.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-Το δεξί χέρι της Κλαρισε Λισπεκτορ(Clarice Lispector)
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis
.
.
Clarice Lispector-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Το δεξί χέρι της Κλαρισε Λισπεκτορ
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Haber nacido me ha estropeado la salud.
Η γέννηση μού κατέστρεψε την υγεία
άναψε τσιγάρο,από το αριστερό παράθυρο το φως,μετράει τα δάκτυλα των ποδιών
της,'ακριβως δέκα,η βεβαιοτητα',ο θορυβος ενος αυτοκινήτου που
πέρασε,ησυχία,άναψε κι άλλο τσιγάρο,η μάνα γύρισε απ'το γιατρό,'κολλησε
συφιλη'ειπε ο γιατρός στον άντρα της,'τα γουρούνια,την βιασαν'φώναξε
ο πατερας,τη γέννησε να γιατρευτεί,έτσι λέγανε τα γιατροσόφια,
ήρθαν,θυμάται,'Χαγια' άκουσε την τρομαγμένη φωνή της μάνας,'κρυψου',
εκείνοι έσπασαν την πόρτα,ούρλιαζαν,'ακινητοι','δικαιοσυνη πουθενά στον
κόσμο',σκέφτεται,'ουτε κι εδω',
'καταληξαμε στη Βραζιλία,να σωθούμε,στο Ρεσίφε,την μάνα έλιωνε η αρρώστια,
πονούσε,τις έλεγα ιστορίες,δικές μου,ψεύτικες,να ξεχναει,δεν άντεξε πέθανε,
ήμουνα 9 χρονων πήγαμε στο Ρίο ντε Τζανειρο,άλλαξα το εβραϊκό μου όνομα.
από Χαγια σε Κλαρισε,μια ασήμαντη κοπέλα,τη μπορεί να πει,τίποτα,
δεν υπάρχουν λέξεις να πεις,να εκφράσεις την ανυπαρξία σου'
ξαπλωμένη στο κρεβάτι,τα μάτια κλείνουν,'νυσταζω,αλήθεια,τι θα συμβεί;',
στο δεξί χέρι το αναμενο τσιγάρο,η καφτρα του αγγίζει το άσπρο σεντόνι,
ο Χριστός ψηλά στο Ρίο ντε Τζανέιρο τυφλός,αμέτοχος,'εγω το ξερω',
εξομολογείται,το στάδιο Μαρακανά καίγεται απ'το ποδόσφαιρο,ο χείμαρρος
του Καρναβαλιού που τιςς παρασέρνει τόσες φτωχές αθώες ψυχές;,
στη Κοπακαμπάνα τα κύματα πόσους από μας κληρονόμους, εκατομμύρια,
τέτοιου αδιάφορου σύμπαντος θα πνίξουν;
η φωτιά αναψε στο δωμάτιο,το δεξί της χέρι καίγεται,
'ας προσποιηθω πως δεν πάω στο νοσοκομείο πως δεν είμαι άρρωστη,αλλά
πάω ταξίδι στο Παρισι'
βαριέται μέσα σε αυτή τη τεράστια πολυτελη αίθουσα,όλοι τους κάτω απ'τους
αστραφτερους πολυελαιους,αυτή η μαύρη τουαλέτα τη σφίγγει,θα σκασει,
μια παγωμένη καλλονή,μια σφίγγα ειναι,γράφουν στα κοσμικά φύλλα τους,
τελος,ως εδώ,η προσποίηση,η ψεύτικη ελαφρή ζωή των επωνυμων,
η φτωχη Μακκαμπεα περιμένει να γραφτεί η ιστορία της,αυτή,η Χαγια Κλαρισε
Λισπεκτορ,το ξέρει,θα είναι η τελευταία της ιστορια,' η Ώρα μου' σκέφτεται,
'το δεξί χέρι της κάηκε'ειπε ο γιατρός,
'όμως παρ'ολ'αυτα πρέπει να γράψω για την Μακκαμπεα,μια ασήμαντη Βραζιλιάνα
άσχημη κοπέλα,ταπεινή δακτυλογραφο ,ανορθόγραφη,με μόνη της ευχαρίστηση
το σινεμά,που της αρέσει η Μέριλιν Μονρόε,και να πινει κοκα-κολα,που κάνει με ένα
ρεμαλι ερωτική σχέση,κι αυτός την κοροϊδεύει δείχνοντας της τάχα ενδιαφέρον,και τη
παρατάει για την φίλη της,κι αυτή δεν αντιδρά,δεν έχει τίποτα να πει,άλλωστε ποτέ
τίποτα δεν θ'αλλαξει'
'Χαγια' την ξυπνάει η φωνή της μάνας,'θα καείς;'
'τώρα'απανταει η Κλαρισε Λισπεκτορ ,' είμαι πεθαμένη,και θα πεθαίνω ξανά και ξανά
μόνο και μόνο για την εμπειρία της ανάστασης'
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου