.
.
GREEK POETRY
-Επιστροφη επίμονη στην Ελένη-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
Επιστροφη επίμονη στην Ελένη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
επιστροφη επιμονη στην Ελένη
το περιοδικό μόδας στο τραπεζι η γυάλα με το ψαρι το πορσελανινο ανθοδοχειο
ο καθρεφτης έδειχνε μια γυναικα μια άγνωστη σκέφτηκε έδειχνε τα χερια της
χρυσα δαχτυλίδια γελουσε ένα μαργαριταρενιο κολιέ στο λαιμό γαμήλιο δώρο στη Λισαβόνα
η' στη Ρώμη, πέρασαν από τότε χρόνια στην ιστορία,
στρατιώτες,φωτογραφία σε εφημερίδα, στα καράβια ανέβαιναν στην πάνω Ελλάδα ένα
παιδί τη φωνάζει μάνα ' μάνα που μας πάνε; ' δεν πρόλαβε να του μιλήσει βραδυασε την
απομακρυναν μαζί με τους άλλους
ανθρωπος μακραίνει από άνθρωπο κενό δωματιο το φεγγάρι εισβάλει απ' το
παραθυρο βουλιαζει στο κρεβάτι το σωμα της, τι λένε; γιατί δεν ακουει; ' η Ελένη ειμαι'
'ποια; ' ντράπηκε να επαναλάβει ενας αντρας , ιδιος, οξυγονοκολλουσε σιδερα
για να κοιμηθεί βγάζει το κεφαλι της τα χερια της τα πόδια της κλειδώνει τη πόρτα, να μη τη
δουν, αφήνει ανοικτό το φως,
ακούει το σφύριγμα ενός τρένου, ο πατερας, τότε, είχε ελιες κι αμπέλια, ο ηλιος τους έκαιγε,
αργότερα θα έρθει η μοδίστρα, βαριέται τις πρόβες,ότι είναι να γίνει ας γίνει γρήγορα, γιατί
τόσο θέατρο; ποιανού ματαιοδοξία εξυπηρετει;
ένα κίτρινο φύλλο αιωρείται στον αέρα, σε λίγο θ'αγγιξει το εδαφος, το αγγίζει τώρα,
ο άντρας απέναντι της μιλάει, σε κάποια άλλη γυναίκα, αφηγείται μια ιστορία, την ίδια την
άκουσε πολλές φορές, από ευγένεια δεν του το λέει, και πάντα αλλάζει το τέλος,
'ηρθε η μοδιστρα' της λένε, σηκωνεται, πάντα έχει μεγάλη αγωνία μην δεν βρει τα μέλη της,
ευτυχώς όλα είναι στη θέση τους, από μικρή την διδαξαν να μην προκαλεί,σε φθονουν άμα
ξεχωρίζεις,
το φεγγάρι τραβήχτηκε απο πάνω της, έμεινε μόνο η δαγκωματια του στο λαιμό της,
έδεσε ένα πορτοκαλι μαντηλι γυρω να την κρύψει, άνοιξε τη πόρτα και βγήκε,
την είδε στον καθρέφτη 'η Ελένη είσαι;' τη ρώτησε, 'ναι' απάντησε, και για να μην υπαρχει
αμφιβολία προσθεσε 'ναι εγώ ή Ελενη'
Επιστροφη επίμονη στην Ελένη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
επιστροφη επιμονη στην Ελένη το περιοδικό μόδας στο τραπεζι η γυάλα με το ψαρι το
πορσελανινο ανθοδοχειο ο καθρεφτης έδειχνε μια γυναικα μια άγνωστη σκέφτηκε έδειχνε
τα χερια της χρυσα δαχτυλίδια γελουσε ένα μαργαριταρενιο κολιέ στο λαιμό γαμήλιο δώρο
στη Λισαβόνα η' στη Ρώμη, πέρασαν από τότε χρόνια στην ιστορία,στρατιώτες,φωτογραφία
σε εφημερίδα, στα καράβια ανέβαιναν στην πάνω Ελλάδα ένα παιδί τη φωνάζει μάνα ' μάνα
που μας πάνε; ' δεν πρόλαβε να του μιλήσει βραδυασε την απομακρυναν μαζί με τους άλλους
ανθρωπος μακραίνει από άνθρωπο κενό δωματιο το φεγγάρι εισβάλει απ' το παραθυρο
βουλιαζει στο κρεβάτι το σωμα της, τι λένε; γιατί δεν ακουει; ' η Ελένη ειμαι' 'ποια; ' ντράπηκε
να επαναλάβει ενας αντρας ,ο ιδιος, οξυγονοκολλουσε σιδερα για να κοιμηθεί βγάζει το κεφαλι
της τα χερια της τα πόδια της κλειδώνει τη πόρτα, να μη τη δουν, αφήνει ανοικτό το φως,
ακούει το σφύριγμα ενός τρένου, ο πατερας, τότε, είχε ελιες κι αμπέλια, ο ηλιος τους έκαιγε,
αργότερα θα έρθει η μοδίστρα, βαριέται τις πρόβες,ότι είναι να γίνει ας γίνει γρήγορα, γιατί
τόσο θέατρο; ποιανού ματαιοδοξία εξυπηρετει;ένα κίτρινο φύλλο αιωρείται στον αέρα, σε λίγο
θ'αγγιξει το εδαφος,το αγγίζει τώρα,ο άντρας απέναντι της μιλάει, σε κάποια άλλη γυναίκα,
αφηγείται μια ιστορία, την ίδια την άκουσε πολλές φορές, από ευγένεια δεν του το λέει, και
πάντα αλλάζει το τέλος,' ηρθε η μοδιστρα' της λένε, σηκωνεται, πάντα έχει μεγάλη αγωνία μην
δεν βρει τα μέλη της, ευτυχώς όλα είναι στη θέση τους, από μικρή την διδαξαν να μην προκαλεί,
σε φθονουν άμα ξεχωρίζεις,το φεγγάρι τραβήχτηκε απο πάνω της,έμεινε μόνο η δαγκωματια
του στο λαιμό της,έδεσε ένα πορτοκαλι μαντηλι γυρω να την κρύψει,άνοιξε τη πόρτα και βγηκε,
την είδε στον καθρέφτη 'η Ελένη είσαι;' τη ρώτησε, 'ναι' απάντησε, και για να μην υπαρχει
αμφιβολία προσθεσε 'ναι εγώ ή Ελενη'
.
.
.
GREEK POETRY
-Επιστροφη επίμονη στην Ελένη-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.
Επιστροφη επίμονη στην Ελένη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
επιστροφη επιμονη στην Ελένη
το περιοδικό μόδας στο τραπεζι η γυάλα με το ψαρι το πορσελανινο ανθοδοχειο
ο καθρεφτης έδειχνε μια γυναικα μια άγνωστη σκέφτηκε έδειχνε τα χερια της
χρυσα δαχτυλίδια γελουσε ένα μαργαριταρενιο κολιέ στο λαιμό γαμήλιο δώρο στη Λισαβόνα
η' στη Ρώμη, πέρασαν από τότε χρόνια στην ιστορία,
στρατιώτες,φωτογραφία σε εφημερίδα, στα καράβια ανέβαιναν στην πάνω Ελλάδα ένα
παιδί τη φωνάζει μάνα ' μάνα που μας πάνε; ' δεν πρόλαβε να του μιλήσει βραδυασε την
απομακρυναν μαζί με τους άλλους
ανθρωπος μακραίνει από άνθρωπο κενό δωματιο το φεγγάρι εισβάλει απ' το
παραθυρο βουλιαζει στο κρεβάτι το σωμα της, τι λένε; γιατί δεν ακουει; ' η Ελένη ειμαι'
'ποια; ' ντράπηκε να επαναλάβει ενας αντρας , ιδιος, οξυγονοκολλουσε σιδερα
για να κοιμηθεί βγάζει το κεφαλι της τα χερια της τα πόδια της κλειδώνει τη πόρτα, να μη τη
δουν, αφήνει ανοικτό το φως,
ακούει το σφύριγμα ενός τρένου, ο πατερας, τότε, είχε ελιες κι αμπέλια, ο ηλιος τους έκαιγε,
αργότερα θα έρθει η μοδίστρα, βαριέται τις πρόβες,ότι είναι να γίνει ας γίνει γρήγορα, γιατί
τόσο θέατρο; ποιανού ματαιοδοξία εξυπηρετει;
ένα κίτρινο φύλλο αιωρείται στον αέρα, σε λίγο θ'αγγιξει το εδαφος, το αγγίζει τώρα,
ο άντρας απέναντι της μιλάει, σε κάποια άλλη γυναίκα, αφηγείται μια ιστορία, την ίδια την
άκουσε πολλές φορές, από ευγένεια δεν του το λέει, και πάντα αλλάζει το τέλος,
'ηρθε η μοδιστρα' της λένε, σηκωνεται, πάντα έχει μεγάλη αγωνία μην δεν βρει τα μέλη της,
ευτυχώς όλα είναι στη θέση τους, από μικρή την διδαξαν να μην προκαλεί,σε φθονουν άμα
ξεχωρίζεις,
το φεγγάρι τραβήχτηκε απο πάνω της, έμεινε μόνο η δαγκωματια του στο λαιμό της,
έδεσε ένα πορτοκαλι μαντηλι γυρω να την κρύψει, άνοιξε τη πόρτα και βγήκε,
την είδε στον καθρέφτη 'η Ελένη είσαι;' τη ρώτησε, 'ναι' απάντησε, και για να μην υπαρχει
αμφιβολία προσθεσε 'ναι εγώ ή Ελενη'
Επιστροφη επίμονη στην Ελένη-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
επιστροφη επιμονη στην Ελένη το περιοδικό μόδας στο τραπεζι η γυάλα με το ψαρι το
πορσελανινο ανθοδοχειο ο καθρεφτης έδειχνε μια γυναικα μια άγνωστη σκέφτηκε έδειχνε
τα χερια της χρυσα δαχτυλίδια γελουσε ένα μαργαριταρενιο κολιέ στο λαιμό γαμήλιο δώρο
στη Λισαβόνα η' στη Ρώμη, πέρασαν από τότε χρόνια στην ιστορία,στρατιώτες,φωτογραφία
σε εφημερίδα, στα καράβια ανέβαιναν στην πάνω Ελλάδα ένα παιδί τη φωνάζει μάνα ' μάνα
που μας πάνε; ' δεν πρόλαβε να του μιλήσει βραδυασε την απομακρυναν μαζί με τους άλλους
ανθρωπος μακραίνει από άνθρωπο κενό δωματιο το φεγγάρι εισβάλει απ' το παραθυρο
βουλιαζει στο κρεβάτι το σωμα της, τι λένε; γιατί δεν ακουει; ' η Ελένη ειμαι' 'ποια; ' ντράπηκε
να επαναλάβει ενας αντρας ,ο ιδιος, οξυγονοκολλουσε σιδερα για να κοιμηθεί βγάζει το κεφαλι
της τα χερια της τα πόδια της κλειδώνει τη πόρτα, να μη τη δουν, αφήνει ανοικτό το φως,
ακούει το σφύριγμα ενός τρένου, ο πατερας, τότε, είχε ελιες κι αμπέλια, ο ηλιος τους έκαιγε,
αργότερα θα έρθει η μοδίστρα, βαριέται τις πρόβες,ότι είναι να γίνει ας γίνει γρήγορα, γιατί
τόσο θέατρο; ποιανού ματαιοδοξία εξυπηρετει;ένα κίτρινο φύλλο αιωρείται στον αέρα, σε λίγο
θ'αγγιξει το εδαφος,το αγγίζει τώρα,ο άντρας απέναντι της μιλάει, σε κάποια άλλη γυναίκα,
αφηγείται μια ιστορία, την ίδια την άκουσε πολλές φορές, από ευγένεια δεν του το λέει, και
πάντα αλλάζει το τέλος,' ηρθε η μοδιστρα' της λένε, σηκωνεται, πάντα έχει μεγάλη αγωνία μην
δεν βρει τα μέλη της, ευτυχώς όλα είναι στη θέση τους, από μικρή την διδαξαν να μην προκαλεί,
σε φθονουν άμα ξεχωρίζεις,το φεγγάρι τραβήχτηκε απο πάνω της,έμεινε μόνο η δαγκωματια
του στο λαιμό της,έδεσε ένα πορτοκαλι μαντηλι γυρω να την κρύψει,άνοιξε τη πόρτα και βγηκε,
την είδε στον καθρέφτη 'η Ελένη είσαι;' τη ρώτησε, 'ναι' απάντησε, και για να μην υπαρχει
αμφιβολία προσθεσε 'ναι εγώ ή Ελενη'
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου