.
ΟΚΤΑΗΧΟ
.
.
ηχος α'
.
η περδικα μας επεισε για την αισχροτητα
της δουλειας,που επιβαλλεται στον ανθρωπο,
κινδυνευα να εξορισθω στα νησια, που
βιωνουν την ωραιοτητα σαν οραμα,που μας
δινεται χωρις ιδιοτελεια, του αποκριθη-
καν πως τα καλαμια λουζονται στα
νερα του ποταμου , κατεφθασαν στη
πολιτεια αγγελοι εξαγγελοντας τα μελ-
λοντα, ποσα μυστικα μπορει να κρατησου-
με στη γλωσσα σαν πυρινα καρβουνα; φοβη-
θηκε μηπως του αμφισβητηθει η αγαθοτητα,
οι παντες διαβοησαν πως εφθειρε τα πραγ-
ματα. ολα τα παθη κατεργαζεται η
γνωμη μας , αλλα αχρειους νομιζουμε τους
τυρρανους. κατεφθασε πλουσιωτερος
στα βουνα, μεσα απο κισσους και στα-
φυλια εφτασε στη θαλασσα
.
ηχος β'
.
Αποφασισαν να μην τον ακολουθησουν
σ'εκεινη την αδιανοητη εκστρατεια
οι περισσοτεροι εκοψαν κορμους στο δασος
εραψαν πανια, εδεσαν τους κορμους
σηκωσαν τα πανια, τα φορτωσαν
με λαδι και κρασι και ταξιδεψαν
οι αλλοι σκαλισαν στο ξυλο της οξυας
αροτρα ,γεννια οπως μου παραδωθηκε,
εζεψαν αλογο πυρο αλογο ασπρο
καιρος του σπειρειν καιρος του θεριζειν
τα βραδυα δεν ξεστομιζανε ψεματα
στα σπιτια τους
ακουαν τα πουλια να δραπετευουν στα δεντρα
εβλεπαν με ευμενεια τις πραξεις των αλλων
ηξεραν πως η αληθεια αγαπαει τα λογια
ταπεινα αναρωτηθηκαν ποση αληθεια ο
ανθρωπος δικαιουται
.
ηχος γ'
.
εκεινος δεν εφρανθηκε το ψωμι απο σιταρι
φοβηθηκε μηπως στα λογια του καταλαβουν
τα ψεματα, ειπε πως παραπλεοντας τις ακτες
εσπειρε στο περασμα του τον πανικο, εμεις
υποπτευθηκαμε την αδικια και τον χαρακτηρι-
σαμε υπουλο, αναλαφρα τα πουλια συρθηκαν
στα συννεφα, στα κακα επειδη ηταν απειρος
φροντισε να δασκαλευτει την ευπρεπεια,βγη-
κε στο πελαγο εσπειρε τη ψυχη του μ'αστε-
ρια το σωμα του επνιξε στην αρμυρα, στα-
θηκε καλα ,σταθηκε με φοβο, απλα τα λο-
για της αληθειας αναλογισθηκε ,ας η ωραιο-
τητα παραμεινει στο βιο του παντα ,τους
εκραξε πως δεν μπορουν να ψευδονται
για πολυ χρονο.
τα χερια ελουσαν το κορμι τα μαλλια
πλεχτηκαν στα αρωματα πυκνα και μαυρα
.
ηχος δ'
.
Δεν θα πει κανεις πως προδωσε το φως,
που κοιμηθηκε στα φυλλα σ'εκεινα και
σε πιο σκληρα χρονια κυβερνηθηκε η
η πολη στους αρχαιους νομους σ'εκεινους,
που δεν πειθαρχησαν επεβαλλαν το θανατο
η αμοιβη στην αληθεια η τρομερη αποφαση
πανω στο σωμα τους αντεκρουσε τα γραμμενα.
στοχαζουμαι δυσκολα,ματια καμενα με πυ-
ρακτωμενο σιδερο, ο δραστης ξεστομιζε
λογια βαρια, κι ηταν καποιος ,που δεν αφη-
σε σημαδι της ταυτοτητας του, ποιος να
κατασπαραξε το πτωμα του; δεν θα
θαφτει σε τυμβο μητε στο μαρμαρο θα
μεινει η μνημη του, ο καθενας μας ανα-
φερε και δεν αποκρυψε τη πραξη
.
ηχος ε'
.
Με εντεχνα λογια ρητορευσε ,με τη φωνη
και το ρυθμο, με το περασμα του καιρου
το εργο του κριθηκε ωφελιμο, ελεγε πως
ο ηλιος υφαινει τα χρωματα στα ευφορα
χωραφια, στα καματα ηταν αδυνατο να
διαμεινει στο σπιτι, την επομενη αναχω-
ρησε .στην αγορα οι ανθρωποι ξεπουλου-
σαν τα εμπορευματα, πλησιον στα καραβια
βρεθηκαν τα σωματα των ναυαγων ,ειναι
ποτε να ακουσες για τους Ελληνες, μακα-
ριοι αυτοι, που λογαριαζουν τα λογια τους
στα βρεγμενα σχοινια, κανενας τους δεν
διαφθαρηκε στη νωχελεια. το θερος μα-
ζευουν τους χυμους τ'αχλαδια. καταμαρ-
τυρω τα δικαια και τ'αγαθα, το
βραδυ εδειξε την αρετη να σωπαινει
.
ηχος στ'
.
Τα βλεμματα κυνηγησαν το ελαφι μεσα
στα δεντρα ,δυσωδη λογια γεματα χολη
τιναχτηκαν μεσα απο τα δοντια, γελασε
τη σεμνοτητα, το χειμωνα πολλα νερα
ξεχυνονται στα ποταμια και στις λιμνες.
εκεινα πρεπει να γινουν φανερα στους
ανθρωπους, μην ξεστομισεις πονηρο η'
αισχρο λογο. πολυ βοη ξεσηκωθηκε στα
λουλουδια, τρεφει τις μελισσες η γυρι η
πληγη του αιμοραγει στην αριστερη
πλευρα, ο ιδιος δεν αμαρτησε μοναδικο
αμαρτημα βουτηχτηκε στα οραματα, δεν
επεδιωξε ενδοξη μοιρα
τον εφτανε η ζωη του να ειναι δικοπη
βουτηγμενη στα αιματα της παπαρουνας,
ασεβησε ακουγοντας τις ιστοριες , που
του διηγηθηκαν
καθενας κεντουσε το μυθο στα λογια του
.
ηχος ζ'
.
Δεν ζησαμε με περισσευμα αγαθων και
πλουτη, στην ακρη της θαλασσας μετανα-
στευσαμε, συναναστραφηκαμε τη διαυγεια,
ενας -ενας ταξιδεψαμε τα ονειρα
στο δικο μας ονομα δωρισαμε τον κοσμο
σ'οσα νησια κατοικουσε το φως, στηλαμε
αποικους εκει ,που λειτουργουν τα τζιτζικια
χτενισαμε τα μαλλια εξαισια απεριττα
διατυπωσαμε τις αντιληψεις μας, στα αθλη-
ματα συναγωνιστηκαμε τα αλογα κι
απο τη θαλασσα μακρυα φεραμε
τη μαρτυρια ανθρωπων υστερα απο καιρο
επιστρεψαμε στα βραχια οι ελιες
ειχαν καρπο στη γλωσσα μας, οσο
το δυνατον διακριτικοτερα επεκτειναμε
τις γνωμες μας και τα σοφισματα
.
ηχος η'
.
Απο πετρες ακατεργαστες στεριωσε τη γη
πετρες με πελεκημα αρμοστηκαν στο
σπιτι του, ο πηλος αφθονουσε στην περιοχη.
η θαλασσα συντελεσε σημαντικα στα σχε-
δια για ενα χρονο φυτευε δεντρα και καλ-
λιεργουσε μελισσες στο θυμαρι, στους
εσπερινους μνημονευε τους γεωργους
τους ψαραδες τελευταια δοξολογουσε
πληθος χωρεσε τα κοκκαλα τους σε
αμφορεις,εδωσε καταλυμα στους στασιαστες
με μαχαιρια πληγωσανε τη γλωσσα του
στα κεραμιδια διαβασε το αορατο,ο ανεμος
εσπρωχνε τη φωτια στη καρδια , αργα
το απογευμα πολλες οικογενειες διασκορπι-
στηκαν στα κτηματα, το πρωι στοιβαχτηκαν
στα πλοια με τις αναγκαιες τροφες
ΟΚΤΑΗΧΟ
.
.
ηχος α'
.
η περδικα μας επεισε για την αισχροτητα
της δουλειας,που επιβαλλεται στον ανθρωπο,
κινδυνευα να εξορισθω στα νησια, που
βιωνουν την ωραιοτητα σαν οραμα,που μας
δινεται χωρις ιδιοτελεια, του αποκριθη-
καν πως τα καλαμια λουζονται στα
νερα του ποταμου , κατεφθασαν στη
πολιτεια αγγελοι εξαγγελοντας τα μελ-
λοντα, ποσα μυστικα μπορει να κρατησου-
με στη γλωσσα σαν πυρινα καρβουνα; φοβη-
θηκε μηπως του αμφισβητηθει η αγαθοτητα,
οι παντες διαβοησαν πως εφθειρε τα πραγ-
ματα. ολα τα παθη κατεργαζεται η
γνωμη μας , αλλα αχρειους νομιζουμε τους
τυρρανους. κατεφθασε πλουσιωτερος
στα βουνα, μεσα απο κισσους και στα-
φυλια εφτασε στη θαλασσα
.
ηχος β'
.
Αποφασισαν να μην τον ακολουθησουν
σ'εκεινη την αδιανοητη εκστρατεια
οι περισσοτεροι εκοψαν κορμους στο δασος
εραψαν πανια, εδεσαν τους κορμους
σηκωσαν τα πανια, τα φορτωσαν
με λαδι και κρασι και ταξιδεψαν
οι αλλοι σκαλισαν στο ξυλο της οξυας
αροτρα ,γεννια οπως μου παραδωθηκε,
εζεψαν αλογο πυρο αλογο ασπρο
καιρος του σπειρειν καιρος του θεριζειν
τα βραδυα δεν ξεστομιζανε ψεματα
στα σπιτια τους
ακουαν τα πουλια να δραπετευουν στα δεντρα
εβλεπαν με ευμενεια τις πραξεις των αλλων
ηξεραν πως η αληθεια αγαπαει τα λογια
ταπεινα αναρωτηθηκαν ποση αληθεια ο
ανθρωπος δικαιουται
.
ηχος γ'
.
εκεινος δεν εφρανθηκε το ψωμι απο σιταρι
φοβηθηκε μηπως στα λογια του καταλαβουν
τα ψεματα, ειπε πως παραπλεοντας τις ακτες
εσπειρε στο περασμα του τον πανικο, εμεις
υποπτευθηκαμε την αδικια και τον χαρακτηρι-
σαμε υπουλο, αναλαφρα τα πουλια συρθηκαν
στα συννεφα, στα κακα επειδη ηταν απειρος
φροντισε να δασκαλευτει την ευπρεπεια,βγη-
κε στο πελαγο εσπειρε τη ψυχη του μ'αστε-
ρια το σωμα του επνιξε στην αρμυρα, στα-
θηκε καλα ,σταθηκε με φοβο, απλα τα λο-
για της αληθειας αναλογισθηκε ,ας η ωραιο-
τητα παραμεινει στο βιο του παντα ,τους
εκραξε πως δεν μπορουν να ψευδονται
για πολυ χρονο.
τα χερια ελουσαν το κορμι τα μαλλια
πλεχτηκαν στα αρωματα πυκνα και μαυρα
.
ηχος δ'
.
Δεν θα πει κανεις πως προδωσε το φως,
που κοιμηθηκε στα φυλλα σ'εκεινα και
σε πιο σκληρα χρονια κυβερνηθηκε η
η πολη στους αρχαιους νομους σ'εκεινους,
που δεν πειθαρχησαν επεβαλλαν το θανατο
η αμοιβη στην αληθεια η τρομερη αποφαση
πανω στο σωμα τους αντεκρουσε τα γραμμενα.
στοχαζουμαι δυσκολα,ματια καμενα με πυ-
ρακτωμενο σιδερο, ο δραστης ξεστομιζε
λογια βαρια, κι ηταν καποιος ,που δεν αφη-
σε σημαδι της ταυτοτητας του, ποιος να
κατασπαραξε το πτωμα του; δεν θα
θαφτει σε τυμβο μητε στο μαρμαρο θα
μεινει η μνημη του, ο καθενας μας ανα-
φερε και δεν αποκρυψε τη πραξη
.
ηχος ε'
.
Με εντεχνα λογια ρητορευσε ,με τη φωνη
και το ρυθμο, με το περασμα του καιρου
το εργο του κριθηκε ωφελιμο, ελεγε πως
ο ηλιος υφαινει τα χρωματα στα ευφορα
χωραφια, στα καματα ηταν αδυνατο να
διαμεινει στο σπιτι, την επομενη αναχω-
ρησε .στην αγορα οι ανθρωποι ξεπουλου-
σαν τα εμπορευματα, πλησιον στα καραβια
βρεθηκαν τα σωματα των ναυαγων ,ειναι
ποτε να ακουσες για τους Ελληνες, μακα-
ριοι αυτοι, που λογαριαζουν τα λογια τους
στα βρεγμενα σχοινια, κανενας τους δεν
διαφθαρηκε στη νωχελεια. το θερος μα-
ζευουν τους χυμους τ'αχλαδια. καταμαρ-
τυρω τα δικαια και τ'αγαθα, το
βραδυ εδειξε την αρετη να σωπαινει
.
ηχος στ'
.
Τα βλεμματα κυνηγησαν το ελαφι μεσα
στα δεντρα ,δυσωδη λογια γεματα χολη
τιναχτηκαν μεσα απο τα δοντια, γελασε
τη σεμνοτητα, το χειμωνα πολλα νερα
ξεχυνονται στα ποταμια και στις λιμνες.
εκεινα πρεπει να γινουν φανερα στους
ανθρωπους, μην ξεστομισεις πονηρο η'
αισχρο λογο. πολυ βοη ξεσηκωθηκε στα
λουλουδια, τρεφει τις μελισσες η γυρι η
πληγη του αιμοραγει στην αριστερη
πλευρα, ο ιδιος δεν αμαρτησε μοναδικο
αμαρτημα βουτηχτηκε στα οραματα, δεν
επεδιωξε ενδοξη μοιρα
τον εφτανε η ζωη του να ειναι δικοπη
βουτηγμενη στα αιματα της παπαρουνας,
ασεβησε ακουγοντας τις ιστοριες , που
του διηγηθηκαν
καθενας κεντουσε το μυθο στα λογια του
.
ηχος ζ'
.
Δεν ζησαμε με περισσευμα αγαθων και
πλουτη, στην ακρη της θαλασσας μετανα-
στευσαμε, συναναστραφηκαμε τη διαυγεια,
ενας -ενας ταξιδεψαμε τα ονειρα
στο δικο μας ονομα δωρισαμε τον κοσμο
σ'οσα νησια κατοικουσε το φως, στηλαμε
αποικους εκει ,που λειτουργουν τα τζιτζικια
χτενισαμε τα μαλλια εξαισια απεριττα
διατυπωσαμε τις αντιληψεις μας, στα αθλη-
ματα συναγωνιστηκαμε τα αλογα κι
απο τη θαλασσα μακρυα φεραμε
τη μαρτυρια ανθρωπων υστερα απο καιρο
επιστρεψαμε στα βραχια οι ελιες
ειχαν καρπο στη γλωσσα μας, οσο
το δυνατον διακριτικοτερα επεκτειναμε
τις γνωμες μας και τα σοφισματα
.
ηχος η'
.
Απο πετρες ακατεργαστες στεριωσε τη γη
πετρες με πελεκημα αρμοστηκαν στο
σπιτι του, ο πηλος αφθονουσε στην περιοχη.
η θαλασσα συντελεσε σημαντικα στα σχε-
δια για ενα χρονο φυτευε δεντρα και καλ-
λιεργουσε μελισσες στο θυμαρι, στους
εσπερινους μνημονευε τους γεωργους
τους ψαραδες τελευταια δοξολογουσε
πληθος χωρεσε τα κοκκαλα τους σε
αμφορεις,εδωσε καταλυμα στους στασιαστες
με μαχαιρια πληγωσανε τη γλωσσα του
στα κεραμιδια διαβασε το αορατο,ο ανεμος
εσπρωχνε τη φωτια στη καρδια , αργα
το απογευμα πολλες οικογενειες διασκορπι-
στηκαν στα κτηματα, το πρωι στοιβαχτηκαν
στα πλοια με τις αναγκαιες τροφες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου