.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-Η εκτέλεση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis
.
.
Η εκτέλεση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
τον ξύπνησε το τηλέφωνο,μια γυναικεία φωνή του είπε:-σημερα είναι το ραντεβού,11
η ώρα πριν το μεσημέρι,του έδωσε τη διεύθυνση,
έπρεπε όλο αυτό,μια κακη φάρσα έτσι την έλεγε,να τελειώσει,αρκετά τα δυο
χρόνια,αναμονής,στην αρχή το πήρε αδιάφορα,όμως σιγά σιγά αρχισε να ανησυχει,και
να τον εκνευρίζει,ποιοι ήταν αυτοι; τι ήθελαν ;,σε τι τον ενοχοποιουσαν;
έφτασε στο κτίριο,ανέβηκε μια ελικοειδή σκάλα,προχώρησε στον διάδρομο,μια πόρτα
ήταν μισάνοιχτη,μπήκε μέσα σε μια κυβική αίθουσα,εκεί ήταν μπρούτζινα μοντέρνα
αγάλματα πετριγυρισμενα από ορθογώνιους καθρέφτες,μέσα σε αυτούς είδε το είδωλο
του άπειρα καθρεφτιζομενο,ζαλίστηκε,-οχι δεν θα συγχιστω,σκέφτηκε,αυτός είναι
ο σκοπός τους,να με κάνουν υποχείριο,
-ειναι κανείς εδώ μεσα; φώναξε,καμία απάντηση,ξαναφωναξε,μια νεαρή γυναίκα
εμφανίσθηκε,κοίταξε το ρολόι της,-ακριβως ήρθατε,είπε,εγώ σας τηλεφώνησα,οι κύριοι
δεν θα σας δεχτούν,αναβάλλεται η συνάντηση,ήθελαν να δουν αν είστε συνεπής,
-υπακουος,θελεται να πείτε,αντέδρασε νευριασμένος εκείνος,-κυριε,απάντησε η
κοπέλα,αν θελεται να έχεται καλη εξελιξη στην υπόθεση σας,θα πρέπει να είστε πιο
συγκρατημένος,
η γυναίκα εξαφανίστηκε μέσα στους καθρέφτες,
-θα σας τηλεφωνήσω για το επόμενο ραντεβού,την άκουσε πο ένα ακαθόριστο βάθος,
βγήκε από την αίθουσα,προχώρησε στο διάδρομο,οχι,δεν το έβαζε κάτω,θα τους
φανέρωνε,αρθστερα είδε μια ελικοειδή σκάλα,την ανέβηκε,έπειτα προχώρησε σε ένα
διάδρομο,πάλι αριστερα μια ελικοειδή σκαλα,την ανέβηκε,
αυτό το ίδιο: ελικοειδή σκάλα,διάδρομος, ελικοειδή σκάλα,επαναλαμβάνονταν,
αποφάσισε να κατέβει,
του φάνηκε φάνηκε πως δεν θα εύρισκε ποτέ την έξοδο,η κάθοδος ήταν άπειρη,από
ελικοειδεις σκάλες,
σε ένα διάδρομο άκουσε πίσω του μια γυναικεία φωνή:-ελα εδώ,
σταμάτησε,γύρισε και είδε τη νεαρή γυναίκα της αίθουσας με τους καθρέφτες,μπήκε στο
δωμάτιο της,μισό φωτισμένο,εκείνη φορούσε ένα μαύρο κομπινεζον,-απο στιγμή σε
στιγμή θα έρθει ένας από αυτούς,είναι εραστής μου,ζηλεύει πολύ,θα του ξεφύγω και θα
ερθω στο σπίτι σου όταν νυχτώσει,τώρα φύγε να προλάβεις,αλλιώς θα επιβαρύνεις τη
θέση σου,κι ίσως χάσεις την υπόθεση,και σε καταδικάσουν,
έφυγε,άκουσε βήματα,στην ελικοειδή σκάλα,κάποιος κατέβαινε,πρόλαβε και κρύφτηκε
στην άλλη σκάλα,είδε ένα άντρα να μπαίνει στο δωμάτιο της κοπέλας,σκέφτηκε να
ορμήσει στο δωμάτιο,να τον αρπάξει και να τον απειλήσει,όμως συγκρατήθηκε,
φοβήθηκε,όλα τότε γι'αυτόν θα τελείωναν,αυτοί είναι πολλοί,
κατέβηκε τις ελικοειδεις σκάλες,τώρα βρήκε την έξοδο του κτιρίου,βγήκε στο δρόμο,
είχε νυχτώσει,
η συνοικία φαίνονταν ακατοίκητη,γύρισε σπίτι,δεν είχε όρεξη να φαει,έπεσε στο κρεβάτι
με τα ρούχα,τον ξύπνησε το χτύπημα στη πόρτα,σηκώθηκε κι άνοιξε,ήταν εκείνη,
η κοπέλα μπήκε,κλείδωσε τη πόρτα,-ξεφυγα,του είπε,ήθελα να σε δω,μου αρεσεις,αυτόν
τον σιχαίνομαι,πήγα μαζί του,για να τον επειρεασω για την υπόθεση σου,
ήξερε πως η κοπέλα έλεγε ψέματα,προσποιούνταν,ήθελαν να μάθουν τι σκέφτεται,από
την απειθαρχία του κινδύνευαν,ήξερε πως τελικά αυτός μόνο ήταν ο κατηγορούμενος τους,δεν είχαν άλλον,αυτόν ειχαν διαλεξει,κι αν δεν υπακούε θα τους κατάστρεφε,δεν
θα είχαν λογο ύπαρξης,
η γυναίκα δίπλα του, παρ'όλ'αυτά τον ελκυε ερωτικά,την αγκάλιασε,εκείνη έτρεμε,την
ερριξε στο κρεβάτι,
το πρωί του είπε,πως τη νύχτα πάλι θα ,έρθει,
περίμενε,εκείνη τη νύχτα δεν ήρθε,ούτε και την επόμενη,απελπίστηκε ποτέ δεν θα
ξανάρχονταν,
αποφάσισε να πάει να τη βρει,
όσο κι αν έψαξε μέσα στην άδεια συνοικία δεν βρήκε το κτίριο,
τη νύχτα πήγε σε ένα μπαρ,αφαιρεθηκε,πέρασε ώρα,κάποια στιγμή μέσα στο μισοσκόταδο
διέκρινε την κοπέλα με ένα άντρα να κάθονται σε ένα τραπέζι,τους είδε να τον κοιτάνε,
η κοπέλα αγκάλιασε τον άντρα και γελούσαν,ένιωσε εξευτελισμενος,θύμωσε,
αν είχε πιστόλι θα τους εκτελούσε,
ειχε αναστάτωση,ήπιε τρία ποτά μονορουφι,ήταν μεθυσμένος,η κοπέλα σηκώθηκε πέρασε
δίπλα του,-φυγε,κινδυνεύεις,του ψιθύρισε,όχι δεν θα έφευγε,δεν θα έδειχνε πως τους
φοβόταν,
η κοπέλα με τον άντρα της συμμορίας είχαν φύγει,η αίθουσα ήταν άδεια,η καθαρίστρια
καθαριζε,
βγήκε έξω στο δρόμο,κάλεσε ένα ταξί,
δεν πήγε σπίτι,αλλά στη παραλία,είχε πανσέληνο,η φωτισμένη μακρυά παραλία έμοιαζε
με ακονισμένο μαχαίρι,όταν τους είδε δεν τρόμαξε,ήταν τρεις άντρες,τον πλησίασαν,δεν
αντιστάθηκε,-οι εκτελεστές μου σκέφτηκε,τον έπιασαν σφιχτά,τον ξάπλωσαν κάτω στην
άμμο,το κεφάλι του ακινητοποιημένο πάνω σε μια πέτρα,,ένιωσε το παγωμένο μαχαίρι
στο λαιμό,μια απότομη κινηση,
το φεγγάρι θόλωσε και έσβησε
.
.
.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου