.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ο Αιας του Σοφοκλη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ
[Ο ΑΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗ]-χ.ν.κουβελης
.
ακουστε εσεις ναυτες συντροφοι του Αιαντα
τωρα τον δυνατο Αιαντα βαρια τρελλα του πηρε τα μυαλα
κι εχει σφαγμενο κοπαδι και τα χερια στο αιμα
κι αλλα ζωα τα' σφαζε κι αλλα στα δυο τα κοματιαζε
και σ'ενα κριαρι κοβει κεφαλι και γλωσσα
κι αλλο το δενει και με λουριδα το χτυπαει ουρλιαζοντας
βρισιες ακουγες μαζι και γελια αγρια
κι υστερα απ' αυτα τα ακατανοητα ησυχασε
οπως δυνατος νοτιας ησυχαζει αφου ολα τα γκρεμισε
και τα σκορπισε στο αγριο περασμα του
ησυχασε και στα μυαλα του ηρθε κι ειδε τι φρικιαστικα εκανε
κι οσο η Τεκμησσα η γυναικα του τα θυμαται ανατριχιαζει
και φοβαται γι'αυτα και για τα μελλουμενα
θυμαται πως ο Αιαντας στη τρελα του μεσα αρπαξε μαχαιρι
κι εκεινη η δυστυχη του φωναξε,τι πας να κανεις Αιαντα;
κι εκεινος της απαντησε,
παψε,η σιωπη ειναι στολιδι της γυναικας,
και στα σκοταδια ορμησε και χαθηκε στη νυχτα
και μητε ηξερε που πηγε και τι εκανε
κι οταν γυρισε ειχε ταυρους κριαρια και σκυλια δεμενα μαζι
και τα' σερνε
και τα'σφαζε σ'αλλο εκοψε το σβερκο σ'αλλο εκοβε το λαιμο
και μεσα στο κοπαδι γυρνουσε αγριεμενος και τα χτυπουσε τα ζωα
με βρισιες σαν να'ταν ανθρωποι αντρες εχθροι κι ακουγες
βρισιες με καποιον να λογομαχει ονοματα καθαρα δεν ξεχωριζες
κι ακουγες και γελια καθως κανει τρελλος
θυμαται η γυναικα πως σαν ξαναρθε στα μυαλα του ειδε γυρω του
οσα φρικαλεα επραξε τη μεγαλη σφαγη και τοτε εβγαλε φωνη μεγαλη
ουρλιαξε κι αρπαξε τα μαλλια του να τα ξεριζωσει
κι εκεινη την εβριζε πως τουτα τα φριχτα εγιναν και δεν τον εμποδισε
και τη ρωτουσε να του πει κι εκεινη του ειπε
και σαν τ'ακουσε φωναξε δυνατα ουρλιαξε
κι ηταν σαν η καρδια να του ξεριζωθηκε
κι ηταν σαν αγριος ταυρος που μουγκριζει
και τον βλεπει να καθεται ακινητος κι αμιλητος
και μητε να φαει θελει και μητε να πιει νερο
και της φαινονταν πως κατι κακο του τριγυρνουσε το κεφαλι
κατι κακο να κανει στον εαυτο του τον ιδιο
και τον ακουσε να φωναζει τ'ονομα του παιδιου τους
παιδι μου παιδι μου
και τ' ονομα του Τευκρου τ'αδερφου του φωναζε και τον γυρευε
ο Τευκρος,που ειναι ο Τευκρος;που σπαταλαει τις ωρες του
τωρα που εγω θα χαθω;
η τρελλα μ'αρπαξε και μου ξετιναξε μυαλο και τιμη
κι εγινα ντροπιασμα και γελασμα σ'ανθρωπους και στο τοπο
κι αντι να σκοτωσω τους αθλιους εσφαξα τ'αθωα ζωα
ας τους σκοτωνα κι ας σκοτωνομουν κι εγω υστερα
κι εκεινη η δυστυχη ακουσε και του'πε
και τι τι θελω τη ζωη μου χωρις εσενα
χωρις τον αντρα μου και χωρις τον πατερα το παιδιου μου;
κι εκεινος φωναξε μ'απελπισια
που να παω;που να κρυφτω και μην φαινομαι;
ετσι ατιμασμενος που καταντησα;
αιαζω τ'ονομα μου
να ξερω πως φταινε οι αθλιοι που δεν πηρα τα οπλα του Αχιλλεα
ποιος ηταν αξιωτερος απο'μενα να τα παρει;
κανεις
ολοι δελοι και πλανοι, σκουληκια
και τωρα ζητουν την τιμωρια μου ζητουν το κεφαλι μου
κι η γυναικα του'πε με παραπονο και φοβο
αν εσυ χαθεις θ'αρπαξουν εμενα και το παιδι
σκλαβα στα ξενα και το παιδι ορφανο και περιφρονημενο
και τετοια ατιμωτικα λογια θ'ακουω
να η γυναικα και το παιδι του Αιαντα,σκλαβοι,τι καταντια,
να τι επαθαν και δυστυχουν
αλλον,να το ξερεις,απο σενα δεν εχουμε
κι εκεινος αρπαξε το παιδι στα δυο του χερια κι ειπε
αληθεια,τιποτα απ'αυτα δεν νιωθεις κι ουτε καταλαβαινεις
και γυρνωντας στη γυναικα ειπε
παρε γυναικα το παιδι και φυλαξε το απ'τους εχθρους
σταματα τα κλαματα,
τα κλαματα στις γυναικες αρεσουν
ετσι που' ρθαν τα πραγματα δεν εχει γυρισμο
το μαχαιρι εχει το λογο τωρα
ο απειρος χρονος ολα στο φως τα φανερωνει κι ολα τα κρυβει
ολα τ'αλλαζει
τον χειμωνα διαδεχεται το καλοκαιρι
η νυχτα ανταλλασεται με τη μερα
κι ο εχθρος φιλος γινεται
και το μαχαιρι του Εχτορα πρεπει να πεταξω να εξαφανισω
σε κουφιο και κρυφο τοπο να θαψω
τα δωρα των εχθρων δωρα δεν ειναι
και σ'ερημικη παραλια βρεθηκε ο Αιαντας
και στην μαλακη αμμο καρφωμενο ορθο το μαχαιρι ειχε
ακονισμενο γυαλιστερο να περιμενει
το πελωριο το μεγιστο σωμα το πελωριον ερκος Αχαιων
δεν δειλιαζε,ετοιμος ηταν,
ολα κανονισμενα
εστειλε τη Τεκμησσα να φωναξει τον αδερφο του τον Τευκρο
να προφτασει να παρει τ'αψυχο κορμι του
πριν το βρουν οι εχθροι και το το ριξουν στα σκυλια
και στα ορνια να το φανε
ενα πεσιμο πανω στο ορθο μαχαιρι ,και το τελος,
η πνοη κοπηκε η ζωη κυλησε κι εσπασε σε κοματια
ψιλη αμμος
και θελω οπως εγω σφαχτηκα ετσι κι αυτοι οι αθλιοι
να πανε σφαγμενοι απο τα ιδια τα παιδια τους
μεσα στα σπιτια τους
ο ενας κυκλος φερνει τον αλλο κυκλο
.
.
.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ο Αιας του Σοφοκλη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ
[Ο ΑΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗ]-χ.ν.κουβελης
.
ακουστε εσεις ναυτες συντροφοι του Αιαντα
τωρα τον δυνατο Αιαντα βαρια τρελλα του πηρε τα μυαλα
κι εχει σφαγμενο κοπαδι και τα χερια στο αιμα
κι αλλα ζωα τα' σφαζε κι αλλα στα δυο τα κοματιαζε
και σ'ενα κριαρι κοβει κεφαλι και γλωσσα
κι αλλο το δενει και με λουριδα το χτυπαει ουρλιαζοντας
βρισιες ακουγες μαζι και γελια αγρια
κι υστερα απ' αυτα τα ακατανοητα ησυχασε
οπως δυνατος νοτιας ησυχαζει αφου ολα τα γκρεμισε
και τα σκορπισε στο αγριο περασμα του
ησυχασε και στα μυαλα του ηρθε κι ειδε τι φρικιαστικα εκανε
κι οσο η Τεκμησσα η γυναικα του τα θυμαται ανατριχιαζει
και φοβαται γι'αυτα και για τα μελλουμενα
θυμαται πως ο Αιαντας στη τρελα του μεσα αρπαξε μαχαιρι
κι εκεινη η δυστυχη του φωναξε,τι πας να κανεις Αιαντα;
κι εκεινος της απαντησε,
παψε,η σιωπη ειναι στολιδι της γυναικας,
και στα σκοταδια ορμησε και χαθηκε στη νυχτα
και μητε ηξερε που πηγε και τι εκανε
κι οταν γυρισε ειχε ταυρους κριαρια και σκυλια δεμενα μαζι
και τα' σερνε
και τα'σφαζε σ'αλλο εκοψε το σβερκο σ'αλλο εκοβε το λαιμο
και μεσα στο κοπαδι γυρνουσε αγριεμενος και τα χτυπουσε τα ζωα
με βρισιες σαν να'ταν ανθρωποι αντρες εχθροι κι ακουγες
βρισιες με καποιον να λογομαχει ονοματα καθαρα δεν ξεχωριζες
κι ακουγες και γελια καθως κανει τρελλος
θυμαται η γυναικα πως σαν ξαναρθε στα μυαλα του ειδε γυρω του
οσα φρικαλεα επραξε τη μεγαλη σφαγη και τοτε εβγαλε φωνη μεγαλη
ουρλιαξε κι αρπαξε τα μαλλια του να τα ξεριζωσει
κι εκεινη την εβριζε πως τουτα τα φριχτα εγιναν και δεν τον εμποδισε
και τη ρωτουσε να του πει κι εκεινη του ειπε
και σαν τ'ακουσε φωναξε δυνατα ουρλιαξε
κι ηταν σαν η καρδια να του ξεριζωθηκε
κι ηταν σαν αγριος ταυρος που μουγκριζει
και τον βλεπει να καθεται ακινητος κι αμιλητος
και μητε να φαει θελει και μητε να πιει νερο
και της φαινονταν πως κατι κακο του τριγυρνουσε το κεφαλι
κατι κακο να κανει στον εαυτο του τον ιδιο
και τον ακουσε να φωναζει τ'ονομα του παιδιου τους
παιδι μου παιδι μου
και τ' ονομα του Τευκρου τ'αδερφου του φωναζε και τον γυρευε
ο Τευκρος,που ειναι ο Τευκρος;που σπαταλαει τις ωρες του
τωρα που εγω θα χαθω;
η τρελλα μ'αρπαξε και μου ξετιναξε μυαλο και τιμη
κι εγινα ντροπιασμα και γελασμα σ'ανθρωπους και στο τοπο
κι αντι να σκοτωσω τους αθλιους εσφαξα τ'αθωα ζωα
ας τους σκοτωνα κι ας σκοτωνομουν κι εγω υστερα
κι εκεινη η δυστυχη ακουσε και του'πε
και τι τι θελω τη ζωη μου χωρις εσενα
χωρις τον αντρα μου και χωρις τον πατερα το παιδιου μου;
κι εκεινος φωναξε μ'απελπισια
που να παω;που να κρυφτω και μην φαινομαι;
ετσι ατιμασμενος που καταντησα;
αιαζω τ'ονομα μου
να ξερω πως φταινε οι αθλιοι που δεν πηρα τα οπλα του Αχιλλεα
ποιος ηταν αξιωτερος απο'μενα να τα παρει;
κανεις
ολοι δελοι και πλανοι, σκουληκια
και τωρα ζητουν την τιμωρια μου ζητουν το κεφαλι μου
κι η γυναικα του'πε με παραπονο και φοβο
αν εσυ χαθεις θ'αρπαξουν εμενα και το παιδι
σκλαβα στα ξενα και το παιδι ορφανο και περιφρονημενο
και τετοια ατιμωτικα λογια θ'ακουω
να η γυναικα και το παιδι του Αιαντα,σκλαβοι,τι καταντια,
να τι επαθαν και δυστυχουν
αλλον,να το ξερεις,απο σενα δεν εχουμε
κι εκεινος αρπαξε το παιδι στα δυο του χερια κι ειπε
αληθεια,τιποτα απ'αυτα δεν νιωθεις κι ουτε καταλαβαινεις
και γυρνωντας στη γυναικα ειπε
παρε γυναικα το παιδι και φυλαξε το απ'τους εχθρους
σταματα τα κλαματα,
τα κλαματα στις γυναικες αρεσουν
ετσι που' ρθαν τα πραγματα δεν εχει γυρισμο
το μαχαιρι εχει το λογο τωρα
ο απειρος χρονος ολα στο φως τα φανερωνει κι ολα τα κρυβει
ολα τ'αλλαζει
τον χειμωνα διαδεχεται το καλοκαιρι
η νυχτα ανταλλασεται με τη μερα
κι ο εχθρος φιλος γινεται
και το μαχαιρι του Εχτορα πρεπει να πεταξω να εξαφανισω
σε κουφιο και κρυφο τοπο να θαψω
τα δωρα των εχθρων δωρα δεν ειναι
και σ'ερημικη παραλια βρεθηκε ο Αιαντας
και στην μαλακη αμμο καρφωμενο ορθο το μαχαιρι ειχε
ακονισμενο γυαλιστερο να περιμενει
το πελωριο το μεγιστο σωμα το πελωριον ερκος Αχαιων
δεν δειλιαζε,ετοιμος ηταν,
ολα κανονισμενα
εστειλε τη Τεκμησσα να φωναξει τον αδερφο του τον Τευκρο
να προφτασει να παρει τ'αψυχο κορμι του
πριν το βρουν οι εχθροι και το το ριξουν στα σκυλια
και στα ορνια να το φανε
ενα πεσιμο πανω στο ορθο μαχαιρι ,και το τελος,
η πνοη κοπηκε η ζωη κυλησε κι εσπασε σε κοματια
ψιλη αμμος
και θελω οπως εγω σφαχτηκα ετσι κι αυτοι οι αθλιοι
να πανε σφαγμενοι απο τα ιδια τα παιδια τους
μεσα στα σπιτια τους
ο ενας κυκλος φερνει τον αλλο κυκλο
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου