I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2022

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Η Τραγωδία του Φιλοκτήτη (Κείμενα,Ομήρου Ιλιάδα Οδύσσεια,-Σοφοκλη Φιλοκτήτης) -χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Η Τραγωδία του Φιλοκτήτη

(Κείμενα,Ομήρου Ιλιάδα Οδύσσεια,-Σοφοκλη Φιλοκτήτης)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis
.
.


Η Τραγωδία του Φιλοκτήτη

(Κείμενα,Ομήρου Ιλιάδα Οδύσσεια,-Σοφοκλη Φιλοκτήτης)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το αρχαίο θέατρο καταμεστο θεατών,στο βάθος του ορίζοντα,

σειρές ελιές ανέβαιναν στους χαμηλούς λόφους,κι ανάμεσα 

κυπαρισσια,η θαλασσα στο βάθος ακινήτη στο λαμπερό φως του ήλιου,


Ακούστηκε στην ορχήστρα ο κορυφαίος του χορού:


Σ'εκεινους που την Μηθωνη  και την Θαυμακιη κατοικούσαν 

και την Μελίβοια είχαν και την Ολιζωνα τον άγριο τόπο

αυτών ο Φιλοκτήτης αρχηγός ήταν

των τόξων καλός γνώστης

μ'εφτα καράβια,κωπηλάτες σε καθένα πενήντα μέσα μπηκαν

με τόξα καλα γνωριζοντας γενναια να μάχονται 720

αλλ'ομως αυτός στη νήσο βρίσκονταν βαρια βάσανα πάσχοντας 

στην Λήμνο την ιερή,όπου εκεί

τον εγκατέλειψαν οι γιοι των Αχαιών

με τη κακια πληγή να βασανίζεται απ'την  δηλητηριώδη υδρα

εκεί λοιπόν βρίσκεται βοηθώντας,

γρήγορα ομως οι Αργείοι να τον θυμηθούν ήρθε η ώρα 

κοντά στα καράβια τον Φιλοκτήτη βασιλιά 725


θυμάται,που πήγε στη Λήμνο,μετά την εξορία ηταν,

περιπλανιόταν στις ερημες ακτές του νησιού  όλες τις μερες,

το κύμα έσκαβε τα βράχια,περίμενε,υπομονετικά,

η ιστορία να επαναληφθεί,

μεσημέρι ήταν που τον είδε,

ημίγυμνο,καμενο το κορμι απ'τον ήλιο,

έρχονταν από αριστερα της παραλιας,


τον άκουσε:


πόσο άθλιος είμαι,και μισητός στους θεούς;κανένα όνομα εδώ να'χω 

στη πατρίδαμήτε στης Ελλάδας τη γη πουθενά κάπου να'φτασε

αλλ'αυτοί που με πεταξαν χωρίς ντροπή γελούν κάνοντας 

πως τίποτα δεν ξέρουν,

κι η αρρώστια μου συνέχεια να μολύνεται και μεγαλυτερη να γινεται 

μάθε πώς εγω'μαι εκείνος,αν ίσως άκουσες,που του Ηρακλη κατέχει 

τα όπλα,του Ποιαντα το παιδί ο Φιλοκτητης,

που οι δύο αρχηγοί,οι Ατρείδες, και των Κεφαλλήνων ο βασιλιάς 

μ'ερριξαν χωρίς ντροπη  σ'αυτη εδω την έρημο,απο βαριά αρρώστια 

να λιώνω,πληγωμένος απ'τ'αγριο δάγκωμα φονικης οχιάς,

μ'αυτη τη πληγή να με τυραννα εκεινοι ήρθαν στην έρημο εδώ

απ'τό νησί Χρυση με τα καράβια τους και μένα  παρατησαν 

τοτε όταν μ'ειδαν μετά απ'τη πολύ θαλασσοταραχή

να κοιμαμαι σε σπηλιά στην ακτή,μ'εγκαταλείψαν κι έφυγαν,αφού

μ'αφησαν λίγα κουρέλια σαν κι αυτά που ζητιάνος φοράει και λιγοστό

φαι,να τους βρει η κατάρα μου,μπορείς να φανταστείς τι ένιωσα

όταν ξύπνησα κι ήμουνα μόνος,πόσο έκλαψα και πόσο θρηνησα για το

κακο,όταν είδα τα καράβια με τα οποία ταξίδεψα να'χουν εξαφανιστεί,

ουτ'ενας άνθρωπος δεν έμεινε πίσω,ουτ'ενας να με βοηθήσει να ζησω

ουτ'ενας να με φροντίσει στην αρρώστια μου,τίποτα γύρω μου παρά μόνο

συμφορά,ούτε πριν ούτε μετά είχα μόνο παρόν γεμάτο πόνο,ο χρόνος

κυλούσε όλο κυλούσε κι έπρεπε να επιζήσω,το πεινασμένο μου στομάχι 

μ'αυτο το τόξο σκοτωνοντας αγριοπερίστερα το χορτενα,και σερνομουνα

ουρλιάζοντας απ'τους πόνους  της πληγής εκεί που'χαν πέσει

να τα μαζέψω,και για νερό να πιω και για ξύλα να ζεσταθω τους

παγωμένους χειμώνες πάλι έσερνα τα πόδια,και για φωτιά 

χτυπούσα πυριτολιθαρα ν'αναψουν,είχα στέγη ειχα φωτιά,

όμως η αρρώστια έμενε αγιάτρευτη,και σ'αυτη τη πέτρα 

το νησί κανένας δεν έφτανε ναυτικός,δεν έχει κανένα όρμο λιμάνι

τι να έχει κέρδος εδώ,ποιος που'χει το μυαλό του να  κατεβει

εδω,όμως μεγάλος ο χρόνος στους ανθρώπους,και τυχαινε

κάποιος να'ρθει,κι είχε καλό λόγο να πει,να με λυπηθεί,να δώσει 

τροφή,η' ρούχο,αλλά κανένας δεν θέλει να με πάρει μαζί του,να με

σώσει στη πατρίδα,άλλα δέκα χρόνια τώρα υποφέρω απ'την κακία

αρρώστια που με λιώνει,γι'αυτό φταίνε οι Ατρείδες κι ο Οδυσσέας,

και μέρα νύχτα παρακαλάω τους θεούς να πληρώσουν πολύ σκληρά

την ατιμία τους


αυτά είπε,του είπε,

και χαθηκε δεξιά στο βάθος της παραλίας


στο θέατρο,στον επίλογο,δύο ηθοποιοι διάβασαν:


-α' ηθοποιός:

 

(Ομήρου Οδύσσεια,ραψωδία γ')

εὖ δὲ φιλοκτήτην, Ποιάντιον ἀγλαὸν υἱόν.   190

Πως αισια ο Φιλοκτήτης του Ποιαντα ο ξακουστός γιος επέστρεψε 

στη πατριδα


-β' ηθοποιός:


(Ομήρου Οδύσσεια,ραψωδία θ')

οἶος δή με Φιλοκτήτης ἀπεκαίνυτο τόξῳ

δήμῳ ἔνι Τρώων, ὅτε τοξαζοίμεθ' Ἀχαιοί·   220

Μονο ο Φιλοκτήτης εμένα με ξεπερνούσε στο τόξο

όταν στη χωρα των Τρώων τοξευαμε εμείς οι Αχαιοι

είπε στους άρχοντες Φαιακες


Κατάλαβα τη βαθιά του συντριβή για το κακό που έκανε στον ηρωα


έσβησαν τα φώτα του θεάτρου


Τέλος της παραστασης

.

.

αρχαία κείμενα:


(Ομήρου Ιλιάδα ραψωδία Β' Καταλογος νηων,στιχ.716-725)


Οἳ δ’ ἄρα Μηθώνην καὶ Θαυμακίην ἐνέμοντο

καὶ Μελίβοιαν ἔχον καὶ Ὀλιζῶνα τρηχεῖαν,

τῶν δὲ Φιλοκτήτης ἦρχεν τόξων ἐῢ εἰδὼς

ἑπτὰ νεῶν· ἐρέται δ’ ἐν ἑκάστῃ πεντήκοντα

ἐμβέβασαν τόξων εὖ εἰδότες ἶφι μάχεσθαι.720

ἀλλ’ ὃ μὲν ἐν νήσῳ κεῖτο κρατέρ’ ἄλγεα πάσχων

Λήμνῳ ἐν ἠγαθέῃ, ὅθι μιν λίπον υἷες Ἀχαιῶν

ἕλκεϊ μοχθίζοντα κακῷ ὀλοόφρονος ὕδρου·

ἔνθ’ ὅ γε κεῖτ’ ἀχέων· τάχα δὲ μνήσεσθαι ἔμελλον

Ἀργεῖοι παρὰ νηυσὶ Φιλοκτήταο ἄνακτος.725

.

.

(Σοφοκλή Φιλοκτήτης)


Φιλοκτήτης

ὦ πόλλ᾽ ἐγὼ μοχθηρός, ὦ πικρὸς θεοῖς,    255

οὗ μηδὲ κληδὼν ὧδ᾽ ἔχοντος οἴκαδε

μηδ᾽ Ἑλλάδος γῆς μηδαμοῦ διῆλθέ που.

ἀλλ᾽ οἱ μὲν ἐκβαλόντες ἀνοσίως ἐμὲ

γελῶσι σῖγ᾽ ἔχοντες, ἡ δ᾽ ἐμὴ νόσος

ἀεὶ τέθηλε κἀπὶ μεῖζον ἔρχεται.    260

ὦ τέκνον, ὦ παῖ πατρὸς ἐξ Ἀχιλλέως,

ὅδ᾽ εἴμ᾽ ἐγώ σοι κεῖνος, ὃν κλύεις ἴσως

τῶν Ἡρακλείων ὄντα δεσπότην ὅπλων,

ὁ τοῦ Ποίαντος παῖς Φιλοκτήτης, ὃν οἱ

δισσοὶ στρατηγοὶ χὠ Κεφαλλήνων ἄναξ    265

ἔῤῥιψαν αἰσχρῶς ὧδ᾽ ἔρημον, ἀγρίᾳ

νόσῳ καταφθίνοντα, τῆς ἀνδροφθόρου

πληγέντ᾽ ἐχίδνης ἀγρίῳ χαράγματι·

ξὺν ᾗ μ᾽ ἐκεῖνοι, παῖ, προθέντες ἐνθάδε

ᾤχοντ᾽ ἔρημον, ἡνίκ᾽ ἐκ τῆς ποντίας

Χρύσης κατέσχον δεῦρο ναυβάτῃ στόλῳ.    270

τότ᾽ ἄσμενοί μ᾽ ὡς εἶδον ἐκ πολλοῦ σάλου

εὕδοντ᾽ ἐπ᾽ ἀκτῆς ἐν κατηρεφεῖ πέτρᾳ,

λιπόντες ᾤχονθ᾽, οἷα φωτὶ δυσμόρῳ

ῥάκη προθέντες βαιὰ καί τι καὶ βορᾶς

ἐπωφέλημα σμικρόν, οἷ᾽ αὐτοῖς τύχοι.    275

σὺ δή, τέκνον, ποίαν μ᾽ ἀνάστασιν δοκεῖς

αὐτῶν βεβώτων ἐξ ὕπνου στῆναι τότε;

ποῖ᾽ ἐκδακρῦσαι, ποῖ᾽ ἀποιμῶξαι κακά;

ὁρῶντα μὲν ναῦς, ἃς ἔχων ἐναυστόλουν,

πάσας βεβώσας, ἄνδρα δ᾽ οὐδέν᾽ ἔντοπον,    280

οὐχ ὅστις ἀρκέσειεν οὐδ᾽ ὅστις νόσου

κάμνοντι συλλάβοιτο· πάντα δὲ σκοπῶν

ηὕρισκον οὐδὲν πλὴν ἀνιᾶσθαι παρόν,

τούτου δὲ πολλὴν εὐμάρειαν, ὦ τέκνον.

ὁ μὲν χρόνος δὴ διὰ χρόνου προύβαινέ μοι,    285

κἄδει τι βαιᾷ τῇδ᾽ ὑπὸ στέγῃ μόνον

διακονεῖσθαι. γαστρὶ μὲν τὰ σύμφορα

τόξον τόδ᾽ ἐξηύρισκε, τὰς ὑποπτέρους

βάλλον πελείας· πρὸς δὲ τοῦθ᾽, ὅ μοι βάλοι

νευροσπαδὴς ἄτρακτος, αὐτὸς ἂν τάλας    290

εἰλυόμην, δύστηνον ἐξέλκων πόδα,

πρὸς τοῦτ᾽ ἄν· εἴ τ᾽ ἔδει τι καὶ ποτὸν λαβεῖν,

καί που πάγου χυθέντος, οἷα χείματι,

ξύλον τι θραῦσαι, ταῦτ᾽ ἂν ἐξέρπων τάλας

ἐμηχανώμην· εἶτα πῦρ ἂν οὐ παρῆν,    295

ἀλλ᾽ ἐν πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων μόλις

ἔφην᾽ ἄφαντον φῶς, ὃ καὶ σῴζει μ᾽ ἀεί.

οἰκουμένη γὰρ οὖν στέγη πυρὸς μέτα

πάντ᾽ ἐκπορίζει πλὴν τὸ μὴ νοσεῖν ἐμέ.

φέρ᾽, ὦ τέκνον, νῦν καὶ τὸ τῆς νήσου μάθῃς.    300

ταύτῃ πελάζει ναυβάτης οὐδεὶς ἑκών·

οὐ γάρ τις ὅρμος ἔστιν οὐδ᾽ ὅποι πλέων

ἐξεμπολήσει κέρδος ἢ ξενώσεται.

οὐκ ἐνθάδ᾽ οἱ πλοῖ τοῖσι σώφροσιν βροτῶν.

τάχ᾽ οὖν τις ἄκων ἔσχε· πολλὰ γὰρ τάδε    305

ἐν τῷ μακρῷ γένοιτ᾽ ἂν ἀνθρώπων χρόνῳ·

οὗτοί μ᾽, ὅταν μόλωσιν, ὦ τέκνον, λόγοις

ἐλεοῦσι μέν, καί πού τι καὶ βορᾶς μέρος

προσέδοσαν οἰκτίραντες ἤ τινα στολήν·

ἐκεῖνο δ᾽ οὐδείς, ἡνίκ᾽ ἂν μνησθῶ, θέλει,    310

σῶσαί μ᾽ ἐς οἴκους, ἀλλ᾽ ἀπόλλυμαι τάλας

ἔτος τόδ᾽ ἤδη δέκατον ἐν λιμῷ τε καὶ

κακοῖσι βόσκων τὴν ἀδηφάγον νόσον.

τοιαῦτ᾽ Ἀτρεῖδαί μ᾽ ἥ τ᾽ Ὀδυσσέως βία,

ὦ παῖ, δεδράκασ᾽, οἷ᾽ Ὀλύμπιοι θεοὶ    315

δοῖέν ποτ᾽ αὐτοῖς ἀντίποιν᾽ ἐμοῦ παθεῖν.

.

.

(μετάφραση -αποδοση αρχαίων κειμένων χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)

.

.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου