I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ-χ.ν.κουβελης -Και Αναμνησεις της μανας απο την Κατοχη στην Παπαδατου- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ-χ.ν.κουβελης
-Και Αναμνησεις της μανας απο την Κατοχη στην Παπαδατου-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

ο κυρ-Κωνσταντινος Κοκκαλης ,απο τη Παπαδατου Ξηρομερου, παππους μου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ  ΓΑΜΟΥ της Μαριας Κουβελη του Νικολαου το 1950-Παπαδατου Ξηρομερου
-η μανα μου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
ΟΙ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ ΤΟ ΧΩΡΙΟ
ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ-χ.ν.κουβελης
-Και Αναμνησεις της μανας απο την Κατοχη στην Παπαδατου

Παιδι μικρο με πηγαινε η μανα μου στη Παπαδατου στη βαβω μου τη Κωτσενα,την
Πανωργια και στ'αδερφια της,τον Ρικο[Κυριακο]και την Ολγα και την Κικη.
Τοτε το σπιτι τους,πριν το σεισμο ,ηταν ενα ψηλο αρχοντικο διπατο σπιτι,με ωραια
εξωπορτα,με μπρουτζινο χερι για να τη χτυπας,μεσα ειχε ξυλινη σκαλα καλλιτεχνικη
με παραπετα,το σαλονι με τη μεγαλη πορτα -χωρισμα απο το υπνοδωματιο του θειου,
και μπαλκονι ανατολικα,που απο'κει εβλεπες περα το καμπο τ'Αγρινιου,τον Πεταλα,
τη λιμνη Ριβιο Αμβρακια,την Αμφιλοχια τον Καρβασαρα.Δυτικα ειχε και χαγιατια,
φουρνο,αποθηκη.
Απο'κει αρχιζε η γειτονια των Κοκκαλεων,παρεμβαλλονταν κανα δυο σπιτια Μπουρ-
ναζεων,πιο μπροστα και πλαι δυτικα ηταν η μαντρα των Μουντζουρεων και πιο πανω
οι Σιμαιοι,στα ανατολικα κατω ηταν οι Μουτζουγιαννεο.
Τα Κοκκαλεικα ηταν του Τασου,οι Ντελεοι[του Παντελη],οι Κρατεοι[του Ιπποκρατη],
οι Βαγγελεοι,οι Θοδωρεοι.
Το Μπουρναζεηκο ηταν μεγαλο σπιτι μακρυ διπατο με μεγαλη σκαλα,με μαντρα γυρω
γυρω.Εκει εμεναν οι οικογενειες του Πιπη[Σπυρου]και της Ασπασιας ,τα παιδια ηταν
ο Προκοπης,η Γιουλα[Σπυριδουλα],η Βικτωρια και η οικογενεια του αδερφου του του
Γιωργου και της Κουλας με τα παιδια τους τον Γιαννη,τον Λακια και την Βιργινια.
Ηταν αγαπημενα ολα τα σπιτια,οταν φουρνιζε η μια νοικοκυρα εδινε στην αλλη νταβα
καρβελι,οταν μαγειρευε εστελνε στην αλλη πιατο ζεστο,μοιραζε τη πιτα,η Κωτσινα[Κοκ-
καλη] με τη Γιαννενα[Μπουρναζου]και με τις αλλες,την Ντελεσσα ,την Κρατενα,μ'ολες.
Οι αντρες ειχαν  στενο αδερφικο συνδεσμο και συννενοουνταν μεταξυ κι λληλοβοηθιο-
ντουσαν.
Τα παιδια σαν αδερφια μεταξυ τους.''Τη Κασσιανη τη Φωνη τις Μπουρναζεισες τις ειχα
σαν αδερφες''μου'λεγε η μανα μου,''και τις Κοκκαλεισες τη Γιαννουλα τη Ρεγα τη Τσαντα
τη Λενιω τη Σταθουλα,βγηκαμε μαζι,παιζαμε''.
Μεσα στη μαντρα στα Μπουρναζεικα ηταν παρκαρισμενη η πατοζα,η παλια αλωνιστι-
κη μηχανη,στον ισκιο μιας μεγαλης καρυδιας,εκει ανεβαινα κι επαιζα,τα φουγαρα,τα
λουρια,οι τροχαλιες,τα κοσκινα,η μυρωδια απ'τα σταρια,τ'αχυρο,τ'αγανι,με τραβαγαν
με γοητευαν.
Εξω στο δρομο κατω απ'το μπαλκονι του σπιτιου της γιαγιας ηταν το μπελαρους το
τρακτερ της πατοζας,μηχανικο θαυμα, ανεβαινα πανω, επιανα το τιμονι κι απο τοτε
μου'χει μεινει η  μυρωδια του του τρακτεριου ,η μηχανη,το γρασσο,η εργασια του,
ο μοχθος του,ο αγωνας.
Η βαβω μου η Πανωργια ηταν απ'το Δραγαμεστο,κατω στον Αστακο,του Κωνσταντη
και της Ασημως Λιαλιου.
Ο παπουλης μου ο Κωτσος[Κωνσταντινος]Κοκκαλης[δεν τον γνωρισα] ειχε αδερφια
τον Αντρεα,τον Ντελη[Παντελη],τη Γιωργιτσα[παντρευτηκε στο χωριο τον Σταμου-
λακη],τη Λιοπη[Πηνελοπη][παντρευτηκε στο χωριο τον Γερολυμο,τη Νια [Ουρανια]
[παντρευτηκε στον Καρβασαρα την Αμφιλοχια τον Τρομπουκη].
Η μανα του παπουλη μου ηταν απο τους Καλλαρυτεους απο το χωριο.
Ο παπουλης μου ειχε παιδια τον Βασιλη,τη Μαρια[τη μανα μου],τον Ρικο[Κυριακο],
την Ολγα,την Βασιλικη[Κικη].Ο Βασιλης πεθανε μικρος,παιδι του σχολειου.
Η μανα μου η Μαρια παντρευτηκε τον Νικο Κουβελη του Χριστοδουλου και της Βα-
σιλικης απο τη Μαχαιρα,η Ολγα παντρευτηκε στο χωριο τον Σταθακη Μουντζουρη
του Χαραλαμπου,η Κικη παντρευτηκε στον Αστακο τον Γιωργο Σαλαγιαννη του Αλεξη,
ο Ρικος εγινε δασκαλος κι εκανε πολλα χρονια μαθημα στο σχολειο στο χωριο,παντρευ-
τηκε τη Ρηνα[Ειρηνη] Μουντζουρη του Λια και της Αμαλιας.
Εχοντας αυτο το τεραστιο συγγενικο πλεγμα-συνδεσμο στο χωριο η μανα μου ηταν
πολυ δεμενη με τη Παπαδατου.Ο αδερφος μου ο Γιωργος[ο Γιωργακης] εβγαλε το
 δημοτικο σχολειο στη Παπαδατου,που'τανε ο μπαρμπας του δασκαλος.
Το σχολειο της Παπαδατου τοτε εκεινα τα χρονια  ηταν προτυπο,ειχε δασυλιο-βοτανικο
κηπο για τη Φυτολογια,μεσα στις αιθουσες αναγλυφες παραστασεις σε παγκους με αμ-
μο και χρωματιστη σκονη,βουνα λιμνες ποταμια πεδιαδες χωρια πολεις δαση,...,για το
μαθημα της Πατριδογνωσιας,ταριχευμενα πουλια και ζωα ,αετο,λαγο,...,για το μαθημα
της Ζωολογιας,βιβλια,αναγλυφα αγαλματα προτομες γυψινα φτιαγμενα απο τους μαθη-
τες σε καλουπια πλαστικα και επιζωγραφισμενα[θυμαμαι μια Νεφετριτη που... εκλεψα... καταγοητευμενος απο τη γυψινη ευθραυστη ομορφια της και μου πηρε ματι ...το ρο-
μαντζο ... η γηινη δασκαλα].
Ειχε και πολλους χαρτες κρεμασμενους στους τοιχους ,γεωφυσικους,ιστορικους,φυτο-
λογιας-ζωολογιας.Ζηλευτο σχολειο με μεγαλη θεα,τη Μαχαλα περα και προς το κατω
Ξηρομερο,τη Μπαμπινη,τη Μαχαιρα,τη Σκουρτου,τη Χρυσοβιτσα,μεχρι τα βουνα του
Αστακου.
Πηγαιναμε πολλες φορες με τη μανα στο χωριο,σε αρραβωνες,σε σασματα,σε γλυκι-
σματα],σε γαμους,σε γιορτασια.Οταν με ρωτουσαν ποιανου ειμαι απαντουσα
''της Μαριας Κοκκαλη''.
Αυτο το χωριο ηταν διαφορετικο,ειχαμε εκει συγγενεις σοι,που ηταν δεμενοι.
Μιλουσαν και διαφορετικα,εκεινο το σφυριχτο σ στις λεξεις,το Τακη τον λεγανε
Τακια,το τουρκοκαβαλα το ελεγαν καλιακοτσα.Τα τοπονυμια που'λεγε η μανα
μου οταν αφηγουνταν για τη ζωη της στο χωριο,Αννινου,Τζαουρνου,Κοζακας,
Πλακοτιτσα.
Ενα καλοκαιρι,μικρο παιδι,εμεινα ενα ολοκληρο μηνα,θυμαμαι τα φουρνελα που
βαζανε για τη υδρευση,τη δεξαμενη,φωναζαν ''Φουρνελο Φουρνελο'' να τρεξουν
να κρυφτουν οι ανθρωποι,εγω αντιθετα καθομουν εξω  και κοιτουσα την εκρηξη,βροντος,σκονη,πετρες λιθαρια εκσφενδονιζονταν μακρυα,ποιος λογαριαζε
τον  κινδυνο μπροστα στο θεαμα.
Εκτος απο το παιχνιδι μου στη Μπουρναζεικη πατοζα και στο μπελαρους πηγαινα
και κατω στο γκρεμο ,κατεβαινα χαμηλα,πιανομουν απ'τις δαφνες,εμεις στη Μαχαιρα
ειχαμε το βελανι στη Ππαδατου ειχαν το δαφνοφυλλο.
Εκανα,θυμαμαι,και μια ανθραγαθια,πεταξα μια πετρα και σημαδεψα το πανω παρα-
θυρι στο σπιτι του μπαρμπα Γακια Κοκκαλη ...σπαζοντας το και τρεχοντας.
Θυμαμαι πως ολα τα σπιτια ειχαν σκαλες με θολους και πολλα γυρω γυρω μαντρες.
Αρμενιζα και σ'αλλα σπιτια στο χωριο,στου Ματσελη,ηταν τσαγκαρης,παντα στο πα-
νω χωριο,στο κατω[στα Κατ' ]ποτε,μονο στην αγορα ,στα μαγαζια,[εκει θυμαμαι ειχε
ενα ωραιο κουρειο],και στη σταση των λεωφορειων.
Θυμαμαι τη ταμπελα σ'ενα μαγαζι ''Η ΣΤΑΣΗ''με ζωγραφισμενο ενα λεωφορειο,του
Γερολυμου ηταν.
Αυτα τα δυο χωρια το Παν ' και το Κατ' τα συνεδεε το πετρινο καλντεριμι ,αλλο ωραιο
μερος,που το ζηλευα,τετοιο δεν ειχαμε στη Μαχαιρα,μου αρεσε πολυ να το ανεβαινω
και να το κατεβαινω.
Στη πλατεια θαυμαζα τον πλατανο,εκει ηταν κι ενα περιπτερο του Τακη Ζαρεντη,και
τοξο βορεια και  ανατολικα τα  μαγαζια ,βορεια του Λια  Μουντζουρη,το χασαπικο
του μπαρμπα Σταθακη και του Γιωργου Μουντζουρη,το καφενειο παντοπωλειο
του Νικου Μουντζουρη,το μαγαζι του Μενελαου Μουντζουρη,και ανατολικα το μα-
γαζι του Νικου Σταμουλακη,του Σπεραγκα[Θοδωρηλα]Μπουρναζου,του Μπουρνα-
ζου.
Στη μεση η εκκλησια ο Αγιος Νικολαος,εκει ,ανατολικα της εκκλησιας,ηταν και το
σπιτι που ειχαν για να μενει ο παπας.Τοτε παπας ηταν ο Μαχαιριωτης Παπαξαρχης...
εξω καρδια παπας,πολυ αγαπητος.
Νοτιο δυτικα,πανω στο καλντεριμι στην αρχη του  ηταν το μαγαζι-παντοπωλειο του
Κωστα Μπουρναζου.
Στη πλατεια παιζαμε με τα παιδια μπαλα μπροστα απ'τα μαγαζια.
Η Μαχαιρα ειχε καλη σχεση με τη Παπαδατου και κανονιζανε τα καλοκαιρια να
κατεβουν στη Μαχαιρα να παιξουν μαζι αγωνα στο γηπεδο της μποστανιας.Η Παπα-
δατου ειχε καλη ομαδα και τεχνητες παιχτες,σ'ενα αγωνα ειχα παιξει κι εγω κι εβαλα
3 γκολ,και κερδισαμε,Μαχαιρα-Παπαδατου 3-0.
Οταν μετα απο λιγες μερες,μ'ετοιμασε η μανα μου μ'ενα καλαθι με σταφυλια και συκα
κι ηρθα πανω,κι ανεβαινα μ'ολο το φορτιο το ανηφορικο καλντεριμι,ακουω κατι μικρα
παιδια να λενε ''αυτος μας εβαλε 3 γκολ'',μαζευτηκα κι ειχα το νου μου μη με σημαδε-
ψουν επιτυχως με καμια πετρα στο κεφαλι σαν επιβραβευση για το χατ τρικ που πετυ-
χα, ευτυχως δεν επιτεθηκαν,μαλλον με θαυμασαν,και δεν μου σουταραν καμια σβου-
ριχτη.
Μια αλλη ανδραγαθια,που εκανα,μικρο παιδι στη Παπαδατου.Εκει στη μαντρα που
ειναι το μνημειο,καθονταν παιδια κι εγω πηγα κι εσπρωξα ενα μεγαλυτερο παιδι
και το'ριξα απο ψηλα κατω,στη σκαλα διπλα,και ανοιξε το κεφαλι του.
Εγω φυσικα εξαφανισθηκα,οταν αργοτερα,για χρονια παιδικα, εμφανιζομουν κι εβλε-
πα αυτο το παιδι,..το'βλεπα σωριασμενο κατω απ'τη μαντρα,και περιμενα να μου πει
γι'αυτη τη ...δολοφονικη πραξη  και ντρεπομουν πολυ ,αυτο ομως παντα με χαιρε-
τουσε φιλικα και χαμογελαστα,φαινεται πως μαλλον με γλυτωσε που'μουν ο ανηψιος
του δασκαλου του χωριου.
Το Σεπτεμβρη που'τανε το πανηγυρι της Μαχαλας τ'Αη Γιαννιου[εγω λατρης των πανη-
γυριων απο μικρος],ανεβαινα στη Παπαδατου κι ο θειος μου'δωνε λεφτα και καθε
βραδυ μ'αλλα παιδια απ'το χωριο τραβουσαμε παρεα  πεζα ντουγρου για τη Μαχαλα
στο πανηγυρι.Τοτε η Μαχαλα εκανε μια βδομαδα πανηγυρι,τα σχολεια  ανοιγαν
τον Οκτωβριο,ξενυχτι καθε βραδυ παιδικο.
Στο χωριο ειχα φιλους,τα Μπουρναζακια τον Προκοπη[που τα παπουτσια του ηταν
παντα καθαρα και γυαλισμενα,ποτε λερα,περπατουσε στις πετρες,εμας των αλλων ηταν...αγνωριστα],τον Γιαννη,τον Λακια,τον Σακκια [Τασο]Κοκκαλη,τον Γιαννη
Γκουμα,τον Στελιο Μουτζουρη
Και θυμαμαι πολλους ανθρωπους,
-τον Πιπη την Ασπασια τον Γιωργο την Κουλα τον Προκοπη,τη Γιουλα,την Βικτωρια
τον Γιαννη τον Λακια την Βιργινια την Φωνη την Κασσιανη Μπουρναζο,
-τον Νικο την Κωνσταντω τον Γιαννη τον Σωκρατη τον Βαγγελη Μουτζογιαννη,
-τον Νικο την Λευτερια την Λενιω Σταμουλακη,
-τον Σταθακη τον Γιωργο την Ολγα τον Χαραλαμπο την Ουρανια την Χρυσουλα τον
Κωστα τον Κωστα την Χρυσουλα την Σοφουλα τον Αντρεα τη Λευτερια τον Νικο
 την Ανθουλα τον Σταθη τον Περικλη την Αρσινοη τη Σοφια την Αργυρω
τον Λια την Αμαλια τον Γιωργο τον Γιαννη τον Λακια την Γιωτα Μουντζουρη,
-τον Κωστα τον Γιαννη Καλλαρυτη,-
τον Θοδωρηλα Μπουρναζο-τον Τακη τον Γιωργο Ζαρεντη-τον Αποστολη Γκουμα
-τον Μητσαρα Μπουρναζο-τον Γιαννη Ζαφειρη,
-τη Πανωργια τη Ρηνα τον Ρικο Κοκκαλη-τον Νικο την Κουλα την Τσαντα την
Νικη τον Θωμα- τον Παυλο τη Θοδωρα τον Βλασση τη Γκολφω τον Τασο τον
Νικολακη τον Φωτη τη Ρηνουλα τον Γακια τον Αλεκο τον Σταυρο τη Ρηνα
τον Γιαννη τον Σταθη Κοκκαλη
-τον Γιαννη Σιμο[αυτον τον ειχα δασκαλο στη πρωτη δημοτικου]
κι αλλους .
Καθε ανθρωπος κι η ιδιαιτερη παρουσια του.
Θυμαμαι με συγκινηση,ακομα με τα ματια ενος μικρου παιδιου,τους ταπεινους
ανθρωπους του χωριου,τον Κωτσο ΜΙα με το χαραχτηριστικο περπατημα,ηταν
και στην εκκλησια κι εκανε θεληματα,τον Τακια Μουτζογιαννη και εναν Τσιλικα,
αθωα πλασματα  που περασαν πανω στη γη.
Η μανα μου ηταν δεμενη με τους δικους της ανθρωπους ,αγαπαγε τους συγγενεις
της,''μας τραβηξε στο σοι της''.Ανεβαινωντας την εξωτερικη σκαλα στο σπιτι να
παμε να κοιμηθουμε απο τη λοντζα τη νυχτα πανω ψηλα βορεια βλεπαμε τα φωτα
της Παπαδατου.Το χωριο της μανας μας.
.
.
ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ  ΣΤΟ ΞΗΡΟΜΕΡΟ ΣΤΗ ΠΑΠΑΔΑΤΟΥ
-ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ-
.
[θυμαται κι αφηγειται η Μαρια Κουβελη του Νικολαου 88 χρονων
απο τη Μαχαιρα Ξηρομερου,με καταγωγη απο την Παπαδατου του
Κωνσταντινου και της  Πανωραιας Κοκκαλη,στον πολεμο 15 χρο-
νων]
.
ηρθε τη νυχτα ενας Γερμανος απο τη Μαχαλα να παει σε μια απ'αυ-
τες τις γυναικες και καποιος τον ειδε και τον σκοτωσε
οι Γερμανοι ηθελαν να καψουν το χωριο και πιασανε τον πατερα
μου[Κωνσταντινο Κοκκαλη]κι ενα υπαλληλο ,που ειχε ,τον Γιωρ-
γο Μικρουλη κι ετοιμασανε να τους κρεμασουν,τοτε τους ειπε ο
πατερας μου,καλυτερα να βγαλτε τα πιστολια και να μας τουφε-
κιστε παρα να μας κρεμαστε εμενα και τον υπαλληλο μου, και
τοτε τους ελυσαν και τους αφησαν
ηρθε διαταγη οτι ο Γερμανος πηγαινε σε μια πορνη
Τραβηξαμε πολλα απ'αυτος
εγω στον πολεμο ημουνα 15 χρονων
στο σπιτι μας ητανε Γερμανοι κι εμενε η μανα μου να μην κλε-
ψουν τιποτα,εμεις ειμασταν εξω,στα πηγαδια παραπανω,μαζυ
μ'αλλους,ειχαμε και τον Νικο Ψωμα[πρωτο ξαδερφο απ'τον
Αστακο,αργοτερα εγινε Μαθηματικος και Γυμνασιαρχης],η Αγ-
γελω [η αδερφη του]ητανε στα Βζανα,κι ο μπαρμπα Γιαννακης
και η θεια Τασουλα[οι γονεις τους]ητανε εκει στο σπιτι[στον
Αστακο],
η μανα μου μας εφερε χλωρο τυρι κι αβγα να φαμε,τα'φκιαξα
εγω,κι ο Νικος μου'πε,πρωτα βαλε να καψει το λαδι επειτα
το χλωρο τυρι και μετα τα αβγα χωρις το ασπραδι κι ανακατε-
ψετα,ετσι εκανα κι εγινε ωραιο,του Νικου του ειχαμε φρατζα-
τα με δυο σκαλακια,ειχαμε και τη Λενιω,
ηρθε η μανα και την ρωτησαμε αν την κλεψανε και μας ειπε,
πηρανε κατι ψιλορουχα,αλλα πηρανε και τρια κοκκινα απλα-
δια,το'να το'χα για σενα,τ'αλλο για την Ολγα,και τ¨αλλο για
την Κικη
πηγαιναμε να κρυφτουμε και στο δρομο βρηκαμε δυο πορτο-
καλια,εγω[15 χρονων]δεν εσκυψα να τα παρω,ουτε ο Ρικος
[10 χρονων] τα πηρε,τα πηρε η Ολγα[5 με 6 χρονων],τα εφα-
γε και μας εδωνε και μας,εμεις δεν θελαμε,επρεπε να κρυ-
φτουμε μη μας σκοτωσουν,
το βραδυ εκει εξω,που κοιμομασταν ηρθε η μανα του Βαγγε-
λη και μας σκεπασε να μην κρυωνουμε,η θεια Παντελεηνα,
στο σπιτι μας ητανε Γερμανοι κι ειχανε στο φουρναριο καζα-
νι συσιτιο κι ηρθανε Γερμανοι τους ταισαν και τους εβαλαν
να κοιμηθουνε πανω,ειχαμε σπιτι διπατο,και γιομισαν τα ρου-
χα ψειρες,
τα πηγανε στο νεροτριβειο ,στα νερα της Τρυφου,και τρομα-
ξαν να τα καθαρισουν απ'τις ψειρες
ο μπαρμπα Αντρεας ειχε δωσει στη μανα μου οταν παντρευ-
τηκε[τον αδερφο του]πατατιφ για το λαιμο με πετραδακια,ωραιο,
με δυο καμπανουλες,η Ολγα το'κρυψε στον κορφο της,το γλυ-
ωσε,δεν το κλεψανε,ειχε πολλα λεφτα,
ο μπαρμπα Αντρεας ειχε ενα χρυσο δαχτυλιδι,πολλα εκατομυ-
ρια εκανε,με μια πετρα διαμαντι,αυτη εκανε τρια χρωματα,και
καποια το'κλεψε,η μανα μου ητανε στον Κατριλα σ'ενα πηγα-
δι,επλυνε τα ρουχα,φορτωσε στο γαιδουρι και τις βαρελες με
το νερο,ητανε εκει κι εκεινη η γυναικα,που'κλεψε το δαχτυ-
λιδι,της το'πε,κι εκεινη ειπε,αν το'κλεψα να πεσει αστραπη να
με στραβωσει,η μανα μου εφυγε κι επεσε αστραπη και τη σκο-
τωσε,πηγε η μανα μου και πηρε το δαχτυλιδι,
οταν μεγαλωσε ο Ρικος[ο μπαρμπα Αντρεας ειχε πεθανει]ηθε-
λαν να του το φορεσουν στο δαχτυλο,εκεινος το κοιταξε και
δεν το ηθελε,οχι δεν θελω τετοιο δαχτυλιδι,δεν μ'αρεσει,
παει κι εκεινο χαθηκε ,το κλεψανε,εκανε εκατομυρια
εμενα η μανα μου μου εδωσε χρυσα σκουλαρικια με δυο
ασπρες πετρες,κρεμονταν κατω,δεν τα'κρυψα στο κορφο
μου,οπως η Ολγα το πατατιφ,τα'φησα πανω στο τραπεζι και
τα κλεψανε
στον πατερα μου ο μπαρμπα Αντρεας του'χε δωσει ενα χρυ-
σο ρολοι,απ'αυτα που τα βαζουνε στο τσεπακι οχι στο χερι,
το ξεκουρδισε και το'κρυψε,οταν το βρηκανε το ειδανε ξε-
κουρδιστο,ειπανε πως ειναι χαλασμενο και δεν το πηρανε
.
.
.

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

Αναμνησεις Παπαδατου Ξηρομερου-Ενα Νεορεαλιστικο Ομαδικο Πορτραιτο Ανθρωπων-απο τις φωτογραφιες του Βασιλη Παπαμητσου-ασπρομαυρη επεμβαση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis -music-Bach - Concerto for flute, violin, harpsichord, strings and continuo in A minor BWV 1044 - 2 Adagio

.
.
ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ
[ απο Φωτογραφιες του Βασιλη Παπαμητσου ]
.
.
.
[εκανα μια φυσικη ανομη ασπρομαυρη επεμβαση πανω σε καποιες απο τις καταπλη-
τικες εγχρωμες φωτογραφιες του Βασιλη Παπαμητσου[πρεπει να εξομολογηθω
πως δεν τον γνωριζω προσωπικα]που τις υπεκλεψα σπο το συγκινητικο αλπουμ
βιντεο του ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ
λιαν αυθαιρετως ελεω...YOUTUBE πλην φυσικως ελεω...της παπαδιατιωτισσας μανας
μου Μαριας Κοκκαλη του Κωνσταντινου και της Πανωραιας.
Βεβαιωνς και δεν γλυτωνω και περιμενω ...τον εισαγγελεα για τα περαιτερω.
Παντως τον ευχαριστω πολυ γιατι με τις φωτογραφιες του δεν συγκρατηθηκα και
...υπεκλεψα και την ταινια αυτη την αφιερωνω σ'ολους τους Παπαδατεους Ολων
των Εποχων και στη μανα μου
.
.
Αναμνησεις Παπαδατου Ξηρομερου-Ενα Νεορεαλιστικο Ομαδικο Πορτραιτο Ανθρωπων
-απο τις φωτογραφιες του Βασιλη Παπαμητσου
-ασπρομαυρη επεμβαση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-music-Bach - Concerto for flute, violin, harpsichord, strings and continuo in A
minor BWV 1044 - 2 Adagio
.
.
.
.
.

Κυριακή 29 Μαρτίου 2015

GREEK POETRY-Βλεμμα Υπεροπτικον-[Αθηνα-Athens]- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.
.
GREEK POETRY-Βλεμμα Υπεροπτικον-[Αθηνα-Athens]-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.


Αθηνα-Athens-οδος Αθηνας-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Αθηνα-Athens-Μοναστηρακι-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Αθηνα-Athens-Ομονοια-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Αθηνα-Athens-πλατεια Δημαρχειου-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Αθηνα-Athens-Συνταγμα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Βλεμμα Υπεροπτικον-χ.ν.κουβελης

βλεπω σημαινει επεμβαινω
βλεπω σημαινει γνωριζω
βλεπω σημαινει ερευνω
βλεπω σημαινει σκεφτομαι

η αποξενωση η αλλοτριωση η μοναξια
ειναι απαραιτητη η υπαρξη του ανθρωπου;

ανυδρη Ομονοια
ερημα Χαυτεια
πολιορκημενη Αθηνας
απελπισμενη Σταδιου

ασυναρτησια σωματων
σινεμασκοπ αιχμαλωτησιων

κουαρτετα ανωνυμιας
εκπτωση λεξεων
ποια θολη πραγματικοτητα και Ιστορια
η μεταφυσικη των γελοιων μοντερνισμων
.
.
.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΑΣ ΞΑΓΡΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΤΑ LEWIS CARROLL'S PILLOW PROBLEMS-το No 2 -Lewis Carroll's Pillow Problems-painting animation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-music Erik Satie 3 Gymnopédies 6 Gnossiennes ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΑΣ ΞΑΓΡΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΤΑ LEWIS CARROLL'S
PILLOW PROBLEMS-το No 2 -Lewis Carroll's Pillow Problems-painting animation
c.n.couvelis χ.ν.κουβελης-music Erik Satie 3 Gymnopédies 6 Gnossiennes
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

Lewis Caroll and Alice in Wonderland-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης


-MY MATHEMATICS-ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΜΟΥ

ΑΣ ΞΑΓΡΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΜΕ ΤΑ LEWIS CARROLL'S PILLOW PROBLEMS- χ.ν.κουβελης
και συγκεκριμενα το No 2 -LEWIS CARROLL'S PILLOW PROBLEMS

In a given Triangle to place a line parallel to the base, such that the portions of sides,
intercepted between it and the base, shall be together equal to the base.
Σε ενα δοσμενο τριγωνο να φερεις μια ευθεια παραλληλη προς τη βαση,τετοια ωστε
τα τμηματα των πλευρων,που αποκοπτονται μεταξυ αυτης και της βασης,να εχουν
αθροισμα ισο με τη βαση

ΛΥΣΗ ΑΓΡΥΠΝΙΑΣ[χωρις μολυβι χαρτι σημειωσεις-μονο με τον ...ξαγρυπνο νου
και φυσικα,για λογους συγκεντρωσης,τα ματια...κλεισμενα σκεφτομαστε]

πρωτα αναλυτικα
Εστω οτι ετσι ειναι,τοτε περνω ενα σημειο στη βαση ωστε τα δυο τμηματα
που την χωριζει να ειναι ισα αντιστοιχα με τα τμηματα στις πλευρες που
κοβονται απο την παραλληλη ευθεια  και τη  βαση,τοτε τα δυο τριγωνα
που δημιουργουνται ειναι ισοσκελη με δυο ισες γωνιες,αντιστοιχα,και
λογω της παραλληλιας ευθειας και βασης με τεμνουσες τις  βασεις των
ισοσκελων αυτων τριγωνων  και του θεωρηματος[οι εντος εναλλαξ γωνιες
ισες]τοτε αυτες οι βασεις ειναι οι διχοτομοι των εξωτερικων γωνιων του
πανω τριγωνου στο αρχικο τριγωνο απο την παραλληλη ευθεια ,επομενως
το σημειο που πηραμε στη βαση του αρχικου δοσμενου  τριγωνου ειναι το
κοινο σημειο τομης των διχοτομων των γωνιων του πανω τριγωνου και οι
αποστασεις του απο τις πλευρες του ειναι ισες[δηλαδη κατ'επεκτασιν,απο τις
δυο πλευρες του αρχικου τριγωνου και απο την παραλληλη ευθεια]
-το προβλημα λυθηκε

-τωρα κανουμε την αντιθετη πορεια,ξεκουραζομαστε γυρνωντας προς τα πισω
[μετα την αναλυση η συνθεση]-...ξαγρυπνωντας και διασκεδαζοντας  με τον νου
...παντα,μην το ξεχναμε!
Ας ξεκινησουμε λοιπον [μαλλον ας... ξαναγυρισουμε]
Στο αρχικο δοσμενο τριγωνο φερνω τη διχοτομο της γωνιας της κορυφης
του τριγωνου,απο το σημειο που αυτη η διχοτομος τεμνει την βαση του
τριγωνου φερνω την αποσταση του [καθετο τμημα]προς μια απο τις δυο
αλλες πλευρες του,τοτε απο αυτο το σημειο της βασης φερνω προς τη βαση
καθετο τμημα ισο με την αποσταση,και στο αλλο ακρο αυτης της καθετου φερνω
ευθεια καθετη σ'αυτη,τοτε αυτη η ευθεια ειναι η ζητουμενη παραλληλη ευθεια
προς τη βαση του αρχικου τριγωνου,η ζητουμενη του προβληματος του... ξαγρυ-
πνου μαξιλαριου no 2,επειδη δυο ευθειες καθετες στη ιδια ευθεια ειναι παραλληλες
μεταξυ τους,και απο τα ισοσκελη τριγωνα λογω των εντος  εναλλαξ γωνιων και των
διχοτομων των εξωτερικων γωνιων του πανω τριγωνου απο την παραλληλη ευθεια,
τοτε το αθροισμα των τμηματων των πλευρων,που αποκοπτονται
μεταξυ της παραλληλης ευθειας και της βασης  εχουν αθροισμα ισο με τη βαση
Οπερ Εδει Δειξαι

LEWIS CARROLL'S PILLOW PROBLEMS- No 2-
In a given Triangle to place a line parallel to the base, such that t
he portions of sides, intercepted between it and the base, shall
be together equal to the base.
[Σε ενα δοσμενο τριγωνο να φερεις μια ευθεια παραλληλη προς τη βαση,
τετοια ωστε τα τμηματα των πλευρων,που αποκοπτονται μεταξυ αυτης
και της βασης,να εχουν αθροισμα ισο με τη βαση

Μεινε λιγο ακομα ξαγρυπνος και σκεψτο.
Μετα  εχεις αρκετο χρονο να κοιμηθεις!
.
.
Lewis Carroll's Pillow Problems-painting animation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
-music Erik Satie 3 Gymnopédies 6 Gnossiennes
.
.
.
.
.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Διηγησεις Μεγαλεξανδρου-Great Alexander- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Διηγησεις Μεγαλεξανδρου-Great Alexander-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

Μεγας Αλεξανδρος-Great Alexander-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΤΡΙΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ,ΤΗ ΦΥΛΛΑΔΑ
ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ-χ.ν.κουβελης.
...
και το στρατευμα πεζοπορουσε ημερες ολοκληρες και
νυχτες χωρις ξεκουραση και υπνο και φαγητο ελαχιστο
και νερο λιγοστο,αγριεψαν οι στρατιωτες,τα μαλλια και τα
γεννια τους μεγαλωσαν,αγρια η μορφη τους,η οψη σκυ-
θρωπη,μιλια δεν εβγαζαν απ'το στομα,μοναχα βρισιες
και βλαστημια ακουγονταν,κι εκεινες συντομες, κι επειτα
βαρια σιωπη,οι βαριες αναπνοες,και πηγαν στον Αλεξανδρο
αντιπροσωποι τους δεκα και του ειπαν τα παραπονα,πως
δυσκολα συγκρατουνται οι στρατιωτες οταν ειναι απελπι-
σμενοι να μην στασιασουν και πως η υπομονη εξαντληθηκε
και ο Αλεξανδρος τους ακουσε προσεχτικα και μεσα του λυ-
πηθηκε,αλλα δεν το εδειξε,γοιατι ειχε μαθει πως ο αρχηγος
δεν πρεπει να δειχνει φοβια η' αμφιβολια,οταν ολοι οι
αλλοι φοβουνται και αμφιβαλουν,αλλα πρεπει να κρυβει
καλα τι σκεπτεται και να μην αποκαλυπτει τι αισθανεται,τους
ειπε πως θα κανει οτι μπορει να διορθωσει τη κατασταση,ν
α συγκρατηθουν για λιγο,κι εφυγαν οι αντιπροσωποι κι εμει-
νε ο Αλεξανδρος βαθεια συλλογισμενος και με βαρια τη καρ-
δια,κι εστειλε ανθρωπους εμπιστους δικους του να μαθει
τους πρωταιτιους τους αντιρρησιες,να τον ειδοποιησουν
κι εναν εναν να τους ξεμοναχιασει και να τους εξουδετερω-
σει,γιατι ηξερε πως χωρις αργηγο ο οχλος δεν οργανωνεται
και να κινηθει εναντιον του,και δεν ηθελε να κινδυνεψει η
εκστρατεια του με κανενα τροπο να ματαιωθει
...
ειπε να τον δεσουν με σχοινι να κατεβει στο πηγαδι,
εκει θα λυθει,κι οταν ειναι ετοιμος θα δεθει με το σχοι-
νι,θα το  κουνησει να καταλαβουν πανω και να τον σηκω-
σουν,κατεβηκε ο Αλεξανδρος στο πηγαδι και μετρησε
το βαθος του κι ητανε χιλιες οργιες και το σκοταδι οσο
κατεβαινε τοσο πυκνωνε και το κρυο μεγαλωνε ,οταν
εφτασε στο πατο λυθηκε απ'το σχοινι ,μεσα στο σκοταδι
ειδε  μια χαραμαδα φως,εσπρωξε τον τοιχο κι εκεινος
ανοιξε σαν πορτα και μπηκε ο Αλεξανδρος σε μια φωτι-
σμενη αιθουσα κι ειχε πολλες κολονες θεορατες που
βαστουσαν ψηλα τη τεραστια οροφη κι ειχε η οροφη,ση-
κωσε το κεφαλι κι ειδε,πολλα σχεδια απο το ζωικο κι απο
το φυτικο κοσμο,πολλα  ζωα και πολλα  φυτα δεν  τα'χε ξα-
ναδει,στο βαθος της αιθουσαν ηταν ανθρωποι μαζεμενοι,
πλησιασε κι οσο κι αν τους πλησιαζε δεν εφτανε κοντα τους,
ενας απ'αυτους γυρισε και του φωναξε:Αλεξανδρε ελα εδω
κοντα μας,μην στεκεις μακρυα,κι ακουσε τη φωνη του δυνατη,
σαν να του μιλουσε απο πολυ κοντα απο διπλα του και του α-
παντησε:Πως να ερθω ,δεν μπορω,πλησιαζω κι απομακρυ-
νεστε και δεν σας φθανω ποτε,ο αλλος δεν του απαντησε,σαν
να μην τον ακουσε,του επανελαβε τα ιδια λογια πιο δυνατα,
παλι δεν τον ακουσε,και τοτε τον ειδε να του χειρονομει,σαν
να του φωναζε να τρεξει,ετρεξε και τους εφτασε,ηταν πολλοι
μαζεμενοι,απο κοντα του φανηκαν ιδιοι,το ιδιο προσωπο,
το ιδιο υψος ,τα ιδια ρουχα,ιδιο χρωμα μαλλιων,ιδια φωνη,
ιδιοι ανθρωποι,πως να ξεχωρισει τον ανθρωπο που του
φωναξε;αδυνατο ητανε,και τοτε ειδε να ειναι στημενοι
παντου αναμεσα τους πολλοι καθρεπτες σε διαφορες γω-
νιες και καθε ανθρωπος ειχε απο καθρεφτη σε καθρεφτη
πολλα ειδωλα,τοσο πολυ ζαλιστηκε που δεν ηταν σιγουρος
ποιοι ανθρωποι ηταν πραγματικοι και ποιοι ηταν μοναχα
ειδωλα,παρατηρησε πως οι καθρεφτες ηταν απο τετοιο
υλικο κατασκευασμενοι που μπορουσες να περασεις
στο εσωτερικο τους και να συνυπαρχεις με το ειδωλο
σου,με τα ειδωλα των αλλων ανθρωπων,μεσα στα ειδωλα
ειδε τη μορφη του ν'αλλαζει να γινεται ομοια με των αλλων,
σε λιγο δεν θα γνωριζε ποιος ηταν μεσα σε τοσους πολλους
ομοιους ανθρωπους,σκεφτηκε να γυρισει πισω,ομως το
πισω ,οπως κι οποιαδηποτε αλλη κατευθυνση ειχε εξαφα-
νισθει,ολοι κινουνταν,καποια στιγμη σταθηκαν ολοι ακινη-
τοι,ουτε καμια φωνη ακουγονταν,μοναχα ακουγε το χτυπο
ενος ρολογιου,δεν μπορουσε να προσδιορισει απο που,ακου-
γονταν καθαρα τα δευτερολεπτα,ειδε πως απεκτησε παλι το
δικο του προσωπο,καταλαβε πως χαθηκε σε λαβυρινθο,πριν
αρχισουν ολα απ'την αρχη να συμβαινουν ξανα ετρεξε προς
καποια διευθυνση να προλαβει να ξεφυγει.ειδε μια ανοιχτη
πορτα,ισα που προλαβε να τη περασει γιατι σταματησε το ρο-
λοι ,βρεθηκε στο σκοταδι,απλωσε τα χερια και ψηλαφησε ,
επιασε το σχοινι ,δεθηκε απ'τη μεση,το κουνησε δυνατα,
γρηγορα τον ανεβασαν επανω,τον ρωτησαν γιατι τοσα γρη-
γορα γυρισε,δεν τον ειχαν καλα καλα κατεβασει κατω κι αμε-
σως κουνησε το σχοινι να τον ανεβασουν επανω,μολις που
κατεβηκε,δεν τους ειπε τιποτα τι ειδε,ειπε πως δεν ειχε κατι
να δει
...
νυχτα,η Ρωξανη,ηταν εξω στον κηπο,τη βρηκε εκει,την
πλησιασε,σταθηκε κοντα της,την αγγιζε,ζεστο το κορμι
της,ειδε το προσωπο της,το φωτιζε η σεληνη,πανσεληνος,
''εχεις ομορφο προσωπο'' της ειπε,εκεινη χαμογελασε,
δεν απαντησε,αργοτερα στη κρεβατοκαμαρα,τον ρωτησε
τι εννοουσε οταν ,πριν,στο κηπο της ειπε:''εχεις ομορφο
προσωπο'',
...
.
.
Απο τις Διηγησεις Μεγαλεξανδρου-χ.ν.κουβελης

...ητανε τοτε οπου μετα απο πορεια δεκα ημερων ηλθομεν εις μερος
μεγα ερημον ουδενα δενδρον ηταν ουδε θαμνος μικρος και υποφεραμεν
ολοι απο το μη υποφερτον καυμα και οι νυχτες ηταν πολυ σκοτεινες και ψυ-
χροτατες πολλα δε παιδια τοτε χαθηκαν απο υψηλην θερμη και ριγη
εις το κορμι-ο Αλεξανδρος εκ τουτων των συμβαντων εστεναχωρεθη πολυ
και αγρυπνος εμενεν τις νυχτες στη σκηνη του να ευρει λυσιν της δυστυ-
χιας εσυλογιζετο-τα πραγματα εις το στρατοπεδον ησαν λιαν κρισιμα και
ηκουετο πως ωρα με την ωρα θα ξεσπασει επανασταση μεταξυ των στρα-
τιωτων-ολοι ητο εξαντλημενοι και γυρνουσαν περιξ με τα προσωπα τους
αγριεμενα να τους φοβασαι τοσο καταβεβλημενοι ησαν και τα κακομοιρα
ζωα υποφεραν πολλα εχασαν τη ζωη τους απο τη κακουχια κι αλλα εξαν-
τλημενα καθονταν στο χωμα ημιλυποθημα και περιμεναν το τελος τους
αβοηθητα κι αλλα ως να τρελλαθηκαν και να εχασαν τας φρενας των βγα-
ζοντας φοβερους αφρους απο το στομα τους ορμουσαν ασυγκρατητα με
δυναμη και με πολυ ταχυτητα εχανοντο εις το βαθος του αχανους οριζοντα
και ποτε δεν επεστρεψαν ουτε τα ξαναειδαμε κι ητανε να σου πισνεται η
ψυχη απο την απελπισια και πολυ μεγαλη δυσκολια οπου ειχαμε οπου
εσωνοντο οι προμηθειες ελιγοστευαν τα θροφιμα και λιγο το νερο αρχισαμε
κι ολας να πειναμε και να διψαμε και εφοβομασταν την ελλειψη κι ητανε
πολυ κριμα και πονος να ακους τις αγριες φωνες των συνθροφων και τις βλα-
σφημιες τους  φοβος σαν ουρλιαχτα λαβωμενων αγριων ζωων ητανε και τρο-
μος και πονος στη καρδια να τους ακους και σε αυτη τη κατασταση οπου ελπιδα
δεν ειχε μας εσυγκεντρωσεν ο Αλεξανδρος και μας ειπεν πως την νυχτα ειδε σε
ονειρο την αγαπημενη μητερα του μετα απο πολυ καιρο οπου ειχε να την δει
την ειδε κι εκεινη πολυ τον.πονεσε για εκεινα οπου ετραβουσε και του ειπεν
πως ησαν μεσα σε μεγαν λαβυρινθον και οσοι εκει μεσα εμβηκαν δεν μπορεσαν
να εβγουν επειδη ειναι απεραντος ο τοπος κι ολοενα αυξανει εις μεγεθος καθε
ημερα δεκακις γινεται μεγαλυτερος και πως συνεχως προστιθεται νεα αμμος
απροσμετρητος και πως σε καθε μερος της ομοια ειναι και δεν δυναται να ξεχω-
ρισεις εις ποιον μερος της εισαι αν εις το μεσον η εις το ακρον της εισαι ειναι σαν
 πουθενα να εισαι και παντου να εισδαι και πως δεν εχει χρονο να διαβει μητε
ωρας μητε μηνους μητε εποχας μητε χειμωνας η' καλοκαιρι η' ανοιξις η' φθινο-
πωρος μητε ετη ο χρονος ειναι στασιμος ανυπαρχτος ειπεν και του ειπεν η μητε-
ρα πως να παυσουμε να αγρυπνουμε και πως στον υπνο μας το κακο ονειρο οπου
ζουμε θα διαλυθει κι τοτε θα ξεφυγουμε και θα ευρωμεν τη σωτηρια απο τον κακο
τοπο ειδαλλως μενει να χαθουμε εδω-πολλοι που ακουσαν αυτα γελασαν και φω-
ναξαν του Αλεξανδρου πως τουτα ηταν μεγαλες ανοησιες δια μωρα παιδια να ξεγε-
λασεις και πολλοι συμφωνησαν μαζι τους και εγινετο μεγαλη βοη και ταραχη στο
στρατευμα κι εκεινοι τοτε εξαγριωμενοι ορμησαν στα αλογα αρπαξαν και προμη-
θειες οσες πολλες ημπορουσαν να φορτωσουν φορτωσαν και πηδηξαν στα εξα-
θλιωμενα αλογα και εξαφανισθηκαν μεσα στην μεγαλη αμπουρα και αμμον οπου
εσηκωθει κι ητο μεγαλος θορυβος και ταραχη οσαν κολασις εφανη τοση μεγαλη
μαχη εγινε κι εμειναμε εμεις οι αλλοι βαρυθυμοι και πολυ στεναχωρεμενοι και
πολλοι ηταν μεσα εις το στρατον οπου επιστεψαν στα λογια του Αλεξανδρου και
επεριμεναν υπομονετικως να παυσει η μεγαλη αγρυπνια τους και η κουραση και
η μεγαλη εξαντληση να λυσει τα μελη τους και να κλεισουν τα ματια στον υπνο
και δεν περασεν πολυ καιρος και εκοιμηθηκαμε οσοι απο εμας σταθηκαμε τυχεροι
και δεν χαθηκαμε και οταν εξυπνησαμε ευρεθηκαμε εις καλοημερον και ευτυχε-
στατον τοπον οπου ειχεν  πλειστα πλειστα καρποφορα μηλιες αχλαδιες και αλλα
πληθωρα ολων των λογιων και αμπελια ειχε με ωριμασμενα τσαμπια σταφυλια.
ροζακια ειχεν και πουλια καλλικελαδα εις τα κλαδια οπου εκελαηδουσαν πολυ
ευχαριστα και νερα σε λιμνουλες και σε ποταμια κυλουσαν κρυσταλινα και δια-
φανα καθαροτατα κελαρουσαν και μελισσουλες βομβιζαν στα ανθισμενα λου-
λουδια τριανταφυλλα κοκκινα και γαρυφαλλα βιολετες και ορταντσιες ολα τα
ανθη της υπαιθρος να χαιρεσε κι ακομη ηταν το μερος κατωκοιμενον απο ανθ-
ρωπους πολιτισμενους με ωραιοτατα σπιτια με πανεμορφους κηπους και οι κο-
πελες ηταν πολυ ωραιοτατες και τουτοι οι ευτυχισμενοι ανθρωποι μας εφιλοξε-
νησαν  εις τα σπιτια τους και επανδρευτηκαμε απο εκει γυναικες και καναμε πολ-
λα παιδια...
.
.
ΤΙ ΕΣΥΝΕΒΗ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΝ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ -χ.ν.κουβελης

μετα απο δυο ημερας ηρθομεν εις τοπον ερημικον και πολλα πετρωδην.
ο Αλεξανδρος μας ειπεν να σταθμευσωμεν εις ετουτον τον ερημον τοπον.
πως ητον λεει ασφαλεστατος.κι ετσι εγεννετο.κατασκηνωσαμεν και.ως ημαστο
κατακοποι τοσας ημερας εκλειστηκανε οι οφθαλμοι μας.οτε εξυπνησαμε
παραξενευτηκαμε οτι ο ηλιος ητον εις τον ουρανον.εις το αυτον σημειον ως
τον ειχομεν ιδει προτερον.εις των επιστημονικων εταιρων ερωτηθεις περι
αυτου ουδεν εγνωριζεν να αποκριθη.και το πλεον παραξενον δεν ητο ετουτο.
αλλα αλλον .ηκουαμε λιαν καθαρως τις φωνες αλλων ανθρωπων και τις
φωνες ζωων.και πουλιων ηκουαμε.και του ανεμου το φυσητον.και απο τον.ηχο
φλοισβου νερων ενομισαμεν πως η θαλασσα ητο.επειδη και γλαρων φωνες
ακουαμε και κυματων χτυπους.σαν ο τοπος εκεινος να ητο παραθαλασσιος
αλλα ουδεν βλεπαμεν.ο.Αλεξανδρος τοτε συγκαλεσεν τους ειδικους να συσκε-
φθουν δια το συμβαν.τι ετουτο ητο.ο ηλιος δε εις το αυτον.σημειον του ουρανου
ακινητος.ειχαμε την αισθησιν.πως ουτε ο χρονος ετρεχε .καποιος εκ των σοφων
αποφανθη πως αληθως δεν εξυπνησαμεν εκ του υπνου και πως εις ονειρον εγκλει-
στοι ευρισκομεθα ετι και πως εαν κοιμηθουμεν  εις το ονειρον παλιν εις αλλον
ονειρον θα εξυπνησομεν. απο ονειρον εις ονειρον και πως ηδυνατο καποτε να επα-
νελθομεν εις την αρχην.και τουτο ο Αλεξανδρος το εδεχθει και προσταξεν ολο το
στρατευμα να κοιμηθει.κι ετσι εγεννετο.την επομενην δε φοραν ητο αλλως .τωρα
εβλεπαμε τους ανθρωπους αλλα δεν.ημπορουσαμε να τους ακουσουμε ουτε να
τους αγγιξουμε ως να μην ειχουν ουτε σαρκαν ουτε οστα.ως να ητο φασματα.αλλα
και εκεινοι εφαινετο να μην μας εκαταλαβαινουν.τους παρατηρουσαμε λεπτομερως,
αλλα ως να ειχαμε καταληφτει απαντες απο μιαν νοσον αμνησιας δεν ημπορουσαμε
να αφηγηθουμε εις τινα το παραμικρον.τοσον μεγαλη η ληθη η μας κατελαβεν.
εκοιμηθηκαμε και εις αλλο ονειρο οι αυτοι ανθρωποι.τωρα και τους εβλεπαμε και
τους ακουγαμε.εκεινοι ουτε μας εβλεπαν ουτε μας ακουγανε οπου φορες τους εφω-
ναζαμε.εφαινετο δε ωσαν να παρηλθεν χρονος πολυς ενδιαμεσως.ειχον αλλαξει
εις τας φυσιογνωμιας των.τινες των παλαιων δεν ειδομεν.και ειδομεν πρωτην αλλους
νεωτερους.εις των.αντρων μας ερωτευθει σφοδρα μια των γυναικων τους και την
ακολουθει οπου ευρισκετο.ο δυστυχος τοσον εχασεν τα μυαλα του δια δαυτην ωστε
αληθη την ενομιζετο και της εξεθετε τον.ερωτα του λαβρον και περιπαθην.και με
παθος της ομιλουσε.και αγριευε οταν του ελεγαμε την αληθεια και πως η γυναικα
ητο φασμα ονειρου.ουδεν ηθελεν ακουσει.και οταν την ειδε να συνευρισκεται με
εναν αντρα της κοινωνιας της τοτε πληρως αλλοφρονησεν και ητο να τον λυπασαι
τον δυσμοιρον και αδυνατο να τον συγκρατησεις εις τας φρενας.τον εβρηκαμε απο
υψηλο βραχο να εχει πηδηξει κατω και να συντριφτει ο δυσμοιρος.εις αλλον ονειρο
δεν τους ειδαμε εκεινους τους ανθρωπους ουτε τους ακουαμε.ομως ειχαμε εις την
μνημη μας ζωηρην την καθε εκδηλωση τους .τα παντα καθαροτατα τα ενθυμουμεθα
και καθεις του αλλου τα ανακαλουσε απο τη μνημη του.και τα αφηγουμεθα με πολλας
λεπτοερειες.πολλοι δε πολυλογουσανε ωρες.τινες δε τεχνικοτατοι οντες μυθολογουσαν.
εφευρισκαν ιδικα των συμβαντα και τα εννοουσαν ως αληθη και να εσυνεβησαν.εμας
αλλα μας ετερπανε και τα επαινουσαμε και αλλα τα κριναμε και τα ψεγαμε.εις επομενα
ονειρα τους βλεπαμε δια ολιγην ωραν και συνεχως ετουτο ελαττουτο μεχρι οπου τους
εχασαμε εντελως.εκεινος ο σοφος εσυμπερανε πως εις καποια αγνωστο εις εμας μηχανη
ωφειλετο αυτο .οτι τους επροβαλε εις τον τοπον ενω αυτοι δεν υφισταντο πλεον .πως
αυτη η αγνωστος μηχανη τους ειχε καταγραψει τις ζωες και τους επροβαλε δια παντος.
επ'απειρον.και πως εμεις εκοιμωμεθα κανονικα και κανονικα εξυπνουσαμε ουχι εις ονει-
ρον αλλα εις ετουτον τον ερημον.τοπον εδω οπου εξαρχης ευρεθηκαμεν και εγινομασταν
μαρτυρες του φαινομενου της προβολης.και πως ο ακινητος ηλιος οπου ειδαμεν εις τον
ουρανον ητο μια εικονα της προβολης αυτης.και εσυμπερανε πως αν μεινουμε εδω παλιν
θα τους ειδομε να προβαλλονται.κι ετσι εγεννετο.κοιμηθηκαμε και οταν ξυπνησαμε τους
ειδαμε παλιν.τους βλεπαμε αναμεσα μας και τους ακουγαμε αλλα παλιν δεν τους αγγιζαμε.
τοτε ητο οπου ειδαμε τον αδικοσκοτωμενο συντροφο μας.και μαλιστα τον ειδαμε εις ερω-
τικη συνομιλιαν με την γυναικα εκεινην και εγελουσαν.και εφαινοντο πολυ ευτυχισμενοι οι
δυο.και τοτε καποιος απο εμας του εφωναξε με δυνατη φωνη.συντροφε πως εφτασες ως
εδω;εμεις σε μαζεψαμε απο τα βραχια κατω ασυντριμενο το σωμα σου και με τιμες σε
θαψαμε και χωμα.σηκωσαμε και σημα πανω στησαμε το κονταρι σου.πες μας, αληθεια,πως
εφτασες ως εδω;εκεινος γυρισε προς το μερος μας σαν κατι φανηκε να ακουσε ειτε να
αιστανθηκε αλλα δεν απαντησε.τοτε ο Αλεξανδρος ειπε να συνελθουμε και την αλλη μερα
να κινησουμε ολο το στρατευμα προς τα ανατολικα μερη.κι ετσι εγεννετο
.
.
.

ιπποδρομια-2μ χ 3μ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Η ΕΡΗΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ
[απο τη φυλλαδα του Μεγαλεξαντρου-χ.ν.κουβελης]

ο Αλεξαντρος και το φουσατο του εισεβησαν εις μιαν τεραστια ερημον οπου δεν
ειχεν ουδε μακρος ουδε πλατος ανθρωπος να μετρησει και η μερα ητο δεκα ανθρωπι-
νες μερες και η νυχτα ομοιως δεκα νυχτες των ανθρωπων,η δε ζεστη την ημερα ητον
ανυποφορος και η κρυωτη την νυχτα παρομοιως  δυσβαταχτος και τοτε απο ετουτα
τα δεινα αιτια εχαθησαν πολλοι στρατιωτες και πολλα αλογα και ζωα και τα εφοδια
εις τροφιμα και εις ποσιμο νερο λιγοστευαν εις την ποσοτητα και λιαν ταχια θα ειχον
παντελως τελειωθει και θα ειχε το στρατευμα μεγαλην χρειαν,και ο Αλεξαντρος διετα-
ξεν να μην ησυχασουν αλλα ολημερις κι ολονυχτις να πεζοπορουν και μητε να ιππευουν
τα αλογα ινα να μη εξασθενισουν απο την κουραση,και μητε να  στεναζουν και τους
ακουν οι  αλλοι και δειλιαζουν  κι οσοι αρρωστοι τους παρατουσαν στη μοιρα τους το
ιδιο και τα αρρωστα αλογα τα αφηναν απνοα κι αδυνατισμενα να ξεραθουν στη μεγαλη
θερμη της μερας και οι κουβεντες τους ηταν λιγοστες και τα λογια τους βαρια,ξερανε πως
αυτο θα ειναι το αναποφευκτο τελος τους και η ερημος ολογυρω τους δεν ειχεν ακρα
και τελειωμο,και βλεπανε στον ουρανο οχι εναν ηλιο,αλλα δυο η' και τρεις,αλλος ηλιος
ν'ανατελει κι αλλος ηλιος να δυει κι αλλος ηλιος ακινητος να μεσουρανει,η' και να
πηγαινουν ανταμα η' ο ενας εναντι στον αλλον η' και σταυρωτα,τετοια παραξενα ηταν
και τη νυχτα,δυο η' τρια φεγγαρια ,το ενα φεγγαρι στη χαση,τ'αλλο φεγγαρι
πανσεληνο,τ'αλλο φεγγαρι στη γεμιση του,κι ητανε ο ουρανος γεματος αστρα,αλλοι
αστερισμοι ειχαν το σχημα αρκουδας,αλλοι παρδου,αλλοι σκυλου,αλλοι κυνηγου,
κι ελαμπε εκτυφλωτικα η απεραντη αμμος κι ητανε και νυχτες που κανενα αστερι
στον ουρανο δεν ηταν να γυριζει η' να στεκει και τοτε το σκοταδι ηταν βαθυ κι αδια-
περαστο,αλλα ουτε και τοτε επαυαν να πεζοπορουν ,κι ελεγε ο Αλεξαντρος πως στην
ερημο κανενας δεν ημπορει να χασει τον προσανατολισμο του,αφου παντου το ιδιο
κι ομοιο ειναι ,και περασαν εικοσι μερες μεγαλου κοπου και στενους και δεν αντεχαν
αλλο,και πεινασμενοι ητανε και διψασμενοι  κι αγρυνοι ητανε τοσες μερες και
νυχτες,ειχαν αγριεψει στην οψη και στη ψυχη και πολλοι απ'αυτους παραλογισαν,
γελουσαν δυνατα κι υστερα κλαιγαν κι ακατανοητα λογια εξεμβαιναν απ'τα στοματα
τους χειμαρρος και καποιοι σωριαζονταν καταγης και τρανταζονταν τα σωματα και
τα μελη τους κι εβγαζαν απ'τα στοματα αφρους να φοβασαι,και τους παρατουσαν,
τι δεν ητο δυνατον να τους περιμαζεψουν και να τους κουραρουν,τοση μεγαλη η
δυστυχια τους,επειτα  ειχαν  λιαν μεγαλο το φοβο μην τους φορτωσουν την μαλαρια
τους,και τοτε εγινε την εικοστη μερα και εσυναπαντησαν εναν ερημιτη,αυτος κατοι-
κουσε τρωγδολυτης σ'ενα ορυγμα σκαμενο μεσα στη γη δεκα οργυιες υποκατω της,
τον εχαιρετησαν ως τον αντικρυσαν και τον ερωτησε ο Αλεξαντρος πως απο ετουτη
την δαιμονικη την ερημο θα απελευτερωθουν οπου ησανε τοσο καιρο φυλακισμενοι,
αυτος του ειπε με αργοσυρτη χαμηλη φωνη πως καμια ερημος δεν ειναι,ουτ'εδω ουτε
αλλου πουθενα,κι ο Αλεξαντρος τον ερωτησε τι λεγει,κι ο ερημος εκεινος ανθρωπος
του αποκριθηκε,πως αυτο που λεγεται ερημος δεν ειναι παρα ο χρονος ο οποιος χωρις
περατα να μετρηθουν ειναι ουδ'αρχη ουτε τελος εχει κι αυτο  τον παραδεχτουμε και το
εννοησουμε θα εξαφανισθει τοτε αυτο που λεμε ερημος,κι ο Αλεξαντρος ακουσε πολυ
προσεχτικα και ερωτησε πως θα γινει αυτο,κι εκεινος ο ερημιτης του ειπε,πως στη
ζωη του μια φορα στα χιλια χρονια ενας ανθρωπος απ' τους πολλους που γεναει και
θρεφει η γη θα τυχει να περασει απ'το μερος ετουτο εδω που ζει και θα τον συναπαντη-
σει ,γιατι αυτος ο ιδιος ειναι ο χρονος,που περνα και δεν περνα,κι αυτος ο ανθρωπος
 θα'ναι πολυτυχερος γιατι μετα θα εχει στο δικο του γκοβερνο ολη τη γη,και τους
ειπε ο ερημιτης πως σε τρεις μερες  και τρεις νυχτες πεζοπορια η ερημος θα χαθει απ'τα
ματια τους,ως να μην ητανε παρα οπτασια,κι ο Αλεξαντρος κι αυτοι τοτε τον ευχαριστη-
σαν και τον χαιρετισαν  και προχωρησε ολο το στρατευμα προς τη διευθυνση που τους
εδειξε...
.
.
.

 .

.




ΕΛΕΥΘΕΡΑΙ ΠΡΟΣΘΕΣΕΙΣ ΕΙΣ ΦΥΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


και ηλθωμεν εις τόπον όπου ητον δασον πολύ και ειπών εις

Αντίοχον και Πτολεμαίον ας εισχωρησωμεν εις το δάσος,και

επορευθημεν μια ημέραν και ως ενυχτωθη  είδαμεν ότι

τα δένδρα επυκνωνων και εγένετο αδιαπεραστα και ητον 

αδύνατον εκείνην την σκοτεινή ώραν να διελθωμεν και 

εδιαταξα να νυχτωθωμεν ενταυθα και θεσωμεν φυλακας

δια τον φόβον των αγριων θηρίων και ούτως εγένετο και 

εκαθευδουν αι στρατιώται ησύχως και λίαν πρωίαν εγερθημεν 

και εκινησαμεν την πορεία μας δια των πολλών και υψηλών δέντρων 

και όσον επροχωρουν τοσουτον ταύτα επλυθηνων εις μέγαν αριθμόν 

και ειπον εις στρατιώτας,αποτεμνετε δένδρα και διανοίξατε πορον,

και εκείνοι ετεμνων παννυχιως και εις άκρον ουκ ητον και πολλοί 

δια τον μέγαν καματον εθανωτηθειν και ούδε ητον φαγιον ίνα 

φαγουσιν και ουδε ύδωρ ινα πιουσιν και εκ τούτων των αιτίων

πολλοί άλλοι απολεσθηκαν και εις τρεις ημέρας ήλθωμεν εις τόπον 

όπου ήτον λίμνη και πολύ εχαρημεν διότι οψαρια φαγωμεν και ύδωρ πιωμεν 

και απέστειλον στρατιώτας εις την λίμνην Ιχθείς ίνα ιχθευσουσιν 

και ύδωρ ινα συναξουσιν και ευθυςεπέστρεψαν και ειπον  Αλέξανδρε 

η λιμνη άλας είναι πλήθουσα και Ιχθείς κενη και ύδωρ ου πόσιμον

εστί και υψωθει εις το στράτευμαν βαρυθυμιαν και εκελευσων τρεις 

ιππικούς εις εύρεσην  φαγιου και ύδατος και εκείνοι αι τρεις εστραφειν

προς Βορράν και πριν ηλίου δύσεως οπίσω ηλθον φέροντες φαγια και 

ύδωρ και εχορτασθησαν απασι αι στρατιώται και αφού εκαρδιωθημεν

εκινηθημεν την πρωίαν προς Βορράν και εις δύο ημέρας ήλθωμεν

εις τόπον πεδινον και εις λοφίσκον ειδωμεν οσπιτιον λαμπρόν 

μαρμαροτειχον και ειπων εις Αντίοχον και Πτολεμαιον υπάγω εις 

λοφίσκον και εις μαρμαροτειχον οσπιτιον ίνα ειδω τις διαμένει ενταύθα

και ανήλθων τον λοφισκον και τυπτων την θυραν του μαρμαροτειχου 

οσπιτιου εφανερωθειν ενωπιων εμέ γυνή θεσπέσια το είδος και 

κάλλος και εντός εις μεγάλην αίθουσαν εισηλθαμεν περίλαμπρον 

και ητον κεκαλωπισμενη μετά πολύτιμων λίθων χρυσόν και λεοπαρδεις 

και τίγρεις ημερωμεναι και είδων και σειράν αγαλμάτων ανδρών και 

ηρωτησα την γυνή τι εισιν τούτα και η γυνή με απεκριθειν ανδραι εισίν

μεμαρμαρωμενοι και όποτε έχω χρειαν ανδρος ανασταινω έναν και

σμιγω εις την κλίνην ειτα τον επαναφέρω εις μαρμαρον και μου είπεν 

πως φαρμακος είναι και και είδων ότι αι υπηρεται αυτής εισίν βουβοί 

και λέγει μου ότι  απετεμνεν αυτών την γλώσσαν και με είπεν επιπλέον

πως εισίν φυλακαι και ικανοί τοξοται εις το κυνηγιον ορνίθων και 

αγριόχοιρων και λαγωων και δορκαδων, αι δε γυναίκαι λίαν υπακουαι 

και με είπεν πως ήθελεν ανδρα και εγω εφοβηθην σφόδρα την φαρμακον 

ετούτην γυνην διότι είδων πως κουφα ενευσεν εις φύλακας υπηρετας

με συλλάβουν και εδιέφυγων των χειρων των ταχέως και τουτα ειπών

εις τους στρατιώτας επορευθημεν επτά ημέραι  μακράν εκείνου 

του τόπου της φαρμακου γυναικός

.

.

 .


ιστορίαι που εσυνέβησαν εις Αλέξανδρον βασιλεαν

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ητον εις την δυσιν ήλιου και εστρατοπεδευσαμεν εις ερημον τόπον,όταν

ενυχτωσεν το σκοτάδι ητον πολύ πυκνόν και αδιαπέραστον,εννοησαμεν

έντρομοι οτι ήγγικεν η συντέλεια του κόσμου,τόσην μεγάλην ανησυχίαν ειχομεν,

και κάποτε,μεσονυκτια,ηκουσαμεν ψιθυρισμους εις αλλοτριας γλώσσας,

αγρυπνουσαμεν και ημεθα εις σφοδρήν απορίαν τι μέλλει γενέσθαι,τότε 

εζήτησεν ο Αλέξανδρος να μας μιλήσει,τον ακούσαμε να λέει,πως όλα αυτά 

τα παράξενα θα παρέλθουν,θα λάβουν τελος και να μην χάνουμε το θάρρος

μας,αυτά τα λόγια του μας εγκαρδιωσαν,και όταν εξημερωσεν όλα είχαν 

διαβεί ως όνειρο και εδιαλύθηκαν εις το φως του ανατέλλοντος ήλιου,

εδωθει διαταγή να αναχωρήσουμεν,όμως εις εξ ημών σύντροφος στρατιώτης 

έλειπεν,τον αναζητήσαμε και δεν τον ηβρηκαμεν,τον φωνάξαμεν και

απάντησιν δεν ελσβαμε,τι τάχα να έγινεν;,πως εξαφανισθει;,μέγα μυστήριον,

κάποιος από μας που τον ήξερεν περισσότερον είπεν πως τις τελευταίες

ημέρες ητον λίαν ανήσυχος,ως κάτι  να τον ανησυχούσε και να τον 

εφόβιζε,εις τις ερωτήσεις του δεν απήντησεν,μόνον εσκοτεινιαζε το 

πρόσωπο του,τον άκουγε κάπου κάπου να μονολογεί με χαμηλή φωνή,δεν 

ξεχώριζε τι έλεγεν,εφαίνονταν να παλεύει με κάτι,πολύ ανώτερον από

αυτόν και δυνατότερον,μίαν φοράν του είπε πως ότι είδεν να μην το 

μαρτυρήσει,ούτε να τον πάρουν πως ετρελαθει,αυτά είπεν δια αυτόν 

ο στρατιώτης,και εμείς περίλυποι εκινησαμεν βαρυκάρδιοι,επειδή νιώσαμε 

την θυσία του,

.

.

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

Θεοφιλος Χατζημιχαηλ η' Κεφαλας Ζογραφος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Η ΣΑΠΦΩ Ο ΘΕΟΦΙΛΟΣ Ο ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΟΡΑΜΑ
-χ.ν.κουβελης
.
το 622 π.Χ η μικρη Σαπφω 8 χρονων τοτε μακρινη
ξαδερφη του Οδυσσεα Ελυτη,πηγαινε στη β' δημο-
τικου,οι γονεις ηταν απο την Ιωνια,ειχαν ερθει
προσφυγες το 1922 απο τη Σμυρνη στη Λεσβο,στη
Μυτιληνη κι εγκατασταθηκαν εκει,στη Βαρεια,
σε μεγαλυτερη ταξη,στην πεμπτη,πηγαινε ο Θεο-
φιλος του Χατζημανουηλ,ενα ονειροπαρμενο παιδι,
αθωο,ολοι του εκαναν πλακα,οταν τον εβλεπαν στο
δρομο τα μεγαλυτερα παιδια εβαζαν τα μικροτερα
να του κανουν καζουρα φωναζοντας εν χορω ρυθμι-
κα:
''Νατος Νατος ο Μεγαλεξανδρος!
Εμπρος ολοι στη Μικρασια
να παρουμε τη Περσια!
Εμπρος Εμπρος!''
φωναζαν κι εξαφανιζονταν,φυσικα το μαθαινε
ο δασκαλος και την αλλη μερα τιμωρουσε τους
υπευθυνους,ορθιοι στον τοιχο στο'να ποδι,
και μια μερα λενε πως πηγε κι ο Θεοφιλος και
καθισε στη τιμωρια,κι οταν ο δασκαλος τον ρω-
τησε γιατι,απαντησε πως κι αυτος εφταιγε που
τον εκανε ετσι ο θεος να τον κοροιδευουν,μισο
ανθρωπο,
απο τοτε τα παιδια δεν τον ξαναπειραξαν,
η Σαπφω πολυ τον συμπαθουσε,τα σπιτια τους ηταν
πολυ κοντα,κι η μανα της η θεια Κλειδα,μια αγια
γυναικα,που ψυχοπονουσε και νοιαζονταν τους φτω-
χους,τους φιλευε ποτε ψωμι,ποτε αλευρι,ποτε φαι
τους εστελνε,γιατι ηταν σε πολυ καλυτερη κατα-
σταση απ'αυτους,
κι εκεινος την συμπαθουσε και την αφηνε να τον
βλεπει να ζωγραφιζει,κανεναν αλλο δεν αφηνε να
τον δει,
ζωγραφιζε ομορφα,την εξοχη γυρω στη Βαρεια,τις
ελιες,τα αρχοντικα,τις βαρκες,και προσωπα εκανε
της μυθολογιας,τον Αχιλλεα,τον Οδυσσεα,τον Ομηρο,
που λεγανε πως ηταν απ'τη Σμυρνη,εκανε και ηρωες
του 1821,τον Κατσαντωνη,τον Καραισκακη κι αλ-
λους,
και μια μερα της ειπε να την ζωγραφισει,και κα-
θισε και την εκανε,της εμοιαζε η εικονα,μονο
που την ειχε παραστησει πολυ μεγαλυτερη στην
ηληκια,κοπελλα 25 χρονων μελαχροινη κι'εγραψεν
στην εικονα:
η ποιητρια Σαπφω απο τη Λεσβο,
τον ρωτησε:γιατι εγραψε ετσι;και της απαντησε:
πως οι ανθρωποι ειναι αδυνατοι να εμποδισουν τα
πραγματα να γινουν,εκεινα που ειναι να γινουν
θα γινουν
κι αυτη,χωρις να ξερει πως εγινε,πηρε ενα
μολυβι και του'γραψε ενα στιχο σ'ενα χαρτι:
παντοδάπαισι μεμειχμένα χροίαισιν,
στην ιδια ταξη με τη Σαπφω ητανε η Ατθιδα,
η Τελεσιππα και η Μεγαρα,μια ταξη παραπανω
ηταν η Αναγορα και η Γογγυλα,στην α'ταξη
ηταν η Γοργω και η Ανδρομεδα,η Μικα ηταν
μικρη δεν πηγαινε σχολειο,ουτε ο Φαων πηγαι-
νε,ενιωθε μια συμπαθεια γι'αυτο παιδι που
δεν μπορουσε να την καταλαβει,
μια μερα ηρθαν στο σπιτι συγενεις του πατερα,
θυμαται ηταν καλοκαιρι,Κυριακη,αρχες Αυγου-
στου,μια πολυ ζεστη μερα,
ηταν απογευμα και δεν ειχε δροσισει ακομα,
τα τζιτζικια στα δεντρα ξεφωνιζαν,οι μεγαλοι
καθησαν στην αυλη κατω απο τη μεγαλη κλημα-
ταρια,
τα παιδια,αυτη,και τις δυο αδερφες της την
Μελπω και την Ελενη,μεγαλυτερες της,και τον
Γιωργο,μικροτερο απ'ολα τ'αδερφια,δεν τ'αφη-
ναν να μπερδευονται στα ποδια και στις κου-
βεντες των μεγαλων,
αυτη,ηταν πολυ περιεργη,πηγε και κρυφτηκε
πισω απ'το φρακτη του κηπου κι απο κει τα
ακουσε και τα ειδε ολα,
ηταν τρεις οι συγγενεις,ενας ανδρας με ευγε-
νικο παρουσιαστικο,μια γυναικα αρχοντικη
ομορφη κι ενας νεαρος,συνεσταλμενο παιδι,
καταλαβε απο τα λογια τους πως ηταν πατερας,
μητερα και γιος,
ακουσε το ονομα του γιου,Οδυσσεας,της φανηκε,
χωρις να ξερει γιατι,πως του ταιριαζε αυτο
το ονομα,κι ηξερε απο το σχολειο δυο μ'αυτο
το ονομα,
τον Οδυσσεα που τις περιπετειες εγραψε ο Ομη-
ρος,και τον Οδυσσεα Αντρουτσο,
καποια στιγμη ακουσε τον νεαρο να λεει:πως
η Ελλαδα περιεχει το μεταφυσικο φως του πραγμα-
τικου ειναι,
δεν καταλαβε τη φραση,τη θεωρησε ομως σπουδαια,
κι επειδη ειχε καλη μνημη την αποτυπωσε και την
κατεγραψε:
''εκεινο το βραδυ οι τρεις συγγενεις μεινανε
σπιτι μας,
τη νυχτα ειχε λαμπρη γεματη σεληνη,αυγουστιατι-
κη πανσεληνο,τ'αστερια γυρω απ'τη σεληνη χαθηκαν
απ'το φως της,
την αλλη μερα φυγανε πολυ πρωι,δεν ειχαμε ακομα
εμεις τα παιδια ξυπνησει,
πηγα στο Θεοφιλο,τον βρηκα στο χωρο,στη παραγ-
κα,που ζωγραφιζε,
ηθελα πολυ να του'πω ποσο σπουδαιους συγγενεις
ειχαμε,να καυχηθω,κρατηθηκα,φοβομουν μην τον
προσβαλω,επειδη εκεινοι ηταν ταπεινοι οικογε-
νεια και δεν ειχαν τετοιους συγγενεις,
καθομουν και κοιτουσα πως ζωγραφιζε,με ποια
σειρα ζωγραφιζε την εικονα του,τι εβαζε πρωτο
τι δευτερο,πως αναλατευε τα χρωματα του,πως
τα τοποθετουσε,πως γινοντανε η εικονα,πως
ζωντανευε,
ειχε αφαιρεθει τοσο απο τη δουλεια του και
μ'ειχε εντελως ξεχασει γιατι καποια στιγμη
φωναξε δυνατα,που τρομαξα,πραγμα παραξενο
γι'αυτον τον ταπεινο ανθρωπο που ηταν συνηθως
λιγομιλητος,
τον ακουσα καθαρα να λεει:''Φως!.Φως!'',
σαν να συνηρθε απο τον ηχο της φωνη του,με αντι-
ληφθηκε,ντραπηκε,κοκκινισε,και συνεχισε σιωπηλα
να ζωγραφιζει,
δεν ξερω πως τα συνδιασα,αλλα εκεινη η κραυγη:
Φως!Φως!
μ'εκανε να θυμηθω τη φραση του νεαρου που ειχα
ακουσει εκεινο το απογευμα στην αυλη του σπιτιου
μου,και να ταυτισω τη σημασια της με την φραση
του Θεοφιλου ,που μολις λιγο πριν ακουσα,
απ'αυτο θαρρεψα κι αποφασισα να του διηγηθω
το περιστατικο,εκεινος ζωγραφιζε κι εγω του
ελεγα,
οταν τελειωσα,χωρις να με κοιταζει και χωρις
να σταματησει τη δουλεια του με ρωτησε να του
περιγραψω τον νεαρο,
τον περιεγραψα οσο πιο λεπτομερειακα μπορουσα
να τον θυμηθω,
οταν τελειωσα την περιγραφη,χαμογελασε,κουνησε
το κεφαλι του και τον ακουσα πολυ καθαρα και
σοβαρα να λεει:
''τον ξερω αυτον τον κυριο ειχε ερθει στη Μυτιλη-
νη στη Βαρεια με καποιον αλλον κυριο,Αντρεα Εμπει-
ρικο,τον ελεγαν αν θυμαμαι καλα,και εδειχναν
μεγαλο ενδιαφερον για τις ζωγραφιες μου,μετα ηρθε
ο κυριος Στρατης,Ελληνας,ζουσε στη Γαλλια,Στρατη
Ελευθεριαδη Τεριαντ τον ελεγαν'',
δεν ξαμαμιλησε μεχρι,που εφυγα,
οταν ξαναπηγα μετα απο καποιες μερες,δεν τον βρη-
κα,
μου ειπανε οι δικοι του πως εφυγε ξαφνικα απο το
νησι,και δεν ηξεραν που πηγε,δεν ειχαν νεα του,
καποιος ειπε πως περασε απεναντι στη στερεα Ελ-
λαδα,στο Βολο στο Πηλιο,αλλος ειπε πως πηγε
στη Μακεδονια,αλλος στην Κρητη κι αλλος ειπε πως
βρησκεται στις Σποραδες,στη Σκιαθο η'στη Σκοπελο,
οπου και να πηγε ας ειναι καλα,
εκεινο το βραδυ τον ονειρευτηκα,ασκητικο και μι-
κρο ταπεινο ανθρωπακι που ητανε ανεβασμενο σε μια
σκαλωσια σ'ενα καφενειο,κι ελεγες θα πεσει να τσα-
κιστει τοσο αδυνατος ηταν,ζωγραφιζε τα οραματα
της ψυχης του,
και τοτε γυρισε προς το μερος μου και με κοιταξε,
κι ηταν γυρω στο κεφαλι του χρυσο φως,σαν φωτοστε-
φανο,και τον ακουσα να μου λεει:
''ανοιξε το στομα σου ,σαν να μεταλαβαινεις'',
κι εγω μαγνητισμενη υπακουσα,ανοιξα το στομα
μου,
και τοτε ειδα ν'ανακατευει χρωματα και να τα
πεταει απαλα προς το ανοιχτο στομα μου,και πριν
φτασουν τα χρωματα στο στομα μου μετατρεπονταν
σε ελληνικες λεξεις,
εβλεπα τα γραμματα,τα φωνηεντα,
τα συμφωνα,τους διφθογγους,συλλαβες,ολοκληρες
λεξεις,προτασεις τελειωμενες,ατελειωτες,η'αποσπα-
σματα και περνουσαν μεσα μου κι ενιωθα μεγαλη
χαρα κι αγαλλιαση,και συνεχιστηκε αυτο ωρα πολυ,
που δεν ξερω να υπολογισω
επειτα οπως ηρθε το ονειρο εφυγε και κοιμηθηκα
ως το πρωι ησυχα,
αυτο που ειδα σε κανεναν δεν το αναφερα,ουτε
στους γονεις μου,ουτε στ'αδερφια μου,ουτε στις
αγαπημενες φιλες μου,παρα μοναχα εδω το κατε-
γραψα σ'αυτο το μικρο σημειωμα''
.
.
ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟ-χ.ν.κουβελης
.
1.η εικονα εφτανε μεχρι τη νησο Σκιαθο νοτια,ακουστηκε
το σφυριγμα του τραινου του ντε Κιρικο,''ο Μεγαλεξανδρος
καβαλικευων εις τον Βουκεφαλαν ορμων εις το πεδιον
της μαχης καταδιωκων τον Κυρον τον βασιλεα της Περσιας'',
2.τον ειδον υψηλα ανεβασμενον εις την σκαλαν,''το κιτρινο
κοντα εις το κοκκινο παιρνει  φως,γινεται λαμπεροτερο'',
συμφωνησα σιωπηλα.μεγαν φως
3.η Αρετουσα ητανε μια αρχοντοπουλα της Αθηνας κι ηρθε
σ'αγαπη με τον Ρωτοκριτο και παθανε τα δυο τους πολλα
βασανα ωσοτου να ενωθουν,''να το γραφει ετουτη η φυλλα-
δα κι εχει κι ωραιες ζογραφιες μεσα'',
4.να καθεται  ο χωριατης εις το καφενειο ειτε για τον πρωινο
καφε του ειτε τον μεσημεριανο ειτε τον απογευματινο και να
ευχαριστιεται το ματι και η ψυχη του στους τοιχους τους πα-
ραδεισους με τα πουλια τα δεντρα διαφορα μηλιες τα ζωα
εκει μεσα και τα σπιτακια με τις κοκκινες στεγες,ολα αυτα
τα χρωματα σ'ουρανο γη και θαλασσα,σκεφτηκα,αυριο πρωι
θα συναντουσα τον Κιτσο Μακρη στο σπιτι του στο Βολο
στη περιοχη Αναυρου,ειχα μεγαλη την επιθυμια να δω Τους
Τρεις Καπεταναιους Συμφιλιωθεντες και τον Ροβερτο και
την Ιουλια,εργα του Θεοφιλου
5.οταν πηγε να χαθει το Ελληνικο ηρθε στην Ιωλκο και στα
χωρια του Βολου ζωγραφιζε,''στον κυρ Γιαννη Κοντο εκανα
ζογραφιες στη σαλα,τον εκανα και καβαλαρη,καλος ανθρωπος''
6.''μια ζωγραφια μου ηταν ο Περικλης  να δινει λογο στους
Αθηναιους πως δαπανησε τα χρηματα για την Ακροπολη'',
εβγαλε να φαγει,ψωμι ,σ'ενα πιατακι μερικες ελιες,τον
ακουγα να τρωγει,και πως γεμισε πληθυνθηκε ο τοπος χωρα-
φια με σταχια καρπισμενα και οι πλαγες ελιες
7.απο λιθογραφιες ταχυδρομικα δελταρια και εικονογραφη-
μενα φυλλαδια ''παιρνω τα σχεδια μου,βαζω τις μπογιες μου
και κανω τις εικονες μου'',υπογραφε Θεοφιλος Χατζημιχαηλ
''το ονομα της μητερας '',μια φορα υπογραψε Θεοφιλος Κε-
φαλας ''το ονομα του πατερα ''
8.''να ,αυτο το ρουχο πρεπει να το κανω ωραιο'',αυριο τις Απο-
κριες θα ντυθουν,η κομπανια με τα παιδια,''εγω θα ειμαι ο Με-
γαλεξανδρος και τα παιδια ο στρατος μου οι Μακεδονες,θα
γυρισουμε στους δρομους και στις πλατειες και στις γειτονιες
στα σπιτια,να δειξουμε το μεγαλειο της πατριδας'',τους εβλε-
παν οι προσφυγες και τα δακρυα τρεχανε στα ματια,''εκανα
στο Ελληνικο Προξενειο της Σμυρνης θυροφυλαξ καβασης,
τοτε ημουνα πολυ νεος'',τωρα η Σμυρνη που ητανε δεν ειναι
9.''ο Λεωνιδας Αντρουτσος ο πατερας του Δυσσεα,λεβεντης'',
κοιταξα την εικονα,''το μηλο κατω απ'τη μηλια''ειπα σιγανα,
ανεμος φυσηξε και μυρισε ριγανι και θυμαρι,το χορταρι ερι-
ξε φτενη τη σκια του ,''η φωνη του ητο ως του λεοντα,αρπαγε
θεορατο βραχο στα χερια του και τον πετουσε περα μακρυα,
τοσην ειχε δυναμη εκεινος ο ανθρωπος για οφελος της πατρι-
δας''
10.''εκει στους τοπους που ζογραφιζα στα μαγαζια μαζευονταν
κοσμος να βλεπει πως εκανα την εικονα'',ελεγαν διαφορα,πολ=
λοι τον πειραζαν,''Θεοφιλε,τα ψωμια οπως τα δειχνεις θα πε-
σουν απο το φτυαρι'',και γελασαν,εκεινος δεν αλλαξε τη ζογρα-
φικη ,ο φουρναρης εδειχνε τα ψωμια,''τα ζωγραφισμενα ψωμια'',
ειπε ο Στρατης Ευστρατιαδης ο Terriade,''δεν πεφτουν,δεν ισχυ-
ουν οι νομοι της βαρυτητας'',εδειξε τα σχηματα τα χρωματα,''
τοτε γιατι να υπαρχει η ζωγραφικη αν αναπαραγει σωστα την
πραγματικοτητα;''
11.να γελασουν,δεν το περιμεναν,τοσα του καναν,''τραβηξε κα-
ποιος τη σκαλα να γελασουμε'',επεσε,το πηρε κατακαρδα,εφυ-
γε απ'τον τοπο εκεινο,''εφυγε,αφησε πισω του τα δεντρα που
φυτεψε τα αγριμια που ζωντανεψε τα πουλια του πετανε οι
ηρωες του ανασαινουν  τους χαιρεταμε και μας χαιρετανε,σαν
εμας ειναι'',γυρισε στη Μυτηλινη στη Βαρεια ,''ξαναηρθε'',γε-
ροι που ηταν παιδια τον γνωρισαν,''για ενα πιατο λιγο φαι και
κρασι ζογραφιζει'',εδω ειναι η πραγματικοτητα εκει ειναι το
ονειρο
12.ο Στρατης ο Αντρεας ο Οδυσσεας στη Βαρεια,στο σπιτι του,
''τα τζιτζικια ξεφωνιζουν τον ουρανο'',στη γλωσσα του Ομηρου,
η ελια γερικη λυγιζει το φως,η σκια παιρνει το σχημα ανθρωπι-
νης πατουσας,πιεσε κι ελαφρα βαθυνε το χωμα,''ο Μεγας Πα-
νας ο Ορθιος Φαλλος Δοξα σοι'',πουλι πουλακι πεταξε φωνου-
λα εσκαψε τον αερα,''η Ελλαδα αυτη ειναι'',
αυτος ο ταπεινος ο ελαχιστος ανθρωπος που δεν χορτασε το
ψωμι κι οι ανθρωποι δεν τον καταδεχονταν,που δεν αποστασε
να ζογραφιζει χαθηκε,''ενα φαγητο ''ειπαν ''τον δηλητηριασε'',
τωρα πως εγινε και πλημμυρισε ο κοσμος γυρω του φιλους,
πως ο ταπεινος υψωθησεται
.
.
ΠΕΡΙ ΤΟΝ ΘΕΟΦΙΛΟΝ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ ΖΟΓΡΑΦΟΝ
.
''Τοτε εζουσα και ζωγραφιζα στο Πηλιο.Ενας αρ-
χοντας μ'ειχε περικαλεσει να του ζωγραφισω τους
τοιχους.Ο κυρ Γιαννης ητο ευγενικος ανθρωπος
και μου ητανε πολυ συμπαθης.Τον εκανα μια ει-
κονα καββαλαρης σε αλογο ,και μεσα στα δεντρα
μηλιες και τα λουλουδια και τα σπιτια.
Εφτιαξα κι αλλα .Τον Μεγα Αλεξανδρο με περι-
κεφαλαια να παλευει να μερωσει τον Βουκεφαλο.
Αυτο πολυ μου αρεσε .Και γω ντυνομουν Αλεξαν-
νδρος ,εντυνα και πολλα παιδια αρχαιους και
παεναμε στους δρομους.
Τοτε,αλλη φορα, σ'ενα καφενειο ειχα τελειωσει
μια ζωγραφια , ενα μερος στη θαλασσα ειχε και
τα βουνα .Κι ενας ντοπιος ανθρωπος μου'πε πως
ειχα κανει τα καραβια μικρα και τα ζωα μεγαλα,
και τα πουλια με χρωματα που δεν εχουν,και τις
μαργαριτες μεγαλυτερες απ'τα δεντρα,κι αλλα.
Τοτε εκεινοι που ηταν μεσα στο καφενειο γελα-
σαν,εγω δεν ειπα τιποτα ,μαζεψα τα πραγματα
μου και βγηκα εξω.Ειχε νυχτωσει .''
Εικονες πολλες,τον Ρωτοκριτο την Αρετουσα
τον πατερα του ηρωος Δυσσεα .Τα χρωμματα
τα παιρνα και τα βαζα κοντα να λενε την ιστο-
ρια,αν και γραμματα δεν ηξερα μητε πολλα
ουτε λιγα ειχα στο μπαουλο μου φυλλαδες με
ζωγραφιες και με γραμματα .Κι ηθελα να κανω
τον Καραισκακη σαν πρωτο ξαδερφο του Αχιλλε-
α που τα παλια χρονια σκοτωθηκε εξω απ'τους
πυργους της Τροιας ,να μοιαζουν.
Και τον Δυσσεα Αντρουτσο να 'ναι ,να μοια-
ζει στον Οδυσσεα ,αδερφος,τι εμεις οι Ελληνες
μια μαγια ειμαστε,οπως τα λενε οι γραμματι-
σμενοι.
Τα ψωμια οταν τα ξεφουρνιζει ο μαστορας ο
φουρναρης ηθελα να μπορουσα να τα'κανα
ετσι ν'αχνιζουν να τα κοψεις να τα μοιρασεις
στην φαμελια να χορτασει.Αυτο στο μυαλο
μου το ξεσηκωσα απο μια ιστορια που διαβασα.
Ητανε ενας αρχαιος ζωγραφος τοσο αξιος που
στο πανι ζωγραφισε κερασια τοοο αληθινα
που ξεγελαστηκαν τα πουλια και πηγαν να
τα τσιμπησουν.
Και τον Ιασωνα που λενε πως ειναι απο τουτα
τα μερη εκανα ,και τη γυναικα του τη Μηδεια,
και την αδελφη του Μεγαλεξανδρου τη Γοργο-
να μιση ψαρι κι απ'τη μεση κι απανω κοπελλα,
και τον Εχτορα παλικαρι και την Ανδρομαχη
ρουσα,να'χει και το παιδι μωρο στην αγγαλια,
και τη βασιλισσα την Κλειτεμνηστρα τον αν-
δρα της τον βασιλια τον Αγαμεμνονα να
πνιγουν στο λουτρο με τον Αιγισθο,και τις
μικρες μελλισσες στα ανθη ,και τις πεταλουδες
στα κρινα, τα προβατα τα γιδια τ'αλογα το
ψιλο το χορταρακι
''και τωρα πισω στη πατριδα που γεννηθηκα
ηρθε ο μεσιε Στρατης ανθρωπος καλος και
εξυπνος,ηθελε να δει εκεινα που εκανα ,μ'ε-
φερε πανια κολλες χαρτια χρωματα να κα-
τσω κατω να κανω ζωγραφιες.
Και να μην χαλασω το χατηρι σε τετοιο
καλο ανθρωπο του ζωγραφιζω .Και ντρε-
πομαι να τον πω πως τα βραδυα που
πεφτω να ξαποστασω και τωρα στα χρο-
νια που εχω δυσκολα ερχεται ο υπνος
φτιαχνω πολλες ζωγραφιες ,αυτες θελω
να κανω ,μα το ξημερωμα ,χανονται
απ'το νου μου, οπως ο καπνος διαλυονται.''
Εφερε στο σπιτι ανθρωπους γραμματισμε-
νους ποιητες συγγραφεις να με δουνε και
να με ρωτησουν.
Ενας απ'αυτους ειπε πως αυτες οι ζωγραφιες
μου ειναι οι τοποι μας οι ανθρωποι μας
τα ζωα και τα πουλια που πετουν πανω μας
τα δεντρα τα σπιτια μας τα ποταμια η θαλασ-
σα τα παραμυθια τα δικα μας οι ηρωες οι
παλιοι
Εγω σαν εφυγαν εκλεισα τα παραθυρα τη
πορτα κλειστηκα στο σκοταδι καθησα στην
ακρη του κρεβατιου εκλεισα τα ματια κι ειδα
μετα απο λιγο τη μανα μου και τον πατερα
μου σε φωτισμενη ακρογυαλια να με περιμε-
νουν.
.
.
ΣΧΟΛΙΑ ΕΠΙ ΘΕΟΦΙΛΟΥ-χ.ν.κουβεληςι

''αυτος ο ταπεινος και αγαθος που ητον ο Θεοφιλος Κεφαλας Χατζημιχαηλ εκ της μητρος
το επωνυμον'' μου ειπεν ο κυρ Γιαννης Κοντος κτηματιας το επαγγελμα και μυλωνας Ανω-
βολιωτης στην Ανακασια,''με εζογραφισεν εις αλογον ιππευων,ως Αγιον Γεωργιον
η' και Αγιον Δημητριον''εσυνεχισεν τον λογον του ο φιλος προστατης του Θεοφιλου ''και
μιαν αλλην μου εκαμνεν ζογραφικην μετα της συζυγου μου με ανθοστηλην περιτεχνον''
ειπεν και εμειδιασεν υπερηφανως.''θα ελεγον πως το ταμπλω αυτο δηλαδη την ιμαζ την
εκαμνεν εις το στυλ  με το οποιον εκαμνεν την σειραν η οποια εικονιζει τους συμπαθεις
αμουρε Αρεθουσα και Ερωτοκριτο.λε κουλερς η mise en scène  και λα σανς'' εσχολιασεν
ο μεσιε Στρατης Ελευθεριαδης Τεριαντ γαλιστι.μετιε τεχνοκριτικος εις Παρισιους
αρτ-κριτικ.
Την ημεραν εκεινην κατα την οποιαν καποιος αναιδης και κακοτροπος ετραβηξεν την
σκαλαν και επεσεν κατω ο δυστυχος Θεοφιλος και θα ετσακιζετο τα κοκκαλα του αν
καποιος θεος δεν εβαζεν τη χειρα του να τον εκρατη,τοτε,ελαχιστοι το ηξερουν η' καλυ-
τερον το φανταζονται,πως διακαως ηυχηθη,αν ητον δυνατον και εγινετο,να εγι-
νετο αυθις και να επαρουσιαζετουν ως Μεγαλεξανδρος η' ως Γεωργιος Καραισκακης
η' Δυσσεας Ανδρουτσος η' ως Κωνσταντινος Παλαιολογος ,τους οποιους ολους  ειχεν ζογραφισει,ουτως ηθελεν να σωσει την δυστυχην πατριδαν απο τους αρπαγες της και
τους καθε λογης δυναστες της.
Αυτα εσυλογιζετο εις την Βαρεια της Μυτιλινης ο εις το παρελθον Καβασης θυροφυλαξ
εις το Ελληνικον Προξενειον της Σμυρνης Θεοφιλος,εις τον οικισκον του τρωγων ενα
μαγειρεμενον οψαρι πλην ομως ανορεκτως.Εκ των υστερων  το ψαρι αυτο τον εδηλητη-
ριασεν   και αποθανεν.
Ποσον δηλητηριαζομεν απο των αρχαιοτατων χρονων μεχρι και σημερον αυτην την
ερημον πατριδαν  και ουδολως προσεχομεν τον αγαπημενον τοπον μας ουτε νοιαζο-
μαστε το παραμικρον να την ωφελησομεν.
.
.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ,ΕΙΣ ΜΙΑΝ ΕΙΚΟΝΑ ΒΙΟΥ
.
.
ηταν ενας ξενομεριτης ,οπου δεν τον ηξερε και μας
τον εδειξε,''ποιος ειναι αυτος;φαινεται να μην ειναι
στα καλα του'',
τον κοιταξαμε,γελασαμε,''ειναι ντυμενος μεγαλε-
ξανδρος ετσι ντυνεται καθε αποκρια,και σερνει
και μικρα παιδια μαζι του'',''ειναι λοξος;'',''δεν ειναι,
εχει μονο ευχαριστηση να παριστανει τους ηρωες
τους ελληνες'',μας κοιταξε ,σαν να μην καταλαβε,
''και ποια εργασια κανει αυτος ο σαλος;'',''ζωγραφος
ειναι,και ζωγραφιζει σε σπιτια,οποιος του πει,σε κα-
φενεια,και δεν ζηταει αμοιβη,να του δωσουνε μονο
ενα πιατο φαγι και το κρασι του να πινει'',''και ζωγρα-
φιζει καλα;ειναι τεχνιτης η' κανενας τσαρλατανος;'',
ο τροπος,που ρωτουσε μας δυσαρεστησε,''αν θες να
μαθεις και να'χεις γνωμη να λες μπες σ'εκεινο το
καφενειο,να εκει,να δεις τι ζωγραφισε,να καμεις
τη γνωμη σου,εμεις ειμαστε αγραμματοι και δεν κατε-
χουμε να σου πουμε'',
ετσι του'παμε κι ο ξενομεριτης προθυμος μας ακουσε
και πηγε στο καφενειο,τον ακολουθησαμε κι εμεις εκει,
ειχε δυο ζωγραφιες τελειωμενες ,η μια εδειχνε ενα χορο,
η αλλη ενα ζευγαρι,αρχαιο ,δεν ξεραμε,ο ξενομεριτης
κοιτουσε τις ζωγραφιες,τον ειδαμε σοβαρο,''εχει κανει
πολλες τετοιες;''μας ρωτησε,''παρα πολλες''του απαντη-
σαμε,''ειναι απ'το 97 εδω,εχει κανει και στον κυρ Γιαννη
Κοντο,απ'τα μερη μας εδω στο Πηλιο'',
εκεινη τη στιγμη μπηκε μεσα στο μαγαζι ο Θεοφιλος,ειχε
βγαλει τα ρουχα και τη περικεφαλαια του μεγαλεξανδρου,
ητανε παλι με τη λερη φουστανελα,που παντα φορουσε,
αδυνατος ,δεν ετρωγε καλα,ητανε και το στομαχι του ευ-
παθες,και τον βασανιζε,
''φοβηθηκα μην τις χαλασετε'',ακουστηκε σιγανη τρεμου-
λιαστη η φωνη του,
ο ξενομεριτης τον πλησιασε,''πως σε λενε;'' ,
''Θεοφιλο ,πατηρ μου ειναι ο Γαβριηλ Κεφαλας απο
τη νησον Λεσβον και μητηρ μου η Πηνελοπη του Χατζη-
μιχαηλ,εκαμα και καβασης στο Προξενειο των Ελληνων
στη Σμυρνη'',
το τελευταιο το ειπε με δυνατη φωνη σαν να ητο περηφανος,
'''ειδα τις ζωγραφιες σου,και θελω να μου κανεις μια,τον
Ερωτοκριτο με την Αρετουσα ,του ξερεις;'',''αν τους ξερω;
εχω και τη φυλαδα τους'',ειπε ο ταπεινος ανθρωπος,''τοτε
να ξεκινησεις την εικονα,και να συμφωνησουμε την αμοιβη
σου'',''εγω,φαγι θελω,αν και ψαρια και κρεας'',τα λογια του
ειχανε λαχταρα, ο ξενομεριτης κουνησε το κεφαλι του
''θα εχεις και ψαρια και κρεας,θα δωσω διαταγη να σου
δινουνε,οταν ξανα'ρθω να την εχεις ετοιμη την εικονα,σε
δυο μηνες απο τωρα'',''να τελειωσω πρωτα αυτην την εικο-
να'',εδειξε ο ζωγραφος την ατελειωτη εικονα,''κι επειτα
αρχιζω'',ετσι συμφωνησαν,και βγηκε εξω απο το
μαγαζιον ο ξενομεριτης,ο Θεοφιλος εμεινε στο εσωτε-
ρικο του,τοσο αγαθος και πραος ανθρωπος ητο,καθολου
αλαζονικος,εμεις ακολουθησαμε τον ξενομεριτη,ενας
ο πιο θαραλεος τον ρωτησε,''τι λες για τις εικονες,
ειναι της αρεσκειας σας;'',''αυτον τον ανθρωπο να τον
προσεχετε,σαν τα ματια σας να τον εχετε'',ειπε,κι
εφυγε,
την αλλη μερα ανεβηκε ο Θεοφιλος στη σκαλα να
ζωγραφισει κι ενας απο μας,ως το'χαμε συνηθειο,
να τον κοροιδευομαι,μπηκε κρυφα μεσα στο μαγα-
ζι και κει,που ζωγραφιζε και ητο ξεχασμενος και
δεν τον νοησε του τραβηξε τη σκαλα,κι επεσε ο τα-
λαιπωρος και κακομοιρος ανθρωπος απο το υψος,πως
δεν τσακιστηκε να σκοτωθει,
σηκωθηκε,δεν ειπε τιποτα,ενα λογο ενα παραπονο,παρα
παρατησε τα συνεργα του τις μπογιες και βγηκε εξω ,
περπατησε κουτσενοντας ως την ακρη,απεναντι,της μι-
κρης πλατειας ,κι εστριψε στη γωνια του δρομου,
κι απο τοτε δεν τον ξαναειδαμε,χαθηκε,καποιος ειπε πως
πεθυμισε τη πατριδα του και γυρισε στα μερη του,σαν
εκεινον τον Οδυσσεα,που ιστορουσε ,
σε δυο μηνες ,που θα ξαναρθει ο ξενομεριτης δεν θα
τον βρει εδω,και την εικονα δεν εκανε
.
.
ΘΕΟΦΙΛΟΣ  ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ  ΕΛΛΗΝ  ΖΩΓΡΑΦΟΣ

Πληρωσε τον κοσμο με απλοικοτητα
ματια προσηλωμενα σε κυκλους οραματων
και σε πρωινα κρυσταλλα η ψυχη του
στις ελιες ερωδιοι λιχνιζουν το εναρμονιο
με γαλαζιους ανεμους
οι ηρωες λιτοδιαιτοι
προσφαγιζουν λογια περιστεριων
περιμενουν τις μηλιες
ν'απογαλακτισουν τα εκλαμπρα
βρεφη των κενταυρων
αραγε γνωριζε τα Μαθηματα της Λογικης
του Σταγειριτη αυτος
ο ξιφηρης υπερμαχος των κρινων
με την πνοη των τοπιων
και πεπλοφορους ανεμους
στυλοβατει ο ελαχιστος νηστευτης
η εικονα/εξοχος κουρος στο καφενειο
με τον Αλεξανδρο του Γιωργη κατα μια εικασια
συνομιλουν Περι της Μορφολογιας των Μυθων
χαμηλοφωνα
πλανης Αθλητης ο Αγιος Χρωματοφορος
καρπος Ελληνων σε φωταυγες παραθυρο
προς τα οραματα
βλεπεις
το σπιτι ρυθμικα αιωρουμενο
σε Ευκλειδιες διαστασεις αχειροποιητο
το μεσημερι ακουστηκε η μουσικη των τζιτζικιων
κατω απ'τις ελιες κι αποκοιμηθηκε
ο ερημοτατος των ανθρωπων
ποια ωραιοτητα στη λευκοτητα /και
πως κτιζεται το φως
στον πενητα δωσαμε ελιες,
δωσαμε ψωμι και κρασι ,
μας αντιγυρισε ο εφυεστατος Λογους Αισθητικης
και πηγαν στον Αλεξανδρο τον παναθλιο
χρωματιστη
εκδυθηκε την προσωπιδα του και
την τοιχογραφισε σ'αυτον
την ιδια ωρα
βγηκαν στο φως κιτρινοι θαμνοι
κι ανθρωποι με πολλες αμαρτιες μετανοησαν
πλανης Αθλητης ο Αγιος Χρωματοφορος
Θεοφιλος Χατζημιχαηλ
Λεσβιος τον τοπον Ελλην
.
.
.

Γεια σου Θεοφιλε! Ωραιε σαν Έλληνα! animation c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
https://youtu.be/4VUg5jDrBy4




Θεόφιλος Κεφαλας Χατζημιχαήλ ζογραφος-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ρώτησε για ένα ζωγράφο,κοιταχτηκαν και γέλασαν,' τον σοβατζη θέλεις;' είπαν,'τον μουρλο θελει','ειναι με τη λιανομαριδα κάτω στη πόλη και παριστάνει το Μεγαλέξανδρο,ντυμένος με περικεφαλαία και φουστανελα'ειπε ένας άλλος,'ακους αρχαίος με φουστανέλα'κι έσκασε στα γέλια,'σαλεμενος είναι,ξενομεριτης,πέρα απ' το Αιγαίο,Μυτηλινιος',τους άφησε,κατέβηκε και
τον είδε,μια εξαίσια οπτασία,ξεσηκωμενη απ'τις ζογραφιες του,ίδιος ο Αλεξαντρος,,η' κι ο
Δυσσέας Ανδρούτσος,και τα παιδιά οι Μακεδόνες ο στρατός του,τα παλικάρια του,έφερε τη
σκέψη του πέρα απ' το Αιγαίο,στην Ιωνία,στη Σμύρνη,στο Γόρδιο,στο Γρανικο,στην Ισσο,στην ένδοξη εκστρατεία μας στην Ανατολή,ως την άκρη της Ιντιας,αυτός ο Θεόφιλος ο φτωχός τω πνεύματι ο Νικηφόρος Ισκαντερ του Ελληνισμού,αυτό ήταν,το κατάλαβε, το νόημα,το σύμβολο
της ταπείνωσης του ως σαλου,το απόγευμα τον είδε ανεβασμένο στη σκάλα να ζωγραφίζει,ετσι ακριβώς σαν ωραίος Έλληνας που ήταν,και κάποιος,σπο μας ενας,γλυστρισε αθόρυβα μέσα στην αίθουσα και του τράβηξε τη σκάλα και τον γκρέμισε,σηκώθηκε,σκουπιστηκε και χωρίς να μας
πει κουβέντα,ούτε παράπονο ούτε χαιρετισμό,έφυγε απ' τα μέρη μας,δεν μας άξιζε απελευθέρωση,
τέτοιοι που είμαστε, κι εκεί στη Βαρεια της Λέσβου πόσο ηθελε να δηλητη-ριαστεί απ'το ψάρι,
καλός άνθρωπος ο Στρατής,αλλά σαν η πατριδα είναι τυφλή τι τον ωφελεί η δόξα στο Παρίσι,
αυτόν τον Οδυσσέα Αντρουτσο Μεγαλεξαντρο
.
.
.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-Συναξαρι- ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-Συναξαρι-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.

Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

[Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης,Μια Συναντηση]-χ.ν.κουβελης
.
-Εισθε εξ Αμερικης ερχομενος;
-Ειμαι εκ της νησου Σκιαθου των Σποραδων
..
Μου ειπαν πως θα τον εβρησκα εις το μπακαλικον -καφενειον
του Δημητρη Καχριμανη εις του Ψυρη,εκει εσυχναζεν απο ετων,
πηγα στην οδο Σαρρη,τον βρηκα να καθεται εις ενα τραπεζακι απο-
μερα,να μην διδει τροφην εις την ''περιεργεια του Κοινου'',ουτε να
εξαπτεται η ματαιοδοξια του,η μερα ητο ζεστη,προς το μεσημερι
και κατω απο τον ισκιο της συκομουριας εις την αυλην του καφε-
νειου ωσαυτως ζεστη,ηταν το ολον τρια-τεσσερα ατομα εκεινη
την ωραν,το γκαρσονι που εφαινετο κοιμισμενον,εις γεροντακος
εκαθειτο πιο περα αριστερα και εμπροσθεν υποψιθυριζων κατα
διαστηματα,και δυο λουστρακια περιμενοντα υπομονετικως να κα-
θαρισουν τα υποδηματα τινος εκ των εξερχομενων και εισερχο-
μενων εις το μπακαλικον,εμιλουσαν και εγελουσαν σκουντωντας
τον ενα το αλλον περιπαιχτικως,εκεινος εκαθειτο εις μιαν συνειθι-
σμενην καρεκλαν εμπροσθεν ενος τετραγωνου τραπεζιου,επανω
εις το τραπεζιον εμπροσθεν του ητο τα υπολειματα του γευματος
του,ενα πιατο,λιγο ψωμι, ενα ποτηρι του νερου,ηταν ημερα Τεταρ-
τη νηστισιμη,τα χερια τα ειχε σταυρωμενα στο στηθος,το κεφαλι
σκυφτο,τα ματια χαμηλωμενα,επλησιασα,δεν εφανει πως με
αντεληφθει το ελαχιστον,εδιστασα να τον ανησυχησω,ισως βα-
θεως να συνελογιζετο την ματαιοτητα του κοσμου,το προσκαιρον
του,η' να ηκουεν εις τα ωτα της ψυχης του το καθαροτατον και
τρικυμιζων γελιο της Μοσχουλας εις την τινα στιλπνον αιγιαλον
η' νυχταν εις μιαν κλειστην καμαρην,ισως και να εκαθειτο σιμα ,
πολυ σιμα,εις την  μητερα του την Αγγελικην που υπερηγαπα,
μικρον παιδιον ον εις την αγκαλην της,ποιος ηξευρει τι ονειρευ-
ετο,και ποιας πολυπαθας και πολυτροπας  υπαρξεις και ψυχας
να επλαθεν ως εψηλωνεν ο νους του,ενιωσα περιξ την ζεστην
ατμοσφαιραν ακινητουσαν και τοτε τον ηκουσα:
''Γιατι ηρθες;Τι θελεις;''
συνηλθα απο τις σκεψεις μου και τον ερωτησα με οχι υψωνε-
νην την φωνην:
''Εισθε εξ Αμερικης ερχομενος;''
και μου απαντησεν:''Ειμαι εκ της νησου Σκιαθου των Σπορα-
δων'', ταπεινως την φωνην,ινα μην εξαφθει η περιεργειαν
του Κοινου,''nous excitons la curiosite du public'',τον ακουσα
να μιλει γαλλικα,τον ευχαριστησα εκ βαθους καρδιας και ανε-
χωρησα
.
.
απο τα ''ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ''
[ Αη Γιωργης ] παλιο Βασιλοπουλο [ Ξηρομερο ]-χ.ν.κουβελης
.
Ιστορια η' μυθος λεγει για εναν ηρωα,εικοσιπενταετη, πως καββαλαρης σε αλογο
ερυθρο,πολεμησε και νικησε δρακοντα και ελευθερωσεν τον τοπον.Εις την
μνημη του εκτισαν εκκλησιαν.Ετουτην.Και εδω εθεμελιωσαν τα σπιτια τους,εδω
επανδρευτηκαν,εδω εζησαν βιον ταπεινον και ειρηνικον.Οι ελιες χιλιετη δεν-
τρα μετα κορμων ελλισομενων,ως τωρα καρπιζουν.Φωναι αιγων και συριγμοι ποι-
μενων εκ των κρημνων και των βραχων του ορους υψηλωτερα του παλαιου οικισμου κατολισθενοντας ως λιθοι φθανουν στα αυτια μας..Ο τοπος γεματος θαμνων και
βατων,με αλυγιες ,με βατομουριες και φραγκοσυκιες.Σωζεται και μερος ενος
πλακοστρωτου δρομισκου του χωριου.Οι τοιχοι των ερειπωμενων οικιων εγκατα-
κρημνισμενοι χασκουν ως λειψανα περασμενης ζωης ταπεινων ανθρωπων
γεωργων και κτηνοτροφων.Ο ποιμην,ος μας εχαιρετησεν,εις την αρχην εφοβηθη,
μας ενομισεν ληστας η'κλεφτας.Ο ηλιος κυκλος η' σφαιρα εκυλιετο υπερθεν λαμπρος
προς εσπεριαν.Εν νεφος επιμηκες και λευκοφαιες αιωρειτο εις το μερος της ανατολης.
Ουδεν επνεεν την ωρα εκεινην.Ηκουοντο τερπνα και ηδυφωνα ασματα
πτηνων εις τα δεντρα και εις τον αερα..Το εσωτερικον της εκκλησιας ητο το παλαι επιβλητικοτατον,τρικλιτον,με κιονας και αψιδας.Εις το ιερον υπερανω της κογχης
ητο εζωγραφισμενος υπερμεγεθης οφθαλμος.Και εις δυσμας ητο εκει εις το υπερωον εζωγραφισμενον μεγαν θαλασσιον καβουρην.Εν τω μεσω του ουρανου της οροφης
ο Παντοκρατωρ,η ζωγραφια του ητο εις καλην καταστασιν.Και εκ των τεσσαρων ευ-
αγγελιστων εις τα τριγωνα των αψιδων εσωζοντο οι δυο.Το τεμπλο εργο μεγαλου
τεχνιτου δεν εφερεν ουδεμιαν εικοναν αγιου η' παραστασεως.Τα παραθυρα αποτε-
λουντο εκ πολυχρωμων τεμαχιων υαλων και το φως του ηλιου εισερχετο εις το εσωτε-
ρικον του ναου διαφορως κεχρωσμενον.Εις το δαπεδο παντου τριματα εκ της κατα-
στροφης της στεγης,πετρες χωματα και ξυλα.Οι κιονες κεκλιμενοι,να σπασουν,να συντριφθουν.παρασυροντας εις την πτωσην των ολοκληρον το οικοδομημα του ναου.
Ο ναος εγκατελελειφθης εις την φθοραν,το μεγα καλλος του εν ερημωσει,Εις την
μαχην με τον Χρονον ενικησεν ο Χρονος.
.
.
ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΚΑΙ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ-χ.ν.κουβελης

το ορος υπερυπτατο ως τανυπτερυγος αετος ,και ο ναισκος ως ταπεινος σπουργιτης,
στρουθιον,εν μεσω αιχμηρων βραχων και εγγυτατα κρημνων αβυσεων
Και ηρθεν ο ανθρωπος κατα ωραν ορθρινην και εμεινεν.
Και ειδεν τας νεφελλας λευκας ως η χιων ,και τα ανθη της αμυγδαλιας
Και ακουσεν καλλικελαδα πουλια στα δεντρα, και πως ξεδιψουσαν με την δροσον
της χλοης
Και μεσηβρινην ωραν στον ισκιο πλατανου συνεφαγεν μετ' ανθρωπων εχοντας
καθαρας τας οψεις και λιγοστα τα λογια
Και πνεων ο ανεμος πηρε τις πραξεις του και τις μοιρασε δικαια στα τεσσερα σημεια
του οριζοντα
Και γραμματα εγραψεν επι των φυλλων των πεπτοκοτων εκ των δενδρων , και στις
πετρες σχεδιασε
Και τα διαστηματα του ηλιου στον ουρανο μετρησε και υπολογισε τον χρονο των βη-
ματων του
Και αναχωρησεν ο ανθρωπος κατα ωραν εσπερινην και εμεινε οπισω ο ανεμος που τον
περιεβαλλε και ειχεν το σχημα του τοσα χρονια
.
.[απο τα ''Παπαδιαμαντικα '' ]
.
.
ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΜΟΝΗΝ ΣΥΚΙΑΝ ΟΡΑΜΑ
[Γραφη Κατα τον Παλαιον Τροπον του Αλεξανδρου Κυρου Παπαδιαμαντη]-χ.ν.κουβελης

περι την μονην συκιαν το αρχιλωδες χωριον εκτεινετο δια απαλων αναβαθμων χλοιζου-
σας γης κυκλωτερως ητο ελαιοδεντρα νεωτερα και γηραιωτερα γεμοντα ελαιοκαρπον
λιαν πληθυντικον και εις τινας διακριτας θεσεις εφυοντο ρογδιες,η μερα ητον εις το
μεσον της,ηλιολουστος και πολυ χλιαρα δια ταυτην ωραν χειμωνος,ησυχια επληρωνε
τον αερα,ως και αυτα τα στρουθια σιωπουντα ητον και οι λαλησεις των ακινητουσες,
εξαιφνης ηκουσθη μεγας ηχος,ως εκ πληθος κροταλων και τυμπανων
ισχυρως κροουμενων,ο αερας εταραχθη σφοδρα,τα φυλλα της συκιας εριγησαν και
ομιχλη επηρε την περιοχην,και καββαλαρης αρματωμενος παλληκαρι πολεμιστης εις
λευκοτατον αλογον αναβατης διεσχισεν εγκαρσιως το τοπιον εκ δυσμων προς
ανατολας και εξηφανισθη γρηγορα η οπτασια του οσαυτως γρηγορα ενεμφανισθη,
μετα ταυτα επανηλθεν η προτερα ατμοσφαιρα εις τον τοπον περι την συκιαν ,ως
ουδεν να ειχεν συμβει και να το ειχεν ταραξει,πλην τωρα ηκουωντο οι λαλησεις
των στρουθιων πλεον ευφωνικοτερον και ο αερας εφαινετο πλεον φωτεινος,
λεγουν οι παλαιοτεροι πως τοιαυτα οραματα ειναι λιαν συχνα εμφανιζομενα εις τας
θεσεις οπου φυονται μονες συκιες
.
.
Ο ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΕΓΡΑΨΕ:
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης Σκιαθιτης τον τοπον Ελλην το γενος
.
Ο ελαχιστος εγραψε...
.
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ
ΤΑ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ-χ.ν.κουβελης
.
.Ο ελαχιστος ξυπνησε απ'το ονειρο.Συλλογισθηκε τους προκατοχους,ειδε να
κρεμουν τα προσωπεια τους στα κλαρια κι αργα υστερα ν'αποσυρονται στη σκια
.με φυλλα ελιας λογχοφορα χαρακωσε τον ουρανο
.εσυρε τον ισκο του ως το κυπαρισσι,ο ισκιος του ευθυτενης ως το δεντρο
.πουλια ανεβαζαν με σκαλες λοφων τη θαλασσα στα λογια τους,να σιωπησουν τα
περιττα
.σαν εδυσε βρηκε την τροφη του να δειπνισει ελιες και ψωμι στο τραπεζι
.καμπυλωσε τον λογισμο του και στοχευσε το μικρο το ταπεινο το μη -υπερυψου-
μενο
.και το κρινακι λευκοτατο πνεει τον υπνο των βραχων,σκεφτηκε
.σημερα ηρθε ενας ταπεινος ανθρωπος.
Γεωργος
Του εφερε σιταρι ν'αλεσει
.σε περασμενους καιρους φυτεψε θαμνους και πουρναρια φιλικι κουμαριες και
σε μελλοντικους καιρους θα φυτρωσουν
.ειδε το κομματι του καθαρου ουρανου στο μικρο παραθυρο.Του δωθηκε αυτη
η Δωρεα
.η πεταλουδα σχεδιασε τη μερα της σε ισκιους βραχων,και το χαμομηλο τον κιτρινο
υπνο της σκιασε
.στο τερμα μιας μερας ειδε στο βαθος χαμηλα τη θαλασσα.
Αναγνωρισε το Μεγαλο Ανερμηνευτο
.με τα φτερα των πουλιων αποκτουμε την ιδεα της ανυψωσης και της πτωσης
ταυτοχρονα
.στο πιατο εβαλε τις ελιες και καθισε στο ξυλινο τραπεζι να φαει
.ο ερημοτατος των ανθρωπων απλωνοντας το χερι στηριχτηκε στον βραχο
.στο χορταρι αναμεσα στις πετρες πνεει την υπαρξη του ο κοσμος
.το μεσημερι πανω απ'το λοφο ισορροπησε ενα οριζοντιο συννεφο,ως λευκη χιων
.με το ανοιγμα του αντιχειρα και του δειχτη μετρησε το διαστημα που τον χωριζει
απο τα πραγματα γυρω
.οργωσε τη γη ,εσπειρε ,θερισε και τη λιγοστη σοδεια πολλαπλασιαζοντας την την
μοιρασε ισοποσα
.τα δε ανθρωπινα ειχε παρ'ολ'αυτα παντα στην εγνοια του
. κι αν τον αδικησαν δεν ανταπεδωσε,ο εναρετος
.πληθος παπαρουνες εχυσαν το κοκκινο αιμα τους στο πρασινο χορταρι της ανοιξης
.''απο το χερι μου αρχιζει η ερημος,οταν το δαχτυλο μου δεν φτανει στο δαχτυλο του
πλησιον μου''
.εβαλε να φαει,λιγοστες ελιες και χορτα βρασμενα,φωναξε πρωτα τα πουλια,υστερα
τους ανθρωπους,
ολοι χορτασαν και εμεινε και για την αλλη μερα φαγητο να χορτασθουν
.ηταν εκ φυσεως λιποσαρκος,αλλα ισχυρος στα νευρα τους σωματος και ανθεκτικος
στις κλειδωσεις,ικανος ν'αναρριχαται στους βραχους και να υπερπηδα βαθεια χασμα-
τα της γης,ως ζαρκας
.ενωνοντας τους δυο αντιχειρεςκαι τους δυο δειχτες τους αριστερου και του δεξιου
χεριου σχηματισε κυκλο,απο αυτον τον κυκλο περασε την ματια του και κοιταξε τον
κοσμο,υστερα απομακρυνοντας τα ενωμενα δαχτυλα μεγαλωνε συνεχως τον κυκλο
.σκορπισε λογους αγαθους και ωφελησε πολλαπλα τους ανθρωπους χωρις ανταμοιβη
δεχομενος
.το προσωπο ενος απο εμας με τα στρωματα της ιστοριας του τοιχογραφησε σε περιο-
πτη θεση να βλεπουμε τι ωφελει και τι βλαφτει
.τα εργα του απλα και ανιδιοτελη ως και οι λογοι του
.ανοιξε το παραθυρο και ξημερωσε,
εκλεισε το παραθυρο και νυχτωσε,
στην κινηση αυτη οφειλει ο κοσμος την υπαρξη του
.αναρωτηθηκε ποση Αληθεια ο ανθρωπος δικαιουται
.ποση απο τη συμμετρια της μαργαριτας αγγιζει τον αερα
.φοβηθηκε μηπως τα λογια του καταληφθουν απο ψεματα
.σκεφτηκε πως για να μετρησεις το μεγεθος των λοφων και των βουνων χρεια-
ζεσαι την ιδεα του μυρμηγκιου
.στους ορθρους μνημονευε τους γεωργους, τους ποιμενοντας και τους ψαραδες
.με μηκη βλεματων μετραμε τις αποστασεις μας
.το φως που ελαμψε το ορυκτο της μερας
.και η ψυχη τους εφταχορδη λυρα αντηχησε το φως
.αυτο το πραγμα εχει αυτο το ονομα,
και ο ανθρωπος απο τις πραξεις του εχει το ονομα του ακεραιο η' λειψο
.''ο ανθρωπος δεν ειναι,μονο,μια υλιστικη μηχανη''
αυτο ειπε και το γαλαζιο πληρωσε τα υπαρχοντα
.εκεινος ο ανθρωπος εφυγε χρονια πριν,σκαβοντας στις πραξεις του θα τον ανα-
στησεις
.Αυτος ο Ελαχιστος Μεταφυσικος και ο Στοχαστης
ο Αγνοων τα Ατερμονα
.αγκυρωνε αποσπασματα της θαλασσας στον ουρανο
και μερη απο συννεφα στα κυματα
.τις βροχερες μερες μαζευε το νερο στη στερνα και τις μερες της μεγαλης ξηρασιας
το ξοδευε να ποτιζει τα φυτα μην ξεραθουν
.ο δρομος αναμεσα απο βραχια και θαμνους ανεβαινε
και μαζι το τοπιο
.στα ακρα των τοπων μου,η ευγενικη νησος Σκιαθος ,η ψωμοφαγα Ακαρνανια,η
αρχοντικη Σμυρνη ,η ακριβη Μορφου της Παφος της νησος Κυπρου
.κι επειτα ο ερημιτης πηρε το μονοπατι αναμεσα στις ελιες
.ψηλα υπεροπτικο πεταγμα τανυπτερυγου αετου ισορροπουσε χαμηλα το κιτρινο
τρεμουλιασμα της πεταλουδας στον αερα
.η μερα κυλησε αναμεσα στα βραχια τις ωρες της κι αποψε τ'αηδονι γλιστρισε
στο φως του φεγγαριου.
.Μπορει να βλεπει την Ωραιοτητα
.και η σκεψη του λουστηκε στη διαυγεια
.ο ηρεμος υπνος της χελωνας κατω απο πανσεληνο φως με τα νερα φωτεινα και
λουλουδιασμενα της ανοιξης
.στις τοιχογραφιες ξεχωριζε συγκαιρινους του ανθρωπους,πλησιαζε,τους χαιρε-
τουσε και κουβεντιαζε μαζι τους
.ειδε.
Οι βαρκες στον αερα κολυμπαγαν σαν δελφινια
.η ισχυρη πιεση του ανεμου η' η ανωση των ψαριων χαραζεται στον ρυθμο
των κυματων
.ηρθε ενας ανθρωπος,δεν τον ρωτησε τιποτα,εφαγε μαζι του και μετα το γευμα εφυγε,αφου τον ευχαριστησε
.στο ξερο ξυλο που φυτεψε περιμενε ν'αναστηθει η ανοιξη
.δεν θελησε στην τοιχογραφια ν'αποτυπωσει τη ματαιοδοξια του
.αυτη τη νυχτα το φεγγαρι σταθηκε πανω απ'το κυπαρισσι,μια στιγμη
.και με τη γλωσσα του ειπε:
''το νερο καθρεφτης του Χρονου ειναι''
.τοσα πολλα σχηματα φυλλων και τοσα ειδη φυτων
στο φως .
Η Υπαρξη
.καποτε κατεβαινε στη θαλασσα ,εμενε με τις ωρες ακουγοντας τ'αδιακοπα
κυματα να ερχονται να φευγουν
.φυσωντας ο αερας εσειε τις ακρες των δεντρων που με τις πενες τους εγραφαν
στο τετραδιο τ'ουρανου:
ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ
.ειδε.
Περιστερι λευκο σαν βελος περασε μεσα απο ασπρο συννεφο
.και με τη γλωσσα του ειπε:
''ποιο ονομα πραγματος δεν ειπωθηκε ως τωρα
και ποτε δεν θα ειπωθει;''
.ενα νευμα η ευτυχια
μια κινηση απλη,στο χερι σου
.Μπορει να βλεπει την Ωραιοτητα
''μικρα κυκλαμινα ρουφουν φως στη ριζα του βραχου''
.οπως ψαρας κυκλωνει τα νερα με διχτια να πιασει ψαρια, το φως κυκλωσε
και πιανοντας το το ειχε να φωτιζει τις μερες του και να μην ειναι σκοτεινες
οι νυχτες του
.και στη γλωσσα του εγραψε:
''οι μελισσες τριγυριζαν στα ανθη τρυγωντας τη γυρι τους''
Μεγαλυνομεν τα Εργα
.Αυτα ακουστηκαν.
Παλιμψηστο Αλεξανδρου Παπαδιαμαντη
η Χωρα μου
.Ενα σημειο προσθετωντας,
απο Εδω η Αιωνιοτητα
.
.
ουδεν αναβλεψον πλεον παρα Αλεξανδρον Παπαδιαμαντην -χ.ν.κουβελης

Ἐγεννήθην ἐν Σκιάθῳ, τῇ 4 Μαρτίου 1851. Ἐβγήκα ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν Σχολεῖον
εἰς τὰ 1863,
[Μισοπλαγιασμένη κοντὰ εἰς τὴν ἑστίαν, μὲ σφαλιστὰ τὰ ὄμματα, τὴν κεφαλὴν
ἀκουμβώσα εἰς τὸ κράσπεδον τῆς ἑστίας, τὸ λεγόμενον «φουγοπόδαρο»,
ἡ θεια-Χαδούλα, ἡ κοινῶς Γιαννοὺ ἡ Φράγκισσα, δὲν ἐκοιμάτο,]
[εις την ταβερνα του Κεχριμανη,εικοσιεφτα συναπτα ετη,ετρωγεν τον ημερισιον
σιτον,και εσυλογιζετο,ως αν ητο δυνατο να μην μεριμνει δια τα επιουσια τα υλικα
και ως τα πετεινα του ουρανου να βιοποριζεται και ως τα ανθη του αγρου ανευ
ουδενος μεληματος  να υφαινει τα ενδυματα του,και ελευθερως και ανεσκοπτως
να μεριμνα και να στοχαζεται τα μεταφυσικα και την πραγματικη τω οντι ζωη]
[Ἦτο μικρά, βαθεῖα ρεματιά, εἰς τὸ μέσον ἑνὸς ἐλαιῶνος κατέχοντος ὅλην τὴν
κλιτὺν τοῦ λόφου δεξιόθεν καὶ ἑνὸς λεμονεῶνος τοιχογυρισμένου στολίζοντος
τὸν κάμπον, ἀριστερόθεν]
ἀλλὰ μόνον τῷ 1867 ἐστάλην εἰς τὸ Γυμνάσιον Χαλκίδος, ὅπου ἤκουσα τὴν Α΄ καὶ Β΄
τάξιν.
[κενοδοξια παντων αθλιωτερα,ο τοπος πληθος μωροφιλοδοξων,δημαγωγων,ενας
συμφερτος ιδιοτελων,η πολις «της δουλοπαροικίας και των πλουτοκρατών»,
μιαν χρυση αμμουδια να ιδει,τη θαλασσα πλατεια ακτινοβολουσα ως κατοπτρον
και την νυχτα τον ασημενιο στιλβοντα χειμμαρο της σεληνης,και η φυσις ζωηρα με
τους δροσους της,τα φυσηματα,αναπνεουσα γαληνη,φιλοτητα και νεικος,η προσω-
κρατικη φυσις της αγαπημενης νησου]
Τὴν Γ΄ ἐμαθήτευσα εἰς Πειραιᾶ, εἴτα διέκοψα τὰς σπουδάς μου καὶ ἔμεινα εἰς τὴν
πατρίδα.
[εψηλωσεν ο νους της Χαδουλας,τι επλασθη ο κοσμος ως κολαστηριον των φτωχων
ανθρωπων;εις την στρωμνην της,νυξ αδιαπεραστη,αγρυπνουσα,''Δελχαρω,Δελχαρω ''
φωνησεν,''κοιμασαι;''.Κοιμαμαι μανα'',''εγω δεν εχω υπνο,δεν σφαλιζουν τα ματια
μου'' ,''τι βλεπεις μανα;'',''πως ειμαι βυθισμενη στο νερο,κι ουτε κρυωνω κι ουτε
ζεσταινομαι'',απεκριθην η γραια Χαδουλα,και το νηπιον εκλαυσεν,βαθεια τρανταχτη-
κε,τι ειναι ,αληθεια,αμαρτια και τι λυτρωμος;]
[«ένα περιβόλι είναι ο κόσμος πού μας παρουσιάζει στις ιστορίες του... Παντού τα
συγκεκριμένα και τα χειροπιαστά, ζωγραφιές των πραγμάτων, όχι άρθρα... Πρόσωπα,
όχι δόγματα. Εικόνες, όχι φράσεις. Κουβέντες, όχι κηρύγματα, διηγήματα, όχι αγο-
ρεύσεις»ο Παλαμας εγραψεν
[εκαταντησαμεν οι Ελληνες δουλοι,και εδεθηκεν η γλωσσα μας,μια αλυσσωδεμενη
μαιμου και στα πανηγυρια συρεται και χορευει δια γελωτα και δεχεται τα ''ξεροκομ-
ματα'' των Ευρωπαιον,
ενα αθλιωτατον ''μπαιγνιον'' της Ιστοριας]
Κατὰ Ἰούλιον τοῦ 1872 ὑπήγα εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος χάριν προσκυνήσεως, ὅπου ἔμεινα
ὀλίγους μῆνας
[«απλώς και μόνον μετήλλαξεν τυράννους»,η Ελλαδα,τι να ειπεις; ρομφαια και
μαστιγιον τους χρειαζεται]
[Τὴν πλιατσικολογίαν διεδέχθη ἡ φορολογία, καὶ ἔκτοτε ὅλος ὁ περιούσιος λαὸς ἐξακο-
λουθεῖ νὰ δουλεύη διὰ τὴν μεγάλην κεντρικὴν γαστέρα, τὴν «ὦτα οὐκ ἔχουσαν».]
Τῷ 1873 ἤλθα εἰς Ἀθήνας καί ἐφοίτησα εἰς τὴν Δ΄ τοῦ Βαρβακείου.
[«Κατ' έκείνην την ήμέραν συνέβη να είμαι πλούσιος»,πρωτη του μηνα,πλουσιος
να σπαταλησει,σε ολιγον να καταντησει απορος,περιδεης,ζητιανος του παραδεισου]
Τῷ 1874 ἐνεγράφην εἰς τὴν Φιλοσοφικὴν Σχολήν, ὅπου ἤκουα κατ' ἐκλογὴν ὀλίγα
μαθήματα φιλολογικά,
[ξενόδουλοι, λογιότατοι γραμματοσοφιστές,εις τι χρειαζεται η σοφια αν ειναι φιλο-
δοξια,και συναμα ματαιοδοξια,και υπερμετρος ζηλος εξουσιας και πηγη απρεπους
πλουτισμου;]
[Ἀνωφελὴς ὁ βίος μου ἐνώπιόν σου ρέει·
εις του Ψυρρη,η πολις κυψελη φυλακισμενων,πεινωντων το αιθριον το καθαρον
το ασπιλον,δεσμιων  των υλικων,εγω η καθ'ομοιωση  του ουδεν κατεχοντος ]
κατ' ἰδίαν δὲ ἠσχολούμην εἰς τὰ ξένας γλώσσας.
[Μερικοὶ λένε, πῶς τὸ Ἄνθος τοῦ Γιαλοῦ ἔγινε ἀνθός, ἀφρὸς τοῦ κύματος,
πρασινα δεντρα,δαντελωτοι θαμνοι,φυλικια τρυφερα,κουμαριες,ενα δασος
αρχαιας βλαστησης,η Μοσχουλα μου ,την ηκουα,ευχαρις,και το σουραυλι  μου
εβγαλα και ηχηθεισαν ιαμβοι και αναπαιιστοι μελιγρα φωνηματα,δια να μαγευσουν
και να ''μαυλισουν'' τις νεραιδες]
Μικρὸς ἐζωγράφιζα Ἁγίους, εἴτα ἔγραφα στίχους, καί ἐδοκίμαζα να συντάξω κωμῳ-
δίας.
[«Πολλές είναι εκατόν πενήντα. Με φτάνουνε εκατό'',τι να τα κανω περισσοτερα;
ολιγες φακες,τοσον,μερικας ελαιας βρωσιμας τοσον,α και ο οινος,τοσον,
βεβαιως φτανουν και τα αλλα περισσευουν,δια να τα κοινωνησω εις τους εχοντας
περισσοτερας και πλεον επιτακτικας αναγκας απο εμενα,τους βασανιζομενους εν
τω ακουσιω βιω]
 Τῷ 1868 ἐπεχείρησα νὰ γράψω μυθιστόρημα. Τῷ 1879 ἐδημοσιεύθη Ἡ Μετανάστις
ἔργον μου εἰς τὸ περιοδικὸν Σωτήρα.
[«Δεν είναι απλούς διηγηματογράφος, είναι πνευματικός και ηθικός εργάτης,
αγωνιστής της προόδου, της ενημερώσεως, της δικαιοσύνης»εκρινεν ο κυρ Βλασης
Γαβριηλιδης ενθα εις την εφημεριδαν ''Ακροπολις'' ιδιοκτησιαν του εδημοσιευετο
εις συνεχειας το μυθιστοριματικον εργον μου ''η Γυφτοπουλα'' μετ'επαινων,φιλικη
η κρισις,αλλ'ομως υπαρχουσι και επικρισεις,ολα τα εχει ο ''μπαξες'',και το ταλαντον
και το αταλαντον,και το υψηλον και το χαμερπες,και το δοκιμον και το αδοκιμον,
και το συντηρητικον και το μοδερνον,και τον Δοστογιεφσκιν και τον Φτωχοπροδρο-
δρον,και το εν τη φυσει και το εν  τω αστει,και το διαρκες και το επισοδειακον,και το
σοβαρον και το σκωπτικον,εγω δε ως η ταπεινη χλοη βλαστησα και θα μαραθω
 Τῷ 1882 ἐδημοσιεύθη Οἱ ἔμποροι τῶν Ἐθνῶν εἰς τὸ Μὴ χάνεσαι.
[- Δευτέρας λοιπόν σκέψεως αρχή επροβλήθη ποία να ήτον καλλιτέρα ανάμεσα εις
τας τέχνας ... ερρινοφθόγγει αργά αργά ο διδάσκαλος, εγκύπτων όλος εις το τετράδιον,
με την ρίνα εγγίζουσαν εις το χαρτίον, με τα μάτια τέσσαρα μην του διαφύγη επί του
χειρογράφου κανείς σολοικισμός ή βαρβαρισμός, προσθέτωνκόμματα και τελείας και
μεταβάλλων όλας τας οξείας εις βαρείας.]
[να ιδωμεν πως με τετοια θα εκπαιδευτουμεν;]
και τα ολιγα αυτα κολλυβογραμματα  θα μου εφτανον ,τα πλεον θα ητο αχρηστα,καλα
μονον να δοκησισοφω,να πλουτιζω,να ειμαι τσαρλατανος και ψευδης,με ενα λογον
''παλιανθρωπος'']
 Ἀργότερα ἔγραψα περὶ τὰ ἑκατὸν διηγήματα, δημοσιευθέντα εἰς διάφορα περιοδικὰ
καί ἐφημερίδας.
[δεν αξιωθην εν τω προσκαιρω βιω ουδεν εκδοθεν βιβλιον]
[ουδεν αναβλεψον πλεον παρα την Παραδεισον νησον μου]
Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης
.
.
Στο καταραχτη και στη λιμνουλα στον αγιο Βαρβαρο-Τρυφου Ξηρομερου-χ.ν.κουβελης

ητον το μερος ημερον αλλα και αγριον ενα μιγμα μεταφυσικον και καθαρως
φυσικον γαργαρα κινουμενα νερα κρυσταλλινα επιπτον υπερανω εκ των κρη-
μνωδων βραχων στιλποντων αναγλυφων θαυμασιως και υποκατω τα υποδε-
χετο μικρη λεκανη ως λιμνουλα εκει ολιγον ηρεμουσαν και παλιν ορμουσαν
απο στενωπου εις χειμμαρωδην ρυακαν αφριζοντα και κελαρυζοντα οι λουο-
μενοι παραθεριστες εις τα υδατα ητον εις φυσικην ευχαριστησιν τα παιδια
αναρριχωμενα εις τους λιαν επικληνεις βραχους εβουτουσαν και αναδυοντο
περιχαρη ονειρο και μαγεμα η φυσις περικλεισμενη απο τα δασωδη βουνα
και τον καταγαλανον ουρανον φωτεινοτατον
.
.
ΕΝΑ ΟΝΕΙΡΟ ΤΩΝ ΚΥΜΑΤΩΝ-χ.ν.κουβελης
(ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ΤΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ)


''Τωρα εις την πολιν.την πολυανθρωπον.την αποκοσμον κολασιν.αναπολων την
παραδεισον της παιδικης ηληκιας.να επανερχομουν εις εκεινον το ευτυχες ετος 196...
τι δυστυχια να εχω μορφωθη να εχω προοδευση.να εχω εξευρωπαισθη και να μην
παρεμεινον αγραμματος και ακαλλιεργητος.ξυλον απελεκητον.δυο-τρια κολλυβο-
γραμματα θα μου εφθανον και θα επερισσευον να ημουν ευτυχης.

Την ιδον.πεμπτην φοραν εκεινην την εβδομαδαν.και πεμπτην φοραν ωσαυτως μετειχον
της αφατου ευτυχιας.θερος του 196...παντα ηρχετο την ιδιαν ακριβως ωραν δια να λου-
σθη εις τα κρυσταλλινα και καθαροτατα υδατα της θαλασσης.ολιγον μετα την ανατολην
του ηλιου.ισως ηθελεν να προφθαση να αποφυγη τον μεγαν καυσωναν ο οποιος επικρατει
καθ'ολην την ημεραν.ελαχιστοι κολυμβηται επαρευρισκοντο εις τον χρυσον αιγιαλον
εκεινην την πρωινην ωραν ως επι το πλειστον παιδια.η θαλασσα ητον ησυχος γαληνιος απαστραπτουσα εκ του αντανακλωμενου ηλιακου φωτος.εκτυφλωτικη.εκεινη εκδυετο των ενδυματων της και ητον ευχαρις απολαυσις δια εμε να βλεπω τα καλλη της φανερωμενα.
ητον ως ονειρον και γοητεια.μαγευτικη οπτασια.μου εφαινετο εις τους δωδεκαετους
οφθαλμους μου ως παγκαλλος υλοποιημενη ιδεα η οποια μ'ετερπεν εν εκστασει. εκεινη
η νηρηις η σειριν ουδολως υπερεβαινεν το δεκατον εβδομον ετος της ηληκιας της.εκ της
θεσεως μου εβλεπον την υπεροχον οψην της τον τορνευτον τραχηλον τους στιλπνους
ωμους τους διδυμους απαλους και προεξεχοντας κολπους της τους θαυμασιους βραχιο-
νας της την λευκοτατην ως γαλαν κοιλιαν της και τους αλαβαστρινους μηρους τας τελειας
κνημας το υπεροχον ισχιον την ωραιοτατην βοστρυχωτην κομην της.ω ητον θαυμα η
εμφανισης της κορης εκεινης.η καρδια εις το στηθος μου επαλλονταν ισχυρως και εφτε-
ρουγιζεν ως περιστερα να ελευθερωθη να πεταξη εις τον υψηλον αιθεραν.τοσαυτως
μεγαλη ητον η αναστατωσις των αισθησεων μου.απασων.και οποια χαρα ως την ιδον
να εισχωρη εις τα υδατα. ως ομοια θεας μου εφανη.και εβουτησεν εις τα νερα και μετα
μακρον ανεδυθην.ως περιλαμπρος υγρος δελφινη και ιδον το νερον ως μαργαριτας να
χυνεται εκ της ερασμου κομης της.και τοτε εμβαινα και εγω εις την θαλασσαν να κολυ-
μβησω και μαλιστα ετολμουν να την πλησιασω και να κολυμβω πλησιον της να ειμαι
μετεχων των υδατων τα οποια την ενεγκαλιζον και πληρη εκ της ισοθεης ουσιας της
να με περιτυλιγουν .ω ποσο μεγαλη η εκστασις μου.εις ωραιοτατον παραδεισον εγ-
γκλεισμενος ευρισκομην. τοτε εν τη ισχυροτατη διεργερσει μου ηρχετο η πονηρα ιδεα
να εγενετο να μην ημπορει να κολυμβηση ειτε απο μεγαν κυμα  ειτε εκ της θεας τε-
στιου θαλασσιου κητους  ειτε να επιπτεν εν τω μεσω μεγιστου στροβιλισμου και φο-
βερης περιδινησεως να παρελυαν οι κινησεις της και να εσωνοντον οι δυναμεις της να
πνιγη και τοτε απεγνωσμενως να εφωναζεν βοηθεια και εγω να ετρεχον να την σωσω
απο βεβαιοτατον πνιγμον.να περνουσα το αριστερο μου χερι εις τον γυμνον της ωμον
εκεινη απνοος μισολιποθυμισμενη να μου επαραδιδετο ψυχη τε σωματι και με δυνατας
κινησεις του δεξιου χεριου μου και των ισχυρων ωθησεων των ποδιων μου να την εφερ-
να εις την αμμο της ακτης και να την εσωζα.και τοτε δια παντος θα ημουν εν τη συνει-
δησει της ο σωτηρ της και θα μου εδωριζεν ολοκληρον τον εαυτον της ως ανταμοιβην
ισοβιως να  την εχω δικη μου.οποια ευτυχια υπερτατη.
Εξ αυτου του ονειρου βιαιως με εξυπνησεν με εξοριξεν η μητηρ μου με την δυνατην
φωνη της. μ'εξεκολλησεν εξ αυτης της θεσπεσιου κορης εκ της ονειρωδους επαφης
οπως ξεκολλνα βιαιως οχταποδιν ψαρας εκ του βυθου εις τον οποιον ειναι σφιχτως
προσκολλημενον.
''Εδω εισαι.παλι στη θαλασσα.βγαις.ελα στο σπιτι και θα δεις τι θα παθεις''
Ω ποια η απογοητευσις μου.ποσον τραυματικη η επανοδος μου εις την πεζην και α-
νιαρην πραγματικοτηταν.
Παρα τας φοβερας απειλας της μητρος μου το εκατορθωσα και της εξεφυγον και παλιν
την αλλην ημεραν την ιδιαν ακριβως ωραν ευρεθην εις τον αιγιαλον.αλλα την παγκαλλην
κορην δεν ιδον.ουτε και τας αλλας ημερας.ως να ητον ονειρον και λιαν συντομως εξηφα-
νισθη ως αιφνιδιως εφανη.εδιαλυθη εις την τυρβην και την ματαιοτηταν του κοσμου
ετουτου.

Εδω τωρα εγκλειστος εις την φοβερην ειρκτην της πολεως.αναπωλω την ευτυχιαν.
Ουδεποτεν εχω λησμονηση εκεινην την μαλλον αμαρτωλην η αθωαν οπτασιαν της
παιδικης μου ηληκιας εις ολας τας ιδιοτελεις περιπτυξεις και τους αλλους κυνερωτες
μου εις την μετεπειταν αχαριν ενηλικον ζωην μου.
Εκεινο το Ονειρο των Κυματων''.
(Αντιγραφη)
χ.ν.κουβελης
.
.
'ΑΓΑΘΟΝ ΤΟ ΑΝΑΛΟΓΙΣΘΕΙΝ''
[ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΤΡΟΠΟΝ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ ΣΚΙΑΘΙΤΗ]
.
.
αμα το τριτον λαλημα του ορνιθος ηκουσθη εσηκωθη εκ του
γλυκου υπνου και εις την αμφιλυκην ευρεθη εις τον αγρον
και εζευγαρωσεν τα αλογα δια να καλλιεργησει τα χωματα,
να σπειρει τον επιουσιον σιτον
ειτα ο ηλιος ανηλθεν του χαμηλου λοφου ωσει σφαιρα πορ-
φυρα και αναθαρρησεν η φυσις απασα εκ της νυχτερινης ναρκω-
σεως και το μικροτατον ανθος ορθωσεν περιχαρες την πολυχρω-
ματην κεφαλην του εκτεινοντας ελευθερως τα φυλλα του ως τα
λευκα πτερουγια της εκτεινει η περιστερα να πεταξει εις τον ελα-
φρην αερα και ο ελαχιστος κοτσυφας ελαλησεν εναρμονιως εν-
τος των παρακειμενων εις τας ακρας του αγρου σμιχτων θαμνων
και μαλα καλλικελαδος
.
ειδεν τους εργατας εις το παραδιπλα ελαιοστασιν ,εν ανδρογυνον
μετα των πεντε μικρων τεκνων αυτου,τριων θηλεων και δυο αρρενων,
εσυνελεγον τον στιλβοντα ελαιοκαρπον, τους εγνωριζεν,πτωχοι αν-
θρωποι,ητο γειτνιαζοντες οι οικιες των και τους επλησιασεν,τους εκα-
λημερισεν εγκαρδιως και αυτοι ομοιως εγκαρδια τον εκαλημερισαν,
το ελαιοστασιν ητον προικωο της πτωχης και ταπεινης γυναικος ,
η οποια ομοιαζεν πολυ,τοιουτως του εφαινετο,εκεινο το Δελχαρω
της Φραγκογιαννους ,της οποιας ''ειχε ψηλωση ο νους'',
''ας ειναι συγχωρεμενη κι αναπαυμενη η ψυχη της '' εις αγαθον
αναλογισθειν ,''σαν να'χαν ποτε τελειωμο τα παθια κ'οι καημοι
του κοσμου''
.
ο πενταετης Γεωργακης μετα της Ακριβουλας της εννεαχρονης
αδελφης του εβοσκουν τας λιγοστας αιγας των εις τινα περιεγ-
κλειστον θαμνων και δαφνων κτηματιον,ητον η ωρα εις την εξο-
δον του φθινοπωρου και εις την αρχην του χειμωνος,μολαταυτα
η μερα ητο ζεστη με λαμπροτατον ηλιον και καθαροτατην ατμο-
σφαιραν,οι αιγες πεινωσαι ανεσκιρτουν ευκινητως επι των χθα-
μαλων θαμνων αποκοπτωντας δια των οδοντων χλοιζοντα βλα-
στιδια και τα ετρωγον εν τω αμα,εις το ανατολικον συνορον του
κτηματος εκτεινετο ο αιγιαλος βραχωδης,και ηκουοντο οι τρεμ-
μωδεις παφλασμοι των κυματων και οι οξειες φωνες των γλαρων,
τα δυο παιδια επλησιασαν το θαλασσιον συνορον και ατενιζον
θαυματιστως τον γλαυκον και απεραντον ποντον,εις καποιαν
ωραν εγενετο μεγας ησυχασμος,μετα απο ολιγην ωραν το εν-
νεατες κορασιον η Ακριβουλα εστρεψεν την κεφαλην της προς
τον αδελφον της Γεωργακην και υπομειδιουσα ειπεν χαμηλη
την φωνην
''Γεωργακη ,ακου,δεν ακους το τραγουδι της φωκιας;ποσο γλυ-
κα τραγουδει στο πελαγο,σαν να'ναι εδω κοντα κατω στα βρα-
χια,τοσο καθαρα ακουγεται,ακους Γεωργακη;''
Και εκεινος ο Γεωργακης εκινησεν την κεφαλην του εις νοημα
καταφατικον ,κι ας μην ηκουεν ουδεναν ηχον και ουδε τραγουδι
της φωκης,επειδη δεν ηθελεν να κακοκαρδισει την μεγαλυτε-
ραν αδελφην του,την οποιαν υπεραγαπα,και εφοβειτο σφοδρα
να μην την χασει και αυτην και την αγαπην της,ασπαιρεν δε ισχυ-
ρως η καρδια του σαν ψαριν δια την αδελφην του Ακριβουλα
.
.
ΤΟΠΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγενετο ο ανθρωπος καθ'ομοουσιος το τοπιον
[ο ηλιος κρυβονταν πισω απ¨τη κορφη της Βιτσης στη δυση του,
το τοπιον αναληφλει,μετεωρον ,μεταφυσικο εις φως και σχηματα,
δροσερο αερακι εκινηθει κι αναδευσε τα φυλλωματα των υψηλων
δεντρων, ανεπνευσαν τα πλασματα ,ζωα κι ανθρωποι,αναψυχησαν
οσα οντα εκεινην την ωραν ευρισκοντο εκει]
.
.
ΣΥΝΑΞΑΡΙΑ[ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ]-χ.ν.κουβελης
.
Κατα εκεινες τις ημερες οσοι ανθρωποι απεθνησκαν,μικροι
η' μεγαλοι,αρρενες η' θηλεα,εις τον δρομον καταμονοι η'
αιφνιδιως,η' εις τα σπιτια των κατισχνοι ,αδυνατισμενοι,
ομοιοι σκελετων,σακοι κοκκαλων.αρρωστοι απο την δυστυ-
χιαν του πολεμου εκεινου,ανημποροι,βασανισμενοι απο την
πειναν και τις κακουχιες,ελεεινα φαντασματα ανθρωπων,σκιες
του Αδη,τους ετυλιγαν τα σωματα μεσα σε σινδονια και τα
εριχναν εις ανοιχθεντα μεγαλο λακκο το ενα σωμα διπλα στο
αλλο αψυχο σωμα,και τα εστοιβαζαν υπερανω των αλλων,και
με αλλα σωματα τα εκαλυπτον,μεχρι ολιγον κατωθεν της επιφα-
νειας του εδαφους τουτο εγενετο,εως να σωθουν να τελειωσουν
τα νεκρα κορμια που ηταν να θαψουν ομαδικα,επειτα εριχναν
απο πανω τους με τα φτυαρια το χωμα και το πατουσαν με τα πο-
διας τους κι ετσι τους εσκεπαζαν,και καποιος ητανε να μεριμνησει
και  τοποθετουσε μια πετρα στον ταφο ,επιπεδη το πιο συνηθες,
μια πλακα ως μνημη τους,μαλλον προσκαιρη μνημη  παρα αιωνια
αυτων των κακοθανατισμενων,ανωνυμοι εν μεσω ανωνυμων εις
τον αιωνα τον απαντα,
ετσι μ'ατυτον τον τροπον εθαβονταν πολλοι ανθρωποι εις την επαι-
σχυντην και σκληρην περιοδον της Κατοχης.
Και γι'αυτους τους ταπεινους αδοξους, τους κακοτυχους εγενετο
ετουτος ο λογος τωρα.
Να μη ξεχασθουν.
Να μην ξεχασουμε.Ποτε.
.
Ποσα  εχει αναγκην ο ανθρωπος να επιβιωσει;αληθως ,ολι-
γα και ελαχιστα,και προπαντος πραξεις ειλικρινεις φιλανθρω-
πες,ου δολος τις εν τοις λογοις του,ου ψευδος εκφυγων εκ
τοις εαυτου  χειλεσιν ,ουδεν πονηρον εν τη διανοια του,
να σμιξει τη γυναικα ως η φυσις οριζει,να πληθυνθουν οι αν-
θρωποι,και ασφαλως ουδεμιαν χρειαν  και ουδεν ενδιαφερον
εχει πλουτου περιττου,και της απληστιας και εξουσιαν ασκειν
επι ανθρωπων,ακριτως και αδικως,και επι παντος των υπαρχον-
των εν τη γη και εν τω ουρανω,ορατων τε και αορατων.
.
Ειδεν τον αδικον και δεν διαμαρτυρηθηκε
Ειδεν τον κλεφτην και δεν τον εμποδισεν
Ειδεν τον φονιαν και δεν τον κατηγγειλε
Ακουσεν τον δημαγωγον και τον ακουλουθησεν τυφλα
Ακουσεν τον συκοφαντην και συνεναισε στην κακολογια του
Και την απληστιαν εζηλεψεν
και δεν εχορτασθει,ακορεστος η διψα του να θησαυρισει
Και με δολον επραξεν κατα του πλησιον του
Εγωιστης Φαυλος Ψευδολογος
.
Οι γραμμες των πουλιων στον ουρανο,ευθειες η¨καμπυλες,μει-
κτα φτερουγισματα,ελαφρα πετασματα,
η λευκη εμφανιση του συννεφου και η εξαχνωση του,
το  απαλο αερακι στις ακρες των  δεντρων οι αιωρισμοι,
το χορταρι αργαλειος που ανθη υφαινει,μορφες και χρωματα,
και τα ξυφαινει,
το φως που περιοδικα γυριζει στο σκοτος κι αντιστροφα,το σκο-
τος στο φως,
ο ηλιος που το πρωι ανατελει στα ροδινα και που στα ροδινα δυει
το βραδυ,
το φεγγαρι που γιομιζει τη νυχτα στρογγυλο κι αδειαζει ,καθως
πηλινο κανατι το νερο του,γεμιζει κι αδειαζει,
η θαλασσα που σε λαμπερο γαλαζιο γαληνευει και σε πελω-
ρια κυματα σ'αχνους και σ'αγρια μουγκρητα θεριευει,
ο  ανθρωπος που υψωνεται και ταπεινωνεται,τις και ουτις,
η καρδια που την μια φορα γελαει και χαιρεται ικαι την αλλη
κλαιει και πικρενεται,
η φωνη που ακουστηκε δυνατη  και σβηστηκε,
το χερι που αγκαλιασε ανθρωπο φιλικα και το εσπρωξαν,
το νερο που δροσισε διψασμενον και φαρμακωσε πικραμενον,
Τα Παντα Νυν και Αειν Ειναι.Και Ουθεν Ειναι.
Και Εν Παντι Καιρω και Τοπω Γεννησονται
Νεουργα η' Παλαια .
.
Ο ανθρωπος εκεινος απομακρυνθηκεν εις ερημιαν,εις αγονον
και ξηρον τοπον,ελλειποντα ανθρωπων ,βραχοι δε ητο οξυμορ-
φοι και πλατυμορφοι και λιαν χαμηλοι θαμνοι  εδω κι εκει αραι-
οι η ' πυκνωτεροι και ως  περαν εσκορπισμενοι εις ελαφρως κα-
μπυλωσαν επιφανειαν γης πλατειαν και επιμηκυν εως το βαθος
του οριζοντος  ενθα  εδιαλυετο εις το αοριστον  λαμπερον  θα-
μπος  τ'ουρανου,
εσκαψε με τα χερια του,τσαπια τα εκαμνεν και εις τους λακκους
εφυτευσεν καρπους ελαιας,τους οποιους ειχεν φερει μαζι του και
εγεννοντο μετα καιρον υγειη ελιδια και εις τα δυο ετη τα δεδρα
εκαρπωθησαν ελαιας,
εφυτευσεν και κληματα και εφυτρωθει αμπελος,εγευετο τους
γλυκεις καρπους και περισσευαν και δια τα πετεινα τ'ουρανου,
οσα απο εκεινα τα πουλια εκει μονιμα διαβιωνουν ,και οσα  απ'
αυτα ειναι μεταναστευτικα κατ κατα τις ετησιες μετακινησεις των
προσκαιρα ευρισκονται  εις  εκεινον τον τοπον,
συνελεξε απο εκει γυρω πετρες και τις στοιχισε κατα υψος και
κατα μηκος ,και σε κλειστες γραμμες,και ετσι θεμελιωσε και υψω-
σε τους τεσσερις τοιχους της κατοικιας του,
και για την στεγην εκοψε ευθεια και γερα ξυλα και τα εστρωσε
με πλακες να καλυφθει εξ ουρανου,απο την ατμοσφαιραν,απο
βροχας και χιονας,απο λιβαν και παγωνιαν,
και επειδη δεν συνευρεθει χρονια πολλα μ'αλλον ανθρωπον να
συνομιλησει και να συμφαγει,και ειχε πολλες σκεψεις και πολλα
αισθηματα να τον πιεζουν και να εβγουν εξω να εκφρασθουν
αρχισε τοτε πανω στα βραχια,στις επιφανειες των,να σχεδιαζει
γραμματα και εικονες επισηςβ σχεδιαζε,
και σε φλουδες δεντρων εγραφε και στους κορμους των και πα-
νω  στις επιφανειες φυλλων και στη γη στο χωμα πανω σχεδια-
ζε τις εικονες του κι  εγραφε τα κειμενα του,
αν καποιος ποτε τα συνελεγε ολ'αυτα θα αποτελουσαν την ιστο-
ρια του,το προσωπο του,θα μαρτυρουσαν το ταπεινο περασμα
του απ'τον κοσμο,
αληθεια,πολυ αργοτερα ετυχε να ερθουν ανθρωποι σ'εκεινα
τα μερη,σπουδαγμενοι,και βρηκαν υπολειματα,αποσπασματα
της γραφης  και των εικονων του,ελαχιστα τμηματα,ιχνη απ'το
σπιτι του,τις ελιες του,κληματα απ'τ' αμπελι του,και απ'αυτα τα
ευρηματα εικασανε,συμπερανανε,το ειδος και το υφος του αν-
θρωπου,τον δημιουργο τους,
Ανθρωπος δε εξ ανθρωπου φανερωνεται,
Αληθως,Δικαιοσυνη Εις Τον Αιωνα.
.
.
[α]Παραλλαγη

Η ΣΜΙΞΗ ΜΕ ΤΗ ΓΗ
.
λιαν πρωι με το τριτον λαλημα του πετεινου εσηκωθη εκ του
υπνου,εξυπνησεν και τον μικροτερον υιον,πενταετην οντα,ετοι-
μασθη και επηγαν εις το χωραφι,εκει εδωσεν εις το παιδιον
τους λιθινους φαλλους να τους διασκορπισει εις τα τεσσερα ση-
μεια του οριζοντα,και το παιδι εκινηθη εις το χωραφι και εσκορ-
πιζεν τους φαλλους ως ειχεν ορμηνευθει να κανει και καθως
τουτο εγενετο ευχηθη:
''Να γινει η σμιξη του φαλλου με τη γη και να ευωδωθει και
να πληθυνθουν οι καρποι της ενωσης ως η αμμος της θαλασσης
και ως τ'αστρα τ'ουρανου'',
εκεινην την ωραν εκ της κορυφης του λοφου ανατολικα ανε-
βαινεν ο δισκος του ηλιου υπερλαμπρος,τα παντα εφωτισθησαν
δυνατα και εθερμανθησαν και οι ατμοι υψωθηκαν και διαλυ-
θηκαν και εφανερωθει ολη η πλασις,
οταν ετελειωσεν το παιδι το εργον του και ηρθεν κοντα του,
τοτε επιασεν τον γιο του με τα δυο του χερια και τον εση-
κωσεν ψηλα και εκανεν ευθυτενης τρεις περιστροφες το σωμα
του δεξιοθεν με το ανυψωμενον παιδιον,και εκεινον πολυ ευ-
χαρες εγελουσεν δυνατα και εκλωτσουσεν εις τον
αεραν τους ποδας του ελευθερους,
επειτα εσταθην ακινητος και εκατεβασεν το παιδι εις τη γη
ορθον,το εσηκωσεν και το εκατεβασεν ομοιως αλλας δυο φο-
ρας ,τρεις το αυτο επανελαβεν,
επειτα το εφιλησεν σταυρωτα και επεστρεψαν εις το σπιτι.
.
.
απο συναξαρι
.
βαδισε αναμεσα στους ανθρωπους,ελαχιστος ο τοπος που
επιανε,ισα-ισα ν'απλωσει τα ποδια του και να σταυρωσει τα χερια
του,λιγοι τον ειδανε και λιγοτεροι τον γνωρισανε,πως ο ανθρωπος
αυτος δεν ηταν μητε αλλαζων,μητε ματαιοδοξος,μητε εγωιστης,
τι καλο επραξε κανενας δεν εμαθε,οπως το ταπεινο στρουθιο
εζησε,πεταξε απο κλαδι σε κλαδι,απο δεντρο σε δεντρο,λαλησε
στον αερα ,κατεβηκε στη γη,εψαξε στα χωματα να βρει σπορους
να τραφει,περασε ο καιρος του και χαθηκε .
.
.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ
[στον κυρ Αλεξανδρο Παπαδιαμαντη]
.
.
Ο αλλαζων ανθρωπος ασκηθηκε για πολλα χρονια
Εψαλλε τα αναλλοιωτα και του φανερωθηκαν τα
κρυμμενα ,στις δε τοιχογραφιες μπορουσε να γρα-
φει:χειρ του ταπεινου δουλου Σου
Κυριος επιδιδει την ημεραν εκαστου εκαστω
.
.
εφτασε στην ελαχιστη παρατηρηση.
Ο δισκος του ηλιου ανεβαινε και κατεβαινε .
Ανυψωση.Ημερα.Νυχτα.Αποκαθηλωση.
Πορευεσθαι εν τω σμικρω , αυτο ει το Μεγιστον
.
.
Στην ερημια ,που βρισκονταν νηστεψε σαραντα
ημερες με λιγοστο νερο κι ελαχιστο ψωμι.Στο
τελος της νηστειας πηρε τα συνεργα του κι
εγλυψε σε μαρμαρινη πετρα μια σεβασμια
μορφη.Οταν με το θελημα του τελειωσε
εσκαψε στη γη λακκο και την εχωσε,απο πανω
φυτεψε κυπαρισσι.Περασαν οι χρονοι κι ηρθε
ο καιρος της πληρωμης .Ξεθαψε τη πετρα
και πηρε γαληνιος τη θεση της .
Μακαριζε τον ανδρα οτι αυτος οιδε.
.
.
Την Πρωτη Ημερα της Ανοιξης αναπαυθηκε .
Οσα ανθη και κρινα θα τον καλλωπισουν
ανθισαν.Κι ο δικαιος λογος του θα υψωθει
και θ'απλωθει ως η βελανιδια. Ποιος ειναι
αυτος ο ταπεινωμενος ανθρωπος ;
Κυριος ανταποδωσει υπερ ημων
.
.
Η ψυχη του μολυνθηκε στο κακο και το πονηρο
παρελαβε τη σαρκα του αδυνατη.Αναχωρησε
σ'αυτο τον τοπο να απεκδυθει αυτο το ασχημο
ενδυμα.Περασαν οι μερες δυσκολα κι οι νυχτες
δυσβασταχτες.Δεν υπεκυψε στον πειρασμο
κι αντεξε καλα .Οταν κοιμηθηκε απ'το χωμα
αναβλυσε μυρο κι ευωδια.
Εγεννηθη καινη η καρδια του στον απαντα αιωνα.
Αμην.
.
.
Σε τρεις ημερες βρηκαν διαμελισμενα τα υπο-
λειματα του.Μ'ακρα συντριβη και ταπεινωση
τα περισυνελλεξαν.Το ξυλο της αγριελιας
χρησιμοποιηθηκε για να χαραξουν το σχεδιο
στη γη.Δυο ορθογωνισμενες πετρες σ'επαφη
μεταξυ τους κι απο πανω μια τριτη να τις
πιανει και τις δυο.Ετσι συνεχισαν περιγραφο-
ντας και περικλειοντας με σφαιρικα τριγωνα
και ημισφαιρια τα ευρηματα.Στο τελος ανιστο-
ρησαν την αγιογραφια του ανασκολοπισθεντα
μαρτυρα.
Μνησθηναι το παραδειγμα
.
.
Ο ελαχιστος ξυπνησε απο το ονειρο .Αντικρισε
την αμυγδαλια ανθισμενη.''Νυν απολυεις τον
δουλον Σου , Κυριε '' κι εφυγε μετα το ονειρο.
Τετελεσται.
.
.
Ειδε το ξερο δεντρο και το ευλογησε .Την
ερχομενη ανοιξη ανθισε και καρπισε , στα
δε φυλλωματα του φιλοξενησε τα πουλια.
Κι εκεινος εφαγε απ' τον καρπο κι ευφραν-
θηκε , μοιρασε και στους φτωχους , στις
χηρες και στα ορφανα.
Πορευου κατα τα ρηματα Του
.
.
ΨΑ ' ,1
.
....Και εσται ως το ξυλον το πεφυτευμενον παρα
τας διεξοδους των υδατων ,ο  τον καρπον αυτου
δωσει εν καιρω αυτου και το φυλλον αυτου ουκ
απορρυησεται.
....εσκηνωσε κατω απ'την αγριελια και υπομονε-
τικα υμνογραφησε το απεριττο, το Υπερυμνητο
.
.
ΨΒ' , 2
.
....δραξασθε παιδειας , μη ποτε οργισθη Κυριος
και απολεισθε εξ οδου δικαιας
....Κατ'εκεινες τις ημερες εισεπλευσαν καραβια
στο λιμανι της μικρης πολιχνης , κουρσαροι
ακουστηκε.Οι ανθρωποι εντρομοι εγκατελειψαν
τις ασχολιες τους στη γη και στη θαλασσα
κι εψαξαν να βρουν καταφυγια στα σπηλαια.
Εκεινος ο μοναχος ανδρας τους συνδραμε
και τους φιλανθρωπισε τις ωρες εκεινες,
τους πονεσε σαν αδερφια.Οταν ο κινδυνος
περασε, με την απομακρυνση των κακο-
τροπων , επεστρεψαν στις ασχολιες τους ,
σε γη και θαλασσα , και δεν τον ξεχασαν.
.
.
ΨΓ' , 3
.
....και , υψων την κεφαλην κεφαλην μου ,φωνη μου
προς Κυριον εκεκραξα ,και επηκουσε μου εξ ορους
αγιου αυτου.
....Ενα ονειρο ειδε ο υπνωθεις και εξεγερθεις κατοπιν:
το Θεατρο ηταν τεραστιο , λαξευμενο εξ ολοκληρου
στο πετρωμα του βραχου ,στο δε κοιλον ξεχωρισε την
κορυφαια του χορου με τα χερια της υψωμενα σ'αργο-
συρτο θρηνο :Ωιμε!Αλι!και ξαφνικα απ ' τ' ακροτατο
σκαλι του αμφιθεατρου κυλησε η πετρινη κεφαλη
του παιδιου.Μαζευτηκαν παραυτα στην ορχηστρα
η μανα κι ο αγαπημενος μαθητης , περιλυπομενοι.
Θυμαται το μελος του μοιρολογιου:Που εδυ σου
το καλλος.
....Ενα ονειρο ,που ειδε ο υπνωθεις και εξεγερθεις
κατοπιν.
.
.
ΨΔ ', 4
.
....υιοι ανθρωπων , εως ποτε βαρυκαρδιοι ; ινα τι
αγαπατε ματαιοτητα και ζητειτε ψευδος;
....ελεγε στους προστρεχοντες σ'αυτον. Να το
κειμενο του:Το γιωτα του κυπαρισσιου ,το ταυ
της βελανιδιας και το μι της γλυκοριζας,μ'αυτα
επειτα σχηματιζονται οι λεξεις.''Στην αυτοκρατο-
ρια της βελανιδιας συμφυονταν σκορπισμενα τα
ευθυτενη κυπαρισσια και το χωμα αναμεμιγμενο
με την ηδυτητα της γλυκοριζας ''.Καιρος να δια-
βασουμε το Νοημα,το εμπροσθεν και το απωτερον.
.
.
ΨΕ ' , 5
.
....Κατα το πληθος των ασεβειων αυτων εξωσον
αυτους ,οτι παρεπικραναν σε , Κυριε , και ευφραν-
θρειησαν παντες οι ελπιζοντες επι σε
....Οι δολιες πραξεις και τα ανομηματα εφθειραν
την ψυχην του.Πριν ,Τωρα βαθεια μετανοησε και
ντραπηκε την αμαρτωλη ζωη του.Δεν ειναι για το
φοβο της αιωνιας τιμωριας ,αλλα η Αγαπη.Ειδε
το κομματι του καθαρου ουρανου στο μικρο παρα-
θυρο κι αναψε ευλαβικα το κερι να φωτισει.
Καταφυγη του αυτη η σταση . του δωθηκε
αυτη  η χαρη
.
.
ΨΣΤ', 6
.
....εκοπιασα εν τω στεναγμω μου , λουσω
καθ'΄εκαστην νυχτα την κλινη μου , εν
δακρυσιν μου την στρωμνην μου βρεξω
....εσυλλογισθει τους προκατοχους,ειδε να
κρεμουν τις προσωπιδες τους στα κλαδια
κι αργα υστερα ν 'αποσυροντε στη σκια.
Ο γεωργος , ο ποιμενων τα κτηνη ,
ο ψαρευων στη θαλασσα.
.
.
ΨΖ ', 7
.
....σωσον με εκ παντων των διωκοντων με και
ρυσαι με
....εκει τον συντροφευσαν τα αγια ρηματα των
πατερων .Οταν ανοσιουργηματα συνεβησαν
στον κοσμο δεν παρεμεινε αμετοχος και δεν
σταθηκε αδιαφορος .Εν τω μεσω των συναν-
θρωπων αγωνιστηκε και μαρτυρησε .Ποιος
θυμαται και μνημονευει τον συναθλητη μας
στην Αληθεια ;
.
.
ΨΗ ' , 8
.
....οτι οψομαι τους ουρανους,εργα των δακτυλων
σου ,σεληνην και αστερας,α συ εθεμελιωσας.
....Να ωφεμελισθει η ψυχη του απο την παρατηρη-
ση του απλου.Υψηλος στοχος του.Τα εργα και οι
ημερες του υπακουουν στο θελημα του. Η αγρια
ελια ανθιζει κι η χελωνα ζευγαρωνει μ'αμεμπτο
τροπο.Ας ειναι ευλογημενος ο τοκος.
.
.
Συναξαρι
.
............εδωσε τον ορισμο...........οριστε
............ρυθμικος κι αεικινητος
............κινησεις των
............ασταθων..........εμμονη!
....................διακοσια τετοια υλικα σωμα-
....................τα η ' μ' αλλα λογια : τα βα-
....................σικα ερωτηματα.............δεν
.
.
......[η'
......υπαρχει η υλη ; την εποχη των Κομνηνων
......και στους Αγιους Θεοδωρους του Μυστρα: ανδρο-
......γυνο εδωσε δωρο τον ορισμο
....................................''Παμεγγιστος''
.....................................πανω
.....................................σε κοκκινο α-
.....................................λογο
.....................................Μιχαηλ ; Γεωργιος ! Δημητριος ;
.....................................Ιωαννης Δαμασκηνος ! η πορνη τοξευ-
.....................................................................μενη απ ' τους
.....................................................................αναμαρτητους
.....................................................................εικονιζεται στην οψη
...............................................................της Σεληνης
.
.
Συναξαρι Ι
.
....Σ' εκεινο τον τοπο οι λοφοι στο νοτο αφηναν
ανοιγμα προς τη θαλασσα ,Τα πρωινα του καλο-
καιριου ερχονταν ως εκει η θαλασσινη αυρα,
τ ' απογευματα εβλεπε τους ψαραδες να ριχνουν
οργιες διχτυα.Πως θα κοιμηθει μ' αυτες τις εικονες,
που ειδε ;δεν απορουσε , μηπωςβλαστημησει.Την
αλλη μερα θα κατεβαινε στη πολιτεια κι ισως , αν
στεκονταν τυχερος , να συναντουσε τον ελαχιστο
ανθρωπο , π ' αναζητουσε χρονια τωρα.Μεσα στη
χουφτα του πηρε χωμα,σ'αυτο εφτυσε,το επλασε
με τα χερια του , επειτα φυσηξε στο εσωτερικο
της μαζας τη φωνη του κι οταν τελειωσε το ειδε ,
γαληνιος , ν ' απομακρυνεται.Αυριο το μεσημερι
θα του'φερνε τα νεα του.Γλυκα,που πνεει τ' αερακι
στα φτερα των γλαρων , οπως στις σκεψεις του το
δωρισμενο ονομα.Η πολιτεια κατω καθως βυθι-
στηκε στο σκοταδι αναψε τα φωτα της ,ως εκει πανω
τον εφτανε ο πολυελαιος της. Αυριο ,το πολυ ως
το μεσημερι , τον περιμενε,να μεταφερει τα νεα του,
εστω και τα ελαχιστα δυνατα.
.
.
Συναξαρι
.
...............υμνησατε τον Κυριον . [ παρατεταγμενοι
στα χαραγματα οι αρχαγγελοι ] εξι η'εφτα εφιπποι:
...............ο Οδυσσεας εστησε
...............το κουπι ; ρωτησε
...............Λαλια , που λαλησε '' εκλαυσε δε
ο πατηρ ημων '' μπροστα στο δεσμωτηριο , δεν
ειναι βυζαντινη η Ιστορια , κατα
...............τας γραφας εικονισθηκαν παντα τα
...................................................φυτα
...................................................στη
........................................διατροφη του
........................................απομεινανε τα
........................................ξερα συκα , οταν
....................................εφυγε αφησε ημιτελη
....................................την παρασταση των τριων
....................................παιδων εν τη καμινω
.
.
Συναξαρι ΙI
.
....Εριξε μεσα στον καθρεφτη με την χρυσοσκαλι-
σμενη κορνιζα ολοκληρο το τοπιο.Ατοφιο, οπως
ακριβως το εβλεπαν τα σβησμενα ματια του.
Εκει μεσα αυτος ο ιδιος θα συναντουσε τον φημι-
σμενο κατασκευαστη [ κατ ' αλλους περισσοτερο
ακριβολογους , τον δημιουργο ] του ξυλινου
αλογου .Στο δικο του χερι ηταν να μην αφανισει
το τρανο [μεγαλο ] καστρο. Ετσι το θελησε να
γινει.Ομως στη βδεγλυρη υβρι να μην αφησει
τα πραγματα να τρεξουν τιμωρηθηκε ν 'αναψουν
τα σβησμενα ματια του σαν καρβουνα με λαμ-
πρωτατο εκτυφλωτικο φως και ταυτοχρονα να εκ-
διωχθει απ ' το εσωτερικο του καθρεφτη.[Απατρις
 και αμοιρος].
....Ανημπορος διηγηται τα τραγελαφικα του ψεματα
σε ιδιοτελεις εμπορους , εχινδες του πονηρου , απ 'το
πρωι [ σε 24 ενοτητες ]
.
.
Συναξαρι
.
.................Το σπιτι ανοιξε στα τριανταφυλλα και
...........το τριανταφυλλο μυρισε την αγρια μεντα , κι
.................ολα τα οικοδομηματα μετεωρα
.................στους συλλογισμους του Ιωνα μοναχου κρα-
...........ταιο πελαγο
..........................ο Πανσεληνος
..........................Μανουηλ, κοντα στο θεο,εγγυς
...........τω θεω . απομακρα , σκλήρα  στην εξορια
...........το γελιο τρανταξε το
...........πνευμα το οπου θελει πνεει τα ρη-
....ματα και η
....Μαρια η Αιγυπτια δεν εκπορνευτηκε καιτοι
....ανδρες πολλοι την ποθησανε,ανενδοτη παραδωθηκε
....στο μεγα πληθος καταμαρτυ-
ρησε την ανευσπλαχνια των μωριας πασχοντων , το
...............σπιτι εκλεισε τον ανοικονομητο γι-
...............γαντα , δολιωτατα τυφλωμενος δεν θλι
....βεται στην οργη του . αφες αυτοις ου γαρ οι-
....δασι τι ποιουσιν , ετσι εκλεινε την νωπο-
....γραφια η επιγραφη [ συγχωρεση ] ετσι
.
.
Συναξαρι ΙII
.
....Στο ακρογυαλι κατεπλευσαν οι εκδιωχθεντες,πλη-
θος αντρες γυναικες και παιδια.Την τριτη ημερα εφτα-
σαν οι τελευταιοι, αναζητησαν ευθυς στην ακτη τα ιχνη
των προηγουμενων.Οσο ομως κι αν εψαξαν δεν βρηκαν
το παραμικρο.Καποιοι , οι λιγοτεροι , απογοητευθηκαν
σφοδρα , τριγυρνουσαν χωρις τα μυαλα τους στα παρα-
κειμενα δαση , νηστικοι μερες και διψασμενοι .Οι αλλοι
επλασαν πηλο σε ορθογωνια και ψηνοντας τον εφοδια-
στηκαν τα υλικα να οικοδομησουν καινουργια σπιτια ,
γυρω απ 'το λοφο , ρυμοτομησαν με τετραγωνα τον
συνοικισμο και εγκαθιδρυσαν δημοκρατικο πολιτευμα.
Στη θαλασσα μονο δεν εριξαν καραβια κι ουτε συμπε-
ριελαβαν τη θαλασσα στη διατροφη τους.Οι νομοι ηταν
αυστηροι , κι οσοι τους αθετησαν παρανομοντας τιμω-
ρηθηκαν μ' αυστηροτατες ποινες,τους εστειλαν στον
αγυριστο δρομο να ανακαλυψουν την τοποθεσια
των εξαφανισμενων . Γυριζαν, μισοτρελοι,και τους
αφηγουνταν τις περιπετειες τους , πως τους ετυχαν .
Για να γινουν δε πιστευτοι εδωναν ενα σωρο λεπτο-
μερειες..Ολοι ανεξαιρετως γελουσαν μαζυ τους και
τους περιεπαιζαν .Τα πραγματα σοβαρεψαν μοναχα
οταν ενας απ' αυτους σηκωνοντας το δειχτη του δεξιου
χεριου τους κατανομασε εναν - εναν ξεχωριστα με
τα ονοματα εκεινων.
.
.
Συναξαρι
.
Ιδου εγω ο εξαποστελων των λεξεων το
ορεινο ονομα:Μ γραμμα.δεν επλασθει ψεμα
...............να φωτογραφισε το βιολι,μπροστα απ'
....................το δεντρο το τοπιο κι ο βραχος σκα-
....................λωνε στην αγια Λαυρα Μονεμβασια
....................στο παλιο λιμανι και στη μεσα πεδιαδα
....................εφοβηθησαν την μελλουσα οργη
.............η νεωτερη ειδε πολλα
.............βοτσαλα στα παραλια
.............των ανηθικων θαμνων παρα-
.............δεξου τα πραχθεντα,ενα χερι με ψα-
.............λιδι εκοψε το προσωπο,ενας
.
.............προσκυνητης στον ναο της Περιβλεπτου
.............επιγραφει την εικονα των ψηφιδωτων.ανθρωποι
χυνουν νερο στα οργωμενα χωραφια,υστερα
φυτευουν τα ματια τους στο φθαρτο και
..................προ τουτοις ο αγγελος ως
..................φωτεινη στηλη τους κοιμιζει στη
..................δικαιοσυνη................να γρηγορειτε
..................ο ανθρωπος νυν και α-
...............................................ειν
...............................................το ξυπνημα.
.
.
Συναξαρι ΙV
.
....Τα βουνα περικυκλωσαν  τη  σκητη  του  κι  ο
ουρανος θολωνε τη σκεπη του,βοσκουσε τις σκε-
ψεις του στους θαμνους , τα εργοχειρα του σκορπι-
σμενα στα χωραφια.γλυκεια ηταν η ωρα των λογων.
συναχτηκαν στις διδαχες του τα πετεινα τ' ουρανου
κι απαντα τα τετραποδα ζωα και μαθητευσαντες πλημ-
μυρισαν διδασκοντες την οικουμενη στα τεσσερα πε-
ρατα.τον τριτον ενιαυτον τελευτησαντος σταυρωθηκε
απο πραιτωριανους
.............''Εγω μαρτυρησα τα πεπραγμενα ''
..............εν τω μηνι Αθηρ
.
.
Συναξαρι
.
.....................αποκαλύφθηκε:''απεστρεψε ανθρωπος το προσ-
.....................ωπον αυτου ''ομιλει μονο με λεξεις [φλε-
.....................γομενος και μη καιγομενος ] πανω στο βωμο το
.....................μοσχαρι /μωσαι'κο [1632 μ.χ ] 2,30χ1,60
.....................υπαρχει και
.....................ανθρωπος με
.....................φτερα, οχι ο Ικαρος απετυχε , αλιμονο πως
................θα το μαθει ο πατερας ;
................αν δε αλλος εικονιζεται καθως φημολογειται,
.........στο χερι η πυξιδα δειχνει:Ιωαννης Στ' Κατακουζηνος
.........ρηγας και μοναχος και
.........Ρηγας Φερραιος μαρτυρησε στα νερα του Δουναβη
.........ως ειθισται στη Θεια Λειτουργια κριθηκε ''τα Σα εκ
των Σων ''[ στο δυτικο τοιχο αποκεφαλιστηκε ο δεσποτης
................Στεφανος: γιατι φιλοξενησε 1200 φτωχους κι
................απελευθερωσε αλλους 1800 σκλαβους] . πανω
................απ'την αψιδα η επιγραφη:
..................................................εδωσαν τρεις ερμηνειες
.
.
Συναξαρι V
.
....Εγραψε με μεγαλογραμματη γραφη και σχολαστικα
τηρησε τα σημεια στιξης και τους τονους: την ψιλη ,
τη βαρεια, την περισπωμενη και την οξεια. Και την
δασεια δεν ξεχασε.Στους εσπερινους δρομους της θα-
λασσας εριχνε τα διχτυα και κατα τον ορθρο,την επο-
μενη,σηκωνε το ψαρεμα στη βαρκα.Τα μοιραζε στη
συνεχεια στους φτωχους κι οτι περισσευε το εριχνε να
φανε οι γατες .Αυτος εκεινες τις μερες δεν ετρωγε.Ηρ-
θανε τ'αποβραδο τρεις και τον ζητησανε.οταν τους ειδε
στο κατωφλι ενιωσε μυστικα μεσα του βαθεια,ποιοι ειναι
στη πραγματικοτητα.Μαζεψε τα απαραιτητα και τους
ακολουθησε διχως να διαμαρτυρηθει.Πως τοσα θαυματα,
που εκανε και τωρα δεν δυνονταν να σωσει το ιδιο του
το κορμι; Δεν τους απαντησε στις κοροι'διες τους.ουτε
στις λοιδωριες . προσευχηθηκε να μην πληρωσουν
σκληρα εξαιτιας του.Οι πληγες του,τις μετρησε ολες,
ηταν τριανταεννια τον αριθμο κι ειχαν πανω τους ριξει
αλατι. Πονουσε για την απανθρωπια τους περισσοτερο
και τους το'πε χωρις παραπονο.
.
.
Συναξαρι
.
.................ενσαρκωθεις με οροσειρες
..........και το κρινακι λευκο-
................τατο πνεει τον υπνο των βρα-
...χων,καλα και κα-
..........κα τα δεχτηκαμε χωρις δυσφορια η'
...θυμο......να.......η μασκα απο απεναντι
.....μορφαζει το ανεξηγητο ,στη γραμματικη το-
.......τε εναποθεσαμε τις τυχες μας.
............γλυτωσαμε τα υπαρχοντα
............των πουλιων και δεν
............αστοχησαμε τα λογια. πικρα μας
............αντιγυρισε απ'το λιμανι,εδω τω-
.......ρα παρηγοριομαστε φυτευοντας α-
.....μυγδαλιες στα δακτυλα. '' ενσαρ-
...κωθεις ο γιος του διγενη στον πρωτο
αριθμο ,που υπερβαινει τον αριθμο
[[[12[εις την 12]]εις την 12]]εις την 12
...δωδεκα φορες στους δωδεκα μηνες σε
.....σε δωδεκα χρονια εγραψε . Αχαιος
........Θεολογος Βυζαντινος ασκητευ-
...............................................ει[ν]
.
.
Συναξαρι VΙ
.
....Η φημη του εφτασε σαν γρηγορο αλογο στα
τεσσερα σημεια του οριζοντα.Στον βορρα κατοι-
κουσε τοτε η Μαρια,πορνη,που στο κρεβατι της
ασελγουσαν οι αντρες. Καποιοι μιλησαν και για
γυναικες.''Μετανοητε ,εφτασε ,αμαρτωλοι,η ωρα
της κρισης ''.Τ'αποφασισε να παρατησει το σπιτι,
ζητησε απο εναν-εναν συγχωρεση κι ετρεξε να
τον συναντησει.Ο νεος εραστης την προυπαντησε
λεγοντας:''Καλως ωρισες,τ 'ανθος του αγρου''κι
αφου της εδειξε καλα το μερος,αναχωρησε για το
δικο της,που παρατησε
.
.
Συναξαρι
.
...........''πλην ενος'' πληθυνθηκα στα ελ-
............λατωματα η' στις αμαρτιες κι αυξηθηκα
.....στα αγαθα ,ημερες ογδοντα κρατησα τη
.....σταγονα στον σταλακτιτη αγουρο στα-
.....φυλι καρπισε τη δεηση, τα εωθινα τα συνα-
............παντησε πριν το ευγλωττο να σημανει
............κι η μοιρα του ανατειλε πανσελη-
............νος στα ιερα ασημαντα την ακρο-
.....τατη ερημια των ψυχων μας.................Μαξι-
.....μος ο Γραικος  , ο  αλλος  ειναι  ο  Ωριγενης
.....συνετος και ταπεινοφρων.....................μας
ορισαν να φυλαμε τα δωρα τα αχραντα και τωρα
γεννησε η φοραδα τρια πουλαρια να καβαλι-
κεψει  ο Κομνηνος οντας ανδρωθει στη μοναξια
πεπαλαιωθης καστριτης αρχοντας , γλωσσα δεν
εχω . την κοψανε συρριζα ,μονον εμειναν τα μα-
τια ξαγρυπνα στα αφανερωτα [γλυκο'ναι το
πνευμα της πεταλουδας σιμα στ 'αγριολου-
λουδα ] κι απαλο
.
.
Συναξαρι VIΙ
.
....''Να μιλω δεν το κατεχω με περιτεχνα λογια ,
τολμω παρ'ολ'αυτα για εκεινα τα θαυμαστα να
μιλησω .Κατα τις ημερεςεκεινες,λοιπον, συνεβη-
κε να πεσουν πολλες βροχες στη χωρα και τα νερα
ανεβαινοντας να καταβυθισουν τους οικισμους
των ανθρωπων.Κανεις δεν θα γλιτωνε τη δικαια
τιμωρια αν δεν υψωνε ο γενναιος η φωνη του.
''Ουαι,που οι αδικοι αδικεψαμε,ουαι ,που οι ατιμοι
ατιμησαμε,ουαι, που οι πορνοι πορνεψαμε''.Τα λογια
αρματωσανε τη ψυχη μας. καθαριστηκαμε απο τα
περιττα κι ετσι διασωθεις μεταφερω ακεραια τα
μαρτυρια ''
Εγραφει ημεραν Τεταρτην του Μηνος Φεβρουαριου
και ωραν ενατην βραδυνην του σωτηριου ετους 1195
.
.
Συναξαρι
.
...............Μεμνησον. παντα τα ρη-
...............ματα κατεφαγαν οι Ομηρι-
.........δες,αποφαγια πουλιων δειπνησανε μυ-
....στικα
...............τωρα,τωρα στον ορθρο πλη-
...............ρωθηκαν οι τρεις δουλευ-
...............τες:Ιωαννης ,Νικηφορος,Κωνσταντινος
....Δραγατσης ο πενητας ζηλωτης
..................................τ' αλογο σεμνυνεται
..........................πριν το νερο
..................................το ανθοφοριο μετα
..................................το νερο κι
.......................................ο Αλεξανδρος ο
....σκιαθιτης εγραψε το οραμα στο ναρθηκα των
θαλασσων. εξαιφνης η βουνο-
...................σειρα πλυθηκε στη δροσο νυν
...................ο ην  ο μετα αειν ο
...................ων.....................δοξα
...................σοι,μεμνησον Δευτερα η-
.........................μερα
.
.
Συναξαρι VIII
.
....Κι ηρθε ο φτωχος ανθρωπος στον αγιο
ασκητη,τον βρηκε την ωρα της προσευχης.
Σαν εδυσε ο ηλιος βρηκε τη τροφη να δειπνη-
σει, ο αλλος ανθρωπος τον περιμενε υπομονε-
τικα:''Ποτε αγιε γεροντα ονειρευομαστε ;''Δεν
πηρε την απαντηση παρα οταν ονειρευτηκε
τον κηπο στο σπιτακι της μανας του να γεμιζει
στις βιολες.Παλι ακουγε το τριζονι:''Μετα το
ονειρο ξυπναμε στο ονειρο''.Κι αυτο τον χαρο-
ποιησε τι ητανε σφοδρα συγχισμενος και με
βαρεια τη καρδια.Tην αλλη μερα ξημερωνοντας
εφυγε
.
.
ΨΘ' 9
.
....οι οφθαλμοι αυτου εις τον πενητα υποβλεπου-
σιν
....ανακαλυψε το πετρινο κεφαλι σκαβοντας για
τον αδελφο του ,που κοιμηθηκε.Το υπολοιπο σω-
μα του δεν ανευρεθηκε,Το ξανατοποθετησε εκει
ακριβως,που το βρηκε,αφου πρωτα το καθαρισε
με νερο και σαπουνι.Εριξε πανω του το χωμα,
το και λεγομενο χους,απ'οπου ερχομαστε και
σ'αυτο ξαναγυριζουμε.Αυριο, θα αναστηθουμε
.
.
ΨΙ', 10
.
....ο δε αγαπων την αδικιαν μισει την εαυτου ψυχην,
επιβρεψει επι αμαρτωλους παγιδας,πυρ και θειον και
πνευμα καταιγιδας η μερις του ποτηριου αυτων
....εσυρε τα βηματα του ως το κυπαρισσι, ο ισκιος
του ευθυτενης ως το δεντρο του κι ο ανθρωπος
εκεινος ο φυτευτης ανωνυμος στους ανωνυμους.
Στη δε κορυφη του ειδε η' φανταστηκε να ισοζυγι-
ζεται ενα επιμηκες βυζαντινο συννεφο ως λευκη χιων,
ως λευκη νεφελη, κατα το σχημα της μεταφορας
.
.
ΨΙΑ' , 11
.
....οτι ωλιγωθησαν αι αληθειαι απο των υιων
των ανθρωπων
....εκεινος ο ναυτης,ο Ελπηνορας στον Ομηρο,
μηνυσε του Δυσσεα να τον θαψει στ'ακροθα-
λασσι, παρα θιν αλος στην αρχαια γλωσσα και
για μνημουρι του στους επερχομενους διαβατες
να στηλωθει , δειχνοντας το κρανιο του , το
κουπι με το οποιο ελαμνε ως ελαχιστος στο
ταξιδι .Κι αυτος θα ζητουσε αντιστοιχα δυο
ξυλα , κλαδια, συνδεδεμενα σ'οριζοντια και
καθετη θεση
.
.
ΨΙΒ ', 12
.
....εως ποτε αποστρεψεις το προσωπον μου απ'εμου
....στον κοσμο βρεθηκε μοναχος,η μανα του, πορνη
στο επαγγελμα, τον παρατησε μωρο , ο δε πατερας
του αγνωστος. Αυτος ο ιδιος πλανηθηκε ,ληστεψε,
μοιχευσε και συκοφαντησε αθωους .Μετανοησε
βαθεια κι εκλαψε πικρα .Τωρα περιμενει ηρεμος
τη πληρωμη του στη τελευταια κριση .Μοναχος
.
.
ΨΙΓ', 13
.
....παντες εξεκλιναν , αμα ηχριωθησαν , ουκ
εστι ποιων χρηστοτητα , ουκ εστιν εως ενος.
....σημερα ηρθε ενας ταπεινος ανθρωπος,Μαζι
του λογικευτηκε.Γεωργος.Του εφερε σιταρι
ν'αλεσει, να φτιαχνει το ψωμι του και τον
προσφερομενο αρτο.Εφερε μαζι του και τον
μικροτερο γυιο του .Το παιδι ντροπαλο δεν
ρωτησε τιποτα.Στο τελος , οταν ηταν η ωρα
να φυγουν , σηκωθηκε και περιεργαστηκε
την τοιχογραφια της σταυρωσης.Αυτος τους
φιλεψε σταφιδες κι οταν ειδε τις φιγουρες
τους να ξεμακραινουν εκανε στον αερα
το σημειο της ευλογιας
.
.
ΨΙ ', 14
.
....Κυριε τις παροικησει εν τω σκηνωματι σου;
η' τις κατασκηνωσει εν ορει αγιω σου ;
....Την ανοιξη ειδε τις παπαρουνες σαν το αιμα
του και η νυχτα ειχε πανσεληνο.Στη ριζα του
βραχου ξαγρυπνησε τις σκεψεις του.Το ξημε-
ρωμα επεστρεψε ,Καθαρισε το χωρο κι ανοιξε
το ανατολικο παραθυρο να μπει ο ηλιος.Σ' ενα
πιατο εβαλε τις ελιες και καθησε στο ξυλινο
τραπεζι να φαει
.
.
ΨΙΕ ', 15
.
....δια τουτο ηυφρανθη η καρδια μου και
ηγαλλιασατο η γλωσσα μου.
....ενθυμηθηκε τον ληστην και κακογνωμον
εκεινον , που  μετανοησε για τα κακα εργα του
και σ'εκεινα τα μερη κατασκηνωσε. Λενε  πως
αλυσσοδεθηκε να  μην πραξει πλεον  το  κριμα
και τ'αδικο  και  πως  κυνηγαριδες  της  περιοχης
τον αντικρυσαν και δεν τον ξεχωρισαν απο αγριο
ζωο,τον κονταρισαν οι αδαεις και τελειωσε ο οσιος
τις ημερες του.Ακομα ενθυμηθηκε τον  γεροντα,
που πασχισε να μαθητευσει την ομιλια των πουλιων
και στο τελος  τα  καταφερε .Και τον αλλο  αγιο ,
που αποφασισε να  μην ξαναμιλησει για να  μην
ξεστομισει απρεπα λογια.Τον ιδιον,αληθεια,γιατι
θ'αξιζει να τον θυμηθει κανεις ;
.
.
Ηρθε στο εσχατο σημειο της περιοχης.Απο-
κρυμνο και μετεωρο . Η  θαλασσα,η τροφη
των ψαριων,στο απομακρο βαθος απεραντη
κι η πεδιαδα,η βοσκη των ταυρων,πολυ πιο
κατω στον αδιαπεραστο βυθο της ομιχλης.
Ει Συ ο ποιων θαυμασια και μυστι-
κα
.
.
Αλλαζοντας τα ενδυματα της ψυχης του αντικατε-
στησε και το ονομα του.Το αρχαιο ''Ουτις ''Κανεις.
Τα χερια του αποχωρισθηκαν την πρωτερη επιδεξιο-
τητα κι απεκτησαν καινουργια.Στο τερμα μιας μερας
ειδε περα μακρια στο βαθος της θαλασσας τη λαμψη
του ηλιου πανω της.Αναγνωρισε το Μεγαλο Ανερμηνευτο .
Εκλεισε τα ματια του σαν ο ποθος του ηταν ν'ασφαλισει
μεσα του το οραμα.Οταν τ'ανοιξε πλημμυρισε απο φως
το σκοταδι .Αναχωρησε για τους αλλους να συμμερι-
σθει μαζι τους  αυτο το αποκτημα.
Ηγγικεν νυν γαρ ο Αειν
.
.
Αλυσσοδεσε τις εξεις και τις επιθυμιες του.Απειρα
τα πειραγματα του πονηρου . πορνικες γυναικες
και τραπεζια εμπλεα αγαθων . κρασια , μαγειρεμε-
να και ψητα κρεατα . ασεμνα τραγουδια .Εδω το
βουνο ανεβαινει εκριζωμενο απ' τη θαλασσα .Παρα-
τουσε χαμηλωτερα τις ελιες και τ' αμπελια,τα περι-
βολια και τους συνοικισμους κι εφτανε ψηλα στεφα-
νωμενο με σκληρα αμορφα βραχια.Πολλα χρονια
εμεινε σ'αυτη την τοποθεσια.
Χορτασθησομαι ενθα διαμενει το ονομα αυτου
.
.
Τους εχθρους του  συγχωρεσε , κι  απ ' οσους  αδι-
κησε ζητησε συγχωρεση.Καθαρισμενος πια εμεινε
ολομοναχος.Γαληνιος.
Μην απορριψης με θαυμασιε πλεον
.
.
μετρησε μια προς μια τις πετρες , που θα τον
λιθοβολησουν . τις διεσπειρε τυχαια στο λιτο
τοπιο.Διαλεξε το μερος του. Κι αργοπορησε
αναμεσα στους ανθρωπους .Με τα λογια του
ερεθισε τους χειριστους.Τον συνελαβαν και
τον καταδικασαν.Εριξαν το φορτιο των λιθων
πανω του.Λευκο περιστερι εφυγε η ψυχη του.
Αιωνιον το αφθαρτον της Αληθειας.
.
.
εκει στην ερημο ο λογος του ποιητη ατονισε.
ισχνο το κορμι απ ' την ολιγοφαγια. εσπειρε
και κλαδεψε κληματα . πελεκησε το κουταλι
και το πιρουνι .ηρθαν κατα χιλιαδες οι αμαρ-
τωλοι να τους συγχωρεσει . ζητησε να νηστε-
ψουν κι υστερα τους εδειξε τα σπαρμενα χω-
ραφια. αλλοι λενε πως εγινε αυτο κι αλλοι
πως δεν εγινε.
Μυστικα τα εργα σου , Κυριε , στους
πιστευοντας
.
.
ηρθε στο εσχατο σημειο της περιοχης .Αποκρη-
μνο και μετεωρο.Εκει αντιμετωπισε την πλανη.
Η τροφη του τ' αγρια χορτα .Εκει του αποκαλυ-
φθηκε η αληθεια.
Δεδοξαστε το Ονομα
.
.
.


Κυρ Αλεξανδρος Παπαδιαμαντης-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ομολογιες-χ.ν.κουβελης

Μη σεαυτου ποιησεις εικόναν,τουτο εδιαλογιζονταν και συναισθανονταν βαθεως
το αμαρτήμα του,οι οφθαλμοί τεταπεινωμενοι,εν ταπεινώσει πορευου,μη την
φιλαυτίαν ζητεις,
Κυρ Αλεξανδρε τελειώσαμε,ηκουσε τη φωνή του φιλου Παυλου Νιρβανα,μια φωτογραφία είναι,
Nous excitons la couriosite du public,,μίλησε γαλλικά,εμεις προκαλούμε την περιέργεια
του κοινού,το κοινό,ενα μισόκοιμισμένο γκαρσονι,ενας γεροντακος που λίαζονταν,δυο λουστρακια που παίζανε,
δεν είχανε έρθει ακόμα οι τουρίστες για να τους πωλησουμε το γραφικό,
.
.
.




Υμνειτε,Αλέξανδρον Παπαδιαμάντην Σκιαθίτην

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


πρώτην φοράν,τον είδον εις την συνοικίαν του Ψυρρη,περιν την μεσημβρίαν,καθήμενον εις το ταβερνειον του Κεχριμανην,κεκλιμένην την κεφαλήν,ενδεδυμένον με βαρύν

επανωφοριον,ολίγας ελαίας και ερυθρός οινος

δευτεραν τον είδον εισερχόμενον εις τον ναόν του Αγίου Ελισσαίου εις το Μοναστήριον,μιαν μικραν μονοκλιτον βασιλικην εκκλησίαν,ωσεί σπουργίτης,

εισήλθον αθορυβως εις το εσωτερικόν του ναού,ήτο εις το δεξιόν

Ψαλτήριον ψαλλων ιερουργουντος του Αγίου Νικολάου Πλανα,

τριτην φοράν ποτέ δεν τον είδον,όσον και να επασχισα να τον τυγχάνω,

εχαθην ως και εμφανίσθην,αδηλαι αι βουλαι του Κυρίου


καλοκαίρι,μήνας...,έτος...πήγα στη Νήσο Σκιάθο,ο τουρισμός στο φουλ,

ποικιλοχρωμα και ποιλογλωσσα πλήθη,

ταμπέλες τουριστικων shops souvenirs ,cafe,restaurants,bars,rents rooms,

...:

Το Άνθος του Γιαλού

Ο Βαρδιανος στα σπορκα

Ο Αμερικανός

Φλώρα η' Λαβρα

Ο Χριστός στο Κάστρο

Χρήστος Μηλιώνης

Σταχτομαζωχτρα

Ο Πανταρωτας

Θέρος Έρος

Της Κοκκώνας το σπιτι

Χαλασοχωρηδες

Ερως-Ηρως

Φόνισσα

....

τα πάντα εις την αγίαν μονέδα αφιερωμενα,

φωνασκιες εκκοφαντικος θόρυβος υπερβολικές χειρονομίες

χάχανα 

η μεγαλαυχια

στο σύγχρονο Λαζαρετο στα Σπορκα


η έκλειψη της ταπεινής ψυχης


δεν θέλησα, συνειδητά,να πάω στην Οδό Παπαδιαμάντη,

ένα σπίτι κενό από τον ταπεινό άγιο


Alexandros Papadiamadis Sightseeing


νύχτα στις κρυφές γκρημνωδεις παραλίες  του νησιού αναζητησα την Ακριβουλα 

και ξαπλωμενος  στην άμμο κάτω απ'το αργυρο φως της πανσεληνου ακουσα το 

μοιρολόγι της φωκιας


ποτέ ο κυρ Αλέξανδρος δεν θελησε το θεαθηναι,

απεχθάνονταν το Αξιοθέατο,

και στον Παύλο  Νιρβάνα που ήθελε να τον φωτογραφησει στο καφενεδάκι 

της Δεξαμενής το 1906

είπε:

” Ου ποιήσεις σε αυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα''


ο άλλος επέμεινε,

-έλα,να τελειωνουμε,ειπε ο Σκιαθιτης

Nous excitons la curiosite du public

ερεθιζουμε την περιέργεια του κοινού


η φωτογραφία τραβήχτηκε,

η μοναδική φωτογραφία του,





Υμνειτε,Αλέξανδρον Παπαδιαμάντην Σκιαθίτην

Εις Ανυδρον Αιώναν Ματαιοδοξίας

.

.

.


τα τραγουδια του Θεού εις τον προφήτην Ελισαίον

του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


εισήλθον εις τον ταπεινον ναισκον του Προφήτου Ελισαίου,ώραν βραδυνης

αμφιλυκης,και εις το απαλό ημίφως ηκουσα:


Τας του πλάνου παγίδας εκφυγών, ιερώτατε, 

απλανῶς επορεύθης δια βίου, πατὴρ ημών, Νικόλαε αοίδιμε Πλανά, 

ουράνια χαρίσματα λαβών, αγρυπνίαις και νηστείαις, 

ιερουργών οσίως τω Κυρίῳ σου. Όνπερ καθικετεύων εκτενῶς, 

Νάξιον ιεράτευμα, πρέσβευε δωρηθῆναι καὶ ημίν το θείον έλεος.


και ειτα εκπληρωθεί η ακουη μου  εκ κυμάτων ήχων,'της νήσου Σκιαθου'εννοησα,

και είδον πλήθος ταπεινούς απλοικους ανθρώπους ,ανδρας γυναίκας και παιδια,με αρχαία πρόσωπα,ίνα πληρωθεί ο α' Μακαρισμός:


Μακάριοι οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι· ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.


η αγρυπνία,ως καθημερινά,θα διαρκούσε ολονυχτια,ιερουργουντος του ταπεινωτερου των ιερέων και του απλοικοτερου των ανθρώπων,του Νικολάου Πλανα,Νάξιου,οστις ήτο βραδυγλωσσος,'Τα λάθη όσα κάμνει εις την ανάγνωσιν, είναι πολλάκις κωμικά και όμως εξ όλων των ακροατών του, εξ όλου τού εκκλησιάσματος, κανείς μας δεν γελά. Διατί; Τον εσυνηθήσαμεν και μας αρέσει.'εγραψε ο κυρ Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης,όστις ψαλμωδει εις το δεξιόν Ψαλτήριον,εις δε το αριστερον ο εξάδελφος του Αλέξανδρος Μωραϊτιδης,

και τότε ηκουσαμεν το όλως ατομικόν ιδίωμα της ψαλτικής του Παπαδιαμάντη,

κατά τα εν Σκιάθω κολλυβαδικα',

'τα τραγούδια του Θεού,εννοησεν το ταπεινόν εκκλησίασμα,

'οφειλομεν να ψάλλωμεν' έλεγεν,'εν Εκκλησια με πραειας φωνάς,με φωνής αύρας 

λεπτής,και όχι με πολυφωνίας και παραφωνίας,αίτινες ομοιαζουν με το πνεύμα του ανεμου το βίαιον και με τον συσσεισμον,μέσω των οποίων δεν εφανερωθη 

ο Θεός',

― Αυτὰ είναι σαν γλυκὰ-γλυκὰ τραγουδάκια,ενθυμηθη την μικραν παιδισκην Μαρία,

'Εκείνην την ημέραν, ήτο 8η Σεπτεμβρίου, είχα ψάλει τὸ «Χαῖρε σεμνὴ μῆτερ καὶ δούλη Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ». γράφει,

μετά έξι ημερας έψαλλεν:"Αγαλλιάσθω τα δρυμού ξύλα σύμπαντα».

"Και εἰς την μνήμην της Παναγίας έψαλα τα θεσπέσια εκεῖνα κελαδήματα, το «Πεποικιλμένη» καὶ τὸ «Νενίκηνται», και το «Συνέστειλε χορὸς των Αποστόλων, το Θεοδόχον σῶμα σου· εις οὐρανίους θαλάμους προς τον υιὸν εκφοιτῶσα». 


Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ, ἡ ἱερὰ καὶ εὐκλεής, 

Παρθένε μνήμη Σου, πάνταςσυνηγάγετο, 

πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς, ἐξαρχούσης Μαριάμ, 

μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων, τῷ Σῷ ᾄδοντας Μονογενεῖ·

 Ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.


κι εγω είδον ως όραμα και ηκουσον:


Περαστικά, Κούλα. Δεν έχεις τίποτα, κορίτσι μου.

    ―Α! μπάρμπ᾿- Αλέξανδρε, εψέλλισεν ασθενώς. Πότε θα μου πης πάλι τὰ θεῖα… τραούγια;

    ―Όποτε θέλεις, Κούλα μου. Άμα γίνη αγρυπνία εις τον Άγιον Ελισσαῖον να έλθης, να σου τα πω.

    ― Να μου τα πης. Μα θα τ᾿ ακούσω;

    ―Άμα προσέχης, θα τ᾿ ακούσης…

    

η Αγγελικούλα ,η αγνή ψυχή της,είδα,περιιπτατο εκεί εντός του Προφήτου

Ελισαιου


ο δε ενάρετος ιερευς Νικόλαος Πλανάς και ο Σκιαθίτης κυρ Αλέξανδρος εμουρμουριζαν την ακολουθίαν των νηπιων


"Ω, τις μη θρηνήσει, τέκνον μου. 

Ότι βρέφος άωρον εκ μητρικῶν αγκαλών νυν, 

ώσπερ στρουθίον τάχος επέτασας».


το τραγούδι του Θεού

.

.

.