I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

12 ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ

.
.
12 ΜΙΚΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
.
Ι
Στο ονειρο ειδε μια αμυγδαλια,οταν ξυ-
πνησε δεν ειχε ξημερωσει ακομα.Απο-
κοιμηθηκε και ξαναειδε το ιδιο ονειρο
με την αμυγδαλια,θυμονταν ακομη την
αρχαια πολη,απο τις ακρες των κλαδι-
ων συμπερανε οτι φυσουσε.Δεν προσπα-
θησε να ξυπνησει.
.
ΙΙ
Η θαλασσα ηταν ηρεμη κι οι γλαροι ξεψα-
χνιζαν το σκελετο ενος μεγαλου ψαριου.
Λευκο με στιγματα κοκκινο.Αυτος εφτασε
με το ποδηλατο,αφησε τα πατηματα του
στην απαλη αμμο,το πρωι το κυμα θα τα
εχει γεμισει με νερο.Ξαπλωσε αντικρυ στον
ηλιο και περιμενε να'ρθει η σειρα του,κα-
θως ο ηλιος θα εξατμιζε το νερο θ'αφηνε
στη θεση του να λευκαζει τ'αλατι το αλλο
μεσημερι.
.
ΙΙΙ
Καθε μερα την ιδια ακριβως ωρα,στις 11:10'
το μεσημερι διεσχιζε,για συντομια,το παρκο.
Εκεινη τη μερα του τραβηξαν τη προσοχη
τα παπουτσια που προεξειχαν απο τα φυλ-
λωματα του θαμνου.Πλησιασε και με φρικη
αντικρισε απο κατω το πτωμα ενος νεου σε
ηλικια ανθρωπου.Τρομαξε και βιαστηκε να
φυγει.Σε κανεναν δεν τολμησε να το αναφε-
ρει.
Απο εκεινη τη μερα αρχισαν να του συμβαι-
νουν διαφορα παραξενα γεγονοτα:τα ονει-
ρα του ηταν εφιαλτικα ,του ηταν αδυνατο να
τα θυμηθει την αλλη μερα,στο σωμα του ενι-
ωθε μια αδικαιολογητη κουραση,συχνα ηταν
αφηρημενος σαν να ζουσε σ'αλλον κοσμο.
Σ'εναν απ'τους εφιαλτες που καταφερε να
θυμηθει,επειδη ηταν εντονες κι αποτροπαι-
ες οι εικονες του, ειδε πως αυτος ο ιδιος ηταν
εκεινος ο δολοφονημενος αντρας στο παρκο.
Την αλλη μερα μετα απ'αυτο,στις 12:10' ακρι=
βως,κανεις δεν τον ειδε να διασχιζει το παρκο.
.
ΙV
Λατρευε με παθος τη μουσικη.Σε καποιο κον-
τσερτο με εργα του Μπετοβεν αφησε τον εαυτο
του να παρασυρθει απ'τους ηχους της θεικης
μουσικης.Οταν τελειωσε η συναυλια βγηκε στο
δρομο.Ηταν Σαββατο βραδυ,πολυς κοσμος εξω,
στο κυνηγι της διασκεδασης.Εβρεχε.Περασε
διπλα του μια παρεα απο αντρες και γυναικες
χαχανιζοντας και χαθηκε στο βαθος του δρο-
μου.Βγηκε απ'την πολη και εφτασε στην ακρη
της , περπατουσε στην εξοχη.Δεν τον ενοιαζε
αν ειχε χαθει στα διαφορα μονοπατια που
ανοιγονταν μεσα στα δεντρα και την πυκνη
βλαστηση.Ειδε ενα φραχτη φορτωμενο με
κοκκινα τριανταφυλλα.Η ομορφια τους τον
γοητευσε ,σταματησε κι εκοψε ενα απ'αυτα.
Την επομενη μερα,οταν ξημερωσε,ο κηπου-
ρος του κηπου βρηκε πανω στο πρασινο
χορταρι ενα φρεσκοκομμενο τριανταφυλλο.
Εσκυψε και το πηρε στα χερια του,το παρα-
τηρησε :καποιες σταγονες απο αιμα πανω
στα φυλλα του τον παραξενεψαν,σχεδον
στο χρωμμα του τριανταφυλλου.
Τις νυχτες που ακολουθησαν εκει τριγυρω
καποιοι ακουγαν τους ηχους απο μια θεικη
μουσικη για πολυ καιρο.
.
V
Απο το ανοιχτο παραθυρο ,στον πανω οροφο
του σπιτιου,ειχε μια πανοραμικη θεα προς
το οικοπεδο.Εκει μερικα παιδια εκεινη την
ωρα παιζανε,οι φωνες εφθαναν χορευοντας
σαν μπαλλαρινες μεχρι το ανοιχτο παραθυρο.
Περα στο βαθος του οριζοντα οι λοφοι σβησμε-
νοι στη πλημμυρα του πρασινου κι ο ηλιος
ψηλα λαμπερο ματι τ'ουρανου.Οταν νυχτωσε
αρκετα ,εκλεισε το παραθυρο,το ασφαλισε
και δεν αναψε το ηλεκτρικο φως.Ξαπλωσε
στη πολυθρονα, εκλεισε τα ματια κι απομεινε
στο βαθυ σκοταδι ακινητος.Ξαφνικα ολο το
δωματιο γεμισε απο φωνες που τρεχανε σαν
το νερο,γεμισε απο χρωματα που κυματιζαν
σαν φρεσκοβαμμενες βαρκουλες κι ολα
λουστηκαν στο λαμπερο φως.Μεσα απο τη
καρδια του παρακαλεσε να μην ξημερωσει.
Και δεν ξημερωσε ποτε πια.
.
VI
Τα παιδικα του χρονια τα περασε σε μια φτωχη
γειτονια ,μεσα στην ανεχεια.Το χειμωνα με τα
νερα της βροχης τα σπιτια πλημμυριζαν κι οι
δρομοι γινονταν χειμμαροι λασπης.Τα καλο-
καιρια η ζεστη ανυποφορη τη μερα,ακομα και
τη νυχτα.Ηθελε γρηγορα να μεγαλωσει και
να φυγει μακρυα.Κι ηρθαν ετσι τα πραγματα
και καταφερε να φυγει.Δουλεψε σκληρα κι
εκανε περιουσια.Καποτε θελησε να γυρισει
πισω.Δυσκολευτηκε πολυ να ξαναβρει τη
παλια του γειτονια.Πολλες κατεδαφισεις
παλιων σπιτιων ειχαν συμβει,δωθηκαν
αντιπαροχη και στη θεση τους εχτισαν πα-
νυψηλα κτιρια.Ενιωσε πικρα.
Και τοτε με τα χερια ενος γιγαντα παραμερι-
σε αυτο το απανθρωπο τειχος κι αποκαλύψε
τη παλια γειτονια του.Βρηκε το σπιτι του,
βρηκε τη μανα και την μικρη αδερφη του,
οπως τις ειχε αφησει τοτε.Εκεινες δεν τον
αναγνωρισαν , τους ειπε ποιος ηταν,δεν
θυμονταν αν ειχαν ποτε γυιο κι αδερφο.
Προσπαθησε να τις κανει να θυμηθουν,
ανεφερε διαφορα γεγονοτα απο τη παι-
δικη του ηλικια.Ματαια,εκεινες του απαν-
τησαν πως δεν υπαρχουν ,πως δεν υπηρξαν
ποτε.Εφυγε, πηγε στο ξενοδοχειο που ειχε
πιασει δωματιο.
Γυρισε την αλλη μερα, ομως οσο κι αν εψα-
ξε εκεινη τη μερα και τις επομενες μερες
δεν ξαναβρηκε εκεινη τη γειτονια και
το σπιτι του.
.
VII
Αγαπουσε τις γατες κι ειδικα εκεινη τη συγκε-
κριμενη γατα.Τις νυχτες την επερνε κοντα της
στο κρεβατι,κι αυτη ξαπλωνε πανω στις κουβερ-
τες.Οταν ερχονταν απ'τη δουλεια η' τα ψωνια
την περιμενε στην εξωπορτα και της νιαουριζε.
Καποια μερα χαθηκαν και οι δυο ,πρωτα η
γατα και μετα η γυναικα,κανενας πια δεν τις
ξαναειδε.
.
ΙΙΧ
Παρεμεινε στο γραφειο μεχρι αργα το βραδυ.
Ισως στο σπιτι ν'ανησυχουσαν,παρ'ολ'αυτα
ομως δεν πηρε τηλεφωνο.Εβαλε να πιει ενα
ποτο.Το τηλεφωνο κουδουνισε πολλες φορες,
δεν το σηκωσε.Εκεινο σταματησε ,και μετα
απο λιγο ξαναχτυπησε γι'αρκετη ωρα.Ηταν
σιγουρος πως τον επερναν απ'το σπιτι.Το
ειχε αποφασισει.Για μερες εγραφε αυτα που
θ'ακολουθησουν η' καλυτερα θα ακολουθου-
σαν.''Ετσι κι αλλιως '' σκεφτηκε ''η διαφορα
βρισκεται,ειναι,στη γραμματικη:ζουμε δια-
φορα Εγω''.
Βγηκε εξω.Η πραξη ηταν ιδιαιτερως απο-
τροπαια [ κατ'αλλους ιδιαζοντως ειδεχθης ]
.
ΙΧ
Για να επιστρεψει στο σπιτι του επαιρνε το
δρομο πλαι στη θαλασσα.Εμενε ψηλα στο
λοφο κι απο κει αγναντευε το πελαγο.Συ-
χνα αναλογιζονταν τους ναυτικους,που με-
τρανε τις αποστασεις με τις μερες στη θα-
λασσα και το χρονο με τα πορτα ,που επι-
σκεφτονται.Καποια μερα,στη αρχη του
φθινοπωρου,εφτασαν τα νεα:πως τον μα-
χαιρωσαν στη πλατη και στη καρδια σ'ενα
μακρυνο λιμανι στις Νοτιες Θαλασσες
.
Χ
Την αγαπουσε παραφορα και τις νυχτες
παντα την ονειρευονταν:Ολες τις φορες
μεσα σ'ενα κηπο ανθισμενο και με τα
μαλλια λυτα σαν φραχτες με γιασεμια.Της
μιλουσε και του απαντουσε γλυκα.Μονο
μια φορα οσο κι αν την γυρεψε,δεν την
βρηκε,οσο κι αν την φωναξε δεν πηρε
καμια αποκριση.Ματαια την αναζητουσε
απεγνωσμενα τις επομενες νυχτες.Περα-
σαν τα χρονια του μονοτονα και δυστυχι-
σμενα.Και ξαφνικα ξαναγυρισαν τα ονει-
ρα,πιο λαμπερα,πιο εντονα:παντα σε
κηπο ανθισμενο και με τα μαλλια της
πλεχτα σαν τα γιασεμια στο φραχτη.
Της μιλουσε και εκεινη του απαντουσε
γλυκα:''Για Παντα Ηρθες Εδω''
.
ΧΙ
Αρχισε να γραφει ενα σεναριο για τον κι-
νηματογραφο:
''Κοντινο πλανο σε μια βαρκα.Φωνες παι-
διων [οφ]-Τραβελινκ σε μια προκυμαια με
παλια ψαραδικα σπιτια κατα μηκος της .
Στοπ.Και μεσο-αμερικανικο πλανο σ'ενα
ανθρωπο ηλικιωμενο :''Σημερα υπαρχουμε''
η τελευταια λεξη ακουγεται οφ μεσα στο
γκρο-πλανο μιας γυαλας με ψαρια'' .Στα-
ματησε να γραφει.Σκεφτηκε να τη βαλει
σ'ενα σπιτι με γαλαζια παραθυρα,ριγμενη
στο πατωμα με μια ανοιχτη πληγη στο
αριστερο στηθος.Ηξερε πως δεν του απομε-
νε τιποτα αλλο παρα να σαπισει στη φυλακη
.
ΧΙΙ
Του συνεβηκε η πιο αλλοκοτη ιστορια, σε
οσους την διηγηθηκε κανενας δεν τον πι-
στεψε.Γι'αυτο προσπαθησε να την απλο-
στευσει,να την κανει πιο πιστευτη.
Ολα αρχισαν μια Κυριακη πρωι:στη πετρι-
νη σκαλα εξω απ'το σπιτι βρηκε ενα σκοτω-
μενο περιστερι.Ανεξηγητα ενιωσε τρομο
και τυψεις.Οι γειτονες απο την αρχη τον
κατηγορουσαν ανοιχτα:πως η ζωη του
ηταν σκοτεινη και παραξενη.Αυτος σ'ολες
αυτες τις συκοφαντιες σιωπουσε.
Τις νυχτες,επειδη φοβονταν,ξενυχτουσε
με το φως της ηλεκτρικης λαμπας ανοι-
χτο μεχρι το πρωι.Του φαινονταν πως
ακουγε ακαθοριστους ,διαπεραστικους
θορυβους .Ομως παρ'ολ'αυτα οταν κα-
ποτε αποκοιμονταν απ'τη κουραση τα
ονειρα του ηταν ηρεμα,χωρις εφιαλτες.
Σκεφτηκε να φυγει απ'αυτο το σπιτι,
αλλα δεν ειχε που να παει αλλου,ουτε
ηξερε να ζει αλλιως.Ετσι αποφασισε να
μεινει.
Τις τρεις τελευταιες ημερες δεν ξανα-
βρηκε αλλα πουλια κομματιασμενα στη
σκαλα.Οι γειτονες ομως συνεχιζαν να
μιλουν με αποτροπιασμο για καποιο σκο-
τεινο πραγμα ,που βρωμουσε απαισια
τοσες μερες εκει.
Κατα περιεργο τροπο ,ξαφνικα,επαψαν
να ασχολουντε μ'αυτον και τις υποθεσεις
του
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου