
ρευτηκε.καθισε μπροστα στον καθρεφτη,χτενισε τα μαλλια της,εβαψε προσεχτι-
κα τα χειλη της κοκκινα.ακουσε το καναρινι στο μπαλκονι.σαν να κοιμονταν και
να ξυπνησε.βγηκε εξω και του εβαλε τροφη και νερο.εκεινο στην αρχη φοβηθηκε
τη παρουσια της και μαζευτηκε,υστερα ξεθαρρεψε κι αρχισε το κελαηδημα.ειδε
τη πολη μεσα στη φωτεινη αχλυ της διαλυμενη.γυρισε στο βαθος του καθρεφτη.
ειδε τα πρασινα λιβαδια και τις αμμουδερες παραλιες της πατριδας της,κατω απ'
τον χρυσο ηλιο ,εκλεισε τα ματια,ακουσε τις φωνες του πατερα και της μανας της,
κατι της φωναζαν δεν ξεχωριζε τι λεγανε,σαν καποια ισχυρη δυναμη να την αρπαζε
σφιχτα και να την απομακρυνε,σ'εκεινη τη θαλασσα τα ψαρια ειχαν ανεβει στην
επιφανεια της και το'να ετρωγε τ'αλλο,και στ'αλλα που διαπραχτηκαν δεν ηξε-
ρε τι εκανε,αυτο την τραβουσε ανελεητα,δεν μπορουσε,και δεν ηθελε να του
αντισταθει,εκουσια ολα εγιναν,τι σημασια εχει αν μετανοιωσε,εγιναν και δεν αλ-
λαζουν,τα παιδια της ηταν πολυ ομορφα,ποσο αγαπουσε τη φωνουλα της μικρης,
και τη ζωηραδα τ'αγοριου της,σαν να'χαν παρει απ'τις δυο φυσεις της,την τρυφε-
ροτητα και την αγριαδα,ανοιξε τα ματια,αργησε να συνελθει ,της φανηκε πολυ πα-
ραξενο να βρισκεται σ'αυτον τον τοπο και να υπαρχει,σ'αυτο το δωματιο,σ'αυτη
τη πολη,αυτη και η μνημη της ολοκληρη,σκληρη σαν ατσαλι και πικρη,στον αντρα
της τα ειπε ολα,τιποτα δεν του εκρυψε,και στις ερωτησεις του απαντησε με ειλι-
κρινεια,αλλοτε εννοιωθε απεραντη ανακουφιση κι αλλοτε τρομερη στεναχωρια,
εκεινος την αγαπουσε και της συμπαρασταθηκε,μονολογουσε ακατασχετα χωρις
νοημα,ειχε ισχυρες εκρηξεις εσπαγε οτι βρισκονταν μπροστα της,τα κομματιαζε,
εκεινος ηταν διακριτικος μαζι της και υπομονετικος,επειτα βυθιζονταν στη σιωπη
της,εκανε μερες να βγει απο εκει,ξαπλωμενη ακινητη στο κρεβατι,σιγα σιγα περ-
νωντας ο καιρος συνηρθε,αρχισε να γελαει να χαιρετε,εκεινος ευτυχισμενος της
ειπε πως τωρα θυμαται μ'αλλον τροπο,το καταλαβε,γιατι ετσι ηταν,οτι ερχεται
στο μυαλο,στη σκεψη της ειναι σαν να'χει συμβει σ'εναν αλλον ανθρωπο,κι εκει-
νη να παρακολουθει τη ζωη του,σαν θεατης ,οπως στο θεατρο παρακολουθεις
μια παρασταση,μια μερα της ειπε πως ειναι ετοιμος να γραψει το εργο,συμφωνη-
σε,ωρες τον εβλεπε στο γραφειο να γραφει,πολλες φορες την φωναζε να καθισει`
κοντα του,τοτε της διαβαζε τι ειχε γραψει και της ζητουσε να κουβεντιασουν,
να κρινει και να προτεινει διορθωσεις,για ζητηματα υφους,πλοκης,γλωσσας,
περιστατικων,εβλεπε το εργο σιγα σιγα να χτιζεται να αποκτα οντοτητα,τα προ-
σωπα,οι πραξεις του,η δομη του,να τελειωνει, αυτο την εκανε να καταλαβει
πως η λογοτεχνια,κι αυτος ειναι ο στοχος της,μετασχηματιζει τη πραγματι-
κοτητα και δειχνει,αποκαλυπτει τις κρυμμενες πτυχες της,την αληθινη της
ουσια,''εισαι ετοιμη;'' ακουσε τη φωνη του,γυρισε και τον ειδε,θολα,σιγα σιγα
ξεκαθαρισαν τα ματια της,''ναι,ετοιμη,σε περιμενα''
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου