.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
-Μενανδρου Επιτρεποντες-Η Υποθεση Περιληπτικα εις Συμμεικτην Απταιστον Γλωσσαν
-δια τον ληρον υποθετικον φλυακαν χ.ν.κουβελης-
και[μια αλλη πραγματι-κοτερη βιο-τερη μεταφραση χ.ν.κουβελης]-
.
Αβροτονος-εταιρα-στους Επιτρεποντες του Μενανδρου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Μενανδρος[Κηφισια 342 π.Χ-Πειραιας 292 π.Χ],μεγαλος Ελληνας κωμωδιογραφος της
Νεας Αττικης Κωμωδιας,σπουδασε στη Περιπατικη Σχολη του Αριστοτελη με δασκαλο
τον Θεοφραστο,ειχε φιλο και τον Επικουρο και τον Δημητριο Φαληρεα,ηταν ανηψιος του
Αλεξις ποιητη της Μεσης Κωμωδιας,εγραψε πανω απο εκατο κωμωδιες,τα θεματα του
ηταν ρεαλιστικα,παθη,ελαττωματα,ερωτες,μιση,αρετες,...,γραμμενα στην απλη καθημερι-
νη γλωσσα,το 321 π.Χ ανεβηκε το πρωτο εργο του 'Οργη',εχει σωθει ολοκληρη η κωμωδια
του Δυσκολος[το 316 π.Χ α' βραβειο],και σχεδον ολοκληρες οι κωμωδιες Επιτρεποντες,
Σαμια,Περικειρομενη,αλλα εργα του:Σικυωνιοι,Ασπις,Μισούμενος,Γεωργός,Ήρως,
Κόλαξ,Φάσμα[αποσπασματικα]
Το 291 π.Χ πνιγηκε κολυμπωντας στη Φρεαττυδα στον Πειραια,
.
Μενανδρου Επιτρεποντες-Η Υποθεση Περιληπτικα εις Συμμεικτην Απταιστον Γλωσσαν
-δια τον ληρον υποθετικον φλυακαν χ.ν.κουβελης
εγιναν αρμοδιως οι γαμοι του Χαρισιου και της Παμφιλης του Αθηναιου Σμικρινη με
γλεντια με τραγουδια και με νταουλια και χορους κι ο Χαρισιος εκανε πενταμηνο
ταξιδακι εμπορικων συμφεροντων κι επιστρεφοντας ξαφνηκα κι εμβροντητα βρηκε μωρο
καλοριζικο στη κουνια μπελα πενταμηνητικο στο μετρημα μπασταρδικο φως φαναρ' κι
επειδη για τους εννια μηνους τους σωστους ελλειπαν τεσσερις στρογγυλοι μηνες στα
δακτυλα,να στα μουτρα του,που δεν θα'χει να βγει στην αγορα,εβγαλε το φυσικο κι
αναγκαιο συμπερασμα πως του'βαλε η Παφιλη κερατα βγαζοντας τα ματια της μ'αλλον κι
εψαχνε στο κουτελο τις πολυ εμφανεις ενδειξεις κερατων οστων και μην αντεχοντας την
δυσβασταχτη ντροπη και τη ξεφτιλα και το περιγελο κατεληξε θαμωνας παννυχιος και
ολημεριος στην υπογεια του Χαιρεσιφρονα ταβερνα να πινει του σκασμου να ξεχασει τον
πονο του παρεα με μπολικα τηγανιστα και πιπερατα κοκκινιστα φαγια και την μαγγιορα
Αβροτονον εταιραν συντροφια κι αγκαλια,κι επειδη κατασπαταλουσε τη προικα δεοντως,
ασυστολως ασωτως και νομιμως πλην βεβαιως ανομως δια τον αυστηρων κι ηθικων
αρχων πενθερον του Σμικρινην εκεινος καθημερινως βαζοντας σαφη πικρολογα στην
Παμφιλη τον κατεκρινε σφοδρα,της πιπιλιζε το μυαλο,ο πεισας ο δειξας,και να τον
παρατησει οπως κι αυτος την παρατησε με μωρο στην αγκαλια,στη κουνια,να τον
μουτζωξει, τον αθλιο,τον χαλαστη τον αφανιστη τον αφαιρεστηι της περιουσιας του,
ποιησει προς αφαιρεσιν τουτου και ετερον αν ευρησει τουτη προς προσθεσιν,
ομως εκεινη αγρον ηγοραζε και δεν ακουε εις τα ωτα τα τοιουτα,επει γαρ η τοιουτη
εκεινη κρυφα κρατουσε μυστικο κι αθωα περιστερα δεν ηταν ως επαιζε το ρολο της,κι ο
Σμικρινης σκυλιαζε κι ηθελε νομιμως να τον προσαγει σε δικην περι τεθλασμενης
μη ευθειας διαγωγης και τετελεσμενης ασωτειας πορνειας και των λοιπων συναφων
συμπαμαρτηματων να κολασθει δεινως και να εκδωθει εις βαρος του διαζυγιον και
επιπροσθετως να πληρωνει και διατροφη του κερατος ο παλιο κερατας,ειχε αυτο το
δικαιωμα με το παραπανω ο Σμικρινης,ο Αθηναικος νομος οριζε τουτο σαφως:
ο νομιμος κυριος πραγματων,π.χ γυναικων,θυγατερων,χωραφιων,σπιτιων,αμαξων,δουλων
και λοιπων πραγματων του παρεχεται πληρες το δικαιωμα και τα ενδικα μεσα να τα
προφυλασσει και να τα προασπιζει δια του νομου,τελειος νομος σοφοτατος να σου
πετυχει,δεν λεγω,τοτε στα ζορικα που θα τυχαιναν,ν'αντιγραψουμε και μικρον τον
συναδελφο Ευριπιδη,ως απο μηχανης θεοι εμφανισθηκαν επι σκηνης δυο μαντραχαλοι
ενας γιδοβοσκος,αιπολος στο αρχαιο κειμενο,κι ενας μουτζουρομενος καρβουνας,αυτοι,
που λετε,λογομαχουσαν σαν κοκκορια για καποιο παρατημενο παιδι,εκθετο,μουλικο πως
νυν το λενε,το βρηκε,λεγει,ο ενας,με βουλα φυσει ανευθυνος,ο αιπολος, στο δασος κι
εξυπνα το φορτωσε στον αλλον,εναν ευαισθητο κλαψουριαρη ατεκνο,καρβουνα κι επειτα
ο δευτερος ο ευαισθητος ντε μυριστηκε το γλυκο, την ανωτερη ταξικη προελευση του
παιδιου και γυρισε στο πρωτο ανευθυνο αιπωλο και ζητουσε λογαριασμο,και μηπως
πωλησε,κατι λεει περιδεραια χρυσα και η' κατι τετοια μωροδιστικα που συνηθουνε να
φορτωνουν τα μωρα,και να του τα παραδωσει ακεραια κι ανεπαφα γιατι λεει ανηκουν εξ
ολοκληρου και αναφαιρετως στο παιδιον και πως οταν αυτο μεγαλωσει θα πορευθει
στους ατραπους του βιου,που τοσος αθεμιτος συναγωνισμος υπαρχει,να γινει,διαολε,
βασιλιας,κυνηγος λιονταριων,αθλητης,οτι τελος παντων γουσταρει και ταιριαζει σε
τηλικουτους γεννημενους ανωτερους και προνομιουχους κι ειναι μεγαλο κι ασυγχωρητο
κριμα το παιδι να μεινει γιδι και ξυλο απελεκητο και καθυστερημενο,νηπιο,και στο λαμο
τους θα το'χουν βαρος βαρυ,ασε που μπορει να παντρευτει την αδελφη του,να μη
ελευθερωσει την δουλα μανα του που σφουγγαριζει σκαλες και ξενοπλενει σε σπιτια
πλουσια,ουτε τον χαμενο αδελφο του να ξαναβρει,και να μην τα γελαει για μελο αυτα,
ο αιπολος, και μυθιστορηματα γιατι η πραγματικη ζωη,του λεει ο καρβουνας, βριθει
τετοιων συμβαντων,εχει μια ελπιδα το παιδι ,κρεμεται απ'αυτη και δεν κανει να του την
κοψουμε,να το παρουμε στο λαιμο μας,λεει,μαζι μ'αυτο κι εμας,κι επειδη τα λεφτα ειναι
πολλα κι η επενδυση στο μελλον μεγαλη κι ελπιδοφορα με σιγουρα πολλα και μεγαλα
τα κερδη και να μην αποβει ανθραξ ο θησαυριος θα πιανονταν ο γιδοβοσκος αιπολος
κι ο ανθρακευς καρβουνας στα χερια και θα'πεφτε το ξυλο της αρκουδας,δεν συνεφερνε η
μηδεν αγαν ακροτητα,η που πουθενα δεν αγουσα αντιπαλοτητα,παρα σε ζημια,και τοτε
ειχαν ενα κλικ,τη φαεινη ιδεα δηλαδη να ζητησουν επιτροπο της δικης να κρινει την αλυτη
υποθεση τους κι αμεσως οι τυχερακιδες τον βρηκαν μπροστα στα ποδια τους ,τι τυχαια
συμπτωσις!,στο προσωπο του Σμικρινη,πατερα της αθωας περιστερας κι αβγαλτης
Παμφιλης του θυματος δηλαδη της υποθεσης και πενθερου αυτου του καργιολη και
ρεμαλι Χαρισιου,και προς αποφυγην ακρατης φλυαριας,απορου φλυακος,ας ερθουμε στο
ζουμι και στο δια ταυτα,εμπροσθεν του δικαιου κριτου κι αμεροληπτου επιτροπου κυριου
κυριου Σμικρινη παρουσιαθηκαν την σημερον δυοιν διαδικοι,ο αιπολος Δαος και ο
ανθρακευς Συρισκος, με πληρεις επιχειρηματων και αντεπιχειρηματων λογους κι αντι-
λογους,δετους κι αλυτους,κι ακροαζοντας αυτους επισταμενως ο επικριτης επιτροπος και
ζυγιζοντας τη ζυγαρια ζυγισε δικαια ιση ορθη κριση και ετυμογορησε:
το παιδιον να'χει ο ατεκνος ευαισθητος ανθρακευς που τ'ανατρεφει και νοιαζεται με
θαυμαστο ζηλο το μελλον του και να του αποδωσουν καταλεπτως τα ευρεμενα μετρημενα
και καταχωρημενα εν πρωτοκολλω τη... τα στολιδια και τα γνωρισματα,ας ειν' και ληρα
και φο μπιζου,επει το παιδιον φυγειν μελλον αγλαες αδυνατον εστι ,κι εκεινος ο αιπολος
ο με τη βουλα ανευθυνος να αφαιρεθει τα παντα και να γυρισει στο γρεκι του στα γιδια
του και στα τυρια στα βουτυρα και στα ξινογαλακια του απρακτος ο πονηρος,να του γινει
νομιμως αφαιρεσις,να ζησει αυτος καλα στη φτωχεια στα τσιμπουρια του ως πριν κι εμεις
πολυ καλυτερα απο πριν στα πλουτη κι ετσι εγινε σεβαστη,ας εκαναν κι αλλιως,θα τους
κατακαθιζε η βακτηρια,η ιση κριση,η ισονομια του απαν απανταχουν,και θα μενε το
πραγμα εκει ως διευθυτηθηκε αν απο κει και περα δεν εβγαιναν κι αλλα,δεν ανοιγε ο
ασκος του αιπολου,του αιολου ηθελα να πω, για να συν-δεσουν με την ιστορια μοιχειας
Παμφιλης-Χαρισιου,τι αλυτη θα μενε αυτη,τωρα που ο τροχος των φρεσκων σαν συκα
γεγονοτων γυριζει;το εργο εχει οπωσδηποτε συνοχη,αρχη μεση και τελος αριστοτελικα
τω τροπω τελειοτητα,ισως και εντελεχεια,αταλαντος δεν ειν'ο ποιητης,κι ας μεχρι τωρα
εσεις οι κακομαθημενοι κι αχαριστοι θεατες χαιρεκακα σχολιαζεται ,''τι θελει να πει ο
ποιητης;'',κι υστερα η Παμφιλη,ακουγωντας την θλιβερη και πονεμενη ιστορια του εκθετου
μωρου απο κουτσομπολιο του πατερας της Σμικρινη σ'αυτην,λαμογιο δικαστης να σου
πετυχει που δεν σεβαστηκε τα ευαισθητα προσωπικα δεδομενα του αμοιρου παιδιου,
την δεοντολογια,τελος παντων,να εκφρασθουμε αυστηρως δικηγοριστικα,κι ανοιγωντας το
κουτακι ξερασε ολα τα γνωστα,και τοτ'ακουγωντας ,ως εκ θαυματος,ανοιξαν διαπλατα οι
θυρες των απωθημενων εσωψυχων και ξεχυθηκε σκοτεικο ορμητικο τα καταπιεσμενο
ασυνειδητο της αξιερασμιας Παμφιλης και θυμηκε στο πανηγυρι στα Ταυροπολια της
Αρτεμιδος καθαρα την ακρατη κραιπαλης με τις αλλες παρθενες κοπελες και τον προ
εννεαμηνου βιασμο της,ακουσιως η' εκουσιως αβιαστο η ψυχουλα της το ξερει,μεθυσμενη
κι απροστατευτη ως ειχεν η μοσχουλα δεχτηκε σεξιστικη επιθεση απο μεθυσμενο κι
ορμητικον νεαρον ταυριασμενον,κουτρουβαλιασθηκαν οι δυο χαμαι κι ιδου ο αμαρτωλος
καρπος της κοιλιας της στη κουνια νιαου νιαου αψευδης μαρτυς κι ιδου ο Χαρισιος
ταυρος,μ'αιχμηρο κερας,η' κερατα στον πληθυντικο αριθμο,κι ο Σμικρινης εξυπνος
ανθρωπος οντας χειρισθηκε πονηρα το θεμα,εβαλε ενα δικο του ανθρωπο του να
πλησιασει τον Χαρισιο εκει μεσ'στην υπογεια τη ταβερνα που μεσ'σε καπνους και σε
βρισιες ξημεροβραδυαζονταν ο εριφης και να κατορθωσει επιδεξιως ν'αποσπασει
τον αλκοολικο κι ακολαστο Χαρισιο απ'τις καυτερες σαλτσες κι απ'τα καυτα φιλια και
ζουμερα της Αβροτονας,να του'πε ,απο δω κι απο κει το φερνε,δεν φταιει η καημενη η
Παμφιλη,θυμα βιασμου ειναι,τον ατιμο που το'κανε,κρεμασμα θελει,,και να γυρισεις
σπιτι,να τα'χεις ολα,δουλα σου θα'ναι,στα ωπα ωπα θα σ'εχει κι ο πενθερος σου ο
Σμικρινης,καλος ανθρωπος ειναι και σ'αγαπαει,λιγο τσιγκουνης και γκρινιαρης αλλα
θ'αλλαξει για παρτη σου,χαλι να τον πατησεις θα γινει,θα σου φερνει και θα σε ταιζει
και του πουλιου το γαλα,και τοτε,ως εκ θαυματος,μπαμ κατακεφαλα του'ρθε και πανε
σκορπισαν τα κερατα εξ ων συνετεθησαν,φτου μου εγω'μαι ο αθλιος αιτιος εκεινης
της αμαρτωλης κι ελευθεριας νυχτος,πειρασμος,θυμαμαι,η Παμφιλη,διοκομματος,μηπως
ηξερα τοτε ποια ηταν,της ριχτηκα μανιωδως,η φυσις προσταζε,ορμητικα την εσπειρα και
καρπισε πενταμηνητικο νιαου νιαου,δες τι παθαινεις οταν εισαι στουπι στο μεθυσι,
θυμοσοφισε,απο νανιαρο ανεμελο ξυπνας μπαμπας με σκοτουρες,δεν ξερεις και που τα
βαζεις,κι αντε υστερα να τα μαζωξεις μπορεις,που κλινειν και που στηνειν,αμαχανον
ερπετον ερως,ετσι φιλοσοφικως σκεπτομενος μετανοησε και μαζωχτηκε στην οικια,
οικογενειαρχης,και χαζομπαμπας του πενταμηνιατικου που στην ουσια ηταν εννια-
μηνιατικο,νομιμο βεβαια εν τελει κι οχι νοθο,και παλευει με τα μπιμπερα και τις πανες
βρακακι να το εκτρεφσει,κι οσο για κοσμον και γνωρισματα ως τωρα βλεπει πολυ κοσμον
...κακα,μυρωδικα γνωρισματα αυτα,
κι ηρθε η ωρα κι η στιγμη να περατωθει η περιληψη αυτη,που μαλλον περιληψη δεν την
κανεις αλλα μαλλον κανονικο εργο,μαλλον αταλαντο και φλυαρο,λιαν φλυαξ,κουαξ κουαξ,
ενος ελλασονος ποιητου μωροφιλοδοξιων μακρυγορια,
ουκουν ειρηκα,
.
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
φεύγεις τὸ δίκαιον.
(ΔΑΟΣ)
δυστυχής.
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν τὰ μὴ σά.
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπιτρεπτέον τινί
ἐστι περὶ τούτων.
(ΔΑΟΣ)
220 βούλομαι· κρινώμεθα.
(ΣΥΡΟΣ)
τίς οὖν;
(ΔΑΟΣ)
ἐμοὶ μὲν πᾶς ἱκανός. δίκαια δὲ
πάσχω· τί γάρ σοι μετεδίδουν;
(ΣΥΡΟΣ)
τοῦτον λαβεῖν
βούλει κριτήν;
(ΔΑΟΣ)
ἀγαθῇ τύχῃ.
(ΣΥΡΟΣ)
πρὸς τῶν θεῶν,
βέλτιστε, μικρὸν ἂν σχολάσαις ἡμῖν χρόνον;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὑμῖν; περὶ τίνος;
(ΣΥΡΟΣ)
225 ἀντιλέγομεν πρᾶγμά τι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τί οὖν ἐμοὶ μέλει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτὴν τούτου τινὰ
ζητοῦμεν ἴσον· εἰ δή σε μηδὲν κωλύει,
διάλυσον ἡμᾶς.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὦ κάκιστ᾽ ἀπολούμενοι,
δίκας λέγοντες περιπατεῖτε, διφθέρας
ἔχοντες;
(ΣΥΡΟΣ)
230 ἀλλ᾽ ὅμως. τὸ πρᾶγμ᾽ ἐστὶν βραχύ,
καὶ ῥᾴδιον μαθεῖν. πάτερ, δὸς τὴν χάριν·
μὴ καταφρονήσῃς, πρὸς θεῶν. ἐν παντὶ δεῖ
καιρῷ τὸ δίκαιον ἐπικρατεῖν ἁπανταχοῦ,
καὶ τὸν παρατυγχάνοντα τούτου τοῦ μέρους
235 ἔχειν πρόνοιαν κοινόν ἐστι τῷ βίῳ
πάντων.
ΔΑΟΣ
μετρίῳ γε συμπέπλεγμαι ῥήτορι.
τί γὰρ μετεδίδουν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐμμενεῖτ᾽ οὖν, εἰπέ μοι,
οἷς ἂν δικάσω;
ΣΥΡΟΣ
πάντως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀκούσομαι· τί γὰρ
τό με κωλύον; σὺ πρότερος ὁ σιωπῶν λέγε.
ΔΑΟΣ
240 μικρόν γ᾽ ἄνωθεν, οὐ τὰ πρὸς τοῦτον μόνον
πραχθένθ᾽, ἵν᾽ ᾖ σοι καὶ σαφῆ τὰ πράγματα.
ἐν τῷ δασεῖ τῷ πλησίον τῶν χωρίων
τούτων ἐποίμαινον τριακοστὴν ἴσως,
βέλτιστε, ταύτην ἡμέραν αὐτὸς μόνος
245 κἀκκείμενον παιδάριον εὗρον νήπιον
ἔχον δέραια καὶ τοιουτονί τινα
κόσμον.
(ΣΥΡΟΣ)
περὶ τούτων ἐστίν.
ΔΑΟΣ
οὐκ ἐᾷ λέγειν.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐὰν λαλῇς μεταξύ, τῇ βακτηρίᾳ
καθίξομαί σου.
(ΣΥΡΟΣ)
καὶ δικαίως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λέγε.
(ΔΑΟΣ)
λέγω.
250 ἀνειλόμην, ἀπῆλθον οἴκαδ᾽ αὔτ᾽ ἔχων,
τρέφειν ἔμελλον. ταῦτ᾽ ἔδοξέ μοι τότε·
ἐν νυκτὶ βουλὴν δ᾽, ὅπερ ἅπασι γίνεται,
διδοὺς ἐμαυτῷ διελογιζόμην· ἐμοὶ
τί παιδοτροφίας καὶ κακῶν; πόθεν δ᾽ ἐγὼ
255 τοσαῦτ᾽ ἀναλώσω; τί φροντίδων ἐμοί;
τοιουτοσί τις ἦν. ἐποίμαινον πάλιν
ἕωθεν. ἦλθεν οὗτος —ἐστὶ δ᾽ ἀνθρακεύς—
εἰς τὸν τόπον τὸν αὐτὸν ἐκπρίσων ἐκεῖ
στελέχη· πρότερον δέ μοι συνήθης ἐγεγόνει.
260 λαλοῦμεν ἀλλήλοις. σκυθρωπὸν ὄντα με
ἰδών, «τί σύννους» φησὶ «Δᾶος;» «τί γάρ;» ἐγώ,
«περίεργός εἰμι,» καὶ τὸ πρᾶγμ᾽ αὐτῷ λέγω,
ὡς εὗρον, ὡς ἀνειλόμην. ὁ δὲ τότε μὲν
εὐθὺς πρὶν εἰπεῖν πάντ᾽ ἐδεῖθ᾽, «οὕτω τί σοι
265 ἀγαθὸν γένοιτο Δᾶε» παρ᾽ ἕκαστον λέγων,
«ἐμοὶ τὸ παιδίον δός. οὕτως εὐτυχής,
οὕτως ἐλεύθερος. γυναῖκά» φησι «γὰρ
ἔχω, τεκούσῃ δ᾽ ἀπέθανεν τὸ παιδίον»,
ταύτην λέγων, ἣ νῦν ἔχει τὸ παιδίον.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐδέου σύ γ᾽;
(ΔΑΟΣ)
270 ἱκετεύων ὅλην τὴν ἡμέραν
κατέτριψε. λιπαροῦντι καὶ πείθοντί με
ὑπεσχόμην. ἔδωκ᾽, ἀπῆλθεν μυρία
εὐχόμενος ἀγαθά· λαμβάνων μου κατεφίλει
τὰς χεῖρας. ἐπόεις ταῦτα;
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπόουν.
(ΔΑΟΣ)
ἀπηλλάγη.
275 μετὰ τῆς γυναικὸς περιτυχών μοι νῦν ἄφνω
τὰ τότε συνεκτεθέντα τούτῳ —μικρὰ δὲ
ἦν ταῦτα καὶ λῆρός τις, οὐθέν— ἀξιοῖ
ἀπολαμβάνειν καὶ δεινὰ πάσχειν φήσ᾽, ὅτι
οὐκ ἀποδίδωμ᾽, αὐτὸς δ᾽ ἔχειν ταῦτ᾽ ἀξιῶ.
280 ἐγὼ δέ γ᾽ αὐτόν φημι δεῖν ἔχειν χάριν
οὗ μετέλαβεν δεόμενος· εἰ μὴ πάντα δὲ
τούτῳ δίδωμ᾽, οὐκ ἐξετασθῆναί με δεῖ.
εἰ καὶ βαδίζων εὗρεν ἅμ᾽ ἐμοὶ ταῦτα καὶ
ἦν κοινὸς Ἑρμῆς, τὸ μὲν ἂν οὗτος ἔλαβ[εν ἄν,
285 τὸ δ᾽ ἐγώ· μόνου δ᾽ εὑρόντος, οὐ παρὼν τ̣[ότε
ἅπαντ᾽ ἔχειν οἴει σε δεῖν, ἐμὲ δ᾽ οὐδὲ ἕν;
τὸ πέρας· δέδωκά σοι τι τῶν ἐμῶν ἐ[γώ·
εἰ τοῦτ᾽ ἀρεστόν ἐστί σοι, καὶ νῦν ἔχε·
εἰ δ᾽ οὐκ ἀρέσκει, μετανοεῖς δ᾽, ἀπόδος πάλιν
290 καὶ μηδὲν ἀδίκει μηδ᾽ ἐλαττοῦ. πάντα δέ,
τὰ μὲν παρ᾽ ἑκόντος, τὰ δὲ κατισχύσαντά με,
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν. εἴρηκα τόν γ᾽ ἐμὸν λόγον.
(ΣΥΡΟΣ)
εἴρηκεν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
οὐκ ἤκουσας; εἴρηκεν.
ΣΥΡΟΣ
καλῶς.
οὐκοῦν ἐγὼ μετὰ ταῦτα. μόνος εὗρ᾽ οὑτοσὶ
295 τὸ παιδίον, καὶ πάντα ταῦθ᾽ ἃ νῦν λέγει
ὀρθῶς λέγει, καὶ γέγονεν οὕτως, ὦ πάτερ.
οὐκ ἀντιλέγω. δεόμενος, ἱκετεύων ἐγὼ
ἔλαβον παρ᾽ αὐτοῦ τοῦτ᾽· ἀληθῆ γὰρ λέγει.
ποιμήν τις ἐξήγγειλέ μοι, πρὸς ὃν οὑτοσὶ
300 ἐλάλησε, τῶν τούτῳ συνέργων, ἅμα τινὰ
κόσμον συνευρεῖν αὐτόν· ἐπὶ τοῦτον, πάτερ,
αὐτὸς πάρεστιν οὑτοσί. —τὸ παιδίον
δός μοι γύναι.— τὰ δέραια καὶ γνωρίσματα
οὗτός σ᾽ ἀπαιτεῖ Δᾶ᾽· ἑαυτῷ φησι γὰρ
305 ταῦτ᾽ ἐπιτεθῆναι κόσμον, οὐ σοὶ διατροφήν.
κἀγὼ συναπαιτῶ κύριος γεγενημένος
τούτου· σὺ δ᾽ ἐπόησάς με δούς. νῦν γνωστέον
βέλτιστέ σοι ταῦτ᾽ ἐστίν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
τὰ χρυσί᾽ ἢ ταῦθ᾽ ὅ τι ποτ᾽ ἐστὶ πότερα δεῖ
310 κατὰ τὴν δόσιν τῆς μητρός, ἥτις ἦν ποτε,
τῷ παιδίῳ τηρεῖσθ᾽, ἕως ἂν ἐκτραφῇ,
ἢ τὸν λελωποδυτηκότ᾽ αὐτὸν ταῦτ᾽ ἔχειν,
εἰ πρῶτος εὗρε τἀλλότρια. τί οὖν τότε,
ὅτ᾽ ἐλάμβανον τοῦτ᾽, οὐκ ἀπῄτουν ταῦτά σε;
315 οὔπω παρ᾽ ἐμοὶ τότ᾽ ἦν ὑπὲρ τούτου λέγειν.
ἥκω δὲ καὶ νῦν οὐκ ἐμαυτοῦ σ᾽ οὐδὲ ἓν
ἴδιον ἀπαιτῶν. κοινὸς Ἑρμῆς; μηδὲ ἓν
εὕρισχ᾽, ὅπου πρόσεστι σῶμ᾽ ἀδικούμενον·
οὐχ εὕρεσις τοῦτ᾽ ἔστιν ἀλλ᾽ ἀφαίρεσις.
320 βλέψον δὲ κἀκεῖ, πάτερ· ἴσως ἔσθ᾽ οὑτοσὶ
ὁ παῖς ὑπὲρ ἡμᾶς καὶ τραφεὶς ἐν ἐργάταις
ὑπερόψεται ταῦτ᾽, εἰς δὲ τὴν αὑτοῦ φύσιν
ᾄξας ἐλεύθερόν τι τολμήσει πονεῖν,
θηρᾶν λέοντας, ὅπλα βαστάζειν, τρέχειν
325 ἐν ἀγῶσι. τεθέασαι τραγῳδούς, οἶδ᾽ ὅτι,
καὶ ταῦτα κατέχεις πάντα. Νηλέα τινὰ
Πελίαν τ᾽ ἐκείνους εὗρε πρεσβύτης ἀνὴρ
αἰπόλος, ἔχων οἵαν ἐγὼ νῦν διφθέραν,
ὡς δ᾽ ᾔσθετ᾽ αὐτοὺς ὄντας αὑτοῦ κρείττονας,
330 λέγει τὸ πρᾶγμ᾽, ὡς εὗρεν, ὡς ἀνείλετο.
ἔδωκε δ᾽ αὐτοῖς πηρίδιον γνωρισμάτων,
ἐξ οὗ μαθόντες πάντα τὰ καθ᾽ αὑτοὺς σαφῶς
ἐγένοντο βασιλεῖς οἱ τότ᾽ ὄντες αἰπόλοι.
εἰ δ᾽ ἐκλαβὼν ἐκεῖνα Δᾶος ἀπέδοτο,
335 αὐτὸς ἵνα κερδάνειε δραχμὰς δώδεκα,
ἀγνῶτες ἂν τὸν πάντα διετέλουν χρόνον
οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει.
οὐ δὴ καλῶς ἔχει τὸ μὲν σῶμ᾽ ἐκτρέφειν
ἐμὲ τοῦτο, τὴν [δὲ] τοῦδε τῆς σωτηρίας
340 ἐλπίδα λαβόντα Δᾶον ἀφανίσαι, πάτερ.
γαμῶν ἀδελφήν τις διὰ γνωρίσματα
ἐπέσχε, μητέρ᾽ ἐντυχὼν ἐρρύσατο,
ἔσωσ᾽ ἀδελφόν. ὄντ᾽ ἐπισφαλῆ φύσει
τὸν βίον ἁπάντων τῇ προνοίᾳ δεῖ, πάτερ,
345 τηρεῖν, πρὸ πολλοῦ ταῦθ᾽ ὁρῶντ᾽ ἐξ ὧν ἔνι.
ἀλλ᾽ «ἀπόδος, εἰ μή» φησ᾽ «ἀρέσκει.» τοῦτο γὰρ
ἰσχυρὸν οἴεταί τι πρὸς τὸ πρᾶγμ᾽ ἔχειν.
οὐκ ἔστι δίκαιον· εἴ τι τῶν τούτου σε δεῖ
ἀποδιδόναι, καὶ τοῦτο πρὸς ζητεῖς λαβεῖν,
350 ἵν᾽ ἀσφαλέστερον πονηρεύσῃ πάλιν,
εἰ νῦν τι τῶν τούτου σέσωκεν ἡ Τύχη;
εἴρηκα. κρῖνον ὅ τι δίκαιον νενόμικας.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀλλ᾽ εὔκριτ᾽ ἐστί· πάντα τὰ συνεκκείμενα
τοῦ παιδίου ᾽στί. τοῦτο γινώσκω.
(ΔΑΟΣ)
καλῶς·
τὸ παιδίον δέ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
355 οὐ γνώσομ᾽ εἶναι μὰ Δία σοῦ
τοῦ νῦν ἀδικοῦντος, τοῦ βοηθοῦντος δὲ καὶ
ἐπεξιόντος τἀδικεῖν μέλλοντί σοι.
(ΣΥΡΟΣ)
πόλλ᾽ ἀγαθά σοι γένοιτο.
(ΔΑΟΣ)
δεινή γ᾽ ἡ [κρίσις
νὴ τὸν Δία τὸν Σωτῆρ᾽· ἅπανθ᾽ εὑρὼν [ἐγὼ
360 ἅπαντα περιέσπασμ᾽. ὁ δ᾽ οὐχ εὑρὼν ἔχει.
οὐκοῦν ἀποδιδῶ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
φημί.
.
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
αποφευγεις το δικαιο.
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης
δεν πρεπει συ να'χεις τα μη δικα σου.
(ΣΥΡΟΣ)
επιτραπος πρεπει καποιος
να'ναι περι τουτων
(ΔΑΟΣ)
το θελω,να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον;
(ΔΑΟΣ)
σε με μεθθν ο πασαενας ικανος,δικαια δε
παθαινω,γιατι με σε να μοιρασω;
(ΣΥΡΟΣ)
τουτον να λαβουμε
θελεις κριτη;
(ΔΑΟΣ)
καλη τυχη
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,
καλε μου ανθρωπε,λιγο αν μπορεις να σπαταλισεις για μας χρονο;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;περι τινος;
(ΣΥΡΟΣ)
αντιλεγουμε για καποιο πραγμα.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και τι λοιπον εμενα με μελει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη για τουτο καποιον
ζητουμε ισα να κρινει.κι αν βεβαια σε τιποτα δεν εμποδιζει,
ξεδιαλυσε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι
για δικες λεγοντες περπατατε,τομαρια
φορωντας;
(ΣΥΡΟΣ)
αλλ'ομως .το πραγμα ειναι συντομο,
κι ευκολο να καταλαβεις,πατερ,δος τη χαρι,
μη καταφρονησεις,να σ'εχουν καλα οι θεοι,σε καθε πρεπει
καιρο το δικαιο να επικρατει απανταχου,
κι ο παρατυγχανοντας τουτης της μοιρασιας
να'χει προνοια,κοινο ειναι στο βιο
παντων
ΔΑΟΣ
με μετρημενο μπερδευομαι ρητορα.
γιατι να μοιρασω;;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
θα τηρησετε λοιπον,πεστε μου,
οσα αν δικασω;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ας ακουσω,τι λοιπον
να μ'εμποδισει;συ πρωτος ο σιωπων λεγε
ΔΑΟΣ
λιγο παραπανω στα περασμενα,οχι αυτα που με τουτον μονον
πραχθηκαν,για να'ναι σε σε και σαφη τα πραγματα.
στο δασος στο πλησιον των χωραφιων
τουτων εβοσκα τριακοστη μερα απο τωρα ισως,
καλε μου ανθρωπε,ταυτην την ημερα εγω μονος
κει εγκαταλειμενο παιδακι βρηκα νηπιο
εχον περιδεραια και τετοια αλλα καποια
κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
περι τουτων ειναι
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
εαν λαλας διακοπτοντας,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω κατω
(ΣΥΡΟΣ)
και δικαια
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,πηγα στο σπιτι αυτο εχοντας,
να τ'αναθρεψω σκοπευα.τουτα πιστευα εγω τοτε,
μεσ'τη νυχτα αποφαση,οπως σ'απαντες γινεται,
εβγαλα με τον εαυτο μου διαλογιζομενος,για με
τι παιδοτροφια και βασανα;απο που δ'εγω
τοσα να ξοδεψω;τι φροντιδες για με;
τετοια ειναι.εβοσκα παλι
απ'την αυγη.ηρθ'αυτος-ειναι δε καρβουνας-
στον τοπο τον ιδιο πριονιζοντας εκει
κορμους,απο πριν σε με γνωστος ειχε γινει,
λαλουσαμε ο ενας στον αλλον,σκυθρωπο οντα μ'
ειδε,''γιατι σκεπτικος''ειπε,''ο Δαος;'',''για τι;''λεγω
''περιεργος ειμαι'',και το πραγμα σ'αυτον λεγω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,αυτος δε τοτε μεν
αμεσως πριν του πω τα παντα παρακαλα,''πω πω τι σε σε
καλο εγινε Δαε'' με το καθετι λεγοντας,
''σε με το παιδι δος,ετσι να'σαι ευτυχης,
ετσι να'σαι ελευθερος.γυναικα''ειπε''βεβαια
εχω,αυτη γεννησε και πεθανε το παιδι'',
για τουτη δω λεγω,αυτη που τωρα εχει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
παρακαλουσες συ;
(ΔΑΟΣ)
ικετευων ολη τη μερα
εξαντλησε,εκλιπαρωντας και πειθωντας με
το υποσχεθηκα,το εδωκα,εφυγε μυρια
ευχομενος αγαθα,αρπαζοντας μου καταφιλει
τα χερια,εκανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
εκανα
(ΔΑΟΣ)
απαλλαχτηκα.
μετα της γυναικος εμφανιζομενος σε μενα τωρα ξαφνικα
τα τοτε συνευβρισκομενα με τουτο-μικροπραματα δε
ηταν τουτα και μωροδιστικα,ενα τιποτα-αξιει
να τ'αποδωθουν και δεινα πασχει λεει,οτι
δεν αποδιδω,εγω ο ιδιος να τα'χω αξιω.
εγω δε γι'αυτον λεω πρεπει να μου'χει χαρι
που'λαβε παρακαλωντας.αν δεν τα παντα
σε τουτον δινω,να εξεταζομαι δεν πρεπει .
αν και βαδιζοντας ευρισκε μαζι με μενα τουτα κι
ηταν κοινο ερμαιο,το'να μεν τουτος θα λαμβανε,
τ'αλλο δ'εγω.μονος βρισκοντας,οχι παρων τοτε
τα παντα να'χεις νομιζεις σου πρεπει,εμενα δ'ουδε ενα;
να περατωσω.σου'χω δωσει κατι απ\τα δικα μου εγω,
αν τουτο αρεστο ειναι σε σε,και τωρα εχε,
εαν δε δεν σ'αρεσει,και μετανοεις,δωστο παλι
και καθολου ν'αδικεις μητε να χανεις,τα παντα δε,
τα μεν εκουσια,τα δε με τη δυναμη καταβαλοντας με,
δεν πρεπει συ να'χεις.εχω πει τον δικο μου λογο.
(ΣΥΡΟΣ)
εχει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν ακουσες;εχει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως.
συμφωνω εγω μετα ταυτα.μονος βρηκε τουτο'δω
το παιδι,κι ολα τουτα που τωρα δω λεγει
ορθως λεγει,κι εγιναν ετσι,πατερ,
δεν αντιλεγω.παρακαλοντας,ικετευων εγω
ελαβα παρ'αυτου τουτο.αληθεια λοιπον λεγει.
βοσκος καποιος φανερωσε σε με,στον οποιο αυτος δω
λαλησε,αυτων σε τουτον συνεργων,μαζι καποια
κοσμηματα συνβρεθηκαν μ'αυτο.για τουτο,πατερ,
αυτος παρευβρισκεται ο ιδιος εδω.-το παιδι
δωσε σε με γυναικα.-τα περιδεραια και τα γνωρισματα
αυτος απο σε απαιτει Δαε,στον εαυτο του λεει βεβαια
τουτα τοποθετησαν τα κοσμηματα,οχι σε σε διατροφη.
κι εγω συναπαιτω κυριος γενομενος
τουτου.συ δε μ'εκανες δινοντας.τωρα γνωστα
καλε μου ανθρωπε σε σε τουτα εγιναν,οπως σε με φαινεται,
τα χρυσα η' τουτα οτι ποια'ναι απ'τα δυο πρεπει
κατα τη κληροδοτηση της μητερας,οποια ηταν καποτε,
στο παιδι να διατηρηθουν,εως ν'ανατραφει,
η' ο λωποδυτης που τα'κλεψε αυτος τουτα να'χει;
αν πρωτος ηβρε τα ξενα.γιατι λοιπον τοτε
οταν επαιρνα τουτο,δεν απαιτησα τουτα απο σε;
δεν ειχα ακομα τοτε τη δικαιδοσια υπερ αυτου να λεγω.
ηρθα δε και τωρα οχι για τον εαυτο μου τον ιδιο απο σε ουτ'ενα
απαιτωντας.κοινο ερμαιο;μητ'ενα
απ'τα ευρεθεντα,οπου υπαρχει το σωμ'αδικουμενο.
ευρεση τουτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση
κοιταξε δε κεκει,πατερ,ισως να'ναι αυτο δω
το παιδι πανω απο μας και αναθρεμενο μεσ'σ'εργατες
να καταφρονεσει τουτα,στην δε δικια του φυση
εξωθημενο ελευθερο κατι να τολμησει να πασχισει.
να κυνηγα λιονταρια,οπλα να βασταζει,να τρεχει
σ'αγωνες.εχεις θεαθει τραγωδους,γνωριζεις οτι,
και τουτα τα κατεχεις ολα.τον καποιο Νηλεα
και τον Πελια κι εκεινους τους ηβρε γερος αντρας
γιδοβοσκος,εχων ιδιο οπως εγω τωρα τομαρι,
οταν αισθανθηκε αυτους οντας αυτου ανωτερους,
τους λεγει το πραγμα,πως τους βρηκε,πως τους σηκωσε και τους πηρε
κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με γνωρισματα,
απ'οπου μαθοντες τα παντα τ'αφοροντ'αυτους καθαρα
εγιναν βασιλιαδες οι τοτ'οντες γιδοβοσκοι.
αν δε αρπαζοντας εκεινα ο Δαος πωλουσε,
αυτος για να κερδιζε δραχμας δωδεκα.
αγνωστοι στον απαντα θα κατεληγαν χρονο
οι τετοιοι αντρες και οι τετοιοι στο γενος,
ουτε βεβαια καλα'ναι το μεν σωμα να εκτρεφω
εγω τουτο,την δε τουτου δω της σωτηριας
την ελπιδα αρπαζοντας ο Δαος ν'αφανισει,πατερ,
παντρευονταν αδελφη καποιος κι απ'τα γνωρισματα
αποφυγε,την μητερα συναντωντας τυχαια λυτρωσε,
εσωσ'αδελφο.οντας επισφαλης φυσει
ο βιος ολων με τη προνοια πρεπει,πατερ,
να τον διαφυλαττουμε,προ πολλου τουτα βλεπωντας εξ ων συνισταται.
αλλ' ''αποδοσε το,αν δεν'' λεει ''σ'αρεσει'' γιατι τουτο
ισχυρο νομιζει τι λογο προς το πραγμα να'χει.
ουτ'ειναι δικαιο.εαν τι απ'τα δικα τουτου εσυ πρεπει
ν'αποδοσεις,και τουτο ζητας ν'αρπαξεις,
για ν'ασφαλεστερα πονηρα ενεργησεις παλι,
αν τωρα τι απ'τα δικα του εχει σωσει η Τυχη;
εχω πει.κρινε οτι δικαιο εχεις νομισει.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αλλ'ευκολοκριτο ειναι.ολα τα συνευβρισκομενα
του παιδιου'ναι.τουτο αναγνωριζω
(ΔΑΟΣ)
καλως.
και το παιδι;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν αναγνωριζω οτ'ειναι μα το Δια δικο σου
του τωρα αδικουντος, αυτου δε που το βοηθα ειναι και
που ξεφευγει να τ'αδικει τον μελλοντα εσε
(ΣΥΡΟΣ)
πολλ'αγαθα σε σε να γινουν.
(ΔΑΟΣ)
σκληρη η κρισις
μα τον Δια τον Σωτηρ',απαντα ευρων εγω
απαντα αποστερουμαι,ο δε μη ευρων εχει.
συμφωνως λοιπον ν'αποδωσω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ειπα
.
.
-Μενανδρος; η' βιος;
-Μενανδρος
και[μια αλλη πραγματι-κοτερη βιο-τερη μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
μου φαινεται τ'αποφευγεις το δικαιο
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης εγω,
δεν το ξερεις πως δεν πρεπει να θελεις τα ξενα
(ΣΥΡΟΣ)
επιτροπο πρεπει καποιο να βαλουμε να κρινει τουτο
(ΔΑΟΣ)
φυσικα και το θελω να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον θες να'ναι αυτος;
(ΔΑΟΣ)
ας ειν' κι ο πασαενας.
καλα να παθω,που θελω να μοιρασω με σε;
(ΣΥΡΟΣ)
αυτον δω να παρουμε θελεις για κριτη;
(ΔΑΟΣ)
ας τυχει κι αυτος
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,καλε μου ανθρωπε,
μπορεις να σπαταλισεις λιγο χρονο για μας;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;για ποιο λογο,λεβεντες;
(ΣΥΡΟΣ)
για καποιο πραγμα αντιλεγουμε.κι ακρη δεν βρισκουμε
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και λοιπον τι με μελει εμενα για τις υποθεσεις σας;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη γι'αυτο καποιο ζηταμε ισα να κρινει.
κι αν τιποτα δεν σ'εμποδαει ξεχωρισε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι,για τι δικες τσαμπουνοντας περα δωθε γυρνοντας,
και προβειες φοροντας;
(ΣΥΡΟΣ)
το πραγμα συντομα θα σ'πω κι ευκολα θα καταλαβεις,μπαρμπα,
κανε μας τη χαρη μη μας περιφρονησεις,να'σαι καλα,
στο καθε τι το δικαιο πρεπει να κυριαρχει,
κι αυτος που'τυχει να κρινει διχονοια αυτο να'χει στο νου του,
αυτο'ναι ιδιος νομος γι'ολους
ΔΑΟΣ
με ζορικο μαλλον μπερδευτηκα ρητορα,
αχ γιατι να θελω,ο βλακας,να μοιρασω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ομως,για να'μαστε συμφωνοι απο πριν,οπως και να δικασω θα δεχτηκε μετα;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα ολα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
συμφωνοι,ας ακουσω τοτε, μ'εμποδιζει τιποτα;
συ πρωτος να πεις που δεν μιλας
ΔΑΟΣ
θ'αρχισω απο λιγο πριν να λεω,γι'αυτα που δεν εγιναν μαζι μ'αυτον,
να'ναι πιο σαφη τα πραγματα,
σ'ενα δασο κοντα σε τουτα τα χωραφια εβοσκα το κοπαδι μου
πανε καπου τριαντα μερες
καλε μου ανθρωπε,κεινη τη μερα μονος μου εγω βρηκα κει ενα παιδακι νηπιο
παρατημενο,
ειχε χρυση αλυσιδα στο λαιμο κι αλλα διαφορα τετοια παιδικα κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
βεβαιως γ'αυτα ειναι η διχονοια
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει ο διαολος να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αν φωνασκεις και διακοπτεις συνεχως,δεν θα το γλυτωσεις,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω
(ΣΥΡΟΣ)
παρα πολυ δικαιως νομιζω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε,συνεχα
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,το πηγα σπιτι,να τ'αναθρεψω σκοπευα.αυτα ενιωθα τοτε,
τη νυχτα ομως πηρ'αποφαση,οπως συνηθως σ'ολους γινεται,γιατι πιο καλα το σκεφτηκα,
ειμ'εγω τωρα για τετοια,νταντεματα και βασανα,που να τα βρω τοσα να ξοδευω;τετοιες
εγνοιες να βαλω;
κι ετσι σιγουρα ειναι.συμφωνειτε;
την αλλη μερα τα χαραματα που'βοσκα παλι το κοπαδι να σου και μου'ρχεται αυτος εδω
-καρβουνας ειναι-να πριονισει κορμους εκει γυρω στο τοπο,γνωστος μου απο πριν,
κι αλλαζαμε που και που καμια κουβεντα,οταν μ'ειδε σιωπηλο ''γιατ'εισαι σκεπτικος''
μου'πε''Δαε;'',''γιατι;''του'πα ''στα ξενα πραματα ανακατευομαι'',και με το νι και με το
σιγμα ολα του τα λεω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,κι αυτος απ'την αρχη μου λεγε και παρακαλα
,''πω πω τι μεγαλο καλο σου'τυχε Δαε'' και ξανα ξανα ελεγε,''δοστο σε με το παιδι,
δοστο μου,και να ευτυχισεις,και να λευτερωθεις,γυναικα'' ειπε,''βεβαια εχω,αλλα το
παιδι που γεννησε πεθανε''
γι'αυτηνα δω μιλαω,που τωρα κραταει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ετσ'ειναι;παρακαλουσες;σωστα;
(ΔΑΟΣ)
ικετευοντας ολη τη μερα μ'εξαντλησε,εκλιπαρωντας με καταφερε και δεχτηκα,
του το δωκα,εφυγε και μυρια μου ευχηθηκε καλα να παθω,κι αρπαζοντας τα χερια
μου τα καταφιλουσε,
σε ρωταω,πες,τα'κανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
τα'κανα
(ΔΑΟΣ)
επιτελους ξεφορτωθηκα.
μετα ξαφνικα μου'ρθε με τη γυναικα του και κεινα τα ψευτοπραματα που βρεθηκαν
με το παιδι και τ'αλλα μωροδιστικα,ενα τιποτα δηλαδη,μου ζηταει να του δωσω και
παρα πολυ τον στεναχωρει,λεει,που δεν του τα δινω και θελω'γω μοναχος μου να'χω,
και δεν ντρεπεται αντι να μου χρωστα ευγνωμοσυνη που το παιδι του δωσα στα
παρακαλια του κι αν δεν του τα δωσω θα με καταδικασει κιολας ,ο αχαριστος,απο πανω,
δεν λεω αν μαζι τα βρισκαμε,κι ηταν κοινο το ερμαιο,τοτε το'να μισο να παιρν'αυτος και
τ'αλλο μισο γω,ομως μονος βρηκα,και συ δεν ησουνα κει,και θελεις να'χεις τα παντα,
κι εγω τιποτα,
θα τελειωσω σε λιγο,
ακου,σου'χω δωσει κατι δικο μου,ναι;
αν σ'αρεσει,κρατα το
αν δε σ'αρεσει,και μετανιωσες,δωστο παλι πισω κι ετσι ουτε θ'αδικεις ουτε θα χανεις,
ομως τα παντα ν'απαιτεις,ειτε με τη θεληση μου,ειτε βιαζοντας με,να'χεις αυτο δεν ειναι
σωστο νομιζω,
τελος,εχω βγαλει το λογο μου
(ΣΥΡΟΣ)
τι;τα'χει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
χαμενε,δεν ακουσες;τα'χει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως τοτε.
συμφωνω μ'αυτα.μονος του βρηκε τουτο το παιδακι κι οσα ως τωρα ειπε πολυ ορθα
τα'πε,παρακαλωντας του πηρα το παιδι,ομως καποιος βοσκος,ενας απ'αυτους που μαζι
βοσκουν,μου σφυριξε,πως του ξερασε το μυστικο,
μ'αυτο το παιδι μαζι ηταν και κοσμηματα βρεμενα,μπαρμπα,
κι αυτο το παιδι ειναι το ιδιο εδω-γυναικα δωσ'μου το παιδι-
τις αλυσιδες και βρονταλιδια αυτο στα ζηταει Δαε,αφου σ'αυτον τα'βαλαν κι οχι εσυ
να τα φας,
κι εγω σαν ο κυριος,ο ιδιοκτητης πως να στο πω,του παιδιου μαζι μ'αυτο τ'απαιτω,
τετοιο εσυ μ'εκανες αφου μου το'δωσες,
τωρα,καλε μου ανθρωπε,ολα γνωστα σε σεναν γιναν,
κι οπως σωστοτερο μου φαινεται να'ναι,αυτα τα χρυσα και τ'αλλα οτι στον κορακα
να'ναι πρεπει αφου'ναι κληρονομια της μανας στο παιδι,οποια και να'ναι αυτη δεν
μας νοιαζει, στο παιδι να μεινουν,ωσπου να μεγαλωσει; η' ο λωοδυταρος αυτος να
τα'χει;
βεβαια πρωτος αυτος βρηκε τα ξενα πραματα,
γιατι οταν πηρα το παιδι δεν ζητησα κι αυτα;αμεσως να σου πω,
επειδη τοτ'ακομα δεν ειχα το δικαιωμα να το υπερασπιζω,τωρα ομως δεν ηρθα να
σ'απαιτησω για τον εαυτο μου,κοινο το ερμαιο;
ουτ'ενα τα βρεμενα σ'αυτο τ'αδικημενο,ευρεση αυτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση,
κοιτα καλα κι αυτο,μπαρμπα,ισως αυτο δω το παιδι να'ναι ανωτερο απο μας κι αν
ανατραφτει μεσ'σ'εργατες και δουλους να τα καταφρονεσει αυτα,και στη δικια του
φυση να στραφει κατι μεγαλο σαν ελευθερος να τολμησει,να κυνηγα λιονταρια,
οπλα να βασταζει,να τρεχει σ'αγωνες.
εχεις,σιγουρα,παει σε θεατρο κι ειδες τραγωδιες,και φυσικα πολυ καλα αυτα ολα τα
γνωριζεις,καποιο Νηλεα και τον αδερφο του τον Πελια κι εκεινους καποτε παλια τους
ηβρε ενας γερος γιδοβοσκος,σαν κι εμενα οπως τωρα φοροντας προβια,
οταν καταλαβε πως αυτοι'ναι ανωτεροι απ'αυτον,τους λεει την ιστορια,πως τους βρηκε,
πως τους σηκωσε και τους πηρε κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με τα γνωρισματα
τους,κι αφου οσα τους αφορουσαν τα γνωρισαν ολα καθαρα εγιναν βασιλιαδες που'ταν
γιδοβοσκοι καποτε.
αν ομως αρπαζοντας εκεινα ο Δαος τα πωλουσε, για να κερδιζε δωδεκα ψωροδραχμες,
αγνωστοι στον απαντα χρονο θα'μεναν τετοιοι σπουδαιοι αντρες κι απο τετοια φημισμενη
γενια.
κι ουτε.το τονιζω,σωστο ειναι το σωμα του παιδιου ν'αναθρεφω,ενω την ελπιδα της σωτη-
ριας του αρπαζοντας ο Δαος να εξανεμισει,μπαρμπα,
ξερεις;να σου πω,αδερφος θα παντρευονταν αδερφη κι απ'τα γνωρισματα τ'αποφυγε,
καποιος τη μητερα βρηκε τυχαια να'ναι δουλα και τη λυτρωσε,κι αλλος αδερφο εσωσε.
επειδη ο βιος των ανθρωπων φυσει αβεβαιος ειναι πρεπει,μπαρμπα,με συνεση να
προβλεπουμε τι μπορει να συμβει.
αλλ'ομως,'''δοστο πισω,αν δεν'' να λεει ''σ'αρεσει'' κι αυτο να θεωρει ισχυρο λογο δεν
ειναι καθολου σωστο,
μαλιστα οταν τα δικα του πρεπει να δωσεις και να μην κρατας,
σ'εχ'ομως καταλαβει καλα,θελεις και το παιδι ν'αρπαξεις για να με μεγαλυτερη σιγουρια
και πονηρια να του παρεις παλι οτι κατα τυχη σωθηκε;
τιποτ'αλλο,ολα τα'χω πει.τωρα εσυ να κρινεις οτι νομιζεις δικαιο πως ειναι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βλεπω πως καθολου δυσκολο να κρινω δεν ειναι,
ολα οσα βρεθηκαν με το παιδι ανηκουν στο παιδι,
αυτο δικαζω.
(ΔΑΟΣ)
καλως.
αλλα και το παιδι ποιος το παιρνει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν δικαζω πως ειναι μα το Δια δικο σου που τωρα τ'αδικας
αλλ'ανηκει σ'αυτον που το προστατευει και προσπαθει ν'αποφυγει
απο σε να τ'αδικησεις στο μελλον
(ΣΥΡΟΣ)
πολλα καλα να σου τυχουν
(ΔΑΟΣ)
σκληρη κι αδικη η κριση
μα τον Δια τον Σωτηρα,εγω π'ολα τα βρηκα ολα τα στερουμαι,
κι αυτος που τιποτα δεν βρηκε τα'χει,
τι να κανω;δενμου μενει αλλο παρα να συμμορφωθω και να τα δωσω;.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τελος,ειπα κι αποφασισα
.
.
.
.
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
-Μενανδρου Επιτρεποντες-Η Υποθεση Περιληπτικα εις Συμμεικτην Απταιστον Γλωσσαν
-δια τον ληρον υποθετικον φλυακαν χ.ν.κουβελης-
και[μια αλλη πραγματι-κοτερη βιο-τερη μεταφραση χ.ν.κουβελης]-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
..
Αβροτονος-εταιρα-στους Επιτρεποντες του Μενανδρου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
ο Μενανδρος[Κηφισια 342 π.Χ-Πειραιας 292 π.Χ],μεγαλος Ελληνας κωμωδιογραφος της
Νεας Αττικης Κωμωδιας,σπουδασε στη Περιπατικη Σχολη του Αριστοτελη με δασκαλο
τον Θεοφραστο,ειχε φιλο και τον Επικουρο και τον Δημητριο Φαληρεα,ηταν ανηψιος του
Αλεξις ποιητη της Μεσης Κωμωδιας,εγραψε πανω απο εκατο κωμωδιες,τα θεματα του
ηταν ρεαλιστικα,παθη,ελαττωματα,ερωτες,μιση,αρετες,...,γραμμενα στην απλη καθημερι-
νη γλωσσα,το 321 π.Χ ανεβηκε το πρωτο εργο του 'Οργη',εχει σωθει ολοκληρη η κωμωδια
του Δυσκολος[το 316 π.Χ α' βραβειο],και σχεδον ολοκληρες οι κωμωδιες Επιτρεποντες,
Σαμια,Περικειρομενη,αλλα εργα του:Σικυωνιοι,Ασπις,Μισούμενος,Γεωργός,Ήρως,
Κόλαξ,Φάσμα[αποσπασματικα]
Το 291 π.Χ πνιγηκε κολυμπωντας στη Φρεαττυδα στον Πειραια,
.
Μενανδρου Επιτρεποντες-Η Υποθεση Περιληπτικα εις Συμμεικτην Απταιστον Γλωσσαν
-δια τον ληρον υποθετικον φλυακαν χ.ν.κουβελης
εγιναν αρμοδιως οι γαμοι του Χαρισιου και της Παμφιλης του Αθηναιου Σμικρινη με
γλεντια με τραγουδια και με νταουλια και χορους κι ο Χαρισιος εκανε πενταμηνο
ταξιδακι εμπορικων συμφεροντων κι επιστρεφοντας ξαφνηκα κι εμβροντητα βρηκε μωρο
καλοριζικο στη κουνια μπελα πενταμηνητικο στο μετρημα μπασταρδικο φως φαναρ' κι
επειδη για τους εννια μηνους τους σωστους ελλειπαν τεσσερις στρογγυλοι μηνες στα
δακτυλα,να στα μουτρα του,που δεν θα'χει να βγει στην αγορα,εβγαλε το φυσικο κι
αναγκαιο συμπερασμα πως του'βαλε η Παφιλη κερατα βγαζοντας τα ματια της μ'αλλον κι
εψαχνε στο κουτελο τις πολυ εμφανεις ενδειξεις κερατων οστων και μην αντεχοντας την
δυσβασταχτη ντροπη και τη ξεφτιλα και το περιγελο κατεληξε θαμωνας παννυχιος και
ολημεριος στην υπογεια του Χαιρεσιφρονα ταβερνα να πινει του σκασμου να ξεχασει τον
πονο του παρεα με μπολικα τηγανιστα και πιπερατα κοκκινιστα φαγια και την μαγγιορα
Αβροτονον εταιραν συντροφια κι αγκαλια,κι επειδη κατασπαταλουσε τη προικα δεοντως,
ασυστολως ασωτως και νομιμως πλην βεβαιως ανομως δια τον αυστηρων κι ηθικων
αρχων πενθερον του Σμικρινην εκεινος καθημερινως βαζοντας σαφη πικρολογα στην
Παμφιλη τον κατεκρινε σφοδρα,της πιπιλιζε το μυαλο,ο πεισας ο δειξας,και να τον
παρατησει οπως κι αυτος την παρατησε με μωρο στην αγκαλια,στη κουνια,να τον
μουτζωξει, τον αθλιο,τον χαλαστη τον αφανιστη τον αφαιρεστηι της περιουσιας του,
ποιησει προς αφαιρεσιν τουτου και ετερον αν ευρησει τουτη προς προσθεσιν,
ομως εκεινη αγρον ηγοραζε και δεν ακουε εις τα ωτα τα τοιουτα,επει γαρ η τοιουτη
εκεινη κρυφα κρατουσε μυστικο κι αθωα περιστερα δεν ηταν ως επαιζε το ρολο της,κι ο
Σμικρινης σκυλιαζε κι ηθελε νομιμως να τον προσαγει σε δικην περι τεθλασμενης
μη ευθειας διαγωγης και τετελεσμενης ασωτειας πορνειας και των λοιπων συναφων
συμπαμαρτηματων να κολασθει δεινως και να εκδωθει εις βαρος του διαζυγιον και
επιπροσθετως να πληρωνει και διατροφη του κερατος ο παλιο κερατας,ειχε αυτο το
δικαιωμα με το παραπανω ο Σμικρινης,ο Αθηναικος νομος οριζε τουτο σαφως:
ο νομιμος κυριος πραγματων,π.χ γυναικων,θυγατερων,χωραφιων,σπιτιων,αμαξων,δουλων
και λοιπων πραγματων του παρεχεται πληρες το δικαιωμα και τα ενδικα μεσα να τα
προφυλασσει και να τα προασπιζει δια του νομου,τελειος νομος σοφοτατος να σου
πετυχει,δεν λεγω,τοτε στα ζορικα που θα τυχαιναν,ν'αντιγραψουμε και μικρον τον
συναδελφο Ευριπιδη,ως απο μηχανης θεοι εμφανισθηκαν επι σκηνης δυο μαντραχαλοι
ενας γιδοβοσκος,αιπολος στο αρχαιο κειμενο,κι ενας μουτζουρομενος καρβουνας,αυτοι,
που λετε,λογομαχουσαν σαν κοκκορια για καποιο παρατημενο παιδι,εκθετο,μουλικο πως
νυν το λενε,το βρηκε,λεγει,ο ενας,με βουλα φυσει ανευθυνος,ο αιπολος, στο δασος κι
εξυπνα το φορτωσε στον αλλον,εναν ευαισθητο κλαψουριαρη ατεκνο,καρβουνα κι επειτα
ο δευτερος ο ευαισθητος ντε μυριστηκε το γλυκο, την ανωτερη ταξικη προελευση του
παιδιου και γυρισε στο πρωτο ανευθυνο αιπωλο και ζητουσε λογαριασμο,και μηπως
πωλησε,κατι λεει περιδεραια χρυσα και η' κατι τετοια μωροδιστικα που συνηθουνε να
φορτωνουν τα μωρα,και να του τα παραδωσει ακεραια κι ανεπαφα γιατι λεει ανηκουν εξ
ολοκληρου και αναφαιρετως στο παιδιον και πως οταν αυτο μεγαλωσει θα πορευθει
στους ατραπους του βιου,που τοσος αθεμιτος συναγωνισμος υπαρχει,να γινει,διαολε,
βασιλιας,κυνηγος λιονταριων,αθλητης,οτι τελος παντων γουσταρει και ταιριαζει σε
τηλικουτους γεννημενους ανωτερους και προνομιουχους κι ειναι μεγαλο κι ασυγχωρητο
κριμα το παιδι να μεινει γιδι και ξυλο απελεκητο και καθυστερημενο,νηπιο,και στο λαμο
τους θα το'χουν βαρος βαρυ,ασε που μπορει να παντρευτει την αδελφη του,να μη
ελευθερωσει την δουλα μανα του που σφουγγαριζει σκαλες και ξενοπλενει σε σπιτια
πλουσια,ουτε τον χαμενο αδελφο του να ξαναβρει,και να μην τα γελαει για μελο αυτα,
ο αιπολος, και μυθιστορηματα γιατι η πραγματικη ζωη,του λεει ο καρβουνας, βριθει
τετοιων συμβαντων,εχει μια ελπιδα το παιδι ,κρεμεται απ'αυτη και δεν κανει να του την
κοψουμε,να το παρουμε στο λαιμο μας,λεει,μαζι μ'αυτο κι εμας,κι επειδη τα λεφτα ειναι
πολλα κι η επενδυση στο μελλον μεγαλη κι ελπιδοφορα με σιγουρα πολλα και μεγαλα
τα κερδη και να μην αποβει ανθραξ ο θησαυριος θα πιανονταν ο γιδοβοσκος αιπολος
κι ο ανθρακευς καρβουνας στα χερια και θα'πεφτε το ξυλο της αρκουδας,δεν συνεφερνε η
μηδεν αγαν ακροτητα,η που πουθενα δεν αγουσα αντιπαλοτητα,παρα σε ζημια,και τοτε
ειχαν ενα κλικ,τη φαεινη ιδεα δηλαδη να ζητησουν επιτροπο της δικης να κρινει την αλυτη
υποθεση τους κι αμεσως οι τυχερακιδες τον βρηκαν μπροστα στα ποδια τους ,τι τυχαια
συμπτωσις!,στο προσωπο του Σμικρινη,πατερα της αθωας περιστερας κι αβγαλτης
Παμφιλης του θυματος δηλαδη της υποθεσης και πενθερου αυτου του καργιολη και
ρεμαλι Χαρισιου,και προς αποφυγην ακρατης φλυαριας,απορου φλυακος,ας ερθουμε στο
ζουμι και στο δια ταυτα,εμπροσθεν του δικαιου κριτου κι αμεροληπτου επιτροπου κυριου
κυριου Σμικρινη παρουσιαθηκαν την σημερον δυοιν διαδικοι,ο αιπολος Δαος και ο
ανθρακευς Συρισκος, με πληρεις επιχειρηματων και αντεπιχειρηματων λογους κι αντι-
λογους,δετους κι αλυτους,κι ακροαζοντας αυτους επισταμενως ο επικριτης επιτροπος και
ζυγιζοντας τη ζυγαρια ζυγισε δικαια ιση ορθη κριση και ετυμογορησε:
το παιδιον να'χει ο ατεκνος ευαισθητος ανθρακευς που τ'ανατρεφει και νοιαζεται με
θαυμαστο ζηλο το μελλον του και να του αποδωσουν καταλεπτως τα ευρεμενα μετρημενα
και καταχωρημενα εν πρωτοκολλω τη... τα στολιδια και τα γνωρισματα,ας ειν' και ληρα
και φο μπιζου,επει το παιδιον φυγειν μελλον αγλαες αδυνατον εστι ,κι εκεινος ο αιπολος
ο με τη βουλα ανευθυνος να αφαιρεθει τα παντα και να γυρισει στο γρεκι του στα γιδια
του και στα τυρια στα βουτυρα και στα ξινογαλακια του απρακτος ο πονηρος,να του γινει
νομιμως αφαιρεσις,να ζησει αυτος καλα στη φτωχεια στα τσιμπουρια του ως πριν κι εμεις
πολυ καλυτερα απο πριν στα πλουτη κι ετσι εγινε σεβαστη,ας εκαναν κι αλλιως,θα τους
κατακαθιζε η βακτηρια,η ιση κριση,η ισονομια του απαν απανταχουν,και θα μενε το
πραγμα εκει ως διευθυτηθηκε αν απο κει και περα δεν εβγαιναν κι αλλα,δεν ανοιγε ο
ασκος του αιπολου,του αιολου ηθελα να πω, για να συν-δεσουν με την ιστορια μοιχειας
Παμφιλης-Χαρισιου,τι αλυτη θα μενε αυτη,τωρα που ο τροχος των φρεσκων σαν συκα
γεγονοτων γυριζει;το εργο εχει οπωσδηποτε συνοχη,αρχη μεση και τελος αριστοτελικα
τω τροπω τελειοτητα,ισως και εντελεχεια,αταλαντος δεν ειν'ο ποιητης,κι ας μεχρι τωρα
εσεις οι κακομαθημενοι κι αχαριστοι θεατες χαιρεκακα σχολιαζεται ,''τι θελει να πει ο
ποιητης;'',κι υστερα η Παμφιλη,ακουγωντας την θλιβερη και πονεμενη ιστορια του εκθετου
μωρου απο κουτσομπολιο του πατερας της Σμικρινη σ'αυτην,λαμογιο δικαστης να σου
πετυχει που δεν σεβαστηκε τα ευαισθητα προσωπικα δεδομενα του αμοιρου παιδιου,
την δεοντολογια,τελος παντων,να εκφρασθουμε αυστηρως δικηγοριστικα,κι ανοιγωντας το
κουτακι ξερασε ολα τα γνωστα,και τοτ'ακουγωντας ,ως εκ θαυματος,ανοιξαν διαπλατα οι
θυρες των απωθημενων εσωψυχων και ξεχυθηκε σκοτεικο ορμητικο τα καταπιεσμενο
ασυνειδητο της αξιερασμιας Παμφιλης και θυμηκε στο πανηγυρι στα Ταυροπολια της
Αρτεμιδος καθαρα την ακρατη κραιπαλης με τις αλλες παρθενες κοπελες και τον προ
εννεαμηνου βιασμο της,ακουσιως η' εκουσιως αβιαστο η ψυχουλα της το ξερει,μεθυσμενη
κι απροστατευτη ως ειχεν η μοσχουλα δεχτηκε σεξιστικη επιθεση απο μεθυσμενο κι
ορμητικον νεαρον ταυριασμενον,κουτρουβαλιασθηκαν οι δυο χαμαι κι ιδου ο αμαρτωλος
καρπος της κοιλιας της στη κουνια νιαου νιαου αψευδης μαρτυς κι ιδου ο Χαρισιος
ταυρος,μ'αιχμηρο κερας,η' κερατα στον πληθυντικο αριθμο,κι ο Σμικρινης εξυπνος
ανθρωπος οντας χειρισθηκε πονηρα το θεμα,εβαλε ενα δικο του ανθρωπο του να
πλησιασει τον Χαρισιο εκει μεσ'στην υπογεια τη ταβερνα που μεσ'σε καπνους και σε
βρισιες ξημεροβραδυαζονταν ο εριφης και να κατορθωσει επιδεξιως ν'αποσπασει
τον αλκοολικο κι ακολαστο Χαρισιο απ'τις καυτερες σαλτσες κι απ'τα καυτα φιλια και
ζουμερα της Αβροτονας,να του'πε ,απο δω κι απο κει το φερνε,δεν φταιει η καημενη η
Παμφιλη,θυμα βιασμου ειναι,τον ατιμο που το'κανε,κρεμασμα θελει,,και να γυρισεις
σπιτι,να τα'χεις ολα,δουλα σου θα'ναι,στα ωπα ωπα θα σ'εχει κι ο πενθερος σου ο
Σμικρινης,καλος ανθρωπος ειναι και σ'αγαπαει,λιγο τσιγκουνης και γκρινιαρης αλλα
θ'αλλαξει για παρτη σου,χαλι να τον πατησεις θα γινει,θα σου φερνει και θα σε ταιζει
και του πουλιου το γαλα,και τοτε,ως εκ θαυματος,μπαμ κατακεφαλα του'ρθε και πανε
σκορπισαν τα κερατα εξ ων συνετεθησαν,φτου μου εγω'μαι ο αθλιος αιτιος εκεινης
της αμαρτωλης κι ελευθεριας νυχτος,πειρασμος,θυμαμαι,η Παμφιλη,διοκομματος,μηπως
ηξερα τοτε ποια ηταν,της ριχτηκα μανιωδως,η φυσις προσταζε,ορμητικα την εσπειρα και
καρπισε πενταμηνητικο νιαου νιαου,δες τι παθαινεις οταν εισαι στουπι στο μεθυσι,
θυμοσοφισε,απο νανιαρο ανεμελο ξυπνας μπαμπας με σκοτουρες,δεν ξερεις και που τα
βαζεις,κι αντε υστερα να τα μαζωξεις μπορεις,που κλινειν και που στηνειν,αμαχανον
ερπετον ερως,ετσι φιλοσοφικως σκεπτομενος μετανοησε και μαζωχτηκε στην οικια,
οικογενειαρχης,και χαζομπαμπας του πενταμηνιατικου που στην ουσια ηταν εννια-
μηνιατικο,νομιμο βεβαια εν τελει κι οχι νοθο,και παλευει με τα μπιμπερα και τις πανες
βρακακι να το εκτρεφσει,κι οσο για κοσμον και γνωρισματα ως τωρα βλεπει πολυ κοσμον
...κακα,μυρωδικα γνωρισματα αυτα,
κι ηρθε η ωρα κι η στιγμη να περατωθει η περιληψη αυτη,που μαλλον περιληψη δεν την
κανεις αλλα μαλλον κανονικο εργο,μαλλον αταλαντο και φλυαρο,λιαν φλυαξ,κουαξ κουαξ,
ενος ελλασονος ποιητου μωροφιλοδοξιων μακρυγορια,
ουκουν ειρηκα,
.
.
ΜΕΝΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΤΡΕΠΟΝΤΕΣ [215-362]
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
φεύγεις τὸ δίκαιον.
(ΔΑΟΣ)
δυστυχής.
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν τὰ μὴ σά.
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπιτρεπτέον τινί
ἐστι περὶ τούτων.
(ΔΑΟΣ)
220 βούλομαι· κρινώμεθα.
(ΣΥΡΟΣ)
τίς οὖν;
(ΔΑΟΣ)
ἐμοὶ μὲν πᾶς ἱκανός. δίκαια δὲ
πάσχω· τί γάρ σοι μετεδίδουν;
(ΣΥΡΟΣ)
τοῦτον λαβεῖν
βούλει κριτήν;
(ΔΑΟΣ)
ἀγαθῇ τύχῃ.
(ΣΥΡΟΣ)
πρὸς τῶν θεῶν,
βέλτιστε, μικρὸν ἂν σχολάσαις ἡμῖν χρόνον;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὑμῖν; περὶ τίνος;
(ΣΥΡΟΣ)
225 ἀντιλέγομεν πρᾶγμά τι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τί οὖν ἐμοὶ μέλει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτὴν τούτου τινὰ
ζητοῦμεν ἴσον· εἰ δή σε μηδὲν κωλύει,
διάλυσον ἡμᾶς.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ὦ κάκιστ᾽ ἀπολούμενοι,
δίκας λέγοντες περιπατεῖτε, διφθέρας
ἔχοντες;
(ΣΥΡΟΣ)
230 ἀλλ᾽ ὅμως. τὸ πρᾶγμ᾽ ἐστὶν βραχύ,
καὶ ῥᾴδιον μαθεῖν. πάτερ, δὸς τὴν χάριν·
μὴ καταφρονήσῃς, πρὸς θεῶν. ἐν παντὶ δεῖ
καιρῷ τὸ δίκαιον ἐπικρατεῖν ἁπανταχοῦ,
καὶ τὸν παρατυγχάνοντα τούτου τοῦ μέρους
235 ἔχειν πρόνοιαν κοινόν ἐστι τῷ βίῳ
πάντων.
ΔΑΟΣ
μετρίῳ γε συμπέπλεγμαι ῥήτορι.
τί γὰρ μετεδίδουν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐμμενεῖτ᾽ οὖν, εἰπέ μοι,
οἷς ἂν δικάσω;
ΣΥΡΟΣ
πάντως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀκούσομαι· τί γὰρ
τό με κωλύον; σὺ πρότερος ὁ σιωπῶν λέγε.
ΔΑΟΣ
240 μικρόν γ᾽ ἄνωθεν, οὐ τὰ πρὸς τοῦτον μόνον
πραχθένθ᾽, ἵν᾽ ᾖ σοι καὶ σαφῆ τὰ πράγματα.
ἐν τῷ δασεῖ τῷ πλησίον τῶν χωρίων
τούτων ἐποίμαινον τριακοστὴν ἴσως,
βέλτιστε, ταύτην ἡμέραν αὐτὸς μόνος
245 κἀκκείμενον παιδάριον εὗρον νήπιον
ἔχον δέραια καὶ τοιουτονί τινα
κόσμον.
(ΣΥΡΟΣ)
περὶ τούτων ἐστίν.
ΔΑΟΣ
οὐκ ἐᾷ λέγειν.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐὰν λαλῇς μεταξύ, τῇ βακτηρίᾳ
καθίξομαί σου.
(ΣΥΡΟΣ)
καὶ δικαίως.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λέγε.
(ΔΑΟΣ)
λέγω.
250 ἀνειλόμην, ἀπῆλθον οἴκαδ᾽ αὔτ᾽ ἔχων,
τρέφειν ἔμελλον. ταῦτ᾽ ἔδοξέ μοι τότε·
ἐν νυκτὶ βουλὴν δ᾽, ὅπερ ἅπασι γίνεται,
διδοὺς ἐμαυτῷ διελογιζόμην· ἐμοὶ
τί παιδοτροφίας καὶ κακῶν; πόθεν δ᾽ ἐγὼ
255 τοσαῦτ᾽ ἀναλώσω; τί φροντίδων ἐμοί;
τοιουτοσί τις ἦν. ἐποίμαινον πάλιν
ἕωθεν. ἦλθεν οὗτος —ἐστὶ δ᾽ ἀνθρακεύς—
εἰς τὸν τόπον τὸν αὐτὸν ἐκπρίσων ἐκεῖ
στελέχη· πρότερον δέ μοι συνήθης ἐγεγόνει.
260 λαλοῦμεν ἀλλήλοις. σκυθρωπὸν ὄντα με
ἰδών, «τί σύννους» φησὶ «Δᾶος;» «τί γάρ;» ἐγώ,
«περίεργός εἰμι,» καὶ τὸ πρᾶγμ᾽ αὐτῷ λέγω,
ὡς εὗρον, ὡς ἀνειλόμην. ὁ δὲ τότε μὲν
εὐθὺς πρὶν εἰπεῖν πάντ᾽ ἐδεῖθ᾽, «οὕτω τί σοι
265 ἀγαθὸν γένοιτο Δᾶε» παρ᾽ ἕκαστον λέγων,
«ἐμοὶ τὸ παιδίον δός. οὕτως εὐτυχής,
οὕτως ἐλεύθερος. γυναῖκά» φησι «γὰρ
ἔχω, τεκούσῃ δ᾽ ἀπέθανεν τὸ παιδίον»,
ταύτην λέγων, ἣ νῦν ἔχει τὸ παιδίον.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἐδέου σύ γ᾽;
(ΔΑΟΣ)
270 ἱκετεύων ὅλην τὴν ἡμέραν
κατέτριψε. λιπαροῦντι καὶ πείθοντί με
ὑπεσχόμην. ἔδωκ᾽, ἀπῆλθεν μυρία
εὐχόμενος ἀγαθά· λαμβάνων μου κατεφίλει
τὰς χεῖρας. ἐπόεις ταῦτα;
(ΣΥΡΟΣ)
ἐπόουν.
(ΔΑΟΣ)
ἀπηλλάγη.
275 μετὰ τῆς γυναικὸς περιτυχών μοι νῦν ἄφνω
τὰ τότε συνεκτεθέντα τούτῳ —μικρὰ δὲ
ἦν ταῦτα καὶ λῆρός τις, οὐθέν— ἀξιοῖ
ἀπολαμβάνειν καὶ δεινὰ πάσχειν φήσ᾽, ὅτι
οὐκ ἀποδίδωμ᾽, αὐτὸς δ᾽ ἔχειν ταῦτ᾽ ἀξιῶ.
280 ἐγὼ δέ γ᾽ αὐτόν φημι δεῖν ἔχειν χάριν
οὗ μετέλαβεν δεόμενος· εἰ μὴ πάντα δὲ
τούτῳ δίδωμ᾽, οὐκ ἐξετασθῆναί με δεῖ.
εἰ καὶ βαδίζων εὗρεν ἅμ᾽ ἐμοὶ ταῦτα καὶ
ἦν κοινὸς Ἑρμῆς, τὸ μὲν ἂν οὗτος ἔλαβ[εν ἄν,
285 τὸ δ᾽ ἐγώ· μόνου δ᾽ εὑρόντος, οὐ παρὼν τ̣[ότε
ἅπαντ᾽ ἔχειν οἴει σε δεῖν, ἐμὲ δ᾽ οὐδὲ ἕν;
τὸ πέρας· δέδωκά σοι τι τῶν ἐμῶν ἐ[γώ·
εἰ τοῦτ᾽ ἀρεστόν ἐστί σοι, καὶ νῦν ἔχε·
εἰ δ᾽ οὐκ ἀρέσκει, μετανοεῖς δ᾽, ἀπόδος πάλιν
290 καὶ μηδὲν ἀδίκει μηδ᾽ ἐλαττοῦ. πάντα δέ,
τὰ μὲν παρ᾽ ἑκόντος, τὰ δὲ κατισχύσαντά με,
οὐ δεῖ σ᾽ ἔχειν. εἴρηκα τόν γ᾽ ἐμὸν λόγον.
(ΣΥΡΟΣ)
εἴρηκεν;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
οὐκ ἤκουσας; εἴρηκεν.
ΣΥΡΟΣ
καλῶς.
οὐκοῦν ἐγὼ μετὰ ταῦτα. μόνος εὗρ᾽ οὑτοσὶ
295 τὸ παιδίον, καὶ πάντα ταῦθ᾽ ἃ νῦν λέγει
ὀρθῶς λέγει, καὶ γέγονεν οὕτως, ὦ πάτερ.
οὐκ ἀντιλέγω. δεόμενος, ἱκετεύων ἐγὼ
ἔλαβον παρ᾽ αὐτοῦ τοῦτ᾽· ἀληθῆ γὰρ λέγει.
ποιμήν τις ἐξήγγειλέ μοι, πρὸς ὃν οὑτοσὶ
300 ἐλάλησε, τῶν τούτῳ συνέργων, ἅμα τινὰ
κόσμον συνευρεῖν αὐτόν· ἐπὶ τοῦτον, πάτερ,
αὐτὸς πάρεστιν οὑτοσί. —τὸ παιδίον
δός μοι γύναι.— τὰ δέραια καὶ γνωρίσματα
οὗτός σ᾽ ἀπαιτεῖ Δᾶ᾽· ἑαυτῷ φησι γὰρ
305 ταῦτ᾽ ἐπιτεθῆναι κόσμον, οὐ σοὶ διατροφήν.
κἀγὼ συναπαιτῶ κύριος γεγενημένος
τούτου· σὺ δ᾽ ἐπόησάς με δούς. νῦν γνωστέον
βέλτιστέ σοι ταῦτ᾽ ἐστίν, ὡς ἐμοὶ δοκεῖ,
τὰ χρυσί᾽ ἢ ταῦθ᾽ ὅ τι ποτ᾽ ἐστὶ πότερα δεῖ
310 κατὰ τὴν δόσιν τῆς μητρός, ἥτις ἦν ποτε,
τῷ παιδίῳ τηρεῖσθ᾽, ἕως ἂν ἐκτραφῇ,
ἢ τὸν λελωποδυτηκότ᾽ αὐτὸν ταῦτ᾽ ἔχειν,
εἰ πρῶτος εὗρε τἀλλότρια. τί οὖν τότε,
ὅτ᾽ ἐλάμβανον τοῦτ᾽, οὐκ ἀπῄτουν ταῦτά σε;
315 οὔπω παρ᾽ ἐμοὶ τότ᾽ ἦν ὑπὲρ τούτου λέγειν.
ἥκω δὲ καὶ νῦν οὐκ ἐμαυτοῦ σ᾽ οὐδὲ ἓν
ἴδιον ἀπαιτῶν. κοινὸς Ἑρμῆς; μηδὲ ἓν
εὕρισχ᾽, ὅπου πρόσεστι σῶμ᾽ ἀδικούμενον·
οὐχ εὕρεσις τοῦτ᾽ ἔστιν ἀλλ᾽ ἀφαίρεσις.
320 βλέψον δὲ κἀκεῖ, πάτερ· ἴσως ἔσθ᾽ οὑτοσὶ
ὁ παῖς ὑπὲρ ἡμᾶς καὶ τραφεὶς ἐν ἐργάταις
ὑπερόψεται ταῦτ᾽, εἰς δὲ τὴν αὑτοῦ φύσιν
ᾄξας ἐλεύθερόν τι τολμήσει πονεῖν,
θηρᾶν λέοντας, ὅπλα βαστάζειν, τρέχειν
325 ἐν ἀγῶσι. τεθέασαι τραγῳδούς, οἶδ᾽ ὅτι,
καὶ ταῦτα κατέχεις πάντα. Νηλέα τινὰ
Πελίαν τ᾽ ἐκείνους εὗρε πρεσβύτης ἀνὴρ
αἰπόλος, ἔχων οἵαν ἐγὼ νῦν διφθέραν,
ὡς δ᾽ ᾔσθετ᾽ αὐτοὺς ὄντας αὑτοῦ κρείττονας,
330 λέγει τὸ πρᾶγμ᾽, ὡς εὗρεν, ὡς ἀνείλετο.
ἔδωκε δ᾽ αὐτοῖς πηρίδιον γνωρισμάτων,
ἐξ οὗ μαθόντες πάντα τὰ καθ᾽ αὑτοὺς σαφῶς
ἐγένοντο βασιλεῖς οἱ τότ᾽ ὄντες αἰπόλοι.
εἰ δ᾽ ἐκλαβὼν ἐκεῖνα Δᾶος ἀπέδοτο,
335 αὐτὸς ἵνα κερδάνειε δραχμὰς δώδεκα,
ἀγνῶτες ἂν τὸν πάντα διετέλουν χρόνον
οἱ τηλικοῦτοι καὶ τοιοῦτοι τῷ γένει.
οὐ δὴ καλῶς ἔχει τὸ μὲν σῶμ᾽ ἐκτρέφειν
ἐμὲ τοῦτο, τὴν [δὲ] τοῦδε τῆς σωτηρίας
340 ἐλπίδα λαβόντα Δᾶον ἀφανίσαι, πάτερ.
γαμῶν ἀδελφήν τις διὰ γνωρίσματα
ἐπέσχε, μητέρ᾽ ἐντυχὼν ἐρρύσατο,
ἔσωσ᾽ ἀδελφόν. ὄντ᾽ ἐπισφαλῆ φύσει
τὸν βίον ἁπάντων τῇ προνοίᾳ δεῖ, πάτερ,
345 τηρεῖν, πρὸ πολλοῦ ταῦθ᾽ ὁρῶντ᾽ ἐξ ὧν ἔνι.
ἀλλ᾽ «ἀπόδος, εἰ μή» φησ᾽ «ἀρέσκει.» τοῦτο γὰρ
ἰσχυρὸν οἴεταί τι πρὸς τὸ πρᾶγμ᾽ ἔχειν.
οὐκ ἔστι δίκαιον· εἴ τι τῶν τούτου σε δεῖ
ἀποδιδόναι, καὶ τοῦτο πρὸς ζητεῖς λαβεῖν,
350 ἵν᾽ ἀσφαλέστερον πονηρεύσῃ πάλιν,
εἰ νῦν τι τῶν τούτου σέσωκεν ἡ Τύχη;
εἴρηκα. κρῖνον ὅ τι δίκαιον νενόμικας.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ἀλλ᾽ εὔκριτ᾽ ἐστί· πάντα τὰ συνεκκείμενα
τοῦ παιδίου ᾽στί. τοῦτο γινώσκω.
(ΔΑΟΣ)
καλῶς·
τὸ παιδίον δέ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
355 οὐ γνώσομ᾽ εἶναι μὰ Δία σοῦ
τοῦ νῦν ἀδικοῦντος, τοῦ βοηθοῦντος δὲ καὶ
ἐπεξιόντος τἀδικεῖν μέλλοντί σοι.
(ΣΥΡΟΣ)
πόλλ᾽ ἀγαθά σοι γένοιτο.
(ΔΑΟΣ)
δεινή γ᾽ ἡ [κρίσις
νὴ τὸν Δία τὸν Σωτῆρ᾽· ἅπανθ᾽ εὑρὼν [ἐγὼ
360 ἅπαντα περιέσπασμ᾽. ὁ δ᾽ οὐχ εὑρὼν ἔχει.
οὐκοῦν ἀποδιδῶ;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
φημί.
.
[μια μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
αποφευγεις το δικαιο.
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης
δεν πρεπει συ να'χεις τα μη δικα σου.
(ΣΥΡΟΣ)
επιτραπος πρεπει καποιος
να'ναι περι τουτων
(ΔΑΟΣ)
το θελω,να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον;
(ΔΑΟΣ)
σε με μεθθν ο πασαενας ικανος,δικαια δε
παθαινω,γιατι με σε να μοιρασω;
(ΣΥΡΟΣ)
τουτον να λαβουμε
θελεις κριτη;
(ΔΑΟΣ)
καλη τυχη
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,
καλε μου ανθρωπε,λιγο αν μπορεις να σπαταλισεις για μας χρονο;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;περι τινος;
(ΣΥΡΟΣ)
αντιλεγουμε για καποιο πραγμα.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και τι λοιπον εμενα με μελει;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη για τουτο καποιον
ζητουμε ισα να κρινει.κι αν βεβαια σε τιποτα δεν εμποδιζει,
ξεδιαλυσε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι
για δικες λεγοντες περπατατε,τομαρια
φορωντας;
(ΣΥΡΟΣ)
αλλ'ομως .το πραγμα ειναι συντομο,
κι ευκολο να καταλαβεις,πατερ,δος τη χαρι,
μη καταφρονησεις,να σ'εχουν καλα οι θεοι,σε καθε πρεπει
καιρο το δικαιο να επικρατει απανταχου,
κι ο παρατυγχανοντας τουτης της μοιρασιας
να'χει προνοια,κοινο ειναι στο βιο
παντων
ΔΑΟΣ
με μετρημενο μπερδευομαι ρητορα.
γιατι να μοιρασω;;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
θα τηρησετε λοιπον,πεστε μου,
οσα αν δικασω;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ας ακουσω,τι λοιπον
να μ'εμποδισει;συ πρωτος ο σιωπων λεγε
ΔΑΟΣ
λιγο παραπανω στα περασμενα,οχι αυτα που με τουτον μονον
πραχθηκαν,για να'ναι σε σε και σαφη τα πραγματα.
στο δασος στο πλησιον των χωραφιων
τουτων εβοσκα τριακοστη μερα απο τωρα ισως,
καλε μου ανθρωπε,ταυτην την ημερα εγω μονος
κει εγκαταλειμενο παιδακι βρηκα νηπιο
εχον περιδεραια και τετοια αλλα καποια
κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
περι τουτων ειναι
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
εαν λαλας διακοπτοντας,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω κατω
(ΣΥΡΟΣ)
και δικαια
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,πηγα στο σπιτι αυτο εχοντας,
να τ'αναθρεψω σκοπευα.τουτα πιστευα εγω τοτε,
μεσ'τη νυχτα αποφαση,οπως σ'απαντες γινεται,
εβγαλα με τον εαυτο μου διαλογιζομενος,για με
τι παιδοτροφια και βασανα;απο που δ'εγω
τοσα να ξοδεψω;τι φροντιδες για με;
τετοια ειναι.εβοσκα παλι
απ'την αυγη.ηρθ'αυτος-ειναι δε καρβουνας-
στον τοπο τον ιδιο πριονιζοντας εκει
κορμους,απο πριν σε με γνωστος ειχε γινει,
λαλουσαμε ο ενας στον αλλον,σκυθρωπο οντα μ'
ειδε,''γιατι σκεπτικος''ειπε,''ο Δαος;'',''για τι;''λεγω
''περιεργος ειμαι'',και το πραγμα σ'αυτον λεγω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,αυτος δε τοτε μεν
αμεσως πριν του πω τα παντα παρακαλα,''πω πω τι σε σε
καλο εγινε Δαε'' με το καθετι λεγοντας,
''σε με το παιδι δος,ετσι να'σαι ευτυχης,
ετσι να'σαι ελευθερος.γυναικα''ειπε''βεβαια
εχω,αυτη γεννησε και πεθανε το παιδι'',
για τουτη δω λεγω,αυτη που τωρα εχει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
παρακαλουσες συ;
(ΔΑΟΣ)
ικετευων ολη τη μερα
εξαντλησε,εκλιπαρωντας και πειθωντας με
το υποσχεθηκα,το εδωκα,εφυγε μυρια
ευχομενος αγαθα,αρπαζοντας μου καταφιλει
τα χερια,εκανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
εκανα
(ΔΑΟΣ)
απαλλαχτηκα.
μετα της γυναικος εμφανιζομενος σε μενα τωρα ξαφνικα
τα τοτε συνευβρισκομενα με τουτο-μικροπραματα δε
ηταν τουτα και μωροδιστικα,ενα τιποτα-αξιει
να τ'αποδωθουν και δεινα πασχει λεει,οτι
δεν αποδιδω,εγω ο ιδιος να τα'χω αξιω.
εγω δε γι'αυτον λεω πρεπει να μου'χει χαρι
που'λαβε παρακαλωντας.αν δεν τα παντα
σε τουτον δινω,να εξεταζομαι δεν πρεπει .
αν και βαδιζοντας ευρισκε μαζι με μενα τουτα κι
ηταν κοινο ερμαιο,το'να μεν τουτος θα λαμβανε,
τ'αλλο δ'εγω.μονος βρισκοντας,οχι παρων τοτε
τα παντα να'χεις νομιζεις σου πρεπει,εμενα δ'ουδε ενα;
να περατωσω.σου'χω δωσει κατι απ\τα δικα μου εγω,
αν τουτο αρεστο ειναι σε σε,και τωρα εχε,
εαν δε δεν σ'αρεσει,και μετανοεις,δωστο παλι
και καθολου ν'αδικεις μητε να χανεις,τα παντα δε,
τα μεν εκουσια,τα δε με τη δυναμη καταβαλοντας με,
δεν πρεπει συ να'χεις.εχω πει τον δικο μου λογο.
(ΣΥΡΟΣ)
εχει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν ακουσες;εχει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως.
συμφωνω εγω μετα ταυτα.μονος βρηκε τουτο'δω
το παιδι,κι ολα τουτα που τωρα δω λεγει
ορθως λεγει,κι εγιναν ετσι,πατερ,
δεν αντιλεγω.παρακαλοντας,ικετευων εγω
ελαβα παρ'αυτου τουτο.αληθεια λοιπον λεγει.
βοσκος καποιος φανερωσε σε με,στον οποιο αυτος δω
λαλησε,αυτων σε τουτον συνεργων,μαζι καποια
κοσμηματα συνβρεθηκαν μ'αυτο.για τουτο,πατερ,
αυτος παρευβρισκεται ο ιδιος εδω.-το παιδι
δωσε σε με γυναικα.-τα περιδεραια και τα γνωρισματα
αυτος απο σε απαιτει Δαε,στον εαυτο του λεει βεβαια
τουτα τοποθετησαν τα κοσμηματα,οχι σε σε διατροφη.
κι εγω συναπαιτω κυριος γενομενος
τουτου.συ δε μ'εκανες δινοντας.τωρα γνωστα
καλε μου ανθρωπε σε σε τουτα εγιναν,οπως σε με φαινεται,
τα χρυσα η' τουτα οτι ποια'ναι απ'τα δυο πρεπει
κατα τη κληροδοτηση της μητερας,οποια ηταν καποτε,
στο παιδι να διατηρηθουν,εως ν'ανατραφει,
η' ο λωποδυτης που τα'κλεψε αυτος τουτα να'χει;
αν πρωτος ηβρε τα ξενα.γιατι λοιπον τοτε
οταν επαιρνα τουτο,δεν απαιτησα τουτα απο σε;
δεν ειχα ακομα τοτε τη δικαιδοσια υπερ αυτου να λεγω.
ηρθα δε και τωρα οχι για τον εαυτο μου τον ιδιο απο σε ουτ'ενα
απαιτωντας.κοινο ερμαιο;μητ'ενα
απ'τα ευρεθεντα,οπου υπαρχει το σωμ'αδικουμενο.
ευρεση τουτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση
κοιταξε δε κεκει,πατερ,ισως να'ναι αυτο δω
το παιδι πανω απο μας και αναθρεμενο μεσ'σ'εργατες
να καταφρονεσει τουτα,στην δε δικια του φυση
εξωθημενο ελευθερο κατι να τολμησει να πασχισει.
να κυνηγα λιονταρια,οπλα να βασταζει,να τρεχει
σ'αγωνες.εχεις θεαθει τραγωδους,γνωριζεις οτι,
και τουτα τα κατεχεις ολα.τον καποιο Νηλεα
και τον Πελια κι εκεινους τους ηβρε γερος αντρας
γιδοβοσκος,εχων ιδιο οπως εγω τωρα τομαρι,
οταν αισθανθηκε αυτους οντας αυτου ανωτερους,
τους λεγει το πραγμα,πως τους βρηκε,πως τους σηκωσε και τους πηρε
κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με γνωρισματα,
απ'οπου μαθοντες τα παντα τ'αφοροντ'αυτους καθαρα
εγιναν βασιλιαδες οι τοτ'οντες γιδοβοσκοι.
αν δε αρπαζοντας εκεινα ο Δαος πωλουσε,
αυτος για να κερδιζε δραχμας δωδεκα.
αγνωστοι στον απαντα θα κατεληγαν χρονο
οι τετοιοι αντρες και οι τετοιοι στο γενος,
ουτε βεβαια καλα'ναι το μεν σωμα να εκτρεφω
εγω τουτο,την δε τουτου δω της σωτηριας
την ελπιδα αρπαζοντας ο Δαος ν'αφανισει,πατερ,
παντρευονταν αδελφη καποιος κι απ'τα γνωρισματα
αποφυγε,την μητερα συναντωντας τυχαια λυτρωσε,
εσωσ'αδελφο.οντας επισφαλης φυσει
ο βιος ολων με τη προνοια πρεπει,πατερ,
να τον διαφυλαττουμε,προ πολλου τουτα βλεπωντας εξ ων συνισταται.
αλλ' ''αποδοσε το,αν δεν'' λεει ''σ'αρεσει'' γιατι τουτο
ισχυρο νομιζει τι λογο προς το πραγμα να'χει.
ουτ'ειναι δικαιο.εαν τι απ'τα δικα τουτου εσυ πρεπει
ν'αποδοσεις,και τουτο ζητας ν'αρπαξεις,
για ν'ασφαλεστερα πονηρα ενεργησεις παλι,
αν τωρα τι απ'τα δικα του εχει σωσει η Τυχη;
εχω πει.κρινε οτι δικαιο εχεις νομισει.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αλλ'ευκολοκριτο ειναι.ολα τα συνευβρισκομενα
του παιδιου'ναι.τουτο αναγνωριζω
(ΔΑΟΣ)
καλως.
και το παιδι;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν αναγνωριζω οτ'ειναι μα το Δια δικο σου
του τωρα αδικουντος, αυτου δε που το βοηθα ειναι και
που ξεφευγει να τ'αδικει τον μελλοντα εσε
(ΣΥΡΟΣ)
πολλ'αγαθα σε σε να γινουν.
(ΔΑΟΣ)
σκληρη η κρισις
μα τον Δια τον Σωτηρ',απαντα ευρων εγω
απαντα αποστερουμαι,ο δε μη ευρων εχει.
συμφωνως λοιπον ν'αποδωσω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ειπα
.
.
-Μενανδρος; η' βιος;
-Μενανδρος
και[μια αλλη πραγματι-κοτερη βιο-τερη μεταφραση χ.ν.κουβελης]
(ΣΥΡΟΣ)
μου φαινεται τ'αποφευγεις το δικαιο
(ΔΑΟΣ)
ο δυστυχης εγω,
δεν το ξερεις πως δεν πρεπει να θελεις τα ξενα
(ΣΥΡΟΣ)
επιτροπο πρεπει καποιο να βαλουμε να κρινει τουτο
(ΔΑΟΣ)
φυσικα και το θελω να κριθουμε.
(ΣΥΡΟΣ)
ποιος λοιπον θες να'ναι αυτος;
(ΔΑΟΣ)
ας ειν' κι ο πασαενας.
καλα να παθω,που θελω να μοιρασω με σε;
(ΣΥΡΟΣ)
αυτον δω να παρουμε θελεις για κριτη;
(ΔΑΟΣ)
ας τυχει κι αυτος
(ΣΥΡΟΣ)
να σ'εχουν καλα οι θεοι,καλε μου ανθρωπε,
μπορεις να σπαταλισεις λιγο χρονο για μας;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
για σας;για ποιο λογο,λεβεντες;
(ΣΥΡΟΣ)
για καποιο πραγμα αντιλεγουμε.κι ακρη δεν βρισκουμε
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
και λοιπον τι με μελει εμενα για τις υποθεσεις σας;
(ΣΥΡΟΣ)
κριτη γι'αυτο καποιο ζηταμε ισα να κρινει.
κι αν τιποτα δεν σ'εμποδαει ξεχωρισε μας
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βρε παλιο χαμενοι,για τι δικες τσαμπουνοντας περα δωθε γυρνοντας,
και προβειες φοροντας;
(ΣΥΡΟΣ)
το πραγμα συντομα θα σ'πω κι ευκολα θα καταλαβεις,μπαρμπα,
κανε μας τη χαρη μη μας περιφρονησεις,να'σαι καλα,
στο καθε τι το δικαιο πρεπει να κυριαρχει,
κι αυτος που'τυχει να κρινει διχονοια αυτο να'χει στο νου του,
αυτο'ναι ιδιος νομος γι'ολους
ΔΑΟΣ
με ζορικο μαλλον μπερδευτηκα ρητορα,
αχ γιατι να θελω,ο βλακας,να μοιρασω;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ομως,για να'μαστε συμφωνοι απο πριν,οπως και να δικασω θα δεχτηκε μετα;
ΣΥΡΟΣ
τα παντα ολα
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
συμφωνοι,ας ακουσω τοτε, μ'εμποδιζει τιποτα;
συ πρωτος να πεις που δεν μιλας
ΔΑΟΣ
θ'αρχισω απο λιγο πριν να λεω,γι'αυτα που δεν εγιναν μαζι μ'αυτον,
να'ναι πιο σαφη τα πραγματα,
σ'ενα δασο κοντα σε τουτα τα χωραφια εβοσκα το κοπαδι μου
πανε καπου τριαντα μερες
καλε μου ανθρωπε,κεινη τη μερα μονος μου εγω βρηκα κει ενα παιδακι νηπιο
παρατημενο,
ειχε χρυση αλυσιδα στο λαιμο κι αλλα διαφορα τετοια παιδικα κοσμηματα
(ΣΥΡΟΣ)
βεβαιως γ'αυτα ειναι η διχονοια
ΔΑΟΣ
ε δεν μ'αφηνει ο διαολος να πω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
αν φωνασκεις και διακοπτεις συνεχως,δεν θα το γλυτωσεις,με το μπαστουνι
θα σε κοπανισω
(ΣΥΡΟΣ)
παρα πολυ δικαιως νομιζω
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
λεγε,συνεχα
(ΔΑΟΣ)
λεγω,
το σηκωσα και το πηρα,το πηγα σπιτι,να τ'αναθρεψω σκοπευα.αυτα ενιωθα τοτε,
τη νυχτα ομως πηρ'αποφαση,οπως συνηθως σ'ολους γινεται,γιατι πιο καλα το σκεφτηκα,
ειμ'εγω τωρα για τετοια,νταντεματα και βασανα,που να τα βρω τοσα να ξοδευω;τετοιες
εγνοιες να βαλω;
κι ετσι σιγουρα ειναι.συμφωνειτε;
την αλλη μερα τα χαραματα που'βοσκα παλι το κοπαδι να σου και μου'ρχεται αυτος εδω
-καρβουνας ειναι-να πριονισει κορμους εκει γυρω στο τοπο,γνωστος μου απο πριν,
κι αλλαζαμε που και που καμια κουβεντα,οταν μ'ειδε σιωπηλο ''γιατ'εισαι σκεπτικος''
μου'πε''Δαε;'',''γιατι;''του'πα ''στα ξενα πραματα ανακατευομαι'',και με το νι και με το
σιγμα ολα του τα λεω,
πως το 'βρα,πως το σηκωσα και το πηρα,κι αυτος απ'την αρχη μου λεγε και παρακαλα
,''πω πω τι μεγαλο καλο σου'τυχε Δαε'' και ξανα ξανα ελεγε,''δοστο σε με το παιδι,
δοστο μου,και να ευτυχισεις,και να λευτερωθεις,γυναικα'' ειπε,''βεβαια εχω,αλλα το
παιδι που γεννησε πεθανε''
γι'αυτηνα δω μιλαω,που τωρα κραταει το παιδι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
ετσ'ειναι;παρακαλουσες;σωστα;
(ΔΑΟΣ)
ικετευοντας ολη τη μερα μ'εξαντλησε,εκλιπαρωντας με καταφερε και δεχτηκα,
του το δωκα,εφυγε και μυρια μου ευχηθηκε καλα να παθω,κι αρπαζοντας τα χερια
μου τα καταφιλουσε,
σε ρωταω,πες,τα'κανες αυτα;
(ΣΥΡΟΣ)
τα'κανα
(ΔΑΟΣ)
επιτελους ξεφορτωθηκα.
μετα ξαφνικα μου'ρθε με τη γυναικα του και κεινα τα ψευτοπραματα που βρεθηκαν
με το παιδι και τ'αλλα μωροδιστικα,ενα τιποτα δηλαδη,μου ζηταει να του δωσω και
παρα πολυ τον στεναχωρει,λεει,που δεν του τα δινω και θελω'γω μοναχος μου να'χω,
και δεν ντρεπεται αντι να μου χρωστα ευγνωμοσυνη που το παιδι του δωσα στα
παρακαλια του κι αν δεν του τα δωσω θα με καταδικασει κιολας ,ο αχαριστος,απο πανω,
δεν λεω αν μαζι τα βρισκαμε,κι ηταν κοινο το ερμαιο,τοτε το'να μισο να παιρν'αυτος και
τ'αλλο μισο γω,ομως μονος βρηκα,και συ δεν ησουνα κει,και θελεις να'χεις τα παντα,
κι εγω τιποτα,
θα τελειωσω σε λιγο,
ακου,σου'χω δωσει κατι δικο μου,ναι;
αν σ'αρεσει,κρατα το
αν δε σ'αρεσει,και μετανιωσες,δωστο παλι πισω κι ετσι ουτε θ'αδικεις ουτε θα χανεις,
ομως τα παντα ν'απαιτεις,ειτε με τη θεληση μου,ειτε βιαζοντας με,να'χεις αυτο δεν ειναι
σωστο νομιζω,
τελος,εχω βγαλει το λογο μου
(ΣΥΡΟΣ)
τι;τα'χει πει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
χαμενε,δεν ακουσες;τα'χει πει.
ΣΥΡΟΣ
καλως τοτε.
συμφωνω μ'αυτα.μονος του βρηκε τουτο το παιδακι κι οσα ως τωρα ειπε πολυ ορθα
τα'πε,παρακαλωντας του πηρα το παιδι,ομως καποιος βοσκος,ενας απ'αυτους που μαζι
βοσκουν,μου σφυριξε,πως του ξερασε το μυστικο,
μ'αυτο το παιδι μαζι ηταν και κοσμηματα βρεμενα,μπαρμπα,
κι αυτο το παιδι ειναι το ιδιο εδω-γυναικα δωσ'μου το παιδι-
τις αλυσιδες και βρονταλιδια αυτο στα ζηταει Δαε,αφου σ'αυτον τα'βαλαν κι οχι εσυ
να τα φας,
κι εγω σαν ο κυριος,ο ιδιοκτητης πως να στο πω,του παιδιου μαζι μ'αυτο τ'απαιτω,
τετοιο εσυ μ'εκανες αφου μου το'δωσες,
τωρα,καλε μου ανθρωπε,ολα γνωστα σε σεναν γιναν,
κι οπως σωστοτερο μου φαινεται να'ναι,αυτα τα χρυσα και τ'αλλα οτι στον κορακα
να'ναι πρεπει αφου'ναι κληρονομια της μανας στο παιδι,οποια και να'ναι αυτη δεν
μας νοιαζει, στο παιδι να μεινουν,ωσπου να μεγαλωσει; η' ο λωοδυταρος αυτος να
τα'χει;
βεβαια πρωτος αυτος βρηκε τα ξενα πραματα,
γιατι οταν πηρα το παιδι δεν ζητησα κι αυτα;αμεσως να σου πω,
επειδη τοτ'ακομα δεν ειχα το δικαιωμα να το υπερασπιζω,τωρα ομως δεν ηρθα να
σ'απαιτησω για τον εαυτο μου,κοινο το ερμαιο;
ουτ'ενα τα βρεμενα σ'αυτο τ'αδικημενο,ευρεση αυτο δεν ειναι αλλ'αφαιρεση,
κοιτα καλα κι αυτο,μπαρμπα,ισως αυτο δω το παιδι να'ναι ανωτερο απο μας κι αν
ανατραφτει μεσ'σ'εργατες και δουλους να τα καταφρονεσει αυτα,και στη δικια του
φυση να στραφει κατι μεγαλο σαν ελευθερος να τολμησει,να κυνηγα λιονταρια,
οπλα να βασταζει,να τρεχει σ'αγωνες.
εχεις,σιγουρα,παει σε θεατρο κι ειδες τραγωδιες,και φυσικα πολυ καλα αυτα ολα τα
γνωριζεις,καποιο Νηλεα και τον αδερφο του τον Πελια κι εκεινους καποτε παλια τους
ηβρε ενας γερος γιδοβοσκος,σαν κι εμενα οπως τωρα φοροντας προβια,
οταν καταλαβε πως αυτοι'ναι ανωτεροι απ'αυτον,τους λεει την ιστορια,πως τους βρηκε,
πως τους σηκωσε και τους πηρε κι εδωκε δε σ'αυτους ενα σακουλακι με τα γνωρισματα
τους,κι αφου οσα τους αφορουσαν τα γνωρισαν ολα καθαρα εγιναν βασιλιαδες που'ταν
γιδοβοσκοι καποτε.
αν ομως αρπαζοντας εκεινα ο Δαος τα πωλουσε, για να κερδιζε δωδεκα ψωροδραχμες,
αγνωστοι στον απαντα χρονο θα'μεναν τετοιοι σπουδαιοι αντρες κι απο τετοια φημισμενη
γενια.
κι ουτε.το τονιζω,σωστο ειναι το σωμα του παιδιου ν'αναθρεφω,ενω την ελπιδα της σωτη-
ριας του αρπαζοντας ο Δαος να εξανεμισει,μπαρμπα,
ξερεις;να σου πω,αδερφος θα παντρευονταν αδερφη κι απ'τα γνωρισματα τ'αποφυγε,
καποιος τη μητερα βρηκε τυχαια να'ναι δουλα και τη λυτρωσε,κι αλλος αδερφο εσωσε.
επειδη ο βιος των ανθρωπων φυσει αβεβαιος ειναι πρεπει,μπαρμπα,με συνεση να
προβλεπουμε τι μπορει να συμβει.
αλλ'ομως,'''δοστο πισω,αν δεν'' να λεει ''σ'αρεσει'' κι αυτο να θεωρει ισχυρο λογο δεν
ειναι καθολου σωστο,
μαλιστα οταν τα δικα του πρεπει να δωσεις και να μην κρατας,
σ'εχ'ομως καταλαβει καλα,θελεις και το παιδι ν'αρπαξεις για να με μεγαλυτερη σιγουρια
και πονηρια να του παρεις παλι οτι κατα τυχη σωθηκε;
τιποτ'αλλο,ολα τα'χω πει.τωρα εσυ να κρινεις οτι νομιζεις δικαιο πως ειναι.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
βλεπω πως καθολου δυσκολο να κρινω δεν ειναι,
ολα οσα βρεθηκαν με το παιδι ανηκουν στο παιδι,
αυτο δικαζω.
(ΔΑΟΣ)
καλως.
αλλα και το παιδι ποιος το παιρνει;
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
δεν δικαζω πως ειναι μα το Δια δικο σου που τωρα τ'αδικας
αλλ'ανηκει σ'αυτον που το προστατευει και προσπαθει ν'αποφυγει
απο σε να τ'αδικησεις στο μελλον
(ΣΥΡΟΣ)
πολλα καλα να σου τυχουν
(ΔΑΟΣ)
σκληρη κι αδικη η κριση
μα τον Δια τον Σωτηρα,εγω π'ολα τα βρηκα ολα τα στερουμαι,
κι αυτος που τιποτα δεν βρηκε τα'χει,
τι να κανω;δενμου μενει αλλο παρα να συμμορφωθω και να τα δωσω;.
(ΣΜΙΚΡΙΝΗΣ)
τελος,ειπα κι αποφασισα
.
.
.
.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου