Μια φορα κι ενα καιρο , τα χρονια ,που γιγαντες πυργωναν στα ορη τα οικηματα τους κι οργωναν τη γη με αλογα ,που εβγαζαν πυρινους ατμους απο τα ρουθουνια τους τοτε στις ευφορες κοιλαδες βασιλευαν οι ανθρωποι.
Μια γυναικα χηραμενη ειχε γυιο αντρειωμενο , λογιοταν επιδεξιος τοξευτης.Οταν επεδραμαν στα κατωμερα οι γιγαντεςνα αρπαξουν τις γυναικες των ανθρωπων δοξαστηκε πολυ κι ισαμε εκατο και πλεον πελωρια κουφαρια αραδιασε απο δαυτους.Στα ευτυχισμενα υστερα των
επισοδειων εσυναχτηκαν οι προεστοι και πηραν αποφαση να διαβιβασουν σ 'εκεινον την διακυβερνηση .Παρα τη μικρη του
ηληκια τα καθεκαστα πορευονταν ειρηνικα κι οι ανθρωποι προοδευαν.
Οταν ηρθε η εποχη της παντρειας καλεσανε ολες τις νυφες της επικρατειας στο ανακτορο να διαλεξει αναμεσα απ'ολες ποια του αρεσει να νυμφευτει.Ηρθανε οι μαυρες , ηρθανε οι ασπρες , συμμαζωχτηκαν ρουσες και ξανθες , αμμυγδαλωματες και γαι'τανοφρυδουσες, κοντουλες και γεματες , ηρθε και μια του ηλιου ομορφοτερη.Στην ωρα της κρισης πεζος τις περιδιαβασε πανω σε περιτεχνο χαλι . ν 'αποφασισει η καρδια του διστασε , '' η ομορφαδα
ειναι περαστικη , μα η ικανοσυνη μενει'' .Διαταχτηκε να μπουν στους αργαλειους να αγωνιστουν το καλυτερο υφασμα.Με τις αργυροσαι'τες υφαιναν εφτα μερονυχτα , και σαν ο θεος ξημερωσε την ογδοη μερα τελειωσαν τα υφαντα .Το ματι μαγεμενο θαυμαζε τα τεχνασματα λεπτα εργασμενα . σ'ενα λεπτουφαντο πανι κυνηγοσκυλα ειχαν επιπεσει σαν σφοδρη καταιγιδα σε σμηνος αγριοχηνες , σ ' αλλο μεταξενιο δεντρα φρουτοφορα εικονιζονταν ,
που τα διαδεχονταν σειρες ελιοφυτα ,μια απο τις κοπελες ειχε ιστορημενο το μυθο της γυναικας , που περιφανευτηκε για την ομορφαδα των θυγατερων της κι επεσε πανω τους η συμφορα . και τις αποδεκατισε .Τα λογια ειναι φτωχα και λιγοστα να περιγραψουν συμπαντα τα θαυμαστα τεχνηματα .
Τις προσπερασε μια φορα και δυο φορες , την τριτη απλωσε το χερι κι εδωσε το μηλο στην πιο ασχημη και στην πιο φτωχη .''Η ομορφαδα ειναι εφημερη , η τεχνοσυνη ανηκει στον Θεο , μα οι
εσχατοι εσονται πρωτοι ''. Κι αυτην πηρε συντροφια στην κλινη του στεφανωτη , και με τα γυρισματα του καιρου του 'δωσε γεννηματα τρεις γυιους και στην ακρη θυγατερα ωραιοτατη.
Εγω , που περιηγουμε ακαταπαυστα στον κοσμο παρομοιο ζευγαρι σαν αυτο
δεν εσυναντησα στην ευτυχια , κι οταν τελειωσουν ησυχα τα ημερινα τους θα τους αναθυμουνται οι ανθρωποι με ευλαβεια στα συλλειτουργηματα τους.
Μια γυναικα χηραμενη ειχε γυιο αντρειωμενο , λογιοταν επιδεξιος τοξευτης.Οταν επεδραμαν στα κατωμερα οι γιγαντεςνα αρπαξουν τις γυναικες των ανθρωπων δοξαστηκε πολυ κι ισαμε εκατο και πλεον πελωρια κουφαρια αραδιασε απο δαυτους.Στα ευτυχισμενα υστερα των
επισοδειων εσυναχτηκαν οι προεστοι και πηραν αποφαση να διαβιβασουν σ 'εκεινον την διακυβερνηση .Παρα τη μικρη του
ηληκια τα καθεκαστα πορευονταν ειρηνικα κι οι ανθρωποι προοδευαν.
Οταν ηρθε η εποχη της παντρειας καλεσανε ολες τις νυφες της επικρατειας στο ανακτορο να διαλεξει αναμεσα απ'ολες ποια του αρεσει να νυμφευτει.Ηρθανε οι μαυρες , ηρθανε οι ασπρες , συμμαζωχτηκαν ρουσες και ξανθες , αμμυγδαλωματες και γαι'τανοφρυδουσες, κοντουλες και γεματες , ηρθε και μια του ηλιου ομορφοτερη.Στην ωρα της κρισης πεζος τις περιδιαβασε πανω σε περιτεχνο χαλι . ν 'αποφασισει η καρδια του διστασε , '' η ομορφαδα
ειναι περαστικη , μα η ικανοσυνη μενει'' .Διαταχτηκε να μπουν στους αργαλειους να αγωνιστουν το καλυτερο υφασμα.Με τις αργυροσαι'τες υφαιναν εφτα μερονυχτα , και σαν ο θεος ξημερωσε την ογδοη μερα τελειωσαν τα υφαντα .Το ματι μαγεμενο θαυμαζε τα τεχνασματα λεπτα εργασμενα . σ'ενα λεπτουφαντο πανι κυνηγοσκυλα ειχαν επιπεσει σαν σφοδρη καταιγιδα σε σμηνος αγριοχηνες , σ ' αλλο μεταξενιο δεντρα φρουτοφορα εικονιζονταν ,
που τα διαδεχονταν σειρες ελιοφυτα ,μια απο τις κοπελες ειχε ιστορημενο το μυθο της γυναικας , που περιφανευτηκε για την ομορφαδα των θυγατερων της κι επεσε πανω τους η συμφορα . και τις αποδεκατισε .Τα λογια ειναι φτωχα και λιγοστα να περιγραψουν συμπαντα τα θαυμαστα τεχνηματα .
Τις προσπερασε μια φορα και δυο φορες , την τριτη απλωσε το χερι κι εδωσε το μηλο στην πιο ασχημη και στην πιο φτωχη .''Η ομορφαδα ειναι εφημερη , η τεχνοσυνη ανηκει στον Θεο , μα οι
εσχατοι εσονται πρωτοι ''. Κι αυτην πηρε συντροφια στην κλινη του στεφανωτη , και με τα γυρισματα του καιρου του 'δωσε γεννηματα τρεις γυιους και στην ακρη θυγατερα ωραιοτατη.
Εγω , που περιηγουμε ακαταπαυστα στον κοσμο παρομοιο ζευγαρι σαν αυτο
δεν εσυναντησα στην ευτυχια , κι οταν τελειωσουν ησυχα τα ημερινα τους θα τους αναθυμουνται οι ανθρωποι με ευλαβεια στα συλλειτουργηματα τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου