.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Θαλασσα-γαλαζια μονοχρωμια σε λευκο τονισμο-greek minimal art-
2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Τα πρωτα μπανια μας στη θαλασσα-χ.ν.κουβελης
αρχες του Ιουνη πρωτοπηγαιναμε στη θαλασσα.τελειωνανε και τα σχολεια.πρωι
μην μας πιασει το καμα.κατεβαιναμε απο το μονοπατι μεσα στις ελιες και τα
κυπαρισσια.η μανα κι εμεις τα παιδια.τα αγορια φορουσαμε ποδοσφαιρικα
σωβρακακια.εγω φορουσα ενα κοκκινο του ολυμπιακου.απο πανω φορουσαμε
ενα μπλουζακι η' ειμασταν γυμνα.τα κοριτσια φορουσαν πολυχρωμα φορεματα
κι απο μεσα τα μαγιο.η μανα φορουσε ενα ασπρο φουστανι.στα χερια κρατουσαμε
τις σαμπρελες .μια μεγαλη μαυρη σαμπρελα απο τη πισω μεγαλη ροδα του μπε-
λαρους του τρακτερ.και μια μικρη απο τη μπροστινη μικρη ροδα.κρατουσαμε και
κουβαδακια.αυτα τα κρατουσαν τα κοριτσια.με φτυαρακια και αλλα συνεργα.ειχα-
με και μπαλα.σχεδον τρεχαμε.τοσο ανυπομονουσαμε να φτασουμε.οταν φταναμε
ο μεγαλυτερος αδερφος που ειχε παει και στο γυμνασιο φωναζε:θαλαττα θαλαττα.
εμεις γελουσαμε.ειδικα τα κοριτσια ξεκαρδιζονταν.μας φαινονταν πολυ αστειο τη
θαλασσα να τη λεει θαλαττα.καποτε ειπε πως φτασαμε παρα θιν αλος.καταλαβαμε
πως ελεγε την ακρογυαλια.πεταξε τις μπλουζες στην αμμο οσα φορουσαμε και πε-
σαμε στο νερο με φασαρια.χτυπουσαμε τα χερια και τα ποδια.τα νερα ηταν λιγο
κρυα μα δεν μας ενοιαζε.σε λιγο θα ζεστανομασταν.τα κοριτσια μας φωναξαν:
''ειναι κρυα;''.''οχι.ειναι ζεστα .ελατε''.εβγαλαν τα φουστανια και μπηκαν διστα-
κτικα στη θαλασσα.πρωτα εβρεξαν τα ποδια.εμεις πηγαμε κοντα τις πετουσαμε
νερο πανω .αυτες ουρλιαζαν.''μη με πουντιασες''.εκαναν να βγουν τις αρπαρξαμε
απο τα χερια και τα ποδια τις ριξαμε στο νερο.εγινε χαμος.καθε φορα συτο γι-
νονταν.μετα παιζαμε.βουτασαμε τα κεφαλια ο ενας του αλλου.μπαιναμε καβαλα
και καναμε βουτιες.η μανα δεν ειχε μπει ακομα.ειχε βγαλει το φουστανι κι ητανε
με το κομπινεζον.ενα μαυρο κομπινεζον.αλλοτε ηταν ασπρο.απο καθισμενη
φωναζε .δηλαδη τι φωναζε;διαταζε.διαταγες του μη.''μην πατε στα βαθια στα
απατα''.''προσεξτε.μην πατηστε αχινο.εκει εκει αχινους''.''ελατε.βγεστε.αρκετα
για σημερα''.''θα καητε''.εμεις δεν ακουγαμε.νιωθαμε χαρα και ελευθερια.μεσα
στα νερα.ποσο ελαφρα μας σηκωναν τα νερα.εμπαινε και η μανα στη θαλασσα.
στεκονταν στα ρηχα.φοβονταν να παει βαθυτερα μην την παρασυρει το κυμα.
επαιρνε κοντα της και τη μικρη και επαιζαν.ακουγαμε τα γελια τους.επειτα
εβγαινε και καθονταν να στεγνωσει.'' σε λιγο να βγητε.μεσημεριασε''φωναζε.εμεις
πετουσαμε τις σαμπρελες πιανομασταν απο αυτες και παιζαμε.βουτουσαμε και
περνουσαμε απο κατω και βγαιναμε στη μεση της.η' πηδουσαμε και ξαπλωναμε
πανω της.χτυπουσαμε τα χερια και τα ποδια και καναμε κυκλους.περιστροφες.η'
καναμε μια αποσταση κατα μηκος της παραλιας.καμια φορα ειμασταν πιο τολ-
μηροι και ανοιγομασταν στα βαθια.τα κοριτσια τσιριζαν.''θα πνιγουμε''.η μανα
φωναζε:''γυριστε γρηγορα πισω.θα φατε ξυλο''.πολλα παιχνιδια.με τα νερα.βου-
τουσαμε και περνουσαμε μεσα απο τα ανοιγμενα ποδια.πατουσαμε στη πλατη και βουτουσαμε.περναμε βαθια αναπνοη και βουτουσαμε και κρατουσαμε την αναπνοη
να παμε οσο γινεται πιο μακρυτερα.συναγωνιζομασταν.πληρης ελευθερια στα νερα.
και απεραντη χαρα.τα νερσ ηταν καθαρα.κρυσταλλο.βλεπαμε το βυθο.''ενα ψαρι''
.''να ενα χταποδι''.τοτε κολυμπουσαμε ολα εκει να δουμε.μια φορα καταφεραμε
να βγαλουμε ενα.πολλες φορες δεν τα καταφερναμε μας ξεφευγε και χανονταν
μεσα στην αμμο και τα χαλικια του βυθου.θολωναν τα νερα.επειτα φοβομασταν
μη μας τυλιξει με τα ποδθα του στα χερια η' αλλου και κολλησει με τις βεντουζες
του.κι αντε να το ξεκολλησεις.μετα απο πολυ ωρα στη θαλασσα και τις πολλες
φωνες της μανας βγαιναμε.οπως ειμασταν βρεγμενα ξαπλωναμε στην αμμο να στε-
γνωσουμε.διπλα διπλα σειρα.αραδιασμενα.ο ηλιος εκαιγε και μας ζεστανε.
σηκωνομασταν και παιζαμε με τη μπαλα τα μεγαλυτερα.τα μικροτερα παιζανε με
τα κουβαδακια και τα φτυαρακια.με φασαρια μας ξεκολλουσε η μανα απο τη θαλασ-
σα.:''φτανει πια.καηκατε'' φωναζε''παμε σπιτι να φατε''.δυσκολα ξεκολλου-
σαμε.και απο το μονοπατι αναμεσα απο τις ελιες και τα κυπαρισσια αλατισμενα
και μαυρισμενα γυρνουσαμε στο σπιτι.τα τζιτζικια τζι και τζ μας ξεκουφαναν.η μανα
ετοιμαζε να φαμε.θυμαμαι πως μυριζε η τηγανητη μαριδα.τρωγαμε ολα τα παιδια
μαζι γυρω στο τραπεζι.μετα πεφταμε να κοιμηθουμε κι οπως ειμασταν εξαντλημενα
απο το μπανιο μας επαιρνε αμεσως ο υπνος.τα ονειρα μας ηταν γεματα γαλαζια νερα
κι ασπρα κυματα.και γλαροι που πετουσαν.φωνες και χαρα.και ελευθερια.
Επειτα ηρθε ο τουρισμος εσωτερικος και εξωτερικος και μεις χαθηκαμε και δεν ξανα-
κατεβηκαμε στη θαλασσα.
Στα ονειρα μειναμε εμεις και η μανα .και η θαλαττα.σε αλλη πραγματικοτητα.πιο
πραγματικη.
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Θαλασσα-γαλαζια μονοχρωμια σε λευκο τονισμο-greek minimal art-
2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Τα πρωτα μπανια μας στη θαλασσα-χ.ν.κουβελης
αρχες του Ιουνη πρωτοπηγαιναμε στη θαλασσα.τελειωνανε και τα σχολεια.πρωι
μην μας πιασει το καμα.κατεβαιναμε απο το μονοπατι μεσα στις ελιες και τα
κυπαρισσια.η μανα κι εμεις τα παιδια.τα αγορια φορουσαμε ποδοσφαιρικα
σωβρακακια.εγω φορουσα ενα κοκκινο του ολυμπιακου.απο πανω φορουσαμε
ενα μπλουζακι η' ειμασταν γυμνα.τα κοριτσια φορουσαν πολυχρωμα φορεματα
κι απο μεσα τα μαγιο.η μανα φορουσε ενα ασπρο φουστανι.στα χερια κρατουσαμε
τις σαμπρελες .μια μεγαλη μαυρη σαμπρελα απο τη πισω μεγαλη ροδα του μπε-
λαρους του τρακτερ.και μια μικρη απο τη μπροστινη μικρη ροδα.κρατουσαμε και
κουβαδακια.αυτα τα κρατουσαν τα κοριτσια.με φτυαρακια και αλλα συνεργα.ειχα-
με και μπαλα.σχεδον τρεχαμε.τοσο ανυπομονουσαμε να φτασουμε.οταν φταναμε
ο μεγαλυτερος αδερφος που ειχε παει και στο γυμνασιο φωναζε:θαλαττα θαλαττα.
εμεις γελουσαμε.ειδικα τα κοριτσια ξεκαρδιζονταν.μας φαινονταν πολυ αστειο τη
θαλασσα να τη λεει θαλαττα.καποτε ειπε πως φτασαμε παρα θιν αλος.καταλαβαμε
πως ελεγε την ακρογυαλια.πεταξε τις μπλουζες στην αμμο οσα φορουσαμε και πε-
σαμε στο νερο με φασαρια.χτυπουσαμε τα χερια και τα ποδια.τα νερα ηταν λιγο
κρυα μα δεν μας ενοιαζε.σε λιγο θα ζεστανομασταν.τα κοριτσια μας φωναξαν:
''ειναι κρυα;''.''οχι.ειναι ζεστα .ελατε''.εβγαλαν τα φουστανια και μπηκαν διστα-
κτικα στη θαλασσα.πρωτα εβρεξαν τα ποδια.εμεις πηγαμε κοντα τις πετουσαμε
νερο πανω .αυτες ουρλιαζαν.''μη με πουντιασες''.εκαναν να βγουν τις αρπαρξαμε
απο τα χερια και τα ποδια τις ριξαμε στο νερο.εγινε χαμος.καθε φορα συτο γι-
νονταν.μετα παιζαμε.βουτασαμε τα κεφαλια ο ενας του αλλου.μπαιναμε καβαλα
και καναμε βουτιες.η μανα δεν ειχε μπει ακομα.ειχε βγαλει το φουστανι κι ητανε
με το κομπινεζον.ενα μαυρο κομπινεζον.αλλοτε ηταν ασπρο.απο καθισμενη
φωναζε .δηλαδη τι φωναζε;διαταζε.διαταγες του μη.''μην πατε στα βαθια στα
απατα''.''προσεξτε.μην πατηστε αχινο.εκει εκει αχινους''.''ελατε.βγεστε.αρκετα
για σημερα''.''θα καητε''.εμεις δεν ακουγαμε.νιωθαμε χαρα και ελευθερια.μεσα
στα νερα.ποσο ελαφρα μας σηκωναν τα νερα.εμπαινε και η μανα στη θαλασσα.
στεκονταν στα ρηχα.φοβονταν να παει βαθυτερα μην την παρασυρει το κυμα.
επαιρνε κοντα της και τη μικρη και επαιζαν.ακουγαμε τα γελια τους.επειτα
εβγαινε και καθονταν να στεγνωσει.'' σε λιγο να βγητε.μεσημεριασε''φωναζε.εμεις
πετουσαμε τις σαμπρελες πιανομασταν απο αυτες και παιζαμε.βουτουσαμε και
περνουσαμε απο κατω και βγαιναμε στη μεση της.η' πηδουσαμε και ξαπλωναμε
πανω της.χτυπουσαμε τα χερια και τα ποδια και καναμε κυκλους.περιστροφες.η'
καναμε μια αποσταση κατα μηκος της παραλιας.καμια φορα ειμασταν πιο τολ-
μηροι και ανοιγομασταν στα βαθια.τα κοριτσια τσιριζαν.''θα πνιγουμε''.η μανα
φωναζε:''γυριστε γρηγορα πισω.θα φατε ξυλο''.πολλα παιχνιδια.με τα νερα.βου-
τουσαμε και περνουσαμε μεσα απο τα ανοιγμενα ποδια.πατουσαμε στη πλατη και βουτουσαμε.περναμε βαθια αναπνοη και βουτουσαμε και κρατουσαμε την αναπνοη
να παμε οσο γινεται πιο μακρυτερα.συναγωνιζομασταν.πληρης ελευθερια στα νερα.
και απεραντη χαρα.τα νερσ ηταν καθαρα.κρυσταλλο.βλεπαμε το βυθο.''ενα ψαρι''
.''να ενα χταποδι''.τοτε κολυμπουσαμε ολα εκει να δουμε.μια φορα καταφεραμε
να βγαλουμε ενα.πολλες φορες δεν τα καταφερναμε μας ξεφευγε και χανονταν
μεσα στην αμμο και τα χαλικια του βυθου.θολωναν τα νερα.επειτα φοβομασταν
μη μας τυλιξει με τα ποδθα του στα χερια η' αλλου και κολλησει με τις βεντουζες
του.κι αντε να το ξεκολλησεις.μετα απο πολυ ωρα στη θαλασσα και τις πολλες
φωνες της μανας βγαιναμε.οπως ειμασταν βρεγμενα ξαπλωναμε στην αμμο να στε-
γνωσουμε.διπλα διπλα σειρα.αραδιασμενα.ο ηλιος εκαιγε και μας ζεστανε.
σηκωνομασταν και παιζαμε με τη μπαλα τα μεγαλυτερα.τα μικροτερα παιζανε με
τα κουβαδακια και τα φτυαρακια.με φασαρια μας ξεκολλουσε η μανα απο τη θαλασ-
σα.:''φτανει πια.καηκατε'' φωναζε''παμε σπιτι να φατε''.δυσκολα ξεκολλου-
σαμε.και απο το μονοπατι αναμεσα απο τις ελιες και τα κυπαρισσια αλατισμενα
και μαυρισμενα γυρνουσαμε στο σπιτι.τα τζιτζικια τζι και τζ μας ξεκουφαναν.η μανα
ετοιμαζε να φαμε.θυμαμαι πως μυριζε η τηγανητη μαριδα.τρωγαμε ολα τα παιδια
μαζι γυρω στο τραπεζι.μετα πεφταμε να κοιμηθουμε κι οπως ειμασταν εξαντλημενα
απο το μπανιο μας επαιρνε αμεσως ο υπνος.τα ονειρα μας ηταν γεματα γαλαζια νερα
κι ασπρα κυματα.και γλαροι που πετουσαν.φωνες και χαρα.και ελευθερια.
Επειτα ηρθε ο τουρισμος εσωτερικος και εξωτερικος και μεις χαθηκαμε και δεν ξανα-
κατεβηκαμε στη θαλασσα.
Στα ονειρα μειναμε εμεις και η μανα .και η θαλαττα.σε αλλη πραγματικοτητα.πιο
πραγματικη.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου