I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2021

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -Λουκιανός Σαμοσατευς - Εταιρικοί Διάλογοι- -Κοχλίς και Παρθενίς -Κοχλιδα και Παρθενία -μεταφραση ιδιολεκτη χ ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis

 .

.

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

-Λουκιανός Σαμοσατευς - Εταιρικοί Διάλογοι-

-Κοχλίς και Παρθενίς

-Κοχλιδα και Παρθενία

-μεταφραση ιδιολεκτη χ ν.κουβελης c.n.couvelis

ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis
.
.


Λουκιανός Σαμοσατευς - Εταιρικοί Διάλογοι-

Κοχλίς και Παρθενίς

Κοχλιδα και Παρθενία

-μεταφραση ιδιολεκτη χ ν.κουβελης c.n.couvelis

 

(Ένας καψουροκαυγας)


Κοχλίδα

γιατί Παρθενια μου είσαι δακρυσμένη;από που φέρνεις τους αυλούς

σπασμενους;


Παρθενία

 ο στρατιώτης ο Αιτωλός ο ψηλεας που'ναι καψουρης με την Κροκαλη

 μ'έδειρε όταν με βρήκε να παίζω αυλό στη Κροκαλη μισθωμένη απ'τον αντεραστη του τον Γοργο και τους αυλούς μου'σπασε και το τραπέζι που 

τρώγαν τ'αναπιδογυρισε καιμτον κρατηρα έσπασε και χύθηκε το κρασί,

κι εκείνο τον αγρότη τον Γοργό απ'το συμποσιο τον άρπαξαν απ'τα μαλλιά ξεριζοντας τα και τον χτυπούσαν απ'ολες τις μεριές κι αυτός κι ένας στρατιώτης,Δεινομαχο,νομίζω τον λένε,κι ένας άλλος στρατιώτης.

δεν ξέρω αν ζει ο άνθρωπος,Κοχλίδα,γιατίαπ'τη μύτη χύθηκε πολύ αίμα 

κι όλο το πρόσωπο του φούσκωσε και μελανιασε


Κοχλίδα

τρελλαθηκε ο άνθρωπος η απ'τό μεθύσι και πιαστηκαν;


Παρθενία

ζήλια,Κοχλίδα,κι έρωτας καψούρα,η Κροκαλη,αν δεν κάνω λάθος,ζήτησε

δύο τάλαντα,αν θέλει μόνος του να την έχει,κι επειδή δεν της τα δινε,

τον έκανε πέρα και δεν τ'ανοιγε τη πόρτα,και τα'φκιαξε με τον Γοργο

απ'την Οινόη ένα αγρότη πλούσιο που ηταν από παλιά καψουρα μαζί της,

εντάξει ανθρωπος έπινε μ'αυτον και με πλήρωσε να τους παίξω αυλό.

πέρασε η ώρα πίνοντας ,εγώ έπαιζα έναν Λυδικό σκοπό κι ο αγρότης

σηκώθηκε και χόρευε,η Κροταλη του χτυπούσε παλαμάκια κι ήταν

όλα εύθυμα.τοτε ακούστηκαν χτυπήματα και φασαρία,η αυλοπορτα 

σειονταν και μετά από λίγο όρμησαν μέσα οκτώ νεαροί πολύ σωματωδεις

κι ο παλιό Μεγαρίτης μ'αυτους.αμεσως τα πάντα αναποδογύρισαν κι ο

Γοργος,όπως ειπα,χτυπιονταν και πατιονταν κάτω στο πατωμα,η Κροκαλη 

δεν ξέρω πως ξέφυγε και πήγε να κρυφτεί στη γειτόνισσα την Θεσπιαδα,

εμένα ο Δεινομαχος με χαστούκισε,Τσακίσου,μου'πε,εσπασε τους αυλούς και 

μου τους πέταξε.και τώρα τρέχω να τα πω στον αφέντη του σπιτιού,φεύγει 

κι ο αγρότης να δει φίλους του  στη πόλη, να παραδώσουν στους δικαστές 

τον Μεγαρίτη.


Κοχλίδα

αυτά είναι οι απολαύσεις απ'τους στρατιωτικούς έρωτες,ξύλο και δικές.

κατα τ'αλλα λενε πως είναι ταξίαρχοι και στρατηγοί,αν κάτι είναι να δώσουν,

Περίμενε,λένε,να πάρω τη σύνταξη και θα τα'χεις όλα.ειναι εγωιστές

γι'αυτό το ριχνουν στη βία,εγώ βέβαια δεν τους πάω καθόλου.ας μου τύχει ψαράς η' ναυτάκι η' αγροτοπαιδο το ίδιο να φλερτάρει,να ξέρει λίγα και να κουβαλάει πολλά.αυτοι που κουνάνε τα λοφια και κοκκορευονται για μάχες,

κουφαλες, Παρθενία μου

.

.

Λουκιανός Σαμοσατευς

Εταιρικοί Διάλογοι/Κοχλίς και Παρθενίς


Luciani Samosatensis Opera. Lucian. Karl Jacobitz. in aedibus B. G. Teubneri. Leipzig, 1896.


Κοχλίς

[1] τί δακρύεις, ὦ Παρθενί, ἢ πόθεν κατεαγότας τοὺς αὐλοὺς φέρεις;


Παρθενίς

ὁ στρατιώτης ὁ Αἰτωλὸς ὁ μέγας ὁ Κροκάλης ἐρῶν ἐρράπισέ με αὐλοῦσαν εὑρὼν παρὰ τῇ Κροκάλῃ ὑπὸ τοῦ ἀντεραστοῦ αὐτοῦ Γόργου μεμισθωμένην καὶ τούς τε αὐλούς μου συνέτριψε καὶ τὴν τράπεζαν μεταξὺ δειπνούντων ἀνέτρεψε καὶ τὸν κρατῆρα ἐξέχεεν ἐπεισπαίσας· καὶ τὸν μὲν ἀγροῖκον ἐκεῖνον τὸν Γόργον ἀπὸ τοῦ συμποσίου κατασπάσας τῶν τριχῶν ἔπαιον περιστάντες [p. 270] αὐτός τε ὁ στρατιώτης —Δεινόμαχος, οἶμαι, καλεῖται— καὶ ὁ συστρατιώτης αὐτοῦ· ὥστε οὐκ οἶδα εἰ βιώσεται ὁ ἄνθρωπος, ὦ Κοχλί· αἷμά τε γὰρ ἐρρύη πολὺ ἀπὸ [p. 323] τῶν ῥινῶν καὶ τὸ πρόσωπον ὅλον ἐξῴδηκεν αὐτοῦ καὶ πελιδνόν ἐστιν.


Κοχλίς

[2] ἐμάνη ὁ ἄνθρωπος ἢ μέθη τις ἦν καὶ παροινία τὸ πρᾶγμα;


Παρθενίς

ζηλοτυπία τις, ὦ Κοχλί, καὶ ἔρως ἔκτοπος· ἡ Κροκάλη δέ, οἶμαι, δύο τάλαντα αἰτήσασα, εἰ βούλεται μόνος ἔχειν αὐτήν, ἐπεὶ μὴ ἐδίδου ὁ Δεινόμαχος, ἐκεῖνον μὲν ἀπέκλεισεν ἥκοντα προσαράξασά γε αὐτῷ τὰς θύρας, ὡς ἐλέγετο, τὸν Γόργον δὲ Οἰνοέα τινά γεωργὸν εὔπορον ἐκ πολλοῦ ἐρῶντα καὶ χρηστὸν ἄνθρωπον προσιεμένη ἔπινε μετ᾽ αὐτοῦ κἀμὲ παρέλαβεν αὐλήσουσαν παρ᾽ αὐτοῖς. ἤδη δὲ προχωροῦντος τοῦ πότου ἐγὼ μὲν ὑπέκρεκόν τι τῶν Λυδίων. ὁ γεωργὸς δὲ ἤδη ἀνίστατο ὀρχησόμενος, ἡ Κροκάλη δὲ ἐκρότει, καὶ πάντα ἦν ἡδέα· ἐν τοσούτῳ δὲ κτύπος ἠκούετο καὶ βοὴ καὶ ἡ αὔλειος ἠράσσετο, καὶ μετὰ μικρὸν ἐπεισέπαισαν ὅσον ὀκτὼ νεανίσκοι μάλα καρτεροὶ καὶ ὁ Μεγαρεὺς ἐν αὐτοῖς. εὐθὺς οὖν ἀνετέτραπτο πάντα καὶ ὁ Γόργος, ὥσπερ ἔφην, ἐπαίετο καὶ ἐπατεῖτο χαμαὶ κείμενος· ἡ Κροκάλη δὲ οὐκ οἶδ᾽ ὅπως ἔφθη ὑπεκφυγοῦσα παρὰ τὴν γείτονα Θεσπιάδα· [p. 324] ἐμὲ δὲ ῥαπίσας ὁ Δεινόμαχος, Ἐκφθείρου, φησί, κατεαγότας μοι τοὺς αὐλοὺς προσρίψας. καὶ νῦν ἀποτρέχω φράσουσα ταῦτα τῷ δεσπότῃ· ἀπέρχεται δὲ καὶ ὁ γεωργὸς ὀψόμενός τινας φίλους τῶν ἀστικῶν, οἳ παραδώσουσι τοῖς πρυτανεῦσι τὸν Μεγαρέα.


Κοχλίς

[3] ταῦτ᾽ ἐστὶν ἀπολαῦσαι τῶν στρατιωτικῶν τούτων ἐρώτων, πληγὰς καὶ δίκας· τὰ δὲ ἄλλα ἡγεμόνες εἶναι καὶ χιλίαρχοι λέγοντες, ἤν τι δοῦναι δέῃ, Περίμεινον, φασί, τὴν σύνταξιν, ὁπόταν απολάβω τὴν [p. 271] μισθοφοράν, καὶ ποιήσω πάντα. ἐπιτριβεῖεν δ᾽ οὖν ἀλαζόνες ὄντες· ἔγω γ᾽ οὖν εὖ ποιῶ μὴ προσιεμένη αὐτοὺς τὸ παράπαν. ἁλιεύς τις ἐμοὶ γένοιτο ἢ ναύτης ἢ γεωργὸς ἰσότιμος κολακεύειν εἰδὼς μικρὰ καὶ κομίζων πολλά, οἱ [p. 325] δὲ τοὺς λόφους ἐπισείοντες οὗτοι καὶ τὰς μάχας διηγούμενοι, ψόφοι, ὦ Παρθενί.

.

.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου