.
.
ΕΠΙΠΡΟΣΘΕΤΑ-
GREEK POETRY
POETRY-C.N.COUVELIS
ΠΟΙΗΜΑΤΑ-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ
POETRY-C.N.COUVELIS
ΠΟΙΗΜΑΤΑ-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ
.
.
-ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-
-ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΤΙΚΑ
ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ-ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ-TRANSLATING HOMER-Iliada-Odysseia
-μεταφραση -translating-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-
-ΣΑΠΦΩ-SAPPHO-μεταφραση-translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-
-ΕΚ ΧΡΕΟΥΣ ΠΟΙΗΣΗ-
-ΕΚΛΟΓΑΙ-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-
=GREEK HYMNS TO MANKIND
ΕΛΛΗΝΙΚΟΙ ΥΜΝΟΙ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ
THE GREEK CANTOS TO MANKIND-
-Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΝΑ ΥΠΟΛΟΙΠΟ ΛΕΞΕΩΝ-
-[THE MAN IS A REST OF WORDS]-
-ΑΜΕΙΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΠΙΣΤΡΕΦΕΙ-
Ο ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΣ
-ΜΙΜΙΑΜΒΟΣ ΤΟΥ ΗΡΩΝΔΑ-
[μεταφραση αποδοση-κειμενα-χ.ν.κουβελης]-
-ΑΧΙΛΗΟΣ Τ'ΑΙΑΝΤΟΣ ΤΗΡΩΣ ΑΝΤΙΟΠΗΣ ΤΕ
ΑΛΚΜΗΝΗΣ ΜΕΓΑΡΑΣ ΕΠΙΚΑΣΤΗΣ ΤΕ ΧΛΩΡΙΣ ΤΕ
ΛΗΔΑΣ ΤΕ ΙΦΙΜΕΔΕΙΑΣ ΤΕ ΦΑΙΔΡΑΣ ΠΡΟΚΡΙΣ Τ'ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΜΑΙΡΑΣ ΤΕ
ΚΛΥΜΕΝΗΣ ΕΡΙΦΥΛΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 467-491--στιχοι 543-564
-στιχοι 233-330]
μεταφραση χ.ν.κουβελης-
-2-3 πραγματα που ξερω για την Μηδεια
Μηδεια Ευριπιδη [3ο Χορικό-στιχοι 627-633]
μεταφραση χ.ν.κουβελης-
-ΚΥΚΛΟΙ ΟΡΕΣΤΕΙΑΣ-
-Τα υβριολογια στην Οδύσσεια του Ομήρου- η μολοβρος γλωττη-
-Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου-
-ΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΑ -Υπολογίζοντας εντάσεις λεξεων-
Αντιστιξεις-
-ΑΦΟΡΜΗ ΔΥΟ ΛΕΞΕΙΣ ΤΗΣ ΙΔΙΟΛΕΚΤΟΥ ΓΛΩΣΣΑΣ ΤΗΣ ΜΑΧΑΙΡΑΣ,
ΛΟΞΥΓΚΑΣ,ΣΟΦΙΖΟΜΑΙ.
Ο ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ Ο ΛΟΞΥΓΚΑΣ ΣΤΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ,ΚΑΙ ΟΙ ΣΟΦΙΣΤΕΣ,
Ο ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΣΩΚΡΑΤΗ ΣΤΙΣ ΝΕΦΕΛΕΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ
-μεταφραση αρχαιων κειμενων χ,ν,κουβελης c,n,couvelis-
-ΙΣΟΡΡΟΠΑ ΕΠΟΧΩΝ-
-ΜΗ-ΓΡΑΜΜΙΚΕΣ ΣΥΝ/ΤΜΗΣΕΙΣ ΧΡΟΝΟΥ-
-το φως ενα κενο θεωρηματων-
.
GREEK POETRY-ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟΝ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-ΠΟΙΗΣΗ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-χ.ν.κουβελης
Διων του Κλειτια Τυραννος Εν ετει 218 - 210 π.Χ
.
Εκεινος ο Διων του Κλειτια,ενας αχρειος,
μας ξεγελασε,ανεβηκε τα αξιωματα,
μαζεψε κολακες,ιδιοτελεις ανθρωπους και
τωρα κυβερνα [τροπος του λεγειν] τη Πολη
οχτω συναπτα ετη.Και τους μαζευει στη Συγκλητο
βγαζει κουφιους λογους,τους γελειοποιει,
κι αυτοι χειροκροτουν τον τυραννο,
συμφωνουν μαζι του [ ας τους κοτουσε να μην
συμφωνισουν].Και τι να κανει το ποπολο,
τι ξερει απο δημοκρατιες και τετοια,να φαει
να μεθυσει το νοιαζει,κι επειτα ας
τα βγαλουν περα αυτοι που'χουν συμφεροντα.
Ομως τον Διωνα τον οργιζει,πολυ τον πειραζει
που ενας Γραφιας,ενας τιποτενιος δηλαδη,
ο Δημητριος,τολμα να μην τον αναφερει
πουθενα στην Ιστορια που γραφει,[σιγα
τον νεο Θουκυδιδη,και την Ιστορια, αλλα ,να,
δεν παυει να'ναι τελοσπαντων καποια
Ιστορια,και να λειπει] αυτος ο γελειωδεστατος
δεν λεει τιποτα γι'Αυτον,ενα Κενο στην Ιστορια.
Α, θα τον κανονισει[κι αν δεν καταλαβαινει
απο απειλες ,δωροδοκιες] θα τον ξεκανει,λιαν
συντομως μαλιστα.Τοσους εχει να το κανουν,
μετα χαρας μαλιστα,ενα νευμα του,μια
ανεπαισθητη κινηση ,και τελειωσε ο Δημητριος
ο Ιστορικος με την Ιστορια του .[ Και το'χει
βεβαιο πως αφου θα γραψουν για τη δολοφονια
του,ειναι φυσει αδυνατον να μην γραψουν
και για τον φονια του],Ετσι σχεδιαζε ο Τυραννος
να τον γραψει η Ιστορια,τι Τυραννος τι Φονιας.
Ομως αλλα του εμελλαν οι Θεοι,καπου κρυφα
στα περιχωρα ,ετοιμαζουν την εξοντωση του,
ο Αρμοδιος και ο Αριστογειτων[τα ψευδωνυμα
των συνομωτων ]
Η ειρωνεια της Ιστοριας ειναι πως ο Δημητριος
για να τιμησει τους Τυραννοκτονους αναγκαστηκε
να γραψει στην Ιστορια του πως τους απαλλαξαν
''απο τον επαισχυντον Τυραννον Διωνα του Κλειτια''
.
..
Μηδεια
.
Παρατημενη ,ατιμασμενη και διωγμενη η
Μηδεια μετα απο εκεινα τα αποτροπαια
γεγονοτα βρεθηκε στην Αθηνα .Για να ζησει
ειχε στησει ενα παγκο στην Αγορα και που-
λουσε φρουτα και λαχανικα.Σκεφτοταν:
''Ο ανθρωπος ενας λογος βαρυς η' ελαφρυς
στο στομα του αλλου ανθρωπου''
Παρα τα βασανα ηταν ομορφη,πυκνα σγουρα
μακρυα μαλλια, ματια μεγαλα μαυρα, λεπτο
και ψηλο κορμι, γυρω στα τριαντα τοτε.
Ζουσε μονη σ'ενα σπιτι κοντα στη θαλασσα.
Ανθρωπος δεν μπηκε στο σπιτι της.
Με τον καιρο μαθευτηκε πως γνωριζε τη τεχνη
της μαιας , κι ετρεχαν να την καλεσουν να
ξεγεννησει καποια εγγυο γυναικα. Δεν επαιρνε
αμοιβη . Ελεγαν :''Κριμα τετοια αγια γυναικα
να μην εχει αντρα και παιδια''
Οταν εφυγε απο' κεινα τα μερη για τη πατριδα
της ,ολοι στεναχωρηθηκαν πολυ.Κι οταν αργο-
τερα κυκλοφορησαν εκεινες οι φυλλαδες εκεινου
του αγυρτη αναστατωθηκαν ,ουτε ενας τον
πιστεψε και κανενας δεν πατησε στο θεατρο
να δει το εργο του.
.
.
στη τριτη σκηνη βγηκε ο Τειρεσιας
με μαγιο του 19ου αιωνα
στα χερια βατραχοπεδηλα
κιτρινα γαντια
ανοιξε την ομπρελα και
την εκλεισε επειτα
σοβαρος
την αφησε στο τραπεζι
ν'ανεβει τη σκαλα με χορευτικες κινησεις
φτανοντας στον εξωστη υποκλιθηκε
στους θεατας δηλαδη σ'εμας
επειτα σαν να'θελε να μας διασκεδασει
με τριπλη περιστροφη βουτηξε στο κενο χωρο
Σιγα μη μας κοροιδεψε
ενας τυφλος κλοουν ηταν ο γελοιος
.
.
ΗΝ ΤΙΣ ΓΥΝΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ , ΥΠΑΤΙΑ
.
'Ην τις γυνη εν τη Αλεξανδρεια,τουνομα
Υπατια'' κατα τον Σωκρατη τον Σχολαστικο
αυτην την τινα γυνη την σταματησαν
στο δρομο την εγδυσαν [ μια γρια ηταν
σαραντα πεντε χρονων ,τι να δουν ; ]
με οστρακα την εγδαραν , την σκοτωσαν,
να μαθει , τρακοσια χρονια και βαλε να
κοροιδευει και να τολμα να διαδιδει τα εθνικα
να'χει φιλο τον Ρωμαιο Ορεστη ενα εχθρο
του λαου, ευτυχως ο κυριος μας ο Κυριλλος
την εδωσε στα δοντια του οχλου, ας λενε
οι αντιθετοι οτι θελουν, τοσα μας εκαναν
αυτοι οι εθνικοι ,μην ξεχασουμε τα θηρια,
τωρα περασαν αυτα , πισω δεν γυριζουμε,
μια γοησα ηταν μια ψευτρα ,ταχα πως
δασκαλους ειχε καποιον Πλωτινο,και
καποιον αλλον Ιαμβλιχο,να περασουν
τον Πλατωνα ,οι σχολιαστες,οι νανοι,
κι η προπαγανδα, ταχα πως εγραψε σχολια
στα Αριθμητικα του Διοφαντου,ακουσον
ακουσον μια Ευα Μαθηματικος,και το
αλλο; σχολια στον Αστρονομικο Κανονα
του Πτολεμαιου,ποτε ειδε τ'αστρα οταν
εβγαζε τα ματια της στα χωραφια;η πορνη,
καλα ολ'αυτα ας τα πιστεψουμε , αλλα
για τα Κωνικα του Απολλωνιου; τι να
συμπληρωσει η ανοητη;αληθεια συμβιβαζονται
Πλατωνικα ,και μαλιστα νεα,με Μαθηματικα;
Επειτα αν αυτα πραγματικα αξιζαν κι ηταν
σπουδαια δεν θα'πρεπε να σωθουν; σωθηκε
τιποτα;εστω μισος παπυρος,πολυγραφοτατη,
καλα το περηφανευτηκε ο Θεοδοσιος ο Μικρος
πως το 416 δεν εμεινε εθνικος για εθνικος
στην αυτοκρατορια κι ας τους να παινευονται
για εναν αστεροειδη με διαμετρο 149 χμ
και καθε 8 ωρες και 52 λεπτα περιστρεφει
στο κενο το ανθρακουχο λιθαρι της η
Υπατια,πολυ διαφημιση γι'αυτη την κενη
Αλεξανδρινη , ας μην εγραφε ο ιστορικος μας,
τι θα'μενε απ'αυτη ; ''και ταυτα πεπρακται
τω τεταρτω ετει της Κυριλλου επισκοπης,
εν υπατεια Ονωριου το δεκατον,και Θεοδοσιου
το εκτον,εν μηνι Μαρτιω ,νηστειων ουσων''
.
καλα ολ'αυτα τα κουφια λογια κι οι
παλληκαριες ,τι θελαν κι αναφερουν
τον Θεοδοσιον,και να σκεψτεις οτι
τον ειπαν Μικρον,το κεφαλαιο Μ
σε τιποτα δεν τον σωζει,ολοι ξερουμε
ποσο μικρος ηταν ,ενα μ μικρο .μωρο
.
.
ο αεχαικος κουρος του Αριστοδικου
ο Κουρος του Αριστοδικου
ο τελευταιος αττικος κουρος
μια υπογραφη σ'ενα εγγραφο
αγοροπωλησιας ενος αγρου
εμεις καθαρισαμε το μαρμαρο απ' το χωμα
τα βλεφαρα ανοιγοκλεισαν στ'αγγιγμα
του ανεμου,το ποσο το πληρωσαμε
σε σημερινα νομισματα,καποιοι
μας λοιδορησαν να σπαταλαμε
για αχρηστες ξεπερασμενες γεωμετριες,
για κατακορυφες μυτες,για τοξα
φρυδιων και κομβους μαλλιων,
εμεις αντιδρασαμε,τους δειξαμε
την ελληνικη αναλογια,με
κατακορυφο επιπεδο τεμνοντας στη μεση
το σωμα χωριζεται σε δυο ομοια μερη
κι ειναι αυτο αχρηστο;
αν το σκεφτεις καλα, ο ανθρωπος
συμμετρος των Ιδεων
.
.
των Κωων εστω καποια νικη
ο γλυπτης Πραξιτελης για ν'αστειευτει,να διασκεδασει
την αυστηροτητα της τεχνης αναπαραστησε τον θεο
Απολλωνα σαν ενα κακομαθημενο αγορι ,που δεν εχει
τι να κανει πως να περασει την ωρα του και σκοτωνει
διασκεδαζοντας σαυρες στον κορμο ενος δεντρου
[Απολλων ο Σαυροκτονος ,ο διθυραμβικος τιτλος ]
και συνεχισε περιπαιχτικα με το θαυμασιο τελειο κορμι
της Φρυνης,ηταν και ερωμενη του το μοντελο,εκανε
δυο Αφροδιτες την εταιρα,η μια ντυμενη ,σεμνη, κι η
αλλη γυμνη,το πρωτο αγαλμα το διαλεξαν και τ'αγορασαν
οι σεμνοτυφοι Κωοι ,το αλλο το πηραν ,οπως αναφερει
ο Πλινιος στη Φυσικη Ιστορια του,οι ελαφρεις Κνιδιοι
[κατοικοι της παλαιας αποικιας των Σπαρτιατων στην
Καρια της Μικρας Ασιας]για κεινο το γυμνο αγαλμα
συνερρεε μεγα πληθος προσκυνητων στην Κνιδο,στην
Ευπλοια Αφροδιτη,και πολυ στεναχωρηθηκαν,εκ των
υστερων,οι φρονιμοι Κωοι,κι οσο χρυσαφι και να εταζε
στους Κνιδιους ο βασιλιας της Κω Νικοδημος, δεν το
αποκτησαν ποτε,κι οι Κνιδιοι περηφανοι το'χαν στησει σε
περιοπτη θεση στο ναο,ακομα και νομισματα εκοψαν γι'αυτη
την εταιρα,και λενε πως πολλοι ηταν οι ερωτυλοι που προ-
σπαθησαν να ζευγαρωσουν με το γυμνο ειδωλο ,
ανεπιτυχως βεβαια.
Δυστυχως το πρωτοτυπο εργο δεν σωθηκε,γι'αυτο
φροντισαν,ως συνηθως σε τετοιες περιστασεις,επιμελως
με ζηλο οι χριστιανοι.
Αντι της Αφροδιτης το θεικο γυμνο κορμι της εταιρας
Φρυνης εχουμε το χοντροκομενο ρωμαικο αντιγραφο
[συμπληρωμενο με το χερι του Τμηματος Ηθων]
Ετσι, ειναι κι αυτο μια καποια εστω νικη
των ατυχων Κωων
.
.
αποσπασμα.1
'' ...πασχισε
να'χει τες ευνοιες των βασιλεων,
και οταν τες εχασε στραφηκε
στους εχθρους των ο αχρειος...''
.
.
αποσπασμα.2
''...ο Ιουλιανος
να δεις ο γελοιωδεστατος
θα μας σερνει στα θεατρα
και στα ωδεια να γεμιζουμε
τ'αυτια μας με ολα τα ανοητα,
που πρεσβευει,μας νομιζει
για δικους του,ομως εμεις
τον εχουμε γραμμενο....''
.
.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,ΥΠΕΡΔΥΝΑΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
.
Κι εγω που γραφω αυτα,εκανα ενοικιαστης
στην Ιουλιανου στην Πετροπουλακιδων
στην Αριστομενους.
.
Σ'εκεινον τον Γ' Ιερο Πολεμο ενικησεν ο Φιλιππος Β'
με το Κοινον των Θεσσαλων εκεινους τους αντιπαλους
των Φερων και τους Φωκεους συμμαχους των
και την κορη του απο την θεσσαλη Νικησιπολη
την ειπε Θεσσαλονικη κι εγινε επειτα η Πανελληνια
εκστρατεια του Αλεξανδρου μεχρι τον Ινδο ποταμο
και τελειωσε και στην πατριδα θελει τον θρονο
ο Κασσανδρος γαμπρος του πεθαμενου ενδοξου
βασιλια και για να φανει σπουδαιος ιδρυσε στ'ονομα
της γυναικας του την Θεσσαλονικη απο 26 πολιχνες
και απο την αρχαια Θερμη το ετος 316/15 π.Χ
Τοσο μεγαλωσε η νεα πολη που ωχρηνε την Πελλα
και πολλους επιφανεις φιλοξενησε
το 273 π.Χ τον Αντιγονο Β' Γονατα σαν ηττηθηκε
απο τον Πυρρο και πηγε στην πολη να γλυτωσει
και να ανασυνταχθει κομματι λιγο
ηρθαν και Συροι και Αιγυπτιοι και Ιουδαιοι εμποροι
και κατωκησαν στη πολη να πλουτισουν
και το Βασιλειο των Αντιγονιδων το τελειωσε
ο ρωμαιος υπατος Λευκιος Αιμιλιος Παυλος το 168 π.Χ
και η πολη επαρχια και θεμα της Αυτοκρατοριας
την via Egnatia [αυτη που περπατας]την αρχισαν το 146
και την τελειωσαν το 120 π.Χ ,την Εγναντια Οδο,
οταν σε εμφυλια εχθρητα ηταν οι Δημοκρατικοι με
τους Αυτοκρατορικους στην πολη διαλεξαν
τους Αυτοκρατορικους και πηγαν με το μερος τους
και στην Ιστορια της Ρωμης νικησαν οι Δημοκρατικοι ,
Alea jacta est και δολοφονησαν τον Ιουλιο Καισαρα το 44 π.Χ,
και συ τεκνον,Βρουτε,και πανε τα veni,vidi,vici του
και το 42 π.Χ ο Αντωνιος και ο Οκταβιανος νικησαν
στους Φιλιππους,εδω κοντα μας,τον Βρουτο και
τον Κασσιο και η πολη τιτλοφορηθηκε Civitas Libera
ηρθαν και Ιουδαιοι και το 50 μ.Χ ο Παυλος
επιστολογραφει με Θεσσαλονικεις Αδελφους
στην τετραρχια ο Γαλεριος το 305 μ.Χ με αψιδα
θριαμβου στην Εγναντια,αυτην την Καμαρα,προπαγανδα
διαφημιση της νικης κατα Βαρβαρων και Περσων
και Δημητριων,εκτισε ανακτορο και Μαυσωλειο,αυτην
την Ροτοντα,στα χερια εκεινου του Θεοδoσιου Αγιος Γεωργιος,
σιγα μην το αφηνε μνημειο της Pax Romana,αλλωστε
στο imperium μαρτυρησε ο Δημητριος,
στα χρονια του Θεοδοσιου γλυτωσαμε απο τις ορδες των
απολιτιστων Γοτθων το 378 μ.Χ και σαν σταθεροποιηθηκε
εστειλε διαταγμα απ'την πολη μας,τελος οι εθνικες θρησκειες
και οι διαφοροι παγανισμοι,μωριες ανοησιες,νεα Θρησκεια
μια,α και τι φταιει αυτος αν εξεγερθηκαν κατα
της φρουρας του των Γοτθων του Βουτεριχου,ας
καθονταν καλα,να μην σφαγουν 7000 Θεσσαλονικεις
μεσα στον Ιπποδρομο,το 390,
το 324 ο Κωνσταντινος στην ρηξη του με τον Λικινιο
στον σκαπτο λιμενα ειχε πολλα καραβια και στρατο
οταν τον νικησε στην Χρυσουπολη τον εκλεισε στο
καστρο της Ακροπολης[της δικης μας,οχι της Αθηνας]
και τον δολόφονησε να γλυτωσει απο τις φιλοδοξιες του
και η πολιτικη και το συμφερον
θελησε το ασημαντο Βυζαντιο Βασιλευουσα
και την πολη την λαμπρη Συμβασιλευουσα,
δυο αιωνες σλαβοι με Αβαρους την πολεμουσαν
τους εκοψε τη φορα ο Αυτοκρατορας μας Ιουστινιανος ο Β'
ο Ρινοτμητος,θριαμβευτης κατα των Σλαβων μπηκε στην πολη,
το 688 εγιναν αυτα,
επειτα ηρθε το 904 και Σαρακηνοι του Λεοντα
Τριπολιτη,την πολιορκησαν την αλωσαν την λεηλατησαν
επειτα ηρθε το 1185 και ο διοικητης καποιος Δαυιδ
Κομνηνος το'βαλε στα ποδια και μπηκαν φυλα
Νορμανδων,τι να κανει αδυνατος ανθρωπος ηταν,
εικοσι χρονια το Βασιλειο της Θεσσαλονικης το ειχε
καποιος Βονιφατιος Μομφερατος την εποχη
της Αλωσης της Βασιλευουσας απο τους Φραγκους το 1204,
ηρθε το 1224 σειρα του Δεσποτη της Ηπειρου
Θεοδωρου Δουκα ,Βασιλευς Ρωμαιων στη Θεσσαλονικη,
πως να πανε τα πραγματα,να'χεις απεναντι την
Αυτοκρατορια της Νικαιας,απ'το κακο στο χειροτερο,
ηττα στη Κλοκοτνιτσα 1230 απο τον Βουλγαρο Ιωαννη
Ασσαν Β',παρηκμασαν ως το 1246 που ηρθε νικητης
τροπαιουχος ο Ιωαννης Γ' Δουκας Βατατζης,
πληθη αθλιων ρακενδυτων και πενητων προσφυγων
απο τις εχθρητες των Επιφανων Ευγενων εκεινου
του Μεγα Δουκα Αλεξιου Αποκαυκου με τον κυρ-
Ιωαννη Κατακουζηνο,τι διοικηση να κανουν
τετοιοι ματαιοδοξοι,και το 1342 στασιασαν οι Ζηλωτες,
με την Αννα της Σαβοιας υπερ του Αποκαυκου,μιλουσαν
για ελευθεριες και δικαιωματα,πατησαν σπιτια ευπορων
πλουσιων τα δηωσαν ,πηραν την εξουσια και στο
γυρισμα του 1349 τους ανετρεψαν,στα πραγματα τωρα
ηρθαν οι Ησυχαστες του Γρηγοριου Παλαμα,
Αρχιεπισκοπος της πολης ηταν,απαγορευσε κλασσικα
γραμματα και φιλοσοφιες αρχαιες,με μωριες και
ανοησιες θ'ασχολουμαστε τωρα,επειτα ανοιξαν
οι Σχολες στο Ορος Αθω,τεσσερα χρονια τους
πολιορκουσαν οι Οθωμανοι του Σουλτανου Βαγιαζητ Α',
και τι μπορουσαν να κανουν ανημποροι ως ηταν
τι να ωφελησει ο Αγιος,τι να ωφελησουν τα Υπερμαχω,
μοιραιο ηταν ,επεσαν το 1387
ως το 1402 ,τον Βαγιαζητ νικησε ο τρομερος Ταμερλανος
και στη πολη ηρθε μετα βαιων και κλαδων ο
εκλαμπροτατος Αυτοκρατορας Μανουηλ,δωρο για την
βοηθεια του στον Σουλειμαν Τσελεμπη γιο του Βαγιαζητ
στις εριδες των διαδοχων του θρονου,ενας αδυναμος
ανθρωπος ασχετος στα πολιτικα και τις διπλωματιες
τι φταει αν απο το 1420 οι Βενετοι για εφτα χρονια
παρηκμαζαν στην Εγναντια Οδο μεσα σε λαμψεις
σαπφειρων σε γαλερες και βεγγερες,επεσε η πολη
μεσα σε τρεις μερες,τοσο βασταξαν στην πολιορκια,
αρκετα για αδιαφορους ανθρωπους,δικα μας ειναι;
ξενα ειναι,παμε αλλου.
την 29 Μαρτιου το 1430 επεσε η αγαπημενη πολη
στους Οθωμανους για πεντε αιωνες εφορου ζωης υποτελεις
επαειν η Πολη επαρθηκεν η Σαλονικη
εσβηστην η Συμβασιλευουσα Πολη
και τον 15ο αιωνα εφτασαν κυνηγημενοι απο
την Ιβηρικη την Ισπανια και την Βορεια Ευρωπη
Εβραιοι ανθρωποι Ασκεναζιμ και Σεφαραδιτες
και πηρεν η πολη το προσωπο τους και εζησαν
και προοδευσαν με τους Ελληνες και τους αλλους,
και στην Πυρκαγια του 1917 τους εκαψαν,παει
η πολη,πανε χαθηκαν τα σπιτια τα καταστηματα
οι συναγωγες οι εκκλησιες,αφανισαν 72000 ψυχες,
το 1922-24 αλλαζαν τους ανθρωπους,τους πληθυσμους,
ηρθαν Μικρασιατες και Ποντιοι,Καλαμαρια,Μενεμενη,
Κορδελιο,Ευοσμος,γεμισε η Θεσσαλονικη προσφυγες
με τη Συνθηκη της Λωζανης
και φτανουμε στα χρονια του '30 και σ'εκεινον
τον δικτατορα οι εθνικιστες του καινε την φτωχογειτονια
του Καμπελ να εξοντωσουν Εβραιους και Ελληνες
της Φεντερασιον του Μπεναρογια,να δουνε,απο το 1908
να ζητουνε δικαια και στον ηλιο μοιρα,
τα χρονια ηρθαν διστυχα στην κατοχη στο γκετο
του Χιρς,πηραν τις περιουσιες των Εβραιων Γερμανοι
και Ελληνες συνεργατες,τελικα τους σαρωσαν σαν σκουπιδια
και τους εξοντωσαν στο Αουσβιτς και στο Μπεργκεν-
Μπελσεν,46000 ψυχες εξοντωσαν απ'την πολη
.
κι επειτα στις 22 Μαιου του 1963 τον Γρηγορη Λαμπρακη
το 14ο απο τα 18 παιδια του πατερα και της μανας του
.
και να σκεφτει κανεις πως αν ο σφετεριστης Κασσανδρος,
ανδρας μιας β' αδερφης του ενδοξου στρατηλατη Αλεξανδρου,
μιας ασημαντης πριγκιπισσας,για να φανει σπουδαιος
στους Μακεδονες και στη γυναικα του
δεν ιδρυε την πολη και δεν εδωνε το ονομα της
[ισως και σφοδρα ερωτοχτυπημενος να μην την χασει
υπεκυψε στην ματαιοδοξια της]
ισως για την Θεσσαλονικη να μην νοιαζονταν η Ιστορια
να μην την καταδεχονταν στον λαβυρινθο της
.
[ Μια γνωμη εκφερω,μια απλη αποψη ,ποια θα ηταν
η Ιστορια της Πολης αν την ονομαζαν
π.χ
Νικου -Γαβριηλ Πεντζικη Πολη; ]
.
Κι εγω που γραφω αυτα εκανα ενοικιαστης
στη Ιουλιανου στην Πετροπουλακιδων
στην Αριστομενους
.
.
.
[G.SEFERIS]Γ.Σ.ΣΕΦΕΡΗΣ
''Ο Δαιμων της Πορνειας''
-ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ[στο Ποιημα ''Ο Δαιμων της
Πορνειας'' του Γ.Σ.Σεφερη
[Χ.Ν.Κουβελης]
.
.
...Κυπρον,ου μ'εθεσπισεν....
.
Λεοντιου Μαχαιρα[Εξηγησις της γλυκειας
χωρας Κυπρου,
η οποια λεγεται Κρονακα,τουτεστιν Χρονικον]
Το Χρονικον γραφτηκε το α' μισο του XV αιωνα
στη κυπριακη διαλεκτο της εποχης]
.
[Στην Αρχη] της εξηγησης§234.-Τὸ λοιπὸν ἀφίννομεν τὴν ἐξήγησιν τοῦ σκύλλου
τοῦ σουλτάνου, καὶ ἂς ἔλθωμεν εἰς ἄλλην τῆς ρήγαινας,
ὀνόματι Λινόρας, γυναῖκα τοῦ ἄνωθεν ρὲ Πιέρ. Ὁ καλὸς
ρήγας, ὡς γοιὸν ἠξεύρετε καὶ ὁ δαίμων τῆς πορνείας ὅλον
τὸν κόσμον πλημελᾶ, τὸν ἐκόμπωσεν τὸν ρήγαν, καὶ
ἔππεσεν εἰς ἁμαρτίαν μὲ μίαν ζιτὶλ ἀρχόντισσα ὀνόματι
Τζουάνα Λ᾿ Αλεμά, γυναῖκαν τοῦ σὶρ Τζουὰν τε Μουντολὶφ
τοῦ κυροῦ τῆς Χούλου, καὶ ἀφῆκεν την ἀγκαστρωμένην
μηνῶν ηʹ. Καὶ πηγαίνωντα ὁ ρήγας τὴν δεύτερην φορὰν
εἰς τὴν Φρανγγίαν, ἔπεψεν καὶ ἔφερέν την εἰς τὴν αὐλὴν
ἡ ρήγαινα· καὶ τὸ νὰ ἔλθῃ ὀμπρός της, ἐτίμασέν την
ἀντροπιασμένα λογία, λαλῶντα της: «Κακὴ πολιτική,
χωρίζεις με ἀπὸ τὸν ἄντρα μου!» Καὶ ἡ ἀρχόντισσα
ἐμούλλωσεν· καὶ ἡ ρήγαινα ὥρισεν τὲς βάγες της καὶ
ἔριψάν την χαμαί, [καὶ ἕναν γδὶν] καὶ ἐβάλαν το ἀπάνω
εἰς τὴν κοιλιάν της καὶ ἐκουπανίσαν [πολλὰ πράματα,]
διὰ νὰ ρίψῃ τὸ βρέβος· καὶ ὁ θεὸς ἐγλύτωσέν το καὶ δὲν
ἔππεσεν. Θωρῶντα πῶς τὴν ἐτυράνιζεν ὅλην τὴν ἡμέραν
καὶ δὲν ἔππεσεν, ὥρισεν καὶ ἐσφαλίσαν την εἰς ἕναν
σπίτιν ὡς πισαυρίου· καὶ ὅνταν ἐξημέρωσεν, ὥρισεν
καὶ ἐφέραν την ὀμπρός της, καὶ ἐφέραν καὶ ἕναν
χερομύλιν, καὶ ἁπλῶσαν την χαμαὶ καὶ ᾿βάλαν το είς
την κοιλίαν της καὶ ἀλέσασιν [αʹ πινάκιν] σιτάριν ἀπάνω
εἰς τὴν κοιλιάν της, καὶ ἐκρατοῦσαν την, καὶ δὲν ἔππεσεν
τὸ παιδίν. Καὶ ᾿ποῖκεν της πολλὰ κακά, καὶ μυρίσματα,
τζίκνες, βρώμους, καὶ ἄλλα κακά, καὶ ὅσα ὠρδινιάζαν
οἱ γιλλοῦδες, γοἱ μαμμοῦδες· καὶ τὸ παιδὶν περίτου ἐδυ-
νάμωννεν εἰς τὴν κοιλιάν της. Ὥρισέν τη νὰ πάγῃ ἔσσω
της, καὶ [ἐπαράγκειλεν τῆς ὑποταγῆς της, ὅσον γεννήσῃ
τὸ παιδὶν νὰ τὸ φέρουν τῆς ρήγαινας· καὶ ἤτζου ἐγίνην,
καὶ δὲν ἠξεύρομεν τίντα ἐγίνην τὸ βρέφος τὸ καθαρὸν
καὶ ἄπταιστον.]
.
[ Ουτε το ποιημα ''ο Δαιμων της Πορνειας''του Γ.Σ.Σεφερη
ουτε η Μεταγραφη του θα ηταν δυνατα αν δεν υπηρχε
ο Καβαφης]
[Η Μεταγραφη του Ποιηματος εγινε για να δοκιμασθει
η αντοχη της γλωσσα μου στην μεταπλαση του]
.
.
Ο ΔΑΙΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ
[του Γ.Σ.Σεφερη]
.
....................................................Nicosia e Famagosta
..............................per la lor bestia si lam enti e garra
....................................................................PARADISO
.
...ὡς γοιὸν ἠξεύρετε καὶ ὁ δαίμων τῆς πορνείας ὅλον τὸν
κόσμον πλημμελᾶ τὸν ἐκόμπωσε τὸν ρήγαν καὶ ἔππεσεν
εἰς ἁμαρτίαν...
ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΧΑΙΡΑ
.
Ὁ Τζουὰν Βισκούντης εἶχε γράψει τὴν ἀλήθεια.
Πῶς πλέρωσε μαυλίστρες ὁ κούντη Τερουχᾶς
πῶς βρέθηκαν ἀντάμα αὐτὸς κι ἡ ρήγαινα
πῶς ἄρχισε τὸ πράμα, πῶς ξετέλειωσε,
ὅλα τῆς Λευκωσίας τὰ κοπέλια
τὸ διαλαλοῦσαν στὰ στενὰ καὶ στὶς πλατεῖες.
Πῶς ἦταν ἡ γραφὴ σωστὴ ποὺ ἔστειλε στὴ φραγκιὰ στὸ ρήγα
τὸ ξέραν οἱ συβουλατόροι.
..........................................Ὅμως τώρα
συνάχτηκαν καὶ συντυχαῖναν γιὰ νὰ συβουλέψουν
τὴν Κορόνα τῆς Κύπρου καὶ τῶνἹεροσολύμων·
τώρα ἦταν διαταμένοι γιὰ νὰ κρίνουν
τὴ ρήγαινα Λινόρα ποὺ κρατοῦσε
ἀπ᾿ τὴ μεγάλη τὴ γενιὰ τῶν Καταλάνων·
κι εἶναι ἀνελέημονες οἱ Καταλάνοι
κι ἂν τύχαινε κι ὁ ρήγας ἐκδικιοῦνταν
τίποτε δὲ θὰ τό ῾χαν ν᾿ἁρματώσουν καὶ νὰ῾ρθοῦνε
καὶ νὰ τοὺς ξολοθρέψουν αὐτοὺς καὶ τὸ βιό τους.
Εἶχαν εὐθύνες, τρομερὲς εὐθύνες·
ἀπὸ τὴ γνώμη τους κρέμουνταν τὸ ρηγάτο.
.
Πὼς ὁ Βισκούντης ἦταν τίμιος καὶ πιστὸς
βέβαια τὸ ξέραν·ὅμως βιάστηκε,
φέρθηκε ἀστόχαστα ἄμοιαστα ἄτσαλα.
Ἦταν ἁψὺς ὁ ρήγας, πῶς δὲν τὸ λογάριασε;
καὶ μπρούμυτα στὸν πόθο τῆς Λινόρας.
Πάντα μαζί του στὰ ταξίδια τὸ πουκάμισό της
καὶ τό ῾παιρνε στὴν ἀγκαλιά του σὰν κοιμοῦνταν·
καὶ πῆγε νὰ τοῦ γράψει ὁ ἀθεόφοβος
πῶς βρῆκαν μὲ τὴν ἄρνα του τὸ κριάρι·
γράφουνται τέτοια λόγια σ᾿ ἕναν ἄρχοντα;
Ἦταν μωρός. Τουλάχιστο ἂς θυμοῦνταν
πὼς ἔσφαλε κι ὁ ρήγας·ἔκανε τὸ λιγωμένο
μὰ εἶχε στὸ πισωπόρτι καὶ δυὸ καῦχες.
Ἀναστατώθη τὸ νησὶ σὰν ἡ Λινόρα
πρόσταξε καὶ τῆς ἔφεραν τὴ μιά, τὴ γκαστρωμένη
κι ἄλεθαν μὲ τὸ χερομύλι πάνω στὴν κοιλιά της
πινάκι τὸ πινάκι τὸ σιτάρι.
Καὶ τὸ χειρότερο- δὲν τὸ χωράει ὁ νοῦς-
ἀφοῦ τὸ ξέρει ὁ κόσμος ὅλος πὼς ὁ ρήγας
γεννηθηκε στο ζωδιο του Αιγοκαιρω,
πῆρε στὰ χέρια του ὁ ταλαίπωρος καλάμι
τὴ νύχτα ποὺ ἦταν στὸν Αἰγόκερω ἡ σελήνη
νὰ γράψει τί; γιὰ κέρατα καὶ κριάρια!
Ὁ φρόνιμός τη μοίρα δὲν τηνε ξαγριεύει.
Ὄχι· δὲν εἴμαστε ταγμένοι γιὰ νὰ ποῦμε
ποῦ εἶναι τὸ δίκιο. Τὸ δικό μας χρέος
εἶναι νὰ βροῦμε τὸ μικρότερο κακό.
Κάλλιο ἕνας νὰ πεθάνει ἀπὸ τὸ ριζικό του
παρὰ σὲ κίντυνο νὰ μποῦμε ἐμεῖς καὶ τὸ ρηγάτο.
.
Ἔτσι συβουλευόντουσαν ὅλη τὴ μέρα
καὶ κατὰ τὸ βασίλεμα πῆγαν στὸ ρήγα
προσκύνησαν καὶ τοῦ εἶπαν πὼς ὁ Τζουὰν Βισκούντης
εἶναι ἕνας διαστρεμμένος ψεματάρης.
.
Κι ὁ Τζουᾶν Βισκούντης πέθανε ἀπ᾿ τὴν πείνα σὲ μιὰ γούφα.
Μὰ στὴν ψυχὴ τοῦ ρήγα ὁ σπόρος τῆς ντροπῆς του
ἅπλωνε τὰ πλοκάμια του καὶ τὸν ἐκίνα
τό ῾παθε νὰ τὸ πράξει καὶ στοὺς ἄλλους.
Κερὰ δὲν ἔμεινε ποὺ νὰ μὴ βουληθεῖ νὰ τὴν πορνέψει·
τὶς ντρόπιασε ὅλες. Φόβος κι ἔχτρα ζευγαρῶναν
καὶ γέμιζαν τὴ χώρα φόβο κι ἔχτρα.
.
Ἔτσι, μὲ τὸ«μικρότερο κακό», βάδιζε ἡ μοίρα
ὡς τὴν αὐγὴ τ᾿ Ἁγι᾿ Ἀντωνιοῦ, μέρα Τετάρτη
ποὺ ἦρθαν οἱ καβαλάρηδες καὶ τὸν ἐσύραν
ἀπὸ τῆς καύχας του τὴν ἀγκαλιὰ καὶ τὸν ἐσφάξαν.
«Καὶ τάπισα παρὰ οὕλους ὁ τουρκοπουλιέρης
ἧβρεν τὸν τυλιμένον τὸ αἵμαν» λέει ὁ χρονογράφος
«κι ἔβγαλεν τὴν μαχαίραν του καὶ κόβγει
τὰ λυμπά του μὲ τὸν αὐλὸν καὶ τοῦ εἶπε:
Γιὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!».
...............................................Αὐτὸ τὸ τέλος
ὅρισε γιὰ τὸ ρήγα Πιὲρ ὁ δαίμων τῆς πορνείας.
.
.
.
Μεταγραφη [Χ.Ν.Κουβελη] στο ποιημα
Ο ΔΑΙΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ
του Γ.Σ.Σεφερη .
.
.
Την ωμη αληθεια τον εγραψε ο σιρ Τζουαν Βισκουντης.
Ο κουντης τε Ρουχας πληρωσε μαγισσες γοησες
κι επεσε στο κρεβατι με τη ρηγισα
τον εγραψε την αρχη της ιστοριας,το τελος της,ολα
και πως στην Λευκωσια ολοι το'ξεραν
και το κουβεντιαζαν στις ρουγες και στην αγορα
[Ἐγράπτη ἐν τῆ πόλει Λευκωσία ιγʹ δικεβρίου ͵
ατξηʹ Χριστοῦ]
Το'ξεραν οι συμβουλοι ,οσα γραφτηκαν στον ρε
στην Φρανγγιαν ησαν περα για περα σωστα
Τωρα μαζευτηκαν ν'αποφασισουν τι να συμβουλευσουν
τι να πουν τι γνωμη να δωσουν στον Κυριο
της Κυπρου και των Ιεροσολυμων
[(τὸ) κοντοσταυλίκιν τῆς Κύπρου, καὶ σταυλον
τῶν Ἱεροσολύμων]
Διαταχθηκαν να δωσουν κριση για τη ρηγισα
την Ελεονωρα κορη απο μεγαλο γενος Καταλανων
[Καὶ ὁ ρὲ Πιὲρ ἁρμάστην μίαν ὄμορφην κόρην
ἀπὸ τὴν Καταλονίαν, τὴν Λιονόραν τε Ραού.
Καὶ ἐστέφθην μὲ τὸν ἄνωθεν ρὲ Πιὲρ ἀντάμα.]
κι ειναι εκεινοι οι Καταλανοι αδιστακτοι
δεν αστειεβονται,θα πεσουν πανω στον ρηγα
ανελεητοι αν ηθελε εκδικηθει,σε τιποτα δεν το'χαν
να καταπλευσουν ταχιστα στο νησι με πλοια
και στρατο και να τους αφανισουν ολους
κι αυτους μαζι με τα υπαρχοντα τους
Εφεραν ευθυνη τρανη ευθυνη,απ'την κριση τους
χανονταν η' σωζονταν το ρηγατο
.
Το'ξεραν ο Τζαν Βισκουντες ηταν πιστος και τιμιος
ομως τι τα'θελε και μπερδευτηκε και να μαρτυρησει
τα μοιχα επραξε απερισκεπτα βεβιασμενα κι ανοητα
Ο ρηγας ηταν οξυθυμος,αυτο διολου δεν το σκεφτηκε;
πιασμενος σαν αρκουδι στα διχτια της Λιονορας
Και στις απουσιες του παντα γυρω απ'το κορμι του
τη νυχτα πριν κοιμηθει τυλιγε σφιχτα το μεσοφορι της
να το αναπνεει,σ'αυτον εγραψε ο ανοητος να του πει
πως η ομορφη αιγα του βαρβατισε με τον τραγον
Γινεται να γραψεις τετοια γεγονοτα σ'εναν Αφεντη;
Α διχως αλλο ηταν ανοητος.Τι δεν ηξερε ταχα τον ρηγα;
τι καθαρος δεν ηταν στα συζυγικα,πως υποκρινονταν τον πιστο
και στα κρυφα μοιχευε με δυο γυναικες
Το νησι ταραχτηκε σφοδρα σαν μαθευτηκε η διαταγη
της Λινορας να της συρουν μπροστα της τη μια απ'αυτες,
εκεινη που ηταν γκαστρωμενη μηνων η' ,ονοματι
Τζουανα Λ'Αλεμα,[η αλλην καυχαν του ητον η ταμε Τζιβα
τε Στααντιλιου] κι εβαλε και κοπανισαν
στην κοιλια της πολλα πραγματα να πεσει το βρεφος
και την αλλη ημερα ξημερωνοντας εβαλαν
πανω στην κοιλια της χερομυλο ν'αλεσει πινακι σιταρι
και παλε το παιδι δεν επεσε και τοτε μεταχειριστηκε
πολλα κακα,τσικνες και βρωμους κι αυτα εγιναν
χωρις να'χει παθει το βρεφος το καθαρον και απταιστον
Το χειροτερο ειναι και δε το βαζει ο νους,ολοι γνωριζαν
πως τη νυχτα που γεννηθηκε ο ρηγας στον Αιγωκερο
ηταν ο ηλιος,και να πιασει ο μωρος την πενα να γραψει;
και τι να γραψει; για κερατα και για κριαρια
Ο σωφρων ανθρωπος τη μοιρα του δεν την προκαλει
Οχι,ποτε.Εμεις δεν ειμαστε εδω να ζυγιαζουμε που'ναι
το δικιο.Δικια μας δουλεια ειναι να κανονιζουμε
τα πραγματα ετσι για να'χουμε την μικροτερη ζημια
Συμφερον ειναι ενας να χαθει απ'το γραφτο του
παρα σε μεγαλο κινδυνο και φασαριες να μας βαλει
εμας που δεν φταιμε σε τιποτα και μαζι το κρατος
.
Μ'αυτα κα μ'αυτα ολη τη μερα συνεδριαζαν
και σαν εδυσε ο ηλιος ειδαν τον ρηγα
γονατισαν και του ειπαν για κεινον τον Τζουαν Βισκουντης
πως ενας αδιαντροπος εκβιαστης ειναι,ενας μεγαλος ψευτης
.
Και ο Τζουαν Βισκουντης ριχτηκε ζωντανος σε γουβα βαθεια
[στη γουφα του Σκουτελα εις την Κερυνιαν,επειτα εις τον
Λιονταν]στη γη και πεθανε απο την πεινα και την διψαν
τετοια τυχην ηβρε
[καὶ ἔμεινεν χωρὶς φᾶν ὥς που καὶ ἀπόθανεν. Ὁ αὐτὸς
καβαλλάρης ἂν ἦτο νὰ σᾶς εἴπουν ποτάπος ἀντρειωμένος ἦτον,
καὶ εἰ(ς) τζοῦστες καὶ πᾶσα ἄρματον ἦτον πολλὰ βαλέντε
ἀντρ(ει)ωμένος· τάμε ὁ θεὸς νὰ τοῦ συγχωρήσῃ.]
Μα στο μυαλο και στη ψυχη του ρηγα φυτρωσε και θεριεψε
ο σπορος ο δαιμων της ντροπης του κι απλωσε πλοκαμια
σαν χταποδι και τον γραπωσαν να τον πνιξουν
αν δεν εκανε στους αλλους αυτο που εκεινον τον ντροπιαε
και τον ταπεινωσε
Δεν αφησε κυρα για κυρα στη χωρα να μην την πορνεψει,
ολες τις ατιμασε.Ο φοβος και το μισος,τα δυο μαζι
πλημμυρισαν και μολεψαν τη χωρα με φοβο και μισος
.
Κι ετσι με ''τη μικροτερη ζημια'' κυλουσε ο καιρος
ως το ξημερωμα,ημερα Τεταρτη,τ'Αγιου Αντωνιου
[τῇ τρίτῃ τῇ ιςʹ ἰαννουαρίου ατξηʹ Χριστοῦ]
τοτε μπηκαν αρματωμενοι στ'αλογα τον βρηκαν
στο κρεβατι της αμοροζας του,τον επιασαν τον εσυραν
και του εκοψαν συριζα στον λαιμον του τον λαρυγγα
''και ταπισα παρα ουλους,ο τουρκοπουλιερης
[και τελευταιος απ'ολους ηρθε ο τουρκος αξιωματικος]
λεει ο χρονογραφος Λεοντιος Μαχαιρας στην Κρονακα του
της γλυκειας χωρας Κυπρου
εκει στο μερος που τον βρηκε βουτιγμενον στο αιμα
βγαζει το μαχαιρι του και του κοβει συριζα τ'οργανα
και τα πετα στους σκυλους να τα φανε
''καὶ εἶπεν του: Διὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!»
[Για ολ'αυτα πληρωθηκες με θανατο]
...............................................................Μ'αυτο το τελος
πληρωσε ο αρχεκακος δαιμων της πορνειας τον ρε Πιερ
του Λουζουνια[Αρχων εις(τὸ) κοντοσταυλίκιν τῆς Κύπρου,
καὶ σταυλον τῶν Ἱεροσολύμων]
.
Η Κυπρος ταξιδευει χρονια αναμεσα στους δολοφονους
και η Ελλαδα
.
παραφραζοντας τον Τακη Σινοπουλο
.
.
[Στο Τελος] της εξηγησης§281.-Καὶ οὕτως ἐνέβησαν οἱ καβαλλάριδες ν-εἷς ὀπίσω
τοῦ ἄλλου, καὶ ὅλοι ἐβάλαν τὰ μαχαίργια τους διὰ τὸν ὅρκον,
καὶ ἐκρατοῦσαν τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ ρηγός κοντὰ καὶ σφικτά,
διὰ νὰ μηδὲν γενῇ τίποτες ταραχή· ἐκεῖνοι ἐφοβοῦνταν μηδὲν
τοὺ(ς) σκοτώσουν. Καὶ τἄπισα παρὰ οὕλους ἦρτεν ὁ
τουρκοπουλιέρης ὅπου δὲν ἦτον εἰς τὴν βουλήν τους·
διὰ νὰ μηδὲν ᾖνε ἔξω τῆς βουλῆς, ηὗρεν τον τυλιμένον
(᾿ς) τὸ αἷμαν του, ἀναβράκωτον καὶ κομμοκέφαλον, καὶ
ἔβγαλεν τὴν μάχαιράν του καὶ κόβγει τὰ λυμπά του μὲ τὸν
αὐλόν, καὶ εἶπεν του: Διὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!» Καὶ πολλά
τὸν ἐλυπήθην, ἀμμὲ διὰ νἆνε εἰς τὴν συντροφιάν τους
τὸ ᾿ποῖκεν
.
.
ΣΥΝΑΞΑΡΙΟΝ
[ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ ΔΟΥΚΑ]
.
ητο βεβαιο πως μια παλακκιδα το ονομα Θεοδωρα
φιληδονη και ακρα φιλοχρηματη τον ειχε γερα δε-
μενον με μαυλισματα στα δεσμα της αιχμαλωτον
ερμαιον του παθους του τον κυρ Ανδρονικον
Δουκα,τεσσερα και πλεον ετη,και μεσα στα αρχο-
ντικα και μεσα στις ριμες και στα καπηλεια και
στα χαμαιτυπεια της πολης ολοι εκεινα τα ηξεραν
καλα και τα κουβεντιαζαν φανερα,πως μια αμοροζα
τον σερνει στα ποδια της μια πορνικη αβουλο
παιγνιο στα χερια της σαν να ηταν αγουρος κι ανοη-
τος,και πως για τη δικη του φαμελια δεν εχει πλεον
νου και εγνοια καμια,και τουτα δεν ειναι καλα
πραγματα και θα καταληξουν σε κακα,και δεν επε-
σαν εξω στις κρισεις τους,οπως τον προσταξεν τον
κυρ Ανδρονικον Δουκαν εκεινη η μοιχαλιδα η Θεο-
δωρα ετσι εκεινος επραξε,εξωρισεν στα ξενα
μακρια την νυμφευτη του ,ταχα πως ηταν μαγισσα
ειδωλολατρισα,και τα παιδια του ηταν καρποι ερα-
στων ,λενε πως εβαλε δικους του μυστικους να
την φονευσουν να εξαφανισθει απο το προσωπο
της γης,τα δε ανηλικα και αμοιρα παιδια του τα πε-
ταξε σε φτωχοκομεια και σε ορφανοτροφεια,την δε
παλλακιδα του την σπιτωσε και σπαταλουσε τα χρη-
ματα του στις ορεξεις της σε ακριβα κοσμηματα σε
λουσα και πολυτελειες,κι ηταν πολλοι να τον φθο-
νησουν να κοιμαται με τετοια γυναικα ωραιοτατη
στο κρεβατι του,και τα πλουτη του γρηγορα σκορ-
πιστηκαν και τα χρηματα σπαταληθηκαν,αλλα δεν
εμειναν,και θα την εχανε την Θεοδωρα,τοτε μηχα-
νευτηκε σχεδιο να κλεψει απο το δημοσιο ταμειο,
και αυτο επραξε,γρηγορα τον υποψιαστηκαν και
γρηγορα φανερωθηκε,πηγαν κουστουδια στρατιω-
των και τον συνελαβαν νυχτα στο σπιτι της αμοροζας
του,τον εκλεισαν στο κατεργο και μαρτυρησε,πως εκει-
νος ηταν ο κλεφτης,πως εξωρισε τη γυναικα του,
μονο για την Θεοδωρα δεν εβγαλε μιλια,δεν ειπε τι-
ποτα ουτε την κατηγορησε,τον δικασαν στη φυλακη
δεκα χρονους να κλειστει κι υστερα να εξορισθει στα
μακρινα τα ξενα,την δε γυναικα εκεινη της απωλειας
του δεν την πειραξαν,κι εκεινη στερουμενη τον προ-
στατη της και την αφθονιαν του επεστρεψε στα μερη
του προηγουμενου βιου της ,και ζουσε ως παλλακιδα
αμοροζα,εκεινος δε ο κυρ Ανδρονικος Δουκας μετα το
τελος των χρονων της φυλακης εξορισθηκε και περι-
πλανηθηκε στις ερημιες του κοσμου και δυστυχησε
σε ξενους τοπους ανεστιος και αστεγος πολυ χρονο,
οταν ηρθε το πληρωμα του καιρου και βρηκε σπηλαιο
σε βραχο ,μετανοων εκει εκατοικησε,και ηταν το
σπηλαιο στη κορυφη υψηλοτατου βραχου ορθου
πανω απο τη θαλασσα,εζησε εκει σιτιζομενος ελαχι-
στα με αγρια χορτα και με λιγοστα ψαρια που επιανε
στα περιοδικα απονερισματα της θαλασσας.
.
.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠ'ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝ ΣΙΚΕΛΙΑ
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ ΜΑΣ
.
Μαρτυς μας αδιαψευστος ο Θουκυδιδης πως
κατεβηκαμε με αμαξες και πεζοι στον Πειραια
στο λιμανι εκεινη τη μερα της Ανοιξης να δουμε
τα καραβια μας να πλεουν για την φημισμενη
εκστρατεια στη Σικελια,πολυς κοσμος μαζευτηκε
απ'ολα τα σημεια της Αττικης,και τα παιδια μαζι
μικρα μεγαλα κουνουσαν στα χερια σημαιουλες.
Επ'ευκαιρια ποζαραμε σε υπαιθριους φωτογραφους
για μια αναμνηστικη φωτογραφια του κλεους μας,
στο βαθος η δαντελα της Αιγινας αχνη
''Ωραιος καιρος,ηλιος''ειπε η Ελενη ευτυχισμενη
στον συζυγο διπλα της,εναν Ροδιο πλουσιο εποικο
''Να παρουν μαζι τους ηλιο,θα τους χρειασθει φως
στα σκοταδια που θα βρεθουν που θα πεσουν ''
και το συγκεντρωμενο πληθος χειροκροτουσε δυνατα
να εγκαρδιωσει τους στρατιωτες και απο τα πολυαριθμα
πλοια απαντουσαν οι στρατιωτες με ενθουσιωδεις
ζητοκραυγες κι εφευγαν οι στρατιωτες μακραιναν
και το 'ξεραν πως πισω δεν θα γυρισουν οι περισοτεροι
Η Ιστορια ευγενικη θα γραψει,βεβαια,γι'αυτους
και για την ηλιολουστη μερα εκεινης της Ανοιξης
θα γραψει,και για τις ζητωκραυγες ,ολα θ'αποθανατισθουν
με ακριβεια και με αυστηρη αντικειμενικοτητα,
ισως μπορει να γραψει και για μας που απομειναμε
πισω θεατες,μεχρι να'ρθει,κι ειναι βεβαιο πως θα'ρθει
η μερα που η φωτογραφια θα κιτρινισει στη κορνιζα
στο τοιχο του σπιτιου μας,ποιοι ειναι αυτοι
που καποτε υπηρξαν και τωρα τους ξεχασαμε,
κι αυτους και τις ενδοξες εκστρατειες τους,
μοιραια ξεχνιουνται,πεταξε πετρα ο Χρονος,
ανοιξε η πετρα στο νερο τρυπα και ναυαγησαν
.
Ομως εκεινη την εξαισια ηλιουλουστη μερα
της Ανοιξης ολα ηταν διαφορετικα και λαμπρα
.
.
ΟΥ ΝΕΜΕΣΙΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ-ΕΛΕΝΗ/ΜΑΡΙΑ ΣΚΛΗΡΑΙΝΑ
.
.
Στις Σκαιες Πυλες στην Τροια ειδαν την Ελενη και ειπαν:
ου νέμεσις Τρώας και ευκνήμιδας Αχαιούς
τοιήδ' αμφί γυναικί πολύν χρόνον άλγεα πάσχειν.
αινώς αθανάτησι θεής εις ώπα έοικεν
Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια γ'-156-158
καμια τιμωρια δεν ειναι οι Τρωες και οι Ελληνες
για μια τετοια γυναικα τοσο πολυ καιρο να δεινοπαθουν,
τρομερα στις αθανατες θεες μοιαζει στην μορφη
[χαλαλι για μια τετοια γυναικα οι Τρωες και οι Ελληνες
τοσο πολυ καιρο πονους να υποφερουν,
τρομερα στις αθανατες θεες μοιαζει στην οψη ]
το ιδιο αναφωνησε ενας ασικης στην Αγορα της Πολης οταν ειδε
να περναει η πανεμορφη Μαρια Σκληραινα ερωμενη του αυτοκρα-
ρα Κωνσταντινου Θ' του Μονομαχου,συζυζου της Πορφυρογεν-
νητης Ζωης,μια οπτασια ητανε,ενα χαρμα ιδεσθαι,η αποκαλουμενη
Σεβαστη με τις ευλογιες της ιδιας της Ζωης,μεγαλος πειρασμος,πηγη
σκανδαλων και στασεων,μια χαιδιαρα γυναικα:
ου νεμεσις Βυζαντινοι αμαρτιας πασχειν
χαλαλι Βυζαντινοι για μια τετοια γυναικα ν'αμαρτανεις
.
.
Στη Μαρια Μηδεια Τοσκα Νορμα
.
μετα τα αποτροπαια γεγονοτα η πριγκιπισσα Μηδεια
παρουσιασθηκε στην Αγορα μπροστα στο λαο και
ζητησε τους δικαστες να την καταδικασουν,εκεινοι
τα ηξεραν ολα με την παραμικρη λεπτομερεια ,
αν και με καποια υπερβαση ,απο τον ποιητη Ευριπιδη,
την πηραν οι στρατιωτες στην αυλη του δικαστηριου,
οι δικαστες συσκεφθηκαν,και με τρομο ανακαλυψαν
πως δεν υπηρχαν νομοι για μια τετοια πραξη,για ενα
τοσο ειδεχθες εγκλημα,ανησυχησαν για το κενο νομου,
επειτα τα χρονια περασαν και βαραιναν στους ωμους
και στη κριση τους,κι επειτα τι συμφερει τον αρχοντα ,
το πιο συμφερον γι'αυτον ειναι που γλυτωσε
απο τη βαρβαρη γυναικα και τα παιδια της,ηταν
μια λυση αυτο,θα βρουν τροπο να την τιμωρησουν,
δεν θα κωλισιεργησουν,ειναι ζητημα ωρων,εστω ημερων,
οσο για κεινον τον αγυρτη τον ψευδοκαινοτομο ποιητη
θα τον κανονισουν,του ετοιμαζουν,τι του ετοιμαζουν ;ηδη
την εχουν ετοιμασει,την εξορια στη Μακεδονια,
ας παει εκει να παιξει τα μοντερνα θεατρα του,εκει
μπορει να τους ξεγελασει ετσι απολιτιστοι που ειναι,
ενας λαος σε παρακμη ,χωρις προσωπο και μελλον
στην ιστορια,ακους ο σαλτιμπαγκος ο αταλαντος να θελει
να τους γελοιοποιησει,να βρουν τον μπελα τους,με κενα νομων,
με οικογενειακα δικαια,με δικαιωματα γυναικων,καλα εχουν
την ησυχια τους,ας παει αλλου να δοξασθει,κι αυτη
τη φονισσα διεταξαν και την πηραν στρατιωτες
και την πηγαν μακρυα στην ακρη του κοσμου σε πυκνο δασος
που συνορευει με αποκρεμνους τοπους και πελωρια βραχια
ως τη θαλασσα,να κλειστει εκει μεσα να μην ξεφυγει,
κι ετσι εγινε κι οταν γινονταν νυχτα κι ειχε πανσεληνο
τραγουδουσε η ερημη γυναικα και διαλυονταν η φωνη της
στο φως του φεγγαριου σε χιλια κομματια πονου,
κι οσα καραβια τ'ακουσαν πετρωσαν στο μεσο του ποντου
κι οσοι παιδια ναυτικοι τ'ακουσαν χαθηκαν στα μαυρα νερα
.
.
ΑΣ ΦΡΟΝΤΙΖΑΝ ΔΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ ΚΑΛΟΝ
.
Ητο τοσο μωροφιλοδοξος και ανοητος
που αν και μας ηξερε τι κολακες ειμασταν
μας κουβαλουσε στις συγκλητους
να χειροκροτουμε τις κουφιες ρητορειες του
και πληρωνε με προνομια
αδιαφοροντας αν την κρισιμη στιγμη της Ιστοριας
εκει που κριθηκε η μοιρα του
εμεις του γυρισαμε την πλατη
και φυσικα πηγαμε με τους αντιπαλους του,
τι να καναμε αδυνατοι ανθρωποι ειμαστε
κι εχουμε πολλες χρειες και συμφεροντα,
εχουμε οικογενειες εχουμε εμπορειες,
κι αυτους θα τους αφησουμε για αλλους
πλεον ισχυροτερους, σαν ερθει η ωρα,
ας φροντιζαν να πολιτευονται για το κοινο καλο
αλλ'αυτοι δια το ιδιον οφελος πασχιζουν
και αρεσκονται να συναναστρεφονται
τετοιους ιδιοτελεις και πονηρους που ειμαστε,
εμεις οσο ηταν ισχυρος τον βοηθησαμε
και με το παραπανω,
τι φταιμε για τα περαιτερω;
αυτος τον δρομο του
κι εμεις τον δικο μας δρομο
.
.
''ΑΡΔΙΑΙΟΣ Ο ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ''
επ'ασπαλαθων μακρια στην Παμφυλια
.
ηταν η φυση υπεροχη και η θεα καταπληκτικη
στη θαλασσα περα στα νησια στους γυρω λοφους
ποικιλα χρωματα και καθαρη γαλαζια ατμοσφαιρα
δεντρα κυριως πευκα και ελιες
και παπαρουνες,κοκκινες παπαρουνες παντου
τιποτα δεν προμηνουσε τι θα συνεβαινε
οι εκδρομεις πληθος,απολαμβαναν την εξοχον εξοχην
οι νεαροι ερωτοτροπουσαν
οι αντρες επιναν καφε,μπυρα,επαιζαν ταβλι
οι γυναικες σχολιαζαν τη μοδα,τα σηριαλς της τηλεορασης
και ξαφνικα ολα παγωσαν,ολα ακινητοποιηθηκαν,
ενα ταμπλω-βιβαν,
και δεν ειδαν τι εγινε:
εκεινος ο αχρειος τυραννος Αρδιαιος
προσπαθησε να ξεφυγει απ'το μερος ,που πληθαιναν
οι παπαρουνες ,τον καταλαβαν κι αντρες δυνατοι
τον επιασαν,του εδεσαν τα χερια και τα ποδια,
τον πεταξαν κατω και τον εγδαραν
επειτα τον εσυραν πανω στ'αγκαθια
του καταξεσχισθηκε η σαρκα επ'ασπαλαθων κι ετσι πληρωσε
τα εγκληματα του
και ξαφνικα ολα αρχισαν ,οι αντρες στο ταβλι
και στις συζητησεις τους,οι γυναικες στη φλυαρια τους
κι οι νεαροι στις ερωτοτροπιες
κι ισως να γυρνουσαν πισω στα σπιτια τους ησυχοι
κι ευχαριστημενοι αν ενας δεν φωναζε:
''Ο Αρδιαιος Τετελεσται''
και με δυνατωτερη φωνη επανελαβε:
''Ο Αρδιαιος Τετελεσται''
κανεις δεν καταλαβε,ενα ονομα αγνωστο,ενα
φανταστικο προσωπο,
ομως,θες η τοση ωραιοτης του τοπιου,
θες η διαθεσις των δια ευθυμιαν,τους παρεσυρε,
καποιους ,οχι ολους,για να ειμαστε ακριβεις,
και χειροκροτησαν,και μαλιστα το παρακαναν
και ξεσπασαν σε ενθουσιωδεις ζητοκραυγες,
καποιος,αν δεν τους ηξερε,θα νομιζε πως ειναι
δυσαρεστημενοι,πως απαλλαχθηκαν απο εναν κινδυνο,
γλυτωσαν,κι απο τωρα και στο εξης
θα κανονισουν αλλιως τα πραγματα και τη ζωη τους,
πως ολ'αυτα ηταν ενα θεατρο,μια υποκρισια,το ξεραμε,
μια επιδειξη,
επειτα εμεις δεν κινδυνευουμαι,εχουμε Δημοκρατια,
δεν λεμε,γινονται λαθη,αλλα και σε τι ανθρωπινο
δεν γινεται λαθος,δεν υπαρχει ιδανικη κατασταση,
με Ιδεες θ'ασχολουμαστε τωρα;
κι υστερα αυτα αφορουν την Παμφυλια,
εκει εγιναν και γινονται αυτα,
να η αποδειξη:`
Πλάτωνος Πολιτεία 615 C – 616 A Αρδιαίος ο τύραννος
Ἔφη γὰρ δὴ παραγενέσθαι ἐρωτωμένῳ ἑτέρῳ ὑπὸ ἑτέρου
ὅπου εἴη Ἀρδιαῖος ὁ μέγας. Ὁ δὲ Ἀρδιαῖος οὗτος τῆς Παμφυλίας
ἔν τινι πόλει τύραννος ἐγεγόνει, ἤδη χιλιοστὸν ἔτος εἰς ἐκεῖνον
τὸν χρόνον, γέροντά τε πατέρα ἀποκτείνας καὶ πρεσβύτερον
ἀδελφόν, καὶ ἄλλα δὴ πολλά τε καὶ ἀνόσια εἰργασμένος, ὡς
ἐλέγετο. Ἔφη οὖν τὸνἐρωτώμενον εἰπεῖν, «Οὐχ ἥκει,» φάναι,
«οὐδ’ ἂν ἥξει δεῦρο. Ἐθεασάμεθα γὰρ οὖν δὴ καὶ τοῦτο τῶν
δεινῶν θεαμάτων· ἐπειδὴ ἐγγὺς τοῦ στομίου ἦμεν μέλλοντες
ἀνιέναι καὶ τἆλλα πάντα πεπονθότες, ἐκεῖνόν τε κατείδομεν
ἐξαίφνης καὶ ἄλλους − σχεδόν τι αὐτῶν τοὺς πλείστους
τυράννους· ἦσαν δὲ καὶ ἰδιῶταί τινες τῶν μεγάλα ἡμαρτη-
κότων οὓς οἰομένους ἤδη ἀναβήσεσθαι οὐκ ἐδέχετο τὸ στόμιον,
ἀλλ’ ἐμυκᾶτο ὁπότε τις τῶν οὕτως ἀνιάτως ἐχόντων εἰς πονηρίαν
ἢ μὴ ἱκανῶς δεδωκὼς δίκην ἐπιχειροῖ ἀνιέναι.
Ἐνταῦθα δὴ ἄνδρες, ἔφη, ἄγριοι, διάπυροι ἰδεῖν, παρεστῶτες
καὶ καταμανθάνοντες τὸ φθέγμα, τοὺς μὲν διαλαβόντες ἦγον,
τὸν δὲ Ἀρδιαῖον καὶ ἄλλους συμποδίσαντες χεῖράς τε καὶ πόδας
καὶ κεφαλήν, καταβαλόντες καὶ ἐκδείραντες, εἷλκον παρὰ τὴν
ὁδὸν ἐκτὸς ἐπ’ ἀσπαλάθων κνάμπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι
σημαίνοντες ὧν ἕνεκά τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐμπεσού-
μενοι ἄγοιντο.»
πολυ μακρια,
τι να λεμε τωρα;
επ'ουδενι δεν μας επειρεαζουν
.
.
Ο των Λακεδαιμονιων ενδοξος στρατηγος Παυσανιας.
.
Ολα ηταν μια πλεκτανη ,μια συνομωσια,
δεν το αμφισβητουμε,
εναντια στον ενδοξο στρατηγο Παυσανια
τον εν Πλαταιαις το 479 π.Χ συντριψας τους Περσες
για τον χαμο και την εξοντωση του,
βερος σπαρτιατης απ'τη μεγαλη γεννια του Λεωνιδα
κληρονομησε την εξουσια κι εμεις θα καθομασταν απραγοι;
ηλιθιοι χειροκροτητες;δειλοι κολακες;
τον στειλαμε στο Βυζαντιο να ξεσηκωσει τους λαους
κατα των Μηδων,κι εκεινος μηδισε,
τα μαθαμε,εχουμε τους μυστικους μας,
συμπεριφερονταν με ανατολικους τροπους,
πανε χαμενα τα ''μολων λαβε'',που του μαθαμε,
του'δινε και πεντακοσια χρυσα ταλαντα ο Ξερξης
να του παραδωσει την Ελλαδα,
ενας προδοτης καταντησε,
κι εμεις εχουμε πολλα συμφεροντα και μεγαλες φιλοδοξιες,
δεν θα τον αφηναμε να μας τιναξει στον αερα,
διαμαρτυρηθηκαμε στη Συγκλητο,φεραμε ατραντα στοιχεια,
πληρωσαμε ακριβα γι'αυτα αλλωστε,
κι αναγκασαμε τους Εφορους να τον ανακαλεσουν ,
να επιστρεψει στη πατριδα ν'άπολογηθει,
τι να κρυψει με στρεψοδικιες ,δεν επεισε
και καταδικαστηκε,κατεφυγε ικετης στον ναο της Χαλκειας
Αθηνας,ηταν υβρις μεγαλο αμαρτημα να τον πειραξουμε,
και τοτε ο ιδιος ο πατερας του ο Αγησιλαος ειπε
να παρουμε πετρες και να φραξουμε τις πορτες
και τα παραθυρα του ιερου να πεθανει της πεινας
και λιμοκτονωντας τελειωσε τις μερες του
κι η ιδια η μανα του θελησε να μεινει αταφο το κορμι του,
ετσι εγινε και γλυτωσαμε
τι ειχαμε πολλα συμφεροντα και μεγαλες φιλοδοξιες
το ξεραμε πως οι ιστορικοι στο μελλον θα ξεθαψουν
την Υποθεση του Παυσανια,θ'αποκαλυψουν εωλες τις κατηγοριες
και θα συμπερανουν πως επεσε θυμα συνομωσιας ο ενδοξος
σπαρτιατης στρατηγος,
αχρηστα πραγματα,κουφια,
εν τω μεταξυ ,κι αυτο ειναι το οφελιμο και το σπουδαιο,εμεις
θα'χουμε κανει τις δουλειες μας και θα'χουμε κερδισει,
για κουφιες κι ανοητες υστεροφημιες θα νοιαζομαστε τωρα;
.
.
Ο ΑΚΑΡΝΑΝ ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΤΟΥ ΑΣΤΑΚΟΥ ΕΥΑΡΧΟΣ
ΕΝΘΑΔΕ ΓΡΑΦΕΤΑΙ
.
ενα ονομα στον Θουκυδιδη Βιβλιο Β' παραγραφος 30
Ευαρχος Τυραννος Αστακου
Οἱ δ' ἐν ταῖς ἑκατὸν ναυσὶν ᾿Αθηναῖοι ἔτι ὄντες περὶ Πελοπόννησον
Σόλλιόν τε Κορινθίων πόλισμα αἱροῦσι καὶ παραδιδόασι Παλαιρεῦσιν
καρνάνων μόνοις τὴν γῆν καὶ πόλιν νέμεσθαι· καὶ ᾿Αστακόν,
ἧς Εὔαρχος ἐτυράννει, λαβόντες κατὰ κράτος καὶ ἐξελάσαντες
αὐτὸν τὸ χωρίον ἐς τὴν ξυμμαχίαν προσεποιήσαντο
ευαναγνωστο το αποσπασμα της Ιστοριας ,τα Ελληνικα ιδιοφωνα
απο τοτε
αυτον τον Ευαρχον τον εχουν υποστηριξει συντεχνιες
εμποροι ,καραβοκυρηδες ,λενε οι αντιπαλοι του να τον κατηγορησουν
πως και μια πορνη ευνοουμενη του τον βοηθησε με τον τροπο της,
ονομα Λιζετ,
βεβαια ειχε αναμφιβολα ικανοτητες,και στα οικονομικα
και στα πολιτικα και στα στρατιωτικα και στη διπλωματια,
ηθικα προσβλητος,δολοπλοκος αλλα και υψηλοφρων
κατα την περιστασιν,πλην ματαιοδοξος,διαβιουσε πλουσια
με χλιδη στη κατοικια του 2χλμ Β-ΒΔ απο την παραλια
και 8χλμ αποσταση ΝΔ απο τα Κοροντα που κυβερνουσε
ο γυναικαδελφος του Κυνητας του Θεολυτου,
Κορινθιος φιλος μετα τους Σολλιους και τους Αλυζιους
στην αρχη του Πολεμου το 431 με το 430 ηρθαν οι Αθηναιοι
με εκατο πλοια οι φοβεροι και ισχυροι θαλασσοκρατορες
βρηκαν τους εχθρους του προθυμους να τον παραδωσουν,
συνομοτησαν,ενας στυγνος αλλαζων Τυραννος ηταν,
εχθρος της Δημοκρατιας,να πιαστει μια ωρα αρχητερα,μισητος
στο λαο,
τον επιασαν νυχτα σκοτεινη στο κρεβατι με μια κοινη γυναικα,
οχι εκεινη τη Λιζετ,μια νεαρη κοπελα,τρεις αντρες δυνατοι
τον ακινητοποιησαν,γυμνο ανισχυρο τον βρηκαν,τον εσυραν
σαν σκυλι και το πεταξαν στο σκοτεινο αμπαρι ενος πλοιου,
κι εκει τον κλειδωσαν,τρεις μερες και τρεις νυχτες
τον αφησαν νηστικο και διψασμενο,μεσα στο κελι εκανε
τις ακαθαρσιες του,βρωμησε ο χωρος,ασφυκτιουσε να σκασει,
πλησιαζε το τελος του,
οταν ηρθαν να τον βγαλουν απο κει τον βρηκαν λιποθυμο,
του πεταξαν κρυο νερο να ξυπνησει,τον εσυραν πανω στο
καταστρωμα,τον εδειραν,του εχυσαν αρμυρο νερο πανω
στις πληγες του,τσιριξε,δεν τον λυπηθηκαν,τον σηκωσαν
και τον εδεσαν σφιχτα στο ψηλο καταρτι,τα χερια ψηλα δεμενα
στριφτα,και τα ποδια,να μη αγκιζουν κατω,κρεμασμενο
τον ειχαν,η μερα ηταν πολυ ζεστη,τον αφησαν στον ηλιο
να ξεραθει σαν χταποδι μεχρι το απογευμα
στο λιωσιμο του ηλιου στα κοκκινα νερα
τον απελευθερωσαν,εν τω μεταξυ ειχαν αλλαξει τα πραγματα,
νεα δεδομενα προεκυψαν-λενε πως πλουσιοι Φιλοκορινθιοι
Αστακιωτες τους δωροδοκησαν με τα χρυσα αναθηματα του Ναου
του Καραου Διος και της Αγροτερας Αρτεμιδας και
με πολλα νομισματα των ΑΣΤΑΚΩΝ-
τον ελυσαν απ¨τα σχοινια,του καθαρισαν τις πληγες,τον ελουσαν
και τον αλοιψαν με αρωματα και λαδι,τον εντυσαν με κοκκινη
πορφυρα ,στο κεφαλι του φορεσαν χρυσο στεμμα και τον
ανεβασαν σε αμαξα που την εσερναν τρια νεαρα αλογα τετραεατη
και μπροστα εφιππη πανοπλη συνοδεια στρατιωτων σε αψογη
παραταξη
και πισω παρομοια συνοδεια στρατιωτων ακολουθουσε,το θεαμα
ηταν λιαν συμμετρικον και εξοχον και διερχονταν τις ριμες της πολης,
παντου απ¨τις δυο πλευρες του δρομου παρατεταγμενος
ο λαος συσωμμος ,και στα καταμεστα μπαλκονια, κουνουσε σημαιακια
και δαφνες ζητοκραυγαζοντας ¨Ζητω ο Αρχοντας¨ και ολοι κατεληξαν
στη προκυμαια,εκει ακουστηκαν πανηγυρικοι λογοι απο πολλους ρητορες,
κι ολα τελειωσαν με εξαισια πυροτεχνηματα και ξεφρενο γλεντι
ως αργα τη νυχτα
κι ολα ξεχαστηκαν με το ξημερωμα της νεας μερας
.
Αυτο ηταν το Χρονικο πως πιαστηκε πως μαρτυρησε
πως γλυτωσε και πως επανηλθε ισχυρος και κραταιος
ο Ακαρναν Τυραννος Ευαρχος του Αστακου
.
Εγω,που εγραψα,ξυνεγραψα,τουτο το Χρονικο
δεν ειμαι συγκαιρινος του,και φυσικα ουτε Κορινθιος
ουτε Αθηναιος.
Δημοκρατης δηλωνω
.
.
ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΩΝ
Ο ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΙΣΤΟΓΕΙΤΩΝ ΕΔΡΑΣΑΝ ΚΑΤΑ
ΤΩΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ
.
Στο Λεωκορειον,ιερο στη βορεια πλαγια της Ακροπολης
θα παρευρισκετο στη Γιορτη ο Ιππαρχος στενα περιβεβλημενος
με πλειστους ραβδουχους κορυνοφορους με ροπαλα να
τον φυλανε,οπως απ'τ'αρχαια χρονια ως τα σημερινα
συνειθιζεται να φυλαγονται οι λογης τυραννοι,πλην ομως,
και να το εχουν υπ'οψιν τους,οι τετοιοι φυλακες εξαγοραζονται
λιαν ευκολως με χρυσα και με αργυρα νομισματα,παντα και
παντου το χρημα μεγας μοχλος εκπορθητης,ο ετερος Πεισιστρατιδης
τυραννος ο Ιππιας παρευρισκετο στην αλλη ακρη της Παναθηναικης
οδου στο τερμα της,εκει τον ειδαν να συνομιλει και να συναγελαζεται
μ'εναν εκ των συνομωτων,φοβηθηκαν πως προδοθηκαν κι εκινηθηκαν
γρηγορα να προλαβουν τον αλλο τυραννο Ιππαρχο στο Λεωκορειον
στην αφετηρια των Μεγαλων Παναθηναιων,ο σαλπιγκτης σαλπισε δυνατα
ν'αρχισει η Γιορτη,και τοτε επεσαν με τα ξιφη πανω του ως λεοντες
ορεσιβιοι με ορμη,ειχαν καποιους των φυλακων χρηματισμενους
να μην κινηθουν και να διευκολυνουν,τον χτυπησαν στο κεφαλι και
στο κορμι και τον αφησαν αψυχον,
ομως τον Αρμοδιον επι τοπου τον επιασαν και τον μαχαιρωσαν,
σκοτωθηκε,τον Αριστογειτωνα τον κυνηγησαν,μεσα στη μεγαλη και
ξαφνικη συγχιση τους ξεφυγε και τον εχασαν,δεν προφθασαν
να τον πιασουν,καπου κρυφτηκε,ομως γρηγορα τον ανακαλυψαν,
καταδοτες τον εδειξαν ,το εσυραν απ'τη κρυπτη του,τον βασανισαν
σκληρα μερες και στο τελος ο τυραννος εδωσε εντολη να τον εκτελεσουν,
τον σκοτωσαν,ετσι τελειωσε η Σταση εκεινη τη μερα που γιορταζαν
τα Μεγαλα Παναθηναια στην Αθηνα το 514/13 π.Χ,με μικρα αποτελεσματα,
τιποτα ουσιαστικα δεν εγινε,η τυραννια παρεμεινε,δεν κατελυθει,και
μαλιστα σκληρυνε τα μετρα της,ισχυρα και κραταιη,γνωστα κι αναμενομενα
επακολουθα στις τυραννιες απ'αρχαιοθεν,εμειναν ομως τα ονοματα τους
συμβολα αιωνια,Αρμοδιος και Αριστογειτων οι Τυραννοκτονοι,Τιμη και Δοξα,
εστησαν και τα αγαλματα τους λαμπρα στην Αγορα με Ναξιο μαρμαρο,και
επιγραφη στη βαση,οι Ελευθερωτες των Αθηνων της Δημοκρατιας του Θησεα,
τους εθαψαν στον Κεραμεικο αιωνια να μνημονευονται στην Ελλαδα μεσα
και στον κοσμο ολο ,ως οι Αριστοι των Πολιτων,και σε πολλα αγγεια
απεικονιζονται οι τιμημενοι αθλοφοροι,
να τι κερδισαν,κλεος ες αιει.
.
.
Αχιλλεας-Αχιλεας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΧΙΛ[Λ]ΕΑΣ-χ.ν.κουβελης
Αχος+ιλλω->Αχιλλεας με δυο λαμδα
απ'τα βασανα περιπλανομενος
Αχος+λεως->Αχιλεας μ'ενα λαμδα
αυτος που στους λαους στους εχθρους προκαλει βασανα->ο ανικητος
διδασκε στη Βρισηιδα τα ελληνικα ο Αχιλ[λ]εας και της εξηγουσε την ετυμολογια
του ονοματος του
αγνοουσε πως ο Χρυσης ηταν στο δρομο προς τον Μυκηναιο
Αγαμεμνονα και τι θα επακολουθουσε απ'αυτη τη συναντηση
πως απ'το ελληνικο λεξικο θ'ανασυρονταν στη πληρη εννοια της
η λεξη ''μήνις''
μήνις θηλυκό (της μήνιος και μήνιδος)οργη θυμος
και φυσικα πληρως αγνοουσε τους 15.693 στίχους
.
.
.
ο Φιλοκτητης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Λήμνου..
βροτος..
Νεοπτόλεμε..
νόσοῳ καταστάζοντα ..πόδα
νευροσπαδὴς ἄτρακτος
εἰλυόμην, δύστηνον ἐξέλκων πόδα,
ἐμηχανώμην
πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων ὦ φέγγος ὕπνου διάδοχον τό τ᾽ ἐλπίδων
ἄπιστον οἰκούρημα παρόντα καὶ ξυνωφελο στρατηλάται.
ἀλλ᾽ εὐγενὴς[1]
χαραζε με σκληρο μεταλλο τις ελληνικες λεξεις στις πετρες
ολο το νησι το γεμισε μ'αυτες τις επιγραφες
ενιωθε λιγοτερη τη μοναξια και τη πικρα παρατημενος απο τους συντροφους
δεκα χρονια εκανε αυτο
η σκια του παραμορφομενη στο γυμνο τοπιο του βαραινε τις μερες
ηξερε πως καποια στιγμη θα του ζητησουν το τοξο και τα δηληριασμενα βελη
θα τον παρακαλεσουν θα τον προσφωνησουν Ελληνα θα του τονισουν το χρεος του
θα τον δελεασουν με το μεγα κλεος του ηρωα
κι αν ενδωσει δεν θα'ναι γι' αυτες τις ματαιοδοξιες
αλλα επειδη κουραστηκε να θελει την εκδικηση τοσα χρονια
τα γραμματα στις πετρες πολυ περισσοτερο τον ενδιαφερουν
εκει σταζει το πυον απ'τις πληγες του και στο νησι συνεχεια φυσαει
και δεν μυριζουν
συνειθισε πλεον
ας κερδισουν αυτοι δεν τον νοιαζει
σε καθε εναν αρμοζει η δυσωδια του
Υβρις Ατις Νεμεσις Τισις
.
.
.
σημειωσεις:
-1-Φιλοκτητης του Σοφοκλη
.
.
.
Τελεσιλλα αρχαια ποιητρια απο το Αργος(γεν.520-515π.Χ)-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ματρί Θεών -ποιημα της Τελεσιλλας(μεταφραση χ.ν.κουβελης)
Τελεσιλλα -χ.ν.κουβελης
σε διλλημα περιηλθε ο Σπαρτιατης στρατηγος Κλεομενης
η' να επιτεθει μ'οπλα σε γυναικοπαιδα
κατα του νομου της Σπαρτης επιορκος
γι'αδοξη νικη
η' να αποχωρισει σαν δειλος
κατα του νομου της Σπαρτης
γι'ονειδιστη ηττα
αυτα μπροστα στους αυστηρους Εφορους
εξεθεσε ντροπιασμενος
απο μια μικροσκοπικη κι ασθενικη.γυναικα
την Αργεια Τελεσιλλα ποιητρια
εκεινοι βασει του νομου ετσι η'αλλιως τον τιμωρησαν
να απεχει για δυο χρονια απο εκστρατειες
κι οι αντρες του σ'αυτη την υποθεση ν'ασχολουνται με τα χωραφια
ειναι πολυ αυτο για το γοητρο της Σπαρτης
δεν αντεχεται στο Αργος να τους περιγελουν με τα Υβριστικα τους
γυναικες ντυμενες αντρες
κι.αντρες ντυμενοι γυναικες
αυτα ειναι επικινδυνα και.με παντοιο τροπο πρεπει να σταματησουν
και να μην επιδοκιμαζονται ουδολως
και μαλιστα αιτιας μιας γυναικας Τελεσιλλας στιχουργου
κι ας κανονιστηκε να μην το γραψει πουθενα στην Ιστορια του ο Ηροδοτος
αναφερομενος μονο στον αποδεκατισμο των Αργειων (VI 76-85)
μεσα στο αλσος της Σηπειας το 494 π.Χ
αυτα ειπαμε,ειναι λιαν επικινδυνα
και πρεπει να προσεχουμε πολυ
να μην αφηνουμε την τυχη μας
στα χερια δειλων κι επιορκων
ετσι αποφασισαν ανενδοτοι στο νομο οι Εφοροι
.
.
.
Αρδιαιος ο Παμφυλιος τυραννος
στη Πολιτεια του Πλατωνα πως τιμωρηθηκε-χ.ν.κουβελης
πληρες θεατων το θεατρο
τα ορθα κυπαρισσια εδειχναν την ωρα μεσημερι
ο αγγελος εμφανισθηκε στη σκηνη στο κεντρο της
κι απευθυνθηκε προς το κοινο
"ηθελε ο Αρδιαιος και οι αλλοι να περασουν απ'τη τρυπα
να σωθουν αλλα αυτη στενευε και μουγκριζε και τοτε οι φυλακες
τους καταλαβαν τους επιασαν και τους εδεσαν τα ποδια και τα χερια
και το κεφαλι τους εριξαν κατω και τους εγδαραν
κι επειτα εκεινον τον τυραννο τον Αρδιαιο Παμφυλιο.τον εσυραν
πανω στ'αγκαθια να ξεσκισθει το κορμι του
κι ετσι πληρωσε τ'ανομηματα του αυτος και οι αλλοι"
τελειωσε το ραπορτο του ο αγγελος και ολοι μας μηδενος
εξαιρουμενου χειροκροτησαμε θερμως
υποκρινομενοι τους ακραιφθνεις φιλους δημοκρατες
φοβουμενοι τις συχνες και επανειλημμενες ατασθαλιες μας
τα σκανδαλα μας τις αχρειοτητες μας
μην πληρωσουμε ἐπ’ ἀσπαλάθων
Ἔφη γὰρ δὴ παραγενέσθαι ἐρωτωμένῳ ἑτέρῳ ὑπὸ ἑτέρου
ὅπου εἴη Ἀρδιαῖος ὁ μέγας. ὁ δὲ Ἀρδιαῖος οὗτος τῆς
Παμφυλίας ἔν τινι πόλει τύραννος ἐγεγόνει, ἤδη χιλιοστὸν
ἔτος εἰς ἐκεῖνον τὸν χρόνον, γέροντά τε πατέρα ἀποκτείνας
[615d] καὶ πρεσβύτερον ἀδελφόν, καὶ ἄλλα δὴ πολλά τε καὶ ἀνόσια
εἰργασμένος, ὡς ἐλέγετο. ἔφη οὖν τὸν ἐρωτώμενον εἰπεῖν,
«Οὐχ ἥκει», φάναι, «οὐδ’ ἂν ἥξει δεῦρο. ἐθεασάμεθα γὰρ
οὖν δὴ καὶ τοῦτο τῶν δεινῶν θεαμάτων· ἐπειδὴ ἐγγὺς τοῦ
στομίου ἦμεν μέλλοντες ἀνιέναι καὶ τἆλλα πάντα πεπονθότες,
ἐκεῖνόν τε κατείδομεν ἐξαίφνης καὶ ἄλλους ―σχεδόν τι αὐτῶν
τοὺς πλείστους τυράννους· ἦσαν δὲ καὶ ἰδιῶταί τινες τῶν
[615e] μεγάλα ἡμαρτηκότων― οὓς οἰομένους ἤδη ἀναβήσεσθαι οὐκ
ἐδέχετο τὸ στόμιον, ἀλλ’ ἐμυκᾶτο ὁπότε τις τῶν οὕτως
ἀνιάτως ἐχόντων εἰς πονηρίαν ἢ μὴ ἱκανῶς δεδωκὼς δίκην
ἐπιχειροῖ ἀνιέναι. ἐνταῦθα δὴ ἄνδρες, ἔφη, ἄγριοι, διάπυροι
ἰδεῖν, παρεστῶτες καὶ καταμανθάνοντες τὸ φθέγμα, τοὺς μὲν
διαλαβόντες ἦγον, τὸν δὲ Ἀρδιαῖον καὶ ἄλλους συμποδί-
[616a] σαντες χεῖράς τε καὶ πόδας καὶ κεφαλήν, καταβαλόντες καὶ
ἐκδείραντες, εἷλκον παρὰ τὴν ὁδὸν ἐκτὸς ἐπ’ ἀσπαλάθων
κνάμπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σημαίνοντες ὧν ἕνεκά
τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐμπεσούμενοι ἄγοιντο».
.
.
.
Συν-Τομες Επανα-Ληψεις-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αυτην την εποχη εις τους δροσερους
και ευαερους παραθερισμους περι την Αλεξανδρειαν
εμεις οι Αλεξανδρινοι συναναστρεφομαστε αλληλους ευδαιμονες
αγνοουντες η' μηδαμινην δινοντας σημασιαν
δια κινησεις εις την Ρωμην εναντιον της βασιλισσης Κλεοπατρας Ζ' Φιλοπατωρ
ειναι δυνατον τετοιες φημες
να εμποδισουν τις λιαν δημοφιλεις κοσμικες μας συναντησεις;
να τις δυσχερανουν;
αδυνατον.λεγομεν
Συν-Τομες Επανα-Ληψεις-Αχιλλεας και Βρισηιδα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βρισηιδα- χ.ν.κουβελης
γι'αυτην την ψηλη μελαχροινη κι ομορφη
γυναικα την Βρισιηδα,απο την Λυρνησσο
αρχιζει η φοβερη μηνις τ'Αχιλεα
και αιτια για τους 15.693 δακτυλικους εξαμετρους
στιχους της Ιλιαδας
Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἥ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλάς δ’ ἰφθίμους ψυχάς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτούς δέ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διός δ’ ἐτελείετο βουλή,
ἐξ οὗ δή τά πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καί δῖος Ἀχιλλεύς.
αυτην την Ιπποδαμεια που την αρπαξε απ'το σπιτι της ο Αχιλλεας
οταν εκει εκστρατευσε σκοτωνοντας
τον αντρα της και τα τρια αδερφια της
και σερνοντας την παρα τα κοιλα καραβια των Αχαιων
δουλα και γυναικα του
και πολυ οργισθηκε με τον Ατρειδη Αγαμεμνωνα
με το θρασος του
να ζητησει γι'ανταλλαγη τη δικια του Βρισηιδα
ας τα βγαλουν τοτε περα μονοι
τους παραταει αποσυρρει τους γενναιους Μυρμιδονες
αυτοι για την Ελενη τους
κι αυτος για την Βρισηιδα του
την οργη πες μας θεα,την καταραμενη του Πηληιαδη Αχιλεα
που μυρια βασανα στους Αχαιους εφερε
πολλες δε γενναιες ψυχες στον Αδη εστειλε ηρωων
αυτων τα κορμια ερριξε στα σκυλια και σ'ολα τα ορνια
του Δια εκπληρωθηκε η θεληση
οταν πρωτη φορα εχθρευτηκαν κι ηρθαν σε διασταση οι δυο
ο Ατρειδης αρχηγος αντρων κι ο θεικος Αχιλλεας
.
.
Η θεα Αθηνα βλεπεται να λουζεται απο τον Τειρεσια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΜΕΓΑΛΟΦΥΗΣ ΑΠΑΤΗ ΤΩΝ ΜΑΣΤΩΝ ΤΟΥ ΤΕΙΡΕΣΙΑ-χ.ν.κουβελης
αυτος εκμεταλευτηκε προς ιδιον συμφερον τη φημη του μαντη
ενα Οιωνοσκοπιο στη Θηβα κι ενα Μαντειο στον Ορχομενο εστησε
και προσεχως Χρηστηριο στη Τιλφουσα να οικονομαει
τωρα που'ναι ευκαιρια γιατι τα πραγματα ειν'αμφιρροπα λιαν
μ'αυτους τους Λαμβακιδες και τους διαφορους Σπαρτους κυβερνητες
οτ'ειδε λεει κρυφα την Αθηνα να λουζεται γυμνη στην Ιπποκρηνη
κι η θεα οργιστηκε και τον τυφλωσε υστερα μετανιωνοντας εστειλε
τον Εριχθονιο οφι απ'την αιγιδα της να καθαρισει τ'αυτια του
γι'αυτο καταλαβαινε την μυστικη γλωσσα των πουλιων να προφητευει
κουραφεξαλα αυτα ειναι γι'αφελεις που πιστευουν τετοιες μυθολογιες
κι ακομα πως στ'ορος Κυλληνη σκοτωνοντας το θηλυκο απο δυο φιδια
ζευγαρωμενα γυναικα με μαστους εγινε και στη ελευθερια Κορινθο
επτα συναπτα ετη ως εταιρα πορευτηκε μαλιστα λιαν επικερδως
κι επειτα παλι στ'ορος Κυλληνη σκοτωνοντας τ'αρσενικο απ'τα ιδια φιδια
ζευγαρωμενα αντρας με φαλλο επεστρεψε εδω στη Καδμεια Θηβα
αν δεν ειναι απατες αυτες οι συμμετριες, δηθεν τυχαιες,τι αλλο ειναι;
τι αντρας γυναικα αντρας;διχως αλλο μασκαρευτηκε με γυναικεια ρουχα
αλλαξε και την ομιλια του καταλληλα και τα φερσιματα του,αυτο εκανε
και τωρα εδω στη Καδμεια Θηβα τον ευγενικο Οιδιποδα τον βασιλιας μας
θελει ν'αποκαλυψει ως φονια του πατερα κι αιμομιχτη και να τον εκδιωξει
ενα φερεφωνο του Κρεοντα,πληρωμενος ειναι απ'αυτον και δεν μας ξεγελαει
πως ακομα πληρωσε καποιον Ψευτοησιοδο να γραψει γι'αυτον ποσο σπουδαιος
ειναι στην Μελαμποδεια το ξερουμε καλα για δηθεν κριση που'κανε στη διαμαχη
Ηρας και Δια Περι της Ηδονης κι αποφανθει μ'υφος περισπουδαστο ως ειδημων
των δυο φυλλων:εκ των δεκα μερων εν μερος το αρρεν εννεα δε μερη το θηλυ,
τα στραβαδια του βεβαια του ηξερε και γι'αυτο τον τυφλωσε η Ηρα κι ο ευνοηθεις
Διας τον επιβραβευσε με τη μαντεια κι επιπλεον να ζησει επτα η' εννια γενιες ανθρωπων
κι ολ'αυτα τελειωσαν τον καιρο των Επιγονων στην Τιλφουσα πηγη
τωρα πως ο Ομηρος τον εχει στη Λ' ραψωδια της Νεκυιας ισως αυτο
να δικαιολογειται γιατι τυφλος ηταν κι αυτος ο ιδιος τι ειν'αδυνατον
ο πολυμητις Οδυσσεας να αυμβουλευτηκε απο'ναν τετοιο στραβο ανθρωπο
.
.
.
Δαρειος ο Α, η μεγαλη επιγραφη στο Behistun,Iran
522 πΧ τα εν Περσια -χ.ν.κουβελης
πολύ μικρος ο χρονος της βασιλειας του Σμερδι γιου του Κυρου του Β'
κι αδελφού του βασιλιά Καμβυση του Β' ηταν
και τι ευμεταβλητες αυτές οι βασιλειες κι εξουσίες που ειναι
και τι επισφαλή τα ονόματα του Α' του Β' και τ'αλλα,
τα γεγονότα στην ιστορία έτσι εγιναν
στην Αιγυπτο σε εκστρατεία βρίσκονταν ο βασιλιάς Καμβυσης ο Β'.
κι σφαζοντας ιερείς κάι λαό επικρατησε της χωρας
τοτε φερομενος μανιας φοβηθηκε τον Σμερδι σε ονειρο
κι έστειλε στα Σουσα τον Πρηξασπεα και τον δολοφόνησε,
και τούτο έγινε μυστικά φροντιζοντας κάνεις να μην μαθει τι συνεβη,
διαδοθηκε μάλιστα πως κάπου είναι μέσα στην απέραντη αυτοκρατορια
και σατραπευει τον βίο του έτσι φιληδονος άλλωστε που ηταν,
μετά την ολέθρια ήττα από τους Αιθιοπες εμφανίσθηκε κάποιος ψευτο Σμερδις,
ο αχρειος ένας μάγος. ο Γαυματα ηταν,κι εκμεταλευομενος την κατά του βασιλεα
δυσαρέσκεια συνομοτησε να σφετερισθει τη βασιλεια,
επιστρέφοντας το 522 να καταστηλει τη στάση καθ'οδόν απεβιωσε ο βασιλεας
Καμβυσης ο Β' κι ο Σμερδις ήταν πλεον στην εξουσια βασιλιάς
μεταφέροντας τη πρωτεύουσα στη Μηδια.
δεν πρόλαβε να κυβερνήσει παρά κάπου εφτά μήνες μονο
ένας Δαρειος των Αχαιμενιδων ισχυριζομενος αρχαία γενια
μαζί με έξι άλλους ευγενείς επαναστάτησε κατηγοροντας τον σφετεριστη απατεώνα.
ένας ψευδό Σμερδις πως ηταν,
βεβαια και τα κομμενα αυτια του τον προδωσαν στην Φαιδυμη κορη του Οτανη
κι εγγονη εκεινου του δικαστη Σισαμνη
κι έτσι αυτος τερμάτισε την εφημερη βασίλεια του δολοφονημενος
κι εκείνος ο Δαρειος βασιλέψε σαν Δαρειος ο Α' της Περσιας
κι αυτός είναι που άρχισε τους πολέμους με τους Αθηναιους
που τοσο πολυ δοξασαν εμάς τους Ελληνες
.
.
.
Peter Paul Rubens: Η Πτώση του Φαέθωντος, 1604/1605 (National Gallery of Art, Washington D. C.)
Φαεθωντος
(απόσπασμα,παπυρου,β' μισα στίχων, αποδιδομενο στον Αλκαιο τον Μεσσηνιο,200 π.χ)
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Φαεθωντος
(απόσπασμα,παπυρου,β' μισα στίχων, αποδιδομενο στον Αλκαιο τον Μεσσηνιο,200 π.χ)
......................).περί αφ'άρματος εντεα δ'ιππων
.....................)...θαρηθαυστα κλιθεντα κονει
.....................)θωνου εδαισατο σάρκα κεραυνος
.....................)ίσα χρυσεον οίκον ιδ(ε)ιν
.....................).ν κλαυσονται αδελφον
.....................στ)ηθεα πλησσομεναι
.....................)ν αιθαλοεν πυρ
.....................)ον ηλθεν εδος
....................)ζωοισι γαρ εικελα τευξεν
....................)τεχναισι φιλαις
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
απ'τ'αρμα που'σερναν τ'αλογα
τσακιστηκε πεφτοντας στα βραχια
την σαρκα του'καψε ο κεραυνος
να'θελει στο χρυσο ανακτορο να φτασει
οι αδερφες κλαινε τον αδερφο
θρηνουν τα στηθια δερνωντας
τ'αρμα φλογερη φωτια
στο παλατι τ'ηλιου ξαναγυρισε
τοσο ζωηρα να'ναι τα'φκιαξ'αυτα
με την επιδεξια τεχνη του
.
.
Φαεθων-χ.ν.κουβελης
νομισε ο Φαεθων πως θα'φτανε στην πιο υπερλαμπρη δοξα
κι ολο ψηλοτερα ο μωρος ανεβαινε μεχρι π'αντικρυσε τον φοβερο
αστερισμο του Σκορπιου και τοσο τρομαξε και τα'χασε
κι ολο πεφτοντας πλησιαζε τη γη και την κατακαιγε
και τα ποταμια και τη θαλασσα θα ξηρανε αν κεραυνος
δεν τον χτυπαγε και δεν γκρεμιζονταν να τσακιστει στα βραχια πανω
κι οι αδερφες του ειδαν κι ακουσαν τον ολεθριο χαμο του
και κλαιγωντας τα μαλλια τραβουσαν και δερνοντας τα στηθη θρηνουσαν
αν δεν τις λυπονταν σε λευκες να μεταμορφωσουν να ησυχασουν
ηθελε να δωσει ενα καιριο παραδειγμα πως κανεις
δεν πρεπει τα μετρα ποτε να θελει να να υπερβει
γιατι παντα εκει μι'ανωτερη δυναμη θα τον κατακεραυνωνει
κι ο μυθος του Φαεθωνα του'φανηκε ο πιο αρμοδιος να'ναι για τουτο
.
.
.
Φερετιμη,Ηροδοτου Ιστοριαι βιβλιο δ' 162-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΦΥΓΗ ΚΑΙ Η ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΑΤΤΟΥ ΦΕΡΕΤΙΜΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΕΛΘΩΝ
ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ,ΒΙΒΛΙΟ Δ' ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ,162,2-162,5
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[4.162.2] Ἀρκεσίλεως γὰρ ὁ Βάττου τε τοῦ χωλοῦ καὶ Φερετίμης οὐκ ἔφη ἀνέξεσθαι κατὰ
τὰ ὁ Μαντινεὺς Δημῶναξ ἔταξε, ἀλλὰ ἀπαίτεε τὰ τῶν προγόνων γέρεα. ἐνθεῦτεν στασιάζων
ἑσσώθη καὶ ἔφυγε ἐς Σάμον, ἡ δὲ μήτηρ οἱ ἐς Σαλαμῖνα τῆς Κύπρου ἔφυγε.[4.162.3] τῆς δὲ
Σαλαμῖνος τοῦτον τὸν χρόνον ἐπεκράτεε Εὐέλθων, ὃς τὸ ἐν Δελφοῖσι θυμιητήριον, ἐὸν
ἀξιοθέητον ἀνέθηκε, τὸ ἐν τῷ Κορινθίων θησαυρῷ κέεται. ἀπικομένη δὲ παρὰ τοῦτον ἡ
Φερετίμη ἐδέετο στρατιῆς ἣ κατάξει σφέας ἐς τὴν Κυρήνην. [4.162.4] ὁ δὲ Εὐέλθων πᾶν
μᾶλλον ἢ στρατιήν οἱ ἐδίδου· ἣ δὲ λαμβάνουσα τὸ διδόμενον καλὸν μὲν ἔφη καὶ τοῦτο εἶναι,
κάλλιον δὲ ἐκεῖνο, τὸ δοῦναί οἱ δεομένῃ στρατιήν.[4.162.5] τοῦτο ἐπὶ παντὶ γὰρ τῷ διδομένῳ
ἔλεγε,τελευταῖόν οἱ ἐξέπεμψε δῶρον ὁ Εὐέλθων ἄτρακτον χρύσεον καὶ ἠλακάτην, προσῆν δε
καὶ εἴριον. ἐπειπάσης δὲ αὖτις τῆς Φερετίμης τὠυτὸ ἔπος, ὁ Εὐέλθων ἔφη τοιούτοισι γυναῖκας
δωρέεσθαι ἀλλ᾽ οὐ στρατιῇ.
[4.162.2]επειδη ο Αρκεσιλαος ο γιος και του Βαττου του κουτσου και της Φερετιμης δεν
ανεχονταν κατα πως ο Δημωνακτας απο τη Μαντινεια τα ρυθμισε,αλλ'απαιτουσε τα προ-
νομια των προγονων,απο'κει στασιαζοντας διασωθηκε και κατεφυγε στη Σαμο,η δε μητερα
του στη Σαλαμινα της Κυπρου κατεφυγε,[4.162.3] της Σαλαμινας τουτο το καιρο επικρατουσε
ο Ευελθων,ο οποιος το θυματηρι στους Δελφους,που'ναι αξιοθεατο αφιερωσε,αυτο που
στον θησαυρο των Κορινθιων βρισκεται,ερχομενη δε σ'αυτον η Φερετιμη ζητουσε ικε-
τευτικα για στρατο να συντριψει αυτους στη Κυρηνη,[4.162.4]ο δε Ευελθων τα παντα μαλλον
παρα στρατο της εδινε,αυτη δε παιρνωντας αυτο που δινονταν καλο μεν ελεγε και τουτο
ειναι,το πιο καλο δε εκεινο,να δωθει σ'αυτη ο ζητουμενος ικετευτικα στρατος,[4.162.5]επειδη
αυτο στο καθετι που δινονταν ελεγε,τελευταιο σ'αυτη εστειλε δωρο ο Ευελθων αδραχτι
χρυσο και ροκα,επι πλεον δε προσφερε και μαλλι,αφου ειπε παλι η Φερετιμη τα ιδια
λογια, ο Ευελθων ειπε τετοιου ειδους στις γυναικες να δωριζονται αλλ'οχι στρατος
.
.
Η ΦΥΓΗ ΚΑΙ Η ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΑΤΤΟΥ ΦΕΡΕΤΙΜΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΕΛΘΩΝ
ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
λια επιμονη αυτη η κυρια της Κυρηνης μητερα του Βαττου Αρκεσιλαου
σεβασμια δεν αντιλεγω η Φερετιμη,αλλ'οι καιροι πλεον αλλαζουν
πρεπει να ημεθα μαλλον διπλωματικωτεροι με τους εναντιον ισχυρους
εγω παραδειγμα εδω στη Σαλαμινα της Κυπρου ολιγον πως εμηδισα
κι εχω τωρα ιδικο μου νομισμα ,καποιαν τελοσπαντων ανεξαρτησια,
αλλως θα εκαταστραφομην,ολα μην τα θελουμε ιδικα μας,
περασαν ανεπιστρεπτι τα προνομια των προτερων και τα μεγαλεια
κι εγω,δεν λεγω,ημπορουσα να ζητουσα στρατο απο τους Ελληνες,
καποιοι θα μου εδιδαν αλληλεγγυην,και τι;τι περισοτερον θα εκερδιζα,
τωρα εχω την ησυχιαν μου φρονιμα πραττοντας κι εκεινο συμβουλευω τη βασιλισα
σοφα ο Δειμωνακτας απο τη Μαντινεια τους θεσπισε τους νομους
και τους ρυθμισε τα οικονομικα και τους μοιρασε τις περιουσιες στη Κυρηνη
μην αλλα θελουν,στρατους κι επαναστασεις κι αναστατωσεις
και βεβαια σεβομαι την Κυρηναια Φερετιμη και ερωνικα δεν φερομαι
να της προσφερω χρυσο αδραχτι και ροκα και για γνεσιμο μαλλι
καθως τετοια στις γυναικες ταιριαζουν απο τη φυση τους δωρα
παρα στρατοι και πολεμοι,καλλιον δεν ειναι να δινονται,
εως τεσσερους Βαττους και εως τεσσερους Αρκεσιλαους στη Κυρηνη
ανεχεται ο Απολλωνας δια πλεον μην μελλεται εκεινη
αν ομως αλλον καλλιτερο χρησμον ηθελεν ας αφιερωνε σ'εκεινον
στους Δελφους ενα τουλαχιστον αξιοθεατον θυμιατηρι
.
.
.
Ολυμπιοδωρος ο Νεωτερος Νεοπλατωνικος Φιλοσοφος 500μΧ-570μΧ
-Αλεξανδρεια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ολυμπιοδωρος-565μΧ εν Αλεξανδρεια-χ.ν.κουβελης
να τελειώσει απόψε το υπόμνημα στον Γοργια
απαιτητικοί αυτοί της νέας θρησκείας
κυριως ο Δαυίδ και ο Ηλίας βέβαια τους καταλαβαινει
έχουν ενάντια τους τοσους αιρετικούς
επιτακτικά και κρίσιμα ερώτηματα
περί αιωνιοτητας περί μοναδισμου περί διφυους
απαραιτήτως χρειάζονται τα προλεγόμενα της Λογικής
και τα σχόλια των Κατηγοριών του Αριστοτέλη
ο δάσκαλος Αμμωνιος ο Ερμειας ήταν ανένδοτος
μόνον την αλήθεια στον Πλατωνα καμία υποχώρηση
ούτε στον Αριστοτέλη
αυτό είχε σοβαρά υπ'οψιν του στα σχόλια του Αλκιβιάδη
και του Φαιδωνα του Πλατωνα θεωρια και λεξις
ο κόσμος τους είναι στο τέλος του από το 529
οταν ο αυτοκρατωρ Ιουστινιανος έκλεισε την Σχολή των Αθηνών
κι εδώ στην Αλεξάνδρεια κρίσιμοι οι καιροί
ο κυρ Ιουστινιανος ετελειωσε το 565
οι βυζαντινοί βεβαίως θα επικρατήσουν
στα σχόλια των Μετεωρολογικων του Αριστοτέλη
πρέπει να γράψει το πέρασμα του κομήτη
και δια το Εν Αγαθόν τον Νου και την Ψυχήν
ως ο τελευταίος νεοπλατωνικος φιλόσοφος στην Αλεξάνδρεια
μετά τον Ιαμβλιχο τον Πρόκλο τον Δαμασκιο και τον Αμμωνιο Ερμειου
στην Ελλάδα
οὐσίαν ἢ ποσὸν ἢ ποιὸν ἢ πρός τι ἢ ποὺ
ἢ ποτὲ ἢ κεῖσθαι ἢ ἔχειν ἢ ποιεῖν ἢ πάσχειν.
.
.
.
Κλεοπάτρα Ζ' Φιλοπατωρ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Κλεοπάτρα Ζ' Φιλοπατωρ 12 Αυγουστου 30 πΧ εν Αλεξανδρεια-χ.ν.κουβελης
κοίταξε στον χρυσό καθρέφτη, θολό το ειδωλο, ξεκαθαρισε, Κλεοπάτρα Ζ ' Φιλοπατωρ,
αύριο η Αίγυπτος ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ένα καλάθι με κόκκινα μήλα αναδεύουν τη λύση
της,ο Καισαριωνας της ως ΙΕ' Πτολεμαίος θα εκτελεσθεί, ένα φιάσκο,κλείνει τ'αυτια της,
στις Ειδους του Μαρτίου ήταν, το 44,την βρήκαν στη Venus Genetrix, κινδύνευε, μια
τυχοδιωκτρια, μια αδιστακτη αμοραζα Καισαρων η Πτολεμαια, έκλεισε τα μάτια, το τέλος
της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, τον νικητή της Μάχης των Φιλίππων το 42 τον Μάρκο Αντώνιο
Διόνυσο συνάντησε ερωτικά στη Ταρσο, η Νέα Ισις στο κατάμεστο Γυμνάσιο στην
Αλεξάνδρεια, μια θαυμάσια ηλιόλουστη μέρα, θρίαμβος, ο βασιλιάς της Αρμενιας
αιχμάλωτος, κι ας κακοφαινεται στους Ρωμαίους, τα σχέδια της ευοδωθηκαν, και τα παιδιά
λαμπρά παρόντα,ο Καισαριων ΙΕ'Πτολεμαίος του Ιουλίου.και του Αντωνιου ο Αλέξανδρος
Ήλιος μ'ενδυματα μηδικα, ο Πτολεμαίος Φιλαδελφος με μακεδονική χλαμύδα και κασσια
κι η Κλεοπάτρα Σελήνη μια οπτασια, κοίταξε σταθερά το πρόσωπο της στον καθρέφτη,
"καθόλου δεν μ'ενοιαζε αν ολ'αυτα τα θεωρούσαν ματαιοδοξιες κι άκρως θεατρικά",
άκουσε έξω θόρυβο,"κάθε βράδυ τα ίδια,μεθυσμενοι διασκεδάστες", απομάκρυνθηκαν οι
φωνες, ησυχία, ακινησία αέρα, πνίγονταν,η Ειρας και η Χαρμιον είναι πιστες, θέλει να'ναι
μόνη της,απολειπειν αυτήν η θέα,η Αρσινόη Δ' η αδελφή της, είδε, στάθηκε πίσω της
όρθια, αλυγιστη, '' γιατι κρατάει στο χέρι της κόκκινο μήλο; τι θέλει; γιατί δεν μιλάει; τι
αναδευεται στ'αριστερο της χερι; "είδε μέσα στο βάθος του καθρέφτη τα δύο είδωλα της
Ειρας και της Χαρμιον να την πλησιάζουν θολά, άνοιξε το στόμα της, δεν βγήκε φωνη
.
.
.
Αριστοτελης Ηθικα Νικομαχεια
Η ακολουθια του λογου μετά το 323 π.Χ-χ.ν.κουβελης
Οι Αθηναιοι βεβαίως το 323 και απαλλαχτηκαν από τους Μακεδονας
από την αμετρη οιηση και τα παρεπόμενα κοσμοπολιτικα τους
πλεον ημπορουν να χαράζουν απρόσκοπτα την πολιτική τους
και πλέον τάχιστα να λογαριασθουν με τους φιλομακεδονας
πρωτιστως ο Αριστοτέλης να σταλεί στην Εύβοια
εκει ας ασχοληθεί με τις παλίρροιες και τα φυσικά του
ο Θεόφραστος δεν είναι τόσον επικίνδυνος δι'αυτους
αν ομως όμως τοιούτος καταλήξει υπάρχει λύσις
ο Νηλεας,το ξέρουν, είναι λίαν φιλόδοξος για το Λύκειο
ο Στρατων από την Λάμψακο αντ'αυτου θα προτιμηθει
κι ας πάρει στη Σκηψη της Μικρασίας όλα τα βιβλία,κανένας
δεν θα τον εμποδίσει,και του Αριστοτέλη και του Θεόφραστου,
τι τους νοιαζει αυτους;ας τα πάρουν οι Ατταλιδες στη Πέργαμο
να επαίρονται οι μωροί ως νεοπλουτοι δια την Βιβλιοθήκη τους,
αν θέλουν,ας τα κρυψουν σε υπόγεια αν δεν τα δώσουν οι συγγενείς
του Νηλέα να μουχλιασουν τροφή σε σκωρους και ζωυφια,
ας τα πουλήσουν σε κάποιο βιβλιοσυλλεκτη Απελλικωνα
τι θα χρησιμευσουν στους Αθηναίους τώρα που ο Σύλλας ερημώνει
και λεηλατει την πόλη τους και κινδυνεύουν οι ζωές τους;
ας τα πάει στη Ρώμη να γλυτώσουνε με αυτές τις φιλοσοφίες
οιησις,λέει,διπλή άγνοια,αντιφάσεις,ομολογία,λογοδοσία,
καθαρσις,απορία,λόγον διδοναι,διαλεκτική,εντελέχεια,
ας ασχοληθούν οι Δυτικοί μ'αυτα επισταμένως
οι Αθηναίοι έχουνε παραγματικα ζητήματα ν'ασχολουνται
προέχει η ασφάλεια τους και ο εν χέρι τρεχων βίος
πραξεις και όχι θεωρίες διά αργοσχολους και αφελεις
.
.
.
ΤΑ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΜΕΤΑ ΤΟ 529 μ.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
πολυ σαφης ο Ιουστιανειος κωδικας κατα 'την ανοσίαν Ελλήνων μανίαν διδάσκεσθαι'
λιαν φανερη η απειλη κατα του Συριου Δαμασκιου κατα του Κιλικα Σιμπλικιου
κατα του Φρυγα Ευλαλιου κατα του εκ της Γαζης Ισιδωρου
κατα του Λυδου Πρισκιανου και κατα των εκ Φοινικης Ερμειου και Διογενους
νεοπλατωνικων φιλοσοφων εν τη Φιλοσοφικη Σχολη Αθηνων
ο Χοσροης Α' της Περσιας τωρα η καταφυγη και προστατης τους
λενε πως ειναι φιλοσοφος κατα το πλατωνικο προτυπο η' κατι τετοιο τελοσπαντων
και βεβαια,κι αυτο ειναι το κυριοτερο,αμειλικτος εχθρος της αυτοκρατοριας
εκει,σκεφτονταν ο Σιμπλικιος,θα συνεχισει απροσκοπτα και θα τελειωσει αισιως
το φιλοδοξο υπομνημα του στο αποσπασμα του Αναξαγορα απο τις Κλαζομενες
οὔτε γάρ τοῦ σμικροῦ ἐστι τὸ γε ἐλάχιστον, ἀλλ’ ἔλασσον ἀεί
( τὸ γάρ ἐόν οὐκ ἐστι τὸ μὴ οὐκ εἶναι ) ἀλλὰ καὶ τοῦ μεγάλου ἀεί ἐστι μεῖζον
ουτε εχει καμια σημασια για τη σπουδη του αν εκει απογοητευτηκαν
στη πολη Καρες εχει νεοπλατωνικη σχολη και πλεον ανενοχλητοι θα'ναι εις ολα
και στα φιλοσοφικα και στα νομικα και στα θρησκευτικα τους ζητηματα
μετα τη προσωπικη παρεμβαση στο Βυζαντιο του Χοσροη προς χαριν τους
και βεβαια εκει θα αποτελειωσει το φιλοσοφικο του υπομνημα
.
.
.
Καλλισθενης Ολυνθιος.ιστορικος Αλεξανδρου 336-327 π.Χ-σε ξυλο χρωμα και κιμωλια
-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Καλλισθενης,Βακτρα.327 π.Χ -χ.ν.κουβελης
ειχε,βεβαια,την ευθυνη του,ως ιστορικος του,με ρητορειες
να δημιουργησει τον μυθο του,χωρις μια τετοια ιστορια ο Αλεξανδρος
στο μελλον δεν θα ειναι τιποτα,ενας φιλοπολεμος μωροφιλοδοξος
ενας ματαιοδοξος εγωιστης,ουτε αυτοκρατωρ ουτε μεγας .
τωρα ομως εχει πολυ ξεφυγει,περσικες συνηθειες,προσκηνυματα ως θεου,
βακτριανοι γαμοι,οι Μακεδονες δεν τα δεχονται αυτα,
επειτα ειναι και οι δολοφονιες του Φιλωτα ,του Παρμενιωνα,του Κλειτου,
ο Αριστοτελης τον μηνυσε πως η φιλοσοφια ειναι πολυ σοβαρον πραγμα
για να την αφησει να καταπεσει και να γελοιωποιηθει με βαρβαρισμους
να διαλεξει πρεπει,η' Καλλισθενης η' Ψευδο-Καλλισθενης,δεν εχει αλλον δρομο,
το 327 π.Χ ηταν μια ευκαιρια αν δεν προδιδονταν η συνομωσια των παιδων
αυτος ως δασκαλος του κυριου υπαιτιου Ερμολαου συνεληφθει
φυλακιστηκε κι εκτελεστηκε,παντως ο Αλεξανδρος ξεμπερδεψε και μ'αυτον
τιποτα,οπωσδηποτε,ευκολοτερον αλλος κολακας να ευρεθει ιστορικος
.
.
.
Ιπποκλειδης Τεισανδρου Αθηναιος-c. n. couvelis χ.ν.κουβελης
Οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ-χ.ν.κουβελης
[Ηροδοτου Ιστοριαι,126.1-129.4]
η νικη των τεθριππων στην Ηλεια υψωσε σιγουρα το νου του Σικυωνιου ΚΛεισθενη
αλλιως δεν εξηγειται η πραξη του με κηρυκα να διαλαλησει στους Ελληνας θεατες
να παντρεψει την κορη του Αγαριστη,μια ασημαντη κοπελα,με τον Ελληνων απαντων
αριστον,κι ηρθαν στην Σικυωνα,σ'εξηντα μερες μεσα,γ'αυτο το σκοπο απο Ιταλιης
ο Σμινδυρίδης ὁ Ἱπποκράτεος Συβαρίτης και ο Σιρίτης Δάμασος Ἀμύριος
εκ του Ιονιου ο Ἀμφίμνηστος Ἐπιστρόφου Ἐπιδάμνιος και απο τῆς Αἰτωλίδος χώρης
Τιτόρμου ἀδελφεὸς Μάλης,απο δε Πελοποννησου Φείδωνος τοῦ Ἀργείων τυράννου
παῖς Λεωκήδης καὶ Ἀμίαντος Λυκούργου Ἀρκὰς ἐκ Τραπεζοῦντος,
καὶ Ἀζὴν ἐκ Παίου πόλιος Λαφάνης Εὐφορίωνος και ο Ἠλεῖος Ὀνόμαστος Ἀγαίου.
ἀπὸ δὲ Ἐρετρίης Λυσανίης· ἐκ δὲ Θεσσαλίης ἦλθε τῶν Σκοπαδέων Διακτορίδης Κραννώνιος,
ἐκ δὲ Μολοσσῶν Ἄλκων. κι απο την Αθηνα Μεγακλέης τε ὁ Ἀλκμέωνος και Ἱπποκλείδης
Τεισάνδρου,και επι εναν χρονον ολους τους εσυναναστρεφονταν και τους κατασκοπευε
ποιος στη συμπεριφορα στο σωμα και στο νου ηταν ο καταλληλοτερος κι εκλινε για
γαβρον του προς τον Ιπποκλειδη,επιπλεον και των Κορινθιων Κυψελιδων συγγενη,
εκατο βοδια εσφαξε στο τραπεζι της εκλογης κι αφθονο κρασι ειχε κι αυλητες εφερε
και τοτε ο Ιπποκλειδης π'ολ'αυτα καταλαβε ποσο γελοια κουφια και θεατρικα ηταν
ζητησε λαικο χορο και τοσο ξεδιαντροπα χορεψε πανω στο τραπεζι στηριζοντας
το κεφαλι και τα ποδια κλωτσωντας σαν βατραχος στον αερα που ο ΚΛεισθενης
ἀποστυγέων αηδιαζοντας του φωναξε' Ὦ παῖ Τεισάνδρου, ἀπορχήσαό γε μὲν τὸν γάμον.
παιδι του Τεισανδρου,απ'το χορο του γαμου εξω βγηκες' κι εκεινος ο γλεντζες νεος
καθολου δεν νοιαστηκε κι απαντησε 'στ'αποτετοια του Ιπποκλειδη'
.
.
.
Η Ποιηση,Σχεσεις του Συνεχους-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-
Η ΚΡΙΣΙΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΕΙΣ ΝΕΟΝ ΠΟΙΗΤΗΝ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ηταν λαθος να απευθυνθει στον Πλατωνα δια κρισην της ποιησεως του
αυτο το μετρο ειναι ελλειπες ο ρυθμος του στιχου παραπαιει στη λεξη αυτη
αλλη συνωνυμη ταιριαζει η σειρα εδω των λεξεων πρεπει ν'αλλαξει επιβραδυνεται
ο ρυθμος και το θεμα πολυ κοινοτυπο και αφελες εδω βεβαια ομηριζεις
εκει εχεις εμφανεστατο δανειο εκ του Πινδαρου μη καλως χωνευμενο
να,η συνταξις βαρβαριζει το νοημα ασαφες αυτο το ρημα σε παθητικη φωνη
πρεπει να'ναι και δεν συναδει ουδολως το αιολικο άλλυ με το δωρικο πραξῆται
και σ'αυτους τους στιχους η αναπαρασταση της πραγματικοτητας εσφαλμενη,
προσεξε,ο ποιητης δεν δυναται ορθα να ομιλει,η χαρις η μελωδια η μεταφορα
δεν ειναι επιστημονικα εργαλεια,εσεις οι ποιητες εχετε απολυτη αγνοια των επιστημων
και να μην ξεγελιεστε με την γοητεια την οποιαν ασκειται εις τους ακροατες,
οι ποιητες ειναι κατασκευαστες μυθων,και απο αυτον τον κανονα,δεν ξεφευγουν
ουτε ο Ομηρος και ο Ησιοδος,και επειτα αυτη η εμμονη συνηθεια σας να εξυμνειται
τραγικους ψυχικα ταραγμενους ηρωες κι ατομικα εφημερα συναισθηματα
και δια του λογου το αληθες του εδιαβαζεν αποσπασματα απο τον διαλογον του Ιων
και απο την Πολιτεια του τα κεφαλαια II, III και Χ,του ειπεν πως ειναι αναγκαιο μετρον
ο εξορισμος του ποιητη απο αυτη και αλλα πολλα ειπεν κρινοντας την ποιησην του
ο φιλοσοφος,αυτο το προσεξε,με θερμην ποιητικην ρητορικην ,μεταχειριζομενος
την παραμομοιωση τον μυθον την ειρωνια την τεχνικη σκηνοθεσια των λογων του,
δεν επρεπε τοσο να τον επιρρεασει αυτη η κριτικη του φιλοσοφου και να σταματησει
να συνθετει ποιησιν,αφου,μαλιστα,αυτες οι κρισεις προερχονταν απο εναν στα νιατα του
αταλαντο κι αποτυχημενο ποιητη,ηταν μεγα σφαλμα του και αιτια της αφανειας του
.
.
.
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού
Francesco Furini(c. 1600 (or 1603) –August 19, 1646,Artemisia Prepares to Drink
the Ashes of her Husband, Mausolus
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού - χ.ν.κουβελης
(ύφος α')
τι γελοίος αυτός ο Μέγας Μαγιστρος των ιππότων Ιωαννιτών της Ρόδου,
το 1522μ.Χ ήθελε οικοδομικά υλικά να χτίσει κάστρο στη περιοχη της Αλικαρνασσού
να αντιμετωπίσει την επίθεση των Τούρκων και σκέφθηκε ο ανόητος να κονιορτοποιησει
το περίφημο Μαυσωλείο, άλλωστε ήταν άκρως ειδωλολατρικον,μεγα σκάνδαλον
για εναν φανατικό χριστιανο, ως ασβέστης θα του ητο πλέον χρήσιμο,
τώρα για έρωτες του Μαυσωλου με την αδελφή του Αρτεμισίου Β' της Καριας θα νοιαζονταν,
και δήθεν αριστουργηματα του Σκόπια του Βρυαξη του Τιμόθεου του Λεωχαρη οι μέτωπες
και του Πυθεου το τεθριππον,
μακριά πολύ μακριά το 350 π. Χ, από τότε έγιναν πολλά κοσμοιστορικα γεγονότα,
ο κόσμος ανήκει σε άλλον πλέον αληθινον Κύριον, κι αυτόν πρέπει να υπακουουν μ'αναντιρρητην πιστην,η μνήμη Μαυσωλου και Αρτεμισιας Καριας ένα ασήμαντο συμβάν,
μια ανόητη κενοδοξια εθνικών εραστών, ας τελειώνουν μ'αυτα, και, βέβαια,
δεν έχει καμία σημασία αν η μάχη δεν έγινε, ως προσδοκούσαν, στην Αλικαρνασσο,
αλλά στη Ροδο,αφού ξεμπέρδεψαν με τις τετοιες ειδωλολατρείες,
άσβεστος και κονις εις τον αιώνα, αυτό ήταν το τελικόν γερας του γελοίου Μεγα Μαγιστρου
των Ιωαννιτών
.
.
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού - χ.ν.κουβελης
(ύφος β')
ούτε γελοίος βεβαια ητο ο Μέγας Μαγιστρος μας των ιππότων Ιωαννιτών της Ρόδου,
κι ούτε ανόητος που σκέφθηκε το 1522μ.Χ να κονιορτοποιησει το περίφημο Μαυσωλείο,
ωστε τα οικοδομικά υλικά να του χρησιμεύσουν για τη κατασκευή κάστρου στη περιοχη
της Αλικαρνασσού για την αντιμετωπιση επίθεσης των Τούρκων,
άλλωστε το μνημειον ήταν άκρως ειδωλολατρικον,μεγα σκάνδαλον για εναν χριστιανο,
ως ασβέστης θα μας ητο πλέον χρήσιμο,
τώρα για έρωτες του Μαυσωλου με την αδελφή του Αρτεμισίου Β' της Καριας θα νοιαζομαστε,
και δήθεν αριστουργηματα του Σκόπια του Βρυαξη του Τιμόθεου του Λεωχαρη οι μέτωπες
και του Πυθεου το τεθριππον,
μακριά πολύ μακριά το 350 π. Χ, από τότε έγιναν πολλά κοσμοιστορικα γεγονότα,
ο κόσμος ανήκει σε άλλον πλέον αληθινον Κύριον, κι αυτόν πρέπει να υπακουομε
μ'αναντιρρητην πιστην,η μνήμη Μαυσωλου και Αρτεμισιας Καριας ένα ασήμαντο συμβάν,
μια ανόητη κενοδοξια εθνικών εραστών, ας τελειώνουμε μ'αυτα, και, βέβαια,
δεν έχει καμία σημασία αν η μάχη δεν έγινε, ως προσδοκούσαμε, στην Αλικαρνασσο,
αλλά στη Ροδο,αφού ξεμπέρδεψαμε με τις τετοιες ειδωλολατρείες,
άσβεστος και κονις εις τον αιώνα, αυτό ήταν το τελικόν γερας του δικού μας Μεγα Μαγιστρου
των Ιωαννιτών
.
.
.
Ο Ρωμανός και η Παρθένος, μικρογραφία από το Μηνολόγιο του Βασιλείου Β΄
ΚΡΙΤΙΚΗ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩΔΟΥ ΑΠΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΝ ΛΟΓΙΟΝ του 8ου αι.
-χ.ν.κουβελης
Ελλην δεν ητο,τι Ελλην;αλιμονο,την εποχη Αναστασιου του Α' η' Β'
η' Ιουστινιανου του Α' ποιος τολμουσε να ητο Ελλην;αλλα καποιος
αδεξιος Αναγνωστης και ψαλτης εις την Πολην ητο απο την Δαμασκον της Συριας
η' την Βηρυτον εις την Παναγιαν των Βλαχερνων,εκει εκ των ομοουσιων του
λοιδορειθεις εις ενυπνιον περιπεσων ως το ορισεν ο ονειροκριτης Αρτεμιδωρος
ειδεν την Παναγιαν να του προσφερει περγαμηνην προς βρωσιν,μετα ταυτα
αναστας εγενετο ο Ρωμανος ο Μελωδος του θαυμαστου κοντακιου
'Η Παρθενος Σημερον τον Υπερουσιον Τικτει'
εις λαμπραν αττικιζουσαν λογια κοινη γλωσσαν εργασθεις τα ποιηματα του
με περιτεχνες μεταφορες τολμηρες συγκρισεις και αντιθεσεις,επισης εξοχες
νοητικες εξεικονισεις βαθειας θεολογιας αλλα και ζωηραν δραματοποιησην
ως το 'Ψυχη μου,ψυχη μου,αναστα,τι καθευδεις;'
.
.
.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Α' ΣΩΤΗΡ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οι μεταβολες της τυχης τον εφεραν στη Ρωμη
ως ανταλλαγμα της ομηριας του Αντιοχου
ετσι αυτο κανονιστηκε απο τον πατερα του Σελευκο Δ'
Φιλοπατωρ της Συριας κι εμαθε τον θανατο του πατερα
και τον ενθρονισμο του Αντιοχου ως Δ' Επιφανης το 175 π.Χ
και το 165 του εννιαχρονου Αντιοχου ως Ε' Ευπατωρ
με αντιβασιλεα τον Λυσια διοικητη της Συριας
κι επισης εμαθε τις απειλες της Ρωμης
πως αυτον θ'απελευθερωσει ως νομιμο διαδοχο
αν η κατασταση εκει στη Συρια δεν εκλινε υπερ της
και με δολοπλοκια δραπετευσε
κι ελαβε τη βασιλεια το 162 ως Δημητριος Α'
αφου δολοφονηθηκαν Αντιοχος Ε' και Λυσιας,
ομως η αποδραση και τα τετελεσμενα γεγονοτα
επεσυραν τη δυσαρεσκεια της Συγκλητου στη Ρωμη
και τα μετρα εναντιον του επισπεφθηκαν
εξεγειροντας τους αλλους γυρω βασιλεις,
τον εξαδελφο Πτολεμαιο Στ' Φιλομητωρ για την υποθεση της Κυπρου
και τον Ατταλο Β' Φιλαδελφο της Περγαμου που εμφανησε
ως νομιμο διεκδικητη της εξουσιας στη Συρια τον Αλεξανδρο Α' Βαλα
που διεδιδε πως ητο δηθεν γιος του Αντιοχου Δ' του Επιφανους
και τοτε καποιος ονοματι Ηρακλειδης,πρωην υπουργος του Αντιοχου Δ' Επιφανη
προπαγανδιζε ευμενως στη Ρωμη ως φιλους τον Βαλα
και την δηθεν αδελφη του Λαοδικη Στ' κινουμενος απο ιδιοτελεια
και τοιουτοτροπτως εκδικουμενος τον Δημητριο
για την εκθρονιση του αδελφου του Τιμαρχου της Μηδειας
και στην ενσκηψασα επανασταση κατα Δημητριου Α' μετ'ευχων της Ρωμαικης Συγκλητου
οι συμμαχοι Αλεξανδρος Α'Βαλας Πτολεμαιος Στ' Φιλομητωρ Αιγυπτου Λαοδικη Στ'
Ατταλος Β' Φιλαδελφος Περγαμου Αριαραθης Ε' Ευσεβης Φιλοπατωρ Καππαδοκιας
ο Δημητριος Α' Σωτηρ νικηθηκε στην Αντιοχεια το 150 π.Χ
και σκοτωθηκε εν μεσω ολων αυτων των μεταβολων της τυχης
με τα τακτικα γραμματα Α' Β' Γ' Δ' Ε' Στ' και τ'αλλεπαλληλα επιθετα
Φιλομητωρ Φιλοπατωρ Φιλαδελφος Επιφανης Ευσεβης
Συριας Περγαμου Αιγυπτου
.
.
.
Χάρτης Μεσογείου το 218 π.Χ- Β' Καρχηδονιακος Πολεμος (218 – 201 π.Χ)
Ο Κουιντος Φαβιος Μαξιμος ο Αναβαλων
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεγαλη στη Ρωμη αναστατωση και ανησυχια επικρατουσε
μετα τη μαχη της λιμνης Τραμεσινης στις 27 Ιουλιου το 217 π.Χ
ο Αννιβας ante portas προ των πυλων της πολης βεβαιος ο κινδυνος
διορισαν τον Κουιντο Φαβιο Μαξιμο δικτατορα για εξι μηνες
να αναχαιτισθει,ειπαν,οπωσδηποτε ο Καρχηδονιος
τα μισα σου χρονια εχει,30 χρονων,να του κοπει η ορμη
και στην πολη Αικαι της Απουλιας τον συναντα και τον αποφευγει
πρεπει,αυτο το σχεδιο του ηταν,να τον αποδυναμωσει,με τροφιμα
να μην εφοδιαζεται κι οι αυτομολοι Γαλατες να εμποδισθουν
ο πολεμος πλεον δεν κρινεται με κατευθειαν επιθεση αλλα μ'ελιγμο
ο Αννιβας,το καταλαβε,ειχε τη μανια της μαχης,σαν καλλιτεχνης
σαν ηθοποιος αυτη η σκηνη της μαχη,κυριως,τον ενδιεφερε,
οι ιδιοφυεις περιτεχνες κινησεις,κι αυτη την πολεμικη χορογραφια
δεν μπορει,ειναι αδυνατο,ν'ακολουθησει ο στρατος της Ρωμης,
τ'ασβηστο μισος της Διδως για τον Αινεια και του Αμιλκα Βαρκας
του πατερα του για την Ρωμη πρεπει να εκπληρωθει κατα γραμμα
εξευτελιζοντας την,αν θα'χουν καποια τυχη πρεπει να παρενοχλουν,
εμμεσα κι οχι αμεσα,ταυτοχρονα κι αυτον και την Καρχηδονα,
δεν τον πειραζε που τον αποκαλουσαν Κουιντος Φαβιος Μαξιμος ο Αναβαλων
το προτιμουσε,καλλιτερα,αυτο απ'το Κουιντος Φαβιος Μαξιμος ο Επιθετικος
στο περασμα απ'το Falernus Ager της Καμπανιας οπου λεηλατουσε ο Αννιβας
τ'αμπελια τον περιμεναν οι Ρωμαιοι κι ειδαν τη νυχτα στη κορυφογραμμη φωτα
να κινουνται,οι Καρχηδονιοι,ειπαν,ειναι που παν'να διαφυγουν κι επιτεθηκαν
και δεν ηταν Καρχηδονιοι παρα τα βοδια του Falernus Ager με δεμενα στα κερατα
δαδια αναμενα,τοτε τα βοδια τρομαξαν και χαθηκαν εκει απ'το τεχνασμε του Αννιβα
χιλιοι Ρωμαιοι κι οι Καρχιδονιοι εν τελει περασαν το περασμα,
η Συγκλητος μετα τα γεγονοτα στο Falernus Ager τον υποπτευθηκε πως κρυφα
συμφωνησε με τον Αννιβα τα κτηματα του στη Καμπανια να μην του καταστρεψει
και τον υποδιοικητη του Μινουκιο προβιβασαν ισοτιμο διπλα του κι ο οποιος
καθολου δεν ηταν Αναβαλων και το ημισυ του στρατου εβαλε σε βεβαιο κινδυνο
που αυτος επεμβαινοντας δυναμικα τον απεσωβησε και τελειωντας η εξαμηνη θητεια
ο Κουιντος Φαβιος Μαξιμος επιστρεφοντας στη Ρωμη ανακηρυχθηκε ηρωας
κι ας ηταν Αναβαλων
.
.
.
Δημοσθενης[384 π.Χ-322 π.Χ]Αθηναιος ρητορας ,μουσειο Λουβρου
324 π.Χ.Τα Χρηματα του Αρπαλου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
του Μακεδονος Αρπαλου γνωστη η φυσις,γοης και μιαρος ανθρωπος,
κλεφτης 5.000 ταλαντων του Θησαυροφυλακιου τ'Αλεξανδρου,
ομως να συγκρουσθουν τωρα που'ναι στο Κοινο των Ελληνων
με τον Αντιπατρον και να εμπλακουν σε πολεμο ανευ αναγκης;
μια μεση λυσις ητο καλλιτερα,οχι απελασις αλλα φυλακισις,
ειχεν και χρηματα 700 ταλαντα ο Αρπαλος να δωσει στους Αθηναιους
τον βοηθησαν κι απεδρασε κι εκ των χρηματων εμειναν 350 ταλαντα,
καποιοι χρηματισθηκαν χωρις αλλο,ο Δημοσθενης να ευρεθουν οι ενοχοι
κατεθεσε ψηφισμα στον Αρειο Παγο να εξετασθει το ζητημα ,πρωτο-
πρωτο στον Καταλογο των Δωροδοκηθεντων τ'ονομα του,ειπε,ναι,πηρε
20 ταλαντα κι αυτα κατεθεσε στο ταμειο του Θεωρικου που'χε ελλειμα,
μακεδονιζοντες και αντιμακεδονιζοντες στο δικαστηριο Ηλιαια τον εσυραν ,
δεν μιλησε,βρηκε κωλυμα δηθεν κρυολογημα,'αργυραγχη εχεις'του ειπαν
ειρωνικα'κι οχι στηθαγχη' κι ενωπιον των δικαστων τον Κατα Δημοσθενους
λογον εξεφωνησε ο πρωην φιλος του και ρητορας Δειναρχος
...
ὦ Δημόσθενες, σοῦ καὶ ἑτέρων πολλῶν, ζητεῖν τὴν βουλὴν περὶ αὐτῶν,
ὡς αὐτῇ πάτριόν ἐστιν, εἴ τινες εἰλήφασι παρ᾽ Ἁρπάλου χρυσίον, [5] ζητεῖ ἡ
βουλή...
τὸν δὲ κατάπτυστον τοῦτον καὶ Σκύθην - ἐξάγομαι γάρ -, ὃν οὐχ εἷς ἀνὴρ ἀλλὰ
πᾶς᾽ ἡ ἐξ Ἀρείου πάγου βουλὴ ζητήσας᾽ ἀποπέφαγκε χρήματ᾽ ἔχειν καθ᾽ ὑμῶν,
καὶ ὃς ἀποπέφανται μισθαρνῶν καὶ δωροδοκῶν κατὰ τῆς πόλεως καὶ ταῦτ᾽ ἐξελή-
λεγκται, τοῦτον οὐ τιμωρησάμενοι παράδειγμα ποιήσετε τοῖς ἄλλοις ...
[41]
οὐκ αἰσχύνεσθε, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὴν κατὰ Δημοσθένους τιμωρίαν ἐκ τῶν ἡμετέρων
λόγων μόνων ἡγούμενοι δεῖν κρίνειν; οὐκ ἴστε τοῦτον αὐτοὶ δωροδόκον ὄντα καὶ
κλέπτην καὶ προδότην τῶν φίλων, καὶ τῆς πόλεως ἀνάξιον καὶ αὐτὸν καὶ τὴν περὶ τοῦτον
τύχην γεγενημένην; ἀπὸ ποίων ψηφισμάτων οὗτος ἢ ποίων νόμων οὐκ εἴληφεν ἀργύριον;
[42]...
τὴν δὲ πόλιν οὐκ ἀξίως ἑαυτῆς οὐδὲ τῆς τῶν προγόνων δόξης διακειμένην. ἀφέντες οὖν
τοὺς ἐλέους καὶ τοὺς φενακισμοὺς τοὺς τούτου τὴν ὁσίαν καὶ δικαίαν φέρετε ψῆφον, καὶ
σκοπεῖτε τὸ τῇ πατρίδι συμφέρον, μὴ τὸ Δημοσθένει: τοῦτο γάρ ἐστι καλῶν κἀγαθῶν
δικαστῶν ἔργον...
εκεινος ενθυμειται το περιστατικον του Αρπαλου και του θαυμασιου κυλικα
'ποσον αγει;' ρωτησε και μειδιάσας ὁ Ἅρπαλος 'ἄξει σοι' ειπε 'εἴκοσι τάλαντα',
και τη νυχτα αμεσως σταλθηκαν κι ο κυλικας και τα εικοσι ταλαντα
ἡμέραις δ' ὀλίγαις ὕστερον ἐξεταζομένων τῶν χρημάτων, ἰδὼν αὐτὸν ὁ Ἅρπαλος
ἡσθέντα βαρβαρικῇ κύλικι καὶ καταμανθάνοντα τὴν τορείαν καὶ τὸ εἶδος, ἐκέλευσε
διαβαστάσαντα τὴν ὁλκὴν τοῦ χρυσίου σκέψασθαι. θαυμάσαντος δὲ τοῦ Δημοσθένους
τὸ βάρος καὶ πυθομένου πόσον ἄγει, μειδιάσας ὁ Ἅρπαλος 'ἄξει σοι' φησίν 'εἴκοσι
τάλαντα', καὶ γενομένης τάχιστα τῆς νυκτὸς ἔπεμψεν αὐτῷ τὴν κύλικα μετὰ τῶν εἴκοσι
ταλάντων
Πλουταρχου Παραλληλοι Βιοι-Δημοσθενης ,25
κι επακολουθησε η καταδικη 50 ταλαντων,η φυλακη,η αποδραση,η εξορια στην Αιγινα
Βεβαια ,τελικα κι αυτο εχει σημασια,το Επιγραμμα στην Αγορα γραφτηκε:
Είπερ ίσην ρώμην γνώμη, Δημόσθενες, είχες
ούποτ' αν Ελλήνων ήρξεν Αρης Μακεδών
'ὦ Δημόσθενες,ἄξει σοι'
.
.
.
Γιάννης Κεφαλληνός, Μέγας Αλέξανδρος, ξυλογραφία, 18 x 15 εκ
Μεγας Αλεξανδρος,3ος αι. π.Χ,Ταραντας,Εθνικο Αρχαιολογικο Μουσειο
Charles Le Brun, Le Passage du Granique,1665
'ευτυχως,που η κριση του Παρμενιωνος δεν εισακουσθη'-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΛΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ
ΑΠΟ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΤΗΝ ΑΣΙΑΝ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ
'να καταστραφει η Θηβα πλην Πινδαρου'
οι αντιμακεδονες του Δημοσθενη εξαθρωθηκαν
των Πανελληνων Κοινη Ειρηνη
υστερα ακολουθησε η διαβαση του Ελλησποντου και η πορεια
μεχρι τον Γρανικο ποταμο το 334
οι Περσες στη Ζελεια της Τρωδας απερριψαν την κριση του Ροδιου Μεμνωνα
να παρασυρουν τον Αλεξανδρο Γ' στο βαθος της ενδοχωρας καταστρεφωντας την
στελνοντας επισης στρατο στην Μακεδονια και προκαλωντας επανασταση
στη κατω των Θερμοπυλων Νοτια Ελλαδα
αλλωστε του Μεμνωνα καθολου δεν του'χαν εμπιστοσυνη
μετα τη συμμετοχη του το 365 στην αποστασια κατα του Αρταξερξη Ωχου
του γαμπρου του Αρταβαζου σατραπη της Φρυγιας και μαλιστα αποτυχωντες
προσετρεξαν κι οι δυο για πριοστασια κι εκδουλευση στην αυλη του Φιλιππου Β'
αλλ'αυτα εχουν οι μισθοφοροι,Ελληνες,Μηδοι,Υρκανοι,Παφλαγονες,αναγκαιον κακο,
οχι η μαχη εδω θα δινονταν στον Γρανικο αναχαιτωντας την ορμη των Μακεδωνων,
Αλεξανδρου Γ' Παρμενιωνα Φιλωτα του Παρμενιωνα Αμυντα του Αρραβαιου
Σωκρατη Νικανορα του Παρμενιωνα Περδικα του Οροντη Κοινου του Πολεμοκρατη
Κρατερου του Αλεξανδρου Αμυντα του Ανδρομενη Φιλιππου του Αμυντα
Καλα του Αρπαλου Φιλιππου του Μενελαου Αγαθωνα Θεσσαλων Παιονων
Θρακων Οδρυσων Τριβαλλων Ιλλυριων Αγριανων
ετσι αποφασισθηκε απ'τον Φρυγο στρατηγο Αρσιτη,και τον Λυδιας και Ιωνιας
σατραπη Σπιθριδατη και τον Φαρνακη και τον Μιθροβουζανη και τον Ατιζυη
και τον Αρβουπαλη και τον Αρσαμη και τον Μιθριδατη και τους αλλους
αλλ'ομως διαφορετικα συνεβησαν μετα τις 22 Μαιου κι οι Μακεδονες νικηφοροι
πλεον ως την Πενταποταμια και τους Μαλλους το 326 εφθασαν κι ως την Ινδια
'ευτυχως, που η κριση του Παρμενιωνος δεν εισακουσθη'
.
.
.
Ivanov Andrey,Pelopidas's death,1805-1806
Θηβαιου Πελοπιδα το αναγκαιον πραγμα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αναγκαιον πραγμα,συμβουλευαν,ατελεσφορα,
τον Πελοπιδα οι φιλοι το χρημα να μη παραμελει
τοτε δειχνοντας τους εναν τυφλο και κουτσο
'ἀναγκαίου νὴ Δί'εἶπε "Νικοδήμῳ τούτῳ'
και στις Κυνος Κεφαλες ομοιως δεν παραμελησε
κακος οιωνος η εκκλειψη του ηλιου,του ειπαν,
'βέλτιον' ἔφη, 'πλείονας γὰρ νικήσομεν'
κι επιμονως ζητουσε τον Αλεξανδρο των Φερρων
τουλαχιστο,ειπαν οι φιλοι, να μην παραμεληθει τουτο
και των εχθρων γυρ'απ'το σωμα του σωριασαν τα λαφυρα
εκειραν δε τους ἵππους, εκειραν δὲ καὶ αὐτούς οι φιλοι
αυτο απαν το αναγκαιον χρημα ειναι του Θηβαιου Πελοπιδα
.
.
.
Ζακ-Λουί Νταβίντ (1787) Ο Θάνατος του Σωκράτη David,The Death of Socrates
Συντομο σχολιο στον Μενωνα του Πλατωνα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο Θεμιστοκλης.ειπ'ο Σωκρατης, κι ο Περικλης αν και σοφοι
παιδια αμορφωτα ειχαν αλογομουρηδες και συ Ανυτε παιδι τομαρα
ἀλλὰ γάρ, ὦ ἑταῖρε Ἄνυτε, μὴ οὐκ ᾖ διδακτὸν ἀρετή.
τοτ'οργισμενος ο Ανυτος στον Μενωνα του Πλατωνα ειπε
ὦ Σώκρατες, ῥᾳδίως μοι δοκεῖς κακῶς λέγειν ἀνθρώπους.
ἐγὼ μὲν οὖν ἄν σοι συμβουλεύσαιμι, εἰ ἐθέλεις ἐμοὶ πείθεσθαι, εὐλαβεῖσθαι
κι αληθεια,ποσον αυτο πληρως εκτελεσθηκε το 399
τα δε περι δημοκρατιας και Τριακοντα προφασεις
ὡς ἴσως μὲν καὶ ἐν ἄλλῃ πόλει ῥᾷόν ἐστιν κακῶς ποιεῖν ἀνθρώπους
ἢ εὖ, ἐν τῇδε δὲ καὶ [95a]πάνυ· οἶμαι δὲ σὲ καὶ αὐτὸν εἰδέναι
.
.
.
Priscus Attalus Ατταλος Πρισκος,νομισμα
Ατταλος Πρισκος Αυτοκρατωρ 409 μ.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
καθολου τον Ιωνα Ελληνα Ατταλο Πρισκο δεν εννοιαζε
η μομφη σφετεριστης αυτοκρατορας στη Ρωμη
και πως ανδρεικελο ηταν του Βησιγοτθου Αλαριχου
ανοησιες του Ονωριου κουφια λογια στη Ραβεννα
αυτον,κυριως,τον ενδιεφερε να ενωθει το δυτικο
κι ανατολικο κρατος σε μια ισχυρη αυτοκρατορια
με τους αρχαιους θεους και την αρχαια φιλοσοφια
τωρα αν γινει ο Αλαριχος στρατηγος αυτο λιαν
τους ωφελει και δεν ειναι σπουδαιον πραγμα
τι κι αν δεν προλαβε τα σχεδια του να εκπληρωσει
κι εχασε την ευνοια του Αλαριχου κι εξορισθει
εκει στην Ισπανια παλιν εκ νεου αυτοκρατωρ
αναγορευεται σε πεισμα Ονωριου και Κωνσταντιου
.
.
.
Ιουλιανός 361-363 μ.Χ. Σόλιδος (4.28 gm).
Ιουλιανος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Εἴπατε τῷ βασιλεῖ, χαμαὶ πέσε δαίδαλος αὐλά,
οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβην, οὐ μάντιδα δάφνην,
οὐ παγὰν λαλέουσαν, ἀπέσβετο καὶ λάλον ὕδωρ.
εν ειδει επιγραμματος σταλθηκε απ'τους ιερεις
η εκκληση στον εθνικο αυτοκρατορα Ιουλιανο
για κατεπιγουσα οινονομικη ενισχυση και φροντιδα
τ'αλλα περι καταρρευσης του αρχαιου κοσμου
ενα κατασκευασμα,μαλλον,καποιου,μονοθειστη,
αλλωστε οι τετοιες αλλαγες επηρεαζουν τα πληθη
τα φοβιζουν και τα συγκρατουν δυσκολα εκδηλωνονται
μεχρι ενας απ'τους δυο ολοκληρωτικα να κερδισει
και τωρα,βεβαια,δεν ειναι για εκδρομες στους Δελφους
αφιερωματα πλουσιες προσφορες ακριβα αναθηματα
ας ο Παραβατης κανονισει την πορευση των Πυθικων
αποστελνωντας τους σολιδους καθαρα χρυσα νομισματα
.
.
.
Σικελικη εκστρατεια 415 π.Χ- 413 π.Χ
Σικελια καλοκαιρι 413 π.Χ-Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Σικελια καλοκαιρι 413 π.Χ-Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεγα πληθος κατεβαινει στον Πειραια λαμπρη εξαισια μερα
πανετοιμη η περιλαλητος Σικελικη εκστρατεια ν'αποπλευσει
ρητορες επιτηδειως ρητορευουν υπερ το δεον της και μαντεις
μηνυουν τα μελλοντα να γινουν γεγονοτα αισια και θεοπεμπτα
κι υποκριτες και μιμοι τους διασκεδαζουν οπως στη περισταση ταιριαζει
ο Νικιας τους οδηγει ο Λαμαχος κι ο Αλκιβιαδης αξιοι στρατηγοι
ας συγχωρεθουν η φιλοχρηματια η δημαγωγια κι η ανηθικοτητα
τωρα θησαυροι αμετρητα ταλαντα στη Σικελια πλουτισμος
κι απο'κει κοσμοκρατειρα η Αθηνα ενα βημα η Αφρικη κι η Καρχηδωνα
μεγα πληθος φωνων παραληρει στο τοσο πλεον κλεος της πολης
κι εκει βεβαια περα στη Σικελια υπερποντια πληρωθηκε η υβρις
ο πολεμοκαπηλος Λαμαχος κατα τον κωμικο Αριστοφανη σκοτωθηκε
ο Αλκιβιαδης καθολου δεν ωφεληθηκε απ'τα μαθηματα περι αρετης
του Σωκρατη κατεφυγε ποταπος προδοτης της πατριδας στη Σπαρτη
κι ο Νικιας ανθρωπος αφελης δεισιδαιμων αποδειχθηκε μια εκλειψη
σεληνης στις Επιπολες τον θαμπωσε και τον τρομαξε να κηρυξει εγκαιρη
αποσυρση απ'την ματαιωμενη εκστρατεια κι ετσι,μοιραια,ολοι στα παντα
και παντου χαθηκαν αλλοι στον ποταμο Ασσιναρο πνιγηκαν στα αιματα
αλλοι στοιβαχθηκαν νεκροι στα λατομεια ο ενας πανω στον αλλον
αλλοι πουληθηκαν σκλαβοι κι οχι λιγοτεροι απο εφτα χιλιαδες αφανισθηκαν
κι οσοι λιγοι σωθηκαν ηταν απ'τ'ασματα του Ευριπιδη που τραγωδουσαν
[110] Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
τι τους Ελληνες της Κατω Ιταλιας πολυ τους ευχαριστουσε εκεινος ο ποιητης
.
.
σημειωση:
[110] Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
Ευριπιδη Τρωαδες
.
.
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
[7.87.1] Τοὺς δ᾽ ἐν ταῖς λιθοτομίαις οἱ Συρακόσιοι χαλεπῶς τοὺς πρώτους χρόνους μετεχείρισαν.
ἐν γὰρ κοίλῳ χωρίῳ ὄντας καὶ ὀλίγῳ πολλοὺς οἵ τε ἥλιοι τὸ πρῶτον καὶ τὸ πνῖγος ἔτι ἐλύπει διὰ
τὸ ἀστέγαστον καὶ αἱ νύκτες ἐπιγιγνόμεναι τοὐναντίον μετοπωριναὶ καὶ ψυχραὶ τῇ μεταβολῇ ἐς ἀσθένειαν ἐνεωτέριζον, [7.87.2] πάντα τε ποιούντων αὐτῶν διὰ στενοχωρίαν ἐν τῷ αὐτῷ καὶ
προσέτι τῶν νεκρῶν ὁμοῦ ἐπ᾽ ἀλλήλοις ξυννενημένων, οἳ ἔκ τε τῶν τραυμάτων καὶ διὰ τὴν μεταβολὴν καὶ τὸ τοιοῦτον ἀπέθνῃσκον, καὶ ὀσμαὶ ἦσαν οὐκ ἀνεκτοί, καὶ λιμῷ ἅμα καὶ δίψῃ ἐπιέζοντο (ἐδίδοσαν γὰρ αὐτῶν ἑκάστῳ ἐπὶ ὀκτὼ μῆνας κοτύλην ὕδατος καὶ δύο κοτύλας σίτου), ἄλλα τε ὅσα εἰκὸς ἐν τῷ τοιούτῳ χωρίῳ ἐμπεπτωκότας κακοπαθῆσαι, οὐδὲν ὅτι οὐκ ἐπεγένετο αὐτοῖς· [7.87.3] καὶ ἡμέρας μὲν ἑβδομήκοντά τινας οὕτω διῃτήθησαν ἁθρόοι· ἔπειτα πλὴν
Ἀθηναίων καὶ εἴ τινες Σικελιωτῶν ἢ Ἰταλιωτῶν ξυνεστράτευσαν, τοὺς ἄλλους ἀπέδοντο.
[7.87.4] ἐλήφθησαν δὲ οἱ ξύμπαντες, ἀκριβείᾳ μὲν χαλεπὸν ἐξειπεῖν, ὅμως δὲ οὐκ ἐλάσσους ἑπτακισχιλίων. [7.87.5] ξυνέβη τε ἔργον τοῦτο [Ἑλληνικὸν] τῶν κατὰ τὸν πόλεμον τόνδε
μέγιστον γενέσθαι, δοκεῖν δ᾽ ἔμοιγε καὶ ὧν ἀκοῇ Ἑλληνικῶν ἴσμεν, καὶ τοῖς τε κρατήσασι λαμπρότατον καὶ τοῖς διαφθαρεῖσι δυστυχέστατον· [7.87.6] κατὰ πάντα γὰρ πάντως νικηθέντες
καὶ οὐδὲν ὀλίγον ἐς οὐδὲν κακοπαθήσαντες πανωλεθρίᾳ δὴ τὸ λεγόμενον καὶ πεζὸς καὶ νῆες
καὶ οὐδὲν ὅτι οὐκ ἀπώλετο, καὶ ὀλίγοι ἀπὸ πολλῶν ἐπ᾽ οἴκου ἀπενόστησαν. ταῦτα μὲν τὰ
περὶ Σικελίαν γενόμενα.
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[29.1] τῶν δ' Ἀθηναίων οἱ μὲν πλεῖστοι διεφθάρησαν ἐν ταῖς λατομίαις ὑπὸ νόσου καὶ διαίτης πονηρᾶς, εἰς ἡμέραν ἑκάστην κοτύλας δύο κριθῶν λαμβάνοντες καὶ μίαν ὕδατος, οὐκ ὀλίγοι δ' ἐπράθησαν διακλαπέντες ἢ καὶ διαλαθόντες ὡς οἰκέται. καὶ τούτους ὡς οἰκέτας ἐπώλουν,
στίζοντες ἵππον εἰς τὸ μέτωπον· ἀλλ' ἦσαν οἱ καὶ τοῦτο πρὸς τῷ δουλεύειν ὑπομένοντες.
[29.2] ἐβοήθει δὲ καὶ τούτοις ἥ τ' αἰδὼς καὶ τὸ κόσμιον· ἢ γὰρ ἠλευθεροῦντο ταχέως ἢ
τιμώμενοι παρέμενον τοῖς κεκτημένοις. ἔνιοι δὲ καὶ δι' Εὐριπίδην ἐσώθησαν. μάλιστα γάρ,
ὡς ἔοικε, τῶν ἐκτὸς Ἑλλήνων ἐπόθησαν αὐτοῦ τὴν μοῦσαν οἱ περὶ Σικελίαν· καὶ μικρὰ τῶν ἀφικνουμένων ἑκάστοτε δείγματα καὶ γεύματα κομιζόντων ἐκμανθάνοντες ἀγαπητῶς
μετεδίδοσαν ἀλλήλοις. [29.3] τότε γοῦν φασι τῶν σωθέντων οἴκαδε συχνοὺς ἀσπάσασθαι
τὸν Εὐριπίδην φιλοφρόνως, καὶ διηγεῖσθαι τοὺς μέν, ὅτι δουλεύοντες ἀφείθησαν ἐκδιδάξαντες
ὅσα τῶν ἐκείνου ποιημάτων ἐμέμνηντο, τοὺς δ', ὅτι πλανώμενοι μετὰ τὴν μάχην τροφῆς καὶ
ὕδατος μετέλαβον τῶν μελῶν ᾄσαντες. οὐ δεῖ δὴ θαυμάζειν ὅτι τοὺς Καυνίους φασὶ πλοίου προσφερομένου τοῖς λιμέσιν ὑπὸ λῃστρίδων διωκομένου μὴ δέχεσθαι τὸ πρῶτον, ἀλλ'ἀπείργειν,
εἶτα μέντοι διαπυνθανομένους εἰ γινώσκουσιν ᾄσματα τῶν Εὐριπίδου, φησάντων ἐκείνων,
οὕτω παρεῖναι καὶ καταγαγεῖν τὸ πλοῖον.
.
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
[7.87.1] Αυτους στα λατομεια οι Συρακουσιοι σκληρα τον πρωτο καιρο μεταχειριστηκαν,γιατι
σε βαθουλο μερος οντας και στενο πολλοι τους οποιους και ο ηλιος στην αρχη και ο πνιγηρος
καυσωνας επισης- στεναχωρουσε απο την ελλειψη σκεπης κι απ'την αλλη οι νυχτες που
ηρθαν ηταν φθινοπωρινες και ψυχρες και η αποτομη μεταβολη σ'αρρωσεια τους ερριξε,
[7.87.2]κι ολα τα εκαναν αυτοι επειδη στενος ο χωτος στο ιδιο μερος κι ακομα τα πτωματα
των νεκρων μαζι το ενα πανω με τ'αλλα σωριαζαν ,κι αυτων που απ'τα τραυματα και απ'την
αποτομη μεταβολη και απο τετοια αιτια πεθαιναν,και οι οσμες ηταν ανυποφορες κι
απο πεινα συναμα κι απο διψα υποφεραν[γιατι εδωναν σε καθενα απ'αυτους επι οκτω
μηνες ενα κυπελλο νερο και δυο κυπελλα σιταρι],κι απ'τα αλλα οσα ειναι φυσικο σε τετοιο
μερος αυτοι που'χουν πεταχτει να κακοπαθησουν,κανενα δεν ηταν να μην συμβει σ'αυτους
[7.87.3] και καπου εβδομηντα μερες περασαν ετσι ολοι μαζι,επειτα εκτος των Αθηναιων
και καποιους Σικελιωτες η' Ιταλιωτες που μ'αυτους συνεκστρατευσαν τους αλλους εδωσαν
δουλους. [7.87.4] το συνολο αυτων που αιχμαλωτισθηκαν,μ'ακριβεια πολυ δυσκολο να
πω,ομως οχι λιγοτεροι των εφτα χιλιαδων, [7.87.5]και συνεβει το γεγονος αυτο απ'αυτα
κατα τον πολεμο αυτον εδω το πιο μεγαλο να υπηρξε,οπως φαινεται σε μενα και απ'τα
Ελληνικα που εξ'ακοης γνωριζουμε,και σ'αυτους που επικρατησαν το πιο λαμπρο και
σ'αυτους που εχασαν το πιο δυστυχο,[7.87.6] γιατι κατα τα παντα και παντου νικηθηκαν
και καθολου λιγο σε τιποτα δεν κακοπαθησαν πανωλεθρια κατα το κοινως λεγομενο και
πεζικο και καραβια και τιποτα που να μην αφανισθηκε,και λιγοι απ'τους πολλους στο σπιτι
ξαναγυρισαν,αυτα ειναι στη Σικελια τα γινομενα
.
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[29.1] απ'τους Αθηναιους οι πιο πολλοι χαθηκαν μεσα στα λατομεια απο αρρωστεια κι απο
διατροφη αθλια,καθε μερα δυο κυπελλα κριθαρι παιρνοντας κι ενα νερο,κι οχι λιγοι πουληθη-
καν αφου αρπαχθηκαν η' και διαφευγοντες κρυφα ως οικειακοι δουλοι.κι αυτους ως οικεια-
κους δουλους πουλουσαν,στιγματιζοντας αλογο στο μετωπο.αλλα ηταν κι αυτοι που κι αυτο
απ'τη δουλεια υπομεναν. [29.2]βοηθουσε δε και σ'αυτους ειτε η σεμνοτητα και η συνεση.γιατι
η' ελευθερονονταν γρηγορα η' εκτιμωμενοι παρεμεναν σ'αυτους που τους ειχαν κτημα.μερικοι
δε και λογω του Ευριπιδη σωθηκαν.μαλιστα γιατι,ως φαινεται,απ'τους εκτος Ελληνων λατρε-
ψαν αυτου τη μουσα αυτοι στη Σικελια.κι οταν καθε φορα οι ερχομενοι εκει μικρα δειγματα
και γευσεις εφερναν μαθαινοντας ευχαριστα τα μετεδιδαν ο ενας στους αλλους. [29.3] τοτε
λοιπον λενε πως αυτοι απ'τους σωθεντες στη πατριδα συχνα επικαλουνταν τον Ευριπιδη με
σεβασμο,και διηγουνται οι μεν,οτι ενω ηταν δουλοι αφεθηκαν αφου διδαξαν οσα απ'τα
ποιηματα εκεινου θυμοντουσαν,οι δε,οτι περιπλανωμενοι μετα τη μαχη τροφη και νερο
ελαβαν τα μελη τραγουδωντας.δεν πρεπει αληθεια ν'απορουμε οτι για τους Καυνιους λενε
πως πλοιο που προσεφυγε στα λιμανια απο ληστες καταδιωκομενο δεν το δεχθηκαν το
πρωτον,αλλα το απομακρυναν,επειτα ομως τους ρωτησαν να μαθουν αν γνωριζουν ασματα
των εργων του Ευριπιδη,οταν ναι απαντησαν εκεινοι,τοτε αφησαν να μπει μεσα και ν'αρραξει
το πλοιο
.
.
.
Αθηναικη Συμμαχια 431 π.Χ
Αθηναιοι Μηλιοι 416 π.Χ και κτημα εσαει-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ρητα ειπωθηκε στους Μηλιους:οι μεν ισχυροι επιβαλλουν
οι δε αδυνατοι αποδεχονται,[τ'αλλα ειναι κουφιες φλυαριες]
κατα γραμμα στο βιβλιο Ε' του Θουκυδιδη:δυνατὰ δὲ οἱ
προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν.
τωρα αν στη Σικελια για τους Αθηναιους κατα γραμμα
τελεσθηκε η νομοτελεια:ὓβρις→ἂτη→νέμεσις→τίσις
ετερον εκατερον,επ'ουδενι ανα τους αιωνες,παρελθοντες
τωρινους και μελλοντες, ανατρεπεται η ανισορροπια:
νυν αρχομεν,ες αυριον ου μελλομεν [κυνικως μεν χρησιμως δε]
η σταχτη των Ενδοξων μας Αυτοκρατοριων ουδολως μας πτοει
Το αυτο πρακτεον 416 π.Χ και εσαει.Viva The Real Politic!
.
.
.
Χάρτης στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου 431 π.Χ
Έτσι σαν παιδικο παιχνίδι η Ελλάδα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο έφορος Σθενελαδας καλεσε τους Λακεδαιμονίους
δια βοής να λυθεί το ζήτημα
πόλεμος με τους Αθηναίους και συμμάχους των
η βοη όμως τόσο απροσδιόριστος ήτο και συγχισμενη
τότε δείχνοντας ένα μέρος 'οσοι'ειπε
είστε υπέρ του πολεμου στάθηκε εκεί,
όσοι δε είστε κατά εις εκείνο το άλλο',
έτσι σαν παιδικο παιχνίδι η αποφασις του πολεμου
πάρθηκε που ολη κατέστρεψε την Ελλαδα
Και δια του λόγο το αληθές ταύτα εγενεντο
κατά τον Ιστορικό Θουκιδιδην
Βιβλίο Α,(87.6)ἡ δὲ διαγνώμη αὕτη τῆς ἐκκλησίας, τοῦ τὰς σπονδὰς
λελύσθαι, ἐγένετο ἐν τῷ τετάρτῳ καὶ δεκάτῳ ἔτει τῶν τριακοντουτίδων
σπονδῶν προκεχωρηκυιῶν, αἳ ἐγένοντο μετὰ τὰ Εὐβοϊκά.
στη δημογορια δε του μετριοπαθους βασιλέα Αρχίδαμου
πρωτύτερα αυτό ειπώθηκε :
(82.1)κἀν τούτῳ καὶ τὰ ἡμέτερ’ αὐτῶν ἐξαρτύεσθαι ξυμμάχων τε προσαγωγῇ
καὶ Ἑλλήνων καὶ βαρβάρων, εἴ ποθέν τινα ἢ ναυτικοῦ ἢ χρημάτων δύναμιν
προσληψόμεθα (ἀνεπίφθονον δέ, ὅσοι ὥσπερ καὶ ἡμεῖς ὑπ’ Ἀθηναίων
ἐπιβουλευόμεθα, μὴ Ἕλληνας μόνον, ἀλλὰ καὶ βαρβάρους προσλαβόντας
διασωθῆναι),
ας μην,λοιπόν, αρκουμαστε μόνον εις τους Έλληνες
αλλά,αναγκαίον ειναι και βεβαιως πολυ δικαιολογημενον,
και εις τους ξένους ν'αποτανθουμε ν'αναμειχθούν
κάτι διαχρονικον που έκτοτε ουδολως αλλαξεν
.
.
.
Αντίοχος Δ' Επιφανης-Σελευκιδης βασιλεύς 175 πΧ -164 πΧ
Hic et Nunc-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αυτά πρέπει οπωσδήποτε να τελειώσουν
είναι επιτακτική Res Romans αναμφίβολα
να τονισθεί σε αυτόν τον Σελευκιδη Αντίοχο Δ' Επιφανή
η' Μιθριδάτη η' όπως αλλιώς ας θέλει να λέγεται
πως τώρα εδώ οι Ρόδιοι και οι της Περγάμου είναι οι ευνοούμενοι μας
στη Συνθήκη άλλωστε της Απαμείας το 188 ρητά κυρώθηκε
δώδεκα πλοία όχι πλεον αυτων να έχει
και ούτε σε επεκτάσεις να λογίζεται, είναι επικίνδυνες ματαιοδοξίες,
όταν,λοιπόν, αυτά στα περίχωρα της Αλεξανδρειας άκουσε
δια στόματος του Ρωμαιου Γάιου Ποπλιου Λαϊνά
ο Αντιοχευς Σελευκίδης σφοδρα ταραχτηκε
και αντεδρασε με υπεκφυγές,ενώ ένιωθε καλά
το αμετάκλητο του πραγματος,πώς τάχα το συμβούλιο του να ρωτήσει
και τότε ο Ρωμαίος έσυρε γύρω του κύκλο και τον εκλεισε
άλλην δεν έχεις διαφυγή,Hic et Nunc Εδώ και Τώρα απάντησε,του είπε
Έτσι γορδια τερματίστηκε του ατυχους Αντίοχου Δ Επιφανους η φιλοδοξια
με έναν τοπικό HIc και έναν χρονικό Nunc προσδιορισμο
GREEK POETRY-ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟΝ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-ΠΟΙΗΣΗ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΚΑΤΑ ΚΑΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ Η ΙΣΤΟΡΙΑ-χ.ν.κουβελης
Διων του Κλειτια Τυραννος Εν ετει 218 - 210 π.Χ
.
Εκεινος ο Διων του Κλειτια,ενας αχρειος,
μας ξεγελασε,ανεβηκε τα αξιωματα,
μαζεψε κολακες,ιδιοτελεις ανθρωπους και
τωρα κυβερνα [τροπος του λεγειν] τη Πολη
οχτω συναπτα ετη.Και τους μαζευει στη Συγκλητο
βγαζει κουφιους λογους,τους γελειοποιει,
κι αυτοι χειροκροτουν τον τυραννο,
συμφωνουν μαζι του [ ας τους κοτουσε να μην
συμφωνισουν].Και τι να κανει το ποπολο,
τι ξερει απο δημοκρατιες και τετοια,να φαει
να μεθυσει το νοιαζει,κι επειτα ας
τα βγαλουν περα αυτοι που'χουν συμφεροντα.
Ομως τον Διωνα τον οργιζει,πολυ τον πειραζει
που ενας Γραφιας,ενας τιποτενιος δηλαδη,
ο Δημητριος,τολμα να μην τον αναφερει
πουθενα στην Ιστορια που γραφει,[σιγα
τον νεο Θουκυδιδη,και την Ιστορια, αλλα ,να,
δεν παυει να'ναι τελοσπαντων καποια
Ιστορια,και να λειπει] αυτος ο γελειωδεστατος
δεν λεει τιποτα γι'Αυτον,ενα Κενο στην Ιστορια.
Α, θα τον κανονισει[κι αν δεν καταλαβαινει
απο απειλες ,δωροδοκιες] θα τον ξεκανει,λιαν
συντομως μαλιστα.Τοσους εχει να το κανουν,
μετα χαρας μαλιστα,ενα νευμα του,μια
ανεπαισθητη κινηση ,και τελειωσε ο Δημητριος
ο Ιστορικος με την Ιστορια του .[ Και το'χει
βεβαιο πως αφου θα γραψουν για τη δολοφονια
του,ειναι φυσει αδυνατον να μην γραψουν
και για τον φονια του],Ετσι σχεδιαζε ο Τυραννος
να τον γραψει η Ιστορια,τι Τυραννος τι Φονιας.
Ομως αλλα του εμελλαν οι Θεοι,καπου κρυφα
στα περιχωρα ,ετοιμαζουν την εξοντωση του,
ο Αρμοδιος και ο Αριστογειτων[τα ψευδωνυμα
των συνομωτων ]
Η ειρωνεια της Ιστοριας ειναι πως ο Δημητριος
για να τιμησει τους Τυραννοκτονους αναγκαστηκε
να γραψει στην Ιστορια του πως τους απαλλαξαν
''απο τον επαισχυντον Τυραννον Διωνα του Κλειτια''
.
..
Μηδεια
.
Παρατημενη ,ατιμασμενη και διωγμενη η
Μηδεια μετα απο εκεινα τα αποτροπαια
γεγονοτα βρεθηκε στην Αθηνα .Για να ζησει
ειχε στησει ενα παγκο στην Αγορα και που-
λουσε φρουτα και λαχανικα.Σκεφτοταν:
''Ο ανθρωπος ενας λογος βαρυς η' ελαφρυς
στο στομα του αλλου ανθρωπου''
Παρα τα βασανα ηταν ομορφη,πυκνα σγουρα
μακρυα μαλλια, ματια μεγαλα μαυρα, λεπτο
και ψηλο κορμι, γυρω στα τριαντα τοτε.
Ζουσε μονη σ'ενα σπιτι κοντα στη θαλασσα.
Ανθρωπος δεν μπηκε στο σπιτι της.
Με τον καιρο μαθευτηκε πως γνωριζε τη τεχνη
της μαιας , κι ετρεχαν να την καλεσουν να
ξεγεννησει καποια εγγυο γυναικα. Δεν επαιρνε
αμοιβη . Ελεγαν :''Κριμα τετοια αγια γυναικα
να μην εχει αντρα και παιδια''
Οταν εφυγε απο' κεινα τα μερη για τη πατριδα
της ,ολοι στεναχωρηθηκαν πολυ.Κι οταν αργο-
τερα κυκλοφορησαν εκεινες οι φυλλαδες εκεινου
του αγυρτη αναστατωθηκαν ,ουτε ενας τον
πιστεψε και κανενας δεν πατησε στο θεατρο
να δει το εργο του.
.
.
στη τριτη σκηνη βγηκε ο Τειρεσιας
με μαγιο του 19ου αιωνα
στα χερια βατραχοπεδηλα
κιτρινα γαντια
ανοιξε την ομπρελα και
την εκλεισε επειτα
σοβαρος
την αφησε στο τραπεζι
ν'ανεβει τη σκαλα με χορευτικες κινησεις
φτανοντας στον εξωστη υποκλιθηκε
στους θεατας δηλαδη σ'εμας
επειτα σαν να'θελε να μας διασκεδασει
με τριπλη περιστροφη βουτηξε στο κενο χωρο
Σιγα μη μας κοροιδεψε
ενας τυφλος κλοουν ηταν ο γελοιος
.
.
ΗΝ ΤΙΣ ΓΥΝΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ , ΥΠΑΤΙΑ
.
'Ην τις γυνη εν τη Αλεξανδρεια,τουνομα
Υπατια'' κατα τον Σωκρατη τον Σχολαστικο
αυτην την τινα γυνη την σταματησαν
στο δρομο την εγδυσαν [ μια γρια ηταν
σαραντα πεντε χρονων ,τι να δουν ; ]
με οστρακα την εγδαραν , την σκοτωσαν,
να μαθει , τρακοσια χρονια και βαλε να
κοροιδευει και να τολμα να διαδιδει τα εθνικα
να'χει φιλο τον Ρωμαιο Ορεστη ενα εχθρο
του λαου, ευτυχως ο κυριος μας ο Κυριλλος
την εδωσε στα δοντια του οχλου, ας λενε
οι αντιθετοι οτι θελουν, τοσα μας εκαναν
αυτοι οι εθνικοι ,μην ξεχασουμε τα θηρια,
τωρα περασαν αυτα , πισω δεν γυριζουμε,
μια γοησα ηταν μια ψευτρα ,ταχα πως
δασκαλους ειχε καποιον Πλωτινο,και
καποιον αλλον Ιαμβλιχο,να περασουν
τον Πλατωνα ,οι σχολιαστες,οι νανοι,
κι η προπαγανδα, ταχα πως εγραψε σχολια
στα Αριθμητικα του Διοφαντου,ακουσον
ακουσον μια Ευα Μαθηματικος,και το
αλλο; σχολια στον Αστρονομικο Κανονα
του Πτολεμαιου,ποτε ειδε τ'αστρα οταν
εβγαζε τα ματια της στα χωραφια;η πορνη,
καλα ολ'αυτα ας τα πιστεψουμε , αλλα
για τα Κωνικα του Απολλωνιου; τι να
συμπληρωσει η ανοητη;αληθεια συμβιβαζονται
Πλατωνικα ,και μαλιστα νεα,με Μαθηματικα;
Επειτα αν αυτα πραγματικα αξιζαν κι ηταν
σπουδαια δεν θα'πρεπε να σωθουν; σωθηκε
τιποτα;εστω μισος παπυρος,πολυγραφοτατη,
καλα το περηφανευτηκε ο Θεοδοσιος ο Μικρος
πως το 416 δεν εμεινε εθνικος για εθνικος
στην αυτοκρατορια κι ας τους να παινευονται
για εναν αστεροειδη με διαμετρο 149 χμ
και καθε 8 ωρες και 52 λεπτα περιστρεφει
στο κενο το ανθρακουχο λιθαρι της η
Υπατια,πολυ διαφημιση γι'αυτη την κενη
Αλεξανδρινη , ας μην εγραφε ο ιστορικος μας,
τι θα'μενε απ'αυτη ; ''και ταυτα πεπρακται
τω τεταρτω ετει της Κυριλλου επισκοπης,
εν υπατεια Ονωριου το δεκατον,και Θεοδοσιου
το εκτον,εν μηνι Μαρτιω ,νηστειων ουσων''
.
καλα ολ'αυτα τα κουφια λογια κι οι
παλληκαριες ,τι θελαν κι αναφερουν
τον Θεοδοσιον,και να σκεψτεις οτι
τον ειπαν Μικρον,το κεφαλαιο Μ
σε τιποτα δεν τον σωζει,ολοι ξερουμε
ποσο μικρος ηταν ,ενα μ μικρο .μωρο
.
.
ο αεχαικος κουρος του Αριστοδικου
ο Κουρος του Αριστοδικου
ο τελευταιος αττικος κουρος
μια υπογραφη σ'ενα εγγραφο
αγοροπωλησιας ενος αγρου
εμεις καθαρισαμε το μαρμαρο απ' το χωμα
τα βλεφαρα ανοιγοκλεισαν στ'αγγιγμα
του ανεμου,το ποσο το πληρωσαμε
σε σημερινα νομισματα,καποιοι
μας λοιδορησαν να σπαταλαμε
για αχρηστες ξεπερασμενες γεωμετριες,
για κατακορυφες μυτες,για τοξα
φρυδιων και κομβους μαλλιων,
εμεις αντιδρασαμε,τους δειξαμε
την ελληνικη αναλογια,με
κατακορυφο επιπεδο τεμνοντας στη μεση
το σωμα χωριζεται σε δυο ομοια μερη
κι ειναι αυτο αχρηστο;
αν το σκεφτεις καλα, ο ανθρωπος
συμμετρος των Ιδεων
.
.
των Κωων εστω καποια νικη
ο γλυπτης Πραξιτελης για ν'αστειευτει,να διασκεδασει
την αυστηροτητα της τεχνης αναπαραστησε τον θεο
Απολλωνα σαν ενα κακομαθημενο αγορι ,που δεν εχει
τι να κανει πως να περασει την ωρα του και σκοτωνει
διασκεδαζοντας σαυρες στον κορμο ενος δεντρου
[Απολλων ο Σαυροκτονος ,ο διθυραμβικος τιτλος ]
και συνεχισε περιπαιχτικα με το θαυμασιο τελειο κορμι
της Φρυνης,ηταν και ερωμενη του το μοντελο,εκανε
δυο Αφροδιτες την εταιρα,η μια ντυμενη ,σεμνη, κι η
αλλη γυμνη,το πρωτο αγαλμα το διαλεξαν και τ'αγορασαν
οι σεμνοτυφοι Κωοι ,το αλλο το πηραν ,οπως αναφερει
ο Πλινιος στη Φυσικη Ιστορια του,οι ελαφρεις Κνιδιοι
[κατοικοι της παλαιας αποικιας των Σπαρτιατων στην
Καρια της Μικρας Ασιας]για κεινο το γυμνο αγαλμα
συνερρεε μεγα πληθος προσκυνητων στην Κνιδο,στην
Ευπλοια Αφροδιτη,και πολυ στεναχωρηθηκαν,εκ των
υστερων,οι φρονιμοι Κωοι,κι οσο χρυσαφι και να εταζε
στους Κνιδιους ο βασιλιας της Κω Νικοδημος, δεν το
αποκτησαν ποτε,κι οι Κνιδιοι περηφανοι το'χαν στησει σε
περιοπτη θεση στο ναο,ακομα και νομισματα εκοψαν γι'αυτη
την εταιρα,και λενε πως πολλοι ηταν οι ερωτυλοι που προ-
σπαθησαν να ζευγαρωσουν με το γυμνο ειδωλο ,
ανεπιτυχως βεβαια.
Δυστυχως το πρωτοτυπο εργο δεν σωθηκε,γι'αυτο
φροντισαν,ως συνηθως σε τετοιες περιστασεις,επιμελως
με ζηλο οι χριστιανοι.
Αντι της Αφροδιτης το θεικο γυμνο κορμι της εταιρας
Φρυνης εχουμε το χοντροκομενο ρωμαικο αντιγραφο
[συμπληρωμενο με το χερι του Τμηματος Ηθων]
Ετσι, ειναι κι αυτο μια καποια εστω νικη
των ατυχων Κωων
.
.
αποσπασμα.1
'' ...πασχισε
να'χει τες ευνοιες των βασιλεων,
και οταν τες εχασε στραφηκε
στους εχθρους των ο αχρειος...''
.
.
αποσπασμα.2
''...ο Ιουλιανος
να δεις ο γελοιωδεστατος
θα μας σερνει στα θεατρα
και στα ωδεια να γεμιζουμε
τ'αυτια μας με ολα τα ανοητα,
που πρεσβευει,μας νομιζει
για δικους του,ομως εμεις
τον εχουμε γραμμενο....''
.
.
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ,ΥΠΕΡΔΥΝΑΜΗ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
.
Κι εγω που γραφω αυτα,εκανα ενοικιαστης
στην Ιουλιανου στην Πετροπουλακιδων
στην Αριστομενους.
.
Σ'εκεινον τον Γ' Ιερο Πολεμο ενικησεν ο Φιλιππος Β'
με το Κοινον των Θεσσαλων εκεινους τους αντιπαλους
των Φερων και τους Φωκεους συμμαχους των
και την κορη του απο την θεσσαλη Νικησιπολη
την ειπε Θεσσαλονικη κι εγινε επειτα η Πανελληνια
εκστρατεια του Αλεξανδρου μεχρι τον Ινδο ποταμο
και τελειωσε και στην πατριδα θελει τον θρονο
ο Κασσανδρος γαμπρος του πεθαμενου ενδοξου
βασιλια και για να φανει σπουδαιος ιδρυσε στ'ονομα
της γυναικας του την Θεσσαλονικη απο 26 πολιχνες
και απο την αρχαια Θερμη το ετος 316/15 π.Χ
Τοσο μεγαλωσε η νεα πολη που ωχρηνε την Πελλα
και πολλους επιφανεις φιλοξενησε
το 273 π.Χ τον Αντιγονο Β' Γονατα σαν ηττηθηκε
απο τον Πυρρο και πηγε στην πολη να γλυτωσει
και να ανασυνταχθει κομματι λιγο
ηρθαν και Συροι και Αιγυπτιοι και Ιουδαιοι εμποροι
και κατωκησαν στη πολη να πλουτισουν
και το Βασιλειο των Αντιγονιδων το τελειωσε
ο ρωμαιος υπατος Λευκιος Αιμιλιος Παυλος το 168 π.Χ
και η πολη επαρχια και θεμα της Αυτοκρατοριας
την via Egnatia [αυτη που περπατας]την αρχισαν το 146
και την τελειωσαν το 120 π.Χ ,την Εγναντια Οδο,
οταν σε εμφυλια εχθρητα ηταν οι Δημοκρατικοι με
τους Αυτοκρατορικους στην πολη διαλεξαν
τους Αυτοκρατορικους και πηγαν με το μερος τους
και στην Ιστορια της Ρωμης νικησαν οι Δημοκρατικοι ,
Alea jacta est και δολοφονησαν τον Ιουλιο Καισαρα το 44 π.Χ,
και συ τεκνον,Βρουτε,και πανε τα veni,vidi,vici του
και το 42 π.Χ ο Αντωνιος και ο Οκταβιανος νικησαν
στους Φιλιππους,εδω κοντα μας,τον Βρουτο και
τον Κασσιο και η πολη τιτλοφορηθηκε Civitas Libera
ηρθαν και Ιουδαιοι και το 50 μ.Χ ο Παυλος
επιστολογραφει με Θεσσαλονικεις Αδελφους
στην τετραρχια ο Γαλεριος το 305 μ.Χ με αψιδα
θριαμβου στην Εγναντια,αυτην την Καμαρα,προπαγανδα
διαφημιση της νικης κατα Βαρβαρων και Περσων
και Δημητριων,εκτισε ανακτορο και Μαυσωλειο,αυτην
την Ροτοντα,στα χερια εκεινου του Θεοδoσιου Αγιος Γεωργιος,
σιγα μην το αφηνε μνημειο της Pax Romana,αλλωστε
στο imperium μαρτυρησε ο Δημητριος,
στα χρονια του Θεοδοσιου γλυτωσαμε απο τις ορδες των
απολιτιστων Γοτθων το 378 μ.Χ και σαν σταθεροποιηθηκε
εστειλε διαταγμα απ'την πολη μας,τελος οι εθνικες θρησκειες
και οι διαφοροι παγανισμοι,μωριες ανοησιες,νεα Θρησκεια
μια,α και τι φταιει αυτος αν εξεγερθηκαν κατα
της φρουρας του των Γοτθων του Βουτεριχου,ας
καθονταν καλα,να μην σφαγουν 7000 Θεσσαλονικεις
μεσα στον Ιπποδρομο,το 390,
το 324 ο Κωνσταντινος στην ρηξη του με τον Λικινιο
στον σκαπτο λιμενα ειχε πολλα καραβια και στρατο
οταν τον νικησε στην Χρυσουπολη τον εκλεισε στο
καστρο της Ακροπολης[της δικης μας,οχι της Αθηνας]
και τον δολόφονησε να γλυτωσει απο τις φιλοδοξιες του
και η πολιτικη και το συμφερον
θελησε το ασημαντο Βυζαντιο Βασιλευουσα
και την πολη την λαμπρη Συμβασιλευουσα,
δυο αιωνες σλαβοι με Αβαρους την πολεμουσαν
τους εκοψε τη φορα ο Αυτοκρατορας μας Ιουστινιανος ο Β'
ο Ρινοτμητος,θριαμβευτης κατα των Σλαβων μπηκε στην πολη,
το 688 εγιναν αυτα,
επειτα ηρθε το 904 και Σαρακηνοι του Λεοντα
Τριπολιτη,την πολιορκησαν την αλωσαν την λεηλατησαν
επειτα ηρθε το 1185 και ο διοικητης καποιος Δαυιδ
Κομνηνος το'βαλε στα ποδια και μπηκαν φυλα
Νορμανδων,τι να κανει αδυνατος ανθρωπος ηταν,
εικοσι χρονια το Βασιλειο της Θεσσαλονικης το ειχε
καποιος Βονιφατιος Μομφερατος την εποχη
της Αλωσης της Βασιλευουσας απο τους Φραγκους το 1204,
ηρθε το 1224 σειρα του Δεσποτη της Ηπειρου
Θεοδωρου Δουκα ,Βασιλευς Ρωμαιων στη Θεσσαλονικη,
πως να πανε τα πραγματα,να'χεις απεναντι την
Αυτοκρατορια της Νικαιας,απ'το κακο στο χειροτερο,
ηττα στη Κλοκοτνιτσα 1230 απο τον Βουλγαρο Ιωαννη
Ασσαν Β',παρηκμασαν ως το 1246 που ηρθε νικητης
τροπαιουχος ο Ιωαννης Γ' Δουκας Βατατζης,
πληθη αθλιων ρακενδυτων και πενητων προσφυγων
απο τις εχθρητες των Επιφανων Ευγενων εκεινου
του Μεγα Δουκα Αλεξιου Αποκαυκου με τον κυρ-
Ιωαννη Κατακουζηνο,τι διοικηση να κανουν
τετοιοι ματαιοδοξοι,και το 1342 στασιασαν οι Ζηλωτες,
με την Αννα της Σαβοιας υπερ του Αποκαυκου,μιλουσαν
για ελευθεριες και δικαιωματα,πατησαν σπιτια ευπορων
πλουσιων τα δηωσαν ,πηραν την εξουσια και στο
γυρισμα του 1349 τους ανετρεψαν,στα πραγματα τωρα
ηρθαν οι Ησυχαστες του Γρηγοριου Παλαμα,
Αρχιεπισκοπος της πολης ηταν,απαγορευσε κλασσικα
γραμματα και φιλοσοφιες αρχαιες,με μωριες και
ανοησιες θ'ασχολουμαστε τωρα,επειτα ανοιξαν
οι Σχολες στο Ορος Αθω,τεσσερα χρονια τους
πολιορκουσαν οι Οθωμανοι του Σουλτανου Βαγιαζητ Α',
και τι μπορουσαν να κανουν ανημποροι ως ηταν
τι να ωφελησει ο Αγιος,τι να ωφελησουν τα Υπερμαχω,
μοιραιο ηταν ,επεσαν το 1387
ως το 1402 ,τον Βαγιαζητ νικησε ο τρομερος Ταμερλανος
και στη πολη ηρθε μετα βαιων και κλαδων ο
εκλαμπροτατος Αυτοκρατορας Μανουηλ,δωρο για την
βοηθεια του στον Σουλειμαν Τσελεμπη γιο του Βαγιαζητ
στις εριδες των διαδοχων του θρονου,ενας αδυναμος
ανθρωπος ασχετος στα πολιτικα και τις διπλωματιες
τι φταει αν απο το 1420 οι Βενετοι για εφτα χρονια
παρηκμαζαν στην Εγναντια Οδο μεσα σε λαμψεις
σαπφειρων σε γαλερες και βεγγερες,επεσε η πολη
μεσα σε τρεις μερες,τοσο βασταξαν στην πολιορκια,
αρκετα για αδιαφορους ανθρωπους,δικα μας ειναι;
ξενα ειναι,παμε αλλου.
την 29 Μαρτιου το 1430 επεσε η αγαπημενη πολη
στους Οθωμανους για πεντε αιωνες εφορου ζωης υποτελεις
επαειν η Πολη επαρθηκεν η Σαλονικη
εσβηστην η Συμβασιλευουσα Πολη
και τον 15ο αιωνα εφτασαν κυνηγημενοι απο
την Ιβηρικη την Ισπανια και την Βορεια Ευρωπη
Εβραιοι ανθρωποι Ασκεναζιμ και Σεφαραδιτες
και πηρεν η πολη το προσωπο τους και εζησαν
και προοδευσαν με τους Ελληνες και τους αλλους,
και στην Πυρκαγια του 1917 τους εκαψαν,παει
η πολη,πανε χαθηκαν τα σπιτια τα καταστηματα
οι συναγωγες οι εκκλησιες,αφανισαν 72000 ψυχες,
το 1922-24 αλλαζαν τους ανθρωπους,τους πληθυσμους,
ηρθαν Μικρασιατες και Ποντιοι,Καλαμαρια,Μενεμενη,
Κορδελιο,Ευοσμος,γεμισε η Θεσσαλονικη προσφυγες
με τη Συνθηκη της Λωζανης
και φτανουμε στα χρονια του '30 και σ'εκεινον
τον δικτατορα οι εθνικιστες του καινε την φτωχογειτονια
του Καμπελ να εξοντωσουν Εβραιους και Ελληνες
της Φεντερασιον του Μπεναρογια,να δουνε,απο το 1908
να ζητουνε δικαια και στον ηλιο μοιρα,
τα χρονια ηρθαν διστυχα στην κατοχη στο γκετο
του Χιρς,πηραν τις περιουσιες των Εβραιων Γερμανοι
και Ελληνες συνεργατες,τελικα τους σαρωσαν σαν σκουπιδια
και τους εξοντωσαν στο Αουσβιτς και στο Μπεργκεν-
Μπελσεν,46000 ψυχες εξοντωσαν απ'την πολη
.
κι επειτα στις 22 Μαιου του 1963 τον Γρηγορη Λαμπρακη
το 14ο απο τα 18 παιδια του πατερα και της μανας του
.
και να σκεφτει κανεις πως αν ο σφετεριστης Κασσανδρος,
ανδρας μιας β' αδερφης του ενδοξου στρατηλατη Αλεξανδρου,
μιας ασημαντης πριγκιπισσας,για να φανει σπουδαιος
στους Μακεδονες και στη γυναικα του
δεν ιδρυε την πολη και δεν εδωνε το ονομα της
[ισως και σφοδρα ερωτοχτυπημενος να μην την χασει
υπεκυψε στην ματαιοδοξια της]
ισως για την Θεσσαλονικη να μην νοιαζονταν η Ιστορια
να μην την καταδεχονταν στον λαβυρινθο της
.
[ Μια γνωμη εκφερω,μια απλη αποψη ,ποια θα ηταν
η Ιστορια της Πολης αν την ονομαζαν
π.χ
Νικου -Γαβριηλ Πεντζικη Πολη; ]
.
Κι εγω που γραφω αυτα εκανα ενοικιαστης
στη Ιουλιανου στην Πετροπουλακιδων
στην Αριστομενους
.
.
.
[G.SEFERIS]Γ.Σ.ΣΕΦΕΡΗΣ
''Ο Δαιμων της Πορνειας''
-ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ[στο Ποιημα ''Ο Δαιμων της
Πορνειας'' του Γ.Σ.Σεφερη
[Χ.Ν.Κουβελης]
.
.
...Κυπρον,ου μ'εθεσπισεν....
.
Λεοντιου Μαχαιρα[Εξηγησις της γλυκειας
χωρας Κυπρου,
η οποια λεγεται Κρονακα,τουτεστιν Χρονικον]
Το Χρονικον γραφτηκε το α' μισο του XV αιωνα
στη κυπριακη διαλεκτο της εποχης]
.
[Στην Αρχη] της εξηγησης§234.-Τὸ λοιπὸν ἀφίννομεν τὴν ἐξήγησιν τοῦ σκύλλου
τοῦ σουλτάνου, καὶ ἂς ἔλθωμεν εἰς ἄλλην τῆς ρήγαινας,
ὀνόματι Λινόρας, γυναῖκα τοῦ ἄνωθεν ρὲ Πιέρ. Ὁ καλὸς
ρήγας, ὡς γοιὸν ἠξεύρετε καὶ ὁ δαίμων τῆς πορνείας ὅλον
τὸν κόσμον πλημελᾶ, τὸν ἐκόμπωσεν τὸν ρήγαν, καὶ
ἔππεσεν εἰς ἁμαρτίαν μὲ μίαν ζιτὶλ ἀρχόντισσα ὀνόματι
Τζουάνα Λ᾿ Αλεμά, γυναῖκαν τοῦ σὶρ Τζουὰν τε Μουντολὶφ
τοῦ κυροῦ τῆς Χούλου, καὶ ἀφῆκεν την ἀγκαστρωμένην
μηνῶν ηʹ. Καὶ πηγαίνωντα ὁ ρήγας τὴν δεύτερην φορὰν
εἰς τὴν Φρανγγίαν, ἔπεψεν καὶ ἔφερέν την εἰς τὴν αὐλὴν
ἡ ρήγαινα· καὶ τὸ νὰ ἔλθῃ ὀμπρός της, ἐτίμασέν την
ἀντροπιασμένα λογία, λαλῶντα της: «Κακὴ πολιτική,
χωρίζεις με ἀπὸ τὸν ἄντρα μου!» Καὶ ἡ ἀρχόντισσα
ἐμούλλωσεν· καὶ ἡ ρήγαινα ὥρισεν τὲς βάγες της καὶ
ἔριψάν την χαμαί, [καὶ ἕναν γδὶν] καὶ ἐβάλαν το ἀπάνω
εἰς τὴν κοιλιάν της καὶ ἐκουπανίσαν [πολλὰ πράματα,]
διὰ νὰ ρίψῃ τὸ βρέβος· καὶ ὁ θεὸς ἐγλύτωσέν το καὶ δὲν
ἔππεσεν. Θωρῶντα πῶς τὴν ἐτυράνιζεν ὅλην τὴν ἡμέραν
καὶ δὲν ἔππεσεν, ὥρισεν καὶ ἐσφαλίσαν την εἰς ἕναν
σπίτιν ὡς πισαυρίου· καὶ ὅνταν ἐξημέρωσεν, ὥρισεν
καὶ ἐφέραν την ὀμπρός της, καὶ ἐφέραν καὶ ἕναν
χερομύλιν, καὶ ἁπλῶσαν την χαμαὶ καὶ ᾿βάλαν το είς
την κοιλίαν της καὶ ἀλέσασιν [αʹ πινάκιν] σιτάριν ἀπάνω
εἰς τὴν κοιλιάν της, καὶ ἐκρατοῦσαν την, καὶ δὲν ἔππεσεν
τὸ παιδίν. Καὶ ᾿ποῖκεν της πολλὰ κακά, καὶ μυρίσματα,
τζίκνες, βρώμους, καὶ ἄλλα κακά, καὶ ὅσα ὠρδινιάζαν
οἱ γιλλοῦδες, γοἱ μαμμοῦδες· καὶ τὸ παιδὶν περίτου ἐδυ-
νάμωννεν εἰς τὴν κοιλιάν της. Ὥρισέν τη νὰ πάγῃ ἔσσω
της, καὶ [ἐπαράγκειλεν τῆς ὑποταγῆς της, ὅσον γεννήσῃ
τὸ παιδὶν νὰ τὸ φέρουν τῆς ρήγαινας· καὶ ἤτζου ἐγίνην,
καὶ δὲν ἠξεύρομεν τίντα ἐγίνην τὸ βρέφος τὸ καθαρὸν
καὶ ἄπταιστον.]
.
[ Ουτε το ποιημα ''ο Δαιμων της Πορνειας''του Γ.Σ.Σεφερη
ουτε η Μεταγραφη του θα ηταν δυνατα αν δεν υπηρχε
ο Καβαφης]
[Η Μεταγραφη του Ποιηματος εγινε για να δοκιμασθει
η αντοχη της γλωσσα μου στην μεταπλαση του]
.
.
Ο ΔΑΙΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ
[του Γ.Σ.Σεφερη]
.
....................................................Nicosia e Famagosta
..............................per la lor bestia si lam enti e garra
....................................................................PARADISO
.
...ὡς γοιὸν ἠξεύρετε καὶ ὁ δαίμων τῆς πορνείας ὅλον τὸν
κόσμον πλημμελᾶ τὸν ἐκόμπωσε τὸν ρήγαν καὶ ἔππεσεν
εἰς ἁμαρτίαν...
ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΧΑΙΡΑ
.
Ὁ Τζουὰν Βισκούντης εἶχε γράψει τὴν ἀλήθεια.
Πῶς πλέρωσε μαυλίστρες ὁ κούντη Τερουχᾶς
πῶς βρέθηκαν ἀντάμα αὐτὸς κι ἡ ρήγαινα
πῶς ἄρχισε τὸ πράμα, πῶς ξετέλειωσε,
ὅλα τῆς Λευκωσίας τὰ κοπέλια
τὸ διαλαλοῦσαν στὰ στενὰ καὶ στὶς πλατεῖες.
Πῶς ἦταν ἡ γραφὴ σωστὴ ποὺ ἔστειλε στὴ φραγκιὰ στὸ ρήγα
τὸ ξέραν οἱ συβουλατόροι.
..........................................Ὅμως τώρα
συνάχτηκαν καὶ συντυχαῖναν γιὰ νὰ συβουλέψουν
τὴν Κορόνα τῆς Κύπρου καὶ τῶνἹεροσολύμων·
τώρα ἦταν διαταμένοι γιὰ νὰ κρίνουν
τὴ ρήγαινα Λινόρα ποὺ κρατοῦσε
ἀπ᾿ τὴ μεγάλη τὴ γενιὰ τῶν Καταλάνων·
κι εἶναι ἀνελέημονες οἱ Καταλάνοι
κι ἂν τύχαινε κι ὁ ρήγας ἐκδικιοῦνταν
τίποτε δὲ θὰ τό ῾χαν ν᾿ἁρματώσουν καὶ νὰ῾ρθοῦνε
καὶ νὰ τοὺς ξολοθρέψουν αὐτοὺς καὶ τὸ βιό τους.
Εἶχαν εὐθύνες, τρομερὲς εὐθύνες·
ἀπὸ τὴ γνώμη τους κρέμουνταν τὸ ρηγάτο.
.
Πὼς ὁ Βισκούντης ἦταν τίμιος καὶ πιστὸς
βέβαια τὸ ξέραν·ὅμως βιάστηκε,
φέρθηκε ἀστόχαστα ἄμοιαστα ἄτσαλα.
Ἦταν ἁψὺς ὁ ρήγας, πῶς δὲν τὸ λογάριασε;
καὶ μπρούμυτα στὸν πόθο τῆς Λινόρας.
Πάντα μαζί του στὰ ταξίδια τὸ πουκάμισό της
καὶ τό ῾παιρνε στὴν ἀγκαλιά του σὰν κοιμοῦνταν·
καὶ πῆγε νὰ τοῦ γράψει ὁ ἀθεόφοβος
πῶς βρῆκαν μὲ τὴν ἄρνα του τὸ κριάρι·
γράφουνται τέτοια λόγια σ᾿ ἕναν ἄρχοντα;
Ἦταν μωρός. Τουλάχιστο ἂς θυμοῦνταν
πὼς ἔσφαλε κι ὁ ρήγας·ἔκανε τὸ λιγωμένο
μὰ εἶχε στὸ πισωπόρτι καὶ δυὸ καῦχες.
Ἀναστατώθη τὸ νησὶ σὰν ἡ Λινόρα
πρόσταξε καὶ τῆς ἔφεραν τὴ μιά, τὴ γκαστρωμένη
κι ἄλεθαν μὲ τὸ χερομύλι πάνω στὴν κοιλιά της
πινάκι τὸ πινάκι τὸ σιτάρι.
Καὶ τὸ χειρότερο- δὲν τὸ χωράει ὁ νοῦς-
ἀφοῦ τὸ ξέρει ὁ κόσμος ὅλος πὼς ὁ ρήγας
γεννηθηκε στο ζωδιο του Αιγοκαιρω,
πῆρε στὰ χέρια του ὁ ταλαίπωρος καλάμι
τὴ νύχτα ποὺ ἦταν στὸν Αἰγόκερω ἡ σελήνη
νὰ γράψει τί; γιὰ κέρατα καὶ κριάρια!
Ὁ φρόνιμός τη μοίρα δὲν τηνε ξαγριεύει.
Ὄχι· δὲν εἴμαστε ταγμένοι γιὰ νὰ ποῦμε
ποῦ εἶναι τὸ δίκιο. Τὸ δικό μας χρέος
εἶναι νὰ βροῦμε τὸ μικρότερο κακό.
Κάλλιο ἕνας νὰ πεθάνει ἀπὸ τὸ ριζικό του
παρὰ σὲ κίντυνο νὰ μποῦμε ἐμεῖς καὶ τὸ ρηγάτο.
.
Ἔτσι συβουλευόντουσαν ὅλη τὴ μέρα
καὶ κατὰ τὸ βασίλεμα πῆγαν στὸ ρήγα
προσκύνησαν καὶ τοῦ εἶπαν πὼς ὁ Τζουὰν Βισκούντης
εἶναι ἕνας διαστρεμμένος ψεματάρης.
.
Κι ὁ Τζουᾶν Βισκούντης πέθανε ἀπ᾿ τὴν πείνα σὲ μιὰ γούφα.
Μὰ στὴν ψυχὴ τοῦ ρήγα ὁ σπόρος τῆς ντροπῆς του
ἅπλωνε τὰ πλοκάμια του καὶ τὸν ἐκίνα
τό ῾παθε νὰ τὸ πράξει καὶ στοὺς ἄλλους.
Κερὰ δὲν ἔμεινε ποὺ νὰ μὴ βουληθεῖ νὰ τὴν πορνέψει·
τὶς ντρόπιασε ὅλες. Φόβος κι ἔχτρα ζευγαρῶναν
καὶ γέμιζαν τὴ χώρα φόβο κι ἔχτρα.
.
Ἔτσι, μὲ τὸ«μικρότερο κακό», βάδιζε ἡ μοίρα
ὡς τὴν αὐγὴ τ᾿ Ἁγι᾿ Ἀντωνιοῦ, μέρα Τετάρτη
ποὺ ἦρθαν οἱ καβαλάρηδες καὶ τὸν ἐσύραν
ἀπὸ τῆς καύχας του τὴν ἀγκαλιὰ καὶ τὸν ἐσφάξαν.
«Καὶ τάπισα παρὰ οὕλους ὁ τουρκοπουλιέρης
ἧβρεν τὸν τυλιμένον τὸ αἵμαν» λέει ὁ χρονογράφος
«κι ἔβγαλεν τὴν μαχαίραν του καὶ κόβγει
τὰ λυμπά του μὲ τὸν αὐλὸν καὶ τοῦ εἶπε:
Γιὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!».
...............................................Αὐτὸ τὸ τέλος
ὅρισε γιὰ τὸ ρήγα Πιὲρ ὁ δαίμων τῆς πορνείας.
.
.
.
Μεταγραφη [Χ.Ν.Κουβελη] στο ποιημα
Ο ΔΑΙΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΡΝΕΙΑΣ
του Γ.Σ.Σεφερη .
.
.
Την ωμη αληθεια τον εγραψε ο σιρ Τζουαν Βισκουντης.
Ο κουντης τε Ρουχας πληρωσε μαγισσες γοησες
κι επεσε στο κρεβατι με τη ρηγισα
τον εγραψε την αρχη της ιστοριας,το τελος της,ολα
και πως στην Λευκωσια ολοι το'ξεραν
και το κουβεντιαζαν στις ρουγες και στην αγορα
[Ἐγράπτη ἐν τῆ πόλει Λευκωσία ιγʹ δικεβρίου ͵
ατξηʹ Χριστοῦ]
Το'ξεραν οι συμβουλοι ,οσα γραφτηκαν στον ρε
στην Φρανγγιαν ησαν περα για περα σωστα
Τωρα μαζευτηκαν ν'αποφασισουν τι να συμβουλευσουν
τι να πουν τι γνωμη να δωσουν στον Κυριο
της Κυπρου και των Ιεροσολυμων
[(τὸ) κοντοσταυλίκιν τῆς Κύπρου, καὶ σταυλον
τῶν Ἱεροσολύμων]
Διαταχθηκαν να δωσουν κριση για τη ρηγισα
την Ελεονωρα κορη απο μεγαλο γενος Καταλανων
[Καὶ ὁ ρὲ Πιὲρ ἁρμάστην μίαν ὄμορφην κόρην
ἀπὸ τὴν Καταλονίαν, τὴν Λιονόραν τε Ραού.
Καὶ ἐστέφθην μὲ τὸν ἄνωθεν ρὲ Πιὲρ ἀντάμα.]
κι ειναι εκεινοι οι Καταλανοι αδιστακτοι
δεν αστειεβονται,θα πεσουν πανω στον ρηγα
ανελεητοι αν ηθελε εκδικηθει,σε τιποτα δεν το'χαν
να καταπλευσουν ταχιστα στο νησι με πλοια
και στρατο και να τους αφανισουν ολους
κι αυτους μαζι με τα υπαρχοντα τους
Εφεραν ευθυνη τρανη ευθυνη,απ'την κριση τους
χανονταν η' σωζονταν το ρηγατο
.
Το'ξεραν ο Τζαν Βισκουντες ηταν πιστος και τιμιος
ομως τι τα'θελε και μπερδευτηκε και να μαρτυρησει
τα μοιχα επραξε απερισκεπτα βεβιασμενα κι ανοητα
Ο ρηγας ηταν οξυθυμος,αυτο διολου δεν το σκεφτηκε;
πιασμενος σαν αρκουδι στα διχτια της Λιονορας
Και στις απουσιες του παντα γυρω απ'το κορμι του
τη νυχτα πριν κοιμηθει τυλιγε σφιχτα το μεσοφορι της
να το αναπνεει,σ'αυτον εγραψε ο ανοητος να του πει
πως η ομορφη αιγα του βαρβατισε με τον τραγον
Γινεται να γραψεις τετοια γεγονοτα σ'εναν Αφεντη;
Α διχως αλλο ηταν ανοητος.Τι δεν ηξερε ταχα τον ρηγα;
τι καθαρος δεν ηταν στα συζυγικα,πως υποκρινονταν τον πιστο
και στα κρυφα μοιχευε με δυο γυναικες
Το νησι ταραχτηκε σφοδρα σαν μαθευτηκε η διαταγη
της Λινορας να της συρουν μπροστα της τη μια απ'αυτες,
εκεινη που ηταν γκαστρωμενη μηνων η' ,ονοματι
Τζουανα Λ'Αλεμα,[η αλλην καυχαν του ητον η ταμε Τζιβα
τε Στααντιλιου] κι εβαλε και κοπανισαν
στην κοιλια της πολλα πραγματα να πεσει το βρεφος
και την αλλη ημερα ξημερωνοντας εβαλαν
πανω στην κοιλια της χερομυλο ν'αλεσει πινακι σιταρι
και παλε το παιδι δεν επεσε και τοτε μεταχειριστηκε
πολλα κακα,τσικνες και βρωμους κι αυτα εγιναν
χωρις να'χει παθει το βρεφος το καθαρον και απταιστον
Το χειροτερο ειναι και δε το βαζει ο νους,ολοι γνωριζαν
πως τη νυχτα που γεννηθηκε ο ρηγας στον Αιγωκερο
ηταν ο ηλιος,και να πιασει ο μωρος την πενα να γραψει;
και τι να γραψει; για κερατα και για κριαρια
Ο σωφρων ανθρωπος τη μοιρα του δεν την προκαλει
Οχι,ποτε.Εμεις δεν ειμαστε εδω να ζυγιαζουμε που'ναι
το δικιο.Δικια μας δουλεια ειναι να κανονιζουμε
τα πραγματα ετσι για να'χουμε την μικροτερη ζημια
Συμφερον ειναι ενας να χαθει απ'το γραφτο του
παρα σε μεγαλο κινδυνο και φασαριες να μας βαλει
εμας που δεν φταιμε σε τιποτα και μαζι το κρατος
.
Μ'αυτα κα μ'αυτα ολη τη μερα συνεδριαζαν
και σαν εδυσε ο ηλιος ειδαν τον ρηγα
γονατισαν και του ειπαν για κεινον τον Τζουαν Βισκουντης
πως ενας αδιαντροπος εκβιαστης ειναι,ενας μεγαλος ψευτης
.
Και ο Τζουαν Βισκουντης ριχτηκε ζωντανος σε γουβα βαθεια
[στη γουφα του Σκουτελα εις την Κερυνιαν,επειτα εις τον
Λιονταν]στη γη και πεθανε απο την πεινα και την διψαν
τετοια τυχην ηβρε
[καὶ ἔμεινεν χωρὶς φᾶν ὥς που καὶ ἀπόθανεν. Ὁ αὐτὸς
καβαλλάρης ἂν ἦτο νὰ σᾶς εἴπουν ποτάπος ἀντρειωμένος ἦτον,
καὶ εἰ(ς) τζοῦστες καὶ πᾶσα ἄρματον ἦτον πολλὰ βαλέντε
ἀντρ(ει)ωμένος· τάμε ὁ θεὸς νὰ τοῦ συγχωρήσῃ.]
Μα στο μυαλο και στη ψυχη του ρηγα φυτρωσε και θεριεψε
ο σπορος ο δαιμων της ντροπης του κι απλωσε πλοκαμια
σαν χταποδι και τον γραπωσαν να τον πνιξουν
αν δεν εκανε στους αλλους αυτο που εκεινον τον ντροπιαε
και τον ταπεινωσε
Δεν αφησε κυρα για κυρα στη χωρα να μην την πορνεψει,
ολες τις ατιμασε.Ο φοβος και το μισος,τα δυο μαζι
πλημμυρισαν και μολεψαν τη χωρα με φοβο και μισος
.
Κι ετσι με ''τη μικροτερη ζημια'' κυλουσε ο καιρος
ως το ξημερωμα,ημερα Τεταρτη,τ'Αγιου Αντωνιου
[τῇ τρίτῃ τῇ ιςʹ ἰαννουαρίου ατξηʹ Χριστοῦ]
τοτε μπηκαν αρματωμενοι στ'αλογα τον βρηκαν
στο κρεβατι της αμοροζας του,τον επιασαν τον εσυραν
και του εκοψαν συριζα στον λαιμον του τον λαρυγγα
''και ταπισα παρα ουλους,ο τουρκοπουλιερης
[και τελευταιος απ'ολους ηρθε ο τουρκος αξιωματικος]
λεει ο χρονογραφος Λεοντιος Μαχαιρας στην Κρονακα του
της γλυκειας χωρας Κυπρου
εκει στο μερος που τον βρηκε βουτιγμενον στο αιμα
βγαζει το μαχαιρι του και του κοβει συριζα τ'οργανα
και τα πετα στους σκυλους να τα φανε
''καὶ εἶπεν του: Διὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!»
[Για ολ'αυτα πληρωθηκες με θανατο]
...............................................................Μ'αυτο το τελος
πληρωσε ο αρχεκακος δαιμων της πορνειας τον ρε Πιερ
του Λουζουνια[Αρχων εις(τὸ) κοντοσταυλίκιν τῆς Κύπρου,
καὶ σταυλον τῶν Ἱεροσολύμων]
.
Η Κυπρος ταξιδευει χρονια αναμεσα στους δολοφονους
και η Ελλαδα
.
παραφραζοντας τον Τακη Σινοπουλο
.
.
[Στο Τελος] της εξηγησης§281.-Καὶ οὕτως ἐνέβησαν οἱ καβαλλάριδες ν-εἷς ὀπίσω
τοῦ ἄλλου, καὶ ὅλοι ἐβάλαν τὰ μαχαίργια τους διὰ τὸν ὅρκον,
καὶ ἐκρατοῦσαν τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ ρηγός κοντὰ καὶ σφικτά,
διὰ νὰ μηδὲν γενῇ τίποτες ταραχή· ἐκεῖνοι ἐφοβοῦνταν μηδὲν
τοὺ(ς) σκοτώσουν. Καὶ τἄπισα παρὰ οὕλους ἦρτεν ὁ
τουρκοπουλιέρης ὅπου δὲν ἦτον εἰς τὴν βουλήν τους·
διὰ νὰ μηδὲν ᾖνε ἔξω τῆς βουλῆς, ηὗρεν τον τυλιμένον
(᾿ς) τὸ αἷμαν του, ἀναβράκωτον καὶ κομμοκέφαλον, καὶ
ἔβγαλεν τὴν μάχαιράν του καὶ κόβγει τὰ λυμπά του μὲ τὸν
αὐλόν, καὶ εἶπεν του: Διὰ τοῦτα ἔδωκες θάνατον!» Καὶ πολλά
τὸν ἐλυπήθην, ἀμμὲ διὰ νἆνε εἰς τὴν συντροφιάν τους
τὸ ᾿ποῖκεν
.
.
ΣΥΝΑΞΑΡΙΟΝ
[ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ ΔΟΥΚΑ]
.
ητο βεβαιο πως μια παλακκιδα το ονομα Θεοδωρα
φιληδονη και ακρα φιλοχρηματη τον ειχε γερα δε-
μενον με μαυλισματα στα δεσμα της αιχμαλωτον
ερμαιον του παθους του τον κυρ Ανδρονικον
Δουκα,τεσσερα και πλεον ετη,και μεσα στα αρχο-
ντικα και μεσα στις ριμες και στα καπηλεια και
στα χαμαιτυπεια της πολης ολοι εκεινα τα ηξεραν
καλα και τα κουβεντιαζαν φανερα,πως μια αμοροζα
τον σερνει στα ποδια της μια πορνικη αβουλο
παιγνιο στα χερια της σαν να ηταν αγουρος κι ανοη-
τος,και πως για τη δικη του φαμελια δεν εχει πλεον
νου και εγνοια καμια,και τουτα δεν ειναι καλα
πραγματα και θα καταληξουν σε κακα,και δεν επε-
σαν εξω στις κρισεις τους,οπως τον προσταξεν τον
κυρ Ανδρονικον Δουκαν εκεινη η μοιχαλιδα η Θεο-
δωρα ετσι εκεινος επραξε,εξωρισεν στα ξενα
μακρια την νυμφευτη του ,ταχα πως ηταν μαγισσα
ειδωλολατρισα,και τα παιδια του ηταν καρποι ερα-
στων ,λενε πως εβαλε δικους του μυστικους να
την φονευσουν να εξαφανισθει απο το προσωπο
της γης,τα δε ανηλικα και αμοιρα παιδια του τα πε-
ταξε σε φτωχοκομεια και σε ορφανοτροφεια,την δε
παλλακιδα του την σπιτωσε και σπαταλουσε τα χρη-
ματα του στις ορεξεις της σε ακριβα κοσμηματα σε
λουσα και πολυτελειες,κι ηταν πολλοι να τον φθο-
νησουν να κοιμαται με τετοια γυναικα ωραιοτατη
στο κρεβατι του,και τα πλουτη του γρηγορα σκορ-
πιστηκαν και τα χρηματα σπαταληθηκαν,αλλα δεν
εμειναν,και θα την εχανε την Θεοδωρα,τοτε μηχα-
νευτηκε σχεδιο να κλεψει απο το δημοσιο ταμειο,
και αυτο επραξε,γρηγορα τον υποψιαστηκαν και
γρηγορα φανερωθηκε,πηγαν κουστουδια στρατιω-
των και τον συνελαβαν νυχτα στο σπιτι της αμοροζας
του,τον εκλεισαν στο κατεργο και μαρτυρησε,πως εκει-
νος ηταν ο κλεφτης,πως εξωρισε τη γυναικα του,
μονο για την Θεοδωρα δεν εβγαλε μιλια,δεν ειπε τι-
ποτα ουτε την κατηγορησε,τον δικασαν στη φυλακη
δεκα χρονους να κλειστει κι υστερα να εξορισθει στα
μακρινα τα ξενα,την δε γυναικα εκεινη της απωλειας
του δεν την πειραξαν,κι εκεινη στερουμενη τον προ-
στατη της και την αφθονιαν του επεστρεψε στα μερη
του προηγουμενου βιου της ,και ζουσε ως παλλακιδα
αμοροζα,εκεινος δε ο κυρ Ανδρονικος Δουκας μετα το
τελος των χρονων της φυλακης εξορισθηκε και περι-
πλανηθηκε στις ερημιες του κοσμου και δυστυχησε
σε ξενους τοπους ανεστιος και αστεγος πολυ χρονο,
οταν ηρθε το πληρωμα του καιρου και βρηκε σπηλαιο
σε βραχο ,μετανοων εκει εκατοικησε,και ηταν το
σπηλαιο στη κορυφη υψηλοτατου βραχου ορθου
πανω απο τη θαλασσα,εζησε εκει σιτιζομενος ελαχι-
στα με αγρια χορτα και με λιγοστα ψαρια που επιανε
στα περιοδικα απονερισματα της θαλασσας.
.
.
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΠ'ΕΥΚΑΙΡΙΑΣ ΤΗΣ ΕΝ ΣΙΚΕΛΙΑ
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑΣ ΜΑΣ
.
Μαρτυς μας αδιαψευστος ο Θουκυδιδης πως
κατεβηκαμε με αμαξες και πεζοι στον Πειραια
στο λιμανι εκεινη τη μερα της Ανοιξης να δουμε
τα καραβια μας να πλεουν για την φημισμενη
εκστρατεια στη Σικελια,πολυς κοσμος μαζευτηκε
απ'ολα τα σημεια της Αττικης,και τα παιδια μαζι
μικρα μεγαλα κουνουσαν στα χερια σημαιουλες.
Επ'ευκαιρια ποζαραμε σε υπαιθριους φωτογραφους
για μια αναμνηστικη φωτογραφια του κλεους μας,
στο βαθος η δαντελα της Αιγινας αχνη
''Ωραιος καιρος,ηλιος''ειπε η Ελενη ευτυχισμενη
στον συζυγο διπλα της,εναν Ροδιο πλουσιο εποικο
''Να παρουν μαζι τους ηλιο,θα τους χρειασθει φως
στα σκοταδια που θα βρεθουν που θα πεσουν ''
και το συγκεντρωμενο πληθος χειροκροτουσε δυνατα
να εγκαρδιωσει τους στρατιωτες και απο τα πολυαριθμα
πλοια απαντουσαν οι στρατιωτες με ενθουσιωδεις
ζητοκραυγες κι εφευγαν οι στρατιωτες μακραιναν
και το 'ξεραν πως πισω δεν θα γυρισουν οι περισοτεροι
Η Ιστορια ευγενικη θα γραψει,βεβαια,γι'αυτους
και για την ηλιολουστη μερα εκεινης της Ανοιξης
θα γραψει,και για τις ζητωκραυγες ,ολα θ'αποθανατισθουν
με ακριβεια και με αυστηρη αντικειμενικοτητα,
ισως μπορει να γραψει και για μας που απομειναμε
πισω θεατες,μεχρι να'ρθει,κι ειναι βεβαιο πως θα'ρθει
η μερα που η φωτογραφια θα κιτρινισει στη κορνιζα
στο τοιχο του σπιτιου μας,ποιοι ειναι αυτοι
που καποτε υπηρξαν και τωρα τους ξεχασαμε,
κι αυτους και τις ενδοξες εκστρατειες τους,
μοιραια ξεχνιουνται,πεταξε πετρα ο Χρονος,
ανοιξε η πετρα στο νερο τρυπα και ναυαγησαν
.
Ομως εκεινη την εξαισια ηλιουλουστη μερα
της Ανοιξης ολα ηταν διαφορετικα και λαμπρα
.
.
ΟΥ ΝΕΜΕΣΙΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ-ΕΛΕΝΗ/ΜΑΡΙΑ ΣΚΛΗΡΑΙΝΑ
.
.
Στις Σκαιες Πυλες στην Τροια ειδαν την Ελενη και ειπαν:
ου νέμεσις Τρώας και ευκνήμιδας Αχαιούς
τοιήδ' αμφί γυναικί πολύν χρόνον άλγεα πάσχειν.
αινώς αθανάτησι θεής εις ώπα έοικεν
Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια γ'-156-158
καμια τιμωρια δεν ειναι οι Τρωες και οι Ελληνες
για μια τετοια γυναικα τοσο πολυ καιρο να δεινοπαθουν,
τρομερα στις αθανατες θεες μοιαζει στην μορφη
[χαλαλι για μια τετοια γυναικα οι Τρωες και οι Ελληνες
τοσο πολυ καιρο πονους να υποφερουν,
τρομερα στις αθανατες θεες μοιαζει στην οψη ]
το ιδιο αναφωνησε ενας ασικης στην Αγορα της Πολης οταν ειδε
να περναει η πανεμορφη Μαρια Σκληραινα ερωμενη του αυτοκρα-
ρα Κωνσταντινου Θ' του Μονομαχου,συζυζου της Πορφυρογεν-
νητης Ζωης,μια οπτασια ητανε,ενα χαρμα ιδεσθαι,η αποκαλουμενη
Σεβαστη με τις ευλογιες της ιδιας της Ζωης,μεγαλος πειρασμος,πηγη
σκανδαλων και στασεων,μια χαιδιαρα γυναικα:
ου νεμεσις Βυζαντινοι αμαρτιας πασχειν
χαλαλι Βυζαντινοι για μια τετοια γυναικα ν'αμαρτανεις
.
.
Στη Μαρια Μηδεια Τοσκα Νορμα
.
μετα τα αποτροπαια γεγονοτα η πριγκιπισσα Μηδεια
παρουσιασθηκε στην Αγορα μπροστα στο λαο και
ζητησε τους δικαστες να την καταδικασουν,εκεινοι
τα ηξεραν ολα με την παραμικρη λεπτομερεια ,
αν και με καποια υπερβαση ,απο τον ποιητη Ευριπιδη,
την πηραν οι στρατιωτες στην αυλη του δικαστηριου,
οι δικαστες συσκεφθηκαν,και με τρομο ανακαλυψαν
πως δεν υπηρχαν νομοι για μια τετοια πραξη,για ενα
τοσο ειδεχθες εγκλημα,ανησυχησαν για το κενο νομου,
επειτα τα χρονια περασαν και βαραιναν στους ωμους
και στη κριση τους,κι επειτα τι συμφερει τον αρχοντα ,
το πιο συμφερον γι'αυτον ειναι που γλυτωσε
απο τη βαρβαρη γυναικα και τα παιδια της,ηταν
μια λυση αυτο,θα βρουν τροπο να την τιμωρησουν,
δεν θα κωλισιεργησουν,ειναι ζητημα ωρων,εστω ημερων,
οσο για κεινον τον αγυρτη τον ψευδοκαινοτομο ποιητη
θα τον κανονισουν,του ετοιμαζουν,τι του ετοιμαζουν ;ηδη
την εχουν ετοιμασει,την εξορια στη Μακεδονια,
ας παει εκει να παιξει τα μοντερνα θεατρα του,εκει
μπορει να τους ξεγελασει ετσι απολιτιστοι που ειναι,
ενας λαος σε παρακμη ,χωρις προσωπο και μελλον
στην ιστορια,ακους ο σαλτιμπαγκος ο αταλαντος να θελει
να τους γελοιοποιησει,να βρουν τον μπελα τους,με κενα νομων,
με οικογενειακα δικαια,με δικαιωματα γυναικων,καλα εχουν
την ησυχια τους,ας παει αλλου να δοξασθει,κι αυτη
τη φονισσα διεταξαν και την πηραν στρατιωτες
και την πηγαν μακρυα στην ακρη του κοσμου σε πυκνο δασος
που συνορευει με αποκρεμνους τοπους και πελωρια βραχια
ως τη θαλασσα,να κλειστει εκει μεσα να μην ξεφυγει,
κι ετσι εγινε κι οταν γινονταν νυχτα κι ειχε πανσεληνο
τραγουδουσε η ερημη γυναικα και διαλυονταν η φωνη της
στο φως του φεγγαριου σε χιλια κομματια πονου,
κι οσα καραβια τ'ακουσαν πετρωσαν στο μεσο του ποντου
κι οσοι παιδια ναυτικοι τ'ακουσαν χαθηκαν στα μαυρα νερα
.
.
ΑΣ ΦΡΟΝΤΙΖΑΝ ΔΙΑ ΤΟ ΚΟΙΝΟΝ ΚΑΛΟΝ
.
Ητο τοσο μωροφιλοδοξος και ανοητος
που αν και μας ηξερε τι κολακες ειμασταν
μας κουβαλουσε στις συγκλητους
να χειροκροτουμε τις κουφιες ρητορειες του
και πληρωνε με προνομια
αδιαφοροντας αν την κρισιμη στιγμη της Ιστοριας
εκει που κριθηκε η μοιρα του
εμεις του γυρισαμε την πλατη
και φυσικα πηγαμε με τους αντιπαλους του,
τι να καναμε αδυνατοι ανθρωποι ειμαστε
κι εχουμε πολλες χρειες και συμφεροντα,
εχουμε οικογενειες εχουμε εμπορειες,
κι αυτους θα τους αφησουμε για αλλους
πλεον ισχυροτερους, σαν ερθει η ωρα,
ας φροντιζαν να πολιτευονται για το κοινο καλο
αλλ'αυτοι δια το ιδιον οφελος πασχιζουν
και αρεσκονται να συναναστρεφονται
τετοιους ιδιοτελεις και πονηρους που ειμαστε,
εμεις οσο ηταν ισχυρος τον βοηθησαμε
και με το παραπανω,
τι φταιμε για τα περαιτερω;
αυτος τον δρομο του
κι εμεις τον δικο μας δρομο
.
.
''ΑΡΔΙΑΙΟΣ Ο ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ''
επ'ασπαλαθων μακρια στην Παμφυλια
.
ηταν η φυση υπεροχη και η θεα καταπληκτικη
στη θαλασσα περα στα νησια στους γυρω λοφους
ποικιλα χρωματα και καθαρη γαλαζια ατμοσφαιρα
δεντρα κυριως πευκα και ελιες
και παπαρουνες,κοκκινες παπαρουνες παντου
τιποτα δεν προμηνουσε τι θα συνεβαινε
οι εκδρομεις πληθος,απολαμβαναν την εξοχον εξοχην
οι νεαροι ερωτοτροπουσαν
οι αντρες επιναν καφε,μπυρα,επαιζαν ταβλι
οι γυναικες σχολιαζαν τη μοδα,τα σηριαλς της τηλεορασης
και ξαφνικα ολα παγωσαν,ολα ακινητοποιηθηκαν,
ενα ταμπλω-βιβαν,
και δεν ειδαν τι εγινε:
εκεινος ο αχρειος τυραννος Αρδιαιος
προσπαθησε να ξεφυγει απ'το μερος ,που πληθαιναν
οι παπαρουνες ,τον καταλαβαν κι αντρες δυνατοι
τον επιασαν,του εδεσαν τα χερια και τα ποδια,
τον πεταξαν κατω και τον εγδαραν
επειτα τον εσυραν πανω στ'αγκαθια
του καταξεσχισθηκε η σαρκα επ'ασπαλαθων κι ετσι πληρωσε
τα εγκληματα του
και ξαφνικα ολα αρχισαν ,οι αντρες στο ταβλι
και στις συζητησεις τους,οι γυναικες στη φλυαρια τους
κι οι νεαροι στις ερωτοτροπιες
κι ισως να γυρνουσαν πισω στα σπιτια τους ησυχοι
κι ευχαριστημενοι αν ενας δεν φωναζε:
''Ο Αρδιαιος Τετελεσται''
και με δυνατωτερη φωνη επανελαβε:
''Ο Αρδιαιος Τετελεσται''
κανεις δεν καταλαβε,ενα ονομα αγνωστο,ενα
φανταστικο προσωπο,
ομως,θες η τοση ωραιοτης του τοπιου,
θες η διαθεσις των δια ευθυμιαν,τους παρεσυρε,
καποιους ,οχι ολους,για να ειμαστε ακριβεις,
και χειροκροτησαν,και μαλιστα το παρακαναν
και ξεσπασαν σε ενθουσιωδεις ζητοκραυγες,
καποιος,αν δεν τους ηξερε,θα νομιζε πως ειναι
δυσαρεστημενοι,πως απαλλαχθηκαν απο εναν κινδυνο,
γλυτωσαν,κι απο τωρα και στο εξης
θα κανονισουν αλλιως τα πραγματα και τη ζωη τους,
πως ολ'αυτα ηταν ενα θεατρο,μια υποκρισια,το ξεραμε,
μια επιδειξη,
επειτα εμεις δεν κινδυνευουμαι,εχουμε Δημοκρατια,
δεν λεμε,γινονται λαθη,αλλα και σε τι ανθρωπινο
δεν γινεται λαθος,δεν υπαρχει ιδανικη κατασταση,
με Ιδεες θ'ασχολουμαστε τωρα;
κι υστερα αυτα αφορουν την Παμφυλια,
εκει εγιναν και γινονται αυτα,
να η αποδειξη:`
Πλάτωνος Πολιτεία 615 C – 616 A Αρδιαίος ο τύραννος
Ἔφη γὰρ δὴ παραγενέσθαι ἐρωτωμένῳ ἑτέρῳ ὑπὸ ἑτέρου
ὅπου εἴη Ἀρδιαῖος ὁ μέγας. Ὁ δὲ Ἀρδιαῖος οὗτος τῆς Παμφυλίας
ἔν τινι πόλει τύραννος ἐγεγόνει, ἤδη χιλιοστὸν ἔτος εἰς ἐκεῖνον
τὸν χρόνον, γέροντά τε πατέρα ἀποκτείνας καὶ πρεσβύτερον
ἀδελφόν, καὶ ἄλλα δὴ πολλά τε καὶ ἀνόσια εἰργασμένος, ὡς
ἐλέγετο. Ἔφη οὖν τὸνἐρωτώμενον εἰπεῖν, «Οὐχ ἥκει,» φάναι,
«οὐδ’ ἂν ἥξει δεῦρο. Ἐθεασάμεθα γὰρ οὖν δὴ καὶ τοῦτο τῶν
δεινῶν θεαμάτων· ἐπειδὴ ἐγγὺς τοῦ στομίου ἦμεν μέλλοντες
ἀνιέναι καὶ τἆλλα πάντα πεπονθότες, ἐκεῖνόν τε κατείδομεν
ἐξαίφνης καὶ ἄλλους − σχεδόν τι αὐτῶν τοὺς πλείστους
τυράννους· ἦσαν δὲ καὶ ἰδιῶταί τινες τῶν μεγάλα ἡμαρτη-
κότων οὓς οἰομένους ἤδη ἀναβήσεσθαι οὐκ ἐδέχετο τὸ στόμιον,
ἀλλ’ ἐμυκᾶτο ὁπότε τις τῶν οὕτως ἀνιάτως ἐχόντων εἰς πονηρίαν
ἢ μὴ ἱκανῶς δεδωκὼς δίκην ἐπιχειροῖ ἀνιέναι.
Ἐνταῦθα δὴ ἄνδρες, ἔφη, ἄγριοι, διάπυροι ἰδεῖν, παρεστῶτες
καὶ καταμανθάνοντες τὸ φθέγμα, τοὺς μὲν διαλαβόντες ἦγον,
τὸν δὲ Ἀρδιαῖον καὶ ἄλλους συμποδίσαντες χεῖράς τε καὶ πόδας
καὶ κεφαλήν, καταβαλόντες καὶ ἐκδείραντες, εἷλκον παρὰ τὴν
ὁδὸν ἐκτὸς ἐπ’ ἀσπαλάθων κνάμπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι
σημαίνοντες ὧν ἕνεκά τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐμπεσού-
μενοι ἄγοιντο.»
πολυ μακρια,
τι να λεμε τωρα;
επ'ουδενι δεν μας επειρεαζουν
.
.
Ο των Λακεδαιμονιων ενδοξος στρατηγος Παυσανιας.
.
Ολα ηταν μια πλεκτανη ,μια συνομωσια,
δεν το αμφισβητουμε,
εναντια στον ενδοξο στρατηγο Παυσανια
τον εν Πλαταιαις το 479 π.Χ συντριψας τους Περσες
για τον χαμο και την εξοντωση του,
βερος σπαρτιατης απ'τη μεγαλη γεννια του Λεωνιδα
κληρονομησε την εξουσια κι εμεις θα καθομασταν απραγοι;
ηλιθιοι χειροκροτητες;δειλοι κολακες;
τον στειλαμε στο Βυζαντιο να ξεσηκωσει τους λαους
κατα των Μηδων,κι εκεινος μηδισε,
τα μαθαμε,εχουμε τους μυστικους μας,
συμπεριφερονταν με ανατολικους τροπους,
πανε χαμενα τα ''μολων λαβε'',που του μαθαμε,
του'δινε και πεντακοσια χρυσα ταλαντα ο Ξερξης
να του παραδωσει την Ελλαδα,
ενας προδοτης καταντησε,
κι εμεις εχουμε πολλα συμφεροντα και μεγαλες φιλοδοξιες,
δεν θα τον αφηναμε να μας τιναξει στον αερα,
διαμαρτυρηθηκαμε στη Συγκλητο,φεραμε ατραντα στοιχεια,
πληρωσαμε ακριβα γι'αυτα αλλωστε,
κι αναγκασαμε τους Εφορους να τον ανακαλεσουν ,
να επιστρεψει στη πατριδα ν'άπολογηθει,
τι να κρυψει με στρεψοδικιες ,δεν επεισε
και καταδικαστηκε,κατεφυγε ικετης στον ναο της Χαλκειας
Αθηνας,ηταν υβρις μεγαλο αμαρτημα να τον πειραξουμε,
και τοτε ο ιδιος ο πατερας του ο Αγησιλαος ειπε
να παρουμε πετρες και να φραξουμε τις πορτες
και τα παραθυρα του ιερου να πεθανει της πεινας
και λιμοκτονωντας τελειωσε τις μερες του
κι η ιδια η μανα του θελησε να μεινει αταφο το κορμι του,
ετσι εγινε και γλυτωσαμε
τι ειχαμε πολλα συμφεροντα και μεγαλες φιλοδοξιες
το ξεραμε πως οι ιστορικοι στο μελλον θα ξεθαψουν
την Υποθεση του Παυσανια,θ'αποκαλυψουν εωλες τις κατηγοριες
και θα συμπερανουν πως επεσε θυμα συνομωσιας ο ενδοξος
σπαρτιατης στρατηγος,
αχρηστα πραγματα,κουφια,
εν τω μεταξυ ,κι αυτο ειναι το οφελιμο και το σπουδαιο,εμεις
θα'χουμε κανει τις δουλειες μας και θα'χουμε κερδισει,
για κουφιες κι ανοητες υστεροφημιες θα νοιαζομαστε τωρα;
.
.
Ο ΑΚΑΡΝΑΝ ΤΥΡΑΝΝΟΣ ΤΟΥ ΑΣΤΑΚΟΥ ΕΥΑΡΧΟΣ
ΕΝΘΑΔΕ ΓΡΑΦΕΤΑΙ
.
ενα ονομα στον Θουκυδιδη Βιβλιο Β' παραγραφος 30
Ευαρχος Τυραννος Αστακου
Οἱ δ' ἐν ταῖς ἑκατὸν ναυσὶν ᾿Αθηναῖοι ἔτι ὄντες περὶ Πελοπόννησον
Σόλλιόν τε Κορινθίων πόλισμα αἱροῦσι καὶ παραδιδόασι Παλαιρεῦσιν
καρνάνων μόνοις τὴν γῆν καὶ πόλιν νέμεσθαι· καὶ ᾿Αστακόν,
ἧς Εὔαρχος ἐτυράννει, λαβόντες κατὰ κράτος καὶ ἐξελάσαντες
αὐτὸν τὸ χωρίον ἐς τὴν ξυμμαχίαν προσεποιήσαντο
ευαναγνωστο το αποσπασμα της Ιστοριας ,τα Ελληνικα ιδιοφωνα
απο τοτε
αυτον τον Ευαρχον τον εχουν υποστηριξει συντεχνιες
εμποροι ,καραβοκυρηδες ,λενε οι αντιπαλοι του να τον κατηγορησουν
πως και μια πορνη ευνοουμενη του τον βοηθησε με τον τροπο της,
ονομα Λιζετ,
βεβαια ειχε αναμφιβολα ικανοτητες,και στα οικονομικα
και στα πολιτικα και στα στρατιωτικα και στη διπλωματια,
ηθικα προσβλητος,δολοπλοκος αλλα και υψηλοφρων
κατα την περιστασιν,πλην ματαιοδοξος,διαβιουσε πλουσια
με χλιδη στη κατοικια του 2χλμ Β-ΒΔ απο την παραλια
και 8χλμ αποσταση ΝΔ απο τα Κοροντα που κυβερνουσε
ο γυναικαδελφος του Κυνητας του Θεολυτου,
Κορινθιος φιλος μετα τους Σολλιους και τους Αλυζιους
στην αρχη του Πολεμου το 431 με το 430 ηρθαν οι Αθηναιοι
με εκατο πλοια οι φοβεροι και ισχυροι θαλασσοκρατορες
βρηκαν τους εχθρους του προθυμους να τον παραδωσουν,
συνομοτησαν,ενας στυγνος αλλαζων Τυραννος ηταν,
εχθρος της Δημοκρατιας,να πιαστει μια ωρα αρχητερα,μισητος
στο λαο,
τον επιασαν νυχτα σκοτεινη στο κρεβατι με μια κοινη γυναικα,
οχι εκεινη τη Λιζετ,μια νεαρη κοπελα,τρεις αντρες δυνατοι
τον ακινητοποιησαν,γυμνο ανισχυρο τον βρηκαν,τον εσυραν
σαν σκυλι και το πεταξαν στο σκοτεινο αμπαρι ενος πλοιου,
κι εκει τον κλειδωσαν,τρεις μερες και τρεις νυχτες
τον αφησαν νηστικο και διψασμενο,μεσα στο κελι εκανε
τις ακαθαρσιες του,βρωμησε ο χωρος,ασφυκτιουσε να σκασει,
πλησιαζε το τελος του,
οταν ηρθαν να τον βγαλουν απο κει τον βρηκαν λιποθυμο,
του πεταξαν κρυο νερο να ξυπνησει,τον εσυραν πανω στο
καταστρωμα,τον εδειραν,του εχυσαν αρμυρο νερο πανω
στις πληγες του,τσιριξε,δεν τον λυπηθηκαν,τον σηκωσαν
και τον εδεσαν σφιχτα στο ψηλο καταρτι,τα χερια ψηλα δεμενα
στριφτα,και τα ποδια,να μη αγκιζουν κατω,κρεμασμενο
τον ειχαν,η μερα ηταν πολυ ζεστη,τον αφησαν στον ηλιο
να ξεραθει σαν χταποδι μεχρι το απογευμα
στο λιωσιμο του ηλιου στα κοκκινα νερα
τον απελευθερωσαν,εν τω μεταξυ ειχαν αλλαξει τα πραγματα,
νεα δεδομενα προεκυψαν-λενε πως πλουσιοι Φιλοκορινθιοι
Αστακιωτες τους δωροδοκησαν με τα χρυσα αναθηματα του Ναου
του Καραου Διος και της Αγροτερας Αρτεμιδας και
με πολλα νομισματα των ΑΣΤΑΚΩΝ-
τον ελυσαν απ¨τα σχοινια,του καθαρισαν τις πληγες,τον ελουσαν
και τον αλοιψαν με αρωματα και λαδι,τον εντυσαν με κοκκινη
πορφυρα ,στο κεφαλι του φορεσαν χρυσο στεμμα και τον
ανεβασαν σε αμαξα που την εσερναν τρια νεαρα αλογα τετραεατη
και μπροστα εφιππη πανοπλη συνοδεια στρατιωτων σε αψογη
παραταξη
και πισω παρομοια συνοδεια στρατιωτων ακολουθουσε,το θεαμα
ηταν λιαν συμμετρικον και εξοχον και διερχονταν τις ριμες της πολης,
παντου απ¨τις δυο πλευρες του δρομου παρατεταγμενος
ο λαος συσωμμος ,και στα καταμεστα μπαλκονια, κουνουσε σημαιακια
και δαφνες ζητοκραυγαζοντας ¨Ζητω ο Αρχοντας¨ και ολοι κατεληξαν
στη προκυμαια,εκει ακουστηκαν πανηγυρικοι λογοι απο πολλους ρητορες,
κι ολα τελειωσαν με εξαισια πυροτεχνηματα και ξεφρενο γλεντι
ως αργα τη νυχτα
κι ολα ξεχαστηκαν με το ξημερωμα της νεας μερας
.
Αυτο ηταν το Χρονικο πως πιαστηκε πως μαρτυρησε
πως γλυτωσε και πως επανηλθε ισχυρος και κραταιος
ο Ακαρναν Τυραννος Ευαρχος του Αστακου
.
Εγω,που εγραψα,ξυνεγραψα,τουτο το Χρονικο
δεν ειμαι συγκαιρινος του,και φυσικα ουτε Κορινθιος
ουτε Αθηναιος.
Δημοκρατης δηλωνω
.
.
ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΩΝ
Ο ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΙΣΤΟΓΕΙΤΩΝ ΕΔΡΑΣΑΝ ΚΑΤΑ
ΤΩΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ
.
Στο Λεωκορειον,ιερο στη βορεια πλαγια της Ακροπολης
θα παρευρισκετο στη Γιορτη ο Ιππαρχος στενα περιβεβλημενος
με πλειστους ραβδουχους κορυνοφορους με ροπαλα να
τον φυλανε,οπως απ'τ'αρχαια χρονια ως τα σημερινα
συνειθιζεται να φυλαγονται οι λογης τυραννοι,πλην ομως,
και να το εχουν υπ'οψιν τους,οι τετοιοι φυλακες εξαγοραζονται
λιαν ευκολως με χρυσα και με αργυρα νομισματα,παντα και
παντου το χρημα μεγας μοχλος εκπορθητης,ο ετερος Πεισιστρατιδης
τυραννος ο Ιππιας παρευρισκετο στην αλλη ακρη της Παναθηναικης
οδου στο τερμα της,εκει τον ειδαν να συνομιλει και να συναγελαζεται
μ'εναν εκ των συνομωτων,φοβηθηκαν πως προδοθηκαν κι εκινηθηκαν
γρηγορα να προλαβουν τον αλλο τυραννο Ιππαρχο στο Λεωκορειον
στην αφετηρια των Μεγαλων Παναθηναιων,ο σαλπιγκτης σαλπισε δυνατα
ν'αρχισει η Γιορτη,και τοτε επεσαν με τα ξιφη πανω του ως λεοντες
ορεσιβιοι με ορμη,ειχαν καποιους των φυλακων χρηματισμενους
να μην κινηθουν και να διευκολυνουν,τον χτυπησαν στο κεφαλι και
στο κορμι και τον αφησαν αψυχον,
ομως τον Αρμοδιον επι τοπου τον επιασαν και τον μαχαιρωσαν,
σκοτωθηκε,τον Αριστογειτωνα τον κυνηγησαν,μεσα στη μεγαλη και
ξαφνικη συγχιση τους ξεφυγε και τον εχασαν,δεν προφθασαν
να τον πιασουν,καπου κρυφτηκε,ομως γρηγορα τον ανακαλυψαν,
καταδοτες τον εδειξαν ,το εσυραν απ'τη κρυπτη του,τον βασανισαν
σκληρα μερες και στο τελος ο τυραννος εδωσε εντολη να τον εκτελεσουν,
τον σκοτωσαν,ετσι τελειωσε η Σταση εκεινη τη μερα που γιορταζαν
τα Μεγαλα Παναθηναια στην Αθηνα το 514/13 π.Χ,με μικρα αποτελεσματα,
τιποτα ουσιαστικα δεν εγινε,η τυραννια παρεμεινε,δεν κατελυθει,και
μαλιστα σκληρυνε τα μετρα της,ισχυρα και κραταιη,γνωστα κι αναμενομενα
επακολουθα στις τυραννιες απ'αρχαιοθεν,εμειναν ομως τα ονοματα τους
συμβολα αιωνια,Αρμοδιος και Αριστογειτων οι Τυραννοκτονοι,Τιμη και Δοξα,
εστησαν και τα αγαλματα τους λαμπρα στην Αγορα με Ναξιο μαρμαρο,και
επιγραφη στη βαση,οι Ελευθερωτες των Αθηνων της Δημοκρατιας του Θησεα,
τους εθαψαν στον Κεραμεικο αιωνια να μνημονευονται στην Ελλαδα μεσα
και στον κοσμο ολο ,ως οι Αριστοι των Πολιτων,και σε πολλα αγγεια
απεικονιζονται οι τιμημενοι αθλοφοροι,
να τι κερδισαν,κλεος ες αιει.
.
.
Sandro_Botticelli Σαντρο Μοτιτσελι.Η Συκοφαντια του Απελλη,
περιπου 1495.Πινακοθηκη Οθφιτσι.Η Εικονα Κατα την περιγραφη του Λουκιανου
.
Απελλης Προς τον Πτολεμαιον Α' ο Λαγου
Περι του μη ραδιως πιστευειν διαβολη-χ.ν.κουβελης.
.
Τωρα τι να λεμε,ειναι φανερο το πραγμα,
τι συμφερο ειχεν ο Απελλης να συνομοτησει
εναντιον του Πτολεμαιου;κουραφεξαλα,
εκεινος ο ηληθιος Αντιφιλος,το λεει και τ'ονομα του,
ολη τη διαβολη μηχανευτηκε,Συκοφαντια,Φθονος,
Ζηλια,Επιβουλη,Απατη,να σπιλωσει την Υποληψη
του ζωγραφου στον ο Λαγου βασιλια,επειδη
τοσο πολυ τον ευνοουσε και τον τιμουσε,
να συνομοτησει με τον επαρχο της Τυρου τον Θεοδοτα
εναντιον του;να κερδισει τι;αυτος που ζωγραφιζε
κατ'αποκλειστικοτητα τον Αλεξανδρο,κανεναν αλλον
δεν δεχονταν ο Μακεδονας,μαλιστα του χαρισε και την Καμπασπη
να την εχει,μια ομορφη ερωμενη του Λαρισινη η¨Θηβαια,
που την ηθελε πολυ
και στα Ζωγραφεια της Σικυωνας ηταν φημισμενος
κοντα στον δασκαλο του Παμφιλο και στον Μελανθιο
μ'αυτον εκανε και την εικονα του τυραννου Αριστρατου
-μαρτυρες ο Πλουταρχος στον Βιο του Αρατου παραγραφος 13
και ο Πλινιος στη Φυσικη Ιστορια του στο βιβλιο 35-
και την Αναδυομενη Αφροδιτη εκανε με το ωραιο σωμα
της Καμπασπης η',αλλοι λενε,της πανωραιας της Φρυνης
του Πραξιτελους την εταιρα,που τη ειδε να λουζεται
μια ζεστη μερα στη θαλασσα της Ελευσινας,
τοσα χρηματα χρυσα ταλαντα επαιρνε τι λογο ειχε
να μπει σε μπελαδες ;να μπλεχτει σε δολοπλοκιες
και μαλιστα Κατα του Ευεργετη του;α βεβαια αν το εκανε
θα ηταν πολυ ανοητος και μωρος και πολυ αχαριστος
Στην αρχη πετυχε τους στοπους του ο αχρειος Αντιφιλος
και πικραθηκε και θυμωσε πολυ ο Πτολεμαιος Α' ο Λαγου
και με το δικιο του και τοτε ζωγραφισε την Συκοφαντια του
κι ελαμψε η Αληθεια σ'ολο το Μεγαλειο της κι ηρθε η Μετανοια
-την εικονα τη περιγραφει ζωντανα ο Λουκιανος στο εργο του
Περι του μη ραδιως πιστευειν διαβολη-
κι οπως και παντου και παντα ολα αποκαλυπτονται στο φως
και τα καλα και τα κακα ο βασιλιας καταλαβε τη πλεχτανη
κι εδωσε εκατο χρυσα ταλαντα στον Απελλη και τον αισχυστο
Αντιφιλο να τον εχει δουλο του,
κι ετσι τον ειχε να του σπαζει τις πετρες και να τις τριβει καλα
για τις τετραχρωμιες του το λευκο το μαυρο το κιτρινο το κοκκινο
και ν'ανακατευει τα χρωματα με το ελαφαντοδοτο,εργο ευτελες
για εναν ζωγραφο να καταντησει ετσι τριβολογος ανακατευτης
.
.
Παραλληλα Κειμενα[Απολειπειν ο θεος Αντωνιον]
Πλουταρχου/Κ.Π.Καβαφη-χ.ν.κουβελης
.
Πλουταρχου Βιος Αντωνιου
[Απολειπειν ο θεος Αντωνιον]
[75.4] ἐν ταύτῃ τῇ νυκτὶ λέγεται μεσούσῃ σχεδόν, ἐν ἡσυχίᾳ καὶ
κατηφείᾳ τῆς πόλεως διὰ φόβον καὶ προσδοκίαν τοῦ μέλλοντος
οὔσης, αἰφνίδιον ὀργάνων τε παντοδαπῶν ἐμμελεῖς φωνὰς ἀκου-
σθῆναι καὶ βοὴν ὄχλου μετ᾽ εὐασμῶν καὶ πηδήσεων σατυρικῶν,
ὥσπερ θιάσου τινὸς οὐκ ἀθορύβως ἐξελαύνοντος· [75.5] εἶναι
δὲ τὴν ὁρμὴν ὁμοῦ τι διὰ τῆς πόλεως μέσης ἐπὶ τὴν πύλην ἔξω
τὴν τετραμμένην πρὸς τοὺς πολεμίους, καὶ ταύτῃ τὸν θόρυβον
ἐκπεσεῖν πλεῖστον γενόμενον. [75.6] ἐδόκει δὲ τοῖς ἀναλογιζο-
μένοις τὸ σημεῖον ἀπολείπειν ὁ θεὸς Ἀντώνιον, ᾧ μάλιστα συν-
εξομοιῶν καὶ συνοικειῶν ἑαυτὸν διετέλεσεν.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[75,4]εκεινη τη νυχτα περιπου τα μεσανυχτα ,λεγεται,ενω βρισκον-
ταν η πολη σε ησυχια και στεναχωρια απο το φοβο και την απειλη αυ-
των που προκειται να συμβουν ξαφνικα ακουστηκαν απο οργανα καθε
ειδους μελωδικοι ηχοι και βοη οχλου με βακχισμους ευοι ευαν
και πηδηματα σατυρων σαν να εξορμα καποιος θιασος με θορυβο
[75,5]κι ηταν σαν η ευθυμη παρεα να διασχιζει τη πολη με κατευθυν-
ση προς την εξω πυλη που'ναι στραμενη προς τους αντιπαλους εχθρους
κι εκει αφου εγινε ο θορυβος πολυ μεγαλυτερος μειωθηκε[75,6]εκεινοι
που ασχοληθηκαν να εξηγησουν το σημαδι αυτο ειχαν τη γνωμη
πως ο θεος εγκαταλειπει τον Αντωνιο με τον οποιο κατεξοχην ηθελε
να συνταυτισθει και να συνυπαρχει
[Απολειπειν ο θεος Αντωνιον-Κ.Π.Καβαφης]1911
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές—
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που χάνεις.
.
[χ.ν.κουβελης]2013
ραγδαια τα συμβαντα,το 44 δολοφονηθηκε ο Ιουλιος Καισαρας
το 43 η τριανδρια το 42 στους Φιλιππους η τιμωρια
των δολοφονων το 41 στη Ταρσο της Κιλικιας
γνωρισε την Ελλαδιτισα βασιλισα Κλεοπατρα
απο το 41 μεχρι το 31 ηδονικα ζουσε στην Αλεξανδρεια
με μουσικες εξαισιες κι αρωματα μεθυστικα
τους φλοισβους του Νειλου τους λωτους
τα λογια τους ψιθυρισμους τα ζεστα κορμια
με τετοια γεμισε ο βιος του κι ηθελε αυτοκρατορια για κεινη
και για κεινον να χωρεσουν μαζι και τα παιδια τους
ο Καισαριων και τα μικρα ο Αλεξανδρος κι ο Πτολεμαιος
αλλωστε τους ειχαν μοιρασει και τα βασιλεια
ο Καισαριων βασιλευς των βασιλεων
ο Αλεξανδρος βασιλευς των Αρμενιων της Μηδιας και των Παρθων
ο Πτολεμαιος της Κιλικιας της Συριας της Φοινικης
μια μερα με ζεστο ηλιο κι ολοι οι Αλεξανδρινοι βγηκαν
εξω να γιορτασουν το γεγονος κι ηταν πραγματι
λαμπρη μεγαλειωδης γιορτη αυτη η χειροτονηση
το 31 ηρθε η καταποντιση το μεγαλο ναυαγιο
στο Ακτιο,
το 30 ο θεος Διονυσος τον εγκαταλειπει
μαζευει το θιασο του και τα μεσανυχτα με θορυβο
με μουσικες και κραυγες φευγει απ'την Αλεξανδρεια,
ας παει στα κομματια,τι θα τον ωφελουσε να εμενε,
ο Οκταβιος δεν χωρατευει,εξω ετοιμαζει τα σχεδια του
να μην λαθεψουν,ουτε ιδρωνουν τ'αυτια του
απο τετοια γουστα,φαιδροτητες,
ο κοσμος,η αυτοκρατορια δηλαδη
ειναι πολυ σοβαρη υποθεση να την χειριζονται αδυναμοι
επιρρεπεις τυποι σε γυναικες και απολαυσεις,
αλλα τι ξερει εκεινος απο χαρες κι απολαυσεις της ζωης,
αχρωμος,σκληρος,ας κυβερνησει,αυτον δεν τον ενδιαφερει,
αφου δεν μπορει να κυβερνησει οπως θελει
ας τελειωσει το εργο,η ιστορια του,
κι ο θεος,σιγουρο ειναι,αλλον θα'βρει να παιδεψει,
υστερα,στο κατω κατω της γραφης τι τον παιδεψε,
αντιθετα,
χαρηκε,απολαυσε,εζησε
καθολου δεν ηταν για veni vidi vicis,
κουφιες ματαιοτητες
τωρα,το ξερει,θαρραλεος οπως ειναι,ο κυβος ερριφθη,
alea jacta est
.
.
ΕΤΣΙ ΑΠΟΤΕΛΕΙΩΣΕ ΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΤΟΥ ΤΟ 53 π.Χ Ο ΚΡΑΣΣΟΣ ΤΟ ΠΑΛΑΙ
ΠΟΤΕ ΔΥΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΡΟΣ ΣΤΗ ΡΩΜΗ
ΠΟΤΕ ΔΥΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΙΣΧΥΡΟΣ ΣΤΗ ΡΩΜΗ
.
εκεινος ο ισχυρος Κρασσος τι ζητουσε τα περισσοτερα
σε τοσους και τοσους πλειστηριασμους πηρε σπιτια
οσο-οσο κι εκανε μεγαλη περιουσια σπο πυρκαγιες
κι αλλα προσχεδιασμενα κολπα γκροσα
επαιξε σ'ολα τα τραπεζια και τα χρηματιστηρια
των κερδοσκοπων ρισκαρε και κερδιζε και
με τον Σπαρτακο και με τον Κατιλινα και με τον Καισαρα
και με τον Πομπηιο τριανδρια και το 53 π.Χ
στη Συρια ανθυπατος τα'βαλε με τους Παρθους
προσβλεπε και στη συμμαχια του Αρταβαζη του Αρμενιου,
μωρος δεν ηταν,αυτα τα πραγματα στη πολιτικη ειναι
αβεβαια αιολα και ποτε κλεινουν απο'δω και
ποτε απο'κει αναλογα τα τρεχοντα συμφεροντα
δεν ειναι να βασιζεσε σε τετοιους λογους
και τελειωσε η τραμπα με τον Αρταβαζη
εκεινος συμπεθεριασε με τον Ορωδη,την αδερφη του
την πηρε ο γιος του Πακορος,γυρισε το φυλλο
τον απομονωσαν τον κυνηγησαν και στις Καρρες
της Μεσοποταμιας τον κατανικησαν και του αποτελειωσε
τις λεγεωνες ο Σουρηνας,τον επιασαν και του εκοψαν
το κεφαλι και το δεξι χερι και εστειλαν το κεφαλι
με καποιον Σιλακη στον βασιλια Ορωδη ανθρωπο
φιλοτεχνο και φιλομαθη και τουτο ετυχε απογευματινη
ωρα στην εξαισια πορφυρη δυση του ηλιου οταν συνετρωγε
και συνδιασκεδαζε με τον φιλο του Αρταβαζη ανθρωπο
των γραμματων που ηξερε τα ελληνικα φαρσι κι εγραφε
και τραγωδιες και ιστορικα οταν εβλεπαν κι ακουγαν με μεγαλη
αισθητικη απολαυση τον Τραλλιανο υποκριτη Ιασονα
ν'απαγγελει,λεει ο Πλουταρχος,απο τις Βακχες του Ευριπιδη
τη σκηνη της Αγαυης και θεατρικη μασκα του Πενθεα φορουσε
κι οταν πεταχτηκε πανω στη σκηνη θριαμβευτικα το κομμενο
κεφαλι του Κρασσου το σηκωσε ο ηθοποιος στα χερια του
κι αφου εβγαλε τη μασκα του και την εδωσε σ'αλλον ηθοποιο
με το κεφαλι στα χερια του επαιξε με τον χορο τον ρολο
της μαινομενης Αγαυης κι ακουστηκαν στο θεατρο οι στιχοι
φερομεν εξ ορεος ελικα νεοτομον επι μελαθρα
μακαριον θηραμα
και,τις εφονευσεν;
Εμον το γερας,
πεταχτηκε τοτε καπ+οιος Εξαθρης,Εγω τον σκοτωσα,
σε μενα ανηκει η πληρωμη
και πληρωθηκε πλουσιοπαροχα κι αυτος και ο υποκριτης
για την τεχνη του
ετσι αποτελειωσε τις μερες του το 53 π.Χ ο Κρασσος
ανδρας δυνατος και ισχυρος στη Ρωμη και γελοιοποιηθηκε
σε μια τραγωδια στην αυλη του Ορωδη
Τοσα ονοματα ηθοποιοι στις μυλοπετρες της Ιστοριας
.
.
Στις Μυκηνες το φως τρυπησε τις λεξεις
.
στις Μυκηνες το φως τρυπησε το ξυλο
μιας προσωπιδας,ενας κοτσυφας αρχισε το τραγουδι,
τα βηματα του Αιγισθου στις πετρες εσβησαν
δυσκολο ειναι στον ανθρωπο να σηκωσει τις λεξεις
ν'ακουσει την ανασα τους
Αυγουστος,καυτη μερα,κι οι τουριστες φωτογραφιζουν
μια αναγλυφη πετρα γεγονοτων και την ελια
και το κυπαρισσι ,τη θαλασσα περα
η Κλυταιμνηστρα εχει το ουζερι ''ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ''
φρεσκο ψαρι και ψητο χταποδι στα καρβουνα σερβιρει
και στη διαπασον το συρτακι,ο Ορεστης τοτε
πιαστηκε απο τους χωροφυλακες,τον εδεσαν
τον εσυραν στο θεατρο,''δεστε τον,ποιος τον ξερει;
ποιος ειναι αυτος ο αλητης;''σιωπη,κανενας
δεν τολμησε να μιλησει πως τον ηξερε,κι ας τον ηξεραν
καλα ολοι τους ,και μαζι του ειχαν συνομωτησει,σιωπη,
ολοι φοβισμενοι,ετρεμαν,και χειροκροτησαν το θεαμα,
να μην μπλεξουν,χειροκροτησαν με προσποιητο
ενθουσιασμο,
και τοτε ξαφνικα ενα παιδι απο τα πανω καθισματα
κατεβηκε τρεχοντας και φτανοντας στη σκηνη γυρισε
προς το μερος των θεατων και κατεβασε το παντελονι του
και τους εδειξε τ'αποκρυφα του,''να!'',τους φωναξε,
''Η Ιστορια ειναι αλλα γεγονοτα.Μην ξεγελιεστε''
τους φανηκε αστειο,θεαμα,μια μοντερνα παραξενια
του σκηνοθετη,γελασαν,Ιστορια,γεγονοτα,κουραφεξαλα,
τοτε οι χωροφυλακες κι ο Ορεστης μπηκαν μπροστα του
και υποκληθηκαν στο κοινο
χειροκροτηματα
η παρασταση τελειωσε,μια τεραστια ανεπαναληπτη επιτυχια
και μετα απο εκεινα τα γεγονοτα οι θεατες σκορπιστηκαν
στα διαφορα κεντρα αναψυχης της περιοχης ,ταβερνες
και ζαχαροπλαστεια και αλλα
να τελειωσουν ευχαριστα την υπολοιπη μερα τους
.
.
Αναφορα στον Πλωτινο
[ Εν-Νους-Ψυχη ]
.
στον Αμμωνιο Σακκα εμαθε τα πρωτα
στην Αλεξανδρεια ,τα πολλα ενα ειναι;
ρωτησε,και μετεπειτα στη Ρωμη ρωτουσε
και απαντουσε και ξανα ρωτουσε κι απαντουσε,
τα αναφερει αυτα ο Πορφυριος ο μαθητης,και
δεν εγραφε,πως να γραψει αυτο που αλλαζει
και δεν μενει σταθερο,τι μια ισχυει,
την αλλη αντικρουεται,η αληθεια πολεμος,
το ενα πολλα και τα πολλα ενα
κι ο Νους να τα οργανωσει να τα ταξινομισει
με την Ψυχη να τρεμει τι ειναι Αληθεια
τι Ψεμμα,
και τις Εννεαδες εγραψε ο δασκαλος,αφου υποχωρησε
κι ενας απο μας χρονια αργοτερα ρωταει
Τι ειναι ο Πλατωνας σημερα;
πτηση αεροστατου στις Ιδεες
.
.
Ο λουομενος Κουρος στην Αγριλια του Αστακου
.
ο ηχος της θαλασσας εσκαγε πανω στα βραχια
μ'αφρους τα εσκαβε
τα κοχυλια ανασαιναν τα νερα
ανιδεα
οταν περνουσαν τα πολλα καραβια των Αθηναιων
για τη μεγαλη σικελικη εκστρατεια
ουτε ο τιμιος αλλα δεισιδαιμων Νικιας
ουτε ο ανδρειος Λαμαχος
ουτε ο εφυης αλλα εφιαλτικα διπροσωπος Αλκιβιαδης
γνωριζαν την εκβαση της επιχειρισης
τα ελη τα λατομεια τον χαμο χιλιαδων ψυχων
τον μεγαλο ολεθρο
ουτε οι δυστυχεις γνωριζανε το μειδιαμα του Κουρου
που παραπλεανε σε παραλια του Αστακου
.
.
.
Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ
[Ο ΑΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΦΟΚΛΗ]-χ.ν.κουβελης
.
ακουστε εσεις ναυτες συντροφοι του Αιαντα
τωρα τον δυνατο Αιαντα βαρια τρελλα του πηρε τα μυαλα
κι εχει σφαγμενο κοπαδι και τα χερια στο αιμα
κι αλλα ζωα τα' σφαζε κι αλλα στα δυο τα κοματιαζε
και σ'ενα κριαρι κοβει κεφαλι και γλωσσα
κι αλλο το δενει και με λουριδα το χτυπαει ουρλιαζοντας
βρισιες ακουγες μαζι και γελια αγρια
κι υστερα απ' αυτα τα ακατανοητα ησυχασε
οπως δυνατος νοτιας ησυχαζει αφου ολα τα γκρεμισε
και τα σκορπισε στο αγριο περασμα του
ησυχασε και στα μυαλα του ηρθε κι ειδε τι φρικιαστικα εκανε
κι οσο η Τεκμησσα η γυναικα του τα θυμαται ανατριχιαζει
και φοβαται γι'αυτα και για τα μελλουμενα
θυμαται πως ο Αιαντας στη τρελα του μεσα αρπαξε μαχαιρι
κι εκεινη η δυστυχη του φωναξε,τι πας να κανεις Αιαντα;
κι εκεινος της απαντησε,
παψε,η σιωπη ειναι στολιδι της γυναικας,
και στα σκοταδια ορμησε και χαθηκε στη νυχτα
και μητε ηξερε που πηγε και τι εκανε
κι οταν γυρισε ειχε ταυρους κριαρια και σκυλια δεμενα μαζι
και τα' σερνε
και τα'σφαζε σ'αλλο εκοψε το σβερκο σ'αλλο εκοβε το λαιμο
και μεσα στο κοπαδι γυρνουσε αγριεμενος και τα χτυπουσε τα ζωα
με βρισιες σαν να'ταν ανθρωποι αντρες εχθροι κι ακουγες
βρισιες με καποιον να λογομαχει ονοματα καθαρα δεν ξεχωριζες
κι ακουγες και γελια καθως κανει τρελλος
θυμαται η γυναικα πως σαν ξαναρθε στα μυαλα του ειδε γυρω του
οσα φρικαλεα επραξε τη μεγαλη σφαγη και τοτε εβγαλε φωνη μεγαλη
ουρλιαξε κι αρπαξε τα μαλλια του να τα ξεριζωσει
κι εκεινη την εβριζε πως τουτα τα φριχτα εγιναν και δεν τον εμποδισε
και τη ρωτουσε να του πει κι εκεινη του ειπε
και σαν τ'ακουσε φωναξε δυνατα ουρλιαξε
κι ηταν σαν η καρδια να του ξεριζωθηκε
κι ηταν σαν αγριος ταυρος που μουγκριζει
και τον βλεπει να καθεται ακινητος κι αμιλητος
και μητε να φαει θελει και μητε να πιει νερο
και της φαινονταν πως κατι κακο του τριγυρνουσε το κεφαλι
κατι κακο να κανει στον εαυτο του τον ιδιο
και τον ακουσε να φωναζει τ'ονομα του παιδιου τους
παιδι μου παιδι μου
και τ' ονομα του Τευκρου τ'αδερφου του φωναζε και τον γυρευε
ο Τευκρος,που ειναι ο Τευκρος;που σπαταλαει τις ωρες του
τωρα που εγω θα χαθω;
η τρελλα μ'αρπαξε και μου ξετιναξε μυαλο και τιμη
κι εγινα ντροπιασμα και γελασμα σ'ανθρωπους και στο τοπο
κι αντι να σκοτωσω τους αθλιους εσφαξα τ'αθωα ζωα
ας τους σκοτωνα κι ας σκοτωνομουν κι εγω υστερα
κι εκεινη η δυστυχη ακουσε και του'πε
και τι τι θελω τη ζωη μου χωρις εσενα
χωρις τον αντρα μου και χωρις τον πατερα το παιδιου μου;
κι εκεινος φωναξε μ'απελπισια
που να παω;που να κρυφτω και μην φαινομαι;
ετσι ατιμασμενος που καταντησα;
αιαζω τ'ονομα μου
να ξερω πως φταινε οι αθλιοι που δεν πηρα τα οπλα του Αχιλλεα
ποιος ηταν αξιωτερος απο'μενα να τα παρει;
κανεις
ολοι δελοι και πλανοι, σκουληκια
και τωρα ζητουν την τιμωρια μου ζητουν το κεφαλι μου
κι η γυναικα του'πε με παραπονο και φοβο
αν εσυ χαθεις θ'αρπαξουν εμενα και το παιδι
σκλαβα στα ξενα και το παιδι ορφανο και περιφρονημενο
και τετοια ατιμωτικα λογια θ'ακουω
να η γυναικα και το παιδι του Αιαντα,σκλαβοι,τι καταντια,
να τι επαθαν και δυστυχουν
αλλον,να το ξερεις,απο σενα δεν εχουμε
κι εκεινος αρπαξε το παιδι στα δυο του χερια κι ειπε
αληθεια,τιποτα απ'αυτα δεν νιωθεις κι ουτε καταλαβαινεις
και γυρνωντας στη γυναικα ειπε
παρε γυναικα το παιδι και φυλαξε το απ'τους εχθρους
σταματα τα κλαματα,
τα κλαματα στις γυναικες αρεσουν
ετσι που' ρθαν τα πραγματα δεν εχει γυρισμο
το μαχαιρι εχει το λογο τωρα
ο απειρος χρονος ολα στο φως τα φανερωνει κι ολα τα κρυβει
ολα τ'αλλαζει
τον χειμωνα διαδεχεται το καλοκαιρι
η νυχτα ανταλλασεται με τη μερα
κι ο εχθρος φιλος γινεται
και το μαχαιρι του Εχτορα πρεπει να πεταξω να εξαφανισω
σε κουφιο και κρυφο τοπο να θαψω
τα δωρα των εχθρων δωρα δεν ειναι
και σ'ερημικη παραλια βρεθηκε ο Αιαντας
και στην μαλακη αμμο καρφωμενο ορθο το μαχαιρι ειχε
ακονισμενο γυαλιστερο να περιμενει
το πελωριο το μεγιστο σωμα το πελωριον ερκος Αχαιων
δεν δειλιαζε,ετοιμος ηταν,
ολα κανονισμενα
εστειλε τη Τεκμησσα να φωναξει τον αδερφο του τον Τευκρο
να προφτασει να παρει τ'αψυχο κορμι του
πριν το βρουν οι εχθροι και το το ριξουν στα σκυλια
και στα ορνια να το φανε
ενα πεσιμο πανω στο ορθο μαχαιρι ,και το τελος,
η πνοη κοπηκε η ζωη κυλησε κι εσπασε σε κοματια
ψιλη αμμος
και θελω οπως εγω σφαχτηκα ετσι κι αυτοι οι αθλιοι
να πανε σφαγμενοι απο τα ιδια τα παιδια τους
μεσα στα σπιτια τους
ο ενας κυκλος φερνει τον αλλο κυκλο
.
.
ΟΛΙΓΟΝ ΠΡΙΝ ΤΟΝ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΝ ΤΟΥ 31 π.Χ
.
οι Αλεξανδρινοι βεβαιως εχουν μεγαλη εφεσιν εις την τεχνην
εις την ζωγραφικην και την γλυπτικην και την αρχιτεκτονικην
και τα θεατρα κατακλυζουν εις δραματικες και κωμικες παραστασεις
και χειροκροτουν και σχολιαζουν εμβριθως
την ιστοριαν ομως την παραμελουν εις τα γεγονοτα κωφευουν
και ελαχιστα,και αφελως,τους απασχολουν εις τας συζητησεις των
εις την Ρωμην ομως αλλα σχεδιαζει γι'αυτους ο Αυγουστος
και για τον Μαρκον Αντωνιον και για την Κλεοπατρα Ζ'
του Πτολεμαιου ΙΒ' του Αυλητη ''ετσι κι αλλιως''λεγουν''καιρο ειναι
που εχουμε καταντησει ανεπισημως ρωμαικη επαρχια'',
μ'αυτους τους γαμους της βασιλισσας ποτε με τον Ιουλιον Καισαρα
και ποτε με τον Μαρκον Αντωνιον''
το νιωθαν αυτοι ,κι ηταν ανοησια να το εμποδισουν
παρα να κοιταξουν επρεπε πως θα ωφεληθουν περισσοτερο
με την μελοντικη κατασταση των πραγματων,
την τυχη των Σελευκιδων στη Συρια θα ειχαν,
κι αυτη η τωρινη δοξα ειναι προσκαιρη χωρις θεμελια και οι κατακτησεις,
ολες οι κατακτησεις γενικα,θα σαρωθουν,ονειρο καπνος και διαλυθηκαν,
''ειχαμεν επιτυχιες ςις Φοινικην εις Κιλικιαν εις Κρητην
εις Αρμενιαν εις Συριαν εις Μικραν Ασιαν εις Κυρηναικην
και εις την Ινδιαν θα εχομεν'',ας ειναι,
ολα στηριγμενα στη γοητεια και την εφυια της Κλεοπατρας Βασιλισσης,
αλλα και στην ικανοτητα και τη θεληση μιας απογονου
των Πτολεμαιων,
η Venus Genetrix με τους Ερωτιδεις τις Νηρηιδες και τις Χαριτες
και τη δολοφονια της αδερφης της Αρσινοης Δ' και καποιου
αδελφου της Πτολεμαιου ΙΓ'
ετσι ετελειωσε λιαν αδοξως η μεγαλη ελληνικη δυναστεια
του Μακεδονα στρατηγου Πτολεμαιου Α' του Λαγου
το λαμπρον επιγονον εν Αιγυπτω εκ της μεγαλης εν τη Ασια
εκστρατειας του Αλεξανδρου
και ο Αλεξανδρος Ηλιος και η Κλεοπατρα Σεληνη και ο Καισαριων
ο Βασιλευς των Βασιλεων κενα ονοματα
το 31 π.Χ ηταν το τελος ολων αυτων των ψευδαισθησεων της ιστοριας
.
.
Η ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΝ ΤΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
μετα το 323 εμεις οι Πτολεμαιοι της Αλεξανδρειας και οι επιλοιποι
Επιγονοι
Σευλεκιδες της Συριας Ατταλιδες τηε Μικρασιας Αντιγονιδες της Πελλας
πολυ υπερεχομεν εις τον κοσμον εις πολιτισμον εζοχον
και εις πλουτον αμυθητον εις εμπορεια και εις πολυανθρωπους πολεις
Ελληνες Αιγυπτιοι Ιουδαιοι Εβραιοι Λιβυοι Αφρικανοι Ρωμαιοι ουδενος
εξαιρουμενου ελληνιζοντες
εγω ο Δημητριος εδω εις την συνοικιαν Βρουχειον διαχειριζομαι τα οικονομικα
της μεγαλης εν Αλεξανδρεια Βιβλιοθηκης και με εσταλει σημερον επισημον
εγγραφον
και να προσεξω πρεπει πως απαγορευεται αυστηρως η εξαγωγη παπυρων
μετρον λιαν απαραιτητον για να κατασταλει ο αθεμιτος ανταγωνισμος
της βιβλιοθηκης της Περγαμου
πολιτικη προπαγανδα των Σελευκιδων
αυτο εχω να επιμεληθω
εργον πολυ βαρυτατον και με μεγαλας επιπτωσεις
για την Μεγαλην Βιβλιοθηκην που ο Δημητριος ο Φαληρευς εισηγηθει
εις τον Πτολεμαιον τον Α' την ιδρυση της
ο Φαληρευς ηταν μαθητης του Αριστοτελη και του Θεοφραστου
κι ειχε βαθεια εις τον νου του την Πολιτεια του Πλατωνα
υπαρχει εις το αρχειον και η επιστολη του Πτολεμαιου του Γ' προς ολους
τους ηγεμονας του κοσμου
οι Αθηναιοι εστειλαν Ασχυλο Σοφοκλη και Ευριπιδη
στα ερμαρια της ειναι τα Στοιχεια του Ευκλειδη οι Αριθμοι του Ευδοξου του Κνιδιου
το κοσκινο του Ερατοσθενη τα ημικυκλια του Παππου τα Σχολια της Υπατιας
οι χαρτες των αστερισμων του Ιππαρχου η τριγωνομετρια και το ηλιοκεντρικο
συστημα του Αρισταρχου του Σαμιου οι χαρτες και τα επικυκλια συστηματα
του Πτολεμαιου τα κωνικα του Απολλωνιου τα μηχανικα του Αρχιμηδη
τα Πνευματικα του Ηρωνα η ερευνα εις τον Ιπποκρατην του Ηροφιλου
τα περι νοησεως πορισματα του Ερασιστρατου και τα δεκαπεντε βιβλια του Γαληνου
περι ανατομιας και ιατρικης
αυτος ο μεγας εγκεφαλος της παγκοσμιας γνωσης καταστραφηκε
ο Σενέκας εις το De tranquillitate animi ΙΧ πιστοποιει την πρωτη καταστροφη
επι Ιουλιου Καισαρα που καηκε το Βρουχειον
επειτα καποιος Καρακαλλας ρωμαιος αυτοκρατορας δεν χωνευε τους Αλεξανδρινους
γιατι τον ειρωνευονταν και του ειχαν μπει στη μυτη
Και δη τους φιλοσόφους, τους Αριστοτελικούς ονομαζόμενους, τα τε άλλα δεινώς
εμίσει, ώστε και τα βιβλία αυτού (του Αριστοτέλη) κατακαύσαι εθελήσαι
α εν τη Αλεξανδρεία είχον,
τα του Καρακαλλα τα αναφερει ο Διων Κσσσιος
το 391 παει και το Σεραπειον επι Θεοδοσιου
επειτα ηρθε εις το προσκηνιον καποιος ο Ιωάννης Φιλόπονος βιβλιόφιλος
αυτος δεν καταφερε να σωσει τα βιβλια
''η' ειναι περιττα η' ειναι επιζημια'' του ειπαν
κι εγιναν καυσιμη υλη να ζεσταθουν τα πολυαριθμα λουτρα της πολης
λιαν χρησιμοτατα εχρησιμευσαν
τοσα μεθυστικα αρωματα κι αλοιφες να παγουν χαμενα για τις ερασμιες
κυριες της Αλεξανδρειας να μην επαλοιφθουν τα ηδυπαθη σωματα
για τες αισθητικες των απολαυσεις;
και τωρα η ερημος εις την συνοικιαν αυτη
.
.
2014.Περι της Συνομωσιας του Κατιλινα Νεωτερα
απετυχε στις επιδιωξεις του
το 65 το 64 το 63 Υπατος δεν εκλεχθηκε
δεν του εμεινε αλλο παρα η συνομωσια
o tempora o mores
κι αν απετυχε στα σχεδια του και τελικα συνετριβει
καποια Φουλβια φταιει
και παντα καποιος Κικερων καιροφυλαχτει
.
.
Η TOUR-SHOW RETOURN ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑΤΩΝ 2014 μ.Χ
(Η ενσταντε φωτογραφια μιας ευτυχισμενης μερας ενος νεαρου δυτη
στην Ποσειδωνια το 480 π.Χ)
τον 7ο αι. ηρθαν οι Συβαριτες απογονοι αποικων Αχαιων απο την Ελικη
και Ιωνων της Τροιζηνας και αποικησαν στο Σαλερνο
εκει στον κολπο εχτισαν την Ποσειδωνια πολη λαμπρη και πλουσιωτατη
Μετεπειτα ιστορει ο Αριστοξενος ο Ταραντινος πως οι Λευκανοι
αφου εκμεταλλευτηκαν τους εμφυλιους των Ελληνων και με δολο
δολοφονησαν τον Αλεξανδρο Α' τον Μολοσσο κυριαρχησαν στην παλαι
ποτε ισχυρη πολιτεια και τους Ελληνες εξευτελιζαν να μην ομιλουν πλεον
την ελληνικην γλωσσα τους κι ουτε τα ελληνικα εθιμα να ακολουθουν
μοναχα τους επετρεψαν καθε χρονο μια φορα να συναθροιζονται
εντος των τειχων και να ενθυμουνται τα ελληνικα τα ονοματα
και τα ενδοξα προγονικα και να τους βλεπουν με τι πικρα και νοσταλγια
να οδυρονται -ενα εξοχον θεαμα γι'αυτους να διασκεδασουν την ανια τους
οπως στα θεατρα με ηθοποιους-ωσπου καταντησανε εν τελει τα ελληνικα
κενα γραμματα μη πλεον ενθυμουμενοι οι Ποσειδωνιαται τι εκφραζανε
και ποια ητανε η ουσια τους δι'αυτους
Και του Πυρρου καθολου δεν βοηθησαν οι νικες-αλλωστε πυρρειες νικες ηταν-
Το 273 επικρατουντες οι Ρωμαιοι την ονομασαν λατινικα το Paestum
και στην Αργεια Ηρα τωρα οι τουριστες βλεπουν τον Αιαντα τον Σαλαμινιο
να σκοτωνει τον εαυτο του ριχνοντας το βαρυ του σωμα στο ορθιο ξιφος
και περιφερονται με τις φωτογραφικες μηχανες στους τρεις περιλαμπρους
περιπτερους αρχαιους ναους της Αθηνας της Ηρας και του Ποσειδωνα
μεσα στην τεραστια ερημια της πολης και της δοξας της -εσαει tour show πλεον-
στο ανοιχτο θεατρο Ιταλοι ηθοποιοι υποκρινονται τους Ελληνες. Ποσειδωνιατες
με ακριβειαν θεατρικην και δεξιοτεχνιαν χειροκροτουμενοι απο τους θεατας
Και στο βαθος της μνημης ο χρονος επιστρεφοντας σε καποιο μεσημερι
του 480 οταν νεαρος δυτης απο ψηλη εξεδρα καταδυεται με εξαισιον αλμα
στα νερα ποταμου μια λαμπρη μερα του ενδοξου ελληνισμου μας που-αλιμονο-
ανεπιστρεπτι χαθηκε
.
.
Η ΔΑΜΟΚΛΕΙΟΣ ΣΠΑΘΗ
πολυ τον ενοχλουσε τον Διονυσιο τον Πρεσβυτερο η κολακεια,ανθρωπο εμπειρο,
και ειδικα η κολακεια του Δαμοκλη,φυσικα κι ηξερε πως ηταν αριστος ποιητης
τελειωνει και τη τραγωδια του ''Εκτορος Λυτρα'',αριστουργημα διχως αλλο,
κι εκεινος συνεχιζει να παινευει την Αριστομαχη και τη Δωριχα ποσο ομορφες
και καλες και αξιες ειναι οι γυναικες του και πως τον στολιζουν τον δικαιο κυβερνητη
των Συρακουσων και πως ειχε πολυ δικιο να εκδιωξει τον Πλατωνα,ποιος ηταν εκεινος
να επικρινει αυτον και τι νομιζε πως με τις φιλοσοφιες του,τις μπουρδολογιες του δηλαδη,
το Αγαθον η Αρετη κτλ,θ'αλλαζε την κοινωνια,ποσον μαλλον απαταται,
αυτον τον Δαμοκλη τον βαρεθηκε τις κολακειες του κι ηθελε ενα μαθημα να του δωσει
και τον καλεσε και του'πε πως για μια μερα θα γινει αυτος τυρρανος στη θεση του,
πως ελαμψε η φιλαυτια του,το ειδε στα ματια του,οταν τ'ακουσε ο ελαφρος,
το μεγα παθος της εξουσιας,η ανευ οριων απολαυση η ματαιοδοξια
και αληθεια τον εκανε τυρρανο στη θεση του και στη μεγαλη τραπεζαρια θρονιαστηκε
εν μεσω αφθονων λαχταριστων φαγητων παντοειδων ποτων και μεθυστικων αρωματων
και απολαυμβανε υπνωτικα χαυνωτικα το χορο λαγνων ορχηστριδων και ετερπετο λιαν
οταν ξαφνικα πανω απο το στεφανωμενο κεφαλι του ειδε το σπαθι να κρεμεται
ποσο τρομαξε τοτε ποσο φοβηθηκε μην σπασουν οι δυο-τρεις τριχες τ'αλογου
που'ταν δεμενο και πεσει με τρομερη δυναμη και του καρφωσει το στηθος
ισια στη καρδια τον τρυπησει και ρωτησε με σπασμενη φωνη λιγοθυμισμενη
τι σημαινε αυτο τ'αστειο κι ο Διονυσιος τ'απαντησε πως αν ο αρχοντας δεν προσεξει
παντα θα κινδυνευει κι ολα ειναι αιολα και τι απατηλη ειναι ολη αυτη η λαμψη
ποσο εφημερη η ευτυχια και πλανη η δυναμη και πως ατρανταχτη δεν ειναι η εξουσια
σαν κυβερνας ανθρωπους,ευκολα,αν δεν προσεξεις,ερχονται τα πανω κατω
κι η καταστροφη αναποφευκτη σε προσμενει
Αυτο το μαθημα πηρε ο κολακας Δαμοκλης απο τον τυρρανο Διονυσιο
τον Πρεσβυτερο
μια τοση δα λεπτη κλωστη χωριζει τη λαμψη της εξουσιας απο την οδυνηρη πτωση
την καταστροφη
ολ'αυτα τα αναφερει ο ρητορας Κικέρωνας στις "Ερωτήσεις Τυσκυλανές" του
.
.
Δημητριος ο Φαληρευς
ο διορισμενος στεητμαν του Κασσανδρου στην Αθηνα Δημητριος
πληρουσε ολα τα προσοντα του Πλατωνα
Φιλοσοφος Κυβερνητης
και σε πολλα εξωραισε την πολη
τοσον δε δημοφιλης ηταν που οι Αθηναιοι-που ευκολα διολου
δεν κολακευουν-του αφιερωσαν 360 ανδριαντες οσες οι μερες
του χρονου να τον τιμησουν
στα χρονια που τη Μεγαλη Αυτοκρατορια του Αλεξανδρου μοιραζαν
-τι μοιραζαν τεμαχιζαν-με Εμφυλιους και Δολοπλοκιες οι Επιφανεις Επιγονοι
απο αυτη τη δοξα και την υστεροφημια ηρθε να τον αποκαθηλωσει
ενας αλλος Δημητριος ο Α' ο Πολιορκητης γιος του Αντιγονου του Μονοφθαλμου
τοτε αυτος κατεφυγε σ'αλλον συμμαχο τον Πτολεμαιο Α' στην Αλεξανδρεια
εκει δικο του εργο η φημισμενη Βιβλιοθηκη και με μεγιστη σχολαστικοτητα
ασκησε την Γραμματικη και την Φιλολογικη Επιστημη
και επιπλεον την Αποκωδικοποιηση των Ιερογλυφικων επιμεληθηκε
αλλ'ουτε απ'εδω γλυτωσε ο φιλοσοφος Δημητριος ο Φαληρευς
απο τους Εμφυλιους και τις Δολοπλοκιες των Σφετεριστων της Εξουσιας
ενας αλλος Πτολεμαιος ο Β'-μη οντας πια αρεστος στο Νεο Καθεστως-
τον εξορισε στην Ανω Αιγυπτο
εκει το 283 π.Χ ενα φιδι-απ'αυτα τα δηλητηριωδη π'αφθονουν στην περιοχη-
τον τσιμπησε κι ετσι αφησε αυτον τον μικροψυχο και ματαιοδοξο κοσμο
που δεν χρειαζεται κι αναγκη δεν εχει καθολου τους φιλοσοφους
.
.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΙΑΤΑΙ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
''Ποσειδωνιαται''
γυρισαμε,
εμας φωναζαν;ποιοι ηταν αυτοι;
τι σχεση εχουμε με τετοιους;
βαρβαρους η' οτι τελοσπαντων ηταν
Και τι αχρειοι ηταν να
μας ειρωνευτουν η'
και να μας προσβαλουν οι αχρειεστατοι
Α,να πανε,ποιος νοιαζεται
τα Παρελθοντα παρελθοντα
Τελος,
να ξεμπερδευουμε με δαυτα
.
..
ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΑΡΧΑΙΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια Α',42-43]
αλλ' ου φρενας Αιγισθοιο πειθ'αγαθα φρονεων
.
ενα μηνα εχει,που γυρισε
και φοβεριζει,σ'ολο το Αργος και μεσα στις χρυσες
Μυκηνες,εχουμε ανθρωπους δικους μας μυστικους παντου
και τα μαθαινουμε,τι παει να ενεργησει εναντιον μας,
δεν θα προλαβει,θα τον τσακωσουμε στο διχτυ,σφιχτα
θα τον τυλιξουμε,
και ξερει πως το διχτυ αυτο ειναι πολυ παλια ιστορια,
κι αυτος ο μωρος κι εγω εχουμε μπλεχτει στα διχτυα του,
απ'τον μακρυνο καιρο του Τανταλου,Τανταλιδες και οι δυο,
εκεινον τον προγονος μας ,που μαγειρεψε τα κρεατα
του γιου του Πελοπα και τα προσφερε φριχτο γευμα
να φανε οι θεοι,ετσι να τους εξεφτυλισει την ανωτεροτητα
και τον εγωισμο,κι απο τοτε σκληρη η καταρα πανω
στο γενος του μας αρπαξε ολους,
επειτα ο Ατρεας ο πατερας αυτουνου του αγυρτη Αγαμεμνωνα
πηρε την εξουσια,διεδοσε κι ενα γελοιο παραμυθι,πως ενα κριαρι
με χρυσο μαλλι του δινει την εξουσια,ολ'αυτα τα ψεματα
τα μαρτυρησε στον πατερα μου τον Θυεστη,τον αδελφο του,
η Αεροπη,η μανα αυτουνου του αχρειου,για το κριαρι
το χρυσομαλλο,ολες τις σκευωριες εμαθε,τι ηταν
με την Αεροπη εραστες κρυφα,κι ο Ατρεας για να εκδικηθει
τον πατερα μου σκοτωσε τα παιδια,που'καμε μ'εκεινη
τη γυναικα,τα μαγειρεψε τα κρεατα τους και τον καλεσε
σε φριχτο γευμα να φαει,και τον εξορισε τον δυστυχο,
κι εκεινος πηγε στο κρεβατι με την κορη του Πελοπεια,
να βγει συμφωνα με το χρησμο,που δωσανε οι θεοι
ο εκδικητης του,
και βγηκα εγω απο'κεινη την αιμομιξεια,ο Αιγισθος,
η μανα μου ντραπηκε για τη γεννα της και με παρατησε
σε μαντρα βοσκου και μια γιδα αιγα με χορτασε με το γαλα της
κι αναστηθηκα,απ'αυτο το γεγονος πηρα τ'ονομα μου,Αιγισθος,
μεγαλωσα και τον σκοτωσα τον Ατρεα,
περασαν οι καιροι
κι αυτος ο πλανος βασιλευε στις χρυσες Μυκηνες και
μεσα στο Αργος,και σκοτωσε την ιδια του την κορη
την Ιφιανασσα να παει στον ηληθιο πολεμο,να δοξαστει
η ματαιοδοξια του,να φερει πλουτη,να κορωσει τη φιλαργυρια του
χρυσαφια,
κι εκει περα στη Τρωαδα τι αισχιστο επραξε το μαθαμε,
τα νεα τα πληροφορηθηκαμε απ'τον Ομηρο τον ραψωδο,
αν και σε ποιηματα στιχους μετρα και ριμες ,δηλαδη κατασκευες,
τι αναντρο παιχνιδι επαιξε αυτος ο δειλος στον αντρειο
κι ευγενικο Αχιλλεα,και σηκωσε την μηνιν του ηρωα,
και τωρα νατος πισω εδω στο βασιλειο σωος και αβλαβης
να φοβεριζει ο δειλος εμενα και την γυναικα του
την Κλυταιμνηστρα την βασιλισα,
πως τον ντροπιασαμε τον αδιαντροπο,πως ειμαστε παρανομοι
εραστες,ολα τα χρονια που'λειπε στην ''λαμπρη υπερποντια
εκστρατεια βγαζανε τα ματια τους οι μοιχοι ''.
ετσι ελεγε,κι ειμαστε χωρις ντροπη κι αιδω εραστες
απο τοτε,
πως τον αδικησαμε,αυτον τον σκαιο αυτον τον καταχραστη,
πως κυβερναμε παρανομα τον τοπο,
πως η κυβερνηση ειναι νομιμο δικο του δικαιωμα,
τετοια αστεια κι αστηρικτα λεει και διαδιδει στους φιλους του
στους κολακες και στο πληρωμενο συναφι του,και βαζει
λογια να ξεσηκωσει το λαο στην Αγορα στις Συνελευσεις
πυρ και μανια εναντιον μας,
και δεν βλεπει ο αισχρος τα δικα του,τα αισχιστα,
δεν ντραπηκε να φερει πισω στη πατριδα την αμοροζα του
και να την εχει μαλιστα σπιτωμενη,την Κασσανδρα,
την κορη του φημισμενου και σεβαστου Πριαμου,
ακους;μια πριγκιπισα να τη σερνει σκλαβα ενας λεχριτης,
κι ακομα εφερε και τα δυο παιδια,π'απεκτησε μαζι της,
τι ντροπη,κι εχει ο αχρειος το θρασος και θελει να μιλαει
περι Ηθικης και να διδασκει τα πρεποντα,
α θα'χει ασχημα μπλεξιματα,θα τερματισει η ξετσιπωσια του,
δεν θα του περασουν οι ψευτοπαλληκαριες,τι νομιζει ο ανοητος
πως θα φοβηθουμε εκεινο το νιανιαρο τον Ορεστη,η'
εκεινη την θεουσα την βλαμενη την κορη του Ηλεκτρα,
μια υστερικη ειναι,να το ξερει,ολος ο κοσμος το λεει,και
μαζι της κουβαλαει κι εκεινη την ανοητη κι αβουλη αδερφη της
την Χρυσοθεμι,
τετοια να μηχανευεται να κανει και θα το φαει εξαπαντος
το κεφαλι του,η Κλυταιμνηστρα τον μισει,οσο δεν γινεται,
ουτε στα ματια της δεν θελει να τον δει,
τον σιχαινεται τον παιδοκτονο,κι εγω με τη σειρα μου τον μισω
για οσα κακα εκαναν και συμφορες εφεραν οι Ατρειδες
στην οικογενεια μου και σ'εμενα,
ακους;να ειμαστε σφετεριστες της εξουσιας εμεις οι ακρα
νομιμοι κληρονομοι;
τι θελει;την ιδια του γυναικα και βασιλισα την πηρα
στο κρεβατι μου,ειμαι αντρας εγω κι οχι ενας αναντρος πολυλογας
και ψευτης,
που να'ξερε;πως του ετοιμαζουμε αυτες τις μερες που ερχονται
τον χαμο του,μυστικη παγιδα του στηνουμε,στο λουτρο αμεριμνο
θα τον πνιξουμε,εγω με την Κλυταιμνηστρα,οι δυο μας,κι ας
μας συμβουλευουν να πραξουμε φρονιμα,ν'αποφυγουμε τη βια,
''το ενα φονικο φερνει στ'αλλο φονικο'',τι μας νοιαζουν πια
οι συνεπειες των πραξεων μας;μαθαμε στη σκληροτητα,
ο Τανταλος εσφαξε κι εβρασε τον γιο του,ο Ατρεας σκοτωσε
κι εβρασε τα παιδια του Θυεστη,τ'αδερφια μου,και του'δωσε
να φαει τα βρασμενα κρεατα τους ,εγω με τα χερια μου
σκοτωσα τον Ατρεα,τωρα ηρθε η σειρα να σκοτωσω
τον γιο του,τον Αγαμεμνωνα,γιατι να'χω τυψεις για εναν
παιδοκτονο,που πολυ μισω;
ειναι νυχτα βαθεια περασμενη ωρα,η γυναικα η Κλυταιμνηστρα
κοιμαται στο κρεβατι στο πλαι μου,εγω αγρυπνω στο σκοταδι
και λογαριαζω,δεν φοβαμαι,θα εκτελεσθει με καθε ακριβεια και
τελειοτητα το σχεδιο η μηχανη ,
ο Αγαμεμνωνας θα εκτελεσθει,τελειωσε,
κι επειτα ας γινει οτι ειναι να γινει,ας εξελιχθουν τα γεγονοτα
ανεμποδιστα,θα τα περιμενουμε ησυχοι και γαληνιοι,
ετοιμοι απο καιρο,
θα'ρθει ο Ορεστης να μας δολοφονησει, εμενα τον πατριο
και φονια του πατερα του Αιγισθο και τη μοιχαλιδα συνεργο
μητερα του Κλυταιμνηστρα,που το βυζι της εβαζε στο στομα του
να τον θρεψει μικρο με το γαλα της,και τωρα ξεστομιζε βρισιες,
με την Ηλεκτρα βοηθο θα'ναι στο φονικο και τον καρδιακο φιλο
και ξαδερφο του Πυλαδη,
τι εχουμε να φοβηθουμε,τοσο αδυνατοι ,που ειμαστε;
ζησαμε τη ζωη μας μεσα στο φοβο και την αναγκη,
οι χαρες μας λιγες και συντομες,
το ξερουμε πως οι επερχομενοι ανθρωποι
θα γραψουν για τις πραξεις μας,θα τις κρινουν ,αδικα η'
δικαια,αναλογα με τα συμφεροντα,που θα εξυπηρετουν,
κι οπως ο κοσμος θα'χει αλλαξει στο δρομο του
και θα τον κανονιζουν αλλοι νομοι κι αλλες ιδεες
.
..
ΕΙΣ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΝ
Αρτεμ[ι]τι Αγροτ[ερα]
Θεογενης Πεισιθεου
Καλλιφων Θεογενεος
Σωτων Φαιδρια
Φοξος Σωτιωνος
Φιλων Σωτιωνος
Πραυχος Πεισιθεου
Λαμιος Σωτυλου
Σωτιων Ταυρωνος
Σωτων Σωτωνος
Σωτιων Σωτιωνος
Ηρακλειτος Λεοντισχου
Νικων Ιππαρχου
Σωτιων Κλεωνος
Συγκυναγοι
Σωτων Αγησαρχου
Δημωναξ Αισχυλου
Σωτιων Λευκιου
Νικομαχος Ανδρωνος
Ν]εοπτολεμος Παυσανια
Λυσι]στρατος Φαλακριωνος
ματαια,στο Search στο Facebook
κανενας κυναγος και κανενας συγκυναγος
μ'αυτα τα ονοματα
ματαια,ν'αναζητας οτι ξεχασες
στη πλακα γραμμενα τα ονοματα τους
στο ιερο των Αγιων Αποστολων στο Δραγαμεστο
εκει στην Ακαρνανια απο τον 2ο αιωνα π.Χ
Ματαια
Και το αινιγμα τους,τι να προσφεραν
στην Αρταμιτα την Αγροτεραν
κι αξιζε να μνημονευτουν;
αχρειστοι σε μας τωρα να προσφερουν κατι,
εστω κατι μικρο να μας σωσουν
[και βεβαια ξερουμε η' υποπτευομαστε
το δωρο τους στην Αγροτεραν,
καποιο ελαφι η' καποιο αγριογουρουνο
η' καποια γιδα αιγα στην αναγκη]
.
.
ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΝΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΟΥΝ
Και αυτος ο ποθος πολλων εκ των
συμπολιτων μας για εξουσια,να κυβερνησουν
να μας κυβερνησουν,
τοσο μεγαλος κι ακατανικητος οπως λιγουρα για
φαβα
Διονυσος:μη σκωπτε μ'ωδελφ'. Ου γαρ αλλ'εχω κακως,
τοιουτος ιμερος με διαλυμενεται
Ηρακλης:ποιος τις ωδελφιδιον;
Δι:ουκ εχω φρασαι.ομως γε μεντοι σοι δι'αινιγμων
ερω.ηδη ποτ'επεθυμησας εξαιφνης ετνους;
Ηρ:ετνους;βαβαιαξ,μυριακις γ'εν τω βιω
Δι:αρ'εκδιδασκω τι σαφες η' τερα φρασω;
Ηρ:μη δητα περι ετνους γε,πανυ γαρ
μανθανων
Δι:τοτουτοσι τοινυν με δαρδαπτει
ποθος
οπως για φαβα[ετνους] ποθος[ιμερος] διαλυμαινεται
με μανια τους διαλυει τους κοβει
λιμασμενους
τους συναρπαζει[δαρδαπτει]
τους αρπαζει και τους σηκωνει
φαβαιαξ η εξουσια,
.
Μαλλον απο χεσιμο φαβαεξουσιας
θα εκπεσει η Δημοκρατια μας,Ω Ελληνες
.
.
ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΓΛΩΣΣΑΣ-ΕΛΛΗΝΙΚΗ
.
''Look how beautiful is a flower''
hold up a flower
There is beauty
I believe it
But,in those days I didn't have time
I've learned to draw icones
Now,a bird is passing
I don't know where
[η λεξη υδωρ αντικατασταθηκε απο τη λεξη νερο-
στο τελος του 6ου αιωνα και στις αρχες του 7ου
ηρθαν οι Σλαβοι στην Πελοποννησο-αυτο γραφτηκε
στο Χρονικο της Μονεμβασιας]
εκεινοι οι συγγραφεις απεφευγαν τους χυδαισμους
δεν απεφευγαν ομως τους αττικους τυπους,τον δυικο αριθμο
και τη χρηση της ευκτικης
γραφηκαν συντομα ποιηματα σε ελεγειακο μετρο η'σε εξαμετρους
σημερα σωζωνται μονο αποσπασματα
και τω καλλει της λεξεως ακουων ηδομαι
[ο Θεοδωρος Πτωχοπροδρομος γραφει στον αυτοκρατορα
Ιωαννη Β' Κομνηνο
ως τινας πολιτικους αμετρους παλιν στιχους,
συνεσταλμενους,παιζοντας,αλλ'ουκ αναισχυντωντας
-η λεξη τριψιδογαροπιπερον-]
A discovery of greatest importance to mathematics is
the discovery by Tartaglia that you can solve a cubic equation
[Did you know that there are twice as many numbers as numbers?
No ,there are not
Yes,there are
Show it
I will prive it.Name a number
One
Two
Five
Ten
Twenty-seven
Fifty-four
So,there are three times as many numbers as numbers
So,there are four times as many numbers as numbers
So,there are million times as many numbers as numbers
This is called Infinity
[το παιδι γεννηθηκε χωλο οιδιποδας
σακατη βασιλια δεν θα κανανε
εφευραν τον χρησμο:''σαν μεγαλωσει θα σκοτωσει τον πατερα
και θα παντρευτει τη μανα'',πεταξαν το παιδι
εκεινο μεγαλωσε στη Κορινθο,και νομιζε πως ηταν παιδι του βασιλια
Πολυβου και της Μεροπης,και μια μερα σ'ενα καυγα καποιος
για να τον προσβαλει τον φωναξε νοθο,ζητησε να μαθει
κι εμαθε την αληθεια,γυρισε στη Θηβα,σκοτωσε σ'ενεδρα τον Λαιο
και καταφερε να παντρευτει την Ιοκαστη,και ν'αποκτησει
απο τη μανα δυο κορες και δυο γιους,κανεις απ'το λαο δεν υποψιαζονταν
την εκδικηση,ηταν αξιος και δικαιος,ηταν και το παραμυθι με την Σφιγγα,
μονο ο Κρεοντας και ο Τειρεσιας και οι συν αυτους συνομωτες
γνωριζαν,ηθελαν την εξουσια,και βρηκαν αφορμη τη πανουκλα
να τον καταστρεψουν,εφεραν τους βοσκους του Κιθαιρωνα
να μιλησουν στην αγορα κι ολα αποκαλυφθηκαν,
τοτε η μανα κρεμαστηκε κι ο γιος εξορυξε τα ματια του]
ο ηλιος στην ασπιδα τ'ουρανου κυκλος
μεσημερι κι ο εργατης εσκαψε το χωμα και σε βαθος 34 εκ
βρηκε τη πινακιδα,εγραφε:e-ke εχει/ko-no-so Κνωσο
Εκεινη τη μερα γευματιζε ενας εμπορας απο τη Κνωσο
σ'ενα κεντρικο εστιατοριο της Τιρυνθας,
το 1952 μαθαμε πως εκεινη την ηλιολουστη μερα εφαγε στρειδια,
ηπιε κοκκινο κρασι Νεμεας κι εμπορευτηκε σιταρι,συκα και σταφιδα
[A little later I hear
''I 've got to pee''
''The wc is there''
''Thanks sir''
I came back to Athens five weeks later]
μη τις αμαθια προση τοις θεωμενοισιν,ως τα λεπτα μη γνωναι
λεγοντοιν
και κανεις να μην περναει τους ανθρωπους για ανοητους
και πως δεν καταλαβαινουν τις υψηλες ρητορειες σας
πολυ καλα τις καταλαβαινουν και τις νιωθουν και θα σας πληρωσουν
γι'αυτο οπως σας αξιζει
[Χρονος,που ερχεται και Χρονος,που φευγει ειναι ο Ιδιος]
βουλεσθε δητα κοινη σκωψωμεν Αρχεδημον;
ος επτετης ων ουκ εφυσε φρατερας
νυνι δε δημαγωγει
θελετε να τα χωσουμε στον Αρχιδαμον;
επτα χρονια στην εξουσια και δεν αφησε ορθο τιποτα
και τωρα εχει το θρασος να δημαγωγει
[I said.''Okay'',and got in the yellow taxi
The taxi-driver is saying me:''I'll show you all the fancy
places of the city''
I saw a Man
I saw a Woman
I saw a Child]
I felt very sorry
[Κοιταξτε γυρω σας.Κοιταξτε.Ο Κοσμος]
.
.
ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ.ΧΑΙΡΕ
.
ποια απ'αυτες παρακαλεσε θερμα την Κυπριδα για τον ονοματι Δεξιλεω:
γιατι στο κοιταγμα του βαθυ κι επιμονο πολλα περιστερια
φτεροκοπουν στο στηθος της;
την κτεινα της Παφιας,αντιχειρας με δειχτη,σημαδι να σ'ακολουθησω,
δειξε!Εσυ,Βακχις
τρυφερη επιδερμιδα,κι η νυχτα απαλο διαφανο σεντονι
Φιλω την ωραια με τα μεγαλα ματια και τους λευκους στρογγυλους ωμους
την Αιγινω
Ακολουθοι μοι.Ανθις
Γλυκέρα της Θαλασσίδος.Χαιρε Καλλος.Τι ζητας;Θα στα δωσω!
Δροσίς,Ευνοουμενη της Πανδημης,Φιλοκαλλον Αιδοιον.Χαιρε Αμαραντο Ροδο
Την Eύκλεια Τιμω.Στην οδος Ζηνωνος σ'ενα σπιτακι περιμενει
Hδεία Πορνη, Χαιρε .Ολογυμνη.Καλλιστη!
Θαΐς η Πτολεμαίου,Φιλτατη της Θάλλουσας.Σαν κορυδαλλοι.
Ανοιξης διδυμοι Κρινοι
Να σ'αγγιξω Iόεσσα.Μια λεξη σιωπηλη ν'ακουει.
Το'ξερες Kαλλιξένα.Τρια Ποιηματα.Σταχτη.
Σου εστειλα.Εγω αυτοπροσωπως ο Αιγαγρος ο Μεγας Ψωλος
η' ειδαλλως Ανδρεας Εμπειρικος Οδησσηνος και συ η Λαγις
Λαμπιτω,Λαμπρουλα,μια εκδορα απο σενα στη κοιλια με παρηγορει
τωρα,που η νυχτα προχωραει
με βηματισμους σκεψεις,Mυλτώ
Mυρτάλη,Αυριο Ηχηρο Υψος
Mυρτίς η Παμφιλου Ηδονης Χαιρε Κεχαριτωμενη Πειραιωτισα
Αρνηθηκα.Αληθεια η' Τιποτα.Σου γραφω,Nαννώ
Nικαρέτη.Τι ζητας;Ουρανο.Το χερι εγραψε την ηλικια.Σωμα
Και η Oπώρα ειναι διαφανη πυγολαμπιδα χρονου
η Πραξυλλα ομως σ'ενα κλειστο δωματιο μετραει καθρεφτες κενου
Ευγενικη Ροδοκλεια Αναμεσα στο πληθος ,Εγναντια Θεσσαλονικη.
Ηλικια 18.Μερες του '80.Βροχη.Να σε ρωτησω
Να σε βρω Φανώ.
Δεν θυμαμαι τ'ονομα σου.Ειναι τρισυλλαβο;
η' πεντασυλλαβο;
Λεξη,που απο στομα σε στομα εχασε το νοημα της.
Ετος 31ο Απο τη Μερα της Δολοφονιας του Γρηγορη Λαμπρακη
η' 16 εμφυλια χρονια απο το χαμο του Δεξιλεω στα περιχωρα
της Υδρας το 94
Μαλλον Σωσσάνδρα.Τρισυλλαβο.Οπως Θαλασσα.
Μνημη ρυτιδιασμενη
στα ματια.Ισοβια Ιστορια Φωτογραφιας.Φίλα η Κορη.
Φωτογενεια διλημματος η Φιλάνδρα.Αριθμος 10 η' 11 Οδος Φυλης.
Που να θυμασαι.Ολα τα πορτελα ειχαν κοκκινο φως στην εξωπορτα.
Εκτος αν τα ειχαν κλεισει δια της βιας.
Οπως εγινε με τη Φιλουμένη
και τη Φιλύρα και τη Φρύνη.Εφτασε η εποχη της Ατιμιας.Xρυσογονη
Λαις.
Κι αυτη η μερα περασε.Σαν τις αλλες.
Στη σειρα ιδιες.
Λιγο δεν ειναι,που γλυτωσαμε.
Αν σκεφτεις
Δολοφονησαν τον Οδυσσεα Αντρουτσο
τον Αττικ,τον Κλεωνα Τριανταφυλλου,να μη ξεχασω,
κατα λαθος σκουντηξε καποιον στο δρομο κι εκεινος
τον γρονθοκοπησε αλυπητα
στην ημερομηνια της 29ης Αυγουστου το 1944
Δεν ειναι λιγο ,που δεν μας πειραξαν ακομα
Να κυκλοφορειτε με ψευδωνυμα και λαθος διευθυνσεις
και αοριστα ανακριβη βιογραφικα
.
.
.
Αχιλλεας-Αχιλεας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΧΙΛ[Λ]ΕΑΣ-χ.ν.κουβελης
Αχος+ιλλω->Αχιλλεας με δυο λαμδα
απ'τα βασανα περιπλανομενος
Αχος+λεως->Αχιλεας μ'ενα λαμδα
αυτος που στους λαους στους εχθρους προκαλει βασανα->ο ανικητος
διδασκε στη Βρισηιδα τα ελληνικα ο Αχιλ[λ]εας και της εξηγουσε την ετυμολογια
του ονοματος του
αγνοουσε πως ο Χρυσης ηταν στο δρομο προς τον Μυκηναιο
Αγαμεμνονα και τι θα επακολουθουσε απ'αυτη τη συναντηση
πως απ'το ελληνικο λεξικο θ'ανασυρονταν στη πληρη εννοια της
η λεξη ''μήνις''
μήνις θηλυκό (της μήνιος και μήνιδος)οργη θυμος
και φυσικα πληρως αγνοουσε τους 15.693 στίχους
.
.
.
ο Φιλοκτητης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Λήμνου..
βροτος..
Νεοπτόλεμε..
νόσοῳ καταστάζοντα ..πόδα
νευροσπαδὴς ἄτρακτος
εἰλυόμην, δύστηνον ἐξέλκων πόδα,
ἐμηχανώμην
πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων ὦ φέγγος ὕπνου διάδοχον τό τ᾽ ἐλπίδων
ἄπιστον οἰκούρημα παρόντα καὶ ξυνωφελο στρατηλάται.
ἀλλ᾽ εὐγενὴς[1]
χαραζε με σκληρο μεταλλο τις ελληνικες λεξεις στις πετρες
ολο το νησι το γεμισε μ'αυτες τις επιγραφες
ενιωθε λιγοτερη τη μοναξια και τη πικρα παρατημενος απο τους συντροφους
δεκα χρονια εκανε αυτο
η σκια του παραμορφομενη στο γυμνο τοπιο του βαραινε τις μερες
ηξερε πως καποια στιγμη θα του ζητησουν το τοξο και τα δηληριασμενα βελη
θα τον παρακαλεσουν θα τον προσφωνησουν Ελληνα θα του τονισουν το χρεος του
θα τον δελεασουν με το μεγα κλεος του ηρωα
κι αν ενδωσει δεν θα'ναι γι' αυτες τις ματαιοδοξιες
αλλα επειδη κουραστηκε να θελει την εκδικηση τοσα χρονια
τα γραμματα στις πετρες πολυ περισσοτερο τον ενδιαφερουν
εκει σταζει το πυον απ'τις πληγες του και στο νησι συνεχεια φυσαει
και δεν μυριζουν
συνειθισε πλεον
ας κερδισουν αυτοι δεν τον νοιαζει
σε καθε εναν αρμοζει η δυσωδια του
Υβρις Ατις Νεμεσις Τισις
.
.
.
σημειωσεις:
-1-Φιλοκτητης του Σοφοκλη
.
.
.
πορτραιτο της εταιρας Φρυνης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ποσο ηληθιοι μπορει να ειναι;ποσο κολακες;
γελοιοι υποτελεις
μια επιγραφη ηταν
''κατεστραφησαν επ'Αλεξανδρου
ανοικοδομηθησαν υπο Φρυνης"
για τα τειχη της Θηβας το 336 πΧ
αλλωστε αυτη πληρωνε
με τα δικα της χρηματα
και τι την εμελλε;
τη δοξα την ειχε κατακτησει
της φθανει και η Αναδυομενη Αφροδιτη του Απελλη
και η Αφροδιτη της Κνιδου του Πραξιτελη
κι η απληρωτη παρεα με τον Διογενη
αυτη που αρνηθηκε τις μνες των ανεραστων
και που η φυσικη της ομορφια τυφλωσε του δικαστας
οπως ξαφνικα μπροστα στα ματια τους την γυμνωσε ο εφυης ρητορας Υπερειδης
σε κεινη την εμπαθη συκοφαντια
για εισαγωγη θρακικου θεου που διαφθειρει τις Αθηναιες
του μικροπρεπη Ευθια που τον εδιωξε
τοση δοξα και θαυμασμος
ειναι δυνατον μια Φρυνη πρωην Μνησαρετη
με το απαλο χλωρο προσωπο
να την λυπουν ματαιοδοξες επιγραφες και κωμικα ανθρωπακια ;
.
.
.
ποσο ηληθιοι μπορει να ειναι;ποσο κολακες;
γελοιοι υποτελεις
μια επιγραφη ηταν
''κατεστραφησαν επ'Αλεξανδρου
ανοικοδομηθησαν υπο Φρυνης"
για τα τειχη της Θηβας το 336 πΧ
αλλωστε αυτη πληρωνε
με τα δικα της χρηματα
και τι την εμελλε;
τη δοξα την ειχε κατακτησει
της φθανει και η Αναδυομενη Αφροδιτη του Απελλη
και η Αφροδιτη της Κνιδου του Πραξιτελη
κι η απληρωτη παρεα με τον Διογενη
αυτη που αρνηθηκε τις μνες των ανεραστων
και που η φυσικη της ομορφια τυφλωσε του δικαστας
οπως ξαφνικα μπροστα στα ματια τους την γυμνωσε ο εφυης ρητορας Υπερειδης
σε κεινη την εμπαθη συκοφαντια
για εισαγωγη θρακικου θεου που διαφθειρει τις Αθηναιες
του μικροπρεπη Ευθια που τον εδιωξε
τοση δοξα και θαυμασμος
ειναι δυνατον μια Φρυνη πρωην Μνησαρετη
με το απαλο χλωρο προσωπο
να την λυπουν ματαιοδοξες επιγραφες και κωμικα ανθρωπακια ;
.
.
.
Τελεσιλλα αρχαια ποιητρια απο το Αργος(γεν.520-515π.Χ)-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ματρί Θεών -ποιημα της Τελεσιλλας(μεταφραση χ.ν.κουβελης)
Τελεσιλλα -χ.ν.κουβελης
σε διλλημα περιηλθε ο Σπαρτιατης στρατηγος Κλεομενης
η' να επιτεθει μ'οπλα σε γυναικοπαιδα
κατα του νομου της Σπαρτης επιορκος
γι'αδοξη νικη
η' να αποχωρισει σαν δειλος
κατα του νομου της Σπαρτης
γι'ονειδιστη ηττα
αυτα μπροστα στους αυστηρους Εφορους
εξεθεσε ντροπιασμενος
απο μια μικροσκοπικη κι ασθενικη.γυναικα
την Αργεια Τελεσιλλα ποιητρια
εκεινοι βασει του νομου ετσι η'αλλιως τον τιμωρησαν
να απεχει για δυο χρονια απο εκστρατειες
κι οι αντρες του σ'αυτη την υποθεση ν'ασχολουνται με τα χωραφια
ειναι πολυ αυτο για το γοητρο της Σπαρτης
δεν αντεχεται στο Αργος να τους περιγελουν με τα Υβριστικα τους
γυναικες ντυμενες αντρες
κι.αντρες ντυμενοι γυναικες
αυτα ειναι επικινδυνα και.με παντοιο τροπο πρεπει να σταματησουν
και να μην επιδοκιμαζονται ουδολως
και μαλιστα αιτιας μιας γυναικας Τελεσιλλας στιχουργου
κι ας κανονιστηκε να μην το γραψει πουθενα στην Ιστορια του ο Ηροδοτος
αναφερομενος μονο στον αποδεκατισμο των Αργειων (VI 76-85)
μεσα στο αλσος της Σηπειας το 494 π.Χ
αυτα ειπαμε,ειναι λιαν επικινδυνα
και πρεπει να προσεχουμε πολυ
να μην αφηνουμε την τυχη μας
στα χερια δειλων κι επιορκων
ετσι αποφασισαν ανενδοτοι στο νομο οι Εφοροι
.
.
.
Αρδιαιος ο Παμφυλιος τυραννος
στη Πολιτεια του Πλατωνα πως τιμωρηθηκε-χ.ν.κουβελης
πληρες θεατων το θεατρο
τα ορθα κυπαρισσια εδειχναν την ωρα μεσημερι
ο αγγελος εμφανισθηκε στη σκηνη στο κεντρο της
κι απευθυνθηκε προς το κοινο
"ηθελε ο Αρδιαιος και οι αλλοι να περασουν απ'τη τρυπα
να σωθουν αλλα αυτη στενευε και μουγκριζε και τοτε οι φυλακες
τους καταλαβαν τους επιασαν και τους εδεσαν τα ποδια και τα χερια
και το κεφαλι τους εριξαν κατω και τους εγδαραν
κι επειτα εκεινον τον τυραννο τον Αρδιαιο Παμφυλιο.τον εσυραν
πανω στ'αγκαθια να ξεσκισθει το κορμι του
κι ετσι πληρωσε τ'ανομηματα του αυτος και οι αλλοι"
τελειωσε το ραπορτο του ο αγγελος και ολοι μας μηδενος
εξαιρουμενου χειροκροτησαμε θερμως
υποκρινομενοι τους ακραιφθνεις φιλους δημοκρατες
φοβουμενοι τις συχνες και επανειλημμενες ατασθαλιες μας
τα σκανδαλα μας τις αχρειοτητες μας
μην πληρωσουμε ἐπ’ ἀσπαλάθων
Ἔφη γὰρ δὴ παραγενέσθαι ἐρωτωμένῳ ἑτέρῳ ὑπὸ ἑτέρου
ὅπου εἴη Ἀρδιαῖος ὁ μέγας. ὁ δὲ Ἀρδιαῖος οὗτος τῆς
Παμφυλίας ἔν τινι πόλει τύραννος ἐγεγόνει, ἤδη χιλιοστὸν
ἔτος εἰς ἐκεῖνον τὸν χρόνον, γέροντά τε πατέρα ἀποκτείνας
[615d] καὶ πρεσβύτερον ἀδελφόν, καὶ ἄλλα δὴ πολλά τε καὶ ἀνόσια
εἰργασμένος, ὡς ἐλέγετο. ἔφη οὖν τὸν ἐρωτώμενον εἰπεῖν,
«Οὐχ ἥκει», φάναι, «οὐδ’ ἂν ἥξει δεῦρο. ἐθεασάμεθα γὰρ
οὖν δὴ καὶ τοῦτο τῶν δεινῶν θεαμάτων· ἐπειδὴ ἐγγὺς τοῦ
στομίου ἦμεν μέλλοντες ἀνιέναι καὶ τἆλλα πάντα πεπονθότες,
ἐκεῖνόν τε κατείδομεν ἐξαίφνης καὶ ἄλλους ―σχεδόν τι αὐτῶν
τοὺς πλείστους τυράννους· ἦσαν δὲ καὶ ἰδιῶταί τινες τῶν
[615e] μεγάλα ἡμαρτηκότων― οὓς οἰομένους ἤδη ἀναβήσεσθαι οὐκ
ἐδέχετο τὸ στόμιον, ἀλλ’ ἐμυκᾶτο ὁπότε τις τῶν οὕτως
ἀνιάτως ἐχόντων εἰς πονηρίαν ἢ μὴ ἱκανῶς δεδωκὼς δίκην
ἐπιχειροῖ ἀνιέναι. ἐνταῦθα δὴ ἄνδρες, ἔφη, ἄγριοι, διάπυροι
ἰδεῖν, παρεστῶτες καὶ καταμανθάνοντες τὸ φθέγμα, τοὺς μὲν
διαλαβόντες ἦγον, τὸν δὲ Ἀρδιαῖον καὶ ἄλλους συμποδί-
[616a] σαντες χεῖράς τε καὶ πόδας καὶ κεφαλήν, καταβαλόντες καὶ
ἐκδείραντες, εἷλκον παρὰ τὴν ὁδὸν ἐκτὸς ἐπ’ ἀσπαλάθων
κνάμπτοντες, καὶ τοῖς ἀεὶ παριοῦσι σημαίνοντες ὧν ἕνεκά
τε καὶ ὅτι εἰς τὸν Τάρταρον ἐμπεσούμενοι ἄγοιντο».
.
.
.
Συν-Τομες Επανα-Ληψεις-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αυτην την εποχη εις τους δροσερους
και ευαερους παραθερισμους περι την Αλεξανδρειαν
εμεις οι Αλεξανδρινοι συναναστρεφομαστε αλληλους ευδαιμονες
αγνοουντες η' μηδαμινην δινοντας σημασιαν
δια κινησεις εις την Ρωμην εναντιον της βασιλισσης Κλεοπατρας Ζ' Φιλοπατωρ
ειναι δυνατον τετοιες φημες
να εμποδισουν τις λιαν δημοφιλεις κοσμικες μας συναντησεις;
να τις δυσχερανουν;
αδυνατον.λεγομεν
.
.
.
Συν-Τομες Επανα-Ληψεις-Αχιλλεας και Βρισηιδα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βρισηιδα- χ.ν.κουβελης
γι'αυτην την ψηλη μελαχροινη κι ομορφη
γυναικα την Βρισιηδα,απο την Λυρνησσο
αρχιζει η φοβερη μηνις τ'Αχιλεα
και αιτια για τους 15.693 δακτυλικους εξαμετρους
στιχους της Ιλιαδας
Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἥ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλάς δ’ ἰφθίμους ψυχάς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτούς δέ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διός δ’ ἐτελείετο βουλή,
ἐξ οὗ δή τά πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καί δῖος Ἀχιλλεύς.
αυτην την Ιπποδαμεια που την αρπαξε απ'το σπιτι της ο Αχιλλεας
οταν εκει εκστρατευσε σκοτωνοντας
τον αντρα της και τα τρια αδερφια της
και σερνοντας την παρα τα κοιλα καραβια των Αχαιων
δουλα και γυναικα του
και πολυ οργισθηκε με τον Ατρειδη Αγαμεμνωνα
με το θρασος του
να ζητησει γι'ανταλλαγη τη δικια του Βρισηιδα
ας τα βγαλουν τοτε περα μονοι
τους παραταει αποσυρρει τους γενναιους Μυρμιδονες
αυτοι για την Ελενη τους
κι αυτος για την Βρισηιδα του
την οργη πες μας θεα,την καταραμενη του Πηληιαδη Αχιλεα
που μυρια βασανα στους Αχαιους εφερε
πολλες δε γενναιες ψυχες στον Αδη εστειλε ηρωων
αυτων τα κορμια ερριξε στα σκυλια και σ'ολα τα ορνια
του Δια εκπληρωθηκε η θεληση
οταν πρωτη φορα εχθρευτηκαν κι ηρθαν σε διασταση οι δυο
ο Ατρειδης αρχηγος αντρων κι ο θεικος Αχιλλεας
.
.
.
Πτολεμαιος Α' o Λαγου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βεβαίως κάνεις δεν ήτον αλλος καταλληλότερος δια την Αιγυπτον
από τον Πτολεμαιον Λαγιδην
στρατηγός και σωματοφύλακας του Αλεξανδρου
ικανός διοικητης συνετος και θαρραλεος
Αυτός δεν είναι που συνέλαβε τον δολοφόνο του Δαρειου Γ'
και εφτασε Νικηφόρος εις τις Ινδιες και τη Σογδιανη;
στη Βαβυλωνα το 323 παναξια δεν
έγινε σατράπης της Αιγυπτου στη διαμοιραση των επαρχιων
Αυτος ένας Μακεδονας;
μετεπειτα δε ανακηρύχθηκε βασιλεας Φαραώ
και παρά τις αντιδράσεις του Περδικα εκατάφερεν
την επωφελην αυτονόμησην μας
ενας ευφυής άνθρωπος ήταν
και το 321 έφερεν με τεχνασμα το σώμα του Αλεξανδρου
εδώ να ταφει προς δοξαν μας
την δε Αλεξανδρειαν την ελαμπρυνεν με τη θαυμάσιαν της Βιβλιοθηκη
και τον περίφημον σ'όλον τον κόσμον Φαρον
και πολλά αλλα που την καμνουν περικαλλην και σπουδαιαν πολιν
οι δε Ροδιοι για Σωτήραν τους τον τιμουν δεοντως
ως δε ειναι συν τα αλλα και φιλομαθης εσυνεγραψεν βιβλιον
'Περί των Πραξεων του Αλεξανδρου'
Τώρα ευρεθησαν μερικοί μικρονοοι και μοχθηροι,
πάντα παντου τέτοιοι άνθρωποι θα ευρισκονται,
και ασυστόλως τον κατηγορουν πως για διαδοχον του όρισεν
τον Πτολεμαιον της Βερενικης
τον ευνοησεν αντί του Πτολεμαιου της Ευρυδικης του Αντιπατρου
Αυτος βεβαίως ξερει καλύτερα απο τον καθεναν μας
γιατι από έναν Κεραυνον επροτίμησεν έναν Φιλαδελφον
Αυτον πολύ τον ενδιαφέρει η τύχη της Δυναστείας των Πτολεμαιων Λαγιδων
Άπο τον Επιφανην Επιγονον Πτολεμαιον Α' του Λαγου
Εως την Ευγενην Απογονον Κλεοπατραν Ζ' την Φιλοπατωραν
.
.
.
Βεβαίως κάνεις δεν ήτον αλλος καταλληλότερος δια την Αιγυπτον
από τον Πτολεμαιον Λαγιδην
στρατηγός και σωματοφύλακας του Αλεξανδρου
ικανός διοικητης συνετος και θαρραλεος
Αυτός δεν είναι που συνέλαβε τον δολοφόνο του Δαρειου Γ'
και εφτασε Νικηφόρος εις τις Ινδιες και τη Σογδιανη;
στη Βαβυλωνα το 323 παναξια δεν
έγινε σατράπης της Αιγυπτου στη διαμοιραση των επαρχιων
Αυτος ένας Μακεδονας;
μετεπειτα δε ανακηρύχθηκε βασιλεας Φαραώ
και παρά τις αντιδράσεις του Περδικα εκατάφερεν
την επωφελην αυτονόμησην μας
ενας ευφυής άνθρωπος ήταν
και το 321 έφερεν με τεχνασμα το σώμα του Αλεξανδρου
εδώ να ταφει προς δοξαν μας
την δε Αλεξανδρειαν την ελαμπρυνεν με τη θαυμάσιαν της Βιβλιοθηκη
και τον περίφημον σ'όλον τον κόσμον Φαρον
και πολλά αλλα που την καμνουν περικαλλην και σπουδαιαν πολιν
οι δε Ροδιοι για Σωτήραν τους τον τιμουν δεοντως
ως δε ειναι συν τα αλλα και φιλομαθης εσυνεγραψεν βιβλιον
'Περί των Πραξεων του Αλεξανδρου'
Τώρα ευρεθησαν μερικοί μικρονοοι και μοχθηροι,
πάντα παντου τέτοιοι άνθρωποι θα ευρισκονται,
και ασυστόλως τον κατηγορουν πως για διαδοχον του όρισεν
τον Πτολεμαιον της Βερενικης
τον ευνοησεν αντί του Πτολεμαιου της Ευρυδικης του Αντιπατρου
Αυτος βεβαίως ξερει καλύτερα απο τον καθεναν μας
γιατι από έναν Κεραυνον επροτίμησεν έναν Φιλαδελφον
Αυτον πολύ τον ενδιαφέρει η τύχη της Δυναστείας των Πτολεμαιων Λαγιδων
Άπο τον Επιφανην Επιγονον Πτολεμαιον Α' του Λαγου
Εως την Ευγενην Απογονον Κλεοπατραν Ζ' την Φιλοπατωραν
.
.
.
Η θεα Αθηνα βλεπεται να λουζεται απο τον Τειρεσια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΜΕΓΑΛΟΦΥΗΣ ΑΠΑΤΗ ΤΩΝ ΜΑΣΤΩΝ ΤΟΥ ΤΕΙΡΕΣΙΑ-χ.ν.κουβελης
αυτος εκμεταλευτηκε προς ιδιον συμφερον τη φημη του μαντη
ενα Οιωνοσκοπιο στη Θηβα κι ενα Μαντειο στον Ορχομενο εστησε
και προσεχως Χρηστηριο στη Τιλφουσα να οικονομαει
τωρα που'ναι ευκαιρια γιατι τα πραγματα ειν'αμφιρροπα λιαν
μ'αυτους τους Λαμβακιδες και τους διαφορους Σπαρτους κυβερνητες
οτ'ειδε λεει κρυφα την Αθηνα να λουζεται γυμνη στην Ιπποκρηνη
κι η θεα οργιστηκε και τον τυφλωσε υστερα μετανιωνοντας εστειλε
τον Εριχθονιο οφι απ'την αιγιδα της να καθαρισει τ'αυτια του
γι'αυτο καταλαβαινε την μυστικη γλωσσα των πουλιων να προφητευει
κουραφεξαλα αυτα ειναι γι'αφελεις που πιστευουν τετοιες μυθολογιες
κι ακομα πως στ'ορος Κυλληνη σκοτωνοντας το θηλυκο απο δυο φιδια
ζευγαρωμενα γυναικα με μαστους εγινε και στη ελευθερια Κορινθο
επτα συναπτα ετη ως εταιρα πορευτηκε μαλιστα λιαν επικερδως
κι επειτα παλι στ'ορος Κυλληνη σκοτωνοντας τ'αρσενικο απ'τα ιδια φιδια
ζευγαρωμενα αντρας με φαλλο επεστρεψε εδω στη Καδμεια Θηβα
αν δεν ειναι απατες αυτες οι συμμετριες, δηθεν τυχαιες,τι αλλο ειναι;
τι αντρας γυναικα αντρας;διχως αλλο μασκαρευτηκε με γυναικεια ρουχα
αλλαξε και την ομιλια του καταλληλα και τα φερσιματα του,αυτο εκανε
και τωρα εδω στη Καδμεια Θηβα τον ευγενικο Οιδιποδα τον βασιλιας μας
θελει ν'αποκαλυψει ως φονια του πατερα κι αιμομιχτη και να τον εκδιωξει
ενα φερεφωνο του Κρεοντα,πληρωμενος ειναι απ'αυτον και δεν μας ξεγελαει
πως ακομα πληρωσε καποιον Ψευτοησιοδο να γραψει γι'αυτον ποσο σπουδαιος
ειναι στην Μελαμποδεια το ξερουμε καλα για δηθεν κριση που'κανε στη διαμαχη
Ηρας και Δια Περι της Ηδονης κι αποφανθει μ'υφος περισπουδαστο ως ειδημων
των δυο φυλλων:εκ των δεκα μερων εν μερος το αρρεν εννεα δε μερη το θηλυ,
τα στραβαδια του βεβαια του ηξερε και γι'αυτο τον τυφλωσε η Ηρα κι ο ευνοηθεις
Διας τον επιβραβευσε με τη μαντεια κι επιπλεον να ζησει επτα η' εννια γενιες ανθρωπων
κι ολ'αυτα τελειωσαν τον καιρο των Επιγονων στην Τιλφουσα πηγη
τωρα πως ο Ομηρος τον εχει στη Λ' ραψωδια της Νεκυιας ισως αυτο
να δικαιολογειται γιατι τυφλος ηταν κι αυτος ο ιδιος τι ειν'αδυνατον
ο πολυμητις Οδυσσεας να αυμβουλευτηκε απο'ναν τετοιο στραβο ανθρωπο
.
.
.
Δαρειος ο Α, η μεγαλη επιγραφη στο Behistun,Iran
522 πΧ τα εν Περσια -χ.ν.κουβελης
πολύ μικρος ο χρονος της βασιλειας του Σμερδι γιου του Κυρου του Β'
κι αδελφού του βασιλιά Καμβυση του Β' ηταν
και τι ευμεταβλητες αυτές οι βασιλειες κι εξουσίες που ειναι
και τι επισφαλή τα ονόματα του Α' του Β' και τ'αλλα,
τα γεγονότα στην ιστορία έτσι εγιναν
στην Αιγυπτο σε εκστρατεία βρίσκονταν ο βασιλιάς Καμβυσης ο Β'.
κι σφαζοντας ιερείς κάι λαό επικρατησε της χωρας
τοτε φερομενος μανιας φοβηθηκε τον Σμερδι σε ονειρο
κι έστειλε στα Σουσα τον Πρηξασπεα και τον δολοφόνησε,
και τούτο έγινε μυστικά φροντιζοντας κάνεις να μην μαθει τι συνεβη,
διαδοθηκε μάλιστα πως κάπου είναι μέσα στην απέραντη αυτοκρατορια
και σατραπευει τον βίο του έτσι φιληδονος άλλωστε που ηταν,
μετά την ολέθρια ήττα από τους Αιθιοπες εμφανίσθηκε κάποιος ψευτο Σμερδις,
ο αχρειος ένας μάγος. ο Γαυματα ηταν,κι εκμεταλευομενος την κατά του βασιλεα
δυσαρέσκεια συνομοτησε να σφετερισθει τη βασιλεια,
επιστρέφοντας το 522 να καταστηλει τη στάση καθ'οδόν απεβιωσε ο βασιλεας
Καμβυσης ο Β' κι ο Σμερδις ήταν πλεον στην εξουσια βασιλιάς
μεταφέροντας τη πρωτεύουσα στη Μηδια.
δεν πρόλαβε να κυβερνήσει παρά κάπου εφτά μήνες μονο
ένας Δαρειος των Αχαιμενιδων ισχυριζομενος αρχαία γενια
μαζί με έξι άλλους ευγενείς επαναστάτησε κατηγοροντας τον σφετεριστη απατεώνα.
ένας ψευδό Σμερδις πως ηταν,
βεβαια και τα κομμενα αυτια του τον προδωσαν στην Φαιδυμη κορη του Οτανη
κι εγγονη εκεινου του δικαστη Σισαμνη
κι έτσι αυτος τερμάτισε την εφημερη βασίλεια του δολοφονημενος
κι εκείνος ο Δαρειος βασιλέψε σαν Δαρειος ο Α' της Περσιας
κι αυτός είναι που άρχισε τους πολέμους με τους Αθηναιους
που τοσο πολυ δοξασαν εμάς τους Ελληνες
.
.
.
Peter Paul Rubens: Η Πτώση του Φαέθωντος, 1604/1605 (National Gallery of Art, Washington D. C.)
Φαεθωντος
(απόσπασμα,παπυρου,β' μισα στίχων, αποδιδομενο στον Αλκαιο τον Μεσσηνιο,200 π.χ)
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Φαεθωντος
(απόσπασμα,παπυρου,β' μισα στίχων, αποδιδομενο στον Αλκαιο τον Μεσσηνιο,200 π.χ)
......................).περί αφ'άρματος εντεα δ'ιππων
.....................)...θαρηθαυστα κλιθεντα κονει
.....................)θωνου εδαισατο σάρκα κεραυνος
.....................)ίσα χρυσεον οίκον ιδ(ε)ιν
.....................).ν κλαυσονται αδελφον
.....................στ)ηθεα πλησσομεναι
.....................)ν αιθαλοεν πυρ
.....................)ον ηλθεν εδος
....................)ζωοισι γαρ εικελα τευξεν
....................)τεχναισι φιλαις
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
απ'τ'αρμα που'σερναν τ'αλογα
τσακιστηκε πεφτοντας στα βραχια
την σαρκα του'καψε ο κεραυνος
να'θελει στο χρυσο ανακτορο να φτασει
οι αδερφες κλαινε τον αδερφο
θρηνουν τα στηθια δερνωντας
τ'αρμα φλογερη φωτια
στο παλατι τ'ηλιου ξαναγυρισε
τοσο ζωηρα να'ναι τα'φκιαξ'αυτα
με την επιδεξια τεχνη του
.
.
Φαεθων-χ.ν.κουβελης
νομισε ο Φαεθων πως θα'φτανε στην πιο υπερλαμπρη δοξα
κι ολο ψηλοτερα ο μωρος ανεβαινε μεχρι π'αντικρυσε τον φοβερο
αστερισμο του Σκορπιου και τοσο τρομαξε και τα'χασε
κι ολο πεφτοντας πλησιαζε τη γη και την κατακαιγε
και τα ποταμια και τη θαλασσα θα ξηρανε αν κεραυνος
δεν τον χτυπαγε και δεν γκρεμιζονταν να τσακιστει στα βραχια πανω
κι οι αδερφες του ειδαν κι ακουσαν τον ολεθριο χαμο του
και κλαιγωντας τα μαλλια τραβουσαν και δερνοντας τα στηθη θρηνουσαν
αν δεν τις λυπονταν σε λευκες να μεταμορφωσουν να ησυχασουν
ηθελε να δωσει ενα καιριο παραδειγμα πως κανεις
δεν πρεπει τα μετρα ποτε να θελει να να υπερβει
γιατι παντα εκει μι'ανωτερη δυναμη θα τον κατακεραυνωνει
κι ο μυθος του Φαεθωνα του'φανηκε ο πιο αρμοδιος να'ναι για τουτο
.
.
.
Φερετιμη,Ηροδοτου Ιστοριαι βιβλιο δ' 162-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΦΥΓΗ ΚΑΙ Η ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΑΤΤΟΥ ΦΕΡΕΤΙΜΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΕΛΘΩΝ
ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ,ΒΙΒΛΙΟ Δ' ΜΕΛΠΟΜΕΝΗ,162,2-162,5
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[4.162.2] Ἀρκεσίλεως γὰρ ὁ Βάττου τε τοῦ χωλοῦ καὶ Φερετίμης οὐκ ἔφη ἀνέξεσθαι κατὰ
τὰ ὁ Μαντινεὺς Δημῶναξ ἔταξε, ἀλλὰ ἀπαίτεε τὰ τῶν προγόνων γέρεα. ἐνθεῦτεν στασιάζων
ἑσσώθη καὶ ἔφυγε ἐς Σάμον, ἡ δὲ μήτηρ οἱ ἐς Σαλαμῖνα τῆς Κύπρου ἔφυγε.[4.162.3] τῆς δὲ
Σαλαμῖνος τοῦτον τὸν χρόνον ἐπεκράτεε Εὐέλθων, ὃς τὸ ἐν Δελφοῖσι θυμιητήριον, ἐὸν
ἀξιοθέητον ἀνέθηκε, τὸ ἐν τῷ Κορινθίων θησαυρῷ κέεται. ἀπικομένη δὲ παρὰ τοῦτον ἡ
Φερετίμη ἐδέετο στρατιῆς ἣ κατάξει σφέας ἐς τὴν Κυρήνην. [4.162.4] ὁ δὲ Εὐέλθων πᾶν
μᾶλλον ἢ στρατιήν οἱ ἐδίδου· ἣ δὲ λαμβάνουσα τὸ διδόμενον καλὸν μὲν ἔφη καὶ τοῦτο εἶναι,
κάλλιον δὲ ἐκεῖνο, τὸ δοῦναί οἱ δεομένῃ στρατιήν.[4.162.5] τοῦτο ἐπὶ παντὶ γὰρ τῷ διδομένῳ
ἔλεγε,τελευταῖόν οἱ ἐξέπεμψε δῶρον ὁ Εὐέλθων ἄτρακτον χρύσεον καὶ ἠλακάτην, προσῆν δε
καὶ εἴριον. ἐπειπάσης δὲ αὖτις τῆς Φερετίμης τὠυτὸ ἔπος, ὁ Εὐέλθων ἔφη τοιούτοισι γυναῖκας
δωρέεσθαι ἀλλ᾽ οὐ στρατιῇ.
[4.162.2]επειδη ο Αρκεσιλαος ο γιος και του Βαττου του κουτσου και της Φερετιμης δεν
ανεχονταν κατα πως ο Δημωνακτας απο τη Μαντινεια τα ρυθμισε,αλλ'απαιτουσε τα προ-
νομια των προγονων,απο'κει στασιαζοντας διασωθηκε και κατεφυγε στη Σαμο,η δε μητερα
του στη Σαλαμινα της Κυπρου κατεφυγε,[4.162.3] της Σαλαμινας τουτο το καιρο επικρατουσε
ο Ευελθων,ο οποιος το θυματηρι στους Δελφους,που'ναι αξιοθεατο αφιερωσε,αυτο που
στον θησαυρο των Κορινθιων βρισκεται,ερχομενη δε σ'αυτον η Φερετιμη ζητουσε ικε-
τευτικα για στρατο να συντριψει αυτους στη Κυρηνη,[4.162.4]ο δε Ευελθων τα παντα μαλλον
παρα στρατο της εδινε,αυτη δε παιρνωντας αυτο που δινονταν καλο μεν ελεγε και τουτο
ειναι,το πιο καλο δε εκεινο,να δωθει σ'αυτη ο ζητουμενος ικετευτικα στρατος,[4.162.5]επειδη
αυτο στο καθετι που δινονταν ελεγε,τελευταιο σ'αυτη εστειλε δωρο ο Ευελθων αδραχτι
χρυσο και ροκα,επι πλεον δε προσφερε και μαλλι,αφου ειπε παλι η Φερετιμη τα ιδια
λογια, ο Ευελθων ειπε τετοιου ειδους στις γυναικες να δωριζονται αλλ'οχι στρατος
.
.
Η ΦΥΓΗ ΚΑΙ Η ΔΕΗΣΙΣ ΤΗΣ ΒΑΤΤΟΥ ΦΕΡΕΤΙΜΗΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΥΕΛΘΩΝ
ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ-χ.ν.κουβελης
λια επιμονη αυτη η κυρια της Κυρηνης μητερα του Βαττου Αρκεσιλαου
σεβασμια δεν αντιλεγω η Φερετιμη,αλλ'οι καιροι πλεον αλλαζουν
πρεπει να ημεθα μαλλον διπλωματικωτεροι με τους εναντιον ισχυρους
εγω παραδειγμα εδω στη Σαλαμινα της Κυπρου ολιγον πως εμηδισα
κι εχω τωρα ιδικο μου νομισμα ,καποιαν τελοσπαντων ανεξαρτησια,
αλλως θα εκαταστραφομην,ολα μην τα θελουμε ιδικα μας,
περασαν ανεπιστρεπτι τα προνομια των προτερων και τα μεγαλεια
κι εγω,δεν λεγω,ημπορουσα να ζητουσα στρατο απο τους Ελληνες,
καποιοι θα μου εδιδαν αλληλεγγυην,και τι;τι περισοτερον θα εκερδιζα,
τωρα εχω την ησυχιαν μου φρονιμα πραττοντας κι εκεινο συμβουλευω τη βασιλισα
σοφα ο Δειμωνακτας απο τη Μαντινεια τους θεσπισε τους νομους
και τους ρυθμισε τα οικονομικα και τους μοιρασε τις περιουσιες στη Κυρηνη
μην αλλα θελουν,στρατους κι επαναστασεις κι αναστατωσεις
και βεβαια σεβομαι την Κυρηναια Φερετιμη και ερωνικα δεν φερομαι
να της προσφερω χρυσο αδραχτι και ροκα και για γνεσιμο μαλλι
καθως τετοια στις γυναικες ταιριαζουν απο τη φυση τους δωρα
παρα στρατοι και πολεμοι,καλλιον δεν ειναι να δινονται,
εως τεσσερους Βαττους και εως τεσσερους Αρκεσιλαους στη Κυρηνη
ανεχεται ο Απολλωνας δια πλεον μην μελλεται εκεινη
αν ομως αλλον καλλιτερο χρησμον ηθελεν ας αφιερωνε σ'εκεινον
στους Δελφους ενα τουλαχιστον αξιοθεατον θυμιατηρι
.
.
.
Ολυμπιοδωρος ο Νεωτερος Νεοπλατωνικος Φιλοσοφος 500μΧ-570μΧ
-Αλεξανδρεια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ολυμπιοδωρος-565μΧ εν Αλεξανδρεια-χ.ν.κουβελης
να τελειώσει απόψε το υπόμνημα στον Γοργια
απαιτητικοί αυτοί της νέας θρησκείας
κυριως ο Δαυίδ και ο Ηλίας βέβαια τους καταλαβαινει
έχουν ενάντια τους τοσους αιρετικούς
επιτακτικά και κρίσιμα ερώτηματα
περί αιωνιοτητας περί μοναδισμου περί διφυους
απαραιτήτως χρειάζονται τα προλεγόμενα της Λογικής
και τα σχόλια των Κατηγοριών του Αριστοτέλη
ο δάσκαλος Αμμωνιος ο Ερμειας ήταν ανένδοτος
μόνον την αλήθεια στον Πλατωνα καμία υποχώρηση
ούτε στον Αριστοτέλη
αυτό είχε σοβαρά υπ'οψιν του στα σχόλια του Αλκιβιάδη
και του Φαιδωνα του Πλατωνα θεωρια και λεξις
ο κόσμος τους είναι στο τέλος του από το 529
οταν ο αυτοκρατωρ Ιουστινιανος έκλεισε την Σχολή των Αθηνών
κι εδώ στην Αλεξάνδρεια κρίσιμοι οι καιροί
ο κυρ Ιουστινιανος ετελειωσε το 565
οι βυζαντινοί βεβαίως θα επικρατήσουν
στα σχόλια των Μετεωρολογικων του Αριστοτέλη
πρέπει να γράψει το πέρασμα του κομήτη
και δια το Εν Αγαθόν τον Νου και την Ψυχήν
ως ο τελευταίος νεοπλατωνικος φιλόσοφος στην Αλεξάνδρεια
μετά τον Ιαμβλιχο τον Πρόκλο τον Δαμασκιο και τον Αμμωνιο Ερμειου
στην Ελλάδα
οὐσίαν ἢ ποσὸν ἢ ποιὸν ἢ πρός τι ἢ ποὺ
ἢ ποτὲ ἢ κεῖσθαι ἢ ἔχειν ἢ ποιεῖν ἢ πάσχειν.
.
.
.
Κλεοπάτρα Ζ' Φιλοπατωρ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Κλεοπάτρα Ζ' Φιλοπατωρ 12 Αυγουστου 30 πΧ εν Αλεξανδρεια-χ.ν.κουβελης
κοίταξε στον χρυσό καθρέφτη, θολό το ειδωλο, ξεκαθαρισε, Κλεοπάτρα Ζ ' Φιλοπατωρ,
αύριο η Αίγυπτος ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ένα καλάθι με κόκκινα μήλα αναδεύουν τη λύση
της,ο Καισαριωνας της ως ΙΕ' Πτολεμαίος θα εκτελεσθεί, ένα φιάσκο,κλείνει τ'αυτια της,
στις Ειδους του Μαρτίου ήταν, το 44,την βρήκαν στη Venus Genetrix, κινδύνευε, μια
τυχοδιωκτρια, μια αδιστακτη αμοραζα Καισαρων η Πτολεμαια, έκλεισε τα μάτια, το τέλος
της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας, τον νικητή της Μάχης των Φιλίππων το 42 τον Μάρκο Αντώνιο
Διόνυσο συνάντησε ερωτικά στη Ταρσο, η Νέα Ισις στο κατάμεστο Γυμνάσιο στην
Αλεξάνδρεια, μια θαυμάσια ηλιόλουστη μέρα, θρίαμβος, ο βασιλιάς της Αρμενιας
αιχμάλωτος, κι ας κακοφαινεται στους Ρωμαίους, τα σχέδια της ευοδωθηκαν, και τα παιδιά
λαμπρά παρόντα,ο Καισαριων ΙΕ'Πτολεμαίος του Ιουλίου.και του Αντωνιου ο Αλέξανδρος
Ήλιος μ'ενδυματα μηδικα, ο Πτολεμαίος Φιλαδελφος με μακεδονική χλαμύδα και κασσια
κι η Κλεοπάτρα Σελήνη μια οπτασια, κοίταξε σταθερά το πρόσωπο της στον καθρέφτη,
"καθόλου δεν μ'ενοιαζε αν ολ'αυτα τα θεωρούσαν ματαιοδοξιες κι άκρως θεατρικά",
άκουσε έξω θόρυβο,"κάθε βράδυ τα ίδια,μεθυσμενοι διασκεδάστες", απομάκρυνθηκαν οι
φωνες, ησυχία, ακινησία αέρα, πνίγονταν,η Ειρας και η Χαρμιον είναι πιστες, θέλει να'ναι
μόνη της,απολειπειν αυτήν η θέα,η Αρσινόη Δ' η αδελφή της, είδε, στάθηκε πίσω της
όρθια, αλυγιστη, '' γιατι κρατάει στο χέρι της κόκκινο μήλο; τι θέλει; γιατί δεν μιλάει; τι
αναδευεται στ'αριστερο της χερι; "είδε μέσα στο βάθος του καθρέφτη τα δύο είδωλα της
Ειρας και της Χαρμιον να την πλησιάζουν θολά, άνοιξε το στόμα της, δεν βγήκε φωνη
.
.
.
Αριστοτελης Ηθικα Νικομαχεια
Η ακολουθια του λογου μετά το 323 π.Χ-χ.ν.κουβελης
Οι Αθηναιοι βεβαίως το 323 και απαλλαχτηκαν από τους Μακεδονας
από την αμετρη οιηση και τα παρεπόμενα κοσμοπολιτικα τους
πλεον ημπορουν να χαράζουν απρόσκοπτα την πολιτική τους
και πλέον τάχιστα να λογαριασθουν με τους φιλομακεδονας
πρωτιστως ο Αριστοτέλης να σταλεί στην Εύβοια
εκει ας ασχοληθεί με τις παλίρροιες και τα φυσικά του
ο Θεόφραστος δεν είναι τόσον επικίνδυνος δι'αυτους
αν ομως όμως τοιούτος καταλήξει υπάρχει λύσις
ο Νηλεας,το ξέρουν, είναι λίαν φιλόδοξος για το Λύκειο
ο Στρατων από την Λάμψακο αντ'αυτου θα προτιμηθει
κι ας πάρει στη Σκηψη της Μικρασίας όλα τα βιβλία,κανένας
δεν θα τον εμποδίσει,και του Αριστοτέλη και του Θεόφραστου,
τι τους νοιαζει αυτους;ας τα πάρουν οι Ατταλιδες στη Πέργαμο
να επαίρονται οι μωροί ως νεοπλουτοι δια την Βιβλιοθήκη τους,
αν θέλουν,ας τα κρυψουν σε υπόγεια αν δεν τα δώσουν οι συγγενείς
του Νηλέα να μουχλιασουν τροφή σε σκωρους και ζωυφια,
ας τα πουλήσουν σε κάποιο βιβλιοσυλλεκτη Απελλικωνα
τι θα χρησιμευσουν στους Αθηναίους τώρα που ο Σύλλας ερημώνει
και λεηλατει την πόλη τους και κινδυνεύουν οι ζωές τους;
ας τα πάει στη Ρώμη να γλυτώσουνε με αυτές τις φιλοσοφίες
οιησις,λέει,διπλή άγνοια,αντιφάσεις,ομολογία,λογοδοσία,
καθαρσις,απορία,λόγον διδοναι,διαλεκτική,εντελέχεια,
ας ασχοληθούν οι Δυτικοί μ'αυτα επισταμένως
οι Αθηναίοι έχουνε παραγματικα ζητήματα ν'ασχολουνται
προέχει η ασφάλεια τους και ο εν χέρι τρεχων βίος
πραξεις και όχι θεωρίες διά αργοσχολους και αφελεις
.
.
.
ΤΑ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΚΑ ΜΕΤΑ ΤΟ 529 μ.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
πολυ σαφης ο Ιουστιανειος κωδικας κατα 'την ανοσίαν Ελλήνων μανίαν διδάσκεσθαι'
λιαν φανερη η απειλη κατα του Συριου Δαμασκιου κατα του Κιλικα Σιμπλικιου
κατα του Φρυγα Ευλαλιου κατα του εκ της Γαζης Ισιδωρου
κατα του Λυδου Πρισκιανου και κατα των εκ Φοινικης Ερμειου και Διογενους
νεοπλατωνικων φιλοσοφων εν τη Φιλοσοφικη Σχολη Αθηνων
ο Χοσροης Α' της Περσιας τωρα η καταφυγη και προστατης τους
λενε πως ειναι φιλοσοφος κατα το πλατωνικο προτυπο η' κατι τετοιο τελοσπαντων
και βεβαια,κι αυτο ειναι το κυριοτερο,αμειλικτος εχθρος της αυτοκρατοριας
εκει,σκεφτονταν ο Σιμπλικιος,θα συνεχισει απροσκοπτα και θα τελειωσει αισιως
το φιλοδοξο υπομνημα του στο αποσπασμα του Αναξαγορα απο τις Κλαζομενες
οὔτε γάρ τοῦ σμικροῦ ἐστι τὸ γε ἐλάχιστον, ἀλλ’ ἔλασσον ἀεί
( τὸ γάρ ἐόν οὐκ ἐστι τὸ μὴ οὐκ εἶναι ) ἀλλὰ καὶ τοῦ μεγάλου ἀεί ἐστι μεῖζον
ουτε εχει καμια σημασια για τη σπουδη του αν εκει απογοητευτηκαν
στη πολη Καρες εχει νεοπλατωνικη σχολη και πλεον ανενοχλητοι θα'ναι εις ολα
και στα φιλοσοφικα και στα νομικα και στα θρησκευτικα τους ζητηματα
μετα τη προσωπικη παρεμβαση στο Βυζαντιο του Χοσροη προς χαριν τους
και βεβαια εκει θα αποτελειωσει το φιλοσοφικο του υπομνημα
.
.
.
Καλλισθενης Ολυνθιος.ιστορικος Αλεξανδρου 336-327 π.Χ-σε ξυλο χρωμα και κιμωλια
-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Καλλισθενης,Βακτρα.327 π.Χ -χ.ν.κουβελης
ειχε,βεβαια,την ευθυνη του,ως ιστορικος του,με ρητορειες
να δημιουργησει τον μυθο του,χωρις μια τετοια ιστορια ο Αλεξανδρος
στο μελλον δεν θα ειναι τιποτα,ενας φιλοπολεμος μωροφιλοδοξος
ενας ματαιοδοξος εγωιστης,ουτε αυτοκρατωρ ουτε μεγας .
τωρα ομως εχει πολυ ξεφυγει,περσικες συνηθειες,προσκηνυματα ως θεου,
βακτριανοι γαμοι,οι Μακεδονες δεν τα δεχονται αυτα,
επειτα ειναι και οι δολοφονιες του Φιλωτα ,του Παρμενιωνα,του Κλειτου,
ο Αριστοτελης τον μηνυσε πως η φιλοσοφια ειναι πολυ σοβαρον πραγμα
για να την αφησει να καταπεσει και να γελοιωποιηθει με βαρβαρισμους
να διαλεξει πρεπει,η' Καλλισθενης η' Ψευδο-Καλλισθενης,δεν εχει αλλον δρομο,
το 327 π.Χ ηταν μια ευκαιρια αν δεν προδιδονταν η συνομωσια των παιδων
αυτος ως δασκαλος του κυριου υπαιτιου Ερμολαου συνεληφθει
φυλακιστηκε κι εκτελεστηκε,παντως ο Αλεξανδρος ξεμπερδεψε και μ'αυτον
τιποτα,οπωσδηποτε,ευκολοτερον αλλος κολακας να ευρεθει ιστορικος
.
.
.
Ιπποκλειδης Τεισανδρου Αθηναιος-c. n. couvelis χ.ν.κουβελης
Οὐ φροντὶς Ἱπποκλείδῃ-χ.ν.κουβελης
[Ηροδοτου Ιστοριαι,126.1-129.4]
η νικη των τεθριππων στην Ηλεια υψωσε σιγουρα το νου του Σικυωνιου ΚΛεισθενη
αλλιως δεν εξηγειται η πραξη του με κηρυκα να διαλαλησει στους Ελληνας θεατες
να παντρεψει την κορη του Αγαριστη,μια ασημαντη κοπελα,με τον Ελληνων απαντων
αριστον,κι ηρθαν στην Σικυωνα,σ'εξηντα μερες μεσα,γ'αυτο το σκοπο απο Ιταλιης
ο Σμινδυρίδης ὁ Ἱπποκράτεος Συβαρίτης και ο Σιρίτης Δάμασος Ἀμύριος
εκ του Ιονιου ο Ἀμφίμνηστος Ἐπιστρόφου Ἐπιδάμνιος και απο τῆς Αἰτωλίδος χώρης
Τιτόρμου ἀδελφεὸς Μάλης,απο δε Πελοποννησου Φείδωνος τοῦ Ἀργείων τυράννου
παῖς Λεωκήδης καὶ Ἀμίαντος Λυκούργου Ἀρκὰς ἐκ Τραπεζοῦντος,
καὶ Ἀζὴν ἐκ Παίου πόλιος Λαφάνης Εὐφορίωνος και ο Ἠλεῖος Ὀνόμαστος Ἀγαίου.
ἀπὸ δὲ Ἐρετρίης Λυσανίης· ἐκ δὲ Θεσσαλίης ἦλθε τῶν Σκοπαδέων Διακτορίδης Κραννώνιος,
ἐκ δὲ Μολοσσῶν Ἄλκων. κι απο την Αθηνα Μεγακλέης τε ὁ Ἀλκμέωνος και Ἱπποκλείδης
Τεισάνδρου,και επι εναν χρονον ολους τους εσυναναστρεφονταν και τους κατασκοπευε
ποιος στη συμπεριφορα στο σωμα και στο νου ηταν ο καταλληλοτερος κι εκλινε για
γαβρον του προς τον Ιπποκλειδη,επιπλεον και των Κορινθιων Κυψελιδων συγγενη,
εκατο βοδια εσφαξε στο τραπεζι της εκλογης κι αφθονο κρασι ειχε κι αυλητες εφερε
και τοτε ο Ιπποκλειδης π'ολ'αυτα καταλαβε ποσο γελοια κουφια και θεατρικα ηταν
ζητησε λαικο χορο και τοσο ξεδιαντροπα χορεψε πανω στο τραπεζι στηριζοντας
το κεφαλι και τα ποδια κλωτσωντας σαν βατραχος στον αερα που ο ΚΛεισθενης
ἀποστυγέων αηδιαζοντας του φωναξε' Ὦ παῖ Τεισάνδρου, ἀπορχήσαό γε μὲν τὸν γάμον.
παιδι του Τεισανδρου,απ'το χορο του γαμου εξω βγηκες' κι εκεινος ο γλεντζες νεος
καθολου δεν νοιαστηκε κι απαντησε 'στ'αποτετοια του Ιπποκλειδη'
.
.
.
Η Ποιηση,Σχεσεις του Συνεχους-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-
Η ΚΡΙΣΙΣ ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ ΕΙΣ ΝΕΟΝ ΠΟΙΗΤΗΝ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ηταν λαθος να απευθυνθει στον Πλατωνα δια κρισην της ποιησεως του
αυτο το μετρο ειναι ελλειπες ο ρυθμος του στιχου παραπαιει στη λεξη αυτη
αλλη συνωνυμη ταιριαζει η σειρα εδω των λεξεων πρεπει ν'αλλαξει επιβραδυνεται
ο ρυθμος και το θεμα πολυ κοινοτυπο και αφελες εδω βεβαια ομηριζεις
εκει εχεις εμφανεστατο δανειο εκ του Πινδαρου μη καλως χωνευμενο
να,η συνταξις βαρβαριζει το νοημα ασαφες αυτο το ρημα σε παθητικη φωνη
πρεπει να'ναι και δεν συναδει ουδολως το αιολικο άλλυ με το δωρικο πραξῆται
και σ'αυτους τους στιχους η αναπαρασταση της πραγματικοτητας εσφαλμενη,
προσεξε,ο ποιητης δεν δυναται ορθα να ομιλει,η χαρις η μελωδια η μεταφορα
δεν ειναι επιστημονικα εργαλεια,εσεις οι ποιητες εχετε απολυτη αγνοια των επιστημων
και να μην ξεγελιεστε με την γοητεια την οποιαν ασκειται εις τους ακροατες,
οι ποιητες ειναι κατασκευαστες μυθων,και απο αυτον τον κανονα,δεν ξεφευγουν
ουτε ο Ομηρος και ο Ησιοδος,και επειτα αυτη η εμμονη συνηθεια σας να εξυμνειται
τραγικους ψυχικα ταραγμενους ηρωες κι ατομικα εφημερα συναισθηματα
και δια του λογου το αληθες του εδιαβαζεν αποσπασματα απο τον διαλογον του Ιων
και απο την Πολιτεια του τα κεφαλαια II, III και Χ,του ειπεν πως ειναι αναγκαιο μετρον
ο εξορισμος του ποιητη απο αυτη και αλλα πολλα ειπεν κρινοντας την ποιησην του
ο φιλοσοφος,αυτο το προσεξε,με θερμην ποιητικην ρητορικην ,μεταχειριζομενος
την παραμομοιωση τον μυθον την ειρωνια την τεχνικη σκηνοθεσια των λογων του,
δεν επρεπε τοσο να τον επιρρεασει αυτη η κριτικη του φιλοσοφου και να σταματησει
να συνθετει ποιησιν,αφου,μαλιστα,αυτες οι κρισεις προερχονταν απο εναν στα νιατα του
αταλαντο κι αποτυχημενο ποιητη,ηταν μεγα σφαλμα του και αιτια της αφανειας του
.
.
.
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού
Francesco Furini(c. 1600 (or 1603) –August 19, 1646,Artemisia Prepares to Drink
the Ashes of her Husband, Mausolus
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού - χ.ν.κουβελης
(ύφος α')
τι γελοίος αυτός ο Μέγας Μαγιστρος των ιππότων Ιωαννιτών της Ρόδου,
το 1522μ.Χ ήθελε οικοδομικά υλικά να χτίσει κάστρο στη περιοχη της Αλικαρνασσού
να αντιμετωπίσει την επίθεση των Τούρκων και σκέφθηκε ο ανόητος να κονιορτοποιησει
το περίφημο Μαυσωλείο, άλλωστε ήταν άκρως ειδωλολατρικον,μεγα σκάνδαλον
για εναν φανατικό χριστιανο, ως ασβέστης θα του ητο πλέον χρήσιμο,
τώρα για έρωτες του Μαυσωλου με την αδελφή του Αρτεμισίου Β' της Καριας θα νοιαζονταν,
και δήθεν αριστουργηματα του Σκόπια του Βρυαξη του Τιμόθεου του Λεωχαρη οι μέτωπες
και του Πυθεου το τεθριππον,
μακριά πολύ μακριά το 350 π. Χ, από τότε έγιναν πολλά κοσμοιστορικα γεγονότα,
ο κόσμος ανήκει σε άλλον πλέον αληθινον Κύριον, κι αυτόν πρέπει να υπακουουν μ'αναντιρρητην πιστην,η μνήμη Μαυσωλου και Αρτεμισιας Καριας ένα ασήμαντο συμβάν,
μια ανόητη κενοδοξια εθνικών εραστών, ας τελειώνουν μ'αυτα, και, βέβαια,
δεν έχει καμία σημασία αν η μάχη δεν έγινε, ως προσδοκούσαν, στην Αλικαρνασσο,
αλλά στη Ροδο,αφού ξεμπέρδεψαν με τις τετοιες ειδωλολατρείες,
άσβεστος και κονις εις τον αιώνα, αυτό ήταν το τελικόν γερας του γελοίου Μεγα Μαγιστρου
των Ιωαννιτών
.
.
Το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού - χ.ν.κουβελης
(ύφος β')
ούτε γελοίος βεβαια ητο ο Μέγας Μαγιστρος μας των ιππότων Ιωαννιτών της Ρόδου,
κι ούτε ανόητος που σκέφθηκε το 1522μ.Χ να κονιορτοποιησει το περίφημο Μαυσωλείο,
ωστε τα οικοδομικά υλικά να του χρησιμεύσουν για τη κατασκευή κάστρου στη περιοχη
της Αλικαρνασσού για την αντιμετωπιση επίθεσης των Τούρκων,
άλλωστε το μνημειον ήταν άκρως ειδωλολατρικον,μεγα σκάνδαλον για εναν χριστιανο,
ως ασβέστης θα μας ητο πλέον χρήσιμο,
τώρα για έρωτες του Μαυσωλου με την αδελφή του Αρτεμισίου Β' της Καριας θα νοιαζομαστε,
και δήθεν αριστουργηματα του Σκόπια του Βρυαξη του Τιμόθεου του Λεωχαρη οι μέτωπες
και του Πυθεου το τεθριππον,
μακριά πολύ μακριά το 350 π. Χ, από τότε έγιναν πολλά κοσμοιστορικα γεγονότα,
ο κόσμος ανήκει σε άλλον πλέον αληθινον Κύριον, κι αυτόν πρέπει να υπακουομε
μ'αναντιρρητην πιστην,η μνήμη Μαυσωλου και Αρτεμισιας Καριας ένα ασήμαντο συμβάν,
μια ανόητη κενοδοξια εθνικών εραστών, ας τελειώνουμε μ'αυτα, και, βέβαια,
δεν έχει καμία σημασία αν η μάχη δεν έγινε, ως προσδοκούσαμε, στην Αλικαρνασσο,
αλλά στη Ροδο,αφού ξεμπέρδεψαμε με τις τετοιες ειδωλολατρείες,
άσβεστος και κονις εις τον αιώνα, αυτό ήταν το τελικόν γερας του δικού μας Μεγα Μαγιστρου
των Ιωαννιτών
.
.
.
Ο Ρωμανός και η Παρθένος, μικρογραφία από το Μηνολόγιο του Βασιλείου Β΄
ΚΡΙΤΙΚΗ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΩΔΟΥ ΑΠΟ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΝ ΛΟΓΙΟΝ του 8ου αι.
-χ.ν.κουβελης
Ελλην δεν ητο,τι Ελλην;αλιμονο,την εποχη Αναστασιου του Α' η' Β'
η' Ιουστινιανου του Α' ποιος τολμουσε να ητο Ελλην;αλλα καποιος
αδεξιος Αναγνωστης και ψαλτης εις την Πολην ητο απο την Δαμασκον της Συριας
η' την Βηρυτον εις την Παναγιαν των Βλαχερνων,εκει εκ των ομοουσιων του
λοιδορειθεις εις ενυπνιον περιπεσων ως το ορισεν ο ονειροκριτης Αρτεμιδωρος
ειδεν την Παναγιαν να του προσφερει περγαμηνην προς βρωσιν,μετα ταυτα
αναστας εγενετο ο Ρωμανος ο Μελωδος του θαυμαστου κοντακιου
'Η Παρθενος Σημερον τον Υπερουσιον Τικτει'
εις λαμπραν αττικιζουσαν λογια κοινη γλωσσαν εργασθεις τα ποιηματα του
με περιτεχνες μεταφορες τολμηρες συγκρισεις και αντιθεσεις,επισης εξοχες
νοητικες εξεικονισεις βαθειας θεολογιας αλλα και ζωηραν δραματοποιησην
ως το 'Ψυχη μου,ψυχη μου,αναστα,τι καθευδεις;'
.
.
.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Α' ΣΩΤΗΡ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οι μεταβολες της τυχης τον εφεραν στη Ρωμη
ως ανταλλαγμα της ομηριας του Αντιοχου
ετσι αυτο κανονιστηκε απο τον πατερα του Σελευκο Δ'
Φιλοπατωρ της Συριας κι εμαθε τον θανατο του πατερα
και τον ενθρονισμο του Αντιοχου ως Δ' Επιφανης το 175 π.Χ
και το 165 του εννιαχρονου Αντιοχου ως Ε' Ευπατωρ
με αντιβασιλεα τον Λυσια διοικητη της Συριας
κι επισης εμαθε τις απειλες της Ρωμης
πως αυτον θ'απελευθερωσει ως νομιμο διαδοχο
αν η κατασταση εκει στη Συρια δεν εκλινε υπερ της
και με δολοπλοκια δραπετευσε
κι ελαβε τη βασιλεια το 162 ως Δημητριος Α'
αφου δολοφονηθηκαν Αντιοχος Ε' και Λυσιας,
ομως η αποδραση και τα τετελεσμενα γεγονοτα
επεσυραν τη δυσαρεσκεια της Συγκλητου στη Ρωμη
και τα μετρα εναντιον του επισπεφθηκαν
εξεγειροντας τους αλλους γυρω βασιλεις,
τον εξαδελφο Πτολεμαιο Στ' Φιλομητωρ για την υποθεση της Κυπρου
και τον Ατταλο Β' Φιλαδελφο της Περγαμου που εμφανησε
ως νομιμο διεκδικητη της εξουσιας στη Συρια τον Αλεξανδρο Α' Βαλα
που διεδιδε πως ητο δηθεν γιος του Αντιοχου Δ' του Επιφανους
και τοτε καποιος ονοματι Ηρακλειδης,πρωην υπουργος του Αντιοχου Δ' Επιφανη
προπαγανδιζε ευμενως στη Ρωμη ως φιλους τον Βαλα
και την δηθεν αδελφη του Λαοδικη Στ' κινουμενος απο ιδιοτελεια
και τοιουτοτροπτως εκδικουμενος τον Δημητριο
για την εκθρονιση του αδελφου του Τιμαρχου της Μηδειας
και στην ενσκηψασα επανασταση κατα Δημητριου Α' μετ'ευχων της Ρωμαικης Συγκλητου
οι συμμαχοι Αλεξανδρος Α'Βαλας Πτολεμαιος Στ' Φιλομητωρ Αιγυπτου Λαοδικη Στ'
Ατταλος Β' Φιλαδελφος Περγαμου Αριαραθης Ε' Ευσεβης Φιλοπατωρ Καππαδοκιας
ο Δημητριος Α' Σωτηρ νικηθηκε στην Αντιοχεια το 150 π.Χ
και σκοτωθηκε εν μεσω ολων αυτων των μεταβολων της τυχης
με τα τακτικα γραμματα Α' Β' Γ' Δ' Ε' Στ' και τ'αλλεπαλληλα επιθετα
Φιλομητωρ Φιλοπατωρ Φιλαδελφος Επιφανης Ευσεβης
Συριας Περγαμου Αιγυπτου
.
.
.
Χάρτης Μεσογείου το 218 π.Χ- Β' Καρχηδονιακος Πολεμος (218 – 201 π.Χ)
Ο Κουιντος Φαβιος Μαξιμος ο Αναβαλων
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεγαλη στη Ρωμη αναστατωση και ανησυχια επικρατουσε
μετα τη μαχη της λιμνης Τραμεσινης στις 27 Ιουλιου το 217 π.Χ
ο Αννιβας ante portas προ των πυλων της πολης βεβαιος ο κινδυνος
διορισαν τον Κουιντο Φαβιο Μαξιμο δικτατορα για εξι μηνες
να αναχαιτισθει,ειπαν,οπωσδηποτε ο Καρχηδονιος
τα μισα σου χρονια εχει,30 χρονων,να του κοπει η ορμη
και στην πολη Αικαι της Απουλιας τον συναντα και τον αποφευγει
πρεπει,αυτο το σχεδιο του ηταν,να τον αποδυναμωσει,με τροφιμα
να μην εφοδιαζεται κι οι αυτομολοι Γαλατες να εμποδισθουν
ο πολεμος πλεον δεν κρινεται με κατευθειαν επιθεση αλλα μ'ελιγμο
ο Αννιβας,το καταλαβε,ειχε τη μανια της μαχης,σαν καλλιτεχνης
σαν ηθοποιος αυτη η σκηνη της μαχη,κυριως,τον ενδιεφερε,
οι ιδιοφυεις περιτεχνες κινησεις,κι αυτη την πολεμικη χορογραφια
δεν μπορει,ειναι αδυνατο,ν'ακολουθησει ο στρατος της Ρωμης,
τ'ασβηστο μισος της Διδως για τον Αινεια και του Αμιλκα Βαρκας
του πατερα του για την Ρωμη πρεπει να εκπληρωθει κατα γραμμα
εξευτελιζοντας την,αν θα'χουν καποια τυχη πρεπει να παρενοχλουν,
εμμεσα κι οχι αμεσα,ταυτοχρονα κι αυτον και την Καρχηδονα,
δεν τον πειραζε που τον αποκαλουσαν Κουιντος Φαβιος Μαξιμος ο Αναβαλων
το προτιμουσε,καλλιτερα,αυτο απ'το Κουιντος Φαβιος Μαξιμος ο Επιθετικος
στο περασμα απ'το Falernus Ager της Καμπανιας οπου λεηλατουσε ο Αννιβας
τ'αμπελια τον περιμεναν οι Ρωμαιοι κι ειδαν τη νυχτα στη κορυφογραμμη φωτα
να κινουνται,οι Καρχηδονιοι,ειπαν,ειναι που παν'να διαφυγουν κι επιτεθηκαν
και δεν ηταν Καρχηδονιοι παρα τα βοδια του Falernus Ager με δεμενα στα κερατα
δαδια αναμενα,τοτε τα βοδια τρομαξαν και χαθηκαν εκει απ'το τεχνασμε του Αννιβα
χιλιοι Ρωμαιοι κι οι Καρχιδονιοι εν τελει περασαν το περασμα,
η Συγκλητος μετα τα γεγονοτα στο Falernus Ager τον υποπτευθηκε πως κρυφα
συμφωνησε με τον Αννιβα τα κτηματα του στη Καμπανια να μην του καταστρεψει
και τον υποδιοικητη του Μινουκιο προβιβασαν ισοτιμο διπλα του κι ο οποιος
καθολου δεν ηταν Αναβαλων και το ημισυ του στρατου εβαλε σε βεβαιο κινδυνο
που αυτος επεμβαινοντας δυναμικα τον απεσωβησε και τελειωντας η εξαμηνη θητεια
ο Κουιντος Φαβιος Μαξιμος επιστρεφοντας στη Ρωμη ανακηρυχθηκε ηρωας
κι ας ηταν Αναβαλων
.
.
.
Δημοσθενης[384 π.Χ-322 π.Χ]Αθηναιος ρητορας ,μουσειο Λουβρου
324 π.Χ.Τα Χρηματα του Αρπαλου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
του Μακεδονος Αρπαλου γνωστη η φυσις,γοης και μιαρος ανθρωπος,
κλεφτης 5.000 ταλαντων του Θησαυροφυλακιου τ'Αλεξανδρου,
ομως να συγκρουσθουν τωρα που'ναι στο Κοινο των Ελληνων
με τον Αντιπατρον και να εμπλακουν σε πολεμο ανευ αναγκης;
μια μεση λυσις ητο καλλιτερα,οχι απελασις αλλα φυλακισις,
ειχεν και χρηματα 700 ταλαντα ο Αρπαλος να δωσει στους Αθηναιους
τον βοηθησαν κι απεδρασε κι εκ των χρηματων εμειναν 350 ταλαντα,
καποιοι χρηματισθηκαν χωρις αλλο,ο Δημοσθενης να ευρεθουν οι ενοχοι
κατεθεσε ψηφισμα στον Αρειο Παγο να εξετασθει το ζητημα ,πρωτο-
πρωτο στον Καταλογο των Δωροδοκηθεντων τ'ονομα του,ειπε,ναι,πηρε
20 ταλαντα κι αυτα κατεθεσε στο ταμειο του Θεωρικου που'χε ελλειμα,
μακεδονιζοντες και αντιμακεδονιζοντες στο δικαστηριο Ηλιαια τον εσυραν ,
δεν μιλησε,βρηκε κωλυμα δηθεν κρυολογημα,'αργυραγχη εχεις'του ειπαν
ειρωνικα'κι οχι στηθαγχη' κι ενωπιον των δικαστων τον Κατα Δημοσθενους
λογον εξεφωνησε ο πρωην φιλος του και ρητορας Δειναρχος
...
ὦ Δημόσθενες, σοῦ καὶ ἑτέρων πολλῶν, ζητεῖν τὴν βουλὴν περὶ αὐτῶν,
ὡς αὐτῇ πάτριόν ἐστιν, εἴ τινες εἰλήφασι παρ᾽ Ἁρπάλου χρυσίον, [5] ζητεῖ ἡ
βουλή...
τὸν δὲ κατάπτυστον τοῦτον καὶ Σκύθην - ἐξάγομαι γάρ -, ὃν οὐχ εἷς ἀνὴρ ἀλλὰ
πᾶς᾽ ἡ ἐξ Ἀρείου πάγου βουλὴ ζητήσας᾽ ἀποπέφαγκε χρήματ᾽ ἔχειν καθ᾽ ὑμῶν,
καὶ ὃς ἀποπέφανται μισθαρνῶν καὶ δωροδοκῶν κατὰ τῆς πόλεως καὶ ταῦτ᾽ ἐξελή-
λεγκται, τοῦτον οὐ τιμωρησάμενοι παράδειγμα ποιήσετε τοῖς ἄλλοις ...
[41]
οὐκ αἰσχύνεσθε, ἄνδρες Ἀθηναῖοι, τὴν κατὰ Δημοσθένους τιμωρίαν ἐκ τῶν ἡμετέρων
λόγων μόνων ἡγούμενοι δεῖν κρίνειν; οὐκ ἴστε τοῦτον αὐτοὶ δωροδόκον ὄντα καὶ
κλέπτην καὶ προδότην τῶν φίλων, καὶ τῆς πόλεως ἀνάξιον καὶ αὐτὸν καὶ τὴν περὶ τοῦτον
τύχην γεγενημένην; ἀπὸ ποίων ψηφισμάτων οὗτος ἢ ποίων νόμων οὐκ εἴληφεν ἀργύριον;
[42]...
τὴν δὲ πόλιν οὐκ ἀξίως ἑαυτῆς οὐδὲ τῆς τῶν προγόνων δόξης διακειμένην. ἀφέντες οὖν
τοὺς ἐλέους καὶ τοὺς φενακισμοὺς τοὺς τούτου τὴν ὁσίαν καὶ δικαίαν φέρετε ψῆφον, καὶ
σκοπεῖτε τὸ τῇ πατρίδι συμφέρον, μὴ τὸ Δημοσθένει: τοῦτο γάρ ἐστι καλῶν κἀγαθῶν
δικαστῶν ἔργον...
εκεινος ενθυμειται το περιστατικον του Αρπαλου και του θαυμασιου κυλικα
'ποσον αγει;' ρωτησε και μειδιάσας ὁ Ἅρπαλος 'ἄξει σοι' ειπε 'εἴκοσι τάλαντα',
και τη νυχτα αμεσως σταλθηκαν κι ο κυλικας και τα εικοσι ταλαντα
ἡμέραις δ' ὀλίγαις ὕστερον ἐξεταζομένων τῶν χρημάτων, ἰδὼν αὐτὸν ὁ Ἅρπαλος
ἡσθέντα βαρβαρικῇ κύλικι καὶ καταμανθάνοντα τὴν τορείαν καὶ τὸ εἶδος, ἐκέλευσε
διαβαστάσαντα τὴν ὁλκὴν τοῦ χρυσίου σκέψασθαι. θαυμάσαντος δὲ τοῦ Δημοσθένους
τὸ βάρος καὶ πυθομένου πόσον ἄγει, μειδιάσας ὁ Ἅρπαλος 'ἄξει σοι' φησίν 'εἴκοσι
τάλαντα', καὶ γενομένης τάχιστα τῆς νυκτὸς ἔπεμψεν αὐτῷ τὴν κύλικα μετὰ τῶν εἴκοσι
ταλάντων
Πλουταρχου Παραλληλοι Βιοι-Δημοσθενης ,25
κι επακολουθησε η καταδικη 50 ταλαντων,η φυλακη,η αποδραση,η εξορια στην Αιγινα
Βεβαια ,τελικα κι αυτο εχει σημασια,το Επιγραμμα στην Αγορα γραφτηκε:
Είπερ ίσην ρώμην γνώμη, Δημόσθενες, είχες
ούποτ' αν Ελλήνων ήρξεν Αρης Μακεδών
'ὦ Δημόσθενες,ἄξει σοι'
.
.
.
.
Raphael-The School of Athens,1510-1511
ΧΡΕΙΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ ΕΧΩΜΕΝ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οτι πιστευει καποιος αυτο ειναι κι αληθεια
ο Πυθοδωρος πιστευει πως ο Πρωταγορας ειναι αθεος
αρα αυτο που πιστευει ο Πυθοδωρος ειναι αληθεια
κατα συνεπεια πρεπει να παρθουν εγκαιρως μετρα εναντιον του
ολα τα συγραμματα του να καουν δημοσιως στην Αγορα
και ν'απαγορευτουν οι διαλεξεις του,αναλυσεις ποιηματων
αναζητησεις ορθων λεξεων,και ρητορικες και σοφιστειες
και βεβαια εξονυχιστικη ερευνα των χρηματων του ανθρωπου
αλλωστε,γνωστον τοις πασι,αμοιβονταν με υψηλοτα διδακτρα
και τι αλλον,ηλιου φαεινοτερον,απο την φιλιαν του μ'αυτον τον Σωκρατη
και τον μαθητη του Πλατωνα,συγγραφεα του διαλογου Πρωταγορας
πολυ διαφημιση γινεται αυτου του Αβδηριτη στη Δημοκρατια μας
και να μην ξεγελιεται ο Ολυμπιος Περικλης με την αποικια τους Θουριους
και τους νομους του στην Κατω Ιταλια,αυτος διδασκει πως καθε τι,
ειναι δυνατον,να το υπερασπιζεις και να το απορριπτεις με την καταλληλο
λεκτικη μεθοδο,αγνωστικισμο και σχετικισμο να τι διδασκει,
λιαν επικινδυνος,εδω δεν εχει θεση,ας παει στην Σικελια,εκει,γνωστον,
νεωτεριζουν και δεν τους νοιαζει ν'αβδηρισουν μ'αυτον τον Πρωταγορα,
βεβαια,τωρα,αν για καποιον η γνωμη του Πυθοδωρου ειναι αληθης
για καποιον αλλον ειναι ψευδης,και τοτε ισχυει η ρηση του φιλοσοφου:
Αλήθεια ή Καταβάλλοντες κι επιπλεον τουτο:Πάντων χρημάτων μέτρον
εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως έατιν, των δε μη όντων ως ουκ έατιν
και στη Δημοκρατια,απαραιτητα,εχωμεν χρεια αγωνιστων του λογου
Πρωταγορες ακομα κι αν τον ήττω λόγον κρείτω ποιείν κι οχι Πυθοδωρους
φανατικους κι αυτη η διαλεκτικη πλεον ωφελει τις πραξεις της πολιτειας:
οὐ πάνυ μοι δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὕτως ἁπλοῦν
[331c] εἶναι,ὥστε συγχωρῆσαι τήν τε δικαιοσύνην ὅσιον εἶναι καὶ τὴν ὁσιότητα δίκαιον,
ἀλλά τί μοι δοκεῖ ἐν αὐτῷ διάφορον εἶναι. ἀλλὰ τί τοῦτο διαφέρει; ἔφη: εἰ γὰρ βούλει,
ἔστω ἡμῖν καὶ δικαιοσύνη ὅσιον καὶ ὁσιότης δίκαιον.
μή μοι, ἦν δ᾽ ἐγώ: οὐδὲν γὰρ δέομαι τὸ εἰ βούλει τοῦτο καὶ εἴ σοι δοκεῖ ἐλέγχεσθαι,
ἀλλ᾽ ἐμέ τε καὶ σέ: τὸ δ᾽ ἐμέ τε καὶ σέ τοῦτο λέγω, οἰόμενος οὕτω τὸν λόγον βέλτιστ᾽
[331d] ἂν ἐλέγχεσθαι, εἴ τις τὸ εἴ ἀφέλοι αὐτοῦ.
.
.
.
Raphael-The School of Athens,1510-1511
ΧΡΕΙΑ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ ΕΧΩΜΕΝ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οτι πιστευει καποιος αυτο ειναι κι αληθεια
ο Πυθοδωρος πιστευει πως ο Πρωταγορας ειναι αθεος
αρα αυτο που πιστευει ο Πυθοδωρος ειναι αληθεια
κατα συνεπεια πρεπει να παρθουν εγκαιρως μετρα εναντιον του
ολα τα συγραμματα του να καουν δημοσιως στην Αγορα
και ν'απαγορευτουν οι διαλεξεις του,αναλυσεις ποιηματων
αναζητησεις ορθων λεξεων,και ρητορικες και σοφιστειες
και βεβαια εξονυχιστικη ερευνα των χρηματων του ανθρωπου
αλλωστε,γνωστον τοις πασι,αμοιβονταν με υψηλοτα διδακτρα
και τι αλλον,ηλιου φαεινοτερον,απο την φιλιαν του μ'αυτον τον Σωκρατη
και τον μαθητη του Πλατωνα,συγγραφεα του διαλογου Πρωταγορας
πολυ διαφημιση γινεται αυτου του Αβδηριτη στη Δημοκρατια μας
και να μην ξεγελιεται ο Ολυμπιος Περικλης με την αποικια τους Θουριους
και τους νομους του στην Κατω Ιταλια,αυτος διδασκει πως καθε τι,
ειναι δυνατον,να το υπερασπιζεις και να το απορριπτεις με την καταλληλο
λεκτικη μεθοδο,αγνωστικισμο και σχετικισμο να τι διδασκει,
λιαν επικινδυνος,εδω δεν εχει θεση,ας παει στην Σικελια,εκει,γνωστον,
νεωτεριζουν και δεν τους νοιαζει ν'αβδηρισουν μ'αυτον τον Πρωταγορα,
βεβαια,τωρα,αν για καποιον η γνωμη του Πυθοδωρου ειναι αληθης
για καποιον αλλον ειναι ψευδης,και τοτε ισχυει η ρηση του φιλοσοφου:
Αλήθεια ή Καταβάλλοντες κι επιπλεον τουτο:Πάντων χρημάτων μέτρον
εστίν άνθρωπος, των μεν όντων ως έατιν, των δε μη όντων ως ουκ έατιν
και στη Δημοκρατια,απαραιτητα,εχωμεν χρεια αγωνιστων του λογου
Πρωταγορες ακομα κι αν τον ήττω λόγον κρείτω ποιείν κι οχι Πυθοδωρους
φανατικους κι αυτη η διαλεκτικη πλεον ωφελει τις πραξεις της πολιτειας:
οὐ πάνυ μοι δοκεῖ, ἔφη, ὦ Σώκρατες, οὕτως ἁπλοῦν
[331c] εἶναι,ὥστε συγχωρῆσαι τήν τε δικαιοσύνην ὅσιον εἶναι καὶ τὴν ὁσιότητα δίκαιον,
ἀλλά τί μοι δοκεῖ ἐν αὐτῷ διάφορον εἶναι. ἀλλὰ τί τοῦτο διαφέρει; ἔφη: εἰ γὰρ βούλει,
ἔστω ἡμῖν καὶ δικαιοσύνη ὅσιον καὶ ὁσιότης δίκαιον.
μή μοι, ἦν δ᾽ ἐγώ: οὐδὲν γὰρ δέομαι τὸ εἰ βούλει τοῦτο καὶ εἴ σοι δοκεῖ ἐλέγχεσθαι,
ἀλλ᾽ ἐμέ τε καὶ σέ: τὸ δ᾽ ἐμέ τε καὶ σέ τοῦτο λέγω, οἰόμενος οὕτω τὸν λόγον βέλτιστ᾽
[331d] ἂν ἐλέγχεσθαι, εἴ τις τὸ εἴ ἀφέλοι αὐτοῦ.
.
.
.
Γιάννης Κεφαλληνός, Μέγας Αλέξανδρος, ξυλογραφία, 18 x 15 εκ
Μεγας Αλεξανδρος,3ος αι. π.Χ,Ταραντας,Εθνικο Αρχαιολογικο Μουσειο
Charles Le Brun, Le Passage du Granique,1665
'ευτυχως,που η κριση του Παρμενιωνος δεν εισακουσθη'-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΛΗΝ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ
ΑΠΟ ΤΩΝ ΒΑΡΒΑΡΩΝ ΤΗΝ ΑΣΙΑΝ ΚΑΤΟΙΚΟΥΝΤΩΝ
'να καταστραφει η Θηβα πλην Πινδαρου'
οι αντιμακεδονες του Δημοσθενη εξαθρωθηκαν
των Πανελληνων Κοινη Ειρηνη
υστερα ακολουθησε η διαβαση του Ελλησποντου και η πορεια
μεχρι τον Γρανικο ποταμο το 334
οι Περσες στη Ζελεια της Τρωδας απερριψαν την κριση του Ροδιου Μεμνωνα
να παρασυρουν τον Αλεξανδρο Γ' στο βαθος της ενδοχωρας καταστρεφωντας την
στελνοντας επισης στρατο στην Μακεδονια και προκαλωντας επανασταση
στη κατω των Θερμοπυλων Νοτια Ελλαδα
αλλωστε του Μεμνωνα καθολου δεν του'χαν εμπιστοσυνη
μετα τη συμμετοχη του το 365 στην αποστασια κατα του Αρταξερξη Ωχου
του γαμπρου του Αρταβαζου σατραπη της Φρυγιας και μαλιστα αποτυχωντες
προσετρεξαν κι οι δυο για πριοστασια κι εκδουλευση στην αυλη του Φιλιππου Β'
αλλ'αυτα εχουν οι μισθοφοροι,Ελληνες,Μηδοι,Υρκανοι,Παφλαγονες,αναγκαιον κακο,
οχι η μαχη εδω θα δινονταν στον Γρανικο αναχαιτωντας την ορμη των Μακεδωνων,
Αλεξανδρου Γ' Παρμενιωνα Φιλωτα του Παρμενιωνα Αμυντα του Αρραβαιου
Σωκρατη Νικανορα του Παρμενιωνα Περδικα του Οροντη Κοινου του Πολεμοκρατη
Κρατερου του Αλεξανδρου Αμυντα του Ανδρομενη Φιλιππου του Αμυντα
Καλα του Αρπαλου Φιλιππου του Μενελαου Αγαθωνα Θεσσαλων Παιονων
Θρακων Οδρυσων Τριβαλλων Ιλλυριων Αγριανων
ετσι αποφασισθηκε απ'τον Φρυγο στρατηγο Αρσιτη,και τον Λυδιας και Ιωνιας
σατραπη Σπιθριδατη και τον Φαρνακη και τον Μιθροβουζανη και τον Ατιζυη
και τον Αρβουπαλη και τον Αρσαμη και τον Μιθριδατη και τους αλλους
αλλ'ομως διαφορετικα συνεβησαν μετα τις 22 Μαιου κι οι Μακεδονες νικηφοροι
πλεον ως την Πενταποταμια και τους Μαλλους το 326 εφθασαν κι ως την Ινδια
'ευτυχως, που η κριση του Παρμενιωνος δεν εισακουσθη'
.
.
.
Marcus Porcius Cato Major
Cēterum cēnseō Carthāginem esse dēlendam-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο Marcus Porcius Cato Major αυστηρος πολυ περι το ηθος
λιτος της πολυτελειας εχθρος αλλα και των Ελληνων φιλοσοφων
και ελληνικων γραμματων πολεμιος,οι Ρωμαιοι να'ναι κυριως Ρωμαιοι,
και να μην δουλοπρεπως και παλιμπαιδιζοντες ελληνιζουν,
πληβειος το γενος και με την Lex Publilia Philonis de patrum auctoritate
censor τιμητης ενας των magistratus maiores με censoria potestas
το 153 π.X. καὶ σῦκα τῶν Λιβυκῶν ἐπίτηδες ἐκβαλεῖν ἐν τῇ βουλῇ,
τους υπεδειξε στη Συγκλητο μεγαλα και φρεσκα συκα Αφρικανικα
εἶτα θαυμασάντων τὸ μέγεθος καὶ τὸ κάλλος λεει ο Πλουταρχος
προειδοποιοντας πως η χωρα που τα'θρεφει τρεις μερες θαλασσα απεχει
ἡ ταῦτα φέρουσα χώρα τριῶν ἡμερῶν πλοῦν ἀπέχει τῆς Ῥώμης
Ρωμαιοι ο κινδυνος εγγυτατος δια τουτο 'δοκεῖ δέ μοι καὶ Καρχηδόνα μὴ εἶναι'
και καθε φορα,απαραλλακτως,ενωπιον τους ετσι τελειωνε τους λογους
Cēterum cēnseō Carthāginem esse dēlendam.
και περ'απ'αυτα,ειτε περι αρτοπωλων ειτε περι ιχθυωπωλων και των παρεμφερων
ομαδων φορολογιων ομιλουντες,εγω προτεινω η Καρχηδονα να καταστραφει
ισα,ο τιμητης Κατων,επιμενοντας,α τιμηθουν με καταστροφη οι δυσιν Καρχηδονες
η Καρχηδονα αυτη της Αφρικης κι η αλλη Καρχηδονα Ελλαδα
.
.
σχολια:
-Marcus Porcius Cato Major[Μαρκος Πορκιος Κατων ο Πρεσβυτερος]234 π.Χ-149 π.Χ,
ρωμαιος πολιτικος,quaestor ταμιας των δημοσιων χρηματων της Ρωμης το 204 π.Χ
στη Σαρδηνια,κατα της τοκογλυφιας,aedilis αγορονομος το 199 π.Χ επιβλεπων τους ναους ,
τους δρομους,τα υδραγωγεια και τα δημοσια θεαματα,praetor πραιτορ το 198 π.Χ,
consul υπατος το 195 π.Χ,censor κηνσορ τιμητης το 184 π.Χ,λιτος,αυστηρος τιμητης της
πολυτελειας και ενθερμος υποστηρικτης των Ρωμαικων ηθων κι εναντιος των Ελληνικων,
ζητωντας ν'απαγορευθει οι Ελληνες φιλοσοφοι να διαμενουν στη Ρωμη
το 153 π.Χ επισκεφθηκε την Καρχηδονα και τοσο εντυπωσιασθηκε και θορυβηθηκε
απο την μεγαλη αναπτυξη της που επιστρεφοντας στη Ρωμη ειπε μεσα στη Συγκλητο:
'δοκεῖ δέ μοι καὶ Καρχηδόνα μὴ εἶναι'".[Carthago delenda est,η Καρχηδονα πρεπει να
καταστραφει]
κι απο τοτε καθε λογο του,για οποιοδηποτε θεμα,τον τελειωνε ετσι:
Cēterum cēnseō Carthāginem esse dēlendam.
[και περ'απ'αυτα ,εγω προτεινω η Καρχηδονα να καταστραφει]
και θεωρειται ο κυριος υποκινητης του Γ' Καρχηδονιακου Πολεμου[Tertium Bellum Punicum
149 π.Χ-146 π.Χ)
Επισης ο Κατων ηταν ενας απο τους πρωτους Ρωμαιους ιστορικους και συγγραφεις που
εγραψε τα εργα του[Origines,Απαρχες της Ρωμης μεχρι το 149π.Χ και De Agri Cultura,περι
γεωργιας,]στην λατινικη γλωσσα και οχι στην ελληνικη
-[κζ']] Πρὸς τούτοις φασὶ τὸν Κάτωνα καὶ σῦκα τῶν Λιβυκῶν ἐπίτηδες ἐκβαλεῖν ἐν τῇ βουλῇ,
τὴν τήβεννον ἀναβαλόμενον, εἶτα θαυμασάντων τὸ μέγεθος καὶ τὸ κάλλος, εἰπεῖν ὡς ἡ ταῦτα
φέρουσα χώρα τριῶν ἡμερῶν πλοῦν ἀπέχει τῆς Ῥώμης. ἐκεῖνο δ' ἤδη καὶ βιαιότερον, τὸ περὶ
παντὸς οὗ δήποτε πράγματος γνώμην ἀποφαινόμενον προσεπιφωνεῖν οὕτως· "δοκεῖ δέ μοι
καὶ Καρχηδόνα μὴ εἶναι".
Πλουταρχου.Βιοι Παραλληλοι.Μαρκος Κατων
-Lex Publilia Philonis de patrum auctoritate,ο νομος του Q. Publius Philo το 339 π.Χ με τον
οποιο το αξιωμα του censor,κηνσορ τιμητη, εκτος των πατρικιων[ευγενεις επιφανων οικο-
γενειων patres] μπορουσαν να παρουν και οι πληβειοι[οι κοινοι,οι κατωτερες κοινωνικες
ταξεις]
.
.
.
Cēterum cēnseō Carthāginem esse dēlendam-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο Marcus Porcius Cato Major αυστηρος πολυ περι το ηθος
λιτος της πολυτελειας εχθρος αλλα και των Ελληνων φιλοσοφων
και ελληνικων γραμματων πολεμιος,οι Ρωμαιοι να'ναι κυριως Ρωμαιοι,
και να μην δουλοπρεπως και παλιμπαιδιζοντες ελληνιζουν,
πληβειος το γενος και με την Lex Publilia Philonis de patrum auctoritate
censor τιμητης ενας των magistratus maiores με censoria potestas
το 153 π.X. καὶ σῦκα τῶν Λιβυκῶν ἐπίτηδες ἐκβαλεῖν ἐν τῇ βουλῇ,
τους υπεδειξε στη Συγκλητο μεγαλα και φρεσκα συκα Αφρικανικα
εἶτα θαυμασάντων τὸ μέγεθος καὶ τὸ κάλλος λεει ο Πλουταρχος
προειδοποιοντας πως η χωρα που τα'θρεφει τρεις μερες θαλασσα απεχει
ἡ ταῦτα φέρουσα χώρα τριῶν ἡμερῶν πλοῦν ἀπέχει τῆς Ῥώμης
Ρωμαιοι ο κινδυνος εγγυτατος δια τουτο 'δοκεῖ δέ μοι καὶ Καρχηδόνα μὴ εἶναι'
και καθε φορα,απαραλλακτως,ενωπιον τους ετσι τελειωνε τους λογους
Cēterum cēnseō Carthāginem esse dēlendam.
και περ'απ'αυτα,ειτε περι αρτοπωλων ειτε περι ιχθυωπωλων και των παρεμφερων
ομαδων φορολογιων ομιλουντες,εγω προτεινω η Καρχηδονα να καταστραφει
ισα,ο τιμητης Κατων,επιμενοντας,α τιμηθουν με καταστροφη οι δυσιν Καρχηδονες
η Καρχηδονα αυτη της Αφρικης κι η αλλη Καρχηδονα Ελλαδα
.
.
σχολια:
-Marcus Porcius Cato Major[Μαρκος Πορκιος Κατων ο Πρεσβυτερος]234 π.Χ-149 π.Χ,
ρωμαιος πολιτικος,quaestor ταμιας των δημοσιων χρηματων της Ρωμης το 204 π.Χ
στη Σαρδηνια,κατα της τοκογλυφιας,aedilis αγορονομος το 199 π.Χ επιβλεπων τους ναους ,
τους δρομους,τα υδραγωγεια και τα δημοσια θεαματα,praetor πραιτορ το 198 π.Χ,
consul υπατος το 195 π.Χ,censor κηνσορ τιμητης το 184 π.Χ,λιτος,αυστηρος τιμητης της
πολυτελειας και ενθερμος υποστηρικτης των Ρωμαικων ηθων κι εναντιος των Ελληνικων,
ζητωντας ν'απαγορευθει οι Ελληνες φιλοσοφοι να διαμενουν στη Ρωμη
το 153 π.Χ επισκεφθηκε την Καρχηδονα και τοσο εντυπωσιασθηκε και θορυβηθηκε
απο την μεγαλη αναπτυξη της που επιστρεφοντας στη Ρωμη ειπε μεσα στη Συγκλητο:
'δοκεῖ δέ μοι καὶ Καρχηδόνα μὴ εἶναι'".[Carthago delenda est,η Καρχηδονα πρεπει να
καταστραφει]
κι απο τοτε καθε λογο του,για οποιοδηποτε θεμα,τον τελειωνε ετσι:
Cēterum cēnseō Carthāginem esse dēlendam.
[και περ'απ'αυτα ,εγω προτεινω η Καρχηδονα να καταστραφει]
και θεωρειται ο κυριος υποκινητης του Γ' Καρχηδονιακου Πολεμου[Tertium Bellum Punicum
149 π.Χ-146 π.Χ)
Επισης ο Κατων ηταν ενας απο τους πρωτους Ρωμαιους ιστορικους και συγγραφεις που
εγραψε τα εργα του[Origines,Απαρχες της Ρωμης μεχρι το 149π.Χ και De Agri Cultura,περι
γεωργιας,]στην λατινικη γλωσσα και οχι στην ελληνικη
-[κζ']] Πρὸς τούτοις φασὶ τὸν Κάτωνα καὶ σῦκα τῶν Λιβυκῶν ἐπίτηδες ἐκβαλεῖν ἐν τῇ βουλῇ,
τὴν τήβεννον ἀναβαλόμενον, εἶτα θαυμασάντων τὸ μέγεθος καὶ τὸ κάλλος, εἰπεῖν ὡς ἡ ταῦτα
φέρουσα χώρα τριῶν ἡμερῶν πλοῦν ἀπέχει τῆς Ῥώμης. ἐκεῖνο δ' ἤδη καὶ βιαιότερον, τὸ περὶ
παντὸς οὗ δήποτε πράγματος γνώμην ἀποφαινόμενον προσεπιφωνεῖν οὕτως· "δοκεῖ δέ μοι
καὶ Καρχηδόνα μὴ εἶναι".
Πλουταρχου.Βιοι Παραλληλοι.Μαρκος Κατων
-Lex Publilia Philonis de patrum auctoritate,ο νομος του Q. Publius Philo το 339 π.Χ με τον
οποιο το αξιωμα του censor,κηνσορ τιμητη, εκτος των πατρικιων[ευγενεις επιφανων οικο-
γενειων patres] μπορουσαν να παρουν και οι πληβειοι[οι κοινοι,οι κατωτερες κοινωνικες
ταξεις]
.
.
.
Ivanov Andrey,Pelopidas's death,1805-1806
Θηβαιου Πελοπιδα το αναγκαιον πραγμα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αναγκαιον πραγμα,συμβουλευαν,ατελεσφορα,
τον Πελοπιδα οι φιλοι το χρημα να μη παραμελει
τοτε δειχνοντας τους εναν τυφλο και κουτσο
'ἀναγκαίου νὴ Δί'εἶπε "Νικοδήμῳ τούτῳ'
και στις Κυνος Κεφαλες ομοιως δεν παραμελησε
κακος οιωνος η εκκλειψη του ηλιου,του ειπαν,
'βέλτιον' ἔφη, 'πλείονας γὰρ νικήσομεν'
κι επιμονως ζητουσε τον Αλεξανδρο των Φερρων
τουλαχιστο,ειπαν οι φιλοι, να μην παραμεληθει τουτο
και των εχθρων γυρ'απ'το σωμα του σωριασαν τα λαφυρα
εκειραν δε τους ἵππους, εκειραν δὲ καὶ αὐτούς οι φιλοι
αυτο απαν το αναγκαιον χρημα ειναι του Θηβαιου Πελοπιδα
.
.
.
Ζακ-Λουί Νταβίντ (1787) Ο Θάνατος του Σωκράτη David,The Death of Socrates
Συντομο σχολιο στον Μενωνα του Πλατωνα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο Θεμιστοκλης.ειπ'ο Σωκρατης, κι ο Περικλης αν και σοφοι
παιδια αμορφωτα ειχαν αλογομουρηδες και συ Ανυτε παιδι τομαρα
ἀλλὰ γάρ, ὦ ἑταῖρε Ἄνυτε, μὴ οὐκ ᾖ διδακτὸν ἀρετή.
τοτ'οργισμενος ο Ανυτος στον Μενωνα του Πλατωνα ειπε
ὦ Σώκρατες, ῥᾳδίως μοι δοκεῖς κακῶς λέγειν ἀνθρώπους.
ἐγὼ μὲν οὖν ἄν σοι συμβουλεύσαιμι, εἰ ἐθέλεις ἐμοὶ πείθεσθαι, εὐλαβεῖσθαι
κι αληθεια,ποσον αυτο πληρως εκτελεσθηκε το 399
τα δε περι δημοκρατιας και Τριακοντα προφασεις
ὡς ἴσως μὲν καὶ ἐν ἄλλῃ πόλει ῥᾷόν ἐστιν κακῶς ποιεῖν ἀνθρώπους
ἢ εὖ, ἐν τῇδε δὲ καὶ [95a]πάνυ· οἶμαι δὲ σὲ καὶ αὐτὸν εἰδέναι
.
.
.
Priscus Attalus Ατταλος Πρισκος,νομισμα
Ατταλος Πρισκος Αυτοκρατωρ 409 μ.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
καθολου τον Ιωνα Ελληνα Ατταλο Πρισκο δεν εννοιαζε
η μομφη σφετεριστης αυτοκρατορας στη Ρωμη
και πως ανδρεικελο ηταν του Βησιγοτθου Αλαριχου
ανοησιες του Ονωριου κουφια λογια στη Ραβεννα
αυτον,κυριως,τον ενδιεφερε να ενωθει το δυτικο
κι ανατολικο κρατος σε μια ισχυρη αυτοκρατορια
με τους αρχαιους θεους και την αρχαια φιλοσοφια
τωρα αν γινει ο Αλαριχος στρατηγος αυτο λιαν
τους ωφελει και δεν ειναι σπουδαιον πραγμα
τι κι αν δεν προλαβε τα σχεδια του να εκπληρωσει
κι εχασε την ευνοια του Αλαριχου κι εξορισθει
εκει στην Ισπανια παλιν εκ νεου αυτοκρατωρ
αναγορευεται σε πεισμα Ονωριου και Κωνσταντιου
.
.
.
Ιουλιανός 361-363 μ.Χ. Σόλιδος (4.28 gm).
Ιουλιανος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Εἴπατε τῷ βασιλεῖ, χαμαὶ πέσε δαίδαλος αὐλά,
οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβην, οὐ μάντιδα δάφνην,
οὐ παγὰν λαλέουσαν, ἀπέσβετο καὶ λάλον ὕδωρ.
εν ειδει επιγραμματος σταλθηκε απ'τους ιερεις
η εκκληση στον εθνικο αυτοκρατορα Ιουλιανο
για κατεπιγουσα οινονομικη ενισχυση και φροντιδα
τ'αλλα περι καταρρευσης του αρχαιου κοσμου
ενα κατασκευασμα,μαλλον,καποιου,μονοθειστη,
αλλωστε οι τετοιες αλλαγες επηρεαζουν τα πληθη
τα φοβιζουν και τα συγκρατουν δυσκολα εκδηλωνονται
μεχρι ενας απ'τους δυο ολοκληρωτικα να κερδισει
και τωρα,βεβαια,δεν ειναι για εκδρομες στους Δελφους
αφιερωματα πλουσιες προσφορες ακριβα αναθηματα
ας ο Παραβατης κανονισει την πορευση των Πυθικων
αποστελνωντας τους σολιδους καθαρα χρυσα νομισματα
.
.
.
Σικελικη εκστρατεια 415 π.Χ- 413 π.Χ
Σικελια καλοκαιρι 413 π.Χ-Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Σικελια καλοκαιρι 413 π.Χ-Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεγα πληθος κατεβαινει στον Πειραια λαμπρη εξαισια μερα
πανετοιμη η περιλαλητος Σικελικη εκστρατεια ν'αποπλευσει
ρητορες επιτηδειως ρητορευουν υπερ το δεον της και μαντεις
μηνυουν τα μελλοντα να γινουν γεγονοτα αισια και θεοπεμπτα
κι υποκριτες και μιμοι τους διασκεδαζουν οπως στη περισταση ταιριαζει
ο Νικιας τους οδηγει ο Λαμαχος κι ο Αλκιβιαδης αξιοι στρατηγοι
ας συγχωρεθουν η φιλοχρηματια η δημαγωγια κι η ανηθικοτητα
τωρα θησαυροι αμετρητα ταλαντα στη Σικελια πλουτισμος
κι απο'κει κοσμοκρατειρα η Αθηνα ενα βημα η Αφρικη κι η Καρχηδωνα
μεγα πληθος φωνων παραληρει στο τοσο πλεον κλεος της πολης
κι εκει βεβαια περα στη Σικελια υπερποντια πληρωθηκε η υβρις
ο πολεμοκαπηλος Λαμαχος κατα τον κωμικο Αριστοφανη σκοτωθηκε
ο Αλκιβιαδης καθολου δεν ωφεληθηκε απ'τα μαθηματα περι αρετης
του Σωκρατη κατεφυγε ποταπος προδοτης της πατριδας στη Σπαρτη
κι ο Νικιας ανθρωπος αφελης δεισιδαιμων αποδειχθηκε μια εκλειψη
σεληνης στις Επιπολες τον θαμπωσε και τον τρομαξε να κηρυξει εγκαιρη
αποσυρση απ'την ματαιωμενη εκστρατεια κι ετσι,μοιραια,ολοι στα παντα
και παντου χαθηκαν αλλοι στον ποταμο Ασσιναρο πνιγηκαν στα αιματα
αλλοι στοιβαχθηκαν νεκροι στα λατομεια ο ενας πανω στον αλλον
αλλοι πουληθηκαν σκλαβοι κι οχι λιγοτεροι απο εφτα χιλιαδες αφανισθηκαν
κι οσοι λιγοι σωθηκαν ηταν απ'τ'ασματα του Ευριπιδη που τραγωδουσαν
[110] Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
τι τους Ελληνες της Κατω Ιταλιας πολυ τους ευχαριστουσε εκεινος ο ποιητης
.
.
σημειωση:
[110] Τί με χρὴ σιγᾶν; Τί δὲ μὴ σιγᾶν;Τί δὲ θρηνῆσαι;
Ευριπιδη Τρωαδες
.
.
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
[7.87.1] Τοὺς δ᾽ ἐν ταῖς λιθοτομίαις οἱ Συρακόσιοι χαλεπῶς τοὺς πρώτους χρόνους μετεχείρισαν.
ἐν γὰρ κοίλῳ χωρίῳ ὄντας καὶ ὀλίγῳ πολλοὺς οἵ τε ἥλιοι τὸ πρῶτον καὶ τὸ πνῖγος ἔτι ἐλύπει διὰ
τὸ ἀστέγαστον καὶ αἱ νύκτες ἐπιγιγνόμεναι τοὐναντίον μετοπωριναὶ καὶ ψυχραὶ τῇ μεταβολῇ ἐς ἀσθένειαν ἐνεωτέριζον, [7.87.2] πάντα τε ποιούντων αὐτῶν διὰ στενοχωρίαν ἐν τῷ αὐτῷ καὶ
προσέτι τῶν νεκρῶν ὁμοῦ ἐπ᾽ ἀλλήλοις ξυννενημένων, οἳ ἔκ τε τῶν τραυμάτων καὶ διὰ τὴν μεταβολὴν καὶ τὸ τοιοῦτον ἀπέθνῃσκον, καὶ ὀσμαὶ ἦσαν οὐκ ἀνεκτοί, καὶ λιμῷ ἅμα καὶ δίψῃ ἐπιέζοντο (ἐδίδοσαν γὰρ αὐτῶν ἑκάστῳ ἐπὶ ὀκτὼ μῆνας κοτύλην ὕδατος καὶ δύο κοτύλας σίτου), ἄλλα τε ὅσα εἰκὸς ἐν τῷ τοιούτῳ χωρίῳ ἐμπεπτωκότας κακοπαθῆσαι, οὐδὲν ὅτι οὐκ ἐπεγένετο αὐτοῖς· [7.87.3] καὶ ἡμέρας μὲν ἑβδομήκοντά τινας οὕτω διῃτήθησαν ἁθρόοι· ἔπειτα πλὴν
Ἀθηναίων καὶ εἴ τινες Σικελιωτῶν ἢ Ἰταλιωτῶν ξυνεστράτευσαν, τοὺς ἄλλους ἀπέδοντο.
[7.87.4] ἐλήφθησαν δὲ οἱ ξύμπαντες, ἀκριβείᾳ μὲν χαλεπὸν ἐξειπεῖν, ὅμως δὲ οὐκ ἐλάσσους ἑπτακισχιλίων. [7.87.5] ξυνέβη τε ἔργον τοῦτο [Ἑλληνικὸν] τῶν κατὰ τὸν πόλεμον τόνδε
μέγιστον γενέσθαι, δοκεῖν δ᾽ ἔμοιγε καὶ ὧν ἀκοῇ Ἑλληνικῶν ἴσμεν, καὶ τοῖς τε κρατήσασι λαμπρότατον καὶ τοῖς διαφθαρεῖσι δυστυχέστατον· [7.87.6] κατὰ πάντα γὰρ πάντως νικηθέντες
καὶ οὐδὲν ὀλίγον ἐς οὐδὲν κακοπαθήσαντες πανωλεθρίᾳ δὴ τὸ λεγόμενον καὶ πεζὸς καὶ νῆες
καὶ οὐδὲν ὅτι οὐκ ἀπώλετο, καὶ ὀλίγοι ἀπὸ πολλῶν ἐπ᾽ οἴκου ἀπενόστησαν. ταῦτα μὲν τὰ
περὶ Σικελίαν γενόμενα.
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[29.1] τῶν δ' Ἀθηναίων οἱ μὲν πλεῖστοι διεφθάρησαν ἐν ταῖς λατομίαις ὑπὸ νόσου καὶ διαίτης πονηρᾶς, εἰς ἡμέραν ἑκάστην κοτύλας δύο κριθῶν λαμβάνοντες καὶ μίαν ὕδατος, οὐκ ὀλίγοι δ' ἐπράθησαν διακλαπέντες ἢ καὶ διαλαθόντες ὡς οἰκέται. καὶ τούτους ὡς οἰκέτας ἐπώλουν,
στίζοντες ἵππον εἰς τὸ μέτωπον· ἀλλ' ἦσαν οἱ καὶ τοῦτο πρὸς τῷ δουλεύειν ὑπομένοντες.
[29.2] ἐβοήθει δὲ καὶ τούτοις ἥ τ' αἰδὼς καὶ τὸ κόσμιον· ἢ γὰρ ἠλευθεροῦντο ταχέως ἢ
τιμώμενοι παρέμενον τοῖς κεκτημένοις. ἔνιοι δὲ καὶ δι' Εὐριπίδην ἐσώθησαν. μάλιστα γάρ,
ὡς ἔοικε, τῶν ἐκτὸς Ἑλλήνων ἐπόθησαν αὐτοῦ τὴν μοῦσαν οἱ περὶ Σικελίαν· καὶ μικρὰ τῶν ἀφικνουμένων ἑκάστοτε δείγματα καὶ γεύματα κομιζόντων ἐκμανθάνοντες ἀγαπητῶς
μετεδίδοσαν ἀλλήλοις. [29.3] τότε γοῦν φασι τῶν σωθέντων οἴκαδε συχνοὺς ἀσπάσασθαι
τὸν Εὐριπίδην φιλοφρόνως, καὶ διηγεῖσθαι τοὺς μέν, ὅτι δουλεύοντες ἀφείθησαν ἐκδιδάξαντες
ὅσα τῶν ἐκείνου ποιημάτων ἐμέμνηντο, τοὺς δ', ὅτι πλανώμενοι μετὰ τὴν μάχην τροφῆς καὶ
ὕδατος μετέλαβον τῶν μελῶν ᾄσαντες. οὐ δεῖ δὴ θαυμάζειν ὅτι τοὺς Καυνίους φασὶ πλοίου προσφερομένου τοῖς λιμέσιν ὑπὸ λῃστρίδων διωκομένου μὴ δέχεσθαι τὸ πρῶτον, ἀλλ'ἀπείργειν,
εἶτα μέντοι διαπυνθανομένους εἰ γινώσκουσιν ᾄσματα τῶν Εὐριπίδου, φησάντων ἐκείνων,
οὕτω παρεῖναι καὶ καταγαγεῖν τὸ πλοῖον.
.
Θουκυδίδη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου
Βιβλιο Ζ',7.87.1-7.87.6. Τα Σικελικα.Η Πανωλεθρια
[7.87.1] Αυτους στα λατομεια οι Συρακουσιοι σκληρα τον πρωτο καιρο μεταχειριστηκαν,γιατι
σε βαθουλο μερος οντας και στενο πολλοι τους οποιους και ο ηλιος στην αρχη και ο πνιγηρος
καυσωνας επισης- στεναχωρουσε απο την ελλειψη σκεπης κι απ'την αλλη οι νυχτες που
ηρθαν ηταν φθινοπωρινες και ψυχρες και η αποτομη μεταβολη σ'αρρωσεια τους ερριξε,
[7.87.2]κι ολα τα εκαναν αυτοι επειδη στενος ο χωτος στο ιδιο μερος κι ακομα τα πτωματα
των νεκρων μαζι το ενα πανω με τ'αλλα σωριαζαν ,κι αυτων που απ'τα τραυματα και απ'την
αποτομη μεταβολη και απο τετοια αιτια πεθαιναν,και οι οσμες ηταν ανυποφορες κι
απο πεινα συναμα κι απο διψα υποφεραν[γιατι εδωναν σε καθενα απ'αυτους επι οκτω
μηνες ενα κυπελλο νερο και δυο κυπελλα σιταρι],κι απ'τα αλλα οσα ειναι φυσικο σε τετοιο
μερος αυτοι που'χουν πεταχτει να κακοπαθησουν,κανενα δεν ηταν να μην συμβει σ'αυτους
[7.87.3] και καπου εβδομηντα μερες περασαν ετσι ολοι μαζι,επειτα εκτος των Αθηναιων
και καποιους Σικελιωτες η' Ιταλιωτες που μ'αυτους συνεκστρατευσαν τους αλλους εδωσαν
δουλους. [7.87.4] το συνολο αυτων που αιχμαλωτισθηκαν,μ'ακριβεια πολυ δυσκολο να
πω,ομως οχι λιγοτεροι των εφτα χιλιαδων, [7.87.5]και συνεβει το γεγονος αυτο απ'αυτα
κατα τον πολεμο αυτον εδω το πιο μεγαλο να υπηρξε,οπως φαινεται σε μενα και απ'τα
Ελληνικα που εξ'ακοης γνωριζουμε,και σ'αυτους που επικρατησαν το πιο λαμπρο και
σ'αυτους που εχασαν το πιο δυστυχο,[7.87.6] γιατι κατα τα παντα και παντου νικηθηκαν
και καθολου λιγο σε τιποτα δεν κακοπαθησαν πανωλεθρια κατα το κοινως λεγομενο και
πεζικο και καραβια και τιποτα που να μην αφανισθηκε,και λιγοι απ'τους πολλους στο σπιτι
ξαναγυρισαν,αυτα ειναι στη Σικελια τα γινομενα
.
Πλουταρχου Βιοι Παραλληλοι .Νικιας. ΚΘ'.Τα Σικελικα.Ευριπιδης.
[29.1] απ'τους Αθηναιους οι πιο πολλοι χαθηκαν μεσα στα λατομεια απο αρρωστεια κι απο
διατροφη αθλια,καθε μερα δυο κυπελλα κριθαρι παιρνοντας κι ενα νερο,κι οχι λιγοι πουληθη-
καν αφου αρπαχθηκαν η' και διαφευγοντες κρυφα ως οικειακοι δουλοι.κι αυτους ως οικεια-
κους δουλους πουλουσαν,στιγματιζοντας αλογο στο μετωπο.αλλα ηταν κι αυτοι που κι αυτο
απ'τη δουλεια υπομεναν. [29.2]βοηθουσε δε και σ'αυτους ειτε η σεμνοτητα και η συνεση.γιατι
η' ελευθερονονταν γρηγορα η' εκτιμωμενοι παρεμεναν σ'αυτους που τους ειχαν κτημα.μερικοι
δε και λογω του Ευριπιδη σωθηκαν.μαλιστα γιατι,ως φαινεται,απ'τους εκτος Ελληνων λατρε-
ψαν αυτου τη μουσα αυτοι στη Σικελια.κι οταν καθε φορα οι ερχομενοι εκει μικρα δειγματα
και γευσεις εφερναν μαθαινοντας ευχαριστα τα μετεδιδαν ο ενας στους αλλους. [29.3] τοτε
λοιπον λενε πως αυτοι απ'τους σωθεντες στη πατριδα συχνα επικαλουνταν τον Ευριπιδη με
σεβασμο,και διηγουνται οι μεν,οτι ενω ηταν δουλοι αφεθηκαν αφου διδαξαν οσα απ'τα
ποιηματα εκεινου θυμοντουσαν,οι δε,οτι περιπλανωμενοι μετα τη μαχη τροφη και νερο
ελαβαν τα μελη τραγουδωντας.δεν πρεπει αληθεια ν'απορουμε οτι για τους Καυνιους λενε
πως πλοιο που προσεφυγε στα λιμανια απο ληστες καταδιωκομενο δεν το δεχθηκαν το
πρωτον,αλλα το απομακρυναν,επειτα ομως τους ρωτησαν να μαθουν αν γνωριζουν ασματα
των εργων του Ευριπιδη,οταν ναι απαντησαν εκεινοι,τοτε αφησαν να μπει μεσα και ν'αρραξει
το πλοιο
.
.
.
Αθηναικη Συμμαχια 431 π.Χ
Αθηναιοι Μηλιοι 416 π.Χ και κτημα εσαει-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ρητα ειπωθηκε στους Μηλιους:οι μεν ισχυροι επιβαλλουν
οι δε αδυνατοι αποδεχονται,[τ'αλλα ειναι κουφιες φλυαριες]
κατα γραμμα στο βιβλιο Ε' του Θουκυδιδη:δυνατὰ δὲ οἱ
προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν.
τωρα αν στη Σικελια για τους Αθηναιους κατα γραμμα
τελεσθηκε η νομοτελεια:ὓβρις→ἂτη→νέμεσις→τίσις
ετερον εκατερον,επ'ουδενι ανα τους αιωνες,παρελθοντες
τωρινους και μελλοντες, ανατρεπεται η ανισορροπια:
νυν αρχομεν,ες αυριον ου μελλομεν [κυνικως μεν χρησιμως δε]
η σταχτη των Ενδοξων μας Αυτοκρατοριων ουδολως μας πτοει
Το αυτο πρακτεον 416 π.Χ και εσαει.Viva The Real Politic!
.
.
.
Χάρτης στην αρχή του Πελοποννησιακού Πολέμου 431 π.Χ
Έτσι σαν παιδικο παιχνίδι η Ελλάδα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο έφορος Σθενελαδας καλεσε τους Λακεδαιμονίους
δια βοής να λυθεί το ζήτημα
πόλεμος με τους Αθηναίους και συμμάχους των
η βοη όμως τόσο απροσδιόριστος ήτο και συγχισμενη
τότε δείχνοντας ένα μέρος 'οσοι'ειπε
είστε υπέρ του πολεμου στάθηκε εκεί,
όσοι δε είστε κατά εις εκείνο το άλλο',
έτσι σαν παιδικο παιχνίδι η αποφασις του πολεμου
πάρθηκε που ολη κατέστρεψε την Ελλαδα
Και δια του λόγο το αληθές ταύτα εγενεντο
κατά τον Ιστορικό Θουκιδιδην
Βιβλίο Α,(87.6)ἡ δὲ διαγνώμη αὕτη τῆς ἐκκλησίας, τοῦ τὰς σπονδὰς
λελύσθαι, ἐγένετο ἐν τῷ τετάρτῳ καὶ δεκάτῳ ἔτει τῶν τριακοντουτίδων
σπονδῶν προκεχωρηκυιῶν, αἳ ἐγένοντο μετὰ τὰ Εὐβοϊκά.
στη δημογορια δε του μετριοπαθους βασιλέα Αρχίδαμου
πρωτύτερα αυτό ειπώθηκε :
(82.1)κἀν τούτῳ καὶ τὰ ἡμέτερ’ αὐτῶν ἐξαρτύεσθαι ξυμμάχων τε προσαγωγῇ
καὶ Ἑλλήνων καὶ βαρβάρων, εἴ ποθέν τινα ἢ ναυτικοῦ ἢ χρημάτων δύναμιν
προσληψόμεθα (ἀνεπίφθονον δέ, ὅσοι ὥσπερ καὶ ἡμεῖς ὑπ’ Ἀθηναίων
ἐπιβουλευόμεθα, μὴ Ἕλληνας μόνον, ἀλλὰ καὶ βαρβάρους προσλαβόντας
διασωθῆναι),
ας μην,λοιπόν, αρκουμαστε μόνον εις τους Έλληνες
αλλά,αναγκαίον ειναι και βεβαιως πολυ δικαιολογημενον,
και εις τους ξένους ν'αποτανθουμε ν'αναμειχθούν
κάτι διαχρονικον που έκτοτε ουδολως αλλαξεν
.
.
.
Αντίοχος Δ' Επιφανης-Σελευκιδης βασιλεύς 175 πΧ -164 πΧ
Hic et Nunc-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αυτά πρέπει οπωσδήποτε να τελειώσουν
είναι επιτακτική Res Romans αναμφίβολα
να τονισθεί σε αυτόν τον Σελευκιδη Αντίοχο Δ' Επιφανή
η' Μιθριδάτη η' όπως αλλιώς ας θέλει να λέγεται
πως τώρα εδώ οι Ρόδιοι και οι της Περγάμου είναι οι ευνοούμενοι μας
στη Συνθήκη άλλωστε της Απαμείας το 188 ρητά κυρώθηκε
δώδεκα πλοία όχι πλεον αυτων να έχει
και ούτε σε επεκτάσεις να λογίζεται, είναι επικίνδυνες ματαιοδοξίες,
όταν,λοιπόν, αυτά στα περίχωρα της Αλεξανδρειας άκουσε
δια στόματος του Ρωμαιου Γάιου Ποπλιου Λαϊνά
ο Αντιοχευς Σελευκίδης σφοδρα ταραχτηκε
και αντεδρασε με υπεκφυγές,ενώ ένιωθε καλά
το αμετάκλητο του πραγματος,πώς τάχα το συμβούλιο του να ρωτήσει
και τότε ο Ρωμαίος έσυρε γύρω του κύκλο και τον εκλεισε
άλλην δεν έχεις διαφυγή,Hic et Nunc Εδώ και Τώρα απάντησε,του είπε
Έτσι γορδια τερματίστηκε του ατυχους Αντίοχου Δ Επιφανους η φιλοδοξια
με έναν τοπικό HIc και έναν χρονικό Nunc προσδιορισμο
.
.
.
.
Marcus Maecilius Flavius Eparchius Avitus 455-456
Iulius Valerius Maiorianus 457-461
Flavius Libius Severus Serpentius Augustus 461-465
Anthemius Procopius 467-472
Anicius Olybrius, 472-472
Αβιτος,Μαιοριανος,Λιβιος Σεβήρος,Ανθέμιος,Ολυβριος 5 Ρικιμεριοι Αυτοκρατορες
της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατοριας 455-472 μ.Χ
Μαριονέτα 455-472 μ.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Marcus Maecilius Flavius Eparchius Avitus 455-456
Iulius Valerius Maiorianus 457-461
Flavius Libius Severus Serpentius Augustus 461-465
Anthemius Procopius 467-472
Anicius Olybrius, 472-472
Κατά σειρά εμφάνισης πέντε ονόματα καρικατουρες πέντε πράξεις
από το θέατρο μαριονέτας αυτοκρατόρων
της Δυτικης Ρωμαϊκής Αυτοκρατοριας
του ισχυρου magister militum Ricimerus Σουηβου Αλεμανου
που τους κινούσε στη σκηνή και τους εξαφανιζε
ανάλογως τα συμφέροντα του ίδιου και του Βυζαντινού Λέοντα Α'
εν μέσω των βαρβαρικών Συμπληγαδων Βανδάλων και Αρειανιστων Βησιγότθων
Όλοι τους γνήσιοι εκπροσωποι της παρακμής και κατάρρευσης
της άλλοτε ισχυρής Ρώμης
O Tempora O Mores
ως πότε Ρικιμεριοι θα μας εμπαιζουν;
.
.
.
Φλάβιος Φωκάς Αύγουστος 602-608 μ.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
όμως στη Ρώμη στο Forum Romanorum σε επιγραφη
τον τιμούσαν ως εξέχουσα προσωπικότητα
έχει γι'αυτό να λέει ο παπας Βονιφάτιος Δ'
τι μέγιστο είναι να αναγνωρισθει το Πρωτείο του
και τώρα να τολμούν οι Πράσινοι στον Ιππόδρομο
να τον ειρωνευονται;
Πάλι τον καύκον έπιες,
πάλι τον νουν απώλεσας
Πάλι ήπιες το ποτηράκι σου
Πάλι το μυαλό σου θολωσες
Φλάβιος Φωκάς Αύγουστος ένας μπεκρης
Βυζαντινός αυτοκράτορας Άβαροι Σλάβοι Δυτικα
Πέρσες Ανατολικά καλά το ξέρανε
και θα κολωνε μετα από τόσους αποκεφαλισμους
και τυφλώσεις 3 χιλιάδες απ'αυτους τους αλητες
στο πέταλο να σφάξει;
.
.
.
Πτολεμαίος Β' Φιλάδελφος και Αρσινόη Β' με την επιγραφή ΑΔΕΛΦΩΝ(η μια όψη),
από την άλλη όψη ο Πτολεμαίος Α' Σωτήρ και η Βερενίκη Α' με την επιγραφή ΘΕΩΝ
-χρυσο οκταδραχμο-260 π.Χ-Βερολινο
Πτολεμαίος Β' Φιλάδελφος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο Πτολεμαίος Β' Φιλάδελφος ικανοτατος ήτο διπλωμάτης
Αλλα τον εμελλαν λίαν επειγοντα και σημαντικά
η Αλεξάνδρεια Φάρος να γίνει Ελληνικού Πολιτισμού
με Βιβλιοθήκη Μουσείο πόλος πασών των επιστημων
ο Πτολεμαίος Κεραυνός του έγραψε πως πλεον
αποποιειται των δικαιωματων του Φαραώ
στην Αθήνα προετοιμάζει τον στωικό Χρεμωνιδη
κατά της Μακεδονιας του Αντιγόνου Β' Γονατα
έπειτα πιέζεται με κανάλι να ενώσει τον Νείλο με το Σουέζ
και την αδελφή του Αρσινόη χήρα του επιγονου Λυσιμάχου
να νυμφευτει ως Β' Φιλαδελφη
τώρα αλήθεια θα τον απασχολήσει η κούφια ματαιοδοξία του αρχιτέκτονα
αν κάτω από το όνομα του έγραψε για να μείνει αιώνια το δικό του;
Σώστρατος Δεξιφάνους Κνίδιος θεοῖς σωτῆρσιν ὑπὲρ τῶν πλωϊζομένων.
Αυτός εν τέλει ειναι ένας Θεός Meryamun Setepenre,
Ο Προσφιλής του Άμμωνα.Ο Εκλεκτός του Ρα
.
.
.
Sandro Botticelli Η Συκοφαντία του Απελλή-1494-1495 μ.Χ Φλωρεντία
Η Συκοφαντία του Απελλή-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ούτε Τύρον Συρίας ούτε συνομώτην Θεοδόταν είδε και γνώριζε
Πόσο μάλλον επιβολή εναντίον του ευεργετου Πτολεμαίου Α' Σωτήρος
να κάνει
Ο Αντίφιλος ένας ατάλαντος ζωγράφος από Φθόνον τα εξύφανε αυτά
μήπως εκδιωχθείς αλλά κυρίως θανατωθείς ο Απελλής αυτός εσαει
δοξασθεί
Εν τέλει ο μωρός ούτε στέφανος δόξας ούτε τιμές ελαβεν
παρά μόνο με την Απατην την ατιμία του συκοφάντου δούλου
κέρδισεν
Αλήθεια,τι άλλην θέση ήλπιζε ο επίβουλος Αντίφιλος ως αντίζηλος
του Απελλή
μήπως Παγκάστην Αλεξάνδρου η΄ Φρύνην Πραξιτέλους;
Ας έχουν λοιπόν οι τέτοιοι υπόψιν τους
την Περὶ τοῦ μὴ ῥᾳδίως πιστεύειν διαβολῆ του Σύρου Λουκιανού
.
.
.
Διογένης ο Κυνικός -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Εν τάξει,ο Διογένης ο Σινωπευς
ουδέναν ενδοιασμον θα είχεν
να ανατρέψει το πολιτικόν συστημα
ευτυχώς,για μας, που αντί αυτού
νοθευσε το πολιτικό νόμισμα
και με μιαν εξορίαν απαλλαχτηκαμε
απ'αυτον
ας γαυγιζει λοιπόν και δαγκώνει
πλέον εις Αθήνας ο σκυλος κυνικος
.
.
.΄
Σικελικη Εκστρατεία 415-413 π.Χ
Το Θέατρο των Συρακουσών 413 π.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
είχε λαμπρά σελήνη στους γκρεμούς των Επιπολών της Σικελίας
και τόση ολέθρια συγχυση στους στρατιώτες επακολούθησε
επειτα ήταν η Έκλειψη της Σελήνης με την δεισιδαίμονα
διάθεση του Νικία να μην αποσυρθούν
αφού πρώτα περασουν τρεις φορές εννιά μέρες
Κι έμειναν μοιραια στο κοίλον του Μεγάλου Αμφιθεατρου
των Συρακουσών ως θεατές τραγωδίας στην ορχήστρα του λιμανιού
να παρακολουθούν δι'ελέου και φόβου την παράσταση της ναυμαχίας
κι ανάλογως τα δρώμενα να αναφωνούν
άλλοτε Νικάμε κι άλλοτε Αλίμονο Χανόμαστε
Τέτοιες ολέθριες τροπές είχε η υπερπόντια εκστρατεία μας
που τότε το 415 στο πάνδημο πανηγύρι μας στο λιμάνι του Πειραιά
καθόλου δεν υποψιάζομασταν στον λαμπρόν απόπλουν της δι'ευχών
και παιάνων
ούτε τον αποδεκατισμό στον Ασίναρον ποταμό
ούτε τον ολοσχερή αφανισμό μέσα στα λατομεία
.
.
.
Ο ἀποκοτταβισμός του Θηραμένη 404 π.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
οριστικά οι Λακεδαιμόνιοι τους πρόσταξαν τα Μακρά Τείχη να γκρεμίσουν
κι οι Τριάκοντα,βια ειναι,τους πατρώους νόμους να θεσπίσουν
ο Λύσανδρος εξορίζοντας τους Σαμιώτες δημοκρατικούς
μ'ένα μόνο ιμάτιο άφησε επιστρέφοντας στη Σπάρτη φορτωμένος
τα 470 τάλαντα ασήμι δώρο του Πέρση Σατράπη Κύρου
είναι κρίσιμοι οι καιροί το άστυ κινδυνεύει η Συμμαχία διαλύθει
δεν είναι ώρα γιά συναισθηματισμούς ο σώζων εαυτώ σωθήτω
κάτι κοθόρνοι σαν τον Θηραμένη,είπε ο Κριτίας,πρέπει να εξαλειφθούν,
και να το ξέρει πολύ μας διασκέδασε ο αποκοτταβισμός του:
Κριτίᾳ τοῦτ᾽ ἔστω τῷ καλῷ,πολύ γελάσαμε με τον χρησμό του
.
.
Η ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΩΝ ΜΗΛΙΩΝ το 404 π.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μέσα στη νύχτα έφτασε το ιερό πλοίο Πάραλος με τα κακά νέα
κι απ'τον Πειραιά ως την Αθήνα μάθαμε τη μεγάλη συμφορά
πολύ τώρα φοβούμαστε πως οι Μήλιοι θα βγούν προφήτες
όταν κάποτε απ'τη δύναμη εμείς τυφλωμένοι τους λέγαμε
οι ισχυροί επιβαλουν κι οι αδύνατοι πρέπει πάντα να υπακούν
προσέξτε τότε μας είπαν μήπως στο μέλλον γυρίσουν οι καιροί
και σεις ερθήτε στη θέση μας πληρώνοντας την Ύβρι στο Δίκαιο
.
.
.
ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΨΗΦΙΣΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ,336 π.Χ
λιθινος στηλη εις την Αρχαιαν Αγοραν
και την δημοκρατιαν την Αθηνησιν καταλυσηι,322π.Χ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αγαθηι τυχηι δεν ειχε η Αθηναικη δημοκρατια
ουτε τα [ἔδοξεν τῆ]ι βολῆι καὶ τῶι [δήμωι
ο Αντιπατρος μετα τα Λαμιακα το 322 διεταξε
την διαλυση της και οι δυο λιθινες στηλες
στη Βουλη και στην Εκκλησια του Δημου παραυτα
να ξεστηλωθουν να εξαφανισθουν, τωρα αλλα
εις τον νεον ελληνικον κοσμον πλεον ισχυουν
και οχι αυτα τα ιδιοτελη Αθηναικα του 336
την τυραννιδα συνκαταστηι και την δημοκρατιαν
την Αθηνησιν αυτος καταλυσηι,τετοια ψηφισματα
να ξερουν ειναι de facto ξεπερασμενοι,επειτα δε
ο Υπερειδης και ο Δημοσθενης τα ρητορικα της
στοματα εν κατακλειδι εκλεισαν κι εν τελει ουτε
Επιταφιοι Λαμιακων και γαυροι Φιλιππικοι ωφελουν
.
.
ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΨΗΦΙΣΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ,336 π.Χ
λιθινος στηλη εις την Αρχαιαν Αγοραν
-μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΕΠΙ ΦΡΥΝΙΧΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΛΕΩΝΤΙΔΟΣ ΕΝΑΤΗΣ ΠΡΥΤΑΝΕΙΑΣ
ΗΙ ΧΑΙΡΕΣΤΡΑΤΟΣ ΑΜΕΙΝΙΟΥ ΑΧΑΡΝΕΥΣ ΕΓΡΑΜΜΑΤΕΥΕΝ
ΤΩΝ ΠΡΟΕΔΡΩΝ ΕΠΕΨΗΦΙΖΕΝ ΜΕΝΕΣΤΡΑΤΟΣ ΑΙΞΩΝΕΥΣ
ΕΥΚΡΑΤΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΙΜΟΥ ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ ΕΙΠΕΝ.ΑΓΑΘΗΙ ΤΥΧΗΙ
ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ.ΔΕΔΟΧΘΑΙ ΤΟΙΣ ΝΟΜΟΘΕΤΑΙΣ.
ΕΑΝ ΤΙΣ ΕΠΑΝΑΣΤΗΙ ΤΩΙ ΔΗΜΩΙ ΕΠΙ ΤΥΡΑΝΝΙΔΙ Η' ΤΗΝ ΤΥΡΑΝΝΙΔΑ
ΣΥΝΚΑΤΑΣΤΗΣΗΙ Η' ΤΟΝ ΔΗΜΟΝ ΤΩΝ ΑΘΗΝΑΙΩΝ Η' ΤΗΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΝ
ΤΗΝ ΑΘΗΝΗΣΙΝ ΚΑΤΑΛΥΣΗΙ, ΟΣ ΑΝ ΤΟΝ ΤΟΥΤΩΝ ΤΙ ΠΟΙΗΣΑΝΤΑ
ΑΠΟΚΤΕΙΝΗΙ ΟΣΙΟΣ ΕΣΤΩ.ΜΗ ΕΞΕΙΝΑΙ ΔΕ ΤΟΝ ΒΟΥΛΕΥΤΗΝ
ΤΟΝ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΗΣ ΕΞ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΚΑΤΑΛΕΛΥΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ
Η' ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΗΣΙΝ ΑΝΙΕΝΑΙ ΕΙΣ ΑΡΕΙΟΝ ΠΑΓΟΝ
ΜΗΔΕ ΣΥΝΚΑΘΙΖΕΙΝ ΕΝ ΤΩΙ ΣΥΝΕΔΡΙΩΙ ΜΗΔΕ ΒΟΥΛΕΥΕΙΝ ΜΗΔΕ
ΠΕΡΙ ΕΝΟΣ.ΕΑΝ ΔΕ ΤΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ Η' ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΤΑΛΕΛΥΜΕΝΩΝ ΤΩΝ ΑΘΗΝΗΣΙΝ ΑΝΙΗΙ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ
ΤΩΝ ΕΞ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΕΙΣ ΑΡΕΙΟΝ ΠΑΓΟΝ Η' ΣΥΝΚΑΘΗΖΙΗ
ΕΝ ΤΩΙ ΣΥΝΕΔΡΙΩΙ Η' ΒΟΛΕΥΗΙ ΠΕΡΙ ΤΙΝΟΣ ΑΤΙΜΟΣ ΕΣΤΩ
ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΚΑΙ ΓΕΝΟΣ ΤΟ ΕΞ ΕΚΕΙΝΟΥ ΚΑΙ Η ΟΥΣΙΑ ΔΗΜΟΣΙΑ
ΕΣΤΩ ΑΥΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΘΕΟΥ ΤΟ ΕΠΙΔΕΚΑΤΟΝ .ΑΝΑΓΡΑΨΑΙ ΔΕ
ΤΟΝΔΕ ΝΟΜΟΝ ΕΝ ΣΤΗΛΑΙΣ ΛΙΘΙΝΑΙΣ ΔΥΟΙΝ ΤΟΝ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ
ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗΣΑΙ ΤΟΝ ΜΕΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΕΙΣΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΙΣ
ΑΡΕΙΟΝ ΠΑΓΟΝ ΤΗΣ ΕΙΣ ΤΟ ΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟΝ ΕΙΣΙΟΝΤΙ.ΤΟΝ ΔΕ
ΕΝ ΤΗΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΙ.ΕΙΣ ΔΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΡΑΦΗΝ ΤΩΝ ΣΤΗΛΩΝ
ΤΟΝ ΤΑΜΙΑΝ ΔΟΥΝΑΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΔΡΑΧΜΑΣ ΕΚ ΤΩΝ ΚΑΤΑ
ΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΑΝΑΛΙΣΚΟΜΕΝΩΝ ΤΩΙ ΔΗΜΩΙ
επι Φρυνιχου αρχοντος.επι της Λεωντιδος φυλης εις την ενατην πρυτανειαν.
υπο του Χαιρεστρατου του Αμεινιου εξ Αχαρνων την γραμματειαν.
εκ των προεδρων ο Μενεστρατος Αιξωνευς εθεσεν προς ψηφισιν .
ο Ευκρατης του Αριστοδημου εκ Πειραιως επροτεινε.δια την καλην
[εις το μελλον]τυχην του δημου των Αθηναιων.εχει αποφασισθει υπο
των νομοθετων,εαν τις κατα του δημου επαναστατησει δια τυραννιαν
η' τυραννιαν εγκαθιδρυσει η΄τον δημον των Αθηναιων η' την Αθηναικην
δημοκρατιαν,καταλυσει,ος των τουτων εις τι υπαιτιον δολοφονησει ας
ειναι δικαιος.να μην εξερχεται δε βουλευτης δια βουλην εις τον Αρειον
Παγον καταλυμενου του δημου η' της Αθηναικης δημοκρατιας να μην
ανερχεται εις τον Αρειον Παγον μηδε να συγκαθεται εις τον συνεδριον
μηδε ουδενος να βουλευεται ,εαν δε τις του δημου η' της δημοκρατιας
οντας καταλυμενων των Αθηνων των βουλευτων του Αρειου Παγου
ανερθει εις Αρειον Παγον η' συγκαθεται εις συνεδριον η' δια κατι
βουλευεται ας ειναι ατιμος και αυτος και το γενος εξ εκεινου και η
περιουσια αυτου ας δημευθει και εις την θεαν το δεκατον να δωθει.
ας αναγραψει δε αυτον εδω τον νομον εις στηλας λιθινας δυο ο γραμματευς
της βουλης και ας στησει την μεν επι της εισοδου εις τον Αρειον Παγον
της εις το βουλευτηριον εισερχομενων,την δε εις την εκκλησιαν
του δημου.δια την αναγραφην δε των στηλων εις τον ταμιαν να δωθουν
του δημου [εικοσιν] δραχμαι εκ των περι δημοσιων δαπανων ψηφισθεντων
.
.
.
ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΑΠΟ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΕΚ ΠΥΛΟ,ασπιδα, Αρχαια Αγορα Αθηνα
ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΑΠΟ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΕΚ ΠΥΛΟ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis-
οχι που θα εχανε τετοια ευκαιρια μετα τη Πυλο και τη Σφακτηρια
τεραστια η προπαγανδα τετοια δεν τ'αφηνει ο Κλεων,τι παιζουμε;
στη Ποικιλη Στοα εν μεσω ποικιλων εργων του Πολυγνωτου
του Μικωνος και του Παναινου και τ'αλλα ενδοξοτα Ἀθηναῖοι καὶ
Θησεὺς Ἀμαζόσι μάχονται και τα ἐς Τροίαν και τών μαχεσαμένων
Μαραθῶνι ν'αναρτηθουν τροπαια οι ασπιδες των και εις μιαν εξ αυτων,
ισως του Βρασιδα,ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΑΠΟ ΛΑΚΕΔΑΙΜΟΝΙΩΝ ΕΚ ΠΥΛΟ
ας γραφει λακωνικως,προσοχη αυτο το λακωνιστι ας τονισθει δεοντως,
εδω συχναζουν πληθος περιπατητες επισης στωικοι εχομεν δε θεαματα
ακροασεις,και θαυματοποιους ταχυδακτυλουργους πλανοδιους μαγους
δεον ειναι,η τωρινη μας ισχυς να δειχθει το 425 απο το 403 απεχει
.
.
.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΤΙΚΑ
ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ-ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
-TRANSLATING HOMER-Iliada-Odysseia
-μεταφραση -translating-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια Ο',στιχοι 402-484
.ἤλυθ' ἀνὴρ πολύϊδρις ἐμοῦ πρὸς δώματα πατρὸς
χρύσεον ὅρμον ἔχων, μετὰ δ' ἠλέκτροισιν ἔερτο. 460
τὸν μὲν ἄρ' ἐν μεγάρῳ δμῳαὶ καὶ πότνια μήτηρ
χερσίν τ' ἀμφαφόωντο καὶ ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶντο,
ὦνον ὑπισχόμεναι
κι ηρθε πανουργος αντρας στο σπιτι του πατερα μου
κι ειχε μαζι του χρυσο περιδεραιο με κεχριμπαρια
περασμενα κι ολες οι δουλες τ'αρχοντικου κι η σεβαστη
μητερα το πηραν στα χερια και τ'αγγιζαν το κοιταζαν
με θαυμασμο και να τ'αγορασουν ζητουσαν
.
.
Ομηρου Οδυσσεια - η' ραψωδια 112-119]
ἔκτοσθεν δ᾽ αὐλῆς μέγας ὄρχατος ἄγχι θυράων
τετράγυος· περὶ δ᾽ ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν.
ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθόωντα,
ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι
συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι.
τάων οὔ ποτε καρπὸς ἀπόλλυται οὐδ᾽ ἀπολείπει
χείματος οὐδὲ θέρευς, ἐπετήσιος· ἀλλὰ μάλ᾽ αἰεὶ
Ζεφυρίη πνείουσα τὰ μὲν φύει, ἄλλα δὲ πέσσει.
πιο εξω απ'την αυλη ειναι μεγαλος κηπος,κοντα στη πορτα,
τεσσερες οργωμενος και με φραχτη γυρω -γυρω
πο'χει εκει μεσα φυτεμενα δεντρα ψηλα και φουντωμενα
αχλαδιες και ροιδιες και μηλιες με λαμπερα τα μηλα
συκιες με γλυκα τα συκα και φουντωμενες ελιες
που ο καρπος μητε μαραινεται μητε λειπει
χειμωνα καλοκαιρι ολο το χρονο αλλα ο Ζεφυρος
πνεει και τα φυτρωνει αλλα τα ωριμαζει
.
.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΑ [III]
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΤΗΣ ΓΛΥΚΕΙΑΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΟΥ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Β']
.
κρατιστος ...........τετρατος
πνοιη................. αγορη
ξερος
εταρος εταρη
θαλασα φοως
..............κραδιη
πτολις...............πτολεμος
γλακτοφαγος
Οδυσηι
αμμι υμμι σφισι νοσφι
χρυσεοις.............αγοραασθε
ονομα Ουτιν
Λαοθοη
πλοος
νεκυεσσι........ ...ροος
ιππηεσσι βουσι αιγεσι οιεσι
αμφιρυτη αζειδωρος αρουρα γαιη ζαθεην
αγχιαλον τ'εφαλον πετρηεσσαν
.
Οι δ'Αργος τ'ειχον Τιρυνθα τε τειχιοεσσαν
Ερμιονην Ασινην τε,βαθυν κατα κολπον εχουσας,
Τροιζην'Ηιονας τε και αμπελοεντ'Επιδαυρον
οι τ'εχον Αιγιναν Μασητα τε
Οι δε Μυκηνες ειχον ευκτιμενον πτολιεθρον
αφνειον τε Κορινθον ευκτιμενας τε Κλεωνας
Ορνειας τ'ενεμοντο Αραιθυρεην τ'ερατεινην
και Σικυων
.
Οι δε Πυλον τ'ενεμοντο και Αρηνην ερατεινην και
Θρυον Αλφειοιο πορον και ευκτιτον Αιπυ
και Κυπαρισσηεντα και Αμφιγενειαν εναιον και
Πτελεον και Ελος και Δωριον
Οι δ'ειχον Αρκαδιην υπο Κυλληνης ορος απυ
Οι δ'αρα Βουπρασιον τε και Ηλιδα διαν εναιον οσσον
εφ'Υρμινη και Μυρσινος εσχατοωσα πετρη τ' Ωλενιη
και Αλησιον εντος εεργει
Οι δ'εκ Δουλιχιοιο Εχιναων θ'ιεραων νησων,αι ναιουσι
περην αλος Ηλιδος αντα
.
Αυταρ Οδυσσευς ηγε Κεφαλληνας μεγαθυμους,
οι ρ'Ιθακην ειχον και Νηριτον εινοσιφυλλον και
Κροκυλει'ενεμοντο και Αιγιλιπα τρηχειαν ,οι τε
Ζακυνθον εχον ηδ'οι Σαμον αμφενεμοντο,οι τ'ηπειρον
εχον ηδ'αντιπερατ'ενεμοντο. των μεν Οδυσσευς ηρχε
Διι μητιν αταλαντος
Αιτωλων δ'ηγειτο Θοας Ανδραιμονος υιος,οι Πλευρων
ενεμοντο και Ωλενον ηδε Πυληνην Χαλκιδα τ' αγχιαλον
Καλυδωνα τε πετρηεσσαν
.
Οι θ'Υπερησιην τε και αιπεινην Γονοεσσαν
Πελληνην τ'ειχον ηδ'Αιγιον αμφενεμοντο
Αιγιαλον τ'ανα παντα και αμφ'Ελικην ευρειαν
Αραιθυρεην τ'ερατεινην Ανθηδωνα τ'εσχατοωσαν
Οι Κυπαρισσον εχον Πυθωνα τε πετρηεσσαν
Κρισαν τε ζαθεην και Δαυλιδα και Πανοπηα,
οι τ'Ανεμωρειαν και Υαμπολιν αμφενεμοντο
οι τ'αρα παρ ποταμον Κηφισον διον εναιον
οι τε Λιλαιαν εχον πηγης επι Κηφισοιο
.
Οι θ'Υριην ενεμοντο και Αυλιδα πετρηεσσαν
Σχοινον τε Σκωλον τε πολυκνημον τ'Ετεωνον,
Θεσπειαν Γραιαν τε και ευρυχορον Μυκαλησσον,
οι τ'αμφ'Αρμ'ενεμοντο και Ειλεσιον και Ερυθρας,
οι τ'Ελεων ειχον ηδ'Υλην και Πετεωνα,
Ωκαλεην Μεδεωνα τ'ευκτιμενον πτολιεθρον
Κωπας Ευτρησιν τε πολυτρηρωνα τε Θισβην
οι τε Κορωνειαν και ποιηενθ'Αλιαρτον
οι τε Πλαταιαν εχον ηδ'οι Γλισαντ'ενεμοντο
οι θ'Υποθηβας ειχον ευκτιμενον πτολιεθρον
οι τε πολυσταφυλον Αρνην εχον,οι τε Μιδειαν
Νισσαν τε ζαθεην Ανθηδονα τ'εσχατοωσαν
.
Οι Κυνον τ'ενεμοντ'Οποεντα τε Καλλιαρον τε
Βησσαν τε Σκαρφην τε και Αυγειας ερατεινας
Ταρφην τε Θρονιον τε Βοαγριου αμφι ρεεθρα,
οι ναιουσι περην ιερης Ευβοιης,
Χαλκιδα τ' Ειρετριαν τε πολυσταφυλον θ'Ιστιαιαν
Κηρινθον τ'εφαλον ,οι τε Καρυστον εχον
ηδ'οι Στυρα ναιεταασκον
οι δ'αρ' Αθηνας ειχον ευκτιμενον πτολιεθρον
.
Οι δ'ειχον κοιλην Λακεδαιμονα κητωεσσαν ,Φαριν τε
Σπαρτην τε πολυτρηρωνα τε Μεσσην,
Βρυσειας τ'ενεμοντο και Αυγειας ερατεινας
οι τ'αρ'Αμυκλας ειχον Ελος τ'εφαλον πτολιεθρον
οι τε Λααν ειχον ηδ'Οιτυλον αμφενεμοντο
οι τε πολυσταφυλον Αρνην εχον
Οι Φενεον τ'ενεμοντο και Ορχομενον πολυμηλον
Ριπην τε Στρατιην τε και ηνεμοεσσαν Ενισπην
και Τεγεην ειχον και Μαντινεην ερατεινην
Στυμφηλον τ'ειχον και Παρρασιην ενεμοντο
.
Οι Κνωσον τ'ειχον Γορτυνα τε τειχιοεσσαν ,
Λυκτον Μιλητον τε αργινοεντα Λυκαστον
Φαιστον τε Ρυτιον τε ,πολεις ευ ναιετοωσας
αλλοι θ'οι Κρητην εκατομπολιν αμφενεμοντο
Οι Ροδον αμφενεμοντο δια τριχα κοσμηθεντες
Λινδον Ιηλυσον τε και αργινοεντα Καμειρον
Οι δ'αρα Νισυρον τ'ειχον Κραπαθον τε Κασον τε
και Κων Ευρυπυλοιο πολιν νησους τε Καλυδνας
αυ Συμηθεν
εκ Σαλαμινος
.
Οι δ'ειχον Φυλακην και Πυρασον ανθεμοεντα
Ιτωνα τε μητερα μηλων,αγχιαλον τ'Αντρωνα
ιδε Πτελεον λεχεποιην
Οι δε Φερας ενεμοντο παραι Βοιβηιδα λιμνην
Βοιβην και Γλαφυρας και ευκτιμενην Ιαωλκον
και Ολιζωνα τρηχειαν
Οι περι Δωδωνην δυσχειμερον οικι'εθεντο
οι τ'αμφ' ιμερτον Τιταρησσον εργα νεμοντο
ος ρ'ες Πηνειον προιει καλλιρροον υδωρ
.
Οι δ'ειχον Τρικκην και Ιθωμην κλωμακοεσσαν
οι τ'εχον Οιχαλιην
Οι δ'εχον Ορμενιον,οι τε κρηνην Υπερειαν,
οι τ' εχον Αστεριον Τιτανοιο τε λευκα καρηνα
Οι δ'αρα Μηθωνην και Θαυμακιην ενεμοντο
και Μελιβοιαν εχον και Ολιζωνα τρηχειαν
Οι δ'Ασπληδονα ναιον ιδ'Ορχομενον Μινυειον
Οι δ'Αργισσαν εχον και Γυρτωνην ενεμοντο
Ορθην Ηλωνην τε πολιν τ'Ολοοσσονα λευκην
οι περι Πηνειον και Πηλιον εινοσιφυλλονναιεσκον
οι τ'Αλον οι τ'Αλοπην οι τε Τρηχινα νεμοντο
Οι τ'ειχον Φθιην ηδ'Ελλαδα καλλιγυναικα,
Μυρμιδονες δε καλευντο και Ελληνες και Αχαιοι
.
ηελιος λας ζειδωρος αρουρα
............οροω
στην ραψωδια β' της Ιλιαδας του Ομηρου.
την γλυκυν πατριδα αρουρα γαιη
Ελλαδα τ' αγχιαλον τ'εφαλον
πετρηεσσαν ζαθεην
.
.
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια Α',32-43
ω ποποι,οιον δη νυ θεους βροτοι αιτιοωνται
εξ'ημεων γαρ φασι κακ'εμμεναι,οι δε και αυτοι
σφησιν ατασθαλιησιν υπερ μορον αλγε'εχουσιν,
ως και νυν Αιγισθος υπερ μορον Ατρειδαο
γημ' αλοχον μνηστην,τον δ'εκτανε νοστησαντα,
ειδως αιπυν ολεθρον,επει προ οι ειπομεν ημεις,
Ερμειαν πεμψαντες,ευσκοπον αργειφοντην,
μητ'αυτον κτεινειν μητε μναασθαι ακοιτιν΄
εκ γαρ Ορεσταο τισις εσσεται Ατρειδαο,
οπποτ' αν ηβηση τε και ης ιμειρεται αιης.
Ως εφαθ'Ερμειας,αλλ'ου φρενας Αιγισθοιο
πειθ' αγαθα φρονεων΄νυν δ'αθροα παντ'απετισεν
.
αλιμονο,να θελουν οι ανθρωποι τους θεους αιτιους
πως απο'μας ,λενε,τα κακα τους βαραινουν,ενω
απ'τα δικα τους σφαλματα παν'απ'τη μοιρα τους
βασανα εχουν,οπως τωρα ο Αιγισθος που παν'απ'τη
μοιρα του κοιμηθηκε με τη γυναικα του Ατρειδη και
τον σκοτωσε σαν γυρισε πισω,γνωριζοντας τι σκληρη
συντριβη θα παθει,αν και τον προειδοποιησαμε,
του στειλαμε τον Ερμη που τα παντα βλεπει καλα
με χιλια ματια,μητε αυτον να σκοτωσει,μητε
να θελησει τη γυναικα του,γιατι απ'τον Ορεστη
θα'ρθει σκληρη τιμωρια εκδικηση για τον Ατρειδη,
οταν καποτε μεγαλωσει και πιθυμισει δυνατα τη γη του,
ετσι του'πε ο Ερμης,αλλα δεν γυρισε το νου του Αιγισθου
ορθα να σκεφτει,και τωρα γι'ολ'αυτα μαζι τιμωρηθηκε
πολυ σκληρα
.
.
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια Ε',151-158
τον δ'αρ'επ'ακτης ευρε καθημενον΄ουδεν ποτ'οσσε
δακρυοφιν τερσοντο,κατειβετο δε γλυκυς αιων
νοστον οδυρωμενω,επει ουκετι ηνδανε νυφη.
αλλ'η τοι νυκτας μεν ιαυεσκεν και αναγκη
εν σπεσσι γλαφυροισι παρ'ουκ εθελων εθελουση
ηματα δ'αμ πετρησι και ηιονεσσι καθιζων
δακρυσι και στοναχησι και αλγεσι θυμον ερεχθων
ποντον επ'ατρυγετον δερκεσκετο δακρυα λειβων
.
τον ηβρε στ'ακρογυαλι καθισμενο,ποτε δεν στεγνωναν
τα δακρυα απ'τα ματια του,πνιγονταν η γλυκεια ζωη
απ'το βαρυ κλαμα για τον γυρισμο,η νυμφη πια
δεν τον ευχαριστουσε,και κοιμονταν τις νυχτες μαζι της
μεσα στη βαθεια σπηλια απο αναγκη,δεν ηθελε,εκεινη
ηθελε,τις μερες στις πετρες και στ'ακρωτηρια καθονταν
τα δακρυα οι στεναγμοι κι η λυπη σπαραζαν τη καρδια του
και την ερημη θαλασσα κοιτουσε χυνοντας δακρυα
.
.
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια Ε',159-170
ἀγχοῦ δ᾽ ἱσταμένη προσεφώνεε δῖα θεάων
"κάμμορε, μή μοι ἔτ᾽ ἐνθάδ᾽ ὀδύρεο, μηδέ τοι αἰὼν
φθινέτω· ἤδη γάρ σε μάλα πρόφρασσ᾽ ἀποπέμψω.
ἀλλ᾽ ἄγε δούρατα μακρὰ ταμὼν ἁρμόζεο χαλκῷ
εὐρεῖαν σχεδίην· ἀτὰρ ἴκρια πῆξαι ἐπ᾽ αὐτῆς
ὑψοῦ, ὥς σε φέρῃσιν ἐπ᾽ ἠεροειδέα πόντον.
αὐτὰρ ἐγὼ σῖτον καὶ ὕδωρ καὶ οἶνον ἐρυθρὸν
ἐνθήσω μενοεικέ᾽, ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι,
εἵματά τ᾽ ἀμφιέσω· πέμψω δέ τοι οὖρον ὄπισθεν,
ὥς κε μάλ᾽ ἀσκηθὴς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκηαι,
αἴ κε θεοί γ᾽ ἐθέλωσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν,
οἵ μευ φέρτεροί εἰσι νοῆσαί τε κρῆναί τε."
.
κοντα του σταθηκε η ομορφη θεα και του'πε:
Δυστυχε,μη μου καθεσαι εδω κι οδυρεσαι ,και
μη χανεις τη ζωη σου,σοβαρα τ'αποφασισα
να σε στειλω πισω στη πατριδα σου,
τραβα λοιπον να κοψεις μακρια ξυλα και
να συναρμολογησεις με χαλκινα καρφια
μια ευρυχωρη σχεδια,πανω της στερεωσε ψηλα
δοκαρια,να σε περασει στην ομιχλωδη θαλασσα,
εγω θα σου βαλω μαζι σου ψωμι ,νερο και
κοκκινο κρασι,να μην πεθανεις της πεινας,
ρουχα θα σε ντυσω,και πισω σου θα στειλω
ουριο ανεμο,ευκολα στη πατρικη τη γη σου
να φτασεις,αν βεβαια το θελησουν κι οι θεοι,
που κρατουν στην εξουσια τους τον απεραντο
ουρανο,κι απο μενα ειναι ανωτεροι
και στη σκεψη και στη κριση
.
.
Ιλιαδα,Ραψωδια Α',1-52
Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληιάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἣ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλὰς δ’ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι· Διὸς δ’ ἐτελείετο βουλή· 5
ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς.
Τίς γάρ σφωε θεῶν ἔριδι ξυνέηκε μάχεσθαι;
Λητοῦς καὶ Διὸς υἱός· ὃ γὰρ βασιλῆι χολωθεὶς
νοῦσον ἀνὰ στρατὸν ὦρσε κακήν, ὀλέκοντο δὲ λαοί, 10
οὕνεκα τὸν Χρύσην ἠτίμασεν ἀρητῆρα
Ἀτρεΐδης· ὃ γὰρ ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
λυσόμενός τε θύγατρα φέρων τ’ ἀπερείσι’ ἄποινα,
στέμματ' ἔχων ἐν χερσὶν ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος
χρυσέῳ ἀνὰ σκήπτρῳ, καὶ λίσσετο πάντας Ἀχαιούς, 15
Ἀτρεΐδα δὲ μάλιστα δύω, κοσμήτορε λαῶν·
« Ἀτρεΐδαι τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοί,
ὑμῖν μὲν θεοὶ δοῖεν Ὀλύμπια δώματ’ ἔχοντες
ἐκπέρσαι Πριάμοιο πόλιν, εὖ δ’ οἴκαδ’ ἱκέσθαι·
παῖδα δ' ἐμοὶ λύσαιτε φίλην, τὰ δ’ ἄποινα δέχεσθαι, 20
ἁζόμενοι Διὸς υἱὸν ἑκηβόλον Ἀπόλλωνα. »
Ἔνθ' ἄλλοι μὲν πάντες ἐπευφήμησαν Ἀχαιοὶ
αἰδεῖσθαί θ’ ἱερῆα καὶ ἀγλαὰ δέχθαι ἄποινα·
ἀλλ' οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε θυμῷ,
ἀλλὰ κακῶς ἀφίει, κρατερὸν δ’ ἐπὶ μῦθον ἔτελλε· 25
« Μή σε, γέρον κοίλῃσιν ἐγὼ παρὰ νηυσὶ κιχείω
ἢ νῦν δηθύνοντ’ ἢ ὕστερον αὖτις ἰόντα,
μή νύ τοι οὐ χραίσμῃ σκῆπτρον καὶ στέμμα θεοῖο·
τὴν δ’ ἐγὼ οὐ λύσω· πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν
ἡμετέρῳ ἐνὶ οἴκῳ ἐν Ἄργεϊ, τηλόθι πάτρης, 30
ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν·
ἀλλ’ ἴθι μή μ’ ἐρέθιζε, σαώτερος ὥς κε νέηαι. »
.
Την οργη πες μας,θεα,του γιου του Πηλεα Αχιλλεα
την καταραμενη,που εφερε στους Αχαιους μυριους πονους
και πολλες γενναιες ψυχες ηρωων τις εστειλε στον Αδη
κι εδωσε τα κορμια τους θρασιμια στα σκυλια και σ'ολα
τα ορνια,και του Δια εγινε η θεληση αφ'οτου πρωταρχισαν
να φιλονικουν και να χωριζουν ο Αγαμεμνωνας ο αφεντης
ανδρων και ο θεικος Αχιλλεας
ποιος απ'τους θεους τους εκανε να φιλονικησουν μεταξυ
τους;
ο γιος της Λητως και του Δια,με τον βασιλια πικραθηκε
κι εστειλε αρρωστεια κακια στο στρατο,και χανονταν
οι ανθρωποι,επειδη τον ιερεα Χρυση περιφρονισε ο Ατρειδης,
αυτος ηρθε στα γοργα καραβια των Αχαιων να παρει πισω
τη θυγατερα του φερνοντας αμετρητα λυτρα,εχοντας στα
χερια του το χρυσο σκηπτρο με το στεφανι του ευθυβολου
Απολλωνα και παρακαλουσε ολους τους Αχαιους,και πιο πολυ
τους δυο Ατρειδες,τους πρωτους των λαων
''Ατρειδες και οι αλλοι Αχαιοι με τις στερεες περικνημιδες,
ας σας δωσουν οι θεοι που εχουν τ'ανακτορα στον Ολυμπο
να παρετε την πολι του Πριαμου και σωοι να φθασεται στα
σπιτια σας,δωστε μου πισω την αγαπημενη κορη μου,και
τα λυτρα δεχθητε,αν εχετε τον φοβο του γιου του Δια
του ευθυβολου Απολλωνα
τοτε ο ενας με τον αλλον οι Αχαιοι μεγαλοφωνα συναινεσαν
να σεβασθουν τον ιερεα και τα λαμπρα λυτρα να δεχθουν,
αλλα του Ατρειδη δεν μαλακωνε η καρδια,αλλα βιαια τον
εσπρωχνε και σκληρο λογο απηυθυνε:
''Μη σε ξαναβρω,γεροντα,εδω γυρω στα κοιλα καραβια
η' τωρα να αργοπορεις η' υστερωτερα παλι να ξαναρθεις,
και μην πιστευεις πως θα σε βοηθησει το σκηπτρο και το
στεφανι του θεου,''
αυτην δεν θα ελευθερωσω,μεχρι τα γεραματα θα βρισκεται
μεσα στο σπιτι μου στο Αργος,πολυ μακρυα απ'την πατριδα,
στον αργαλειο να υφαινει και στο κρεβατι μου συντροφο
θα την εχω,
ελα τραβα,μη μ'ερεθιζεις,για να φυγεις σωος απο δω''
Ὣς ἔφατ’· ἔδεισεν δ’ ὁ γέρων καὶ ἐπείθετο μύθῳ·
βῆ δ’ ἀκέων παρὰ θῖνα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης·
πολλὰ δ’ ἔπειτ’ ἀπάνευθε κιὼν ἠρᾶθ’ ὁ γεραιὸς 35
Ἀπόλλωνι ἄνακτι, τὸν ἠύκομος τέκε Λητώ·
« Κλῦθί μευ, Ἀργυρότοξ’, ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας
Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις,
Σμινθεῦ, εἴ ποτέ τοι χαρίεντ’ ἐπὶ νηὸν ἔρεψα,
ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί’ ἔκηα 40
ταύρων ἠδ’ αἰγῶν, τὸδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ·
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν. »
Ὣς ἔφατ’ εὐχόμενος, τοῦ δ’ ἔκλυε Φοῖβος Ἀπόλλων,
βῆ δὲ κατ’ Οὐλύμποιο καρήνων χωόμενος κῆρ,
τόξ’ ὤμοισιν ἔχων ἀμφηρεφέα τε φαρέτρην· 45
ἔκλαγξαν δ’ ἄρ’ ὀιστοὶ ἐπ’ ὤμων χωομένοιο,
αὐτοῦ κινηθέντος· ὁ δ’ ἤιε νυκτὶ ἐοικώς·
ἕζετ’ ἔπειτ’ ἀπάνευθε νεῶν, μετὰ δ’ ἰὸν ἕηκε·
δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ’ ἀργυρέοιο βιοῖο·
οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς, 50
αὐτὰρ ἔπειτ’ αὐτοῖσι βέλος ἐχεπευκὲς ἐφιεὶς
βάλλ’· αἰεὶ δὲ πυραὶ νεκύων καίοντο θαμειαί.
ετσι μιλησε ,ο γεροντας φοβηθηκε και υπακουσε
στο λογο του,αποσυρθηκε σιωπηλος στην ακρογυαλια
της βοερης θαλασσας κι οταν πηγε πολυ απομερα
παρακαλεσε ο γερος τον δυνατο Απολλωνα που
τον γεννησε η ομορφομαλουσα Λητω.
''Ακουσε με αργυροτοξε,που την Χρυσην περιβλεπεις
την Κιλλα την καλην και στην Τενεδο κυριαρχεις,
Σμινθεα,αν ποτε εγω για σενα εχτισα ναο να τον
χαιρεσαι,κι αν ποτε για σενα παχια κρεατα εψησα
ταυρων και κατσικιων για τον βαρυ καημο μου
τιμωρησε τους Δαναους με τα βελη σου τα δακρυα μου ''
ετσι ειπε προσευχομενος,τον ακουσε ο Φοιβος Απολλων
κι απ'τις κορυφες του Ολυμπου κατεβηκε οργισμενος
με το τοξο και στους ωμους ειχε γεματη φαρετρα,
ετριξαν δυνατα τα βελη στους ωμους οργισμενος
καθως κινηθηκε και σαν την νυχτα εμοιαζε,
καθισε παραμερα των καραβιων κι επεταξε το βελος
και φοβερη βροντη βγηκε απ'τ'αργυρο τοξο
πρωτα-πρωτα τα μουλαρια χτυπησε και τα γρηγορα
σκυλια,επειτα σ'αυτους εστειλε το διαπεραστικο βελος,
κι ακαταπαυστα οι φωτιες εκαιγαν νεκρων σωματα στοιβες
.
.
Ιλιαδα,ραψωδια α',στιχοι 53-68
Ἐννῆμαρ μὲν ἀνὰ στρατὸν ᾤχετο κῆλα θεοῖο,
τῇ δεκάτῃ δ' ἀγορὴν δὲ καλέσσατο λαὸν Ἀχιλλεύς·
τῷ γὰρ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη· 55
κήδετο γὰρ Δαναῶν, ὅτι ῥα θνήσκοντας ὁρᾶτο·
οἳ δ’ ἐπεὶ οὖν ἤγερθεν ὁμηγερέες τ’ ἐγένοντο,
τοῖσι δ’ ἀνιστάμενος μετέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς·
« Ἀτρεΐδη, νῦν ἄμμε παλιμπλαγχθέντας ὀίω
ἂψ ἀπονοστήσειν, εἴ κεν θάνατόν γε φύγοιμεν, 60
εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς·
ἀλλ’ ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα,
ἢ καὶ ὀνειροπόλον, καὶ γάρ τ’ ὄναρ ἐκ Διός ἐστιν,
ὅς κ’ εἴποι ὅ τι τόσσον ἐχώσατο Φοῖβος Ἀπόλλων,
εἴ ταρ ὅ γ’ εὐχωλῆς ἐπιμέμφεται ἠδ’ ἑκατόμβης, 65
αἴ κέν πως ἀρνῶν κνίσης αἰγῶν τε τελείων
βούλεται ἀντιάσας ἡμῖν ἀπὸ λοιγὸν ἀμῦναι. »
Ἤτοι ὅ γ’ ὣς εἰπὼν κατ’ ἄρ’ ἕζετο·
.
εννια μερες ριχνονταν στο στρατο τα βελη απ'το θεο
και τη δεκατη καλεσε σε συνελευση το λαο ο Αχιλλεας
αυτο το'βαλε στο μυαλο του η ασπροχερα θεα Ηρα
που για τους Δαναους στεναχωριονταν να τους βλεπει
να πεθαινουν κι οταν εκεινοι ολοι συγκεντρωθηκαν
σ'αυτους μπροστα σηκωθηκε ο ταχυς Αχιλλεας κι
ειπε:''Ατρειδη,τωρα πως θα γυριουμε προβλεπω
πισω στις πατριδες μας,αν απ'το θανατο ξεφυγουμε,
που μας καταβαλει τους Αχαιους ο πολεμος και η
αρρωστεια μαζι ,αλλ'ας παμε να ρωτησουμε καποιο μαντι
η' ιερεα η' ονειροκριτη,γιατι και το ονειρο απ'τον Δια
ερχεται,να μας πει γιατι τοσο οργιστηκε ο Φοιβος Απολλων
μηπως για καποιο υποσχεση μας κατακρινει η' για εκατομβη
μηπως απ 'αρνια κι απο κατσικια καλα τσικνας μυρωδια
θελει να δεχθει κι απ'τον ολεθρο να μας προστατευσει''
ετσι αυτα αυτος ειπε και καθισε
.
.
ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΛΩΤΟΦΑΓΩΝ
[Ομηρου Θδυσσεια,ραψωδια ι',στιχοι 80-105]
Ελευθερη Αποδοση του αρχαιου κειμενου-χ.ν.κουβελης
.
ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν 80
καὶ βορέης ἀπέωσε, παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων.
ἔνθεν δ' ἐννῆμαρ φερόμην ὀλοοῖσ' ἀνέμοισι
πόντον ἐπ' ἰχθυόεντα· ἀτὰρ δεκάτῃ ἐπέβημεν
γαίης Λωτοφάγων, οἵ τ' ἄνθινον εἶδαρ ἔδουσιν.
ἔνθα δ' ἐπ' ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ' ὕδωρ,
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ' ἐπασσάμεθ' ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τότ' ἐγὼν ἑτάρους προΐην πεύθεσθαι ἰόντας,
οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες,
ἄνδρε δύω κρίνας, τρίτατον κήρυχ' ἅμ' ὀπάσσας. 90
οἱ δ' αἶψ' οἰχόμενοι μίγεν ἀνδράσι Λωτοφάγοισιν·
οὐδ' ἄρα Λωτοφάγοι μήδονθ' ἑτάροισιν ὄλεθρον
ἡμετέροισ', ἀλλά σφι δόσαν λωτοῖο πάσασθαι.
τῶν δ' ὅς τις λωτοῖο φάγοι μελιηδέα καρπόν,
οὐκέτ' ἀπαγγεῖλαι πάλιν ἤθελεν οὐδὲ νέεσθαι,
ἀλλ' αὐτοῦ βούλοντο μετ' ἀνδράσι Λωτοφάγοισι
λωτὸν ἐρεπτόμενοι μενέμεν νόστου τε λαθέσθαι.
τοὺς μὲν ἐγὼν ἐπὶ νῆας ἄγον κλαίοντας ἀνάγκῃ,
νηυσὶ δ' ἐνὶ γλαφυρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ δῆσα ἐρύσσας·
αὐτὰρ τοὺς ἄλλους κελόμην ἐρίηρας ἑταίρους 100
σπερχομένους νηῶν ἐπιβαινέμεν ὠκειάων,
μή πώς τις λωτοῖο φαγὼν νόστοιο λάθηται.
οἱ δ' αἶψ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον,
ἑξῆς δ' ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς.
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ.
.
τα μεγαλα και δυνατα κυματα μας εμποδισαν να περασουμε
τον καβο Μαλια κι ο φοβερος βοριας μας αποτελειωσε πολυ
κατω απ'τα Κυθηρα μας εσυρε μακρια
εννια ολοκληρες μερες ειμασταν χαμενοι στ' απεραντο πελαγος
απ'τους δυνατους ανεμους και τη δεκατη μερα φθασαμε στο νησι
των λωτοφαγων που πινουν τον χυμο του λωτου και τρωνε τ'ανθη του,
σ'εκεινη τη στερια πατησαμε τα ποδια μας κι οι συντροφοι πεινουσαν
και διψουσαν πολυ κι ηθελαν κατι να φανε και να πιουν απ'τη μεγαλη
κακουχια να συνερθουν,
τοτ' εγω εστειλα τρεις συντροφους,ο ενας κυρηκας ηταν, να πανε
στους ανθρωπους που ζουσαν στο νησι και να τους ζητησουν φαι
και νερο κι εκεινοι πηγαν και βρηκαν τους ανθρωπους κι εκεινοι
οι ανθρωποι τους εδωσαν να φανε λωτους που'ταν γλυκυτατοι καρποι
και τοσο πολυ γλυκαθηκαν που ζαλιστηκαν και μας ξεχασαν,λησμονησαν
κι αυτο το γυρισμο στη πατριδα,
μ'εκεινους τους Λωτοφαγους ηθελαν για παντα να μεινουνεκει,
τοτ'εγω εστειλα αλλους συντροφους να τους φερουν πισω,
τους βρηκαν τους επιασαν και τους εσυραν πισω στα καραβια μας
κι εκεινοι εκλαιγαν με μαυρο δακρυ και φωναζαν πως δεν ηθελαν
να φυγουν,σαν μωρα παιδια ξελογιασμενοι ,τοτ'εγω τους εδεσα γερα
στα ξυλα του καραβιου με σχοινια χερια και ποδια πολυ σφιχτα
να μην μπορουν να λυθουν και τους αλλους μ'αυστηρη φωνη
τους απειλησα να μην τολμησουν και να μην διανοηθουν να πανε
σ'αυτους τους ανθρωπους να ποτισθουν με λωτους και τ'ανθη να φανε
και στη πατριδα να ξεχασουν να γυρισουν,
πολυ αυστηρα τους διεταξα να καθισουν ησυχοι κι υπακουοι
στα καθισματα τους καθε ενας και με δυναμη να σηκωνουν τα κουπια
και να χτυπουν μ'αυτα σταθερα την ασπρη θαλασσα γρηγορα
να ξεγλυστρισουμε απο'κεινο το νησι και τους ανθρωπους του
π'ολους θα μας κατεστρεφαν εναν-εναν,
απο'κει πλεαμε μακρια με πολυ βαρια καρδια
.
.
ΕΙΔΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΣΤΗΝ Η' ΤΗΝ ΙΟΚΑΣΤΗΝ ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΟΙΔΙΠΟΔΑ
Τρεις Αναπτυξεις-χ.ν.κουβελης
[Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια λ' Νεκυια,στιχοι 271-280-μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
ειδα τη μανα εκεινου του Οιδιποδα,την Επικαστην
η'την Ιοκαστην,αρχοντογυναικα,στεκονταν σε οχθη
ποταμου και μου φανηκε πως τιποτα δεν εβλεπε και
τιποτα δεν κοιτουσε ουτε τιποτα ακουγε,θλιμενη,
σιωπηλη,για το μεγαλο αμαρτημα,πηρε γι'αντρα της
το ιδιο το παιδι της και μαζι του πλαγιασε στο κρεβατι,
δεν το ηξερε πως ηταν το παιδι της που πολλα χρονια πριν
απο κακο χρησμο που πηραν το παρατησαν στο βουνο
να πεθανει μη σκοτωσει τον πατερα κι αντρα της και σμιξει
μαζι της σαν μεγαλωσει και γινει αντρας,
και τωρα να,ολα οσα πηγαν ν'αποφυγουν τα'παθαν
χωρις ελεος
και τον πατερα σκοτωσε κι εκεινη σμιχτηκε μαζι του
και σαν η πατροκτονια και η αιμομιξια φανερωθηκαν
στον κοσμο μεσα
τρελλαθηκε ετρεξε με τρομερο ουρλιαχτο στη καμαρα της
κλειστικε εκει κι εψαξε και βρηκε σχοινι εδεσε σε γερο
μαδερι τη μια ακρη του και στην αλλη εφτιαξε θηλια και
μεσα περασε το κεφαλι της και κρεμαστηκε τσακιστηκε
ο λαιμος της,που ηταν σαν κρινος κομσος κι ασπρος,
και πνιγηκε η αναπνοη της και κυλησε στα κατω μερη
ετουτα και δεν ειδε τον δυστυχο που την βρηκε
κρεμασμενη να αιωρειται αψυχη κακοθανατισμενη
και,δεν τον ειδε σαν τρελλος ν'αρπαζει τις καρφιτσες
που στεριωνε περιτεχνα τα μαλλια της ψηλα σο κεφαλι
και να τις μπηγει στα ματια του να τις στριφογυριζει
βαθια να ξεριζωνει τους βολβους να χανει το φως του
τυφλος να ουρλιαζει να μην ξαναδει τον ηλιο ποτε πια
μητέρα τ' Οἰδιπόδαο ἴδον, καλὴν Ἐπικάστην,271
ἣ μέγα ἔργον ἔρεξεν ἀϊδρείῃσι νόοιο
γημαμένη ᾧ υἷϊ· ὁ δ' ὃν πατέρ' ἐξεναρίξας
γῆμεν· ἄφαρ δ' ἀνάπυστα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν.
ἀλλ' ὁ μὲν ἐν Θήβῃ πολυηράτῳ ἄλγεα πάσχων
Καδμείων ἤνασσε θεῶν ὀλοὰς διὰ βουλάς·
ἡ δ' ἔβη εἰς Ἀΐδαο πυλάρταο κρατεροῖο,
ἁψαμένη βρόχον αἰπὺν ἀφ' ὑψηλοῖο μελάθρου
ᾧ ἄχεϊ σχομένη· τῷ δ' ἄλγεα κάλλιπ' ὀπίσσω
πολλὰ μάλ', ὅσσα τε μητρὸς ἐρινύες ἐκτελέουσι. 280
τη μανα του Οιδιποδα ειδα,την ομορφη Επικαστη,
που μη γνωριζοντας μεγαλο αμαρτημα εκαμε
να παντρευτει το γιο της,που τον πατερα σκοτωσε
και την παντρευτηκε,κι αμεσως στους ανθρωπους
τ'αποκαλυψαν οι θεοι,εκεινος στη Θηβα την πολυαγαπημενη
βασανισμενος των Καδμειων κυβερνησε απ'των θεων
τη θεληση να καταστραφει,κι εκεινη διαβηκε κατω στις πυλες
του κραταιου Αδη κρεμωντας στην απελπισια της θηλια σφιχτη
απο ψηλο μαδερι της οροφης,σ'εκεινον αφηνωντας πισω βασανα
παρα πολλα,οσα οι εκδικητριες οι ερινυες της μανας καταδικαζουν
κρατουσε το μωρο στην αγκαλια της,ορθια,
μεσα στον κηπο,ωρα μεσημερι,ζεστη μερα,ηλιος
λαμπρος,χιλια αρωματα εφερνε ο αερας,και χρωματα
κυματιζαν,τους αγκιζαν σιωπηλα σαν χαδι,κοιταξε
το παιδι,ευθραυστο μικρο πλασμα,ησυχη αναπνοη,
κοιμονταν ευτυχισμενο,τα ονειρα ξεχυλιζαν γαργαρα
κρυσταλλινα νερα,ειδε τα ποδια του,γελασε γλυκα,
της φανηκαν αστεια,τα γαργαλισε απαλα,το παιδι
κουνηθηκε,χαραξε μεσα στον υπνο του χαμογελα
.
.
Παραφραζοντας στιχους [15 εως 276]απο την Οδυσσεια του Ομηρου
ραψωδια ζ' -χ.ν.κουβελης
μπηκε στη στολισμενη καμαρα οπου εκει κοιμονταν
η πανεμορφη κορη Ναυσικα
και σαν πνοη ανεμου ανασηκωσε τα σκεπασματα της κορης
που η ωρα του γαμου της πλησιαζει
και για πολυ δεν θα'ναι πια παρθενα
οταν ξημερωσε και ξυπνησε η Ναυσικα με τ'ασπρα μπρατσα
θαμπωμενη απο'κεινο τ'ονειρο αρχισε να τραγουδα
μολις ο Οδυσσεας ξυπνησε κι ειδε τη κορη με τα ομορφα ματια
αμεσως γλυκα της μιλησε
γονατιζω μπροστα σου βασιλισσα μου,θεα η ' θνητη να'σαι;
κι ο πιο ευτυχεστερος απ'ολους τους αντρες θα'ναι εκεινος ο αντρας
που στο σπιτι του θα σε φερει και στο κρεβατι του γυναικα του θα σ'εχει
ποτε δεν ειδαν τα ματια μου τετοια ομορφια
ποτε τετοιο λουλουδι δεν ανθισε απο κλαρακι της γης
κι οι κοπελες τον πηγαν να λουστει σε μερος που δεν το πιανει
αερας
κοπελες αναμεριστε μονος μου θα πλυθω να βγαλω την αρμυρα
απ'τους ωμους και ν'αλοιφτω με λαδι στο κορμι
παει πολυς καιρος που δεν αλοιψτηκα με λαδι
κι εγω μπροστα σας δεν πρεπει να λουστω
ντρεπομαι να γυμνωθω σε κορες με τα ομορφα μαλλια
κι επειτα αφου λουστηκε πηγε και καθισε στ'ακρογυαλι
μακρια
απ' ομορφια κι απο χαρη λαμπωντας
κι οταν ετσι τον ειδε θαμπωσε η κοπελα
ποιος ειναι αυτος ο ξενος αντρας που πισω ακολουθει
τη Ναυσικα
ομορφος φαινεται και δυνατος,
που τον ηβρε; κι αντρα της θα τον κανει
15 βῆ δ᾿ ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη
κοιμᾶτ᾿ ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη,Ναυσικάα
20 ἡ δ᾿ ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης
σοὶ δὲ γάμος σχεδόν ἐστιν
ἐπεὶ οὔ τοι ἔτι δὴν παρθένος ἔσσεαι
αὐτίκα δ᾿ Ἠὼς ἦλθεν ἐύθρονος, ἥ μιν ἔγειρε
Ναυσικάαν ἐύπεπλον: ἄφαρ δ᾿ ἀπεθαύμασ᾿ ὄνειρον,
τῇσι δὲ Ναυσικάα λευκώλενος ἤρχετο μολπῆς
ὡς Ὀδυσεὺς ἔγροιτο, ἴδοι τ᾿ ἐυώπιδα κούρην
αὐτίκα μειλίχιον καὶ κερδαλέον φάτο μῦθον.
«γουνοῦμαί σε, ἄνασσα: θεός νύ τις, ἦ βροτός ἐσσι;
κεῖνος δ᾿ αὖ περὶ κῆρι μακάρτατος ἔξοχον ἄλλων,
ὅς κέ σ᾿ ἐέδνοισι βρίσας οἶκόνδ᾿ ἀγάγηται.
160 οὐ γάρ πω τοιοῦτον ἴδον βροτὸν ὀφθαλμοῖσιν,
οὔτ᾿ ἄνδρ᾿ οὔτε γυναῖκα: σέβας μ᾿ ἔχει εἰσορόωντα.
ἐπεὶ οὔ πω τοῖον ἀνήλυθεν ἐκ δόρυ γαίης,
λούσατέ τ᾿ ἐν ποταμῷ, ὅθ᾿ ἐπὶ σκέπας ἔστ᾿ ἀνέμοιο.
«ἀμφίπολοι, στῆθ᾿ οὕτω ἀπόπροθεν, ὄφρ᾿ ἐγὼ αὐτὸς
ἅλμην ὤμοιιν ἀπολούσομαι, ἀμφὶ δ᾿ ἐλαίῳ
220 χρίσομαι: ἦ γὰρ δηρὸν ἀπὸ χροός ἐστιν ἀλοιφή.
ἄντην δ᾿ οὐκ ἂν ἐγώ γε λοέσσομαι: αἰδέομαι γὰρ
γυμνοῦσθαι κούρῃσιν ἐυπλοκάμοισι μετελθών.»
ἕζετ᾿ ἔπειτ᾿ ἀπάνευθε κιὼν ἐπὶ θῖνα θαλάσσης,
κάλλεϊ καὶ χάρισι στίλβων: θηεῖτο δὲ κούρη.
276 τίς δ᾿ ὅδε Ναυσικάᾳ ἕπεται καλός τε μέγας τε
ξεῖνος; ποῦ δέ μιν εὗρε; πόσις νύ οἱ ἔσσεται αὐτῇ.
.
.
Ομηρου Ιλιαδα
[Αποσπασματα]
-μεταφραση αποδοση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
- Ραψωδια Ζ'
ποιμαίνων δ᾽ ἐπ᾽ ὄεσσι μίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ, 25
ἣ δ᾽ ὑποκυσαμένη διδυμάονε γείνατο παῖδε.
[εκει που εβοσκε τα προβατα εσμιξε με την αγαπημενη γυναικα
κι εκεινη γκαστρωθηκε και γεννησε παιδια διδυμα]
.
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν.
Φύλλα τὰ μέν τ᾽ ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ᾽ ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ᾽ ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ᾽ ἀπολήγει.
[ομοια με τα φυλλα τετοια ειναι η γενια των ανθρωπων
αλλα απο τα φυλλα ο ανεμος κατω τα ριχνει κι αλλα
φυτρωνουν κι αυξανουν γεματα καρπους οπως της ανοιξης
ερχεται η ωρα ετσι και των ανθρωπων η γεννια η μια φυτρωνει
κι η αλλη μαραινεται]
.
τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης, ὄφρα νέμοιτο. 195
Ἣ δ᾽ ἔτεκε τρία τέκνα
[του εδωσαν το καλλιτερο περιβολι
ομορφο με πολλα δεντρα και χωραφι να το καλλιεργει
κι η γυναικα του γεννησε τρια παιδια]
.
Ἕκτωρ δ᾽ ὡς Σκαιάς τε πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν,
ἀμφ᾽ ἄρα μιν Τρώων ἄλοχοι θέον ἠδὲ θύγατρες
εἰρόμεναι παῖδάς τε κασιγνήτους τε ἔτας τε
καὶ πόσιας
[Ο Εκτορας φτανει στις Σκαιες Πυλες στο καστρο
και τρεχοντας τον περιτριγυριζουν των Τρωων οι γυναικες
κι οι θυγατερες ρωτωντας για τα παιδια τους και τ'αδερφια
και για τους συγγενεις και για τους αντρες τους ]
.
ὸν δ᾽ Ἑλένη μύθοισι προσηύδα μειλιχίοισι·
δᾶερ ἐμεῖο κυνὸς κακομηχάνου ὀκρυοέσσης,
ὥς μ᾽ ὄφελ᾽ ἤματι τῷ ὅτε με πρῶτον τέκε μήτηρ
οἴχεσθαι προφέρουσα κακὴ ἀνέμοιο θύελλα
εἰς ὄρος ἢ εἰς κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης,
ἔνθά με κῦμ᾽ ἀπόερσε πάρος τάδε ἔργα γενέσθαι.
[στον Εκτορα με πολυ σεβασμο μιλησε η Ελενη
αδερφε του αντρα μου εμενα την καταραμενη τη φριχτη σκυλα
ας ηταν τη μερα που με γεννησε η μανα να μ'αρπαζε αγρια ανεμοθυελλα
και να μ'εριχνε στα βουνα η' στα κυματα τρικυμισμενης θαλασσας
και στα κυματα να πνιγω μεσα πριν ετουτα τα κακα να γινουν]
.
.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΤΟΡΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗΣ
ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ -ραψωδια Ζ'-στιχοι 368-502
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Ομηρος με μεγαλη δεξιοτεχνια περιγραφει τη συναντηση του Εκτορα
με την Ανδρομαχη,συγκινητικες στιγμες απο το μεγαλειο των ανθρωπινων
συναισθηματων-πολυ τρυφερη ειναι η σκηνη με το μωρο παιδι τον Αστυ-
ανακτα οταν παει ο πατερας του να το παρει να τ'αγκαλιασει κι εκεινο τρο-
μαζοντας απο τη λαμψη της περικεφαλαιας του κλαιει δυνατα
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Ζ'-στιχοι 368-502-μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
ἄρα φωνήσας ἀπέβη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανε δόμους εὖ ναιετάοντας, 370
οὐδ' εὗρ' Ἀνδρομάχην λευκώλενον ἐν μεγάροισιν,
ἀλλ' ἥ γε ξὺν παιδὶ καὶ ἀμφιπόλῳ ἐϋπέπλῳ
πύργῳ ἐφεστήκει γοόωσά τε μυρομένη τε.
Ἕκτωρ δ' ὡς οὐκ ἔνδον ἀμύμονα τέτμεν ἄκοιτιν
ἔστη ἐπ' οὐδὸν ἰών, μετὰ δὲ δμῳῇσιν ἔειπεν·
εἰ δ' ἄγε μοι δμῳαὶ νημερτέα μυθήσασθε·
πῇ ἔβη Ἀνδρομάχη λευκώλενος ἐκ μεγάροιο;
ἠέ πῃ ἐς γαλόων ἢ εἰνατέρων ἐϋπέπλων
ἢ ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται, ἔνθά περ ἄλλαι
Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται; 380
Τὸν δ' αὖτ' ὀτρηρὴ ταμίη πρὸς μῦθον ἔειπεν·
Ἕκτορ ἐπεὶ μάλ' ἄνωγας ἀληθέα μυθήσασθαι,
οὔτέ πῃ ἐς γαλόων οὔτ' εἰνατέρων ἐϋπέπλων
οὔτ' ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται, ἔνθά περ ἄλλαι
Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται,
ἀλλ' ἐπὶ πύργον ἔβη μέγαν Ἰλίου, οὕνεκ' ἄκουσε
τείρεσθαι Τρῶας, μέγα δὲ κράτος εἶναι Ἀχαιῶν.
ἣ μὲν δὴ πρὸς τεῖχος ἐπειγομένη ἀφικάνει
μαινομένῃ ἐϊκυῖα· φέρει δ' ἅμα παῖδα τιθήνη.
Ἦ ῥα γυνὴ ταμίη, ὃ δ' ἀπέσσυτο δώματος Ἕκτωρ 390
τὴν αὐτὴν ὁδὸν αὖτις ἐϋκτιμένας κατ' ἀγυιάς.
εὖτε πύλας ἵκανε διερχόμενος μέγα ἄστυ
Σκαιάς, τῇ ἄρ' ἔμελλε διεξίμεναι πεδίον δέ,
ἔνθ' ἄλοχος πολύδωρος ἐναντίη ἦλθε θέουσα
Ἀνδρομάχη θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἠετίωνος
Ἠετίων ὃς ἔναιεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ
Θήβῃ Ὑποπλακίῃ Κιλίκεσσ' ἄνδρεσσιν ἀνάσσων·
τοῦ περ δὴ θυγάτηρ ἔχεθ' Ἕκτορι χαλκοκορυστῇ.
ἥ οἱ ἔπειτ' ἤντησ', ἅμα δ' ἀμφίπολος κίεν αὐτῇ
παῖδ' ἐπὶ κόλπῳ ἔχουσ' ἀταλάφρονα νήπιον αὔτως 400
Ἑκτορίδην ἀγαπητὸν ἀλίγκιον ἀστέρι καλῷ,
τόν ῥ' Ἕκτωρ καλέεσκε Σκαμάνδριον, αὐτὰρ οἱ ἄλλοι
Ἀστυάνακτ'· οἶος γὰρ ἐρύετο Ἴλιον Ἕκτωρ.
ἤτοι ὃ μὲν μείδησεν ἰδὼν ἐς παῖδα σιωπῇ·
Ἀνδρομάχη δέ οἱ ἄγχι παρίστατο δάκρυ χέουσα,
ἔν τ' ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
δαιμόνιε φθίσει σε τὸ σὸν μένος, οὐδ' ἐλεαίρεις
παῖδά τε νηπίαχον καὶ ἔμ' ἄμμορον, ἣ τάχα χήρη
σεῦ ἔσομαι· τάχα γάρ σε κατακτανέουσιν Ἀχαιοὶ
πάντες ἐφορμηθέντες· ἐμοὶ δέ κε κέρδιον εἴη 410
σεῦ ἀφαμαρτούσῃ χθόνα δύμεναι· οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλη
ἔσται θαλπωρὴ ἐπεὶ ἂν σύ γε πότμον ἐπίσπῃς
ἀλλ' ἄχε'· οὐδέ μοι ἔστι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ.
ἤτοι γὰρ πατέρ' ἁμὸν ἀπέκτανε δῖος Ἀχιλλεύς,
ἐκ δὲ πόλιν πέρσεν Κιλίκων εὖ ναιετάουσαν
Θήβην ὑψίπυλον· κατὰ δ' ἔκτανεν Ἠετίωνα,
οὐδέ μιν ἐξενάριξε, σεβάσσατο γὰρ τό γε θυμῷ,
ἀλλ' ἄρα μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι δαιδαλέοισιν
ἠδ' ἐπὶ σῆμ' ἔχεεν· περὶ δὲ πτελέας ἐφύτευσαν
νύμφαι ὀρεστιάδες κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο. 420
οἳ δέ μοι ἑπτὰ κασίγνητοι ἔσαν ἐν μεγάροισιν
οἳ μὲν πάντες ἰῷ κίον ἤματι Ἄϊδος εἴσω·
πάντας γὰρ κατέπεφνε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεὺς
βουσὶν ἐπ' εἰλιπόδεσσι καὶ ἀργεννῇς ὀΐεσσι.
μητέρα δ', ἣ βασίλευεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ,
τὴν ἐπεὶ ἂρ δεῦρ' ἤγαγ' ἅμ' ἄλλοισι κτεάτεσσιν,
ἂψ ὅ γε τὴν ἀπέλυσε λαβὼν ἀπερείσι' ἄποινα,
πατρὸς δ' ἐν μεγάροισι βάλ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα.
Ἕκτορ ἀτὰρ σύ μοί ἐσσι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
ἠδὲ κασίγνητος, σὺ δέ μοι θαλερὸς παρακοίτης· 430
ἀλλ' ἄγε νῦν ἐλέαιρε καὶ αὐτοῦ μίμν' ἐπὶ πύργῳ,
μὴ παῖδ' ὀρφανικὸν θήῃς χήρην τε γυναῖκα·
λαὸν δὲ στῆσον παρ' ἐρινεόν, ἔνθα μάλιστα
ἀμβατός ἐστι πόλις καὶ ἐπίδρομον ἔπλετο τεῖχος.
τρὶς γὰρ τῇ γ' ἐλθόντες ἐπειρήσανθ' οἱ ἄριστοι
ἀμφ' Αἴαντε δύω καὶ ἀγακλυτὸν Ἰδομενῆα
ἠδ' ἀμφ' Ἀτρεΐδας καὶ Τυδέος ἄλκιμον υἱόν·
ἤ πού τίς σφιν ἔνισπε θεοπροπίων ἐῢ εἰδώς,
ἤ νυ καὶ αὐτῶν θυμὸς ἐποτρύνει καὶ ἀνώγει.
Τὴν δ' αὖτε προσέειπε μέγας κορυθαίολος Ἕκτωρ· 440
ἦ καὶ ἐμοὶ τάδε πάντα μέλει γύναι· ἀλλὰ μάλ' αἰνῶς
αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους,
αἴ κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο·
οὐδέ με θυμὸς ἄνωγεν, ἐπεὶ μάθον ἔμμεναι ἐσθλὸς
αἰεὶ καὶ πρώτοισι μετὰ Τρώεσσι μάχεσθαι
ἀρνύμενος πατρός τε μέγα κλέος ἠδ' ἐμὸν αὐτοῦ.
εὖ γὰρ ἐγὼ τόδε οἶδα κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν·
ἔσσεται ἦμαρ ὅτ' ἄν ποτ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ
καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐϋμμελίω Πριάμοιο.
ἀλλ' οὔ μοι Τρώων τόσσον μέλει ἄλγος ὀπίσσω, 450
οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης οὔτε Πριάμοιο ἄνακτος
οὔτε κασιγνήτων, οἵ κεν πολέες τε καὶ ἐσθλοὶ
ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι δυσμενέεσσιν,
ὅσσον σεῦ, ὅτε κέν τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων
δακρυόεσσαν ἄγηται ἐλεύθερον ἦμαρ ἀπούρας·
καί κεν ἐν Ἄργει ἐοῦσα πρὸς ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις,
καί κεν ὕδωρ φορέοις Μεσσηΐδος ἢ Ὑπερείης
πόλλ' ἀεκαζομένη, κρατερὴ δ' ἐπικείσετ' ἀνάγκη·
καί ποτέ τις εἴπῃσιν ἰδὼν κατὰ δάκρυ χέουσαν·
Ἕκτορος ἧδε γυνὴ ὃς ἀριστεύεσκε μάχεσθαι 460
Τρώων ἱπποδάμων ὅτε Ἴλιον ἀμφεμάχοντο.
ὥς ποτέ τις ἐρέει· σοὶ δ' αὖ νέον ἔσσεται ἄλγος
χήτεϊ τοιοῦδ' ἀνδρὸς ἀμύνειν δούλιον ἦμαρ.
ἀλλά με τεθνηῶτα χυτὴ κατὰ γαῖα καλύπτοι
πρίν γέ τι σῆς τε βοῆς σοῦ θ' ἑλκηθμοῖο πυθέσθαι.
Ὣς εἰπὼν οὗ παιδὸς ὀρέξατο φαίδιμος Ἕκτωρ·
ἂψ δ' ὃ πάϊς πρὸς κόλπον ἐϋζώνοιο τιθήνης
ἐκλίνθη ἰάχων πατρὸς φίλου ὄψιν ἀτυχθεὶς
ταρβήσας χαλκόν τε ἰδὲ λόφον ἱππιοχαίτην,
δεινὸν ἀπ' ἀκροτάτης κόρυθος νεύοντα νοήσας. 470
ἐκ δ' ἐγέλασσε πατήρ τε φίλος καὶ πότνια μήτηρ·
αὐτίκ' ἀπὸ κρατὸς κόρυθ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ,
καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν ἐπὶ χθονὶ παμφανόωσαν·
αὐτὰρ ὅ γ' ὃν φίλον υἱὸν ἐπεὶ κύσε πῆλέ τε χερσὶν
εἶπε δ' ἐπευξάμενος Διί τ' ἄλλοισίν τε θεοῖσι·
Ζεῦ ἄλλοι τε θεοὶ δότε δὴ καὶ τόνδε γενέσθαι
παῖδ' ἐμὸν ὡς καὶ ἐγώ περ ἀριπρεπέα Τρώεσσιν,
ὧδε βίην τ' ἀγαθόν, καὶ Ἰλίου ἶφι ἀνάσσειν·
καί ποτέ τις εἴποι πατρός γ' ὅδε πολλὸν ἀμείνων
ἐκ πολέμου ἀνιόντα· φέροι δ' ἔναρα βροτόεντα 480
κτείνας δήϊον ἄνδρα, χαρείη δὲ φρένα μήτηρ.
Ὣς εἰπὼν ἀλόχοιο φίλης ἐν χερσὶν ἔθηκε
παῖδ' ἑόν· ἣ δ' ἄρα μιν κηώδεϊ δέξατο κόλπῳ
δακρυόεν γελάσασα· πόσις δ' ἐλέησε νοήσας,
χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
δαιμονίη μή μοί τι λίην ἀκαχίζεο θυμῷ·
οὐ γάρ τίς μ' ὑπὲρ αἶσαν ἀνὴρ Ἄϊδι προϊάψει·
μοῖραν δ' οὔ τινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν,
οὐ κακὸν οὐδὲ μὲν ἐσθλόν, ἐπὴν τὰ πρῶτα γένηται.
ἀλλ' εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σ' αὐτῆς ἔργα κόμιζε 490
ἱστόν τ' ἠλακάτην τε, καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε
ἔργον ἐποίχεσθαι· πόλεμος δ' ἄνδρεσσι μελήσει
πᾶσι, μάλιστα δ' ἐμοί, τοὶ Ἰλίῳ ἐγγεγάασιν.
Ὣς ἄρα φωνήσας κόρυθ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ
ἵππουριν· ἄλοχος δὲ φίλη οἶκον δὲ βεβήκει
ἐντροπαλιζομένη, θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέουσα.
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανε δόμους εὖ ναιετάοντας
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο, κιχήσατο δ' ἔνδοθι πολλὰς
ἀμφιπόλους, τῇσιν δὲ γόον πάσῃσιν ἐνῶρσεν.
αἳ μὲν ἔτι ζωὸν γόον Ἕκτορα ᾧ ἐνὶ οἴκῳ· 500
οὐ γάρ μιν ἔτ' ἔφαντο ὑπότροπον ἐκ πολέμοιο
ἵξεσθαι προφυγόντα μένος καὶ χεῖρας Ἀχαιῶν.
.
αφου ετσι μιλησε αναχωρησε ο Εκτορας με τη λαμπερη περικεφαλαια
και σε λιγο εφτασε στο καλοχτισμενο σπιτι του
εκει μεσα στ'αρχοντικο δεν βρηκε την Ανδρομαχη με τ'ασπρα μπρατσα
γιατι αυτη με το παιδι και την υπηρετρια με τ'ομορφο λεπτο φορεμα
ψηλα στο πυργο εστεκε θρηνωντας και κλαιγοντας
τοτε ο Εκτορας οταν μεσα δεν βρηκε την ευγενικη γυναικα του
σταθηκε στην εξωπορτα και ρωτησε τις αιχμαλωτες σκλαβες να του πουν
ελατε σκλαβες πεστε μου με ασφαλτα λογια
που πηγε η Ανδρομαχη με τ'ασπρα μπρατσα φευγοντας απ'το απιτι,
μηπως πηγε σε καποια απ'τις συνυφαδες της η' πηγε σε καποια
απ'τις κουνιαδες της με τα ομορφα λεπτα φορεματα
η' βγηκε για να παει στο ναο της Αθηνας οπου μαζι με τις αλλες
Τρωαδιτισες με τα ομορφα μαλλια την τρομερη θεα να παρακαλεσουν
σ'αυτον απαντησε η πανεξυπνη οικονομα του σπιτιου κι ειπε:
Εκτορα αφου με διεταξες ,να πω ολη την αληθεια
δεν πηγε σε καποια απ'τις συνυφαδες της ουτε πηγε σε καποια
απ'τις κουνιαδες της με τα ομορφα λεπτα φορεματα
ουτε βγηκε για να παει στο ναο της Αθηνας οπου μαζι με τις αλλες
Τρωαδιτισες με τα ομορφα μαλλια την τρομερη θεα να παρακαλεσουν
αλλα στον ψηλο πυργο ανεβηκε του Ιλιου οταν ακουσε
πως κατατροπωθηκαν οι Τρωες και τεραστια η επικρατηση των Αχαιων
εκεινη τρεχοντας φθανει στο τειχος σαν τρελλη ομοια κουβαλωντας
μαζι και το παιδι η παραμανα
ετσι του μιλησε η οικονομα κι απ'το σπιτι εξω ορμησε ο Εκτορας
στην ιδια στρατα που'χε περασει πριν στους στερεους δρομους
κι οταν εφτασε στις Σκαιες Πυλες διασχιζοντας τη μεγαλη πολιτεια
κι απο κει περνωντας θα'βγαινε στη πεδιαδα ειδε απεναντι του
να'ρχεται τρεχοντας η πολυακριβη γυναικα του η Ανδρομαχη
η κορη του μεγαλοκαρδου Ηετιωνα που κατω απο την δασωδη
Πλακα κατοικει της Θηβας και στους ανδρες της Υποπλακιας της Κιλικιας
βασιλευει
εκεινη απεναντι του σταθηκε και μαζι η υπηρετρια ηρθε εχοντας
στην αγκαλια τ'αθωο μωρο τ'αγαπημενο παιδι του τον Εκτοριδη
παρομοιο με πανεμορφο αστερι που ο Εκτορας το φωναζε Σκαμανδριο
κι οι αλλοι Αστυανακτα γιατι ο Εκτορας εσωζε το Ιλιο τη πολη
κι αυτος χαμογελασε οταν ειδε το παιδι δεν ειπε λεξη
κι η Ανδρομαχη σταθηκε κοντα του χυνοντας δακρυα
και του'σφιξε το χερι και του μιλησε κι αυτα τα λογια του'πε
γενναιε μου θα σ'αφανισει η μεγαλη σου ορμη κι αντρεια
δεν λυπασαι το μωρο ετουτο παιδι κι εμενα την αμοιρη που γρηγορα
θα μεινω χηρα σου γιατι γρηγορα θα σε κατασπαραξουν οι Αχαιοι
ολοι ορμωντας καταπανω σου.σε μενα ποιο το οφελος θα'ναι αν σε χασω
προτιμω να μπω στο χωμα δεν θα'ναι αλλη θαλπωρη για μενα
γιατι αν εχεις τετοια τυχη θα'χω μοναχα μεγαλα βασανα
και δεν εχω ουτε τον πατερα μου ουτε την σεβαστη μου μανα
τον πατερα μου τον σκοτωσε ο θεικος Αχιλλεας
οταν πηρε τη πολη των Κιλικων την πλουσια Θηβα την Υψιπυλον
σκοτωσε τον Ηετριωνα
ομως δεν τον εγδυσε,στην καρδια του βαθεια τον σεβαστηκε
με τα περιτεχνα οπλα του τον εκαψε και σηκωσε μνημα
και γυρω φυτεψαν φτελιες οι νυμφες του βουνου οι κορες του Δια
που ριχνει τις καταιγιδες
και τα εφτα αδερφια μου,χαρα στο σπιτι μου,ολα την ιδια μερα κατεβηκαν
στον Αδη,ολα τα σκοτωσε ο Αχιλλεας που'ναι στα ποδια γρηγορος
μεσα στα βαριοποδα βοδια και στ'ασπρα προβατα τα βρηκε
και τη μητερα που βασιλευε στη κατω Πλακα τη δασωδη εδω την εφερε
μαζι μ'αλλα λαφυρα κι αφου την απελευθερωσε παιρνωντας αμετρητα
λυτρα στο σπιτι του πατερα την σημαδεψε και τη σκοτωσε η τοξευτρα Αρτεμη
Εκτορα τωρα εσυ'σαι ο πατερας μου κι η σεβαστη μου μανα
κι αδερφος,εσυ κι ο δυνατος συντροφος στο κρεβατι
ελα λυπησου μας τωρα κι εδω μεινε στο πυργο και μην αφησεις το παιδι
ορφανο και χηρα τη γυναικα και το στρατο κρατησε τον κοντα στην αγριοσυκια
εκει που'ναι η πολη περισσοτερο διαβατη κι ευκολα περνιεται το τειχος
τρεις φορες ηρθαν κι απο'κει δοκιμασαν ν'ανεβουν οι πιο αντρειωμενοι
οι δυο οι Αιαντες κι ο πολυδοξασμενος Ιδομενεας και οι δυο γιοι του Ατρεα
και του Τυδεα ο σκληροτραχηλος γιος
η' τους το φανερωσε καποιος που ξερει καλα τους χρησμους των θεων
η' τους παροτρυνει η ισχυρη ορμη τους και τους καθοδηγει
και της αποκριθηκε ο ανδρειος Εκτορας με τη λαμπερη περικεφαλαια
κι εμενα ολ'αυτα με νοιαζουν γυναικα αλλα ντρεπομαι τρομερα τους Τρωες
και τις Τρωαδιτισες με τα μακρια λεπτα φορεματα να απομακρυνομαι απ'τον πολεμο
σαν τιποτενιος
μητε η καρδια μου το οριζει επειδη εμαθα να'μαι γενναιος παντοτε
και με τους πρωτους απ'τους Τρωες να μαχομαι και να επιθυμω τη μεγαλη δοξα
του πατερα μου μα και τη δικη μου
γιατι πολυ καλα το ξερω και στο μυαλο και στη καρδια πως καποτε θα'ρθει μερα
που θα χαθει η Τροια το ιερο Ιλιο κι ο Πριαμος ο αξιος ακοντιστης
κι ο ολος ο λαος του
αλλα δεν με νοιαζει τοσο για τα βασανα που θα'ρθουν στους Τρωες
ουτε γι'αυτη την Εκαβη ουτε για τον βασιλια Πριαμο ουτε για τ'αδερφια
οπου πολλοι κι αντρειοι θα κυλιστουν στη σκονη απο αντρες εχθρους
οσο για σενα οταν καποιος απ'τους Αχαιους με τα χαλκινα οπλα
σου στερησει την ελευτερια και σε συρει μακρια δακρυσμενη
και στο Αργος εισαι και σε ξενης αφεντρας τον αργαλειο υφαινεις
και νερο κουβαλας απ'τη Μεσσηιδα η' απ'την Υπερεια χωρις να θελεις
πανισχυρος να σε βαραινει εξαναγκασμος
και καποτε καποιος να πει βλεποντας σε να χυνεις δακρυα
για δεστε τη γυναικα του Εκτορα που'ταν στη μαχη ο πρωτος αναμεσα
στους Τρωες τους αλογοδαμαστες οταν το Ιλιον πολιορκουσαν
ετσι θα πει καποτε καποιος και μεσα σου θ'αναψει καινουργιος πονος
για κεινον τον αντρα που θα'μποδιζε τη σκλαβια σου
καλυτερα πεθαμενος να μη ζω να 'μαι στη γη χωμενος
προτου ακουσω τη κραυγη σου οταν με βια θα σε σερνουν
ετσι ειπε και το παιδι λαχταρισε να παρει στα χερια του ο λαμπερος Εκτορας
το παιδι εσκουξε και χωθηκε τρομασγμενο να κρυφτει στο στηθος της παραμανας
με την ομορφη ζωνη οταν ειδε την οψη τ'αγαπητου πατερα
φοβηκε απ'τον χαλκο που'χε κι απ'την αλογισια χαιτη που σειστηκε απ'τη κορυφη
της περικεφαλαιας
μ'αυτο γελασε ο αγαπητος πατερας κι η σεβαστη μανα
κι αμεσως απ'το κεφαλι εβγαλε τη περικεφαλαια ο λαμπερος Εκτορας
και την ακουμπησε στο χωμα οπου λαμποκοπουσε
κι επειτα στα χερια του παιρνει τ'αγαπητο παιδι το φιλησε κι ειπε ευχομενος
στο Δια στους αλλους θεους
Δια κι οι αλλοι θεοι δωστε και σε τουτο το παιδι μου οπως κι εγω
να γινει ξεχωριστος αναμεσα στους Τρωες
δωστε του ζωη ευτυχισμενη και κραταιως το Ιλιο να κυβερνησει
και καποτε καποιος να πει
ετουτος πολυ ανωτερος απ'τον πατερα του
οταν απ'τον πολεμο ανεβαινοντας φερνει λαφυρα αιματωβαμενα
αρματα του εχθρου που σκοτωσε κι η μανα βαθεια μεσα της να χαιρεται
ετσι ειπε και στα χερια της αγαπημενης γυναικας αφησε το παιδι
κι αυτη το δεχτηκε στο ευωδιασμενο στηθος της γελωντας και κλαιγοντας
ο αντρας της οταν αυτο ειδε την συμπονεσε και με το χερι του τη χαιδεψε
κι αυτα τα λογια της ειπε
καλη μου μη μου τοσο στη καρδια πικραινεσαι γιατι κανενας ανθρωπος
δεν θα με στειλει στον Αδη πριν να'ρθει η ωρα μου
σου λεω πως απ'τη μοιρα του κανεις απ'τους ανθρωπους δεν μπορει να ξεφυγει
ειτε δειλος ειτε αντρειος επειδη ετσι ειναι απ'τη πρωτη φορα που γεννηθηκαν
ελα στο σπιτι πηγαινε και για τις δουλειες σου φροντιζε
τον αργαλειο και τη ροκα και τις υπηρετριες διαταζε να δουλευουν
ο πολεμος ειναι μελημα των αντρων ολων,και περισσοτερο εμενα,
οσων μεσα στο Ιλιο γεννηθηκαν
ετσι αφου μιλησε ο λαμπερος Εκτορας σηκωσε απ'το χωμα την αλογισια
περικεφαλαια και η αγαπημενη γυναικα τραβηξε για το σπιτι συχνα γυρνωντας πισω
το κεφαλι και χυνωντας δακρυα
σε λιγο επειτα εφτασε στο καλοχτισμενο αρχοντικο του αντροφονια Εκτορα
εκει μεσα βρηκε τις πολλες υπηρετριες και τις διεταξε θρηνο ολες να σηκωσουν
ετσι θρηνουσαν ακομα ζωντανο τον Εκτορα στο σπιτι του μεσα
γιατι πια δεν ελπιζαν να τον δουν απ'τον πολεμο να γυριζει ξεφευγοντας
απ'τη μανια κι απ'τα χερια των Αχαιων
.
.
ΖΗΤΙΑΝΙΑΔΑ
[προαγγελμα της Νεας Κωμωδιας και της Commedia dell'Arte]
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια σ' στιχοι 1-31]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἦλθε δ᾽ ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος, ὃς κατὰ ἄστυ
πτωχεύεσκ᾽ Ἰθάκης, μετὰ δ᾽ ἔπρεπε γαστέρι μάργῃ
ἀζηχὲς φαγέμεν καὶ πιέμεν· οὐδέ οἱ ἦν ἲς
οὐδὲ βίη, εἶδος δὲ μάλα μέγας ἦν ὁράασθαι.
Ἀρναῖος δ᾽ ὄνομ᾽ ἔσκε· τὸ γὰρ θέτο πότνια μήτηρ
ἐκ γενετῆς· Ἶρον δὲ νέοι κίκλησκον ἅπαντες,
οὕνεκ᾽ ἀπαγγέλλεσκε κιών, ὅτε πού τις ἀνώγοι·
ὅς ῥ᾽ ἐλθὼν Ὀδυσῆα διώκετο οἷο δόμοιο,
καί μιν νεικείων ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
"εἶκε, γέρον, προθύρου, μὴ δὴ τάχα καὶ ποδὸς ἕλκῃ.
οὐκ ἀΐεις ὅτι δή μοι ἐπιλλίζουσιν ἅπαντες,
ἑλκέμεναι δὲ κέλονται; ἐγὼ δ᾽ αἰσχύνομαι ἔμπης.
ἀλλ᾽ ἄνα, μὴ τάχα νῶϊν ἔρις καὶ χερσὶ γένηται."
τὸν δ᾽ ἄρ᾽ ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
"δαιμόνι᾽, οὔτε τί σε ῥέζω κακὸν οὔτ᾽ ἀγορεύω,
οὔτε τινὰ φθονέω δόμεναι καὶ πόλλ᾽ ἀνελόντα.
οὐδὸς δ᾽ ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται, οὐδέ τί σε χρὴ
ἀλλοτρίων φθονέειν· δοκέεις δέ μοι εἶναι ἀλήτης
ὥς περ ἐγών, ὄλβον δὲ θεοὶ μέλλουσιν ὀπάζειν.
χερσὶ δὲ μή τι λίην προκαλίζεο, μή με χολώσῃς,
μή σε γέρων περ ἐὼν στῆθος καὶ χείλεα φύρσω
αἵματος· ἡσυχίη δ᾽ ἂν ἐμοὶ καὶ μᾶλλον ἔτ᾽ εἴη
αὔριον· οὐ μὲν γάρ τί σ᾽ ὑποστρέψεσθαι ὀΐω
δεύτερον ἐς μέγαρον Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος."
τὸν δὲ χολωσάμενος προσεφώνεεν Ἶρος ἀλήτης·
"ὢ πόποι, ὡς ὁ μολοβρὸς ἐπιτροχάδην ἀγορεύει,
γρηῒ καμινοῖ ἶσος· ὃν ἂν κακὰ μητισαίμην
κόπτων ἀμφοτέρῃσι, χαμαὶ δέ κε πάντας ὀδόντας
γναθμῶν ἐξελάσαιμι συὸς ὣς ληϊβοτείρης.
ζῶσαι νῦν, ἵνα πάντες ἐπιγνώωσι καὶ οἵδε
μαρναμένους· πῶς δ᾽ ἂν σὺ νεωτέρῳ ἀνδρὶ μάχοιο;"
εκει ηρθε ενας πασιγνωστος σ'ολοκληρο τον δημο διακονιαρης
που διακονευε μεσα στη πολη της Ιθακης,αχορταγη η κοιλια του
ετρωγε κι επινε ακαταπαυστα, ομως ουτε δυναμη ειχε
ουτε παλλικαρια,αν και πολυ μεγαλοσωμος φαινονταν να'ναι
Αρναιος ηταν τ'ονομα του,αυτο του το'δωσε η κυρα μανα του
σαν γεννηθηκε.Ιρον τον φωναζαν οι νεαροι απαντες
γιατι ετρεχε και πηγαινε μηνυματα οπου καποιος τον εστελνε,
αυτος οταν ηρθε εδιωχνε τον Οδυσσεα απ'το δικο του σπιτι
και μ' εριστικα λογια πεταχτα για καβγα τ'απευθυνθηκε
''φευγα,γερο,απ'τη πορτα,γρηγορα κι απ'τα ποδια θα σε συρω
δεν βλεπεις π'ολοι μου κανουν νοημα,να σε συρω με παρακινουν
εγω ομως ντρεπομαι να το κανω
Ελα σηκω,τραβα γρηγορα,μην πιαστουμε στα χερια απ'τα λογια''
Αυτον τον στραβοκοιταξε ο πανεξυπνος Οδυσσεας απαντωντας
''παλιανθρωπε,ουτε μ'εργα σ'εβλαψα ουτε λογια σου'πα
ουτε αυτα που σου δινουν φτοναω οσα πολλα κι αν ειναι
το κατωφλι και τους δυο μας χωραει,ουτε σε κατι σ'ωφελει
για τα ξενα να φθονεις,μου φαινεται να'σαι περιπλανωμενος
οπως κι εγω,την ευτυχια στο μελλον οι θεοι θα στειλουν,
στα χερια να πιαστουμε μη με παραπροκαλεις,μη με θυμωσεις
αν και γερος στα στηθια και στα χειλια θα σε γεμισω
μ'αιματα.και την ησυχια μου μαλιστα θα βρω απ'αυριο
γιατι δεν νομιζω να τολμησεις να ξαναγυρισεις για δευτερη φορα
στο σπιτι του γιου του Λαερτη Οδυσσεα''
Σ'αυτον θυμωμενος απαντησε ο περιπλανωμενος ζητιανος Ιρος
''Α φοβηθηκα,πως το ψωρογουρουνι χωρις να σκεφτει μιλαει,
ομοια με μπαμπογρια στο τζακι,στ'αληθεια να τον τσακισω
μετα δυο μου τα χερια,κατω στο χωμα ολα τα δοντια
απ'τα σαγονια να ξεριζωσω οπως γουρουνας που ρημαζει σιταροχωραφα
Ετοιμασου λοιπον τωρα,ωστε ολοι να μας δουν και να διασκεδασουν
ν'αρπαζομαστε,πως εσυ μ'εναν νεωτερο ανδρα τσακωνεσαι''
.
και η ΖΗΤΙΑΝΙΑΔΑ σε Αγοραιον Λογον
τοτε μπουκαρισ'εδω ενα νουμερο ρεντικολο σ'ολη τη πολη διακονιαρης
που στο Θιακη μεσα ψωμοζητουσε αχορταγη η μπακα του
ετρωγε κι επινε του σκασμου ομως δεν ειχε καρδια ουτε
παλλικαρια κι ας φαινονταν μεγας μαμουχαλος κρεμανταλας.
Αρναιος ητανε το'νομα του,ετσι τον νοματισε η κακομοιρα η μανα του
σαν γεννηθηκε,Ιρο τον εκραζε απασα η μαριδα
γιατ'ετρεχε για θεληματα παντου οποιος τον εστελνε
αυτος λοιπον οταν εφτασε εδω κοιταε πως να διωξει τον Δυσσεα απ'το σπιτικο του
και με μπολικες εριστικες κουβεντες για καβγα του επιτεθηκε
''Ξεκουμπα,γερο,απ'τη πορτα αντε μπρος απο δω μη σε συρω απ'τα ποδαρια
δεν βλεπεις π'ολοι νοημα μου κανουν να σε τραβηξω μου λενε
εγω ομως πολυ εντρεπομαι να το πραξω ετουτο
Ελα σηκω,αντε τραβα,μην αρπαχτουμε για καλα στα χερια απ'τα λογια''
Τοτε τον στραβοκοιταξε ο μαχαλομαγκας Δυσσεας και του'ριξε τα λογια
''παλιοδιαολε,μ'εργα δεν σ'εβλαψα ουτε με λογια
ουτε αυτηνα που σου πετανε ζηλευω οσα πολλα κι αν κονομας
το κατωφλι εδω ειναι και για τους δυο ,ουτε κι ωφελεισαι
τιποτα για τα ξενα να ζηλευεις,βλεπω πως εισαι ταλαιπωρος
αλητης σαν κι εμενα,κι οι θεοι θ'αργησουν εντελει να μας καζαντισουν
μην με προκαλεις το λοιπον ν'αρπαχτουμε στα χερια,μη με τσαντισεις
γιατι αν και γερος τα στηθια και τα χειλια σου με γροθιες
θα τα μπλατσαρωσω μ'αιματα,κι ετσι απο αυριο θα'χω ησυχια
γιατι δεν νομιζω να τολμησεις να ξαναμολαρεις δευτερη φορα
για το σπιτι του Δυσσεα του Λαερτη υιου λεω''
Και τοτε αγριεμενο σκυλι του την επεσε αυτος ο αλητηριος Ιρος
''Α ποσο σκιαχτικα,ψωρογουρουνι χωρις νιονιο παρλαρεις
σαν να'σαι καμια μπαμπογρια στις σταχτες, θα σου ορμιξω
και θα σε τσακισω με τα δυο μου χερια κι ολα τα δοντια απ'τα σαγονια σου
θα τα ξεριζωσω να φανε χωμα οπως γουρουνας που ρημαζει αγροτεμαχια
Ελα λοιπον τωρα τοιμασου,ολοι να μας παρουν ματι και να κανουν χαζι
που θ'αρπαχτουμε,εσυ ενας γερος ν'αυτοχειρεις μ'ενα τζοβενο σου να πιαστεις''
.
.
Η ΕΛΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ
Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχοι 476-482
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[Οταν ο Οδυσσεας βρεθηκε ναυαγος στο νησι των Φαιακων κρυφθηκε να σωθει
απο ανθρωπους κι αγρια θηρια κατω απο μια ελια και μια αγριελια φυτρωμενες
μαζι]
476...................δοιοὺς δ᾽ ἄρ᾽ ὑπήλυθε θάμνους,
ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας· ὁ μὲν φυλίης, ὁ δ᾽ ἐλαίης.
τοὺς μὲν ἄρ᾽ οὔτ᾽ ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων,
οὔτε ποτ᾽ ἠέλιος φαέθων ἀκτῖσιν ἔβαλλεν,
οὔτ᾽ ὄμβρος περάασκε διαμπερές· ὣς ἄρα πυκνοὶ
ἀλλήλοισιν ἔφυν ἐπαμοιβαδίς· οὓς ὑπ᾽ Ὀδυσσεὺς
δύσετ᾽...................................................482
..................κατω απο δυο χαμηλα δεντρα τρυπωσε
που μαζι και τα δυο φυτρωναν,το'να αγριελια,τ'αλλο ελια
και δεν τα περνουσε η τρομερη υγρασια των ανεμων οταν φυσουσαν
ουτε ποτε ο λαμπερος ηλιος με τις ακτινες τα χτυπουσε
ουτε η βροχη τα διαπερνουσε .τοσο πυκνα πλεγμενα
το'να μετ'αλλο ηταν φυτρωμενα.εκει απο κατω ο Οδυσσεας
κρυφθηκε.............
.
.
ΣΤΟΥΣ ΚΙΚΟΝΕΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 39-81]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
απ'το Ιλιο μ' εφερε ο ανεμος κοντα στους Κικονες 39
στην Ισμαρο,εκει εγω την πολη ερημωσα κι αυτους αφανισα
απ'τη πολη γυναικες και πολλα υπαρχοντα αφου αρπαξαμε
τα μοιρασαμε ισα ωστε καποιος με μενα να μην δυσαρεστηθει
οπου αυτους επιμονα προετρεπα να παρουμε ποδι
αλλ'αυτοί ,παρα πολυ ανοητοι μωροι , δεν πυθονταν
οπου πολυ κρασι πινωντας μεθουσαν,και πολλα προβατα
εσφαζαν στ'ακρογυαλι και βοδια με τα ελικοειδη ποδια
εν τω μεταξυ πηγαν οι Κικονες αλλους Κικονες να φωναξουν
που μ'αυτους γειτονες ησαν κι ηταν πιο πολλοι και πιο δυνατοι
στη στερια εμεναν,κι ηξεραν καλα πανω απ'τ'αρματα
κατα ανδρων να μαχονται κι οπου χρειασθει και πεζοι να ειναι
ηρθαν οπως οσα φυλλα κι ανθη βγαινουν την ανοιξη
ξημερωμα,και τοτε η κακη μοιρα απ'τον Δια επεσε
σ'εμας τους δυσμοιρους για να παθουμε πολλα βασανα
σταθηκαν και πολεμουσαν κοντα στα γρηγορα καραβια
κι εριχναν ο ενας στον αλλον τα χαλκινα κονταρια
οσο ηταν πρωι και μεγαλωνε μερα του θεου
τοσο τους αποκρουαμε αν κι ηταν πιο πολλοι απο μας
ομως ηρθε η ωρα του ηλιου που λυνουν τα βοδια απ'το ζευγαρι
και τοτε οι Κικονες επικρατησαν πανω στους Αχαιους
εξι απο καθε καραβι συντροφοι με τις γερες περικνημιδες
χαθηκαν κι οι υπολοιποι ξεφυγαμε απ'τον θανατο και τη μοιρα
απο εκει πρωτα να πλευσουμε με βαρια απ'τη λυπη καρδια
ανακουφισμενοι που τον θανατο δεν βρηκαμε,χανοντας αγαπημενους
συντροφους,ουτε τα γερτα απ'τη μια κι απ'την αλλη μερια καραβια κινησαν
πριν καποιον απ'τους διστακτικους συντροφους τρεις φορες καθεναν
φωναξουμε,που πεθαναν στη πεδιαδα απ'τους Κικονες χτυπημενοι,
στα καραβια σηκωσε καταπανω ανεμο Βορια ο Διας που τα συννεφα μαζευει
φοβερη θυελλα,με συννεφα σκεπασε τη γη
μαζι και τη θαλασσα κι απ'τον ουρανο κατεβαινει νυχτα
και τα καραβια γερναν σε γωνια και τα πανια τους
σε τρια και τεσσερα κομματια τα'σχισε η ισχυς τ'ανεμου
κι εμεις στα καραβια τα κατεβασαμε,φοβουμενοι καταστροφη,
αυτα βιαστικα τα κουπηλατισαμε προς τη στερια
εκει δυο νυχτες και δυο μερες χωρις διακοπη καμια
ακουνητοι ημασταν,μαζι η κουραση κι ο πονος τη καρδια ετρωγαν
αλλα οταν την τριτη μερα η ομορφοπλεξουδη Αυγη εφεξε
τα καταρτια στησαμε και πανω τους τ'ασπρα πανια τραβηξαμε
καθησαμε,τα καραβια οι ανεμοι και οι κυβερνητες τα καθοδηγουσαν
και τοτε σωος θα 'φθανα στη γη της πατριδας
αλλ'ομως το κυμα και το ρευμα παρακαμπτωντας τον Μαλεα
κι ο Βοριας μ'εσπρωξε μακρυα,περα απ'τα Κυθηρα να περιπλανιεμαι 81
.
Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν,39
Ἰσμάρῳ. ἔνθα δ᾽ ἐγὼ πόλιν ἔπραθον, ὤλεσα δ᾽ αὐτούς·
ἐκ πόλιος δ᾽ ἀλόχους καὶ κτήματα πολλὰ λαβόντες
δασσάμεθ᾽, ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
ἔνθ᾽ ἦ τοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας
ἠνώγεα, τοὶ δὲ μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο.
ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο, πολλὰ δὲ μῆλα
ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς·
τόφρα δ᾽ ἄρ᾽ οἰχόμενοι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν,
οἵ σφιν γείτονες ἦσαν, ἅμα πλέονες καὶ ἀρείους,
ἤπειρον ναίοντες, ἐπιστάμενοι μὲν ἀφ᾽ ἵππων
ἀνδράσι μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα.
ἦλθον ἔπειθ᾽ ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ,
ἠέριοι· τότε δή ῥα κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη
ἡμῖν αἰνομόροισιν, ἵν᾽ ἄλγεα πολλὰ πάθοιμεν.
στησάμενοι δ᾽ ἐμάχοντο μάχην παρὰ νηυσὶ θοῇσι,
βάλλον δ᾽ ἀλλήλους χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν.
ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν ἦμαρ,
τόφρα δ᾽ ἀλεξόμενοι μένομεν πλέονάς περ ἐόντας.
ἦμος δ᾽ ἠέλιος μετενίσσετο βουλυτόνδε,
καὶ τότε δὴ Κίκονες κλῖναν δαμάσαντες Ἀχαιούς.
ἓξ δ᾽ ἀφ᾽ ἑκάστης νηὸς ἐυκνήμιδες ἑταῖροι
ὤλονθ᾽· οἱ δ᾽ ἄλλοι φύγομεν θάνατόν τε μόρον τε.
"ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
οὐδ᾽ ἄρα μοι προτέρω νῆες κίον ἀμφιέλισσαι,
πρίν τινα τῶν δειλῶν ἑτάρων τρὶς ἕκαστον ἀῦσαι,
οἳ θάνον ἐν πεδίῳ Κικόνων ὕπο δῃωθέντες.
νηυσὶ δ᾽ ἐπῶρσ᾽ ἄνεμον Βορέην νεφεληγερέτα Ζεὺς
λαίλαπι θεσπεσίῃ, σὺν δὲ νεφέεσσι κάλυψε
γαῖαν ὁμοῦ καὶ πόντον· ὀρώρει δ᾽ οὐρανόθεν νύξ.
αἱ μὲν ἔπειτ᾽ ἐφέροντ᾽ ἐπικάρσιαι, ἱστία δέ σφιν
τριχθά τε καὶ τετραχθὰ διέσχισεν ἲς ἀνέμοιο.
καὶ τὰ μὲν ἐς νῆας κάθεμεν, δείσαντες ὄλεθρον,
αὐτὰς δ᾽ ἐσσυμένως προερέσσαμεν ἤπειρόνδε.
ἔνθα δύω νύκτας δύο τ᾽ ἤματα συνεχὲς αἰεὶ
κείμεθ᾽, ὁμοῦ καμάτῳ τε καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἔδοντες.
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ τρίτον ἦμαρ ἐυπλόκαμος τέλεσ᾽ Ἠώς,
ἱστοὺς στησάμενοι ἀνά θ᾽ ἱστία λεύκ᾽ ἐρύσαντες
ἥμεθα, τὰς δ᾽ ἄνεμός τε κυβερνῆταί τ᾽ ἴθυνον.
καί νύ κεν ἀσκηθὴς ἱκόμην ἐς πατρίδα γαῖαν·
ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν
καὶ Βορέης ἀπέωσε, παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων.81
.
.
ΣΤΟΥΣ ΛΩΤΟΦΑΓΟΥΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 82-104]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
απο'κει εννια μερες παρασυρομουν απ'τους καταστροφικους ανεμους 82
στη θαλασσα που'ναι γεματη ψαρια .μετα τη δεκατη μερα πατησαμε
τη γη των Λωτοφαγων,που λουλουδιου τροφη τρωνε
οπου στη στερια περπατησαμε κι αντλησαμε νερο
κι αμεσως γευματισαν κοντα στα γρηγορα καραβια οι συντροφοι
μετα αφου γευτηκαν τη τροφη και το ποτο
τοτε εγω εστειλα συντροφους να πανε και να παρουν πληροφοριες
ποιοι ειν'αυτοι οι ανθρωποι στη γη που τρωνε σιταρι
δυο αντρες διαλεξα και τριτον ενα κηρυκα εστειλα μαζι τους
που αμεσως πηγαν κι εσμιξαν με τους Λωτοφαγους ανδρες
κι οι Λωτοφαγοι δεν σκεφτονταν θανατο για τους δικους μου
συντροφους,αλλα σ'αυτους εδωσαν απ'τους λωτους να γευτουν
κι οποιος απ'αυτους ετρωγε τον γλυκο σαν μελι καρπο
ουτ'ηθελε παλι να φερει αναφορα ουτε να γυρισει πισω
αλλ'αυτο επιθυμουσαν να μεινουν με τους Λωτοφαγους ανδρες
λωτο να τρωνε κι εντελως τον γυρισμο στη πατριδα να ξεχασουν
αυτους εγω τους εφερα κλαιγοντας στα καραβια με τη βια
στα κοιλα καραβια καθεναν τραβηξα και κατω απ'τους παγκους εδεσα
και τους αλλους εμπιστους συντροφους προσταξα
γρηγορα να κινηθουν και στα γοργα καραβια ν'ανεβουν
μηπως καποιος τρωγοντας λωτο τον γυρισμο στη πατριδα ξεχασει
κι αυτοι αμεσως μπηκαν στα καραβια και στα καθισματα καθησαν
στη σειρα καθισμενοι την αφρισμενη θαλασσα με τα κουπια χτυπουσαν 104
ἔνθεν δ᾽ ἐννῆμαρ φερόμην ὀλοοῖς ἀνέμοισιν 82
πόντον ἐπ᾽ ἰχθυόεντα· ἀτὰρ δεκάτῃ ἐπέβημεν
γαίης Λωτοφάγων, οἵ τ᾽ ἄνθινον εἶδαρ ἔδουσιν.
ἔνθα δ᾽ ἐπ᾽ ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ᾽ ὕδωρ,
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ᾽ ἐπασσάμεθ᾽ ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τοτ᾽ ἐγὼν ἑτάρους προΐειν πεύθεσθαι ἰόντας,
οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες
ἄνδρε δύω κρίνας, τρίτατον κήρυχ᾽ ἅμ᾽ ὀπάσσας.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ οἰχόμενοι μίγεν ἀνδράσι Λωτοφάγοισιν·
οὐδ᾽ ἄρα Λωτοφάγοι μήδονθ᾽ ἑτάροισιν ὄλεθρον
ἡμετέροις, ἀλλά σφι δόσαν λωτοῖο πάσασθαι.
τῶν δ᾽ ὅς τις λωτοῖο φάγοι μελιηδέα καρπόν,
οὐκέτ᾽ ἀπαγγεῖλαι πάλιν ἤθελεν οὐδὲ νέεσθαι,
ἀλλ᾽ αὐτοῦ βούλοντο μετ᾽ ἀνδράσι Λωτοφάγοισι
λωτὸν ἐρεπτόμενοι μενέμεν νόστου τε λαθέσθαι.
τοὺς μὲν ἐγὼν ἐπὶ νῆας ἄγον κλαίοντας ἀνάγκῃ,
νηυσὶ δ᾽ ἐνὶ γλαφυρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ δῆσα ἐρύσσας.
αὐτὰρ τοὺς ἄλλους κελόμην ἐρίηρας ἑταίρους
σπερχομένους νηῶν ἐπιβαινέμεν ὠκειάων,
μή πώς τις λωτοῖο φαγὼν νόστοιο λάθηται.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον,
ἑξῆς δ᾽ ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς.104
.
.
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε-χ.ν.κουβελης
τι ειπε ο Τειρεσιας στον Οδυσσεα
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ' στιχοι 84-137]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
φυτα σε Antonio Vivaldi for oboe andante πρασινη βλαστηση
απο λεξη σε λεξη η σιωπη κι ας ηχει
μια κυρτωμενη αιωρηση το απογευμα
ο ανθρωπος;τρισυλλαβο ον
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε
τα μωρα του μηδομαι
πολυοματη οιηση
ξεκουμπωνοντας τα χωματα της γης αναδυεται η Περσεφονη
η βλαστηση κουρη Φερεφατα Δαματρης
γυμνα στηθη κρινων ομοια λευκων
στις ανεμωνες αιμοραγει ο Αδωνις
τοτε κρυφοβλεψε ο Τειρεσιας να λουζεται η Αρτεμις
πανσεληνος νυχτα ακτινοβολουσα στους ωμους
και στους μοιρους και στη κοιλια
η' η ωραιοτατη μηδουσα Αθηνη
και φυσικα τον τυφλωσαν
οταν πει τι ειδε να μην τον πιστεψουν στραβο ανθρωπο
κι ετσι τα θεια να μην διασαλευθουν
κι αργοτερα ,λενε,γυναικα τον εκαναν,
ετσι τον γελοιοποιησαν
ανδρογυνο
ειχε γυναικεια στηθη και γενια αντρα
αυτον τον Τειρεσια στη νεκυια της Ομηρου Οδυσσειας
κατεβηκε στον κατω κοσμο να τον συμβουλευτει ο Οδυσσεας
για καλο νοστο
ευνοστον
ραψωδια λ' νεκυια -στιχοι 84-137
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
''κι ηρθε σε μενα τοτε της πεθαμενης μανας η ψυχη 84
η Αντικλεια του μεγαλοψυχου Αυτολυκου η θυγατερα
που στη ζωη την αφησα φευγοντας για το Ιλιο νεος
οταν την ειδα δακρυσα και θλιφτηκε η καρδια μου
αλλ'ομως δεν την αφηνα πρωτη να'ρθει οσο κι αν πολυ θρηνουσα,
στο αιμα κοντα,πριν τον Τειρεσια να ρωτησω
και τοτε κοντα σε μενα ηρθε η ψυχη του Θηβαιου Τειρεσια.
και το χρυσο σκηπτρο κρατουσε.αυτος με γνωρισε και μου'πε
''Θεογεννητε γιε του Λαερτη πολυμηχανε Οδυσσεα
γιατι παρατησες,δυστυχε,το φως του ηλιου κι ηρθες εδω
νεκρους να δεις και τον αχαρο τουτο τοπο;
απομακρυνσου απ'το λακκο,και τραβηξε περα το κοφτερο σπαθι σου
για να πιω αιμα κι επειτα να σου πω τ'αλαθητα λογια''
Αυτος ειπε,κι εγω αναμερισα μακρυα και στη θηκη χωνω
το σπαθι με τ'αργυρα καρφια,κι αιμα οταν ηπιε μαυρο
αυτα τα λογια μιλησε κι ειπε ο αλανθαστος μαντις
''τον γλυκο γυρισμο ζητας λαμπρε Οδυσσεα
ομως σ'εναντιωνεται ο θεος και νομιζω πως δεν θα σ'αφησει
ο σειστης της γης που στη καρδια του για σενα εχει εκδικηση
και βραζει απο οργη που τον αγαπημενο γιο του τυφλωσες
αλλα παλι οσα κακα κι αν παθετε θα φτασετε αν θελησεις
να συγκρατηθεις εσυ κι οι συντροφοι σου,
οταν πλησιασετε με το καλοφκιαγμενο καραβι
στο νησι της Θρηνακιας ξεφευγοντας το βιολετι πελαγος
να βοσκουν εκει θα βρητε βοδια και παχια προβατα
του Ηλιου ,π'ολα απο ψηλα τα βλεπει κι ολα τ'ακουει
αυτα αν δεν πειραξεις και το γυρισμο σκεφτεσε
οσα κακα κι αν παθετε στην Ιθακη θα φτασετε
αν ομως τα πειραξετε τοτε να περιμενετε καταστροφη
στο καραβι και στους συντροφους κι αν εσυ διασωθεις
με καθυστερηση κακα θα φτασεις χανοντας ολους τους συντροφους
με ξενο καραβι και θ'αντιμετωπισεις στο σπιτι συμφορες
αντρες ξιπασμενους που το βιος σου κατατρωγουν
ανταγωνιζονται την ισοθεη γυναικα σου να παρουν και δινοντας δωρα
αλλ'ομως εκεινους με τη βια θα τιμωρησεις οταν φτασεις
κι αφου επειτα τους μνηστηρες στα μεγαρα σου μεσα τιμωρησεις
και σκοτωσεις με δολο η' στα φανερα με κοφτερο χαλκο
θ'αναχωρισεις επειτα παιρνωντας το καλοφκιαγμενο κουπι σου
να φτασεις σ'εκεινους που δεν γνωριζουν τη θαλασσα
ανθρωπους,ουτε μ'αλατι αναμειγμενη τροφη τρωνε
ουτ'ακομα αυτοι γνωριζουν τα κοκκινοπλευρα καραβια
ουτε τα καλοφκιαγμενα κουπια,που'ναι φτερα των καραβιων
και σημαδι σου λεω πολυ καθαρο που δεν θα σου ξεφυγει
οποτε με σενα συναντηθει αλλος οδοιπορος
και πει πως δικριανι κρατας στον λαμπρο σου ωμο
τοτε στη γη μεσα στεριωσε το καλοφκιαγμενο κουπι
και κανε καλες θυσιες στον Ποσειδωνα τον βασιλια
κριαρι ταυρο κι απ'τους χοιρους βαρβατο καπρι
και στο σπιτι να επιστρεψεις να κανεις θυσια εκατομβη
στους αθανατους θεους που τον πλατυ ουρανο κατεχουν
σ'ολους με τη σειρα.κι ο θανατος μακρυα απ'τη θαλασσα
πολυ ανωδυνος θα ερθει και θα σε πετυχει
στα γεραματα ησυχα αποκαμωμενο.γυρω οι λαοι
ευτυχισμενοι θα'ναι,αυτα τ'αλανθαστα σε σενα λογια ειπα'' 137
''ἦλθε δ᾽ ἐπὶ ψυχὴ μητρὸς κατατεθνηυίης,84
Αὐτολύκου θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀντίκλεια,
τὴν ζωὴν κατέλειπον ἰὼν εἰς Ἴλιον ἱρήν.
τὴν μὲν ἐγὼ δάκρυσα ἰδὼν ἐλέησά τε θυμῷ·
ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὣς εἴων προτέρην, πυκινόν περ ἀχεύων,
αἵματος ἆσσον ἴμεν, πρὶν Τειρεσίαο πυθέσθαι.
"ἦλθε δ᾽ ἐπὶ ψυχὴ Θηβαίου Τειρεσίαο
χρύσεον σκῆπτρον ἔχων, ἐμὲ δ᾽ ἔγνω καὶ προσέειπεν·
᾽διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν᾽ Ὀδυσσεῦ,
τίπτ᾽ αὖτ᾽, ὦ δύστηνε, λιπὼν φάος ἠελίοιο
ἤλυθες, ὄφρα ἴδῃ νέκυας καὶ ἀτερπέα χῶρον;
ἀλλ᾽ ἀποχάζεο βόθρου, ἄπισχε δὲ φάσγανον ὀξύ,
αἵματος ὄφρα πίω καί τοι νημερτέα εἴπω.᾽
"ὣς φάτ᾽, ἐγὼ δ᾽ ἀναχασσάμενος ξίφος ἀργυρόηλον
κουλεῷ ἐγκατέπηξ᾽. ὁ δ᾽ ἐπεὶ πίεν αἷμα κελαινόν,
καὶ τότε δή μ᾽ ἐπέεσσι προσηύδα μάντις ἀμύμων·
"᾽νόστον δίζηαι μελιηδέα, φαίδιμ᾽ Ὀδυσσεῦ·
τὸν δέ τοι ἀργαλέον θήσει θεός· οὐ γὰρ ὀίω
λήσειν ἐννοσίγαιον, ὅ τοι κότον ἔνθετο θυμῷ
χωόμενος ὅτι οἱ υἱὸν φίλον ἐξαλάωσας.
ἀλλ᾽ ἔτι μέν κε καὶ ὣς κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε,
αἴ κ᾽ ἐθέλῃς σὸν θυμὸν ἐρυκακέειν καὶ ἑταίρων,
ὁππότε κε πρῶτον πελάσῃς ἐυεργέα νῆα
Θρινακίῃ νήσῳ, προφυγὼν ἰοειδέα πόντον,
βοσκομένας δ᾽ εὕρητε βόας καὶ ἴφια μῆλα
Ἠελίου, ὃς πάντ᾽ ἐφορᾷ καὶ πάντ᾽ ἐπακούει.
τὰς εἰ μέν κ᾽ ἀσινέας ἐάᾳς νόστου τε μέδηαι,
καί κεν ἔτ᾽ εἰς Ἰθάκην κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε·
εἰ δέ κε σίνηαι, τότε τοι τεκμαίρομ᾽ ὄλεθρον,
νηί τε καὶ ἑτάροις. αὐτὸς δ᾽ εἴ πέρ κεν ἀλύξῃς,
ὀψὲ κακῶς νεῖαι, ὀλέσας ἄπο πάντας ἑταίρους,
νηὸς ἐπ᾽ ἀλλοτρίης· δήεις δ᾽ ἐν πήματα οἴκῳ,
ἄνδρας ὑπερφιάλους, οἵ τοι βίοτον κατέδουσι
μνώμενοι ἀντιθέην ἄλοχον καὶ ἕδνα διδόντες.
ἀλλ᾽ ἦ τοι κείνων γε βίας ἀποτίσεαι ἐλθών·
αὐτὰρ ἐπὴν μνηστῆρας ἐνὶ μεγάροισι τεοῖσι
κτείνῃς ἠὲ δόλῳ ἢ ἀμφαδὸν ὀξέι χαλκῷ,
ἔρχεσθαι δὴ ἔπειτα λαβὼν ἐυῆρες ἐρετμόν,
εἰς ὅ κε τοὺς ἀφίκηαι οἳ οὐκ ἴσασι θάλασσαν
ἀνέρες, οὐδέ θ᾽ ἅλεσσι μεμιγμένον εἶδαρ ἔδουσιν·
οὐδ᾽ ἄρα τοί γ᾽ ἴσασι νέας φοινικοπαρῄους
οὐδ᾽ ἐυήρε᾽ ἐρετμά, τά τε πτερὰ νηυσὶ πέλονται.
σῆμα δέ τοι ἐρέω μάλ᾽ ἀριφραδές, οὐδέ σε λήσει·
ὁππότε κεν δή τοι συμβλήμενος ἄλλος ὁδίτης
φήῃ ἀθηρηλοιγὸν ἔχειν ἀνὰ φαιδίμῳ ὤμῳ,
καὶ τότε δὴ γαίῃ πήξας ἐυῆρες ἐρετμόν,
ῥέξας ἱερὰ καλὰ Ποσειδάωνι ἄνακτι,
ἀρνειὸν ταῦρόν τε συῶν τ᾽ ἐπιβήτορα κάπρον,
οἴκαδ᾽ ἀποστείχειν ἔρδειν θ᾽ ἱερᾶς ἑκατόμβας
ἀθανάτοισι θεοῖσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι,
πᾶσι μάλ᾽ ἑξείης. θάνατος δέ τοι ἐξ ἁλὸς αὐτῷ
ἀβληχρὸς μάλα τοῖος ἐλεύσεται, ὅς κέ σε πέφνῃ
γήραι ὕπο λιπαρῷ ἀρημένον· ἀμφὶ δὲ λαοὶ
ὄλβιοι ἔσσονται. τὰ δέ τοι νημερτέα εἴρω''.137
.
.
αντιστρεφοντας......στον καθρεφτη......αντιστρεφοντας
[ ΜΕΤΑ ΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ]
.
..........τοξευαν πουλια στη δασωδη Ζακυνθο
..........σαν τα κομματια του tetris τα κατεβαζαν
..........στη γη,τους ειδε να ριχνουν νερο να
..........πλυνουν τα χερια,συχνα ηταν και το παιδι
..........μαζυ τους,τους ωφελουσε η μνημη του
πιο κατω,μια γυναικα μπροστα στον καθρεφτη
αντιστρεφει τον χρονο,ο Ατρειδης την ξεγελασε,
την αφησε να την κακολογουν μεσα στο Αργος
με τον Αιγισθο,δεν θελει να μεινει στα χωραφια
ο Ορεστης,της Ηλεκτρας φουσκωσαν τα βυζια
..........................................................ειδε
λεπτομερειες υβρεων,να κοβουν τα κρεατα
να τ'ανακατευουν με κριθαρι και βρωμη,υπολογισε
το βαρος,30 κιλα,.................................και πανω
στο λοφο βρεθηκε μπρουτζινο αλογο,με σηκωμενα
τα μπροστινα ποδια ,κομματια ,απ'αυτα υπεθεσαν
το συνολο,
στο εσωτερικο του μυκηναικου κενου,η μασκα του
χρυση, την τσιμπολογουσε μαυρο πουλι , σκορπια
κτερισματα μια ταινια ενας ασημενιος καθρεφτης
αντιστρεφει το προσωπο, που ειναι ανυπαρκτο,αν
καποτε υπηρξε,αν και καποτε εδρασε
σε κυνηγι αγριοχοιρου αποκτησες εκεινη την πληγη,
που τις κρυες μερες του χειμωνα σε βασανιζει
....Ειμ'Ουτις,
....στον υπνο της μνημης ηχουσε ο Βουκολος;,η
....Μεγαλη Αρκουδα,ο Ωριων,ο Σειριος,το Μεγαλο
....Σκυλι,εκεινη τη νυχτα
....15η με 16η του Νοεμβρη το 750 π.χ 3 η ωρα με
....4 το ξημερωμα τελειωνε την εικονα του Ομηρου
....αρνυμενος ην τε ψυχην ο Θεοφιλος,δεν την θυμασαι,
....εκεινη ειναι η Ελενη ,υπαλληλος τουριστικου γραφειου
....στις Μυκηνες,μετα τα ''επερσε'' και τους ''νοστους'',
....ασημαντη,γυναικα του κ.Χ
ο αλλος γυρισε,δεν βρηκε το σκυλι,το'χαν φαει
τοτε στην Αλλη Εξοδο,
ειχε βοδια και προβατα,ας σφαξει να γιορτασει
τον γυρισμο του,οσο για μενα,αν μαθεις,πως δεν
γυρισα μην λυπηθεις,αερας ο ανθρωπος φυσηξε
και διαλυεται , σκια και χανεται,σκοταδι
στην Ελλαδα και στο Αργος μεσα
τοσα πλοια,που χαθηκαν,οι συντροφοι δειλιασαν
εκαναν πισω,κι ενα πειστηριο για κεινη την
λαμπρη δοξα δεν βρεθηκε,εστω ενα κακοτεχνο αναγλυφο
να την δειχνει
στην ακρη της Γορτυνας,στις πετρες της Φαιστου
ματαια μην πεις πως περασαμε
στην αρνοτροφα Ηλιδα,ολες οι Τρωαδιτισσες
φωναξαν''δουλες,Εμεις,Αρχοντισες καποτε,τωρα
ατιμασμενες''φωναζαν η Ανδρομαχη,
του Εκτορα η γυναικα,η Κασσανδρα δουλα,
η Εκαβη μανα
στην ελωδη Ηλιδα
........Αιδως Αργειοι
........πηρε τον λογο κι ειπε................ βουβοι δεν ειστε
........εχεις γλωσσα........................... Μιληστε
........ποιοι τους οδηγησαν ως εδω...... Μιληστε
........μην φραζετε το στομα............... Μιληστε
πως ηρθαν τα πραγματα να πεσουμε σε προστατες
λαων.............................................. Μιληστε
την Αληθεια,να πεις
στο Αρκαλοχωρι βρεθηκε ο πελεκυς σου
τι ζητουσες εκει;εσυ ενας γενναιος,
ποιο καραβι σ'εφερε; ανεβηκες τα βουνα
τι εμπορευτηκες;,αποκτησες γυναικα παιδια
η' πανω σε καυγα αγουρος χαθηκες;
λογαριαζεσαι νεκρος,...............θελω
να σ'ακουσω
ενας ανδρας με σωμα και νου,αληθεια πες,
εκεινη την Ναυσικα την συναντησες;πλαγιασες
μαζυ της;η ολα κουφια λογια,ψευτιες
ζητιανιες τσαρλατανων ραψωδων,που
γυριζουν σ'αυλες τυραννων κολακευοντας,σαν
εκεινον,ξερεις ποιον,που μας χαιδευε τ'αυτια
με παραμυθια κι ετρωγε αρνια και ελαφια,μεχρι,
που σωθηκαν τα παχια γελαδια και μας παρατησε
..................................την κορη την πενταμορφη
την εχασες στα ζαρια,βγηκε μ'εκεινον τον πανουργο
τετοιο βλασταρι εχασες
........Φλανδρω η' Ερωφιλη η' Μαρια
........η' για μια Ελενη
στη λαμπρη Τιρυνθα,στην πολυδεντρη Κνωσο
αντιστρεφοντας.............. μεσα στον καθρεφτη
αντιστρεφοντας.......................στην μεταφυσικη των νερων
.............................................ανεβηκε
.............................................η χλοη
αντιστρεφοντας
το φως εξοριζοντας
πληθωρισμους υδρατμων......................το συννεφο
κυλλωντας στα φυλλα..........................το ανυπαρκτο
σφαιρα................................................αντιστρεφοντας
..........................................................επιστρεφοντας
..........................................................αντιστρεφοντας
....Αιδως Αργειοι,κακ'ελεγχτα,ειδος αγητοι.
....οφρα μεν ες πολεμον πωλεσκετο διος Αχιλλευς,
....ουδε ποτε Τρωες προ πυλαων Δαρδανιαων
....οιχνεσκον.κεινον γαρ εδειδισαν οβριμον εγχος
.
.
.
....Διχως Νοστο Τελειωσες
.
.
....ΔιΝεΤου
.
Καλυψω και Οδυσσεας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Καλυψω και Οδυσσεας
[σε στιχους της ραψωδιας ε' της Οδυσσειας του Ομηρου]-χ.ν.κουβελης
η πότνια νύμφη
τον βρηκε στ'ακρογυαλι δακρυσμενο
η νοσταλγια της πατριδας και το σπιτι του
τον βασανιζε κι αναστεναζε
και να'χει την ομορφη νυμφη τη νυχτα και να την απολαμβανει
δεν τον συγρατουσε σ'αυτο το νησι του Ιονιου
και τ'αλμυρα του δακρυα κυλουσαν ποταμι στην απεραντη
θαλασσα
[τὸν δ᾽ ἄρ᾽ ἐπ᾽ ἀκτῆς εὗρε καθήμενον· οὐδέ ποτ᾽ ὄσσε
δακρυόφιν τέρσοντο, κατείβετο δὲ γλυκὺς αἰὼν
νόστον ὀδυρομένῳ, ἐπεὶ οὐκέτι ἥνδανε νύμφη.
ἀλλ᾽ ἦ τοι νύκτας μὲν ἰαύεσκεν καὶ ἀνάγκῃ
ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι παρ᾽ οὐκ ἐθέλων ἐθελούσῃ·
ἤματα δ᾽ ἂμ πέτρῃσι καὶ ἠιόνεσσι καθίζων
δάκρυσι καὶ στοναχῇσι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἐρέχθων
πόντον ἐπ᾽ ἀτρύγετον δερκέσκετο δάκρυα λείβων]
κι εκεινη η ομορφομαλλουσα του'πε αυτα τα φτερωτα λογια
κανενας δεν σε κρατα αν εσυ δεν το θελεις
ουτε τα καλλη γυναικας ουτε τα μεθυστικα αρωματα
και τα αραχνουφαντα ρουχα και τ'ασπρα μπρατσα της
που τις νυχτες σε κλεινουν
ουτε οι ηχοι των κρυσταλλινων νερων
ελα,και φκιαξε γερη βαρκα να γυρισεις σωος στο σπιτι σου
κι εγω θα σου βαλω νερο να ξεδιψαζεις και φαι να'χεις να τρως
κι ακομα και κοκκινο δυνατο κρασι να ευφρανθεις
να δυναμωσεις γιατι με τη θαλασσα μεγαλο αγωνα θα'χεις
και ρουχα θα σου'χω ν'αλλαξεις σαν θα βραχεις
κι ανεμος θα σε σπρωχνει ευνοικος στα δικα σου μερη
και τ'αστρα στον ουρανο θα δειξω να σ'οδηγησουν αλανθαστα
οπως παντα βοηθουν τους ναυτικους
["κάμμορε, μή μοι ἔτ᾽ ἐνθάδ᾽ ὀδύρεο, μηδέ τοι αἰὼν
φθινέτω· ἤδη γάρ σε μάλα πρόφρασσ᾽ ἀποπέμψω.
ἀλλ᾽ ἄγε δούρατα μακρὰ ταμὼν ἁρμόζεο χαλκῷ
εὐρεῖαν σχεδίην· ἀτὰρ ἴκρια πῆξαι ἐπ᾽ αὐτῆς
ὑψοῦ, ὥς σε φέρῃσιν ἐπ᾽ ἠεροειδέα πόντον.
αὐτὰρ ἐγὼ σῖτον καὶ ὕδωρ καὶ οἶνον ἐρυθρὸν
ἐνθήσω μενοεικέ᾽, ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι,
εἵματά τ᾽ ἀμφιέσω· πέμψω δέ τοι οὖρον ὄπισθεν,
ὥς κε μάλ᾽ ἀσκηθὴς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκηαι,]
το ονειρο της Πηνελοπης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια τ'-στιχοι 536-554]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἀλλ' ἄγε μοι τὸν ὄνειρον ὑπόκριναι καὶ ἄκουσον.
χῆνές μοι κατὰ οἶκον ἐείκοσι πυρὸν ἔδουσιν
ἐξ ὕδατος, καί τέ σφιν ἰαίνομαι εἰσορόωσα·
ἐλθὼν δ' ἐξ ὄρεος μέγας αἰετὸς ἀγκυλοχήλης
πᾶσι κατ' αὐχένας ἦξε καὶ ἔκτανεν· οἱ δ' ἐκέχυντο 540
ἁθρόοι ἐν μεγάροισ', ὁ δ' ἐς αἰθέρα δῖαν ἀέρθη.
αὐτὰρ ἐγὼ κλαῖον καὶ ἐκώκυον ἔν περ ὀνείρῳ,
ἀμφὶ δέ μ' ἠγερέθοντο ἐϋπλοκαμῖδες Ἀχαιαί,
οἴκτρ' ὀλοφυρομένην, ὅ μοι αἰετὸς ἔκτανε χῆνας.
ἂψ δ' ἐλθὼν κατ' ἄρ' ἕζετ' ἐπὶ προὔχοντι μελάθρῳ,
φωνῇ δὲ βροτέῃ κατερήτυε φώνησέν τε·
"θάρσει, Ἰκαρίου κούρη τηλεκλειτοῖο·
οὐκ ὄναρ, ἀλλ' ὕπαρ ἐσθλόν, ὅ τοι τετελεσμένον ἔσται.
χῆνες μὲν μνηστῆρες, ἐγὼ δέ τοι αἰετὸς ὄρνις
ἦα πάρος, νῦν αὖτε τεὸς πόσις εἰλήλουθα, 550
ὃς πᾶσι μνηστῆρσιν ἀεικέα πότμον ἐφήσω."
ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐμὲ μελιηδὴς ὕπνος ἀνῆκε·
παπτήνασα δὲ χῆνας ἐνὶ μεγάροισ' ἐνόησα
πυρὸν ἐρεπτομένους παρὰ πύελον, ἧχι πάρος περ."
αλλ'ελα κι ακουσε τ'ονειρο και σε μενα ερμηνεψε το
εγω'χω εικοσι χηνες στο σπιτι που σταρι τρωνε μουσκεμενο
κι αυτες ζεστενεται απ'τη χαρα η καρδια μου να τις βλεπω,
κι απ'το βουνο ηρθε τρανος αετος με νυχια γαμψα
σ'ολες καταπανω πεφτοντας τους λαιμους εσπασε και σκοτωσε 540
κι αυτες σκορπισαν σωρος στις αιθουσες ,ενω αυτος στον λαμπερο
αερα σηκωθηκε,τοτε εγω'κλαιγα κι ουρλιαζα με λυγμους μεσ'τ'ονειρο
και γυρω μου μαζευτηκαν οι ομορφοπλεξουδες Αχαιετισες
τοσο θρηνουσα να λυπασαι,γιατι ο αετος μου σκοτωσε τις χηνες,
τοτ'αυτος γυριζοντας πισω καθισε σε μια προεξοχη του δοκαριου της στεγης
και μ'ανθρωπινη φωνη να μην οδυρομαι μου φωναξε
''παρε θαρρος.του Ικαριου κορη που στα περατα ειναι δοξασμενος
δεν ειν'ονειρο,αλλ'οπτασια καλη,που σε σενα θα πραγματοποιηθει,
οι χηνες οι μνηστηρες ειναι,εγω που σε σενα σαν αετος πουλι
πριν φανηκα,τωρα παλι σαν τον αντρα σου εχω γυρισει 550
που σ'ολους τους μνηστηρες ντροπιασμενη μοιρα θα φερω''
ετσι αυτος ειπε,τοτε ο γλυκος σαν μελι υπνος μ'αφησε
κι ειδα κοιττωντας γυρω τις χηνες στις αιθουσες και καταλαβα
σταρι να τσιμπολογουν στη λεκανι οπου και πριν εκει γυρω
Συν-Τομες Επανα-Ληψεις-Αχιλλεας και Βρισηιδα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βρισηιδα- χ.ν.κουβελης
γι'αυτην την ψηλη μελαχροινη κι ομορφη
γυναικα την Βρισιηδα,απο την Λυρνησσο
αρχιζει η φοβερη μηνις τ'Αχιλεα
και αιτια για τους 15.693 δακτυλικους εξαμετρους
στιχους της Ιλιαδας
Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἥ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλάς δ’ ἰφθίμους ψυχάς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτούς δέ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διός δ’ ἐτελείετο βουλή,
ἐξ οὗ δή τά πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καί δῖος Ἀχιλλεύς.
αυτην την Ιπποδαμεια που την αρπαξε απ'το σπιτι της ο Αχιλλεας
οταν εκει εκστρατευσε σκοτωνοντας
τον αντρα της και τα τρια αδερφια της
και σερνοντας την παρα τα κοιλα καραβια των Αχαιων
δουλα και γυναικα του
και πολυ οργισθηκε με τον Ατρειδη Αγαμεμνωνα
με το θρασος του
να ζητησει γι'ανταλλαγη τη δικια του Βρισηιδα
ας τα βγαλουν τοτε περα μονοι
τους παραταει αποσυρρει τους γενναιους Μυρμιδονες
αυτοι για την Ελενη τους
κι αυτος για την Βρισηιδα του
την οργη πες μας θεα,την καταραμενη του Πηληιαδη Αχιλεα
που μυρια βασανα στους Αχαιους εφερε
πολλες δε γενναιες ψυχες στον Αδη εστειλε ηρωων
αυτων τα κορμια ερριξε στα σκυλια και σ'ολα τα ορνια
του Δια εκπληρωθηκε η θεληση
οταν πρωτη φορα εχθρευτηκαν κι ηρθαν σε διασταση οι δυο
ο Ατρειδης αρχηγος αντρων κι ο θεικος Αχιλλεας
.
.
η Ελενη-τοιχογραφια σε καφενειο-αποσπασμα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
[Μεταφραζοντας Ομηρο]-χ.ν.κουβελης
ΛΟΓΟΜΑΧΙΑ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Γ'-στιχοι 379-420]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
αὐτὰρ ὃ ἂψ ἐπόρουσε κατακτάμεναι μενεαίνων
380 ἔγχεϊ χαλκείῳ· τὸν δ᾽ ἐξήρπαξ᾽ Ἀφροδίτη
ῥεῖα μάλ᾽ ὥς τε θεός, ἐκάλυψε δ᾽ ἄρ᾽ ἠέρι πολλῇ,
κὰδ δ᾽ εἷσ᾽ ἐν θαλάμῳ εὐώδεϊ κηώεντι.
Αὐτὴ δ᾽ αὖ Ἑλένην καλέουσ᾽ ἴε· τὴν δὲ κίχανε
πύργῳ ἐφ᾽ ὑψηλῷ, περὶ δὲ Τρῳαὶ ἅλις ἦσαν·
385 χειρὶ δὲ νεκταρέου ἑανοῦ ἐτίναξε λαβοῦσα,
γρηῒ δέ μιν ἐϊκυῖα παλαιγενέϊ προσέειπεν
εἰροκόμῳ, ἥ οἱ Λακεδαίμονι ναιετοώσῃ
ἤσκειν εἴρια καλά, μάλιστα δέ μιν φιλέεσκε·
τῇ μιν ἐεισαμένη προσεφώνεε δῖ᾽ Ἀφροδίτη·
390 δεῦρ᾽ ἴθ᾽· Ἀλέξανδρός σε καλεῖ οἶκον δὲ νέεσθαι.
Κεῖνος ὅ γ᾽ ἐν θαλάμῳ καὶ δινωτοῖσι λέχεσσι
κάλλεΐ τε στίλβων καὶ εἵμασιν· οὐδέ κε φαίης
ἀνδρὶ μαχεσσάμενον τόν γ᾽ ἐλθεῖν, ἀλλὰ χορὸν δὲ
ἔρχεσθ᾽, ἠὲ χοροῖο νέον λήγοντα καθίζειν.
395 Ὣς φάτο, τῇ δ᾽ ἄρα θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ὄρινε·
καί ῥ᾽ ὡς οὖν ἐνόησε θεᾶς περικαλλέα δειρὴν
στήθεά θ᾽ ἱμερόεντα καὶ ὄμματα μαρμαίροντα,
θάμβησέν τ᾽ ἄρ᾽ ἔπειτα ἔπος τ᾽ ἔφατ᾽ ἔκ τ᾽ ὀνόμαζε·
δαιμονίη, τί με ταῦτα λιλαίεαι ἠπεροπεύειν;
400 ἦ πῄ με προτέρω πολίων εὖ ναιομενάων
ἄξεις, ἢ Φρυγίης ἢ Μῃονίης ἐρατεινῆς,
εἴ τίς τοι καὶ κεῖθι φίλος μερόπων ἀνθρώπων·
οὕνεκα δὴ νῦν δῖον Ἀλέξανδρον Μενέλαος
νικήσας ἐθέλει στυγερὴν ἐμὲ οἴκαδ᾽ ἄγεσθαι,
405 τοὔνεκα δὴ νῦν δεῦρο δολοφρονέουσα παρέστης;
ἧσο παρ᾽ αὐτὸν ἰοῦσα, θεῶν δ᾽ ἀπόεικε κελεύθου,
μηδ᾽ ἔτι σοῖσι πόδεσσιν ὑποστρέψειας Ὄλυμπον,
ἀλλ᾽ αἰεὶ περὶ κεῖνον ὀΐζυε καί ἑ φύλασσε,
εἰς ὅ κέ σ᾽ ἢ ἄλοχον ποιήσεται ἢ ὅ γε δούλην.
410 Κεῖσε δ᾽ ἐγὼν οὐκ εἶμι· νεμεσσητὸν δέ κεν εἴη·
κείνου πορσανέουσα λέχος· Τρῳαὶ δέ μ᾽ ὀπίσσω
πᾶσαι μωμήσονται· ἔχω δ᾽ ἄχε᾽ ἄκριτα θυμῷ.
Τὴν δὲ χολωσαμένη προσεφώνεε δῖ᾽ Ἀφροδίτη·
μή μ᾽ ἔρεθε σχετλίη, μὴ χωσαμένη σε μεθείω,
415 τὼς δέ σ᾽ ἀπεχθήρω ὡς νῦν ἔκπαγλ᾽ ἐφίλησα,
μέσσῳ δ᾽ ἀμφοτέρων μητίσομαι ἔχθεα λυγρὰ
Τρώων καὶ Δαναῶν, σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι.
Ὣς ἔφατ᾽, ἔδεισεν δ᾽ Ἑλένη Διὸς ἐκγεγαυῖα,
βῆ δὲ κατασχομένη ἑανῷ ἀργῆτι φαεινῷ
420 σιγῇ, πάσας δὲ Τρῳὰς λάθεν· ἦρχε δὲ δαίμων
.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
και μετα ξανα πηδηξε κατα πανω του να τον σκοτωσει
με το χαλκινο κονταρι.αυτον δε τον αρπαξε η Αφροδιτη 380
σαν θεα που ηταν μπορεσε.τον καλυψε με πυκνη ομιχλη γυρω
και στην ευωδιασμενη καμαρα της γυναικας του τον βαζει.
αυτη δε αμεσως την Ελενη να φωναξει πηγε.τη συναπαντησε
στον πυργο στα ψηλα γυρω δε Τρωαδιτισσες πληθος ηταν
με το χερι πιανοντας τ'αρωματισμενο φορεμα την τραβηξε 385
σε γριας μοιαζοντας την οψη πολυ γερασμενης της μιλησε
σε μια υφαντρα που στην Λακεδαιμωνα εμενε
κι εγνεθε λεπτα μαλλια,πολυ δε σ'αυτην αρεσε
σ'αυτην ομοιασμενη της μιλησε η θεικη Αφροδιτη
''Ελα δω.ο Αλεξανδρος σε καλει στο σπιτι να πας 390
εκεινος ειναι μεσα στη καμαρα και στο περιτεχνο κρεβατι
στην ομορφια λαμπωντας και στα ρουχα.και δεν θα'λεγες
σ'αντρα απο μαχη που μαχονταν να'ρθε,αλλα σε χορο
παει,η' απο χορο που πριν λιγο τελειωσε αναπαυεται
Ετσι ειπε,κι αυτης τοτε η καρδια στα στηθια ταραχτηκε 395
κι αμεσως λοιπον οπως καταλαβε τη θεα απ'την πανεμορφη σαρκα
απ'τα ποθητα στηθη και απ'τα φεγγοβολα ματια
θαμπωθηκε κι αμεσως επειτα λογο της ειπε και την ονομασε.
''Δαιμονια,γιατι μ'αυτα επιθυμεις να μ'απατησεις;
η' μηπως πρωτα σε πολεις καλα κατοικημενες 400
εμενα πας,η' στη Φρυγια η' στην Μαιονια την εξοχη
αν καποιος σε σενα και κει ειν'αγαπητος των ομιλουντων ανθρωπων
ειτε λοιπον γιατι τωρα τον θειο Αλεξανδρο ο Μενελαος
αφου νικησε θελει την απεχθη εμενα στο σπιτι να φερει
γι'αυτο λοιπον τωρα εδω σκεπτομενη απατη εμφανισθηκες 405
εσυ κοντα του σ'αυτον πηγαινε,των θεων απαρνησου το δρομο
ουτ'ακομη τα ποδια σου να στρεψεις προς τον Ολυμπο
αλλα παντοτε κοντα σ'εκεινον υποφερε και προστατεψε
μεχρι σ'αυτον εσενα η' γυναικα κανει η' σ'αυτον δουλα
Εκει δ'εγω δεν παω.ντροπη αυτο θα ηταν. 410
εκεινου να προετοιμασω το κρεβατι .οι Τρωαδιτισσες πισω μου
ολες θα το κατεκριναν.εχω δε παθη απερισκεπτα στη καρδια
Αυτην δε οργισμενη προσφωνησε η θεικη Αφροδιτη
μη μ'ερεθιζεις αθλια,μηπως θυμωμενη σε παρατησω
τοσο δε σ'εχθρευτω οσο ως τωρα υπερβολικα σ'αγαπουσα 415
αναμεσα δε στους δυο μηχανευτω εχθρα ολεθρια
Τρωων και Δαναων,εσυ δε μ'εκεινους απο κακια μοιρα αφανισθεις
Ετσι ειπε,φοβηθηκε δε η Ελενη η γεννημενη απ'τον Δια
βαδισε δε σκεπασμενη σφιχτα στο ακτινοβολο λευκο φορεμα
στη σιωπη,απ'ολες τις Τρωαδιτισσες κρυφα.προηγουνταν δε η θεα 420
.
.
.
Καβάλα στον Πήγασο, ο Βελλερεφόντης σκοτώνει την Χίμαιρα κυλίκιο
του 4ου αι. π.Χ. από την Κάτω Ιταλία
.
.
[Μεταφραζοντας Ομηρο]-χ.ν.κουβελης
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΒΕΛΛΕΡΕΦΟΝΤΗ
[Ομηρου Ιλιαδα-Ραψωδια Ζ'-στιχοι 144-211]μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
Τὸν δ' αὖθ' Ἱππολόχοιο προσηύδα φαίδιμος υἱός·
Τυδεΐδη μεγάθυμε τί ἢ γενεὴν ἐρεείνεις;145
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν.
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
εἰ δ' ἐθέλεις καὶ ταῦτα δαήμεναι ὄφρ' ἐῢ εἰδῇς 150
ἡμετέρην γενεήν, πολλοὶ δέ μιν ἄνδρες ἴσασιν·
ἔστι πόλις Ἐφύρη μυχῷ Ἄργεος ἱπποβότοιο,
ἔνθα δὲ Σίσυφος ἔσκεν, ὃ κέρδιστος γένετ' ἀνδρῶν,
Σίσυφος Αἰολίδης· ὃ δ' ἄρα Γλαῦκον τέκεθ' υἱόν,
αὐτὰρ Γλαῦκος τίκτεν ἀμύμονα Βελλεροφόντην·155
τῷ δὲ θεοὶ κάλλός τε καὶ ἠνορέην ἐρατεινὴν
ὤπασαν· αὐτάρ οἱ Προῖτος κακὰ μήσατο θυμῷ,
ὅς ῥ' ἐκ δήμου ἔλασσεν, ἐπεὶ πολὺ φέρτερος ἦεν,
Ἀργείων· Ζεὺς γάρ οἱ ὑπὸ σκήπτρῳ ἐδάμασσε.
τῷ δὲ γυνὴ Προίτου ἐπεμήνατο δῖ' Ἄντεια 160
κρυπταδίῃ φιλότητι μιγήμεναι· ἀλλὰ τὸν οὔ τι
πεῖθ' ἀγαθὰ φρονέοντα δαΐφρονα Βελλεροφόντην.
ἣ δὲ ψευσαμένη Προῖτον βασιλῆα προσηύδα·
τεθναίης ὦ Προῖτ', ἢ κάκτανε Βελλεροφόντην,
ὅς μ' ἔθελεν φιλότητι μιγήμεναι οὐκ ἐθελούσῃ.165
ὣς φάτο, τὸν δὲ ἄνακτα χόλος λάβεν οἷον ἄκουσε·
κτεῖναι μέν ῥ' ἀλέεινε, σεβάσσατο γὰρ τό γε θυμῷ,
πέμπε δέ μιν Λυκίην δέ, πόρεν δ' ὅ γε σήματα λυγρὰ
γράψας ἐν πίνακι πτυκτῷ θυμοφθόρα πολλά,
δεῖξαι δ' ἠνώγειν ᾧ πενθερῷ ὄφρ' ἀπόλοιτο. 170
αὐτὰρ ὁ βῆ Λυκίην δὲ θεῶν ὑπ' ἀμύμονι πομπῇ.
ἀλλ' ὅτε δὴ Λυκίην ἷξε Ξάνθόν τε ῥέοντα,
προφρονέως μιν τῖεν ἄναξ Λυκίης εὐρείης·
ἐννῆμαρ ξείνισσε καὶ ἐννέα βοῦς ἱέρευσεν.
ἀλλ' ὅτε δὴ δεκάτη ἐφάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠὼς 175
καὶ τότε μιν ἐρέεινε καὶ ᾔτεε σῆμα ἰδέσθαι
ὅττί ῥά οἱ γαμβροῖο πάρα Προίτοιο φέροιτο.
αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ σῆμα κακὸν παρεδέξατο γαμβροῦ,
πρῶτον μέν ῥα Χίμαιραν ἀμαιμακέτην ἐκέλευσε
πεφνέμεν· ἣ δ' ἄρ' ἔην θεῖον γένος οὐδ' ἀνθρώπων, 180
πρόσθε λέων, ὄπιθεν δὲ δράκων, μέσση δὲ χίμαιρα,
δεινὸν ἀποπνείουσα πυρὸς μένος αἰθομένοιο,
καὶ τὴν μὲν κατέπεφνε θεῶν τεράεσσι πιθήσας.
δεύτερον αὖ Σολύμοισι μαχέσσατο κυδαλίμοισι·
καρτίστην δὴ τήν γε μάχην φάτο δύμεναι ἀνδρῶν. 185
τὸ τρίτον αὖ κατέπεφνεν Ἀμαζόνας ἀντιανείρας.
τῷ δ' ἄρ' ἀνερχομένῳ πυκινὸν δόλον ἄλλον ὕφαινε·
κρίνας ἐκ Λυκίης εὐρείης φῶτας ἀρίστους
εἷσε λόχον· τοὶ δ' οὔ τι πάλιν οἶκον δὲ νέοντο·
πάντας γὰρ κατέπεφνεν ἀμύμων Βελλεροφόντης. 190
ἀλλ' ὅτε δὴ γίγνωσκε θεοῦ γόνον ἠῢν ἐόντα
αὐτοῦ μιν κατέρυκε, δίδου δ' ὅ γε θυγατέρα ἥν,
δῶκε δέ οἱ τιμῆς βασιληΐδος ἥμισυ πάσης·
καὶ μέν οἱ Λύκιοι τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης, ὄφρα νέμοιτο. 195
ἣ δ' ἔτεκε τρία τέκνα δαΐφρονι Βελλεροφόντῃ
Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν.
Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς,
ἣ δ' ἔτεκ' ἀντίθεον Σαρπηδόνα χαλκοκορυστήν.
ἀλλ' ὅτε δὴ καὶ κεῖνος ἀπήχθετο πᾶσι θεοῖσιν, 200
ἤτοι ὃ κὰπ πεδίον τὸ Ἀλήϊον οἶος ἀλᾶτο
ὃν θυμὸν κατέδων, πάτον ἀνθρώπων ἀλεείνων·
Ἴσανδρον δέ οἱ υἱὸν Ἄρης ἆτος πολέμοιο
μαρνάμενον Σολύμοισι κατέκτανε κυδαλίμοισι·
τὴν δὲ χολωσαμένη χρυσήνιος Ἄρτεμις ἔκτα. 205
Ἱππόλοχος δέ μ' ἔτικτε, καὶ ἐκ τοῦ φημι γενέσθαι·
πέμπε δέ μ' ἐς Τροίην, καί μοι μάλα πόλλ' ἐπέτελλεν
αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων,
μηδὲ γένος πατέρων αἰσχυνέμεν, οἳ μέγ' ἄριστοι
ἔν τ' Ἐφύρῃ ἐγένοντο καὶ ἐν Λυκίῃ εὐρείῃ. 210
ταύτης τοι γενεῆς τε καὶ αἵματος εὔχομαι εἶναι.
.
.
σ'αυτον αμεσως του Ιππολοχου μιλησε ο λαμπρος γιος
γιε του Τυδεα μεγαλοψυχε ποια ειν'η γεννια μου ρωτας; 145
οποια των φυλλων η γεννια τετοια δε και των ανθρωπων
φυλλα τα μεν κι ο ανεμος χαμω ριχνει,αλλα δε το δασος
ολο ζωντανια φυτρωνει,της ανοιξης οταν επερχεται η ωρα
οπως των ανθρωπων η γεννια,η μεν φυτρωνει η δε τελειωνει
αν δε θελεις κι αυτα να μαθεις για να καλα γνωρισεις 150
την δικια μου γεννια αφου πολλοι ανθρωποι την γνωριζουν
υπαρχει πολις Εφυρα βαθεια μεσ'στ'Αργος π'αλογα θρεφει
εκει δε ο Σισυφος ηταν,ο πιο απληστος που'γινε απ'ανθρωπους
ο Σισυφος γιος του Αιολου,αυτος δε τον Γλαυκο γεννησε γιο
μετα ο Γλαυκος γεννησε τον αμεμπτο Βελλερεφοντην 155
σ'αυτον οι θεοι κι ωραιοτητα κι ανδρεια εξοχην
εστειλαν.μετα σ'αυτον ο Προιτος κακα μηχανευτηκε στη καρδια
αυτον απ'τον δημο εκδιωξε επειδη πολυ ανωτερος ηταν
των Αργειων.ο Διας αυτον κατ'απ'το σκηπτρο του ελεγχε
μ'αυτον δε η γυναικα του Προιτου ξετρελλαθηκε η θεια Αντεια 160
με κρυφο ερωτα να σμιξει αλλ'αυτον καθολου δεν καταφερε
τον αγαθα σκεπτομενο τον συνετο το φρονημα Βελλερεφοντην
αυτη δε ψευδομενη στον Προιτο βασιλια μιλησε
πεθανε Προιτε η' σκοτωσε τον Βελλερεφοντην
που'θελε μ'ερωτα με μενα να σμιξει χωρις να θελω 165
ως το'πε τον δε βασιλια οργη επιασε απ'αυτο π'ακουσε
να τον σκοτωσει μεν τ'αποφυγε δεν τ'αντεχε στη καρδια
τον εστειλε δε στη Λυκια και του'δωσε δε ολεθρια σηματα
γραφοντας σε διπλωμενο πινακα φθοροφορα στη καρδια πολλα
να δειχτει και ν'ανοιχτει στον πενθερο για να χαθει 170
τοτ'αυτος βαδισε στη Λυκια κατω δε απ'των θεων την αμεμπτο συνοδεια
αλλ'οταν λοιπον στη Λυκια εφθασε και στον Ξανθο τον ρεοντα
προθυμα τον ετιμησε ο βασιλιας της Λυκιας της ευρυχωρης
εννια μερες τον φιλοξενισε κι εννια βοδια θυσιασε σφαζοντας
αλλ'οταν λοιπον τη δεκατη φωτισε η ροδοδαχτυλη Αυγη 175
τοτε μονο τον ρωτησε και ζητησε το σημα να γνωρισει
αυτο που σ'αυτον απ'τον γαμβρον τον Προιτο εφερε
μετα οταν το κακο σημα του παραδοθηκε του γαμβρου
πρωτον μεν την Χιμαιρα την ακαταμαχητην διεταξε
να χτυπησει.αυτη δε ηταν θεικη γεννια οχι ανθρωπων 180
μπροστα λιονταρι πισω δρακος στη μεση δε γιδα χιμαιρα
φοβερη εκπνεοντας φωτιας ορμη φλογερη
κι αυτη σκοτωσε στων θεων τα σημαδια υπακουοντας
δευτερον με τους Σολυμους μαχευσε τους ξακουστους
τοσο ισχυρη μαχη ελεγε δεν γινεται ανθρωπων 185
το τριτον σκοτωσε τις Αμαζονες ισες μ'αντρες αντιπαλες
σ'αυτον δεν οταν επεστρεφε πανουργον δολο αλλον υφανε
διαλεγοντας απ'την Λυκια την ευρυχωρη τους πιο αριστους
εστησε ενεδρα.απ'αυτους δε ουτ'ενας παλι σπιτι γυρισε
ολους τους σκοτωσε ο αμεμπτος Βελλερεφοντης 190
αλλ'οταν καταλαβε απο θεου γονου φυτρα ηταν
αυτον κρατησε του'δωσε δε τη θυγατερα του
εδωσε δε σ'αυτον τη μιση ολης της βασιλικης τιμης
κι οι Λυκιοι τεμενος του χωρισαν εξοχο απ'αλλα
ομορφης δενδροφυτειας και χωραφιου για να τα μοιραζεται 195
αυτη δε γεννησε τρια παιδια στον συνετο το φρονημα Βελλερεφοντην
τον Ισανδρον και τον Ιππολοχον και την Λαοδαμειαν
με την Λαοδαμεια συνεβρεθηκε ο σοφος Διας
αυτη δε γεννησε τον ισοθεο Σαρπηδονα τον χαλκοοπλοφορο
αλλ'οταν τελικα κι εκεινος εχθρευθηκε απ'ολους τους θεους 200
αληθεια αυτος κατω στον Αληιο τοπο μονος περιπλανηθηκε
την καρδια του κατατρωγοντας πατημα ανθρωπων αποφευγοντας
τον Ισανδρον δε τον γιο του ο Αρης ο αχορταγος για πολεμο
μαχομενον με τους Σολυμους τους ξακουστους τον σκοτωσε
την δε κορη του οργισμενη η με τα χρυσα χαλιναρια Αρτεμη σκοτωσε 205
ο Ιππολοχος εμενα γεννησε κι απ'αυτον λεγω να γεννηθηκα
μ'εστειλε δε στη Τροια και σε μενα παρα πολλα εδωσε εντολη
παντα ν'αριστευεις και να υπερεχεις των αλλων
ουτε το γενος των πατερων να ντροπιασω που παρα πολυ αριστοι
μεσ'την Εφυρα εγιναν και στην Λυκια την ευρυχωρη 210
τουτης σε σενα και της γεννιας και του αιματος καυχωμαι να'μαι
.
.
.
Αχιλεας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΧΙΛΗΟΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 467-491]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
ἦλθε δ' ἐπὶ ψυχὴ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
καὶ Πατροκλῆος καὶ ἀμύμονος Ἀντιλόχοιο
Αἴαντός θ', ὃς ἄριστος ἔην εἶδός τε δέμας τε
τῶν ἄλλων Δαναῶν μετ' ἀμύμονα Πηλεΐωνα. 470
ἔγνω δὲ ψυχή με ποδώκεος Αἰακίδαο
καί ῥ' ὀλοφυρομένη ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν' Ὀδυσσεῦ,
σχέτλιε, τίπτ' ἔτι μεῖζον ἐνὶ φρεσὶ μήσεαι ἔργον;
πῶς ἔτλης Ἄϊδόσδε κατελθέμεν, ἔνθα τε νεκροὶ 475
ἀφραδέες ναίουσι, βροτῶν εἴδωλα καμόντων;»
ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον·
«ὦ Ἀχιλεῦ, Πηλῆος υἱέ, μέγα φέρτατ' Ἀχαιῶν,
ἦλθον Τειρεσίαο κατὰ χρέος, εἴ τινα βουλὴν
εἴποι, ὅπως Ἰθάκην ἐς παιπαλόεσσαν ἱκοίμην· 480
οὐ γάρ πω σχεδὸν ἦλθον Ἀχαιΐδος οὐδέ πω ἁμῆς
γῆς ἐπέβην, ἀλλ' αἰὲν ἔχω κακά. σεῖο δ', Ἀχιλλεῦ,
οὔ τις ἀνὴρ προπάροιθε μακάρτερος οὔτ' ἄρ' ὀπίσσω·
πρὶν μὲν γάρ σε ζωὸν ἐτίομεν ἶσα θεοῖσιν
Ἀργεῖοι, νῦν αὖτε μέγα κρατέεις νεκύεσσιν 485
ἐνθάδ' ἐών· τῶ μή τι θανὼν ἀκαχίζευ, Ἀχιλλεῦ.»
ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ' αὐτίκ' ἀμειβόμενος προσέειπε·
«μὴ δή μοι θάνατόν γε παραύδα, φαίδιμ' Ὀδυσσεῦ.
βουλοίμην κ' ἐπάρουρος ἐὼν θητευέμεν ἄλλῳ,
ἀνδρὶ παρ' ἀκλήρῳ, ᾧ μὴ βίοτος πολὺς εἴη, 490
ἢ πᾶσιν νεκύεσσι καταφθιμένοισιν ἀνάσσειν.''
ηρθ'επανω η ψυχη του γιου του Πηλεα Αχιλεα
και του Πατροκλου και του αμεμπτου Αντιλοχου
και του Αιαντα,που'ταν πρωτος στην οψη και στο κορμι
των αλλων Δαναων μετα τον αμεμπτο του Πηλεα 470
με γνωρισε η ψυχη του γρηγοροποδαρου γονου του Αιακου
και σπαρακτικα θρηνωντας λογια φτερωτα μιλησε.
''γονε θεου γιε του Λαερτη,πολυμηχανε Οδυσσεα
παρατολμε,τι αραγε ακομη μεγαλο στο νου μηχανευεσαι εργο
πως αντεξες στον Αδη να κατερθεις,οπου οι νεκροι 475
αναισθητοι διαμενουν,ειδωλα θνητων τελειωμενων;''
ετσ'ειπε,τοτ'εγω σ'αυτον ανταποκρινομενος μιλησα.
''ω Αχιλεα,του Πηλεα γιε,πολυ υπερτερε των Αχαιων,
ηρθα στον Τειρεσια κατ'αναγκη,αν καποια συμβουλη
εχει να πει,πως στην Ιθακη στη δυσβατη θα φτασω 480
ουτ'ακομα πλησιασα Αχαικη γη,ουτ'ακομα της δικης μου
γης πατησα,αλλα παντοτ'εχω βασανα,σαν εσενα,Αχιλεα,
κανενας ανθρωπος στα περασμενα πιο καλοτυχος ουτε στα μεταπειτα
πριν οταν ζουσες σε τιμουσαμε ισα με τους θεους
οι Αργειοι ,τωρα παλι παρα πολυ κραταιος στους νεκρους 485
εδω οπ'ηρθες.οτι πεθανες μη σε πικραινει,Αχιλλεα''
ετσ'ειπα,τοτ'αυτος σε μενα ανταποκρινομενος μιλησε.
''μη τωρα σε μενα τον θανατο με λογια παρηγορεις,λαμπρε Οδυσσεα,
θα΄θελα στα χωραφια να'μουν να υπηρετω σ'αλλον,
σ'ανθρωπο κοντα ακληρο,στον οποιο πολυ βιος να μην ειναι, 490
παρα σ'ολους τους νεκρους τους σβησμενους να βασιλευω''
Αιας ο Τελαμωνιος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΙΑΝΤΟΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 543-564]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
οἴη δ᾿ Αἴαντος ψυχὴ Τελαμωνιάδαο
νόσφιν ἀφεστήκει, κεχολωμένη εἵνεκα νίκης,
τήν μιν ἐγὼ νίκησα δικαζόμενος παρὰ νηυσὶ 545
τεύχεσιν ἀμφ᾿ Ἀχιλῆος: ἔθηκε δὲ πότνια μήτηρ.
παῖδες δὲ Τρώων δίκασαν καὶ Παλλὰς Ἀθήνη.
ὡς δὴ μὴ ὄφελον νικᾶν τοιῷδ᾿ ἐπ᾿ ἀέθλῳ:
τοίην γὰρ κεφαλὴν ἕνεκ᾿ αὐτῶν γαῖα κατέσχεν,
Αἴανθ᾿, ὃς πέρι μὲν εἶδος, πέρι δ᾿ ἔργα τέτυκτο 550
τῶν ἄλλων Δαναῶν μετ᾿ ἀμύμονα Πηλεί̈ωνα.
τὸν μὲν ἐγὼν ἐπέεσσι προσηύδων μειλιχίοισιν:
«Αἶαν, παῖ Τελαμῶνος ἀμύμονος, οὐκ ἄρ᾿ ἔμελλες
οὐδὲ θανὼν λήσεσθαι ἐμοὶ χόλου εἵνεκα τευχέων
οὐλομένων; τὰ δὲ πῆμα θεοὶ θέσαν Ἀργείοισι,555
τοῖος γάρ σφιν πύργος ἀπώλεο: σεῖο δ᾿ Ἀχαιοὶ
ἶσον Ἀχιλλῆος κεφαλῇ Πηληϊάδαο
ἀχνύμεθα φθιμένοιο διαμπερές: οὐδέ τις ἄλλος
αἴτιος, ἀλλὰ Ζεὺς Δαναῶν στρατὸν αἰχμητάων
ἐκπάγλως ἤχθηρε, τεὶ̈ν δ᾿ ἐπὶ μοῖραν ἔθηκεν. 560
ἀλλ᾿ ἄγε δεῦρο, ἄναξ, ἵν᾿ ἔπος καὶ μῦθον ἀκούσῃς
ἡμέτερον: δάμασον δὲ μένος καὶ ἀγήνορα θυμόν.’
ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ᾿ οὐδὲν ἀμείβετο, βῆ δὲ μετ᾿ ἄλλας
ψυχὰς εἰς Ἔρεβος νεκύων κατατεθνηώτων.
μον'αυτη του Αιαντα η ψυχη του γιου του Τελαμωνα
μακρια στεκονταν,χολωμενη για τη νικη
αυτη που αυτον εγω νικησα κρινομενος κοντα στα καραβια 545
για τα οπλα τ'Αχιλεα,π'ορισε η σεβαστη μητερα.
[τα παιδια των Τρωων εκριναν και η Παλαδα Αθηνα]
ας τοτε να μην επρεπε να νικησω τετοιο επαθλο
τετοιο κεφαλη εξ'αιτιας των η γη κατεχει
τον Αιαντα,αυτος που για την οψη,για τα εργα τυγχανε 550
πρωτος των αλλων Δαναων μετα τον αμεμπτο του Πηλεα
αυτον εγω με λογια του ειπα γλυκα
''Αιαντα,παιδι του Τελαμωνα του αμεμπτου,δεν σου'μελλε
ουτε πεθαμενος να λησμονισεις σε μενα τη πικρα για τα οπλα
τα καταραμενα;αυτα τα βασανα οι θεοι τα ορισαν στους Αργειουςν 555
τετοιος σ'αυτους πυργος χαθηκε.εσενα οι Αχαιοι
ισα του Αχιλλεα πρωτο απογονο του Πηλεα
θρηνησαμε χαμενο ακαταπαυστα.κανενας αλλος
αιτιος,παρα ο Ζευς των Δαναων τον στρατο των κονταριστων
τρομερα εχθρευτηκε, θανατον στη μοιρα σου ορισε 560
αλλ'ελα εδω.βασιλια,τα λογια και τη φωνη ν'ακουσεις
τη δικη μου.δαμασε την οργη και τον ανδροπρεπη θυμο''
«ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ᾿ οὐδὲν ἀμείβετο, βῆ δὲ μετ᾿ ἄλλας
ετσι ειπα,αυτος τιποτα δεν μ'απαντησε,πηγε με τις αλλες
ψυχες στο Ερεβος των πεθαμενων νεκρων
.
.
.
Τηρω-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αντιοπη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΤΗΡΩΣ ΑΝΤΙΟΠΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 233-265]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
αἱ δὲ προμνηστῖναι ἐπήϊσαν, ἠδὲ ἑκάστη
ὃν γόνον ἐξαγόρευεν· ἐγὼ δ' ἐρέεινον ἁπάσας.
ἔνθ' ἦ τοι πρώτην Τυρὼ ἴδον εὐπατέρειαν, 235
ἣ φάτο Σαλμωνῆος ἀμύμονος ἔκγονος εἶναι,
φῆ δὲ Κρηθῆος γυνὴ ἔμμεναι Αἰολίδαο·
ἣ ποταμοῦ ἠράσσατ' Ἐνιπῆος θείοιο,
ὃς πολὺ κάλλιστος ποταμῶν ἐπὶ γαῖαν ἵησι,
καί ῥ' ἐπ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο καλὰ ῥέεθρα. 240
τῷ δ' ἄρα εἰσάμενος γαιήοχος ἐννοσίγαιος
ἐν προχοῇς ποταμοῦ παρελέξατο δινήεντος·
πορφύρεον δ' ἄρα κῦμα περιστάθη οὔρεϊ ἶσον,
κυρτωθέν, κρύψεν δὲ θεὸν θνητήν τε γυναῖκα.
λῦσε δὲ παρθενίην ζώνην, κατὰ δ' ὕπνον ἔχευεν. 245
αὐτὰρ ἐπεί ῥ' ἐτέλεσσε θεὸς φιλοτήσια ἔργα,
ἔν τ' ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
«χαῖρε, γύναι, φιλότητι· περιπλομένου δ' ἐνιαυτοῦ
τέξεαι ἀγλαὰ τέκνα, ἐπεὶ οὐκ ἀποφώλιοι εὐναὶ
ἀθανάτων· σὺ δὲ τοὺς κομέειν ἀτιταλλέμεναί τε. 250
νῦν δ' ἔρχευ πρὸς δῶμα καὶ ἴσχεο μηδ' ὀνομήνῃς·
αὐτὰρ ἐγώ τοί εἰμι Ποσειδάων ἐνοσίχθων.»
ὣς εἰπὼν ὑπὸ πόντον ἐδύσετο κυμαίνοντα.
ἡ δ' ὑποκυσαμένη Πελίην τέκε καὶ Νηλῆα,
τὼ κρατερὼ θεράποντε Διὸς μεγάλοιο γενέσθην 255
ἀμφοτέρω· Πελίης μὲν ἐν εὐρυχόρῳ Ἰαολκῷ
ναῖε πολύῤῥηνος, ὁ δ' ἄρ' ἐν Πύλῳ ἠμαθόεντι.
τοὺς δ' ἑτέρους Κρηθῆϊ τέκεν βασίλεια γυναικῶν,
Αἴσονά τ' ἠδὲ Φέρητ' Ἀμυθάονά θ' ἱππιοχάρμην.
.
τὴν δὲ μέτ' Ἀντιόπην ἴδον, Ἀσωποῖο θύγατρα, 260
ἣ δὴ καὶ Διὸς εὔχετ' ἐν ἀγκοίνῃσιν ἰαῦσαι,
καί ῥ' ἔτεκεν δύο παῖδ', Ἀμφίονά τε Ζῆθόν τε,
οἳ πρῶτοι Θήβης ἕδος ἔκτισαν ἑπταπύλοιο
πύργωσάν τ', ἐπεὶ οὐ μὲν ἀπύργωτόν γ' ἐδύναντο
ναιέμεν εὐρύχορον Θήβην, κρατερώ περ ἐόντε. 265
.
αυτες η μια μετα την αλλη ακολουθουσε,κι η καθεμια
απο ποιον γονο ομολογουσε,εγω τις ρωτουσα ολες
εκει πρωτη την Τυρω ειδα απο ευγενη πατερα 235
αυτη ειπε του Σαλμωνεα του αμεμπτου τεκνο ειναι
ειπε του Κρηθεα γυναικα υπηρξε του Αιολου
αυτη του ποταμου ερωτευθηκε του Ενιπεα του θεικου
αυτος πολυ ωραιοτατος απ'τους ποταμους πανω στη γη ηταν
και γι'αυτο στου Ενιπεα πηγαινοερχονταν τα ομορφα νερα που ρεαν 240
σ'αυτον τοτ'εμοιασε ο περιβαλλων τη γη της γης ο σειστης
στις εκβολες του ποταμου ξαπλωσε μαζι της κρυφα του πολυστροβιλου
πορφυρο τοτε κυμα τους περικυκλωσε σ'ορος ισο,
κυρτωμενο,εκρυψε τον θεο και τη θνητη γυναικα,
ελυσε την παρθενικη ζωνη,σ'υπνο την βυθισε 245
τοτ'οταν τελειωσε ο θεος τα ερωτικα εργα
στο χερι της τοτε την σφιγγει και λογο μιλησε κι ονομασε
''χαιρε,γυναικα,στον ερωτα.με το γυρισμα του χρονου
θα τεκνοποιησεις λαμπρα τεκνα,επειδη δεν ειν'ανωφελα τα κρεβατια
των αθανατων.εσυ αυτα φροντισε και ν'αναθρεψε 250
τωρα τραβα στο σπιτι και συγκρατησου μην ονοματισεις
επειδη εγω οπως βλεπεις ειμ'ο Ποσειδωνας ο σειστης της γης''
ετσ'ειπε και στον ποντο βουτηξε τον κυματιζοντα ,
αυτη μενοντας εγκυος τον Πελια τεκνοποιησε και τον Νηλεα
στου κρατερου Δια υπηρετες αφοσιωμενοι του μεγαλου εγιναν 255
και οι δυο.ο Πελιας στην ευρυχωρη Ιωλκο
εγκατασταθηκε με πολλα προβατα,ο αλλος στην αμμουδερη Πυλο
τους αλλους με τον Κρηθεα τεκνοποιησε η βασιλικη των γυναικων
τον Αισονα και τον Φερη τον Αμυθαονα τον μαχητη πανω σ'αρμα
.
μετα την Αντιοπη ειδα,του Ασωπου τη θυγατερα 260
αυτη τωρα περηφανευονταν πως στην αγκαλια του Δια περασε τη νυχτα
και τοτε τεκνοποιησε δυο παιδια,το Αμφιονα και τον Ζηθον
αυτοι πρωτοι της Θηβας τον τοπο διαμονης εκτισαν της εφταπυλης
και τον πυργωσαν,επειδη απυργωτη δεν μπορουσαν
να διαμενουν την ευρυχωρη Θηβα,κρατεροι ας ηταν 265
.
.
.
Αλκμηνη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μεγαρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Επικαστη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΛΚΜΗΝΗΣ ΜΕΓΑΡΑΣ ΕΠΙΚΑΣΤΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 266-280]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τὴν δὲ μετ' Ἀλκμήνην ἴδον, Ἀμφιτρύωνος ἄκοιτιν,
ἥ ῥ' Ἡρακλῆα θρασυμέμνονα θυμολέοντα
γείνατ' ἐν ἀγκοίνῃσι Διὸς μεγάλοιο μιγεῖσα·
καὶ Μεγάρην, Κρείοντος ὑπερθύμοιο θύγατρα,
τὴν ἔχεν Ἀμφιτρύωνος υἱὸς μένος αἰὲν ἀτειρής. 270
μητέρα τ' Οἰδιπόδαο ἴδον, καλὴν Ἐπικάστην,
ἣ μέγα ἔργον ἔρεξεν ἀϊδρείῃσι νόοιο
γημαμένη ᾧ υἷϊ· ὁ δ' ὃν πατέρ' ἐξεναρίξας
γῆμεν· ἄφαρ δ' ἀνάπυστα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν.
ἀλλ' ὁ μὲν ἐν Θήβῃ πολυηράτῳ ἄλγεα πάσχων 275
Καδμείων ἤνασσε θεῶν ὀλοὰς διὰ βουλάς·
ἡ δ' ἔβη εἰς Ἀΐδαο πυλάρταο κρατεροῖο,
ἁψαμένη βρόχον αἰπὺν ἀφ' ὑψηλοῖο μελάθρου
ᾧ ἄχεϊ σχομένη· τῷ δ' ἄλγεα κάλλιπ' ὀπίσσω
πολλὰ μάλ', ὅσσα τε μητρὸς ἐρινύες ἐκτελέουσι. 280
.
μετα την Αλκμηνη ειδα,του Αμφιτρυωνα την νομιμη συζυγο στο κρεβατι
αυτη τον Ηρακλη με το τολμηρο φρονημα με τη καρδια λιονταριου
γεννησε στην αγκαλια του Δια του μεγαλου σμιγμενη.
και την Μεγαρα,του Κρεοντα του υψηλοφρονα θυγατερα
αυτην ειχε τ'Αμφιτρυωνα ο γιος με την ορμη παντ'ακρατητη
και τη μητερα του Οιδιποδα ειδα,την ομορφη Επικαστη,
αυτη βαρια πραξη διεπραξε χωρις στο νου να το γνωριζει
να παρει γι'αντρα το γιο της,αυτον που τον πατερα του εξοντωνοντας
την πηρε για γυναικα του.μετα γνωστα οι θεοι τα καμαν στους ανθρωπους.
αλλ'αυτος μεν στη Θηβα την πολυαγαπημενη βασανα πασχοντας
των Καδμειων βασιλευσε με των θεων τις ολεθριες βουλες
αυτη δε πηγε στου Αδη τη πυλη του κρατερου
δενοντας θηλια κρεμαμενη απ΄το ψηλο δοκαρι της σκεπης
απ'τον πονο της κατεχομενη.σ'αυτον βασανα αφησε πισω
παρα πολλα,οσα και της μητερας οι ερινυες εκτελουν 280
Χλωρη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΧΛΩΡΙΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 281-297]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
καὶ Χλῶριν εἶδον περικαλλέα, τήν ποτε Νηλεὺς
γῆμεν ἑὸν διὰ κάλλος, ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα,
ὁπλοτάτην κούρην Ἀμφίονος Ἰασίδαο,
ὅς ποτ' ἐν Ὀρχομενῷ Μινυηΐῳ ἶφι ἄνασσεν·
ἡ δὲ Πύλου βασίλευε, τέκεν δέ οἱ ἀγλαὰ τέκνα, 285
Νέστορά τε Χρομίον τε Περικλύμενόν τ' ἀγέρωχον.
τοῖσι δ' ἐπ' ἰφθίμην Πηρὼ τέκε, θαῦμα βροτοῖσι,
τὴν πάντες μνώοντο περικτίται· οὐδέ τι Νηλεὺς
τῷ ἐδίδου, ὃς μὴ ἕλικας βόας εὐρυμετώπους
ἐκ Φυλάκης ἐλάσειε βίης Ἰφικληείης 290
ἀργαλέας. τὰς δ' οἶος ὑπέσχετο μάντις ἀμύμων
ἐξελάαν· χαλεπὴ δὲ θεοῦ κατὰ μοῖρα πέδησε
δεσμοί τ' ἀργαλέοι καὶ βουκόλοι ἀγροιῶται.
ἀλλ' ὅτε δὴ μῆνές τε καὶ ἡμέραι ἐξετελεῦντο
ἂψ περιτελλομένου ἔτεος καὶ ἐπήλυθον ὧραι, 295
καὶ τότε δή μιν ἔλυσε βίη Ἰφικληείη
θέσφατα πάντ' εἰπόντα· Διὸς δ' ἐτελείετο βουλή.
και τη Χλωρη ειδα την πανεμορφη,αυτην καποτε ο Νηλεας
εκαμε γυναικα για την ομορφια,αφου προσφερε μυρια δωρα γαμηλια,
την νεωτερη κορη του Αμφιονα γιου του Ιασου,
αυτος που καποτε στον Ορχομενο στους Μινυες ισχυρα βασιλευσε
αυτη δε της Πυλου βασιλευε,τεκνοποιησε δε εκει λαμπρα τεκνα,
τον Νεστορα και τον Χρομιον και τον Περικλυμενον τον αγερωχον.
σ'αυτους επιπλεον την ευρωστη Πηρω τεκνοποιησε,θαυμασμα θνητων,
αυτην ολοι επιδιωκαν να κερδισουν που γυρω κατοικουσαν.ουτ'ο Νηλεας
σε καποιον την εδινε,αλλα οποιος τωρα τα στριφτοκερατα βοδια τα ευρυμετωπα
απ'τη Φυλακη θ'αρπαζε του σωματοδυναμου του Ιφικλου 290
τα σκληροτραχηλου.αυτα μοναχος υποσχεθηκε ενας μαντης αμεμπτος
[ο Μελαμποδας για τον αδερφο του Βιαντα]
ν'αρπαξει.δυσχερη δε θεου μοιρα τον εμποδισε
και δεσμα σκληρα και βουκολοι αγροικοι
αλλ'οταν τοτε κι οι μηνες κι οι μερες τελειωσαν
παλι περιστρεφομενου του ετους κι επανηλθαν οι εποχες,
και τοτ'αυτον ελυσε ο σωματοδυναμος Ιφικλος
του θεου τα λογια τα γραμμενα ολα λεγοντας.του Δια δε πληρωθηκε η βουλη
.
.
.
Ληδα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ιφιμεδεια-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Φαιδρα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Προκρη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Αριαδνη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Μαιρα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Κλυμενη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Εριφυλη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΛΗΔΑΣ ΤΕ ΙΦΙΜΕΔΕΙΑΣ ΤΕ ΦΑΙΔΡΑΣ ΠΡΟΚΡΙΣ Τ'ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΜΑΙΡΑΣ ΤΕ
ΚΛΥΜΕΝΗΣ ΕΡΙΦΥΛΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 298-330]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
καὶ Λήδην εἶδον, τὴν Τυνδαρέου παράκοιτιν,
ἥ ῥ' ὑπὸ Τυνδαρέῳ κρατερόφρονε γείνατο παῖδε,
Κάστορά θ' ἱππόδαμον καὶ πὺξ ἀγαθὸν Πολυδεύκεα, 300
τοὺς ἄμφω ζωοὺς κατέχει φυσίζοος αἶα·
οἳ καὶ νέρθεν γῆς τιμὴν πρὸς Ζηνὸς ἔχοντες
ἄλλοτε μὲν ζώουσ' ἑτερήμεροι, ἄλλοτε δ' αὖτε
τεθνᾶσιν· τιμὴν δὲ λελόγχασιν ἶσα θεοῖσι.
τὴν δὲ μέτ' Ἰφιμέδειαν, Ἀλωῆος παράκοιτιν, 305
εἴσιδον, ἣ δὴ φάσκε Ποσειδάωνι μιγῆναι,
καί ῥ' ἔτεκεν δύο παῖδε, μινυνθαδίω δὲ γενέσθην,
Ὦτόν τ' ἀντίθεον τηλεκλειτόν τ' Ἐφιάλτην,
οὓς δὴ μηκίστους θρέψε ζείδωρος ἄρουρα
καὶ πολὺ καλλίστους μετά γε κλυτὸν Ὠρίωνα· 310
ἐννέωροι γὰρ τοί γε καὶ ἐννεαπήχεες ἦσαν
εὖρος, ἀτὰρ μῆκός γε γενέσθην ἐννεόργυιοι.
οἵ ῥα καὶ ἀθανάτοισιν ἀπειλήτην ἐν Ὀλύμπῳ
φυλόπιδα στήσειν πολυάϊκος πολέμοιο.
Ὄσσαν ἐπ' Οὐλύμπῳ μέμασαν θέμεν, αὐτὰρ ἐπ' Ὄσσῃ 315
Πήλιον εἰνοσίφυλλον, ἵν' οὐρανὸς ἀμβατὸς εἴη.
καί νύ κεν ἐξετέλεσσαν, εἰ ἥβης μέτρον ἵκοντο·
ἀλλ' ὄλεσεν Διὸς υἱός, ὃν ἠύκομος τέκε Λητώ,
ἀμφοτέρω, πρίν σφωϊν ὑπὸ κροτάφοισιν ἰούλους
ἀνθῆσαι πυκάσαι τε γένυς εὐανθέϊ λάχνῃ. 320
Φαίδρην τε Πρόκριν τε ἴδον καλήν τ' Ἀριάδνην,
κούρην Μίνωος ὀλοόφρονος, ἥν ποτε Θησεὺς
ἐκ Κρήτης ἐς γουνὸν Ἀθηνάων ἱεράων
ἦγε μέν, οὐδ' ἀπόνητο· πάρος δέ μιν Ἄρτεμις ἔκτα
Δίῃ ἐν ἀμφιρύτῃ Διονύσου μαρτυρίῃσι. 325
Μαῖράν τε Κλυμένην τε ἴδον στυγερήν τ' Ἐριφύλην,
ἣ χρυσὸν φίλου ἀνδρὸς ἐδέξατο τιμήεντα.
πάσας δ' οὐκ ἂν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ' ὀνομήνω,
ὅσσας ἡρώων ἀλόχους ἴδον ἠδὲ θύγατρας·
πρὶν γάρ κεν καὶ νὺξ φθῖτ' ἄμβροτος. 330
.
και τη Ληδα ειδα,του Τυνδαρεω τη συζυγο,
αυτη απ' τον Τυνδαρεω ισχυροφρονα γεννησε παιδια,
τον Καστορα τον αλογοδαμαστη και τον ικανο πυγμαχο Πολυδευκη 300
και του δυο ζωντανους κατεχει η σιταροφορα γη.
αυτοι και απο κατω της γης τιμη απ'τον Δια εχοντες
αλλοτε μεν ζουν μερα παρα μερα,αλλοτε δε παλι
πεθαινουν.τιμη δε ελαχαν ισα με τους θεους
μετα την Ιφιμεδεια,του Αλωεα συζυγο, 305
αντικρυσα,αυτη τωρα ελεγε με τον Ποσειδωνα σμιχτηκε,
και τοτε τεκνοποιησε δυο παιδια,ολιγοζωα δε γεννηθηκαν,
και τον Ωτον τον ισοθεον και τον ξακουστον Εφιαλτην,
αυτους τοτε υψηλοτατους εθρεψε η ζειαδωρος γη
και πολυ ωραιοτατους μετα βεβαια τον ονομαστον Ωριωνα. 310
εννιαχρονοι λοιπον και εννιαπηχες ησαν
το ευρος,και το μηκος εγιναν εννιαοργιοι.
αυτοι τοτε και τους αθανατους απειλουσαν στον Ολυμπο
θορυβο μαχης να στησουν πολυ ορμητικο πολεμου
την Οσσα πανω στον Ολυμπο επεδιωκαν να θεσουν,μετα πανω στην Οσσα 315
το Πηλιο με τα τρεμαμενα φυλλωματα,για να ο ουρανος αναβατος ειναι,
και τωρα σιγουρα θα το τελειωναν,αν της εφηβιας το μεγεθος εφταναν.
αλλα τους αφανισε του Δια ο γιος,που η ομορφομαλλη τεκνοποιησε Λητω
και τους δυο,πριν κατ'απ'τους κροταφους των σγουρο χνουδι
ανθισει και πυκνωσει του γενιου το ευανθες πρωτο τριχωμα 320
και την Φαιδρα και την Προκρη ειδα και την ομορφη Αριαδνη
την κορη του Μινωα του κακογνωμου,αυτη καποτε ο Θησεας
απ'τη Κρητη στο λοφο των Αθηνων των ιερων
εφερνε,οχι χωρις κοπο.αλλ'αυτη η Αρτεμις σκοτωσε
στη Δια με γυρω τα νερα να τρεχουν στις μαρτυριες του Διονυσου 325
και την Μαιρα και την Κλυμενη ειδα και την στυγερη Εριφυλη
αυτη που για χρυσο τον αγαπητο αντρα δεχτηκε να πουλησει.
ολες δεν θα μπορουσα εγω να πω ουτε να ονοματισω,
οσσες ηρωων συζυγους ειδα και θυγατερες
πριν να κι η νυχτα σβησει η αθανατη. 330
Μινωας-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ωριων-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τιτυος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τανταλος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Σισυφος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΜΙΝΩΟΣ ΩΡΙΩΝΟΣ ΤΕ ΤΙΤΥΟΥΣ ΤΑΝΤΑΛΕΩΣ ΤΕ ΣΙΣΥΦΗΩΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 568-600]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
ἔνθ' ἦ τοι Μίνωα ἴδον, Διὸς ἀγλαὸν υἱόν,
χρύσεον σκῆπτρον ἔχοντα θεμιστεύοντα νέκυσσιν,
ἥμενον· οἱ δέ μιν ἀμφὶ δίκας εἴροντο ἄνακτα, 570
ἥμενοι ἑσταότες τε, κατ' εὐρυπυλὲς Ἄϊδος δῶ.
τὸν δὲ μέτ' Ὠρίωνα πελώριον εἰσενόησα
θῆρας ὁμοῦ εἰλεῦντα κατ' ἀσφοδελὸν λειμῶνα,
τοὺς αὐτὸς κατέπεφνεν ἐν οἰοπόλοισιν ὄρεσσι,
χερσὶν ἔχων ῥόπαλον παγχάλκεον, αἰὲν ἀαγές.
καὶ Τιτυὸν εἶδον, Γαίης ἐρικυδέος υἱόν,
κείμενον ἐν δαπέδῳ. ὁ δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα,
γῦπε δέ μιν ἑκάτερθε παρημένω ἧπαρ ἔκειρον,
δέρτρον ἔσω δύνοντες· ὁ δ' οὐκ ἀπαμύνετο χερσί.
Λητὼ γὰρ ἕλκησε, Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν, 580
Πυθώδ' ἐρχομένην διὰ καλλιχόρου Πανοπῆος.
καὶ μὴν Τάνταλον εἰσεῖδον χαλέπ' ἄλγε' ἔχοντα,
ἑσταότ' ἐν λίμνῃ· ἡ δὲ προσέπλαζε γενείῳ.
στεῦτο δὲ διψάων, πιέειν δ' οὐκ εἶχεν ἑλέσθαι·
ὁσσάκι γὰρ κύψει' ὁ γέρων πιέειν μενεαίνων,
τοσσάχ' ὕδωρ ἀπολέσκετ' ἀναβροχέν, ἀμφὶ δὲ ποσσὶ
γαῖα μέλαινα φάνεσκε, καταζήνασκε δὲ δαίμων.
δένδρεα δ' ὑψιπέτηλα κατὰ κρῆθεν χέε καρπόν,
ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι
συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι· 590
τῶν ὁπότ' ἰθύσει' ὁ γέρων ἐπὶ χερσὶ μάσασθαι,
τὰς δ' ἄνεμος ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα σκιόεντα.
καὶ μὴν Σίσυφον εἰσεῖδον κρατέρ' ἄλγε' ἔχοντα,
λᾶαν βαστάζοντα πελώριον ἀμφοτέρῃσιν.
ἦ τοι ὁ μὲν σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν τε
λᾶαν ἄνω ὤθεσκε ποτὶ λόφον· ἀλλ' ὅτε μέλλοι
ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ' ἀποστρέψασκε Κραταιΐς·
αὖτις ἔπειτα πέδονδε κυλίνδετο λᾶας ἀναιδής.
αὐτὰρ ὅ γ' ἂψ ὤσασκε τιταινόμενος, κατὰ δ' ἱδρὼς
ἔῤῥεεν ἐκ μελέων, κονίη δ' ἐκ κρατὸς ὀρώρει. 600
.
εκει ακομ'αυτον τον Μινωα ειδα,του Δια τον λαμπρο γιο.
χρυσο σκηπτρο κρατωντας κριτης στους νεκρους,
καθημενο.αυτοι δε αυτον για τη δικη ρωτουσαν βασιλια 570
καθημενοι κι ορθιοι,στου ευρυπυλου Αδη τα παλατια
μετα τον Ωριωνα τον πελωριο αντικρισα
αγριμια μαζι να ριχνει σε λιβαδι μ'ασφοδιλια
αυτα π'αυτος σκοτωνε σ'απατητα βουνα,
στα χερια εχοντας ροπαλο ολοχαλκο,παντ'ασπαστο
και τον Τιτυο ειδα,της Γης της πολυδοξασμενης τον γιο,
ξαπλωμενον στο χωμα,που πανω σ'εννια ηταν πλεθρα γης,
γυπες σ'αυτον απ'τη μια κι αλλη μερια παρακαθημενοι το σηκωτι εσχιζαν
το ραμφος μεσα βυθιζοντες.δεν μπορουσε να τους διωξει περα με τα χερια
την Λητω γιατι εσυρε να βιασει,του Δια την ενδοξη γυναικα 580
προς την Πυθω ερχομενη μεσ'απ'τον καλο για χορο τοπο του Πανοπεα
κι ακομα τον Τανταλο αντικρισα βαρια βασανα να'χει
ορθος να στεκει μεσ'σε λιμνη,που τον χτυπουσε στο γενι
φαινονταν να διψαει,να πιει δεν μπορουσε να παρει με το χερι
γιατ'οσσες φορες εκυβ' ο γερος να πιει λαχταρωντας,
τοσσες φορες το νερο χανονταν ρουφιονταν κατω,γυρω στα ποδια
η γη μαυρη φαινονταν,την καταξηρανε θεος.
δεντρα υψιφυλλα απ'τ'ακρα κρεμουσαν τον καρπο
αχλαδιες και ροδιες και μηλιες με γυαλιστερους καρπους
και συκες γλυκες στη γευση κι ελιες θαυμασια ανθιστες 590
αυτα οποτ' απλωνε ο γερος στα χερια ν'αρπαξει
αυτες ο ανεμος επαιρνε κι εριχνε προς τα νεφη τα σκοτεινα
κι ακομα τον Σισυφον αντικρυσα φριχτα βασανα να'χει
πετρα να βασταει πελωρια στα δυο χερια.
αυτη λοιπον αυτος γερα στυλωμενος και με χερια και με ποδια
την πετρα πανω εσπρωχνε προς τον λοφο.αλλ'οταν εφτανε
την κορυφη να υπερβει,τοτε τον επαιρνε πισω το μεγαλο βαρος
παλι επειτα προς την πεδιαδα κυλουσε η πετρα η ανελεητη
αλλ'ομως αυτος ξανα εσπρωχνε μ'ενταση δυναμης.κατω ιδρωτας
ετρεχε απ'τα μελη,σκονη δε απ'το κεφαλι πετιονταν 600
.
.
.
η Καλλιστω η Μεγαλη Αρκτος ο Βοωτης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΡΚΤΟΣ
(Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχοι 269-277)
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
γηθόσυνος δ' οὔρῳ πέτασ' ἱστία δῖος Ὀδυσσεύς.
αὐτὰρ ὁ πηδαλίῳ ἰθύνετο τεχνηέντως 270
ἥμενος· οὐδέ οἱ ὕπνος ἐπὶ βλεφάροισιν ἔπιπτε
Πληϊάδας τ' ἐσορῶντι καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην
Ἄρκτον θ', ἣν καὶ ἄμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν,
ἥ τ' αὐτοῦ στρέφεται καί τ' Ὠρίωνα δοκεύει,
οἴη δ' ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεανοῖο·
τὴν γὰρ δή μιν ἄνωγε Καλυψώ, δῖα θεάων,
ποντοπορευέμεναι ἐπ' ἀριστερὰ χειρὸς ἔχοντα.
.
χαρουμενος με τον ουριο ανεμο ανοιξε πανια ο θεικος Οδυσσεας
τοτ'αυτος στο πηδαλιο διηυθυνε επιδεξια 270
καθησμενος.ουτ'ο υπνος στα βλεφαρα επεφτε
και τις Πλειαδες αντικρυζοντας και τον Βοωτη π'αργει να δυσει
και την Αρκτο,αυτη κι αμαξα προσφωνοντας καλουν,
που και στο ιδιο μερος στρεφεται και τον Ωριωνα ατενιζει.
μονο σ'αυτη η μοιρα της δεν ειναι να λουστει στον Ωκεανο
αυτην τοτ'αυτον συμβουλεψε η Καλυψω,η διαλεχτη στις θεες,
ποντοπορευομενος στ'αριστερο χερι να'χει
.
.
.
ο Ηρακλης στη πυρα-χ.ν.κουβελης
πλησιασε,αναψε τη φωτια κι ο βιαιος σωματοδυναμος Ηρακλης αποτεφρωθηκε.
Σαν ετοιμο απο καιρο εκτελεστηκε το σχεδιο.
ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ.
.
[στη περιοχη της πυρας σωζονται ερειπια ναου δωρικου ρυθμου,με σπασμενους κιονες,
αποσπασματα του θριγγου,τριγλυφα και πετρες με επιγραφες με κατεστραμενα τα γραμματα
των λεξεων]
ΗΡΑΚΛΗΕΙΟΣ ΤΕ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ'-στιχοι 601-627]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
τὸν δὲ μέτ' εἰσενόησα βίην Ἡρακληείην, 601
εἴδωλον· αὐτὸς δὲ μετ' ἀθανάτοισι θεοῖσι
τέρπεται ἐν θαλίῃς καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην,
παῖδα Διὸς μεγάλοιο καὶ Ἥρης χρυσοπεδίλου.
ἀμφὶ δέ μιν κλαγγὴ νεκύων ἦν οἰωνῶν ὥς,
πάντοσ' ἀτυζομένων· ὁ δ' ἐρεμνῇ νυκτὶ ἐοικώς,
γυμνὸν τόξον ἔχων καὶ ἐπὶ νευρῆφιν ὀϊστόν,
δεινὸν παπταίνων, αἰεὶ βαλέοντι ἐοικώς.
σμερδαλέος δέ οἱ ἀμφὶ περὶ στήθεσσιν ἀορτὴρ
χρύσεος ἦν τελαμών, ἵνα θέσκελα ἔργα τέτυκτο, 610
ἄρκτοι τ' ἀγρότεροί τε σύες χαροποί τε λέοντες,
ὑσμῖναί τε μάχαι τε φόνοι τ' ἀνδροκτασίαι τε.
μὴ τεχνησάμενος μηδ' ἄλλο τι τεχνήσαιτο,
ὃς κεῖνον τελαμῶνα ἑῇ ἐγκάτθετο τέχνῃ.
ἔγνω δ' αἶψ' ἐμὲ κεῖνος, ἐπεὶ ἴδεν ὀφθαλμοῖσι,
καί μ' ὀλοφυρόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν' Ὀδυσσεῦ,
ἆ δείλ', ἦ τινὰ καὶ σὺ κακὸν μόρον ἡγηλάζεις,
ὅν περ ἐγὼν ὀχέεσκον ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο.
Ζηνὸς μὲν πάϊς ἦα Κρονίονος, αὐτὰρ ὀϊζὺν 620
εἶχον ἀπειρεσίην· μάλα γὰρ πολὺ χείρονι φωτὶ
δεδμήμην, ὁ δέ μοι χαλεποὺς ἐπετέλλετ' ἀέθλους.
καί ποτέ μ' ἐνθάδ' ἔπεμψε κύν' ἄξοντ'· οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλον
φράζετο τοῦδέ γέ μοι κρατερώτερον εἶναι ἄεθλον.
τὸν μὲν ἐγὼν ἀνένεικα καὶ ἤγαγον ἐξ Ἀΐδαο·
Ἑρμείας δέ μ' ἔπεμπεν ἰδὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη.»
ὣς εἰπὼν ὁ μὲν αὖτις ἔβη δόμον Ἄϊδος εἴσω,
αὐτὰρ ἐγὼν αὐτοῦ μένον ἔμπεδον, εἴ τις ἔτ' ἔλθοι
ἀνδρῶν ἡρώων, οἳ δὴ τὸ πρόσθεν ὄλοντο.
καί νύ κ' ἔτι προτέρους ἴδον ἀνέρας, οὓς ἔθελόν περ, 630
Θησέα Πειρίθοόν τε, θεῶν ἐρικυδέα τέκνα·
ἀλλὰ πρὶν ἐπὶ ἔθνε' ἀγείρετο μυρία νεκρῶν
ἠχῇ θεσπεσίῃ· ἐμὲ δὲ χλωρὸν δέος ᾕρει,
μή μοι Γοργείην κεφαλὴν δεινοῖο πελώρου
ἐξ Ἄϊδος πέμψειεν ἀγαυὴ Περσεφόνεια.
αὐτίκ' ἔπειτ' ἐπὶ νῆα κιὼν ἐκέλευον ἑταίρους
αὐτούς τ' ἀμβαίνειν ἀνά τε πρυμνήσια λῦσαι·
οἱ δ' αἶψ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον.
τὴν δὲ κατ' Ὠκεανὸν ποταμὸν φέρε κῦμα ῥόοιο,
πρῶτα μὲν εἰρεσίῃ, μετέπειτα δὲ κάλλιμος οὖρος. 627
.
.
μετα αντικρυσα τον σωματοδυναμο Ηρακλη, 601
ενα ειδωλο,αυτος μεσ'στους αθανατους θεους
χαιρεται σ'αφθονια κι εχει γυναικα την καλλιστραγαλη Ηβη,
τη κορη του μεγαλου Δια και της χρυσοπεδιλης Ηρας.
γυρω σ'αυτον η κραυγη των πεθαμενων σαν των ορνιων ηταν
απ'τον φοβο παντου σκορπισμενα.αυτος στη μαυρη νυχτα εμοιαζε,
γυμνο τοξαρι ειχε και στα νευρα σαιτα,
φοβερα ολογυρα κοιτουσε,να μη σταματα να ριχνει εμοιαζε.
τρομερο να το δεις εχει γυρω στα στηθη του λουρι
χρυσο ηταν κεντημενο υφασμα,πανω του θαυμασια εργα εικονισμενα. 610
κι αρκουδες κι αγριοχοιροι και εξαγριωμενα λιονταρια,
κι αγωνες και μαχες και φονικα κι ανθρωποσκοτωμοι,
να μην θελησει αυτος που το τεχνουργησε αλλο να τεχνουργησει
παρομοιο μ'εκεινον τον τελαμωνα να δουλεψει με την τεχνη του.
αμεσως με γνωρισε εκεινος,μολις μ'ειδε στα ματια,
και κλαιγοντας σπαραχτικα λογια φτερωτα με προσφωνησε.
''διογεννητε γιε του Λαερτη,πολυμηχανε Οδυσσεα,
αχ δυστυχε,καποια και σενα σε παρασερνει μοιρα
αυτη που κι εγω τραβηξα κατ'απ'το φως του ηλιου.
του Δια κι αν ημουνα παιδι του γιου του Κρονου,ομως βασανα 620
ειχα απειρα.επειδη σε παρα πολυ κατωτερο σε λαμψη
ημουν δουλος,αυτος σε μενα βαριους διεταζε να εκτελεσω αθλους.
και καποτε εδω μ'εστειλε τον σκυλο να συρω.επειδη κανενας ακομ'αλλος
νομιζε απ'αυτον σ'εμενα δυσκολοτερος δεν ηταν αθλος.
αυτον εγω ανεβασα κι εφερα απ'τον Αδη.
ο Ερμης μ'επεμψε βοηθεια κι η Αθηνα με τα λαμπερα ματια''
ετσι σαν ειπ'αυτος αμεσως πηγε στο παλατι Αδη μεσα να μπει, 627
.
.
.
Οδυσσεας-Odysseas-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ
-μεταφραση και σχολια χ.ν.κουβελης
[Αναφερεται η περιοχη κυριαρχιας του Οδυσσεα και με ποσα καραβια πηγε στη Τροια]
ραψωδια Β',στιχοι 631-637
Αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἦγε Κεφαλλῆνας μεγαθύμους,
οἵ ῥ᾽ Ἰθάκην εἶχον καὶ Νήριτον εἰνοσίφυλλον
καὶ Κροκύλει᾽ ἐνέμοντο καὶ Αἰγίλιπα τρηχεῖαν,
οἵ τε Ζάκυνθον ἔχον ἠδ᾽ οἳ Σάμον ἀμφενέμοντο,
οἵ τ᾽ ἤπειρον ἔχον ἠδ᾽ ἀντιπέραι᾽ ἐνέμοντο· 635
τῶν μὲν Ὀδυσσεὺς ἦρχε Διὶ μῆτιν ἀτάλαντος·
τῷ δ᾽ ἅμα νῆες ἕποντο δυώδεκα μιλτοπάρῃοι
κι ο Οδυσσεας οδηγουσε τους μεγαλοψυχους Κεφαλληνες
που την Ιθακη ειχαν και το Νηριτο με τα δεντρα που τα φυλλα τρεμουν
και την Κροκυλεια μοιραζονταν και την τραχεια Αιγιλιπα
που και την Ζακυνθο ειχαν και την Σαμον γυρω μοιραζονταν
που και την στερια ειχαν και τ'αντιπερα μοιραζονταν. 635
αυτων ο Οδυσσεας ηταν αρχηγος στου Δια τη σοφια ισοζυγιαζονταν.
μ'αυτον μαζι καραβια ακολουθουσαν δωδεκα κοκκινοπλευρα
.
[Ο Οδυσσεας συνοδευει την Χρυσηιδα στην επιστροφη στον πατερα της]
ραψωδια Α',στιχοι 308-311
Ἀτρεΐδης δ᾿ ἄρα νῆα θοὴν ἅλαδὲ προέρυσσεν,
ἐν δ᾿ ἐρέτας ἔκρινεν ἐείκοσιν, ἐς δ᾿ ἑκατόμϐην
βῆσε θεῷ, ἀνὰ δὲ Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον 310
εἷσεν ἄγων· ἐν δ᾿ ἀρχὸς ἔϐη πολύμητις Ὀδυσσεύς.
τοτ'ο Ατρειδης καραβι γρηγορο στη θαλασσα ερριξε,
στα δε κουπια διαλεξε εικοσι,μεσα δε εκατο βοδια
φορτωσε στο θεο,πανω δε στο σκαφος την ομορφομαγουλη Χρυσηιδα 310
να καθισει εφερε.αρχηγος δε ανεβηκε ο πολυμηχανος Οδυσσεας
.
[Ο Αντιφος του Πριαμου αστοχωντας να χτυπησει με το δορι τον Τελαμωνιο
Αιαντα βρισκει και σκοτωνει τον Λευκο τον συντροφο του Οδυσσεα,ο Οδυσσεας
τοτε θυμωσε,θελησε να εκδικηθει και σκοτωνει τον Δημοφοωντα νοθο γιο του
Πριαμου]
ραψωδια Δ',στιχοι 496-504
στῆ δὲ μάλ᾽ ἐγγὺς ἰὼν καὶ ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ
ἀμφὶ ἓ παπτήνας· ὑπὸ δὲ Τρῶες κεκάδοντο
ἀνδρὸς ἀκοντίσσαντος· ὃ δ᾽ οὐχ ἅλιον βέλος ἧκεν,
ἀλλ᾽ υἱὸν Πριάμοιο νόθον βάλε Δημοκόωντα
ὅς οἱ Ἀβυδόθεν ἦλθε παρ᾽ ἵππων ὠκειάων. 500
Τόν ῥ᾽ Ὀδυσεὺς ἑτάροιο χολωσάμενος βάλε δουρὶ
κόρσην· ἣ δ᾽ ἑτέροιο διὰ κροτάφοιο πέρησεν
αἰχμὴ χαλκείη· τὸν δὲ σκότος ὄσσε κάλυψε,
δούπησεν δὲ πεσών, ἀράβησε δὲ τεύχε᾽ ἐπ᾽ αὐτῷ.
ηρθε και σταθηκε πολυ κοντα κι ακοντισε με δορι γυαλισμενο
γυρω καλα κοιτωντας.οι δε Τρωες υποχωρησαν
απ'τον αντρα π'ακοντισε.το δε βελος δεν πηγε χαμενο,
αλλα τον γιο του Πριαμου τον νοθο χτυπησε Δημοκοωντα
π'απ' την Αβυδο ηρθε με τ'αλογα τα γρηγορα.500
Αυτον λοιπον για τον συντροφο χολιασμενος χτυπησε με το δορι
στο πλαι του κεφαλιου,π'απ'την αλλη μερια μεσ'απ'τον κροταφο περασε
η χαλκινη αιχμη,αυτον δε το σκοτος στα ματια καλυψε.
γκντουπησε πεφτωντας,βροντηξαν δε τ'αρματα πανω σ'αυτον
.
[Η λεξη γκντουπησε ειναι ηχοποιητικη,απο τον ηχο γκντουπ που κανει οταν
πεφτει κατι,απο εκει και η λεξη γδουπος,χτυπος,βροντος,κροτος]
.
ραψωδια Ε',στιχοι 677-679
Ἔνθ᾽ ὅ γε Κοίρανον εἷλεν Ἀλάστορά τε Χρομίον τε
Ἄλκανδρόν θ᾽ Ἅλιόν τε Νοήμονά τε Πρύτανίν τε.
Καί νύ κ᾽ ἔτι πλέονας Λυκίων κτάνε δῖος Ὀδυσσεὺς 679
εκει αυτος λοιπον τον Κοιρανο πηρε και τον Αλαστορα και τον Χρομιο
και τον Αλκανδρο και τον Αλιο και τον Νοημονα και τον Πρυτανι
και τωρα ακομα πολλους απ΄τους Λυκιους θα σκοτωνε ο θεικος Οδυσσεας 679
.
[ο ερωδιος ηταν το αγαπημενο πουλι της Αθηνας και η εμφανιση του στον Οδυσσεα
και τον Διομηδη,που με τον Διομηδη αντικατασκοπευουν τους Τρωες,δειχνει την ευνοια
της θεας]
ραψωδια Κ',στιχοι 274-277
τοῖσι δὲ δεξιὸν ἧκεν ἐρῳδιὸν ἐγγὺς ὁδοῖο
Παλλὰς Ἀθηναίη· τοὶ δ᾽ οὐκ ἴδον ὀφθαλμοῖσι 275
νύκτα δι᾽ ὀρφναίην, ἀλλὰ κλάγξαντος ἄκουσαν.
χαῖρε δὲ τῷ ὄρνιθ᾽ Ὀδυσεύς,
σ'αυτους δε στα δεξια εστειλε ερωδιο κοντα στο δρομο
η Παλλαδα Αθηνα.αυτοι δεν τον ειδαν στους οφθαλμους 275
στη νυχτα μεσα τη σκοτεινη,αλλα να σφυριζει ακουσαν.
χαρηκε δε με το πουλι ο Οδυσσεας,
.
[ο Οδυσσεας και ο Διομηδης συλλαμβανουν τον κατασκοπο των Τρωων τον Δολωνα,
τον ανακρινουν και μαθαινουν πως για βοηθεια των Τρωων ηρθε ο Θρακας βασιλιας
Ρησος με τ'αλογα του,τα πιο ομορφα τα πιο μεγαλα και τα πιο γρηγορα,
και απειλει πως του φτανει μια μερα μονο για να κατανικησει τον ελληνικο στρατο,
τοτε για τους Αχαιους υπαρχει μεγαλος κινδυνος αν περασει μια νυχτα και δεν τον
σκοτωσουν δεν θα μπορεσει κανεις να τον νικησει μετα ουτε ο Αιαντας ουτε κι αυτος
ο Αχιλλεας]
ραψωδια Ε',στιχοι 433-441
εἰ γὰρ δὴ μέματον Τρώων καταδῦναι ὅμιλον
Θρήϊκες οἷδ᾽ ἀπάνευθε νεήλυδες ἔσχατοι ἄλλων·
ἐν δέ σφιν ῾Ρῆσος βασιλεὺς πάϊς Ἠϊονῆος.
τοῦ δὴ καλλίστους ἵππους ἴδον ἠδὲ μεγίστους·
λευκότεροι χιόνος, θείειν δ᾽ ἀνέμοισιν ὁμοῖοι·
ἅρμα δέ οἱ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ εὖ ἤσκηται·
τεύχεα δὲ χρύσεια πελώρια θαῦμα ἰδέσθαι
ἤλυθ᾽ ἔχων· τὰ μὲν οὔ τι καταθνητοῖσιν ἔοικεν 440
ἄνδρεσσιν φορέειν, ἀλλ᾽ ἀθανάτοισι θεοῖσιν
αν λοιπον σκεφτεστε στων Τρωων να καταπεστε τον ομιλο
να οι Θρακες νεοφερμενοι πολυ μακρυα πισω απ'τους αλλους.
αναμεσα σ'αυτους ο Ρησος βασιλιας παιδι του Ηιονα.
αυτου τωρα τα πιο ομορφ'αλογα ειδα και τα πιο μεγαλα.
λευκοτερα απ'το χιονι,τρεχουν δε στους ανεμους ομοια.
τ'αρμα δε και με χρυσο και μ'ασημι καλα ειργασμενο .
μ'αρματα δε χρυσα πελωρια θαυμα να τα βλεπεις
ηρθ'εχοντας.τετοια σε κανεναν απ'τους θνητους δεν ταιριαζει 440
αντρες να φορουν,αλλα στους αθανατους θεους.
.
.
.
Σιμοεισιος Ανθεμιδης-Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Δ-στιχοι 470-489-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΝΘΕΜΙΔΗΣ ΣΙΜΟΕΙΣΙΟΣ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Δ'-στιχοι 470-489]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
Ὣς τὸν μὲν λίπε θυμός,ἐπ' αὐτῷ δ' ἔργον ἐτύχθη 470
ἀργαλέον Τρώων καὶ Ἀχαιῶν· οἳ δὲ λύκοι ὣς
ἀλλήλοις ἐπόρουσαν, ἀνὴρ δ' ἄνδρ' ἐδνοπάλιζεν.
Ἔνθ' ἔβαλ' Ἀνθεμίωνος υἱὸν Τελαμώνιος Αἴας
ἠΐθεον θαλερὸν Σιμοείσιον, ὅν ποτε μήτηρ
Ἴδηθεν κατιοῦσα παρ' ὄχθῃσιν Σιμόεντος
γείνατ', ἐπεί ῥα τοκεῦσιν ἅμ' ἕσπετο μῆλα ἰδέσθαι·
τοὔνεκά μιν κάλεον Σιμοείσιον· οὐδὲ τοκεῦσι
θρέπτρα φίλοις ἀπέδωκε, μινυνθάδιος δέ οἱ αἰὼν
ἔπλεθ' ὑπ' Αἴαντος μεγαθύμου δουρὶ δαμέντι.
πρῶτον γάρ μιν ἰόντα βάλε στῆθος παρὰ μαζὸν 480
δεξιόν· ἀντικρὺ δὲ δι' ὤμου χάλκεον ἔγχος
ἦλθεν· ὃ δ' ἐν κονίῃσι χαμαὶ πέσεν αἴγειρος ὣς
ἥ ῥά τ' ἐν εἱαμενῇ ἕλεος μεγάλοιο πεφύκει
λείη, ἀτάρ τέ οἱ ὄζοι ἐπ' ἀκροτάτῃ πεφύασι·
τὴν μέν θ' ἁρματοπηγὸς ἀνὴρ αἴθωνι σιδήρῳ
ἐξέταμ', ὄφρα ἴτυν κάμψῃ περικαλλέϊ δίφρῳ·
ἣ μέν τ' ἀζομένη κεῖται ποταμοῖο παρ' ὄχθας.
τοῖον ἄρ' Ἀνθεμίδην Σιμοείσιον ἐξενάριξεν
Αἴας διογενής·
ετσι τον[Ελεφηνορα]εγκατελειψε η ψυχη.πανω σ'αυτον μαχη εγινε 470
ολεθρια Τρωων κι Αχαιων,αυτοι σαν λυκοι
οι με στους δε κατεπεφταν,αντρας αντρα αρπαζε βιαια.
εκει χτυπησε τ'Ανθεμιωνα το γιο ο Τελαμωνιος Αιαντας
τ'ανυπαντρο παλικαρι Σιμοεισιον,που καποτε η μανα
απ'την Ιδη κατεβαινοντας σιμα στις οχθες του Σιμοεντα
γεννησε,οταν με τους γονεις μαζι τα προβατα φυλαγε.
γι'αυτο το λογο αυτον καλουσαν Σιμοεισιο.ουτε στους γονεις
τα θροφεια στους αγαπημενους απεδωσε,ολιγοζωος στα χρονια
υπηρξε απ'τ'Αιαντα τ'αφοβου στη καρδια το δορι δαμασθηκε.
οταν πρωτος εφτασε τον χτυπησε στο στηθος διπλα στο βυζι 480
το δεξιο.αντικρυ μεσ'απ'τον ωμο το χαλκινο κονταρι
ηρθε.αυτος δεν στις σκονες καταχαμα επεσε σαν λευκα
π'αφου σε λιβαδι ελους μεγαλου εχει φυτρωσει
γυαλιστερη,και κλωνoi στη κορυφη της φυτρωνουν.
αυτη αρματοποιος αντρας με λαμπερο σιδερο
κοβει,για να σε τροχο καμψει σε πανεμορφο αρμα.
κι αυτη ξεραμενη κειται στου ποταμου σιμα τις οχθες.
ετσ'ομοια λοιπον τον Ανθεμιδην Σιμοεισιον γυμνωσε απ'οπλα
ο θεικος Αιαντας
.
.
.
Γλαυκος του Ιππολοχου Τρωας και Διομηδης του Τυδεα Αχαιος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ ΡΑΨΩΔΙΑΣ Ζ' ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΧΑΙΟΥ ΤΥΔΕΙΔΗ ΔΙΟΜΗΔΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΩΑ ΓΛΑΥΚΟ
ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΟΧΟΥ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον ειδε ξαφνικα μπροστα του ο Τυδειδης Διομηδης τον αντρειο Γλαυκο
''ποιος εισαι;αν εισαι ανθρωπος στασου αντιπαλος απεναντι μου ισομαχος
αν ομως εισαι καποιος θεος,με τους θεους δεν τα βανω υβρις ειν'αυτο''
κι εκεινος του'πε τοτε με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
'''την Εφυρα την Κορινθο γεννια απ'τον Σισυφο και παιδι αυτου ο Γλαυκος
κι αυτου παιδι ο Βελλεροφοντης που βασανα τραβηξε πολλα σαν η Αντεια
τον ερωτευτηκε του βασιλια Προιτου η γυναικα κι εκεινος δεν την θελησε
και τοτε εκεινη ψευτικε στον βασιλια πως εκεινος την ατιμασε
κι ο βασιλιας τον εστειλε με σηματα λυγρα στον πεθερο του στη Λυκια
στα ρεματα του Ξανθου να τον ξεκανει εκει περα εκεινος
κι οταν εφτασε και του'δειξε τα σηματα εκεινος τον εστειλε να σκοτωσει την Χιμαιρα
που'ταν μπροστα λιονταρι και πισω δρακοντας φιδι και ξεφυσουσε φωτια
και καυτερο καπνο απ'το φικαλεο στομα της κι απ'τα ρουθουνια
κι υστερα να πολεμησει τους κυδαλιμους ισχυρους Σολυμους
και τριτο τις αντρομαχες ἀντιανείρας Αμαζονες να μαχευτει
και με λοχο αριστων του'στεισ`ενεδρα ξαφνικα να του ριχτει
και σαν νικητης απ'ολ'αυτα γυρισε τον παντρεψε με τη κορη του
και του'δωκε καρπερο περιβολι κι ευφορο φαρδυ χωραφι
κι αμπελι καλο να'χει να γλυκογευεται καρπους και χυμο
κι αυτη Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν γεννησε 197
ομως αυτον τον εχθρευτηκαν οι θεοι και σαλεψ' ο νους του
και πλανιονταν στον ερημο Ἀλήϊον τοπο μακρυα απ'ανθρωπων κατοικιες
εγω απ'αυτον περιφανευομαι πως ειμαι τον γενναιο Βελλεροφοντη
γεννημα του παιδιου του Ιππολοχου ''
ετσ'ειπε κι ως ακουσε τα λογια αυτα ο Διομηδης του Τυδεα
ἔγχος μὲν κατέπηξεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ 213
το κονταρι εμπηξε στη γη που πολλους θρεφει και του'πε
με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός·
Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην
ξείνισ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ' ἐρύξας·
οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά·
Οἰνεὺς μὲν ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν,
Βελλεροφόντης δὲ χρύσεον δέπας ἀμφικύπελλον 220
καί μιν ἐγὼ κατέλειπον ἰὼν ἐν δώμασ' ἐμοῖσι.
''εσυ μου'σαι τωρα φιλος απο φιλοξενια πατρογονικος παλιος
αφου ο Οινεας καποτε τον θεικο αμεμπτο Βελλεροφοντη
φιλοξενηξε στα μεγαρα εικοσι μερες κρατωντας.
κι αυτοι ο ενας στον αλλον προσφεραν δωρα φιλοξενιας καλα
ο Οινεας ζωστηρα εδωσε κοκκινη φοινικια λαμπρη
ο Βελλερεφοντης χρυσο ποτηρι με γυρω δυο λαβες 220
κι αυτο εγω αφησα φευγοντας στα παλατια μου''
κι αφου οι δυο αντρειοι πολεμιστες γνωρισθηκαν κι ευχαριστηθηκαν
στη καρδια για τον παλιο πατρογονικο δεσμο σαν φιλοι εδωσαν
τα χερια κι οχι αντιπαλοι εχθροι να εξολοθρεψει ο ενας τον αλλον
ὃς πρὸς Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε' ἄμειβε 235
χρύσεα χαλκείων, ἑκατόμβοι' ἐννεαβοίων.
κι ο Γλαυκος με τον Τυδειδη Διομηδη ανταλλαξε αρματα 235
χρυσα με χαλκινα,εκατο βοδιων με εννια βοδιων
και τοτε μεσα τους εννοησαν καλα τον αφευκτο λογο τον αληθινο
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 146
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
''οποια των φυλλων η γεννια τετοια και των ανθρωπων 146
τα φυλλα μεν αλλα ο ανεμος κατω ριχνει,αλλα δε το δεντρο
το θαλερο φυτρωνει,οταν της ανοιξης ερχεται η ωρα,
σαν των ανθρωπων τη γενια η μια φυτρωνει η δ'αλλη τελειωνει''
.
.
.
Ωραια Ελενη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΟΥ ΝΕΜΕΣΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Γ',στιχοι 139-160]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τα πορτοκαλια στο κηπο αυτη την εποχη φιαλες γευστικου
χυμου ,τα βλεπει ν'αναδευονται και στην πιο παραμικρη αναπνοη
του αερα,
μια φωνη πεταξε σαν πουλι λαμπερο φως,
στον καθρεφτη ενα κενο,πισω στη καρεκλα το λεπτο πεπλο
και στο τραπεζι η χρυση μασκα,ενα πουλι τσιμπολογαει τα ματια της,
εκει που ειναι στη πραγματικοτητα οι βολβοι της,σε ποια ιστορια
ανθισαν και μαραθηκαν,
κοιταζει τα χερια της,δυο ατελειωτες σειρες γεγονοτων,
αυτο εγινε,τοτε,σ'εκεινο το μερος,ηταν αυτη η' θεατης η' ξενη,
η' ενα ειδωλο,οπως τωρα,
γιατι μυριζουν τα πορτοκαλια;
τι σημαινει αυτη η απεραντη γαληνη;πως να'ναι η αιωνιοτητα;
ο κυκλος ενος λαμπερου πουλιου τρεμει τον ισκιο του στον απεναντι
ασπρισμενο τοιχο,μεχρι χθες ηταν οι εργατες και δουλευαν,εφυγαν,
σημερα δεν ηταν,
τι ευτυχια να παρατηρεις τους ανθρωπους,να τους βλεπεις,ολοκληρους,
που ειναι οταν δεν τους βλεπεις;
κοιταξε την εικονα της,ποια ειναι;
μεγαλα ματια αυτια σαν κοχυλια μαλλια σγουρα σαν σερπαντινες αποκριας,
οταν κανει βολτα με το ποδηλατο στη παραλια ανεμιζουν στο δροσερο
αερακι,
φορεσε τη χρυση μασκα,πρωτα μπροστα στον καθρεφτη κι επειτα μεσα
στο κηπο προβαρε τα λογια της
στιχοι 139-160 απο την ραψωδια Γ',
εκανε ενα δυο λαθη,καποιες λεξεις δεν θυμηθηκε,ακομα πρεπει
να διορθωσει την εκφραση της,και την κινηση της να προσεξει,
αυτη την ωρα της δυσης του ηλιου
τα πορτοκαλια γυαλιζαν χρυσα,
.
Ὣς εἰποῦσα θεὰ γλυκὺν ἵμερον ἔμβαλε θυμῷ
ἀνδρός τε προτέρου καὶ ἄστεος ἠδὲ τοκήων· 140
αὐτίκα δ' ἀργεννῇσι καλυψαμένη ὀθόνῃσιν
ὁρμᾶτ' ἐκ θαλάμοιο τέρεν κατὰ δάκρυ χέουσα
οὐκ οἴη, ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ' ἕποντο,
Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ, Κλυμένη τε βοῶπις·
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανον ὅθι Σκαιαὶ πύλαι ἦσαν.
Οἳ δ' ἀμφὶ Πρίαμον καὶ Πάνθοον ἠδὲ Θυμοίτην
Λάμπόν τε Κλυτίον θ' Ἱκετάονά τ' ὄζον Ἄρηος
Οὐκαλέγων τε καὶ Ἀντήνωρ πεπνυμένω ἄμφω
ἥατο δημογέροντες ἐπὶ Σκαιῇσι πύλῃσι,
γήραϊ δὴ πολέμοιο πεπαυμένοι, ἀλλ' ἀγορηταὶ 150
ἐσθλοί, τεττίγεσσιν ἐοικότες οἵ τε καθ' ὕλην
δενδρέῳ ἐφεζόμενοι ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι·
τοῖοι ἄρα Τρώων ἡγήτορες ἧντ' ἐπὶ πύργῳ.
οἳ δ' ὡς οὖν εἴδονθ' Ἑλένην ἐπὶ πύργον ἰοῦσαν,
ἦκα πρὸς ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον·
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν·
ἀλλὰ καὶ ὧς τοίη περ ἐοῦσ' ἐν νηυσὶ νεέσθω,
μηδ' ἡμῖν τεκέεσσί τ' ὀπίσσω πῆμα λίποιτο. 160
.
ετσι λεγοντας η θεα γλυκια νοσταλγια εβαλε στη καρδια
και για τον πρωτον αντρα και τη πολη κι ακομα τους γονεις 140
τοτ' αφου μ'ασπρο λαμπρο καλυφτηκε λεπτο πεπλο
ορμησ'εξω απ'τη καμαρα τρυφερο κατω δακρυ χυνοντας
οχι μοναχη,μαζι μ'αυτη και δυο περαστεκαμενες ακολουθουσαν
η Αιθρα του Πιτθεα η θυγατερα κι η Κλυμενη με τα μεγαλα σα βοδιου ματια
γρηγορα επειτα εφτασαν οπου οι Σκαιες πυλες ησαν
αυτοι γυρω απ'τον Πριαμο και τον Πανθοο και τον Θυμοιτη
και τον Λαμπο και τον Κλυτια και τον Ικεταονα τον βλαστο τ'Αρη
κι ο Ουκαλεγων κι ο Αντηνωρας συνετοι στο μυαλο κι οι δυο
καθονταν δημογεροντες πανω στις Σκαιες πυλες
απ'τα γηρατεια στο πολεμο ηταν παυμενοι,αλλ'αγορητες 150
εξοχοι,στα τζιτζικια μοιαζοντας που και μεσα στο δασος
στα δεντρα καθισμενοι φωνη απαλη σαν τον κρινο βγαζουν
τετοιοι λοιπον των Τρωων ηγητορες καθονταν πανω στον πυργο.
αυτοι δε μολις ειδαν την Ελενη πανω στον πυργο να'ρχεται
σιγανα ο ενας προς τον αλλον λογια φτερωτα απηυθυναν.
δεν ειναι θεικη τιμωρια που Τρωες και ευκνημιδες Αχαιοι
για τετοια ξεχωριστη γυναικα πολυ καιρο βασανα υποφερουν
φοβερα στις αθανατες θεες στην οψη μοιαζει.
αλλα και ετσι τετοια αν ειναι στα καραβια ν'ανεβει
μητε σε μας και στα τεκνα πισω πληγη να μεινει 160
.
.
.
αρχαικο-σε λαμαρινα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ιολη Ευρυπιδη-σε λαμαρινα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΙΟΛΗΣ ΕΥΡΥΠΙΔΗ-χ.ν.κουβελης
Όμηρου Ιλιάδα-ραψωδια Β-στιχοι 729-733
Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια φ-στιχοι 13-41,ραψωδια θ-στιχοι 223-228
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
Όμηρου Ιλιάδα-ραψωδια Β-στιχοι 729-733]
Οἳ δ' εἶχον Τρίκκην καὶ Ἰθώμην κλωμακόεσσαν,
οἵ τ' ἔχον Οἰχαλίην πόλιν Εὐρύτου Οἰχαλιῆος,
τῶν αὖθ' ἡγείσθην Ἀσκληπιοῦ δύο παῖδε
ἰητῆρ' ἀγαθὼ Ποδαλείριος ἠδὲ Μαχάων·
τοῖς δὲ τριήκοντα γλαφυραὶ νέες ἐστιχόωντο.
αυτοι'χαν την Τρικκη και την πετρωδη Ιθωμη
κι αυτοι'χαν την Οιχαλια την πολι του Ευρυτου του Οιχαλια,
αυτων τοτε ηγουνταν του Ασκληπιου τα δυο παιδια
γιατροι αξιοι ο Ποδαλειριος και ο Μαχαων
σ'αυτους τριαντα κοιλα καραβια ακολουθουσαν με σειρα
,
[Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια φ-στιχοι 13-41]
δῶρα τά οἱ ξεῖνος Λακεδαίμονι δῶκε τυχήσας
Ἴφιτος Εὐρυτίδης, ἐπιείκελος ἀθανάτοισι.
τὼ δ' ἐν Μεσσήνῃ ξυμβλήτην ἀλλήλοιϊν
οἴκῳ ἐν Ὀρτιλόχοιο δαΐφρονος. ἦ τοι Ὀδυσσεὺς
ἦλθε μετὰ χρεῖος, τό ῥά οἱ πᾶς δῆμος ὄφελλε·
μῆλα γὰρ ἐξ Ἰθάκης Μεσσήνιοι ἄνδρες ἄειραν
νηυσὶ πολυκλήϊσι τριηκόσι' ἠδὲ νομῆας.
τῶν ἕνεκ' ἐξεσίην πολλὴν ὁδὸν ἦλθεν Ὀδυσσεύς, 20
παιδνὸς ἐών· πρὸ γὰρ ἧκε πατὴρ ἄλλοι τε γέροντες·
Ἴφιτος αὖθ' ἵππους διζήμενος, αἵ οἱ ὄλοντο
δώδεκα θήλειαι, ὑπὸ δ' ἡμίονοι ταλαεργοί·
αἳ δή οἱ καὶ ἔπειτα φόνος καὶ μοῖρα γένοντο,
ἐπεὶ δὴ Διὸς υἱὸν ἀφίκετο καρτερόθυμον,
φῶθ' Ἡρακλῆα, μεγάλων ἐπιίστορα ἔργων,
ὅς μιν ξεῖνον ἐόντα κατέκτανεν ᾧ ἐνὶ οἴκῳ,
σχέτλιος, οὐδὲ θεῶν ὄπιν αἰδέσατ' οὐδὲ τράπεζαν,
τὴν ἥν οἱ παρέθηκεν· ἔπειτα δὲ πέφνε καὶ αὐτόν,
ἵππους δ' αὐτὸς ἔχε κρατερώνυχας ἐν μεγάροισι. 30
τὰς ἐρέων Ὀδυσῆϊ συνήντετο, δῶκε δὲ τόξον,
τὸ πρὶν μὲν ἐφόρει μέγας Εὔρυτος, αὐτὰρ ὁ παιδὶ
κάλλιπ' ἀποθνῄσκων ἐν δώμασιν ὑψηλοῖσι.
τῷ δ' Ὀδυσεὺς ξίφος ὀξὺ καὶ ἄλκιμον ἔγχος ἔδωκεν,
ἀρχὴν ξεινοσύνης προσκηδέος· οὐδὲ τραπέζῃ
γνώτην ἀλλήλω· πρὶν γὰρ Διὸς υἱὸς ἔπεφνεν
Ἴφιτον Εὐρυτίδην, ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν,
ὅς οἱ τόξον ἔδωκε. τὸ δ' οὔ ποτε δῖος Ὀδυσσεὺς
ἐρχόμενος πόλεμόνδε μελαινάων ἐπὶ νηῶν
ᾑρεῖτ', ἀλλ' αὐτοῦ μνῆμα ξείνοιο φίλοιο 40
κέσκετ' ἐνὶ μεγάροισι, φόρει δέ μιν ἧς ἐπὶ γαίης.
τα δωρ'αυτα σ'αυτον φιλος ξενιας στη Λακεδαιμονα ετυχε να δωσει
ο Ιφιτος του Ευρυτου,παρομοιος στους αθανατους,
που στη Μεσσηνη συναντησε'ο ενας τον αλλον
στο σπιτι του θαυμαστου Ορτιλοχου,οπου σ'αυτον ο Οδυσσεας
ηρθε για χρεος,επειδη σ'αυτον ολος ο δημος οφειλε
προβατα αφου απ'την Ιθακη Μεσσηνιοι αντρες αρπαξαν
στα καραβια τα πολυσκαρμα τριακοκια μαζι με τους βοσκους.
γι'αυτα αποσταλθηκε πολυ δρομο να'ρθει ο Οδυσσεας 20
παιδι οντας,προς τα κει λοιπον τον εστειλε ο πατερας κι οι αλλοι γεροντες
κι ο Ιφιτος παλι αλογα ζητουσε να βρει,αυτα σ'αυτον χαθηκαν
δωδεκα θηλυκα,μ'ανθεκτικα μουλαρια να βυζαινουν.
αυτες τοτε σ'αυτον επειτα και φονος και μοιρα εγιναν
οταν τοτε στου Δια το γιο εφτασε τον οξυθυμο,
τον λαμπρο Ηρακλη,μεγαλων εμπειρο γνωστη εργων
αυτος αυτον ξενον οντα σκοτωσε ενω ηταν στο σπιτι ,
ο ολεθριος,ουτε των θεων την εκδικηση ντραπηκε ουτε το τραπεζι
αυτο που σ'αυτον παραθεσε.επειτα δ'εφονευσε κι αυτον,
και τις φοραδες αυτος κρατησε με τις δυνατες οπλες στα μεγαρα 30
αυτες ζητωντας με τον Οδυσεα συναντηθηκε,του'δωκε δε τοξο,
που πριν κατειχε ο μεγας Ευρυτος,αλλα στο παιδι
καταλλειπε αποθνησκωντας στα δωματα τα ψηλα.
σ'αυτον δε ο Οδυσεας ξιφος οξυ και ισχυρο κονταρι εδωκε,
αρχη φιλοξενιας στενης συγγενειας.ουτε σε τραπεζι
γνωρισ'ο ενας τον αλλον,γιατι πριν ο γιος του Δια εφονευσε
τον Ιφιτο υου Ευρυτου,παρομοιον στους αθανατους,
αυτος που σ'αυτον τοξο εδωκε,αυτο δε ουδεποτε ο θεικος Οδυσσεας
πηγαινοντας για πολεμο στα μελανα πανω τα καραβια
επαιρνε,αλλ'αυτου μνημα στον φιλο της ξενιας τον αγαπητο 40
αφηνε να'ναι στα μεγαρα,το'φορουσε δε αυτος στη γη του
.
(Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια Θ-στιχοι 223 -228)
ἀνδράσι δὲ προτέροισιν ἐριζέμεν οὐκ ἐθελήσω,
οὔθ' Ἡρακλῆϊ οὔτ' Εὐρύτῳ Οἰχαλιῆϊ,
οἵ ῥα καὶ ἀθανάτοισιν ἐρίζεσκον περὶ τόξων.
τῶ ῥα καὶ αἶψ' ἔθανεν μέγας Εὔρυτος οὐδ' ἐπὶ γῆρας
ἵκετ' ἐνὶ μεγάροισι· χολωσάμενος γὰρ Ἀπόλλων
ἔκτανεν, οὕνεκά μιν προκαλίζετο τοξάζεσθαι.
στους αντρες δε στους προτερους να'ρθω σ'εριδα δεν θα'θελα
ουτε με τον Ηρακλη ουτε με τον Ευρυτο της Οιχαλιας,
αυτοι βεβαια και με τους αθανατους εριζαν περι τοξων
γι'αυτο βεβαια και γρηγορα πεθανεν ο μεγας Ευρυτος ουδ'εις γηρας
εφτασε να'ναι στα μεγαρα.γιατι χολιασμενος ο Απολλων
τον σκοτωσε,επειδη αυτον προκαλουσε να τοξευσει
.
.
ΙΟΛΗ ΕΥΡΥΠΙΔΗ-χ.ν.κουβελης
''ενα πραγμα''
σκεφτεται πως ειναι ενα πραγμα
''ενα πραγμα ο ανθρωπος''
εδω στη Τραχινα
απο την Οιχαλια οιχομαι αλος
εκει τους εσφαξε ολους ο Ηρακλης
πατερα αδερφια ''κι εμενα μ'αρπαξε χωρις να θελω''
ιερη μανια τρελλα τον επιασε οπως τοτε με τα παιδια του
''τι φταιω εγω'' τωρα που ολα συνετελλεσθηκαν
και το δηλητηριο του Νεσσου του ποτισε το κορμι
και τον εκαψε κι η ευγενικη Δηιανειρα χαθηκε απ'εαυτου της
''τωρα γυναικα του Υλλου''ρημαγμενη μεσα στους καθρεφτες της μνημης
''ο αδελφος μου ο Ιφιτος''να ψαχνει τις χαμενες φοραδες
μεσα στους στιχους 13-41 της ραψωδια φ' της Οδυσσειας του Ομηρου
ενας ολοκληρος ζωντανος ανθρωπος
''εγω ανθρωπος μεσα στα διχτια της ιστοριας αλλων ανθρωπων''
.
.
.
Οδυσσεια Ομηρου εκδοση 1504
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια μ',στιχοι 73-79]
οἱ δὲ δύω σκόπελοι ὁ μὲν οὐρανὸν εὐρὺν ἱκάνει
ὀξείῃ κορυφῇ, νεφέλη δέ μιν ἀμφιβέβηκε
κυανέη: τὸ μὲν οὔ ποτ' ἐρωεῖ, οὐδέ ποτ' αἴθρη 75
κείνου ἔχει κορυφὴν οὔτ' ἐν θέρει οὔτ' ἐν ὀπώρῃ.
οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνὴρ οὐ καταβαίη, 77
οὐδ' εἴ οἱ χεῖρές τε ἐείκοσι καὶ πόδες εἶεν:
πέτρη γὰρ λίς ἐστι, περιξεστῇ ἐϊκυῖα.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
εκει'ναι δυο σκοπελοι,στον πλατυ ουρανο ο ενας φτανει
μ'οξεια κορυφη,και με συνεφο ολουθε σκεπασμενος
μαυρο,κι ουτε ποτε αυτο σκορπα κι ουτε ποτε καθαριζει 75
κεινου κραταει τη κορυφη ουτ'αν ειν' στο θερος ουτ'αν στο φθινοπωρη
κι ουτε ν'ανεβει θνητος ανθρωπος μπορει κι ουτε να κατεβει 77
ουτε κι αν χερια εικοσι και ποδια ειχε
γιατ' ειναι η πετρα λεια,ολοξυστη να'ναι μοιαζει
.
,
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια μ' ,στιχοι 108-110]
ἀλλὰ μάλα Σκύλλης σκοπέλῳ πεπλημένος ὦκα
νῆα παρὲξ ἐλάαν, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερόν ἐστιν
ἓξ ἑτάρους ἐν νηὶ ποθήμεναι ἢ ἅμα πάντας. 110
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
αλλα πολυ κοντα στης Σκυλλας το σκοπελο πλησιασε γοργα
το καραβι περα να κωπηλατησεις,επειδη πολυ καλλιτερο ειναι
εξι συντροφοι στο καραβι να ρουφηχτουν παρα μαζι ολοι 110
.
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ι' ,στιχοι 39-61]
Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν,
Ἰσμάρῳ· ἔνθα δ' ἐγὼ πόλιν ἔπραθον, ὤλεσα δ' αὐτούς. 40
ἐκ πόλιος δ' ἀλόχους καὶ κτήματα πολλὰ λαβόντες
δασσάμεθ', ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
ἔνθ' ἦ τοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας
ἠνώγεα, τοὶ δὲ μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο.
ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο, πολλὰ δὲ μῆλα
ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς.
τόφρα δ' ἄρ' οἰχόμενοι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν,
οἵ σφιν γείτονες ἦσαν, ἅμα πλέονες καὶ ἀρείους,
ἤπειρον ναίοντες, ἐπιστάμενοι μὲν ἀφ' ἵππων
ἀνδράσι μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα. 50
ἦλθον ἔπειθ', ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίνεται ὥρῃ,
ἠέριοι· τότε δή ῥα κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη
ἡμῖν αἰνομόροισιν, ἵν' ἄλγεα πολλὰ πάθοιμεν.
στησάμενοι δ' ἐμάχοντο μάχην παρὰ νηυσὶ θοῇσι,
βάλλον δ' ἀλλήλους χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν.
ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν ἦμαρ,
τόφρα δ' ἀλεξόμενοι μένομεν πλέονάς περ ἐόντας·
ἦμος δ' ἠέλιος μετενίσετο βουλυτόνδε,
καὶ τότε δὴ Κίκονες κλῖναν δαμάσαντες Ἀχαιούς.
ἓξ δ' ἀφ' ἑκάστης νηὸς ἐϋκνήμιδες ἑταῖροι 60
ὤλονθ'· οἱ δ' ἄλλοι φύγομεν θάνατόν τε μόρον τε.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]]
απ'το Ιλιο φερνοντας με ο ανεμος στους Κικονες με πεταξε
στην Ισμαρω,οπ'εγω τη πολη πατηξα κι αυτους αφανισα 40
απ'τη πολη και γυναικας και πολλα αγαθα αρπαζοντας
τα μοιραστηκαμε,κανεις να μην με κατακρινει πως δεν τα'θεσα ισα,
τοτ'εγω να σηκωσουμε τα ποδι μας να φευγουμε απο'κει
συμβουλευα,αυτοι παρα πολυ μωροι δεν πειθονταν
οπου πολυ κρασι πινοντας μεθουσαν,πολλα δ'αρνια
εσφαζαν σ'ακρογυαλι και τα χορευτικα στο βαδισμα βοδια,
εν τω μεταξυ πηγαν οι Κικονες στους Κικονες και φωναξαν
που σ'αυτους γειτονες ησαν,και πιο πολλοι και πιο αντρειοι,
πο'μεναν στη στερια,ξεροντας απ'τ'αλογα
στους αντρες να μαχονται κι αν χρειαστει και πεζοι να'ναι 50
και τοτε ηρθαν,ωσα τα φυλλα και τ'ανθια που γινονται στην ωρα τους,,
στην αχλυ το ξημερωμα,τοτε κακη μοιρα του Δια επεσε πανω
σε μας τους καταδικασμενους,για να πολλα βασανα να παθουμε,
στηθηκαν κι εμαχονταν κοντα στα γρηγορα καραβια
πετουσαν οι μεν εδω στους δε εκει τα χαλκινα κονταρια ,
οσ'αυγη ητανε κι αυξανε η μερα
ως τοτε τους αντικρουσαμε αν και περσοτεροι ηταν
ομως ο ηλιος οταν εφτασε και λυνουνε τα βοδια
τοτε κι οι Κικονες απωθησαν τους Αχαιους νικωντες,
εξη απο καθε καραβι με τις καλες περικνημιδες συντροφοι 60
χαθηκαν,οι αλλοι φυγαμε και το θανατο και τη μαυρη μοιρα
.
.
καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα,
ἐν δ᾽ ἐτίθει δύο κῆρε τανηλεγέος θανάτοιο, 210
τὴν μὲν Ἀχιλλῆος, τὴν δ᾽ Ἕκτορος ἱπποδάμοιο,
ἕλκε δὲ μέσσα λαβών· ῥέπε δ᾽ Ἕκτορος αἴσιμον ἦμαρ,
(Ομήρου Ιλιαδα ραψωδια Χ' στίχοι 209-212)
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
και τοτε τη χρυση ο πατερας τεντωσε ζυγαρια
κι εβαλε τις δυο μοιρες τ'οδυνηρου θανατου
τη μια τ'Αχιλλεα,την αλλη τ'Εχτορα του ιπποδαμαστη
τη τραβηξε τη μεση πιανοντας,κι εκλινε τ'Εχτορα η γραμμενη μερα
.
.
.
η κούρῃ ναυσικλειτοῖος Δύμαντος ὁμηλικίη Ναυσικάας,θυγάτηρος μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια ζ' στιχοι 13-24
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τοῦ μὲν ἔβη πρὸς δῶμα θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
νόστον Ὀδυσσῆϊ μεγαλήτορι μητιόωσα
βῆ δ' ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη
κοιμᾶτ' ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη,
Ναυσικάα, θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο,
πὰρ δὲ δύ' ἀμφίπολοι, Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι,
σταθμοῖϊν ἑκάτερθε· θύραι δ' ἐπέκειντο φαειναί.
ἡ δ' ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης, 20
στῆ δ' ἄρ' ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν,
εἰδομένη κούρῃ ναυσικλειτοῖο Δύμαντος,
ἥ οἱ ὁμηλικίη μὲν ἔην, κεχάριστο δὲ θυμῷ.
τῇ μιν ἐεισαμένη προσέφη γλαυκῶπις Ἀθήνη
σ'αυτου[τ'Αλκινοου]μπηκε τ'ανακτορο η θεα με τα γυαλιστερα ματια Αθηνα,
το νοστο τ'Οδυσσεα του μεγαλοψυχου εχοντας στο νου
και μπηκ'αυτη σε περιτεχνο θαλαμο,οπ'ειναι κορη
και κοιμαται στους αθανατους σ'αναστημα κι οψη ομοια,
η Ναυσικα,θυγατερα του μεγαλοψυχου Αλκινοου,
και διπλα της δυο ακολουθες,απ'τις Χαριτες την ομορφια π'εχουν,
στους παρασταδες απ'τη μια κι απ'την αλλη μερια,κι ειν'οι λαμπρες πορτες κλειστες,
αυτη σαν τ'ανεμου τη πνοη ανατριχιασε τα σκεπασματα της κορης 20
και σταθηκε παν'στη κεφαλη της και σ'αυτη λογο ειπε,
ομοιασμενη στη κορη του δοξαστου ναυτικου Δυμαντα,
που σ'αυτη συνομηλικη ηταν,κι ευχαριστη στη καρδια.
σ'αυτην ομοιασμενη μιλησε η με τα γυαλιστερα ματια Αθηνα
.
.
.
Ναυσικάα,θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια ζ' στιχοι 127-138
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ὣς εἰπὼν θάμνων ὑπεδύσετο δῖος Ὀδυσσεύς,
ἐκ πυκινῆς δ' ὕλης πτόρθον κλάσε χειρὶ παχείῃ
φύλλων, ὡς ῥύσαιτο περὶ χροῒ μήδεα φωτός.
βῆ δ' ἴμεν ὥς τε λέων ὀρεσίτροφος, ἀλκὶ πεποιθώς, 130
ὅς τ' εἶσ' ὑόμενος καὶ ἀήμενος, ἐν δέ οἱ ὄσσε
δαίεται· αὐτὰρ ὁ βουσὶ μετέρχεται ἢ ὀΐεσσιν
ἠὲ μετ' ἀγροτέρας ἐλάφους· κέλεται δέ ἑ γαστὴρ
μήλων πειρήσοντα καὶ ἐς πυκινὸν δόμον ἐλθεῖν·
ὣς Ὀδυσεὺς κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισιν ἔμελλε
μείξεσθαι, γυμνός περ ἐών· χρειὼ γὰρ ἵκανε.
σμερδαλέος δ' αὐτῇσι φάνη κεκακωμένος ἅλμῃ,
τρέσσαν δ' ἄλλυδις ἄλλη ἐπ' ἠϊόνας προὐχούσας.
κι ετσι λεγωντας απ'τους θαμνους κατω βγηκε ο θειος Οδυσσεας,
απ'το πυκνο δασος βλασταρι εσπασε με το βαρυ του χερι
με φυλλα γεματο,και το'βαλε στο σωμα γυρω του να μην φανουν τα μελη,
βγηκε σαν λιονταρι ορεσιβιο,στη δυναμη του νιωθωντας σιγουρο,130
που'ναι δαρμενο απο βροχη κι αερα,και τα ματια του φωτια
εκαιγαν.και τοτ'αυτο σε βοδια χυμιζει η' σ'αρνια
η' και κατ'αγρια ελαφια.και τ'ωθει η κοιλια του
προβατα να ψαξει και σε γερο μαντρι να ερθει.
ετσ'ο Οδυσσεας στις ομορφομαλλες κορες ερχονταν
να σμιξει,αν κι ηταν γυμνος,επειδη τον εσπρωχνε αναγκη.
τρομερος σ'συτες φανηκε κακοδαρμενος αλμυρα,
τρεξαν αλλη απο'δω κι αλλη 'απο'κει στους οχτους να κρυφτουν.
.
.
.
Ερμιονη Ελενης Μενελαου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ερμιονη Ελενης Μενελαου Αναμονη-χ.ν.κουβελης
Γαμος Ερμιονης της Ελενης και του Μενελαου
[Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια δ' στιχοι 1-19]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Οἱ δ' ἷξον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν,
πρὸς δ' ἄρα δώματ' ἔλων Μενελάου κυδαλίμοιο.
τὸν δ' εὗρον δαινύντα γάμον πολλοῖσιν ἔτῃσιν
υἱέος ἠδὲ θυγατρὸς ἀμύμονος ᾧ ἐνὶ οἴκῳ.
τὴν μὲν Ἀχιλλῆος ῥηξήνορος υἱέϊ πέμπεν·
ἐν Τροίῃ γὰρ πρῶτον ὑπέσχετο καὶ κατένευσε
δωσέμεναι, τοῖσιν δὲ θεοὶ γάμον ἐξετέλειον·
τὴν ἄρ' ὅ γ' ἔνθ' ἵπποισι καὶ ἅρμασι πέμπε νέεσθαι
Μυρμιδόνων προτὶ ἄστυ περικλυτόν, οἷσιν ἄνασσεν.
υἱέϊ δὲ Σπάρτηθεν Ἀλέκτορος ἤγετο κούρην, 10
ὅς οἱ τηλύγετος γένετο κρατερὸς Μεγαπένθης
ἐκ δούλης· Ἑλένῃ δὲ θεοὶ γόνον οὐκέτ' ἔφαινον,
ἐπεὶ δὴ τὸ πρῶτον ἐγείνατο παῖδ' ἐρατεινήν,
Ἑρμιόνην, ἣ εἶδος ἔχε χρυσῆς Ἀφροδίτης.
ὣς οἱ μὲν δαίνυντο καθ' ὑψερεφὲς μέγα δῶμα
γείτονες ἠδὲ ἔται Μενελάου κυδαλίμοιο,
τερπόμενοι· μετὰ δέ σφιν ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδὸς
φορμίζων· δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ' αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αυτοι στη Λακεδαιμονα με τις βαθειες χαραδρες φτασαν,
και προς τ'ανακτορα τραβωντας του δοξαστου Μενελαου,
τον ηβραν να κανει τραπεζι γαμου με πολλους συγγενεις
του γιου και μαζι της αψεγαδιαστης θυγατερας μεσ'στο σπιτι,
αυτη στο γιο τ'ορμητικου Αχιλλεα με πομπη εστελνε,
αφου στη Τροια πρωτα την υποσχεθηκε και συναινεσε
να δωσει,σ'αυτους οι θεοι το γαμο ξετελειωναν,
αυτη εκει μ'αλογα κι αμαξια εστελνε με πομπη να μεινει
στων Μυρμιδονων τη φημισμενη πολι,που σ'αυτους βασιλευε.
στο γιο απ'τη Σπαρτη του Αλεκτορα εφερε τη κορη,10
αυτος εδω ο χαιδεμενος λεβεντης Μεγαπενθης εγινε
απο δουλα,στην Ελενη οι θεοι γονο δεν εφεραν στο φως
αφοτου πρωτα γεννησε παιδουλα χαριτωμενη,
την Ερμιονη,που την οψη της χρυσης ειχε Αφροδιτης .
ετσ'αυτοι τραπεζονονταν στο υψηλοροφο ανακτορο
οι γειτονες μαζι με τους συγγενεις του δοξαστου Μενελαου
τερπομενοι,και μ'αυτους τραγουδουσε θειος αοιδος
παιζοντας τη φορμιγγα,ενω δυο επιδεξιοι χορευτες απ'τον εαυτο τους
στο ρυθμο του τραγουδιου βγαινοντας μπροστα στροφογυριζαν στη μεση
.
.
ετσι γινηκαν οι γαμοι μου με τον Νεοπτολεμο,η θεληση του πατερα μου,υπακουσα,
η γνωμη της μητερας επιπολαια ως συνηθως δεν εισακουσθηκε,ο πατερας με ειχε
ταξει σ'αυτον για να παρουν τη πολη,ημουνα εννια χρονων οταν εφυγαν για κεινον
τον μακρινο πολεμο,πριν η μητερα ειχε φυγει μ'εκεινον τον ξενο ανθρωπο,εμενα μου
το κρυψαν,πως πηγε ταξιδι και γρηγορα θα γυρισει,εγω ομως ηξερα,παραμονευα εξω
απ'τη καμαρα της και κρυφακουγα τους ψιθυρους τους,την ζηλευα,ελεγαν πως της
εμοιαζα,η μητερα ηταν παρα πολυ ομορφη,οταν εφυγε κλειστηκα στον εαυτο μου,δεν
ηθελα να μιλησω σε κανεναν,ημουν ανεκφραστη,δεν ετρωγα,αδυνατησα πολυ,ανη-
συχουσαν για μενα,τις νυχτες δεν κοιμομουν,ξαγρυπνουσα,ακουγα καθαρα στ'αυτια
μου τα λογια τους και τα πνιχτα γελια τους,φοβουμουν πως τρελλαθηκα,και μια μερα
ξυπνησα και δεν θυμομουν τιποτα,ολα ειχαν ξεχαστει,ετρωγα,γελουσα,επαιζα και
χαιρομουνα με τ'αλλα κοριτσι τις φιλες μου,μεγαλωσα κι εγινα αυτο που λενε
καλλικομος,καλλιπαρηος,λευκωλενος, τανυπεπλος,τοτε με ειδε μ'ερωτευθηκε και
μ'εκλεψε ο Ορεστης,τον αγαπησα κι εγω και παντρευτηκαμε κρυφα,οταν γυρισε ο πατερας
και θελησε να με παντρεψει με τον Νεοπτολεμο φοβηθηκα να του φανερωσω το γαμο μου
με τον Ορεστη,δεν ξερω,τον λυπηθηκα,ολ'αυτα που εγιναν με τη μανα τον πικραναν
πολυ,την ξαναφερε αλλα ποτε,το ξερω καλα,δεν την συγχωρεσε,τη μερα για τα ματια του
κοσμου ηταν ζευγαρι,αλλα τις νυχτες δεν κοιμοντουσαν μαζι στο κρεβατι,καποιοι κολακες
για να κερδισουν την ευνοια του,με θεσεις και αξιωματα,για τα συμφεροντα τους,πληρω-
σαν διαφορους αταλαντους ποιητες να γραψουν πως η Ελενη ποτε δεν πηγε στη Τροια,εκει
ηταν μοναχα το ειδωλο της,κι αυτη η ιδια ηταν σ'ενα νησι απεναντι απ'το Σουνιο,ενα
μακρονησι που το ονομασαν Ελενης Νησος,κι αλλοι εγραψαν πως πηγε στην Αιγυπττο,
εγω ποτε δεν τα πιστεψα αυτα τα παραμυθια,στην Τροια ηταν και μετα τη πτωση της
εφυγε με καποιο εραστη και πηγε σε κεινη τη Μακρονησο και μετα στην Αιγυπτο,ο
Νεοπτολεμος μετα το γαμο με πηρε με πολλα προικια και μ'εφερε στη Θεσσαλια στη
Φθια,στη Φθιωτιδα,εκει ειχε κι αλλη γυναικα,τη χηρα του Εχτορα την Αδρομαχη κι ειχε
κανει μαλιστα και παιδι μαζι της τον Μολοσσο,αυτης της Ανδρομαχης,οταν οι Ελληνες
μπηκαν μεσα στη πολη κρυμμενοι στη κοιλια τ'αλογου,της ειχε αρπαξει το γιο βρεφος
απ'τα χερια της τον Αστυανακτα και τον ειχε πεταξει πανω απ'τα τειχη κατω στα βραχια να
τσακιστει,ο Ορεστης δεν με παρατησε κι ας εγω τον προδωσα,ουτε με κατηγορησε,ποσο
δειλη ημουν,δεν επρεπε τοτε να δεχτω εκεινο το γαμο,ποσο στεναχωρησα τον Ορεστη
μου,ο Ορεστης ηρθε στη Φθια,νοικιασε ενα σπιτι και βλεπομασταν κρυφα,δεν μπορουσα
χωρις αυτον ουτε κι αυτος χωρις εμενα,και μια μερα αποφασισαμε και φυγαμε,ο Ορεστης,
τ'ορκιζομαι,δεν πειραξε τον Νεοπτολεμο,αν και του αξιζε η τιμωρια,δεν τον δολοφονησε
αυτος,ηταν ατυχημα ο θανατος του, μας κυνηγησαν,εξουθενωμενους μας επιασαν στη
Θηβα ,μας πηγαν στην Αθηνα και μας δικασαν,εμενα μου βρηκαν ελαφρυντικα και με
αθωωσαν,τον Ορεστη ομως τον καταδικασαν τριαντα χρονια φυλακη,κλειστηκε στις
φυλακες στο Ναυπλιο,μου εγραφε τακτικα,πηγαινα και τον εβλεπα,του πηγαινα να δει και
το παιδι μας,τον Τισαμενο,παντα χαμογελαστος,οταν μ'εβλεπε αστραφτε το προσωπο
του,ηξερα πως ηταν στεναχωρημενος,αντι εγω να τον παρηγορω με παρηγορουσε εκεινος,
δεν τον προδωσα μ'αλλον αντρα κι ας με κοτσομπολεψαν με τον Διομηδη,με φλερταρε
επιμονα αλλα εγω δεν τα'φκιαξα μαζι του,δεν εκανα μαζι του τιποτα,τωρα εχουν περασει
τριαντα χρονια,εγω ξερω ποσο δυσκολα και οδυνηρα περασαν,ειμαι σαρανταεννια
χρονων,σημερα αποφυλακισθηκε ο Ορεστης,σε λιγη ωρα θα φτασει με το τρενο στο
σταθμο,θα ειναι στο σπιτι του,στο σπιτι μας,οσο πλησιαζει η ωρα να τον δω τοσο τρεμω
απ'τη χαρα,μου'ρχεται να βαλω τα κλαματα,συγκρατιεμαι να μην με δει κλαμενη,ακουω
το σφυριγμα του τρενου,σε λιγο θα μπει στην αποβαθρα,θα σταματησει,θ'ανοιξουν οι
πορτες,θα'βγει ο Ορεστης μου,θα τον αγκαλιασω,θα αγκαλιαστουμε,
Οδυσσεας και ο ασκος του Αιολου
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΙΟΛΟ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια κ',στιχοι 56-69
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ἔνθα δ' ἐπ' ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ' ὕδωρ·
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ' ἐπασσάμεθ' ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τότ' ἐγὼ κήρυκά τ' ὀπασσάμενος καὶ ἑταῖρον,
βῆν εἰς Αἰόλοο κλυτὰ δώματα· τὸν δ' ἐκίχανον 60
δαινύμενον παρὰ ᾗ τ' ἀλόχῳ καὶ οἷσι τέκεσσιν.
ἐλθόντες δ' ἐς δῶμα παρὰ σταθμοῖσιν ἐπ' οὐδοῦ
ἑζόμεθ'· οἱ δ' ἀνὰ θυμὸν ἐθάμβεον ἔκ τ' ἐρέοντο·
«πῶς ἦλθες, Ὀδυσεῦ; τίς τοι κακὸς ἔχραε δαίμων;
ἦ μέν σ' ἐνδυκέως ἀπεπέμπομεν, ὄφρα ἵκοιο
πατρίδα σὴν καὶ δῶμα, καὶ εἴ πού τοι φίλον ἐστίν.»
ὣς φάσαν· αὐτὰρ ἐγὼ μετεφώνεον ἀχνύμενος κῆρ·
«ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ πρὸς τοῖσί τε ὕπνος
σχέτλιος. ἀλλ' ἀκέσασθε, φίλοι· δύναμις γὰρ ἐν ὑμῖν.
.
.
απο'κει στη στερια πατησαμε και αντλησαμε νερο
αμεσως δειπνο στρωσαν κοντα στα γρηγορα καραβια οι συντροφοι.
αλλ'ομως αφου φαγητου γευτηκαμε και μαζι πιοτου,
εκει τοτ'εγω κηρυκα πηρ'ακολουθο κι ενα συντροφο,
βαδισαμε στου Αιολου τα ονομαστα παλατια,κι αυτον τον τυχαμε 60
να τρωει μαζι με τη συντροφο στο κρεββατι και τα τεκνα του.
αφου ηρθαμε στο παλατι κοντα στους παραστατες στο κατωφλι
καθισαμε.αυτοι δε ξαφνιαστηκαν και μ'ερωτησαν.
''πως ηρθες,Οδυσσεα;ποιος σε σε κακος επετεθηκε δαιμονας;
αφου σε με την καρδια μας αποπεμπσαμε,για να φτασεις
στη πατριδα σου και στο σπιτι,κι εκει οπου σε σε αρεστο'ναι;''
ετσ'ειπαν.τοτ'εκει εγω αποκριθηκα βαριοκαρδισμενος.
''μ'εβλαψαν κι απερισκεπτοι συντροφοι κακοι μαζι σ'αυτους κι υπνος
ολεθριος,αλλ'επανορθωστε,φιλοι.γιατι η δυναμις σε σας
.
.
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΙΟΛΟ-χ.ν.κουβελης
τι ανοητοι,τι πονηροι,παντα στο μυαλο τους μηπως τους ερριξα στη μοιρασια,
μην δεν πηραμε τα ισα,εγω τους τιμησα σαν συντροφους,τους νοιαστηκα,
πασχισα να επιστρεψουμε στα σπιτια μας,ολοι,μηδενος εξαιρουμενου,
κι αυτοι ανθρωποι απερισκεπτοι,αφρονες,ετσι με πληρωσαν,με ολεθρο,
βεβαια κι αυτοι η νηπιοι χαθηκαν,απολεσθηκαν,πνιγηκαν στα θεορατα κυματα,
κι ισως τοτε να καταλαβαν τι κακος συμβουλος ητανε η ζηλοφθονια τους,
μην κραταω κατι για μενα κι αυτοι το στερηθουν κι ανοιξαν τον ασκο του Αιολου,
και τοτε καρυδοτσουφλο στους αγριους ανεμους ερμαιο το καραβι,τα πανια
σχιστηκαν και το τιμονι εσπασε κι η πρυμνη ραγισε και τα νερα ορμησαν μεσα
και μας βουλιαξαν αυτανδρους ,τωρα δικαιοσυνη,ηταν καλα κι αφρονα παιδια
οι συντροφοι
.
.
.
κεφαλι αλογου horse's head-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τ'ΑΛΟΓΑ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια ψ',στιχοι 271-304,351-373]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
στῆ δ' ὀρθὸς καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν· 271
Ἀτρεΐδη τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ
ἱππῆας τάδ' ἄεθλα δεδεγμένα κεῖτ' ἐν ἀγῶνι.
εἰ μὲν νῦν ἐπὶ ἄλλῳ ἀεθλεύοιμεν Ἀχαιοὶ
ἦ τ' ἂν ἐγὼ τὰ πρῶτα λαβὼν κλισίην δὲ φεροίμην.
ἴστε γὰρ ὅσσον ἐμοὶ ἀρετῇ περιβάλλετον ἵπποι·
ἀθάνατοί τε γάρ εἰσι, Ποσειδάων δὲ πόρ' αὐτοὺς
πατρὶ ἐμῷ Πηλῆϊ, ὃ δ' αὖτ' ἐμοὶ ἐγγυάλιξεν.
ἀλλ' ἤτοι μὲν ἐγὼ μενέω καὶ μώνυχες ἵπποι·
τοίου γὰρ κλέος ἐσθλὸν ἀπώλεσαν ἡνιόχοιο 280
ἠπίου, ὅς σφωϊν μάλα πολλάκις ὑγρὸν ἔλαιον
χαιτάων κατέχευε λοέσσας ὕδατι λευκῷ.
τὸν τώ γ' ἑσταότες πενθείετον, οὔδεϊ δέ σφι
χαῖται ἐρηρέδαται, τὼ δ' ἕστατον ἀχνυμένω κῆρ.
ἄλλοι δὲ στέλλεσθε κατὰ στρατόν, ὅς τις Ἀχαιῶν
ἵπποισίν τε πέποιθε καὶ ἅρμασι κολλητοῖσιν.
Ὣς φάτο Πηλεΐδης, ταχέες δ' ἱππῆες ἄγερθεν.
ὦρτο πολὺ πρῶτος μὲν ἄναξ ἀνδρῶν Εὔμηλος
Ἀδμήτου φίλος υἱός, ὃς ἱπποσύνῃ ἐκέκαστο·
τῷ δ' ἐπὶ Τυδεΐδης ὦρτο κρατερὸς Διομήδης, 290
ἵππους δὲ Τρῳοὺς ὕπαγε ζυγόν, οὕς ποτ' ἀπηύρα
Αἰνείαν, ἀτὰρ αὐτὸν ὑπεξεσάωσεν Ἀπόλλων.
τῷ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδης ὦρτο ξανθὸς Μενέλαος
διογενής, ὑπὸ δὲ ζυγὸν ἤγαγεν ὠκέας ἵππους
Αἴθην τὴν Ἀγαμεμνονέην τὸν ἑόν τε Πόδαργον·
τὴν Ἀγαμέμνονι δῶκ' Ἀγχισιάδης Ἐχέπωλος
δῶρ', ἵνα μή οἱ ἕποιθ' ὑπὸ Ἴλιον ἠνεμόεσσαν,
ἀλλ' αὐτοῦ τέρποιτο μένων· μέγα γάρ οἱ ἔδωκε
Ζεὺς ἄφενος, ναῖεν δ' ὅ γ' ἐν εὐρυχόρῳ Σικυῶνι·
τὴν ὅ γ' ὑπὸ ζυγὸν ἦγε μέγα δρόμου ἰσχανόωσαν. 300
Ἀντίλοχος δὲ τέταρτος ἐΰτριχας ὁπλίσαθ' ἵππους,
Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ὑπερθύμοιο ἄνακτος
τοῦ Νηληϊάδαο· Πυλοιγενέες δέ οἱ ἵπποι
ὠκύποδες φέρον ἅρμα·
Μηριόνης δ' ἄρα πέμπτος ἐΰτριχας ὁπλίσαθ' ἵππους. 351
ἂν δ' ἔβαν ἐς δίφρους, ἐν δὲ κλήρους ἐβάλοντο·
πάλλ' Ἀχιλεύς, ἐκ δὲ κλῆρος θόρε Νεστορίδαο
Ἀντιλόχου· μετὰ τὸν δ' ἔλαχε κρείων Εὔμηλος·
τῷ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδης δουρὶ κλειτὸς Μενέλαος,
τῷ δ' ἐπὶ Μηριόνης λάχ' ἐλαυνέμεν· ὕστατος αὖτε
Τυδεΐδης ὄχ' ἄριστος ἐὼν λάχ' ἐλαυνέμεν ἵππους.
στὰν δὲ μεταστοιχί, σήμηνε δὲ τέρματ' Ἀχιλλεὺς
τηλόθεν ἐν λείῳ πεδίῳ· παρὰ δὲ σκοπὸν εἷσεν
ἀντίθεον Φοίνικα ὀπάονα πατρὸς ἑοῖο, 360
ὡς μεμνέῳτο δρόμους καὶ ἀληθείην ἀποείποι.
Οἳ δ' ἅμα πάντες ἐφ' ἵπποιιν μάστιγας ἄειραν,
πέπληγόν θ' ἱμᾶσιν, ὁμόκλησάν τ' ἐπέεσσιν
ἐσσυμένως· οἳ δ' ὦκα διέπρησσον πεδίοιο
νόσφι νεῶν ταχέως· ὑπὸ δὲ στέρνοισι κονίη
ἵστατ' ἀειρομένη ὥς τε νέφος ἠὲ θύελλα,
χαῖται δ' ἐῤῥώοντο μετὰ πνοιῇς ἀνέμοιο.
ἅρματα δ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο πουλυβοτείρῃ,
ἄλλοτε δ' ἀΐξασκε μετήορα· τοὶ δ' ἐλατῆρες
ἕστασαν ἐν δίφροισι, πάτασσε δὲ θυμὸς ἑκάστου 370
νίκης ἱεμένων· κέκλοντο δὲ οἷσιν ἕκαστος
ἵπποις, οἳ δ' ἐπέτοντο κονίοντες πεδίοιο
μεταφραση χ.ν.κουβελης
σταθηκ'ορθος και λογο στους Αργειους ειπε 271
και γιε τ'Ατρεα κι αλλοι ευκνημιδες Αχαιοι
των αλογων αυτα τα προσφερμενα επαθλα ειν'εδω στον αγωνα
αν τωρα για αλλον αγωνιζομασταν οι Αχαιοι
τοτ'εγω τα πρωτα λαμβανοντας στη σκηνη θα'φερνα
γιατι το ξερετε ποσον στο δικο μου χαρισμα ειναι φορεμενα τ'αλογα
γιατι κι αθανατα ειναι,ο Ποσειδωνας δ'εφερ'αυτα
στον πατερα μου στον Πηλεα,ο οποιος αυτα σε μενα εγχειρισε
αλλ'ομως εγω μενω στη θεση μου κι οι μονωνυχες ιπποι
γιατι τετοιον της δοξας αξιον εχασαν ηνιοχον 280
ηπιον,ο οποιος σ'αυτων παρα πολλες φορες υγρο λαδι
τις χαιτες εχυνε λουζοντας σε νερο καθαρο
αυτα γι'αυτον στεκονται και πενθουν,στο χωμα κατω
οι χαιτες τους αγγιζουν,γι'αυτον στεκουν με λυπημενη καρδια
οι αλλοι ετοιμασθητε στο στρατο οποιος ενας των Αχαιων
και στ'αλογα εμπιστευεται και στ'αρματα στα στερια κολλημενα
ετσι μιλησ' ο Πηλειδης κι οι ταχεις ιππεις σηκωθηκαν
ορθωθει πρωτος πρωτος ο αρχων ανδρων Ευμηλος
τ'Αδμητου ο αγαπητος γιος,που στην ιπποσυνη υπερειχε
σ'αυτον επειτα ο Τυδειδης ορθωθει κρατερος Διομηδης 290
π'αλογα της Τροιας εβαλε σε ζυγο,αυτα που καποτ'αρπαξε
απ'τον Αινεια,μετα αυτον απομακρυνοντας τον εσωσ'ο Απολλων
σ'αυτον τοτ'επειτα ο Ατρειδης ορθωθει ξανθος Μενελαος
ο θεογενης,σε ζυγο δ'εσυρε ταχεις ιππους
την Αιθην τ'Αγαμεμνονα και τον δικο του Ποδαγρον
αυτην στο Αγαμεμνονα εδωκ'ο Αγχισιαδης Εχεπωλος
δωρο,για να μη τον ακολουθησει κατ'απ'το Ιλιο τ'ανεμοδαρτο,
αλλ'αυτου στον τοπο του να τερπεται μενοντας,πολυ μεγαλη αφου σ'αυτον εδωκε
ο Ζευς αφθονια,κατοικουσε δ'αυτος μεσ'στην ευρυχωρη Σικεωνα
αυτην τοτ'αυτος σε ζυγο εσυρε για πολυ μεγαλο δρομο ασυγκρατητη 300
ο Αντιλοχος δε τεταρτος τους καλλοτριχους οπλισ'ιππους
του Νεστορα ο λαμπρος γιος του γενναιοψυχου αρχοντα
του Νηλεαδη,οι δ'ιπποι της Πυλου γενα
οι γρηγοροποδοι συραν τ'αρμα
ο Μηριονης δ'επειτα πεμπτος τους καλλοτριχους οπλισ'ιππους 351
τοτ'ανεβηκαν στ'αρματα,τους κληρους βαλοντας,
τους εσεισ'ο Αχιλεας,κι εξω ο κληρος πεταχτηκε του Νεστοριδη
Αντιλοχου,μετ'απ'αυτον ελαχε ο αρχων Ευμηλος
σ'αυτον τοτ'επειτα ο Ατρειδης στο δορι ξακουστος Μενελαος
σ'αυτον επειτα ο Μηριονης ελαχε να οδηγησει ,τελευταιος τοτε
ο Τυδειδης ολων ο αριστος οντας ελαχε να οδηγησει τ'αλογα
στεκονταν δε σε στοιχους,κι ο Αχιλλεας σημανε τα τερματα
περα μακρια στην ομαλη πεδιαδα,παρατηρητη εβαλε να καθισει
τον ισοθεο Φοινικα συντροφο του δικου του πατερα 360
για να τυπωσει στη μνημη τους δρομους και την αληθεια ανοιχτα να πει
αυτοι δε συναμα απαντες πανω στ'αλογα τα μαστιγια σηκωσαν
πληττωντας στους ιμαντες,και μαζι κραυγαζοντας τα φωναζαν
ορμητικα να τρεξουν,αυτα δε γρηγορα διαπερνουσαν στη πεδιαδα
παραμερα απ'τα καραβια με ταχυτητα,και κατ'απ'τα στερνα η σκονη
σηκωνονταν πανω κι οπως συννεφο η' θυελλα
οι χαιτες δε κυματιζαν μ'ορμη με τη πνοη τ'ανεμου
τ'αρματα δ'αλλοτε μεν στη γη κατω αγγιζαν στη πολυτροφα
αλλοτε δε πανω τιναζονταν μετεωρα,κι οι οδηγοι των αλογων
στεκονταν ορθοι στ'αρματα και δυνατα χτυπουσε καθενος η καρδια 370
τη νικη ποθωντας,και φωναζαν στους δικους τους καθενας
τους ιππους ,κι αυτοι πετουσαν σηκωνοντας σκονη στη πεδιαδα
.
.
.
η Ελενη-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ Γ' ΡΑΨΩΔΙΑΣ
ΤΗΣ ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑΣ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Ιλιαδα ,γ'ραψωδια Τειχοσκοπια,στιχοι 156-158,172-176
μεταφραση χ..ν.κουβελης
.
φωναξε ο γερο Πριαμος τον φιλον τεκος την Ελενη
ν'ανεβει πανω στο τειχος στις Σκαιες πυλες να δει
τη μονομαχια του Μενελαου και του Αλεξανδρου
του παλιου και του καινουργιου αντρα της τη μαχη
και πως το τροπαιο ηταν εκεινη
και σαν την ειδαν να περνα οι σεβαστοι προεστοι
αναφωνησαν γεματοι θαυμασμο για τη γυναικα
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν
δεν ειναι κατηγορια καμια οι Τρωες κι οι Αχαιοι
για μια τετοια γυναικα τοσο καιρο βασανα να παθαινουν,
τρομερα πως μοιαζει στη μορφη μ'αθανατη θεα
κι εκεινη βλεπωντος τον γερο Πριαμο και τους αλλους αρχους
ξεσπασε σε βαρυ γοο και ραγιστηκε η καρδια της
αἰδοῖός τέ μοί ἐσσι φίλε ἑκυρὲ δεινός τε·
ὡς ὄφελεν θάνατός μοι ἁδεῖν κακὸς ὁππότε δεῦρο
υἱέϊ σῷ ἑπόμην θάλαμον γνωτούς τε λιποῦσα
παῖδά τε τηλυγέτην καὶ ὁμηλικίην ἐρατεινήν.
ἀλλὰ τά γ' οὐκ ἐγένοντο· τὸ καὶ κλαίουσα τέτηκα.
καλε μου πατερα για μενα εισαι πολυτιμημενος και σεβαστος
μου ταιριαζε κακο θανατο να παθω τοτε που εδω περα ηρθα
τον γιο σου ακολουθωντας καμαρα συζυγικη και συγγενεις
εγκαταλειποντας και θυγατερα μονακρικη και συνομιληκη
χαριτωμενη παρεα,αλλ'αυτα δεν εγιναν,γι'αυτο και κλαιγοντας
εχω λιωσει
ο Πριαμος την ρωτησε,
η Ελενη
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Ατρειδης ευρυ κρειων Αγαμεμνων
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Λαερτιάδης πολύμητις Ὀδυσσεύς
-και τουτος,εδειξε,ειναι ο Αἴας ἐστὶ πελώριος ἕρκος Ἀχαιῶν·
κι ολοι χαθηκαν,
ο ευρυ κρειων Αγαμεμνωνας μεσα ατο σπιτι του στις Μυκηνες
τον επνιξαν στο μπανιο η γυναικα του η βασιλισα Κλυταιμνηστρα
κι ο φιλος της ο Αιγισθος
κι ο Οδυσεας επαθε πολλα βασανα ος μαλα πολλα πλαγχθη
κι ο Αιαντας το πελωριον ερκος το φρουριο το τειχος των Αχαιων
τρελλαθηκε,τ'αδικο δεν αντεξε κι επεσε πανω στο ξιφος του
και του περασε αυτο περα για περα το κορμι εκει κοντα στα καραβια
των Ελληνων και παει
-ομως τα δυο μου αδερφια δε βλεπω τον Καστορα
και τον Πολυδευκη,μηπως ντρεπονται για μενα να φανουν;
αἴσχεα δειδιότες καὶ ὀνείδεα πόλλ' ἅ μοί ἐστιν.
που να ξερε η δυστυχη πως στη πατριδα επεσαν
κι εκει θαφτηκαν τα σωματα τους
τοὺς δ' ἤδη κάτεχεν φυσίζοος αἶα
ἐν Λακεδαίμονι αὖθι φίλῃ ἐν πατρίδι γαίῃ.
το χωμα τους κρατουσε στην πατριδα
σ'αλλον πολεμο εμφυλιο
η Ελενη τοτε βογγηξε
να πεθαινα να μην γεννιομουν απο μανα
το φως του ηλιου να μη εβλεπα ποτε
παρα που το σπιτι μου παρατησα
και τους γονεις και το μονακριβο παιδι μου
και τους αγαπημενους φιλους αφησα
κι ηρθα η ορφανη σε τουτα δω τα μερη
και σ'αυτους εδω τους τοπους και τοσα μυρια
βασανα και τοσους πονους σηκωσα
και στα πολλα ελιωσα τα κλαμματα
η Ελενη εκλαψε,για τοσους ανθρωπους που χαθηκαν,
για τον φιλον εκυρε τον Πριαμο
για τον ευγενη Εκτορα ιδιον κασιγνητο αδερφο της,
αλλους απ'αυτους τους δυο δεν ειχε μεασ στη Τροια
να μην την κακολογουν,να την υποστηριζουν,
και για τον Αχιλλεα εκλαψε,που γι'αυτον ουτ'ενας λογος
δεν γινεται σ'αυτη τη γ' ραψωδια,
εκλαψε για τον Νικο για τον Γιωργο
για τον Θεοφανη,για τον Κωστα για τον Αντρεα
για τον Γιαννη για τον Σταθη για τον Δημητρη
για τον Πλατωνα για τον Ερμη
για την Ειρηνη για την Μαρια για την Αγγελικη
για την Ελενη για την Βασιλικη
απ'ολη την Ελλαδα,απ'τη Σμυρνη,απ'τη Τραπεζουντα,
απ'τη Θεσσαλονικη απ' την Αμμοχωστο
απ'την Κορυτσα απ'τους Αγιους Σαραντα
απ'την οδος Σταδιου απ'τη πλατεια Συνταγματος
ενας σωρος σωματα το'να πανω στ'αλλο
ως τον ουρανο
στο φως και στο σκοταδι καιομενα
η Ελλαδα
.
.
.
woman in chair-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Πολυκαστη,η Λαμπετιη,η Περση και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο-
χ.ν.κουβελης
η Πολυκαστη
(Ομήρου Οδύσσεια,γ',464-469)μετάφραση χ.ν.κουβελης
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη,
Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο.465
αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ' ἐλαίῳ,
ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος καλὸν βάλεν ἠ δὲ χιτῶνα,
ἔκ ῥ' ἀσαμίνθου βῆ δέμας ἀθανάτοισιν ὁμοῖος·
πὰρ δ' ὅ γε Νέστορ' ἰὼν κατ' ἄρ' ἕζετο, ποιμένα λαῶν.
στο μεταξύ τον Τημεμαχο έλουσε η όμορφη Πολυκαστη
του Νέστορα η πιο νεώτερη θυγατέρα του γιου του Νηλεα 465
επειτ'αφου και τον έλουσε και τον αλειψε με παχυ λάδι
τον περιεβαλε με καλό μακρύ φόρεμα και με χιτώνα,
απ'τον λουτήρα βγήκε μ'αναστημα στους αθάνατους ομοιος,
και κοντά στον Νέστορα πηγαίνοντας κάθησε,τον ποιμενα λαων
[η Πολυκαστη εγινε γυναικα του Τηλεμαχου και του γεννησε τον Περσεπολι]
.
.
η Λαμπετίη και η Φαέθουσα
(Ομήρου Οδύσσεια,μ',128-137)μετάφραση χ.ν.κουβελης
Θρινακίην δ' ἐς νῆσον ἀφίξεαι· ἔνθα δὲ πολλαὶ
βόσκοντ' Ἠελίοιο βόες καὶ ἴφια μῆλα.
ἑπτὰ βοῶν ἀγέλαι, τόσα δ' οἰῶν πώεα καλά, 130
πεντήκοντα δ' ἕκαστα. γόνος δ' οὐ γίνεται αὐτῶν,
οὐδέ ποτε φθινύθουσι. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί,
νύμφαι ἐϋπλόκαμοι, Φαέθουσά τε Λαμπετίη τε,
ἃς τέκεν Ἠελίῳ Ὑπερίονι δῖα Νέαιρα.
τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ
Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν,
μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα καὶ ἕλικας βοῦς.
στη Θρινακιη τη νησο θα φτασεις,οπου πολλες
βοσκουν τ'Ηλιου γελαδες και παχια προβατα
επτα βοδιων αγελες,τοσα κι αρνιων κοπαδια καλα,130
πενηντα εκαστα,απογονος δεν γινεται απ'αυτα,
ουτε ποτε φθινουν,θεες ποιμενες ειναι,
νυμφες ομορφοπλεξουδες,και η Φαεθουσα και η Λαμπετιη,
αυτες ετεκε στον Ηλιο Υπεριονα η θεια Νεαιρα,
αυτες τοτε η τεκουσα και θρεψασα σεβασμια μητερα
στη Θρινακιη νησο αποικισε εκει να μεινουν,
τα προβατα να φυλανε τα πατρωα και τα ελικοκερατα βοδια
.
.
η Κίρκη η Πέρση η Νέαιρα
(Ομήρου Οδύσσεια,κ',133-139)μετάφραση χ.ν.κουβελης
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
Αἰαίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιε
Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα,
αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο·
ἄμφω δ' ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
μητρός τ' ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα.139
απο'κει πριν την ωρα πλεουμε λυπημενοι τη καρδια,
χαρουμενοι απ'τη φυγη θανατου,φιλους χανοντας συντροφους,
στην Αιαιη νησο φτανουμε,οπ'εμενε
η Κιρκη η ομορφοπλεξουδη,τρομερη θεα μ΄'ανθρωπινη φωνη,
αυταδελφη του Αιητη πο'χει το χαμο στο νου,
κι οι δυο γεννιονται απ'τον Ηλιο που φως φερνει στους θνητους
κι απο μητερα τη Περση,αυτην ο Ωκεανος ετεκε κορη 139
'
'
και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο:
Αβαρβαρέη Αγαμήδη Αγαύη Αγλαϊη Αδρήστη Αθηναίη Αιγιάλια Αίθη Αίθρη Αλκάνδρη
Αληυόνη Αλθαίη Αλίη Αλκίππη Αλκμήνη Αμάθεια Αμφιθέη Αμφιθόη Αμφινόμη Αμφιτρίτη
Ανδρομάχη Άντεια Αντίκλεια Αντιόπη Αρήτη Αριάδνη Άρτεμις Αστυόχεια Αστυόχη Αυτονόη
Αφροδίτη Αψευδής Βρισηίς Γαία Γαλάτεια Γή Γλαύκη Γοργώ Γυγαίη Δανάη Δεξαμενή Δημήτηρ
Διομήδη Διώνη Δυναμένη Δωρίς Δωτώ Ειδοθέη Ειλείθυια Eκάβη Εκαμήδη Ελένη Ενυώ
Επικάστη Εριφύλη Εριώπις Ερμιόνη Ευηνίνη Ευριδίκη Ευρύκλεια Ευρυνόμη Ευρώπη Ήβη Ήρη
Θάλεια Θεανώ Θέμις Θέτις Θόη Θόωσα Ίαιρα Ιάνασσα Ιάνειρα Ινώ Ιξιόνη Ίρις Ιπποδάμεια
Ιφθίμη Ιφιάνασσα Ιφιμέδεια Ίφις Καλλιάνασσα Καλλιάνειρα Καλυψώ Κασσάνδρη Καστιάνειρα
Κίρκη Κισσηίς Κλεποπάτρη Κλυμένη Κλυταιμήστρη Κτιμένη Κυμοδόκη Κυμοθέη Λαμπετίη
Λαοδάμεια Λαοδίκη Λαοθόη Λευκοθέη Λήδη Λητώ Μαιάς Μαίρα Μάρπησσα Μεγάρη
Μελανθώ Μελίτη Μηδεσικικάστη Μούσα Μυκήνη Μυρίνη Ναυσικά Νέαιρα Νηίς
Νημερτίς Νησαίη Νιόβη Πανόπη Πασιθέη Περίβοια Περσεφόνεια Πέρση Πηνελόπεια Πηρώ
Ποδάγρη Πολυδάμνα Πολυδώρη Πολυκάστη Πολυμήλη Πόκρις Πρωτώ Ρήνη Ρέα Σικέλη Σεμέλη
Σκύλλα Σπειώ Τηθύς Τυρώ Υψιπύλη Φαίδρη Φέρουσα Φροντίς Φιλομέδουσα Φιλώ Χάρις
Χάρυβδις Χίμαιρα Χλωρίς Χρυσηίς Χρυσόθεμις Ωρείθυια
.
.
.
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου
[Ομηρου Ιλιαδα,Οδυσσεια] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Αβαρβαρέη Αγαμήδη Αγαύη Αγλαϊη Αδρήστη Αθηναίη Αιγιάλια Αίθη Αίθρη Αλκάνδρη
Αληυόνη Αλθαίη Αλίη Αλκίππη Αλκμήνη Αμάθεια Αμφιθέη Αμφιθόη Αμφινόμη Αμφιτρίτη
Ανδρομάχη Άντεια Αντίκλεια Αντιόπη Αρήτη Αριάδνη Άρτεμις Αστυόχεια Αστυόχη Αυτονόη
Αφροδίτη Αψευδής Βρισηίς Γαία Γαλάτεια Γή Γλαύκη Γοργώ Γυγαίη Δανάη Δεξαμενή Δημήτηρ
Διομήδη Διώνη Δυναμένη Δωρίς Δωτώ Ειδοθέη Ειλείθυια Eκάβη Εκαμήδη Ελένη Ενυώ
Επικάστη Εριφύλη Εριώπις Ερμιόνη Ευηνίνη Ευριδίκη Ευρύκλεια Ευρυνόμη Ευρώπη Ήβη Ήρη
Θάλεια Θεανώ Θέμις Θέτις Θόη Θόωσα Ίαιρα Ιάνασσα Ιάνειρα Ινώ Ιξιόνη Ίρις Ιπποδάμεια
Ιφθίμη Ιφιάνασσα Ιφιμέδεια Ίφις Καλλιάνασσα Καλλιάνειρα Καλυψώ Κασσάνδρη Καστιάνειρα
Κίρκη Κισσηίς Κλεποπάτρη Κλυμένη Κλυταιμήστρη Κτιμένη Κυμοδόκη Κυμοθέη Λαμπετίη
Λαοδάμεια Λαοδίκη Λαοθόη Λευκοθέη Λήδη Λητώ Μαιάς Μαίρα Μάρπησσα Μεγάρη
Μελανθώ Μελίτη Μηδεσικικάστη Μούσα Μυκήνη Μυρίνη Ναυσικά Νέαιρα Νηίς
Νημερτίς Νησαίη Νιόβη Πανόπη Πασιθέη Περίβοια Περσεφόνεια Πέρση Πηνελόπεια Πηρώ
Ποδάγρη Πολυδάμνα Πολυδώρη Πολυκάστη Πολυμήλη Πόκρις Πρωτώ Ρήνη Ρέα Σικέλη Σεμέλη
Σκύλλα Σπειώ Τηθύς Τυρώ Υψιπύλη Φαίδρη Φέρουσα Φροντίς Φιλομέδουσα Φιλώ Χάρις
Χάρυβδις Χίμαιρα Χλωρίς Χρυσηίς Χρυσόθεμις Ωρείθυια
Η Πολυκαστη,η Λαμπετιη,η Περση και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο-
χ.ν.κουβελης
η Πολυκαστη
(Ομήρου Οδύσσεια,γ',464-469)μετάφραση χ.ν.κουβελης
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη,
Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο.465
αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ' ἐλαίῳ,
ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος καλὸν βάλεν ἠ δὲ χιτῶνα,
ἔκ ῥ' ἀσαμίνθου βῆ δέμας ἀθανάτοισιν ὁμοῖος·
πὰρ δ' ὅ γε Νέστορ' ἰὼν κατ' ἄρ' ἕζετο, ποιμένα λαῶν.
στο μεταξύ τον Τημεμαχο έλουσε η όμορφη Πολυκαστη
του Νέστορα η πιο νεώτερη θυγατέρα του γιου του Νηλεα 465
επειτ'αφου και τον έλουσε και τον αλειψε με παχυ λάδι
τον περιεβαλε με καλό μακρύ φόρεμα και με χιτώνα,
απ'τον λουτήρα βγήκε μ'αναστημα στους αθάνατους ομοιος,
και κοντά στον Νέστορα πηγαίνοντας κάθησε,τον ποιμενα λαων
[η Πολυκαστη εγινε γυναικα του Τηλεμαχου και του γεννησε τον Περσεπολι]
.
.
η Λαμπετίη και η Φαέθουσα
(Ομήρου Οδύσσεια,μ',128-137)μετάφραση χ.ν.κουβελης
Θρινακίην δ' ἐς νῆσον ἀφίξεαι· ἔνθα δὲ πολλαὶ
βόσκοντ' Ἠελίοιο βόες καὶ ἴφια μῆλα.
ἑπτὰ βοῶν ἀγέλαι, τόσα δ' οἰῶν πώεα καλά, 130
πεντήκοντα δ' ἕκαστα. γόνος δ' οὐ γίνεται αὐτῶν,
οὐδέ ποτε φθινύθουσι. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί,
νύμφαι ἐϋπλόκαμοι, Φαέθουσά τε Λαμπετίη τε,
ἃς τέκεν Ἠελίῳ Ὑπερίονι δῖα Νέαιρα.
τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ
Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν,
μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα καὶ ἕλικας βοῦς.
στη Θρινακιη τη νησο θα φτασεις,οπου πολλες
βοσκουν τ'Ηλιου γελαδες και παχια προβατα
επτα βοδιων αγελες,τοσα κι αρνιων κοπαδια καλα,130
πενηντα εκαστα,απογονος δεν γινεται απ'αυτα,
ουτε ποτε φθινουν,θεες ποιμενες ειναι,
νυμφες ομορφοπλεξουδες,και η Φαεθουσα και η Λαμπετιη,
αυτες ετεκε στον Ηλιο Υπεριονα η θεια Νεαιρα,
αυτες τοτε η τεκουσα και θρεψασα σεβασμια μητερα
στη Θρινακιη νησο αποικισε εκει να μεινουν,
τα προβατα να φυλανε τα πατρωα και τα ελικοκερατα βοδια
.
.
η Κίρκη η Πέρση η Νέαιρα
(Ομήρου Οδύσσεια,κ',133-139)μετάφραση χ.ν.κουβελης
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
Αἰαίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιε
Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα,
αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο·
ἄμφω δ' ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
μητρός τ' ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα.139
απο'κει πριν την ωρα πλεουμε λυπημενοι τη καρδια,
χαρουμενοι απ'τη φυγη θανατου,φιλους χανοντας συντροφους,
στην Αιαιη νησο φτανουμε,οπ'εμενε
η Κιρκη η ομορφοπλεξουδη,τρομερη θεα μ΄'ανθρωπινη φωνη,
αυταδελφη του Αιητη πο'χει το χαμο στο νου,
κι οι δυο γεννιονται απ'τον Ηλιο που φως φερνει στους θνητους
κι απο μητερα τη Περση,αυτην ο Ωκεανος ετεκε κορη 139
'
'
η Ῥήνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Β',716-728] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Οἳ δ' ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο
καὶ Μελίβοιαν ἔχον καὶ Ὀλιζῶνα τρηχεῖαν,
τῶν δὲ Φιλοκτήτης ἦρχεν τόξων ἐῢ εἰδὼς
ἑπτὰ νεῶν· ἐρέται δ' ἐν ἑκάστῃ πεντήκοντα
ἐμβέβασαν τόξων εὖ εἰδότες ἶφι μάχεσθαι. 720
ἀλλ' ὃ μὲν ἐν νήσῳ κεῖτο κρατέρ' ἄλγεα πάσχων
Λήμνῳ ἐν ἠγαθέῃ, ὅθι μιν λίπον υἷες Ἀχαιῶν
ἕλκεϊ μοχθίζοντα κακῷ ὀλοόφρονος ὕδρου·
ἔνθ' ὅ γε κεῖτ' ἀχέων· τάχα δὲ μνήσεσθαι ἔμελλον
Ἀργεῖοι παρὰ νηυσὶ Φιλοκτήταο ἄνακτος.
οὐδὲ μὲν οὐδ' οἳ ἄναρχοι ἔσαν, πόθεόν γε μὲν ἀρχόν·
ἀλλὰ Μέδων κόσμησεν Ὀϊλῆος νόθος υἱός,
τόν ῥ' ἔτεκεν Ῥήνη ὑπ' Ὀϊλῆϊ πτολιπόρθῳ.
αυτοι που τη Μηθωνη και τη Θαυμακιη κατοικουσαν
και τη Μελιβοια ειχαν και την τραχεια Ολιζωνα,
αυτων ο Φιλοκτητης αρχηγευε των τοξων καλος γνωστης
των επτα πλοιων,κωπηλατες σε καθενα πενηντα
επεβαιναν των τοξων καλοι γνωστες ανδρεια να μαχονται, 720
αλλ'αυτος στη νησο κειτονταν δυνατ'αλγη πασχωντας
στην Λημνο την ιεροτατη,οπου κει τον κατελιπαν οι γιοι των Αχαιων
απ'το ελκος υποφεροντας το κακο τ'ολεθριου υδροφιδου,
εκει αυτος κειτονταν λυπημενος,γρηγορα να μνησθουν εμελλον
οι Αργειοι κοντα στα πλοια του Φιλοκτητη ανακτα,
ουτ'αυτοι αναρχοι ησαν,αν και ποθουσαν τον αρχοντα,
αλλ'ο Μεδων τους παρεταξε του Οιλεα ο νοθος γιος,
αυτον ετεκε η Ρηνη στον Οιλεα τον πολεων πορθητη
.
.
η Ἑλένη και η Ἀδρήστη η Ἀλκίππη η Φυλὼ οι θεραπαινιδες της Ελενης
η Ἀλκάνδρη η Αρτεμις
[Ομηρου Οδυσσεια,δ',121-135] μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἐκ δ' Ἑλένη θαλάμοιο θυώδεος ὑψορόφοιο
ἤλυθεν Ἀρτέμιδι χρυσηλακάτῳ ἐϊκυῖα.
τῇ δ' ἄρ' ἅμ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν,
Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ ἐρίοιο,
Φυλὼ δ' ἀργύρεον τάλαρον φέρε, τόν οἱ ἔδωκεν
Ἀλκάνδρη, Πολύβοιο δάμαρ, ὃς ἔναι' ἐνὶ Θήβῃς
Αἰγυπτίῃσ', ὅθι πλεῖστα δόμοισ' ἐν κτήματα κεῖται·
ὃς Μενελάῳ δῶκε δύ' ἀργυρέας ἀσαμίνθους,
δοιοὺς δὲ τρίποδας, δέκα δὲ χρυσοῖο τάλαντα.
χωρὶς δ' αὖθ' Ἑλένῃ ἄλοχος πόρε κάλλιμα δῶρα· 130
χρυσῆν τ' ἠλακάτην τάλαρόν θ' ὑπόκυκλον ὄπασσεν
ἀργύρεον, χρυσῷ δ' ἐπὶ χείλεα κεκράαντο.
τόν ῥά οἱ ἀμφίπολος Φυλὼ παρέθηκε φέρουσα
νήματος ἀσκητοῖο βεβυσμένον· αὐτὰρ ἐπ' αὐτῷ
ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχουσα.
η Ελενη απ'το θαλαμο τον αρωματισμενο τον υψηλοροφο
ηρθε στην Αρτεμη με τη χρυση ροκα ομοιασμενη
σ'αυτη τοτ'αμεσως η Αδρηστη καθισμα καλοτεχνο εθεσε,
η Αλκιππη ταπητα εφερε μαλακο μαλλινο,
η Φυλω αργυρο πανερι εφερε,που σ'αυτη εδωκε
η Αλκανδρη,του Πολυβοιου η οικοδεσποινα,πο'μενε στη Θηβα
στην Αιγυπτια,οπου πλειστα στα σπιτια αποκτηματα βρισκονται,
αυτος στον Μενελαο εδωκε δυο αργυρες λουτηρες,
δυο τρποδες,δεκα χρυσου ταλαντα,
χωρια παλι η Ελενη απ'τη συζυγο πηρε ωραια δωρα, 130
και χρυση ροκα και πανερι μ'αποκατω τροχους παραχωρησε
αργυρο,με χρυσο στα χειλη ακροτελειωμενο,
αυτο τοτε σ'αυτη η ακολουθος Φυλω παρεθεσε φερνωντας
με νημα κλωστο γεμισμενο,τοτε πανω σ'αυτο
η ροκα τεντωθηκε μενεξεδοβαφο μαλλι εχοντας
.
.
και η Γλαύκη και η Θάλεια και η Κυμοδόκη η Νησαίη και η Σπειώ και η Ἁλίη
και η Κυμοθόη και η Ἀκταίη και η Λιμνώρεια και η Μελίτη και η Ἴαιρα και η Ἀμφιθόη
και η Ἀγαυὴ και η Δωτώ και η Πρωτώ και η Φέρουσα και η Δυναμένη και η Δεξαμένη
και η Ἀμφινόμηκαι η Καλλιάνειρα η Δωρὶς και η Πανόπη και η Γαλάτεια
και η Νημερτής και η Ἀψευδὴς και η Καλλιάνασσα η Κλυμένη και η Ἰάνειρά και η Ἰάνασσα
η Μαῖρα και η Ὠρείθυια και η Ἀμάθεια
[Ομηρου Ιλιαδα,Σ',37-49] μεταφραση χ.ν.κουβελης
θεαὶ δέ μιν ἀμφαγέροντο
πᾶσαι ὅσαι κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν.
ἔνθ' ἄρ' ἔην Γλαύκη τε Θάλειά τε Κυμοδόκη τε
Νησαίη Σπειώ τε Θόη θ' Ἁλίη τε βοῶπις 40
Κυμοθόη τε καὶ Ἀκταίη καὶ Λιμνώρεια
καὶ Μελίτη καὶ Ἴαιρα καὶ Ἀμφιθόη καὶ Ἀγαυὴ
Δωτώ τε Πρωτώ τε Φέρουσά τε Δυναμένη τε
Δεξαμένη τε καὶ Ἀμφινόμη καὶ Καλλιάνειρα
Δωρὶς καὶ Πανόπη καὶ ἀγακλειτὴ Γαλάτεια
Νημερτής τε καὶ Ἀψευδὴς καὶ Καλλιάνασσα·
ἔνθα δ' ἔην Κλυμένη Ἰάνειρά τε καὶ Ἰάνασσα
Μαῖρα καὶ Ὠρείθυια ἐϋπλόκαμός τ' Ἀμάθεια
ἄλλαι θ' αἳ κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν.
οι θεες απ'αυτη γυρω μαζευτηκαν
[την Θετιδα την μητερα του Αχιλλεα που οδυρονταν για το σκοτωμον του Πατροκλου]
ολες οσες στο βαθος της θαλασσας Νηρηιδες ησαν,
εκει τοτ'ηταν και η Γλαύκη και η Θάλεια και η Κυμοδόκη
η Νησαίη και η Σπειώ και η Ἁλίη με τα μεγαλα σα βοδιου ματια 40
και η Κυμοθόη και η Ἀκταίη και η Λιμνώρεια
και η Μελίτη και η Ἴαιρα και η Ἀμφιθόη και η Ἀγαυὴ
και η Δωτώ και η Πρωτώ και η Φέρουσα και η Δυναμένη
και η Δεξαμένη και η Ἀμφινόμηκαι η Καλλιάνειρα
η Δωρὶς και η Πανόπη και η θαυμαστη Γαλάτεια
και η Νημερτής και η Ἀψευδὴς και η Καλλιάνασσα
εκει ηταν η Κλυμένη και η Ἰάνειρά και η Ἰάνασσα
η Μαῖρα και η Ὠρείθυια και η ομορφοπλεξουδη Ἀμάθεια
κι οι αλλες οσες στο βαθος της θαλασσας Νηρηιδες ησαν
.
.
.
Έκτορας και Ανδρομαχη σε αναμνηστική φωτογραφία-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
"εδώ στο φως μπροστά να σταθούμε"είπε η γυναίκα
"τι φοβάσαι ;" ο Έκτορας έπιασε το χέρι της Ανδρομάχης
"Έκτορα,το κεφάλι σου μου βαραίνει τα χέρια στη ραψωδία Ω
στους στίχους 725-745"
εκεινος γέλασε,πόσο αγαπούσε το γέλιο του,από τότε που την πήρε
από την Υποπλακια Θηβα γυναίκα του
"εδώ στο φως να σταθώ μπροστά σου πριν το σκοτάδι"και παίρνοντας
τη στάση ηθοποιού απηγγειλε
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχουσα·
στα χέρια μου το κεφάλι τ'Εκτορα έχω που νέος χαθηκε
ἆνερ ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην
λείπεις ἐν μεγάροισι· πάϊς δ' ἔτι νήπιος αὔτως
κι απ'το σπίτι μας λείπεις και μένα μ'αφησες μόνη και το παιδί
θα σε ζηταει
ὃν τέκομεν σύ τ' ἐγώ τε δυσάμμοροι, οὐδέ μιν οἴω
ἥβην ἵξεσθαι· πρὶν γὰρ πόλις ἧδε κατ' ἄκρης
πέρσεται· ἦ γὰρ ὄλωλας ἐπίσκοπος, ὅς τέ μιν αὐτὴν
ῥύσκευ, ἔχες δ' ἀλόχους κεδνὰς καὶ νήπια τέκνα, 730
αἳ δή τοι τάχα νηυσὶν ὀχήσονται γλαφυρῇσι,
καὶ μὲν ἐγὼ μετὰ τῇσι· σὺ δ' αὖ τέκος ἢ ἐμοὶ αὐτῇ
ἕψεαι, ἔνθά κεν ἔργα ἀεικέα ἐργάζοιο
εμας τις γυναίκες θα σύρουν στα πλοία σκλάβες να μας πάρουν
ντροπιασμένες κι ατιμασμενες μαζί και το παιδί αν πριν
δεν το πετάξει καποιος ψηλα απ' τα τείχη στα βράχια να τσακίσει
τ'αδυναμο κορμάκι του ως είναι χωρίς εσένα στηριγμα
όταν η πόλις ξεθεμελιωθεί απ'ακρη σ'ακρη
ἀθλεύων πρὸ ἄνακτος ἀμειλίχου, ἤ τις Ἀχαιῶν
ῥίψει χειρὸς ἑλὼν ἀπὸ πύργου λυγρὸν ὄλεθρον
χωόμενος, ᾧ δή που ἀδελφεὸν ἔκτανεν Ἕκτωρ
ἢ πατέρ' ἠὲ καὶ υἱόν, ἐπεὶ μάλα πολλοὶ Ἀχαιῶν
Ἕκτορος ἐν παλάμῃσιν ὀδὰξ ἕλον ἄσπετον οὖδας.
τι ανδρείος ήσουνα στο πόλεμο κι από σένα πολλοί χάσανε
κι αδερφό και πατέρα και γιο
θα θρηνήσει για σέ ο κόσμος όλος κι οι γονείς σου θα κλάψουν
πικρα
οὐ γὰρ μείλιχος ἔσκε πατὴρ τεὸς ἐν δαῒ λυγρῇ·
τὼ καί μιν λαοὶ μὲν ὀδύρονται κατὰ ἄστυ, 740
ἀρητὸν δὲ τοκεῦσι γόον καὶ πένθος ἔθηκας
κι η λύπη για μέ θα'ναι αμιλητη
γιατι,ακριβε μου, αν πέθανες στο κρεβάτι θα μου'πιανες το χερι
τρυφερο λόγο θα μου'λεγες νύχτα και μέρα να τον θυμάμαι
και δάκρυα να χυνω
Ἕκτορ· ἐμοὶ δὲ μάλιστα λελείψεται ἄλγεα λυγρά.
οὐ γάρ μοι θνῄσκων λεχέων ἐκ χεῖρας ὄρεξας,
οὐδέ τί μοι εἶπες πυκινὸν ἔπος, οὗ τέ κεν αἰεὶ
μεμνῄμην νύκτάς τε καὶ ἤματα δάκρυ χέουσα.
στη Φθία αμοροζα του Αχιλλειδη Νεοπτόλεμου κι ύστερα του Ελενου
στους Μολοσσούς
"Εδώ στο φως μπροστα ας σταθούμε για πάντα"της είπε
και την αγκαλιασε
.
.
.
η επιστροφη των Αχαιων απο την Τροια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ετσι εξετελεσθει η Υβρις Ατη Νεμεσις Τισις στον Διομηδη-χ.ν.κουβελης
κατα πρωτον η υβρις
οταν Διομηδης Τυδειδης υπερβησεται μετρα
συνενοχος του Οδυσσεα στην εχθρα του κατα του Παλαμηδη,
τον ευγενικο ηρωα με δολο τον ενεμπλεξαν ως προδοτη στη Τροια
και λιθοβολισαν οι Αχαιοι,εκτος του Αχιλλεα,αυτον τον εφυεστατο ανδρα των Ελληνων,
τον εφευρετη πεττειων,του ημερολογιου και των γραμματων,
λενε, πως σε πηγαδι τον εβαλαν και τον εκλεισαν με πετρες
εκει στην Διομηδους Αριστεια στην ραψωδια Ε' της Ιλιαδας οπου η υποπτη μεροληψια
του Ομηρου τον υμνησε επηλθε η ατη
το θολωμα του μυαλου
λιθαρι πηρε στα χερια 301
ο Τυδειδης τεραστιο που'ουτε δυο αντρες δεν θα σηκωναν,
που τωρα θνητοι'ναι,αυτος δ'αυτο ευκολα το'παλλε και μονος
ὃ δὲ χερμάδιον λάβε χειρὶ 301
Τυδεΐδης μέγα ἔργον ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν,
οἷοι νῦν βροτοί εἰσ'· ὃ δέ μιν ῥέα πάλλε καὶ οἶος
κι ορμαει τ'Αινεια κι αυτος θα'χανε γρηγορα τη ζωη του αν δεν προφθανε
να τον σωσει η μητερα του Κυπριδα Αφροδιτη π'απ'τον Αγχιση τον γεννησε
κι εκει στον στιχο 335 μ'ορμη της ριχτηκε ο ανδρειωμενος του Τυδεα γιος
και γδαρθηκε το χερι χτυπημενο με τ'οξυ δορι
το ροδαλο,με μιας το δορυ το δερμα τρυπησε
ἔνθ᾿ ἐπορεξάμενος μεγαθύμου Τυδέος υἱὸς 335
ἄκρην οὔτασε χεῖρα μετάλμενος ὀξέϊ δουρὶ
ἀβληχρήν.εἶθαρ δὲ δόρυ χροὸς ἀντετόρησεν
και σ'αυτη ο βροντοφωνος ειπε Διομηδης
φευγα μακρια του Δια θυγατερα απ'το πολεμο και την ανηλεη σφαγη
δεν σου φτανει που πληθος τις αδυνατες γυναικες ξεμυαλιζεις;349
ῇ δ' ἐπὶ μακρὸν ἄϋσε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης·
εἶκε Διὸς θύγατερ πολέμου καὶ δηϊοτῆτος·
ἦ οὐχ ἅλις ὅττι γυναῖκας ἀνάλκιδας ἠπεροπεύεις;349
μετα απ'αυτο φυσικα ηρθε η νεμεσις κατα του μεγαθυμου Τυδειδη
του βοης αγαθου Διομηδεος ἱπποδάμοιο τον αριστον των Αχαιων
ο μωρος,δεν το κατανοησε του Τυδεα ο γιος,
οττι δεν θα'ναι πολυμερος οποιος με τους αθανατους μαχεται,
ουτ'αυτον παιδια ποτε στα γονατα βαστωντας παπα θα τον φωναζουν
οταν ελθει απ'τον πολεμο και την ανηλεη σφαγη,
σ'αυτο τωρα ο Τυδειδης,αν και πολυ δυνατος ειναι, 410
να προσεξει μη καποιος απ'αυτον ανδρειωτερος μαζι του μαχεται,
μη η Αιγιαλεια η συνετη Αδρηστινη
απ'τον υπνο θρηνοντας τους αγαπημενους στο σπιτι σηκωσει
τον νυμφευτον αναζητωντας αντρα τον αριστον των Αχαιων
η φρονιμη γυναικα του Διομηδη του ιπποδαμαστη
νήπιος, οὐδὲ τὸ οἶδε κατὰ φρένα Τυδέος υἱὸς
ὅττι μάλ' οὐ δηναιὸς ὃς ἀθανάτοισι μάχηται,
οὐδέ τί μιν παῖδες ποτὶ γούνασι παππάζουσιν
ἐλθόντ' ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος.
τὼ νῦν Τυδεΐδης, εἰ καὶ μάλα καρτερός ἐστι, 410
φραζέσθω μή τίς οἱ ἀμείνων σεῖο μάχηται,
μὴ δὴν Αἰγιάλεια περίφρων Ἀδρηστίνη
ἐξ ὕπνου γοόωσα φίλους οἰκῆας ἐγείρῃ
κουρίδιον ποθέουσα πόσιν τὸν ἄριστον Ἀχαιῶν
ἰφθίμη ἄλοχος Διομήδεος ἱπποδάμοιο.
και εντελει τοτε η φοβερα τισις ,
καποια η Κυπριδα Αχαιιδα ξελογιασε
μ'ενα απ'τους Τρωες μαζι να φυγει
καποια απ'αυτες χαιδευοντας τις Αχαιιδες τις ομορφοπεπλες
απ'τη χρυση καρφιτσα θα τρυπησε το τρυφερο χερι
ἦ μάλα δή τινα Κύπρις Ἀχαιϊάδων ἀνιεῖσα
Τρωσὶν ἅμα σπέσθαι,
τῶν τινα καῤῥέζουσα Ἀχαιϊάδων ἐϋπέπλων
πρὸς χρυσῇ περόνῃ καταμύξατο χεῖρα ἀραιήν.
ο Οιαξ ο γιος του Ναυπλιου κι αδελφος του Παλαμηδη στις Μυκηνες ξεσηκωσε
τη Κλυταιμνηστρα κατα του Αγαμεμνονα και στ'Αργος ξελογιασε την Αδρηστινη,
πως ο Διομηδης ερχεται με τρωαδιτισες παλλακιδες,κι αλλη γυναικα θα'χει κι αλλα παιδια,
εκεινη τοτε με τον εραστη της τον Κομητη,τον γιο του Σθενελου,στο γυρισμο του'στησε
ενεδρα,κι αν δεν κατεφευγε οικετης στο ναο της Αθηνας θα'χε κακοθανατησει
κι εφυγε απ'τ'Αργος ο Διομηδης στην Απουλλια της Κατω Ιταλιας
κι εκει ιδρυσε το Αργος Ιππιον
ετσι εξετελεσθει η νομοτελεια υβρις ατη νεμεσις τισις
.
.
.
Odysseus and Euryclea by Christian Gottlob Heyne
Ο ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟ ΣΕ ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΝΑΣΣΟ ΟΤΑΝ ΝΕΑΡΟΣ ΕΙΧΕ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια τ',στιχοι 428-467]
μεταφραση translation σχολια χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟ ΣΕ ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΝΑΣΣΟ ΟΤΑΝ ΝΕΑΡΟΣ ΕΙΧΕ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Αντικλεια,η μητερα του Οδυσσεα,ηταν κορη του Αυτολυκου πλουσιου γαιοκτημονα απο τον
Παρνασσο,γιο του Ερμη και της Χιονης,ο οποιος πηρε μερος στην Αργοναυτικη Εκστρατεια,
απο τον πατερα του Ερμη κληρονομησε την τεχνη να κλεβει κοπαδια,και να τα εξαφανιζει,
ειτε να αλλαζει το χρωμα τους,οταν εκλεψε τα ζωα του Σισυφου πιαστηκε γιατι ο Σισυφος
ειχε μαρκαρει με το μονογραμμα του τα πελματα τους,τοτε ο Αυτολυκος θελωντας η κορη του
Αντικλεια να γεννησει ενα γιο τοσο εξυπνο οσο ο Σισυφος την εσμιξε μαζι του,παρ'οτι ηταν
δοσμενη για νυφη του Λαερτη βασιλια της Ιθακης,ετσι ο Οδυσσεας φερεται να ειναι γιος του
Σισυφου και οχι του Λαερτη,
ο Οδυσσεας νεαρος,πριν στον Τρωικο Πολεμο,επισκεφθηκε τον παππου του Αυτολυκο στον
Παρνασσο,εκει σε κυνηγι μαζι με τους γιους του Αυτολυκου τραυματισθηκε απο αγριοχοιρο,
που του αφησε ουλη στο γονατο,οταν επεστρεψε στην Ιθακη απο την Τροια μετα απο εικοσι
χρονια μεταμφιεσμενος σε γερο ζητιανο στην ραψωδια τ' της Οδυσσειας του Ομηρου,στα
νιπτρα,[στιχοι 308-507]]η Ευρυκλεια,η γρια υπηρετρια της Πηνελοπης και τροφος του Οδυσ-
σεα,οταν ηταν παιδι,την οποια ο Λαερτης αγορασε απο τον πατερα της Ωπη για 20 βοδια,
αυτη βλεποντας την ουλη στο γονατο του Οδυσσεα καθως τον επλενε τον αναγνωρισε κι
εκλαψε απο τη χαρα της,ομως ο Οδυσσεας της ειπε να μην μαρτυρησει σε κανεναν ποιος
ηταν γιατι δεν ειχε ερθει ακομα η ωρα να αποκαλυφθει
Ο ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟ ΣΕ ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΝΑΣΣΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια τ',στιχοι 428-467]
μεταφραση translation σχολια χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ἦμος δ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
βάν ῥ' ἴμεν ἐς θήρην, ἠμὲν κύνες ἠδὲ καὶ αὐτοὶ
υἱέες Αὐτολύκου· μετὰ τοῖσι δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς 430
ἤϊεν· αἰπὺ δ' ὄρος προσέβαν καταειμένον ὕλῃ
Παρνησοῦ, τάχα δ' ἵκανον πτύχας ἠνεμοέσσας.
Ἠέλιος μὲν ἔπειτα νέον προσέβαλλεν ἀρούρας
ἐξ ἀκαλαῤῥείταο βαθυῤῥόου Ὠκεανοῖο,
οἱ δ' ἐς βῆσσαν ἵκανον ἐπακτῆρες· πρὸ δ' ἄρ' αὐτῶν
ἴχνι' ἐρευνῶντες κύνες ἤϊσαν, αὐτὰρ ὄπισθεν
υἱέες Αὐτολύκου· μετὰ τοῖσι δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς
ἤϊεν ἄγχι κυνῶν, κραδάων δολιχόσκιον ἔγχος.
ἔνθα δ' ἄρ' ἐν λόχμῃ πυκινῇ κατέκειτο μέγας σῦς·
τὴν μὲν ἄρ' οὔτ' ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων, 440
οὔτε μιν ἠέλιος φαέθων ἀκτῖσιν ἔβαλλεν,
οὔτ' ὄμβρος περάασκε διαμπερές· ὣς ἄρα πυκνὴ
ἦεν, ἀτὰρ φύλλων ἐνέην χύσις ἤλιθα πολλή.
τὸν δ' ἀνδρῶν τε κυνῶν τε περὶ κτύπος ἦλθε ποδοῖϊν,
ὡς ἐπάγοντες ἐπῇσαν· ὁ δ' ἀντίος ἐκ ξυλόχοιο,
φρίξας εὖ λοφιήν, πῦρ δ' ὀφθαλμοῖσι δεδορκώς,
στῆ ῥ' αὐτῶν σχεδόθεν. ὁ δ' ἄρα πρώτιστος Ὀδυσσεὺς
ἔσσυτ' ἀνασχόμενος δολιχὸν δόρυ χειρὶ παχείῃ,
οὐτάμεναι μεμαώς· ὁ δέ μιν φθάμενος ἔλασεν σῦς 450
γουνὸς ὕπερ, πολλὸν δὲ διήφυσε σαρκὸς ὀδόντι
λικριφὶς ἀΐξας, οὐδ' ὀστέον ἵκετο φωτός.
τὸν δ' Ὀδυσεὺς οὔτησε τυχὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον,
ἀντικρὺ δὲ διῆλθε φαεινοῦ δουρὸς ἀκωκή·
κὰδ δ' ἔπεσ' ἐν κονίῃσι μακών, ἀπὸ δ' ἔπτατο θυμός.
τὸν μὲν ἄρ' Αὐτολύκου παῖδες φίλοι ἀμφεπένοντο,
ὠτειλὴν δ' Ὀδυσῆος ἀμύμονος ἀντιθέοιο
δῆσαν ἐπισταμένως, ἐπαοιδῇ δ' αἷμα κελαινὸν
ἔσχεθον, αἶψα δ' ἵκοντο φίλου πρὸς δώματα πατρός.
τὸν μὲν ἄρ' Αὐτόλυκός τε καὶ υἱέες Αὐτολύκοιο 460
εὖ ἰησάμενοι ἠδ' ἀγλαὰ δῶρα πορόντες
καρπαλίμως χαίροντα φίλως χαίροντες ἔπεμπον
εἰς Ἰθάκην. τῷ μέν ῥα πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
χαῖρον νοστήσαντι καὶ ἐξερέεινον ἕκαστα,
οὐλὴν ὅττι πάθοι· ὁ δ' ἄρα σφίσιν εὖ κατέλεξεν,
ὥς μιν θηρεύοντ' ἔλασεν σῦς λευκῷ ὀδόντι
Παρνησόνδ' ἐλθόντα σὺν υἱάσιν Αὐτολύκοιο.
μολις η κορη του πρωινου φωτισε ροδαχτυλη Αυγη,
βγηκαν στο κυνηγι,και τα σκυλια κι αυτοι
οι γιοι τ'Αυτολυκου,μαζι μ'αυτους κι ο θειος Οδυσσεας 430
ηταν,τ'αποκρυμνο βουνο σκεπασμενο με δαση ανεβηκαν
του Παρνασσου,γρηγορα δ'εφτασαν σ'ανεμοδαρτα φαραγγια.
ο ηλιος κεινη την ωρα ερριχνε στα χωραφια το φως του
ανατελονταςαπ'το ηρεμα ρεοντας βαθυ ρευμα τ'Ωκεανου ,
μεσ'στο δασος οι κυνηγοι μπηκαν,και μπροστα δε απ'αυτους
τα ιχνη ψαχνωντας τα σκυλια ησαν,και πισω
οι γιοι τ'Αυτολυκου.μαζι μ'αυτους κι ο θειος Οδυσσεας
ηταν κοντα στα σκυλια,κραδαινοντας μακρυσκιωτο δορυ,
οπου μεσα σε λοχμη θαμνων πυκνη φωλιαζε τεραστιος αγριοχοιρος
π'ουτε ανεμοι δεν διαπερνουν υγροι φυσομανοντας 440
ουτ'αυτη ο ηλιος με τις φλογερες ακτινες χτυπουσε,
ουτ'η βροχη την περαγε ως μεσα,τι τοσο πυκνη
ηταν,κι επισης φυλλα ηταν κατω παρα πολλα στρωμενα,
και των αντρων και των σκυλιων το θορυβο των ποδιων ακουγωντας,
καθως ερχοντουσαν να πιασουν,απεναντι τους απ'τη λοχμη των θαμνων
με ορθες τις τριχες της ραχης,φωτια απ'τα ματια ξεπετωντας,
σταθηκε σ'αυτους κοντα,τοτε πιο πρωτος ο Οδυσσεας
ορμησε σηκωνοντας το μακρυ δορυ με το γερο χερι,
να το πληγωσει επιθυμωντας,αυτον ο αγριοχοιρος προφτασε κι αρπαξε 450
παν'απ'το γονατο,και πολυ απ'τη σαρκα εκοψε με το δοντι
απ'το πλαι σουβλιζοντας,αλλ'ομως το κοκκαλο δεν εφτασε ν'αγγιξει.
αυτον δε ο Οδυσσεας πληγωσε πετυχωντας στο δεξιο ωμο,
κι απ'την αλλη μερια περασε του γυαλιστερου δορατος η ακρη
κατω δ'επεσε στη σκονη μουγκριζοντας,κι απ'αυτον πεταξε η ψυχη.
τοτε μ'αυτον τ'Αυτολυκου τ'αγαπητα παιδια ασχοληθηκαν.
την πληγη τ'αμωμου ισοθεου Οδυσσεα
εδεσαν προσεκτικα με γνωση,το δε μαυρο αιμα μ'αλοιφη
σταματησαν,κι υστερα πηγαν στο σπιτι τ'αγαπητου πατερα.
αυτον αφου κι ο Αυτολυκος κι οι γιοι τ'Αυτολυκου 450
καλα τον εγιαναν και λαμπρα δωρα προσφεραν
αμεσως ευχαριστημενο φιλοξενωντας χαρουμενοι εστειλαν
στην Ιθακη.οπου ο πατερας κι η σεβαστη μητερα
χαρηκαν π'επεστρεψε και τον ρωτουσαν για το καθ'ενα,
την ουλη πως επαθε,τοτ'αυτος σ'αυτους καταλεπτως διηγηθηκε
πως αυτον κυνηγωντας αρπαξε αγριοχοιρος ασπροδοντης
στον Παρνασσο ανεβαινοντας μαζι με τους γιους τ'Αυτολυκου.
.
.
.
Αχαιοι
Κριτικη στο Χρονικο Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια κ' στιχοι 465-481-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ὣς ἄρ᾽ ἐφώνησεν, καὶ ἀπὸ ἕθεν ὑψόσ᾽ ἀείρας 465 θῆκεν ἀνὰ μυρίκην·
ρητινοφορες μελισσες κοντα η θαλασσα σε θαμνους μυρικη βρεχει τα ποδια της
με καταπρασινα φυλλα
δέελον δ᾽ ἐπὶ σῆμά τ᾽ ἔθηκε συμμάρψας δόνακας μυρίκης τ᾽ ἐριθηλέας ὄζους,
kai μ'ενα οστρακο κοβει βλαστους
μὴ λάθοι αὖτις ἰόντε θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν.τα νησια γρηγορα κωπηλατουσαν
προς τη δυση,οι γλαροι ακολουθουσαν τὼ δὲ βάτην προτέρω διά τ᾽ ἔντεα καὶ μέλαν αἷμα,
αἶψα δ᾽ ἐπὶ Θρῃκῶν ἀνδρῶν τέλος ἷξον ἰόντες. 470 εστειλε τοτε γυναικες,
η μια με πλυμενα ρουχα,η αλλη φρουτα,η τριτη ζεστο ψωμι και κοκκινο κρασι
Ομηρου Οδυσσεια,ν' 66-,στη Τραχινα ορισθηκε να πληρωσει ο Ηρακλης
μελος του ΔΣΕ απο φανατισμενους πραιτοριανους,μια ομαδα Χ ανοιξε πυρ,
ακολουθησαν τα Δεκεμβριανα,33 ακριβως μερες,οἱ δ᾽ εὗδον καμάτῳ ἀδηκότες,
ητανε κι οι κλεφτες Κερκωπες ο Σιλλος κι ο Τριβαλλος οι απατεωνες
ἔντεα δέ σφιν καλὰ παρ᾽ αὐτοῖσι χθονὶ κέκλιτο εὖ κατὰ κόσμον τριστοιχί· παρὰ
δέ σφιν ἑκάστῳ δίζυγες ἵπποι.τα οπλα παρα ποδας,'τ'αλογα του Ρησου'ακουγεται
μια φωνη τη νυχτα Ῥῆσος δ᾽ ἐν μέσῳ εὗδε, παρ᾽ αὐτῷ δ᾽ ὠκέες ἵπποι
η γυναικα κοιμονταν,τ'αλογα εβοσκαν τ'απογευμα,'τι κανεις;' του φωναξε
'θα ξυπνησει',αδιαφορισε
κανενας δεν ηξερε τ'ονομα της κορης της Ιππολεχους Δημητρας
ἐξ ἐπιδιφριάδος πυμάτης ἱμᾶσι δέδεντο. 475 σ΄ενα παπυρο του 1931 η Κορινθια εταιρα
Πασιφιλη καταγραφονταν ως μοναχη στο κοπτικο μοναστηρι Καρπου και Παπυλου
στην Αιγυπτο,
καποιοι το εκριναν ρητορικο γυμνασμα σοφιστου,
η Φιλαινιδα ζουσε τοτε στην Αθηνα Δαιδαλιδων 47 Κατω Πετραλωνα ,Κεκροπιδα,
ο πατερας της ειχε Οινομαγειρειον ,αμοροζα απο διετιας ενος Κροκαλου,κορη του
η Αρπαγη,ερωμενη του Πασωνα του Κυδαθηναιου,το ρημα 'αλφανω' κερδιζω,ηταν
ανδρας αλφηστης,δραστηριος επιχειρηματιας
τὸν δ᾽ Ὀδυσεὺς προπάροιθεν ἰδὼν Διομήδεϊ δεῖξεν·
«οὗτός τοι Διόμηδες ἀνήρ, οὗτοι δέ τοι ἵπποι,
στο γραμμα εφραφε νεα για την Ακκω,τη Σισυμβρυα,τη Μαλθακη,τη Ναννιω,τη Γλυκερα ,
'ο Αλιτυρος εκανε καλαυσιθυρον στην Δαμασανδρα'
οὓς νῶϊν πίφαυσκε Δόλων ὃν ἐπέφνομεν ἡμεῖς.'πουλησε ολα τα χτηματα του στη Σικυωνα'
'πρωι 7 Ιουνιου πηραμε τη διαταγη να προχωρησουμε,ενωπιος ενωπιω πλεον,
ενας απο μας,καποιος Θωμας,τρελλαθηκε,τον παρατησαμε '
συνεληφθει τον Νοεμβριο το 1949,βασανιστηκε και φυλακιστηκε,το 1953 με τα μετρα
αμνηστειας αποφυλακιστηκε
ἀλλ᾽ ἄγε δὴ πρόφερε κρατερὸν μένος· οὐδέ τί σε χρὴ
ἑστάμεναι μέλεον σὺν τεύχεσιν, ἀλλὰ λύ᾽ ἵππους· 480 'στην Ακροκορινθο ειδα τη Μυριανθη'
ενας Εφεσιος τον Μαρτιο του 335 π.Χ πληρωσε το φορο στους Περσες,ενα τετραδραχμο
της Ιωνιας με αναγλυφο χαρτη της Εφεσου
στη Κυπρο οι Αχαιοι εφτασαν το 2ο μισο της 2ης χιλιετιας π.Χ
αὐτὰρ ἔμ' ἐς Κύπρον ξείνῳ δόσαν ἀντιάσαντι,
Δμήτορι Ἰασίδῃ, ὃς Κύπρου ἶφι ἄνασσεν.
ἔνθεν δὴ νῦν δεῦρο τόδ' ἵκω πήματα πάσχων.
[Ντοκουμεντο,Ομηρου Οδυσσεια ρ',442-444]
μετα το χαλασμο των συντροφων στην Αιγυπτο απ'την ανοησια τους
μ'εδωσαν στον Δμητορα του Ιασου,ισχυρο της Κυπρου βασιλια,
που'ταν φιλος,κι απο'κει τωρα εδω γεματος συμφορες εφτασα
ἠὲ σύ γ᾽ ἄνδρας ἔναιρε, μελήσουσιν δ᾽ ἐμοὶ ἵπποι.»
Λιτοχωρο 31 Μαρτιου Δεσκατη 21 Σεπτεμβριου Ναουσα 30 Σεπτεμβριου 1946
Γραμμος 1949
.
.
.
Πρωτεσίλαος
Ομηρου Ιλιας ,ραψωδια β',στιχοι 695-710
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Οἳ δ᾽ εἶχον Φυλάκην καὶ Πύρασον ἀνθεμόεντα,695
Δήμητρος τέμενος, Ἴτωνά τε μητέρα μήλων,
ἀγχίαλόν τ᾽ Ἀντρῶνα ἰδὲ Πτελεὸν λεχεποίην,
τῶν αὖ Πρωτεσίλαος ἀρήϊος ἡγεμόνευε
ζωὸς ἐών· τότε δ᾽ ἤδη ἔχεν κάτα γαῖα μέλαινα.
τοῦ δὲ καὶ ἀμφιδρυφὴς ἄλοχος Φυλάκῃ ἐλέλειπτο 700
καὶ δόμος ἡμιτελής· τὸν δ᾽ ἔκτανε Δάρδανος ἀνὴρ
νηὸς ἀποθρῴσκοντα πολὺ πρώτιστον Ἀχαιῶν.
οὐδὲ μὲν οὐδ᾽ οἳ ἄναρχοι ἔσαν, πόθεόν γε μὲν ἀρχόν·
ἀλλά σφεας κόσμησε Ποδάρκης ὄζος Ἄρηος
Ἰφίκλου υἱὸς πολυμήλου Φυλακίδαο, 705
αὐτοκασίγνητος μεγαθύμου Πρωτεσιλάου
ὁπλότερος γενεῇ· ὁ δ᾽ ἅμα πρότερος καὶ ἀρείων
ἥρως Πρωτεσίλαος ἀρήϊος· οὐδέ τι λαοὶ
δεύονθ᾽ ἡγεμόνος, πόθεόν γε μὲν ἐσθλὸν ἐόντα·
τῷ δ᾽ ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο. 710
αντρες εστειλε η Φυλακη κι η ανθουσα Πυρασος 695
ιερο της Δημητρας αλσος,κι η Ιτωνα μανα προβατων,
και της Αντρωνα τ'ακογυαλι κι η χλοερη η Πτελεος
αυτων πρωτα ο γενναιος εκυβερναε Πρωτεσιλαος
ζων οντας.μετα τον ειχε πια κατω η μαυρη γης
και στην ερημη γυναικα κει στη Φυλακη λειπει 700
στο σπιτι τ'ακληρο.αυτον αντρας σκοτωσε Δαρδανος
απ΄το καραβι απ'τους Αχαιους σαν βγηκε καταπρωτος
αν κι αναρχοι δεν ησαν,αυτον γι'αρχηγο ποθουσαν
αλλ'αυτους διοικουσε ο Ποδαρκης τ'Αρη βλασταρι
γιος του Φυλακιδη Ιφικλου με τα πολλα τα προβατα 705
αδελφος απο μανα πατερα του μεγαλοψυχου Πρωτεσιλαου
νεωτερος στη γενα.ο δε Πρωτεσιλαος και πρωτογεννηθηκε
κι ανωτερος ηρωας πολεμιστης.αν κι οι λαοι δεν στερουνταν
ηγεμονα,ποθουσαν αυτον τον καλον καγαθον να ειχαν.
και μ'αυτους καραβια σαραντα μαυρισμενα ερχονταν 710
.
.
.
GREEK POETRY
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΤΙΚΑ
ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑ-ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ
-TRANSLATING HOMER-Iliada-Odysseia
-μεταφραση -translating-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια Ο',στιχοι 402-484
.ἤλυθ' ἀνὴρ πολύϊδρις ἐμοῦ πρὸς δώματα πατρὸς
χρύσεον ὅρμον ἔχων, μετὰ δ' ἠλέκτροισιν ἔερτο. 460
τὸν μὲν ἄρ' ἐν μεγάρῳ δμῳαὶ καὶ πότνια μήτηρ
χερσίν τ' ἀμφαφόωντο καὶ ὀφθαλμοῖσιν ὁρῶντο,
ὦνον ὑπισχόμεναι
κι ηρθε πανουργος αντρας στο σπιτι του πατερα μου
κι ειχε μαζι του χρυσο περιδεραιο με κεχριμπαρια
περασμενα κι ολες οι δουλες τ'αρχοντικου κι η σεβαστη
μητερα το πηραν στα χερια και τ'αγγιζαν το κοιταζαν
με θαυμασμο και να τ'αγορασουν ζητουσαν
.
.
Ομηρου Οδυσσεια - η' ραψωδια 112-119]
ἔκτοσθεν δ᾽ αὐλῆς μέγας ὄρχατος ἄγχι θυράων
τετράγυος· περὶ δ᾽ ἕρκος ἐλήλαται ἀμφοτέρωθεν.
ἔνθα δὲ δένδρεα μακρὰ πεφύκασι τηλεθόωντα,
ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι
συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι.
τάων οὔ ποτε καρπὸς ἀπόλλυται οὐδ᾽ ἀπολείπει
χείματος οὐδὲ θέρευς, ἐπετήσιος· ἀλλὰ μάλ᾽ αἰεὶ
Ζεφυρίη πνείουσα τὰ μὲν φύει, ἄλλα δὲ πέσσει.
πιο εξω απ'την αυλη ειναι μεγαλος κηπος,κοντα στη πορτα,
τεσσερες οργωμενος και με φραχτη γυρω -γυρω
πο'χει εκει μεσα φυτεμενα δεντρα ψηλα και φουντωμενα
αχλαδιες και ροιδιες και μηλιες με λαμπερα τα μηλα
συκιες με γλυκα τα συκα και φουντωμενες ελιες
που ο καρπος μητε μαραινεται μητε λειπει
χειμωνα καλοκαιρι ολο το χρονο αλλα ο Ζεφυρος
πνεει και τα φυτρωνει αλλα τα ωριμαζει
.
.
ΛΕΞΙΛΟΓΙΑ [III]
ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΤΗΣ ΓΛΥΚΕΙΑΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ ΜΟΥ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Β']
.
κρατιστος ...........τετρατος
πνοιη................. αγορη
ξερος
εταρος εταρη
θαλασα φοως
..............κραδιη
πτολις...............πτολεμος
γλακτοφαγος
Οδυσηι
αμμι υμμι σφισι νοσφι
χρυσεοις.............αγοραασθε
ονομα Ουτιν
Λαοθοη
πλοος
νεκυεσσι........ ...ροος
ιππηεσσι βουσι αιγεσι οιεσι
αμφιρυτη αζειδωρος αρουρα γαιη ζαθεην
αγχιαλον τ'εφαλον πετρηεσσαν
.
Οι δ'Αργος τ'ειχον Τιρυνθα τε τειχιοεσσαν
Ερμιονην Ασινην τε,βαθυν κατα κολπον εχουσας,
Τροιζην'Ηιονας τε και αμπελοεντ'Επιδαυρον
οι τ'εχον Αιγιναν Μασητα τε
Οι δε Μυκηνες ειχον ευκτιμενον πτολιεθρον
αφνειον τε Κορινθον ευκτιμενας τε Κλεωνας
Ορνειας τ'ενεμοντο Αραιθυρεην τ'ερατεινην
και Σικυων
.
Οι δε Πυλον τ'ενεμοντο και Αρηνην ερατεινην και
Θρυον Αλφειοιο πορον και ευκτιτον Αιπυ
και Κυπαρισσηεντα και Αμφιγενειαν εναιον και
Πτελεον και Ελος και Δωριον
Οι δ'ειχον Αρκαδιην υπο Κυλληνης ορος απυ
Οι δ'αρα Βουπρασιον τε και Ηλιδα διαν εναιον οσσον
εφ'Υρμινη και Μυρσινος εσχατοωσα πετρη τ' Ωλενιη
και Αλησιον εντος εεργει
Οι δ'εκ Δουλιχιοιο Εχιναων θ'ιεραων νησων,αι ναιουσι
περην αλος Ηλιδος αντα
.
Αυταρ Οδυσσευς ηγε Κεφαλληνας μεγαθυμους,
οι ρ'Ιθακην ειχον και Νηριτον εινοσιφυλλον και
Κροκυλει'ενεμοντο και Αιγιλιπα τρηχειαν ,οι τε
Ζακυνθον εχον ηδ'οι Σαμον αμφενεμοντο,οι τ'ηπειρον
εχον ηδ'αντιπερατ'ενεμοντο. των μεν Οδυσσευς ηρχε
Διι μητιν αταλαντος
Αιτωλων δ'ηγειτο Θοας Ανδραιμονος υιος,οι Πλευρων
ενεμοντο και Ωλενον ηδε Πυληνην Χαλκιδα τ' αγχιαλον
Καλυδωνα τε πετρηεσσαν
.
Οι θ'Υπερησιην τε και αιπεινην Γονοεσσαν
Πελληνην τ'ειχον ηδ'Αιγιον αμφενεμοντο
Αιγιαλον τ'ανα παντα και αμφ'Ελικην ευρειαν
Αραιθυρεην τ'ερατεινην Ανθηδωνα τ'εσχατοωσαν
Οι Κυπαρισσον εχον Πυθωνα τε πετρηεσσαν
Κρισαν τε ζαθεην και Δαυλιδα και Πανοπηα,
οι τ'Ανεμωρειαν και Υαμπολιν αμφενεμοντο
οι τ'αρα παρ ποταμον Κηφισον διον εναιον
οι τε Λιλαιαν εχον πηγης επι Κηφισοιο
.
Οι θ'Υριην ενεμοντο και Αυλιδα πετρηεσσαν
Σχοινον τε Σκωλον τε πολυκνημον τ'Ετεωνον,
Θεσπειαν Γραιαν τε και ευρυχορον Μυκαλησσον,
οι τ'αμφ'Αρμ'ενεμοντο και Ειλεσιον και Ερυθρας,
οι τ'Ελεων ειχον ηδ'Υλην και Πετεωνα,
Ωκαλεην Μεδεωνα τ'ευκτιμενον πτολιεθρον
Κωπας Ευτρησιν τε πολυτρηρωνα τε Θισβην
οι τε Κορωνειαν και ποιηενθ'Αλιαρτον
οι τε Πλαταιαν εχον ηδ'οι Γλισαντ'ενεμοντο
οι θ'Υποθηβας ειχον ευκτιμενον πτολιεθρον
οι τε πολυσταφυλον Αρνην εχον,οι τε Μιδειαν
Νισσαν τε ζαθεην Ανθηδονα τ'εσχατοωσαν
.
Οι Κυνον τ'ενεμοντ'Οποεντα τε Καλλιαρον τε
Βησσαν τε Σκαρφην τε και Αυγειας ερατεινας
Ταρφην τε Θρονιον τε Βοαγριου αμφι ρεεθρα,
οι ναιουσι περην ιερης Ευβοιης,
Χαλκιδα τ' Ειρετριαν τε πολυσταφυλον θ'Ιστιαιαν
Κηρινθον τ'εφαλον ,οι τε Καρυστον εχον
ηδ'οι Στυρα ναιεταασκον
οι δ'αρ' Αθηνας ειχον ευκτιμενον πτολιεθρον
.
Οι δ'ειχον κοιλην Λακεδαιμονα κητωεσσαν ,Φαριν τε
Σπαρτην τε πολυτρηρωνα τε Μεσσην,
Βρυσειας τ'ενεμοντο και Αυγειας ερατεινας
οι τ'αρ'Αμυκλας ειχον Ελος τ'εφαλον πτολιεθρον
οι τε Λααν ειχον ηδ'Οιτυλον αμφενεμοντο
οι τε πολυσταφυλον Αρνην εχον
Οι Φενεον τ'ενεμοντο και Ορχομενον πολυμηλον
Ριπην τε Στρατιην τε και ηνεμοεσσαν Ενισπην
και Τεγεην ειχον και Μαντινεην ερατεινην
Στυμφηλον τ'ειχον και Παρρασιην ενεμοντο
.
Οι Κνωσον τ'ειχον Γορτυνα τε τειχιοεσσαν ,
Λυκτον Μιλητον τε αργινοεντα Λυκαστον
Φαιστον τε Ρυτιον τε ,πολεις ευ ναιετοωσας
αλλοι θ'οι Κρητην εκατομπολιν αμφενεμοντο
Οι Ροδον αμφενεμοντο δια τριχα κοσμηθεντες
Λινδον Ιηλυσον τε και αργινοεντα Καμειρον
Οι δ'αρα Νισυρον τ'ειχον Κραπαθον τε Κασον τε
και Κων Ευρυπυλοιο πολιν νησους τε Καλυδνας
αυ Συμηθεν
εκ Σαλαμινος
.
Οι δ'ειχον Φυλακην και Πυρασον ανθεμοεντα
Ιτωνα τε μητερα μηλων,αγχιαλον τ'Αντρωνα
ιδε Πτελεον λεχεποιην
Οι δε Φερας ενεμοντο παραι Βοιβηιδα λιμνην
Βοιβην και Γλαφυρας και ευκτιμενην Ιαωλκον
και Ολιζωνα τρηχειαν
Οι περι Δωδωνην δυσχειμερον οικι'εθεντο
οι τ'αμφ' ιμερτον Τιταρησσον εργα νεμοντο
ος ρ'ες Πηνειον προιει καλλιρροον υδωρ
.
Οι δ'ειχον Τρικκην και Ιθωμην κλωμακοεσσαν
οι τ'εχον Οιχαλιην
Οι δ'εχον Ορμενιον,οι τε κρηνην Υπερειαν,
οι τ' εχον Αστεριον Τιτανοιο τε λευκα καρηνα
Οι δ'αρα Μηθωνην και Θαυμακιην ενεμοντο
και Μελιβοιαν εχον και Ολιζωνα τρηχειαν
Οι δ'Ασπληδονα ναιον ιδ'Ορχομενον Μινυειον
Οι δ'Αργισσαν εχον και Γυρτωνην ενεμοντο
Ορθην Ηλωνην τε πολιν τ'Ολοοσσονα λευκην
οι περι Πηνειον και Πηλιον εινοσιφυλλονναιεσκον
οι τ'Αλον οι τ'Αλοπην οι τε Τρηχινα νεμοντο
Οι τ'ειχον Φθιην ηδ'Ελλαδα καλλιγυναικα,
Μυρμιδονες δε καλευντο και Ελληνες και Αχαιοι
.
ηελιος λας ζειδωρος αρουρα
............οροω
στην ραψωδια β' της Ιλιαδας του Ομηρου.
την γλυκυν πατριδα αρουρα γαιη
Ελλαδα τ' αγχιαλον τ'εφαλον
πετρηεσσαν ζαθεην
.
.
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια Α',32-43
ω ποποι,οιον δη νυ θεους βροτοι αιτιοωνται
εξ'ημεων γαρ φασι κακ'εμμεναι,οι δε και αυτοι
σφησιν ατασθαλιησιν υπερ μορον αλγε'εχουσιν,
ως και νυν Αιγισθος υπερ μορον Ατρειδαο
γημ' αλοχον μνηστην,τον δ'εκτανε νοστησαντα,
ειδως αιπυν ολεθρον,επει προ οι ειπομεν ημεις,
Ερμειαν πεμψαντες,ευσκοπον αργειφοντην,
μητ'αυτον κτεινειν μητε μναασθαι ακοιτιν΄
εκ γαρ Ορεσταο τισις εσσεται Ατρειδαο,
οπποτ' αν ηβηση τε και ης ιμειρεται αιης.
Ως εφαθ'Ερμειας,αλλ'ου φρενας Αιγισθοιο
πειθ' αγαθα φρονεων΄νυν δ'αθροα παντ'απετισεν
.
αλιμονο,να θελουν οι ανθρωποι τους θεους αιτιους
πως απο'μας ,λενε,τα κακα τους βαραινουν,ενω
απ'τα δικα τους σφαλματα παν'απ'τη μοιρα τους
βασανα εχουν,οπως τωρα ο Αιγισθος που παν'απ'τη
μοιρα του κοιμηθηκε με τη γυναικα του Ατρειδη και
τον σκοτωσε σαν γυρισε πισω,γνωριζοντας τι σκληρη
συντριβη θα παθει,αν και τον προειδοποιησαμε,
του στειλαμε τον Ερμη που τα παντα βλεπει καλα
με χιλια ματια,μητε αυτον να σκοτωσει,μητε
να θελησει τη γυναικα του,γιατι απ'τον Ορεστη
θα'ρθει σκληρη τιμωρια εκδικηση για τον Ατρειδη,
οταν καποτε μεγαλωσει και πιθυμισει δυνατα τη γη του,
ετσι του'πε ο Ερμης,αλλα δεν γυρισε το νου του Αιγισθου
ορθα να σκεφτει,και τωρα γι'ολ'αυτα μαζι τιμωρηθηκε
πολυ σκληρα
.
.
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια Ε',151-158
τον δ'αρ'επ'ακτης ευρε καθημενον΄ουδεν ποτ'οσσε
δακρυοφιν τερσοντο,κατειβετο δε γλυκυς αιων
νοστον οδυρωμενω,επει ουκετι ηνδανε νυφη.
αλλ'η τοι νυκτας μεν ιαυεσκεν και αναγκη
εν σπεσσι γλαφυροισι παρ'ουκ εθελων εθελουση
ηματα δ'αμ πετρησι και ηιονεσσι καθιζων
δακρυσι και στοναχησι και αλγεσι θυμον ερεχθων
ποντον επ'ατρυγετον δερκεσκετο δακρυα λειβων
.
τον ηβρε στ'ακρογυαλι καθισμενο,ποτε δεν στεγνωναν
τα δακρυα απ'τα ματια του,πνιγονταν η γλυκεια ζωη
απ'το βαρυ κλαμα για τον γυρισμο,η νυμφη πια
δεν τον ευχαριστουσε,και κοιμονταν τις νυχτες μαζι της
μεσα στη βαθεια σπηλια απο αναγκη,δεν ηθελε,εκεινη
ηθελε,τις μερες στις πετρες και στ'ακρωτηρια καθονταν
τα δακρυα οι στεναγμοι κι η λυπη σπαραζαν τη καρδια του
και την ερημη θαλασσα κοιτουσε χυνοντας δακρυα
.
.
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια Ε',159-170
ἀγχοῦ δ᾽ ἱσταμένη προσεφώνεε δῖα θεάων
"κάμμορε, μή μοι ἔτ᾽ ἐνθάδ᾽ ὀδύρεο, μηδέ τοι αἰὼν
φθινέτω· ἤδη γάρ σε μάλα πρόφρασσ᾽ ἀποπέμψω.
ἀλλ᾽ ἄγε δούρατα μακρὰ ταμὼν ἁρμόζεο χαλκῷ
εὐρεῖαν σχεδίην· ἀτὰρ ἴκρια πῆξαι ἐπ᾽ αὐτῆς
ὑψοῦ, ὥς σε φέρῃσιν ἐπ᾽ ἠεροειδέα πόντον.
αὐτὰρ ἐγὼ σῖτον καὶ ὕδωρ καὶ οἶνον ἐρυθρὸν
ἐνθήσω μενοεικέ᾽, ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι,
εἵματά τ᾽ ἀμφιέσω· πέμψω δέ τοι οὖρον ὄπισθεν,
ὥς κε μάλ᾽ ἀσκηθὴς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκηαι,
αἴ κε θεοί γ᾽ ἐθέλωσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσιν,
οἵ μευ φέρτεροί εἰσι νοῆσαί τε κρῆναί τε."
.
κοντα του σταθηκε η ομορφη θεα και του'πε:
Δυστυχε,μη μου καθεσαι εδω κι οδυρεσαι ,και
μη χανεις τη ζωη σου,σοβαρα τ'αποφασισα
να σε στειλω πισω στη πατριδα σου,
τραβα λοιπον να κοψεις μακρια ξυλα και
να συναρμολογησεις με χαλκινα καρφια
μια ευρυχωρη σχεδια,πανω της στερεωσε ψηλα
δοκαρια,να σε περασει στην ομιχλωδη θαλασσα,
εγω θα σου βαλω μαζι σου ψωμι ,νερο και
κοκκινο κρασι,να μην πεθανεις της πεινας,
ρουχα θα σε ντυσω,και πισω σου θα στειλω
ουριο ανεμο,ευκολα στη πατρικη τη γη σου
να φτασεις,αν βεβαια το θελησουν κι οι θεοι,
που κρατουν στην εξουσια τους τον απεραντο
ουρανο,κι απο μενα ειναι ανωτεροι
και στη σκεψη και στη κριση
.
.
Ιλιαδα,Ραψωδια Α',1-52
Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληιάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἣ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλὰς δ’ ἰφθίμους ψυχὰς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτοὺς δὲ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι· Διὸς δ’ ἐτελείετο βουλή· 5
ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς.
Τίς γάρ σφωε θεῶν ἔριδι ξυνέηκε μάχεσθαι;
Λητοῦς καὶ Διὸς υἱός· ὃ γὰρ βασιλῆι χολωθεὶς
νοῦσον ἀνὰ στρατὸν ὦρσε κακήν, ὀλέκοντο δὲ λαοί, 10
οὕνεκα τὸν Χρύσην ἠτίμασεν ἀρητῆρα
Ἀτρεΐδης· ὃ γὰρ ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν
λυσόμενός τε θύγατρα φέρων τ’ ἀπερείσι’ ἄποινα,
στέμματ' ἔχων ἐν χερσὶν ἑκηβόλου Ἀπόλλωνος
χρυσέῳ ἀνὰ σκήπτρῳ, καὶ λίσσετο πάντας Ἀχαιούς, 15
Ἀτρεΐδα δὲ μάλιστα δύω, κοσμήτορε λαῶν·
« Ἀτρεΐδαι τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοί,
ὑμῖν μὲν θεοὶ δοῖεν Ὀλύμπια δώματ’ ἔχοντες
ἐκπέρσαι Πριάμοιο πόλιν, εὖ δ’ οἴκαδ’ ἱκέσθαι·
παῖδα δ' ἐμοὶ λύσαιτε φίλην, τὰ δ’ ἄποινα δέχεσθαι, 20
ἁζόμενοι Διὸς υἱὸν ἑκηβόλον Ἀπόλλωνα. »
Ἔνθ' ἄλλοι μὲν πάντες ἐπευφήμησαν Ἀχαιοὶ
αἰδεῖσθαί θ’ ἱερῆα καὶ ἀγλαὰ δέχθαι ἄποινα·
ἀλλ' οὐκ Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ἥνδανε θυμῷ,
ἀλλὰ κακῶς ἀφίει, κρατερὸν δ’ ἐπὶ μῦθον ἔτελλε· 25
« Μή σε, γέρον κοίλῃσιν ἐγὼ παρὰ νηυσὶ κιχείω
ἢ νῦν δηθύνοντ’ ἢ ὕστερον αὖτις ἰόντα,
μή νύ τοι οὐ χραίσμῃ σκῆπτρον καὶ στέμμα θεοῖο·
τὴν δ’ ἐγὼ οὐ λύσω· πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν
ἡμετέρῳ ἐνὶ οἴκῳ ἐν Ἄργεϊ, τηλόθι πάτρης, 30
ἱστὸν ἐποιχομένην καὶ ἐμὸν λέχος ἀντιόωσαν·
ἀλλ’ ἴθι μή μ’ ἐρέθιζε, σαώτερος ὥς κε νέηαι. »
.
Την οργη πες μας,θεα,του γιου του Πηλεα Αχιλλεα
την καταραμενη,που εφερε στους Αχαιους μυριους πονους
και πολλες γενναιες ψυχες ηρωων τις εστειλε στον Αδη
κι εδωσε τα κορμια τους θρασιμια στα σκυλια και σ'ολα
τα ορνια,και του Δια εγινε η θεληση αφ'οτου πρωταρχισαν
να φιλονικουν και να χωριζουν ο Αγαμεμνωνας ο αφεντης
ανδρων και ο θεικος Αχιλλεας
ποιος απ'τους θεους τους εκανε να φιλονικησουν μεταξυ
τους;
ο γιος της Λητως και του Δια,με τον βασιλια πικραθηκε
κι εστειλε αρρωστεια κακια στο στρατο,και χανονταν
οι ανθρωποι,επειδη τον ιερεα Χρυση περιφρονισε ο Ατρειδης,
αυτος ηρθε στα γοργα καραβια των Αχαιων να παρει πισω
τη θυγατερα του φερνοντας αμετρητα λυτρα,εχοντας στα
χερια του το χρυσο σκηπτρο με το στεφανι του ευθυβολου
Απολλωνα και παρακαλουσε ολους τους Αχαιους,και πιο πολυ
τους δυο Ατρειδες,τους πρωτους των λαων
''Ατρειδες και οι αλλοι Αχαιοι με τις στερεες περικνημιδες,
ας σας δωσουν οι θεοι που εχουν τ'ανακτορα στον Ολυμπο
να παρετε την πολι του Πριαμου και σωοι να φθασεται στα
σπιτια σας,δωστε μου πισω την αγαπημενη κορη μου,και
τα λυτρα δεχθητε,αν εχετε τον φοβο του γιου του Δια
του ευθυβολου Απολλωνα
τοτε ο ενας με τον αλλον οι Αχαιοι μεγαλοφωνα συναινεσαν
να σεβασθουν τον ιερεα και τα λαμπρα λυτρα να δεχθουν,
αλλα του Ατρειδη δεν μαλακωνε η καρδια,αλλα βιαια τον
εσπρωχνε και σκληρο λογο απηυθυνε:
''Μη σε ξαναβρω,γεροντα,εδω γυρω στα κοιλα καραβια
η' τωρα να αργοπορεις η' υστερωτερα παλι να ξαναρθεις,
και μην πιστευεις πως θα σε βοηθησει το σκηπτρο και το
στεφανι του θεου,''
αυτην δεν θα ελευθερωσω,μεχρι τα γεραματα θα βρισκεται
μεσα στο σπιτι μου στο Αργος,πολυ μακρυα απ'την πατριδα,
στον αργαλειο να υφαινει και στο κρεβατι μου συντροφο
θα την εχω,
ελα τραβα,μη μ'ερεθιζεις,για να φυγεις σωος απο δω''
Ὣς ἔφατ’· ἔδεισεν δ’ ὁ γέρων καὶ ἐπείθετο μύθῳ·
βῆ δ’ ἀκέων παρὰ θῖνα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης·
πολλὰ δ’ ἔπειτ’ ἀπάνευθε κιὼν ἠρᾶθ’ ὁ γεραιὸς 35
Ἀπόλλωνι ἄνακτι, τὸν ἠύκομος τέκε Λητώ·
« Κλῦθί μευ, Ἀργυρότοξ’, ὃς Χρύσην ἀμφιβέβηκας
Κίλλάν τε ζαθέην Τενέδοιό τε ἶφι ἀνάσσεις,
Σμινθεῦ, εἴ ποτέ τοι χαρίεντ’ ἐπὶ νηὸν ἔρεψα,
ἢ εἰ δή ποτέ τοι κατὰ πίονα μηρί’ ἔκηα 40
ταύρων ἠδ’ αἰγῶν, τὸδε μοι κρήηνον ἐέλδωρ·
τίσειαν Δαναοὶ ἐμὰ δάκρυα σοῖσι βέλεσσιν. »
Ὣς ἔφατ’ εὐχόμενος, τοῦ δ’ ἔκλυε Φοῖβος Ἀπόλλων,
βῆ δὲ κατ’ Οὐλύμποιο καρήνων χωόμενος κῆρ,
τόξ’ ὤμοισιν ἔχων ἀμφηρεφέα τε φαρέτρην· 45
ἔκλαγξαν δ’ ἄρ’ ὀιστοὶ ἐπ’ ὤμων χωομένοιο,
αὐτοῦ κινηθέντος· ὁ δ’ ἤιε νυκτὶ ἐοικώς·
ἕζετ’ ἔπειτ’ ἀπάνευθε νεῶν, μετὰ δ’ ἰὸν ἕηκε·
δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ’ ἀργυρέοιο βιοῖο·
οὐρῆας μὲν πρῶτον ἐπῴχετο καὶ κύνας ἀργούς, 50
αὐτὰρ ἔπειτ’ αὐτοῖσι βέλος ἐχεπευκὲς ἐφιεὶς
βάλλ’· αἰεὶ δὲ πυραὶ νεκύων καίοντο θαμειαί.
ετσι μιλησε ,ο γεροντας φοβηθηκε και υπακουσε
στο λογο του,αποσυρθηκε σιωπηλος στην ακρογυαλια
της βοερης θαλασσας κι οταν πηγε πολυ απομερα
παρακαλεσε ο γερος τον δυνατο Απολλωνα που
τον γεννησε η ομορφομαλουσα Λητω.
''Ακουσε με αργυροτοξε,που την Χρυσην περιβλεπεις
την Κιλλα την καλην και στην Τενεδο κυριαρχεις,
Σμινθεα,αν ποτε εγω για σενα εχτισα ναο να τον
χαιρεσαι,κι αν ποτε για σενα παχια κρεατα εψησα
ταυρων και κατσικιων για τον βαρυ καημο μου
τιμωρησε τους Δαναους με τα βελη σου τα δακρυα μου ''
ετσι ειπε προσευχομενος,τον ακουσε ο Φοιβος Απολλων
κι απ'τις κορυφες του Ολυμπου κατεβηκε οργισμενος
με το τοξο και στους ωμους ειχε γεματη φαρετρα,
ετριξαν δυνατα τα βελη στους ωμους οργισμενος
καθως κινηθηκε και σαν την νυχτα εμοιαζε,
καθισε παραμερα των καραβιων κι επεταξε το βελος
και φοβερη βροντη βγηκε απ'τ'αργυρο τοξο
πρωτα-πρωτα τα μουλαρια χτυπησε και τα γρηγορα
σκυλια,επειτα σ'αυτους εστειλε το διαπεραστικο βελος,
κι ακαταπαυστα οι φωτιες εκαιγαν νεκρων σωματα στοιβες
.
.
Ιλιαδα,ραψωδια α',στιχοι 53-68
Ἐννῆμαρ μὲν ἀνὰ στρατὸν ᾤχετο κῆλα θεοῖο,
τῇ δεκάτῃ δ' ἀγορὴν δὲ καλέσσατο λαὸν Ἀχιλλεύς·
τῷ γὰρ ἐπὶ φρεσὶ θῆκε θεὰ λευκώλενος Ἥρη· 55
κήδετο γὰρ Δαναῶν, ὅτι ῥα θνήσκοντας ὁρᾶτο·
οἳ δ’ ἐπεὶ οὖν ἤγερθεν ὁμηγερέες τ’ ἐγένοντο,
τοῖσι δ’ ἀνιστάμενος μετέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεύς·
« Ἀτρεΐδη, νῦν ἄμμε παλιμπλαγχθέντας ὀίω
ἂψ ἀπονοστήσειν, εἴ κεν θάνατόν γε φύγοιμεν, 60
εἰ δὴ ὁμοῦ πόλεμός τε δαμᾷ καὶ λοιμὸς Ἀχαιούς·
ἀλλ’ ἄγε δή τινα μάντιν ἐρείομεν ἢ ἱερῆα,
ἢ καὶ ὀνειροπόλον, καὶ γάρ τ’ ὄναρ ἐκ Διός ἐστιν,
ὅς κ’ εἴποι ὅ τι τόσσον ἐχώσατο Φοῖβος Ἀπόλλων,
εἴ ταρ ὅ γ’ εὐχωλῆς ἐπιμέμφεται ἠδ’ ἑκατόμβης, 65
αἴ κέν πως ἀρνῶν κνίσης αἰγῶν τε τελείων
βούλεται ἀντιάσας ἡμῖν ἀπὸ λοιγὸν ἀμῦναι. »
Ἤτοι ὅ γ’ ὣς εἰπὼν κατ’ ἄρ’ ἕζετο·
.
εννια μερες ριχνονταν στο στρατο τα βελη απ'το θεο
και τη δεκατη καλεσε σε συνελευση το λαο ο Αχιλλεας
αυτο το'βαλε στο μυαλο του η ασπροχερα θεα Ηρα
που για τους Δαναους στεναχωριονταν να τους βλεπει
να πεθαινουν κι οταν εκεινοι ολοι συγκεντρωθηκαν
σ'αυτους μπροστα σηκωθηκε ο ταχυς Αχιλλεας κι
ειπε:''Ατρειδη,τωρα πως θα γυριουμε προβλεπω
πισω στις πατριδες μας,αν απ'το θανατο ξεφυγουμε,
που μας καταβαλει τους Αχαιους ο πολεμος και η
αρρωστεια μαζι ,αλλ'ας παμε να ρωτησουμε καποιο μαντι
η' ιερεα η' ονειροκριτη,γιατι και το ονειρο απ'τον Δια
ερχεται,να μας πει γιατι τοσο οργιστηκε ο Φοιβος Απολλων
μηπως για καποιο υποσχεση μας κατακρινει η' για εκατομβη
μηπως απ 'αρνια κι απο κατσικια καλα τσικνας μυρωδια
θελει να δεχθει κι απ'τον ολεθρο να μας προστατευσει''
ετσι αυτα αυτος ειπε και καθισε
.
.
ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΛΩΤΟΦΑΓΩΝ
[Ομηρου Θδυσσεια,ραψωδια ι',στιχοι 80-105]
Ελευθερη Αποδοση του αρχαιου κειμενου-χ.ν.κουβελης
.
ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν 80
καὶ βορέης ἀπέωσε, παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων.
ἔνθεν δ' ἐννῆμαρ φερόμην ὀλοοῖσ' ἀνέμοισι
πόντον ἐπ' ἰχθυόεντα· ἀτὰρ δεκάτῃ ἐπέβημεν
γαίης Λωτοφάγων, οἵ τ' ἄνθινον εἶδαρ ἔδουσιν.
ἔνθα δ' ἐπ' ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ' ὕδωρ,
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ' ἐπασσάμεθ' ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τότ' ἐγὼν ἑτάρους προΐην πεύθεσθαι ἰόντας,
οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες,
ἄνδρε δύω κρίνας, τρίτατον κήρυχ' ἅμ' ὀπάσσας. 90
οἱ δ' αἶψ' οἰχόμενοι μίγεν ἀνδράσι Λωτοφάγοισιν·
οὐδ' ἄρα Λωτοφάγοι μήδονθ' ἑτάροισιν ὄλεθρον
ἡμετέροισ', ἀλλά σφι δόσαν λωτοῖο πάσασθαι.
τῶν δ' ὅς τις λωτοῖο φάγοι μελιηδέα καρπόν,
οὐκέτ' ἀπαγγεῖλαι πάλιν ἤθελεν οὐδὲ νέεσθαι,
ἀλλ' αὐτοῦ βούλοντο μετ' ἀνδράσι Λωτοφάγοισι
λωτὸν ἐρεπτόμενοι μενέμεν νόστου τε λαθέσθαι.
τοὺς μὲν ἐγὼν ἐπὶ νῆας ἄγον κλαίοντας ἀνάγκῃ,
νηυσὶ δ' ἐνὶ γλαφυρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ δῆσα ἐρύσσας·
αὐτὰρ τοὺς ἄλλους κελόμην ἐρίηρας ἑταίρους 100
σπερχομένους νηῶν ἐπιβαινέμεν ὠκειάων,
μή πώς τις λωτοῖο φαγὼν νόστοιο λάθηται.
οἱ δ' αἶψ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον,
ἑξῆς δ' ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς.
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ.
.
τα μεγαλα και δυνατα κυματα μας εμποδισαν να περασουμε
τον καβο Μαλια κι ο φοβερος βοριας μας αποτελειωσε πολυ
κατω απ'τα Κυθηρα μας εσυρε μακρια
εννια ολοκληρες μερες ειμασταν χαμενοι στ' απεραντο πελαγος
απ'τους δυνατους ανεμους και τη δεκατη μερα φθασαμε στο νησι
των λωτοφαγων που πινουν τον χυμο του λωτου και τρωνε τ'ανθη του,
σ'εκεινη τη στερια πατησαμε τα ποδια μας κι οι συντροφοι πεινουσαν
και διψουσαν πολυ κι ηθελαν κατι να φανε και να πιουν απ'τη μεγαλη
κακουχια να συνερθουν,
τοτ' εγω εστειλα τρεις συντροφους,ο ενας κυρηκας ηταν, να πανε
στους ανθρωπους που ζουσαν στο νησι και να τους ζητησουν φαι
και νερο κι εκεινοι πηγαν και βρηκαν τους ανθρωπους κι εκεινοι
οι ανθρωποι τους εδωσαν να φανε λωτους που'ταν γλυκυτατοι καρποι
και τοσο πολυ γλυκαθηκαν που ζαλιστηκαν και μας ξεχασαν,λησμονησαν
κι αυτο το γυρισμο στη πατριδα,
μ'εκεινους τους Λωτοφαγους ηθελαν για παντα να μεινουνεκει,
τοτ'εγω εστειλα αλλους συντροφους να τους φερουν πισω,
τους βρηκαν τους επιασαν και τους εσυραν πισω στα καραβια μας
κι εκεινοι εκλαιγαν με μαυρο δακρυ και φωναζαν πως δεν ηθελαν
να φυγουν,σαν μωρα παιδια ξελογιασμενοι ,τοτ'εγω τους εδεσα γερα
στα ξυλα του καραβιου με σχοινια χερια και ποδια πολυ σφιχτα
να μην μπορουν να λυθουν και τους αλλους μ'αυστηρη φωνη
τους απειλησα να μην τολμησουν και να μην διανοηθουν να πανε
σ'αυτους τους ανθρωπους να ποτισθουν με λωτους και τ'ανθη να φανε
και στη πατριδα να ξεχασουν να γυρισουν,
πολυ αυστηρα τους διεταξα να καθισουν ησυχοι κι υπακουοι
στα καθισματα τους καθε ενας και με δυναμη να σηκωνουν τα κουπια
και να χτυπουν μ'αυτα σταθερα την ασπρη θαλασσα γρηγορα
να ξεγλυστρισουμε απο'κεινο το νησι και τους ανθρωπους του
π'ολους θα μας κατεστρεφαν εναν-εναν,
απο'κει πλεαμε μακρια με πολυ βαρια καρδια
.
.
ΕΙΔΑ ΤΗΝ ΕΠΙΚΑΣΤΗΝ Η' ΤΗΝ ΙΟΚΑΣΤΗΝ ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΟΙΔΙΠΟΔΑ
Τρεις Αναπτυξεις-χ.ν.κουβελης
[Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια λ' Νεκυια,στιχοι 271-280-μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
ειδα τη μανα εκεινου του Οιδιποδα,την Επικαστην
η'την Ιοκαστην,αρχοντογυναικα,στεκονταν σε οχθη
ποταμου και μου φανηκε πως τιποτα δεν εβλεπε και
τιποτα δεν κοιτουσε ουτε τιποτα ακουγε,θλιμενη,
σιωπηλη,για το μεγαλο αμαρτημα,πηρε γι'αντρα της
το ιδιο το παιδι της και μαζι του πλαγιασε στο κρεβατι,
δεν το ηξερε πως ηταν το παιδι της που πολλα χρονια πριν
απο κακο χρησμο που πηραν το παρατησαν στο βουνο
να πεθανει μη σκοτωσει τον πατερα κι αντρα της και σμιξει
μαζι της σαν μεγαλωσει και γινει αντρας,
και τωρα να,ολα οσα πηγαν ν'αποφυγουν τα'παθαν
χωρις ελεος
και τον πατερα σκοτωσε κι εκεινη σμιχτηκε μαζι του
και σαν η πατροκτονια και η αιμομιξια φανερωθηκαν
στον κοσμο μεσα
τρελλαθηκε ετρεξε με τρομερο ουρλιαχτο στη καμαρα της
κλειστικε εκει κι εψαξε και βρηκε σχοινι εδεσε σε γερο
μαδερι τη μια ακρη του και στην αλλη εφτιαξε θηλια και
μεσα περασε το κεφαλι της και κρεμαστηκε τσακιστηκε
ο λαιμος της,που ηταν σαν κρινος κομσος κι ασπρος,
και πνιγηκε η αναπνοη της και κυλησε στα κατω μερη
ετουτα και δεν ειδε τον δυστυχο που την βρηκε
κρεμασμενη να αιωρειται αψυχη κακοθανατισμενη
και,δεν τον ειδε σαν τρελλος ν'αρπαζει τις καρφιτσες
που στεριωνε περιτεχνα τα μαλλια της ψηλα σο κεφαλι
και να τις μπηγει στα ματια του να τις στριφογυριζει
βαθια να ξεριζωνει τους βολβους να χανει το φως του
τυφλος να ουρλιαζει να μην ξαναδει τον ηλιο ποτε πια
μητέρα τ' Οἰδιπόδαο ἴδον, καλὴν Ἐπικάστην,271
ἣ μέγα ἔργον ἔρεξεν ἀϊδρείῃσι νόοιο
γημαμένη ᾧ υἷϊ· ὁ δ' ὃν πατέρ' ἐξεναρίξας
γῆμεν· ἄφαρ δ' ἀνάπυστα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν.
ἀλλ' ὁ μὲν ἐν Θήβῃ πολυηράτῳ ἄλγεα πάσχων
Καδμείων ἤνασσε θεῶν ὀλοὰς διὰ βουλάς·
ἡ δ' ἔβη εἰς Ἀΐδαο πυλάρταο κρατεροῖο,
ἁψαμένη βρόχον αἰπὺν ἀφ' ὑψηλοῖο μελάθρου
ᾧ ἄχεϊ σχομένη· τῷ δ' ἄλγεα κάλλιπ' ὀπίσσω
πολλὰ μάλ', ὅσσα τε μητρὸς ἐρινύες ἐκτελέουσι. 280
τη μανα του Οιδιποδα ειδα,την ομορφη Επικαστη,
που μη γνωριζοντας μεγαλο αμαρτημα εκαμε
να παντρευτει το γιο της,που τον πατερα σκοτωσε
και την παντρευτηκε,κι αμεσως στους ανθρωπους
τ'αποκαλυψαν οι θεοι,εκεινος στη Θηβα την πολυαγαπημενη
βασανισμενος των Καδμειων κυβερνησε απ'των θεων
τη θεληση να καταστραφει,κι εκεινη διαβηκε κατω στις πυλες
του κραταιου Αδη κρεμωντας στην απελπισια της θηλια σφιχτη
απο ψηλο μαδερι της οροφης,σ'εκεινον αφηνωντας πισω βασανα
παρα πολλα,οσα οι εκδικητριες οι ερινυες της μανας καταδικαζουν
κρατουσε το μωρο στην αγκαλια της,ορθια,
μεσα στον κηπο,ωρα μεσημερι,ζεστη μερα,ηλιος
λαμπρος,χιλια αρωματα εφερνε ο αερας,και χρωματα
κυματιζαν,τους αγκιζαν σιωπηλα σαν χαδι,κοιταξε
το παιδι,ευθραυστο μικρο πλασμα,ησυχη αναπνοη,
κοιμονταν ευτυχισμενο,τα ονειρα ξεχυλιζαν γαργαρα
κρυσταλλινα νερα,ειδε τα ποδια του,γελασε γλυκα,
της φανηκαν αστεια,τα γαργαλισε απαλα,το παιδι
κουνηθηκε,χαραξε μεσα στον υπνο του χαμογελα
.
.
Παραφραζοντας στιχους [15 εως 276]απο την Οδυσσεια του Ομηρου
ραψωδια ζ' -χ.ν.κουβελης
μπηκε στη στολισμενη καμαρα οπου εκει κοιμονταν
η πανεμορφη κορη Ναυσικα
και σαν πνοη ανεμου ανασηκωσε τα σκεπασματα της κορης
που η ωρα του γαμου της πλησιαζει
και για πολυ δεν θα'ναι πια παρθενα
οταν ξημερωσε και ξυπνησε η Ναυσικα με τ'ασπρα μπρατσα
θαμπωμενη απο'κεινο τ'ονειρο αρχισε να τραγουδα
μολις ο Οδυσσεας ξυπνησε κι ειδε τη κορη με τα ομορφα ματια
αμεσως γλυκα της μιλησε
γονατιζω μπροστα σου βασιλισσα μου,θεα η ' θνητη να'σαι;
κι ο πιο ευτυχεστερος απ'ολους τους αντρες θα'ναι εκεινος ο αντρας
που στο σπιτι του θα σε φερει και στο κρεβατι του γυναικα του θα σ'εχει
ποτε δεν ειδαν τα ματια μου τετοια ομορφια
ποτε τετοιο λουλουδι δεν ανθισε απο κλαρακι της γης
κι οι κοπελες τον πηγαν να λουστει σε μερος που δεν το πιανει
αερας
κοπελες αναμεριστε μονος μου θα πλυθω να βγαλω την αρμυρα
απ'τους ωμους και ν'αλοιφτω με λαδι στο κορμι
παει πολυς καιρος που δεν αλοιψτηκα με λαδι
κι εγω μπροστα σας δεν πρεπει να λουστω
ντρεπομαι να γυμνωθω σε κορες με τα ομορφα μαλλια
κι επειτα αφου λουστηκε πηγε και καθισε στ'ακρογυαλι
μακρια
απ' ομορφια κι απο χαρη λαμπωντας
κι οταν ετσι τον ειδε θαμπωσε η κοπελα
ποιος ειναι αυτος ο ξενος αντρας που πισω ακολουθει
τη Ναυσικα
ομορφος φαινεται και δυνατος,
που τον ηβρε; κι αντρα της θα τον κανει
15 βῆ δ᾿ ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη
κοιμᾶτ᾿ ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη,Ναυσικάα
20 ἡ δ᾿ ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης
σοὶ δὲ γάμος σχεδόν ἐστιν
ἐπεὶ οὔ τοι ἔτι δὴν παρθένος ἔσσεαι
αὐτίκα δ᾿ Ἠὼς ἦλθεν ἐύθρονος, ἥ μιν ἔγειρε
Ναυσικάαν ἐύπεπλον: ἄφαρ δ᾿ ἀπεθαύμασ᾿ ὄνειρον,
τῇσι δὲ Ναυσικάα λευκώλενος ἤρχετο μολπῆς
ὡς Ὀδυσεὺς ἔγροιτο, ἴδοι τ᾿ ἐυώπιδα κούρην
αὐτίκα μειλίχιον καὶ κερδαλέον φάτο μῦθον.
«γουνοῦμαί σε, ἄνασσα: θεός νύ τις, ἦ βροτός ἐσσι;
κεῖνος δ᾿ αὖ περὶ κῆρι μακάρτατος ἔξοχον ἄλλων,
ὅς κέ σ᾿ ἐέδνοισι βρίσας οἶκόνδ᾿ ἀγάγηται.
160 οὐ γάρ πω τοιοῦτον ἴδον βροτὸν ὀφθαλμοῖσιν,
οὔτ᾿ ἄνδρ᾿ οὔτε γυναῖκα: σέβας μ᾿ ἔχει εἰσορόωντα.
ἐπεὶ οὔ πω τοῖον ἀνήλυθεν ἐκ δόρυ γαίης,
λούσατέ τ᾿ ἐν ποταμῷ, ὅθ᾿ ἐπὶ σκέπας ἔστ᾿ ἀνέμοιο.
«ἀμφίπολοι, στῆθ᾿ οὕτω ἀπόπροθεν, ὄφρ᾿ ἐγὼ αὐτὸς
ἅλμην ὤμοιιν ἀπολούσομαι, ἀμφὶ δ᾿ ἐλαίῳ
220 χρίσομαι: ἦ γὰρ δηρὸν ἀπὸ χροός ἐστιν ἀλοιφή.
ἄντην δ᾿ οὐκ ἂν ἐγώ γε λοέσσομαι: αἰδέομαι γὰρ
γυμνοῦσθαι κούρῃσιν ἐυπλοκάμοισι μετελθών.»
ἕζετ᾿ ἔπειτ᾿ ἀπάνευθε κιὼν ἐπὶ θῖνα θαλάσσης,
κάλλεϊ καὶ χάρισι στίλβων: θηεῖτο δὲ κούρη.
276 τίς δ᾿ ὅδε Ναυσικάᾳ ἕπεται καλός τε μέγας τε
ξεῖνος; ποῦ δέ μιν εὗρε; πόσις νύ οἱ ἔσσεται αὐτῇ.
.
.
Ομηρου Ιλιαδα
[Αποσπασματα]
-μεταφραση αποδοση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
- Ραψωδια Ζ'
ποιμαίνων δ᾽ ἐπ᾽ ὄεσσι μίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ, 25
ἣ δ᾽ ὑποκυσαμένη διδυμάονε γείνατο παῖδε.
[εκει που εβοσκε τα προβατα εσμιξε με την αγαπημενη γυναικα
κι εκεινη γκαστρωθηκε και γεννησε παιδια διδυμα]
.
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν.
Φύλλα τὰ μέν τ᾽ ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ᾽ ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ᾽ ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ᾽ ἀπολήγει.
[ομοια με τα φυλλα τετοια ειναι η γενια των ανθρωπων
αλλα απο τα φυλλα ο ανεμος κατω τα ριχνει κι αλλα
φυτρωνουν κι αυξανουν γεματα καρπους οπως της ανοιξης
ερχεται η ωρα ετσι και των ανθρωπων η γεννια η μια φυτρωνει
κι η αλλη μαραινεται]
.
τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης, ὄφρα νέμοιτο. 195
Ἣ δ᾽ ἔτεκε τρία τέκνα
[του εδωσαν το καλλιτερο περιβολι
ομορφο με πολλα δεντρα και χωραφι να το καλλιεργει
κι η γυναικα του γεννησε τρια παιδια]
.
Ἕκτωρ δ᾽ ὡς Σκαιάς τε πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν,
ἀμφ᾽ ἄρα μιν Τρώων ἄλοχοι θέον ἠδὲ θύγατρες
εἰρόμεναι παῖδάς τε κασιγνήτους τε ἔτας τε
καὶ πόσιας
[Ο Εκτορας φτανει στις Σκαιες Πυλες στο καστρο
και τρεχοντας τον περιτριγυριζουν των Τρωων οι γυναικες
κι οι θυγατερες ρωτωντας για τα παιδια τους και τ'αδερφια
και για τους συγγενεις και για τους αντρες τους ]
.
ὸν δ᾽ Ἑλένη μύθοισι προσηύδα μειλιχίοισι·
δᾶερ ἐμεῖο κυνὸς κακομηχάνου ὀκρυοέσσης,
ὥς μ᾽ ὄφελ᾽ ἤματι τῷ ὅτε με πρῶτον τέκε μήτηρ
οἴχεσθαι προφέρουσα κακὴ ἀνέμοιο θύελλα
εἰς ὄρος ἢ εἰς κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης,
ἔνθά με κῦμ᾽ ἀπόερσε πάρος τάδε ἔργα γενέσθαι.
[στον Εκτορα με πολυ σεβασμο μιλησε η Ελενη
αδερφε του αντρα μου εμενα την καταραμενη τη φριχτη σκυλα
ας ηταν τη μερα που με γεννησε η μανα να μ'αρπαζε αγρια ανεμοθυελλα
και να μ'εριχνε στα βουνα η' στα κυματα τρικυμισμενης θαλασσας
και στα κυματα να πνιγω μεσα πριν ετουτα τα κακα να γινουν]
.
.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΤΟΡΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗΣ
ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ -ραψωδια Ζ'-στιχοι 368-502
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Ομηρος με μεγαλη δεξιοτεχνια περιγραφει τη συναντηση του Εκτορα
με την Ανδρομαχη,συγκινητικες στιγμες απο το μεγαλειο των ανθρωπινων
συναισθηματων-πολυ τρυφερη ειναι η σκηνη με το μωρο παιδι τον Αστυ-
ανακτα οταν παει ο πατερας του να το παρει να τ'αγκαλιασει κι εκεινο τρο-
μαζοντας απο τη λαμψη της περικεφαλαιας του κλαιει δυνατα
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Ζ'-στιχοι 368-502-μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
ἄρα φωνήσας ἀπέβη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανε δόμους εὖ ναιετάοντας, 370
οὐδ' εὗρ' Ἀνδρομάχην λευκώλενον ἐν μεγάροισιν,
ἀλλ' ἥ γε ξὺν παιδὶ καὶ ἀμφιπόλῳ ἐϋπέπλῳ
πύργῳ ἐφεστήκει γοόωσά τε μυρομένη τε.
Ἕκτωρ δ' ὡς οὐκ ἔνδον ἀμύμονα τέτμεν ἄκοιτιν
ἔστη ἐπ' οὐδὸν ἰών, μετὰ δὲ δμῳῇσιν ἔειπεν·
εἰ δ' ἄγε μοι δμῳαὶ νημερτέα μυθήσασθε·
πῇ ἔβη Ἀνδρομάχη λευκώλενος ἐκ μεγάροιο;
ἠέ πῃ ἐς γαλόων ἢ εἰνατέρων ἐϋπέπλων
ἢ ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται, ἔνθά περ ἄλλαι
Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται; 380
Τὸν δ' αὖτ' ὀτρηρὴ ταμίη πρὸς μῦθον ἔειπεν·
Ἕκτορ ἐπεὶ μάλ' ἄνωγας ἀληθέα μυθήσασθαι,
οὔτέ πῃ ἐς γαλόων οὔτ' εἰνατέρων ἐϋπέπλων
οὔτ' ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται, ἔνθά περ ἄλλαι
Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται,
ἀλλ' ἐπὶ πύργον ἔβη μέγαν Ἰλίου, οὕνεκ' ἄκουσε
τείρεσθαι Τρῶας, μέγα δὲ κράτος εἶναι Ἀχαιῶν.
ἣ μὲν δὴ πρὸς τεῖχος ἐπειγομένη ἀφικάνει
μαινομένῃ ἐϊκυῖα· φέρει δ' ἅμα παῖδα τιθήνη.
Ἦ ῥα γυνὴ ταμίη, ὃ δ' ἀπέσσυτο δώματος Ἕκτωρ 390
τὴν αὐτὴν ὁδὸν αὖτις ἐϋκτιμένας κατ' ἀγυιάς.
εὖτε πύλας ἵκανε διερχόμενος μέγα ἄστυ
Σκαιάς, τῇ ἄρ' ἔμελλε διεξίμεναι πεδίον δέ,
ἔνθ' ἄλοχος πολύδωρος ἐναντίη ἦλθε θέουσα
Ἀνδρομάχη θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἠετίωνος
Ἠετίων ὃς ἔναιεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ
Θήβῃ Ὑποπλακίῃ Κιλίκεσσ' ἄνδρεσσιν ἀνάσσων·
τοῦ περ δὴ θυγάτηρ ἔχεθ' Ἕκτορι χαλκοκορυστῇ.
ἥ οἱ ἔπειτ' ἤντησ', ἅμα δ' ἀμφίπολος κίεν αὐτῇ
παῖδ' ἐπὶ κόλπῳ ἔχουσ' ἀταλάφρονα νήπιον αὔτως 400
Ἑκτορίδην ἀγαπητὸν ἀλίγκιον ἀστέρι καλῷ,
τόν ῥ' Ἕκτωρ καλέεσκε Σκαμάνδριον, αὐτὰρ οἱ ἄλλοι
Ἀστυάνακτ'· οἶος γὰρ ἐρύετο Ἴλιον Ἕκτωρ.
ἤτοι ὃ μὲν μείδησεν ἰδὼν ἐς παῖδα σιωπῇ·
Ἀνδρομάχη δέ οἱ ἄγχι παρίστατο δάκρυ χέουσα,
ἔν τ' ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
δαιμόνιε φθίσει σε τὸ σὸν μένος, οὐδ' ἐλεαίρεις
παῖδά τε νηπίαχον καὶ ἔμ' ἄμμορον, ἣ τάχα χήρη
σεῦ ἔσομαι· τάχα γάρ σε κατακτανέουσιν Ἀχαιοὶ
πάντες ἐφορμηθέντες· ἐμοὶ δέ κε κέρδιον εἴη 410
σεῦ ἀφαμαρτούσῃ χθόνα δύμεναι· οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλη
ἔσται θαλπωρὴ ἐπεὶ ἂν σύ γε πότμον ἐπίσπῃς
ἀλλ' ἄχε'· οὐδέ μοι ἔστι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ.
ἤτοι γὰρ πατέρ' ἁμὸν ἀπέκτανε δῖος Ἀχιλλεύς,
ἐκ δὲ πόλιν πέρσεν Κιλίκων εὖ ναιετάουσαν
Θήβην ὑψίπυλον· κατὰ δ' ἔκτανεν Ἠετίωνα,
οὐδέ μιν ἐξενάριξε, σεβάσσατο γὰρ τό γε θυμῷ,
ἀλλ' ἄρα μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι δαιδαλέοισιν
ἠδ' ἐπὶ σῆμ' ἔχεεν· περὶ δὲ πτελέας ἐφύτευσαν
νύμφαι ὀρεστιάδες κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο. 420
οἳ δέ μοι ἑπτὰ κασίγνητοι ἔσαν ἐν μεγάροισιν
οἳ μὲν πάντες ἰῷ κίον ἤματι Ἄϊδος εἴσω·
πάντας γὰρ κατέπεφνε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεὺς
βουσὶν ἐπ' εἰλιπόδεσσι καὶ ἀργεννῇς ὀΐεσσι.
μητέρα δ', ἣ βασίλευεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ,
τὴν ἐπεὶ ἂρ δεῦρ' ἤγαγ' ἅμ' ἄλλοισι κτεάτεσσιν,
ἂψ ὅ γε τὴν ἀπέλυσε λαβὼν ἀπερείσι' ἄποινα,
πατρὸς δ' ἐν μεγάροισι βάλ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα.
Ἕκτορ ἀτὰρ σύ μοί ἐσσι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
ἠδὲ κασίγνητος, σὺ δέ μοι θαλερὸς παρακοίτης· 430
ἀλλ' ἄγε νῦν ἐλέαιρε καὶ αὐτοῦ μίμν' ἐπὶ πύργῳ,
μὴ παῖδ' ὀρφανικὸν θήῃς χήρην τε γυναῖκα·
λαὸν δὲ στῆσον παρ' ἐρινεόν, ἔνθα μάλιστα
ἀμβατός ἐστι πόλις καὶ ἐπίδρομον ἔπλετο τεῖχος.
τρὶς γὰρ τῇ γ' ἐλθόντες ἐπειρήσανθ' οἱ ἄριστοι
ἀμφ' Αἴαντε δύω καὶ ἀγακλυτὸν Ἰδομενῆα
ἠδ' ἀμφ' Ἀτρεΐδας καὶ Τυδέος ἄλκιμον υἱόν·
ἤ πού τίς σφιν ἔνισπε θεοπροπίων ἐῢ εἰδώς,
ἤ νυ καὶ αὐτῶν θυμὸς ἐποτρύνει καὶ ἀνώγει.
Τὴν δ' αὖτε προσέειπε μέγας κορυθαίολος Ἕκτωρ· 440
ἦ καὶ ἐμοὶ τάδε πάντα μέλει γύναι· ἀλλὰ μάλ' αἰνῶς
αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους,
αἴ κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο·
οὐδέ με θυμὸς ἄνωγεν, ἐπεὶ μάθον ἔμμεναι ἐσθλὸς
αἰεὶ καὶ πρώτοισι μετὰ Τρώεσσι μάχεσθαι
ἀρνύμενος πατρός τε μέγα κλέος ἠδ' ἐμὸν αὐτοῦ.
εὖ γὰρ ἐγὼ τόδε οἶδα κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν·
ἔσσεται ἦμαρ ὅτ' ἄν ποτ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ
καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐϋμμελίω Πριάμοιο.
ἀλλ' οὔ μοι Τρώων τόσσον μέλει ἄλγος ὀπίσσω, 450
οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης οὔτε Πριάμοιο ἄνακτος
οὔτε κασιγνήτων, οἵ κεν πολέες τε καὶ ἐσθλοὶ
ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι δυσμενέεσσιν,
ὅσσον σεῦ, ὅτε κέν τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων
δακρυόεσσαν ἄγηται ἐλεύθερον ἦμαρ ἀπούρας·
καί κεν ἐν Ἄργει ἐοῦσα πρὸς ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις,
καί κεν ὕδωρ φορέοις Μεσσηΐδος ἢ Ὑπερείης
πόλλ' ἀεκαζομένη, κρατερὴ δ' ἐπικείσετ' ἀνάγκη·
καί ποτέ τις εἴπῃσιν ἰδὼν κατὰ δάκρυ χέουσαν·
Ἕκτορος ἧδε γυνὴ ὃς ἀριστεύεσκε μάχεσθαι 460
Τρώων ἱπποδάμων ὅτε Ἴλιον ἀμφεμάχοντο.
ὥς ποτέ τις ἐρέει· σοὶ δ' αὖ νέον ἔσσεται ἄλγος
χήτεϊ τοιοῦδ' ἀνδρὸς ἀμύνειν δούλιον ἦμαρ.
ἀλλά με τεθνηῶτα χυτὴ κατὰ γαῖα καλύπτοι
πρίν γέ τι σῆς τε βοῆς σοῦ θ' ἑλκηθμοῖο πυθέσθαι.
Ὣς εἰπὼν οὗ παιδὸς ὀρέξατο φαίδιμος Ἕκτωρ·
ἂψ δ' ὃ πάϊς πρὸς κόλπον ἐϋζώνοιο τιθήνης
ἐκλίνθη ἰάχων πατρὸς φίλου ὄψιν ἀτυχθεὶς
ταρβήσας χαλκόν τε ἰδὲ λόφον ἱππιοχαίτην,
δεινὸν ἀπ' ἀκροτάτης κόρυθος νεύοντα νοήσας. 470
ἐκ δ' ἐγέλασσε πατήρ τε φίλος καὶ πότνια μήτηρ·
αὐτίκ' ἀπὸ κρατὸς κόρυθ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ,
καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν ἐπὶ χθονὶ παμφανόωσαν·
αὐτὰρ ὅ γ' ὃν φίλον υἱὸν ἐπεὶ κύσε πῆλέ τε χερσὶν
εἶπε δ' ἐπευξάμενος Διί τ' ἄλλοισίν τε θεοῖσι·
Ζεῦ ἄλλοι τε θεοὶ δότε δὴ καὶ τόνδε γενέσθαι
παῖδ' ἐμὸν ὡς καὶ ἐγώ περ ἀριπρεπέα Τρώεσσιν,
ὧδε βίην τ' ἀγαθόν, καὶ Ἰλίου ἶφι ἀνάσσειν·
καί ποτέ τις εἴποι πατρός γ' ὅδε πολλὸν ἀμείνων
ἐκ πολέμου ἀνιόντα· φέροι δ' ἔναρα βροτόεντα 480
κτείνας δήϊον ἄνδρα, χαρείη δὲ φρένα μήτηρ.
Ὣς εἰπὼν ἀλόχοιο φίλης ἐν χερσὶν ἔθηκε
παῖδ' ἑόν· ἣ δ' ἄρα μιν κηώδεϊ δέξατο κόλπῳ
δακρυόεν γελάσασα· πόσις δ' ἐλέησε νοήσας,
χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
δαιμονίη μή μοί τι λίην ἀκαχίζεο θυμῷ·
οὐ γάρ τίς μ' ὑπὲρ αἶσαν ἀνὴρ Ἄϊδι προϊάψει·
μοῖραν δ' οὔ τινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν,
οὐ κακὸν οὐδὲ μὲν ἐσθλόν, ἐπὴν τὰ πρῶτα γένηται.
ἀλλ' εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σ' αὐτῆς ἔργα κόμιζε 490
ἱστόν τ' ἠλακάτην τε, καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε
ἔργον ἐποίχεσθαι· πόλεμος δ' ἄνδρεσσι μελήσει
πᾶσι, μάλιστα δ' ἐμοί, τοὶ Ἰλίῳ ἐγγεγάασιν.
Ὣς ἄρα φωνήσας κόρυθ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ
ἵππουριν· ἄλοχος δὲ φίλη οἶκον δὲ βεβήκει
ἐντροπαλιζομένη, θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέουσα.
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανε δόμους εὖ ναιετάοντας
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο, κιχήσατο δ' ἔνδοθι πολλὰς
ἀμφιπόλους, τῇσιν δὲ γόον πάσῃσιν ἐνῶρσεν.
αἳ μὲν ἔτι ζωὸν γόον Ἕκτορα ᾧ ἐνὶ οἴκῳ· 500
οὐ γάρ μιν ἔτ' ἔφαντο ὑπότροπον ἐκ πολέμοιο
ἵξεσθαι προφυγόντα μένος καὶ χεῖρας Ἀχαιῶν.
.
αφου ετσι μιλησε αναχωρησε ο Εκτορας με τη λαμπερη περικεφαλαια
και σε λιγο εφτασε στο καλοχτισμενο σπιτι του
εκει μεσα στ'αρχοντικο δεν βρηκε την Ανδρομαχη με τ'ασπρα μπρατσα
γιατι αυτη με το παιδι και την υπηρετρια με τ'ομορφο λεπτο φορεμα
ψηλα στο πυργο εστεκε θρηνωντας και κλαιγοντας
τοτε ο Εκτορας οταν μεσα δεν βρηκε την ευγενικη γυναικα του
σταθηκε στην εξωπορτα και ρωτησε τις αιχμαλωτες σκλαβες να του πουν
ελατε σκλαβες πεστε μου με ασφαλτα λογια
που πηγε η Ανδρομαχη με τ'ασπρα μπρατσα φευγοντας απ'το απιτι,
μηπως πηγε σε καποια απ'τις συνυφαδες της η' πηγε σε καποια
απ'τις κουνιαδες της με τα ομορφα λεπτα φορεματα
η' βγηκε για να παει στο ναο της Αθηνας οπου μαζι με τις αλλες
Τρωαδιτισες με τα ομορφα μαλλια την τρομερη θεα να παρακαλεσουν
σ'αυτον απαντησε η πανεξυπνη οικονομα του σπιτιου κι ειπε:
Εκτορα αφου με διεταξες ,να πω ολη την αληθεια
δεν πηγε σε καποια απ'τις συνυφαδες της ουτε πηγε σε καποια
απ'τις κουνιαδες της με τα ομορφα λεπτα φορεματα
ουτε βγηκε για να παει στο ναο της Αθηνας οπου μαζι με τις αλλες
Τρωαδιτισες με τα ομορφα μαλλια την τρομερη θεα να παρακαλεσουν
αλλα στον ψηλο πυργο ανεβηκε του Ιλιου οταν ακουσε
πως κατατροπωθηκαν οι Τρωες και τεραστια η επικρατηση των Αχαιων
εκεινη τρεχοντας φθανει στο τειχος σαν τρελλη ομοια κουβαλωντας
μαζι και το παιδι η παραμανα
ετσι του μιλησε η οικονομα κι απ'το σπιτι εξω ορμησε ο Εκτορας
στην ιδια στρατα που'χε περασει πριν στους στερεους δρομους
κι οταν εφτασε στις Σκαιες Πυλες διασχιζοντας τη μεγαλη πολιτεια
κι απο κει περνωντας θα'βγαινε στη πεδιαδα ειδε απεναντι του
να'ρχεται τρεχοντας η πολυακριβη γυναικα του η Ανδρομαχη
η κορη του μεγαλοκαρδου Ηετιωνα που κατω απο την δασωδη
Πλακα κατοικει της Θηβας και στους ανδρες της Υποπλακιας της Κιλικιας
βασιλευει
εκεινη απεναντι του σταθηκε και μαζι η υπηρετρια ηρθε εχοντας
στην αγκαλια τ'αθωο μωρο τ'αγαπημενο παιδι του τον Εκτοριδη
παρομοιο με πανεμορφο αστερι που ο Εκτορας το φωναζε Σκαμανδριο
κι οι αλλοι Αστυανακτα γιατι ο Εκτορας εσωζε το Ιλιο τη πολη
κι αυτος χαμογελασε οταν ειδε το παιδι δεν ειπε λεξη
κι η Ανδρομαχη σταθηκε κοντα του χυνοντας δακρυα
και του'σφιξε το χερι και του μιλησε κι αυτα τα λογια του'πε
γενναιε μου θα σ'αφανισει η μεγαλη σου ορμη κι αντρεια
δεν λυπασαι το μωρο ετουτο παιδι κι εμενα την αμοιρη που γρηγορα
θα μεινω χηρα σου γιατι γρηγορα θα σε κατασπαραξουν οι Αχαιοι
ολοι ορμωντας καταπανω σου.σε μενα ποιο το οφελος θα'ναι αν σε χασω
προτιμω να μπω στο χωμα δεν θα'ναι αλλη θαλπωρη για μενα
γιατι αν εχεις τετοια τυχη θα'χω μοναχα μεγαλα βασανα
και δεν εχω ουτε τον πατερα μου ουτε την σεβαστη μου μανα
τον πατερα μου τον σκοτωσε ο θεικος Αχιλλεας
οταν πηρε τη πολη των Κιλικων την πλουσια Θηβα την Υψιπυλον
σκοτωσε τον Ηετριωνα
ομως δεν τον εγδυσε,στην καρδια του βαθεια τον σεβαστηκε
με τα περιτεχνα οπλα του τον εκαψε και σηκωσε μνημα
και γυρω φυτεψαν φτελιες οι νυμφες του βουνου οι κορες του Δια
που ριχνει τις καταιγιδες
και τα εφτα αδερφια μου,χαρα στο σπιτι μου,ολα την ιδια μερα κατεβηκαν
στον Αδη,ολα τα σκοτωσε ο Αχιλλεας που'ναι στα ποδια γρηγορος
μεσα στα βαριοποδα βοδια και στ'ασπρα προβατα τα βρηκε
και τη μητερα που βασιλευε στη κατω Πλακα τη δασωδη εδω την εφερε
μαζι μ'αλλα λαφυρα κι αφου την απελευθερωσε παιρνωντας αμετρητα
λυτρα στο σπιτι του πατερα την σημαδεψε και τη σκοτωσε η τοξευτρα Αρτεμη
Εκτορα τωρα εσυ'σαι ο πατερας μου κι η σεβαστη μου μανα
κι αδερφος,εσυ κι ο δυνατος συντροφος στο κρεβατι
ελα λυπησου μας τωρα κι εδω μεινε στο πυργο και μην αφησεις το παιδι
ορφανο και χηρα τη γυναικα και το στρατο κρατησε τον κοντα στην αγριοσυκια
εκει που'ναι η πολη περισσοτερο διαβατη κι ευκολα περνιεται το τειχος
τρεις φορες ηρθαν κι απο'κει δοκιμασαν ν'ανεβουν οι πιο αντρειωμενοι
οι δυο οι Αιαντες κι ο πολυδοξασμενος Ιδομενεας και οι δυο γιοι του Ατρεα
και του Τυδεα ο σκληροτραχηλος γιος
η' τους το φανερωσε καποιος που ξερει καλα τους χρησμους των θεων
η' τους παροτρυνει η ισχυρη ορμη τους και τους καθοδηγει
και της αποκριθηκε ο ανδρειος Εκτορας με τη λαμπερη περικεφαλαια
κι εμενα ολ'αυτα με νοιαζουν γυναικα αλλα ντρεπομαι τρομερα τους Τρωες
και τις Τρωαδιτισες με τα μακρια λεπτα φορεματα να απομακρυνομαι απ'τον πολεμο
σαν τιποτενιος
μητε η καρδια μου το οριζει επειδη εμαθα να'μαι γενναιος παντοτε
και με τους πρωτους απ'τους Τρωες να μαχομαι και να επιθυμω τη μεγαλη δοξα
του πατερα μου μα και τη δικη μου
γιατι πολυ καλα το ξερω και στο μυαλο και στη καρδια πως καποτε θα'ρθει μερα
που θα χαθει η Τροια το ιερο Ιλιο κι ο Πριαμος ο αξιος ακοντιστης
κι ο ολος ο λαος του
αλλα δεν με νοιαζει τοσο για τα βασανα που θα'ρθουν στους Τρωες
ουτε γι'αυτη την Εκαβη ουτε για τον βασιλια Πριαμο ουτε για τ'αδερφια
οπου πολλοι κι αντρειοι θα κυλιστουν στη σκονη απο αντρες εχθρους
οσο για σενα οταν καποιος απ'τους Αχαιους με τα χαλκινα οπλα
σου στερησει την ελευτερια και σε συρει μακρια δακρυσμενη
και στο Αργος εισαι και σε ξενης αφεντρας τον αργαλειο υφαινεις
και νερο κουβαλας απ'τη Μεσσηιδα η' απ'την Υπερεια χωρις να θελεις
πανισχυρος να σε βαραινει εξαναγκασμος
και καποτε καποιος να πει βλεποντας σε να χυνεις δακρυα
για δεστε τη γυναικα του Εκτορα που'ταν στη μαχη ο πρωτος αναμεσα
στους Τρωες τους αλογοδαμαστες οταν το Ιλιον πολιορκουσαν
ετσι θα πει καποτε καποιος και μεσα σου θ'αναψει καινουργιος πονος
για κεινον τον αντρα που θα'μποδιζε τη σκλαβια σου
καλυτερα πεθαμενος να μη ζω να 'μαι στη γη χωμενος
προτου ακουσω τη κραυγη σου οταν με βια θα σε σερνουν
ετσι ειπε και το παιδι λαχταρισε να παρει στα χερια του ο λαμπερος Εκτορας
το παιδι εσκουξε και χωθηκε τρομασγμενο να κρυφτει στο στηθος της παραμανας
με την ομορφη ζωνη οταν ειδε την οψη τ'αγαπητου πατερα
φοβηκε απ'τον χαλκο που'χε κι απ'την αλογισια χαιτη που σειστηκε απ'τη κορυφη
της περικεφαλαιας
μ'αυτο γελασε ο αγαπητος πατερας κι η σεβαστη μανα
κι αμεσως απ'το κεφαλι εβγαλε τη περικεφαλαια ο λαμπερος Εκτορας
και την ακουμπησε στο χωμα οπου λαμποκοπουσε
κι επειτα στα χερια του παιρνει τ'αγαπητο παιδι το φιλησε κι ειπε ευχομενος
στο Δια στους αλλους θεους
Δια κι οι αλλοι θεοι δωστε και σε τουτο το παιδι μου οπως κι εγω
να γινει ξεχωριστος αναμεσα στους Τρωες
δωστε του ζωη ευτυχισμενη και κραταιως το Ιλιο να κυβερνησει
και καποτε καποιος να πει
ετουτος πολυ ανωτερος απ'τον πατερα του
οταν απ'τον πολεμο ανεβαινοντας φερνει λαφυρα αιματωβαμενα
αρματα του εχθρου που σκοτωσε κι η μανα βαθεια μεσα της να χαιρεται
ετσι ειπε και στα χερια της αγαπημενης γυναικας αφησε το παιδι
κι αυτη το δεχτηκε στο ευωδιασμενο στηθος της γελωντας και κλαιγοντας
ο αντρας της οταν αυτο ειδε την συμπονεσε και με το χερι του τη χαιδεψε
κι αυτα τα λογια της ειπε
καλη μου μη μου τοσο στη καρδια πικραινεσαι γιατι κανενας ανθρωπος
δεν θα με στειλει στον Αδη πριν να'ρθει η ωρα μου
σου λεω πως απ'τη μοιρα του κανεις απ'τους ανθρωπους δεν μπορει να ξεφυγει
ειτε δειλος ειτε αντρειος επειδη ετσι ειναι απ'τη πρωτη φορα που γεννηθηκαν
ελα στο σπιτι πηγαινε και για τις δουλειες σου φροντιζε
τον αργαλειο και τη ροκα και τις υπηρετριες διαταζε να δουλευουν
ο πολεμος ειναι μελημα των αντρων ολων,και περισσοτερο εμενα,
οσων μεσα στο Ιλιο γεννηθηκαν
ετσι αφου μιλησε ο λαμπερος Εκτορας σηκωσε απ'το χωμα την αλογισια
περικεφαλαια και η αγαπημενη γυναικα τραβηξε για το σπιτι συχνα γυρνωντας πισω
το κεφαλι και χυνωντας δακρυα
σε λιγο επειτα εφτασε στο καλοχτισμενο αρχοντικο του αντροφονια Εκτορα
εκει μεσα βρηκε τις πολλες υπηρετριες και τις διεταξε θρηνο ολες να σηκωσουν
ετσι θρηνουσαν ακομα ζωντανο τον Εκτορα στο σπιτι του μεσα
γιατι πια δεν ελπιζαν να τον δουν απ'τον πολεμο να γυριζει ξεφευγοντας
απ'τη μανια κι απ'τα χερια των Αχαιων
.
.
ΖΗΤΙΑΝΙΑΔΑ
[προαγγελμα της Νεας Κωμωδιας και της Commedia dell'Arte]
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια σ' στιχοι 1-31]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἦλθε δ᾽ ἐπὶ πτωχὸς πανδήμιος, ὃς κατὰ ἄστυ
πτωχεύεσκ᾽ Ἰθάκης, μετὰ δ᾽ ἔπρεπε γαστέρι μάργῃ
ἀζηχὲς φαγέμεν καὶ πιέμεν· οὐδέ οἱ ἦν ἲς
οὐδὲ βίη, εἶδος δὲ μάλα μέγας ἦν ὁράασθαι.
Ἀρναῖος δ᾽ ὄνομ᾽ ἔσκε· τὸ γὰρ θέτο πότνια μήτηρ
ἐκ γενετῆς· Ἶρον δὲ νέοι κίκλησκον ἅπαντες,
οὕνεκ᾽ ἀπαγγέλλεσκε κιών, ὅτε πού τις ἀνώγοι·
ὅς ῥ᾽ ἐλθὼν Ὀδυσῆα διώκετο οἷο δόμοιο,
καί μιν νεικείων ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
"εἶκε, γέρον, προθύρου, μὴ δὴ τάχα καὶ ποδὸς ἕλκῃ.
οὐκ ἀΐεις ὅτι δή μοι ἐπιλλίζουσιν ἅπαντες,
ἑλκέμεναι δὲ κέλονται; ἐγὼ δ᾽ αἰσχύνομαι ἔμπης.
ἀλλ᾽ ἄνα, μὴ τάχα νῶϊν ἔρις καὶ χερσὶ γένηται."
τὸν δ᾽ ἄρ᾽ ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
"δαιμόνι᾽, οὔτε τί σε ῥέζω κακὸν οὔτ᾽ ἀγορεύω,
οὔτε τινὰ φθονέω δόμεναι καὶ πόλλ᾽ ἀνελόντα.
οὐδὸς δ᾽ ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται, οὐδέ τί σε χρὴ
ἀλλοτρίων φθονέειν· δοκέεις δέ μοι εἶναι ἀλήτης
ὥς περ ἐγών, ὄλβον δὲ θεοὶ μέλλουσιν ὀπάζειν.
χερσὶ δὲ μή τι λίην προκαλίζεο, μή με χολώσῃς,
μή σε γέρων περ ἐὼν στῆθος καὶ χείλεα φύρσω
αἵματος· ἡσυχίη δ᾽ ἂν ἐμοὶ καὶ μᾶλλον ἔτ᾽ εἴη
αὔριον· οὐ μὲν γάρ τί σ᾽ ὑποστρέψεσθαι ὀΐω
δεύτερον ἐς μέγαρον Λαερτιάδεω Ὀδυσῆος."
τὸν δὲ χολωσάμενος προσεφώνεεν Ἶρος ἀλήτης·
"ὢ πόποι, ὡς ὁ μολοβρὸς ἐπιτροχάδην ἀγορεύει,
γρηῒ καμινοῖ ἶσος· ὃν ἂν κακὰ μητισαίμην
κόπτων ἀμφοτέρῃσι, χαμαὶ δέ κε πάντας ὀδόντας
γναθμῶν ἐξελάσαιμι συὸς ὣς ληϊβοτείρης.
ζῶσαι νῦν, ἵνα πάντες ἐπιγνώωσι καὶ οἵδε
μαρναμένους· πῶς δ᾽ ἂν σὺ νεωτέρῳ ἀνδρὶ μάχοιο;"
εκει ηρθε ενας πασιγνωστος σ'ολοκληρο τον δημο διακονιαρης
που διακονευε μεσα στη πολη της Ιθακης,αχορταγη η κοιλια του
ετρωγε κι επινε ακαταπαυστα, ομως ουτε δυναμη ειχε
ουτε παλλικαρια,αν και πολυ μεγαλοσωμος φαινονταν να'ναι
Αρναιος ηταν τ'ονομα του,αυτο του το'δωσε η κυρα μανα του
σαν γεννηθηκε.Ιρον τον φωναζαν οι νεαροι απαντες
γιατι ετρεχε και πηγαινε μηνυματα οπου καποιος τον εστελνε,
αυτος οταν ηρθε εδιωχνε τον Οδυσσεα απ'το δικο του σπιτι
και μ' εριστικα λογια πεταχτα για καβγα τ'απευθυνθηκε
''φευγα,γερο,απ'τη πορτα,γρηγορα κι απ'τα ποδια θα σε συρω
δεν βλεπεις π'ολοι μου κανουν νοημα,να σε συρω με παρακινουν
εγω ομως ντρεπομαι να το κανω
Ελα σηκω,τραβα γρηγορα,μην πιαστουμε στα χερια απ'τα λογια''
Αυτον τον στραβοκοιταξε ο πανεξυπνος Οδυσσεας απαντωντας
''παλιανθρωπε,ουτε μ'εργα σ'εβλαψα ουτε λογια σου'πα
ουτε αυτα που σου δινουν φτοναω οσα πολλα κι αν ειναι
το κατωφλι και τους δυο μας χωραει,ουτε σε κατι σ'ωφελει
για τα ξενα να φθονεις,μου φαινεται να'σαι περιπλανωμενος
οπως κι εγω,την ευτυχια στο μελλον οι θεοι θα στειλουν,
στα χερια να πιαστουμε μη με παραπροκαλεις,μη με θυμωσεις
αν και γερος στα στηθια και στα χειλια θα σε γεμισω
μ'αιματα.και την ησυχια μου μαλιστα θα βρω απ'αυριο
γιατι δεν νομιζω να τολμησεις να ξαναγυρισεις για δευτερη φορα
στο σπιτι του γιου του Λαερτη Οδυσσεα''
Σ'αυτον θυμωμενος απαντησε ο περιπλανωμενος ζητιανος Ιρος
''Α φοβηθηκα,πως το ψωρογουρουνι χωρις να σκεφτει μιλαει,
ομοια με μπαμπογρια στο τζακι,στ'αληθεια να τον τσακισω
μετα δυο μου τα χερια,κατω στο χωμα ολα τα δοντια
απ'τα σαγονια να ξεριζωσω οπως γουρουνας που ρημαζει σιταροχωραφα
Ετοιμασου λοιπον τωρα,ωστε ολοι να μας δουν και να διασκεδασουν
ν'αρπαζομαστε,πως εσυ μ'εναν νεωτερο ανδρα τσακωνεσαι''
.
και η ΖΗΤΙΑΝΙΑΔΑ σε Αγοραιον Λογον
τοτε μπουκαρισ'εδω ενα νουμερο ρεντικολο σ'ολη τη πολη διακονιαρης
που στο Θιακη μεσα ψωμοζητουσε αχορταγη η μπακα του
ετρωγε κι επινε του σκασμου ομως δεν ειχε καρδια ουτε
παλλικαρια κι ας φαινονταν μεγας μαμουχαλος κρεμανταλας.
Αρναιος ητανε το'νομα του,ετσι τον νοματισε η κακομοιρα η μανα του
σαν γεννηθηκε,Ιρο τον εκραζε απασα η μαριδα
γιατ'ετρεχε για θεληματα παντου οποιος τον εστελνε
αυτος λοιπον οταν εφτασε εδω κοιταε πως να διωξει τον Δυσσεα απ'το σπιτικο του
και με μπολικες εριστικες κουβεντες για καβγα του επιτεθηκε
''Ξεκουμπα,γερο,απ'τη πορτα αντε μπρος απο δω μη σε συρω απ'τα ποδαρια
δεν βλεπεις π'ολοι νοημα μου κανουν να σε τραβηξω μου λενε
εγω ομως πολυ εντρεπομαι να το πραξω ετουτο
Ελα σηκω,αντε τραβα,μην αρπαχτουμε για καλα στα χερια απ'τα λογια''
Τοτε τον στραβοκοιταξε ο μαχαλομαγκας Δυσσεας και του'ριξε τα λογια
''παλιοδιαολε,μ'εργα δεν σ'εβλαψα ουτε με λογια
ουτε αυτηνα που σου πετανε ζηλευω οσα πολλα κι αν κονομας
το κατωφλι εδω ειναι και για τους δυο ,ουτε κι ωφελεισαι
τιποτα για τα ξενα να ζηλευεις,βλεπω πως εισαι ταλαιπωρος
αλητης σαν κι εμενα,κι οι θεοι θ'αργησουν εντελει να μας καζαντισουν
μην με προκαλεις το λοιπον ν'αρπαχτουμε στα χερια,μη με τσαντισεις
γιατι αν και γερος τα στηθια και τα χειλια σου με γροθιες
θα τα μπλατσαρωσω μ'αιματα,κι ετσι απο αυριο θα'χω ησυχια
γιατι δεν νομιζω να τολμησεις να ξαναμολαρεις δευτερη φορα
για το σπιτι του Δυσσεα του Λαερτη υιου λεω''
Και τοτε αγριεμενο σκυλι του την επεσε αυτος ο αλητηριος Ιρος
''Α ποσο σκιαχτικα,ψωρογουρουνι χωρις νιονιο παρλαρεις
σαν να'σαι καμια μπαμπογρια στις σταχτες, θα σου ορμιξω
και θα σε τσακισω με τα δυο μου χερια κι ολα τα δοντια απ'τα σαγονια σου
θα τα ξεριζωσω να φανε χωμα οπως γουρουνας που ρημαζει αγροτεμαχια
Ελα λοιπον τωρα τοιμασου,ολοι να μας παρουν ματι και να κανουν χαζι
που θ'αρπαχτουμε,εσυ ενας γερος ν'αυτοχειρεις μ'ενα τζοβενο σου να πιαστεις''
.
.
Η ΕΛΙΑ ΣΤΟΝ ΟΜΗΡΟ
Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχοι 476-482
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
[Οταν ο Οδυσσεας βρεθηκε ναυαγος στο νησι των Φαιακων κρυφθηκε να σωθει
απο ανθρωπους κι αγρια θηρια κατω απο μια ελια και μια αγριελια φυτρωμενες
μαζι]
476...................δοιοὺς δ᾽ ἄρ᾽ ὑπήλυθε θάμνους,
ἐξ ὁμόθεν πεφυῶτας· ὁ μὲν φυλίης, ὁ δ᾽ ἐλαίης.
τοὺς μὲν ἄρ᾽ οὔτ᾽ ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων,
οὔτε ποτ᾽ ἠέλιος φαέθων ἀκτῖσιν ἔβαλλεν,
οὔτ᾽ ὄμβρος περάασκε διαμπερές· ὣς ἄρα πυκνοὶ
ἀλλήλοισιν ἔφυν ἐπαμοιβαδίς· οὓς ὑπ᾽ Ὀδυσσεὺς
δύσετ᾽...................................................482
..................κατω απο δυο χαμηλα δεντρα τρυπωσε
που μαζι και τα δυο φυτρωναν,το'να αγριελια,τ'αλλο ελια
και δεν τα περνουσε η τρομερη υγρασια των ανεμων οταν φυσουσαν
ουτε ποτε ο λαμπερος ηλιος με τις ακτινες τα χτυπουσε
ουτε η βροχη τα διαπερνουσε .τοσο πυκνα πλεγμενα
το'να μετ'αλλο ηταν φυτρωμενα.εκει απο κατω ο Οδυσσεας
κρυφθηκε.............
.
.
ΣΤΟΥΣ ΚΙΚΟΝΕΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 39-81]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
απ'το Ιλιο μ' εφερε ο ανεμος κοντα στους Κικονες 39
στην Ισμαρο,εκει εγω την πολη ερημωσα κι αυτους αφανισα
απ'τη πολη γυναικες και πολλα υπαρχοντα αφου αρπαξαμε
τα μοιρασαμε ισα ωστε καποιος με μενα να μην δυσαρεστηθει
οπου αυτους επιμονα προετρεπα να παρουμε ποδι
αλλ'αυτοί ,παρα πολυ ανοητοι μωροι , δεν πυθονταν
οπου πολυ κρασι πινωντας μεθουσαν,και πολλα προβατα
εσφαζαν στ'ακρογυαλι και βοδια με τα ελικοειδη ποδια
εν τω μεταξυ πηγαν οι Κικονες αλλους Κικονες να φωναξουν
που μ'αυτους γειτονες ησαν κι ηταν πιο πολλοι και πιο δυνατοι
στη στερια εμεναν,κι ηξεραν καλα πανω απ'τ'αρματα
κατα ανδρων να μαχονται κι οπου χρειασθει και πεζοι να ειναι
ηρθαν οπως οσα φυλλα κι ανθη βγαινουν την ανοιξη
ξημερωμα,και τοτε η κακη μοιρα απ'τον Δια επεσε
σ'εμας τους δυσμοιρους για να παθουμε πολλα βασανα
σταθηκαν και πολεμουσαν κοντα στα γρηγορα καραβια
κι εριχναν ο ενας στον αλλον τα χαλκινα κονταρια
οσο ηταν πρωι και μεγαλωνε μερα του θεου
τοσο τους αποκρουαμε αν κι ηταν πιο πολλοι απο μας
ομως ηρθε η ωρα του ηλιου που λυνουν τα βοδια απ'το ζευγαρι
και τοτε οι Κικονες επικρατησαν πανω στους Αχαιους
εξι απο καθε καραβι συντροφοι με τις γερες περικνημιδες
χαθηκαν κι οι υπολοιποι ξεφυγαμε απ'τον θανατο και τη μοιρα
απο εκει πρωτα να πλευσουμε με βαρια απ'τη λυπη καρδια
ανακουφισμενοι που τον θανατο δεν βρηκαμε,χανοντας αγαπημενους
συντροφους,ουτε τα γερτα απ'τη μια κι απ'την αλλη μερια καραβια κινησαν
πριν καποιον απ'τους διστακτικους συντροφους τρεις φορες καθεναν
φωναξουμε,που πεθαναν στη πεδιαδα απ'τους Κικονες χτυπημενοι,
στα καραβια σηκωσε καταπανω ανεμο Βορια ο Διας που τα συννεφα μαζευει
φοβερη θυελλα,με συννεφα σκεπασε τη γη
μαζι και τη θαλασσα κι απ'τον ουρανο κατεβαινει νυχτα
και τα καραβια γερναν σε γωνια και τα πανια τους
σε τρια και τεσσερα κομματια τα'σχισε η ισχυς τ'ανεμου
κι εμεις στα καραβια τα κατεβασαμε,φοβουμενοι καταστροφη,
αυτα βιαστικα τα κουπηλατισαμε προς τη στερια
εκει δυο νυχτες και δυο μερες χωρις διακοπη καμια
ακουνητοι ημασταν,μαζι η κουραση κι ο πονος τη καρδια ετρωγαν
αλλα οταν την τριτη μερα η ομορφοπλεξουδη Αυγη εφεξε
τα καταρτια στησαμε και πανω τους τ'ασπρα πανια τραβηξαμε
καθησαμε,τα καραβια οι ανεμοι και οι κυβερνητες τα καθοδηγουσαν
και τοτε σωος θα 'φθανα στη γη της πατριδας
αλλ'ομως το κυμα και το ρευμα παρακαμπτωντας τον Μαλεα
κι ο Βοριας μ'εσπρωξε μακρυα,περα απ'τα Κυθηρα να περιπλανιεμαι 81
.
Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν,39
Ἰσμάρῳ. ἔνθα δ᾽ ἐγὼ πόλιν ἔπραθον, ὤλεσα δ᾽ αὐτούς·
ἐκ πόλιος δ᾽ ἀλόχους καὶ κτήματα πολλὰ λαβόντες
δασσάμεθ᾽, ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
ἔνθ᾽ ἦ τοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας
ἠνώγεα, τοὶ δὲ μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο.
ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο, πολλὰ δὲ μῆλα
ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς·
τόφρα δ᾽ ἄρ᾽ οἰχόμενοι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν,
οἵ σφιν γείτονες ἦσαν, ἅμα πλέονες καὶ ἀρείους,
ἤπειρον ναίοντες, ἐπιστάμενοι μὲν ἀφ᾽ ἵππων
ἀνδράσι μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα.
ἦλθον ἔπειθ᾽ ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίγνεται ὥρῃ,
ἠέριοι· τότε δή ῥα κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη
ἡμῖν αἰνομόροισιν, ἵν᾽ ἄλγεα πολλὰ πάθοιμεν.
στησάμενοι δ᾽ ἐμάχοντο μάχην παρὰ νηυσὶ θοῇσι,
βάλλον δ᾽ ἀλλήλους χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν.
ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν ἦμαρ,
τόφρα δ᾽ ἀλεξόμενοι μένομεν πλέονάς περ ἐόντας.
ἦμος δ᾽ ἠέλιος μετενίσσετο βουλυτόνδε,
καὶ τότε δὴ Κίκονες κλῖναν δαμάσαντες Ἀχαιούς.
ἓξ δ᾽ ἀφ᾽ ἑκάστης νηὸς ἐυκνήμιδες ἑταῖροι
ὤλονθ᾽· οἱ δ᾽ ἄλλοι φύγομεν θάνατόν τε μόρον τε.
"ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
οὐδ᾽ ἄρα μοι προτέρω νῆες κίον ἀμφιέλισσαι,
πρίν τινα τῶν δειλῶν ἑτάρων τρὶς ἕκαστον ἀῦσαι,
οἳ θάνον ἐν πεδίῳ Κικόνων ὕπο δῃωθέντες.
νηυσὶ δ᾽ ἐπῶρσ᾽ ἄνεμον Βορέην νεφεληγερέτα Ζεὺς
λαίλαπι θεσπεσίῃ, σὺν δὲ νεφέεσσι κάλυψε
γαῖαν ὁμοῦ καὶ πόντον· ὀρώρει δ᾽ οὐρανόθεν νύξ.
αἱ μὲν ἔπειτ᾽ ἐφέροντ᾽ ἐπικάρσιαι, ἱστία δέ σφιν
τριχθά τε καὶ τετραχθὰ διέσχισεν ἲς ἀνέμοιο.
καὶ τὰ μὲν ἐς νῆας κάθεμεν, δείσαντες ὄλεθρον,
αὐτὰς δ᾽ ἐσσυμένως προερέσσαμεν ἤπειρόνδε.
ἔνθα δύω νύκτας δύο τ᾽ ἤματα συνεχὲς αἰεὶ
κείμεθ᾽, ὁμοῦ καμάτῳ τε καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἔδοντες.
ἀλλ᾽ ὅτε δὴ τρίτον ἦμαρ ἐυπλόκαμος τέλεσ᾽ Ἠώς,
ἱστοὺς στησάμενοι ἀνά θ᾽ ἱστία λεύκ᾽ ἐρύσαντες
ἥμεθα, τὰς δ᾽ ἄνεμός τε κυβερνῆταί τ᾽ ἴθυνον.
καί νύ κεν ἀσκηθὴς ἱκόμην ἐς πατρίδα γαῖαν·
ἀλλά με κῦμα ῥόος τε περιγνάμπτοντα Μάλειαν
καὶ Βορέης ἀπέωσε, παρέπλαγξεν δὲ Κυθήρων.81
.
.
ΣΤΟΥΣ ΛΩΤΟΦΑΓΟΥΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 82-104]-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
απο'κει εννια μερες παρασυρομουν απ'τους καταστροφικους ανεμους 82
στη θαλασσα που'ναι γεματη ψαρια .μετα τη δεκατη μερα πατησαμε
τη γη των Λωτοφαγων,που λουλουδιου τροφη τρωνε
οπου στη στερια περπατησαμε κι αντλησαμε νερο
κι αμεσως γευματισαν κοντα στα γρηγορα καραβια οι συντροφοι
μετα αφου γευτηκαν τη τροφη και το ποτο
τοτε εγω εστειλα συντροφους να πανε και να παρουν πληροφοριες
ποιοι ειν'αυτοι οι ανθρωποι στη γη που τρωνε σιταρι
δυο αντρες διαλεξα και τριτον ενα κηρυκα εστειλα μαζι τους
που αμεσως πηγαν κι εσμιξαν με τους Λωτοφαγους ανδρες
κι οι Λωτοφαγοι δεν σκεφτονταν θανατο για τους δικους μου
συντροφους,αλλα σ'αυτους εδωσαν απ'τους λωτους να γευτουν
κι οποιος απ'αυτους ετρωγε τον γλυκο σαν μελι καρπο
ουτ'ηθελε παλι να φερει αναφορα ουτε να γυρισει πισω
αλλ'αυτο επιθυμουσαν να μεινουν με τους Λωτοφαγους ανδρες
λωτο να τρωνε κι εντελως τον γυρισμο στη πατριδα να ξεχασουν
αυτους εγω τους εφερα κλαιγοντας στα καραβια με τη βια
στα κοιλα καραβια καθεναν τραβηξα και κατω απ'τους παγκους εδεσα
και τους αλλους εμπιστους συντροφους προσταξα
γρηγορα να κινηθουν και στα γοργα καραβια ν'ανεβουν
μηπως καποιος τρωγοντας λωτο τον γυρισμο στη πατριδα ξεχασει
κι αυτοι αμεσως μπηκαν στα καραβια και στα καθισματα καθησαν
στη σειρα καθισμενοι την αφρισμενη θαλασσα με τα κουπια χτυπουσαν 104
ἔνθεν δ᾽ ἐννῆμαρ φερόμην ὀλοοῖς ἀνέμοισιν 82
πόντον ἐπ᾽ ἰχθυόεντα· ἀτὰρ δεκάτῃ ἐπέβημεν
γαίης Λωτοφάγων, οἵ τ᾽ ἄνθινον εἶδαρ ἔδουσιν.
ἔνθα δ᾽ ἐπ᾽ ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ᾽ ὕδωρ,
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ᾽ ἐπασσάμεθ᾽ ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τοτ᾽ ἐγὼν ἑτάρους προΐειν πεύθεσθαι ἰόντας,
οἵ τινες ἀνέρες εἶεν ἐπὶ χθονὶ σῖτον ἔδοντες
ἄνδρε δύω κρίνας, τρίτατον κήρυχ᾽ ἅμ᾽ ὀπάσσας.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ οἰχόμενοι μίγεν ἀνδράσι Λωτοφάγοισιν·
οὐδ᾽ ἄρα Λωτοφάγοι μήδονθ᾽ ἑτάροισιν ὄλεθρον
ἡμετέροις, ἀλλά σφι δόσαν λωτοῖο πάσασθαι.
τῶν δ᾽ ὅς τις λωτοῖο φάγοι μελιηδέα καρπόν,
οὐκέτ᾽ ἀπαγγεῖλαι πάλιν ἤθελεν οὐδὲ νέεσθαι,
ἀλλ᾽ αὐτοῦ βούλοντο μετ᾽ ἀνδράσι Λωτοφάγοισι
λωτὸν ἐρεπτόμενοι μενέμεν νόστου τε λαθέσθαι.
τοὺς μὲν ἐγὼν ἐπὶ νῆας ἄγον κλαίοντας ἀνάγκῃ,
νηυσὶ δ᾽ ἐνὶ γλαφυρῇσιν ὑπὸ ζυγὰ δῆσα ἐρύσσας.
αὐτὰρ τοὺς ἄλλους κελόμην ἐρίηρας ἑταίρους
σπερχομένους νηῶν ἐπιβαινέμεν ὠκειάων,
μή πώς τις λωτοῖο φαγὼν νόστοιο λάθηται.
οἱ δ᾽ αἶψ᾽ εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον,
ἑξῆς δ᾽ ἑζόμενοι πολιὴν ἅλα τύπτον ἐρετμοῖς.104
.
.
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε-χ.ν.κουβελης
τι ειπε ο Τειρεσιας στον Οδυσσεα
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ' στιχοι 84-137]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
φυτα σε Antonio Vivaldi for oboe andante πρασινη βλαστηση
απο λεξη σε λεξη η σιωπη κι ας ηχει
μια κυρτωμενη αιωρηση το απογευμα
ο ανθρωπος;τρισυλλαβο ον
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε
τα μωρα του μηδομαι
πολυοματη οιηση
ξεκουμπωνοντας τα χωματα της γης αναδυεται η Περσεφονη
η βλαστηση κουρη Φερεφατα Δαματρης
γυμνα στηθη κρινων ομοια λευκων
στις ανεμωνες αιμοραγει ο Αδωνις
τοτε κρυφοβλεψε ο Τειρεσιας να λουζεται η Αρτεμις
πανσεληνος νυχτα ακτινοβολουσα στους ωμους
και στους μοιρους και στη κοιλια
η' η ωραιοτατη μηδουσα Αθηνη
και φυσικα τον τυφλωσαν
οταν πει τι ειδε να μην τον πιστεψουν στραβο ανθρωπο
κι ετσι τα θεια να μην διασαλευθουν
κι αργοτερα ,λενε,γυναικα τον εκαναν,
ετσι τον γελοιοποιησαν
ανδρογυνο
ειχε γυναικεια στηθη και γενια αντρα
αυτον τον Τειρεσια στη νεκυια της Ομηρου Οδυσσειας
κατεβηκε στον κατω κοσμο να τον συμβουλευτει ο Οδυσσεας
για καλο νοστο
ευνοστον
ραψωδια λ' νεκυια -στιχοι 84-137
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
''κι ηρθε σε μενα τοτε της πεθαμενης μανας η ψυχη 84
η Αντικλεια του μεγαλοψυχου Αυτολυκου η θυγατερα
που στη ζωη την αφησα φευγοντας για το Ιλιο νεος
οταν την ειδα δακρυσα και θλιφτηκε η καρδια μου
αλλ'ομως δεν την αφηνα πρωτη να'ρθει οσο κι αν πολυ θρηνουσα,
στο αιμα κοντα,πριν τον Τειρεσια να ρωτησω
και τοτε κοντα σε μενα ηρθε η ψυχη του Θηβαιου Τειρεσια.
και το χρυσο σκηπτρο κρατουσε.αυτος με γνωρισε και μου'πε
''Θεογεννητε γιε του Λαερτη πολυμηχανε Οδυσσεα
γιατι παρατησες,δυστυχε,το φως του ηλιου κι ηρθες εδω
νεκρους να δεις και τον αχαρο τουτο τοπο;
απομακρυνσου απ'το λακκο,και τραβηξε περα το κοφτερο σπαθι σου
για να πιω αιμα κι επειτα να σου πω τ'αλαθητα λογια''
Αυτος ειπε,κι εγω αναμερισα μακρυα και στη θηκη χωνω
το σπαθι με τ'αργυρα καρφια,κι αιμα οταν ηπιε μαυρο
αυτα τα λογια μιλησε κι ειπε ο αλανθαστος μαντις
''τον γλυκο γυρισμο ζητας λαμπρε Οδυσσεα
ομως σ'εναντιωνεται ο θεος και νομιζω πως δεν θα σ'αφησει
ο σειστης της γης που στη καρδια του για σενα εχει εκδικηση
και βραζει απο οργη που τον αγαπημενο γιο του τυφλωσες
αλλα παλι οσα κακα κι αν παθετε θα φτασετε αν θελησεις
να συγκρατηθεις εσυ κι οι συντροφοι σου,
οταν πλησιασετε με το καλοφκιαγμενο καραβι
στο νησι της Θρηνακιας ξεφευγοντας το βιολετι πελαγος
να βοσκουν εκει θα βρητε βοδια και παχια προβατα
του Ηλιου ,π'ολα απο ψηλα τα βλεπει κι ολα τ'ακουει
αυτα αν δεν πειραξεις και το γυρισμο σκεφτεσε
οσα κακα κι αν παθετε στην Ιθακη θα φτασετε
αν ομως τα πειραξετε τοτε να περιμενετε καταστροφη
στο καραβι και στους συντροφους κι αν εσυ διασωθεις
με καθυστερηση κακα θα φτασεις χανοντας ολους τους συντροφους
με ξενο καραβι και θ'αντιμετωπισεις στο σπιτι συμφορες
αντρες ξιπασμενους που το βιος σου κατατρωγουν
ανταγωνιζονται την ισοθεη γυναικα σου να παρουν και δινοντας δωρα
αλλ'ομως εκεινους με τη βια θα τιμωρησεις οταν φτασεις
κι αφου επειτα τους μνηστηρες στα μεγαρα σου μεσα τιμωρησεις
και σκοτωσεις με δολο η' στα φανερα με κοφτερο χαλκο
θ'αναχωρισεις επειτα παιρνωντας το καλοφκιαγμενο κουπι σου
να φτασεις σ'εκεινους που δεν γνωριζουν τη θαλασσα
ανθρωπους,ουτε μ'αλατι αναμειγμενη τροφη τρωνε
ουτ'ακομα αυτοι γνωριζουν τα κοκκινοπλευρα καραβια
ουτε τα καλοφκιαγμενα κουπια,που'ναι φτερα των καραβιων
και σημαδι σου λεω πολυ καθαρο που δεν θα σου ξεφυγει
οποτε με σενα συναντηθει αλλος οδοιπορος
και πει πως δικριανι κρατας στον λαμπρο σου ωμο
τοτε στη γη μεσα στεριωσε το καλοφκιαγμενο κουπι
και κανε καλες θυσιες στον Ποσειδωνα τον βασιλια
κριαρι ταυρο κι απ'τους χοιρους βαρβατο καπρι
και στο σπιτι να επιστρεψεις να κανεις θυσια εκατομβη
στους αθανατους θεους που τον πλατυ ουρανο κατεχουν
σ'ολους με τη σειρα.κι ο θανατος μακρυα απ'τη θαλασσα
πολυ ανωδυνος θα ερθει και θα σε πετυχει
στα γεραματα ησυχα αποκαμωμενο.γυρω οι λαοι
ευτυχισμενοι θα'ναι,αυτα τ'αλανθαστα σε σενα λογια ειπα'' 137
''ἦλθε δ᾽ ἐπὶ ψυχὴ μητρὸς κατατεθνηυίης,84
Αὐτολύκου θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀντίκλεια,
τὴν ζωὴν κατέλειπον ἰὼν εἰς Ἴλιον ἱρήν.
τὴν μὲν ἐγὼ δάκρυσα ἰδὼν ἐλέησά τε θυμῷ·
ἀλλ᾽ οὐδ᾽ ὣς εἴων προτέρην, πυκινόν περ ἀχεύων,
αἵματος ἆσσον ἴμεν, πρὶν Τειρεσίαο πυθέσθαι.
"ἦλθε δ᾽ ἐπὶ ψυχὴ Θηβαίου Τειρεσίαο
χρύσεον σκῆπτρον ἔχων, ἐμὲ δ᾽ ἔγνω καὶ προσέειπεν·
᾽διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν᾽ Ὀδυσσεῦ,
τίπτ᾽ αὖτ᾽, ὦ δύστηνε, λιπὼν φάος ἠελίοιο
ἤλυθες, ὄφρα ἴδῃ νέκυας καὶ ἀτερπέα χῶρον;
ἀλλ᾽ ἀποχάζεο βόθρου, ἄπισχε δὲ φάσγανον ὀξύ,
αἵματος ὄφρα πίω καί τοι νημερτέα εἴπω.᾽
"ὣς φάτ᾽, ἐγὼ δ᾽ ἀναχασσάμενος ξίφος ἀργυρόηλον
κουλεῷ ἐγκατέπηξ᾽. ὁ δ᾽ ἐπεὶ πίεν αἷμα κελαινόν,
καὶ τότε δή μ᾽ ἐπέεσσι προσηύδα μάντις ἀμύμων·
"᾽νόστον δίζηαι μελιηδέα, φαίδιμ᾽ Ὀδυσσεῦ·
τὸν δέ τοι ἀργαλέον θήσει θεός· οὐ γὰρ ὀίω
λήσειν ἐννοσίγαιον, ὅ τοι κότον ἔνθετο θυμῷ
χωόμενος ὅτι οἱ υἱὸν φίλον ἐξαλάωσας.
ἀλλ᾽ ἔτι μέν κε καὶ ὣς κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε,
αἴ κ᾽ ἐθέλῃς σὸν θυμὸν ἐρυκακέειν καὶ ἑταίρων,
ὁππότε κε πρῶτον πελάσῃς ἐυεργέα νῆα
Θρινακίῃ νήσῳ, προφυγὼν ἰοειδέα πόντον,
βοσκομένας δ᾽ εὕρητε βόας καὶ ἴφια μῆλα
Ἠελίου, ὃς πάντ᾽ ἐφορᾷ καὶ πάντ᾽ ἐπακούει.
τὰς εἰ μέν κ᾽ ἀσινέας ἐάᾳς νόστου τε μέδηαι,
καί κεν ἔτ᾽ εἰς Ἰθάκην κακά περ πάσχοντες ἵκοισθε·
εἰ δέ κε σίνηαι, τότε τοι τεκμαίρομ᾽ ὄλεθρον,
νηί τε καὶ ἑτάροις. αὐτὸς δ᾽ εἴ πέρ κεν ἀλύξῃς,
ὀψὲ κακῶς νεῖαι, ὀλέσας ἄπο πάντας ἑταίρους,
νηὸς ἐπ᾽ ἀλλοτρίης· δήεις δ᾽ ἐν πήματα οἴκῳ,
ἄνδρας ὑπερφιάλους, οἵ τοι βίοτον κατέδουσι
μνώμενοι ἀντιθέην ἄλοχον καὶ ἕδνα διδόντες.
ἀλλ᾽ ἦ τοι κείνων γε βίας ἀποτίσεαι ἐλθών·
αὐτὰρ ἐπὴν μνηστῆρας ἐνὶ μεγάροισι τεοῖσι
κτείνῃς ἠὲ δόλῳ ἢ ἀμφαδὸν ὀξέι χαλκῷ,
ἔρχεσθαι δὴ ἔπειτα λαβὼν ἐυῆρες ἐρετμόν,
εἰς ὅ κε τοὺς ἀφίκηαι οἳ οὐκ ἴσασι θάλασσαν
ἀνέρες, οὐδέ θ᾽ ἅλεσσι μεμιγμένον εἶδαρ ἔδουσιν·
οὐδ᾽ ἄρα τοί γ᾽ ἴσασι νέας φοινικοπαρῄους
οὐδ᾽ ἐυήρε᾽ ἐρετμά, τά τε πτερὰ νηυσὶ πέλονται.
σῆμα δέ τοι ἐρέω μάλ᾽ ἀριφραδές, οὐδέ σε λήσει·
ὁππότε κεν δή τοι συμβλήμενος ἄλλος ὁδίτης
φήῃ ἀθηρηλοιγὸν ἔχειν ἀνὰ φαιδίμῳ ὤμῳ,
καὶ τότε δὴ γαίῃ πήξας ἐυῆρες ἐρετμόν,
ῥέξας ἱερὰ καλὰ Ποσειδάωνι ἄνακτι,
ἀρνειὸν ταῦρόν τε συῶν τ᾽ ἐπιβήτορα κάπρον,
οἴκαδ᾽ ἀποστείχειν ἔρδειν θ᾽ ἱερᾶς ἑκατόμβας
ἀθανάτοισι θεοῖσι, τοὶ οὐρανὸν εὐρὺν ἔχουσι,
πᾶσι μάλ᾽ ἑξείης. θάνατος δέ τοι ἐξ ἁλὸς αὐτῷ
ἀβληχρὸς μάλα τοῖος ἐλεύσεται, ὅς κέ σε πέφνῃ
γήραι ὕπο λιπαρῷ ἀρημένον· ἀμφὶ δὲ λαοὶ
ὄλβιοι ἔσσονται. τὰ δέ τοι νημερτέα εἴρω''.137
.
.
αντιστρεφοντας......στον καθρεφτη......αντιστρεφοντας
[ ΜΕΤΑ ΤΑ ΟΜΗΡΙΚΑ ]
.
..........τοξευαν πουλια στη δασωδη Ζακυνθο
..........σαν τα κομματια του tetris τα κατεβαζαν
..........στη γη,τους ειδε να ριχνουν νερο να
..........πλυνουν τα χερια,συχνα ηταν και το παιδι
..........μαζυ τους,τους ωφελουσε η μνημη του
πιο κατω,μια γυναικα μπροστα στον καθρεφτη
αντιστρεφει τον χρονο,ο Ατρειδης την ξεγελασε,
την αφησε να την κακολογουν μεσα στο Αργος
με τον Αιγισθο,δεν θελει να μεινει στα χωραφια
ο Ορεστης,της Ηλεκτρας φουσκωσαν τα βυζια
..........................................................ειδε
λεπτομερειες υβρεων,να κοβουν τα κρεατα
να τ'ανακατευουν με κριθαρι και βρωμη,υπολογισε
το βαρος,30 κιλα,.................................και πανω
στο λοφο βρεθηκε μπρουτζινο αλογο,με σηκωμενα
τα μπροστινα ποδια ,κομματια ,απ'αυτα υπεθεσαν
το συνολο,
στο εσωτερικο του μυκηναικου κενου,η μασκα του
χρυση, την τσιμπολογουσε μαυρο πουλι , σκορπια
κτερισματα μια ταινια ενας ασημενιος καθρεφτης
αντιστρεφει το προσωπο, που ειναι ανυπαρκτο,αν
καποτε υπηρξε,αν και καποτε εδρασε
σε κυνηγι αγριοχοιρου αποκτησες εκεινη την πληγη,
που τις κρυες μερες του χειμωνα σε βασανιζει
....Ειμ'Ουτις,
....στον υπνο της μνημης ηχουσε ο Βουκολος;,η
....Μεγαλη Αρκουδα,ο Ωριων,ο Σειριος,το Μεγαλο
....Σκυλι,εκεινη τη νυχτα
....15η με 16η του Νοεμβρη το 750 π.χ 3 η ωρα με
....4 το ξημερωμα τελειωνε την εικονα του Ομηρου
....αρνυμενος ην τε ψυχην ο Θεοφιλος,δεν την θυμασαι,
....εκεινη ειναι η Ελενη ,υπαλληλος τουριστικου γραφειου
....στις Μυκηνες,μετα τα ''επερσε'' και τους ''νοστους'',
....ασημαντη,γυναικα του κ.Χ
ο αλλος γυρισε,δεν βρηκε το σκυλι,το'χαν φαει
τοτε στην Αλλη Εξοδο,
ειχε βοδια και προβατα,ας σφαξει να γιορτασει
τον γυρισμο του,οσο για μενα,αν μαθεις,πως δεν
γυρισα μην λυπηθεις,αερας ο ανθρωπος φυσηξε
και διαλυεται , σκια και χανεται,σκοταδι
στην Ελλαδα και στο Αργος μεσα
τοσα πλοια,που χαθηκαν,οι συντροφοι δειλιασαν
εκαναν πισω,κι ενα πειστηριο για κεινη την
λαμπρη δοξα δεν βρεθηκε,εστω ενα κακοτεχνο αναγλυφο
να την δειχνει
στην ακρη της Γορτυνας,στις πετρες της Φαιστου
ματαια μην πεις πως περασαμε
στην αρνοτροφα Ηλιδα,ολες οι Τρωαδιτισσες
φωναξαν''δουλες,Εμεις,Αρχοντισες καποτε,τωρα
ατιμασμενες''φωναζαν η Ανδρομαχη,
του Εκτορα η γυναικα,η Κασσανδρα δουλα,
η Εκαβη μανα
στην ελωδη Ηλιδα
........Αιδως Αργειοι
........πηρε τον λογο κι ειπε................ βουβοι δεν ειστε
........εχεις γλωσσα........................... Μιληστε
........ποιοι τους οδηγησαν ως εδω...... Μιληστε
........μην φραζετε το στομα............... Μιληστε
πως ηρθαν τα πραγματα να πεσουμε σε προστατες
λαων.............................................. Μιληστε
την Αληθεια,να πεις
στο Αρκαλοχωρι βρεθηκε ο πελεκυς σου
τι ζητουσες εκει;εσυ ενας γενναιος,
ποιο καραβι σ'εφερε; ανεβηκες τα βουνα
τι εμπορευτηκες;,αποκτησες γυναικα παιδια
η' πανω σε καυγα αγουρος χαθηκες;
λογαριαζεσαι νεκρος,...............θελω
να σ'ακουσω
ενας ανδρας με σωμα και νου,αληθεια πες,
εκεινη την Ναυσικα την συναντησες;πλαγιασες
μαζυ της;η ολα κουφια λογια,ψευτιες
ζητιανιες τσαρλατανων ραψωδων,που
γυριζουν σ'αυλες τυραννων κολακευοντας,σαν
εκεινον,ξερεις ποιον,που μας χαιδευε τ'αυτια
με παραμυθια κι ετρωγε αρνια και ελαφια,μεχρι,
που σωθηκαν τα παχια γελαδια και μας παρατησε
..................................την κορη την πενταμορφη
την εχασες στα ζαρια,βγηκε μ'εκεινον τον πανουργο
τετοιο βλασταρι εχασες
........Φλανδρω η' Ερωφιλη η' Μαρια
........η' για μια Ελενη
στη λαμπρη Τιρυνθα,στην πολυδεντρη Κνωσο
αντιστρεφοντας.............. μεσα στον καθρεφτη
αντιστρεφοντας.......................στην μεταφυσικη των νερων
.............................................ανεβηκε
.............................................η χλοη
αντιστρεφοντας
το φως εξοριζοντας
πληθωρισμους υδρατμων......................το συννεφο
κυλλωντας στα φυλλα..........................το ανυπαρκτο
σφαιρα................................................αντιστρεφοντας
..........................................................επιστρεφοντας
..........................................................αντιστρεφοντας
....Αιδως Αργειοι,κακ'ελεγχτα,ειδος αγητοι.
....οφρα μεν ες πολεμον πωλεσκετο διος Αχιλλευς,
....ουδε ποτε Τρωες προ πυλαων Δαρδανιαων
....οιχνεσκον.κεινον γαρ εδειδισαν οβριμον εγχος
.
.
.
....Διχως Νοστο Τελειωσες
.
.
....ΔιΝεΤου
.
.
ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΑ ΑΡΧΑΙΚΑ .
[ΕΠΕΑ ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ]
.
Ποιος δεν χορευει στον γαμο μου
του Αχιλλεα με την Κασσανδρα;
Πουλησαν την παρθενια της Ελενης σ'ολη την Ελλαδα
στις Μυκηνες 1000 ευρω
σκορπισε ο ηλιος χρυσες λιρες
σκορπισε ασπρα ποδια σε λευκα σεντονια,
εξαφανισθηκε,
λευκωτερα χιονος η κοιλια της
σταματα την εκρηξη της ωραιοτητας σου
δαντελα απαλου σωματος στο κορμι της
εκει στη μεση, η Ελενη
ατιμασμενη σ'ενα φτηνο καφενειο το δερμα της
να την κλεψει επρεπε τοτε κατεβαινοντας την οδο Ερμου
συστροφες γεγονοτων τους απομακρυναν
στη δινη τους τα βασιλεια των Αχαιων πανε
''Ποιος σκοτωσε τον Αχιλλεα;'' κλαιει
και θρηνει η Κασσανδρα
''Που εδυ σου το καλλος;''
δεν εχω ζεστο νερο να πλυνω το κορμι σου
''τα ματια σου,που κλεισανε;''
κι εκεινη η Ελενη σε λαμψεις σαπφειρων κλεισμενη
και αμεθυστων χορευει στον γαμο της
με τον κ. Μενελαο,νυν εμπορο εδωδιμων αποικιακων,πρωην
στρατιωτικο στις αποικιες μας στον ενδοξο Ιδεοκρατισμο μας
και η Κασσανδρα θρηνει
στα κατοπτρα της Ιστοριας
Μηνιν αειδε θεα Πηληιαδεω Αχιληος
κλαιει η Εκαβη τα παιδια της
η Ανδρομαχη ψηλα στους πυργους ποιον απ'τους δυο
να κλαψει;
το τσακισμενο κορμι του Αστυανακτα κατω στα βραχια
μωρο παιδι;
τον Εχτορα να τον σερνει το αρμα;να τον γυριζει
πανω στις πετρες στα σκληρα χαλικια σαν ποτε
να μην υπηρξε γενναιος κι ευγενικος;
Αυτον κλαιει η καρδια της
Μηνις Πηληιαδεω Αχιληος εκτανε διον Εχτορα
στα κατοπτρα της Ιστοριας ειδωλα αγλααων μυθοων
την Ελενη θυμαμαι
λευκη ωμοπλατη φωτεινη στο φως της μερας
τωρα στα πιν-απς των περιοδικων τα εξωφυλλα ωραιοτατη
κι εγω η Κασσανδρα,που δεν θελησα τον Απολλωνα
με καταδικασαν
την αληθεια να λεω σαν ψεμα,
την ομορφια μου κρατησα για σενα
στα κατοπτρα του Μυθου ευπλοκαμος
λευκωλενος κουρη Πριαμου ωραιοτατη
μεσα στον ναο της θεας με βιασε ο Αιας ο Λοκρος
οταν επεσεν η Πολη και την πηραν
Νταμα Κουπα στο ποκερ της Ιστοριας
μ'εσυρε αμοροζα στις χρυσες Μυκηνες ο Αγαμεμνονας
τον ειδα στο λουτρο πνιγμενο απο τον δολομητιν Αιγισθο
και την βασιλισσα Κλυταιμνηστρα κακοθανατισμενο
Εγω η Κασσανδρα,η Ανδρομαχη,η Ερμιονη
Εσυ η Μαρια,να μην ξεχασω ,η Ελενη
Τι εισαι λυπημενος; στην λ' ραψωδια της νεκυιας ,τι εισαι
πικραμενος;γιατι δεν ζυγωνεις εδω;τι φταιω εγω,αν πιονια
ειμαστε,παιγνια;
μηπως κι εγω γυρισα; γλυκον νοστον δεν γευτηκα
σε καμια Ιθακη
σε καμια Κασσανδρα
σε καμια υληεσσα πατριδα γαιαν
σε καμια πετρηεσσα πατρις αρουρα
πουθενα οικαδε
σε κανεναπαρα θιν αλος κυματων γελασμα
στα κατοπτρα της Οδυσσειας Ουτις Κανεις ενα Κενο
και η Κασσανδρα ειπε:
''Ποια ειμ'εγω που εσενα αγαπω;''
συνευνε φιλε,τι εισαι λυπημενος
τι εισαι πικραμενος τι μ'αποφευγεις
και χανεσαι σκια μεσα στις σκιες της νεκυιας μεσα
στην λ' ραψωδια;
και η Ελενη λυσικομη χορευει το τανγκο των πραξεων της
σε καθημερινες συναναστροφες
τηγανιζοντας ψαρια βαφοντας
τα νυχια αρωματιζοντας το κορμι
γυμνος ασπρος λαιμος κυκνου μεσα στον καθρεφτη σου
εκτοξευει ανθη λεπτοκορμων κρινων
νερα φεγγαριου καλλιρροοι ποταμοι
αυρες ανεμων φτερουγισματα ερωδιων.
Τι δεν βλεπεις εσυ ο πανοπτης;
.
.
Καποιος Ελπηνωρ
''Ω φιλος,ου σε εολπα κακον και αναλκιν
εσεσθαι''
και τα'φερε ο καιρος να πεσει σαν γεματο σακι
απ'τη ταρατσα και να τσακιστει
ο Ελπηνορας που ηταν,
αδοξος να ταφει,στην ακρη της θαλασσας
το κουπι του,
εκει δεσαμε το σχοινι της βαρκας μας
γυριζοντας απο παρατολμα ταξιδια
στην πατριδα
.
.
ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΜΥΚΗΝΕΣ Η ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
.
των εκατον νηων ηρχε κρειων Αγαμεμνων
Ατρειδης. αμα τω γε πολυ πλειστοι και αριστοι
λαοι εποντ'. εν δ'αυτος εδυσετο νωροπα χαλκον
κυδιοων,πασιν δε μετεπρεπεν ηρωεσσιν
ουνεκ'αριστος εην πολυ δε πλειστους αγε λαους
.
αυτα εφερνε στο μυαλο της η βασιλισα Κλυταιμνηστρα
και γυριζε την εκδικηση του Ατρειδη στο κεφαλι της
ακουμπισμενο στο λαμπρο στηθος και δυνατο
του Αιγισθου
Ας γυρισει με τη θεληση των θεων
και τοτε βλεπουμε
σε τι θα του χρειασθει ο χαλκος
κι αν θα τον σωσουν
οι λαοι που τους κουβαλαει και τους
παιζει στα ζαρια
σε Τροιες και για πορνης Ελενης την τιμη
για μια Ιφιγενεια
για την ψυχη της κορης μου
.
γιατι η Ιφιγενεια;
γιατι η ψυχη της;
.
Ξυπνια κι ονειρευεται τον πνιγμο του αντρα της
μεσα στον υπνο του Αγισθου
στο λουτρο πνιγμενος ο βασιλιας
''κι επειτα,Ατρειδη,θα με σκοτωσουν τα ιδια τα
παιδια μου''
και παει το γερο κι ομορφο κεφαλι του Αιγισθου
στα χερια του Ορεστη [μου]
το κορμι μου αψυχο
στη κραυγη της Ηλεκτρας [μου]
κι εγω ουρλιαχτο που ξαναρχεται και
βρονταει,στ'ακρογιαλια των αιωνων
''τι κανατε στη κορη μου,Ατρειδες;''
.
και ξερει
πως στα μαρμαρινα θεατρα της Δημοκρατιας
της Αθηνας θα παιζουν τα εργα
των λαμπρων και ξακουστων ποιητων,κατακρινοντας
και αναθεματιζοντας
την μοιχο την ανδροφονοια Κλυταιμνηστρα
και τον δολομητη εραστη τον αχρησθο Αιγισθο
κι ας ηταν ,και το ξερουν καλα,
οι Ατρειδες αισχιστοι αδελφοκτονοι
ανελεημονες πατροκτονοι
κι ας ηταν ο κρειων Αγαμεμνονας
παιδοκτονος
.
Τι την νοιαζει τα θεατρα;
η ζωη με τη ζωη
και η τεχνη με την τεχνη
Την εκδικηση δεν την γλυτωνει,οτι και
να γινει
σαν γυρισει
.
.
.
[κι εγω
εξ αφορμης των στιχων 576-581 του καταλογου νηων
της ραψωδιας β' της Ιλιαδας του Ομηρου
εγραψα εκεινη την αρχαια Ιστορια
να σχολιασω τα προβληματα του συγχρονου καιρου]
.
.
.
των εκατον νηων ηρχε κρειων Αγαμεμνων
Ατρειδης. αμα τω γε πολυ πλειστοι και αριστοι
λαοι εποντ'. εν δ'αυτος εδυσετο νωροπα χαλκον
κυδιοων,πασιν δε μετεπρεπεν ηρωεσσιν
ουνεκ'αριστος εην πολυ δε πλειστους αγε λαους
.
αυτα εφερνε στο μυαλο της η βασιλισα Κλυταιμνηστρα
και γυριζε την εκδικηση του Ατρειδη στο κεφαλι της
ακουμπισμενο στο λαμπρο στηθος και δυνατο
του Αιγισθου
Ας γυρισει με τη θεληση των θεων
και τοτε βλεπουμε
σε τι θα του χρειασθει ο χαλκος
κι αν θα τον σωσουν
οι λαοι που τους κουβαλαει και τους
παιζει στα ζαρια
σε Τροιες και για πορνης Ελενης την τιμη
για μια Ιφιγενεια
για την ψυχη της κορης μου
.
γιατι η Ιφιγενεια;
γιατι η ψυχη της;
.
Ξυπνια κι ονειρευεται τον πνιγμο του αντρα της
μεσα στον υπνο του Αγισθου
στο λουτρο πνιγμενος ο βασιλιας
''κι επειτα,Ατρειδη,θα με σκοτωσουν τα ιδια τα
παιδια μου''
και παει το γερο κι ομορφο κεφαλι του Αιγισθου
στα χερια του Ορεστη [μου]
το κορμι μου αψυχο
στη κραυγη της Ηλεκτρας [μου]
κι εγω ουρλιαχτο που ξαναρχεται και
βρονταει,στ'ακρογιαλια των αιωνων
''τι κανατε στη κορη μου,Ατρειδες;''
.
και ξερει
πως στα μαρμαρινα θεατρα της Δημοκρατιας
της Αθηνας θα παιζουν τα εργα
των λαμπρων και ξακουστων ποιητων,κατακρινοντας
και αναθεματιζοντας
την μοιχο την ανδροφονοια Κλυταιμνηστρα
και τον δολομητη εραστη τον αχρησθο Αιγισθο
κι ας ηταν ,και το ξερουν καλα,
οι Ατρειδες αισχιστοι αδελφοκτονοι
ανελεημονες πατροκτονοι
κι ας ηταν ο κρειων Αγαμεμνονας
παιδοκτονος
.
Τι την νοιαζει τα θεατρα;
η ζωη με τη ζωη
και η τεχνη με την τεχνη
Την εκδικηση δεν την γλυτωνει,οτι και
να γινει
σαν γυρισει
.
.
.
[κι εγω
εξ αφορμης των στιχων 576-581 του καταλογου νηων
της ραψωδιας β' της Ιλιαδας του Ομηρου
εγραψα εκεινη την αρχαια Ιστορια
να σχολιασω τα προβληματα του συγχρονου καιρου]
.
.
ΣΥ ΟΔΥΣΣΕΑ , ΣΥ
.
γιατι εχει δυο σιγμα η θαλασσα;
γιατι εχει δυο σιγμα ο Οδυσσεας
.
.
Αχαιων τε
καρπος αρουρης αυτα τα δημητριακα
στο τραπεζι κατω απ'τον παχυ ισκιο
των τζιτζικιων
τετραπλοος ηλιος Αργειος
προκαλει εγκαυματα στα γυμνα ασπρα ποδια
της κυρα Κλυταιμνηστρας
αυτη ηξερε το μυστικο
το ξοανο του Αιγισθου ουκ απο δρυος ουδ'απο πετρης
απο ζεστη σαρκα
''οι υβριστες της Δικαιοσυνης θα πληρωσουν
θα φονευθουν''
αποτεμνομενη η γλωσσα
τοσσος θανατος
βαθια νυκτα αργυρους σεληνης
το σωμα απο τον τραχηλο ως τον βραχιονα
σουβλιστο περασμενο στο δορυ
και θ'ακουσει λογια σαν δυνατη ριψη βελων
''ἀναγκαῖον εἴη ἀδικεῖν ἤ ἀδικεῖσθαι, ἑλοίμην ἄν ἀδικεῖσθαι μᾶλλον ἤ ἀδικεῖν''
ας φροντιζεν αλλως
χρυσειο να στηθει το αγαλμα του στην Αγορα
παρα ηθελε να πολιτευεται ως
και αρκτοι τε και λεοντες πραττουν
δεν ειχαμε τις ιδιες γνωμες,
να ελαττωσεις τη δυναμη του ανθρωπου πασχισες,
κι ας ηξερες τον μεγαλο ποθο του
ιεμενος και καπνον αποθρωσκοντα νοησαι
η τιμωρια σου θα λαβει ιστοριαν ες ηω ες ηελιον
καταδυντα
και τοτε
απο τα ποδια μεχρι το κεφαλι θα φωτισθει η γη
και συ δολοφονημενος ,οπως κεραυνος χτυπαει πλοιο
και το τσακιζει
το πνιγει στη μπανιερα της θαλασσας
εμας που μειναμε ο ανεμος επειγει κατα πρυμναν
σε αμεροληπτα κειμενα
καθενας να μνησθει τα χρεη του
να υπερηφανευθει των δικων του γαιων
μακρον αυτειν βοαν ν'ακουσθει
σ'ολα τα κωφαλαλα εθνη τα εκατογχειρα
πολλακις κελαινεφη επι της γης
χαλκοχιτωνες ο ενας επι του αλλου εμφυλιοι
διαπερθιστες
Αχιληος μηνις εξαυδαει παροιθεν
''καρπαλιμος χρονος σε βενθεα νερα θα σας πνιξει
χεοντας δουρα επι των αφρονων
των φαυλων του ανθρωπου''
κεχυμενων εις πλουτον εις απληστιαν εις αλαζονειαν
σε ψευδη
''απυηρα δολιον ''φωναξε η Κλυταιμνηστρα
σκοτωμενη απο τα χερια των παιδιων που γεννησε
και πριν ειχαν ''σκοτωσει Αιγισθον''
και μετα αιωρουμενο αψυχο δερμα σκοτωμενου
στο κλαδι δεντρου,δρυος,
αιωνοβιας
ανεμων
στην αρχη υβριμετης αυδη,τωρα δυσκολα ακουγεται η φωνη,
μακραινει
''αιθ' οφελες αγανος τ'εμεναι αγαμος τ'απολεσθαι''
ορεγομαι την ανοιχτη θαλασσα
τον απειρων ποντον
το πολιον κυμα λιαζομενον νοσφιν νησων
νοσφιν Αχαιων νοεω την γλυκειαν αρουρα πατριδαν
ουκ ιδα ουκ'ενοησα αλλα γραμματα αλλη γλωσσα
παρεξ τη γλωσσα μου
εμε δε χρεω γιγνεται ενα κειμενο
ενας Μακρυγιαννης
ενας Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης
ενας ελαχιστος Θεοδωρος Πτωχοπροδρομος
προσφωνεω:''ο επαιτιος να πληρωσει''
κι τοτε,τις ημερες εκεινες,εσυραν τον επαισχυντο τυραννο
πανω σε κοφτερες πετρες κι αγκαθια,επ'ασπαλαθων,και
κομματιαστηκε το κορμι του,
ετσι πληρωσε ο αχρειος
''και θα γλιτωνες εσυ;αχρειεστερος''
παει περασε ο καιρος που στην Αγορα στις συνελευσεις
επαπειλεες με τα πληρωμενα ανδρεικελα σου
''τελεστε εξαπαντος τον ανδρα εκεινον''
τον πλανον της Κλυταιμνηστρας
''τον ρυπον την ακαθαρσιαν το ονειδος''
δεν υπακουσαν,ο οχλος ξεσηκωθηκε,σ'επισαε και
σε πεταξε στη θαλασσα σε υγρες θηρες τροφη,
εμοιγε φροντιζω
να εκφερω γνωμη
να κρινω
να κρινομαι
πειραομαι πραξεων και λογων
ισος εμοι
ισαιτερος
κατα μοιρας εειπα
μεθομιλεω
.
.
ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΑΡΧΑΙΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια Α',42-43]
αλλ' ου φρενας Αιγισθοιο πειθ'αγαθα φρονεων
.
ενα μηνα εχει,που γυρισε
και φοβεριζει,σ'ολο το Αργος και μεσα στις χρυσες
Μυκηνες,εχουμε ανθρωπους δικους μας μυστικους παντου
και τα μαθαινουμε,τι παει να ενεργησει εναντιον μας,
δεν θα προλαβει,θα τον τσακωσουμε στο διχτυ,σφιχτα
θα τον τυλιξουμε,
και ξερει πως το διχτυ αυτο ειναι πολυ παλια ιστορια,
κι αυτος ο μωρος κι εγω εχουμε μπλεχτει στα διχτυα του,
απ'τον μακρυνο καιρο του Τανταλου,Τανταλιδες και οι δυο,
εκεινον τον προγονος μας ,που μαγειρεψε τα κρεατα
του γιου του Πελοπα και τα προσφερε φριχτο γευμα
να φανε οι θεοι,ετσι να τους εξεφτυλισει την ανωτεροτητα
και τον εγωισμο,κι απο τοτε σκληρη η καταρα πανω
στο γενος του μας αρπαξε ολους,
επειτα ο Ατρεας ο πατερας αυτουνου του αγυρτη Αγαμεμνωνα
πηρε την εξουσια,διεδοσε κι ενα γελοιο παραμυθι,πως ενα κριαρι
με χρυσο μαλλι του δινει την εξουσια,ολ'αυτα τα ψεματα
τα μαρτυρησε στον πατερα μου τον Θυεστη,τον αδελφο του,
η Αεροπη,η μανα αυτουνου του αχρειου,για το κριαρι
το χρυσομαλλο,ολες τις σκευωριες εμαθε,τι ηταν
με την Αεροπη εραστες κρυφα,κι ο Ατρεας για να εκδικηθει
τον πατερα μου σκοτωσε τα παιδια,που'καμε μ'εκεινη
τη γυναικα,τα μαγειρεψε τα κρεατα τους και τον καλεσε
σε φριχτο γευμα να φαει,και τον εξορισε τον δυστυχο,
κι εκεινος πηγε στο κρεβατι με την κορη του Πελοπεια,
να βγει συμφωνα με το χρησμο,που δωσανε οι θεοι
ο εκδικητης του,
και βγηκα εγω απο'κεινη την αιμομιξεια,ο Αιγισθος,
η μανα μου ντραπηκε για τη γεννα της και με παρατησε
σε μαντρα βοσκου και μια γιδα αιγα με χορτασε με το γαλα της
κι αναστηθηκα,απ'αυτο το γεγονος πηρα τ'ονομα μου,Αιγισθος,
μεγαλωσα και τον σκοτωσα τον Ατρεα,
περασαν οι καιροι
κι αυτος ο πλανος βασιλευε στις χρυσες Μυκηνες και
μεσα στο Αργος,και σκοτωσε την ιδια του την κορη
την Ιφιανασσα να παει στον ηληθιο πολεμο,να δοξαστει
η ματαιοδοξια του,να φερει πλουτη,να κορωσει τη φιλαργυρια του
χρυσαφια,
κι εκει περα στη Τρωαδα τι αισχιστο επραξε το μαθαμε,
τα νεα τα πληροφορηθηκαμε απ'τον Ομηρο τον ραψωδο,
αν και σε ποιηματα στιχους μετρα και ριμες ,δηλαδη κατασκευες,
τι αναντρο παιχνιδι επαιξε αυτος ο δειλος στον αντρειο
κι ευγενικο Αχιλλεα,και σηκωσε την μηνιν του ηρωα,
και τωρα νατος πισω εδω στο βασιλειο σωος και αβλαβης
να φοβεριζει ο δειλος εμενα και την γυναικα του
την Κλυταιμνηστρα την βασιλισα,
πως τον ντροπιασαμε τον αδιαντροπο,πως ειμαστε παρανομοι
εραστες,ολα τα χρονια που'λειπε στην ''λαμπρη υπερποντια
εκστρατεια βγαζανε τα ματια τους οι μοιχοι ''.
ετσι ελεγε,κι ειμαστε χωρις ντροπη κι αιδω εραστες
απο τοτε,
πως τον αδικησαμε,αυτον τον σκαιο αυτον τον καταχραστη,
πως κυβερναμε παρανομα τον τοπο,
πως η κυβερνηση ειναι νομιμο δικο του δικαιωμα,
τετοια αστεια κι αστηρικτα λεει και διαδιδει στους φιλους του
στους κολακες και στο πληρωμενο συναφι του,και βαζει
λογια να ξεσηκωσει το λαο στην Αγορα στις Συνελευσεις
πυρ και μανια εναντιον μας,
και δεν βλεπει ο αισχρος τα δικα του,τα αισχιστα,
δεν ντραπηκε να φερει πισω στη πατριδα την αμοροζα του
και να την εχει μαλιστα σπιτωμενη,την Κασσανδρα,
την κορη του φημισμενου και σεβαστου Πριαμου,
ακους;μια πριγκιπισα να τη σερνει σκλαβα ενας λεχριτης,
κι ακομα εφερε και τα δυο παιδια,π'απεκτησε μαζι της,
τι ντροπη,κι εχει ο αχρειος το θρασος και θελει να μιλαει
περι Ηθικης και να διδασκει τα πρεποντα,
α θα'χει ασχημα μπλεξιματα,θα τερματισει η ξετσιπωσια του,
δεν θα του περασουν οι ψευτοπαλληκαριες,τι νομιζει ο ανοητος
πως θα φοβηθουμε εκεινο το νιανιαρο τον Ορεστη,η'
εκεινη την θεουσα την βλαμενη την κορη του Ηλεκτρα,
μια υστερικη ειναι,να το ξερει,ολος ο κοσμος το λεει,και
μαζι της κουβαλαει κι εκεινη την ανοητη κι αβουλη αδερφη της
την Χρυσοθεμι,
τετοια να μηχανευεται να κανει και θα το φαει εξαπαντος
το κεφαλι του,η Κλυταιμνηστρα τον μισει,οσο δεν γινεται,
ουτε στα ματια της δεν θελει να τον δει,
τον σιχαινεται τον παιδοκτονο,κι εγω με τη σειρα μου τον μισω
για οσα κακα εκαναν και συμφορες εφεραν οι Ατρειδες
στην οικογενεια μου και σ'εμενα,
ακους;να ειμαστε σφετεριστες της εξουσιας εμεις οι ακρα
νομιμοι κληρονομοι;
τι θελει;την ιδια του γυναικα και βασιλισα την πηρα
στο κρεβατι μου,ειμαι αντρας εγω κι οχι ενας αναντρος πολυλογας
και ψευτης,
που να'ξερε;πως του ετοιμαζουμε αυτες τις μερες που ερχονται
τον χαμο του,μυστικη παγιδα του στηνουμε,στο λουτρο αμεριμνο
θα τον πνιξουμε,εγω με την Κλυταιμνηστρα,οι δυο μας,κι ας
μας συμβουλευουν να πραξουμε φρονιμα,ν'αποφυγουμε τη βια,
''το ενα φονικο φερνει στ'αλλο φονικο'',τι μας νοιαζουν πια
οι συνεπειες των πραξεων μας;μαθαμε στη σκληροτητα,
ο Τανταλος εσφαξε κι εβρασε τον γιο του,ο Ατρεας σκοτωσε
κι εβρασε τα παιδια του Θυεστη,τ'αδερφια μου,και του'δωσε
να φαει τα βρασμενα κρεατα τους ,εγω με τα χερια μου
σκοτωσα τον Ατρεα,τωρα ηρθε η σειρα να σκοτωσω
τον γιο του,τον Αγαμεμνωνα,γιατι να'χω τυψεις για εναν
παιδοκτονο,που πολυ μισω;
ειναι νυχτα βαθεια περασμενη ωρα,η γυναικα η Κλυταιμνηστρα
κοιμαται στο κρεβατι στο πλαι μου,εγω αγρυπνω στο σκοταδι
και λογαριαζω,δεν φοβαμαι,θα εκτελεσθει με καθε ακριβεια και
τελειοτητα το σχεδιο η μηχανη ,
ο Αγαμεμνωνας θα εκτελεσθει,τελειωσε,
κι επειτα ας γινει οτι ειναι να γινει,ας εξελιχθουν τα γεγονοτα
ανεμποδιστα,θα τα περιμενουμε ησυχοι και γαληνιοι,
ετοιμοι απο καιρο,
θα'ρθει ο Ορεστης να μας δολοφονησει, εμενα τον πατριο
και φονια του πατερα του Αιγισθο και τη μοιχαλιδα συνεργο
μητερα του Κλυταιμνηστρα,που το βυζι της εβαζε στο στομα του
να τον θρεψει μικρο με το γαλα της,και τωρα ξεστομιζε βρισιες,
με την Ηλεκτρα βοηθο θα'ναι στο φονικο και τον καρδιακο φιλο
και ξαδερφο του Πυλαδη,
τι εχουμε να φοβηθουμε,τοσο αδυνατοι ,που ειμαστε;
ζησαμε τη ζωη μας μεσα στο φοβο και την αναγκη,
οι χαρες μας λιγες και συντομες,
το ξερουμε πως οι επερχομενοι ανθρωποι
θα γραψουν για τις πραξεις μας,θα τις κρινουν ,αδικα η'
δικαια,αναλογα με τα συμφεροντα,που θα εξυπηρετουν,
κι οπως ο κοσμος θα'χει αλλαξει στο δρομο του
και θα τον κανονιζουν αλλοι νομοι κι αλλες ιδεες
.
.
ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΚΑΙ ΒΡΙΣΗΙΔΑ
.
στη καμαρα του Αγαμεμνωνα η Βρισηιδα
εξω
πανσεληνος στον ευρυχωρο καμπο λαμπερη
γαληνη αποψε
σαν νερο που περναει σε ποταμο και δεν γυριζει πισω
ετσι γυρισε η ιστορια της
και στον νου,
καλα ητανε στην Λυρνησσο ειχε τον αντρα της Μυνητα
τον πατερα της Βριση
τα τρια αδερφια της,καμαρι,
κορη ψηλη μελαχροινη ομορφη με σμιχτα φρυδια
και λαμπερο βλεμμα
τ'ονομα της ηταν Ιπποδαμεια,αλλα και Αστυνομη,
τωρα εχει ονομα Βρισηιδα κορη του Βρισεα,
κι εκει στη πατριδα ειχε πλουτη,πολλα προικωα ευφορα
χωραφια,αμπελια,πυκνους αρχαιους ελαιωνας ,
κι αριφνητα αιγοπροβατα βοσκουσαν ο αντρας της
τα τρια αδερφια της με τους βοσκους
κι εκεινη υφαινε στον αργαλειο και το τραγουδι
δεν της ελειπε απ'το στομα και το γελιο περισσευε
κι ηρθαν αναποδοι καιροι και παει ο αντρας
και πανε τα τρια αδερφια σκοτωθηκαν
σκορπισαν και τ'αριφνητα κοπαδια
οταν καταστραφηκε η Λυρνησσος απ'τον Αχιλλεα
και διαδοθηκε στα περατα ο μεγαλος κι αβασταχτος θρηνος
''Καηκε η Λυρνησσος''
η ξακουστη χωρα Λυρνησσος ξεθεμελιωθηκε
χαθηκαν οι αντρες της και πηραν τις γυναικες σκλαβες,
''κι εγω σκλαβα στα χερια του Αχιλλεα
γυναικα με πηρε
με τιμησε και ξεχασα το κακο''
και στον καιρο ,που ηρθε να περασει
ηρθε ο Καλχας στους Ελληνες κι ειπε τη προφητεια
''Η Τροια θα πεσει οταν γυρισουν την Χρυσηιδα
στον πατερα της''
την Χρυσηιδα την ειχε σκλαβα του γυναικα ο δυνατος
Αγαμεμνωνας
κι οι Ελληνες στη Συνελευση αποφασισαν να του παρουν
την Χρυσηιδα κι εκεινος θυμωσε πολυ και φοβεριζε,
υστερα στη θεληση των πολλων υποταχτηκε και
γυρισε την Χρυσηιδα στον πατερα της,ομως θολωσε
το μυαλο του και τον συμβουλευσε κακα
κι εστειλε τον Ταλθυβιο και τον Ευρυβατη να μ'αρπαξουν
απ'τον Αχιλλεα
και τοτε εκεινος θυμωσε πολυ,και ποιος ειδε αγριεμενο λιονταρι
και δεν φοβηθηκε,
απεσυρε τους Μυρμιδονες απ'τη μαχη
και τωρα οι Ελληνες πληρωνουν την μηνιν του και
τοσα αντρειωμενα κορμια πολεμιστων σκοτωμενα
γεμισαν τα νερα του Σκαμανδρου και τον ευρυχωρο καμπο,
αταφα,να τα τρωνε τα σκυλια και τα ορνια
μεσα στη δυστυχια της και στον χαμο τοσων ανθρωπων
σκεφτονταν,πως αν για την αρπαγη της Ελενης γινονταν
αυτος πολεμος,ομως μ' αφορμη τη δικια της αρπαγη
θα'γραφε ο Ομηρος την ''Ιλιαδα'' του
.
.
ΕΚΤΟΡΑΣ ΚΑΙ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ
.
Τον ηβρε τον γενναιο Εκτορα η Ανδρομαχη
σκεπτικο και βαρυθυμο,τον ρωτησε μ'απαλη τη φωνη
''Τ'εχεις αντρα μου,και τι σε βασανιζει ;''ειχε και το παιδι
τον Σκαμανδριο τον Αστυανακτα μωρο στην αγκαλια της
κι εκεινο φοβηθηκε τον αγριο και δυνατο πατερα
την περικεφαλαια του σαν σεισθικε κι εκλαψε
την κοιταξε κι αυτη και το παιδι,
γελασε,οπως παντα γελουσε γλυκα,
''Τιποτα δεν εχω,ησυχασε''
''Ο Πολεμος''
και δεν της ειπε,ουτε λεξη δεν εβγαλε,για το
αρμα του Αχιλλεα ,που θα τον συρει νεκρο ατιμασμενο
γυρω το καστρο,ουτε της ειπε για τον πατερα
που πηγε στον φονια του παιδιου να τον παρακαλεσει
να παρει το αψυχο κορμι του να το θαψει στο σπιτι του
στους δικους του ανθρωπους
κι ουτε της ειπε για το παιδι που κραταει τρυφερα στα χερια
και θα της το αρπαξουν απ'τα χερια σαν πεσει η πολη
θα το πεταξουν απ'το καστρο ψηλα στα βραχια κατω
να τσακιστει να σκορπιστουν τα κοκκαλα του
τ'αδυνατα
κι ουτε της ειπε πως στο λαχνο θα πεσει του Νεοπτολεμου λαφυρο
να συνεχισει τη ζωη της στη Φθια,στο βασιλειο του Αχιλλεα,
εκει γυναικα του θα γεννησει τον Μολοσσο,
μετα σαν πεθανει εκεινος θα φυγει με τον Ελενο τον κουνιαδο της
κι αδερφο δικο του στην Ηπειρο,
κι ουτε της ειπε,να μην την πικρανει,πως μ'αυτον θα κανει παιδι
τον Κεστρινο,και θα ξεχασει τον Αστυανακτα
αυτον
κι ουτε της ειπε πως θα φιλοξενησουν εκει τον ηρωα Αινεια
οταν θα περνουσε για την Ιταλια
μετα σαν πεθανει εκεινος θα ερθει στην Τευθρανια της Μυσιας
παρα την Προποντιδα με τον γιο της Περγαμο
για να κλεισει ο κυκλος στη Μικρα Ασια
οπως εκλεισε κι ο αλλος κυκλος με το Κατινακι στη Μικρα Ασια
οπως εκλεισε με τη Μαρια ο εμφυλιος στην Ελλαδα
οπως εκλεισε στα χερια της το κεφαλι του σκοτωμενου αντρα της
κυκλο ολογυρα και θρηνησε κι εκοψε τα μαλλια της συριζα
ομορφα μαλλια ευπλοκαμοι βοστρυχοι ελαστικοι
χαθηκαν
λησμονηθηκαν
ο Εκτορας
ο Κωστας
ο Νικος
ο Γιωργος
τοσα ονοματα αγαπημενα
πολλα πληθος ανθρωποι
κυκλοι
σε κυκλους Ιστοριας κυλησαν
χαθηκαν
κι εκεινη η γυναικα σαν να καταλαβε
κι εσφιξε δυνατα το παιδι της στην αγκαλια
μην της πεταξει και φυγει
και την αφησει ερημη και πικραμενη
.
.
ΤΡΕΙΣ ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ
.
η Ελενη
στην ορχηστρα
σ'ενα αδειο θεατρο
καπου στη Ελλαδα,
βρεχει,
εκεινη ορθια ακινητη,
ακουγεται τραγουδι και πλησιαζει
η ομαδα των γυναικων του χορου
η Κορυφαια τη ρωταει:
''Ελενη,γιατι δεν μιλας;
γιατι;τον αντρα σου τον δολοφονησαν,
και συ δεν φωναζεις,δεν βγαζεις κραυγη''
εκει σ'εκεινο το σημειο ο φωτογραφος
εστεισε τον τριποδα και τραβηξε
μια αναμνηστικη φωτογραφια
ο ανεμος ακουμπουσε τις ακρες των κυπαρισσιων
κι απο κει χαμηλωνοντας στις ελιες
ξεφευγε
κι εφθανε στη θαλασσα
.
.
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
.
η[ο] δ'ανεμου ως πνοιη επεσσυτο δεμνια κουρης
[Ομηρου Οδυσσεια-ζ' ραψωδια-στιχος 20]
εκοιματο η κορη,κι ως ανεμος σηκωσε και πηρε
τα σκεπασματα της,και την ειδε
ροδο αμαραντο
ασπρα βοτσαλα τα στηθη της
μαλακη σαν μελι η στρογγυλη κοιλια
κι αναμεσα ξεχωριζει η αδαμαστη παρθενα
μεσα σε πυκνο φυλλωμα ανεπνεε
δοχειον καλλους
ω ενι κουρη κοιμαται
.
.
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
.
ειπ'ονομ',οττι σε κειθι καλεον μητηρ τε πατηρ τε
αλλοι θ',οι κατα αστυ και οι περιναιεταουσιν,
ου μεν γαρ τις παμπαν ανωνυμος εστ'άνθρωπων,
ου κακος ουδε μεν εσθλος,επην τα πρωτα γενηται,
αλλ'επι πασι τιθενται,επει κε τεκωσι,τοκηες,
ειπε δε μοι γαιαν τε τεην δημον τε πολιν τε
[Ομηρου Οδυσσεια-θ' ραψωδια-στιχοι 550-555]
ειναι στην ελληνικη γλωσσα που ρωτανε να πεις
τ'ονομα σου,Τις Ει;πως σε φωναζουν οι δικοι σου
στο σπιτι στη πολη και στα περιχωρα;γιατι ολοι
εχουν ονομα,ειτε φτωχοι αν ειναι ειτε πλουσιοι,
ανωνυμος δεν ειναι κανενας,και πες μας ποια ειναι
η χωρα σου σε ποιο λαο ανηκεις και ποια η πολιτεια σου;
προσεξε μην πεις:'' Κανεις'' Ου-Τις,
ουτε να κρυφτεις σε ψευτικα ονοματα,ουτε σ'αξιωματα,
π,χ δικηγορος,γιατρος,στρατηγος,εμπορος,..και ουτω
καθεξης.
πες Τακης Γιωργος Μαρια Αννα Κωστας Βαγγελης
Νικος Βασω Ελενη
ολοκληρο τ'ονομα σου να προφερεις μ'ολα παμπαν
τα φωνηεντα κι ολα τα συμφωνα καθαρα
με το ονομα που σε ξερει η μανα σου ο πατερας και
τ'αδερφια σου ,αυτο ,που ξερουν οι φιλοι σου,ολοι
οσοι ζουν γυρω σου και σε γνωριζουν
Εμπρος λοιπον.
Τις Ει; Τακης
Τις Ει;Γιωργος
Τις Ει;Μαρια
Τις Ει;Αννα
Τις Ει;Κωστας
Τις Ει;Βαγγελης
Τις Ει;Νικος
Τις Ει;Βασω
Τις Ει;Ελενη
Τις Ει;
Τις Ει;
Τις Ει;
Εσενα ρωταω,που διαβαζεις αυτους τους στιχους
Απαντησε,
πες καθαρα τ'ονομα σου,ενα προς ενα τα γραμματα
μια προς μια τις συλλαβες να ξεχωρισουν τα φωνηντα
και τα συμφωνα
πες ποια η χωρα σου ποιος ο λαος σου ποια η πολη σου
.
.
ΟΔΥΣΣΕΙ
.
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ι'-στιχοι 19-28
εἴμ᾿ Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης, ὃς πᾶσι δόλοισιν
ἀνθρώποισι μέλω, καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει.
ναιετάω δ᾿ Ἰθάκην ἐυδείελον: ἐν δ᾿ ὄρος αὐτῇ
Νήριτον εἰνοσίφυλλον, ἀριπρεπές: ἀμφὶ δὲ νῆσοι
πολλαὶ ναιετάουσι μάλα σχεδὸν ἀλλήλῃσι,
Δουλίχιόν τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος
αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ πανυπερτάτη εἰν ἁλὶ κεῖται
πρὸς ζόφον, αἱ δέ τ᾿ ἄνευθε πρὸς ἠῶ τ᾿ ἠέλιόν τε,
τρηχεῖ᾿, ἀλλ᾿ ἀγαθὴ κουροτρόφος: οὔ τοι ἐγώ γε
ἧς γαίης δύναμαι γλυκερώτερον ἄλλο ἰδέσθαι.
[ετσι ειπε,και του δωσαμε γλυκο ψωμι απ'τα χωραφια μας,
και κοκκινο κρασι απ'τ'αμπελια μας,και του μιλησαμε και
μεις για την πατριδα,τι αλλη πατριδα δεν ειχαμε τοσο
ν'αγαπαμε,κι υστερα του στρωσαμε να κοιμηθει,και
κοιμηθηκε ως τ'αλλο πρωι,που ξημερωσε ,τι ειχε πολυ
καιρο να χορτασει υπνο,και του ελειψε η ησυχη ζωη,
εγω,μικρο παιδι,τον ακολουθουσα παντου,στα καφενεια,
στην εξοχη,στην αλμυρη θαλασσα σαν κατεβαινε,
κι εκεινος δεν μ'αποπερνε μ'επερνε παντα μαζι του,
τι παιδια δικα του δεν ειχε,ελεγε στη μανα μου να με ξυ-
πνησει και να μ'ετοιμασει,μια μερα,θυμαμαι ηταν μεση-
μερι,ο ηλιος ηταν ψηλα,στη μεση τ'ουρανου,Ιουλης μηνας,
σταθηκε:''ακου τα τζιτζικια''τον ακουσα να λεει,με χαμηλη
φωνη,ψιθυριστη,επειτα σηκωσε το δεξι χερι και με τον δει-
χτη διεγραψε τη τροχια ενος γλαρου,εκεινος ηρθε απ'τ'ανα-
τολικα,χαμηλωσε στη θαλασσα,συρθηκε συριζα στην επι-
φανεια της,ακινητοποιηθηκε για λιγο,κι υστερα τιναζοντας
τα γαλαζια νερα σηκωθηκε λευκος και συνεχισε τη πορεια
του προς τα δυτικα,συνεχεια ψηλωνοντας,μεχρι που χαθηκε
στη μεγαλη διαφανεια της ατμοσφαιρας,''σαν τον ανθρωπο'',
ειπε παλι ψιθυριστα,κι ακολουθησε ενα μεγαλο πληθος απο
γλαρους,με δυνατες φωνες,''ενας κανεις'',ισα που τον ακου-
σα,περασαν οι γλαροι κι εγινε ησυχια,η θαλασσα απεραντος
γυαλιστερος καθρεφτης,''κοιταξε τη θαλασσα'',γυρισε και
μου ειπε,''αλλη πατριδα καλυτερη δεν εχουμε'',οταν επισ-
τρεψαμε σπιτι ειχε αρχισει να βραδυαζει,η μανα ειχε τηγα-
νισει μαριδα να φαμε,οι δυο μικρες αδερφες μου,μολις μας
ειδαν,ετρεξαν να τους δωσουμε τα κοχυλια και τα βοτσαλα ,
που μαζεψαμε,εκεινος γελουσε,καθισαμε στο τραπεζι εξω
στην αυλη να φαμε,στον ουρανο ηταν φεγγαρι εφτα ημε-
ρων,τοτε ηταν που του ειπα:''μεινε εδω μαζι μας,να παρεις
και τη μανα'',εκεινη οταν ακουσε τα λογια μου ντραπηκε,
κοκκινισε,και χαμηλωσε το κεφαλι,εκεινον τον ακουσα να
λεει σοβαρος,''η θαλασσα ειναι αρμυρη,δεν σηκωνει αστεια'',
κι εγω αμεσως του απαντησα,''θα παλεψουμε'',επειτα κοι-
ταξα τη μανα,''ετσι δεν ειναι μανα;'',τη ρωτησα,εκεινη κου-
νησε σιγανα το κεφαλι,''ναι,θα παλαιψουμε'' την ακουσαμε
να λεει,''κι επειτα οπως ολοι οι ανθρωποι'',ειπα εγω θαρ-
ρευοντας,ετσι εγινε οπως το θελησαμε,εμεινε μαζι μας και
παλεψαμε]
.
.
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ζ'-στιχοι 130-134]
.
βῆ δ᾽ ἴμεν ὥς τε λέων ὀρεσίτροφος ἀλκὶ πεποιθώς, 130
ὅς τ᾽ εἶσ᾽ ὑόμενος καὶ ἀήμενος, ἐν δέ οἱ ὄσσε
δαίεται· αὐτὰρ ὁ βουσὶ μετέρχεται ἢ ὀίεσσιν
ἠὲ μετ᾽ ἀγροτέρας ἐλάφους· κέλεται δέ ἑ γαστὴρ
μήλων πειρήσοντα καὶ ἐς πυκινὸν δόμον ἐλθεῖν·
Αθηνα,πολις ,Ελλαδα,χωρα,12:20,ωρα μεσημερι
ο ηλιος εκαιγε και μοιραζε χαμπουργκερς ιδεοληψιες
τουριστικα αφισοραματα η Ιστορια επι Κλαυθμωνος πορνειου
εκπεσουσα σε σωματεμπορα π.χ ονοματος καποιου,
η φωνη αδειαζει απο λεξεις,κενο ,κενοτητα,
δεν ησουν για κεινο,μηπως ησουν για το αλλο;
γιατι ,τελος παντων ,ησουν;
ανθρωποι,συνεχως,υποτιμουνται,<πλην 40> η αξια τους
γι'αυτο ξεπαγιαζεις,ξεπαγιασες
σε ρελαντι
σε ρι-πλει
τοση Σταδιου τοση Κοραη τοση Πανεπιστημιου
τοση Αθηνας τοση Αιολου τοση Ερμου
σπαταλησες
και κατεληξες Ψυρης στου Ψυρη
ονομα χ,υψος ψ,βαρος ω
χρωμα μαλλιων;χρωμα οφθαλμων;θρησκευμα;
ενας Ελληνας,εσυ
[ας πουμε:τοσες υπερωριες σε γραφεια,σε κομματα,
σε νεοπλουτισμο,σε πλουτισμους ρεαλιτι ]
δουναι:πες
λαβειν:δειξε
[ολα εχουν την ωρα τους
και η Ιστορια επισης]
αργα
η'
γρηγορα
θα συμβει
.
.
η Ελενη
ΕΝΑ ΥΠΕΡΟΧΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΡΟΙΟΝ
.
.
Κορη,κεφαλη μετα λαιμου,κλινει προς τ'αριστερα ελαφρα
με χρυσο στεφανι απο φυλλα μυρτιας και χρυσα σκουλαρικια,
η κομη βοστρυχωτη,εικονιζεται και γυμνος ερωτιδευς να κρατει
φιαλη υγρων αρωματων και ταινια μ'ελικοειδεις γραμμες και
μαιανδρους,ειναι και ελλειψοειδες κατοπτρον και περιστερα
φευγουσα αριστερα
ναι,η Ελενη μας,πορνη στη Τροια
καποιου νταβατζη Παρι,αγνωστων λοιπων στοιχειων
η' πορνιδιο σε καποιο www.hot πορτελο στο ιντερνετ
λανσαρει lingerie white red and black
στ'ασπρα μπουτια της
η' ανεργη στα Κατω Πετραλωνα
3ος οροφος 5ο διαμερισμα 2-αρι
τρια στενα πιο κατω δυτικα της πλατειας Ηους
η' ερωμενη του διευθυνοντος συμβουλου
μιας off shore company στο Συνταγμα
η Ελενη μας
αδηλη αναπνοη ανθρωπου,που χαθηκε
τρια ποταμια ερημιας αδυναμιας και αγωνιας
αν την γνωριζεις,μην την ρωτησεις απο ποση κολαση
γυρναει,
ουτε ποση ωρα απεχει το μελλον της σφαγης της ,
ενα υπεροχο ανθρωπινο προιον,η Ελενη μας,
ανθρωπος σπαταλημενος,
μια φωτογραφια με βαρος το σωμα της
στην Ομονοια στο σταθμο
στην αποβαθρα σωρος ανθρωπου
συν αλλων
στο λαμπερο high tech subterra υπογειο
.
.
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια κ'-στιχοι 28-33]
.
.
Εννημαρ μεν ομως πλεομεν νυκτας τε και ημαρ,
τη δεκατη δ'ηδη ανεφαινετο πατρις αρουρα,
και δη πυρπολεοντας ελευσσομεν εγγυς εοντες
ενθ΄εμε μεν γλυκυς υπνος επηλυθε κεκμηωτα,
αει γαρ ποδα νηος ενωμων,ουδε τω αλλω
δωχ'εταρων ,ινα θασσον ικοιμεθα πατριδα γαιαν
Ειναι στο Γαλαξειδι,οπου εκει η θαλασσα εχει σπιτακι
στην ωχρα οι τοιχοι και τα παραθυρα γαλαζια
μπογιατισμενα και στα συρματα κρεμασμενα χταποδια
ξεραινονται στον ηλιο κι αρμενιζουν
εκει πανω σ'ενα τραπεζι στην αυλη
πανω στ'ασπρο τραπεζομαντηλο θα ειναι,σιγουρα ειναι,
το γραμμοφωνο που μια μερα αγορασε
στην πλατεια Αβησυνιας στο Γιουσουρουμ
επειτα εννια μερες κι εννια νυχτες στη θαλασσα
[στ'Αναφιωτικα,θυμηθηκε, ειχε αρραβωνιαστει
μια ονοματι Μαρια]
να βιαστει επρεπε,οι μνηστηρες θα εστειναν στον Τηλεμαχο
δολοφονικη παγιδα στην Αστεριδα,
τη δεκατη μερα φανηκαν τα χωματα της πατριδας,
θα πηγαινε στον Ευμαιο να κρυφτει,
τον επιασε ο υπνος και του'κλεισε τα ματια
πολυ κουρασμενος ηταν,τοσες μερες κρατουσε
με τα σχοινια τεντωμενα τα πανια στο καραβι
μονος αυτος,αλλον απ'τους συντροφους δεν αφηνε,
να φτασουν γρηγορα στη πατριδα
ειχε μαζι του μια φωτογραφια,που τον εδειχνε
νεο αντρα στην προκυμαια της Σμυρνης,
ταξιδεψε,καποτε επεστρεψε κι ειδε ανθρωπους σιωπηλους
να κουβαλουν βαλιτζες και να τις φορτωνουν σε βαρκες
κι αλλους ανθρωπους ειδε να κουβαλουν ανθρωπους
και να τους θαβουν στην αμμο ,και θρηνο δεν ακουσε,
σαν να'ταν στη φαντασια του,η' σε χρονο,που δεν εζησε,
ομως τα ειδε να συμβαινουν,αληθινα,
να γυρεψει την αληθινη πατριδα,
μην γυρεψει την εμφυλια,ανιδεος και νηπιος,
παντα εξιστορουσε τη σκηνη,που ειχε δει
τον Αχιλλεα και τον Αιαντα να παιζουν πεσσους
εννια μερες κι εννια νυχτες στη θαλασσα
και τη δεκατη μερα φανηκε η πατριδα
κι απο μια ανοησια χαθηκε
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια κ'-στιχοι 28-33]
.
.
Εννημαρ μεν ομως πλεομεν νυκτας τε και ημαρ,
τη δεκατη δ'ηδη ανεφαινετο πατρις αρουρα,
και δη πυρπολεοντας ελευσσομεν εγγυς εοντες
ενθ΄εμε μεν γλυκυς υπνος επηλυθε κεκμηωτα,
αει γαρ ποδα νηος ενωμων,ουδε τω αλλω
δωχ'εταρων ,ινα θασσον ικοιμεθα πατριδα γαιαν
Ειναι στο Γαλαξειδι,οπου εκει η θαλασσα εχει σπιτακι
στην ωχρα οι τοιχοι και τα παραθυρα γαλαζια
μπογιατισμενα και στα συρματα κρεμασμενα χταποδια
ξεραινονται στον ηλιο κι αρμενιζουν
εκει πανω σ'ενα τραπεζι στην αυλη
πανω στ'ασπρο τραπεζομαντηλο θα ειναι,σιγουρα ειναι,
το γραμμοφωνο που μια μερα αγορασε
στην πλατεια Αβησυνιας στο Γιουσουρουμ
επειτα εννια μερες κι εννια νυχτες στη θαλασσα
[στ'Αναφιωτικα,θυμηθηκε, ειχε αρραβωνιαστει
μια ονοματι Μαρια]
να βιαστει επρεπε,οι μνηστηρες θα εστειναν στον Τηλεμαχο
δολοφονικη παγιδα στην Αστεριδα,
τη δεκατη μερα φανηκαν τα χωματα της πατριδας,
θα πηγαινε στον Ευμαιο να κρυφτει,
τον επιασε ο υπνος και του'κλεισε τα ματια
πολυ κουρασμενος ηταν,τοσες μερες κρατουσε
με τα σχοινια τεντωμενα τα πανια στο καραβι
μονος αυτος,αλλον απ'τους συντροφους δεν αφηνε,
να φτασουν γρηγορα στη πατριδα
ειχε μαζι του μια φωτογραφια,που τον εδειχνε
νεο αντρα στην προκυμαια της Σμυρνης,
ταξιδεψε,καποτε επεστρεψε κι ειδε ανθρωπους σιωπηλους
να κουβαλουν βαλιτζες και να τις φορτωνουν σε βαρκες
κι αλλους ανθρωπους ειδε να κουβαλουν ανθρωπους
και να τους θαβουν στην αμμο ,και θρηνο δεν ακουσε,
σαν να'ταν στη φαντασια του,η' σε χρονο,που δεν εζησε,
ομως τα ειδε να συμβαινουν,αληθινα,
να γυρεψει την αληθινη πατριδα,
μην γυρεψει την εμφυλια,ανιδεος και νηπιος,
παντα εξιστορουσε τη σκηνη,που ειχε δει
τον Αχιλλεα και τον Αιαντα να παιζουν πεσσους
εννια μερες κι εννια νυχτες στη θαλασσα
και τη δεκατη μερα φανηκε η πατριδα
κι απο μια ανοησια χαθηκε
.
.
[ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ]
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια ι',στιχοι -67-83]
νηυσι δ'επωρσ'ανεμον Βορεην,
λαιλαπι θεσπεσιη,συν δε νεφεεσσι καλυψεν
γαιαν ομου και ποντον.ορωρει δ'ουρανοθεν νυξ.
αι μεν επειτ'εφεροντ'επικαρσιαι,ιστια δε σφιν
τριχθα τε και τετραχθα διεσχισεν ις ανεμοιο.
και τα μεν ες νηας καθεμεν δεισαντες ολεθρον,
αυτας δ'εσσυμενως προερεσσαμεν ηπειρονδε.
ενθα δυω νυκτας δυο τ'ηματα συνεχες αει
κειμεθ'ομου καματω τε και αλγεσι θυμον εδοντες.
αλλ'οτε δη τριτον ημαρ ευπλοκαμος τελεσ'Ηως,
ιστους στησαμενοι ανα θ'ιστια λευκ'ερυσαντες
ημεθα,τας δ'ανεμος τε κυβερνηται τ'ιθυνον.
και νυ κεν ασκηθης ικομην ες πατριδα γαιαν.
αλλα με κυμα ροος τε περιγναμπτοντα Μαλειαν
και Βορεης απεωσε,παρεπλαγξεν δε Κυθηρων.
Ενθεν δ'εννημαρ φερομην ολοοις ανεμοισιν
ποντον επ'ιχθυοεντα
''σας γραφω,εγω ο Κωστας,δεκατρια χρονια σε φαμπρικα
στο Μοναχο,δεκαετια 1960,μενω οικοτροφος στο σπιτι
της φραου Μαρλεν,σ'ενα δωματιο,μου μαγειρευει,
ο αντρας της αξιωματικος στον πολεμο,χαθηκε στο μετωπο
της Αφρικης,ξαναπαντρευτηκε ,καποιον Χανς,καλο ανθρωπακι,
λιγο αλκοολικο,μιλαει πολυ,γελαει δυνατα,εχει πλακα,η φραου
μ'εχει σαν παιδι της,μου προξενευει για νυφη μια ανηψια της,
την φρουλαιν Μπριγκιτα,δεν λεω μ'αρεσει ,αλλα ειναι μικρη
κλαειν,ολο χαμογελαει,ειναι ασπρη πολυ ασπρη,δεν ξερω,
εγω σκεφτομαι την πατριδα,να γυρισω,να προλαβω το γερο
και τη γρια,μου γραφουν να γυρισω,περιμενουν να τους κλεισω
τα ματια,να μην καταντησω σαν εκεινο τον αρχαιο Οδυσσεα''
''σας γραφω,εγω ο Βασιλης,στη Νιου Γιορκ το πρωι πωλητης
εφημεριδων και το βραδυ γκαρσονι σε πιτσαρια στον εντεκατο
δρομο στο Μανχατταν,δεκαετια 1950,παιρνω καλα ντολλαρς,
κανω οικονομιες ν'ανοιξω δικια μου επιχειριση,η Ελενη,η γυναικα
μου,Ελεν εδω,ειναι μαζι μου,εδω δουλευει,στη λαντζα,τα μικρα
προσεχει η Μαρια,μεγαλωσε,15 χρονων,σωστη γυναικα,να γυρισω
στη πατριδα ειναι δυσκολο,τι να καμω εκει,μας εδιωξε,δεν μας ηθελε,
εχω μεγαλο παραπονο και στεναχωρια να τα σκεφτομαι,ας ειναι,
να'στε καλα και να μην στεναχωριεστε''
''σας γραφω,εγω ο Γιωργος,Αθηνα,δεν εχω τι να γραψω,συμβαινουν
πολλα,πολιτικα εννοω,και οικονομικα,τα χρηματα,που ειχα τελειωσαν
πριν δυο μερες,πηγαινω στην Ειρηνη και τρωω,δουλευει σ'ενα κατα-
στημα γυναικειων ρουχων στην Ερμου,κοντα στη Καπνικαρεα,ονομα
κι αυτο για εκκλησια,μ'αγαπαει,δεν λεω,αλλα να,ντρεπομαι να με συντηρει,
επειτα ποιος ξερει; σημερα ειμαστε μαζι,αυριο δεν ειμαστε''
''σας γραφω,εγω ο Οδυσσεας,απο τη θαλασσα
το καραβι το παρεσυρε ανεμος δυνατος βορηας και τρομερη καταιγιδα
το ταρακουνησε ,βαρια μαυρα συννεφα πλακωσαν κι εκρυψαν θαλασσα
και ξηρα κι επεφτε απ'τον ουρανο σκοτεινη νυχτα ,το καραβι εγυρε
τη πρωρη να βουλιαξει,τα πανια ο ανεμος τα'σχισε και τα'κανε χιλια
κομματια,και φοβομασταν ολεθρο και καταστροφη και για το καραβι
και για μας,τοτε πιασαμε τα κουπια και με κοπο πολυ το συραμε στη στερια,
εκει μειναμε δυο νυχτες κατακοποι στο σωμα και πολυ απελπισμενοι
στη καρδια,οταν ξημερωσε η τριτη μερα σηκωσαμε τα καταρτια
και σ'αυτα τεντωσαμε τ'ασπρα πανια κι ανοιχτηκαμε στη θαλασσα,
ο ανεμος κυβερνουσε το καραβι και θα φταναμε στη πατριδα χωρις
αλλα βασανα αν δεν μας παρεσερνε το ρευμα της θαλασσας περα
απ'τον Καβο Μαλια και δεν μας εσπρωχνε δυνατος βορηας περα
απ'τα Κυθηρα.
Κι εκει στη θαλασσα,που τρεφει ψαρια και θαλασσινα θηρια μας πηγαιναν
περα-δωθε οπου ηθελαν ολεθριοι ανεμοι''
κι αλλα γραμματα ερχονται,τρια απο Σμυρνη,ενα απο Θεσσαλονικη,
ενα απο Χανια,ενα απο Ερμουπολη της Συρου,ενα απο Πειραια
απο τη Βαγγελιστρια,ενα απο Κομοτηνη,δυο απο Βολο,δυο απο Τρικαλα,
δυο απο Κω,ενα απο Χαλκιδα,
δυο απο το Γαλαξειδι ,υπογεγραμμενα απο καποιον Οδυσσεα
Αντρουτσο αυτοχειρα
ενα ανορθογραφο κι αθυροστομο απο καποιον ονοματι
Γεωργιον Καραισκακη
ενα γραμμα ολιγογραφο απο καποιον Νικητα Νικηταρα,που αυτοαναφερεται
ως ζητιανος,
υπαρχουν κι αλλα γραμματα να διαβαστουν,απο καποιον Νικο,καποια Βασιλικη,
καποιον Παναγουλη,καποια Κωνσταντινα,καποιον Παλαμα,καποια Φωτεινη,
καποιον Βαγγελη,καποιον Αριστοτελη, καποιον Στελιο,καποιον Αλεξανδρο
Παπαδιαμαντη,καποια Μαρια,
ειναι γραμματα απο τις πεντε ηπειρους,Ευρωπη ,Αμερικη, Ασια,Αφρικη,
και Αυστραλια,απο Μπουενος Αιρες,απο Σικαγο,απο Αμβουργο,
απο Αντις Αμπεμπα,απο Βλαδιβοστοκ,απο Στοκχολμη,απο Σινδει,
απο Τοκυο,απο Σαγκαη,απο Αλεξανδρεια,απο Ριο,απο Κωνσταντινουπολη,
απο Σοφια,απο Βερολινο,απο Νεο Δελχι,απο Αγια Πετρουπολη,απο Γκουερνικα,
απο Δουβλινο,απο Μεξικο,
ειναι κι ενα γραμμα απο σενα
εχει την υπογραφη σου
Να διαβαστει
.
.
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,Ραψωδια δ',στιχοι 558-560]
.
.
πρωι ξημερωνοντας
ελληνικη φωνη πνεει σ'ολο το πλατος του διφθογγου ποντου
ο δ'ου δυναται ην πατριδα γαιαν ικεσθαι.
ου γαρ οι παρα νηες επηρετμοι και εταιροι,
οι κεν μιν πεμποιεν επ'ευρεα νωτα θαλασσης
Αυτος δεν μπορει να παει στη πατριδα
δεν εχει πια καραβια και συντροφους ναυτες.
που θα τον περασουν στην απεραντη θαλασσα
τον ιδον εν νησω
κι ελεγε τραγουδι της ξενητειας
παρε με στα κυματα σου
στα ξαναγυρισματα σου
.
.
ΗΜΕΙΩΝ ΥΜΕΩΝ
.
In[Out[In[Out[In[Out[In[Out[In[Out[In[Out]...
In Me Out You In You Out Me In Me Out You...
I YOU I YOU I YOU I YOU I YOU I YOU I YOU...
I AM YOU ARE I AM YOU ARE I AM YOU ARE I AM ...
THING OF THING OF THING OF THING OF THING OF...
ON OFF ON OFF ON OFF ON OFF ON OFF ON OFF ON...
1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+1-1+...
1-[1-1]-[1-1]-[1-1]-[1-1]-[1-1]-[1-1][1-1]-[1-1]-[1-1]-...
0000000000000000000000000000000000000000000
1000000000000000000000000000000000000000000
COGITO ERGO SUM COGITO E[R]GO SUM COGITO ERGO SUM
0-1-10-11-100-101-110-111-1000-1001-1010-1011-...
ειμα ειπειν εμειο σειο ειο εμευ μευ σευ ευ
εμου σου ου γλωσσα θαλασα ημαρ ηως ηελιος
...πτολις ορωωσι δ'ανθρωπων Οδυσηι γνωσεαι
.......αμμες αμμιν αμμε υμες υμμιν υμε
...........ναυταων πλοος νοος ηερι
.................λογοισιν ανερι
ημειων...............................................υμεων
φραζω επεφραδον πεφραδε πεφραδεειν πεφραδεμεν
.
.
ΣΤΡΟΜΒΟΙ ΟΡΕΣΤΕΙΑΣ
.
εγιναν η'δεν εγιναν οι φονοι
στη πολυχρυσοιο Μυκυνης;
η' στα περιχωρα της Ομονοιας,η' στο Συνταγμα,
η' στη Τριτη Σεπτεμβριου
εκεινος ο τυχοδιωχτης παλικαρας Αιγισθος
τον παραμονευτη της βασιλισσας Κλυταιμνηστρας
[η' Μαριας κατ'αλλην εκδοχην]σ'ερημο νησι
σ'αβατον ερημια εξορισε,κι εκεινη ,τετοιος τεχνιτης του ερωτα ηταν,
στα διχτυα του επιασε και κοιμονταν μοιχαλιδα στο κρεβατι του
επειτα οταν γυρισε νικητης και τροπαιουχος μεσα στην ερημη Λαρισσα
ο Αγαμεμνωνας
τον εσφαξε σαν αρνι η' σαν μοσχαρι
κι η κραυγη της δολοφονημενης Κασσανδρας κυλησε
σαν βροντη στο εσωτερικο του καθρεφτη της
κι εσπασε το ωραιο προσωπο σε χιλια κομματια
καθως την εσφαζε σ'ονειρο η' στο ξυπνιο ,η φονισσα,
κι αυτη με τη σειρα θα την εσφαζε το παιδι της
σαν ερχονταν ο καιρος
ειτε στο Αργος στις Μυκηνες
ειτε στη Λακωνια στις Αμυκλες
ειτε στην Πινδο ειτε στη Θεσσαλονικη
στην Ελλαδα ολη
οι σκοτωμοι
-να βοηθησει τον εραστη της η' να εκδικηθει
για την κορη της
στον Κυκλο των Νοστων εγιναν αυτα,
αυτη η Ιστορια,
ειναι και τα πολλα ανοσιουργηματα,που βαραινουν
τα τραπεζια στο θυεστειο δειπνο
κι η μοιχεια της Αεροπης κι η καταρα της Αφροδιτης
στην Κλυταιμνηστρα και στην Ελενη
κι η δολοφονια του Γρηγορη Λαμπρακη κι ο χαμος
του Γιωργου στην Αλβανια το 1940
-Ατρειδες,με δυνατο κοφτερο πελεκι του ανοιξε στα δυο
το κεφαλι
πλανευτηκε στη μοιχεια κι εκει ξαπλωμενη τη βρηκε
ο Λακωνας Ορεστης
την εσυρε απ'τα μαλλια δεν την λυπηθηκε
κι ας ηταν μανα του κι ας βυζαξε το γαλα της
την σκοτωσε
Τι μηχανευτηκε απ'ολα αυτα τα συμβαντα
για τους Αθηναιους ο Αισχυλος του Ευφοριωνος;
την ανοιξη του 458π.Χ,η' το χειμωνα του 44 καταφερε
να κερδισει το α' βραβειο με την Τριλογια Ορεστεια
κι ενα σατυρικο δραμα ακολουθησε,ο Πρωτεας,
[εμπνευσμενο απο στιχους της δ' ραψωδιας της Οδυσσειας]
ο Μενελαος απο το στομα του Πρωτεα στην Αιγυπτο
μαθαινει τον φονο του αδερφου του
κι ακουστηκε τρομερο το στασιμο των Χοηφορων
Πολλα μεν γα τρεφει δεινα δειματων αχη
ποντιαι τ'αγκαλαι κνωδαλων ανταιων βροτοισι
βλαστουσι και πεδαιχμιοι
λαμπαδες πεδαοροι
πτανα τε και πεδοβαμονα κ'ανεμοεντα
αν αιγιδων φρασαι κοτον
Αλλ'υπερτολμον ανδρος φρονημα τις λεγοι
και γυναικων φρεσιν
τλημονων παντολμους
ερωτας αταισι συννομους βροτων;
ξυζυγους δ'ομαυλιας
θηλυκρατης απερωτος ερως παρανικα
κνωδαλων τε και βροτων
συμφωνα φωνηεντα λεξεις
αριφνητα πληθη
ηχων
και μην εργω κουκ ετι μυθω
χθων σεσαλευται
.
.
Σχολιο πανω σ'εναν Ομηρικο στιχο-Οδυσσεια ραψωδια ζ',224-231-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΧΟΛΙΟ ΠΑΝΩ Σ'ΕΝΑΝ ΟΜΗΡΙΚΟ ΣΤΙΧΟ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ζ'-στιχοι 224-231]
for different reasons Λεξεις
.
αυταρ ο εκ ποταμου χροα νιζετο διος Οδυσσευς
αλμην,η οι νωτα και ευρεας αμπεχεν ωμους,
εκ κεφαλης δ'εσμηχεν αλος χνοον ατρυγετοιο
αυταρ επει δη παντα λοεσσατο και λιπ'αλειψεν,
αμφι δε ειματα εσσαθ'
the image stands at a real historic event
Beuys chose this......μια γυναικα
..............................in Goethe
μια γυναικα ραβει τη παρτιτουρα σ'ενα coral του Bach
το σχημα της σκεψης-> ο ανθρωποςηχος λεξεων
ενα δραμα λεξεων
η Ναυσικα,του αφησε καθαρα ρουχα να ντυθει
ενας κυκνος βουτα το λαιμο του στα νερα
καδ δε καρητος ουλας ηκε κομας,υακινθινω ανθει
ομοιας
...........in Internity seconds remaining[the All World
...........Man's mirror/the Infinity
.
.
ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ
.
θυμαμαι τους συντροφους στα γλεντο-
κοπια,μα πιο πολυ τους θυμαμαι
οταν με πονηρια αποφυγαμε τον Κυκλωπα
Πολυφημο,εμεις ακολουθως ζερβο-
δεξα χορευγοντας,φυσωντας στις πι-
πιζες και στις φλογερες,στ'αλωνι
το μαρμαρενιο αντικρυσαμε το φως
της σεληνης τον Διγενη η' τον Αδω-
νι,απεναντι στα πλαγια ακουστηκε
ο καλπασμος τ'αλογου,ισα που
προλαβαμε το χρωμα της παπαρουνας,
τ'αλλα τα καταχωσαμε στα παλια
παραμυθια,στο χερομυλο,που λες,
αλεσαμε το ψωμι με Χι με Καπα
με Μι και τ'αλλα ελληνικα εικο-
σιενα γραμματα,προσφυγες στη παρα-
λια ακουγαμε τον φιλοσοφο ν'ανιστορει
την Πολιτεια του,οσα παιδια κλαι-
γανε τα νανουριζανε στα χερια οι μα-
ναδες,πριν ηχησουν οι σαλπιγγες της
αρμονιας των θορυβων και τα χτυπη-
σουν καταστηθα τα βληματα του ηλιου,
εμεις ,ελπιζουμε να βρουμε τις αγριο-
χηνες να λουζονται στα νερα
σαν αντρειωμενοι που ειμαστε
.
.
ΟΥΤΙΣ ΟΥΔΕΙΣ ΟΔΥΣΣΕΥΣ
.
τωρα καθεται σε παραλια
παρα θιν αλος
στα βραχια κι αριστερα η αμμος
καπου εκατο μετρα περιπου
ο ηλιος ψηλα γυρναει
και τον θερμαινει
κι ενας γλαρος λευκος επιμενει στα νερα
εκει σιμα δεκα οργυες πιο μεσα στη θαλασσα
κατεβαινει ανεβαινει
φευγει επιστρεφει
κι εκεινος συλλογιζεται σαν πολλα χρονια ταζιδευτης
και τωρα εφτασε στη πατριδα ναυαγος
κανενας απ'τους συντροφους δεν γλυτωσε
δεν βλεπει να ξεβρασθηκε μαζι του σ'αυτη
τη παραλια,
ητανε καλα παιδια λιγομιλητα ζορικα
οπως πρεπει να'ναι οι αντρες
ενα ενα τα ονοματα τους τα προφερε στον αερα
ο Νικος ο Τακης ο Μιχαλης ο Γιωργος ο Μανωλης,
ο Κωστας,
ολα τα ειπε δεν ξεχασε κανεναν
και τελευταιον μνημονευσε τον Ελπηνορα,
τον αφησαν στο νησι αταφο,δεν καταλαβαν πως δεν ανεβηκε
στο κοιλο καραβι,
παντα ετσι ηταν,δεν δειχνονταν,εμενε πισω,
δεν επιανε χωρο.
καλος κωπηλατης εργατικος ,αυτο ηξερε καλα αυτο τον ενοιαζε
να κανει καλα,
τον βρηκε στον Αδη οταν πηγε να βρει τον Τειρεσια να του πει
για τον γυρισμο τους στη πατριδα,
εκει ηταν σκια,
τους ειχε δει να φευγουν απ'το λιμανι,μεθυσμενος οπως ηταν
δεν προσεξε,επεσε απ'τη ταρατσα της Κιρκης και τσακιστηκε κατω
πανω στα βραχια,
τον βρηκε λυπημενο και του'πε φτερωτα λογια να τον εγκαρδιωσει:
-κι ο ποιητης ο Ομηρος θα γραψει για σενα
και οι Ελληνες Γιωργος Σεφερης και Τακης Σινοπουλος
κι ακομη ο Αμερικανος Εζρα Παουντ-
''καθε συντροφος'',σκεφθηκε,''ενα κουπι ορθιο το μετρο του''
σε καποια ακρογυαλια της πατριδας
κι ο γλαρος,ειδε,δεν ξαναφανηκε,
αλλος γλαρος ηρθε στη θεση του,κι επειτα αλλος γλαρος,
σαν εφυγε κι αυτος ηρθε αλλος γλαρος,
ηρθανε κι εφυγαν
τοσοι γλαροι οσοι οι κοκκοι της αμμου,
αριστερα
να διηγηθει τη ζωη του,τις πραξεις του,τις επιθυμιες του,
-ποιος ,αληθεια,θα τις ακουσει και που θα του χρειασθουν;-
ισως αχρηστα συμβαντα,ασημαντα,χωρις συνεπειες
σε τιποτα,
Ποια ειναι η Σμυρνη,Ποιος ο Μυστρας
Ποια η Θεσσαλονικη,Ποια η Αθηνα,
Ποια η Ελλαδα;
ΟΥΤΙΣ ΟΥΔΕΙΣ ΟΔΥΣΣΕΥΣ
.
.
A BOOGIE WOOGIE ΛΕΞΕΩΝ ΚΙ ΕΝΑΣ ΕΠΙΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΛΠΗΝΩΡΑ
.
Sometimes I Feel Like A Motherless Child A Long Way From Home
I Walk Down And Outside
I Think Of I Am Alone
A Deux Voix Φωνες τα Φωνηεντα
Shake τον ανεμο σε φυλλα λεξεις πρασινα
Real Or Not Real
Look !
Look At The Apple's Blossoms,The Time,Ο Χρονος
When I Was Twenty - One And You Were Sweet Sixteen
In My Beloved Sea στη θαλασσα
μια μερα τον Ιουλιο BOOGIE WOOGIE Φως
In Light Rythms
In A Little While It Rains βρεχει In South
βρεχει σ'ενα ακρογυαλι,Θδυσσεα,
ειδοποιησε τον Ελπηνωρα στην ραψωδια λ' μεσα
στη ραψωδια μ' μεσα στους στιχους 9-15 ο Ελπηνωρας
στην Οδυσσεια
νῆα μὲν ἔνθ᾿ ἐλθόντες ἐκέλσαμεν ἐν ψαμάθοισιν
το καραβι μολις φτασαμε το τραβηξαμε στην αμμουδια
10 οἰσέμεναι νεκρόν, Ἐλπήνορα τεθνηῶτα.
τοτε κουβαλησαμε τ'αψυχο κορμι του Ελπηνωρα
φιτροὺς δ᾿ αἶψα ταμόντες, ὅθ᾿ ἀκροτάτη πρόεχ᾿ ἀκτή,
και αφου δεντρα κοψαμε απ'την ακρη της ακτης
θάπτομεν ἀχνύμενοι θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέοντες.
τον καψαμε πολυ λυπημενοι χυνοντας δακρυα
αὐτὰρ ἐπεὶ νεκρός τ᾿ ἐκάη καὶ τεύχεα νεκροῦ,
μαζι με το σωμα του νεκρου καηκαν και τ'αρματα του
τύμβον χεύαντες καὶ ἐπὶ στήλην ἐρύσαντες
κι ανασηκωσαμε το χωμα σε μνημα και πανω στησαμε στηλη
15 πήξαμεν ἀκροτάτῳ τύμβῳ ἐυῆρες ἐρετμόν.
και στη κορφη του μνηματος στεριωσαμε το κουπι του
.
.
και τοσοι αλλοι πολλοι εγω εσυ στην ιστορια κατοικοι,
εμεις οι κληρονομοι της αιωνιοτητας
.
.
Ομηρου Οδυσσεια ,ραψωδια ι',στιχοι 16- 28
μεταφραση-χ.ν.κουβελης
.
νῦν δ' ὄνομα πρῶτον μυθήσομαι, ὄφρα καὶ ὑμεῖς
εἴδετ', ἐγὼ δ' ἂν ἔπειτα φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ
ὑμῖν ξεῖνος ἔω καὶ ἀπόπροθι δώματα ναίων.
εἴμ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης, ὃς πᾶσι δόλοισιν
ἀνθρώποισι μέλω, καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει. 20
ναιετάω δ' Ἰθάκην εὐδείελον· ἐν δ' ὄρος αὐτῇ,
Νήριτον εἰνοσίφυλλον, ἀριπρεπές· ἀμφὶ δὲ νῆσοι
πολλαὶ ναιετάουσι μάλα σχεδὸν ἀλλήλῃσι,
Δουλίχιόν τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος.
αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ πανυπερτάτη εἰν ἁλὶ κεῖται
πρὸς ζόφον, αἱ δέ τ' ἄνευθε πρὸς ἠῶ τ' ἠέλιόν τε,
τρηχεῖ', ἀλλ' ἀγαθὴ κουροτρόφος· οὔ τι ἐγώ γε
ἧς γαίης δύναμαι γλυκερώτερον ἄλλο ἰδέσθαι.
.
τωρα τ' ονομα μου πρωτα-πρωτα να πω ,ωστε και σεις
να το γνωριστε,εγω δε αν ξεφυγω απ'την σκληρη μοιρα
θα μεινω φιλος σας αν και σε μακρυνη απο'δω χωρα ζω
ειμ' ο Οδυσσεας ο γιος του Λαερτη,π'ολους τους ανθρωπους
απασχολουν οι δολοι μου κι η φημη μου ως τον ουρανο φτανει
κατοικω στην Ιθακη που καλα φαινεται,κι ειν'ενα βουνο σ'αυτη.
το Νηριτο που τρεμουν τα φυλλωματα,οξυτατο,και γυρω-γυρω
νησια πολλα πολυ κοντα ειναι το'να με τ'αλλο
το Δουλιχι κι η Σαμη και η δασωμενη Ζακυνθος
αυτη'ναι χαμηλη και ψηλοτερα στη θαλασσα ειναι
προς τη δυση,τ'αλλα δε νησια ξεχωριστα προς την ανατολη
και τον ηλιον,τραχεια,αλλα καλη ν'ανατρεφει παλλικαρια
απ'αυτη τη γη δεν μπορω να ξερω αλλη γλυκυτερη
.
Εγω'μαι ο Κωστας ο Γιωργος ο Νικος ο Αντρεας η Ελενη η Μαρια
και τοσα αλλα ονοματα ανθρωπων,που να στα λεω τωρα,σ'ολες
τις πτυχες της ιστοριας της πατριδας μου,σ'ενα τοπο ξεχερσωνα
τη γη,φυτευα στο χωμα δεντρα,κυκλωνα με φραχτη περιβολια,
και σ'αλλο τοπο και σ'αλλη εποχη τραβουσα τη βαρκα
στ'αμμουδερο ακρογυαλι να τη καθαρισω,κι αλλου εφευγα
προσφυγας κυνηγημενος σα σκυλι απο πολεις που καιγονταν
κι ειμασταν μαζι με γυναικες που ουρλιαζαν και θρηνουσαν και
γερους ανημπορους κι αντρες μαυρους καπνισμενους απ'την ανταρα
και παιδια πολλα παιδια που εκλαιγαν,κι αδερφια,αλλοτε,ητανε που
δεν ανταμωσαν ποτε,η εχθριτα τα ξεχωριζε,τα διαλυσε κι ητανε και
φορες σε σαλα φωτισμενη ανταμωσαμε να γλεντησουμε,ειτε στους
γαμους της αδερφης μας ,του αδερφου μας ,η' στα βαφτισια του
παιδιου μας ,κι αλλοτε ακολουθησαμε ανοητοι και μωροι,σαν προβατα
αχρειους δολιους δημαγωγους και μας αναποδογυρισαν τη ζωη,
μιλουσαμε με ψεματα κι ακουγαμε πολλα πολλα ψεματα,σαν
αληθεια,πως δεν χαθηκαμε για παντα ,ποιος ξερει τι μας γλυτωσε
και δεν ξεκληριστηκαμε τοτε,κι ητανε εποχη που σε δεντρα πανω
ακουσαμε πουλια αηδονια να κελαηδουν γλυκα κι ειδαμε νυχτα
το φεγγαρι πανσελληνο να τρεχει στα νερα απαλα γαληνια,να
σπαει σε φωτα να σκορπαει σε λαμψεις,χιλιες,στη θαλασσα
και σε πολυ νεωτερη ιστορια ανεβηκα και κατεβηκα τις ηλεκτρικες
σκαλες στην Ομονοια,και με τα λεωφορεια φορτωμενοι
σκορπιστηκαμε στις συνοικιες,αναστησαμε τη ζωη μας,καποτε
στην Αθηνας χαμηλα νοτια στο Μοναστηρακι στριψαμε αριστερα
στην Ερμου,στο Συνταγμα φτασαμε,πολυβοη ιστορια στη Σταδιου,
υπαρκτο ποταμι ανθρωπων στη Πανεπιστημιου,μπροστα απ'το Ρεξ
ανηφοριζει κατηφοριζει,ο Κωστας ο Γιωργος ο Νικος ο Αντρεας
η Ελενη η Μαρια και τοσοι αλλοι πολλοι εγω εσυ στην ιστορια κατοικοι,
εμεις οι κληρονομοι της αιωνιοτητας
.
.
Ομηρος δε
παχια η σεληνη αποψε
μια μια τις λεξεις απλωνει
σε κλαδια οριζοντια δεντρων
να στεγνωσουν απο τον ιδρωτα ανθρωπων
και το κυμα ακουμπα τη πνοη της νυχτας
κοματτι αμμου Ιωνιας ξεπλενεται στη θαλασσα
ο ηχος των βραχων ενωνεται με τη κραυγη του Αιαντα
επειτα η σιωπη
και ξανα αναταραχη του αερα
η λαμψη στις κορφες των πευκων
και τα ακρωτηρια που δεσαμε τις βαρκες
πριν το ταξιδι η' και μετα το ταξιδι
ιδεα ο ανθρωπος και πλαθεται σαν πηλος
στα χερια παιδιου
ο χρονος
.
.
Ομηρου Ιλιαδα
[Αποσπασματα]
-μεταφραση αποδοση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
- Ραψωδια Ζ'
ποιμαίνων δ᾽ ἐπ᾽ ὄεσσι μίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ, 25
ἣ δ᾽ ὑποκυσαμένη διδυμάονε γείνατο παῖδε.
[εκει που εβοσκε τα προβατα εσμιξε με την αγαπημενη γυναικα
κι εκεινη γκαστρωθηκε και γεννησε παιδια διδυμα]
.
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν.
Φύλλα τὰ μέν τ᾽ ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ᾽ ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ᾽ ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ᾽ ἀπολήγει.
[ομοια με τα φυλλα τετοια ειναι η γενια των ανθρωπων
αλλα απο τα φυλλα ο ανεμος κατω τα ριχνει κι αλλα
φυτρωνουν κι αυξανουν γεματα καρπους οπως της ανοιξης
ερχεται η ωρα ετσι και των ανθρωπων η γεννια η μια φυτρωνει
κι η αλλη μαραινεται]
.
τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης, ὄφρα νέμοιτο. 195
Ἣ δ᾽ ἔτεκε τρία τέκνα
[του εδωσαν το καλλιτερο περιβολι
ομορφο με πολλα δεντρα και χωραφι να το καλλιεργει
κι η γυναικα του γεννησε τρια παιδια]
.
Ἕκτωρ δ᾽ ὡς Σκαιάς τε πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν,
ἀμφ᾽ ἄρα μιν Τρώων ἄλοχοι θέον ἠδὲ θύγατρες
εἰρόμεναι παῖδάς τε κασιγνήτους τε ἔτας τε
καὶ πόσιας
[Ο Εκτορας φτανει στις Σκαιες Πυλες στο καστρο
και τρεχοντας τον περιτριγυριζουν των Τρωων οι γυναικες
κι οι θυγατερες ρωτωντας για τα παιδια τους και τ'αδερφια
και για τους συγγενεις και για τους αντρες τους ]
.
ὸν δ᾽ Ἑλένη μύθοισι προσηύδα μειλιχίοισι·
δᾶερ ἐμεῖο κυνὸς κακομηχάνου ὀκρυοέσσης,
ὥς μ᾽ ὄφελ᾽ ἤματι τῷ ὅτε με πρῶτον τέκε μήτηρ
οἴχεσθαι προφέρουσα κακὴ ἀνέμοιο θύελλα
εἰς ὄρος ἢ εἰς κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης,
ἔνθά με κῦμ᾽ ἀπόερσε πάρος τάδε ἔργα γενέσθαι.
[στον Εκτορα με πολυ σεβασμο μιλησε η Ελενη
αδερφε του αντρα μου εμενα την καταραμενη τη φριχτη σκυλα
ας ηταν τη μερα που με γεννησε η μανα να μ'αρπαζε αγρια ανεμοθυελλα
και να μ'εριχνε στα βουνα η' στα κυματα τρικυμισμενης θαλασσας
και στα κυματα να πνιγω μεσα πριν ετουτα τα κακα να γινουν]
.
.
.
.
Καλυψω και Οδυσσεας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Καλυψω και Οδυσσεας
[σε στιχους της ραψωδιας ε' της Οδυσσειας του Ομηρου]-χ.ν.κουβελης
η πότνια νύμφη
τον βρηκε στ'ακρογυαλι δακρυσμενο
η νοσταλγια της πατριδας και το σπιτι του
τον βασανιζε κι αναστεναζε
και να'χει την ομορφη νυμφη τη νυχτα και να την απολαμβανει
δεν τον συγρατουσε σ'αυτο το νησι του Ιονιου
και τ'αλμυρα του δακρυα κυλουσαν ποταμι στην απεραντη
θαλασσα
[τὸν δ᾽ ἄρ᾽ ἐπ᾽ ἀκτῆς εὗρε καθήμενον· οὐδέ ποτ᾽ ὄσσε
δακρυόφιν τέρσοντο, κατείβετο δὲ γλυκὺς αἰὼν
νόστον ὀδυρομένῳ, ἐπεὶ οὐκέτι ἥνδανε νύμφη.
ἀλλ᾽ ἦ τοι νύκτας μὲν ἰαύεσκεν καὶ ἀνάγκῃ
ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι παρ᾽ οὐκ ἐθέλων ἐθελούσῃ·
ἤματα δ᾽ ἂμ πέτρῃσι καὶ ἠιόνεσσι καθίζων
δάκρυσι καὶ στοναχῇσι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἐρέχθων
πόντον ἐπ᾽ ἀτρύγετον δερκέσκετο δάκρυα λείβων]
κι εκεινη η ομορφομαλλουσα του'πε αυτα τα φτερωτα λογια
κανενας δεν σε κρατα αν εσυ δεν το θελεις
ουτε τα καλλη γυναικας ουτε τα μεθυστικα αρωματα
και τα αραχνουφαντα ρουχα και τ'ασπρα μπρατσα της
που τις νυχτες σε κλεινουν
ουτε οι ηχοι των κρυσταλλινων νερων
ελα,και φκιαξε γερη βαρκα να γυρισεις σωος στο σπιτι σου
κι εγω θα σου βαλω νερο να ξεδιψαζεις και φαι να'χεις να τρως
κι ακομα και κοκκινο δυνατο κρασι να ευφρανθεις
να δυναμωσεις γιατι με τη θαλασσα μεγαλο αγωνα θα'χεις
και ρουχα θα σου'χω ν'αλλαξεις σαν θα βραχεις
κι ανεμος θα σε σπρωχνει ευνοικος στα δικα σου μερη
και τ'αστρα στον ουρανο θα δειξω να σ'οδηγησουν αλανθαστα
οπως παντα βοηθουν τους ναυτικους
["κάμμορε, μή μοι ἔτ᾽ ἐνθάδ᾽ ὀδύρεο, μηδέ τοι αἰὼν
φθινέτω· ἤδη γάρ σε μάλα πρόφρασσ᾽ ἀποπέμψω.
ἀλλ᾽ ἄγε δούρατα μακρὰ ταμὼν ἁρμόζεο χαλκῷ
εὐρεῖαν σχεδίην· ἀτὰρ ἴκρια πῆξαι ἐπ᾽ αὐτῆς
ὑψοῦ, ὥς σε φέρῃσιν ἐπ᾽ ἠεροειδέα πόντον.
αὐτὰρ ἐγὼ σῖτον καὶ ὕδωρ καὶ οἶνον ἐρυθρὸν
ἐνθήσω μενοεικέ᾽, ἅ κέν τοι λιμὸν ἐρύκοι,
εἵματά τ᾽ ἀμφιέσω· πέμψω δέ τοι οὖρον ὄπισθεν,
ὥς κε μάλ᾽ ἀσκηθὴς σὴν πατρίδα γαῖαν ἵκηαι,]
.
.
.
το επισοδειο με τη Μελανθω
[Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια τ',65-88]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἡ δ' Ὀδυσῆ' ἐνένιπε Μελανθὼ δεύτερον αὖτις·65
"ξεῖν', ἔτι καὶ νῦν ἐνθάδ' ἀνιήσεις διὰ νύκτα
δινεύων κατὰ οἶκον, ὀπιπεύσεις δὲ γυναῖκας;
ἀλλ' ἔξελθε θύραζε, τάλαν, καὶ δαιτὸς ὄνησο·
ἢ τάχα καὶ δαλῷ βεβλημένος εἶσθα θύραζε."
τὴν δ' ἄρ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς· 70
"δαιμονίη, τί μοι ὧδ' ἐπέχεις κεκοτηότι θυμῷ;
ἦ ὅτι δὴ ῥυπόω, κακὰ δὲ χροῒ εἵματα εἷμαι,
πτωχεύω δ' ἀνὰ δῆμον; ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει.
τοιοῦτοι πτωχοὶ καὶ ἀλήμονες ἄνδρες ἔασι.
καὶ γὰρ ἐγώ ποτε οἶκον ἐν ἀνθρώποισιν ἔναιον
ὄλβιος ἀφνειὸν καὶ πολλάκι δόσκον ἀλήτῃ
τοίῳ, ὁποῖος ἔοι καὶ ὅτευ κεχρημένος ἔλθοι·
ἦσαν δὲ δμῶες μάλα μυρίοι ἄλλα τε πολλά,
οἷσίν τ' εὖ ζώουσι καὶ ἀφνειοὶ καλέονται.
ἀλλὰ Ζεὺς ἀλάπαξε Κρονίων· ἤθελε γάρ που. 80
τῶ νῦν μή ποτε καὶ σύ, γύναι, ἀπὸ πᾶσαν ὀλέσσῃς
ἀγλαΐην, τῇ νῦν γε μετὰ δμῳῇσι κέκασσαι,
ἤν πώς τοι δέσποινα κοτεσσαμένη χαλεπήνῃ
ἢ Ὀδυσεὺς ἔλθῃ· ἔτι γὰρ καὶ ἐλπίδος αἶσα.
εἰ δ' ὁ μὲν ὣς ἀπόλωλε καὶ οὐκέτι νόστιμός ἐστιν,
ἀλλ' ἤδη παῖς τοῖος Ἀπόλλωνός γε ἕκητι,
Τηλέμαχος· τὸν δ' οὔ τις ἐνὶ μεγάροισι γυναικῶν
λήθει ἀτασθάλλουσ', ἐπεὶ οὐκέτι τηλίκος ἐστίν."88
στον Οδυσσεα την επεσε η Μελανθω για δευτερη φορα
''ξενε,ακομα και τωρα εδω θα μας ενοχλας μεσα στη νυχτα
στριφογυρνοντας στο σπιτι και να παιρνεις ματι τις γυναικες
αντε παρε δρομο,ταλαιπορε,το φαι κονομησες
η' μηπως θελεις με τη σκουπα να πεταχτεις εξω απ'τη πορτα
αυτη αυστηρα κοιτωντας της μιλησε ο πανεξυπνος Οδυσσεας 70
''διαολε,γιατι ετσ'εδω μου μπαινεις με κακια διαθεση
γιατ'ειμαι βρωμικος κι ασχημα στο σωμα ρουχα εχω
ζητιανευοντας στη πολη απ'την αναγκη της πεινας
τετοιοι ειν'οι φτωχοι κι οι περιπλανωμενοι ανθρωποι
κι εγω καποτε σ'ανθρωπινο σπιτι εμενα
ευτυχης με πλουτη και συχνα εδωνα στον περιπλανωμενο
σ'οποιονδηποτε,οποιος και να'τανε και για οτι χρειαζονταν να'ρχονταν
και σκλαβους ειχα αμετρητους κι αλλα πολλα
που'χουν αυτοι που καλοπερνανε και πλουσιοι καλουνται
αλλα ο Διας ο Κρονιος με κατεστρεψε ετσι το'θελε 80
και τωρα προσεξε μηπως ποτε κι εσυ,γυναικα,χασεις ολη
την λαμψη,που σε ξεχωριζει μεσα στις σκλαβες
αν με σενα η κυρα θυμωσει και δυσαρεστηθει
η' ο Οδυσσεας γυρισει,οπως ακομα το ελπιζουν
κι αν εκεινος χαθηκε και πια δεν εχει γυρισμο
αλλα τωρα πια το παιδι σαν τον Απολλωνα ειναι,
ο Τηλεμαχος,απ'αυτον καμια μεσα στο σπιτι απ'τις γυναικες
δεν θα ξεφυγει ν'αυθαδιασει,επειδη ανηλικος δεν ειναι''88
.
.
.
[Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια τ',65-88]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἡ δ' Ὀδυσῆ' ἐνένιπε Μελανθὼ δεύτερον αὖτις·65
"ξεῖν', ἔτι καὶ νῦν ἐνθάδ' ἀνιήσεις διὰ νύκτα
δινεύων κατὰ οἶκον, ὀπιπεύσεις δὲ γυναῖκας;
ἀλλ' ἔξελθε θύραζε, τάλαν, καὶ δαιτὸς ὄνησο·
ἢ τάχα καὶ δαλῷ βεβλημένος εἶσθα θύραζε."
τὴν δ' ἄρ' ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς· 70
"δαιμονίη, τί μοι ὧδ' ἐπέχεις κεκοτηότι θυμῷ;
ἦ ὅτι δὴ ῥυπόω, κακὰ δὲ χροῒ εἵματα εἷμαι,
πτωχεύω δ' ἀνὰ δῆμον; ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει.
τοιοῦτοι πτωχοὶ καὶ ἀλήμονες ἄνδρες ἔασι.
καὶ γὰρ ἐγώ ποτε οἶκον ἐν ἀνθρώποισιν ἔναιον
ὄλβιος ἀφνειὸν καὶ πολλάκι δόσκον ἀλήτῃ
τοίῳ, ὁποῖος ἔοι καὶ ὅτευ κεχρημένος ἔλθοι·
ἦσαν δὲ δμῶες μάλα μυρίοι ἄλλα τε πολλά,
οἷσίν τ' εὖ ζώουσι καὶ ἀφνειοὶ καλέονται.
ἀλλὰ Ζεὺς ἀλάπαξε Κρονίων· ἤθελε γάρ που. 80
τῶ νῦν μή ποτε καὶ σύ, γύναι, ἀπὸ πᾶσαν ὀλέσσῃς
ἀγλαΐην, τῇ νῦν γε μετὰ δμῳῇσι κέκασσαι,
ἤν πώς τοι δέσποινα κοτεσσαμένη χαλεπήνῃ
ἢ Ὀδυσεὺς ἔλθῃ· ἔτι γὰρ καὶ ἐλπίδος αἶσα.
εἰ δ' ὁ μὲν ὣς ἀπόλωλε καὶ οὐκέτι νόστιμός ἐστιν,
ἀλλ' ἤδη παῖς τοῖος Ἀπόλλωνός γε ἕκητι,
Τηλέμαχος· τὸν δ' οὔ τις ἐνὶ μεγάροισι γυναικῶν
λήθει ἀτασθάλλουσ', ἐπεὶ οὐκέτι τηλίκος ἐστίν."88
στον Οδυσσεα την επεσε η Μελανθω για δευτερη φορα
''ξενε,ακομα και τωρα εδω θα μας ενοχλας μεσα στη νυχτα
στριφογυρνοντας στο σπιτι και να παιρνεις ματι τις γυναικες
αντε παρε δρομο,ταλαιπορε,το φαι κονομησες
η' μηπως θελεις με τη σκουπα να πεταχτεις εξω απ'τη πορτα
αυτη αυστηρα κοιτωντας της μιλησε ο πανεξυπνος Οδυσσεας 70
''διαολε,γιατι ετσ'εδω μου μπαινεις με κακια διαθεση
γιατ'ειμαι βρωμικος κι ασχημα στο σωμα ρουχα εχω
ζητιανευοντας στη πολη απ'την αναγκη της πεινας
τετοιοι ειν'οι φτωχοι κι οι περιπλανωμενοι ανθρωποι
κι εγω καποτε σ'ανθρωπινο σπιτι εμενα
ευτυχης με πλουτη και συχνα εδωνα στον περιπλανωμενο
σ'οποιονδηποτε,οποιος και να'τανε και για οτι χρειαζονταν να'ρχονταν
και σκλαβους ειχα αμετρητους κι αλλα πολλα
που'χουν αυτοι που καλοπερνανε και πλουσιοι καλουνται
αλλα ο Διας ο Κρονιος με κατεστρεψε ετσι το'θελε 80
και τωρα προσεξε μηπως ποτε κι εσυ,γυναικα,χασεις ολη
την λαμψη,που σε ξεχωριζει μεσα στις σκλαβες
αν με σενα η κυρα θυμωσει και δυσαρεστηθει
η' ο Οδυσσεας γυρισει,οπως ακομα το ελπιζουν
κι αν εκεινος χαθηκε και πια δεν εχει γυρισμο
αλλα τωρα πια το παιδι σαν τον Απολλωνα ειναι,
ο Τηλεμαχος,απ'αυτον καμια μεσα στο σπιτι απ'τις γυναικες
δεν θα ξεφυγει ν'αυθαδιασει,επειδη ανηλικος δεν ειναι''88
.
.
.
το ονειρο της Πηνελοπης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια τ'-στιχοι 536-554]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἀλλ' ἄγε μοι τὸν ὄνειρον ὑπόκριναι καὶ ἄκουσον.
χῆνές μοι κατὰ οἶκον ἐείκοσι πυρὸν ἔδουσιν
ἐξ ὕδατος, καί τέ σφιν ἰαίνομαι εἰσορόωσα·
ἐλθὼν δ' ἐξ ὄρεος μέγας αἰετὸς ἀγκυλοχήλης
πᾶσι κατ' αὐχένας ἦξε καὶ ἔκτανεν· οἱ δ' ἐκέχυντο 540
ἁθρόοι ἐν μεγάροισ', ὁ δ' ἐς αἰθέρα δῖαν ἀέρθη.
αὐτὰρ ἐγὼ κλαῖον καὶ ἐκώκυον ἔν περ ὀνείρῳ,
ἀμφὶ δέ μ' ἠγερέθοντο ἐϋπλοκαμῖδες Ἀχαιαί,
οἴκτρ' ὀλοφυρομένην, ὅ μοι αἰετὸς ἔκτανε χῆνας.
ἂψ δ' ἐλθὼν κατ' ἄρ' ἕζετ' ἐπὶ προὔχοντι μελάθρῳ,
φωνῇ δὲ βροτέῃ κατερήτυε φώνησέν τε·
"θάρσει, Ἰκαρίου κούρη τηλεκλειτοῖο·
οὐκ ὄναρ, ἀλλ' ὕπαρ ἐσθλόν, ὅ τοι τετελεσμένον ἔσται.
χῆνες μὲν μνηστῆρες, ἐγὼ δέ τοι αἰετὸς ὄρνις
ἦα πάρος, νῦν αὖτε τεὸς πόσις εἰλήλουθα, 550
ὃς πᾶσι μνηστῆρσιν ἀεικέα πότμον ἐφήσω."
ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐμὲ μελιηδὴς ὕπνος ἀνῆκε·
παπτήνασα δὲ χῆνας ἐνὶ μεγάροισ' ἐνόησα
πυρὸν ἐρεπτομένους παρὰ πύελον, ἧχι πάρος περ."
αλλ'ελα κι ακουσε τ'ονειρο και σε μενα ερμηνεψε το
εγω'χω εικοσι χηνες στο σπιτι που σταρι τρωνε μουσκεμενο
κι αυτες ζεστενεται απ'τη χαρα η καρδια μου να τις βλεπω,
κι απ'το βουνο ηρθε τρανος αετος με νυχια γαμψα
σ'ολες καταπανω πεφτοντας τους λαιμους εσπασε και σκοτωσε 540
κι αυτες σκορπισαν σωρος στις αιθουσες ,ενω αυτος στον λαμπερο
αερα σηκωθηκε,τοτε εγω'κλαιγα κι ουρλιαζα με λυγμους μεσ'τ'ονειρο
και γυρω μου μαζευτηκαν οι ομορφοπλεξουδες Αχαιετισες
τοσο θρηνουσα να λυπασαι,γιατι ο αετος μου σκοτωσε τις χηνες,
τοτ'αυτος γυριζοντας πισω καθισε σε μια προεξοχη του δοκαριου της στεγης
και μ'ανθρωπινη φωνη να μην οδυρομαι μου φωναξε
''παρε θαρρος.του Ικαριου κορη που στα περατα ειναι δοξασμενος
δεν ειν'ονειρο,αλλ'οπτασια καλη,που σε σενα θα πραγματοποιηθει,
οι χηνες οι μνηστηρες ειναι,εγω που σε σενα σαν αετος πουλι
πριν φανηκα,τωρα παλι σαν τον αντρα σου εχω γυρισει 550
που σ'ολους τους μνηστηρες ντροπιασμενη μοιρα θα φερω''
ετσι αυτος ειπε,τοτε ο γλυκος σαν μελι υπνος μ'αφησε
κι ειδα κοιττωντας γυρω τις χηνες στις αιθουσες και καταλαβα
σταρι να τσιμπολογουν στη λεκανι οπου και πριν εκει γυρω
.
.
.
Συν-Τομες Επανα-Ληψεις-Αχιλλεας και Βρισηιδα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Βρισηιδα- χ.ν.κουβελης
γι'αυτην την ψηλη μελαχροινη κι ομορφη
γυναικα την Βρισιηδα,απο την Λυρνησσο
αρχιζει η φοβερη μηνις τ'Αχιλεα
και αιτια για τους 15.693 δακτυλικους εξαμετρους
στιχους της Ιλιαδας
Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
οὐλομένην, ἥ μυρί’ Ἀχαιοῖς ἄλγε’ ἔθηκε,
πολλάς δ’ ἰφθίμους ψυχάς Ἄϊδι προΐαψεν
ἡρώων, αὐτούς δέ ἑλώρια τεῦχε κύνεσσιν
οἰωνοῖσί τε πᾶσι, Διός δ’ ἐτελείετο βουλή,
ἐξ οὗ δή τά πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε
Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καί δῖος Ἀχιλλεύς.
αυτην την Ιπποδαμεια που την αρπαξε απ'το σπιτι της ο Αχιλλεας
οταν εκει εκστρατευσε σκοτωνοντας
τον αντρα της και τα τρια αδερφια της
και σερνοντας την παρα τα κοιλα καραβια των Αχαιων
δουλα και γυναικα του
και πολυ οργισθηκε με τον Ατρειδη Αγαμεμνωνα
με το θρασος του
να ζητησει γι'ανταλλαγη τη δικια του Βρισηιδα
ας τα βγαλουν τοτε περα μονοι
τους παραταει αποσυρρει τους γενναιους Μυρμιδονες
αυτοι για την Ελενη τους
κι αυτος για την Βρισηιδα του
την οργη πες μας θεα,την καταραμενη του Πηληιαδη Αχιλεα
που μυρια βασανα στους Αχαιους εφερε
πολλες δε γενναιες ψυχες στον Αδη εστειλε ηρωων
αυτων τα κορμια ερριξε στα σκυλια και σ'ολα τα ορνια
του Δια εκπληρωθηκε η θεληση
οταν πρωτη φορα εχθρευτηκαν κι ηρθαν σε διασταση οι δυο
ο Ατρειδης αρχηγος αντρων κι ο θεικος Αχιλλεας
.
.
.
η Ελενη-τοιχογραφια σε καφενειο-αποσπασμα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
[Μεταφραζοντας Ομηρο]-χ.ν.κουβελης
ΛΟΓΟΜΑΧΙΑ ΕΛΕΝΗΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗΣ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Γ'-στιχοι 379-420]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
αὐτὰρ ὃ ἂψ ἐπόρουσε κατακτάμεναι μενεαίνων
380 ἔγχεϊ χαλκείῳ· τὸν δ᾽ ἐξήρπαξ᾽ Ἀφροδίτη
ῥεῖα μάλ᾽ ὥς τε θεός, ἐκάλυψε δ᾽ ἄρ᾽ ἠέρι πολλῇ,
κὰδ δ᾽ εἷσ᾽ ἐν θαλάμῳ εὐώδεϊ κηώεντι.
Αὐτὴ δ᾽ αὖ Ἑλένην καλέουσ᾽ ἴε· τὴν δὲ κίχανε
πύργῳ ἐφ᾽ ὑψηλῷ, περὶ δὲ Τρῳαὶ ἅλις ἦσαν·
385 χειρὶ δὲ νεκταρέου ἑανοῦ ἐτίναξε λαβοῦσα,
γρηῒ δέ μιν ἐϊκυῖα παλαιγενέϊ προσέειπεν
εἰροκόμῳ, ἥ οἱ Λακεδαίμονι ναιετοώσῃ
ἤσκειν εἴρια καλά, μάλιστα δέ μιν φιλέεσκε·
τῇ μιν ἐεισαμένη προσεφώνεε δῖ᾽ Ἀφροδίτη·
390 δεῦρ᾽ ἴθ᾽· Ἀλέξανδρός σε καλεῖ οἶκον δὲ νέεσθαι.
Κεῖνος ὅ γ᾽ ἐν θαλάμῳ καὶ δινωτοῖσι λέχεσσι
κάλλεΐ τε στίλβων καὶ εἵμασιν· οὐδέ κε φαίης
ἀνδρὶ μαχεσσάμενον τόν γ᾽ ἐλθεῖν, ἀλλὰ χορὸν δὲ
ἔρχεσθ᾽, ἠὲ χοροῖο νέον λήγοντα καθίζειν.
395 Ὣς φάτο, τῇ δ᾽ ἄρα θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ὄρινε·
καί ῥ᾽ ὡς οὖν ἐνόησε θεᾶς περικαλλέα δειρὴν
στήθεά θ᾽ ἱμερόεντα καὶ ὄμματα μαρμαίροντα,
θάμβησέν τ᾽ ἄρ᾽ ἔπειτα ἔπος τ᾽ ἔφατ᾽ ἔκ τ᾽ ὀνόμαζε·
δαιμονίη, τί με ταῦτα λιλαίεαι ἠπεροπεύειν;
400 ἦ πῄ με προτέρω πολίων εὖ ναιομενάων
ἄξεις, ἢ Φρυγίης ἢ Μῃονίης ἐρατεινῆς,
εἴ τίς τοι καὶ κεῖθι φίλος μερόπων ἀνθρώπων·
οὕνεκα δὴ νῦν δῖον Ἀλέξανδρον Μενέλαος
νικήσας ἐθέλει στυγερὴν ἐμὲ οἴκαδ᾽ ἄγεσθαι,
405 τοὔνεκα δὴ νῦν δεῦρο δολοφρονέουσα παρέστης;
ἧσο παρ᾽ αὐτὸν ἰοῦσα, θεῶν δ᾽ ἀπόεικε κελεύθου,
μηδ᾽ ἔτι σοῖσι πόδεσσιν ὑποστρέψειας Ὄλυμπον,
ἀλλ᾽ αἰεὶ περὶ κεῖνον ὀΐζυε καί ἑ φύλασσε,
εἰς ὅ κέ σ᾽ ἢ ἄλοχον ποιήσεται ἢ ὅ γε δούλην.
410 Κεῖσε δ᾽ ἐγὼν οὐκ εἶμι· νεμεσσητὸν δέ κεν εἴη·
κείνου πορσανέουσα λέχος· Τρῳαὶ δέ μ᾽ ὀπίσσω
πᾶσαι μωμήσονται· ἔχω δ᾽ ἄχε᾽ ἄκριτα θυμῷ.
Τὴν δὲ χολωσαμένη προσεφώνεε δῖ᾽ Ἀφροδίτη·
μή μ᾽ ἔρεθε σχετλίη, μὴ χωσαμένη σε μεθείω,
415 τὼς δέ σ᾽ ἀπεχθήρω ὡς νῦν ἔκπαγλ᾽ ἐφίλησα,
μέσσῳ δ᾽ ἀμφοτέρων μητίσομαι ἔχθεα λυγρὰ
Τρώων καὶ Δαναῶν, σὺ δέ κεν κακὸν οἶτον ὄληαι.
Ὣς ἔφατ᾽, ἔδεισεν δ᾽ Ἑλένη Διὸς ἐκγεγαυῖα,
βῆ δὲ κατασχομένη ἑανῷ ἀργῆτι φαεινῷ
420 σιγῇ, πάσας δὲ Τρῳὰς λάθεν· ἦρχε δὲ δαίμων
.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
και μετα ξανα πηδηξε κατα πανω του να τον σκοτωσει
με το χαλκινο κονταρι.αυτον δε τον αρπαξε η Αφροδιτη 380
σαν θεα που ηταν μπορεσε.τον καλυψε με πυκνη ομιχλη γυρω
και στην ευωδιασμενη καμαρα της γυναικας του τον βαζει.
αυτη δε αμεσως την Ελενη να φωναξει πηγε.τη συναπαντησε
στον πυργο στα ψηλα γυρω δε Τρωαδιτισσες πληθος ηταν
με το χερι πιανοντας τ'αρωματισμενο φορεμα την τραβηξε 385
σε γριας μοιαζοντας την οψη πολυ γερασμενης της μιλησε
σε μια υφαντρα που στην Λακεδαιμωνα εμενε
κι εγνεθε λεπτα μαλλια,πολυ δε σ'αυτην αρεσε
σ'αυτην ομοιασμενη της μιλησε η θεικη Αφροδιτη
''Ελα δω.ο Αλεξανδρος σε καλει στο σπιτι να πας 390
εκεινος ειναι μεσα στη καμαρα και στο περιτεχνο κρεβατι
στην ομορφια λαμπωντας και στα ρουχα.και δεν θα'λεγες
σ'αντρα απο μαχη που μαχονταν να'ρθε,αλλα σε χορο
παει,η' απο χορο που πριν λιγο τελειωσε αναπαυεται
Ετσι ειπε,κι αυτης τοτε η καρδια στα στηθια ταραχτηκε 395
κι αμεσως λοιπον οπως καταλαβε τη θεα απ'την πανεμορφη σαρκα
απ'τα ποθητα στηθη και απ'τα φεγγοβολα ματια
θαμπωθηκε κι αμεσως επειτα λογο της ειπε και την ονομασε.
''Δαιμονια,γιατι μ'αυτα επιθυμεις να μ'απατησεις;
η' μηπως πρωτα σε πολεις καλα κατοικημενες 400
εμενα πας,η' στη Φρυγια η' στην Μαιονια την εξοχη
αν καποιος σε σενα και κει ειν'αγαπητος των ομιλουντων ανθρωπων
ειτε λοιπον γιατι τωρα τον θειο Αλεξανδρο ο Μενελαος
αφου νικησε θελει την απεχθη εμενα στο σπιτι να φερει
γι'αυτο λοιπον τωρα εδω σκεπτομενη απατη εμφανισθηκες 405
εσυ κοντα του σ'αυτον πηγαινε,των θεων απαρνησου το δρομο
ουτ'ακομη τα ποδια σου να στρεψεις προς τον Ολυμπο
αλλα παντοτε κοντα σ'εκεινον υποφερε και προστατεψε
μεχρι σ'αυτον εσενα η' γυναικα κανει η' σ'αυτον δουλα
Εκει δ'εγω δεν παω.ντροπη αυτο θα ηταν. 410
εκεινου να προετοιμασω το κρεβατι .οι Τρωαδιτισσες πισω μου
ολες θα το κατεκριναν.εχω δε παθη απερισκεπτα στη καρδια
Αυτην δε οργισμενη προσφωνησε η θεικη Αφροδιτη
μη μ'ερεθιζεις αθλια,μηπως θυμωμενη σε παρατησω
τοσο δε σ'εχθρευτω οσο ως τωρα υπερβολικα σ'αγαπουσα 415
αναμεσα δε στους δυο μηχανευτω εχθρα ολεθρια
Τρωων και Δαναων,εσυ δε μ'εκεινους απο κακια μοιρα αφανισθεις
Ετσι ειπε,φοβηθηκε δε η Ελενη η γεννημενη απ'τον Δια
βαδισε δε σκεπασμενη σφιχτα στο ακτινοβολο λευκο φορεμα
στη σιωπη,απ'ολες τις Τρωαδιτισσες κρυφα.προηγουνταν δε η θεα 420
.
.
.
Καβάλα στον Πήγασο, ο Βελλερεφόντης σκοτώνει την Χίμαιρα κυλίκιο
του 4ου αι. π.Χ. από την Κάτω Ιταλία
.
.
[Μεταφραζοντας Ομηρο]-χ.ν.κουβελης
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΒΕΛΛΕΡΕΦΟΝΤΗ
[Ομηρου Ιλιαδα-Ραψωδια Ζ'-στιχοι 144-211]μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
Τὸν δ' αὖθ' Ἱππολόχοιο προσηύδα φαίδιμος υἱός·
Τυδεΐδη μεγάθυμε τί ἢ γενεὴν ἐρεείνεις;145
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν.
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
εἰ δ' ἐθέλεις καὶ ταῦτα δαήμεναι ὄφρ' ἐῢ εἰδῇς 150
ἡμετέρην γενεήν, πολλοὶ δέ μιν ἄνδρες ἴσασιν·
ἔστι πόλις Ἐφύρη μυχῷ Ἄργεος ἱπποβότοιο,
ἔνθα δὲ Σίσυφος ἔσκεν, ὃ κέρδιστος γένετ' ἀνδρῶν,
Σίσυφος Αἰολίδης· ὃ δ' ἄρα Γλαῦκον τέκεθ' υἱόν,
αὐτὰρ Γλαῦκος τίκτεν ἀμύμονα Βελλεροφόντην·155
τῷ δὲ θεοὶ κάλλός τε καὶ ἠνορέην ἐρατεινὴν
ὤπασαν· αὐτάρ οἱ Προῖτος κακὰ μήσατο θυμῷ,
ὅς ῥ' ἐκ δήμου ἔλασσεν, ἐπεὶ πολὺ φέρτερος ἦεν,
Ἀργείων· Ζεὺς γάρ οἱ ὑπὸ σκήπτρῳ ἐδάμασσε.
τῷ δὲ γυνὴ Προίτου ἐπεμήνατο δῖ' Ἄντεια 160
κρυπταδίῃ φιλότητι μιγήμεναι· ἀλλὰ τὸν οὔ τι
πεῖθ' ἀγαθὰ φρονέοντα δαΐφρονα Βελλεροφόντην.
ἣ δὲ ψευσαμένη Προῖτον βασιλῆα προσηύδα·
τεθναίης ὦ Προῖτ', ἢ κάκτανε Βελλεροφόντην,
ὅς μ' ἔθελεν φιλότητι μιγήμεναι οὐκ ἐθελούσῃ.165
ὣς φάτο, τὸν δὲ ἄνακτα χόλος λάβεν οἷον ἄκουσε·
κτεῖναι μέν ῥ' ἀλέεινε, σεβάσσατο γὰρ τό γε θυμῷ,
πέμπε δέ μιν Λυκίην δέ, πόρεν δ' ὅ γε σήματα λυγρὰ
γράψας ἐν πίνακι πτυκτῷ θυμοφθόρα πολλά,
δεῖξαι δ' ἠνώγειν ᾧ πενθερῷ ὄφρ' ἀπόλοιτο. 170
αὐτὰρ ὁ βῆ Λυκίην δὲ θεῶν ὑπ' ἀμύμονι πομπῇ.
ἀλλ' ὅτε δὴ Λυκίην ἷξε Ξάνθόν τε ῥέοντα,
προφρονέως μιν τῖεν ἄναξ Λυκίης εὐρείης·
ἐννῆμαρ ξείνισσε καὶ ἐννέα βοῦς ἱέρευσεν.
ἀλλ' ὅτε δὴ δεκάτη ἐφάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠὼς 175
καὶ τότε μιν ἐρέεινε καὶ ᾔτεε σῆμα ἰδέσθαι
ὅττί ῥά οἱ γαμβροῖο πάρα Προίτοιο φέροιτο.
αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ σῆμα κακὸν παρεδέξατο γαμβροῦ,
πρῶτον μέν ῥα Χίμαιραν ἀμαιμακέτην ἐκέλευσε
πεφνέμεν· ἣ δ' ἄρ' ἔην θεῖον γένος οὐδ' ἀνθρώπων, 180
πρόσθε λέων, ὄπιθεν δὲ δράκων, μέσση δὲ χίμαιρα,
δεινὸν ἀποπνείουσα πυρὸς μένος αἰθομένοιο,
καὶ τὴν μὲν κατέπεφνε θεῶν τεράεσσι πιθήσας.
δεύτερον αὖ Σολύμοισι μαχέσσατο κυδαλίμοισι·
καρτίστην δὴ τήν γε μάχην φάτο δύμεναι ἀνδρῶν. 185
τὸ τρίτον αὖ κατέπεφνεν Ἀμαζόνας ἀντιανείρας.
τῷ δ' ἄρ' ἀνερχομένῳ πυκινὸν δόλον ἄλλον ὕφαινε·
κρίνας ἐκ Λυκίης εὐρείης φῶτας ἀρίστους
εἷσε λόχον· τοὶ δ' οὔ τι πάλιν οἶκον δὲ νέοντο·
πάντας γὰρ κατέπεφνεν ἀμύμων Βελλεροφόντης. 190
ἀλλ' ὅτε δὴ γίγνωσκε θεοῦ γόνον ἠῢν ἐόντα
αὐτοῦ μιν κατέρυκε, δίδου δ' ὅ γε θυγατέρα ἥν,
δῶκε δέ οἱ τιμῆς βασιληΐδος ἥμισυ πάσης·
καὶ μέν οἱ Λύκιοι τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης, ὄφρα νέμοιτο. 195
ἣ δ' ἔτεκε τρία τέκνα δαΐφρονι Βελλεροφόντῃ
Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν.
Λαοδαμείῃ μὲν παρελέξατο μητίετα Ζεύς,
ἣ δ' ἔτεκ' ἀντίθεον Σαρπηδόνα χαλκοκορυστήν.
ἀλλ' ὅτε δὴ καὶ κεῖνος ἀπήχθετο πᾶσι θεοῖσιν, 200
ἤτοι ὃ κὰπ πεδίον τὸ Ἀλήϊον οἶος ἀλᾶτο
ὃν θυμὸν κατέδων, πάτον ἀνθρώπων ἀλεείνων·
Ἴσανδρον δέ οἱ υἱὸν Ἄρης ἆτος πολέμοιο
μαρνάμενον Σολύμοισι κατέκτανε κυδαλίμοισι·
τὴν δὲ χολωσαμένη χρυσήνιος Ἄρτεμις ἔκτα. 205
Ἱππόλοχος δέ μ' ἔτικτε, καὶ ἐκ τοῦ φημι γενέσθαι·
πέμπε δέ μ' ἐς Τροίην, καί μοι μάλα πόλλ' ἐπέτελλεν
αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων,
μηδὲ γένος πατέρων αἰσχυνέμεν, οἳ μέγ' ἄριστοι
ἔν τ' Ἐφύρῃ ἐγένοντο καὶ ἐν Λυκίῃ εὐρείῃ. 210
ταύτης τοι γενεῆς τε καὶ αἵματος εὔχομαι εἶναι.
.
.
σ'αυτον αμεσως του Ιππολοχου μιλησε ο λαμπρος γιος
γιε του Τυδεα μεγαλοψυχε ποια ειν'η γεννια μου ρωτας; 145
οποια των φυλλων η γεννια τετοια δε και των ανθρωπων
φυλλα τα μεν κι ο ανεμος χαμω ριχνει,αλλα δε το δασος
ολο ζωντανια φυτρωνει,της ανοιξης οταν επερχεται η ωρα
οπως των ανθρωπων η γεννια,η μεν φυτρωνει η δε τελειωνει
αν δε θελεις κι αυτα να μαθεις για να καλα γνωρισεις 150
την δικια μου γεννια αφου πολλοι ανθρωποι την γνωριζουν
υπαρχει πολις Εφυρα βαθεια μεσ'στ'Αργος π'αλογα θρεφει
εκει δε ο Σισυφος ηταν,ο πιο απληστος που'γινε απ'ανθρωπους
ο Σισυφος γιος του Αιολου,αυτος δε τον Γλαυκο γεννησε γιο
μετα ο Γλαυκος γεννησε τον αμεμπτο Βελλερεφοντην 155
σ'αυτον οι θεοι κι ωραιοτητα κι ανδρεια εξοχην
εστειλαν.μετα σ'αυτον ο Προιτος κακα μηχανευτηκε στη καρδια
αυτον απ'τον δημο εκδιωξε επειδη πολυ ανωτερος ηταν
των Αργειων.ο Διας αυτον κατ'απ'το σκηπτρο του ελεγχε
μ'αυτον δε η γυναικα του Προιτου ξετρελλαθηκε η θεια Αντεια 160
με κρυφο ερωτα να σμιξει αλλ'αυτον καθολου δεν καταφερε
τον αγαθα σκεπτομενο τον συνετο το φρονημα Βελλερεφοντην
αυτη δε ψευδομενη στον Προιτο βασιλια μιλησε
πεθανε Προιτε η' σκοτωσε τον Βελλερεφοντην
που'θελε μ'ερωτα με μενα να σμιξει χωρις να θελω 165
ως το'πε τον δε βασιλια οργη επιασε απ'αυτο π'ακουσε
να τον σκοτωσει μεν τ'αποφυγε δεν τ'αντεχε στη καρδια
τον εστειλε δε στη Λυκια και του'δωσε δε ολεθρια σηματα
γραφοντας σε διπλωμενο πινακα φθοροφορα στη καρδια πολλα
να δειχτει και ν'ανοιχτει στον πενθερο για να χαθει 170
τοτ'αυτος βαδισε στη Λυκια κατω δε απ'των θεων την αμεμπτο συνοδεια
αλλ'οταν λοιπον στη Λυκια εφθασε και στον Ξανθο τον ρεοντα
προθυμα τον ετιμησε ο βασιλιας της Λυκιας της ευρυχωρης
εννια μερες τον φιλοξενισε κι εννια βοδια θυσιασε σφαζοντας
αλλ'οταν λοιπον τη δεκατη φωτισε η ροδοδαχτυλη Αυγη 175
τοτε μονο τον ρωτησε και ζητησε το σημα να γνωρισει
αυτο που σ'αυτον απ'τον γαμβρον τον Προιτο εφερε
μετα οταν το κακο σημα του παραδοθηκε του γαμβρου
πρωτον μεν την Χιμαιρα την ακαταμαχητην διεταξε
να χτυπησει.αυτη δε ηταν θεικη γεννια οχι ανθρωπων 180
μπροστα λιονταρι πισω δρακος στη μεση δε γιδα χιμαιρα
φοβερη εκπνεοντας φωτιας ορμη φλογερη
κι αυτη σκοτωσε στων θεων τα σημαδια υπακουοντας
δευτερον με τους Σολυμους μαχευσε τους ξακουστους
τοσο ισχυρη μαχη ελεγε δεν γινεται ανθρωπων 185
το τριτον σκοτωσε τις Αμαζονες ισες μ'αντρες αντιπαλες
σ'αυτον δεν οταν επεστρεφε πανουργον δολο αλλον υφανε
διαλεγοντας απ'την Λυκια την ευρυχωρη τους πιο αριστους
εστησε ενεδρα.απ'αυτους δε ουτ'ενας παλι σπιτι γυρισε
ολους τους σκοτωσε ο αμεμπτος Βελλερεφοντης 190
αλλ'οταν καταλαβε απο θεου γονου φυτρα ηταν
αυτον κρατησε του'δωσε δε τη θυγατερα του
εδωσε δε σ'αυτον τη μιση ολης της βασιλικης τιμης
κι οι Λυκιοι τεμενος του χωρισαν εξοχο απ'αλλα
ομορφης δενδροφυτειας και χωραφιου για να τα μοιραζεται 195
αυτη δε γεννησε τρια παιδια στον συνετο το φρονημα Βελλερεφοντην
τον Ισανδρον και τον Ιππολοχον και την Λαοδαμειαν
με την Λαοδαμεια συνεβρεθηκε ο σοφος Διας
αυτη δε γεννησε τον ισοθεο Σαρπηδονα τον χαλκοοπλοφορο
αλλ'οταν τελικα κι εκεινος εχθρευθηκε απ'ολους τους θεους 200
αληθεια αυτος κατω στον Αληιο τοπο μονος περιπλανηθηκε
την καρδια του κατατρωγοντας πατημα ανθρωπων αποφευγοντας
τον Ισανδρον δε τον γιο του ο Αρης ο αχορταγος για πολεμο
μαχομενον με τους Σολυμους τους ξακουστους τον σκοτωσε
την δε κορη του οργισμενη η με τα χρυσα χαλιναρια Αρτεμη σκοτωσε 205
ο Ιππολοχος εμενα γεννησε κι απ'αυτον λεγω να γεννηθηκα
μ'εστειλε δε στη Τροια και σε μενα παρα πολλα εδωσε εντολη
παντα ν'αριστευεις και να υπερεχεις των αλλων
ουτε το γενος των πατερων να ντροπιασω που παρα πολυ αριστοι
μεσ'την Εφυρα εγιναν και στην Λυκια την ευρυχωρη 210
τουτης σε σενα και της γεννιας και του αιματος καυχωμαι να'μαι
.
.
.
Αχιλεας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΧΙΛΗΟΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 467-491]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
ἦλθε δ' ἐπὶ ψυχὴ Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος
καὶ Πατροκλῆος καὶ ἀμύμονος Ἀντιλόχοιο
Αἴαντός θ', ὃς ἄριστος ἔην εἶδός τε δέμας τε
τῶν ἄλλων Δαναῶν μετ' ἀμύμονα Πηλεΐωνα. 470
ἔγνω δὲ ψυχή με ποδώκεος Αἰακίδαο
καί ῥ' ὀλοφυρομένη ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν' Ὀδυσσεῦ,
σχέτλιε, τίπτ' ἔτι μεῖζον ἐνὶ φρεσὶ μήσεαι ἔργον;
πῶς ἔτλης Ἄϊδόσδε κατελθέμεν, ἔνθα τε νεκροὶ 475
ἀφραδέες ναίουσι, βροτῶν εἴδωλα καμόντων;»
ὣς ἔφατ', αὐτὰρ ἐγώ μιν ἀμειβόμενος προσέειπον·
«ὦ Ἀχιλεῦ, Πηλῆος υἱέ, μέγα φέρτατ' Ἀχαιῶν,
ἦλθον Τειρεσίαο κατὰ χρέος, εἴ τινα βουλὴν
εἴποι, ὅπως Ἰθάκην ἐς παιπαλόεσσαν ἱκοίμην· 480
οὐ γάρ πω σχεδὸν ἦλθον Ἀχαιΐδος οὐδέ πω ἁμῆς
γῆς ἐπέβην, ἀλλ' αἰὲν ἔχω κακά. σεῖο δ', Ἀχιλλεῦ,
οὔ τις ἀνὴρ προπάροιθε μακάρτερος οὔτ' ἄρ' ὀπίσσω·
πρὶν μὲν γάρ σε ζωὸν ἐτίομεν ἶσα θεοῖσιν
Ἀργεῖοι, νῦν αὖτε μέγα κρατέεις νεκύεσσιν 485
ἐνθάδ' ἐών· τῶ μή τι θανὼν ἀκαχίζευ, Ἀχιλλεῦ.»
ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ' αὐτίκ' ἀμειβόμενος προσέειπε·
«μὴ δή μοι θάνατόν γε παραύδα, φαίδιμ' Ὀδυσσεῦ.
βουλοίμην κ' ἐπάρουρος ἐὼν θητευέμεν ἄλλῳ,
ἀνδρὶ παρ' ἀκλήρῳ, ᾧ μὴ βίοτος πολὺς εἴη, 490
ἢ πᾶσιν νεκύεσσι καταφθιμένοισιν ἀνάσσειν.''
ηρθ'επανω η ψυχη του γιου του Πηλεα Αχιλεα
και του Πατροκλου και του αμεμπτου Αντιλοχου
και του Αιαντα,που'ταν πρωτος στην οψη και στο κορμι
των αλλων Δαναων μετα τον αμεμπτο του Πηλεα 470
με γνωρισε η ψυχη του γρηγοροποδαρου γονου του Αιακου
και σπαρακτικα θρηνωντας λογια φτερωτα μιλησε.
''γονε θεου γιε του Λαερτη,πολυμηχανε Οδυσσεα
παρατολμε,τι αραγε ακομη μεγαλο στο νου μηχανευεσαι εργο
πως αντεξες στον Αδη να κατερθεις,οπου οι νεκροι 475
αναισθητοι διαμενουν,ειδωλα θνητων τελειωμενων;''
ετσ'ειπε,τοτ'εγω σ'αυτον ανταποκρινομενος μιλησα.
''ω Αχιλεα,του Πηλεα γιε,πολυ υπερτερε των Αχαιων,
ηρθα στον Τειρεσια κατ'αναγκη,αν καποια συμβουλη
εχει να πει,πως στην Ιθακη στη δυσβατη θα φτασω 480
ουτ'ακομα πλησιασα Αχαικη γη,ουτ'ακομα της δικης μου
γης πατησα,αλλα παντοτ'εχω βασανα,σαν εσενα,Αχιλεα,
κανενας ανθρωπος στα περασμενα πιο καλοτυχος ουτε στα μεταπειτα
πριν οταν ζουσες σε τιμουσαμε ισα με τους θεους
οι Αργειοι ,τωρα παλι παρα πολυ κραταιος στους νεκρους 485
εδω οπ'ηρθες.οτι πεθανες μη σε πικραινει,Αχιλλεα''
ετσ'ειπα,τοτ'αυτος σε μενα ανταποκρινομενος μιλησε.
''μη τωρα σε μενα τον θανατο με λογια παρηγορεις,λαμπρε Οδυσσεα,
θα΄θελα στα χωραφια να'μουν να υπηρετω σ'αλλον,
σ'ανθρωπο κοντα ακληρο,στον οποιο πολυ βιος να μην ειναι, 490
παρα σ'ολους τους νεκρους τους σβησμενους να βασιλευω''
.
.
.
.
Αιας ο Τελαμωνιος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΙΑΝΤΟΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 543-564]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
οἴη δ᾿ Αἴαντος ψυχὴ Τελαμωνιάδαο
νόσφιν ἀφεστήκει, κεχολωμένη εἵνεκα νίκης,
τήν μιν ἐγὼ νίκησα δικαζόμενος παρὰ νηυσὶ 545
τεύχεσιν ἀμφ᾿ Ἀχιλῆος: ἔθηκε δὲ πότνια μήτηρ.
παῖδες δὲ Τρώων δίκασαν καὶ Παλλὰς Ἀθήνη.
ὡς δὴ μὴ ὄφελον νικᾶν τοιῷδ᾿ ἐπ᾿ ἀέθλῳ:
τοίην γὰρ κεφαλὴν ἕνεκ᾿ αὐτῶν γαῖα κατέσχεν,
Αἴανθ᾿, ὃς πέρι μὲν εἶδος, πέρι δ᾿ ἔργα τέτυκτο 550
τῶν ἄλλων Δαναῶν μετ᾿ ἀμύμονα Πηλεί̈ωνα.
τὸν μὲν ἐγὼν ἐπέεσσι προσηύδων μειλιχίοισιν:
«Αἶαν, παῖ Τελαμῶνος ἀμύμονος, οὐκ ἄρ᾿ ἔμελλες
οὐδὲ θανὼν λήσεσθαι ἐμοὶ χόλου εἵνεκα τευχέων
οὐλομένων; τὰ δὲ πῆμα θεοὶ θέσαν Ἀργείοισι,555
τοῖος γάρ σφιν πύργος ἀπώλεο: σεῖο δ᾿ Ἀχαιοὶ
ἶσον Ἀχιλλῆος κεφαλῇ Πηληϊάδαο
ἀχνύμεθα φθιμένοιο διαμπερές: οὐδέ τις ἄλλος
αἴτιος, ἀλλὰ Ζεὺς Δαναῶν στρατὸν αἰχμητάων
ἐκπάγλως ἤχθηρε, τεὶ̈ν δ᾿ ἐπὶ μοῖραν ἔθηκεν. 560
ἀλλ᾿ ἄγε δεῦρο, ἄναξ, ἵν᾿ ἔπος καὶ μῦθον ἀκούσῃς
ἡμέτερον: δάμασον δὲ μένος καὶ ἀγήνορα θυμόν.’
ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ᾿ οὐδὲν ἀμείβετο, βῆ δὲ μετ᾿ ἄλλας
ψυχὰς εἰς Ἔρεβος νεκύων κατατεθνηώτων.
μον'αυτη του Αιαντα η ψυχη του γιου του Τελαμωνα
μακρια στεκονταν,χολωμενη για τη νικη
αυτη που αυτον εγω νικησα κρινομενος κοντα στα καραβια 545
για τα οπλα τ'Αχιλεα,π'ορισε η σεβαστη μητερα.
[τα παιδια των Τρωων εκριναν και η Παλαδα Αθηνα]
ας τοτε να μην επρεπε να νικησω τετοιο επαθλο
τετοιο κεφαλη εξ'αιτιας των η γη κατεχει
τον Αιαντα,αυτος που για την οψη,για τα εργα τυγχανε 550
πρωτος των αλλων Δαναων μετα τον αμεμπτο του Πηλεα
αυτον εγω με λογια του ειπα γλυκα
''Αιαντα,παιδι του Τελαμωνα του αμεμπτου,δεν σου'μελλε
ουτε πεθαμενος να λησμονισεις σε μενα τη πικρα για τα οπλα
τα καταραμενα;αυτα τα βασανα οι θεοι τα ορισαν στους Αργειουςν 555
τετοιος σ'αυτους πυργος χαθηκε.εσενα οι Αχαιοι
ισα του Αχιλλεα πρωτο απογονο του Πηλεα
θρηνησαμε χαμενο ακαταπαυστα.κανενας αλλος
αιτιος,παρα ο Ζευς των Δαναων τον στρατο των κονταριστων
τρομερα εχθρευτηκε, θανατον στη μοιρα σου ορισε 560
αλλ'ελα εδω.βασιλια,τα λογια και τη φωνη ν'ακουσεις
τη δικη μου.δαμασε την οργη και τον ανδροπρεπη θυμο''
«ὣς ἐφάμην, ὁ δέ μ᾿ οὐδὲν ἀμείβετο, βῆ δὲ μετ᾿ ἄλλας
ετσι ειπα,αυτος τιποτα δεν μ'απαντησε,πηγε με τις αλλες
ψυχες στο Ερεβος των πεθαμενων νεκρων
.
.
.
Τηρω-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αντιοπη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΤΗΡΩΣ ΑΝΤΙΟΠΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 233-265]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
αἱ δὲ προμνηστῖναι ἐπήϊσαν, ἠδὲ ἑκάστη
ὃν γόνον ἐξαγόρευεν· ἐγὼ δ' ἐρέεινον ἁπάσας.
ἔνθ' ἦ τοι πρώτην Τυρὼ ἴδον εὐπατέρειαν, 235
ἣ φάτο Σαλμωνῆος ἀμύμονος ἔκγονος εἶναι,
φῆ δὲ Κρηθῆος γυνὴ ἔμμεναι Αἰολίδαο·
ἣ ποταμοῦ ἠράσσατ' Ἐνιπῆος θείοιο,
ὃς πολὺ κάλλιστος ποταμῶν ἐπὶ γαῖαν ἵησι,
καί ῥ' ἐπ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο καλὰ ῥέεθρα. 240
τῷ δ' ἄρα εἰσάμενος γαιήοχος ἐννοσίγαιος
ἐν προχοῇς ποταμοῦ παρελέξατο δινήεντος·
πορφύρεον δ' ἄρα κῦμα περιστάθη οὔρεϊ ἶσον,
κυρτωθέν, κρύψεν δὲ θεὸν θνητήν τε γυναῖκα.
λῦσε δὲ παρθενίην ζώνην, κατὰ δ' ὕπνον ἔχευεν. 245
αὐτὰρ ἐπεί ῥ' ἐτέλεσσε θεὸς φιλοτήσια ἔργα,
ἔν τ' ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
«χαῖρε, γύναι, φιλότητι· περιπλομένου δ' ἐνιαυτοῦ
τέξεαι ἀγλαὰ τέκνα, ἐπεὶ οὐκ ἀποφώλιοι εὐναὶ
ἀθανάτων· σὺ δὲ τοὺς κομέειν ἀτιταλλέμεναί τε. 250
νῦν δ' ἔρχευ πρὸς δῶμα καὶ ἴσχεο μηδ' ὀνομήνῃς·
αὐτὰρ ἐγώ τοί εἰμι Ποσειδάων ἐνοσίχθων.»
ὣς εἰπὼν ὑπὸ πόντον ἐδύσετο κυμαίνοντα.
ἡ δ' ὑποκυσαμένη Πελίην τέκε καὶ Νηλῆα,
τὼ κρατερὼ θεράποντε Διὸς μεγάλοιο γενέσθην 255
ἀμφοτέρω· Πελίης μὲν ἐν εὐρυχόρῳ Ἰαολκῷ
ναῖε πολύῤῥηνος, ὁ δ' ἄρ' ἐν Πύλῳ ἠμαθόεντι.
τοὺς δ' ἑτέρους Κρηθῆϊ τέκεν βασίλεια γυναικῶν,
Αἴσονά τ' ἠδὲ Φέρητ' Ἀμυθάονά θ' ἱππιοχάρμην.
.
τὴν δὲ μέτ' Ἀντιόπην ἴδον, Ἀσωποῖο θύγατρα, 260
ἣ δὴ καὶ Διὸς εὔχετ' ἐν ἀγκοίνῃσιν ἰαῦσαι,
καί ῥ' ἔτεκεν δύο παῖδ', Ἀμφίονά τε Ζῆθόν τε,
οἳ πρῶτοι Θήβης ἕδος ἔκτισαν ἑπταπύλοιο
πύργωσάν τ', ἐπεὶ οὐ μὲν ἀπύργωτόν γ' ἐδύναντο
ναιέμεν εὐρύχορον Θήβην, κρατερώ περ ἐόντε. 265
.
αυτες η μια μετα την αλλη ακολουθουσε,κι η καθεμια
απο ποιον γονο ομολογουσε,εγω τις ρωτουσα ολες
εκει πρωτη την Τυρω ειδα απο ευγενη πατερα 235
αυτη ειπε του Σαλμωνεα του αμεμπτου τεκνο ειναι
ειπε του Κρηθεα γυναικα υπηρξε του Αιολου
αυτη του ποταμου ερωτευθηκε του Ενιπεα του θεικου
αυτος πολυ ωραιοτατος απ'τους ποταμους πανω στη γη ηταν
και γι'αυτο στου Ενιπεα πηγαινοερχονταν τα ομορφα νερα που ρεαν 240
σ'αυτον τοτ'εμοιασε ο περιβαλλων τη γη της γης ο σειστης
στις εκβολες του ποταμου ξαπλωσε μαζι της κρυφα του πολυστροβιλου
πορφυρο τοτε κυμα τους περικυκλωσε σ'ορος ισο,
κυρτωμενο,εκρυψε τον θεο και τη θνητη γυναικα,
ελυσε την παρθενικη ζωνη,σ'υπνο την βυθισε 245
τοτ'οταν τελειωσε ο θεος τα ερωτικα εργα
στο χερι της τοτε την σφιγγει και λογο μιλησε κι ονομασε
''χαιρε,γυναικα,στον ερωτα.με το γυρισμα του χρονου
θα τεκνοποιησεις λαμπρα τεκνα,επειδη δεν ειν'ανωφελα τα κρεβατια
των αθανατων.εσυ αυτα φροντισε και ν'αναθρεψε 250
τωρα τραβα στο σπιτι και συγκρατησου μην ονοματισεις
επειδη εγω οπως βλεπεις ειμ'ο Ποσειδωνας ο σειστης της γης''
ετσ'ειπε και στον ποντο βουτηξε τον κυματιζοντα ,
αυτη μενοντας εγκυος τον Πελια τεκνοποιησε και τον Νηλεα
στου κρατερου Δια υπηρετες αφοσιωμενοι του μεγαλου εγιναν 255
και οι δυο.ο Πελιας στην ευρυχωρη Ιωλκο
εγκατασταθηκε με πολλα προβατα,ο αλλος στην αμμουδερη Πυλο
τους αλλους με τον Κρηθεα τεκνοποιησε η βασιλικη των γυναικων
τον Αισονα και τον Φερη τον Αμυθαονα τον μαχητη πανω σ'αρμα
.
μετα την Αντιοπη ειδα,του Ασωπου τη θυγατερα 260
αυτη τωρα περηφανευονταν πως στην αγκαλια του Δια περασε τη νυχτα
και τοτε τεκνοποιησε δυο παιδια,το Αμφιονα και τον Ζηθον
αυτοι πρωτοι της Θηβας τον τοπο διαμονης εκτισαν της εφταπυλης
και τον πυργωσαν,επειδη απυργωτη δεν μπορουσαν
να διαμενουν την ευρυχωρη Θηβα,κρατεροι ας ηταν 265
.
.
.
Αλκμηνη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Μεγαρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Επικαστη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΛΚΜΗΝΗΣ ΜΕΓΑΡΑΣ ΕΠΙΚΑΣΤΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 266-280]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τὴν δὲ μετ' Ἀλκμήνην ἴδον, Ἀμφιτρύωνος ἄκοιτιν,
ἥ ῥ' Ἡρακλῆα θρασυμέμνονα θυμολέοντα
γείνατ' ἐν ἀγκοίνῃσι Διὸς μεγάλοιο μιγεῖσα·
καὶ Μεγάρην, Κρείοντος ὑπερθύμοιο θύγατρα,
τὴν ἔχεν Ἀμφιτρύωνος υἱὸς μένος αἰὲν ἀτειρής. 270
μητέρα τ' Οἰδιπόδαο ἴδον, καλὴν Ἐπικάστην,
ἣ μέγα ἔργον ἔρεξεν ἀϊδρείῃσι νόοιο
γημαμένη ᾧ υἷϊ· ὁ δ' ὃν πατέρ' ἐξεναρίξας
γῆμεν· ἄφαρ δ' ἀνάπυστα θεοὶ θέσαν ἀνθρώποισιν.
ἀλλ' ὁ μὲν ἐν Θήβῃ πολυηράτῳ ἄλγεα πάσχων 275
Καδμείων ἤνασσε θεῶν ὀλοὰς διὰ βουλάς·
ἡ δ' ἔβη εἰς Ἀΐδαο πυλάρταο κρατεροῖο,
ἁψαμένη βρόχον αἰπὺν ἀφ' ὑψηλοῖο μελάθρου
ᾧ ἄχεϊ σχομένη· τῷ δ' ἄλγεα κάλλιπ' ὀπίσσω
πολλὰ μάλ', ὅσσα τε μητρὸς ἐρινύες ἐκτελέουσι. 280
.
μετα την Αλκμηνη ειδα,του Αμφιτρυωνα την νομιμη συζυγο στο κρεβατι
αυτη τον Ηρακλη με το τολμηρο φρονημα με τη καρδια λιονταριου
γεννησε στην αγκαλια του Δια του μεγαλου σμιγμενη.
και την Μεγαρα,του Κρεοντα του υψηλοφρονα θυγατερα
αυτην ειχε τ'Αμφιτρυωνα ο γιος με την ορμη παντ'ακρατητη
και τη μητερα του Οιδιποδα ειδα,την ομορφη Επικαστη,
αυτη βαρια πραξη διεπραξε χωρις στο νου να το γνωριζει
να παρει γι'αντρα το γιο της,αυτον που τον πατερα του εξοντωνοντας
την πηρε για γυναικα του.μετα γνωστα οι θεοι τα καμαν στους ανθρωπους.
αλλ'αυτος μεν στη Θηβα την πολυαγαπημενη βασανα πασχοντας
των Καδμειων βασιλευσε με των θεων τις ολεθριες βουλες
αυτη δε πηγε στου Αδη τη πυλη του κρατερου
δενοντας θηλια κρεμαμενη απ΄το ψηλο δοκαρι της σκεπης
απ'τον πονο της κατεχομενη.σ'αυτον βασανα αφησε πισω
παρα πολλα,οσα και της μητερας οι ερινυες εκτελουν 280
.
.
.
.
Χλωρη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΧΛΩΡΙΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 281-297]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
καὶ Χλῶριν εἶδον περικαλλέα, τήν ποτε Νηλεὺς
γῆμεν ἑὸν διὰ κάλλος, ἐπεὶ πόρε μυρία ἕδνα,
ὁπλοτάτην κούρην Ἀμφίονος Ἰασίδαο,
ὅς ποτ' ἐν Ὀρχομενῷ Μινυηΐῳ ἶφι ἄνασσεν·
ἡ δὲ Πύλου βασίλευε, τέκεν δέ οἱ ἀγλαὰ τέκνα, 285
Νέστορά τε Χρομίον τε Περικλύμενόν τ' ἀγέρωχον.
τοῖσι δ' ἐπ' ἰφθίμην Πηρὼ τέκε, θαῦμα βροτοῖσι,
τὴν πάντες μνώοντο περικτίται· οὐδέ τι Νηλεὺς
τῷ ἐδίδου, ὃς μὴ ἕλικας βόας εὐρυμετώπους
ἐκ Φυλάκης ἐλάσειε βίης Ἰφικληείης 290
ἀργαλέας. τὰς δ' οἶος ὑπέσχετο μάντις ἀμύμων
ἐξελάαν· χαλεπὴ δὲ θεοῦ κατὰ μοῖρα πέδησε
δεσμοί τ' ἀργαλέοι καὶ βουκόλοι ἀγροιῶται.
ἀλλ' ὅτε δὴ μῆνές τε καὶ ἡμέραι ἐξετελεῦντο
ἂψ περιτελλομένου ἔτεος καὶ ἐπήλυθον ὧραι, 295
καὶ τότε δή μιν ἔλυσε βίη Ἰφικληείη
θέσφατα πάντ' εἰπόντα· Διὸς δ' ἐτελείετο βουλή.
και τη Χλωρη ειδα την πανεμορφη,αυτην καποτε ο Νηλεας
εκαμε γυναικα για την ομορφια,αφου προσφερε μυρια δωρα γαμηλια,
την νεωτερη κορη του Αμφιονα γιου του Ιασου,
αυτος που καποτε στον Ορχομενο στους Μινυες ισχυρα βασιλευσε
αυτη δε της Πυλου βασιλευε,τεκνοποιησε δε εκει λαμπρα τεκνα,
τον Νεστορα και τον Χρομιον και τον Περικλυμενον τον αγερωχον.
σ'αυτους επιπλεον την ευρωστη Πηρω τεκνοποιησε,θαυμασμα θνητων,
αυτην ολοι επιδιωκαν να κερδισουν που γυρω κατοικουσαν.ουτ'ο Νηλεας
σε καποιον την εδινε,αλλα οποιος τωρα τα στριφτοκερατα βοδια τα ευρυμετωπα
απ'τη Φυλακη θ'αρπαζε του σωματοδυναμου του Ιφικλου 290
τα σκληροτραχηλου.αυτα μοναχος υποσχεθηκε ενας μαντης αμεμπτος
[ο Μελαμποδας για τον αδερφο του Βιαντα]
ν'αρπαξει.δυσχερη δε θεου μοιρα τον εμποδισε
και δεσμα σκληρα και βουκολοι αγροικοι
αλλ'οταν τοτε κι οι μηνες κι οι μερες τελειωσαν
παλι περιστρεφομενου του ετους κι επανηλθαν οι εποχες,
και τοτ'αυτον ελυσε ο σωματοδυναμος Ιφικλος
του θεου τα λογια τα γραμμενα ολα λεγοντας.του Δια δε πληρωθηκε η βουλη
.
.
.
Ληδα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ιφιμεδεια-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Φαιδρα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Προκρη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Αριαδνη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Μαιρα-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Κλυμενη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Εριφυλη-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΛΗΔΑΣ ΤΕ ΙΦΙΜΕΔΕΙΑΣ ΤΕ ΦΑΙΔΡΑΣ ΠΡΟΚΡΙΣ Τ'ΑΡΙΑΔΝΗΣ ΜΑΙΡΑΣ ΤΕ
ΚΛΥΜΕΝΗΣ ΕΡΙΦΥΛΗΣ ΤΕ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 298-330]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
καὶ Λήδην εἶδον, τὴν Τυνδαρέου παράκοιτιν,
ἥ ῥ' ὑπὸ Τυνδαρέῳ κρατερόφρονε γείνατο παῖδε,
Κάστορά θ' ἱππόδαμον καὶ πὺξ ἀγαθὸν Πολυδεύκεα, 300
τοὺς ἄμφω ζωοὺς κατέχει φυσίζοος αἶα·
οἳ καὶ νέρθεν γῆς τιμὴν πρὸς Ζηνὸς ἔχοντες
ἄλλοτε μὲν ζώουσ' ἑτερήμεροι, ἄλλοτε δ' αὖτε
τεθνᾶσιν· τιμὴν δὲ λελόγχασιν ἶσα θεοῖσι.
τὴν δὲ μέτ' Ἰφιμέδειαν, Ἀλωῆος παράκοιτιν, 305
εἴσιδον, ἣ δὴ φάσκε Ποσειδάωνι μιγῆναι,
καί ῥ' ἔτεκεν δύο παῖδε, μινυνθαδίω δὲ γενέσθην,
Ὦτόν τ' ἀντίθεον τηλεκλειτόν τ' Ἐφιάλτην,
οὓς δὴ μηκίστους θρέψε ζείδωρος ἄρουρα
καὶ πολὺ καλλίστους μετά γε κλυτὸν Ὠρίωνα· 310
ἐννέωροι γὰρ τοί γε καὶ ἐννεαπήχεες ἦσαν
εὖρος, ἀτὰρ μῆκός γε γενέσθην ἐννεόργυιοι.
οἵ ῥα καὶ ἀθανάτοισιν ἀπειλήτην ἐν Ὀλύμπῳ
φυλόπιδα στήσειν πολυάϊκος πολέμοιο.
Ὄσσαν ἐπ' Οὐλύμπῳ μέμασαν θέμεν, αὐτὰρ ἐπ' Ὄσσῃ 315
Πήλιον εἰνοσίφυλλον, ἵν' οὐρανὸς ἀμβατὸς εἴη.
καί νύ κεν ἐξετέλεσσαν, εἰ ἥβης μέτρον ἵκοντο·
ἀλλ' ὄλεσεν Διὸς υἱός, ὃν ἠύκομος τέκε Λητώ,
ἀμφοτέρω, πρίν σφωϊν ὑπὸ κροτάφοισιν ἰούλους
ἀνθῆσαι πυκάσαι τε γένυς εὐανθέϊ λάχνῃ. 320
Φαίδρην τε Πρόκριν τε ἴδον καλήν τ' Ἀριάδνην,
κούρην Μίνωος ὀλοόφρονος, ἥν ποτε Θησεὺς
ἐκ Κρήτης ἐς γουνὸν Ἀθηνάων ἱεράων
ἦγε μέν, οὐδ' ἀπόνητο· πάρος δέ μιν Ἄρτεμις ἔκτα
Δίῃ ἐν ἀμφιρύτῃ Διονύσου μαρτυρίῃσι. 325
Μαῖράν τε Κλυμένην τε ἴδον στυγερήν τ' Ἐριφύλην,
ἣ χρυσὸν φίλου ἀνδρὸς ἐδέξατο τιμήεντα.
πάσας δ' οὐκ ἂν ἐγὼ μυθήσομαι οὐδ' ὀνομήνω,
ὅσσας ἡρώων ἀλόχους ἴδον ἠδὲ θύγατρας·
πρὶν γάρ κεν καὶ νὺξ φθῖτ' ἄμβροτος. 330
.
και τη Ληδα ειδα,του Τυνδαρεω τη συζυγο,
αυτη απ' τον Τυνδαρεω ισχυροφρονα γεννησε παιδια,
τον Καστορα τον αλογοδαμαστη και τον ικανο πυγμαχο Πολυδευκη 300
και του δυο ζωντανους κατεχει η σιταροφορα γη.
αυτοι και απο κατω της γης τιμη απ'τον Δια εχοντες
αλλοτε μεν ζουν μερα παρα μερα,αλλοτε δε παλι
πεθαινουν.τιμη δε ελαχαν ισα με τους θεους
μετα την Ιφιμεδεια,του Αλωεα συζυγο, 305
αντικρυσα,αυτη τωρα ελεγε με τον Ποσειδωνα σμιχτηκε,
και τοτε τεκνοποιησε δυο παιδια,ολιγοζωα δε γεννηθηκαν,
και τον Ωτον τον ισοθεον και τον ξακουστον Εφιαλτην,
αυτους τοτε υψηλοτατους εθρεψε η ζειαδωρος γη
και πολυ ωραιοτατους μετα βεβαια τον ονομαστον Ωριωνα. 310
εννιαχρονοι λοιπον και εννιαπηχες ησαν
το ευρος,και το μηκος εγιναν εννιαοργιοι.
αυτοι τοτε και τους αθανατους απειλουσαν στον Ολυμπο
θορυβο μαχης να στησουν πολυ ορμητικο πολεμου
την Οσσα πανω στον Ολυμπο επεδιωκαν να θεσουν,μετα πανω στην Οσσα 315
το Πηλιο με τα τρεμαμενα φυλλωματα,για να ο ουρανος αναβατος ειναι,
και τωρα σιγουρα θα το τελειωναν,αν της εφηβιας το μεγεθος εφταναν.
αλλα τους αφανισε του Δια ο γιος,που η ομορφομαλλη τεκνοποιησε Λητω
και τους δυο,πριν κατ'απ'τους κροταφους των σγουρο χνουδι
ανθισει και πυκνωσει του γενιου το ευανθες πρωτο τριχωμα 320
και την Φαιδρα και την Προκρη ειδα και την ομορφη Αριαδνη
την κορη του Μινωα του κακογνωμου,αυτη καποτε ο Θησεας
απ'τη Κρητη στο λοφο των Αθηνων των ιερων
εφερνε,οχι χωρις κοπο.αλλ'αυτη η Αρτεμις σκοτωσε
στη Δια με γυρω τα νερα να τρεχουν στις μαρτυριες του Διονυσου 325
και την Μαιρα και την Κλυμενη ειδα και την στυγερη Εριφυλη
αυτη που για χρυσο τον αγαπητο αντρα δεχτηκε να πουλησει.
ολες δεν θα μπορουσα εγω να πω ουτε να ονοματισω,
οσσες ηρωων συζυγους ειδα και θυγατερες
πριν να κι η νυχτα σβησει η αθανατη. 330
.
.
.
.
Μινωας-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Ωριων-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τιτυος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τανταλος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Σισυφος-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΜΙΝΩΟΣ ΩΡΙΩΝΟΣ ΤΕ ΤΙΤΥΟΥΣ ΤΑΝΤΑΛΕΩΣ ΤΕ ΣΙΣΥΦΗΩΣ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια λ'-στιχοι 568-600]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
ἔνθ' ἦ τοι Μίνωα ἴδον, Διὸς ἀγλαὸν υἱόν,
χρύσεον σκῆπτρον ἔχοντα θεμιστεύοντα νέκυσσιν,
ἥμενον· οἱ δέ μιν ἀμφὶ δίκας εἴροντο ἄνακτα, 570
ἥμενοι ἑσταότες τε, κατ' εὐρυπυλὲς Ἄϊδος δῶ.
τὸν δὲ μέτ' Ὠρίωνα πελώριον εἰσενόησα
θῆρας ὁμοῦ εἰλεῦντα κατ' ἀσφοδελὸν λειμῶνα,
τοὺς αὐτὸς κατέπεφνεν ἐν οἰοπόλοισιν ὄρεσσι,
χερσὶν ἔχων ῥόπαλον παγχάλκεον, αἰὲν ἀαγές.
καὶ Τιτυὸν εἶδον, Γαίης ἐρικυδέος υἱόν,
κείμενον ἐν δαπέδῳ. ὁ δ' ἐπ' ἐννέα κεῖτο πέλεθρα,
γῦπε δέ μιν ἑκάτερθε παρημένω ἧπαρ ἔκειρον,
δέρτρον ἔσω δύνοντες· ὁ δ' οὐκ ἀπαμύνετο χερσί.
Λητὼ γὰρ ἕλκησε, Διὸς κυδρὴν παράκοιτιν, 580
Πυθώδ' ἐρχομένην διὰ καλλιχόρου Πανοπῆος.
καὶ μὴν Τάνταλον εἰσεῖδον χαλέπ' ἄλγε' ἔχοντα,
ἑσταότ' ἐν λίμνῃ· ἡ δὲ προσέπλαζε γενείῳ.
στεῦτο δὲ διψάων, πιέειν δ' οὐκ εἶχεν ἑλέσθαι·
ὁσσάκι γὰρ κύψει' ὁ γέρων πιέειν μενεαίνων,
τοσσάχ' ὕδωρ ἀπολέσκετ' ἀναβροχέν, ἀμφὶ δὲ ποσσὶ
γαῖα μέλαινα φάνεσκε, καταζήνασκε δὲ δαίμων.
δένδρεα δ' ὑψιπέτηλα κατὰ κρῆθεν χέε καρπόν,
ὄγχναι καὶ ῥοιαὶ καὶ μηλέαι ἀγλαόκαρποι
συκέαι τε γλυκεραὶ καὶ ἐλαῖαι τηλεθόωσαι· 590
τῶν ὁπότ' ἰθύσει' ὁ γέρων ἐπὶ χερσὶ μάσασθαι,
τὰς δ' ἄνεμος ῥίπτασκε ποτὶ νέφεα σκιόεντα.
καὶ μὴν Σίσυφον εἰσεῖδον κρατέρ' ἄλγε' ἔχοντα,
λᾶαν βαστάζοντα πελώριον ἀμφοτέρῃσιν.
ἦ τοι ὁ μὲν σκηριπτόμενος χερσίν τε ποσίν τε
λᾶαν ἄνω ὤθεσκε ποτὶ λόφον· ἀλλ' ὅτε μέλλοι
ἄκρον ὑπερβαλέειν, τότ' ἀποστρέψασκε Κραταιΐς·
αὖτις ἔπειτα πέδονδε κυλίνδετο λᾶας ἀναιδής.
αὐτὰρ ὅ γ' ἂψ ὤσασκε τιταινόμενος, κατὰ δ' ἱδρὼς
ἔῤῥεεν ἐκ μελέων, κονίη δ' ἐκ κρατὸς ὀρώρει. 600
.
εκει ακομ'αυτον τον Μινωα ειδα,του Δια τον λαμπρο γιο.
χρυσο σκηπτρο κρατωντας κριτης στους νεκρους,
καθημενο.αυτοι δε αυτον για τη δικη ρωτουσαν βασιλια 570
καθημενοι κι ορθιοι,στου ευρυπυλου Αδη τα παλατια
μετα τον Ωριωνα τον πελωριο αντικρισα
αγριμια μαζι να ριχνει σε λιβαδι μ'ασφοδιλια
αυτα π'αυτος σκοτωνε σ'απατητα βουνα,
στα χερια εχοντας ροπαλο ολοχαλκο,παντ'ασπαστο
και τον Τιτυο ειδα,της Γης της πολυδοξασμενης τον γιο,
ξαπλωμενον στο χωμα,που πανω σ'εννια ηταν πλεθρα γης,
γυπες σ'αυτον απ'τη μια κι αλλη μερια παρακαθημενοι το σηκωτι εσχιζαν
το ραμφος μεσα βυθιζοντες.δεν μπορουσε να τους διωξει περα με τα χερια
την Λητω γιατι εσυρε να βιασει,του Δια την ενδοξη γυναικα 580
προς την Πυθω ερχομενη μεσ'απ'τον καλο για χορο τοπο του Πανοπεα
κι ακομα τον Τανταλο αντικρισα βαρια βασανα να'χει
ορθος να στεκει μεσ'σε λιμνη,που τον χτυπουσε στο γενι
φαινονταν να διψαει,να πιει δεν μπορουσε να παρει με το χερι
γιατ'οσσες φορες εκυβ' ο γερος να πιει λαχταρωντας,
τοσσες φορες το νερο χανονταν ρουφιονταν κατω,γυρω στα ποδια
η γη μαυρη φαινονταν,την καταξηρανε θεος.
δεντρα υψιφυλλα απ'τ'ακρα κρεμουσαν τον καρπο
αχλαδιες και ροδιες και μηλιες με γυαλιστερους καρπους
και συκες γλυκες στη γευση κι ελιες θαυμασια ανθιστες 590
αυτα οποτ' απλωνε ο γερος στα χερια ν'αρπαξει
αυτες ο ανεμος επαιρνε κι εριχνε προς τα νεφη τα σκοτεινα
κι ακομα τον Σισυφον αντικρυσα φριχτα βασανα να'χει
πετρα να βασταει πελωρια στα δυο χερια.
αυτη λοιπον αυτος γερα στυλωμενος και με χερια και με ποδια
την πετρα πανω εσπρωχνε προς τον λοφο.αλλ'οταν εφτανε
την κορυφη να υπερβει,τοτε τον επαιρνε πισω το μεγαλο βαρος
παλι επειτα προς την πεδιαδα κυλουσε η πετρα η ανελεητη
αλλ'ομως αυτος ξανα εσπρωχνε μ'ενταση δυναμης.κατω ιδρωτας
ετρεχε απ'τα μελη,σκονη δε απ'το κεφαλι πετιονταν 600
.
.
.
η Καλλιστω η Μεγαλη Αρκτος ο Βοωτης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΑΡΚΤΟΣ
(Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια ε'-στιχοι 269-277)
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
γηθόσυνος δ' οὔρῳ πέτασ' ἱστία δῖος Ὀδυσσεύς.
αὐτὰρ ὁ πηδαλίῳ ἰθύνετο τεχνηέντως 270
ἥμενος· οὐδέ οἱ ὕπνος ἐπὶ βλεφάροισιν ἔπιπτε
Πληϊάδας τ' ἐσορῶντι καὶ ὀψὲ δύοντα Βοώτην
Ἄρκτον θ', ἣν καὶ ἄμαξαν ἐπίκλησιν καλέουσιν,
ἥ τ' αὐτοῦ στρέφεται καί τ' Ὠρίωνα δοκεύει,
οἴη δ' ἄμμορός ἐστι λοετρῶν Ὠκεανοῖο·
τὴν γὰρ δή μιν ἄνωγε Καλυψώ, δῖα θεάων,
ποντοπορευέμεναι ἐπ' ἀριστερὰ χειρὸς ἔχοντα.
.
χαρουμενος με τον ουριο ανεμο ανοιξε πανια ο θεικος Οδυσσεας
τοτ'αυτος στο πηδαλιο διηυθυνε επιδεξια 270
καθησμενος.ουτ'ο υπνος στα βλεφαρα επεφτε
και τις Πλειαδες αντικρυζοντας και τον Βοωτη π'αργει να δυσει
και την Αρκτο,αυτη κι αμαξα προσφωνοντας καλουν,
που και στο ιδιο μερος στρεφεται και τον Ωριωνα ατενιζει.
μονο σ'αυτη η μοιρα της δεν ειναι να λουστει στον Ωκεανο
αυτην τοτ'αυτον συμβουλεψε η Καλυψω,η διαλεχτη στις θεες,
ποντοπορευομενος στ'αριστερο χερι να'χει
.
.
.
ο Ηρακλης στη πυρα-χ.ν.κουβελης
πλησιασε,αναψε τη φωτια κι ο βιαιος σωματοδυναμος Ηρακλης αποτεφρωθηκε.
Σαν ετοιμο απο καιρο εκτελεστηκε το σχεδιο.
ΤΕΤΕΛΕΣΤΑΙ.
.
[στη περιοχη της πυρας σωζονται ερειπια ναου δωρικου ρυθμου,με σπασμενους κιονες,
αποσπασματα του θριγγου,τριγλυφα και πετρες με επιγραφες με κατεστραμενα τα γραμματα
των λεξεων]
.
.
ΗΡΑΚΛΗΕΙΟΣ ΤΕ ΝΕΚΥΙΑ
[Ομηρου Οδυσσεια-ραψωδια λ'-στιχοι 601-627]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
τὸν δὲ μέτ' εἰσενόησα βίην Ἡρακληείην, 601
εἴδωλον· αὐτὸς δὲ μετ' ἀθανάτοισι θεοῖσι
τέρπεται ἐν θαλίῃς καὶ ἔχει καλλίσφυρον Ἥβην,
παῖδα Διὸς μεγάλοιο καὶ Ἥρης χρυσοπεδίλου.
ἀμφὶ δέ μιν κλαγγὴ νεκύων ἦν οἰωνῶν ὥς,
πάντοσ' ἀτυζομένων· ὁ δ' ἐρεμνῇ νυκτὶ ἐοικώς,
γυμνὸν τόξον ἔχων καὶ ἐπὶ νευρῆφιν ὀϊστόν,
δεινὸν παπταίνων, αἰεὶ βαλέοντι ἐοικώς.
σμερδαλέος δέ οἱ ἀμφὶ περὶ στήθεσσιν ἀορτὴρ
χρύσεος ἦν τελαμών, ἵνα θέσκελα ἔργα τέτυκτο, 610
ἄρκτοι τ' ἀγρότεροί τε σύες χαροποί τε λέοντες,
ὑσμῖναί τε μάχαι τε φόνοι τ' ἀνδροκτασίαι τε.
μὴ τεχνησάμενος μηδ' ἄλλο τι τεχνήσαιτο,
ὃς κεῖνον τελαμῶνα ἑῇ ἐγκάτθετο τέχνῃ.
ἔγνω δ' αἶψ' ἐμὲ κεῖνος, ἐπεὶ ἴδεν ὀφθαλμοῖσι,
καί μ' ὀλοφυρόμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«διογενὲς Λαερτιάδη, πολυμήχαν' Ὀδυσσεῦ,
ἆ δείλ', ἦ τινὰ καὶ σὺ κακὸν μόρον ἡγηλάζεις,
ὅν περ ἐγὼν ὀχέεσκον ὑπ' αὐγὰς ἠελίοιο.
Ζηνὸς μὲν πάϊς ἦα Κρονίονος, αὐτὰρ ὀϊζὺν 620
εἶχον ἀπειρεσίην· μάλα γὰρ πολὺ χείρονι φωτὶ
δεδμήμην, ὁ δέ μοι χαλεποὺς ἐπετέλλετ' ἀέθλους.
καί ποτέ μ' ἐνθάδ' ἔπεμψε κύν' ἄξοντ'· οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλον
φράζετο τοῦδέ γέ μοι κρατερώτερον εἶναι ἄεθλον.
τὸν μὲν ἐγὼν ἀνένεικα καὶ ἤγαγον ἐξ Ἀΐδαο·
Ἑρμείας δέ μ' ἔπεμπεν ἰδὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη.»
ὣς εἰπὼν ὁ μὲν αὖτις ἔβη δόμον Ἄϊδος εἴσω,
αὐτὰρ ἐγὼν αὐτοῦ μένον ἔμπεδον, εἴ τις ἔτ' ἔλθοι
ἀνδρῶν ἡρώων, οἳ δὴ τὸ πρόσθεν ὄλοντο.
καί νύ κ' ἔτι προτέρους ἴδον ἀνέρας, οὓς ἔθελόν περ, 630
Θησέα Πειρίθοόν τε, θεῶν ἐρικυδέα τέκνα·
ἀλλὰ πρὶν ἐπὶ ἔθνε' ἀγείρετο μυρία νεκρῶν
ἠχῇ θεσπεσίῃ· ἐμὲ δὲ χλωρὸν δέος ᾕρει,
μή μοι Γοργείην κεφαλὴν δεινοῖο πελώρου
ἐξ Ἄϊδος πέμψειεν ἀγαυὴ Περσεφόνεια.
αὐτίκ' ἔπειτ' ἐπὶ νῆα κιὼν ἐκέλευον ἑταίρους
αὐτούς τ' ἀμβαίνειν ἀνά τε πρυμνήσια λῦσαι·
οἱ δ' αἶψ' εἴσβαινον καὶ ἐπὶ κληῖσι καθῖζον.
τὴν δὲ κατ' Ὠκεανὸν ποταμὸν φέρε κῦμα ῥόοιο,
πρῶτα μὲν εἰρεσίῃ, μετέπειτα δὲ κάλλιμος οὖρος. 627
.
.
μετα αντικρυσα τον σωματοδυναμο Ηρακλη, 601
ενα ειδωλο,αυτος μεσ'στους αθανατους θεους
χαιρεται σ'αφθονια κι εχει γυναικα την καλλιστραγαλη Ηβη,
τη κορη του μεγαλου Δια και της χρυσοπεδιλης Ηρας.
γυρω σ'αυτον η κραυγη των πεθαμενων σαν των ορνιων ηταν
απ'τον φοβο παντου σκορπισμενα.αυτος στη μαυρη νυχτα εμοιαζε,
γυμνο τοξαρι ειχε και στα νευρα σαιτα,
φοβερα ολογυρα κοιτουσε,να μη σταματα να ριχνει εμοιαζε.
τρομερο να το δεις εχει γυρω στα στηθη του λουρι
χρυσο ηταν κεντημενο υφασμα,πανω του θαυμασια εργα εικονισμενα. 610
κι αρκουδες κι αγριοχοιροι και εξαγριωμενα λιονταρια,
κι αγωνες και μαχες και φονικα κι ανθρωποσκοτωμοι,
να μην θελησει αυτος που το τεχνουργησε αλλο να τεχνουργησει
παρομοιο μ'εκεινον τον τελαμωνα να δουλεψει με την τεχνη του.
αμεσως με γνωρισε εκεινος,μολις μ'ειδε στα ματια,
και κλαιγοντας σπαραχτικα λογια φτερωτα με προσφωνησε.
''διογεννητε γιε του Λαερτη,πολυμηχανε Οδυσσεα,
αχ δυστυχε,καποια και σενα σε παρασερνει μοιρα
αυτη που κι εγω τραβηξα κατ'απ'το φως του ηλιου.
του Δια κι αν ημουνα παιδι του γιου του Κρονου,ομως βασανα 620
ειχα απειρα.επειδη σε παρα πολυ κατωτερο σε λαμψη
ημουν δουλος,αυτος σε μενα βαριους διεταζε να εκτελεσω αθλους.
και καποτε εδω μ'εστειλε τον σκυλο να συρω.επειδη κανενας ακομ'αλλος
νομιζε απ'αυτον σ'εμενα δυσκολοτερος δεν ηταν αθλος.
αυτον εγω ανεβασα κι εφερα απ'τον Αδη.
ο Ερμης μ'επεμψε βοηθεια κι η Αθηνα με τα λαμπερα ματια''
ετσι σαν ειπ'αυτος αμεσως πηγε στο παλατι Αδη μεσα να μπει, 627
.
.
.
Οδυσσεας-Odysseas-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΡΙΚΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ
-μεταφραση και σχολια χ.ν.κουβελης
[Αναφερεται η περιοχη κυριαρχιας του Οδυσσεα και με ποσα καραβια πηγε στη Τροια]
ραψωδια Β',στιχοι 631-637
Αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς ἦγε Κεφαλλῆνας μεγαθύμους,
οἵ ῥ᾽ Ἰθάκην εἶχον καὶ Νήριτον εἰνοσίφυλλον
καὶ Κροκύλει᾽ ἐνέμοντο καὶ Αἰγίλιπα τρηχεῖαν,
οἵ τε Ζάκυνθον ἔχον ἠδ᾽ οἳ Σάμον ἀμφενέμοντο,
οἵ τ᾽ ἤπειρον ἔχον ἠδ᾽ ἀντιπέραι᾽ ἐνέμοντο· 635
τῶν μὲν Ὀδυσσεὺς ἦρχε Διὶ μῆτιν ἀτάλαντος·
τῷ δ᾽ ἅμα νῆες ἕποντο δυώδεκα μιλτοπάρῃοι
κι ο Οδυσσεας οδηγουσε τους μεγαλοψυχους Κεφαλληνες
που την Ιθακη ειχαν και το Νηριτο με τα δεντρα που τα φυλλα τρεμουν
και την Κροκυλεια μοιραζονταν και την τραχεια Αιγιλιπα
που και την Ζακυνθο ειχαν και την Σαμον γυρω μοιραζονταν
που και την στερια ειχαν και τ'αντιπερα μοιραζονταν. 635
αυτων ο Οδυσσεας ηταν αρχηγος στου Δια τη σοφια ισοζυγιαζονταν.
μ'αυτον μαζι καραβια ακολουθουσαν δωδεκα κοκκινοπλευρα
.
[Ο Οδυσσεας συνοδευει την Χρυσηιδα στην επιστροφη στον πατερα της]
ραψωδια Α',στιχοι 308-311
Ἀτρεΐδης δ᾿ ἄρα νῆα θοὴν ἅλαδὲ προέρυσσεν,
ἐν δ᾿ ἐρέτας ἔκρινεν ἐείκοσιν, ἐς δ᾿ ἑκατόμϐην
βῆσε θεῷ, ἀνὰ δὲ Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον 310
εἷσεν ἄγων· ἐν δ᾿ ἀρχὸς ἔϐη πολύμητις Ὀδυσσεύς.
τοτ'ο Ατρειδης καραβι γρηγορο στη θαλασσα ερριξε,
στα δε κουπια διαλεξε εικοσι,μεσα δε εκατο βοδια
φορτωσε στο θεο,πανω δε στο σκαφος την ομορφομαγουλη Χρυσηιδα 310
να καθισει εφερε.αρχηγος δε ανεβηκε ο πολυμηχανος Οδυσσεας
.
[Ο Αντιφος του Πριαμου αστοχωντας να χτυπησει με το δορι τον Τελαμωνιο
Αιαντα βρισκει και σκοτωνει τον Λευκο τον συντροφο του Οδυσσεα,ο Οδυσσεας
τοτε θυμωσε,θελησε να εκδικηθει και σκοτωνει τον Δημοφοωντα νοθο γιο του
Πριαμου]
ραψωδια Δ',στιχοι 496-504
στῆ δὲ μάλ᾽ ἐγγὺς ἰὼν καὶ ἀκόντισε δουρὶ φαεινῷ
ἀμφὶ ἓ παπτήνας· ὑπὸ δὲ Τρῶες κεκάδοντο
ἀνδρὸς ἀκοντίσσαντος· ὃ δ᾽ οὐχ ἅλιον βέλος ἧκεν,
ἀλλ᾽ υἱὸν Πριάμοιο νόθον βάλε Δημοκόωντα
ὅς οἱ Ἀβυδόθεν ἦλθε παρ᾽ ἵππων ὠκειάων. 500
Τόν ῥ᾽ Ὀδυσεὺς ἑτάροιο χολωσάμενος βάλε δουρὶ
κόρσην· ἣ δ᾽ ἑτέροιο διὰ κροτάφοιο πέρησεν
αἰχμὴ χαλκείη· τὸν δὲ σκότος ὄσσε κάλυψε,
δούπησεν δὲ πεσών, ἀράβησε δὲ τεύχε᾽ ἐπ᾽ αὐτῷ.
ηρθε και σταθηκε πολυ κοντα κι ακοντισε με δορι γυαλισμενο
γυρω καλα κοιτωντας.οι δε Τρωες υποχωρησαν
απ'τον αντρα π'ακοντισε.το δε βελος δεν πηγε χαμενο,
αλλα τον γιο του Πριαμου τον νοθο χτυπησε Δημοκοωντα
π'απ' την Αβυδο ηρθε με τ'αλογα τα γρηγορα.500
Αυτον λοιπον για τον συντροφο χολιασμενος χτυπησε με το δορι
στο πλαι του κεφαλιου,π'απ'την αλλη μερια μεσ'απ'τον κροταφο περασε
η χαλκινη αιχμη,αυτον δε το σκοτος στα ματια καλυψε.
γκντουπησε πεφτωντας,βροντηξαν δε τ'αρματα πανω σ'αυτον
.
[Η λεξη γκντουπησε ειναι ηχοποιητικη,απο τον ηχο γκντουπ που κανει οταν
πεφτει κατι,απο εκει και η λεξη γδουπος,χτυπος,βροντος,κροτος]
.
ραψωδια Ε',στιχοι 677-679
Ἔνθ᾽ ὅ γε Κοίρανον εἷλεν Ἀλάστορά τε Χρομίον τε
Ἄλκανδρόν θ᾽ Ἅλιόν τε Νοήμονά τε Πρύτανίν τε.
Καί νύ κ᾽ ἔτι πλέονας Λυκίων κτάνε δῖος Ὀδυσσεὺς 679
εκει αυτος λοιπον τον Κοιρανο πηρε και τον Αλαστορα και τον Χρομιο
και τον Αλκανδρο και τον Αλιο και τον Νοημονα και τον Πρυτανι
και τωρα ακομα πολλους απ΄τους Λυκιους θα σκοτωνε ο θεικος Οδυσσεας 679
.
[ο ερωδιος ηταν το αγαπημενο πουλι της Αθηνας και η εμφανιση του στον Οδυσσεα
και τον Διομηδη,που με τον Διομηδη αντικατασκοπευουν τους Τρωες,δειχνει την ευνοια
της θεας]
ραψωδια Κ',στιχοι 274-277
τοῖσι δὲ δεξιὸν ἧκεν ἐρῳδιὸν ἐγγὺς ὁδοῖο
Παλλὰς Ἀθηναίη· τοὶ δ᾽ οὐκ ἴδον ὀφθαλμοῖσι 275
νύκτα δι᾽ ὀρφναίην, ἀλλὰ κλάγξαντος ἄκουσαν.
χαῖρε δὲ τῷ ὄρνιθ᾽ Ὀδυσεύς,
σ'αυτους δε στα δεξια εστειλε ερωδιο κοντα στο δρομο
η Παλλαδα Αθηνα.αυτοι δεν τον ειδαν στους οφθαλμους 275
στη νυχτα μεσα τη σκοτεινη,αλλα να σφυριζει ακουσαν.
χαρηκε δε με το πουλι ο Οδυσσεας,
.
[ο Οδυσσεας και ο Διομηδης συλλαμβανουν τον κατασκοπο των Τρωων τον Δολωνα,
τον ανακρινουν και μαθαινουν πως για βοηθεια των Τρωων ηρθε ο Θρακας βασιλιας
Ρησος με τ'αλογα του,τα πιο ομορφα τα πιο μεγαλα και τα πιο γρηγορα,
και απειλει πως του φτανει μια μερα μονο για να κατανικησει τον ελληνικο στρατο,
τοτε για τους Αχαιους υπαρχει μεγαλος κινδυνος αν περασει μια νυχτα και δεν τον
σκοτωσουν δεν θα μπορεσει κανεις να τον νικησει μετα ουτε ο Αιαντας ουτε κι αυτος
ο Αχιλλεας]
ραψωδια Ε',στιχοι 433-441
εἰ γὰρ δὴ μέματον Τρώων καταδῦναι ὅμιλον
Θρήϊκες οἷδ᾽ ἀπάνευθε νεήλυδες ἔσχατοι ἄλλων·
ἐν δέ σφιν ῾Ρῆσος βασιλεὺς πάϊς Ἠϊονῆος.
τοῦ δὴ καλλίστους ἵππους ἴδον ἠδὲ μεγίστους·
λευκότεροι χιόνος, θείειν δ᾽ ἀνέμοισιν ὁμοῖοι·
ἅρμα δέ οἱ χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ εὖ ἤσκηται·
τεύχεα δὲ χρύσεια πελώρια θαῦμα ἰδέσθαι
ἤλυθ᾽ ἔχων· τὰ μὲν οὔ τι καταθνητοῖσιν ἔοικεν 440
ἄνδρεσσιν φορέειν, ἀλλ᾽ ἀθανάτοισι θεοῖσιν
αν λοιπον σκεφτεστε στων Τρωων να καταπεστε τον ομιλο
να οι Θρακες νεοφερμενοι πολυ μακρυα πισω απ'τους αλλους.
αναμεσα σ'αυτους ο Ρησος βασιλιας παιδι του Ηιονα.
αυτου τωρα τα πιο ομορφ'αλογα ειδα και τα πιο μεγαλα.
λευκοτερα απ'το χιονι,τρεχουν δε στους ανεμους ομοια.
τ'αρμα δε και με χρυσο και μ'ασημι καλα ειργασμενο .
μ'αρματα δε χρυσα πελωρια θαυμα να τα βλεπεις
ηρθ'εχοντας.τετοια σε κανεναν απ'τους θνητους δεν ταιριαζει 440
αντρες να φορουν,αλλα στους αθανατους θεους.
.
.
.
Σιμοεισιος Ανθεμιδης-Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Δ-στιχοι 470-489-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΑΝΘΕΜΙΔΗΣ ΣΙΜΟΕΙΣΙΟΣ
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Δ'-στιχοι 470-489]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
Ὣς τὸν μὲν λίπε θυμός,ἐπ' αὐτῷ δ' ἔργον ἐτύχθη 470
ἀργαλέον Τρώων καὶ Ἀχαιῶν· οἳ δὲ λύκοι ὣς
ἀλλήλοις ἐπόρουσαν, ἀνὴρ δ' ἄνδρ' ἐδνοπάλιζεν.
Ἔνθ' ἔβαλ' Ἀνθεμίωνος υἱὸν Τελαμώνιος Αἴας
ἠΐθεον θαλερὸν Σιμοείσιον, ὅν ποτε μήτηρ
Ἴδηθεν κατιοῦσα παρ' ὄχθῃσιν Σιμόεντος
γείνατ', ἐπεί ῥα τοκεῦσιν ἅμ' ἕσπετο μῆλα ἰδέσθαι·
τοὔνεκά μιν κάλεον Σιμοείσιον· οὐδὲ τοκεῦσι
θρέπτρα φίλοις ἀπέδωκε, μινυνθάδιος δέ οἱ αἰὼν
ἔπλεθ' ὑπ' Αἴαντος μεγαθύμου δουρὶ δαμέντι.
πρῶτον γάρ μιν ἰόντα βάλε στῆθος παρὰ μαζὸν 480
δεξιόν· ἀντικρὺ δὲ δι' ὤμου χάλκεον ἔγχος
ἦλθεν· ὃ δ' ἐν κονίῃσι χαμαὶ πέσεν αἴγειρος ὣς
ἥ ῥά τ' ἐν εἱαμενῇ ἕλεος μεγάλοιο πεφύκει
λείη, ἀτάρ τέ οἱ ὄζοι ἐπ' ἀκροτάτῃ πεφύασι·
τὴν μέν θ' ἁρματοπηγὸς ἀνὴρ αἴθωνι σιδήρῳ
ἐξέταμ', ὄφρα ἴτυν κάμψῃ περικαλλέϊ δίφρῳ·
ἣ μέν τ' ἀζομένη κεῖται ποταμοῖο παρ' ὄχθας.
τοῖον ἄρ' Ἀνθεμίδην Σιμοείσιον ἐξενάριξεν
Αἴας διογενής·
ετσι τον[Ελεφηνορα]εγκατελειψε η ψυχη.πανω σ'αυτον μαχη εγινε 470
ολεθρια Τρωων κι Αχαιων,αυτοι σαν λυκοι
οι με στους δε κατεπεφταν,αντρας αντρα αρπαζε βιαια.
εκει χτυπησε τ'Ανθεμιωνα το γιο ο Τελαμωνιος Αιαντας
τ'ανυπαντρο παλικαρι Σιμοεισιον,που καποτε η μανα
απ'την Ιδη κατεβαινοντας σιμα στις οχθες του Σιμοεντα
γεννησε,οταν με τους γονεις μαζι τα προβατα φυλαγε.
γι'αυτο το λογο αυτον καλουσαν Σιμοεισιο.ουτε στους γονεις
τα θροφεια στους αγαπημενους απεδωσε,ολιγοζωος στα χρονια
υπηρξε απ'τ'Αιαντα τ'αφοβου στη καρδια το δορι δαμασθηκε.
οταν πρωτος εφτασε τον χτυπησε στο στηθος διπλα στο βυζι 480
το δεξιο.αντικρυ μεσ'απ'τον ωμο το χαλκινο κονταρι
ηρθε.αυτος δεν στις σκονες καταχαμα επεσε σαν λευκα
π'αφου σε λιβαδι ελους μεγαλου εχει φυτρωσει
γυαλιστερη,και κλωνoi στη κορυφη της φυτρωνουν.
αυτη αρματοποιος αντρας με λαμπερο σιδερο
κοβει,για να σε τροχο καμψει σε πανεμορφο αρμα.
κι αυτη ξεραμενη κειται στου ποταμου σιμα τις οχθες.
ετσ'ομοια λοιπον τον Ανθεμιδην Σιμοεισιον γυμνωσε απ'οπλα
ο θεικος Αιαντας
.
.
.
Γλαυκος του Ιππολοχου Τρωας και Διομηδης του Τυδεα Αχαιος -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΠΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ ΠΑΝΩ ΣΕ ΟΜΗΡΙΚΟΥΣ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ ΡΑΨΩΔΙΑΣ Ζ' ΤΗΣ ΙΛΙΑΔΑΣ
ΣΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΧΑΙΟΥ ΤΥΔΕΙΔΗ ΔΙΟΜΗΔΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΡΩΑ ΓΛΑΥΚΟ
ΤΟΥ ΙΠΠΟΛΟΧΟΥ
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τον ειδε ξαφνικα μπροστα του ο Τυδειδης Διομηδης τον αντρειο Γλαυκο
''ποιος εισαι;αν εισαι ανθρωπος στασου αντιπαλος απεναντι μου ισομαχος
αν ομως εισαι καποιος θεος,με τους θεους δεν τα βανω υβρις ειν'αυτο''
κι εκεινος του'πε τοτε με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
'''την Εφυρα την Κορινθο γεννια απ'τον Σισυφο και παιδι αυτου ο Γλαυκος
κι αυτου παιδι ο Βελλεροφοντης που βασανα τραβηξε πολλα σαν η Αντεια
τον ερωτευτηκε του βασιλια Προιτου η γυναικα κι εκεινος δεν την θελησε
και τοτε εκεινη ψευτικε στον βασιλια πως εκεινος την ατιμασε
κι ο βασιλιας τον εστειλε με σηματα λυγρα στον πεθερο του στη Λυκια
στα ρεματα του Ξανθου να τον ξεκανει εκει περα εκεινος
κι οταν εφτασε και του'δειξε τα σηματα εκεινος τον εστειλε να σκοτωσει την Χιμαιρα
που'ταν μπροστα λιονταρι και πισω δρακοντας φιδι και ξεφυσουσε φωτια
και καυτερο καπνο απ'το φικαλεο στομα της κι απ'τα ρουθουνια
κι υστερα να πολεμησει τους κυδαλιμους ισχυρους Σολυμους
και τριτο τις αντρομαχες ἀντιανείρας Αμαζονες να μαχευτει
και με λοχο αριστων του'στεισ`ενεδρα ξαφνικα να του ριχτει
και σαν νικητης απ'ολ'αυτα γυρισε τον παντρεψε με τη κορη του
και του'δωκε καρπερο περιβολι κι ευφορο φαρδυ χωραφι
κι αμπελι καλο να'χει να γλυκογευεται καρπους και χυμο
κι αυτη Ἴσανδρόν τε καὶ Ἱππόλοχον καὶ Λαοδάμειαν γεννησε 197
ομως αυτον τον εχθρευτηκαν οι θεοι και σαλεψ' ο νους του
και πλανιονταν στον ερημο Ἀλήϊον τοπο μακρυα απ'ανθρωπων κατοικιες
εγω απ'αυτον περιφανευομαι πως ειμαι τον γενναιο Βελλεροφοντη
γεννημα του παιδιου του Ιππολοχου ''
ετσ'ειπε κι ως ακουσε τα λογια αυτα ο Διομηδης του Τυδεα
ἔγχος μὲν κατέπηξεν ἐπὶ χθονὶ πουλυβοτείρῃ 213
το κονταρι εμπηξε στη γη που πολλους θρεφει και του'πε
με λογια που σαν πουλια φτερωτα ητανε
ἦ ῥά νύ μοι ξεῖνος πατρώϊός ἐσσι παλαιός·
Οἰνεὺς γάρ ποτε δῖος ἀμύμονα Βελλεροφόντην
ξείνισ' ἐνὶ μεγάροισιν ἐείκοσιν ἤματ' ἐρύξας·
οἳ δὲ καὶ ἀλλήλοισι πόρον ξεινήϊα καλά·
Οἰνεὺς μὲν ζωστῆρα δίδου φοίνικι φαεινόν,
Βελλεροφόντης δὲ χρύσεον δέπας ἀμφικύπελλον 220
καί μιν ἐγὼ κατέλειπον ἰὼν ἐν δώμασ' ἐμοῖσι.
''εσυ μου'σαι τωρα φιλος απο φιλοξενια πατρογονικος παλιος
αφου ο Οινεας καποτε τον θεικο αμεμπτο Βελλεροφοντη
φιλοξενηξε στα μεγαρα εικοσι μερες κρατωντας.
κι αυτοι ο ενας στον αλλον προσφεραν δωρα φιλοξενιας καλα
ο Οινεας ζωστηρα εδωσε κοκκινη φοινικια λαμπρη
ο Βελλερεφοντης χρυσο ποτηρι με γυρω δυο λαβες 220
κι αυτο εγω αφησα φευγοντας στα παλατια μου''
κι αφου οι δυο αντρειοι πολεμιστες γνωρισθηκαν κι ευχαριστηθηκαν
στη καρδια για τον παλιο πατρογονικο δεσμο σαν φιλοι εδωσαν
τα χερια κι οχι αντιπαλοι εχθροι να εξολοθρεψει ο ενας τον αλλον
ὃς πρὸς Τυδεΐδην Διομήδεα τεύχε' ἄμειβε 235
χρύσεα χαλκείων, ἑκατόμβοι' ἐννεαβοίων.
κι ο Γλαυκος με τον Τυδειδη Διομηδη ανταλλαξε αρματα 235
χρυσα με χαλκινα,εκατο βοδιων με εννια βοδιων
και τοτε μεσα τους εννοησαν καλα τον αφευκτο λογο τον αληθινο
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν. 146
φύλλα τὰ μέν τ' ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ' ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ' ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ' ἀπολήγει.
''οποια των φυλλων η γεννια τετοια και των ανθρωπων 146
τα φυλλα μεν αλλα ο ανεμος κατω ριχνει,αλλα δε το δεντρο
το θαλερο φυτρωνει,οταν της ανοιξης ερχεται η ωρα,
σαν των ανθρωπων τη γενια η μια φυτρωνει η δ'αλλη τελειωνει''
.
.
.
Ωραια Ελενη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΟΥ ΝΕΜΕΣΙΣ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Γ',στιχοι 139-160]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τα πορτοκαλια στο κηπο αυτη την εποχη φιαλες γευστικου
χυμου ,τα βλεπει ν'αναδευονται και στην πιο παραμικρη αναπνοη
του αερα,
μια φωνη πεταξε σαν πουλι λαμπερο φως,
στον καθρεφτη ενα κενο,πισω στη καρεκλα το λεπτο πεπλο
και στο τραπεζι η χρυση μασκα,ενα πουλι τσιμπολογαει τα ματια της,
εκει που ειναι στη πραγματικοτητα οι βολβοι της,σε ποια ιστορια
ανθισαν και μαραθηκαν,
κοιταζει τα χερια της,δυο ατελειωτες σειρες γεγονοτων,
αυτο εγινε,τοτε,σ'εκεινο το μερος,ηταν αυτη η' θεατης η' ξενη,
η' ενα ειδωλο,οπως τωρα,
γιατι μυριζουν τα πορτοκαλια;
τι σημαινει αυτη η απεραντη γαληνη;πως να'ναι η αιωνιοτητα;
ο κυκλος ενος λαμπερου πουλιου τρεμει τον ισκιο του στον απεναντι
ασπρισμενο τοιχο,μεχρι χθες ηταν οι εργατες και δουλευαν,εφυγαν,
σημερα δεν ηταν,
τι ευτυχια να παρατηρεις τους ανθρωπους,να τους βλεπεις,ολοκληρους,
που ειναι οταν δεν τους βλεπεις;
κοιταξε την εικονα της,ποια ειναι;
μεγαλα ματια αυτια σαν κοχυλια μαλλια σγουρα σαν σερπαντινες αποκριας,
οταν κανει βολτα με το ποδηλατο στη παραλια ανεμιζουν στο δροσερο
αερακι,
φορεσε τη χρυση μασκα,πρωτα μπροστα στον καθρεφτη κι επειτα μεσα
στο κηπο προβαρε τα λογια της
στιχοι 139-160 απο την ραψωδια Γ',
εκανε ενα δυο λαθη,καποιες λεξεις δεν θυμηθηκε,ακομα πρεπει
να διορθωσει την εκφραση της,και την κινηση της να προσεξει,
αυτη την ωρα της δυσης του ηλιου
τα πορτοκαλια γυαλιζαν χρυσα,
.
Ὣς εἰποῦσα θεὰ γλυκὺν ἵμερον ἔμβαλε θυμῷ
ἀνδρός τε προτέρου καὶ ἄστεος ἠδὲ τοκήων· 140
αὐτίκα δ' ἀργεννῇσι καλυψαμένη ὀθόνῃσιν
ὁρμᾶτ' ἐκ θαλάμοιο τέρεν κατὰ δάκρυ χέουσα
οὐκ οἴη, ἅμα τῇ γε καὶ ἀμφίπολοι δύ' ἕποντο,
Αἴθρη Πιτθῆος θυγάτηρ, Κλυμένη τε βοῶπις·
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανον ὅθι Σκαιαὶ πύλαι ἦσαν.
Οἳ δ' ἀμφὶ Πρίαμον καὶ Πάνθοον ἠδὲ Θυμοίτην
Λάμπόν τε Κλυτίον θ' Ἱκετάονά τ' ὄζον Ἄρηος
Οὐκαλέγων τε καὶ Ἀντήνωρ πεπνυμένω ἄμφω
ἥατο δημογέροντες ἐπὶ Σκαιῇσι πύλῃσι,
γήραϊ δὴ πολέμοιο πεπαυμένοι, ἀλλ' ἀγορηταὶ 150
ἐσθλοί, τεττίγεσσιν ἐοικότες οἵ τε καθ' ὕλην
δενδρέῳ ἐφεζόμενοι ὄπα λειριόεσσαν ἱεῖσι·
τοῖοι ἄρα Τρώων ἡγήτορες ἧντ' ἐπὶ πύργῳ.
οἳ δ' ὡς οὖν εἴδονθ' Ἑλένην ἐπὶ πύργον ἰοῦσαν,
ἦκα πρὸς ἀλλήλους ἔπεα πτερόεντ' ἀγόρευον·
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν·
ἀλλὰ καὶ ὧς τοίη περ ἐοῦσ' ἐν νηυσὶ νεέσθω,
μηδ' ἡμῖν τεκέεσσί τ' ὀπίσσω πῆμα λίποιτο. 160
.
ετσι λεγοντας η θεα γλυκια νοσταλγια εβαλε στη καρδια
και για τον πρωτον αντρα και τη πολη κι ακομα τους γονεις 140
τοτ' αφου μ'ασπρο λαμπρο καλυφτηκε λεπτο πεπλο
ορμησ'εξω απ'τη καμαρα τρυφερο κατω δακρυ χυνοντας
οχι μοναχη,μαζι μ'αυτη και δυο περαστεκαμενες ακολουθουσαν
η Αιθρα του Πιτθεα η θυγατερα κι η Κλυμενη με τα μεγαλα σα βοδιου ματια
γρηγορα επειτα εφτασαν οπου οι Σκαιες πυλες ησαν
αυτοι γυρω απ'τον Πριαμο και τον Πανθοο και τον Θυμοιτη
και τον Λαμπο και τον Κλυτια και τον Ικεταονα τον βλαστο τ'Αρη
κι ο Ουκαλεγων κι ο Αντηνωρας συνετοι στο μυαλο κι οι δυο
καθονταν δημογεροντες πανω στις Σκαιες πυλες
απ'τα γηρατεια στο πολεμο ηταν παυμενοι,αλλ'αγορητες 150
εξοχοι,στα τζιτζικια μοιαζοντας που και μεσα στο δασος
στα δεντρα καθισμενοι φωνη απαλη σαν τον κρινο βγαζουν
τετοιοι λοιπον των Τρωων ηγητορες καθονταν πανω στον πυργο.
αυτοι δε μολις ειδαν την Ελενη πανω στον πυργο να'ρχεται
σιγανα ο ενας προς τον αλλον λογια φτερωτα απηυθυναν.
δεν ειναι θεικη τιμωρια που Τρωες και ευκνημιδες Αχαιοι
για τετοια ξεχωριστη γυναικα πολυ καιρο βασανα υποφερουν
φοβερα στις αθανατες θεες στην οψη μοιαζει.
αλλα και ετσι τετοια αν ειναι στα καραβια ν'ανεβει
μητε σε μας και στα τεκνα πισω πληγη να μεινει 160
.
.
.
αρχαικο-σε λαμαρινα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ιολη Ευρυπιδη-σε λαμαρινα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΙΟΛΗΣ ΕΥΡΥΠΙΔΗ-χ.ν.κουβελης
Όμηρου Ιλιάδα-ραψωδια Β-στιχοι 729-733
Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια φ-στιχοι 13-41,ραψωδια θ-στιχοι 223-228
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
.
Όμηρου Ιλιάδα-ραψωδια Β-στιχοι 729-733]
Οἳ δ' εἶχον Τρίκκην καὶ Ἰθώμην κλωμακόεσσαν,
οἵ τ' ἔχον Οἰχαλίην πόλιν Εὐρύτου Οἰχαλιῆος,
τῶν αὖθ' ἡγείσθην Ἀσκληπιοῦ δύο παῖδε
ἰητῆρ' ἀγαθὼ Ποδαλείριος ἠδὲ Μαχάων·
τοῖς δὲ τριήκοντα γλαφυραὶ νέες ἐστιχόωντο.
αυτοι'χαν την Τρικκη και την πετρωδη Ιθωμη
κι αυτοι'χαν την Οιχαλια την πολι του Ευρυτου του Οιχαλια,
αυτων τοτε ηγουνταν του Ασκληπιου τα δυο παιδια
γιατροι αξιοι ο Ποδαλειριος και ο Μαχαων
σ'αυτους τριαντα κοιλα καραβια ακολουθουσαν με σειρα
,
[Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια φ-στιχοι 13-41]
δῶρα τά οἱ ξεῖνος Λακεδαίμονι δῶκε τυχήσας
Ἴφιτος Εὐρυτίδης, ἐπιείκελος ἀθανάτοισι.
τὼ δ' ἐν Μεσσήνῃ ξυμβλήτην ἀλλήλοιϊν
οἴκῳ ἐν Ὀρτιλόχοιο δαΐφρονος. ἦ τοι Ὀδυσσεὺς
ἦλθε μετὰ χρεῖος, τό ῥά οἱ πᾶς δῆμος ὄφελλε·
μῆλα γὰρ ἐξ Ἰθάκης Μεσσήνιοι ἄνδρες ἄειραν
νηυσὶ πολυκλήϊσι τριηκόσι' ἠδὲ νομῆας.
τῶν ἕνεκ' ἐξεσίην πολλὴν ὁδὸν ἦλθεν Ὀδυσσεύς, 20
παιδνὸς ἐών· πρὸ γὰρ ἧκε πατὴρ ἄλλοι τε γέροντες·
Ἴφιτος αὖθ' ἵππους διζήμενος, αἵ οἱ ὄλοντο
δώδεκα θήλειαι, ὑπὸ δ' ἡμίονοι ταλαεργοί·
αἳ δή οἱ καὶ ἔπειτα φόνος καὶ μοῖρα γένοντο,
ἐπεὶ δὴ Διὸς υἱὸν ἀφίκετο καρτερόθυμον,
φῶθ' Ἡρακλῆα, μεγάλων ἐπιίστορα ἔργων,
ὅς μιν ξεῖνον ἐόντα κατέκτανεν ᾧ ἐνὶ οἴκῳ,
σχέτλιος, οὐδὲ θεῶν ὄπιν αἰδέσατ' οὐδὲ τράπεζαν,
τὴν ἥν οἱ παρέθηκεν· ἔπειτα δὲ πέφνε καὶ αὐτόν,
ἵππους δ' αὐτὸς ἔχε κρατερώνυχας ἐν μεγάροισι. 30
τὰς ἐρέων Ὀδυσῆϊ συνήντετο, δῶκε δὲ τόξον,
τὸ πρὶν μὲν ἐφόρει μέγας Εὔρυτος, αὐτὰρ ὁ παιδὶ
κάλλιπ' ἀποθνῄσκων ἐν δώμασιν ὑψηλοῖσι.
τῷ δ' Ὀδυσεὺς ξίφος ὀξὺ καὶ ἄλκιμον ἔγχος ἔδωκεν,
ἀρχὴν ξεινοσύνης προσκηδέος· οὐδὲ τραπέζῃ
γνώτην ἀλλήλω· πρὶν γὰρ Διὸς υἱὸς ἔπεφνεν
Ἴφιτον Εὐρυτίδην, ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν,
ὅς οἱ τόξον ἔδωκε. τὸ δ' οὔ ποτε δῖος Ὀδυσσεὺς
ἐρχόμενος πόλεμόνδε μελαινάων ἐπὶ νηῶν
ᾑρεῖτ', ἀλλ' αὐτοῦ μνῆμα ξείνοιο φίλοιο 40
κέσκετ' ἐνὶ μεγάροισι, φόρει δέ μιν ἧς ἐπὶ γαίης.
τα δωρ'αυτα σ'αυτον φιλος ξενιας στη Λακεδαιμονα ετυχε να δωσει
ο Ιφιτος του Ευρυτου,παρομοιος στους αθανατους,
που στη Μεσσηνη συναντησε'ο ενας τον αλλον
στο σπιτι του θαυμαστου Ορτιλοχου,οπου σ'αυτον ο Οδυσσεας
ηρθε για χρεος,επειδη σ'αυτον ολος ο δημος οφειλε
προβατα αφου απ'την Ιθακη Μεσσηνιοι αντρες αρπαξαν
στα καραβια τα πολυσκαρμα τριακοκια μαζι με τους βοσκους.
γι'αυτα αποσταλθηκε πολυ δρομο να'ρθει ο Οδυσσεας 20
παιδι οντας,προς τα κει λοιπον τον εστειλε ο πατερας κι οι αλλοι γεροντες
κι ο Ιφιτος παλι αλογα ζητουσε να βρει,αυτα σ'αυτον χαθηκαν
δωδεκα θηλυκα,μ'ανθεκτικα μουλαρια να βυζαινουν.
αυτες τοτε σ'αυτον επειτα και φονος και μοιρα εγιναν
οταν τοτε στου Δια το γιο εφτασε τον οξυθυμο,
τον λαμπρο Ηρακλη,μεγαλων εμπειρο γνωστη εργων
αυτος αυτον ξενον οντα σκοτωσε ενω ηταν στο σπιτι ,
ο ολεθριος,ουτε των θεων την εκδικηση ντραπηκε ουτε το τραπεζι
αυτο που σ'αυτον παραθεσε.επειτα δ'εφονευσε κι αυτον,
και τις φοραδες αυτος κρατησε με τις δυνατες οπλες στα μεγαρα 30
αυτες ζητωντας με τον Οδυσεα συναντηθηκε,του'δωκε δε τοξο,
που πριν κατειχε ο μεγας Ευρυτος,αλλα στο παιδι
καταλλειπε αποθνησκωντας στα δωματα τα ψηλα.
σ'αυτον δε ο Οδυσεας ξιφος οξυ και ισχυρο κονταρι εδωκε,
αρχη φιλοξενιας στενης συγγενειας.ουτε σε τραπεζι
γνωρισ'ο ενας τον αλλον,γιατι πριν ο γιος του Δια εφονευσε
τον Ιφιτο υου Ευρυτου,παρομοιον στους αθανατους,
αυτος που σ'αυτον τοξο εδωκε,αυτο δε ουδεποτε ο θεικος Οδυσσεας
πηγαινοντας για πολεμο στα μελανα πανω τα καραβια
επαιρνε,αλλ'αυτου μνημα στον φιλο της ξενιας τον αγαπητο 40
αφηνε να'ναι στα μεγαρα,το'φορουσε δε αυτος στη γη του
.
(Ομηρου Οδύσσεια-ραψωδια Θ-στιχοι 223 -228)
ἀνδράσι δὲ προτέροισιν ἐριζέμεν οὐκ ἐθελήσω,
οὔθ' Ἡρακλῆϊ οὔτ' Εὐρύτῳ Οἰχαλιῆϊ,
οἵ ῥα καὶ ἀθανάτοισιν ἐρίζεσκον περὶ τόξων.
τῶ ῥα καὶ αἶψ' ἔθανεν μέγας Εὔρυτος οὐδ' ἐπὶ γῆρας
ἵκετ' ἐνὶ μεγάροισι· χολωσάμενος γὰρ Ἀπόλλων
ἔκτανεν, οὕνεκά μιν προκαλίζετο τοξάζεσθαι.
στους αντρες δε στους προτερους να'ρθω σ'εριδα δεν θα'θελα
ουτε με τον Ηρακλη ουτε με τον Ευρυτο της Οιχαλιας,
αυτοι βεβαια και με τους αθανατους εριζαν περι τοξων
γι'αυτο βεβαια και γρηγορα πεθανεν ο μεγας Ευρυτος ουδ'εις γηρας
εφτασε να'ναι στα μεγαρα.γιατι χολιασμενος ο Απολλων
τον σκοτωσε,επειδη αυτον προκαλουσε να τοξευσει
.
.
ΙΟΛΗ ΕΥΡΥΠΙΔΗ-χ.ν.κουβελης
''ενα πραγμα''
σκεφτεται πως ειναι ενα πραγμα
''ενα πραγμα ο ανθρωπος''
εδω στη Τραχινα
απο την Οιχαλια οιχομαι αλος
εκει τους εσφαξε ολους ο Ηρακλης
πατερα αδερφια ''κι εμενα μ'αρπαξε χωρις να θελω''
ιερη μανια τρελλα τον επιασε οπως τοτε με τα παιδια του
''τι φταιω εγω'' τωρα που ολα συνετελλεσθηκαν
και το δηλητηριο του Νεσσου του ποτισε το κορμι
και τον εκαψε κι η ευγενικη Δηιανειρα χαθηκε απ'εαυτου της
''τωρα γυναικα του Υλλου''ρημαγμενη μεσα στους καθρεφτες της μνημης
''ο αδελφος μου ο Ιφιτος''να ψαχνει τις χαμενες φοραδες
μεσα στους στιχους 13-41 της ραψωδια φ' της Οδυσσειας του Ομηρου
ενας ολοκληρος ζωντανος ανθρωπος
''εγω ανθρωπος μεσα στα διχτια της ιστοριας αλλων ανθρωπων''
.
.
.
Οδυσσεια Ομηρου εκδοση 1504
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια μ',στιχοι 73-79]
οἱ δὲ δύω σκόπελοι ὁ μὲν οὐρανὸν εὐρὺν ἱκάνει
ὀξείῃ κορυφῇ, νεφέλη δέ μιν ἀμφιβέβηκε
κυανέη: τὸ μὲν οὔ ποτ' ἐρωεῖ, οὐδέ ποτ' αἴθρη 75
κείνου ἔχει κορυφὴν οὔτ' ἐν θέρει οὔτ' ἐν ὀπώρῃ.
οὐδέ κεν ἀμβαίη βροτὸς ἀνὴρ οὐ καταβαίη, 77
οὐδ' εἴ οἱ χεῖρές τε ἐείκοσι καὶ πόδες εἶεν:
πέτρη γὰρ λίς ἐστι, περιξεστῇ ἐϊκυῖα.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
εκει'ναι δυο σκοπελοι,στον πλατυ ουρανο ο ενας φτανει
μ'οξεια κορυφη,και με συνεφο ολουθε σκεπασμενος
μαυρο,κι ουτε ποτε αυτο σκορπα κι ουτε ποτε καθαριζει 75
κεινου κραταει τη κορυφη ουτ'αν ειν' στο θερος ουτ'αν στο φθινοπωρη
κι ουτε ν'ανεβει θνητος ανθρωπος μπορει κι ουτε να κατεβει 77
ουτε κι αν χερια εικοσι και ποδια ειχε
γιατ' ειναι η πετρα λεια,ολοξυστη να'ναι μοιαζει
.
,
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια μ' ,στιχοι 108-110]
ἀλλὰ μάλα Σκύλλης σκοπέλῳ πεπλημένος ὦκα
νῆα παρὲξ ἐλάαν, ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερόν ἐστιν
ἓξ ἑτάρους ἐν νηὶ ποθήμεναι ἢ ἅμα πάντας. 110
[μεταφραση-χ.ν.κουβελης]
αλλα πολυ κοντα στης Σκυλλας το σκοπελο πλησιασε γοργα
το καραβι περα να κωπηλατησεις,επειδη πολυ καλλιτερο ειναι
εξι συντροφοι στο καραβι να ρουφηχτουν παρα μαζι ολοι 110
.
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ι' ,στιχοι 39-61]
Ἰλιόθεν με φέρων ἄνεμος Κικόνεσσι πέλασσεν,
Ἰσμάρῳ· ἔνθα δ' ἐγὼ πόλιν ἔπραθον, ὤλεσα δ' αὐτούς. 40
ἐκ πόλιος δ' ἀλόχους καὶ κτήματα πολλὰ λαβόντες
δασσάμεθ', ὡς μή τίς μοι ἀτεμβόμενος κίοι ἴσης.
ἔνθ' ἦ τοι μὲν ἐγὼ διερῷ ποδὶ φευγέμεν ἡμέας
ἠνώγεα, τοὶ δὲ μέγα νήπιοι οὐκ ἐπίθοντο.
ἔνθα δὲ πολλὸν μὲν μέθυ πίνετο, πολλὰ δὲ μῆλα
ἔσφαζον παρὰ θῖνα καὶ εἰλίποδας ἕλικας βοῦς.
τόφρα δ' ἄρ' οἰχόμενοι Κίκονες Κικόνεσσι γεγώνευν,
οἵ σφιν γείτονες ἦσαν, ἅμα πλέονες καὶ ἀρείους,
ἤπειρον ναίοντες, ἐπιστάμενοι μὲν ἀφ' ἵππων
ἀνδράσι μάρνασθαι καὶ ὅθι χρὴ πεζὸν ἐόντα. 50
ἦλθον ἔπειθ', ὅσα φύλλα καὶ ἄνθεα γίνεται ὥρῃ,
ἠέριοι· τότε δή ῥα κακὴ Διὸς αἶσα παρέστη
ἡμῖν αἰνομόροισιν, ἵν' ἄλγεα πολλὰ πάθοιμεν.
στησάμενοι δ' ἐμάχοντο μάχην παρὰ νηυσὶ θοῇσι,
βάλλον δ' ἀλλήλους χαλκήρεσιν ἐγχείῃσιν.
ὄφρα μὲν ἠὼς ἦν καὶ ἀέξετο ἱερὸν ἦμαρ,
τόφρα δ' ἀλεξόμενοι μένομεν πλέονάς περ ἐόντας·
ἦμος δ' ἠέλιος μετενίσετο βουλυτόνδε,
καὶ τότε δὴ Κίκονες κλῖναν δαμάσαντες Ἀχαιούς.
ἓξ δ' ἀφ' ἑκάστης νηὸς ἐϋκνήμιδες ἑταῖροι 60
ὤλονθ'· οἱ δ' ἄλλοι φύγομεν θάνατόν τε μόρον τε.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]]
απ'το Ιλιο φερνοντας με ο ανεμος στους Κικονες με πεταξε
στην Ισμαρω,οπ'εγω τη πολη πατηξα κι αυτους αφανισα 40
απ'τη πολη και γυναικας και πολλα αγαθα αρπαζοντας
τα μοιραστηκαμε,κανεις να μην με κατακρινει πως δεν τα'θεσα ισα,
τοτ'εγω να σηκωσουμε τα ποδι μας να φευγουμε απο'κει
συμβουλευα,αυτοι παρα πολυ μωροι δεν πειθονταν
οπου πολυ κρασι πινοντας μεθουσαν,πολλα δ'αρνια
εσφαζαν σ'ακρογυαλι και τα χορευτικα στο βαδισμα βοδια,
εν τω μεταξυ πηγαν οι Κικονες στους Κικονες και φωναξαν
που σ'αυτους γειτονες ησαν,και πιο πολλοι και πιο αντρειοι,
πο'μεναν στη στερια,ξεροντας απ'τ'αλογα
στους αντρες να μαχονται κι αν χρειαστει και πεζοι να'ναι 50
και τοτε ηρθαν,ωσα τα φυλλα και τ'ανθια που γινονται στην ωρα τους,,
στην αχλυ το ξημερωμα,τοτε κακη μοιρα του Δια επεσε πανω
σε μας τους καταδικασμενους,για να πολλα βασανα να παθουμε,
στηθηκαν κι εμαχονταν κοντα στα γρηγορα καραβια
πετουσαν οι μεν εδω στους δε εκει τα χαλκινα κονταρια ,
οσ'αυγη ητανε κι αυξανε η μερα
ως τοτε τους αντικρουσαμε αν και περσοτεροι ηταν
ομως ο ηλιος οταν εφτασε και λυνουνε τα βοδια
τοτε κι οι Κικονες απωθησαν τους Αχαιους νικωντες,
εξη απο καθε καραβι με τις καλες περικνημιδες συντροφοι 60
χαθηκαν,οι αλλοι φυγαμε και το θανατο και τη μαυρη μοιρα
.
.
καὶ τότε δὴ χρύσεια πατὴρ ἐτίταινε τάλαντα,
ἐν δ᾽ ἐτίθει δύο κῆρε τανηλεγέος θανάτοιο, 210
τὴν μὲν Ἀχιλλῆος, τὴν δ᾽ Ἕκτορος ἱπποδάμοιο,
ἕλκε δὲ μέσσα λαβών· ῥέπε δ᾽ Ἕκτορος αἴσιμον ἦμαρ,
(Ομήρου Ιλιαδα ραψωδια Χ' στίχοι 209-212)
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
και τοτε τη χρυση ο πατερας τεντωσε ζυγαρια
κι εβαλε τις δυο μοιρες τ'οδυνηρου θανατου
τη μια τ'Αχιλλεα,την αλλη τ'Εχτορα του ιπποδαμαστη
τη τραβηξε τη μεση πιανοντας,κι εκλινε τ'Εχτορα η γραμμενη μερα
.
.
.
η κούρῃ ναυσικλειτοῖος Δύμαντος ὁμηλικίη Ναυσικάας,θυγάτηρος μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια ζ' στιχοι 13-24
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
τοῦ μὲν ἔβη πρὸς δῶμα θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη,
νόστον Ὀδυσσῆϊ μεγαλήτορι μητιόωσα
βῆ δ' ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη
κοιμᾶτ' ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη,
Ναυσικάα, θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο,
πὰρ δὲ δύ' ἀμφίπολοι, Χαρίτων ἄπο κάλλος ἔχουσαι,
σταθμοῖϊν ἑκάτερθε· θύραι δ' ἐπέκειντο φαειναί.
ἡ δ' ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης, 20
στῆ δ' ἄρ' ὑπὲρ κεφαλῆς καί μιν πρὸς μῦθον ἔειπεν,
εἰδομένη κούρῃ ναυσικλειτοῖο Δύμαντος,
ἥ οἱ ὁμηλικίη μὲν ἔην, κεχάριστο δὲ θυμῷ.
τῇ μιν ἐεισαμένη προσέφη γλαυκῶπις Ἀθήνη
σ'αυτου[τ'Αλκινοου]μπηκε τ'ανακτορο η θεα με τα γυαλιστερα ματια Αθηνα,
το νοστο τ'Οδυσσεα του μεγαλοψυχου εχοντας στο νου
και μπηκ'αυτη σε περιτεχνο θαλαμο,οπ'ειναι κορη
και κοιμαται στους αθανατους σ'αναστημα κι οψη ομοια,
η Ναυσικα,θυγατερα του μεγαλοψυχου Αλκινοου,
και διπλα της δυο ακολουθες,απ'τις Χαριτες την ομορφια π'εχουν,
στους παρασταδες απ'τη μια κι απ'την αλλη μερια,κι ειν'οι λαμπρες πορτες κλειστες,
αυτη σαν τ'ανεμου τη πνοη ανατριχιασε τα σκεπασματα της κορης 20
και σταθηκε παν'στη κεφαλη της και σ'αυτη λογο ειπε,
ομοιασμενη στη κορη του δοξαστου ναυτικου Δυμαντα,
που σ'αυτη συνομηλικη ηταν,κι ευχαριστη στη καρδια.
σ'αυτην ομοιασμενη μιλησε η με τα γυαλιστερα ματια Αθηνα
.
.
.
Ναυσικάα,θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἀλκινόοιο-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια ζ' στιχοι 127-138
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ὣς εἰπὼν θάμνων ὑπεδύσετο δῖος Ὀδυσσεύς,
ἐκ πυκινῆς δ' ὕλης πτόρθον κλάσε χειρὶ παχείῃ
φύλλων, ὡς ῥύσαιτο περὶ χροῒ μήδεα φωτός.
βῆ δ' ἴμεν ὥς τε λέων ὀρεσίτροφος, ἀλκὶ πεποιθώς, 130
ὅς τ' εἶσ' ὑόμενος καὶ ἀήμενος, ἐν δέ οἱ ὄσσε
δαίεται· αὐτὰρ ὁ βουσὶ μετέρχεται ἢ ὀΐεσσιν
ἠὲ μετ' ἀγροτέρας ἐλάφους· κέλεται δέ ἑ γαστὴρ
μήλων πειρήσοντα καὶ ἐς πυκινὸν δόμον ἐλθεῖν·
ὣς Ὀδυσεὺς κούρῃσιν ἐϋπλοκάμοισιν ἔμελλε
μείξεσθαι, γυμνός περ ἐών· χρειὼ γὰρ ἵκανε.
σμερδαλέος δ' αὐτῇσι φάνη κεκακωμένος ἅλμῃ,
τρέσσαν δ' ἄλλυδις ἄλλη ἐπ' ἠϊόνας προὐχούσας.
κι ετσι λεγωντας απ'τους θαμνους κατω βγηκε ο θειος Οδυσσεας,
απ'το πυκνο δασος βλασταρι εσπασε με το βαρυ του χερι
με φυλλα γεματο,και το'βαλε στο σωμα γυρω του να μην φανουν τα μελη,
βγηκε σαν λιονταρι ορεσιβιο,στη δυναμη του νιωθωντας σιγουρο,130
που'ναι δαρμενο απο βροχη κι αερα,και τα ματια του φωτια
εκαιγαν.και τοτ'αυτο σε βοδια χυμιζει η' σ'αρνια
η' και κατ'αγρια ελαφια.και τ'ωθει η κοιλια του
προβατα να ψαξει και σε γερο μαντρι να ερθει.
ετσ'ο Οδυσσεας στις ομορφομαλλες κορες ερχονταν
να σμιξει,αν κι ηταν γυμνος,επειδη τον εσπρωχνε αναγκη.
τρομερος σ'συτες φανηκε κακοδαρμενος αλμυρα,
τρεξαν αλλη απο'δω κι αλλη 'απο'κει στους οχτους να κρυφτουν.
.
.
.
Ερμιονη Ελενης Μενελαου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ερμιονη Ελενης Μενελαου Αναμονη-χ.ν.κουβελης
Γαμος Ερμιονης της Ελενης και του Μενελαου
[Ομηρου Οδυσσεια ραψωδια δ' στιχοι 1-19]
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Οἱ δ' ἷξον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν,
πρὸς δ' ἄρα δώματ' ἔλων Μενελάου κυδαλίμοιο.
τὸν δ' εὗρον δαινύντα γάμον πολλοῖσιν ἔτῃσιν
υἱέος ἠδὲ θυγατρὸς ἀμύμονος ᾧ ἐνὶ οἴκῳ.
τὴν μὲν Ἀχιλλῆος ῥηξήνορος υἱέϊ πέμπεν·
ἐν Τροίῃ γὰρ πρῶτον ὑπέσχετο καὶ κατένευσε
δωσέμεναι, τοῖσιν δὲ θεοὶ γάμον ἐξετέλειον·
τὴν ἄρ' ὅ γ' ἔνθ' ἵπποισι καὶ ἅρμασι πέμπε νέεσθαι
Μυρμιδόνων προτὶ ἄστυ περικλυτόν, οἷσιν ἄνασσεν.
υἱέϊ δὲ Σπάρτηθεν Ἀλέκτορος ἤγετο κούρην, 10
ὅς οἱ τηλύγετος γένετο κρατερὸς Μεγαπένθης
ἐκ δούλης· Ἑλένῃ δὲ θεοὶ γόνον οὐκέτ' ἔφαινον,
ἐπεὶ δὴ τὸ πρῶτον ἐγείνατο παῖδ' ἐρατεινήν,
Ἑρμιόνην, ἣ εἶδος ἔχε χρυσῆς Ἀφροδίτης.
ὣς οἱ μὲν δαίνυντο καθ' ὑψερεφὲς μέγα δῶμα
γείτονες ἠδὲ ἔται Μενελάου κυδαλίμοιο,
τερπόμενοι· μετὰ δέ σφιν ἐμέλπετο θεῖος ἀοιδὸς
φορμίζων· δοιὼ δὲ κυβιστητῆρε κατ' αὐτοὺς
μολπῆς ἐξάρχοντες ἐδίνευον κατὰ μέσσους.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αυτοι στη Λακεδαιμονα με τις βαθειες χαραδρες φτασαν,
και προς τ'ανακτορα τραβωντας του δοξαστου Μενελαου,
τον ηβραν να κανει τραπεζι γαμου με πολλους συγγενεις
του γιου και μαζι της αψεγαδιαστης θυγατερας μεσ'στο σπιτι,
αυτη στο γιο τ'ορμητικου Αχιλλεα με πομπη εστελνε,
αφου στη Τροια πρωτα την υποσχεθηκε και συναινεσε
να δωσει,σ'αυτους οι θεοι το γαμο ξετελειωναν,
αυτη εκει μ'αλογα κι αμαξια εστελνε με πομπη να μεινει
στων Μυρμιδονων τη φημισμενη πολι,που σ'αυτους βασιλευε.
στο γιο απ'τη Σπαρτη του Αλεκτορα εφερε τη κορη,10
αυτος εδω ο χαιδεμενος λεβεντης Μεγαπενθης εγινε
απο δουλα,στην Ελενη οι θεοι γονο δεν εφεραν στο φως
αφοτου πρωτα γεννησε παιδουλα χαριτωμενη,
την Ερμιονη,που την οψη της χρυσης ειχε Αφροδιτης .
ετσ'αυτοι τραπεζονονταν στο υψηλοροφο ανακτορο
οι γειτονες μαζι με τους συγγενεις του δοξαστου Μενελαου
τερπομενοι,και μ'αυτους τραγουδουσε θειος αοιδος
παιζοντας τη φορμιγγα,ενω δυο επιδεξιοι χορευτες απ'τον εαυτο τους
στο ρυθμο του τραγουδιου βγαινοντας μπροστα στροφογυριζαν στη μεση
.
.
ετσι γινηκαν οι γαμοι μου με τον Νεοπτολεμο,η θεληση του πατερα μου,υπακουσα,
η γνωμη της μητερας επιπολαια ως συνηθως δεν εισακουσθηκε,ο πατερας με ειχε
ταξει σ'αυτον για να παρουν τη πολη,ημουνα εννια χρονων οταν εφυγαν για κεινον
τον μακρινο πολεμο,πριν η μητερα ειχε φυγει μ'εκεινον τον ξενο ανθρωπο,εμενα μου
το κρυψαν,πως πηγε ταξιδι και γρηγορα θα γυρισει,εγω ομως ηξερα,παραμονευα εξω
απ'τη καμαρα της και κρυφακουγα τους ψιθυρους τους,την ζηλευα,ελεγαν πως της
εμοιαζα,η μητερα ηταν παρα πολυ ομορφη,οταν εφυγε κλειστηκα στον εαυτο μου,δεν
ηθελα να μιλησω σε κανεναν,ημουν ανεκφραστη,δεν ετρωγα,αδυνατησα πολυ,ανη-
συχουσαν για μενα,τις νυχτες δεν κοιμομουν,ξαγρυπνουσα,ακουγα καθαρα στ'αυτια
μου τα λογια τους και τα πνιχτα γελια τους,φοβουμουν πως τρελλαθηκα,και μια μερα
ξυπνησα και δεν θυμομουν τιποτα,ολα ειχαν ξεχαστει,ετρωγα,γελουσα,επαιζα και
χαιρομουνα με τ'αλλα κοριτσι τις φιλες μου,μεγαλωσα κι εγινα αυτο που λενε
καλλικομος,καλλιπαρηος,λευκωλενος, τανυπεπλος,τοτε με ειδε μ'ερωτευθηκε και
μ'εκλεψε ο Ορεστης,τον αγαπησα κι εγω και παντρευτηκαμε κρυφα,οταν γυρισε ο πατερας
και θελησε να με παντρεψει με τον Νεοπτολεμο φοβηθηκα να του φανερωσω το γαμο μου
με τον Ορεστη,δεν ξερω,τον λυπηθηκα,ολ'αυτα που εγιναν με τη μανα τον πικραναν
πολυ,την ξαναφερε αλλα ποτε,το ξερω καλα,δεν την συγχωρεσε,τη μερα για τα ματια του
κοσμου ηταν ζευγαρι,αλλα τις νυχτες δεν κοιμοντουσαν μαζι στο κρεβατι,καποιοι κολακες
για να κερδισουν την ευνοια του,με θεσεις και αξιωματα,για τα συμφεροντα τους,πληρω-
σαν διαφορους αταλαντους ποιητες να γραψουν πως η Ελενη ποτε δεν πηγε στη Τροια,εκει
ηταν μοναχα το ειδωλο της,κι αυτη η ιδια ηταν σ'ενα νησι απεναντι απ'το Σουνιο,ενα
μακρονησι που το ονομασαν Ελενης Νησος,κι αλλοι εγραψαν πως πηγε στην Αιγυπττο,
εγω ποτε δεν τα πιστεψα αυτα τα παραμυθια,στην Τροια ηταν και μετα τη πτωση της
εφυγε με καποιο εραστη και πηγε σε κεινη τη Μακρονησο και μετα στην Αιγυπτο,ο
Νεοπτολεμος μετα το γαμο με πηρε με πολλα προικια και μ'εφερε στη Θεσσαλια στη
Φθια,στη Φθιωτιδα,εκει ειχε κι αλλη γυναικα,τη χηρα του Εχτορα την Αδρομαχη κι ειχε
κανει μαλιστα και παιδι μαζι της τον Μολοσσο,αυτης της Ανδρομαχης,οταν οι Ελληνες
μπηκαν μεσα στη πολη κρυμμενοι στη κοιλια τ'αλογου,της ειχε αρπαξει το γιο βρεφος
απ'τα χερια της τον Αστυανακτα και τον ειχε πεταξει πανω απ'τα τειχη κατω στα βραχια να
τσακιστει,ο Ορεστης δεν με παρατησε κι ας εγω τον προδωσα,ουτε με κατηγορησε,ποσο
δειλη ημουν,δεν επρεπε τοτε να δεχτω εκεινο το γαμο,ποσο στεναχωρησα τον Ορεστη
μου,ο Ορεστης ηρθε στη Φθια,νοικιασε ενα σπιτι και βλεπομασταν κρυφα,δεν μπορουσα
χωρις αυτον ουτε κι αυτος χωρις εμενα,και μια μερα αποφασισαμε και φυγαμε,ο Ορεστης,
τ'ορκιζομαι,δεν πειραξε τον Νεοπτολεμο,αν και του αξιζε η τιμωρια,δεν τον δολοφονησε
αυτος,ηταν ατυχημα ο θανατος του, μας κυνηγησαν,εξουθενωμενους μας επιασαν στη
Θηβα ,μας πηγαν στην Αθηνα και μας δικασαν,εμενα μου βρηκαν ελαφρυντικα και με
αθωωσαν,τον Ορεστη ομως τον καταδικασαν τριαντα χρονια φυλακη,κλειστηκε στις
φυλακες στο Ναυπλιο,μου εγραφε τακτικα,πηγαινα και τον εβλεπα,του πηγαινα να δει και
το παιδι μας,τον Τισαμενο,παντα χαμογελαστος,οταν μ'εβλεπε αστραφτε το προσωπο
του,ηξερα πως ηταν στεναχωρημενος,αντι εγω να τον παρηγορω με παρηγορουσε εκεινος,
δεν τον προδωσα μ'αλλον αντρα κι ας με κοτσομπολεψαν με τον Διομηδη,με φλερταρε
επιμονα αλλα εγω δεν τα'φκιαξα μαζι του,δεν εκανα μαζι του τιποτα,τωρα εχουν περασει
τριαντα χρονια,εγω ξερω ποσο δυσκολα και οδυνηρα περασαν,ειμαι σαρανταεννια
χρονων,σημερα αποφυλακισθηκε ο Ορεστης,σε λιγη ωρα θα φτασει με το τρενο στο
σταθμο,θα ειναι στο σπιτι του,στο σπιτι μας,οσο πλησιαζει η ωρα να τον δω τοσο τρεμω
απ'τη χαρα,μου'ρχεται να βαλω τα κλαματα,συγκρατιεμαι να μην με δει κλαμενη,ακουω
το σφυριγμα του τρενου,σε λιγο θα μπει στην αποβαθρα,θα σταματησει,θ'ανοιξουν οι
πορτες,θα'βγει ο Ορεστης μου,θα τον αγκαλιασω,θα αγκαλιαστουμε,
.
.
.
.
Οδυσσεας και ο ασκος του Αιολου
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΙΟΛΟ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια κ',στιχοι 56-69
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ἔνθα δ' ἐπ' ἠπείρου βῆμεν καὶ ἀφυσσάμεθ' ὕδωρ·
αἶψα δὲ δεῖπνον ἕλοντο θοῇς παρὰ νηυσὶν ἑταῖροι.
αὐτὰρ ἐπεὶ σίτοιό τ' ἐπασσάμεθ' ἠδὲ ποτῆτος,
δὴ τότ' ἐγὼ κήρυκά τ' ὀπασσάμενος καὶ ἑταῖρον,
βῆν εἰς Αἰόλοο κλυτὰ δώματα· τὸν δ' ἐκίχανον 60
δαινύμενον παρὰ ᾗ τ' ἀλόχῳ καὶ οἷσι τέκεσσιν.
ἐλθόντες δ' ἐς δῶμα παρὰ σταθμοῖσιν ἐπ' οὐδοῦ
ἑζόμεθ'· οἱ δ' ἀνὰ θυμὸν ἐθάμβεον ἔκ τ' ἐρέοντο·
«πῶς ἦλθες, Ὀδυσεῦ; τίς τοι κακὸς ἔχραε δαίμων;
ἦ μέν σ' ἐνδυκέως ἀπεπέμπομεν, ὄφρα ἵκοιο
πατρίδα σὴν καὶ δῶμα, καὶ εἴ πού τοι φίλον ἐστίν.»
ὣς φάσαν· αὐτὰρ ἐγὼ μετεφώνεον ἀχνύμενος κῆρ·
«ἄασάν μ' ἕταροί τε κακοὶ πρὸς τοῖσί τε ὕπνος
σχέτλιος. ἀλλ' ἀκέσασθε, φίλοι· δύναμις γὰρ ἐν ὑμῖν.
.
.
απο'κει στη στερια πατησαμε και αντλησαμε νερο
αμεσως δειπνο στρωσαν κοντα στα γρηγορα καραβια οι συντροφοι.
αλλ'ομως αφου φαγητου γευτηκαμε και μαζι πιοτου,
εκει τοτ'εγω κηρυκα πηρ'ακολουθο κι ενα συντροφο,
βαδισαμε στου Αιολου τα ονομαστα παλατια,κι αυτον τον τυχαμε 60
να τρωει μαζι με τη συντροφο στο κρεββατι και τα τεκνα του.
αφου ηρθαμε στο παλατι κοντα στους παραστατες στο κατωφλι
καθισαμε.αυτοι δε ξαφνιαστηκαν και μ'ερωτησαν.
''πως ηρθες,Οδυσσεα;ποιος σε σε κακος επετεθηκε δαιμονας;
αφου σε με την καρδια μας αποπεμπσαμε,για να φτασεις
στη πατριδα σου και στο σπιτι,κι εκει οπου σε σε αρεστο'ναι;''
ετσ'ειπαν.τοτ'εκει εγω αποκριθηκα βαριοκαρδισμενος.
''μ'εβλαψαν κι απερισκεπτοι συντροφοι κακοι μαζι σ'αυτους κι υπνος
ολεθριος,αλλ'επανορθωστε,φιλοι.γιατι η δυναμις σε σας
.
.
ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΑΙΟΛΟ-χ.ν.κουβελης
τι ανοητοι,τι πονηροι,παντα στο μυαλο τους μηπως τους ερριξα στη μοιρασια,
μην δεν πηραμε τα ισα,εγω τους τιμησα σαν συντροφους,τους νοιαστηκα,
πασχισα να επιστρεψουμε στα σπιτια μας,ολοι,μηδενος εξαιρουμενου,
κι αυτοι ανθρωποι απερισκεπτοι,αφρονες,ετσι με πληρωσαν,με ολεθρο,
βεβαια κι αυτοι η νηπιοι χαθηκαν,απολεσθηκαν,πνιγηκαν στα θεορατα κυματα,
κι ισως τοτε να καταλαβαν τι κακος συμβουλος ητανε η ζηλοφθονια τους,
μην κραταω κατι για μενα κι αυτοι το στερηθουν κι ανοιξαν τον ασκο του Αιολου,
και τοτε καρυδοτσουφλο στους αγριους ανεμους ερμαιο το καραβι,τα πανια
σχιστηκαν και το τιμονι εσπασε κι η πρυμνη ραγισε και τα νερα ορμησαν μεσα
και μας βουλιαξαν αυτανδρους ,τωρα δικαιοσυνη,ηταν καλα κι αφρονα παιδια
οι συντροφοι
.
.
.
κεφαλι αλογου horse's head-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Τ'ΑΛΟΓΑ
[Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια ψ',στιχοι 271-304,351-373]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
στῆ δ' ὀρθὸς καὶ μῦθον ἐν Ἀργείοισιν ἔειπεν· 271
Ἀτρεΐδη τε καὶ ἄλλοι ἐϋκνήμιδες Ἀχαιοὶ
ἱππῆας τάδ' ἄεθλα δεδεγμένα κεῖτ' ἐν ἀγῶνι.
εἰ μὲν νῦν ἐπὶ ἄλλῳ ἀεθλεύοιμεν Ἀχαιοὶ
ἦ τ' ἂν ἐγὼ τὰ πρῶτα λαβὼν κλισίην δὲ φεροίμην.
ἴστε γὰρ ὅσσον ἐμοὶ ἀρετῇ περιβάλλετον ἵπποι·
ἀθάνατοί τε γάρ εἰσι, Ποσειδάων δὲ πόρ' αὐτοὺς
πατρὶ ἐμῷ Πηλῆϊ, ὃ δ' αὖτ' ἐμοὶ ἐγγυάλιξεν.
ἀλλ' ἤτοι μὲν ἐγὼ μενέω καὶ μώνυχες ἵπποι·
τοίου γὰρ κλέος ἐσθλὸν ἀπώλεσαν ἡνιόχοιο 280
ἠπίου, ὅς σφωϊν μάλα πολλάκις ὑγρὸν ἔλαιον
χαιτάων κατέχευε λοέσσας ὕδατι λευκῷ.
τὸν τώ γ' ἑσταότες πενθείετον, οὔδεϊ δέ σφι
χαῖται ἐρηρέδαται, τὼ δ' ἕστατον ἀχνυμένω κῆρ.
ἄλλοι δὲ στέλλεσθε κατὰ στρατόν, ὅς τις Ἀχαιῶν
ἵπποισίν τε πέποιθε καὶ ἅρμασι κολλητοῖσιν.
Ὣς φάτο Πηλεΐδης, ταχέες δ' ἱππῆες ἄγερθεν.
ὦρτο πολὺ πρῶτος μὲν ἄναξ ἀνδρῶν Εὔμηλος
Ἀδμήτου φίλος υἱός, ὃς ἱπποσύνῃ ἐκέκαστο·
τῷ δ' ἐπὶ Τυδεΐδης ὦρτο κρατερὸς Διομήδης, 290
ἵππους δὲ Τρῳοὺς ὕπαγε ζυγόν, οὕς ποτ' ἀπηύρα
Αἰνείαν, ἀτὰρ αὐτὸν ὑπεξεσάωσεν Ἀπόλλων.
τῷ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδης ὦρτο ξανθὸς Μενέλαος
διογενής, ὑπὸ δὲ ζυγὸν ἤγαγεν ὠκέας ἵππους
Αἴθην τὴν Ἀγαμεμνονέην τὸν ἑόν τε Πόδαργον·
τὴν Ἀγαμέμνονι δῶκ' Ἀγχισιάδης Ἐχέπωλος
δῶρ', ἵνα μή οἱ ἕποιθ' ὑπὸ Ἴλιον ἠνεμόεσσαν,
ἀλλ' αὐτοῦ τέρποιτο μένων· μέγα γάρ οἱ ἔδωκε
Ζεὺς ἄφενος, ναῖεν δ' ὅ γ' ἐν εὐρυχόρῳ Σικυῶνι·
τὴν ὅ γ' ὑπὸ ζυγὸν ἦγε μέγα δρόμου ἰσχανόωσαν. 300
Ἀντίλοχος δὲ τέταρτος ἐΰτριχας ὁπλίσαθ' ἵππους,
Νέστορος ἀγλαὸς υἱὸς ὑπερθύμοιο ἄνακτος
τοῦ Νηληϊάδαο· Πυλοιγενέες δέ οἱ ἵπποι
ὠκύποδες φέρον ἅρμα·
Μηριόνης δ' ἄρα πέμπτος ἐΰτριχας ὁπλίσαθ' ἵππους. 351
ἂν δ' ἔβαν ἐς δίφρους, ἐν δὲ κλήρους ἐβάλοντο·
πάλλ' Ἀχιλεύς, ἐκ δὲ κλῆρος θόρε Νεστορίδαο
Ἀντιλόχου· μετὰ τὸν δ' ἔλαχε κρείων Εὔμηλος·
τῷ δ' ἄρ' ἐπ' Ἀτρεΐδης δουρὶ κλειτὸς Μενέλαος,
τῷ δ' ἐπὶ Μηριόνης λάχ' ἐλαυνέμεν· ὕστατος αὖτε
Τυδεΐδης ὄχ' ἄριστος ἐὼν λάχ' ἐλαυνέμεν ἵππους.
στὰν δὲ μεταστοιχί, σήμηνε δὲ τέρματ' Ἀχιλλεὺς
τηλόθεν ἐν λείῳ πεδίῳ· παρὰ δὲ σκοπὸν εἷσεν
ἀντίθεον Φοίνικα ὀπάονα πατρὸς ἑοῖο, 360
ὡς μεμνέῳτο δρόμους καὶ ἀληθείην ἀποείποι.
Οἳ δ' ἅμα πάντες ἐφ' ἵπποιιν μάστιγας ἄειραν,
πέπληγόν θ' ἱμᾶσιν, ὁμόκλησάν τ' ἐπέεσσιν
ἐσσυμένως· οἳ δ' ὦκα διέπρησσον πεδίοιο
νόσφι νεῶν ταχέως· ὑπὸ δὲ στέρνοισι κονίη
ἵστατ' ἀειρομένη ὥς τε νέφος ἠὲ θύελλα,
χαῖται δ' ἐῤῥώοντο μετὰ πνοιῇς ἀνέμοιο.
ἅρματα δ' ἄλλοτε μὲν χθονὶ πίλνατο πουλυβοτείρῃ,
ἄλλοτε δ' ἀΐξασκε μετήορα· τοὶ δ' ἐλατῆρες
ἕστασαν ἐν δίφροισι, πάτασσε δὲ θυμὸς ἑκάστου 370
νίκης ἱεμένων· κέκλοντο δὲ οἷσιν ἕκαστος
ἵπποις, οἳ δ' ἐπέτοντο κονίοντες πεδίοιο
μεταφραση χ.ν.κουβελης
σταθηκ'ορθος και λογο στους Αργειους ειπε 271
και γιε τ'Ατρεα κι αλλοι ευκνημιδες Αχαιοι
των αλογων αυτα τα προσφερμενα επαθλα ειν'εδω στον αγωνα
αν τωρα για αλλον αγωνιζομασταν οι Αχαιοι
τοτ'εγω τα πρωτα λαμβανοντας στη σκηνη θα'φερνα
γιατι το ξερετε ποσον στο δικο μου χαρισμα ειναι φορεμενα τ'αλογα
γιατι κι αθανατα ειναι,ο Ποσειδωνας δ'εφερ'αυτα
στον πατερα μου στον Πηλεα,ο οποιος αυτα σε μενα εγχειρισε
αλλ'ομως εγω μενω στη θεση μου κι οι μονωνυχες ιπποι
γιατι τετοιον της δοξας αξιον εχασαν ηνιοχον 280
ηπιον,ο οποιος σ'αυτων παρα πολλες φορες υγρο λαδι
τις χαιτες εχυνε λουζοντας σε νερο καθαρο
αυτα γι'αυτον στεκονται και πενθουν,στο χωμα κατω
οι χαιτες τους αγγιζουν,γι'αυτον στεκουν με λυπημενη καρδια
οι αλλοι ετοιμασθητε στο στρατο οποιος ενας των Αχαιων
και στ'αλογα εμπιστευεται και στ'αρματα στα στερια κολλημενα
ετσι μιλησ' ο Πηλειδης κι οι ταχεις ιππεις σηκωθηκαν
ορθωθει πρωτος πρωτος ο αρχων ανδρων Ευμηλος
τ'Αδμητου ο αγαπητος γιος,που στην ιπποσυνη υπερειχε
σ'αυτον επειτα ο Τυδειδης ορθωθει κρατερος Διομηδης 290
π'αλογα της Τροιας εβαλε σε ζυγο,αυτα που καποτ'αρπαξε
απ'τον Αινεια,μετα αυτον απομακρυνοντας τον εσωσ'ο Απολλων
σ'αυτον τοτ'επειτα ο Ατρειδης ορθωθει ξανθος Μενελαος
ο θεογενης,σε ζυγο δ'εσυρε ταχεις ιππους
την Αιθην τ'Αγαμεμνονα και τον δικο του Ποδαγρον
αυτην στο Αγαμεμνονα εδωκ'ο Αγχισιαδης Εχεπωλος
δωρο,για να μη τον ακολουθησει κατ'απ'το Ιλιο τ'ανεμοδαρτο,
αλλ'αυτου στον τοπο του να τερπεται μενοντας,πολυ μεγαλη αφου σ'αυτον εδωκε
ο Ζευς αφθονια,κατοικουσε δ'αυτος μεσ'στην ευρυχωρη Σικεωνα
αυτην τοτ'αυτος σε ζυγο εσυρε για πολυ μεγαλο δρομο ασυγκρατητη 300
ο Αντιλοχος δε τεταρτος τους καλλοτριχους οπλισ'ιππους
του Νεστορα ο λαμπρος γιος του γενναιοψυχου αρχοντα
του Νηλεαδη,οι δ'ιπποι της Πυλου γενα
οι γρηγοροποδοι συραν τ'αρμα
ο Μηριονης δ'επειτα πεμπτος τους καλλοτριχους οπλισ'ιππους 351
τοτ'ανεβηκαν στ'αρματα,τους κληρους βαλοντας,
τους εσεισ'ο Αχιλεας,κι εξω ο κληρος πεταχτηκε του Νεστοριδη
Αντιλοχου,μετ'απ'αυτον ελαχε ο αρχων Ευμηλος
σ'αυτον τοτ'επειτα ο Ατρειδης στο δορι ξακουστος Μενελαος
σ'αυτον επειτα ο Μηριονης ελαχε να οδηγησει ,τελευταιος τοτε
ο Τυδειδης ολων ο αριστος οντας ελαχε να οδηγησει τ'αλογα
στεκονταν δε σε στοιχους,κι ο Αχιλλεας σημανε τα τερματα
περα μακρια στην ομαλη πεδιαδα,παρατηρητη εβαλε να καθισει
τον ισοθεο Φοινικα συντροφο του δικου του πατερα 360
για να τυπωσει στη μνημη τους δρομους και την αληθεια ανοιχτα να πει
αυτοι δε συναμα απαντες πανω στ'αλογα τα μαστιγια σηκωσαν
πληττωντας στους ιμαντες,και μαζι κραυγαζοντας τα φωναζαν
ορμητικα να τρεξουν,αυτα δε γρηγορα διαπερνουσαν στη πεδιαδα
παραμερα απ'τα καραβια με ταχυτητα,και κατ'απ'τα στερνα η σκονη
σηκωνονταν πανω κι οπως συννεφο η' θυελλα
οι χαιτες δε κυματιζαν μ'ορμη με τη πνοη τ'ανεμου
τ'αρματα δ'αλλοτε μεν στη γη κατω αγγιζαν στη πολυτροφα
αλλοτε δε πανω τιναζονταν μετεωρα,κι οι οδηγοι των αλογων
στεκονταν ορθοι στ'αρματα και δυνατα χτυπουσε καθενος η καρδια 370
τη νικη ποθωντας,και φωναζαν στους δικους τους καθενας
τους ιππους ,κι αυτοι πετουσαν σηκωνοντας σκονη στη πεδιαδα
.
.
.
η Ελενη-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΣΤΙΧΟΥΣ ΤΗΣ Γ' ΡΑΨΩΔΙΑΣ
ΤΗΣ ΟΜΗΡΟΥ ΙΛΙΑΔΑΣ-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Ιλιαδα ,γ'ραψωδια Τειχοσκοπια,στιχοι 156-158,172-176
μεταφραση χ..ν.κουβελης
.
φωναξε ο γερο Πριαμος τον φιλον τεκος την Ελενη
ν'ανεβει πανω στο τειχος στις Σκαιες πυλες να δει
τη μονομαχια του Μενελαου και του Αλεξανδρου
του παλιου και του καινουργιου αντρα της τη μαχη
και πως το τροπαιο ηταν εκεινη
και σαν την ειδαν να περνα οι σεβαστοι προεστοι
αναφωνησαν γεματοι θαυμασμο για τη γυναικα
οὐ νέμεσις Τρῶας καὶ ἐϋκνήμιδας Ἀχαιοὺς
τοιῇδ' ἀμφὶ γυναικὶ πολὺν χρόνον ἄλγεα πάσχειν·
αἰνῶς ἀθανάτῃσι θεῇς εἰς ὦπα ἔοικεν
δεν ειναι κατηγορια καμια οι Τρωες κι οι Αχαιοι
για μια τετοια γυναικα τοσο καιρο βασανα να παθαινουν,
τρομερα πως μοιαζει στη μορφη μ'αθανατη θεα
κι εκεινη βλεπωντος τον γερο Πριαμο και τους αλλους αρχους
ξεσπασε σε βαρυ γοο και ραγιστηκε η καρδια της
αἰδοῖός τέ μοί ἐσσι φίλε ἑκυρὲ δεινός τε·
ὡς ὄφελεν θάνατός μοι ἁδεῖν κακὸς ὁππότε δεῦρο
υἱέϊ σῷ ἑπόμην θάλαμον γνωτούς τε λιποῦσα
παῖδά τε τηλυγέτην καὶ ὁμηλικίην ἐρατεινήν.
ἀλλὰ τά γ' οὐκ ἐγένοντο· τὸ καὶ κλαίουσα τέτηκα.
καλε μου πατερα για μενα εισαι πολυτιμημενος και σεβαστος
μου ταιριαζε κακο θανατο να παθω τοτε που εδω περα ηρθα
τον γιο σου ακολουθωντας καμαρα συζυγικη και συγγενεις
εγκαταλειποντας και θυγατερα μονακρικη και συνομιληκη
χαριτωμενη παρεα,αλλ'αυτα δεν εγιναν,γι'αυτο και κλαιγοντας
εχω λιωσει
ο Πριαμος την ρωτησε,
η Ελενη
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Ατρειδης ευρυ κρειων Αγαμεμνων
-τουτος,εδειξε,ειναι ο Λαερτιάδης πολύμητις Ὀδυσσεύς
-και τουτος,εδειξε,ειναι ο Αἴας ἐστὶ πελώριος ἕρκος Ἀχαιῶν·
κι ολοι χαθηκαν,
ο ευρυ κρειων Αγαμεμνωνας μεσα ατο σπιτι του στις Μυκηνες
τον επνιξαν στο μπανιο η γυναικα του η βασιλισα Κλυταιμνηστρα
κι ο φιλος της ο Αιγισθος
κι ο Οδυσεας επαθε πολλα βασανα ος μαλα πολλα πλαγχθη
κι ο Αιαντας το πελωριον ερκος το φρουριο το τειχος των Αχαιων
τρελλαθηκε,τ'αδικο δεν αντεξε κι επεσε πανω στο ξιφος του
και του περασε αυτο περα για περα το κορμι εκει κοντα στα καραβια
των Ελληνων και παει
-ομως τα δυο μου αδερφια δε βλεπω τον Καστορα
και τον Πολυδευκη,μηπως ντρεπονται για μενα να φανουν;
αἴσχεα δειδιότες καὶ ὀνείδεα πόλλ' ἅ μοί ἐστιν.
που να ξερε η δυστυχη πως στη πατριδα επεσαν
κι εκει θαφτηκαν τα σωματα τους
τοὺς δ' ἤδη κάτεχεν φυσίζοος αἶα
ἐν Λακεδαίμονι αὖθι φίλῃ ἐν πατρίδι γαίῃ.
το χωμα τους κρατουσε στην πατριδα
σ'αλλον πολεμο εμφυλιο
η Ελενη τοτε βογγηξε
να πεθαινα να μην γεννιομουν απο μανα
το φως του ηλιου να μη εβλεπα ποτε
παρα που το σπιτι μου παρατησα
και τους γονεις και το μονακριβο παιδι μου
και τους αγαπημενους φιλους αφησα
κι ηρθα η ορφανη σε τουτα δω τα μερη
και σ'αυτους εδω τους τοπους και τοσα μυρια
βασανα και τοσους πονους σηκωσα
και στα πολλα ελιωσα τα κλαμματα
η Ελενη εκλαψε,για τοσους ανθρωπους που χαθηκαν,
για τον φιλον εκυρε τον Πριαμο
για τον ευγενη Εκτορα ιδιον κασιγνητο αδερφο της,
αλλους απ'αυτους τους δυο δεν ειχε μεασ στη Τροια
να μην την κακολογουν,να την υποστηριζουν,
και για τον Αχιλλεα εκλαψε,που γι'αυτον ουτ'ενας λογος
δεν γινεται σ'αυτη τη γ' ραψωδια,
εκλαψε για τον Νικο για τον Γιωργο
για τον Θεοφανη,για τον Κωστα για τον Αντρεα
για τον Γιαννη για τον Σταθη για τον Δημητρη
για τον Πλατωνα για τον Ερμη
για την Ειρηνη για την Μαρια για την Αγγελικη
για την Ελενη για την Βασιλικη
απ'ολη την Ελλαδα,απ'τη Σμυρνη,απ'τη Τραπεζουντα,
απ'τη Θεσσαλονικη απ' την Αμμοχωστο
απ'την Κορυτσα απ'τους Αγιους Σαραντα
απ'την οδος Σταδιου απ'τη πλατεια Συνταγματος
ενας σωρος σωματα το'να πανω στ'αλλο
ως τον ουρανο
στο φως και στο σκοταδι καιομενα
η Ελλαδα
.
.
.
Τα υβριολογια στην Οδύσσεια του Ομήρου- η μολοβρος γλωττη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΤΟ ΥΒΡΙΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΑΝΘΟΥ ΣΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ[Ομηρου Οδυσσεια,ρ',204-238]
ΚΑΙ ΤΟ ΟΙΚΤΡΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Μελανθος[μελας+ανθος]του Δολιου ηταν Ιθακισιος βοσκος και αθλιος συνεργατης
των μνηστηρων ,μαζι με την αδερφη του Μελανθω,ερωμενη του Ευρυμαχου,οταν
βρισκει τον Οδυσσεα[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ρ' στιχοι 204-238]ντυμενο γερο ζητιανο,
μαζι με τον πιστο του χοιροβοσκο Ευμαιο,τον βριζει σκαια και χυδαια.
Στη ραψωδια χ',στιχοι 473-476,Ομηρου Οδυσσεια,εχουμε το οικτρο τελος του στην μνηστη-
ροφονια
.
.
το υβριολογιο του Μελανθου στον Οδυσσεα[Ομηρου Οδυσσεια ,ρ',204-238]
το οικτρο τελος του στην μνηστηροφονια[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
[Ομηρου Οδυσσεια ,ρ',204-238]
ἀλλ' ὅτε δὴ στείχοντες ὁδὸν κάτα παιπαλόεσσαν
ἄστεος ἐγγὺς ἔσαν καὶ ἐπὶ κρήνην ἀφίκοντο
τυκτὴν καλλίροον, ὅθεν ὑδρεύοντο πολῖται,
τὴν ποίησ' Ἴθακος καὶ Νήριτος ἠδὲ Πολύκτωρ·
ἀμφὶ δ' ἄρ' αἰγείρων ὑδατοτρεφέων ἦν ἄλσος,
πάντοσε κυκλοτερές, κατὰ δὲ ψυχρὸν ῥέεν ὕδωρ
ὑψόθεν ἐκ πέτρης· βωμὸς δ' ἐφύπερθε τέτυκτο 210
Νυμφάων, ὅθι πάντες ἐπιῤῥέζεσκον ὁδῖται·
ἔνθα σφέας ἐκίχανεν υἱὸς Δολίοιο Μελανθεὺς
αἶγας ἄγων, αἳ πᾶσι μετέπρεπον αἰπολίοισι,
δεῖπνον μνηστήρεσσι· δύω δ' ἅμ' ἕποντο νομῆες.
τοὺς δὲ ἰδὼν νείκεσσεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζεν
ἔκπαγλον καὶ ἀεικές· ὄρινε δὲ κῆρ Ὀδυσῆος·
«νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ κακὸς κακὸν ἡγηλάζει,
ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον.
πῇ δὴ τόνδε μολοβρὸν ἄγεις, ἀμέγαρτε συβῶτα,
πτωχὸν ἀνιηρόν, δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα; 220
ὃς πολλῇς φλιῇσι παραστὰς φλίψεται ὤμους,
αἰτίζων ἀκόλους, οὐκ ἄορα οὐδὲ λέβητας.
τόν γ' εἴ μοι δοίης σταθμῶν ῥυτῆρα γενέσθαι
σηκοκόρον τ' ἔμεναι θαλλόν τ' ἐρίφοισι φορῆναι,
καί κεν ὀρὸν πίνων μεγάλην ἐπιγουνίδα θεῖτο.
ἀλλ' ἐπεὶ οὖν δὴ ἔργα κάκ' ἔμμαθεν, οὐκ ἐθελήσει
ἔργον ἐποίχεσθαι, ἀλλὰ πτώσσων κατὰ δῆμον
βούλεται αἰτίζων βόσκειν ἣν γαστέρ' ἄναλτον.
ἀλλ' ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
αἴ κ' ἔλθῃ πρὸς δώματ' Ὀδυσσῆος θείοιο, 230
πολλά οἱ ἀμφὶ κάρη σφέλα ἀνδρῶν ἐκ παλαμάων
πλευραὶ ἀποτρίψουσι δόμον κάτα βαλλομένοιο.»
ὣς φάτο, καὶ παριὼν λὰξ ἔνθορεν ἀφραδίῃσιν
ἰσχίῳ· οὐδέ μιν ἐκτὸς ἀταρπιτοῦ ἐστυφέλιξεν,
ἀλλ' ἔμεν' ἀσφαλέως. ὁ δὲ μερμήριξεν Ὀδυσσεύς,
ἠὲ μεταΐξας ῥοπάλῳ ἐκ θυμὸν ἕλοιτο
ἦ πρὸς γῆν ἐλάσειε κάρη ἀμφουδὶς ἀείρας·
ἀλλ' ἐπετόλμησε, φρεσὶ δ' ἔσχετο.
.
.
[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
ἐκ δὲ Μελάνθιον ἦγον ἀνὰ πρόθυρόν τε καὶ αὐλήν·
τοῦ δ' ἀπὸ μὲν ῥῖνάς τε καὶ οὔατα νηλέϊ χαλκῷ
τάμνον μήδεά τ' ἐξέρυσαν, κυσὶν ὠμὰ δάσασθαι,
χεῖράς τ' ἠδὲ πόδας κόπτον κεκοτηότι θυμῷ
.
.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
αλλ'οταν μαζι κατηφοριζοντας τον αποκρημνο δρομο
και στη πολη κοντα ησαν και στη βρυση εφτασαν
τη κτιστη που καθαρα τα νερα ρεει,απ'οπου υδρευονταν οι πολιτες,
αυτη που'φκιαξε ο Ιθακος κι ο Νηριτος κι επισης ο Πολυκτωρας,
και γυρω ηταν αλσος με λευκες που το νερο τις τρεφει,
απο παντου σε κυκλο,κατω δε παγωμενο ερρεε νερο
ψηλα απ'τη πετρα ,κι απο πανω βωμος ηταν κτισμενος 210
των Νυμφων,οπ'εκει ολοι εθυσιαζαν οι οδοιποροι
εκει τους ετυχε ο γιος του Δολιου ο Μελανθος
γιδια πηγαινοντας,σ'ολα τα αιγοκοπαδα τα πιο ξεχωρισμενα,
δειπνο στους μνηστηρες,και μαζι δυο ακολουθαγαν βοσκοι,
και βλεπωντας τους φιλονεικιας λογο ειπε και μιλησε
τρομερο κι απρεπο,του δε Οδυσσεα ταραχτηκε η καρδια,
''να τωρα ενας παντελως αθλιος εναν αθλιο σερνει,
ετσ'οπως παντα τον ομοιο φερνει ο θεος στον ομοιο,
που αυτον εδω τον σαπροφαγο πας,σιχαμερε γουρναρη,
τον ενοχλητικο φτωχο,των φαγητων τον αποροφητηρα, 220
αυτος σε πολλες πορτες και κατωφλια θα ξυνει τους ωμους
επαιτωντας ψωμοκοματα,οχι ξιφη κρεμαστα και λεβετια,
αυτον σε με να δωσεις των μαντριων φυλακας να γινει
σαρωτης του σταυλου να'ναι,χλωρο κλαρι να φερνει στα κατσικια
και τρογαλο πινωντας χοντρο μπουτι να φκιαξει,
αλλ'αφου λοιπον εργα αθλια εμαθε,δεν θα θελησει
δουλεια να πιασει,αλλα να γυριζει ασυστολα στη χωρα
θελει επαιτωντας να βοσκησει την αχορταγη κοιλια,
αλλα σε σε θα πω,κι αυτο και τετελεσμενο να'ναι,
αν κι ερθει προς τα σπιτια του Οδυσσεα του θειου 230
πολλα γυρω απ'το κεφαλι σκαμνια απ'των αντρων τις παλαμες
τα πλευρα θα συντριψουν σωρηδον καταπανω πεταμενα''
ετσ'ειπε,και περνωντας κλωτσια με πηδημα εδωσ'αφραδιαζοντας
στο γοφο,ομως αυτος εξω απ'την ατραπο δεν τρανταχτηκε,
αλλ'εμεινε ακουνητος,ο δε Οδυσσεας διστασε,
η' ορμωντας με το ροπαλο τη ψυχη να του τραβηξει
η' απ'τη γη σηκωνοντας να του κοπανισει το κεφαλι κατω χαμω,
αλλ'υπομεινε,στα νευρα δε κρατηθηκε
.
.
μετα τον Μελανθο εσυραν κατα το προθυρο και την αυλη,
απ'αυτον και τη μυτη και τ'αυτια μ'ανηλεο χαλκο
χωρισαν,και τ'αχαμνα ξεριζωσαν,στα σκυλια ωμα πετωντας να φανε,
και χερια και ποδια εκοψαν μ' οργισμενη τη καρδια
.
.
.
ΤΟ ΥΒΡΙΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΜΕΛΑΝΘΟΥ ΣΤΟΝ ΟΔΥΣΣΕΑ[Ομηρου Οδυσσεια,ρ',204-238]
ΚΑΙ ΤΟ ΟΙΚΤΡΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΜΝΗΣΤΗΡΟΦΟΝΙΑ[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Μελανθος[μελας+ανθος]του Δολιου ηταν Ιθακισιος βοσκος και αθλιος συνεργατης
των μνηστηρων ,μαζι με την αδερφη του Μελανθω,ερωμενη του Ευρυμαχου,οταν
βρισκει τον Οδυσσεα[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ρ' στιχοι 204-238]ντυμενο γερο ζητιανο,
μαζι με τον πιστο του χοιροβοσκο Ευμαιο,τον βριζει σκαια και χυδαια.
Στη ραψωδια χ',στιχοι 473-476,Ομηρου Οδυσσεια,εχουμε το οικτρο τελος του στην μνηστη-
ροφονια
.
.
το υβριολογιο του Μελανθου στον Οδυσσεα[Ομηρου Οδυσσεια ,ρ',204-238]
το οικτρο τελος του στην μνηστηροφονια[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
μεταφραση χ.ν.κουβελης
[Ομηρου Οδυσσεια ,ρ',204-238]
ἀλλ' ὅτε δὴ στείχοντες ὁδὸν κάτα παιπαλόεσσαν
ἄστεος ἐγγὺς ἔσαν καὶ ἐπὶ κρήνην ἀφίκοντο
τυκτὴν καλλίροον, ὅθεν ὑδρεύοντο πολῖται,
τὴν ποίησ' Ἴθακος καὶ Νήριτος ἠδὲ Πολύκτωρ·
ἀμφὶ δ' ἄρ' αἰγείρων ὑδατοτρεφέων ἦν ἄλσος,
πάντοσε κυκλοτερές, κατὰ δὲ ψυχρὸν ῥέεν ὕδωρ
ὑψόθεν ἐκ πέτρης· βωμὸς δ' ἐφύπερθε τέτυκτο 210
Νυμφάων, ὅθι πάντες ἐπιῤῥέζεσκον ὁδῖται·
ἔνθα σφέας ἐκίχανεν υἱὸς Δολίοιο Μελανθεὺς
αἶγας ἄγων, αἳ πᾶσι μετέπρεπον αἰπολίοισι,
δεῖπνον μνηστήρεσσι· δύω δ' ἅμ' ἕποντο νομῆες.
τοὺς δὲ ἰδὼν νείκεσσεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζεν
ἔκπαγλον καὶ ἀεικές· ὄρινε δὲ κῆρ Ὀδυσῆος·
«νῦν μὲν δὴ μάλα πάγχυ κακὸς κακὸν ἡγηλάζει,
ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον.
πῇ δὴ τόνδε μολοβρὸν ἄγεις, ἀμέγαρτε συβῶτα,
πτωχὸν ἀνιηρόν, δαιτῶν ἀπολυμαντῆρα; 220
ὃς πολλῇς φλιῇσι παραστὰς φλίψεται ὤμους,
αἰτίζων ἀκόλους, οὐκ ἄορα οὐδὲ λέβητας.
τόν γ' εἴ μοι δοίης σταθμῶν ῥυτῆρα γενέσθαι
σηκοκόρον τ' ἔμεναι θαλλόν τ' ἐρίφοισι φορῆναι,
καί κεν ὀρὸν πίνων μεγάλην ἐπιγουνίδα θεῖτο.
ἀλλ' ἐπεὶ οὖν δὴ ἔργα κάκ' ἔμμαθεν, οὐκ ἐθελήσει
ἔργον ἐποίχεσθαι, ἀλλὰ πτώσσων κατὰ δῆμον
βούλεται αἰτίζων βόσκειν ἣν γαστέρ' ἄναλτον.
ἀλλ' ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
αἴ κ' ἔλθῃ πρὸς δώματ' Ὀδυσσῆος θείοιο, 230
πολλά οἱ ἀμφὶ κάρη σφέλα ἀνδρῶν ἐκ παλαμάων
πλευραὶ ἀποτρίψουσι δόμον κάτα βαλλομένοιο.»
ὣς φάτο, καὶ παριὼν λὰξ ἔνθορεν ἀφραδίῃσιν
ἰσχίῳ· οὐδέ μιν ἐκτὸς ἀταρπιτοῦ ἐστυφέλιξεν,
ἀλλ' ἔμεν' ἀσφαλέως. ὁ δὲ μερμήριξεν Ὀδυσσεύς,
ἠὲ μεταΐξας ῥοπάλῳ ἐκ θυμὸν ἕλοιτο
ἦ πρὸς γῆν ἐλάσειε κάρη ἀμφουδὶς ἀείρας·
ἀλλ' ἐπετόλμησε, φρεσὶ δ' ἔσχετο.
.
.
[Ομηρου Οδυσσεια,χ',473-476]
ἐκ δὲ Μελάνθιον ἦγον ἀνὰ πρόθυρόν τε καὶ αὐλήν·
τοῦ δ' ἀπὸ μὲν ῥῖνάς τε καὶ οὔατα νηλέϊ χαλκῷ
τάμνον μήδεά τ' ἐξέρυσαν, κυσὶν ὠμὰ δάσασθαι,
χεῖράς τ' ἠδὲ πόδας κόπτον κεκοτηότι θυμῷ
.
.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
αλλ'οταν μαζι κατηφοριζοντας τον αποκρημνο δρομο
και στη πολη κοντα ησαν και στη βρυση εφτασαν
τη κτιστη που καθαρα τα νερα ρεει,απ'οπου υδρευονταν οι πολιτες,
αυτη που'φκιαξε ο Ιθακος κι ο Νηριτος κι επισης ο Πολυκτωρας,
και γυρω ηταν αλσος με λευκες που το νερο τις τρεφει,
απο παντου σε κυκλο,κατω δε παγωμενο ερρεε νερο
ψηλα απ'τη πετρα ,κι απο πανω βωμος ηταν κτισμενος 210
των Νυμφων,οπ'εκει ολοι εθυσιαζαν οι οδοιποροι
εκει τους ετυχε ο γιος του Δολιου ο Μελανθος
γιδια πηγαινοντας,σ'ολα τα αιγοκοπαδα τα πιο ξεχωρισμενα,
δειπνο στους μνηστηρες,και μαζι δυο ακολουθαγαν βοσκοι,
και βλεπωντας τους φιλονεικιας λογο ειπε και μιλησε
τρομερο κι απρεπο,του δε Οδυσσεα ταραχτηκε η καρδια,
''να τωρα ενας παντελως αθλιος εναν αθλιο σερνει,
ετσ'οπως παντα τον ομοιο φερνει ο θεος στον ομοιο,
που αυτον εδω τον σαπροφαγο πας,σιχαμερε γουρναρη,
τον ενοχλητικο φτωχο,των φαγητων τον αποροφητηρα, 220
αυτος σε πολλες πορτες και κατωφλια θα ξυνει τους ωμους
επαιτωντας ψωμοκοματα,οχι ξιφη κρεμαστα και λεβετια,
αυτον σε με να δωσεις των μαντριων φυλακας να γινει
σαρωτης του σταυλου να'ναι,χλωρο κλαρι να φερνει στα κατσικια
και τρογαλο πινωντας χοντρο μπουτι να φκιαξει,
αλλ'αφου λοιπον εργα αθλια εμαθε,δεν θα θελησει
δουλεια να πιασει,αλλα να γυριζει ασυστολα στη χωρα
θελει επαιτωντας να βοσκησει την αχορταγη κοιλια,
αλλα σε σε θα πω,κι αυτο και τετελεσμενο να'ναι,
αν κι ερθει προς τα σπιτια του Οδυσσεα του θειου 230
πολλα γυρω απ'το κεφαλι σκαμνια απ'των αντρων τις παλαμες
τα πλευρα θα συντριψουν σωρηδον καταπανω πεταμενα''
ετσ'ειπε,και περνωντας κλωτσια με πηδημα εδωσ'αφραδιαζοντας
στο γοφο,ομως αυτος εξω απ'την ατραπο δεν τρανταχτηκε,
αλλ'εμεινε ακουνητος,ο δε Οδυσσεας διστασε,
η' ορμωντας με το ροπαλο τη ψυχη να του τραβηξει
η' απ'τη γη σηκωνοντας να του κοπανισει το κεφαλι κατω χαμω,
αλλ'υπομεινε,στα νευρα δε κρατηθηκε
.
.
μετα τον Μελανθο εσυραν κατα το προθυρο και την αυλη,
απ'αυτον και τη μυτη και τ'αυτια μ'ανηλεο χαλκο
χωρισαν,και τ'αχαμνα ξεριζωσαν,στα σκυλια ωμα πετωντας να φανε,
και χερια και ποδια εκοψαν μ' οργισμενη τη καρδια
.
.
.
woman in chair-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Πολυκαστη,η Λαμπετιη,η Περση και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο-
χ.ν.κουβελης
η Πολυκαστη
(Ομήρου Οδύσσεια,γ',464-469)μετάφραση χ.ν.κουβελης
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη,
Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο.465
αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ' ἐλαίῳ,
ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος καλὸν βάλεν ἠ δὲ χιτῶνα,
ἔκ ῥ' ἀσαμίνθου βῆ δέμας ἀθανάτοισιν ὁμοῖος·
πὰρ δ' ὅ γε Νέστορ' ἰὼν κατ' ἄρ' ἕζετο, ποιμένα λαῶν.
στο μεταξύ τον Τημεμαχο έλουσε η όμορφη Πολυκαστη
του Νέστορα η πιο νεώτερη θυγατέρα του γιου του Νηλεα 465
επειτ'αφου και τον έλουσε και τον αλειψε με παχυ λάδι
τον περιεβαλε με καλό μακρύ φόρεμα και με χιτώνα,
απ'τον λουτήρα βγήκε μ'αναστημα στους αθάνατους ομοιος,
και κοντά στον Νέστορα πηγαίνοντας κάθησε,τον ποιμενα λαων
[η Πολυκαστη εγινε γυναικα του Τηλεμαχου και του γεννησε τον Περσεπολι]
.
.
η Λαμπετίη και η Φαέθουσα
(Ομήρου Οδύσσεια,μ',128-137)μετάφραση χ.ν.κουβελης
Θρινακίην δ' ἐς νῆσον ἀφίξεαι· ἔνθα δὲ πολλαὶ
βόσκοντ' Ἠελίοιο βόες καὶ ἴφια μῆλα.
ἑπτὰ βοῶν ἀγέλαι, τόσα δ' οἰῶν πώεα καλά, 130
πεντήκοντα δ' ἕκαστα. γόνος δ' οὐ γίνεται αὐτῶν,
οὐδέ ποτε φθινύθουσι. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί,
νύμφαι ἐϋπλόκαμοι, Φαέθουσά τε Λαμπετίη τε,
ἃς τέκεν Ἠελίῳ Ὑπερίονι δῖα Νέαιρα.
τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ
Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν,
μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα καὶ ἕλικας βοῦς.
στη Θρινακιη τη νησο θα φτασεις,οπου πολλες
βοσκουν τ'Ηλιου γελαδες και παχια προβατα
επτα βοδιων αγελες,τοσα κι αρνιων κοπαδια καλα,130
πενηντα εκαστα,απογονος δεν γινεται απ'αυτα,
ουτε ποτε φθινουν,θεες ποιμενες ειναι,
νυμφες ομορφοπλεξουδες,και η Φαεθουσα και η Λαμπετιη,
αυτες ετεκε στον Ηλιο Υπεριονα η θεια Νεαιρα,
αυτες τοτε η τεκουσα και θρεψασα σεβασμια μητερα
στη Θρινακιη νησο αποικισε εκει να μεινουν,
τα προβατα να φυλανε τα πατρωα και τα ελικοκερατα βοδια
.
.
η Κίρκη η Πέρση η Νέαιρα
(Ομήρου Οδύσσεια,κ',133-139)μετάφραση χ.ν.κουβελης
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
Αἰαίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιε
Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα,
αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο·
ἄμφω δ' ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
μητρός τ' ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα.139
απο'κει πριν την ωρα πλεουμε λυπημενοι τη καρδια,
χαρουμενοι απ'τη φυγη θανατου,φιλους χανοντας συντροφους,
στην Αιαιη νησο φτανουμε,οπ'εμενε
η Κιρκη η ομορφοπλεξουδη,τρομερη θεα μ΄'ανθρωπινη φωνη,
αυταδελφη του Αιητη πο'χει το χαμο στο νου,
κι οι δυο γεννιονται απ'τον Ηλιο που φως φερνει στους θνητους
κι απο μητερα τη Περση,αυτην ο Ωκεανος ετεκε κορη 139
'
'
και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο:
Αβαρβαρέη Αγαμήδη Αγαύη Αγλαϊη Αδρήστη Αθηναίη Αιγιάλια Αίθη Αίθρη Αλκάνδρη
Αληυόνη Αλθαίη Αλίη Αλκίππη Αλκμήνη Αμάθεια Αμφιθέη Αμφιθόη Αμφινόμη Αμφιτρίτη
Ανδρομάχη Άντεια Αντίκλεια Αντιόπη Αρήτη Αριάδνη Άρτεμις Αστυόχεια Αστυόχη Αυτονόη
Αφροδίτη Αψευδής Βρισηίς Γαία Γαλάτεια Γή Γλαύκη Γοργώ Γυγαίη Δανάη Δεξαμενή Δημήτηρ
Διομήδη Διώνη Δυναμένη Δωρίς Δωτώ Ειδοθέη Ειλείθυια Eκάβη Εκαμήδη Ελένη Ενυώ
Επικάστη Εριφύλη Εριώπις Ερμιόνη Ευηνίνη Ευριδίκη Ευρύκλεια Ευρυνόμη Ευρώπη Ήβη Ήρη
Θάλεια Θεανώ Θέμις Θέτις Θόη Θόωσα Ίαιρα Ιάνασσα Ιάνειρα Ινώ Ιξιόνη Ίρις Ιπποδάμεια
Ιφθίμη Ιφιάνασσα Ιφιμέδεια Ίφις Καλλιάνασσα Καλλιάνειρα Καλυψώ Κασσάνδρη Καστιάνειρα
Κίρκη Κισσηίς Κλεποπάτρη Κλυμένη Κλυταιμήστρη Κτιμένη Κυμοδόκη Κυμοθέη Λαμπετίη
Λαοδάμεια Λαοδίκη Λαοθόη Λευκοθέη Λήδη Λητώ Μαιάς Μαίρα Μάρπησσα Μεγάρη
Μελανθώ Μελίτη Μηδεσικικάστη Μούσα Μυκήνη Μυρίνη Ναυσικά Νέαιρα Νηίς
Νημερτίς Νησαίη Νιόβη Πανόπη Πασιθέη Περίβοια Περσεφόνεια Πέρση Πηνελόπεια Πηρώ
Ποδάγρη Πολυδάμνα Πολυδώρη Πολυκάστη Πολυμήλη Πόκρις Πρωτώ Ρήνη Ρέα Σικέλη Σεμέλη
Σκύλλα Σπειώ Τηθύς Τυρώ Υψιπύλη Φαίδρη Φέρουσα Φροντίς Φιλομέδουσα Φιλώ Χάρις
Χάρυβδις Χίμαιρα Χλωρίς Χρυσηίς Χρυσόθεμις Ωρείθυια
.
.
.
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Homer's women οι Γυναικες του Ομηρου
[Ομηρου Ιλιαδα,Οδυσσεια] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Αβαρβαρέη Αγαμήδη Αγαύη Αγλαϊη Αδρήστη Αθηναίη Αιγιάλια Αίθη Αίθρη Αλκάνδρη
Αληυόνη Αλθαίη Αλίη Αλκίππη Αλκμήνη Αμάθεια Αμφιθέη Αμφιθόη Αμφινόμη Αμφιτρίτη
Ανδρομάχη Άντεια Αντίκλεια Αντιόπη Αρήτη Αριάδνη Άρτεμις Αστυόχεια Αστυόχη Αυτονόη
Αφροδίτη Αψευδής Βρισηίς Γαία Γαλάτεια Γή Γλαύκη Γοργώ Γυγαίη Δανάη Δεξαμενή Δημήτηρ
Διομήδη Διώνη Δυναμένη Δωρίς Δωτώ Ειδοθέη Ειλείθυια Eκάβη Εκαμήδη Ελένη Ενυώ
Επικάστη Εριφύλη Εριώπις Ερμιόνη Ευηνίνη Ευριδίκη Ευρύκλεια Ευρυνόμη Ευρώπη Ήβη Ήρη
Θάλεια Θεανώ Θέμις Θέτις Θόη Θόωσα Ίαιρα Ιάνασσα Ιάνειρα Ινώ Ιξιόνη Ίρις Ιπποδάμεια
Ιφθίμη Ιφιάνασσα Ιφιμέδεια Ίφις Καλλιάνασσα Καλλιάνειρα Καλυψώ Κασσάνδρη Καστιάνειρα
Κίρκη Κισσηίς Κλεποπάτρη Κλυμένη Κλυταιμήστρη Κτιμένη Κυμοδόκη Κυμοθέη Λαμπετίη
Λαοδάμεια Λαοδίκη Λαοθόη Λευκοθέη Λήδη Λητώ Μαιάς Μαίρα Μάρπησσα Μεγάρη
Μελανθώ Μελίτη Μηδεσικικάστη Μούσα Μυκήνη Μυρίνη Ναυσικά Νέαιρα Νηίς
Νημερτίς Νησαίη Νιόβη Πανόπη Πασιθέη Περίβοια Περσεφόνεια Πέρση Πηνελόπεια Πηρώ
Ποδάγρη Πολυδάμνα Πολυδώρη Πολυκάστη Πολυμήλη Πόκρις Πρωτώ Ρήνη Ρέα Σικέλη Σεμέλη
Σκύλλα Σπειώ Τηθύς Τυρώ Υψιπύλη Φαίδρη Φέρουσα Φροντίς Φιλομέδουσα Φιλώ Χάρις
Χάρυβδις Χίμαιρα Χλωρίς Χρυσηίς Χρυσόθεμις Ωρείθυια
Η Πολυκαστη,η Λαμπετιη,η Περση και τ'αλλα ονόματα των γυναικών στον Ομηρο-
χ.ν.κουβελης
η Πολυκαστη
(Ομήρου Οδύσσεια,γ',464-469)μετάφραση χ.ν.κουβελης
τόφρα δὲ Τηλέμαχον λοῦσεν καλὴ Πολυκάστη,
Νέστορος ὁπλοτάτη θυγάτηρ Νηληϊάδαο.465
αὐτὰρ ἐπεὶ λοῦσέν τε καὶ ἔχρισεν λίπ' ἐλαίῳ,
ἀμφὶ δέ μιν φᾶρος καλὸν βάλεν ἠ δὲ χιτῶνα,
ἔκ ῥ' ἀσαμίνθου βῆ δέμας ἀθανάτοισιν ὁμοῖος·
πὰρ δ' ὅ γε Νέστορ' ἰὼν κατ' ἄρ' ἕζετο, ποιμένα λαῶν.
στο μεταξύ τον Τημεμαχο έλουσε η όμορφη Πολυκαστη
του Νέστορα η πιο νεώτερη θυγατέρα του γιου του Νηλεα 465
επειτ'αφου και τον έλουσε και τον αλειψε με παχυ λάδι
τον περιεβαλε με καλό μακρύ φόρεμα και με χιτώνα,
απ'τον λουτήρα βγήκε μ'αναστημα στους αθάνατους ομοιος,
και κοντά στον Νέστορα πηγαίνοντας κάθησε,τον ποιμενα λαων
[η Πολυκαστη εγινε γυναικα του Τηλεμαχου και του γεννησε τον Περσεπολι]
.
.
η Λαμπετίη και η Φαέθουσα
(Ομήρου Οδύσσεια,μ',128-137)μετάφραση χ.ν.κουβελης
Θρινακίην δ' ἐς νῆσον ἀφίξεαι· ἔνθα δὲ πολλαὶ
βόσκοντ' Ἠελίοιο βόες καὶ ἴφια μῆλα.
ἑπτὰ βοῶν ἀγέλαι, τόσα δ' οἰῶν πώεα καλά, 130
πεντήκοντα δ' ἕκαστα. γόνος δ' οὐ γίνεται αὐτῶν,
οὐδέ ποτε φθινύθουσι. θεαὶ δ' ἐπιποιμένες εἰσί,
νύμφαι ἐϋπλόκαμοι, Φαέθουσά τε Λαμπετίη τε,
ἃς τέκεν Ἠελίῳ Ὑπερίονι δῖα Νέαιρα.
τὰς μὲν ἄρα θρέψασα τεκοῦσά τε πότνια μήτηρ
Θρινακίην ἐς νῆσον ἀπῴκισε τηλόθι ναίειν,
μῆλα φυλασσέμεναι πατρώϊα καὶ ἕλικας βοῦς.
στη Θρινακιη τη νησο θα φτασεις,οπου πολλες
βοσκουν τ'Ηλιου γελαδες και παχια προβατα
επτα βοδιων αγελες,τοσα κι αρνιων κοπαδια καλα,130
πενηντα εκαστα,απογονος δεν γινεται απ'αυτα,
ουτε ποτε φθινουν,θεες ποιμενες ειναι,
νυμφες ομορφοπλεξουδες,και η Φαεθουσα και η Λαμπετιη,
αυτες ετεκε στον Ηλιο Υπεριονα η θεια Νεαιρα,
αυτες τοτε η τεκουσα και θρεψασα σεβασμια μητερα
στη Θρινακιη νησο αποικισε εκει να μεινουν,
τα προβατα να φυλανε τα πατρωα και τα ελικοκερατα βοδια
.
.
η Κίρκη η Πέρση η Νέαιρα
(Ομήρου Οδύσσεια,κ',133-139)μετάφραση χ.ν.κουβελης
ἔνθεν δὲ προτέρω πλέομεν ἀκαχήμενοι ἦτορ,
ἄσμενοι ἐκ θανάτοιο, φίλους ὀλέσαντες ἑταίρους.
Αἰαίην δ' ἐς νῆσον ἀφικόμεθ'· ἔνθα δ' ἔναιε
Κίρκη ἐϋπλόκαμος, δεινὴ θεὸς αὐδήεσσα,
αὐτοκασιγνήτη ὀλοόφρονος Αἰήταο·
ἄμφω δ' ἐκγεγάτην φαεσιμβρότου Ἠελίοιο
μητρός τ' ἐκ Πέρσης, τὴν Ὠκεανὸς τέκε παῖδα.139
απο'κει πριν την ωρα πλεουμε λυπημενοι τη καρδια,
χαρουμενοι απ'τη φυγη θανατου,φιλους χανοντας συντροφους,
στην Αιαιη νησο φτανουμε,οπ'εμενε
η Κιρκη η ομορφοπλεξουδη,τρομερη θεα μ΄'ανθρωπινη φωνη,
αυταδελφη του Αιητη πο'χει το χαμο στο νου,
κι οι δυο γεννιονται απ'τον Ηλιο που φως φερνει στους θνητους
κι απο μητερα τη Περση,αυτην ο Ωκεανος ετεκε κορη 139
'
'
η Ῥήνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Β',716-728] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Οἳ δ' ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο
καὶ Μελίβοιαν ἔχον καὶ Ὀλιζῶνα τρηχεῖαν,
τῶν δὲ Φιλοκτήτης ἦρχεν τόξων ἐῢ εἰδὼς
ἑπτὰ νεῶν· ἐρέται δ' ἐν ἑκάστῃ πεντήκοντα
ἐμβέβασαν τόξων εὖ εἰδότες ἶφι μάχεσθαι. 720
ἀλλ' ὃ μὲν ἐν νήσῳ κεῖτο κρατέρ' ἄλγεα πάσχων
Λήμνῳ ἐν ἠγαθέῃ, ὅθι μιν λίπον υἷες Ἀχαιῶν
ἕλκεϊ μοχθίζοντα κακῷ ὀλοόφρονος ὕδρου·
ἔνθ' ὅ γε κεῖτ' ἀχέων· τάχα δὲ μνήσεσθαι ἔμελλον
Ἀργεῖοι παρὰ νηυσὶ Φιλοκτήταο ἄνακτος.
οὐδὲ μὲν οὐδ' οἳ ἄναρχοι ἔσαν, πόθεόν γε μὲν ἀρχόν·
ἀλλὰ Μέδων κόσμησεν Ὀϊλῆος νόθος υἱός,
τόν ῥ' ἔτεκεν Ῥήνη ὑπ' Ὀϊλῆϊ πτολιπόρθῳ.
αυτοι που τη Μηθωνη και τη Θαυμακιη κατοικουσαν
και τη Μελιβοια ειχαν και την τραχεια Ολιζωνα,
αυτων ο Φιλοκτητης αρχηγευε των τοξων καλος γνωστης
των επτα πλοιων,κωπηλατες σε καθενα πενηντα
επεβαιναν των τοξων καλοι γνωστες ανδρεια να μαχονται, 720
αλλ'αυτος στη νησο κειτονταν δυνατ'αλγη πασχωντας
στην Λημνο την ιεροτατη,οπου κει τον κατελιπαν οι γιοι των Αχαιων
απ'το ελκος υποφεροντας το κακο τ'ολεθριου υδροφιδου,
εκει αυτος κειτονταν λυπημενος,γρηγορα να μνησθουν εμελλον
οι Αργειοι κοντα στα πλοια του Φιλοκτητη ανακτα,
ουτ'αυτοι αναρχοι ησαν,αν και ποθουσαν τον αρχοντα,
αλλ'ο Μεδων τους παρεταξε του Οιλεα ο νοθος γιος,
αυτον ετεκε η Ρηνη στον Οιλεα τον πολεων πορθητη
.
.
η Ἑλένη και η Ἀδρήστη η Ἀλκίππη η Φυλὼ οι θεραπαινιδες της Ελενης
η Ἀλκάνδρη η Αρτεμις
[Ομηρου Οδυσσεια,δ',121-135] μεταφραση χ.ν.κουβελης
ἐκ δ' Ἑλένη θαλάμοιο θυώδεος ὑψορόφοιο
ἤλυθεν Ἀρτέμιδι χρυσηλακάτῳ ἐϊκυῖα.
τῇ δ' ἄρ' ἅμ' Ἀδρήστη κλισίην εὔτυκτον ἔθηκεν,
Ἀλκίππη δὲ τάπητα φέρεν μαλακοῦ ἐρίοιο,
Φυλὼ δ' ἀργύρεον τάλαρον φέρε, τόν οἱ ἔδωκεν
Ἀλκάνδρη, Πολύβοιο δάμαρ, ὃς ἔναι' ἐνὶ Θήβῃς
Αἰγυπτίῃσ', ὅθι πλεῖστα δόμοισ' ἐν κτήματα κεῖται·
ὃς Μενελάῳ δῶκε δύ' ἀργυρέας ἀσαμίνθους,
δοιοὺς δὲ τρίποδας, δέκα δὲ χρυσοῖο τάλαντα.
χωρὶς δ' αὖθ' Ἑλένῃ ἄλοχος πόρε κάλλιμα δῶρα· 130
χρυσῆν τ' ἠλακάτην τάλαρόν θ' ὑπόκυκλον ὄπασσεν
ἀργύρεον, χρυσῷ δ' ἐπὶ χείλεα κεκράαντο.
τόν ῥά οἱ ἀμφίπολος Φυλὼ παρέθηκε φέρουσα
νήματος ἀσκητοῖο βεβυσμένον· αὐτὰρ ἐπ' αὐτῷ
ἠλακάτη τετάνυστο ἰοδνεφὲς εἶρος ἔχουσα.
η Ελενη απ'το θαλαμο τον αρωματισμενο τον υψηλοροφο
ηρθε στην Αρτεμη με τη χρυση ροκα ομοιασμενη
σ'αυτη τοτ'αμεσως η Αδρηστη καθισμα καλοτεχνο εθεσε,
η Αλκιππη ταπητα εφερε μαλακο μαλλινο,
η Φυλω αργυρο πανερι εφερε,που σ'αυτη εδωκε
η Αλκανδρη,του Πολυβοιου η οικοδεσποινα,πο'μενε στη Θηβα
στην Αιγυπτια,οπου πλειστα στα σπιτια αποκτηματα βρισκονται,
αυτος στον Μενελαο εδωκε δυο αργυρες λουτηρες,
δυο τρποδες,δεκα χρυσου ταλαντα,
χωρια παλι η Ελενη απ'τη συζυγο πηρε ωραια δωρα, 130
και χρυση ροκα και πανερι μ'αποκατω τροχους παραχωρησε
αργυρο,με χρυσο στα χειλη ακροτελειωμενο,
αυτο τοτε σ'αυτη η ακολουθος Φυλω παρεθεσε φερνωντας
με νημα κλωστο γεμισμενο,τοτε πανω σ'αυτο
η ροκα τεντωθηκε μενεξεδοβαφο μαλλι εχοντας
.
.
και η Γλαύκη και η Θάλεια και η Κυμοδόκη η Νησαίη και η Σπειώ και η Ἁλίη
και η Κυμοθόη και η Ἀκταίη και η Λιμνώρεια και η Μελίτη και η Ἴαιρα και η Ἀμφιθόη
και η Ἀγαυὴ και η Δωτώ και η Πρωτώ και η Φέρουσα και η Δυναμένη και η Δεξαμένη
και η Ἀμφινόμηκαι η Καλλιάνειρα η Δωρὶς και η Πανόπη και η Γαλάτεια
και η Νημερτής και η Ἀψευδὴς και η Καλλιάνασσα η Κλυμένη και η Ἰάνειρά και η Ἰάνασσα
η Μαῖρα και η Ὠρείθυια και η Ἀμάθεια
[Ομηρου Ιλιαδα,Σ',37-49] μεταφραση χ.ν.κουβελης
θεαὶ δέ μιν ἀμφαγέροντο
πᾶσαι ὅσαι κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν.
ἔνθ' ἄρ' ἔην Γλαύκη τε Θάλειά τε Κυμοδόκη τε
Νησαίη Σπειώ τε Θόη θ' Ἁλίη τε βοῶπις 40
Κυμοθόη τε καὶ Ἀκταίη καὶ Λιμνώρεια
καὶ Μελίτη καὶ Ἴαιρα καὶ Ἀμφιθόη καὶ Ἀγαυὴ
Δωτώ τε Πρωτώ τε Φέρουσά τε Δυναμένη τε
Δεξαμένη τε καὶ Ἀμφινόμη καὶ Καλλιάνειρα
Δωρὶς καὶ Πανόπη καὶ ἀγακλειτὴ Γαλάτεια
Νημερτής τε καὶ Ἀψευδὴς καὶ Καλλιάνασσα·
ἔνθα δ' ἔην Κλυμένη Ἰάνειρά τε καὶ Ἰάνασσα
Μαῖρα καὶ Ὠρείθυια ἐϋπλόκαμός τ' Ἀμάθεια
ἄλλαι θ' αἳ κατὰ βένθος ἁλὸς Νηρηΐδες ἦσαν.
οι θεες απ'αυτη γυρω μαζευτηκαν
[την Θετιδα την μητερα του Αχιλλεα που οδυρονταν για το σκοτωμον του Πατροκλου]
ολες οσες στο βαθος της θαλασσας Νηρηιδες ησαν,
εκει τοτ'ηταν και η Γλαύκη και η Θάλεια και η Κυμοδόκη
η Νησαίη και η Σπειώ και η Ἁλίη με τα μεγαλα σα βοδιου ματια 40
και η Κυμοθόη και η Ἀκταίη και η Λιμνώρεια
και η Μελίτη και η Ἴαιρα και η Ἀμφιθόη και η Ἀγαυὴ
και η Δωτώ και η Πρωτώ και η Φέρουσα και η Δυναμένη
και η Δεξαμένη και η Ἀμφινόμηκαι η Καλλιάνειρα
η Δωρὶς και η Πανόπη και η θαυμαστη Γαλάτεια
και η Νημερτής και η Ἀψευδὴς και η Καλλιάνασσα
εκει ηταν η Κλυμένη και η Ἰάνειρά και η Ἰάνασσα
η Μαῖρα και η Ὠρείθυια και η ομορφοπλεξουδη Ἀμάθεια
κι οι αλλες οσες στο βαθος της θαλασσας Νηρηιδες ησαν
.
.
.
[Ομηρου Ιλιαδα,Ξ',300-302,311-326] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Τηθύς Ἥρη[α] Ἰξιονιη Δανάη Σεμέλη Ἀλκμήνη Δήμητρα Λητω
[η Ηρα ετοιμαζεται να παει μακρια στον Ωκεανο στα περατα της γης και στην Τηθυ
και πριν αναχωρησει συναντιεται με τον Δια για μην του κακοφανει πως φευγει
κρυφα,αἴ κε σιωπῇ
οἴχωμαι πρὸς δῶμα βαθυῤῥόου Ὠκεανοῖο. 310]
ἔρχομαι ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης,300
Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν,
οἵ με σφοῖσι δόμοισιν ἐῢ τρέφον ἠδ᾽ ἀτίταλλον·
[πηγαινω να δω στης πολυτροφου τα περατα γης,
και τον Ωκεανο των θεων γεναρχη και τη μητερα Τηθυν,
που με στα παλατια τους καλαναθρεψαν και τρυφερα φροντισαν]
Τὴν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς·
Ἥρη κεῖσε μὲν ἔστι καὶ ὕστερον ὁρμηθῆναι,
νῶϊ δ' ἄγ' ἐν φιλότητι τραπείομεν εὐνηθέντε.
οὐ γάρ πώ ποτέ μ' ὧδε θεᾶς ἔρος οὐδὲ γυναικὸς
θυμὸν ἐνὶ στήθεσσι περιπροχυθεὶς ἐδάμασσεν,
οὐδ' ὁπότ' ἠρασάμην Ἰξιονίης ἀλόχοιο,
ἣ τέκε Πειρίθοον θεόφιν μήστωρ' ἀτάλαντον·
οὐδ' ὅτε περ Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης,
ἣ τέκε Περσῆα πάντων ἀριδείκετον ἀνδρῶν·
οὐδ' ὅτε Φοίνικος κούρης τηλεκλειτοῖο, 320
ἣ τέκε μοι Μίνων τε καὶ ἀντίθεον Ῥαδάμανθυν·
οὐδ' ὅτε περ Σεμέλης οὐδ' Ἀλκμήνης ἐνὶ Θήβῃ,
ἥ ῥ' Ἡρακλῆα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα·
ἣ δὲ Διώνυσον Σεμέλη τέκε χάρμα βροτοῖσιν·
οὐδ' ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης,
οὐδ' ὁπότε Λητοῦς ἐρικυδέος, οὐδὲ σεῦ αὐτῆς,
ὡς σέο νῦν ἔραμαι καί με γλυκὺς ἵμερος αἱρεῖ.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
σ'αυτη απαντωντας ειπε ο Ζευς που τα συννεφα μαζευει
''Ηρα προς τα κει ασε κι υστερα θα τραβηξεις
οι δυο ελα μ'ερωτα να τερπθουμε γερνωντας στο στρωμα
γιατι ποτε ως τωρα με θεας ερωτας ουτε γυναικας
τη καρδια στα στηθια αφου την περιελουσε εδαμασσε,
ουδ'οταν καποτ'ερωτευθηκα του Ιξιονη τη γυναικα στο κρεβατι,
αυτη που τεκε τον Πειριθοο ως θεο συνετο ισοζυγο.
ουτε τοτε με τη Δαναη τη ομορφοστραγαλη τ'Ακρισιου τη κορη,
αυτη που'τεκε τον Περσεα τον αριστο ξεχωριστο παντων των αντρων ,
ουτε τοτε με του Φοινικα την κορη του περα μακρυα ενδοξου 320
αυτη που'τεκε σε με και τον Μινωα και τον ισοθεο Ραδαμανθυν,
ουτε τοτε βεβαια με τη Σεμελη ουτε με την Αλκμηνη στη Θηβα,
εκεινη τον Ηρακλη τον ισχυροφρονα γεννησε παιδι,
η δ'αλλη τον Διωνυσο η Σεμελη ετεκε χαρμα στους βροτους,
ουτε τοτε με τη Δημητρα την ομορφοπλεξουδη ανασσα,
ουτε καποτε με τη Λητω τη πολυενδοξη,ουτε με σε την ιδια,
οπως εσε τωρα ερωτευομαι και με γλυκος ποθος ξεσηκωνει''
.
.
η Ἑκαμήδη
Τηθύς Ἥρη[α] Ἰξιονιη Δανάη Σεμέλη Ἀλκμήνη Δήμητρα Λητω
[η Ηρα ετοιμαζεται να παει μακρια στον Ωκεανο στα περατα της γης και στην Τηθυ
και πριν αναχωρησει συναντιεται με τον Δια για μην του κακοφανει πως φευγει
κρυφα,αἴ κε σιωπῇ
οἴχωμαι πρὸς δῶμα βαθυῤῥόου Ὠκεανοῖο. 310]
ἔρχομαι ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης,300
Ὠκεανόν τε θεῶν γένεσιν καὶ μητέρα Τηθύν,
οἵ με σφοῖσι δόμοισιν ἐῢ τρέφον ἠδ᾽ ἀτίταλλον·
[πηγαινω να δω στης πολυτροφου τα περατα γης,
και τον Ωκεανο των θεων γεναρχη και τη μητερα Τηθυν,
που με στα παλατια τους καλαναθρεψαν και τρυφερα φροντισαν]
Τὴν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς·
Ἥρη κεῖσε μὲν ἔστι καὶ ὕστερον ὁρμηθῆναι,
νῶϊ δ' ἄγ' ἐν φιλότητι τραπείομεν εὐνηθέντε.
οὐ γάρ πώ ποτέ μ' ὧδε θεᾶς ἔρος οὐδὲ γυναικὸς
θυμὸν ἐνὶ στήθεσσι περιπροχυθεὶς ἐδάμασσεν,
οὐδ' ὁπότ' ἠρασάμην Ἰξιονίης ἀλόχοιο,
ἣ τέκε Πειρίθοον θεόφιν μήστωρ' ἀτάλαντον·
οὐδ' ὅτε περ Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης,
ἣ τέκε Περσῆα πάντων ἀριδείκετον ἀνδρῶν·
οὐδ' ὅτε Φοίνικος κούρης τηλεκλειτοῖο, 320
ἣ τέκε μοι Μίνων τε καὶ ἀντίθεον Ῥαδάμανθυν·
οὐδ' ὅτε περ Σεμέλης οὐδ' Ἀλκμήνης ἐνὶ Θήβῃ,
ἥ ῥ' Ἡρακλῆα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα·
ἣ δὲ Διώνυσον Σεμέλη τέκε χάρμα βροτοῖσιν·
οὐδ' ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης,
οὐδ' ὁπότε Λητοῦς ἐρικυδέος, οὐδὲ σεῦ αὐτῆς,
ὡς σέο νῦν ἔραμαι καί με γλυκὺς ἵμερος αἱρεῖ.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
σ'αυτη απαντωντας ειπε ο Ζευς που τα συννεφα μαζευει
''Ηρα προς τα κει ασε κι υστερα θα τραβηξεις
οι δυο ελα μ'ερωτα να τερπθουμε γερνωντας στο στρωμα
γιατι ποτε ως τωρα με θεας ερωτας ουτε γυναικας
τη καρδια στα στηθια αφου την περιελουσε εδαμασσε,
ουδ'οταν καποτ'ερωτευθηκα του Ιξιονη τη γυναικα στο κρεβατι,
αυτη που τεκε τον Πειριθοο ως θεο συνετο ισοζυγο.
ουτε τοτε με τη Δαναη τη ομορφοστραγαλη τ'Ακρισιου τη κορη,
αυτη που'τεκε τον Περσεα τον αριστο ξεχωριστο παντων των αντρων ,
ουτε τοτε με του Φοινικα την κορη του περα μακρυα ενδοξου 320
αυτη που'τεκε σε με και τον Μινωα και τον ισοθεο Ραδαμανθυν,
ουτε τοτε βεβαια με τη Σεμελη ουτε με την Αλκμηνη στη Θηβα,
εκεινη τον Ηρακλη τον ισχυροφρονα γεννησε παιδι,
η δ'αλλη τον Διωνυσο η Σεμελη ετεκε χαρμα στους βροτους,
ουτε τοτε με τη Δημητρα την ομορφοπλεξουδη ανασσα,
ουτε καποτε με τη Λητω τη πολυενδοξη,ουτε με σε την ιδια,
οπως εσε τωρα ερωτευομαι και με γλυκος ποθος ξεσηκωνει''
.
.
η Ἑκαμήδη
[Ομηρου Ιλιαδα,Ξ',1-8] μεταφραση χ.ν.κουβελης
Νέστορα δ᾽ οὐκ ἔλαθεν ἰαχὴ πίνοντά περ ἔμπης,
ἀλλ᾽ Ἀσκληπιάδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
φράζεο δῖε Μαχᾶον ὅπως ἔσται τάδε ἔργα·
μείζων δὴ παρὰ νηυσὶ βοὴ θαλερῶν αἰζηῶν.
5 ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν πῖνε καθήμενος αἴθοπα οἶνον
εἰς ὅ κε θερμὰ λοετρὰ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη
θερμήνῃ καὶ λούσῃ ἄπο βρότον αἱματόεντα·
αὐτὰρ ἐγὼν ἐλθὼν τάχα εἴσομαι ἐς περιωπήν.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
απ'τον Νεστορα δεν ξεφευγε η ιαχη αν κι επινε παρ'ολ'αυτα,
αλλα στον Ασκληπιαδη λογια πτερωτα προσφωνησε.
εκφρασου θειε Μαχαονα πως ειναι αυτα εδω τα εργα
πιο μεγαλη τωρα κοντα στα πλοια η βοη των ρωμαλεων αντρων
αλλα συ μεν τωρα πινε καθημενος τον φλογατο οινο 5
ωσοτου τα θερμα λουτρα η ομορφοπλεξουδη Εκαμηδη
θερμανει και σε λουσει απο το πυκτο φονικο αιμα
ωστοσο εγω θα παω γρηγορα να μαθω στο περιοπτο σημειο
.
.
Νέστορα δ᾽ οὐκ ἔλαθεν ἰαχὴ πίνοντά περ ἔμπης,
ἀλλ᾽ Ἀσκληπιάδην ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
φράζεο δῖε Μαχᾶον ὅπως ἔσται τάδε ἔργα·
μείζων δὴ παρὰ νηυσὶ βοὴ θαλερῶν αἰζηῶν.
5 ἀλλὰ σὺ μὲν νῦν πῖνε καθήμενος αἴθοπα οἶνον
εἰς ὅ κε θερμὰ λοετρὰ ἐϋπλόκαμος Ἑκαμήδη
θερμήνῃ καὶ λούσῃ ἄπο βρότον αἱματόεντα·
αὐτὰρ ἐγὼν ἐλθὼν τάχα εἴσομαι ἐς περιωπήν.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
απ'τον Νεστορα δεν ξεφευγε η ιαχη αν κι επινε παρ'ολ'αυτα,
αλλα στον Ασκληπιαδη λογια πτερωτα προσφωνησε.
εκφρασου θειε Μαχαονα πως ειναι αυτα εδω τα εργα
πιο μεγαλη τωρα κοντα στα πλοια η βοη των ρωμαλεων αντρων
αλλα συ μεν τωρα πινε καθημενος τον φλογατο οινο 5
ωσοτου τα θερμα λουτρα η ομορφοπλεξουδη Εκαμηδη
θερμανει και σε λουσει απο το πυκτο φονικο αιμα
ωστοσο εγω θα παω γρηγορα να μαθω στο περιοπτο σημειο
.
.
Ἀλθαίῃ Κλεοπάτρῃ Μαρπήσση Ἀλκυόνη[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',551-560]
Διομήδη Ἶφις[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
Η ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ ΦΟΙΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΟΝ ΑΧΙΛΛΕΑ
οι Αχαιοι εστειλαν πρεσβεια στον Αχιλλεα τον σεβαστο γεροντα Φοινικα,πιστο φιλο του
πατερα του Πηλεα και που τον αναθρεψε μικρο στη Φθια,και τον Οδυσσεα να τον μετα-
πεισουν να επιστρεψει στη μαχη,
στο λογο του ο Φοινικας για να του μετατρεψει τη γνωμη του λεει πως ο θυμος δεν ειναι
καλος συμβουλος στον αντρα και του αναφερει δυο ιστοριες,
η μια ιστορια ηταν προσωπικη του,οταν αναγκαστηκε να φυγει απ'την Ελλαδα γιατι
εχθρευτηκε με τον πατερα του Αμυντορα για μια παλλακιδα υπηρετρια που ειχε ερωμενη
ο πατερας του κι ατιμαζε τη νομιμο γυναικα του και μανα του,κι η μανα του τον παροτρυνε
να παει μαζι με τη δουλα αυτη,να σιχαθει τον γερο και να τον παρατησει,κι ετσι εγινε κι
αγριεψε ο πατερας του κι αναγκαστηκε να φυγει απ'το σπιτι του κι εφθασε στον Πηλεα στη
Φθια
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',447-]
οἷον ὅτε πρῶτον λίπον Ἑλλάδα καλλιγύναικα
φεύγων νείκεα πατρὸς Ἀμύντορος Ὀρμενίδαο,
ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο,
τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν, ἀτιμάζεσκε δ' ἄκοιτιν 450
μητέρ' ἐμήν
στη δευτερη ιστορια ο Μελεαγρος στον πολεμο των Καλυδωνιων με τους Κουρητες
στην Αιτωλια θυμωσε με τη μανα του Αλθαια,για λογο των αδερφιων της,διχονεψαν κι
αποσυρθηκε απο τη μαχη,κλειστηκε μεσα στο σπιτι του κι η Καλυδωνα κινδυνευε να την
παρουν οι Κουρητες
.`
ΜΑΡΠΗΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΑΣ
η Μαρπησσα ηταν η ομορφη κορη του βασιλια Ευηνου της Αιτωλιας,στη γιορτη της
Ορτυγιας Αρτεμιδας στο Αιτωλικο ορος Χαλκις ο ηρωας Ιδας,που ηταν απ'τους πιο δυνα-
τους αντρες ποτε και πηρε μερος στην Αργοναυτικη εκστρατεια,την ειδε να χορευει και την
ερωτευθηκε,
ο Ευηνος δεν του την εδινε κι αναγκαστηκε να την κλεψει,τοτ'ο Ευηνος τον κυνηγησε με
την αμαξα και τ'αλογα του ,αλλα του Ιδα την αμαξα εσερναν φτερωτα αλογα και στο περα-
σμα του ποταμου Λυκορμα ο Ευηνος πνιγηκε κι απ'αυτον πηρε ο ποταμος τ'ονομα του,
Ευηνος ποταμος,
ο Ιδας με τη Μαρπησσα πηγαν στη Μεσσηνη,εκει την ειδε ο Απολλωνας την ερωτευθηκε κι
επιασε μαχη με τον Ιδα,τοτε επεμβηκε ο Διας,τους σταματησε και τους ειπε πως η γυναικα
η Μαρπησσα θα κρινει ποιον θελει για αντρα της απ'τους δυο,`
κι η Μαρπησσα διαλεξε τον Ιδα για αντρα της γιατι φοβηθηκε πως σαν γερασει ο Απολλω-
νας θα την παρατησει,
και την κορη τους Κλεοπατρα την πηρε γυναικα του ο Αιτωλος Μελεαγρος
.
.
Ἀλθαίῃ Κλεοπάτρῃ Μαρπήσση Ἀλκυόνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',551-560]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
ἤτοι ὃ μητρὶ φίλῃ Ἀλθαίῃ χωόμενος κῆρ
κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ καλῇ Κλεοπάτρῃ
κούρῃ Μαρπήσσης καλλισφύρου Εὐηνίνης
Ἴδεώ θ', ὃς κάρτιστος ἐπιχθονίων γένετ' ἀνδρῶν
τῶν τότε· καί ῥα ἄνακτος ἐναντίον εἵλετο τόξον
Φοίβου Ἀπόλλωνος καλλισφύρου εἵνεκα νύμφης,
τὴν δὲ τότ' ἐν μεγάροισι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
Ἀλκυόνην καλέεσκον ἐπώνυμον, οὕνεκ' ἄρ' αὐτῆς
μήτηρ ἀλκυόνος πολυπενθέος οἶτον ἔχουσα
κλαῖεν ὅ μιν ἑκάεργος ἀνήρπασε Φοῖβος Ἀπόλλων· 560
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τοτε λοιπον αυτος στην αγαπητη μητερα Αλθαια οργισμενος στη καρδια
καθονταν κοντα στη μνηστη του γυναικα την ομορφη Κλεοπατρα
κορη της Μαρπησσας της ομορφοστραγαλης τ'Ευηνου
και τ'Ιδα,αυτος π'ο ισχυροτατος των πανω στη γη εγινε των ανδρων
των τοτε,και μαλιστα εναντιον του ανακτος τεντωσε τοξο
του Φοιβου Απολλωνα ενεκα της ομορφοστραγαλης νυμφης,
αυτη δε τοτε στα μεγαρα ο πατερας κι η σεβασμια μητερα
Αλκυνονη καλουσαν επωνυμο,ενεκα λοιπον αυτης
η μητερα της αλκυονας τη πολυπενθο μοιρα εχοντας
εκλαιε οταν αυτην ο μακροτοξευτης αρπαξε Φοιβος Απολλωνας 560
.
.
Διομήδη Ἶφις
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση χ.ν.κουβελης
Πάτροκλος δ' ἑτάροισιν ἰδὲ δμωῇσι κέλευσε
Φοίνικι στορέσαι πυκινὸν λέχος ὅττι τάχιστα.
αἳ δ' ἐπιπειθόμεναι στόρεσαν λέχος ὡς ἐκέλευσε
κώεά τε ῥῆγός τε λίνοιό τε λεπτὸν ἄωτον.
ἔνθ' ὃ γέρων κατέλεκτο καὶ ἠῶ δῖαν ἔμιμνεν.
αὐτὰρ Ἀχιλλεὺς εὗδε μυχῷ κλισίης εὐπήκτου·
τῷ δ' ἄρα παρκατέλεκτο γυνή, τὴν Λεσβόθεν ἦγε, 660
Φόρβαντος θυγάτηρ Διομήδη καλλιπάρῃος.
Πάτροκλος δ' ἑτέρωθεν ἐλέξατο· πὰρ δ' ἄρα καὶ τῷ
Ἶφις ἐΰζωνος, τήν οἱ πόρε δῖος Ἀχιλλεὺς
Σκῦρον ἑλὼν αἰπεῖαν Ἐνυῆος πτολίεθρον.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Πατροκλος τους συντροφους και τις σκλαβες πολεμου διεταξε
στον Φοινικα να στρωσουν παχυ κρεββατι διχως καθυστερηση
αυτες δε υπακουοντας εστρωσαν κρεββατι οπως εδιαταξε
και προβια και κλινοκαλλυμα και λιναροσεντονο λεπτο'υφαντο
οπ'εκει ο γεροντας κατακλιθηκε και την θεια αυτη περιμενε.
επισης κι ο Αχιλλεας κοιμηθηκε στο βαθος της στερεας σκηνης
σ'αυτον τοτε διπλα κατακλιθηκε η γυναικα,π'απ'την Λεσβο εφερε,660
του Φορβαντα η θυγατερα η Διομηδη η ομορφομαγουλη,
ο Πατροκλος δε απ'την αλλη ξαπλωσε,διπλα τοτε και σ'αυτον
η Ιφις η ευζωνη,που σ'αυτον προσφερε ο θειος Αχιλλεας
την Σκυρο παιρνωντας την αποκρημνη τ'Ενυα καστροπολη
.
.
Διομήδη Ἶφις[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
Η ΠΡΕΣΒΕΙΑ ΤΩΝ ΑΧΑΙΩΝ ΦΟΙΝΙΚΑ ΚΑΙ ΟΔΥΣΣΕΑ ΣΤΟΝ ΑΧΙΛΛΕΑ
οι Αχαιοι εστειλαν πρεσβεια στον Αχιλλεα τον σεβαστο γεροντα Φοινικα,πιστο φιλο του
πατερα του Πηλεα και που τον αναθρεψε μικρο στη Φθια,και τον Οδυσσεα να τον μετα-
πεισουν να επιστρεψει στη μαχη,
στο λογο του ο Φοινικας για να του μετατρεψει τη γνωμη του λεει πως ο θυμος δεν ειναι
καλος συμβουλος στον αντρα και του αναφερει δυο ιστοριες,
η μια ιστορια ηταν προσωπικη του,οταν αναγκαστηκε να φυγει απ'την Ελλαδα γιατι
εχθρευτηκε με τον πατερα του Αμυντορα για μια παλλακιδα υπηρετρια που ειχε ερωμενη
ο πατερας του κι ατιμαζε τη νομιμο γυναικα του και μανα του,κι η μανα του τον παροτρυνε
να παει μαζι με τη δουλα αυτη,να σιχαθει τον γερο και να τον παρατησει,κι ετσι εγινε κι
αγριεψε ο πατερας του κι αναγκαστηκε να φυγει απ'το σπιτι του κι εφθασε στον Πηλεα στη
Φθια
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',447-]
οἷον ὅτε πρῶτον λίπον Ἑλλάδα καλλιγύναικα
φεύγων νείκεα πατρὸς Ἀμύντορος Ὀρμενίδαο,
ὅς μοι παλλακίδος περιχώσατο καλλικόμοιο,
τὴν αὐτὸς φιλέεσκεν, ἀτιμάζεσκε δ' ἄκοιτιν 450
μητέρ' ἐμήν
στη δευτερη ιστορια ο Μελεαγρος στον πολεμο των Καλυδωνιων με τους Κουρητες
στην Αιτωλια θυμωσε με τη μανα του Αλθαια,για λογο των αδερφιων της,διχονεψαν κι
αποσυρθηκε απο τη μαχη,κλειστηκε μεσα στο σπιτι του κι η Καλυδωνα κινδυνευε να την
παρουν οι Κουρητες
.`
ΜΑΡΠΗΣΣΑ ΚΑΙ ΙΔΑΣ
η Μαρπησσα ηταν η ομορφη κορη του βασιλια Ευηνου της Αιτωλιας,στη γιορτη της
Ορτυγιας Αρτεμιδας στο Αιτωλικο ορος Χαλκις ο ηρωας Ιδας,που ηταν απ'τους πιο δυνα-
τους αντρες ποτε και πηρε μερος στην Αργοναυτικη εκστρατεια,την ειδε να χορευει και την
ερωτευθηκε,
ο Ευηνος δεν του την εδινε κι αναγκαστηκε να την κλεψει,τοτ'ο Ευηνος τον κυνηγησε με
την αμαξα και τ'αλογα του ,αλλα του Ιδα την αμαξα εσερναν φτερωτα αλογα και στο περα-
σμα του ποταμου Λυκορμα ο Ευηνος πνιγηκε κι απ'αυτον πηρε ο ποταμος τ'ονομα του,
Ευηνος ποταμος,
ο Ιδας με τη Μαρπησσα πηγαν στη Μεσσηνη,εκει την ειδε ο Απολλωνας την ερωτευθηκε κι
επιασε μαχη με τον Ιδα,τοτε επεμβηκε ο Διας,τους σταματησε και τους ειπε πως η γυναικα
η Μαρπησσα θα κρινει ποιον θελει για αντρα της απ'τους δυο,`
κι η Μαρπησσα διαλεξε τον Ιδα για αντρα της γιατι φοβηθηκε πως σαν γερασει ο Απολλω-
νας θα την παρατησει,
και την κορη τους Κλεοπατρα την πηρε γυναικα του ο Αιτωλος Μελεαγρος
.
.
Ἀλθαίῃ Κλεοπάτρῃ Μαρπήσση Ἀλκυόνη
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',551-560]μεταφραση,σχολια χ.ν.κουβελης
ἤτοι ὃ μητρὶ φίλῃ Ἀλθαίῃ χωόμενος κῆρ
κεῖτο παρὰ μνηστῇ ἀλόχῳ καλῇ Κλεοπάτρῃ
κούρῃ Μαρπήσσης καλλισφύρου Εὐηνίνης
Ἴδεώ θ', ὃς κάρτιστος ἐπιχθονίων γένετ' ἀνδρῶν
τῶν τότε· καί ῥα ἄνακτος ἐναντίον εἵλετο τόξον
Φοίβου Ἀπόλλωνος καλλισφύρου εἵνεκα νύμφης,
τὴν δὲ τότ' ἐν μεγάροισι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
Ἀλκυόνην καλέεσκον ἐπώνυμον, οὕνεκ' ἄρ' αὐτῆς
μήτηρ ἀλκυόνος πολυπενθέος οἶτον ἔχουσα
κλαῖεν ὅ μιν ἑκάεργος ἀνήρπασε Φοῖβος Ἀπόλλων· 560
μεταφραση χ.ν.κουβελης
τοτε λοιπον αυτος στην αγαπητη μητερα Αλθαια οργισμενος στη καρδια
καθονταν κοντα στη μνηστη του γυναικα την ομορφη Κλεοπατρα
κορη της Μαρπησσας της ομορφοστραγαλης τ'Ευηνου
και τ'Ιδα,αυτος π'ο ισχυροτατος των πανω στη γη εγινε των ανδρων
των τοτε,και μαλιστα εναντιον του ανακτος τεντωσε τοξο
του Φοιβου Απολλωνα ενεκα της ομορφοστραγαλης νυμφης,
αυτη δε τοτε στα μεγαρα ο πατερας κι η σεβασμια μητερα
Αλκυνονη καλουσαν επωνυμο,ενεκα λοιπον αυτης
η μητερα της αλκυονας τη πολυπενθο μοιρα εχοντας
εκλαιε οταν αυτην ο μακροτοξευτης αρπαξε Φοιβος Απολλωνας 560
.
.
Διομήδη Ἶφις
[Ομηρου Ιλιαδα,Ι',654-664]μεταφραση χ.ν.κουβελης
Πάτροκλος δ' ἑτάροισιν ἰδὲ δμωῇσι κέλευσε
Φοίνικι στορέσαι πυκινὸν λέχος ὅττι τάχιστα.
αἳ δ' ἐπιπειθόμεναι στόρεσαν λέχος ὡς ἐκέλευσε
κώεά τε ῥῆγός τε λίνοιό τε λεπτὸν ἄωτον.
ἔνθ' ὃ γέρων κατέλεκτο καὶ ἠῶ δῖαν ἔμιμνεν.
αὐτὰρ Ἀχιλλεὺς εὗδε μυχῷ κλισίης εὐπήκτου·
τῷ δ' ἄρα παρκατέλεκτο γυνή, τὴν Λεσβόθεν ἦγε, 660
Φόρβαντος θυγάτηρ Διομήδη καλλιπάρῃος.
Πάτροκλος δ' ἑτέρωθεν ἐλέξατο· πὰρ δ' ἄρα καὶ τῷ
Ἶφις ἐΰζωνος, τήν οἱ πόρε δῖος Ἀχιλλεὺς
Σκῦρον ἑλὼν αἰπεῖαν Ἐνυῆος πτολίεθρον.
μεταφραση χ.ν.κουβελης
ο Πατροκλος τους συντροφους και τις σκλαβες πολεμου διεταξε
στον Φοινικα να στρωσουν παχυ κρεββατι διχως καθυστερηση
αυτες δε υπακουοντας εστρωσαν κρεββατι οπως εδιαταξε
και προβια και κλινοκαλλυμα και λιναροσεντονο λεπτο'υφαντο
οπ'εκει ο γεροντας κατακλιθηκε και την θεια αυτη περιμενε.
επισης κι ο Αχιλλεας κοιμηθηκε στο βαθος της στερεας σκηνης
σ'αυτον τοτε διπλα κατακλιθηκε η γυναικα,π'απ'την Λεσβο εφερε,660
του Φορβαντα η θυγατερα η Διομηδη η ομορφομαγουλη,
ο Πατροκλος δε απ'την αλλη ξαπλωσε,διπλα τοτε και σ'αυτον
η Ιφις η ευζωνη,που σ'αυτον προσφερε ο θειος Αχιλλεας
την Σκυρο παιρνωντας την αποκρημνη τ'Ενυα καστροπολη
.
.
.
Ακροπολη Αθηνων-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΠΟΛΙΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ-χ.ν.κουβελης
φθασαμε στην Ακροπολη,λιγο πριν το μεσημερι,η αρχη ενος φωτεινου Μαρτη,το
πλακοστρωτο δρομακι του Πικιωνη,οι ελιες σε παραταξη Παναθηναιων παρθενων,
τι να'χει αραγε απομεινει απο εκεινο τον αρχαιο ναο του 8ου π.Χ αφιερωμενο στην Αθηνα
Πολιαδα;αυτον που διαβασα στη Β' ραψωδια της Ιλιαδας του Ομηρου,στιχος 549
Οἳ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀθήνας εἶχον ἐϋκτίμενον πτολίεθρον
δῆμον Ἐρεχθῆος μεγαλήτορος, ὅν ποτ᾽Ἀθήνη
θρέψε Διὸς θυγάτηρ, τέκε δὲ ζείδωρος ἄρουρα,
κὰδ δ᾽ ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν ἑῷ ἐν πίονι νηῷ·
ἔνθα δέ μιν ταύροισι καὶ ἀρνειοῖς ἱλάονται 550
κοῦροι Ἀθηναίων περιτελλομένων ἐνιαυτῶν·
τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευ᾽ υἱὸς Πετεῶο Μενεσθεύς.
τῷ δ᾽ οὔ πώ τις ὁμοῖος ἐπιχθόνιος γένετ᾽ ἀνὴρ
κοσμῆσαι ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας·
Νέστωρ οἶος ἔριζεν· ὃ γὰρ προγενέστερος ἦεν· 555
τῷ δ᾽ ἅμα πεντήκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο.
αυτοι λοιπον που της Αθηνας ειχαν τη καλοχτισμενη καστροπολη
το δημο του Ερεχθεα του μεγαλοψυχου,αυτον που καποτε η Αθηνα
εθρεψε του Δια η θυγατερα,που τον γεννησε η γονιμη γη,
και τον εβαλε στην Αθηνα να καθισει στον πλουσιο ναο της,
οπ'εκει αυτον ταυρους κι αρνια θυσιαζουν να εξευμενισουν 550
οι νεοι των Αθηναιων περιστρεφομενων των ετων
τοτ'αυτων ηγεμονευε ο γιος του Πετεου ο Μενεσθεας,
σ'αυτον ποτε καποιος ομοιος πανω στη γη δεν γεννηθηκε αντρας
να παραταξει και αλογα και αντρες ασπιδοφορους
ο Νεστορας μονο τον ανταγωνιζονταν,αυτος γιατι προγενεστερος ηταν 555
σ'άυτον δε μαζι πενηντα μαυρα καραβια ακολουθουσαν
το παιδι ηταν πολυ χαρουμενο που θα ξαναβλεπε τα αρχαια,πριν λιγες μερες ειχανε
παει με το σχολειο και καταενθουσιασμενο ελεγε αυτα που εμαθε,
ανεβηκαμε,
τους αφησα στο ναο της Απτερου Νικης,και πηγα προς το Ερεχθειο,στον νοτιο τοιχο του
εμεναν απο τον ναο της Πολιαδας Αθηνας μονο δυο λιθινες βασεις του,εκει μεσα στο ναο
ηταν τοτε το ξοανο της θεας απο ξυλο ελιας,
οταν γυρισα βρηκα τη γυναικα να βγαζει φωτογραφιες στο παιδι μπροστα στον Παρθενω-
να ,''και στις Καρυατιδες θελω φωτογραφια'',ειπε το παιδι κι εδειξε ''να εκει περα'',
οταν κατεβηκαμε αγορασε καρτ-ποσταλ
Ακροπολη Αθηνων-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ΠΟΛΙΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ-χ.ν.κουβελης
φθασαμε στην Ακροπολη,λιγο πριν το μεσημερι,η αρχη ενος φωτεινου Μαρτη,το
πλακοστρωτο δρομακι του Πικιωνη,οι ελιες σε παραταξη Παναθηναιων παρθενων,
τι να'χει αραγε απομεινει απο εκεινο τον αρχαιο ναο του 8ου π.Χ αφιερωμενο στην Αθηνα
Πολιαδα;αυτον που διαβασα στη Β' ραψωδια της Ιλιαδας του Ομηρου,στιχος 549
Οἳ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀθήνας εἶχον ἐϋκτίμενον πτολίεθρον
δῆμον Ἐρεχθῆος μεγαλήτορος, ὅν ποτ᾽Ἀθήνη
θρέψε Διὸς θυγάτηρ, τέκε δὲ ζείδωρος ἄρουρα,
κὰδ δ᾽ ἐν Ἀθήνῃς εἷσεν ἑῷ ἐν πίονι νηῷ·
ἔνθα δέ μιν ταύροισι καὶ ἀρνειοῖς ἱλάονται 550
κοῦροι Ἀθηναίων περιτελλομένων ἐνιαυτῶν·
τῶν αὖθ᾽ ἡγεμόνευ᾽ υἱὸς Πετεῶο Μενεσθεύς.
τῷ δ᾽ οὔ πώ τις ὁμοῖος ἐπιχθόνιος γένετ᾽ ἀνὴρ
κοσμῆσαι ἵππους τε καὶ ἀνέρας ἀσπιδιώτας·
Νέστωρ οἶος ἔριζεν· ὃ γὰρ προγενέστερος ἦεν· 555
τῷ δ᾽ ἅμα πεντήκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο.
αυτοι λοιπον που της Αθηνας ειχαν τη καλοχτισμενη καστροπολη
το δημο του Ερεχθεα του μεγαλοψυχου,αυτον που καποτε η Αθηνα
εθρεψε του Δια η θυγατερα,που τον γεννησε η γονιμη γη,
και τον εβαλε στην Αθηνα να καθισει στον πλουσιο ναο της,
οπ'εκει αυτον ταυρους κι αρνια θυσιαζουν να εξευμενισουν 550
οι νεοι των Αθηναιων περιστρεφομενων των ετων
τοτ'αυτων ηγεμονευε ο γιος του Πετεου ο Μενεσθεας,
σ'αυτον ποτε καποιος ομοιος πανω στη γη δεν γεννηθηκε αντρας
να παραταξει και αλογα και αντρες ασπιδοφορους
ο Νεστορας μονο τον ανταγωνιζονταν,αυτος γιατι προγενεστερος ηταν 555
σ'άυτον δε μαζι πενηντα μαυρα καραβια ακολουθουσαν
το παιδι ηταν πολυ χαρουμενο που θα ξαναβλεπε τα αρχαια,πριν λιγες μερες ειχανε
παει με το σχολειο και καταενθουσιασμενο ελεγε αυτα που εμαθε,
ανεβηκαμε,
τους αφησα στο ναο της Απτερου Νικης,και πηγα προς το Ερεχθειο,στον νοτιο τοιχο του
εμεναν απο τον ναο της Πολιαδας Αθηνας μονο δυο λιθινες βασεις του,εκει μεσα στο ναο
ηταν τοτε το ξοανο της θεας απο ξυλο ελιας,
οταν γυρισα βρηκα τη γυναικα να βγαζει φωτογραφιες στο παιδι μπροστα στον Παρθενω-
να ,''και στις Καρυατιδες θελω φωτογραφια'',ειπε το παιδι κι εδειξε ''να εκει περα'',
οταν κατεβηκαμε αγορασε καρτ-ποσταλ
.
.
.
.
Η ενοχλητικη ακριτομυθια του Θερσιτη στην Ομηρου Ιλιαδα,ραψωδια Β'
στιχοι 211-270-[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Ἄλλοι μέν ῥ᾽ ἕζοντο, ἐρήτυθεν δὲ καθ᾽ ἕδρας·
Θερσίτης δ᾽ ἔτι μοῦνος ἀμετροεπὴς ἐκολῴα,
ὃς ἔπεα φρεσὶν ᾗσιν ἄκοσμά τε πολλά τε ᾔδη
μάψ, ἀτὰρ οὐ κατὰ κόσμον, ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν,
ἀλλ᾽ ὅ τι οἱ εἴσαιτο γελοίϊον Ἀργείοισιν 215
ἔμμεναι· αἴσχιστος δὲ ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθε·
φολκὸς ἔην, χωλὸς δ᾽ ἕτερον πόδα· τὼ δέ οἱ ὤμω
κυρτὼ ἐπὶ στῆθος συνοχωκότε· αὐτὰρ ὕπερθε
φοξὸς ἔην κεφαλήν, ψεδνὴ δ᾽ ἐπενήνοθε λάχνη.
ἔχθιστος δ᾽ Ἀχιλῆϊ μάλιστ᾽ ἦν ἠδ᾽ Ὀδυσῆϊ· 220
τὼ γὰρ νεικείεσκε· τότ᾽ αὖτ᾽ Ἀγαμέμνονι δίῳ
ὀξέα κεκλήγων λέγ᾽ ὀνείδεα· τῷ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀχαιοὶ
ἐκπάγλως κοτέοντο νεμέσσηθέν τ᾽ ἐνὶ θυμῷ.
αὐτὰρ ὃ μακρὰ βοῶν Ἀγαμέμνονα νείκεε μύθῳ·
«Ἀτρεΐδη τέο δ᾽ αὖτ᾽ ἐπιμέμφεαι ἠδὲ χατίζεις; 225
πλεῖαί τοι χαλκοῦ κλισίαι, πολλαὶ δὲ γυναῖκες
εἰσὶν ἐνὶ κλισίῃς ἐξαίρετοι, ἅς τοι Ἀχαιοὶ
πρωτίστῳ δίδομεν εὖτ᾽ ἂν πτολίεθρον ἕλωμεν.
ἦ ἔτι καὶ χρυσοῦ ἐπιδεύεαι, ὅν κέ τις οἴσει
Τρώων ἱπποδάμων ἐξ Ἰλίου υἷος ἄποινα, 230
ὅν κεν ἐγὼ δήσας ἀγάγω ἢ ἄλλος Ἀχαιῶν,
ἠὲ γυναῖκα νέην, ἵνα μίσγεαι ἐν φιλότητι,
ἥν τ᾽ αὐτὸς ἀπονόσφι κατίσχεαι; οὐ μὲν ἔοικεν
ἀρχὸν ἐόντα κακῶν ἐπιβασκέμεν υἷας Ἀχαιῶν.
ὦ πέπονες κάκ᾽ ἐλέγχε᾽ Ἀχαιΐδες οὐκέτ᾽ Ἀχαιοὶ, 235
οἴκαδέ περ σὺν νηυσὶ νεώμεθα, τόνδε δ᾽ ἐῶμεν
αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ γέρα πεσσέμεν, ὄφρα ἴδηται
ἤ ῥά τί οἱ χἠμεῖς προσαμύνομεν ἦε καὶ οὐκί·
ὃς καὶ νῦν Ἀχιλῆα ἕο μέγ᾽ ἀμείνονα φῶτα
ἠτίμησεν· ἑλὼν γὰρ ἔχει γέρας αὐτὸς ἀπούρας. 240
ἀλλὰ μάλ᾽ οὐκ Ἀχιλῆϊ χόλος φρεσίν, ἀλλὰ μεθήμων·
ἦ γὰρ ἂν Ἀτρεΐδη νῦν ὕστατα λωβήσαιο·»
Ὣς φάτο νεικείων Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν,
Θερσίτης· τῷ δ᾽ ὦκα παρίστατο δῖος Ὀδυσσεύς,
καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν χαλεπῷ ἠνίπαπε μύθῳ· 245
«Θερσῖτ᾽ ἀκριτόμυθε, λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής,
ἴσχεο, μηδ᾽ ἔθελ᾽ οἶος ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν·
οὐ γὰρ ἐγὼ σέο φημὶ χερειότερον βροτὸν ἄλλον
ἔμμεναι, ὅσσοι ἅμ᾽ Ἀτρεΐδῃς ὑπὸ Ἴλιον ἦλθον.
τὼ οὐκ ἂν βασιλῆας ἀνὰ στόμ᾽ ἔχων ἀγορεύοις, 250
καί σφιν ὀνείδεά τε προφέροις, νόστόν τε φυλάσσοις.
οὐδέ τί πω σάφα ἴδμεν ὅπως ἔσται τάδε ἔργα,
ἢ εὖ ἦε κακῶς νοστήσομεν υἷες Ἀχαιῶν.
τὼ νῦν Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ποιμένι λαῶν,
ἧσαι ὀνειδίζων, ὅτι οἱ μάλα πολλὰ διδοῦσιν 255
ἥρωες Δαναοί· σὺ δὲ κερτομέων ἀγορεύεις.
ἀλλ᾽ ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
εἴ κ᾽ ἔτι σ᾽ ἀφραίνοντα κιχήσομαι ὥς νύ περ ὧδε,
μηκέτ᾽ ἔπειτ᾽ Ὀδυσῆϊ κάρη ὤμοισιν ἐπείη,
μηδ᾽ ἔτι Τηλεμάχοιο πατὴρ κεκλημένος εἴην, 260
εἰ μὴ ἐγώ σε λαβὼν ἀπὸ μὲν φίλα εἵματα δύσω,
χλαῖνάν τ᾽ ἠδὲ χιτῶνα, τά τ᾽ αἰδῶ ἀμφικαλύπτει,
αὐτὸν δὲ κλαίοντα θοὰς ἐπὶ νῆας ἀφήσω
πεπλήγων ἀγορῆθεν ἀεικέσσι πληγῇσιν.»
Ὣς ἄρ᾽ ἔφη, σκήπτρῳ δὲ μετάφρενον ἠδὲ καὶ ὤμω 265
πλῆξεν· ὃ δ᾽ ἰδνώθη, θαλερὸν δέ οἱ ἔκπεσε δάκρυ·
σμῶδιξ δ᾽ αἱματόεσσα μεταφρένου ἐξυπανέστη
σκήπτρου ὕπο χρυσέου· ὃ δ᾽ ἄρ᾽ ἕζετο τάρβησέν τε,
ἀλγήσας δ᾽ ἀχρεῖον ἰδὼν ἀπομόρξατο δάκρυ.
οἳ δὲ καὶ ἀχνύμενοί περ ἐπ᾽ αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν· 270
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
οι αλλοι τοτε καθισαν στα εδραν'αποτραβηγμενοι,
ο Θερσιτης ακομα μοναχος χωρις μετρο τα λογια καυγαδιζε,
με λογι'απρεπα στα μυαλα που'σαν πολλα κι ακομα
απερισκεπτα,αλλ'ουτε με ταξη,εριζοντας με τους βασιλεις,
αλλα μονο και μονο για να δει να γελουν οι Αργειοι, 215
πιο ασχημοτερος αντρας κατ'απ'το Ιλιο δεν ηρθε,
αλληθωρος ηταν,κουτσος απ'το'να ποδι,οι ωμοι
κυρτοι πανω στο στηθος κολλημενοι,κι ακομα ψηλα
σουβλερη ηταν η κεφαλη,κι αραιη απο πανω τριχα,
εχθροτατος στον Αχιλλεα παρα πολυ και στον Οδυσσεα 220
γιατι μ'αυτους φιλονικουσε,τοτ'αυτος στον Αγαμεμνονα τον θειο
φαρμακερα εκραξε λεγοντας κατηγοριες,σ'αυτο τοτε οι Αχαιοι
τρομερα οργισθηκαν κι ενιωσαν αγανακτηση στη καρδια,
τοτ'αυτος βαρια κραζοντας τον Αγαμεμνονα φιλονικησε στο λογο
Ατρειδη παλι τι κλαιγεσαι και τι ακομα στερεισαι; 225
γεματες απο χαλκο οι σκηνες σου,και πολλες γυναικες
ειναι στη σκηνη σου ξεχωριστες,που σε σενα οι Αχαιοι
πρωτα πρωτα δινομε αφ'οτου καστρο παρουμε στα χερια,
η' ακομα και απο χρυσο εχεις αναγκη,που καποιος θα φερει
απ'τους αλογοδαμαστες Τρωες απ'το Ιλιο γιου λυτρα, 230
π'εγω δεμενο τον σερνω η' αλλος απ'τους Αχαιους,
η' γυναικα νεαρη,για να σμιξεις ερωτικα,
αυτη μοναχος χωριστα να κρατας,δε μου φαινεται ορθο
αρχηγος οντας εισαι συμφορες να φορτωνεις τους γιους των Αχαιων,
ω πεπονια σαπιοζαρωμενα Αχαιιδες γυναια πια οχι Αχαιοι, 235
στη πατριδα με τα πλοια να πλευσουμε,κι αυτον δω ας παρατησουμε
στη Τροια τα τροπαια του να ξεροψηνει,για να δει
αν λοιπον σε τι μεις βοηθεια ειμαστε η' καθολου δεν ειμαστε,
που και τωρα τον Αχιλεα απ'αυτον πιο πολυ ανωτερο μακραν
ατιμασε,γιατι πηγε το τροπαιο του να'χει κι αρπαξε 240
αλλα καθολου δεν ειναι χολη στ'Αχιλεα τα φρενα,αλλα συγχωρεση,
γιατι αλλιωτικα Ατρειδη τα τωρα υστατα θα σε ξεπαστρευαν,
ετσ'ειπε φιλονικοντας τον Αγαμεμνονα τον ποιμενα λαων,
ο Θερσιτης,στ'αυτον γρηγορα πεταγεται κοντα ο θειος Οδυσσεας,
κι αυτον λοξα προσβλεποντας μ'απειλητικο επεπληξε λογο.245
Θερσιτη π'ακριτα μιλας και σαν να σφυριζεις ρητορας,
βουλωστο,μη θελεις μοναχος εριζεις με τους βασιλεις,
γιατι απο σε γω σου λεω πιο αχρειοτερος θνητος αλλος
δεν ειναι,οσσοι με τον Ατρειδη κατ'απ'το Ιλιο ηρθαν,
κι ουτε τους βασιλεις στο στομα να΄χεις και ν'αγορευεις, 250
και γι'αυτους βρισιδια να ξεφραζεις;κι επιστροφη ν'αναμενεις,
τι καθολου καθαρα δεν ξερουμε πως θα'ναι αυτα δω τα εργα,
αν καλα η' αν κακα θα επιστρεψουμε οι γιοι των Αχαιων,
τωρα με τον Ατρειδη Αγαμεμνονα με τον ποιμενα λαων,
τα βανεις βριζοντας,οτι σ'αυτον παρα πολυ πολλα δινουν 255
οι ηρωες Δαναοι,κι εσυ κατακρινοντας αγορευεις,
αλλ'ενα θα σου πω,το οποιο και τετελεσμενο ειναι,
αν ακομα σε αφριζοντα λογια πετυχω οπως τωρα δω,
μητ'επειτα στ'Οδυσσεα τους ωμους η κεφαλη να'ναι πανω,
μητ'ακομη του Τηλεμαχου πατερας καλεσμενος να'μαι, 260
αν εγω δεν σε λαβω κι απ'τα ρουχα σου δεν σε γδυσω,
κι απ'τη χλαινη κι απ'το χιτωνα,κι απ'το βρακι π'τ'αχαμνα καλυπτει,
και σενα κλαιοντα στα γρηγορα πλοια αφησω
εχοντας χτυπημενο απ'την αγορα μ'ασχημες χτυπιες,
ετσι τοτ'ειπε,και με το σκηπτρο το μεσονεφρι και στο ωμο 265
χτυπησε,αυτος λυγισε,κι αφθονο ερριξε δακρυ
εξογκωμα αιμα γεματο απ'το μεσονεφρι σηκωθηκε
απ'το σκηπτρο το χρυσο,τοτ'αυτος καθησε και απ'το φοβο μαζευτηκε,
πονωντας θολωμενα βλεπωντας σφουγγισε το δακρυ,
αυτοι αν και στεναχωρημενοι γυρω σ'αυτον εσκασαν στα γελια 270
.
.
σχολια:
-κοτέοντο,κοταω,δεν τολμω,
[δεν κοτας,δεν τολμας,δεν σου βασταει]
στη Μαχαιρα Ξηρομερου Αιτωλοακαρνανιας χρησιμοποιουμε και σημερα αυτην
την ομηρικη λεξη:
δεν κοτας,αν κοτας ελα,δεν σου κοταει να το κανεις,να το πεις
-πέπονες, ο πεπων,πεπονι,καρπος γινωμενος μαλακος απ'τον ηλιο,
[μτφ.καθεται ζαρωμενος,δειλιασμενος,δειλιαζει]
.
.
.
στιχοι 211-270-[μεταφραση-σχολια χ.ν.κουβελης]
Ἄλλοι μέν ῥ᾽ ἕζοντο, ἐρήτυθεν δὲ καθ᾽ ἕδρας·
Θερσίτης δ᾽ ἔτι μοῦνος ἀμετροεπὴς ἐκολῴα,
ὃς ἔπεα φρεσὶν ᾗσιν ἄκοσμά τε πολλά τε ᾔδη
μάψ, ἀτὰρ οὐ κατὰ κόσμον, ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν,
ἀλλ᾽ ὅ τι οἱ εἴσαιτο γελοίϊον Ἀργείοισιν 215
ἔμμεναι· αἴσχιστος δὲ ἀνὴρ ὑπὸ Ἴλιον ἦλθε·
φολκὸς ἔην, χωλὸς δ᾽ ἕτερον πόδα· τὼ δέ οἱ ὤμω
κυρτὼ ἐπὶ στῆθος συνοχωκότε· αὐτὰρ ὕπερθε
φοξὸς ἔην κεφαλήν, ψεδνὴ δ᾽ ἐπενήνοθε λάχνη.
ἔχθιστος δ᾽ Ἀχιλῆϊ μάλιστ᾽ ἦν ἠδ᾽ Ὀδυσῆϊ· 220
τὼ γὰρ νεικείεσκε· τότ᾽ αὖτ᾽ Ἀγαμέμνονι δίῳ
ὀξέα κεκλήγων λέγ᾽ ὀνείδεα· τῷ δ᾽ ἄρ᾽ Ἀχαιοὶ
ἐκπάγλως κοτέοντο νεμέσσηθέν τ᾽ ἐνὶ θυμῷ.
αὐτὰρ ὃ μακρὰ βοῶν Ἀγαμέμνονα νείκεε μύθῳ·
«Ἀτρεΐδη τέο δ᾽ αὖτ᾽ ἐπιμέμφεαι ἠδὲ χατίζεις; 225
πλεῖαί τοι χαλκοῦ κλισίαι, πολλαὶ δὲ γυναῖκες
εἰσὶν ἐνὶ κλισίῃς ἐξαίρετοι, ἅς τοι Ἀχαιοὶ
πρωτίστῳ δίδομεν εὖτ᾽ ἂν πτολίεθρον ἕλωμεν.
ἦ ἔτι καὶ χρυσοῦ ἐπιδεύεαι, ὅν κέ τις οἴσει
Τρώων ἱπποδάμων ἐξ Ἰλίου υἷος ἄποινα, 230
ὅν κεν ἐγὼ δήσας ἀγάγω ἢ ἄλλος Ἀχαιῶν,
ἠὲ γυναῖκα νέην, ἵνα μίσγεαι ἐν φιλότητι,
ἥν τ᾽ αὐτὸς ἀπονόσφι κατίσχεαι; οὐ μὲν ἔοικεν
ἀρχὸν ἐόντα κακῶν ἐπιβασκέμεν υἷας Ἀχαιῶν.
ὦ πέπονες κάκ᾽ ἐλέγχε᾽ Ἀχαιΐδες οὐκέτ᾽ Ἀχαιοὶ, 235
οἴκαδέ περ σὺν νηυσὶ νεώμεθα, τόνδε δ᾽ ἐῶμεν
αὐτοῦ ἐνὶ Τροίῃ γέρα πεσσέμεν, ὄφρα ἴδηται
ἤ ῥά τί οἱ χἠμεῖς προσαμύνομεν ἦε καὶ οὐκί·
ὃς καὶ νῦν Ἀχιλῆα ἕο μέγ᾽ ἀμείνονα φῶτα
ἠτίμησεν· ἑλὼν γὰρ ἔχει γέρας αὐτὸς ἀπούρας. 240
ἀλλὰ μάλ᾽ οὐκ Ἀχιλῆϊ χόλος φρεσίν, ἀλλὰ μεθήμων·
ἦ γὰρ ἂν Ἀτρεΐδη νῦν ὕστατα λωβήσαιο·»
Ὣς φάτο νεικείων Ἀγαμέμνονα ποιμένα λαῶν,
Θερσίτης· τῷ δ᾽ ὦκα παρίστατο δῖος Ὀδυσσεύς,
καί μιν ὑπόδρα ἰδὼν χαλεπῷ ἠνίπαπε μύθῳ· 245
«Θερσῖτ᾽ ἀκριτόμυθε, λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής,
ἴσχεο, μηδ᾽ ἔθελ᾽ οἶος ἐριζέμεναι βασιλεῦσιν·
οὐ γὰρ ἐγὼ σέο φημὶ χερειότερον βροτὸν ἄλλον
ἔμμεναι, ὅσσοι ἅμ᾽ Ἀτρεΐδῃς ὑπὸ Ἴλιον ἦλθον.
τὼ οὐκ ἂν βασιλῆας ἀνὰ στόμ᾽ ἔχων ἀγορεύοις, 250
καί σφιν ὀνείδεά τε προφέροις, νόστόν τε φυλάσσοις.
οὐδέ τί πω σάφα ἴδμεν ὅπως ἔσται τάδε ἔργα,
ἢ εὖ ἦε κακῶς νοστήσομεν υἷες Ἀχαιῶν.
τὼ νῦν Ἀτρεΐδῃ Ἀγαμέμνονι ποιμένι λαῶν,
ἧσαι ὀνειδίζων, ὅτι οἱ μάλα πολλὰ διδοῦσιν 255
ἥρωες Δαναοί· σὺ δὲ κερτομέων ἀγορεύεις.
ἀλλ᾽ ἔκ τοι ἐρέω, τὸ δὲ καὶ τετελεσμένον ἔσται·
εἴ κ᾽ ἔτι σ᾽ ἀφραίνοντα κιχήσομαι ὥς νύ περ ὧδε,
μηκέτ᾽ ἔπειτ᾽ Ὀδυσῆϊ κάρη ὤμοισιν ἐπείη,
μηδ᾽ ἔτι Τηλεμάχοιο πατὴρ κεκλημένος εἴην, 260
εἰ μὴ ἐγώ σε λαβὼν ἀπὸ μὲν φίλα εἵματα δύσω,
χλαῖνάν τ᾽ ἠδὲ χιτῶνα, τά τ᾽ αἰδῶ ἀμφικαλύπτει,
αὐτὸν δὲ κλαίοντα θοὰς ἐπὶ νῆας ἀφήσω
πεπλήγων ἀγορῆθεν ἀεικέσσι πληγῇσιν.»
Ὣς ἄρ᾽ ἔφη, σκήπτρῳ δὲ μετάφρενον ἠδὲ καὶ ὤμω 265
πλῆξεν· ὃ δ᾽ ἰδνώθη, θαλερὸν δέ οἱ ἔκπεσε δάκρυ·
σμῶδιξ δ᾽ αἱματόεσσα μεταφρένου ἐξυπανέστη
σκήπτρου ὕπο χρυσέου· ὃ δ᾽ ἄρ᾽ ἕζετο τάρβησέν τε,
ἀλγήσας δ᾽ ἀχρεῖον ἰδὼν ἀπομόρξατο δάκρυ.
οἳ δὲ καὶ ἀχνύμενοί περ ἐπ᾽ αὐτῷ ἡδὺ γέλασσαν· 270
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
οι αλλοι τοτε καθισαν στα εδραν'αποτραβηγμενοι,
ο Θερσιτης ακομα μοναχος χωρις μετρο τα λογια καυγαδιζε,
με λογι'απρεπα στα μυαλα που'σαν πολλα κι ακομα
απερισκεπτα,αλλ'ουτε με ταξη,εριζοντας με τους βασιλεις,
αλλα μονο και μονο για να δει να γελουν οι Αργειοι, 215
πιο ασχημοτερος αντρας κατ'απ'το Ιλιο δεν ηρθε,
αλληθωρος ηταν,κουτσος απ'το'να ποδι,οι ωμοι
κυρτοι πανω στο στηθος κολλημενοι,κι ακομα ψηλα
σουβλερη ηταν η κεφαλη,κι αραιη απο πανω τριχα,
εχθροτατος στον Αχιλλεα παρα πολυ και στον Οδυσσεα 220
γιατι μ'αυτους φιλονικουσε,τοτ'αυτος στον Αγαμεμνονα τον θειο
φαρμακερα εκραξε λεγοντας κατηγοριες,σ'αυτο τοτε οι Αχαιοι
τρομερα οργισθηκαν κι ενιωσαν αγανακτηση στη καρδια,
τοτ'αυτος βαρια κραζοντας τον Αγαμεμνονα φιλονικησε στο λογο
Ατρειδη παλι τι κλαιγεσαι και τι ακομα στερεισαι; 225
γεματες απο χαλκο οι σκηνες σου,και πολλες γυναικες
ειναι στη σκηνη σου ξεχωριστες,που σε σενα οι Αχαιοι
πρωτα πρωτα δινομε αφ'οτου καστρο παρουμε στα χερια,
η' ακομα και απο χρυσο εχεις αναγκη,που καποιος θα φερει
απ'τους αλογοδαμαστες Τρωες απ'το Ιλιο γιου λυτρα, 230
π'εγω δεμενο τον σερνω η' αλλος απ'τους Αχαιους,
η' γυναικα νεαρη,για να σμιξεις ερωτικα,
αυτη μοναχος χωριστα να κρατας,δε μου φαινεται ορθο
αρχηγος οντας εισαι συμφορες να φορτωνεις τους γιους των Αχαιων,
ω πεπονια σαπιοζαρωμενα Αχαιιδες γυναια πια οχι Αχαιοι, 235
στη πατριδα με τα πλοια να πλευσουμε,κι αυτον δω ας παρατησουμε
στη Τροια τα τροπαια του να ξεροψηνει,για να δει
αν λοιπον σε τι μεις βοηθεια ειμαστε η' καθολου δεν ειμαστε,
που και τωρα τον Αχιλεα απ'αυτον πιο πολυ ανωτερο μακραν
ατιμασε,γιατι πηγε το τροπαιο του να'χει κι αρπαξε 240
αλλα καθολου δεν ειναι χολη στ'Αχιλεα τα φρενα,αλλα συγχωρεση,
γιατι αλλιωτικα Ατρειδη τα τωρα υστατα θα σε ξεπαστρευαν,
ετσ'ειπε φιλονικοντας τον Αγαμεμνονα τον ποιμενα λαων,
ο Θερσιτης,στ'αυτον γρηγορα πεταγεται κοντα ο θειος Οδυσσεας,
κι αυτον λοξα προσβλεποντας μ'απειλητικο επεπληξε λογο.245
Θερσιτη π'ακριτα μιλας και σαν να σφυριζεις ρητορας,
βουλωστο,μη θελεις μοναχος εριζεις με τους βασιλεις,
γιατι απο σε γω σου λεω πιο αχρειοτερος θνητος αλλος
δεν ειναι,οσσοι με τον Ατρειδη κατ'απ'το Ιλιο ηρθαν,
κι ουτε τους βασιλεις στο στομα να΄χεις και ν'αγορευεις, 250
και γι'αυτους βρισιδια να ξεφραζεις;κι επιστροφη ν'αναμενεις,
τι καθολου καθαρα δεν ξερουμε πως θα'ναι αυτα δω τα εργα,
αν καλα η' αν κακα θα επιστρεψουμε οι γιοι των Αχαιων,
τωρα με τον Ατρειδη Αγαμεμνονα με τον ποιμενα λαων,
τα βανεις βριζοντας,οτι σ'αυτον παρα πολυ πολλα δινουν 255
οι ηρωες Δαναοι,κι εσυ κατακρινοντας αγορευεις,
αλλ'ενα θα σου πω,το οποιο και τετελεσμενο ειναι,
αν ακομα σε αφριζοντα λογια πετυχω οπως τωρα δω,
μητ'επειτα στ'Οδυσσεα τους ωμους η κεφαλη να'ναι πανω,
μητ'ακομη του Τηλεμαχου πατερας καλεσμενος να'μαι, 260
αν εγω δεν σε λαβω κι απ'τα ρουχα σου δεν σε γδυσω,
κι απ'τη χλαινη κι απ'το χιτωνα,κι απ'το βρακι π'τ'αχαμνα καλυπτει,
και σενα κλαιοντα στα γρηγορα πλοια αφησω
εχοντας χτυπημενο απ'την αγορα μ'ασχημες χτυπιες,
ετσι τοτ'ειπε,και με το σκηπτρο το μεσονεφρι και στο ωμο 265
χτυπησε,αυτος λυγισε,κι αφθονο ερριξε δακρυ
εξογκωμα αιμα γεματο απ'το μεσονεφρι σηκωθηκε
απ'το σκηπτρο το χρυσο,τοτ'αυτος καθησε και απ'το φοβο μαζευτηκε,
πονωντας θολωμενα βλεπωντας σφουγγισε το δακρυ,
αυτοι αν και στεναχωρημενοι γυρω σ'αυτον εσκασαν στα γελια 270
.
.
σχολια:
-κοτέοντο,κοταω,δεν τολμω,
[δεν κοτας,δεν τολμας,δεν σου βασταει]
στη Μαχαιρα Ξηρομερου Αιτωλοακαρνανιας χρησιμοποιουμε και σημερα αυτην
την ομηρικη λεξη:
δεν κοτας,αν κοτας ελα,δεν σου κοταει να το κανεις,να το πεις
-πέπονες, ο πεπων,πεπονι,καρπος γινωμενος μαλακος απ'τον ηλιο,
[μτφ.καθεται ζαρωμενος,δειλιασμενος,δειλιαζει]
.
.
.
Έκτορας και Ανδρομαχη σε αναμνηστική φωτογραφία-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
"εδώ στο φως μπροστά να σταθούμε"είπε η γυναίκα
"τι φοβάσαι ;" ο Έκτορας έπιασε το χέρι της Ανδρομάχης
"Έκτορα,το κεφάλι σου μου βαραίνει τα χέρια στη ραψωδία Ω
στους στίχους 725-745"
εκεινος γέλασε,πόσο αγαπούσε το γέλιο του,από τότε που την πήρε
από την Υποπλακια Θηβα γυναίκα του
"εδώ στο φως να σταθώ μπροστά σου πριν το σκοτάδι"και παίρνοντας
τη στάση ηθοποιού απηγγειλε
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο κάρη μετὰ χερσὶν ἔχουσα·
στα χέρια μου το κεφάλι τ'Εκτορα έχω που νέος χαθηκε
ἆνερ ἀπ' αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην
λείπεις ἐν μεγάροισι· πάϊς δ' ἔτι νήπιος αὔτως
κι απ'το σπίτι μας λείπεις και μένα μ'αφησες μόνη και το παιδί
θα σε ζηταει
ὃν τέκομεν σύ τ' ἐγώ τε δυσάμμοροι, οὐδέ μιν οἴω
ἥβην ἵξεσθαι· πρὶν γὰρ πόλις ἧδε κατ' ἄκρης
πέρσεται· ἦ γὰρ ὄλωλας ἐπίσκοπος, ὅς τέ μιν αὐτὴν
ῥύσκευ, ἔχες δ' ἀλόχους κεδνὰς καὶ νήπια τέκνα, 730
αἳ δή τοι τάχα νηυσὶν ὀχήσονται γλαφυρῇσι,
καὶ μὲν ἐγὼ μετὰ τῇσι· σὺ δ' αὖ τέκος ἢ ἐμοὶ αὐτῇ
ἕψεαι, ἔνθά κεν ἔργα ἀεικέα ἐργάζοιο
εμας τις γυναίκες θα σύρουν στα πλοία σκλάβες να μας πάρουν
ντροπιασμένες κι ατιμασμενες μαζί και το παιδί αν πριν
δεν το πετάξει καποιος ψηλα απ' τα τείχη στα βράχια να τσακίσει
τ'αδυναμο κορμάκι του ως είναι χωρίς εσένα στηριγμα
όταν η πόλις ξεθεμελιωθεί απ'ακρη σ'ακρη
ἀθλεύων πρὸ ἄνακτος ἀμειλίχου, ἤ τις Ἀχαιῶν
ῥίψει χειρὸς ἑλὼν ἀπὸ πύργου λυγρὸν ὄλεθρον
χωόμενος, ᾧ δή που ἀδελφεὸν ἔκτανεν Ἕκτωρ
ἢ πατέρ' ἠὲ καὶ υἱόν, ἐπεὶ μάλα πολλοὶ Ἀχαιῶν
Ἕκτορος ἐν παλάμῃσιν ὀδὰξ ἕλον ἄσπετον οὖδας.
τι ανδρείος ήσουνα στο πόλεμο κι από σένα πολλοί χάσανε
κι αδερφό και πατέρα και γιο
θα θρηνήσει για σέ ο κόσμος όλος κι οι γονείς σου θα κλάψουν
πικρα
οὐ γὰρ μείλιχος ἔσκε πατὴρ τεὸς ἐν δαῒ λυγρῇ·
τὼ καί μιν λαοὶ μὲν ὀδύρονται κατὰ ἄστυ, 740
ἀρητὸν δὲ τοκεῦσι γόον καὶ πένθος ἔθηκας
κι η λύπη για μέ θα'ναι αμιλητη
γιατι,ακριβε μου, αν πέθανες στο κρεβάτι θα μου'πιανες το χερι
τρυφερο λόγο θα μου'λεγες νύχτα και μέρα να τον θυμάμαι
και δάκρυα να χυνω
Ἕκτορ· ἐμοὶ δὲ μάλιστα λελείψεται ἄλγεα λυγρά.
οὐ γάρ μοι θνῄσκων λεχέων ἐκ χεῖρας ὄρεξας,
οὐδέ τί μοι εἶπες πυκινὸν ἔπος, οὗ τέ κεν αἰεὶ
μεμνῄμην νύκτάς τε καὶ ἤματα δάκρυ χέουσα.
στη Φθία αμοροζα του Αχιλλειδη Νεοπτόλεμου κι ύστερα του Ελενου
στους Μολοσσούς
"Εδώ στο φως μπροστα ας σταθούμε για πάντα"της είπε
και την αγκαλιασε
.
.
.
η επιστροφη των Αχαιων απο την Τροια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ετσι εξετελεσθει η Υβρις Ατη Νεμεσις Τισις στον Διομηδη-χ.ν.κουβελης
κατα πρωτον η υβρις
οταν Διομηδης Τυδειδης υπερβησεται μετρα
συνενοχος του Οδυσσεα στην εχθρα του κατα του Παλαμηδη,
τον ευγενικο ηρωα με δολο τον ενεμπλεξαν ως προδοτη στη Τροια
και λιθοβολισαν οι Αχαιοι,εκτος του Αχιλλεα,αυτον τον εφυεστατο ανδρα των Ελληνων,
τον εφευρετη πεττειων,του ημερολογιου και των γραμματων,
λενε, πως σε πηγαδι τον εβαλαν και τον εκλεισαν με πετρες
εκει στην Διομηδους Αριστεια στην ραψωδια Ε' της Ιλιαδας οπου η υποπτη μεροληψια
του Ομηρου τον υμνησε επηλθε η ατη
το θολωμα του μυαλου
λιθαρι πηρε στα χερια 301
ο Τυδειδης τεραστιο που'ουτε δυο αντρες δεν θα σηκωναν,
που τωρα θνητοι'ναι,αυτος δ'αυτο ευκολα το'παλλε και μονος
ὃ δὲ χερμάδιον λάβε χειρὶ 301
Τυδεΐδης μέγα ἔργον ὃ οὐ δύο γ' ἄνδρε φέροιεν,
οἷοι νῦν βροτοί εἰσ'· ὃ δέ μιν ῥέα πάλλε καὶ οἶος
κι ορμαει τ'Αινεια κι αυτος θα'χανε γρηγορα τη ζωη του αν δεν προφθανε
να τον σωσει η μητερα του Κυπριδα Αφροδιτη π'απ'τον Αγχιση τον γεννησε
κι εκει στον στιχο 335 μ'ορμη της ριχτηκε ο ανδρειωμενος του Τυδεα γιος
και γδαρθηκε το χερι χτυπημενο με τ'οξυ δορι
το ροδαλο,με μιας το δορυ το δερμα τρυπησε
ἔνθ᾿ ἐπορεξάμενος μεγαθύμου Τυδέος υἱὸς 335
ἄκρην οὔτασε χεῖρα μετάλμενος ὀξέϊ δουρὶ
ἀβληχρήν.εἶθαρ δὲ δόρυ χροὸς ἀντετόρησεν
και σ'αυτη ο βροντοφωνος ειπε Διομηδης
φευγα μακρια του Δια θυγατερα απ'το πολεμο και την ανηλεη σφαγη
δεν σου φτανει που πληθος τις αδυνατες γυναικες ξεμυαλιζεις;349
ῇ δ' ἐπὶ μακρὸν ἄϋσε βοὴν ἀγαθὸς Διομήδης·
εἶκε Διὸς θύγατερ πολέμου καὶ δηϊοτῆτος·
ἦ οὐχ ἅλις ὅττι γυναῖκας ἀνάλκιδας ἠπεροπεύεις;349
μετα απ'αυτο φυσικα ηρθε η νεμεσις κατα του μεγαθυμου Τυδειδη
του βοης αγαθου Διομηδεος ἱπποδάμοιο τον αριστον των Αχαιων
ο μωρος,δεν το κατανοησε του Τυδεα ο γιος,
οττι δεν θα'ναι πολυμερος οποιος με τους αθανατους μαχεται,
ουτ'αυτον παιδια ποτε στα γονατα βαστωντας παπα θα τον φωναζουν
οταν ελθει απ'τον πολεμο και την ανηλεη σφαγη,
σ'αυτο τωρα ο Τυδειδης,αν και πολυ δυνατος ειναι, 410
να προσεξει μη καποιος απ'αυτον ανδρειωτερος μαζι του μαχεται,
μη η Αιγιαλεια η συνετη Αδρηστινη
απ'τον υπνο θρηνοντας τους αγαπημενους στο σπιτι σηκωσει
τον νυμφευτον αναζητωντας αντρα τον αριστον των Αχαιων
η φρονιμη γυναικα του Διομηδη του ιπποδαμαστη
νήπιος, οὐδὲ τὸ οἶδε κατὰ φρένα Τυδέος υἱὸς
ὅττι μάλ' οὐ δηναιὸς ὃς ἀθανάτοισι μάχηται,
οὐδέ τί μιν παῖδες ποτὶ γούνασι παππάζουσιν
ἐλθόντ' ἐκ πολέμοιο καὶ αἰνῆς δηϊοτῆτος.
τὼ νῦν Τυδεΐδης, εἰ καὶ μάλα καρτερός ἐστι, 410
φραζέσθω μή τίς οἱ ἀμείνων σεῖο μάχηται,
μὴ δὴν Αἰγιάλεια περίφρων Ἀδρηστίνη
ἐξ ὕπνου γοόωσα φίλους οἰκῆας ἐγείρῃ
κουρίδιον ποθέουσα πόσιν τὸν ἄριστον Ἀχαιῶν
ἰφθίμη ἄλοχος Διομήδεος ἱπποδάμοιο.
και εντελει τοτε η φοβερα τισις ,
καποια η Κυπριδα Αχαιιδα ξελογιασε
μ'ενα απ'τους Τρωες μαζι να φυγει
καποια απ'αυτες χαιδευοντας τις Αχαιιδες τις ομορφοπεπλες
απ'τη χρυση καρφιτσα θα τρυπησε το τρυφερο χερι
ἦ μάλα δή τινα Κύπρις Ἀχαιϊάδων ἀνιεῖσα
Τρωσὶν ἅμα σπέσθαι,
τῶν τινα καῤῥέζουσα Ἀχαιϊάδων ἐϋπέπλων
πρὸς χρυσῇ περόνῃ καταμύξατο χεῖρα ἀραιήν.
ο Οιαξ ο γιος του Ναυπλιου κι αδελφος του Παλαμηδη στις Μυκηνες ξεσηκωσε
τη Κλυταιμνηστρα κατα του Αγαμεμνονα και στ'Αργος ξελογιασε την Αδρηστινη,
πως ο Διομηδης ερχεται με τρωαδιτισες παλλακιδες,κι αλλη γυναικα θα'χει κι αλλα παιδια,
εκεινη τοτε με τον εραστη της τον Κομητη,τον γιο του Σθενελου,στο γυρισμο του'στησε
ενεδρα,κι αν δεν κατεφευγε οικετης στο ναο της Αθηνας θα'χε κακοθανατησει
κι εφυγε απ'τ'Αργος ο Διομηδης στην Απουλλια της Κατω Ιταλιας
κι εκει ιδρυσε το Αργος Ιππιον
ετσι εξετελεσθει η νομοτελεια υβρις ατη νεμεσις τισις
.
.
.
Odysseus and Euryclea by Christian Gottlob Heyne
Ο ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟ ΣΕ ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΝΑΣΣΟ ΟΤΑΝ ΝΕΑΡΟΣ ΕΙΧΕ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια τ',στιχοι 428-467]
μεταφραση translation σχολια χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ο ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟ ΣΕ ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΝΑΣΣΟ ΟΤΑΝ ΝΕΑΡΟΣ ΕΙΧΕ ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙ ΤΟΝ ΠΑΠΠΟΥ ΤΟΥ ΑΥΤΟΛΥΚΟ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Αντικλεια,η μητερα του Οδυσσεα,ηταν κορη του Αυτολυκου πλουσιου γαιοκτημονα απο τον
Παρνασσο,γιο του Ερμη και της Χιονης,ο οποιος πηρε μερος στην Αργοναυτικη Εκστρατεια,
απο τον πατερα του Ερμη κληρονομησε την τεχνη να κλεβει κοπαδια,και να τα εξαφανιζει,
ειτε να αλλαζει το χρωμα τους,οταν εκλεψε τα ζωα του Σισυφου πιαστηκε γιατι ο Σισυφος
ειχε μαρκαρει με το μονογραμμα του τα πελματα τους,τοτε ο Αυτολυκος θελωντας η κορη του
Αντικλεια να γεννησει ενα γιο τοσο εξυπνο οσο ο Σισυφος την εσμιξε μαζι του,παρ'οτι ηταν
δοσμενη για νυφη του Λαερτη βασιλια της Ιθακης,ετσι ο Οδυσσεας φερεται να ειναι γιος του
Σισυφου και οχι του Λαερτη,
ο Οδυσσεας νεαρος,πριν στον Τρωικο Πολεμο,επισκεφθηκε τον παππου του Αυτολυκο στον
Παρνασσο,εκει σε κυνηγι μαζι με τους γιους του Αυτολυκου τραυματισθηκε απο αγριοχοιρο,
που του αφησε ουλη στο γονατο,οταν επεστρεψε στην Ιθακη απο την Τροια μετα απο εικοσι
χρονια μεταμφιεσμενος σε γερο ζητιανο στην ραψωδια τ' της Οδυσσειας του Ομηρου,στα
νιπτρα,[στιχοι 308-507]]η Ευρυκλεια,η γρια υπηρετρια της Πηνελοπης και τροφος του Οδυσ-
σεα,οταν ηταν παιδι,την οποια ο Λαερτης αγορασε απο τον πατερα της Ωπη για 20 βοδια,
αυτη βλεποντας την ουλη στο γονατο του Οδυσσεα καθως τον επλενε τον αναγνωρισε κι
εκλαψε απο τη χαρα της,ομως ο Οδυσσεας της ειπε να μην μαρτυρησει σε κανεναν ποιος
ηταν γιατι δεν ειχε ερθει ακομα η ωρα να αποκαλυφθει
Ο ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΠΟ ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟ ΣΕ ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΝΑΣΣΟ
[Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια τ',στιχοι 428-467]
μεταφραση translation σχολια χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ἦμος δ' ἠριγένεια φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
βάν ῥ' ἴμεν ἐς θήρην, ἠμὲν κύνες ἠδὲ καὶ αὐτοὶ
υἱέες Αὐτολύκου· μετὰ τοῖσι δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς 430
ἤϊεν· αἰπὺ δ' ὄρος προσέβαν καταειμένον ὕλῃ
Παρνησοῦ, τάχα δ' ἵκανον πτύχας ἠνεμοέσσας.
Ἠέλιος μὲν ἔπειτα νέον προσέβαλλεν ἀρούρας
ἐξ ἀκαλαῤῥείταο βαθυῤῥόου Ὠκεανοῖο,
οἱ δ' ἐς βῆσσαν ἵκανον ἐπακτῆρες· πρὸ δ' ἄρ' αὐτῶν
ἴχνι' ἐρευνῶντες κύνες ἤϊσαν, αὐτὰρ ὄπισθεν
υἱέες Αὐτολύκου· μετὰ τοῖσι δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς
ἤϊεν ἄγχι κυνῶν, κραδάων δολιχόσκιον ἔγχος.
ἔνθα δ' ἄρ' ἐν λόχμῃ πυκινῇ κατέκειτο μέγας σῦς·
τὴν μὲν ἄρ' οὔτ' ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων, 440
οὔτε μιν ἠέλιος φαέθων ἀκτῖσιν ἔβαλλεν,
οὔτ' ὄμβρος περάασκε διαμπερές· ὣς ἄρα πυκνὴ
ἦεν, ἀτὰρ φύλλων ἐνέην χύσις ἤλιθα πολλή.
τὸν δ' ἀνδρῶν τε κυνῶν τε περὶ κτύπος ἦλθε ποδοῖϊν,
ὡς ἐπάγοντες ἐπῇσαν· ὁ δ' ἀντίος ἐκ ξυλόχοιο,
φρίξας εὖ λοφιήν, πῦρ δ' ὀφθαλμοῖσι δεδορκώς,
στῆ ῥ' αὐτῶν σχεδόθεν. ὁ δ' ἄρα πρώτιστος Ὀδυσσεὺς
ἔσσυτ' ἀνασχόμενος δολιχὸν δόρυ χειρὶ παχείῃ,
οὐτάμεναι μεμαώς· ὁ δέ μιν φθάμενος ἔλασεν σῦς 450
γουνὸς ὕπερ, πολλὸν δὲ διήφυσε σαρκὸς ὀδόντι
λικριφὶς ἀΐξας, οὐδ' ὀστέον ἵκετο φωτός.
τὸν δ' Ὀδυσεὺς οὔτησε τυχὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον,
ἀντικρὺ δὲ διῆλθε φαεινοῦ δουρὸς ἀκωκή·
κὰδ δ' ἔπεσ' ἐν κονίῃσι μακών, ἀπὸ δ' ἔπτατο θυμός.
τὸν μὲν ἄρ' Αὐτολύκου παῖδες φίλοι ἀμφεπένοντο,
ὠτειλὴν δ' Ὀδυσῆος ἀμύμονος ἀντιθέοιο
δῆσαν ἐπισταμένως, ἐπαοιδῇ δ' αἷμα κελαινὸν
ἔσχεθον, αἶψα δ' ἵκοντο φίλου πρὸς δώματα πατρός.
τὸν μὲν ἄρ' Αὐτόλυκός τε καὶ υἱέες Αὐτολύκοιο 460
εὖ ἰησάμενοι ἠδ' ἀγλαὰ δῶρα πορόντες
καρπαλίμως χαίροντα φίλως χαίροντες ἔπεμπον
εἰς Ἰθάκην. τῷ μέν ῥα πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
χαῖρον νοστήσαντι καὶ ἐξερέεινον ἕκαστα,
οὐλὴν ὅττι πάθοι· ὁ δ' ἄρα σφίσιν εὖ κατέλεξεν,
ὥς μιν θηρεύοντ' ἔλασεν σῦς λευκῷ ὀδόντι
Παρνησόνδ' ἐλθόντα σὺν υἱάσιν Αὐτολύκοιο.
μολις η κορη του πρωινου φωτισε ροδαχτυλη Αυγη,
βγηκαν στο κυνηγι,και τα σκυλια κι αυτοι
οι γιοι τ'Αυτολυκου,μαζι μ'αυτους κι ο θειος Οδυσσεας 430
ηταν,τ'αποκρυμνο βουνο σκεπασμενο με δαση ανεβηκαν
του Παρνασσου,γρηγορα δ'εφτασαν σ'ανεμοδαρτα φαραγγια.
ο ηλιος κεινη την ωρα ερριχνε στα χωραφια το φως του
ανατελονταςαπ'το ηρεμα ρεοντας βαθυ ρευμα τ'Ωκεανου ,
μεσ'στο δασος οι κυνηγοι μπηκαν,και μπροστα δε απ'αυτους
τα ιχνη ψαχνωντας τα σκυλια ησαν,και πισω
οι γιοι τ'Αυτολυκου.μαζι μ'αυτους κι ο θειος Οδυσσεας
ηταν κοντα στα σκυλια,κραδαινοντας μακρυσκιωτο δορυ,
οπου μεσα σε λοχμη θαμνων πυκνη φωλιαζε τεραστιος αγριοχοιρος
π'ουτε ανεμοι δεν διαπερνουν υγροι φυσομανοντας 440
ουτ'αυτη ο ηλιος με τις φλογερες ακτινες χτυπουσε,
ουτ'η βροχη την περαγε ως μεσα,τι τοσο πυκνη
ηταν,κι επισης φυλλα ηταν κατω παρα πολλα στρωμενα,
και των αντρων και των σκυλιων το θορυβο των ποδιων ακουγωντας,
καθως ερχοντουσαν να πιασουν,απεναντι τους απ'τη λοχμη των θαμνων
με ορθες τις τριχες της ραχης,φωτια απ'τα ματια ξεπετωντας,
σταθηκε σ'αυτους κοντα,τοτε πιο πρωτος ο Οδυσσεας
ορμησε σηκωνοντας το μακρυ δορυ με το γερο χερι,
να το πληγωσει επιθυμωντας,αυτον ο αγριοχοιρος προφτασε κι αρπαξε 450
παν'απ'το γονατο,και πολυ απ'τη σαρκα εκοψε με το δοντι
απ'το πλαι σουβλιζοντας,αλλ'ομως το κοκκαλο δεν εφτασε ν'αγγιξει.
αυτον δε ο Οδυσσεας πληγωσε πετυχωντας στο δεξιο ωμο,
κι απ'την αλλη μερια περασε του γυαλιστερου δορατος η ακρη
κατω δ'επεσε στη σκονη μουγκριζοντας,κι απ'αυτον πεταξε η ψυχη.
τοτε μ'αυτον τ'Αυτολυκου τ'αγαπητα παιδια ασχοληθηκαν.
την πληγη τ'αμωμου ισοθεου Οδυσσεα
εδεσαν προσεκτικα με γνωση,το δε μαυρο αιμα μ'αλοιφη
σταματησαν,κι υστερα πηγαν στο σπιτι τ'αγαπητου πατερα.
αυτον αφου κι ο Αυτολυκος κι οι γιοι τ'Αυτολυκου 450
καλα τον εγιαναν και λαμπρα δωρα προσφεραν
αμεσως ευχαριστημενο φιλοξενωντας χαρουμενοι εστειλαν
στην Ιθακη.οπου ο πατερας κι η σεβαστη μητερα
χαρηκαν π'επεστρεψε και τον ρωτουσαν για το καθ'ενα,
την ουλη πως επαθε,τοτ'αυτος σ'αυτους καταλεπτως διηγηθηκε
πως αυτον κυνηγωντας αρπαξε αγριοχοιρος ασπροδοντης
στον Παρνασσο ανεβαινοντας μαζι με τους γιους τ'Αυτολυκου.
.
.
.
Αχαιοι
Κριτικη στο Χρονικο Ομηρου Ιλιαδα ραψωδια κ' στιχοι 465-481-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ὣς ἄρ᾽ ἐφώνησεν, καὶ ἀπὸ ἕθεν ὑψόσ᾽ ἀείρας 465 θῆκεν ἀνὰ μυρίκην·
ρητινοφορες μελισσες κοντα η θαλασσα σε θαμνους μυρικη βρεχει τα ποδια της
με καταπρασινα φυλλα
δέελον δ᾽ ἐπὶ σῆμά τ᾽ ἔθηκε συμμάρψας δόνακας μυρίκης τ᾽ ἐριθηλέας ὄζους,
kai μ'ενα οστρακο κοβει βλαστους
μὴ λάθοι αὖτις ἰόντε θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν.τα νησια γρηγορα κωπηλατουσαν
προς τη δυση,οι γλαροι ακολουθουσαν τὼ δὲ βάτην προτέρω διά τ᾽ ἔντεα καὶ μέλαν αἷμα,
αἶψα δ᾽ ἐπὶ Θρῃκῶν ἀνδρῶν τέλος ἷξον ἰόντες. 470 εστειλε τοτε γυναικες,
η μια με πλυμενα ρουχα,η αλλη φρουτα,η τριτη ζεστο ψωμι και κοκκινο κρασι
Ομηρου Οδυσσεια,ν' 66-,στη Τραχινα ορισθηκε να πληρωσει ο Ηρακλης
μελος του ΔΣΕ απο φανατισμενους πραιτοριανους,μια ομαδα Χ ανοιξε πυρ,
ακολουθησαν τα Δεκεμβριανα,33 ακριβως μερες,οἱ δ᾽ εὗδον καμάτῳ ἀδηκότες,
ητανε κι οι κλεφτες Κερκωπες ο Σιλλος κι ο Τριβαλλος οι απατεωνες
ἔντεα δέ σφιν καλὰ παρ᾽ αὐτοῖσι χθονὶ κέκλιτο εὖ κατὰ κόσμον τριστοιχί· παρὰ
δέ σφιν ἑκάστῳ δίζυγες ἵπποι.τα οπλα παρα ποδας,'τ'αλογα του Ρησου'ακουγεται
μια φωνη τη νυχτα Ῥῆσος δ᾽ ἐν μέσῳ εὗδε, παρ᾽ αὐτῷ δ᾽ ὠκέες ἵπποι
η γυναικα κοιμονταν,τ'αλογα εβοσκαν τ'απογευμα,'τι κανεις;' του φωναξε
'θα ξυπνησει',αδιαφορισε
κανενας δεν ηξερε τ'ονομα της κορης της Ιππολεχους Δημητρας
ἐξ ἐπιδιφριάδος πυμάτης ἱμᾶσι δέδεντο. 475 σ΄ενα παπυρο του 1931 η Κορινθια εταιρα
Πασιφιλη καταγραφονταν ως μοναχη στο κοπτικο μοναστηρι Καρπου και Παπυλου
στην Αιγυπτο,
καποιοι το εκριναν ρητορικο γυμνασμα σοφιστου,
η Φιλαινιδα ζουσε τοτε στην Αθηνα Δαιδαλιδων 47 Κατω Πετραλωνα ,Κεκροπιδα,
ο πατερας της ειχε Οινομαγειρειον ,αμοροζα απο διετιας ενος Κροκαλου,κορη του
η Αρπαγη,ερωμενη του Πασωνα του Κυδαθηναιου,το ρημα 'αλφανω' κερδιζω,ηταν
ανδρας αλφηστης,δραστηριος επιχειρηματιας
τὸν δ᾽ Ὀδυσεὺς προπάροιθεν ἰδὼν Διομήδεϊ δεῖξεν·
«οὗτός τοι Διόμηδες ἀνήρ, οὗτοι δέ τοι ἵπποι,
στο γραμμα εφραφε νεα για την Ακκω,τη Σισυμβρυα,τη Μαλθακη,τη Ναννιω,τη Γλυκερα ,
'ο Αλιτυρος εκανε καλαυσιθυρον στην Δαμασανδρα'
οὓς νῶϊν πίφαυσκε Δόλων ὃν ἐπέφνομεν ἡμεῖς.'πουλησε ολα τα χτηματα του στη Σικυωνα'
'πρωι 7 Ιουνιου πηραμε τη διαταγη να προχωρησουμε,ενωπιος ενωπιω πλεον,
ενας απο μας,καποιος Θωμας,τρελλαθηκε,τον παρατησαμε '
συνεληφθει τον Νοεμβριο το 1949,βασανιστηκε και φυλακιστηκε,το 1953 με τα μετρα
αμνηστειας αποφυλακιστηκε
ἀλλ᾽ ἄγε δὴ πρόφερε κρατερὸν μένος· οὐδέ τί σε χρὴ
ἑστάμεναι μέλεον σὺν τεύχεσιν, ἀλλὰ λύ᾽ ἵππους· 480 'στην Ακροκορινθο ειδα τη Μυριανθη'
ενας Εφεσιος τον Μαρτιο του 335 π.Χ πληρωσε το φορο στους Περσες,ενα τετραδραχμο
της Ιωνιας με αναγλυφο χαρτη της Εφεσου
στη Κυπρο οι Αχαιοι εφτασαν το 2ο μισο της 2ης χιλιετιας π.Χ
αὐτὰρ ἔμ' ἐς Κύπρον ξείνῳ δόσαν ἀντιάσαντι,
Δμήτορι Ἰασίδῃ, ὃς Κύπρου ἶφι ἄνασσεν.
ἔνθεν δὴ νῦν δεῦρο τόδ' ἵκω πήματα πάσχων.
[Ντοκουμεντο,Ομηρου Οδυσσεια ρ',442-444]
μετα το χαλασμο των συντροφων στην Αιγυπτο απ'την ανοησια τους
μ'εδωσαν στον Δμητορα του Ιασου,ισχυρο της Κυπρου βασιλια,
που'ταν φιλος,κι απο'κει τωρα εδω γεματος συμφορες εφτασα
ἠὲ σύ γ᾽ ἄνδρας ἔναιρε, μελήσουσιν δ᾽ ἐμοὶ ἵπποι.»
Λιτοχωρο 31 Μαρτιου Δεσκατη 21 Σεπτεμβριου Ναουσα 30 Σεπτεμβριου 1946
Γραμμος 1949
.
.
.
Πρωτεσίλαος
Ομηρου Ιλιας ,ραψωδια β',στιχοι 695-710
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
Οἳ δ᾽ εἶχον Φυλάκην καὶ Πύρασον ἀνθεμόεντα,695
Δήμητρος τέμενος, Ἴτωνά τε μητέρα μήλων,
ἀγχίαλόν τ᾽ Ἀντρῶνα ἰδὲ Πτελεὸν λεχεποίην,
τῶν αὖ Πρωτεσίλαος ἀρήϊος ἡγεμόνευε
ζωὸς ἐών· τότε δ᾽ ἤδη ἔχεν κάτα γαῖα μέλαινα.
τοῦ δὲ καὶ ἀμφιδρυφὴς ἄλοχος Φυλάκῃ ἐλέλειπτο 700
καὶ δόμος ἡμιτελής· τὸν δ᾽ ἔκτανε Δάρδανος ἀνὴρ
νηὸς ἀποθρῴσκοντα πολὺ πρώτιστον Ἀχαιῶν.
οὐδὲ μὲν οὐδ᾽ οἳ ἄναρχοι ἔσαν, πόθεόν γε μὲν ἀρχόν·
ἀλλά σφεας κόσμησε Ποδάρκης ὄζος Ἄρηος
Ἰφίκλου υἱὸς πολυμήλου Φυλακίδαο, 705
αὐτοκασίγνητος μεγαθύμου Πρωτεσιλάου
ὁπλότερος γενεῇ· ὁ δ᾽ ἅμα πρότερος καὶ ἀρείων
ἥρως Πρωτεσίλαος ἀρήϊος· οὐδέ τι λαοὶ
δεύονθ᾽ ἡγεμόνος, πόθεόν γε μὲν ἐσθλὸν ἐόντα·
τῷ δ᾽ ἅμα τεσσαράκοντα μέλαιναι νῆες ἕποντο. 710
αντρες εστειλε η Φυλακη κι η ανθουσα Πυρασος 695
ιερο της Δημητρας αλσος,κι η Ιτωνα μανα προβατων,
και της Αντρωνα τ'ακογυαλι κι η χλοερη η Πτελεος
αυτων πρωτα ο γενναιος εκυβερναε Πρωτεσιλαος
ζων οντας.μετα τον ειχε πια κατω η μαυρη γης
και στην ερημη γυναικα κει στη Φυλακη λειπει 700
στο σπιτι τ'ακληρο.αυτον αντρας σκοτωσε Δαρδανος
απ΄το καραβι απ'τους Αχαιους σαν βγηκε καταπρωτος
αν κι αναρχοι δεν ησαν,αυτον γι'αρχηγο ποθουσαν
αλλ'αυτους διοικουσε ο Ποδαρκης τ'Αρη βλασταρι
γιος του Φυλακιδη Ιφικλου με τα πολλα τα προβατα 705
αδελφος απο μανα πατερα του μεγαλοψυχου Πρωτεσιλαου
νεωτερος στη γενα.ο δε Πρωτεσιλαος και πρωτογεννηθηκε
κι ανωτερος ηρωας πολεμιστης.αν κι οι λαοι δεν στερουνταν
ηγεμονα,ποθουσαν αυτον τον καλον καγαθον να ειχαν.
και μ'αυτους καραβια σαραντα μαυρισμενα ερχονταν 710
.
.
.
.
.
GREEK POETRY-ΣΑΠΦΩ-SAPPHO-μεταφραση-translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΑΠΦΩ-SAPPHO
-μεταφραση-translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
ΣΑΠΦΩ: 36. – Απόσπασμα 16 Lobel-Page
[για την Ανακτορια]
.
και ποσοο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων,
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
4 τω τις ἔραται·
πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
8 τὸν [πανάρ]ιστον
καλλ[ίποι]σ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
12 [ ]σαν
[ ]αμπτον γὰρ [
[ ]…κούφως τ[ ]οη.[.]ν
..]με νῦν Ἀνακτορί[ας ὀ]νέμναι-
16 σ᾽ οὐ ] παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα καὶ πανόπλοις
20 πεσδομ]άχεντας.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αλλοι το ιππικο λενε το ωραιοτερο ειναι
πανω στη σκοτεινη γη
αλλοι το πεζικο αλλοι το ναυτικο λενε
εγω ομως λεω εκεινο που καποιος αγαπα
και θα πω κατι π'ολοι θα το δεχτουν
εκεινη η πιο ωραια μεσα στους ανθρωπους
η Ελενη τον σ'ολα αξιο αντρα της αφησε
και μπηκε στο καραβι για την Τροια
κι ουτε για παιδι ουτε για συγγενεις ουτε για γονεις
για κανεναν δεν νοιαστηκε και παρασυρθηκε
απ'την αγαπη
ετσι και τωρα εγω την Ανακτορια φερνω στο μυαλο μου
που δεν ειναι εδω και μου λειπει
θελω να δω το λατρευτο της βημα
να δω τη λαμπερη λαμψη του προσωπου της
παρα τα αρματα των Λυδων να βλεπω
και τους πανοπλους πεζους να μαχονται
.
.
ΣΑΠΦΩ
.
οιαν ταν υακινθον εν ωρεσι
ποιμενες ανδρες ποσσι
καταστειβοισι , χαμαι δε
το πορφυρον ανθος ...
[κειται ]
.
ετσι οπως τον υακινθο καταπατουν
με τα ποδια τους στο βουνο βοσκοι
και το πορφυρο ανθος στο χωμα...
[κειται]
..
οιον το γλυκομαλον ερευθεται
ακρω επ'υσδω, ακρον επ'ακροτατω,
λελαθοντο δε μαλοδροπηες ,
ουν μαν εκλελαθοντ',αλλ'ουκ
εδυναντο επικεσθαι
.
ετσι οπως το γλυκομηλο κοκκινιζει
στο ακρο του κλαδιου, στο μακρυτερο
ακρο του, το παρατησαν οι συγκομιδοι
των μηλων ,οχι γιατι το αγνοησαν
αλλα δεν μπορεσαν να τ'αρπαξουν
..
...Εμμεθεν δ'εχεισθα λαθαν
....Μ'εχεις ξεχασει
..
.
ολβιε γαμβρε ,σοι μεν δη γαμος ως αραο
εκτετελεστ,εχης δε παρθενον [αν] αραο...
σοι χαριεν μεν ειδος ,οππατα δ' [εστι ,
νυμφα] μελλιχ' , ερος δ'επ' ιμερτω κεχυται
προσωπω
....τετιμακ' εξοχα σ' Αφροδιτα
.
ευτυχισμενε γαμβρε ,ο γαμος σου,οπως
ηθελες γινεται, και την κορη που θελεις
εχεις, δικο σου το χαριτωμενο πλασμα,
τα γλυκα ματια της νυφης , κι ο ερωτας
γεμιζει το ευτυχισμενο προσωπο...
...σ'εχει τιμησει εξοχα η Αφροδιτη
..
Ερος δηυτε μ' ο λυσιμελης δονει,
γλυκυπικρον αμαχανον ορπετον.
.
Ο Ερωτας παλι με τρανταζει ,να
μου διαλυσει τα μελη του κορμιου,
γλυκοπικρο ανικητο πλασμα
.
.
εχει μεν Ανδρομεδα καλαν αμοιβαν...
Ψαπφοι, τι ταν πολυολβον Αφροδιταν...
[καλεις];
.
μια καλη ερωτηση εχει η Ανδρομεδα...
Σαπφω, γιατι καλεις την ευδαιμονα Αφροδιτη;
.
.
εστι μοι καλλα παις χρυσιοιησιν ανθεμοισιν
εμφερην εχοισα μορφαν Κλεις αγαπατα,
αντι τας εγωυδε Λυδιαν παισαν ουδ'ερανναν...
.
εχω μια κορη ομορφη ομοια στη μορφη
με τα χρυσα λουλουδια η αγαπημενη Κλεις,
μ'ολοκληρη τη Λυδια δεν αλλαζω ...
.
.
θελω τι τ'ειπην ,αλλα με κωλυει αιδως...
.
θελω κατι να σου πω, αλλα μ'εμποδιζει
η ντροπη...
.
.
παρθενον αδυφωνον
.
κορη γλυκοφωνη
.
.
πληρης μεν εφαινετ' α σελαννα
αι δ'ως περι βωμον εσταθησαν
.
φωτισε πληρης η σεληνη
κι αυτες γυρω απ'το βωμο
ακινητες σταθηκαν
.
.
Εσπερε,παντα φερων,οσα φαινολις
εσκεδασ' Αυως, [φερεις οιν,φερεις αιγα,
φερεις απυ] ματερι παιδα
.
Εσπερε,τα παντα φερνεις πισω, οσα
η φωτεινη Αυγη ξεχωρισε ,
φερνεις το προβατο,φερνεις την γιδα,
φερνεις στη μητερα τη θυγατερα
.
.
πολυ πακτιδος αδυμελεστερα...
χρυσω χρυσοτερα
.
περισσοτερο γλυκοφωνη απ'τη λυρα
λαμπροτερη απ'τον χρυσο
.
.
Δεδυκε μεν α σελαννα
και Πληιαδες ,μεσαι δε νυχτες,
παρα δ'ερχετ'ωρα,
εγω δε μονα κατευδω.
.
Εδυσε η σεληνη ,εδυσε
κι η Πουλια ,μεσανυχτα,
περασε η ωρα ,κι εγω
μονη κοιμαμαι
.
.
Τιμαδας αδε κονις ,ταν δη προ γαμοιο
θανουσαν δεξατο Φερσεφονας κυανεος
θαλαμος ,ας και αποφθιμενας πασαι
νεοθαγι σιδαρω αλικες ιμερταν κρατος
εθεντο κομαν
.
Αυτη ειναι η τεφρα της Τιμαδος,που
πεθανε πριν το γαμο και την δεχτηκε
στα σκοτεινα παλατια η Περσεφωνη
Ολες οι φιλες της με νεοτροχισμενο
μαχαιρι εκοψαν συριζα τ'αγαπημενα
πορφυρα μαλλια τους
.
.
Τω γριπει Πελαγωνι πατηρ επεθηκε
Μενισκος κυρτον και κωπαν ,
μναμα κακοζοιας.
.
Για τον ψαρα Πελαγωνα ο πατερας του
ο Μενισκος εστησε εδω την αγκυρα
και το κουπι του,
να μνημονευουν την κακοριζικη ζωη του
.
.
αστερες μεν αμφι καλαν σελανναν
αψ'απυκρυπτοισι φαενναν ειδος,
οπποτα πληθοισα μαλιστα λαμπη
γαν... αργυρια.
.
τ'αστερια γυρω απ'το λαμπρο φεγγαρι
χανουν το φωτισμενο προσωπο τους
οταν αυτο γεματο λαμπει τη γη
με τ'αργυρο του φως
.
.
...ποδας δε ποικιλος μασλης εκαλυπτε,
Λυδιον καλον εργον.
.
και τα ποδια καλυπτε πολυχρωμο
πεδιλο, Λυδικο εργο, ομορφο
.
.
Ερος δ'ετιναξε μοι φρενας,
ως ανεμος κατ'ορος δρυσιν εμπετων
.
Ο Ερωτας μου ταραξε τα μυαλα,
οπως ο ανεμος στα βουνα πανω
στα δεντρα πεφτει
.
.
ηρθες ,[καλ'] εποησας,
εγω δε σ'εμαιομαν,
ον δ'εψυξας εμαν φρενα
καιομενα ποθω
.
ηρθες τελικα ,ομορφια μου,
τοσο σε αναζητησα,
και δροσισες την καρδια μου
που την εκαιγε ο ποθος
.
.
η' τιν'αλλον
[μαλλον] ανθρωπων εμμεθεν φιλησθα
.
η' μηπως εναν αλλον περισσοτερο
απο μενα αγαπησες
.
.
σκιδναμενας εν στηθεσιν οργας
μαψυλακαν γλωσσαν πεφυλαχθαι
.
οταν τα στηθια σου φουσκωνει η οργη
φυλαξε τη γλωσσα σου απο τα ξεφωνητα
.
.
Λατω και Νιοβα μαλα μεν φιλαι ησαν εταιραι
.
η Λητω κι η Νιοβη ηταν συντροφες
πολυαγαπημενες φιλες
.
.
ποικιλοθρον'αθανατ'Αφροδιτα,
παι Διος δολοπλοκε,λισσομαι σε,
μη μ' ασαισι μηδ' ονιαισι δαμνα,
ποτνια,θυμον
[ποικιλοθρονη αθανατη Αφροδιτη
κορη του Δια ,δολοπλοκα, σε εκληπαρω,
μη μου μαραζωνεις με βασανα
και λυπες ,Δεσποινα ,τη καρδια]
.
αλλα τυιδ'ελθ',αι ποτα κατερωτα
τας εμας αυδας αιοισα πηλοι
εκλυες,πατρος δε δομον λιποισα
χρυσιον ηλθες
[αλλα εδω ελα,οπως καποτε παλια
ακουγοντας τις φωνες μου ,απο
μακρυα ,ηρθες αφηνοντας
το πατρικο λαμπρο παλατι]
.
αρμ'υπασδευξαισα. καλοι δε σ'αγον
ωκεες στρουθοι περι γας μελαινας
πυκνα διννεντες πτερ'απ'ωρανω
αιθερος δια μεσσω
[το αρμα εζευξες και καλα σπουργιτια
,γρηγορα ,στη μαυρη γη σε φερανε με
στροβιλους απ'τα δυνατα χτυπηματα των
φτερων πανω στον ουρανο μεσα στον αιθερα]
.
αιψα δ'εξικοντο.συ δ',ω μακαιρα,
μειδιαισαισ' αθανατω προσωπω
ηρε'οττι δηυτε πεπονθα κωττι
δηυτε καλημι
[γρηγορα εφτασαν, και συ,μακαρια,
μειδιασες στο αθανατο προσωπο
και με ρωτησε τι παλι επαθα ,
γιατι και παλι σε καλω ]
.
κωττι μοι μαλιστα θελω γενεσθαι
μαινολα θυμω,''τινα δηυτε [πειθω
αψ σ'αγην ] ες σαν φιλοτατα ; τις
σ',ω Ψαπφ',αδικηει;
[τι παλι θελω τοσο πολυ να γινει στην
αναστατωμενη καρδια μου ,''ποια
παλι[να πεισω να ρθει γρηγορα σε
σενα]στον ερωτα σου,ποια ,Σαπφω.
σε περιφρονει;'']
.
και γαρ αι φευγει ,ταχεως διωξει
αι δε δωρα μη δεκετ',αλλα δωσει
αι δε μη φιλει,ταχεως φιλησει
κωυκ εθελοισα
[κι αν σ'αποφευγει,γρηγορα θα σε
κυνηγα,κι αν δωρα δεν καταδεχεται
θα σου προσφερει ,κι αν δεν σ'αγαπα
γρηγορα θα σ'αγαπησει θελει δεν θελει]
.
ελθε μοι και νυν ,χαλεπαν δε λυσον
εκ μεριμναν, οσσα δε μοι τελεσσαι
θυμος ιμερρει,τελεσον. συ δ'αυτα
συμμαχος εσσο
[Ελα σε μενα και τωρα,αλαφρυνε με
απο τα βαρια βασανα,εκπληρωσε
οσα η καρδια μου επιθυμει,τελειωσετα,
και γινε εσυ η ιδια συνεργος μου]
.
.
Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ ΣΑΠΦΩ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ,ΣΥΡΑΚΟΥΣΕΣ,ΣΙΚΕΛΙΑ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΤΟΡΙΑΝ ΚΑΙ ΜΙΑ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-χ.ν.κουβελης
.
ΣΑΠΦΩ: 36. – Απόσπασμα 16 Lobel-Page
[για την Ανακτορια]
.
και ποσοο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων,
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
4 τω τις ἔραται·
πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
8 τὸν [πανάρ]ιστον
καλλ[ίποι]σ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
12 [ ]σαν
[ ]αμπτον γὰρ [
[ ]…κούφως τ[ ]οη.[.]ν
..]με νῦν Ἀνακτορί[ας ὀ]νέμναι-
16 σ᾽ οὐ ] παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα καὶ πανόπλοις
20 πεσδομ]άχεντας.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αλλοι το ιππικο λενε το ωραιοτερο ειναι
πανω στη σκοτεινη γη
αλλοι το πεζικο αλλοι το ναυτικο λενε
εγω ομως λεω εκεινο που καποιος αγαπα
και θα πω κατι π'ολοι θα το δεχτουν
εκεινη η πιο ωραια μεσα στους ανθρωπους
η Ελενη τον σ'ολα αξιο αντρα της αφησε
και μπηκε στο καραβι για την Τροια
κι ουτε για παιδι ουτε για συγγενεις ουτε για γονεις
για κανεναν δεν νοιαστηκε και παρασυρθηκε
απ'την αγαπη
ετσι και τωρα εγω την Ανακτορια φερνω στο μυαλο μου
που δεν ειναι εδω και μου λειπει
θελω να δω το λατρευτο της βημα
να δω τη λαμπερη λαμψη του προσωπο της
παρα τα αρματα των Λυδων να βλεπω
και τους πανοπλους πεζους να μαχονται
.
αποσπασματα του Ημερολογιου
-σημερα οι αστυνομικες αρχες της Συρακουσας με κατεγραψαν:
Σαπφω η' Ψαπφω η' Ψαπφα,εξ Ερεσου της Λεσβου,Ελλαδα,
μελιχρος,χρωμα οφθαλμων και κομης μελαν,σμικρον μεγεθος,
35 ετων,αριστοκρατικων φρονηματων,επαγγελμα:ποιητρια,προ-
σωπικη καταστασις:διαζευγμνενη,πρωην συζυγος:Κερκυλας,εμπο-
ρος εξ Ανδρου,τεκνα:εν θηλυ,ονομα:Κλεις,...,
και αλλα εγραψαν που δεν τα θυμαμαι,
με ρωτησαν τι γνωμη εχω για τον τυραννο Πιττακο,''σοφος αλλα
τυραννος''απαντησα,
με εβαλαν να υπογραψω μια υπευθυνη δηλωση πως δεν θα απο-
μακρυνθω απο την πολη,και καθε δεκαπεντε μερες να παρουσιαζο-
μαι στο τμημα,
υπεγραψα το χαρτι και με αφησαν...ελευθερη...υπο ορους
-τρεις μηνες,περιπου,στο νησι,ελαχιστα νεα απ'τη πατριδα,μου λειπει
η Ανακτορια,χθες εγραψα ενα ποιημα για αυτην,το μοναδικο που εχω
γραψει εδω στην εξορια[πρεπει να προσεχω και τις λεξεις],δεν εχω
εμπνευση,οι μερες περνουν ιδιες κι απαραλλαχτες,ανιαρες,παρεες,
δεν εχω,μονη μου κοιμαμαι,
γραφω το ποιημα που'χα γραψει στην Ανακτορια στη πατριδα
καποτε:
.
και ποσοο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων,
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
4 τω τις ἔραται·
πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
8 τὸν [πανάρ]ιστον
καλλ[ίποι]σ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
12 [ ]σαν
[ ]αμπτον γὰρ [
[ ]…κούφως τ[ ]οη.[.]ν
..]με νῦν Ἀνακτορί[ας ὀ]νέμναι-
16 σ᾽ οὐ ] παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα καὶ πανόπλοις
20 πεσδομ]άχεντας.
-μετα το τμημα πηγα μια βολτα στη θαλασσα,ο ηλιος εκαι-
γε,καθισα στην ακρογυαλια,εβγαλα τα παπουτσια μου κι
εβαλα τα ποδια μου στο νερο,εριξα βοτσαλα,ενα για την
πολυαγαπημενη μου κορη τη Κλειδα,που'ναι σαν τα χρυσαν-
θεμα ομορφη και μ'ολο το χρυσαφι της Λυδιας δεν αλλαζω
-αποψε πανσεληνος,περασμενα μεσανυχτα,κι εγω μονη
κοιμαμαι,αγρυπνω,δεν εχω υπνο,θυμαμαι τις πολυαγαπημε-
νες κοπελες στη πατριδα και ποσο ομορφα περνουσαμε,
την Ανακτορια,την Ατθιδα,την Γογγυλα,την Μνασιδικη, την
Τελεσιππα,την Μεγαρα, την Αναγορα,την Ευνεικια,ολες τις
θυμαμαι,
θυμαμαι και με δερνει η νοσταλγια οπως δυνατος ανεμος
πεφτει στα βουνα πανω στα δεντρα και τα ξετιναζει
-δεν εχω νεα για τ-αδερφια μου,τον Λαριχο και τον Ευρυγιο,
αραγε μπορεσαν να ξεφυγουν;η' τους επιασαν; στη φυλακη
η' στην εξορια; ποιος να μου φερει νεα εδω,οι αρχες,που
ρωτησα, προσποιουνται πως δεν εχουν πληροφοριες,ειναι
φανερο πως θελουν να'χουν καλες σχεσεις με το τυραννικο
καθεστως,
ουτε απ'τον αλλο αδερφο εχω νεα,τον Χαραξο,αυτος εφυγε
πριν τις διωξεις,στην Αιγυπτο,ειναι ακομα στην Ναυκρατι μαζι
μ'αυτη τη πορνη τη Ροδωπη;ποιος ξερει αν ειναι μαζι; η' του'φαγε
ολα τα λεφτα και τον παρατησε;εγω τον προειδοποιησα,να την
προσεχει,δεν εχουν εμπιστοσυνη τετοιες,μου κρατησε μουτρα
για το υβριστικο ποιημα που της εγραψα και της το εστειλα βε-
βαια,,οχι,δεν ηταν υβριστικο,αληθεια ηταν,του τρωγε τα λεφτα,
θυμωσε,δεν του κραταω κακια,αδερφια ειμαστε και το αιμα νε-
ρο δεν γινεται
-γυριζοντας σπιτι απο ψωνια λιγο μετα το μεσημερι ενα σκυλι με
ακολουθησε,σταματησα,γυρισα και το ειδα,εκεινο σταματησε,
φαινοταν φοβισμενο,ηταν ενα γερικο σκυλι,αδεσποτο,παρατη-
μενο,σκελετωμενο,φαινονταν τα κοκκαλα στα πλευρα του,ηταν
και χτυπημενο στη πλατη και στα ποδια,''εγω εχω να φαω'',σκεφτη-
κα,το φωναξα φιλικα να πλησιασει,πλησιασε,μεγαλα υγρα ματια,
του εδωσα το ψωμι κι ενα ολοκληρο λουκανικο,εφαγε,μετα απο-
μακρυνθηκε κουνοντας την ουρα του
αληθεια ποσο μοιαζω μ'αυτον τον παρατημενο σκυλο;
κανεις δεν νοιαζεται
αποφασισα καθε μερα ν'αγοραζω γι'αυτον και να τον ταιζω
-τρεις μερες συνεχεια ταιζα το σκυλο,την ιδια ωρα ,στο ιδιο
μερος,σαν ραντεβου,σημερα δεν τον ειδα ,ανησυχω,που
να πηγε; τι επαθε;
-δεν ξαναειδα τον σκυλο,το πηρα αποφαση πως δεν θα τον
ξαναδω,
φοβαμαι πως δεν θα ξαναδω τη πατριδα και τους αγαπημε-
νους δικους μου εκει περα
-ειναι νυχτα,δεν ξερω γιατι σκεφτομαι την ποιηση,τι να γραψω,
για ποιον ,για ποια να γραψω;για ποιο γεγονος;
σιωπη σιωπη σιωπη
-καποια γυναικα,αγνωστη ποτε αλλη φορα δεν την ξανα-χα δει,
με ρωτησε ποιο ειναι τ'ονομα μου,τρομαξα,συνηλθα και της
ειπα ενα πολυ κοινο γυναικειο του τοπου,
δεν ηθελα να με λυπηθει,να με λυπηθουν
-στην Ιμερα ζει καποιος ποιητης που τον λενε Στησιχορο,επιδε-
ξιος να στηνει χορους,εγραψε ενα ποιημα για την Ελενη πως
πηγε στη Τροια ακολουθωντας τον Παρι,αυτα που ξερουμε δη-
λαδη,φοβηθηκε ομως μηπως τον τιμωρησει η Ελενη και τ'αλλα-
ξε,εκανε δηλαδη Παλινωδια,τα πηρε πισω,
οὐκ ἔστ᾽ ἔτυμος λόγος οὗτος,
οὐδ᾽ ἔβας ἐν νηυσὶν εὐσέλμοις,
οὐδ᾽ ἵκεο Πέργαμα Τροίας·
εγραψε
ισως καποια μερα να τον γνωρισω,αν μεινω ακομα εδω,
που δε το ευχομαι
-ελη,λατομεια,ορυχεια στΙς Συρακουσες,σκληρος ο χειμωνας,
πολλες βροχες,ασταματητα ολη τη μερα βρεχει σημερα,πολυ
υγρασια που σου σαπιζει τα κοκκαλα,ειναι τρεις μερες που δεν
βγηκε καθολου ηλιος απο τα πυκνα και μαυρα συννεφα,
σαν ολο το Ιονιο ν'αδειαζει πανω στη Σικελια και πανω στη καρ-
δια μου
-δεν εχω τιποτα να γραψω,ενα κενο στο μυαλο μου,τι γινεται
στη πατριδα;
-τοσο καιρο εδω,χρονια,και δεν εχω συνηθησει σ'αυτο τον
τοπο,ενας αγνωστος,που δεν θελω να μαθω,
μια εξοριστη
-σημερα ευχαριστα νεα,με καλεσε ο διοικητης του αστυνο-
μικου τμηματος ,με δεχτηκε στο ιδιαιτερο γραφειο του,
εκλεισε τη πορτα,ηταν ιδιαιτερα φιλικος μαζι μου,και
μου ειπε:''Κυρια Σαπφω,εχω νεα ,ξεσπασε σταση,μαλλον
απο τις πληροφοριες που εχω θα επικρατησουν οι αντικα-
θεστωτικοι'',κρατηθηκα να μην εκφρασω τα συναισθηματα
μου,μηπως ηταν καμια μπλοφα της αστυνομιας;,''ειναι βεβαιο'',
συνεχισε ο διοικητης,''θεμα ημερων,μην πω ωρων,η καταρ-
ρευση της τυραννιας,η Ιστορια αλλαζει'',''δηλαδη φευγω;''
ρωτησα,''οπως παει το πραγμα,ναι,φευγεται'',''ξερετε,ειμαι
φιλος της ποιησης σας'',εσκυψε το κεφαλι,''με συγχωρητε,
βλεπετε τα πραγματα ειναι δυσκολα,μπορει καποιος να βρει
το μπελα του,καταλαβαινετε;'',''καταλαβαινω''απαντησα,τον
ευχαριστησα κι εφυγα ευτυχισμενη,επιτελους θα γυριζα στη
πατριδα,
δεν πηγα σπιτι αμεσως,απο τη χαρα μου,δεν ηθελα να κλειστω
μεσα,περπατησα στη πολη,αγορασα λουλουδια,κοκκινα κι
ασπρα τριανταφυλλα και γαρυφαλλα,στο παρκο ταισα τους κυκ-
νους στη λιμνη,κατεβηκα και στη θαλασσα,ζεστη μερα,ηλιος,εβ-
γαλα τα ρουχα μπηκα στα δροσερα νερα και κολυμπησα,ποτε το-
σα χρονια που ειμαι εδω δεν κολυμπησα,βγηκα,ξαπλωσα στη
ζεστη αμμο να στεγνωσω,εκλεισα τα ματια,το κυμα ερχονταν κι
εφευγε,στ'αυτια μου,σαν ταξιδι,
γυρισα αργα τ'απογευμα στο σπιτι
-πηγα για τελευταια φορα στη βιβλιοθηκη,
η βιβλιοθηκαριος,μια νεα κι ευγενικη κοπελα,η Ραδινη,μου
εφερε ενα βιβλιο,το ανοιξε σε μια σελιδα,''κοιταξτε ''μου
ειπε,κοιταξα,''λατινικα'',ειπα,''ναι'',απαντησε η κοπελα,''ειναι
η μεταφραση ενος δικου σας ποιηματος'',''μπορεις να μου το
διαβασεις και να το μεταφρασεις'',''ευχαριστως'' απαντησε η
κοπελα,
διαβασε το ποιημα η κοπελα,μου αρεσε η απαγγελια της,απλη
και χωρις στομφο,οταν τελειωσε ειπε,''δεν χρειαζεται να το μετα-
φρασω γιατι υπαρχει το προτοτυπο ποιημα γραμμενο στην αλλη
σελιδα,
γυρισε σελιδα,''Εις Ανακτοριαν'',διαβασε η κοπελα,με κοιταξε,
χαμογελασε,την ευχαριστησα,κοιταξα το εξωφυλλο,
Gaius Valerius Catullus Poetae Novi
της ειπα αν μπορουσε να αντιγραψει το ποιημα στα ελληνικα και
στα λατινικα και να μου τα δωσει,''πολυ ευχαριστως''απαντησε
η κοπελα
εδω γραφω το ποιημα και τη μεταφραση στα λατινικα:
[Εις Ανακτοριαν]
Φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν᾽ ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φωνεί-
σας ὐπακούει
[5]καὶ γελαίσας ἰμέροεν. τό μ᾽ ἦ μάν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν.
ὢς γὰρ ἔς σ᾽ ἴδω βρόχε᾽, ὤς με φώνη-
σ᾽ οὖδεν ἔτ᾽ εἴκει,
ἀλλὰ κὰμ μὲν γλῶσσα ἔαγε, λέπτον
[10]δ᾽ αὔτικα χρῶι πῦρ ὐπαδεδρόμακεν,
ὀππάτεσσι δ᾽ οὖδεν ὄρημμ᾽, ἐπιρρόμ-
βεισι δ᾽ ἄκουαι,
ἀ δέ μ᾽ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δέ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
[15]ἔμμι, τεθνάκην δ᾽ ὀλίγω ᾽πιδεύης
φαίνομ᾽ ἔμ᾽ αὔται·
.
Ille mī pār esse deō vidētur
ille sī fās est superāre dīvōs
quī sedēns adversus identidem tē
spectat et audit
dulce rīdentem miserō quod omnīs 5
ēripit sēnsūs mihi nam simul tē
Lesbia aspexī nihil est super mī
vōcis in ōre
lingua sed torpet tenuis sub artūs
flamma dēmānat sonitū suōpte 10
tintinant aurēs geminā teguntur
lūmina nocte.
ōtium Catulle tibi molestumst
ōtiō exultās nimiumque gestis
ōtium et rēgēs prius et beātās 15
perdidit urbēs
-αυριο φευγω με το καραβι,τελειωσαν τα ψεμματα,γυρι-
ζω στη πατριδα,
αυριο το νοστιμον ημαρ
[Εις Ανακτοριαν]
Φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν᾽ ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φωνεί-
σας ὐπακούει
[5]καὶ γελαίσας ἰμέροεν. τό μ᾽ ἦ μάν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν.
ὢς γὰρ ἔς σ᾽ ἴδω βρόχε᾽, ὤς με φώνη-
σ᾽ οὖδεν ἔτ᾽ εἴκει,
ἀλλὰ κὰμ μὲν γλῶσσα ἔαγε, λέπτον
[10]δ᾽ αὔτικα χρῶι πῦρ ὐπαδεδρόμακεν,
ὀππάτεσσι δ᾽ οὖδεν ὄρημμ᾽, ἐπιρρόμ-
βεισι δ᾽ ἄκουαι,
ἀ δέ μ᾽ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δέ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
[15]ἔμμι, τεθνάκην δ᾽ ὀλίγω ᾽πιδεύης
φαίνομ᾽ ἔμ᾽ αὔται·
[αυτο το ποιημα το διασωζει ο Λογγινους στο Περι Υψους
Βιβλιον,τον 1ο αιωνα μ.Χ]
.
.[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
οπως θεος μου φαινεται εκεινος ο αντρας
που καθεται απεναντι σου κι απο κοντα ακουει
τη γλυκεια φωνη σου και το λατρευτο σου γελιο
και πως χτυπαει στα στηθια μου η καρδια
και λιγο να σε κοιταξω η μιλια κοβεται
και η γλωσσα στο στομα μου δενεται
αμεσως καυτη θερμη καιγει το κορμι μου
και τιποτα δεν βλεπω και τιποτα δεν ακουω
τ'αυτια μου βουιζουν και ιδρωτας με λουζει
ολοκληρη τρεμω πιο χλωμη κι απ'το χορτο ειμαι
και μου φαινεται πως σε λιγο θα πεθανω
θα ξεψυχισω
.
[Catullus 51]Gaius Valerius Catullus (ca. 84–54 BC)
Ille mī pār esse deō vidētur
ille sī fās est superāre dīvōs
quī sedēns adversus identidem tē
spectat et audit
dulce rīdentem miserō quod omnīs 5
ēripit sēnsūs mihi nam simul tē
Lesbia aspexī nihil est super mī
vōcis in ōre
lingua sed torpet tenuis sub artūs
flamma dēmānat sonitū suōpte 10
tintinant aurēs geminā teguntur
lūmina nocte.
ōtium Catulle tibi molestumst
ōtiō exultās nimiumque gestis
ōtium et rēgēs prius et beātās 15
perdidit urbēs
.
.
ΣΑΠΦΩ,ΠΟΙΗΜΑΤΑ,ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ-χ.ν.κουβελης
.
δεῦρυ μ†μ’ ἐς Κρητας .π[ ]ναῦον
ἄγνον, ὄππ[αι δὴ] χάριεν μὲν ἄλσος
μαλί[αν], βῶμοι †δ’ ἔνι θυμιάμε-
νοι [λι]βανώτῳ·
ἐν δ’ ὔδωρ ψῦχρον κελάδει δι’ ὔσδων
μαλίνων, βρόδοισι δὲ παῖς ὀ χῶρος
ἐσκίαστ’, αἰθυσσομένων δὲ φύλλων
κῶμα †κατέρρ[ει]·
ἐν δὲ λείμων ἰππόβοτος τέθαλε
ἠρινίοισιν ἄνθεσιν, αἰ δ’ ἄνητοι
μέλλιχα πνέοισιν [
[ ]
ἔλθε δὴ σὺ στέμ[ματ’] ἔλοισα Κύπρι,
χρυσίαισιν ἐν κυλίκεσσιν ἄβρως
ὀμ[με]μείχμενον θαλίαισι νέκταρ
οἰνοχόαισον
ελα απο την Κρητη εδω κοντα μου στο ιερο μερος
που'ναι ωραιο περιβολι με μηλιες και τους
βωμους αρωματιζει το λιβανι
και δροσερο νερο κελαρυζει απ' τα κλαδια της μηλιας
ολος ο τοπος ειναι γεματος ροδα σκιασμενος κι απ'τα
ελαφρα τρεμουλιαζοντα φυλλα πεφτει κατω στο χωμα
γαληνη
και στο λιβαδι αλογο βοσκαει λουλουδια της ανοιξης,
κι ο αερας απαλα πνεει
ελα εδω,Κυπριδα,και ριξε με χαρι μεσα στα χρυσα ποτηρια
του κρασιου το νεκταρ και σμιξε τη χαρα με τη λατρεια μας
.
Κύπρι καὶ Νηρήιδες ἀβλάβην μοι
τὸν κασίγνητον δότε τυίδ' ἴκεσθαι
κὤσσα οἰ θύμῳ κε θέλῃ γένεσθαι
πάντα τελέσθην,
ὄσσα δὲ πρόσθ' ἄμβροτε πάντα λῦσαι
καὶ φίλοισι οἶσι χάραν γένεσθαι
κὠνίαν δ’ ἔχθροισι· γένοιτο δ’ ἄμμι
μηκέτι μηδ’ εἶς
τὰν κασιγνήταν δὲ θέλοι δὲ λύγραν
ἔμμορον τίμας. ὀνίαν δὲ λύγραν
ἐκλύοιτ’, ὄτοισι πάροιθ’ ἀχεύων
τὦμον ἐδάμνα
.
Κυπριδα και Νηρηιδες καντε ο αδερφος μου να γυρισει
σωος κι αβλαβης κι οσα ποθει η καρδια του να γινουν
ολα να εκπληρωθουν
κι οσα στο παρελθον σφαλματα εκανε ολα να τελειωσουν
και στους φιλους του χαρα να δωσει και φοβο στους εχθρους
και καμια λυπη για μας
και στην αδερφη του να ειναι καμαρι και ν'απελευθερωθει
απ'οσες πικρες του βασανισαν τη καρδια στο παρελθον
.
Κύ]πρι, κα[ί σ]ε πι[κροτάτ]αν ἐπεύ[ροι]
[μη]δὲ καυχάσ[α]ιτο τόδ᾽ ἐννέ[ποισα]
[Δ]ωρίχα, τὸ δεύ[τ]ερον ὠς πόθε[ννον]
........... [εἰς] ἔρον ἦλθε.
Κυπριδα,ποση πικρα εχεις
κανεις την Δωριχα να μην μπορει να καυχηθει
πως εχει βρει τον ερωτα που ποθουσε για δευτερη φορα
.
χλωροτέρα δὲ ποίας ἔμμι
πιο δροσερη ειμαι απο τη χλοη
.
αἴ με τιμίαν ἐπόησαν ἔργα
τὰ σφὰ δοῖσαι
μ'εχουν τιμησει τα δικα τους εργα
που μου εδωσαν
.
αἴθ' ἔγω, χρυσοστέφαν' Ἀφρόδιτα,
τόνδε τὸν πάλον [^ ^ -] λαχοίην.
χρυσοστεφανη Αφροδιτη,αυτη η τυχη
μου ετυχε
.
Ἄστερες μὲν ἀμφὶ κάλαν σελάνναν
ἂψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπῃ
γᾶν [ἐπὶ πᾶσαν]
... ἀργυρία ...
τ'αστρα γυρω απ'την ομορφη σεληνη
χανουν το φεγγος τους οταν πληρης
η σεληνη φωτιζει τη γη μ'αργυρο φως
.
καὶ ποθήω καὶ μάομαι .
και ποθω και δεν βαστω...
.
... πόδας δὲ
ποίκιλος μάσλης ἐκάλυπτε, Λύδι-
ον κάλον ἔργον
τα ποδια της καλυπτε κεντημενο πεδιλο
λεπτης λυδικης τεχνης
.
ταὶς κάλαισιν ὔμμι νόημμα τὦμον
οὐ διάμειπτον
για σας,ομορφιες μου,ο νους μου
δεν αλλαξε
.
ταῖσι [δὲ] ψῦχρος μὲν ἔγεντὀ θῦμος,
πὰρ δ' ἴεισι τὰ πτέρα
η καρδια τους κρυωσε
κι επεσαν τα φτερα τους
.
Ἔρος δ' ἐτίναξέ μοι
φρένας, ὠς ἄνεμος κὰτ ὄρος δρύσιν ἐμπέτων.
ο Ερωτας μου ξεσηκωσε τα μυαλα
οπως ο ανεμος στα βουνα ξετιναζει τις βελανιδιες
.
ἦλθες, †καλ’† ἐπόησας, ἔγω δέ σ’ ἐμαιόμαν,
ὂν δ’ ἔψυξας ἔμαν φρένα καιομέναν πόθῳ.
ηρθες,καλα που'καμες,εγω για σενα πονουσα,
δροσισες τα μυαλα μου που τα'καιγε ο ποθος
.
ἠράμαν μὲν ἔγω σέθεν, Ἄτθι, πάλαι ποτά ....
σμίκρα μοι πάις ἔμμεν’ ἐφαίνεο κἄχαρις
εγω εσενα ,Ατθιδα,καποτε παλια σ'αγαπουσα...
ησουν μικρη κοπελα και χαριτωμενη μου φαινοσουν
.
ὀ μὲν γὰρ κάλος ὄσσον ἴδην πέλεται [κάλος],
ὀ δὲ κἄγαθος αὔτικα καὶ κάλος ἔσσεται.
καποιος ειναι ομορφος μοναχα οσο καιρο διαρκει η ομορφια
καποιος που ειναι καλος ειναι συναμα και ομορφος για παντα
.
οὐκ οἶδ' ὄττι θέω
.δίχα μοι τὰ νοήμματα
δεν ξερω τι λατρευω,
ειμαι διχασμενη
.
ψαύην δ' οὐ δοκίμωμ' ὀράνω †δυσπαχέα†
/ Πσαύην δ᾽ οὐ δοκίμοιμ᾽ ὀράνω δύσι πάχεσιν.
με τα δυο μου χερια δεν μπορω ν'αγγιξω τον
ουρανο
.
βροδοπάχεες ἄγναι Χάριτες δεῦτε Δίος κόραι
Ελατε ροδοδαχτυλες Χαριτες κορες του Δια
.
ἔλθοντ' ἐξ ὀράνω πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν ...
ηρθαν απ'τον ουρανο πορφυρο φορωντας ρουχο
.
κατθάνοισα δὲ κείσῃ οὐδέ ποτα
μναμοσύνα σέθεν
ἔσσετ' οὐδὲ †ποκ'†ὔστερον
· οὐγὰρ πεδέχῃς βρόδων
τῶν ἐκ Πιερίας
· ἀλλ' ἀφάνηςκἠν Ἀίδα δόμῳ
φοιτάσεις πεδ' ἀμαύρων νεκύων
ἐκπεποταμένα
πεθαμενη θα'σαι και ποτε
δεν θα σε μνημονευσουν
ουτε τωρα ουτε μετα
και δεν θα'χεις ροδα απο την Πιερια
αλλα αγνωστη θα τριγυρνας
στα παλατια του Αδη
αναμεσα στις μαυρες σκιες
των πεθαμενων
.
οὐδ' ἴαν δοκίμωμι προσίδοισαν φάος ἀλίω
ἔσσεσθαι σοφίαν πάρθενον εἰς οὐδένα πω χρόνον
τεαύταν
νομιζω πως ποτε παρθενα δεν θα αντικρισει το
φως του ηλιου και να'χει τη δικια σου σοφια
.
τίς δ' ἀγροίωτις θέλγει νόον .....
.οὐκ ἐπισταμένα τὰ βράκε' ἔλκην ἐπὶ τὼν σφύρων;
ποια χωριατισα σου μαγεψε το νου...
που δεν ξερει πως να σηκωσει το βρακι της
πανω απ'τους αστραγαλους
.
Ω Ψαπφα,ηραμαν μεν εγω
Ω Σαπφω,σ'αγαπουσα
.
[μελιος]τι γλυκερον
κι απ'το μελι πιο γλυκια
.
]α μελλιχόφων[
σταζει μελι το στομα του
.
δροσ[ό]εσσα[
δροσερη
μισσε Μίκα
δικια μου Μικα
.
σὺ δὲ στεφάνοις, ὦ Δίκα, πέρθεσθ' ἐράτοις φόβαισιν
ὄρπακας ἀνήτω συναέρραις' ἀπάλαισι χέρσιν
·εὐάνθεα †γὰρ† πέλεται καὶ Χάριτες μάκαιραι
μᾶλλον †προτερην†, ἀστεφανώτοισι δ' ἀπυστρέφονται.
Στεφανωσε,Δικα,τα ομορφα μαλλια σου και
πλεξε σ'αυτα ωραια ανθη με τ'απαλα σου χερια
γιατι εκεινες που ειναι ετσι στεφανωμενες
ξεχωριζουν και μεσα στις χαριτες,
που δεν αγαπανε τις αστεφανωτες κι ακαλλωπιστες
.
εὐμορφοτέρα Μνασιδίκα τὰς ἀπάλας Γυρίννως
πιο ομορφη ειναι η Μνασιδικα απο την απαλη
Γυριννω
,
κροκόεντα[
με κροκο χρωματισμενα
,
. . . . . . . . .
τεθνάκην ἀδόλως, θέλω·
ἀ με ψισδομένα κατελίμπανεν
πόλλα καὶ τόδ’ ἔειπέ μοι·
ὤιμ’ ὠς δεῖνα πεπόνθαμεν,
Ψάπφ’, ἦ μάν σ’ ἀέκοισ’ ἀπυλιμπάνω.
τὰν δ’ ἔγω τάδ’ ἀμειβόμαν·
χαιροισ'ἔρχεο κἄμεθεν
μέμναισ’, οἶσθα γὰρ ὤς σε πεδήπομεν·
αἰ δὲ μή, ἀλλά σ’ ἔγω θέλω
ὄμναισαι . . .
ὄσα μάλθακα καὶ κάλ’ ἐπάσχομεν·
πόλλοις γὰρ στεφάνοις ἴων
καὶ βρόδων πλοκίων τε ὔμοι
κἀνήτω πὰρ ἔμοι παρεθήκαο
καὶ πόλλαις ὐπαθύμιδας
πλέκταις ἀμφ’ ἀπάλαι δέραι
ἀνθέων ἐρατῶν πεποημέναις.
καὶ πολλῷ λιπαρῶς μύρῳ
βρενθείῳ τε κάλον χρόα
ἀξαλείψαο καὶ βασιληίῳ
καὶ στρώμναν ἐπὶ μολθάκαν
ἀπάλαν παρ ὀπαυόνοων
ἐξίης πόθον αἶψα νεανίδων
. . . . . . . . .
η Ατθις δεν γυρισε
να πεθανω θελω να ησυχασω
με πολυ πονο μ'αφησε,και μου'πε
Αλιμονο,τοσα κακα που παθαμε,
Σαπφω,σου ορκιζομαι πως χωρις τη θεληση μου
σ'αφηνω
και σ¨αυτην αποκριθηκανα'
σαι καλα οπου πας και μενα να θυμασαι να ξερεις
πως σε σενα βασισθηκα
κι αν εσυ δεν με θυμασαι,τοτε θελω
να σου θυμισω,ποσο γλυκα κι ομορφα
περνουσαμε
με πολλα στεφανια με μενεξεδες και με ροδα
πλεγμενα στα μαλλια πολυ κοντα μου
καθοσουν
και πολλα ειχες στολιδια γυρω
στον απαλο σου λαιμο φτι
.
GREEK POETRY-ΣΑΠΦΩ-SAPPHO-μεταφραση-translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΑΠΦΩ-SAPPHO
-μεταφραση-translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
ΣΑΠΦΩ: 36. – Απόσπασμα 16 Lobel-Page
[για την Ανακτορια]
.
και ποσοο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων,
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
4 τω τις ἔραται·
πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
8 τὸν [πανάρ]ιστον
καλλ[ίποι]σ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
12 [ ]σαν
[ ]αμπτον γὰρ [
[ ]…κούφως τ[ ]οη.[.]ν
..]με νῦν Ἀνακτορί[ας ὀ]νέμναι-
16 σ᾽ οὐ ] παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα καὶ πανόπλοις
20 πεσδομ]άχεντας.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αλλοι το ιππικο λενε το ωραιοτερο ειναι
πανω στη σκοτεινη γη
αλλοι το πεζικο αλλοι το ναυτικο λενε
εγω ομως λεω εκεινο που καποιος αγαπα
και θα πω κατι π'ολοι θα το δεχτουν
εκεινη η πιο ωραια μεσα στους ανθρωπους
η Ελενη τον σ'ολα αξιο αντρα της αφησε
και μπηκε στο καραβι για την Τροια
κι ουτε για παιδι ουτε για συγγενεις ουτε για γονεις
για κανεναν δεν νοιαστηκε και παρασυρθηκε
απ'την αγαπη
ετσι και τωρα εγω την Ανακτορια φερνω στο μυαλο μου
που δεν ειναι εδω και μου λειπει
θελω να δω το λατρευτο της βημα
να δω τη λαμπερη λαμψη του προσωπου της
παρα τα αρματα των Λυδων να βλεπω
και τους πανοπλους πεζους να μαχονται
.
.
ΣΑΠΦΩ
.
οιαν ταν υακινθον εν ωρεσι
ποιμενες ανδρες ποσσι
καταστειβοισι , χαμαι δε
το πορφυρον ανθος ...
[κειται ]
.
ετσι οπως τον υακινθο καταπατουν
με τα ποδια τους στο βουνο βοσκοι
και το πορφυρο ανθος στο χωμα...
[κειται]
..
οιον το γλυκομαλον ερευθεται
ακρω επ'υσδω, ακρον επ'ακροτατω,
λελαθοντο δε μαλοδροπηες ,
ουν μαν εκλελαθοντ',αλλ'ουκ
εδυναντο επικεσθαι
.
ετσι οπως το γλυκομηλο κοκκινιζει
στο ακρο του κλαδιου, στο μακρυτερο
ακρο του, το παρατησαν οι συγκομιδοι
των μηλων ,οχι γιατι το αγνοησαν
αλλα δεν μπορεσαν να τ'αρπαξουν
..
...Εμμεθεν δ'εχεισθα λαθαν
....Μ'εχεις ξεχασει
..
.
ολβιε γαμβρε ,σοι μεν δη γαμος ως αραο
εκτετελεστ,εχης δε παρθενον [αν] αραο...
σοι χαριεν μεν ειδος ,οππατα δ' [εστι ,
νυμφα] μελλιχ' , ερος δ'επ' ιμερτω κεχυται
προσωπω
....τετιμακ' εξοχα σ' Αφροδιτα
.
ευτυχισμενε γαμβρε ,ο γαμος σου,οπως
ηθελες γινεται, και την κορη που θελεις
εχεις, δικο σου το χαριτωμενο πλασμα,
τα γλυκα ματια της νυφης , κι ο ερωτας
γεμιζει το ευτυχισμενο προσωπο...
...σ'εχει τιμησει εξοχα η Αφροδιτη
..
Ερος δηυτε μ' ο λυσιμελης δονει,
γλυκυπικρον αμαχανον ορπετον.
.
Ο Ερωτας παλι με τρανταζει ,να
μου διαλυσει τα μελη του κορμιου,
γλυκοπικρο ανικητο πλασμα
.
.
εχει μεν Ανδρομεδα καλαν αμοιβαν...
Ψαπφοι, τι ταν πολυολβον Αφροδιταν...
[καλεις];
.
μια καλη ερωτηση εχει η Ανδρομεδα...
Σαπφω, γιατι καλεις την ευδαιμονα Αφροδιτη;
.
.
εστι μοι καλλα παις χρυσιοιησιν ανθεμοισιν
εμφερην εχοισα μορφαν Κλεις αγαπατα,
αντι τας εγωυδε Λυδιαν παισαν ουδ'ερανναν...
.
εχω μια κορη ομορφη ομοια στη μορφη
με τα χρυσα λουλουδια η αγαπημενη Κλεις,
μ'ολοκληρη τη Λυδια δεν αλλαζω ...
.
.
θελω τι τ'ειπην ,αλλα με κωλυει αιδως...
.
θελω κατι να σου πω, αλλα μ'εμποδιζει
η ντροπη...
.
.
παρθενον αδυφωνον
.
κορη γλυκοφωνη
.
.
πληρης μεν εφαινετ' α σελαννα
αι δ'ως περι βωμον εσταθησαν
.
φωτισε πληρης η σεληνη
κι αυτες γυρω απ'το βωμο
ακινητες σταθηκαν
.
.
Εσπερε,παντα φερων,οσα φαινολις
εσκεδασ' Αυως, [φερεις οιν,φερεις αιγα,
φερεις απυ] ματερι παιδα
.
Εσπερε,τα παντα φερνεις πισω, οσα
η φωτεινη Αυγη ξεχωρισε ,
φερνεις το προβατο,φερνεις την γιδα,
φερνεις στη μητερα τη θυγατερα
.
.
πολυ πακτιδος αδυμελεστερα...
χρυσω χρυσοτερα
.
περισσοτερο γλυκοφωνη απ'τη λυρα
λαμπροτερη απ'τον χρυσο
.
.
Δεδυκε μεν α σελαννα
και Πληιαδες ,μεσαι δε νυχτες,
παρα δ'ερχετ'ωρα,
εγω δε μονα κατευδω.
.
Εδυσε η σεληνη ,εδυσε
κι η Πουλια ,μεσανυχτα,
περασε η ωρα ,κι εγω
μονη κοιμαμαι
.
.
Τιμαδας αδε κονις ,ταν δη προ γαμοιο
θανουσαν δεξατο Φερσεφονας κυανεος
θαλαμος ,ας και αποφθιμενας πασαι
νεοθαγι σιδαρω αλικες ιμερταν κρατος
εθεντο κομαν
.
Αυτη ειναι η τεφρα της Τιμαδος,που
πεθανε πριν το γαμο και την δεχτηκε
στα σκοτεινα παλατια η Περσεφωνη
Ολες οι φιλες της με νεοτροχισμενο
μαχαιρι εκοψαν συριζα τ'αγαπημενα
πορφυρα μαλλια τους
.
.
Τω γριπει Πελαγωνι πατηρ επεθηκε
Μενισκος κυρτον και κωπαν ,
μναμα κακοζοιας.
.
Για τον ψαρα Πελαγωνα ο πατερας του
ο Μενισκος εστησε εδω την αγκυρα
και το κουπι του,
να μνημονευουν την κακοριζικη ζωη του
.
.
αστερες μεν αμφι καλαν σελανναν
αψ'απυκρυπτοισι φαενναν ειδος,
οπποτα πληθοισα μαλιστα λαμπη
γαν... αργυρια.
.
τ'αστερια γυρω απ'το λαμπρο φεγγαρι
χανουν το φωτισμενο προσωπο τους
οταν αυτο γεματο λαμπει τη γη
με τ'αργυρο του φως
.
.
...ποδας δε ποικιλος μασλης εκαλυπτε,
Λυδιον καλον εργον.
.
και τα ποδια καλυπτε πολυχρωμο
πεδιλο, Λυδικο εργο, ομορφο
.
.
Ερος δ'ετιναξε μοι φρενας,
ως ανεμος κατ'ορος δρυσιν εμπετων
.
Ο Ερωτας μου ταραξε τα μυαλα,
οπως ο ανεμος στα βουνα πανω
στα δεντρα πεφτει
.
.
ηρθες ,[καλ'] εποησας,
εγω δε σ'εμαιομαν,
ον δ'εψυξας εμαν φρενα
καιομενα ποθω
.
ηρθες τελικα ,ομορφια μου,
τοσο σε αναζητησα,
και δροσισες την καρδια μου
που την εκαιγε ο ποθος
.
.
η' τιν'αλλον
[μαλλον] ανθρωπων εμμεθεν φιλησθα
.
η' μηπως εναν αλλον περισσοτερο
απο μενα αγαπησες
.
.
σκιδναμενας εν στηθεσιν οργας
μαψυλακαν γλωσσαν πεφυλαχθαι
.
οταν τα στηθια σου φουσκωνει η οργη
φυλαξε τη γλωσσα σου απο τα ξεφωνητα
.
.
Λατω και Νιοβα μαλα μεν φιλαι ησαν εταιραι
.
η Λητω κι η Νιοβη ηταν συντροφες
πολυαγαπημενες φιλες
.
.
ποικιλοθρον'αθανατ'Αφροδιτα,
παι Διος δολοπλοκε,λισσομαι σε,
μη μ' ασαισι μηδ' ονιαισι δαμνα,
ποτνια,θυμον
[ποικιλοθρονη αθανατη Αφροδιτη
κορη του Δια ,δολοπλοκα, σε εκληπαρω,
μη μου μαραζωνεις με βασανα
και λυπες ,Δεσποινα ,τη καρδια]
.
αλλα τυιδ'ελθ',αι ποτα κατερωτα
τας εμας αυδας αιοισα πηλοι
εκλυες,πατρος δε δομον λιποισα
χρυσιον ηλθες
[αλλα εδω ελα,οπως καποτε παλια
ακουγοντας τις φωνες μου ,απο
μακρυα ,ηρθες αφηνοντας
το πατρικο λαμπρο παλατι]
.
αρμ'υπασδευξαισα. καλοι δε σ'αγον
ωκεες στρουθοι περι γας μελαινας
πυκνα διννεντες πτερ'απ'ωρανω
αιθερος δια μεσσω
[το αρμα εζευξες και καλα σπουργιτια
,γρηγορα ,στη μαυρη γη σε φερανε με
στροβιλους απ'τα δυνατα χτυπηματα των
φτερων πανω στον ουρανο μεσα στον αιθερα]
.
αιψα δ'εξικοντο.συ δ',ω μακαιρα,
μειδιαισαισ' αθανατω προσωπω
ηρε'οττι δηυτε πεπονθα κωττι
δηυτε καλημι
[γρηγορα εφτασαν, και συ,μακαρια,
μειδιασες στο αθανατο προσωπο
και με ρωτησε τι παλι επαθα ,
γιατι και παλι σε καλω ]
.
κωττι μοι μαλιστα θελω γενεσθαι
μαινολα θυμω,''τινα δηυτε [πειθω
αψ σ'αγην ] ες σαν φιλοτατα ; τις
σ',ω Ψαπφ',αδικηει;
[τι παλι θελω τοσο πολυ να γινει στην
αναστατωμενη καρδια μου ,''ποια
παλι[να πεισω να ρθει γρηγορα σε
σενα]στον ερωτα σου,ποια ,Σαπφω.
σε περιφρονει;'']
.
και γαρ αι φευγει ,ταχεως διωξει
αι δε δωρα μη δεκετ',αλλα δωσει
αι δε μη φιλει,ταχεως φιλησει
κωυκ εθελοισα
[κι αν σ'αποφευγει,γρηγορα θα σε
κυνηγα,κι αν δωρα δεν καταδεχεται
θα σου προσφερει ,κι αν δεν σ'αγαπα
γρηγορα θα σ'αγαπησει θελει δεν θελει]
.
ελθε μοι και νυν ,χαλεπαν δε λυσον
εκ μεριμναν, οσσα δε μοι τελεσσαι
θυμος ιμερρει,τελεσον. συ δ'αυτα
συμμαχος εσσο
[Ελα σε μενα και τωρα,αλαφρυνε με
απο τα βαρια βασανα,εκπληρωσε
οσα η καρδια μου επιθυμει,τελειωσετα,
και γινε εσυ η ιδια συνεργος μου]
.
.
Η ΠΟΙΗΤΡΙΑ ΣΑΠΦΩ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ,ΣΥΡΑΚΟΥΣΕΣ,ΣΙΚΕΛΙΑ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΤΟΡΙΑΝ ΚΑΙ ΜΙΑ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ-χ.ν.κουβελης
.
ΣΑΠΦΩ: 36. – Απόσπασμα 16 Lobel-Page
[για την Ανακτορια]
.
και ποσοο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων,
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
4 τω τις ἔραται·
πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
8 τὸν [πανάρ]ιστον
καλλ[ίποι]σ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
12 [ ]σαν
[ ]αμπτον γὰρ [
[ ]…κούφως τ[ ]οη.[.]ν
..]με νῦν Ἀνακτορί[ας ὀ]νέμναι-
16 σ᾽ οὐ ] παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα καὶ πανόπλοις
20 πεσδομ]άχεντας.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αλλοι το ιππικο λενε το ωραιοτερο ειναι
πανω στη σκοτεινη γη
αλλοι το πεζικο αλλοι το ναυτικο λενε
εγω ομως λεω εκεινο που καποιος αγαπα
και θα πω κατι π'ολοι θα το δεχτουν
εκεινη η πιο ωραια μεσα στους ανθρωπους
η Ελενη τον σ'ολα αξιο αντρα της αφησε
και μπηκε στο καραβι για την Τροια
κι ουτε για παιδι ουτε για συγγενεις ουτε για γονεις
για κανεναν δεν νοιαστηκε και παρασυρθηκε
απ'την αγαπη
ετσι και τωρα εγω την Ανακτορια φερνω στο μυαλο μου
που δεν ειναι εδω και μου λειπει
θελω να δω το λατρευτο της βημα
να δω τη λαμπερη λαμψη του προσωπο της
παρα τα αρματα των Λυδων να βλεπω
και τους πανοπλους πεζους να μαχονται
.
αποσπασματα του Ημερολογιου
-σημερα οι αστυνομικες αρχες της Συρακουσας με κατεγραψαν:
Σαπφω η' Ψαπφω η' Ψαπφα,εξ Ερεσου της Λεσβου,Ελλαδα,
μελιχρος,χρωμα οφθαλμων και κομης μελαν,σμικρον μεγεθος,
35 ετων,αριστοκρατικων φρονηματων,επαγγελμα:ποιητρια,προ-
σωπικη καταστασις:διαζευγμνενη,πρωην συζυγος:Κερκυλας,εμπο-
ρος εξ Ανδρου,τεκνα:εν θηλυ,ονομα:Κλεις,...,
και αλλα εγραψαν που δεν τα θυμαμαι,
με ρωτησαν τι γνωμη εχω για τον τυραννο Πιττακο,''σοφος αλλα
τυραννος''απαντησα,
με εβαλαν να υπογραψω μια υπευθυνη δηλωση πως δεν θα απο-
μακρυνθω απο την πολη,και καθε δεκαπεντε μερες να παρουσιαζο-
μαι στο τμημα,
υπεγραψα το χαρτι και με αφησαν...ελευθερη...υπο ορους
-τρεις μηνες,περιπου,στο νησι,ελαχιστα νεα απ'τη πατριδα,μου λειπει
η Ανακτορια,χθες εγραψα ενα ποιημα για αυτην,το μοναδικο που εχω
γραψει εδω στην εξορια[πρεπει να προσεχω και τις λεξεις],δεν εχω
εμπνευση,οι μερες περνουν ιδιες κι απαραλλαχτες,ανιαρες,παρεες,
δεν εχω,μονη μου κοιμαμαι,
γραφω το ποιημα που'χα γραψει στην Ανακτορια στη πατριδα
καποτε:
.
και ποσοο]ἰ μὲν ἰππήων στρότον, οἰ δὲ πέσδων,
οἰ δὲ νάων φαῖσ᾽ ἐπ[ὶ] γᾶν μέλαι[ν]αν
ἔ]μμεναι κάλλιστον, ἔγω δὲ κῆν᾽ ὄτ-
4 τω τις ἔραται·
πά]γχυ δ᾽ εὔμαρες σύνετον πόησαι
π]άντι τ[ο]ῦτ᾽, ἀ γὰρ πόλυ περσκέθοισα
κάλλος [ἀνθ]ρώπων Ἐλένα [τὸ]ν ἄνδρα
8 τὸν [πανάρ]ιστον
καλλ[ίποι]σ᾽ ἔβα ᾽ς Τροΐαν πλέοι[σα
κωὐδ[ὲ πα]ῖδος οὐδὲ φίλων το[κ]ήων
πά[μπαν] ἐμνάσθη, ἀλλὰ παράγαγ᾽ αὔταν
12 [ ]σαν
[ ]αμπτον γὰρ [
[ ]…κούφως τ[ ]οη.[.]ν
..]με νῦν Ἀνακτορί[ας ὀ]νέμναι-
16 σ᾽ οὐ ] παρεοίσας,
τᾶ]ς κε βολλοίμαν ἔρατόν τε βᾶμα
κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω
ἢ τὰ Λύδων ἄρματα καὶ πανόπλοις
20 πεσδομ]άχεντας.
-μετα το τμημα πηγα μια βολτα στη θαλασσα,ο ηλιος εκαι-
γε,καθισα στην ακρογυαλια,εβγαλα τα παπουτσια μου κι
εβαλα τα ποδια μου στο νερο,εριξα βοτσαλα,ενα για την
πολυαγαπημενη μου κορη τη Κλειδα,που'ναι σαν τα χρυσαν-
θεμα ομορφη και μ'ολο το χρυσαφι της Λυδιας δεν αλλαζω
-αποψε πανσεληνος,περασμενα μεσανυχτα,κι εγω μονη
κοιμαμαι,αγρυπνω,δεν εχω υπνο,θυμαμαι τις πολυαγαπημε-
νες κοπελες στη πατριδα και ποσο ομορφα περνουσαμε,
την Ανακτορια,την Ατθιδα,την Γογγυλα,την Μνασιδικη, την
Τελεσιππα,την Μεγαρα, την Αναγορα,την Ευνεικια,ολες τις
θυμαμαι,
θυμαμαι και με δερνει η νοσταλγια οπως δυνατος ανεμος
πεφτει στα βουνα πανω στα δεντρα και τα ξετιναζει
-δεν εχω νεα για τ-αδερφια μου,τον Λαριχο και τον Ευρυγιο,
αραγε μπορεσαν να ξεφυγουν;η' τους επιασαν; στη φυλακη
η' στην εξορια; ποιος να μου φερει νεα εδω,οι αρχες,που
ρωτησα, προσποιουνται πως δεν εχουν πληροφοριες,ειναι
φανερο πως θελουν να'χουν καλες σχεσεις με το τυραννικο
καθεστως,
ουτε απ'τον αλλο αδερφο εχω νεα,τον Χαραξο,αυτος εφυγε
πριν τις διωξεις,στην Αιγυπτο,ειναι ακομα στην Ναυκρατι μαζι
μ'αυτη τη πορνη τη Ροδωπη;ποιος ξερει αν ειναι μαζι; η' του'φαγε
ολα τα λεφτα και τον παρατησε;εγω τον προειδοποιησα,να την
προσεχει,δεν εχουν εμπιστοσυνη τετοιες,μου κρατησε μουτρα
για το υβριστικο ποιημα που της εγραψα και της το εστειλα βε-
βαια,,οχι,δεν ηταν υβριστικο,αληθεια ηταν,του τρωγε τα λεφτα,
θυμωσε,δεν του κραταω κακια,αδερφια ειμαστε και το αιμα νε-
ρο δεν γινεται
-γυριζοντας σπιτι απο ψωνια λιγο μετα το μεσημερι ενα σκυλι με
ακολουθησε,σταματησα,γυρισα και το ειδα,εκεινο σταματησε,
φαινοταν φοβισμενο,ηταν ενα γερικο σκυλι,αδεσποτο,παρατη-
μενο,σκελετωμενο,φαινονταν τα κοκκαλα στα πλευρα του,ηταν
και χτυπημενο στη πλατη και στα ποδια,''εγω εχω να φαω'',σκεφτη-
κα,το φωναξα φιλικα να πλησιασει,πλησιασε,μεγαλα υγρα ματια,
του εδωσα το ψωμι κι ενα ολοκληρο λουκανικο,εφαγε,μετα απο-
μακρυνθηκε κουνοντας την ουρα του
αληθεια ποσο μοιαζω μ'αυτον τον παρατημενο σκυλο;
κανεις δεν νοιαζεται
αποφασισα καθε μερα ν'αγοραζω γι'αυτον και να τον ταιζω
-τρεις μερες συνεχεια ταιζα το σκυλο,την ιδια ωρα ,στο ιδιο
μερος,σαν ραντεβου,σημερα δεν τον ειδα ,ανησυχω,που
να πηγε; τι επαθε;
-δεν ξαναειδα τον σκυλο,το πηρα αποφαση πως δεν θα τον
ξαναδω,
φοβαμαι πως δεν θα ξαναδω τη πατριδα και τους αγαπημε-
νους δικους μου εκει περα
-ειναι νυχτα,δεν ξερω γιατι σκεφτομαι την ποιηση,τι να γραψω,
για ποιον ,για ποια να γραψω;για ποιο γεγονος;
σιωπη σιωπη σιωπη
-καποια γυναικα,αγνωστη ποτε αλλη φορα δεν την ξανα-χα δει,
με ρωτησε ποιο ειναι τ'ονομα μου,τρομαξα,συνηλθα και της
ειπα ενα πολυ κοινο γυναικειο του τοπου,
δεν ηθελα να με λυπηθει,να με λυπηθουν
-στην Ιμερα ζει καποιος ποιητης που τον λενε Στησιχορο,επιδε-
ξιος να στηνει χορους,εγραψε ενα ποιημα για την Ελενη πως
πηγε στη Τροια ακολουθωντας τον Παρι,αυτα που ξερουμε δη-
λαδη,φοβηθηκε ομως μηπως τον τιμωρησει η Ελενη και τ'αλλα-
ξε,εκανε δηλαδη Παλινωδια,τα πηρε πισω,
οὐκ ἔστ᾽ ἔτυμος λόγος οὗτος,
οὐδ᾽ ἔβας ἐν νηυσὶν εὐσέλμοις,
οὐδ᾽ ἵκεο Πέργαμα Τροίας·
εγραψε
ισως καποια μερα να τον γνωρισω,αν μεινω ακομα εδω,
που δε το ευχομαι
-ελη,λατομεια,ορυχεια στΙς Συρακουσες,σκληρος ο χειμωνας,
πολλες βροχες,ασταματητα ολη τη μερα βρεχει σημερα,πολυ
υγρασια που σου σαπιζει τα κοκκαλα,ειναι τρεις μερες που δεν
βγηκε καθολου ηλιος απο τα πυκνα και μαυρα συννεφα,
σαν ολο το Ιονιο ν'αδειαζει πανω στη Σικελια και πανω στη καρ-
δια μου
-δεν εχω τιποτα να γραψω,ενα κενο στο μυαλο μου,τι γινεται
στη πατριδα;
-τοσο καιρο εδω,χρονια,και δεν εχω συνηθησει σ'αυτο τον
τοπο,ενας αγνωστος,που δεν θελω να μαθω,
μια εξοριστη
-σημερα ευχαριστα νεα,με καλεσε ο διοικητης του αστυνο-
μικου τμηματος ,με δεχτηκε στο ιδιαιτερο γραφειο του,
εκλεισε τη πορτα,ηταν ιδιαιτερα φιλικος μαζι μου,και
μου ειπε:''Κυρια Σαπφω,εχω νεα ,ξεσπασε σταση,μαλλον
απο τις πληροφοριες που εχω θα επικρατησουν οι αντικα-
θεστωτικοι'',κρατηθηκα να μην εκφρασω τα συναισθηματα
μου,μηπως ηταν καμια μπλοφα της αστυνομιας;,''ειναι βεβαιο'',
συνεχισε ο διοικητης,''θεμα ημερων,μην πω ωρων,η καταρ-
ρευση της τυραννιας,η Ιστορια αλλαζει'',''δηλαδη φευγω;''
ρωτησα,''οπως παει το πραγμα,ναι,φευγεται'',''ξερετε,ειμαι
φιλος της ποιησης σας'',εσκυψε το κεφαλι,''με συγχωρητε,
βλεπετε τα πραγματα ειναι δυσκολα,μπορει καποιος να βρει
το μπελα του,καταλαβαινετε;'',''καταλαβαινω''απαντησα,τον
ευχαριστησα κι εφυγα ευτυχισμενη,επιτελους θα γυριζα στη
πατριδα,
δεν πηγα σπιτι αμεσως,απο τη χαρα μου,δεν ηθελα να κλειστω
μεσα,περπατησα στη πολη,αγορασα λουλουδια,κοκκινα κι
ασπρα τριανταφυλλα και γαρυφαλλα,στο παρκο ταισα τους κυκ-
νους στη λιμνη,κατεβηκα και στη θαλασσα,ζεστη μερα,ηλιος,εβ-
γαλα τα ρουχα μπηκα στα δροσερα νερα και κολυμπησα,ποτε το-
σα χρονια που ειμαι εδω δεν κολυμπησα,βγηκα,ξαπλωσα στη
ζεστη αμμο να στεγνωσω,εκλεισα τα ματια,το κυμα ερχονταν κι
εφευγε,στ'αυτια μου,σαν ταξιδι,
γυρισα αργα τ'απογευμα στο σπιτι
-πηγα για τελευταια φορα στη βιβλιοθηκη,
η βιβλιοθηκαριος,μια νεα κι ευγενικη κοπελα,η Ραδινη,μου
εφερε ενα βιβλιο,το ανοιξε σε μια σελιδα,''κοιταξτε ''μου
ειπε,κοιταξα,''λατινικα'',ειπα,''ναι'',απαντησε η κοπελα,''ειναι
η μεταφραση ενος δικου σας ποιηματος'',''μπορεις να μου το
διαβασεις και να το μεταφρασεις'',''ευχαριστως'' απαντησε η
κοπελα,
διαβασε το ποιημα η κοπελα,μου αρεσε η απαγγελια της,απλη
και χωρις στομφο,οταν τελειωσε ειπε,''δεν χρειαζεται να το μετα-
φρασω γιατι υπαρχει το προτοτυπο ποιημα γραμμενο στην αλλη
σελιδα,
γυρισε σελιδα,''Εις Ανακτοριαν'',διαβασε η κοπελα,με κοιταξε,
χαμογελασε,την ευχαριστησα,κοιταξα το εξωφυλλο,
Gaius Valerius Catullus Poetae Novi
της ειπα αν μπορουσε να αντιγραψει το ποιημα στα ελληνικα και
στα λατινικα και να μου τα δωσει,''πολυ ευχαριστως''απαντησε
η κοπελα
εδω γραφω το ποιημα και τη μεταφραση στα λατινικα:
[Εις Ανακτοριαν]
Φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν᾽ ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φωνεί-
σας ὐπακούει
[5]καὶ γελαίσας ἰμέροεν. τό μ᾽ ἦ μάν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν.
ὢς γὰρ ἔς σ᾽ ἴδω βρόχε᾽, ὤς με φώνη-
σ᾽ οὖδεν ἔτ᾽ εἴκει,
ἀλλὰ κὰμ μὲν γλῶσσα ἔαγε, λέπτον
[10]δ᾽ αὔτικα χρῶι πῦρ ὐπαδεδρόμακεν,
ὀππάτεσσι δ᾽ οὖδεν ὄρημμ᾽, ἐπιρρόμ-
βεισι δ᾽ ἄκουαι,
ἀ δέ μ᾽ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δέ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
[15]ἔμμι, τεθνάκην δ᾽ ὀλίγω ᾽πιδεύης
φαίνομ᾽ ἔμ᾽ αὔται·
.
Ille mī pār esse deō vidētur
ille sī fās est superāre dīvōs
quī sedēns adversus identidem tē
spectat et audit
dulce rīdentem miserō quod omnīs 5
ēripit sēnsūs mihi nam simul tē
Lesbia aspexī nihil est super mī
vōcis in ōre
lingua sed torpet tenuis sub artūs
flamma dēmānat sonitū suōpte 10
tintinant aurēs geminā teguntur
lūmina nocte.
ōtium Catulle tibi molestumst
ōtiō exultās nimiumque gestis
ōtium et rēgēs prius et beātās 15
perdidit urbēs
-αυριο φευγω με το καραβι,τελειωσαν τα ψεμματα,γυρι-
ζω στη πατριδα,
αυριο το νοστιμον ημαρ
[Εις Ανακτοριαν]
Φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν᾽ ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φωνεί-
σας ὐπακούει
[5]καὶ γελαίσας ἰμέροεν. τό μ᾽ ἦ μάν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν.
ὢς γὰρ ἔς σ᾽ ἴδω βρόχε᾽, ὤς με φώνη-
σ᾽ οὖδεν ἔτ᾽ εἴκει,
ἀλλὰ κὰμ μὲν γλῶσσα ἔαγε, λέπτον
[10]δ᾽ αὔτικα χρῶι πῦρ ὐπαδεδρόμακεν,
ὀππάτεσσι δ᾽ οὖδεν ὄρημμ᾽, ἐπιρρόμ-
βεισι δ᾽ ἄκουαι,
ἀ δέ μ᾽ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δέ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
[15]ἔμμι, τεθνάκην δ᾽ ὀλίγω ᾽πιδεύης
φαίνομ᾽ ἔμ᾽ αὔται·
[αυτο το ποιημα το διασωζει ο Λογγινους στο Περι Υψους
Βιβλιον,τον 1ο αιωνα μ.Χ]
.
.[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
οπως θεος μου φαινεται εκεινος ο αντρας
που καθεται απεναντι σου κι απο κοντα ακουει
τη γλυκεια φωνη σου και το λατρευτο σου γελιο
και πως χτυπαει στα στηθια μου η καρδια
και λιγο να σε κοιταξω η μιλια κοβεται
και η γλωσσα στο στομα μου δενεται
αμεσως καυτη θερμη καιγει το κορμι μου
και τιποτα δεν βλεπω και τιποτα δεν ακουω
τ'αυτια μου βουιζουν και ιδρωτας με λουζει
ολοκληρη τρεμω πιο χλωμη κι απ'το χορτο ειμαι
και μου φαινεται πως σε λιγο θα πεθανω
θα ξεψυχισω
.
[Catullus 51]Gaius Valerius Catullus (ca. 84–54 BC)
Ille mī pār esse deō vidētur
ille sī fās est superāre dīvōs
quī sedēns adversus identidem tē
spectat et audit
dulce rīdentem miserō quod omnīs 5
ēripit sēnsūs mihi nam simul tē
Lesbia aspexī nihil est super mī
vōcis in ōre
lingua sed torpet tenuis sub artūs
flamma dēmānat sonitū suōpte 10
tintinant aurēs geminā teguntur
lūmina nocte.
ōtium Catulle tibi molestumst
ōtiō exultās nimiumque gestis
ōtium et rēgēs prius et beātās 15
perdidit urbēs
.
.
ΣΑΠΦΩ,ΠΟΙΗΜΑΤΑ,ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ-χ.ν.κουβελης
.
δεῦρυ μ†μ’ ἐς Κρητας .π[ ]ναῦον
ἄγνον, ὄππ[αι δὴ] χάριεν μὲν ἄλσος
μαλί[αν], βῶμοι †δ’ ἔνι θυμιάμε-
νοι [λι]βανώτῳ·
ἐν δ’ ὔδωρ ψῦχρον κελάδει δι’ ὔσδων
μαλίνων, βρόδοισι δὲ παῖς ὀ χῶρος
ἐσκίαστ’, αἰθυσσομένων δὲ φύλλων
κῶμα †κατέρρ[ει]·
ἐν δὲ λείμων ἰππόβοτος τέθαλε
ἠρινίοισιν ἄνθεσιν, αἰ δ’ ἄνητοι
μέλλιχα πνέοισιν [
[ ]
ἔλθε δὴ σὺ στέμ[ματ’] ἔλοισα Κύπρι,
χρυσίαισιν ἐν κυλίκεσσιν ἄβρως
ὀμ[με]μείχμενον θαλίαισι νέκταρ
οἰνοχόαισον
ελα απο την Κρητη εδω κοντα μου στο ιερο μερος
που'ναι ωραιο περιβολι με μηλιες και τους
βωμους αρωματιζει το λιβανι
και δροσερο νερο κελαρυζει απ' τα κλαδια της μηλιας
ολος ο τοπος ειναι γεματος ροδα σκιασμενος κι απ'τα
ελαφρα τρεμουλιαζοντα φυλλα πεφτει κατω στο χωμα
γαληνη
και στο λιβαδι αλογο βοσκαει λουλουδια της ανοιξης,
κι ο αερας απαλα πνεει
ελα εδω,Κυπριδα,και ριξε με χαρι μεσα στα χρυσα ποτηρια
του κρασιου το νεκταρ και σμιξε τη χαρα με τη λατρεια μας
.
Κύπρι καὶ Νηρήιδες ἀβλάβην μοι
τὸν κασίγνητον δότε τυίδ' ἴκεσθαι
κὤσσα οἰ θύμῳ κε θέλῃ γένεσθαι
πάντα τελέσθην,
ὄσσα δὲ πρόσθ' ἄμβροτε πάντα λῦσαι
καὶ φίλοισι οἶσι χάραν γένεσθαι
κὠνίαν δ’ ἔχθροισι· γένοιτο δ’ ἄμμι
μηκέτι μηδ’ εἶς
τὰν κασιγνήταν δὲ θέλοι δὲ λύγραν
ἔμμορον τίμας. ὀνίαν δὲ λύγραν
ἐκλύοιτ’, ὄτοισι πάροιθ’ ἀχεύων
τὦμον ἐδάμνα
.
Κυπριδα και Νηρηιδες καντε ο αδερφος μου να γυρισει
σωος κι αβλαβης κι οσα ποθει η καρδια του να γινουν
ολα να εκπληρωθουν
κι οσα στο παρελθον σφαλματα εκανε ολα να τελειωσουν
και στους φιλους του χαρα να δωσει και φοβο στους εχθρους
και καμια λυπη για μας
και στην αδερφη του να ειναι καμαρι και ν'απελευθερωθει
απ'οσες πικρες του βασανισαν τη καρδια στο παρελθον
.
Κύ]πρι, κα[ί σ]ε πι[κροτάτ]αν ἐπεύ[ροι]
[μη]δὲ καυχάσ[α]ιτο τόδ᾽ ἐννέ[ποισα]
[Δ]ωρίχα, τὸ δεύ[τ]ερον ὠς πόθε[ννον]
........... [εἰς] ἔρον ἦλθε.
Κυπριδα,ποση πικρα εχεις
κανεις την Δωριχα να μην μπορει να καυχηθει
πως εχει βρει τον ερωτα που ποθουσε για δευτερη φορα
.
χλωροτέρα δὲ ποίας ἔμμι
πιο δροσερη ειμαι απο τη χλοη
.
αἴ με τιμίαν ἐπόησαν ἔργα
τὰ σφὰ δοῖσαι
μ'εχουν τιμησει τα δικα τους εργα
που μου εδωσαν
.
αἴθ' ἔγω, χρυσοστέφαν' Ἀφρόδιτα,
τόνδε τὸν πάλον [^ ^ -] λαχοίην.
χρυσοστεφανη Αφροδιτη,αυτη η τυχη
μου ετυχε
.
Ἄστερες μὲν ἀμφὶ κάλαν σελάνναν
ἂψ ἀπυκρύπτοισι φάεννον εἶδος,
ὄπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμπῃ
γᾶν [ἐπὶ πᾶσαν]
... ἀργυρία ...
τ'αστρα γυρω απ'την ομορφη σεληνη
χανουν το φεγγος τους οταν πληρης
η σεληνη φωτιζει τη γη μ'αργυρο φως
.
καὶ ποθήω καὶ μάομαι .
και ποθω και δεν βαστω...
.
... πόδας δὲ
ποίκιλος μάσλης ἐκάλυπτε, Λύδι-
ον κάλον ἔργον
τα ποδια της καλυπτε κεντημενο πεδιλο
λεπτης λυδικης τεχνης
.
ταὶς κάλαισιν ὔμμι νόημμα τὦμον
οὐ διάμειπτον
για σας,ομορφιες μου,ο νους μου
δεν αλλαξε
.
ταῖσι [δὲ] ψῦχρος μὲν ἔγεντὀ θῦμος,
πὰρ δ' ἴεισι τὰ πτέρα
η καρδια τους κρυωσε
κι επεσαν τα φτερα τους
.
Ἔρος δ' ἐτίναξέ μοι
φρένας, ὠς ἄνεμος κὰτ ὄρος δρύσιν ἐμπέτων.
ο Ερωτας μου ξεσηκωσε τα μυαλα
οπως ο ανεμος στα βουνα ξετιναζει τις βελανιδιες
.
ἦλθες, †καλ’† ἐπόησας, ἔγω δέ σ’ ἐμαιόμαν,
ὂν δ’ ἔψυξας ἔμαν φρένα καιομέναν πόθῳ.
ηρθες,καλα που'καμες,εγω για σενα πονουσα,
δροσισες τα μυαλα μου που τα'καιγε ο ποθος
.
ἠράμαν μὲν ἔγω σέθεν, Ἄτθι, πάλαι ποτά ....
σμίκρα μοι πάις ἔμμεν’ ἐφαίνεο κἄχαρις
εγω εσενα ,Ατθιδα,καποτε παλια σ'αγαπουσα...
ησουν μικρη κοπελα και χαριτωμενη μου φαινοσουν
.
ὀ μὲν γὰρ κάλος ὄσσον ἴδην πέλεται [κάλος],
ὀ δὲ κἄγαθος αὔτικα καὶ κάλος ἔσσεται.
καποιος ειναι ομορφος μοναχα οσο καιρο διαρκει η ομορφια
καποιος που ειναι καλος ειναι συναμα και ομορφος για παντα
.
οὐκ οἶδ' ὄττι θέω
.δίχα μοι τὰ νοήμματα
δεν ξερω τι λατρευω,
ειμαι διχασμενη
.
ψαύην δ' οὐ δοκίμωμ' ὀράνω †δυσπαχέα†
/ Πσαύην δ᾽ οὐ δοκίμοιμ᾽ ὀράνω δύσι πάχεσιν.
με τα δυο μου χερια δεν μπορω ν'αγγιξω τον
ουρανο
.
βροδοπάχεες ἄγναι Χάριτες δεῦτε Δίος κόραι
Ελατε ροδοδαχτυλες Χαριτες κορες του Δια
.
ἔλθοντ' ἐξ ὀράνω πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν ...
ηρθαν απ'τον ουρανο πορφυρο φορωντας ρουχο
.
κατθάνοισα δὲ κείσῃ οὐδέ ποτα
μναμοσύνα σέθεν
ἔσσετ' οὐδὲ †ποκ'†ὔστερον
· οὐγὰρ πεδέχῃς βρόδων
τῶν ἐκ Πιερίας
· ἀλλ' ἀφάνηςκἠν Ἀίδα δόμῳ
φοιτάσεις πεδ' ἀμαύρων νεκύων
ἐκπεποταμένα
πεθαμενη θα'σαι και ποτε
δεν θα σε μνημονευσουν
ουτε τωρα ουτε μετα
και δεν θα'χεις ροδα απο την Πιερια
αλλα αγνωστη θα τριγυρνας
στα παλατια του Αδη
αναμεσα στις μαυρες σκιες
των πεθαμενων
.
οὐδ' ἴαν δοκίμωμι προσίδοισαν φάος ἀλίω
ἔσσεσθαι σοφίαν πάρθενον εἰς οὐδένα πω χρόνον
τεαύταν
νομιζω πως ποτε παρθενα δεν θα αντικρισει το
φως του ηλιου και να'χει τη δικια σου σοφια
.
τίς δ' ἀγροίωτις θέλγει νόον .....
.οὐκ ἐπισταμένα τὰ βράκε' ἔλκην ἐπὶ τὼν σφύρων;
ποια χωριατισα σου μαγεψε το νου...
που δεν ξερει πως να σηκωσει το βρακι της
πανω απ'τους αστραγαλους
.
Ω Ψαπφα,ηραμαν μεν εγω
Ω Σαπφω,σ'αγαπουσα
.
[μελιος]τι γλυκερον
κι απ'το μελι πιο γλυκια
.
]α μελλιχόφων[
σταζει μελι το στομα του
.
δροσ[ό]εσσα[
δροσερη
μισσε Μίκα
δικια μου Μικα
.
σὺ δὲ στεφάνοις, ὦ Δίκα, πέρθεσθ' ἐράτοις φόβαισιν
ὄρπακας ἀνήτω συναέρραις' ἀπάλαισι χέρσιν
·εὐάνθεα †γὰρ† πέλεται καὶ Χάριτες μάκαιραι
μᾶλλον †προτερην†, ἀστεφανώτοισι δ' ἀπυστρέφονται.
Στεφανωσε,Δικα,τα ομορφα μαλλια σου και
πλεξε σ'αυτα ωραια ανθη με τ'απαλα σου χερια
γιατι εκεινες που ειναι ετσι στεφανωμενες
ξεχωριζουν και μεσα στις χαριτες,
που δεν αγαπανε τις αστεφανωτες κι ακαλλωπιστες
.
εὐμορφοτέρα Μνασιδίκα τὰς ἀπάλας Γυρίννως
πιο ομορφη ειναι η Μνασιδικα απο την απαλη
Γυριννω
,
κροκόεντα[
με κροκο χρωματισμενα
,
. . . . . . . . .
τεθνάκην ἀδόλως, θέλω·
ἀ με ψισδομένα κατελίμπανεν
πόλλα καὶ τόδ’ ἔειπέ μοι·
ὤιμ’ ὠς δεῖνα πεπόνθαμεν,
Ψάπφ’, ἦ μάν σ’ ἀέκοισ’ ἀπυλιμπάνω.
τὰν δ’ ἔγω τάδ’ ἀμειβόμαν·
χαιροισ'ἔρχεο κἄμεθεν
μέμναισ’, οἶσθα γὰρ ὤς σε πεδήπομεν·
αἰ δὲ μή, ἀλλά σ’ ἔγω θέλω
ὄμναισαι . . .
ὄσα μάλθακα καὶ κάλ’ ἐπάσχομεν·
πόλλοις γὰρ στεφάνοις ἴων
καὶ βρόδων πλοκίων τε ὔμοι
κἀνήτω πὰρ ἔμοι παρεθήκαο
καὶ πόλλαις ὐπαθύμιδας
πλέκταις ἀμφ’ ἀπάλαι δέραι
ἀνθέων ἐρατῶν πεποημέναις.
καὶ πολλῷ λιπαρῶς μύρῳ
βρενθείῳ τε κάλον χρόα
ἀξαλείψαο καὶ βασιληίῳ
καὶ στρώμναν ἐπὶ μολθάκαν
ἀπάλαν παρ ὀπαυόνοων
ἐξίης πόθον αἶψα νεανίδων
. . . . . . . . .
η Ατθις δεν γυρισε
να πεθανω θελω να ησυχασω
με πολυ πονο μ'αφησε,και μου'πε
Αλιμονο,τοσα κακα που παθαμε,
Σαπφω,σου ορκιζομαι πως χωρις τη θεληση μου
σ'αφηνω
και σ¨αυτην αποκριθηκανα'
σαι καλα οπου πας και μενα να θυμασαι να ξερεις
πως σε σενα βασισθηκα
κι αν εσυ δεν με θυμασαι,τοτε θελω
να σου θυμισω,ποσο γλυκα κι ομορφα
περνουσαμε
με πολλα στεφανια με μενεξεδες και με ροδα
πλεγμενα στα μαλλια πολυ κοντα μου
καθοσουν
και πολλα ειχες στολιδια γυρω
στον απαλο σου λαιμο φτι