.
.
.
GREEK POETRY
POETRY-C.N.COUVELIS
ΠΟΙΗΜΑΤΑ-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ
.
.
ΜΕΡΟΣ 28
PART 28
.
.
.
-Εντυπωσεις στη λιμνοθαλασσα-
-λιμνοθαλασσα Μεσολογγιου-
.
.
λιμνοθαλασσα Μεσολογγιου-χ.ν.κουβελης
.
.
Εντυπωσεις στη λιμνοθαλασσα
αλς αλατι φως σε κρυσταλλα το βελος του κεφαλου η αναπαιστη
γαληνη η πνοη τ'αερα ψιθυρος ο βομβος της κιτρινης πεταλουδας
αιωρηση πανσεληνου φεγγαριου στα φυκια φωνη του γριλλου
σ'ονειρο και σε μαγεμα το ηρεμο περασμα του χρονου αλς αλος
[ουδενα πλεον αληθινον και θαυμα παρεξ η φυσις και ο ανθρωπος]
.
.
.
ελληνικο τοπιο Greek Landscape-χ ν κουβελης c n couvelis
.
.
ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΟ ΑΝΑΠΤΥΓΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΟΠΙΟΥ
.
το νερο
περιβαλλεται καραβια
κι ανθρωποι σε σχηματα βραχων σκαλισμενοι
εχτισαν τα σπιτια τους
αρχιζοντας απ'το γυαλο μεχρι ψηλα το λοφο
ελιες κι ενδιαμεσα εποπτευοντα κυπαρισσια
τη χερσονησο
και το ιδιο επαναληφθηκε
ελαχιστο
.
.
.
ΟΙ ΛΕΞΕΙΣ ΜΟΥ ΓΡΑΝΑΖΙΑ Σ' ΑΤΜΟΜΗΧΑΝΗ ΕΝΝΟΙΩΝ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΙΣΟΤΗΤΑ ΙΣΟΝΟΜΙΑ
.
.
.
greek blue ελληνικο γαλαζιο-3μ χ 4.50μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
[Απο το Ημερολογιο του Οδυσσεα]Voice Poems-η θαλασσα
ΣΥΝΤΟΜΑ-χ.ν.κουβελης
η θαλασσα
κι υστερα περασαμε τ'ακρωτηρι
οι γλαροι μας ακολουθουσαν
κι ηταν η θαλασσα
δικη μας
.
.
voice poems
ΣΥΝΤΟΜΑ-απο το ημερολογιο του Οδυσσεα -η θαλασσα
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-music Karlheinz Stockhausen Kreuzspiel
.
.
.
.
.
προς τη Βιτσι-Μαχαιρα-χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΥΝΤΟΜΑ
Εντοπογραφιες
ειδα,η πετρα του βουνου,
σαν πλανητης δυει η' ανατελει,
αναλογα,
το φεγγαρι η' η Αφροδιτη
.
.
.
ISOTROPISMOI- ΙΣΟΤΡΟΠΙΣΜΟΙ-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
-in -out-η λεξη -
τετραγωνο-φωτοσκιαση του ρο
true trueless αποσπασματα ανθρωπου
στο ασανσερ της ιστοριας the World Bill Payments
silence η σιωπη in Pavarotti voice trumpet
ενα παιδι κρατουσε ενα κιτρινο ψαρι με κοκκινες ριγες
a while later human bodies
το χερι fragments νερων κυκνοι
κυκλοι η πολη is a full of sounds
στο μουσειο η κορη του Ευθυδικου δινει διαλεξη
περι Προσωκρατικων
Υπερ του Εμπεδοκλη και Φιλιας και Νεικος Εμπειρικου
μια φραση μας εκανε μεγαλη εντυπωση
''γνωριζουμε τα ομοια μεσω των ομοιων''
πληθωρισμος ομοιων ανομοιων ο ανθρωπος
''συμφιλιωση ανθεων και πορφυρων χειλεων αιδοιου''
All the World spread out into Ιδεες
αφου ο Ορεστης κερδισε τη παρτιδα σκακι
γυρισε στη πατριδα την εποχη που ανθιζαν κοκκινες παπαρουνες
κι ο χρονος ενα αινιγμα που σπαει τα ρο του
L.v.Beethoven - Cello Sonata in F, Op.5, No.1 - 1.Adagio sostenuto-2.Allegro.
ησυχαστε,φως
αναβει μια-μια τις λεξεις
απο τον Αριστοτελη μαθαμε παντες ανθρωποι
του ειδεναι ορεγονται φυσει
ειδα εκεινον τον ανθρωπο,δεν εχει σημασια ενας απο μας ηταν,
στον ηλεκτρικο Ομονοια-Πειραια,ηξερα για τον εξοστρακισμο του
και σ'εκεινη τη σκια screaming words σαν πετρες βαρυναν
from inside here there is no place
that I does not see you
eventful history
.
.
.
η Κορη Φρασικλεια[550-540 π.Χ]Εθνικο Αρχαιολογικο Μουσειο-Αθηναι-
αιθουσα 11-αριθμος 4889
η Κορη Φρασικλεια[550-540 π.Χ]και ο Κουρος -φωτο 18 Μαιου 1972-Μερεντα
Αττικης-Εθνικο Αρχαιολογικο Μουσειο-Αθηνα
στη νεκροπολη του δημου Μυρρινουντος[σημερα Μερεντα]της Αττικης βρεθηκαν στις
18 Μαιου 1972 απο τον αρχαιολογο Ευθυμιο Μαστροκωστα θαμμενοι σε βαθος 40 εκ
μια Κορη κι ενας Κουρος διπλα,η κορη ειναι η Φρασικλεια συμφωνα με την επιγραφη της:
ΣΕΜΑΦΡΑΣΙΚΛΕΙΑΣ
ΚΟΡΕΚΕΚΛΕΣΟΜΑΙ
ΑΙΕΙΑΝΤΙΓΑΜΟ
ΠΑΡΑΘΕΟΝΤΟΥΤΟ
ΛΑΧΟΣΟΝΟΜΑ
ΑΡΙΣΤΙΩΝΠΑΡΙΟΣΜΕΠ[Ο[Ε]ΣΕ
.
στο ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ-ΑΘΗΝΑ η Φρασικλεια εκτιθεται στην
αιθουσα 11 με αριθμο 4889 και ο Κουρος με αριθμο 4890
.
.
ΦΡΑΣΙΚΛΕΙΑ ΛΑΧΟΣ'ΟΝΟΜΑ-χ.ν.κουβελης
μ'ενα λουλουδι του Μαγιου
μενα μ'αρραβωνιασανε
στα χερια ειχε πουλια τ'αφηνε στον ουρανο
νερα κυλουσαν στα κλαρια αηδονια
χρυσες μελισσουλες βουιζαν στ'αυτια
λευκα κρινα στο κηπο κοκκινα τριανταφυλλα
ηταν ωραια η Φρασικλεια αυτη που φυλαει τη καλη γνωμη
με τον φαλλικο λωτο στο χερι
ετσι την φωτογραφισα εκεινη τη μερα
τ'αμυγδαλωτα ματια τα γαιτανοφρυδα τα ηδυπαθη χειλη
τ'αρχαιο μειδιαμα τα βοστρυχωτα μαλλια
ουρλιαξε το πληρωμενο και φανατισμενο πληθος νυχτα
''θανατος στη πουτανα''
να τεμαχισθει με τσεκουρι εκρινε καποιος Ορεστης
την διεταξαν να γδυθει εκεινη ουρλιαζε εκλιπαρουσε
παρακαλουσε να την λυπηθουν
''γδυσου''τρομακτικη η φωνη
γυμνη αδυνατη εξετευλισμενη μπροστα σε λακκο
καποιος Μακαρωνας της αδειασε μια -μια τις σφαιρες στο κεφαλι
το μυαλο διαλυθηκε
κι εκεινοι οι αχρειοι εκτελεστες μοιρασαν τα υπαρχοντα της
ο Ορεστης πηρε τη γουνα της προς μεγαλη ζηλια των αλλων
μετα σκοτωσαν κι ενα παιδι και σα σκυλι το πεταξαν διπλα της
στον εμφυλιο ολοκληρη η Ελλαδα.Με ποιους εισαι;Πυρ.
Με ποιους εισαι;Πυρ.
Χρονια τωρα οι δολοφονημενοι ταξιδευουν στην Ελλαδα
εβδομηντα εκατοστα κατω απ'το χωμα
σεμα Φρασικλειας κορε κεκλεσομαι αιει
αντι γαμο παρα θεον τουτο λαχοσ'ονομα
Αριστιων Παριος μ'επ]ο[ε]σε
[το μνημειο ειμαι της Φρασικλειας για παντα θα μ'αποκαλουν κορη
αντι για γαμο αυτο τ'ονομα μ'ορισαν οι δυνατοι
ο Αριστιωνας απο το Παρο το'φτιαξε]
.
.
.
what are you thinking of-2μχ3μ-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΑΚΡΙΒΟΛΟΓΙΕΣ
.1+1=2
.βλεπω
η θαλασσα ο οριζοντας
.η ιταλικη γλωσσα του Σολωμου
στον Υμνο
.ο χρονος
η ανασα της αιωνιοτητος
.το χρημα υπαρχει
η' δεν υπαρχει
.ο Οιδιποδας πινει το ουζακι του
στο ουζερι ''Η ΩΡΑΙΑ ΘΗΒΑ''στον Κολωνο
.τοσα πολλα προσωπα εχει η απατη
.πισω απ'το λοφο εκει δυτικα ειναι η θαλασσα
.Αθηνα,Ομονοια,ανεβηκε τη σκαλα απο τον υπογειο
ηλεκτρικο,κατεβηκε την Αθηνας
.τοπιο per oboe e archi in si bemolle Magg. No.5
.οι μελισσες γυριζουν
με τα αρωματα των λουλουδιων
.ενας ανθρωπος
στην ορχηστρα ενος αρχαιου θεατρου
σαν κορμος δεντρου ελιας
η επιμονη της μνημης
που βαραινει
.η σιωπη του νερου
ο μυστικος υπνος των νουφαρων
.η Ασια και η Ινδια τελικα αποδειχτηκαν ανοησια,
σκεφτηκε ο Αλεξανδρος,μια κουφια ματαιοδοξια
.πριν απο καθε ταξιδι ο Οδυσσεας γεμιζε τις τσεπες του
με ψαρια,''πρεπει να γινουν φιλοι μας'' ελεγε
.το σπιτι κοντα στη θαλασσα
ανοιχτο το παραθυρο το φεγγαρι ξαπλωνει στο κρεβατι
της Ελενης
[φλας μπακ]στις Σκαιες Πυλες μολις εμφανισθηκε η Ελενη καποιος
γηραιος συμβουλος του Πριαμου αναφωνησε με θαυμασμο:
Ου Νέμεσις Τρώας και ευκνήμιδας Αχαιούς
τοιήδ' αμφί γυναικί πολύν χρόνον άλγεα πάσχειν.
Αινώς αθανάτησι θεής εις ώπα έοικε
.
.
.
ο Χαραξος αδελφος της Σαπφως και η εταιρα Ροδωπη εις αναμνηστικην
φωτογραφιαν εις την Ναυκρατιν της Αιγυπτου το 601 π.Χ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΣΑΠΦΩ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΩΡΙΧΑΣ Η' ΡΟΔΩΠΗΣ ΕΤΑΙΡΑΣ
ΕΙΣ ΝΑΥΚΡΑΤΙΝ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ-χ.ν.κουβελης
καθολου δεν ντραπηκε η Σαπφω και παρατησε
τη μελιχροα ποιηση της και τα οτωι τις εραται
τα έγω δε φίλημμ' αβροσύναν τα Έρος δ' ετίναξέ μοι φρένας
τα δαύοις απάλας ετάρας εν στήθεσιν τι ανοησιες
και μεταχειρισθηκε λογια της αγορας του λιμανιου
να περιλαβει τη Ροδωπη μια κοινη γυναικα
απ'αυτες τις πολλες εταιρες,τις πουτανες δηλαδη,
που ελευθεριαζουν στη Ναυκρατη της Αιγυπτου
που ξεμυαλισε εκεινον τον ανοητο τον αδερφο της τον Χαραξο
και θα του φαει ολα τα λεφτα και θα τον αφησει στον ασσο
στα λουσα και χρυσαφικα και περιδεραια και μπιζου και αρωματα ακριβα
και μεταξωτα εσωρουχα,σιγα τη ροδομαγουλη τη ροδωπη μια Δωριχα ειναι,
κοινο τοις πασι πως οι τετοιες βαζουν ψιμυθι στα μαγουλα
και τα χρωματιζουν και στα βυζια βαζουν προσθετα να τα μεγαλωσουν
να γινουν θελκτικες στους αντρες,α η Δωριχα κι εχει πληρωσει αταλαντους
ποιητεςμυθογραφους να διαδωσουν το δηθεν μπανιο της τα χρυσα σανδαλια
τον αετο που τ'αρπαξε και τα πεταξε στα ποδια του φαραω Ψαμμητιχου
κι εκεινος την εψαξε σ'ολη την Αιγυπτο κι οταν την βρηκε θαμπωθηκε
και την παντρευτηκε και της εχτισε μαλιστα μια πυραμιδα,
ενα μεγαλο κι ασυστολο ψεμα,ακους προς τιμη αυτης της ξεβρακωτης
μια πυραμιδα,
α την πουτανα που θα της χαριζονταν,ας πει ο Χαραξος οτι θελει
κι ας θυμωσει κι ας την κατακρινουν οι κριτικοι,δεν τη νοιαζει
και ας της παρουν πισω τον τιτλο της ενατης μουσας ,δεν τον θελει
κι ας της πουν πως ξεχασε τα δικα της, για τις αγαπες με τον Αλκαιο
για το ξεμυαλισμα με τον Φαων και να ξερουν
πως πια δεν την ενδιαφερουν οι φιλες της ουτε η Ατθιδα
ουτε η Αριγνωτα ουτε η Τελεσιππα ουτε η Μεγαρα ουτε η Μνασιδικα
καμια
εδω το σπιτι της καιγεται
.
.
.
in abstract circles-2μ χ 2.50μ -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ-FROM THOUGHTS OF
the life with an idiot idea
Money Capital Bills
a Gloomy Suday Comes Rain
ALL WE KNOW IS NOTHING
a moonlight in your room
the little cat is sleeping
silence
YOU NEVER CAN TELL THE TRUTH
Al otro Lado del Espejo is a J.L.Borges' Labyrinth
the tigre is in eternite of yellow strips
Beauty is a Bach-fuga
Call Me Irresponsible and idiot in Now-World
Antes portas the Barbarism
the Frog's Floating Forms
Flamengo Sketches
La Lontananza Nostalgica Utopica of Time
.
.
.
Fragments from ARCHILOCHUS -Αποσπασματα του Αρχιλοχου
-μεταφραση translation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
Απόσπασμα που βρίσκεται σήμερα στην συλλογή παπύρων στην Κολωνία
της Γερμανίας. (P. Köln II 58)
.
.
Αποσπασματα του Αρχιλοχου-μεταφραση χ.ν.κουβελης
Fragments from ARCHILOCHUS -translation c.n.couvelis
[το αποσπασμα αυτο το διασωζει ο Αριστοτελης,
ειναι η αρχη ενος ιαμβου,που ο Αρχιλοχος[680πΧ-630πΧ]βαζει στο στομα ενος
αλλου του τεχνιτη ξυλουργου Χαρωνα λογια εναντια στη κουφια ματαιοδοξια
και τα πλουτη των ισχυρων
και ο Πλουταρχος περαθετει στο Περὶ εὐθυμίας 470b 11-c 3: τους 4 στιχους αλλα
δεν αναφερει το ονομα του ποιητη
επισης ο Ηροδοτος στο Α' Βιβλιο των Ιστοριων του στη νουβελα του Κανδαυλη
και της γυναικας του μνημονευει το ποιημα ιαμβο του Αρχιλοχου για τον Γυγη
237 I 12.5-9: Καὶ μετὰ ταῦτα ἀναπαυομένου Κανδαύλεω ὑπεκδύς τε καὶ ἀποκτεί-
νας αὐτὸν ἔσχε καὶ τὴν γυναῖκα καὶ τὴν βασιληίην Γύγης˙ τοῦ καὶ Ἀρχίλοχος ὁ
Πάριος, κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον γενόμενος, ἐν ἰάμβῳ τριμέτρῳ ἐπεμνήσθη.
.
ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ: 17. – Απόσπασμα 19 West
οὔ μοι τὰ Γύγεω τοῦ πολυχρύσου μέλει,
οὐδ᾽ εἷλέ πώ με ζῆλος, οὐδ᾽ ἀγαίομαι
θεῶν ἔργα, μεγάλης δ᾽ οὐκ ἐρέω τυραννίδος·
ἀπόπροθεν γάρ ἐστιν ὀφθαλμῶν ἐμῶν.
τα πλουτη του πολυχρυσου Γυγη δεν με νοιαζουν
ουτε ποτε μ'επιασε ζηλια ουτε θαμπωνομαι
απ'των θεων τα εργα ουτε μεγαλη θελω εξουσια
περα μακρυα απ'τα ματια μου αυτα'ναι
.
ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ: 18. – Απόσπασμα 114 West
οὐ φιλέω μέγαν στρατηγὸν οὐδὲ διαπεπλιγμένον
οὐδὲ βοστρύχοισι γαῦρον οὐδ᾽ ὑπεξυρημένον,
ἀλλά μοι σμικρός τις εἴη καὶ περὶ κνήμας ἰδεῖν
ῥοικός, ἀσφαλέως βεβηκὼς ποσσί, καρδίης πλέως.
δεν γουσταρω μεγαλοσωμο στρατηγον αλυγιστον
ουτε καμαρωτον για τριχες κατσαρες ουτε κοντρα ξυρισμενον
αλλ'εγω γουσταρω μικροσωμος να'ναι και στραβοκανης ας ειναι
μα στερεα να παταει στα ποδια και να το λεει η καρδια του.
.
απόσπασμα (frag.) 2011 in M.L. West (ed.), lamp et Elegi Graeci, Vol. I
(Oxford, 1971)
πόλλ΄ οἶδε ἀλώπηξ,
ἀλλ΄ ἐχῖνος ένα μέγα
πολλα γνωριζ'η αλεπου
αλλ'ομως ο σκαντζοχοιρος ενα μονο μεγαλο
[εννοει τη προβλεψη της εκλειψης ηλιου στις 6 Απριλιου το 648πΧ]
.
ἑπτὰ γὰρ νεκρῶν πεσόντων, οὓς ἐμάρψαμεν ποσίν,
χείλιοι φονῆές εἰμεν.
επτα επεσαν νεκροι που με τα ποδια τους πατησαμε
χιλιαδες φονιαδες ειμαστε
.
νῦν δὲ Λεώφιλος μὲν ἄρχει, Λεωφίλου δ᾽ ἐπικρατεῖν,
Λεωφίλωι δὲ πάντα κεῖται, Λεώφιλον δ᾽ ἀκούετε.
τωρα ο Λεωφιλος κυβερνα,ο Λεωφιλος κυριαρχει
στον Λεωφιλον τα παντα ανηκουν,τον Λεωφιλον υπακουτε
.
Ἐν δορὶ μὲν μοι μᾶζα μεμαγμένη,
ἐν δορὶ δ' οἶνος Ἰσμαρικός,
πίνω δ' ἐν δορὶ κεκλιμένος.
με το κονταρι βγαζω το ψωμι μου
με το κονταρι το κρασι απ'την Ισμαρο
και στο κονταρι μου γερμενος πινω
.
Ἀσπίδι μὲν Σαΐων τις ἀγάλλεται, ἥν παρὰ θάμνῳ
ἔντος ἀμώμητον κάλλιπον οὐκ ἐθέλων·
αὐτὸν δ' ἔκ μ' ἐσάωσα· τί μοι μέλει ἀσπὶς ἐκείνη;
Ἐρρέτω· ἐξαῦτις κτήσομαι οὐ κακίω
την ασπιδα μου καποιος απ'τους Σαιους τη χαιρετε που σε θαμνο
μεσα τη πεταξα απειραχτη αψογη χωρις να το θελω
τον εαυτο μου ομως εσωσω τι με νοιαζει εκεινη η ασπιδα
Ας παει στα κομματια γρηγορα μια καλυτερη θ'αποκτησω
.
[ειναι γνωστη η ερωτικη απογοητευση του Αρχιλοχου για τη κορη
του Λυκαμβη τη Νεοβουλη που του την ταξανε για γυναικα κι επειτα
τον γελασαν δινοντας την σε αλλον
Τοσο πολυ πικραθηκε και θυμωσε ο Αρχιλοχος που επιτεθηκε σε
πατερα και κορες με πολυ καυστικους και σκληρους στιχους]
Νεοβούλην
ἄλλος ἀνὴρ ἐχέτω·
την Νεοβουλην
αλλος ανδρας τη γλεντα
ἄνθος δ᾽ ἀπερρύηκε παρθενήϊον
το ανθος της παρθενιας της μαδησε
παρθένον δ᾽ ἐν ἄνθεσιν
τηλεθάεσσι λαβὼν
ἔκλινα· μαλθακῆι δέ μιν
χλαίνηι καλύψας, αὐχέν᾽ ἀγκάληις ἔχων,
δείματι παυσαμένην
τὼς ὥστε νεβρὸν...
μαζῶν τε χερσὶν ἠπίως ἐφηψάμην
ἧι παρέφηνε νέον
ἥβης ἐπήλυσιν χρόα
ἅπαν τε σῶμα καλὸν ἀμφαφώμενος
θερμὸν ἀφῆκα μένος
ξανθῆς ἐπιψαύων τριχός.
τη παρθενα κοπελα αφου την αγκαλιασα
στ'ανθισμενα λουλουδια την ξαπλωσα
και με την απαλη χλαινη μου την εκρυψα
το λαιμο της αγκαλιασμενο ειχα
και το κορμι της χαιδεψα μεχρι τους γοφους
τοτε εκεινη παλι σπαραζε
και το εφηβικο της χρωμα χυθηκε
σ'ολο τ'ομορφο κορμι της παντου χαιδευοντας
μεχρι που τη καυτη ορμη μου
πανω στο ξανθο αφησα τριχωμα της τριβωντας
.
Πάτερ Λυκάμβα, ποῖον ἐφράσω τόδε;
τίς σὰς παρήειρε φρένας,
ἧις τὸ πρὶν ἠρήρεισθα; νῦν δὲ δὴ πολύς
ἀστοῖσι φαίνεαι γέλως.
γερο Λυκαμβη,πως μιλας ετσι;
ποιος σου πηρε τα μυαλα;
εσυ που πριν τα΄χες τετρακοσια και τωρα
μεσα στη πολη καταντησες πολυ γελειος
.
τοῖος γὰρ φιλότητος ἔρως ὑπὸ καρδίην ἐλυσθείς
πολλὴν κατ᾽ ἀχλὺν ὀμμάτων ἔχευεν,
κλέψας ἐκ στηθέων ἁπαλὰς φρένας.
τετοιος ποθος του ερωτα απ'τη καρδια κατρακυλησε
π'απλωσε πυκνη ομιχλη στα ματια μπροστα
ξεριζωνοντας απ'τα στηθια τα τρυφερα πνευμονια
.
δύστηνος ἔγκειμαι πόθωι
ἄψυχος
δυστυχισμενος
καταντησα απο'τον ποθο
αψυχος
.
.
ΠΑΡΑΦΡΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΑΡΧΙΛΟΧΟ ΓΙΑ ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΝΟΥΜΕΡΟ
-ΤΟΝ ΜΕΓΑ ΦΕΙΣΜΠΟΥΚΦΟΥΣΚΙΖωΝΤΑ=χ.ν.κουβελης
διαπλοκη-αόρατο πλέγμα συμφερόντων, η αλληλοσύνδεση συμφερόντων
με σκοπό το παράνομο όφελος και την εξυπηρέτηση εκείνων που μετέχουν
στο σχήμα αυτό
ΑΠΟΚΑΛΥΨΤΕ ΤΟΥΣ
ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ: 18. – Απόσπασμα 114 West
οὐ φιλέω μέγαν στρατηγὸν οὐδὲ διαπεπλιγμένον
οὐδὲ βοστρύχοισι γαῦρον οὐδ᾽ ὑπεξυρημένον,
ἀλλά μοι σμικρός τις εἴη καὶ περὶ κνήμας ἰδεῖν
ῥοικός, ἀσφαλέως βεβηκὼς ποσσί, καρδίης πλέως.
δε γουσταρω μεγα νουμερο φεισμπουκΦουσκιΖωντα
αδιαντροπο διαπλεκομενο το λεω δεν τον παω αυτον
κι ας εχει κεφαλη μετα τριχων λιαν επιμηκων δεν το λαικαρω
κι ας εχει και μυστακα θρασυτατον αξυριστον λαιφστυλατον
γιατι σε μενα αρεσει ανθρωπος ταπεινος και ανιδεοτελης
αυτονε που στα δικα του ποδια στεκει πολυ τον παω
κι ειναι στα λογια του βαρομετρο και παλλικαρι στη καρδια
.
.
.
Η ΔΙΑΦΑΝΗ ΓΑΛΗΝΗ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΩΝ ΚΑΙ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ
ΠΟΥ ΑΝΤΑΛΛΑΞΑΜΕ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
..
Η ΔΙΑΦΑΝΗ ΓΑΛΗΝΗ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΩΝ ΚΑΙ ΦΩΝΗΕΝΤΩΝ
ΠΟΥ ΑΝΤΑΛΛΑΞΑΜΕ-χ.ν.κουβελης
η διαφανη γαληνη των συμφωνων και φωνηεντων
που ανταλλαξαμε
τι ειναι η ευτυχια;
λογια απαλλαγμενα απο το βαρος τους
κι ο αερας ειναι γεματος απο ανθη της αμυγδαλιας
τι νοημα εχει το γελιο αν δεν προοριζεται για εναν ανθρωπο;
η μνημη αντεξε κι εφτασε ως εδω ακεραια
αληθεια ειναι:
φαντασου μια εικονα[σαν ονειρο]:
κολυμπαμε στη θαλασσα [που μ'αρεσει πολυ],τρωμε π.χ αστακο,
μιλαμε,κοιμομαστεμ'ανοιχτο το παραθυρο[ειναι καλοκαιρι ζεστη
νυχτα],
τι ησυχια κραταει το φεγγαρι
τοσο απλη και ομορφη συνδιαλλαγη
και η φωνη στη θαλασσα:''γυρισε''
ειδες το φεγγαρι;
το ειδα,ειναι το προσωπο σου
ρωταω:
μεσα σε ποση σιωπη ζησαμε;
η αμυγδαλια.
πως υποχωρει ο χειμωνας
πρεπει να γνωριζεις το φως
το βελος του
ΚΑΙ ΣΕ ΣΕΝΑ ΑΠΕΥΘΥΝΟΜΑΙ
να προσεχεις τους κολακες που σε περιτριγυριζουν
σε αφηνουν στασιμο
Colors Composition
What is the color
a number?
ο κυκνος λευκος ρομβος
η' μια λεξη του Ηρακλειτου
-κινεειν ο λογος αιαν-
1+1=2
a blue bird in green interaction with trees
το φως
που απλωνει το χταποδι
τα νερα ευρυγωνιοι καθρεφτες
in silence of the history
telling
.
.
.
MoneyIng Man-2μ χ 3μ-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
ωρα Ελλαδος οι φωνες οι εκκοφαντικες φωνες
.
κοιταξα,ωρα 11πμ,ανθρωποι νομισματα,
στην Αιολου,
ανθρωποι εμπορευματα,στην Ερμου,ωρα 11:25πμ,
τι ειναι και τι δεν ειναι
λογαριαζω,μηδεν μηδεν μηδεν ισον τιποτα
δουναι και λαβειν μειον
συν πληθορισμος βαρβαροτητας
κλινε επι της Σταδιου κλινε επι της Πανεπιστημιου
κλινε επι της Αθηνας κλινε επι της Γ' Σεπτεμβριου
κλινε επι της Πειραιως κλινε επι της Πατησιων
ωρα 12:05πμ τι ισχυει και τι ειναι ψεματα
σε τι διαφερεις σε τι διαφερω σε τι διαφερουμε
σε τι ομοιαζουμε
ποιος που ποτε πουθενα
κανεις καμια κανενα
ανουσιοτητα ον τι μη-ον
ωρα 12:17πμ Ομονοια σκιες επι σκιων νεκυια
νεκυια Νεα Σμυρνη
νεκυια Κατω Πετραλωνα
νεκυια Πλατεια Βικτωριας
νεκυια Εξαρχεια
οπισθεν του Συνταγματος οπισθεν της Βουλης
οπισθεν Θουκυδιδου οπισθεν Μακρυγιαννη
τα Κερκυραικα η Εκστρατεια στη Σικελια
οι φωνες οι φωνες οι εκκοφαντικες φωνες των εμφυλιων
ωρα 12:31πμ ειμαστε και δεν ειμαστε
παιγνια αθυρματα χαρτοπαιγνια
ιστοριας
.
.
.
Ανθρωποι που δεν υπηρξαν-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μια εικονα ανθρωπου.σκληρη δουλεια.σκληρη κοινωνια.τα παιδια
το σπιτι.η εκδρομη που θυμαται στη θαλασσα.ποσο γελασε εκεινη
τη μερα.αλλη φορα δεν θυμαται να χαρηκε τοσο οσο εκεινη τη μερα.
ο ηλιος ζεστος το αερακι δροσιζε η γαληνη του νερου.δυο τρια πραγ-
ματα κι απλη πολυ απλη η ζωη.η ευτυχια.να τη παιξεις.να την κουνη-
σεις στον καθαρο αερα οπως κουνας μικρο παιδι κι εκεινο γελαει.η
ζωη κυλησε..σε τοσες εγνοιες.τι χαρηκαμε.λιγοστα πραγματα.παλε-
ψαμε .νικηθηκαμε και δεν νικηθηκαμε.αν ξαναζουσαμε αν ξεκινου-
σαμε τη ζωη μας απ'την αρχη παλι ετσι το ιδιο θα θελαμε να ηταν.
θυμαται το πρωτο παιχνιδι που του χαρισαν.ενα μουσικο κουτι που
το κουρδιζες κι επαιζε μουσικη.μαγευτικη μουσικη.τελειωνε και το
ξανακουρδιζε.ακουγε τη μουσικη.δεν τον κουραζε.ετσι απο εκει εμα-
θε η ζωη δεν τον κουραζε.δεν υπηρξε κατι.κανεις αυτο του ταιριαζε.
καλυτερα.δεν αδικησε δεν εβλαψε.θυμαται μια μερα το ειδε να κυ=
νηγουν εναν ανθρωπο να τον πιανουν να τον ριχνουν κατω να τον
κλωτσουν.νιωθει ντροπη που δεν τολμησε δειλιασε να ορμησει πα-
νω τους να τον σωσει.ποσους ανθρωπους μπορουσε να σωσει και
δεν εσωσε.δεν φωναξε.γιατι δεν φωναξε.δολοφονοι.τι φοβηθηκε.
γιατι αφηνουμε τους χειροτερους να ' χουν λογο στη ζωη μας.εξου=
σια.σιγουρα οι αλλοι θα πουν τι εκανε και τι δεν εκανε.θα κριθει.οι
ανθρωποι σκεφτεται δεν γεραζουν μαζι.χανονται πιο πριν.υπηρξαν
και δεν υπαρχουν.ειναι τα ονειρα.το πρωι διαλυονται.ξεχνας δεν
θυμασαι.το φως απ' το φεγγαρι κυλουσε στο περιγραμμα των δεν-
τρων επειτα πηδησε στην αμμο της παραλιας εδειξε λευκο το γυμνο
ωμο κι απο ' κει με εξοχη βουτια βουτηξε στη θαλασσα σπαζοντας
το νερο σε χιλιαδες λαμψεις.η νυχτα που ειμασταν μαζι.και δεν ξε-
χασαμε ποτε.
.
.
.
φαγιουμ Fayum -c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
Η ΜΕΓΙΣΤΗ ΕΝ ΤΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ-χ.ν.κουβελης
μετα το 323 εμεις οι Πτολεμαιοι της Αλεξανδρειας και οι επιλοιποι
Επιγονοι
Σευλεκιδες της Συριας Ατταλιδες τηε Μικρασιας Αντιγονιδες της Πελλας
πολυ υπερεχομεν εις τον κοσμον εις πολιτισμον εζοχον
και εις πλουτον αμυθητον εις εμπορεια και εις πολυανθρωπους πολεις
Ελληνες Αιγυπτιοι Ιουδαιοι Εβραιοι Λιβυοι Αφρικανοι Ρωμαιοι ουδενος
εξαιρουμενου ελληνιζοντες
εγω ο Δημητριος εδω εις την συνοικιαν Βρουχειον διαχειριζομαι τα οικονομικα
της μεγαλης εν Αλεξανδρεια Βιβλιοθηκης και με εσταλει σημερον επισημον
εγγραφον
και να προσεξω πρεπει πως απαγορευεται αυστηρως η εξαγωγη παπυρων
μετρον λιαν απαραιτητον για να κατασταλει ο αθεμιτος ανταγωνισμος
της βιβλιοθηκης της Περγαμου
πολιτικη προπαγανδα των Σελευκιδων
αυτο εχω να επιμεληθω
εργον πολυ βαρυτατον και με μεγαλας επιπτωσεις
για την Μεγαλην Βιβλιοθηκην που ο Δημητριος ο Φαληρευς εισηγηθει
εις τον Πτολεμαιον τον Α' την ιδρυση της
ο Φαληρευς ηταν μαθητης του Αριστοτελη και του Θεοφραστου
κι ειχε βαθεια εις τον νου του την Πολιτεια του Πλατωνα
υπαρχει εις το αρχειον και η επιστολη του Πτολεμαιου του Γ' προς ολους
τους ηγεμονας του κοσμου
οι Αθηναιοι εστειλαν Ασχυλο Σοφοκλη και Ευριπιδη
στα ερμαρια της ειναι τα Στοιχεια του Ευκλειδη οι Αριθμοι του Ευδοξου του Κνιδιου
το κοσκινο του Ερατοσθενη τα ημικυκλια του Παππου τα Σχολια της Υπατιας
οι χαρτες των αστερισμων του Ιππαρχου η τριγωνομετρια και το ηλιοκεντρικο
συστημα του Αρισταρχου του Σαμιου οι χαρτες και τα επικυκλια συστηματα
του Πτολεμαιου τα κωνικα του Απολλωνιου τα μηχανικα του Αρχιμηδη
τα Πνευματικα του Ηρωνα η ερευνα εις τον Ιπποκρατην του Ηροφιλου
τα περι νοησεως πορισματα του Ερασιστρατου και τα δεκαπεντε βιβλια του Γαληνου
περι ανατομιας και ιατρικης
αυτος ο μεγας εγκεφαλος της παγκοσμιας γνωσης καταστραφηκε
ο Σενέκας εις το De tranquillitate animi ΙΧ πιστοποιει την πρωτη καταστροφη
επι Ιουλιου Καισαρα που καηκε το Βρουχειον
επειτα καποιος Καρακαλλας ρωμαιος αυτοκρατορας δεν χωνευε τους Αλεξανδρινους
γιατι τον ειρωνευονταν και του ειχαν μπει στη μυτη
Και δη τους φιλοσόφους, τους Αριστοτελικούς ονομαζόμενους, τα τε άλλα δεινώς
εμίσει, ώστε και τα βιβλία αυτού (του Αριστοτέλη) κατακαύσαι εθελήσαι
α εν τη Αλεξανδρεία είχον,
τα του Καρακαλλα τα αναφερει ο Διων Κσσσιος
το 391 παει και το Σεραπειον επι Θεοδοσιου
επειτα ηρθε εις το προσκηνιον καποιος ο Ιωάννης Φιλόπονος βιβλιόφιλος
αυτος δεν καταφερε να σωσει τα βιβλια
''η' ειναι περιττα η' ειναι επιζημια'' του ειπαν
κι εγιναν καυσιμη υλη να ζεσταθουν τα πολυαριθμα λουτρα της πολης
λιαν χρησιμοτατα εχρησιμευσαν
τοσα μεθυστικα αρωματα κι αλοιφες να παγουν χαμενα για τις ερασμιες
κυριες της Αλεξανδρειας να μην επαλοιφθουν τα ηδυπαθη σωματα
για τες αισθητικες των απολαυσεις;
και τωρα η ερημος εις την συνοικιαν αυτη
.
.
.
Greek Geometricous Abstract-2μ χ 3μ-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
Ιδεων υποστυλωματα
.
ενα πουλι σε λιβαδι
Ιδεων υποστυλωματα
ενα σπιτι στην ακρη της θαλασσας
η ιστορια ο χρονος της αμμου στα χερια
η φωνη των γλαρων
η ησυχια των ψαριων
και τ'αλογα βοσκουν σε τοπο ελευθερο
κοκκινες παπαρουρες και κιτρινες μαργαριτες
απο τον ουρανο φυσαει αερακι
και τρεμει η μικρη ελαχιστη χλοη
αυριο η λευκοτητα των κρινων
νυν η καθαροτητα των νερων
.
.
Columns of Ideas
.
A bird in a meadow
columns of ideas
a house on the edge of the seashore
the history the time of the sand
the voice of seagulls
the calm the fishes
and horses are grazing in place of free
red poppies and yellow daisies
from the sky. breeze and tremble
at the small minimum cloe
tomorrow the whiteness of the lilies
now the purity of waters
.
.
.
.
Simple Composition- flower and glass-1.50μ χ 2μ-pop art-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
What is the Beauty
What is Beauty?δεν ξερω.
blue waters in sea.μια σταγονα νερου
σε κοκκινο τριανταφυλλο.
a word like bach's fuga.ενα πουλι κοιμαται
στον ανθεστηρα της Ανοιξης.
What is Beauty?
.
.
.
Κουρος και Κορη ζευγος-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Παραφραζοντας στιχους [15 εως 276]απο την Οδυσσεια του Ομηρου
ραψωδια ζ' -χ.ν.κουβελης
μπηκε στη στολισμενη καμαρα οπου εκει κοιμονταν
η πανεμορφη κορη Ναυσικα
και σαν πνοη ανεμου ανασηκωσε τα σκεπασματα της κορης
που η ωρα του γαμου της πλησιαζει
και για πολυ δεν θα'ναι πια παρθενα
οταν ξημερωσε και ξυπνησε η Ναυσικα με τ'ασπρα μπρατσα
θαμπωμενη απο'κεινο τ'ονειρο αρχισε να τραγουδα
μολις ο Οδυσσεας ξυπνησε κι ειδε τη κορη με τα ομορφα ματια
αμεσως γλυκα της μιλησε
γονατιζω μπροστα σου βασιλισσα μου,θεα η ' θνητη να'σαι;
κι ο πιο ευτυχεστερος απ'ολους τους αντρες θα'ναι εκεινος ο αντρας
που στο σπιτι του θα σε φερει και στο κρεβατι του γυναικα του θα σ'εχει
ποτε δεν ειδαν τα ματια μου τετοια ομορφια
ποτε τετοιο λουλουδι δεν ανθισε απο κλαρακι της γης
κι οι κοπελες τον πηγαν να λουστει σε μερος που δεν το πιανει
αερας
κοπελες αναμεριστε μονος μου θα πλυθω να βγαλω την αρμυρα
απ'τους ωμους και ν'αλοιφτω με λαδι στο κορμι
παει πολυς καιρος που δεν αλοιψτηκα με λαδι
κι εγω μπροστα σας δεν πρεπει να λουστω
ντρεπομαι να γυμνωθω σε κορες με τα ομορφα μαλλια
κι επειτα αφου λουστηκε πηγε και καθισε στ'ακρογυαλι
μακρια
απ' ομορφια κι απο χαρη λαμπωντας
κι οταν ετσι τον ειδε θαμπωσε η κοπελα
ποιος ειναι αυτος ο ξενος αντρας που πισω ακολουθει
τη Ναυσικα
ομορφος φαινεται και δυνατος,
που τον ηβρε; κι αντρα της θα τον κανει
15 βῆ δ᾿ ἴμεν ἐς θάλαμον πολυδαίδαλον, ᾧ ἔνι κούρη
κοιμᾶτ᾿ ἀθανάτῃσι φυὴν καὶ εἶδος ὁμοίη,Ναυσικάα
20 ἡ δ᾿ ἀνέμου ὡς πνοιὴ ἐπέσσυτο δέμνια κούρης
σοὶ δὲ γάμος σχεδόν ἐστιν
ἐπεὶ οὔ τοι ἔτι δὴν παρθένος ἔσσεαι
αὐτίκα δ᾿ Ἠὼς ἦλθεν ἐύθρονος, ἥ μιν ἔγειρε
Ναυσικάαν ἐύπεπλον: ἄφαρ δ᾿ ἀπεθαύμασ᾿ ὄνειρον,
τῇσι δὲ Ναυσικάα λευκώλενος ἤρχετο μολπῆς
ὡς Ὀδυσεὺς ἔγροιτο, ἴδοι τ᾿ ἐυώπιδα κούρην
αὐτίκα μειλίχιον καὶ κερδαλέον φάτο μῦθον.
«γουνοῦμαί σε, ἄνασσα: θεός νύ τις, ἦ βροτός ἐσσι;
κεῖνος δ᾿ αὖ περὶ κῆρι μακάρτατος ἔξοχον ἄλλων,
ὅς κέ σ᾿ ἐέδνοισι βρίσας οἶκόνδ᾿ ἀγάγηται.
160 οὐ γάρ πω τοιοῦτον ἴδον βροτὸν ὀφθαλμοῖσιν,
οὔτ᾿ ἄνδρ᾿ οὔτε γυναῖκα: σέβας μ᾿ ἔχει εἰσορόωντα.
ἐπεὶ οὔ πω τοῖον ἀνήλυθεν ἐκ δόρυ γαίης,
λούσατέ τ᾿ ἐν ποταμῷ, ὅθ᾿ ἐπὶ σκέπας ἔστ᾿ ἀνέμοιο.
«ἀμφίπολοι, στῆθ᾿ οὕτω ἀπόπροθεν, ὄφρ᾿ ἐγὼ αὐτὸς
ἅλμην ὤμοιιν ἀπολούσομαι, ἀμφὶ δ᾿ ἐλαίῳ
220 χρίσομαι: ἦ γὰρ δηρὸν ἀπὸ χροός ἐστιν ἀλοιφή.
ἄντην δ᾿ οὐκ ἂν ἐγώ γε λοέσσομαι: αἰδέομαι γὰρ
γυμνοῦσθαι κούρῃσιν ἐυπλοκάμοισι μετελθών.»
ἕζετ᾿ ἔπειτ᾿ ἀπάνευθε κιὼν ἐπὶ θῖνα θαλάσσης,
κάλλεϊ καὶ χάρισι στίλβων: θηεῖτο δὲ κούρη.
276 τίς δ᾿ ὅδε Ναυσικάᾳ ἕπεται καλός τε μέγας τε
ξεῖνος; ποῦ δέ μιν εὗρε; πόσις νύ οἱ ἔσσεται αὐτῇ.
.
.
.
ROMANCO montly magazine-March 2014-issue 417-pages 190-Love Stories-
c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
[Απο τα περιεχομενα του τευχους]-χ.ν.κουβελης
Παραφραζοντας ποιηματα της Σαπφους-σελιδα 97
.
σε ζηταω αποψε
ποσους ποθους αγιατρευτους σκορπας
τ'ασπρο σα γαλα σωμα σου
ομορφια μου και πεθαινω
.
σαν τον δυνατο αερα
που στα βουνα τρανταζει τα δεντρα
μου ταραξε τα μυαλα ο ερωτας
.
Γυρισες
τοσο πολυ σ'ηθελα
σε λαχταρουσα
και το κορμι μου δροσισες
που το'καψε ο ποθος
.
απ'το κρινο πιο λευκη
κι απ'το νερο πιο δροσερη
κι απ'τη χλοη πιο απαλη
.
απ'το χρυσαφη πιο χρυση
κι απ'το μελι πιο γλυκια
κι απ'τη κιθαρα πιο μουσικη η φωνη σου
.
τυχερος μου φαινεται πως ειμαι
που απεναντι σου καθομαι
κι η γλυκα της φωνης σου με τρελενει
και το γελιο σου με ξελογιαζει
λιωνει στα στηθια η καρδια μου
σε κοιταζω και μου κοβεται η μιλια
κι η γλωσσα μου μπερδευεται
πυρετος μου καιει το κορμι για σενα
κλεινουν τα ματια μου θολωνουν
τ'αυτια μου βουιζουν δεν ακουω
το κορμι μου ιδρωτας το λουζει
τρεμω ολοκληρος και χλωμιαζω περισσοτερο
απ'το ξερο φυλλο ετοιμο απ'τα κλαρια να πεσει
κι η ψυχη μου κοντευει να βγει
.
το μυαλο της εδω γυριζει
σε μενα
οταν εδω ζουσαμε μαζι
κι εμοιαζε σα θεα
κι η πιο μεγαλη χαρα μου
το τραγουδι της ηταν
και το γελιο της
.
κι αναμεσα στις αλλες γυναικες
η ομορφια της ξεχωριζει
οπως οταν ο ηλιος δυσει
και το λαμπρο φως της σεληνης
ολα τ'αλλα αστρα σκοτεινιαζει
ετσι και κεινη λαμπει αναμεσα
στις αλλες γυναικες και ξεχωριζει
.
κι οταν εισαι εσυ σιμα μου
τα τριανταφυλλα μοσχοβολουν
και τα γιοσεμια ολουθε ανθιζουν
.
σε ζηταω
κι η καρδια μου τρεμει
.
πανω στ'απαλα σεντονια ξαπλωμενη
κοιμοσουν
κι εγω το κεφαλι μου ακουμπουσα
στα τρυφερα κι ευωδιαστα στηθια σου
να'τανε εκεινη η νυχτα να βαστουσε αιωνια
.
πως περασε η ωρα
νυχτα περασμενα μεσανυχτα
το φεγγαρι χαθηκε κι η Πουλια
κι εγω κοιμαμαι εδω μοναχη
κι ερημη
κι ο ερωτας μ'αρπαξε και με τρανταξε
οπως δυνατος αερας
απ'τα βουνα χυμαει πανω στα δεντρα
και τα ξεριζωνει
.
.
.
Ομηρου Ιλιαδα
[Αποσπασματα]
-μεταφραση αποδοση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
- Ραψωδια Ζ'
ποιμαίνων δ᾽ ἐπ᾽ ὄεσσι μίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ, 25
ἣ δ᾽ ὑποκυσαμένη διδυμάονε γείνατο παῖδε.
[εκει που εβοσκε τα προβατα εσμιξε με την αγαπημενη γυναικα
κι εκεινη γκαστρωθηκε και γεννησε παιδια διδυμα]
.
οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν.
Φύλλα τὰ μέν τ᾽ ἄνεμος χαμάδις χέει, ἄλλα δέ θ᾽ ὕλη
τηλεθόωσα φύει, ἔαρος δ᾽ ἐπιγίγνεται ὥρη·
ὣς ἀνδρῶν γενεὴ ἣ μὲν φύει ἣ δ᾽ ἀπολήγει.
[ομοια με τα φυλλα τετοια ειναι η γενια των ανθρωπων
αλλα απο τα φυλλα ο ανεμος κατω τα ριχνει κι αλλα
φυτρωνουν κι αυξανουν γεματα καρπους οπως της ανοιξης
ερχεται η ωρα ετσι και των ανθρωπων η γεννια η μια φυτρωνει
κι η αλλη μαραινεται]
.
τέμενος τάμον ἔξοχον ἄλλων
καλὸν φυταλιῆς καὶ ἀρούρης, ὄφρα νέμοιτο. 195
Ἣ δ᾽ ἔτεκε τρία τέκνα
[του εδωσαν το καλλιτερο περιβολι
ομορφο με πολλα δεντρα και χωραφι να το καλλιεργει
κι η γυναικα του γεννησε τρια παιδια]
.
Ἕκτωρ δ᾽ ὡς Σκαιάς τε πύλας καὶ φηγὸν ἵκανεν,
ἀμφ᾽ ἄρα μιν Τρώων ἄλοχοι θέον ἠδὲ θύγατρες
εἰρόμεναι παῖδάς τε κασιγνήτους τε ἔτας τε
καὶ πόσιας
[Ο Εκτορας φτανει στις Σκαιες Πυλες στο καστρο
και τρεχοντας τον περιτριγυριζουν των Τρωων οι γυναικες
κι οι θυγατερες ρωτωντας για τα παιδια τους και τ'αδερφια
και για τους συγγενεις και για τους αντρες τους ]
.
ὸν δ᾽ Ἑλένη μύθοισι προσηύδα μειλιχίοισι·
δᾶερ ἐμεῖο κυνὸς κακομηχάνου ὀκρυοέσσης,
ὥς μ᾽ ὄφελ᾽ ἤματι τῷ ὅτε με πρῶτον τέκε μήτηρ
οἴχεσθαι προφέρουσα κακὴ ἀνέμοιο θύελλα
εἰς ὄρος ἢ εἰς κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης,
ἔνθά με κῦμ᾽ ἀπόερσε πάρος τάδε ἔργα γενέσθαι.
[στον Εκτορα με πολυ σεβασμο μιλησε η Ελενη
αδερφε του αντρα μου εμενα την καταραμενη τη φριχτη σκυλα
ας ηταν τη μερα που με γεννησε η μανα να μ'αρπαζε αγρια ανεμοθυελλα
και να μ'εριχνε στα βουνα η' στα κυματα τρικυμισμενης θαλασσας
και στα κυματα να πνιγω μεσα πριν ετουτα τα κακα να γινουν]
.
.
.
Abstract 1-2μ χ 3μ-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
Παρηχησεις Πραγματικου
.
Ποιηση about what
μια θαλασσα μ'ακρωτηρια και νησια my landscape wordslike
και τα ρηματα του Ηρακλειτου all is ever moving φιλοτητα και νεικος
εδω η Ανοιξη ξαναγεννιεται απο τα δικα μας ειδωλια
τα αιδοια και τους φαλλους μας
waters drops in εαρ butterflyes χλωρη χλοη τ'απαλο αερακι is springing
η Ιστορια
τα συμβαντα των εμφυλιων
στο αρχαιο θεατρο ηθοποιοι υποκρινονται ηρωες και δολοφονους
greek voices to hear clearly you
Οδυσσεα
.
.
.
pop art woman-2μ 3μ- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Ερωτικο
[απο το ROMANCO-σελιδα 17]-χ.ν.κουβελης
.
γλυκεια μου γυναικα ονειρο μου
τι ονειρο μας συνδεει
σε γνωριζω χιλιαδες χρονια ομορφια μου
τρωγοντας το κορμι σου σε λατρευω
ολη τη νυχτα θα κοιταζω το φως
που κοιμαται στη κοιλια σου
και τι σημαινει ν'ακουω τη μουσικη της φωνης σου
κι ο ερωτας για σενα με κυριεψε
και σε κοιταξα σαν να'μαι εγω
μεσα στα δαχτυλα σου τα δικα μου δαχτυλα
οταν εδω εισαι ολοκληρη δικη μου
το τριανταφυλλο σου μου φωτιζει το κορμι
ο πανεμορφος κηπος που εχεις αναμεσα στα ποδια σου
ακουω την ανασα σου αγαπη μου
γυναικα μου καρδια μου με διελυσε ο ποθος για σενα
σε χαιδευω και με τρανταζει ο ερωτας
εχω μια πανεμορφη αγαπη που την αγαπω πιο πολυ απ'ολα
μου λειπεις πολυ και σε λσχταραω
ηρθες ομορφια μου ονειρο μου
το απαλο κορμι σου στο κορμι μου ενωμενο ενα
με αρωματισμενο το κορμι σου μ'αναβεις το ποθο
και τα λογια σου με τρελενουν
σ'αγαπω σ'αγαπω
οταν ο ερωτας θα φουσκωνει τα σωματα μας
και θα μας πλημμυριζει
αγαπη μου εχω εσενα που λαχταρουσα
τα χειλη σου καυτα μ'αγγιζουν και δεν μπορω ν'αντεξω
τα ποδια σου με τυλιξαν και μ'εσφιξαν.
ποσο γλυκα με μεθυσε τ'αρωμα σου
εχω το τριανταφυλλο σου στο στομα μου
τι ομορφη που εισαι αγαπη μου
ακουω τη φωνη σου γλυκεια ζεστη
σ'αγαπαω
τι ομορφη που εισαι
θελω το στομα σου θελω τα χερια σου
θελω το στηθος σου θελω τα ποδια σου
θελω το προσωπο σου θελω τη φωνη σου
θελω τα χειλη σου καυτα φωτια να με καψει
φιλα με να ξεχυθουν οι ευωδιες σου
φιλα με μην σταματας μην σταματας
τα χερια μου σε ψαχνουν
μια καυτη λαβα η γυναικα μου θα με καψει
με πλησιαζεις το τριανταφυλλο σου με χαιδευει
ανοιγει με παιρνει μεσα του με κλεινει
νιωθω τη φλογα σου και σ' αγαπαω
και σ'ακουω να λες αγαπα με
σ'αγαπαω σου λεω σ'αγαπαω
ειμαι για παντα δικος σου
αγαπη μου κοιμασαι κι εγω κοιμαμαι βαθεια μεσα σου
εσυ τριανταφυλλο της αγαπης μου πανεμορφο
σ'ονειρο σε κλεινω και σε κραταω για παντα
σ'αγαπαω
αγαπη μου
.
.
.
Αρετουσα-pop art-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
απο το ROMANCO-σελιδα 47
Η ΑΡΕΤΟΥΣΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ
Ήρχισε και μεγάλωνε το δροσερό κλωνάρι,
και πλήθαινε στην ομορφιά, στη γνώση, και στη χάρη.
Εγίνηκεν τόσο γλυκειά, που πάντοθ' εγρικήθη
πως για να το'χου' θάμασμα στον Κόσμον εγεννήθη.
Και τ' όνομά τση το γλυκύ το λέγαν Αρετούσα, 61
οι ομορφιές τση ή[σα]ν πολλές, τα κάλλη τση ήσαν πλούσα.
Χαριτωμένο θηλυκό τως το'καμεν η Φύση,
και σαν αυτή δεν ήτονε σ' Ανατολή και Δύση.
Όλες τσι χάρες κι αρετές ήτονε στολισμένη, 65
ευγενική και τακτική, πολλά χαριτωμένη.
.
.
.
Abstract XIX-Minimal Art-2μ χ 3μ-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ
στη Ποιηση
να ειναι
το πολυλογο λιγολογο
και αντιστροφα
το λιγολογο πολυλογο
.
.
.
Κορη -Ελληνικο αρχαικο-2μ χ 2.50μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΠΟΥ ΜΟΙΡΑΣΤΗΚΑΜΕ
.
μια λεξη ,κατι ειπες,η θαλασσα,ο ηλιος
ζεστος,στην αμμο το μεσημερι σε ρου-
φουσε ο χρονος,ενα κοχυλι στα χερια,να
τα εργα της θαλασσας,ειπες,
.
στο καθρεφτη,το δωματιο,τα λουλουδια
στο τραπεζι,κοκκινα και ασπρα τριανταφυλλα,
στο παραθυρο το φως κοιτουσε
.
η φωνη,συμφωνα και φωνηεντα κοκκινες
παπαρουνε,φυσουσε ελαφρο αερακι,η φωνη
.
το προσωπο,ενας κηπος ματια,εκει ονειρευοσουν
.
.
.
woman in blue room-2μ χ 4μ--c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΕ ΓΑΛΑΖΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
η γυναικα κοιταζει τη καρεκλα
''η σκια της'' μονολογει -τι εγινε η σκια της;-
στο τραπεζι το ασπρο τραπεζομαντηλο
το ποτηρι με τα κοκκινα τρανταφυλλα
''στο καθρεφτη'' χτενιζει τα μαλλια της
εισαι ομορφη,ακουει
το σπιτι βουλιαζει στη μνημη
το σπιτι
θυμαται τους αντρες της τον Αιαντα τον Αχιλλεα
τον Αγαμεμνονα καποιον Κωστα εναν αλλον απο το Βολο
ανοιγει τη ντουλαπα,ψαχνει στα ρουχα
''αυτο το λευκο κομπινεζον''εκεινος της το χαρισε
το'θελε διαφανο να βλεπει,δεν του χαλασε χατιρι
βουλιαζει στη μνημη οπως φαλλος σε αιδοιο αρσενικο σε θηλυκο
βουλιαζει στη μνημη
''η σκια'' η σκια μου,μονολογει
εκεινη τη μερα στη θαλασσα φορουσε ενα κοκκινο μαγιο
καθονταν στον ισκιο κατω απο μια κιτρινη ομπρελα
καποιος την πλησιασε και την ρωτησε τη ωρα ειναι,απαντησε 12 και 10,
τη θυμαται καθαρα την ωρα ακριβως,τωρα το ρολοι στο τοιχο δειχνει
12 και 10,ποσοι αιωνες περασαν; η' δεν περασε στιγμη;
''ποια αιωνιοτητα'' μας κλεινει
εκεινος ο αντρας απο που ηρθε και τι ρωτησε
ποιο ειναι τ'ονομα σου
τον βλεπει στον καθρεφτη να γδυνεται,θελει να γυρισει να δει,
γυριζει,τον βλεπει
''πως ηρθες ως εδω;''
σκια,πως ηρθες ως εδω;
οταν γεννησε τον Ορεστη ο αντρας της ελειπε
οταν γυρισε το παιδι δεν τον γνωριζε
''μανα ποιος ειναι αυτος ο ξενος;''τι θελει στο κρεβατι σου
δεκα χρονων ηταν δεν ηταν
αν του εξηγουσα δεν θα καταλαβαινε
''Ορεστη,μη,ειμαι η μανα σου'' αυτη που σε γεννησε
τι ζουμε και τι μας συμβαινει και τι δεν μας συμβαινει
και τι δεν ζουμε
ειχανε στο πατρικο σπιτι μια συκια και μια στερνα
το καλοκαιρι η συκια εκανε μεγαλα γλυκα συκα
''στη στερνα ειχα ριξει χρυσοψαρα και τα ταιζα
τους εριχνα αποφλοιωμενο αρακα και βρασμενες πατατες''
τα εβαζε στο μπλεντερ και τα εκανε μικρα κομματακια,
''τα χρυσοψαρα μου ηταν Καράσσιος ο χρυσόχρους ο χρυσόχρους
και ανήκαν στην οικογένεια Κυπρινίδες''
''κοιταξε ποσο ομορφο πορτοκαλοκοκκινο χρωμα εχουν''
βουλιαζει στη μνημη
''εφερε τη Κασσανδρα'',η' δεν θυμαμαι καλα και την ελεγαν Ελενη,
μπορει να την ελεγαν Κασσανδρα η' Ελενη,
γρηγορα κυλησε στις σκιες,εκεινη κι ο αντρας
σκιες,
''το δωματιο γεμισε σκιες'' γεμιζει,αλλες καθονται απεναντι της στον καναπε
αμιλητες,αλλες κρεμουν τα ρουχα τους στις κρεμαστρες,σαν δερματα ζωων
που σφαχτηκαν,αλλες στεκονται ορθιες σκοτεινες,δεν ξερεις τι θελουν
''εχει φεγγαρι '' πανσεληνο αποψε
φταιει το φεγγαρι το φως του
για τις σκιες
.
.
.
pop art woman-2μ 3μ- χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Ερωτικο
[απο το ROMANCO-σελιδα 17]-χ.ν.κουβελης
.
γλυκεια μου γυναικα ονειρο μου
τι ονειρο μας συνδεει
σε γνωριζω χιλιαδες χρονια ομορφια μου
τρωγοντας το κορμι σου σε λατρευω
ολη τη νυχτα θα κοιταζω το φως
που κοιμαται στη κοιλια σου
και τι σημαινει ν'ακουω τη μουσικη της φωνης σου
κι ο ερωτας για σενα με κυριεψε
και σε κοιταξα σαν να'μαι εγω
μεσα στα δαχτυλα σου τα δικα μου δαχτυλα
οταν εδω εισαι ολοκληρη δικη μου
το τριανταφυλλο σου μου φωτιζει το κορμι
ο πανεμορφος κηπος που εχεις αναμεσα στα ποδια σου
ακουω την ανασα σου αγαπη μου
γυναικα μου καρδια μου με διελυσε ο ποθος για σενα
σε χαιδευω και με τρανταζει ο ερωτας
εχω μια πανεμορφη αγαπη που την αγαπω πιο πολυ απ'ολα
μου λειπεις πολυ και σε λσχταραω
ηρθες ομορφια μου ονειρο μου
το απαλο κορμι σου στο κορμι μου ενωμενο ενα
με αρωματισμενο το κορμι σου μ'αναβεις το ποθο
και τα λογια σου με τρελενουν
σ'αγαπω σ'αγαπω
οταν ο ερωτας θα φουσκωνει τα σωματα μας
και θα μας πλημμυριζει
αγαπη μου εχω εσενα που λαχταρουσα
τα χειλη σου καυτα μ'αγγιζουν και δεν μπορω ν'αντεξω
τα ποδια σου με τυλιξαν και μ'εσφιξαν.
ποσο γλυκα με μεθυσε τ'αρωμα σου
εχω το τριανταφυλλο σου στο στομα μου
τι ομορφη που εισαι αγαπη μου
ακουω τη φωνη σου γλυκεια ζεστη
σ'αγαπαω
τι ομορφη που εισαι
θελω το στομα σου θελω τα χερια σου
θελω το στηθος σου θελω τα ποδια σου
θελω το προσωπο σου θελω τη φωνη σου
θελω τα χειλη σου καυτα φωτια να με καψει
φιλα με να ξεχυθουν οι ευωδιες σου
φιλα με μην σταματας μην σταματας
τα χερια μου σε ψαχνουν
μια καυτη λαβα η γυναικα μου θα με καψει
με πλησιαζεις το τριανταφυλλο σου με χαιδευει
ανοιγει με παιρνει μεσα του με κλεινει
νιωθω τη φλογα σου και σ' αγαπαω
και σ'ακουω να λες αγαπα με
σ'αγαπαω σου λεω σ'αγαπαω
ειμαι για παντα δικος σου
αγαπη μου κοιμασαι κι εγω κοιμαμαι βαθεια μεσα σου
εσυ τριανταφυλλο της αγαπης μου πανεμορφο
σ'ονειρο σε κλεινω και σε κραταω για παντα
σ'αγαπαω
αγαπη μου
.
.
.
Abstract XIX-Minimal Art-2μ χ 3μ-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ
στη Ποιηση
να ειναι
το πολυλογο λιγολογο
και αντιστροφα
το λιγολογο πολυλογο
.
.
.
Κορη -Ελληνικο αρχαικο-2μ χ 2.50μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ ΠΟΥ ΜΟΙΡΑΣΤΗΚΑΜΕ
.
μια λεξη ,κατι ειπες,η θαλασσα,ο ηλιος
ζεστος,στην αμμο το μεσημερι σε ρου-
φουσε ο χρονος,ενα κοχυλι στα χερια,να
τα εργα της θαλασσας,ειπες,
.
στο καθρεφτη,το δωματιο,τα λουλουδια
στο τραπεζι,κοκκινα και ασπρα τριανταφυλλα,
στο παραθυρο το φως κοιτουσε
.
η φωνη,συμφωνα και φωνηεντα κοκκινες
παπαρουνε,φυσουσε ελαφρο αερακι,η φωνη
.
το προσωπο,ενας κηπος ματια,εκει ονειρευοσουν
.
.
.
woman in blue room-2μ χ 4μ--c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ΣΕ ΓΑΛΑΖΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΣΚΗΝΙΚΟ
η γυναικα κοιταζει τη καρεκλα
''η σκια της'' μονολογει -τι εγινε η σκια της;-
στο τραπεζι το ασπρο τραπεζομαντηλο
το ποτηρι με τα κοκκινα τρανταφυλλα
''στο καθρεφτη'' χτενιζει τα μαλλια της
εισαι ομορφη,ακουει
το σπιτι βουλιαζει στη μνημη
το σπιτι
θυμαται τους αντρες της τον Αιαντα τον Αχιλλεα
τον Αγαμεμνονα καποιον Κωστα εναν αλλον απο το Βολο
ανοιγει τη ντουλαπα,ψαχνει στα ρουχα
''αυτο το λευκο κομπινεζον''εκεινος της το χαρισε
το'θελε διαφανο να βλεπει,δεν του χαλασε χατιρι
βουλιαζει στη μνημη οπως φαλλος σε αιδοιο αρσενικο σε θηλυκο
βουλιαζει στη μνημη
''η σκια'' η σκια μου,μονολογει
εκεινη τη μερα στη θαλασσα φορουσε ενα κοκκινο μαγιο
καθονταν στον ισκιο κατω απο μια κιτρινη ομπρελα
καποιος την πλησιασε και την ρωτησε τη ωρα ειναι,απαντησε 12 και 10,
τη θυμαται καθαρα την ωρα ακριβως,τωρα το ρολοι στο τοιχο δειχνει
12 και 10,ποσοι αιωνες περασαν; η' δεν περασε στιγμη;
''ποια αιωνιοτητα'' μας κλεινει
εκεινος ο αντρας απο που ηρθε και τι ρωτησε
ποιο ειναι τ'ονομα σου
τον βλεπει στον καθρεφτη να γδυνεται,θελει να γυρισει να δει,
γυριζει,τον βλεπει
''πως ηρθες ως εδω;''
σκια,πως ηρθες ως εδω;
οταν γεννησε τον Ορεστη ο αντρας της ελειπε
οταν γυρισε το παιδι δεν τον γνωριζε
''μανα ποιος ειναι αυτος ο ξενος;''τι θελει στο κρεβατι σου
δεκα χρονων ηταν δεν ηταν
αν του εξηγουσα δεν θα καταλαβαινε
''Ορεστη,μη,ειμαι η μανα σου'' αυτη που σε γεννησε
τι ζουμε και τι μας συμβαινει και τι δεν μας συμβαινει
και τι δεν ζουμε
ειχανε στο πατρικο σπιτι μια συκια και μια στερνα
το καλοκαιρι η συκια εκανε μεγαλα γλυκα συκα
''στη στερνα ειχα ριξει χρυσοψαρα και τα ταιζα
τους εριχνα αποφλοιωμενο αρακα και βρασμενες πατατες''
τα εβαζε στο μπλεντερ και τα εκανε μικρα κομματακια,
''τα χρυσοψαρα μου ηταν Καράσσιος ο χρυσόχρους ο χρυσόχρους
και ανήκαν στην οικογένεια Κυπρινίδες''
''κοιταξε ποσο ομορφο πορτοκαλοκοκκινο χρωμα εχουν''
βουλιαζει στη μνημη
''εφερε τη Κασσανδρα'',η' δεν θυμαμαι καλα και την ελεγαν Ελενη,
μπορει να την ελεγαν Κασσανδρα η' Ελενη,
γρηγορα κυλησε στις σκιες,εκεινη κι ο αντρας
σκιες,
''το δωματιο γεμισε σκιες'' γεμιζει,αλλες καθονται απεναντι της στον καναπε
αμιλητες,αλλες κρεμουν τα ρουχα τους στις κρεμαστρες,σαν δερματα ζωων
που σφαχτηκαν,αλλες στεκονται ορθιες σκοτεινες,δεν ξερεις τι θελουν
''εχει φεγγαρι '' πανσεληνο αποψε
φταιει το φεγγαρι το φως του
για τις σκιες
.
.
.
Παλατινη Ανθολογια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ [αποσπασματα]-μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
V.115.ΦΙΛΟΔΗΜΟΥ
Ἠράσθην Δημοῦς Παφίης γένος· οὐ μέγα θαῦμα·
καὶ Σαμίης Δημοῦς δεύτερον· οὐχὶ μέγα·
καὶ πάλιν Ὑσιακῆς Δημοῦς τρίτον· οὐκέτι ταῦτα
παίγνια· καὶ Δημοῦς τέτρατον Ἀργολίδος.
αὐταί που Μοῖραί με κατωνόμασαν Φιλόδημον͵
ὡς αἰεὶ Δημοῦς θερμὸς ἔχοι με πόθος
.
ερωτευθηκα τη Δημω απο γεννια της Παφου
καθολου παραξενο
και τη Δημω απ'τη Σαμο δευτερη
ουτε κι αυτο ειναι παραξενο
και τριτη φορα παλι Δημω απ' την Υσια
δεν ειναι καθολου αστειο
και τη Δημω τεταρτη απ'την Αργολιδα
γι'αυτες μ'ονομασαν Φιλοδημο οι Μουσες
για παντα θερμος ποθος για τις Δημω
να με κατεχει
.
.
V.33 ΠΑΡΜΕΝΙΩΝΟΣ
Ὁ Ζεύς τήν Δανάην χρυσοῦ, κἀγώ δέ σέ χρυσοῦ·
πλείονα γάρ δοῦναι τοῦ Διός οὐ δύναμαι
.
Ο Διας τη Δαναη με χρυσο την εριξε.κι εγω εσενα με χρυσο.
ομως περισσοτερα απ'το Δια δεν μπορω να δωσω
.
.
V.34 ΠΑΡΜΕΝΙΩΝΟΣ
Καί πενίη καί ἔρως δύο μοι κακά· καί τό μέν οἴσω κούφως,
πῦρ δέ φέρειν Κύπριδος οὐ δύναμαι
.
Κι η φτωχεια κι ο ερωτας για μενα τα δυο κακα.
κι αν τη φτωχεια την υποφερω ευκολα
τη φωτια ομως που φερνει ο ερωτας δεν μπορω
.
.
V 55. ΔΙΟΣΚΟΡΙΔΟΥ
Δωρίδα τὴν ῥοδόπυγον ὑπὲρ λεχέων διατείνας
ἄνθεσιν ἐν χλοεροῖς ἀθάνατος γέγονα.
Ἡ γὰρ ὑπερφυέεσσι μέσον διαβᾶσά μὲ ποσσὶν
ἤνυεν ἀκλινέως τὸν Κύπριδος δόλιχον,
ὄμμασι νωθρὰ βλέπουσα· τὰ δ’ , ἠύτε πνεύματι φύλλα,
ἀμφισαλευομένης ἔτρεμε πορφύρεα,
μέχρις ἀπεσπείσθη λευκὸν μένος ἀμφοτέροισιν,
καὶ Δωρὶς παρέτοις ἐξεχύθη μέλεσι
.
Τη ροδοκαπουλη Δωριδα πανω στη χλοη τη ξαπλωσα
μεσα στα δροσερα ανθη πιο δυνατος εγινα
με τα πανυψηλα ποδια της μου'σφιξε τη μεση
του ερωτα το μακρυ αγωνισμα διανυοντας
τα ματια της θολωσαν. οπως τα φυλλα που αερακι φυσσαει
σπαραζε κι ετρεμε απ'τη φωτια πορφυρη
μεχρι που ξεσπασε η λευκο ορμη και στους δυο μας
και η Δωριδα αναστατωμενη εχυσε τη γλυκα της
.
.
V 60. ΡΟΥΦΙΝΟΥ
Παρθένος ἀργυρόπεζος ἐλούετο, χρύσεα μαζῶν
χρωτὶ γαλακτοπαγεῖ μῆλα διαινομένη·
πυγαὶ δ’ ἀλλήλαις περιηγέες εἱλίσσοντο,
ὕδατος ὑγροτέρῳ χρωτὶ σαλευόμεναι·
τὸν δ’ ὑπεροιδαίνοντα κατέσκεπε πεπταμένη χεὶρ
οὐχ ὅλον Εὐρώταν, ἀλλ’ ὅσον ἠδύνατο.
.
παρθενα με λαμπερα ποδια λουζονταν,σπαραζαν
στ'ασπρο σα γαλα σωμα της τα χρυσα μηλα των βυζιων της
τα καπουλια της το ενα μ'αλλο τριβωνταν χορευοντας
πιο υγροτερα απ'το νερο σπαραζανε
την φουσκωμενη ηβη της ολη δεν τη σκεπαζε τ'απλωμενο
χερι μπροστα της,μονο οσο μπορουσε
.
.
V 70. ΡΟΥΦΙΝΟΥ
Κάλλος ἔχεις Κύπριδος, Πειθοῦς στόμα, σώματος ἀκμὴν
εἰαρινὼν Ὡρῶν, φθέγμα δὲ Καλλιόπης,
νοῦν καὶ σωφροσύνην Θέμιδος καὶ χεῖρας Ἀθήνης·
σὺν σοὶ δ’ αἱ Χάριτες τέσσαρες εἰσι, Φίλη
.
την ομορφια εχεις της Αφροδιτης,το στομα να πειθεις της Πειθως
το θαλλερο σωμα της Ανοιξης τη γλυκεια φωνη της Καλλιοπης
το νου και τη σωφροσυνη της Θεμις και τα επιδεξια χερια της Αθηνας
μαζι με σενα τεσσερες οι Χαριτες ειναι,Αγαπημενη
.
.
V 73. ΡΟΥΦΙΝΟΥ
Δαίμονες, οὐκ ᾔδειν, ὅτι λούεται ἡ Κυθέρεια,
χερσὶ καταυχενίους λυσαμένη πλοκάμους.
Ἱλήκοις, δέσποινα, καὶ ὄμμασιν ἡμετέροισι
μήποτε μηνίσῃς θεῖον ἰδοῦσι τύπον.
Νῦν ἔγνων· Ῥοδόκλεια, καὶ οὐ Κύπρις. Εἶτα τὸ κάλλος
τοῦτο πόθεν; σύ, δοκῶ, τὴν θεὸν ἐκδέδυκας.
.
θε μου ,δεν ηξερα,πως λουζεται η Αφροδιτη
που με τα χερια ελυσε τα μαλλια και χυθηκαν στις πλατες
λυπησουμε,κυρα,και μην οργισθεις με τα ματια μου
και τα τυφλωσεις που'δαν το θεικο κορμι σου.
Τωρα καταλαβα.Η Ροδοκλεια ειναι κι οχι η Αφροδιτη.
επομενως απο που'ναι αυτη η ομορφια;εσυ,νομιζω,
πως τη θεα εχεις ξεγυμνωσει.
.
.
V 74. ΡΟΥΦΙΝΟΥ
Πέμπω σοι, Ῥοδόκλεια, τόδε στέφος, ἄνθεσι καλοῖς
αὐτὸς ἐφ’ ἡμετέραις πλεξάμενος παλάμαις.
Ἔστι κρίνον, ῥοδέη τε κάλυξ νοτερὴ τ’ ἀνεμώνη
καὶ νάρκισσος ὑγρὸς καὶ κυαναυγὲς ἴον.
Ταῦτα στεψαμένη, λῆξον μεγάλαυχος ἐοῦσα·
ἀνθεῖς καὶ λήγεις καὶ σὺ καὶ ὁ στέφανος.
.
σου στελνω,Ροδοκλεια,αυτο το στεφανι που μ'ομορφα
λουλουδια το πλεξανε τα δικα μου χερια
ειναι κρινο ροδο κι ανεμωνη με καλυκα δροσερο
και ναρκισσος υγρος και λαμπερο γαλαζωπο ιον
οταν αυτα στεφανωθεις παψε να περηφανευεσαι
ανθιζεις και μαραινεσαι κι εσυ και το στεφανι
.
.
V 81. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΣΟΦΙΣΤΟΥ
Ἡ τὰ ῥόδα, ῥοδόεσσαν ἔχεις χάριν. Ἀλλὰ τὶ πωλεῖς;
Σαυτὴν ἢ τὰ ῥόδα ἠὲ συναμφότερα;
.
ροδα εχεις,του ροδιου εχεις τη χαρη.Αλλα τι πουλας;
Τον εαυτο σου η ' τα ροδα η' και τα δυο μαζι;
.
.
V 83. ΑΝΩΝΥΜΟΥ
Εἲθ’ ἄνεμος γενόμην, σύ δ’ ἐπιστείχουσα παρ’ αὐγάς
στήθεα γυμνώσαις, καὶ με πνέοντα λάβοις.
.
να'ταν αερας να γινομουν εσενα να πλησιασω το ξημερωμα
τα στηθια σου να ξεγυμνωσω και μενα να παρεις ν'αναπνευεις
.
.
V 128. ΜΑΡΚΟΥ ΑΡΓΕΝΤΑΡΙΟΥ
Στέρνα περὶ στέρνοις, μαστῷ δ’ ἔπι μαστὸν ἐρείσας
χείλεά τε γλυκεροῖς χείλεσι συμπιέσας
Ἀντιγόνης καὶ χρῶτα λαβὼν πρὸς χρῶτα, τὰ λοιπὰ
σιγῶ, μάρτυς ἐφ’ οἷς λύχνος ἐπεγράφετο.
.
το στερνο μου στο στερνο της,το στηθος μου πανω
στο στηθος της ακουμπωντας
τα χειλια μου πανω στα γλυκα χειλια της πιεζοντας
της Αντιγονης και το κορμι μου ποτισμενο απ'το κορμι της
τα υπολοιπα δεν τα αποκαλυπτω,αυτα το λυχναρι μαρτυρας
τα σημειωνει
.
.
V 168. ΑΝΩΝΥΜΟΥ
Καὶ πυρὶ καὶ νιφετῷ με καί, εἰ βούλοιο, κεραυνῷ
βάλλε, καὶ εἰς κρημνοὺς ἕλκε καὶ εἰς πελάγη.
Τὸν γὰρ ἀπαυδήσαντα πόθοις καὶ Ἔρωτι δαμέντα
οὐδὲ Διὸς τρύχει πῦρ ἐπιβαλλόμενον.
.
ριξε μου φωτια και χιονι κι αν θελεις κεραυνο
πετα και σε γκρεμους συρε με και σε πελαγη
τον απελπισμενο απ'το ποθο κι απ'τον ερωτα ερμαιο
δεν τον κανει σταχτη ουτε η φωτια που ριχνει ο Διας
.
.
V 210. ΑΣΚΛΗΠΙΑΔΟΥ
Τῷ θαλλῷ Διδύμη μὲ συνήρπασεν· ὤμοι, ἐγὼ δὲ
τήκομαι, ὡς κηρὸς πὰρ πυρί, κάλλος ὁρῶν.
Εἰ δὲ μέλαινα, τὶ τοῦτο; καὶ ἄνθρακες· ἀλλ’ ὅτε
κείνους θάλψωμεν,λάμπουσ’ ὡς ῥόδεαι κάλυκες
.
μ'εν'ανθος η Διδυμη μ'αναστατωσε,αλιμονο,
λιωνω,σαν το κερι στη φωτια,την ομορφια βλεποντας
κι αν ειναι μαυρη μελαχροινη,τι μ'αυτο;και τα καρβουνα
αν τα πυρωσουμε σαν τα ροδα λαμπουν
.
.
V 252. ΠΑΥΛΟΥ ΣΙΛΕΝΤΙΑΡΙΟΥ
Ῥίψωμεν, χαρίεσσα,τὰ φάρεα, γυμνὰ δὲ γυμνοῖς
ἀμπελάσῃ γυίοις γυῖα περιπλοκάδην·
μηδὲν ἔοι τὸ μεταξύ· Σεμιράμιδος γὰρ ἐκεῖνο
τεῖχος ἐμοὶ δοκέει λεπτὸν ὕφασμα σέθεν·
στήθεα δ’ ἐζεύχθω,τά τε χείλεα· τἄλλα δὲ σιγῇ
κρυπτέον· ἐχθαίρω τὴν ἀθυροστομίην.
.
ας πεταξουμε,χαριτωμενη μου,τα ρουχα
γυμνο το δικο μου σωμα το δικο σου ν'αγκαλιασει
τιποτα να μην ειναι μεταξυ μας.
σαν της Σεμιραμις το τειχος μου φαινεται το λεπτο σου
ρουχο,
τα στηθη να ζευγαρωθουν και τα χειλη να ενωθουν
τ'αλλα ας τα κρυψει η σιωπη,απεχθανομαι τ'ασεμνα λογια
.
.
V 258. ΠΑΥΛΟΥ ΣΙΛΕΝΤΙΑΡΙΟΥ
Πρόκριτός ἐστι,Φίλιννα, τεὴ ῥυτὶς ἤ ὀπὸς ἥβης
πάσης· ἱμείρω δ’ ἀμφὶς ἔχειν παλάμαις
μᾶλλον ἐγὼ σέο μῆλα καρηβαρέοντα κορύμβοις
ἢ μαζὸν νεαρὴς ὄρθιον ἡλικίης.
Σὸν γὰρ ἔτι φθινόπωρον ὑπέρτερον εἴαρος ἄλλης,
χεῖμα σὸν ἀλλοτρίου θερμότερον θέρεος.
.
προτιμω,Φιλιννα,τις ρυτιδες σου παρα τους χυμους
των κοριτσιων.ερωτικα ποθω να'χω στα χερια μου
πιο πολυ τα μηλα σου με τις πεσμενες ρογες
παρα το στητο βυζι νεαρης.
Το φθινοπωρο σου ακομη ειναι πιο καλλιτερο
απ'την ανοιξη αλλης,
κι ο χειμωνας σου πιο θερμοτερος απ'το θερος
καποιας αλλης
.
.
.
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ODYSSEAS-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
ακουσαμε τον Οδυσσεα
.
ειπε:
με το χταποδι παιδι εμαθα να μετρω τους αριθμους το οχτω
απο τον αχινο μεγαλος εμαθα τη σφαιρικη γεωμετρια το απειρο
απο την αμμο τους μικροσκοπικους κοκκους εμαθα το χρονο
με το λαβρακι και τις μαριδες ταξιδεψα
εγραψε:
ΟΔΥΣΣΕΙ
.
.
.
Optical Illusions Abstract-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
.
.
υπερθεσεις συλλογισμων
an Idea about curb lines is a picture for Thought of
[ μια σειρα κυματα αποθετουν 24 ελληνικα γραμματα ]
αργα το απογευμα τα μαζεψε ο Ομηρος
[ αυριο θα αναρτηθουν στις κολωνες δωδεκα Λογοι
Περι του Δικαιου
[ now is a test for nothing
να πληρωθει τη δολιοτητα ενας - ενας .
Εμπρος
.
.
.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΤΟΡΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΜΑΧΗΣ
ΣΤΗΝ ΙΛΙΑΔΑ ΤΟΥ ΟΜΗΡΟΥ -ραψωδια Ζ'-στιχοι 368-502
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Ομηρος με μεγαλη δεξιοτεχνια περιγραφει τη συναντηση του Εκτορα
με την Ανδρομαχη,συγκινητικες στιγμες απο το μεγαλειο των ανθρωπινων
συναισθηματων-πολυ τρυφερη ειναι η σκηνη με το μωρο παιδι τον Αστυ-
ανακτα οταν παει ο πατερας του να το παρει να τ'αγκαλιασει κι εκεινο τρο-
μαζοντας απο τη λαμψη της περικεφαλαιας του κλαιει δυνατα
[Ομηρου Ιλιαδα-ραψωδια Ζ'-στιχοι 368-502-μεταφραση χ.ν.κουβελης]
Ὣς ἄρα φωνήσας ἀπέβη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
ἄρα φωνήσας ἀπέβη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανε δόμους εὖ ναιετάοντας, 370
οὐδ' εὗρ' Ἀνδρομάχην λευκώλενον ἐν μεγάροισιν,
ἀλλ' ἥ γε ξὺν παιδὶ καὶ ἀμφιπόλῳ ἐϋπέπλῳ
πύργῳ ἐφεστήκει γοόωσά τε μυρομένη τε.
Ἕκτωρ δ' ὡς οὐκ ἔνδον ἀμύμονα τέτμεν ἄκοιτιν
ἔστη ἐπ' οὐδὸν ἰών, μετὰ δὲ δμῳῇσιν ἔειπεν·
εἰ δ' ἄγε μοι δμῳαὶ νημερτέα μυθήσασθε·
πῇ ἔβη Ἀνδρομάχη λευκώλενος ἐκ μεγάροιο;
ἠέ πῃ ἐς γαλόων ἢ εἰνατέρων ἐϋπέπλων
ἢ ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται, ἔνθά περ ἄλλαι
Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται; 380
Τὸν δ' αὖτ' ὀτρηρὴ ταμίη πρὸς μῦθον ἔειπεν·
Ἕκτορ ἐπεὶ μάλ' ἄνωγας ἀληθέα μυθήσασθαι,
οὔτέ πῃ ἐς γαλόων οὔτ' εἰνατέρων ἐϋπέπλων
οὔτ' ἐς Ἀθηναίης ἐξοίχεται, ἔνθά περ ἄλλαι
Τρῳαὶ ἐϋπλόκαμοι δεινὴν θεὸν ἱλάσκονται,
ἀλλ' ἐπὶ πύργον ἔβη μέγαν Ἰλίου, οὕνεκ' ἄκουσε
τείρεσθαι Τρῶας, μέγα δὲ κράτος εἶναι Ἀχαιῶν.
ἣ μὲν δὴ πρὸς τεῖχος ἐπειγομένη ἀφικάνει
μαινομένῃ ἐϊκυῖα· φέρει δ' ἅμα παῖδα τιθήνη.
Ἦ ῥα γυνὴ ταμίη, ὃ δ' ἀπέσσυτο δώματος Ἕκτωρ 390
τὴν αὐτὴν ὁδὸν αὖτις ἐϋκτιμένας κατ' ἀγυιάς.
εὖτε πύλας ἵκανε διερχόμενος μέγα ἄστυ
Σκαιάς, τῇ ἄρ' ἔμελλε διεξίμεναι πεδίον δέ,
ἔνθ' ἄλοχος πολύδωρος ἐναντίη ἦλθε θέουσα
Ἀνδρομάχη θυγάτηρ μεγαλήτορος Ἠετίωνος
Ἠετίων ὃς ἔναιεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ
Θήβῃ Ὑποπλακίῃ Κιλίκεσσ' ἄνδρεσσιν ἀνάσσων·
τοῦ περ δὴ θυγάτηρ ἔχεθ' Ἕκτορι χαλκοκορυστῇ.
ἥ οἱ ἔπειτ' ἤντησ', ἅμα δ' ἀμφίπολος κίεν αὐτῇ
παῖδ' ἐπὶ κόλπῳ ἔχουσ' ἀταλάφρονα νήπιον αὔτως 400
Ἑκτορίδην ἀγαπητὸν ἀλίγκιον ἀστέρι καλῷ,
τόν ῥ' Ἕκτωρ καλέεσκε Σκαμάνδριον, αὐτὰρ οἱ ἄλλοι
Ἀστυάνακτ'· οἶος γὰρ ἐρύετο Ἴλιον Ἕκτωρ.
ἤτοι ὃ μὲν μείδησεν ἰδὼν ἐς παῖδα σιωπῇ·
Ἀνδρομάχη δέ οἱ ἄγχι παρίστατο δάκρυ χέουσα,
ἔν τ' ἄρα οἱ φῦ χειρὶ ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
δαιμόνιε φθίσει σε τὸ σὸν μένος, οὐδ' ἐλεαίρεις
παῖδά τε νηπίαχον καὶ ἔμ' ἄμμορον, ἣ τάχα χήρη
σεῦ ἔσομαι· τάχα γάρ σε κατακτανέουσιν Ἀχαιοὶ
πάντες ἐφορμηθέντες· ἐμοὶ δέ κε κέρδιον εἴη 410
σεῦ ἀφαμαρτούσῃ χθόνα δύμεναι· οὐ γὰρ ἔτ' ἄλλη
ἔσται θαλπωρὴ ἐπεὶ ἂν σύ γε πότμον ἐπίσπῃς
ἀλλ' ἄχε'· οὐδέ μοι ἔστι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ.
ἤτοι γὰρ πατέρ' ἁμὸν ἀπέκτανε δῖος Ἀχιλλεύς,
ἐκ δὲ πόλιν πέρσεν Κιλίκων εὖ ναιετάουσαν
Θήβην ὑψίπυλον· κατὰ δ' ἔκτανεν Ἠετίωνα,
οὐδέ μιν ἐξενάριξε, σεβάσσατο γὰρ τό γε θυμῷ,
ἀλλ' ἄρα μιν κατέκηε σὺν ἔντεσι δαιδαλέοισιν
ἠδ' ἐπὶ σῆμ' ἔχεεν· περὶ δὲ πτελέας ἐφύτευσαν
νύμφαι ὀρεστιάδες κοῦραι Διὸς αἰγιόχοιο. 420
οἳ δέ μοι ἑπτὰ κασίγνητοι ἔσαν ἐν μεγάροισιν
οἳ μὲν πάντες ἰῷ κίον ἤματι Ἄϊδος εἴσω·
πάντας γὰρ κατέπεφνε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεὺς
βουσὶν ἐπ' εἰλιπόδεσσι καὶ ἀργεννῇς ὀΐεσσι.
μητέρα δ', ἣ βασίλευεν ὑπὸ Πλάκῳ ὑληέσσῃ,
τὴν ἐπεὶ ἂρ δεῦρ' ἤγαγ' ἅμ' ἄλλοισι κτεάτεσσιν,
ἂψ ὅ γε τὴν ἀπέλυσε λαβὼν ἀπερείσι' ἄποινα,
πατρὸς δ' ἐν μεγάροισι βάλ' Ἄρτεμις ἰοχέαιρα.
Ἕκτορ ἀτὰρ σύ μοί ἐσσι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ
ἠδὲ κασίγνητος, σὺ δέ μοι θαλερὸς παρακοίτης· 430
ἀλλ' ἄγε νῦν ἐλέαιρε καὶ αὐτοῦ μίμν' ἐπὶ πύργῳ,
μὴ παῖδ' ὀρφανικὸν θήῃς χήρην τε γυναῖκα·
λαὸν δὲ στῆσον παρ' ἐρινεόν, ἔνθα μάλιστα
ἀμβατός ἐστι πόλις καὶ ἐπίδρομον ἔπλετο τεῖχος.
τρὶς γὰρ τῇ γ' ἐλθόντες ἐπειρήσανθ' οἱ ἄριστοι
ἀμφ' Αἴαντε δύω καὶ ἀγακλυτὸν Ἰδομενῆα
ἠδ' ἀμφ' Ἀτρεΐδας καὶ Τυδέος ἄλκιμον υἱόν·
ἤ πού τίς σφιν ἔνισπε θεοπροπίων ἐῢ εἰδώς,
ἤ νυ καὶ αὐτῶν θυμὸς ἐποτρύνει καὶ ἀνώγει.
Τὴν δ' αὖτε προσέειπε μέγας κορυθαίολος Ἕκτωρ· 440
ἦ καὶ ἐμοὶ τάδε πάντα μέλει γύναι· ἀλλὰ μάλ' αἰνῶς
αἰδέομαι Τρῶας καὶ Τρῳάδας ἑλκεσιπέπλους,
αἴ κε κακὸς ὣς νόσφιν ἀλυσκάζω πολέμοιο·
οὐδέ με θυμὸς ἄνωγεν, ἐπεὶ μάθον ἔμμεναι ἐσθλὸς
αἰεὶ καὶ πρώτοισι μετὰ Τρώεσσι μάχεσθαι
ἀρνύμενος πατρός τε μέγα κλέος ἠδ' ἐμὸν αὐτοῦ.
εὖ γὰρ ἐγὼ τόδε οἶδα κατὰ φρένα καὶ κατὰ θυμόν·
ἔσσεται ἦμαρ ὅτ' ἄν ποτ' ὀλώλῃ Ἴλιος ἱρὴ
καὶ Πρίαμος καὶ λαὸς ἐϋμμελίω Πριάμοιο.
ἀλλ' οὔ μοι Τρώων τόσσον μέλει ἄλγος ὀπίσσω, 450
οὔτ' αὐτῆς Ἑκάβης οὔτε Πριάμοιο ἄνακτος
οὔτε κασιγνήτων, οἵ κεν πολέες τε καὶ ἐσθλοὶ
ἐν κονίῃσι πέσοιεν ὑπ' ἀνδράσι δυσμενέεσσιν,
ὅσσον σεῦ, ὅτε κέν τις Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων
δακρυόεσσαν ἄγηται ἐλεύθερον ἦμαρ ἀπούρας·
καί κεν ἐν Ἄργει ἐοῦσα πρὸς ἄλλης ἱστὸν ὑφαίνοις,
καί κεν ὕδωρ φορέοις Μεσσηΐδος ἢ Ὑπερείης
πόλλ' ἀεκαζομένη, κρατερὴ δ' ἐπικείσετ' ἀνάγκη·
καί ποτέ τις εἴπῃσιν ἰδὼν κατὰ δάκρυ χέουσαν·
Ἕκτορος ἧδε γυνὴ ὃς ἀριστεύεσκε μάχεσθαι 460
Τρώων ἱπποδάμων ὅτε Ἴλιον ἀμφεμάχοντο.
ὥς ποτέ τις ἐρέει· σοὶ δ' αὖ νέον ἔσσεται ἄλγος
χήτεϊ τοιοῦδ' ἀνδρὸς ἀμύνειν δούλιον ἦμαρ.
ἀλλά με τεθνηῶτα χυτὴ κατὰ γαῖα καλύπτοι
πρίν γέ τι σῆς τε βοῆς σοῦ θ' ἑλκηθμοῖο πυθέσθαι.
Ὣς εἰπὼν οὗ παιδὸς ὀρέξατο φαίδιμος Ἕκτωρ·
ἂψ δ' ὃ πάϊς πρὸς κόλπον ἐϋζώνοιο τιθήνης
ἐκλίνθη ἰάχων πατρὸς φίλου ὄψιν ἀτυχθεὶς
ταρβήσας χαλκόν τε ἰδὲ λόφον ἱππιοχαίτην,
δεινὸν ἀπ' ἀκροτάτης κόρυθος νεύοντα νοήσας. 470
ἐκ δ' ἐγέλασσε πατήρ τε φίλος καὶ πότνια μήτηρ·
αὐτίκ' ἀπὸ κρατὸς κόρυθ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ,
καὶ τὴν μὲν κατέθηκεν ἐπὶ χθονὶ παμφανόωσαν·
αὐτὰρ ὅ γ' ὃν φίλον υἱὸν ἐπεὶ κύσε πῆλέ τε χερσὶν
εἶπε δ' ἐπευξάμενος Διί τ' ἄλλοισίν τε θεοῖσι·
Ζεῦ ἄλλοι τε θεοὶ δότε δὴ καὶ τόνδε γενέσθαι
παῖδ' ἐμὸν ὡς καὶ ἐγώ περ ἀριπρεπέα Τρώεσσιν,
ὧδε βίην τ' ἀγαθόν, καὶ Ἰλίου ἶφι ἀνάσσειν·
καί ποτέ τις εἴποι πατρός γ' ὅδε πολλὸν ἀμείνων
ἐκ πολέμου ἀνιόντα· φέροι δ' ἔναρα βροτόεντα 480
κτείνας δήϊον ἄνδρα, χαρείη δὲ φρένα μήτηρ.
Ὣς εἰπὼν ἀλόχοιο φίλης ἐν χερσὶν ἔθηκε
παῖδ' ἑόν· ἣ δ' ἄρα μιν κηώδεϊ δέξατο κόλπῳ
δακρυόεν γελάσασα· πόσις δ' ἐλέησε νοήσας,
χειρί τέ μιν κατέρεξεν ἔπος τ' ἔφατ' ἔκ τ' ὀνόμαζε·
δαιμονίη μή μοί τι λίην ἀκαχίζεο θυμῷ·
οὐ γάρ τίς μ' ὑπὲρ αἶσαν ἀνὴρ Ἄϊδι προϊάψει·
μοῖραν δ' οὔ τινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν,
οὐ κακὸν οὐδὲ μὲν ἐσθλόν, ἐπὴν τὰ πρῶτα γένηται.
ἀλλ' εἰς οἶκον ἰοῦσα τὰ σ' αὐτῆς ἔργα κόμιζε 490
ἱστόν τ' ἠλακάτην τε, καὶ ἀμφιπόλοισι κέλευε
ἔργον ἐποίχεσθαι· πόλεμος δ' ἄνδρεσσι μελήσει
πᾶσι, μάλιστα δ' ἐμοί, τοὶ Ἰλίῳ ἐγγεγάασιν.
Ὣς ἄρα φωνήσας κόρυθ' εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ
ἵππουριν· ἄλοχος δὲ φίλη οἶκον δὲ βεβήκει
ἐντροπαλιζομένη, θαλερὸν κατὰ δάκρυ χέουσα.
αἶψα δ' ἔπειθ' ἵκανε δόμους εὖ ναιετάοντας
Ἕκτορος ἀνδροφόνοιο, κιχήσατο δ' ἔνδοθι πολλὰς
ἀμφιπόλους, τῇσιν δὲ γόον πάσῃσιν ἐνῶρσεν.
αἳ μὲν ἔτι ζωὸν γόον Ἕκτορα ᾧ ἐνὶ οἴκῳ· 500
οὐ γάρ μιν ἔτ' ἔφαντο ὑπότροπον ἐκ πολέμοιο
ἵξεσθαι προφυγόντα μένος καὶ χεῖρας Ἀχαιῶν.
.
.
[μεταφραση χ.ν.κουβελης]
αφου ετσι μιλησε αναχωρησε ο Εκτορας με τη λαμπερη περικεφαλαια
και σε λιγο εφτασε στο καλοχτισμενο σπιτι του
εκει μεσα στ'αρχοντικο δεν βρηκε την Ανδρομαχη με τ'ασπρα μπρατσα
γιατι αυτη με το παιδι και την υπηρετρια με τ'ομορφο λεπτο φορεμα
ψηλα στο πυργο εστεκε θρηνωντας και κλαιγοντας
τοτε ο Εκτορας οταν μεσα δεν βρηκε την ευγενικη γυναικα του
σταθηκε στην εξωπορτα και ρωτησε τις αιχμαλωτες σκλαβες να του πουν
ελατε σκλαβες πεστε μου με ασφαλτα λογια
που πηγε η Ανδρομαχη με τ'ασπρα μπρατσα φευγοντας απ'το απιτι,
μηπως πηγε σε καποια απ'τις συνυφαδες της η' πηγε σε καποια
απ'τις κουνιαδες της με τα ομορφα λεπτα φορεματα
η' βγηκε για να παει στο ναο της Αθηνας οπου μαζι με τις αλλες
Τρωαδιτισες με τα ομορφα μαλλια την τρομερη θεα να παρακαλεσουν
σ'αυτον απαντησε η πανεξυπνη οικονομα του σπιτιου κι ειπε:
Εκτορα αφου με διεταξες ,να πω ολη την αληθεια
δεν πηγε σε καποια απ'τις συνυφαδες της ουτε πηγε σε καποια
απ'τις κουνιαδες της με τα ομορφα λεπτα φορεματα
ουτε βγηκε για να παει στο ναο της Αθηνας οπου μαζι με τις αλλες
Τρωαδιτισες με τα ομορφα μαλλια την τρομερη θεα να παρακαλεσουν
αλλα στον ψηλο πυργο ανεβηκε του Ιλιου οταν ακουσε
πως κατατροπωθηκαν οι Τρωες και τεραστια η επικρατηση των Αχαιων
εκεινη τρεχοντας φθανει στο τειχος σαν τρελλη ομοια κουβαλωντας
μαζι και το παιδι η παραμανα
ετσι του μιλησε η οικονομα κι απ'το σπιτι εξω ορμησε ο Εκτορας
στην ιδια στρατα που'χε περασει πριν στους στερεους δρομους
κι οταν εφτασε στις Σκαιες Πυλες διασχιζοντας τη μεγαλη πολιτεια
κι απο κει περνωντας θα'βγαινε στη πεδιαδα ειδε απεναντι του
να'ρχεται τρεχοντας η πολυακριβη γυναικα του η Ανδρομαχη
η κορη του μεγαλοκαρδου Ηετιωνα που κατω απο την δασωδη
Πλακα κατοικει της Θηβας και στους ανδρες της Υποπλακιας της Κιλικιας
βασιλευει
εκεινη απεναντι του σταθηκε και μαζι η υπηρετρια ηρθε εχοντας
στην αγκαλια τ'αθωο μωρο τ'αγαπημενο παιδι του τον Εκτοριδη
παρομοιο με πανεμορφο αστερι που ο Εκτορας το φωναζε Σκαμανδριο
κι οι αλλοι Αστυανακτα γιατι ο Εκτορας εσωζε το Ιλιο τη πολη
κι αυτος χαμογελασε οταν ειδε το παιδι δεν ειπε λεξη
κι η Ανδρομαχη σταθηκε κοντα του χυνοντας δακρυα
και του'σφιξε το χερι και του μιλησε κι αυτα τα λογια του'πε
γενναιε μου θα σ'αφανισει η μεγαλη σου ορμη κι αντρεια
δεν λυπασαι το μωρο ετουτο παιδι κι εμενα την αμοιρη που γρηγορα
θα μεινω χηρα σου γιατι γρηγορα θα σε κατασπαραξουν οι Αχαιοι
ολοι ορμωντας καταπανω σου.σε μενα ποιο το οφελος θα'ναι αν σε χασω
προτιμω να μπω στο χωμα δεν θα'ναι αλλη θαλπωρη για μενα
γιατι αν εχεις τετοια τυχη θα'χω μοναχα μεγαλα βασανα
και δεν εχω ουτε τον πατερα μου ουτε την σεβαστη μου μανα
τον πατερα μου τον σκοτωσε ο θεικος Αχιλλεας
οταν πηρε τη πολη των Κιλικων την πλουσια Θηβα την Υψιπυλον
σκοτωσε τον Ηετριωνα
ομως δεν τον εγδυσε,στην καρδια του βαθεια τον σεβαστηκε
με τα περιτεχνα οπλα του τον εκαψε και σηκωσε μνημα
και γυρω φυτεψαν φτελιες οι νυμφες του βουνου οι κορες του Δια
που ριχνει τις καταιγιδες
και τα εφτα αδερφια μου,χαρα στο σπιτι μου,ολα την ιδια μερα κατεβηκαν
στον Αδη,ολα τα σκοτωσε ο Αχιλλεας που'ναι στα ποδια γρηγορος
μεσα στα βαριοποδα βοδια και στ'ασπρα προβατα τα βρηκε
και τη μητερα που βασιλευε στη κατω Πλακα τη δασωδη εδω την εφερε
μαζι μ'αλλα λαφυρα κι αφου την απελευθερωσε παιρνωντας αμετρητα
λυτρα στο σπιτι του πατερα την σημαδεψε και τη σκοτωσε η τοξευτρα Αρτεμη
Εκτορα τωρα εσυ'σαι ο πατερας μου κι η σεβαστη μου μανα
κι αδερφος,εσυ κι ο δυνατος συντροφος στο κρεβατι
ελα λυπησου μας τωρα κι εδω μεινε στο πυργο και μην αφησεις το παιδι
ορφανο και χηρα τη γυναικα και το στρατο κρατησε τον κοντα στην αγριοσυκια
εκει που'ναι η πολη περισσοτερο διαβατη κι ευκολα περνιεται το τειχος
τρεις φορες ηρθαν κι απο'κει δοκιμασαν ν'ανεβουν οι πιο αντρειωμενοι
οι δυο οι Αιαντες κι ο πολυδοξασμενος Ιδομενεας και οι δυο γιοι του Ατρεα
και του Τυδεα ο σκληροτραχηλος γιος
η' τους το φανερωσε καποιος που ξερει καλα τους χρησμους των θεων
η' τους παροτρυνει η ισχυρη ορμη τους και τους καθοδηγει
και της αποκριθηκε ο ανδρειος Εκτορας με τη λαμπερη περικεφαλαια
κι εμενα ολ'αυτα με νοιαζουν γυναικα αλλα ντρεπομαι τρομερα τους Τρωες
και τις Τρωαδιτισες με τα μακρια λεπτα φορεματα να απομακρυνομαι απ'τον πολεμο
σαν τιποτενιος
μητε η καρδια μου το οριζει επειδη εμαθα να'μαι γενναιος παντοτε
και με τους πρωτους απ'τους Τρωες να μαχομαι και να επιθυμω τη μεγαλη δοξα
του πατερα μου μα και τη δικη μου
γιατι πολυ καλα το ξερω και στο μυαλο και στη καρδια πως καποτε θα'ρθει μερα
που θα χαθει η Τροια το ιερο Ιλιο κι ο Πριαμος ο αξιος ακοντιστης
κι ο ολος ο λαος του
αλλα δεν με νοιαζει τοσο για τα βασανα που θα'ρθουν στους Τρωες
ουτε γι'αυτη την Εκαβη ουτε για τον βασιλια Πριαμο ουτε για τ'αδερφια
οπου πολλοι κι αντρειοι θα κυλιστουν στη σκονη απο αντρες εχθρους
οσο για σενα οταν καποιος απ'τους Αχαιους με τα χαλκινα οπλα
σου στερησει την ελευτερια και σε συρει μακρια δακρυσμενη
και στο Αργος εισαι και σε ξενης αφεντρας τον αργαλειο υφαινεις
και νερο κουβαλας απ'τη Μεσσηιδα η' απ'την Υπερεια χωρις να θελεις
πανισχυρος να σε βαραινει εξαναγκασμος
και καποτε καποιος να πει βλεποντας σε να χυνεις δακρυα
για δεστε τη γυναικα του Εκτορα που'ταν στη μαχη ο πρωτος αναμεσα
στους Τρωες τους αλογοδαμαστες οταν το Ιλιον πολιορκουσαν
ετσι θα πει καποτε καποιος και μεσα σου θ'αναψει καινουργιος πονος
για κεινον τον αντρα που θα'μποδιζε τη σκλαβια σου
καλυτερα πεθαμενος να μη ζω να 'μαι στη γη χωμενος
προτου ακουσω τη κραυγη σου οταν με βια θα σε σερνουν
ετσι ειπε και το παιδι λαχταρισε να παρει στα χερια του ο λαμπερος Εκτορας
το παιδι εσκουξε και χωθηκε τρομασγμενο να κρυφτει στο στηθος της παραμανας
με την ομορφη ζωνη οταν ειδε την οψη τ'αγαπητου πατερα
φοβηκε απ'τον χαλκο που'χε κι απ'την αλογισια χαιτη που σειστηκε απ'τη κορυφη
της περικεφαλαιας
μ'αυτο γελασε ο αγαπητος πατερας κι η σεβαστη μανα
κι αμεσως απ'το κεφαλι εβγαλε τη περικεφαλαια ο λαμπερος Εκτορας
και την ακουμπησε στο χωμα οπου λαμποκοπουσε
κι επειτα στα χερια του παιρνει τ'αγαπητο παιδι το φιλησε κι ειπε ευχομενος
στο Δια στους αλλους θεους
Δια κι οι αλλοι θεοι δωστε και σε τουτο το παιδι μου οπως κι εγω
να γινει ξεχωριστος αναμεσα στους Τρωες
δωστε του ζωη ευτυχισμενη και κραταιως το Ιλιο να κυβερνησει
και καποτε καποιος να πει
ετουτος πολυ ανωτερος απ'τον πατερα του
οταν απ'τον πολεμο ανεβαινοντας φερνει λαφυρα αιματωβαμενα
αρματα του εχθρου που σκοτωσε κι η μανα βαθεια μεσα της να χαιρεται
ετσι ειπε και στα χερια της αγαπημενης γυναικας αφησε το παιδι
κι αυτη το δεχτηκε στο ευωδιασμενο στηθος της γελωντας και κλαιγοντας
ο αντρας της οταν αυτο ειδε την συμπονεσε και με το χερι του τη χαιδεψε
κι αυτα τα λογια της ειπε
καλη μου μη μου τοσο στη καρδια πικραινεσαι γιατι κανενας ανθρωπος
δεν θα με στειλει στον Αδη πριν να'ρθει η ωρα μου
σου λεω πως απ'τη μοιρα του κανεις απ'τους ανθρωπους δεν μπορει να ξεφυγει
ειτε δειλος ειτε αντρειος επειδη ετσι ειναι απ'τη πρωτη φορα που γεννηθηκαν
ελα στο σπιτι πηγαινε και για τις δουλειες σου φροντιζε
τον αργαλειο και τη ροκα και τις υπηρετριες διαταζε να δουλευουν
ο πολεμος ειναι μελημα των αντρων ολων,και περισσοτερο εμενα,
οσων μεσα στο Ιλιο γεννηθηκαν
ετσι αφου μιλησε ο λαμπερος Εκτορας σηκωσε απ'το χωμα την αλογισια
περικεφαλαια και η αγαπημενη γυναικα τραβηξε για το σπιτι συχνα γυρνωντας πισω
το κεφαλι και χυνωντας δακρυα
σε λιγο επειτα εφτασε στο καλοχτισμενο αρχοντικο του αντροφονια Εκτορα
εκει μεσα βρηκε τις πολλες υπηρετριες και τις διεταξε θρηνο ολες να σηκωσουν
ετσι θρηνουσαν ακομα ζωντανο τον Εκτορα στο σπιτι του μεσα
γιατι πια δεν ελπιζαν να τον δουν απ'τον πολεμο να γυριζει ξεφευγοντας
απ'τη μανια κι απ'τα χερια των Αχαιων
.
.
.
Ηριννα αρχαια ποιητρια-το ποιημα Αλακαταν-Ηλακατην-μεταφραση-_χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Η Ηριννα και η Βαυκις-_χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ηριννα αρχαια ποιητρια_χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΗΡΙΝΝΑ Η ΑΡΧΑΙΑ ΠΟΙΗΤΡΙΑ [4ος αιωνας π.Χ] και το ποιημα της ''Ηλακατη''
-μεταφραση χ.ν.κουβελης
.
ΗΡΙΝΝΑ
Αρχαια Ελληνιδα ποιητρια απο την Τηλο[4ος αιωνας π.χ]
[Ηριννα>Εαρ>Ανοιξιατικη]
γραφει το Λεξικο της Σουδας για την Ηριννα:
Ηριννα Τεια[an Τηνια]η' Λεσβια,ως λεγουσι δε αλλοι ,
Τηλια[Τηλος δε εστι νησιδιον εγγυς Κνιδου].τινες δε και
Ροδιαν αυτην εδοξασαν.ην δε εποποιος.εγραψεν Ηλακατην.
ποιημα δε εστιν αιολικη και δωριδι διαλεκτω.επων τ'.
εποιησε δε και επιγραμματα.τελευτα παρθενος εννιακαιδεκετις.
οι δε στιχοι αυτης εκριθησαν ισοι Ομηρου.ην δε εταιρα Σαπφους
και ομοχρονος.
[η Ηριννα ηταν απο την Τηνο η' τη Λεσβο,οπως λενε αλλοι
ηταν απο τη Τηλο[η Τηλος ειναι ενα νησακι κοντα στη Κνιδο]
καποιοι πιστευουν πως ηταν απο τη Ροδο.ηταν ποιητρια,
εγραψε την Ηλακατην.το ποιημα ειναι γραμμενο στην αιολικη
και στη δωρικη διαλεκτο.και επη.εγραψε και επιγραμματα.
πεθανε παρθενος δεκαενια χρονων.οι στιχοι της κριθηκαν
ισαξιοι με τους στιχους του Ομηρου.ηταν φιλη της Σαπφους
και εζησε στα ιδια χρονια μ'αυτην]
κατα το λεξικο της Σουδας η Ηριννα ηταν φιλη και συγχρονη της Σαπφως.
η Σαπφω εζησε τον 7ο αιωνα-[630 -570 π.Χ]
ομως κατα τον εκκλησιαστικο συγγραφεα Ευσεβιο της Καισαρειας στο καταλογο
των Χρονικων του η Ηριννα εζησε στην εποχη της 107ης Ολυμπιαδος,το 352 π.χ
πεθανε 19 χρονων
εγραψε την Αλακαταν[Ηλακατην]ενα ποιημα αποτελουμενο απο 300 εξαμετρους
στιχους,εχουν διασωθει σε αποσπασματικη κατασταση μονο 54 στιχοι,σε έναν
πάπυρο,περιπου τον 2ο αιώνα μ.Χ. που βρέθηκε το 1928. ο πάπυρος βρίσκεται
στην Biblioteca Medicea Laurenziana.
-η ποιηση της Ηριννας θαυμαζονταν πολυ
-ενα επιγραμμα αγνώστου για την Ηριννα απο την Παλατινή Ανθολογία, ΙΧ 190:
οἱ δὲ στίχοι αὐτῆς ἐκρίθησαν ἐνάμιλλοι τοῖς Ὁμήρου.
ἀπῆλθε δὲ ἐννεακαιδεκέτις.
Δήλωσις δὲ τῶν ῥηθέντων καὶ τὸ εἰς αὐτὴν ἐπίγραμμα τοῦτο·
«Λέσβιον Ἠρίννης τόδε κηρίον, ἁδὺ τὸ μικρόν,
ἀλλ' ὅλον ἐκ Μουσέων κιρνάμενον μέλιτι. οἱ δὲ
τριηκόσιοι αὐτῆς στίχοι ἶσοι Ὁμήρῳ τῆς καὶ
παρθενικῆς ἐννεακαιδεκάτευς,...
[οι στιχοι της κριθηκαν ισαξιοι των Ομηρικων
εφυγε απ'τη ζωη δεκαεννια χρονων
Αποδειξη γι'αυτα που λεω το επιγραμμα που γραφτηκε γι'αυτην:
Αυτη ειναι της Ηριννας η Λεσβιακη κερηθρα,μικρη γλυκεια,
γεματη ολη απ'το μελι των Μουσων.κι οι τριακοσιοι στιχοι της
ισαξιοι των στιχων του Ομηρου και σε παρθενικη ηληκια πεθανε
μολις δεκαεννια χρονων]
η μητερα της Ηριννας ηταν πολυ αυταρχικη και την εξαναγκαζε
συνεχεια να γνεθει στη ροκα[ηλακατη]και να υφαινει.στον αργαλειο
εκεινες τις ωρες της κοπιαστικης εξαναγκαστικης δουλειας η μικρη κι ευαισθητη
ποιητρια εμπνεονταν τους τρυφερους λυρικους της στιχους [κατεχομενη πλη-
ρως απ'τις Μουσες]
....ἣ καὶ ἐπ' ἠλακάτῃ μητρὸς φόβῳ καὶ ἐφ' ἱστῷ
ἑστήκει Μουσῶν λάτρις ἐφαπτομένη.
-στο ποιημα Αλακαταν [Ηλακατην] περιγραφει με θαυμαστο λυρικο τροπο γεματο
ευγενικα συναισθηματα και μεγαλη συγκινηση τη νοσταλγια της για τη παιδικη
της ζωη με τις αλλες κοπελλες και τα παιχνιδια τους.
-αναφερεται ιδιαιτερα στην αγαπημενη της φιλη Βαυκιδα που παντρευτηκε και
πεθανε στο ανθος της ηληκιας της 19 χρονων.
και πως της απαγορευθηκε,δεν επιτρεπονταν,να παραβρεθει στη κηδεια της Βαυ-
κιδας να θρηνησει να κλαψει να τραβηξει τα μαλλια της για την αγαπημενη φιλη
κι ηταν κλεισμενη στο δωματιο της πολυ λυπημενη και απελπισμενη
[μια αρχαια δεισιδαιμονια που κρατησε μεχρι τα νεωτερα χρονια.να μην επιτρεπεται
σε μικρα και νεαρα ανυπαντρα κοριτσια να παραβρισκονται σε κηδειες].
-ενα παιδικο παιχνιδι που επαιζαν τα κοριτσια ηταν η Χελωνα[Χελυννη].
το αρχαιο παιχνιδι της Χελωνας:
χαραζανε στο χωμα ενα κυκλο και μεσα καθονταν ενα κοριτσι.
τ'αλλα κοριτσια ετρεχαν γυρω-γυρω στο κυκλο εξωτερικα και
ρωτουσαν διαφορα το κοριτσι-Χελωνα κι εκεινη απαντουσε,
ταυτοχρονα προσπαθουσε να πιασει καποια απ'τα κοριτσια,
αν επιανε καποια τοτε εκεινη εκανε τη χελωνα,και το παιχνιδι
συνεχιζονταν με χαρα και ξεγνοισια
-τα κοριτσια ρωτουσαν τη χελωνα:
χελύννη-χελύννη, τι ποιείς εν τω μέσω;
[χελώνα-χελώνα, τι κάνεις εκει μεσα;]
κι εκεινη απαντούσε:
έρια μαρύομαι και κρόκην Μιλησίαν
μαλλία γνεθω κι απ'τη Μιλητο νημα βαμμενο κροκο
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ] χελύνναν
’[..]λ̣ισχ̣ω’ μ̣έγ̣' ἄϋσα· φ[ ⏑ –⏔ –⏑] χ̣ελύννα
[ἁλ]λ̣ομένα μεγάλασ̣ [μαλακὸν περὶ] χορτίον αὐλᾶς.
σ'επιασα φωναζωντας ''χελωνα''
και γυροφερνες με μεγαλα πηδηματα πανω στο μαλακο
χορταρι της αυλης-
-θυμαται και τη Μορμω,το Μπαμπουλα,ποσο πολυ τρομαζε ολα τα παιδια
με τα τεραστια αυτια στο κεφαλι της που περπατουσε με τα τεσσερα ποδια
κι αλλαζε συνεχεια μορφη τη μια μετα την αλλη
ἇι̣ μικρᾶι στ[ ⏔ –⏔ – ]ν̣ φόβον ἄ̄γαγε Μο[ρ]μώ,
[τᾶ]σ̣ ἐν μὲν κο[ρυφᾶι μεγάλ' ὤ]ατα, ποσσὶ δὲ φοιτῆι
[τέ]τ̣ρ̣[α]σιν· ἐκ δ' [ἑτέρας ἑτέραν] μετεβάλλετ' ὀπωπάν
.
οι 54 αποσπασματικα σωζομενοι στιχοι του ποιηματος:
ΑΛΑΚΑΤΑΝ
τουτόθεν εἰς Ἀίδαν κενεὰ διανήχεται ἀχώ·
σιγὰ δ' ἐν νεκύεσσι, τὸ δὲ σκότος ὄσσε κατέρρει
col I huius columnae perierunt sex uersus.
1b.1
[ ].κ[ ]
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ] ἐοίσ̣[α]ς-
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]ε κώρας
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]σ̣ι νύμφαι·
1b.5
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ] χελύνναν
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ς]ελάννα·
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ χε]λ̣ύννα·
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]τ̣ε̣ λῆς[⏒]
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ ]ώ̣ι̣κ̣ει·
1b.10
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]α φύλλοις
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ μ]α̣λάσσ̣ει·
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ σε]λ̣άνναν
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ ἀμ]νίδ̣α πέξα[ι]
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ ἐς βαθ]ὺ̣ κῦμα
col. II
1b.15
[λε]υκᾶν μαινομέν[οισιν ἐσάλατο π]ο̣σ̣σ̣ὶ̣ν̣ ἀφ' ἵ[π]π̣ω̣[ν]·’
’[..]λ̣ισχ̣ω’ μ̣έγ̣' ἄϋσα· φ[ ⏑ –⏔ –⏑] χ̣ελύννα
[ἁλ]λ̣ομένα μεγάλασ̣ [μαλακὸν περὶ] χορτίον αὐλᾶς.
[τα]ῦ̣τά τῠ, Βαυκὶ τάλαι[να, βαρὺ στονα]χεῖσα γόημ[ι]·
[τα]ῦτά μοι ἐν κρα[δίαι ⏔ –⏔] παίχνια κεῖται
1b.20
θέρμ' ἔτι· τῆν[α δὲ τοῖσιν ἀθ]ύ̣ρ̣ομες ἄνθρακες ἤδη,
δαγύ[δ]ων τε χ̣[ ⏑ –⏔ – ]ί̣δε̣ς ἐν θαλάμοισι
νύμ[φαι]σιν [⏔ –⏔ – ]έες· ἅ τε πὸτ ὄρθρον
μάτηρ ἀε̣[ίδοισα ⏑ –⏔ ]οισιν ἐρεί̣θο̣ις
τ̣ήνας ἦλθ[ε ⏑ –⏔ – μέ]ν̣α ἀμφ' ἁλίπαστον,
1b.25
ἇι̣ μικρᾶι στ[ ⏔ –⏔ – ]ν̣ φόβον ἄ̄γαγε Μο[ρ]μώ,
[τᾶ]σ̣ ἐν μὲν κο[ρυφᾶι μεγάλ' ὤ]ατα, ποσσὶ δὲ φοιτῆι
[τέ]τ̣ρ̣[α]σιν· ἐκ δ' [ἑτέρας ἑτέραν] μετεβάλλετ' ὀπωπάν.
ἁνίκα δ' ἐς [λ]έχος [ἀνδρὸς ἔβας, τ]ό̣κα πάν̣τ̣' ἐλέλασο,
ἅσσ' ἔτι̣ νηπιάσα̣[σα] τ[εᾶς παρὰ] ματρὸς ἄκουσας,
1b.30
[Β]αυκὶ φίλα· λάθα[ν...] ε[ (–)⏔ –] Ἀφρο[δ]ίτα.
τῷ τῠ κατακλαίοισα τα̣[ –⏔ – ].... λείπω·
ο̣ὐ̣ [γ]άρ μοι πόδες [ἐντὶ λιπῆν] ἄ̣π̣ο δῶμα βέβαλοι,
οὐ̣δ̣' ἐσιδῆν φαέε[σσι θέλω νέ]κυν, οὐδὲ γοᾶσαι
γυμναῖσιν χαίταισιν, [ἐπεὶ φο]ινίκεος αἰδώς
col. III
1b.35
δρύπτε[ι] μ' ἀμφι̣[χ]υ[θεῖσα ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
αἰε̣[ὶ] δὲ προπάροιθ[ε ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
ἐννεα[και]δέκατος [⏔ –⏔ – ἐνιαυτός]
Ἠρ̣ίνν̣α̣[ι τ]ε φίλᾱι π[ ⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
ἀλακάταν ἐ[ς]ορεῖ̣[σα ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
1b.40
γνῶθ' ὅτι τοι κ[ ⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
ἀμφ[έ]λ̣ικε̣ς γελ̣[ ⏑ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒].
ταῦτ' αἰδώς μ' [⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
παρθε̣[ν]ίοισι̣[ ⏑ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
δερκομένα δ' ἐγ̣[ (⏑) –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
1b.45
καὶ χαίταν̣ αν̣[ (⏑) –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
πραϋλόγοι πο̣[⌊λιαί, ταὶ γήραος ἄνθεα θνατοῖς⌋]·
τῷ̣ τῠ, φίλα, φο̣[ (⏑) –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
Βαυκί, κατακλα̣[ί –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒],
ἃν φλόγα μι̣ν τ̣[ ⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
1b.50
ὠρυγᾶς ἀΐοισα̣ ο[ (⏑) –⏔ –⏑⏑ –⏒].
ὦ πολλὰν Ὑμέν̣[αιε ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
πολλὰ δ' ἐπιψαύ[οισα ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
[π]ά̣νθ̣' ἑνός, ὦ Ὑμ[έναιε, ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
αἰαῖ, Βαυκὶ τάλαιν[α, ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒].
.
ΗΛΑΚΑΤΗ
.
απο'δω πανω φτανει στην ερημια του Αδη κατω ο αντιλαλος
αλλα δεν μιλουν οι νεκροι και το σκοταδι πεφτει στα ματια
1b.1
[ ].κ[ ]
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –εμοιαζες
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]κοριτσια
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]νυφες
1b.5
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ] χελωνα
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ς]σεληνη
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ χελωνα·
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]τ̣ε̣ λῆς[⏒]
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ ]ώ̣ι̣κ̣ει·
1b.10
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ ]στα φυλλα
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ μαλακωνει
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ –⏑ σεληνη
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ σφαζει την αρναδα
[–⏔ –⏔ –⏔ –⏔ στο βαθυ κυμα
col. II
1b.15.
με ποση ορμη στα ποδια πηδηξες απ'τ'ασπρα τ'αλογα .
σ'επιασα φωναζοντας ''χελωνα''
και γυροφερνες με μεγαλα πηδηματα πανω στο μαλακο
χορταρι της αυλης
αυτα Βαυκιδα κακοτυχη με κανουν βαρια ν'αναστεναζω
να θρηνω
αυτα βαθεια μεσ'τη καρδια μου παραμενουν χαραγμενα
1b.20
ακομα ειναι ζεστα,τωρα πια ολα αυτα εγιναν σταχτη
χωρις εγνοιες με τις κουκλες στα χερια μας παιζαμε
μεσα στα δωματια
σαν νυφες
και με το ξημερωμα ερχονταν η μανα φωναζοντας
να μοιρασεις το μαλλι στις υφαντρες
και σου φωναζε και το παστο το κρεας να μοιρασεις
1b.25
αχ μικρες θυμασαι ποσο φοβομασταν τη Μορμω
που'χε μεγαλα στο κεφαλι αυτια και με τα τεσσερα ποδια
περπατουσε κι αλλαζε τη μια μετα την αλλη μορφη στην οψη
μα οταν πανω σε κρεβατι αντρα ανεβηκες τα παντα ξεχασες
οσ' απο μικρη μωρο απ'τη μανα σου ακουσες
1b.30
αγαπημενη μου Βαυκιδα σου πηρε τα μυαλα η Αφροδιτη
γι'αυτο και κλαιω πικρα δεν ειμαι στη κηδεια σου
τα ποδια μου δεν ειναι ελευθερα να φυγω απ'το δωματιο
ουτε να δω μπορω το νεκρο σου σωμα ουτε να θρηνησω
λυνοντας τα μαλλια μου
κοκκινιζω δεν μ'αφηνει η ντροπη
col. III
1b.35
απολαμβανει να ξεχυλιζει ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
παντοτε στα περασμενα[ε ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
δεκατος εννατος [⏔ –⏔ – χρονος]
Ηριννα αγαπημενη[ ⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
τη ροκα ψαχνει ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
1b.40
να ξερεις οτι[ ⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
γυροφερνουν[ ⏑ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒].
αυτα η ντροπη εμενα [⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
στις παρθενες[ ⏑ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
βλεπουν καθαρα[ (⏑) –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
1b.45
και τα μαλλια[ (⏑) –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
[γυναικες]με γριζα μαλλια,στα γεραματα,ανθη στους θνητους⌋]·
και συ αγαπημενη[ (⏑) –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
Βαυκίδα,κλαιω πικρα[ί –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒],
η φωτια[ ⏔ –⏔ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
1b.50
ουρλιαχτα,ακουγοντας (⏑) –⏔ –⏑⏑ –⏒].
Ὑμέν̣αιε ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
συχνα αγγιζουν ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
[π]ά̣νθ̣' ἑνός, ὦ Ὑμ[έναιε, ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒]
αχ, Βαυκὶδα,κακοτυχη ⏑ –⏔ –⏑⏑ –⏒].
.
.
.
.
.
Do.I can it.Liberty.In human conditions.to be .look at .the university.
- moonlight in lightin waters-a fish is moving into sea's word-ελληνικα θαλασσα-
Do it.one I.two you.all.ΠΟΛΙΤΕΙΑ.
.
.
.