για μια ελαχιστη στιγμη στο απειρο επιμενουμε
αναβει μια-μια τις λεξεις
το σπιτι κοντα στη θαλασσα
ανοιχτο το παραθυρο το φεγγαρι ξαπλωνει στο κρεβατι
διαφωτισμοι θερμου.ηχων υπερστροβιλισμος.
τοπολογια του εφελκιμου.ενεστως χρονος δαχτυλων.
συνπορφυρος ορμη.διαστολη χρονου.αμειωτο φως
(η ευρυθμη θαλασσα η ηχοεσσα μερα(η αμειωτη γευση του ροδακινου
(το εκτυφλωτικο ξεσπασμα του τριανταφυλλου(χρυσα πορτοκαλια αναπνεει
ο αερας(μια φωνη αναβει τις κοκκινες παπαρουνες(και το διαφανο του νερου
ησυχαζει στον υπνο του(μια πυγολαμπιδα τονιζει τις λεξεις ακεραιες(χωρις
κενα συνεχιζεται ο κοσμος]
ο ηχος των νερων του χρονου/τα ισοσκελη πουλια
μια προπαραληγουσα ουρανου
εικονα[χλοης χλωροτερα η ευτυχια]
ολα οσα αγαπαω συνεχεια της απεραντης φυσης
το παθος που λατρευουμε
ζωη αναλογα με τα ποσοστα φωτος και χρωματων
ανθιζει πανεμορφη και αληθινη
με γαλαζια λογια κωπηλατουν δυο πουλια
το κιτρινο τεμαχιστηκε με ελικοειδες υφος
λυγιζε φωτεινος ο ανεμος
''Κοιταξε,ο ουρανος κοπηκε στα πεντε δακτυλα σου''
ενα δεντρο αισθητο γλυπτο
στις αγριοπαπιες λογοδοτησε το νερο
μιμηθηκε η περκα το κυμα και πληθυνθηκε
το διαφανο υφασμα της
και ο ευρυχωρος χρονος της ορμης του
δυο βραχοι στ'ανοιχτα της αρμονιας
η χλοη που υφανε τα ορυκτο των κρυσταλλων της
το φως στα σμαραγδια της ιδεας
και τα αλανθαστα επιφωνηματα στην αναδυση της αληθειας
ακουαν τα πουλια να δραπετευουν στα δεντρα
ηξεραν πως η αληθεια αγαπαει τα λογια
αναρωτηθηκαν ποση αληθεια δικαιουται ο ανθρωπος
αναλαφρα συρθηκαν τα δεντρα στα φυλλα
το νερο στις πετρες μετεφερνε πρασινα τα λογια μας
απλα τα λογια της αληθειας
τα ταξιδια των συννεφων ονειρευονται τα συννεφα
τη νυχτα εδειξε την αρετη
ειπε:στα λουλουδια τρεφει τις μελισσες η γυρι
στο κηπο καρποφορων πυγολαμπιδων τα δεντρα τους
η βαρκα ερριξε τα διχτυα στα συννεφα και την αγκυρα στη λευκοτητα
πληθος οστρακων σχηματιζε το προσωπο τους
ειπε:η ωραιοτητα ανηκει στο απεριττο
ροδινη εσπασε η αυγη στ'ακροδαχτυλα των δεντρων
σχηματα πουλιων και αντικατοπτρισμοι νερων στο λευκο
και ντυσανε τον υπνο τους με ρυθμους γλαρων
και τα πουλια μπορει να'ναι τα ψαρια τ'ουρανου,ειπε
τα πουλια Μαγνητικα Πεδια Λευκοτητας
εδειξε γυρω
τοσα πολλα σχηματα φυλλων και τοσα ειδη φυτων στο φως
σηκωνοντας τις πετρες ανακαλυψε τετραγωνα γαλαζιο
ηξερε πως τα πουλια ηταν υπευθυνα γι'αυτο
μετρησε τις Ιδεες
ανοιγοντας τη χουφτα του ειπε: ''Να,δεστε,σας εφερα Γαλαζιο,μοιραστητε το''
και στα χρωματα των φυλλων στοιβαχτηκε ο χρονος
τρεξαμε να πιασουμε το φως μιας κιτρινης πεταλουδας
''Κοιταξε,τα φυλλα της ελιας ξεφυλλιζει ο ηλιος''
στον υπνο του ψαριου γαληνη
ισως στη πραγματικοτητα να συναντηθουμε γρηγοροτερα
Πανω σε καθρεφτες νερων νανουριστηκε με γαλαζιο ο υπνος του κυκνου
και σε λευκοτητα ξυπνησαν τα φτερα του
στρωματα θαλασσας κανονιζουν τους ρυθμους μου
Νερα που ρεουν σαν τις λεξεις που ανταλλαζουμε οταν κουβεντιαζουμε ηρεμα
MARE NOSTRUM θαλασσα μου ηχηεσων παφλασμων σε μεσημερια πετρας
πολλαπλασιαστικοι πληθωρισμοι φωτος στα δαχτυλα του χεριου σου
ανθη
τι εισαι τι δεν εισαι,
π.χ οταν χτενιζεις τα μαλλια
η' οταν προσμενεις το αγνωστο,
διαδρομη σ'ενα ουρανο που βουλιαζει γαλαζιος
σταζει το φυλλο,ακους;καθετες διαδρομες του νερου,
ειναι πολλοι οι δρομοι να φτασει το ποταμι στη θαλασσα και σε σενα εγω.
Πραξη Τρυφεροτητας. Πνεουσα χρωματοφορα ρηματα γεωγραφιας βλεφαρων
η φευγουσα γλωσσα των κρινων
το χερι μου ομοια σεληνοφωτο σε κλαδι αμυγδαλιας γλιστραει στο σωμα σου
και σκεπαζει τον υπνο σου
Ελαχιστοποιω την αποσταση
εκει στη ρεουσα σκια της βαρκας προβαλει το φεγγαρι
στο γλυκο ριγος της λεξης σου απαλο στομα
αγγιγμα εσωτερικο του ονειρου
εγγυτατα πνεουν τα λογια μου στην ανασα σου
φωνη
δαχτυλα ανασηκωνουν τα λευκα σεντονια της σαρκας σου
κοκκινο μηλο φωτια που δαγκωσαν χειλη
γεμισα τις τσεπες μου νερο, και σε χρονο τρεχουμενο το αδειασα
σε περισπωμενες ψαριων
στειλε μηνυμα
να μαθω για σενα,θα περιμενω
υγρος ανεμος φεγγαριου ανοιγει το παραθυρο.
ενα ασπρο συννεφο περασε πανω απ'τον ωμο σου
λαμπερη λευκοτητα
θυμασαι το σπιτι μας;
να υπαρχει αραγε η συκια κοντα στη στερνα;
Ωρα με την ωρα η νυχτα αποψε προχωραει φωτεινη γαληνη
Το δερμα της μερας κυματιζει τεντωμενο στα δεντρα,
ενα χερι ανοιξε τα δαχτυλα σου και πεταξαν φρρ πουλια
Απο τα φυλλα προερχεται η λεπτη καθαροτητα σου
μεσα στο δεντρο ενα πουλι ξυπνησε και πεταξε μεσα στις λεξεις πρασινα φυλλα
ακους ενα ζευγαρι ασπροι κυκνοι να συνομιλουν
τα σωματα τους συνδεσμοι νερων και βλαστων
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ,μπορεις ν'αναπνευσεις βαθεια μεσα σου
εδω γυρω η ζωη παραγει ζωη
ΣΕ ΣΕΝΑ Μιλω ο Εαυτος σου Ειναι Ο Κοσμος μου ο Εαυτος μου
πανω σε σιωπηλες αντανακλασεις νερων
οταν ο κυκλος του φεγγαριου κυλαει με λαμπερες φωνες
πως εφτασες εως εδω;ακεραιη ομορφια
στη θαλασσα σκαρφαλωνει ενας κελαηδισμος πουλιου σαν μια βαρκα φορτωμενη ηλιοτροπια
πανω κατω πανω κατω
εξισορροποντας περιστρεφομενους κωνους απελευθερωνεται ενα τοπιο θεμελιωμενο
σε γλαρους
τρεχοντας στα κρυσταλλα ενος δικυκλου ηλιου κατηφοριζοντας και συνεχως ανηφοριζοντας
στην κουπαστη της σεληνης υπερδιπλασιασμενα ανθη σε τοιχογραφια με διαφανα δελφινια
πανω σε λεπια νησιων
φυσαει φεγγαρι ατοφιο ασημι καληνυχτα
σαν η φωνη σου ακουσθει καθαρα σε κυκλους λεξεων ορατων και αορατων
ειναι αναλογα τα ποσοστα διαφανειας που προχωρει ο ανθρωπος απο ανθρωπο
σε ανθρωπο
Ποια εισαι; Ποια εισαι εσυ,που διαβαζεις αυτες τις λεξεις αυτην ακριβως τη στιγμη;
η νυχτα αποψε περπαταει στη γαληνη
κανενας ηχος εδω δεν ακουγεται,δεν φτανει να ταραξει τα νερα του αερα,
να τιναξει τα κλαδια της σιωπης,
πανω ψηλα κυλαει το φεγγαρι στα λευκα διαφανα σεντονια των συννεφων,
μια κρυβεται μια φαινεται,οπως παιδι που παιζει στα πρωτα τα μικρα χρονια του
με τη μανα του και δεν φοβαται,
κρυβομαι-βρες με,
τοσο κοντα η ευτυχια ,ενα βημα,να την μοιραστεις ,
οπως ζεστο ψωμι με αγαπημενο συντροφο, που ηρθε απο μακρυνο ταξιδι χρονια
στη ξενιτια,
το φεγγαρι αποψε κυλαει απαλα σ'ολους τους ουρανους,
σηκωσε ψηλα τα ματια να δεις,
πως ετσι ειναι, μηνυμα δυο ανθρωπων
σε σενα που καποια μερα θα σε φερω σ'αυτα εδω τα μερη τηε θαλασσας
της θαλασσας που δεν εξαντλειτε,
οπως η δροσια σου,κι οπως το ακαταπαυστο κυλισμα των ονειρων σου,
εκει στη χρυση αμμο στη δαντελα της ακτης στη γειτονια των γλαρων θα γραψω
το ονομα σου χρυσο.
Ειναι γιατι '' σ'αγαπω'' που μεταχειριζομαι αυτα τα ιδεογραμματα των εικονων,
γλωσσα να σε τυλιξει οπως η θαλασσα μας τυλιγει και παμε,
εδω που ειμαι,εκει που εισαι,παντου. .
τωρα απογευμα πεφτει ο ηλιος και το γαλαζιο απλωμενο να στεγνωσει στο συρμα
το ονομα σου
Ο ανεμος απ'τα μερη σου εδω εφτασε
και διακλαδωσε τη γραμματικη σου στα δεντρα του κηπου μου
και ανθισαν οι λεξεις,
τωρα συλλαβιζω το πρωτο γραμμα
η πρωτη λεξη ειναι τρισυλλαβη ,πεταξε πουλι και την σφυριξε τραγουδι
η δευτερη λεξη,χρωμα το ονομα σου,
απαλα πεταλουδα τρυφερη επνευσε σε ταπεινο χορταρι,
κι ο ισκιος της περισπωμενη αποψε σκεπασε τον υπνο σου,
ισως στο ονειρο να συναντηθουμε γρηγοροτερα
Σκεφτηκε,''τωρα η φωνη μας πυγολαμπιδα στο φως του φεγγαριου''
ο αερας χτενιζει τα συννεφα
καθως προχωρουσε η μερα το γαλαζιο κερδιζε τη θεση του στον ουρανο
με ελαχιστα λογια αυτοι οι ανθρωποι ντυνουν τα συναισθηματα τους
ουτε θελουν στα εργα τους να αποτυπωνεται η ματαιοδοξια
στο φως ειμαστε πιο φωτεινοι
μια φωνη δροσιζει το προσωπο
ενα πουλι σε λιβαδι
Ιδεων υποστυλωματα
ενα σπιτι στην ακρη της θαλασσας
η ιστορια ο χρονος της αμμου στα χερια
η φωνη των γλαρων
η ησυχια των ψαριων
και τ'αλογα βοσκουν σε τοπο ελευθερο
κοκκινες παπαρουνες και κιτρινες μαργαριτες
απο τον ουρανο φυσαει αερακι
και τρεμει η μικρη ελαχιστη χλοη
αυριο η λευκοτητα των κρινων
νυν η καθαροτητα των νερων
ο ανθρωπος αυτος ειναι ενα σπιτι μου .''εδω θα κατοικισουμε''.
να μαθουμε πως πετουν τα πουλια.
η ζωη σου αναπνεει.
ενδυματα κοχυλιων το φως φωτεινη φωνη φλουδα νερων ηλιου
παλμοι φωνων τα νερα
μεσα στα φυλλα βηματα ελαφρια
ησυχη αναπνοη
αδειαζει ο αερας
ενας ψιθυρος
φεγγει γαλαζιος
το χερι προεκταση ροδων
παντου φως
εντελει η πραγματικοτητα υποχωρει στην ομορφια
η διαφανη πιεση των λεξεων
πατωντας στη πλατη αναδυομενου δελφινιου
φευγουσα ισορροπουσα
φωτεινο γαλαζιο εφαλτηριο γλαρων η θαλασσα μου
αναστραμενη χρωμογραφια Χρονου παραλια
ασυλληπτα Συλλαμβανομενα
ακροδαχτυλα κοχυλια
εναλιος ομφαλοφορος αχινος
περισπωμενες ψαριων
η Ομορφια ενα βημα πριν το Αορατο
ενδοξο στηθος λευκοτατου αλατιου
παλιρροια σωματων νερου
το Φως σαλευει ως οχταπους
συνορο ουρανου και θαλασσας το φεγγαρι
εναρμονιοι Αντιχτυποι Ηχων Κυματα
Ακροπρωρος Μνημης Εφαπτομενης Παφλαζουσας
το καρπουζι
εσκασε το φως σε φετες
κοκκινο
μια σταγονα νερου
σε κοκκινο τριανταφυλλο
ενα πουλι κοιμαται
στον ανθεστηρα των δεντρων
μια λεξη,η θαλασσα,ο ηλιος
ζεστος,στην αμμο το μεσημερι σε ρουφουσε ο χρονος,
ενα κοχυλι στα χερια,
στο καθρεφτη,το δωματιο,τα λουλουδια
στο τραπεζι,κοκκινα και ασπρα τριανταφυλλα,
στο παραθυρο το φως κοιτουσε.
η φωνη,συμφωνα και φωνηεντα κοκκινες
παπαρουνες,φυσουσε ελαφρο αερακι,η φωνη
το προσωπο,ενας κηπος
κοιμομαστε κι η θαλασσα μας ξυπναει
μεσα στον χρωματιστο βομβο των μελισσων
στη παραλια η ηλιοκαμενη αιωρηση του Χρονου
οι μερες δοχεια κιτρινου φωτος
η αρχαια εικονα ο κυκλος του ηλιου
βρηκαμε το αγαλμα της γυναικας διπλα στο αγαλμα του αντρα
στα προτυπο της αρχαικης κουρης και του κουρου
αναμεσα στις συκιες στα πευκα και στις ελιες
το κυματισμα των πουλιων το ασπρο βελος του χρονου
ο ηλιος ψηλα γυρναει και μας θερμαινει
ο ανεμος επιμενει να βυζαινει θαλασσινο νερο
μεσα σ'ενα προσωκρατικο περιβαλλον τα πρωτα αναγκαια
ταυτοχρονα το κυπαρισσι με τις ελιες ανεβαινουν στο στηθος του στρειδιου
καθαροτητα και το ιδιο τις αλλες μερες ξημερωνε
στη φαντασια του εικονες ισοδυναμες της απλοτητας
τυλιγμενος στ'αορατα των λεξεων προχωρουσε ο Ελληνας Ηρακλειτος
το γαλαζιο φτερουγισε επιστρεφοντας στην αιωνιοτητα
η μνημη πνεει σαν ανεμος εδω που ο Εμπεδοκλης αγορευει ''Περι το Μη-Αδικειν''
Το Ανοητον Νοητον εγεννηθει
Το Ακαταληπτον Καταληπτον εγεννετο
ενα φυλλο γαλαζιο ο ουρανος
εδω μπορω να δω τ'αλατι π'αφηνει ο ηλιος στα δεντρα
εκτυφλωτικος
την ηληκια των θαυματων
εδω μπορω να βλεπω την ωραιοτητα
φωνη με φωνη ακουστηκαν
πολλη αιωνιοτητα το μελλον
διαφανη λεξη η γαληνη
πληρης συμμετριων ο ανθρωπος
στο σχημα κοχυλιου
ετσι εξηγειτε ο κοσμος
το βλεμμα του ηλιου στο σωμα της περκας
η αντιστροφη φωνη που εχει το φως,
πληρωνω με γαλαζια νομισματα τον χρονο
τον εξατμιζω ν'αφησει το αλατι κοκκο κοκκο
στην ελαχιστη βουτια του καλοκαιριου
ο αστεριας πενταποδος σε πετρωματα χρησμων
κοιλω τα νερα στο εσωτερικο κοχυλιων
μια ιδεα και φτανει ο κοσμος να υπαρξει
ενας Sebastian Bach μας χρειαζεται ν'αρχισουμε τη fuga του μεταφυσικου
που κοιμασαι-σε θαλασσοσπηλια-κοχυλιου
Τι ξερεις-το φως των νερων-το πρωι
Μην ξυπνας-το σπιτι σου ανασαινει -
Μια κινηση-στην ανωση του ηλιου το σωμα
τα τζιτζικια στα δεντρα
''κοιταξτε το ηχηρο σιωπηλο σωμα μου''
καθρεφτιζεται στην εξοχη ρυμοτομια των λεξεων του
η σπονδυλικη στηλη των φωνηεντων και συμφωνων
ο ανθρωπος
στο βιολοντσελο παιζει τη λαμπροτητα πο'χει το φως
το απειρο λυγισμενο σε οξεια γωνια
τα εργαλεια της ανθρωποτητας απο στερεο σιδερο πουλιων
ατρανταχτο ερωτημα που ειναι ο ηλιος
πεφτοντας
στο φως
μεσα στις ανοιχτες παλαμες μας
ιδεα πλατωνικη ο κοσμος
Η αφη της μερας
Η γευση του αερα
Το βημα του Χρονου
καλα ξερω να μιλω τα ελληνικα
τι ειναι οι λεξεις
το περιγραμμα του προσωπου
οβαλ
βαζο με χρυσανθεμα-πινακας βαν Γκογκ
το δαχτυλο προεκταση της ερωτησης
τι ειναι;
[στο δωματιο η μοναξια κοιμαται]
[ξημερωμα]ηχοι στη θαλασσα
[ν'ακουω τις λεξεις ν'αναπνεουν]
τι ειναι;
ο χρονος
τα δεντρα φυτρωνουν πρασινα
οι ελικες του αερα
[μεσημερι και τα συκα φουσκωνουν]
[η φωνη μας]ακουστηκε
[''εδω ειμαστε'']
τι ειναι;
οι λεξεις
κοιταξαμε-μας τυφλωνε ο λαμπερος ηλιος
η αγριοσυκια
και πιο κατω τα κιτρινα σταχια
και πιο περα η ασπιδα της θαλασσας
''να εκει''
ωραια μεθυστικα μυριζαν στο βαζο τα λουλουδια
στα χωραφια ο ηλιος κοκκινιζε τις παπαρουνες
λαμπρο φως και καθαρη ατμοσφαιρα
στο συρμα απλωμενα τ'ασπρα σεντονια λιαζονταν
στο ραδιοφωνο ενα capricio του Σοπεν
η σαλα στολισμενη
αναβει μια-μια τις λεξεις
L.v.Beethoven - Cello Sonata in F, Op.5, No.1 - 1.Adagio sostenuto-2.Allegro.
η σιωπη του νερου
ο μυστικος υπνος των νουφαρων
η διαφανη γαληνη των συμφωνων και φωνηεντων
που ανταλλαξαμε
τι ειναι η ευτυχια;
λογια απαλλαγμενα απο το βαρος τους
κι ο αερας ειναι γεματος απο ανθη της αμυγδαλιας
τι νοημα εχει το γελιο αν δεν προοριζεται για εναν ανθρωπο;
τι ησυχια κραταει το φεγγαρι
τοσο απλη και ομορφη συνδιαλλαγη
και η φωνη στη θαλασσα:''γυρισε''
ειδες το φεγγαρι;
ρωταω:
πρεπει να γνωριζεις το φως
το βελος του
κοιταξε απο το παραθυρο τη θαλασσα ,περα μακρυα,απεραντη
απνοια,τα τζιτζικια στα κλαρια των δεντρων και στους κορμους
η μερα ηταν πολυ ζεστη,μεσημερι,τελος Ιουλιου
με τα διχτυα πιασαμε τη συμμετρια
και συναρμολογησαμε τις Ιδεες μας
σε ελικοειδεις κινησεις το φως
κατεγραψε τον Χρονο
πανω στα κεντητα των κοχυλιων
αμμος οι λεξεις μου
θαλασσα
απειροτητα ελαχιστη ο ανθρωπος
ηχος
το περασμα του λιθρινιου
ακου
το γυρισμα των νερων
παλι το φως
φως
ο Χρονος Χρονος
μετραει με τα δαχτυλα
αμμο την αμμο
παλι
παλιρροια
αναπνεουν τα κοχυλια
συμμετρια
απο το παραθυρο ειδε τη θαλασσα πρωι μια περισπωμενη στον καθρεφτη
οι βαρκες τα φυκια στα διχτυα τα δεντρα κολυμπουν σε τοιχογραφιες
τα δελφινια με τις λεξεις μας αραζουμε σε παραλια ενας χτυπος το νερο
σκαει στον υπνο της περκας κυλαει ο φιλοσοφος Ηρακλειτος αρρητα
ρεω ρει ερρεε ποση θεα ο κοσμος μου ο κοσμος σας ενα ειργω ελληνικο
ο ανθρωπος
''να σωσω τουλαχιστον κατι,εστω και το ελαχιστο''
ειδε πολλα βοτσαλα στη παραλια
τα ματια τους στο φθαρτο δεν κουραστηκε
στο χερι μου το ξυπνημα της θαλασσας
και το κρινακι λευκοτατο πνεει τον υπνο των βραχων
με τα υπαρχοντα των πουλιων φυτεψαμε πρασινα δεντρα
το πνευμα της πεταλουδας σιμα στ'αγριολουλουδα
το αρχαικο μειδιαμα των νερων
τη νυχτα στα πληκτρα τ'ουρανου χτενιστηκε η σεληνη
απο ευστροφο πηλο τα σωματα μας
και αγγελος με ψηφιδωτο δελφινι φωτογραφιζεται
ακουσε να λεει:Ειμαι μια ευθεια ακρογυαλια ακονισμενη στο κυμα
ειπε:το κοχυλι ιδιωματικη συλλαβη απο χρωμα γαλαζιο
ειναι τα λογια σου η υπαρξη σου
τη νυχτα τυλιχτηκε η σεληνη στα μαλλια σου
την αυγη στον ουρανο κολυμπουσαν γαλαζια ψαρια
η εννοια της αγαπης ειναι η χαρα
''οι πιο ομορφες στιγμες της ζωης της''
η θαλασσινη αυρα παρασερνε τα φυκια προς το φεγγαρι
την απαλοτητα στα χρωματα την αγγιξαμε σημερα στα δεντρα
ευτυχισμενα τα πλασματα που .ονειρευτηκαν στον ισκιο της τριανταφυλλιας
ευτυχισμενη η στιγμη της συγκομιδης στα δεντρα
ευτυχισμενη η ωρα της διαφανειας των αισθητων
ξεφυγε η σκεψη μου στα εσχατα της αληθειας
επεστρεψε η μελισσα κι αποτυπωσε στο μελι το ταξιδι της
θαυμασιο οραμα το βουητο της
η ωραιοτητα των αφθαρτων τον καθηλωσε
κοιταξε τα κοχυλια στο φως της σεληνης στην αμετρητη αμμο
η ιδεα του Χρονου
ενα δεντρο αντανακλα τη γυμνοτητα του νερου στους κυκλους του κορμου του
με το βαθυ βλεμμα και τη ψυχη τους η σπειροειδης εξελιξη του σωματος τους
''και η ψυχη τους;'' εφταχορδη λυρα
''να σωσω τουλαχιστον κατι,εστω και το ελαχιστο''
δεν εχω να παω παρα τριγυρω απο αυτο το''αποσπασμα''
κι απο αυτη την ''ιδεα'
αγγιζω το γαλαζιο
το σηκωνω στα χερια μου
βαφω τους τοιχους
το μεσα μου
και τον ουρανο
βλεμμα γαλαζιο των λεξεων μου
θαλασσα
ο γλαρος
μια τεθλασμενη γραμμη
στο ονειρο της.
το νερο του φωτος αντηχειο
οι λευκες περισπωμενες των κυματων
το ακρωτηρι στη πλατη των ψαριων
δες
βαρκακι τον ηλιο ταξιδευει
στη βαθεια ησυχια του αστερια
ακου
που το φως ηρεμο προχωρα;
ποσο γαλαζιο γευματιζει ο Χρονος;
πως το νερο στα βραχια επιστρεφει;.
Θα νικησει η συμμετρια
Ασπρα υγρα χαλικια
Λαμπερο χρυσο ακρογυαλι
Αναπνεει το κοχυλι ελικες νερων
Σπαροι δισυλλαβες λεξεις
Στιξη γαλαζιου η διαφανεια
Αντιφωνο του καθαρου
πρωινο
και ξυπνησαμε
με γαλαζιες φτερουγες στις πλατες
να πεταξουμε
πουλια τ'ουρανου
η'
ψαρια της θαλασσας
να κολυμπησουμε
η θαλασσα κατω απ'τη πιεση του ηλιου επιπεδη.
καθρεφτης αεικινητων γλαρων.και γαλαζιας ακινησιας ουρανου.
στις αδειες καρεκλες φανταστηκε τα σχηματα των.ανθρωπων.
μια συνομιλια που τελειωσε.μια λεξη που δεν ειπωθηκε.και αναβληθηκε.
μια σιωπη εκκοφαντικη.το παιδι που ρωτουσε κι επαιρνε ασαφεις απαντησεις.
η γυναικα που χαμογελασε.κι υστερα αινιγματικα κλειστηκε στη σιωπη της.
το γελιο που ξεσπασε αναιτιο.ενα αγγιγμα.του δεξιου χεριου στον.αριστερο ωμο.
στιγμιαια αιωρηση της αιωνιοτητας.ο εγκλειστος χρονος της αβεβαιοτητας.
η λαμπερη μερα.η ζεστη ατμοσφαιρα.οι σκιες των ανθρωπων που ηταν εδω
πριν λιγη ωρα και τωρα δεν ειναι..το βλεμμα του ολογυρα.τι ειναι το βλεμμα.
που βλεπει.προς τα που.και τι .το παρελθον στο παρον.η' το παρον στο μελλον.
η' το παρελθον στο μελλον.δυαδικες σχεσεις υπαρξης η' μη υπαρξης.
πριν.αργοτερα.τωρα.κανενας.καποιος.κανενας.προχωροντας η ωρα
η θαλασσα δυει στον ηλιο.οι γλαροι συνεχιζουν να μεταφερνουν ασπρη λαμψη.
χρωματιζονται οι απεναντι λοφοι μ' αγριελιες και θαμνους.η φωνη
της βαρκας ξυπνα τα ψαρια απ'τον ησυχο ηρεμο υπνο τους.την ιδια ακριβως
ωρα ειδε ανθρωπους να πλησιαζουν και ν'απομακρυνονται.μαγνητικα πεδια.
δοχεια λεξεων που αδειαζουν και παλι γεμιζουν.γιατι μιλαω.ποιος ακουει.
και τι απαντα.και κυριως τι ρωταει.και τι τον ρωταω.εγω.κανενας δεν ειμαι.
εσυ κανενας δεν εισαι.επινοηση η' πραγματικοτητα.βλεπει γυρω του
την πραγματικοτητα.τις ιδεες της πραγματικοτητας.στον καθρεφτη της θσλασσας
οι ανθρωποι .τα ειδωλα τους.οι φωνες οι χειρονομιες τους.η ελαχιστη συνομιλια τους.
η ενωση και ο χωρισμος τους.η επ'απειρον συνευρεση τους.μια στιγμη.τα παντα.
φυτα σε Antonio Vivaldi for oboe andante πρασινη βλαστηση
Αληθεια τι θα κανουμε στο παραδεισο της Γλωσσας μας
ειμαστε το εργαλειο των ονειρων μας
''με το γαλαζιο να ποτισεις τις γλαστρες'' τον ακουσε
η θαλασσα του εντυπωνε την ιδεα της ωραιοτητος
τα πουλια πως σκεφτονται το φως τα κυριευει
κι εμεις εχουμε το φως κρυμμενο στις λεξεις μας
κοιταξα τη διαφανη μερα
χορευτικα ξαπλωθηκε η θαλασσα στ'αγγιγματα του ανεμου
να λεω την Αληθεια,θ'ακουσεις
οι αμυγδαλιες μ'ανθη θα νικησουν το σκοταδι
εκει απεναντι το γαλαζιο, λιτο και ελαχιστο
να δουμε το φως ,αγνοωντας το περιττο
Να λετε την Αληθεια , εχει Ενδιαφερον
το εναρμονιο μερος των λεξεων , και οι γραμμες των ηχων με φως στις ακρες
κι ενας ηχος διαφανος αφησε στο γαλαζιο το νοημα του .
εγραψα:Αισθανομαι,αρα Ευτυχω
το μετρο ενος ανθρωπου ειναι ο ανθρωπος που σταθηκε καποια στιγμη διπλα του
ο Ανθρωπος περιεχει τις Λεξεις του
μεσημερι,η αιωρηση του κιτρινου στη λεμονια
αυθορμητα ρωτησε που κατασκηνωνουν τα γιουλια τετοια εποχη
το δαχτυλο απεκτησε το σχημα του δειχνοντας
μπορει να βλεπει την ωραιοτητα
η ανασα των κοχυλιων
το ωμεγα των κρινων
και το τανγκο των πουλιων
απο λεξη σε λεξη η σιωπη κι ας ηχει
μια κυρτωμενη αιωρηση το απογευμα
ο ανθρωπος;τρισυλλαβο ον
κατω απο επιφανειες ανθρωπων ζουμε
γυμνα στηθη κρινων ομοια λευκων
πανσεληνος νυχτα ακτινοβολουσα στους ωμους
και στους μοιρους και στη κοιλια
βρεχει και ακουω τις σταλαγματιες σου
βλεπω τα συμφωνα της φωνης σου
η ενατη συμφωνια των ματιων σου
στα χερια σου μενεξεδες πουλια αναπαυονται
ευτυχια η μελισσα γυριζει μελι
ο ωμος σου γλυκο μηλο που δαγκωνω
τα χερια σου αρωματιζουν τον αερα
το χαμογελο ανοιγει το παραθυρο στο γαλαζιο κηπο
τα δαχτυλα σου ανακατευουν μυριστικα ανθη
γλυκεια η φωνουλα της.πως ψιθυριζει.τα λαμδα και τα ρο της.ο κορφος
της μυριστικος κηπος.το κελαρυστο γελιο της πως με τρελενει.λεπτα τα
δαχτυλα των χεριων της .κρινοδαχτυλα.κι η φωνη μου πιανεται σαν μπαινει
μεσα στο δωματιο.εγω την κοιταζω κρυφα και παει η καρδια μου να σπασει
στα στηθη μου.σαν τ'αστρα που χανουν το φως τους γυρω απ'την σεληνη
σαν εκεινη βγαινει ολοφωτη στον σκοτεινο ουρανο κι ολα τα φωτιζει νερα
της θαλασσας μηλιες και δεντρα του κηπου.και το γυμνο ωμο της φωτιζει
αργυρο.''απ'τον ουρανο κατεβηκες,καλη μου;''την ρωταω και ταραζομαι.
τοτε μου γελαει ευτυχισμενη.κάλαν σελάνναν.φάεννον εἶδος
μάλιστα λάμπης.και σηκωνεται.πως περπαταει η φιλη μου σαν περδικα.
θαυμασια βηματιζει ἔρατόν τε βᾶμα.στον καθρεφτη μπροστα πηγαινει και
καθεται.ισοθεη.κἀμάρυχμα λάμπρον ἴδην προσώπω.το φεγγοβολημα του
προσωπου της με μαγνητιζει.ο αρωματικος χειμμαρος των βοστρυχων της.
ο περηφανος ασπρος λαιμος της.τα τριανταφυλλα μαγουλα της.η κομψη
μυτουλα της.πως ολα αυτα τ'αγαπαω.
ἐν στήθεσιν καὶ στρώμναν ἐπὶ μολθάκαν ἀπάλαν...ἐξίης πόθον...
το φως απ' το φεγγαρι κυλουσε στο περιγραμμα των δεντρων
επειτα πηδησε στην αμμο της παραλιας εδειξε λευκο το γυμνο
ωμο κι απο ' κει με εξοχη βουτια βουτηξε στη θαλασσα σπαζοντας
το νερο σε χιλιαδες λαμψεις
Φως
Τα δεντρα με τα σχηματα των πουλιων
Η ανωση του αερα
Το βλεμμα των λεξεων
Το απεριττο
Μια απειρη κινηση προς τον Χρονο
η μερα μας εξαρταται απ'το φως
εξω πανσεληνος λαμπερη
γαληνη αποψε σαν νερο
απεραντη
θα'ρθει η μερα η ωρα να ξημερωσουν οι λεξεις των δεντρων
με τι ρυθμο να συνεχισεις να αναπνεεις το φως
σ'εναν ασπρο καμπο θαλασσας με λεπτομερειες φεγγαριου ονειρευτηκες
ησυχη και γαληνια φωνη απεραντη μεγαλη ελαχιστη ζωη
η ζωη μας
απαλη σκια πουλιου θρυματισε τη σταμνα του ηλιου
απο τις πρασινες αρτηριες των δεντρων
ο ανεμος ακουμπουσε τις ακρες των κυπαρισσιων κι απο κει χαμηλωνοντας
στις ελιες ξεφευγε κι εφθανε στη θαλασσα
ηταν η φυση υπεροχη και η θεα καταπληκτικη στη θαλασσα
περα στα νησια στους γυρω λοφους
ποικιλα χρωματα και καθαρη γαλαζια ατμοσφαιρα
δεντρα κυριως πευκα και ελιες και παπαρουνες ,κοκκινες παπαρουνες παντου
ενα λιγο ο ανθρωπος και συναντα το απειρο
στο κρυσταλλο ενος αλατιου η θαλασσα
η θαλασσα μας
σε θηλυκο σωμα οφειλονται οι εκλειψεις μου
στο δικο σου
Το ειδαμε. δεν ηταν κινημα του νου ηταν η πραγματικοτητα
να χτισεις τη φωνη σου σαν σπιτι να χωρεσω μεσα
με σχηματα θαλασσας με μορφες κηπων και φωνες εγχρωμου αερα
μ'ενα λ ηλιου χρυσο
σε καθε λεμονια στη ριζα της σκαψε να με βρεις
και σε κηπο να διαβεις και να'χει βιολες κι ανθη να μοσχομυριστεις
να'χει και γελαστα νερα να'χει και μηλα στις μηλιες
και με τ'αηδονια τα πουλια να κρυφοκουβεντιασεις
να'χει ποικιλα ανθη
υακινθους και πληθωρα ασπρους κρινους
να σημειωνουν την αθωοτητατα της υπαρξης σου
το ανιδιοτελες το θαυμασιο
και η φωνη σου εναρμονια στην ωραιοτητα
αυτο ακουσθηκε καθαρο και λαμπρο και αιθεριο
ειναι το πεπρωμενο των ανθρωπων η συμμετρια
κι ως ανεμος σηκωσε και πηρε τα σκεπασματα της,εγω,
και την ειδε ροδο αμαραντο ασπρα βοτσαλα τα στηθη της
και ειδα,εγω,αναμεσα στα ποδια μεσα σε πυκνο φυλλωμα αναπνεε δοχειο καλλους
ν'ακουσω
ολοκληρο τ'ονομα σου να προφερεις μ'ολα τα φωνηεντα κι ολα τα συμφωνα σου
καθαρα
ο ανεμος σπρωχνει τα νερα της θαλασσας
και ανθρωπινες φωνες μας ξυπνουν ,οι φωνες μας,
και η μερα γελαστο φως
οι ελιες σε κινηση αριστερα δεξια προς τα πανω προς τα κατω
πουλια
πουλια
πουλια
ο χρονος μας
στη διαφανη αφη ανεμου
ξερουμε πως κανενα νομισμα δεν εξαγοραζει την αληθεια
''ακου τα τζιτζικια''την ακουσα να λεει,με χαμηλη φωνη,ψιθυριστη,
εσυ εσυ εσυ
επειτα σηκωσε το δεξι της χερι και με τον δειχτη διεγραψε τη τροχια ενος γλαρου
εγω
κρυβονταν κι εκει ζουσαν μαζι
''εγω''-''εσυ''
''παντα
ομορφια, η αποδειξη του θεου
ανα φυτο τα ανθη και τα φυλλα
ανα πτηνο τα φτερα και η φωνη
ανα ουρανο το φως
η μερα μας εξαρταται απ'το φως
εγω, το συμμετρικο του εσυ
εσυ,η αθωα δυναμη των λεξεων μου
στα ρουχα του αερα σκεπασθηκαν οι ψυχες να επιστρεψουν
οι ψυχες μας
ανοιξε η μελισσα τη σιωπη του ανθους σου
προφιλ.το μετωπο.η καμπυλη.γραμμη της μυτης.το περιγραμμα των χειλιων.
το κυρτο σαγονι.η διαγωνια του λαιμου.''τα ματια''ακουστηκε η γυναικα''τα
ματια μου δεν τα βλεπεις;''.η αορατη φωνη.το πεπερασμενο.απειρες διχοτο-
μησεις.απειρες προσθεσεις.η φωνη που κινειται.το συναισθημα που αντιστοι-
χει.γυρισε το προσωπο .''στο χωρο υπαρχουμε;''την ακουσε παλι.''η' στο χρονο
υπαρχουμε;''δεν απαντησε.συμφυτος δυισμος.στοιβαζεται χωρος στον χρονο.
και χρονος στο χωρο.βεβαιοτητα.αοριστια.γυρισε το προσωπο προς το μερος
του.''ειναι μεσημερι''της ειπε.''βλεπω το φως''.βλεπω το φως σημαινει αισθα-
νομαι.ποση ωρα τον κοιτουσε;μια μικρη στιγμη,ελαχιστη.μια αιωνιοτητα.περι-
εργαστηκε εκεινο το προσωπο.''εκεινη τη μερα,θυμαμαι''.μιλησε για κεινη.
''θυμαμαι,τη μερα εκεινη''μιλησε για κεινον.ακουγε.ακουγανε.θυμαμαι σημαινει ξαναζω.επιθυμω.επεστρεψε το προσωπο σε προφιλ.η ιδια περιγραφη.αεικινητη
εντυπωση.''σε ειδα για πρωτη φορα''την ακουσε.περιμενε.συνεχισε.''σε ειδα πρωτη
φορα''.εκλεισε τη φωνη της σε κυκλο.την κοιτουσε.διαφανη.ωρα την κοιτουσε.
''βλεπεις τα ματια μου;''την ακουσε παλι.''τα ματια μου που σε κοιτανε''.τα ματια
που κοιτανε.κοιτανε.ο ενας τον αλλον.γυρισε και τον κοιταξε.''το ιδιο ποσες φορες;''.ρωτησε.ρωτησε.δεν απαντησε.εκλεισε τα ματια για να δει καλυτερα.ψιθυ-
ρισε.δεν ακουσε.αισθανθηκε.παλι το προσωπο προφιλ.''το γνωριζεις;''ρωτησε.
''το γνωριζω''απαντησε.
το τριανταφυλλο που με ξυπναει
το ματι που κολυμπαει στο ματι
τα δαχτυλα που κρατουν το μηλο
τα βηματα που χαραζονται στην αμμο
η ισορροπια του λευκου
το αεροθουμενο του πουλιου
το ευλυγιστο των χειλιων
η λεξη της συμμετριας
πληρες αρωματων
ευηχο βλεμματος
αναπνοη κρινων
φλογα φωνης
διαφανο
απαλο
ανθος
πνοη
ησυχο
γυμνο
νερο
φως
ακουω Johann.Sebastian Bach νερα
ν'ανεβαινουν στα βιολοντσελα των δεντρων
και τα γεωμετρικα μοτιβα σχηματιζουν το προσωπο του
το αινιγμα του ατελειωτου λαβυρινθου που'ναι το λεμονι
και δυο πορτοκαλια στο σχημα ενος δεντρου
ακουσε το παιδι πως προχωραει κυλωντας τα ερωτηματα
ειδε τη λευκοτητα να ανατελει ,
κι υστερα ακολουθησε ενα πληθος γλαρων
το φως μια μεγαλη εκρηξη πολυχρωμων κυβων
εγραψε:''το Τετραγωνο η Ουτοπια του Πολυγωνου''
σε απταιστα ελληνικα
προεκταση κηπου στη θαλασσα
η φωνη του βλεματος
συμμετρια λεξεων
απειρη αιωρηση σωματος
κι αυτο το δεντρο στην υπερβολικη γεωμετρια
κυκλος αμφιβληστροειδης
τα νερα του Χρονου διαφανα
ανεβηκαμε στα πουλια
το φως αρτιος αριθμος
η γλωσσα της ανθοφοριας της Ανοιξης
και το διχτυ των αποσιωπητικων των φυλλων
και η σιωπη των λωτων
γαλαζιο αμετρο καλλος
αλατι γυμνο ποιηση
ηρεμουσε το λαδι της σεληνης
ενα κανονικο στερεο φως
ισορροπει το λευκο σεντονι του αερα
οι λεξεις ελληνικες
η σκηνη της θαλασσας και αμφιθεατρικα
οι λοφοι
σαν πελωρια φωκια το βουνο,βαρκα
στη σκηνογραφια γαλαζια τα παραθυρα
κομματια κοκκινο στις γλαστρες,τα τριανταφυλλα
το κιτρινο φωτιζει τον καθρεφτη
ισκιος αχινου στο λουτρο της πεστροφας
στρειδι η κοιλια της αγαπης μου
στις ραχες δελφινιων φωτεινοι
ασυμμετροι αστεριες
η γλωσσα της θαλασσας ειναι τα κυματα της
τα δοντια της λευκα
στο ιωδιο παιζει τα πλοκαμια το χταποδι
η αμμος μετραει αριθμους του Χρονου
το στιλετο της σαρδελας,αμμουδια με πευκα
κυπαρισσια,λιοφυτα,κηποι με αμυγδαλιες πιο πανω
αντιστροφα στον εμφυλιο των Ιδεων χταποδι στο βραχο
ζωη,σε μεγαλες ποσοτητες ψαριων
πυροφανι σεληνης η σκεψη
σχημα πετραλιθρας καταπινει την παλιρροια
το αντιστροφο της αντανακλασης των νερων
ειναι η βαρκα,η αρμυρη ονομασια της πατριδας μου
επιστρεφει Καρυατιδα ομορφη
θα ερθει το φεγγαρι στα νερα
κοκκινο
τα φυλλα στο σωμα της
παραμερισε το χερι τυφλωθηκε
απο την ηβη της,οριο θαλασσας η
μπαλα του κοριτσιου,το σωμα του
κρεμαστηκε στον καθρεφτη της
ενδοξο υπεροχο ειδωλο
του ανθεστεριωνα της χαρταετος
νοτισθηκαν οι ηχοι της φωνης
στην αρμυρη πλευρα του ερωδιου
καποτε λογαριαζω το φως
με τμηματα κηπων
ρομβων ορθογωνιων
σεληνης απαλο διαλυμα
ενα κομματι θαλασσας στον καθρεφτη και διαγωνια τοπιο με νερα
ο χρονος της χλοης διακλαδιζεται σε ακρωτηρια
που σαν δαχτυλα ανοιγουν και κλεινουν
να περασει διαυγες το νερο σε συμμετρικα κοχυλια
αιτηματα Ελευθεριας και Καλλους
η ατελειωτη συμμετρια των συλλαβων
καθως το κυμα σε λα ματζορε περιβρεχει τα κοχυλια
η πρασινη χλοη των Ιδεων λευκη ατμομηχανη γλαρων
υπερανω των υπερων των λοφων
ελαχιστα συννεφα
τονισμενα στο μετρο του ηλιου
ενω τ'ανθισμενα νησια στο βαζο
των ορμων
στην οχταηχην παλιρροια του χταποδιου
αναδευουν οι βαρκες
το φως
ετερομορφος Χρονος γαληνης
στα γαλαζια σεντονια στεγνωνει ο ηλιος
την ατελειωτη συμμετρια των φωνων μας
οι κρινοι τ'ουρανου οι γλαροι
κι ελικες των νερων στα δεντρα
το φως
αναδυθηκε
φως
η διαφανη χλοη των φωνηεντων
κι οι γεωμετρικες ελιες των συμφωνων
το φως
λουσθηκε
φως
η λευκοτητα του Χρονου το Απειρο
κι η αμμος οι στημονες των βηματων
το φως
μοιρασθηκε
φως
διαφανεια αρρητου αριθμου θαλασσινών ηχων περκας
πεντατονικη βλαστηση κυβων νερου αιωρηση γαλαζιου αερα
εγχρωμη διαστολη συμμετριας απεραντο τοπιο αστερια
πλανοδιας γαληνης ελαχιστη αντιστροφή ουρανου
η αμειωτη ανωση του ηλιου ανεβαζει τα πρασινα φυλλα των δεντρων
ξυπνησαν με σωματα περιστεριων ασπρα στο καθρεφτη ο ουρανος
μια λεξη αποσταση το διαφανο χωρισαν τα χρωματα συμφωνα
με τις πραξεις τους το χερι ξεφυλλιζει το χρονο αδειαζει το απειρο
σε ενα ποτηρι ποτιζει τα πουλια στο κιτρινο δωματιο ενα παιδι
καρφωνει δεντρα στους τοιχους ριχνωντας ζαρια υπολογιζει
τα περιγραμματα των λοφων με πετρες θεμελιωνει το κυλισμα
του νερου στα κρυσταλλα του ελαχιστου πανω σε ενα χαλκινο
ποδηλατο στο αρχαιο θεατρο υποκρινεται τον Οιδιποδα οι θεατες
με κεφαλια ασπρων περιστεριων χειροκροτουν η θαλασσα ξυπνησε
τους γλαρους σε κηπους ιδεων ο ανθρωπος μετραει ποσες λεξεις
αποσταση η ποιηση
πηραμε το Φως και προχωρησαμε
στοιβαζοντας γαλαζιο μερες ανοιχτηκαμε
η φωνη
η φωνη σου ακουστηκε
ακουσα το νερο να περπαταει στα χαλικια
στην ακτη το κυλισμα της θαλασσας φορτωθηκε φωνες
τουτη, ακριβως,η εικονα ορμησε να σε βρει
ενα πουλι ενα φτερουγισμα
ενα ραγισμα ουρανου
ενα κυματισμα ενα τρικυμισμα
στον αερα
λοφοι και σπιτια μεχρι τις αντηχησεις των νερων
μεχρι τον ουρανο ο αργαλειος των δεντρων
στο γαλαζιο της εδω,υψωθηκε η θαλασσα
τα δεντρα ταιριαζουν στα χερια σου,ανοιγοντας τη χουφτα γεμιζουν πουλια .
Και τι επιθυμεις; Και τι μου ζητας για να ευτυχισεις για παντα;
Την παρουσια σου,απαντησε
Ειδε ενα περιστερι ανεβασμενο σ'ενα συννεφο
να ριχνει κατω λευκα κομματια ασβεστη
Ακουστηκε παλι η φωνη
''Κοιταξε το πουλι στον ουρανο
ανοιγει πορτες και παραθυρα''
και το κρινακι λευκοτατο ανασαινει τον υπνο του στους βραχους,σκεφτηκε
η πεταλουδα σχεδιασε τη μερα της στα ανθη
με τα φτερα των πουλιων αποκτουμε την ιδεα της ανυψωσης
στο χορταρι αναμεσα στις πετρες πνεει την υπαρξη του ο κοσμος
ποση απο τη συμμετρια της μαργαριτας αγγιζει τον αερα
το φως που ελαμψε το ορυκτο της μερας
Μπορει να βλεπει την Ωραιοτητα
η ανωση των ψαριων χαραζεται στον ρυθμο των κυματων
πουλια ανεβαζουν με σκαλες λοφων τη θαλασσα
τοσα πολλα σχηματα φυλλων και τοσα ειδη φυτων στο φως.
η Υπαρξη
και με τη γλωσσα του ειπε:''.ενα νευμα η ευτυχια''
ενα σημειο προσθετωντας, απο Εδω η Αιωνιοτητα
εχτισα το σπιτι μας
να'ναι κοκκινο στ'ανεβασμα του ηλιου
να'ναι πορτοκαλι στο κατεβασμα του ηλιου
να'ναι το σπιτι μας σε γαλαζια περιγιαλια
με κηπο ολογυρα φυτα και δεντρα
να'ναι με ηχους πουλιων
να'ναι στο φως
εχτισα το σπιτι μας
να κοιμηθουμε κλεισμενοι στα ροδα
πανω στ'ανοιχτο πελαγο με μικρες βαρκουλες αυλακωνουμε το ταξιδι μας
παφλασμοι κυματων και αερα στροβιλισμοι
τρεις ωρες αιωνιοτητα κι ενα τεταρτο η ευτυχια
βοτσαλα ηλιου ταξιδευουν μαζι μας
λαμπρα ηλιοτροπια τα προσωπα μας
Ποιο παιδι ταξιδευει μαζι μας και μεγαλωνει;
ενα ροδο και δυο μαργαριτες κιτρινες αθροιζουν το απειρο
κοχυλι εκλεισε τη θαλασσα και τη χυνει γαληνια στην αιωνιοτητα
με τοση ευνοια της Ανοιξης να περηφανευομαστε
και σε σενα απευθυνουμαι:
''Με τι ρυθμο να συνεχισεις να αναπνεεις το φως''
και τοτε θα καθισω μαζι σου
να φαμε τα συμφωνα μας
στις ελιες το φως χτενιζει τα μαλλια της μερας
στην επιφανεια του κρινου χαραζει η μερα λευκη
η μορφη σου
ενα πληρες αιωνιοτητας
τεραστιο
Καθενας αναλογα με την Αληθεια του
Εγω εντολοδοχος λουλουδιων διαιρω το λεξιλογιο μου
σε μονοκοτυληδωνα και δικοτυληδωνα
μνημη της παπαρουνας το Κοκκινο
υποσημειωση νερου η περκα
τα πουλια κυματισμα πτησεων τ' ουρανου
να πληρωθει το Χρωμα κατα την Αξια του
με τον ηχο των λεξεων και τον ρυθμο μοιρασε το φως
κρεμασε στα δεντρα το φως του νερου
οικοδομηματα χρωματων ομοιοκαταληκτα
Με Υλη το Φως οι Λεξεις μου
κοντα μια στιγμη μια ελαχιστη στιγμη στο απειρο
ειμαστε
.
.
.
.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-ΣΥΝ/ΤΜΗΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑΣ-Travelling Into Athens-
Στην Αθηνα-[Η ΚΒΑΝΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ]-
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.
Αθηνα-Athens-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης
[πολλες φωτογραφιες της Αθηνας στο facebook μου]
[Η ΚΒΑΝΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ]-χ.ν.κουβελης
εκφραζομαστε μ'αυτο που ειμαστε
κι εκφραζομενοι μ'αυτο τον τροπο συνεχως γινομαστε
.
Travelling Into Athens[Δεκεμβριος 2002]Στην Αθηνα
-σκηνοθεσια χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-music Steve Reich Piano Phase
.
.
.
ΣΥΝ/ΤΜΗΣΕΙΣ ΑΘΗΝΑΣ-χ.ν.κουβελης
[αποσπασματα
ΑΘΗΝΑ , ... και η Νυχτα κυλουσε-χ.ν.κουβελης
πως αναπτυσεται τη Νυχτα η πολη , τι λειπει και τι περισσευει , τι κρυβεται
και τι φανερωνεται,ποια μοναξια και ποια ερημια ανθρωπων συνανταμαι
[η' μας αποφευγει], ποιοι ηχοι και ποιες φωνες την στοιχειωνουν , πως βα-
φεται σαν κοκκετα μοντερνα [ η ' παλια ], πως διαμαρτυρεται βωβα η' φωναχτα ,
η αισθητικη της πολης και η αντιαισθητικη της , το παλιμψηστο της Ιστοριας ,
η Μνημη [ προσωπικη και γενικη ], η γωνια του δρομου , το πισω μερος του κτι-
ριου , η απουσια[η' αναστολη ]της εργασιας , οι αφισες τα Graffiti τα συνθηματα ,
να δεις τι κρυβεται πισω απο το λαμπερο υφασμα της μερας ,ο ανθρωπος που
κοιμαται και τον νανουριζει τρυφερα ο χορος των μοντελων της βιτρινας σαν σε
αρχαια τραγωδια, το σκυλι που περναει στη νυχτα τα κρυφα ονειρα του , ο πυρο-
βολισμος που εσχισε το ευαισθητο δερμα της πολης και δεν ειδαμε το θυμα του ,
μονο το υποψιαστηκαμε,...
...και η Νυχτα κυλουσε , σαν Εμας Πολλαπλη Πολη
.
.
ΑΘΗΝΑ.Αποπειρα Αφηγησης-χ.ν.κουβελης
Ζουσε σ'ενα διαμερισμα στα Κατω Πετραλωνα,καθε μερα πηγαινε για πολλα
χρονια στο κεντρο της πολης,στην Ομονοια,γυρω-γυρω,στην Πανεπιστημιου,
στα Χαυτεια,στην πλατεια Λαυριου,στη Σταδιου,στην Κοραη,στην Κλαυθμωνος,
στου Καουφμαν,στη Πλατεια Καρυτση,στο Συνταγμα,στη Πλακα,στην Κυδαθη-
ναιων,στην Ανδριανου,στην Πανδροσου,στην Ηφαιστου,στην Μητροπολεως,
στην Ερμου,στην Αιολου,στην Περικλεους,στην Αθηνας,στη Βαρβακειο Αγορα,
στην Πλατεια Κοτζια,στην Πειραιως,στην Αγιου Κωνσταντινου,στο Εθνικο Θεα-
τρο,στην Πλατεια Καραισκακη,στη Βαθης,στη Γ' Σεπτεμβριου,στην Πατησιων,στα
Εξαρχεια,στη Πλατεια Καννιγγος,στην Ακαδημιας,στη Σολωνος,στη Σινα,η ροη
της Ιστοριας τον τυλιγε και τον κουβαλουσε,στην αλλη Ελλαδα η Ιστορια βου-
λιαζε ,στο τελμα στην αδιαφορια,πολλαπλα κοματια συγχρονης πραγματικοτητας
εν-δυο στα βηματα του,το παιδι που προλαβε να δει καταλαβαινε και δεν κατα-
λαβαινε,η γυναικα που εστριψε στη γωνια του δρομου και χαθηκε,και ποτε δεν την
ξαναειδε,μεσα στους αλλους ενας αλλος,στοματα που δεν ανοιξαν να του φωνα-
ξουν,να του μιλησουν,αυτια να τον ακουσουν,χερια που δεν απλωσαν [και δεν
απλωσε]να χαιρετισουν,ματια που δεν ειδαν ,τιποτα,πισω απο την ομιχλη της ανω-
νυμιας,και ποιος ζει και ποιος δρα,και δεν το ξερεις,και δεν το μαθαινεις
δεν το αντιλαμβανεσαι αμεσα,χωρις το ενδιαμεσο των εφημεριδων και της τηλεο-
ρασης,εκει στην Αιολου σ'ενα παγκακι καθεται μια γυναικα,σακουλες ψωνια,και
διπλα αριστερα το παιδι της ,γυρω στα 7 χρονια,τρωει μια τυροπιτα,οταν την
τελειωνει σηκωνονται και κατηφοριζουν το δρομο,στο βαθος της προοπτικης
η Ακροπολη δειχνει αχνη αδιαφορη υπεροπτικη σκια στην εκτυφλωτικη διαφα-
νεια της μερας,αλλοι ανηφοριζουν την Ερμου προς το Συνταγμα ,μια αδεια λεξη
κενη,τι ειναι ο ανθρωπος που κατανταει αγοων,ποιος αλλος περασε διπλα του ;
τι ειναι και τι σκεφτεται;καπνος που διαλυθηκε σε public opinions,ενα ζεστο σω-
μα που παλλεται και αναπνεει ,σε καταναλωτικο χυλο αδιαφοριας πνιγεται ,βυ-
θιζεται,στην Ερμου καθε ανθρωπος και το κινητο του,το φαναρι του Διογενη ,
΄΄ψαχνω εναν ανθρωπο'',να μια ιδεα για μια διαφημιση καποιας κινητης τηλε-
φωνιας [του πλησιον οντος],ενα σκυλι ξαπλωμενο στο πεζοδρομιο γωνια Αθηνας
και Ερμου αδιαφορο απομακρο το διαγραφουν το ποδοπατουν σκιες πηγαινο-
ερχομενων ανθρωπων,ενα ερμαιο ζωης,που δεν χανεται εκει που επικρατησαν
οι ανθρωποι,οσο και ν' απομακρυνεται στη κλιμακα και να ελαφραινει στο βαρος
της ζωης και να μην λογαριαζεται,εδω που λογαριαζοντας καθημερινα με μηδε-
νικα αθροιζουμε αριθμους μη-υπαρξης,τουλαχιστον ας μας θυμιζει το γαυγισμα,
κατι ειναι κι αυτο,και ειναι η πολη ενα ζωντανο σωμα που αλλαζει συνεχως,
ειναι και δεν ειναι,εκεινο το μαγαζι στο 12 της Σολωνος δεν ειναι,εκλεισε,αλλαξαν
στην Κλαυθμωνος την πλακοστρωση,το μαγαζακι στη Πλατεια Καρυτση που επερ-
νε πιτσα εκλεισε κι αυτο,στον Παρνασσο ειχε δει μια εκθεση ζωγραφικης με εξω-
φυλλα δισκων του Καζαντζιδη,ποτε ο ανθρωπος που περνα στη Σταδιου η' στη
Χρηστου Λαδα η' στην Ερμου δεν ειναι ο ιδιος ,οπως το νερο του Ηρακλειτου,κι
ειναι θαυμα κι ανεξηγητο,ευτυχια να γινεται να σε γνωριζω και να σε φερνω στο
καφενεδακι της Αιολου να σε κερασω καφε η' στη Πανεπιστημιου κοντα στο Ρεξ
να σε κατεβαζω στο ημιυπογειο για λουκουμαδες,κατεβαινω τη Σολωνος/ανεβαι-
νεις την Ακαδημιας,μια παροδος 20-30 μετρα μας χωριζει,μια γεφυρα,ενα κλικ αρι-
στερα-αριστερα και συναντηθηκαμε,ισως και οχι,να μην ειναι ο χρονος και η τυχη
μας,με απειρα ασυμπτωτα και με ελαχιστες συμπτωσεις προχωρα η ζωη μας,το
πριν και το μετα του τωρα ,το εκειθε και το δωθε του εδω,ομως η Ιστορια συμβαι-
νει,και τι ζηταει μια Μεγαλη Βρεττανια σιο Συνταγμα;τωρα ειναι[και ταυτοχρονα
δεν ειναι] καιρος για ολα,και για τιποτα,στη Παλια Βουλη ενδοξος καββαλαρης σε
μας τους χορτασμενους απο συμβολα και παραχαραξεις ιδεων κατι μας δειχνει,
καπου,και ποιος τυφλος να δει;οταν τοσα χρονια[και προσφατα μαλιστα] τα πα-
ντα ειδαμε,κι ειναι δρομοι που αγαπουσε πιο πολυ απ'τους αλλους,τη Σταδιου,
απο την Ομονοια στο Συνταγμα και αντιστροφα,απο το Συνταγμα στην Ομονοια,
την Αθηνας,τα φυστικια που αγορασε εκει,το ροκ δισκαδικο στο υπογειο διπλα
απ'το Δημαρχειο,τις γυναικες που χαζεψε στην Αιολου και στην Ερμου,τους δι-
σκους τζαζ ,ροκ και μπλουζ που αγορασε στην Ηφαιστου στο Μοναστηρακι,και
ακουσε τον Ηλεκτρικο απο την Στοα του Ατταλου να σφυριζει την επαρση της
Ακροπολης πιο πανω,γυριζε τα παλαιοπωλεια,διαλεγε βιβλια περιοδικα,1 ευρω
10 Ρομαντσα,στην Αθηνας δεν ειναι πια το Ξενοδοχειον ''Η Ζακυνθος'',εκλεισε
η εποχη του περασε ,η κοπελα με τα κοκκινα χειλη και το τσιγαρο στο στομα συν-
ταξιοδοτηθηκε ,ματαια αναζητηση της κιτς αθωοτητας,Πριν Ιντερνετ,απο την Πε-
ρικλεους στην Μητροπολη και στη Πλακα στην Κυδαθηναιων στη πλατεια κα-
μακι σε τουριστριες με σανταλια ,και οι γερμανιδες στο Γκαιτε,πιο πανω οι γαλ-
λιδουλες στο Ινστιτουτο της Σινα,κατεβαινοντας σκαλια κουλτουρας φτανεις στα
Εξαρχεια,στο θερινο σινεμα της Βαλτετσιου ,στην Πλατεια ανθρωποι,να τους τσα-
λαπατησουν το μυαλο και τη σκεψη,στη Πατησιων το Πολυτεχνειο,δεξια στρι-
βωντας το Μουσειο,αριστερα στριβωντας μερικα τετραγωνα πιο κατω το Μινιον,
στριβωντας και στριβωντας δρομους να η Ομονοια πλατζ,γυρω -γυρω
η Πανεπιστημιου,εκει στη Στοα το δισκαδικο,μια ξανθια ωραια γυναικα το ειχε,
πισω απεναντι απο τον Λαμπροπουλο το πορνο-σινεμα,το Μπαγκειον,η Αθηνας,ο
Μεγας Αλεξανδρος,η Πειραιως,το Χοτελ Ομονοια,η Γ'Σεπτεμβριου,το Αττικον
Φροντιστηριον,το Καφενειον 'Το Νεον'',τα σφαιριστηρια,η Στοα με το Σουφλατζιδικο,
πιο κατω η γουβα της Βαθης ,το εστιατοριο του Θεμη,μεσα σε ποσα,απειρα,λεωφορεια,
σε ποσα ταξι,σε ποσα τρολει και σε ποσα αυτοκινητα περασαν ανθρωποι,και πισω
απ'τα τζαμια ειδαν [και πολλες φορες δεν ειδαν]αλλους ανθρωπους να περνουν
στους δρομους,ιδια μ'αυτους ανωνυμοι,χωρις κανενα αποτυπωμα,ομως η πολη
υπαρχει,ειναι πραγματικη ,οπως το χερι σου που πιανει τσιγαρο ν'αναψει,και στους
λαβυρινθους της ζουν ανεπαφοι,κοντινοι και ταυτοχρονα μακρινοι,και η πολη δεν
τελειωνει ουτε αρχιζει σε καποια αφηγηση,ουτε σ'αυτη,κανενας ανθρωπος
δεν εξαντλειται στην ανωνυμια του, ανωνυμια δεν σημαινει ανυπαρξια,αλλα μια
αλλη μορφη υπαρξης,της ελευθεριας,
.
.
Μικρες Ιστοριες της Αθηνας-χ.ν.κουβελης
[1]
.
μεσημερι,τελος Ιουλη,πολυ ζεστη,καυσωνας,στη Σταδιου,
στη παλια Βουλη,μια γυναικα μπροστα μου παραπατα,πεφτει,
στις πλακες,το περιεχομενο της τσαντα της σκορπαει,μεταλικα
νομισματα κυλουν στην ασφαλτο,τρεχουν ανθρωποι να τη
βοηθησουν,μαζευονται γυρω της,''λιποθυμησε,λιγο νερο'',
η γυναικα συνερχεται,''παρακαλω,ανοιξτε να παρει αερα'',
τη σηκωνουν,θελουν να φωναξουν ασθενοφορο,η γυναικα
αρνηται,''ειμαι καλα,δεν εχω τιποτα'',''ενα ταξι'',δυσκολα να
βρεθει ταξι αδειανο τετοια ωρα,''δεν πειραζει μπορω να
περπατησω,θα παρω το τρολει'',τους ευχαριστει,η γυναικα
φευγει προς το Συνταγμα,οι ανθρωποι συνεχιζουν τη
πορεια τους,ακουω μια ηληκιωμενη κυρια να σχολιαζει
σε ενα κυριο που την συνοδευε''ευτυχως που φορουσε
παντελονι,αλλιως ετσι που επεσε με τα ποδια ψηλα αν
φορουσε φουστα θα γινονταν θεαμα''
.
.
Μικρες Ιστοριες της Αθηνας-χ.ν.κουβελης
[2]
.
ωρα πριν το μεσημερι,στα Χαυτεια,Ομονοια,Αιολου και
Σταδιου,στου Λαμπροπουλου,ενας ζητιανος ,απλωμενο
χερι,παρακαλει,πιο περα ενας μουσικος ορθιος παιζει στο
βιολι κλασικη μουσικη,στεκομαι και παρατηρω,δινουν χρηματα
μονο στον ξαπλωμενο ζητιανο,στον μουσικο δεν δινει κανενας,
ισως θεωρουν πως ο ζητιανος εχει πολυ μεγαλυτερη αναγκη,
φαινεται εξαθλιωμενος,πειναει,αυτος χρειαζεται βοηθεια,δεν
σκεφτονται πως μπορει να'ναι απατεωνας,και καποιος επιτη-
δειος να τον εχει εκπαιδευσει και να τον εχει στησει εκει,τον
μουσικο τον θεωρουν μαλλον τεμπελη,παιζει μουσικη,και μαλι-
στα αυτη τη μουσικη,μορφωμενη,καποιος ξεπεσμενος αριστο-
κρατης αστος θα ειναι,δεν τους αγγιζει,
σκεφτομαι να πλησιασω τον μουσικο και να του ριξω επιδεικτικα
μεσα στη θηκη του βιολιου ενα ολοκληρο εικοσαρικο ευρω,να
το δουν,δεν το κανω,οχι απο τσιγκουνια,αλλα για να μην προσβα-
λω τη μουσικη του,δεν αξιζει ενα παλιο-εικοσαρικο αυτο που
ακουω,
τελικα,αποφασιζω και το ριχνω διακριτικα,σαν να ντρεπομαι,
φευγω προς το Συνταγμα,χανομαι μεσα στους ανθρωπους,που
ειναι στο δρομο στη Σταδιου,η μουσικη σιγα -σιγα δεν ακουγεται,
σβηνει,
μεχρι τη πλατεια Κλαυθμωνος μετρησα αλλους εφτα ζητιανους,
και κανεναν μουσικο,
υπερτερει της τεχνης η κοινωνικη εξαθλιωση η' η απατη
.
.
Μικρες Ιστοριες της Αθηνας-χ.ν.κουβελης
[3]
.
στην Ερμου,λιγα μετρα πιο πανω απο την Καπνικαρεα,απο-
γευμα,την περιμενα,σε πεντε λεπτα θα σχολουσε,8 η ωρα,
δουλευε σ'ενα καταστημα γυναικειων ρουχων,καθυστερησε,
βγηκε μετα απο ενα τεταρτο,πηγαμε στην Αιολου σ'ενα καφε,
πιο πανω απο την Αγια Ειρηνη,καθησαμε εξω,ηταν κουρασμε-
νη,τα ποδια της πονουσαν απο την ορθοστασια,παραγγειλα-
με,εγω εσπρεσο κι εκεινη ενα χυμο φρουτων,κοκτειλ μηλο
ροδακινο ροδι,ειχε αρχισει να βραδυαζει,''ειχε δουλεια;''τη
ρωτησα,''το πρωι ειχε λιγη,μετα τις 3 εγινε λιγο περισσοτερη,
μετα τις 6 ελλατωθηκε,μπαινουν,κοιταζουν,ζητουν το ενα το
αλλο,βρισκουν κατι να μην τους αρεσει,το χρωμα,το σχεδιο,
το μεγεθος,το υφασμα,η τιμη,δυσκολα αποφασιζουν ν'αγορα-
σουν,δεν πειθονται,και φευγουν'',σταματησε,''πολλες φορες,
σκεφτομαι,πως χαιρονται που δεν πηραν τιποτα,νιωθουν ικα-
νοποιηση που ξεφυγαν και δεν αγορασαν'',''ενα σοπιν θεραπι
απο την αναποδη'',σχολιασα,γελασε,''ακριβως'',ειπε,''ξεκου-
ραστηκα λιγο'',
σε λιγο θα φευγαμε,ειχε νυχτωσει
.
.
Μικρες Ιστοριες της Αθηνας-χ.ν.κουβελης
[4]
.
στου Ψυρρη,ωρα πριν το μεσημερι,σ'ενα καφε,στη πλατεια Ηρωων,
απεναντι του μια γυναικα,ξεφυλλιζε ενα περιοδικο,μια μπυρα,τσιγαρα,
κινητο,τον κοιταξε,χαμογελασε,σηκωθηκε και καθησε στο τραπεζι της,
παραγγειλε μπυρα,η γυναικα εβγαλε απο τη τσαντα της ενα καθρεφτακι
κι ενα κραγιον,περασε τα χειλη της,''ποσο χρονων εισαι;'',''23'',απαντησε
η κοπελα,πολλες φορες δεν ειναι δυσκολο να πλησιασεις εναν ανθρωπο,
ανοιγουν εσωτερικες πορτες
.
.
ATHENS CoMIX STREET MOVIE-χ.ν.κουβελης
.
Αρχη ταινιας
στη Σταδιου,απο τα Χαυτεια,προς το Συνταγμα,κοντινο πλανο,σε ανθρωπους,
σε στροφη η καμερα 45 μοιρων,ηχος του δρομου,στη πλατεια Κλαυθμωνος
στοπ,κυκλικο παλι κοντιονο πλανο,περιστροφη σε αυξοντα αριθμο διαρ-
κειας,1min,2min,3min,φυσικος ηχος in,συνεχεια της πορειας,τα απεναντι
κτιρια μεχρι τη Παλια Βουλη,φυσικος ηχος out,στον ηχο η φωνη του ποιητη
Μιχαλη Κατσαρου που διαβαζει τα Κατα Σαδδουκαιων και μαγνητοταινια
με ηχους αρχειακου ιστορικου υλικου,στη Παλια Βουλη γκρο πλανο σε
μια γυναικα,2 min,ηχος out σιωπη,απο τη Παλια Βουλη μεχρι το Συνταγμα
κοντινο πλανο στο μεσο του υψους των ανθρωπων,φυσικος ηχος,απο την
Μητροπολεως σταθερο ευρυγωνιο μονοπλανο προς τη Πλατεια Συνταγμα-
τος και τη Βουλη,διαρκεια πλανου 3min,εναλλαγη φυσικου ηχου και ελλειψης
ηχου ανα 20 sec,
Τελος ταινιας
.
.
Παρα-δειγμα Πολης-χ.ν.κουβελης
.
[Τον Οκτωβριο στην Αθηνα στις 15 του μηνα το 2008 στα σκαλια στην πλατειας
Συνταγματος ενας ανθρωπος κοιμαται,μεσημερι.Εκει γυριζεται μια τηλεοπτικη
διαφημιση[ενα τρειλερ ],επαναλαμβανεται πολλες φορες η σκηνη με δυο τι-βι
σταρ κοπελλες,πολλους τεχνικους και ραπερς πισω για φοντο.
Παμε:
οι κοπελες [χτυπουν τα χερια η μια της αλλης,σαν παιδικο παιχνιδι,και λενε μαζυ]:
''Ενα δυο τρια .Μεγκα Σταρ.
Σε λιγο κοντα μας η Ελενη Ραντου''
και ξανα το ιδιο ,και ξανα το ιδιο
κι ο ανθρωπος στην σκαλα συνεχιζει να κοιμαται μεσα στον ζεστο ηλιο του Οκτω-
βριου,με μια πλαστικη σακκουλα περασμενη στο χερι του.Ανθρωποι ανεβαι-
νουν και κατεβαινουν τα σκαλια,περνουν,καποιοι σταματουν για λιγο,κοιτουν
τη σκηνη,οχι τον ανθρωπο, κι υστερα χανονται,απο[προς]τον σταθμο του Μετρο
στο Συνταγμα,απο[προς]το βαθος της Πλατειας απο[προς] την Μητροπολεως
απο[προς]την Ερμου και πανω απο [προς] την Βουλη.
Ολα αυτα περιεχομενα στο Μεγαλο Κειμενο της Πολης,[απο,προς]κυλλουν την
μερα στην Αθηνα με την τζαζ του Γουντι Αλεν.]
.
.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΛΟΓΟΥ
[ στη Πολη ]-χ.ν.κουβελης
.
συχνα εμπενε στα σπιτια με τις κοινες γυναικες με αναμεικτα αισθηματα
ντροπης και επιθυμιας,εκει στις πολυθρονες εβρισκε κι αλλους αντρες
διαφορων ηλικιων,ολοι σιωπηλοι,μερικοι καπνιζαν περιμενοντας τη κοπελ-
λα,εκεινη αφου τελειωνε καποιο πελατη εμφανιζονταν,μ'ενα ημιδιαφα-
νο κομπινεζον,εκανε μια βολτα το σωμα της για επιδειξη και εξαφανιζον-
ταν,η πατρωνα φωναζε τον επομενο,αφου την προπληρωνε,καποιοι ση-
κωνονταν να φυγουν,αν δεν ηταν του γουστο τους η κοπελα,κι αλλοι επει-
δη ειχαν ερθει μονο να δουν,οι υπολοιποι εμειναν και περιμεναν τη σειρα
τους υπομονετικα,εκεινη με βραχνη φωνη απ'τα τσιγαρα και τα ποτα του
ελεγε να ετοιμασθει,και ξαπλωνε στο κρεβατι,το δωματιο βαμενο κοκκινο
ροζ,βαριες κουρτινες στα παραθυρα,αν ειχε,και καποια λαικη εικονα ενος
γυμνου γυναικας κρεμασμενη στον τοιχο,η γυναικα τον περιμενε,οταν τελει-
ωνε καθαριζε τα χερια του στον νεροχυτη,που ειχε εκει μεσα.
.
τ'απογευματα της κυριακης κατεβαινε στο λιμανι,χαζευε τα καραβια,επειτα
ανηφοριζε στην κεντρικη πλατεια με το Θεατρο,εξω ταμπλο με το εργο ,που
παιζονταν,απο εκει κατεβαινε στο αλλο λιμανι με τα κοττερα,γεματο καφετε-
ριες και μπαρ,ανθρωποι επιναν καφε ,μπυρες ,αναψυκτικα,ετρωγαν γλυκα,πα-
γωτα,οι αντρες μιλουσαν για πολιτικα,για τα αθλητικα,οι γυναικες ειχαν το νου
τους για τα παιδια,που αν δεν τα προσεχες τα'χανες μεσα στο δασος των καρε-
κλων,αυτος όλα αυτα τα προσπερνουσε αμετοχος,αδιαφορος,σχεδον αορατος.
.
περπατουσε στο κεντρο της πολης χωρις σχεδιο,σταματουσε στις βιτρινες των
βιβλιοπωλειων,εβλεπε τα βιβλια τους,σταματουσε και σε βιτρινες με γυναικεια
εσωρουχα,με καποια ενοχη,οι ανθρωποι που τον προσπερνουσαν χανονταν δια-
λυμενοι στην ανωνυμια τους,τυχαινε να ακολουθησει για λιγο καποια γυναικα,
σκεφτονταν πως γινεται να χανεται το κουνημα των γοφων,το ανεμισμα των μαλ-
λιων,το λυγισμα της μεσης,στη μεγαλη αδιαφορια,πλησιαζοντας τη μεγαλη
πλατεια συναντουσε τους ζητιανους,πισω απ'τη πλατεια στις παροδους οι κινημα-
τογραφοι με τα πορνο.
.
η επαφη με τους ανθρωπους του γεννησε ιστοριες:ο συζυγος εκανε δυο δουλειες,
τα παιδια κακομαθημενα,μηχανακια,τ'απογευματα στα γυμναστηρια,τα βραδυα
στις καφετεριες ,στα μπαρ ανταλλασαν κενα συναισθηματα με υπερβολικα επιφω-
νηματα,η μανα ειχε εραστη, ενα πουρο πλουσιο θυμα να το μασησει,χρυσα δαχτυ-
λιδια,γουνες,εκεινη εβαφε εντονα τα ματια ποτε μαυρα ποτε γαλαζια,το
σωμα εχασε την ελαστικοτητα του,πλαδαρο,ο γυιος εμπλεξε σ'ασχημες παρεες,
η κορη προκλητικη με τους αντρες,μολις η μανα χωρισε το γερο τα'φτιαξε μ'ενα
νεαρο στην ηληκια του γυιου της,ενα ρεμαλι,την στριμωχνε μεσα στα παρκα,πισω
απο παρατημενα βαγονια του τρενου,τραβηχτηκε μαζυ του παραπανω απο ενα
χρονο,του ειπε πως εμεινε μαζυ του γιατι εκανε αυτα ,που δεν εκανε με τον αντρα
της,την χωρισε,τον επερνε τις νυχτες τηλεφωνο εκεινος την εβριζε και της εκλεινε
το τηλεφωνο,τον αντρα της τον μισουσε,τον αλλον τον αγαπουσε παραφορα,ενιω-
θε κουρασμενη,ολη τη μερα δεν ησυχαζει,εγινε νευρωτικη,τα απορρυπαντικα της
εκαψαν τα χερια,παχυνε,το τελευταιο καιρο τρωει σαν γουρουνα,ενιωθε μονη απελπισμενη,πολλες φορες σκεφτηκε να τερματησει τη ζωη της
.
τα πρωινα τις κυριακες ανεβαιναν με το τρενο στα βορεια προαστεια ,τα μεση-
μερια γεματα με φιλαθλους ,για το ματς,γυριζαν το βραδυ,οι μεν απο μια
ψευτικη επαφη με τη φυση και οι αλλοι απο μια απατηλη περιπετεια,εβλεπε
μεσα απο τις αντανακλασεις στα τζαμια του τρενου τα ειδωλα τους,τα παιδια
κουρασμενα στις αγκαλιες των μαναδων,οι φιλαθλοι φωνακλαδες σχολιαζαν
το ματς,εβριζαν και υμνολογουσαν,στους κεντρικους σταθμους τους καταπινε
η αδυσωπητη πραγματικοτητα,ξεμπουκαραν απο τα βαγονια,οχλος μαζα,υστε-
ρα αναδυονταν απο τα υπογεια στην επιφανεια,διασκορπιζονταν στους δρομους
διαλυμενοι μεσα στα φωτα ενας ενας κανενας,στα αυτοκινητα ,στους θορυβους
της πολης,επεστρεφοντας στην ανωνυμια,του ηρθε να φωναξει
.
επεσε πανω σε ανθρωπους που φωναζαν για τα δικαιωματα τους,δεν τον ενδιε-
φερε να μαθει τι διεκδικουσαν,τον γοητευε η επικη ρυθμικοτητα των φωνων,
ο ανθρωπος πρεπει να επιζησει
.
σε μια συναυλια συγχρονης μουσικης,στο Γκαιτε,ο εκτελεστης χτυπουσε τα
ξυλοφωνα χωρις να τα αγγιξει,μια στιγμη πριν τα χτυπησει,μια στιγμη
πριν αναπηδησει απο μεσα τους ο ηχος,μια παρασταση της μουσικης εργα-
σιας,μετα-μουσικη,η χειρονομια του δισταγμου,ηχος ηχηρος απο τα ανε-
παφα ξυλοφωνα,οι ακροατες,αρκετοι,αμυητοι στη συγχρονη τεχνη,στριφογυ-
ριζαν στα καθισματα τους ανησυχοι,μην μπορωντας να αντεξουν τη μη-μου-
σικη της μουσικης,περα απο τα συντηρητικα γουστα τους,τελικα σηκωθηκαν
και βγηκαν απο την αιθουσα,υπεροπτες,στο φουαγιε ανταλλαξαν κοινοτυπιες
αερολογοντας για την παρακμη της τεχνης,πινοντας κοκτειλς και φλερταροντας
σαχλες γυναικες της ταξης τους,μην κατανοωντας πως η συναυλια πετυχε
επειδη αυτο το αποτελεσμα επεδιωκε,να τους εκδιωξει
.
την συναντησε τυχαια στην πανεπιστημιου κοντα στο ρεξ,φορουσε μαυρες
δερματινες γυαλιστερες μποτες μεχρι πανω απ'τα γονατα,μινι βελουδινη φου-
στα,το προσωπο εντονα βαμμενο,τα μαλλια ξανθο οξυζενε,του ζητησε να πανε
για καφε,πηγαν στο ατρεουμ ,τους κοιτουσαν περιεργα,εκεινος ντραπηκε,την
πηραν για πουτανα πολυτελειας,κι αυτον για νταβατζη της,σερβεριστηκαν,ουτε
που προσεχε τι της ελεγε,κοιτουσε πισω του ,αριστερα απο τον ωμο του,εριξε
επιτηδες το κουταλακι του εσπρεσο κατω και σκυβοντας να το σηκωσει γυρισε
το κεφαλι ,ειδε ενα δυο τραπεζια πιο πισω ενα φιογγο,αυτον κοιτουσε,δεν της
ειπε τιποτα,δεν θελησε να της χαλασει τη δουλεια,της ειπε πως δεν ειχε χρονο,
ειχε αργησει,και σηκωθηκε να φυγει,εκεινη τον ακολουθησε,στη γωνια του δρο-
μου χωρησαν.
.
ειχε ερθει απο τη θρακη,καθαριζε σκαλες σε φτηνο ξενοδοχειο ,εικοσιπεντε
χρονων,ακομα ομορφη,το αφεντικο της ριχτηκε,αντισταθηκε,την εδιωξε,
πηγε σ'αλλο,τα ιδια,με τρια παιδια απο δυο αποτυχημενους γαμους,με αντρα
τεμπελη και μικροαπατεωνα στον τριτο γαμο και δυο ακομα παιδια,ο αντρας
της αδελφης της ,ενα τομαρι,της ριχτηκε στο ιδιο της το σπιτι μπροστα στα
μικρα παιδια,ειχε και τη γυναικα του,την αδελφη της συνεργο,αντισταθηκε
φωναξε κλωτσησε δαγκωσε,και μια νυχτα δανειστες απο τα χρεη του αντρα
της ηρθαν και της χτυπουσαν τη πορτα και τα παραθυρα,φωναζαν θα σπα-
σουν την πορτα,πως αν τον πετυχουν θα τον λιωσουν σαν σκουληκι κι εκεινη,
αν δεν τους κατσει να ξεπληρωσει,θα την βιασουν ,
.
αυτοι ,που συναντας και περνουν δεν γνωριζεις τι ειναι,ειναι και δεν ειναι,
υπαρχουν οσο χρονο τους βλεπεις,ισως οι μεγαλυτεροι εγκληματιες να περα-
σαν διπλα του,να σταθηκαν διπλα διπλα να περασουν στις διασταυρωσεις
των δρομων,αλλα και ποσους ευγενεις ανθρωπους δεν τους καταλαβε,ηταν
κοντα και δεν τους ειδε,δεν τους γνωρισε,
.
εμενε με τη μικρη κορη της στο μεταξουργειο,σ'ενα παλιο σπιτι,με εσωτερικη
αυλη και γυρω-γυρω τα δωματια,που τα νοικιαζαν διαφοροι ανθρωποι,φοιτη-
τες απο την επαρχια,εργατες,και αλλοι,ηταν χωρισμενη, η κορη της ηταν δεκα-
τεσσαρων χρονων,ο αντρας της τους ειχε παρατησει πανω απο δεκα χρονια,
δεν εδωσε σημεια ζωης,δεν εμαθε,αν ζουσε η' πεθανε,,καποιος της ειπε πως
ξενιτευτηκε ,αλλος πως σε καυγα πανω καποιον μαχαιρωσε και σαπιζει στη
φυλακη,εκεινη απροστατευτη,νεα ακομα,επεσε στα χερια ενος παληανθρω-
που,αυτος την πουλουσε σε πλουσιους πελατες,η μικρη εμενε μονη τα βρα-
δυα,η μανα της γυρνουσε το ξημερωμα μεθυσμενη και ξερνουσε στη τουα-
λετα,συχνα κουβαλουσε τους πελατες στο σπιτι,και δεν μπορουσε να κοι-
μηθει απο τα βλαστημια,τα δυνατα γελια και τις φωνες των μεθυσμενων πε-
λατων,ηταν και φορες που την εδερναν και ουρλιαζε, η μικρη τρομαζε,ετρεμε
απο τον φοβο της,δεν διστασαν να της ζητησουν τη μικρη στα βρωμικα παι-
χνιδια τους,εκεινη δεν ηθελε φωναξε,την χτυπησαν ,εγινε αυτο,που θελησαν,
καποτε ξεσηκωθηκαν οι ενοικοι,πηγαν στην αστυνομια ,ηρθαν και τις μαζεψαν
μανα και κορη,απο τοτε κανεις δεν εμαθε για κεινες τις ψυχες
.
τοτε δεκαπεντε χρονων,θυμαται καλα,εκανε διαφορες δουλειες ,απο το
πρωι μεχρι ,που νυχτωνε,γυριζε σπιτι,ετρωγε κατι,εκλεινε τα φωτα κι εμενε
κρυμμενος μεσα στο σκοταδι κοντα στο παραθυρο και απο κει παρακολου-
θουσε τις σκιες στα φωτισμενα παραθυρα ,με τις σκιες και τις φωνες εκεινες
αποκοιμιονταν,δεν τολμησε να εκμυστηρευτει σε κανεναν τα μυστικα της
καρδια του,αργοτερα η γυναικα του αφεντικου του ,μια χοντρη γυναικα,του
ριχτηκε,αντεδρασε,τον απειλισε πως θα πει στον αντρα της πως εκεινος της
ριχτηκε,θα τον εδιωχνε,παραδωθηκε για δυο ολοκληρα χρονια στις ορεξεις
της,τελικα καταφερε να ξεφυγει,γνωρισε μια κοπελλα ,την αγαπησε κι εκεινη
το ιδιο,δεν παντρευτηκαν,εμαθε πως εκεινη ατυχησε,χωρισε με τρια παιδια,
ολα ειχαν τελειωσει, δεν προσπαθησε να την συναντησει ξανα.
.
Την περιμενε στην καφετερια σαν την γαλαζια θαλασσα κι επειτα απο ωρες
ευτυχιας την συνοδευσε μεχρι το σπιτι της αδερφης της.Την ειχε στο μυαλο
του για καιρο.Οταν την συναντησε εκεινη τη μερα στο κεντρο της πολης εκει-
νη σαστισε.Στο ζαχαροπλαστειο ,που πηγανε για γλυκο ματαια προσπαθησε
να κρυψει τη βερα που φορουσε στο δαχτυλο της:ειχε αρραβωνιαστει κα-
ποιον,που δεν ηθελε,δεν τολμησε να αντιδρασει.Εκεινος πικραμενος την κατη-
γορησε πως λεει ψεματα,εκεινη εκλαψε κι αρνηθηκε πως ηταν ετσι.Της ζητησε
να του υποσχεθει πως θα τον ακολουθουσε παντου οπου αυτος ηθελε.Του
το υποσχεθηκε.Την εσυρε σ'ενα δωματιο ενος ξενοδοχειου,στο κεντρο,σ'ενα
απο κεινα τα παληα νεοκλασσικα που ξεμειναν.Βρεθηκε κλεισμενη σ'εκεινο
το δωματιο μαζι του,δεν τον φοβηθηκε,αντιθετα χαρηκε,εβγαλε τη βερα απ'το
δαχτυλο και την πεταξε απ'τ'ανοιχτο παραθυρο εξω στο δρομο.Μετα απο λιγο
ακουσε το θορυβο που εκανε πεφτοντας στο πεζοδρομιο.Επειτα τον αγκαλια-
σε και κυλισε ο χρονος.
Οταν τελειωσαν ,στο δρομο ακομα κυλουσαν αυτοκινητα , πιο λιγοστα ομως
αυτη την ωρα.Ακουμπισε το κεφαλι της στο μπρατσο του κι αποκοιμηθηκε.
Στον υπνο της την τυραννισαν εφιαλτες:Περπατουσε αμεριμνη στην ακρογυα-
λια,οταν ξαφνικα καποιος αμολυσε σκυλια να την κυνηγησουν.Ετρεχε μ'ολη
τη δυναμη που ειχε,ενιωθε την ανασα τους να την αγγιζει κι ισως να την εφτα-
ναν και να την κατασπαραζαν αν δεν ανοιγε ξαφνικα μια πορτα και δεν εκλεινε
γρηγορα πισω της,Η καρδια της πηγαινε να σπασει απ'τον τρομο.Ανεβηκε
συγχισμενη τη σκαλα που βρεθηκε μπροστα της ,μπηκε σ'ενα δωματιο και
καθισε στο κρεβατι.Οταν συνηλθε παρατηρησε στην οροφη του μια παρασταση,
πλαισιωμενη με γυψινες διακοσμησεις απο φυτικα μοτιβα.Αναγνωρισε τη κατα-
διωξη του Αδωνι ,αγριεμενα σκυλια τον κυνηγουσαν σ'ενα καταπρασινο λιβαδι.
Οπως ηταν απορροφημενη στη σκηνη δεν ειδε αμεσως τη γυναικα ,που μπηκε
μεσα στο δωματιο.Εκεινη την πλησιασε ,την πηρε απ'το χερι και την οδηγησε
σ'εναν λαβυρινθο.Μεσα απο αναριθμητους διαδρομους και αναριθμητα δωμα-
τια εφτασαν σ'ενα δωματιο,εκει μπροστα σ'εναν καθρεφτη ειδε με τρομο πως
η ομορφια της ειχε χαθει,τα ματια της ειχαν θολωσει,το στομα της ρυτιδωμενο.
Τρομαξε μ'αυτη την εικονα και ουρλιαξε.Ξυπνησε ιδρωμενη ,χωρις στην αρχη να
εχει αντιληψη του χωρου στον οποιο βρισκονταν.Σιγα-σιγα συνηλθε .Εκεινος
δεν ηταν διπλα της ,τον φωναξε μα δεν πηρε απαντηση.Σηκωθηκε και πηγε στον
καθρεφτη.Η ιδια εικονα .Γυρισε στο κρεβατι, βρηκε τα χρηματα πανω στο σεν-
τονι,τα μαζεψε ,τα κρατησε για λιγο στα χερια της κι αφου τα μετρησε προσεκτι-
κα τα εχωσε βιαστικα στη τσαντα της.Ντυθηκε ,εβαψε με εντονο κοκκινο κραγιον
τα χειλη της και κατεβηκε στο δρομο.Απο τοτε πολλες φορες επισκεφθηκε εκει-
νο το δωματιο.
Καποτε σταματησε εκεινη τη ζωη,γυρισε στον αρραβωνιαστικο της.Κανεις δεν την
ρωτησε για τη μεταβολη στην εμφανιση της ,ουτε αυτη ειπε κουβεντα,εζησε σαν
να μην ειχε συμβει τιποτα.Μονο καποιοι παρατηρησαν πως μερικες φορες ηταν
πολυ σκεφτικη κι απομονονονταν ωρες.Οταν μεγαλωσαν τα παιδια της γυρνουσε
για ωρες στις παροδους,γυρω απ'το κεντρο της πολης,χαζευοντας στις βιτρινες.Στο
σπιτι οταν την ρωτουσαν γι'αυτες τις περιπλανησεις απαντουσε αινιγματικα.Μια
φορα απαντησε :πως ''μ'αρεσει να γυριζω,εκει που αυτο ειναι.Καποια μερα θα στα-
θω τυχερη''
Εκεινο το ονειρο η'τον εφιαλτη δεν τον ειχε ξαναδει απο τοτε.
Τον τελευταιο καιρο ομως ονειρευτηκε κατι,που αρχισε να της δινει θαρρος και πε-
ποιθηση πως θα πραγματοποιηθει η επιθυμια της.Εκει στην αγορα,μια μερα,τον
ειδε μεσα στο πληθος , ορθιος ακουμπουσε στον τοιχο της αγορας.Δεν ειχε αλλαξει
αισθητα,ευτυχως αυτη ειχε αλλαγμενο το προσωπο ,σαν μασκα,και δεν θα την ανα-
γνωριζε.Τον πλησιασε ,του προτεινε να περασει μαζι του μια νυχτα,να μην τον
νοιαζει για χρηματα.Εκεινος την κοιταξε αδιαφορα, δεν την αναγνωρισε,φαινονταν
να πειναει, τα ματια του με δυσκολια κρατουσε ανοιχτα,σαν να τον ταλαιπωρουσε
αυπνια πολλων ημερων.Εκεινη επεμενε στη προταση της.Εκεινος ,διχως θεληση,κου-
νησε το κεφαλι ασυναισθητα,''ναι,παμε'' ψιθυρισε,μολις κουνοντας τα χειλη.Την ακου-
λουθησε στο ξενοδοχειο,στο ιδιο δωματιο βρεθηκαν κλεισμενοι.Επειτα τον αφησε ν'
αποκοιμηθει .Τοτε σηκωθηκε σιγα-σιγα προσεχοντας να μην κανει θορυβο και τον ξυπνησει,περπατησε στις μυτες των ποδιων και φθανοντας στην πορτα την ανοιξε
προσεκτικα.Εβγαλε το κεφαλι εξω και τα προσκαλεσε με φωνη γλυκεια να μπουν
κι εκεινα ορμησαν μεσα αγριεμενα.Εκεινη βγηκε εξω κι εκλεισε τη πορτα πισω της
και τον αφησε μονο του με τα σκυλια να τον κατασπαραξουν.
Αυτο το ονειρο το εβλεπε συνεχως καθε νυχτα το ιδιο ,χωρις αλλαγες.
Δεν περασαν πολλες μερες και μια μερα αποφασισε να σταθει μπροστα στον καθρε-
φτη:το προσωπο που ειδε ηταν ομορφο και παλι.
Στις επιμονες ερωτησεις των αλλων για την ξαφνικη αλλαγη στην εμφανιση της δεν
απαντησε παρα μ'ενα αινιγματικο χαμογελο στα χειλη της.
.
.
ΓΙΑΤΙ ΛΕΙΠΕΙΣ ΑΠ'ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ;-χ.ν.κουβελης
ξυπνησα και τον ειδα να καθεται στη καρεκλα απεναντι μου
στο τραπεζι με τ'ασπρο τραπεζομαντηλο και τ'ανθοδοχειο
λιγοστο φως στο δωματιο
το προσωπο του δεξια φωτιζονταν απ'το παραθυρο
''πως ηρθες ως εδω;τι σ'εφερε;''ρωτησα
μου φανηκε συλλογισμενος κι αυστηρος
σιωπη,δεν ειναι ευκολα τα λογια
κι επειτα η σιωπη εσπασε οπως πετρα πεφτει σε στεκαμενα νερα
''Γιατι χαθηκες ;δεν ησουν στη Σταδιου,Ουτε στο Συνταγμα,ουτε στην Ερμου,
ουτε στην Αθηνας.Ουτε στις παροδους της Ομονοιας.
Γιατι πια δεν γυριζεις εκει;''
ειπε
δεν τολμησα να του πω πως λιγοψυχισα,πως δειλιασα
οπως αλλωστε τοσοι αλλοι
''γιατι λειπεις απ'την Ιστορια;την Ιστορια μας;''τον ακουσα να λεει
σιωπη σαν να μεσολαβησε απειρος χρονος
και συνεχισε,ειπε ονοματα
αλλους τους ηξερα,αλλους δεν τους θυμομουν,αλλους δεν τους ηξερα
η φωνη του λυπημενη,καθολου ηρωικη
''αυτοι ακομα δεν εχουν γεννηθει''ειπε,κι αναφερε
δισυλλαβα τρισυλλαβα τετρασυλλαβα ονοματα
και καποια πεντασυλλαβα
μεσα σ'αυτα ακουσα και το δικο μου ονομα
σηκωθηκε να φυγει κι ειδα τη σκια του στον καθρεφτη
ν'απομακρυνεται
τα λογια του στο τραπεζι γυαλιζαν στο πρωινο φως
.
.
ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ ΚΥΚΛΟΥ -χ.ν.κουβελης
ανεβηκε τη σκαλα απο τον υπογειο ηλεκτρικο της Ομονοιας προς την Οδο Αθηνας,
μαζυ με αλλους,αλλοι κατεβαιναν,10:47πμ,περπατησε στην Αθηνας και στο νοτιο
ακρο της πλατειας Δημαρχειου εστριψε αριστερα κι ανεβηκε στην Αιολου,πολυκοσμια καταναλωτισμου,εστριψε δεξια,χωθηκε στη Βαρβακειο Αγορα,δυνατες φωνες εμπορων
και διαπεραστικες μυρωδιες προιοντων,δεν αποτυπωσε ανθρωπους,περιπλανηθηκε
στον λαβυρινθο χωρις σχεδιο,αναδυθηκε η' ξεφυγε προς την Αθηνας,περπατησε μεχρι
το Μοναστηρακι,Ιαπωνες τουριστες τους ετερπνε η περιεργεια του θαυμασιου γραφικου,
καρτ-ποσταλς,γηψινα αγαλματακια,σουβενιρς χωρας,σ'ενα παλιατζιδικο αγορασε ενα δισκο
78 στροφων ,σχεδον κατεστραμενο,του Αττικ με την Στελλα Γκρεκα ''Ειδα ματια πολλα''
[1909] στη μια πλευρα και στην αλλη΄΄Ζητατε να σας πω''[1930],καταστροφη συναισθη-
ματων,ανεβηκε την Ερμου,ανθρωποι πολλοι και τον προσπερνουσαν,ενας χειμμαρος καταναλωσης,αδιαφορο εκκοφαντικο τιποτα,ενα νεαρο ντουετο επαιζε εναν αερα των
Ανδεων της Λατινικης Αμερικης,ο αντρας τσαρανγκο ενα ειδος λαουτου κι η γυναικα
ταρκα ενα ξυλινο αυλο,φυσικη επιστροφη,συνεχισε διαγραφοντας την οχλοβοη κι
ακουοντας τις νοτες,στο Συνταγμα αδιαφορησε για τη δημαγωγια των συμβολων,στις
στασεις των λεωφορειων και των τρολει ανθρωποι περιμεναν,ανθρωποι-κιες,αμιλητοι,
ακινητοι,γυρισε προς τη Σταδιου βορεια,ενας ανθρωπος περασε μπροστα του,τον ειδε
να χανεται πισω απο αλλους ανθρωπους,απο την πλατεια Κλαυθμωνος και την Κοραη
προτιμησε τον Κοραη,''Πολιτεία που δεν έχει σαν βάση της την παιδεία, είναι οικοδομή
πάνω στην άμμο''/μπροστά από το υπουργείο Οικονομικών, μαζεύονταν οι απολυμένοι
δημόσιοι υπάλληλοι μετά από κάθε εκλογική αναμέτρηση για να διαμαρτυρηθούν για
την απόλυσή τους[να κλαυθουν,πλατεια Κλαυθμωνος -χρονογραφημα του Δημητριου Καμπουρουγλου στο περιοδικο ''Εστια''1878],συνεχισε να κατεβαινει τη Σταδιου προς
την Ομονοια ακουγοντας την 9η Συμφωνια του Μπετοβεν,αδιαφορωντας για την γενικη
ανησυχια που προκαλεσε,
[ρετσιτατιβο]
ἀλλ' οὔτε σιγᾶν οὔτε μὴ σιγᾶν τύχας 105
οἷόν τέ μοι τάσδ' ἐστί[Αισχυλος Προμηθεας Δεσμωτης]
1252a[1] ἐπειδὴ πᾶσαν πόλιν ὁρῶμεν κοινωνίαν τινὰ οὖσαν καὶ πᾶσαν κοινωνίαν ἀγαθοῦ
τινος ἕνεκεν συνεστηκυῖαν ̔τοῦ γὰρ εἶναι δοκοῦντος ἀγαθοῦ χάριν πάντα πράττουσι
πάντεσ̓, δῆλον ὡς πᾶσαι μὲν ἀγαθοῦ τινος στοχάζονται, μάλιστα δὲ [5] καὶ τοῦ κυριω-
τάτου πάντων ἡ πασῶν κυριωτάτη καὶ πάσας περιέχουσα τὰς ἄλλας. αὕτη δ' ἐστὶν ἡ
καλουμένη πόλις καὶ ἡ κοινωνία ἡ πολιτική[Αριστοτελης Πολιτικα-Βιβλιο Πρωτο]
[357a] ῏Ω Σώκρατες, πότερον ἡμᾶς βούλει δοκεῖν πεπεικέναι ἢ ὡς [357b] ἀληθῶς
πεῖσαι ὅτι παντὶ τρόπῳ ἄμεινόν ἐστιν δίκαιον εἶναι ἢ ἄδικον;[Πλατων Πολιτεια-Βιβλιο
Δευτερο]
Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον[Θουκυδιδης Ιστορια Πελο-
ποννησιακου Πολεμου]
ωρα 2:17μμ,κατεβηκε τη σκαλα απο την οδο Αθηνας στον υπογειο ηλεκτρικο της
Ομονοιας,μαζυ με αλλους,αλλοι ανεβαιναν
.
.
Μετρω Υπογεια Πολιτισμου-χ.ν.κουβελης
Οδος Σταδιου
Μια οροσειρα ανθρωπων
Το αναστημα των λεξεων
Ελληνικα οξυτονα παραξυτονα ασυμφωνα
Η υποκωφη μερα των.τρολει
Κανενας Πλατωνας Κανενας Αριστοτελης
Συνταγμα
Κενο Ιστοριας
Αμετροεπεια
Ερμου Κερδοσκοπων
Ποσα πιανει αυτη η Ιδεα
Πριν περασει η μπογια της
Στα αζητητα
Ελευθερια κομματι παλιομοδιτικο
Τζαμπα πραμα βερεσε για πουλημα
Οδος Αθηνας
Εργοστασιο μεταχειρισμενων
Στιγμη Τιποτα
Απειρο Απατη
Ομονοια
Εμφυλιες εκδουλευσεις
Μετρω υπογεια πολιτισμου
Μηδαμινοτητα
Μοναξια
Αρα τι ειναι το υπαρχω
Αν.οχι Πληρης Υπαρξη
.
.
Ημερολογιο(επ'αυτοφορω)Πεμπτη 8 Μαιου 2014-χ.ν.κουβελης
-Αθηνα Σταδιου κατηφοριζει προς την Ομονοια τρολευ με φορτια σκιες προς
το Συνταγμα για ποια ανθρωποτητα μου μιλας
-η ζωη δεν σταματαει.ανθιζει.επιμενει.αρκει να υπαρχουν δυο ανθρωποι για να
συνεχισθει.και σ'εκεινο το δωματιο υπηρχαν.για τρεις ωρες και για αιωνιοτητα.
-ταξι .Βασιλισσης Σοφιας Πανεπιστημιου Ομονοια Αγιου Κωνσταντινου και τα
περιχωρα.ο ανθρωπος εξαρταται απο τον ανθρωπο.
σιωπη κραυγη.σε κοιταζουν χωρις να σε κοιταζουν.σου φωναζουν χωρις να σου
φωναζουν.βοηθεια.
.
ωρα Ελλαδος οι φωνες οι εκκοφαντικες φωνες-χ.ν.κουβελης
.
κοιταξα,ωρα 11πμ,ανθρωποι νομισματα,
στην Αιολου,
ανθρωποι εμπορευματα,στην Ερμου,ωρα 11:25πμ,
τι ειναι και τι δεν ειναι
λογαριαζω,μηδεν μηδεν μηδεν ισον τιποτα
δουναι και λαβειν μειον
συν πληθορισμος βαρβαροτητας
κλινε επι της Σταδιου κλινε επι της Πανεπιστημιου
κλινε επι της Αθηνας κλινε επι της Γ' Σεπτεμβριου
κλινε επι της Πειραιως κλινε επι της Πατησιων
ωρα 12:05πμ τι ισχυει και τι ειναι ψεματα
σε τι διαφερεις σε τι διαφερω σε τι διαφερουμε
σε τι ομοιαζουμε
ποιος που ποτε πουθενα
κανεις καμια κανενα
ανουσιοτητα ον τι μη-ον
ωρα 12:17πμ Ομονοια σκιες επι σκιων νεκυια
νεκυια Νεα Σμυρνη
νεκυια Κατω Πετραλωνα
νεκυια Πλατεια Βικτωριας
νεκυια Εξαρχεια
οπισθεν του Συνταγματος οπισθεν της Βουλης
οπισθεν Θουκυδιδου οπισθεν Μακρυγιαννη
τα Κερκυραικα η Εκστρατεια στη Σικελια
οι φωνες οι εκκοφαντικες φωνες των εμφυλιων
ωρα 12:31πμ ειμαστε και δεν ειμαστε
παιγνια αθυρματα χαρτοπαιγνια
ιστοριας
.
.
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ-χ.ν.κουβελης
φιλε διαβατη,
ειμαι στο κρεββατι του Προκρουστη ξαπλωμενος
μετα απο σενα ακολουθησα
.
.
η εκλειψη της Ιστοριας η' η απουσια-χ.ν.κουβελης
.
στους δρομους το πληθος
Πατησιων Ομονοια Αθηνας Σταδιου Πανεπιστημιου
στα χερια κρατουν τα κεφαλια τους τα περιφερουν
πετρινα αγαλματα τα πωλουν σε εμπορους
τυμβορυχους εκλιπαρουν
''ειναι ευκαιρια ,σε καλη τιμη''
συμφερει η' δεν συμφερει
Συνταγμα Βουλης Μητροπολεως Ερμου
εξαντλημενο φθινοπωρο αδυνατος χειμωνας
λεξεις κενες το παρελθον
''ειμασταν'',''τα γεγονοτα''
η εκλειψη της Ιστοριας η' η απουσια
Αιολου Αθηνας Βαρβακειος Αγορα Πλατεια Δημαρχειου
οτι εμεινε απ' το σωμα σου τι τιμη εχει;
ρωταω
μια μοτοσυκλετα μ'εκκοφαντικο θορυβο δεν μ'αφηνει
ν'ακουσω την απαντηση
η' δεν απαντησες;
δεν μιλησες;
Πειραιως Ζηνωνος Αγιου Κωνσταντινου Τριτης Σεπτεμβριου
πληθοι ανθρωπων εμπορευονται
''εμπορευομαι εμπορευεσαι εμπορευεται''
κλοιος
γιατι δεν υπαρχουν;
δειχνοντας ειπε
''αυτο''
''εκεινο''
''ολα''
.
.
Παρατηρησεις επι του Πραγματικου-Comments on the Real-χ.ν.κουβελης
c.n.couvelis-1
.
Παρατηρηση αρ 1
παρατηρησεις επι του πραγματικου
στη Σταδιου σηραγγα ορυχειου ανθρωπων
μια φωνη
Κοιταξτε,ενας ανθρωπος,ποιος ειναι;
στο ασανσερ η' στον ελικα της ιστοριας αδιαφορουσαμε
αχρειοι ρητορες δημαγωγοι στην αγορα
η κραυγη η' σαν κραυγη ακουστηκε
Λενε ψεματα
στο ασανσερ η' στον ελικα των γεγονοτων κουφοι αδιαφοροι
ενας οχλος σουπερ-μαρκετιστων
στην Αθηνας ενα σκλαβοπαζαρο ανθρωπων
και στην Αιολου και στην Ερμου
μεχρι το Συνταγμα
.
Παρατηρηση αρ 27
ενας ανθρωπος μπροστα μου
στην Ομονοια χανεται,ωρα 11:21 πμ
το ιδιο στην Αθηνας εστριψε στην
αγορα και χαθηκε,ωρα 11:25 πμ
εκεινον δεν τον ειδα,τον φαντασθηκα
κι ετσι πραγματικα εγινε
.
.
Παρατηρηση αρ 2
τρολει με βιτρινες ανθρωπων ανεβαινουν την Πατησιων
σιωπη,γιατι δεν μιλας;
πιο κατω στα Χαυτεια η ιδια κατασταση
οι εφημεριδες πυροβολουν τα γεγονοτα
επειτα τα κρεμουν νεκρα αψυχα δερματα στα περιπτερα
να μαθω
στις 4 τι εγινε στις 5 τι εγινε στις 6;
ολα
τα τρολει ανεβαινουν και κατεβαινουν με σκιες ανθρωπων
τα λεωφορεια με σκιες ανθρωπων
οι δρομοι με σκιες ανθρωπων
τα σπιτια
τοσο φως και να υπαρχουν σκιες;
η φωνη οι φωνες
ο πληθυντικος αριθμος ο ενικος
κοιτα
τοσο φως
.
.
CITY'S LABYRINTHS-χ.ν.κουβελης
.
in right
.........η ανθρωπινη φωνη
Ομονοια προς Χαυτεια
πυροβολεια ιδεολογιων
.........priceless.
.........ισονομια
μεταφορα Ιστοριας-τρολει
in extention Democracy
τα φυλλα του δεντρου
.......................βαπορεν
παγεναν κι ερχονταν
και χωμα απ'τη πατριδα μ' δεν εφερναν
1922 Σμυρνη
Τραπεζουντα Νεα Σμυρνη Νεα Ιωνια
2013 Αθηνα
Ελλαδα καμια περιττη συλλαβη
man woman mankind
....Οδυσσεο,τι;
...Νικος Πουλαντζας σκοτωμενος
...Νικος Μπελογιαννης σκοτωμενος
...Γιωργος σκοτωμενος
Ερμου Ιεροδουλη Εμπορων
Αθηνας κατοικητηριο ζητιανων
Ομονοια κυκλος φαυλος
ς ω χ φ μ κ ζ εδ γα
names namen ονοματα
.................................nomos law
...............Αιδως Αργειοι!fanfaroni!
TV FALSE/TRUE INVENTORS UNIVERSALIS
Ηρακλειτος φιλει κρυπτεται
στη Μενανδρου η Υπατια πουλαει Παραλληλους Βιους
και εκδιδεται
''αυτη ειναι η Ελλαδα,εγω ειμαι ανεργος''ειπε,
ακουσα,δεν τον ηξερα
ICH BIN ARBEITLOSS workLESS NIE TRAVAIL
....B-Bread
....L-Life
... E-End
να παρε θεωρημα Θαλη του Μιλησιου αντι πινακιου φακης
και τα τεσσερα ριζωματα του Εμπεδοκλη εικονογραφημενα
κλικ Ζηνωνος κλικ Σωκρατους
κλικ Αθηνας κλικ Αιολου κλικ Σταδιου
κλικ Συνταγμα
OK Boys!All Right!
...h thalassa se afissa
...h leoforos cart postal
...h Eleni photo mobile
...............................αγορασε εφημεριδα,στην Ομονοια,
...............................απο το περιπτερο αριστερα της Αθηνας
...............................νυχτα,τη διπλωσε και την πεταξε
...............................στα Χαυτεια μια γυναικα τον ρωτησε
...............................τι ωρα ειναι,της απαντησε,πολυ νυχτα
Ergo Cogito Sum
ERGO COGITO SUM?
....ειδα τον Αρη Κωνσταντινιδη ν'ανεβαινει τη Σολωνος,μεσημερι
προς τον ουρανο
ωραιοτατη πατρις μου Ζακυνθος
πηγαινεν κι εδειχνεν τις ανοιχτες πληγες του
κι ουτε ελεημοσυνην του εδωκαν ουτε συμπονεσην του εδειξαν
παρα ελυσαν τα σκυλια που τους φυλαγαν και τον κυνηγησαν
ως να ητον λεπριασμενος και το τελευταιο σκουληκι της γης
κι εφτασεν ως εδω αθλιωμενος και μας εξιστορουσε τα παθηματα
κι εμεις ειπαμεν καθεις του αλλου ''διατι πατριδα επολεμησαμεν
να ελευθερωσωμεν και κακοπαθαμεν;''
τρυπες Νομπελ η ποιηση
NOBEL'S HOLES THE POETRY-
-Ελπηνορα,φιλε μου,πως βρεθηκες σε τουτο τ'ακρογυαλι;
-οχι,ηρωικη πραξη δεν μ'εφτασε ως εδω
σαν στριφτα κερατα κριαριου ακουστηκαν τα λογια του
τον ειδαμε ν'ανεβαινει η' να κατεβαινει την Πανεπιστημιου
τον φωναξαμε μ'αλλο ονομα
MEIN FREUND -ELRENOR
Mio Amico come vay?
απαντησε η'δεν απαντησε δεν ακουσαμε
.
.
Ομονοια Αθηνα Ελλαδα ντοκουμεντα 2013 μ.Χ-χ.ν.κουβελης
.
Χαυτεια πλατεια Λαυριου
οδος Μαρικας Κοτοπουλη
Μπαγκειον Ομονοια Αθηνας
κυκλος θηλεια στο λαιμο
σημαδεμενη τραπουλα
πουλημενη Ελλαδα μαστρωπων
κερδοσκοποι ρουφιανοι
πυρ σε καθε σταση
αντισταση επι σκοπον πυρ
προσωπα προσωπεια μασκες
σουπερ μαρκετ πρυστυχες ιδεες
ασχημη μερα ξεκωλιαρα
σακια κοκκαλα ανθρωποι
να σωθω εις βαρος σου
εις βαρος ολων καθικια
υπονομος της Αγιου Κωνσταντινου
τα σκατα σας μεχρι το Θεατρο
κιτρινα ταξι εκζεματα σαπια τρολει
διαδηλωσεις του φαινεσθαι και του θεαθηναι
να γαμηθητε
μια ζωη,τωρα,ξεφτυλιζετε σε συσιτια δημων
μια ζωη κομματια μοσχαρισιο κιμα με μακαρονια
δεν ξημερωνει βραδυαζει
το νου σας
.
.
Παρασκευη,22 Φεβρουαριου 2013,ωρα 1:18 μμ,
Χαυτεια-χ.ν.κουβελης
.
[προχειρη σημειωση]
απο την Ομονοια ενα κλικ στα Χαυτεια,ενας ζητιανος απλωνει
το χερι,δεν τους αφηνουν στο σταθμο,χα...λαει η βιτρινα,
τι ειναι αυτος ο ανθρωπος;προσπερναμε,τι ζηταει;τι ειναι;
κοιτα!απαντα!πες μου! ρωταω!να μαθω!
ζητιανος;φτωχος;αστεγος;ανεργος;τρελλος;απατεωνας;
τι στο διαολο ειναι αυτος ο τυπος;ποιος θα μας πει;και τι
θελει εδω μπροστα μας,στα ποδια μας;
να δρασουμε!
.
.
ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΓΥΝΑΙΚΩΝ-χ.ν.κουβελης
η Αναστασια 25 χρονων
-καθησε σ'ενα καφε στην Αιολου,ξεφυλλισε ενα περιοδικο,
το παρατησε,φοβοταν για τη δουλεια της,την Ελενη την απε-
λυσαν σημερα,την σκεφτονταν,δεν μπορουσε να καθησει
αλλο,σηκωθηκε κι εφυγε
.
.
η Αλεξανδρα 18 χρονων
-στη Σταδιου,μετα τη δουλεια,Πεμπτη,3μμ,ολα τα μεσα
συγκοινωνιας απεργια,δυσκολα,πολυ δυσκολα,αδυνατο,
να βρεις ταξι,την πονουσαν τα ποδια,εφτασε στα Κατω
Πετραλωνα με τα ποδια,κλειστηκε στο σπιτι της
.
.
η Βασιλικη ,23 χρονων
-στην Ομονοια,εστριψε στην Αθηνας,στη πλατεια Δημαρχειου
χτυπησε το τηλεφωνο της,σκεφτηκε να μην το σηκωσει,το ση-
κωσε,ακουγε,δεν μιλουσε,δεν ειχε να πει τιποτα,μετα απ'οσα
εγιναν,εκλεισε το τηλεφωνο,στην υπολοιπη διαδρομη προσπα-
θησε να ξεχασει
.
.
η Ειρηνη 23 χρονων
-στη Καλλιθεα εμεινε δυο χρονια μ'εκεινον τον αντρα,τωρα
μενει στα Κατω Πετραλωνα μονη της,δυο χρονια να σβηστουν,
σταχτη,ειναι νεα,η ζωη δεν τελειωνει,παντα ξαναρχιζει
.
.
η Ελενη 20 χρονων
-''σ'αυτο το επαγγελμα δεν πρεπει να αισθανεσαι τιποτα,
απολυτως τιποτα αν γινεται,αλλιως χαθηκες,η λυπη και η
στενοχωρια,και οι τυψεις δεν θα σε γλυτωσουν,θα σε μα-
ρανουν,οτι χειροτερο γι'αυτη τη δουλεια,πρεπει να εισαι
ομορφη,δροσερη,ευχαριστη,αλλιως γιατι να σε προτιμισει
καποιος να ξαναρθει μαζι σου και μαλιστα να σου δωσει τα
λεφτα του;''
.
.
η Κωσταντινα 23 χρονων
-στον Πειραια,στη Ζεα σ'ενα καφε,του λεει την ιστορια της,
ψευτικη,σκεφτεται,τιποτα αληθινο,ξερει πως δεν την πιστευ-
ει,συνεχιζει να του λεει,τι συνεβηκε,τι συμβαινει
.
.
η Φωτεινη 27 χρονων
-παντρευτηκε στα 21 ,χωρησε στα 23,εκανε σχεση,χωρησε στα
27,τωρα ενα μηνα ειναι ελευθερη,ελευθερη;μετα απο τοσες
μαχες,σκεφτονταν, το τρενο σταματησε στο Μοναστηρακι,κατε-
βηκε,8 παρα τεταρτο εμπενε στο καταστημα ρουχων στην Ερμου
που δουλευει απο τα 19
.
.
και τοσοι αλλοι πολλοι εγω εσυ στην ιστορια κατοικοι,
εμεις οι κληρονομοι της αιωνιοτητας-χ.ν.κουβελης
Ομηρου Οδυσσεια ,ραψωδια ι',στιχοι 16- 28
μεταφραση-χ.ν.κουβελης
.
νῦν δ' ὄνομα πρῶτον μυθήσομαι, ὄφρα καὶ ὑμεῖς
εἴδετ', ἐγὼ δ' ἂν ἔπειτα φυγὼν ὕπο νηλεὲς ἦμαρ
ὑμῖν ξεῖνος ἔω καὶ ἀπόπροθι δώματα ναίων.
εἴμ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης, ὃς πᾶσι δόλοισιν
ἀνθρώποισι μέλω, καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει. 20
ναιετάω δ' Ἰθάκην εὐδείελον· ἐν δ' ὄρος αὐτῇ,
Νήριτον εἰνοσίφυλλον, ἀριπρεπές· ἀμφὶ δὲ νῆσοι
πολλαὶ ναιετάουσι μάλα σχεδὸν ἀλλήλῃσι,
Δουλίχιόν τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος.
αὐτὴ δὲ χθαμαλὴ πανυπερτάτη εἰν ἁλὶ κεῖται
πρὸς ζόφον, αἱ δέ τ' ἄνευθε πρὸς ἠῶ τ' ἠέλιόν τε,
τρηχεῖ', ἀλλ' ἀγαθὴ κουροτρόφος· οὔ τι ἐγώ γε
ἧς γαίης δύναμαι γλυκερώτερον ἄλλο ἰδέσθαι.
.
τωρα τ' ονομα μου πρωτα-πρωτα να πω ,ωστε και σεις
να το γνωριστε,εγω δε αν ξεφυγω απ'την σκληρη μοιρα
θα μεινω φιλος σας αν και σε μακρυνη απο'δω χωρα ζω
ειμ' ο Οδυσσεας ο γιος του Λαερτη,π'ολους τους ανθρωπους
απασχολουν οι δολοι μου κι η φημη μου ως τον ουρανο φτανει
κατοικω στην Ιθακη που καλα φαινεται,κι ειν'ενα βουνο σ'αυτη.
το Νηριτο που τρεμουν τα φυλλωματα,οξυτατο,και γυρω-γυρω
νησια πολλα πολυ κοντα ειναι το'να με τ'αλλο
το Δουλιχι κι η Σαμη και η δασωμενη Ζακυνθος
αυτη'ναι χαμηλη και ψηλοτερα στη θαλασσα ειναι
προς τη δυση,τ'αλλα δε νησια ξεχωριστα προς την ανατολη
και τον ηλιον,τραχεια,αλλα καλη ν'αντρεφει παλλικαρια
απ'αυτη τη γη δεν μπορω να ξερω αλλη γλυκυτερη
.
Εγω'μαι ο Κωστας ο Γιωργος ο Νικος ο Αντρεας η Ελενη η Μαρια
και τοσα αλλα ονοματα ανθρωπων,που να στα λεω τωρα,σ'ολες
τις πτυχες της ιστοριας της πατριδας μου,σ'ενα τοπο ξεχερσωνα
τη γη,φυτευα στο χωμα δεντρα,κυκλωνα με φραχτη περιβολια,
και σ'αλλο τοπο και σ'αλλη εποχη τραβουσα τη βαρκα
στ'αμμουδερο ακρογυαλι να τη καθαρισω,κι αλλου εφευγα
προσφυγας κυνηγημενος σα σκυλι απο πολεις που καιγονταν
κι ειμασταν μαζι με γυναικες που ουρλιαζαν και θρηνουσαν και
γερους ανημπορους κι αντρες μαυρους καπνισμενους απ'ην ανταρα
και παιδια πολλα παιδια που εκλαιγαν,κι αδερφια,αλλοτε,ητανε που
δεν ανταμωσαν ποτε,η εχθριτα τα ξεχωριζε,τα διαλυσε κι ητανε και
φορες σε σαλα φωτισμενη ανταμωσαμε να γλεντησουμε,ειτε στους
γαμους της αδερφης μας ,του αδερφου μας ,η' στα βαφτισια του
παιδιου μας ,κι αλλοτε ακολουθησαμε ανοητοι και μωροι,σαν προβατα
αχρειους δολιους δημαγωγους και μας αναποδογυρισαν τη ζωη,
μιλουσαμε με ψεματα κι ακουγαμε πολλα πολλα ψεματα,σαν
αληθεια,πως δεν χαθηκαμε για παντα ,ποιος ξερει τι μας γλυτωσε
και δεν ξεκληριστηκαμε τοτε,κι ητανε εποχη που σε δεντρα πανω
ακουσαμε πουλια αηδονια να κελαηδουν γλυκα κι ειδαμε νυχτα
το φεγγαρι πανσελληνο να τρεχει στα νερα απαλα γαληνια,να
σπαει σε φωτα να σκορπαει σε λαμψεις,χιλιες,στη θαλασσα
και σε πολυ νεωτερη ιστορια ανεβηκα και κατεβηκα τις ηλεκτρικες
σκαλες στην Ομονοια,και με τα λεωφορεια φορτωμενοι
σκορπιστηκαμε στις συνοικιες,αναστησαμε τη ζωη μας,καποτε
στην Αθηνας χαμηλα νοτια στο Μοναστηρακι στριψαμε αριστερα
στην Ερμου,στο Συνταγμα φτασαμε,πολυβοη ιστορια στη Σταδιου,
υπαρκτο ποταμι ανθρωπων στη Πανεπιστημιου,μπροστα απ'το Ρεξ
ανηφοριζει κατηφοριζει,ο Κωστας ο Γιωργος ο Νικος ο Αντρεας
η Ελενη η Μαρια και τοσοι αλλοι πολλοι εγω εσυ στην ιστορια κατοικοι,
εμεις οι κληρονομοι της αιωνιοτητας
.
.
ΚΥΡΙΑΚΗ,ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΚΛΕΙΣΤΗΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗΣ-χ.ν.κουβελης
.
το ηλεκτρικο τρενο εφτασε στο σταθμο στο Φαληρο,αριστερα το γηπεδο ,
δεξια περα απ¨τη λεωφορο η θαλασσα,πιο μπροστα νοτια ανατολικα η Κα-
στελλα,εκλεισαν οι πορτες το τρενο ξεκινησε,κατεβηκε στο τερμα στον
Πειραια,εστριψε δεξια στη παραλιακη,εφτασε στη Γουναρη,μυριζε ο αερας
ευχαριστα απο τ'αλλαντικα,ακουσε τις φωνες των πωλητων,περασε αναμεσα
απ' τους ανθρωπους,ανεβηκε στη πλατεια,απο το Θεατρο,κοιταξε τη εργο παι-
ζονταν,ενα του Μπεκετ,''Περιμενοντας τον Γκοντο'',θα πηγαινε καποιο βραδυ
να το δει,προχωρησε δεξια,εστριψε αριστερα,κατεβηκε την Σωτηρος Διος
εφτασε στο λιμανι της Ζεας,το ονομα το λιμανι λενε πως το πηρε απο'να ειδος
σταριου ζεια ,ασπροσιτι,που απο εκει διακινουνταν,ηταν απ'τ'αρχαια χρονια
αυτο το σιταρι και καταργηθηκε η καλλιεργεια του με νομο απο το 1928 μεχρι
το 1932 ,η' το ονομα πηρε απο'να αρχαιο ιερο της Ζεας της Αρτεμιδας που βρι-
σκονταν εκει τ'αρχαια χρονια,πολλα κοτερα και πολυς κοσμος στις καφετεριες,
κυριως νεολαια βολταριζε,σε μια απ'αυτες τις καφετεριες καθισε κι ηπιε καφε,
εσπρεσο,μετα απο μια ωρα εφυγε,βαδισε βορειο-ανατολικα,στα βραχια της Πει-
ραικης κι εφτασε στο Μικρολιμανο,στο Τουρκολιμανο στη Καστελλα,χαζεψε
για λιγο,εκει λεγανε πως τα βυζαντινα χρονια υπηρχε φαναρι,κι ειχε το λιμανι
αυτο το ονομα ,Φαναρι,τωρα δεν υπαρχει,γκρεμιστηκε,συνεχιζε,φανηκε η συνοι-
κια του Νεου Φαληρου,η θαλασσα,στο βαθος βορεια η Αθηνα,ξεχωρισε μεσα
στην ομιχλη την Ακροπολη,τον Παρθενωνα,εφτασε στο σταθμο του ηλεκτρι-
κου,λιγος κοσμος στην αποβαθρα στη μερια προς την Αθηνα,απο την αλλη
μερια πολυς κοσμος κατεβηκε απ'το τρενο,που ειχε φτασει και σταματησει,
φιλαθλοι,με φανελες κοκκινες,σημαιες κοκκινες,καπελα κοκκνα,χασκολ κοκκινα,
φωναζαν ρυθμικα συνθηματα, ειχαν σφυριχτρες και σφυριζαν,κυριως αντρες,
νεαροι,και καποιες κοπελες και μερικα παιδια ειδε,το ιδιο ντυμενα,κατεβηκαν
τις σκαλες,επειτα τους ειδε σαν χειμμαρος να ξεχυνονται απεναντι στο χωρο
εξω απ'το γηπεδο,εκει ενωθηκαν με αλλους φιλαθλους,οι φωνες δυναμωσαν,
Κυριακη,ειχε ματς εκεινη τη μερα,απ' το γηπεδο μεσα ακουγονταν οι ιαχες των
φιλαθλων που ηταν στις εξεδρες,ηρθε κι αλλο τρενο απ'την Αθηνα,γεματο κι
αυτο με φιλαθλους,φισκα,τα ιδια χρωματα,κοκκινα,τα ιδια συνθηματα:''Ολυ-
μπιακος.Θρυλος'',μετα απο λιγο ηρθε και το τρενο απ'τον Πειραια,γεματα ,
στοιβα,ο'ολα τα βαγονια απο φιλαθλους,ανοιξαν οι πορτες,ορμησαν εξω με
τα ιδια κοκκινα χρωματα ντυμενοι,με τις κοκκινες σημαιες να τις ανεμιζουν,με
τις ιδιες δυνατες φωνες,με τα ιδια ρυθμικα συνθηματα,''Θρυλος.Ολε.ΟΛε.Θρυλος.
Ολε.'',αδειασαν τα βαγονια,μπηκε σ'ενα,καθισε αριστερα μπροστα,κοιτουσε προς
τα κατω,εκλεισαν οι πορτες ,το τρενο ξεκινησε ,τρεις ανθρωποι μαζι μ'αυτον ολοι
κι ολοι ηταν μεσα στο βαγονι,μια νεαρη κοπελα καθισμενη δεξια του προς το πα-
ραθυρο κι ενας μεσοκοπος αντρας στο βαθος στα καθισματα δεξια,περασαν το
Μοσχατο,τη Καλλιθεα,τον Ταυρο,περασαν πανω απ'τη γεφυρα της Χαμοστερνας,
εφτασαν στα Κατω Πετραλωνα,σηκωθηκε απο τη θεση του,σταματησε το τρενο,
ανοιξαν οι πορτες,κατεβηκε,απο το δικο του βαγονι κατεβηκε μονο αυτος,περασε
τη γεφυρα πανω απ'τις γραμμες,κι αλλο τρενο περασε με τρομερο θορυβο γεματο
φιλαθλους προς το Φαληρο,ακουσε τις φωνες τους μεχρι που χαθηκε νοτια,πηρε
το δρομο για το σπιτι του
.
.
Αστικα Εξωτερικα Εσωτερικα Ανθρωπων
[Ενας Λαβυρινθος,Οι Ανθρωποι-Η Πολη -Η Κοινωνια τους]-χ.ν.κουβελης
.
επειδη η πολη κατοικειται απο ανθρωπους φωτογραφιζεται ,
ενα πολυπλοκο δικτυο κτιριων δρομων ανθρωπων σχεσεων,
Ενας Λαβυρινθος,Οι Ανθρωποι-Η Πολη -Η Κοινωνια τους
...-ο Ανθρωπος Α1 που μενει στο Σπιτι Σ1 στο δρομο δ1 βρισκεται
στο δρομο Δ1 και συναντα,ειτε τον γνωριζει ειτε δεν τον γνωριζει,
τον Ανθρωπο Α2 που μενει στο Σπιτι Σ2 στο δρομο δ2 -...
-μια Αντιστοιχεια απο το Συνολο των Ανθρωπων:
{ χ/οπου χ ανθρωπος },με χ ανθρωπος οποιασδηποτε ηληκιας,και
οποιασδηποτε εποχης,στο παρελθον ,στο παρον
στο Συνολο των Ανθρωπινων Σχεσεων:
{ ψ/οπου ψ ανθρωπινη σχεση },με ψ οποιαδηποτε ανθρωπινη
σχεση αναπτυσεται μεταξυ ανθρωπων-αγαπη,μισος,αδιαφορια,
ερωτας,χαρα.λυπη,εχθρα,φιλια,γνωστος,αγνωστος,πλουσιος,
φτωχος,διευθυντης,υπαλληλος,αντρας,γυναικα,παιδι,πατερας,
μανα,αδερφος,νεος,γερος,μορφωμενος,αμορφωτος,δημοκρατης,
οποιασδηποτε πολιτικης χροιας,δυνατος,αδυνατος,οποιασδηποτε
κοινωνικης και οικονομικης ταξης,τιμιος,ατιμος,τολμηρος,
δειλος,ανιδιοτελης,ιδιοτελης,φρονιμος,φαντασμενος,
καλος,κακος,...
.
.
[ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ]-χ.ν.κουβελης
ΔΙΔΩ,27 ΕΤΩΝ,ΤΟ 1971 μ.Χ
..
την ρωτησε το ονομα της ,Διδω,του ειπε,και γελασε,υτη που
δινει και δεν παιρνει,την ρωτησε αν ξερει την ιστορια της Διδως,
δεν την ηξερε,ειχανε χρονο,την ρωτησε αν ηθελε να της πει την
ιστορια,ηθελε,καθισε απεναντι του,αρχισε,η Διδω ηταν πριγκι-
πισα στη Τυρο,μετα τον πατερα της κυβερνησε μαζι με τον πλου-
σιο αντρα της,καλα κυβερνουσε την αγαπουσε ο λαος,ομως
ο αδερφος της,καποιος Πυγμαλιων ζηλεψε τα πλουτη τους και
θελησε να σφετεριστη την εξουσια,συνομωτησε και την ανε-
τρεψε,σκοτωσε και τον αντρα της τον Σιχαιο,αναγκαστηκε να
φυγει,,φορτωσε τους θησαυρους της σ'ενα καραβι και τη νυχτα
εφυγε μαζι με τους φιλους της,πηρε και τους δουλους της,το καρα-
βι εφτασε στη Κυπρο,εκει αγορασε λατομεια χαλκου,δυο χρονια
τα εκμεταλευτηκε,πλουτισε,τον τριτο χρονο τα πουλησε κι εφυγε,
εφτασαν στη Βορειο Αφρικη,στη Νουμιδια,στη Λιβυη,εκει ζητησε
απ' τον βασιλια Ιαρβα να χτισει μια πολη,εκεινος της ειπε πως της δι-
νει την αδεια να χτισει πολη σε τοσο τοπο οσο πιανει ενα τομαρι
βοδιου,εκεινη ηταν πολυ ευστροφη,εκοψε το τομαει σε πολυ στε-
νες λωριδες ,τις ενωσε μεταξυ τους και περικυκλωσε ενα πολυ με-
γαλο χωρο,εκει εχτισε τη πολη της ,τη Καρχηδονα και την ακροπολη
της τη Βυρσο,που σημαινει τομαρι,κυβερνησε σ'αυτη τη πολη,δεν
θελησε να ξαναπαντρευτει αλλον αντρα,ουτε και τον βασιλια θελησε
που την ζητησε,καποτε εφτασε στη Καρχηδονα με τους συντροφους
του ο Αινειας,απο την Τροια,εφυγε μετα την αλωση της απ'τους Ελ-
ληνες,να παει στην Ιταλια,αυτος ηταν ο προορισμος του,ο Αινειας
ηταν γιος του Αγχιση και της Αφροδιτης,εκει στη Καρχηδονα συναν-
τησε την Διδω,που ηταν πολυ ομορφη,''οπως εσυ'',της ειπε,ερωτευ-
τηκαν κι εγιναν ζευγαρι,ομως οι συμβουλοι του Αινεια του θυμησαν
τον σκοπο του ταξιδιου του και μια σκοτεινη νυχτα ο Αινειας εφυγε
απο τη Καρχηδονα με τα καραβια του,οταν το εμαθε η Διδω τρελαθη-
κε,αναψε μεγαλη φωτια κι εκαψε οτι της θυμιζαν τον Αινεια,ρουχα,
γραμματα,εικονες του,οτιδηποτε και μετα ανεβηκε κι αυτη στη φωτια,
φωναξε στο λαο της να μην σβησει ποτε το μισος της για τη πολη που
θα χτισει ο Αινειας, να την πολεμησουν και να την καταστρεψουν,αυτη
η πολη ηταν η Ρωμη,επειτα εβγαλε το ξιφος το σηκωσε και καρφωσε
το κορμι της,αυτοκτονησε,την ιστορια της με τον Αινεια την εγραψε
ενας μεγαλος λατινος ποιητης ο Βιργιλιος στην Αινειαδα του στο τε-
ταρτο βιβλιο της,λενε πως στην Ναυκρατι την Ελληνικη πολη της Αιγυ
πτου φημισμενης για τις πολλες και ομορφες εταιρες της,μια εταιρα ,
στα χρονια του βασιλια Ψαμμιτιχου,ειχε το ονομα της Διδως κι ελεγε
αυτην την ιστορια,πως αυτη ειναι,την πιστευαν γιατι οι Αιγυπτιοι ει-
χαν μια εμμονη με τις μετεμψυχωσεις,οι Ελληνες ομως δεν πιστευ-
αν τετοιες δοξασιες,''αυτη ειναι η ιστορια της Διδως'',ειπε,την κοι-
ταξε,εκεινη τον κοιταξε,χαμογελασε,''καθε ανθρωπος εχει μια ιστο-
ρια,τη δικη του,κι εγω κι εσυ εχουμε μια ιστορια,αν θελεις θα σου
πω τη δικη μου ,συντομα,χωρις πολλες λεπτομερειες'',γεννηθηκε
το 1944 και μεγαλωσε καπου στα περιχωρα του Αγρινιου,σχολειο
πηγε τρεις ταξεις,δεν χρειαζονταν,ελεγαν,τα γραμματα στα κορι-
τσια,ηταν ομορφη,στα δεκαπεντε της εμεινε εγκυος απο εναν με-
γαλυτερο αντρα,εναν πλουσιο,γνωστο της περιοχης,παντρεμενο,
μαθευτηκε,εγινε σκανδαλο,την πιεσαν να ριξει το παιδι,αρνηθηκε,
οταν γεννηθηκε το παιδι,της το πηραν μωρο και το εξαφανισαν,
εκλαψε,ουρλιαξε,δεν την σηκωνε ο τοπος,μια νυχτα το'σκαψε
μ'ενα ταξι,ηρθε,εδω,στην Αθηνα,δεν την εψαξαν να την βρουν,
κανεις δεν νοιαστκε απο τους δικους της,στην αρχη πολυ δυσκο-
λα περνουσε,ζητησε δουλεια σ'ενα σπιτι,την πηραν,κι απο τοτε
κανει αυτο το επαγγελμα,προσπαθει να διατηρειται ομορφη,
αλλιως δεν εχεις περασει σ'αυτο το επαγγελμα,γρηγορα ξεπε-
φτεις,οχι ξενυχτια,οχι ποτα,οχι μπερδεματα με νταβαντζηδες,
λεφτα εκανε,πηρε ενα διαμερισμα ,αυτο που μενει,δεν ξερει απο
πολτικα,καταλαβαινει πως περναει δυσκολα ο κοσμος αυτη την
εποχη,δεν εχει καποιο αντρα απο τοτε,ζει μονη της,πολλοι αν-
τρες,αμετρητοι,ηρθαν σ'επαφη μαζι της ολ'αυτα τα χρονια,
ειναι 27 χρονων,''απο 1944 φθασαμε στο 1971,πολλες ιστοριες
εγιναν και θα γινουν.Αυτη ειναι η δικια μου ισορια'',ειπε και
συνεχισε,''το κανονικο ονομα μου δεν ειναι Διδω,ποια απο μας
εχει το κανονικο της ονομα; ,με βαφτισε μ'αυτο η μανταμ στο
πρωτο σπιτι που πηγα,Διδω,αυτη που δινει και δεν παιρνει,μου
ειπε,μου αρεσε και το κρατησα'',τον κοιταξε στα ματια ,''το δικο
μου ονομα ειναι Ελενη'',
στο ηλεκτρικο τρενο προς τα Κατω Πετραλωνα σκεφτονταν την ιστο-
ρια της Ελενης ,δεν ειχε λογους να τη θεωρησει ψευτικη,την θεωρου-
σε αληθινη,πραγματικη,οποιαδηποτε ιστορια και ν'ακουγε θα την
θεωρουσε αληθινη,μια ιστορια ειναι μια πραγματοποιηση διαφο-
ρων συμβατων ,απο τον μεγαλο λαβυρινθο των συμβαντων,των
αφηγησεων,σε σειρα,διαδεχομενων και στο χρονο και στο χωρο,
το 1 με το 2 με το 3,και λοιπα,οτι μπορει να συμβει εχει συμβει,οχι
απαραιτητα στον Α ανθρωπο,αλλα,ισως, στον Β ανθρωπο,εμεις ακου-
με ,δεν κρινουμε,
το τρενο μπηκε στο σταθμο,σταματησε,σηκωθηκε,ανοιξαν οι πορτες ,
κατεβηκε,
.
.
[ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ.ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ]-χ.ν.κουβελης
Η Αντιγονη,21 ετων
.
ζει στην Αθηνα,σπουδαζει φιλολογια,5ο εξαμηνο,ακουει
κλασικη μουσικη,διαβαζει Καφκα,Μπορχες,Κωστη Παλαμα,
Διονυσιο Σολωμο και Ανδρεα Λασκαρατο,εχει μια μικροτερη
αδερφη την Ελενη,10 χρονια μικροτερη,αυτη ειναι 21,δεν βρι-
σκεται σε σχεση αυτο τον καιρο,πηγαινει γυμναστηριο,κολυμ-
παει στη πισινα,παιζει τεννις,,δεν εχει ακομα facebook,κατανα-
λωνει τα απαραιτητα,εχει υψος 1,70,ειναι 57 κιλα,εχει μαυρα
ματια,μαυρα μαλλια,εργαζονταν γκαρσονα σε καφετερια,πριν
ενα μηνα,στη περιοχη της Καλλιθεας,ομαδα ειναι Ολυμπιακος,
γνωριζει Αγγλικα και Γαλλικα,μαζευει γραμματοσημα απ'ολο
τον κοσμο,εχει χομπυ τη φωτογραφια,της αρεσουν,γενικα,τα
ψητα μπιφτεκια,τρωει πολλα φρουτα,δεν καπνιζει,δεν της αρε-
σει το αλκοολ,μακιγιαρεται ελαφρα,της αρεσουν οι παρεες,
προσπαθει οσο μπορει να ειναι ευχαριστη και διακριτικη,εχει
αδυναμια στον πατερα της,δεν ξενυχταει χωρις λογο,της αρεσει
η Δημοκρατια,δεν ανηκει σε καποιο πολιτικο κομμα,εχει ελευ-
θερες ιδεες,θα'θελε για καποιο καιρο να ζησει στη Νεα Υορκη,
οχι για παντα γιατι αγαπαει την Ελλαδα,της αρεσουν οι ταινιες
του Αλεξη Δαμιανου,ιδιαιτερα η ταινια ''Μεχρι το πλοιο'',ακουει
Τριτο Προγραμμα,την γοητευει το Ιντερνετ και ποσα μπορεις να
βρεις σ'αυτο,και να κανεις,δεν της αρεσει να τσακωνεται,δεν ειναι
απολυτη στις αποψεις της,θελει να μαθαινει,θεωρει τη γνωση το
παν,λυπαται που δεν ξερει μαθηματικα,της λειπει η αδερφουλα
της,και η μαμα της λειπει,καθημερινα μιλουν στο τηλεφωνο,τiς
βλεπει,και τον μπαμπα φυσικα,στο Skype,εχει ακριβο ενοικιο,τα
λεφτα που της στελνουν καθε μηνα οι γονεις ισα που την φτα-
νουν,οχι,δεν εχει παραπονο,αυτα που εχουν τα στερουνται και της
τα στελνουν,κανει οικονομιες,προσπαθει να πιασει δουλεια,αλλα
ειναι πολυ δυσκολα,διαβαζει για να τελειωσει τη σχολη χωρις κα-
θυστερηση,ουτε ξερει αν θα πιασει με το πτυχιο δουλεια αμεσως,
''θα δουμε τοτε οταν θα'ρθει η ωρα'',ειπε,και χαμογελασε γλυκα,
υστερα σοβαρεψε,''μαθαινω λογοτεχνια,κι αυτο δεν ειναι λιγο,
ετσι δεν ειναι;'',συμφωνησα,παλι γελασε,φωτισθηκε το προσωπο
της,ηταν πολυ ομορφη,της το'πα ,''εισαι πολυ ευγενικος,σ'ευχαρι-
στω'',
την Αντιγονη τη γνωρισα πριν τρεις ωρες περιπου,ηπιαμε καφε
στο Συνταγμα,την κερασα,
κανονισαμε να ξανασυναντηθουμε το απογευμα
.
.
ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΩΝ
Ο ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΡΙΣΤΟΓΕΙΤΩΝ ΕΔΡΑΣΑΝ ΚΑΤΑ
ΤΩΝ ΤΥΡΑΝΝΩΝ-χ.ν.κουβελης
.
Στο Λεωκορειον,ιερο στη βορεια πλαγια της Ακροπολης
θα παρευρισκετο στη Γιορτη ο Ιππαρχος στενα περιβεβλημενος
με πλειστους ραβδουχους κορυνοφορους με ροπαλα να
τον φυλανε,οπως απ'τ'αρχαια χρονια ως τα σημερινα
συνειθιζεται να φυλαγονται οι λογης τυραννοι,πλην ομως,
και να το εχουν υπ'οψιν τους,οι τετοιοι φυλακες εξαγοραζονται
λιαν ευκολως με χρυσα και με αργυρα νομισματα,παντα και
παντου το χρημα μεγας μοχλος εκπορθητης,ο ετερος Πεισιστρατιδης
τυραννος ο Ιππιας παρευρισκετο στην αλλη ακρη της Παναθηναικης
οδου στο τερμα της,εκει τον ειδαν να συνομιλει και να συναγελαζεται
μ'εναν εκ των συνομωτων,φοβηθηκαν πως προδοθηκαν κι εκινηθηκαν
γρηγορα να προλαβουν τον αλλο τυραννο Ιππαρχο στο Λεωκορειον
στην αφετηρια των Μεγαλων Παναθηναιων,ο σαλπιγκτης σαλπισε δυνατα
ν'αρχισει η Γιορτη,και τοτε επεσαν με τα ξιφη πανω του ως λεοντες
ορεσιβιοι με ορμη,ειχαν καποιους των φυλακων χρηματισμενους
να μην κινηθουν και να διευκολυνουν,τον χτυπησαν στο κεφαλι και
στο κορμι και τον αφησαν αψυχον,
ομως τον Αρμοδιον επι τοπου τον επιασαν και τον μαχαιρωσαν,
σκοτωθηκε,τον Αριστογειτωνα τον κυνηγησαν,μεσα στη μεγαλη και
ξαφνικη συγχιση τους ξεφυγε και τον εχασαν,δεν προφθασαν
να τον πιασουν,καπου κρυφτηκε,ομως γρηγορα τον ανακαλυψαν,
καταδοτες τον εδειξαν ,το εσυραν απ'τη κρυπτη του,τον βασανισαν
σκληρα μερες και στο τελος ο τυραννος εδωσε εντολη να τον εκτελεσουν,
τον σκοτωσαν,ετσι τελειωσε η Σταση εκεινη τη μερα που γιορταζαν
τα Μεγαλα Παναθηναια στην Αθηνα το 514/13 π.Χ,με μικρα αποτελεσματα,
τιποτα ουσιαστικα δεν εγινε,η τυραννια παρεμεινε,δεν κατελυθει,και
μαλιστα σκληρυνε τα μετρα της,ισχυρα και κραταιη,γνωστα κι αναμενομενα
επακολουθα στις τυραννιες απ'αρχαιοθεν,εμειναν ομως τα ονοματα τους
συμβολα αιωνια,Αρμοδιος και Αριστογειτων οι Τυραννοκτονοι,Τιμη και Δοξα,
εστησαν και τα αγαλματα τους λαμπρα στην Αγορα με Ναξιο μαρμαρο,και
επιγραφη στη βαση,οι Ελευθερωτες των Αθηνων της Δημοκρατιας του Θησεα,
τους εθαψαν στον Κεραμεικο αιωνια να μνημονευονται στην Ελλαδα μεσα
και στον κοσμο ολο ,ως οι Αριστοι των Πολιτων,και σε πολλα αγγεια
απεικονιζονται οι τιμημενοι αθλοφοροι,
να τι κερδισαν,κλεος ες αιει.
.
.
[ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ]-χ.ν.κουβελης
Περι την Μονα
.
Η ιστορια συνεβηκε στην Αθηνα το 1987,τον μηνα Απριλιο απο
τις 10 μεχρι τις 21,πριν τις 10 για πρωτη φορα την ειδε ,αυτο το
θυμαται πολυ καλα,στις 5 του μηνος,στον ηλεκτρικο ,αυτος ειχε
μπει στο τρενο στην Ομονοια προς Πειραια,εκεινη ηταν μεσα
στο βαγονι