I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ -ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΑΤΗ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis -Αισχύλου Ἀγαμέμνων Κασσανδρα[στιχοι 1215-1241] μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}

.
.
LITTERATURE-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
-ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΑΤΗ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-Αισχύλου Ἀγαμέμνων
Κασσανδρα[στιχοι 1215-1241]
μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
ΚΕΙΜΕΝΑ-TEXTS-Χ.Ν.Κουβελης[C.N.Couvelis}
.
.



Αρχαιο Θεατρο-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης


Κλυταιμνηστρα  Αιγισθος Κασσανδρα Αγαμεμνων -c.n.couvelis χ.ν.κουβελης


ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΑΤΗ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
.
.
Αισχύλου Ἀγαμέμνων
[ edition. G. Murray, Aeschyli tragoediae, 2nd edn. Oxford: Clarendon Press,
1955 (repr. 1960): 207-274.]
Κασσανδρα[στιχοι 1215-1241]
μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Κασσανδρα
ἰοὺ ἰού, ὢ ὢ κακά.
ὑπ' αὖ με δεινὸς ὀρθομαντείας πόνος    1215
στροβεῖ ταράσσων φροιμίοις .....
ὁρᾶτε τούσδε τοὺς δόμοις ἐφημένους
νέους, ὀνείρων προσφερεῖς μορφώμασιν;
παῖδες θανόντες ὡσπερεὶ πρὸς τῶν φίλων,
χεῖρας κρεῶν πλήθοντες οἰκείας βορᾶς·    1220
σὺν ἐντέροις τε σπλάγχν', ἐποίκτιστον γέμος,
πρέπουσ' ἔχοντες, ὧν πατὴρ ἐγεύσατο.
ἐκ τῶνδε ποινάς φημι βουλεύειν τινά,
λέοντ' ἄναλκιν, ἐν λέχει στρωφώμενον
οἰκουρόν, οἴμοι, τῷ μολόντι δεσπότῃ–    1225
ἐμῷ· φέρειν γὰρ χρὴ τὸ δούλιον ζυγόν·
νεῶν τ' ἄπαρχος Ἰλίου τ' ἀναστάτης
οὐκ οἶδεν οἵα γλῶσσα, μισητῆς κυνὸς
λείξασα κἀκτείνασα φαιδρὸν οὖς δίκην,
ἄτης λαθραίου τεύξεται κακῇ τύχῃ.    1230
τοιάδε τόλμα· θῆλυς ἄρσενος φονεύς·
ἔστιν–τί νιν καλοῦσα δυσφιλὲς δάκος
τύχοιμ' ἄν; ἀμφίσβαιναν, ἢ Σκύλλαν τινὰ
οἰκοῦσαν ἐν πέτραισι, ναυτίλων βλάβην,
† θύουσαν Ἅιδου μητέρ' † ἄσπονδόν τ' Ἄρη    1235
φίλοις πνέουσαν; ὡς δ' ἐπωλολύξατο
ἡ παντότολμος, ὥσπερ ἐν μάχης τροπῇ.
δοκεῖ δὲ χαίρειν νοστίμῳ σωτηρίᾳ.
καὶ τῶνδ' ὅμοιον εἴ τι μὴ πείθω· τί γάρ;
τὸ μέλλον ἥξει. καὶ σύ μ' ἐν τάχει παρὼν    1240
ἄγαν γ' ἀληθόμαντιν οἰκτίρας ἐρεῖς.

Κασσανδρα
ωι ωι ω ω κακα
ξανα μενα φοβερη της ορθης μαντειας ωδινη 1215
στριφτογυριζει και με προμηνυματα  ταραζει
κοιταξτε αυτους εδω μπροστα στο σπιτι καθισμενους
νεους,που μ'ονειρα παρομοιοι ειναι στις μορφεςι,
παιδια που σαν να'ναι απο δικους τους σκοτωμενα,
με τα χερια γεματα κρεατα απ'τις σαρκες τους 1220
μαζι εντερα και σπλαχνα, αξιολυπητο φορτιο, 
φαινεται καθαρα να'χουν,π'ο πατερας γευτηκε.
γι'αυτα'δω εκδικηση σου λεω πως καποιος σχεδιαζειστ'αυτι ,
λιονταρι αδυναμο,που σε κρεβατια στριφογυρνα
στο σπιτι κρυμμενο,ωιμε,στον αφεντη που'θα'ρθει 1225
τον δικο μου,γιατι να φερνω πρεπει της δουλειας το ζυγο ,
και των καραβιων ο αρχηγος και του Ιλιου ο ξεθεμελιωτης
δεν ξερει ποια γλωσσα η μοχθηρη σκυλα   
γλυφοντας απλωνει ευχαριστη στ'αυτι να μοιαζει ,  ·
ολεθρο κρυφο ετοιμαζοντας κακης μοιρας   1230
τετοια τολμαει,θηλυκο τ'αρσενικου φονιας, 
με τι να καλεσω αυτο το μισητο αγριο θηριο
ταιριαζει αμφισβαινα,η Σκυλλα μηπως
που μεσ'στις πετρες κατοικει,συμφορα των ναυτικων,
τ'Αδη εξοντωντρια μανα π'αδιαλλακτη εχθρα 1235
στους δικους της πνεει,κι ετσι θριαμβευτικα ουρλιαξε
η στα παντα αψηφητη,σαν σε μαχη τρεπεται,
και φαινεται να χαιρεται με τον σωτηριο γυρισμο,
και γι'αυτα δω το ιδιο ειναι κι αν κι αν δεν πεισω,τι λοιπον;
οτ'ειναι να'ρθει θα'ρθει,και συ μενα παρων εδω 1240
γρηγορα με πολυ μεγαλη λυπη αληθη μαντισα θα πεις
.
.
ΚΑΣΣΑΝΔΡΑΣ ΑΤΗ-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

με κοιταξε,ξερω τι σκεφτηκε,'σαν τον σγουρο βασιλικο μυριζει το κορμι της,ειναι νεα,ομορφη',
την αλλη μερα με φωναξε,ηθελε να παμε οι δυο μας στο Αργος,καθησα διπλα της στο διθεσιο
κοκκινο καμπριο αυτοκινητο της,στο Αργος μου ψωνισε καινουργια ρουχα,με πηγε και στο
κομμωτηριο,υστερα καθησαμε σ'ενα κεντρικο ζαχαροπλαστειο,σταματησαν δυο γνωστες της
κυριες και την χαιρετησαν,'Κλυταιμνηστρα μου,τι κανεις;',φιληθηκαν σταυρωτα,ρωτησαν 'η
κοπελα;',γελασε,'Η Αλεξανδρα ειναι η νεα γυναικα του αντρα μου,δασκαλα πιανου','τι γυρισε
ο Αγαμεμνονας;',ρωτησε η ψηλοτερη με το κιτρινο καπελο,'ποτε;','χθες' απαντησε η Κλυται-
μνηστρα,με κοιταξαν,'μα αυτη ειναι κουκλα,και δεν φοβασαι τον Αιγισθο,μηπως τσιμπηθει μαζι
της; ξερουμε τι γυναικας ειναι',οταν εφυγαν οι κυριες ειπε,'κουτσομπολες και φαντασμενες,να
σκεφτεις εχουν κανει τρεις γαμους,η ψηλη χωρισε κι απ'τον τριτο αντρα και συζει μ'εναν πολυ
νεωτερο της',ηταν ζεστη μερα,παρα πολυς κοσμος γυρω μας,φορεσε τα μαυρα γυαλια της,'ο
Αγαμεμνονας,καποτε,πριν παει εκει' μου ειπε,'εφτιαξε σ'εναν  γλυπτη χρυσοχοο μια χρυση
μασκα,το προσωπο του',εβγαλε τα γυαλια της,ειδα το προσωπο της σκληρο,'τι εγωιστης,χρυσο
το προσωπο του',ξαναβαλε τα γυαλια της,'ο χρυσος,μου ειπε οταν μου την εδειξε,δεν σκουρια-
ζει',εβγαλε απ'τη τσαντα της ενα καθρεφτακι και το κραγιον,εβαψε τα χειλη της κοκκινα,'εκεινη
η χρυση προσωπιδα,Κασσανδρα,χαθηκε',εβαλε το καθρεφτακι και το κραγιον στη τσαντα,'δεν
ξερω πως',την κοιταξε,'μου τη ζητησε,του ειπα την αληθεια,δεν ερω,επεμενε,φωναζε,φαινονταν
πολυ αναστατωμενος,σαν να'σαι συ κανεις και να χαθηκες του ειπα,με κατηγορησε πως εγω
φταιω,του φωναξα κι εγω,θα μας ακουσες,σηκωσε το χερι να με χτυπησει,μ'αρπαξε απ'το λαιμο,
θα μ'επνιγε',τραβηξε το μεταξωτο κοκκινο μαντηλι που'χε δεμενο στο λαιμο,μου 'δειξε τα μαυ-
ρα σημαδια,ευτυχως μπηκε στο δωματιο η Ηλεκτρα,ντραπηκε και μ'αφησε',κοιταξε το ρολοι
της,'εσυ ξερεις που ειναι η μασκα;'με ρωτησε,'πες του την  αληθεια,την ωμη αληθεια,ειτε σε
πιστεψει ειτε οχι,απ'αυτη κανενας μας δεν θα ξεφυγει',εκεινη την ωρα οι δυο κυριες ξαναπε-
ρασαν,φορτωμενεςς με σακουλες ψωνια,αυτη τη φορα καθησαν μαζι μας,εμενα μου αρεσε
πολυ η φλυαρια τους,ηταν ευχαριστη,μου ελαφρυνε τη καρδια,ειπαν  για το εγκλημα,πριν δυο
μερες,που ταραξε τη κοινωνια του Αργους,γνωστος επιχειρηματιας του Αργους,ειπαν το ονομα
του,δολοφονηθηκε απο τον εραστη της γυναικας του,με την συνεργεια της,τον αιφνιδιασαν
στο μπανιο και τον επνιξαν,διαβασαν στη πρωτη σελιδα της εφημεριδας τα νεα της υποθεσης,
οι δραστες της δολοφονιας συνεληφθηκαν στον Ισθμο της Κορινθου καθως διεφευγαν,ανακρι-
θηκαν στην ασφαλεια και ομολογησαν το εγκλημα,ειχαν τις φωτογραφιες τους,ειδα και τη
φωτογραφια του δολοφονημενου,'σαν να τον ξερω ειπα','μα πως;ειναι αδυνατο' αναφωνησαν
μ'ενα στομα απορημενες οι δυο κυριες,'μια ξενη,μολις χθες ηρθες',καταλαβα το λαθος μου,
ειδα την Κλυταιμνηστρα να χαμογελα,εφυγαν οι δυο κυριες και γυρισαμε στις Μυκηνες,
μετα απο λιγο μπηκε στο δωματιο μου,με βρηκε μπροστα στον καθρεφτη να ξεβαφομε,
σταθηκε ακριβως πισω μου,'σιγουρα η χρυση μασκα',ειπε,προσπαθησα να δικαιολογηθω,
'ο αντρας εμοιαζε,ετσι νομισα,με τον Αιαντα τον Λοκρο',εσκυψα το κεφαλι,πηγα να βαλω
τα κλαματα,εκεινη με κοιτουσε μεσα στον καθρεφτη και δεν μιλουσε,'ηταν φοβερο,φρικτο'
της ειπα,η φωνη μου ετρεμε,'ποτε δεν θα το ξεπερασω,ειχα αγκαλιασει το ξοανο της θεας
κι εκεινος με τραβουσε με δυναμη,δεν αντεξα,τα χερια μου ξεκολλησαν,μ'ερριξε κατω,εγω
ουρλιαζα,τον δαγκωνα στα χερια στο λαιμο στον ωμο,φωναζα να μ'αφησει,του ξεριζωνα τα
μαλλια,τα νυχια μου χωθηκαν στις πλατες του,τον ξεσχισα,ηταν πολυ δυνατος','ησυχασε,μωρο
μου,τωρα αυτο περασε',η φωνη της γλυκεια,τρυφερη,φιλης η' μανας,μου'πιασε το χερι και μου
το χαιδεψε,ακουσαμε βηματα,η Κλυταιμνηστρα τραβηχτηκε απο κοντα μου,'ετοιμασε το μπα-
νιο μου' ακουσαμε τη φωνη του Αγαμεμνονα να προσταζει τη δουλα,'το μπανιο' ψιθυρισα ,'το
μπανιο',ειδα τη Κλυταιμνηστρα να φευγει και να κλεινει τη πορτα,ειχε αρχισει να νυχτωνει,σε
λιγο νυχτωσε,βγηκα και καθησα στο μπαλκονι,το φεγγαρι,πανσεληνο,ανεβηκε απ'τον απεναντι
λοφο ανατολικα,ο ηχος ενος τριζονιου,εκλεισα τα ματια,περασε ωρα,ακουσα θορυβο,ανοιξα τα
ματια,το φεγγαρι ειχε ανεβει ψηλα,σαν μερα ηταν φωτισμενα,τοτε κατω στην αυλη ειδα πρωτα
τη σκια του Αιγισθου,μετα τη σκια της Κλυταιμνηστρας,εκεινη κατι του ειπε κι εκεινος σηκωσε
το κεφαλι προς το μερος μου,σιγουρα με ειδε,δεν προλαβα να κρυφτω,επειτα χαθηκαν στη σκο-
τεινη στοα,δεν μ'ενοιαζε αν μ'ειδε,'κρυφο τιποτα δεν μενει'σκεφτηκα,στο κρεβατι αφησα χωρο
για τον Αγαμεμνονα να ξαπλωσει οταν γυρισει,η δευτερη νυχτα μου στις Μυκηνες,κοιμηθηκα,
ξυπνησα κι ειδα κατω απο τη πορτα να μπαινει κατι κοκκινο στο δωματιο,νερο,κοκκινο νερο,το
ειδα να κυλαει στο ξυλινο πατωμα,τρομαξα και φωναξα,'Αγαμεμνων,ξυπνα,θα πνιγουμε',δεν
ακουσα αποκριση,ο Αγαμεμνων δεν κοιμονταν διπλα μου,η σταθμη του νερου ανεβαινε,πετα-
χτηκα απ'το κρεβατι,η πορτα απ'τη ορμη του νερου ειχε ανοιξει,παραξενο αλλα εξω απ'το δω-
ματιο στο διαδρομο δεν υπηρχε νερο,ειδα τη πορτα της κρεβατοκαμαρας της Κλυταιμνηστρας
μισανοικτη,μπηκα διστακτικα,προχωρησα και τοτε μεσα στο αμυδρο φως ειδα τα γυμνα κορμια
της Κλυταιμνηστρας και του Αιγισθου ξαπλωμενα στο κρεβατι και δυο φιδια να τους τρωνε το
προσωπο,ανοιξα το στομα να τους φωναξω,'μην τους ξυπνας',ακουσα μια φωνη πισω μου,γυρι-
σα  και ξεχωρισα μεσα στο λιγοστο φως την Ηλεκτρα με τον Ορεστη,'δεν βλεπεις πως κοιμουν-
ται αγκαλιασμενοι οπως ηθελαν,ευτυχισμενοι',κοιταξα τον Ορεστη,γονατισα,του επιασα το
προσωπο,'ποσο,μικρο μου,μοιαζεις στον αδελφο μου Ελενο',τον αγκαλιασα,,'ησυχασε,μωρο
μου,η μαμα θα γυρισει,δεν μας ξεχασε',τον φιλουσα,'θα μας παρει,θα μας βγαλει απο δω',
'ελα,Ορεστη,παμε' ακουστηκε αυστηρη η φωνη της Ηλεκτρας και τραβηξε τον Ορεστη,εμεινα
μονη μου στο δωματιο,απο το παραθυρο δυτικα εμπαινε το δυνατο φως του φεγγαριου,στο
κρεβατι,ειδα,κατω απ'τ'ασπρο σεντονι  κοιμονταν βαθεια ο Αιγισθος και η Κλυταιμνηστρα,
γυρισα στη κρεβατοκαμαρα μου,ο Αγαμεμνονας ειχε γυρισει,καθονταν στον καναπε και καπνι-
ζε,'που ησουνα,ανησυχησα',μου ειπε μολις με ειδε,'δεν ειχα υπνο'του απαντησα,'εκανε ζεστη,
και μπηκα στο μπανιο να δροσιστω και να χαλαρωσω',με κοιταξε δυσπιστα,'βγηκα και στο κηπο'
συμπληρωσα,'καταλαβαινω,ελα τωρα να κοιμηθουμε',μου ειπε,'αυριο θα ειναι αλλη μερα',
ξυπνησα,ο Αγαμεμνονας ελειπε,ειχε πει πως  θα παει για δουλειες στο Αργος,τραπεζα,εφορια,
δικηγορο,ακουσα το αυτοκινητο της Κλυταιμνηστρας,βγηκα στο μπαλκονι,με ειδε,σηκωσε το
χερι και με χαιρετησε,'Καλημερα,παω τα παιδια σχολειο,δεν θ'αργησω', ετοιμαστηκα,φορεσα
ενα απο τα ρουχα που ψωνισαμε,μια μαυρη στενη φουστα λιγο κατω απ'το γονατα κι ενα κοκ-
κινο μπλουζακι,οταν επεστρεψε και με  ειδε αναφωνησε με θαυμασμο,'Ποσο κομση εισαι,
αγαπη μου',με καλεσε στο δωματιο της,'δεν σε πειραζει που θα βαφομε' μου ειπε,'οχι,καθολου'
της απαντησα,'μ'ενδιαφερει να δω την τεχνικη και την αισθητικη του μακιγιαρισματος σου΄,
χαμογελασε,'το μακιγιαζ ειναι μια μασκα,οχι βεβαια χρυση,αλλα εφημερη',ειπε,και συμφωνησα,
οταν τελειωσε το μακιγιαζ  ειπε,'τωρα εγινα η Κλυταιμνηστρα',με κοιταξε,'θελεις και συ ,καλη
μου,να γινεις η Κασσανδρα;',δεν αντεδρασα,ειπα ναι,μ'εβαφε,παρακολουθησα σταδιακα στον
καθρεφτη την μεταμορφωση μου,'Η Κασσανδρα' ειπε,'αυτη,εγω η Κλυταιμνηστρα,οι αλλοι δυο
ο Αγαμεμνονας κι ο Αιγισθος',μ'αγκαλιασε και κοιταχτηκαμε στον καθρεφτη,'ποσο ομορφη
εισαι' μου ψιθυρισε και μ'εσφιξε,μ'αφησε,'η Ελενη ηταν μια ναρκισσος',η φωνη της σκληρη,
'δεκα χρονια μικροτερη μου,κακομαθημενη,ανοητη,καποτε ειχε ξετρελαθει μ'εναν αλητη κι
εφυγε μαζι του,αναστατωθηκαμε,οταν επεστρεψε η μητερα κι ο πατερας οχι μονο δεν την
φωναξαν αλλα την συγχωρεσαν και την αφησαν ελευθερη να κανει οτι θελει,τον καημενο
Μενελαο,τον λυπαμε,τωρα εμαθα πως βρισκετε με καποιον αλλον εραστη  στην Αιγυπτο',
καθησε στο κρεβατι,'λενε πως μονο το πουκαμισο της ητανε στη Τροια',γελαει,'ενα ασπρο
μεταξωτο διαφανο κομπινεζον',γελαει δυνατα,'κι εσυ,φυσικα,εκει θα την ειδες,ζωντανη ζεστη
καυτη σαρκα΄,τρανταζεται,σηκωνεται,'για μια πουτανα',ουρλιαζει,'εγω εχασα την Ιφιγενεια μου,
το παιδι μου,την μικρη μου Ιφι,για μια πουτανα Ελενη',και τοτε χωνει το χερι στο στηθος της
και βγαζει μια φωτογραφια,'να',μου δειχνει,'η Ιφι μου',και κλαιει 'η μικρη μου Ιφιανασσα',
φιλαει τη φωτογραφια,καθεται μπροστα στον καθρεφτη,ξεβαφεται,'τα παιδια,η Ηλεκτρα κι ο
Ορεστης δεν καταλαβαινουν,θρησκεια τους ειναι ο πατερας,η μανα,εγω,ενα βρωμερο σκουλη-
κι,μια μυσερη σκυλα,μια αδιαντροπη μοιχαλιδα,που ντροπιαζει τον πατερα τους',ξεκλειδωνει
ενα συρταρι κι απο μεσα  βγαζει μια χρυση προσωπιδα,τη κρατα μπροστα στο προσωπο της,'η
χρυση μασκα  του Αγαμεμνονα' λεει,'τωρα εγινα εγω Αγαμεμνονας κι η μασκα του κι αν ειναι
χρυση σιδηρος θα γινει και θα σκουριασει γρηγορα',γελαει,τραβαει τη μασκα απ'το προσωπο
της και τη ξανακλεινει στο συρταρι,'εδω στον Οικο των Ατρειδων ολα θα σκουριασουν',την
παρακολουθουσα να ξαναβαφεται,τωρα φαινοταν πιο ησυχη,'ο Τανταλος θελοντας να κοροι-
δεψει τη σοφια των Ολυμπιων θεων κομματιασε το γιο του Πελοπα ,τον εβρασε και τους εδωσε
τα κομματια του να γευματισουν κι εκεινοι εκτος απ'τηυ Δημητρα το καταλαβαν και καταραστη-
καν τη γενια του,κι ο Πελοπας,το παιδι του,αφου με δολο κερδισε τον Οινομαο σ'αρματοδρο-
μια,χαλωντας το αρμα του με τη βοηθεια του ηνιοχοου του Μυρτιλου,πηρε γυναικα του  την
κορη του Ιπποδαμεια και ξεγελασε στη μοιρασια του βασιλειου τον Μυρτιλο,και τα παιδια του
Πελοπα ο Ατρεας κι ο Θυεστης φαγωθηκαν καταραμενοι οπως ηταν για τη βασιλεια των Μυκη-
νων,κι ο Ατρεας για να εκδικηθει τον Θυεστη,εραστη της γυναικας του Αεροπης,εσφαξε τα
παιδια του,τα'βρασε και του τα'προσφερε φρικτο φαγητο να τα φαει,κι υστερα τον εξορισε
στην Ηπειρο κι εκει ο Θυεστης αιμομικτησε με την κορη του Πελοπια και βγηκε αυτος εδω ο
Αιγισθος,κι ο Αιγισθος ηρθε κι εκδικηθηκε σκοτωνοντας τον Ατρεα,κι απ'αυτον ο γιος του
Ατρεα ο Αγαμεμνονας αρπαξε τη βασιλεια,και τωρα,αλιμονο,που γυρισε απ'τη Τροια ο Αιγισθος
ειναι συντροφος μου στο κρεβατι και στην εξουσια',με κοιταξε μεσα στον καθρεφτη,'τωρα εσυ
η αθωα πριγκιπισα της Τροιας Κασσανδρα,η' Αλεξανδρα,του Πριαμου και της Εκαβης ξερεις τι
θα γινει', πηγα ν'ανοιξω το στομα μου,με προλαβε,'μην πεις,κανεις δεν θα σε πιστεψει',κοιτα-
χτηκε στον καθρεφτη,'τελειωσα,τωρα ειμαι ετοιμη'μου ειπε,σηκωθηκε,αλλαξε διαθεση,'ελα να
παμε μια βολτα,να ξεσκασουμε',πηγαμε στο Αργος,φωνισαμε ρουχα και καλλυντικα,υδατικες
κρεμες,μασκες προσωπου,αρωματα,εκεινη αγορασε ενα μαργαριταρενιο περιδαιρεο κι εγω
σκουλαρικια,χρυσες σπειρες,επειτα καθισαμε στο ιδιο ζαχαροπλαστειο,περασαν παλι οι δυο
κυριες,'δεν σου αρπαξε ακομα τον Αιγισθο,η κουκλα;'αστειευτηκε η ψηλη,Μαρσηππα την
λεγανε,το ονομα της αλλης ηταν Λιζα,' δεν ειναι αυτος ο ρολος της' απαντησε αινιγματικα η
Κλυταιμνηστρα,'θα τους εκτελεσουν τους δυο μοιχους',θυμηθηκε την δολοφονια του επιχει-
ρηματια η Μαρσηππα,'πρεπει καποτε να καταργηθει η θανατικη ποινη'σχολιασε η Λιζα κοιτων-
τας την Κλυταιμνηστρα 'ειναι βαρβαρο εθιμο,δεν συμφωνεις Κλυταιμνηστρα;',η Κλυταιμνηστρα
δεν απαντησε αμεσως,με κοιταξε και ειπε,'εξαρταται',στη συνεχεια οι δυο γυναικες,αρκετα
ενημερωμενες,κουτσομπολεψαν τους ανθρωπους τους θεαματος,ηθοποιους και τραγουδιστες,
στο τελος η Λιζα εκανε την προταση,'το Σαββατο θα παμε θεατρο στην Επιδαυρο,αν θελεις
Κλυταιμνηστρα ελα και συ,μπορεις να παρεις και την Αλεξανδρα,να δει κι αυτη θεατρο,ο σκηνο-
θετης ειναι καποιος Αγγλος,δεν απομνημονευω ονοματα,η' καποιος Γερμανος', η Λιζα και η
Μαρσηππα σηκωθηκαν,μας φιλησαν σταυρωτα κι εφυγαν,πριν επιστρεψουμε στις Μυκνηνες
αγορασαμε μαγιο,εγω λευκο μπικινι κι η Κλυταιμνηστρα μαυρο ολοσωμο και πηγαμε στο Τολο
στη θαλασσα για μπανιο,η Κλυταιμνηστρα ηταν δεινη κολυμβητρια,αλοιψε η μια την αλλη  με
αντηλιακο και ξαπλωνοντας ωρες στον ηλιο πηραμε χρωμα,οταν επιστρεψαμε στις Μυκηνες
βρηκαμε στο τραπεζι του κηπου να καθονται ο Αγαμεμνονας κι ο Αιγισθος,μολις μας ειδαν
σηκωθηκαν και προσποιουμενοι επιγουσα δουλεια χωριστηκαν,οταν βραδυασε μαζευτηκαμε
στο σαλονι,η Κλυταιμνηστρα,τα παιδια,η Ηλεκτρα,ο Ορεστης,η Χρυσοθεμις,και τους επαιξα
 πιανο,τη Σονατα του Σεληνοφωτος του Μπετοβεν,στο τελος με χειροκροτησαν θερμα,
η Ηλεκτρα μαλιστα μου ζητησε να της κανω μαθηματα,της απαντησα ναι για να μην την απογο-
ητευσω,αργοτερα ηρθε στο δωματιο μου η Κλυταιμνηστρα και μου εδειξε φωτογραφιες,'εγω με
την αδελφη μου Ελενη,μαθητρια της ε' δημοτικου,στην Πλευρωνα στον  παππου μας Θεστιο',
'σ'αυτη εδω η μανα μας Ληδα καθιστη αναμεσα στ'αδελφια μας Καστορα και Πολυδευκη',
'εδω η Ελενη νυφη με τον Μενελαο','δεν αλλαξε,ιδια ειναι' της ειπα,η Κλυταιμνηστρα δεν σχο-
λιασε και συνεχισε,'η γαμηλια μας,εγω κι ο Αγαμεμνονας',σε μια φωτογραφια σταματησε,
η φωνη της ετρεμε,'εδω η Ιφι μου στην Αυλωνα,με φοντο τα καραβια,κοιτα ποσο γλυκεια ειναι,
ενα περιστερακι',προσπερασε καποιες φωτογραφιες,'εδω ειμαι στο Αργος με τον Αιγισθο',
η φωνη σταθερη,ο Αιγισθος την κρατουσε αγκαλια  απ'τη μεση,'ταιριαστο ζευγαρι'σχολιασα,
'εως το Σαββατο'ειπε,παλι η φωνη της σταθερη, εκλεισε το αλμπουμ,'καποια αλλη φορα τις
αλλες',με κοιταξε,'ισως', ακουσαμε τη φωνη του Αγαμεμνονα,'ετοιμασε το μπανιο μου',
εγω ειχα κοιμηθει οταν ξαπλωσε διπλα μου,με ξυπνησε,'αυτος ο βρωμιαρης ο Αιγισθος σε
γλυκοκοιταζει και θα του σπασω τα μουτρα','ιδεα σου ειναι' τον καθησυχασα,μ'αρεσε που
ζηλευε εμενα κι οχι την Κλυταιμνηστρα,το σχεδιο μου αρχισε να λειτουργει,να βγει απ'τη μεση
ο Αιγισθος κι η Κλυταιμνηστρα,δεν ειχα υπνο,βγηκα στο μπαλκονι,το φεγγαρι σχεδον πανσελη-
νο φωτιζε σαν μερα τη νυχτα,κατω στη αυλη ειδα τον Αιγισθο με την Κλυταιμνηστρα,η Κλυται-
μνηστρα κατι ειπε στον Αιγισθο κι εκεινος γυρισε το κεφαλι και κοιταξε πανω,αυτη τη φορα
προλαβα και κρυφτηκα πισω απ'τη κουρτινα,επρεπε να ενεργησω πριν απ'αυτους,να μην
υποψιαστουν το σχεδιο μου,ξαπλωσα και κοιμηθηκα,με ξυπνησε ενας θορυβος,ετρεξα στο
μπανιο,γεματη μεχρι πανω αιμα η μπανιερα ξεχυλιζε,ουρλιαξα,ξυπνησαν η Κλυταιμνηστρα κι ο
Αιγισθος,με κοιτουσαν απορημενοι,'τι του κανατε δολοφονοι;' φωναξα,'τον σκοτωσατε',γελα-
σαν και οι δυο,'εισαι τρελη,ο Αγαμεμνονας κοιμαται στο κρεβατι σου',ετρεξα εκει,τον βρηκα να
κοιμαται βαθεια,ξαπλωσα και κοιμηθηκα,ξυπνησα παλι,καποιοι ψιθυριζαν εκει μεσα στο δωμα-
τιο,σηκωθηκα,κι ειδα τον Αιγισθο και την Κλυταιμνηστρα να σερνουν ενα σακι,'τι κανετε εδω;'
φωναξα,με κοιταξαν,εβαλαν το δακτυλο μπροστα στομα,'μη,θα ξυπνησεις τον Αγαμεμνονα',
'Παιδοκτονοι'ουρλιαξα,'εκει μεσα εχετε κομματιασμενα τα παιδια',γελασαν,'εισαι τρελη,δεν θα
σε πιστεψει κανεις' φωναξαν,τους αρπαξα με δυναμη το σακι,εκεινοι το αφησαν,αδειο ηταν,
'κοιτατε να με ξεγελαστε,δολοφονοι,μαγοι' κι ετρεξα στο δωματιο των παιδιων,μεσα στο αμυ-
δρο φως τα ειδα να κοιμουνται ησυχα,οταν βγηκα στο διαδρομο σκονταψα πανω σε κατι,επε-
σα,κι ειδα με τρομο τον Αγαμεμνονα αιμοφυρτο τυλιγμενο σε διχτυ,επρεπε αμεσως να φυγω
απ'αυτο το σπιτι,που ομως να παω;.'στους Λοκρους',ακουσα μια φωνη πισω μου,με δυσκολια
γυρισα το κεφαλι κι ειδα τον Αιαντα τον Λοκρο να κραταει το ξοανο της θεας,τεντωσε το χερι,
'παρ'το θα σε βοηθησει',λιποθυμισα,οταν συνηλθα ημουνα ξαπλωμενη στο κρεβατι,διπλα ο
Αγαμεμνονας μου κρατουσε το χερι,ορθιοι πανω απ'το κεφαλι μου ο Αιγισθος και η Κλυταιμνη-
στρα,'ξυπνησαμε,απ'τις φωνες σου,σηκωθηκαμε και σε βρηκαμε πεσμενη στο διαδρομο μπρο-
στα στη πορτα των παιδιων λιποθυμη,ελα ησυχασε',η Κλυταιμνηστρα μου αλλαξε την υγρη
κομπρεσα στο μετωπο,εξαντλημενη οπως ημουνα τα ματια μου εκλεισαν και κοιμηθηκα,ξυπνη-
σα αργα,εκεινη τη μερα καθησα ξαπλωμενη στο κρεβατι,με περιποιουνταν αποκλειστικα η
Κλυταιμνηστρα,τη αλλη μερα Σαββατο,ενιωθα καλυτερα,και κατεβηκαμε στο Αργος,ψωνισαμε
και καθησαμε στο ιδιο ζαχαροπλαστειο,δεν ειδαμε τη Λιζα και τη Μαρπησσα,με την Κλυταιμνη-
στρα συζητησαμε κυριως για τα προβληματα των παιδιων,'την Ηλεκτρα κατι την βασανιζει,
απομονωνεται στο δωματιο της,δεν εχει ορεξη,αδυνατισε,κλειστη δεν μιλαει,τον Αιγισθο
φαινεται να τον μισει,ο Ορεστης της εχει μεγαλη αδυναμια,φοβαμαι πως θα τον παρασυρει,
ολη τη νυχτα του ψιθυριζει,,πολλες φορες εβαλα τ'αυτι στη πορτα ν'ακουσω,αλλα δεν κατα-
λαβα τους ψιθυρους της,δεν λεω ειναι στη εφηβεια,εχει ειδωλο τον πατερα,αν ερωτευτει,αν
παει με αντρα ισως ξεχασει,αλλαξει',μιλουσε με κατεβασμενο κεφαλι κι εσφιγγε τα χερια της,
'δεν ξερω τι να κανω,καποιος ψυχολογος ισως μπορει να βοηθησει,με καποιον που μιλησα
ειπε νευρωση,μανιοκαταθλιψη,αλλα πρεπει να την δει για να γνωματευσει',για ν'αλλαξω θεμα
'στο θεατρο θα παμε;'τη ρωτησα,σοβαρεψε,'δεν εχω ορεξη,το θεωρω βαρετο,η πραγματικοτη-
τα  ειναι πιο ενδιαφερουσα,το θεατρο ειναι μια μιμηση,μια κατασκευη,απατη',την υπολοιπη
ωρα μεχρι να ξαναγυρισουμε στις Μυκηνες την περασαμε κολυμπωντας στο Τολο,η Κλυταιμνη-
στρα μου εκανε,μαλιστα,και μαθηματα κολυμβησης,'στο υπτιο μαλλον εχεις ταλεντο' μου ειπε
κολακευτικα,το βραδυ στο σαλονι εκανα μαθηματα πιανου στην Ηλεκτρα,τρελαθηκε με τα
νοτουρνα του Σοπεν,ο Αγαμεμνονας θα διανυκτερευε στο Αργος,θα συναντουσε καποιους
παλιους φιλους και θα δειπναγαν μαζι,ετσι κοιμηθηκα μονη μου,το μεσημερι φαγαμε ολοι,
μαζι και τα παιδια,στο τραπεζι του κηπου,συζητησαμε εγκαρδια ,τραγουδησαμε,χορεψαμε βαλς
και ταγκο,,εγω και η Κλυταιμνηστρα,εναλλαξ,με τον Αιγισθο και τον Αγαμεμνονα,τα παιδια το
καταδιασκεδασαν,ακομα και η Ηλεκτρα,μετα το γευμα τα παιδια κι οι αντρες αποσυρθηκαν για
υπνο,μειναμε εμεις οι γυναικες,'θελεις να παμε στην Επιδαυρο,στο θεατρο;' μου προτεινε η
Κλυταιμνηστρα,'και βεβαια θελω,και το ρωτας;'της απαντησα με ενθουσιασμο,μπηκαμε στο
αυτοκινητο και πηγαμε στο θεατρο,'αυτο ειναι το κοιλο,το αμφιθεατρο,εδω καθονται οι θεατες'
μου εδειξε η Κλυταιμνηστρα,'αυτη εδω ειναι η ορχηστρα,η σκηνη που παιζουν οι υποκριτες,οι
ηθοποιοι',μου ειπε να παω καθησω στο κεντρο του θεατρου στη δεκατη σειρα,'απο εκει θα
βλεπεις και θ'ακους καλυτερα',καθησα εκει που ειπε,εκεινη στη ορχηστρα εκανε διαφορες κινη-
σεις,οι οποιες,οπως καταλαβαινα,μιμουνταν καποιες πραξεις,μετα απο ωρα στεκωντας ορθια
στο κεντρο της σκηνης φωναξε:'Εγω η Κλυταιμνηστρα,Εσυ' ,μ'εδειξε,'η Κασσανδρα,κι Εσεις',
εδειξε με το χερι της πανω απο μενα,'ο Αγαμεμνονας και ο Αιγισθος',και με τελετουργικο τροπο
αναφωνησε:'Να γινει τωρα η Ολη Πραξις',ολα θα συνεβαιναν οπως τα ειχα προβλεψει,το σχεδιο
μου τελειωθηκε,η Αλωση της Πολης μου εφερε την Ατην και τελος την Τισιν,και δεν μ'ενδιαφε-
ρει καθολου αν ποτε γινω πιστευτη,και προπαντως τωρα ξερω πως εκεινη πανω στη Πραξη
σκεφτεται ,'ειναι νεα,ομορφη,σαν τον σγουρο βασιλικο μυριζει το κορμι της'
.
.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου