.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}.
.
στη Βελα-στη θαλασσα-Αστακος Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
το νησακι,κατω τα παλια γυναικεια μπανια,στη Βελα,Αστακος,
Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
το νησακι,στη Βελα,Αστακος,Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παραλία Βελας, περίπου μεσα 1970, 4 οικογένειες Μαχαιριωτων παραθεριστων στη
Βελα, του Τάκη Τριαντη, Κώστα Γερογιαννη, του Αντωνάκη Παπατρεχα και Χρήστου Μπαρμπαρουση, με τον Βαγγέλη Χηρα και τη γυναίκα του από τον Πρόδρομο,κι ο
μπάρμπα Στρατος Ντουμιας Παπασταμος, η φωτογραφία τραβήχτηκε από δύο Γερμανούς
που απεικονιζονται στη φωτογραφια(χρονοφωτογραφιση), επίσης φαίνεται και το αυτοκινητο
ο σκαραβαίος τους,κι από τη Γερμανία έστειλαν αυτή τη φωτογραφία ντοκουμέντο, ένα σπάνιο καταπληκτικό και συγκινητικό πορτραίτο ανθρώπων και εποχής, τους ευχαριστούμε θερμά
κι αν την δουν να ξανάρθουν να τους φιλοξενησουμε
.
.
ΟΙ ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΤΕΣ ΣΤΗ ΒΕΛΑ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1960
- ΧΡΟΝΙΚΟ-
ΠΑΜΕ ΣΤΗ ΒΕΛΑ ΓΙΑ ΜΠΑΝΙΑ [απο τη Μαχαιρα]
-χ.ν.κουβελης
.
παμε στη Βελα-θα παμε στη βελα-ειμαστε στη Βελα-
πηγαμε στη Βελα-πηγαινουμε στη Βελα-για μπανια,
καθε χρονια,τον ιδιο καιρο,αρχες και μεσα της δεκα-
ετιας του 1960,τελος Ιουλη μεχρι τον δεκαπενταυγου-
στο και μετα,20-25 αυγουστου,πηγαιναν για μπανια
απο το χωριο,τη Μαχαιρα ,πηγαιναν οι γιαγιαδες και
παιρναν τα εγγονια μαζι τους,να κανουν μπανια,ν'αμπο-
λυσουν τα νευρα,πηγαιναν με τα γαιδουρια ,τα μουλα-
ρια τα μπλαρια και τα αλογα φορτωμενα τα πραματα
τους,ρουχα μαντανιες να σκεπαστουν,τροφιμα,ψωμι,
τυρι,λαδι να'χουν να φανε,νερο,διαφορα συγυρια,τη-
γανια,τα πιατα,νταμτζανες για νερο,κατσαρολες να
μαγειρεουν,ολα τα αναγκαια,φευγανε το απογευμα
που επεφτε το καμα η' πολυ πρωι,απο το χωριο στη
Τσαπουρνια στα Δασκαλεικα εφταναν κατω στο Αχιλ-
ειο στη Βασλοπ'[το Βασιλοπουλο],εκει διανυχτερευαν
σε καποιο συγγενικο σπιτι στην αυλη του η' αν δεν ει-
χαν συγγενεις σε καποια λακκα εξω αν εφευγαν το α-
πογευμα και θα νυχτωναν,ξυπναγαν το πρωι και συνε-
χιζαν το δρομο τους,απο κει στριβανε περνανε το μο-
νοπατι και απο τη Μερατζουλα κατεβαινανε προς τη
θαλασσα και φτανανε στη Βελα,στις παραλιες της Βε-
λας, εκει φτιαχνανε στην ακρογυαλια καλυβες,τσατου-
ρες,με ξυλα και καλαμια,εκει μενανε,τοτε δεν υπηρχε
ο δρομος απο τον Αστακο προς τον Μυτικα,ουτε ο δρο-
μος απο το Βασιλοπουλο,εκει πιανανε θεση,εβρησκαν
αυτους που ειχανε παει μπροστυτερα,απο τη Βασλοπ',
απο τη Μαχαιρα,παραθεριστες,οι πατεραδες αφου αφη-
ναν τις μανες τους,τις γιαγιαδες,και τα παιδια και τα εγ-
καθιστουσαν στις καλυβες γυριζαν στο χωριο,ειχανε
δουλειες,τα καπνα,ηταν στο μαζεμα,καιγονταν,οι για-
γιαδες επρεπε να κανουν μπανια,ν'αμπολυσουν τα νευ-
ρα,να τριφτουν τ'αρθριτικα,να φυγουν οι ψυξεις,να πε-
ρασουν το χειμωνα,το αλατι ,η θαλασσα ηταν ιαματι-
κη,οι γιατροι ελεγαν να καμουν δεκα-δεκαπεντε μπα-
νια,τοσα φτανουν ,ειναι καλα και στα παιδια τα μπανια
κανανε καλο, το αλατι αργαζε το κορμι,ο ηλιος καιει το
κορμι,το ιωδιο που αναπνεανε,θα περνουσαν το χειμω-
να χωρις να κρυωσουν,να θερμανθουν,ηταν τα μπανια,
θεραπεια,κουργιαλο,τοτε δεν ειχανε μαγιο,μπανιαρα,οι
γυναικες με τα μισοφορια και οι αρσενικοι με τα σωp-
βρακα,εκει που κανανε μπανιο οι γυναικες η παραλια
ηταν αβατο,απαραβιαστο,τα γυναικεια μπανια,ουτε αρ-
σενικα παιδια δεν πηγαιναν εκει,τα διωχνανε,οι γυναι-
κες σκαβανε στην αμμο στη λακκα λουμπες επιμηκεις
στο μηκος του σωματος,καθε μια ειχε τη δικια της λουμ-
πα,αυτη η λουμπα γεμιζε με θαλασσινο νερο που εβγαι-
νε μεσα απ'το χωμα,και το ζεστανε ο ηλιος,γινοταν το
νερο χλιαρο,θερμο,καυτο,εκει μεσα μπενανε και ξα-
πλωνανε,τις σκεπαζε το ζεστο νερο και τις ξεκουραζε,
τις αλαφρωνε,ποτιζε το σωμα τους,μ-ολα τα στοιχεια
του,στο κεφαλι φορουσανε ενα μαντηλι να μην τους κα-
ψει και τους ζαλισει ο ηλιος, φαντασθητε το θεαμα την
εικονα,στη λακκα στην αμμο να προεξεχουν μεσα απο
τις λουμπες τα κεφαλια με τα μαντηλια,τα παιδια κανα-
νε μπανιο κολυμπουσαν,πλεανε, εκει στη παραλια που
ειναι μπροστα απ'το νησακι,μια ξερα,20μ μηκος επι 10μ
πλατος επιφανεια, εκατο μετρα περιπου αποσταση απο
την ακτη,καποια παιδια που ξερανε μπανιο,να κολυμπα-
νε,κι ειχανε αντοχη και δεν φοβοντουσαν πηγαιναν στο
νησακι,ανεβαιναν πανω του κι απο κει φωναζαν και χει-
ρονομουσαν προς τους αλλους απεναντι,περηφανα για
το κατορθωμα τους,κανανε και αγωνες,συναγωνισμους
ποιος θα φτασει πρωτος πιο γρηγορα στο νησακι και
ποιος θα γυρισει πιο γρηγορα,πρωτος,καθημερινα κανα-
νε δυο μπανια,ενα το πρωι κι ενα τ'απογευμα,υστερα
οταν επεφτε ο ηλιος,στη Βελα αργει να πεσει ο ηλιος,
να δυσει, κι εχει ενα φανταστικο ηλιοβασιλεμα,ολο
χρωματα,πορφυρα κοκκινα πορτοκαλια μωβ χρωματα,
τοτε που δροσερευε χωριζονταν σε δυο ομαδες τα παι-
δια και παιζανε μπαλα ποδοσφαιρο στη λακκα μπροστα
απο τη παραλια,εκει γνωριζονταν τα παιδια μεταξι τους
απο τη Μαχαιρα και τη Βασλοπ' ,με τις ντριπλες,τα
σουτ,τις πασες,ηταν η αποθεωση μιας αλλης μερας που
περασε στη Βελα,υστερα οταν βραδυαζε και νυχτωνε
καθονταν να φανε,οι γυναικες ειχαν μαγειρεψει εξω στην
αμμο ,αναβαν φωτια ,εψηναν ψαρια, η' κρεας,εβραζαν
και φαγητα,και τηγανιζαν,μυριζε φαγητο η παραλια,ετοι-
μαζονταν το τραπεζι,καθοντουσαν ολοι να φανε,ειχαν
αναψει λαμπες πετρελαιου να βλεπουν,εξω τρωγανε,
διπλα στη θαλασσα που ερχονταν κι εφευγε,που κυλαγε,
αφου τελειωναν το φαγητο μαζευονταν οι ανθρωποι στις
καλυβες ,σε καποια καλυβα,γινονταν παρεες και κουβεν-
τιαζαν,οι μεγαλες γυναικες,ελεγαν διαφορα,αστειευαν,γελουσαν,θυμοντουσαν,ελεγαν τα βα-
σανα τους, πολλα ειχαν να πουν απ'αυτα που εχει και κου-
βαλα ο κοσμος,τα παιδια ακουγαν,τις ιστοριες των μεγα-
λων,η θαλασσα,ηρεμη η' με κυμα,η παλιρροια,αν ειχε φεγ-
γαρι ηταν ασημενια,τοπους,κινουμενο φως,ειχε και φωσφο-
ρισμο στα νερα,ακουγαν τον ηχο της θαλασσας,την ανασα
της,το κυμα στην αμμο,το νερο ανασηκωνε τα χαλικια,τ'α-
φηνε κι εφευγε πισω,ηχος περιοδικος,επαναλαμβανομενος,
που τα νανουριζε τα παιδια,κλεινανε τα ματακια,κατω απ'τ'α-
στερια ερχονταν ο υπνος ελαφρυς δροσερος ζεστος,χαδι,της
μανας,εβλεπαν και τις βαρκες με τα φωτα,τα γρι γρι,που ε-
βγαιναν για νυχτερινο για ψαρεμα, εβλεπαν και τα φωτα στο
νησι απεναντι τον Καλαμο κι ο υπνος τα επαιρνε,τα σκεπα-
ζαν εκει εξω που επεσαν να μην κρυωσουν τη νυχτα,η' τα
πηγαιναν μεαα στη καλυβα να κοιμηθουν ,τα μικροτερα
τα σηκωναν στην αγκαλια τους,το πρωι ξυπνουσαν οταν
χτυπαγαν την επιφανεια της θαλασσας οι πρωτες ακτινες
του ηλιου και ζεστανε,οι γυναικες καθαριζανε τις κατσαρο-
λες τα πιατα και τα τηγανια στη θαλασσα,τα τριβανε με την
αμμο,ειχε κι ενα πηγαδι στη λακκα πιο πανω,το νερο ηταν αρ-
μυρο,γλυφο,δεν πινονταν,για πλυσιμο το ειχαν,για τα ρουχα,
ποτιζαν και τα ζωα απο κει,τα γιδια και τα γουρουνια,την κα-
θημερινη τους φυσικη αναγκη την εκαναν στα υψωματα,πι-
σω απ'τα πουρναρια,αλλο θεαμα κι αυτο,να πηγαινουν προς
τα κει και να γυριζουνι,αλλες εποχες τοτε αλλοι ανθρωποι,
αθωα χρονια,φυσικα,απολυτα φυσικα,απο τον Αστακο και
τον Μυτικα ερχονταν βαρκες το πρωι και πουλουσαν,φρε-
σκα ψαρια,φερνανε και ντοματες,καρπουζια,πεπονια,διαφο-
ρα τροφιμα, αγοραζαν να φανε,καθε Σαββατο ερχοντανε απ'
το χωριο ο πατερας, η' εστελναν με καποιον αλλο, κι εφερ-
νε ψωμια και τροφιμα,συκα,απιδια ασχλαδια,τα πρωτα στα-
φυλια,το ψωμι ηταν φρεσκο,καρβελια απ'τον φουρνο,εφερ-
ναν και νεα,να μαθουν τι γινεται,επειτα γυριζαν παλι πισω,
στη δουλεια,στα καπνα,μεχρι το αλλο Σαββατο,ερχοντουσαν
με τα γαιδουρια και τ'αλογα,αναλογα πεζοι η' καβαλλα,μερι-
κοι παραθεριστες ερχοντουσαν με καικι απ' τον Αστακο,κι
ετσι εφευγαν απο τη Βελα,με το καικι,για σωσιβια ειχανε
σαμπρελες απο τις πισω μεγαλες ροδες των τρακτερ,απο τα
μπελαρους κι απο τις ροδες φορτηγων αυτοκινητων,απ'αυτες
πιανονταν ,να ξαποστασουν κι απο κει κανανε βουτιες ειχε
η θαλασσα στις πετρες αχινους,τους καλογερους τους μι-
κρους,και τους μεγαλους αχινους,τους κανονικους,επρεπε να
προσεξεις να μην τους πατησεις,γιατι αν μπουν τ'αγκαθια ει-
ναι δυσκολο να βγουν,θα ποναει το ποδι,η πατουσα,δεν μπο-
ρεις να πατησεις και θα κουτσενεις για μερες,αν πατουσε κα-
ποιος αχινο για να βγαλει τ'αγκαθια αλοιφε με λαδι το μερος
που ειχανε μπει και προσπαθουσε να τα βγαλει ενα-ενα με
βελονι,με τις ωρες υπομονετικα,να μην σπασουν γιατι τοτε
εμεναν μεσα,δεν βγαινανε,πολλοι ξερανε να ξεχωριζουν τα
χταποδια και να τα πιανουν,με τα χερια η' με καμακι,ειχε
πολλα χταποδια τοτε,τα χτυπουσαν στους βραχους και τα
γουλιζαν,υστερα ειτε τ'απλωνανε στον ηλιο να ξεραθουν
ειτε τα εψηναν ωμα,μοσσχοβολουσε ο τοπος,η παραλια,εκει
γυρω βοσκουσαν και γιδια,ακουγες τα κουδουνια και τις φω-
νες τους,τα'βλεπες,κατεβαιναν μεχρι κατω στη παραλια,στην
ακρη της θαλασσας,παρα θιν αλος,αναμεσα στις τσατουρες
στις καλυβες,ητανε και πολλα γουρουνια,κυλιοντουσαν στα
νερα,εκει που ηταν το πηγαδι,για το ποτισμα,αναγλυτσαζαν,
επρεπε να τα προσεχεις γιατι μπορουσαν να μπουν μεσα στη
καλυβα και να φανε οτι βρησκανε,δεν αφηναν τροφιμο για
τροφιμο,ψωμια,καρπουζια,πεπονια,ντοματες,κολοκυθια,πα-
τατες,ολα τα σαρωνανε,αυτα τα γουρουνια καθαριζανε τρω-
γανε κι οτι πεταγαν,φλουδες απο καρπουζια,πεπονια,τ'απο-
φαγια,φυσικος οικολογικος καθαρισμος,υπηρχαν και μαγα-
ζακια στημενα στη παραλια,ειχαν γκαζοζες αναψυκτικα,ου-
ζο,μπυρες σε βαρελια με παγο,ψενανε στη σουβλα κατσικι,
η' προβατινα,και γουρουνοπουλο,νοστιμοτατο με κριταανι-
στη πετσα,ητανε τα μαγαζια και χασαπικα σφαζανε ζωα
ν'αγορασει ο κοσμος κρεας,πολλες φορες τυχαινε να πιασει
ξαφνικη μπορα που περνουσε,τυχαινε ομως να ειναι δυνατη
με πολυ νερο και αερα και τους ξεσηκωνε τις καλυβες,τοτε
αν ηταν προς το τελος της διαμονης των μαζευαν τα πραγμα-
τα τους τα φορτωναν κι εφευγαν,του χρονου θα ξαναγυριζαν,
με το καλο ετσι περνουσαν τις μερες τους στη Βελα στα μπα-
νια,οι ανθρωποι που παραθεριζανε εκει,κανανε παρεες,ασκουν-
ταν το κορμι,μαυριζαν,τα παιδια γινοντουσαν μαυρα σαν γυ-
φτακια,και μετα της Παναγιας τον δεκαπενταυγουστο κατα τις
20-25 του μηνος γυριζαν στο χωριο,και διηγουντουσαν πως πε-
ρασαν,
μια μυθικη εποχη,
τωρα που πια ολα αλλαξαν μενουν εκει στις παραλιες τα ιχνη
τους,οι φωνες τους,οι κινησεις τους,οι συναναστροφες τους,
η παρουσια τους ,
η ελαχιστη και μεγιστη
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}.
.
στη Βελα-στη θαλασσα-Αστακος Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
το νησακι,κατω τα παλια γυναικεια μπανια,στη Βελα,Αστακος,
Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
το νησακι,στη Βελα,Αστακος,Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Παραλία Βελας, περίπου μεσα 1970, 4 οικογένειες Μαχαιριωτων παραθεριστων στη
Βελα, του Τάκη Τριαντη, Κώστα Γερογιαννη, του Αντωνάκη Παπατρεχα και Χρήστου Μπαρμπαρουση, με τον Βαγγέλη Χηρα και τη γυναίκα του από τον Πρόδρομο,κι ο
μπάρμπα Στρατος Ντουμιας Παπασταμος, η φωτογραφία τραβήχτηκε από δύο Γερμανούς
που απεικονιζονται στη φωτογραφια(χρονοφωτογραφιση), επίσης φαίνεται και το αυτοκινητο
ο σκαραβαίος τους,κι από τη Γερμανία έστειλαν αυτή τη φωτογραφία ντοκουμέντο, ένα σπάνιο καταπληκτικό και συγκινητικό πορτραίτο ανθρώπων και εποχής, τους ευχαριστούμε θερμά
κι αν την δουν να ξανάρθουν να τους φιλοξενησουμε
.
.
ΟΙ ΠΑΡΑΘΕΡΙΣΤΕΣ ΣΤΗ ΒΕΛΑ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1960
- ΧΡΟΝΙΚΟ-
ΠΑΜΕ ΣΤΗ ΒΕΛΑ ΓΙΑ ΜΠΑΝΙΑ [απο τη Μαχαιρα]
-χ.ν.κουβελης
.
παμε στη Βελα-θα παμε στη βελα-ειμαστε στη Βελα-
πηγαμε στη Βελα-πηγαινουμε στη Βελα-για μπανια,
καθε χρονια,τον ιδιο καιρο,αρχες και μεσα της δεκα-
ετιας του 1960,τελος Ιουλη μεχρι τον δεκαπενταυγου-
στο και μετα,20-25 αυγουστου,πηγαιναν για μπανια
απο το χωριο,τη Μαχαιρα ,πηγαιναν οι γιαγιαδες και
παιρναν τα εγγονια μαζι τους,να κανουν μπανια,ν'αμπο-
λυσουν τα νευρα,πηγαιναν με τα γαιδουρια ,τα μουλα-
ρια τα μπλαρια και τα αλογα φορτωμενα τα πραματα
τους,ρουχα μαντανιες να σκεπαστουν,τροφιμα,ψωμι,
τυρι,λαδι να'χουν να φανε,νερο,διαφορα συγυρια,τη-
γανια,τα πιατα,νταμτζανες για νερο,κατσαρολες να
μαγειρεουν,ολα τα αναγκαια,φευγανε το απογευμα
που επεφτε το καμα η' πολυ πρωι,απο το χωριο στη
Τσαπουρνια στα Δασκαλεικα εφταναν κατω στο Αχιλ-
ειο στη Βασλοπ'[το Βασιλοπουλο],εκει διανυχτερευαν
σε καποιο συγγενικο σπιτι στην αυλη του η' αν δεν ει-
χαν συγγενεις σε καποια λακκα εξω αν εφευγαν το α-
πογευμα και θα νυχτωναν,ξυπναγαν το πρωι και συνε-
χιζαν το δρομο τους,απο κει στριβανε περνανε το μο-
νοπατι και απο τη Μερατζουλα κατεβαινανε προς τη
θαλασσα και φτανανε στη Βελα,στις παραλιες της Βε-
λας, εκει φτιαχνανε στην ακρογυαλια καλυβες,τσατου-
ρες,με ξυλα και καλαμια,εκει μενανε,τοτε δεν υπηρχε
ο δρομος απο τον Αστακο προς τον Μυτικα,ουτε ο δρο-
μος απο το Βασιλοπουλο,εκει πιανανε θεση,εβρησκαν
αυτους που ειχανε παει μπροστυτερα,απο τη Βασλοπ',
απο τη Μαχαιρα,παραθεριστες,οι πατεραδες αφου αφη-
ναν τις μανες τους,τις γιαγιαδες,και τα παιδια και τα εγ-
καθιστουσαν στις καλυβες γυριζαν στο χωριο,ειχανε
δουλειες,τα καπνα,ηταν στο μαζεμα,καιγονταν,οι για-
γιαδες επρεπε να κανουν μπανια,ν'αμπολυσουν τα νευ-
ρα,να τριφτουν τ'αρθριτικα,να φυγουν οι ψυξεις,να πε-
ρασουν το χειμωνα,το αλατι ,η θαλασσα ηταν ιαματι-
κη,οι γιατροι ελεγαν να καμουν δεκα-δεκαπεντε μπα-
νια,τοσα φτανουν ,ειναι καλα και στα παιδια τα μπανια
κανανε καλο, το αλατι αργαζε το κορμι,ο ηλιος καιει το
κορμι,το ιωδιο που αναπνεανε,θα περνουσαν το χειμω-
να χωρις να κρυωσουν,να θερμανθουν,ηταν τα μπανια,
θεραπεια,κουργιαλο,τοτε δεν ειχανε μαγιο,μπανιαρα,οι
γυναικες με τα μισοφορια και οι αρσενικοι με τα σωp-
βρακα,εκει που κανανε μπανιο οι γυναικες η παραλια
ηταν αβατο,απαραβιαστο,τα γυναικεια μπανια,ουτε αρ-
σενικα παιδια δεν πηγαιναν εκει,τα διωχνανε,οι γυναι-
κες σκαβανε στην αμμο στη λακκα λουμπες επιμηκεις
στο μηκος του σωματος,καθε μια ειχε τη δικια της λουμ-
πα,αυτη η λουμπα γεμιζε με θαλασσινο νερο που εβγαι-
νε μεσα απ'το χωμα,και το ζεστανε ο ηλιος,γινοταν το
νερο χλιαρο,θερμο,καυτο,εκει μεσα μπενανε και ξα-
πλωνανε,τις σκεπαζε το ζεστο νερο και τις ξεκουραζε,
τις αλαφρωνε,ποτιζε το σωμα τους,μ-ολα τα στοιχεια
του,στο κεφαλι φορουσανε ενα μαντηλι να μην τους κα-
ψει και τους ζαλισει ο ηλιος, φαντασθητε το θεαμα την
εικονα,στη λακκα στην αμμο να προεξεχουν μεσα απο
τις λουμπες τα κεφαλια με τα μαντηλια,τα παιδια κανα-
νε μπανιο κολυμπουσαν,πλεανε, εκει στη παραλια που
ειναι μπροστα απ'το νησακι,μια ξερα,20μ μηκος επι 10μ
πλατος επιφανεια, εκατο μετρα περιπου αποσταση απο
την ακτη,καποια παιδια που ξερανε μπανιο,να κολυμπα-
νε,κι ειχανε αντοχη και δεν φοβοντουσαν πηγαιναν στο
νησακι,ανεβαιναν πανω του κι απο κει φωναζαν και χει-
ρονομουσαν προς τους αλλους απεναντι,περηφανα για
το κατορθωμα τους,κανανε και αγωνες,συναγωνισμους
ποιος θα φτασει πρωτος πιο γρηγορα στο νησακι και
ποιος θα γυρισει πιο γρηγορα,πρωτος,καθημερινα κανα-
νε δυο μπανια,ενα το πρωι κι ενα τ'απογευμα,υστερα
οταν επεφτε ο ηλιος,στη Βελα αργει να πεσει ο ηλιος,
να δυσει, κι εχει ενα φανταστικο ηλιοβασιλεμα,ολο
χρωματα,πορφυρα κοκκινα πορτοκαλια μωβ χρωματα,
τοτε που δροσερευε χωριζονταν σε δυο ομαδες τα παι-
δια και παιζανε μπαλα ποδοσφαιρο στη λακκα μπροστα
απο τη παραλια,εκει γνωριζονταν τα παιδια μεταξι τους
απο τη Μαχαιρα και τη Βασλοπ' ,με τις ντριπλες,τα
σουτ,τις πασες,ηταν η αποθεωση μιας αλλης μερας που
περασε στη Βελα,υστερα οταν βραδυαζε και νυχτωνε
καθονταν να φανε,οι γυναικες ειχαν μαγειρεψει εξω στην
αμμο ,αναβαν φωτια ,εψηναν ψαρια, η' κρεας,εβραζαν
και φαγητα,και τηγανιζαν,μυριζε φαγητο η παραλια,ετοι-
μαζονταν το τραπεζι,καθοντουσαν ολοι να φανε,ειχαν
αναψει λαμπες πετρελαιου να βλεπουν,εξω τρωγανε,
διπλα στη θαλασσα που ερχονταν κι εφευγε,που κυλαγε,
αφου τελειωναν το φαγητο μαζευονταν οι ανθρωποι στις
καλυβες ,σε καποια καλυβα,γινονταν παρεες και κουβεν-
τιαζαν,οι μεγαλες γυναικες,ελεγαν διαφορα,αστειευαν,γελουσαν,θυμοντουσαν,ελεγαν τα βα-
σανα τους, πολλα ειχαν να πουν απ'αυτα που εχει και κου-
βαλα ο κοσμος,τα παιδια ακουγαν,τις ιστοριες των μεγα-
λων,η θαλασσα,ηρεμη η' με κυμα,η παλιρροια,αν ειχε φεγ-
γαρι ηταν ασημενια,τοπους,κινουμενο φως,ειχε και φωσφο-
ρισμο στα νερα,ακουγαν τον ηχο της θαλασσας,την ανασα
της,το κυμα στην αμμο,το νερο ανασηκωνε τα χαλικια,τ'α-
φηνε κι εφευγε πισω,ηχος περιοδικος,επαναλαμβανομενος,
που τα νανουριζε τα παιδια,κλεινανε τα ματακια,κατω απ'τ'α-
στερια ερχονταν ο υπνος ελαφρυς δροσερος ζεστος,χαδι,της
μανας,εβλεπαν και τις βαρκες με τα φωτα,τα γρι γρι,που ε-
βγαιναν για νυχτερινο για ψαρεμα, εβλεπαν και τα φωτα στο
νησι απεναντι τον Καλαμο κι ο υπνος τα επαιρνε,τα σκεπα-
ζαν εκει εξω που επεσαν να μην κρυωσουν τη νυχτα,η' τα
πηγαιναν μεαα στη καλυβα να κοιμηθουν ,τα μικροτερα
τα σηκωναν στην αγκαλια τους,το πρωι ξυπνουσαν οταν
χτυπαγαν την επιφανεια της θαλασσας οι πρωτες ακτινες
του ηλιου και ζεστανε,οι γυναικες καθαριζανε τις κατσαρο-
λες τα πιατα και τα τηγανια στη θαλασσα,τα τριβανε με την
αμμο,ειχε κι ενα πηγαδι στη λακκα πιο πανω,το νερο ηταν αρ-
μυρο,γλυφο,δεν πινονταν,για πλυσιμο το ειχαν,για τα ρουχα,
ποτιζαν και τα ζωα απο κει,τα γιδια και τα γουρουνια,την κα-
θημερινη τους φυσικη αναγκη την εκαναν στα υψωματα,πι-
σω απ'τα πουρναρια,αλλο θεαμα κι αυτο,να πηγαινουν προς
τα κει και να γυριζουνι,αλλες εποχες τοτε αλλοι ανθρωποι,
αθωα χρονια,φυσικα,απολυτα φυσικα,απο τον Αστακο και
τον Μυτικα ερχονταν βαρκες το πρωι και πουλουσαν,φρε-
σκα ψαρια,φερνανε και ντοματες,καρπουζια,πεπονια,διαφο-
ρα τροφιμα, αγοραζαν να φανε,καθε Σαββατο ερχοντανε απ'
το χωριο ο πατερας, η' εστελναν με καποιον αλλο, κι εφερ-
νε ψωμια και τροφιμα,συκα,απιδια ασχλαδια,τα πρωτα στα-
φυλια,το ψωμι ηταν φρεσκο,καρβελια απ'τον φουρνο,εφερ-
ναν και νεα,να μαθουν τι γινεται,επειτα γυριζαν παλι πισω,
στη δουλεια,στα καπνα,μεχρι το αλλο Σαββατο,ερχοντουσαν
με τα γαιδουρια και τ'αλογα,αναλογα πεζοι η' καβαλλα,μερι-
κοι παραθεριστες ερχοντουσαν με καικι απ' τον Αστακο,κι
ετσι εφευγαν απο τη Βελα,με το καικι,για σωσιβια ειχανε
σαμπρελες απο τις πισω μεγαλες ροδες των τρακτερ,απο τα
μπελαρους κι απο τις ροδες φορτηγων αυτοκινητων,απ'αυτες
πιανονταν ,να ξαποστασουν κι απο κει κανανε βουτιες ειχε
η θαλασσα στις πετρες αχινους,τους καλογερους τους μι-
κρους,και τους μεγαλους αχινους,τους κανονικους,επρεπε να
προσεξεις να μην τους πατησεις,γιατι αν μπουν τ'αγκαθια ει-
ναι δυσκολο να βγουν,θα ποναει το ποδι,η πατουσα,δεν μπο-
ρεις να πατησεις και θα κουτσενεις για μερες,αν πατουσε κα-
ποιος αχινο για να βγαλει τ'αγκαθια αλοιφε με λαδι το μερος
που ειχανε μπει και προσπαθουσε να τα βγαλει ενα-ενα με
βελονι,με τις ωρες υπομονετικα,να μην σπασουν γιατι τοτε
εμεναν μεσα,δεν βγαινανε,πολλοι ξερανε να ξεχωριζουν τα
χταποδια και να τα πιανουν,με τα χερια η' με καμακι,ειχε
πολλα χταποδια τοτε,τα χτυπουσαν στους βραχους και τα
γουλιζαν,υστερα ειτε τ'απλωνανε στον ηλιο να ξεραθουν
ειτε τα εψηναν ωμα,μοσσχοβολουσε ο τοπος,η παραλια,εκει
γυρω βοσκουσαν και γιδια,ακουγες τα κουδουνια και τις φω-
νες τους,τα'βλεπες,κατεβαιναν μεχρι κατω στη παραλια,στην
ακρη της θαλασσας,παρα θιν αλος,αναμεσα στις τσατουρες
στις καλυβες,ητανε και πολλα γουρουνια,κυλιοντουσαν στα
νερα,εκει που ηταν το πηγαδι,για το ποτισμα,αναγλυτσαζαν,
επρεπε να τα προσεχεις γιατι μπορουσαν να μπουν μεσα στη
καλυβα και να φανε οτι βρησκανε,δεν αφηναν τροφιμο για
τροφιμο,ψωμια,καρπουζια,πεπονια,ντοματες,κολοκυθια,πα-
τατες,ολα τα σαρωνανε,αυτα τα γουρουνια καθαριζανε τρω-
γανε κι οτι πεταγαν,φλουδες απο καρπουζια,πεπονια,τ'απο-
φαγια,φυσικος οικολογικος καθαρισμος,υπηρχαν και μαγα-
ζακια στημενα στη παραλια,ειχαν γκαζοζες αναψυκτικα,ου-
ζο,μπυρες σε βαρελια με παγο,ψενανε στη σουβλα κατσικι,
η' προβατινα,και γουρουνοπουλο,νοστιμοτατο με κριταανι-
στη πετσα,ητανε τα μαγαζια και χασαπικα σφαζανε ζωα
ν'αγορασει ο κοσμος κρεας,πολλες φορες τυχαινε να πιασει
ξαφνικη μπορα που περνουσε,τυχαινε ομως να ειναι δυνατη
με πολυ νερο και αερα και τους ξεσηκωνε τις καλυβες,τοτε
αν ηταν προς το τελος της διαμονης των μαζευαν τα πραγμα-
τα τους τα φορτωναν κι εφευγαν,του χρονου θα ξαναγυριζαν,
με το καλο ετσι περνουσαν τις μερες τους στη Βελα στα μπα-
νια,οι ανθρωποι που παραθεριζανε εκει,κανανε παρεες,ασκουν-
ταν το κορμι,μαυριζαν,τα παιδια γινοντουσαν μαυρα σαν γυ-
φτακια,και μετα της Παναγιας τον δεκαπενταυγουστο κατα τις
20-25 του μηνος γυριζαν στο χωριο,και διηγουντουσαν πως πε-
ρασαν,
μια μυθικη εποχη,
τωρα που πια ολα αλλαξαν μενουν εκει στις παραλιες τα ιχνη
τους,οι φωνες τους,οι κινησεις τους,οι συναναστροφες τους,
η παρουσια τους ,
η ελαχιστη και μεγιστη
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου