I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Τετάρτη 20 Μαρτίου 2024

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Το παραληρημα της Κασσάνδρας -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis (Αγαμεμνων Αισχύλου,στίχοι 1085-87,1090-92,1095-97,1100-04, 1107-11,1114-18,1125-29,1136-39,1146-49) μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Αγαμεμνων Αισχύλου,στίχοι 1085-87,1090-92,1095-97,1100-04,

1107-11,1114-18,1125-29,1136-39,1146-49)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

.

.



























Εικόνες της κρίσης της Κασσάνδρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Αγαμεμνων Αισχύλου,στίχοι 1085-87,1090-92,1095-97,1100-04,

1107-11,1114-18,1125-29,1136-39,1146-49)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


έφτασαν σήμερα το μεσημέρι στις Μυκήνες,ζεστη,καύσωνας,τα

τζιτζίκια σε έκρηξη στα δέντρα,άκουγε τα λόγια της στον Αγαμέμνονα,

η γυναίκα που τιμάει τον άντρα της κι άλλον δεν βάζει στο κρεβατι

της,υποκρισία,πως δεν άντεχε να ακούει τα κακά νέα του πολέμου,

και τρελονταν μήπως εκεί σκοτώνονταν,τώρα ήρθε και τους 

περιμένουν ευτυχισμένες μέρες,τα αγαπημένα παιδιά τους,η Χρυσοθεμη,

ο Ορέστης,και η...,εκεί άλλαξε η φωνή της,..η Ηλέκτρα μας,το 'μας'

το τονισε με ένα παράξενο τρόπο,εκείνος την πίστεψε,γελούσε μάλιστα 

ικανοποιημένος,κι αυτή,την κοίταξε,αν και βαρβαρική είναι γερή

κοπέλα για δούλα μας,ένιωσε την ειρωνία,τη ζήλεια της να την

τρώει,ήρθε κι ο ξάδερφος ο Αίγισθος τον φίλησε σταυρωτά,φιλί

φιδιού,όλα τα έβλεπε καθαρά,τη νύχτα αφού τον ναρκωνε θα'βγαινε

στον κήπο να τον συναντήσει,στο σκοτάδι θα αγκαλιάζονταν,

και μετά εκείνος θα της έδινε το δίκτυ,με αυτό θα τον τύλιγε μέσα

στο λουτρό,σαν ψάρι,και με το μαχαίρι εκείνος θα τον έσφαζε,

έπειτα θα έρχονταν η σειρά της,της ήρθε στο νου η πόλη της,

ο πατέρας,η μάνα,τ'αδελφια,όλα κάηκαν,αφανίστηκαν,ζαλίστηκε

έπεσε στο χώμα,το κορμί της ταράζονταν,από το στόμα της έβγαζε

αφρούς,έσχιζε τα ρούχα της,μαζεύτηκαν γύρω της,αφήστε την,

φώναξε η Κλυταιμνήστρα,επιληπτικη είναι,θα της περάσει,

ο Αίγισθος κοιτούσε τα γυμνωμενα πόδια της,όταν ηρέμησε,μαξεψτε

την είπε η Κλυταιμνήστρα και κλειδώστε την στο δωμάτιο,

ξύπνησε μέσα στη νύχτα,σκοτάδι,ακουσε ένα τριζόνι στο δωμάτιο,

περασε ώρα,άπειρη ώρα,ξαφνικά μέσα στη νύχτα μια κραυγη,

το ουρλιαχτό ενός ζώου που το σφάζουν,έγινε,τελείωσε,άκουσε

το κλειδί στη πόρτα,μια σκιά στη πόρτα,την πλησίασε,άκουσε την

βαριά ανάσα,μην φοβασε,εγώ είμαι,ήταν ο Αίγισθος,την αρπαξε,

μου αρέσεις,της είπε,βρωμουσε κρασί,έβαλε το χέρι του δυνατά

πάνω στο στόμα της,μην φωνάξεις,δεν θα πετύχεις τίποτα,κανένας

δεν θα σε πιστέψει,μια πόρνη,μια αμοροζα,μια βάρβαρη ξένη,

τον έσπρωξε,με τα νύχια τον έσχισε,εκείνος ήταν πιο δυνατός,

ένοιωσε το σπέρμα του στον κόλπο της σαν δηλητήριο φιδιού,

όταν έφυγε ήταν μισολιποθυμη,σύρθηκε ως τη πόρτα,σηκώθηκε,

βρέθηκε σε ενα σκοτεινό δωμάτιο,σκόνταψε σε κάτι,είδε μια

πήλινη κούκλα σπασμένη,έπειτα βρέθηκε σε άλλο σκοτεινό δωμάτιο,

δεν έκλαιγε,μόνο κρύωνε πολυ,έπειτα σε άλλο σκοτεινό δωματιο,

ήξερε πως σε κάποιο θα την περίμεναν αυτοί δυο να την σκοτώσουν,

άκουγε τα γέλια τους,άνοιξε τη πόρτα και τους είδε,η Κλυταιμνήστρα

φορούσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα κι ο Αίγισθος ένα μαύρο κοστούμι,

την έπιασαν,την ακινητοποίησαν,τα χέρια τους στο λαιμό της,είδε τη 

λάμψη του μαχαιριού,έπειτα τίποτα,για πάντα τίποτα,

.

.


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

(Αγαμεμνων Αισχύλου)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Κασσάνδρα

Απολλονα προστάτη των δρόμων,

αφανιστη μου,που μ'εφερες;

σε ποιο σπιτι;


σπίτι μισητό στους θεούς,που πολλά ξέρει 

φονικά συγγενών,λαιμών θηλιές,

ανθρώπων σφαγείο,και χώμα μ'αιμα ραντισμενο


γιατί σ'αυτες εδώ τις μαρτυριες πιστεύω,

βρέφη που σφάζονται και κλαίνε,

και σάρκες ψημενες που ο πατέρας τις έχει φαγωμενες


αλιμονο,άραγε τι να σχεδιάζει;

ποια η νέα μεγάλη συμφορά;

το μεγάλο κακό που μεσα σ'αυτο σχεδιάζεται το σπίτι,

δυσβάσταχτο στους φίλους,αγιατρευτο,

και γλυτωμος δεν ειναι 


καταραμένη,τι πας να κάνεις;

τον άντρα του κρεβατιού σου 

που μέσα στο λουτρό καθαρίζεις,

πώς να πω το τέλος;

γιατί αυτό γρήγορα θα γινει,

να τεντώνει το'να χέρι

και τ'αλλο χέρι απλώνει 


τι'ναι αυτό που βλεπω;

όχι δίκτυ του Άδη,

αλλά η γυναίκα του δίκτυ παγίδα,

αυτή η αιτία του φόνου,

η αχόρταγη κατάρα ας ουρλιάξει

το θρήνο για τον άδοξο θανατο


και να,δες,δες,μακριά βαστα την αγελάδα

απ' τον ταύρο,στα ρούχα αρπάζοντας

μαχαίρι με λαβή μαυροκερατη τον χτυπα,

κι εκείνος πέφτει μέσα στα νερά,

της φονικής λεκάνης σας λέω τα συμβαντα


δυστυχία μου,κακοτυχια μου,

γιατί κι η δική μου συμφορά με πνίγει

γιατί εδώ πέρα τη δυστυχη μ'εφερες;

για τίποτα άλλο παρά να πεθάνουμε μαζί,

γιατί άλλο;


ω μοίρα της γλυκοφωνης αηδονας,

γιατι αυτη οι θεοί την φτερωσαν

και μια γλυκειά ζωή της έδωσαν 

χωρίς κλάματα,και σε μένα μένει

με δίκοπο μαχαιρι να με σχισουν

.

.

Κασσάνδρα 

 Ἄπολλον· Ἄπολλον· [ἀντ. β] 1085

ἀγυιᾶτ᾽, ἀπόλλων ἐμός.

ἆ ποῖ ποτ᾽ ἤγαγές με; πρὸς ποίαν στέγην;

 

μισόθεον μὲν οὖν· πολλὰ συνίστορα, [στρ. γ] 1090

αὐτόφονα, †κακὰ καρτάναι†

ἀνδρὸς σφαγεῖον καὶ πέδον ῥαντήριον.


μαρτυρίοισι γὰρ τοῖσδ᾽ ἐπιπείθομαι· [ἀντ. γ] 1095

κλαιόμενα τάδε βρέφη σφαγὰς

ὀπτάς τε σάρκας πρὸς πατρὸς βεβρωμένας


ἰὼ πόποι, τί ποτε μήδεται; [στρ. δ] 1100

τί τόδε νέον ἄχος μέγα;

μέγ᾽ ἐν δόμοισι τοῖσδε μήδεται κακόν,

ἄφερτον φίλοισιν, δυσίατον· ἀλκὰ δ᾽

ἑκὰς ἀποστατεῖ


ἰὼ τάλαινα, τόδε γὰρ τελεῖς; [ἀντ. δ]

τὸν ὁμοδέμνιον πόσιν

λουτροῖσι φαιδρύνασα—πῶς φράσω τέλος;

τάχος γὰρ τόδ᾽ ἔσται· προτείνει δὲ χεὶρ ἐκ 1110

χερὸς ὀρεγομένα.


ἒ ἔ, παπαῖ παπαῖ, τί τόδε φαίνεται; [στρ. ε]

ἦ δίκτυόν τί γ᾽ Ἅιδου.1115

ἀλλ᾽ ἄρκυς ἡ ξύνευνος, ἡ ξυναιτία

φόνου. στάσις δ᾽ ἀκόρετος γένει

κατολολυξάτω θύματος λευσίμου


ἆ ἆ, ἰδοὺ ἰδού· ἄπεχε τῆς βοὸς [ἀντ. ε] 1125

τὸν ταῦρον· ἐν πέπλοισιν

μελαγκέρῳ λαβοῦσα μηχανήματι

τύπτει· πίτνει δ᾽ ‹ἐν› ἐνύδρῳ τεύχει.

δολοφόνου λέβητος τύχαν σοι λέγω


ἰὼ ἰὼ ταλαίνας κακόποτμοι τύχαι· [στρ. ζ]1136

τὸ γὰρ ἐμὸν θροῶ πάθος ἐπεγχέασα.

ποῖ δή με δεῦρο τὴν τάλαιναν ἤγαγες;

οὐδέν ποτ᾽ εἰ μὴ ξυνθανουμένην. τί γάρ

 

ἰὼ ἰὼ λιγείας μόρον ἀηδόνος· [ἀντ. ζ]1146

πτεροφόρον γάρ οἱ περὶ δέμας βάλοντο

θεοὶ γλυκύν τ᾽ ἀγῶνα κλαυμάτων ἄτερ·

ἐμοὶ δὲ μίμνει σχισμὸς ἀμφήκει δορί.

.

.

,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου