'
.
GREEK POETRY
POETRY -C.N.COUVELIS
ΠΟΙΗΜΑΤΑ-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ
.
.
ΜΕΡΟΣ 34
PART 34
.
.
Οιδιποδας[Βραχογραφια] -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Επικείμενα -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
στα μήλα των ματιών του δύο σφήκες
είδε στον καθρέφτη
είχε το πρόσωπο της σφιγγας
ένας απροσδιόριστος Θηβαίος Οιδίποδας
βασιλιάς
η γυναίκα του στη φωτογραφία,
μάλλον στη μνήμη του,
θήλαζε το παιδί του,
αδύνατο να κλείσει τα μάτια,
στρατιώτες ανέβαιναν στη Λάρισα
κι από κει στη παγωμένη Μακεδονία
ένας κυπρίνος σπαρταρουσε στα δίχτυα
στο χρόνο επαναλαμβάνεται το
τοπίο με τους λόφους
παρελθόν η' παρόν η' μέλλον
μεσημέρι
περίμενε στον αδειο σταθμό
το τρένο
να ταξιδέψει
να αναβάλει την τιμωρία η'
την εκδίκηση
γύρισε στο σπίτι
η γυναίκα δεν ρώτησε τι και πως
υπάκουη ύπαρξη
τη ρώτησε για το παιδί
εκείνη βουβή
τα απογεύματα μάθαινε τα νέα του πολέμου
οι άλλοι νομοτελειακά θα νικούσαν
αυτός έπειτα τάιζε το κίτρινο
ψαράκι στη γυάλα
αν άδειαζε το νερό τι θα
άλλαζε
σήμερα τον πονούσαν τα πόδια ήταν
φουσκωμένα ίσως
τα ζεστά μπάνια του κανουν καλό
είδε τη γυναίκα να
αλλάζει λουλούδια στο ανθοδοχειο
ποιον περιμένουμε της είπε
κανέναν,ποιον; απάντησε
κι έσκυψε το κεφάλι της σαν να
ντράπηκε
έκανε μια
κίνηση με το χέρι να
διώξει τις σφήκες
αδύνατο
άλλωστε,σκέφτηκε,σε
λίγο δεν
θα'μενε τίποτα από τα ματια
τα γεγονότα έπονται ραγδαια
η πτώση της σφιγγας βεβαια
η επικείμενη ήττα
η γυναίκα κρεμασμένη με θηλιά
η λασπωμένη Θήβα
ένας καθρέφτης
στη μνημη
.
.
.
Ομηρικές Παρομοιώσεις Ανέμων και Θαλασσας
Ομήρου Ιλιάδα,ραψωδία ι',ν'-
μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομήρου Ιλιάδα ραψωδία ι' 1-8
Ὣς οἳ μὲν Τρῶες φυλακὰς ἔχον· αὐτὰρ Ἀχαιοὺς
θεσπεσίη ἔχε φύζα φόβου κρυόεντος ἑταίρη,
πένθεϊ δ’ ἀτλήτῳ βεβολήατο πάντες ἄριστοι.
ὡς δ’ ἄνεμοι δύο πόντον ὀρίνετον ἰχθυόεντα,
βορέης καὶ Ζέφυρος, τώ τε Θρῄκηθεν ἄητον,5
ἐλθόντ’ ἐξαπίνης· ἄμυδις δέ τε κῦμα κελαινὸν
κορθύεται, πολλὸν δὲ παρὲξ ἅλα φῦκος ἔχευεν·
ὣς ἐδαΐζετο θυμὸς ἐνὶ στήθεσσιν Ἀχαιῶν.
καθώς οι Τρώες φρουρούς είχαν.τοτε τους Αχαιούς
έπιασε τρομερη του φόβου φυγη που παγώνει ταιρι
με στεναχώρια αβάσταχτη χτυπαε όλους τους αρχηγους
καθώς άνεμοι δύο το πέλαγο ανακατωνουν το ψαροφορο
Βοριας και Ζεφυρος κι απ'τη Θράκη θυελλα όπως
ερχεται ξαφνικα.κι αμεσως το κύμα καταμαύρο
ορθωνεται.πολύ έξω απ'τη θάλασσα φύκια χυνονταν
έτσι σχίζονταν η καρδιά μεσα στων Αχαιών τα στηθη
.
.
Ομήρου Ιλιάδα ραψωδία ν' 795-801
οἳ δ’ ἴσαν ἀργαλέων ἀνέμων ἀτάλαντοι ἀέλλῃ,795
ἥ ῥά θ’ ὑπὸ βροντῆς πατρὸς Διὸς εἶσι πέδον δέ,
θεσπεσίῳ δ’ ὁμάδῳ ἁλὶ μίσγεται, ἐν δέ τε πολλὰ
κύματα παφλάζοντα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης,
κυρτὰ φαληριόωντα, πρὸ μέν τ’ ἄλλ’, αὐτὰρ ἐπ’ ἄλλα·
ὣς Τρῶες πρὸ μὲν ἄλλοι ἀρηρότες, αὐτὰρ ἐπ’ ἄλλοι,800
χαλκῷ μαρμαίροντες ἅμ’ ἡγεμόνεσσιν ἕποντο.
αυτοί πορευονταν μ'ανεμων παρόμοιοι θυελλα 795
που ξεσπά απ'τη βροντή του πατέρα Δια στη γη
και με τρομερό βουητό με τη θάλασσα σμιγεται,και σ'αυτη
πολλά κύματα φουσκωμένα της πολυτάραχης θάλασσας
κυρτα άσπρα αφρισμένα αλλα μπροστά κι έπειτα αλλα
έτσι οι Τρωες άλλοι μπροστά σε διαταξη κι έπειτα άλλοι 800
στο χαλκό αστραφτοντας μαζί με τους ηγεμόνες ερχονταν
.
.
,
Αίαντας/Έκτορας:Η επική λογομαχια
Ομήρου Ιλιάδα ραψωδία Ν' 809-832
-μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αἴας δὲ πρῶτος προκαλέσσατο μάκρα βιβάσθων·
«δαιμόνιε σχεδὸν ἐλθέ· τίη δειδίσσεαι αὔτως810
Ἀργείους; οὔ τοί τι μάχης ἀδαήμονές εἰμεν,
ἀλλὰ Διὸς μάστιγι κακῇ ἐδάμημεν Ἀχαιοί.
ἦ θήν πού τοι θυμὸς ἐέλπεται ἐξαλαπάξειν
νῆας· ἄφαρ δέ τε χεῖρες ἀμύνειν εἰσὶ καὶ ἡμῖν.
ἦ κε πολὺ φθαίη εὖ ναιομένη πόλις ὑμὴ815
χερσὶν ὑφ’ ἡμετέρῃσιν ἁλοῦσά τε περθομένη τε.
σοὶ δ’ αὐτῷ φημὶ σχεδὸν ἔμμεναι ὁππότε φεύγων
ἀρήσῃ Διὶ πατρὶ καὶ ἄλλις ἀθανάτοισι
θάσσονας ἰρήκων ἔμεναι καλλίτριχας ἵππους,
οἵ σε πόλιν δ’ οἴσουσι κονίοντες πεδίοιο.»820
Ὣς ἄρα οἱ εἰπόντι ἐπέπτατο δεξιὸς ὄρνις,
αἰετὸς ὑψιπέτης· ἐπὶ δ’ ἴαχε λαὸς Ἀχαιῶν
θάρσυνος οἰωνῷ· ὃ δ’ ἀμείβετο φαίδιμος Ἕκτωρ·
«Αἶαν ἁμαρτοεπές, βουγάϊε ποῖον ἔειπες·
εἰ γὰρ ἐγὼν οὕτω γε Διὸς πάϊς αἰγιόχοιο825
εἴην ἤματα πάντα, τέκοι δέ με πότνια Ἥρη,
τιοίμην δ’ ὡς τίετ’ Ἀθηναίη καὶ Ἀπόλλων,
ὡς νῦν ἡμέρη ἧδε κακὸν φέρει Ἀργείοισι
πᾶσι μάλ’, ἐν δὲ σὺ τοῖσι πεφήσεαι, αἴ κε ταλάσσῃς
μεῖναι ἐμὸν δόρυ μακρόν, ὅ τοι χρόα λειριόεντα830
δάψει· ἀτὰρ Τρώων κορέεις κύνας ἠδ’ οἰωνοὺς
δημῷ καὶ σάρκεσσι πεσὼν ἐπὶ νηυσὶν Ἀχαιῶν.»
Ο Αίαντας πρώτος προς αυτόν φώναξε με μακριά πατώντας
βήματα,,καημένε,κοντά έλα,γιατί φοβεριζεις έτσι 810
τους Αργείους;μάθε πώς ούτε μάχης αμαθοι ημαστε,
αλλα η κακη του Δία μάστιγα δάμασε τους Αχαιους
κι αν τώρα κάπου στο μυαλό σου ελπίζεις ν'αφανισεις
τα καραβια,αμέσως και σε μας τα χέρια ν,'αμυνθουν υπάρχουν
αν και πιο πολυ θα φτάσει η μέρα η καλοχτιστη πολη σου 815
απ' τα χέρια τα δικά μας και αλωμένη και ερημωμενη
και σε σένα τον ίδιο λέω κοντά είναι που φευγωντας
θα προσευχεσε στον Δία πατέρα και στους άλλους αθανατους
γρηγοτερα απ'τα γεράκια να'ναι οι καλλοτριχοι ιπποι
εσένα στη πόλη να φέρουν σηκωνοντας σκόνη στη πεδιαδα 820
ως έτσι αυτός είπε πέταξε αίσιο πουλι,αετός που ψηλά
πετά,σ'αυτο φώναξε δυνατα ο λαός των Αχαιών θαρρευοντας
με τον οιωνο και σ'αυτον απάντησε ο λάμπρος Έκτορας,
Αίαντα μωρολογε,βοδοκεφαλε,τι είπες;,γιατί αν κι εγώ
βέβαια παιδί του Δία που'χει την αιγιδα ημουνα αθάνατο 825
η σεβαστή να με γεννούσε Ήρα και να τιμιωμουν ως τιμιεται
η Αθήνα κι ο Απόλλωνας,καθώς τώρα αυτή εδώ η μερα
κακό θα φέρει στους Αργειους σ'ολους πολύ,και συ
σ'αυτους θα σκοτωθείς αν μείνεις το μακρύ μου δορυ
να δεχτεις που το σαν κρίνο δέρμα σου θα σχίσει,αλλ'ομως 830
των Τρώων θα χορτάσεις τα σκυλιά και τα ορνια με το πάχος
και τις σάρκες πέφτοντας κοντά στων Αχαιών τα καραβια
.
,
Τα Δώρα Αίαντα Εκτορα,Ομηρου Ιλιάδα ραψωδία Η' 303-307
-μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Έκτωρ)
Ὣς ἄρα φωνήσας δῶκε ξίφος ἀργυρόηλον
σὺν κολεῷ τε φέρων καὶ ἐϋτμήτῳ τελαμῶνι·
Αἴας δὲ ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν 305
τὼ δὲ διακρινθέντε ὃ μὲν μετὰ λαὸν Ἀχαιῶν
ἤϊ’, ὁ δ’ ἐς Τρώων ὅμαδον κίε·
(ο Εκτορας)
έτσι σαν είπε του'δωκε ξίφος αργυροκαρφωτο
μαζί με το θηκάρι και με λουρί καλοκομενο
ο Αίαντας ζωστηρα έδωσε σε κόκκινο φωτεινό 305
και χωρίζοντας ο ένας στον λαό των Αχαιών
πήγε κι ο άλλος στων Τρώων την ομαδα γυρισε
.
.
Τα δυω Δωρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αληθεια,εξαίσια τα λόγια που τους έβαλε στα στόματα
ο ποιητής να πουν λίαν επικά και ταιριαστά σε τέτοιους
ξακουστούς ήρωες,κι αυτά σίγουρα θέλουν ν'ακουσουν
οι πάσι φύσεως ακροατές στα λαμπρά συμπόσια τους,
την ρητορική ευφράδεια και το αλύγιστο σθένος,αλλ'ομως
εδώ το τελος προδικαζεται;στη ραψωδία Χ' ατιμασμενος
σέρνεται νεκρός ο Έκτορας πίσω απ'τό άρμα του Αχιλλέα
δεμένοςμε τον ζωστῆρα φοίνικι φαεινόν δώρο του Αιαντα
μέσα στον πνιγερο κονιορτο της πεδιάδας και στον Σοφοκλή
ο Αιαντας τρελος και μανιασμένος σφάζει τα πρόβατα
γι' Αχαιούς κι ύστερα ντροπιασμένος σφάζεται κι ο ίδιος
πέφτοντας σε ξίφος ἀργυρόηλον δώρο του Εκτορα αυτό
και τα σκυλιά και τα ορνια θα του καταβροχθίσουν ύστερα
ανηλεατο πάχος και τις σάρκες του στη ξενη μέσα χώρα
Ο ποιητής πως έκανε το χρέος του,κανείς δεν αμφιβάλλει,
δίκαια τους μοίρασε και τη δόξα και τη πτώση τους,όπως
αυτοί οι δύο άλλοτε ευγενικά αντάλλαξανε τα δώρα τους
.
.
.
Λαερτης του Αρκεισιου,βραχογραφια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο πόνος του πατέρα Λαέρτη για το γιο του Οδυσσέα
(Ομήρου Οδύσσεια,ραψωδία λ'(Νέκυια)στίχοι 187-196)
-μετάφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
στη ραψωδία λ' Νέκυια της Οδύσσειας του Ομήρου ο Οδυσσέας έχει κατέβει στον Άδη
να ρωτήσει τον Τειρεσία για το γυρισμό του,τον νόστον,στη πατρίδα,Ιθάκη,
εκεί συναντά τη μάνα του Αντίκλεια,και την ρωτά για τον πατέρα του κι εκείνη πικρά του αποκρίνεται:
......,......................πατὴρ δὲ σὸς αὐτόθι μίμνει187
ἀγρῷ οὐδὲ πόλινδε κατέρχεται· οὐδέ οἱ εὐναὶ
δέμνια καὶ χλαῖναι καὶ ῥήγεα σιγαλόεντα,
ἀλλ' ὅ γε χεῖμα μὲν εὕδει ὅθι δμῶες ἐνὶ οἴκῳ, 190
ἐν κόνι ἄγχι πυρός, κακὰ δὲ χροῒ εἵματα εἷται·
αὐτὰρ ἐπὴν ἔλθῃσι θέρος τεθαλυῖά τ' ὀπώρη,
πάντῃ οἱ κατὰ γουνὸν ἀλῳῆς οἰνοπέδοιο
φύλλων κεκλιμένων χθαμαλαὶ βεβλήαται εὐναί.
ἔνθ' ὅ γε κεῖτ' ἀχέων, μέγα δὲ φρεσὶ πένθος ἀέξει σε
σὸν νόστον ποθέων· χαλεπὸν δ' ἐπὶ γῆρας ἱκάνει.196
.
.
............................................κι ο πατέρας σου εκεί μενει 187
στους αγρούς,ούτε στη πόλη κατεβαίνει ουτ'εχει κρεβάτια
με στρώματα και χλαινες και λαμπερά παπλωματα
αλλ'αυτός το χειμώνα κοιμαται όπου κι οι δούλοι στο σπίτι190
στη στάχτη πλάι στη φωτια,και φτωχά στο κορμί ρούχα φορει
όταν ομως έρθει το καλοκαίρι και το καρποφόρο φθινοπωρο
παντού έχει στο υψωμα τ'αμπελοχωραφου τα πεσμένα φύλλα
σωριαζοντας χάμω κρεβάτια,εκεί αυτός κάθεται στενάζοντας
και πολύ μεγάλη στη καρδιά η λύπη αυξανει το γυρισμό σου
ποθώντας,γιατι πολύ βαρυ το γήρας πάνω του έχει φτασει 196
.
.
.
Bertolt Brecht-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
=Σπαράγματα από το Χρονικό μιας Εξεγερσης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Bertolt Brecht-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Die Lösung
(μετάφραση Übersetzung χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)
Nach dem Aufstand des 17. Juni
Ließ der Sekretär des Schriftstellerverbands
In der Stalinallee Flugblätter verteilen
Auf denen zu lesen war, daß das Volk
Das Vertrauen der Regierung verscherzt habe
Und es nur durch verdoppelte Arbeit
zurückerobern könne. Wäre es da
Nicht doch einfacher, die Regierung
Löste das Volk auf und
Wählte ein anderes?
Η Διάλυση
ύστερα από την εξέγερση της 17 του Ιούνη
ο Γραμματέας της Ενώσεως των Συγγραφέων
στην Λεωφόρο Στάλιν φυλλάδια μοίρασε
πάνω στα οποία να διάβαστει ήταν,,ότι ο λαός
την εμπιστοσύνη της κυβέρνησης έχει απολέσει
και μονάχα διαμέσου της διπλασιας εργασιας
μπορούσε να ξανακερδίσει.Δεν θα ήταν εδώ
ακόμα απλούστερο, η κυβέρνηση
να διαλύσει το λαό και
να επιλέξει έναν άλλον;
.
(Το ποίημα Die Lösung (Η Λύση,Η Διάλυση) του Μπέρτολτ Μπρεχτ γράφτηκε για την λαϊκή εξέγερση στις 17 Ιουνίου του 1953 στο Βερολίνο και σε πολλές άλλες πόλεις της Ανατολικής Γερμανίας κατά του διπλασιασμού της 'νορμας' εργασίας,
Η εξέγερση διαλύθηκε από την επέμβαση των σοβιετικων τανκς και της Αστυνομίας της Ανατολικής Γερμανίας)
.
.
1953: Stones Against Tanks - Upheaval in East Germany
https://youtu.be/J4qBGkCj0_c
<iframe width="560" height="315" src="https://www.youtube.com/embed/J4qBGkCj0_c" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
.
.
.
Antonio Gramsi-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Il vecchio mondo sta morendo-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
τα άλογα του Gramsi είναι έτοιμα
απ' τις απολιθωμένες μετώπες της Ιστορίας
να ορμήσουν
Αδελφοί,δεν βλέπεται πως το παλιό έχει πια πεθάνει
και το καινούργιο θελει τώρα να γεννηθει
ούτε ο κόσμος είναι κατασκεύασμα της φύσης
αλλά της ανθρώπινης εργασίας
Όχι αδιαφορια
Δεν ειναι Ουτοπια ο Antonio Gramsi
.
.
.
one woman's enigma-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
qu'est-ce que c'est le langage ?-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
qu'est-ce que c'est le langage ?
être
ce je dis avec des mots
je regarde
ma main
d'être
c'est d'être
à des choses
ma pensée
s'accorde à la réalité
la réalité en doute
l'imaginer
maintenant
d'imagination d'objets réels
par example,sur le visage
du corps du pouvoir
ce c'est le langage
.
.
.
Georges Bizet - Carmen -
Habanera
-μεταφραση traduction χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Maria Callas Bizet Carmen Habanera Hamburg 1962
https://youtu.be/EseMHr6VEM0
<iframe width="480" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/EseMHr6VEM0" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
-
Julia Migenes Bizet Carmen Habanera(film Francesco Rossi,1984)
https://youtu.be/CBWJGcKWCNY
<iframe width="491" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/CBWJGcKWCNY" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
.
.
Quand je vous aimerai?
Ma foi, je ne sais pas,
Peut-tre jamais, peut-tre demain.
Mais pas aujourd'hui, c'est certain.
L’amour est un oiseau rebelle
Que nul ne peut apprivoiser
Et c’est bien en vain qu’on l’appelle
S’il lui convient de refuser
Rien n’y fait, menace ou prière
L’un parle bien, l’autre se tait
Et c’est l’autre que je préfère
Il n’a rien dit mais il me plait
L’amour! L’amour! L’amour! L’amour!
L’amour est enfant de Bohême
Il n’a jamais jamais connu de loi
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime
Si je t’aime, prends garde à toi!
Si tu ne m’aimes pas, si tu ne m’aimes pas, je t’aime
Mais si je t’aime, si je t’aime, prends garde à toi!
L’oiseau que tu croyais surprendre
Battit d’aile et s’envola
L’amour est loin, tu peux l’attendre
Tu ne l’attends pas, il est là
Tout autour de toi, vite vite
Il vient, s’en va, puis il revient
Tu crois le tenir, il t’evite
Tu crois l’éviter, il te tient
L’amour! L’amour! L’amour! L’amour!
L’amour est enfant de Bohême
Il n’a jamais jamais connu de loi
Si tu ne m’aimes pas, je t’aime
Si je t’aime, prends garde à toi!
.
.
πότε 'γώ θα σ'ερωτευτω?
μα τη πίστη μου,τ'αγνοω
ίσως ποτέ,ίσως αύριο,
αλλ' όχι σήμερα,αυτο' ναι σιγουρο
ο έρωτας ένα ρεμπελο είναι πουλί
που κανείς να ημερεψει δεν μπορεί
κι είναι μάταιο πολύ να τον καλεις
αν αυτός αυτόν πρόκειται ν'αρνηθει
τίποτα δεν κάνει,απειλή η' παρακαλι
ο ένας μιλά καλά,ο άλλος σωπαίνει
κι είναι ο άλλος που'γω προτιμαω
τίποτα δεν είπε αλλ'αυτος μ'αρεσει
ο έρωτας! έρωτας! Ο έρωτας! Ο έρωτας!
ο έρωτας μποεμικο είναι παιδί
αυτό ποτέ ποτέ δεν γνώρισε το νομο
αν εσύ δεν μ'αγαπας,εγώ σ' αγαπώ
αν σ'αγαπω,τότε φυλαξου!
αν εσύ δεν μ'αγαπας,αν εσύ δεν μ'αγαπας,εγώ σ' αγαπώ
αλλά αν σ'αγαπω,αν σ'αγαπω,τότε φυλαξου!
το πουλί που πίστεψες πως έπιασες
χτυπησε τα φτερά και πεταξε
ο έρωτας είναι μακριά,να τον καρτερας μπορείς,
δεν τον καρτερας,αυτός είναι εκει
παντού γύρω σου, γρήγορα γρήγορα
έρχεται πάει ύστερα ξανάρχεται
πιστεύεις πως τον κρατάς, σου ξεφευγει
πιστεύεις πως σου ξεφευγει,σε κρατα
o έρωτας! ο έρωτας! ο έρωτας! ο έρωτας!
ο έρωτας μποεμικο είναι παιδί
αυτό ποτέ ποτέ δεν γνώρισε το νομο
αν εσύ δεν μ'αγαπας,εγώ σ' αγαπώ
αν σ'αγαπω,τότε φυλαξου!
.
.
.
.
.
Οι όμοιες συνέπειες των πολεμων
Bertolt Brecht Gedicht
Der Krieg, der kommen wird
- μετάφραση Übersetzung χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Der Krieg, der kommen wird
Der Krieg, der kommen wird
Ist nicht der erste. Vor ihm
Waren andere Kriege.
Als der letzte vorüber war
Gab es Sieger und Besiegte.
Bei den Besiegten das niedere Volk
Hungerte. Bei den Siegern
Hungerte das niedere Volk auch.
.
.
Ο πόλεμος που θα'ρθει
δεν είν' ο πρώτος.Πριν απ'αυτον
ήταν άλλοι πολεμοι.
Όταν ο τελευταίος τελείωσε
είχε νικητές και νικημένους.
Στους νικημενους ο φτωχός λαός
πεινούσε.Στους νικητές
πεινούσε ο φτωχός λαός επισης
.
.
.
.
.
Koloman Wallisch(1889-1934)
ο Koloman Wallisch κρατουμενος πριν την εκτελεση 19 Φεβρουαρίου 1934
Bertolt Brecht: "Koloman Wallisch Kantate"αποσπασμα
-μεταφραση Übersetzung χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Χρονικό της Εκτέλεσης του αγωνιστή Koloman Wallisch:
κατά την Γενική απεργία των εργατών της εξέγερσης του Φεβρουαρίου
πιάστηκε στις 18 Φεβρουαριου 1934 ο ουγγροαυστριακος σοσιαλδημοκράτης αγωνιστής Koloman Wallisch και την επόμενη μέρα 19 Φεβρουαρίου 1934 ανακρίθηκε στο δικαστήριο του Loeben της Αυστρίας,τον καταδικασαν κι αφού τον κάθησαν στη καρέκλα του garotte του έδεσαν σφιχτά το στήθος τα χέρια και τα πόδια κι ο δήμιος του περασε στο κεφάλι τη θηλιά και μ'ενα ξύλο στρίβοντας τα σχοινιά τού συνετριψε το λαιμο.
Ο Bertolt Brecht έγραψε στη μνήμη του την Koloman Wallisch Kantate
Απόσπασμα:
Wer zu Hause bleibt, wenn der Kampf beginnt
Und läßt andere kämpfen für seine Sache
Der muß sich vorsehen: denn
Wer den Kampf nicht geteilt hat
Der wird teilen die Niederlage.
Nicht einmal den Kampf vermeidet
Wer den Kampf vermeiden will: denn
Es wird kämpfen für die Sache des Feinds
Wer für seine eigene Sache nicht gekämpft hat ."
.
.
Οποίος στο σπίτι μένει,όταν ο αγώνας αρχίζει
Κι αφήνει άλλους ν'αγωνιζονται για δική του υποθεση
Αυτός πρέπει να προσέξει:γιατι
Οποιος τον αγώνα δεν έχει μοιραστει
Αυτός θα μοιραστει την ηττα
Ούτε ακόμη τον αγωνα αποφεύγει
Οποιος τον αγωνα θέλει ν'αποφυγει:γιατι
θα 'χει αγωνισθει για την υπόθεση του εχθρού
Οποιος για δική του υπόθεση δεν έχει αγωνισθει
.
.
.
The Enigma- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η εκδίκηση της Θηβαίας Σφιγγας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η Σφίγγα μετά τη λύση του Αινίγματος της από τον Οιδίποδα κλειστηκε στο διαμέρισμα
της, οδός Θηβών αριθμός 17, 5ος όροφος, αριθμός διαμερίσματος 3,
έκλεισε ερμητικά τα παράθυρα έσβησε το φως ξάπλωσε με.τα ρούχα στο κρεβάτι έκλεισε
τα μάτια ο έξω κόσμος απομακρύνθηκε έσβησε τώρα ξέρει
πώς νομοτελειακά θα συμβούν τα γεγονότα:η βασιλεία,οι γάμοι του με τη μητέρα,τα τ
εσσερα παιδιά,η πανούκλα,η αναζήτηση της αιτίας,η αποκάλυψη του φόνου του πατέρα
και η αιμομιξία με τη μάνα,η αυτοκτονία της Ιοκάστης,η τύφλωση του,εντέλει η
ολοκληρωτική του τιμωρία για τον εξευτελισμό της,την παρακμή της,
.
.
.
An Enigma it is-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Επύλλιο του Οδυσσέα στην Αιολία νήσο-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ένα σύντομο ποίημα ένα επυλλιο καθώς πρέπει να γραφτεί
πώς ο πολυμητις Οδυσσεύς αποπλάνησε την Αιολίδα κόρη
Πολυμηλη,γι'αυτό Ἱστορεῖ Φιλητᾶς Ἑρμῇ κι ο Παρθένιος
ο Νικαευς τονιζει τῷ δ᾿ ἄρα καὶ αὐτῷ ἦν ἡ μονὴ ἡδομένῳ·
τη γλεντήσε μήνα κι ύστερα τη παράτησε ο νόστος γαρ
πώς οι νηπιοι σύντροφοι ζηλεύοντας άνοιξαν τον ασκό
να βρουν χρυσάφι και διέφυγαν οι άνεμοι στροβιλιζοντας
και τους τσάκισαν το καράβι κι όταν αυτός απελπισμένος
ξαναγύρισε στο πλεούμενο νησί του Αιόλου το ολο πράγμα
είχε μαθευτεί,τι η απαρνημενη πάνω στα δώρα του Τρωικά
λάφυρα σπαθί και τέτοια κυλιονταν στο κρεβάτι μ'ασβηστο
γι'αυτόν πάθος τώρα όμως δεν βρηκε φιλόξενο τον Αίολο
όπως πρώτα αλλά με κακό θυμό τα ερωτικα πλέον γνωριζε
και μ'ενα ἔῤῥ’ ἐκ νήσου θᾶσσον, ἐλέγχιστε ζωόντων ξερό
τον ξαποστειλε,ακριβώς,όπως θα λέγαμε με τις κλωτσιες
και την Πολυμηλη πάντρεψε με τον αδελφό της Διώρη
Βέβαια μυαλό δε βάζει αφού έπειτα στο Ερωτικό Πάθημα 3
του Παρθένιου Οὐ μόνον δὲ Ὀδυσσεὺς περὶ Αἰόλον ἐξήμαρτεν,
ἀλλὰ στην Ήπειρο τὴν Τυρίμμα θυγατέρα ἔφθειρεν Εὐίππην,
.
.
Τα βασικά διακείμενα για το Επύλλιο:
1.
Ομήρου Οδύσσεια, ραψωδία κ', στίχοι 1-16
(η αρχή της ηδομενης διαμονής στην Αιολία)
-μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
στο νησί Αιολία φθάσαμε οπου εκεί κατοικουσε
ο Αίολος του Ιππότη,αγαπητός στους αθάνατους
θεουςσε πλεούμενο νησί,όλο γύρω του τείχος χάλκινο
στερεό,σε ολισθηρή ανυψώνονταν πετρα και τα δωδεκα
παιδιά του στα μέγαρα ζούσαν,έξι θυγατέρες,έξι γιοι
σ'ηλικια εφηβοι,όπου τις θυγατέρες έδωσε στους γιους
γυναικες,που πάντα κοντά στον αγαπητό πατέρα και
στη καλή μητέρα γλεντουν και τρωνε,σ'αυτους κοντά
εδεσματα χίλια μύρια βρίσκονται,και κνισα το σπιτι
κι ολόγυρα αντηχει η αυλή τη μερα,τις νύχτες επειτα 10
δίπλα στις σεμνές συντρόφισσες του κρεβατιού κοιμούνται
πάνω σε παπλωματα και σε σκαλιστα πάνω κρεβατια
και σ'αυτων την πόλη φθάσαμε και τα καλά τα σπίτια
μήνα ολόκληρο με φίλευε και για το καθετί ρωτούσε
το Ίλιο και τα καραβια των Αργείων και των Αχαιών
το γυρισμό,κι εγώ σ' αυτόν κατα σειρά τα πάντα ελεγα
.
(και στον στίχο 72)
φεύγα απ'το νησί γρήγορα,ατιμώτατε των ζωντανων 72
.
.
Αἰολίην δ’ ἐς νῆσον ἀφικόμεθ’· ἔνθα δ’ ἔναιεν
Αἴολος Ἱπποτάδης, φίλος ἀθανάτοισι θεοῖσι,
πλωτῇ ἐνὶ νήσῳ· πᾶσαν δέ τέ μιν πέρι τεῖχος
χάλκεον ἄῤῥηκτον, λισσὴ δ' ἀναδέδρομε πέτρη.
τοῦ καὶ δώδεκα παῖδες ἐνὶ μεγάροις γεγάασιν,
ἓξ μὲν θυγατέρες, ἓξ δ' υἱέες ἡβώοντες.
ἔνθ' ὅ γε θυγατέρας πόρεν υἱάσιν εἶναι ἀκοίτις.
οἱ δ' αἰεὶ παρὰ πατρὶ φίλῳ καὶ μητέρι κεδνῇ
δαίνυνται· παρὰ δέ σφιν ὀνείατα μυρία κεῖται,
κνισῆεν δέ τε δῶμα περιστεναχίζεται αὐλῇ, 10
ἤματα· νύκτας δ' αὖτε παρ' αἰδοίῃσ' ἀλόχοισιν
εὕδουσ' ἔν τε τάπησι καὶ ἐν τρητοῖσι λέχεσσι.
καὶ μὲν τῶν ἱκόμεσθα πόλιν καὶ δώματα καλά.
μῆνα δὲ πάντα φίλει με καὶ ἐξερέεινεν ἕκαστα,
Ἴλιον Ἀργείων τε νέας καὶ νόστον Ἀχαιῶν·
καὶ μὲν ἐγὼ τῷ πάντα κατὰ μοῖραν κατέλεξα.
.
ἔῤῥ’ ἐκ νήσου θᾶσσον, ἐλέγχιστε ζωόντων 72
.
2.
και η συνέχεια από τον Ερμή του Κώου Φιλιτὰ τον 3ο αι.π.Χ στο Περί Ερωτικών Παθημάτων του Παρθένιου Νικαέα τον 1ο άι. π.Χ
-μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
2. Περὶ Πολυμήλης
(Ἱστορεῖ Φιλητᾶς Ἑρμῇ)
[2.1] Ὀδυσσεὺς ἀλώμενος περὶ Σικελίαν καὶ τὴν Τυρρηνῶν καὶ τὴν Σικελῶν θάλασσαν ἀφίκετο πρὸς Αἰόλον εἰς Μελιγουνίδα νῆσον, ὃς αὐτὸν κατὰ κλέος σοφίας τεθηπὼς ἐν πολλῇ φροντίδι εἶχεν· τὰ [δὲ] περὶ Τροίας ἅλωσιν καὶ ὃν τρόπον αὐτοῖς ἐσκεδάσθησαν αἱ νῆες κομιζομένοις ἀπὸ τῆς Ἰλίου διεπυνθάνετο, ξενίζων τε αὐτὸν πολὺν χρόνον διῆγε. [2.2] τῷ δ᾿ ἄρα καὶ αὐτῷ ἦν ἡ μονὴ ἡδομένῳ· Πολυμήλη γάρ, τῶν Αἰολίδων τις, ἐρασθεῖσα αὐτοῦ κρύφα συνῆν. ὡς δὲ τοὺς ἀνέμους ἐγκεκλεισμένους παραλαβὼν ἀπέπλευσεν, ἡ κόρη φωρᾶταί τινα τῶν Τρωϊκῶν λαφύρων ἔχουσα καὶ τούτοις μετὰ πολλῶν δακρύων ἐναλινδουμένη. [2.3] ἔνθα [δὴ] ὁ Αἰόλος τὸν μὲν Ὀδυσσέα καίπερ οὐ παρόντα ἐκάκισεν, τὴν δὲ Πολυμήλην ἐν νῷ ἔσχεν τίσασθαι. ἔτυχεν δὲ αὐτῆς ἠρασμένος ὁ ἀδελφὸς Διώρης, ὃς αὐτὴν παραιτεῖταί τε καὶ πείθει τὸν πατέρα αὐτῷ συνοικίσαι.
2. Περὶ Πολυμήλης
(Ἱστορεῖ Φιλητᾶς Ἑρμῇ)
[2.1]ο Οδυσσέας περιπλανώμενος γυρω απο τη Σικελία και των Τυρρηνων και των Σικελών τη θάλασσα έφθασε στον Αιολο στο νησί Μελιγουνιδα,ο οποίος αυτόν για την ξακουστή του σοφια θαυμάζοντας σε πολύ φροντίδα είχε.τα περί την άλωση της Τροίας και με ποιον τρόπο σ'αυτους σκορπίστηκαν τα καραβια στην επιστροφή από το Ίλιο ρωτούσε,και φιλοξενοντας αυτόν πολύ καιρό πέρασε[2.2]αφού και σ''αυτον η διαμονη του ήταν ευχαριστη.γιατι η Πολυμηλη,κάποια απ'τις Αιολίδες,αφού τον ερωτεύθηκε κρυφα συναντούσε.όταν τους κλεισμενους ανέμους παρέλαβε απέπλευσε,η κοπέλα πιάστηκε επ'αυτοφωρω κάποια από τα Τρωικά λάφυρα να έχει και σ'αυτα με πολλά δάκρυα να κυλιεται [2.3],όπου ο Αίολος τον Οδυσσέα αν και δεν ήταν παρών εκακισε,την Πολυμηλη στο νου είχε να τιμωρήσει.ετυχε μ'αυτη ερωτευμένος ο αδελφός Διωρης,ο οποίος αυτή
και να απαλλαχθει παρεκάλεσε και πείθει τον πατέρα με αυτόν να συγκατοικισει
.
.
.
Georg Trakl(1887-1914)Gedicht
Grodek(1914)
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Το ποίημα Grodek το έγραψε ο Γκεοργκ Τρακλ το 1914 μετά την αιματηρή μάχη
στο Γκροντεκ (τότε Ανατολικής Γαλικίας) σήμερα της Ουκρανίας κατά τον Α' Παγκοσμιο πόλεμο, Σεπτέμβριος 1914,μεταξύ των στρατών της Αυστροουγγαρίας και της Ρωσίας,με νίκη των Ρώσων)
Grodek
Am Abend tönen die herbstlichen Wälder
Von tötlichen Waffen, die goldnen Ebenen
Und blauen Seen, darüber die Sonne
Düster hinrollt; umfängt die Nacht
Sterbende Krieger, die wilde Klage
Ihrer zerbrochenen Münder.
Doch stille sammelt im Weidengrund
Rotes Gewölk, darin ein zürnender Gott wohnt,
Das vergossne Blut sich, mondne Kühle;
Alle Straßen münden in schwarze Verwesung.
Unter goldnem Gezweig der Nacht und Sternen
Es schwankt der Schwester Schatten durch den schweigenden Hain1,
Zu grüßen die Geister der Helden, die blutenden Häupter;
Und leise tönen im Rohr die dunkeln Flöten des Herbstes.
O stolzere Trauer! ihr ehernen Altäre,
Die heiße Flamme des Geistes nährt heute ein gewaltiger Schmerz,
Die ungebornen Enkel.
.
Γκροντεκ
το βράδυ αντηχούν τα φθινοπωρινά δάση
από θανάτου όπλα,οι χρυσές πεδιαδες
κι οι γαλάζιες λίμνες,πάνω ο ήλιος
σκοτεινότερος κυλλαει,η νύχτα αγκαλιαζει
νεκροζωντανους πολεμιστές,την άγρια κραυγή
απ'τα σπασμένα στόματα τους
όμως αθορυβα μαζεύεται στη γη με τις ιτιές
κόκκινο σύννεφο,μέσα του ένας οργισμένος Θεός κατοικει
το χυμένο αίμα,σελήνης ψυχρα,
όλοι οι δρόμοι τραβούν στη μαύρη αποσυνθεση
κάτω απ'τα χρυσά κλαδιά της νύχτας και των αστρων
σέρνεται της αδελφής η σκιά μέσ' απ' τη σιωπηλο άλσος
να χαιρετίσει τις ψυχές των ηρώων,τα ματωμένα κεφαλια
κι απαλά ηχούν στα καλάμια οι σκοτεινοι αυλοί του φθινοπώρου
ω περήφανη θλίψη!εσείς ατσάλινοι βωμοι
τη καυτή φλόγα της ψυχής τρέφει σήμερα ένας ισχυρός πόνος
τα αγέννητα παιδια
.
.
Georg Trakl „Grodek" I
Rezitation: Fritz Stavenhagen
https://youtu.be/k2YSz6Amq7c
<iframe width="480" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/k2YSz6Amq7c" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
.
Georg Trakl - "Grodek" visuelle Interpretation
https://youtu.be/qXl7TEDUxR0
<iframe width="640" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/qXl7TEDUxR0" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
.
.
.
The Enigma-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Be-tween cata-strophe-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
there is some-
thing rot-
ten in world.....I
repeat word for word, the sent-
ence
Did Hölderlin loath this world?Pallaksch Pallaksh
fragen, wer es ge-
wesen
Celan's und Heidegger
can he-
ar
opposite
meanings
to che-
w
Héraclite pens-
...................ée
per..........haps
To be-
ing and to habitus.
enigmatic is the
w-
orld
the
world is ar-
me meta-
physics
a world
aujourd’hui
empties
dans
d’un mot
Dike Tübingen, Jänner
through the limits of Aristotle
Cata-
strophe
Nie ich
wie ich
be-
tween
.
.
.
ισορροπία ελάχιστου,η θαλασσα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οριζόντια γαληνη
της βάρκας
ο ουρανός
κι η θάλασσα
συμπτωση
στην υπέροχη μυστική μοναξιά
του κόσμου
η ελάχιστη ισορροπία
.
.
.
Paul Celan-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Hölderlinturm,Tübingen
Auschwitz
Auschwitz-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
https://youtu.be/-ELgTPvDTvE
<iframe width="640" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/-ELgTPvDTvE" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
.
.
Paul Celan's Gedichte:Tübingen, Jänner -αδυνατο να μεταφραστεί
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Nach Auschwitz ein Gedicht zu schreiben, ist barbarisch(μετά το Αουσβιτς ένα ποίημα να γραφτεί είναι βαρβαρότητα) έγραψε ο Theodor Adorno το 1949,
-για εκείνο που συνεβηκε' έλεγε ο Πάουλ Τσελαν,ένας επιζησαντας(remnants)
από εκεινη την εποχή,
αν έρχονταν ένας άνθρωπος σημερα,πως θα έπρεπε να μιλήσει;
η γερμανική,αν όχι να καταστραφεί,έπρεπε να αλλάξει,να μην είναι πια όπως
ήταν πριν από εκεινη την εποχή που συνεβηκε,
έτσι είναι γραμμένο,με αυτό το ύφος,και τη θέληση,το ποίημα του Tübingen, Jänner,η γλώσσα να αποδομηθει,κάθε λέξη αμφίβολη,η σύνταξη ταλαντευομενη,
εδώ-εκει,να μην μπορεί ούτε να κατανοηθεί στη γλώσσα του,ούτε να μπορεί να μεταφραστεί σε άλληγλώσσα,πραγματικά:ένα μη-ποιημα,για τη μετά Άουσβιτς
εποχή,
Tübingen, Jänner,
Tübingen:Τύμπινγκεν,πόλη στη νοτιοδυτική Γερμανία, στο κρατίδιο της Βάδης-Βυρτεμβέργης, περίπου 40 χλμ. νότια της Στουτγκάρδης με πληθυσμό 90.546,
ο Paul Celan την επισκέφτηκε 28 Ιανουαρίου(Jänner)1961,
Tübingen η πόλη που έζησε ο ποιητής Friedrich Hölderlin 36 χρόνια,από το 1807 έως το 1843,στο πύργο που του παραχώρησε ο Ernest Zimmer, ξυλουργός,ένα σημερινό τουριστικό αξιοθέατο της πόλης,Hölderlinturm,αλλά και τότε πολλοί επισκεπτονταν τον ποιητή,που βυθισμένος στην παράνοια τους απαντούσε στις ερωτήσεις τους:
Pallaksch(που σήμαινε ναι και όχι),
ακόμα ο πρώτος στίχος από την 4η στροφή του ποιήματος του Rhein,Ρήνος: ein Rätsel ist Reinentsprungenes,
και κατω κυλουσε τα νερά του ο ποταμός Νεκαρ,Neckar,από το Nikros,κέλτικη λέξη,άγριο νερό,το καθεφτισμα στα νερά,οι γλάροι,η μνήμη,
έπειτα:
Jänner,Ιανουάριο σκότωσαν τη μάνα του σε στρατόπεδό συγκέντρωσης,
Jänner 20,Berlin,Wannsee Conference,απόφαση για την Τελική Λύση,το πογκρομ,
την εκκαθάριση,το ολοκαύτωμα,
Μετά από αυτά:
αδύνατο να κατανοηθεί το ποίημα,είναι στα όρια του ακατανόητου,σε γλωσσα μη-γλωσσα,στη γλωσσα αυτών που επέζησαν από εκείνο το γεγονός.
και:
αδύνατο να μεταφραστει
20 Απριλίου 1970 η πτώση του ποιητή Paul Celan στα νερά του Σηκουάνα είναι
η εξόφληση του χρέους ενός επιζήσαντα από εκείνο το γεγονος
Nach Auschwitz Paul Celan Gedicht,ist nicht barbarisch
Tübingen, Jänner
Zur Blindheit über
redete Augen.
Ihre - ‘ein
Rätsel ist Rein-
entsprungenes’–, ihre
Erinnerung an
schwimmende Hölderlintürme, möwen-
umschwirrt.
Besuche ertrunkener Schreiner bei
diesen
tauchenden Worten:
Käme,
käme ein Mensch,
käme ein Mensch zur Welt, heute, mit
dem Lichtbart der
Patriarchen: er dürfte,
spräch er von dieser
Zeit, er
dürfte
nur lallen und lallen,
immer-, immerzuzu.
(‘Pallaksch. Pallaksch.’)
.
.
(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)
Τυμπινγκεν, Ιανουάριος
στη τύφλωση υπερ-
ισχυσαν τα ματια
η δική τους-' ένα
αίνιγμα είναι απ'τό Ρηνο-
ξεπεταγμενο'- η δική τους
μνήμη στον
καθρεφτισμενο πύργο του Χελντερλιν,στων γλάρων
το γύρω τσιρισμα
επισκέψεις πνιγμένων ξυλουργων μέσα
σ'αυτες
τις βυθισμένες λεξεις
αν έρχονταν
αν έρχονταν ένας άνθρωπος
αν έρχονταν ένας άνθρωπος στον κόσμο,σήμερα,με
τα φωτεινά γενια των
πατριαρχών:αυτός θα έπρεπε,
αν μιλούσε αυτός γι'αυτην,
την εποχη,αυτός
θα έπρεπε
μονάχα να ψελισει και να ψελλίσει,
παντοτε-παντοτε στο στο
(‘Pallaksch. Pallaksch.’)
.
.
.
Enigma -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η πράξη της Δηιάνειρας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
le desir
il est possible
-Cela est impossible
-Impossible?
-Oh tres certainement...
-Pourriez-vous m'expliquer
(Marquis de Sade:Les infortunes de la vertu)
Η Δηιάνειρα άγγιξε το πουκάμισο του κενταυρου Νέσσου,
ένιωσε τη καύση στα δάχτυλα της
Τέλειο! αναφώνησε
φώναξε την υπηρέτρια,είναι έτοιμο κυρία;
ναι
η κοπέλα πήγε να το πάρει
όχι,άλλαξα γνώμη,να,τι καλύτερο δώρο σ'εναν άντρα;
έδειξε τη γραβάτα
σωστά κυρία
ούτε αυτή θα δώσω
η υπηρέτρια έφυγε
σε μια αντρική πλαστική κούκλα φόρεσε το πουκάμισο,έπειτα έδεσε τη
γραβάτα
σου αρέσει; του είπε
ο άλλος ένιωσε να καίγεται,το πλαστικό έλιωνε,
εκείνη βγήκε από το δωμάτιο
κλείδωσε τη πόρτα,
ποιός αλήθεια τιμωρήθηκε;
εσύ,απάντησε ο κένταυρος Νεσσος
,
,
.
Georg Trakl(1887-1914)Gedicht:De Profundis(1912)
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ich werde immer ein armer Kaspar Hauser bleiben —
(Εγώ για πάντα ένας φτωχός Κάσπαρ Χάουζερ θα μείνω)
Εκ βαθέων ἐκέκραξά σοι, Κύριε·
Κύριε, εἰσάκουσον τῆς φωνῆς μου·
ψαλμός 129
Georg Trakl Gedicht
De profundis(1912)
Es ist ein Stoppelfeld, in das ein schwarzer Regen fällt.
Es ist ein brauner Baum, der einsam dasteht.
Es ist ein Zischelwind, der leere Hütten umkreist.
Wie traurig dieser Abend.
Am Weiler vorbei
Sammelt die sanfte Waise noch spärliche Ähren ein.
Ihre Augen weiden rund und goldig in der Dämmerung
Und ihr Schoß harrt des himmlischen Bräutigams.
Bei der Heimkehr
Fanden die Hirten den süßen Leib
Verwest im Dornenbusch.
Ein Schatten bin ich ferne finsteren Dörfern.
Gottes Schweigen
Trank ich aus dem Brunnen des Hains.
Auf meine Stirne tritt kaltes Metall
Spinnen suchen mein Herz.
Es ist ein Licht, das in meinem Mund erlöscht.
Nachts fand ich mich auf einer Heide,
Starrend von Unrat und Staub der Sterne.
Im Haselgebüsch
Klangen wieder kristallne Engel.
.
.
Georg Trakl
Εκ βαθεων
De profundis
Είναι ένα χωράφι με καλαμιες,στο οποίο μια μαύρη βροχή πέφτει
Είναι ένα κιτρινισμενο δέντρο,το οποιο μονάχο στέκεται
Είναι ένας άνεμος που σφυρίζει,τις αδειανες καλύβες κυκλωνει
Πόσο θλιβερό αυτό το βραδυ
Σ'ενα χωριαδακι κοντα
Μαζεύει η αθώα ορφανη ακόμα σκόρπια στάχυα
Τα μάτια της βόσκουν στρογγυλά και χρυσά στο σούρουπο
Και η μήτρα της προσμένει τον ουράνιο γαμπρο
Στον γυρισμό τους
Βρηκαν οι βοσκοί το γλυκό σωμα
Σαπιο στ'αγκαθια
Ένας ίσκιος είμαι μακρυα απο σκοτεινά χωρια
Του Θεού τη σιωπη
Εγώ ήπια απ'τη πηγή του άλσους
Πανω στο μέτωπό μου διαβαίνει παγωμένο μέταλλο
Αράχνες ψάχνουν την καρδιά μου
Είναι ένα φως,που στο στόμα μου σβηνει
Νύχτα βρέθηκα πάνω σ'ενα χέρσο τοπο
Γεμισμένο από σκουπίδια και σκόνη αστεριων
Στις φουντουκιές
Αντηχούν παλι οι κρυστάλλινοι αγγελοι
.
.
Georg Trakl - De Profundis
https://youtu.be/TKd7kgbgrJU?t=55
<iframe width="480" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/TKd7kgbgrJU" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
.
.
.
Σκηνοθεσια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η σκηνή στο θέατρο είχε στηθεί
είχαν έτσι σκηνοθετήσει το έγκλημα
ώστε αυτός να φαίνεται ενοχος
τέλος φθινοπώρου αρχές του χειμωνα
βραδυαζε
τα φώτα σε λίγο θ'αναψουν
οι θεατές σιωπηλοί στ'αμφιθεατρο
περιμένουν την ερμηνεία του
απ'αυτην θα εξαρτηθεί περαιτέρω η ζωή τους
ίσως αλλάξουν ασχολίες και συνήθειες
σκλάβοι ιδεολογιων
εκείνος,ο ηθοποιός,ένιωθε τρακ
οι τελευταίες σκηνικές οδηγίες
έτοιμος
τα απεκρυψε όλα αρνήθηκε οποιαδήποτε συμμετοχή
στη ιστορία
μα τι λέει;δεν λέει την αλήθεια
ούρλιαξαν
ένας πνιγηρος ψίθυρος στον αέρα
ακίνητος βαρύς
δεν βλέπετε;είναι επικίνδυνος
δεν τον επιλέξαμε τυχαία
τελικά τον πυροβόλησαν
πραγματικα
να μας λείπουν οι δειλοί,ειπαν
εκείνος όμως παρ'όλ'αυτά επέμενε
έστω κι αν το θέατρο είχε αδειάσει
μπαίνοντας απ'τη δεξιά πλευρά της σκηνής
στην αρχή της δεύτερης πραξης
.
.
.
T.S.Eliot(1988-1965)Poems
Gerontion,1920
-μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(ο T.S.Eliot το 1920 (μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο,28/7/1914-11/11/1918) γράφει
το ποίημα Gerontion(από το ελληνικό Γεροντιον)
ένα προανάκρουσμα του ποιήματος The Waste Land(Έρημη Χώρα) το 1922
στο Gerontion,ένας γέροντας(Γεροντιον)ζώντας σ'ενα άθλιο περιβάλλον (ένα
ετοιμόρροπο σπίτι) καταγγέλει τον κόσμο του εμπορίου,του χρήματος και της παρακμης,
της ερημοποίησης του ανθρώπου)
Ο T.S.Eliot διαβάζει το Gerontion
https://youtu.be/BDv_RKFk7us
<iframe width="640" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/BDv_RKFk7us" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
T.S.Eliot,Poems
Gerontion
..........Thou hast nor youth nor age
But as it were an after dinner sleep
Dreaming of both.
(William Shakespeare-Measure for Measure,III.1.32-34,1604)
HERE I am, an old man in a dry month,
Being read to by a boy, waiting for rain.
I was neither at the hot gates
Nor fought in the warm rain
Nor knee deep in the salt marsh, heaving a cutlass, 5
Bitten by flies, fought.
My house is a decayed house,
And the jew squats on the window sill, the owner,
Spawned in some estaminet of Antwerp,
Blistered in Brussels, patched and peeled in London. 10
The goat coughs at night in the field overhead;
Rocks, moss, stonecrop, iron, merds.
The woman keeps the kitchen, makes tea,
Sneezes at evening, poking the peevish gutter.
.................,..............................I an old man, 15
A dull head among windy spaces.
Signs are taken for wonders. “We would see a sign”:
The word within a word, unable to speak a word,
Swaddled with darkness. In the juvescence of the year
Came Christ the tiger 20
In depraved May, dogwood and chestnut, flowering judas,
To be eaten, to be divided, to be drunk
Among whispers; by Mr. Silvero
With caressing hands, at Limoges
Who walked all night in the next room; 25
By Hakagawa, bowing among the Titians;
By Madame de Tornquist, in the dark room
Shifting the candles; Fraulein von Kulp
Who turned in the hall, one hand on the door. Vacant shuttles
Weave the wind. I have no ghosts, 30
An old man in a draughty house
Under a windy knob.
After such knowledge, what forgiveness? Think now
History has many cunning passages, contrived corridors
And issues, deceives with whispering ambitions, 35
Guides us by vanities. Think now
She gives when our attention is distracted
And what she gives, gives with such supple confusions
That the giving famishes the craving. Gives too late
What’s not believed in, or if still believed, 40
In memory only, reconsidered passion. Gives too soon
Into weak hands, what’s thought can be dispensed with
Till the refusal propagates a fear. Think
Neither fear nor courage saves us. Unnatural vices
Are fathered by our heroism. Virtues 45
Are forced upon us by our impudent crimes.
These tears are shaken from the wrath-bearing tree.
The tiger springs in the new year. Us he devours. Think at last
We have not reached conclusion, when I
Stiffen in a rented house. Think at last 50
I have not made this show purposelessly
And it is not by any concitation
Of the backward devils
I would meet you upon this honestly.
I that was near your heart was removed therefrom 55
To lose beauty in terror, terror in inquisition.
I have lost my passion: why should I need to keep it
Since what is kept must be adulterated?
I have lost my sight, smell, hearing, taste and touch:
How should I use it for your closer contact? 60
These with a thousand small deliberations
Protract the profit of their chilled delirium,
Excite the membrane, when the sense has cooled,
With pungent sauces, multiply variety
In a wilderness of mirrors. What will the spider do, 65
Suspend its operations, will the weevil
Delay? De Bailhache, Fresca, Mrs. Cammel, whirled
Beyond the circuit of the shuddering Bear
In fractured atoms. Gull against the wind, in the windy straits
Of Belle Isle, or running on the Horn, 70
White feathers in the snow, the Gulf claims,
And an old man driven by the Trades
To a sleepy corner.
Tenants of the house,
Thoughts of a dry brain in a dry season
.
.
Τ.Σ.Ελιοτ
Γεροντιον
.....δεν έχεις ούτε νεότητα ουτε γεράματα
αλλά καθώς σ'εναν μετά το δείπνο υπνο
τα δυο ονειρεύεσαι
(Ουίλιαμ Σαίξπηρ-Με το ίδιο μέτρο,1604)
εδώ είμαι,ένας γέροντας σ'ενα ξερό μηνα,
ενώ ένα παιδί μού διαβάζει,περιμένοντας τη βροχή.
δεν ήμουνα ποτέ στις Θερμοπύλες
ούτε πολέμησα μέσ' στη ζέστη βροχη
ούτε ως τα γόνατα βυθισμένος στον αλμυρο βάλτο,ένα ξίφος έχοντας,
απ'τις μύγες τσιμπημενος, πολέμησα.
το σπίτι μου είναι ένα ετοιμόρροπο σπίτι,
κι ο εβραίος κάθεται σταυροποδι στου παραθύρου το περβάζι,ο ιδιοκτήτης,
μπασταρδογεννημενος σ'ενα βρωμομπαρ της Αμβέρσας
σπυριασμενος στις Βρυξέλλες,κουρελιαρης και ξεπουπουλιασμενος στο Λονδίνο.
η κατσίκα βήχει τη νύχτα στο χωράφι περα.
βράχια,βρύα,χορτάρια,σίδερα,σκατα.
η γυναίκα κρατά τη κουζίνα,κάνει τσάι,
τα βράδυα φταρνιζεται, πιεζοντας με το δάχτυλο το λούκι που στάζει.
,....................................................................εγώ ένας γέροντας
ένα ανόητο κεφαλι μέσα σε χώρους θυελλώδεις
τα σημεία εκλαμβάνονται ως θαύματα:'Αν ημείς σημείον ούκ ιδωμεν':
ο λόγος μέσα σ'ενα λόγο,ανίκανος να μιλήσει ένα λόγο,
φασκιωμενος με σκοτάδι.Στη νεότητα του χρόνου
ήρθε ο Χριστός ο τιγρης
στον παρηκμασμένο Μάιο, κρανιά και καστανιά,ανθισμένος Ιούδας,
να'ναι φαγωμένα,να'ναι σπασμένα,να'ναι πιωμενα
ανάμεσα σε ψιθύρους:απ'τον μίστερ Σιλβερο
με περιποιημένα χέρια,στη Λιμόζ
που βάδιζε όλη τη νύχτα στο διπλανό δωμάτιο:
απ'τον Χακαγιαβα,που γονατίζει ανάμεσα στους Τισιανουs:
απ'την μαντάμ ντε Τορνκουιστ,στο σκοτεινό δωμάτιο
που μετακινα τα κεριά:απ'την φρόιλάιν φόν Κουλπ
που γυροφερνει στο χωλ,με το'να χέρι στη πόρτα,Αδειες σαιτες
υφαίνουν τον άνεμο.Δεν έχω πνεύματα,
ένας γέροντας σ'ενα γεμάτο ρεύματα σπιτι
κάτω από έναν ανεμοδαρτο βωλο λοφου
μετά από τέτοια γνώση,ποια συγχώρεση; Σκέψου τώρα
η Ιστορία έχει πολλα πονηρα περασματα,φτιαχτούς διαδρόμους
και εξόδους,αποπλανα ψιθυρίζοντας φιλοδοξίες,
μας οδηγεί με ματαιότητες.Σκεψου τώρα
δίνει όταν η προσοχή μας είναι αποσπασμενη
κι ότι δίνει ,το δίνει με τέτοια ευέλικτη συγχυση
ώστε απ'το δοσιμο λιμοκτονει ο επιθυμων.Δινει πολύ αργα
ότι δεν πιστεύεται η' αν ακόμα πιστευεται,
στη μνήμη μόνο, επανερχόμενο παθος.Δινει πολύ σύντομα
μέσα σ'αδυναμα χερια,ποια σκέψη μπορεί να'ναι μοιρασμενη
μέχρι η άρνηση να προκαλει ένα φοβο.Σκεψου
ούτε ο φοβος ούτε το θάρρος μας σωζει.Αφυσικα βίτσια
εχουν αποκτήσει πατερα με τον ηρωισμό μας.Αρετες
έχουν επιβληθεί πάνω μας με τις αδιαντροπες αμαρτιες μας.
αυτά τα δάκρυα εχουν ξετιναχθεί απ'το δέντρο με τον καρπό της οργης
ο τίγρης ξεπηδά στο νέο χρόνο.Μας καταβροχθιζει.Σκεψου εν τελει
δεν έχουμε καταληξει σε συμπέρασμα,όταν εγώ
πτώμα γίνομαι μέσα σ'ενα νοικιασμένο σπίτι.Σκεψου εν τελει
δεν έχω κάνει αυτη τη παράσταση ασκοπα
και δεν είναι για κάποια εξεγερση
των αναχρονιστικων διαβολων
που θα σε συναντουσα γι'αυτό ειλικρινά.
εγώ που ήμουν κοντά στη καρδιά σου ήμουν απομακρυσμένος από κει
να χάσω την ομορφιά στο τρόμο,τον τρόμο στην εξεταση.
έχω χασει το πάθος μου:γιατί θα χρειάζονταν να το κρατήσω
αφού ότι είναι κρατημένο πρέπει να'ναι παραποιημένο;
έχω χάσει την όραση μου,την οσμή,την ακοή,τη γεύση και την αφη:
πώς θα το χρησιμοποιούσα για την στενότερη επαφή σου;
αυτοί με χιλιάδες μικρές εσκεμμένες κινήσεις
επιμηκύνουν το κέρδος του ανατριχιαστικου τους ντελίριο.
διεγείρουν τη μεβρανη,όταν η αισθήσεις έχει παγώσει,
με πικάντικες σάλτσες, πολλαπλά βαριετέ
σε μια αγριμιά καθρεφτών.Τι θα κάνει η αράχνη,
θ'αναστειλει τις επιχειρήσεις της,το σκαθάρι
θα καθυστερησει; De Bailhache, Fresca, Mrs. Cammel, στροβιλιζονται
πέρα απ'το κυκλωμα του Bear που ταραζεται
σε σπασμενα κομματια.Ο γλάρος ενάντια στον ανεμο,στα ανεμοδαρτα στενα
του Belle Isle, η' τρέχοντας προς το Horn,
λευκά φτερά στο χιονι,το Gulf απαιτει,
κι ένας γέροντας σέρνεται απ'τα Εμπόρια
σε μια γωνιά υπνου
....................νοικαρηδες του σπιτιού,
σκέψεις από ένα ξερό μυαλό μέσα σε μια ξερή εποχή
.
.
.
Σημειώσεις:
-----------
στίχος 17:“We would see a sign”:
Τότε ἀπεκρίθησάν τινες τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἀπὸ σοῦ σημεῖον ἰδεῖν.
(Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον,κεφ.ΙΒ',12.38)
-----------
στίχος 18:The word within a word, unable to speak a word,
1.1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος.
(Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον,κεφ.Α',1.1)
-----------
στίχοι 64-65:multiply variety
In a wilderness of mirrors.
αναφέρεται στην Αίθουσα των Κατόπτρων του Ανακτόρου των Βερσαλλιών,Παρίσι,όπου στις 18 Ιανουαρίου 1919 έγινε η Συνθήκη των Βερσαλλιών,συνθήκη ειρήνης για την επίσημη λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ανάμεσα στην Αντάντ(Entente Cordiale Γαλλιας-Μεγαλης Βρετανίας) και
τη Γερμανικη αυτοκρατορία,εκεί 70 αντιπρόσωποι από 26 εθνη διαπραγματεύθηκαν τους όρους
της Ειρήνης
.
.
T.S.Eliot-poet-The Waste Land-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
I. THE BURIAL OF THE DEAD
[translation μεταφραση,Μεταφραστικο Σημειωμα,Σχολια, c.n.couvelis χ.ν.κουβελης]
1.μερος
Μεταφραστικο Σημειωμα:
η μεταφραση ειναι η μεταφορα[translation]ενος κειμενου[text] απο μια γλωσσα-αφετηριας
[starting point] σε μια γλωσσα-αφιξεως[ending point],και ο βασικος στοχος της[ο ρολος του
μεταφραστη,του translator] πρεπει να ειναι η μεταφορα του αρχικου ποιηματος[μορφη,υφος,
νοημα,...] στη γλωσσα υποδοχης.
Το μεταφρασμενο ποιημα δεν πρεπει να ειναι 'αλλο'ποιημα,αλλα 'αυτο το ποιημα' μεταφερ-
μενο[και διατηρημενο] σε αλλη γλωσσα.
Ενα παρα πολυ δυσκολο εγχειρημα,αν συνυπολογισουμε τους πολλους παραγοντες που υπει-
σερχονται:
-ιστορικοχρονικοι[ιστορικος χρονος γραφης /μεταφρασης],
-διαφορετικοτητα των γλωσσων[λεξικη,γραμματικη,συντακτικη],
-αποκωδικοποιηση των νοηματων[που στην μεταφραση ποιησης ειναι πολυ πιο δυσκολη,
επειδη η ποιηση εχει 'κρυφους τοπους',ανεξιχνιαστους],
-η συμφυτη ποιητικοτητα[μορφη,μετρο,μουσικοτητα,συνηχησεις,υφος,...].
..........
Μια καλη μεταφραση,[μαλλον κριτηριο καλης μεταφρασης],ειναι οταν ο μεταφραστης κατα
τη συνολικη διαρκεια της μεταφραστικης πραξης προσπαθει να παραμενει ο απλος ενδια-
μεσος,medium,δεν εχει δηλαδη την φιλοδοξια[ματαιοδοξια]να γινει ' ποιητης στη θεση του
ποιητη'.
Πρεπει να εργασθει επιμονα 'να ανακαλυψει' το ποιημα και εκμεταλευομενος τον τεραστιο
πλουτο και την ευφυια της γλωσσας του,[και συνακολουθα την μεγαλη εκφραστικοτητατα
της], να το παρουσιασει,οσο γινεται,'αυτουσιο'.Το ποιημα οπως,πιθανον,θα το εγραφε ο
ποιητης στην γλωσσα του μεταφραστη.
Βεβαια,το αρχικο-ποιημα ειναι ενα και μοναδικο,ενω το 'μεταφρασμενο ποιημα' ειναι ενα
απο τις πολλες,[ισως και απειρες]μεταφρασεις του στην ιδια γλωσσα-αφιξης[και στις διαφορες
αλλες γλωσσες-αφιξεως].
Το αυθαιρετα,'ποιητικη αδεια,ελευθερα,με την αναντιρρητη 'αυθεντια' του μεταφραστη,
[η' μεταγραφη,η' μεταλογισμος]μεταφρασμενο ποιημα 'δεν ειναι' το ποιημα που
μεταφραστηκε.
Τοτε,ειναι [το μεταφρασμενο] ενα Αλλο ποιημα [σχετικα με το Αρχικο ποιημα],,οπως,
φυσικα,ειναι οποιοδηποτε Αλλο ποιημα [σχετικα με το Αρχικο ποιημα].
'Το ποιημα-αφετηριας,[σε οποιαδηποτε γλωσσα-αφιξης] θα ειναι το 'ιδιο'ποιημα και οχι 'αλλο'
ποιημα.
Αυτο πρεπει να ειναι το μελημα του μεταφραστη,η αταλαντευτη υπακουη του[κυριολεκτικα]
στο ποιημα,και οχι η εγωιστικη ιδιοτελεια,ο ναρκισσιστικος αυτοκατοπτρισμος του στο ξενο
αλλο ποιημα.
Κι αν η μεταφραση του εχει ελλειψεις,κι αποτυχει ,μερικως η' συνολικως,εχει ησυχη την 'δημι-
ουργικη του συνειδηση'
.
.
Σχολια:1-T.S.ELIOT-THE WASTE LAND-Η ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ-POEM[1922]
I. THE BURIAL OF THE DEAD
-4 μερη 4 αφηγητες
-1 μερος:αφηγητης μια γυναικα αριστοκρατικης καταγωγης['Γερμανιδα,οχι Ρωσ=
δα,Bin gar keine Russin, stamm' aus Litauen,echt deutsch],πικρες παιδικες αναμνησεις
-2 μερος:ο αφηγητης προσκαλει σ'ενα προφητικο κι αποκαλυπτικο ταξιδι μεσα στην
ερημη χωρα,δειχνοντας 'κατι διαφορετικο'
[ Frisch weht der Wind
Der Heimai zu,
Mein Iriscb Kind,
weilest du ?
στιχοι απο την οπερα τουWagner,Tristan und Isolde,ενος μυθου του Αρτουρου]
-3 μερος:η tarot medium Madame Sosostris,προλεγει την πνευματικη καταρρευση
της ερημης χωρας
[η αναφορα στον πνιγμενο ναυτικο drowning sailor απο την Τρικυμια Tempest του
Shakespeare,'Those are pearls that were his eyes' τραγουδι της Ariel]
-4 μερος:ο αφηγητης βαδιζει στο Λονδινο κατοικημενο απο πεθαμενους,μια σουρεαλιστικη εικονα
-Λογοτεχνικες αναφορες:
-Unreal City[London],[ Baudelaire,για το Παρισι]
-the brown fog of a winter dawn[Dickens,London]
-the flowing crowd of the dead[Η Κολαση του Δαντη,Dante’s hell ]
-”You! hypocrite lecteur!—mon semblable,—mon frère”:[ Baudelaire,Fleurs du Mal
Ανθη του Κακου,Προλογος
-Το ονομα Stetson συσχετιζεται με τα αλλα προσωπα[Alter Egos] του T.S.Eliot
-Ιστορικες αναφορες:
η ναυμαχια μεταξυ της Καρχηδωνας[Carthage] και της Ρωμης[Rome]στο ακρωτηριο
Μυλες της Σικελιας το 260 π.Χ,οπου νικησαν οι Ρωμαιοι,
ο πρωτος των τριων πολεμων απο το 264 π.Χ μεχρι το 146 π.Χ Καρχηδωνας[Carthage]
και Ρωμης[Rome]
και η συσχετιση τους με τον Α' Παγκοσμιο Πολεμο
`.
.
1.μερος
T.S.ELIOT-THE WASTE LAND-Η ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ-POEM[1922]
[translation μεταφραση c.n.couvelis χ.ν.κουβελης]
Nam Sibyllam quidem Cumis ego ipse oculis meis vidi
in ampulla pendere, et cum illi pueri dicerent: Σιβυλλα
τι θελεις; respondebat illa: αποθανειν θελω."
Petronius' Satyricon
FOR EZRA POUND
IL MIGLIOR FABBRO
I. THE BURIAL OF THE DEAD
APRIL is the cruellest month, breeding
Lilacs out of the dead land, mixing
Memory and desire, stirring
Dull roots with spring rain.
Winter kept us warm, covering
Earth in forgetful snow, feeding
A little life with dried tubers.
Summer surprised us, coming over the Starnbergersee
With a shower of rain; we stopped in the colonnade,
And went on in sunlight, into the Hofgarten,
And drank coffee, and talked for an hour.
Bin gar keine Russin, stamm' aus Litauen,echt deutsch.
And when we were children, staying at the archduke's,
My cousin's, he took me out on a sled,
And I was frightened. He said, Marie,
Marie, hold on tight. And down we went.
In the mountains, there you feel free.
I read, much of the night, and go south in the winter.
What are the roots that clutch, what branches grow
Out of this stony rubbish? Son of man,
You cannot say, or guess, for you know only
A heap of broken images, where the sun beats,
And the dead tree gives no shelter, the cricket no relief,
And the dry stone no sound of water. Only
There is shadow under this red rock,
(Come in under the shadow of this red rock),
And I will show you something different from either
Your shadow at morning striding behind you
Or your shadow at evening rising to meet you;
I will show you fear in a handful of dust.
Frisch weht der Wind
Der Heimai zu,
Mein Iriscb Kind,
weilest du ?
"You gave me hyacinths first a year ago;
"They called me the hyacinth girl."
— Yet when we came back, late, from the Hyacinth garden,
Your arms full, and your hair wet, I could not
Speak, and my eyes failed, I was neither
Living nor dead, and I knew nothing,
Looking into the heart of light, the silence.
OcT und leer das Meer.
Madame Sosostris, famous clairvoyante,
Had a bad cold, nevertheless
Is known to be the wisest woman in Europe,
With a wicked pack of cards. Here, said she,
Is your card, the drowned Phoenician Sailor,
(Those are pearls that were his eyes.Look !)
Here is Belladonna, the Lady of the Rocks,
The lady of situations.
Here is the man with three staves, and here the Wheel,
And here is the one-eyed merchant, and this card,
Which is blank, is something he carries on his back,
Which I am forbidden to see. I do not find
The Hanged Man. Fear death by water.
I see crowds of people, walking round in a ring.
Thank you. If you see dear Mrs. Equitone,
Tell her I bring the horoscope myself:
One must be so careful these days.
Unreal City,
Under the brown fog of a winter dawn,
A crowd flowed over London Bridge, so many,
I had not thought death had undone so many.
Sighs, short and infrequent, were exhaled,
And each man fixed his eyes before his feet.
Flowed up the hill and down King William Street,
To where Saint Mary Woolnoth kept the hours
With a dead sound on the final stroke of nine.
There I saw one I knew, and stopped him,crying: "Stetson!
"You who were with me in the ships at Mylae!
"That corpse you planted last year in your garden,
"Has it begun to sprout? Will it bloom this year?
"Or has the sudden frost disturbed its bed?
"Oh keep the Dog far hence, that's friend to men,
"Or with his nails he'll dig it up again!
"You! hypocrite lecteur! — mon semblable,— mon frere!"
.
.
1.T.S.ELIOT-THE WASTE LAND-Η ΕΡΗΜΗ ΧΩΡΑ-POEM[1922]
[translation μεταφραση c.n.couvelis χ.ν.κουβελης]
Nam Sibyllam quidem Cumis ego ipse oculis meis vidi
in ampulla pendere, et cum illi pueri dicerent: Σιβυλλα
τι θελεις; respondebat illa: αποθανειν θελω."
Petronius' Satyricon
FOR EZRA POUND
IL MIGLIOR FABBRO
I. Η ΤΑΦΗ ΤΟΥ ΠΕΘΑΜΕΝΟΥ
ο Απριλης ειναι ο πιο σκληρος μηνας,γεννωντας
πασχαλιες απ'τη νεκρη γη,αναμειγνιοντας
μνημη κι επιθυμια,αναραραζοντας
μουντες ριζες μ'ανοιξιατικη βροχη.
ο χειμωνας μας κρατησε ζεστους,καλυπτωντας
τη γη με χιονι λησμονιας,θρεφωντας
μια ελαχιστη ζωη με ξεραμενους βολβους.
το καλοκαιρι μας αιφνιδιασε,πεφτωντας στη Σταρνμπεργκερζεε
με μια νεροποντη βροχης,σταματησαμε στη κιονοστοιχια,
και προχωρησαμε στη λιακαδα,μεχρι το Χολγκαρτεν
κι ηπιαμε καφε,και συζητησαμε για μια ωρα.
Bin gar keine Russin, stamm' aus Litauen,echt deutsch.
[δεν ειμαι καθολου Ρωσιδα,καταγομαι απ'τη Λιθουανια,γνησια γερμανιδα]
κι οταν ειμασταν παιδια,μενωντας στου αρχιδουκα,
του ξαδελφου μου,αυτος μ'εβγαζ'εξω πανω σ'ενα ελκυθρο,
κι εγω'μουνα τρομοκρατημενη.Αυτος ελεγε,Μαρια,
Μαρια,κρατα σφιχτα.Και κατηφοριζαμε.
Στα βουνα,εκει αισθανεσαι ελευθερος.
Εγω διαβαζω,τη πιο πολυ νυχτα,και παω νοτια στο χειμωνα
ποιες ειναι οι ριζες που γραπωνονται σφιχτα,ποια κλαδια μεγαλωνουν
απ'αυτα τα πετρινα απορριματα;Υιε του ανθρωπου,
δεν μπορεις να πεις,η' να υποθεσεις,γιατι εσυ γνωριζεις μοναχα
ενα σωρο απο σπασμενες εικονες,οπου ο ηλιος χτυπαει,
και το νεκρο δεντρο δεν προσφερει κανενα καταφυγιο,το τριζονι καμια ανακουφιση,
κι η στεγνη πετρα κανενα ηχο νερου.Μοναχα
υπαρχει σκια κατω απ'αυτον τον κοκκινο βραχο,
(Ελα δω κατω απ'τη σκια αυτου του κοκκινου βραχου),
κι εγω θα σου δειξω κατι διαφορετικο ειτε απ'
τη σκια σου το πρωι που με μεγαλα βηματα περπατα πισω σου
η' τη σκια σου το βραδυ που υψωνεται να σε συναντησει,
Εγω θα σου δειξω το φοβο σε μια χουφτα σκονης.
Frisch weht der Wind
Der Heimai zu,
Mein Irisch Kind,Wo weilest du ?
[δροσερος που φυσα ο ανεμος
στη πατριδα,
Ιρλανδεζικο παιδι μου,
Που περιπλανιεσαι;]
'μου'δωσες υακινθους πρωτη φορα ενα χρονο πριν,
Αυτοι μ'αποκαλεσαν το υακινθο κοριτσι.'
-Ομως οταν επιστρεψαμε,αργα,απ'τον κηπο των υακινθων,
η αγκαλια σου γεματη,και τα μαλλια σου υγρα,δεν μπορουσα
να μιλησω,και τα ματια μου χαμηλωμενα,δεν ημουν ουτε
ζωντανος ουτε πεθαμενος,και δεν γνωριζα τιποτα,
κοιταζωντας μεσα στη καρδια του φωτος,τη σιωπη.
Oed'und leer das Meer.
η μανταμ Σοσοστρις,φημισμενο μεντιουμ,
ειχε ασχημο κρυολογημα,παρ'ολ'αυτα
ειναι γνωστο πως ειναι η πιο σοφη γυναικα στην Ευρωπη,
με μια σατανιστικη τραπουλα,Εδω,ειπ' αυτη,
ειναι η καρτα σας,ο πνιγμενος Φοινικας Ναυτικος,
(εκεινα ειναι τα μαργαριταρια που ηταν τα ματια του ,κοιταξτε!!)
Εδω'ναι η Μπελαντονα,η Κυρα των Βραχων,
η κυρα των καταστασεων.
εδω'ναι ο αντρας με τα τρια μπαστουνια,κι εδω ο Τροχος,
κι εδω ειναι ο μονοφθαλμος εμπορος,κι αυτη η καρτα,
που'ναι λευκη,ειναι κατι π'αυτος μεταφερει πανω στη πλατη του,
το οποιο ειμ'απαγορευμενη να δω.Δεν βρισκω
τον Κρεμασμενο Αντρα.Να φοβαστε θανατο απο νερο.
Βλεπω πληθη λαων,βηματιζοντας γυρω-γυρω σ'ενα κυκλο.
Σας ευχαριστω,Αν δειτε την αγαπητη Κυρια Ισοτονου
πεστε της πως κουβαλω το ωροσκοπιο η ιδια.
καποιος πρεπει να'ναι πολυ προσεκτικος αυτες τις μερες.
Μη Πραγματικη Πολη,
κατω απ'τη καφετια ομιχλη ενος χειμωνιατικου ξημερωματος,
ενα πληθος ερρεε πανω στη Λοντον Μπριτζ,τοσο πολλοι,
δεν ειχα σκεφθει πως ο θανατος ειχε ξεκανει τοσους πολλους.
Αναστεναγμοι,συντομοι κι αραιοι,εκπνεονταν,
και καθε ανθρωπος στερεωνε τα ματια του μπροστα στα ποδια του.
ερρεε προς τα πανω στο λοφο και κατω στη Κινγκ Ουλλιαμ Στρητ,
εκει οπου η Σαιντ Μερι Γοουλνοθ κρατουσε τις ωρες
μ'ενα πεθαμενο ηχο πανω στο τελευταιο χτυπημα των εννεα.
Εκει εγω ειδα εναν που γνωριζα,και τον σταματησα,φωναζοντας 'Στετσον!
συ που'σουν μαζι μου μεσα στα πλοια στις Μυλες!
κεινο το πτωμα που φυτεψες τον τελευταιο χρονο στον κηπο σου
εχει αρχισει να βλασταινει;θ'ανθισει αυτο το χρονο;
η' εχει ο ξαφνικος παγετος ταραξει το μερος του;
Ω γι'αυτο κρατα το Σκυλι μακρια,αυτο'ναι φιλος στους ανθρωπους,
η ' με τα νυχια του θα τον ξεσκαψει παλι!
'You! hypocrite lecteur! — mon semblable,— mon frere!'
[Εσυ!Υποκριτη αναγνωστη!-ομοιε μου!-αδελφε μου!]
.
.
Geometricus Abstract-3χ4.5μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
with words to start again-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Time and
an abstraction:bird's echo /echo
..........................................word's
Thus..................................what
I do not know
τῇσιν δ’ Ἀνδρομάχη λευκώλενος ἦρχε γόοιο,
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχουσα·
«ἆνερ, ἀπ’ αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην [725 ω' Ομηρου Ιλιας]
λείπεις ἐν μεγάροισι· πάϊς δ’ ἔτι νήπιος αὔτως,
ὃν τέκομεν σύ τ’ ἐγώ τε δυσάμμοροι, οὐδέ μιν οἴω
ἥβην ἵξεσθαι· πρὶν γὰρ πόλις ἧδε κατ’ ἄκρης
πέρσεται
moving through the vibrant gree sea
in summertime heat
So we moved
the empty land,the ancient theatre,the sun,the sun
sunlight,trees and hills
it's the true reality
ο ηλιος εβασιλεψε κοκκινος,Ελληνα μου,
στη σκηνη η Ανδρομαχη αναμεσα στις ακινητες γυναικες του χορου,
κρατωντας με τα χερια το κεφαλι της θρηνουσε τον Εκτορα:
αντρα μου,που μου χαθηκες;που πας;κι ερμη και μονη
μ'αφησες και το παιδι μας το μικρο;που τ'αμοιρο
να ζησει δεν του μενει,αφου η πολη απ'ακρη σ'ακρη
θ'αφανισθει
ενα πουλι κρυφθηκε στα φυλλωματα ενος δεντρου
νυχτα
[δεν τρομαξε,εγραψε σ'ενα χαρτι]την μνημη της πραγματικοτητας
Γαλλία: Πρόστιμα ρεκόρ σε βάρος των Google και Amazon
Για παράβαση των κανονισμών της Γαλλίας περί διαδικτυακών διαφημίσεων.
WOODY ALLEN AND HIS NEW ORLEANS JAZZ BAND
GLENN MILLER AND HIS ORCHESTRA - Oh, Lady Be Good (Manhattan) 1940
LIONEL HAMPTON AND HIS ORCHESTRA - It Don’t Mean a Thing (Sweet and Lowdown) 1939
TOMMY DORSEY AND HIS ORCHESTRA - Night and Day (Radio Days) 1937
EARL HINES AND HIS ORCHESTRA - Sweet Georgia Brown (Deconstructing Harry) 1934
ARTIE SHAW AND HIS ORCHESTRA - All the Things that You Are (New York Stories) 1937
LOUIS ARMSTRONG AND HIS ORCHESTRA - I’m in the Mood for Love (Manhattan Murder Mystery) 1935
BILLIE HOLIDAY AND HER ORCHESTRA - Body and Soul (Stardust Memories) 1940
ο Αγαμέμνων εγκατέστησε Τρώες αιχμαλώτους για να προσέχουν τον δρόμο
προς τις Μυκήνες και το Αργος
το 1854 Κούρος της Τενέας αρπαχθηε από Αυστριακό πρέσβη γνωστό για τη διακίνηση
αρχαιοτήτων και πωληθηε στο μουσειο του Μοναχου
Σε εντατικές διαπραγματεύσεις για την εξαγορά της κρατικοποιημένης Banca Monte dei Paschi
di Siena βρίσκεται η UniCredit, καθώς η κυβέρνηση της Ιταλίας επισπεύδει τις διαδικασίες
πώλησης της προβληματικής τράπεζας
Η Βρετανία αίρει δασμούς 25% σε αμερικανικά προϊόντα
........................................If you
to verify...........................an order of words
sound voice speech
beyond the language
nowhere
never
η Ελενη στη σκηνη,αδειο το θεατρο,πανσεληνος
τῇσι δ’ ἔπειθ’ Ἑλένη τριτάτη ἐξῆρχε γόοιο·
[760-776 ω' Ομηρου Ιλιας]
πατησε το REC στο μαγνητοφωνο:
Εκτορα,απ'ολους της Τροιας ο πιο αγαπημενος μου,
να μην εσωνε εδω να μ'εφερνε ο Παρις,να χανομουν
και τωρα εικοσι χρονια περασαν π'αφησα τη πατριδα,
ποτε απο σε δεν ακουσα κακο λογο,και στους αλλους
που με κακολογουσαν με προστατευες σαν αδερφος,
σε κλαιω κι εχω τη καρδια συντριμια απ'τη λυπη,
τι πια αλλος μεσα στη Τροια για μενα φιλος δεν βρισκεται
ολοι μ'αποστρεφονται και με περιφρονουν
[Ἕκτορ, ἐμῷ θυμῷ δαέρων πολὺ φίλτατε πάντων,
ἦ μέν μοι πόσις ἐστὶν Ἀλέξανδρος θεοειδής,
ὅς μ’ ἄγαγε Τροίηνδ’· ὡς πρὶν ὤφελλον ὀλέσθαι.
ἤδη γὰρ νῦν μοι τόδε εἰκοστὸν ἔτος ἐστὶν 765
ἐξ οὗ κεῖθεν ἔβην καὶ ἐμῆς ἀπελήλυθα πάτρης·
ἀλλ’ οὔ πω σεῦ ἄκουσα κακὸν ἔπος οὐδ’ ἀσύφηλον·
ἀλλ’ εἴ τίς με καὶ ἄλλος ἐνὶ μεγάροισιν ἐνίπτοι
δαέρων ἢ γαλόων ἢ εἰνατέρων εὐπέπλων,
ἢ ἑκυρή—ἑκυρὸς δὲ πατὴρ ὣς ἤπιος αἰεί—,770
ἀλλὰ σὺ τὸν ἐπέεσσι παραιφάμενος κατέρυκες,
σῇ τ’ ἀγανοφροσύνῃ καὶ σοῖς ἀγανοῖς ἐπέεσσι.
τὼ σέ θ’ ἅμα κλαίω καὶ ἔμ’ ἄμμορον ἀχνυμένη κῆρ·
οὐ γάρ τίς μοι ἔτ’ ἄλλος ἐνὶ Τροίῃ εὐρείῃ
ἤπιος οὐδὲ φίλος, πάντες δέ με πεφρίκασιν.»]
in fact language acts
ΓΙΑΤΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΟ ΜΗ ΕΙΝΑΙ ?
truth is
..........about it or not
αποφαινεσθαι τα φαινομενα
Husserl :Ας επιστρεψουμε στα ίδια τα πράγματα ως «φαινόμενα»
Πλατων:τί ποτε βούλεσθε σημαίνειν ὁπόταν ὂν φθέγγησθε.[Πλατων Σοφιστης]
Heidegger: Sprache ist das Haus des Seins.
red into yellow
the bird rises and fades
with words
to start again
.
.
.
greek/world mise en scène-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
here,What unites the words-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
in the desert of reality
when he wakes
timeless
thing that is timeless
the air gets thinner
the color of tree skins
he doesn’t know what time it is
an elegant young lady imprisoned by de Sade
is singing with soprano voice the Habanera
and where the land is a labyrinth of clay
stagnate waters dry fishes
man empire in perpetual dissolution
and I heard his words
Chaldean Oracles in
mixure with Neoplatonism
eine tiefe menschliche Erinnerung
here,What unites the words?
afonia αφωνια Hegel
I. Die Logik des Seyns,
II. die Logik des Wesens und
III. die Logik des Begriffs.
Ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ τινος
ἕνεκεν συνεστηκυῖαν (τοῦ γὰρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι πάντες),
afonia αφωνια Αριστοτελη
Στις άρχές Ιανουαρίου του 1943 πιάστηκα
Πιό πέρα σέ μιά γωνιά ήταν άλλοι τρεις κρατούμενοι ξαπλωμένοι χάμω άμίλητοι, γυμνοί
σχεδόν, μέ άπλανή τά μάτια και καταφάνερα στό πρόσωαο τά σημάδια του βούρδουλα
στο αμυδρο φως του φεγγαριου μαζευτηκαν
με τα χερια τους κρυβανε τα προσωπα
'ελατε εδω,εχει νερο να πλυθητε' τους φωναξα
πλησιασαν ενας ενας
κατεβασαν τα χερια,'δες' ειπαν
ειδα
δεν ειχαν προσωπα
ετσι πορευονταν αμνημονες ερημοι
Λατομεια Συρακουσων 413 π.Χ τοπιο ανθρωπινο
-εσυ αιχμαλωτος μαρτυρησε
Ἐν γὰρ κοίλῳ χωρίῳ ὄντας καὶ ὀλίγῳ πολλοὺς οἵ τε ἥλιοι τὸ πρῶτον καὶ τὸ πνῖγος
ἔτι ἐλύπει διὰ τὸ ἀστέγαστον
μεσα σε λακκο πολλοι στοιβαγμενοι μας εκαιγε ο ηλιος και νιωθαμε να πνιγομαστε
εδω στην ερημια της πραγματικοτητας
οταν ξυπνα
αφωνια
ο αερας γυρω λεπτενει και γινεται διαφανος
βλεπει το ξερα δεντρα
μυριζει τα σαπια ψαρια
τι ωρα ειναι;
στασιμα νερα
σκοτεινα
ενας λαβυρινθος λασπης
ακουω τις φωνες του
'πληρης διαλυση'
οι χρησμοι που επαληθευτηκαν
εδω
με τι να ενωσουμε τις λεξεις;
.
.
.
Wislawa Szymborska(1923-2012)-πολωνη ποιητρια-Nobel Prize 1996-
painting χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Wislawa Szymborska 2 poemat
-Przyczynek do statystyki(στατιστικές)
-Fotografia z 11 września(φωτογραφία στις 11 Σεπτεμβρίου)
-μεταφραση tłumaczenie χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Wislawa Szymborska poemat
Przyczynek do statystyki(στατιστικές)
-μεταφραση tłumaczenie χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Przyczynek do statystyki
Na stu ludzi
wiedzących wszystko lepiej
- pięćdziesięciu dwóch;
niepewnych każdego kroku
- prawie cała reszta;
gotowych pomóc,
o ile nie potrwa to długo
- aż czterdziestu dziewięciu;
dobrych zawsze,
bo nie potrafią inaczej
- czterech, no może pięciu;
skłonnych do podziwu bez zawiści
- osiemnastu;
żyjących w stałej trwodze
przed kimś albo czymś
- siedemdziesięciu siedmiu;
uzdolnionych do szczęścia
- dwudziestu kilku najwyżej;
niegroźnych pojedynczo,
dziczejących w tłumie
- ponad połowa na pewno;
okrutnych,
kiedy zmuszą ich okoliczności
- tego lepiej nie wiedzieć
nawet w przybliżeniu;
mądrych po szkodzie
- niewielu więcej
niż mądrych przed szkodą;
niczego nie biorących z życia oprócz rzeczy
- czterdziestu,
chociaż chciałabym się mylić;
skulonych, obolałych
i bez latarki w ciemności
- osiemdziesięciu trzech
prędzej czy później;
godnych współczucia
- dziewięćdziesięciu dziewięciu;
śmiertelnych
- stu na stu.
Liczba, która jak dotąd nie ulega zmianie
.
στατιστικές
για κάθε εκατό ανθρώπους
αυτοί που πάντα γνωρίζουν καλύτερα:
πενήντα δυο
αβέβαιοι στο κάθε βήμα:
σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι
έτοιμοι να βοηθήσουν,
αν αυτό δεν πάρει χρόνο:
σαράντα εννιά
πάντοτε καλοί,
αφού δεν μπορούν να είναι αλλιώς:
τεσσερα-καλα,ίσως πεντε
ικανοι να θαυμασουν χωρίς φθονο:
δεκαοκτω
ζώντας σε συνεχή φόβο
από κάποιον η' από κάτι:
εβδομήντα εφτα
ικανοι να ευτυχίσουν:
εικοσι-καπως παραξενο
ακίνδυνοι μόνοι,
εξαγριεμενοι μέσ' στο πληθος:
περισσότεροι απ'τους μισους,σιγουρα
σκληροί
όταν τους εξαναγκάζουν οι περιστάσεις:
είναι καλύτερα να μην γνωρίζουμε,
ούτε ακόμη κατά προσέγγιση
σοφοί εκ των υστέρων
όχι πολλοί περισσότεροι
απ'τους σοφούς εκ των προτερων
αυτοί που δεν παιρνουν απ'τη ζωή τίποτα,παρά πράγματα:
τριάντα
(αν και θα μ'αρεσε να'ναι λάθος)
διπλωμένοι στον πόνο
και χωρίς ένας φως στο σκοτάδι:
ογδόντα τρεις,αργα η' γρηγορα
άξιοι συμπαθειας:
ενενήντα εννιά
θνητοί:
-εκατό στους εκατο
ένας αριθμός που δεν έχει αλλάξει μέχρι τωρα
.
.
Wislawa Szymborska poemat
Fotografia z 11 września(φωτογραφία στις 11 Σεπτεμβρίου)
-μεταφραση tłumaczenie χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Fotografia z 11 września
Skoczyli z płonących pięter w dół
- jeden, dwóch, jeszcze kilku
wyżej, niżej.
Fotografia powstrzymała ich przy życiu,
a teraz przechowuje
nad ziemią ku ziemi.
Każdy to jeszcze całość
z osobistą twarzą
i krwią dobrze ukrytą.
Jest dosyć czasu,
żeby rozwiały się włosy,
a z kieszeni wypadły
klucze, drobne pieniądze.
Są ciągle jeszcze w zasięgu powietrza,
w obrębie miejsc,
które się właśnie otwarły.
Tylko dwie rzeczy mogę dla nich zrobić
- opisać ten lot
i nie dodawać ostatniego zdania
.
.
φωτογραφία στις 11 Σεπτεμβρίου
πήδηξαν απ'τους ορόφους που καίγονταν
-ενας,δύο,και μερικοι ακόμα,
ψηλότερα,χαμηλοτερα
η φωτογραφία τους ακινητοποίησε ζωντανούς
και τώρα τους διατηρει
πάνω απ'το έδαφος προς το εδαφος
κάθε ένας ακόμα είναι ακέραιος
μ'ενα ιδιαίτερο πρόσωπο
και το αίμα να ρέει αθεατο
υπάρχει αρκετος χρονος
τα μαλλιά ν'ανεμισουν
τα κλειδιά και κέρματα
να πέσουν απ'τις τσεπες
αυτοί ακόμα μέσα στο ρεύμα τ'αερα
μέσα σε χώρους
που τώρα έχουν ανοίξει
εγώ μόνο δύο πράγματα μπορεί.να.κανω γι'αυτους
-να περιγράψω τη πτηση
και να μην προσθέσω την τελευταία προταση
.
.
.
Bertolt Brecht-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Bertolt Brecht Poem
Lob des Lernens-Εγκωμιο της Μαθησης
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Το τίτλο του ποιήματος θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε:
Εμπρός για Μάθηση!)
Lob des Lernens
Lerne das Einfachste! Für die
Deren Zeit gekommen ist
Ist es nie zu spät!
Lerne das Abc, es genügt nicht, aber
Lerne es! Laß es dich nicht verdrießen!
Fang an! Du mußt alles wissen!
Du mußt die Führung übernehmen .
Lerne, Mann im Asyl!
Lerne, Mann im Gefängnis!
Lerne, Frau in der Küche!
Lerne, Sechzigjährige!
Du mußt die Führung übernehmen.
Suche die Schule auf, Obdachloser !
Verschaffe dir Wissen, Frierender!
Hungriger, greif nach dem Buch: es ist eine Waffe.
Du mußt die Führung übernehmen.
Scheue dich nicht zu fragen, Genosse !
Laß dir nichts einreden
Sieh selber nach!
Was du nicht selber weißt
Weißt du nicht.
Prüfe die Rechnung
Du mußt sie bezahlen.
Lege den Finger auf jeden Posten
Frage: Wie kommt er hierher?
Du mußt die Führung übernehmen.
.
.
Εγκώμιο της Μάθησης
Μάθε το πιο απλο!Για
κείνους που έφτασε ο καιρός
δεν είναι ποτέ αργά!
Μάθε την ΑλφαΒητα,δεν είν' αρκετο,όμως
μάθε τη!Να μην αυτό σ'απαγοητευει!
Αρχινα!Πρέπει όλα να τα γνωρίσεις!
Πρέπει την ηγεσία ν'αναλάβεις.
Μάθε,ανθρωπε στο άσυλο!
Μάθε,άνθρωπε στη φυλακή!
Μάθε,γυναίκα στη κουζίνα!
Μάθε,εξηνταχρονε!
Πρέπει την ηγεσία ν'αναλαβεις.
βρες σχολείο,άστεγε!
Κανε γνώση,αποκλεισμένε!
Πεινασμένε,άρπαξε το βιβλίο:είναι όπλο.
Πρέπει την ηγεσία ν'αναλάβεις.
Μην δειλιάζεις να ρωτάς, Σύντροφε!
Μην αφήνεις τίποτα να σε πεισει
Δες ο ίδιος!
Ότι εσύ ο ίδιος δεν γνωρίζεις
δεν το γνωρίζεις.
Τσεκαρε τον λογαριασμό
εσύ πρόκειται να τον πληρώσεις.
Βάλε το δάχτυλο πάνω σε κάθε πραγμα
Ρώτα:Πως ήρθε αυτό εδώ?
Πρέπει την ηγεσία ν'αναλάβεις.
.
.
.
Dante Alighieri-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Dante Alighieri e Publius Vergilius Maro dentro Inferno Circle-
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
τι περιμένει κανείς από έναν φανατικό Ιταλό
ας είναι κι ο Δάντης Αλιγκιερι;,το δείχνει
απ'την αρχή του 26ου Άσματος της Κόλασης του
υμνολογωντας την πόλη του Φλωρεντία
Godi, Fiorenza, poi che se' si` grande,
che per mare e per terra batti l'ali,
e per lo 'nferno tuo nome si spande!
(Inferno: Canto XXVI)
αγαλιασου Φλωρεντία,τοσο μεγάλη είσαι
που σε θάλασσα και γη χτυπάνε τα φτερά σου
και σ'ολο τον Άδη τ'ονομα σου ξακουστό
και τους ελληνες ήρωες τον Οδυσσέα και Διομήδη
τους συγκαταλεγει με τους δόλιους του 8ου κύκλου,
e dentro da la lor fiamma si geme
l'agguato del caval che fe' la porta
onde usci` de' Romani il gentil seme.
Piangevisi entro l'arte per che, morta,
Deidamia ancor si duol d'Achille,
e del Palladio pena vi si porta
και μέσ'στη φλόγες ο Οδυσσεας τυραννιεται
για το τέχνασμα τ'αλογου π'ανοιξε τη πόρτα
απ'οπου η ευγενική γενιά βγηκε των Ρωμαίων
κι εκεί μεσα κλαίει για το δόλο που κάνει
ακόμα και νεκρή τη Δηιδάμεια τον Αχιλλέα
να θρηνει και για το Παλλάδιο τιμωριεται
όλα,αναμφιβολα,ενορχηστρωμένα απ'τον μισελληνα
δάσκαλο του τον κλέφτη του Ομήρου Βιργίλιο
Ιδεοτελη διαφημιστή του Αινεία του και φυσικά
των Ρωμαίων
Εμεις,βέβαια,όσο υψηλά και να'ναι τα νοήματα κι οι στίχοι
περίτεχνοι είμαστε ικανοί να διακρίνουμε τις προθεσεις
και σε κάποιο Inferno κυκλο σίγουρα θα τους καταταξουμε
.
.
.
Now,Hamlet's guess-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
As concerns Hamlet
........................in a feudal age.
As a consequence,
in the history of
revolution
Dante or Rimbaud
World is
Hamlet
.............damnatio memoriae
It comes silence
Leon Trotsky is brushed out of every photo
Reply
act by grasping at words
1937 Brecht's Hamlet in Berlin Radio
It was the sound
of this scene.
Hamlet’s crisis
......is the crisis of reason
of discussion
contrappasso
History
.
.
.
PVBLIVS SEPTIMIVS GETA AVGVSTVS.damnatio memoriae-
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αστείο πράγμα η συναυτοκρατορια των δύο Σεβηρων
Marcus Aurelius Severus Antoninus Pius Augustus 197
Publius Septimius Geta Augustus 209
ποσο δεν πάσχισε για την ειρηνική συνύπαρξη τους
η Ιουλία Δόμνα η Συρία μητέρα από ιερείς του Βάαλ
η προπαγάνδα τους έδειχνε ομοουσιους στις εικόνες
η δυναστεία δεν έπρεπε ουδόλως να διαταραχθει
όταν πλέον κι οι δυο συνονομαζοντο Αυγουστοι
παρουσιαζονταν ως ώριμοι ν'αναλαβουν αυτοκράτορες
όμως αιωλα σαθρα και για τα μάτια του κόσμου ολα
αυτά ήταν και τα γεγονότα νομοτελειακά εκτελέσθηκαν
Ο Καρακαλλας δολοφόνησε τον Γέτα κι εξέδωσε damnatio
memoriae να μην μείνει πουθενά το όνομα κι εικόνα του
Βεβαια εν μέρει το κατάφερε αφού πλήθος τα νομίσματα
τον απεικονίζουν όπως ο Σεπτιμος Σεβήρος κι ο ίδιος
ήθελε PVBLIVS SEPTIMIVS GETA CAESAR PONTIFEX
.
.
.
Electra Ηλετρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Electra's Enigma-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ηλέκτρα,φθινόπωρο-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
κοίταξε απ'τό παράθυρο,τα δέντρα,
φθινόπωρο,
σπάνια κατεβαίνει στο κήπο,
ένα φύλλο,το βλέπει,
αναβάλει τη πτώση του,
θα πέσει όμως τελικά,
όπως η μοιχός μάνα
κι ο Αίγισθος
όχι,έλεος στους φονιάδες του πατέρα
Ορέστη,ακούς,
τη μνήμη σταθερά τη διαβρώνει ο φόβος
κυρίως ο δισταγμος
γυρίζει στον καθρέφτη εκεί που τελούνται οι πράξεις
μένει να στηθεί το κατάλληλο σκηνικό
οποιαδήποτε αμφιβολία είναι επικίνδυνη
ένα πουλί,τη τρομαξε,γρηγορα πετάχθηκε μεσ'απ'τα φύλλα
της συκιάς,
ποιο το νόημα του;αν εχει
μια λεπτομέρεια να μην προσεχθεί,αποτυχία
να,μ'αυτο το μαχαίρι κόψε το μήλο,
κόβει καλλίτερα,
ο χρόνος δεν είναι αιώνιος,
ποια η τελευταία του ήταν λέξη,όταν γύρισε και
τους είδε;
λευκό τώρα το πρόσωπο του φυτρώνει κάτω απ'τα χόρτα
κάποια μερα οι ριζες ενος δέντρου θα τον ανασηκώσουν
δες τη μελαγχολία του ψαριού στη γυάλα
ο καθρέφτης μού παριστάνει τι έγινε
σιωπηλοί εκεί μέσα
τι με ρωτούν;
να ξέρεις πως οφείλω πολλά στη μεταφυσική
μικρή μου'χαν χαρίσει μια κούκλα
κινούσε τα χέρια τα πόδια μιλούσε
εγώ την έσπασα να δω το μηχανισμό της
έχεις περιέργεια να μάθεις;
ένα κενό
ένα ακατανόητο κενό
.
.
.
Oedipus' Enigma-x.ν.κουβελης c.n.couvelis
Σοφοκλής ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΏ (Μεταφράζοντας Αποσπασματα)
-x.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ-x.ν.κουβελης c.n.couvelis
τοπίο έρημο,ο χρόνος αδιάσειστο βέλος
φύσηξε,το παράθυρο κλειστε
κάθε νύχτα τα δάχτυλα του αποσπώνται
από τα χέρια τα πόδια με τις κνήμες
ανάποδα κρεμιούνται στις μεταλλικές κρεμαστρες
χθες εκδόθηκε ο χρησμός,ο κύβος ερρίφθη
αναπόφευκτη η Θήβα
δίνουν διαταγές,η εξουσία θεμελιώνεται με διαταγές
η μιά κόρη παίζει στο πιάνο Σοπέν
η άλλη,κοκκετα,χτενιζεται στον καθρέφτη
οι γιοι μέσα στη κρύα μακρυνή Μακεδονία
τρέμει τα νέα,το Άργος ετοιμαζεται
κλείνει το φως,στο σκοτάδι μέσα στο δωμάτιο
κατά περιεργο τρόπο νιώθει ακέραιος
ακούει,θόρυβος σαν να σύρουν έπιπλα,
ένα κρεβάτι μια ντουλαπα ένα κομοδίνο
ως πότε η Ιοκάστη θα αναβάλει την αυτοχειρία της
ένα αδύνατο σώμα εκκρεμές που.κανενα χρόνο
δεν μετράει,
έρημη ψυχή
τι συμβαίνει και ν'αλλαξει δεν μπορεί
το σφύριγμα του τρένου προς τα σύνορα τον διακόπτει
αδιαφανη η αλήθεια,τι δεν προσέξαμε
τι δεν κάναμε καλά
σιωπή αδιαπέραστη απόψε
δεν αντέχει,ας κάτι γίνει,έστω κι οι μηχανορραφίες του Τειρεσία
και του Κρέοντα
η μικρή μου Αντιγόνη είναι ιδεοληπτικη
το παράθυρο ανοίξτε,
άδειο δωμάτιο,που χάθηκαν όλοι
ξεκρεμάει τα δάκτυλα και τα πόδια του
δεν ταιριάζουν στα δικά του
η Ισμήνη είναι στη σχολή χορού
ετοιμάζεται για τη παράσταση στο αρχαίο θέατρο
απόψε έχει πανσέληνο
η θάλασσα θα λαμπυρίζει
όλη η Ιστορία τραγωδία
η' πιθανώς και φάρσα,ανάλογα τη προοπτική
ένας δυνατός αέρας,τον ακούει να γδερνει τη στέγη,
κατεβαίνει ορμητικός απ'τα βόρεια
χορτάρι που δεν φύτρωσε ακόμα οι γιοι του
άλλωστε όλο το χειμώνα χιόνιζε
η Ιοκάστη τον προσκαλεί να γευματίσουν μαζί
αστακος ψητός στα καρβουνα με βούτυρο φρέσκο λεμόνι
σερβιρισμενος με λευκό κρασί Chardonnay
χόρεψαν βαλς,πάντα χορεύεις υπέροχα της είπε,
έπειτα μανα-γυναικα και παιδι-αντρας κοιμήθηκαν μαζί
σάρκα γλυκυτατη
ξημέρωσε
το βράδυ στο θέατρο άκουσε:
ἤνεγκον κακότατ᾽, ὦ ξένοι, ἤνεγκ᾽
ἀέκων μέν, θεὸς ἴστω
τούτων δ᾽ αὐθαίρετον οὐδέν
κακᾷ μ᾽ εὐνᾷ πόλις οὐδὲν ἴδριν
γάμων ἐνέδησεν ἄτᾳ.
ἦ ματρόθεν, ὡς ἀκούω,
δυσώνυμα λέκτρ᾽ ἐπλήσω;
και δεν ταράχτηκε
η πανσέληνος φώτιζε το πρόσωπο τ'αρχαίου Λαμβακιδη
καμία λέξη στον άνθρωπο δεν είναι κενή,ψιθύρισε στην Ιοκάστη,
στην Ιστορία κανένα τοπίο δεν είναι ερημο
κι η κάθε ψυχή είναι αδιαπέραστη
.
.
Σοφοκλής ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΏ (Μεταφράζοντας Αποσπασματα)
-x.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οιδίπους. ἤνεγκον κακότατ᾽, ὦ ξένοι, ἤνεγκ᾽ [αντ. α]
ἀέκων μέν, θεὸς ἴστω·695
τούτων δ᾽ αὐθαίρετον οὐδέν.
ΧΟΡΟΣ. ἀλλ᾽ ἐς τί;
525ΟΙ. κακᾷ μ᾽ εὐνᾷ πόλις οὐδὲν ἴδριν
γάμων ἐνέδησεν ἄτᾳ.
ΧΟ. ἦ ματρόθεν, ὡς ἀκούω,
δυσώνυμα λέκτρ᾽ ἐπλήσω;
ΟΙ. ὤμοι, θάνατος μὲν τάδ᾽ ἀκούειν,
530ὦ ξεῖν᾽· αὗται δὲ δύ᾽ ἐξ ἐμοῦ ‹μὲν› …
ΧΟ. πῶς φῄς;
ΟΙ. παῖδε, δύο δ᾽ ἄτα
ΧΟ. ὦ Ζεῦ.
ΟΙ. ματρὸς κοινᾶς ἀπέβλαστον ὠδῖνος.
ΧΟ. σαί τ᾽ εἴσ᾽ ἄρ᾽ ἀπόγονοί τε καὶ … [στρ. β]
535ΟΙ. κοιναί γε πατρὸς ἀδελφεαί.
ΧΟ. ἰώ. ΟΙ. ἰὼ δῆτα μυ-
ρίων γ᾽ ἐπιστροφαὶ κακῶν.
ΧΟ. ἔπαθες ΟΙ. ἔπαθον ἄλαστ᾽ ἔχειν.
ΧΟ. ἔρεξας ΟΙ. οὐκ ἔρεξα. ΧΟ. τί γάρ; ΟΙ. ἐδεξάμην
540δῶρον ὃ μήποτ᾽ ἐγὼ ταλακάρδιος
ἐπωφελήσας πόλεος ἐξελέσθαι.
ΧΟ. δύστανε, τί γάρ; ἔθου φόνον … [αντ. β]
ΟΙ. τί τοῦτο; τί δ᾽ ἐθέλεις μαθεῖν;
ΧΟ. πατρός; ΟΙ. παπαῖ, δευτέραν
ἔπαισας, ἐπὶ νόσῳ νόσον.
545ΧΟ. ἔκανες … ΟΙ. ἔκανον. ἔχει δέ μοι …
ΧΟ. τί τοῦτο; ΟΙ. πρὸς δίκας τι. ΧΟ. τί γάρ; ΟΙ. ἐγὼ φράσω·
καὶ γὰρ ἄνους ἐφόνευσ᾽ ἀπό τ᾽ ὤλεσα·
νόμῳ δὲ καθαρός, ἄιδρις ἐς τόδ᾽ ἦλθον.
Οιδίπους. κουβαλω πάνω μου πολύ κακά,φίλοι,τα κουβαλω [αντ. α]
πάνω μου αθελητα,ο θεός το γνωριζει695
απ'αυτα χωρις σχέδιο κανενα
ΧΟΡΟΣ.αλλα τι'ναι αυτό;
ΟΙ.σε κακό κρεβάτι η πόλη χωρίς να καταλάβω 525
γάμων μ'εδεσε να τιμωρηθω
ΧΟ.στης μάνας,όπως ακούω
τ'ανιερο κρεβάτι ξαπλωσες;
ΟΙ.ω θάνατος αυτο'δω ν'ακουω
ξενε,αυτές οι δυο από μένα 530
ΧΟ. πως το λες;
ΟΙ. παιδιά,δύο τιμωριες
ΧΟ.ω θεε
ΟΙ.απ'της ίδιας μάνας ξεφυτρωσαμε τους πόνους της γέννας
ΧΟ. έτσι αυτές απόγονοι σου ειναι[στρ. β]
ΟΙ.του πατέρα κοινές αδελφές 535
ΧΟ. ω. ΟΙ. ω ναι μυριαδων
κι απανωτών κακων
ΧΟ. επαθες ΟΙ. επαθα π'αλησμονητα είναι
ΧΟ. έπραξες ΟΙ. δεν επραξα. ΧΟ. τι τότε; ΟΙ. δεχθηκα
δώρο που ποτέ εγώ ο καρδιοπονεμενος 540
οφελωντας την πόλη να επαιρνα
ΧΟ.δυσμοιρε,τι λοιπόν;έκανες φονο [αντ. β]
ΟΙ.τι;τι θέλεις να μάθεις;
ΧΟ. του πατέρα; ΟΙ.αλιμονο, διπλά
με χτύπησες,πάνω στο κακό κακό
ΧΟ. εκανες ΟΙ. εκανα.ομως εχω 545
ΧΟ. τι; ΟΙ. κάποιο δικιο. ΧΟ.τι λοιπον ; ΟΙ.το λεω·
γιατί χωρίς να'χω νου φονευσα κι αφανισα,
όμως στο νομό καθαρός,χωρίς να γνωρίζω σ'αυτο δω εφθασα
.
.
ἔστιν δ᾽ οἷον ἐγὼ γᾶς [στρ. β]
695Ἀσίας οὐκ ἐπακούω,
οὐδ᾽ ἐν τᾷ μεγάλᾳ Δωρίδι νάσῳ
Πέλοπος πώποτε βλαστόν,
φύτευμ᾽ ἀχείρωτον αὐτοποιόν,
ἐγχέων φόβημα δαΐων,
700ὃ τᾷδε θάλλει μέγιστα χώρᾳ,
γλαυκᾶς παιδοτρόφου φύλλον ἐλαίας·
είναι ένας τέτοιος βλαστός που'γω[στρ. β]
στη γη της Ασίας δεν άκουσα 695
ούτε στο μεγάλο δωρικο νησι
του Πέλοπα ποτε
φυτεμενος όχι από χέρια αυτοφυης
φοβέρα στων εχθρών τα βελη
που πιο πολύ σ'αυτη δω τη χώρα θαλλει 700
της παιδοτροφου ελιάς τ' ασημοχρωμο φυλλο
.
.
ΣΤΑΣΙΜΟΝ Γ΄
ΧΟ. ὅστις τοῦ πλέονος μέρους [στρ.]
χρῄζει τοῦ μετρίου παρεὶς
ζώειν, σκαιοσύναν φυλάσ-
σων ἐν ἐμοὶ κατάδηλος ἔσται.
1215ἐπεὶ πολλὰ μὲν αἱ μακραὶ
ἁμέραι κατέθεντο δὴ
λύπας ἐγγυτέρω, τὰ τέρ-
ποντα δ᾽ οὐκ ἂν ἴδοις ὅπου,
ὅταν τις ἐς πλέον πέσῃ
1220τοῦ δέοντος·
ΧΟ.οποιος πιο πολυ καιρο[στρ.]
επιθυμεί τον λιγοτερο αποφεύγοντας
να ζησει,σε μένα ανόητος φαινεται
πολύ καθαρά να'ναι
επειδή πολύ στις μακριές μέρες121
οι λύπες πιο κοντά βρίσκονται,
όπου τα ευχάριστα ειναι δεν θα δεις,
όταν κάποιος πέραν του δεοντος
κρατησει
.
.
Αντιστροφή
μὴ φῦναι τὸν ἅπαντα νι- [αντ.]
1225κᾷ λόγον·
το να μην γεννηθείς το καλύτερο
υπεράνω κάθε λογικής
.
.
.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ -ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ(Μεταφράζοντας)1
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΣΚΗΝΗ Α΄
(Η Λυσιστράτη περιμένει τις γυναίκες)
Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ εἴ τις ἐς Βακχεῖον αὐτὰς ἐκάλεσεν,
ἢ ᾽ς Πανὸς ἢ ᾽πὶ Κωλιάδ᾽ ἢ ᾽ς Γενετυλλίδος,
οὐδ᾽ ἂν διελθεῖν ἦν ἂν ὑπὸ τῶν τυμπάνων.
νῦν δ᾽ οὐδεμία πάρεστιν ἐνταυθοῖ γυνή·
πλὴν ἥ γ᾽ ἐμὴ κωμῆτις ἥδ᾽ ἐξέρχεται. 5
χαῖρ᾽ ὦ Καλονίκη.
Καλονίκη
καὶ σύ γ᾽ ὦ Λυσιστράτη.
τί συντετάραξαι; μὴ σκυθρώπαζ᾽ ὦ τέκνον.
οὐ γὰρ πρέπει σοι τοξοποιεῖν τὰς ὀφρῦς.
Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ὦ Καλονίκη κάομαι τὴν καρδίαν,
καὶ πόλλ᾽ ὑπὲρ ἡμῶν τῶν γυναικῶν ἄχθομαι, 10
ὁτιὴ παρὰ μὲν τοῖς ἀνδράσιν νενομίσμεθα
εἶναι πανοῦργοι--
Καλονίκη
καὶ γάρ ἐσμεν νὴ Δία.
Λυσιστράτη
εἰρημένον δ᾽ αὐταῖς ἀπαντᾶν ἐνθάδε
βουλευσομέναισιν οὐ περὶ φαύλου πράγματος,
εὕδουσι κοὐχ ἥκουσιν. 15
Καλονίκη
ἀλλ᾽ ὦ φιλτάτη
ἥξουσι· χαλεπή τοι γυναικῶν ἔξοδος.
ἡ μὲν γὰρ ἡμῶν περὶ τὸν ἄνδρ᾽ ἐκύπτασεν,
ἡ δ᾽ οἰκέτην ἤγειρεν, ἡ δὲ παιδίον
κατέκλινεν, ἡ δ᾽ ἔλουσεν, ἡ δ᾽ ἐψώμισεν.
Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ἕτερά τἄρ᾽ ἦν τῶνδε προὐργιαίτερα 20
αὐταῖς.
Καλονίκη
τί δ᾽ ἐστὶν ὦ φίλη Λυσιστράτη,
ἐφ᾽ ὅ τι ποθ᾽ ἡμᾶς τὰς γυναῖκας συγκαλεῖς;
τί τὸ πρᾶγμα; πηλίκον τι;
Λυσιστράτη
μέγα.
Καλονίκη
μῶν καὶ παχύ;
Λυσιστράτη
καὶ νὴ Δία παχύ.
Καλονίκη
κᾆτα πῶς οὐχ ἥκομεν;
Λυσιστράτη
οὐχ οὗτος ὁ τρόπος· ταχὺ γὰρ ἂν ξυνήλθομεν. 25
ἀλλ᾽ ἔστιν ὑπ᾽ ἐμοῦ πρᾶγμ᾽ ἀνεζητημένον
πολλαῖσί τ᾽ ἀγρυπνίαισιν ἐῤῥιπτασμένον.
Καλονίκη
ἦ πού τι λεπτόν ἐστι τοὐῤῥιπτασμένον.
Λυσιστράτη
οὕτω γε λεπτὸν ὥσθ᾽ ὅλης τῆς Ἑλλάδος
ἐν ταῖς γυναιξίν ἐστιν ἡ σωτηρία. 30
Καλονίκη
ἐν ταῖς γυναιξίν; ἐπ᾽ ὀλίγου γ᾽ ὠχεῖτ᾽ ἄρα.
Λυσιστράτη
ὡς ἔστ᾽ ἐν ἡμῖν τῆς πόλεως τὰ πράγματα,
ἢ μηκέτ᾽ εἶναι μήτε Πελοποννησίους--
Καλονίκη
βέλτιστα τοίνυν μηκέτ᾽ εἶναι νὴ Δία.
Λυσιστράτη
Βοιωτίους τε πάντας ἐξολωλέναι. 35
Καλονίκη
μὴ δῆτα πάντας γ᾽, ἀλλ᾽ ἄφελε τὰς ἐγχέλεις.
Λυσιστράτη
περὶ τῶν Ἀθηνῶν δ᾽ οὐκ ἐπιγλωττήσομαι
τοιοῦτον οὐδέν· ἀλλ᾽ ὑπονόησον σύ μοι.
ἢν δὲ ξυνέλθωσ᾽ αἱ γυναῖκες ἐνθάδε
αἵ τ᾽ ἐκ Βοιωτῶν αἵ τε Πελοποννησίων 40
ἡμεῖς τε, κοινῇ σώσομεν τὴν Ἑλλάδα.
Καλονίκη
τί δ᾽ ἂν γυναῖκες φρόνιμον ἐργασαίατο
ἢ λαμπρόν, αἳ καθήμεθ᾽ ἐξηνθισμέναι,
κροκωτοφοροῦσαι καὶ κεκαλλωπισμέναι
καὶ Κιμμερίκ᾽ ὀρθοστάδια καὶ περιβαρίδας; 45
Λυσιστράτη
ταῦτ᾽ αὐτὰ γάρ τοι κἄσθ᾽ ἃ σώσειν προσδοκῶ,
τὰ κροκωτίδια καὶ τὰ μύρα χαἰ περιβαρίδες
χἤγχουσα καὶ τὰ διαφανῆ χιτώνια.
Καλονίκη
τίνα δὴ τρόπον ποθ᾽;
Λυσιστράτη
ὥστε τῶν νῦν μηδένα
ἀνδρῶν ἐπ᾽ ἀλλήλοισιν ἄρεσθαι δόρυ-- 50
Καλονίκη
κροκωτὸν ἄρα νὴ τὼ θεὼ ᾽γὼ βάψομαι.
Λυσιστράτη
μηδ᾽ ἀσπίδα λαβεῖν--
Καλονίκη
Κιμμερικὸν ἐνδύσομαι.
Λυσιστράτη
μηδὲ ξιφίδιον.
Καλονίκη
κτήσομαι περιβαρίδας.
Λυσιστράτη
ἆρ᾽ οὐ παρεῖναι τὰς γυναῖκας δῆτ᾽ ἐχρῆν;
Καλονίκη
οὐ γὰρ μὰ Δί᾽ ἀλλὰ πετομένας ἥκειν πάλαι. 55
Λυσιστράτη
ἀλλ᾽ ὦ μέλ᾽ ὄψει τοι σφόδρ᾽ αὐτὰς Ἀττικάς,
ἅπαντα δρώσας τοῦ δέοντος ὕστερον.
ἀλλ᾽ οὐδὲ Παράλων οὐδεμία γυνὴ πάρα,
οὐδ᾽ ἐκ Σαλαμῖνος.
Καλονίκη
ἀλλ᾽ ἐκεῖναί γ᾽ οἶδ᾽ ὅτι
ἐπὶ τῶν κελήτων διαβεβήκασ᾽ ὄρθριαι. 60
Λυσιστράτη
οὐδ᾽ ἃς προσεδόκων κἀλογιζόμην ἐγὼ
πρώτας παρέσεσθαι δεῦρο τὰς Ἀχαρνέων
γυναῖκας, οὐχ ἥκουσιν.
Καλονίκη
ἡ γοῦν Θεογένους
ὡς δεῦρ᾽ ἰοῦσα θοὐκάταιον ἤρετο.
ἀτὰρ αἵδε καὶ δή σοι προσέρχονταί τινες. 65
Λυσιστράτη
αἱδί θ᾽ ἕτεραι χωροῦσί τινες.
Καλονίκη
ἰοὺ ἰού,
πόθεν εἰσίν;
Λυσιστράτη
Ἀναγυρουντόθεν.
Καλονίκη
νὴ τὸν Δία·
ὁ γοῦν ἀνάγυρός μοι κεκινῆσθαι δοκεῖ.
.
.
ΣΚΗΝΗ Α'
Λυσιστράτη
τώρα αν στις ντισκοτέκ και τα κωλομπαρα
γυρνάνε μέσ'από τόσους άντρες νταβραντισμενους
άντε να περάσουν εδώ να'ρθουν εύκολο δεν είναι
όμως να βλέπω που'ρχεται η πουτανιτσα η γειτόνισσα
-γεια σου Καλλινίκη μου
Καλονίκη
γεια σου και σένα Λυσιστράτη
σκυθρωπή και ταραγμένη είσαι μανάρι μου;
πως δεν σου πάνε τα συνοφρυωμενα φρυδια
Λυσιστράτη
Κλεονικη μού καίγεται η καρδιά
για τις γυναίκες στεναχωριέμαι
που πονηρές μας παιρνούν οι αντρες
Καλονίκη
γιατί δεν είμαστε;
Λυσιστράτη
το'παμε όλες εδώ να συναντηθουμε
για πολύ σπουδαίο πράγμα να σκεφτουμε
κι αυτές σιγά μην ακουσαν,κοιμουνται
Καλονίκη
αλλα,φιλεναδα μου θα'ρθουν,δυσκολη
στις γυναικες η έξοδος,η μία τον άντρα να κοιταξει,
η άλλη τον υπηρέτη να σηκώσει,κι άλλη το παιδί να κοιμισει,
να το λούσει να το ταισει
Λυσιστράτη
αλλ'εδώ αλλά προηγουνται απ'αυτα
Καλονίκη
τι'ναι αυτό φιλενάδα μου Λυσιστράτη,
που μας εξάπαντος τις γυναίκες καλεις;
τι ειν'αυτό το πράγμα;και πόσο μεγαλο;
Λυσιστράτη
τεραστιο
Καλονίκη
μήπως παχύ
Λυσιστράτη
καὶ παχύ.
Καλονίκη
και τότε πως δεν τρεξαμε;
Λυσιστράτη
δεν είναι,μωρη,αυτό.τοτε του σκοτωμού θα ρχομασταν
μα άλλα πράγματα είναι που πολύ ξαγρυπνησα
να εξετάζω και να στριφογυριζω
Καλονίκη
α κάτι λεπτό θα'ναι αυτό που το στριφογυρίζεις
Λυσιστράτη
τόσο λεπτό που όλης της Ελλάδας
στις γυναίκες βρίσκεται η σωτηρία
Καλονίκη
τι;στις γυναίκες;σε τόσο αδύνατο πράγμα να κρεμιέται;
Λυσιστράτη
αν τα πράγματα της πόλης έτσι γίνουν,
κανενας Πελοποννήσιος δεν θα μεινει
Καλονίκη
τι το πιο καλό,κανενας τους
Λυσιστράτη
κι οι Βοιωτοί όλοι θ'αφανισθουνε
Καλονίκη
α όχι κι όλοι,εξαιρεσε τα χελια
Λυσιστράτη
για την Αθήνα δεν θα πω κακο στη γλώσσα μου
τίποτα τέτοιο.αλλα να το νιώσεις μπορείς
πως θα χαθεί αν οι γυναίκες εδώ δεν μαζευτούμε
κι οι Βοιωτες κι οι Πελοποννήσιες και μεις,
από κοινού την Ελλάδα να σωσουμε
Καλονίκη
πως γίνεται οι γυναίκες φρόνιμο να κανουν
και ξεχωριστό,που κάθονται και βάφονται
στα κίτρινα φορέματα και καλλωπιζονται
κι απ' τη Κιμμέρια ρόμπες και παντουφλακια
Λυσιστράτη
απ'αυτα να ξέρεις εγώ τη σωτηρία περιμένω
τα κροκινα και τ'αρωματα και τα παντουφλακια
τα στολίδια και τα διαφανα κοντά φορεματακια
Καλονίκη
πως με ποιο τρόπο;
Λυσιστράτη
που κανένας τώρα απ'τους άντρας σ'αλλον αλλος
δόρυ να μη σηκωσει
Καλονίκη
τότε κι εγώ κίτρινο να βάψω φορεμακι
Λυσιστράτη
μητ'ασπιδα να πιασει
Καλονίκη
κιμμερικο φουστάνι να ντυθω
Λυσιστράτη
μήτε ξιφακι
Καλονίκη
παντουφλακια να εφοδιαστω
Λυσιστράτη
δεν έπρεπε λοιπόν οι γυναίκες εδω να παρουσιαστούν;
Καλονίκη
όμως οχι,αλλά πετώντας αμέσως να φτασουν
Λυσιστράτη
αλλά ,όπως καθένας καθαρά βλέπει ,Αττικές είναι,
πάντα ενεργούν ύστερα απ'αυτο που πρέπει να γινει
αλλ'ουτε απ'τα παραλία καμια γυναίκα παρουσιάστηκε
ούτε απ'τη Σαλαμινα
Καλονίκη
αλλά εκείνες ξέρω
πανω στα πλοιάρια μπηκανε και διαβηκανε πρωι
Λυσιστράτη
ούτε όπως περίμενα και λογάριαζα
πρώτες να παραβρεθούν εδώ των Αχαρνών
οι γυναίκες,μα δεν ηρθαν
Καλονίκη
αυτή του Θεαγενους
για να'θει εδώ την Εκάτη ρωτησε.
όμως να και μερικές φτάνουν
Λυσιστράτη
να και μερικές άλλες προχωρουν
Καλονίκη
ναι ναι
από πού να'ναι;
Λυσιστράτη
απ'τον Αναγυρο τη Βαρη
Καλονίκη
ο αναγυρος λοιπόν πως κινήθηκε μου φαίνεται οι βρωμουλες
.
.
σημειωση:ο Ανάγυρος ήταν δήμος της αρχαίας Αττικής,στη θέση της σημερινής Βάρης,εκεί φύτρωνε ο ανάγυρος ένα δυσοσμο φυτό,
υπήρχε μια παροιμιακη φράση:
'αναγυρον κινείν'
λέγονταν για κάποιον που ενώ καταφέρονταν κατά κάποιου βγαίνανε οι δικές του δυσοσμίες.
.
.
.
Aubrey Beardsley-Lysistrata
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ -ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ(Μεταφράζοντας)2
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(εισέρχονται η Μυρρίνη, η Λαμπιτώ κι άλλες πολλες γυναίκες)
ΣΚΗΝΗ Β΄
Λυσιστράτη
ὦ φιλτάτη Λάκαινα χαῖρε Λαμπιτοῖ.
οἷον τὸ κάλλος γλυκυτάτη σου φαίνεται.
ὡς δ᾽ εὐχροεῖς, ὡς δὲ σφριγᾷ τὸ σῶμά σου. 80
κἂν ταῦρον ἄγχοις.
χαίρε αγαπητή Λακαινα Λαμπιτω
τι όμορφη γλυκειά μου εισαι
τι απαλή επιδερμίδα,τι σφριγηλο το σώμα σου
και ταύρο θα'πνιγες
Λαμπιτῶ,
μάλα γ᾽ οἰῶ ναὶ τὼ σιώ·
γυμνάδδομαι γὰρ καὶ ποτὶ πυγὰν ἅλλομαι.
ναι πολύ γερο.γυμναζομαι
και τα ποδια στα κωλομερια τιναζω
Καλονίκη
ὡς δὴ καλὸν τὸ χρῆμα τιτθίων ἔχεις.
και τι θεσπέσια πλούσια βυζιά εχεις
Λαμπιτῶ
περ ἱερεῖόν τοί μ᾽ ὑποψαλάσσετε.
σα σφαχτο για ιερό με μαλαζεται
Λυσιστράτη
ἡδὶ δὲ ποδαπή ᾽σθ᾽ ἡ νεᾶνις ἡτέρα; 85
κι αυτή η νεαρά από δω ποια είναι;
Λαμπιτῶ
πρέσβειρά τοι ναὶ τὼ σιὼ Βοιωτία
ἵκει ποθ᾽ ὑμέ.
αρχοντοπούλα απ'τη Βοιωτια
για σένα ηρθε
Μυῤῥίνη
νὴ μὰ Δία Βοιωτία,
καλόν γ᾽ ἔχουσα τὸ πεδίον.
στη Βοιωτια
αφρατο θα'χει χωράφι
Καλονίκη
κομψότατα τὴν βληχώ γε παρατετιλμένη.
κι όμορφα,τη μυρίζω,αποτριχωμενη
Λυσιστράτη
τίς δ᾽ ἡτέρα παῖς; 90
ποιο τ'αλλο κορίτσι;
Λαμπιτῶ
χαΐα ναὶ τὼ σιώ,
Κορινθία δ᾽ αὖ.
βέρα Κορινθια
Καλονίκη
χαΐα νὴ τὸν Δία
δήλη ᾽στὶν οὖσα ταυταγὶ τἀντευθενί.
σίγουρα βέρα
κι από μπροστά κι από πίσω μού φαίνεται περασμένη
Καλονίκη
ὁ γοῦν ἐμὸς ἀνὴρ πέντε μῆνας ὦ τάλαν
ἄπεστιν ἐπὶ Θρᾴκης φυλάττων Εὐκράτη.
εμένα τον αντρα μου πέντε μήνες,η δυστυχισμένη,
τον έστειλαν στη Θράκη,τον Ευκρατη να φυλλαει
Μυῤῥίνη
ὁ δ᾽ ἐμός γε τελέους ἑπτὰ μῆνας ἐν Πύλῳ.
και τον δικό μου ακριβώς εφτά μήνες στη Πυλο
Λαμπιτῶ
ὁ δ᾽ ἐμός γα καἴ κ᾽ ἐκ τᾶς ταγᾶς ἔλσῃ ποκά, 105
πορπακισάμενος φροῦδος ἀμπτάμενος ἔβα.
ο δικός μου απ'τό στράτευμα αν έρθει καμία φορα
μ'αρπαζει βιαστικος κι ύστερα πετά και φευγει
Λυσιστράτη
ἀλλ'οὐδὲ μοιχοῦ καταλέλειπται φεψάλυξ.
ἐξ οὗ γὰρ ἡμᾶς προὔδοσαν Μιλήσιοι,
οὐκ εἶδον οὐδ᾽ ὄλισβον ὀκτωδάχτυλον,
ὃς ἦν ἂν ἡμῖν σκυτίνη ᾽πικουρία. 110
ἐθέλοιτ᾽ ἂν οὖν, εἰ μηχανὴν εὕροιμ᾽ ἐγώ,
μετ᾽ ἐμοῦ καταλῦσαι τὸν πόλεμον;
αλλα ούτε επιβήτορα έμεινε σπινθήρας
απ' όταν μας πρόδωσαν οι Μιλήσιοι
δεν είδα ούτε δερμάτινο πέος οχταδακτυλο
για μας έστω μια πετσινη βοήθεια
θέλετε λοιπόν,αν τρόπο βρω,μαζί με μενα
να πάψουμε τον πόλεμο;
Καλονίκη
ποιήσομεν, κἂν ἀποθανεῖν ἡμᾶς δέῃ.
να το κάνουμε,κι αν πρέπει να πεθανουμε
Λυσιστράτη
ἀφεκτέα τοίνυν ἐστὶν ἡμῖν τοῦ πέους.
τί μοι μεταστρέφεσθε; ποῖ βαδίζετε; 125
αὗται τί μοιμυᾶτε κἀνανεύετε;
τί χρὼς τέτραπται; τί δάκρυον κατείβεται;
ποιήσετ᾽ ἢ οὐ ποιήσετ᾽; ἢ τί μέλλετε;
ν'αποφευγουμε λοιπόν το πεος
ε γιατι στρίψατε;που πάτε;.
γιατι σφίγγετε τα χείλη γιατι κουναται πάνω τα κεφαλια;
γιατι άλλαξε το χρώμα σας;γιατι δακρυ χύνεται;
θα το κάνετε η' δεν θα το κάνετε;τι σκέφτεστε;
Καλονίκη
οὐκ ἂν ποιήσαιμ᾽, ἀλλ᾽ ὁ πόλεμος ἑρπέτω.
δεν θα το κάνω,ο πόλεμος ας τραβηξει
Μυῤῥίνη
μὰ Δί᾽ οὐδ᾽ ἐγὼ γάρ, ἀλλ᾽ ὁ πόλεμος ἑρπέτω. 130
ουτ'εγω,ο πόλεμος ας τραβηξει
Λυσιστράτη
ταυτὶ σὺ λέγεις ὦ ψῆττα; καὶ μὴν ἄρτι γε
ἔφησθα σαυτῆς κἂν παρατεμεῖν θἤμισυ.
αυτά εσυ τα λες σφήκα,δεν ήσουνα η ιδια
εσύ που πριν ελεγες στο μισό να κοπεις
Καλονίκη
ἄλλ᾽ ἄλλ᾽ ὅ τι βούλει· κἄν με χρῇ διὰ τοῦ πυρὸς
ἐθέλω βαδίζειν· τοῦτο μᾶλλον τοῦ πέους.
οὐδὲν γὰρ οἷον ὦ φίλη Λυσιστράτη. 135
αλλ'ότι άλλο θέλεις,κι στη φωτιά αν πρέπει θέλω
να πατήσω,όμως τίποτα άλλο απ'το πέος
σαν αυτό αγαπητή μου Λυσιστράτη
.
.
.
Μποστ-Λυσιστρατη
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΟΥΣ-ΛΥΣΙΣΤΡΑΤΗ (Μεταφράζοντας)3
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Η Λυσιστράτη σε λεκάνη με κρασί ορκιζει τις γυναίκες)
Μυῤῥίνη
ἐᾶτε πρώτην μ᾽ ὦ γυναῖκες ὀμνύναι.
αναμεριστε πρώτη εγώ γυναίκες να ορκιστω
Καλονίκη
μὰ τὴν Ἀφροδίτην οὔκ, ἐάν γε μὴ λάχῃς.
όχι μα την Αφροδίτη,αν δεν κληρωθεις
Λυσιστράτη
λάζυσθε πᾶσαι τῆς κύλικος ὦ Λαμπιτοῖ·
λεγέτω δ᾽ ὑπὲρ ὑμῶν μί᾽ ἅπερ ἂν κἀγὼ λέγω· 210
ὑμεῖς δ᾽ ἐπομεῖσθε ταὐτὰ κἀμπεδώσετε.
οὐκ ἔστιν οὐδεὶς οὔτε μοιχὸς οὔτ᾽ ἀνήρ--
άπλωστε τα χέρια όλες στη λεκάνη, Λαμπιτω
και μία για όλες σας ας πει αυτά εγώ όπως
θα τα πω,πως αυτά που οκιζεστε αυτά θα τα κρατήστε,
κανένας δεν θα υπάρξει ούτ'επιβήτορας ουτ'αντρας
Καλονίκη
οὐκ ἔστιν οὐδεὶς οὔτε μοιχὸς οὔτ᾽ ἀνήρ--
κανένας δεν θα υπάρξει ούτ'επιβήτορας ουτ'αντρας
Λυσιστράτη
ὅστις πρὸς ἐμὲ πρόσεισιν ἐστυκώς. λέγε.
που θα με πλησιάσει ξαναμενος,πες
Καλονίκη
ὅστις πρὸς ἐμὲ πρόσεισιν ἐστυκώς. παπαῖ 215
ὑπολύεταί μου τὰ γόνατ᾽ ὦ Λυσιστράτη.
που θα με πλησιάσει ξαναμενος.ω
Λυσιστράτη μου λύονται τα γονατα
Λυσιστράτη
οἴκοι δ᾽ ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον--
στο σπίτι αταυρωτη θα περάσω το βιο
Καλονίκη
οἴκοι δ᾽ ἀταυρώτη διάξω τὸν βίον--
στο σπίτι αταυρωτη θα περάσω το βιο
Λυσιστράτη
κροκωτοφοροῦσα καὶ κεκαλλωπισμένη,--
κιτρινοφορουσα και καλλωπισμενη
Καλονίκη
κροκωτοφοροῦσα καὶ κεκαλλωπισμένη,-- 220
κιτρινοφορουσα και καλλωπισμενη
Λυσιστράτη
ὅπως ἂν ἁνὴρ ἐπιτυφῇ μάλιστά μου·
όσο μαλιστα κι αν καίγεται απ'τον έρωτα για μενα
Καλονίκη
ὅπως ἂν ἁνὴρ ἐπιτυφῇ μάλιστά μου·
όσο μαλιστα κι αν καίγεται απ'τον έρωτα για μενα
Λυσιστράτη
κοὐδέποθ᾽ ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ πείσομαι.
κι ουδέποτε με τη θέληση μου τον άντρα μου δεν θα υποστω
Καλονίκη
κοὐδέποθ᾽ ἑκοῦσα τἀνδρὶ τὠμῷ πείσομαι.
κι ουδεποτέ με τη θέληση μου τον άντρα μου δεν θα υποστω
Λυσιστράτη
ἐὰν δέ μ᾽ ἄκουσαν βιάζηται βίᾳ,-- 225
κι αν χωρίς να θέλω επιχειρει με τη βια
Καλονίκη
ἐὰν δέ μ᾽ ἄκουσαν βιάζηται βίᾳ,--
κι αν χωρίς να θέλω επιχειρει με τη βια
Λυσιστράτη
κακῶς παρέξω κοὐχὶ προσκινήσομαι.
χειρότερα θα κάνω κι ούτε κουνηματα
Καλονίκη
κακῶς παρέξω κοὐχὶ προσκινήσομαι.
χειρότερα θα κάνω κι ούτε κουνηματα
Λυσιστράτη
οὐ πρὸς τὸν ὄροφον ἀνατενῶ τὼ Περσικά.
ούτε προς το νταβανι τις περσικές παντούφλες θα σηκωσω
Καλονίκη
οὐ πρὸς τὸν ὄροφον ἀνατενῶ τὼ Περσικά. 230
ούτε προς το νταβανι τις περσικές παντούφλες θα σηκωσω
Λυσιστράτη
οὐ στήσομαι λέαιν᾽ ἐπὶ τυροκνήστιδος.
ούτε σα λιοντάρινα θα στειθω που είναι στους τυριού τους τριφτες
Καλονίκη
οὐ στήσομαι λέαιν᾽ ἐπὶ τυροκνήστιδος.
ούτε σα λιοντάρινα θα στειθω που είναι στους τυριού τους τριφτες
Λυσιστράτη
ταῦτ᾽ ἐμπεδοῦσα μὲν πίοιμ᾽ ἐντευθενί·
αυτά θα τα κρατήσω και ας πιω από δω
Καλονίκη
ταῦτ᾽ ἐμπεδοῦσα μὲν πίοιμ᾽ ἐντευθενί·
αυτά θα τα κρατήσω και ας πιω από δω
Λυσιστράτη
εἰ δὲ παραβαίην, ὕδατος ἐμπλῇθ᾽ ἡ κύλιξ. 235
αν τα παραβώ,η λεκάνη να γεμίσει νερο
Καλονίκη
εἰ δὲ παραβαίην, ὕδατος ἐμπλῇθ᾽ ἡ κύλιξ.
αν τα παραβώ,η λεκάνη να γεμίσει νερο
Λυσιστράτη
συνεπόμνυθ᾽ ὑμεῖς ταῦτα πᾶσαι;
ορκιζεστε μαζί και σεις αυτά όλες;
Πᾶσαι
νὴ Δία.
Όλες
μα τον Δια
.
.
Χορὸς Γερόντων
μῦθον βούλομαι λέξαι τιν᾽ ὑμῖν, ὅν ποτ᾽ ἤκουσ᾽
αὐτὸς ἔτι παῖς ὤν.
οὕτως ἦν νεανίσκος Μελανίων τις, 785
ὃς φεύγων γάμον ἀφίκετ᾽ ἐς ἐρημίαν,
κἀν τοῖς ὄρεσιν ᾤκει·
κᾆτ᾽ ἐλαγοθήρει
πλεξάμενος ἄρκυς, 790
καὶ κύνα τιν᾽ εἶχεν,
κοὐκέτι κατῆλθε πάλιν οἴκαδ᾽ ὑπὸ μίσους.
οὕτω τὰς γυναῖκας ἐβδελύχθη
᾽κεῖνος, ἡμεῖς τ᾽ οὐδὲν ἧττον 795
τοῦ Μελανίωνος οἱ σώφρονες.
μύθο θέλω να σας πω,π'ακουσα κάποτε
όταν ακόμα ήμουνα παιδί
ήταν κάποιος λοιπόν Μελανιων νεαρός
π'αποφευγοντας το γάμο έφτασε στην ερημιά
και στα όρη κατοικούσε
και λαγοκυνηγουσε
δίχτυα είχε πλέξει
κι είχε και σκυλί
και ποτέ δεν κατέβηκε στο σπίτι απο μίσος
τις γυναίκες είχε σιχαθει
κι από κείνον,εμείς όχι λιγότερο
απ'τον Μελανιων οι φρονιμοι
Γέρων
βούλομαί σε γραῦ κύσαι--
θέλω γριά να σε φιλησω
Γυνή
κρόμμυόν τἄρ᾽ οὐκ ἔδει.
τότε κρεμμύδι δεν θα σου χρειαστεί
Γέρων
κἀνατείνας λακτίσαι.
το πόδι να σε κλωτσισω θα σηκωσω
Γυνή
τὴν λόχμην πολλὴν φορεῖς. 800
πολύ φουντωτα γενια εχεις
Χορὸς Γερόντων
καὶ Μυρωνίδης γὰρ ἦν
τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός
τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν,
ὥς δὲ καὶ Φορμίων.
όμως κι ο Μυρωνίδης άγριος
ήταν κι επισης μαυροκωλος
κι όλους τους εχθρούς τρομαζε
όπως κι ο Φορμιων
Χορὸς Γυναικῶν
κἀγὼ βούλομαι μῦθόν τιν᾽ ὑμῖν ἀντιλέξαι 805
τῷ Μελανίωνι.
Τίμων ἦν ἀίδρυτός τις ἀβάτοισιν
ἐν σκώλοισι τὸ πρόσωπον περιειργμένος, 810
Ἐρινύων ἀποῤῥώξ.
οὗτος οὖν ὁ Τίμων
ᾤχεθ᾽ ὑπὸ μίσους
πολλὰ καταρασάμενος ἀνδράσι πονηροῖς. 815
οὕτω ᾽κεῖνος ὑμῶν ἀντεμίσει
τοὺς πονηροὺς ἄνδρας ἀεί,
ταῖσι δὲ γυναιξὶν ἦν φίλτατος.
κι εγώ θέλω με κάποιο μύθο στον δικό σας
του Μελανιωνα ν'ανταπαντησω
ήταν κάποιος Τιμων στ'απατητα περιπλανωμενος
μ'αγκάθια το πρόσωπο περικλεισμενο
Ερινυων βράχος κοφτερος
αυτός λοιπόν ο Τιμων
έφυγε απο μίσος
πολυ τους πονηρούς άντρες καταργιωντας
ετσ'εκεινος είχε το μίσος ανταποδώσει
σε σας τους πονηρούς άντρες για παντα
με τις γυναίκες όμως ήταν πολύ φιλικος
.
.
.
ΘΕΟΓΝΙΣ Ο ΜΕΓΑΡΕΥΣ -ΕΛΕΓΕΙΑΙ στιχ 15-18
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ-ΒΑΚΧΑΙ στιχ 862-876
(Μεταφράζοντας χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)
.
.
(Ένας ορισμός της Ομορφιάς)
ΘΕΟΓΝΙΣ Ο ΜΕΓΑΡΕΥΣ(570-475 πΧ)-ΕΛΕΓΕΙΑΙ
Μοῦσαι καὶ Χάριτες, κοῦραι Διός, αἵ ποτε Κάδμου 15
ἐς γάμον ἐλθοῦσαι καλὸν ἀείσατ' ἔπος,
’ὅττι καλόν, φίλον ἐστί· τὸ δ' οὐ καλὸν οὐ φίλον ἐστί,’
τοῦτ' ἔπος ἀθανάτων ἦλθε διὰ στομάτων.
Μούσες και Χάριτες,του Δία κόρες,εσείς που κάποτε 15
στου Κάδμου το γάμο ήρθατε κι ομορφοτραγουδησατε
'οτι όμορφο,αγαπιέται,αυτό που όμορφο δεν είναι δεν αγαπιεται'
αυτά τα λόγια απ'των αθανάτων ήρθανε τα στόματα
.
.
(Η υπέροχη εικόνα του μικρού ελαφιού)
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ(480-406 π.Χ)-ΒΑΚΧΑΙ
(γράφτηκε το 407 π.Χ στη Πέλλα της Μακεδονίας του βασιλιά Αρχελάου,και παίχτηκε το 405 π.Χ στην Αθήνα από τον γιο η' τον εγγονό του)
ΣΤΑΣΙΜΟΝ ΤΡΙΤΟΝ
ΧΟΡΟΣ. ἆρ᾽ ἐν παννυχίοις χοροῖς [στρ.]
θήσω ποτὲ λευκὸν
πόδ᾽ ἀναβακχεύουσα, δέραν
865αἰθέρ᾽ ἐς δροσερὸν ῥίπτουσ᾽,
ὡς νεβρὸς χλοεραῖς ἐμπαί-
ζουσα λείμακος ἡδοναῖς,
ἁνίκ᾽ ἂν φοβερὰν φύγηι
θήραν ἔξω φυλακᾶς
870εὐπλέκτων ὑπὲρ ἀρκύων,
θωύσσων δὲ κυναγέτας
συντείνηι δράμημα κυνῶν,
μόχθοις δ᾽ ὠκυδρόμοις ἀελ-
λὰς θρώισκηι πεδίον
παραποτάμιον, ἡδομένα
875βροτῶν ἐρημίαις σκιαρο-
κόμοιό τ᾽ ἔρνεσιν ὕλας;
ΣΤΑΣΙΜΟΝ ΤΡΙΤΟΝ
ΧΟΡΟΣ.αραγε σ'ολονυχτιους χορούς
θα τιναξω ποτέ τ'ασπρο
πόδι απο βακχικη μανία κυριευμενη,
το λαιμό στο δροσερό αέρα να υψώσω,865
όπως ελαφάκι στις χλωρες
παίζει του λιβαδιου τις χαρες
όταν φοβερό θα ξεφύγει
κυνήγι πέρα απ'την ενέδρα
πάνω απ'τα καλοπλεχτα δίχτυα,870
τα φωναγματα των κυνηγών
ν'αυξησουν το τρέξιμο των σκυλων
κατοπονημενο απ'τό γρηγορο τρεξιμο
σα θυελλα σε πεδιάδα ξεπετιετε
παραποτάμια,χαρουμενο
στην ερημιά απ'ανθρωπους 875
και στου βαθυσκιωτου δάσους τα βλαστάρια;
.
.
.
Georg Trakl,Poet(1887-1914)
GEORG TRAKL POET-DER WAHNSINNIGE IST GESTORBEN
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Verfallen Welt / πτώση κοσμου
Verfallen Menschheit / πτώση ανθρωποτητας
Verfallen Gott /πτώση θεου
Am Abend ακούει der Vögel Flügen/το βραδυ ακούει των πουλιών τα φτερα
και νιώθει το χρόνο να μην κινείται/und fühlt, dass sich die Zeit nicht bewegt
απ'τα χωράφια πέρα ουρλιαχτά σκυλιών,
ωχρή γαλήνη πέφτει στη πληγή
Αδελφή,στάζει ένοχο αίμα στη ψυχή μου,φρικτό όμορφο προσωπο
ήχος παιδιού σε άδεια δωμάτια,
αυτή η γυναίκα αυστηρή με πλησιάζει,
ψελλιζω προσευχές να με λυπηθείς
μητέρα
Die Stille verdunkelt sich/umdüstert Schweigen/γύρω η σιωπή σκουραινει
τα ζώα των δέντρων στο στόμα της Αδελφής/Der Schwester Mund
εφημερος ο κόσμος καταρρέει/Vergängliche Gebilde gehen unter.
οι νεκροί στρατιώτες αγκαλιά με τα πιστόλια που τους πυροβόλησαν
χαιρετανε κίτρινα πουλιά στον αέρα
φθινόπωρο κι οι μύγες καταβροχθίζουν τα μάτια μου
ψωμί από σκουλήκια τρωω
Brot von Würmern essen
Möwensturm brennt in meinem Zimmer
θύελλα γλάρων φλέγεται στο δωμάτιο μου
mit hartem Schrei/με στριγγες φωνές
ένα ελάφι κάτω απ'τό κρεβάτι μου
ψοφιμι
κι εγώ μια απόλυτα νεκρή υλη
ο τρελός πέθανε
Der Wahnsinnige ist gestorben
.
.
.
ΕΛΑΧΙΣΤΟΛΕΞΑ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
το φως
ισόπαλο
στα πράσινα δέντρα
και τα πουλιά
το νερό
υπερφλυαρο
στις όχθες του
.
.
ανυπότακτες
ιδέες
στο εσωτερικό του κόσμου
.
.
η γλώσσα μας
ασυντακτη
.
.
το βλέμμα
φλέβα
του ανθρώπου
.
.
όμως
εδώ
λείπει η δικαιοσύνη
.
.
το μικρό
γαλάζιο ψαράκι
πηδησε
από το γυάλινο ενυδρείο του
και βυθίστηκε
στον ουρανο
.
.
.
Όμηρου Ιλιάς
ο παραλίγον φόνος του Αγαμέμνονα από τον Αχιλλέα
(ραψωδία Α',στίχοι 193-195)
- μετάφραση σχόλιο χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
............................................καὶ ἐμοῖς ἑτάροισι
πέμψω, ἐγὼ δέ κ’ ἄγω Βρισηΐδα καλλιπάρῃον
αὐτὸς ἰὼν κλισίην δὲ τὸ σὸν γέρας ὄφρ’ ἐῢ εἰδῇς185
ὅσσον φέρτερός εἰμι σέθεν, στυγέῃ δὲ καὶ ἄλλος
ἶσον ἐμοὶ φάσθαι καὶ ὁμοιωθήμεναι ἄντην.»
Ὣς φάτο· Πηλεΐωνι δ’ ἄχος γένετ’, ἐν δέ οἱ ἦτορ
στήθεσσιν λασίοισι διάνδιχα μερμήριξεν,
ἢ ὅ γε φάσγανον ὀξὺ ἐρυσσάμενος παρὰ μηροῦ190
τοὺς μὲν ἀναστήσειεν, ὃ δ’ Ἀτρεΐδην ἐναρίζοι,
ἦε χόλον παύσειεν ἐρητύσειέ τε θυμόν.
ἧος ὃ ταῦθ’ ὥρμαινε κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν,
ἕλκετο δ’ ἐκ κολεοῖο μέγα ξίφος, ἦλθε δ’ Ἀθήνη
οὐρανόθεν·
......................................και τους ανθρώπους μου
θα στείλω,εγώ θα'ρθω ο ιδιος την ωριομαγουλη
να φέρω Βρισηίδα στη σκηνή το έπαθλο σου,
για να δεις πόσο ανωτεροςαπό σένα είμαι
και να τρομάξει οποιος άλλος ισχυρισθεί πως ίσος
με μένα είναι και να εξομοιωθεί .μπροστά μου,
έτσι είπε.και στον Πηλειδη έγινε ταραχή
μέσ'στη καρδιά στα στήθια τα δασυτριχα
και σε δύο ταλαντευθηκε,η' το κοφτερό
να τραβήξει μαχαίρι απ'το πλάι διαλύοντας
τους άλλους και τον Ατρειδη να σφαξει
η' την οργή να καταπαυσει τη καρδιά συγκρατώντας
που απ'το νου και τη ψυχή ορμούσε,
το μεγάλο τράβηξε απ'τη θήκη ξίφος,και τότε η Αθήνα
απ'τον.ουρανο ηρθε
.
.
Σχόλιο πάνω στον παραλίγον φόνο του Αγαμέμνονα από τον Αχιλλέα
(Ομήρους Ιλιάς,ραψωδία Α',στίχοι 193-195)
- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αυτή η Αθήνη με τα ουρανοθεν της εκτός
που τον Ατρειδη Αγαμεμνωνα γλυτωσε
απ'το σφάξιμο του Αχιλλέα Πειλιδη
πρωτευόντως γλύτωσε την Ιλιάδα,
γιατί στη ραψωδία Α' στίχος 194
ἕλκετο δ’ ἐκ κολεοῖο μέγα ξίφος
απ'τη θηκη το μεγάλο ξίφος τραβιωνταν
το Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
τετελεσμένο οριστικα στους 194 στιχους
ευτυχως από μηχανής θεάς σώθηκε
το επος κι επεκτάθηκε στους 15.693
.
.
.
Περίλαος Ἀττικὸς ἐν ταύρῳ τῷ χαλκέῳ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Πίνδαρος Πυθιόνικοι1.95-Διόδωρου Σικελιώτη Ιστορική ΒιβλιοθήκηmΘ.19.1
(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Περίλαος Ἀττικὸς ἐν ταύρῳ τῷ χαλκέῳ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
εκείνος ο Ακραγαντινος τύραννος Φαλαρις πως ήτο ανηλεής
ιστορικά τεκμηριωμένο ειναι,άλλωστε ο Κικέρων προειδοποίησε
τον Ιούλιο Καίσαρα πως σε Φαλαρισμο τελικά θα καταλήξει
τώρα τα Περί Περιλαου Αττικού και χαλκού ταύρου επινοήσεις
ο Πίνδαρος οὐ φθίνει Κροίσου φιλόφρων ἀρετά με υψηλη ρητορική
υμνεί στους Πυθιονικους ενω ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει παντᾷ φάτις
μύθευμα και στου Διοδώρου Σικελιώτη την Ιστορική Βιβλιοθήκη
το διδακτικό ποίημα τι οι δολεροι άνθρωποι παθαίνουν
οι ίδιοι στο τέλος θύματα της μηχανής τους πεφτουν
γιατί τέτοιοι ούτε και στους πιο τυρρανους δεν είναι αρεστοί
έτσι λοιπον του Φαλαρι ο μουσικός ταύρος έγινε ο καυστήρας του
εδώ στη Σικελία έχουν τους δικούς τους ταύρους- ποταμούς
και ουδεμίαν χρειαν έχουν τους εισαγομενους Αττικούς
έπειτα ο Ακραγαντινος τους δικούς τρόπους συμμορφωνειν
και ἡδονὴν ἕξει και όχι τοῖς στεναγμοῖς αὐλοῖς μυκτήρων.
.
.
Πίνδαρος, Πυθιόνικοι 1.95
οὐ φθίνει Κροίσου φιλόφρων ἀρετά: 95
τὸν δὲ ταύρῳ χαλκέῳ καυτῆρα νηλέα νόον
ἐχθρὰ Φάλαριν κατέχει παντᾷ φάτις,
του Κροίσου της φιλοφροσυνης η αρετή δεν σβηνει 95
αυτόν που σε ταύρο χάλκινο έκαιγε ανηλεής
τον Φαλαριν κακή φήμη πάντα θα βαραίνει
.
.
Διόδωρου του Σικελιώτη, Ιστορική Βιβλιοθήκη, Θ.19.1
“ὃς Φάλαρις Περίλαον τὸν χαλκουργὸν ἐκεῖνον
τὸν Ἀττικὸν κατέκαυσεν ἐν ταύρῳ τῷ χαλκέῳ.
οὗτος γὰρ τὸ μηχάνημα τοῦ ταύρου χαλκουργήσας
τοῖς μυξωτῆρσι τοῦ βοὸς ἐτέκτηνεν αὐλίσκους,
ἀνέπτυξε καὶ θύραν δὲ πρὸς τῷ πλευρῷ τοῦ ταύρου·
καὶ δῶρον τῷ Φαλάριδι τοῦτον τὸν ταῦρον ἄγει.
Φάλαρις δὲ τὸν ἄνθρωπον ἐν δώροις δεξιοῦται,
τὸ δὲ μηχάνημα θεοῖς καθιεροῦν κελεύει.
ὡς δ᾽ ἀναπτύξας τὸ πλευρὸν ὁ χαλκουργὸς ἐκεῖνος
δόλον τὸν κακομήχανον ἐξεῖπεν ἀπανθρώπως,
εἴ τινα βούλει, Φάλαρι, κολάζειν τῶν ἀνθρώπων,
ἔνδον τοῦ ταύρου κατειργνὺς πῦρ ὑποστρώννυ κάτω·
δόξει δ᾽ ὁ ταῦρος στεναγμοῖς μυκᾶσθαι τοῖς ἐκείνου,
σὺ δ᾽ ἡδονὴν τοῖς στεναγμοῖς ἕξεις αὐλοῖς μυκτήρων.
τοῦτο μαθὼν ὁ Φάλαρις καὶ μυσαχθεὶς ἐκεῖνον,
ἄγε, φησί, Περίλαε, σὺ πρῶτος δεῖξον τοῦτο,
καὶ τοὺς αὐλοῦντας μίμησαι, τράνωσόν σου τὴν τέχνην.
ὡς δὲ παρέδυ μιμητὴς δῆθεν τῶν αὐλημάτων,
κλείει τὸν ταῦρον Φάλαρις καὶ πῦρ ὑποσωρεύει.
ὅπως δὲ τὸ χαλκούργημα θανὼν μὴ ἐμμιάνῃ,
κατὰ πετρῶν ἐκρήμνισεν ἐξάξας ἡμιθνῆτα.
γράφει περὶ τοῦ ταύρου δὲ Λουκιανὸς ὁ Σύρος,
Διόδωρος καὶ Πίνδαρος, σὺν τούτοις τε μυρίοι.”
ο Φαλαρις εκείνον τον Περιλαο τον χαλκουργο
τον Αττικό μέσα στον χαλκινο κατευκασε ταυρο
αφού τούτος το μηχάνημα χαλκουργησε του ταυρου
λεπτούς αυλούς μεσ'στα ρουθούνια εχωσε του βοδιου
και πόρτα άνοιξε στου ταύρου το πλευρο
δώρο στον Φαλαρι τον ταύρο αυτόν παει
αυτόν τον άνθρωπο ο Φαλαρις με δώρα δεχετε
και το μηχανημα στους θεούς αφιερωνει
τότ' ανοίγοντας το πλευρό ο χαλκουργος εκείνος
το δολερο κακο μηχανημα απάνθρωπα λεει
αν κάποιον απ'τους ανθρώπους θελήσεις Φαλαρι
να τιμωρησεις
μέσ' στον ταύρο κλειστ' τον και φωτιά βάλε κατω
και μ' εκείνου τους στεναγμούς ο ταύρος θα μυκαζει
ηδονή εσύ στους στεναγμούς θα πάρεις απ'τους αυλούς
των ρουθουνιων
αυτό ο Φαλαρις ακουγωντας εκείνον τον σιχαθηκε
ελα,Περιλαε,είπε,πρώτος εσύ αυτό να μας το δειξεις
και μιμούμενος τους αυλητες,διατρανωσε τη τεχνη σου
τον ταύρο τότε κλείνει ο Φαλαρις και φωτιά κάτω βαζει
και για να μην εκεί πεθαίνοντας το χαλκουργημα μιανει
βγάζοντας μιδοθανατο στα βράχια γκρεμισε
για τα περί του ταύρου γράφει ο Λουκιανός ο Σύρος
ο Διόδωρος κι ο Πίνδαρος μαζί μ'αυτους και μυριοι
.
.
Σχόλιο:
Φαλαρις,τύραννος από 570 πΧ-554 πΧ του Ακράγαντα, Δωρική
αποικια στη Κάτω Ιταλία,Σικελία
.
.
.
Marcus Tullius Cicero in Rostra 43 π.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
με τι εξοχή ρητορική και ακονισμένη ειρωνία εκφώνησε
στον α' Φιλιππικο του στην Σύγκλητο κατά Μάρκου Αντωνίου
Hannibal,credo,erat ad portas,ut de Pyrrhi pace agebatur
μήπως ο Αννίβας ήταν προ των πυλών;μήπως συμφωνία
ειρήνης με τον Πύρρο,για να παραβρεθώ στη Σύγκλητο;
ο Marcus Tullius Cicero δεν καταλαβαίνει πως γύρισε
φύλλο η ιστορία οχι πλέον Roman Republica,ζήτω το Imperium,
τέλος οι επιδέξιοι orations όπως Κατά Κατιλίνα ενός αφρονα
γελειωτητες και ερασιτεχνισμοι,τώρα μετά τις Είδες Μαρτιου
δεν περνάνε πια senatus consultum ultimum ούτε libertas
de facto ad portas η Δεύτερη Triumviri,:Gaius Octavius
Marcus Antonius Marcus Aemilius Lepidus διέσχισαν
τον Ρουβίκωνα ποταμό alea Jacta est ο κύβος ερρίφθη
και πάνω στη Rostra στο Forum Romanum το κομμένο
κεφάλι τού άλλοτε ισχυρού pater patriae novus homo Cicero
μαζί με τα κομμένα χέρια του αδύνατο να χειρονομουν
όπως στο τέλος του α' Φιλιππικού κατά Μάρκου Αντωνίου
mihi fere satis est quod vixi vel ad aetatem ved ad gloriam :
huc sic quid accesserit,non tam mihi quam vobis reique publicae
accesserit
λίαν επιτυχείς ρητορικά αυτές οι συνηχησεις vixi vel ad aetatem
ved ad huc hic tam quam και οι επαναλήψεις accesserit accesserit
ας ονομαζε τουλάχιστον τους 14ους orations του όχι Φιλιππικους
αλλά Αντωνίνους,βεβαίως τοτε,και θα τύχαινε άλλης μεταχειρισης
.
.
σημειώσεις:
-Marcus Tullius Cicero[a] 106π.Χ – 7 Δεκεμβρίου 43 π.Χ),
Ρωμαίος πολιτικός,ρήτορας,φιλόσοφος,
μετά τον Δημοσθένη ο μεγαλύτερος ρητορας,
αγωνίσθηκε για την διατήρηση της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας,
-senatus consultum ultimum(την απόλυτη συναίνεση της συγκλήτου)
-Triumviri(Τριανδρία)
-mihi fere satis est quod vixi vel ad aetatem ved ad gloriam :
huc sic quid accesserit,non tam mihi quam vobis reique publicae
accesserit
(έζησα αρκετά για τη ζωή,η'τη δοξα μου,τώρα όσο ζωή
μου μένει θα την αφιερώσω σε σας και τη δημοκρατία)
Κικέρων Α' Φιλιππικος,38
.
.
.
XVII-3μ Χ 4.5 μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelid
ΕΛΑΧΙΣΤΟΛΕΞΑ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οι άνθρωποι τι αγνοούν ξέρουμε
στις σκοτεινές πόλεις τους
μια σκουριά σωμάτων
ένα απόγευμα μακρυνό
η φωνή
τι ακούς;
κανει χειρονομίες
εμείς δεν τον προσέχουμε
αυτός πάντως
έκανε το χρέος του
πάντα
την ίδια παγωμένη
άδεια πόλη
διασχίζει
.
.
.
(Κατά κάποιο τρόπο η Ιστορία)
Η Στάση του Νικα 532
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
πάγια τακτική Ρωμαίων και βυζαντινών ο λαός
σε θεάματα να ξεδινει έτσι εκτονωνονται τα πληθη
κι αυτοί κυβερνούν ησύχως βέβαια πάντα υπάρχει
ο ασταθμητος,που λένε, παράγοντας και δεν ξέρεις
τι γίνεται μ'αυτους τους λαϊκούς Βενετους Πράσινους
Ρούσσους Λευκούς φανατισμενους στις αρματοδρομίες
του Ιπποδρόμου στοιχηματιζοντας και διαπληκτιζομενους
αλλά όλα έως εδω ελεγχομενα,αν όμως καποιοι αντιπαλοι
Συγκλητικοί τους πλησιάσουν δολιως και δωροκωντας,
εύκολο αυτό να γίνει σε τέτοια κατώτερα στρώματα,
για τα συμφέροντα τους και τους ωθήσουν σε στάση;
ήδη ζητούν την απομάκρυνση του Ιωάννη Καππαδοκη
και του Τριβωνιανου,αυτά κι αν γίνουν αποδεκτά
τα πλέον κακά,δεν θα αποφευχθούν,η στάση εν τέλει
θα ξεσπάσει κι η πόλη θα βιαίως θα ξεθεμελειωθει
και το υποχείριο τους τον Υπατιο θα ανακηρύξουν
νέο αυτοκρατορα,αναγκαστική λοιπον λύση η παγίδευση
στον αγαπημένο τους Ιππόδρομο και ο ανηλεης σφαγιασμός
Βενετων και Πρασινων,πρέπει οπωσδήποτε με κάποιο τρόπο
το Νίκα τους να σωπασει και να επανέλθουν τα πράγματα
.
.
.
σημείωση:
Στάση του Νίκα,το 532 μ.Χ στη Κωνσταντινούπολη,την εποχή του αυτοκράτορα
Ιουστινιανού.
.
.
.
(Κατά κάποιο τρόπο η Ιστορία)
Ο Κύκλος του Χοσρόη Β'
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οι αυτοκρατορίες δεν είναι εύκολον πράγμα,κι αυτοί
που κυβερνάνε το ξέρουνε,ο λαός βέβαια τυρβαζει
και επαναστατεί για ασήμαντα ενώ άλλα τα σπουδαία
για τον Χοσρόη Β' είναι ο λόγος τον Πέρση βασιλιά
της Δυναστείας των Σασσανιδών,κι άρχισε ο κυκλος
τον Ορμισδα Δ'τον πατέρα του σκότωσε ο σφετεριστής
Βαχραμ Στ',κι εκείνος κατέφυγε στον Βυζαντινό Μαυρίκιο
Τιβέριο ζητώντας βοήθεια με αντάλλαγμα την. Αρμενια
τα φρούρια της Δαρας και της Μαρτυρουπολης
και με τον στρατηγό Ναρσή το 590 τον ανέτρεψε
όμως τον Μαυρίκιο Τιβέριο σκότωσε ο Φωκας
κι αφορμωντας δήθεν για εκδίκηση του φόνου
φίλου κήρυξε πόλεμο στο Βυζάντιο και πηρε
Μεσοποταμία Αρμενία Καππαδοκία κι έφτασε μέχρι
τη Χαλκηδόνα το 610 προ των πυλών της πολης
φυσικά η φιλοδοξία του δεν θα σταματούσε αν ο Ηράκλειος
δεν σκότωνε με τη σειρά του τον Φωκά και δεν άρχιζε
μαζί του πόλεμο μέχρι εσχατων κι αν του στήσε στη πολη
με την πολιορκία των Αβάρων αντιπερισπασμο
στην Νινευι το 627 του έδωσε το τελειωτικό χτύπημα
και στη πρωτεύουσα των Περσών Κτησιφών μπήκε νικητής
τέλος πια η Αρχαία Ενδοξη Περσική Αυτοκρατορία
αυτόν τον Χορσοη Β' ένας γιος του ο Σιροης τον έσφαξε
και σαν Καβαδης Β' ένα χρόνο κράτησε η βασιλια του
πεθανε κι η Περσία πλέον επαρχια των μουσουλμάνων Αράβων
βίαιο αλαζόνα τον είπαν με 3000 γυναίκες λίαν τυραννικόν
αυτό πραγμα πάντως ωσαυτως τον κύκλο του εκπληρωσε
σημείωση:
Χοσρόης Β' της Περσίας(570 μ.Χ-628 μ.Χ)
.
.
.
(Κατά κάποιο τρόπο η Ιστορία)
Αριστιων η' Αθηνιων τυραννος 86 πΧ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αυτός ο Αριστιων η' Αθηνιων ένα τσιράκι του Μιθριδάτη Στ'
ήταν μισθαρνο όργανο του,μην κοροιδευομαστε, μαριονέτα
μια ορντινατσα,ένας τιποτένιος κι ας τον περνάνε τάχα
για σοφό περιπατητικό και επικούρειο,ανακριβειες
του Ποσειδωνίου τού Ροδιου και του Αππιανου λίαν βασικές
για το προφίλ και το ποιον του,επενδύοντας ο Πόντιος βασιλιας
σ''αυτον τον όρισε πρέσβη του και ιδιοτελή προπαγανδιστή του,
Αθηναίοι ο Μιθριδάτης Ευπατωρ είναι και ο Σωτήρ σας
κατά Ρωμαίων,μέχρι που το 88 τύραννο τον τοποθέτησε
στην Αθήνα και διακυβερνητη της,αλλά τέτοιοι αχρειοι
στην Ιστορία τιμωρούνται σκληρά και φυσικά ήρθε η ώρα του,
η Αθήνα το 86 πολιορκείται απο τον Σύλλα κι ο Πειραιάς
λιμοκτονεί,κι όσο να καταφεύγει σε βρισιές κατά του Ρωμαίου
ο Σύλλας δεν χαυβει από τέτοια,συντόμως θα τον πιάσουν
διψασμενο στην Ακρόπολη και μέσα στην επακόλουθη νεροποντή
θα τον σφαγιασουν η' θα τον δηλητηριάσουν,σημασία δεν έχει
πως,πάντως οικτρά αποτελείωσε τις μέρες του αυτός ο ανεκδιηγητος
περιπατητικός η' επικούρειος τύραννος Αριστιων η' Αθηνιων
.
.
.
Περιπλάνηση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
όσο και να ανεβαίνεις και να κατεβαίνεις
Πανεπιστημίου Τρίτη Σεπτεμβρίου
Αγίου Κωνσταντίνου Πειραιώς Αθηνας Σταδίου
δεν θα ησυχάσεις
απουσία ανθρωπου
τα κτίρια ρυτιδωμενα
θα καταρρεύσουν
με εκκοφαντικο ήχο
εσύ όμως τίποτα δεν θα ακούσεις
όχι γιατί σου λείπει η ακοή
αλλά γιατί αυτό είναι πραγματικό
και δεν είναι πραγματικό
γιατί συνεβει στο παρελθόν και τώρα
στο Σύνταγμα κάποιοι τρέχουν
και σκορπούν προκηρύξεις
αυτές στροβιλιζονται στον αέρα
παίρνοντας τη θέση των πουλιων
που τρομαξαν
πάλι οι αρχαίες ιδεοληψίες
στο κενό της πλατείας
κι εσύ όσο και να γυρίζεις
ποτέ δεν θα ησυχάσεις
με την απουσία των ανθρώπων
.
.
.
The tree Enigma-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
άκουσε βήματα ετρεξε στον διάδρομο τον είδε στο βάθος,
ποιος είσαι;του φώναξε,ο άλλος δεν σταμάτησε,
τον είδε σιγά σιγά να χάνεται,χτύπησε το τηλέφωνο το σήκωσε,
δεν απάντησε κανείς,
βυθίστηκε στον ύπνο,
πάνω του τα γυμνά κλαδιά ενός δέντρου και πάνω το φεγγάρι
πανσέληνος,
αυτός ο άνθρωπος είμαι εγω,είπε,
και ξαναβυθιστηκε στον υπνο.
.
.
.
Η Μεταφυσική των Ελληνικών Τοπίων
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ψηλά το φεγγάρι πλέει
πανσέληνο στη θάλασσα
τ' ουρανου
και το ψάρι χαμηλά
αεικίνητο τόξο
με τ'αργυρο του φως
στη πλατη
και τα ταπεινά φύκια
κάτω απ'τα γαλάζια νερά
αναδευονται
στο περασμα του χταποδιου
Αυτός
ο μινιμαλισμός του απέριττου!
τα βουνά πέρα
φράγματα προϊστορικά
κι οι πλαγιές μπροστά
απλώνουν
την γαλήνη των φυτών τους.
.
.
.
(Κατά κάποιο τρόπο η Ιστορία)
Αβιντιος Κάσσιος Κατά Μάρκου Αυρήλιου 175 μ.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
το μήνυμα πως ο Μάρκος Αυρήλιος πέθανε έφθασε
στον Αβιντιο Κασσιο κι ο Σύρος αξιωματούχος
του ρωμαϊκού στρατού δεν εξέτασε την αλήθεια του
ευκαιρία για στάση το θεώρησε και Αυτοκράτορας
να ανακηρυχθεί,άλλωστε όπως έλεγε στα Τα Εις εαυτόν
ο Αυτοκράτορας φιλόσοφος όλα για να πεθάνουν υπάρχουν
ποιαν άλλην απόδειξη ήθελε,σίγουρα εξουθενωθηκε
με τους Παρθους και τους Γερμανούς του Δούναβη
Μαρκομανους Λογγοβαρδους Κουαδους και Σαρματες
έπειτα είπανε πως ο θανατος του εργο της αυτοκρατειρας
Φαυστινας ειναι,γρήγορα το ψέμα αποκαλύφθηκε και
πλέον να κάνει πίσω ο Συρος δεν ημπορουσε,παραδόθηκε
στη μοίρα του,ο θάνατος θα βαλει ένα τέλος σε όλες του
τις επιθυμίες,αυτή η τελευταία σ'αυτον κρίση θα ήταν
από τον civem se egit et philosophium Μαρκο Αυρηλιο
ότι τώρα θα δολοφονηθεί από τους στρατιώτες του
βέβαιον,οι δε Αλεξανδρινοι συνενοχοι άλλην μεταχείριση
θα τύχουν από τον ζώντα Αυτοκράτορα οmnibus ignovit
.
,
.
Η ΛΥΠΗ ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ
- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
εξόριστη δέκα χρόνια στη Σικελια νιώθει αβάσταχτη τη νοσταλγία
της πατρίδας,
οι ντόπιοι εδώ τη βλέπουν σαν μια ξένη,παρείσακτη,που μολύνει
τον τόπο τους,μίασμα,
γιατί ήρθε στον τόπο μας;ποτε θα φύγει;δεν την θέλουμε να φυγει
δεν σε κάνουν παρέα,ούτε σου μιλάνε,
κι αν βρεθει κρεμασμένη η' πνιγμένη δεν θα νιωσουν τη παραμικρή
λύπη,
επιτέλους απαλαχτηκαμε απ'αυτην, θα πουν,
εδώ τη διώξανε απ'τη πατρίδα της και μεις θα την λυπηθούμε,
ας έμενε εκεί στον τόπο της,
την ανάγκασαν λέει να φύγει,ψευτιες,με τη θέληση της εφυγε
τους καταλαβαίνει,οι άνθρωποι είναι αδύνατοι,φοβούνται,
και σκληραίνει η καρδιά τους
νύχτα,ξάγρυπνη,
σκοτεινιά,
το φεγγάρι έχει δυσει,
αυτό κοινό μοιράζεται με τη πατρίδα
η Λέσβος πόσο μακριά είναι;πόση αμέτρητη θάλασσα τη χωρίζει;
την πιάνει το παράπονο,
κατθάνοισα δὲ κείσηι οὐδέ ποτα μναμοσύνα σέθεν
ἔσσετ΄ οὐδὲ ποκ΄ ὔστερον· οὐ γὰρ πεδέχηις βρόδων
τὼν ἐκ Πιερίας· ἀλλ΄ ἀφάνης κἀν Ἀίδα δόμωι
φοιτάσηις πεδ΄ ἀμαύρων νεκύων ἐκπεποταμένα
σαν πεθάνεις κανείς δεν θα σε θυμάται
ποτέ πια,ούτε απ'τη Πιερία τριανταφυλλα
θα σε στολίζουν,
αλλά αφανής στου Άδη τον τόπο
θα'σαι μαζί με τά μαύρα των νεκρών
σκορπισμενα κορμια
(μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)
.
.
.
ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ ΠΑΡΙΟΣ ΤΕΛΕΣΙΚΛΕΟΣ ΕΝΘΑΔΑΙ ΚΕΙΤΑΙ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)
χρημάτων ἄελπτον οὐδέν ἐστιν οὐδ΄ ἀπώμοτον
οὐδὲ θαυμάσιον, ἐπειδὴ Ζεὺς πατὴρ Ὀλυμπίων
ἐκ μεσαμβρίης ἔθηκε νύκτ΄, ἀποκρύψας φάος
ἡλίου λάμποντος, λυγρὸν δ΄ ἦλθ΄ ἐπ΄ ἀνθρώπους δέος.
ἐκ δὲ τοῦ καὶ πιστὰ πάντα κἀπίελπτα γίνεται
ἀνδράσιν· μηδεὶς ἔθ΄ ὑμέων εἰσορέων θαυμαζέτω
μηδ΄ ἐὰν δελφῖσι θῆρες ἀνταμείψωνται νομὸν
ἐνάλιον, καί σφιν θαλάσσης ἠχέεντα κύματα
φίλτερ΄ ἠπείρου γένηται, τοῖσι δ΄ ὑλέειν ὄρος.
κανένα απ' τα πράγματα ανέλπιστο δεν ειναι
ούτε να ορκισθεις πως δεν γίνεται ούτε θαυμαστό,
αφου ο Ζευς ο πατέρας των Ολυμπιων απ'το μεσημέρι
έκανε νύχτα,κρύβοντας το φως του ηλίου που ελαμπε,
και ισχυρός φόβος πλάκωσε τους ανθρώπους,
κανένας από σας βλεποντας να μην απορεί,ούτε αν
με τα δελφίνια τ' άγρια θηρία ανταλλάξουν φωλιά θαλασσινή,
και σ'αυτα τα ηχηρά κύματα της θάλασσας πιο αγαπητά
απ'τη στεριά γινουν,και σ'εκεινα το δασωμένο ορος
θυμέ, θύμ΄, ἀμηχάνοισι κήδεσιν κυκώμενε,
^ ἀναδευ δυσμενῶν δ΄ ἀλέξεο προσβαλὼν ἐναντίον
στέρνον ^ ἐνδοκοισιν ἐχθρῶν πλησίον κατασταθεὶς
ἀσφαλέως· καὶ μήτε νικέων ἀμφάδην ἀγάλλεο,
μηδὲ νικηθεὶς ἐν οἴκωι καταπεσὼν ὀδύρεο,
ἀλλὰ χαρτοῖσίν τε χαῖρε καὶ κακοῖσιν ἀσχάλα
μὴ λίην, γίνωσκε δ΄ οἷος ῥυσμὸς ἀνθρώπους ἔχει.
καρδιά μου,ψυχή μου,απ'τα αμαχητα βάσανα ταραγμένη,
σηκωσου,απ'τα δυσκολα απομακρυνσου προβάλλοντας
μπροστά το στηθος στους εχθρούς που ενεδρευουν
κοντά να σταθείς μ'ασφαλεια,και μήτε νικώντας δημόσια
να χαίρεσαι,μήτε νικημένος στο σπίτι πέφτοντας κάτω
να οδυρεσε,αλλά στις χαρές να χαίρεσε,και στα κακά
υπερβολικά να μην λυπάσαι,μάθε ποιος ρυθμος
τους ανθρώπους διακατεχει
κήδεα μὲν στονόεντα Περίκλεες οὔτέ τις ἀστῶν
μεμφόμενος θαλίηις τέρψεται οὐδὲ πόλις·
τοίους γὰρ κατὰ κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης
ἔκλυσεν, οἰδαλέους δ΄ ἀμφ΄ ὀδύνηις ἔχομεν
πνεύμονας. ἀλλὰ θεοὶ γὰρ ἀνηκέστοισι κακοῖσιν
ὦ φίλ΄ ἐπὶ κρατερὴν τλημοσύνην ἔθεσαν
φάρμακον. ἄλλοτε ἄλλος ἔχει τόδε· νῦν μὲν ἐς ἡμέας
ἐτράπεθ΄, αἱματόεν δ΄ ἕλκος ἀναστένομεν,
ἐξαῦτις δ΄ ἑτέρους ἐπαμείψεται. ἀλλὰ τάχιστα
τλῆτε, γυναικεῖον πένθος ἀπωσάμενοι.
τα βάσανα με στεναγμούς Περικλή ούτε κάποιος απ'τους πολίτες
βρίζοντας στις χαρές θα ευχαριστηθεί ούτε η πόλη,
αφού τόσους το κύμα της πολυηχης θάλασσας σκεπασε,
κι έχουμε απ'τους πόνους πρησμένα πνευμονια,
αλλά αφού οι θεοί στα αγιατευτα κακά,φίλε,την δυνατή
υπομονη έδωσαν φαρμακο,άλλοτε άλλος έχει τούτο,
τώρα σε μας στράφηκε,απ'την αιματηρή αναστεναζουμε πληγή,
ξανά πάλι σ'εοαφη μ'άλλους θα' ρθει,αλλά πολύ γρήγορα
κάντε υπομονή,το γυναικείο βογκητο αποφευγοντας
.
.
.
ελάχιστο κοχυλιού ρωτάει τι είναι απάντηση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ελάχιστο κοχυλιού σε πλαγιά
μπρούτζινων αγαλμάτων
στο αλάθητο
του αορατου
ελκυομενες αγριόπαπιες
σε νύχτα πυγμαχίας καρπων
καπροι των ιχθύων
συν τοις άλλοις ευλιγυσια κεραυνού
επί ακροβολισμων πήλινων κρίνων
και
υποδεεστερον των ρηματων η'
χρημάτων
τι
βέβαιο δεν είναι το είμαι
αχρουν
δίκτυο
φωνων
πτώσεων σωμάτων
υπέρ το δέον
ρητορευοντων περί γαλάζιου ένστολου ξιφία
εις άμμον δασών
και σκακιστων ανέμων
τι
ρει
σε ρεαλισμους παγοβουνων σελήνης
και
βιβλιογραφικοι κατάλογοι όστις ουκ οιδεν Πρωταγόραν
και ξαφνική περιττοτητα κάλλους
και λίθινοι ύμνοι υδάτων
εν ισωνυμον πεδίον σεσιγαμενον
με κληρους λαχων λαγωων
σε verba querella δακτυλικών εξαμετρων
κύνες κυνηγητικοι ιαμβιαζοντων νεφών
άρρηκτως
κατά φύσιν
χρόνος
ρόδου
φυλακισμένος εις στομαχον ελεφαντος
ρωτάει τι είναι απάντηση
ελάχιστο κοχυλιου
.
.
.
Οριζόντιο ατερμονο-3μ χ 4.5 μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΛΣ ΑΛΟΣ ΕΥΚΡΙΝΩΝ ΔΕΛΦΙΝΩΝ ΕΝΑΣΤΡΟΥ ΜΥΔΙΩΝ ΦΩΝΗΣ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
το ενδοκρινες ατελευτητον της διαρρηγματωσης των νερών
αμφισημως ηχοεντος εν των ισορροπων ευκρινων δέλφινων
ΛΑΜΨΗ.................................ΓΥΜΝΗ................................ΒΡΑΧΩΝ
ΕΙΚΟΝΑ.................................ΜΑΧΗΣ
ΥΑΛΩΝ
σιωπηλου ανεμου πυγολαμπίδων εις ικριώματα πολυγώνων
εναστρης πολυφλοισβιας Πλειάδας και αεναως χλωροφαιος
ΒΡΟΧΗ
...............................................ΦΩΝΗΣ
...........................................................................................ΣΠΟΡΟΥ
σε βλέμμα εντοιχισμενον σε φυαλη πλειστοκαινους θερμού
πλήθος των λευκών περιπτύξεων μυδιών αλς αλος βομβων.
.
.
.
νομοτελειακα stop
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
από τα ορυχεία χαλκού του Μαρξ
Βλαντιμίρ Λένιν stop
καυγάς Μαγιακόφσκι stop
Γιεβγενι Γιεσενιν stop
νομοτελειακα stop
στα σιδερά κάτεργα του Στάλιν
Κρίσεις:
Γυμνή επιφάνεια Ιστορίας
Σειρές παγωμένης φθοράς
Αστυνομικό δελτίο:
Ο Ντοστογιέφσκι σε Γκουλάγκ κώμα χαρτοπαιζει υπό -17 C
παρτενέρ ο Αλεξάντερ Σολζενίτσιν
Απαγορεύεται η Χαρτοπαιξία Κύριοι!
φωτό κλικ:
Η Άννα Αχμάτοβα με τον λαιμό μίσχου του Αμαντεο Μοντιλιανι
καρτ ποσταλ:
Αγία Πετρουπολη
Λευκή νύχτα βαρκάδα στον Νέβα
ημερομηνία:21ος Αιώνας
Χρηματιστήριο Αξιών:
Κατακόρυφος Πτώση Κοκκινου
Κατακόρυφος Άνοδος Μαύρου
Πρωτοσέλιδο αρθρο εφημερίδας:
Έρημος Κόσμος σε Χειμώνα
Σημειώσεις αυτοκριτικής:
Εσύ Χεγκελ;
Εσύ Μαρξ;
Ο Νίκος Πουλαντζας Έλλην Αυτόχειρ
Συζητά
Με τον Άρη Αλεξάνδρου για το Κιβώτιο του Εμφυλιου
Και τον δολοφόνον Λουί Αλτουσέρ
Χρονικό:
3/4/1917 Άφιξη του Λένιν στην Αγία Πετρούπολη
2/11/1917 Διακήρυξη Δικαιωμάτων των Λαών
κενό
κενό
κενό
κενό
κενό
Ερημιά ανθρώπου
Έτος
Μετά Από τα Ορυχεία Χαλκού του Μαρξ
.
.
.
IN RED PLETHORISMOUS-4μ χ 6μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
de impossible
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
l'idolâtrie money,sans,de la corp,comme de la declaration,rien
par le soleil l quells langue e la science j dans tout r jamais m
d'ici........................................................................................raison
......alone!.................?..................ici-bas..................?.....des..........
quell mensongeIMAGEdesertENNUItemoinETAISregardROUSE
TOUJOURS/REPONDS/PERDU/TOUT/VOYAGER/LOIS/ETAITS
......entre!.................?...................rouges..................?.....par...........
tout.........................................................................................aurait
au vrai le sence circule le regards peut-etre perdu a tout au vrai
couvert de impossible pour jouer parmi erreurs n'est une verite
.
.
.
ΕΙΣ MAXIMINUS THRAX
-, χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ένας Θραξ ήτο ο Gaius Julius Verus Maximinus τι περίμενες;
άλλοτε δεν θα είχαν περαση αυτοί οι βάρβαροι ξένοι στο Λάτιο
ούτε μπορεί καποιος να τους έχει εμπιστοσύνη μωροφιλοδοξοι
τραγελαφικά πράγματα κατάφεραν στην Ρώμη το 238 μ.Χ
έτος των Εξι Αυτοκρατόρων!Gordian I, Gordian II, Pupienus,
Balbinus,Gordian III κι αυτός ο Thrax,βεβαίως υπαίτιος της Κρίσης
άνθρωπος εμπαθής κι εκδικητικός πολλούς χωρίς έλεος προεγραψε
και κατέστρεψε,που να αναφέρει τέτοιον αυτοκράτορα ιστορικός;
κάτι ψιλά ο Ηρωδιανος στες Ιστορίαι της μετά Μάρκον βασιλείας
ιστορικός ελάσσων βερμπαλιστης δραματιστης τίποτα σπουδαιότερο
θέλησε να δείξει την δύναμη του ο μωρός Thrax τραβώντας στη Ρώμη
να καταπνίξει την συνομωσία κι εκεί στην Aquileia έλαβε θανατον
ως έπρεπε και αρμόζει είς τοιούτους τυχάρπαστους ξενοσπορους
κι ότι σώζεται μια χοντροκομμένη προτομή του μάλλον τον γελοιοποιεί
.
.
.
(Optical text poem)
in empty time
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
https://youtu.be/4ME9dbSnjWU
In empty
time
history
money
space
about the same
how are things going
.
.
.
ΑΥΤΗ Η REAL POLITIC ΤΕΙΣΙΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΕΙΝΑΙ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μετά των Συναμαρτουμενων:
Θουκυδίδης, Ιστορία Πελοποννησιακού Πολέμου,βιβλίο Α',23
Ξενοφών Ελληνικά,βιβλίο Β',κεφαλαιο 2,20.21.22.23
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θουκυδίδης, Ιστορία Πελοποννησιακού Πολέμου,βιβλίο Α'
[23] [23.1] Τῶν δὲ πρότερον ἔργων μέγιστον ἐπράχθη τὸ Μηδικόν, καὶ τοῦτο ὅμως δυοῖν ναυμαχίαιν καὶ πεζομαχίαιν ταχεῖαν τὴν κρίσιν ἔσχεν. τούτου δὲ τοῦ πολέμου μῆκός τε μέγα προύβη, παθήματά τε ξυνηνέχθη γενέσθαι ἐν αὐτῷ τῇ Ἑλλάδι οἷα οὐχ ἕτερα ἐν ἴσῳ χρόνῳ. [23.2] οὔτε γὰρ πόλεις τοσαίδε ληφθεῖσαι ἠρημώθησαν, αἱ μὲν ὑπὸ βαρβάρων, αἱ
δ’ ὑπὸ σφῶν αὐτῶν ἀντιπολεμούντων (εἰσὶ δ’ αἳ καὶ οἰκήτορας μετέβαλον ἁλισκόμεναι), οὔτε φυγαὶ τοσαίδε ἀνθρώπων καὶ φόνος, ὁ μὲν κατ’ αὐτὸν τὸν πόλεμον, ὁ δὲ διὰ τὸ στασιάζειν.
[23] [23.1]από τα προτυτερα έργα το πιο μεγάλο που επραχθει ήταν το Μηδικόν,και τούτο όμως σε δύο ναυμαχίες και πεζομαχιες κρίθηκε,τούτου του πολέμου και παρά πολύ το διάστημα παρατάθηκε,και συμφορές έγιναν που υποφεραν σ''αυτον στην Ελλάδα,όπου τετοιες όχι άλλες σε ίσο χρονο [23.2] ούτε πόλεις τόσες αφού καταλήφθηκαν ερημώθηκαν,
άλλες από τους βάρβαρους,άλλες από αυτους των ίδιους τους αντιπολεμουντες(είναι και μερικές που κατοίκους άλλαξαν κυριευομενες),ούτε τόσες εξορίες ανθρώπων και φόνοι,άλλοι στον πόλεμο,άλλοι λόγω στασιασμου
ΑΥΤΗ Η REAL POLITIC ΤΕΙΣΙΣ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΕΙΝΑΙ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ζητημα χρόνου ήτο ο Μηδικος χρυσός να γυρει τον ζυγόν των αντιπάλων
Ελληνων,στους Αιγός Ποταμούς οι Λακεδαιμόνιοι το 405 κατανικουν
τους Αθηναίους,και το 405 η Παραλος το ιερό πλοίο στον Πειραιά
καταπλέει ανακοινώνοντας την καταστροφή,ολοι τωρα κατάλαβαν
πως είναι πραγματικά το τέλος,και πως αντιστάθηκαν κανένα δεν είχε κέρδος,
απ'τον ενσκηψαντα λοιμό αφανίστηκαν πολιορκουμενοι,
τελικά δέχθηκαν τους όρους που έφερεν με τους πρεσβεις ο Θηραμένης,
κατεδάφιση των Μακρών τειχών και του Πειραιά,παραχώρηση όλων τα πλοίων
πλην δώδεκα,επιστροφή των εξόριστων,φίλος των Λακεδαιμονιων και εχθρός
φίλος των Αθηναίων και εχθρός,κι όπου αυτοί εκστρατεύουν να ακολουθούν,
μ'αυτα υπογράφηκε η ειρήνη,όταν δε ο Σπαρτιάτης Λύσανδρος στον Πειραια
κατέπλευσε με ηχους αυλητριδων γκρεμίζονταν τα τείχη πιστευοντας
πως πλέον η ελευθερία στην Ελλάδα θα αρχει
άραγε μέσα σ' αυτά τα μεγάλα γεγονότα κάποιος να θυμήθηκε τι είχε
de facto ειπωθεί το 416 στους Μηλιους;
Δίκαια μεν εν τω ανθρωπείω λόγω από της ίσης ανάγκης κρίνεται,
δυνατά δε οι προύχοντες πράσσουσι και οι ασθενείς συγχωρούσιν
τώρα όμως τα δυνατά οι προύχοντες Λακεδαιμόνιοι πρασσουσι
και οι ασθενείς Αθηναίοι συγχωρούσιν
αυτή η real politic τείσις των Αθηναίων είναι
.
.
Ξενοφών Ελληνικά,βιβλίο Β',κεφαλαιο 2.20.21.22.23
.2.2.20 Λακεδαιμόνιοι δὲ οὐκ ἔφασαν πόλιν Ἑλληνίδα ἀνδραποδιεῖν μέγα ἀγαθὸν εἰργασμένην ἐν τοῖς μεγίστοις κινδύνοις γενομένοις τῇ Ἑλλάδι, ἀλλ' ἐποιοῦντο εἰρήνην ἐφ' ᾧ τά τε μακρὰ τείχη καὶ τὸν Πειραιᾶ καθελόντας καὶ τὰς ναῦς πλὴν δώδεκα παραδόντας καὶ τοὺς φυγάδας καθέντας τὸν αὐτὸν ἐχθρὸν καὶ φίλον νομίζοντας Λακεδαιμονίοις ἕπεσθαι καὶ κατὰ γῆν καὶ κατὰ θάλατταν ὅποι ἂν ἡγῶνται. 21 Θηραμένης δὲ καὶ οἱ σὺν αὐτῷ πρέσβεις ἐπανέφερον ταῦτα εἰς τὰς Ἀθήνας. εἰσιόντας δ' αὐτοὺς ὄχλος περιεχεῖτο πολύς, φοβούμενοι μὴ ἄπρακτοι ἥκοιεν: οὐ γὰρ ἔτι ἐνεχώρει μέλλειν διὰ τὸ πλῆθος τῶν ἀπολλυμένων τῷ λιμῷ. 22 τῇ δὲ ὑστεραίᾳ ἀπήγγελλον οἱ πρέσβεις ἐφ' οἷς οἱ Λακεδαιμόνιοι ποιοῖντο τὴν εἰρήνην: προηγόρει δὲ αὐτῶν Θηραμένης, λέγων ὡς χρὴ πείθεσθαι Λακεδαιμονίοις καὶ τὰ τείχη περιαιρεῖν. ἀντειπόντων δέ τινων αὐτῷ, πολὺ δὲ πλειόνων συνεπαινεσάντων, ἔδοξε δέχεσθαι τὴν εἰρήνην. 23 μετὰ δὲ ταῦτα Λύσανδρός τε κατέπλει εἰς τὸν Πειραιᾶ καὶ οἱ φυγάδες κατῇσαν καὶ τὰ τείχη κατέσκαπτον ὑπ' αὐλητρίδων πολλῇ προθυμίᾳ, νομίζοντες ἐκείνην τὴν ἡμέραν
τῇ Ἑλλάδι ἄρχειν τῆς ἐλευθερίας.
2.2.20 Οι Λακεδαιμόνιοι λοιπόν είπαν ότι δεν θα σκλαβωσουν Ελληνική πόλη που
πολύ μεγάλο αγαθό έχει προσφέρει στους πολύ μεγάλους κινδύνους που έχουν
γίνει στην Ελλάδα,αλλά θα έκαναν ειρηνη εφοσον και τα μακρά τειχη και του Πειραιά γκρεμίσουν και τα πλοία εκτός από δώδεκα παραδώσουν και τους εξόριστους επαναφέρουν ,τον ίδιο εχθρό και φίλο με τους Λακεδαιμονίους να νομίζουν και να
τους ακολουθούν και κατά γη και κατά θάλασσα όπου κιαν οδηγουν.21ο Θηραμένης και
οι πρέσβεις που ήταν μαζί του έφεραν αυτά στην Αθήνα,και μπαίνοντας αυτούς πολύς
όχλος τους περικύκλωσε,φοβούμενοιμήπως άπρακτοι έφθασαν,γιατί δεν ήταν καιρός για καθυστέρηση λόγω του πλήθους των αφανισμενων στον λοιμό.22 την επόμενη ανηγγειλαν οι πρέσβεις με ποιους όρους οι Λακεδαιμόνιοι θα έκαναν την ειρήνη.μιλησε γι'αυτούς
ο Θηραμένης,λεγωντας πως πρέπει να υπακούσουν στους Λακεδαιμονιους και τα τείχη να αφαιρέσουν.ενω κάποιοι έφεραν αντίρρηση σ'αυτον,η πλειοψηφία συναινωντας,ψήφισε
να δεχθεί την ειρηνη.23 μετά από αυτά και ο Λύσανδρος καταπλέει στον Πειραιά και οι εξόριστοι επέστρεψαν και τα τείχη κατεσκαπταν υπό τους ήχους αυλητριδων με πολύ προθυμία,νομίζοντας ότι από εκείνη την ημέρα στην Ελλάδα θα κυριαρχεί η ελευθερια
.
.
.
Το Διάταγμα της Αλάμπρα 1492
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Υπηρέτης του Θεού Ισαβέλλα Σ' της Καστίλης και ο σύζυγος Αυτής
Φερδινάνδος Β' της Αραγωνιας ετοιμάζουν την Ανακάλυψη Νέου Κόσμου
ο Παλαιός Κόσμος πρέπει να εκλείψει,κι εν ονοματι της Καθαρής Καθολικής
Εκκλησιας εκδίδεται το Διαταγμα της Αλάμπρα για τον εξοστρακισμό
των Εβραίων υπηκόων από την Ισπανία,ας πάνε όπου αλλού θέλουν
οι τέτοιοι αλλόθρησκοι δεν είναι πλέον ανεκτοι,η' καθολικοί η' εκτός
Ισπανίας,κι εκείνοι οι Sepharad κατέφυγαν άλλοι στην Ολλανδία,
άλλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία άλλοι στη Σαλόνικα,παίρνωντας
να θυμούνται τα κλειδιά των σπιτιών τους,εκείνη τη χρονιά του 1492
απ'τό λιμάνι του Παλος αναχωρεί ο Κολόμβος για την χρυση Αμερική
κι η Ιστορία θα καταλήξει για τους Εβραίους στους θαλάμους αεριων.
.
.
.
Hercules' Enigma-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΠΟ ΤΟΝ ΔΙΚΑΝΙΚΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ ΣΤΟΝ ΜΑΙΝΟΜΕΝΟ
ΗΡΑΚΛΗ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ,στιχοι140-169
-κειμενο και μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η τραγωδία Μαινόμενος Ηρακλής του Ευριπίδη παίχθηκε το 416 πΧ
Υπόθεση:
Ο Ηρακλής έχει κατέβει στον Άδη,ο Λύκος που έχει σκοτώνει τον Κρέοντα
και πάρει το θρόνο απειλεί με θάνατο τον πατέρα του Ηρακλή Αμφιτρύωνα,
τη γυναίκα του Μεγάρα και τα παιδιά του,αυτοί καταφεύγουν ικέτες,επιστρέφοντας
ο Ηρακλής σκοτώνει τον Λύκο,όμως η Ήρα του
θολώνει τα μυαλά και σκοτώνει τη Μεγάρα και τα παιδιά του,τον πιάνουν
και τον δένουνσε ένα στυλό,όταν συνέρχεται οδύρεται για αυτά που έκανε,
ο Θησέας προσπαθεί να τον συνεφέρει λέγοντας του πως ο ανδρείος αντρας
πρέπει όλα να τα υπομένει και τον παίρνει στην Αθήνα για καθαρση
Ο Δικανικος Λόγος του Λύκου:
Ο Λύκος στους στίχους 140 -169 αναπτύσει έναν καθαρά δικανικό λόγο,
(προσφιλής μέθοδος ανάπτυξης στις τραγωδίες του Ευριπίδη)
εκθέτει,θελωντας να πείσει,τους λόγους της θανάτωσης του πατέρα
του Ηρακλή Αμφιτρύωνα ,της γυναίκας του Μέγαρα και των παιδιών του:
-
Λόγοι Εξουσίας:
ειμαι κύριος,και ως εκ τούτου, έχω το δικαίωμα να μιλω και να κρίνω την
τύχη των υπηκοων του
τὸν Ἡράκλειον πατέρα καὶ ξυνάορον, 140
εἰ χρή μ᾽, ἐρωτῶ· χρὴ δ᾽, ἐπεί γε δεσπότης
ὑμῶν καθέστηχ᾽, ἱστορεῖν ἃ βούλομαι.
-
Σχετικοποιηση της ζωής:
γιατι να θέλει κάποιος να επιμηκύνει τον βίο του,όταν από τη φύση είναι
τόσο σύντομος
τίν᾽ ἐς χρόνον ζητεῖτε μηκῦναι βίον;
-
Πραγματικότητα,Αντικειμενικότητα:
αν περιμένουν βοήθεια από τον Ηρακλή,ας μην ελπίζουν,κανείς δεν γύρισε
από τον Άδη
τίν᾽ ἐλπίδ᾽ ἀλκήν τ᾽ εἰσορᾶτε μὴ θανεῖν;
ἦ τὸν παρ᾽ Ἅιδηι πατέρα τῶνδε κείμενον 145
πιστεύεθ᾽ ἥξειν;
-
Αποδοχή του Αναπόφευκτου:
επειτα γιατι δίνουν παραπάνω αξία στην θλίψη του θανατου,αφού πρέπει
οπωσδήποτε να πεθανουν
ὡς ὑπὲρ τὴν ἀξίαν
τὸ πένθος αἴρεσθ᾽, εἰ θανεῖν ὑμᾶς χρεών
-
Αποδομησεις:
πρώτον, αποδομηση του Αμφιτρύωνα:
τι νομίζει πως είναι;τίποτα άλλο παρά ένας ανόητος που καυχιεται σε όλη
την Ελλάδα πως κοιμήθηκε την ίδια γυναίκα με τον Θεό,τον Δία,κι έχουν
κοινά παιδιά
σὺ μὲν καθ᾽ Ἑλλάδ᾽ ἐκβαλὼν κόμπους κενοὺς
ὡς σύγγαμός σοι Ζεὺς τέκνου τε κοινεών,
δευτερον,αποδόμηση του Ηρακλή:
δοξασμένος βέβαια,σαν κυνηγός θηρίων,της Λερναίας Ύδρας, του Λεοντα
της Νεμέας,αλλά όχι θαρραλεος,με τον τόξο,ένα άχαρο όπλο,έτοιμος κάθε
στιγμη να το βάλει στα πόδια,ενώ οι πραγματικά γενναίοι άντρες κρατούν κοντά τους δόρυ κι ασπίδα και μ'αυτα αγωνίζονται κοιτώντας κατάματα την αιματηρη μαχη
σὺ δ᾽ ὡς ἀρίστου φωτὸς ἐκλήθης δάμαρ.150
τί δὴ τὸ σεμνὸν σῶι κατείργασται πόσει,
ὕδραν ἕλειον εἰ διώλεσε κτανὼν
ἢ τὸν Νέμειον θῆρ᾽, ὃν ἐν βρόχοις ἑλὼν
βραχίονός φησ᾽ ἀγχόναισιν ἐξελεῖν;
τοῖσδ᾽ ἐξαγωνίζεσθε; τῶνδ᾽ ἄρ᾽ οὕνεκα 155
τοὺς Ἡρακλείους παῖδας οὐ θνήισκειν χρεών;
ὁ δ᾽ ἔσχε δόξαν οὐδὲν ὢν εὐψυχίας
θηρῶν ἐν αἰχμῆι, τἄλλα δ᾽ οὐδὲν ἄλκιμος,
ὃς οὔποτ᾽ ἀσπίδ᾽ ἔσχε πρὸς λαιᾶι χερὶ
οὐδ᾽ ἦλθε λόγχης ἐγγὺς ἀλλὰ τόξ᾽ ἔχων,160
κάκιστον ὅπλον, τῆι φυγῆι πρόχειρος ἦν.
ἀνδρὸς δ᾽ ἔλεγχος οὐχὶ τόξ᾽ εὐψυχίας
ἀλλ᾽ ὃς μένων βλέπει τε κἀντιδέρκεται
δορὸς ταχεῖαν ἄλοκα τάξιν ἐμβεβώς.
-
Λογοι Προνοητικότητας, Αυτοσυντήρησης:
έχοντας σκοτώσει τον Κρέοντα και πάρει το θρόνο πρέπει να περιμένει
εκδίκηση,γι'αυτό προνοεί:να εξαλειφθούν οι μελλοντικοί εκδικητές,
τα παιδια
ἔχει δὲ τοὐμὸν οὐκ ἀναίδειαν, γέρον,165
ἀλλ᾽ εὐλάβειαν· οἶδα γὰρ κατακτανὼν
Κρέοντα πατέρα τῆσδε καὶ θρόνους ἔχων.
οὔκουν τραφέντων τῶνδε τιμωροὺς ἐμοὶ
χρήιζω λιπέσθαι, τῶν δεδραμένων δίκην.
.
.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ-ΜΑΙΝΌΜΕΝΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ στίχοι 140-169,
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΛΥΚΟΣ
τὸν Ἡράκλειον πατέρα καὶ ξυνάορον, 140
εἰ χρή μ᾽, ἐρωτῶ· χρὴ δ᾽, ἐπεί γε δεσπότης
ὑμῶν καθέστηχ᾽, ἱστορεῖν ἃ βούλομαι.
τίν᾽ ἐς χρόνον ζητεῖτε μηκῦναι βίον;
τίν᾽ ἐλπίδ᾽ ἀλκήν τ᾽ εἰσορᾶτε μὴ θανεῖν;
ἦ τὸν παρ᾽ Ἅιδηι πατέρα τῶνδε κείμενον 145
πιστεύεθ᾽ ἥξειν; ὡς ὑπὲρ τὴν ἀξίαν
τὸ πένθος αἴρεσθ᾽, εἰ θανεῖν ὑμᾶς χρεών,
σὺ μὲν καθ᾽ Ἑλλάδ᾽ ἐκβαλὼν κόμπους κενοὺς
ὡς σύγγαμός σοι Ζεὺς τέκνου τε κοινεών,
σὺ δ᾽ ὡς ἀρίστου φωτὸς ἐκλήθης δάμαρ.150
τί δὴ τὸ σεμνὸν σῶι κατείργασται πόσει,
ὕδραν ἕλειον εἰ διώλεσε κτανὼν
ἢ τὸν Νέμειον θῆρ᾽, ὃν ἐν βρόχοις ἑλὼν
βραχίονός φησ᾽ ἀγχόναισιν ἐξελεῖν;
τοῖσδ᾽ ἐξαγωνίζεσθε; τῶνδ᾽ ἄρ᾽ οὕνεκα 155
τοὺς Ἡρακλείους παῖδας οὐ θνήισκειν χρεών;
ὁ δ᾽ ἔσχε δόξαν οὐδὲν ὢν εὐψυχίας
θηρῶν ἐν αἰχμῆι, τἄλλα δ᾽ οὐδὲν ἄλκιμος,
ὃς οὔποτ᾽ ἀσπίδ᾽ ἔσχε πρὸς λαιᾶι χερὶ
οὐδ᾽ ἦλθε λόγχης ἐγγὺς ἀλλὰ τόξ᾽ ἔχων,160
κάκιστον ὅπλον, τῆι φυγῆι πρόχειρος ἦν.
ἀνδρὸς δ᾽ ἔλεγχος οὐχὶ τόξ᾽ εὐψυχίας
ἀλλ᾽ ὃς μένων βλέπει τε κἀντιδέρκεται
δορὸς ταχεῖαν ἄλοκα τάξιν ἐμβεβώς.
ἔχει δὲ τοὐμὸν οὐκ ἀναίδειαν, γέρον,165
ἀλλ᾽ εὐλάβειαν· οἶδα γὰρ κατακτανὼν
Κρέοντα πατέρα τῆσδε καὶ θρόνους ἔχων.
οὔκουν τραφέντων τῶνδε τιμωροὺς ἐμοὶ
χρήιζω λιπέσθαι, τῶν δεδραμένων δίκην.
ΛΥΚΟΣ
τον πατέρα του Ηρακλή και την γυναίκα,140
αν σε μένα πρέπει,να ρωτήσω,πρέπει,αφού
κύριος σας έγινα,να λέγω αυτά που θέλω.
μέχρι ποιον ζητάτε χρόνο να μακρυνεται τον βίο;
σε ποιας ελπίδας δύναμη προσβλεπεται να μην πεθανεται;
η' απ'τον Άδη μέσα ο πατέρας αυτών εδώ πιστεύεται 145
πως θα'ρθει;πάνω απ'οσο αξιζει τη θλίψη
μεγαλωνεται,αν εσείς να πεθανεται πρέπει,
συ καθ' όλην την Ελλάδα κούφιους ξεστομίζεις κομπασμους
πως με σένα ο Ζευς την ίδια είχε γυναίκα και παιδιά κοινα
και συ πώς λαμπρου άντρα ονομάσθηκες γυναίκα. 150
και τι λοιπόν σπουδαίο έχει ο σύζυγός σου κατορθώσει,
την υδρα του βαλτου αν κατέκαψε σκοτώνοντας
η' της Νεμέας το θηρίο,που στα δίχτυα πιάνοντας
μεσ'στων μπράτσων τη θηλιά λένε έπνιξε;
με τέτοια αγωνίζεσθε;άρα για χάρη αυτων εδω 155
του Ηρακλή τα παιδιά δεν πρέπει να πεθάνουν;
δόξα ειχε αυτός διχως να'ναι θαρραλεος
στη συμπλοκη των θηρίων ,στ'αλλα καθόλου γενναίος
αφού αυτός ουδέποτε ασπίδα στ'αριστερο δεν κράτησε το χερι
ούτε με λόγχη ήρθε κοντά,αλλ'εχοντας τόξο, 160
το πιο αδύνατο όπλο,στη φυγή έτοιμος ηταν,
του άντρα η ευψυχια δεν δοκιμάζεται στο τοξο
αλλά οταν στέκοντας βλέπει κι αντικρίζει κατάματα αταραχος
το γρηγορο τραύμα που αυλακι απ'το δόρυ χαραζει
όσο για μένα,γέροντα,δεν έχω αναιδεια 165
αλλά προνοητικότητα,γιατί γνωρίζω πως σκοτώνοντας
τον Κρέοντα τον πατέρα αυτης εδώ και τον θρόνο κατέχοντας,
δεν έχω λοιπόν καμία επιθυμία αυτά εδώ όταν μεγαλωσουν
τιμωρους μου ν''αφησω,αυτών που έχουν γινει εκδικηση
.
.
.
Δαρεικοι
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
στην Ελλάδα Αθήνα Κόρινθος Θηβα δεν είδαν με καλό
μάτι την εκστρατεία της Σπάρτης κατά των Περσων
πρώτα στην Ιωνία το 398 ύστερα στη Λυδία και κατοπιν
στις Σάρδεις, εχθρευονταν κι ένιωθαν απειλή αυτές
τις ηγεμονιες παρ'ολ'αυτα ο Αγησίλαος Β' νικούσε
ο Τισσαφέρνης εκτελέσθηκε ο διάδοχος Τιθραυστης
τους δωροδόκησε να επιτεθούν στον σατράπη Φαρναβαζο
κι εκείνος έστειλε τον Τιμοκρατη Ρόδιο στην Ελλάδα
με δαρεικους και δεν ήταν καθόλου δύσκολο να πείσει
Αθήνα Κόρινθο Θήβα Άργος για πολεμο κατά της Σπάρτης
έτσι 10.000 τοξότες τερματησαν την εν τη Ασία εκστρατεια
για τον νεο ελληνικό εμφύλιο κύκλο του Κορινθιακού πολεμου
.
.
.
Moonlight's Enigma-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
που πας;
δεν απάντησε,
που πας; ξανακουστηκε η φωνή,
έπειτα ησυχία,
νύχτα,μεσάνυχτα,
το φεγγάρι ανέτειλε,
πόσο αργά κυλούσε ο δίσκος του,
το φως στη θάλασσα
τα ψάρια τόξα αργυρά κάτω απ'τα νερά
ξάπλωσε στην άμμο,ήταν ζεστή
έκλεισε τα μάτια,
που πας;άκουσε
ένας μοχλός αέρα την ανέβαζε
δεν φοβόνταν
ούτε την ένοιαζε που πάει
άνοιξε τα μάτια,εκτυφλωτικό φως
έκλεισε τα μάτια
άκουγε
κάτι σαν ψίθυρος
που πας;
που πας;
ήθελε ν'απαντησει
πάω
δεν συνέχισε
στο φως θα έλεγε
είμαι στο φως
πνιγμενη
.
.
.
.
Ομήρου Οδύσσεια,ραψωδία ι'
(Κανένας είναι το όνομα μου)Οὖτις ἐμοί γ' ὄνομα
Από τα Κυκλωπικα 1-στιχ 361-374
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
τρεις έφερα και του'δωσα,τρεις ο μωρός κατάπιε
κι όταν λοιπόν του Κύκλωπα το κρασί σκότησε το νου
τότε σ''αυτον είπα με λόγια προσεκτικά και ηπια
Κύκλωπα μένα ρωτάς το δοξασμένο όνομα,τώρα αμεσως
θα στο'πω,κι εσύ όπως υποσχεθηκες τα δώρα δος μου
Κανένας είναι τ'ονομα μου.Κανεναν με φωνάζουν
μάνα και πατέρας κι όλοι οι άλλοι σύντροφοι
έτσι του'πα κι αμεσως αυτός μ'υφος μ'απαντησε σκληρό
τον Κανέναν εγώ μετά απ'τους συντρόφους υστερα θα φάω
πρωτύτερα τους άλλους,να αυτό το δώρο σου θα'ναι 370
είπε,και ξάπλωνοντας έπεσε τ'ανάσκελα,έπειτα γυρνοντας
κατά μια μεριά τον χοντρό του σβέρκο κι έτσι αυτόν τον
πήρε ο ύπνος που τα πάντα δαμάζει,κι απ'τό λαρυγγι κρασια
τρεχαν έξω κομμάτια φαι ανθρωπων ξερνούσε μεθυσμενος
τρὶς μὲν ἔδωκα φέρων, τρὶς δ' ἔκπιεν ἀφραδίῃσιν.
αὐτὰρ ἐπεὶ Κύκλωπα περὶ φρένας ἤλυθεν οἶνος,
καὶ τότε δή μιν ἔπεσσι προσηύδων μειλιχίοισι·
«Κύκλωψ, εἰρωτᾷς μ' ὄνομα κλυτόν; αὐτὰρ ἐγώ τοι
ἐξερέω· σὺ δέ μοι δὸς ξείνιον, ὥς περ ὑπέστης.
Οὖτις ἐμοί γ' ὄνομα· Οὖτιν δέ με κικλήσκουσι
μήτηρ ἠδὲ πατὴρ ἠδ' ἄλλοι πάντες ἑταῖροι.»
ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ' αὐτίκ' ἀμείβετο νηλέϊ θυμῷ·
«Οὖτιν ἐγὼ πύματον ἔδομαι μετὰ οἷσ' ἑτάροισι,
τοὺς δ' ἄλλους πρόσθεν· τὸ δέ τοι ξεινήϊον ἔσται.» 370
ἦ, καὶ ἀνακλινθεὶς πέσεν ὕπτιος, αὐτὰρ ἔπειτα
κεῖτ' ἀποδοχμώσας παχὺν αὐχένα, κὰδ δέ μιν ὕπνος
ᾕρει πανδαμάτωρ· φάρυγος δ' ἐξέσσυτο οἶνος
ψωμοί τ' ἀνδρόμεοι· ὁ δ' ἐρεύγετο οἰνοβαρείων.
.
.
.
Αριστοφάνης.Σφηκες.στιχ. 463-511
-Τυραννοφοβια-
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Χορός
δεν είναι φως φανάρι
στους φτωχούς,πως τυραννία
'στα μουλωχτα θα μας την κατσουν'465
αφού εσύ πονηρέ και παρατρεχαμενε τ'Αμυνια
απ'τους νομους μας εμποδας που'ταξε η πολη
χωρις κάποια δικαιολογια
χωρις λογικη καθαρη
παρά μόνος διαταζεις; 470
Βδελυκλέων
δεν γίνετε χωρίς κοκορομαχίες και στριγκλιες
να μιλήσουμε μεταξύ μας και να συμφωνήσουμε;
Χορός
με σένα κουβέντες εχθρε του λαού και φιλομοναρχικε, 475
και τον κολλητό του Βρασίδα και που φοράει ποδογυρους
με γιρλάντες και τρέφει αξύριστο γενακι;
Βδελυκλέων
μα το θεό,πιο καλά για μένα να παρατήσω εντελώς τον πατέρα
παρά με τοσες φασαρίες να θαλασσωνω κάθε μερα
Χορός
κι ούτε ακόμα στην άκρη με το σέλινο δεν είσαι και τον απηγανο 480
αυτό έτσι με περιτύλιγμα τριχοινικων επών να πούμε
όμως τώρα τίποτα δεν περνάς αλλά όταν ο συνήγορος
αυτά και αυτά θα σου λούσει και συνωμοτη θα σ'ονομασει
Βδελυκλέων
επιτέλους για το θεό πότε θα με ξεφορτωθείτε;
ν'αφήνω να με γδερνουν και να γδερνω ολη τη μέρα;485
Χορός
ποτέ,κι ακόμα ένα τίποτα από μένα να μείνει,
αφού πάνω μας τυραννία θέλεις να βαλεις
.
Βδελυκλέων
τα πάντα για σας τυραννία είναι και συνωμοτες
και στα μεγάλα και στα μικρά καποιος κατηγορει
αυτης εγώ δεν άκουσα τ',όνομα ποτέ σε πενήντα χρονια 490
τώρα πιο πολύ απ'τό παστωμενο είναι ακριβοτερη
ώστε και τ'ονομα της στην αγορά να κυκλοφορει
αν κάποιος ψωνίσει ροφούς και σαρδέλες δεν θελει
αμέσως λέει ο διπλανός που πουλα τις σαρδελες
αυτός ψωνίζει σαν άνθρωπος που συμπαθα την τυραννία 495
αν πράσο επιπλέον ζητά στις φρυσες κάτι ορεκτικο
η λαχανοπωλησα λοξοκοιτωντας λέει στον άλλον
πες μου,πράσο ζητάς,ποιο απ'τα δύο την τυραννια
η' νομίζεις πως η Αθήνα για σε παρέχει ορεκτικά;
Ξανθίας
κι εμένα η πόρνη που χθες το μεσημέρι μπήκα μέσα 500
και να την ιππευσω ζητησα θυμωνοντας πολύ
σε μένα ειπε πως ήθελα του Ιππία την τυραννία να επανορθωσω
Βδελυκλέων
αυτά λοιπόν ν'ακουνε τους ευχαριστούν,και τώρα εγω
που τον πατέρα θέλω απ'αυτες ν'απαλλαξω
τις πρωινοδικαστικοσυκοφαντικοταλαιπωροσυναναστροφες 505
να ζει βίο καθώς πρέπει όπως ακριβώς ο Μορυχος, πως αιτία
έχω αυτά να πραττω συνωμότης οντας και με τυραννικά φρονηματα
Φιλοκλέων
μα το θεό και πολύ σωστά,γιατι εγώ ούτε κι αν του πουλιού το γαλα
αντί του βιου μου να λάβω δεν θα μου τον στερησεις τωρα
ούτε ευχαριστιεμαι με τα κοτσύφια ούτε με τα χέλια,αλλά ευχαριστη
μια δικουλα τοση δα αν φάω μέσα σε πήλινη χύτρα να'ναι βουτηγμενη
.
Αριστοφάνης.Σφηκες.στιχ. 463-511
Τυραννοφοβια
Χορός
ἆρα δῆτ᾽ οὐκ αὐτὰ δῆλα
τοῖς πένησιν, ἡ τυραννὶς
“ὡς λάθρᾳ γ᾽ ἐλάνθαν᾽ ὑπιοῦσά με”, 465
εἰ σύ γ᾽ ὦ πόνῳ πόνηρε καὶ κομηταμυνία
τῶν νόμων ἡμᾶς ἀπείργεις ὧν ἔθηκεν ἡ πόλις,
οὔτε τιν᾽ ἔχων πρόφασιν
οὔτε λόγον εὐτράπελον,
αὐτὸς ἄρχων μόνος; 470
Βδελυκλέων
ἔσθ᾽ ὅπως ἄνευ μάχης καὶ τῆς κατοξείας βοῆς
ἐς λόγους ἔλθοιμεν ἀλλήλοισι καὶ διαλλαγάς;
Χορός
σοὐς λόγους ὦ μισόδημε καὶ μοναρχίας ἐραστά,
καὶ ξυνὼν Βρασίδᾳ καὶ φορῶν κράσπεδα 475
στεμμάτων τήν θ᾽ ὑπήνην ἄκουρον τρέφων;
Βδελυκλέων
νὴ Δί᾽ ἦ μοι κρεῖττον ἐκστῆναι τὸ παράπαν τοῦ πατρὸς
μᾶλλον ἢ κακοῖς τοσούτοις ναυμαχεῖν ὁσημέραι.
Χορός
οὐδὲ μὴν οὐδ᾽ ἐν σελίνῳ σοὐστὶν οὐδ᾽ ἐν πηγάνῳ· 480
τοῦτο γὰρ παρεμβαλοῦμεν τῶν τριχοινίκων ἐπῶν.
ἀλλὰ νῦν μὲν οὐδὲν ἀλγεῖς, ἀλλ᾽ ὅταν ξυνήγορος
ταὐτὰ ταῦτα σου καταντλῇ καὶ ξυνωμότας καλῇ.
Βδελυκλέων
ἆρ᾽ ἂν ὦ πρὸς τῶν θεῶν ὑμεῖς ἀπαλλαχθεῖτέ μου;
ἢ δέδοκταί μοι δέρεσθαι καὶ δέρειν δι᾽ ἡμέρας; 485
Χορός
οὐδέποτέ γ᾽, οὐχ ἕως ἄν τί μου λοιπὸν ᾖ,
ὅστις ἡμῶν ἐπὶ τυραννίδ᾽ ὧδ᾽ ἐστάλης.
Βδελυκλέων
ὡς ἅπανθ᾽ ὑμῖν τυραννίς ἐστι καὶ ξυνωμόται,
ἤν τε μεῖζον ἤν τ᾽ ἔλαττον πρᾶγμά τις κατηγορῇ,
ἧς ἐγὼ οὐκ ἤκουσα τοὔνομ᾽ οὐδὲ πεντήκοντ᾽ ἐτῶν· 490
νῦν δὲ πολλῷ τοῦ ταρίχους ἐστὶν ἀξιωτέρα,
ὥστε καὶ δὴ τοὔνομ᾽ αὐτῆς ἐν ἀγορᾷ κυλίνδεται.
ἢν μὲν ὠνῆταί τις ὀρφὼς μεμβράδας δὲ μὴ ᾽θέλῃ,
εὐθέως εἴρηχ᾽ ὁ πωλῶν πλησίον τὰς μεμβράδας·
᾽οὗτος ὀψωνεῖν ἔοιχ᾽ ἅνθρωπος ἐπὶ τυραννίδι.᾽ 495
ἢν δὲ γήτειον προσαιτῇ ταῖς ἀφύαις ἥδυσμά τι,
ἡ λαχανόπωλις παραβλέψασά φησι θατέρῳ·
“εἰπέ μοι, γήτειον αἰτεῖς· πότερον ἐπὶ τυραννίδι,
ἢ νομίζεις τὰς Ἀθήνας σοὶ φέρειν ἡδύσματα;”
Ξανθίας
κἀμέ γ᾽ ἡ πόρνη χθὲς εἰσελθόντα τῆς μεσημβρίας, 500
ὅτι κελητίσαι ᾽κέλευον, ὀξυθυμηθεῖσά μοι
ἤρετ᾽ εἰ τὴν Ἱππίου καθίσταμαι τυραννίδα.
Βδελυκλέων
ταῦτα γὰρ τούτοις ἀκούειν ἡδἔ, εἰ καὶ νῦν ἐγὼ
τὸν πατέρ᾽ ὅτι βούλομαι τούτων ἀπαλλαχθέντα τῶν
ὀρθροφοιτοσυκοφαντοδικοταλαιπώρων τρόπων 505
ζῆν βίον γενναῖον ὥσπερ Μόρυχος, αἰτίαν ἔχω
ταῦτα δρᾶν ξυνωμότης ὢν καὶ φρονῶν τυραννικά.
Φιλοκλέων
νὴ Δἴ ἐν δίκῃ γ᾽· ἐγὼ γὰρ οὐδ᾽ ἂν ὀρνίθων γάλα
ἀντὶ τοῦ βίου λάβοιμ᾽ ἂν οὗ με νῦν ἀποστερεῖς·
οὐδὲ χαίρω βατίσιν οὐδ᾽ ἐγχέλεσιν, ἀλλ᾽ ἥδιον ἄν 510
δικίδιον σμικρὸν φάγοιμ᾽ ἂν ἐν λοπάδι πεπνιγμένον.
.
.
.
Αριστοφάνης Σφηκες στιχ. 1333-1387
Ο γέροντοερωτας του Φιλοκλεωνα
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
Ξυμότης τις(καποιος Συμποτης)
αύριο θα δώσεις για τούτα λόγο στο δικαστήριο·
σ'εμας όλους,κι ας παιδιαριζεις,
γιατί μαζί όλοι θα σε εγκαλεσουμε
Φιλοκλέων
ω ω θα με εγκαλεστε 1335
στα παλιά είστε,δεν καταλαβατε
πως ούτε ν'ακουω δεν ανεχομε
για δικές,χα χα
αυτο'δω μ'αρεσει(πιάνει το κορίτσι την αυλητριδα)
πετα τα ψηφοκουτια 1340
γιατί δεν εξαφανίζεστε;που'ναι ηλιαστης;μακρυά πέρα
(στην αυλητριδα)
έλα ανέβα εδώ χρυσομαμουνακι μου
με το χέρι τούτο δω πιάσε το σχοινι
κράτα το,προσεξε το ,γιατι χαλαρωμενο το σχοινι
όμως σίγουρα αν τριφθει δεν θα στεναχωρηθει
βλέπεις εγώ πόσο έξυπνα σ'αρπαξα 1345
ενώ'σουν έτοιμη για λεσβιακά με τους συμποσιαστες
γι'αυτό ένεκα αυτού αποδωσε στο πέος αυτη'δω τη χάρη
αλλά δεν θα την αποδώσεις ούτε θ'απλωσεις χέρι το ξέρω
αλλά θα με κοροϊδέψεις και θα γελάσεις μ'αυτο παρά πολυ
όπως ήδη με πολλους άλλους έτσι έκανες 1350
αν όμως γίνεις όχι ψυχρή όπως τώρα δα γυναίκα
εγώ εσένα όταν ο γιος μου θα πεθάνει
θα σ'εξαγορασω παλλακίδα να σ'εχω γουρουνάκι μου
τώρα δεν κάνω εγώ κουμάντο στα πράγματα μου
γιατι'μαι νέος και με φυλάνε πολύ στενά 1355
γιατί το παιδάκι μου με επιτηρεί,κι είναι ιδιότροπο
κι επίσης κυμινοπριονιζοκαρδαμογλυφο
αυτά τα κάνει γιατί για μένα φοβάται μην ξωκυλλω
γιατί πατέρας κανένας άλλος σ''αυτο δεν είναι εκτός από μενα.
να τώρα αυτος για σενα και για μενα φαινεται να τρέχει 1360
έλα γρήγορα στάσου αυτες εδώ τις λαμπαδες
πιάνοντας,για να τον περιπαιξω σαν νεαρουλη
μ'αυτα που κάποτε αυτός εμένα πριν τα μυστηρια
Βδελυκλέων
ου να χαθείς γεροραμολιμεντο και μουνικλαμενο
να ποθείς τον έρωτα μου φαίνεται ωραίου πτώματος 1365
ξινα θα τιμωρηθεις μα το θεό γι' αυτο που κανεις.
Φιλοκλέων.
πόσο θα σ'αρεσει να φας μια δικη από ξιδι
Βδελυκλέων
αισχρά δεν περιπαιζεις εσύ που την αυλητριδα
απ'τους συμποσιαστες έκλεψες;
Φιλοκλέων
ποια αυλητριδα;
τι'ναι αυτά που παραληρείς σαν από τύμβο να'πεσες; 1370
Βδελυκλέων
μα το θεό αυτή που στέκεται κοντά σου η Δαρδανιδα
Φιλοκλέων
καθόλου,αλλά η λαμπαδα που στην αγορά στους θεούς καιεται
Βδελυκλέων
λαμπαδα αυτή;
Φιλοκλέων
βεβαίως λαμπάδα,δεν την βλέπεις που έχει χρωματιστα στίγματα;
Βδελυκλέων
τι'ναι αυτό το μαύρο στη μέση της;
Φιλοκλέων
η πίσσα απ'οπου καθώς καιεται βγαίνει έξω 1375
Βδελυκλέων
αυτό εδώ πίσω δεν είναι ο κωλος της;
Φιλοκλέων
εξογκωμα που απ'τη λαμπαδα αυτό προεξεχει
Βδελυκλέων
τι μας λες;ποιο εξόγκωμα;(μιλάει στην αυλητριδα)ε συ δεν θα'ρθεις εδώ;
Φιλοκλέων
α α τι πρόκειται να κάνεις;
Βδελυκλέων
να την πάω αλλού την παίρνω
αφαιρωντας από σενα και κρίνω ότι είσαι σάπιο κρεας 1380
και τίποτα δεν μπορεις να κανεις
Φιλοκλέων
άκου τώρα κι εμενα
στα Ολυμπια,όταν εγω θεωρος ημουνα ,
ο Εφουδίων μάχονταν τον Ασκωνδα καλα
όντας ήδη γερος.κατοπιν με τη γροθιά χτυπώντας
ο γεροντότερος έβγαλε νοκ αουτ τον νεωτερο 1385
γι'αυτό πρόσεξε καλά μην το μάτι σου μαυρισει
Βδελυκλέων
μα το θεό την έμαθες καλά την Ολυμπια
.
.
Αριστοφάνης Σφηκες στιχ. 1333-1387
Ο γέροντοερωτας του Φιλοκλεωνα
Φιλοκλέων
ἄνεχε πάρεχε·
κλαύσεταί τις τῶν ὄπισθεν
ἐπακολουθούντων ἐμοί·
οἷον, εἰ μὴ ᾽ῤῥήσεθ᾽, ὑμᾶς
ὦ πόνηροι ταυτῃὶ τῇ 1330
δᾳδὶ φρυκτοὺς σκευάσω.
Ξυμότης τις
ἦ μὴν σὺ δώσεις αὔριον τούτων δίκην
ἡμῖν ἅπασι, κεἰ σφόδρ᾽ εἶ νεανίας.
ἁθρόοι γὰρ ἥξομέν σε προσκαλούμενοι.
ἰὴ ἰεῦ, καλούμενοι. 1335
ἀρχαῖά γ᾽ ὑμῶν· ἆρά γ᾽ ἴσθ᾽
ὡς οὐδ᾽ ἀκούων ἀνέχομαι
δικῶν; ἰαιβοῖ, αἰβοῖ.
τάδε μ᾽ ἀρέσκει· βάλλε κημούς.
οὐκ ἄπεισι; ποῦ ᾽στιν <ἡμῖν> 1340
ἡλιαστής; ἐκποδών.
ἀνάβαινε δεῦρο χρυσομηλολόνθιον,
τῇ χειρὶ τουδὶ λαβομένη τοῦ σχοινίου.
ἔχου· φυλάττου δ᾽, ὡς σαπρὸν τὸ σχοινίον·
ὅμως γε μέντοι τριβόμενον οὐκ ἄχθεται.
ὁρᾷς ἐγώ σ᾽ ὡς δεξιῶς ὑφειλόμην 1345
μέλλουσαν ἤδη λεσβιᾶν τοὺς ξυμπότας·
ὧν οὕνεκ᾽ ἀπόδος τῷ πέει τῳδὶ χάριν.
ἀλλ᾽ οὐκ ἀποδώσεις οὐδ᾽ ἐφιαλεῖς οἶδ᾽ ὅτι,
ἀλλ᾽ ἐξαπατήσεις κἀγχανεῖ τούτῳ μέγα·
πολλοῖς γὰρ ἤδη χἀτέροις αὔτ᾽ ἠργάσω. 1350
ἐὰν γένῃ δὲ μὴ κακὴ νυνὶ γυνή,
ἐγώ σ᾽ ἐπειδὰν οὑμὸς υἱὸς ἀποθάνῃ,
λυσάμενος ἕξω παλλακὴν ὦ χοιρίον.
νῦν δ᾽ οὐ κρατῶ ᾽γὼ τῶν ἐμαυτοῦ χρημάτων
νέος γάρ εἰμι καὶ φυλάττομαι σφόδρα. 1355
τὸ γὰρ υἵδιον τηρεῖ με, κἄστι δύσκολον
κἄλλως κυμινοπριστοκαρδαμογλύφον.
ταῦτ᾽ οὖν περί μου δέδοικε μὴ διαφθαρῶ.
πατὴρ γὰρ οὐδείς ἐστιν αὐτῷ πλὴν ἐμοῦ.
ὁδὶ δὲ καὐτὸς ἐπὶ σὲ κἄμ᾽ ἔοικε θεῖν. 1360
ἀλλ᾽ ὡς τάχιστα στῆθι τάσδε τὰς δετὰς
λαβοῦσ᾽, ἵν᾽ αὐτὸν τωθάσω νεανικῶς,
οἵοις ποθ᾽ οὗτος ἐμὲ πρὸ τῶν μυστηρίων.
Βδελυκλέων
ὦ οὗτος οὗτος τυφεδανὲ καὶ χοιρόθλιψ,
ποθεῖν ἐρᾶν τ᾽ ἔοικας ὡραίας σοροῦ. 1365
οὔτοι καταπροίξει μὰ τὸν Ἀπόλλω τοῦτο δρῶν.
Φιλοκλέων
ὡς ἡδέως φάγοις ἂν ἐξ ὄξους δίκην.
Βδελυκλέων
οὐ δεινὰ τωθάζειν σε τὴν αὐλητρίδα
τῶν ξυμποτῶν κλέψαντα;
Φιλοκλέων
ποίαν αὐλητρίδα;
τί ταῦτα ληρεῖς ὥσπερ ἀπὸ τύμβου πεσών; 1370
Βδελυκλέων
νὴ τὸν Δἴ αὕτη πού ᾽στί σοί γ᾽ ἡ Δαρδανίς.
Φιλοκλέων
οὔκ, ἀλλ᾽ ἐν ἀγορᾷ τοῖς θεοῖς δᾲς κάεται.
Βδελυκλέων
δᾲς ἥδε;
Φιλοκλέων
δᾲς δῆτ᾽. οὐχ ὁρᾷς ἐστιγμένην;
Βδελυκλέων
τί δὲ τὸ μέλαν τοῦτ᾽ ἐστὶν αὐτῆς τοὐν μέσῳ;
Φιλοκλέων
ἡ πίττα δήπου καομένης ἐξέρχεται. 1375
Βδελυκλέων
ὁ δ᾽ ὄπισθεν οὐχὶ πρωκτός ἐστιν οὑτοσί;
Φιλοκλέων
ὄζος μὲν οὖν τῆς δᾳδὸς οὗτος ἐξέχει.
Βδελυκλέων
τί λέγεις σύ; ποῖος ὄζος; οὐκ εἶ δεῦρο σύ;
Φιλοκλέων
ἆ ἆ τί μέλλεις δρᾶν;
Βδελυκλέων
ἄγειν ταύτην λαβὼν
ἀφελόμενός σε καὶ νομίσας εἶναι σαπρὸν 1380
κοὐδὲν δύνασθαι δρᾶν.
Φιλοκλέων
ἄκουσόν νυν ἐμοῦ.
Ὀλυμπίασιν, ἡνίκ᾽ ἐθεώρουν ἐγώ,
Ἐφουδίων ἐμαχέσατ᾽ Ἀσκώνδᾳ καλῶς
ἤδη γέρων ὤν· εἶτα τῇ πυγμῇ θενὼν
ὁ πρεσβύτερος κατέβαλε τὸν νεώτερον. 1385
πρὸς ταῦτα τηροῦ μὴ λάβῃς ὑπώπια.
Βδελυκλέων
νὴ τὸν Δἴ ἐξέμαθές γε τὴν Ὀλυμπίαν.
.
.
.
Αριστοφάνης.Σφηκες.στιχ. 13-53
Τα δύο όνειρα και οι ονειροκρισιες τους
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Ο Ξανθίας και ο Σωσίας είναι οι δυο φύλακες που έβαλε ο Βδελυκλεων
να φυλάνε νύχτα και μέρα να μην αποδρασει απ'το σπιτι ο έγκλειστος
ο δικομανης ηλιαστης:γέρος πατέρας του Φιλοκλεων)
Ξανθίας
....
και τοτε όνειρο παράξενο είδα εντελως·
Σωσίας
κι εγώ αλήθεια τέτοιο ουδέποτε
τώρα πες το πρωτος 15
Ξανθίας
μου φάνηκε αετός
να χυμαει κάτω στην αγορά τεράστιος
αρπάζοντας στα νύχια ασπιδα με χαλκό
καλυμμένη ν'ανεβαινει ψηλά στον ουρανό
κι έπειτα αυτή να πετα του Κλεωνυμου
Σωσίας
επομένως σε τίποτα του γρίφου δεν διαφέρει ο Κλεωνυμος 20
Ξανθίας
πως αληθεια;
Σωσίας
θα ρωτησει κάποιος σ'αυτους τους συμποσιαστες,λέγοντας
'ποιο είν'αυτό το θηρίο που στη γη και στον ουρανο
καί στη θάλασσα πεταξε την ασπίδα;'
Ξανθίας
αλλιμονο αλήθεια τι κακό θα πάθω
βλέποντας τέτοιο όνειρο;
Σωσίας
μην ανησυχείς
γιατί δεν είναι τρομερό μα τους θεους
Ξανθίας
τρομερό όμως είναι ο άνθρωπος να πετά τα όπλα
τώρα το δικό σου πες.
Σωσίας
κατά τα άλλα είναι πολύ σημαντικο
γιατί για της πόλης είναι το σκάφος ολο
Ξανθίας
λέγε τώρα ξεκινώντας κάπως απ'την καρίνα το πράγμα 30
Σωσίας
μου φάνηκε εκεί στον πρώτο ύπνο στη Πνυκα
να συνεδριάζουν προβατα συγκεντρωμένα
έχοντας μπαστούνια και τριμμένα πανωφορια
κι έπειτα σ'αυτα τα πρόβατα μου φάνηκε
να δημογορει μια φάλαινα που τα πάντα καταβροχθίζει 35
που'χε φωνή πρησμενης γουρουνας
Ξανθίας
πω πω
Σωσίας
τι ειναι;
Ξανθίας
σταματα σταματα, μη λες
βρωμαει πολύ άσχημα το όνειρο τομάρι σάπιο
Σωσίας
έπειτα η ακάθαρτη φάλαινα εχοντας ζυγαρια
ζύγιζε βορινο λιπος για θυσία του δημου 40
Ξανθίας
αλίμονο φοβάμαι
τον δημο μας θέλει να διασπάσει
Σωσίας
μου φάνηκε πως ο Θεωρος σ'αυτη κοντά
χάμω κάθονταν το κεφαλι κόρακα έχοντας
τότε ο Αλκιβιάδης μου είπε ψευδιζοντας
'ολας,ο Θεωλος το κεφαλι κόλακα εχει'
Ξανθίας
ορθά αυτό ο Αλκιβιάδης ψευδισε
Σωσίας
δεν είναι εκείνο αλλόκοτο,ο Θεωρος κόρακας
να γίνει;
Ξανθίας
καθόλου,αλλά υπεροχο
Σωσίας
πῶς;
Ξανθίας
τι πως;
άνθρωπος όντας έπειτα έγινε ξαφνικά κορακας
δεν είναι φανερό αυτο που καταλήγει,ότι 50
από μας αρπαχθεις στους κόρακες θα οδηγηθεί;
Σωσίας
τότε δεν πρέπει δίνοντας δύο οβολούς να σε μισθωσω
έτσι που ερμηνεύεις σοφα τα όνειρα;
.
.
Αριστοφάνης.Σφηκες.στιχ. 13-53
Τα δύο όνειρα και οι ονειροκρισιες τους
Ξανθίας
....
καὶ δῆτ᾽ ὄναρ θαυμαστὸν εἶδον ἀρτίως.
Σωσίας
κἄγωγ᾽ ἀληθῶς οἷον οὐδεπώποτε.
ἀτὰρ σὺ λέξον πρότερος. 15
Ξανθίας
ἐδόκουν αἰετὸν
καταπτόμενον ἐς τὴν ἀγορὰν μέγαν πάνυ
ἀναρπάσαντα τοῖς ὄνυξιν ἀσπίδα
φέρειν ἐπίχαλκον ἀνεκὰς ἐς τὸν οὐρανόν,
κἄπειτα ταύτην ἀποβαλεῖν Κλεώνυμον.
Σωσίας
οὐδὲν ἄρα γρίφου διαφέρει Κλεώνυμος. 20
Ξανθίας
πῶς δή;
Σωσίας
προσερεῖ τις τοῖσι συμπόταις, λέγων
“τί ταὐτὸν ἐν γῇ τ᾽ ἀπέβαλεν κἀν οὐρανῷ
κἀν τῇ θαλάττῃ θηρίον τὴν ἀσπίδα;”
Ξανθίας
οἴμοι τί δῆτά μοι κακὸν γενήσεται
ἰδόντι τοιοῦτον ἐνύπνιον; 25
Σωσίας
μὴ φροντίσῃς.
οὐδὲν γὰρ ἔσται δεινὸν οὐ μὰ τοὺς θεούς.
Ξανθίας
δεινόν γέ ποὔστ᾽ ἄνθρωπος ἀποβαλὼν ὅπλα.
ἀτὰρ σὺ τὸ σὸν αὖ λέξον.
Σωσίας
ἀλλ᾽ ἐστὶν μέγα.
περὶ τῆς πόλεως γάρ ἐστι τοῦ σκάφους ὅλου.
Ξανθίας
λέγε νυν ἀνύσας τι τὴν τρόπιν τοῦ πράγματος. 30
Σωσίας
ἔδοξέ μοι περὶ πρῶτον ὕπνον ἐν τῇ πυκνὶ
ἐκκλησιάζειν πρόβατα συγκαθήμενα,
βακτηρίας ἔχοντα καὶ τριβώνια·
κἄπειτα τούτοις τοῖς προβάτοισι μοὐδόκει
δημηγορεῖν φάλαινα πανδοκεύτρια, 35
ἔχουσα φωνὴν ἐμπεπρησμένης ὑός.
Ξανθίας
αἰβοῖ.
Σωσίας
τί ἔστι;
Ξανθίας
παῦε παῦε, μὴ λέγε·
ὄζει κάκιστον τοὐνύπνιον βύρσης σαπρᾶς.
Σωσίας
εἶθ᾽ ἡ μιαρὰ φάλαιν᾽ ἔχουσα τρυτάνην
ἵστη βόειον δημόν. 40
Ξανθίας
οἴμοι δείλαιος·
τὸν δῆμον ἡμῶν βούλεται διιστάναι.
Σωσίας
ἐδόκει δέ μοι Θέωρος αὐτῆς πλησίον
χαμαὶ καθῆσθαι τὴν κεφαλὴν κόρακος ἔχων.
εἶτ᾽ Ἀλκιβιάδης εἶπε πρός με τραυλίσας,
“ὁλᾷς; Θέωλος τὴν κεφαλὴν κόλακος ἔχει”. 45
Ξανθίας
ὀρθῶς γε τοῦτ᾽ Ἀλκιβιάδης ἐτραύλισεν.
Σωσίας
οὔκουν ἐκεῖν᾽ ἀλλόκοτον, ὁ Θέωρος κόραξ
γιγνόμενος;
Ξανθίας
ἥκιστ᾽, ἀλλ᾽ ἄριστον.
Σωσίας
πῶς;
Ξανθίας
ὅπως;
ἄνθρωπος ὢν εἶτ᾽ ἐγένετ᾽ ἐξαίφνης κόραξ·
οὔκουν ἐναργὲς τοῦτο συμβαλεῖν, ὅτι 50
ἀρθεὶς ἀφ᾽ ἡμῶν ἐς κόρακας οἰχήσεται;
Σωσίας
εἶτ᾽ οὐκ ἐγὼ δοὺς δύ᾽ ὀβολὼ μισθώσομαι
οὕτως ὑποκρινόμενον σοφῶς ὀνείρατα;
.
.
.
Requiem for Rosa Luxemburg
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Bertolt Brecht)
Die rote Rosa nun such verschwand
Wo sie liegt is unbekannt
Weil sie den Armen die Wahrheit gesagt
Haben sie die Reichen aus der Welt gejagt
σαν ζώα στον ζωολογικό κήπο,εκείνα μέσα στα κλουβιά υπάκουα,
εγώ,εσύ,εμείς πρέπει να φωνάξουμε,να πούμε αυτό που συμβαίνει
ένας πυροβολισμός
ο Καρλ νεκρός
όχι ο Karl Liebknecht ζει,ήταν είναι θα ειναι
ακούγονται οι τρομπέτες,
Die rote Rosa nun such verschwand
Η κόκκινη Ρόζα επίσης τώρα έχει εξαφανισθεί
την μεταφέρουν στο Hotel Eden,
εδώ εισαι στον Παράδεισο,την χτυπάνε με το τουφέκι στο κεφάλι και
στους ωμους,μην πάρετε μέρος στον πόλεμο,μην είστε υπηρέτες
του μιλιταρισμού,το όπλο χτυπά το κεφάλι,το κέντρο της σκέψης,
Rosa Rosalia Luxemburg Jew,προφίλ,φωτό, ηλικία 47 χρόνων
χτύπησαν την διαδηλωση,30-40 πτώματα στο δρόμο,οι εργάτες ήρθαν
και τα σήκωσαν,Δολοφόνοι!η Ευρώπη θα γίνει σοσιαλιστική!
Ευρωπαϊκή Πολιτεία!
Wo sie liegt is unbekannt
Που αυτή βρίσκεται είναι αγνωστο
την σέρνουν σε ένα σταματημενο αυτοκίνητο έξω από το Hotel
Ελευθερία μόνο για τα μέλη της κυβέρνησης,για τα μέλη του κομματος,
όσο μεγάλος και να είναι ο αριθμός τους,δεν είναι ελευθερία.
η βαρβαρότητα των Freikorps
ο Θρακιώτης Σπαρτακος
ο στρατιώτης τράβηξε το όπλο
Freiheit ist immer die Freiheit des Andersdenkenden
Ελευθερια είναι η ελευθερία αυτού που σκέφτεται διαφορετικά
Ο στρατιώτης ψυχρός εκτελεστής
Μιλάει η Rosa Luxemburg
Εδώ,κάθε μέρα δύο,τρία άτομα είναι μαχαιρωμένα από τους στρατιώτες,
συλλήψεις καθημερινές,
Γιατί αυτή στους φτωχούς την αλήθεια ειπε
Ο στρατιωτης την πυροβολεί
Weil sie den Armen die Wahrheit gesagt
Ένα τριαντάφυλλο κόκκινο αίμα στα χείλη της
Θάνατος,θάνατοι,για να αυξηθούν τα κερδη
Landwehr canal,η κατάδυση στα νερά,ένα ανθρώπινο σώμα κάτω από
τα παγωμένα νερά,
μια γυναίκα,η Rosa Luxemburg πνιγμενη 15 Ιανουαρίου 1919
Haben sie die Reichen aus der Welt gejagt
Οι πλούσιου την έχουν εκδιώξει από τον κοσμο
Περπατά κουτσενοντας,εδώ γύρω στις φυλακές μας,οποίος δεν κινείται,
μας λέει,δεν καταλαβαίνει τις αλυσίδες του
Die rote Rosa nun such verschwand
Wo sie liegt is unbekannt
Weil sie den Armen die Wahrheit gesagt
Haben sie die Reichen aus der Welt gejagt
(Bertolt Brecht)
.
.
.
Επι-Κρισεις
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ποιοι μπορεί να θεωρηθούν εγκληματίες
της ανθρωπότητας ;
κάποιοι λένε ότι είναι άπειροι
στις δημοκρατίες μας
Είσαι διαβολεας διατυπώνεις ψευδείς κατηγορίες
για αλλους
Εδώ:παράνομα γραφειν
παράνομα ειπείν
Η πραγματική ουσία του κόσμου
είναι ο φονος.
.
.
.
(Dublikaten)
es ist alles
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Es ist schön
hier
Das Meer ist
wunderbar
Muscheln
essen Wasser
eine Seewed
predigt
Metaphysik
Möwe
gehorcht dem
Schwung der
Luft
es ist alles
untrennbar
είναι όμορφα
εδώ
η θάλασσα είναι
θαυμασια
τα κοχύλια
τρώνε νερό
ένα φυκι
κάνει κηρυγμα
Μεταφυσικής
ένας γλάρος
υπακούει στην
ορμή του
αέρα
είναι όλα
αδιαχώριστα
.
.
.
.
.
Αριστοφάνης,Πλούτος,στιχ 959-1096
Η γριά αμοροζα του νεαρού εραστη
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Γριά
λοιπόν αγαπητά γεροντια στο σπίτι
φτάσαμε οντως του νέου τούτου θεού 960
η' το δρόμο έχουμε εντελώς χάσει;
Χορός
μάθε πώς στη πόρτα αυτή έφτασες
κοριτσάκι,γιατί σαν τέτοιο στην ώρα σου ρωτας
Γρια
κάποιον τώρα από κει μέσα να φωναξω
Χρεμύλος
άστο,γιατί εγώ από κει μέσα ήρθα 965
όμως πρέπει μάλιστα να πεις γιατ'ηρθες
Γρια
έχω πάθει βάσανα κι άδικα αγαπητέ
γιατί αφ' ότου ο θεός αυτός άρχισε να βλέπει
αβιωτο εχει κάνει σε μένα το βιο
Χρεμύλος
τι'ναι;μήπως κι εσύ συκοφαντρια 970
μεσ'στις γυναίκες είσαι;
Γριά
μα το Δία οχι
Χρεμύλος
μήπως λοιπόν σε δικες έλαχες;
Γριά
κοροϊδεύεις;μεγάλη με κατατρώει καψα τη δυστυχη
Χρεμύλος
πές λοιπόν τι κάψα σε καίει;
Γρια
άκου τώρα,είχα κάποιον νεαρό αγαπητικό, 975
φτωχό ,αλλά ομορφόπαιδο και καλό
κι έντιμο,γιατί αν του ζητούσα,
όλα μου τα'κανε τακτικά και καλά
κι εγώ εκείνον στα πάντα υπηρετουσα
Χρεμύλος
τι ήταν που κάθε φορά πιο πολύ σου ζηταγε; 980
Γριά
όχι πολλά,γιατί παρά πολύ μ'εντρεπονταν,
είκοσι δραχμές ασημένιες κάποτε ζήτησε
για κουστούμι,οκτώ κάποτε για παπούτσια
και για τις αδελφές ν'αγορασει φουστάνι
ζήτησε,κάποτε για τη μάνα πανωφόρι 985
κάποτε ζήτησε σιτάρι τέσσερα σακια
Χρεμύλος
πράγματι όχι πολλά μα τον Απολλωνα αυτά
που'πες,αλλ'ομως φανερό πως σ'εντρεπονταν
Γριά
κι αυτά βεβαια δεν μου τα ζητούσε έλεγε
για πληρωμή,αλλά από έρωτα 990
για να με θυμάται κουστούμι φορώντας από μενα
Χρεμύλος
όπως λες ο άνθρωπος τρελα ερωτευμένος
Γρια
αλλά δεν έχει τώρα ο σιχαμερός πια το νου
τον ιδιο αλλά άλλαξε πάρα πολύ
γιατί οταν σ'αυτον αυτό εδώ το γλύκισμα 995
και τ'αλλα στο πιάτο μισκοτακια του'στειλα
γράφοντας οτι το βράδυ θα παω
Χρεμύλος
πως αντέδρασε,πες μου
Γριά
χωρίς να τ'αγγιξει μου τα επεστρεψε μαζι
με τη χυλοπιτα αυτή δω και να μην πάω πια 1000
ποτέ προς τα κει κι επιπλέον διώχνοντας τον άνθρωπο
είπε ότι,'καποτε παλιά ήταν ακμαία τα Μιλήσια οργανα'
Χρεμύλος
φανερό απ'τό φέρσιμο ότι δεν ήταν κάποιος απατεωνας
αφού πλούτισε δεν τον ευχαριστούσε η φακή
πριν λόγω της φτώχιας όλα τα'τρωγε 1005
Γρια
κι όμως κάθε μέρα πριν μα το θεό
στην πόρτα μου έρχονταν παντα
Χρεμύλος
για την κηδεία;
Γρια
όχι μα τον Δία,αλλά την φωνή μου
ποθούσε ν'ακουσει
Χρεμύλος
για να πάρει λοιπον δωρακι
Γρια
και μα το Δία αν λυπημένη μ'ενιωθε 1010
παπακι και περιστερακι χαϊδευτικά μ'ελεγε
Χρεμύλος
έπειτα βεβαια σου ζητούσε παπουτσια
Γραῦς
στα μεγάλα μυστήρια που πάνω σ'αμαξα
πήγαινα επειδή με κοίταξε κάποιος πονηρά
δερνομουνα γι'αυτο όλη τη μέρα 1015
τόσο πολύ ζηλιάρης ο νεαρός ηταν
Χρεμύλος
γιατί,ως φαίνεται,γουσταρε μοναχος να τρωει
Γρια
και τα χέρια πανέμορφα τα'βρισκε
Χρεμύλος
οπότε βέβαια του προσφερες είκοσι δραχμες
Γρια
κι έλεγε ότι γλυκομυριζει η επιδερμίδα μου
Χρεμύλος
αν με κρασί της Θάσου τον κουμανταριζες,βέβαια,μα τον Δια
Γρια
το βλέμμα πως ήταν τρυφερό κι ομορφο
Χρεμύλος
δεν ήταν λοιπόν ανόητος ο άνθρωπος,αλλά γνώριζε
εκφυλης γριάς τη περιουσία να καταβροχθιζει
Γρια
αυτά λοιπόν ο θεός φίλε δεν τα κάνει σωστά 1025
λέγοντας πως βοηθάει πάντα τους αδικημενους
Χρεμύλος
τι δηλαδή να κάνει;λεγε και θα το'χει καμωμενο
Γρια
δίκιο είναι μα τον Δία ν'αναγκασει αυτόν
που καλοπέρασε από μένα πάλι να με ξεπληρώσει,
αν όχι δεν είναι δίκιο κάτι καλό να'χει 1030
Χρεμύλος
λοιπόν δεν σ'ανταπεδιδε κάθε μέρα τη νύχτα;
Γρια
ναι αλλά έλεγε δεν θα μ'εγκαταλειψει ποτέ όσο ζω
Χρεμύλος
πολύ σωστά.γιατι τώρα καθόλου δεν σε νομίζει ζωντανη
Γρια
κι απ'τον πόνο έχω λιώσει αγαπητε
Χρεμύλος
όχι,αλλά σαπησες,όπως
φαίνεται 1035
Γρια
από δακτυλίδι περναω
Χρεμύλος
αν τύχει το δακτυλίδι να'ναι
κοσκινου
Γρια
και να ο νεαρός εδώ
έρχεται,
που πριν τον κατηγορουσα
νομιζω
σε γλέντι πηγαίνει 1040
Χρεμύλος
φαινεται.
με στεφάνι και δάδα κρατώντας
πορευεται
Νεαρος
σε χαιρετω
Γρια
τι είπες;
Νεαρος
παλιά φιλεναδα
ασπρισες πολύ γρήγορα,
μα τον ουρανο
Γρια
τη δυστυχη πως με βριζει
Χρεμύλος
φαίνεται πως πολύ καιρό
έχει να σε δει 1045
Γρια
τι καιρό η δυστυχη,αυτός
μαζί μου ήταν χθες
Χρεμύλος
τ'αντιθετο λοιπον εχει πάθει
απ'τους πολλούς
γιατί μεθωντας,όπως φαίνεται,
καθαρότερα βλεπει
Γρια
όχι,γιατ'είναι άξεστος παντοτε
στους τροπους
Νεαρος
ω Ποντιε Ποσειδώνα και θεοί
των γηρατειων 1050
στο πρόσωπο πόσες ρυτιδες
εχεις
Γρια
α α
τη δάδα μην πλησιαζεις
Χρεμύλος
καλά λέει
γιατί αν μια μόνο σπίθα
την αγγίξει
όπως ξερο κλαρι ελιάς
θα καει
Νεαρος
θέλεις για λίγο να παίξεις μαζί μου; 1055
Γρια
που αλήτη;
Νεαρος
εδώ,πάρε καρυδια
Γρια
τι παιχνίδι;
Νεαρος
πόσα δόντια εχει
Χρεμύλος
το ξέρω
γιατί τρία ίσως έχει η' τεσσερα
.
Νεαρος
πλήρωσε,γιατί ένα τραπεζίτη μόνο εχει
Γρια
άθλιε μου φαίνεται δεν είσαι στα καλά σου ,1060
να μ',εμπαιζεις σε τόσους αντρες
Νεαρος
ευκαιρια είναι,αν κάποιος σε ξεπλυνει
Χρεμύλος
όχι βέβαια,επειδή τώρα κρύβει,
αν όμως ξεπλύνει τούτο το φκιασιδι,
θα δεις ολοφάνερα τα ρακη του προσωπου 1065
Νεαρος
φαίνεται να επιχειρεί τα βυζιά
να σου χαϊδεψει νομίζοντας πως δεν το'πιασα
Γρια
μα την Αφροδίτη όχι τα δικά μου σιχαμερε
Χρεμύλος
μα την Εκάτη όχι βέβαια,θα'χα τρελαθεί 1070
αλλά νεαρε δεν γίνεται να'αδιαφορησω
την κοριτσακι αυτο να μισείς
Νεαρος
αλλ'εγω την υπεραγαπω
Χρεμύλος
κι όμως σε κατηγορει
Νεαρος
τι κατηγορεί;
Χρεμύλος
την έβρισες λέει κι είπες ότι
'καποτε παλιά ήταν ακμαία τα Μιλήσια οργανα' 1075
Νεαρος
εγώ γι'αυτη μαζί σου δεν θα μαλωσω
Χρεμύλος
αυτό γιατί;
Νεαρος
σέβομαι την ηλικία σου,επειδή
ποτέ σ'αλλον δεν θα επέτρεπα να το κάνει
τώρα ευχαριστημένος φεύγα παίρνοντας το κοριτσακι
Χρεμύλος
ξέρω ξέρω τι εννοείς,δεν αξιώνεις 1080
ίσως να'σαι μ'αυτη
Γρια
και ποιος είναι αυτός που θα το επιτρέψει;
Νεαρος
δεν θα συζητήσω με μια ξεπετα
μυρια και τρεις χιλιάδες χρονια
Χρεμύλος
όμως επειδή και το κρασί αξιωνες
να πινεις,να πιεις μαζί πρέπει και το κατακάθι 1085
Νεαρος
αλλά ολότελα είναι το κατακαθι παλιό και μουχλα
Χρεμύλος
τότε το πάνινο σουρωτηρι ολ'αυτα θα τα καθαρισει
Νεαρος
αλλ'ας μπωμέσα,γιατί στο θεό θέλω
πηγαίνοντας αυτά τα στεφάνια που'χω ν'αναθεσω
Γρια
κι εγώ αυτό και θέλω κάτι να σου πω 1090
Νεαρος
τοτ'εγω δεν μπαίνω μεσα
Χρεμύλος
έλα θάρρος,μη φοβάσαι,
δεν θα σε βιασει
Νεαρος
πράγματι πολύ σωστά λες
γιατί αρκετό καιρό πριν σ'αυτη υπεκυπτα
Γρια
βάδιζε,εγώ κατόπιν από σένα μπαινω
Χρεμύλος
πόσο ασφυκτικα Δια βασιλιά η γριάντζα 1095
όπως πεταλίδα στον νεαρό κολλησε
.
.
.
Αριστοφάνης,Πλούτος,στιχ 959-1096
Γραῦς
ἆρ’ ὦ φίλοι γέροντες ἐπὶ τὴν οἰκίαν
ἀφίγμεθ’ ὄντως τοῦ νέου τούτου θεοῦ,960
ἢ τῆς ὁδοῦ τὸ παράπαν ἡμαρτήκαμεν;
Χορός
ἀλλ’ ἴσθ’ ἐπ’ αὐτὰς τὰς θύρας ἀφιγμένη
ὦ μειρακίσκη: πυνθάνει γὰρ ὡρικῶς.
Γραῦς
φέρε νυν ἐγὼ τῶν ἔνδοθεν καλέσω τινά.
Χρεμύλος
μὴ δῆτ’: ἐγὼ γὰρ αὐτὸς ἐξελήλυθα.965
ἀλλ’ ὅ τι μάλιστ’ ἐλήλυθας λέγειν σ’ ἐχρῆν.
Γραῦς
πέπονθα δεινὰ καὶ παράνομ’ ὦ φίλτατε:
ἀφ’ οὗ γὰρ ὁ θεὸς οὗτος ἤρξατο βλέπειν,
ἀβίωτον εἶναί μοι πεποίηκε τὸν βίον.
Χρεμύλος
τί δ’ ἔστιν; ἦ που καὶ σὺ συκοφάντρια970
εν ταῖς γυναιξὶν ἦσθα;
Γραῦς
μὰ Δί’ ἐγὼ μὲν οὔ.
Χρεμύλος
ἀλλ’ οὐ λαχοῦσ’ ἔπινες ἐν τῷ γράμματι;
Γραῦς
σκώπτεις: ἐγὼ δὲ κατακέκνισμαι δειλάκρα.
Χρεμύλος
οὔκουν ἐρεῖς ἀνύσασα τὸν κνισμὸν τίνα;
Γραῦς
ἄκουέ νυν. ἦν μοί τι μειράκιον φίλον,975
πενιχρὸν μέν, ἄλλως δ’ εὐπρόσωπον καὶ καλὸν
καὶ χρηστόν: εἰ γάρ του δεηθείην ἐγώ,
ἅπαντ’ ἐποίει κοσμίως μοι καὶ καλῶς:
ἐγὼ δ’ ἐκείνῳ πάντα ταῦθ’ ὑπηρέτουν.
Χρεμύλος
τί δ’ ἦν ὅ τι σου μάλιστ’ ἐδεῖθ’ ἑκάστοτε;980
Γραῦς
οὐ πολλά: καὶ γὰρ ἐκνομίως μ’ ᾐσχύνετο.
ἀλλ’ ἀργυρίου δραχμὰς ἂν ᾔτησ’ εἴκοσιν
εἰς ἱμάτιον, ὀκτὼ δ’ ἂν εἰς ὑποδήματα:
καὶ ταῖς ἀδελφαῖς ἀγοράσαι χιτώνιον
ἐκέλευσεν ἂν τῇ μητρί θ’ ἱματίδιον:985
πυρῶν τ’ ἂν ἐδεήθη μεδίμνων τεττάρων.
Χρεμύλος
οὐ πολλὰ τοίνυν μὰ τὸν Ἀπόλλω ταῦτά γε
εἴρηκας, ἀλλὰ δῆλον ὅτι σ’ ᾐχύνετο.
Γραῦς
καὶ ταῦτα τοίνυν οὐχ ἕνεκα μισητίας
αἰτεῖν μ’ ἔφασκεν, ἀλλὰ φιλίας οὕνεκα,990
ἵνα τοὐμὸν ἱμάτιον φορῶν μεμνῇτό μου.
Χρεμύλος
λέγεις ἐρῶντ’ ἄνθρωπον ἐκνομιώτατα.
Γραῦς
ἀλλ’ οὐχὶ νῦν ὁ βδελυρὸς ἔτι τὸν νοῦν ἔχει
τὸν αὐτόν, ἀλλὰ πολὺ μεθέστηκεν πάνυ.
ἐμοῦ γὰρ αὐτῷ τὸν πλακοῦντα τουτονὶ995
καὶ τἄλλα τἀπὶ τοῦ πίνακος τραγήματα
ἐπόντα πεμψάσης ὑπειπούσης θ’ ὅτι
εἰς ἑσπέραν ἥξοιμι—
Χρεμύλος
τί σ’ ἔδρασ’; εἰπέ μοι.
Γραῦς
ἄμητα προσαπέπεμψεν ἡμῖν τουτονί,
ἐφ’ ᾧ τ’ ἐκεῖσε μηδέποτέ μ’ ἐλθεῖν ἔτι,1000
καὶ πρὸς ἐπὶ τούτοις εἶπεν ἀποπέμπων ὅτι
‘πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.’
Χρεμύλος
δῆλον ὅτι τοὺς τρόπους τις οὐ μοχθηρὸς ἦν,
ἔπειτα πλουτῶν οὐκέθ’ ἥδεται φακῇ:
πρὸ τοῦ δ’ ὑπὸ τῆς πενίας ἅπανθ’ ὑπήσθιεν.1005
Γραῦς
καὶ μὴν πρὸ τοῦ γ’ ὁσημέραι νὴ τὼ θεὼ
ἐπὶ τὴν θύραν ἐβάδιζεν ἀεὶ τὴν ἐμήν.
Χρεμύλος
ἐπ’ ἐκφοράν;
Γραῦς
μὰ Δί’ ἀλλὰ τῆς φωνῆς μόνον
ἐρῶν ἀκοῦσαι.
Χρεμύλος
τοῦ λαβεῖν μὲν οὖν χάριν.
Γραῦς
καὶ νὴ Δί’ εἰ λυπουμένην γ’ αἴσθοιτό με,1010
νηττάριον ἂν καὶ φάττιον ὑπεκορίζετο.
Χρεμύλος
ἔπειτ’ ἴσως ᾔτει σ’ ἂν εἰς ὑποδήματα.
Γραῦς
μυστηρίοις δὲ τοῖς μεγάλοις ὀχουμένην
ἐπὶ τῆς ἁμάξης ὅτι προσέβλεψέν μέ τις,
ἐτυπτόμην διὰ τοῦθ’ ὅλην τὴν ἡμέραν.1015
οὕτω σφόδρα ζηλότυπος ὁ νεανίσκος ἦν.
Χρεμύλος
μόνος γὰρ ἥδεθ’, ὡς ἔοικεν, ἐσθίων.
Γραῦς
καὶ τάς γε χεῖρας παγκάλας ἔχειν μ’ ἔθη.
Χρεμύλος
ὁπότε προτείνοιέν γε δραχμὰς εἴκοσιν.
Γραῦς
ὄζειν τε τῆς χρόας ἔφασκεν ἡδύ μου.1020
Χρεμύλος
εἰ Θάσιον ἐνέχεις, εἰκότως γε νὴ Δία.
Γραῦς
τὸ βλέμμα θ’ ὡς ἔχοιμι μαλακὸν καὶ καλόν.
Χρεμύλος
οὐ σκαιὸς ἦν ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἠπίστατο
γραὸς καπρώσης τἀφόδια κατεσθίειν.
Γραῦς
ταῦτ’ οὖν ὁ θεὸς ὦ φίλ’ ἄνερ οὐκ ὀρθῶς ποιεῖ,1025
φάσκων βοηθεῖν τοῖς ἀδικουμένοις ἀεί.
Χρεμύλος
τί γὰρ ποιήσει; φράζε, καὶ πεπράξεται.
Γραῦς
ἀναγκάσαι δίκαιόν ἐστι νὴ Δία
τὸν εὖ παθόνθ’ ὑπ’ ἐμοῦ πάλιν μ’ ἀντευποιεῖν,
ἢ μηδ’ ὁτιοῦν ἀγαθὸν δίκαιόν ἐστ’ ἔχειν.1030
Χρεμύλος
οὔκουν καθ’ ἑκάστην ἀπεδίδου τὴν νύκτα σοι;
Γραῦς
ἀλλ’ οὐδέποτέ με ζῶσαν ἀπολείψειν ἔφη.
Χρεμύλος
ὀρθῶς γε: νῦν δέ γ’ οὐκέτι ζῆν σ’ οἴεται.
Γραῦς
ὑπὸ τοῦ γὰρ ἄλγους κατατέτηκ’ ὦ φίλτατε.
Χρεμύλος
οὐκ ἀλλὰ κατασέσηπας, ὥς γ’ ἐμοὶ δοκεῖς.1035
Γραῦς
διὰ δακτυλίου μὲν οὖν ἔμεγ’ ἂν διελκύσαις.
Χρεμύλος
εἰ τυγχάνοι γ’ ὁ δακτύλιος ὢν τηλία.
Γραῦς
καὶ μὴν τὸ μειράκιον τοδὶ προσέρχεται,
οὗπερ πάλαι κατηγοροῦσα τυγχάνω:
ἔοικε δ’ ἐπὶ κῶμον βαδίζειν.1040
Χρεμύλος
φαίνεται.
στέφανόν γέ τοι καὶ δᾷδ’ ἔχων πορεύεται.
Νεανίας
ἀσπάζομαί σε.
Γραῦς
τί φησιν;
Νεανίας
ἀρχαία φίλη,
πολιὰ γεγένησαι ταχύ γε νὴ τὸν οὐρανόν.
Γραῦς
τάλαιν’ ἐγὼ τῆς ὕβρεος ἧς ὑβρίζομαι.
Χρεμύλος
ἔοικε διὰ πολλοῦ χρόνου σ’ ἑορακέναι.1045
Γραῦς
ποίου χρόνου ταλάνταθ’, ὃς παρ’ ἐμοὶ χθὲς ἦν;
Χρεμύλος
τοὐναντίον πέπονθε τοῖς πολλοῖς ἄρα:
μεθύων γάρ, ὡς ἔικεν, ὀξύτερον βλέπει.
Γραῦς
οὔκ, ἀλλ’ ἀκόλαστός ἐστιν ἀεὶ τοὺς τρόπους.
Νεανίας
ὦ Ποντοπόσειδον καὶ θεοὶ πρεσβυτικοί,1050
ἐν τῷ προσώπῳ τῶν ῥυτίδων ὅσας ἔχει.
Γραῦς
ἆ ἆ,
τὴν δᾷδα μή μοι πρόσφερ’.
Χρεμύλος
εὖ μέντοι λέγει.
ἐὰν γὰρ αὐτὴν εἷς μόνος σπινθὴρ λάβῃ
ὥσπερ παλαιὰν εἰρεσιώνην καύσεται.
Νεανίας
βούλει διὰ χρόνου πρός με παῖσαι;1055
Γραῦς
ποῖ τάλαν;
Νεανίας
αὐτοῦ, λαβοῦσα κάρνα.
Γραῦς
παιδιὰν τίνα;
Νεανίας
πόσους ἔχεις ὀδόντας.
Χρεμύλος
ἀλλὰ γνώσομαι
κἄγωγ’: ἔχει γὰρ τρεῖς ἴσως ἢ τέτταρας.
Νεανίας
ἀπότεισον: ἕνα γὰρ γόμφιον μόνον φορεῖ.
Γραῦς
ταλάντατ’ ἀνδρῶν οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκεῖς,1060
πλυνόν με ποιῶν ἐν τοσούτοις ἀνδράσιν.
Νεανίας
ὄναιο μέντἄν, εἴ τις ἐκπλύνειέ σε.
Χρεμύλος
οὐ δῆτ’, ἐπεὶ νῦν μὲν καπηλικῶς ἔχει,
εἰ δ’ ἐκπλυνεῖται τοῦτο τὸ ψιμύθιον,
ὄψει κατάδηλα τοῦ προσώπου τὰ ῥάκη.1065
Γραῦς
γέρων ἀνὴρ ὢν οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκεῖς.
Νεανίας
πειρᾷ μὲν οὖν ἴσως σε καὶ τῶν τιτθίων
ἐφάπτεταί σου λανθάνειν δοκῶν ἐμέ.
Γραῦς
μὰ τὴν Ἀφροδίτην οὐκ ἐμοῦ γ’ ὦ βδελυρὲ σύ.
Χρεμύλος
μὰ τὴν Ἑκάτην οὐ δῆτα: μαινοίμην γὰρ ἄν.1070
ἀλλ’ ὦ νεανίσκ’ οὐκ ἐῶ τὴν μείρακα
μισεῖν σε ταύτην.
Νεανίας
ἀλλ’ ἔγωγ’ ὑπερφιλῶ.
Χρεμύλος
καὶ μὴν κατηγορεῖ γέ σου.
Νεανίας
τί κατηγορεῖ;
Χρεμύλος
εἶναί σ’ ὑβριστήν φησι καὶ λέγειν ὅτι
‘ πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.’1075
Νεανίας
ἐγὼ περὶ ταύτης οὐ μαχοῦμαί σοι.
Χρεμύλος
τὸ τί;
Νεανίας
αἰσχυνόμενος τὴν ἡλικίαν τὴν σήν, ἐπεὶ
οὐκ ἄν ποτ’ ἄλλῳ τοῦτ’ ἐπέτρεψ’ ἐγὼ ποιεῖν:
νῦν δ’ ἄπιθι χαίρων συλλαβὼν τὴν μείρακα.
Χρεμύλος
οἶδ’ οἶδα τὸν νοῦν: οὐκέτ’ ἀξιοῖς ἴσως1080
εἶναι μετ’ αὐτῆς.
Γραῦς
ὁ δ’ ἐπιτρέψων ἐστὶ τίς;
Νεανίας
οὐκ ἂν διαλεχθείην διεσπλεκωμένῃ
ὑπὸ μυρίων ἐτῶν γε καὶ τρισχιλίων.
Χρεμύλος
ὅμως δ’ ἐπειδὴ καὶ τὸν οἶνον ἠξίους
πίνειν, συνεκποτέ’ ἐστί σοι καὶ τὴν τρύγα.1085
Νεανίας
ἀλλ’ ἔστι κομιδῇ τρὺξ παλαιὰ καὶ σαπρά.
Χρεμύλος
οὐκοῦν τρύγοιπος ταῦτα πάντ’ ἰάσεται.
Νεανίας
ἀλλ’ εἴσιθ’ εἴσω: τῷ θεῷ γὰρ βούλομαι
ἐλθὼν ἀναθεῖναι τοὺς στεφάνους τούσδ’ οὓς ἔχω.
Γραῦς
ἐγὼ δέ γ’ αὐτῷ καὶ φράσαι τι βούλομαι.1090
Νεανίας
ἐγὼ δέ γ’ οὐκ εἴσειμι.
Χρεμύλος
θάρρει, μὴ φοβοῦ.
οὐ γὰρ βιάσεται.
Νεανίας
πάνυ καλῶς τοίνυν λέγεις.
ἱκανὸν γὰρ αὐτὴν πρότερον ὑπεπίττουν χρόνον.
Γραῦς
βάδιζ’: ἐγὼ δέ σου κατόπιν εἰσέρχομαι.
Χρεμύλος
ὡς εὐτόνως ὦ Ζεῦ βασιλεῦ τὸ γρᾴδιον1095
ὥσπερ λεπὰς τῷ μειρακίῳ προσείχετο.
.
.
.
Αριστοφάνης,Πλούτος,στιχ 959-1096
Η γριά αμοροζα του νεαρού εραστη
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Γριά
λοιπόν αγαπητά γεροντια στο σπίτι
φτάσαμε οντως του νέου τούτου θεού 960
η' το δρόμο έχουμε εντελώς χάσει;
Χορός
μάθε πώς στη πόρτα αυτή έφτασες
κοριτσάκι,γιατί σαν τέτοιο στην ώρα σου ρωτας
Γρια
κάποιον τώρα από κει μέσα να φωναξω
Χρεμύλος
άστο,γιατί εγώ από κει μέσα ήρθα 965
όμως πρέπει μάλιστα να πεις γιατ'ηρθες
Γρια
έχω πάθει βάσανα κι άδικα αγαπητέ
γιατί αφ' ότου ο θεός αυτός άρχισε να βλέπει
αβιωτο εχει κάνει σε μένα το βιο
Χρεμύλος
τι'ναι;μήπως κι εσύ συκοφαντρια 970
μεσ'στις γυναίκες είσαι;
Γριά
μα το Δία οχι
Χρεμύλος
μήπως λοιπόν σε δικες έλαχες;
Γριά
κοροϊδεύεις;μεγάλη με κατατρώει καψα τη δυστυχη
Χρεμύλος
πές λοιπόν τι κάψα σε καίει;
Γρια
άκου τώρα,είχα κάποιον νεαρό αγαπητικό, 975
φτωχό ,αλλά ομορφόπαιδο και καλό
κι έντιμο,γιατί αν του ζητούσα,
όλα μου τα'κανε τακτικά και καλά
κι εγώ εκείνον στα πάντα υπηρετουσα
Χρεμύλος
τι ήταν που κάθε φορά πιο πολύ σου ζηταγε; 980
Γριά
όχι πολλά,γιατί παρά πολύ μ'εντρεπονταν,
είκοσι δραχμές ασημένιες κάποτε ζήτησε
για κουστούμι,οκτώ κάποτε για παπούτσια
και για τις αδελφές ν'αγορασει φουστάνι
ζήτησε,κάποτε για τη μάνα πανωφόρι 985
κάποτε ζήτησε σιτάρι τέσσερα σακια
Χρεμύλος
πράγματι όχι πολλά μα τον Απολλωνα αυτά
που'πες,αλλ'ομως φανερό πως σ'εντρεπονταν
Γριά
κι αυτά βεβαια δεν μου τα ζητούσε έλεγε
για πληρωμή,αλλά από έρωτα 990
για να με θυμάται κουστούμι φορώντας από μενα
Χρεμύλος
όπως λες ο άνθρωπος τρελα ερωτευμένος
Γρια
αλλά δεν έχει τώρα ο σιχαμερός πια το νου
τον ιδιο αλλά άλλαξε πάρα πολύ
γιατί οταν σ'αυτον αυτό εδώ το γλύκισμα 995
και τ'αλλα στο πιάτο μισκοτακια του'στειλα
γράφοντας οτι το βράδυ θα παω
Χρεμύλος
πως αντέδρασε,πες μου
Γριά
χωρίς να τ'αγγιξει μου τα επεστρεψε μαζι
με τη χυλοπιτα αυτή δω και να μην πάω πια 1000
ποτέ προς τα κει κι επιπλέον διώχνοντας τον άνθρωπο
είπε ότι,'καποτε παλιά ήταν ακμαία τα Μιλήσια οργανα'
Χρεμύλος
φανερό απ'τό φέρσιμο ότι δεν ήταν κάποιος απατεωνας
αφού πλούτισε δεν τον ευχαριστούσε η φακή
πριν λόγω της φτώχιας όλα τα'τρωγε 1005
Γρια
κι όμως κάθε μέρα πριν μα το θεό
στην πόρτα μου έρχονταν παντα
Χρεμύλος
για την κηδεία;
Γρια
όχι μα τον Δία,αλλά την φωνή μου
ποθούσε ν'ακουσει
Χρεμύλος
για να πάρει λοιπον δωρακι
Γρια
και μα το Δία αν λυπημένη μ'ενιωθε 1010
παπακι και περιστερακι χαϊδευτικά μ'ελεγε
Χρεμύλος
έπειτα βεβαια σου ζητούσε παπουτσια
Γραῦς
στα μεγάλα μυστήρια που πάνω σ'αμαξα
πήγαινα επειδή με κοίταξε κάποιος πονηρά
δερνομουνα γι'αυτο όλη τη μέρα 1015
τόσο πολύ ζηλιάρης ο νεαρός ηταν
Χρεμύλος
γιατί,ως φαίνεται,γουσταρε μοναχος να τρωει
Γρια
και τα χέρια πανέμορφα τα'βρισκε
Χρεμύλος
οπότε βέβαια του προσφερες είκοσι δραχμες
Γρια
κι έλεγε ότι γλυκομυριζει η επιδερμίδα μου
Χρεμύλος
αν με κρασί της Θάσου τον κουμανταριζες,βέβαια,μα τον Δια
Γρια
το βλέμμα πως ήταν τρυφερό κι ομορφο
Χρεμύλος
δεν ήταν λοιπόν ανόητος ο άνθρωπος,αλλά γνώριζε
εκφυλης γριάς τη περιουσία να καταβροχθιζει
Γρια
αυτά λοιπόν ο θεός φίλε δεν τα κάνει σωστά 1025
λέγοντας πως βοηθάει πάντα τους αδικημενους
Χρεμύλος
τι δηλαδή να κάνει;λεγε και θα το'χει καμωμενο
Γρια
δίκιο είναι μα τον Δία ν'αναγκασει αυτόν
που καλοπέρασε από μένα πάλι να με ξεπληρώσει,
αν όχι δεν είναι δίκιο κάτι καλό να'χει 1030
Χρεμύλος
λοιπόν δεν σ'ανταπεδιδε κάθε μέρα τη νύχτα;
Γρια
ναι αλλά έλεγε δεν θα μ'εγκαταλειψει ποτέ όσο ζω
Χρεμύλος
πολύ σωστά.γιατι τώρα καθόλου δεν σε νομίζει ζωντανη
Γρια
κι απ'τον πόνο έχω λιώσει αγαπητε
Χρεμύλος
όχι,αλλά σαπησες,όπως
φαίνεται 1035
Γρια
από δακτυλίδι περναω
Χρεμύλος
αν τύχει το δακτυλίδι να'ναι
κοσκινου
Γρια
και να ο νεαρός εδώ
έρχεται,
που πριν τον κατηγορουσα
νομιζω
σε γλέντι πηγαίνει 1040
Χρεμύλος
φαινεται.
με στεφάνι και δάδα κρατώντας
πορευεται
Νεαρος
σε χαιρετω
Γρια
τι είπες;
Νεαρος
παλιά φιλεναδα
ασπρισες πολύ γρήγορα,
μα τον ουρανο
Γρια
τη δυστυχη πως με βριζει
Χρεμύλος
φαίνεται πως πολύ καιρό
έχει να σε δει 1045
Γρια
τι καιρό η δυστυχη,αυτός
μαζί μου ήταν χθες
Χρεμύλος
τ'αντιθετο λοιπον εχει πάθει
απ'τους πολλούς
γιατί μεθωντας,όπως φαίνεται,
καθαρότερα βλεπει
Γρια
όχι,γιατ'είναι άξεστος παντοτε
στους τροπους
Νεαρος
ω Ποντιε Ποσειδώνα και θεοί
των γηρατειων 1050
στο πρόσωπο πόσες ρυτιδες
εχεις
Γρια
α α
τη δάδα μην πλησιαζεις
Χρεμύλος
καλά λέει
γιατί αν μια μόνο σπίθα
την αγγίξει
όπως ξερο κλαρι ελιάς
θα καει
Νεαρος
θέλεις για λίγο να παίξεις μαζί μου; 1055
Γρια
που αλήτη;
Νεαρος
εδώ,πάρε καρυδια
Γρια
τι παιχνίδι;
Νεαρος
πόσα δόντια εχει
Χρεμύλος
το ξέρω
γιατί τρία ίσως έχει η' τεσσερα
.
Νεαρος
πλήρωσε,γιατί ένα τραπεζίτη μόνο εχει
Γρια
άθλιε μου φαίνεται δεν είσαι στα καλά σου ,1060
να μ',εμπαιζεις σε τόσους αντρες
Νεαρος
ευκαιρια είναι,αν κάποιος σε ξεπλυνει
Χρεμύλος
όχι βέβαια,επειδή τώρα κρύβει,
αν όμως ξεπλύνει τούτο το φκιασιδι,
θα δεις ολοφάνερα τα ρακη του προσωπου 1065
Νεαρος
φαίνεται να επιχειρεί τα βυζιά
να σου χαϊδεψει νομίζοντας πως δεν το'πιασα
Γρια
μα την Αφροδίτη όχι τα δικά μου σιχαμερε
Χρεμύλος
μα την Εκάτη όχι βέβαια,θα'χα τρελαθεί 1070
αλλά νεαρε δεν γίνεται να'αδιαφορησω
την κοριτσακι αυτο να μισείς
Νεαρος
αλλ'εγω την υπεραγαπω
Χρεμύλος
κι όμως σε κατηγορει
Νεαρος
τι κατηγορεί;
Χρεμύλος
την έβρισες λέει κι είπες ότι
'καποτε παλιά ήταν ακμαία τα Μιλήσια οργανα' 1075
Νεαρος
εγώ γι'αυτη μαζί σου δεν θα μαλωσω
Χρεμύλος
αυτό γιατί;
Νεαρος
σέβομαι την ηλικία σου,επειδή
ποτέ σ'αλλον δεν θα επέτρεπα να το κάνει
τώρα ευχαριστημένος φεύγα παίρνοντας το κοριτσακι
Χρεμύλος
ξέρω ξέρω τι εννοείς,δεν αξιώνεις 1080
ίσως να'σαι μ'αυτη
Γρια
και ποιος είναι αυτός που θα το επιτρέψει;
Νεαρος
δεν θα συζητήσω με μια ξεπετα
μυρια και τρεις χιλιάδες χρονια
Χρεμύλος
όμως επειδή και το κρασί αξιωνες
να πινεις,να πιεις μαζί πρέπει και το κατακάθι 1085
Νεαρος
αλλά ολότελα είναι το κατακαθι παλιό και μουχλα
Χρεμύλος
τότε το πάνινο σουρωτηρι ολ'αυτα θα τα καθαρισει
Νεαρος
αλλ'ας μπωμέσα,γιατί στο θεό θέλω
πηγαίνοντας αυτά τα στεφάνια που'χω ν'αναθεσω
Γρια
κι εγώ αυτό και θέλω κάτι να σου πω 1090
Νεαρος
τοτ'εγω δεν μπαίνω μεσα
Χρεμύλος
έλα θάρρος,μη φοβάσαι,
δεν θα σε βιασει
Νεαρος
πράγματι πολύ σωστά λες
γιατί αρκετό καιρό πριν σ'αυτη υπεκυπτα
Γρια
βάδιζε,εγώ κατόπιν από σένα μπαινω
Χρεμύλος
πόσο ασφυκτικα Δια βασιλιά η γριουλα 1095
όπως πεταλίδα στον νεαρό κολλησε
.
.
.
Αριστοφάνης,Πλούτος,στιχ 959-1096
Γραῦς
ἆρ’ ὦ φίλοι γέροντες ἐπὶ τὴν οἰκίαν
ἀφίγμεθ’ ὄντως τοῦ νέου τούτου θεοῦ,960
ἢ τῆς ὁδοῦ τὸ παράπαν ἡμαρτήκαμεν;
Χορός
ἀλλ’ ἴσθ’ ἐπ’ αὐτὰς τὰς θύρας ἀφιγμένη
ὦ μειρακίσκη: πυνθάνει γὰρ ὡρικῶς.
Γραῦς
φέρε νυν ἐγὼ τῶν ἔνδοθεν καλέσω τινά.
Χρεμύλος
μὴ δῆτ’: ἐγὼ γὰρ αὐτὸς ἐξελήλυθα.965
ἀλλ’ ὅ τι μάλιστ’ ἐλήλυθας λέγειν σ’ ἐχρῆν.
Γραῦς
πέπονθα δεινὰ καὶ παράνομ’ ὦ φίλτατε:
ἀφ’ οὗ γὰρ ὁ θεὸς οὗτος ἤρξατο βλέπειν,
ἀβίωτον εἶναί μοι πεποίηκε τὸν βίον.
Χρεμύλος
τί δ’ ἔστιν; ἦ που καὶ σὺ συκοφάντρια970
εν ταῖς γυναιξὶν ἦσθα;
Γραῦς
μὰ Δί’ ἐγὼ μὲν οὔ.
Χρεμύλος
ἀλλ’ οὐ λαχοῦσ’ ἔπινες ἐν τῷ γράμματι;
Γραῦς
σκώπτεις: ἐγὼ δὲ κατακέκνισμαι δειλάκρα.
Χρεμύλος
οὔκουν ἐρεῖς ἀνύσασα τὸν κνισμὸν τίνα;
Γραῦς
ἄκουέ νυν. ἦν μοί τι μειράκιον φίλον,975
πενιχρὸν μέν, ἄλλως δ’ εὐπρόσωπον καὶ καλὸν
καὶ χρηστόν: εἰ γάρ του δεηθείην ἐγώ,
ἅπαντ’ ἐποίει κοσμίως μοι καὶ καλῶς:
ἐγὼ δ’ ἐκείνῳ πάντα ταῦθ’ ὑπηρέτουν.
Χρεμύλος
τί δ’ ἦν ὅ τι σου μάλιστ’ ἐδεῖθ’ ἑκάστοτε;980
Γραῦς
οὐ πολλά: καὶ γὰρ ἐκνομίως μ’ ᾐσχύνετο.
ἀλλ’ ἀργυρίου δραχμὰς ἂν ᾔτησ’ εἴκοσιν
εἰς ἱμάτιον, ὀκτὼ δ’ ἂν εἰς ὑποδήματα:
καὶ ταῖς ἀδελφαῖς ἀγοράσαι χιτώνιον
ἐκέλευσεν ἂν τῇ μητρί θ’ ἱματίδιον:985
πυρῶν τ’ ἂν ἐδεήθη μεδίμνων τεττάρων.
Χρεμύλος
οὐ πολλὰ τοίνυν μὰ τὸν Ἀπόλλω ταῦτά γε
εἴρηκας, ἀλλὰ δῆλον ὅτι σ’ ᾐχύνετο.
Γραῦς
καὶ ταῦτα τοίνυν οὐχ ἕνεκα μισητίας
αἰτεῖν μ’ ἔφασκεν, ἀλλὰ φιλίας οὕνεκα,990
ἵνα τοὐμὸν ἱμάτιον φορῶν μεμνῇτό μου.
Χρεμύλος
λέγεις ἐρῶντ’ ἄνθρωπον ἐκνομιώτατα.
Γραῦς
ἀλλ’ οὐχὶ νῦν ὁ βδελυρὸς ἔτι τὸν νοῦν ἔχει
τὸν αὐτόν, ἀλλὰ πολὺ μεθέστηκεν πάνυ.
ἐμοῦ γὰρ αὐτῷ τὸν πλακοῦντα τουτονὶ995
καὶ τἄλλα τἀπὶ τοῦ πίνακος τραγήματα
ἐπόντα πεμψάσης ὑπειπούσης θ’ ὅτι
εἰς ἑσπέραν ἥξοιμι—
Χρεμύλος
τί σ’ ἔδρασ’; εἰπέ μοι.
Γραῦς
ἄμητα προσαπέπεμψεν ἡμῖν τουτονί,
ἐφ’ ᾧ τ’ ἐκεῖσε μηδέποτέ μ’ ἐλθεῖν ἔτι,1000
καὶ πρὸς ἐπὶ τούτοις εἶπεν ἀποπέμπων ὅτι
‘πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.’
Χρεμύλος
δῆλον ὅτι τοὺς τρόπους τις οὐ μοχθηρὸς ἦν,
ἔπειτα πλουτῶν οὐκέθ’ ἥδεται φακῇ:
πρὸ τοῦ δ’ ὑπὸ τῆς πενίας ἅπανθ’ ὑπήσθιεν.1005
Γραῦς
καὶ μὴν πρὸ τοῦ γ’ ὁσημέραι νὴ τὼ θεὼ
ἐπὶ τὴν θύραν ἐβάδιζεν ἀεὶ τὴν ἐμήν.
Χρεμύλος
ἐπ’ ἐκφοράν;
Γραῦς
μὰ Δί’ ἀλλὰ τῆς φωνῆς μόνον
ἐρῶν ἀκοῦσαι.
Χρεμύλος
τοῦ λαβεῖν μὲν οὖν χάριν.
Γραῦς
καὶ νὴ Δί’ εἰ λυπουμένην γ’ αἴσθοιτό με,1010
νηττάριον ἂν καὶ φάττιον ὑπεκορίζετο.
Χρεμύλος
ἔπειτ’ ἴσως ᾔτει σ’ ἂν εἰς ὑποδήματα.
Γραῦς
μυστηρίοις δὲ τοῖς μεγάλοις ὀχουμένην
ἐπὶ τῆς ἁμάξης ὅτι προσέβλεψέν μέ τις,
ἐτυπτόμην διὰ τοῦθ’ ὅλην τὴν ἡμέραν.1015
οὕτω σφόδρα ζηλότυπος ὁ νεανίσκος ἦν.
Χρεμύλος
μόνος γὰρ ἥδεθ’, ὡς ἔοικεν, ἐσθίων.
Γραῦς
καὶ τάς γε χεῖρας παγκάλας ἔχειν μ’ ἔθη.
Χρεμύλος
ὁπότε προτείνοιέν γε δραχμὰς εἴκοσιν.
Γραῦς
ὄζειν τε τῆς χρόας ἔφασκεν ἡδύ μου.1020
Χρεμύλος
εἰ Θάσιον ἐνέχεις, εἰκότως γε νὴ Δία.
Γραῦς
τὸ βλέμμα θ’ ὡς ἔχοιμι μαλακὸν καὶ καλόν.
Χρεμύλος
οὐ σκαιὸς ἦν ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἠπίστατο
γραὸς καπρώσης τἀφόδια κατεσθίειν.
Γραῦς
ταῦτ’ οὖν ὁ θεὸς ὦ φίλ’ ἄνερ οὐκ ὀρθῶς ποιεῖ,1025
φάσκων βοηθεῖν τοῖς ἀδικουμένοις ἀεί.
Χρεμύλος
τί γὰρ ποιήσει; φράζε, καὶ πεπράξεται.
Γραῦς
ἀναγκάσαι δίκαιόν ἐστι νὴ Δία
τὸν εὖ παθόνθ’ ὑπ’ ἐμοῦ πάλιν μ’ ἀντευποιεῖν,
ἢ μηδ’ ὁτιοῦν ἀγαθὸν δίκαιόν ἐστ’ ἔχειν.1030
Χρεμύλος
οὔκουν καθ’ ἑκάστην ἀπεδίδου τὴν νύκτα σοι;
Γραῦς
ἀλλ’ οὐδέποτέ με ζῶσαν ἀπολείψειν ἔφη.
Χρεμύλος
ὀρθῶς γε: νῦν δέ γ’ οὐκέτι ζῆν σ’ οἴεται.
Γραῦς
ὑπὸ τοῦ γὰρ ἄλγους κατατέτηκ’ ὦ φίλτατε.
Χρεμύλος
οὐκ ἀλλὰ κατασέσηπας, ὥς γ’ ἐμοὶ δοκεῖς.1035
Γραῦς
διὰ δακτυλίου μὲν οὖν ἔμεγ’ ἂν διελκύσαις.
Χρεμύλος
εἰ τυγχάνοι γ’ ὁ δακτύλιος ὢν τηλία.
Γραῦς
καὶ μὴν τὸ μειράκιον τοδὶ προσέρχεται,
οὗπερ πάλαι κατηγοροῦσα τυγχάνω:
ἔοικε δ’ ἐπὶ κῶμον βαδίζειν.1040
Χρεμύλος
φαίνεται.
στέφανόν γέ τοι καὶ δᾷδ’ ἔχων πορεύεται.
Νεανίας
ἀσπάζομαί σε.
Γραῦς
τί φησιν;
Νεανίας
ἀρχαία φίλη,
πολιὰ γεγένησαι ταχύ γε νὴ τὸν οὐρανόν.
Γραῦς
τάλαιν’ ἐγὼ τῆς ὕβρεος ἧς ὑβρίζομαι.
Χρεμύλος
ἔοικε διὰ πολλοῦ χρόνου σ’ ἑορακέναι.1045
Γραῦς
ποίου χρόνου ταλάνταθ’, ὃς παρ’ ἐμοὶ χθὲς ἦν;
Χρεμύλος
τοὐναντίον πέπονθε τοῖς πολλοῖς ἄρα:
μεθύων γάρ, ὡς ἔικεν, ὀξύτερον βλέπει.
Γραῦς
οὔκ, ἀλλ’ ἀκόλαστός ἐστιν ἀεὶ τοὺς τρόπους.
Νεανίας
ὦ Ποντοπόσειδον καὶ θεοὶ πρεσβυτικοί,1050
ἐν τῷ προσώπῳ τῶν ῥυτίδων ὅσας ἔχει.
Γραῦς
ἆ ἆ,
τὴν δᾷδα μή μοι πρόσφερ’.
Χρεμύλος
εὖ μέντοι λέγει.
ἐὰν γὰρ αὐτὴν εἷς μόνος σπινθὴρ λάβῃ
ὥσπερ παλαιὰν εἰρεσιώνην καύσεται.
Νεανίας
βούλει διὰ χρόνου πρός με παῖσαι;1055
Γραῦς
ποῖ τάλαν;
Νεανίας
αὐτοῦ, λαβοῦσα κάρνα.
Γραῦς
παιδιὰν τίνα;
Νεανίας
πόσους ἔχεις ὀδόντας.
Χρεμύλος
ἀλλὰ γνώσομαι
κἄγωγ’: ἔχει γὰρ τρεῖς ἴσως ἢ τέτταρας.
Νεανίας
ἀπότεισον: ἕνα γὰρ γόμφιον μόνον φορεῖ.
Γραῦς
ταλάντατ’ ἀνδρῶν οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκεῖς,1060
πλυνόν με ποιῶν ἐν τοσούτοις ἀνδράσιν.
Νεανίας
ὄναιο μέντἄν, εἴ τις ἐκπλύνειέ σε.
Χρεμύλος
οὐ δῆτ’, ἐπεὶ νῦν μὲν καπηλικῶς ἔχει,
εἰ δ’ ἐκπλυνεῖται τοῦτο τὸ ψιμύθιον,
ὄψει κατάδηλα τοῦ προσώπου τὰ ῥάκη.1065
Γραῦς
γέρων ἀνὴρ ὢν οὐχ ὑγιαίνειν μοι δοκεῖς.
Νεανίας
πειρᾷ μὲν οὖν ἴσως σε καὶ τῶν τιτθίων
ἐφάπτεταί σου λανθάνειν δοκῶν ἐμέ.
Γραῦς
μὰ τὴν Ἀφροδίτην οὐκ ἐμοῦ γ’ ὦ βδελυρὲ σύ.
Χρεμύλος
μὰ τὴν Ἑκάτην οὐ δῆτα: μαινοίμην γὰρ ἄν.1070
ἀλλ’ ὦ νεανίσκ’ οὐκ ἐῶ τὴν μείρακα
μισεῖν σε ταύτην.
Νεανίας
ἀλλ’ ἔγωγ’ ὑπερφιλῶ.
Χρεμύλος
καὶ μὴν κατηγορεῖ γέ σου.
Νεανίας
τί κατηγορεῖ;
Χρεμύλος
εἶναί σ’ ὑβριστήν φησι καὶ λέγειν ὅτι
‘ πάλαι ποτ’ ἦσαν ἄλκιμοι Μιλήσιοι.’1075
Νεανίας
ἐγὼ περὶ ταύτης οὐ μαχοῦμαί σοι.
Χρεμύλος
τὸ τί;
Νεανίας
αἰσχυνόμενος τὴν ἡλικίαν τὴν σήν, ἐπεὶ
οὐκ ἄν ποτ’ ἄλλῳ τοῦτ’ ἐπέτρεψ’ ἐγὼ ποιεῖν:
νῦν δ’ ἄπιθι χαίρων συλλαβὼν τὴν μείρακα.
Χρεμύλος
οἶδ’ οἶδα τὸν νοῦν: οὐκέτ’ ἀξιοῖς ἴσως1080
εἶναι μετ’ αὐτῆς.
Γραῦς
ὁ δ’ ἐπιτρέψων ἐστὶ τίς;
Νεανίας
οὐκ ἂν διαλεχθείην διεσπλεκωμένῃ
ὑπὸ μυρίων ἐτῶν γε καὶ τρισχιλίων.
Χρεμύλος
ὅμως δ’ ἐπειδὴ καὶ τὸν οἶνον ἠξίους
πίνειν, συνεκποτέ’ ἐστί σοι καὶ τὴν τρύγα.1085
Νεανίας
ἀλλ’ ἔστι κομιδῇ τρὺξ παλαιὰ καὶ σαπρά.
Χρεμύλος
οὐκοῦν τρύγοιπος ταῦτα πάντ’ ἰάσεται.
Νεανίας
ἀλλ’ εἴσιθ’ εἴσω: τῷ θεῷ γὰρ βούλομαι
ἐλθὼν ἀναθεῖναι τοὺς στεφάνους τούσδ’ οὓς ἔχω.
Γραῦς
ἐγὼ δέ γ’ αὐτῷ καὶ φράσαι τι βούλομαι.1090
Νεανίας
ἐγὼ δέ γ’ οὐκ εἴσειμι.
Χρεμύλος
θάρρει, μὴ φοβοῦ.
οὐ γὰρ βιάσεται.
Νεανίας
πάνυ καλῶς τοίνυν λέγεις.
ἱκανὸν γὰρ αὐτὴν πρότερον ὑπεπίττουν χρόνον.
Γραῦς
βάδιζ’: ἐγὼ δέ σου κατόπιν εἰσέρχομαι.
Χρεμύλος
ὡς εὐτόνως ὦ Ζεῦ βασιλεῦ τὸ γρᾴδιον1095
ὥσπερ λεπὰς τῷ μειρακίῳ προσείχετο.
.
.
.
Περσέας βασιλιάς Μακεδονίας 179-168 π Χ
Στην Αλβα Φουκεντια,162 π.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μετά από την διαπόμπευση στις βιες της Ρωμης
στην απομόνωση της Άλβα Φουκέντια εξοριστος
αυτός κάποτε βασιλιάς της Μακεδονίας των Αντιγονιδων
τώρα η ένδοξη χώρα φόρος υποτελης των Ρωμαίων
τότε το 168 στη Πυδνα ο Περσεας κατανικηθηκε,
πολύ αναμενομενο,αφού Αιτωλεις Θεσσαλοί Ηπειρωτες
κι οι άλλοι της Αχαίας της Περγαμου στο μέρος του Λουκιου
Αιμίλιου Παυλου και βέβαια το σαμποτάζ του ιππικού
εδώ στην Αλβα Φουκεντια αυτός ο τελευταίος Μακεδόνας
βασιλιάς αναρωτιέται,αλήθεια,ποια η τύχη της Ελλάδος
στη νέα αυτοκρατορια στο Statum novum global.
.
.
.
(Κατά Κάποιον Τρόπον η Ιστορία)
Marcus Junius Brutus
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Στις Ειδούς τού Μαρτίου το 44 ο Μάρκος Ιούνιος
Βρουτος σίγουρα εδιαβει τον Ρουβίκωνα
στη δε Μάχη των Φιλίππων το 42 ερριφθει ο κύβος
και ως ηθοποιός τραγωδίας αναφωνεί στίχους
του Ευριπίδη Ζεῦ, μὴ λάθοι σε τῶνδ' ὃς αἴτιος κακῶν
(Δια,να μην ξεχνάμε τον αίτιο αυτων των κακών)
(Ευριπίδη Μήδεια 334)
κάτω απ'τον έναστρο απέραντο κι αδιάφορο ουρανό,
η τελική απόφαση ελήφθει ως του ταιριαζει
πάνυ μὲν οὖν" ἔφη "φευκτέον, ἀλλὰ διὰ τῶν χειρῶν,
οὐ διὰ τῶν ποδῶν".
Οπωσδήποτε θα φυγω,όχι με τα πόδια,
αλλά με τα χερια
(Πλούταρχος Βίοι Παράλληλοι Βρουτος)
με μια θαρραλέα πτώση στο αιχμηρό σπαθί
τέκνον Βρουτε.
.
.
.
Σαπφω-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το παράπονο της Σαπφούς
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
εσύ κοιμάσαι Δικα κι εγώ μονη ξαγρυπναω
τ'αστρα πάνω ψηλά αχνοφεγγουν
ψυχή μου,δεν έχεις πια γαλήνη.
.
.
.
Ομήρου Οδύσσεια,ραψωδία σ' ,στίχοι 320-339
Λογομαχία Μελανθους και Οδυσσέα
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Και η τιμωρία της μαζί με τις αλλες εντεκα ερωμένες των μνηστήρων
(ραψωδία χ',στίχοι 417-473)
είπε,κι αυτές γέλασαν,η μια την άλλη κοιτώντας 320
κι άσχημα τ'αντιμιλησε η Μελανθω η ομορφομαγουλη
αυτή που ο Δόλιος γέννησε κι η Πηνελόπη φρόντισε
κι από παιδί ανάθρεψε,δινοντας με την καρδιά της παιχνιδια
αλλ'ομως αυτή δεν συμπονουσε πια την Πηνελοπη
αλλά με τον Ευρυμαχο σμιγονταν και ερωτοτροπούσε 325
αυτή λοιπόν στον Οδυσσέα αντιμιλησε με ξεδιάντροπος λόγια
ελεεινε ξενε,τα'χεις ολότελα χαμένα και μας ξεκουφανες
δεν πας λέω να κοιμηθείς μεσ'στο χαλκωματαδικο
η' στη παράγκα,παρά εδώ γύρω πολύ ν'αγορευεις
με θράσος σε τόσους πολλούς άντρες χωρίς κάποιος φόβος 330
να σε τρομάζει,η' μήπως το κρασί σου πήρε τα φρενα,η' τώρα
πάντα τέτοια τα μυαλά σου είναι,γι'αυτό και αερολογεις
η' μήπως πενευεσαι ότι τον Ιρο νικησες τον ζητιανο;
πρόσεξε μήπως απ'τον Ιρο πιο δυνατος άλλος εμφανισθει
κάποιος που μεσ' στα δύο στιβαρα του χέρια σου σπάσει το κεφαλι 335
κι απ'τό παλάτι σε ξαποστειλει βουτηγμένο μεσ'στα πολλά αιματα
τοτ'αυτη αγριοκοιταζοντας είπε ο πολυστροφος Οδυσσεας
τώρα γρηγορα στον Τηλέμαχο θα πω,σκύλα,αυτά π'αγορευεις
προς τα κεί πηγαίνοντας,αμέσως για να σε κάνει κομματια 339
.
.
Ομήρου Οδύσσεια,ραψωδία σ' στίχοι 320-339
ὣς ἔφαθ', αἱ δ' ἐγέλασσαν, ἐς ἀλλήλας δὲ ἴδοντο. 320
τὸν δ' αἰσχρῶς ἐνένιπε Μελανθὼ καλλιπάρῃος,
τὴν Δολίος μὲν ἔτικτε, κόμισσε δὲ Πηνελόπεια,
παῖδα δὲ ὣς ἀτίταλλε, δίδου δ' ἄρ' ἀθύρματα θυμῷ·
ἀλλ' οὐδ' ὧς ἔχε πένθος ἐνὶ φρεσὶ Πηνελοπείης,
ἀλλ' ἥ γ' Εὐρυμάχῳ μισγέσκετο καὶ φιλέεσκεν. 325
ἥ ῥ' Ὀδυσῆ' ἐνένιπεν ὀνειδείοισ' ἐπέεσσι·
«ξεῖνε τάλαν, σύ γέ τις φρένας ἐκπεπαταγμένος ἐσσί,
οὐδ' ἐθέλεις εὕδειν χαλκήϊον ἐς δόμον ἐλθὼν
ἠέ που ἐς λέσχην, ἀλλ' ἐνθάδε πόλλ' ἀγορεύεις
θαρσαλέως πολλοῖσι μετ' ἀνδράσιν, οὐδέ τι θυμῷ 330
ταρβεῖς· ἦ ῥά σε οἶνος ἔχει φρένας, ἤ νύ τοι αἰεὶ
τοιοῦτος νόος ἐστίν, ὃ καὶ μεταμώνια βάζεις.
ἦ ἀλύεις ὅτι Ἶρον ἐνίκησας τὸν ἀλήτην;
μή τίς τοι τάχα Ἴρου ἀμείνων ἄλλος ἀναστῇ,
ὅς τίς σ' ἀμφὶ κάρη κεκοπὼς χερσὶ στιβαρῇσι 335
δώματος ἐκπέμψῃσι φορύξας αἵματι πολλῷ.»
τὴν δ' ἄρ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
«ἦ τάχα Τηλεμάχῳ ἐρέω, κύον, οἷ' ἀγορεύεις,
κεῖσ' ἐλθών, ἵνα σ' αὖθι διὰ μελεϊστὶ τάμῃσιν.»
.
.
.
και μέσα στα τρομερά γεγονότα της Μνηστηριοφονιας(ραψωδία χ',στίχοι 417-473) την Μελανθω την κρεμασαν για τιμωρια μαζί με τις έντεκα άλλες ερωμένες των μνηστήρων
Ο Οδυσσέας είπε στην τροφο Ευρυκλεια να καλέσει τις 12 άπιστες γυναίκες,
αυτές που σμιγονταν αδιαντροπα με τους μνηστήρες,τὴν ἄρ' ὑπὸ μνηστῆρσιν ἔχον μίσγοντό τε λάθρῃ 445,
κι αφού μαζέψουν τους νεκρούς και καθαρίσουν τα τραπέζια ο Τηλέμαχος με
τον βουκολο και τον χοιροβοσκός να τις σφάξουν,όμως ο Τηλέμαχος έκρινε
πιο ατιμωτικό θάνατο γι'αυτες,να τις κρεμασουν
ἀλλ' ἄγε μοι σὺ γυναῖκας ἐνὶ μεγάροις κατάλεξον,
αἵ τέ μ' ἀτιμάζουσι καὶ αἳ νηλείτιδές εἰσι.»
τὸν δ' αὖτε προσέειπε φίλη τροφὸς Εὐρύκλεια·
«τοιγὰρ ἐγώ τοι, τέκνον, ἀληθείην καταλέξω. 420
πεντήκοντά τοί εἰσιν ἐνὶ μεγάροισι γυναῖκες
δμῳαί, τὰς μέν τ' ἔργα διδάξαμεν ἐργάζεσθαι,
εἴριά τε ξαίνειν καὶ δουλοσύνην ἀνέχεσθαι·
τάων δώδεκα πᾶσαι ἀναιδείης ἐπέβησαν,
οὔτ' ἐμὲ τίουσαι οὔτ' αὐτὴν Πηνελόπειαν. 425
Τηλέμαχος δὲ νέον μὲν ἀέξετο, οὐδέ ἑ μήτηρ
σημαίνειν εἴασκεν ἐπὶ δμῳῇσι γυναιξίν.
ἀλλ' ἄγ' ἐγὼν ἀναβᾶσ' ὑπερώϊα σιγαλόεντα
εἴπω σῇ ἀλόχῳ, τῇ τις θεὸς ὕπνον ἐπῶρσε.»
τὴν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς· 430
«μή πω τήν γ' ἐπέγειρε· σὺ δ' ἐνθάδε εἰπὲ γυναιξὶν
ἐλθέμεν, αἵ περ πρόσθεν ἀεικέα μηχανόωντο.»
ὣς ἄρ' ἔφη, γρηῢς δὲ διὲκ μεγάροιο βεβήκει
ἀγγελέουσα γυναιξὶ καὶ ὀτρυνέουσα νέεσθαι.
αὐτὰρ ὁ Τηλέμαχον καὶ βουκόλον ἠδὲ συβώτην 435
εἰς ἓ καλεσσάμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«ἄρχετε νῦν νέκυας φορέειν καὶ ἄνωχθε γυναῖκας·
αὐτὰρ ἔπειτα θρόνους περικαλλέας ἠδὲ τραπέζας
ὕδατι καὶ σπόγγοισι πολυτρήτοισι καθαίρειν.
αὐτὰρ ἐπὴν δὴ πάντα δόμον διακοσμήσησθε, 440
δμῳὰς ἐξαγαγόντες ἐϋσταθέος μεγάροιο,
μεσσηγύς τε θόλου καὶ ἀμύμονος ἕρκεος αὐλῆς,
θεινέμεναι ξίφεσιν τανυήκεσιν, εἰς ὅ κε πασέων
ψυχὰς ἐξαφέλησθε καὶ ἐκλελάθωντ' Ἀφροδίτης,
τὴν ἄρ' ὑπὸ μνηστῆρσιν ἔχον μίσγοντό τε λάθρῃ.» 445
ὣς ἔφαθ', αἱ δὲ γυναῖκες ἀολλέες ἦλθον ἅπασαι,
αἴν' ὀλοφυρόμεναι, θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέουσαι.
πρῶτα μὲν οὖν νέκυας φόρεον κατατεθνηῶτας,
κὰδ δ' ἄρ' ὑπ' αἰθούσῃ τίθεσαν εὐερκέος αὐλῆς,
ἀλλήλοισιν ἐρείδουσαι· σήμαινε δ' Ὀδυσσεὺς 450
αὐτὸς ἐπισπέρχων· ταὶ δ' ἐκφόρεον καὶ ἀνάγκῃ.
αὐτὰρ ἔπειτα θρόνους περικαλλέας ἠδὲ τραπέζας
ὕδατι καὶ σπόγγοισι πολυτρήτοισι κάθαιρον.
αὐτὰρ Τηλέμαχος καὶ βουκόλος ἠδὲ συβώτης
λίστροισιν δάπεδον πύκα ποιητοῖο δόμοιο 455
ξῦον· ταὶ δ' ἐφόρεον δμῳαί, τίθεσαν δὲ θύραζε.
αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ πᾶν μέγαρον διεκοσμήσαντο,
δμῳὰς ἐξαγαγόντες ἐϋσταθέος μεγάροιο,
μεσσηγύς τε θόλου καὶ ἀμύμονος ἕρκεος αὐλῆς,
εἴλεον ἐν στείνει, ὅθεν οὔ πως ἦεν ἀλύξαι. 460
τοῖσι δὲ Τηλέμαχος πεπνυμένος ἦρχ' ἀγορεύειν·
«μὴ μὲν δὴ καθαρῷ θανάτῳ ἀπὸ θυμὸν ἑλοίμην
τάων, αἳ δὴ ἐμῇ κεφαλῇ κατ' ὀνείδεα χεῦαν
μητέρι θ' ἡμετέρῃ, παρά τε μνηστῆρσιν ἴαυον.»
ὣς ἄρ' ἔφη, καὶ πεῖσμα νεὸς κυανοπρῴροιο 465
κίονος ἐξάψας μεγάλης περίβαλλε θόλοιο,
ὑψόσ' ἐπεντανύσας, μή τις ποσὶν οὖδας ἵκοιτο.
ὡς δ' ὅτ' ἂν ἢ κίχλαι τανυσίπτεροι ἠὲ πέλειαι
ἕρκει ἐνιπλήξωσι, τό θ' ἑστήκῃ ἐνὶ θάμνῳ,
αὖλιν ἐσιέμεναι, στυγερὸς δ' ὑπεδέξατο κοῖτος, 470
ὣς αἵ γ' ἑξείης κεφαλὰς ἔχον, ἀμφὶ δὲ πάσαις
δειρῇσι βρόχοι ἦσαν, ὅπως οἴκτιστα θάνοιεν.
ἤσπαιρον δὲ πόδεσσι μίνυνθά περ, οὔ τι μάλα δήν.
.
·
.
(Κατά Κάποιον Τρόπον η Ιστορία)
Ρέκβιεμ στον Αυτοκράτορα Νικηφόρον Β' Φωκά ,963-969 μ.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
τον άξιον αυτοκράτωρα Νικηφόρον Β ' Φωκά τον εθελγε η ασκητική
ησυχία κι είχε την παλαιά συνηθεια των στρατιωτικών να κοιμάται
στο πάτωμα,τέτοια λιτότητα αδύνατον να αντέξει η' ν'ανεχθει
η Θεοφανώ,κατά κόσμον Αναστασω κόρη του ταβερνιαρη Καρτερού
Λακαινα εκπαγλου καλλονής και δι'αυτο λίαν επικίνδυνος και διβουλος,
εθισμένη τοσο που ήτο από τον πρώην σύζυγό Ρωμανό Β' στην ασωτεια
και στην τρυφηλη ζωή,ετούτον τον Νικηφόρο αλλα τον ενδιέφεραν,
η αφοσίωση στο στράτευμα, η μοναστική ζωή, η μεγάλη ευσέβεια,
φίλους είχε τον Αθανάσιο Αθωνίτη και τον Νίκωνα Μετανοείτε,
αυτή όμως έπρεπε να κοιτάξει το μέλλον τον παιδιών της και κυρίως
του Βασιλείου,οι βαριές φορολογίες στα μοναστήρια για τα πολεμικά
η αυξανόμενη δυσαρέσκεια των ευγενών συντόμως θα τα τίναζαν όλα
στον αέρα,ο Αρμένιος Ιωάννης Τσιμισκης ήταν εραστης της και φιλόδοξος
νέος και σ'ενα νεύμα της θα υπακουσε παραυτα κι έτσι έγινε,ξημερώνοντας
η 11τη Δεκεμβρίου του 969 εισήλθαν κρυφά οι συνομωτες στον κοιτώνα
προσευχής τ'αυτοκρατορα και καθώς από στρατιωτική συνήθεια τον βρήκαν
ξαπλωμένο στο πάτωμα να κοιμάται τον χτύπησαν απανωτά με το ακουφιον ξίφος κατά τον ιστορικό Λέοντα τον Διάκονο και το κομμένο κεφάλι του το πέταξαν απ'τό παράθυρο στα χιονια στα αζητητα,μετά από ώρα δικοί του
μετά φόβου το μάζεψαν και χωρίς αυτοκρατορικές τιμές το έθαψαν
στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων γραφοντας επιγραμματικά πανω
στη σαρκοφάγο του: 'τους νίκησε όλους εκτός από μια γυναικα',αυτος
που κατανίκησε στη Κρήτη τους Σαρακηνούς όχι όμως την Αναστασω Θεοφανω
'
.
.
Η Άλωση της Πόλης το 1204
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
τι περίμενες από τέτοιους ιερούς πολέμους,του παπα
σταυροφορίες κατά απίστων,πως δεν θα μπλεχναμε;
ορίστε ο βενετικος στόλος άδειασε στην Προποντίδα
Φλαμανδους Φράγκους Γερμανούς άπληστα άτομα
τα ποσοστά της μοιρασιάς καθορισμένα τοσα ο δόγης
τόσα ο παπας,και τα οφίτσια ομοίως,τίποτα στην τυχη,
λατίνος αυτοκράτορας λατίνος πατριαρχης,τώρα είναι
τελεσμενα τα πράγματα,ο αυτοκρατωρ Αλεξιος Δ' Άγγελος
εκτελέσθηκε,κάποιος Νικόλαος Καναβός δολοφονήθηκε,
ο Αλέξιος Ε' Δούκας η' τέλος πάντων Μουρτζουφλος
τι να κάνει αυτος;αντί-λατινικο μέτωπο κουραφεξουλα
στις 13 Απριλιου 1204 ζημερωνοντας θα πέσει η Πολη
.
.
.
Η πυρκαγιά στη Ρώμη το 64 μ Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
εντάξει ο Νερων είναι βεβαίως παράφρων
όμως στη πυρκαγιά της Ρώμης ήτο απών
στην Αντζιο τη γενέτειρα η' στην Ολυμπία
σ'ολυμπιακους αγώνες,τα δε περί λύρας
κι ως Όμηρος ψαλμωδος της πυρπολημενης
Τροίας fake news,μήπως πρέπει να στραφούμε
στον Σαούλ η' Παύλο και στην ομάδα του;
.
.
.
Gregory Corso(1930-2001)-Poem
Last Night I Drove A Car
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n. couvelis
Τη νύχτα χθες οδήγησα ένα αυτοκινητο
χωρίς οδήγηση να γνωρίζω
χωρίς να'ναι δικό μου τ'αυτοκινητο
Οδηγώ και παρασυρω χτυπώντας
ανθρωπους π'αγαπησα
διεσχισα με 120 μια πολη
Σταμάτησα στο Hedgeville
και κοιμήθηκα στο πίσω καθισμα
κατενθουσιασμένος με την καινούργια μου ζωή
.
.
Last night I drove a car
not knowing how to drive
not owning a car
I drove and knocked down
people I loved
…went 120 through one town.
I stopped at Hedgeville
and slept in the back seat
…excited about my new life.
.
.
.
Gregory Corso(1930-2001)-Poem
Greenwich Village Suicide
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αυτοκτονία στο Greenwich Village
Τα μπρατσα τεντωμένα
Τα χέρια ακουμπισμένα στα παραθυρόφυλλα
Αυτή κοιτάζει κάτω
Σκέφτεται τον Μπάρτοκ,τον Βαν Γκογκ
Και τα New Yorker cartoons
Αυτή πέφτει
Την απομακρύνουν με την Daily News στο πρόσωπο της
Κι ένας καταστηματάρχης ρίχνει καυτό νερό στο πεζοδρόμιο
.
.
Arms outstretched
Hands flat against the windowsides
She looks down
Thinks of Bartok, Van Gogh
And New Yorker cartoons
She falls
They take her away with a Daily News on her face
And a storekeeper throws hot water on the sidewalk
.
.
.
Gregory Corso (1930-2001)Poems
Sea Chanty -Proximity
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Sea Chanty
Της θάλασσας τραγουδάκι
η μάνα μου μισεί τη θαλασσα
τη θάλασσα μου ειδικα
την προειδοποιησα να μην
αυτό ήταν όλο που μπορούσα να κανω
Δύο χρόνια αργοτερα.
η θάλασσα την έφαγε
Πάνω στη παραλία βρήκα μια παραξενη
όμως όμορφη τροφη
Ρώτησα τη θάλασσα αν μπορούσα να τη φαω
κι η θάλασσα είπε ότι μπορουσα
-Ω,θάλασσα,τι ψάρι είν' αυτό
τόσο τρυφερό και τόσο γλυκό;
-Της μάνας σου τα ποδια-ηταν η απάντηση της
.
.
Sea Chanty
My mother hates the sea,
my sea especially,
I warned her not to;
it was all I could do.
Two years later
the sea ate her.
Upon the shore I found a strange
yet beautiful food;
I asked the sea if I could eat it,
and the sea said that I could.
- Oh, sea, what fish is this
so tender and so sweet? -
- Thy mother's feet - was its answer.
.
.
Proximity
Εγγύτητα
Ένα αστέρι
είναι το μακριά
όσο το μάτι
μπορεί να δει
και
τόσο κοντά
όσο το μάτι μου
είναι σε μενα
.
.
Proximity
A star
is as far
as the eye
can see
and
as near
as my eye
is to me
.
.
.
Ακριβώς αυτό,ερωτήματα ιλιγγιωδη
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ερωτήματα ιλιγγιωδη
Τι είναι συμβιβασμός;
Παραίτηση τι είναι;
Πολιτισμός;
επιστημονική εγκληματικοτητα
Αλήθεια,ποιος φοβάται την ατομική βόμβα;
ε βέβαια,όχι αποδοχή όλων,μόνο
αποδοχή επιλεγμενων
Ο κόσμος μια παράξενη κολαση
Εμπορική προώθηση,Εμανουέλ Καντ,Έζρα Πάουντ,Μάρτιν
Χάιντεγκερ,Χάννα Αρεντ
Πολύ καιρό τώρα είναι ανεργοι
Ότι μας δίνεται στη ζωή είναι
επικινδυνο
Δεν συμφωνώ
Διαφωνώ
Δεν συμφωνω
Αλήθεια τώρα σου αρέσει αυτό το σόου
Τα κλισέ της αληθειας
Ο Ρέμπραντ ποπ σταρ
Κι ο Βαν Γκογκ.
.
.
.
Great Abstract 4μ χ 6μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Συμπτώσεις
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
επολιορκει Μιλητον και κατά γην και κατά
θαλατταν
tu ne vois pas
ερημιά,μια χελώνα στη θάλασσα
το φεγγάρι την σηκώνει ,η μνήμη
της πατρίδας
seulement : ιεμενος και καπνον νοησαι
αέρας γλάρος
είναι η στιγμή που η Ιοκάστη βγαίνει στη σκηνή
μετά ταύτα η νύχτα
στη Καδμεία Θήβα
ώρα πολύ παρατηρεί το νερό που ποτίζει τις ρίζες
.
.
.
Αριστοφάνης,Ιππής,(424 π.Χ ,α' βραβείο,και πρώτη κωμωδία με το όνομα του)
4 αποσπασματα-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΝΙΚΙΑΣ
το πιο καλό λοιπόν στα παροντα
για μας είναι να καταφυγουμε στων θεών τις ξύλινες εικονες
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
'ποιες ξύλινες εικονες;' αλήθεια πιστεύεις στους θεούς;
ΝΙΚΙΑΣ
εγώ βεβαια
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
κι από που το συμπεραίνεις; 40
ΝΙΚΙΑΣ
ότι δεν με υπολογίζουν,δεν είναι έτσι;
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
μ'επεισες για τα καλά.
.
.
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
γιατί η δημαγωγία δεν θέλει εκλεπτυσμένο ανθρωπο
ούτε να'χει αρετη στους τροπους
αλλά αμορφωτο και σιχαμερό
.
.
ΑΛΛΑΝΤΟΠΩΛΗΣ
και τι αλήθεια λέει ο χρησμός;
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
πολύ καλά,μα τους θεούς,
με τέχνη και σοφά αινιγματικά.
αλλ'οποτε αρπάξει δερμάτινος αητός γαμψονυχης
στο ραμφος φιδι τρανό πανούργο αιματοποτη
τότε των Παφλαγονων χάθηκε η σκορδαλοαλμυρα
και στους πατσατζηδες ο Θεός μεγάλη δόξα δωριζει
αν μάλλιστα αλλαντικά να μην πωλούν δεχτουνε
Σημείωση:
(βυρσαητος ο βυρσοδέψης δημαγωγός Κλέωνας,
φίδι μακρύ δράκος το αλλαντικό)
.
.
ΑΛΛΑΝΤΟΠΩΛΗΣ
τα λόγια μου καλαρεσουν,όμως απορώ πως
το δήμο τέτοιος που'μαι θα κυβερναω
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
πανευκολη δουλειά.αυτα ίδια όπως τα κάνεις καν'τα.
ανακάτεψε και σαλαμισε μαζί τα πράγματα
όλα,και τον δήμο συνέχεια φέρνε με το μέρος σου
γλυκαινοντας με λόγια μαγειρεμενα.
κι έχεις συν τ'αλλα τα δημαγωγικα
λέγειν να διαφθειρεις,απ' αθλια γενια,ξύπνιος της αγοράς είσαι.
έχεις όλα όσα χρειάζονται για να πολιτευτείς.
.
.
ΝΙΚΙΑΣ
κράτιστα τοίνυν τῶν παρόντων ἐστὶ νῷν,
θεῶν ἰόντε προσπεσεῖν του πρὸς βρέτας.
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
"ποῖον βρέτας;" ἐτεὸν ἡγεῖ γὰρ θεούς;
ΝΙΚΙΑΣ
ἔγωγε.
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
ποίῳ χρώμενος τεκμηρίῳ;40
ΝΙΚΙΑΣ
ὁτιὴ θεοῖσιν ἐχθρός εἰμ'. οὐκ εἰκότως;
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
εὖ προσβιβάζεις μ'.
.
.
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
ἡ δημαγωγία γὰρ οὐ πρὸς μουσικοῦ
ἔτ' ἐστὶν ἀνδρὸς οὐδὲ χρηστοῦ τοὺς τρόπους,
ἀλλ' εἰς ἀμαθῆ βδελυρόν
.
.
ΑΛΛΑΝΤΟΠΩΛΗΣ
πῶς δῆτά φησ' ὁ χρησμός;
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
εὖ νὴ τοὺς θεοὺς
καὶ ποικίλως πως καὶ σοφῶς ᾐνιγμένος·
ἀλλ' ὁπόταν μάρψῃ βυρσαίετος ἀγκυλοχήλης
γαμφηλῇσι δράκοντα κοάλεμον αἱματοπώτην,
δὴ τότε Παφλαγόνων μὲν ἀπόλλυται ἡ σκοροδάλμη,
κοιλιοπώλῃσιν δὲ θεὸς μέγα κῦδος ὀπάζει,
αἴ κεν μὴ πωλεῖν ἀλλᾶντας μᾶλλον ἕλωνται
.
.
ΑΛΛΑΝΤΟΠΩΛΗΣ
τὰ μὲν λόγι' αἰκάλλει με· θαυμάζω δ' ὅπως
τὸν δῆμον οἷός τ' ἐπιτροπεύειν εἴμ' ἐγώ.
ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ
φαυλότατον ἔργον· ταῦθ' ἅπερ ποιεῖς ποίει·
τάραττε καὶ χόρδευ' ὁμοῦ τὰ πράγματα
ἅπαντα, καὶ τὸν δῆμον ἀεὶ προσποιοῦ
ὑπογλυκαίνων ῥηματίοις μαγειρικοῖς.
τὰ δ' ἄλλα σοι πρόσεστι δημαγωγικά,
φωνὴ μιαρά, γέγονας κακῶς, ἀγοραῖος εἶ·
ἔχεις ἅπαντα πρὸς πολιτείαν ἃ δεῖ
.
.
.
Ευριπίδης,Φοινισσαι,(411-408 π.Χ),Προοίμιον,Μονόλογος-Εισαγωγη.Ιοκαστης
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ιοκάστη
Ήλιε που διαβαίνεις μέσα απ'τ'ουρανου
τ'αστερια,πάνω σ'αμαξα χρυσή
και φωτιάς φλόγες μ'αλογα γρήγορα,τι καταστροφής ακτίδα
πάνω στη Θήβα εστειλες,
απ'τη μέρα π'άφησε Καδμος της Φοινίκης τη χώρα πλάι στη θάλασσα
κι έφτασε σ'αυτη τη γη.
Εδώ τότε την Αρμονια παντρεύτηκε,της Κυπριδας την κορη,
και τον Πολυδωρο απέκτησε απ'τον οποίο,λένε,
ο Λαβδακος γεννήθηκε κι απ'αυτον ο Λαιος,
Όλοι ξέρουν πως του Μενοικεα κόρη είμαι
κι ο Κρέων αδελφός απ'την ίδια μάνα.
Με φωναζουν Ιοκάστη,γιατί έτσι ο πατέρας μ'ονοματισε ,
και τον Λαιο παντρεύτηκα,
Και για πολύ καιρό δεν είχαμε παιδιά,
αφ'ότου παντευτηκαμε και να ρωτήσει
πήγε τον Φοιβο αν παιδιά εμείς θα'χουμε,
Τότε του'πε ο θεός,Της Θήβας βασιλιά,της ξακουστης
για τ'αλογα,να μην σπείρεις παιδιά
ενάντια στην θεών τη θέληση,
γιατί αν παιδί αποκτήσεις,αυτό θα σε σκοτώσει
κι όλο το σπίτι σου στο αίμα θα βάψει,
Όμως αυτός,μεθυσμένος μ'εσμιξε,κι απόκτησε παιδί,
κι ύστερα όταν τ'αμαρτημα του κατάλαβε
και τη προειδοποίηση των θεών,έδωσε το παιδί
στους βοσκούς να το παρατήσουν στης Ήρας
τα λειβαδια πάνω στου Κιθαιρώνα τις κορφές,
αφού με σίδερα του τρύπησε τους αστραγάλους,
γι'αυτο Οιδίποδα τον ονομασαν οι Ελληνες,
Κι αυτόν τον βρήκαν ιππείς του Πολυβου και σπίτι
τον έφεραν και στα χέρια τον έβαλαν της κυρας τους,
εκείνη σαν να το'χε γεννήσει το βυζαξε
και τον άντρα της έπεισε πως η μάνα του ήτανε,
Όταν ο γιος μου άντρας έγινε,με μαύρο γενι,
είτε γιατί το υποψιάστηκε,είτε γιατί από κάποιον
άλλον το'μαθε,ξεκίνησε για του Φοίβου το ιερό,
θελωντας στ'αληθεια να μαθει
ποιοι οι γονείς του ητανε,
κι έτσι έκανε κι ο Λαιος,ο άντρας μου,ψάχνωντας
να μάθει αν το παιδί που παράτησε πέθανε,
κι οι δυο τότε συναντήθηκαν στη Φωκίδα σ'ενα σταυροδρόμι,
και του Λαιου ο αμαξάς τον διέταξε,
Ξένε,κάνε στην άκρη ο βασιλιάς να περάσει,
όμως αυτός δεν υπάκουσε μπροστά προχώρησε,
τ'αλογα με τις οπλές τον πάτησαν κι έτρεξε αίμα απ'τα ποδια του,
Τότε,γιατί πρέπει αυτά τα κακά να πω;ο γιος έσφαξε τον πατέρα
και παιρνωντας τ'αμαξι το'δωσε στον Πολυβο,τον θετό πατέρα,
Όταν τώρα καταπίεζε η Σφίγγα και ερημωνε τη πόλη μας
μετά τ'αντρα μου το θάνατο,ο Κρέων ο αδελφός μου,
ανακοίνωσε την παντρεια μου,πως μ'αυτον θα με πάντρευε
που το αίνιγμα θα λυνε της φοβερής γυναίκας,
Και συνέβη ο γιος μου,ο Οιδίποδας,να μαντέψει της Σφίγγας το τραγουδι,
κι έγινε βασιλιάς αυτής της γης και δέχτηκε
το σκήπτρο αυτής της χώρας για έπαθλο του,
χωρίς να το ξέρει τη μάνα του παντρεύτηκε,ο δύστυχος,
κι ούτε η μάνα του ήξερε πως με τον γιο της κοιμονταν,
Και γέννησα τους δύο μου γιους,τον Ετεοκλη
και τον ήρωα Πολυνείκη,και δύο θυγατέρες,
τη μια ο πατέρας της κάλεσε Ισμήνη,την άλλη,που πιο μεγάλη ήταν,
την ονομασα Αντιγόνη,
Τώρα όταν ο Οιδίποδας έμαθε πως παντρευτηκε τη μάνα του,
ξερίζωσε με χρυσές καρφιτσες τους βολβούς απ'τα μάτια του,
Αλλά όταν οι γιοι μου μεγάλωσαν κι είχαν γενια,έκλεισαν τον πατέρα τους
πίσω από σιδερενια κάγκελα,
να κρυφτεί η μοίρα του,αυτός ακόμα εδώ στο σπίτι ζει,
Και μεσ'στη πολύ τη δυστυχία του καταριέται τα παιδιά του,
αυτο το σπίτι να μοιράσουν με κοφτερό σπαθι
Τόσο αυτοί τρόμαξαν πως οι θεοί θα εκπλήρωναν την κατάρα
αν σε σύγκρουση θα έρχονταν,που έκαναν μια συμφωνία,
ο Πολυνείκης,ο νεώτερος,θ'αφηνε τη χώρα με τη θέληση του εξορισμένος,
ενώ ο Ετεοκλής θα'μενε και θα κρατούσε το σκήπτρο,
κι ότι κάθε χρόνο θ'αλλαζαν,όμως ο Ετεοκλής
αφ'οτου καθησε στης εξουσίας το θρόνο,δεν τον παρατούσε
αλλά ανάγκασε τον Πολυνείκη σ'εξορια απ'τη γη.
Έτσι ο Πολυνείκης πήγε στο Άργος και παντρεύτηκε στην οικογένεια
του Αδραστου,και μαζεύοντας πολυάριθμο στρατό απο Αργιτες
εκστρατευσε εδώ,εναντια στα τείχη των επτά πυλων
απαιτώντας το σκήπτρο του πατέρα του και μερίδιο της γης,
Τώρα,η διαμαχη τους για να τελειωσει,έχω τον έναν γιο
τον άλλον να συναντήσει πείσει,
πριν τ'αρματα αρπαξουν,κι ο αγγελιοφόρος
που'στειλα πως θα'ρθει μου'πε,
Δια,που στα λαμπρά ύψη μένεις τ'ουρανού,σώσε μας,
και συμφιλίωσε τους γιους μου,
μην επιτρέπεις πάντα ο ιδιος θνητος δυστυχισμένος να'ναι
.
.
Ἰοκάστη
ὦ τὴν ἐν ἄστροις οὐρανοῦ τέμνων ὁδὸν
καὶ χρυσοκολλήτοισιν ἐμβεβὼς δίφροις
Ἥλιε, θοαῖς ἵπποισιν εἱλίσσων φλόγα,
ὡς δυστυχῆ Θήβαισι τῇ τόθ᾽ ἡμέρᾳ
5ἀκτῖν᾽ ἐφῆκας, Κάδμος ἡνίκ᾽ ἦλθε γῆν
τήνδ᾽, ἐκλιπὼν Φοίνισσαν ἐναλίαν χθόνα:
ὃς παῖδα γήμας Κύπριδος Ἁρμονίαν ποτὲ
Πολύδωρον ἐξέφυσε, τοῦ δὲ Λάβδακον
φῦναι λέγουσιν, ἐκ δὲ τοῦδε Λάιον.
10ἐγὼ δὲ παῖς μὲν κλῄζομαι Μενοικέως,
— Κρέων τ᾽ ἀδελφὸς μητρὸς ἐκ μιᾶς ἔφυ —
καλοῦσι δ᾽ Ἰοκάστην με: τοῦτο γὰρ πατὴρ
ἔθετο. γαμεῖ δὲ Λάιός μ᾽: ἐπεὶ δ᾽ ἄπαις
ἦν χρόνια λέκτρα τἄμ᾽ ἔχων ἐν δώμασιν,
15ἐλθὼν ἐρωτᾷ Φοῖβον ἐξαιτεῖ θ᾽ ἅμα
παίδων ἐς οἴκους ἀρσένων κοινωνίαν.
ὃ δ᾽ εἶπεν: ὦ Θήβαισιν εὐίπποις ἄναξ,
μὴ σπεῖρε τέκνων ἄλοκα δαιμόνων βίᾳ:
εἰ γὰρ τεκνώσεις παῖδ᾽, ἀποκτενεῖ σ᾽ ὁ φύς,
20καὶ πᾶς σὸς οἶκος βήσεται δι᾽ αἵματος.
ὃ δ᾽ ἡδονῇ δοὺς ἔς τε βακχείαν πεσὼν
ἔσπειρεν ἡμῖν παῖδα: καὶ σπείρας, † βρέφος †
γνοὺς τἀμπλάκημα τοῦ θεοῦ τε τὴν φάτιν,
λειμῶν᾽ ἐς Ἥρας καὶ Κιθαιρῶνος λέπας
25δίδωσι βουκόλοισιν ἐκθεῖναι βρέφος,
σφυρῶν σιδηρᾶ κέντρα διαπείρας μέσον:
ὅθεν νιν Ἑλλὰς ὠνόμαζεν Οἰδίπουν.
Πολύβου δέ νιν λαβόντες ἱπποβουκόλοι
φέρουσ᾽ ἐς οἴκους ἔς τε δεσποίνης χέρας
30ἔθηκαν. ἣ δὲ τὸν ἐμὸν ὠδίνων πόνον
μαστοῖς ὑφεῖτο καὶ πόσιν πείθει τεκεῖν.
ἤδη δὲ πυρσαῖς γένυσιν ἐξανδρούμενος
παῖς οὑμὸς ἢ γνοὺς ἤ τινος μαθὼν πάρα
ἔστειχε τοὺς φύσαντας ἐκμαθεῖν θέλων
35πρὸς δῶμα Φοίβου, Λάιός θ᾽, οὑμὸς πόσις,
τὸν ἐκτεθέντα παῖδα μαστεύων μαθεῖν
εἰ μηκέτ᾽ εἴη. καὶ ξυνάπτετον πόδα
ἐς ταὐτὸν ἄμφω Φωκίδος σχιστῆς ὁδοῦ.
καί νιν κελεύει Λαΐου τροχηλάτης:
40ὦ ξένε, τυράννοις ἐκποδὼν μεθίστασο.
ὃ δ᾽ εἷρπ᾽ ἄναυδος, μέγα φρονῶν. πῶλοι δέ νιν
χηλαῖς τένοντας ἐξεφοίνισσον ποδῶν.
ὅθεν — τί τἀκτὸς τῶν κακῶν με δεῖ λέγειν; —
παῖς πατέρα καίνει καὶ λαβὼν ὀχήματα
45Πολύβῳ τροφεῖ δίδωσιν. ὡς δ᾽ ἐπεζάρει
Σφὶγξ ἁρπαγαῖσι πόλιν ἐμός τ᾽ οὐκ ἦν πόσις,
Κρέων ἀδελφὸς τἀμὰ κηρύσσει λέχη,
ὅστις σοφῆς αἴνιγμα παρθένου μάθοι,
τούτῳ ξυνάψειν λέκτρα. τυγχάνει δέ πως
50μούσας ἐμὸς παῖς Οἰδίπους Σφιγγὸς μαθών:
ὅθεν τύραννος τῆσδε γῆς καθίσταται
καὶ σκῆπτρ᾽ ἔπαθλα τῆσδε λαμβάνει χθονός.
γαμεῖ δὲ τὴν τεκοῦσαν οὐκ εἰδὼς τάλας
οὐδ᾽ ἡ τεκοῦσα παιδὶ συγκοιμωμένη.
55τίκτω δὲ παῖδας παιδὶ δύο μὲν ἄρσενας,
Ἐτεοκλέα κλεινήν τε Πολυνείκους βίαν,
κόρας τε δισσάς: τὴν μὲν Ἰσμήνην πατὴρ
ὠνόμασε, τὴν δὲ πρόσθεν Ἀντιγόνην ἐγώ.
μαθὼν δὲ τἀμὰ λέκτρα μητρῴων γάμων
60ὁ πάντ᾽ ἀνατλὰς Οἰδίπους παθήματα
ἐς ὄμμαθ᾽ αὑτοῦ δεινὸν ἐμβάλλει φόνον,
χρυσηλάτοις πόρπαισιν αἱμάξας κόρας.
ἐπεὶ δὲ τέκνων γένυς ἐμῶν σκιάζεται,
κλῄθροις ἔκρυψαν πατέρ᾽, ἵν᾽ ἀμνήμων τύχη
65γένοιτο πολλῶν δεομένη σοφισμάτων:
ζῶν δ᾽ ἔστ᾽ ἐν οἴκοις. πρὸς δὲ τῆς τύχης νοσῶν
ἀρὰς ἀρᾶται παισὶν ἀνοσιωτάτας,
θηκτῷ σιδήρῳ δῶμα διαλαχεῖν τόδε.
τὼ δ᾽ ἐς φόβον πεσόντε, μὴ τελεσφόρους
70εὐχὰς θεοὶ κραίνωσιν οἰκούντων ὁμοῦ,
ξυμβάντ᾽ ἔταξαν τὸν νεώτερον πάρος
φεύγειν ἑκόντα τήνδε Πολυνείκη χθόνα,
Ἐτεοκλέα δὲ σκῆπτρ᾽ ἔχειν μένοντα γῆς,
ἐνιαυτὸν ἀλλάσσοντε. ἐπεὶ δ᾽ ἐπὶ ζυγοῖς
75καθέζετ᾽ ἀρχῆς, οὐ μεθίσταται θρόνων,
φυγάδα δ᾽ ἀπωθεῖ τῆσδε Πολυνείκη χθονός.
ὃ δ᾽ Ἄργος ἐλθών, κῆδος Ἀδράστου λαβών,
πολλὴν ἀθροίσας ἀσπίδ᾽ Ἀργείων ἄγει:
ἐπ᾽ αὐτὰ δ᾽ ἐλθὼν ἑπτάπυλα τείχη τάδε,
80πατρῷ᾽ ἀπαιτεῖ σκῆπτρα καὶ μέρη χθονός.
ἐγὼ δ᾽ ἔριν λύουσ᾽ ὑπόσπονδον μολεῖν
ἔπεισα παιδὶ παῖδα πρὶν ψαῦσαι δορός.
ἥξειν δ᾽ ὁ πεμφθείς φησιν αὐτὸν ἄγγελος.
ἀλλ᾽, ὦ φαεννὰς οὐρανοῦ ναίων πτυχὰς
85Ζεῦ, σῶσον ἡμᾶς, δὸς δὲ σύμβασιν τέκνοις.
χρὴ δ᾽, εἰ σοφὸς πέφυκας, οὐκ ἐᾶν βροτὸν
τὸν αὐτὸν αἰεὶ δυστυχῆ καθεστάναι.
.
.
.
Υπατια-μαθηματικος και νεοπλατωνικος φιλοσοφος
-Αλεξανδρεια 370 μΧ-415 μΧ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η νέα θρησκεία μας πρέπει στερεα να στηριχθεί,οι αμφιβολίες
λιαν επικίνδυνες,κι οι εθνικοί εχθροί,δεν είναι να τους εμπιστεύεσαι,
συνέχεια φιλοσοφίες εφευρίσκουν,Λερναία Ύδρα καταντησανε,
να τώρα αυτή η Υπατία μέγα πρόβλημα,μαθηματικός κι επιπλέον
νεοπλατωνική,να εκλείψει,το σχέδιο έτοιμο,η φιλία της
με τον έπαρχο Ορέστη,αυτή βεβαίως η αιτία για την έχθρα του
με τον επισκοπο μας της Αλεξάνδρειας,κι επιστρατεύτηκε κάποιος
Πέτρος άνθρωποςτης εκκλησίας κι ο όχλος άλλο που δεν ήθελε
να πάρει φωτιά,την άρπαξαν νύχτα την έσυραν στο Caesarium
και με όστρακα κοφτερά την εγδαραν,έπειτα διαμέλισαν το κορμί της,
και σ' έναν τόπον ονομαζόμενον Κιναρον το εκαψαν,η τετοια
ενεργεια προς γνώσιν και συμμόρφωσιν των εναντίων μας έγινε
ούτε μίσος ούτε μένος απλά μέτρο της επιβίωσης μας ηταν
το τέταρτον έτος της Επισκοπής του Κυρίλλου το έκτον έτος
του Θεοδοσιου τον μήνα των Νηστειων του έτους 415
.
.
.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ, Φοίνισσαι 469-496,ο λόγος του Πολυνεικη,
ο αντίλογος του Ετεοκλή ,499-525,και ο συνθετικος λογος τής Ιοκάστης
(528-585)
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Πολυνείκης
απ'τη φύσει του απλός ο λόγος της αλήθειας
δίχως τα διπλά τεχνάσματα 470
καιριος είναι,ο άδικος νοσεί σ'αυτο
και φάρμακα χρειάζεται σοφά
εγώ έχοντας στο νου το σπίτι του πατερα
και το δικό μου κι αυτού,για να ξεφύγω
απ'τις κατάρες που ο Οιδίποδας ξεστόμισε 475
για μας τοτε,εκούσια εξορίσθηκα απ'αυτη τη γη
δίνοντας σ'αυτόν τη βασιλεία της πατρίδας
για ένα χρόνο ώστε να άρχει και με τη σειρά
να λάβω,για να μην έρθει έχθρα γι'αυτο και φθονος
και κάτι κακό πράξω και παθω,οπως γίνεται 480
ενώ όμως μ'αυτα συναινεσε μ'ορκους,στους θεούς
δίνοντας,κανενα απ' όσα υποσχέθηκε δεν έπραξε,
αλλά κρατεί την εξουσία ο ίδιος και το δικό μου
μέρος του σπιτιού,και τώρα έτοιμος είμαι αν λαβω
τα δικά μου τον στρατό να διώξω απ'αυτη τη γη 485
να κατοικήσω το σπίτι μου με τη σειρά λαμβάνοντας
κι σ'αυτόν εδώ ν'αφησω το ίσο πάλι στο χρόνο του
και μήτε να πολιορκησω την πατρίδα μήτε να φερω
στους πύργους σκάλες να στήσω ν'ανεβω πανω
αυτά που αν δεν πετύχω το δίκαιο επιχειρω 490
να πράξω,μάρτυρες για αυτά εδω του θεούς καλω
πως τα πάντα πράττω για το δίκαιο δίκαια
να αποστερουμαι την πατρίδα τόσο ανιερα
αυτά το καθένα,μητέρα,χωρίς περίπλοκα
λόγια να προσθέσω είπα ,αλλά και στους σοφούς495
και στους απλοϊκούς δικαια,όπως σ'εμενα φαίνεται
.
.
Ἐτεοκλῆς
αν σ'ολους το καλό το ίδιο φυσει σοφό συναμα
δεν θα'ταν αντιλογιας στους ανθρώπους εχθρα 500
τώρα ουτ'ομοιο κανένα ούτε ίσο στους θνητους
εκτός σαν όνομα,τέτοιο πράγμα δεν υπαρχει
γιατί τίποτα,μητέρα,αποκρύπτοντας θα πω:
στ'αστρα αν είναι θα παω στους ηλίου την ανατολη
και κάτω βαθεια απ'τη γη,αν έτσι να πράξω μπορώ505
την μέγιστη των θεών ώστε να κρατήσω Τυραννιδα
τούτο λοιπόν το αξίωμα,μητέρα,δεν προτίθεμαι
σ'αλλον να παραχωρισω παρά για μένα μάλλον να διατηρησω
γιατί σ'αντρα δεν ταιριάζει,το περισσότερο κάποιος να χάσει
και το λιγότερο να λαβει,ντροπή δε για αυτα δω νιώθω 510
με τα οπλα να'ρθει αυτος εδώ και καταστρέφοντας τη χώρα
να πετύχει αυτά που επιθυμει,γιατί στη Θήβα αυτό εδώ
θα'ταν προσβολή,αν με το φόβο της Μυκηναιας απειλής
παρεδινα τα σκήπτρα μου σ'αυτόν εδω να παρει,
έπρεπε αυτός όχι με τα όπλα τις συνδιαλλαγές φιλίας 515
μητέρα,να κάνει,γιατί καθετί καταφέρνει ο λόγος
αυτό που και το σίδερο των εμπολέμων μπορεί να κανει,
αλλά έναν αλλιώς αυτήν εδω τη γη θέλει να κατοικήσει,
του επιτρέπεται,εκείνο δεν θ'αφησω με τη θέληση μου
όταν μπορώ να αρχω,σ'αυτόν εδώ δούλος ποτε να γίνω; 520
γι'αυτά εμπρός φωτιά,εμπρός σπαθιά,
να ζευτουν τ'αλογα,οι τόποι να γεμίσουν απ'αρματα
αφού δεν θα παρατήσω σ'αυτον εδώ την τυραννιδα μου
γιατί εάν πραγματι χρειαστεί ν'αδικησω,χάριν της τυραννιδος
το πιο ωραίο αδίκημα,για τ'αλλα η ευσεβεια επιβάλλεται 525
.
.
Ἰοκάστη
τέκνο μου,όχι όλα στα γηρατειά τα κακα
Ετεοκλή,δεν έρχονται,αλλά η εμπειρια
έχει κάτι να πει σοφωτερο απ'τους νέους 530
γιατί στην πιο κακια των δαιμονων αφήνεσαι
Φιλοδοξία,παιδί μου,μη,άδικος είναι θεος
σε πολλά μέσα σπίτια και πόλεις ευδαίμονες
μπαίνει και βγαίνει με τον όλεθρο των προσκυνητών της
γι'αυτη ειναι που τρελάθηκες,κείνο πιο καλό,τέκνο μου,535
την ισότητα να τιμας,που φίλους πάντα με τους φίλους,
και πόλεις με τις πόλεις,και συμμάχους με τους συμμάχους,
συνδέει,γιατί το ίσο σταθερο στους ανθρώπους φύσει,
στο πιο πολύ πάντοτε αντίπαλο ανθίσταται
το λιγότερο και έτσι αρχινα της μέρας η εχθρα 540
και γιατί μέτρα στους ανθρώπους και σταθμά
η ισότητα έθεσε κι αριθμούς όρισε,
της νύχτας τ'αφεγγες βλέφαρο και του ήλιου το φως
ίσα βαδιζει τον κύκλο του χρόνου,
κανένα απ'αυτα τα δυο δεν έχει φθόνο όταν αποσύρεται 545
αφου ο ήλιος κι η νύχτα υπακούει στους θνητούς
εσύ δεν θα δεχτείς το απιτι να'χεις ίσο
και με αυτον εδώ να κατεχεις;και τότε που είναι το δίκαιο;
γιατι την τυραννίδα,αδικία πλεονεξίας,
τιμας υπερφυσικά και τόσο πολύ αυτή εδώ ακολουθας; 550
να θαυμάζεσε απ'τους γύρω και να τιμασε;κούφιο είναι.
η' θέλεις πολλα άγχη πολλά έχοντας στο σπίτι;
και τι το πολυ είναι;ένα όνομα μόνο,
επειδή αυτά που αρκούν επαρκή στους σώφρονες
ούτε τα πραγματα είναι ιδιοκτησία των θνητών 555
οι θεοί τα έχουν και μεις τα φροντιζουμε
όταν τα θελήσουν μας τα αφαιρούν πάλι,
η ευημερία δεν είναι βέβαιη,αλλά εφημερη,
έλα,να.σε ρωτώ θετωντας μπροστά δύο λόγους συναμα
ποιο απ'τα δύο να τυραννας η' την πόλη να σώσεις θέλεις,560
αγαπάς να τυραννας;αν όμως σε νικησει αυτός εδώ;
κι οι Αργιτικές λόγχες το δόρυ των Καδμειων κυριέψουν
θα δεις κατακτημένη τη πόλη της Θήβας αυτή εδώ
θα δεις πολλές αιχμαλωτισμενες κόρες
με τη βία από άντρες εχθρους διεφθαρμενες 565
γιατί οδυνηρός ο πλουτος που ζητάς να'χεις
θα γίνει στη Θήβα,φιλόδοξος είσαι εσύ,
σε σένα αυτά εδώ είπα,σε σένα δε, Πολυνεικη,λεω
αλόγιστες ο Άδραστος εύνοιες σε σένα πρόσφερε,
ασυνετα ήρθες και να κυριέψεις την πόλη σου,570
πες,αν κατακτήσεις την γη αυτή εδω-που ποτέ
να μην τυχει-για τους θεούς,τρόπαια πως θα στήσεις στον Δία;
πως πάλι θ'αρχισεις θυσιες,κυριεύοντας την πατρίδα,
και πως στα λάφυρα θα γράψεις στις ροές του Ιναχου:
'την Θηβα πυρπολώντας αυτες εδώ ο Πολυνείκης στους θεούς 575
τις ασπίδες αφιέρωσε'.ποτε,τέκνο μου,δόξα
τέτοια σε σένα να γίνει απ'τους Ελληνες να λαβεις.
αν πάλι νικηθεις και σ'αυτα εδώ υπερισχύσει
πως στο Άργος θα πας μύριους εγκαταλειπωντας νεκρούς;
κάποιος σίγουρα θα πει:κακες μνηστείες 580
Άδραστε συμφωνησες,για το γάμο μιας νύφης
χανομαστε.για δύο κακά ανυπομονεις,τέκνο μου,
κείνους να στερηθεις και στα εδώ στη μέση ν'αποτυχεις
παρατήστε την υπερβολή,παρατήστε την,οι αλογιστιες δυο,
όταν σμιξουν,το πιο απεχθές κακο 585
.
.
Πολυνείκης
ἁπλοῦς ὁ μῦθος τῆς ἀληθείας ἔφυ,
470κοὐ ποικίλων δεῖ τἄνδιχ᾽ ἑρμηνευμάτων:
ἔχει γὰρ αὐτὰ καιρόν: ὁ δ᾽ ἄδικος λόγος
νοσῶν ἐν αὑτῷ φαρμάκων δεῖται σοφῶν.
ἐγὼ δὲ πατρὸς δωμάτων προυσκεψάμην
τοὐμόν τε καὶ τοῦδ᾽, ἐκφυγεῖν χρῄζων ἀρὰς
475ἃς Οἰδίπους ἐφθέγξατ᾽ εἰς ἡμᾶς ποτε,
ἐξῆλθον ἔξω τῆσδ᾽ ἑκὼν αὐτὸς χθονός,
δοὺς τῷδ᾽ ἀνάσσειν πατρίδος ἐνιαυτοῦ κύκλον,
ὥστ᾽ αὐτὸς ἄρχειν αὖθις ἀνὰ μέρος λαβὼν
καὶ μὴ δι᾽ ἔχθρας τῷδε καὶ φθόνου μολὼν
480κακόν τι δρᾶσαι καὶ παθεῖν, ἃ γίγνεται.
ὃ δ᾽ αἰνέσας ταῦθ᾽ ὁρκίους τε δοὺς θεούς,
ἔδρασεν οὐδὲν ὧν ὑπέσχετ᾽, ἀλλ᾽ ἔχει
τυραννίδ᾽ αὐτὸς καὶ δόμων ἐμῶν μέρος.
καὶ νῦν ἕτοιμός εἰμι τἀμαυτοῦ λαβὼν
485στρατὸν μὲν ἔξω τῆσδ᾽ ἀποστεῖλαι χθονός,
οἰκεῖν δὲ τὸν ἐμὸν οἶκον ἀνὰ μέρος λαβὼν
καὶ τῷδ᾽ ἀφεῖναι τὸν ἴσον αὖθις αὖ χρόνον,
καὶ μήτε πορθεῖν πατρίδα μήτε προσφέρειν
πύργοισι πηκτῶν κλιμάκων προσαμβάσεις,
490ἃ μὴ κυρήσας τῆς δίκης πειράσομαι
δρᾶν. μάρτυρας δὲ τῶνδε δαίμονας καλῶ,
ὡς πάντα πράσσων σὺν δίκῃ, δίκης ἄτερ
ἀποστεροῦμαι πατρίδος ἀνοσιώτατα.
ταῦτ᾽ αὔθ᾽ ἕκαστα, μῆτερ, οὐχὶ περιπλοκὰς
495λόγων ἀθροίσας εἶπον, ἀλλὰ καὶ σοφοῖς
καὶ τοῖσι φαύλοις ἔνδιχ᾽, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ.
.
.
Ἐτεοκλῆς
εἰ πᾶσι ταὐτὸν καλὸν ἔφυ σοφόν θ᾽ ἅμα,
500οὐκ ἦν ἂν ἀμφίλεκτος ἀνθρώποις ἔρις:
νῦν δ᾽ οὔθ᾽ ὅμοιον οὐδὲν οὔτ᾽ ἴσον βροτοῖς,
πλὴν ὀνόμασαι: τὸ δ᾽ ἔργον οὐκ ἔστιν τόδε.
ἐγὼ γὰρ οὐδέν, μῆτερ, ἀποκρύψας ἐρῶ:
ἄστρων ἂν ἔλθοιμ᾽ ἡλίου πρὸς ἀντολὰς
505καὶ γῆς ἔνερθεν, δυνατὸς ὢν δρᾶσαι τάδε,
τὴν θεῶν μεγίστην ὥστ᾽ ἔχειν Τυραννίδα.
τοῦτ᾽ οὖν τὸ χρηστόν, μῆτερ, οὐχὶ βούλομαι
ἄλλῳ παρεῖναι μᾶλλον ἢ σῴζειν ἐμοί:
ἀνανδρία γάρ, τὸ πλέον ὅστις ἀπολέσας
510τοὔλασσον ἔλαβε. πρὸς δὲ τοῖσδ᾽ αἰσχύνομαι,
ἐλθόντα σὺν ὅπλοις τόνδε καὶ πορθοῦντα γῆν
τυχεῖν ἃ χρῄζει: ταῖς γὰρ ἂν Θήβαις τόδε
γένοιτ᾽ ὄνειδος, εἰ Μυκηναίου δορὸς
φόβῳ παρείην σκῆπτρα τἀμὰ τῷδ᾽ ἔχειν.
515χρῆν δ᾽ αὐτὸν οὐχ ὅπλοισι τὰς διαλλαγάς,
μῆτερ, ποιεῖσθαι: πᾶν γὰρ ἐξαιρεῖ λόγος
ὃ καὶ σίδηρος πολεμίων δράσειεν ἄν.
ἀλλ᾽, εἰ μὲν ἄλλως τήνδε γῆν οἰκεῖν θέλει,
ἔξεστ᾽: ἐκεῖνο δ᾽ οὐχ ἑκὼν μεθήσομαι.
520ἄρχειν παρόν μοι, τῷδε δουλεύσω ποτέ;
πρὸς ταῦτ᾽ ἴτω μὲν πῦρ, ἴτω δὲ φάσγανα,
ζεύγνυσθε δ᾽ ἵππους, πεδία πίμπλαθ᾽ ἁρμάτων,
ὡς οὐ παρήσω τῷδ᾽ ἐμὴν τυραννίδα.
εἴπερ γὰρ ἀδικεῖν χρή, τυραννίδος πέρι
525κάλλιστον ἀδικεῖν, τἄλλα δ᾽ εὐσεβεῖν χρεών
.
.
Ἰοκάστη
ὦ τέκνον, οὐχ ἅπαντα τῷ γήρᾳ κακά,
Ἐτεόκλεες, πρόσεστιν: ἀλλ᾽ ἡμπειρία
530ἔχει τι λέξαι τῶν νέων σοφώτερον.
τί τῆς κακίστης δαιμόνων ἐφίεσαι
Φιλοτιμίας, παῖ; μὴ σύ γ᾽: ἄδικος ἡ θεός:
πολλοὺς δ᾽ ἐς οἴκους καὶ πόλεις εὐδαίμονας
ἐσῆλθε κἀξῆλθ᾽ ἐπ᾽ ὀλέθρῳ τῶν χρωμένων:
535ἐφ᾽ ᾗ σὺ μαίνῃ. κεῖνο κάλλιον, τέκνον,
Ἰσότητα τιμᾶν, ἣ φίλους ἀεὶ φίλοις
πόλεις τε πόλεσι συμμάχους τε συμμάχοις
συνδεῖ: τὸ γὰρ ἴσον μόνιμον ἀνθρώποις ἔφυ,
τῷ πλέονι δ᾽ αἰεὶ πολέμιον καθίσταται
540τοὔλασσον ἐχθρᾶς θ᾽ ἡμέρας κατάρχεται.
καὶ γὰρ μέτρ᾽ ἀνθρώποισι καὶ μέρη σταθμῶν
Ἰσότης ἔταξε κἀριθμὸν διώρισε,
νυκτός τ᾽ ἀφεγγὲς βλέφαρον ἡλίου τε φῶς
ἴσον βαδίζει τὸν ἐνιαύσιον κύκλον,
545κοὐδέτερον αὐτῶν φθόνον ἔχει νικώμενον.
εἶθ᾽ ἥλιος μὲν νύξ τε δουλεύει βροτοῖς
σὺ δ᾽ οὐκ ἀνέξῃ δωμάτων ἔχων ἴσον
καὶ τῷδε νεῖμαι; κᾆτα ποῦ 'στιν ἡ δίκη;
τί τὴν τυραννίδ᾽, ἀδικίαν εὐδαίμονα,
550τιμᾷς ὑπέρφευ καὶ μέγ᾽ ἥγησαι τόδε;
περιβλέπεσθαι τίμιον; κενὸν μὲν οὖν.
ἢ πολλὰ μοχθεῖν πόλλ᾽ ἔχων ἐν δώμασι
βούλῃ; τί δ᾽ ἔστι τὸ πλέον; ὄνομ᾽ ἔχει μόνον:
ἐπεὶ τά γ᾽ ἀρκοῦνθ᾽ ἱκανὰ τοῖς γε σώφροσιν.
555οὔτοι τὰ χρήματ᾽ ἴδια κέκτηνται βροτοί,
τὰ τῶν θεῶν δ᾽ ἔχοντες ἐπιμελούμεθα:
ὅταν δὲ χρῄζωσ᾽, αὔτ᾽ ἀφαιροῦνται πάλιν.
ὁ δ᾽ ὄλβος οὐ βέβαιος, ἀλλ᾽ ἐφήμερος.
ἄγ᾽, ἤν σ᾽ ἔρωμαι δύο λόγω προθεῖσ᾽ ἅμα,
560πότερα τυραννεῖν ἢ πόλιν σῷσαι θέλεις,
ἐρεῖς τυραννεῖν; ἢν δὲ νικήσῃ σ᾽ ὅδε;
Ἀργεῖά τ᾽ ἔγχη δόρυ τὸ Καδμείων ἕλῃ,
ὄψῃ δαμασθὲν ἄστυ Θηβαῖον τόδε,
ὄψῃ δὲ πολλὰς αἰχμαλωτίδας κόρας
565βίᾳ πρὸς ἀνδρῶν πολεμίων πορθουμένας.
ὀδυνηρὸς ἆρ᾽ ὁ πλοῦτος, ὃν ζητεῖς ἔχειν,
γενήσεται Θήβαισι, φιλότιμος δὲ σύ.
σοὶ μὲν τάδ᾽ αὐδῶ. σοὶ δέ, Πολύνεικες, λέγω:
ἀμαθεῖς Ἄδραστος χάριτας ἔς σ᾽ ἀνήψατο,
570ἀσύνετα δ᾽ ἦλθες καὶ σὺ πορθήσων πόλιν.
φέρ᾽, ἢν ἕλῃς γῆν τήνδ᾽ — ὃ μὴ τύχοι ποτέ —
πρὸς θεῶν, τρόπαια πῶς ἀναστήσεις Διί;
πῶς δ᾽ αὖ κατάρξῃ θυμάτων, ἑλὼν πάτραν,
καὶ σκῦλα γράψεις πῶς ἐπ᾽ Ἰνάχου ῥοαῖς;
575‘Θήβας πυρώσας τάσδε Πολυνείκης θεοῖς
ἀσπίδας ἔθηκε;’ μήποτ᾽, ὦ τέκνον, κλέος
τοιόνδε σοι γένοιθ᾽ ὑφ᾽ Ἑλλήνων λαβεῖν.
ἢν δ᾽ αὖ κρατηθῇς καὶ τὰ τοῦδ᾽ ὑπερδράμῃ,
πῶς Ἄργος ἥξεις μυρίους λιπὼν νεκρούς;
580ἐρεῖ δὲ δή τις: ὦ κακὰ μνηστεύματα
Ἄδραστε προσθείς, διὰ μιᾶς νύμφης γάμον
ἀπωλόμεσθα. δύο κακὼ σπεύδεις, τέκνον,
κείνων στέρεσθαι τῶνδέ τ᾽ ἐν μέσῳ πεσεῖν.
μέθετον τὸ λίαν, μέθετον: ἀμαθία δυοῖν,
585ἐς ταὔθ᾽ ὅταν μόλητον, ἔχθιστον κακόν.
.
.
.
ΠΙΝΔΑΡΟΣ
ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΟΣ ΙΒ'
ΣΤΟΝ ΕΡΓΟΤΈΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΜΕΡΑ ΤΟΝ ΔΟΛΙΧΟΔΡΟΜΟ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
σε θερμοπαρακαλώ,παιδί του Ελευθεριου Δια,
να'ναι η Ιμέρα πολιτεια ισχυρή,Σωτειρα Τύχη
γιατί απο σε στη θάλασσα κυβερνιώνται τα γρήγορα
καράβια και στη ξηρά οι ορμητικοί πόλεμοι
και οι αγορές των αποφάσεων,έτσι των ανθρώπων
πολλές φορές πάνω και μετά κάτω
από ψευδή ανώφελα αφού περασουν κυλουν οι ελπιδες
σημάδι ποτέ απ'οσους πάνω στη γη ζουν να πιστευτει
για πράξη που θα συμβεί δεν βρεθηκε απ'τους θεους
των μελλουμενων είναι τυφλωμένη η γνώση
πολλά στους ανθρώπους αντίθετα απ'τη γνώμη τους πεφτουν
αναποδογυρίζοντας την ευχαρίστηση,άλλοι δε που φοβερες
συναντησαν τρικυμίες με αίσιο τελος τις βαριές συμφορες
σε μικρό χρόνο αντάλλαξαν
Γιέ του Φιλανορα,πράγματι κι εσυ
σαν το κοκκορι που μάχεται μέσα στο συγγενικό σπίτι
άδοξη η τιμή των ποδιών σου θα φυλλοροουσε
αν η εμφυλια εξέγερση δεν σου στερουσε την πατρίδα της Κνωσου
τώρα στην Ολυμπία εισαι στεφανωμενος
και δυο φορές στα Πύθια και στα Ίσθμια,Εργοτέλη,
εσύ τα θερμά των Νυμφών λουτρά εξυψωνεις
συντροφευοντας με τα χώματα δίπλα που κατοικεις
.
.
ΟΛΥΜΠΙΟΝΙΚΑΙΣ ΙΒ'
ΕΡΓΟΤΕΛΕΙ ΙΜΕΡΑΙΩι ΔΟΛΙΧΟΔΡΟΜΩι
λίσσομαι, παῖ Ζηνὸς Ἐλευθερίου,
Ἱμέραν εὐρυσθενέ᾽ ἀμφιπόλει, σώτειρα Τύχα.
τὶν γὰρ ἐν πόντῳ κυβερνῶνται θοαὶ
νᾶες, ἐν χέρσῳ τε λαιψηροὶ πόλεμοι
5κἀγοραὶ βουλαφόροι. αἵ γε μὲν ἀνδρῶν
πόλλ᾽ ἄνω, τὰ δ᾽ αὖ κάτω
ψεύδη μεταμώνια τάμνοισαι κυλίνδοντ᾽ ἐλπίδες:
[10] σύμβολον δ᾽ οὔ πώ τις ἐπιχθονίων
πιστὸν ἀμφὶ πράξιος ἐσσομένας εὗρεν θεόθεν:
τῶν δὲ μελλόντων τετύφλωνται φραδαί.
10πολλὰ δ᾽ ἀνθρώποις παρὰ γνώμαν ἔπεσεν,
ἔμπαλιν μὲν τέρψιος, οἱ δ᾽ ἀνιαραῖς
ἀντικύρσαντες ζάλαις ἐσλὸν βαθὺ πήματος
ἐν μικρῷ πεδάμειψαν χρόνῳ.
υἱὲ Φιλάνορος, ἤτοι καὶ τεά κεν,
[20] ἐνδομάχας ἅτ᾽ ἀλέκτωρ, συγγόνῳ παρ᾽ ἑστίᾳ
15ἀκλεὴς τιμὰ κατεφυλλορόησε ποδῶν,
εἰ μὴ στάσις ἀντιάνειρα Κνωσίας ἄμερσε πάτρας.
νῦν δ᾽ Ὀλυμπία στεφανωσάμενος
καὶ δὶς ἐκ Πυθῶνος Ἰσθμοῖ τ᾽, Ἐργότελες,
θερμὰ Νυμφᾶν λουτρὰ βαστάζεις,
ὁμιλέων παρ᾽ οἰκείαις ἀρούραις
.
.
ΠΙΝΔΑΡΟΣ
ΠΥΘΙΟΝΙΚΟΣ Ζ'
ΣΤΟΝ ΑΘΗΝΑΙΟ ΜΕΓΑΚΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΙΚΗ ΣΤΟ ΤΕΘΡΙΠΠΟ
το πιο ωραίο η μεγάλη πόλη της Αθήνας
προοίμιο στων Αλκμεωνιδων την ισχυρη γενιά
θεμέλιο της ωδης στων ίππων την επιτυχια
επειδη σε ποια πατρίδα,σε ποιο οίκο
μένοντας θα μπορούσες επιφανεστερο
στην Ελλάδα να ονομάσεις;
γιατί σ'ολες τις πόλεις λόγος γίνεται
για του Ερεχθέα τους πολίτες,Απόλλωνα,που σε σένα
ιερό στη θεία Πυθωνα θαυμαστο εχτισαν.
με οδηγούν οι πέντε στα Ισθμια νίκες,
η διαπρεπής μία στου Δια την Ολυμπία,
οι δυο από την Κιρρα
Μεγακλη,κι εσύ μαζι κι οι προγονοι.
για την νέα επιτυχία χαίρω καπως.
όμως θλίβομαι που ο φθόνος
είναι η ανταμοιβη για τα καλά εργα
γιατί αληθεια λένε έτσι οτι στον άνθρωπο
η μόνιμη ανθουσα ευδαιμονία αυτα κι αυτα
φερνει
.
.
ΠΥΘΙΟΝΙΚΑΙΣ Ζ'
ΜΕΓΑΚΛΕΙ ΑΘΗΝΑΙΩΙ ΤΕΘΡΙΠΠΩΙ
Κάλλιστον αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι
προοίμιον Ἀλκμανιδᾶν εὐρυσθενεῖ
γενεᾷ κρηπῖδ᾽ ἀοιδᾶν ἵπποισι βαλέσθαι.
ἐπεὶ τίνα πάτραν, τίνα οἶκον ναίων
ὀνυμάξεαι ἐπιφανέστερον Ἑλλάδι πυθέσθαι;
πάσαισι γὰρ πολίεσι λόγος ὁμιλεῖ
'Ἐρεχθέος ἀστῶν, Ἄπολλον, οἳ τεόν
δόμον Πυθῶνι δίᾳ θαητὸν ἔτευξαν.
ἄγοντι δέ με πέντε μὲν Ἰσθμοῖ νῖκαι,
μία δ᾽ ἐκπρεπής Διὸς Ὀλυμπιάς,
δύο δ᾽ ἀπὸ Κίρρας,
ὦ Μεγάκλεες,
ὑμαί τε καὶ προγόνων.
νέᾳ δ᾽ εὐπραγίᾳ χαίρω τι· τὸ δ᾽ ἄχνυμαι,
φθόνον ἀμειβόμενον τὰ καλὰ ἔργα.
φαντί γε μάν
οὕτω κ᾽ ἀνδρὶ παρμονίμαν
θάλλοισαν εὐδαιμονίαν τὰ καὶ τὰ
φέρεσθαι.
.
.
.
ΑΙΣΧΥΛΟΥ ΠΕΡΣΑΙ (472 π.Χ)
(Η Ύβρη των Περσών)
-Παροδος-στιχοι 1-64- μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΠΑΡΟΔΟΣ
Χορός
εδώ είναι των Περσών που πήγαν
στης Ελλάδας την γη οι πιστοί όπως καλουνται
και των πλουσίων και πολυχρυσων
ανακτόρων φυλακές,λόγω αξίας κι ηλικίας
αυτούς ο ίδιος ο ανακτας Ξέρξης βασιλιας
γεννα του Δαρείου διάλεξε την χώρα να εποπτευουν
επιπλέον για την επιστροφή του βασιλιά
και της πολυχρυσης στρατιάς ήδη
κακος μάντις πάρα πολύ μας ταράζει
μέσα στη καρδιά.
γιατί όλη η εξουσία Ασιατικής γέννας
έχει ερθει,και τον νέον άντρα καταριεται
κι ούτε κάποιος αγγελιοφόρος,ούτε κάποιος ιππέας
στη πόλη των Περσών φτανει.
αυτοί απ'τα Σουσα κι απ' τα Αγβατανα
και το παλαιό του Κίσσιου κάστρο
αφήνοντας πίσω έφυγαν,άλλοι πάνω σ'αλογα
άλλοι μεσ' τα καράβια,και πεζοπόροι
αποτελώντας πολεμικό στιφος
τέτοιοι όπως Αμιστρης και Αρταφρενης
και Μεγαβατης και Αστασπης
αρχηγοί Περσών,
βασιλιάδες του μεγάλου βασιλιά υποτελεις
οδηγούν,μεγάλης στρατιάς επόπτες,
και τοξότες επιδέξιοι και καββαλαρηδες
φοβεροί να τους δεις,δυνατοί στη μάχη
μ'ακλονητη της ψυχής αποφαση.
κι ο Αρτεμβαρης που στ'αλογο τ'αρεσει να μαχεται
κι ο Μασιστρης,κι ο επιδέξιος τοξότης
γενναίος Ιμαιος,κι ο Φαρανδακης,
κι ο ηνίοχος των αλόγων Σοσθανης.
άλλους ο μέγας και που πολλούς τρεφει
Νείλος έστειλε.τον Σουσισκανη,
τον Πηγασταγον Αιγυπτιακής γέννας,
και της ιεράς Μεμφιδας άρχοντα
μεγα Αρσαμη,και τον στις αρχαίες
Θήβες διοικητη Αριομαρδο
κι αυτοί που στα έλη μενουν καραβιών κωπηλάτες
φοβεροι πλήθος κι αναριθμητοι.
καλοθρεμενων ακολουθεί Λυδών
όχλος,και σύμπαν το στη στεριά γέννημενο
που κατέχουν έθνος,οπου ο Μητρογαθης
κι ο Αρκτεας ο ανδρειος,βασιλιάδες κυβερνητες
κι απ' τις πολυχρυσες Σάρδεις ανεβασμένοι πάνω
σε πολλά άρματα εξορμούν
και διζυγα και τριζυγα δίπλα δίπλα
φοβερά στην όψη να τα δεις.
επισης απειλούν του ιερού Τμωλου οι περίοικοι
ζυγόν να βάλουν δουλιας στην Ελλάδα,
ο Μαρδος,ο Θαρυβης,ακαταπονητοι στη λογχη,
κι οι ακοντιστές Μυσοι.η Βαβυλώνα
η πολυχρυση ανάμεικτο όχλο
στελνει μακροσυρτο,και καραβιων αναβατες
κι επιδέξιους να τοξοβολουν με τόλμη
και το μαχαιροφόρο έθνος απο παντου
της Ασίας ακολουθεί
στη φοβερή του βασιλιά πορεια.
τέτοιο άνθος της Περσικής γης
έφυγε αντρών
και γι'αυτούς όλη η Ασιατικη χωρα
που έθρεψε με καημό στενάζει φλογερο
κι οι γονείς κι οι γυναίκες καθώς μετρούν τις μέρες
με το μακρεμα του καιρού τρεμουν
.
.
ΧΟΡΟΣ
Τάδε μὲν Περσῶν τῶν οἰχομένων
Ἑλλάδ᾽ ἐς αἶαν πιστὰ καλεῖται,
καὶ τῶν ἀφνεῶν καὶ πολυχρύσων
ἑδράνων φύλακες, κατὰ πρεσβείαν
οὓς αὐτὸς ἄναξ Ξέρξης βασιλεὺς 5
Δαρειογενὴς
εἵλετο χώρας ἐφορεύειν.
ἀμφὶ δὲ νόστῳ τῷ βασιλείῳ
καὶ πολυχρύσου στρατιᾶς ἤδη
κακόμαντις ἄγαν ὀρσολοπεῖται 10
θυμὸς ἔσωθεν.
πᾶσα γὰρ ἰσχὺς Ἀσιατογενὴς
οἴχωκε, νέον δ᾽ ἄνδρα βαΰζει,
κοὔτε τις ἄγγελος οὔτε τις ἱππεὺς
ἄστυ τὸ Περσῶν ἀφικνεῖται· 15
οἵτε τὸ Σούσων ἠδ᾽ Ἀγβατάνων
καὶ τὸ παλαιὸν Κίσσιον ἕρκος
προλιπόντες ἔβαν, τοὶ μὲν ἐφ᾽ ἵππων,
τοὶ δ᾽ ἐπὶ ναῶν, πεζοί τε βάδην
πολέμου στῖφος παρέχοντες· 20
οἷος Ἀμίστρης ἠδ᾽ Ἀρταφρένης
καὶ Μεγαβάτης ἠδ᾽ Ἀστάσπης,
ταγοὶ Περσῶν,
βασιλῆς βασιλέως ὕποχοι μεγάλου,
σοῦνται, στρατιᾶς πολλῆς ἔφοροι, 25
τοξοδάμαντές τ᾽ ἠδ᾽ ἱπποβάται,
φοβεροὶ μὲν ἰδεῖν, δεινοὶ δὲ μάχην
ψυχῆς εὐτλήμονι δόξῃ·
Ἀρτεμβάρης θ᾽ ἱππιοχάρμης
καὶ Μασίστρης, ὅ τε τοξοδάμας 30
ἐσθλὸς Ἰμαῖος Φαρανδάκης θ᾽,
ἵππων τ᾽ ἐλατὴρ Σοσθάνης.
ἄλλους δ᾽ ὁ μέγας καὶ πολυθρέμμων
Νεῖλος ἔπεμψεν· Σουσισκάνης,
Πηγασταγὼν Αἰγυπτογενής, 35
ὅ τε τῆς ἱερᾶς Μέμφιδος ἄρχων
μέγας Ἀρσάμης, τάς τ᾽ ὠγυγίους
Θήβας ἐφέπων Ἀριόμαρδος,
καὶ ἑλειοβάται ναῶν ἐρέται
δεινοὶ πλῆθός τ᾽ ἀνάριθμοι. 40
ἁβροδιαίτων δ᾽ ἕπεται Λυδῶν
ὄχλος, οἵτ᾽ ἐπίπαν ἠπειρογενὲς
κατέχουσιν ἔθνος, τοὺς Μητρογαθὴς
Ἀρκτεύς τ᾽ ἀγαθός, βασιλῆς δίοποι,
χαἰ πολύχρυσοι Σάρδεις ἐπόχους 45
πολλοῖς ἅρμασιν ἐξορμῶσιν,
δίρρυμά τε καὶ τρίρρυμα τέλη,
φοβερὰν ὄψιν προσιδέσθαι.
στεῦται δ᾽ ἱεροῦ Τμώλου πελάτης
ζυγὸν ἀμφιβαλεῖν δούλιον Ἑλλάδι, 50
Μάρδων, Θάρυβις, λόγχης ἄκμονες,
καὶ ἀκοντισταὶ Μυσοί· Βαβυλὼν δ᾽
ἡ πολύχρυσος πάμμεικτον ὄχλον
πέμπει σύρδην, ναῶν τ᾽ ἐπόχους
καὶ τοξουλκῷ λήματι πιστούς· 55
τὸ μαχαιροφόρον τ᾽ ἔθνος ἐκ πάσης
Ἀσίας ἕπεται
δειναῖς βασιλέως ὑπὸ πομπαῖς.
τοιόνδ᾽ ἄνθος Περσίδος αἴας
οἴχεται ἀνδρῶν, 60
οὓς πέρι πᾶσα χθὼν Ἀσιῆτις
θρέψασα πόθῳ στένεται μαλερῷ,
τοκέης τ᾽ ἄλοχοί θ᾽ ἡμερολεγδὸν
τείνοντα χρόνον τρομέονται.
.
.
.
Τι ρωτάς;Που είναι;
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Που είναι;
Τι ρωτάς;
Που είναι;
ο αέρας ανοίγει τη πόρτα και ανεμοστρόβιλος
στο δωμάτιο
Ξύπνησε το παιδί,
ποιο παιδί;
η γυάλα με το κόκκινο ψαράκι πέφτει και σπάει
εκείνο το παιδί που ακουμπούσε τα μάγουλα του
στα κρίνα
τώρα τι θυμήθηκες,αλήθεια;
περνούσε τότε στρατός,οι αγριόχηνες στα νερά,
φθινόπωρο ίσως,
όχι αμφιβολίες στην ιστορία
ήταν,επιμένω,τα δάκτυλα τους μαύρα,τα'καψε η φωτιά
δολοφόνοι
επικαλουμαι τη δικαιοσύνη,
που είστε;
σαρκοβόρα πουλιά μας ακολουθούν,όνειρο είναι,
το μάτι,ο βολβός του διαλύεται στα γαμψά νύχια,
όνειρο ειναι,
βρέχει,θυμάσαι;
μια γυναίκα με κίτρινη ομπρέλα,ομίχλη
τα δέντρα,οι λόφοι,κάποιος φώναξε:
Ιτε παίδες Ελλήνων,άλλος άκουσε:Καλλίτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή
σιωπή απέραντη
τότε είδαμε τον Αίαντα τρελό,το φεγγάρι ανατολικά,
πλήθος πυγολαμπίδες στο χωράφι,
νύχτα,και δεν είδαμε το πυκνό αίμα
Τι ρωτάς;
Που είναι;
θυμάσαι;βρέχει
που είστε εσείς;
τόσες εικονες
.
.
.
ΑΙΣΧΥΛΟΥ,ΠΕΡΣΑΙ (472 π.Χ)
-στιχοι 176-214-Το όνειρο της βασίλισσας Ατοσσα και ο οιωνός
του αετού
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΤΟΣΣΑ
με πολλά πάντα όνειρα νυχτερινά
περνώ,αφ'οτου ο γιος μου στέλνοντας στρατό
στων Ιώνων τη γη πήγε να κυριέψει θελωντας
αλλ'ομως ποτέ τέτοιο καθαρό δεν είδα
μέχρι τη περασμενη νύχτα,αυτό και θά σου πω
σε μένα παρουσιάστηκαν δύο γυναικες καλοντυμενες
η μία με πέπλα περσικά στολισμένη
η άλλη με δωρικά,στην όψη
και στο ανάστημα απ'τις τώρα πολύ να υπερεχουν
και στα κάλλη αψεγάδιαστες,κι αδερφές από γένος
ιδιο.πατριδα να μενουν η μία την Ελλαδα
με κλήρο έλαχε γη,η άλλη βαρβαρη
σ'αυτες κάποια διχόνοια,όπως μου φάνηκε να είδα,
υπηρχε στην μια και την άλλη.ο γιος μου μαθαινοντας την
προσπάθησε να καταπραυνει.στ'αρμα του
τις ζευει και λουριά στους λαιμους
βάζει,η μια μ'αυτη εδώ υπερηφανευονταν στολή
και στα ηνία είχε υποτακτικο το στόμα.
η άλλη σφαδαζε,και με τα χέρια το καθισμα
συντριβει,κι αρπάζοντας σέρνει βίαια
χωρίς χαλινάρια και το ζυγό σπάζει στη μεση
πέφτει ο γιος μου,κι ο πατερας εμφανιζεται
Δαρείος ευσπλαχνιζοντας τον.κι όπως τον βλεπει
ο Ξέρξης, τα πέπλα ξεσκίζει στό σωμα
κι αυτά που τη νύχτα είδα λεω
όταν σηκώθηκα και τα χέρια σε καλλιρροη
βύθισα πηγή,με θυμιάματα στο χέρι σε βωμό
μπροστά πήγα,στους δαίμονες π'αποτρεπουν τα κακα
θελωντας να θυσιάσω πελανον αλεύρι μέλι και λάδι,
που σ'αυτους αυτά σκοπευουν,τότε βλέπω αετό
να φεύγει προς την εστία του Φοίβου,
κι απ'τό φόβο χωρίς μιλιά στάθηκα,φιλοι,
αμέσως μετά γεράκι κιρκινέζι βλεπω με γοργα
φτερά πάνω του να ορμά και με τα νύχια το κεφάλι
να του μαδα,αυτό τίποτα άλλο δεν έκανε παρα ζαρώνοντας
το σώμα προσφερε.αυτα σε μένα τρομακτικά είναι να δω,
κι εσείς να ακούτε,γιατί καλά το γνωρίζεται,ο γιος μου
πετυχαινοντας θαυμαστος θα γίνει άντρας,,
αν όμως αποτύχει-δεν είναι υπολογος στη πόλη,
αν σωθεί όμοια αυτή εδώ κυβερνα γη
.
·
ΑΤΟΣΣΑ
πολλοῖς μὲν αἰεὶ νυκτέροις ὀνείρασιν
ξύνειμ᾽, ἀφ᾽ οὗπερ παῖς ἐμὸς στείλας στρατὸν
Ἰαόνων γῆν οἴχεται πέρσαι θέλων·
ἀλλ᾽ οὔτι πω τοιόνδ᾽ ἐναργὲς εἰδόμην
180ὡς τῆς πάροιθεν εὐφρόνης· λέξω δέ σοι.
ἐδοξάτην μοι δύο γυναῖκ᾽ εὐείμονε,
ἡ μὲν πέπλοισι Περσικοῖς ἠσκημένη,
ἡ δ᾽ αὖτε Δωρικοῖσιν, εἰς ὄψιν μολεῖν,
μεγέθει τε τῶν νῦν ἐκπρεπεστάτα πολύ,
185κάλλει τ᾽ ἀμώμω, καὶ κασιγνήτα γένους
ταὐτοῦ· πάτραν δ᾽ ἔναιον ἡ μὲν Ἑλλάδα
κλήρῳ λαχοῦσα γαῖαν, ἡ δὲ βάρβαρον.
τούτω στάσιν τιν᾽, ὡς ἐγὼ ᾽δόκουν ὁρᾶν,
τεύχειν ἐν ἀλλήλῃσι· παῖς δ᾽ ἐμὸς μαθὼν
190κατεῖχε κἀπράυνεν, ἅρμασιν δ᾽ ὕπο
ζεύγνυσιν αὐτὼ καὶ λέπαδν᾽ ὑπ᾽ αὐχένων
τίθησι. χἠ μὲν τῇδ᾽ ἐπυργοῦτο στολῇ
ἐν ἡνίαισί τ᾽ εἶχεν εὔαρκτον στόμα,
ἡ δ᾽ ἐσφάδᾳζε, καὶ χεροῖν ἔντη δίφρου
195διασπαράσσει, καὶ ξυναρπάζει βίᾳ
ἄνευ χαλινῶν, καὶ ζυγὸν θραύει μέσον.
πίπτει δ᾽ ἐμὸς παῖς, καὶ πατὴρ παρίσταται
Δαρεῖος οἰκτίρων σφε· τὸν δ᾽ ὅπως ὁρᾷ
Ξέρξης, πέπλους ῥήγνυσιν ἀμφὶ σώματι.
200καὶ ταῦτα μὲν δὴ νυκτὸς εἰσιδεῖν λέγω.
ἐπεὶ δ᾽ ἀνέστην καὶ χεροῖν καλλιρρόου
ἔψαυσα πηγῆς, σὺν θυηπόλῳ χερὶ
βωμὸν προσέστην, ἀποτρόποισι δαίμοσιν
θέλουσα θῦσαι πέλανον, ὧν τέλη τάδε.
205ὁρῶ δὲ φεύγοντ᾽ αἰετὸν πρὸς ἐσχάραν
Φοίβου· φόβῳ δ᾽ ἄφθογγος ἐστάθην, φίλοι·
μεθύστερον δὲ κίρκον εἰσορῶ δρόμῳ
πτεροῖς ἐφορμαίνοντα καὶ χηλαῖς κάρα
τίλλονθ᾽· ὁ δ᾽ οὐδὲν ἄλλο γ᾽ ἢ πτήξας δέμας
210παρεῖχε. ταῦτ᾽ ἔμοιγε δείματ᾽ ἔστ᾽ ἰδεῖν,
ὑμῖν δ᾽ ἀκούειν. εὖ γὰρ ἴστε, παῖς ἐμὸς
πράξας μὲν εὖ θαυμαστὸς ἂν γένοιτ᾽ ἀνήρ,
κακῶς δὲ πράξας—οὐχ ὑπεύθυνος πόλει,
σωθεὶς δ᾽ ὁμοίως τῆσδε κοιρανεῖ χθονός.
.
.
.
Η ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΕΙΡΑΣ ΜΑΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΚΡΙΣΗ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
γνωστά σε όλους τα παρελθόντα της αυτοκράτειρας μας
Θεοδώρας,κόρη αρκουδιάρη,του ιπποδρόμου,σκηνική,
πόρνη αχαλίνωτη,αδιαντροπη χορεύτρια ασελγών χορών,
πάγκοινη,παντού,Κωνσταντινούπολη, Κυρηναϊκή,Αλεξάνδρεια,
τράπεζα σπόρων κριθαριού τα αιδοια της χηνες να τσιμπουν
κι άλλα πολλά ποικιλα αφροδίσια ανήθικα στους βυζαντινούς
όμως τώρα τι έχουν να της προσάψουν;ουδένα,αμωμη είναι
τι θα συνέβαινε στη Στάση του Νίκα αν δεν έλεγε εκείνο
το Κάλλιστον εντάφιον η βασιλεία στον φοβισμένο αυτοκρατορα
Ιουστινιανό κι είχαμε φορτωθεί στη πλάτη μας τον ανόητο
σφετεριστή Φλάβιο Υπάτιο;για φαντασθειτε το,έπειτα
ο Βελισάριος κι αυτός ο Ιωάννης Καππαδοκης υπεστησαν
δικαίως τις συνέπειες των πράξεών τους,ας έπρατταν αλλιώς
εμάς τους ταπεινούς τους αποβλητους βεβαιως μας προστάτεψε
αυτά του Προκοπίου στην Απόκρυφη Ιστορία του γελοία ειναι
και συκοφαντικά,εντελώς ασυστατα,ας μείνουν εσαεί Ανέκδοτα
πάντα θα υπάρχουν στην Ιστορία τέτοιοι,ας μην ασχολουμαστε,
τα μωσαϊκά στον Άγιο Βιταλιο της Ραβέννας η αποθέωση της
.
.
.
ΕΙΣ ΔΟΜΙΤΙΑΝΟΝ DAMNATIO MEMORIAE ΤΙΣΙΣ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
εδώ το Damnatio Memoriae στην περίπτωση του Δομιτιανού
πρέπει αυστηρά να εφαρμοστεί,τι γελειοποίηση της Συγκλήτου
έκανε,ένας τρελός κι ανισσοροπος της Φλαβιας γενιας,
αυτοκράτορας,δεν είναι τίποτα να του συγχωρεθεί,τους Εβραίους
κατεδίωκε και τους Στωικούς Φιλοσόφους και τους χριστιανούς
ένας παλιάνθρωπος κι ήθελε να τον αποκαλούν Κύριο και Θεό
αυτόν τον άθλιο μυγοφονο,κι ούτε σεβάστηκε τον πατέρα του
Βεσπασιανο ουτε τον αδερφό του Τίτο Καίσαρες της Ρώμης
ούτε ανάγκη ήτανε οι Καπιτωλινοι Αγώνες ματαιοδοξίας έργα
κούφια,μετά τη στάση στην Άνω Γερμανία όλο στρατηγούς
Σατορνινους φαντάζονταν πως εναντιον του συνομωτουν,
τι ψύχωση,η Σύγκλητος κι οι αριστοκράτες τον μισούσαν
και φυσικά δεν τον έσωσαν οι μόνιμα 24 ραβδουχοι γύρω του
με τη συνεργια της γυναίκας του Δομιτιας Λονγκινας δικαστικοι
τον δολοφονησαν το 96 μ.Χ κι αποφασίστηκε Εις Δομιτιανον
Damnatio Memoriae Τισις οριστικά να σβηστεί η εικόνα η μνήμη του
τι άλλο τέλος πραγματικά θα είχε ένας τέτοιος αισχιστος Υβριστης ;
.
.
.
Ο ΕΞΟΣΤΡΑΚΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ
-χ ν.κουβελης c.n.couvelis
το έργο Πέρσαι του Αισχύλου στα Εν Άστει Διονυσία
472 π.Χ η μέρα ήταν ζεστή ο ήλιος φωτιζε τα κτιρια
οι θεατές άκουσαν τα πομπώδη όνοματα των Περσών
στρατηγών της εκστρατείας του Ξέρξη κι ουδένα
ελληνικό,ούτε αυτού του Θεμιστοκλή,άλλωστε ήταν
προδιεγραμμενος ο εξοστρακισμός του το 471 π.Χ,
καταρχήν εξορία στο Άργος κι από εκεί στους Μολοσσούς
στη Μακεδονία και τέλος στον Αρταξέρξη ως αντίστροφος
Ξέρξης παρουσιάστηκε,[1.138.4] νοσήσας δὲ τελευτᾷ τὸν βίον·
λέγουσι δέ τινες καὶ ἑκούσιον φαρμάκῳ ἀποθανεῖν αὐτόν,
ἀδύνατον νομίσαντα εἶναι ἐπιτελέσαι βασιλεῖ ἃ ὑπέσχετο
έτσι καταλήγοντας η ναυμαχία της Σαλαμινας
.
.
(1.138.4)Θουκυδίδης, Ιστορία Πελοποννησιακού Πολέμου
.
.
.
Αριστοφάνης,Βάτραχοι 236-251,
-Ειρηνη 1127-1139,-Νεφελες1310-1321
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βάτραχοι 236-251
Διόνυσος
φουσκάλες εβγαλα
ο κωλος ιδρωσε
έξω θα πεταχτεί και θα λαλησει
—
Βάτραχοι
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
Διόνυσος
σκάστε τώρα,τραγουδιαρικα 240
πλασματα
Βάτραχοι
όχι,θα κοαζουμε,αν ποτέ
στις μέρες με λιακάδα
χοροπηδουσαμε μέσα στα βούρλα
και στα καλαμια
ευτυχείς με τραγουδια
τσαλαβουτωντας στις μελωδίες
η' του Δία αποφευγαμε τη μπόρα
με υποβρύχιο στο βυθό χορό
περα-δωθε θα κοαζουμε
πλατς πλούτς πλατσουριζοντας
Διόνυσος
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
ορίστε αυτό απο σας το κολλησα
Διόνυσος
ἐγὼ δὲ φλυκταίνας γ᾽ ἔχω,
χὠ πρωκτὸς ἰδίει πάλαι,
κᾆτ᾽ αὐτίκ᾽ ἐκκύψας ἐρεῖ—
Βάτραχοι
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
Διόνυσος
240ἀλλ᾽ ὦ φιλῳδὸν γένος
παύσασθε.
Βάτραχοι
μᾶλλον μὲν οὖν
φθεγξόμεσθ᾽, εἰ δή ποτ᾽ εὐηλίοις
ἐν ἁμέραισιν
ἡλάμεσθα διὰ κυπείρου
καὶ φλέω, χαίροντες ᾠδῆς
245πολυκολύμβοισι μέλεσιν,
ἢ Διὸς φεύγοντες ὄμβρον
ἔνυδρον ἐν βυθῷ χορείαν
αἰόλαν ἐφθεγξάμεσθα
πομφολυγοπαφλάσμασιν.
Διόνυσος
βρεκεκεκὲξ κοὰξ κοάξ.
τουτὶ παρ᾽ ὑμῶν λαμβάνω.
.
.
Ειρήνη 1127-1139
Χορός
πόσο ευχαριστιεμαι πόσο ευχαριστιεμαι
που το κράνος ξεφορτώθηκα
και το τυρι και τα κρεμμυδια
γιατί μάχες δεν γουστάρω 1130
αλλά με φίλους στο τζάκι στη φωτιά
να την περνώ και τα ξύλα που στοιβαξα το καλοκαίρι
να σπιθοβολανε
και στα κάρβουνα ρεβύθια
και βελανιδιά να ψήνω,
χάμω τη θρακιώτισα υπηρέτρια να ρουφω
όταν η γυναίκα μου λουζεται στο μπάνιο
Χορός
ἥδομαί γ᾽ ἥδομαι
κράνους ἀπηλλαγμένος
τυροῦ τε καὶ κρομμύων.
1130οὐ γὰρ φιληδῶ μάχαις,
ἀλλὰ πρὸς πῦρ διέλκων
μετ᾽ ἀνδρῶν ἑταίρων φίλων,
ἐκκέας τῶν ξύλων ἅττ᾽ ἂν ᾖ
δανότατα τοῦ θέρους
1135†ἐκπεπρισμένα†,
κἀνθρακίζων τοὐρεβίνθου
τήν τε φηγὸν ἐμπυρεύων,
χἄμα τὴν Θρᾷτταν κυνῶν
τῆς γυναικὸς λουμένης
.
.
Νεφελες 1310_1321
Χορός
νομίζω λοιπόν πως αυτος γρήγορα θα βρει
αυτό που από παλιά κάποτε ζητουσε
να'ναι ο γιος ικανός γνώμες εναντιες να λέγει
στις δικαιες,ώστε να νικά
άπαντες που θα συνομιλα,
κι ας λέει παμπονηριες,
ίσως,ίσως όμως να επιθυμούσε
κι άφωνος αυτός να ητανε
Χορός
οἶμαι γὰρ αὐτὸν αὐτίχ᾽ εὑρήσειν ὅπερ
πάλαι ποτ᾽ †ἐπεζήτει†
εἶναι τὸν υἱὸν δεινόν οἱ
γνώμας ἐναντίας λέγειν
1315τοῖσιν δικαίοις, ὥστε νικᾶν
ἅπαντας οἷσπερ ἂν
ξυγγένηται, κἂν λέγῃ παμπόνηρ᾽.
1320ἴσως δ᾽ ἴσως βουλήσεται κἄφωνον αὐτὸν εἶναι
.
.
.
Επιγράμματα Φιλοδημου(Παλατινή Ανθολογία)
-μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Φιλόδημος (110 π.Χ Γαδαρα Παλαιστινης-40 η' 35 π.Χ.Herculaneum Ερκολανο
Πομπηια ) Έλληνας επικούρειος φιλόσοφος και ποιητης
V. 308
όμορφη στάσου,το ονοματάκι σου;που
θα σε δω;ότι θέλεις στο δινω, δεν μιλάς;
που μένεις;να σου στείλω κάποιον,μήπως
κάποιος σ'εχει;
σκληρη καρδια,γεια,μα ούτε γεια δεν λες;
να ξέρεις πάλι και πάλι θα σε κυνηγω
ξέρω να μαλακωνω κι από σένα πιο ακαταδεχτες
προσωρας έχε γεια,αγαπουλα
Ἡ κομψή͵ μεῖνόν με. τί σοι καλὸν οὔνομα; ποῦ σε
ἔστιν ἰδεῖν; ὃ θέλεις͵ δώσομεν. οὐδὲ λαλεῖς;
ποῦ γίνῃ; πέμψω μετὰ σοῦ τινα. μή τις ἔχει σε;
ὦ σοβαρή͵ ὑγίαιν΄. οὐδ΄ Ὑγίαινε λέγεις;
καὶ πάλι καὶ πάλι σοι προσελεύσομαι·
οἶδα μαλάσσειν καὶ σοῦ σκληροτέρας. νῦν δ΄ ὑγίαινε͵ γύναι
.
͵
V. 126
πέντε τάλαντα για μια φορά στην τάδε δίνει ο τάδε
και όταν γαμεί φρικαρει και να'ταν θε μου κι ομορφη
εγώ πέντε δραχμές για δώδεκα στη Λυσιανασση
και γαμω πολύ καλύτερη και χωρίς να κρυβομαι
τελοσπαντων η' τα μυαλά μου έχασα,η' εκείνου
τ'αρχιδια πρέπει με τσεκούρι να του κοψουν
Πέντε δίδωσιν ἑνὸς τῇ δεῖνα ὁ δεῖνα τάλαντα͵
καὶ βινεῖ φρίσσων καί͵ μὰ τόν͵ οὐδὲ καλήν·
πέντε δ΄ ἐγὼ δραχμὰς τῶν δώδεκα Λυσιανάσσῃ͵
καὶ βινῶ πρὸς τῷ κρείσσονα καὶ φανερῶς.
πάντως ἤτοι ἐγὼ φρένας οὐκ ἔχω͵ ἢ τό γε λοιπὸν
τοὺς κείνου πελέκει δεῖ διδύμους ἀφελεῖν
.
.
V. 120
και τα μεσάνυχτα χωρίς να καταλάβει ο άντρας μου
ήρθα και μούσκεμα απ'τη δυνατή βροχή
ποιος λόγος να καθόμαστε άπρακτοι κι όχι να κοιμόμαστε
και να μιλάμε,όπως πρέπει στους ερωτευμένους να κοιμούνται;
Καὶ νυκτὸς μεσάτης τὸν ἐμὸν κλέψασα σύνευνον
ἦλθον καὶ πυκινῇ τεγγομένη ψακάδι.
τοὔνεκ΄ ἐν ἀπρήκτοισι καθήμεθα κοὐχὶ λαλεῦντες
εὕδομεν͵ ὡς εὕδειν τοῖς φιλέουσι θέμις;
.
.
V. 131
το κιθάρισμα κι η φωνή και το ελκυστικό βλέμμα
και το τραγούδι της Ξανθίππης κι η φωτιά που τώρα ανάβει
καρδιά μου θα σε κάψει.το γιατί,το πότε και πώς
δεν το γνωρίζω,θα το μάθεις δυστυχή όταν καψαλιστεις
Ψαλμὸς καὶ λαλιὴ καὶ κωτίλον ὄμμα καὶ ᾠδὴ
Ξανθίππης καὶ πῦρ ἄρτι καταρχόμενον͵
ὦ ψυχή͵ φλέξει σε· τὸ δ΄ ἐκ τίνος ἢ πότε καὶ πῶς
οὐκ οἶδα· γνώσῃ͵ δύσμορε͵ τυφομένη
.
.
V. 112
Ερωτεύτηκα.ποιος όχι;γλεντησα,ποιος από γλέντια
δεν ξέρει;έκανα τρελες.ποιος ο φταιχτης;αν όχι ο θεος;
τέλος αυτά.γιατι άσπρη η μαύρη τριχα γινεται τώρα
πια,πως έρχεται η φρόνιμη ηλικία
κι όταν για διασκέδαση καιρός ήταν,διασκεδασαμε,
τώρα για τετοια δεν υπάρχει καιρος,ας συμμαζευτουμε
Ἠράσθην· τίς δ΄ οὐχί; κεκώμακα· τίς δ΄ ἀμύητος
κώμων; ἀλλ΄ ἐμάνην· ἐκ τίνος; οὐχὶ θεοῦ;
ἐρρίφθω· πολιὴ γὰρ ἐπείγεται ἀντὶ μελαίνης
θρὶξ ἤδη͵ συνετῆς ἄγγελος ἡλικίης.
καὶ παίζειν ὅτε καιρός͵ ἐπαίξαμεν· ἡνίκα
καιρὸς οὐκέτι͵ λωιτέρης φροντίδος ἁψόμεθα.
.
.
V. 115
Ερωτεύτηκα τη Δημω απ'την Παφο.τιποτα σπουδαιο
την Σαμιωτισα Δημω δεύτερη,σιγά το πραγμα
και πάλι μια Δημω απ'την Υσια τρίτη,δεν είναι πια
αυτά αστεία,και τη Δημω τεταρτη απ'την Αργολίδα
έτσι αυτές οι Μοίρες οι ίδιες μ' ονόμασαν Φιλόδημο
αφού πάντα με κάποια Δημω θερμός με πιάνει ποθος
Ἠράσθην Δημοῦς Παφίης γένος· οὐ μέγα θαῦμα·
καὶ Σαμίης Δημοῦς δεύτερον· οὐχὶ μέγα·
καὶ πάλιν Ὑσιακῆς Δημοῦς τρίτον· οὐκέτι ταῦτα
παίγνια· καὶ Δημοῦς τέτρατον Ἀργολίδος.
αὐταί που Μοῖραί με κατωνόμασαν Φιλόδημον͵
ὡς αἰεὶ Δημοῦς θερμὸς ἔχοι με πόθος
.
.
.
.
.
Αδωνις και Αφροδιτη -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βίων ο Σμυρναίος
(120 πΧ-57πΧ)
Ἐπιτάφιος Ἀδώνιδος(στιχοι1-37)
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θρηνω τον Άδωνη,χάθηκε ο ωραίος Αδωνης
χάθηκε ο ωραίος Αδωνης
θρηνολογουν οι Έρωτες
ποτέ πια στα πορφυρά σεντόνια μην ξαναπλαγιασεις Κυπριδα
βγαλε,δυστυχή,τα μαύρα ρούχα
και χτύπα το στήθος,και φώναξε
παντού
χάθηκε ο ωραίος Αδωνης
Θρηνω τον Άδωνη,θρηνολογουν οι Ερωτες
ξαπλωμένος ο ωραίος Αδωνης στα ορη από δόντι στο μηρό
απ' άσπρο λευκό οδοντι δαγκωμενος
και την Κυπριδα πικραινει
καθώς ξεψυχά,
και το αιμα μαύρο κυλάει
στη χιονατη σάρκα,
στα μάτια κλεινουν τα φρύδια
ναρκωμενα,
και το ροδαλο χρώμα φεύγει
απ' τα χειλη
μαζί μ'αυτον πεθαίνει και το φιλημα
που ποτε πια η Κύπρια δεν θα'χει,
στη Κύπριδα το φίλημα και αν αυτος δεν ζει της αρέσει
αλλά δεν νιώθει το φιλί
ο Άδωνης που τώρα πεθαινει
θρηνω τον Άδωνη
θρηνολογουν οι Έρωτες
βαρια πολύ βαρια πληγη έχει
ο Άδωνης στο μηρό
μεγαλύτερη μέσ' στη καρδιά
η Κυθερεια έχει πληγή
κι γύρω απ'αυτον τον νεαρό άντρα
τα πιστά σκυλιά ουρλιαζουν
κι οι νύμφες οι Ορειαδες κλαινε
η Αφροδίτη
με λυτά μαλλιά στα λαγκαδια
περιπλανιεται
θλιμμένη αναμαλλιασμενη
ξυπόλητη,τ'αγκαθια την γδερνουν
και το ιερό αίμα ρουφουν
βαριά αναστεναζοντας μέσα
σε δάση τριγυρνά
φωνάζοντας τον Ασσυριο σύζυγό της,και τον νεαρό άντρα
καλώντας,
γύρω απ' τον αφαλό του μαύρο το αίμα λιμνάζει,
τα στήθια απ'τους μηρούς βάφονται κατακόκκινα
το χιονατο σώμα στον Αδωνη πορφυραινει
θρηνω για την Κυθερεια
θρηνολογουν οι Έρωτες
έχασε τον ωραίο άντρα,και μαζί
έχασε το ιερό κάλλος
της Κυπριδας το κάλλος όσο ζούσε ο Άδωνης,
πέθαινε κι η ομορφιά μαζί με τον
Αδωνη
θρηνω για την Κύπριδα
τα όρη όλα λένε και τα δέντρα,
θρηνω τον Άδωνη,
και τα ποτάμια κλαίνε για το πένθος της Αφροδίτης
κι οι πηγές για τον Άδωνη στα όρη
δακρυζουν
τ'ανθη απ'την οδύνη κοκκινίζουν,
κι η Κυθερεια σ'ολους τους γκρεμούς,
σ'ολα τα φαραγγια πικρα τραγουδάει
Θρηνω για την Κυθερεια,χάθηκε
ο ωραίος Αδωνης
.
.
Αδωνις και Αφροδιτη -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ἄδωνιν, «ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις»·
«ὤλετο καλὸς Ἄδωνις», ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
μηκέτι πορφυρέοις ἐνὶ φάρεσι Κύπρι κάθευδε·
ἔγρεο, δειλαία, κυανόστολα καὶ πλατάγησον
5στήθεα καὶ λέγε πᾶσιν, «ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις».
αἰάζω τὸν Ἄδωνιν·
ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
κεῖται καλὸς Ἄδωνις ἐν ὤρεσι μηρὸν ὀδόντι,
λευκῷ λευκὸν ὀδόντι τυπείς, καὶ Κύπριν ἀνιῇ
λεπτὸν ἀποψύχων· τὸ δέ οἱ μέλαν εἴβεται αἷμα
10χιονέας κατὰ σαρκός, ὑπ᾽ ὀφρύσι δ᾽ ὄμματα ναρκῇ,
καὶ τὸ ῥόδον φεύγει τῶ χείλεος· ἀμφὶ δὲ τήνῳ
θνᾴσκει καὶ τὸ φίλημα, τὸ μήποτε Κύπρις ἀποίσει.
Κύπριδι μὲν τὸ φίλημα καὶ οὐ ζώοντος ἀρέσκει,
ἀλλ᾽ οὐκ οἶδεν Ἄδωνις ὅ νιν θνᾴσκοντα φίλησεν.
15αἰάζω τὸν Ἄδωνιν· ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
ἄγριον ἄγριον ἕλκος ἔχει κατὰ μηρὸν Ἄδωνις,
μεῖζον δ᾽ ἁ Κυθέρεια φέρει ποτικάρδιον ἕλκος.
τῆνον μὲν περὶ παῖδα φίλοι κύνες ὠρύονται
καὶ Νύμφαι κλαίουσιν Ὀρειάδες· ἁ δ᾽ Ἀφροδίτα
20λυσαμένα πλοκαμῖδας ἀνὰ δρυμὼς ἀλάληται
πενθαλέα νήπλεκτος ἀσάνδαλος, αἱ δὲ βάτοι νιν
ἐρχομέναν κείροντι καὶ ἱερὸν αἷμα δρέπονται·
ὀξὺ δὲ κωκύοισα δι᾽ ἄγκεα μακρὰ φορεῖται
Ἀσσύριον βοόωσα πόσιν, καὶ παῖδα καλεῦσα.
25ἀμφὶ δέ νιν μέλαν αἷμα παρ᾽ ὀμφαλὸν ᾀωρεῖτο,
στήθεα δ᾽ ἐκ μηρῶν φοινίσσετο, τοὶ δ᾽ ὑπὸ μαζοὶ
χιόνεοι τὸ πάροιθεν Ἀδώνιδι πορφύροντο.
«αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν», ἐπαιάζουσιν Ἔρωτες.
ὤλεσε τὸν καλὸν ἄνδρα, σὺν ὤλεσεν ἱερὸν εἶδος.
30Κύπριδι μὲν καλὸν εἶδος ὅτε ζώεσκεν Ἄδωνις,
κάτθανε δ᾽ ἁ μορφὰ σὺν Ἀδώνιδι. «τὰν Κύπριν αἰαῖ».
ὤρεα πάντα λέγοντι, καὶ αἱ δρύες «αἴ τὸν Ἄδωνιν»·
καὶ ποταμοὶ κλαίοντι τὰ πένθεα τᾶς Ἀφροδίτας,
καὶ παγαὶ τὸν Ἄδωνιν ἐν ὤρεσι δακρύοντι,
35ἄνθεα δ᾽ ἐξ ὀδύνας ἐρυθαίνεται, ἁ δὲ Κυθήρα
πάντας ἀνὰ κναμώς, ἀνὰ πᾶν νάπος οἰκτρὸν ἀείδει,
«αἰαῖ τὰν Κυθέρειαν· ἀπώλετο καλὸς Ἄδωνις»·
.
.
.
Αριστοφάνης ,Εκκλησιάζουσαι,
στιχ 586-640
Κατά κάποιο τρόπο ενας Κομουνισμος
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Πραξαγορα
κανενας τώρα από σας μην φέρει αντιλογία μητε ν'αντικρουσει
πριν μάθει τι έχει να πει ο ομιλητής κι ακούσει.
γιατί,θα πω,κοινά σ'ολους θα'ναι, σ'ολα θα μετέχουν και θα ζουν,κι ούτε πλούσιοι,κι ούτε φτωχοί,μήτε πολλά κάποιος θα'χει χωράφια,κι άλλος ούτε να ταφεί,μήτε πολλούς καποιος υπηρέτες να'χει,κι ο άλλος ούτε
κανέναν,αλλά ένα κοινό θα κάνω σ'ολους το προς το ζειν κι ιδιο
Βλεπυρος
πως γίνεται σ'ολους να'ναι κοινά;
Πραξαγορα
θες να τρως τα σκατα πριν από μένα;
Βλεπυρος
και τα σκατα είναι για μας κοινα;
Πραξαγορα
όχι μα το.θεο,αλλά δεν κρατιέσαι να μ'αντικρουσεις
γιατί αυτό πρόκειται να πω,
τη γη πρώτα πρώτα θα την κανω κοινή όλων,και τα χρήματα,κι όλα τ'αλλα όσα είναι στον καθένα,έπειτα απ'αυτα τα κοινά θα σας τρεφουμαι εμείς,με οικονομία και μέτρο και περισκεψη
Βλεπυρος
όσο για όποιον δεν κατέχει γη εντάξει,αλλά για τα χρήματα και τους δαρεικους,που'ναι αδηλωτος πλουτος,τι γινεται;
Πραξαγορα
αυτόν στο κοινό ταμείο θα καταθεσει
Βλεπυρος
κι αν δεν καταθέσει;
Πραξαγορα
θα επιορκησει
Βλεπυρος
σιγα τ'αυγα,έτσι τα κερδισε
Πραξαγορα
αλλα σε τιποτα παντως δεν θα του είναι χρησιμος
Βλεπυρος
πως δηλαδή;
Πραξαγορα
κανένας δεν θα πεινάσει.γιατι ολα θα τα'χουν όλοι,ψωμιά,κρέατα,πίτες,πανωφόρια,κρασί,στεφάνια,ρεβύθια,ώστε τι κέρδος θα'χουν να μην τα καταθέσουν;για σκέψου και πες μου
Βλεπυρος
αφού κι όσα περισσότερα να'χουν ακόμα κλέβουν;
Χορος
πρωτυτερα ναι,φίλε μου,όταν είχαμε τους πρωτερους νόμους,τώρα,αφού ο βίος είναι κοινος,ποιο το κέρδος να μην τα κατεθεσουν;
Βλεπυρος
αν όμως μια μικρούλα δει κι επιθυμήσει και θέλει να καββαλήσει,απ'αυτα θ'αφαιρεσει να δωσει,και στα κοινά θα τρέξει να πάρει μερος αφού κοιμηθεί μαζί της
Πραξαγόρα
δεν θα χρειαστεί να της δώσει για να κοιμηθεί μαζί της,γιατί θα τις κάνω όλες κοινές με τους άντρες να ξαπλώνουν και να κάνουν παιδιά
μ'οποια θελουν
Βλεπυρος
τοτε δεν θα πηγαίνουν όλοι στην πιο ωραία και να της ζητουν κρεββάτι;
Πραξαγορα
οι ασχημοτερες και οι πλατσουμυτες
κοντά στις θεογκομενες θα κάθονται,κι όταν κάποιος μια τέτοια επιθυμήσει,την άσχημη πρώτα θα χουφτωσει.
Πραξαγορα
και πως εμείς τα γεροντια
αφού με τις άσχημες σμίξουμε,
δεν θα'ναι,πες μαςεξαντλημένο το πέος μας,μ'εκεινες τις καλές να πάμε;
Πραξαγορα
δεν θα μαλωσουν,για σένα,μη φοβάσαι δεν θα μαλωσουν
Βλεπυρος
τι θες να πεις;
Πραξαγορα
αν δεν μπορεις να κοιμηθείς μαζί της,δεν υπάρχει προβλημα
Βλεπυρος
και μ'αυτη τη γνώμη σας τα'χετε όλα καλά οργανώσει,καμιας όπως προβλέπεται δεν θα μείνει η τρύπα κενή,τι θα γίνει όμως με τους άντρες;γιατί θ'αποφευγουν τους άσχημους,και πάνω στους ωραίους θα ρίχνονται
Πραξαγορα
βεβαια θα φύλλανε οι άσχημες να βγουν οι ωραίοι απ'το δείπνο και να τους παίρνουν από πίσω στο δρόμο,όμως καμια ωραία δεν θα κοιμηθεί μ'ωραιο και παλικαρι αν δεν την χαρεί πρωτα ασχημος και κοντοστουπης
Βλεπυρος
δηλαδή η στραβή μύτη του Λυσικρατη ίσια κι ο όμοια με τους ωραίους θα περνιεται;
Πραξαγορα
μα το θεό ναι,δημοκρατια εχουμε,και τι πλάκα θα κάνουμε
όταν σε κάποιον που νομίζει πως κάποιος είναι και φοράει πολλά δαχτυλίδια,ένας με παλιοπαπουτσα του πει,
πρώτος είμαι κάτσε και κοίτα,όταν τελειώσω στην παραδίνω δεύτερο χερι να περασεις
Πραξάγορα
μή νυν πρότερον μηδεὶς ὑμῶν ἀντείπῃ μηδ᾽ ὑποκρούσῃ,
πρὶν ἐπίστασθαι τὴν ἐπίνοιαν καὶ τοῦ φράζοντος ἀκοῦσαι.
590κοινωνεῖν γὰρ πάντας φήσω χρῆναι πάντων μετέχοντας
κἀκ ταὐτοῦ ζῆν, καὶ μὴ τὸν μὲν πλουτεῖν, τὸν δ᾽ ἄθλιον εἶναι,
μηδὲ γεωργεῖν τὸν μὲν πολλήν, τῷ δ᾽ εἶναι μηδὲ ταφῆναι,
μηδ᾽ ἀνδραπόδοις τὸν μὲν χρῆσθαι πολλοῖς, τὸν δ᾽ οὐδ᾽ ἀκολούθῳ:
ἀλλ᾽ ἕνα ποιῶ κοινὸν πᾶσιν βίοτον καὶ τοῦτον ὅμοιον.
Βλέπυρος
595πῶς οὖν ἔσται κοινὸς ἅπασιν;
Πραξάγορα
κατέδει πέλεθον πρότερός μου.
Βλέπυρος
καὶ τῶν πελέθων κοινωνοῦμεν;
Πραξάγορα
μὰ Δί᾽ ἀλλ᾽ ἔφθης μ᾽ ὑποκρούσας.
τοῦτο γὰρ ἤμελλον ἐγὼ λέξειν: τὴν γῆν πρώτιστα ποιήσω
κοινὴν πάντων καὶ τἀργύριον καὶ τἄλλ᾽ ὁπόσ᾽ ἐστὶν ἑκάστῳ.
εἶτ᾽ ἀπὸ τούτων κοινῶν ὄντων ἡμεῖς βοσκήσομεν ὑμᾶς
600ταμιευόμεναι καὶ φειδόμεναι καὶ τὴν γνώμην προσέχουσαι.
Βλέπυρος
πῶς οὖν ὅστις μὴ κέκτηται γῆν ἡμῶν, ἀργύριον δὲ
καὶ Δαρεικοὺς ἀφανῆ πλοῦτον;
Πραξάγορα
τοῦτ᾽ ἐς τὸ μέσον καταθήσει.
καὶ μὴ καταθεὶς ψευδορκήσει.
Βλέπυρος
κἀκτήσατο γὰρ διὰ τοῦτο.
Πραξάγορα
ἀλλ᾽ οὐδέν τοι χρήσιμον ἔσται πάντως αὐτῷ.
Βλέπυρος
κατὰ δὴ τί;
Πραξάγορα
605οὐδεὶς οὐδὲν πενίᾳ δράσει: πάντα γὰρ ἕξουσιν ἅπαντες,
ἄρτους τεμάχη μάζας χλαίνας οἶνον στεφάνους ἐρεβίνθους.
ὥστε τί κέρδος μὴ καταθεῖναι; σὺ γὰρ ἐξευρὼν ἀπόδειξον.
Βλέπυρος
οὔκουν καὶ νῦν οὗτοι μᾶλλον κλέπτουσ᾽ οἷς ταῦτα πάρεστιν;
Πραξάγορα
πρότερόν γ᾽ ὦταῖρ᾽ ὅτε τοῖσι νόμοις διεχρώμεθα τοῖς προτέροισιν:
610νῦν δ᾽ ἔσται γὰρ βίος ἐκ κοινοῦ, τί τὸ κέρδος μὴ καταθεῖναι;
Βλέπυρος
ἢν μείρακ᾽ ἰδὼν ἐπιθυμήσῃ καὶ βούληται σκαλαθῦραι,
ἕξει τούτων ἀφελὼν δοῦναι, τῶν ἐκ κοινοῦ δὲ μεθέξει
ξυγκαταδαρθών.
Πραξάγορα
ἀλλ᾽ ἐξέσται προῖκ᾽ αὐτῷ ξυγκαταδαρθεῖν.
καὶ ταύτας γὰρ κοινὰς ποιῶ τοῖς ἀνδράσι συγκατακεῖσθαι
615καὶ παιδοποιεῖν τῷ βουλομένῳ.
Βλέπυρος
πῶς οὖν οὐ πάντες ἴασιν
ἐπὶ τὴν ὡραιοτάτην αὐτῶν καὶ ζητήσουσιν ἐρείδειν;
Πραξάγορα
αἱ φαυλότεραι καὶ σιμότεραι παρὰ τὰς σεμνὰς καθεδοῦνται:
κᾆτ᾽ ἢν ταύτης ἐπιθυμήσῃ, τὴν αἰσχρὰν πρῶθ᾽ ὑποκρούσει.
Βλέπυρος
καὶ πῶς ἡμᾶς τοὺς πρεσβύτας, ἢν ταῖς αἰσχραῖσι συνῶμεν,
620οὐκ ἐπιλείψει τὸ πέος πρότερον πρὶν ἐκεῖσ᾽ οἷ φῂς ἀφικέσθαι;
Πραξάγορα
οὐχὶ μαχοῦνται: περὶ σοῦ θάρρει: μὴ δείσῃς: οὐχὶ μαχοῦνται.
Βλέπυρος
περὶ τοῦ;
Πραξάγορα
τοῦ μὴ ξυγκαταδαρθεῖν. καὶ σοὶ τοιοῦτον ὑπάρχει.
Βλέπυρος
τὸ μὲν ὑμέτερον γνώμην τιν᾽ ἔχει: προβεβούλευται γάρ, ὅπως ἂν
μηδεμιᾶς ᾖ τρύπημα κενόν: τὸ δὲ τῶν ἀνδρῶν τί ποιήσει;
625φεύξονται γὰρ τοὺς αἰσχίους, ἐπὶ τοὺς δὲ καλοὺς βαδιοῦνται.
Πραξάγορα
ἀλλὰ φυλάξουσ᾽ οἱ φαυλότεροι τοὺς καλλίους ἀπιόντας
ἀπὸ τοῦ δείπνου καὶ τηρήσουσ᾽ ἐπὶ τοῖσιν δημοσίοισιν:
κοὐκ ἐξέσται παρὰ τοῖσι καλοῖς καὶ τοῖς μεγάλοις καταδαρθεῖν
ταῖσι γυναιξὶ πρὶν ἂν τοῖς αἰσχροῖς καὶ τοῖς μικροῖς χαρίσωνται.
Βλέπυρος
630ἡ Λυσικράτους ἄρα νυνὶ ῥὶς ἴσα τοῖσι καλοῖσι φρονήσει.
Πραξάγορα
νὴ τὸν Ἀπόλλω καὶ δημοτική γ᾽ ἡ γνώμη καὶ καταχήνη
τῶν σεμνοτέρων ἔσται πολλὴ καὶ τῶν σφραγῖδας ἐχόντων,
ὅταν ἐμβάδ᾽ ἔχων εἴπῃ πρότερος, ‘παραχώρει κᾆτ᾽ ἐπιτήρει,
ὅταν ἤδη 'γὼ διαπραξάμενος παραδῶ σοι δευτεριάζειν.’
.
.
.
-λογος Οιδίποδος και αντίλογος Τειρεσιου-
Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος,
στίχοι 380-403,408-428
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Οἰδίπους
πλούτε και τυραννια και τέχνη απ'τη τέχνη πιο υπεράνω
σε ζωή γεμάτη ζήλεια,
πόσος σε σας φθονος
κρυβεται,
αν λόγω αυτής εδώ της εξουσίας,που σε μένα η πόλη
δώριζοντας,χωρίς να τη γυρεψω,εμπιστευτηκε,
απ'αυτη ο Κρεοντας ο πιστός,απ'αρχης φιλος,
δολια επιδιώκοντας εμενα να
άνατρεψει επιθυμεί,
έβαλε τέτοιο μάγο μηχανορραφο,δόλιο αγυρτη
που για τα κέρδη μονάχα
νοιάζεται,όμως στη τέχνη απ'τη φύση τυφλός,
γιατί,πες μου,που εσύ μάντης είσαι αληθινός;
πως,όταν η σκυλλα που απήγγειλε (το αινιγμα )εδώ ήταν,
δεν είπες κάτι σ'αυτους εδώ τους πολίτες για να λυθει;
αφού το αινιγμα δεν ήταν για
οποιονδήποτε ανθρωπο
να το ερμηνεύσει,αλλά γνωστη μαντείας χρειαζονταν,
που εσύ ουτ'απ'τους οιωνούς
φάνηκε να κατέχεις,ούτε κι απ'τους θεούς αυτή να γνωρίζεις,
αλλ'εγω αφού ήρθα,
ο Οιδίποδας που τίποτα δεν γνώριζα,της απάντησα,με το μυαλό
νικωντας οχι απ'τους οιωνούς μαθαίνοντας,
κι εσύ προσπαθείς να μ'ανατρεψεις, νομίζοντας
στο.θρονο θα στεκεις του Κρέοντα διπλα,
κλαίγοντας μου φαίνεται κι εσύ
κι ο συνεργός σ'αυτα εδω θα αφοριστητε,
αν δεν μου φαινοσουν γέρος να'σαι,
θα παθαινες να μάθεις τέτοια να μελετάς
Τειρεσίας
κι αν έχεις εξουσία σαν να'μαστε ίσοι ίσα θα απαντησω,
γιατί τέτοιο κι εγω εχω δικαιωμα,
γιατί σε σένα δεν είμαι δούλος,
αλλά του Λοξια,
επομενως ούτε του Κρέοντα να'χω την προστασια είμαι δηλωμένος,
σου λέω λοιπόν,επειδή και τυφλό με κοροϊδεύεις,
εσύ κι αν μάτια έχεις καθολου δεν βλέπεις σε τι κακό είσαι,
ούτε που μενεις,ούτε
με ποιους συγκατοικείς,
άραγε γνωρίζεις από ποιους είσαι;
κι έχεις λησμονήσει πως απεχθής είσαι στους δικούς σου
από δω κάτω κι απ'τη γη πάνω ,
κι εσένα δίκοπη και της μητέρας
και του πατέρα σου θα'ρθει κάποτε
απ'αυτη εδω τη γη να σε κυνηγησει μ'αγριο πόδι κατάρα,
κι αν τωρα βλέπεις την αυγη,έπειτα σκοταδι,
της κραυγής σου δεν θα υπάρχει λιμάνι;
ποιος Κιθαιρώνας δεν θα αντηχισει αμέσως,
όταν θα καταλάβεις τον γάμο,πως
σε σπίτι χωρίς λιμάνι επλευσες μέσα,αφού ετυχες καλη πλεύση;
ούτε το πλήθος των άλλων κακών αισθάνεσαι,
όσα θα εξισωσουν κι εσένα και τα ίδια σου τα παιδιά ,
εν τω μεταξύ και τον Κρέοντα και το στόμα μου γέμισε βρισιες,
γιατί από σενα κανένας απ'τους θνητούς ποτέ τοσο κακά θα συντριφτει
Οἰδίπους
ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης [380]
ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ,
ὅσος παρ᾽ ὑμῖν ὁ φθόνος φυλάσσεται,
εἰ τῆσδέ γ᾽ ἀρχῆς οὕνεχ᾽, ἣν ἐμοὶ πόλις
δωρητόν, οὐκ αἰτητόν, εἰσεχείρισεν,
ταύτης Κρέων ὁ πιστός, οὑξ ἀρχῆς φίλος, [385]
λάθρᾳ μ᾽ ὑπελθὼν ἐκβαλεῖν ἱμείρεται,
ὑφεὶς μάγον τοιόνδε μηχανοῤῥάφον,
δόλιον ἀγύρτην, ὅστις ἐν τοῖς κέρδεσιν
μόνον δέδορκε, τὴν τέχνην δ᾽ ἔφυ τυφλός.
ἐπεί, φέρ᾽ εἰπέ, ποῦ σὺ μάντις εἶ σαφής; [390]
πῶς οὐκ, ὅθ᾽ ἡ ῥαψῳδὸς ἐνθάδ᾽ ἦν κύων,
ηὔδας τι τοῖσδ᾽ ἀστοῖσιν ἐκλυτήριον;
καίτοι τό γ᾽ αἴνιγμ᾽ οὐχὶ τοὐπιόντος ἦν
ἀνδρὸς διειπεῖν, ἀλλὰ μαντείας ἔδει·
ἣν οὔτ᾽ ἀπ᾽ οἰωνῶν σὺ προυφάνης ἔχων [395]
οὔτ᾽ ἐκ θεῶν του γνωτόν· ἀλλ᾽ ἐγὼ μολών,
ὁ μηδὲν εἰδὼς Οἰδίπους, ἔπαυσά νιν,
γνώμῃ κυρήσας οὐδ᾽ ἀπ᾽, οἰωνῶν μαθών·
ὃν δὴ σὺ πειρᾷς ἐκβαλεῖν, δοκῶν θρόνοις
παραστατήσειν τοῖς Κρεοντείοις πέλας. [400]
κλαίων δοκεῖς μοι καὶ σὺ χὠ συνθεὶς τάδε
ἀγηλατήσειν· εἰ δὲ μὴ ᾽δόκεις γέρων
εἶναι, παθὼν ἔγνως ἂν οἷά περ φρονεῖς.
Τειρεσίας
εἰ καὶ τυραννεῖς, ἐξισωτέον τὸ γοῦν
ἴσ᾽ ἀντιλέξαι· τοῦδε γὰρ κἀγὼ κρατῶ.
410οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος, ἀλλὰ Λοξίᾳ·
ὥστ᾽ οὐ Κρέοντος προστάτου γεγράψομαι.
λέγω δ᾽, ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ᾽ ὠνείδισας·
σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν᾽ εἶ κακοῦ,
οὐδ᾽ ἔνθα ναίεις, οὐδ᾽ ὅτων οἰκεῖς μέτα.
415ἆρ᾽ οἶσθ᾽ ἀφ᾽ ὧν εἶ; καὶ λέληθας ἐχθρὸς ὢν
τοῖς σοῖσιν αὐτοῦ νέρθε κἀπὶ γῆς ἄνω,
καί σ᾽ ἀμφιπλὴξ μητρός τε καὶ τοῦ σοῦ πατρὸς
ἐλᾷ ποτ᾽ ἐκ γῆς τῆσδε δεινόπους ἀρά,
βλέποντα νῦν μὲν ὄρθ᾽, ἔπειτα δὲ σκότον.
420βοῆς δὲ τῆς σῆς ποῖος οὐκ ἔσται λιμήν,
ποῖος Κιθαιρὼν οὐχὶ σύμφωνος τάχα,
ὅταν καταίσθῃ τὸν ὑμέναιον, ὃν δόμοις
ἄνορμον εἰσέπλευσας, εὐπλοίας τυχών;
ἄλλων δὲ πλῆθος οὐκ ἐπαισθάνῃ κακῶν,
425ὅσ᾽ ἐξισώσεις σοί τε καὶ τοῖς σοῖς τέκνοις.
πρὸς ταῦτα καὶ Κρέοντα καὶ τοὐμὸν στόμα
προπηλάκιζε. σοῦ γὰρ οὐκ ἔστιν βροτῶν
κάκιον ὅστις ἐκτριβήσεταί ποτε.
.
.
.
-κακα δια το κάλλος της Ελενης-
Ευρυπίδη,Ελένη 255-305
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ελενη
255 φίλες μου γυναίκες,με ποια μοίρα συνδέθηκα;
γιατί αυτή που με γέννησε με γέννησε
στους ανθρώπους παράξενη;
γιατί ούτε Ελληνίδα γυναίκα ούτε βάρβαρη
αυγό πουλιών λευκό
γέννησε
όπως εμένα η Λήδα απ'τον Δία
γεννησε
260γιατι παράξενη η ζωή κι όλα τα πράγματα
σε μένα ειναι,
απ'την Ήρα,απ'την ομορφιά
η αιτια
μακάρι να εξαφανιζομουν σαν εικόνα ξανα
άσχημη μορφή να'παιρνα αντί
ομορφη,
και τη τύχη την κακή που τώρα εχω
265 οι Έλληνες να ξεχνούσαν
τα καλά να κρατούσαν όπως ακριβώς τα κακά
μου κρατουν,
όποιος λοιπόν βλέπει μια τύχη απ'τους θεούς
να τον βασανίζει,βαρύ ειναι,
όμως πρέπει να το αντέξει,
αλλ'ομως σε πολλές συμφορές
βρίσκομαι μεσα,
270πρώτον χωρίς να'χω αδικήσει
είμαι άτιμη
κι αυτό πιο κακο απ'την αληθεια,
όταν κάποιος του προσάπτει αμαρτίες
που δεν του ανηκουν,
έπειτα οι θεοί με μετεφεραν απ'τη πατρίδα
σε βαρβαρα ήθη και απο φιλους στερημενη,
275 δούλα κατάντησα από ελεύθερη
γιατί στους βάρβαρους δούλοι όλοι εκτός από εναν,
κι η μόνη άγκυρα που την τυχη μου στήριζε
πως ο άντρας μου κάποτε θα'ρχονταν
και θα μ'απαλλαζε απ'τα κακά,
αφού αυτος πέθανε,δεν υπάρχει πια,
280.η μάνα χάθηκε κι εγώ ο φονιάς της,
άδικα,αλλά τ'αδικο αυτό είναι δικό μου,
ενώ αυτή που στολίδι μου του σπιτιού
γεννηθηκε,η κόρη μου χωρίς αντρα ασπριζει παρθένα,
κι αυτοίπου του Δία λέγονταν παιδιά,
οι Διόσκουροι δεν υπαρχουν 285
αλλά κι εγώ που σ'ολα δυστυχώ
στη πραγματικότητα έχω πεθάνει,
στα έργα όμως οχι,
κι αυτό το τελευταίο,αν θα πηγαινα στη πατρίδα,
οι μπάρες στις πόρτες θα'ταν κλεισμενες,
στο Ίλιο πιστεύοντας η Ελένη με τον Μενέλαο
να χαθηκαν,
290.γιατι αν ζούσε ο άντρας μου,
θα μ'αναγνωριζε,απ'τα σημάδια ,που φανερά
μόνο σε μας ήταν,
τώρα όμως ούτε ετσι αυτό είναι
ούτε θα συμβεί ποτέ,
γιατί λοιπόν ακόμα να ζω;ποια τύχη
μου μένει;
γάμο να υποστω απ'τα κακά ν'απαλλαχτω
με άντρα να παντρευτώ βαρβαρο,
295 σε πλούσιο τραπέζι να καθησω;
αλλ'οταν αντρας που δεν σ'αρεσει
ζει μαζί με γυναίκα,τότε και το σώμα
δεν σ'αρεσει,
να πεθάνεις πιο καλά,
πως λοιπόν να πεθάνω καλά;
ανάρμοστο το κρεμασμα στον αέρα,
300 και στους δούλους απρεπές
φαίνεται,
η σφαγή έχει κάτι το ευγενικό
και το ωραίο,σε πολύ λίγο αμεσως
απαλλασεσαι απ'τη ζωη,
γιατι τόσο βαθειά έπεσα στα βάσανα,
γιατί άλλες γυναίκες απ'την ομορφιά
ευτυχισμένες,
305 εγώ όμως απ'αυτη καταστράφηκα
.
.
255ΕΛ. φίλαι γυναῖκες, τίνι πότμωι συνεζύγην;
ἆρ᾽ ἡ τεκοῦσά μ᾽ ἔτεκεν ἀνθρώποις τέρας;
γυνὴ γὰρ οὔθ᾽ Ἑλληνὶς οὔτε βάρβαρος
τεῦχος νεοσσῶν λευκὸν ἐκλοχεύεται,
ἐν ὧι με Λήδαν φασὶν ἐκ Διὸς τεκεῖν.
260τέρας γὰρ ὁ βίος καὶ τὰ πράγματ᾽ ἐστί μου,
τὰ μὲν δι᾽ Ἥραν, τὰ δὲ τὸ κάλλος αἴτιον.
εἴθ᾽ ἐξαλειφθεῖσ᾽ ὡς ἄγαλμ᾽ αὖθις πάλιν
αἴσχιον εἶδος ἔλαβον ἀντὶ τοῦ καλοῦ,
καὶ τὰς τύχας μὲν τὰς κακὰς ἃς νῦν ἔχω
265Ἕλληνες ἐπελάθοντο, τὰς δὲ μὴ κακὰς
ἔσωιζον ὥσπερ τὰς κακὰς σώιζουσί μου.
ὅστις μὲν οὖν ἐς μίαν ἀποβλέπων τύχην
πρὸς θεῶν κακοῦται, βαρὺ μέν, οἰστέον δ᾽ ὅμως·
ἡμεῖς δὲ πολλαῖς συμφοραῖς ἐγκείμεθα.
270πρῶτον μὲν οὐκ οὖσ᾽ ἄδικός εἰμι δυσκλεής·
καὶ τοῦτο μεῖζον τῆς ἀληθείας κακόν,
ὅστις τὰ μὴ προσόντα κέκτηται κακά.
ἔπειτα πατρίδος θεοί μ᾽ ἀφιδρύσαντο γῆς
ἐς βάρβαρ᾽ ἤθη, καὶ φίλων τητωμένη
275δούλη καθέστηκ᾽ οὖσ᾽ ἐλευθέρων ἄπο·
τὰ βαρβάρων γὰρ δοῦλα πάντα πλὴν ἑνός.
ἄγκυρα δ᾽ ἥ μου τὰς τύχας ὤχει μόνη,
πόσιν ποθ᾽ ἥξειν καί μ᾽ ἀπαλλάξειν κακῶν,
ἐπεὶ τέθνηκεν οὗτος, οὐκέτ᾽ ἔστι δή.
280μήτηρ δ᾽ ὄλωλε καὶ φονεὺς αὐτῆς ἐγώ,
ἀδίκως μέν, ἀλλὰ τἄδικον τοῦτ᾽ ἔστ᾽ ἐμόν.
ἣ δ᾽ ἀγλάισμα δωμάτων ἐμόν τ᾽ ἔφυ,
θυγάτηρ ἄνανδρος πολιὰ παρθενεύεται.
τὼ τοῦ Διὸς δὲ λεγομένω Διοσκόρω
285οὐκ ἐστόν. ἀλλὰ πάντ᾽ ἔχουσα δυστυχῆ
τοῖς πράγμασιν τέθνηκα, τοῖς δ᾽ ἔργοισιν οὔ.
τὸ δ᾽ ἔσχατον τοῦτ᾽, εἰ μόλοιμεν ἐς πάτραν,
κλήιθροις ἂν εἰργοίμεσθα, τὴν ὑπ᾽ Ἰλίωι
δοκοῦντες Ἑλένην Μενέλεώ μ᾽ ἐλθεῖν μέτα.
290εἰ μὲν γὰρ ἔζη πόσις, ἀνεγνώσθημεν ἄν,
εἰς ξύμβολ᾽ ἐλθόντες ἃ φανερὰ μόνοις ἂν ἦν.
νῦν δ᾽ οὔτε τοῦτ᾽ ἔστ᾽ οὔτε μὴ σωθῆι ποτε.
τί δῆτ᾽ ἔτι ζῶ; τίν᾽ ὑπολείπομαι τύχην;
γάμους ἑλομένη τῶν κακῶν ὑπαλλαγὰς
295μετ᾽ ἀνδρὸς οἰκεῖν βαρβάρου, πρὸς πλουσίαν
τράπεζαν ἵζουσ᾽; ἀλλ᾽ ὅταν πόσις πικρὸς
ξυνῆι γυναικί, καὶ τὸ σῶμ᾽ ἐστὶν πικρόν.
θανεῖν κράτιστον· πῶς θάνοιμ᾽ ἂν οὖν καλῶς;
ἀσχήμονες μὲν ἀγχόναι μετάρσιοι,
300κἀν τοῖσι δούλοις δυσπρεπὲς νομίζεται·
σφαγαὶ δ᾽ ἔχουσιν εὐγενές τι καὶ καλόν,
σμικρὸν δ᾽ ὁ καιρὸς †ἄρτ᾽† ἀπαλλάξαι βίου.
ἐς γὰρ τοσοῦτον ἤλθομεν βάθος κακῶν·
αἱ μὲν γὰρ ἄλλαι διὰ τὸ κάλλος εὐτυχεῖς
305γυναῖκες, ἡμᾶς δ᾽ αὐτὸ τοῦτ᾽ ἀπώλεσεν.
.
.
.
-ο διάλογος της συνάντησης της Ελένης και του Τευκτρου στην Αιγυπτο-
Ευριπίδη,Ελένη,68-150,Αθήνα 412 πΧ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Τεύκρος
ποιος αυτό'δω το οχυρωμένο σπίτι κρατεί;
γιατί σε πλούσιο σπιτι καταλληλο φαινεται
να'ναι απ'τις βασιλικες στοες
και τους θριγκους,70
θεοί,ποια μορφή είδα;μισητής
κοιτάζω γυναίκας τη φονική εικόνα,π'αφάνισε
εμένα κι όλους τους Αχαιούς,
ας οι θεοί,που τόσο μοιάζεις της Ελένης,
να σ'απαρνηθουν,
κι αν σε ξένη γη δεν είχα το πόδι 75
,μ'αυτο δω το εύστοχο φτερωτο βέλος
σαν ανταμοιβή θα πεθανες να μοιάζεις
της κόρης του Δια
Ελένη
γιατι,δυστυχισμενε,όποιος κι αν είσαι
με αποστρέφεσαι,και για τις συμφορές
εκείνης εμένα απεχθάνεσαι;
Τεύκρος
έκανα.λαθος,η οργή 80
με κυριεψε πιο πολύ απ' όσο έπρεπε,
γιατί μισεί η Ελλάδα όλη
του Δια την κορη,
συγχώρεσε με για'αυτα που ειπα,
γυναικα
Ελένη
ποιος λοιπόν είσαι,από ποια γη
σ'αυτο δω φτάνεις το τόπο;
Τεύκρος
ένας απ'τους Αχαιούς,γυναίκα,
τους δυστυχους
Ελένη
επομενως δεν είναι 85
την Ελένη ν'απεχθανεσαι παράξενο,
τότε ποιος είσαι κι από πού;
ποιανού να σε καλέσω πρέπει;
Τεύκρος
τ'ονομα μου Τεύκρος,ο πατέρας
που με γέννησε ο Τελαμώνας,
η Σαλαμίνα η πατρίδα που μ'εθρεψε
Ελένη
γιατι λοιπόν στου Νειλου αυτή δω
γυρίζεις τη γη;
Τεύκρος
φυγάς απ'τα πατρικα διωγμένος
χωματα 90
Ελένη
δυστυχής θα'σαι,ποιος σε διώχνει
απ'τη πατριδα
Τεύκρος
ο Τελαμώνας που με γέννησε,
ποιος άλλον να'χεις πιο αγαπητό;
Ελένη
από ποια αιτια;γιατί κάποια
συμφορά θα'ναι
Τεύκρος
ο Αίας ο αδερφός με κατεστρεψε
στη Τροία πεθαινοντας
Ελένη
πως;δεν του στερησες 95
με το δικό σου ξίφος τη ζωή;
Τεύκρος
το δικό του τον σκότωσε πέφτοντας
πάνω ξιφος
Ελένη
τρελάθηκε,γιατί ποιος που'ναι σωφρονων
θα τολμούσε αυτό;
Τευκτρος
κάποιον Αχιλλέα γνωρίζεις του Πηλέα
παιδί;
Ελένη
ναι,
μνηστήρας κάποτε της Ελένης ήρθε,
όπως ακουσαμε
Τευκτρος
όταν πέθανε για τα όπλα
του έχθρα άφησε στους συμμάχους 100
Ελένη
και λοιπον τι απ'αυτα στον Αίαντα
έγινε κακο;
Τευκτρος
όταν άλλος πήρε τα όπλα
σκοτωθηκε
Ελένη
και συ για κείνου τα παθηματα
υποφέρεις;
Τευκτρος
γιατί μ'αυτον
δεν χάθηκα κι εγώ μαζι
Ελένη
πηγες λοιπόν ,ξένε,105
στου Ιλίου την ξακουστή πόλη;
Τευκτρος
και μαζί αφού την κυρίεψα ο ιδιος
αφανιστηκα
Ελένη
γιατί την έκαψαν
και την κατεφαγε η φωτια;
Τευκτρος
ώστε ούτε ίχνος απ'τα τείχη
δεν έμεινε να φαινεται
Ελενη
δυστυχή Ελένη,από σένα
αφανίστηκαν οι Φρυγες
Τεύκρος
κι επίσης οι Αχαιοί,
μεγάλα επαθαν κακα.110
Ελένη
πόσο καιρό.λοιπον
έχει παρθεί η πόλη;
Τεύκρος
επτά περίπου χρόνια γυρίσματα
κύκλων
Ελένη
και πόσο άλλο χρόνο μείνατε
στη Τροία;
Τευκτρος
πολλα φεγγάρια, δέκα
πέρασαν ετη
Ελένη
και την Σπαρτιάτισσα
γυναίκα πηρατε; 115
Τεύκρος
ο Μενέλαος την έσυρε
τραβωντας απ'τα μαλλια
Ελένη
την είδες εσύ τη δυστυχη ,
η' ότι άκουσες λες;
Τευκτρος
όπως ακριβώς εσένα,όχι λιγότερο,
με τα μάτια βλέπω
Ελένη
σκέψου μηπως κάποιο φαντασμα είχες
απ' τους θεους
Τευκτρος
άλλαξε συζητηση,
όχι για κείνη αλλο 120
Ελένη
έτσι λοιπόν θεωρείται.αυτό που είδες
σιγουρο;
Τευκτρος
γιατί ο ίδιος με τα μάτια το είδα,
κι ο νους ακόμα το βλεπει
Ελένη
πήγε τώρα στο σπίτι μαζί
με την γυναίκα του ο Μενέλαος;
Τευκτρος
ούτε στο Άργος ούτε στου Ευρώτα
τα ρευματα
Ελένη
αλιμονο,κακό αυτό δω που είπες
και σε όποιους το κακο λές 125
Τευκτρος
πως εκείνος άφαντος μαζί
με τη γυναικα του όπως λένε
Ελένη
γι'ολους τους Αργιτες το ίδιο πέρασμα
δεν ήταν;
Τευκτρος
ήταν,αλλά ο χειμώνας τον άλλον
απ'τον αλλον χωρισε
Ελένη
σε ποια επιφάνεια τ'αλμυρου
πελάγους;
Τευκτρος
όταν περνούσαν στο μεσο
τ'Αιγαίου πελαγου 130
Ελενη
κι από τότε τον Μενέλαο κανεις
δεν τον είδε να φτάνει;
Τευκτρος
κανεις,πεθαμένο τον θεωρουν
στην Ελλαδα
Ελένη
είμαι χαμένη,
και του Θεστιου ζει η κόρη;
Τεύκρος
για τη Λήδα είπες;διαβηκε
είναι πεθαμένη τωρα
Ελενη
δεν ήταν της Ελένης
τα αισχιστα νέα που την σκοτωσαν; 135
Τευκτρος
λενε,πως σε θηλιά πέρασε
τον ευγενικό λαιμο
Ελένη
του Τυνδαρεο ζουν η' δεν
ζουν οι γιοι
Τευκτρος
έχουν πεθάνει και δεν έχουν πεθανει ,
δύο είναι εκδοχες
Ελένη
ποια απ'τις δύο η πιο επικρατέστερη,
η δυστυχή εγω στα κακα;
Τεύκρος
σ'αστέρια αυτοί αφού μεταμορφώθηκαν
θεούς τους λενε 140
Ελένη
Καλα το'πες αυτο,το
άλλο ποιο;
Τευκτρος
σφαχτηκαν λόγω της αδερφής τους
και ξεψύχησαν,
αρκετά αυτά τα λόγια,
δεν επιθυμώ δίπλα να αναστεναζω,
ο λόγος που ήρθα εδώ στο βασιλικό σπιτι
είναι την μάντισσα Θεονόη
επιθυμώντας να δω,145
εσύ μεσολαβησε,να παρω
μαντείες πως με το καράβι μ'ευνοικα
φτερά να με στείλει
στη παραθαλάσσια γη της Κύπρου,
όπου με διόρισε με χρησμό
να κατοικησω ο Απολλωνας,
όνομα νησιώτικο Σαλαμίνα δίνοντας
προς τιμή της εκει πατρίδας 150
.
.
Τεῦκρος
Τίς τῶνδ' ἐρυμνῶν δωμάτων ἔχει κράτος;
Πλούτου γὰρ οἶκος ἄξιος προσεικάσαι,
βασίλειά τ' ἀμφιβλήματ' εὔθριγκοί θ' ἕδραι. 70
Ἔα·
ὦ θεοί, τίν' εἶδον ὄψιν; Ἐχθίστην ὁρῶ
γυναικὸς εἰκὼ φόνιον, ἥ μ' ἀπώλεσεν
πάντας τ' Ἀχαιούς. Θεοί σ', ὅσον μίμημ' ἔχεις
Ἑλένης, ἀποπτύσειαν. Εἰ δὲ μὴ 'ν ξένῃ 75
γαίᾳ πόδ' εἶχον, τῷδ' ἂν εὐστόχῳ πτερῷ
ἀπόλαυσιν εἰκοῦς ἔθανες ἂν Διὸς κόρης.
Ἑλένη
Τί δ', ὦ ταλαίπωρ' ὅστις ὤν μ' ἀπεστράφης
καὶ ταῖς ἐκείνης συμφοραῖς ἐμὲ στυγεῖς;
Τεῦκρος
Ἥμαρτον· ὀργῇ δ' εἶξα μᾶλλον ἤ με χρῆν· 80
μισεῖ γὰρ Ἑλλὰς πᾶσα τὴν Διὸς κόρην.
Σύγγνωθι δ' ἡμῖν τοῖς λελεγμένοις, γύναι.
Ἑλένη
Τίς δ' εἶ; Πόθεν γῆς τῆσδ' ἐπεστράφης πέδον;
Τεῦκρος
Εἷς τῶν Ἀχαιῶν, ὦ γύναι, τῶν ἀθλίων.
Ἑλένη
Οὐ τἄρα σ' Ἑλένην εἰ στυγεῖς θαυμαστέον. 85
Ἀτὰρ τίς εἶ πόθεν; Τίνος δ' αὐδᾶν σε χρή;
Τεῦκρος
Ὄνομα μὲν ἡμῖν Τεῦκρος, ὁ δὲ φύσας πατὴρ
Τελαμών, Σαλαμὶς δὲ πατρὶς ἡ θρέψασά με.
Ἑλένη
Τί δῆτα Νείλου τούσδ' ἐπιστρέφῃ γύας;
Τεῦκρος
Φυγὰς πατρῴας ἐξελήλαμαι χθονός. 90
Ἑλένη
Τλήμων ἂν εἴης· Τίς δέ σ' ἐκβάλλει πάτρας;
Τεῦκρος
Τελαμὼν ὁ φύσας. Τίν' ἂν ἔχοις μᾶλλον φίλον;
Ἑλένη
Ἐκ τοῦ; Τὸ γάρ τοι πρᾶγμα συμφορὰν ἔχει.
Τεῦκρος
Αἴας μ' ἀδελφὸς ὤλεσ' ἐν Τροίᾳ θανών.
Ἑλένη
Πῶς; Οὔ τί που σῷ φασγάνῳ βίον στερείς; 95
Τεῦκρος
Οἰκεῖον αὐτὸν ὤλεσ' ἅλμ' ἐπὶ ξίφος.
Ἑλένη
Μανέντ'; Ἐπεὶ τίς σωφρονῶν τλαίη τάδ' ἄν;
Τεῦκρος
Τὸν Πηλέως τιν' οἶσθ' Ἀχιλλέα γόνον;
Ἑλένη
Ναί· μνηστήρ ποθ' Ἑλένης ἦλθεν, ὡς ἀκούομεν.
Τεῦκρος
Θανὼν ὅδ' ὅπλων ἔριν ἔθηκε συμμάχοις. 100
Ἑλένη
Καὶ δὴ τί τοῦτ' Αἴαντι γίγνεται κακόν;
Τεῦκρος
Ἄλλου λαβόντος ὅπλ' ἀπηλλάχθη βίου.
Ἑλένη
Σὺ τοῖς ἐκείνου δῆτα πήμασιν νοσεῖς;
Τεῦκρος
Ὁθούνεκ' αὐτῷ γ' οὐ ξυνωλόμην ὁμοῦ.
Ἑλένη
Ἦλθες γάρ, ὦ ξέν', Ἰλίου κλεινὴν πόλιν; 105
Τεῦκρος
Καὶ ξύν γε πέρσας αὐτὸς ἀνταπωλόμην.
Ἑλένη
Ἤδη γὰρ ἧπται καὶ κατείργασται πυρί;
Τεῦκρος
Ὥστ' οὐδ' ἴχνος γε τειχέων εἶναι σαφές.
Ἑλένη
Ὦ τλῆμον Ἑλένη, διὰ σ' ἀπόλλυνται Φρύγες.
Τεῦκρος
Καὶ πρός γ' Ἀχαιοί· μεγάλα δ' εἴργασται κακά. 110
Ἑλένη
Πόσον χρόνον γὰρ διαπεπόρθηται πόλις;
Τεῦκρος
Ἑπτὰ σχεδόν τι καρπίμους ἐτῶν κύκλους.
Ἑλένη
Χρόνον δ' ἐμείνατ' ἄλλον ἐν Τροίᾳ πόσον;
Τεῦκρος
Πολλὰς σελήνας, δέκα διελθούσας ἔτη.
Ἑλένη
Ἦ καὶ γυναῖκα Σπαρτιᾶτιν εἵλετε; 115
Τεῦκρος
Μενέλαος αὐτὴν ἦγ' ἐπισπάσας κόμης.
Ἑλένη
Εἶδες σὺ τὴν δύστηνον; Ἢ κλύων λέγεις;
Τεῦκρος
Ὥσπερ γε σέ, οὐδὲν ἧσσον, ὀφθαλμοῖς ὁρῶ.
Ἑλένη
Σσκοπεῖτε μὴ δόκησιν εἴχετ' ἐκ θεῶν.
Τεῦκρος
Ἄλλου λόγου μέμνησο, μὴ κείνης ἔτι. 120
Ἑλένη
Οὕτω δοκεῖτε τὴν δόκησιν ἀσφαλῆ;
Τεῦκρος
Οὐτὸς γὰρ ὄσσοις εἰδόμην· καὶ νοῦς ὁρᾷ.
Ἑλένη
Ἤδη δ' ἐν οἴκοις σὺν δάμαρτι Μενέλεως;
Τεῦκρος
Οὔκουν ἐν Ἄργει <γ'> οὐδ' ἐπ' Εὐρώτα ῥοαῖς.
Ἑλένη
Αἰαῖ· κακὸν τόδ' εἶπας οἷς κακὸν λέγεις. 125
Τεῦκρος
Ὡς κεῖνος ἀφανὴς σὺν δάμαρτι κλῄζεται.
Ἑλένη
Οὐ πᾶσι πορθμὸς αὑτὸς Ἀργείοισιν ἦν;
Τεῦκρος
Ἦν, ἀλλὰ χειμὼν ἄλλοσ' ἄλλον ὥρισεν.
Ἑλένη
Ποίοισιν ἐν νώτοισι ποντίας ἁλός;
Τεῦκρος
Μέσον περῶσι πέλαγος Αἰγαίου πόρου. 130
Ἑλένη
Κἀκ τοῦδε Μενέλαν οὔτις εἶδ' ἀφιγμένον;
Τεῦκρος
Οὐδείς· θανὼν δὲ κλῄζεται καθ' Ἑλλάδα.
Ἑλένη
Ἀπωλόμεσθα· Θεστιὰς δ' ἔστιν κόρη;
Τεῦκρος
Λήδαν ἔλεξας; Οἴχεται θανοῦσα δή.
Ἑλένη
Οὔ πού νιν Ἑλένης αἰσχρὸν ὤλεσεν κλέος; 135
Τεῦκρος
Φασίν, βρόχῳ γ' ἅψασαν εὐγενῆ δέρην.
Ἑλένη
Οἱ Τυνδάρειοι δ' εἰσὶν ἢ οὐκ εἰσὶν κόροι;
Τεῦκρος
Τεθνᾶσι καὶ οὐ τεθνᾶσι· δύο δ' ἐστὸν λόγω.
Ἑλένη
Πότερος ὁ κρείσσων; Ὦ τάλαιν' ἐγὼ κακῶν.
Τεῦκρος
Ἄστροις σφ' ὁμοιωθέντε φάσ' εἶναι θεώ. 140
Ἑλένη
Καλῶς ἔλεξας τοῦτο· θάτερον δὲ τί;
Τεῦκρος
Σφαγαῖς ἀδελφῆς οὕνεκ' ἐκπνεῦσαι βίον.
Ἅλις δὲ μύθων· οὐ διπλᾶ χρῄζω στένειν.
Ὧν δ' οὕνεκ' ἦλθον τούσδε βασιλείους δόμους,
τὴν θεσπιῳδὸν Θεονόην χρῄζων ἰδεῖν, 145
σὺ προξένησον, ὡς τύχω μαντευμάτων
ὅπῃ νεὼς στείλαιμ' ἂν οὔριον πτερὸν
ἐς γῆν ἐναλίαν Κύπρον, οὗ μ' ἐθέσπισεν
οἰκεῖν Ἀπόλλων, ὄνομα νησιωτικὸν
Σαλαμῖνα θέμενον τῆς ἐκεῖ χάριν πάτρας. 150
.
.
.
Ύμνοι της Μεγάλης Εβδομαδος
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
https://youtu.be/kpNUfYDT6uE
(Μεγάλη Τετάρτη ψαλλουν Βατοπαιδινοι Πατερες)
Μεγάλη Τρίτη
Το Τροπάριο της Κασσιανής
Ἦχος πλ δ’ Ἰδιόμελον
Κύριε, ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις περιπεσοῦσα γυνή, τὴν σὴν αἰσθομένη θεότητα, μυροφόρου ἀναλαβοῦσα τάξιν, ὀδυρομένη, μύρα σοι, πρὸ τοῦ ἐνταφιασμοῦ κομίζει. Οἴμοι! λέγουσα, ὅτι νύξ μοι ὑπάρχει, οἶστρος ἀκολασίας, ζοφώδης τε καὶ ἀσέληνος ἔρως τῆς ἁμαρτίας. Δέξαι μου τὰς πηγὰς τῶν δακρύων, ὁ νεφέλαις διεξάγων τῆς θαλάσσης τὸ ὕδωρ· κάμφθητί μοι πρὸς τοὺς στεναγμοὺς τῆς καρδίας, ὁ κλίνας τοὺς οὐρανοὺς τῇ ἀφάτῳ σου κενώσει. Καταφιλήσω τοὺς ἀχράντους σου πόδας, ἀποσμήξω τούτους δὲ πάλιν τοῖς τῆς κεφαλῆς μου βοστρύχοις· ὧν ἐν τῷ παραδείσῳ Εὔα τὸ δειλινόν, κρότον τοῖς ὠσὶν ἠχηθεῖσα, τῷ φόβῳ ἐκρύβη. Ἁμαρτιῶν μου τὰ πλήθη καὶ κριμάτων σου ἀβύσσους τίς ἐξιχνιάσει, ψυχοσῶστα Σωτήρ μου; Μή με τὴν σὴν δούλην παρίδῃς, ὁ ἀμέτρητον ἔχων τὸ ἔλεος.
Κύριε,η γυναίκα που σε πολλές άμαρτιες έπεσε,όταν αισθάνθηκε την θεότητα σου,της μυροφορας πήρε τη θέση,και θρηνώντας μύρα σε σένα πριν απο την ταφή σου φέρνει,
αλίμονο,λέει,μέσα στη νυχτα είμαι,σε μανία ακολασίας,σε σκοτεινο κι ασεληνο έρωτα αμαρτιας,
δέξου τις πηγές των δακρύων μου,εσύ που με τα σύννεφα
ανασηκώνεις της θάλασσας το νερο,λύγισε στους στεναγμούς της καρδιάς μου,εσυ που εστρεψες τους ουρανούς στην θαυμαστή σου κάθοδο,
θα καταφιλισω τα αμόλυντα σου πόδια,θα τα σφουγγισω πάλι με του κεφαλιού μου τις πλεξιδες,
τα οποία στον παράδεισο η Εύα,όταν στα αυτιά της άκουσε να ηχούν,από τον φόβο κρύφτηκε,
των αμαρτιων μου το πλήθος και των κρίσεων σου τις αβυσσους ποιος θα εξερευνησει,Σωτήρα που τις ψυχές σώζεις;
Να μην αγνοήσεις την δούλη σου,εσύ που έχεις αμέτρητο το έλεος,
.
.
Μεγάλη Τεταρτη
Τον νυμφώνα Σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον, και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ. Λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδότα, και σώσον με.
Τον νυφικό σου θάλαμο βλέπω,Σωτήρα μου,να είναι στολισμένος,και ένδυμα δεν έχω,για να μπω μέσα,λαμπρυνε μου τη στολή της ψυχής,Εσύ που το φως δίνεις και σώσε με
.
.
Ιδού, ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα. Ανάξιος δε πάλιν ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ουν, ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθείς, ίνα μη τω θανάτω παραδοθείς και της βασιλείας έξω κλεισθείς. Αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός ημών, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς
Ιδού,ο Νυμφίος έρχεται τα μεσάνυχτα,και μακάριος ο δούλος,τον οποίο βρίσκει ξαγρυπνο,ανάξιος όμως όποιον βρίσκει ανετοιμο,πρόσεξε λοιπόν,ψυχή μου,μην βυθιστεις στον ύπνο,για να μην στον θάνατο παραδοθεις και απο τη βασιλεία εξω να κλειστεις,
αλλά συνερθε και ύμνησε.
Άγιος,Άγιος,Άγιος είναι ο Θεός μας,και με τη μεσολάβηση της Θεοτόκου να μας ελεησει
.
.
Πόρνη προσῆλθέ σοι μύρα σὺν δάκρυσι κατακενούσά σου ποσί, φιλάνθρωπε, καὶ δυσωδίας τῶν κακῶν λυτροῦται τῇ κελεύσει σου• πνέων δὲ τὴν χάριν σου μαθητὴς ὁ ἀχάριστος ταύτην ἀποβάλλεται καὶ βορβόρῳ συμφύρεται, φιλαργυρίᾳ ἀπεμπολῶν σέ. Δόξα, Χριστέ, τῇ εὐσπλαγχνίᾳ σου
πόρνη σε πλησίασε και μύρα με δάκρυα σου έχυσε στα πόδια,φιλανθρωπε,και από τη δυσωδία των αμαρτιων λυτρω θηκε με το πρόσταγμα σου,ενώ ανεπνεε τη χάρη σου ο μαθητής ο αχάριστος αυτή απαρνήθηκε και στο βορβορο ανακατευτηκε,
από φιλαργυρία σε πρόδωσε,
Δόξα Χριστέ,για την ευσπλαχνία σου
.
.
Ἐνώτισαι τούς στεναγμούς τῆς ψυχῆς μου, καί τῶν ἐμῶν ὀφθαλμῶν προσδέχου τούς σταλαγμούς, Σωτήρ, καί σῶσόν με.
άκουσε τους στεναγμούς της ψυχής μου,και τα δάκρυα που στάζουν από τα μάτια μου να δεχτείς,Σωτήρα,και σώσε με
.
.
.
Ύμνοι Μεγάλης Εβδομαδος
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μεγάλη Πέμπτη
Ὅτε οἱ ἔνδοξοι μαθηταί ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ δείπνου ἐφωτίζοντο,
τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας, ἐσκοτίζετο·
καί ἀνόμοις κριταῖς σέ τόν δίκαιον κριτήν παραδίδωσι.
Βλέπε, χρημάτων ἐραστά, τόν διά ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον·
φεῦγε ἀκόρεστον ψυχήν τήν διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν.
Ὁ περί πάντας ἀγαθός, Κύριε, δόξα σοι.
οταν οι ένδοξοι μαθητές κατά τον νιπτήρα του δείπνου
εφωτιζονταν,τότε ο Ιούδας ο ασεβής,από την φιλαργυρία
αρρωστενοντας,σκοτεινιασε,
και στους ανομους κριτές εσένα τον δίκαιο κριτη παρεδωσε,
βλεπε,εσύ που αγαπάς τα χρήματα,αυτόν που γι'αυτα
αγχόνη χρησιμοποιησε,
απέφευγε την αχόρταγη ψυχή που στον διδάσκαλο τέτοια τόλμησε,
αυτόν που είναι για όλους καλός,τον δοξαζω
.
.
Ἰούδας ὁ δοῦλος καὶ δόλιος, ὁ μαθητὴς καὶ ἐπίβουλος,
ὁ φίλος καὶ διάβολος, ἐκ τῶν ἔργων ἀπεφάνθη·
ἠκολούθει γὰρ τῷ Διδασκάλῳ, καὶ καθ’ ἑαυτὸν
ἐμελέτησε τὴν προδοσίαν, ἔλεγεν ἐν ἑαυτῷ·
Παραδώσω τοῦτον, καὶ κερδήσω τὰ συναχθέντα χρήματα,
ἐπεζήτει δὲ καὶ τὸ μύρον πραθῆναι, καὶ τὸν Ἰησοῦν δόλῳ
κρατηθῆναι, ἀπέδωκεν ἀσπασμόν, παρέδωκε τὸν Χριστόν,
καὶ ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγήν, οὕτως ἠκολούθει,
ὁ μόνος εὔσπλαγχνος καὶ φιλάνθρωπος
ο Ιούδας ο δούλος και δόλιος,ο μαθητής και προδότης,
ο φίλος και εχθρός,από τα έργα φανερωθηκε,
γιατί ακολουθούσε τον διδάσκαλο και μέσα του μελετουσε
την προδοσία,μονολογώντας,θα τον παραδώσω,
και θα κερδίσω τα χρήματα που θα μαζευτούν,
ακόμη ήθελε και το μύρο να πουληθεί και ο Ιησους
με δόλο να πιαστεί,τον φιλίσε,παρεδωσε τον Χριστό
κι όπως πρόβατο για σφαγή,έτσι ακολούθησε,αυτός
που ειναι μοναχα ευσπλαχνία και φιλανθρωπια
.
.
Σήμερον ὁ Ἰούδας, τὸ τῆς φιλοπτωχείας κρύπτει προσωπεῖον,
καὶ τῆς πλεονεξίας ἀνακαλύπτει τὴν μορφήν·
οὐκέτι τῶν πενήτων φροντίζει, οὐκέτι τὸ μύρον πιπράσκει,
τὸ τῆς ἁμαρτωλοῦ, ἀλλὰ τὸ οὐράνιον μύρον,
καὶ ἐξ αὐτοῦ νοσφίζεται τὰ ἀργύρια, τρέχει πρὸς Ἰουδαίους,
λέγει τοῖς παρανόμοις. Τί μοι θελετε δοῦναι, κᾀγὼ ὑμῖν παραδώσω αὐτόν.
Ὢ φιλαργυρίας προδότου! εὔωνον ποιεῖται τὴν πρᾶσιν,
πρὸς τὴν γνώμην τῶν ἀγοραζόντων, τοῦ πωλουμένου
τὴν πραγματείαν ποιεῖται, οὐκ ἀκριβολογεῖται πρὸς τὴν τιμήν,
ἀλλ' ὡς δοῦλον φυγάδα ἀπεμπολεῖ· ἔθος γὰρ τοῖς κλέπτουσι,
ῥίπτειν τὰ τίμια, νῦν ἔβαλε τὰ ἅγια, τοῖς κυσὶν ὁ μαθητὴς·
ἡ γὰρ λύσσα τῆς φιλαργυρίας, κατά του ἰδίου Δεσπότου, μαίνεσθαι
ἐποίησεν αὐτόν· ἧς τὴν πεῖραν φύγωμεν, κράζοντες·
Μακρόθυμε Κύριε, δόξα σοι.
σήμερα ο Ιούδας,το πρόσωπο της αγάπης
για τους φτωχούς καλυπτει και αποκαλύπτει τη μορφή
της πλεονεξίας,ούτε πια φροντίζει γι'αυτους που
πεινούν,ούτε το μύρο πουλάει,αυτο της αμαρτωλης,
αλλά το ουράνιο μύρο,κι από αυτό αρπάζει τα αργύρια,
τρέχει στους Ιουδαίους,και λέει στους παρανομους,
τι θα μου δωστε,κι εγω θα σας τον παραδωσω;
ο φιλάργυρος προδότης,προς το συμφέρον του κάνει την πωληση,
σύμφωνη μ'αυτους που αγοράζουν,τη διαπραγμάτευση
του πουλημένου κανει,δεν παζαρευει την τιμή,
αλλά ως δούλο φυγάδα τον παραδίνει,γιατί
συνήθεια στους κλέφτες,να πετούν τα πολύτιμα,
τώρα έρριξε τα άγια,στα σκυλια ο μαθητής,
γιατί η λύσσα της φιλαργυρίας,κατά του Κυρίου του,τον έκανε τρελό,
αυτή την δοκιμασία ας αποφύγουμε φωνάζοντας δυνατά,
Μακροθυμε Κύριε,ας είσαι δοξασμενος
.
.
Σήμερον κρεμάται επί ξύλου,
ο εν ύδασι την γην κρεμάσας.
Στέφανον εξ ακανθών περιτίθεται,
ο των αγγέλων βασιλεύς.
Ψευδή πορφύραν περιβάλλεται,
ο περιβάλλων τον ουρανόν εν νεφέλαις.
Ράπισμα κατεδέξατο,
ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ.
Ήλοις προσηλώθη, ο νυμφίος της Εκκλησίας.
Λόγχη εκεντήθη, ο υιός της Παρθένου.
Προσκυνούμεν σου τα Πάθη, Χριστέ.
Δείξον ημίν και την ένδοξόν σου Ανάστασιν
σήμερα κρεμιέται πάνω σε ξύλο
αυτός που στα νερά τη γη κρέμασαι,
στεφάνι με αγκάθια φοράει,
ο βασιλιάς των αγγελων,
ψεύτικη πορφυρα περιβαλλεται αυτός που περίεβαλε
τον ουρανό με νεφέλες,
ράπισμα δέχτηκε,
αυτός που στον Ιορδάνη ελευθέρωσε τον άνθρωπο,
με καρφιά καρφώθηκε,ο νυμφίος της Εκκλησίας,
με λόγχη κεντηθηκε,ο υιος της Παρθένου,
Προσκυνούμε τα Πάθη σου Χριστέ,
Δείξε μας και την ένδοξο σου Ανασταση
.
.
.
Ύμνοι της Μεγάλης Εβδομαδος
Τα Εγκωμια-Μεγαλη Παρασκευή
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ
Ἦχος πλ. α´.
Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ, κατετέθης Χριστέ,
καὶ Ἀγγέλων στρατιαὶ ἐξεπλήττοντο,
συγκατάβασιν δοξάζουσαι τὴν σήν
η ζωή στον τάφο,κατετεθεις Χριστέ,
και των Αγγέλων οι δυναμεις ένιωσαν κατάπληξη,
την ταπείνωση σου δοξαζοντας
Ἡ ζωὴ πῶς θνήσκεις; πῶς καὶ τάφῳ οἰκεῖς;
τοῦ θανάτου τὸ βασίλειον λύεις δέ,
καὶ τοῦ ᾍδου τοὺς νεκροὺς ἐξανιστᾷς.
η ζωή πως πεθαινεις;και πως σε ταφο κατοικεις;
του θανάτου το βασίλειο καταλυεις,
και του Άδη τους νεκρούς ανασταινεις
Ὁ ὡραῖος κάλλει, παρὰ πάντας βροτούς,
ὡς ἀνείδεος νεκρὸς καταφαίνεται,
ὁ τὴν φύσιν ὡραΐσας τοῦ παντός.
αυτός που σε ομορφιά υπερέχει,από όλους τους θνητούς,
όπως άσχημος νεκρός φαίνεται,
αυτός που όλη τη φύση ομορφηνε
Ἰησοῦ γλυκύ μοι, καὶ σωτήριον φῶς,
τάφῳ πῶς ἐν σκοτεινῷ, κατακέκρυψαι;
ὢ ἀφάτου, καὶ ἀῤῥήτου ἀνοχῆς
Ιησού γλυκό μου και σωτήριο φως,
πως σε ταφο σκοτεινό κρύφτηκες;
πόσο αφατη και αρρητη η ανοχή σου
Ὁ τὴν γῆν κατέχων, τῇ δρακὶ νεκρωθείς,
σαρκικῶς ὑπὸ τῆς γῆς νῦν συνέχεται,
τοὺς νεκροὺς λυτρῶν τῇς ᾍδου συνοχῆς.
αυτός που τη γη έχει μέσα στη παλαμη
αφού νεκρώθηκε,σαρκικά κάτω από τη γη
τώρα κρατιέται,τους νεκρούς
λυτρωνοντας από του Άδη τα δεσμα
Ὡς βροτὸς μὲν θνῄσκεις, ἑκουσίως Σωτήρ,
ὡς Θεὸς δὲ τοὺς θνητοὺς ἐξανέστησας,
ἐκ μνημάτων καὶ βυθοῦ ἁμαρτιῶν.
ως θνητός πεθαίνεις με τη θέληση σου,Σωτήρα,
ως θεός τους θνητούς αναστησες από τα μνήματα
και τον βυθό των αμαρτιων
Δακρυῤῥόους θρήνους, ἐπὶ σὲ ἡ Ἁγνή,
μητρικῶς ὦ Ἰησοῦ ἐπιῤῥαίνουσα, ἀνεβόα·
Πῶς κηδεύσω σε Υἱέ
με θρήνους γεμάτους δάκρυα,η Αγνή
μητρικά Ιησού σε ραντίζει,φωνάζοντας δυνατά,
πως θα σε κηδευσω γιε μου;
.
.
ΣΤΑΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ
Ἦχος πλ. α´.
Ἄξιόν ἐστι, μεγαλύνειν σε τὸν Ζωοδότην,
τὸν ἐν τῷ Σταυρῷ τὰς χεῖρας ἐκτείναντα,
καὶ συντρίψαντα τὸ κράτος τοῦ ἐχθροῦ
άξιο είναι,να εγκωμιαζουμε εσένα που η ζωή δίνεις,
που στο Σταυρό τα χέρια απλωσες,
και συντριψες το κρατος του εχθρού
Μόνη γυναικῶν, χωρὶς πόνον ἔτεκόν σε Τέκνον,
πόνους δὲ νῦν φέρω πάθει τῷ σῷ, ἀφορήτους,
ἔλεγεν ἡ Σεμνή
μόνη εγώ από τις γυναίκες,χωρίς
πόνους σε γέννησα παιδί μου,
τώρα όμως πόνους υποφέρω για τα πάθη σου αφορητους,
έλεγε η Σεβάσμια Μητερα
Ῥήγνυται ναοῦ, καταπέτασμα τῇ σῇ σταυρώσει,
κρύπτουσι φωστῆρες Λόγε τὸ φῶς,
σοῦ κρυβέντος Ἥλιε ὑπὸ γῆν.
σχίζεται του ναού το καταπετασμα με τη σταύρωση σου,
κρύβουν τα άστρα Λογε το φως,
και συ ο Ήλιος κρύφτηκες κάτω από τη γη
Θρῆνον ἱερόν, δεῦτε ᾄσωμεν Χριστῷ θανόντι,
ὡς αἱ Μυροφόροι γυναῖκες πρίν,
ἵνα καὶ τὸ Χαῖρε ἀκουσώμεθα σὺν αὐταῖς.
θρήνο ιερο,ελάτε να ψάλλουμε
για τον Χριστό που πεθανε,
όπως οι Μυροφορες γυναίκες πριν,
για να και το Χαίρε ακούσουμε
μαζί με αυτές
Κόκκος διφυής, ὁ φυσίζωος ἐν γῆς λαγόσι,
σπείρεται σὺν δάκρυσι σήμερον,
ἀλλ᾿ ἀναβλαστήσας, Κόσμον χαροποιήσει.
σπόρος δύο φύσεων,αυτός που γεννά ζωή
μέσα στης γης τους κόλπους
σπέρνεται μαζί με δάκρυα σήμερα,
αλλά όταν βλαστήσει τον Κόσμο θα χαροποιησει
Ἥλοις σε Σταυρῷ, πεπαρμένον ἡ σὴ Μήτηρ Λόγε,
βλέψασα τοῖς ἥλοις λύπης πικρᾶς,
βέβληται καὶ βέλεσι τὴν ψυχήν.
με τα καρφιά στο Σταυρό καρφωμένο
η Μητέρα σου Λογε βλεπωντας σε
με καρφιά πικρήςλύπης τρυπηθηκε
και με βέλη στην ψυχη
Χλαῖναν ἐμπαιγμοῦ, τὸν Κοσμήτορα πάντων ἐνδύεις,
ὃς τὸν Οὐρανὸν κατεστέρωσε,
καὶ τὴν γῆν ἐκόσμησε θαυμαστῶς.
με ρούχο εμπαιγμου,αυτόν που τα πάντα κόσμησε ντύνεις,
αυτόν που τον ουρανό γέμισε αστέρια
και την γη κοσμισε θαυμάσια
.
.
ΣΤΑΣΙΣ ΤΡΙΤΗ
Ἦχος γ´.
Αἱ γενεαί πᾶσαι, ὕμνον τῇ Ταφῇ σου,
προσφέρουσι Χριστέ μου.
όλες οι γενιές των ανθρώπων
ύμνο στη Ταφή σου προσφέρουν
Χριστέ μου
Καθελὼν τοῦ ξύλου,
ὁ Ἀριμαθαίας, ἐν τάφῳ σε κηδεύει.
κατεβάζοντας από το ξύλο
,αυτός από την Αριμαθαια,
σε τάφο σε κηδευει
Μυροφόροι ἦλθον, μύρα σοι Χριστέ μου,
κομίζουσαι προφρόνως.
Μυροφορες ήρθαν,και μύρα για σένα Χριστέ μου
φέρνουν μεαφοσιωση
Ὕπτιον ὁρῶσα, ἡ Πάναγνός σε, Λόγε,
μητροπρεπῶς ἐθρήνει.
ξαπλωμένο βλεπωντας σε η Παναγνη Μητέρα,
οπως μητέρα σε θρηνουσε
Ὢ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον,
ποῦ ἔδυ σου τὸ κάλλος;
γλυκειά μου ανοιξη,γλυκύτατο παιδί μου,
που έδυσε το κάλλος σου;
Πρὸς τὸν πυθμένα ᾍδου, κατήχθη ὁ προδότης,
διαφθορᾶς εἰς φρέαρ.
στον πυθμένα του Άδη,ριχτηκε
ο προδοτης,σε πηγάδι αφανισμού
Τρίβολοι καὶ παγίδες, ὁδοὶ τοῦ τρισαθλίου,
παράφρονος Ἰούδα
αγκάθια και παγίδες,οι δρόμοι του τρισαθλιου
και παράφρονα Ιουδα
Υἱὲ Θεοῦ παντάναξ, Θεέ μου πλαστουργέ μου,
πῶς πάθος κατεδέξω;
Υιέ του Θεού των πάντων βασιλιά,
Θεέ μου που με έπλασες,
πως τα πάθη καταδεχτηκες;
Ἡ δάμαλις τὸν μόσχον, ἐν Ξύλῳ κρεμασθέντα,
ἠλάλαζεν ὁρῶσα.
η δαμαλα τον μόσχο στο Ξύλο
κρεμασμένο βλεπωντας φώναζε δυνατα
Ἀνέκραζεν ἡ Κόρη, θερμῶς δακρυῤῥοοῦσα,
τὰ σπλάγχνα κεντουμένη.
εκραζε η Κόρη καυτά χύνοντας
δάκρυα,με τα σπλάχνα τρυπημενα
Ὦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου, γλυκύτατόν μου Τέκνον,
πῶς τάφῳ νῦν καλύπτῃ;
φως των ματιών μου, γλυκύτατο μου παιδι,
πως σε τάφο τώρα θαφτηκες;
.
.
.
Κυριακη του Πάσχα
-Χριστος ανεστη-
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ἦχος πλ. α´.
Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν,
θανάτῳ θάνατον πατήσας
καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι
ζωὴν χαρισάμενος
ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς,
με θάνατο τον θάνατο συνθλίβοντας
και σε αυτούς μέσα στα μνήματα
ζωή χαρισε
Ἦχος βαρύς.
Ἐσφραγισμένου τοῦ μνήματος,
ἡ Ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας,
Χριστὲ ὁ Θεός·
καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων,
τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης
ἡ πάντων Ἀνάστασις,
Πνεῦμα εὐθές,
δι᾿ αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν,
κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.
αν και σφραγισμένο με μεγάλη πέτρα το μνήμα
η Ζωή απο το τάφο ανετειλε,
Χριστέ ο Θεός,
και αν οι πόρτες ήταν κλεισμένες
στους μαθητές παρουσιαστηκες
εσύ η Ανάσταση των όλων,
το Πνεύμα αμέσως
μέσω αυτών σε μας ανανεωσες,
σύμφωνα με το μεγάλο σου ελεος
Ἦχος β´.
Ὅτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον,
ἡ ζωὴ ἡ ἀθάνατος,
τότε τὸν ᾍδην ἐνέκρωσας,
τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος·
ὅτε δὲ καὶ τοὺς τεθνεῶτας
ἐκ τῶν καταχθονίων ἀνέστησας,
πᾶσαι αἱ Δυνάμεις
τῶν ἐπουρανίων ἐκραύγαζον·
Ζωοδότα Χριστέ,
ὁ Θεὸς ἡμῶν, δόξα σοι.
όταν κατέβηκες στον θάνατο
εσύ η ζωή η αθάνατη
τότε τον Άδη νεκρωσες
με την αστραπή της θεότητας,
όταν και τους πεθαμένους
από τα καταχθόνια αναστησες,
όλες οι Δυνάμεις
των επουρανιων φώναζαν δυνατά,
Χριστέ εσύ που τη Ζωη δίνεις,
εσύ ο Θεός μας,εσενα δοξαζουμε
Ἦχος γ´.
Εὐφραινέσθω τὰ οὐράνια,
ἀγαλλιάσθω τὰ ἐπίγεια,
ὅτι ἐποίητε κράτος
ἐν βραχίονι αὐτοῦ ὁ Κύριος·
ἐπάτησε τῷ θανάτῳ τὸν θάνατον.
πρωτότοκος τῶν νεκρῶν ἐγένετο,
ἐκ κοιλίας ᾍδου ἐρρύσατο ἡμᾶς,
καὶ παρέσχε τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.
ας ευχαριστηθουν τα ουράνια,
ας αγαλιασθουν τα επίγεια,
διότι δημιούργησε κράτος
με τα χέρια του ο Κύριος,
συνθλιψε με τον θάνατο τον θάνατο,
πρωτότοκος των νεκρών έγινε,
από τη κοιλιά του Άδη μας ελευτερωσε,
και πρόσφερε στον κόσμο
το μεγάλο του ελεος
Ἦχος βαρύς.
Κατέλυσας τῷ Σταυρῷ σου τὸν θάνατον·
ἠνέῳξας τῷ ληστῇ τὸν παράδεισον·
τῶν μυροφόρων τὸν θρῆνον μετέβαλες,
καὶ τοῖς σοῖς ἀποστόλοις κηρύττειν ἐπέταξας,
ὅτι ἀνέστης, Χριστὲ ὁ Θεός,
παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος.
κατηργησες με τον Σταυρό σου τον θάνατο,
άνοιξες στον ληστη τον παράδεισο,
των μυροφόρων τον θρήνο
μεταβαλες σε χαρά,
και στους αποστόλους σου
να κηρύξουν έδωσες εντολή,
διότι αναστηθηκες,Χριστέ ο Θεός μας,
προσφέροντας στον κόσμο το μεγάλο σου ελεος
Ἦχος α´.
Τὸν τάφον σου, Σωτήρ,
στρατιῶται τηροῦντες,
νεκροὶ τῇ ἀστραπῇ
τοῦ ὀφθέντος ἀγγέλου
ἐγένοντο κηρύττοντος
γυναιξὶ τὴν Ἀνάστασιν.
Σὲ δοξάζομεν,
τὸν τῆς φθορᾶς καθαιρέτην·
σοὶ προσπίπτομεν
τῷ ἀναστάντι ἐκ τάφου
καὶ μόνῳ Θεῷ ἡμῶν.
ενώ τον τάφο σου,Σωτήρα,
οι στρατιώτες επιτηρούσαν,
νεκροί από την λαμψη
σαν αστραπή
του αγγελου που εμφανιστηκε
έγιναν,που ανήγγειλε
στις γυναίκες την Ανάσταση,
εσένα δοξαζουμε,
που τη φθορά ανετρεψες,
εσένα προσκυνούμε
που αναστήθηκες από τον τάφο
και είσαι ο μοναδικός μας Θεος
Ἦχος γ´.
Χριστὸς ἐκ νεκρῶν ἐγήγερται,
ἡ ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων,
ὁ πρωτότοκος τῆς κτίσεως,
καὶ δημιουργὸς
πάντων τῶν γεγονότων,
τὴν καταφθαρεῖσαν φύσιν
τοῦ γένους ἡμῶν
ἐν ἑαυτῷ ἀνεκαίνισεν.
οὐκέτι θάνατε κυριεύεις,
ὁ γὰρ τῶν ὅλων Δεσπότης
τὸ κράτος σου κατέλυσε.
ο Χριστός από τους νεκρούς έχει σηκωθεί,
η πρώτη αρχή από αυτούς που έχουν κοιμηθεί,
ο πρωτότοκος της κτισης
και δημιουργός
όλων όσων έχουν γίνει,
την διεφθαρμένη φύση
τους ανθρωπινου γενους μας
αυτός ο ίδιος ανανέωσε,
ποτέ πια θάνατε δεν θα κυριαρχείς,
γιατί ο Κύριος των όλων
το κράτος σου κατηργησε
Ἦχος πλ. β´.
Τοῦ τάφου ἀνεωγμένου,
τοῦ ᾍδου ὀδυρομένου,
ἡ Μαρία ἐβόα
πρὸς τοὺς κεκρυμμένους
Ἀποστόλους· ἐξέλθετε
οἱ τοῦ ἀμπελῶνος
ἐργάται, κηρύξατε
τὸν τῆς ἀναστάσεως λόγον·
ἀνέστη ὁ Κύριος,
παρέχων τῷ κόσμῳ
τὸ μέγα ἔλεος.
όταν ο τάφος ανοίχτηκε,
κι ο Άδης οδύρονταν,
η Μαρία φωναζε δυνατά
στους Αποστόλους που είχαν
κρυφτεί,
βγήτε έξω οι εργάτες του αμπελώνα,και κηρυξτε
τον λόγο της ανάστασης,
αναστήθηκε ο Κύριος,
προσφέροντας στον κόσμο
το μεγάλο του ελεος
Ὅτι Χριστὸς ἐγήγερται
μή τις διαπιστείτω·
ἐφάνη τῇ Μαρίᾳ γάρ,
ἔπειτα καθωράθη
τοῖς ἐν ἀγρὸν ἀπιοῦσι·
μύσταις δὲ πάλιν ὤφθη
ἀνακειμένοις ἕνδεκα,
οὓς βαπτίζειν ἐκπέμψας
εἰς οὐρανούς,
ὅθεν καταβέβηκεν, ἀνελήφθη,
ἐπικυρῶν τὸ κήρυγμα
πλήθεσι τῶν σημείων.
ότι ο Χριστός έχει σηκωθεί
κάνεις ας μην δυσπιστει,
γιατί φάνηκε στη Μαρία,
έπειτα παρουσιαστηκε
σε αυτούς που στον αγρό πήγαιναν,
πάλι φάνηκε στους καθισμένους για δείπνο έντεκα ( μαθητές),
τους οποίους να βαπτίζουν έστειλε,
στον ουρανό,από όπου ειχε κατέβη,
ανελήφθηκε,
επικυρωνοντας το κηρυγμα της αναστασης
με πλήθος αποδειξεων
Δύο ἀγγέλους βλέψασα
ἔνδοθεν τοῦ μνημείου
Μαρία ἐξεπλήττετο,
καὶ Χριστὸν ἀγνοοῦσα
ὡς κηπουρὸν ἐπηρώτα·
«Κύριε, ποῦ τὸ σῶμα
τοῦ Ἰησοῦ μου τέθεικας»·
κλήσει δὲ τοῦτον γνοῦσα
εἶναι αὐτὸν
τὸν Σωτῆρα, ἤκουσε·
«Μή μου ἄπτου·
πρὸς τὸν Πατέρα ἄπειμι·
εἰπὲ τοῖς ἀδελφοῖς μου.
δύο αγγελους όταν είδε
μέσα στο μνημείο
η Μαρία ένιωσε κατάπληξη,
και τον Χριστό μη αναγνωρίζοντας
σαν να ήταν ο κηπουρος ρωτουσε,
Κύριε,που το σώμα του Ιησού μου
έχεις βάλει;
όταν από τη φωνή κατάλαβε
πως αυτός ήταν
από τον Σωτήρα άκουσε,
Μη με αγγίζεις,
στον Πατέρα πηγαίνω,
αυτό να πεις στους αδελφούς μου
Ἦχος β´.
Πᾶσα πνοὴ καὶ πᾶσα κτίσις
σὲ δοξάζει, Κύριε,
ὅτι διὰ τοῦ Σταυροῦ
τὸν θάνατον κατήργησας,
ἵνα δείξῃς τοῖς λαοῖς
την ἐκ νεκρῶν σου ἀνάστασιν,
ὡς μόνος φιλάνθρωπος.
κάθε εμφυχο πλάσμα και κάθε δημιούργημα
σε δοξάζει,Κύριε,
διότι με τον Σταυρό
τον θάνατο κατηργησες,
για να δείξεις στους λαούς
την ανάσταση σου από τους νεκρούς,
πως εσύ είσαι ο μοναδικός φιλανθρωπος
Ἀναστάσεως ἡμέρα,
καὶ λαμπρυνθῶμεν τῇ πανηγύρει,
καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα.
Εἴπωμεν ἀδελφοί, καὶ τοῖς μισοῦσιν ἡμᾶς·
Συγχωρήσωμεν πάντα τῇ Ἀναστάσει,
καὶ οὕτω βοήσωμεν· Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν,
θανάτῳ θάνατον πατήσας,
καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος
της Ανάστασης ημέρα,και
ας λαμψουμε από τη χαρά της γιορτής,
και ο ένας τον άλλον ας αγκαλιάσουμε,
ας πούμε αδελφοί και σε αυτούς
που μας μισούν,
ας συγχωρησουμε τα πάντα λόγω
της Ανάστασης,
κι έτσι ας φωνάξουμε δυνατά,
ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς,
με θάνατο τον θάνατο συνθλίβοντας
και σε αυτούς μέσα στα μνήματα
ζωή χαρισε
.
.
.
ο Κικέρων στη Ρόδο
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(στον βίο του Κικέρωνα του Πλουταρχου γράφεται)
ἐν δὲ Ῥόδῳ ῥήτορι μὲν Ἀπολλωνίῳ τῷ Μόλωνος, λέγεται δὲ τὸν Ἀπολλώνιον οὐ συνιέντα τὴν Ῥωμαϊκὴν διάλεκτον δεηθῆναι τοῦ Κικέρωνος Ἑλληνιστὶ μελετῆσαι
αφού ο διδάσκαλος της ρητορικής Απολλώνιος του Μόλου
καθόλου δεν γνώριζε τα Ρωμαικα,τι περιμενε;
από έναν Ρωμαίο ευφυή και λίαν προικισμένον;
αυτό,βεβαίως,θα ήτο το αποτελεσμα,
και αναπόφευκτος ο σχολιασμός του Ελληνα
(με τα αντιθετικά ρητορικά σχήματα επαινώ θαυμαζω και οικτιρω)
‘σὲ μὲν, ὦ Κικέρων, ἐπαινῶ καὶ θαυμάζω, τῆς δὲ Ἑλλάδος οἰκτείρω τὴν τύχην, ὁρῶν, ἃ μόνα τῶν καλῶν ἡμῖν ὑπελείπετο, καὶ ταῦτα Ῥωμαίοις διὰ σοῦ προσγενόμενα, παιδείαν καὶ λόγον.’
φυσικά και οι Ρωμαιοι τώρα θα είναι σε όλα τα πραγματα,
ακόμα και στη παιδεία και στον λογον
.
.
.
Το νόμισμα του Αλεξίου Δ' Αγγέλου
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο ματαιοδοξος αυτος αυτοκράτορας,αλήθεια,τι αυτοκράτορες
θα ήταν στην Δ' Σταυροφορία παρά εθελοδουλοι;
φυσικά και εκοψε νόμισμα,χρυσόν υπερπυρον,
με χλαμύδα σκήπτρον και επιγραφήν ΑΛΕΞΙΟC ΔΕΣΠΟΤΗC,
κατά τον ιστορικόν Νικήτα Χωνιάτη στην Χρονική του Διήγηση
ένας άμυαλος,που ήθελε όπως οι σταυροφοροι πολυτελώς να διαγει
τον βίον,αυτό μονάχα τον ένοιαζε,ούτε η επερχομενη άλωση της Πόλης
τον Απρίλιο του 1204 ούτε το ένδοξο Βυζαντιο
και πριν με τον μαρκήσιο Βονιφάτιο τον Μομφερρατικό και μετά
με τον δόγη Ενρίκο Ντάντολο συμφώνησε την υποταγή της Ορθόδοξης
εκκλησίας στην Καθολική, την ακύρωση του Σχίσματος και πίστη στον Παπα,
κι από βαρυτατους φόρους θα έδινε χρήματα και πλούσια δωρα
αρκεί να εκθρονισουν τον θείο του Αλέξιο Γ' Αγγελο
κι έτσι κατέληξε συναυτοκρατορας με τον πατέρα του Ισαάκιο Β' Άγγελο,
όμως δεν γλύτωσε την εξέγερση κάποιος ευγενής Αλέξιος Δούκας
τους καθαίρεσε και κάποιον λαικο τον Νικόλαο Κανναβό ενθρονισε
αυτό.πολυ δεν κράτησε, ύστερα σκότωσε τον Καναβό
κι ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας ως Αλέξιος Ε ' Δούκας Μουρτζουφλος
στραγγαλιζοντας τον Αλέξιο Δ' Άγγελο στις 5 Φεβρουαριου 1204
αυτό το τέλος των Βυζαντινών Αγγέλων
.
.
.
Κατά το ύφος του Φαγιουμ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Πτολεμαίος ΙΑ' Αλέξανδρος Β'
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ευνοούμενος ήτο του Συλλα,κι ο ρωμαιος δικτατωρας,
ήθελε επειγόντως δικό του άνθρωπο στην Αιγυπτο,
τον ενθρονισε βασιλιά,Πτολεμαίο ΙΑ' Αλεξανδρο Β' τον είπαν,
το 81πΧ,
όμως η εξαδέλφη του Βερενίκη Γ' τον αρνούνταν για άντρα της,
φυσικά και δολοφονήθηκε
αυτό καθόλου δεν άρεσε στους Αλεξανδρινους,
η χήρα του Πτολεμαίου Θ' ητο λίαν δημοφιλης στο λαό,
τότε αντέδρασαν βίαια κι αφού τον έσυραν στο Γυμνάσιο τον λιντσαραν,
μόλις 18 η' 19 μέρες βασίλεψε ο προστατευόμενος του Συλλα,
αυτός ο λαχνός του στην Ιστορια
.
.
.
για την Σεβαστή Μαρία Σκληραινα
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
σιγά βυζαντινοί μην ασχοληθεί μαζί της η Ζωή
μια Πορφυρογεννητη με τη Μαρία Σκληραινα
κι ας την είπαν και βασιλίδα η' και Σεβαστη
και ακούστηκε στην αγορά της Πολης το ομηρικό
Ου Νέμεσις για την ωραιότητα της,άλλωστε λαϊκοί
ήταν οι θαυμαστές,φαιδροτητες,
αυτά ας απασχολούν τον Κωνσταντίνο Θ' Μονομάχο
εκείνην μόνο η εκλεκτη αρωματοποιία της την ενδιαφέρει
κατά την μαρτυρίαν του Μιχαήλ Ψελλου
.
.
.
Παρουσια του νου
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
είπε:σώματα στο χώρο
τα φρούδικα θεμέλια της ζωης
ένα πουλί
η πάλη ανάμεσα στις διάφορες
προσωπικότητες
ντυμένος με καθρέφτες περπατούσε αγνοώντας
όλα τα βέβαια μαθηματικά
σημεία
κηλιδωμενοι από ασήμι.βλεπουν την Επανάσταση
και δεν φοβάμαι να πω:η ολέθρια άγνοια
ο άνθρωπος που πετάει πέτρα
3μμ κατέστρεψε ένα μνημείο με πουλιά
συμμετέχει στην ξενοδοχειακή
βιομηχανία
ποντάρει στο άσκοπο
δεν πάνε στο διάολο!
όλοι αυτοί οι κρετινοι γραφιαδες μπορούν.να μας βρίζουν
η Ευρώπη πετρώνει
λέμε για τις ηλίθιες δοσοληψίες
προσοχή!Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΕΡΓΑΖΕΤΑΙ
ελλειπής και παιδιάστικη η φιγούρα του ζώου
η αρμονική εξέλιξη
όλα όσα αγαπάω
συνέχεια της απέραντης φύσης
η ομορφια-κελαρυσμα ρυακιού
η ομορφια-'σχεδον τιποτα'
συλλαμβάνω την ακραία μορφή: ελευθερία
ψαράδες σε θολά νερά εδω τελειωνει
ο συνειδητός ρυθμός της
σκέψης
αινσταινικος και κυρίως χωρίς ιδεολογία
μια τεράστια και λογική διαταραχή όλων των αισθήσεων
η θάλασσα ,τρία πουλιά
ημερη και άγρια χαρά
το ασήμαντο
το διαρκές
ενα
στόμα
οι ατέρμονες αλληγοριες
η ηθική υπάρχει μέσα στα λεξικά σας
ένα πουλί
ένα πουλί
η ανεξιχνίαστη επαναληψη-η θαλάσσια χλωρίδα
τορσο αθλητριας
η λογική κατασκευή μιας
φράσης
αυτοί οι απατεώνες
μου εκμυστηρεύτηκε τα πιο περίεργα όνειρα:ο απολιθωμένος
Αντονεν Αρτώ
ένα φωτεινό μαχαίρι ευνούχισε την ψυχή
ανάμεσα στα σχήματα που παιρνει ο άνεμος
δημιούργησε
και πέρα από κάθε αισθητική
'το τριαντάφυλλο είναι τριαντάφυλλο '
. βλέπει από τη φύση
το σκίτσο του δέντρου
σίγουρα παιδαριωδη η κατηγορία:'ο άνθρωπος είναι αυτό
που τρωει'
η σκέψη της σάρκας
το πάθος που λατρευουμε σαν άνθρωποι
μέσα σ'αυτόν τον δαιδαλο
τα δυο πουλιά
ζωή ανάλογα με τα ποσοστά φωτος
.
.
.
529 μΧ το τέλος (της σχολής των Αθηνών)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
έπρεπε οπωσδήποτε ο Ιουστινιανός να κάνει
επίδειξη της ολοκληρωτικής δύναμης της νέας
θρησκείας,το διάταγμα το 529 ήταν έτοιμο:
να κλείσει η φιλοσοφική σχολή των Αθηνών,
άλλωστε ένας Σύρος ηταν σχολάρχης ο Δαμασκιος,
ολα κι όλα,ο χριστιανισμός είναι λαϊκός
αυτά τα δικά τους νεοπλατωνικα περί Ενός Υπερουσιου
Νοος Ψυχής μονής προόδου και επαναφοράς
είναι παραξενιές των ευνοημένων της ελίτ
των παγανιστών να τελειώσουν πλέον
κι αν κατέληξαν στην αυλή του Πέρση Χοσροη Α'
δείχνει τον ποιον των Ελληνων έναν εχθρό μας
να διαλεξουν,εμείς βεβαίως ξέμπλεξαμε,την ύλη
αντιπαθεί το πόπολο,δεν θέλουμε φασαρίες,
εξάλλου νυν εν τούτω Νίκα πορευόμαστε
παρηλθαν ανεπιστρεπτί τα ελληνορωμαϊκά, τελος
.
.
.
Σοφοκλής,Φιλοκτήτης( 409 π Χ)-στιχοι 468-506
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Φιλοκτήτης
στ'ονομα τα πατέρα,παιδι μου,και της μάνας σου
σ' ότι στο σπίτι σου είναι πιο αγαπητό,
ικέτης σου πέφτω,μην μ'εγκαταλειπεις μοναχο,470
έρημο στα κακα αυτα'δω που βλέπεις,
κι όσα έχεις ακούσει να με κάναν σπίτι τους,
αλλά σαν άχρηστο πεταξε με,βάρος,
το ξέρω,μεγάλο φορτωμα ειναι,
όμως τόλμησε το,γιατί οι γενναίοι 475
το αισχρό έχουν εχθρό και το χρηστο ενδοξο
αν μ'εγκαταλειψεις αυτο ντροπή θα'ναι
αν με πάρεις,παιδί μου,μεγάλη φήμη ένδοξη
θα'χεις αν φτάσω ζωντανός στη γη της Οιτης,
έλα,δεν θα σ'ενοχλησω ούτε μια μέρα ολόκληρη,480
τόλμησε,βάλε με όπου εσύ θέλεις,
στ'αμπαρι,στη πρώρη,στη πρύμνη,όπου
το λιγότερο τους άλλους να ενοχλώ,
υπακουσε,στον ίδιο τον Δια των ικετων,παιδί μου,
δεξου,στα γόνατα σου πέφτω,αν κι είμαι 485
άρρωστος ο δύστυχος,ανάπηρος,αλλά μην μ'αφηνεις
έρημο χωρίς ανθρώπων βηματα,
αλλα η' στο σπίτι σου σώζοντας με πήγαινε
η' στην περιοχή της Εύβοιας του Χαλκωδοντα
κι από κει δεν μου είναι μακρυ για την Οιτη το ταξιδι 490
τις ράχες της Τραχίνιας όπου ήσυχα ρέει
ο Σπερχειος,και στον αγαπημένο μου πατέρα θα με δείξεις
αν και φοβάμαι πως πια δεν ζει,αφού
δεν ήρθε να με δει,γιατί πολλες με τους φτασμένους εδώ
του'στελνα παρακλητικες ικεσιες 495
να'ρθει να με φέρει ζωντανό στο σπιτι
αλλά η' έχει πεθάνει η' οι αγγελιοφόροι,μαλλον,
νομίζω,ξέχασαν ότι τους ειπα στη βιασύνη τους
να κάνουν το ταξιδι για την πατρίδα τους,
όμως τώρα,σε σένα και σύνοδο και προστάτη άγγελο 500
βρήκα,σώσε με,λυπήσου με,βλεπωντας
πώς όλα δυστυχία κι επικίνδυνα στους ανθρώπους
και τα καλά να πάθουν,αλλά να πάθουν και τ'αλλα
και πρέπει όταν κανεις είναι έξω απ'τα βάσανα τα δεινά
να βλέπει,αλλά κι όταν ευτυχισμένα ζει,προπαντως τότε 505
τη ζωή να προσέχει πάρα πολύ,μήπως χωρίς να καταλαβει χαθει
.
.
Φιλοκτήτης
πρός νύν σε πατρὸς πρός τε μητρός, ὦ τέκνον,
πρός τ᾽ εἴ τί σοι κατ᾽ οἶκόν ἐστι προσφιλές,
ἱκέτης ἱκνοῦμαι, μὴ λίπῃς μ᾽ οὕτω μόνον, 470
ἔρημον ἐν κακοῖσι τοῖσδ᾽ οἵοις ὁρᾷς
ὅσοισί τ᾽ ἐξήκουσας ἐνναίοντά με·
ἀλλ᾽ ἐν παρέργῳ θοῦ με. δυσχέρεια μέν,
ἔξοιδα, πολλὴ τοῦδε τοῦ φορήματος·
ὅμως δὲ τλῆθι· τοῖσι γενναίοισί τοι 475
τό τ᾽ αἰσχρὸν ἐχθρὸν καὶ τὸ χρηστὸν εὐκλεές.
σοὶ δ᾽ ἐκλιπόντι τοῦτ᾽ ὄνειδος οὐ καλόν,
δράσαντι δ᾽, ὦ παῖ, πλεῖστον εὐκλείας γέρας,
ἐὰν μόλω ᾽γὼ ζῶν πρὸς Οὐταίαν χθόνα.
ἴθ᾽· ἡμέρας τοι μόχθος οὐχ ὅλης μιᾶς. 480
τόλμησον. ἐμβαλοῦ μ᾽ ὅπῃ θέλεις ἄγων,
εἰς ἀντλίαν, εἰς πρῷραν, εἰς πρύμνην, ὅποι
ἥκιστα μέλλω τοὺς ξυνόντας ἀλγυνεῖν.
νεῦσον, πρὸς αὐτοῦ Ζηνὸς ἱκεσίου, τέκνον,
πείσθητι· προσπίτνω σε γόνασι, καίπερ ὢν 485
ἀκράτωρ ὁ τλήμων, χωλός. ἀλλὰ μή μ᾽ ἀφῇς
ἔρημον οὕτω χωρὶς ἀνθρώπων στίβου,
ἀλλ᾽ ἢ πρὸς οἶκον τὸν σὸν ἔκσωσόν μ᾽ ἄγων
ἢ πρὸς τὰ Χαλκώδοντος Εὐβοίας σταθμά·
κἀκεῖθεν οὔ μοι μακρὸς εἰς Οἴτην στόλος 490
Τραχινίαν τε δειράδ᾽ ἠδ᾽ ἐς εὔροον
Σπερχειὸν ἔσται· πατρί μ᾽ ὡς δείξῃς φίλῳ,
ὃν δὴ παλαιὸν ἐξ ὅτου δέδοικ᾽ ἐγὼ
μή μοι βεβήκῃ. πολλὰ γὰρ τοῖς ἱγμένοις
ἔστελλον αὐτὸν ἱκεσίους πέμπων λιτάς, 495
αὐτόστολον πέμψαντά μ᾽ ἐκσῶσαι δόμους.
ἀλλ᾽ ἢ τέθνηκεν ἢ τὰ τῶν διακόνων,
ὡς εἰκός, οἶμαι, τοὐμὸν ἐν σμικρῷ μέρος
ποιούμενοι τὸν οἴκαδ᾽ ἤπειγον στόλον.
νῦν δ᾽, εἰς σὲ γὰρ πομπόν τε καὐτὸν ἄγγελον 500
ἥκω, σὺ σῶσον, σύ μ᾽ ἐλέησον, εἰσορῶν
ὡς πάντα δεινὰ κἀπικινδύνως βροτοῖς
κεῖται παθεῖν μὲν εὖ, παθεῖν δὲ θάτερα.
χρὴ δ᾽ ἐκτὸς ὄντα πημάτων τὰ δείν᾽ ὁρᾶν,
χὤταν τις εὖ ζῇ, τηνικαῦτα τὸν βίον 505
σκοπεῖν μάλιστα, μὴ διαφθαρεὶς λάθῃ.
.
.
.
ένας λεπρος βασιλιάς ο Θηβαίος Οιδιποδας
-χ.ν.κουβελης c n couvelis
Εγώ ο Οιδίποδας βαδίζω στην ερημιά
η βροχή με βρέχει
ο ήλιος με καίει
στα πόδια μου η αναπηρία
οι βολβοί των ματιών μου
βουλιάζουν στο σκοτάδι
ακούω τη φωνή της Σφίγγας
ποιος γρίφος ορίζει τη μοίρα μου;
θεός η' μη θεός;
στην εφταπυλη Θήβα;
η' ένοικος σ'ενα διαμέρισμα στη Κυψέλη;
η μικρότητα του κόσμου
αντέχει την αιωνιότητα
και τελικά το πρόσωπο μου στη μάσκα ενός ηθοποιού
τα κυπαρίσσια δείχνουν το μέρος
σιωπή,απέραντη ησυχία
τι ζητάς εδώ;ένας τυφλός;
πως ως εδώ ήρθες;
ποιοι σε φέραν;και με ποιο συμφέρον;
στις αφίσες διαφημίζουν το θριαμβευτικό πέρασμα σου
τα φύλλα των δέντρων
πέφτουν φθινόπωρο
σαπίζουν στο χώμα
ένας λεπρος βασιλιάς ο Θηβαίος Οιδιποδας
.
.
.
Simikta-2μ χ 4μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
είπαμε,οι άνθρωποι να μιλάνε σοβαρά
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
είπαμε,οι άνθρωποι να μιλάνε σοβαρά,
στις σκάλες της Οδησσού ενα εξορυγμενο.ματι κόστισε η Ιστορια,
εκείνη τη στιγμή στο τρένο ο Τολστόι συνομιλεί με την Άννα Καρένινα,
'φθανουμε στο σταθμό Ασταποβο,αγαπητή μου κυρια'
τα φύλλα είναι γεμάτα ψιθυρους,
ελληνες στρατιώτες νεκροί σκορπισμένοι
σε παγωμένη επιφάνεια εμφυλιου,
κανένας απ' τους θεούς δεν μιλάει
σιωπή
κι ας σκίστηκαν τα μάτια μας να δουμε
στον ουρανό γέμισε κοράκια
μυριστηκαν τα δολοφονημένα παγωνια,
γυμνούς απ'τα ρούχα τους λογχιζουν
κι ύστερα τα γύψινα ομοιοματα τους σπάνε και βρίζουν,
'ένα απογυμνωμενο τοπίο μας περιβάλλει'
τον ακούν
'κακοφορμισμενος Φιλοκτητης στη Λήμνο
είμαι,
να συγχωρησω δεν μπορω
πόση ελληνική άμμος
σαπιζει στις πληγές μου'
.
.
.
το σχέδιο της Φαυστας
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
MARCVS AVRELIVS VALERIVS MAXENTIVS AVGVSTVS
κρεμαται επί ξύλου και περιφερεται
στην κεντρική via της Ρώμης
νέος Αύγουστος και Καισαρ ο Κωνσταντίνος
οι χριστιανοί τον βοήθησαν και πλέον
να χαιρουν και να είναι ήσυχοι,τέλος των διωγμών,
η δε Αυγούστα Fausta Maxima Flavia
συνέβαλε αυτά να γίνουν
τι αν,στο μέλλον,η felix της άλλαξε με damnatio memoriai
λόγω των ερωτων της με τον Κρισπο,
τον σκοπό της όμως τελικά τον πέτυχε
ο γιος της Flavius Iulius Constantius ως Κωνστάντιος Β'
στο Βυζαντιο υπογράφει μεγαλοπρεπής
με τη φράση mea aeternitas η εμού αιωνιότης
.
.
.
Up Down synthesis labyrinth
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η γλώσσα είναι (η') δεν είναι αυτο
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
να μιλάει για τη γλωσσα
εμείς πάντοτε θα κατοικούμε στη γλωσσα
με ρώτησε,τι κάνω;
δουλεύω ακόμα στο εργοστάσιο,
κουραστικο,
θα μου άρεσε να μην δουλεύω εκει
τα παιδιά;είναι καλά;
καλά,δύσκολα να εκφράσεις κάτι με τις λέξεις,
όχι,δεν είναι αυτό που θέλω να πω
ακούω
κοιταζω.
τι είναι ακριβώς αυτό που κοιτάζω;
αγγίζω μια γυναικα
το πάθος μου είναι αυτο
τι σημαίνει να είσαι ευτυχισμένος;
ποιον ενδιαφέρει;
τι αλήθεια σκέφτομαι;
και τι είναι αληθινό;
και ποια η πραγματικότητα;
αμφιβάλλει
παράξενο να μη είσαι εκείνο και να είσαι αυτο
γιατί συνεχίζεις αυτές τις σκέψεις;
μπορώ να φανταστώ
πες κάτι που να αντιστοιχεί στο πραγματικό
να σκεφτομαι,χωρίς λεξεις
.
.
qu'est-ce que c'est le langage ?
να μιλάει για τη γλωσσα
Le langage, c'est la maison dans laquelle l'homme habite
εμείς πάντοτε θα κατοικούμε στη γλωσσα
Et toi, ça va ?
με ρώτησε,τι κάνω;
Ça va !Ne pas être obligée de faire l'amour.
δουλεύω ακόμα στο εργοστάσιο,
κουραστικο,
θα μου άρεσε να μην δουλεύω εκει
Tu sais j'aime mieux ça que l'usine.
Moi non plus, j'aimerais pas travailler à l'usine.
Tes enfants ? Tes enfants, ça va ?
τα παιδιά;είναι καλά;
καλά,δύσκολα να εκφράσεις κάτι με τις λέξεις,
όχι,δεν είναι αυτό που θέλω να πω
Ça va.Ce que je dis avec des mots, n'est jamais ce que je dis. Ça va,
ακούω
κοιταζω
mais ils ne sont pas sages tu sais.
J'attends
Je regarde.
Qu'est-ce que je regarde ? C'est tout.
τι είναι ακριβώς αυτό που κοιτάζω;
Je sens le tissu de la nappe contre ma main.
Mais non.
αγγίζω μια γυναικα
το πάθος μου είναι αυτο
Ce n'est pas de ma faute si j'ai un côté passif. Avoir des relations sexuelles.
Je ne vois pas pourquoi je serais honteuse d'être une femme.
Ou alors,oui, souvent.
είσαι γυναικα
τι σημαίνει να είσαι ευτυχισμένος;
ποιον ενδιαφέρει;
c'est d'être heureuse ou indifférente.
Oui, c'est de ça dont je suis honteuse quelquefois.
Eh bien,
τι αλήθεια σκέφτομαι;
και τι είναι αληθινό;
και ποια η πραγματικότητα;
oui,il va mettre son sexe entre mes jambes. Je sens le poids de mon bras
quand je le bouge.
pour elle-même.
Je pensais à des choses.
Je ne sais pas comment elles sont entrées dans ma pensée.
αμφιβάλλει
Dis donc, c'est grand, ici.
La pensée s'accorde à la réalité ou la met en doute... Mettre en doute.
Mais où il est, ton type ?
παράξενο να μη είσαι εκείνο και να είσαι αυτο
C'est une chose étrange qu'une personne qui se trouve en Europe le 17 août
puisse penser à une autre qui se trouve en Asie. Penser.vouloir
dire.Ce ne sont pas des activités comme écrire, courir ou manger. Non.
Non.c'est intérieur. Si quelqu'un me demande de
continuer cette chanson. oui, je pourrais.je pourrais continuer.
γιατί συνεχίζεις αυτές τις σκέψεις;
μπορώ να φανταστώ
Quelle sorte de
processus représente ce. ce savoir, que l'on peut continuer quelque chose ?
Je ne sais pas.
Par exemple,
je peux penser à quelqu'un qui n'est pas ici. L'imaginer.
ou
alors l'évoquer brusquement
par une remarque.
Maintenant, je comprends ce que c'est que le processus de la pensée.
C'est de substituer un effort d'imagination à l'examen d'objets réels.
πες κάτι που να αντιστοιχεί στο πραγματικό
Dire quelque
chose.Vouloir dire quelque chose. Oui.peut-être, ce sont les formulations
de la vie musculaire
et nerveuse.
να σκεφτομαι,χωρίς λεξεις
Par exemple, je dis.Je vais aller chercher
let, maintenant, j'essaie de le penser sans paroles.
ni à voix haute,
ni à voix basse.
.
.
.
qu'est-ce que c'est le langage ?
Le langage, c'est la maison dans laquelle l'homme habite
( 2 ou 3 choses que je sais d’elle – 1966 – Godard)
.
.
.
το ειδωλο του νεκρου Πατροκλου στον Αχιλλέα
(Ομήρου Ιλιάδα,ραψωδία Ψ',στιχοι 65-84)
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(έπεσε κατάκοπος να κοιμηθεί ο Αχιλλέας )
και τότε ήρθε η ψυχή του δυσμοιρου Πατροκλου
όμοια στο ανάστημα στην όψη την όμορφη
και τη φωνή,και τα ρούχα του ίδια ήταν,
πάνω στη κεφαλή του στάθηκε κι είπε,
κοιμασε,Αχιλλέα,και μ'εχεις ξεχάσει τώρα νεκρό,
όσο όμως ζούσα μ'ειχες έννοια,
γρήγορα θάψε με να περάσω τ'Αδη τη πόρτα,
γιατί με διώχνουν μακρυά οι ψυχές των μακαρισμενων
να μην διαβώ τον ποταμό και τους σμιξω,
και μπροστά στ'Αδη τωρα τη πόρτα περιφερομαι,
και δος μου το χέρι,σε ικετεύω,απ'τον Άδη ποτέ
δεν θα γυρίσω,αφού με κάψει η φωτιά,
κι ούτε πια ξεχωριστά απ'τους συντρόφους
ζωντανοί δεν θα καθήσουμε και να μιλαμε,
αφού μένα μοίρα κακή μ'αρπαξε,
ως έτυχε αυτή απ'τη γέννηση μου,
όμως η ίδια σου μελέται Αχιλλέα μοιρα
κάτω απ'των μαχητων Τρώων τα τείχη να χαθείς,
κι ένα άλλο ακόμα έχω να σου πω και να τηρήσεις,
μην τα δικά μου απ'τα δικα σου κόκκαλα χωριστά
βαλουν,Αχιλλέα,αλλά μαζι,
.
ἦλθε δ’ ἐπὶ ψυχὴ Πατροκλῆος δειλοῖο,
ψυχὴ Πατροκλῆος δειλοῖο,65
πάντ’ αὐτῷ μέγεθός τε καὶ ὄμματα κάλ’ ἐϊκυῖα,
καὶ φωνήν, καὶ τοῖα περὶ χροῒ εἵματα ἕστο·
στῆ δ’ ἄρ’ ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν·
«εὕδεις, αὐτὰρ ἐμεῖο λελασμένος ἔπλευ Ἀχιλλεῦ.
οὐ μέν μευ ζώοντος ἀκήδεις, ἀλλὰ θανόντος·70
θάπτέ με ὅττι τάχιστα πύλας Ἀΐδαο περήσω.
τῆλέ με εἴργουσι ψυχαὶ εἴδωλα καμόντων,
οὐδέ μέ πω μίσγεσθαι ὑπὲρ ποταμοῖο ἐῶσιν,
ἀλλ’ αὔτως ἀλάλημαι ἀν’ εὐρυπυλὲς Ἄϊδος δῶ.
καί μοι δὸς τὴν χεῖρ’, ὀλοφύρομαι· οὐ γὰρ ἔτ’ αὖτις75
νίσομαι ἐξ Ἀΐδαο, ἐπήν με πυρὸς λελάχητε.
οὐ μὲν γὰρ ζωοί γε φίλων ἀπάνευθεν ἑταίρων
βουλὰς ἑζόμενοι βουλεύσομεν, ἀλλ’ ἐμὲ μὲν κὴρ
ἀμφέχανε στυγερή, ἥ περ λάχε γιγνόμενόν περ·
καὶ δὲ σοὶ αὐτῷ μοῖρα, θεοῖς ἐπιείκελ’ Ἀχιλλεῦ,80
τείχει ὕπο Τρώων εὐηφενέων ἀπολέσθαι.
ἄλλο δέ τοι ἐρέω καὶ ἐφήσομαι, αἴ κε πίθηαι·
μὴ ἐμὰ σῶν ἀπάνευθε τιθήμεναι ὀστέ’, Ἀχιλλεῦ,
ἀλλ’ ὁμοῦ,
.
.
.
Αληθεια τι θα κανουμε στο παραδεισο της Γλωσσας μας;
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
για μια ελαχιστη στιγμη στο απειρο επιμενουμε
ολα οσα αγαπαω συνεχεια της απεραντης φυσης
ακουαν τα πουλια να δραπετευουν στα δεντρα
ειπε:η ωραιοτητα ανηκει στο απεριττο
και στα χρωματα των φυλλων στοιβαχτηκε ο χρονος
το δερμα της μερας κυματιζει τεντωμενο στα δεντρα
η νυχτα αποψε περπαταει στη γαληνη
ισως στο ονειρο να συναντηθουμε γρηγοροτερα
ο ανεμος επιμενει να βυζαινει θαλασσινο νερο
πολλη αιωνιοτητα το μελλον
μια ιδεα και φτανει ο κοσμος να υπαρξει
ενας Sebastian Bach μας χρειαζεται ν'αρχισουμε τη fuga του μεταφυσικου
ατρανταχτο ερωτημα που ειναι ο ηλιος
στον υπνο της περκας κυλαει ο φιλοσοφος Ηρακλειτος αρρητα
ρεω ρει ερρεε
το αρχαικο μειδιαμα των νερων
ειναι τα λογια σου η υπαρξη σου
ξεφυγε η σκεψη μου στα εσχατα της αληθειας
θαυμάσιο όραμα το βουητό της
''και η ψυχη τους;''
θα νικησει η συμμετρια
στη βαθεια ησυχια του αστερια
οι γλαροι συνεχιζουν να μεταφερουν ασπρη λαμψη.
φυτα σε Antonio Vivaldi for oboe andante πρασινη βλαστηση
Αληθεια τι θα κανουμε στο παραδεισο της Γλωσσας μας;
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε
ησυχη και γαληνια φωνη απεραντη μεγαλη ελαχιστη ζωη
ενα λιγο ο ανθρωπος και συναντα το απειρο
ξερουμε πως κανενα νομισμα δεν εξαγοραζει την αληθεια
ομορφια, η αποδειξη του θεου
η ισορροπια του λευκου
το αεροθουμενο του πουλιου κι η αναπνοή των κρίνων
ακουω Johann.Sebastian Bach νερα
ν'ανεβαινουν στα βιολοντσελα των δεντρων
ενα κανονικο στερεο φως οι ελληνικές λέξεις
η αμμος μετραει αριθμους του Χρονου
πεντατονικη βλαστηση κυβων νερου αιωρηση γαλαζιου αερα
τουτη, ακριβως,η εικονα ορμησε να σε βρει
ενα σημειο προσθετωντας, απο Εδω η Αιωνιοτητα
''Με τι ρυθμο να συνεχισεις να αναπνεεις το φως''
Καθενας αναλογα με την Αληθεια του
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου