.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
- Αἰσώπου Μῦθοι
-Ἀετὸς τοξευθείς-Ἀθηναῖος χρεωφειλέτης-Αἰθίοψ-Ἀλεκτρυόνες καὶ πέρδιξ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Αἰσώπου Μῦθοι
Ἀετὸς τοξευθείς-Ἀθηναῖος χρεωφειλέτης-Αἰθίοψ-Ἀλεκτρυόνες καὶ πέρδιξ
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(Πως ορίζεται μια μετάφραση μέσα στα όρια της γλώσσας;)
Ἀετὸς τοξευθείς
πάνω σε πέτρα αετός κάθονταν λαγούς να κυνηγησει ζητώντας,
τότε κάποιος του έριξε με το τοξο,και το βέλος τον διαπερασε, κι η αιχμή του μαζί με τα φτερά μπροστά στα μάτια του σταθηκε,όταν αυτό είδε είπε,
κι αυτό σε μένα μια αλλη λυπη,
(κι αυτό για μένα αν είναι λύπη)
απ'τα ίδια μου τα φτερα το να πεθαίνω)
(ο μύθος λέει)ότι το κεντρί της λύπης περισσότερο οδυνηρό είναι όταν κάποιος απ'τους οικείους του κινδυνευσει
(από αιτία των δικών του κινδυνέψει)
Ὑπεράνωθεν πέτρας ἀετὸς ἐκαθέζετο λαγωοὺς θηρεῦσαι ζητῶν. Τοῦτον δέ τις ἔβαλε τοξεύσας, καὶ τὸ μὲν βέλος ἔσω εἰσῆλθεν· ἡ δὲ γλυφὶς σὺν τοῖς πτεροῖς πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν εἱστήκει. Ὁ δὲ ἰδὼν ἔφη· «Καὶ τοῦτό μοι ἑτέρα λύπη, τὸ τοῖς ἐμοῖς πτεροῖς ἀποθνῄσκειν.»
Ὅτι τὸ κέντρον τῆς λύπης δεινότερόν ἐστιν, ὅταν τις ἐκ τῶν οἰκείων κινδυνεύσῃ
.
.
Ἀθηναῖος χρεωφειλέτης
στην Αθήνα ένας χρεωφειλετης άντρας όταν του ζητήθηκε απ'τον δανειστη το χρέος στην αρχή τον παρακαλεσε αναβολή να του δώσει,λέγοντας πως είναι άπορος,επειδή όμως δεν τον έπειθε,του έφερε τη γουρούνα την μοναδική που είχε,και με την παρουσία του.πουλούσε,όταν αγοραστής πλησίασε και ρωτησε αν γεννούσα η γουρούνα ηταν, εκείνος είπε ότι όχι μόνο αυτη γεννα,αλλά και κατά παράδοξο τροπο,γιατί στα μυστήρια
,(τα Ελευσίνια) θηλυκα ξεγεννα,στα δε Παναθήναια αρσενικα,και προς τον εκπλαγεντα ,(αγοραστή)από την αποκριση,ο δανειστης ειπε,
αλλά μην απορεις (δεν είναι ν'απορεις),γιατί αυτή σε σένα και στα Διονύσια κατσικια θα γεννησει
ο μύθος δηλώνει ότι πολλοί για ίδιον όφελος(κέρδος) δεν διστάζουν ούτε με τα αδύνατα να ψευδολογουν
(μ'αυτα που δεν μπορούν να γίνουν να ψεύδονται)
Ἀθήνησι χρεωφειλέτης ἀνὴρ ἀπαιτούμενος ὑπὸ τοῦ δανειστοῦ τὸ χρέος τὸ μὲν πρῶτον παρεκάλει ἀναβολὴν αὐτῷ δοῦναι, ἀπορεῖν φάσκων. Ὡς δὲ οὐκ ἔπειθε, προσαγαγὼν ὗν ἣν εἶχε μόνην, παρόντος αὐτοῦ, ἐπώλει. Ὠνητοῦ δὲ προσελθόντος καὶ διερωτῶντος εἰ τοκὰς ἡ ὗς εἴη, ἐκεῖνος ἔφη μὴ μόνον αὐτὴν τίκτειν, ἀλλὰ καὶ παραδόξως· τοῖς μὲν γὰρ μυστηρίοις θήλεα ἀποκύειν, τοῖς δὲ Παναθηναίοις ἄρσενα. Τοῦ δὲ ἐκπλαγέντος πρὸς τὸν λόγον, ὁ δανειστὴς εἶπεν· «Ἀλλὰ μὴ θαύμαζε· αὕτη γάρ σοι καὶ Διονυσίοις ἐρίφους τέξεται.»
Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι πολλοὶ διὰ τὸ ἴδιον κέρδος οὐκ ὀκνοῦσιν οὐδὲ τοῖς ἀδυνάτοις ψευδομαρτυρεῖν.
.
.
Αἰθίοψ
έναν μαύρο(αιθιοπα)καποιος αγόρασε νομίζοντας ότι τέτοιο το χρωμα του είναι από αδιαφορια
αυτου που πρωτύτερα τον ειχε,και παιρνωντας στο σπιτι,,όλα σ'αυτον χρησιμοποίησε τα καθαριστικα(απορυπαντικα),μ'ολα τα λουτρά(τα πλυσίματα) επιχείρησε να τον καθαρισει(ασπρίσει(, το χρώμα του όμως δεν αλλαξε,αλλά η ταλαιπωρία τον αρρώστησε,
(τον έκανε ν'αρρωστησει)
(του προξένησε αρρώστια)
ο μύθος δηλώνει ότι παραμένουν οι φύσεις όπως εμφανιστηκαν στην αρχή
(η φύση δεν αλλαζει απ'την αρχή όπως ήταν η ίδια μένει)
Αἰθίοπά τις ὠνήσατο τοιοῦτον αὐτῷ τὸ χρῶμα εἶναι δοκῶν ἀμελείᾳ τοῦ πρότερον ἔχοντος. Καὶ παραλαβὼν οἴκαδε, πάντα μὲν αὐτῷ προσῆγε τὰ ῥύμματα, πᾶσι δὲ λούτροις ἐπειρᾶτο καθαίρειν.
Καὶ τὸ μὲν χρῶμα μεταβάλλειν οὐκ εἶχε, νοσεῖν δὲ τῷ πονεῖν παρεσκεύασεν.
Ὁ μῦθος δηλοῖ ὅτι μένουσιν αἱ φύσεις ὡς προῆλθον τὴν ἀρχήν.
.
.
Ἀλεκτρυόνες καὶ πέρδιξ
κοκόρια κάποιος στο σπίτι του έχοντας,όταν ετυχε περδικι ημερωμενο να πουλιεται,αυτο αφού αγόρασε το έφερε στο σπιτι να τραφούν μαζί,(το'βαλε μαζί τους να τρέφεται)
αυτά επειδή το χτυπούσαν και το
έδιωχναν,το περδικι στεναχωριονταν,(βαριοκαρδιζε),νομίζοντας πως γι'αυτό το καταφρονουν επειδή άλλης φυλής ειναι,(ξένο είναι),μετά
από.λιγο ομως,όταν είδε τα κοκόρια
τα ίδια να μαχονται και να μην
πρωτύτερα αποχωρίζονται πριν
το ένα το αλλο ματωσει,μονολογησε,
αλλ'εγω πια καθόλου δεν στεναχωριέμαι απ'αυτα να χτυπιεμαι,γιατί τα βλεπω ουτ'αυτα να το αποφευγουν
(να μάχονται)
ο μύθος δηλώνει εύκολα
αντέχουν των γειτόνων τις βρισιές(τις ύβρεις,τις προσβολές,την κακομεταχειρηση) οι φρονιμοι,όταν τους δουν μήτε τους οικείους τους να το αποφευγουν
(να μάχονται)(τους δικούς τους)
Ἀλεκτρυόνας τις ἐπὶ τῆς οἰκίας ἔχων, ὡς περιέτυχε πέρδικι τιθασῷ πωλουμένῳ, τοῦτον ἀγοράσας ἐκόμισεν οἴκαδε ὡς συντραφησόμενον. Τῶν δὲ τυπτόντων αὐτὸν καί ἐκδιωκόντων, ὁ πέρδιξ ἐβαρυθύμει, νομίζων διὰ τοῦτο αὐτὸν καταφρονεῖσθαι ὅτι ἀλλόφυλός ἐστι. Μικρὸν δὲ διαλιπών, ὡς ἐθεάσατο τοὺς ἀλεκτρυόνας πρὸς ἑαυτοὺς μαχομένους καὶ οὐ πρότερον ἀποστάντας πρὶν ἢ ἀλλήλους αἱμάξαι, ἔφη πρὸς ἑαυτόν· «Ἀλλ’ ἔγωγε οὐκέτι ἄχθομαι ὑπ’ αὐτῶν τυπτόμενος· ὁρῶ γὰρ αὐτοὺς οὐδὲ αὑτῶν ἀπεχομένους.»
Ὁ λόγος δηλοῖ ὅτι ῥᾴδιον φέρουσι τὰς τῶν πέλας ὕβρεις οἱ φρόνιμοι, ὅταν ἴδωσιν αὐτοὺς μηδὲ τῶν οἰκείων ἀπεχομένους
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου