.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis]
.
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΣΦΑΛΜΑ ΜΟΥ
[Απο τα ''Λαικα Κειμενα]
.
.
.
πορτρετο
.
.
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΣΦΑΛΜΑ ΜΟΥ
[Απο τα ''Λαικα Κειμενα]
.
.
[στο γλεντι εκεινο δεν σηκωθηκε να χορεψει,παρα τις
πρωινες ωρες ζητησε να βαλουν ενα τραγουδι της Ριτας
Σακελαριου ''Ενα Μεγαλο Σφαλμα μου'',τοτε σηκωθηκε και το
χορεψε,γυρισε,ξαναγυρισε,τσακιστηκε,εσκυψε,γονατισε,βουβα
πονεσε,βουβα ευχηθηκε,βουβα δακρυσε,κομματιαστηκε
να λυτρωθει]
η Μαρια,ηταν 17 χρονων,οταν γνωρισε εκεινον τον αντρα,
απο την επαρχια,στο Αγρινιο μεγαλωσε σε φτωχη οικογε-
νεια,στον Αγιο Κωνσταντινο,μια προσφυγικη συνοικια,ο πατερας
και η μανα καπνεργατεςς,απ'τις αποθηκες γυριζαν, 6 μερες τη
βδομαδα, με τη πισσα και τη σκονη να ποτιζει τα σωθηκα τους και
να φραζει τα πνευμονια τους,βηχας και πνιξιμο στο στηθος τη νυ-
χτα,ειχε κι εναν μικροτερο αδερφο,10 χρονων,μια αδερφη της μα-
νας της,που ζουσε στην Αθηνα,στο Περιστερι,εστειλε στη μανα της
να ερθει η Μαρια να τη βοηθησει στο σπιτι,ειχε τρια παιδια και μολις
ειχε γεννησει ενα τεταρτο ,ετσι η Μαρια βρεθηκε στην Αθηνα και
γνωρισε εκεινον τον ανθρωπο,στην αρχη δεν ηθελε,ντρεπονταν,
ηταν αβγαλτη,εκεινος επεμενε,την γοητευσε,την εκανε να ονει-
ρευτει,να νιωσει οτι κατι ειναι,και μια νυχτα σ'ενα ξενοδοχειο,γυρω
στην Ομονοια,του παραδωθηκε,τον πιστεψε,μεσα σε μια βδομαδα
τον εχασε,εξαφανιστηκε,δεν ηξερε καποιον να ρωτησει γι'αυτον,
στη θεια δεν ειπε τιποτα,στεναχωρηθηκε πολυ,ο κοσμος γκρεμιστη-
κε,γυρισε στο Αγρινιο,ηταν σκεπτικη,μελαγχολικη,η μανα την ενοι-
ωσε,τη ρωτησε τι εχει,στην αρχη δεν ειπε τιποτα,λεξη,επειτα ξεσπα-
σε σε κλαματα κι ειπε τη περιπετεια της,η μανα δεν την μαλωσε,την
αγκαλιασε,την φιλησε και της ειπε να μην ανησυχει,θα τα κανονιζε
ολα,στον πατερα δεν θα'λεγε τιποτα,φοβονταν την αντιδραση του,
οταν θα'ρχιζε να φουσκωνει η κοιλια της θα την εστελνε στην Αθηνα
στη θεια να ξεγεννησει,και θα'βλεπαν τι θα κανανε με το παιδι,η κοπελα φοβηθηκε,ετρεμε,''μανα,συγχωρεσε με,φοβαμαι,σας ντροπιασα στον
κοσμο,και τον πατερα'',σκεφτονταν την κατακραυγη του κοσμου,
την ταπεινωση,τη περιφρονηση,η μανα της συμπαρασταθηκε βουβα,
την εκρυψε,και πριν φανουν τα πρωτα σημαδια της εγκυμοσυνης με
καποια προφαση την πηρε και πηγαν στην Αθηνα,στην αδερφη της,
της τα'πανε ολα,εκεινη ενοιωσε ασχημα,ειπε δικο της ηταν το σφαλμα,
που δεν προσεξε τη κοπελα,εψαξε για τον προδοτη,τον απαρνητη,ρω-
τησε παντου,θετικα δεν εμαθε,καποιος της ειπε πως ηταν στη φυλακη,
για καποια κλοπη,αλλος ειπε πως τον σκοτωσαν στη Θεσσαλονικη σε
καποιο καυγα ,αλλος της ειπε πως μπαρκαρε σε καποιο υπερποντιο κα-
ραβι φορτηγο και θαλασσοδερνεται,κι αλλος πως τον ειδε πριν λιγες
μερες σ'ενα παραδρομο της Ομονοιας,περασμενα μεσανυχτα,τυφλα στο
μεθυσι,σ'αθλια κατασταση,φωναζε,ουρλιαζε,πεσμενος στη μεση του δρο-
μου,ηρθαν αστυνομικοι και τον μαζεψαν,στη κοπελα δεν ειπε τιποτα για
τα αποτελεσματα της ερευνας της,δεν ηθελε να την αναστατωσει στη
κατασταση,που ηταν,προσεξε την ατυχη κοπελα σαν δικο της παιδι,
ειχε τυψεις,να μην της λειψει τιποτα,να μην νοιωσει εγκαταλελειμενη,
περιφρονημενη,κι οταν ηρθε η ωρα την πηγε σε μια κλινικη να ξεγεν-
νησει,ο γιατρος ηταν δικος της ανθρωπος,θα κρατουσε το μυστικο,
ενα αρσενικο αγορακι γεννηθηκε,υγειεστατο,ο γιατρος κα-
νονισε και το εδωσε σε μια ευπορη οικογενεια ατεκνη,που ενδιαφερθηκε
να υιοθετησει το παιδι,ενας ορος ηταν να μην γινει γνωστο το ονομα
τους και που εμεναν οι θετοι γονεις,θα πληρωναν για το παιδι,ενα μεγα-
λο ποσο,η θεια δεν δεχτηκε τα χρηματα,ετσι ηθελε η μανα της Μαριας,
δεν πουλανε το παιδι ,το δινουν γιατι θελουν να μεγαλωσει καλα,να μην
περιφρονηθει,πηρε τη κοπελα στο σπιτι,κι οταν ηταν καλα,ηρθε η μανα
της και την εφερε στο Αγρινιο,την στηριξε,την αγαπουσε πολυ,περισ-
σοτερο απο πριν,δεν την φωναξε ποτε,τα χρονια περασαν,απαλυνε ο
πονος,και η λυπη,βρεθηκε ενα καλο παιδι,εργατικο,αρραβωνιαστηκε η
Μαρια και παντρευτηκε,στον αντρα της η Μαρια ειπε τι ειχε συμβει,εκει-
νος την αγαπουσε,ενας ευγενικος ανθρωπος,δεν τον ενοιαζε,ανθρωπος
ηταν,αυτα συμβαινουν στους ανθρωπους,αυτη να'ναι καλα κι ευτυχι-
σμενη,να μην ντρεπεται,μαζι του εκανε πολλα παιδια,πεντε,τρια κορι-
τσια και δυο αγορια,τα μεγαλωσε,ποτε δεν τα ξεχωρισε,κι εκεινο το
αγορι,το δικο της μικρο αγορι,ποτε δεν το ξεχασε,αν και δεν το μεγα-
λωσε,δεν το νανουρισε,δεν ξενυχτησε στη κουνια του,δεν το'παιξε
στα χερια της,το'χε βαθεια μεσα στο μυαλο της,κι αυτος ηταν ο λογος,
που αγαπουσε τοσο πολυ τα μικρα παιδια,ολα τα παιδια του κοσμου,
που εβλεπε και υπηρχαν κι ευχονταν μεσα απ'τα φυλλα της καρδιας
της να'ναι παντα καλα κι ευτυχισμενα
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis]
.
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΣΦΑΛΜΑ ΜΟΥ
[Απο τα ''Λαικα Κειμενα]
.
.
.
πορτρετο
.
.
ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΣΦΑΛΜΑ ΜΟΥ
[Απο τα ''Λαικα Κειμενα]
.
.
[στο γλεντι εκεινο δεν σηκωθηκε να χορεψει,παρα τις
πρωινες ωρες ζητησε να βαλουν ενα τραγουδι της Ριτας
Σακελαριου ''Ενα Μεγαλο Σφαλμα μου'',τοτε σηκωθηκε και το
χορεψε,γυρισε,ξαναγυρισε,τσακιστηκε,εσκυψε,γονατισε,βουβα
πονεσε,βουβα ευχηθηκε,βουβα δακρυσε,κομματιαστηκε
να λυτρωθει]
η Μαρια,ηταν 17 χρονων,οταν γνωρισε εκεινον τον αντρα,
απο την επαρχια,στο Αγρινιο μεγαλωσε σε φτωχη οικογε-
νεια,στον Αγιο Κωνσταντινο,μια προσφυγικη συνοικια,ο πατερας
και η μανα καπνεργατεςς,απ'τις αποθηκες γυριζαν, 6 μερες τη
βδομαδα, με τη πισσα και τη σκονη να ποτιζει τα σωθηκα τους και
να φραζει τα πνευμονια τους,βηχας και πνιξιμο στο στηθος τη νυ-
χτα,ειχε κι εναν μικροτερο αδερφο,10 χρονων,μια αδερφη της μα-
νας της,που ζουσε στην Αθηνα,στο Περιστερι,εστειλε στη μανα της
να ερθει η Μαρια να τη βοηθησει στο σπιτι,ειχε τρια παιδια και μολις
ειχε γεννησει ενα τεταρτο ,ετσι η Μαρια βρεθηκε στην Αθηνα και
γνωρισε εκεινον τον ανθρωπο,στην αρχη δεν ηθελε,ντρεπονταν,
ηταν αβγαλτη,εκεινος επεμενε,την γοητευσε,την εκανε να ονει-
ρευτει,να νιωσει οτι κατι ειναι,και μια νυχτα σ'ενα ξενοδοχειο,γυρω
στην Ομονοια,του παραδωθηκε,τον πιστεψε,μεσα σε μια βδομαδα
τον εχασε,εξαφανιστηκε,δεν ηξερε καποιον να ρωτησει γι'αυτον,
στη θεια δεν ειπε τιποτα,στεναχωρηθηκε πολυ,ο κοσμος γκρεμιστη-
κε,γυρισε στο Αγρινιο,ηταν σκεπτικη,μελαγχολικη,η μανα την ενοι-
ωσε,τη ρωτησε τι εχει,στην αρχη δεν ειπε τιποτα,λεξη,επειτα ξεσπα-
σε σε κλαματα κι ειπε τη περιπετεια της,η μανα δεν την μαλωσε,την
αγκαλιασε,την φιλησε και της ειπε να μην ανησυχει,θα τα κανονιζε
ολα,στον πατερα δεν θα'λεγε τιποτα,φοβονταν την αντιδραση του,
οταν θα'ρχιζε να φουσκωνει η κοιλια της θα την εστελνε στην Αθηνα
στη θεια να ξεγεννησει,και θα'βλεπαν τι θα κανανε με το παιδι,η κοπελα φοβηθηκε,ετρεμε,''μανα,συγχωρεσε με,φοβαμαι,σας ντροπιασα στον
κοσμο,και τον πατερα'',σκεφτονταν την κατακραυγη του κοσμου,
την ταπεινωση,τη περιφρονηση,η μανα της συμπαρασταθηκε βουβα,
την εκρυψε,και πριν φανουν τα πρωτα σημαδια της εγκυμοσυνης με
καποια προφαση την πηρε και πηγαν στην Αθηνα,στην αδερφη της,
της τα'πανε ολα,εκεινη ενοιωσε ασχημα,ειπε δικο της ηταν το σφαλμα,
που δεν προσεξε τη κοπελα,εψαξε για τον προδοτη,τον απαρνητη,ρω-
τησε παντου,θετικα δεν εμαθε,καποιος της ειπε πως ηταν στη φυλακη,
για καποια κλοπη,αλλος ειπε πως τον σκοτωσαν στη Θεσσαλονικη σε
καποιο καυγα ,αλλος της ειπε πως μπαρκαρε σε καποιο υπερποντιο κα-
ραβι φορτηγο και θαλασσοδερνεται,κι αλλος πως τον ειδε πριν λιγες
μερες σ'ενα παραδρομο της Ομονοιας,περασμενα μεσανυχτα,τυφλα στο
μεθυσι,σ'αθλια κατασταση,φωναζε,ουρλιαζε,πεσμενος στη μεση του δρο-
μου,ηρθαν αστυνομικοι και τον μαζεψαν,στη κοπελα δεν ειπε τιποτα για
τα αποτελεσματα της ερευνας της,δεν ηθελε να την αναστατωσει στη
κατασταση,που ηταν,προσεξε την ατυχη κοπελα σαν δικο της παιδι,
ειχε τυψεις,να μην της λειψει τιποτα,να μην νοιωσει εγκαταλελειμενη,
περιφρονημενη,κι οταν ηρθε η ωρα την πηγε σε μια κλινικη να ξεγεν-
νησει,ο γιατρος ηταν δικος της ανθρωπος,θα κρατουσε το μυστικο,
ενα αρσενικο αγορακι γεννηθηκε,υγειεστατο,ο γιατρος κα-
νονισε και το εδωσε σε μια ευπορη οικογενεια ατεκνη,που ενδιαφερθηκε
να υιοθετησει το παιδι,ενας ορος ηταν να μην γινει γνωστο το ονομα
τους και που εμεναν οι θετοι γονεις,θα πληρωναν για το παιδι,ενα μεγα-
λο ποσο,η θεια δεν δεχτηκε τα χρηματα,ετσι ηθελε η μανα της Μαριας,
δεν πουλανε το παιδι ,το δινουν γιατι θελουν να μεγαλωσει καλα,να μην
περιφρονηθει,πηρε τη κοπελα στο σπιτι,κι οταν ηταν καλα,ηρθε η μανα
της και την εφερε στο Αγρινιο,την στηριξε,την αγαπουσε πολυ,περισ-
σοτερο απο πριν,δεν την φωναξε ποτε,τα χρονια περασαν,απαλυνε ο
πονος,και η λυπη,βρεθηκε ενα καλο παιδι,εργατικο,αρραβωνιαστηκε η
Μαρια και παντρευτηκε,στον αντρα της η Μαρια ειπε τι ειχε συμβει,εκει-
νος την αγαπουσε,ενας ευγενικος ανθρωπος,δεν τον ενοιαζε,ανθρωπος
ηταν,αυτα συμβαινουν στους ανθρωπους,αυτη να'ναι καλα κι ευτυχι-
σμενη,να μην ντρεπεται,μαζι του εκανε πολλα παιδια,πεντε,τρια κορι-
τσια και δυο αγορια,τα μεγαλωσε,ποτε δεν τα ξεχωρισε,κι εκεινο το
αγορι,το δικο της μικρο αγορι,ποτε δεν το ξεχασε,αν και δεν το μεγα-
λωσε,δεν το νανουρισε,δεν ξενυχτησε στη κουνια του,δεν το'παιξε
στα χερια της,το'χε βαθεια μεσα στο μυαλο της,κι αυτος ηταν ο λογος,
που αγαπουσε τοσο πολυ τα μικρα παιδια,ολα τα παιδια του κοσμου,
που εβλεπε και υπηρχαν κι ευχονταν μεσα απ'τα φυλλα της καρδιας
της να'ναι παντα καλα κι ευτυχισμενα
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου