.
.
GREEK POETRY
-Μήδεια Ευριπίδη,στίχοι 1323-1374
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
Φωτογράφιση-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μήδεια Ευριπίδη,στίχοι 1323-1374
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ιάσων
μισητή,τόσο απεχθης γυναίκα όσο καμια
στους θεούς και σε μένα και στους ανθρώπους
πώς μπόρεσες τα παιδιά σου να σφαξεις
που γεννησες και μένα ακληρο ν'αφησεις
κι αυτά κάνοντας και τον ήλιο βλέπεις
και τη γη,τολμώντας πράξη δυσσεβη,
στη κόλαση να πας,όμως τώρα καταλαβαίνω,
τότε δεν καταλάβαινα,όταν από σπίτι σ'επαιρνα
βάρβαρης χώρας και σε σπίτι Ελληνικό
σ'εφερνα,μεγάλο κακό,εσένα που και τον πατέρα
και τη γη που σ'εθρεψε προδωσες,και τον τιμωρό
δαίμονα πανωνσε μένα ερριξαν οι θεοί,
γιατί τον αδελφό σου σκοτώνοντας μέσα
στο καράβι της Αργώ μπηκες,έτσι αυτά εδώ
άρχισαν,αφού παντρεύτηκεςαυτόν εδώ τον άντρα,
εμένα,και μου γεννησεςπαιδιά,για κρεβάτι κι έρωτες
τα σκοτωσες,δεν υπάρχει καμια Ελληνίδα γυναίκα
τέτοιανα τολμήσει να κάνει,αυτές που εγώ
δεν προτίμησακαι σένα παντρεύτηκα,γάμος
φριχτος ολέθριοςσε μένα,λέαινα είσαι,όχι γυναίκα,
και πιο άγρια από την Σκύλλα την Τυρρηνικη έχεις
φύση,γιατί αν και για μύρια σε κατηγορώ
δεν λυγιζεις,τέτοια σκληρότητα μέσα σου έχεις,
στον αγύριστο,κακούργα και φόνισσα παιδιών,
σε μένα δεν μένει τίποτα παρά τη μοίρα μου
να κλαίω,ούτε το κρεβάτι του νέου γάμου
θα χαρώ,ούτε στα παιδιά που έσπειρα κι έθρεψα
δεν θα μιλήσω ποτέ ξανά ζωντανά,αφού τα'χασα,
Μήδεια
θα μακρυγορουσα να σε εναντιωθω,αν ο Ζευς
ο πατέρας δεν γνωριζε ποια από μένα εχεις
ωφεληθει και ποια σε μένα έκανες,
ουτ'εσυ δεν επρόκειτο να μ'ατιμησεις το κρεβάτι
κι ευτυχίας να περάσεις ζωή γελώντας εις βάρος μου,
ούτε η βασιλική κορη,ούτε ήταν ο Κρέων που γάμους
σου πρόσφερε διώχνοντας με απ' αυτή εδω τη χώρα
ατιμώρητος να μείνει,πες με λοιπόν αν σ'αρεσει
και λέαινα και Σκύλλα που ήτανε στης Τυρρηνιας
τα μερη,γιατί τη καρδιά σου όπως έπρεπε πονεσα
Ιάσων
και συ πονάς και στα κακά συμμετεχεις
Μηδεια
το ξέρω,όμως λυτρώνει ο πόνος,αν εσύ δεν γελάς
εις βάρος μου
Ιάσων
παιδιά μου,τι κακια μάνα σας ετυχε
Μηδεια
παιδιά μου,χαθήκατε απ' του πατερα τη τρέλα
Ιάσων
όμως αυτά τα δικο μου χέρι δεν τα σκοτωσε
Μηδεια
αλλα η προσβολή τα σκότωσε και τα νεα
γαμπρισματα σου
Ιάσων
και για το κρεβάτι ήτανε λόγος να τα σκοτώσεις;
Μηδεια
για μια γυναίκα μικρό πράγμα νομίζεις πως αυτο είναι;
Ιασων
ναι,αν φρονιμη είναι,όμως εσυ ολα τα κακά τα'χεις
Μηδεια
αυτα δεν υπάρχουν πια,κι αυτό θα σε πληγωσει
Ιάσων
αυτά είναι,αλίμονο,οι τιμωροί στο κεφαλι σου
Μήδεια
ξέρουν οι θεοί ποιος άρχισε τη συμφορα
Ιάσων
και βέβαια ξέρουν τη σιχαμερή ψυχή σου
Μήδεια
μίσησε με,κι εγώ τα πικρολογα σου απεχθανομαι
.
.
Ιασων
ὦ μῖσος, ὦ μέγιστον ἐχθίστη γύναι
θεοῖς τε κἀμοὶ παντί τ᾽ ἀνθρώπων γένει,
1325ἥτις τέκνοισι σοῖσιν ἐμβαλεῖν ξίφος
ἔτλης τεκοῦσα κἄμ᾽ ἄπαιδ᾽ ἀπώλεσας.
καὶ ταῦτα δράσασ᾽ ἥλιόν τε προσβλέπεις
καὶ γαῖαν, ἔργον τλᾶσα δυσσεβέστατον;
ὄλοι᾽. ἐγὼ δὲ νῦν φρονῶ, τότ᾽ οὐ φρονῶν,
1330ὅτ᾽ ἐκ δόμων σε βαρβάρου τ᾽ ἀπὸ χθονὸς
Ἕλλην᾽ ἐς οἶκον ἠγόμην, κακὸν μέγα,
πατρός τε καὶ γῆς προδότιν ἥ σ᾽ ἐθρέψατο.
τὸν σὸν δ᾽ ἀλάστορ᾽ εἰς ἔμ᾽ ἔσκηψαν θεοί·
κτανοῦσα γὰρ δὴ σὸν κάσιν παρέστιον
1335τὸ καλλίπρῳρον εἰσέβης Ἀργοῦς σκάφος.
ἤρξω μὲν ἐκ τοιῶνδε· νυμφευθεῖσα δὲ
παρ᾽ ἀνδρὶ τῷδε καὶ τεκοῦσά μοι τέκνα,
εὐνῆς ἕκατι καὶ λέχους σφ᾽ ἀπώλεσας.
οὐκ ἔστιν ἥτις τοῦτ᾽ ἂν Ἑλληνὶς γυνὴ
1340ἔτλη ποθ᾽, ὧν γε πρόσθεν ἠξίουν ἐγὼ
γῆμαι σέ, κῆδος ἐχθρὸν ὀλέθριόν τ᾽ ἐμοί,
λέαιναν, οὐ γυναῖκα, τῆς Τυρσηνίδος
Σκύλλης ἔχουσαν ἀγριωτέραν φύσιν.
ἀλλ᾽ οὐ γὰρ ἄν σε μυρίοις ὀνείδεσιν
1345δάκοιμι· τοιόνδ᾽ ἐμπέφυκέ σοι θράσος·
ἔρρ᾽, αἰσχροποιὲ καὶ τέκνων μιαιφόνε.
ἐμοὶ δὲ τὸν ἐμὸν δαίμον᾽ αἰάζειν πάρα,
ὃς οὔτε λέκτρων νεογάμων ὀνήσομαι,
οὐ παῖδας οὓς ἔφυσα κἀξεθρεψάμην
1350ἕξω προσειπεῖν ζῶντας ἀλλ᾽ ἀπώλεσα.
Μηδεια
μακρὰν ἂν ἐξέτεινα τοῖσδ᾽ ἐναντίον
λόγοισιν, εἰ μὴ Ζεὺς πατὴρ ἠπίστατο
οἷ᾽ ἐξ ἐμοῦ πέπονθας οἷά τ᾽ εἰργάσω.
σὺ δ᾽ οὐκ ἔμελλες τἄμ᾽ ἀτιμάσας λέχη
1355τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ
οὐδ᾽ ἡ τύραννος, οὐδ᾽ ὅ σοι προσθεὶς γάμους
Κρέων ἀνατεὶ τῆσδέ μ᾽ ἐκβαλεῖν χθονός.
πρὸς ταῦτα καὶ λέαιναν, εἰ βούλῃ, κάλει
καὶ Σκύλλαν ἣ Τυρσηνὸν ᾤκησεν πέδον·
1360τῆς σῆς γὰρ ὡς χρῆν καρδίας ἀνθηψάμην.
Ιασων
καὐτή γε λυπῇ καὶ κακῶν κοινωνὸς εἶ.
Μηδεια
σάφ᾽ ἴσθι· λύει δ᾽ ἄλγος, ἢν σὺ μὴ ᾽γγελᾷς.
Ιασων
ὦ τέκνα, μητρὸς ὡς κακῆς ἐκύρσατε.
Μηδεια
ὦ παῖδες, ὡς ὤλεσθε πατρῴᾳ νόσῳ.
Ιασων
1365 οὔτοι νιν ἡμὴ δεξιά γ᾽ ἀπώλεσεν.
Μηδεια
ἀλλ᾽ ὕβρις οἵ τε σοὶ νεοδμῆτες γάμοι.
Ιασων
λέχους σφε κἠξίωσας οὕνεκα κτανεῖν;
Μηδεια
σμικρὸν γυναικὶ πῆμα τοῦτ᾽ εἶναι δοκεῖς;
Ιασων
ἥτις γε σώφρων· σοὶ δὲ πάντ᾽ ἐστὶν κακά.
Μηδεια
1370 οἵδ᾽ οὐκέτ᾽ εἰσί· τοῦτο γάρ σε δήξεται.
Ιασων
οἵδ᾽ εἰσίν, οἴμοι, σῷ κάρᾳ μιάστορες.
Μηδεια
ἴσασιν ὅστις ἦρξε πημονῆς θεοί.
Ιασων
ἴσασι δῆτα σήν γ᾽ ἀπόπτυστον φρένα.
Μηδεια
στύγει· πικρὰν δὲ βάξιν ἐχθαίρω σέθεν
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου