.
.
LITTERATURE--ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis]
.
.
Η Κριση του Παρη-2μ χ 3μ ακρυλικο-χ.ν.κουβελης
.
.
[ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ]
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΗ
..
στο κρεβατι βρισκεται βαρια τραυματισμενος απο τον Φιλο-
κτητη,την γυναικα του την Ελενη την εστειλε να φερει την
Οινωνη,την πρωτη γυναικα του,που οταν την παρατησε εκει-
νη του υποσχεθηκε πως αν πληγωθει ποτε να την φωναξει
να τον γιατρεψει,σαν γιατρος που ηταν,
σκεφτονταν ποσο γρηγορα αλλαξε η τυχη του,απο εκει που
ηταν δοξασμενος μεσα στους Τρωες που σκοτωσε τον Αχιλλεα,
κι ας λενε πως πισωπλατα τον σημαδεψε στο τρωτο ποδι του,
αλλωστε ηξερε πολυ καλο σημαδι,τωρα γυρισε ο τροχος κι
ειναι ξαπλωμενος στο κρεβατι με πολυ βαρυ τραυμα απο το
χτυπημα του Φιλοκτητη,
ποναει κι εκεινη η Ελενη αργει να επιστρεψει,
ενα-ενα επιστρεφουν τα γεγονοτα στη ζωη του ,ζωντανα,οπως
συνεβηκαν με τη σειρα,
μια μερα πριν τον γεννησει η μανα του η Εκαβη ειδε στον υπνο
της ενα αναμενο δαυλι που θα'καιγε την Τροια,συμβουλευτηκε
τον μαντη Αισακο,αυτος εβγαλε αυτη την κριση,η Ηροφιλη,μια
ιερεια του Απολλωνα λυσαξε να σκοτωσουν το μωρο,ο πατερας
του ο Πριαμος και η μανα του τον λυπονταν,ομως το παρεδω-
σαν σ'ενα βοσκο τον Αγελαο να το παρει στα βουνα και να τον
σκοτωσει,εκεινος ο βοσκος τον λυπηθηκε και τον παρατησε
στην ερημια να τον φανε τ'αγρια θηρια και τα ορνια,να τελειω-
σει απο κρυο και παγωνια,
εκει πηγε μια αρκουδα και τον βυζανε,οταν μετα απο μερες
τον βρηκε ο βοσκος ζωντανο τον εκρυψε μεσα στο σακουλι
του ,την πηρα που λενε,απο εκει και τ'ονομα του Παρης, και
τον πηρε σπιτι του,για να μην εχει τις συνεπειες του Νομου
που δεν επραξε τι τον διεταξαν εκοψε τη γλωσσα ενος σκυλιου
και την εδειξε στον Πριατον σαν δικη του,πειστηριο του θανα-
του του,
ο βοσκος Αγελαος τον μεγαλωσε σαν δικο του παιδι του,εγινε
ομορφο και δυνατο παλληκαρι,βοσκος πανω στη Ιδη,
καποτε τα'βαλε νικηφορα με ζωοκλεφτες και τοτε του εδωσαν
και το ονομα Αλεξανδρος,Αλαξανδρος,
ειχε κι εναν ταυρο δυνατο στο κοπαδι του και τον εβαζε σε αγωνα
μονομαχια με αλλους ταυρους,ολους τους ταυρους τους νικουσε,
εβαλε και επαθλο ενα χρυσο στεφανι να το παρει οποιος ταυρος
νικησει τον ταυρο του,
τ'ακουσε αυτο ο θεος Αρης,μεταμορφωθηκε σε ταυρο,θεος ηταν
νικησε τον ταυρο του και πηρε το χρυσο στεφανι,αυτο πολυ το εκτι-
μησανε η θεοι,πως ειχε δικαια κριση,κρατουσε τον λογο του,
τοτε ,λιγο μετα ηταν που παντρευτηκε την Οινωνη,και την παρατησε
για την Ελενη,''ακομα να γυρισει η Ελενη'',ειπε,
εγιναν κι οι γαμοι του Πηλεα με την Θετιδα στ'ανακτορα των θεων
στον Ολυμπο,ολους τους θεους προσκαλεσε ο Διας στον γαμο στη
χαρα κι αφησε ακαλεστη την Εριδα,κι εκεινης πολυ της κακοφανηκε,
πηρε ενα μηλο ,εγραψε πανω ''καλλιστη'' και το πεταξε στη μεση
εκει που χορευαν και γλενταγαν οι καλεσμενοι,
ακουσε φωνες εξω και πατηματα αλογων,μπηκε στο δωματιο η Ελενη,
ετρεξε κοντα του
''τι εγινε;ηρθε;''την ρωτησε με αγωνια,την ειδε λυπημενη,''πες μου
ηρθε;'',
''οχι,αρνηθηκε να'ρθει'',ειπε η Ελενη και ξεσπασε σε λυγμους,
τοτε ενιωσε πως η γυναικα εκεινη που καποτε την παρατησε τωρα
βρηκε την ευκαιρεια να τον εκδικηθει,
την νυχτα ειχε μεγαλη αυπνια και παραισθησεις,το τραυμα,παραξενο,
δεν τον πονουσε,ειχε σταματησει ο πονος,ομως ηταν μουσκεμα στον
ιδρωτα,κρυωνε,ενιωθε παγερα τα ποδια του,καποιες φορες αναπνεε
με δυσκολια,του ερχονταν να σκασει,να πνιγει,
η Ελενη ολη τη νυχτα εμεινε στο πλαι του,αμιλητη,
κοντα το πρωι αποκοιμηθηκε,τοτε σηκωθηκε και η Ελενη και πηγε
κι αυτη να ξαπλωσει στο διπλανο δωματιο,
ειχε πλησιασει το μεσημερι οταν ξυπνησε,την αναζητησε,φωναξε:
''Ελενη.Ελενη'',εκεινη ξυπνησε κι ετρεξε κοντα του,
απλωσε το δεξι του χερι,''κρατησε το''της ειπε,εκεινη το επιασε,
το εσφιξε,το ενιωσε πολυ αδυνατο,με τ' αλλο χερι του σκουπισε
το μετωπο απ'τον κρυο ιδρωτα,
''ελα ησυχασε,ειμαι κοντα σου ,μη φοβασαι'',του ειπε,
η λεξη ''φοβασαι'' τον εκανε να θυμηθει τις φοβερες μερες του
πολεμου,το ηξερε,δεν ηταν αυτος για ηρωισμους,απο τη φυση του
δεν ταιριαζε στους σκοτωμους και στις εχθρες,γι'αλλα ηταν γεννη-
μενος,
ο αδερφος του ο Εκτορας τον κατηγορουσε πως ηταν δειλος,φοβη-
τσιαρης,πως δεν βγαινει μπροστα στο μετωπο,φατσα με φατσα με
τον αντιπαλο,αλλα κρυβεται στη μαχη πισω,
τον δικαιολογουσε τον αντρειο αδερφο του,παντα τον θαυμαζε,τον
ειχε καμαρι του,λυπηθηκε πολυ οταν τον σκοτωσε και τον ατιμασε
ο Αχιλλεας,γι-αυτον πηρε την εκδικηση,αν και οχι με τον ''πρεποντα
τροπο'' που θα ελεγε ο ηρωας σκοτωμενος αδερφος του,σημασια
εχει πως εκδικηθηκε,τον γιο του Πηλεα και της Θετιδας σκοτωσε,
θυμηθηκε τον γαμο τους,την Εριδα,το μηλο,
''ολα αρχισαν τοτε,Ελενη,ολη η ιστορια μας'',ακουστηκε αδυνατη η
φωνη του,σχεδον ψιθυριστη,επειτα εκανε μεγαλη προσπαθεια να
την δυναμωσει,πονουσε το στηθος του,
''καλλιτερα''αναστεναξε '' να με σκοτωνε τοτε ο Μενελαος στη μονο-
μαχια ,θα πληρωνα το χρεος μου,αλλα η Αφροδιτη με γλιτωσε,οπως
και την αλλη φορα με τον Διομηδη ,που το'σκασα απ'τη μαχη,κι ας
τον ειχα πληγωσει με το βελος μου στο ποδι,και γλυτωσα,
παντα στο ποδι σημαδευα τον αντιπαλο,ισια στη φτερνα,ειχα πολυ
καλο σημαδι,αλαθευτο,στο στοχο,οπως ευστοχος κυνηγος σημαδευει
στο ποδι γρηγορο ελαφι η' αγριο λιονταρι και το πετυχαινει'',
σταματησε,''το στομα μου ξεραθηκε,νερο,λιγο νερο'',
η Ελενη σηκωθηκε ,πηγε και του εφερε νερο,του ανασηκωσε το κεφα-
λι,του εδωσε να πιει,με δυσκολια ρουφηξε το νερο,
του κρατησε παλι το χερι,
''μια μερα,πρωι,πανω στο βουνο της Ιδης εβοσκα το κοπαδι μου,
πολλα γιδοπροβατα και μοσχαρια,ηταν ανοιξη,Απριλης μηνας με
τα λουλουδια,κι ηρθαν και με βρηκαν,ουτε ξερω πως, η Ηρα,η Αθηνα
και η Αφροδιτη,συνοδευομενες απο τον Ερμη,θαμπωθηκα απο την
ομορφια της,''σταματησε να μιλαει σαν να προσπαθουσε να θυμη-
θει,
''μου ειπαν'',συνεχισε,'' για τον γαμο,για την Εριδα,για το μηλο,και
πως ηρθαν στο βουνο να κανω την κριση,να δωσω το μηλο ''τη
καλλιστη'',στην πιο ομορφη απ'τις τρεις,
η Ηρα μου υποσχεθηκε αν το δωσω σ'εκεινη το μηλο να με κανει
μονο κυριαρχο της Ασιας και πολυ πλουσιο,η Αθηνα υποσχεθηκε
να με κανει τον σοφοτερο ανθρωπο του κοσμο κι ανικητο πολεμι-
στη κι η Αφροδιτη θα μου'δινε δικη μου καταδικη μου την πιο
ομορφη γυναικα του κοσμου αν εδωνα σ'εκεινη το μηλο,
δεν χρειασθηκε να σκεφθω πολυ,η εξουσια και τα πλουτη δεν μ'
ενδιεφεραν καθολου ,οσο για τη σοφια και την ανδρεια ειναι κου-
φιες ματαιοδοξιες,ενω η απολυτη ομορφια της γυναικας και η κα-
τοχη της ειναι το παν στη ζωη,
εδωσα το μηλο στην Αφροδιτη ,''παρτο,και να μην ξεχασεις την
υποσχεση σου'',
και δεν την ξεχασε,γρηγορα εχασα την αγαπη και την αφιοσιωση
μου για την Οινωνη,την απαρνηθηκα ,κι εφθασα στη Σπαρτη,ακο-
λουθωντας το γραφτο μου ,κι εκει σε βρηκα,εσυ ησουν η πιο ομορ-
φη γυναικα του κοσμου,τι κι αν ησουν παντρεμενη,δεσμεμενη με
αλλον αντρα,σε ξελογιασε η θεα,κι αφησες τον αντρα σου και το
σπιτι σου και μ'ακολουθησες στην πατριδα μου,ως εδω,στην Τροια,
κι εγινες συντροφος μου κι ολοι με ζηλευαν,ου νεμεσις,χαλαλι να'
χω τετοια γυναικα στο κρεβατι και στο πλευρο μου''
εκεινη του εσφιξε το χερι,
''τωρα ο πολεμος σε λιγο θα τελειωσει,η Τροια θα πεσει και θα καει
απ'ακρη σ'ακρη,πετρα στην πετρα πανω δεν θα μεινει,θ'αφανισθουν
ανθρωποι,ανδρες γυναικες γεροι και παιδια,ολοι,
κι οι γυναικες μας θα πουληθουν σκλαβες,κι εσυ θα σμιξεις με τον Διη-
φοβο τον αδερφο μου,ταιρι του θα γινεις,οταν εγω φυγω και γινω σκια
μεσα στις σκιες'',
''ποτε δεν θα γινει αυτο ''εκεινη τον εκοψε,''ποτε'',
κι εκεινος συνεχισε σαν να μην την ακουσε:''κι εκεινον θα τον σκοτωσει
ο Μενελαος σαν παρουν οι Ελληνες τη Τροια και θα σε παρει μαζι του
να σε ξαναφερει στο σπιτι σου στη Σπαρτη,παλι με χρονια με καιρους
εκει,κι ετσι θα κλεισει ο κυκλος μας ,κι ολα θα ξεχασθουν σ'ευτυχισμε-
νες μερες,κι εγω μαζι θα ξεχασθω,ενας καπνος ,που διαλυθηκε και χα-
θηκε'',
''οχι.οχι.ποτε αυτο δεν θα γινει,ποτε''ξεφωνησε εκεινη και ξεσπασε
σε λυγμους,''ποτε,τ'ακους ποτε δεν θα σε ξεχασω''
''κι επειτα'',συνεχισε εκεινος,''ποτε μην επιτρεψεις να διαδωσουν
για σενα πως ποτε δεν πηγες στην Τροια,πως ποτε δεν βρεθηκες
εδω,πως η πραγματικη ησουν στην Αιγυπτο,κι εδω ηταν μοναχα
το ειδωλο σου,μια φαντασια πως ησουν,ενα ψεμα,και πως πολε-
μησαν και χαθηκαν τοσοι ανθρωποι για ενα αδειανο πουκαμισο,
μια κενη προσωπιδα'',
ανασανε βαρια,''πηγαινε να κλεισεις το παραθυρο με βαραινει πο-
λυ το φως,η δυναμη του,τραβηξε την κουρτινα,κουραστηκα,θελω
να ησυχασω'',
η γυναικα υπακουσε,σηκωθηκε και πηγε κι εκλεισε το παραθυρο,
τραβηξε και την κουρτινα,εγινε στο δωματιο βαθυ σκοταδι,δεν βγη-
κε απ'το δωματιο,πηγε και καθισε σε μια καρεκλα,λιγο πιο περα
απ'το κρεβατι ,αριστερα,σταυρωσε τα χερια,χαμηλωσε το κεφαλι
της κι εκλεισε τα ματια,ακουγε την αναπνοη του,ενα σφυριγμα,
επειτα σιγα-σιγα αποκοιμηθηκε στη θεση εκεινη.
.
.
.
.
LITTERATURE--ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis]
.
.
Η Κριση του Παρη-2μ χ 3μ ακρυλικο-χ.ν.κουβελης
.
.
[ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ]
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΗ
..
στο κρεβατι βρισκεται βαρια τραυματισμενος απο τον Φιλο-
κτητη,την γυναικα του την Ελενη την εστειλε να φερει την
Οινωνη,την πρωτη γυναικα του,που οταν την παρατησε εκει-
νη του υποσχεθηκε πως αν πληγωθει ποτε να την φωναξει
να τον γιατρεψει,σαν γιατρος που ηταν,
σκεφτονταν ποσο γρηγορα αλλαξε η τυχη του,απο εκει που
ηταν δοξασμενος μεσα στους Τρωες που σκοτωσε τον Αχιλλεα,
κι ας λενε πως πισωπλατα τον σημαδεψε στο τρωτο ποδι του,
αλλωστε ηξερε πολυ καλο σημαδι,τωρα γυρισε ο τροχος κι
ειναι ξαπλωμενος στο κρεβατι με πολυ βαρυ τραυμα απο το
χτυπημα του Φιλοκτητη,
ποναει κι εκεινη η Ελενη αργει να επιστρεψει,
ενα-ενα επιστρεφουν τα γεγονοτα στη ζωη του ,ζωντανα,οπως
συνεβηκαν με τη σειρα,
μια μερα πριν τον γεννησει η μανα του η Εκαβη ειδε στον υπνο
της ενα αναμενο δαυλι που θα'καιγε την Τροια,συμβουλευτηκε
τον μαντη Αισακο,αυτος εβγαλε αυτη την κριση,η Ηροφιλη,μια
ιερεια του Απολλωνα λυσαξε να σκοτωσουν το μωρο,ο πατερας
του ο Πριαμος και η μανα του τον λυπονταν,ομως το παρεδω-
σαν σ'ενα βοσκο τον Αγελαο να το παρει στα βουνα και να τον
σκοτωσει,εκεινος ο βοσκος τον λυπηθηκε και τον παρατησε
στην ερημια να τον φανε τ'αγρια θηρια και τα ορνια,να τελειω-
σει απο κρυο και παγωνια,
εκει πηγε μια αρκουδα και τον βυζανε,οταν μετα απο μερες
τον βρηκε ο βοσκος ζωντανο τον εκρυψε μεσα στο σακουλι
του ,την πηρα που λενε,απο εκει και τ'ονομα του Παρης, και
τον πηρε σπιτι του,για να μην εχει τις συνεπειες του Νομου
που δεν επραξε τι τον διεταξαν εκοψε τη γλωσσα ενος σκυλιου
και την εδειξε στον Πριατον σαν δικη του,πειστηριο του θανα-
του του,
ο βοσκος Αγελαος τον μεγαλωσε σαν δικο του παιδι του,εγινε
ομορφο και δυνατο παλληκαρι,βοσκος πανω στη Ιδη,
καποτε τα'βαλε νικηφορα με ζωοκλεφτες και τοτε του εδωσαν
και το ονομα Αλεξανδρος,Αλαξανδρος,
ειχε κι εναν ταυρο δυνατο στο κοπαδι του και τον εβαζε σε αγωνα
μονομαχια με αλλους ταυρους,ολους τους ταυρους τους νικουσε,
εβαλε και επαθλο ενα χρυσο στεφανι να το παρει οποιος ταυρος
νικησει τον ταυρο του,
τ'ακουσε αυτο ο θεος Αρης,μεταμορφωθηκε σε ταυρο,θεος ηταν
νικησε τον ταυρο του και πηρε το χρυσο στεφανι,αυτο πολυ το εκτι-
μησανε η θεοι,πως ειχε δικαια κριση,κρατουσε τον λογο του,
τοτε ,λιγο μετα ηταν που παντρευτηκε την Οινωνη,και την παρατησε
για την Ελενη,''ακομα να γυρισει η Ελενη'',ειπε,
εγιναν κι οι γαμοι του Πηλεα με την Θετιδα στ'ανακτορα των θεων
στον Ολυμπο,ολους τους θεους προσκαλεσε ο Διας στον γαμο στη
χαρα κι αφησε ακαλεστη την Εριδα,κι εκεινης πολυ της κακοφανηκε,
πηρε ενα μηλο ,εγραψε πανω ''καλλιστη'' και το πεταξε στη μεση
εκει που χορευαν και γλενταγαν οι καλεσμενοι,
ακουσε φωνες εξω και πατηματα αλογων,μπηκε στο δωματιο η Ελενη,
ετρεξε κοντα του
''τι εγινε;ηρθε;''την ρωτησε με αγωνια,την ειδε λυπημενη,''πες μου
ηρθε;'',
''οχι,αρνηθηκε να'ρθει'',ειπε η Ελενη και ξεσπασε σε λυγμους,
τοτε ενιωσε πως η γυναικα εκεινη που καποτε την παρατησε τωρα
βρηκε την ευκαιρεια να τον εκδικηθει,
την νυχτα ειχε μεγαλη αυπνια και παραισθησεις,το τραυμα,παραξενο,
δεν τον πονουσε,ειχε σταματησει ο πονος,ομως ηταν μουσκεμα στον
ιδρωτα,κρυωνε,ενιωθε παγερα τα ποδια του,καποιες φορες αναπνεε
με δυσκολια,του ερχονταν να σκασει,να πνιγει,
η Ελενη ολη τη νυχτα εμεινε στο πλαι του,αμιλητη,
κοντα το πρωι αποκοιμηθηκε,τοτε σηκωθηκε και η Ελενη και πηγε
κι αυτη να ξαπλωσει στο διπλανο δωματιο,
ειχε πλησιασει το μεσημερι οταν ξυπνησε,την αναζητησε,φωναξε:
''Ελενη.Ελενη'',εκεινη ξυπνησε κι ετρεξε κοντα του,
απλωσε το δεξι του χερι,''κρατησε το''της ειπε,εκεινη το επιασε,
το εσφιξε,το ενιωσε πολυ αδυνατο,με τ' αλλο χερι του σκουπισε
το μετωπο απ'τον κρυο ιδρωτα,
''ελα ησυχασε,ειμαι κοντα σου ,μη φοβασαι'',του ειπε,
η λεξη ''φοβασαι'' τον εκανε να θυμηθει τις φοβερες μερες του
πολεμου,το ηξερε,δεν ηταν αυτος για ηρωισμους,απο τη φυση του
δεν ταιριαζε στους σκοτωμους και στις εχθρες,γι'αλλα ηταν γεννη-
μενος,
ο αδερφος του ο Εκτορας τον κατηγορουσε πως ηταν δειλος,φοβη-
τσιαρης,πως δεν βγαινει μπροστα στο μετωπο,φατσα με φατσα με
τον αντιπαλο,αλλα κρυβεται στη μαχη πισω,
τον δικαιολογουσε τον αντρειο αδερφο του,παντα τον θαυμαζε,τον
ειχε καμαρι του,λυπηθηκε πολυ οταν τον σκοτωσε και τον ατιμασε
ο Αχιλλεας,γι-αυτον πηρε την εκδικηση,αν και οχι με τον ''πρεποντα
τροπο'' που θα ελεγε ο ηρωας σκοτωμενος αδερφος του,σημασια
εχει πως εκδικηθηκε,τον γιο του Πηλεα και της Θετιδας σκοτωσε,
θυμηθηκε τον γαμο τους,την Εριδα,το μηλο,
''ολα αρχισαν τοτε,Ελενη,ολη η ιστορια μας'',ακουστηκε αδυνατη η
φωνη του,σχεδον ψιθυριστη,επειτα εκανε μεγαλη προσπαθεια να
την δυναμωσει,πονουσε το στηθος του,
''καλλιτερα''αναστεναξε '' να με σκοτωνε τοτε ο Μενελαος στη μονο-
μαχια ,θα πληρωνα το χρεος μου,αλλα η Αφροδιτη με γλιτωσε,οπως
και την αλλη φορα με τον Διομηδη ,που το'σκασα απ'τη μαχη,κι ας
τον ειχα πληγωσει με το βελος μου στο ποδι,και γλυτωσα,
παντα στο ποδι σημαδευα τον αντιπαλο,ισια στη φτερνα,ειχα πολυ
καλο σημαδι,αλαθευτο,στο στοχο,οπως ευστοχος κυνηγος σημαδευει
στο ποδι γρηγορο ελαφι η' αγριο λιονταρι και το πετυχαινει'',
σταματησε,''το στομα μου ξεραθηκε,νερο,λιγο νερο'',
η Ελενη σηκωθηκε ,πηγε και του εφερε νερο,του ανασηκωσε το κεφα-
λι,του εδωσε να πιει,με δυσκολια ρουφηξε το νερο,
του κρατησε παλι το χερι,
''μια μερα,πρωι,πανω στο βουνο της Ιδης εβοσκα το κοπαδι μου,
πολλα γιδοπροβατα και μοσχαρια,ηταν ανοιξη,Απριλης μηνας με
τα λουλουδια,κι ηρθαν και με βρηκαν,ουτε ξερω πως, η Ηρα,η Αθηνα
και η Αφροδιτη,συνοδευομενες απο τον Ερμη,θαμπωθηκα απο την
ομορφια της,''σταματησε να μιλαει σαν να προσπαθουσε να θυμη-
θει,
''μου ειπαν'',συνεχισε,'' για τον γαμο,για την Εριδα,για το μηλο,και
πως ηρθαν στο βουνο να κανω την κριση,να δωσω το μηλο ''τη
καλλιστη'',στην πιο ομορφη απ'τις τρεις,
η Ηρα μου υποσχεθηκε αν το δωσω σ'εκεινη το μηλο να με κανει
μονο κυριαρχο της Ασιας και πολυ πλουσιο,η Αθηνα υποσχεθηκε
να με κανει τον σοφοτερο ανθρωπο του κοσμο κι ανικητο πολεμι-
στη κι η Αφροδιτη θα μου'δινε δικη μου καταδικη μου την πιο
ομορφη γυναικα του κοσμου αν εδωνα σ'εκεινη το μηλο,
δεν χρειασθηκε να σκεφθω πολυ,η εξουσια και τα πλουτη δεν μ'
ενδιεφεραν καθολου ,οσο για τη σοφια και την ανδρεια ειναι κου-
φιες ματαιοδοξιες,ενω η απολυτη ομορφια της γυναικας και η κα-
τοχη της ειναι το παν στη ζωη,
εδωσα το μηλο στην Αφροδιτη ,''παρτο,και να μην ξεχασεις την
υποσχεση σου'',
και δεν την ξεχασε,γρηγορα εχασα την αγαπη και την αφιοσιωση
μου για την Οινωνη,την απαρνηθηκα ,κι εφθασα στη Σπαρτη,ακο-
λουθωντας το γραφτο μου ,κι εκει σε βρηκα,εσυ ησουν η πιο ομορ-
φη γυναικα του κοσμου,τι κι αν ησουν παντρεμενη,δεσμεμενη με
αλλον αντρα,σε ξελογιασε η θεα,κι αφησες τον αντρα σου και το
σπιτι σου και μ'ακολουθησες στην πατριδα μου,ως εδω,στην Τροια,
κι εγινες συντροφος μου κι ολοι με ζηλευαν,ου νεμεσις,χαλαλι να'
χω τετοια γυναικα στο κρεβατι και στο πλευρο μου''
εκεινη του εσφιξε το χερι,
''τωρα ο πολεμος σε λιγο θα τελειωσει,η Τροια θα πεσει και θα καει
απ'ακρη σ'ακρη,πετρα στην πετρα πανω δεν θα μεινει,θ'αφανισθουν
ανθρωποι,ανδρες γυναικες γεροι και παιδια,ολοι,
κι οι γυναικες μας θα πουληθουν σκλαβες,κι εσυ θα σμιξεις με τον Διη-
φοβο τον αδερφο μου,ταιρι του θα γινεις,οταν εγω φυγω και γινω σκια
μεσα στις σκιες'',
''ποτε δεν θα γινει αυτο ''εκεινη τον εκοψε,''ποτε'',
κι εκεινος συνεχισε σαν να μην την ακουσε:''κι εκεινον θα τον σκοτωσει
ο Μενελαος σαν παρουν οι Ελληνες τη Τροια και θα σε παρει μαζι του
να σε ξαναφερει στο σπιτι σου στη Σπαρτη,παλι με χρονια με καιρους
εκει,κι ετσι θα κλεισει ο κυκλος μας ,κι ολα θα ξεχασθουν σ'ευτυχισμε-
νες μερες,κι εγω μαζι θα ξεχασθω,ενας καπνος ,που διαλυθηκε και χα-
θηκε'',
''οχι.οχι.ποτε αυτο δεν θα γινει,ποτε''ξεφωνησε εκεινη και ξεσπασε
σε λυγμους,''ποτε,τ'ακους ποτε δεν θα σε ξεχασω''
''κι επειτα'',συνεχισε εκεινος,''ποτε μην επιτρεψεις να διαδωσουν
για σενα πως ποτε δεν πηγες στην Τροια,πως ποτε δεν βρεθηκες
εδω,πως η πραγματικη ησουν στην Αιγυπτο,κι εδω ηταν μοναχα
το ειδωλο σου,μια φαντασια πως ησουν,ενα ψεμα,και πως πολε-
μησαν και χαθηκαν τοσοι ανθρωποι για ενα αδειανο πουκαμισο,
μια κενη προσωπιδα'',
ανασανε βαρια,''πηγαινε να κλεισεις το παραθυρο με βαραινει πο-
λυ το φως,η δυναμη του,τραβηξε την κουρτινα,κουραστηκα,θελω
να ησυχασω'',
η γυναικα υπακουσε,σηκωθηκε και πηγε κι εκλεισε το παραθυρο,
τραβηξε και την κουρτινα,εγινε στο δωματιο βαθυ σκοταδι,δεν βγη-
κε απ'το δωματιο,πηγε και καθισε σε μια καρεκλα,λιγο πιο περα
απ'το κρεβατι ,αριστερα,σταυρωσε τα χερια,χαμηλωσε το κεφαλι
της κι εκλεισε τα ματια,ακουγε την αναπνοη του,ενα σφυριγμα,
επειτα σιγα-σιγα αποκοιμηθηκε στη θεση εκεινη.
.
.
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου