I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Κυριακή 13 Μαρτίου 2022

GREEK POETRY -λογος Οιδίποδος και αντίλογος Τειρεσιου- Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος, στίχοι 380-403,408-428 -μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

 .

.

GREEK POETRY

-λογος Οιδίποδος και αντίλογος Τειρεσιου-

Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος,

στίχοι 380-403,408-428

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης

.

.




-λογος Οιδίποδος και αντίλογος Τειρεσιου-

Σοφοκλής,Οιδίπους Τύραννος,

στίχοι 380-403,408-428

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Οἰδίπους

πλούτε και τυραννια και τέχνη απ'τη τέχνη πιο υπεράνω

σε ζωή γεμάτη ζήλεια,

πόσος σε σας φθονος

κρυβεται,

αν λόγω αυτής εδώ της εξουσίας,που σε μένα η πόλη

δώριζοντας,χωρίς να τη γυρεψω,εμπιστευτηκε,

απ'αυτη ο Κρεοντας ο πιστός,απ'αρχης φιλος,

δολια επιδιώκοντας εμενα να 

άνατρεψει επιθυμεί,

έβαλε τέτοιο μάγο μηχανορραφο,δόλιο αγυρτη 

που για τα κέρδη μονάχα

νοιάζεται,όμως στη τέχνη απ'τη φύση τυφλός,

γιατί,πες μου,που εσύ μάντης είσαι αληθινός;

πως,όταν η σκυλλα που απήγγειλε (το αινιγμα )εδώ ήταν,

δεν είπες κάτι σ'αυτους εδώ τους πολίτες για να λυθει;

αφού το αινιγμα δεν ήταν για

οποιονδήποτε ανθρωπο 

να το ερμηνεύσει,αλλά γνωστη μαντείας χρειαζονταν,

που εσύ ουτ'απ'τους οιωνούς 

φάνηκε να κατέχεις,ούτε κι απ'τους θεούς αυτή να γνωρίζεις,

αλλ'εγω αφού ήρθα,

ο Οιδίποδας που τίποτα δεν γνώριζα,της απάντησα,με το μυαλό

νικωντας οχι απ'τους οιωνούς μαθαίνοντας,

κι εσύ προσπαθείς να μ'ανατρεψεις, νομίζοντας

στο.θρονο θα στεκεις του Κρέοντα διπλα,

κλαίγοντας μου φαίνεται κι εσύ

κι ο συνεργός σ'αυτα εδω θα αφοριστητε,

αν δεν μου φαινοσουν γέρος να'σαι,

θα παθαινες να μάθεις τέτοια να  μελετάς


Τειρεσίας

κι αν έχεις εξουσία σαν να'μαστε ίσοι ίσα θα απαντησω,

γιατί τέτοιο κι εγω εχω δικαιωμα,

γιατί σε σένα δεν είμαι δούλος,

αλλά του Λοξια,

επομενως ούτε του Κρέοντα να'χω την προστασια είμαι δηλωμένος,

σου λέω λοιπόν,επειδή και τυφλό με κοροϊδεύεις,

εσύ κι αν μάτια έχεις  καθολου δεν βλέπεις σε τι κακό είσαι,

ούτε που μενεις,ούτε

με ποιους συγκατοικείς,

άραγε γνωρίζεις από ποιους είσαι;

κι έχεις λησμονήσει πως απεχθής είσαι στους δικούς σου 

από δω κάτω κι απ'τη γη πάνω ,

κι εσένα δίκοπη και της μητέρας

και του πατέρα σου θα'ρθει κάποτε 

απ'αυτη εδω τη γη να σε κυνηγησει μ'αγριο πόδι κατάρα,

κι αν τωρα βλέπεις την αυγη,έπειτα σκοταδι,

της κραυγής σου δεν θα υπάρχει λιμάνι;

ποιος Κιθαιρώνας δεν θα αντηχισει αμέσως,

όταν θα καταλάβεις  τον  γάμο,πως

σε σπίτι χωρίς λιμάνι επλευσες μέσα,αφού ετυχες καλη πλεύση;

ούτε το πλήθος των άλλων κακών αισθάνεσαι,

όσα θα εξισωσουν κι εσένα και τα  ίδια σου τα παιδιά ,

εν τω μεταξύ και τον Κρέοντα και το στόμα μου γέμισε βρισιες,

γιατί από σενα κανένας απ'τους θνητούς ποτέ τοσο κακά θα συντριφτει


Οἰδίπους

ὦ πλοῦτε καὶ τυραννὶ καὶ τέχνη τέχνης [380]

ὑπερφέρουσα τῷ πολυζήλῳ βίῳ,

ὅσος παρ᾽ ὑμῖν ὁ φθόνος φυλάσσεται,

εἰ τῆσδέ γ᾽ ἀρχῆς οὕνεχ᾽, ἣν ἐμοὶ πόλις

δωρητόν, οὐκ αἰτητόν, εἰσεχείρισεν,

ταύτης Κρέων ὁ πιστός, οὑξ ἀρχῆς φίλος, [385]

λάθρᾳ μ᾽ ὑπελθὼν ἐκβαλεῖν ἱμείρεται,

ὑφεὶς μάγον τοιόνδε μηχανοῤῥάφον,

δόλιον ἀγύρτην, ὅστις ἐν τοῖς κέρδεσιν

μόνον δέδορκε, τὴν τέχνην δ᾽ ἔφυ τυφλός.

ἐπεί, φέρ᾽ εἰπέ, ποῦ σὺ μάντις εἶ σαφής; [390]

πῶς οὐκ, ὅθ᾽ ἡ ῥαψῳδὸς ἐνθάδ᾽ ἦν κύων,

ηὔδας τι τοῖσδ᾽ ἀστοῖσιν ἐκλυτήριον;

καίτοι τό γ᾽ αἴνιγμ᾽ οὐχὶ τοὐπιόντος ἦν

ἀνδρὸς διειπεῖν, ἀλλὰ μαντείας ἔδει·

ἣν οὔτ᾽ ἀπ᾽ οἰωνῶν σὺ προυφάνης ἔχων [395]

οὔτ᾽ ἐκ θεῶν του γνωτόν· ἀλλ᾽ ἐγὼ μολών,

ὁ μηδὲν εἰδὼς Οἰδίπους, ἔπαυσά νιν,

γνώμῃ κυρήσας οὐδ᾽ ἀπ᾽, οἰωνῶν μαθών·

ὃν δὴ σὺ πειρᾷς ἐκβαλεῖν, δοκῶν θρόνοις

παραστατήσειν τοῖς Κρεοντείοις πέλας. [400]

κλαίων δοκεῖς μοι καὶ σὺ χὠ συνθεὶς τάδε

ἀγηλατήσειν· εἰ δὲ μὴ ᾽δόκεις γέρων

εἶναι, παθὼν ἔγνως ἂν οἷά περ φρονεῖς.


Τειρεσίας

εἰ καὶ τυραννεῖς, ἐξισωτέον τὸ γοῦν

ἴσ᾽ ἀντιλέξαι· τοῦδε γὰρ κἀγὼ κρατῶ.

410οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος, ἀλλὰ Λοξίᾳ·

ὥστ᾽ οὐ Κρέοντος προστάτου γεγράψομαι.

λέγω δ᾽, ἐπειδὴ καὶ τυφλόν μ᾽ ὠνείδισας·

σὺ καὶ δέδορκας κοὐ βλέπεις ἵν᾽ εἶ κακοῦ,

οὐδ᾽ ἔνθα ναίεις, οὐδ᾽ ὅτων οἰκεῖς μέτα.

415ἆρ᾽ οἶσθ᾽ ἀφ᾽ ὧν εἶ; καὶ λέληθας ἐχθρὸς ὢν

τοῖς σοῖσιν αὐτοῦ νέρθε κἀπὶ γῆς ἄνω,

καί σ᾽ ἀμφιπλὴξ μητρός τε καὶ τοῦ σοῦ πατρὸς

ἐλᾷ ποτ᾽ ἐκ γῆς τῆσδε δεινόπους ἀρά,

βλέποντα νῦν μὲν ὄρθ᾽, ἔπειτα δὲ σκότον.

420βοῆς δὲ τῆς σῆς ποῖος οὐκ ἔσται λιμήν,

ποῖος Κιθαιρὼν οὐχὶ σύμφωνος τάχα,

ὅταν καταίσθῃ τὸν ὑμέναιον, ὃν δόμοις

ἄνορμον εἰσέπλευσας, εὐπλοίας τυχών;

ἄλλων δὲ πλῆθος οὐκ ἐπαισθάνῃ κακῶν,

425ὅσ᾽ ἐξισώσεις σοί τε καὶ τοῖς σοῖς τέκνοις.

πρὸς ταῦτα καὶ Κρέοντα καὶ τοὐμὸν στόμα

προπηλάκιζε. σοῦ γὰρ οὐκ ἔστιν βροτῶν

κάκιον ὅστις ἐκτριβήσεταί ποτε.

.

.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου