.
.
GREEK POETRY
-T.S.Eliot(1988-1965)Poems
Gerontion,1920
-μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
T.S.Eliot(1988-1965)Poems
Gerontion,1920
-μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(ο T.S.Eliot το 1920 (μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο,28/7/1914-11/11/1918) γράφει
το ποίημα Gerontion(από το ελληνικό Γεροντιον)
ένα προανάκρουσμα του ποιήματος The Waste Land(Έρημη Χώρα) το 1922
στο Gerontion,ένας γέροντας(Γεροντιον)ζώντας σ'ενα άθλιο περιβάλλον (ένα
ετοιμόρροπο σπίτι) καταγγέλει τον κόσμο του εμπορίου,του χρήματος και της παρακμης,
της ερημοποίησης του ανθρώπου)
Ο T.S.Eliot διαβάζει το Gerontion
https://youtu.be/BDv_RKFk7us
<iframe width="640" height="360" src="https://www.youtube.com/embed/BDv_RKFk7us" frameborder="0" allow="accelerometer; autoplay; clipboard-write; encrypted-media; gyroscope; picture-in-picture" allowfullscreen></iframe>
T.S.Eliot,Poems
Gerontion
..........Thou hast nor youth nor age
But as it were an after dinner sleep
Dreaming of both.
(William Shakespeare-Measure for Measure,III.1.32-34,1604)
HERE I am, an old man in a dry month,
Being read to by a boy, waiting for rain.
I was neither at the hot gates
Nor fought in the warm rain
Nor knee deep in the salt marsh, heaving a cutlass, 5
Bitten by flies, fought.
My house is a decayed house,
And the jew squats on the window sill, the owner,
Spawned in some estaminet of Antwerp,
Blistered in Brussels, patched and peeled in London. 10
The goat coughs at night in the field overhead;
Rocks, moss, stonecrop, iron, merds.
The woman keeps the kitchen, makes tea,
Sneezes at evening, poking the peevish gutter.
.................,..............................I an old man, 15
A dull head among windy spaces.
Signs are taken for wonders. “We would see a sign”:
The word within a word, unable to speak a word,
Swaddled with darkness. In the juvescence of the year
Came Christ the tiger 20
In depraved May, dogwood and chestnut, flowering judas,
To be eaten, to be divided, to be drunk
Among whispers; by Mr. Silvero
With caressing hands, at Limoges
Who walked all night in the next room; 25
By Hakagawa, bowing among the Titians;
By Madame de Tornquist, in the dark room
Shifting the candles; Fraulein von Kulp
Who turned in the hall, one hand on the door. Vacant shuttles
Weave the wind. I have no ghosts, 30
An old man in a draughty house
Under a windy knob.
After such knowledge, what forgiveness? Think now
History has many cunning passages, contrived corridors
And issues, deceives with whispering ambitions, 35
Guides us by vanities. Think now
She gives when our attention is distracted
And what she gives, gives with such supple confusions
That the giving famishes the craving. Gives too late
What’s not believed in, or if still believed, 40
In memory only, reconsidered passion. Gives too soon
Into weak hands, what’s thought can be dispensed with
Till the refusal propagates a fear. Think
Neither fear nor courage saves us. Unnatural vices
Are fathered by our heroism. Virtues 45
Are forced upon us by our impudent crimes.
These tears are shaken from the wrath-bearing tree.
The tiger springs in the new year. Us he devours. Think at last
We have not reached conclusion, when I
Stiffen in a rented house. Think at last 50
I have not made this show purposelessly
And it is not by any concitation
Of the backward devils
I would meet you upon this honestly.
I that was near your heart was removed therefrom 55
To lose beauty in terror, terror in inquisition.
I have lost my passion: why should I need to keep it
Since what is kept must be adulterated?
I have lost my sight, smell, hearing, taste and touch:
How should I use it for your closer contact? 60
These with a thousand small deliberations
Protract the profit of their chilled delirium,
Excite the membrane, when the sense has cooled,
With pungent sauces, multiply variety
In a wilderness of mirrors. What will the spider do, 65
Suspend its operations, will the weevil
Delay? De Bailhache, Fresca, Mrs. Cammel, whirled
Beyond the circuit of the shuddering Bear
In fractured atoms. Gull against the wind, in the windy straits
Of Belle Isle, or running on the Horn, 70
White feathers in the snow, the Gulf claims,
And an old man driven by the Trades
To a sleepy corner.
Tenants of the house,
Thoughts of a dry brain in a dry season
.
.
Τ.Σ.Ελιοτ
Γεροντιον
.....δεν έχεις ούτε νεότητα ουτε γεράματα
αλλά καθώς σ'εναν μετά το δείπνο υπνο
τα δυο ονειρεύεσαι
(Ουίλιαμ Σαίξπηρ-Με το ίδιο μέτρο,1604)
εδώ είμαι,ένας γέροντας σ'ενα ξερό μηνα,
ενώ ένα παιδί μού διαβάζει,περιμένοντας τη βροχή.
δεν ήμουνα ποτέ στις Θερμοπύλες
ούτε πολέμησα μέσ' στη ζέστη βροχη
ούτε ως τα γόνατα βυθισμένος στον αλμυρο βάλτο,ένα ξίφος έχοντας,
απ'τις μύγες τσιμπημενος, πολέμησα.
το σπίτι μου είναι ένα ετοιμόρροπο σπίτι,
κι ο εβραίος κάθεται σταυροποδι στου παραθύρου το περβάζι,ο ιδιοκτήτης,
μπασταρδογεννημενος σ'ενα βρωμομπαρ της Αμβέρσας
σπυριασμενος στις Βρυξέλλες,κουρελιαρης και ξεπουπουλιασμενος στο Λονδίνο.
η κατσίκα βήχει τη νύχτα στο χωράφι περα.
βράχια,βρύα,χορτάρια,σίδερα,σκατα.
η γυναίκα κρατά τη κουζίνα,κάνει τσάι,
τα βράδυα φταρνιζεται, πιεζοντας με το δάχτυλο το λούκι που στάζει.
,....................................................................εγώ ένας γέροντας
ένα ανόητο κεφαλι μέσα σε χώρους θυελλώδεις
τα σημεία εκλαμβάνονται ως θαύματα:'Αν ημείς σημείον ούκ ιδωμεν':
ο λόγος μέσα σ'ενα λόγο,ανίκανος να μιλήσει ένα λόγο,
φασκιωμενος με σκοτάδι.Στη νεότητα του χρόνου
ήρθε ο Χριστός ο τιγρης
στον παρηκμασμένο Μάιο, κρανιά και καστανιά,ανθισμένος Ιούδας,
να'ναι φαγωμένα,να'ναι σπασμένα,να'ναι πιωμενα
ανάμεσα σε ψιθύρους:απ'τον μίστερ Σιλβερο
με περιποιημένα χέρια,στη Λιμόζ
που βάδιζε όλη τη νύχτα στο διπλανό δωμάτιο:
απ'τον Χακαγιαβα,που γονατίζει ανάμεσα στους Τισιανουs:
απ'την μαντάμ ντε Τορνκουιστ,στο σκοτεινό δωμάτιο
που μετακινα τα κεριά:απ'την φρόιλάιν φόν Κουλπ
που γυροφερνει στο χωλ,με το'να χέρι στη πόρτα,Αδειες σαιτες
υφαίνουν τον άνεμο.Δεν έχω πνεύματα,
ένας γέροντας σ'ενα γεμάτο ρεύματα σπιτι
κάτω από έναν ανεμοδαρτο βωλο λοφου
μετά από τέτοια γνώση,ποια συγχώρεση; Σκέψου τώρα
η Ιστορία έχει πολλα πονηρα περασματα,φτιαχτούς διαδρόμους
και εξόδους,αποπλανα ψιθυρίζοντας φιλοδοξίες,
μας οδηγεί με ματαιότητες.Σκεψου τώρα
δίνει όταν η προσοχή μας είναι αποσπασμενη
κι ότι δίνει ,το δίνει με τέτοια ευέλικτη συγχυση
ώστε απ'το δοσιμο λιμοκτονει ο επιθυμων.Δινει πολύ αργα
ότι δεν πιστεύεται η' αν ακόμα πιστευεται,
στη μνήμη μόνο, επανερχόμενο παθος.Δινει πολύ σύντομα
μέσα σ'αδυναμα χερια,ποια σκέψη μπορεί να'ναι μοιρασμενη
μέχρι η άρνηση να προκαλει ένα φοβο.Σκεψου
ούτε ο φοβος ούτε το θάρρος μας σωζει.Αφυσικα βίτσια
εχουν αποκτήσει πατερα με τον ηρωισμό μας.Αρετες
έχουν επιβληθεί πάνω μας με τις αδιαντροπες αμαρτιες μας.
αυτά τα δάκρυα εχουν ξετιναχθεί απ'το δέντρο με τον καρπό της οργης
ο τίγρης ξεπηδά στο νέο χρόνο.Μας καταβροχθιζει.Σκεψου εν τελει
δεν έχουμε καταληξει σε συμπέρασμα,όταν εγώ
πτώμα γίνομαι μέσα σ'ενα νοικιασμένο σπίτι.Σκεψου εν τελει
δεν έχω κάνει αυτη τη παράσταση ασκοπα
και δεν είναι για κάποια εξεγερση
των αναχρονιστικων διαβολων
που θα σε συναντουσα γι'αυτό ειλικρινά.
εγώ που ήμουν κοντά στη καρδιά σου ήμουν απομακρυσμένος από κει
να χάσω την ομορφιά στο τρόμο,τον τρόμο στην εξεταση.
έχω χασει το πάθος μου:γιατί θα χρειάζονταν να το κρατήσω
αφού ότι είναι κρατημένο πρέπει να'ναι παραποιημένο;
έχω χάσει την όραση μου,την οσμή,την ακοή,τη γεύση και την αφη:
πώς θα το χρησιμοποιούσα για την στενότερη επαφή σου;
αυτοί με χιλιάδες μικρές εσκεμμένες κινήσεις
επιμηκύνουν το κέρδος του ανατριχιαστικου τους ντελίριο.
διεγείρουν τη μεβρανη,όταν η αισθήσεις έχει παγώσει,
με πικάντικες σάλτσες, πολλαπλά βαριετέ
σε μια αγριμιά καθρεφτών.Τι θα κάνει η αράχνη,
θ'αναστειλει τις επιχειρήσεις της,το σκαθάρι
θα καθυστερησει; De Bailhache, Fresca, Mrs. Cammel, στροβιλιζονται
πέρα απ'το κυκλωμα του Bear που ταραζεται
σε σπασμενα κομματια.Ο γλάρος ενάντια στον ανεμο,στα ανεμοδαρτα στενα
του Belle Isle, η' τρέχοντας προς το Horn,
λευκά φτερά στο χιονι,το Gulf απαιτει,
κι ένας γέροντας σέρνεται απ'τα Εμπόρια
σε μια γωνιά υπνου
....................νοικαρηδες του σπιτιού,
σκέψεις από ένα ξερό μυαλό μέσα σε μια ξερή εποχή
.
.
.
Σημειώσεις:
-----------
στίχος 17:“We would see a sign”:
Τότε ἀπεκρίθησάν τινες τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων λέγοντες· διδάσκαλε, θέλομεν ἀπὸ σοῦ σημεῖον ἰδεῖν.
(Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον,κεφ.ΙΒ',12.38)
-----------
στίχος 18:The word within a word, unable to speak a word,
1.1 Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος.
(Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον,κεφ.Α',1.1)
-----------
στίχοι 64-65:multiply variety
In a wilderness of mirrors.
αναφέρεται στην Αίθουσα των Κατόπτρων του Ανακτόρου των Βερσαλλιών,Παρίσι,όπου στις 18 Ιανουαρίου 1919 έγινε η Συνθήκη των Βερσαλλιών,συνθήκη ειρήνης για την επίσημη λήξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου ανάμεσα στην Αντάντ(Entente Cordiale Γαλλιας-Μεγαλης Βρετανίας) και
τη Γερμανικη αυτοκρατορία,εκεί 70 αντιπρόσωποι από 26 εθνη διαπραγματεύθηκαν τους όρους
της Ειρήνης
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου