.
.
GREEK POETRY
-Ιππόλυτος Ευριπίδη
-η Φαίδρα-
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Σημειώσεις ενός Ψυχαναλυτή)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
Φωτογράφιση
-χ.ν.κουβελης c n.couvelis
(Σημειώσεις ενός Ψυχαναλυτή:
όσο μου μιλούσε κοιτούσα την έκφραση της,θυμήθηκα τη Φαίδρα,
η ερωτευμένη ώριμη γυναικα που απορριπτεται)
Ιππόλυτος Ευριπίδη,
-η Φαίδρα-
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Χορός γυναικών
τειρομέναν νοσερᾶι κοίται δέμας ἐντὸς ἔχειν [ἀντ. α]
οἴκων, λεπτὰ δὲ φά-
ρη ξανθὰν κεφαλὰν σκιάζειν·
αρρώστια βαρειά τη τρώει και μέσα κλεισμένη
στο σπιτι.ειναι,
και με μαντηλι τα ξανθά της μαλλιά τα σκεπαζει
135τριτάταν δέ νιν κλύω
τάνδ᾽ ἀβρωσίαι
στόματος ἁμέραν
Δάματρος ἀκτᾶς δέμας ἁγνὸν ἴσχειν,
κρυπτῶι πάθει θανάτου θέλουσαν
140κέλσαι ποτὶ τέρμα δύστανον.
κι είναι τώρα τρίτη μέρα
και στο στόμα φαι δεν εβαλε,
μια μεγάλη τη λιώνει κρυφη στεναχώρια,
και το θάνατο να'ρθει θελει
να τελειώσει,
ἢ πόσιν, τὸν Ἐρεχθειδᾶν [ἀντ. β]
ἀρχαγόν, τὸν εὐπατρίδαν,
ποιμαίνει τις ἐν οἴκοις
κρυπτᾶι κοίται λεχέων σῶν;
μήπως τον άντρα της κάποια τον ξεμυαλισε
και μαζί της πλαγιαζει;
Τροφος
ὦ κακὰ θνητῶν στυγεραί τε νόσοι·
τί σ᾽ ἐγὼ δράσω, τί δὲ μὴ δράσω;
τόδε σοι φέγγος, λαμπρὸς ὅδ᾽ αἰθήρ,
ἔξω δὲ δόμων ἤδη νοσερᾶς
180δέμνια κοίτης.
βάσανα των ανθρώπων κι αναστεναγμοί,
τι να κάνω και τι να μην κάνω;
τόσο λαμπερό φως και τόσο καθαρός αέρας,
το κρεβάτι σου έξω το βγάλαμε όπως το ζήτησες,
δεῦρο γὰρ ἐλθεῖν πᾶν ἔπος ἦν σοι,
τάχα δ᾽ ἐς θαλάμους σπεύσεις τὸ πάλιν.
ταχὺ γὰρ σφάλληι κοὐδενὶ χαίρεις,
οὐδέ σ᾽ ἀρέσκει τὸ παρόν, τὸ δ᾽ ἀπὸν
185φίλτερον ἡγῆι.
όμως γνώμη θ'αλλαξεις,
και μέσα το κρεβάτι πάλι να πάμε θα ζητησεις,
ολα σου φταίνε και τίποτα δεν χαιρεσε,
αυτο που'χεις δεν σ'αρεσει,
κι αυτό που σου λείπει το επιθυμείς πιο πολυ
κρεῖσσον δὲ νοσεῖν ἢ θεραπεύειν·
τὸ μέν ἐστιν ἁπλοῦν, τῶι δὲ συνάπτει
λύπη τε φρενῶν χερσίν τε πόνος.
πᾶς δ᾽ ὀδυνηρὸς βίος ἀνθρώπων
190κοὐκ ἔστι πόνων ἀνάπαυσις.
καλλίτερα άρρωστη να'μουνα παρά θεραπεύτρια,
το'να είναι απλό,αντέχεται,
ενώ τ'αλλο θλίβει και το σώμα και τη ψυχη,
όλη τ'ανθρωπου η ζωή οδυνηρη,
και δεν υπάρχει των πονων παύση,
ἀλλ᾽ ὅτι τοῦ ζῆν φίλτερον ἄλλο
σκότος ἀμπίσχων κρύπτει νεφέλαις.
δυσέρωτες δὴ φαινόμεθ᾽ ὄντες
τοῦδ᾽ ὅτι τοῦτο στίλβει κατὰ γῆν
195δι᾽ ἀπειροσύνην ἄλλου βιότου
κοὐκ ἀπόδειξιν τῶν ὑπὸ γαίας,
μύθοις δ᾽ ἄλλως φερόμεσθα.
αν κάτι πιο καλλίτερο υπάρχει σκοτεινά
σύννεφα μας το κρύβουν,
και λαχταρούμε ότι πάνω στη γη γυαλίζει,
αφού άλλη ζωή δεν ξέρουμε
να'ναι κάτω απ'τη γη,
με παραμύθια παρηγοριομαστε,
Φαιδρα
αἴρετέ μου δέμας, ὀρθοῦτε κάρα·
λέλυμαι μελέων σύνδεσμα φίλων.
200λάβετ᾽ εὐπήχεις χεῖρας, πρόπολοι.
βαρύ μοι κεφαλῆς ἐπίκρανον ἔχειν·
ἄφελ᾽, ἀμπέτασον βόστρυχον ὤμοις.
σηκωστε μου το κορμί,
κρατήστε όρθιο το κεφάλι μου,
μου διαλύθηκαν οι αρθρώσεις στα μέλη,
τα χέρια μου βαστατε,
το μαντήλι μού βαραίνει το κεφάλι,
βγάλτε το,κι αφήστε τα μαλλιά
στους ωμους να πέσουν
Τροφος
θάρσει, τέκνον, καὶ μὴ χαλεπῶς
μετάβαλλε δέμας·
205ῥᾶιον δὲ νόσον μετά θ᾽ ἡσυχίας
καὶ γενναίου λήματος οἴσεις.
μοχθεῖν δὲ βροτοῖσιν ἀνάγκη.
κουράγιο,κόρη μου,και μην μαζεύεις το κορμί,
βοηθάει στην αρρωστεια η ησυχία κι η υπομονή,
να βασανίζονται είναι οι άνθρωποι,
Φαιδρα
ΦΑ. αἰαῖ·
πῶς ἂν δροσερᾶς ἀπὸ κρηνῖδος
καθαρῶν ὑδάτων πῶμ᾽ ἀρυσαίμαν,
210ὑπό τ᾽ αἰγείροις ἔν τε κομήτηι
λειμῶνι κλιθεῖσ᾽ ἀναπαυσαίμαν;
πόσο θα'θελα δροσερό να' πινα
καθαρό νερό από βρύση,
και κάτω από λευκα σε πράσινο λιβάδι
ξαπλώνοντας να ησυχαζα
Τροφος
ὦ παῖ, τί θροεῖς;
οὐ μὴ παρ᾽ ὄχλωι τάδε γηρύσηι,
μανίας ἔποχον ῥίπτουσα λόγον;
παιδί μου,τι λες;τέτοια δεν πρέπει μπροστά
σε κόσμο να ξεστομιζεις,του παραλογισμού λογια
Φαιδρα
215 πέμπετέ μ᾽ εἰς ὄρος· εἶμι πρὸς ὕλαν
καὶ παρὰ πεύκας, ἵνα θηροφόνοι
στείβουσι κύνες
βαλιαῖς ἐλάφοις ἐγχριμπτόμεναι.
πρὸς θεῶν· ἔραμαι κυσὶ θωύξαι
220καὶ παρὰ χαίταν ξανθὰν ῥῖψαι
Θεσσαλὸν ὅρπακ᾽, ἐπίλογχον ἔχουσ᾽
ἐν χειρὶ βέλος.
τραβάτε με στο βουνό,στο δάσος και στα πευκα,
όπου σκυλιά είναι κυνηγετικά κι αρπάζουν
μπαλια ελάφια ,
θεε μου,πως λαχταράω στα σκυλιά δυνατά να φωνάξω
κι αιχμηρο,διπλα απ'τα ξανθά μαλλιά μου
με το χέρι βέλος να τιναξω
Τροφος
τί ποτ᾽, ὦ τέκνον, τάδε κηραίνεις;
τί κυνηγεσίων καὶ σοὶ μελέτη;
225τί δὲ κρηναίων νασμῶν ἔρασαι;
πάρα γὰρ δροσερὰ πύργοις συνεχὴς
κλειτύς, ὅθεν σοι πῶμα γένοιτ᾽ ἄν.
γιατί,κόρη μου,τέτοια σ' αναστατώνουν;
και κυνήγια σε μέλλουν,
και βρυσιων νερά,
στις πλαγιές εδώ στο σπίτι άφθονα
είναι νερά να πιεις όσο θελησεις
Φαιδρα
δέσποιν᾽ ἁλίας Ἄρτεμι Λίμνας
καὶ γυμνασίων τῶν ἱπποκρότων,
230εἴθε γενοίμαν ἐν σοῖς δαπέδοις
πώλους Ἐνετὰς δαμαλιζομένα.
Αρτέμιδα δέσποινα της Λίμνης και των γυμνασίων
που κρότοι αλόγων ακούγονται,
μακάρι στους τόπους σου εκεί να'μουνα
πουλαρια ενετικά να δαμαζα
Τροφος
τί τόδ᾽ αὖ παράφρων ἔρριψας ἔπος;
νῦν δὴ μὲν ὄρος βᾶσ᾽ ἐπὶ θήρας
πόθον ἐστέλλου, νῦν δ᾽ αὖ ψαμάθοις
235ἐπ᾽ ἀκυμάντοις πώλων ἔρασαι.
τάδε μαντείας ἄξια πολλῆς,
ὅστις σε θεῶν ἀνασειράζει
καὶ παρακόπτει φρένας, ὦ παῖ.
τι λόγια της παραφροσυνης λες;
τώρα πότε ν'ανεβεις ποθείς στο βουνο
να κυνηγήσεις,
τώρα πότε τ'απειρα απ' την άμμου του αγώνα
πουλαρια σ'αρεσουν,
αυτά εδώ θέλουν καλό μάντη να μαντέψει,
ποιος απ' τους θεούς σε ξετροχιαζει
και το μυαλό σου ταράζει,παιδί μου
Φαιδρα
δύστηνος ἐγώ, τί ποτ᾽ εἰργασάμην;
240ποῖ παρεπλάγχθην γνώμης ἀγαθῆς;
ἐμάνην, ἔπεσον δαίμονος ἄτηι.
η δυστυχη,τι κάποτε κακό εκανα;
κι απ'τη φρόνημη γνωμη παραστρατησα;
τρελάθηκα,ο θεός με τιμωρει,
φεῦ φεῦ τλήμων.
μαῖα, πάλιν μου κρύψον κεφαλήν,
αἰδούμεθα γὰρ τὰ λελεγμένα μοι.
245κρύπτε· κατ᾽ ὄσσων δάκρυ μοι βαίνει
καὶ ἐπ᾽ αἰσχύνην ὄμμα τέτραπται.
τι άθλια που είμαι,
μανούλα,σκέπασε μου πάλι το κεφάλι,
γιατί γι'αυτό που λέω ντρέπομαι
σκέπασε το,
απ'τα μάτια μου δάκρυα τρέχουν
και το βλέμμα απ'τη ντροπή στρεφω άλλου,
τὸ γὰρ ὀρθοῦσθαι γνώμην ὀδυνᾶι,
τὸ δὲ μαινόμενον κακόν· ἀλλὰ κρατεῖ
μὴ γιγνώσκοντ᾽ ἀπολέσθαι.
οδυνηρο να συνερθεις,
όμως η τρέλα κακή,
το να πεθάνεις χωρίς να το ξέρεις
το αντεχεις
Τροφος
250 κρύπτω· τὸ δ᾽ ἐμὸν πότε δὴ θάνατος
σῶμα καλύψει;
πολλὰ διδάσκει μ᾽ ὁ πολὺς βίοτος·
χρῆν γὰρ μετρίας εἰς ἀλλήλους
φιλίας θνητοὺς ἀνακίρνασθαι
το σκεπαζω,πότε και μένα ο θάνατος
το σώμα μου θα σκεπάσει ;
πολλά η πολύχρονη μ'εμαθε ζωή,
πρέπει στις μεταξύ τους φιλίες χαλαρά
οι άνθρωποι να συνδεονται
255καὶ μὴ πρὸς ἄκρον μυελὸν ψυχῆς,
εὔλυτα δ᾽ εἶναι στέργηθρα φρενῶν
ἀπό τ᾽ ὤσασθαι καὶ ξυντεῖναι·
τὸ δ᾽ ὑπὲρ δισσῶν μίαν ὠδίνειν
ψυχὴν χαλεπὸν βάρος, ὡς κἀγὼ
260τῆσδ᾽ ὑπεραλγῶ.
βιότου δ᾽ ἀτρεκεῖς ἐπιτηδεύσεις
φασὶ σφάλλειν πλέον ἢ τέρπειν
τῆι θ᾽ ὑγιείαι μᾶλλον πολεμεῖν.
οὕτω τὸ λίαν ἧσσον ἐπαινῶ
265τοῦ μηδὲν ἄγαν·
καὶ ξυμφήσουσι σοφοί μοι
και να μην καρφωνονται βαθειά μεσ'στη ψυχή,
εύκολα να διαλύονται,
να δένεις και να ξεδενεις,
για δυο να υποφέρει μια ψυχή είναι βάρος
αβάσταχτο,
όπως τώρα γι'αυτη εδώ υποφέρω,
στη ζωή λένε οι σοβαρές δεσμεύσεις
πως ζημιώνουν πιο πολύ παρά ευχαριστούν,
και την υγεία μαλλον προσβάλλουν,
έτσι εγώ το ελάχιστο θέλω πάρα το υπερβολικο,
και με μένα συμφωνούν οι σοφοι
Τροφος
—εἰ θανῆι, προδοῦσα σοὺς
παῖδας, πατρώιων μὴ μεθέξοντας δόμων,
μὰ τὴν ἄνασσαν ἱππίαν Ἀμαζόνα,
ἣ σοῖς τέκνοισι δεσπότην ἐγείνατο,
νόθον φρονοῦντα γνήσι᾽, οἶσθά νιν καλῶς,
310Ἱππόλυτον ...
αν πεθάνεις,εγκαταλείπεις τα παιδιά σου,
το πατρικό σπίτι δεν θα κληρονομήσουν,
μα τη βασίλισσα ιππευτρια Αμαζόνα,
που στα παιδιά σου γέννησε κυρίαρχο κάτοχο,
νόθος και νομιζεται για γνήσιος,
ξέρεις ποιον ονοματιζω,
τον Ιππολυτο
Φαιδρα
οἶμοι.
αλίμονο
Τροφος
θιγγάνει σέθεν τόδε;
σε τάραξε αυτό εδω;
Φαιδρα
ἀπώλεσάς με, μαῖα, καί σε πρὸς θεῶν
τοῦδ᾽ ἀνδρὸς αὖθις λίσσομαι σιγᾶν πέρι.
με σκότωσες,
μανούλα,για το θεό,μην ξαναναφερεις σε ικετευω
γι'αυτόν εδώ τον αντρα
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου