I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Τρίτη 12 Νοεμβρίου 2013

GREEK POETRY-Οιδιποδας και Ιοκαστη-το Τραγικο Τελος του Οιδιποδα και της Ιοκαστης [Οιδιπους Τυραννος του Σοφοκλη]-χ.ν.κουβελης- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

,
,
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
,
,

Οιδιποδας και Ιοκαστη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
,
,
το Τραγικο Τελος του Οιδιποδα και της Ιοκαστης
[Οιδιπους Τυραννος του Σοφοκλη]-χ.ν.κουβελης
.
τοτε οταν εν τελει γνωρισε ο Οιδιποδας ειπε
αλιμονο,τα παντα βγηκαν καθαρα
φως,τωρα για τελευταια φορα σ'αντικρυζω
απ'αυτους που δεν επρεπε γεννηθηκα
μ'αυτους που δεν επρεπε σχετισθηκα
κι αυτους που δεν επρεπε σκοτωσα

ηρθε ο εξαγγελος στη σκηνη κι ανακοινωσε
εσεις της γης οι πιο τιμημενοι
τι πραξεις θ'ακουστε
τι εργα θα δειτε
τι λυπη θα νιωστε
εσεις που νοιαζεστε το σπιτι των Λαβδακιδων
μου φαινεται πως ουτε ο Ιστρος ουτε ο Φασις
μπορουν να καθαρισουν αυτο το σπιτι
τοσα ανομηματα που κρυβει κι ολα συντομα
θα φανερωθουν,εκουσια κι οχι ακουσια,
μας λυπουν περισσοτερο πραξεις που εγιναν
με τη θεληση μας
θα σας το πω με λιγα λογια
η σεμνη κι ευγενικη Ιοκαστη πεθανε
με τα ιδια της τα χερια
εσυ αφου δεν ειδες δεν μπορεις να νιωσεις
τη φρικη οσων συνεβησαν
οσο με βοηθα η μνημη μου θα μαθεις
της δυσμοιρης τα παθη
οταν αυτη σ'εξαλλη κατασταση περασε τη πορτα
ορμησε προς τη κρεββατοκαμαρα ξεριζωνοντας
τα μαλλια της και με τα δυο της χερια
μπηκε στο δωματιο κι εσπρωξε με δυναμη τη πορτα πισω της
και την εκλεισε,
την ακουσαμε να φωναζει και να καλει τ' ονομα του Λαιου,
απο παλια πεθαμενον
θυμιζοντας τα παλαια σπερματα του απ'τα οποια σκοτωθηκε
εκεινη την αφησε πισω να γεννα παιδια ανομα
διπλες γεννησεις
απο τον αντρα της ο αντρα της
και παιδια απ'το παιδι της
και πως χαθηκε δεν το γνωριζω
ουρλιαζοντας ορμησε ο Οιδιποδας
και δεν μπορεσαμε να δουμε πως εκεινη χαθηκε
εκεινος περα δωθε πηγαινε ζητωντας μας να του δωσουμε
μαχαιρι,ζητωντας τη γυναικα που δεν ηταν γυναικα του
αλλα η μανα του ηταν
τη γη που δυο φορες οργωθηκε
και φυτρωσε αυτος και τα παιδια του
κι η λυσσα του ηταν υπερφυσικη εκεινη τον κυβερνουσε
κανεις απο μας που'μασταν κοντα
και βγαζοντας τρομερη κραυγη σαν να τον εσπρωχνε καποιος
ορμησε στη διπλη πορτα
σπαζει τις κλειδαριες κι ορμα μεσα στο δωματιο
οπου ειδαμε τη γυναικα κρεμασμενη
με θηλεια απο σκοινια που αιωρουνταν
εκεινος οταν την ειδε ουρλιαζει δυνατα και τραβαει
και χαλαει τη κρεμαλα
ηταν τοτε η δυστυχη ξαπλωμενη κατω κι ηταν φριχτο
εκεινα που ακολουθησαν να βλεπεις
τραβηξε απ'τα ρουχα της τις χρυσες καρφιτσες,που μ'αυτες
εκεινη στολιζονταν,
τις σηκωσε και μ'αυτες χτυπησε τους βολβους των ματιων του
φωναζοντας ποτε να μη δουν οσα πασχει κι οσα κακα
κανει,μεσα στο σκοταδι να'ναι,
αυτους που δεν επρεπε εβλεπαν
κι αυτους που επρεπε δεν γνωριζαν
τετοια ξεστομιζε και πολλες φορες κι οχι μια
σηκωνε τις καρφιτσες
και χτυπουσε τα βλεφαρα
και το αιμα λασπωνε τα γενια
δεν ηταν σταγονες αλλα μαζι μαυρη βροχη χαλαζι
πηγμενο αιμα
τετοια κι απ'τους δυο ξεσπασαν οχι απ'τον ενα μονο
αλλα στον αντρα και στη γυναικα αναμειγμενα τα κακα
η παλαιοτερη ευτυχια ηταν τοτε στο παρελθον πραγματικα ευτυχια
τωρα σημερα ειναι θρηνος,τυφλωση,θανατος,ντροπη,
απ'ολα τ'ονοματα για τα κακα κανενα δεν ειναι απον
.
Οἰδίπους
ἰοὺ ἰού· τὰ πάντ’ ἂν ἐξήκοι σαφῆ.
ὦ φῶς, τελευταῖόν σε προσβλέψαιμι νῦν,
ὅστις πέφασμαι φύς τ’ ἀφ’ ὧν οὐ χρῆν, ξὺν οἷς τ’
1185οὐ χρῆν ὁμιλῶν, οὕς τέ μ’ οὐκ ἔδει κτανών.

1223
Ἐξάγγελος
ὦ γῆς μέγιστα τῆσδ’ ἀεὶ τιμώμενοι,
οἷ’, ἔργ’ ἀκούσεσθ’, οἷα δ’ εἰσόψεσθ’, ὅσον δ’
1225ἀρεῖσθε πένθος, εἴπερ ἐγγενῶς ἔτι
τῶν Λαβδακείων ἐντρέπεσθε δωμάτων.
οἶμαι γὰρ οὔτ’ ἂν Ἴστρον οὔτε Φᾶσιν ἂν
νίψαι καθαρμῷ τήνδε τὴν στέγην, ὅσα
κεύθει, τὰ δ’ αὐτίκ’ εἰς τὸ φῶς φανεῖ κακὰ
1230ἑκόντα κοὐκ ἄκοντα. τῶν δὲ πημονῶν
μάλιστα λυποῦσ’ αἳ φανῶσ’ αὐθαίρετοι.
Ἐξάγγελος
ὁ μὲν τάχιστος τῶν λόγων εἰπεῖν τε καὶ
1235μαθεῖν, τέθνηκε θεῖον Ἰοκάστης κάρα.
Ἐξάγγελος
αὐτὴ πρὸς αὑτῆς. τῶν δὲ πραχθέντων τὰ μὲν
ἄλγιστ’ ἄπεστιν· ἡ γὰρ ὄψις οὐ πάρα.
ὅμως δ’, ὅσον γε κἀν ἐμοὶ μνήμης ἔνι,
1240πεύσει τὰ κείνης ἀθλίας παθήματα.
ὅπως γὰρ ὀργῇ χρωμένη παρῆλθ’ ἔσω
θυρῶνος, ἵετ’ εὐθὺ πρὸς τὰ νυμφικὰ
λέχη, κόμην σπῶσ’ ἀμφιδεξίοις ἀκμαῖς.
πύλας δ’, ὅπως εἰσῆλθ’, ἐπιρράξασ’ ἔσω
1245καλεῖ τὸν ἤδη Λάϊον πάλαι νεκρόν,
μνήμην παλαιῶν σπερμάτων ἔχουσ’, ὑφ’ ὧν
θάνοι μὲν αὐτός, τὴν δὲ τίκτουσαν λίποι
τοῖς οἷσιν αὐτοῦ δύστεκνον παιδουργίαν.
γοᾶτο δ’ εὐνάς, ἔνθα δύστηνος διπλοῦς
1250ἐξ ἀνδρὸς ἄνδρα καὶ τέκν’ ἐκ τέκνων τέκοι.
χὤπως μὲν ἐκ τῶνδ’ οὐκέτ’ οἶδ’ ἀπόλλυται·
βοῶν γὰρ εἰσέπαισεν Οἰδίπους, ὑφ’ οὗ
οὐκ ἦν τὸ κείνης ἐκθεάσασθαι κακόν,
ἀλλ’ εἰς ἐκεῖνον περιπολοῦντ’ ἐλεύσσομεν.
1255φοιτᾷ γὰρ ἡμᾶς ἔγχος ἐξαιτῶν πορεῖν,
γυναῖκά τ’ οὐ γυναῖκα, μητρῴαν δ’ ὅπου
κίχοι διπλῆν ἄρουραν οὗ τε καὶ τέκνων.
λυσσῶντι δ’ αὐτῷ δαιμόνων δείκνυσί τις·
οὐδεὶς γὰρ ἀνδρῶν, οἳ παρῆμεν ἐγγύθεν.
1260δεινὸν δ’ ἀύσας ὡς ὑφηγητοῦ τινος
πύλαις διπλαῖς ἐνήλατ’, ἐκ δὲ πυθμένων
ἔκλινε κοῖλα κλῇθρα κἀμπίπτει στέγῃ.
οὗ δὴ κρεμαστὴν τὴν γυναῖκ’ ἐσείδομεν,
πλεκταῖσιν αἰώραισιν ἐμπεπλεγμένην.
1265ὁ δ’ ὡς ὁρᾷ νιν, δεινὰ βρυχηθεὶς τάλας
χαλᾷ κρεμαστὴν ἀρτάνην. ἐπεὶ δὲ γῇ
ἔκειτο τλήμων, δεινὰ δ’ ἦν τἀνθένδ’ ὁρᾶν.
ἀποσπάσας γὰρ εἱμάτων χρυσηλάτους
περόνας ἀπ’ αὐτῆς, αἷσιν ἐξεστέλλετο,
1270ἄρας ἔπαισεν ἄρθρα τῶν αὑτοῦ κύκλων,
αὐδῶν τοιαῦθ’, ὁθούνεκ’ οὐκ ὄψοιντό νιν
οὔθ’ οἷ’ ἔπασχεν οὔθ’ ὁποῖ’ ἔδρα κακά,
ἀλλ’ ἐν σκότῳ τὸ λοιπὸν οὓς μὲν οὐκ ἔδει
ὀψοίαθ’, οὓς δ’ ἔχρῃζεν οὐ γνωσοίατο.
1275τοιαῦτ’ ἐφυμνῶν πολλάκις τε κοὐχ ἅπαξ
ἤρασσ’ ἐπαίρων βλέφαρα. φοίνιαι δ’ ὁμοῦ
γλῆναι γένει’ ἔτελλον, οὐδ’ ἀνίεσαν
φόνου μυδώσας σταγόνας, ἀλλ’ ὁμοῦ μέλας
ὄμβρος χαλάζης αἱματοῦς ἐτέγγετο.
τάδ’ ἐκ δυοῖν ἔρρωγεν, οὐ μόνου κάτα,
1280ἀλλ’ ἀνδρὶ καὶ γυναικὶ συμμιγῆ κακά.
ὁ πρὶν παλαιὸς δ’ ὄλβος ἦν πάροιθε μὲν
ὄλβος δικαίως· νῦν δὲ τῇδε θἠμέρᾳ
στεναγμός, ἄτη, θάνατος, αἰσχύνη, κακῶν
ὅσ’ ἐστὶ πάντων ὀνόματ’, οὐδέν ἐστ’ ἀπόν.
,
,
,

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου