.
.
GREEK POETRY-
Διδώ-POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
,
,
Διδω-χ.ν.κουβελης c.n couvelis
Διδώ-χ.ν.κουβελης
στη Παλαιά Τυρο είχαμε ένα κηπο με πολλά καρποφορα δέντρα,εκει τα ζεστα μεσημέρια καθόμουν σε μια αιώρα κάτω απ'τον ίσκιο ενός μεγάλου πλατυφυλλου δέντρου, ο πατέρας μου είχε αγοράσει ένα παγώνι, απέναντι έβλεπα τα δυο νησιά της Νέας Πόλης, με πλοιάριο πηγαίναμε για ψώνια στα εμπορικά της, είχε φαρδεις λεωφορους και μοντέρνα κτιρια,δεν ήταν όπως εδώ σαν λαβύρινθος,ολοενα στριφογυριστα δρομάκια και χαμηλά πλινθοκτιστα σπιτακια,εμεις παρ'ολ'αυτα επιμεναμε να μενουμε στη παλιά πόλη, σε κάθε άνθρωπο. ταιριάζει η πόλη του, έλεγε ο πατέρας, εγώ βέβαια ζήλευα τις κοπέλες που ζούσαν εκεί, ήταν πιο ελεύθερες,ντυνοντουσαν με τη μοδα ,πήγαιναν στα ωδεία,στα χοροδιδασκαλεια, στα θεατρα,ο πατέρας μου υποσχέθηκε όταν θα μεγαλωσω να μου αγοράσει ένα.ωραιο και μοντερνο σπίτι εκεί, θυμάμαι πως χάρηκα πολύ, τότε έκανα πολλα όνειρα για το μελλον μετά άλλαξαν τα πράγματα, πολιτικά και στρατιωτικά,ο πατερας ήταν πολύ ανήσυχος,καθονταν.κλεισμενος.μεσα στο σπίτι. και διάβαζε εφημεριδες τι κατάσταση κι αυτη σχολίαζε, δεν ξέρεις πια τι θα συμβει,τοτε άκουσα για τους Ελληνες, πως πριν ήταν κάποιος Πτολεμαιος μετά καποιος Αντιγονος μετά. ξανά ο Πτολεμαιος. κι έπειτα ενας Δημητριος Πολιορκητης, ύστερα ηρθαν οι Σελευκιδες,μ'αυτους σε αιγλη μας ξεπερνούσε μόνο η Αλεξανδρεια και τώρα πολύ σοβαρα,λεει,κινδυνεύουμε απ'τους Ρωμαιους,
σταματησε,βυθιστηκε για αρκετή ώρα στις σκέψεις της,
κυριως στα γεγονότα που έζησε, όταν συνήλθε τον κοίταξε μέσα στα μάτια. και χαμογέλασε, εσύ μην ανησυχείς, του είπε, αύριο κιόλας ξημερωνοντας μπορεις να συνεχίσεις το ταξίδι σου προς την Ιταλια,εγω δεν έχω την δύναμη να σ'εμποδίσω, έλα τώρα κοιμησου πρέπει να ξεκουραστεις,αρκετα σε ζάλισα με την φλυαρια μου,μη φοβάσαι η μνήμη μου δεν είναι επικινδυνη,
σηκώθηκε να σβήσει το φως, κι ας μη χωράει, την άκουσε να λέει και να γελάει, ούτε σ"ενα τομάρι βοδιου
.
.
.
GREEK POETRY-
Διδώ-POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
,
,
Διδω-χ.ν.κουβελης c.n couvelis
Διδώ-χ.ν.κουβελης
στη Παλαιά Τυρο είχαμε ένα κηπο με πολλά καρποφορα δέντρα,εκει τα ζεστα μεσημέρια καθόμουν σε μια αιώρα κάτω απ'τον ίσκιο ενός μεγάλου πλατυφυλλου δέντρου, ο πατέρας μου είχε αγοράσει ένα παγώνι, απέναντι έβλεπα τα δυο νησιά της Νέας Πόλης, με πλοιάριο πηγαίναμε για ψώνια στα εμπορικά της, είχε φαρδεις λεωφορους και μοντέρνα κτιρια,δεν ήταν όπως εδώ σαν λαβύρινθος,ολοενα στριφογυριστα δρομάκια και χαμηλά πλινθοκτιστα σπιτακια,εμεις παρ'ολ'αυτα επιμεναμε να μενουμε στη παλιά πόλη, σε κάθε άνθρωπο. ταιριάζει η πόλη του, έλεγε ο πατέρας, εγώ βέβαια ζήλευα τις κοπέλες που ζούσαν εκεί, ήταν πιο ελεύθερες,ντυνοντουσαν με τη μοδα ,πήγαιναν στα ωδεία,στα χοροδιδασκαλεια, στα θεατρα,ο πατέρας μου υποσχέθηκε όταν θα μεγαλωσω να μου αγοράσει ένα.ωραιο και μοντερνο σπίτι εκεί, θυμάμαι πως χάρηκα πολύ, τότε έκανα πολλα όνειρα για το μελλον μετά άλλαξαν τα πράγματα, πολιτικά και στρατιωτικά,ο πατερας ήταν πολύ ανήσυχος,καθονταν.κλεισμενος.μεσα στο σπίτι. και διάβαζε εφημεριδες τι κατάσταση κι αυτη σχολίαζε, δεν ξέρεις πια τι θα συμβει,τοτε άκουσα για τους Ελληνες, πως πριν ήταν κάποιος Πτολεμαιος μετά καποιος Αντιγονος μετά. ξανά ο Πτολεμαιος. κι έπειτα ενας Δημητριος Πολιορκητης, ύστερα ηρθαν οι Σελευκιδες,μ'αυτους σε αιγλη μας ξεπερνούσε μόνο η Αλεξανδρεια και τώρα πολύ σοβαρα,λεει,κινδυνεύουμε απ'τους Ρωμαιους,
σταματησε,βυθιστηκε για αρκετή ώρα στις σκέψεις της,
κυριως στα γεγονότα που έζησε, όταν συνήλθε τον κοίταξε μέσα στα μάτια. και χαμογέλασε, εσύ μην ανησυχείς, του είπε, αύριο κιόλας ξημερωνοντας μπορεις να συνεχίσεις το ταξίδι σου προς την Ιταλια,εγω δεν έχω την δύναμη να σ'εμποδίσω, έλα τώρα κοιμησου πρέπει να ξεκουραστεις,αρκετα σε ζάλισα με την φλυαρια μου,μη φοβάσαι η μνήμη μου δεν είναι επικινδυνη,
σηκώθηκε να σβήσει το φως, κι ας μη χωράει, την άκουσε να λέει και να γελάει, ούτε σ"ενα τομάρι βοδιου
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου