.
.
Ζ
Literature Λογοτεχνία
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
φωτογράφιση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η ανάκριση
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
πρέπει οπωσδήποτε να βρεθεί ένοχος,
ακόμα,στην ανάγκη και κατασκευασμένος,με ψευδή στοιχεία,πληρωμένες μαρτυρίες και τα συναφη,
στ'αφχιδια μου η νομιμότητα,
-εσυ το έκανες,τσογλανι
-οχι,σας λέω,
κλωτσιά στο στομαχι,
δεν είναι να τούς λυπασαι,
αυτοί θέλουν να ανατρέψουν το κράτος,
να κάψουν τα πάντα,
άθεοι,καθάρματα,παλιοτομαρα,
-τοσους σκότωσες,ρε πουστη
χτύπημα με ρόπαλο στα πόδια
-μιλα να τελειωνουμε
-οχι,δεν το έκανα
-το μουνί τής μάνας σου,κωλοπαιδο,
χτύπημα στο κεφάλι,σωριάζεται,
ο άλλος σκύβει,και τον κουνάει,
-ειναι αναίσθητος,
-προσποιηται το καθαρμα,
ριξτου παγωμένο νερό στο πρόσωπο,και δύο τρεις δυνατές σφαλιαρες,
ο άλλος το κάνει,
-δεν συνερχεται,
-τι στο διάολο,ψοφησε;
-η καρδιά του δεν χτυπάει,να φωναξουμε γιατρό,
-ηλίθιος είσαι,να μπλέξουμε,άνοιξε το παράθυρο,
ο άλλος το ανοίγει
-ελα να τον σηκώσουμε,
τον σηκώνουν,
τον πανε στο παράθυρο,
τον ριχνουν κάτω,
ακούνε τον δυνατό χτύπο στο δρομο
-στο διάολο,τέλος,
ο άλλος τρομαγμενος
-προσεξε,τι θα πεις,θα πλακωσουν δημοσιογράφοι,καναλια,
κωλοπροοδευτικοι,
άκου,έκανε ζέστη,ειχαμε ανοιχτο το παράθυρο,
δεν τον προλαβαμε,πήγε στο παράθυρο και σαλταρε,
να πάρει ο διάολος,το γουρούνι,
θα ομολογούσε,
στην αναγκη θα τον επιβάρυναν με ψεύτικα στοιχεία,το άλλοθι του;ποιος το λογαριάζει,όλοι οι εγκληματίες έχουν άλλοθι,είναι κι εκείνος ο ταξιτζής που λέει πως άλλο άτομο πήγε στο σημείο τής έκρηξης,άντε να μας προκύψει κανένας συνεργάτης μας,προβοκάτορας,
μια επεμβασουλα στο αυτοκινητο,φρενα,
λάστιχα και ο ταξίτζης κάνει τα παράπονα του στον Άγιο Πέτρο,
ακούγεται η σειρήνα τού ασθενοφόρου,
τώρα αρχίζουμε το θεατρο τού παραλόγου,ο σώζων εαυτόν σωθητω, εγω,ξέρω, θα την πληρωσω,ας ήταν το γαμημενο το κράτος δικαιοτερο,να δεις που θα με σημαδεψει,σίγουρα κάποια μερα,μια καραμπινα,
σε λίγο θα μπουκαρουν οι δημοσιογράφοι,οι κάμερες,εντάξει τούς περισσότερους τούς ελέγχουμε,
πρέπει να είμαι ηρεμος,
στο διαολο,
.
.
.
(Ιδιοτροποι Έρωτες)
η ιστορία τών φωτογραφιών
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
από τις φωτογραφίες της που έβλεπε ζούσε,στην κυριολεξία μαζί της,
καθολου στη φαντασια, κυριολεκτικά πραγματικα,
έβαζε τις φωτογραφίες σε κάποιες σειρες,και η ιστορία τους
ήταν πλήρης,
τις νύχτες στον υπνο του ζούσε μαζυ της,
δεν ήταν ονειρα,ήταν
ακριβώς αυτό που είναι η πραγματική ζωή,
η γυναίκα άρχισε να αραιώνει τις φωτογραφίες της,μέχρι που σταμάτησε,
από τότε καθε νύχτα ζουσε το τελος τους
.
.
.
My Own Empire of Hyperrealistic Photos-Enigma of Mona Lisa Joconda
-cncouvelis χνκουβελης
(Ιδιοτροποι Έρωτες)
Η φωτογράφιση της Ελσας καθώς Μόνα Λίζα Τζοκόντα)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η φωτογράφιση τώρα συνεχίστηκε στο Μετρό,η Έλσα,αυτό ήταν το όνομα του μοντέλου,ήταν ενθουσιασμένη,του ζήτησε να επισκεφτούν το Λούβρο,στο Παρίσι,να δει την Τζοκόντα,
εκεί μπροστα στον πίνακα της Τζοκόντας τον αιφνιδίασε:-με ποια είστε ερωτευμένος,με την Τζοκόντα η' μένα;
εκείνος γέλασε,-μα φυσικά με σένα,και την αγκάλιασε,
τη νύχτα στο hotel,βγαίνοντας απ'το μπανιο,η κοπέλα του είπε:
-τωρα εξηγείται το αινιγματικό της χαμόγελο,
προεικαζει αυτό που συνέβηκε με μας,
στάθηκε από πάνω του με τα πόδια ανοιχτά,
-τι είναι η ομορφιά;,τον ρώτησε με ψιθυριστά φωνή,
-οτι βλέπω αυτή τη στιγμή,απαντησε,
η έκθεση με τις φωτογραφίες της είχε μεγάλη επιτυχία,
όταν τελείωσε χώρισαν
.
.
.
(Ιδιοτροποι Έρωτες)
η αιωνιότητα
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ποτέ δεν συναντήθηκαν,ούτε μίλησαν,χωρίς να το ξέρει ο άλλος εκείνος
κι εκείνη ζούσαν μαζί στη φαντασία τους,μια αφάνταστη ένωση,μ
τελειότητα,ένα ζευγάρι στην αιωνιοτητα
.
.
.
(Ιδιοτροποι Έρωτες)
ο.λαβυρινθος τους
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
πήγε στο μέρος που είχαν το ραντεβού,
την είδε μπροστά του,
εκείνη άνοιξε μια πόρτα,και μπήκε μέσα,
εκείνος ακολούθησε,
μπήκε στην αίθουσα και δεν την βρήκε,
σε κάθε ένα από τους τρεις τοιχους υπήρχε μια πόρτα,
τις άνοιξε και τις τρεις,
σε καμια αίθουσα δεν την είδε,
άνοιξε μια,μπήκε στην αίθουσα,πάλι πόρτες,άνοιξε και τις τρεις,δεν την είδε,
μπηκε σε μια από τις αίθουσες,
παλι οι πόρτες,εκείνη δεν την είδε,
συνέχισε,
όλα ίδια,
όλα ίδια,
πάντα όλα ίδια,
ο χρόνος τού φάνηκε απειρος,
άρχισε σε κάθε αίθουσα να τής γράφει αφήνοντας γράμματα,
περίμενε μια απάντηση της,
πέρασε απειρος χρόνος,
κάποτε βρήκε ένα γράμμα της,
'για πάντα εδώ μαζί' τού εγραφε,
ξύπνησε
από εκεί και πέρα ήξερε πως όλος ο κόσμος που ζούσε,μετατραπηκε σε εκείνο τον λαβύρινθο
τον λαβύρινθο τους
.
.
.
Λεμι Κωσιον, Βye bye babe
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-ας είμαστε ρεαλιστές,
ας ζητήσουμε το αδύνατο,
είπε η ξανθιά κούκλα δίπλα του στο μπαρ,
ο Λεμι Κωσιον φώναξε το γκαρσόν,
-ουισκι,την κοίταξε,ένα διπλό ουίσκι,η κοπέλα γέλασε,
για τη πάρτι μου,μπέιμπι,
είπε και την αγκάλιασε,
οι γυναίκες άμα μεθάνε είναι,εσκυψε και τής το ψιθύρισε στο αυτί,εκείνη
χαμογέλασε,
πάντως,ας είμαστε ρεαλιστές,ας ζητήσουμε το απιθανο,
η ζωή,το πιθανό,είναι βαρετο,κάποιοι πρέπει να ζούνε ζορικά,στα όρια,
η κοπέλα χλωμιασε,
-κινδυνευω, τού ψιθύρισε,
φοβάμαι,
-απο τι; τής είπε
-απο την ομορφιά μου,τού είπε πάλι ψιθυριστά και σφίχτηκε πάνω του,
-δεν έχεις άδικο,τής είπε,είναι άκρως δολοφονική,
γι'αυτό κούκλα,είπε ο Λεμι Κωσιον κι ήπιε το ουίσκι μονορουφι,πάμε στο ξενοδοχείο να σε προφυλάξω,οι δολοφόνοι ας κάνουν τη δουλειά τους,κι εμείς ας διασκεδάσουμε,
-οκ,είπε η κοπέλα,
στο ξενοδοχείο, τής είπε,με τα ρούχα της να σκεπασει τον καθρέφτη,
-θελω να'μαστε μόνοι μας,
κοιμήθηκαν,
τον ξύπνησε ένας πυροβολισμός,
η κοπέλα τρομαξε,
-δεν σου είπα πως η ζωή έχει ενδιαφέρον,την αγκάλιασε,και δεν είσαι εσύ μόνο το κέντρο τού σύμπαντος,η' μάλλον το, τής το είπε στο αυτί,εκείνη γέλασε,
όταν ξύπνησαν το πρωί,
-τωρα,τής είπε,μπορείς να πάρεις τα ρουχα σου από τον καθρεφτη,να επιστρέψουμε στην πραγματικότητα,και
ας ελπισω πως μετά τον πυροβολισμό,είπε ο Λεμυ Κωσιον,δεν θα φορέσει η μάνα μου πλερεζες,
κι εσύ,πάντως,για μένα ήσουν το αδύνατο,να προσέχεις τα θύματα σου,γέλασε,τα ερωτικά σου και τωρα μπάι μπάι μπέιμπι
.
.
.
My Own Empire of Hyperrealistic Photos-Enigma Elsa-Joconda's City
-cncouvelis χνκουβελης
(My Cities)
Οι πόλεις μου
Elsa-Joconda's City
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
σχεδίασε αυτή την τεράστια πόλη για την φωτογράφιση,
οταν τελείωσε και ήταν έτοιμη,τηλεφώνησε στην Έλσα,
εκείνη πήρε το αεροπλάνο και την άλλη μέρα το μεσημέρι
συναντήθηκαν,είχαν περάσει τρία χρόνια,ήταν πιο όμορφη,
παντρεύτηκε,του είπε,και χώρισε,παράτησε τη μόδα,
δεν την ενδιέφερε αυτός ο fake lifestyle κόσμος,σπούδασε
Ιστορία της Τέχνης,με διδακτορικό πάνω στην Μόνα Λίζα
Τζοκόντα,επίσης δουλεύει επαγγελματικά ως πιανίστρια
και συνθέτρια,το τελευταίο έργο της έχει θέμα τη Τζοκόντα,
-και σένα,του είπε και χαμογέλασε,
τη φιλοξένησε στο σπίτι του,κοιμήθηκαν στο ίδιο κρεβάτι,
-ειμαι ερωτευμένη μαζί σου,του ψιθύρισε,σαν Έλσα,αλλά
και σαν Μόνα Λίζα,
μετά απο δύο μέρες έφυγαν,
η πόλη ήταν εντυπωσιακή,ένα θαύμα αρχιτεκτονικής,
καθρέφτες και νερά αντανακλούσαν τους ουρανοξύστες της,
-θελω η φωτογραφιση σου να έχει μεταφυσική έκφραση,της είπε,
ένα μήνα διηρκεσε η φωτογράφιση,
η έκθεση της είχε τεράστια επιτυχία,
η Έλσα ταυτόχρονα έπαιζε στο πιάνο τη σύνθεση της,
όταν τελείωσε,τη ρώτησε,αν ήθελε να μείνουν για πάντα σε αυτή
τη πόλη,
εκείνη απάντησε αμέσως,-ναι,χαμογελώντας αινιγματικα,
-μεσα σε ένα λαβύρινθο ολογραμματων μου
σε όλη την άπειρη έκταση της πόλης
.
.
.
Μεγαλέξανδρος
-2μ Χ 4μ
-χνκουβελης cncouvelis
Χρονικό τού Μεγαλέξανδρου
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
και εκινησεν ο στρατος και εισχωρησαμε εις ερημον τόπον και εδιψουν.και επεινουν και ουδέν είχεν,
ήμασταν πολλά κακοποιημένοι και πολλοί από μας έμειναν και εσωριαστηκαν στην άμμο και σε λίγο με σπασμούς τού σώματος των επεθαναν,άλλοι τρελάθηκαν και ούρλιαζαν
και χάθηκαν μέσα στις ανεμοθυελλες και πλέον δεν ειδαμε και τότε πήγαμε στον Αλέξανδρο,τι μέλλει γενέσθαι,και εκείνος ητον λίαν σκεφτικός, μιλιά είχεν και μιλιά δεν έβγαζε,και με τα πολλά μάς είπεν,να έχομεν υπομονήν,πως όλα στη ζωή έρχονται και περνούν,και θα ήτο είκοσι ημέρες που ούτως εβαδιζαμε,στις κακουχίες αποδυναμωμένοι,με αγριεμενα μάτια και θα χανομασταν ολοι αν όλα ξαφνικά δεν άλλαζαν και η έρημος να ετελείωνε και η γη να εγινονταν κανονική,και αφού κάπως ηρεμήσαμε,εμετρηθηκαμε,
κι έλειπαν 573 στρατιωτες,τότε εσηκώσαμε το χωμα τύμβο,εις τη μνήμη τους,εκτίσαμε και κενοτάφιο και λέγοντας τα ονόματά τους τούς εμνημονεψαμε έναν έναν,και είδαμε τον Αλέξανδρο σκεφτικόν και λυπημένο,όλοι,είπεν,θα τελειωσουμε,και εγώ κάποια ημέρα δεν θα είμαι ανάμεσα σας,και εμείς αυτό ακούγοντας η καρδιά μας εβάρυνε,εμπρός,τον ακούσαμε να λέει,να προχωρήσει ο στρατος,
όλα μας περιμένουν,καιρόν για χάσιμο δεν έχομεν
.
.
.
Installation Εγκατάσταση
-Tableau Vinvant-
(Greek, English,Francais, German, Italian, Spanish, Portuguese)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο Οιδίπους ορθιος με μια μάσκα πουλιού στο προσωπο
φοράει ασπρο κουστούμι με κόκκινη γραβάτα
δίπλα του ποζάρει
το μοντέλο από τη Φλωρεντία Simoneta Vespucci
κρατώντας στο δεξί της χέρι έναν οβάλ καθρεφτη
και στο αριστερό μια κίτρινη ομπρέλα
ένα παιδί κουρντιζει ένα γραμμοφωνο,
ακούγεται το Sole mio με τον Enrico Caruso
η Mona Lisa Joconda φοραει μια μαύρη μίνι φούστα,κάθεται σε μια καρέκλα
και βγάζει τις νάιλον μαύρες κάλτσες της
περιτριγυρισμένη από καθρεφτες
Oedipus Rex is standing upright with a bird mask on his face,
he wears a white suit with a red tie,
next to him is posing the
Florentine model Simoneta Vespucci
holding in her right hand an oval mirror
and on the her left hand a yellow umbrella,
a child is turning a gramophone,
the Sole mio is heard with Enrico Caruso,
the Mona Lisa Joconda wearing a mini black skirt is sitting on a chair
and takes off her nylon black stockings
surrounded by mirrors
Œdipe Roi est debout avec un masque d'oiseau sur le visage,
il porte un costume blanc avec une cravate rouge,
à côté de lui pose le
mannequin florentin Simoneta Vespucci
tenant dans sa main droite un miroir ovale
et dans sa main gauche un parapluie jaune,
un enfant fait tourner un gramophone,
on entend le Sole mio avec Enrico Caruso,
la Joconde Mona Lisa portant une mini jupe noire est assise sur une chaise
et enlève ses bas noirs en nylon
entourée de miroirs
Oedipus Rex steht aufrecht mit einer Vogelmaske im Gesicht,
er trägt einen weißen Anzug mit roter Krawatte,
neben ihm posiert das
Florentiner Model Simoneta Vespucci
hält in ihrer rechten Hand einen ovalen Spiegel
und in ihrer linken Hand einen gelben Regenschirm,
ein Kind dreht ein Grammophon,
das Sole mio ist mit Enrico Caruso zu hören,
die Mona Lisa Joconda sitzt in einem schwarzen Minirock auf einem Stuhl
und zieht ihre schwarzen Nylonstrümpfe aus
umgeben von Spiegeln
Edipo Re è in piedi con una maschera da uccello sul volto,
indossa un abito bianco con una cravatta rossa,
accanto a lui posa la
modella fiorentina Simoneta Vespucci
che tiene nella mano destra uno specchio ovale
e nella mano sinistra un ombrello giallo,
un bambino gira un grammofono,
si sente il Sole mio con Enrico Caruso,
la Gioconda con una minigonna nera è seduta su una sedia
e si toglie le calze nere di nylon
circondata da specchi
Edipo Rey está de pie con una máscara de pájaro en el rostro,
viste un traje blanco con corbata roja,
junto a él posa la
modelo florentina Simoneta Vespucci
que sostiene en su mano derecha un espejo ovalado
y en la izquierda un paraguas amarillo,
un niño hace girar un gramófono,
se escucha la Sole mio con Enrico Caruso,
la Mona Lisa Joconda con una minifalda negra está sentada en una silla
y se quita las medias negras de nailon
rodeada de espejos
Édipo Rei está de pé com uma máscara de pássaro no rosto,
ele usa um terno branco com uma gravata vermelha,
ao lado dele está posando a
modelo florentina Simoneta Vespucci
segurando na mão direita um espelho oval
e na mão esquerda um guarda-chuva amarelo,
uma criança está girando um gramofone,
o Sole mio é ouvido com Enrico Caruso,
a Mona Lisa Joconda usando uma minissaia preta está sentada em uma cadeira
e tira suas meias pretas de náilon
cercada por espelhos
.
.
.
το σχέδιο
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
νύχτα πριν ξημερώσει έσπασαν την πορτα τού διαμερίσματος του,τρεις τού καθεστώτος,-σας περιμενα, τούς είπε,
τον πήγαν για ανάκριση,ο δυνατος προβολέας τον τύφλωνε,
δεν απάντησε σε καμία ερώτηση τού ανακριτή,
εκείνος στο τέλος τού είπε,-μην νομίζεις ότι θα σε βασανισουμε,όχι,είσαι ελεύθερος να γυρίσεις σπίτι σου,μπορείς να κινησε ελεύθερα,κανένας δεν θα σε ενοχλήσει,μπορείς να συνεχίσεις να γραφεις,χωρίς καμία λογοκρισία,
γύρισε σπίτι του,
ξάπλωσε στο κρεβάτι,
κατάλαβε το σχέδιο τους,
η πλήρης φυλάκιση του,
ο εξευτελισμός του,
κανένας δεν θα τον πίστευε,
όλοι θα τού έδειχναν την περιφρονηση τους,
κλείστηκε στο σπίτι,μέσα στο απόλυτο σκοτάδι τελείωσε η ζωή του,
.
.
.
Οι πόλεις μου
(My cities)
η αφήγηση τής πολης
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
άρχισε την αφήγηση:
'πετούσα με το αεροπτερο μου πάνω από μια περιοχή περικλεισμενη με πολύ ψηλά βουνά γυμνά από δέντρα και θάμνους,βράχια,μου έκανε μεγαλο ενδιαφέρον,τότε κάτω είδα ένα τεράστιο σχέδιο γραμμών που απλώνονταν σε όλη την επιφάνεια,δεν ξέρω,αλλά μου έδωσε την εντύπωση ενός σχεδίου πόλης,οι δρόμοι της,είδα ακόμα τον κρατήρα ενός ηφαιστείου και τα ποτάμια τής λάβας του,
και πολλές μεγάλες ανάγλυφες παραστασεις,μια γυναίκα,η' θεα σκεπτόμενη,μια γυναίκα γυμνή,θέα τής θηλυκότητας,τηςυ αναπαραγωγής, τού έρωτα,πολλα συμπλέγματα ηρώων,κάποια σχέδια μου έδωσαν την εντύπωση ενός κειμένου στα γράμματα τής γλώσσας τής πόλης,είδα χαραγμένα ζωα σε μεγάλες διαστάσεις,εντυπωσιάστικα,όλα τα φωτογράφησα,να οι φωτογραφίες τους'
έδειξε τις φωτογραφίες,
'αποφασισα'
συνεχισε,'να προσγειωθω,ήταν φοβερό το θέαμα,περιπλανήθηκα μέχρι που νύχτωσε,η νύχτα ήταν ζεστή,όλος ο χώρος έλαμπε από το φως τού φεγγαριού,αυτό ήταν πολύ μεγάλο,ένα χιλιόμετρο ψηλά πάνω από την επιφάνεια,
κοιμήθηκα,και αισθανομουν πως ήμουνα κατοικος τής πόλης,ένας γλύπτης που είχε αναλάβει,με μια ομάδα αρχιτεκτόνων,ιστορικών τέχνης,ειδικευμένων εργατών,να σχεδιάσει και να χαράξει μια τεράστια παράσταση,10 τετραγωνικών χιλιομέτρων,με την μυθική προϊστορία τής πολης,ήμουνα παντρεμένος με μια όμορφη γυναίκα,μια ηθοποιό,εκείνη τη νύχτα έγινε έκρηξη τού ηφαιστείου,το σπίτι μας έπιασε ξαφνικά φωτιά από την μεγάλη θερμοκρασία,η καυτή λάβα το σκέπασε,
εγώ,δεν ξέρω πως,σώθηκα,η γυναίκα μου εγκλωβίστηκε στη λάβα και έλιωσε,η λύπη μου ήταν μεγάλη,χρειάσθηκα πολύ χρόνο να συνέλθω,τότε ζήτησα από τις αρχές να γράψω ένα κείμενο,ένα τετραγωνικό χιλιόμετρο,
εκεί έγραψα έναν ύμνο στη γυναίκα μου,όταν τελείωσα ξύπνησα,το τεράστιο φεγγάρι ήταν ακόμα στον ουρανό,σχεδόν ακίνητο,εκτυφλωτικό το φως του,δεν ξανακοιμηθηκα μέχρι που ξημερωσε,σηκώθηκα και περπάτησα,ήξερα πως ήμουνα μέσα σε μια εξαφανισμένη πόλη,ο ήλιος ανέτειλε,γύρω τα βράχια τών βουνών,ανέβηκα στον κρατήρα,ακολούθησα το ποτάμι τής απολιθωμένης λαβας,κάπου μου φάνηκε πως είδα ένα ανθρώπινο σχήμα,μετά το μεσημέρι έφυγα,το ανεμόπτερο μου πέρασε πάνω από τα ψηλα βουνά,την άλλη μέρα έκανα πάλι τη πτηση για εκεί,δεν ξαναείδα την πόλη αυτή,ούτε και τις επόμενες φορές που επιχείρησα,η πόλη είχε εξαφανισθει'
.
.
εδώ τελειώσε την αφηγηση του
.
.
.
οι καθρεφτες
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ολα του τα βιβλία απαγορεύτηκαν,οποιος τα έκρυβε θα τιμωρούνταν αυστηρά,
εκείνον τον συνέλαβαν,με την κατηγορία τής άκρατης φαντασίας τον καταδίκασαν,
το κελί του ήταν μια τεράστια κυβική αίθουσα με πολλούς καθρέφτες,σε διάφορες διευθύνσεις,
τον έκλεισαν εκεί μεσα,
έβλεπε τα είδωλα του στις πολλαπλές αντανακλάσεις,
άπειρα,
στην αρχή,για να αντέξει τον εγκλεισμό,διασκεδαζε αλλάζοντας θέσεις,
αργότερα παρατήρησε ότι τα είδωλα αυτονομουνταν,είχε την εντύπωση πως ζούσαν,δηλαδή αυτός ζούσε,σε διάφορες καταστάσεις,μόνο που δεν είχε την συναίσθηση τους,
αυτό συνέβηκε αρκετό χρόνο,μετά δεν έβλεπε κανένα ειδωλο, εξαφανίστηκαν,
άκουσε βήματα,άνοιξε η πόρτα,μπήκαν μέσα τρεις ψηλοί άντρες,
-που είναι; άκουσε να λέει ενας,
-δεν βλέπω κανέναν,
-δραπετευσε,είπε ένας άλλος,πρεπει να το αναφέρουμε,αλλιώς θα μάς θεωρήσουν υπεύθυνους,
-οχι,δεν θα μάς πιστεψουν,θα μάς τιμωρήσουν,είπε ο τριτος,δεν θα τους το πούμε,θα τους λέμε πως
τον βλέπουμε,
έφυγαν κλείνοντας τη πόρτα,
.
.
.
ιστορίες τού κ.Κ
(χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)
ο κ.Κ συνάντησε σε μια θεατρική παράσταση με το έργο τού Μπέκετ,Περιμένοντας τον Γκοντό,έναν περισπούδαστο κυριο τής λογοτεχνίας,
-με θυμάστε; τού είπε
-φυσικα,απάντησε ο κ.Κ με ένα φιλοφρονητικο χαμόγελο,
σαν μια ασημαντοτητα
.
.
.
Γεωργιου Παπαοικονομου-Κωνσταντινου Χαραλαμποπουλου
Απολλόδωρου Βιβλιοθήκη και Αιλιανου Ποικιλης Ιστοριας Εκλογαι,
βιβλιον δια τους μαθητας ής πρωτης γυμνασιου και ημιγυμνασιου,1936,
Κλαυδιου Αιλιανου Ποικιλη Ιστορια Βιβλιο Γ,28
Η Αλαζονια τού Αλκιβιαδη επικρινομενη απο τον Σωκρατη
[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]
28 Ὁρῶν ὁ Σωκράτης τὸν Ἀλκιβιάδην τετυφωμένον ἐπὶ τῷ πλούτῳ καὶ μέγα φρονοῦντα
ἐπὶ τῇ περιουσίᾳ καὶ ἔτι πλέον ἐπὶ τοῖς ἀγροῖς, ἤγαγεν αὐτὸν ἔς τινα τῆς πόλεως τόπον
ἔνθα ἀνέκειτο πινάκιον ἔχον γῆς περίοδον, καὶ προσέταξε τῷ Ἀλκιβιάδῃ τὴν Ἀττικὴν
ἐνταῦθ᾽ ἀναζητεῖν. ὡς δ᾽ εὗρε, προσέταξεν αὐτῷ τοὺς ἀγροὺς τοὺς ἰδίους διαθρῆσαι. τοῦ
δὲ εἰπόντος ῾ἀλλ᾽ οὐδαμοῦ γεγραμμένοι εἰσίν᾽ ῾ἐπὶ τούτοις οὖν᾽ εἶπε ῾μέγα φρονεῖς, οἵπερ
οὐδὲν μέρος τῆς γῆς εἰσιν;
28 Βλεπωντας ο Σωκρατης τον Αλκιβιαδη κοκορευομενον για τον πλουτο και πολυ
περηφανευομενον για τη περιουσια κι ακομη περισσοτερο για τα χωραφια,τον
πηγε σ'ενα τοπο τής πολης οπου βρισκονταν ενα πινακιδιο που'χε το χαρτη τής
γης,και σοβαρα ζητησε απ'τον Αλκιβιαδη την Αττικη εκει ν'αναζητησει,οταν την
βρηκε,σοβαρα ζητησε απ'αυτον τα δικα του χωραφια να ξεχωρισει,αυτουνου
λεγοντος 'αλλα πουθενα καταγραμμενα δεν ειναι' σ'αυτα λοιπον ειπε 'παρα πολυ
φροντιζεις,γι'αυτα που σε κανενα μερος της γης δεν ειναι'
.
.
Κλαυδιος Αιλιανος[Claudius Aelianus][π 175 μ.Χ-π 235 μ.Χ],ρωμαιος σοφιστης και
διδασκαλος της ρητορικης,γεννηθηκε στο Πραινεστο της Ιταλιας[Praeneste,Palestrina[,
αριστος γνωστης τής ελληνικης γλωσσας,μελιγλωττος και μελιφθογγος,και σ'αυτη εγραφε,
απο την ταξη τών απελευθερων,ηκμασε την εποχη Σεπτιμου Σεβηρου
Εργα του:
-Περι ζωων ιδιοτητος,17 Βιβλια,συντομες αφηγησεις Φυσικης Ιστοριας με ηθικο διδαγμα,
κατα το προτυπο τού Αισωπου
-Ποικιλη Ιστορια,14 βιβλια,σωζεται μετα το Βιβλιο Γ',παραγραφος 12,περιληπτικα,
ενα 'περιοδικο ποικιλης υλης' τής εποχης με στωικες θεωριες,
μια ποικιλια με ιστορικα και βιογραφικα ανεκδοτα,ρητα,θαυματα τής φυσης,τοπικα εθιμα,
φιλοσοφους,ποιητες,ιστορικους,δραματουργους,μυθους,ηρωες,ηγεμονες,αθλητες,
σοφους,εραστες,τροφιμα,ποτα,μοδα φορεματα,δωροανταλλαγες,διακεδαση,θρησκευτικα
credos,ταφικα εθιμα,ελληνικη ζωγραφικη,ψαρεμα,φιδολατρεια και πολλα ποικιλα αλλα
-Περι προνοιας ,Περι τών Θειων Ενεργειων,
μια αναμιξη στωικης φιλοσοφιας και λαικων δοξασιων
.
.
.
φωτογράφιση
-χνκουβελης cncouvelis
χτύπησε η πόρτα,
κοίταξε την ώρα,ακριβώς το ραντεβου,
άνοιξε,
μπήκε η γυναίκα,
έκλεισε τη πόρτα,
είπε το όνομα της,
γελασε,-το αληθινό μου είναι,
-κάθησε απέναντι,τής είπε,
στον καναπέ,
την φωτογράφισε,
-αν θέλεις,τής είπε,να πάμε στη κρεβατοκάμαρα για φωτογραφιση,θα πληρωθείς έξτρα,
η γυναίκα δέχτηκε,
ξάπλωσε στο κρεβάτι,
μετά από δύο ώρες εφυγε,
.
.
.
φωτογράφιση
-χνκουβελης cncouvelis
η γυναίκα είπε,
-δες,αυτό,τώρα
την πλησίασε,
εκείνη γέλασε,
-πρεπει να συγκρατηθεις
τού είπε,
έπειτα με ψιθυριστη φωνη
-ελα,
.
.
.
Φωτογράφιση
-χνκουβελης c.n.couvelis
τού είπε μια ιστορία,
έπειτα μια άλλη,
συνολικά δέκα,
-ποια είναι η αληθινή;,
τον ρώτησε
-καμία,τής απάντησε
-κι όμως,τού είπε η γυναικα χαμογελώντας, μία είναι αληθινη
.
.
.
φωτογράφιση
-χνκουβελης cncouvelis
μετά την φωτογράφιση
πέρασαν τη νύχτα στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου
δεν εξευτελιζω ούτε περιφρονω τις ανθρώπινες πράξεις,
τής ειπε
I have made a ceaseless effort not to ridicule, not to bewail, not to scorn human actions, but to understand them.
Baruch Spinoza
.
.
.
φωτογράφιση
-χνκουβελης cncouvelis
τού έδειξε φωτογραφίες
-εσυ,τής είπε,
-οχι,δεν θυμάμαι ποια είναι,
έκλεισε το άλμπουμ,
άρχισε τη φωτογράφισή της,
σε μία μόνο χαμογέλασε,
αυτη
.
.
.
Φωτογράφιση
-χνκουβελης cncouvelis
στο κενό τής ψυχής τους
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
η γυναίκα στη φωτογραφία
παρελθόν η' παρόν η' μέλλον
μεσημέρι,μέσα στο δωμάτιο,
μάλλον στη μνήμη του,
-τι περιμένουμε;,τον ρώτησε,
έπειτα νύχτωσε
οι φωνές τών γρύλων
το φεγγάρι
επιστροφή επίμονη στην Ελένη
αυτο ήταν το όνομα της
ακούγεται το σφύριγμα
ενός τρένου
-σε κάποιο σταθμό
αποχωρισθηκαμε,είπε
-ποιες ματαιοδοξίες,αλήθεια,
ακολουθούμε;
την προηγούμενη νύχτα
είχαμε κοιμηθεί
σε ένα ξενοδοχείο
με κόκκινο πορφυρό
η σιωπή
τούς τύλιξε
-σού αρέσω με το μαύρο κομπινεζον;
η γυναίκα τον ρώτησε,
-στο κενό
τής ψυχής μου,τής απάντησε,
είσαι το πάθος μου,
την άλλη μέρα
γευμάτισαν
ψαροσουπα με φρεσκια σφυριδα,βραστα λαχανικα,μπροκολο,
κολοκυθακια
-ειμαστε πνιγμένοι
στη μετριότητα,λέει εκείνη,
παρ'ολ'αυτα επιμένουμε
με λογαριασμούς
λέξεων
αργότερα πόζαρε
κρατώντας
στο δεξί της χέρι έναν οβάλ
καθρεφτη
και στο αριστερό της
μια κίτρινη ομπρέλα
επιστρέφοντας
στο σπίτι κάθεται σε μια καρέκλα
και βγάζει τις μαύρες νάυλον
κάλτσες της
ο πόθος τους ν'αγγιξουν
η αφή
ενός συγκεκριμένου σώματος
-το όνομα σου;
ρώτησε την άγνωστη γυναίκα
-Ελενη,εκείνη απάντησε
.
.
.
σκληρή ιστορία
-χνκουβελης cncouvelis
γεννήθηκε,Ε και τι πάει να πει αυτό;μουλικο είναι,ένας μπάσταρδος πατέρας,και μια μάνα ανήλικη,στο διάολο και οι δύο,τρεις αδερφαδες,κάπου στη Τρούμπα,πουλάνε το μουνι τους,σε μεθυσμενους,ναρκοεμπορους,και γαμω τη φάρα τους ξένους ναύτες,και τι περιμενε η κοινωνία και τον κρίνει,δεν λες που δεν τούς πετάει χειρομπομπιδες,έπιασε γκομενα,τη Στέλλα,φινα,τής την πέσανε,μανάδες πατεράδες αδέρφια συγγενηδες,αυτός,κορίτσι μου,είναι ρεμαλι,αλήτης,παράτα τον,πες πες την πεισανε,ξέρεις,μισολογα,το μέλλον μου,άσε τα σαπια,δεν γουστάρεις,άντε στο καλό,την έδιωξε,κάποια νύχτα τη βρήκε να ξερνάει,τον κοίταξε,πουτανα, τής είπε,τής έδωσε μια γερή κλωτσιά,κόψε το λαιμό σου,δεν με νοιάζει,κοιτάζει τα νερά τού λιμανιού,μαύρα πίσσα,βρώμικα,τι τον νοιάζει,υπόνομος παντού,τι να διαλέξει,
ερημιά ήταν,δεν σκόνταψε,έπεσε,εκλεισε το στόμα,όχι δεν θα φάει τα σκατα τους,το σαπιο νερό τον σκεπαζε,καμία αίσθηση, τετέλεσται
.
.
.
φωτογράφιση
-χνκουβελης cncouvelis
διέκοψε την φωτογράφιση,
τής έδωσε ένα βιβλίο,
-ανοιξε το και διάβασε,
η φωνή του προστακτική,
η κοπέλα υπάκουσε,
άρχισε να διαβαζει,
Marquis de Sade
Les infortunes de la vertu
Le triomphe de la philosophie serait de jeter
du jour sur l’obscurité des voies dont la
providence se sert pour parvenir aux fins qu’elle
se propose sur l’homme, et de tracer d’après cela
quelque plan de conduite qui pût faire connaître à
ce malheureux individu bipède, perpétuellement
ballotté par les caprices de cet être qui dit-on le
dirige aussi despotiquement, de trouver, dis-je,
quelques règles, qui pussent lui faire entendre la
manière dont il faut qu’il interprète les décrets de
cette providence sur lui, la route qu’il faut qu’il
tienne pour prévenir les caprices bizarres de cette
fatalité à laquelle on donne vingt noms différents,
sans être encore parvenu à la définir.
....
Cette jeune fille avait une physionomie toute
différente de celle de Juliette ; autant on voyait
d’artifice, de manège, de coquetterie dans les
traits de l’une, autant on admirait de pudeur, de
délicatesse et de timidité dans l’autre. Un air de
vierge, de grands yeux bleus pleins d’intérêt, une
peau éblouissante, une taille fine et légère, un son
de voix touchant, la plus belle âme et le caractère
le plus doux, des dents d’ivoire et de beaux
cheveux blonds, telle est l’esquisse d’une fille
charmante dont les grâces naïves et les traits
délicieux sont d’une touche trop fine et trop délicate pour ne pas échapper au pinceau qui
voudrait les réaliser.
-φτανει,την έκοψε,αύριο η συνεχεια,
συνεχίζομαι την φωτογραφιση
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφραζοντας
Marcel Proust
À la recherche du
temps perdu
I
Du côté de chez Swann
Première partie
Combray
Longtemps, je me suis couché de bonne heure.
Parfois, à peine ma bougie éteinte, mes yeux se
fermaient si vite que je n’avais pas le temps de
me dire : « Je m’endors. » Et, une demi-heure
après, la pensée qu’il était temps de chercher le
sommeil m’éveillait ; je voulais poser le volume
que je croyais avoir dans les mains et souffler ma
lumière ; je n’avais pas cessé en dormant de faire
des réflexions sur ce que je venais de lire, mais
ces réflexions avaient pris un tour un peu
particulier ; il me semblait que j’étais moi-même
ce dont parlait l’ouvrage : une église, un quatuor,
la rivalité de François Ier et de Charles-Quint.
Cette croyance survivait pendant quelques
secondes à mon réveil ; elle ne choquait pas ma
raison, mais pesait comme des écailles sur mes
yeux et les empêchait de se rendre compte que le
bougeoir n’était plus allumé. Puis elle
commençait à me devenir inintelligible,après la métempsycose les pensées d’une
existence antérieure ; le sujet du livre se détachait
de moi, j’étais libre de m’y appliquer ou non ;
για πολλά χρόνια ξαπλωνα νωρίς,κάποιες φορες,μόλις το κηροπηγιο μου έσβηνα,τα μάτια μου έκλειναν τόσο γρήγορα που δεν προλάβαινα να πω:
'κοιμαμαι',και,μισή ώρα αργότερα μετά,η σκέψη πως ήταν καιρος να ζητήσω τον ύπνο με ξύπναγε,ήθελα ν'ακουμπισω το βιβλίο που νομιζα να έχω στα χερια μου
και να φυσήξω το φως μου,δεν είχα πάψει όταν κοιμόμουν να κάνω σκεψεις πάνω σ'αυτό που είχα διαβάσει,
αλλ'αυτές οι σκέψεις είχαν πάρει μια καπως ιδιοτροπη πορεια, μού φαίνονταν πως ήμουν εγώ ο ίδιος για τον οποίο μιλούσε το έργο:μια εκκλησία,ένα κουαρτέτο,
η αντιπαλότητα τού Φραγκισκου τού πρώτου και τού Καρολου τού πεμπτου,
αυτή η εντύπωση κρατούσε κάποια δευτερόλεπτα στο ξύπνημα μου,δεν με παρεξενευε,αλλά βάρυνε σαν βαρυδι ζυγαριάς πάνω στα μάτια μου και τα εμπόδιζε να αντιληφθούν πως το κηροπήγιο δεν ήταν πια αναμμενο,
ύστερα αυτό άρχισε να μου γίνεται ακατανόητο,όπως
μετά τη μετεμψύχωση οι σκέψεις μιας προηγούμενης ύπαρξης,το θέμα τού βιβλίο αποχωριζόνταν από μενα,ήμουν ελεύθερος να
προσκολληθω σ'αυτό η' οχι
.
.
.
Η επιστολή τών Ρωμαίων Υπάτων στον Πύρρο
(Πλούταρχος Βίοι Παράλληλοι, Πύρρος,21)
-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ο Γάιος Φαβρίκιος καὶ ο Κόιντος Αἰμίλιος ὕπατοι τών Ῥωμαίων τον βασιλιά Πύρρο χαιρετούν,
που ούτε τών φίλων καλός
φαίνεται να είσαι κριτής ούτε τών αντιπάλων,
γιατί θα καταλάβεις απ'την επιστολή που σου στέλνουμε διαβάζοντας την ότι τιμιους και δίκαιους άντρες πολεμάς,
όμως άδικους και κακούς πιστευεις,
κι ούτε αυτά για το δικό σου συμφέρον σσού τα μηνυουμε,αλλ'οπως να μη το πάθημα σου σε μας κατηγορία φερει και με δόλο φανούμε,πως αφού με αρετή δεν μπορέσαμε,
τελειώσαμε τον πολεμο
Γάιος Φαβρίκιος καὶ Κόιντος Αἰμίλιος ὕπατοι Ῥωμαίων Πύρρῳ βασιλεῖ χαίρειν. οὔτε φίλων εὐτυχὴς ἔοικας εἶναι κριτὴς οὔτε πολεμίων. γνώσῃ δὲ τὴν πεμφθεῖσαν ἡμῖν ἐπιστολὴν ἀναγνούς, ὅτι χρηστοῖς καὶ δικαίοις ἀνδράσι πολεμεῖς, ἀδίκοις δὲ καὶ κακοῖς πιστεύεις. οὐδὲ γὰρ ταῦτα σῇ χάριτι μηνύομεν, ἀλλ' ὅπως μὴ τὸ σὸν πάθος ἡμῖν διαβολὴν ἐνέγκῃ καὶ δόλῳ δόξωμεν, ὡς ἀρετῇ μὴ δυνάμενοι, κατεργάσασθαι τὸν πόλεμον."
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφράζοντας
Marquerite Duras
L'amant
Ο εραστης
1
μια μέρα,ήμουν ήδη μεγάλη,μέσα στην αίθουσα ενός δημόσιου χώρου,ένας άντρας με πλησίασε, με χαιρέτησε και μου είπε,
'σας γνωρίζω από πάντα,όλος ο κόσμος λέει ότι ήσασταν όμορφη τότε που ήσασταν νεαρη,ήρθα να σας πω ότι για μένα σας βρίσκω πιο όμορφη τώρα από τότε που ήσασταν νεαρή,μου άρεσε λιγότερο το πρόσωπο τής νεαρής γυναίκας από αυτό που εσείς έχετε τώρα, αλλοιωμένο',σκέφτομαι συχνά αυτή την εικόνα που μονάχα εγώ βλέπω ακόμα και για την οποία δεν έχω ποτέ μιλήσει,αυτή είναι πάντοτε εκεί μεσα στην ίδια σιωπη,
εκθαμβωτικη,είναι αυτή απ' όλες που με κολλακευει,που σ'αυτη αναγνωρίζομαι,που με γοητεύει,πολύ γρήγορα στη ζωή μου ήταν πολύ αργά,στα δεκαοχτώ ήταν ήδη πολύ αργά,άμεσα στα δεκαοχτώ και στα είκοσι πέντε το πρόσωπο μου πήρε μια απρόβλεπτη κατεύθυνση,στα δεκαοχτώ ήμουν γερασμένη,δεν ξέρω αν είναι όλος ο κόσμος,δεν το'χω ποτέ ρωτήσει, μού φαίνεται ότι κάποιος μού μίλησε γι'αυτη την ώθηση τού χρονου που σε χτυπά καμιά φορά καθώς περνάμε τις ηλικίες τις πιο νεαρές,τις πιο εντυπωσιακες τής ζωής,
αυτή η γήρανση ήταν βιαιη,
την έβλεπα να επιβάλλεται στα χαρακτηριστικά μου το ένα μετά το άλλο,ν'αλλαζει τη σχέση που υπηρχε μεταξύ τους,το βλέμμα πιο λυπημένο,το στόμα πιο ακινητοποιημένο,να σημαδεύει το μέτωπο με βαθιές ρυτίδες,
Un jour, j'étais âgée déjà, dans le hall d'un lieu public,
un homme est venu vers moi. Il s'est fait connaître et il m'a dit: 'Je vous connais depuis toujours. Tout le monde dit que vous étiez belle lorsque vous étiez jeune, je suis venu
pour vous dire que pour moi je vous trouve plus belle maintenant que lorsque vous étiez jeune, j'aimais moins votre
visage de jeune femme que celui que vous avez maintenant,dévasté.'
Je pense souvent à cette image que je suis seule à voir
encore et dont je n'ai jamais parlé. Elle est toujours là dans
le même silence, émerveillante. C'est entre toutes celle qui
me plaît de moi-même, celle où je me reconnais, où je
m'enchante.
Très vite dans ma vie il a été trop tard. A dix-huit
ans il était déjà trop tard. Entre dix-huit ans et vingt-cinq
ans mon visage est parti dans une direction imprévue. A dix-huit ans j'ai vieilli. Je ne sais pas si c'est tout le monde,
je n'ai jamais demandé. Il me semble qu'on m'a parlé de cette poussée du temps qui vous frappe quelquefois alors qu'on traverse les âges les plus jeunes, les plus célébrés de
la vie. Ce vieillissement a été brutal. Je l'ai vu gagner
mes traits un à un, changer le rapport qu'il y avait entre
eux, faire les yeux plus grands, le regard plus triste, la bouche plus définitive, marquer le front de cassures profondes.
.
.
.
My own Empire of Hyperrealistic Paintings
-Helen of Sparta-
-χνκουβελης cncouvelis
η φωτογράφιση τής Ελένης στις Αμύκλες,1
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αυτή,μου είπε,είναι η πιο καλή μου εικόνα,
είχαμε πάει στις Αμύκλες για τη φωτογράφιση,
ο Μενέλαος έμεινε στη Σπάρτη,
είχα πάρει μαζί μου τη μικρή Ερμιόνη,
-με τον Ταϋγετο στο φόντο,
είπε ο Πάρις,
ποζαρα,
ήταν όλη την ώρα σκεφτικός,ολιγομιλητος,
-βγηκε θολή,είπε,
με ξαναφωτογραφισε,
πήγαμε,το απόγευμα,και είδαμε το άγαλμα,μια κολώνα χωρίς εικόνα ανθρώπου,με κράνος,δόρυ και ασπίδα στα χέρια,
-ο Υάκινθος Απόλλωνας,είπε ο υπεύθυνος τού μουσείου,
-αυριο φεύγω,άκουσα να μού λέει με χαμηλή φωνή ο Πάρις,
πάγωσα,χτυπούσε η καρδια μου,
-πως;τι έγινε;τον ρώτησα,
πήγα να φωναξω,κρατηθηκα,δεν μού απάντησε,
πριν νυχτώσει γυρίσαμε στη Σπαρτη,το παιδί κοιμονταν στο πίσω κάθισμα,ο Πάρις δίπλα μου αμιλητος,με δυσκολία οδηγούσα,
όταν φτάσαμε στη Σπάρτη χωρίσαμε,ο Πάρις πήγε στο ξενοδοχείο,
την άλλη μέρα ξημερωντας έφυγε,
δεν το είδα,ούτε ρώτησα,
το κατάλαβα,
μού έδειξε τις φωτογραφίες στις Αμύκλες
.
.
.
My own Empire of Hyperrealistic Paintings
-Helen of Sparta
-χνκουβελης cncouvelis
η φωτογράφιση τής Ελένης στις Αμύκλες,2
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
άλλη μια εικόνα τής Ελένης στις Αμύκλες,
η Ερμιόνη βρήκε μια κούκλα σπασμένη,
ήθελε να την πάρει μαζί της, τής είπα πως είναι άχρηστη,θα τής πάρω μια
στη Σπάρτη όταν γυρίσουμε,οποια θέλει,
ο Πάρις τής είπε πως θα την πληρώσει αυτός,
μου έδωσε κρυφά τα χρήματα,
-για τη κούκλα,είπε,
συνεχίσαμε την φωτογραφιση
.
.
.
My own Empire of Hyperrealistic Paintings
-Helen.of Sparta
-χνκουβελης cncouvelis
η φωτογράφιση τής Ελένης στις Αμύκλες,3
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-μού αρέσει το μυστήριο σε αυτή τη φωτογραφία,σχολίασα,πλάνο από φιλμ νουαρ,και η φιγούρα στο βαθος που κρυβεται,
η Ελένη γέλασε,
-ακριβώς,κι εγω η Femme Fatal
μετά την πρωινή φωτογράφιση, μού είπε,κάναμε διάλειμμα,
για να περάσω την ώρα μου πήγα στα μαγαζιά,
ας πούμε για shop-therapy,
μπήκα σε ένα κοσμηματοπωλείο,εκεί συνάντησα τον Αγαμέμνονα με την Αλεξανδρα-Κασσανδρα,
τούς χαιρετησα,
-ειμαι με τον Πάρη εδώ,είπα,για φωτογράφιση,
-προσεξε,είπε η Κασσάνδρα,είναι playboy γυναικάς,
θα σε πάρει στη Τροια,
-και συ,τής είπα χαμογελώντας,πρόσεξε, γιατί η αδελφή μου η Κλυταιμνήστρα είναι ζηλιάρα,
όμως αν και δεν πίστεψα τη μαντεία της για τη Τροία φοβήθηκα,
-ω τι υπεροχο δαχτυλιδι,είπα,και πόσο σού πάει,
είδα το χρυσό μονόπετρο δαχτυλιδι με ένα ροζ μεγάλο μαργαριτάρι στον παράμεσο δάκτυλο τού αριστερού χεριού της,
και με αυτές τις φιλοφρονησεις χωριστηκαμε,
στον Πάρη δεν είπα για την συνάντηση,
ούτε και τούς είδαμε,σαν να ειχαν εξαφανισθεί
.
.
.
My own Empire of Hyperrealistic Paintings
-Helen of Sparta-
-χνκουβελης cncouvelis
η φωτογράφιση τής Ελένης στις Αμύκλες ,4
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-αυτη τη φωτογραφία μονο,από όλες,που με φωτογράφισε στις Αμύκλες,κρατησε ο Πάρης,
μού είπε η Ελένη,
χαμογελασα,
-ετσι, τής είπα,με αυτή κράτησε ολόκληρη την ομορφιά σου
.
.
.
My own Empire of Hyperrealistic
-Helen of Sparta-
-χνκουβελης cncouvelis
η φωτογράφιση τής Ελένης στη Σαντορίνη
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
αυτή είναι η τέλεια εικόνα που μου εκανες, μού ειπε
είμαστε δυο μέρες στη Σαντορίνη,νοικιάσαμε σε ένα από τα υποσκαφα σπίτια,σκαλισμένα στη καλντερα,ειχε καταπληκτική θέα,
τη νύχτα γίναμε ζευγάρι με την Ελένη,
-σκεψου, μού είπε,να γίνει τωρα έκρηξη τού ηφαιστειου και να απολιθωθουμε,θα αλλάξει όλη η Ιλιάδα,μ'αυτό που θα δουνε οι αρχαιολόγοι,
το μεσημέρι στο εστιατόριο παραγγειλαμε φάβα και κρασί,
ένας τουρίστας μεθυσμένος πέρασε από το τραπέζι μας πίνοντας μια μπύρα και μας φωναξε γελώντας
-Υγκεια,Σάντα-Ιρινα,
-ελα,είπα στην Ελένη,σε ερωτεύτηκε,ο Λατίνος τής Α' Σταυροφορίας,
.
.
.
(Ιδιοτροποι έρωτες)
Γυναίκα 31. Μετρό
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
δύσκολα είχε ιδέες για να γραψει,όλοι οι συνδιασμοι τών ιστοριών είχαν εξαντληθεί,
μια μέρα,μετά το μεσημέρι,που επέστρεφε σπίτι με το Μετρό,μια γυναίκα απέναντι του στο κάθισμα τού κίνησε το ενδιαφέρον,τι ιστορία έχει ζήσει,ζει,η' θα ζήσει,
στο σπίτι έγραψε την ιστορία της,
σε ένα μήνα είχε γράψει άλλες 29 ιστοριες,
Γυναίκα 1. Μετρό
Γυναίκα 2. Μετρό
........
Γυναίκα 30. Μετρό
για την επόμενη γυναίκα ήταν αδύνατο να γράψει ιστορία,
όσο και να προσπάθησε,τίποτα,
αυτή τη γυναίκα,την έβλεπε,όταν επέστρεφε σπίτι,πάντα μέσα στο βαγόνι τού Μετρό πού έμπενε,ακόμα κι όταν άλλαζε χρόνο που έπαιρνε το μέτρο,πάντα ήταν εκεί,και κάποιες φορές ήταν η γυναίκα σε κάποιο σταθμό που έμπενε,
ένιωθε μεγάλη έλξη γι'αυτη,αλλά δισταζε να την πλησιάσει,
ένας λόγος ήταν,πως δεν ήθελε μια ιστορία μαζί της,αλλά την ιστορία τη δική της,
για δύο μήνες την έβλεπε,και μετά δεν την ξαναειδε,η γυναίκα εξαφανίσθηκε,
και τότε κατάλαβε η ιστορία της ήταν το αδύνατο τής ιστορίας της,
η
Γυναίκα 31. Μετρό
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφραζοντας
Daniel Defoe
Robinson Crusoe
Ρόμπινσον Κρουσο
CHAPTER I - START IN LIFE
Κεφάλαιο 1-η αρχή στη ζωη
Γεννήθηκα το έτος 1632,
στη πόλη τής Υόρκης,από πλουσια οικογένεια,αν και όχι από εκείνη τη περιοχή,
ο πατέρας μου ήταν ξένος από την Βρέμη,που εγκαταστάθηκε πρώτα στη Χαλ.Εκανε περιουσία με το εμπόριο,και αφήνοντας την επιχείρηση του,έζησε μετά στη Υόρκη,από όπου παντρεύτηκε τη μάνα μου,
τής οποίας οι συγγενείς ονομάζονταν Ρόμπινσον,
μια πολύ εύπορη οικογένεια σ'εκείνη τη περιοχή,κι από την οποία εγώ ονομάσθηκα Ρόμπινσον Κρεουτζναερ,
αλλά με τη συνήθη παραφθορά τών λέξεων στην Αγγλία,ειμαστε τώρα καλεσμενοι-ετσι καλουμαστε και το όνομα μας γραφουμε-Κρουσο
κι έτσι οι γνωστοί μου πάντοτε με καλούσαν.
Είχα δύο μεγαλύτερα αδέλφια,απ'τους οποίους ο ένας ήταν αντισυνταγματαρχης σ'ένα αγγλικό σύνταγμα στις Φλαντρες,που προηγούμενα διηκούνταν από τον ονομαστό Στρατηγό Λοκχαρτ,και σκοτώθηκε στη μάχη κοντά στο Ντανκιρκ εναντίον τών Ισπανών.
Τι έγινε ο δεύτερος μου αδελφός ποτέ δεν έμαθα,
ούτε ήξερε περισσότερα ο πατέρας μου η' η μαμά μου από μένα.
Όντας ο τρίτος γιος τής οικογένειας και να μην με νοιάζει το εμπόριο,το κεφάλι μου άρχισε να γεμίζει πολύ νωρίς με σκέψεις περιπλάνησης.
Ο πατέρας μου,που ήταν πολύ συντηρητικός, μού προσέφερε την πιο κατάλληλη εκπαίδευση,κατ'οικον και επιπλέον να πάω σε ένα καλό σχολείο τής περιοχης,και με προόριζε για δικηγορο,αλλά δεν ήμουν ικανοποιημένος με τίποτα παρά να πάω στη θάλασσα,κι η κλίση μου σ,'αυτη μ'οδήγησε σε δυνατή άρνηση τής θέλησης, τών εντολών τού πατέρα μου κι ενάντια σ' όλα τα παρακάλια και τις
συμβουλές τής μάνας μου κι άλλων φίλων,φαίνεται όμως να υπήρχε κάτι αναποφευκτα μοιραιο σ'εκεινη τη φυσική ροπη,
τείνοντας κατευθείαν προς
τη ζωή δυστυχίας που ήταν να πεσω
CHAPTER I - START IN LIFE
I WAS born in the year 1632, in the city of York, of a
good family, though not of that country, my father being a
foreigner of Bremen, who settled first at Hull. He got a
good estate by merchandise, and leaving off his trade, lived
afterwards at York, from whence he had married my
mother, whose relations were named Robinson, a very
good family in that country, and from whom I was called
Robinson Kreutznaer; but, by the usual corruption of
words in England, we are now called - nay we call
ourselves and write our name - Crusoe; and so my
companions always called me.
I had two elder brothers, one of whom was lieutenant-
colonel to an English regiment of foot in Flanders,
formerly commanded by the famous Colonel Lockhart,
and was killed at the battle near Dunkirk against the
Spaniards. What became of my second brother I never
knew, any more than my father or mother knew what
became of me.
Being the third son of the family and not bred to any
trade, my head began to be filled very early with rambling
thoughts. My father, who was very ancient, had given me
a competent share of learning, as far as house-education
and a country free school generally go, and designed me
for the law; but I would be satisfied with nothing but
going to sea; and my inclination to this led me so strongly
against the will, nay, the commands of my father, and
against all the entreaties and persuasions of my mother and
other friends, that there seemed to be something fatal in
that propensity of nature, tending directly to the life of
misery which was to befall me.
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφράζοντας από το σενάριο τής ταινίας
Vivre sa vie (1962)
τού Jan Luc Godard
(και μεταφράζοντας τη μεταφραση στα γαλλικά)
Homage to Anna Karina
Nana in Vivre sa vie
(νύχτα,η ομίχλη είχε καλύψει τα πάντα,πολύ υγρασία,τα πόδια της πονούσαν,από την ορθοστασια,πάγωνε,
άκουσε βήματα πίσω της,
ο άντρας στάθηκε δίπλα της,-ποσο; τής είπε,-3000,είπε,-οκ.παμε,είπε ο άντρας,
στο χοτελ τη ρώτησε το όνομα της,-με ερεθίζει να το ξέρω, τής είπε,
τού είπε ένα ψεύτικο,
όταν τελείωσε τής έδωσε τα χρήματα,-μετρησε τα,τής είπε,
-σου έχω εμπιστοσύνη,τού είπε,
-έπειτα τα χρήματα είναι χρήματα,κι αυτό έχει σημασια
είπε ο άντρας κι έφυγε,
εκείνη μπροστά στον καθρέφτη ξεμακιγιαριστηκε,
έχωσε τα χρήματα στο σουτιέν,εκεί οι μπάτσοι δεν θα την ψάξουν εκει,
ένιωθε εξαντλημένη,δεν είχε διάθεση γι'αλλον πελατη,ένα αδέσποτο σκυλί την ακολούθησε,
γύρισε σπίτι,
με τα ρούχα ξάπλωσε στο κρεβάτι,-c'est la vie-,σκέφτηκε,
και κοιμήθηκε)
Raoul:
αυτή είναι μια κυρία η' μια τσούλα;
Homme près du Jukebox:
προσβαλε την,αν είναι τσουλα,θα νευριάσει,αν χαμογελάσει,είναι κυρια
Nana:
όσο περισσότερο μιλάμε,τόσο λιγότερο οι λέξεις σημαινουν
Nana:
νομίζω πως πάντοτε είμαστε υπεύθυνοι για τις πράξεις μας.
Είμαστε ελεύθεροι.Σηκωνω το χέρι μου-ειμαι υπεύθυνη.
Στρέφω το κεφάλι μου δεξια-ειμαι υπευθυνη.Ειμαι δυστυχισμένη -ειμαι υπεύθυνη.Καπνιζω ένα τσιγάρο,-ειμαι υπεύθυνη.Κλεινω τα μάτια μου-ειμαι υπεύθυνη.
Ξεχνω ότι είμαι υπεύθυνη,αλλά είμαι.
Σου είπα το να ξεφύγεις είναι ματαιοπονία.
Πάνω απ' όλα,καθετί είναι όμορφο.Το μόνο είναι να ενδιαφερθεις για τα πραγματα,να δεις την ομορφιά τους.Αυτο είναι αλήθεια.Πανω απ' όλα,τα πράγματα είναι ακριβώς ότι αυτά είναι.Ενα πρόσωπο είναι ένα πρόσωπο.Τα πιάτα είναι πιάτα.Οι άντρες είναι άντρες.Και η ζωή είναι ζωη.
Nana:
δεν θα μπορούσε ο έρωτας να είναι η μόνη αλήθεια;
The Philosopher:
γι'αυτό,ο έρωτας πάντοτε θα' πρεπε να'ναι αληθινος
Nana:
Είναι αστείο.Ξαφνικα δεν ξέρω τι να πω.Αυτο μού συμβαίνει συχνά.Κατ'αρχην σκέφτομαι αν υπαρχουν οι σωστές λέξεις.Αλλα όταν έρθει η στιγμή να μιλήσω,δεν μπορώ να το πω.
Γιατι πρέπει πάντα κάποιος να μιλά;
Σκεφτομαι πως θα'πρεπε συχνά κάποιος να σωπαίνει,να ζει στη σιωπή.Οσο περισσότερο μιλάς,τόσο λιγοτερο σημαίνουν οι λέξεις.
The Philosopher:
πρέπει να σκεφτούμε,και για τις σκέψεις,χρειαζόμαστε λέξεις.
Για να επικοινωνήσει κάποιος,πρέπει να μιλήσει.Αυτο είναι η ζωή μας.
Nana:
οι λέξεις θα πρέπει να εκφράζουν ακριβως αυτό που ένας θέλει να πει
Nana:
είναι εξαντλητικό να σ'αγαπω.Παντα πρέπει να παρακαλαω.Ομως κι εγώ υπαρχω.
Dimitri:
πόσα;
Nana:
3,000. 5,000
αν γδυθω
Jeune homme:
θα μ'αρεσε να πάω στο Λούβρο
Nana:
εμένα όχι,δεν μ'αρεσει να βλέπω ζωγραφιες
Jeune homme:
Γιατι;Η τέχνη και η ομορφιά είναι ζωή!
Nana:
Σε λατρεω
Dimitri:
ποιο είναι τ'ονομα σου;
Elisabeth:
Ελίζαμπεθ,σαν τής βασίλισσας τής Αγγλίας.
Nana:
θα κάνω στριπτίζ επίσης;
Dimitri:
φυσικά,μην σε πειραζει
Nana:
για πες μου
Yvette:
ενα βράδυ,ο Ράιμοντ ήρθε σπίτι με τα εισιτήρια τραίνου για τη Βρεστη.
Είπε πως είχε μια δουλειά,
έτσι πήραμε τα παιδιά και φύγαμε και πήγαμε να μείνουμε σ'ενα ξενοδοχείο στο λιμάνι.Αυτος ολόκληρη τη μέρα είχε εξαφανιστεί.Ηταν σε δουλειά.Εβγαλα τα παιδιά έξω, τούς αγόρασα παγωτό.Ανησυχουσα,γιατι δεν μπορούσα να καταλάβω πως κέρδιζε τα λεφτά του
Ένα βράδυ,μετά από τρεις βδομάδες,δεν ξαναγύρισε ποτέ.Επρεπε να φροντίσω τον εαυτό μου με τα παιδιά,η πεθερά μου δεν νοιαζονταν επειδή δεν μ'ηθελε.Με το καιρο έγινα πόρνη.Ηταν η πιο εύκολη διέξοδος.Δυο χρονια μετά ένα βράδυ πήγα σινεμά και τον είδα να παίζει σε μια αμερικανική ταινία.
Raoul :
est-ce une dame ou une pute ?
Homme près du Jukebox:
l'insulte, si c'est une salope, elle va se fâcher, si elle sourit, c'est une dame
Nana :
plus nous parlons, moins les mots signifient
Nana :
Je pense que nous sommes toujours responsables de nos actes.
Nous sommes libres. Je lève la main, je suis responsable.
Je tourne la tête vers la droite - je suis responsable - je suis malheureux - je suis responsable, je fume une cigarette, - je suis responsable, je ferme les yeux - je suis responsable.
J'oublie que je suis responsable, mais je le suis.
Je t'ai dit que fuir était inutile.
Avant tout, tout est beau. La seule chose est de s'intéresser aux choses, de voir leur beauté. C'est vrai, avant tout, les choses sont telles qu'elles sont.Et la vie est la vie.
Nana :
l'amour ne pourrait-il pas être la seule vérité ?
Le philosophe :
donc l'amour devrait toujours être vrai
Nana:
C'est drôle. Du coup, je ne sais plus quoi dire. Cela m'arrive souvent. Au début, je me demande s'il y a les bons mots. Mais quand vient le moment de parler, je n'arrive pas à le dire.
Pourquoi faut-il toujours que quelqu'un parle ?
Je pense qu'il faut souvent se taire, vivre en silence. Plus on parle, moins les mots ont de sens.
Le philosophe :
nous devons penser, et pour penser, nous avons besoin de mots.
Pour communiquer, il faut parler. C'est notre vie.
Nana :
les mots doivent exprimer exactement ce que l'on veut dire
Nana :
c'est épuisant de t'aimer. Je dois toujours mendier. Mais j'existe aussi.
Dimitri :
Combien;
Nana :
3 000. 5 000
si je me déshabille
jeune homme:
J'aimerais aller au Louvre
Nana :
non, je n'aime pas regarder des photos
jeune homme:
Pourquoi ? L'art et la beauté, c'est la vie !
,Nana :
Je t'adore
Dimitri :
quel est ton nom?
Élisabeth :
Elizabeth, comme la reine d'Angleterre.
Mamie :
est-ce que je vais me déshabiller aussi ?
Dimitri :
bien sûr, tant pis
Mamie :
pour me dire
Yvette :
un soir, Raymond rentra avec les billets de train pour Brest.
Il a dit qu'il avait un travail,
alors nous avons emmené les enfants et sommes allés dormir dans un hôtel sur le port. Il avait disparu toute la journée. J'ai emmené les enfants, je leur ai acheté des glaces. J'étais inquiet parce que je ne comprenais pas comment il a gagné son argent
Une nuit, après trois semaines, il n'est jamais revenu. J'ai dû m'occuper de moi avec les enfants, ma belle-mère s'en fichait parce qu'elle ne voulait pas de moi. Avec le temps, je suis devenue une prostituée. C'était la solution la plus simple. Deux ans plus tard, un soir, je suis allé au cinéma et je l'ai vu jouer dans un film américain.
(la nuit, le brouillard avait tout recouvert, très humide, ses jambes lui faisaient mal, à force de se tenir debout,avait froid,
entendit des pas derrière elle,
l'homme se tenait à ses côtés, - combien ? il lui a dit, - 3000, a-t-elle dit, - ok, dit l'homme,
à l'hôtel, il lui a demandé son nom, - ça m'excite de savoir, lui a-t-il dit,
elle lui a menti,
quand il eut fini, il lui donna l'argent, -le compta, il lui dit ,
- Je te fais confiance, lui dit-elle.
-En fin de compte, l'argent c'est de l'argent et c'est ce qui est important,
dit l'homme et il partit,
elle s'est démaquillée devant le miroir,
a mis l'argent dans son soutien-gorge, les flics ne la fouilleront pas là-dedans,
se sentait épuisée et n'était pas d'humeur à s'occuper d'un autre client,était suivie par un chien errant,
est rentrée à la maison,
avec les vêtements posait sur le lit, -c'est la vie-,pensa
et dormi)
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφράζοντας
D. H. Lawrence
Lady Chatterley's Lover (1928)
(Η Εποχή τής Σεξουαλικότητας τού Ανθρώπου αρχίζει τέλος Οκτωβρίου τού 1960 που επιτέλους αιρετε η λογοκρισία στον Εραστή τής Λαίδης Τσατερλι τού
D. H. Lawrence)
Κεφαλαιο 1
η εποχη μας στην ουσία της είναι τραγική,όμως αρνουμαστε να την δεχτούμε τραγικά.
Ο κατακλυσμός συνέβηκε,είμαστε μέσα στα ερείπια,αρχίζουμε να κτίζουμε νέα μικρά σπιτια,για να'χουμε καινουργιες μικρες ελπιδες.Ειναι μάλλον δύσκολη δουλειά,δεν υπάρχει τώρα ευθύς δρόμος για το μέλλον,πρέπει να παρακάμψουμε η' να υπερπηδησουμε τα εμποδια.
Πρέπει να επιζησουμε,χωρίς να λογαριάζουμε πόσοι πολλοί ουρανοί έχουν γκρεμιστει.
Αυτή ήταν λίγο πολύ τής Κονστανς Τσατερλι η θέση
Ο πόλεμος ερριξε την οροφή κάτω πάνω στο κεφάλι της.Και κατάλαβε πως ένας πρέπει να ζήσει και να μάθει.
Παντρεύτηκε τον Κλίφορντ Τσατερλι στα 1917,όταν αυτός ήταν στη πατρίδα για ένα μήνα με άδεια.
Είχαν ένα μήνα μέλιτος.
Μετά αυτός επέστρεψε στις Φλαντρες,για να εισπλευσει στην Αγγλία ξανά έξι μήνες αργότερα.
Η Κονστανς,η γυναίκα του,ήταν τότε είκοσι τριών χρονών κι αυτός ήταν είκοσι εννιά.
Chapter 1
Ours is essentially a tragic age, so we refuse to take it
tragically. The cataclysm has happened, we are among
the ruins, we start to build up new little habitats, to have
new little hopes. It is rather hard work: there is now no
smooth road into the future: but we go round, or scramble
over the obstacles. We’ve got to live, no matter how many
skies have fallen.
This was more or less Constance Chatterley’s position.
The war had brought the roof down over her head. And she
had realized that one must live and learn.
She married Clifford Chatterley in 1917, when he was
home for a month on leave. They had a month’s honeymoon.
Then he went back to Flanders: to be shipped over to Eng-
land again six months later, more or less in bits. Constance,
his wife, was then twenty-three years old, and he was twen-
ty-nine.
.
.
(υπηρξε εραστής της,γνωρίστηκαν σε μια κοσμική συγκέντρωση,χόρεψαν ένα τανγκό,έπειτα ένα μπλουζ,τα σώματα τους αγγιχτηκαν,η αναπνοή της τον έκαιγε,την κοίταξε στα μάτια,εκείνη ζαλίστηκε,
τής ψιθύρισε,-αγαπη μου,έρωτα,
σε μία εβδομάδα πήγαν σε ένα ξενοδοχείο,αμέσως έπεσαν στο κρεβάτι,έκαναν ερωτα με τα ρούχα,
το πρωί χώρισαν,
δεν ξανασυναντηθηκαν ποτέ )
(he was her lover, they met at a social gathering, they danced a tango, then a blues, their bodies touched, her breath burned him, he looked into her eyes, she was dizzy,
he whispered to her, -my love, love,
they went to a hotel in a week,
immediately fell into bed, made love with their clothes on,
in the morning broke up,
they never met again )
.
.
.
Η Παραβολή τού Μεγάλου Δειπνου
ΙΑ΄ Λουκᾶ: Τῆς Κυριακῆς: Λουκ. ιδ΄ 16-24
-μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί
Είπε ο Κύριος την παραβολή αυτή εδω.
κάποιος άνθρωπος έκανε μεγάλο δείπνο και εκαλεσε πολλους 17 και έστειλε τον δούλο του στην ώρα τού δείπνου να πει στους προσκεκλημένους.προσερθετε γιατί ήδη έτοιμα είναι τα πάντα.18 κι άρχισαν παρομοίως να αποφεύγουν οι παντες.ο πρώτος είπε σ' αυτόν.αγρον αγόρασα,και πρέπει είναι ανάγκη να βγω έξω και να τον δω,σου λέω,έχε με διεγραμμενον.19 και άλλος είπε.αγορασα πέντε ζευγάρια βόδια,και πηγαίνω να τα δοκιμάσω.σου λέω,έχε με διεγραμμενον 20
και άλλος είπε.γυναικα παντρευτητα,και λόγω τουτου δεν μπορώ να'ρθω21 και προσερχόμενος ο δουλος εκείνος ανάφερε στον κύριο του αυτά εδώ.τοτε οργισμένος ο οικοδεσπότης είπε στον δούλο του.βγες έξω γρήγορα στις πλατείες και στα σοκάκια τής πόλης και τους φτωχούς και ανάπηρους και κουτσους και τυφλούς βάλε τους εδώ μεσα.
22 και είπε ο δούλος.κυριε,έγινε όπως προσταξες,κι ακόμα υπάρχει χώρος.23 και
είπε ο κύριος προς το δούλο.βγες έξω στους δρόμους και στα παραπηγματα και παρότρυνε να έρθουν μέσα,για να γεμίσει ο οικος μου.
24 γιατί σας λέω ότι κανένας από τους ανθρώπους εκείνους τούς προσκαλεσμένους δεν θα γευθεί το δείπνο μου.γιατι πολλοί είναι οι κλητοι.ολιγοι δε οι εκλεκτοι
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφράζοντας
Don Quixote
Miguel de Cervantes
1-Αλονσο Κιχανο ο αγαθιαρης
Σε μία περιοχή τής Μάντσα που τ'όνομα της ουτε θέλω να θυμάμαι,δεν είναι πολύ καιρός που ζούσε ένας ιδαλγος,ο θεός να τον κάνει ευγενή,απ'αυτους μ'ένα κονταρι από σαπιοξυλο,μια παλιοασπιδα,ένα κοκκαλιαρικο άλογο κι ένα
κυνηγόσκυλο.
Το βραστο στη κατσαρόλα κρέας μάλλον αγελαδας παρά προβατου,η σαλάτα τουρλού τις περισσότερες νύχτες,οι νοστιμιές κι οι παπάρες τα σαββατα,οι φακές τις παρασκευές, και κάποιο περιστερακι έξτρα τις κυριακες,τού'τρωγαν τα τρία μέρη τών λεφτων του.Τα ρέστα πήγαιναν στο πανωφόρι,στις βελούδινες καλτσες για τα πανηγύρια με παντόφλες για να ταιριάζουν,και τις μέρες τής βδομάδας καμαρωνε με το πιο φίνο υφαντο του.
Στο σπίτι του είχε μια έμπιστη σαρανταρα φευγα,και μια ανήψια μόλις εικοσαρα,κι ένα υπηρέτη για τα χωράφια
και τις αγορές στα μαγαζιά,που σελωνε τ'αλογο κι έπαιρνε τη ψαλίδα να κλαδεύει.
Η ηλικία τού ιδαλγου μας ήταν κάπου στα πενήντα,
γερό σκαρι,στεγνός από κρέατα,ξερακιανος στο πρόσωπο,πρωινός τύπος και φίλος τού κυνηγιού.
Τούς αρέσει να λένε πως είχε το παρατσουκλι Κιχάδα η' Κεζαδα(πάνω σ'αυτό υπάρχει κάποια διαφορά στους συγγραφείς που αυτη την υπόθεση γράφουν),αν κι
απο αξιόπιστες εικασιες
έχει ξεκαθαριστεί πως ονομάζονταν Κεχανα
1 - ALONSO QUIJANO EL BUENO
In un lugar de la Mancha de cuyo
nombre no quiero acordarme,
no ha mucho tiempo que vivía
un hidalgo' de los de lanza en
astillero', adarga antigua, rocín
flaco y galgo corredor. U na olla
de algo más vaca que carnero, salpicón' las más
noches, duelos y quebrantos' los sábados, lintejas los viernes, algún palomino de añadidura
los domingos, consumían las tres partes' de su
hacienda. El resto della concluían sayo de
velarte', calzas de velludo' para las fiestas con
sus pantuflos de lo mismo, y los días de entre
semana se honraba con su vellod' de lo más
fino.
Tenía en su casa una ama' que pasaba de los
cuarenta, y una sobrina que no llegaba a los
veinte", y un mozo" de campe y plaza, que asl
ensillaba el rocín como tomaba la podadera. Fri-
saba la edad de nuestro hidalgo con los cin-
cuenta años: era de complexión recia", seco de
carnes, enjuto de rostro, gran madrugador y
amigo de la caza. Quieren decir que" tenía el
sobrenombre de Quijada o Quesada (que en
esto hay alguna diferencia en los autores que
deste caso escriben), aunque por conjeturas
verosímiles se deja entender que se llamaba
Quejana.
.
.
.
My own Empire of Hyperrealistic Paintings
-Helen of Sparta-
-χνκουβελης cncouvelis
η φωτογράφιση τής Ελένης
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
(μετά τη φωτογράφιση)
η Ελένη απέναντι μου,
χαμογέλασε,
-ποση απόσταση μας χωρίζει; είπε
-και πόση απόσταση μας ενώνει;,
-παντως όχι,τής απάντησα, οι 15.693 στίχοι τής Ιλιάδας τού Ομήρου η' οι 1692 στίχοι τής Ελένης τού Ευριπίδη,
-ποια απ'τις δυο προτιμάς;,την Ελένη,αυτή τής Τροίας η' αυτή τής Αιγύπτου;
-αυτη την Ελένη, τής είπα,που είναι ακριβώς αυτή τη στιγμή μπροστά μου,απέναντι μου,στην πλατεία Αριστοτέλους και πίνουμε καφέ μαζί,
μια ηλιόλουστη μέρα,
χαμογέλασε,
ένα πολύ γλυκό χαμόγελο,
τα μάτια της πανέμορφα,
-ευχαριστω,αγάπη μου,είπε,για πάντα η Ελένη σου,
.
.
.
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
μεταφραζοντας
Franz Kafka
Die Verwandlung
Η Μεταμορφωση
1
Όταν ο Γκρέγκορ Σαμσα ένα πρωί από ένα ανήσυχο ονειρο ξύπνησε,βρέθηκε στο κρεβάτι του σε μια τεράστια κατσαρίδα μεταμορφωμένος.
Ήταν ξαπλωμένος πάνω
στην όπως θωρακισμένη σκληρή πλάτη του κι έβλεπε,όταν το κεφάλι λίγο ψηλά σηκωνε,τη κυρτωμενη,καφετιά,από
τοξοειδή εξανθηματα χωρισμένη κοιλια,
απ' αυτό το ύψος τα σκεπασματα,για να μην πέσουν τελείως,ίσα που μπορούσε ακόμα να κρατήσει.
Τα πολλά σε σύγκριση με το υπόλοιπο μεγεθος τού σώματος αξιοθρήνητα λεπτά πόδια του αναδευονταν αδύναμα
μπροστά στα μάτια του.
'τι μου συνέβηκε;'σκεφτηκε.Δεν ήταν όνειρο.
Το δωμάτιο του,ένα κανονικό,μόνο κάπως μικρό για δωμάτιο ανθρώπου,ήταν ακινητο ανάμεσα στους τέσσερις καλά γνωριμους τοιχους.
Πάνω στο τραπέζι,που ήταν διασκορπισμένα ανακατεμένα το ένα με τ'αλλο δείγματα από υφάσματα,-ο Σαμσα ήταν
πλανοδιος-κρεμονταν η εικόνα,που πρόσφατα από ένα εικονογραφημένο περιοδικο την έκοψε και σε ένα όμορφο,χρυσωμενο κάδρο την είχε τοποθετήσει.
Αυτή εδειχνε μια κυρία,
η οποία,με ένα γούνινο καπέλο κι ένα γούνινο σάλι ντυμένη,άκαμπτη κάθονταν κι ένα τεράστιο γούνινο κάλυμμα χεριών,στο οποίο ολόκληρος ο πήχυς τού χεριού της
ήταν κρυμμένος,προς τον θεατή απλωνε.
1
Als Gregor Samsa eines Morgens aus unruhigen Träumen er-
wachte, fand er sich in seinem Bett zu einem ungeheueren
Ungeziefer verwandelt. Er lag auf seinem panzerartig harten
Rücken und sah, wenn er den Kopf ein wenig hob, seinen gewölbten, braunen, von bogenförmigen Versteifungen geteilten Bauch, auf dessen Höhe sich die Bettdecke, zum gänzlichen
Niedergleiten bereit, kaum noch erhalten konnte. Seine vielen,
im Vergleich zu seinem sonstigen Umfang kläglich dünnen
Beine flimmerten ihm hilflos vor den Augen.
»Was ist mit mir geschehen?«, dachte er. Es war kein Traum.
Sein Zimmer, ein richtiges, nur etwas zu kleines Menschen-
zimmer, lag ruhig zwischen den vier wohlbekannten Wänden.
Über dem Tisch, auf dem eine auseinandergepackte Muster-
kollektion von Tuchwaren ausgebreitet war – Samsa war Rei-
sender –, hing das Bild, das er vor kurzem aus einer illustrier-
ten Zeitschrift ausgeschnitten und in einem hübschen, vergol-
deten Rahmen untergebracht hatte. Es stellte eine Dame dar,
die, mit einem Pelzhut und einer Pelzboa versehen, aufrecht
dasaß und einen schweren Pelzmuff, in dem ihr ganzer Unterarm verschwunden, war, dem Beschauer entgegenhob.
.
.
(γύρισε από τη δουλειά,ένιωθε μεγάλη κούραση,δεν.ειχε όρεξη να φάει,κάθισε στον καναπέ,άνοιξε την τηλεόραση,τα μάτια του εκλεισαν,κοιμήθηκε,
ξύπνησε,ένιωθε ανάλαφρα,
θα έλεγε πως χαίρονταν,
η τηλεόραση ήταν ανοικτή,
κούνησε ελάχιστα το κεφάλι του,και τότε στον μεγάλο καθρεφτη απεναντι του δεν είδε το είδωλο του,σηκώθηκε,μήπως έκανε λάθος,στάθηκε μπροστά του,ούτε και τώρα είδε το είδωλο του,
αυτό από φυσική άποψη,σκέφτηκε,είναι παράξενο,παραδοξο,επρεπε κάτι να δείχνει,τότε τι συμβαίνει;γρήγορα το διασκέδασε,ας είναι τα πράγματα όπως ειναι,ας έχουν μεταβληθεί,θα το συνηθεισει,άλλωστε όλα μια συνειθια είναι,
κοίταξε στο παράθυρο,είχε νυχτώσει,
χτύπησε το τηλέφωνο,ήταν η φίλη του,
έκανε παράπονα,που πως τι;,τα συνηθισμένα τών γυναικών,έκλεισαν ραντεβού,φαγητό και μετά μπαρ,
συναντήθηκαν,
τού είπε πως είναι παράξενος,τι άλλαξε;,
δεν ήξερε τι να τής απαντήσει,-μην ανησυχείς,τής είπε,τίποτα δεν συμβαίνει,
τού ζήτησε να κοιμηθεί σπίτι της,δέχτηκε,
εκεί πήγε στο καθρέφτη,
είδε το είδωλο του,
-εχεις δίκιο, τής είπε,έχω αλλάξει,
-ωστε το παραδέχεσαι,
τού είπε εκείνη και τον αγκάλιασε,
ξάπλωσαν στο κρεβάτι)
(Er kam von der Arbeit zurück, er fühlte sich sehr müde, er hatte keine Lust zu essen, er saß auf dem Sofa, schaltete den Fernseher ein, seine Augen waren geschlossen, er schlief ein,
wachte mit einem leichten Gefühl auf
würde sagen, sie waren glücklich,
Der Fernseher war an
er schüttelte ein wenig den Kopf, und dann sah er im großen Spiegel vor ihm sein Bild nicht, er stand auf, vielleicht hat er einen Fehler gemacht, er stand davor, er sah sein Bild jetzt auch nicht,
Das ist aus physikalischer Sicht seltsam, paradox, es muss etwas zeigen, was ist dann los, schnell unterhalten, die Dinge so lassen, wie sie sind, zulassen, dass sie sich ändern, er wird sich daran gewöhnen , schließlich ist alles eine Gewohnheit,
er schaute zum Fenster, es wurde dunkel,
Das Telefon klingelte, es war seine Freundin,
sie beschwerte sich, wo wie was?, die üblichen Frauensachen, sie buchten ein Date, Essen und dann eine Bar,
traf,
Sie sagte ihm, er sei seltsam, was hat sich geändert?
er wusste nicht, was er ihr antworten sollte, - keine Sorge, sagte er ihr, es passiert nichts,
sie bat ihn, bei ihr zu schlafen, er akzeptierte,
da ging er zum Spiegel,
er sah sein Spiegelbild,
- Du hast recht, sagte er ihr, ich habe mich verändert,
-wie du es zugibst,
sie sagte es ihm und umarmte ihn,
sie lagen im Bett
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου