.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-Ηρακλής και Διηάνειρα
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
Ηρακλης-3μ χ 4,5μ-χ.ν.κουβελης c.n.cpuvelis
Ηρακλής και Διηάνειρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
χτύπησε το τηλέφωνο του,κοίταξε τον αριθμό,
-γιατί δεν το σηκώνεις;είπε η Διηάνειρα,
-αυτοι οι ενοχλητικοί είναι,επιμένουν για τη σειρά,απάντησε ο Ηρακλής
-ειναι πολλά τα λεφτά και τα χρειαζόμαστε,τον έκοψε η γυναίκα
-σου είπα δεν θέλω τηλεόραση,τους σιχαινομαι
το τηλέφωνό ξαναχτύπησε,κοίταξε τον αριθμό
-αυτοι;ρώτησε η Διηάνειρα
-αυτοι,απάντησε,
είπε ψέματα,ήταν η Ιόλη
νευρίασε,της είχε πει να μην παίρνει στο σπίτι,έσβησε τη κληση,
κάποια φορά θα γίνει το λάθος,
και τότε θα επαναληφθει η ιστορία:το λευκό πουκάμισο θα ποτίσει
με το φαρμάκι του Νέσσου,θα κολλήσει στο κορμί του,και θα ξεκολλάει
με τις σάρκες του,
τόσες φορές έπαιξε αυτό τον ρόλο,και στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο
-η μικρή,και εννοούσε την Ιόλη,είναι ερωτευμένη,του πέταξε η Διηάνειρα,
τρελλαθηκε,ήτανε σχέδιο,κρατήθηκε
-με τον Υλλο μας,επεμενε η γυναίκα
-μ'αυτη τη πουτανα;ξέσπασε,
-αυτες τυλίγουν τους άντρες,επέμενε η γυναίκα
-και συ που το ξέρεις;της φώναξε
-ηρθε το πρωί,και κλείστηκαν μέχρι το μεσημέρι στο δωμάτιο του Υλλου,
επέμενε η γυναίκα
-λες ψέματα,της φώναξε,
-καλα,ψέματα,άμα γαστρωθει τότε τα λέμε,επέμενε εκείνη
-με ποιον;φώναξε
-με τον Υλλο,είπε ήρεμα η γυναίκα
θέλει να μου σπάσει τα νεύρα,σκέφτηκε,
η Ιόλη σήμερα ήταν μαζί του,κολύμπησαν,φάγανε σε μια τουριστική ταβέρνα,
έπειτα πήγαν στο χοτελ,
σιωπή,
η γυναίκα τηγανιζε σαρδέλα,
γιατί δεν την σκοτώνει;τι φοβάται;
-αν απόψε βγεις,εγώ έχω πονοκέφαλο,του είπε,σου έχω σιδερωσει το
λευκό πουκάμισο
ευκαιρία τώρα να τη σκοτώσει,
χτύπησε το τηλέφωνο της,το σήκωσε,ναι,ναι,την άκουσε,να περάσεις,αγάπη
μου,καλά,καληνύχτα,έκλεισε το τηλέφωνο
δεν την ρώτησε,
-ο Υλλος ήταν,είπε εκείνη,δεν θα'ρθει απόψε σπίτι,θα κοιμηθει άλλου,
μάλλον στην Ιόλη,την άκουσε τα γελάει
-σκασε,της φώναξε,την άρπαξε και την πέταξε κάτω,την κλωτσούσε στη
κοιλιά,
την παράτησε εκεί,
εκεινη ανασανε βαριά,
-εισαι τρελός για κείνη,ακούστηκε αδύναμη η φωνή της,δεν μπορείς να
το κρύψεις,εσύ ήσουνα πάντα γενναίος,γιατί δεν το παραδέχεσαι;
κάποτε,συνέχισε εκείνη,σ'αγαπουσα,έλεγα πως δεν θα μπορούσα να ζήσω
χωρίς εσένα,έπειτα άλλαξα,ερωτεύτηκα τρελα τον Νεσσο,εσύ το'μαθες,
και τον σκοτώσες,δεν στο συγχώρεσα ποτέ,ήθελα να σε εκδικηθώ,ούτε
ο Υλλος είναι παιδί σου,είναι εκείνου,τώρα σκότωσε με,που έμαθες την
αληθεια,
σιωπή,
έβλεπε την γυναίκα σε εμβρυϊκή στάση στο πάτωμα,
σιωπη,
έβαλε το λευκό πουκάμισο,ντύθηκε,βγήκε,
η Ιόλη τον περίμενε στο διαμέρισμα της,
-θελω να χωρίσουμε,της είπε,
η κοπέλα γέλασε,
-παλι τα ίδια;τύψεις;
-τα'χεις με τον Υλλο,
του'βγαλε το πουκάμισο,
-θελεις να κλείσω το φως;του είπε
-κλειστο,της φώναξε,σαν να την διέταξε
η κοπέλα υπάκουσε,
.
-
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου