I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Δευτέρα 18 Ιουλίου 2011

1-LITTERATURE - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ- ΚΕΙΜΕΝΑ- TEXTS-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ-C.N.COUVELIS-ΜΕΡΟΣ 1-PART 1

.
.
.
.
LITTERATURE - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΚΕΙΜΕΝΑ- TEXTS
Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ-C.N.COUVELIS
.
.
ΜΕΡΟΣ 1
PART 1
.
.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:
ο Λαβυρινθος
.
Μετα-Λογοτεχνια
στον Ezra Pound-
στον J.L.Borges-
στον Joyce-
.
ο Μεγαλος Απατεωνας
.
ΟΡΕΣΤΗΣ
.
Ο Μεγαλος Γραμματικος
.
Το Βιβλιο
[στον J,L,Borges]
.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΤΟΠΙΑ
.
ΔΙΠΛΗ ΑΦΗΓΗΣΗ
.
ΘΕΩ[ΡΗΜΑ]
απο τα ''Διηγηματα του Φανταστικου'']
.
ΘΕΩΡΗΜΑΤΑ
LOGIC THEOREMS]
.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ
.
ΟΔΥΣΣΕΙΑ[Ενα Ελληνικο Συνεχες]
.
Ο Οδυσσεας στο πορτο
.
Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
.
ΓΛΑΡΩΝ ΤΟΠΟΙ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
.
επαναληψεις γαλαζιου[στον Οδυσσεα]
.
Ο  ΓΡΙΦΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
.
ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΗΣ ΧΕΛΩΝΑΣ
[η χελωνα ακουει δυο ιστοριες]
.
Η Πολη ειναι
.
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΛΑΙΚΟΙ
[Ζωγραφιζοντας τους Λαικους]
ΛΑΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ[ΙΣΤΟΡΙΕΣ]
Ο Βαγγος και το Μαρικακι-
ΑΓΡΙΝΙΟ-ΚΑΚΟΥΡΓΑ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΞΕΝΙΤΕΙΑ-
Βασιλης Τσιτσανης[δυσκολα τα χρονια]-
Πανος Γαβαλας[την Τουλα,την ηξερα]-
Μαρκος Βαμβακαρης[η Βικυ γεννηθηκε και μεγαλωσε
στην Δραπετσωνα]-
Μανωλης Χιωτης[την εντοπισε την Κουλα η μανταμ]-
ΜΠΙΛ ΔΕ ΓΚΡΙΤ[BILL THE GREAT GREEK  BUSSNES -MAN]-
ΤΟ ΡΟΜΑΝΤΖΟ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΠΡΙΝ ΑΡΧΙΣΕΙ-
ΕΚ ΤΟΥ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟΥ
.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΚΑΙ ΑΝΤΩΝΙΟΣ
.
ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΙ ΔΗΙΑΝΕΙΡΑ
.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ  ΚΑΙ ΑΙΓΙΣΘΟΣ
.
Μηδεια
.
ΑΔΩΝΙΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗ
.
ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΙ ΑΓΙΟΙ
ΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
.
paintings -photos by c.n.couvelis[χ.ν.κουβελης]
.
.
.
ο Λαβυρινθος
.
.


.
.
σχεδιασε ενα ευθυγραμμο τμημα με το χαρακα , μετα με το
ορθογωνιο τριγωνο συνεχισε καθετα με ευθυγραμμο τμημα διπλασιου μεγεθους , και συνεχισε , αλλαζοντας διευθυνσεις εγραφε ευθυγραμμα ακολουθοντας καθε φορα διαφορετικα συνολα αριθμων , πρωτους αριθμους 1,3,5,7,11,13,17,19,..., αριθμους Fibbonaci 1,1,2,3,5,8,13,21,34,55,...πυθαγορειες τριαδες 3,4,5\ 6,8,10,\...ακομα και τη σειρα 1,-1,1,-1,1,-1,1,-1,1,-1,... μετα απο καποιο μετρησιμο χρονο κλειστηκε στον λαβυρνθο που εκτισε απο εκεινα τα σχεδια , μεχρι αυτη την ωρα δεν εφτασε στην εξοδο του , αν και πολλες φορες περασε ελαχιστους τοιχους διπλα, ετσι για να διασκεδασει τη μοναξια του στις επιφανειες των τοιχων σχεδιαζε αντικειμενα , μια καρεκλα , ενα αυτοκινητο , ενα δεντρο , ... κι αλλοτε τεραστιες συνθεσεις , πολεις με τα κτιρια τους , τους δρομους ,τα καταστηματα , τους ανθρωπους στα λεωφορεια,... κι αλλες φορες μυθικους ηρωες προσωπα των παραμυθιων , ...κι αυτα οχι απαραιτητα μ ' αυτη τη σειρα πραγματοποιουνταν στον κοσμο που ζουσε πριν μπει και κλειστει στο λαβυρινθο...[ Σημειωση.Καποιος εγραψε ενα κειμενο σε μια εγκριτη εφημεριδα και αναφερει πως σε ονειρο του που επαναλαμβανεται καθε νυχτα σχεδον ακουει καθαρα βηματα που ποτε πλησοιαζουν και ποτε απομακρυνονται , κι επειτα σε διαφορες αποστασεις παλι , και πως παντα ξυπναει μεσα σ' αυτο το ονειρο και ειναι κλεισμενος σε δωματια διαφορων διαστασεων η' με τις ιδιες διαστασεις περιπλανομενος για παρα πολυ χρονο με τους τοιχους καταγραφους απο φωτογραφιες της πραγματικοτητας ,και πως στην αγωνια του να φτασει καπου που δεν μπορει να προσδιορισει συναντα τυχαια ενα χαρτι του κτιριου , σχεδιασμενο με διαφορα ισα η' ανισα ευθυγραμμα τμηματα σε διευθυνσεις που συνεχως αλλαζουν , καθε φορα εφαρμοζει μια στρατηγικη δρασης , υποθετει ενα κατασκευαστικο σχεδιο και πρασπαθει να το επαληθευσει ,μεχρι τωρα χωρις αποτελεσμα .Παντως το θεωρει πολυ παραξενο που αποδρα απο τα ονειρα, , και μαλιστα εγραψε αυτο το κειμενο στην εφημεριδα , που διαβασαμε και γραψαμε εδω την περιληψη του ]
.
.
.
Μετα - Λογοτεχνια
.
.
[στον Ezra Pound ] το παιδι διπλα του μετρουσε τα χαλικια , αυτος καθονταν σε μια κιτρινη καρεκλα καπνιζοντας , σχεδον αποκοιμηθηκε , '' να παρε το απειρο '' τον ξυπνησε κι αδειασε στη χουφτα του ενα αριθμο απο χαλικια , τα μετρησε ''10'' ειπε , τα μετρησε παλι ΄΄ 1 ΄΄ ειπε ,... 3, 31 , 300004 , 14 , 122, 5, 34215 , 1234567890987654321, 13579, 2468, 11,...σηκωσε το κεφαλι το παιδι σηκωσε το χερι σ ' αποχαιρετισμο , το ειδε ν άπομακρυνεται, μια κουκιδα , ενα τιποτα , τοτε ηταν που θυμηθηκε τα λογια του θαλασσινου. '' Ο ανθρωπος απο την τεχνη του να κρινεται '' και συλλογισθηκε ποσα παιδια μοιραζουν το απειρο αυτη τη στιγμη
.
.
.
[στον J . L .Borges ].η τιγρης εκτιναχτηκε μεσα στις κιτρινες σελιδες του βιβλιου και βγηκε απ ' την αλλη πλευρα στη ζουγκλα με κολλημενες πανω της τις λεξεις του τυπογραφειου , εκει σ 'αυτη τη θεση ακινητη περιμενει τον κυνηγο η' το θηριοδαμαστη
.
.
.
[ στον Joyce ] μεσα σ 'ενα κηπο γεματο πουλια και δεντρα , πεφτοντας οι λεξεις αφηνουν στις θεσεις των πετρινα κεφαλια αγαλματων κι επειτα το μεσημερι ακουστηκε στο κοιλο του θεατρου '' ου διδασκω , αλλ 'απορειν '' καπου στον Μενωνα του Πλατωνα ο ηλιος στη δυση του κατακοκκινος , ενα πουλι ελαμψε για λιγο στα επουρανια - [ στο σημειο εκεινο η φωτογραφια με την πολαροιντ βγηκε καθαρη ] - οι ανθρωποι εκρυβαν τα προσωπα τους , ετσι κι αλλιως σημασια εχουν οι πραξεις τους - [ κατα καποια Θεωρια ] - σαν το σπιτι που γεννηθηκαμε η Γλωσσα , να , εκεινος ο ανθρωπος προχωρησε και μπηκε
.
.
.
ο Μεγαλος Απατεωνας
.
.
Αυτος ο ανθρωπος χρονια μελετουσε τις συνηθειες των πουλιων , και ιδιαιτερα τις φωνες που εχουν να επικοινωνουν , αυτες οι παρατηρησεις του δεν σχετιζονταν με τον τροπο που τα εξεταζε ο Φραγκισκος της Ασιζης , ουτε με αυτον του Ολιβιε Μεσιαν , του μεγαλου Γαλλου μουσικου , να καταγραψει σε νοτες της μουσικης τις φωνες και να συνθεσει μ ' αυτο το υλικο πρωτοτυπο μουσικο εργο , χρονια τωρα προσπαθουσε να ακολουθησει τον Αριστοτελη , να παρατηρησει , να ταξινομησει , να υποθεσει , να πειραματισθει . Πολλοι , και ειχαν δικιο , θεωρησαν την εργασια του κακη απομιμηση του Μεγαλου Σταγειριτη , ομως αν μελετουσαν σχολαστικα τα γραπτα του θα εβρισκαν τις προτασεις του αμφισημες και αντινομικες . Σε τι αποσκοπουσε τοτε μια τεραστια σε ογκο και κοπο εργασια να αυτοαναιρειται . Στα ποιο προσφατα γραπτα του αναφερει πως αυτο που τον αποσχολουσε απ ' την αρχη των μελετων δεν ηταν να βρει ολα τα γραναζια με τα οποια λειτουργουν τα πραγματα , γιατι πισω απο τα φαινομενα δεν υπαρχει κανενας καλοκουρδισμενος μηχανισμος , αλλα να μελετησει πως τα διαφορα λογικα συστηματα αδυνατουν να φθασουν στην ουσια των πραγματων . Με λιγα λογια αυτος ο ανθρωπος αποπειραθηκε να βρει , να εφευρει μονος του ολα τα σκεπτικα συστηματα του ανθρωπου ,δεν ξερουμε αν τα καταφερε η ' αν θα τα καταφερει , παντως το οτι εμεννει στο Αριστοτελη , δεν διχνει δογματικοτητα ουτε μονομερεια , αλλα μαλλον απο εκει να κατανοησει οσα τυφλωνουν τον ανθρωπο στην αναζητηση του . Σ ' ενα προσφατα δημοσιευμενο αρθρο του αναφερει '' τα πραγματα φαινονται να αντιστεκονται στην παρατηρηση , σαν να μην τους αρεσει να τα υπνωτιζουν , ετσι μαλλον μ 'εναν πλαγιο τροπο μπορει να τα προσεγγισουμε, Να τα αφησουμε να λειτουργουν χωρις να τα καταλαβαινουμε πληρως , ισως η '' μη - πληροτητα '' της γνωσης τους να ειναι αυτη η ιδια γνωση τους . Αν και κοινοτυπα ολα αυτα , ειμαστε βεβαιοι πως ολα τα ισχυρα σκεπτικα Συστηματα παραγουν φαινομενα για τα οποια δεν μπορουμε να αποφασισουμε αν ειναι αληθη η ' ψευδη ... '' , Εδω σταματησαμε την συνεχεια της αναγνωσης του αρθρου , απο αυτο ομως το αποσπασμα συναγουμε το συμπερασμα οτι εφτασε αισιως στα συμπερασματα του Κουρτ Γκεντελ , Ισως αυτο ειναι και η ποιο μεγαλη του προσφορα στην επιστημη . Σ' ενα κειμενο του ο Μπορχες γραφει πως αν βαλουμε τα 24 γραμματα του αλφαβητου σ ' ολους τους δυνατους συνδιασμους τοτε θα προκυψουν ολα τα Λογοτεχνικα Εργα , ολα τα Επιστημονικα , ολη η Ποιηση , ολες οι Θεωριες ... κλπ . Ας ελπισουμε πως αυτος ο ανθρωπος , προς οφελος μας , θα βρει καποια συστηματα νομων που θα μας λυσουν πολλα συνχρονα προβληματα , αν οχι και ολα
.
.
.
ΟΡΕΣΤΗΣ
.
.

.
.
ΟΡΕΣΤΗΣ
.
.
Ο Ορεστης εκεινες τις μερες οργωνε το χωραφι κατω στον καμπο. Το μεσημερι του εφερε το φαγητο η αδερφη του η Ηλεκτρα . Στα χερια της η μικροτερη η Χρυσοθεμις. Στα κρυφα του ' πε για τη μανα και τον εραστη της τον Αιγισθο. Πως τον πατερα με δολο τον επνιξαν στο λουτρο. Τους ατιμασαν . Να εκδικηθουν. Αυτος διστασε , της ειπε πως ειναι αρραβωνιασμενος, πως σε λιγο , στην αρχη του θερους θα γινουν οι γαμοι. Θα αποκτησει παιδια , πολλα παιδια, θα ζησει ησυχα . Εκεινη οργιστηκε , τον φωναξε δειλο, πηρε τη μικρη κι εφυγε. Αυτος σταματησε το οργωμα , ξεζεψε τ ' αλογα , κατεβηκε στη θαλασσα .Περπατησε ωρες στη παραλια , περα - δωθε .Οταν νυχτωσε γυρισε στο σπιτι. Την αλλη μερα ξημερωνοντας ηρθαν οι χωροφυλακες και τον συνελλαβαν για διπλο φονο
.
.
.
Ο Μεγαλος Γραμματικος
.
.
Διαλεξε μια επιπεδη περιοχη , χαμηλοι λοφοι
και στο βαθος περα η θαλασσα.
Στερεωσε τη σκαλα στο εδαφος και στα συννεφα
κι αρχισε προσεκτικα ν ' ανεβαινει .
Οταν εφτασε στο υψος που ηθελε ανοιξε διαπλατα
ενα τεραστιο λευκο υφασμα , κατι σαν πανω .
Αυτο το στερεωσε στους ανεμους που φυσουσαν .
Εβγαλε ενα μαρκαδορο και πανω στο πανι σε διαφορες θεσεις
εγραψε με γαλαζια γραμματα
ηλιος . γη , φεγγαρι,
επειτα εβγαλε ενα κοκκινο μαρκαδορο και συνεχισε
πολιτεια , δικαιοσυνη,ανθρωπος.
Yστερα συνεχισε με ονοματα δεντρων μηλια,αμυγδαλια,ελια,
επειτα εγραψε θαλασσα,ποταμι,οροσειρα,νικος,μαρια,γιωργος,
ελαφι, αλογο,χελιδονι, σπουργιτι,
ενα , δεκαοχτω, τριγωνο , νοτιας , παιδι . χαρτι ,
ειπε , ακουσε , εγραψε , πριν , καραβι ,
Αριστοτελης , Οδυσσεια , ευθεια , φτωχος , παραδοξο ,
κυματα , ανοιξη , τριανταφυλλο , ...
Απο κατω μαζευτηκε μεγαλο πληθος ανθρωπων .
Αυτοι κοιτωντας πανω ξεσπασαν σε ζητωκραυγες
και σε συνεχη χειροκροτηματα .
Φαινεται πως ειχαν πληθυνει εκεινα τα χρονια
οι δυσαρεστημενοι με την πραγματικοτητα
.
.
.
Το Βιβλιο
[στον Χορχε Λουις Μπορχες]
The Book
[to J.L.Borges]
.
.
Τον τελευταιο καιρο συχναζε στην κεντρικη Βιβλιοθηκη . Ηταν εκει καθημερινα στις 1 μμ ακριβως κι εφευγε στις 4 μμ .Μεχρι να φτασει ακολουθουσε την ιδια διαδρομη με ελαχιστες παραλλαγες .Παρατηρησε πως συναντουσε πολλες φορες τους ιδιους ανθρωπους,ηταν ξενος , και κανενας δεν τον γνωριζε να τον χαιρετησει η ' να σταματησει και ν ' ανταλλαξει μαζυ του μια κουβεντα. Αλλωστε η δουλεια του ηταν στην αλλη πλευρα της πολης . Δουλευε σε μια πολυεθνικη τραπεζα , και το ποστο του ηταν τετοιο που δεν ερχονταν σ ' επαφη με τους πελατες , μονο με τους υψηλα ισταμενους υπαλληλους .
Στη Βιβλιοθηκη συνηθως διαλεγε απο τα πρωτα ραφια τυχαια ενα βιβλιο . Ετσι κι αλλιως ο λογος που συχναζε στη Βιβλιοθηκη ηταν να μελετησει τους ανθρωπους που συχναζουν εκει , σε ποιες θεσεις καθονται , σε ποια σταση κρατουν την σπονδυλικη τους στηλη , ποσο χρονο παραμενουν σε μια σελιδα , αν προτιμουν η ' αποφευγουν να καθησουν κοντα σε καποιυς ανθρωπους , αν τους πιανουν τη κουβεντα , και τι ειδος κουβεντα , αν φευγουν μαζυ , αν καποιοι απ 'αυτους συσχετιζονται , ...Ειναι απειρος ο καταλογος ολων των παρατηρησεων που μπορει να κανει . Για παραδειγμα αν ξεκινησει απο το βιβλιο που καποιος διαβαζει , μετα θα περασει να παρατηρει αν εχει χρωματιστο εξωφυλλο , αν το χρωματιστο εξωφυλλο εχει εικονα , αν η εικονα ειναι φωτογραφια , αν η φωτογραφια δειχνει καποιο ανθρωπο , αν ο ανθρωπος που δειχνει ειναι αντρας η γυναικα , αν ειναι γυναικα τι ηληκια εχει , ...Κι αν σκεφτουμε οτι εχουμε συνδιασμους παρατηρησεων στο ιδιο ατομο , αλλα και σε διαφορετικα ατομα , αυτο το παιχνιδι , γιατι για παιχνιδι προκειται, τον διατηρει σε πολυ υψηλη διανοητικη κατασταση.
Περασε σχεδον ενας χρονος μεσα σ' αυτη την κατασταση.
Μια μερα αποφασισε να σταματησει, και μαλιστα να μην πηγαινει στη Βιβλιοθηκη , παρα μονο μια φορα το μηνα , να διαλεγει παλι στη τυχη ενα βιβλιο , και στο διαμερισμα του να το μελετα με την ησυχια του .Αυτο το εφαρμοσε για αρκετο καιρο.
Για να βρισκει ενδιαφερον καθε μηνα ακολουθουσε και διαφορετικο σχεδιο.Τον τελευταιο καιρο κατεγραφε τους αριθμους που αντιστοιχουν στις λεξεις ολων των σελιδων του βιβλιου. Δηλαδη αν το εφαρμοσουμε για το κειμενο που γραφουμε απ ' την αρχη του θα εχουμε 3 9 5 7 1 3 8 10 4 ...Μετα εξεταζε τη συχνοτητα των πρωτων αριθμων , η' αν οι αρτιοι αριθμοι για ενα μεγαλο αριθμο σελιδων ακολουθουν την κανονικη κατανομη , η' αν μια ακολουθια αυτων των αριθμων ειναι ταυτοσημη στο ιδιο μηκος με τη δεκαδικη αναπτυξη του αριθμου π η' του e, σε καποιο τμημα τους , η' αν εφαρμοζοντας τις τεσσερις πραξεις τις Αριθμητικης , προσθετοντας , αφαιροντας , πολλαπλασιαζοντας , διαιρ0ντας , με ενα πολυπλοκο προγραμμα συνδιασμων πραξεων αν μπορει να προκυψουν σειρες Fibonaci , πυθαγορειες τριαδες , η ' λυσεις Διοφαντικων εξισωσεων ...
Το βιβλιο που διαλεξε εκεινο τον μηνα με εκπληξη του παρατηρησε ξεφυλλιζοντας το αρκετες φορες πως δεν ειχε τυπωμενες σελιδες , σαν να ηταν αγραφο η ' ειχε γινει λαθος στην εκδοση του και κανενας δεν το προσεξε , αφου το εξωφυλλο του καλα τυπωμενο , με ευαναγνωστο το ονομα του συγγραφεα , αγνωστος δεν τον γνωριζε , ο δε τιτλος του ηταν μονο τρια κεφαλαια γραμματα με δυο τελειες να τα διαχωριζουν .M . L . C
Επισης οσες φορες και να μετρησε σχολαστικα τις σελιδες του δεν βρηκε ποτε τον ιδιο αριθμο , σαν καθε φορα να προστιθονταν σελιδες η ' να αφαιρουνταν. Γεμισε ενα τετραδιο με τους αριθμους τον σελιδων που καταμετρουσε , προσπαθησε να ανακαλυψει καποιο σχεδιο στο πως εναλλασονται οι αριθμοι των σελιδων του βιβλιου. Ματαια , μετα απο πολυ κοπο εφτασε στο συμπερασμα οτι δεν προκειται να καταληξει πουθενα , και μαλιστα παρα τη συνηθεια του αποφασισε να το επιστρεψει στη Βιβλιοθηκη , αν και υπολειπονταν ακομα εφτα ημερες για το τελος του μηνα
Πριν βγει εξω για να το παραδωσει ,του εριξε μια τελευταια αδιαφορη ματια . Οπως ηταν αφηρεμενος στην αρχη δεν το προσεξε , επανελαβε το ξεφυλλισμα , σε καποιες εσωτερικες σελιδες του βιβλιου συναντησε καποιες τυπωμενες σελιδες , του φανηκε πως ονειρευεται , ισως εφτεγε η κουραση των τελευταιων ημερων. Γρηγορα συνηλθε , τιποτα απ ' αυτο δεν συνεβαινε . Πραγματι υπηρχε κειμενο , που αρχιζε απο την ιδια παντα σελιδα , και στις αλλες σελιδες παρατηρησε αποσπασματα φρασεων η ' λεξεων στην αρχαια Ελληνικη Γλωσσα .Αποφασισε να μη γυρισει πισω το βιβλιο , και μαλιστα επισκεφτηκε τη Βιβλιοθηκη να ανανεωσει για αλλον ενα μηνα το δανεισμο του
Επειδη φοβηθηκε τη παραξενη ιδιοτροπια του βιβλιου κατεγραψε το κειμενο που βρηκε , και ενα μεγαλο αριθμο απο τα αποσπασματα στα αρχαια ελληνικα , πριν αλλαξουν ολα
Το κειμενο ηταν αυτο . '' Στους Αρχαιους Βαβυλωνιους ηταν γνωστη η μεθοδος να προσεγγισουν οσο γινεται πιο πολυ τη τετραγωνικη ριζα οποιοδηποτε αριθμου .Αν θελουμε να βρουμε την τετραγωνικη ριζα του αριθμου Ν , βρισκουμε ενα αριθμο κ ωστε το τετραγωνο του να πλησιαζει τον αριθμο Ν και να ειναι μικροτερο του . Τοτε το τετραγωνο του αριθμου Ν / κ πλησιαζει τον αριθμο Ν και ειναι μεγαλυτερο του. Ας παρω τον μεσο ορο αυτων των δυο αριθμων κ+Ν/κ / 2 και ας τον ονομασω κ1 . Το τετραγωνο του κ1 πλησιαζει περισσοτερο τον Ν απ' οτι το τετραγωνο του κ . Αν για αυτον τον αριθμο κ1 εφαρμοσω ξανα την παραπανω διαδικασια , θα βρω εναν αριθμο κ2 , και συνεχιζοντας εναν κ3 , κ4 , κ5 . .... κν .Αυτη η ακολουθια των αριθμων συγκλινει στην τετραγωνικη ριζα του αριθμου Ν . '' Απλο και κατανοητο
Και μερικα απο τα αποσπασματα . '' ...σημειο δε εστι ... , ...ευ..ει. ,...τεμν...ννα..., ....ο.θη .... ων......,
Πολλες μερες ηταν με μπερδεμενες σκεψεις , πως να βρει μια ακρη , πως να αντιδρασει , πολλες φορες λιγοψυχισε , να τα παρατησει .Στη δουλεια του δεν απεδειδε οπως πριν , μια μερα ο διευθυντης τον καλεσε στο γραφειο του , του μιλησε αυστηρα πως δεν ειναι ευχαριστημενος μαζυ του τελευταια και να συμμορφωθει .Τις νυχτες δεν κοιμοταν καλα, υποφερε απο αυπνιες . Τα ονειρα του ηταν κι αυτα ανησυχα . Σ ' εναν απο τους εφιαλτες του περνουσαν απο μπροστα του παρα πολλοι ανθρωποι , διαφορων ηληκιων και εθνικοτητων , παιδια, αντρες , γυναικες , γεροι και του μιλουσαν σε διαφορες αγνωστες γλωσσες σ ' αυτον , η ' στη δικια του γλωσσα αλλα με ακατανοητο τροπο . Απο το υφος τους καταλαβαινε οτι του απηφθηναν ερωτησεις .Ετσι για να τους ερωνευτει τους εδωνε απαντησεις χωρις να νοιαζεται ιδιαιτερα για το περιεχομενο τους .Σε καποιο σημειο αυτου του εφιαλτη ξυπνουσε καταιδρωμενος , παρατηρουσε οτι το ρολοι' του τοιχου εδειχνε παντα 4.33 το πρωι
Ειχε μερες να πιασει το βιβλιο στα χερια του , παρατημενο πανω σ ' ενα τραπεζακι , διπλα στο γραφειο του . Εκεινη τη μερα πηγε στο διευθυντη και ζητησε αδεια . Εκεινος του εδωσε δεκα μερες να ξεκουραστει . Γυρισε νωρις σπιτι . Ετοιμασε κατι προχειρο για φαγητο . Εφαγε. Πηγε στο γραφειο , καθησε . Απο το διπλανο τραπεζακι πηρε το βιβλιο και το ανοιξε στη πρωτη σελιδα . Και σαν να ηξερε καλα τι ηθελε να κανει πηρε ενα στυλο και αρχισε να γραφει χωρις διακοπη
Την πρωτελευταια μερα της αδεια του ειχε τελειωσει με το γραψιμο . Σηκωθηκε την αλλη μερα πολυ πρωι και επισκεφτηκε την Βιβλιοθηκη , μολις ειχαν ανοιξει. Πηγε αμεσως στον αρμοδιο υπαλληλο και του παρεδωσε το βιβλιο . Εκεινος ευγενικα τον ρωτησε αν εμεινε ευχαριστημενος απο το βιβλιο , δεν του απαντησε γι' αυτο .Του ειπε πως την αλλη φορα που θα επισκεφθει την Βιβλιοθηκη να του φερει το ιδιο το βιβλιο .
Μετα απο πολυ καιρο επισκεφτηκε ξανα την Βιβλιοθηκη , ο υπαλληλος τον γνωρισε αμεσως κι ετρεξε να του φερει το βιβλιο.Αυτος το ανοιξε , ολα ηταν ενταξει , οι σελιδες ολες γραμμενες , ο αριθμος των σελιδων σταθερος . Ηταν ετοιμος να σηκωθει να φυγει οταν ακουσε απο διπλα του καποιον να του απευθυνει το λογο . Γυρισε να δει . Ηταν ενας νεαρος φοιτητης , που παλιοτερα τον παρατηρουσε για μια βδομαδα συνεχεια .
- '' Βλεπω Κυριε πως τωρα ενδιαφερεσθε για βιβλια της Γεωμετριας , και μαλιστα στο πρωτοτυπο κειμενο ''
Τον κοιταξε αδιαφορα , δεν του απαντησε . Και κλεινοντας το βιβλιο πριν παει να το παραδωσει διαβασε ηρεμα στο εξωφυλλο του. '' Τα Στοιχεια του Ευκλειδη ''
.
.
.
ΕΣΩΤΕΡΙΚΑ ΤΟΠΙΑ
.
.
Ο δρομος ανοιγε περασμα μεσα απ ' τις ελιες , καπου - καπου συναντουσε καποιο πευκο η ' καποιο κυπαρισσι .Δεν ειχε φτασει ακομα ο καιρος για το μαζεμα του καρπου . Φυσηξε ξαφνικα , και τα φυλλα των δεντρων ριγησαν . Εκεινος ερριξε το βλεμμα του στο απεναντι βουνο , πηρε μια βαθεια ανασα , και σαν αναζωογονηθηκε αρκετα τραβηξε συλλογισμενος μεσ ' απ ' τα ερημα χωραφια εκεινη την ωρα .Στο μυαλο του συνεχεια τριγυρνουσαν τα παραξενα λογια του γεροντα, που συνοδευονταν την ιδια ακριβως στιγμη με τις κινησεις του δεξιου χεριου πανω στο χαρτι . Δεν γνωριζε , και μετανοιωσε , που δεν ρωτησε , αν ειχανε καποια σχεση με τα λογια .Το ξανασκεφτηκε .Πολυ αμφεβαλλε για την οποιαδηποτε αναλογια μεταξυ των . Η γυναικα τον περιμενε στο σπιτι. Στο τραπεζι εφερε το φαγητο να φανε . Φαγανε χωρις καμια κουβεντα . Οταν τελειωσαν τον ρωτησε μονο αν θα επλενε τωρα το κορμι του , να του ετοιμασει ζεστο νερο . Εκεινη σηκωθηκε χωρις να παρει καταφατικη η ' αρνητικη απαντηση .Την βρηκε στο μπανιο , με τον οβαλ καθρεφτη , στο θαμπο φως εκεινης της ωρας να σαπουνιζει τα ποδια της ως ψηλα πανω . .Φανηκε να ντραπηκε , που την κοιτουσε ο αντρας , ομως σαν να πηρε θαρρος του ζητησε να την βοηθησει .Στα χερια του η σαρκα της σκιρτησε ελαφρα . Συνεχιζε να την σαπουνιζει . Καθως μετακινηθηκε για να βολευτει καλυτερα η ματια του επεσε μεσα στον οβαλ καθρεφτη . Ειδε εκει μεσα μια γυναικα εξω ν ' απλωνει τα πλυμενα ρουχα στο τεντωμενο συρμα .Οταν τελειωσε την ακουσε να φωναζει το ονομα ενος παιδιου , μετα απο λιγο η φωνη της επανελαβε το ονομα . Περα , απο ενα οργωμενο χωραφι εφτασε η απαντηση , καθυστερημενη .Εσκυψε και της εδωσε ενα φιλι στο μαγουλο , και βγηκε απ ' το μπανιο . Την ακουσε ,που αντεδρασε μ 'ενα τρανταχτο γελιο .
Μπηκε στη κρεβατοκαμαρα, στο συρταρι , στο κομοδινο διπλα στο κρεβατι , αριστερα, βρηκε τη φωτογραφια.Τραβηγμενη παλια , κιτρινισε το χαρτι της .Ηταν σε νεαρη ηληκια , σχεδον παιδι , ακινητη , τα χερια κοκκαλωμενα στους μηρους , , το κεφαλι ανασηκωμενο λιγο ψηλα , κοιτουσε ευθεια , καθισμενη σε μια καπως ψηλη καρεκλα , ετσι που φαινονταν αστεια σ ' αυτη τη σταση , κι απο πισω ενα ασπρο σεντονι στο φοντο . Η μανα της δεν ειχε χρονο ν ' ασχοληθει μαζι της . Παρατημενη απ ' τον νομιμο συζυγο , μονη της καιρο, στο τελος τα ' φκιαξε μ ' εναν αλλο αντρα .Απο καποια σκορπια λογια , που της ξεφευγαν , μαντευε κανενας πως δεν την υπολογιζε καθολου , και πως πολυ συχνα την εξευτελιζε , Μια μερα δεν αντεξε ,ξεσπασε , τα μαρτυρησε ολα , στις βρισιες του πουτανα την ανεβαζε , πουτανα την κατεβαζε . Καποτε την ειχε για ενα εξαμηνο παρατημενη .
Εκεινη κλειστηκε στο δωματιο της , και δεν ηθελε να βλεπει κανεναν .Σαν ξαναφανηκε , τον συγχωρεσε , λενε , και πως ουτε παραπονα του ' κανε , ουτε και ρωτησε γιατι χαθηκε τοσο καιρο .
Εκεινος απο μονος του της πεταξε , πως την ειχε βαρεθει και πως πηγε μ ' αλλη γυναικα . Της ηρθε να τον βρισει , ομως συγκρατησε τον εαυτο της , τον ρωτησε τι φαγητο ηθελε να του μαγειρεψει .
Μεσα στο συρταρι δεν βρηκε τιποτα αλλο . Το εκλεισε και την περιμενε.
Εκεινη βγηκε απ ' το μπανιο και μπηκε στο δωματιο . Ξαπλωσε στο κρεβατι. Την εβρισκε ομορφη και της το ' πε .Της αρεσε , χαμογελασε γλυκα.
Εκεινος σηκωθηκε , βγηκε εξω στον κηπο , ειχε ηδη νυχτωσει . Περιπλανηθηκε ασκοπα για αρκετη ωρα . Οταν αποφασισε να μπει μεσα στο σπιτι το φεγγαρι ηταν ψηλα στον οριζοντα , πανω απο τις κορυφες των δεντρων .
Ξαπλωσε διπλα της , την αγγιξε , το σωμα της ηταν ζεστο , σαν κατι να καταλαβε και πηγε να ξυπνησει . Της χαι'δεψε την πλατη οπως ηταν γυρισμενη . Πολυ ωρα . Ξυπνησε . Γυρισε το κεφαλι της προς το μερος του , δεν ξαφνιαστηκε , τον αναγνωρισε στο θαμπο φως , του φεγγαριου , που εμπενε στο δωματιο απο ενα μικρο παραθυρο .Τον ρωτησε , στη φωνη της προσπαθησε να δειξει ενδιαφερον , ποτε γυρισε , αν ειχε φερει το δωρο , που της ειχε ταξει.
Απο το μεσημερι ειχε εδω , της ειπε . Εκεινη φανηκε να μην καταλαβαινει , εκεινος δεν μπηκε στον κοπο να της εξηγησει .
Αποτομα την ρωτησε . Εκεινη , αληθεια , στη φωτογραφια τι την ειχε ; Ποια ; Εγυρε στο πλαι' , ανοιξε το συρταρι , εσυρε εξω τη φωτογραφια , της την εδειξε .'' Αυτη '' . Την πηρε στα χερια της , την κοιταξε , την εφερε προς το φως να τη δει καλυτερα . '' Πρωτη φορα τη βλεπω '' του ειπε και του την εδωσε πισω . Εκεινος την εβαλε παλι στο συρταρι και το εκλεισε . Γυρισε και την κοιταξε . Δεν αντεδρασε. Απορουσε , που αγνοουσε την υπαρξη της . Της το 'πε . Επεμενε . Εκεινη δεχτηκε να κουβεντιασουν . Δεν ηταν απο περιεργεια , που ηθελε να ξερει. Αλλαζοντας ξαφνικα θεμα τον πληροφορησε πως ειχε πανω απο μηνα να κοιμηθει με αντρα .Εκανε πως δεν τον εμοιαζε .Περασε το χερι του στη μεση της , την αγκαλιασε , της ειπε πως ειχε παχυνει απο τοτε . Την ακουσε να γελαει . Σταματησε . Μετα απο λιγο ξαναγελασε .Μεσα της πιστευε πως θα επεφτε στη παγιδα , που του ειχε στησει . Εκεινος πηγε να τραβηχτει απο κοντα της . Κρατησε το χερι του να μην το απομακρυνει.Καποια στιγμη απο το μυαλο της
περασε σαν αστραπη η ιδεα να του πει ολοκληρη την ιστορια ,
χωρις να κρυψει το παραμικρο . Αρχισε να διηγηται , στην αρχη
διστακτικα αρθρωνε τις λεξεις, σταδιακα ομως διορθωθηκε και
αφηγηθηκε με πληροτητα. Υπολογιζε πως την ακουγε με ενδιαφερον , εκεινος αφου την παρατησε αποτομα , ανοιξε το συρταρι και τραβηξε απο μεσα την φωτογραφια , της την πεταξε , και κοιτωντας την επιμονα στα ματια ρωτησε με σταθερη φωνη να του πει ποια ειναι .
.
.
.
ΔΙΠΛΗ ΑΦΗΓΗΣΗ 
.
.
Εκεινη τη μερα κι ο ολες τις αλλες , που ηρθανε η θαλασσα ητανε
ο δρομος για τα καραβια , τη μερα καθρεφτης για τον ηλιο και τη
νυχτα ελιωνε σ ' αυτη το φεγγαρι. Καποιες φορες φανταζοταν τα
συννεφα ν ' αρμενιζουν σαν αεροστατα και με κιτρινα σχοινια να
ανασηκωνουν τις βαρκες , αιωρουμενα σκαρια κι ανθρωποι ομοια-
ζαν με φτερωτα .Τα ψαρια κολυμπουσαν κατα ζευγη , κι αλλη ωρα
της μερας κατα σμηνη . Κατω στο βυθο βασιλευε το χταποδι κι
ο καβουρας στην αμμο ,Τα ματια του πλημμυρισαν απο φως κι η
ψυχη του χαρηκε , που ολα αυτα ομοιαζαν με το ονειρο του , που
εβλεπε συχνα .Μονο που στο ονειρο ο ηλιος ηταν κοκκινος , ο ου-
ρανος πρασινος κι η θαλασσα κιτρινη και τα ψαρια τραγουδουσαν,
 τραγουδοψαρα τα λεγανε .Απο μακρια φτανανε καραβια και
ξεφορτωνανε σιταρια και καλαμποκια , οι ναυτες τις νυχτες τα πι-
νανε στα ταβερνεια και που και που ακουγοντανε και το γελιο κα-
ποιας γυναικας . Τα πρωινα σωροι στη προκυμαια τα ξεψαρωμενα
διχτυα και στα βραχια εσκαζε το κυμα αφρους , ητανε η ωρα που
δειπνουνε οι πετραλιθρες .Στο ονειρο και στη φαντασια ειναι το ιδιο,
 κι ολα θρεφοπυνε και αναστενουνε μεσα στη ζωη , κι αυτη
ειναι οπως πεταλουδα , που γυρευει ν ' ανταμωσει τις αλλες πεταλουδες .
Εκλεισε τα ματια του κι εσυρε το μυαλο του σ' αλλες μερες , του ηρθε
να διηγηθει ενα παραμυθι . Το παιδι τον ακολουθουσε κι εφευρισκε χι-
λιους κι ενα τροπους να του το διηγηθει . Αυτος καποια στιγμη αρχισε .
μια φορα κι ενα καιρο πανω στη γη ζουσανε μονο παιδια κι ειχανε μπα-
λες και παιζανε , γυρω κι ολοτριγυρω ανθιζανε οι παπαρουνες και παν-
του αγριομαργαριτες, ζωυφια ητανε πολλα και περισσοτερες απ' ολα οι
μελισσες . Ο ηλιος ανεβαινε και κατεβαινε μεσα στα χρωματα και τα
παιδια δεν κλαιγανε ουτε για τις μαναδες κι ουτε για τροφη .Εκεινος
σταματησε το παραμυθι , το παιδι τον ρωτησε για τη συνεχεια . Αυτος
του' δειξε αριστερα στο αλωνι , που παιζανε παιδια , ενα εστειλε ψηλα
τη μπαλα στον ουρανο και πηρε τη θεση του ηλιου .Σταθηκανε να τους
χαιρετησουν και καλεσαν το παιδι να τους κανει παρεα , αυτο ετρεξε
κοντα τους κι οταν επεσε η μπαλα αρχισαν ξανα το παιχνιδι . Τους απο-
χαιρετησε κι εστριψε σ ' ενα δρομο , που κατηφοριζε μεσα στα περιβο-
λια και στους κηπους . Το παιδι του ελειψε , γυρισε και το αναζητησε .
Η τοποθεσια ηταν σπαρμενη στα λουλουδια και με πετρες στα σχηματα
των παιδιων .Ετσι μονος πορευτηκε . Συναντησε το λαγο στον υπνο του ,
και το ζαρκαδι να πινει νερο . Ολη τη μερα ηταν αγκυρωμενος στον ουρανο
ο ηλιος και τη νυχτα το φεγγαρι αυξανε και λιγοστευε . Με ανακατα συναι-
σθηματα κοιμονταν και ξυπνουσε . Οι ανθρωποι ειχανε κτισει πολιτειες
και παλευανε να στησουνε τις κοινωνιες τους . Ολα τα εβλεπε κι ολα τα
μαθαινε . Καμποσο καιρο τον φιλοξενησε ενας γεροντας και του διηγη-
θηκε πολλα και τον εμαθε πολλα .Αυτος ο γεροντας εκανε σκαλισματα
σε ξυλο και πετρα , ολα τα πουλια τα ειχε σκαλισμενα και περιφανευ-
ονταν πως γνωριζε καθενους ξεχωριστα την ομιλια ,τοτε αρχιζε να ψελνει
αργοσυρτα και σιγα - σιγα ο ο κοσμος θολωνε τον ουρανο και τα δεντρα
γινονταν καμπαναρια , οι λοφοι κοσμουσαν τη κεφαλη τους με εκκλησα-
κια , ασπρισμενα απο τους φτωχους και τους εσχατους . Και σε γιορτινες
μερες τα κουδουνια των ζωων κωδουνοχτυπουσαν κι ο ηλιος κηροκο-
λουσε την ατμοσφαιρα . Μιλησε στον γεροντα για το παιδι και ποσο
τον πονουσε η αναμνηση του , εκεινος του ζητησε σημαδια του κορμιου
και του τα 'δωσε . Τα συλλογιστηκε ολα αυτα και τη τριτη μερα τον φω-
ναξε να τον συνοδευσει . Περπατουσανε εφτα μερες κι εφτα νυχτες και
σαν γλυκανε ο καιρος και λαμπρυνε η μερα του ' δειξε τα παιδια . Αλλα
απο αυτα ηταν μεγαλα κι αλλα ηταν μικροτερα , ειχανε και διαφορα ονο-
ματα . Κωνσταντης , Γιαννακης ,Χρυσουλα , Νικος , , Μαρια , Ανδρονικος ,
Γιωργακης , κι αλλα . Και τα μαλλια τους καστανα , σγουρα , ξανθα και
μαυρα και τα ματια τους ειχανε χρωματα .'' Τα παιδια ειναι χρωματα '' ειπε
ο γεροντας . '' Ετσι ειναι και του ανθρωπου η ζωη χρωματα , σαν σ' ολη του
τη ζωη να ζωγραφιζεται και να ζωγραφιζει '' . Θυμηθηκε σαν ητανε κι αυτος
μικρος τη καταπρασινη σαυρα στον ηλιο κι οταν πλησιασε πως συρθηκε
στο πρασινο χορταρι .'' Και τα παιδια μας σαν σαυρες ειναι '' ξαναειπε .
Του εξομολογηθηκε πως κι αυτος ειναι εκει αναμεσα στα παιδια , του
εδειξε μαλιστα το πιο μικρο .Επειτα ανοιξε ο ουρανος κι επεσε το γαλα-
ζιο και μοιραστηκε αναμεταξυ τους δικαια , μερικα το ταιριαξανε με το
πρασινο στο χορταρι κι οταν φτιαξανε το κιτρινο το πεταξανε στον ουρα-
νο για τον ηλιο , ετσι ευχαριστησανε τον ουρανο για το δωρο του . Εκεινος
ειπε στον γεροντα πως κι αυτος πλαθει παραμυθια κι ιστοριες , και πως
τωρα , που ξαναβρηκε το παιδι η καρδια του ησυχασε κι η ψυχη του εφραν-
θηκε σφοδρα .Γυρισανε κι αφησε το γεροντα στο σπιτικο του . Οταν τον
αποχαιρετησε του το ειπε κι αυτο τον συγκινησε και του ' φερε δακρυα
στα ματια . πως θα ' ρθει μερα , που δεν θα βλεπει το φως της κι ωρα να
μην ακουει τα πουλια κι ευχηθηκε ,σαν ερθει εκεινη η στιγμη να πεταξει ,
να προφθασει μονο να λαξευσει ενα πουλι , που τον τυρανναει χρονια
τωρα.Οι ωρες κι οι καιροι τον φερανε σε παραξενα μερη , με παραξενα
κι αγνωστα φυτα κι ητανε ν ' απορει πολυ και λυσεις να μη βρισκει στα
πολλα ερωτηματα του . Παντα ομως ο ηλιος και ο ιδιος ουρανος , λιγοστο
γαλαζιο . Τοτε ειναι , που χρειαζεται ο φιλος να ανταλλαξεις μια κουβεντα
της καρδιας , μια λεξη να την πλεξεις μαζι με αλλες λεξεις . Ομως παρα-
ξενη η χωρα κι οι λογισμοι παραξενοι κι ειναι σαν κατι να σου λειπει ,
τα χερια δεν εχει , που να τα απλωσεις και που να τ' αφησεις .Του ηρ-
θανε επιμονα στο μυαλο καποιες ζωγραφιες , που ειδε καποτε σ' ενα
παλιο βιβλιο , με τον Πυργο της Βαβελ . θυμηθηκε οτι το παιδι καποτε
του ' χε ζωγραφισει παρομοια .Σκεφτηκε πως μπορει να πραγματοποι-
ουνται οι ιδεες των παιδιων , απομενει να αναζητησουμε τα εργα τους
και να τα αναγνωρισουμε.Ομοια κι απαραλαχτα οι ανθρωποι θα ξετε-
λειωσουν , εκεινο ετσι γινεται απο παλια , ν ' αλλαξει δεν γινεται . θυ-
μηθηκε τα λογια του γεροντα .Στους αστερισμους τη νυχτα πασχισε ,
στα σχεδια τους , ν ' αποκαλυψει τα εργα του..Σαν περασε ο καιρος
και ξεμπλεχτηκε απο την παραξενη χωρα , η γη απαλυνε και τα κοπα-
δια των προβατων διαδεχονταν αγελες μοσχαριων.Συναντουσε συχνα-
πυκνα συντροφιες χαροκοπων , που γιορταζαν κι εσερναν μαζι τους
ζωα φορτωμενα με καλαθια φρουτα κι ητανε πολυ γελαστοι ανθρωποι.
Σχεδιαζανε σαν βελη τα πουλια και τα λουλουδια σαν τις λαμπαδες
της Λαμπρης.Ενα πρασινο δεντρο κι ενας αντρας με καπελο του
εκανε εντυπωση.Τον πλησιασε κι ανταλλαξανε μερικες κουβεντες.
Κυτταξε ολογυρα .ενα τεραστιο πρασινο με δυο κιτρινα στιγματα
αντανακλουσε το τεραστιο γαλαζιο με το κιτρινο στιγμα πανω του .
Ενας απ'αυτους, φαινεται ηταν ο σοφος της φυλης, του ιστορησε
την αρχη των πραγματων . οι εικονες του αλλοτε ηταν τρομακτικες
κι αλλοτε γαληνιες, παρ' ολα αυτα του φανηκαν αστειες.Του εθεσε
διαφορες ερωτησεις , οι απαντησεις του ηταν αινιγματικες.Τον
ρωτησε τελευταια . ''Γιατι αυτο το πρασινο δεντρο ; , η απαντηση
του ξεδιπλωθηκε με αργοσυρτες λεξεις.''Το πεπρωμενο σε καθε
δεντρο ειναι το πρασινο χρωμα '', του συμπληρωσε πως ενα παιδι
ειχε φυτεψει αυτο το δεντρο .Αυτος αναρωτηθηκε αν ηταν το ιδιο
παιδι , ''ετσι κι αλλιως'' σκεφτηκε ''δεν εχει σημασια , ολα τα
παιδια ειναι τα ιδια ''Παρακατω το τοπιο ολο βελανιδιες και πιο
χαμηλα ευκαλυπτοι κι ιτιες.Πανε πολλα χρονια , που υπηρχανε
λυκοι κι ητανε πολλα πεινασμενοι. Ακομα περνουσαν τους αν-
θρωπους αλυσσοδεμενους με τα ρουχα τους κατασχιστα και
ραπισμενα τα κορμια τους .Ολοτριγυρω ανοιγονταν στη γης πηγα-
δια σαν στοματα , γεματα φιδια.Κι ολα εκεινα φτασανε ως εδω
σαν παραμυθια και μυθοι και φανταστικες ιστοριες.Σε καποια
μερη δειχνουν πετρες στα σχηματα των παιδιων.Τωρα γυρισε
να ατενισει τον ηλιο , δαχτυλιδι χρυσο στον ουρανο.Στη σκια
ενος δεντρου τα παιδια παιζανε θεατρο, τα δεντρα ειχανε το μποι
τους.Τα παιδια συλλαβιζανε στα αλφαβηταρια τους και με το
χρωμα κανανε σπιτακια οπως τα' χανε στο νου τους , τα πετρα-
δακια αναπαριστουσανε προβατακια και αλογα .Το παιδι ρωτησε
αν το γαλαζιο στον ουρανο δεν ειναι τπ γαλαζιο του χορταρι.Σε
λιγο τους ανθρωπους θα τους συντροφευαν τα ζωα και θα μοι-
ραζονταν τις εμπειριες τους.Θα ξενυχτουσε σημερα μαζι τους
και το ξημερωμα θα τραβουσε παλι τον δρομο του.Αποψε το
φεγγαρι βγηκε ολογιομο κι οπως του αρεσαν τα παραμυθια
του ηρθε η επιθυμια να αρχισει το παραμυθι.Μια φορα κι ενα
καιρο οταν τα βουνα δεν ειχαν εμφανισθει στη πλατη της γης
και τα δεντρα ηταν τεραστια κι αγγιζανε τα αστρα , τοτε οι αν-
θρωποι στα σιτια τους κρεμουσανε ηλιους να τους φωτιζουν.
Κι οι στεγες στα σπιτια τους εμοιαζαν με τριγωνα ισοσκελη και
τους κηπους τους ειχανε τειχισμενους με ξερολιθιες.Ο ηλιος
ειχε ματια κι εβλεπε τα καλα και τα κακα.Στα γαλαζια νερα
του ουρανου τα πουλια πλενανε τα φτερωματα τους.Σ' ολοκλη-
ρο τον κοσμο υπηρχε μονο ενα παιδακι, ηταν χαρουμενο κι αυ-
το κι αλλοι, που εμοιαζε με τα λουλουδια , που'χουνε κιτρινα
ανθη.Οι μεγαλοι το ρωτουσαν να παρουν συμβουλες, ποτε να
σπειρουν ποτε να θερισουν ποτε ν' ανοιχτουν για ψαρεμα και
ποτε να ζευγαρωσουν με τις γυναικες τους. Κι ολοι μεγαλωναν
κι αυτο δεν μεγαλωνε , για συντροφια του ειχε μια χηνα κατα-
σπρη . που την συνοδευε στη λιμνη να κολυμβησει. Κι αυτο
δεν εψαχνε τους γεννητορες , που δεν ειχε ,ουτε εμελλε ν ' αφη-
σει απογονους.Ολα θα ηταν σαν το μελι και το γαλα αν δεν αλ-
λαζε ο κοσμος.Οταν τελειωσε το παραμυθι ξημερωσε ο θεος τη
μερα του.Βραδυνε πολλες μερες και ξημερωσε πολλες νυχτες
μακρυα απο τη θαλασσα.Θαρρηνε οταν ανταμωσε ανθρωπο να
γνωριζει το κουπι στο ξυλο και το αλατισμενο ψωμι.Ητανε χαρας
ευαγγελια οταν αντικρυσε τα χρυσα ακρογυαλια, και τα ελιοφυτα
διαδεχονταν οι συκιες και στα ρεματα καλαμιες με αηδονια φωλε-
μενα.Περασαν τα σκαφη σημαιοστολιστα κι αφησαν μπαλονια να
ανεβουν στο στερεωμα.Σερνανε διχτυα γιομισμενα με ψαρια κι
αλλα τους ακολουθουσαν οπως το γραμμα γαμα το Ελληνικο.
Ενα παιδι σε μια βαρκουλα ξεδιπλωσε ενα χαρτι κι απαγγειλε
με τραγουδιστη φωνη.''Ταξιδευουμε τη χαρα μας στα καραβια''.
Το θεαμα συνεχιζονταν και δεν τελειωνε οσο ο ηλιος ταξιδευε.
Κι ενα ναυτακι στο πιο φηλο καταρτι εφερνε τα ματια γυρω του
κι εδειχνε με τα χερια του τα νησια , που πλεγανε και τους γλα-
ρους , που ασπρολευκαζανε τους ανεμους.Το παιδι απο κει ψη-
λα βουτηξε με μια περιτεχνη βουτια στη θαλασσα κι αναδυθηκε
μπροστα του .Του ειπε πως λυσανε τα μαγια καθως κυλησε ο και-
ρος κι οι πετρες με τα σχηματα των παιδιων σαρκωσανε με ζεστη
σαρκα.Χαρηκε πολυ κι οσο περνουσε η πομπη των καραβιων μα-
ζευε τις ανταυγειες τους στα νερα και τις αποτυπωνε στα κοχυλια
και στα στρειδια. Ητανε χαρουμενος με τη παρεα του παιδιου
και το'δειχνε και το 'πραττε.Ο ουρανος στον αργαλειο του χραμισε
του ηλιου τα χρωματα σ' ανατολη και δυση τα ιστωσε και κατω
χαμηλα σαι'τεψε το πρασινο.Και στους καιρους εκεινους κατε-
φθαναν αγιογραφοι να ιστορησουν τ' αη -Γιωργη το κατορθωμα
με τον δρακοντα , που φυλαγε το νερο ακυλιστο , κι ειχε την
κορη αιχμαλωτη.Και τους ακολουθουσαν απο πισω μαι'στροι
μεγαλοι , και μελωποιοι πληθος.Κι ο κοσμος ισσορροπησε με
την ομορφια και τη δικαιοσυνη.Τοτε τριτωσε η επιθυμια του για
 το παραμυθι. μια φορα κι ενα καιρο στον ουρανο βρισκονταν
τρεις ηλιοι , οταν ο πρωτος δουσε ο δευτερος αυγιζε κι ο τριτος
μεσορανουσε.Κανενας δεν εξηγουσε τιποτα , δεχοντουσαν τα
παντα σαν αυτονοητα.Τοτε ζητηθηκε απο το παιδι να ζωγραφισει
και πανω στις ζωγραφιες του να ιστορησουν.Κι αυτο καθησε κι
εκανε ζωγραφιες δεκα τον αριθμο , μεσα σ 'αυτες ηταν εκεινο ,
που ειχε ερθει , αυτο , που ηρθε κι εκεινο , που θα ερθει.Οταν
εφτασε το παραμυθι στο τελος ζητησε απο το παιδι να ζωγραφισει.
.
.
.
ΘΕΩ [ ΡΗΜΑ ]
.
.
Ο χωρος ηταν ενα τεραστιο ορθογωνιο παραλληλεπιπεδο .
Στη πλευρα του με το μεγαλυτερο μηκος σε υψος εβδομηντα
εκατοστων απο το δαπεδο ανα δυο μετρα υπηρχαν , εξελλισο-
μενα σε σειρα , μακροστενα παραθυρα.Περασε απο μπροστα
τους , σε καθε ενα απ'αυτα τα παραθυρα σταματουσε για λιγο
και παρατηρουσε τι εβλεπε απο εκει: στην αρχη εβλεπε τη κοι-
λαδα , πιο κατω τις πρωτες συνοικιες ,υστερα τη πυκνη μαζα
της πολης, κατοπιν τις ακραιες συνοικιες,και στα τελευταια
παραθυρα παλι τη κοιλαδα.Μετα πηγε απεναντι στην αλλη
πλευρα του χωρου ,κι εκει υπηρχε πανομοιοτυπη σειρα παρα-
θυρων : σ'εκεινα η θεα του τοπιου ηταν διαφορετικα συμμε-
τρικη στη σειρα :πρωτα μερος της πολης , μετα οι συνοικιες ,
στη μεση η κοιλαδα , μετα οι συνοικιες, στο τελος παλι μερος
της πολης.
Η περιπλανηση στα παραθυρα τον απορροφησε και ξεχαστηκε
πληρως , οταν συνηλθε πηγε προς το ανοιγμα , απ'το οποιο μπηκε
στο εσωτερικο εκεινου του χωρου και βγηκε στον εξωτερικο του
χωρο .Κατεβηκε μια μεγαλη μαρμαρινη επιβλητικη σκαλα,στο τε-
λος της εστριψε αριστερα , και ξανα αριστερα στους δενδρικους
διαδρομους με τα ρομβοειδη σχηματα στο δαπεδο τους , ολα ομοια,
με μικρες παραλλαγες καποιοι ρομβοι , κι ετσι συνεχιζοντας να
στριβει παντα αριστερα εφτασε σε μια εξισου επιβλητικη με την
πρωτη μαρμαρινη σκαλα , που ανεβαινε .Την ανεβηκε γρηγορα ,
στο κεφαλοσκαλο βρεθηκε μπροστα σε μια κλεισμενη πορτα ,
την ανοιξε και βρεθηκε στο ορθογωνιο παλληλεπιπεδο δωματιο
με τη σειρα των μακροστενων παραθυρων στις δυο μεγαλυτερες
πλευρες του .
Πηγε παλι στα παραθυρα . Η πολη , οι συνοικιες , η κοιλαδα ειχαν
εξαφανισθει .
Συνεχισε να περιφερεται στο χωρο για πολυ ωρα σε μια επαναλαμ-
βανομενη κυκλικη επιμονη παρατηρηση .Η αρχικη εικονα δεν επα-
νηλθε .
Τελικα αποφασισε να σταματησει την κυκλικη περιηγηση , βγηκε
απο τον χωρο απο την ιδια πορτα , που μπηκε.Κατεβηκε την ιδια
σκαλα ,που ανεβηκε: τωρα στους δενδρικους διαδρομους με τα
ρομβοειδη σχηματα στο δαπεδο τους εστριβε συνεχως δεξια , οταν
εφτασε στην μαρμαρινη σκαλα την ανεβηκε , μπηκε ξανα μεσα
στον ορθογωνιο χωρο , πηγε στα παραθυρα : εκει εμφανιστηκε η
προηγουμενη θεα :μερος της πολης, οι συνοικιες , στη μεση η κοι-
λαδα,οι συνοικιες ,η πολη , οι συνοικιες , η κοιλαδα.
'' Εδω ειναι το κεντρο '' ακουσε μια φωνη και γυρνωντας ειδε εναν
ανθρωπο , σχετικα νεο , καπως ψηλο κι αδυνατο να στεκει ορθιος
στη μεση του δωματιου.
''Ποιανου πραγματος το κεντρο;'' ρωτησε με απορια
''Μα , στο ορθογωνιο το κεντρο του ειναι εκεινο το σημειο ,στο
οποιο τεμνονται οι διαγωνιοι του '' του απαντησε , σχεδον του
φωναξε απο το σημειο ,που βρισκονταν , ο αλλος.
Η απαντηση δεν τον διαφωτισε καθολου , σκεφτηκε πως ισως
ο αλλος τον περιγελουσε με ανοητες εκφρασεις.Αν αδιαφορουσε
θα ηταν καλυτερα γι'αυτον.Ταυτοχρονα ενιωσε πολυ ισχυρη
την επιθυμια να απαλλαχτει απ' αυτον τον παρεισαχτο .
Βγηκε γρηγορα εξω απ 'τον χωρο , κατεβηκε τη σκαλα και στρι-
βοντας συνεχως αριστερα εφτασε στη σκαλα , την ανεβηκε και
ξαναμπηκε στο χωρο με μεγαλη αποφασιστικοτητα .
Η θεα οπως το περιμενε χαθηκε απο τα μακροστενα παραθυρα ,
ομως ο ανθρωπος ηταν στη μεση και τον ρωτησε :'' Γνωριζεις
οτι το σημειο ειναι αχωρο και αδιαστατο ; '', θυμωσε ,αλλα δεν
του απαντησε.''Θα επιμεινω '' μονολογησε.
Βγηκε , εκανε το γυρο ξανα , ο ανθρωπος εκει , στη μεση , ακι-
νητος , με μια αλλη ηληθια ερωτηση .Επανελαβε τη κινηση .
Συνεβηκε παλι το ιδιο .Φοβηθηκε πως ισως ποτε δεν θα ξεφευγε
απ'αυτη την παγιδα , η ' την πλεκτανη .Θυμηθηκε :'' Η Λογικη
δεν ειναι το πεπρωμενο του ανθρωπου ''.Στον φαυλο κυκλο
της συνεχους επαναληψης ευχηθηκε να τα καταφερει να ξεφυγει .''
Κατ'εικονα και καθ'ομοιωσιν '' .
Οταν δεν βρηκε τον αλλον στο δωματιο πηγε αυτος και στηθηκε
στη μεση του ορθογωνιου :στο σημειο ακριβως , που τεμνονται
οι διαγωνιοι του.Ο αλλος τιμωρηθηκε να επαναλαμβανει , αεναα,
σαν παιδικο τρενακι την ιδια απαραλλαχτη διαδρομη μπροστα
του .Η μοναδικη αλλαγη ηταν πως δεν του απηφθηνε την παρα-
μικρη ερωτηση , η' το ελαχιστο σχολιο .Τον εβλεπε απο τη θεση
του ακινητος απεγνωσμενο να μπαινει μεσα το χωρο , δεν κοι-
τουσε καν τη θεα στα παραθυρα , γρηγορα εβγαινε εξω κι υ-
στερα απο καποια ωρα να ξαναεμφανιζεται στο χωρο και παλι
γρηγορα να εξαφανιζεται απ'αυτον .
Παρ'ολ'αυτα ειχε ενα μικρο φοβο , που μεγαλωνε συνεχεια μεσα
του : τι θα συμβει αν καποια στιγμη θελησει να του παρει τη θεση.
Να την αρπαξει .Ηξερε , το διαισθανονταν , πως αυτο θα συνεβαινε,
αργα η γρηγορα, καποια στιγμη , κι ας ηταν η θεση '' αχωρη και αδι-
αστατη '' , κατα την εκφραση του .Μπορει την επομενη φορα να συμ-
βει.Αγγιξε ενστικτωδικα το μικρο μαχαιρι στη δεξια τσεπη του παντε-
λονιου του . Ενιωσε σιγουρια και περιμενε.
Ο αλλος δεν εμφανιστηκε , περναγε ο χρονος και δεν εμφανιζονταν.
Καποια φορα ακουγε τα βηματα του να πλησιαζουν απο μπροστα του
κι αργοτερα ακουγε ν' απομακρυνονται απο πισω του . Υστερα
τιποτα.Ησυχια.Σαν να χαθηκε . Δεν ειχε την υπομονη να τον περιμε-
νει εκει.Φοβηθηκε πως ο αλλος , πονηρος οπως ηταν , θα τον
αιφνιδιαζε με καποιο πανουργο σχεδιο , που ειχε καταστρωσει .
Αφησε τη θεση του αποφασισμενος να τον αντιμετωπισει.
Βγηκε , κατεβηκε τη μεγαλη μαρμαρινη σκαλα , εστριβε στη τυχη ,
ποτε αριστερα , ποτε δεξια : δεν ξαναβρηκε τη σκαλα , που ανεβαινει
στο ορθογωνιο δωματιο.Οτι κι αν εκανε πια δεν θα εβρισκε ξανα το
δωματιο . Το ηξερε καλα. Τον επιασε απελπισια οταν σκεφτηκε
πως ο αλλος τον εμπλεξε στο διχτυ του .Απο στιγμη σε στιγμη θα
τον αιφνιδιαζε .
Κατα τυχη στη φυγη του ειδε τη σκαλα μπροστα του , την ανεβηκε
γρηγορα , μπηκε στο ορθογωνιο δωματιο σιγουρος πως θα τον εβρι-
σκε εκει μεσα . Πραγματικα τον βρηκε .Ηταν πεσμενος μπρουμητα
μ ' ενα μικρο μαχαιρι καρφωμενο στη πλατη του , αριστερα, κοντα
στον λαιμο του . Εκει πανω στο σημειο , που τεμνονται οι διαγωνιοι
του ορθογωνιου .
Δεν τον γυρισε αναποδα , δεν ηθελε να δει το προσωπο του , ουτε
και στα παραθυρα πλησιασε , βγηκε εξω απ' το χωρο με σκοπο να
ξεχασει οτι συνεβηκε .
Τωρα ηταν μονος και δεν θα ' ταν δυσκολο να ζησει ετσι .
.
.
.
ΘΕΩΡΗΜΑΤΑ
[ LOGIC THEOREMS ]
.
.
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Τα Θεωρηματα ειναι 3 κατηγοριων :

α] Αν Α , τοτε Β - [Θεωρηματα Αποδειξης ]

β] Αν Α , τοτε Β ;- [Θεωρηματα Ευρεσης ]

γ] Αν Α , τοτε ... - [Θεωρηματα Ανοιχτα ]

Ι
Μια αφηγηση ομοιαζει μιαν αλλη αφηγηση.Δομει-
ται σαν οργανισμος .
Απατηλη αφηγηση δεν ειναι η φαντασιακη [ η'
φανταστικη] αφηγηση αλλα η αφηγηση του
πραγματικου.
Τι σημαινει να αφηγησαι ''ετσι'' ; .Μηπως να απο-
φευγεις την ''αλλη'' αφηγηση ;


ΙΙ
Η Λογικη δια[χωριζει] τα νοηματα.
Το Νοημα ισοδυναμει [ ισοδυναμον ] της Λογικης.
Ενα ερωτημα δεν επιδεχεται οπωσδηποτε λογικη
απαντηση.
Οι απαντησεις κατασκευαζονται .
Οι ερωτησεις επιμενουν[ να ρωτουν ], ενω οι
απαντησεις ωχριαζουν [ ξεπερνιουνται ].
Να ρωτας το αυτονοητο ειναι ταυτολογια.


ΙΙΙ
''Να μιλας'': υπαρχει σκεψη ,που δεν-ειναι
σχετικη με τη γλωσσα ;
Τα στοιχεια [τα στοιχειωδη ] της σκεψης ειναι
μη-γλωσσικα.
Αυτο , δεν ειναι αντιφατικο.Η ''πραγματικοτητα''
φιλοσοφειται πανω στο ''αντιφατικο ''.Δομειται
αντιφατικα.


VI
Εστω Αr[x]B , οπου Α , Β , χ στοιχεια του Συνολου ''Ελλη-
νικο Λεξικο'' , και r[x] μια διμελης σχεση του Α και Β
διαμεσου του χ.
Δινοντας τυχαιες τιμες στα Α,Β,χ απο το Συνολο
''Ελληνικο Λεξικο '' μπορει να προκυψει
η ''Ομηρου Οδυσσεια'' απο μια σκεπτομενη
μηχανη ;
[ σε αλγοριθμικο [πραγματικο,μετρησιμο] χρονο ]

V
'' η ψυχολογια ποια δομη κοινωνιας εκφραζει;''
Ενα ερωτημα μετα-ψυχολογιας : να ρωτας την
ψυχολογια για την ιδια την ψυχολογια.
Μηπως η φρου'δικη θεωρια [καταληγει να]
ειναι ενα οικοδομημα [κατασκευασμα];
Αν ειναι ετσι, αυτο την εξουσιοδοτει να λεει:
τι μπορει η' τι νομιζεται οτι μπορει να λεχθει.
Ο Lacan εφυεστατα ψυχοαναλυσε τη ''Θεωρια
της Ψυχαναλυσης'' του Φρου'ντ.
Ψυχαναλυση δεν σημαινει αποκαλυψη [μιας
κρυμενης ] αληθειας , αλλα ανασκαφη της ,
[ οπως στην Αρχαιολογια ανασκαφουμε]

VI
η φιλοσοφια , που καποιος ασκει ειναι
ψυχοσωματικη.''Φιλοσοφω ετσι, επειδη ειμαι
ο ανθρωπος ,που ειμαι''.
Να φιλοσοφεις μπορει να σημαινει να επιβαλλεις
το εγω σου στις εννοιες του κοσμου.
Το ''φιλοσοφω''δεν ειναι κατ'αναγκη ''να εξουσια-
ζω'', μπορει να ειναι ''ψυχαναλυομαι''.
''Φιλοσοφω'' επειδη επιθυμω να αντιληφθω τον
κοσμο , που ρωτω ''αν υπαρχω''.
''Αν υπαρχω'' δεν σημαινει την αμφιβολια [ ''να
αμφιβαλω''],αλλα να μπορω ''να δημιουργησω''
τις αντιληψεις μου για τον κοσμο.
''Αντιλαμβανομαι, αρα υπαρχω''.
''Αντιλαμβανομαι'',οχι απλα αντιλαμβανομαι,
αλλα ''κατασκευαζω''σκεπτικα συστηματα
αντιληψης.

VII
Η ζωγραφικη ''μου'' τι εκφραζει; ''Τιποτα ''.
Μια λεξη σε εισαγωγικα δεν ειναι η ιδια
λεξη χωρις εισαγωγικα.
Ενα αντικειμενο αντιπροσωπευεται στο
ονομα του , ''αντιπροσωπευεται'' δεν σημαι-
νει ''ειναι''.
Τα ονοματα [οι λεξεις ] χρησιμευουν σ'ενα
αποδεικτικο συστημα για την αληθεια [η'
οχι] των αντικειμενων.

IIX
Μια προταση περιεχει [ εδραζεται] [σ]τον
πραγματικο κοσμο και [σ'] εναν συστημα-
τικο κοσμο.Π.χ '' το τριανταφυλλο ειναι
κοκκινο''.Πολυ δυσκολα να καθορισθουν
τα ποσοστα σ'αυτην των δυο κοσμων.
Το ''τριανταφυλλο '' στον πραγματικο
[ojective] κοσμο , το ''κοκκινο'' στη Θεωρια
[περι] των Χρωματων.

ΙΧ
''Τα αισθηματα δεν ειναι ιδεες. ειναι επιθυμιες''.
Η προταση αυτη [δεν] ειναι δυσκολη :ειναι
μη-αποδειξιμη.Μη-αποδειξιμη δεν σημαινει
μη-πραγματικη.
Ισως η ''πραγματικοτητα '' μας ειναι
μη-πραγματικη:η πραγματικοτητα ειναι
''συμβατικη''.
'' '' Ετσι'' μπορουμε να ζουμε'',δηλ. η ταξη[η κατα-
σταση] των πραγματων ειναι συμβολικη ;
Μαλλον θα πρεπει να σκεφτομαι [το] ''περισ-
σοτερο''.


Χ
Οι ανθρωποι μερικες φορες αισθανονται τις
λεξεις.
''Ο ανθρωπος ειναι οι λεξεις του''.Η παραγωγικη
διαδικασια των λεξεων διαμορφωνει την
ανθρωπινη πραγματικοτητα. ''Επεα πτεροεντα''
ο ανθρωπος.Λεξεις,ον,μη-ον,ειναι,μη-ειναι...:
Ανθρωποτητα λεκτικη.

ΧΙ
Τα μαθηματικα πηγαζουν απο το μυαλο μας η'
αντιστοιχουν στον μηχανισμο του;
Σωστοτερα θα ηταν να ρωτησουμε:Υπαρχουν
μαθηματικα περα-απο-αυτο;
Τα μαθηματικα του απειρου μας λενε για τα
μαθηματικα του ''περιορισμενου'' μ' εναν
μη-αλγοριθμικο [ μη-περιορισμενο] τροπο.
Στα μαθηματικα τιποτα δεν ειναι ''καθορι-
σμενο '' στο πως παραγονται, ειναι εκφραση
του ''μη-αληθινου''σαν αληθινου.
Καμια καταφαση , μοναχα ερωτηση.

ΧΙΙ
Στη μουσικη τι αναζηταμε;
Αν αντιστρεψουμε την ερωτηση σε απαντηση:
''''η μουσικη μας αναζηταει'', τοτε δεν αντιστρε-
φεται ο κοσμος;
Ομως ο κοσμος ηταν αντεστραμενος και στην
πρωτη περιπτωση , δηλ . ετσι κι αλλιως ο κο-
σμος ειναι αντεστραμενος.Να ζεις σημαινει
να ζεις σε κατοπτρο.
Να ρωτας , μην απαντας.
Οι απαντησεις μας κατασκευαζουν ''σαν
απαντηση''.

ΧΙΙΙ
Η Πραγματικοτητα δεν φαινεται, ειναι
μη-φαινομενο .Ζουμε στη αν-υπαρξια της.
Πλησιαζουμε οτι δεν -υπαρχει με τροπους
,που δεν-το-πλησιαζουν.
Η Πραγματικοτητα:η πολυ-τροπια μας,που
υπαρχει,οπου δεν-υπαρχει.
Η ''Πραγματικοτητα'' ενα προι'ον της εφευρε-
ικοτητας [η' της φιλοδοξιας] μας:να ''κυριαρ-
χισουμε''.
Ομως μας αντιστεκεται πληρως
το μη-κυριαρχουμενο .

ΧΙV
Ο Πολιτισμος τι ειναι;
Ειναι αντικειμενικοτητα η' συμβαση;
Αν ειναι αντικειμενικοτητα ,ποιες ειναι οι αρχες
στις οποιες βασιζεται; και τοτε τα περιεχομενα
τους ειναι ανθρωπολογικα
Αν ειναι συμβαση , ποιες ειναι οι συμβασεις
στις οποιες βασιζεται; και τοτε τα περιεχο-
μενα τους ειναι δυο φορες ανθρωπολογικα.
Ο Πολιτισμος μηπως ειναι η εξιδανικευμενη
ασκηση εξουσιας ;

XV
''Το μηνυμα κωδικοποιηται σε καποια γλωσσα
απο τον πομπο [ και μεσω καναλιου]μεταβιβαζε-
ται στον δεκτη , που το αποκωδικοποιει στην
αρχικη γλωσσα'':Μια προταση:Αρχη της
Θεωριας της Επικοινωνιας.
Καθε επικοινωνια βασιζεται στη κοινη γλωσσα
πομπου -δεκτη.
Στην Τεχνη ομως μπορει να υπαρχει μη-αντι-
στοιχια γλωσσων πομπου -δεκτη . εκει θεμελι-
ωνεται [ αρχιζει] η Τεχνη:''η γλωσσα ''μου''
δεν ειναι η γλωσσα ''σου'', που δεν ειναι η
γλωσσα ''μου'' ''....
''Μερος της γλωσσας ''μου'' ειναι μερος της
γλωσσας ''σου'', αλλα οχι με τον ιδια
ανα[μετα]μορφωτικη δραση [προβολη].
''Αν η γλωσσα ''μου ''ειναι αγνωστη σε σενα,
τοτε στη γλωσσα ''σου'' παραγεται '' η ποιη-
ση'' [ μου ] ''.
Οι προτασεις [τα Εργα] της Τεχνης ειναι οι
προτασεις[ τα μηνυματα] ενος ''μη- επικοι-
νωνιακου ''Συστηματος

XVI
Στο θεατρο ,στη σκηνη διαδραματιζεται η ιστορια
[η' η ουτοπια] ενος διαφορετικου κοσμου , οι ηθο-
ποιοι υποδυονται εναν ανθρωπινο κοσμο περα
απ'τα φαινομενα.Ποιες κοινωνιες δημιουργουν
θεατρο; η απαντηση μπορει να ειναι θεατρικη:
οι Οιδιποδειες :Θεατριζω σημαινει διαλευκανω.
Στην αιθουσα του Θεατρου οι θεατες δεν ειναι
οπως στο σπηλαιο του Πλατωνα , βλεπουν κατ'
ευθειαν στην ουτοπικη χωρα.Το θεατρο ειναι
συμβαση, η θεωρια του[ η οποιαδηποτε ] ειναι
συμβατικη [η ' ουτοπικη ;]

XVII
'' η συνειδηση του τρομου ανελισσεται στη ματαιο-
τητα του χρονου, το συναισθημα του προηγουμενου
στη βιωση του τωρα, μια αυταπατη: να ενωνεσαι
μεσα στη διαφορα.Η οραματικοτητα του Αλλου
δεν επιβαλεται , παραγει την τεχνη''

XIIX
Αν δεν υπηρχε η γλωσσα θα επρεπε να εφευρεθει,
οπως η μουσικη, ο κινηματογραφος.Η λογοτεχνια
υπαρχει περα απο τη γλωσσα,ενω δομειται πανω
[και με ] [σ]τη γλωσσα, ειναι α-γλωσσικη.
Θα μεινει η λογοτεχνια μετα τον ανθρωπο; Θα μει-
νει η λογοτεχνια, που δεν γραφτηκε [ η ' δεν προ-
φασε να γραφτει] ποτε.Μπορει η λογοτεχνια να
ειναι η ανθρωποτητα.

XIX
Η δυσκολια [ γενικα ] πρεπει να γινει αντικειμενο
της επιστημης [ τελως παντων καποιας επιστημης
η' φιλοσοφιας ]

XX
Η εννοια της συνεχειας διασαφηνιζει την πραγματι-
κοτητα.

XXI
α]Μπορει με την ασκηση να χειριζεσαι τελεια τη
γλωσσα;

β]Τι χρειαζεται για να καταλαβεις τη Μαθηματικη
Λογικη του Ρασσελ;

γ]Μια μηχανη , σαν τον ανθρωπο , ονειρευεται;

XXII
Ποια προταση ειναι προταση λογικης ; '' η λεξη
''Πλατων ''εχει τοσους φθογγους οσες [ σε αριθ-
μο] εχει ενα εξαγωνο γωνιες ''

XXIII
η αποδειξη προχωραει στη προταση P απο την
προταση Q .Ετσι η αποδειγμενη προταση p
απορρεει απο τις προτασεις p1,p2,p3,...,pν.
Πως ειναι σιγουρο οτι η σειρα ειναι ορθη [ η'
αληθης];.Και σε τι κοσμο αντιστοιχει η αρχικη
προταση[αξιωμα];.Δεχομενοι τις αποδειξεις
τα Μαθηματικα δημιουργουν [ επιβαλλουν ]
ουσια[essence] στον κοσμο [universe ].
Στην ερωτηση:''μα πως γινεται ;'' η απαντηση:
''ετσι πρεπει να ειναι '' δεν αποτελει ισχυρο
επιχειρημα.

XXIV
Στα μαθηματικα ισχυει:
1=1
2=1+[1]
3=1+[1+[1]]
4=1+[1+[1+[1]]]
5=1+[1+[1+[1+[1]]]]
.
.
.
Ετσι , ομοια και στη γλωσσα ;

XXV
5 Αξιωματα Για Μια Θεωρια

I : Η πραγματικοτητα ειναι μυθ[ι]στο[ρημα]τικη

II:Ο κοσμος[universe] ειναι α-τυπος:οι εικονες
[pictures] τον ταξι[θετουν].

III:Ο κυκλος ειναι το συμβολο των μυθο[λογιων]

IV:Η ποιηση των λεξεων ειναι η ποιηση των
πραγματων.

V:Η φιλοσοφια ειναι [image] του συμπαντος μας.

XXVI
- Η προταση ''P ειναι μη-αποδειξιμη '' ειναι απο-
δειξιμη.

XXVII
Για να παραδεχτεις μια αντιληπτικη εννοια πρεπει
να εφοδιαστεις με ολο το εκφραστικο της περιεχο-
μενο.Π.χ για την αντιληψη του νερου θα πρεπει
να αποκτησεις τις εννοιες του παγου, του νερου
στις πηγες ,ακομη και των βρωμονερων στους
υπονομους, ...

XXVIII
''αισθηση χιουμορ και τολμηρα χρωματα, που εξα-
πτουν τη φαντασια, απο ενα κραγιον ,το οποιο κα-
νει τα χειλη να χαμογελουν, οταν αφηνει πανω
τους το λαμπερο του αποτυπωμα''
:ενα ψυχαναλυτικο κειμενο της μετα-μοντερνας
πορνογραφιας.

XXIX
η τηλεοραση ειναι μια faux[ψευδης, απατηλη]
μασκα της πραγματικοτητας [ realite ].
Εκει κατασκευαζεται [made in ] η παρωδια των
συμβαντων[ facts ].
Ενα εργοστασιο του ομοιοτυπου [ simulacre ].
Η καινουργια [nouvelle ] η' η τελευταια[dernier]
συγχιση του ανθρωπου[ ; ].

XXX
Πως θα ηταν ο κοσμος αν δεν γινονταν καμια
εφευρεση και καμια αποκαλυψη;Μαθηματικη,
φυσικη ,θεωρητικη ανακαλυψη [ η'
και μεταφυσικη ].

ΧΧΧΙ
α]Ποια αληθεια εξαρταται απο την εμπειρια;

β]Η μη-λογικη επαγωγη μπορει να αποδειχθει
λανθασμενη;

γ]Το ''κανονικο'' δεν διαπραγματευεται με τον
ιδιο τροπο το '' ιδεατο''

XXXII
'' η '' η ιστορια της φιλοσοφιας '' ειναι αδυνατη
ιστορια: αποστερημενη απο τη λογο-τεχνια''

XXXIII
Τα φυσικα αντικειμενα συγχιζονται με τα ονοματα
τους .Η πραγματικη δομη του κοσμου ειναι γλωσσικη.
Η πληθωρικοτητα του κοσμου οφειλεται στο χειρισμο
του λεξικου , της γραμματικης , του συντακτικου.
Αυτος γραφει : το αντικειμενο π.χ δεντρο ανηκει
στην εννοια ''δεντρο'' και ειναι μια επεκταση της
εννοιας ''δεντρο''.Γι αυτο εννοιες οπως: '' δεντρο'',
''φυτο''δεν ειναι ταυτοσημες , αλλα διαφορετικα
νοηματα η' διαφορετικες ιδιοτητες .
Ποια η σχεση μεταξυ αντικειμενων και εννοιων
στην πραγματικοτητα ;

XXXIV
Ο Giotto ειχε μια ουμανιστικη αντιληψη , δεν ηταν
κατω απο την εξαρτηση της φυσης: ηταν μεσα στην
διανοητικη οργανωση του Συμβολικου: ο Giotto
χωρο-ποιησε τη σκεψη.

XXXV
Την παραδοχη οτι καθε απειρο συνολο πραγματικων
[αριθμων] ειναι ειτε αριθμησιμο ειτε εχει τη
πληθικοτητα του συνεχους, την ονομαζουμε:
'' η υποθεση του συνεχους '' του Cantor.

XXXVI
Η Τεχνη εχει γινει Μοδα : μια τροπη διαστροφικη:
'' συνειθιζω να πουλω τις ιδεες μου'' : η ιστορια
της Τεχνης δεν ειναι η ιστορια των Μουσειων.

XXXVII
Στα Μαθηματικα συμβαινει το παραξενο: το ενα
να ειναι τρια και αντιστροφα.Επρεπε να θεμελι-
ωθουν οι αριθμοι πανω σε μια λογικη.
.
.
.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ
[DECISION MAKING]
.
.


.
.
η αποφαση
.
.
''ισως '' ,δεν συνεχισε τη σκεψη του.Ηταν πια
αργα,αυριο το πρωι θα αποφασιζε τι θα εκα-
νε.Ακουγε τ'αυτοκινητα να κυλανε στη λεωφο-
ρο.Ο θορυβος δεν τον ενοχλουσε.Κοιμηθηκε
ως το πρωι.Τον ξυπνησε το τηλεφωνο.Δεν προ-
λαβε να το σηκωσει,εκλεισαν.Σημερα θ'αλλαζε
τον συνειθισμενο ρυθμο του.Ξυριστηκε,ετοιμα-
σε κατι κι εφαγε.Ξανακτυπησε το τηλεφωνο.
Το σηκωσε,ακουσε τι του ειπαν.Το εκλεισε.
Τα αυτοκινητα επαναλμβαναν την πορεια
τους σε διαφορετικη συχνοτητα.Ειχε καιρο
να διαβασει δυο-τρεις σελιδες απο το μυ-
θιστορημα , που ειχε αρχισει .Διαβασε συ-
νολικα δεκα σελιδες.
Δεν εγιναν σοβαρες αλλαγες στην
ιστορια, ισως καποιες στη μορφη και στο
υφος της διηγησης.Κοιταξε το ρολοι' στον
τοιχο,ειχε περασει η ωρα.Βιαστηκε.Εκλεισε
τη πορτα πισω του , δεν πηρε το ασανσερ ,
κατεβηκε απο τις σκαλες, και βγηκε στο
δρομο.Σταματησε ενα ταξι,εδωσε μια διευ-
θυνση τυχαια κι εφυγαν.Οταν κατεβηκε
ηταν αποφασισμενος.Περιπλανηθηκε
ωρα στα στενα , μαλλον απομακρυνθηκε
μ'αυτον τον τροπο.Ειχε υπολογισει μεχρι
να μην επιστρεψει στο ιδιο μερος ,ειχε
ενοικιασει σε μια αλλη συνοικια ενα δια-
μερισμα.Τα παντα ηταν κανονισμενα
και στην παραμικροτερη λεπτομερεια ,
γι'αυτο δεν αισθανθηκε καθολου τυψεις
και ενοχες .
.
.
.
[ ODYSSEIA ] ΟΔΥΣΣΕΙΑ [ Ενα Ελληνικο Συνεχες ]
[ODYSSEY[ A Greek Continuous
.
.





.
.
ΟΔΥΣΣΕΙΑ [ Ενα Ελληνικο Συνεχες]
.
.
κι η δικη τους ποιηση σε κηπο καρποφορων
δεντρων μετρα τις εισπραξεις της με
μονεδα πυγολαμπιδων
.
ξεσπασε η ψυχη του με Θεωρηματα Υπερ-
βολικης Γεωμετριας ωσπου οι αχρειοι
λογοδοτησαν
.
κι αγραμματος κι απλος ως ηταν συνεφαγε
με τους Ελληνες λογια Δημοκρατικων
.
η βαρκα ερριξε τα πορφυρα διχτυα στα
συννεφα και την αγκυρα αγκυρωσε στην
λευκοτητα
.
επιδεξιες πτησεις γλαρων εξισορροπουσαν
την λευκοτητα
.
''Ουτις'' ακουστηκε και τ'αηδονι στοχευσε τον
οφθαλμο , ο δε ηλιος βαρκαριζε στα τριαντα-
φυλλα
.
ο λοφος και λιγοστα δεντρα
προσωπεια κορυδαλλων κρεμασμενα
στις ελιες/ η Σκηνη
.
[πηλινη η'μαρμαρινη ]κεφαλη ιδιοκτησια
περιστεριων
επαθλο αγωνων
.
ρωτησε για τα αινιγματα των κοχυλιων
και χωρις δισταγμο του απαντησαν
οι Δημοκρατικοι:''Το Ποιημα ανηκει
στο Λιτο''
.
Η Αρετη,Ελληνες,ειναι ευρυθμη καμπυλη
Αγρυπνητε
.
ΑΝΑΓΝΩΣΕ:''Ειχαν συρθει προσφυγες οι
ανθρωποι εκεινα τα χρονια , εκει μαγειρεψαν
χταποδια κι εκτισαν τα λογια τους επι των
Δικαιων''
.
Πληθος οστρακων σχηματιζε το προσωπο τους
.
τις Κυριακες εβαζε παλιους δισκους στο γραμμο-
φωνο να ρυθμιζει τις ροτες των ψαριων
.
Κι αυτος ο Οδυσσεας ξεψαριζε στη βαρκα με
τον γυιο του
.
ηξερε τη χρηση των κουπιων κι αλατιζε το
ψωμι του , παρ'οτι πολυμηχανος παρεμεινε
απλος
.
το βουνο απανω με φορτιο την πολιχνη
κωπηλατουσε στο φεγγαροφωτο
.
τον καμπο της παραστασης καλυπτει ενα
πεδινο τοπιο με τα χαμηλα βουνα της περι-
οχης
.
πανω στο τραπεζι ενας μεταλικος δισκος με
ψωμι,κι ενα πηλινο δοχειο με κρασι .οι μορ-
φες ανα εξι συμμετρικα γυρω απ'την κεντρι-
κη μορφη σε ιδιαιτερες στασεις για ν'απο-
δωσουν το κλιμα της Σκηνης
.
Η Εννοια της Αντιφασης Οργανωνει τα
Ελλειπτικα των Ερμηνειων
.
σχηματα πουλιων και
αντικατοπτρισμοι νερων στο λευκο
.
Οδυσσεα , μην αμελησεις επιστρεφοντας
ν'αφηγηθεις στους συντροφους τι ειδες εδω
.
Οδυσσεα , πληρωσε με λευκοτητα το φαγητο
σου ,και ντυσε τον υπνο σου με ρυθμους
γλαρων
.
και τα πουλια μπορει να'ναι τα ψαρια
τ'ουρανου
.
τα πουλια , Μαγνητικα Πεδια Λευκοτητας
.
σηκωνοντας τις πετρες ανακαλυψε τετραγωνα
γαλαζιο, ηξερε πως τα πουλια ηταν υπευθυνα
γι'αυτο
.
μετρησε τις Ιδεες, στα δε χρωματα των φυλλων
ο χρονος σοιβαχτηκε σ'αυτα
.
διαβασε στον Ομηρο τα εργα του , με διορατικο-
τητα εδρασε και με σαφηνεια στα λογια
.
Ιδεογραμμα 1:
Ενα Κενο[στον Ανθρωπο] η Ιστορια
.
Ιδεογραμμα 2:
Ολοκληρωνοντας την Παραγωγο της Μυθολογιας,
η Ιστορια
.
Ιδεογραμμα 3:
Η Ιστορια , Λογοτεχνια του Πραγματικου
.
Ιδεογραμμα 4:
Ιστορια,η Μεγιστη Ιδεολογια
.
το περιβολι ειχε λεμονιες , ειχε πορτοκαλιες,
ειχε μηλιες, ειχε και μια στερνα ,που γεμιζε
απ'το νερο της βροχης
.
στην επιστροφη του ρωτησε
Οδυσσεα, τον Γιωργο τον βρηκε ο πολεμος
του '40 στο Στρατο λοχια ,εμεινε για παντα
στα χιονια στα βουνα της Αλβανιας
.
του εστειλε το μεγαλυτερο παιδι με το
μικροτερο κοριτσι ,τη Μαρια, στο αμπελι
να της μαζεψει αμπελοφυλλα και να τα
στειλει στο σπιτι
.
γυρισε ο Οδυσσεας κι ειδε
τα παιδια ετρεξαν πισω απο μια πεταλουδα
να την πιασουν
μεσα στο φως
.
ο Οδυσσεας μας διηγηθηκε για τους Ελληνες
Η Φιλοσοφια των στο πρωινο Φως
Αυτοι οι ανθρωποι υφανανε στους αργαλει-
ους τα τοπια των παιδιων τους
Τα Δωρικα των Λεξεων φωτογραφιζουν την
ψυχη τους
Με τα υλικα του Μυθου η Ιστορια των Ανθρω-
πων
.
Αυτος ο ανθρωπος δεν σε γνωρισε στις πολεις,
που υπηρξες
.
Ειδε
Ποιος ο αμπελουργος και ποιος ο γεωργος
στο μπουλουκι αυτο;
.
τωρα τα φυλλα της ελιας ξεφυλλιζει
ο ηλιος/ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
.
Ειπε
κι ηλθαν σμηνη τα σπουργιτια ομοτραπεζα
των ελαχιστων
.
Σκεφτηκε
τωρα η φωνη τους πυγολαμπιδα στο φεγγα-
ροφωτο
.
βελη χρυσαφιου τα σπαρτα στοχευουν τον
ηλιο
.
Εδω ,ειπε
Το φως χτενιζει τα συννεφα και τα σγουρα
μαλλια των βουνων
ο ανεμος
.
Ανοιξε το παραθυρο ,τα πουλια μπηκαν στη
σαλα
ο καθρεφτης δεχτηκε τη φωνη τους
.
[Την πρωτη βραδυα ,που γυρισε]
Εξω ,στον κηπο κατω απ'την πορτοκαλια
καθησε,το φεγγαρι ολογιομο απο πανω
αγγιστρωθηκε στα κλαδια της
.
στο καφενειο κουβεντιαζαν για τη σοδεια,
λιγοστη,.
δυσκολη η χρονια
.
ο Οδυσσεας μας ειπε
ενας ανθρωπος για χρονια δεν μιλουσε,
φοβοταν μηπως του κλεψουν τις ιδεες
.
επλυνε το προσωπο του ,σκουπιστηκε με
την πετσετα , απεναντι απ'το λοφο ανη-
φοριζε το φεγγαρι
.
ανηφοριζοντας για το σπιτι συναντησε
μια παρεα παιδιων,κανενα δεν τον γνω-
ριζε
.
τον Οδυσσεα
.
καθως προχωρουσε η μερα το γαλαζιο
κερδιζε τη θεση του στον ουρανο
.
με ελαχιστα λογια αυτοι οι ανθρωποι τα
συναισθηματα τους ντυνουν
.
Ο πατερας σιωπηλος τα βραδια στο σπιτι
''Θα τα καταφερουμε'' τον ακουσε να μονο-
λογει
.
ο δρομος μεσα απο βραχια και θαμνους
ανεβαινε κι χανονταν μεσα στις ελιες,
εκει φιλοξενησε εναν ανθρωπο,
το λιγοστο φαγητο μοιρασε
.
τον Οδυσσεα
μια μερα τον ειδαμε να πηδαει απ'τη βαρκα
να βγαινει στην αμμουδια , να στηνει στην
αμμο το κουπι του και ν'απομακρυνεται
στην ερημια
Αργοτερα μας αφηγηθηκε για τον Ελπηνορα
τον συντροφο, με δακρυα στα ματια
.
στα ερωτηματα μας το βουνο αντηχουσε με
σιωπη
.
[Ο Godel σε σταση προσωπογραφιας συνο-
μιλει με τον Πλατωνα
Θεμα:
''Η Προοπτικη της Μη-Πληροτητας των
Ιδεων''
στην Ομηρου Οδυσσεια]
.
[ο Οδυσσεας]
αλλοτε στο ερημονησι ,που βγαιναμε να
ξεψαρισουμε ,ται'ζε τους γλαρους στα
βραχια
γελουσε σαν μικρο παιδι
.
Ισως,τον Οδυσσεα ψαχνουν οι γλαροι πε-
τωντας στους θαλασσινους τοπους, τον
συντροφο υπο τας ερετρας
εμεις εκεινο το πρωινο ξημερωνοντας το
υποψιαστηκαμε
ακουγοντας τις κραυγες τους
.
η θαλασσα , Γλαρων Τοποι
.
κι η βαρκα συνοδευτηκε απ'τους γλαρους
.
[ο Οδυσσεας γυρισε και μας ειπε]
τρωγοντας γαλαζιο οι γλαροι λευκαινουν
.
στο ταξιδι μας
σηκωνοντας τα κουπια ασημια/ η βαρκα
προσπερασε τ'ακρωτηρι
.
[βρηκαμε]
τα σχηματα των ψαριων στα διχτυα
.
ναι,με τον Οδυσσεα φαγαμε στ'ακρογυαλι
[απο μαρτυρια θαλασσινου]
.
Ο Οδυσσεας ,ψαρας το επαγγελμα ,απλος
κι εργατικος , ο πρωτος αναμεσα μας
.
ηρθε ενας ανθρωπος ,δεν τον ρωτησε τι-
ποτα,εφαγε μαζι του και μετα τ'απογευμα
εφυγε
.
δεν θελησε στα εργα του να αποτυπωσει
την ματαιοδοξια του
.
[μας εδειξε γυρω]
Τοσα πολλα σχηματα φυλλων και τοσα ειδη
φυτων στο φως
.
καποτε [ τις νυχτες ] κατεβαινε στη θαλασσα,
εμενε εκει με τις ωρες ακουγοντας τα αδιακο-
πα κυματα
.
[και τ'απογευματα]
Τοτε συναντουσε ψαραδες καθως γυριζαν
με τις βαρκες απ'το ψαρεμα,τον χαιρετου-
σαν κουνοντας το χερι
.
μια μερα μας μαζεψε και μας ειπε
[''μικρα κυκλαμινα ρουφουν φως στη ριζα
του βραχου '']
.
[ Μετα απ 'αυτο ανοιχτηκε στο πελαγο ,
μονος του ,δεν θελησε να παρει κανενα μας]
και μετα απο τρεις μερες απουσιας επεστρε-
ψε, μας πλησιασε κι ανοιγοντας τη φουχτα
του μας ειπε:
''Να,δεστε, σας εφερα Γαλαζιο,μοιραστητε το''
.
θυμαμαι τον Οδυσσεα να μπογιατιζει τη βαρκα
του στο καρναγιο , και φορες τον ακουγα να
τραγουδαει τους καημους του στους γλαρους
.
εμεις τα παιδια μεχρι τα γονατα στο νερο
ψαχναμε για χταποδια
Τον ακουσαμε να λεει:
''Εγω κανενας δεν ειμαι του φωναξα''
.
βρηκαμε τα πατηματα του στην αμμο,
διπλα του συνοδοιπορουσαν γλαροι ως
φαινεται απο τα ιχνη τους στα πετρωματα
τωρα
Αραγε τι να εψαλλε γι'αυτον ο τυφλος ρα-
ψωδος;
''Απ'Ουτις αρχομαι ψαλλων''
.
[σ'ολα τα ταξιδια του]
Τα δε ανθρωπινα ειχε παρ'ολα αυτα παντα
στην εννοια του
.
[Μαθαμε]
κι αν τον αδικησαν
δεν ανταπεδωσε ο δικαιος
.
σκορπισε λογους αγαθους
κι ωφελησε πολλαπλα χωρις να δεχθει
ανταμοιβη
.
τα εργα του απλα και ανιδιοτελη , ως και
οι λογοι του
.
συνομιλησε με τα πουλια, αυτο φαινεται
απ'το πως προφερει τις λεξεις στη φωνη
του
.
[τον ειδαμε τον Οδυσσεα ]
αγκυρωνε αποσπασματα της θαλασσας
στον ουρανο , και μερη απο συννεφα στα
κυματα
.
και ο τοπος ανθρωπων η Πολιτεια
.
μια γεωμετρια του ελαχιστου εμπαινε στη
θαλασσα
.
συνυπολογιζοντας την Ιστορια με ποσοτητες
Πραγματικου
.
και ο λογος το υφος του ανθρωπου ειναι
.
[Οδυσσεα]
στο γαλαζιο τ'ουρανου κρεμαστηκε η κραυγη,
εσυ μοναχα ξερεις
.
με την αρμυρα της μεταφυσικης τα ονειρα
.
με φως το τοπιο και χρωματα το ενδοτερον
[ειπε ο Οδυσσεας ,σαν αναφερθηκε στα
ελληνικα μερη]
.
[ τις ωρες του νοστου τον εφτανε]
ενρινος ανεμος απο τα μερη της βελανιδιας,
η φωνη η φωνη η φωνη
.
[ κι ειδε ]
το σπιτι με προβολεα εριχνε το φως του
στα δεντρα ,η δε σκια ανθρωπος
.
[κι υστερα]
το βλεμμα επιστρεφοντας απ'τη θαλασσα
ανοιξε διαπλατα τα παραθυρα
.
[αν και ηταν παλιοτερος [
και Συ Αριστοτελη τι λες για ολ'αυτα;
.
ακουστηκε:
και τοπος ανθρωπων η Πολιτεια
.
[Συζητησε ]
Απο το Α στο Β προς το Γ
Με δομικο στοιχειο τον ετερομορφισμο η
σκεψη μαε
Ποιο τροπο επιλεγουμε να επικοινωνησου-
με με τις μορφες;
Αυτο,που βλεπεις ειναι αδυνατο να το γνω-
ρισεις
Απο το Γ στο Β και στο Α .Μην διανοηθεις
οτι κλεινει ο κυκλος
Αυτα ακουστηκαν εδω
.
Και η Αρχαιοτητα ενα Θεωρημα
.
Αν δεχθεις το Α διαμεσου του Β θα βρεις
το Γ
[ Το Αντιστροφο Δεν Ισχυει Παντα]
.
Καθε Θεωρημα αποδεικνυεται σ'ενα καθο-
ρισμενο Αξιωματικο Συστημα
.
Το Πραγματικο ειναι Προτασιακος Τυπος
της Λογικης
.
Το Δικαιον ειναι μερος του Αγαθου
.
Να πολιτευεσαι συμφωνα με το γενικο
ωφελος
.
Η Αληθεια Ειναι Μια Μη-Αποδεικτεα
Προταση
.
Η γνωστικη διαδικασια αληθευει[αντιστοιχει]
στο διμελες συνολο[Ψευδες,Αληθες]
.
με πληθικο αριθμο το Απειρο[η κινηση του
Βλεμματος]
.
Οδυσσεα,
στο Φως ειμαστε πιο φωτεινοι
.
Οδυσσεα,
το[Ρητο] και το[Αρρητο] παρατηρω
.
Οδυσσεα,
αλλοτε το Μετρο[του Σχηματος] κι αλλοτε
το Συζυγες [του Χρωματος ]
.
Οδυσσεα,
ενας Ου-Τοπικος Χωρος ειναι στιγμιαια
Μη-Πραγματικος
.
Οδυσσεα,
το τοπιο μια σειρα απο περικοπες παρατηρη-
σεων
.
Οδυσσεα,
και στην ακρη της ραψωδιας ο Ομηρος, ο
τυφλος ποιητης
.
Οδυσσεα,
Μουσα ενεπε...
.
Οδυσσεα,
αυτα ειναι για μας σαν τον αερα ,που αναπνε-
ουμε
.
να βρουμε γεγονοτα ,να εκφρασθουμε
.
για να γνωρισουμε τις Ιδεες χωρις διαλεκτικα
τεχνασματα
.
ο Οδυσσεας εδειξε :'' ενα δεντρο , η θαλασσα ,
το ταξιδι''
[αλλα αυτη η εικονα ειναι μια προταση
σαφηνειας ]
.
γραφοντας τη γλωσσα μας ειμαστε αυτοι ,
που ειμαστε
.
ο Οδυσσεας παλι εδειξε:
''τα κυματα ειναι τ'αλογα της θαλασσας''
[αυτο δεν εκφραζει Αληθειες με την επι-
στημονικη σημασια της λεξης ]
.
το τοπιο με τη χρηση του Μυθου ενας αδια-
κοπος παραλληλισμος Ιδεων/ και με
στιγμιοτυπα ανθρωπων το τοπιο/με κεντρο
τον Ανθρωπο να Ερμηνευουμε ,
Αριστοτελη
.
Οδυσσεα,
με το Μη-Πραγματικο βρισκουμε[ανακα-
λυπτουμε η' εφευρισκουμε] το Πραγματικο
.
Οδυσσεα,
το Βλεμμα αναγνωριζεται στις Ερμηνειες του
/ πιθανον το Βλεμμα Ου-Τοπια/
μηπως σιωπηρα το Βλεμμα αποπλανα /
η διαιρεση του σωματος [ με την Ιδεα]
αφηνει υπολοιπο το Βλεμμα/
το Σωμα το Οριο της Γλωσσας/
το ''μη-ειναι''του Σωματος θεμελιο του
Πραγματικου/
σαν Κειμενο το Σωμα γραφεται με
σημεια Βλεμματος
.
Οδυσσεα,
η Υπαρξη Δεν Οριζεται στο Πραγματικο
οπωσδηποτε
.
ο Ανθρωπος, εκβαλλοντας απο τον λαβυρινθο
της Μυθολογιας στην ευθεια της Ιστοριας
.
ο Οδυσσεας ειπε:
''Αυτο ,που συναντας στο ταξιδι ειναι η ηλικια
του τοπιου και κατ'επεκταση του ανθρωπου''
.
Ελληνες, και το λιτο και το ελαχιστο εχει το
χωρο του [ ειπε ο Οδυσσεας ]
.
Ελληνες, προπαντως να αποφυγουμε την
απαξιωτικη σταση των Δογματων
.
κι ετσι Αριστοτελη ,δεν φτασαμε στην
Αληθεια αλλα σε ατερμονες Υποθεσεις
''Περι του Ψευδους''
[ειπε ο Οδυσσεας ]
.
και δειχνοντας μας το τοπιο ,τη θαλασσα ,
τα δεντρα
και τα πουλια ,τον ακουσαμε να λεει:
''να τα μοιρασεται ολα αυτα δικαια''
.
Αυτα ακουστηκαν εδω
.
.
.







.
.
Ο Οδυσσεας στο πορτο
.
.
Εφτασε μια μερα ,που η γλαροι απο ψηλα παιζοντας
κυνηγουσαν τις σκιες τους στα κυματα ,λευκες σκιες.
Εδεσε το και'κι του στο πορτο , πηδηξε στη προκυ--
μαι και κατευθυνθηκε προς τα μαγαζια . Μπηκε
σ'ενα απ'τα μεσαια στη σειρα , καθησε σ'ενα τραπεζι
κοντα στη τζαμαρια , απο κει εβλεπε τις αραγμενες
βαρκες στο λιμανι.Ηρθε το γκαρσονι , παραγγειλε
καφε,νες μετριο με λιγο γαλα .Σε λιγο σερβεριστηκε
τον καφε,πληρωσε , πηρε τα ρεστα .Εκεινη την ωρα
λιγοστοι πελατες , σιγα -σιγα γεμισε.Κυριως παρεες
νεων,μιλουσαν για αυτοκινητα , για αθλητικα .
Σ'ενα-δυο τραπεζια καθονταν νεαρες κοπελλες ,
ηταν σε αποσταση και δεν μπορουσε ν'ακουσει
καθαρα τι λεγανε , ηταν κι η μουσικη
δυνατα , καθε τοσο ξεσπουσαν σε γελια.
Εκει μεσα κανεις δεν τον γνωριζε ,ουτε
κι αυτος γνωριζε κανεναν .Γρηγορα βαρεθηκε ,
βγηκε εξω , περπατησε κατα μηκος της παραλιας
προς το νοτο .Ο ηλιος πλησιαζε το βουνο , οι
ισκιοι μακρεναν .Λοξοδρομησε , αφησε τη θαλασ-
σα και βρεθηκε στη συνοικια πανω στην ακρη
της κωμοπολης .Περπατησε μεσα στα δρομακια
της.Τα σπιτια ασπρισμενα , αυλες με λουλουδια,
εκεινη την εποχη ανθισμενα , και δεντρα ,αμυγ-
δαλιες , πορτοκαλιες , λεμονιες και ελιες .Μυρι-
σε τηγανισμενη μαριδα , απο ενα ανοικτο
παραθυρο ακουγε φωνες ανθρωπων,που
συζητουσαν , ξαφνικα σταματησαν , ακουσε
το κτυπο ενος τηλεφωνου , και μια φωνη
''Εμπρος '' , δεν σταθηκε , προχωρησε.Ανηφο-
ριζοντας ειδε πανω ψηλα απ'το δρομο να
κατρακυλαει μια μπαλα , κι απο πισω της
τρεχοντας ενα παιδι ,οταν εφτασε η μπαλα
κοντα του εσκυψε και την επιασε .Σε λιγο
εφτασε και το παιδι λαχανιασμενο ,θα'ταν
περιπου δεκα χρονων .Απλωσε τα χερια το
παιδι ,του'δωσε τη μπαλλα , εκεινο τον
ευχαριστησε κι εστριψε να φυγει ,οταν ειχε
ξεμακρυνει καμια δεκαρια μετρα του φωνα-
ξε:''Πως σε λενε;'', κι εκεινο χωρις να στα-
ματησει απαντησε :'' Νικο'' , κι επειτα αμεσως
τον ρωτησε :'' Εσενα;'' , του απαντησε:''Εμενα
με λενε Κανενα '' .Μολις ακουσε αυτο το παι-
δι σταματησε , γυρισε και τον κοιταξε , στην
αποσταση ,που βρισκονταν φαινονταν μικρο-
τερο .''Με κοροι'δευεις,δεν ξερω κανενα τετοιο
ονομα '', και γελασε .''Κανενας , δεν υπαρχει
τετοιο ονομα'' , του φωναξε και ξαναρχισε να
τρεχει.Ξαφνικα σαν κατι να ξεχασε σταματη-
σε , γυρισε .'' Μονο σ'ενα βιβλιο στο σχολειο,
δεν θυμαμαι ποιο , ο δασκαλος μας ειπε για
ενα τετοιο ονομα , καποιον τον ελεγαν Κανε-
να και κατι εκανε '' ,τις τελευταιες λεξεις τις
ειπε τρεχοντας μεχρι ,που χαθηκε στη στρο-
φη του δρομου .Εκεινος σταματησε ν'ανεβαι-
νει , γυρισε , και περνωντας το δρομο πισω
, τωρα ειχε νυχτωσει , εφτασε στο λιμανι ,
τα φωτα της παραλιας ειχαν αναψει ,κι ειχε
αρχισει να πεφτει ενα ψιλοβρεχο . Εκανε μια
βολτα κατα μηκος της προκυμαιας προς τα
βορεια , η βροχη ειχε δυναμωσει , βιαστηκε
να γυρισει στο και'κι .Εφαγε κατι προχειρο
κι επεσε να κοιμηθει .Ολη τη νυχτα εβρεχε.
Το πρωι σταματησε.
Ξυπνησε , κι ετοιμαστηκε να φυγει, η θαλασ-
σα μετα τη βροχη λαδι . Εβγαλε το και'κι απ'
το λιμανι κι ανοιχτηκε στα νερα του κολπου ,
σε λιγο περασε τα νησια .
Θα'φτανε στο νησι κατα το μεσημερι , ετσι κι
αλλιως τωρα ηταν κοντα , μεσα απο την
εκτυφλωτικη διαχυση ,που'χε το φως το διε-
κρινε αχνα.
Οι γλαροι πετωντας τον ακολουθουσαν
ακουραστοι,και ποτε τον εφταναν και ποτε
ξεμακραιναν πισω του
.
.
.
Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
.
.
Σημερα ηρθε στο σπιτι μας επισκεψη ο Οδυσ-
σεας με την κυρια Ποπη ,την γυναικα του.Εφε-
ραν μαζι τους τον μικρο Οδυσσεα και τη μικρη
Πηνελοπη,εγγονια ,παιδια του Τηλεμαχου.Εφε-
ραν και δωρα στα παιδια ,στον Ελπηνορα ,τον
βαφτιστικο τους ,ενα αυτοκινητακι τηλεκατευθη-
νομενο,και στην Ανδρομαχη μια κουκλα με ξαν-
θες μπουκλες.
Το σπιτι μας ηταν χτισμενο ψηλα στον πρασινο
λοφο,κι απο κει ειχαμε τη θεα του κολπου κατω.
Καθησαμε στο κηπο,αρχες του Ιουνιου,μια ζεστη
μερα.Εκει ειχε στρωσει το τραπεζι η Ελενη,η γυ-
ναικα μου, με καθαρο τραπεζομαντηλο,το στολι-
σε και με φρεσκα λουλουδια στο ανθοδοχειο.
Τα παιδια σκορπισαν στον κηπο να παιξουν.Οι
γυναικες πηγαν στη κουζινα να ετοιμασουν τα
φαγητα.Εγω και ο Οδυσσεας μειναμε στο τραπε-
ζι,μιλησαμε για τη δυσκολη οικονομικη καταστα-
ση,αυτος ηταν οργισμενος με τους ματαιοδοξους
κι ανικανους δημαρχους ,που ξεφυτρωσαν τωρα
τελευταια.Γενικα ηταν συγκρατημενος στα λογια
και στις κρισεις του.
Σηκωθηκαμε να περπατησουμε στον κηπο,μεσα στα
δεντρα,ειχε μηλιες,αχλαδιες,ειχε ροδιες, κυδωνιες,
ειχε ελιες,αμυγδαλιες,στη νοτια πλευρα του ειχα
φυτεψει αμπελι.Η καρδια του φανηκε να ξαλαφρω-
νει απ'τα βαρη της.
Τα παιδια μας φωναξαν απ'τ'ανοιχτο παραθυρο
να μπουμε μεσα στο σπιτι.Τα βρηκαμε στο σαλονι,
εκει και η Ελενη και η κυρια Πηνελοπη.Επαιζαν
στο play station .Καθισαμε στον καναπε και τα
παρακολουθουσαμε στο παιχνιδι.
-''Να ,ο Νουνος'' φωναξε ο μικρος Ελπηνορας δει-
χνωντας στην οθονη,και γυρισε προς τον Οδυσ-
σεα γελωντας.
Μας εξηγησαν πως επαιζαν την ''ΟΔΥΣΣΕΙΑ''.Επαι-
ζαν με τη σειρα.Τωρα επαιζε ο μικρος Οδυσσεας
με μεγαλη δεξιοτεχνια . Μας εδειξαν την Τροια,
περασαν επιπεδο,level το ειπανε, να το νησι των
Λωτοφαγων,επειτα στον Πολυφημο , και βαλθηκαν
να το τυφλωσουν.
Γυρισα προς το μερος του Οδυσσεα και του ψιθυρι-
σα στ'αυτι.''Σαν τον Κερκ Νταγκλας μοιαζεις,ιδιος
εισαι''
Γελασε.''Ξερεις,ο Ομηρος ,τυφλος οπως ηταν,δεν
ειχε τι να κανει,κι οργιαζε η φαντασια του.Το ιδιο
και κεινοι οι αργοσχολοι οι ραψωδοι,που δεν ειχαν
αλλη δουλεια,παρα να γυριζουν στις αυλες των
βασιλιαδων να τρωνε και να μπεκρουλιαζουν
λεγοντας παραμυθια.Τωρα πλακωσε και το Χολυ-
γουντ με τους Γιαπωνεζους,Μεγαλη Φαμπρικα
αδερφε μου.''
-''Να η θεια Κιρκη'' πεταχτηκε η μικρη Ανδρομαχη,
βλεποντας τη Κιρκη, μια κουκλαρα α λα Σοφια
Λορεν.''Σαν αυτη θελω να γινω αμα μεγαλωσω''
''Γι'αυτη την παρδαλη ο θειος σου ο Οδυσσεας
εκανε εικοσι χρονια να γυρισει στο Θιακι'',σχολι-
σε,δηθεν πειραγμενη η κυρα Πηνελοπη.Κι εγω
αρπαζωντας την ευκαιρια εριξα λαδι στη φωτια.
''Εγω στη θεση του με τετοια θεα δεν θα γυρι-
ζα ποτε '' και σκουντησα τον Οδυσσεα.Οι γυναι-
κες γελασαν ,κατι ειπαν σιγανα ,και επεστρεψαν
στη κουζινα.''Σιγα ,τι μας λες ,κι εγω θα εσκαζα''
ακουσα την Ελενη.
Επειτα εξω στο τραπεζι .Ψητο αγριογουρουνο με
σελινο,κρασι φινο,και φρεσκα φρουτα,τα πουλια
στα δεντρα,και τα τζιτζικια.
''Σαν τα τζιτζικια ,αυτοι οι ατιμοι οι ραψωδοι,ο Ο-
μηρος,πες -πες ακαταπαυστα εκαναν τον κοσμο
να πιστεψει τις ψευτοιστοριες ,που σκαρωναν για
να διασκεδαζουν την ανια τους οι αφελεις αρχον-
τες'' ειπε ο Οδυσσεας ,κι εμεις κρυφογελασαμε,
γνωστη και μη εξαιρεταια η πονηρια του αλλωστε.
Τα παιδια τον ρωτησαν για κεινα τα χρονια και
για κεινα τα γεγονοτα.Τους ειπε για τον Αχιλλεα,
ενα γερο παλικαρι απ'το Βολο,δεν σηκωνε μυγα
στο σπαθι του.Ειπε και για τον ατυχο Φιλοκτητη
που σαπιζε απ'τις πληγες στη Σκυρο,πικραμενος,
απολεμος.Ειπε για τον Εκτορα ,τον εχθρο,λεβεν-
της ,λιονταρι , και για την Ανδρομαχη ομορφη
γυναικα κι ατρομητη.Για τον Παρι ειπε:''ενας
τιποτενιος, ενας πλει μποι ,χαρτοκλεφτης ,
ενας μεθυσος του κερατα ,αχρηστος''
Εγω γυρισα και κοιταξα την Ελενη,εκεινη κοκ-
κινισε κι εσκυψε το κεφαλι χαμηλα.
Μα πιο πολυ σταθηκε στον Αιαντα απ'την Κου-
λουρη,την Σαλαμινα, σαν να τυραννουσαν οι
τυψεις.Ελεγε γι'αυτον πως το κακοπηρε πολυ
βαρια που τον κοροιδεψε και του αρπαξε τα
περιφημα οπλα του Αχιλλεα.Εκεινου σαλεψαν
τα φρενα,γυριζε τρελος στο στρατοπεδο των
Ελληνων,και καποτε χυμηξε σ'ενα κοπαδι
προβατα μεσα και τα'σφαξε με το ξιφος τους,
''πιστευοντας ο δολιος πως ηταν οι Αχαιοι κι
εγω αναμεσα τους''.Κι επειτα ειπε πως ντρο-
πιασμενος οταν συνηλθε αυτος ο γιγαντας
εστησε στην αμμο ορθο το σπαθι του και
καρφωθηκε πανω του χυνοντας το αιμα του
διπλα στο ακρογυαλι της Τρωαδας.Ετσι κακο-
θανατησε εκεινος ο ευγενης ανθρωπος,ο
καλυτερος απ'ολους οσους μαζευτηκαν σ'
αυτην την ηλιθια εκστρατεια .
''Κι ο Ελπηνορας,τι ειναι τωρα; μονο ενα
κουπι καπου σ'ενα απομερο ακρογυαλι
δειχνει πως καποτε υπηρξε'',σαν να δακρυ-
σε,''Αυτος ,ενας Κανενας'',τον ακουσαμε.
Κι αλλα πολλα ειπε για τοτε ο Οδυσσεας με
βαρια τη καρδια.''Οι ανθρωποι τα παιγνια
των θεων, σκιες ,αερας και διαλυονται''.
Σταματησε για λιγο, ηπιε νερο.
Κι επειτα σαν να ζωηρεψε συνεχισε:''Κι ολ'
αυτα για να βρω τους μνηστηρες οταν γυρι-
σα στο σπιτι μου,να τρωνε και να πινουν κι
απο πανω να θελουν να μου παρουν και τη
γυναικα'' ειπε,και γυριζοντας προς την κυρα-
Πηνελοπη:''Ε γυναικα;''
Εκεινη μ'ενα γοργο βλεμμα συνενοηθηκε με
τη δικη μου την Ελενη ,δανειστηκε ενα κακο=
μοιρο υφος και τον πειραξε:'' Και να σκεφτεις
πως ,πως ολο εκεινο τον καιρο,καθομουνα
πιασμενη στον αργαλειο κι υφαινα και ξυφαι-
να,η δολια''
Σκασαμε στα γελια,τα παιδια μας κοιταξαν
περιεργα,κι υστερα κι αυτα,χωρις να εχουν
καταλαβει καλα,ξεσπασαν σε γελια.Επειτα
σηκωθηκαν απ'το τραπεζι και σκορπισαν
στο κηπο να παιξουν.
Εμεις οι μεγαλοι μειναμε στο τραπεζι,συζη-
τωντας διαφορα θεματα.
Περασε η ωρα χωρις να το καταλαβουμε,αρ-
χισε να φυσαει ενα δροσερο αερακι απ'τα
βορειοδυτικα.Τα παιδια ακομα παιζανε στον
κηπο.
Ειδαμε τον Ελπηνορα να ξεφευγει απ'την πα-
ρεα των παιδιων.Πλησιασε τον νουνο του,
σταθηκε μπροστα του σοβαρος,κι εστησε
ορθιο στο χωμα ενα ξερο ξυλο.Εκεινος τον
κοιταξε,γελασε γλυκα,εσκυψε προς το μερος
του,επιασε με τα χερια του το παιδι κι αφου
το φιλησε απαλα στο μαγουλο το σηκωσε
ψηλα ,στο φως .
Ολοι γελασαμε ,και βλεποντας αυτο τ'αλλα
παιδια παρατησαν το παιχνιδι ,πλησιασαν
κοντα μας και καθησαν μαζι μας μεχρι ,που
ο ηλιος περα μακρια βυθιστηκε μεσα στα
νερα πισω απο κοκκινα και πορτοκαλια
πεπλα.
.
.
.
ODYSSEY'S SEA-BIRDS TOPOI
[ ΓΛΑΡΩΝ ΤΟΠΟΙ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ]
.
.
κι η βαρκα συνοδευτηκε απ'τους γλαρους
.
ο Οδυσσεας,ψαρας,απλος κι εργατικος,
ο πρωτος αναμεσα μας
.
τρωγοντας γαλαζιο οι γλαροι λευκαινουν
τα κυματα
.
σηκωνοντας τα κουπια ασημια/
η βαρκα προσπερασε τ'ακρωτηρι
.
τα σχηματα των ψαριων
στις πτησεις των γλαρων
.
... με τον Οδυσσεα φαγαμε στ'ακρογυαλι,
και προσφεραμε στον ηρωα κρασι
[απο μαρτυρια γερου θαλασσινου]
.
θυμαμαι τον Οδυσσεα να μπογιατιζει τη βαρκα του,
και φορες να τραγουδα τους καημους του
στους γλαρους
.
εμεις τα παιδια μεχρι τα γονατα στο νερο
ψαχναμε για χταποδια,
τον ακουσαμε:
'Εγω κανενας δεν ειμαι του φωναξα''.
Αργοτερα το θυμηθηκαμε και κλαψαμε.
.
βρηκαμε τα πατηματα του στην αμμο
εκει που σκαει το κυμα,
διπλα του συνοδοιπορουσαν γλαροι,ως φαινεται
απ'τ'απολιθωματα στα πετρωματα τωρα.
Αραγε ,τι να εψαλλε γι'Αυτον ο τυφλος ραψωδος;
''Απ'Ουτιν αρχομαι
.
μια μερα τον ειδαμε να πηδαει απ'τη βαρκα
και να βγαινει στην αμμουδια. Να στηνει
στην αμμο το κουπι του και ν'απομακρυνεται
στην ερημια.
Αργοτερα μας αφηγηθηκε για τον Ελπηνορα
με δακρυα στα ματια.
.
αλλοτε στο ερημονησι που βγαιναμε να ξεψαρισουμε,
ταιζε τους γλαρους,στα βραχια αφηνοντας το φαι τους.
Γελουσε σαν μικρο παιδι.
.
Ισως τον Οδυσσεα ψαχνουν οι γλαροι
στους θαλασσινους τοπους,τον συντροφο
υπο τας ερετρας.
Εμεις εκεινο το πρωινο ξημερωνοντας
το υποψιαστηκαμε.
.
.
.
επαναληψεις Γαλαζιου
[στον Οδυσσεα]
[to Odyssea]
.
.
.ο Οδυσσεας διαλεξε ενα δεντρο,με μια αιχμηρη
πετρα χαραξε στον κορμο τ'ονομα του:
''Κανεις''
.
.αργοτερα βρηκαμε τον Οδυσσεα στην ακροθαλασ-
σια,μετρουσε τα κυματα,και μετα απο ωρες ση-
μειωσε στην αμμο:''1''
.
.κοιταξε γυρω του ο Οδυσσεας,
τον ακουσαμε να μονολογει:
''Παντου το Φως!Το Φως!''
.
.γυρνωντας ο Οδυσσεας,εσπασε ενα κλαδι απ'το
δεντρο που'χε χαρξει τ'ονομα του.Μας το'δωσε.
''Να το φυτεψετε''
.
.πηδωντας ο Οδυσσεας στην βαρκα να απομακρυνθει
για το ταξιδι,σε μας που μαζευτηκαμε στο περιγαλι
να τον αποχαιρετισουμε απο εκει μας φωναξε:
''Μην παραπονιεσθαι και μην λυπασθαι που
δεν εχεται ονοματα.Να το ξερεται,κανενα ονομα δεν
ταιριαζει σ'αυτον τον τοπο που εχετε,να ταραξει την
ευγενεια και την ομορφια του''
Ειπε,και χτυπωντας τα κουπια χαθηκε στο πελαγος.
Εμεις μειναμε να κοιταμε τη θαλασσα ,σιγουροι
για τις επαναληψεις της,και πως ο Οδυσσεας θα επι-
στρεψει παλι στην Ιστορια μας ,με το ιδιο παντα
Ονομα:
''Κανεις''το δικο μας ονομα
.
.
ODYSSEA ['S STORIES]-
Ο ΓΡΙΦΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ-
[THE AINIGMA OF ODYSSEA]
.
.


.
.
ODYSSEA ['S STORIES]
Ο ΓΡΙΦΟΣ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ
[THE AINIGMA OF ODYSSEA]
.
.
Ειχαν περασει δυο χρονια απο τοτε που ο Οδυσσεας
επεστρεψε στην πατριδα κι ειχε ξεμπερδεψει με τους
μνηστηρες.Καλα το'χε χειρισθει εκεινο το θεμα.Ταχα
πως ηταν ενδιαφερομενοι για τη γυναικα του την
Πηνελοπη.Κουραφεξαλα.Αυτος πληρωσε δημοσιογρα-
φους να διαδωσουν και αυτα να γραψουν .
Η Πηνελοπη μια μεγαλη γυναικα ηταν,περασμενη
στα χρονια.Βαστουσε ακομη.Αλλα τα χρονια ειχαν
περασει.Εκεινοι ηθελαν να του παρουν την εξουσια.
Αυτο τους ενδιεφερε.Να βολευτουν να πλουτισουν.
Το καταλαβε εγκαιρα και τους διελυσε.Πριν αντιδρασουν
και δυσκολεψουν τα πραγματα.Τους καθαρισε
Θα πρεπε να'ταν ευχαριστημενος,αλλα δεν ηταν.Μι-
κρη η Ιθακη μια σταλια τοπος.Δεν τον χωρουσε.Τοσα
ειχε δει τοσα ειχε γνωρισει στο ταξιδι του.Τι να λεμε
τωρα.Μια αποτυχια η ζωη του εδω τωρα στο νησι.Να
φυγει δεν γινεται.Τωρα τα πραγματα εξω ειναι διαφο-
ρετικα.Ορθολογισμενα, δεν εχουν περαση τα παραμυ-
θια και οι πονηριες.Ουτε ανθραγαθηματα,ουτε κυκλωπες
ουτε λαιστρυγωνες,ουτε Κιρκες.
Αυτα τα κατασκευασαν οι Φαιακες.Αλλωστε τους πλη-
ρωσε καλα.Για προπαγανδα.Δικια τους και δικη του.
Κατασκευασμενα ψεματα.Ποιος εχει διαθεση και χρονο
να διερευνησει αν εγινε αυτο η' εκεινο.Τον βολεψε
αυτη η κατασταση.Τωρα νιωθει πληξη.Ετσι του'ρχεται
να βγει στην αγορα και να πει την αληθεια.Κι αυτο τον
βασανιζει, εχει αγρυπνια και δεν κοιμαται τη νυχτα.
Ποιος θα τον πιστεψει;Κανενας.Θα τον περασουν για
τρελο.Πως εχασε τα μυαλα,μια τετοια δοξα μεγαλη να
θελει να την καταστρεψει.Αλλοι θα πληρωναν τεραστιες
περιουσιες να την ειχαν.
Δεν θα τον πιστευαν,θα τον γελοιοποιουσαν.Δεν ειναι
ευκολο, να μεταβαλεις τα πραγματα.Οι ανθρωποι τα θελουν
ετσι οχι αλλιως.Πανω σ'αυτα στηριξαν τις ζωες τους,σ'αυτα
πανω εφτιαξαν τις επιχειρησεις τους.
Παραδειγμα,τα μικρα αγαλματακια,τσιγκινα,μπρουτζινα
η' πλαστικα,αυτες τις κιτς κατασκευες,για να καταναλωνουν
οι τουριστες.Αυτα που τον δειχνουν στις διαφορες περιπετειες
του.Ο Δουρειος Ιππος,το ξυλινο αλογο με το οποιο μπηκαν οι
Ελληνες μεσα στη Τροια κι επεσε η πολις,Δεμενος κατω απ'τη
κοιλια του κριαριου για να ξεγελασει τον τυφλωμενο Κυκλωπα
Πολυφημο και να ξεφυγει απ'τη βαθεια σκοτεινη σπηλια που
τους ειχε κλεισει,αυτον και τους συντροφους του.Και αλλα
πολλα,οπως  δεμενος στο καταρτι οταν περνουσαν κοντα απο
το νησι των σειρηνων.
Τοσα πραγματα,ταινιες,βιβλια,ποιηματα,πινακες ζωγραφικης,
κομιξ,κινουμενα σχεδια,αρχαιολογικες ανασκαφες,ιδεολογιες,
τοσα πολλα σουβενιρς.Οχι δεν εχει δικαιωμα να τους απογοητευ-
σει.Χωρις αυτα δεν ειναι τιποτα.Κανεις.Ουτις.
Αν ηθελαν κυβερνητη μονο θα διαλεγαν εναν οποιον να'ναι απ'το
σωρο των μνηστηρων και θα τον εβαζαν στο θρονο.Δεν ηταν ολοι
αναξιοι μεθυσοι και κακομαθημενοι.Καποιος θα ξεχωριζε να τον
διαλεξουν να τους κυβερνησει.
Και να μην πει πως και οι μνηστηροφονια ειναι φτιαχτη.Μην τρελ-
λαθουμε.Μπροστα στα ματια τους εγινε.Και δεν την εμποδισαν,μα-
λιστα βοηθησαν να γινει.Πως στηθηκε ολη η μηχανη και και τους
ξεκαθαρισε;Αν ηταν μικρος αδυνατος ενας κοινος ψευτης
ενας καπνος ενα σακι αδειο,θα τον εστελναν απο εκει που ηρθε
αδιαβαστο.
Καταλαβενε πως ετσι που εφερε τα πραγματα δεν ηταν ευκολο
να διορθωθουν.Ηταν αδυνατο.Παει,τερμα.Θα βαδισει στη φημη
που εφτιαξε.
Αυτα σκεφτονταν τη νυχτα και δεν κοιμονταν.Διπλα του η Πηνε-
λοπη κοιμονταν ησυχη.Γελασε,ακομα και το ονομα της ετυμολο-
γικα σημαινει:''αυτη που χαλαει το πανι στον αργαλειο'',που υφαι-
νει και ξυφαινει.Απορια.Πως ο νονος που τη βαπτισε της εδωσε
αυτο  το ονομα και της βγηκε,να γινει γυναικα του Οδυσσεα και
για ν'αποφυγει τους μνηστηρες,να υφαινει και να ξυφαινει;Σαν
ολα τα κατοπινα γεγονοτα να συμμορφωθηκαν στο ονομα της.
Περιεργο.Την κοιταξε στο απαλο φως της κρεβατοκαμαρας.
Σκεφτονταν πως δεν ειχε δικαιωμα να χαλασει την εικονα της πι-
στης συζυγου,που ειχε δημιουργησει γι'αυτην.Εικοσι χρονια τον
περιμενε.Κι ας ηξερε πως καθολου δεν ηταν ετσι.Μ'ολους τους
μνηστηρες πηγε,κι οχι μια φορα,αλλα πολλες φορες με καθεναν..
Το ξερει δεν ξεγιελιεται,κι ας μην του το'πε.Κι ας κανενας αλλος
απ'οσους ζουν στην Ιθακη κατοικος να μην τολμησε να 'ρθει
να του το μαρτυρησει.
Επειτα εχει κι αμφιβολιες αν οσα λενε οι ραψωδοι γι'αυτον δεν
εχουν γινει..Πως τα φανταστηκε.Αφου ο αοιδος ο Δημοδικος
στη Κερκυρα στο παλατι του βασιλια των Φαιακων Αλκινοου
τραγουδουσε τα παθη του.Και την Ναυσικα τη θυμαται καλα
ομορφη κι ευγενικη κοπελα.
Επειτα εκεινο το παιδι,περιπου 15 χρονων,που περυσι το καλο-
καιρι ηρθε στο νησι,και του συστηθηκε σαν γιος του απο τη
σχεση του με την Κιρκη,ποσο πολυ του εμοιαζε,ιδια κοψια
στο κορμι,ιδιο χρωμα μαλλιων.Οχι τωρα ,αλλα οπως οταν ηταν
νεος.Οπως τον δειχνουν οι λιγοστες φωτογραφιες που εχει απο
τα παιδικα του χρονια στο νησι.Ειδικα σ'εκεινη που ποζαρει κα-
λοκαιρι σε μια παραλια,ορθιος,απο τη μεση και πανω γυμνος
μ'ενα μεγαλο χταποδι στο δεξι του χερι,μεσα στο λαμπρο φως.
Πισω του η θαλασσα,και στα αριστερα ασπρα βραχια κι ο λοφος
ανεβαινοντας με τις ελιες.
Το παιδι εχει ιδιο χρωμα ματιων,ιδιο περπατημα,μονο στην ομιλια
διεφεραν.Ειχε αλλη χροια,μια ξενικη προφορα,απο αλλον τοπο,φυ-
σικο ηταν.
Τον βασανιζαν ερωτησεις.Πως το παιδι ειναι 15 χρονων;αφου απο
την αλωση μεχρι την επιστροφη του στην Ιθακη περασαν 10 χρονια
βαλε και 2 που ειναι εδω,12.Ως τα 15 ειναι 3 ολοκληρα χρονια.
Εκτος κι αν το παιδι ειναι μικροτερο και λεει 15.Οπως συνειθιζουν
τα παιδια να λενε ψεματα ,ν'ανεβαζουν επιτηδες την ηλικια τους για
να φανουν μεγαλυτερα και να τους παρουν οι μεγαλοι στα σοβαρα.
Τα παιδια βιαζονται να μεγαλωσουν.Οι γεροι ευχονται να σταματη-
σει ο χρονος.
Αν το παιδι λεει πως ειναι παιδι δικο του και της Κιρκης επρεπε να'ναι
κατω απο 12.Λεει ψεμματα.[;]
Αν ομως λεει την Αληθεια;Τοτε η' κατα τη διαρκεια της πολιορκιας της
Τροιας θα πρεπει να συναντησε την Κιρκη να τα'φτιαξε μαζυ της και να
γεννηθηκε το παιδι.Ομως κατι τετοιο δεν θυμονταν να'γινε.Η' μπορει
τα χρονια της επιστροφης στη πατριδα να ηταν περισσοτερα.Ποιος κρα-
ταγε τοτε ακριβες ημερολογιο,ενας λαθος,μια αβλεψια,και χανεται ο
ακριβης υπολογισμος του χρονου και η συνεχης διαδοχη των γεγονοτων.
Επειτα αυτη η συμμετρικη διαμοιραση του χρονου του φαινονταν περι-
εργη:10 χρονια στον πολεμο,10 χρονια στο ταξιδι της επιστροφης.
Πολυ υποπτη του φαινεται,κατασκευσμα των ποιητων,αυτοι τα κανουν
αυτα.Ποιητικη αδεια.Για την ομορφια την αισθητικη του εργου.Γιατι
να μην ειναι τα χρονια,μπροστα η' πισω,αντι για 10 ,ας πουμε 12 η'
8 η' 14 η' 9 η'...Ξερουμε πως η Φυση αγαπαει [φιλει]τη συμμετρια.
Ενω στους ανθρωπους επικρατει η αταξια.
Τωρα που το σκεφτονταν,σιγουρα αυτο ηταν εργο του ποιητη.Το παιδι
ομως υπαρχει,κι ειναι σιγουρα δικο του παιδι.Του θυμησε πραγματα,γε-
γονοτα,που εζησε πραγματικα σ'ενα νησι με καποια γυναικα,δεν θυμον-
ταν ομως αν την ελεγαν Κιρκη.
Σκεφτηκε,κι αυτο που σκεφτηκε τον ανησυχησε,μηπως τα γεγονοτα
που εβαλε,η'μαλλον τους εμπιστευτηκε,να γραψουν γι'αυτον ηταν
υποδεεστερα,πολυ κατωτερα απ'αυτα που πραγματικα εζησε.Γιατι
ομως δεν τα θυμονταν;
Μηπως τιμωρηθηκε για την υβρι που προκαλεσε.Επειδη απο τα πραγ-
ματικα,αυτα που συνεβησαν,πιστευοντας πως ητανν ασημαντα,πως δεν
ηταν εντυπωσιακα,ειτε για αμεση πολιτικη προπαγανδα ειτε για μελον-
τικη εκμεταλευση,προτιμησε τα φανταστικα,τα επινοημενα.
Εδω που τωρα ειναι δεν θα του συμβουν αλλα,οτι συνεβηκε συνεβηκε.
Επειτα αν περασουν τα χρονια,και μεσολαβησουν στα περασμενα γεγο-
νοτα αιωνες ,ποιος ενδιαφερετα ιαν κατι ειναι αληθινο η' αν ειναι
ψευτικο.Αφου δεν θα'χει επιρροη στην συγχρονη ζωη.
Και το ψευτικο και το αληθινο ειναι το ιδιο.Και η ζυγαρια γερνει αναμ-
βιβολα προς το ψευτικο.Κι ιοως ετσι ειναι καλυτερα.Απο μια πραγμα-
τικα ηρωικη ζωη επελεξε μια εξ ισου ηρωικη φανταστικη ζωη,Επειτα
το δευτερο,για λογους που δεν μπορει να κατανοησει ειναι πιο ενδια-
φερον,περισσοτερο χρησιμο.Επειδη το πραγματικο το ζουμε και δεν
του δινουμε σημασια,ενω το φανταστικο,το επινοημενο,το θεωρουμε
πολυ υψηλο,ανωτερο.
Η Πηνελοπη διπλα του ξυπνησε,γυρισε το κεφαλι προς αυτον,τον
κοιταξε και τον ρωτησε με προσποιητο ενδιαφερον γιατι δεν κοιμαται
ακομη.Δεν της απαντησε,εκανε πως δεν την ακουσε.Εκεινη γυρισε
στο αλλο πλευρο και συνεχισε τον υπνο.
Μετανοιωσε που δεν την εβαλε να την ξεμυαλιζει ενας απο τους λιμο-
κοντορους τους μνηστηρες και να φευγει μαζι του,και τοτε να φερει
την Κιρκη στο νησι,η'οπως αλλιως λενε τη μανα του παιδιου και να
ζησει μαζι της ευτυχισμενος.
Τον περιελουσε κρυος ιδρωτας.Αν πραγματικα την ειχε ξελογιασει ενας
μνηστηρας και αντι να το σκασουν αν μηχανευονται τον χαμο του;Να τον
δολοφονησουν μ'εναν οποιοδηποτε τροπο,να τον δηλητηριασουν,να τον
πνιξουν στο λουτρο.Κι αν το παιδι ειναι συνενοχος τους,μεσα στο κολπο
βαλτο να τον ξεκανουν;Βεβαια.Καλλιστα θα μπορουσε να ειναι ενας ηθο-
ποιος που προσποιειται να εχει ομοιοτητα μαζι του.Ολα ατα ομοια χαρακτη-
ριστικα ειναι εξωτερικα.Ποσοι ανθρωποι δεν εχουν τα ιδιο χρωμα μαλλιων
και ματιων;Το ιδιο περπατημα μαθαινεται,η ομοια ομοιλια κι αυτη μαθαι-
νεται.Μπορει να ειναι σωσιας του,καποιος που του μοιαζει ,καρμπον,ιδιος
μ'αυτον στις φωτογραφιες απο την παιδικη ηλικια.
Οι αναμνησεις,τωρα που το ξανασκεψτεται,ετσι ειναι,οι αναμνησεις ειναι
ψυχολογικες.Αυτουποβαλεσε,θελεις να'ναι ετσι.Και γινονται να ειναι ετσι,
σαν να συνεβησαν ετσι.
Θα πρεπει να φυλαχτει,να ξαγρυπναει,να μην τον πιασουν στον υπνο.
Κοιταξε την Πηνελοπη.Κοιμονταν.Δεν μπορει,κατι θα φωναξει στον υπνο
της,κατι θα της ξεφυγει.Και τοτε απ'αυτο θα πιαστει απ'αυτο το ελαχιστο
και θα συμπληρωσει το παζλ.Αντι να πιαστει συτος στο διχτυ θα πια-
στουν αυτοι.Καθε νυχτα θα ξαγρυπναει,δεν μπορει,θα της ξεφυγει μια
λεξη ,εστω ενα γραμμα,μια συλλαβη.Κι απ'αυτο το ελαχιστο θα φανε-
ρωθουν θ'αποκαλυφθουν τα σχεδια των εραστων.
Αν ακουγε π.χ το γραμμα σ αυτο μπορει να σημαινε το αρχικο γραμμα
του ονοματος του εραστη π.χ Στρατυλας.Μπορει να σημαινε σχοινι,το
σχοινι με το οποιο σχεδιαζουν να τον πνιξουν.Αν ακουγε το ρ,αυτο
μπορει να σημαινε ραντεβου,σε ποιο μυστικο μερος συναντιουνται
να συνομωτησουν.Μπορει να ακουσει  ενα γραμμα απο τα γραμ-
ματα μια λεξης,κι αυτο π.χ να'ναι απο τη λεξη ''αυριο''.Αυτο θα ση-
μαινε:αυριο θα δρασουν.Γι'αυτο πρεπει να επισπευσει,να  μην τον
πιασουν στον υπνο.
Αυτο θα τον εκανε να κανει το ιδιο.Δηλαδη να προσποιειται πως
κοιμαται και να του ξεφευγουν στον υπνο του εσκεμενα διαφορες
επιλεγμενες λεξεις και γραμματα να τους παρασυρει σ'ενα σχεδιο
εξοντωσης ,που δεν θα εκτελεσει.Κι ετσι να τους βρει απροετοι-
μαστους και στη συγχιση τους να τους αιφνιδιασε.
Απο αυριο θα το εφαρμοζε.Φοβονταν ομως μηπως ειναι αργα κι η αυριανη
μερα ηταν η τελευταια του.Η μερα της εκτελεσης του σχεδιου τους.
Αν στεκονταν τυχερος και δεν ηταν αυτη η τελευταια του μερα τοτε
θα'ειχε καιρο να βαλει σε εφαρμογη το σχεδιο του.
Κατ'αρχην θα προσπαθουσε να καθυστερησει το σχεδιο τους,γιατι δεν ηξερε
την προοδο του,να κερδισει χρονο.Μετα θα τους εκανε πιονια του και
θα τους μετακινουσε εκεινος.
Κρυος ιδρωτας τον ελουσε.Μηπως αυτο που σκεφτηκε ηταν μερος τους σχε-
διου τους.Για να ατονισουν οι αισθησεις του να τον παρασυρουν να ασχο-
λειται με το σχεδιο του κι ετσι να μην καταλαβει το δικο τους.
Εχουν ενα σχεδιο Α για να εχει αυτος ενα σχεδιο Β να μην καταλαβει το
σχεδιο τους Α ωστε να εχει αυτος ενα σχεδιο Β...
Φαυλος Κυκλος.Μ'ενα Φαυλο Κυκλο να τον εξοντωσουν.
Σιγουρα εκανε λαθος.Αναθαρρησε.Δεν μπορει να συμβαινει αυτο,γιατι
η γυναικα ηταν διπλα του ανισχυρη,κοιμονταν ησυχη,ερμαιο στα χερια
του.Θα μπορουσε να την σκοτωσει οποιαδηποτε στιγμη,αν ηθελε,και
να μην καταλαβει.
Τοτε δεν υπαρχει σχεδιο Α για να εχει αυτος σχεδιο Β,...
Αν ομως αυτο ηταν το σχεδιο Α;να πιστεψει οτι κανει λαθος αφου η
γυναικα κοιμαται διπλα του ησυχη και μπορει να την κανει οτι
θελει.
Ισως αυτο ειναι το σχεδιο τους:να μην εχει σχεδιο.Αυτο ισως ειναι
το σχεδιο Β,
Εχω σχεδιο Α και σχεδιο Β να μην καταλαβεις το σχεδιο Α.
Υπαρχει σχεδιο Α στο σχεδιο Β να μην αποκαλυφθει το σχεδιο Α.
Αρχισε ν'απολαμβανει αυτη την κατασταση,δεν πιστευε ποτε πως
οι λογικοι γριφοι ειναι το ιδιο,και ανωτερα,γοητευτικοι απο τις
περιπετειες.
Τοτε θυμηθηκε,πως πληρωσε τον ποιητη να δημιουργησει και μια
κατασταση με γριφους.Και τωρα ,να που αρχισε η εφαρμογη τους.
Αρα αυτα που συνεβαιναν[η' θα συμβουν]δεν συνεβαιναν[η' δεν θα
συμβουν]σ'αυτον και στη πραγματικοτητα που ζουσε,αλλα στον φαν-
ταστικο,στον εικονικο,στον επινοημενο κοσμο των ποιητων.Αυτον τον
μη-πραγματικο κοσμο που χειριζονται οι ποιητες.
Και δεν ειχε καμια αμφιβολια ποιος ηταν .Ηταν εκεινος ο τυπος που ζου-
σε πληκτικα στην Ιθακη δυο χρονια τωρα αφου ειχε εξοντωσει τους μνη-
στηρες.Σοβαρη ενδειξη πως δεν υπαρχει εραστης.
Βεβαιος γι'αυτο εσβησε το φως ,εκλεισε τα ματια και μετα απο λιγο κοιμη-
θηκε ησυχος.Αδιαφορος αν την αλλη μερα θα ξυπνησει στο ιδιο μερος
η' καπου αλλου.Το σημαντικο ειναι οτι ξεμπερδεψε,τελειωσε,μ'αυτο το
ειδος Υποθεσεων και Συλλογισμων.
.
.
.
ΧΕΛΩΝΑ [ΤΟ ΕΚΚΡΕΜΕΣ ΤΗΣ ΧΕΛΩΝΑΣ]
ΤURTLE 'S PENDULUM
η χελωνα ακουει 2 ιστοριες
.
.


.
.
[στο κηπο κατω απ'την ελια , μηνας Δεκεμβριος,
ετοιμαζεται για τη χειμερια ναρκη ] την καθυστερη-
σαν οι ελιες ,που επεφταν και τις ετρωγε
[Μαχαιρα Ξηρομερου Ακαρνανιας ]
.
.
Καποτε στη Παναγια τη Λεσινιωτισα ,εκει στη πλαγια
κατω απ'τις ελιες βρηκαμε μια χελωνα , την πηραμε
μαζι μας , την βαλαμε σ'ενα μικρο κηπο , της
δωσαμε το ονομα Ιολη , γραψαμε πανω στο
καυκαλο της
κι εκεινη συνεχιζει σαν το εκρεμες τη
περιοδικη της κινηση
.
.
η χελωνα ακουει 2 ιστοριες:
.
- πως να πουμε στη χελωνα το παραδοξο του Ζηνωνα:
'' Ο Αχιλλεας ειναι 100 φορες ταχυτερος απο
απο τη χελωνα .Αν η χελωνα βρισκεται 100 μετρα
μπροστα απο τον Αχιλλεα οταν αρχιζουν να τρεχουν,
τοτε αν ο Αχιλλεας διανυσει 100 μετρα η χελωνα θα
βρισκεται μπροστα του 1 μετρο κι οταν ο Αχιλλεας
διανυσει 1 μετρο η χελωνα προηγειται 1 εκατοστο
του μετρου
...ετσι συνεχως η βραδυκινητη χελωνα θα βρισκεται
παντα μπροστα απ'τον ταχυτατο Αχιλλεα το 1 εκα-
τοστο της αποστασης , που διανυσε αυτος και δεν
θα τη φτασει ποτε
.
-και τελειωνοντας πως να της πουμε τον μυθο του
Αισωπου:
'' Η αλεπου για να διασκεδασουν τα ζωα και να
σπασουν πλακα κανονισε να παραβγουν στο
τρεξιμο η ... χελωνα με τον λαγο.Ετσι κι εγινε.
Ο λαγος εφυγε σαν ανεμος , η αργη χελωνα πη-
γαινε και πηγαινε .Φτανοντας κοντα στο τερμα
ο γρηγορος λαγος σταματησε το τρεξιμο και σι-
γουρος οπως ηταν για τη νικη του ,πηγε και
ξαπλωσε στον ισκιο μιας μεγαλης βελανιδιας
...κι εκει αποκοιμηθηκε.
Η χελωνα περασε σιγα -σιγα απο μπροστα του
...και τερματισε
Τον λαγο τον ξυπνησαν τα δυνατα γελια των
ζωων ,ετριψε τα ματια του κι ειδε τη χελωνα
να εχει τερματισει .Κι ετσι εχασε το στοιχημα
.
Αυτος ο μυθος θελει να μας πει πως αργα και
σταθερα κερδιζουμε τον αγωνα της ζωης
.
.
η χελωνα ,που ειδες στο κηπο ειναι η ιδια
χελωνα ,που παρατηρησε ο Αριστοτελης
στην Αττικη
.
.
.
Η Πολη ειναι
νερο ανθρωπων , που κυλλα σ'ενα τοπιο, στο
περασματα του χαραζει στο εδαφος τους δρο-
μους της , τα κτιρια , με τις πορτες και τα παρα-
θυρα , τα εμπορικα , τις πλατειες , τα κοινωνικα
συμβαντα , τις οικονομικες δοσοληψιες , τις
πολιτικες της ιδεες ...
κι αυτο συνεχιζεται χρονια αφηνοντας τα
επαλληλα στρωματα του
αν αρχισουμε να ξυνουμε στο παλιμψηστο
της θα βρουμε την ιστορια της
,
,
,
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΛΑΙΚΟΙ
[ ΖΩΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΛΑΙΚΟΥΣ ]
.
.




..........................Γιωργος Ζαμπετας

........................Γιωργος Ζαμπετας

.......................Ριτα Σακελλαριου

..........................Πανος Μιχαλοπουλος

........................Γιωργος Ζαμπετας

......................Στελιος Καζαντζιδης

...........................Στελιος Καζαντζιδης

.........................Βασιλης Τσιτσανης

............................Γιαννης Παπαιωαννου

.............................Ακης Πανου

...........................Στελιος Καζαντζιδης

.........................Βασιλης Τστσανης

............................Ευτυχια Παπαγιαννοπουλου

..........................Στελιος Καζαντζιδης

...........................Γιωργος Ζαμπετας

.............................Στελιος Καζαντζιδης

.............................Στελιος Καζαντζιδης

..........................Μανωλης Αγγελοπουλος

.........................Γιωργος Μπατης

...........................Πανος Γαβαλας

..........................Μαρκος Βαμβακαρης

....................................Αποστολος Χατζηχρηστος

.........................Βασιλης Τσιτσανης

............................Γιωργος Μητσακης
.
.
[ απο τα ''Λαικα  Κειμενα'' ]
.
.
Ο Βαγγος και το Μαρικακι
.
.
''Θελει να με παρατησει
μ'αλλον αντρα για να παει''
[ Μανωλης Αγγελοπουλος ]
.
Τοτε ηταν με τα δυσκολα χρονια , με το Σχεδιο
Τρωμεν , που γνωρισε το Μαρικακι , φινο πλα-
σμα ,απ'αυτα που κατασκευαζει στη φαμπρικα
του ,τη πλαση να πουμε ,ο Θεος αμα εχει κεφια,
του'αρεσε το λοιπον το Μαρικακι , την πηρε στο
κουβεντιστο και μιας ηταν κι ομορφοπαιδο το
τυλιξε.Κι οπως το ταλλιρο δεν συχναζε στη τσεπη
του , φτωχαδακι ηταν ,δουλειες του ποδαριου ε-
κανε , το τρεναρε το σοβαρο και το επισημο , και
το Μαρικακι τον δυσκολευε , τι να πει στο σπιτι ,
πως τραβιεται μ'ενα μορτη και την ταιζει το πα-
ραμυθι.Τι να σου κανει κι ο Βαγγος κοιτουσε
με το τιμιο να κανει μαγια , θα μου πειτε γινεται;
δεν γινεται .Το αγαπουσε το Μαρικακι και δεν
γουσταρε να'χει τραβηχτικες με το νομο, ητανε
και το μητρωο του μουτζουρωμενο , κατι λιανα
πραματα , τσιμπημα πορτοφολιων και τα λοιπα
μικροπταισματα.Τωρα ομως καθαρος , ποτε στη
λαχαναγορα ,ποτε στο λιμανι φορτωνε ξεφορτω-
νε .Πως να κανεις κονομα ετσι.Και να'χεις το
Μαρικακι :''τι θα γινει με μας ; θα παει μακρια
η βαλιτζα;'' και τον στεναχωρουσε τον Βαγγο,
γιατι ο Βαγγος ειχε φιλοτιμο
Στην αρχη δε υποψιαστηκε τιποτα ,λαχανο ,
που τον τυλιξε ντολμα το Μαρικακι : κατι καθυ-
στερημενα στα ρεντεβου , κατι ακαταλαβιστικα
φωνηεντα , κατι ματιες πισω αριστερα και
δεξια , το πηρε το γραμμα πως κατι ετρεχε με
το Μαρικακι , του την πεσανε στο εμπιστευτικο
και κατι γνωστοι :'' να , τωρα να μην την πα-
ρουμε στο λαιμο μας , αλλα μια κουρσα στο πο-
λυ αστραφτερο αραζει εξω απ 'το σπιτι της , κι
ενας φιογγος κατεβαινει , μπουκαρει στο ιδιο-
κτητο,και μετα παρελευσιν ολιγου χρονου ,ξε-
μπουκαρει συνοδευων το Μαρικακι , μπαινουν
στη κουρσα και αμολαρουν προς αγνωστην
κατευθυνσην ''.Στον Βαγγο μπηκαν φυλλοι
, και το εξετασε το θεμα , κρυφτηκε και με
τα δυο του ματια ανοιχτα ειδε τα τετελεσμε-
να.Στεναχωρεθηκε πολυ , πηγε στη καμαρα
του, κλέιστηκε μεσα, ζουσε μονος του , τη γρια
την εχασε , πατερα δεν γνωρισε , ηπιε , με-
θυσε τη βλαστιμησε , και για πολυ καιρο
δεν του περασε ο καημος , το μαραζι τον
παιδευε.
Περασε ο καιρος ,οπως περναει σ'αυτον τον
ματαιο κοσμο για τα φτωχαδακια , δεν ακουσε
για το Μαρικακι , κι ουτε ετυχε καπου να την
τρακαρει.Αυτος εν τω μεταξυ αλλαξε το
τροπαρι , αφησε το ισιο δρομο κι επιασε
τον μπερδευτο , ηταν τυχερος τσακωτος δεν
εγινε , ομως τον ειχαν στη μπουκα , και στο
στενο παρακολουθητο.
Μια μερα που μοστραριζε μ'εναν ηλιο πολλων
κεριων σαν να το' κανε επιτηδες να δειξει τα
σκουληκια που''ναι οι ανθρωποι του ποιοντος
του Βαγγου επεσε πανω σε μια θεια της Μαρι-
κας,του 'πε τα παθηματα του κοριτσιου , πως
εκεινο το καθαρμα αφου τη γλεντησε τη
παρατησε , επειτα τα ιδια μ'αλλοναν , και
μ'αλλονα κατεληξε , να τωρα ,που μιλαμε
στα σπιτια της Τρουμπας.
Μεσα απ'το συναφι εβαλε να ψαξουν να μαθουν
πως και που .Ετσι κι εγινε , μεσα σε λιγες
μερες του δωσανε ραπορτο καταλεπτως ,που
και πως.Αρριβαρισε στα σπιτια της Τρουμπας,
μπουκαρισε σ'ενα , αυτο που του ειπαν, ζητη-
σε για παρεα και τα περαιτερω τη κοπελλα
με τ' ονομα Ροζα , και μπηκε στη καμαρα
να την περιμενει στο ντροπαλο φως , το
λιγοστο , εκεινη σε λιγο ηρθε , τη φωναξε
με το αληθινο της ονομα :''Μαρικα'' , η γυναικα
ταραχτηκε , κι επειδη τα πολλα λογια ειναι
φτωχεια , αφου τον γνωρισε και αρχισε
τις δικαιολογιες της Ευας εκεινης της διασημης ,
την εκοψε στη μεση ο Βαγγος:''Μαρικακι ,
ασε το τροπαριο της Κασσιανης , σ'αγαπαω
οπως εισαι κι ηρθα να σε παρω σ'αλλα μερη ,
αν δεχεσαι κουνησε το κεφαλι σου , αν οχι
κατσε στο λασπωτο''
Και το Μαρικακι κουνησε το κεφαλι , και την
πηρε ο Βαγγος σ'αλλα μερη ,που δεν τους
ξερανε .Κι ηταν ο Βαγγος ,ειτε το πιστευεται
ειτε δεν το πιστευεται , χωρις τραβηχττκες ,
το δε Μαρικακι , τυπος και υπογραμμος
.
.
.
ΤΑ ΛΑΙΚΑ [ απο τα ''Λαικα Κειμενα '' ]
ΑΓΡΙΝΙΟ:ΚΑΚΟΥΡΓΑ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΞΕΝΙΤΕΙΑ
.
.


.
.
Απο τα ''ΛΑΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ''
.
ΚΑΚΟΥΡΓΑ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ ΞΕΝΙΤΕΙΑ
.
.
'' Για σενα Αγρινιωτισσα
τα σωθικα μου ποτισα
με ουζο και με σερτικα ''
Στρατος Διονυσιου
.
Ητανε ο κοσμος,κι ειχε λογης φορτια πανω του,
κουβαλαγε δεντρα,ποταμια,βουνα ισα με κει
πανω, ζωα,ανθρωπους, πλουσιους και φτωχους,
αλλα κι αλλα ματζουνια :πολεμους,κατοχες,
πεινες ξεγυρισμενες,αλλα πως να το κανουμε
για'ναι το παλατζο σωστο ειχε και κοττερα,
ειχε και τα εξοχικα, ειχε τ'ακριβα τα καρα,
ειχε και τι δεν ειχε.
Και να το κανουμε πιο λιανο το νομισμα,
ειχε και το Αγρινιο,και το Αγρινιο ,ειχε το
Γιωργο,κι ο Γιωργος ειχε τη μανα του και
τη μπαλα,την κλωτσαγε καλα ,κι αν κυλ-
λουσε καλα το σχεδιο θα'παιζε στον Παναι-
τωλικο ,να ξελασπωνε τη πλαση του απο
τη φτωχεια και το ασημαντο .
Ειπαμε , μονο τη μανα ειχε ,πατερα δεν
γνωρισε,ηταν στη κατοχη ,ζορικα τα πρα-
ματα.Ο πατερας εφτυσε μια φορα αιμα,
εφτυσε δυο,την τριτη εφτυσε τον ψευτικο
ντουνια και περασε τον Αχεροντα.
Να γυρισουμε στον Γιωργο .Ο Γιωργος α-
νοιξε τα ματια του κι ειδε σκυλια να πεινα-
νε, κι ειδε τα πρασινα δεντρα ,κι ειδε τα
πουλια να σουλατσαρουν λιμπερα στο
γαλαζιο ,κι ειδε και τη Σουλα να σουλατσα-
ρει τις Κυριακες τ'απογευματα πανω-κατω
τη Παπαστρατου,απ'τη πλατεια Μπελλου
μεχρι τη πορτα του παρκου.Ντοστιμο κορι-
τσι,ομορφο,σενικο,στο ντροπαλο το φερε-
σθαι,πολυ σικ να πουμε,πολυ τ'αρεσε του
Γιωργου η Σουλα ,τα ματια της μεγαλα σαν
καστανα μαρονια αδερφακι μου του πηρανε
το μυαλο και το πεταξανε αραουτ.
Αυτο το βιολι επαιξε κανα τριμηνο.Κουβεντα
δεν ανταλλαξανε.Κλειστος ο κοσμος ,κλειστοι
κι οι ανθρωποι ,κλειστα τα στοματα.Μοναχα
τα ματια ειχανε πασαπορτι να κυκλοφορουνε
ελευτερα.
Ειπαμε φινο παιδι ο Γιωργος,κι ομορφοπαιδο,
δουλευε με τη μανα του και τις αδερφαδες του,
μεγαλυτερες απ'αυτον , στα καπνα ,μεσιακα,
στο Δοκιμι,στο Ζαπαντι .Και το φτηνοπωρο
στις Καπναποθηκες του Παναγοπουλου ,πα-
ρεα,να πουμε , με τη σκονη, και κολλατζιζε
τη νικοτινη .Κι η μανα με τις αδερφες ξενοδου-
λευαν στα πλουσια σπιτια του Αγρινιου , βλε-
πεις οι κυραδες ειχανε βαμενα τα νυχια ,που
να τα σπανε στις μπουγαδες,γινεται;δεν γινε-
ται.Ατιμε κι αδικε ντουνια ,ειπαμε.
Το λοιπον η Σουλα ηταν στην απεξω αυτον
τον καιρο.Καπου εκει στα προσφυγικα στον
Αγιο Κωνσταντινο εμεινε.Κλειστος ο κοσμος,
κλειστοι οι ανθρωποι,κλειστοι κι οι δρομοι.
Την ανοιξη σαν τα αποδημητικα πουλια εκα-
νε εμφανιση στη Παπαστρατου τις Κυριακες
τ'απογευματα , στη βολτα.
Κι ετσι την εβγαζε βολτα ο καιρος στο γυριστο:
καπνα,καπναποθηκες,βολτα,σπιτι,μπαλα
Σχολειο δεν πατησε ο Γιωργος, πηγε ειδε κι
απηλθε, κλαματα φωνες στο σπιτι ,τιποτα,
πηρε τ'απολυτηριο προκαταβολικα.Ποιος
καθεται τοσες ωρες στο καθιστικο ακινητος
και νηστικος να κανει ορνιθοσκαλισματα,δεν
καθεται καλυτερα με τις κοτες, να τα μαθει
εκ του φυσικου και θα'χει και το βραβειο του σε
αβγο.Τι κοτα ητανε,στο κοτετσι ; Απτερον και
διπουν ,κατα το αρχαιον ρητον .Ειναι;δεν ειναι
Ασε που επρεπε να τραυλιζει:κο- κο η κοτα ,μου-
μου η αγελαδα,να του βγει κουσουρι,που τα
μιλαε τα ελληνικα φαρσι,κι απο πανω να τρως
και ξυλο απ'το δασκαλο,ενω εκεινοι οι μπαγα-
σιδες ,οι 12 θεοι του Ολυμπου, να το'χουν ρι-
ξει στο νεκταρ και στην αμβροσια,με τις Ηρες,
τις Αφροδιτες ,και τις Αθηνες .Δεν εισαι καλα.
Μακρυα.Ασε ας λειπει το μορφωμενο,ειδαμε τις
μηχανες, που στηνει στα φτωχαδακια.
Να'χουνε αυτοι τα παντα και συ να μην εχεις
τη Σουλα ουτε στο κοιταχτο,που'ναι και τζαμπα.
Αδικο
Και περναγε ο καιρος απ'εξω.Στο αδιαφορο
Και μια μερα αλλαξε το φυλλο και μερασε
και για τον Γιωργο
Εκει που ντανιαζε δεματα καπνα στου Πανα-
γοπουλου,σαν να καθαρισε το ντουμανι,τρακα-
ρε στο παραπερα το Σουλακι.Πλησιασε στο
δηθεν και τυχαιο να κοψει κινηση.Απο τα
τα παραπεταμενα λογια επιασε το νοημα:πως
η Σουλα επιασε δουλεια ,στο ξεσκαρτισμα των
φυλλων του καπνου.Για στενο μαρκαρισμα
μεσα στις αποθηκες ουτε να γινεται λογος.Ει-
παμε κλειστος ο κοσμος ,κλειστοι οι ανθρωποι,
κλειστα τα στοματα ,αλλα και εποπτες ,και
τειχοι που'χουνε αυτια.
Στα διαλειματα για φαγητο δουλευε στο φουλ
η αποσταση,στο σχολασμα ; χωριστοι οι δρο-
μοι,ενα στενο δυο στενα ,τερμα ,εξαφανιση.
Πως να ντριμπλαρεις τη ζωη ,να κανεις το
παιχνιδι σου,με τετοιο κατενατσιο και διαρκες
πρεσινγ;
Ετσι στριφογυριζε τη μπαλα το μυαλο του ο
Γιωργος , το ποδοσφαιρο ειχε για ονειρο,για
αλλου,μ'αυτο εκφραζονταν.Ηθελε να τον αγκα-
ζαρει ο Παναιτωλικος, να ζητησει το Σουλακι
και να το παρει στο επισιμο,βαζοντας το καλυ-
τερο γκολ της ζωης του
Ετσι ειναι ο ανθρωπος ,μ'ονειρα τρεφεται κι
υστερα γεμιζει τη κοιλια του ψωμι.
Κι επειδης ως γνωστον ο τροχος γυριζει,γυρισε
κι εφερε στο μουντο μια μερα με βροχη,δουλευ-
αν στην καπναποθηκη ,κι ηρθε η ωρα να σχο-
λασουν ,η βροχη κραταγε γερα,η Σουλα βρηκε
καταφυγιο σ'ενα υποστεγο,την εστησε διπλα-
ρωτα ο Γιωργος,τα τζιγκια πανω πεζανε ντραμς
,κι ετσι μεσα στο θορυβο και το μουντο της αμο-
λυσε δυο φωνηντα,το κοριτσι κοκκινισε,σαν
παπαρουνα του αγρου, η βροχη ρουφιανα δυνα-
μωσε κι ακουσε η Σουλα και κατι παραπανω:
να,σ'αγαπαω καιρο,και στα ονειρα μου εχεις
στησει τσαρδακι,τα γνωστα εν ταις τοιαυταις
περιστασεις.
Απο τοτε και στο εξης το Σουλακι εβαλε το
Γιωργακι μεσα στα φυλλα της καρδιας της
και τα εκλεισε.
Ομως ειπαμε :κλειστος ο κοσμος,κλειστοι οι
ανθρωποι,κλειστοι οι δρομοι,τα στοματα κλει-
στα ομως τα ματια ανοιχτα ,πουλια να πετουν
λευτερα.
Τοτε το κεντρο στο παρκο ητανε ανοιχτο,τις
Κυριακες καθονταν κοσμος, για πορτοκαλαδα,
για γκαζοζα,για λεμοναδα ,για παστα
Εκει ητανε η Σουλα με τις φιλεναδες της
Κι εκει στην απεναντι μερια,ητανε κι ο Γιωργος.
Κι οι ματιες σαιτες περα δωθε ταχυδρομοι της
καρδιας .
Κι οπως τα παραμυθια τελειωνουν ,τελειωσε κι
αυτο
Το Σουλακι δεν ξαναρθε στη καπναποθηκη,για
το Γιωργο η σκονη φουντωσε κι η νικοτινη
ανυποφορη, ο κοσμος αδειαζε , η δρομοι α-
δειοι,το Αγρινιο βαρυ.Ουτε τις Κυριακες τ'απο-
γευματα στη βολτα στη Παπαστρατου το Σουλα-
κι.Ουτε αυτη ουτε την αλλη ουτε την παραλλη
Κυριακη.Κι ο Γιωργος σηκωνε πανω του μεγαλη
ανησυχια .Που του'τρωγε τα σωθικα
Κι τοτε κατεβηκε ο απο μηχανης θεος,με τη
μορφη μιας ξαδερφης της Σουλας,εκει στο παρ-
κο.Περασε απο διπλα ,ξεροβηξε να δωσει σημα,
εκανε πως σκονταψε,κι αφησε σημειωμα,το
πηρε ο Γιωργος το γραμμα στο προσεκτικο και
στα σκοτεινα διαβασε με τα λιγα γραμματα,
που ηξερε:πως την πηραν ματι τ'αδερφια της,
την ειχαν φοβερισει,να διαγραψει τις συναλ-
λαγματικιες μ'αυτον τον μορτη,της ειχαν κο-
ψει τα σουρτα -φερτα στη Παπαστρατου και
στο Παρκο.Και το χειροτερο,γιατι σ'αυτον τον
απονο ντουνια παντα υπαρχει το χειροτερο,
ανυπερθετως,εστειλαν μια φωτογραφια της
στην Αυστραλια και την προξενευουν,και
του μηνουσε η Σουλα να την ξεχασει,μην
ψαξει να τη βρει,μην συμβει κανα κακο
Και τι να κανεις σ'εν' απεραντο κοσμο ,
μονος,με μια μπαλα για ονειρο;
Και το Σουλακι πεταξε,πουλακι στα ξενα
μοναχο.Αφησε το Αγρινιο,περασε το Ριο-
Αντιριο,στον Πειραια εφτασε και μπαρκαρε
για την Αυστραλια τη ξενιτεια, ειχε 40
μερες να πνιξει στα μαυρα κυματα τα
ονειρα της και σαν περασαν οι 40 μερες
ειδε τα καγκουρω.
Απο τοτε ο Γιωργος δεν εμαθε τιποτα για
τη Σουλα,αν γυρισε ποτε,τιποτα.
Ειπαμε κλειστος ο κοσμος ,κλειστοι οι αν-
θρωποι,κλειστες οι καρδιες ,στον πονο
του αλλου
Ο Γιωργος εν τω μεταξει αλλαξε, το γυρισε
αναποδα.Κομμενη με τον Παναγοπουλο,
κομμενη με τη μπαλα ,κομμενη με το νομο,
κι ανοιξε παρτιδες με το παρανομο.Η ζωη
του ολη πηρε τη κατηφορα ,επειτα στη ζωη
δεν ειχε κανεναν,η μανα εφυγε πικραμενη
να βρει την ησυχια της
Κι ο Γιωργος,που δεν χρωσταγε της ζωης τι-
ποτα,χρωσταγε του νομου,κι εγινε τακτικος
τροφιμος των Σωφρονιστικων Ιδρυματων,
φυλακες κατα το κοινον λεγομενον,εμπαινε-
κι εβγενε .Οχι τιποτα σοβαρα ,να,χαρτια ,
παρανομα στοιχηματα,οχι νταβαντζιλικια
τετοιες ξεφτυλες , μαγκας αυτος.
Καποτε βαρεθηκε το στραβο ,περασαν και
τα χρονια κι αραξε στο Αγρινιο,στην απεξω
Καθαρος
Την γυριζε στα ουζερι ,και στο ηλεκτροφω-
νο διαλεγε να γυρισει τις στροφες η ιδια
πλακα μια και δυο φορες:
''Για σενα Αγρινιωτισσα τα σωθικα μου ποτισα
με ουζο και με σερτικα'' με τον Στρατο
Διονυσιου
Κι ετσι γυρισε ο ντουνιας ,ετσι γυριζε κι ο
Γιωργος
Ειπαμε κλειστος ο κοσμος ,κλειστοι οι αν-
θρωποι, βωβος ο πονος
Και θα μου'πειτε και με το δικιο σας πως γρα-
φω αυτη την ιστορια , πως την ξερω ,αφου
τιποτα δεν μαθευτηκε
Ε,ποιος ξερει μπορει να μου την εκμυστη -
ρευτηκε ο Γιωργος, η' εγω να ειμαι ο ιδιος
ο Γιωργος ,που τη γραφει
Αυτος ,που εζησε και σχολασε στη φυλακη
της κοινωνιας ,και τωρα απομονωμενος
στη γωνια, ησυχος, βγαζει καμια φορα
απ'τη μεσα τσεπη του σακακιου του
μια εικονα ,που δειχνει ενα καγκουρω,
την αφηνει για λιγο στο τραπεζι,σκυβει
την κοιταζει κι επειτα τη κρυβει παλι στη
μεσα τσεπη του σακακιου του,στ'αριστερα
Ειπαμε κλειστος ο κοσμος,κλειστες οι καρ-
διες, κι ο ανθρωπος εζησε και δεν εζησε
.
.
,
Βασιλης Τσιτσανης
[Μεγαλος Λαικος Συνθετης]
[Ζωγραφιζοντας τους Μεγαλους Λαικους ]
και ''Λαικα Κειμενα ''
.
.


Βασιλης Τσιτσανης [ Μεγαλος Λαικος Συνθετης ]
[Painting ]
.
.
Απο τα ''Λαικα Κειμενα ''
.
... δυσκολα τα χρονια , τρανο φορτιο η καθε μερα
που ξημερωνε.Η μανα μου ξενοπλενε , ο πατερας
χαθηκε στην κατοχη στον μεγαλο πολεμο , η μεγα-
λυτερη αδελφη δουλα σ'ενα πλουσιοσπιτο,η δευ-
τερη δουλευε σε μια μοδιστρα .Εγω απ'τη μερα
π'ακουσα το μπουζουκι αλλο δεν ειχα στο μυαλο
μου, να το μαθω.Δουλευα στα λιπασματα ,εδινα
απο το βδομαδιατικο στο σπιτι να πορεψουμε κι
οτι εμεινε το φυλαγα ν'αγορασω το οργανο.Στη
γειτονια ,εκει ηταν ενας γερος μουσικος που
κατεχε το οργανο ,με συμπαθησε κι αρχισε να
με μαθαινει τα πρωτα.Ημουν σπιρτο,γρηγορα
τα'παιρνα κι εμαθα σ'αυτον πολλα κολπα,μυστικα.
Τοτε ξεκινησα να παιζω δικα μου.Ειχα ενα κρυφο
σεκλετι,να ενα κοριτσι ητανε,ομορφο ,φινο,
μεγαλυτερη μου κι εγραφα γι'αυτηνα:
'' Τα ματια σου τ'ασικα
μαργιολικα και τσιφτικα ''
.τετοια να πουμε,μεχρι που αρραβωνιαστηκε
παντρευτηκε και παει χαθηκε απ'τη γειτονια.
Κοσμος ειναι και γυριζει...
.
.
.
Πανος Γαβαλας [Μεγαλος Λαικος Τραγουδιστης]
[ Ζωγραφιζοντας τους Μεγαλους Λαικους ]
και ''Λαικα Κειμενα ''
.
.

Πανος Γαβαλας [Μεγαλος Λαικος Τραγουδιστης ]
Painting
.
.
Απο τα ''Λαικα Κειμενα''
.
...την Τουλα , την ηξερα ,ηταν στενη φιλεναδα
της αδελφης μου,απο μικρο κοριτσακι.Μεγαλυ-
τερος εγω ,τους εριχνα κανα δυο -τρια χρονια,
εκεινη ενα αδυνατο θηλυκο,δεν καταδεχομουνα
να κοιταξω ,ασε που μ'εσερνε απο πισω της μια
νοστιμη ζωντοχηρα και που μυαλο για αλλα.Το
λοιπον αλλαζε ο καιρος και με τον καιρο αλλαξε
και η Τουλα,ομορφοκοριτσο,και τι θελει πολυ ο
ανθρωπος να αλλαξοπιστισει.Κι αρχισα το πολι-
ορκητο,σκληρο καρυδι η Τουλα,μ'ειχε στο αδια-
φορο και στο αποφευγειν.Εδω που τα λεμε δεν
ειχα και το καλυτερο μητρωο,κι αντε τωρα που
να κανεις οπισθεν στο κανονικο.Με το δικιο του
το κοριτσι με φοβονταν.Ομως στη πιατσα δεν
πηγαν χαμενα τα χρονια μου,εστησα βροχια
στο εξυπνο και την τυλιξα την Τουλα.Την στε-
φανωθηκα και μου'κανε ενα γυιο κληρονομο
και δυο θυγατερες ,γραμματια να πουμε.Ας
ειναι ,ετσι ειναι ο κοσμος κι ετσι πορευεται...
.
.
.
Μαρκος Βαμβακαρης
[ Μεγαλος Λαικος Ρεμπετης Μουσικος]
[Ζωγραφιζοντας τους Μεγαλους Λαικους]
και ''Λαικα Κειμενα ''
.
.

Μαρκος Βαμβακαρης [ Μεγαλος Λαικος Ρεμπετης
Μουσικος ] Painting
.
.
απο τα ''Λαικα Κειμενα ''
.
...η Βικυ γεννηθηκε και μεγαλωσε στη Δραπετσωνα,
δουλευε σε μοδιστραδικο,στα δεκαεφτα της χρονια
ηταν ενα ψηλο λεπτο ομορφο πλασμα, το τρακαρε
μια μερα ο Στρατος και πολυ του αρεσε,ηταν δεν η-
ταν δεκαοχτω χρονων,απ'τα Καμινια,ομορφοπαιδο.
Ετσι αρχισε το ρομαντσο, εκει στις αρχες του '50.
Ειπαμε η Βικυ γαζωνε στη ραπτομηχανη ,κι ο
Στρατος σκαρωνε διαφορες μηχανες να τα μπα-
ζωσει τα φραγκα,να'χει να πορεψει στη σκαρτη ζωη.
Δεν ηταν χαλασμενο ατομο ο Στρατος ,αλλα πηρε
τη κατηφορα οπως κυλαει η μπαλα, δεν ηταν ευκολο
τωρα να τα μαζωξει τα πραματα.Ετυχε και η Βικυ,την
αγαπουσε, δεν της μαρτυρησε τιποτα ,ηταν αθωο
πλασμα και ντελικατο.Ελεγε να σταματησει,κι ετσι
αποφασισε μετα απο'να κολπο, ειπε στους μαγγες
''τερμα ,εγω σταματαω''.Στους αλλους αυτο τους
κακοφανηκε ,βαλανε στο μυαλο τους τιποτα σχεδια
της αστυνομιας για ρουφιανιλικι ,και δεν πιστεψανε
το Στρατο.Και μια μερα αξημερωτα μπουκαρανε
στη καμαρα που νοικιαζε ο Στρατος πεντε απο
το συναφι ,σπασανε τη πορτα ,τον βρηκανε να
κοιμαται με τη Βικυ ,τον αρπαξαν,αυτος αντισταθη-
κε,γερο παιδι ενας δεν τον εκανε καλα,η κοπελα
χυθηκε πανω τους ,ενας την εσπρωξε και την
κλωτσησε στη κοιλια.Τον εσυραν τον Στρατο
εξω απ'το σπιτι και χαθηκαν.Τρελλαθηκε η κοπελα,
να παει στους δικους της δεν τολμουσε σ'αυτη τη
κατασταση ,επιπλεον ηταν κι εγγυος ,τι να κανει;
Την αλλη μερα την επισκεφτηκαν δυο της ασφαλει-
ας, ηταν ευγενικοι μαζι της, της εδειξαν μια φωτο
γραφια ,της ειπαν να δει αν γνωριζει το προσωπο,
της φωτογραφιας .Η κοπελα κοιταξε την φωτογρα-
φια, ηταν ο Στρατος , χτυπημενος ,στα βραχια ,
στη θαλασσα.Βουβαθηκε, ''Ποιος ειναι;'',''Ο Στρατος
ειναι''απαντησε ''που ειναι τωρα;''. Της ειπαν πως τον
σκοτωσαν ,κι αν ηξερε τιποτα .Τους ειπε πως δεν
ηξερε τιποτα ,την πιστεψαν, της ειπαν να ετοιμαστει
να την πανε στο σπιτι της,να μην φοβαται και πως
θα την βοηθησουν κι αυτη και το παιδι . Κι ετσι
εγινε.
Γεννηθηκε το παιδι , ενα αγορι , και η Βικυ που
δεν παντρευτηκε ποτε , το μεγαλωσε με φροντιδα
και κοπους .Για τον πατερα του δεν του'πε τιποτα,
κρατουσε το μυστικο και τη πικρα μεσα της βαθει-
α .Του'δωσε το ονομα του Στρατου,κι ηταν σαν
αυτον ομορφοπαιδο..
Ετσι ειναι η ζωη σ'αλλους ριχνει εξαρες και σ'αλλους
ντορτια , ντερτια ,ας ειναι ...
.
.
.
Μανωλης Χιωτης [Μεγαλος Λαικος Μουσικος ]
[Ζωγραφιζοντας τους Μεγαλους Λαικους]
και ''Λαικα Κειμενα ''
.
.
Μανωλης Χιωτης [ Μεγαλος Λαικος Συνθετης
και Δεξιοτεχνης του μπουζουκιου ]Painting
.
.
απο τα ''Λαικα Κειμενα ''
.
...την εντοπισε την Κουλα η Μανταμ.Το και το στον
Βαγγο.''Κουκλι ,σου λεω, κι απραχτο ,επαρχιωτακι.
Δολωσε και πιαστο''.Κι ετσι εγεννετο.Τον ερωτευτηκε
τον Βαγγο η Κουλα, κι αυτος την πασσαρε στη Μαν-
ταμ.''Πρωτα θα'αλλαξεις το ονομα,θα σε λενε Κιτυ.
Θα μαθεις να μιλας στο γαλικο,ο καλος κοσμος αυτο
πολυ το εχτιμαει''.Το'περνε το μαθημα η Κιτυ ,και
σ'ενα -δυο μηνες περπατουσε στα ψηλα.Απο πελατη
σε πελατη η μηχανη στηθηκε:τηλεφωνο στη Μανταμ
και το εμπορευμα στο χωρο του.Καθαρα πραματα.
Κι ο Βαγγος :''Να λιγο ακομα,τα κονομαμε κι επειτα
τερμα.Σταματας και κανουμε σπιτι δικο μας ,στο
λογο μου''.
Περασαν τα χρονια ,το Βαγγο τον καναν τσακωτο
για καμια δεκαρια χρονια, η Κουλα [ η Κιτυ ] παρηκ-
μασε ,δεν περνουσε η μπογια της,μπηκε φρεσκο
εμπορευμα στη πιατσα κι η Μανταμ:''Να, δεν τα
βγαζω,δυσκολοι καιροι ,αλλαξαν τα γουστα,να ψα-
ξεις να βρεις τι θα κανεις, εισαι παθητικο,κι εγω
δεν κανω φιλανθρωπιες ''.
Κι ετσι πεταχτηκε η Κουλα ,Κουλα πια, στο πεζο-
δρομιο.Περα -δωθε περα -δωθε στη νυχτα.
Μη το ψαχνεις,ζαρια η παλιο ζωη.Εφερες σωθηκες.
Δεν εφερες ,χαθηκες ,σε πηρε ο κατηφορος.
.
.
.
BILL THE GREAT THE GREEK BUSSNES -
MAN [
ΜΠΙΛ ΔΕ ΓΚΡΙΤ
[ απο τις ''ΛΑΙΚΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ]
.
.

.
.
απο τις '' Λαικες Ιστοριες ''
.
ΜΠΙΛ ΔΕ ΓΚΡΙΤ [ BILL THE GREAT ]
 .
.
Ο Βασιλης,ο Μπιλ Δε Γκριτ,περιμενε να δεις στο προσεχως,
ηταν δεν ηταν στα δεκαεφτα,ομως ξεπλυμενος στα νερα και
στα απονερα της κοινωνιας,δουλευε χαμαλης,αχθοφορος να
πουμε στα αρχαια,κατω στο λιμανι,στον Περαια,βερος κι ο
ιδιος Πειραιωτης,κι ας μην γνωριζε αυτους,που λεμε:''μας γεν-
νησε η Ταδε μανταμιτσα,απο τον Δεινα σενιορ'',που τετοια
βαφτιστικα,Ληξιαρχειο μεδεν,μητε ηξερε απο ποιο ταλαιπωρο
δεντρο ξεφυλιστικε χαμηλα κατα τη γης,μεγαλωσε σε ιδρυμα-
τα νοθων και απορων,δηλαδη απορριματων να πουμε,ποτε δεν
τον ζητησε καποιος,μια βροχερη και πισσα νυχτα αμολησε με-
λανι και το 'σκασε στο ντουμανι της Αθηνας,μαζυ μ'ενα φιλα-
ρακο του πιτσιρικα τον Φοντα,καθενας πηρε την παρτη του
και χαθηκαν,λοιπον ο Βασιλης [ ο Μπιλ ]στον Πειραια φορ-
τωνε και ξεφορτωνε,καλοφκιαγμενος κι ομορφοπαιδο,τσιλι-
κο το ματι,ζορικο,δεν τον τουμπαριζαν στο ευκολο ουτε στο
ζορικο τ'αλλα μαγκακια,''το παιδι εναι τζιμανι,μορτακι εξυ-
πνο'',και μεσα ειχαν πεσει,πολυ στο ενταξει και στο σωστο,
εμαθε σ'ενα μαστορα και μπουζουκακι,προοδευσε στο πι και
φι,ανεβηκε δευτερο μπουζουκι σε ξεγυρισμενο παλκο,διπλα
σε μεγαλες φιρμες,πρωτα ονοματα,ειχε παιξει με τον Τσιτσα-
νη,τον Μητσακη,τον Ψηλο τον Γιαννη τον Παπαιωαννου,την
Μπελλου,τον Τσαουσακη,την Πολυ Πανου, τον Γαβαλα,και
με τον Στελιο Καζαντζιδη δουλεψε δυο σεζον,ντομπροι ανθρω-
ποι,πολυ τον προσεχαν,ελεγε καπου-καπου και κανα δικο του
τραγουδακι,το'γραφε ετσι για να ξεμπουκαρουν τα ντερτια
του και να ξαλαφρωσει η καρδια του.
Τωρα πως εφερε αναποδες στροφες και γυρισε ο τροχος,και
πηρε τον στραβο τον δρομο,κατι απο δω κατι απο κει,τραβη-
χτικες σοβαρες με την εξουσια,τον επιασαν και τον εστειλαν
να κανει τον κηπουρο στις αγροτικες φυλακες για ενα χρονο,
λογω λεει εντιμου πρωτερου βιου, και να πεις καλα περνουσε,
αλλα ηταν στη φτιαξη του να φυτευει τα φασολακια,να τα πο-
τιζει να μεγαλωσουν,και σαν ηταν στο σεστο τους να τα μα-,
ζευει,να τα μαγειρευει και στο τελος να τα τρωει;σκετη κατα-
δικη,κι οταν με το καλο βγηκε εκανε σταση σε μια Φωφη,εκει-
νη τον μαζεψε,καλο κοριτσι πονετικο,εκανε και πεζοδρομιο
στη Τρουμπα,ειπαμε καλα περνουσε ενταξει το κοριτσι τον
προσεχε,και τα πουκαμισα καθαρα και σιδερωμενα,αλλα ενα
προσωπο εχουμε στην κοινωνια,γινεται να το χαλασουμε;γινε-
ται;δεν γινεται,να του 'βγει το ονομα,ο Βασιλης νταβατζης,οχι
ποτες των ποτων,τον εχουν και στο στενο μαρκαρισμα,με το
παραμικρο τον εκλεισαν στο σκοτεινο και το ανηλιαγο,την εκα-
νε πισω,οπως τοτε με το ιδρυμα αμολυσε μελανι και χαθηκε
απο τα στεκια,αλλα ειπαμε η ζωη ζορικη και σκληρη και για
τους απεξω δεν εχει,στα μαγαζια δεν τον ηθελαν ηταν σταμπα-
ρισμενους,''με το μπαρντον περι επιχειρησης προκειται'',σ'α-
διεξοδο ο Βασιλης,σε τοιχο μπροστα και πισω μεγα βαραθρο,ε-
κανε τα χαρτια του για την Αμερικα η ' για την Αυστραλια η '
για την Γερμανια,τα μπαλωσε με το ποινικο μητρωο και τα πο-
λιτικα φρονηματα,τοτε εκανε παρεα με καποια Τζινα,φινα κο-
πελιτσα,που ειχε κι ενα θειο στην ασφαλεια,εκεινος καθαρισε
με τα χαρτια,και μια μερα τον ειδοποιησαν,''εγκριθηκαν τα
χαρτια σου'',στη Γερμανια,''θα γυρισω,να περιμενεις''ειπε στη
Τζινα,εφυγε το λοιπον,της εστελνε γραμματα,ολα γυρισαν πι-
σω,''αγνωστου διευθυνσεως'',πηγε να σκασει το παιδι,που ο-
ρεξη για αρμπαιτ,''να τα φατε ρε τα μαρκα σας '',τον σχολα-
σαν,γυρισε πικραμενος στην Ελλαδα με το Ακροπολις Εξπρες,
την εψαξε την Τζινα,αφαντη,σαν ν'ανοιξε η γη το στομα της
και την καταπιε,και τοτε επεσε πανω στην Φωφη,πως και τι,κι
απο εκεινη εμαθε,''η δικια σου ξεπεσε στα μερη μας,εκανε το
πεζοδρομιο της ενα εξαμηνο,τα κονομισε γερα,βλεπεις και-
νουργιο πραμα και καλο,και πανω στο εξαμηνο τρακαρε πα-
νω σ'ενα αγαθο παιδακι του καλου κοσμου,το τσιμπησε κι αρ-
ριβαρισε για τα ασανσερ της κοινωνιας,κατα την Κηφησια'',
βρεθηκε στην Κηφησια,παραφυλαξε και την ειδε,κυρια η Τζι-
να με τρια κουτσουβελα,δεν βγηκε μπροστα της,πως ετσι κι
αλλα συμφωνησαμε,κι αλλα προεκυψαν στη στροφη,να ρι-
ξεις γροθια στο μαχαιρι δεν γινεται,θα κοπεις,τι τα θες τι τα
γυρευεις ,γι'αλλους εχει και γι'αλλους στο πυρ το εξωτερον.
Ειχε καποιους γνωστους στη πιατσα και καταφερε να σταθει
στα ποδια του,ν'ανασανει βρε αδερφε,μαγαζια πρωτης τελος
ειχαν κατεβασει τα ρολα γι'αυτον,αναγκαστηκε να δουλεψει
σε μαγαζια τριτα και τεταρτα,με κοσμο της κατωτατης σει-
ρας,δεν αντεξε τα μουτζωξε και την εκανε για την Αμερικα
τη χωρα της Ελευθεριας να πουμε,εκει στην αρχη δουλεψε
καουμποις σε φαρμα με γελαδια,σφιχτος εκανε οικονομιες,
εβγαλε ντολαρς,και μετα πηγε αλλου,αλλα ντολαρς,μετα
αλλου , κι αλλα ντολαρς,εξυπνο παιδι ηταν,ανεβηκε τα σκα-
λια της κοινωνιας,ντολαρς με ντολαρς,κι εγινε μεγας και
τρανος,Μπιλ Δε Γκριτ,μεσα σ'ολη τη Νιου Γιορκ,ουτε ενα
ουτε δυο αλλα εικοσι ρεστοραν πρωτης,μαγκιορα,τετοια
μεγαλη φκιαξη εκαμε.
Στην Παλια Κοκκινια στον Πειραια σ'ενα καφενειο,που συ-
χναζε ο Φοντας,ο πιτσιρικας φιλος του Βασιλη,γυριζε απο τρα-
πεζι σε τραπεζι και μεσα στους καπνους της παλιοζωης εδειχνε
στους θαμωνες,εκεινο το βροχερο απογευμα,την πρωτη σελιδα
των Νιου Γιορκ Ταιμς,που εγραφαν με μεγαλα γραμματα:
BILL THE GREAT THE GREEK BUSSNES-MAN
Τι κι αν δεν γνωριζε να διαβαζει,ειχε ομως τη φωτογραφια
του Βασιλη,χαμογελαστος ο φιλος του,κι εκεινος αν και
μακρυα κι αζητητος,απορριμα οπως τοτε στο Ιδρυμα,ενιω-
θε πολυ περηφανος για τον Μπιλ. Δε Γκριτ
.
.
.
απο τα ''Λαικα Κειμενα''
ΤΟ ΡΟΜΑΝΤΖΟ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΠΡΙΝ ΑΡΧΙΣΕΙ
.
.
Ητανε στα πρωτα χρονια του πενηντα.Φτωχεια και κυνηγητο.Στον Πειραια.
Στην Κοκκινια σε μια γειτονια ητανε η Ελενη,μοδιστρακι τσαχπινικο.Μια
βολτα παρακατω ητανε ο Θανασης εργατης στο λιμανι ομορφοπαιδο.
Και το'φερε βολτα το Λενακι ο Θανασης.Δεν τον ηθελαν οι δικοι της,
τον φοβερισαν τον κατηγορησαν,δεν καταφεραν να τους χωρισουν.
Και παντρευτηκαν.Στα δυο χρονια τους χωρισαν.Παιδια δεν ειχαν.
Την Ελενη την πηραν τ'αδερφια της στη Γερμανια,εκει εμαθε την
παντρεψαν .Τον Θαναση δεν τον χωρουσε ο τοπος.Να φυγει μακρυα,
να ξεχασει,να μην θυμαται.Πηγε στα καραβια,ταξιδευε στη θαλασσα
συνεχεια,σαν να προκαλουσε το ναυαγιο .Μετα απο 10 χρονια ξεμ-
παρκαρε,γυρισε στον Πειραια,στη γειτονια του ομως δεν ξαναγυρισε.
Πουλησε το σπιτι του,τους γερους τους ειχε χασει χρονια πριν,
πηγε σ'αλλο μερος να μην θυμαται.Ομως το Λενακι ηταν καρφω-
μενο βαθεια στο μυαλο του,πασχιζε με το ποτο να το βγαλει,και
δεν τα καταφερνε.Κι ετσι κυλησε ο ψευτικος καιρος,μεχρι που
τιποτα δεν εμεινε να τους θυμιζει,ξεχασθηκαν κι αυτος και η
Ελενη ,σαν ποτε να μην ηταν αυτοι και το Ρομαντζο τους σε
τουτο τον κοσμο.
.
.
.
απο τα ''Λαικα Κειμενα''
ΕΚ ΤΟΥ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟΥ
.
.
Γεννηθηκε ο Γιωργος στα Καμινια του Πειραια μολις μπουσουλισε το
1940,και δεν το πηρε χαμπαρι ο ντουνιας,τοσα συνεβαιναν τοτε,κατοχη και
μαυραγοριτες,και δοσιλογοι μπολικοι,ενα σωρο καθαρματα,τον μπασταρδο το
Γιωργο θα νοιαζονταν,γιατι μπασταρδος ητανε και μαλιστα περιωπης,
μια μανταμιτσα του χαμηλου κοσμου πηγε μια βραδια μ'ενα τζε του καλου
να'πουμε κοσμου για μια οκα και κατι δραμια σταφιδες προς επιβιωσην και
ντουμπλαρισε σε ενια μηνους το γιωργο,το παρατησε το μωρο σε κατι θειες,
και χαθηκε μεσα στο σκοταδι της εποχης εκεινης,εκεινες οι θειες το πασαραν
σε κατι κοινωφελη ιδρυματα,και ξεπεταχτηκε το παιδι στη κοινωνια ετοιμο
γνοιασμενο περι το πονηρον και τα τοιαυτα κοινωφελη,πηρε τα μαθηματα του
και μοστραρισε στη πιατσα,μοστραρισε και στη Βασω ,καθοτι ομορφοπαιδο
τη ντουμπαρε στο πιτς φιτιλι και μια απο δω τρεις απο εκει την εστελνε πακετο
σε καθως πρεπει κυριους δια τα περαιτερω με το αζημιωτον,και τσουλουσε
ο καιρος φινα,με τα μορτικα του ο Γιωργος,τις γραβατες του,τα κουστουμια
του ,τα τσιλικα πουκαμισα του ο Γιωργος,ολα στη τριχα,αν δεν πονηρευονταν
η μικρα και δεν αρχιζε τα απαραδεκτα ,να αντιγυριζει τα λογια του,να μην
υπολογιζει τις σφαλιαρες του,και ακουσον ακουσον ,αυτον τον ανθρωπο της
τον δικο της Γιωργακη τον καταγγειλε για νταβατζη,αυτον τον προστατη της,
για εκμεταλευτη και σωματεμπορο στο Τμημα των Καλων! Ηθων,και τον
μπουζουριασανε στη στενη,και στεναξε ο Γιωργος κατι μηνους στη στενη  
και ξεμπουκαρισε,και παλι στη στενη,λεφτα σεντσι δεκαρα δεν ειχε,να την
βγαλει δια του πονηρου δεν ητον πρεπον καθοτι σταμπαρισμενος και στο
παρακουλουθητο,ελα ομως που αλλη δουλεια δεν ηξερε,οπου ειναι το γρα-
φτο του καθενος μυρμηγκιου επι της γης,κι αυτουνου αυτο ηταν το γραφτο
του,ενα και δυο στη Τρουμπα,ζητησε δουλεια ,στην αρχη κανα δυο τον ε-
διωξαν,αυτος εκει υπομονη,τον πηρε ενας χοντρος ,δηλαδη η μανταμιτσα
του καθοτι το λιμπιστηκε το ομορφοπαιδο ,και μπηκε παραυτα στην υπη-
ρεσια,να κοβει τα κοζα στα πεζοδρομια,αν τα κοριτσια του μαγαζιου ειναι
ενταξει,αν κανουν παιχνιδι για παρτι τους,αν κανας τζες ζορικος τις παρει
στο ζορικο ,να γινεται ελεγχος,κι ετσι εγεννετο χρονους τρεις,και καβατζα-
ροντας ο τεταρτος επεσε πανω στη Βασω,καθοτι το Βασακι στο ενδιαμεσο
κατεβηκε τα σκαλια και προσγειωθηκε στο πεζοδρομιο,το πεζοδρομιο φυ-
γειν αδυνατο,την διπλαρωσε,στην αρχη εκανε πως δεν τον γνωρισε,μετα
τον αναγνωρισε,του δικαιολογηθηκε,να,την ζορισαν οι μπατσοιι,εκλαψε,
να τη συγχωρεσει,της ειπε τα περασμενα περασμενα ξεχασμενα,να βα-
λουνε μπροστα τη  μηχανη,αυτη ακομα κρατουσε καλα απειραχτη η
ομορφια της,αχαλαστη,κι η μπογια της περνουσε μια χαρα ,να δουλε-
ψουνε για παρτι τους κι αμα τα οικονομησουνε να την κανουν για το
ασανσερ για τον αλλο τον καλο κοσμο,ν'ανεβουνε της κοινωνιας τα
σκαλια,κι ετσι εγινε στα κρυφα στα σκοτεινα ανεβηκαν τα σκαλια
και τωρα ζουνε σ'ενα φινο ιδιοκτητο στο Παλιο Φαληρο,εχουνε και
τρια παιδια δυο μποις κι ενα γκερλ,εχουνε κι ενα μαγαζι βιτρινα με
ενδυματα μοδας εχουνε κι ενα παντοπωλειο, εχουνε κι ενα φινο ρε-
στωραν στης Ζεας το λιμανι,εχουν κι ενα ιλουστρασιον κωμωτηριο
να χτενιζει τις κυριες του καλου κοσμου η κυρια Βασω,πως;κι
ολ'αυτα γιατι στη ζωη και στη κοινωνια ετουτη κι οχι σ'αλλη υπαρχει
δικαιοσυνη, κι ο Γιωργος,στο τελος,σαν γονος της καλης κοινωνιας,
απο τον τζε ντε της αρχης της ιστοριας μας,πηρε τη θεση που του
χρωστουσαν στην αφρατη κοινωνια σαν γνησιος κληρονομος
.
.
.
Η ΖΩΗ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΑ ΝΕΡΑ ΤΗΣ ΛΙΜΝΗΣ .ΑΚΙΝΗΤΗ
[απο τα ''Λαικα Κειμενα''
.
.
''Ποσα πραγματα στη ζωη ειναι σαν τα νερα της λιμνης.Ακινητα''
τουτα φιλοσοφουσε νοερως ο Στρατος στο ουζερι 'Η Γωνια
της Ζωης'' του Γιωργη στα Ταμπουρια του Πειραια.Νοερα ειπαμε,
γιατι αν ηταν στο φωναχτο,θα'πεφτε επιτιμιτικη ματια απο τον
Φωντα διπλα του,καθοτι μεγαλυτερος καμια δεκαπεντετια και βαλε
στον ψευτη ντουνια.Παραπανω σε ολα.Και στις τραβηχτηκες με τα
νομιμα,και στα ζορικα,και στα χειριστηρια της πιατσας.
''Η ζωη ειναι σαν τα νερα της λιμνης.Ακινητη''ακουσε ο Στρατος
τον Φωντα και τιναχτηκε ο Στρατος.''Ετουτος διαβαζει αδερφε μου
γραμμα κλειστο''
''Δεν εχει πεστροφα για μας.Μονο εκεινη τη σκροφα τη Φωφω''συνε-
χισε το φανερο ο Φωντας
Και αναστεναξε βαβεια.Και τον καταλαβε βαθεως και ο Στρατος.
Καθοτι εσχατως τσαλαπατηθεις στα αισθηματικα απο το Φροσακι.
Τωρα πως εγινε και δυο Φ τους φουνταραν στο παραπονο του αμορε
μιο;
Η Φωφω ητανε κοκοτα καταγομενη απο τη Κοκινια.Αφρατη σαν
φραντζολα.Να φαει ηθελε ο Φωντας. απο τη φραντζολα.Αφου η μικρα
του εκανε στις αρχες κονξες,,''και μην με ενοχλειται.Εχω και αδερφια''
.την μπαταρισε ο Φωντας,καθοτι ητανε ομορφοπαιδο κι αν δεν το'παμε
να το πουμε.Και περνουσαν φινα σ'ενα καμαρακι 2 επι 3 στον Προφη-
τη Ηλια.Και μην πεις πως χωρουσανε δυο νοματαιοι στη τρυπα;
Ερωτας μεγαλος ξεγυριστος ητανε και χωρουσε και στη τρυπα
της βελονας..Κι επειδη,τοις πασιν γνωστο,ο ερωτας περναει με το
τραμ κανει σταση και κατεβαινει,ετσι εγινε να μην πανε στραφι οι
παροιμιες.Κατεβηκε πρωτη απ'το τραμ του ερωτα η Φωφω,καθοτι
αδυνατο φυλο,κι ηθελε τα φερτα της,που δεν ειχε στον Φωντα,κι οπως
κατεβηκε ζαλιζμενη και πηγε να πεσει στις λασπες,χραπ και σου την
αρπαζει στο φτερο τη Φωφω ο Τζον ο Μαγυαρος,ο σωματεμπορος.
Το Τζον στο α λα αμερικανε γκανγκστερικ και Μαγυαρος
στο ...α λα μογιαρικο.Το λοιπον το ζυγισε το πραμα ο Τζον ,''τοση
σαρκα,εδω πιανει τοσο,εκει πιανει τοσο,παρακατω πιανει τοσο,να
το πουλησουμε το σωμα τωρα πυ'ναι φρεσκο στα ντουζενια του
πριν μας σιτεψει''Το ξεφουρνισε της Φωφως.Εκεινη τ'ακουσε ,
αρνητικη,''οχι'' σε ολα.Ο Τζον της εριξε το χαρτι με τα λουσα.
Ειδε πως θα κανει καρε του ασσου,τσιμπησε για τα ρεστα και
ρωτησε λεπτομερειες:
''πως και τι;''.
''Να τιποτα δυσκολο,τηλεφωνα εχουμε απο καλους κυριους,
αφρους Φωφακι,καθως πρεπει,με τα εχει και τα κονε τους στην
απανω κοινωνια,στα κρυφα κι αμιλητα ολα γινονται και καθαρι-
ζονται,κανεις δεν θα παρει πρεφα,κι εμεις κονομαμε κι αυτοι το
φχαριστιουνται το νταραβερι μαζι μας.Γινεται η' δεν γινεται;
Εχει κι αλλη σειρα.Και κανει και κρα.Να σε γραψω στη λιστα η'
να τραβηξω μολυβια διαγραφης για τα παρακατω;'
'Το σκεφτηκε και το'φερε στενα απ'ολα τα γυρω γυρω η Φωφη.
''Θα'χω απ'ολα;''
''Ναι για''.
''Και θα περναω φινα;
''Πιο φινα δεν γινεται.Φινετσατα'
'''Και το ποσοστο μου;'
''Το νομιμο.Το δικαιο.Μεγαλο και τρανο''
''Δεν θα με ριξεις;''
''Ποτες των ποτων.Αν σε ριξω θα ριξω τα μουτρα μου το συμ-
φερον μου''
Κι ετσι κανονιστηκε το Φωφακι του Στρατου,κι αριβαρισε με
τον Μαγυαρο στην πενταοροφη τουρτα κρεμα του κοσμου.Να
δωσει αμαρτια να σωθει στον παραδεισο της ψευτικης ζωης.
Και το ονομα της της αλλαξε ο Τζον.Ζοζω απο Φοφω.Και τα
ρουχα αλλαξε Πιο φινα και τα εξωτερικα και τα εσωτερικα.
Καθοτι βιτρινα η Ζοζω Φοφω.Και το λεγειν της αλλαξε.Αγκα-
ζαρισε τα γαλλικα:μερσι,μπαρντον,αμουρ,ουι,κομσι-κομσα,
μον σερι,βουαλα.Τα αγγλιστι παρλεβου τα απερριψε ο Τζον για
τη μορφωση της σαν λιαν ακαταλληλα ,τι διπλωματισα ειναι η
Φωφω;
Κι ετσι η Ζοζω κανει αμουρ-τραμπες με τον Τζον τον Μαγυα-
ρο τον σωματεμπορο με την υψηλη πελατεια και με υψηλο κερ-
δος.Μεχρις αποδειξεως του εναντιου.
Αυτα σκεφτεται και λεει και ξαναλεει ο Φωντας στο ουζερι
''Η Γωνια της Ζωης'' του Γιωργη στα Ταμπουρια του Πειραια.
Και τα λεει μαλιστα φωναχτα να τ'ακουσει και ο Στρατος διπλα
του.καθοτι προπορευονταν στις βολτες και στα ντεραπαρισματα
της ζωης.
Κι ο Στρατος απ'τη δικο του καθισμα τα λεει απο μεσα του,
καθοτι κατωτερος στα πατωματα της πιατσας..
Λεει και ξαναλεει βουβα την ιστορια ντ'αμουρ του Στρατου
και της Φροσως, που ειχε,καρμπον, την ιδια αρχη την ιδια μεση
και το ιδιο τελος καταληξη,με την ιστορια ντ'αμουρ του Φωντα
και της Φωφης.
Αλυτο το μυστηριο των ανθρωπων και των Τραβηχτικων τους
Αλυτο και το Φιλοσοφικο:
''Η ζωη ειναι σαν τα νερα της λιμνης.Ακινητη.''
.
.
.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ  ΑΝΤΩΝΙΟΣ
[ΣΥΝ - ΖΕΥΞΕΙΣ ]
[ απο τα '' Αρχαικα Ζευγαρια ]
.
.

.
.
.
ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ ΚΑΙ ΑΝΤΩΝΙΟΣ
.
.
Ξημερωνε .Τοτε γυρισε σπιτι.Το τρενο γεματο
εργατες.Κατεβηκε στην τριτη σταση,Ξεκλει-
δωσε τη πορτα του σπιτιου,ανεβηκε τη σκαλα,
μεσα ηταν αποπνικτικα ζεστα.Ξαπλωσε στο
κρεβατι το κουρασμενο κορμι του.Το κεφαλι
του γυριζε,ακομα ενιωθε μεθυσμενος.Εκεινη
κουλουριασμενη στην αλλη ακρη του κρεβα-
τιου με γυρισμενη τη πλατη προς αυτον
προσποιουνταν την κοιμισμενη.Ηξερε με
βεβαιοτητα τι σκεφτονταν.Η προδοσια.Γυ-
ρισε τα ματια του προς αυτο το σωμα και
τα καρφωσε πανω του.''Οπως μ'ολους τους
αλλους ''Ενας εγωιστικος κι αλλαζονικος
τυπος ανθρωπου.Τον φανταστηκε χωμενο
μεσα στους κολακες , ενα πρησμενο απ'το
λιπος κρεας.Ο Αντωνιος κοιμονταν , συρ-
θηκε κοντα του , τον αγκαλιασε και κοι-
μηθηκε μαζι του.
Το απογευμα δεν ξυπνησε,κλειδωθηκε στο
ονειρο της Κλεοπατρας
.
.
.
ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΙ ΔΗΙΑΝΕΙΡΑ
[ΣΥΝ-ΖΕΥΞΕΙΣ ] απο τα ''Αρχαικα Ζευγαρια''
.
.


.
.
ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΙ ΔΗΙΑΝΕΙΡΑ
.
.
Κανενας δεν γνωριζε τι της συνεβαινε.Αυτη κρα-
τουσε καλα το μυστικο της.Τ'απογευματα κατεβαι-
νε στη παραλια.Τις περισσοτερες φορες μονη της,
τις αλλες με τα παιδια της η' καποια στενη φιλη.
Αυτον τον συναντουσε στο δρομο της ,με τη χον-
δρη συζυγο,δεν ηταν ετσι στην αρχη,μετα απο την
εγκυμοσυνη παχυνε.Δεν του'ριχνε ουτε μια ματια
κατ'ευθειαν,παντα στα κλεφτα κοιτουσε.Κι αυτος
ειχε παχυνει και τα μαλλια του ειχαν αραιωσει
μπροστα.Ειχαν περασει τα χρονια απο τοτε μο-
νοτονα και καταθλιπτικα για κεινη.Ο αντρας της
ηταν νεος,μα ομως δεν της αρεσε.Επρεπε να το
κανει για την οικογενεια και τα παιδια, τρια απ'
τον πρωτο της γαμο.Μ'αυτον αποκτησε μια κορη,
δυο χρονων τωρα.Ομορφη σαν αυτη,της εμοιαζε.
Κρατουσε τη ζωη του στο χερι της,αυτη το ηξερε,
αυτος οχι.Θα το σχεδιαζε ετσι ωστε κανενας να
μην την υποψιαζονταν.Ο συλλογισμος ηταν α-
πλος:Αφου δεν υπηρχε στη ζωη του δεν υπηρχε
σε καμια ζωη.Δεν την ενοχλησε η ατελεια του:
πως αυτη η ανυπαρχτη γυναικα θα αφαιρεσει
καποιον απο την υπαρξη,αυτον η' οποιονδηπο-
τε αλλον;
Αυτο το ερωτημα ποσο θα ηθελε να τον βασα-
νιζει.Ομως δεν το διακινδυνευε να του το θε-
σει ευθεως.Ουτε και πλαγιως.Αν του τα'ριχνε
σιγουρα θα ειχε αποτελεσμα: η γοητεια της
ηταν τρομακτικη .Ετσι αρχισε να σχεδιαζε-
ται η πραξη.Αν και γνωριζε καλα πως στο
τελος της δεν θα ζουσε κανενας η' το χειρο-
τερο , θα ζουσε αυτη κυριολεκτικα μονη της.
.
.
.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ ΚΑΙ ΑΙΓΙΣΘΟΣ
[ ΣΥΝ - ΖΕΥΞΕΙΣ ] απο τα '' Αρχαικα Ζευγαρια ''
.
.


.
.
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ ΚΑΙ ΑΙΓΙΣΘΟΣ
.
.
Η Κλυταιμνηστρα ειδε στον καθρεφτη τον αντρα
της ,κοιμονταν ησυχος.Βγηκε αθορυβα απ'το δω-
ματιο.Ο αλλος αντρας την περιμενε,επρεπε να
βιαστουν, δεν ειχαν πολυ χρονο στη διαθεση τους.
Το παιδι,ο Ορεστης θα ξυπνουσε , θα την αναζη-
τουσε να το βυζαξει , δεν θα την εβρισκε ,τοτε θα
εκλεγε και θα ξυπνουσε τον πατερα.
Εκεινον τον βρηκε στη μπανιερα , μεσα στ'αφρο-
λουτρα πνιγμενο.Λαχταρησε και γυρισε πισω
αναστατωμενη.Βρηκε τον Αγαμεμνονα να ται-
ζει το παιδι , του ειπε το συμβαν ,ο αλλος ουτε,
που το ακουσε ,συνεχισε να παιζει με το παιδι
Σε λιγο εφτασε μαντατοφορος με το μακα-
βριο κι αισχιστο νεο:Ο κυρ -Αιγισθος δολοφο-
νηθηκε.
Συγκρατηθηκε να μην ουρλιαξει , ζητησε τη
μικρη Ηλεκτρα , την φωναξαν , ελειπε. Οταν
γυρισε της ομολογησε το αμαρτημα της ,στο
τελος τη φιλησε στα μαγουλα κι αποσυρθηκε
στο εσωτερικο του σπιτιου.
Ολα εγιναν καθως πρεπει , με τους λογους,
τους ολοφυρμους και τα γογγυτα.Απο την ε-
πομενη μερα ολοι ηταν φιλικοι μαζι της ,
της εδειχναν μεγαλο σεβασμο.Αυτη προσποι-
ουνταν , υποκρινομενη , την ηρεμη , την αξι-
οπρεπη και τη νυχτα κρυφα κοιτουσε το ει-
δωλο της , τραβουσε τα μαλλια και ξεσκιζε
τα στηθη , στα βουβα.Ο Αγαμεμνονας ειχε
πεθανει , η μικρη αρραβωνιαστηκε κι ο
Ορεστης φανταρος , με λαχταρα τον περι-
μενει να ερθει στη πατριδα με αδεια
.
.
.
Μηδεια\
[απο τα ''Αρχαικα Κειμενα'']
.
.

Μηδεια [Medea ] Painting
.
.
Μηδεια
[ απο τα ''Αρχαικα Κειμενα'' ]
.
.
Παρατημενη ,ατιμασμενη και διωγμενη η
Μηδεια μετα απο εκεινα τα αποτροπαια
γεγονοτα βρεθηκε στην Αθηνα .Για να ζησει
ειχε στησει ενα παγκο στην Αγορα και που-
λουσε φρουτα και λαχανικα.Σκεφτοταν:
''Ο ανθρωπος ενας λογος βαρυς η' ελαφρυς
στο στομα του αλλου ανθρωπου''
Παρα τα βασανα ηταν ομορφη,πυκνα σγουρα
μακρυα μαλλια, ματια μεγαλα μαυρα, λεπτο
και ψηλο κορμι, γυρω στα τριαντα τοτε.
Ζουσε μονη σ'ενα σπιτι κοντα στη θαλασσα.
Ανθρωπος δεν μπηκε στο σπιτι της.
Με τον καιρο μαθευτηκε πως γνωριζε τη τεχνη
της μαιας , κι ετρεχαν να την καλεσουν να
ξεγεννησει καποια εγγυο γυναικα. Δεν επαιρνε
αμοιβη . Ελεγαν :''Κριμα τετοια αγια γυναικα
να μην εχει αντρα και παιδια''
Οταν εφυγε απο' κεινα τα μερη για τη πατριδα
της ,ολοι στεναχωρηθηκαν πολυ.Κι οταν αργο-
τερα κυκλοφορησαν εκεινες οι φυλλαδες εκεινου
του αγυρτη αναστατωθηκαν ,ουτε ενας τον
πιστεψε και κανενας δεν πατησε στο θεατρο
να δει το εργο του.
.
.
.
ADONIS AND AFRODITA
[ ΑΔΩΝΙΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗ] απο τα ''Αρχαικα Κειμενα ''
.
.

.
.
ΑΔΩΝΙΣ ΚΑΙ ΑΦΡΟΔΙΤΗ
.
.
Την περιμενε στην καφετερια σαν την γαλα-
ζια θαλασσα κι επειτα απο ωρες ευτυχιας την
συνοδευσε μεχρι το σπιτι της αδερφης της.Την
ειχε στο μυαλο του για καιρο.
Οταν την συναντησε εκεινη τη μερα στο κεν-
τρο της πολης εκεινη σαστισε.Στο ζαχαροπλα-
στειο ,που πηγανε για γλυκο ματαια προσπα-
θησε να κρυψει τη βερα που φορουσε στο
δαχτυλο της:ειχε αρραβωνιαστει καποιον,που
δεν ηθελε,δεν τολμησε να αντιδρασει.Εκεινος
πικραμενος την κατηγορησε πως λεει ψεματα,
εκεινη εκλαψε κι αρνηθηκε πως ηταν ετσι.
Της ζητησε να του υποσχεθει πως θα τον
ακολουθουσε παντου οπου αυτος ηθελε.Του
το υποσχεθηκε.Την εσυρε σ'ενα δωματιο ενος
ξενοδοχειου,στο κεντρο,σ'ενα απο κεινα τα
παληα νεοκλασσικα που ξεμειναν.Βρεθηκε
κλεισμενη σ'εκεινο το δωματιο μαζι του,δεν
τον φοβηθηκε,αντιθετα χαρηκε,εβγαλε
τη βερα απ'το δαχτυλο και την πεταξε απ'
τ'ανοιχτο παραθυρο εξω στο δρομο.Μετα
απο λιγο ακουσε το θορυβο που εκανε
πεφτοντας στο πεζοδρομιο.Επειτα τον
αγκαλιασε και κυλισε ο χρονος.
Οταν τελειωσαν ,στο δρομο ακομα κυ-
λουσαν αυτοκινητα , πιο λιγοστα ομως
αυτη την ωρα.Ακουμπισε το κεφαλι της
στο μπρατσο του κι αποκοιμηθηκε.
Στον υπνο της την τυραννισαν εφιαλτες:
Περπατουσε αμεριμνη στην ακρογυαλια,
οταν ξαφνικα καποιος αμολυσε σκυλια
να την κυνηγησουν.Ετρεχε μ'ολη τη δυ-
ναμη που ειχε,ενιωθε την ανασα τους
να την αγγιζει κι ισως να την εφταναν
και να την κατασπαραζαν αν δεν ανοι-
γε ξαφνικα μια πορτα και δεν εκλεινε
γρηγορα πισω της,Η καρδια της πηγαι-
νε να σπασει απ'τον τρομο.Ανεβηκε
συγχισμενη τη σκαλα που βρεθηκε
μπροστα της ,μπηκε σ'ενα δωματιο και
καθισε στο κρεβατι.Οταν συνηλθε παρα-
τηρησε στην οροφη του μια παρασταση,
πλαισιωμενη με γυψινες διακοσμησεις
απο φυτικα μοτιβα.Αναγνωρισε τη κατα-
διωξη του Αδωνι ,αγριεμενα σκυλια τον
κυνηγουσαν σ'ενα καταπρασινο λιβαδι.
Οπως ηταν απορροφημενη στη σκηνη
δεν ειδε αμεσως τη γυναικα ,που μπηκε
μεσα στο δωματιο.Εκεινη την πλησιασε
,την πηρε απ'το χερι και την οδηγησε
σ'εναν λαβυρινθο.Μεσα απο αναριθμη-
τους διαδρομους και αναριθμητα δωμα-
τια εφτασαν σ'ενα δωματιο,εκει μπρο-
στα σ'εναν καθρεφτη ειδε με τρομο πως
η ομορφια της ειχε χαθει,τα ματια της
ειχαν θολωσει,το στομα της ρυτιδωμενο.
Τρομαξε μ'αυτη την εικονα και ουρλιαξε.
Ξυπνησε ιδρωμενη ,χωρις στην αρχη να
εχει αντιληψη του χωρου στον οποιο βρι-
σκονταν.Σιγα-σιγα συνηλθε .Εκεινος δεν
ηταν διπλα της ,τον φωναξε μα δεν
πηρε απαντηση.Σηκωθηκε και πηγε στον
καθρεφτη.Η ιδια εικονα .Γυρισε στο κρε-
βατι, βρηκε τα χρηματα πανω στο σεν-
τονι,τα μαζεψε ,τα κρατησε για λιγο στα
χερια της κι αφου τα μετρησε προσεκτικα
τα εχωσε βιαστικα στη τσαντα της.Ντυθη-
κε ,εβαψε με εντονο κοκκινο κραγιον τα
χειλη της και κατεβηκε στο δρομο.
Απο τοτε πολλες φορες επισκεφθηκε εκει-
νο το δωματιο.
Καποτε σταματησε εκεινη τη ζωη,γυρισε
στον αρραβωνιαστικο της.Κανεις δεν την
ρωτησε για τη μεταβολη στην εμφανιση
της ,ουτε αυτη ειπε κουβεντα,εζησε σαν
να μην ειχε συμβει τιποτα.Μονο καποιοι
παρατηρησαν πως μερικες φορες ηταν
πολυ σκεφτικη κι απομονονονταν ωρες.
Οταν μεγαλωσαν τα παιδια της γυρνουσε
για ωρες στις παροδους,γυρω απ'το κεντρο
της πολης,χαζευοντας στις βιτρινες.Στο
σπιτι οταν την ρωτουσαν γι'αυτες τις πε-
ριπλανησεις απαντουσε αινιγματικα.Μια
φορα απαντησε :πως ''μ'αρεσει να γυριζω,
εκει που αυτο ειναι.Καποια μερα θα σταθω
τυχερη''
Εκεινο το ονειρο η'τον εφιαλτη δεν τον ειχε
ξαναδει απο τοτε.
Τον τελευταιο καιρο ομως ονειρευτηκε κατι,
που αρχισε να της δινει θαρρος και πεποιθη-
ση πως θα πραγματοποιηθει η επιθυμια της.
Εκει στην αγορα,μια μερα,τον ειδε μεσα στο
πληθος , ορθιος ακουμπουσε στον τοιχο της
αγορας.Δεν ειχε αλλαξει αισθητα,ευτυχως
αυτη ειχε αλλαγμενο το προσωπο ,σαν
μασκα,και δεν θα την αναγνωριζε.Τον πλη-
σιασε ,του προτεινε να περασει μαζι του
μια νυχτα,να μην τον νοιαζει για χρηματα.
Εκεινος την κοιταξε αδιαφορα, δεν την
αναγνωρισε,φαινονταν να πειναει, τα
ματια του με δυσκολια κρατουσε ανοιχτα,
σαν να τον ταλαιπωρουσε αυπνια πολ-
λων ημερων.Εκεινη επεμενε στη προταση
της.Εκεινος ,διχως θεληση,κουνησε το
κεφαλι ασυναισθητα,''ναι,παμε'' ψιθυ-
ρισε,μολις κουνοντας τα χειλη.Την ακου-
λουθησε στο ξενοδοχειο,στο ιδιο δωματιο
βρεθηκαν κλεισμενοι.
Επειτα τον αφησε ν'αποκοιμηθει .Τοτε
σηκωθηκε σιγα-σιγα προσεχοντας να
μην κανει θορυβο και τον ξυπνησει,περ-
πατησε στις μυτες των ποδιων και φθα-
νοντας στην πορτα την ανοιξε προσε-
κτικα.Εβγαλε το κεφαλι εξω και τα
προσκαλεσε με φωνη γλυκεια να μπουν
κι εκεινα ορμησαν μεσα αγριεμενα.Ε-
κεινη βγηκε εξω κι εκλεισε τη πορτα πι-
σω της και τον αφησε μονο του με τα
σκυλια να τον κατασπαραξουν.
Αυτο το ονειρο το εβλεπε συνεχως καθε
νυχτα το ιδιο ,χωρις αλλαγες.
Δεν περασαν πολλες μερες και μια
μερα αποφασισε να σταθει μπροστα
στον καθρεφτη:το προσωπο που ειδε
ηταν ομορφο και παλι.
Στις επιμονες ερωτησεις των αλλων
για την ξαφνικη αλλαγη στην εμφα-
νιση της δεν απαντησε παρα μ'ενα
αινιγματικο χαμογελο στα χειλη της.
.
.
.
ΟΙ ΦΤΩΧΟΙ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΙ ΑΓΙΟΙ  ΤΟΥ ΞΗΡΟΜΕΡΟΥ
.
.
το ορος υπερυπτατο ως τανυπτερυγος αετος ,
και ο ναισκος ως ταπεινος σπουργιτης,στρουθιον,
εν μεσω αιχμηρων βραχων και εγγυτατα κρημνων
αβυσεων
Και ηρθεν ο ανθρωπος κατα ωραν ορθρινην και
εμεινεν.
Και ειδεν τας νεφελλας λευκας ως η χιων ,και
τα ανθη της αμυγδαλιας
Και ακουσεν καλλικελαδα πουλια στα δεντρα, και
πως ξεδιψουσαν με την δροσον της χλοης
Και μεσηβρινην ωραν στον ισκιο πλατανου συν-
εφαγεν μετ' ανθρωπων εχοντας καθαρας τας οψεις
και λιγοστα τα λογια
Και πνεων ο ανεμος πηρε τις πραξεις του και τις
μοιρασε δικαια στα τεσσερα σημεια του οριζοντα
Και γραμματα εγραψεν επι των φυλλων των πε-
πτοκοτων εκ των δενδρων , και στις πετρες
σχεδιασε
Και τα διαστηματα του ηλιου στον ουρανο μετρησε
και υπολογισε τον χρονο των βηματων του
Και αναχωρησεν ο ανθρωπος κατα ωραν εσπερι-
νην και εμεινε οπισω ο ανεμος που τον περιεβαλ-
λε και ειχεν το σχημα του τοσα χρονια
.
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου