I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2023

37-GREEK POETRY-POETRY-C.N.COUVELIS-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ - ΜΕΡΟΣ 37-PART 37

.

.

GREEK  POETRY
POETRY-C.N.COUVELIS
ΠΟΙΗΜΑΤΑ-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ
.
.
ΜΕΡΟΣ  37
PART  37

.

.



Μιθριδάτης Στ' Ευπατωρ

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


μετά την στάση,προδοσία,του γιου του 

Φαρνάκη Β' στον Κιμμεριο Βόσπορο 

τα πάντα αιολα πια στους Ρωμαίους

του Πομπηιου κλινουν,

εδώ τώρα στο Παντικαπαιον

αν κανένα δηλητήριο,λόγω Μιθριδατισμου,

δεν δωσει το άξιο τέλος 

για τον Μιθριδάτη Στ' Μέγα Ευπατωρα

τότε το ξίφος ενός δούλου θα είναι 

η οριστικη λύση


ότι ήταν να κάνει και επιπλέον έκανε,

με τρεις πολεμους,

ως Σελευκίδης απογονος

για μια λαμπρή Ελληνιστική Αυτοκρατορία 

του Πόντου 

.

.

.


Ελληνικό σκηνικό(greek scenery)-2μ χ 4μ

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Πράξεις Λογομαχίας

Acts of Argument-Fights

(με μια μετάφραση μου στα αγγλικά)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η υποτείνουσα των λεξεων αναντιρρητη

και σε υπέρθεση αινιγματων εμφυλιων

η ιστορία του Θηβαιου Οιδιποδα

στήλες κυπαρισσιων το τοπιο

προσθέτωντας κενά η ύπαρξη

του ανθρώπου

στο αρχαίο θέατρο της πατρίδας

η ησυχία της πέτρας που αναπνέει

επιδέξια κατάδυση στη μνήμη μας

εγώ χρεοφειλετης ιδεολογιών

προς πλουτισμόν αλλοτρίων

στα ορυχεία της ιστορίας

δούλεψε

'δεν υπάκουσα ποτε'

με τι εμπορεύματα θα μας ανταλλάξουν;

κοίταξε

περισπωμενες πουλιών αναλήφθηκαν

πόση καθαρότητα ελληνική στερηθηκαμε

ακολουθώντας δολοφόνους;

η βάρβαρη Μήδεια σε χίλια κομματια 

πόνου

πληρώνεται με νομίσματα νόθα

πορνειας

στο κλεινόν άστυ των Αθηνών

δεν είναι αδύνατον το Χαίρε

το Οξυμωρον της  Επανάστασης

ένα πήλινο τοπίο εκτείνεται

βόρεια της Λάρισας

με τόσους σκοτωμένους Ελπηνορες

τρέφει παχύ το χώμα του

ψυχές ανθρώπων σαν λευκά κρίνα

στο τέλος της μνήμης μου

είδα,δύο χρόνια πριν την αιωνιότητα

να αιωρειται κίτρινος ο βαν Γκογκ

εμείς οι ωμοφαγοι του life syle τι ζηταμε 

στην Ομόνοια,στα Χαυτεια,

στη Σταδίου,

στην Αθηνάς στην Ερμού

στο Συνταγμα;

άκουσα να μιλάνε για σένα

σαν να'σαι ανυπαρκτος

μην πικρενεσαι

καιρό είναι που με ξέχασες

άκουσα να μιλάνε για μενα

περισσεύει ο θάνατος στη ζωή μας

να μετράμε τη χώρα μας

με εμβαδό ανθρώπων

ανάγλυφοι γλάροι πολλαπλασιάζουν

στο μέλλον μας

ερωτήματα απαραβιαστα

διαιρώντας τον χρόνο

με το πραγματικό 

τα υπόλοιπα μας είναι υπαρκτα

μην αμελησετε να εχετε μαζι σας στις τσεπες σας 

στοιχεια και μεταλλα

Ευκλειδη Αριστοτελη 

Διονυσιου Σολωμου Ανδρεα Καλβου

Κωστη Παλαμα

και αλλων πολλων Ευγενων

Πράξεις λογομαχίας

σαπίζουν εντόσθια γεγονότων

στα σφαγεία της Ιστορίας

συνεχίστε τον καυγά

στα ορατά και αόρατα

πυροβολεία ψεύδους

πρόσω ολοταχως Οδυσσεα

πυκνώνει το γαλάζιο

του ταξιδιού μας

.

.

 Acts of Argument-Fights

 -χ.ν.κουβελης c.n. couvelis


 the subjunctive of the words unobjectionable

 and in the superposition of civil riddles

 the story of Theban Oedipus

 cypress columns the landscape

 adding gaps the existence

 human's

 in the ancient theater of the homeland

 the stillness of breathing stone

 skilful diving into our memory

 I'm a debtor of ideologies

 for the enrichment of others

 in the mines of history

 it worked

 'I never obeyed'

 what goods will they exchange us for?

 look

 birds were taken ascended

 how much Greek purity we were deprived of

 following killers?

 the barbaric Medea in a thousand pieces

 of pain

 paid with counterfeit coins

 prostitution

 in the glory city of Athens

 it is not impossible the Hail

 the Oxymoron of Revolution

 a clay landscape stretches

 north of Larissa

 with so many slained Elpinores

 it nourishes its soil thickly

 souls of men like white lilies

 at the end of my memory

 I saw, two years before eternity

 to float a yellow van gogh

 we the raw-eaters of the life syle 

what are we searching 

in Omonia, in Hautia,

 in the Stadiou

 in Athena in Ermou

 in the Syntagma?

 I heard them talking about you

 as if you don't exist

 don't be bitter-soul

 It's been a long time since you forgot me

 I heard them talking about me

 there is too much death in our lives

 to measure our country

 with area of ​​people

 embossed seagulls are  multiplying

 in our future

 questions inviolable

 dividing the time

 with the real one

 the rest of us are real

 do not neglect to have elements and metals with you 

in your pockets

 Euclidean Aristotle 

Dionysios Solomos Andreas Kalvos

Kostis Palamas

 and many other Nobles

 Acts of Argument-Fights

 guts of facts are rot

 in the slaughterhouses of History

 continue the voice-fight

 in the visible and invisible

 shooting lies

 full speed ahead Odysseus

 it is thickenig the blue

 of our trip

 .

 .

Acts of Arguments -Fights

-poetry animations and music

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis



.
.
.

 



σε βλέπω / I see you

(What's going on?)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


σε βλέπω

στο δρόμο,

μόνο

κομματιασμένο σώμα

τι συμβαίνει? 

κανείς δεν υπάρχει,

νυχτώνει,

ένας πυροβολισμός

σε σκότωσαν,

αδιαφορώ

μόνο βλέπω τη κόλαση

αυτού του κόσμου

.

.

I see you 

on the street

alone

dismembered body

what's going on?  

nobody is there

it's getting dark

a shot

they killed you 

I don't care

I only see the hell

of this world

.

.

What's going on?

-poetry and animations

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis



.
.
.


Marcus Valerius Martialis, 

Epigrammaton Libri

(V,58-I,34-III,26)

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


V,58


Αύριο θα ζήσεις,Αύριο λες,Ποστουμε Αυριανε,παντοτε

Πες μου,εκείνο το αύριο,

Ποστουμε Αυριανε,ποτε θα'ρθει;

Πόσο θα διαρκέσει εκείνο το αύριο,που είναι;

και που θα το ψάξεις;

μήπως ανάμεσα στους Παρθους και τους Αρμενιους κρύβεται;

ήδη εκείνο το αύριο έχει του Πριαμου η' του Νέστορα τα χρόνια,

Εκείνο το αύριο πόσο,πες μου,κοστίζει ν'αγοραστει;

Αύριο θέλεις να ζεις;Σημερα ηδη να ζεις ,Ποστουμε Αυριανε,αργά είναι,

Σοφός είναι,οποιος,Ποστουμε Αυριανε,έχει ζήσει χτες


Cras te victurum, cras dicis, Postume, semper.

Dic mihi, cras istud, Postume, quando venit?

Quam longe cras istud, ubi est? aut unde petendum?

Numquid apud Parthos Armeniosque latet?

Iam cras istud habet Priami vel Nestoris annos.

Cras istud quanti, dic mihi, possit emi?

Cras vives? hodie iam vivere, Postume, serum est:

Ille sapit, quisquis, Postume, vixit heri.

.

.

I,34


αφυλακτες κι ορθανοιχτες,Λεσβία,παντα

τις πόρτες της κρεβατοκάμαρας σου 

έχεις στα ερωτικά σου,

και πιο πολύ σ' ευχαριστεί ο θεατής που βλεπει

παρα ο κρυφός εραστής,

οι κρυφές απολαύσεις καθόλου δεν σε ανάβουν,

οι πουτανες τουλάχιστον έχουν κουρτίνες 

και κλειδαριές κι αποκλείουν τους μάρτυρες,

ακόμα και στο μπουρδέλο του Σαμπμεμι 

δεν υπάρχουν τρυπες για ματι

μάθε λοιπον απ'τη Χιόνα

η' τη Λαϊδα τη ντροπη,

κι οι φτηνές πουτανες μέσα στα νεκροταφεία 

κρυβονται

σου φαίνεται η κρίση μου βαριά; 

να σε παίρνουν μάτι έχω αντιρρηση,Λεσβία,

όχι να γαμιεσαι


Incustoditis et apertis, Lesbia, semper

Liminibus peccas nec tua furta tegis,

Et plus spectator quam te delectat adulter

Nec sunt grata tibi gaudia si qua latent.

At meretrix abigit testem veloque seraque       

Raraque Submemmi fornice rima patet.

A Chione saltem vel ab Iade disce pudorem:

Abscondunt spurcas et monumenta lupas.

Numquid dura tibi nimium censura videtur?

Deprendi veto te, Lesbia, non futui.

.

.

III,26


τα κτήματα μόνος  εχεις,Καντιδε,και τα λεφτά,

το χρυσό μόνος έχεις,

πορσελάνινα βάζα μουρανο μόνος εχεις,

καλό.κρασι μασικα μόνος έχεις,

κι απ' την εποχή του Οπιμιους παλιό κρασί καεκουμπα μόνος,

και τη καρδια μόνος έχεις,

μόνος και το μυαλό,

τα πάντα μόνος εχεις,

μην νομίζεις αυτό πως το αρνούμαι,

αλλά μόνο τη γυναίκα έχεις,Καντιδε,με ολους


Praedia solus habes et solus, Candide, nummos,

Aurea solus habes, murrina solus habes,

Massica solus habes et Opimi Caecuba solus,

Et cor solus habes, solus et ingenium.

Omnia solus habes - hoc me puta velle negare! -

Uxorem sed habes, Candide, cum populo.

.

.

.

 


Από την Παλατινή Ανθολογία Επιγραμματα

(Ρουφινου VI 12-Κιλλακτωρος V 29-Διοσκουριδη V55-Αρχιου V98

-Μαρκου ΑργενταριουV104-Φιλοδημου V 126-Αυτομεδοντος V129)

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Ρουφινου

VI 12


ας λουστούμε Προδικη

κι ας στεφανωθουμε

και τ'ανερωτο κρασί ας πιούμε ποτήρια 

σηκώνοντας μεγάλα,

λίγος των χαρων  ο καιρός είναι,

ύστερα τα γεράματα θα εμποδίζουν,

και τέλος ο θανατος


Λουσάµενοι Προδίκη

πυκασώµεθα 

καὶ τόν ἄκρατον ἕλκωµεν

κύλικας µείζονας

αἰρόµενοι

βαιὸς ὁ χαιρόντων

ἐστὶν βίος·

εἶτα τὰ λοιπὰ γῆρας

κωλύσει 

καὶ τὸ τέλος θάνατος


Κιλλακτωρος

V  29 

γλυκό το να γαμας  είναι,ποιος αντιλέγει;

αλλά όταν ζητα λεφτά,

πικρότερο κι από δηλητηριο γινεται


Ἁδὺ τὸ βινεῖν ἐστι. τίς οὐ λέγει; 

Ἀλλ’ ὅταν αἰτῇ χαλκόν, 

πικρότερον γίνεται ἐλλεβόρου.


.

.

Διοσκουριδη

V 55


τη Δωρίδα αυτή με τα ροδαλα κωλομερια 

πάνω σε κρεβάτια ξαπλωνοντας

από τρυφερά άνθη αθάνατος έγινα,

γιατί αυτή με τα υπέροχα πόδια της τυλιγοντας 

τη μέση μου έτρεχε ακουραστη της Αφροδίτης 

τον αγωνα δρομο,με τα μάτια θολωμενα βλέποντας,

όπως στον αέρα τα φύλλα σπαραζοντας ετρεμε 

ροδοκοκκινη,μέχρι που πετάχτηκε λευκό σπέρμα 

απ'τα δυο αρχιδια κι απ'της Δωρίδας το μουνι 

ξεχύθηκε μελι


Δωρίδα τὴν ῥοδόπυγον ὑπὲρ λεχέων διατείνας 

ἄνθεσιν ἐν χλοεροῖς ἀθάνατος γέγονα.

ἡ γὰρ ὑπερφυέεσσι μέσον διαβᾶσά με ποσσὶν 

ἤνυεν ἀκλινέως τὸν Κύπριδος δόλιχον,

ὄμμασι νωθρὰ βλέπουσα. τὰ δ’ , ἠύτε πνεύματι 

φύλλα, ἀμφισαλευομένης ἔτρεμε πορφύρεα,

μέχρις ἀπεσπείσθη λευκὸν μένος ἀμφοτέροισιν, 

καὶ Δωρὶς παρέτοις ἐξεχύθη μέλεσι.

.

.

Αρχίου

V 98 


βάλε στον ώμο,Κυπριδα τα τόξα

και σ'αλλον κρυφά  να  σκοπευσεις τραβά,

γιατί εγώ χωρο για τραύμα δεν έχω


᾿Ωμίζευ, Κύπρι, τόξα καὶ εἰς σκοπὸν ἥσυχος 

ἐλϑὲ ἄλλον· ἐγὼ γὰρ ἔχω τραύματος οὐδὲ τόπον.

.

.

Μάρκου Αργενταριου

V 104


έλα παψε αυτά τα τεχνάσματα,πουτανιτσα,

μητε να'ρχεσαι επίτηδες κουνώντας τη λεκάνη σου,

Λυσιδικη,

ωραία σε σφίγγει στολισμενο αραχνουφαντο 

πέπλο,κι όλα σου γυμνά φαίνονται και δεν φαίνονται,

αν τόσο σ' αρέσει να τα δείχνεις,κι εγώ το ίδιο θα κάνω 

τον όρθιο πουτσο μου με λεπτό θα σκεπάσω μετάξι 


Αἶρε τὰ δίκτυα ταῦτα, κακόσχολε, μηδ' ἐπίτηδες ἰσχίον 

ἐρχομένη σύστρεφε, Λυσιδίκη.

εὔ σε περισφίγγει λεπτὸς στολιδώμασι πέπλος, 

πάντα δέ σου βλέπεται γυμνὰ καὶ οὐ βλέπεται.

εἰ τόδε σοι χαρίεν καταφαίνεται, αὐτὸς ὁμοίως 

ὀρθὸν ἔχων βύσσῳ τοῦτο περισκεπάσω.

.

.

Φιλοδημου

V 126 


πέντε δίνει ταλαντα ένας σε μια για ένα πηδημα,

και γαμαει τρέμοντας,και μα το θεό όμορφη δεν είναι,

ενώ εγώ πέντε δραχμές για δώδεκα στη Λυσιανασση,

και γαμαω παρά πολύ  ανώτερη και φανερά,

πάντως ειτ'εγω μυαλά δεν έχω,η' τότε κείνου 

θα πρέπει τα διδυμα με πελέκι να κόψουν αρχιδια 


Πέντε δίδωσιν ἑνὸς τῇ δεῖνα ὁ δεῖνα τάλαντα, 

καὶ βινεῖ φρίσσων, καὶ μὰ τὸν οὐδὲ καλήν·

πέντε δ᾿ ἐγὼ δραχμὰς τῶν δώδεκα Λυσιανάσσῃ, 

καὶ βινῶ πρὸς τῷ κρείσσονα καὶ φανερῶς.

πάντως ἤτοι ἐγὼ φρένας οὐκ ἔχω, ἢ τό γε λοιπὸν 

κείνου πελέκει δεῖ διδύμους ἀφελεῖν

.

.

Αυτομεδοντος 

V 129 


την ασιατισα χορευτρια που με καυλιαρικες κινησεις 

τ'απαλα της νύχια κουνάει γουστάρω,ουτε ότι όλα 

τα ερεθίζει ουτε ότι  με τ'απαλα της χερια εδω 

κι εκεί απαλά χαιδευει,

αλλ'οτι και γύρω από φθαρμένο πάσσαλο να χορευει 

ξέρει και τις γερασμένες ρυτίδες δεν αποφευγει,

φιλάει ρουφηκτα,τρίβει,χουφτωνει,

κι αν πάνω το πόδι ρίξει,απ' τον αδη το ρόπαλο ανεβαζει


Τὴν ἀπὸ τῆς Ἀσίης ὀρχηστρίδα, τὴν κακοτέχνοις σχήμασιν 

ἐξ ἁπαλῶν κινυμένην ὀνύχων,

αἰνέω, οὐχ ὅτι πάντα παθαίνεται οὐδ' ὅτι βάλλει 

τὰς ἁπαλὰς ἁπαλῶς ὧδε καὶ ὧδε χέρας,

ἀλλ' ὅτι καὶ τρίβακον περὶ πάσσαλον ὀρχήσασθαι 

οἶδε καὶ οὐ φεύγει γηραλέας ῥυτίδας.

γλωττίζει, κνίζει, περιλαμβάνει· ἢν δ' ἐπιρρίψῃ τὸ σκέλος, 

ἐξ ᾅδου τὴν κορύνην ἀνάγει.

.

.

.



συμπτυξεις ελληνικής ιστορίας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


σύμπτυξη:η μείωση του κενού χώρου ανάμεσα μας


Τις ει;


Τις ει;

κάποιος ούρλιαξε

Τις ει;τσογλανι

τη νύχτα δυνατός αέρας

ξεριζωνε τα δέντρα

ακούστηκαν πυροβολισμοί

-τους σκοτώνουν,η σειρά μου

.

Κλυταιμνήστρα


τα ίδια τα παιδιά μου

θα με σκοτώσουν

το γάλα που τα βυζαξα

δεν θα τα σταματήσει

τους ακούω κάθε βράδυ

-Ηλέκτρα,ήρθα

-για το χρέος μας,Ορεστη

.

Φιλοκτήτης


σαπισα σχεδόν δέκα χρόνια,

εξευτελισμενος

ανάπηρος

η πληγή το πύον της

τα άχρηστα βέλη

πάνω στα βράχια τα κόκκαλα μου

τροφή των γλάρων

βρίζω και μισώ τους Έλληνες

εκεί στη Τροία

εδώ στη Λήμνο η ντροπή μου

τωρα

βλέπω δύο ξένους

με πλησιάζουν

με δόλο θα με ξεγελάσουν

.

.

.



Clytemnestra

Κλυταιμνήστρα 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Clytemnestra


 my own children

 they will kill me

 the milk I sucked

 won't stop them

 I listen to them every night

 - Electra, I'm here

 -for our debt, Orestes

.

.

Κλυταιμνήστρα


τα ίδια τα παιδιά μου

θα με σκοτώσουν

το γάλα που τα βυζαξα

δεν θα τα σταματήσει

τους ακούω κάθε βράδυ

-Ηλέκτρα,ήρθα

-για το χρέος μας,Ορεστη

.

.

Clitemnestra


 mis propios hijos

 ellos me mataran

 la leche que chupe

 no los detendrá

 los escucho todas las noches

 - Electra, estoy aquí.

 -por nuestra deuda, Orestes

.

.

.


the night of Antigone

η νυχτα της Αντιγονης

χ.ν.κουβελης c.n. couvelis


the seven-doored Thebes far away, in the depths of mythology, a bronze horse flashed in the distance, without a rider, she knew it: the dead brother's horse, below were waters, marshes and reeds, a warrior's mask was eaten by rust, centuries, half into the  muds, a green frog jumped into the mud, she stepped into the vast desert, the moon high full moon, cold silver light penetrated her body, in the background a mirror reflected her form, her image impossible to escape from here, she knelt, dug with  her nails the sand

she threw it on the side, she made a pit, just enough to fit the dead body, when it was done she took off her black clothes, folded them carefully, put them next to it, and spread out in the pit, she threw the earth over her, she covered herself, my brother didn't  lay unburied, she said, the moon full moon still, her reflection everywhere in the distant mirror, the desert around vast, the seven-doored Thebes nowhere, before it was all over she heard the passing of a train

.

.

η νυχτα της Αντιγόνης

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η εφταπυλη Θήβα πολύ μακρυά,στο βάθος της μυθολογίας,ένα μπρούτζινο άλογο αστραψε στο βάθος,χωρίς αναβάτη,το γνώρισε:το άλογο του νεκρού αδελφού,πιο κάτω είχε νερά,έλη και καλάμια,μια προσωπίδα πολεμιστου έτρωγε η σκουριά,αιώνες,μισή στις λάσπες,ένα βατραχι πράσινο πήδησε στο βούρκο,προχώρησε μέσα στη τεράστια έρημο,το φεγγάρι ψηλά πανσέληνο,ψυχρό ασημένιο φως της διαπέρασε το κορμί,στο βάθος ένας καθρέφτης αντανακλούσε τη μορφή της,το είδωλο της αδύνατο να δραπετεύσει από κει,γονάτισε,έσκαψε με τα νύχια της την άμμο,

την έριχνε στο πλάι,έκανε ένα λάκκο,ίσα να χωράει το νεκρό σώμα,όταν τελείωσε έβγαλε το μαύρο της ρούχο,το διπλωσε προσεκτικά,το εβαλε διπλα,και εξάπλωσε μέσα στο λακκο,ερριξε το χώμα πάνω της,σκεπάστηκε,ο αδελφός μου δεν έμεινε άταφος,είπε,το φεγγάρι πανσεληνος ακίνητη,το είδωλο της παντα στον μακρινό καθρέφτη,η έρημος γύρω απέραντη,πουθενά η εφταπυλη Θήβα,πριν ολα τελειώσουν άκουσε το πέρασμα ενός τρενου

.

.

 .



BALANCE OF CIRCLES

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

 

 In the air the sound of an angelic 

strong voice

 "They killed Grigoris Lambrakis"

 my Country is a bare-bones harp

 Desert of heroes

 Beyond the symmetrical columns

 After Aeschylus' Orestes

 "Mother Slayer" of father

 Queen Clytemnestra

 ''I want my daughter, how could you?

 to kill her?'' 

 Electra's cry "Aegisthus,

 Him, Orestes'',they killed Aegisthus and

 Clytemnestra, the drowned man in the bath

Agamemnon "The Great-man of the Achaeans goes off"

 "Crime in the Metropolis"

 an Ash-Wednesday

 strong voice

 in the air the sound from an angel

 .

 .

.



Φωτογράφιση της Αντιγόνης

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η στάση της Ισμήνης

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


έβλεπε την Αντιγονη να παίζει 

με τον σκύλο του Πολυνείκη,

τον χάιδευε,

'ειναι ο αδελφός μας'της έλεγε

'να δεις θα γυρισει'

ένιωθε τη πίκρα της,

ζήλευε,αυτή την αγάπη,

έπειτα,την θεωρούσε

εμμονικη,

θα την καταστρέψει,

αυτή θέλει μια κανονική ζωή,

άντρα παιδιά σπιτι

και τώρα να τι έγινε,

έθαψε παραβαίνοντας 

του Κρέοντα την αυστηρή διαταγή

τον νεκρό σώμα του αδελφού

νύχτα

κρυμμενη

'εκανα το χρεος'της είπε

ανακουφισμένη

όταν γυρισε

'αυτο αρέσει στους θεους'

την άλλη μέρα την έπιασαν

στην δικη την άκουσε να λέει

'δεν γεννήθηκα για την εχθροτητα

αλλά για τη συμφιλιωση'

ένιωσε τύψεις

η ανόητη ατιμωτική δειλία της

'εγω η Ισμήνη βοήθησα την αδελφή μου Αντιγόνη

να θάψει τον Πολυνείκη,

δικαστε με'

πετάχτηκε μπροστά στους δικαστές,

γέλασαν,

δεν την πιστεψαν,

'ειναι αργά, κοπέλα μου,για ψευτοηρωισμους'

είπαν ειρωνικά,

όταν έκλεισαν την αδελφή της στη σπηλιά

έκλαψε πικρα

το σκυλί περίλυπο καταλαβε το θάνατο 

.

.

.

 


Στις Μυκηνες το φως τρυπησε τις λεξεις-χ.ν.κουβελης

.

στις Μυκηνες το φως τρυπησε το ξυλο

μιας  προσωπιδας,ενας κοτσυφας αρχισε το τραγουδι,

τα βηματα του Αιγισθου στις πετρες εσβησαν

δυσκολο ειναι στον ανθρωπο να σηκωσει τις λεξεις

ν'ακουσει την ανασα τους

Αυγουστος,καυτη μερα,κι οι τουριστες φωτογραφιζουν

μια αναγλυφη πετρα γεγονοτων και την ελια 

και το κυπαρισσι ,τη θαλασσα περα

η Κλυταιμνηστρα εχει το ουζερι ''ΠΟΛΥΧΡΥΣΑΙ ΜΥΚΗΝΑΙ''

φρεσκο ψαρι και ψητο χταποδι στα καρβουνα σερβιρει

και στη διαπασον  το συρτακι,ο Ορεστης τοτε

πιαστηκε απο τους χωροφυλακες,τον εδεσαν

τον εσυραν στο θεατρο,''δεστε τον,ποιος τον ξερει; 

ποιος ειναι αυτος ο αλητης;''σιωπη,κανενας

δεν τολμησε να μιλησει πως τον ηξερε,κι ας τον ηξεραν

καλα ολοι τους ,και μαζι του ειχαν συνομωτησει,σιωπη,

ολοι φοβισμενοι,ετρεμαν,και χειροκροτησαν το θεαμα,

να μην μπλεξουν,χειροκροτησαν με προσποιητο

ενθουσιασμο,

και τοτε ξαφνικα ενα παιδι απο τα πανω καθισματα

κατεβηκε τρεχοντας και φτανοντας στη σκηνη γυρισε

προς το μερος των θεατων και κατεβασε το παντελονι του

και τους εδειξε τ'αποκρυφα του,''να!'',τους φωναξε,

''Η Ιστορια ειναι αλλα γεγονοτα.Μην ξεγελιεστε''

τους φανηκε αστειο,θεαμα,μια μοντερνα παραξενια

του σκηνοθετη,γελασαν,Ιστορια,γεγονοτα,κουραφεξαλα,

τοτε οι χωροφυλακες κι ο Ορεστης μπηκαν μπροστα του

και υποκληθηκαν στο κοινο

χειροκροτηματα

η παρασταση τελειωσε,μια  τεραστια  ανεπαναληπτη επιτυχια

και μετα απο εκεινα τα γεγονοτα οι θεατες σκορπιστηκαν 

στα διαφορα κεντρα αναψυχης της περιοχης ,ταβερνες 

και ζαχαροπλαστεια και αλλα

να τελειωσουν ευχαριστα την υπολοιπη μερα τους

.

.

 In Mycenae the light pierced the words 

-c.n.couvelis

 

 in Mycenae the light pierced the wood

 of a face-mask, 

a blackbird  began the song,

 the footsteps of Aegisthus on the stones faded away,

 it is difficult for man to raise the words

 to hear their breath,

 August, a hot day, and the tourists are taking pictures

 of a relief stone of events and the olive

and the cypress, the sea beyond,

 Clytemnestra has the ouzeri "POLYCHRISAI MYCINAI"

 fresh fish and grilled octopus served,

 and in the diapason the syrtaki, then Orestes 

 was caught by the gendarmes, they tied him up

 they dragged him to the theater, ''you see him, who knows him?

 who is this tramp?''silence, no one

did not dare to say that he knew him, even and let them knew him

 well, all of them, and let them had conspired with him, silence,

 all frightened, trembled, and applauded the spectacle,

 not to get involved, they clapped in pretense

 excitement,

 and then suddenly a child from the upper seats

 ran down and on reaching the stage turned around

 towards the audience and pulled down his pants

 and he showed them his genital organs,

 "See!" he called out to them,

 "History is other facts. Don't be fooled"

 it seemed funny to them, a spectacle, a modern strangeness

 of the director,

 they laughed, Stories, facts, hollow things,

 then the gendarmes and Orestes entered before him

 and bowed to the common,

 applause,

 the show is over, a huge unrepeatable success,

 and after those events the spectators dispersed

 in the various recreation centers of the area, taverns

 and confectionery and others

 to end the rest of their day happily

.

.

.




εσωτερικό

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


εδώ μέσα στη σιωπή

η ψυχη

ηρέμησε τη θλίψη μου

η εποχή της αδικίας

δεν έχει τελειωσει

το σκοτάδι μεγάλωσε

η νύχτα που μας περιμένει 

είναι μεγαλη


interior

 c.n. couvelis


 here in the silence

 the soul

 calm my sorrow

 the age of injustice

 not finished

 the darkness grew

 the night that awaits us 

is great

.

.

.

 


Φωτογράφιση-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Μήδεια Ευριπίδη,στίχοι 1323-1374

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ιάσων

μισητή,τόσο απεχθης γυναίκα όσο καμια

στους θεούς και σε μένα και στους ανθρώπους

πώς μπόρεσες τα παιδιά σου να σφαξεις

που γεννησες και μένα ακληρο ν'αφησεις

κι αυτά κάνοντας και τον  ήλιο βλέπεις

και τη γη,τολμώντας πράξη δυσσεβη,

στη κόλαση να πας,όμως τώρα καταλαβαίνω,

τότε δεν καταλάβαινα,όταν από σπίτι σ'επαιρνα 

βάρβαρης χώρας και σε σπίτι Ελληνικό 

σ'εφερνα,μεγάλο κακό,εσένα που και τον πατέρα 

και τη γη που σ'εθρεψε προδωσες,και τον τιμωρό 

δαίμονα πανωνσε μένα ερριξαν οι θεοί,

γιατί τον αδελφό σου σκοτώνοντας μέσα 

στο καράβι της Αργώ μπηκες,έτσι αυτά εδώ 

άρχισαν,αφού παντρεύτηκεςαυτόν εδώ τον άντρα,

εμένα,και μου γεννησεςπαιδιά,για κρεβάτι κι έρωτες 

τα σκοτωσες,δεν υπάρχει καμια Ελληνίδα γυναίκα 

τέτοιανα τολμήσει να κάνει,αυτές που εγώ 

δεν προτίμησακαι σένα παντρεύτηκα,γάμος 

φριχτος ολέθριοςσε μένα,λέαινα είσαι,όχι γυναίκα,

και πιο άγρια από την Σκύλλα την Τυρρηνικη έχεις 

φύση,γιατί αν και για μύρια σε κατηγορώ 

δεν λυγιζεις,τέτοια σκληρότητα μέσα σου έχεις,

στον αγύριστο,κακούργα και φόνισσα παιδιών,

σε μένα δεν μένει τίποτα παρά τη μοίρα μου

να κλαίω,ούτε το κρεβάτι του νέου γάμου

θα χαρώ,ούτε στα παιδιά που έσπειρα κι έθρεψα

δεν θα μιλήσω ποτέ ξανά ζωντανά,αφού τα'χασα,


Μήδεια

θα μακρυγορουσα να σε εναντιωθω,αν ο Ζευς

ο πατέρας δεν γνωριζε ποια από μένα εχεις

ωφεληθει και ποια σε μένα έκανες,

ουτ'εσυ δεν επρόκειτο να μ'ατιμησεις το κρεβάτι

κι ευτυχίας να περάσεις ζωή γελώντας εις βάρος μου,

ούτε η βασιλική κορη,ούτε ήταν ο Κρέων που γάμους 

σου πρόσφερε διώχνοντας με απ' αυτή εδω τη χώρα

ατιμώρητος να μείνει,πες με λοιπόν αν σ'αρεσει 

και λέαινα και Σκύλλα που ήτανε στης Τυρρηνιας 

τα μερη,γιατί τη καρδιά σου όπως έπρεπε πονεσα


Ιάσων

και συ πονάς και στα κακά συμμετεχεις


Μηδεια

το ξέρω,όμως λυτρώνει ο πόνος,αν εσύ δεν γελάς 

εις βάρος μου


Ιάσων 

παιδιά μου,τι κακια μάνα σας ετυχε


Μηδεια

παιδιά μου,χαθήκατε απ' του πατερα τη τρέλα 


Ιάσων 

όμως αυτά τα δικο μου χέρι δεν τα σκοτωσε


Μηδεια

αλλα η προσβολή τα σκότωσε και τα νεα 

γαμπρισματα σου


Ιάσων

και για το κρεβάτι ήτανε λόγος να τα σκοτώσεις;


Μηδεια

για μια γυναίκα μικρό πράγμα νομίζεις πως αυτο είναι;


Ιασων

ναι,αν φρονιμη είναι,όμως εσυ ολα τα κακά τα'χεις


Μηδεια

αυτα δεν υπάρχουν πια,κι αυτό θα σε πληγωσει


Ιάσων

αυτά είναι,αλίμονο,οι τιμωροί στο κεφαλι σου


Μήδεια

ξέρουν οι θεοί ποιος άρχισε τη συμφορα


Ιάσων

και βέβαια ξέρουν τη σιχαμερή ψυχή σου


Μήδεια

μίσησε με,κι εγώ τα πικρολογα σου απεχθανομαι

.

.

Ιασων

ὦ μῖσος, ὦ μέγιστον ἐχθίστη γύναι

θεοῖς τε κἀμοὶ παντί τ᾽ ἀνθρώπων γένει,

1325ἥτις τέκνοισι σοῖσιν ἐμβαλεῖν ξίφος

ἔτλης τεκοῦσα κἄμ᾽ ἄπαιδ᾽ ἀπώλεσας.

καὶ ταῦτα δράσασ᾽ ἥλιόν τε προσβλέπεις

καὶ γαῖαν, ἔργον τλᾶσα δυσσεβέστατον;

ὄλοι᾽. ἐγὼ δὲ νῦν φρονῶ, τότ᾽ οὐ φρονῶν,

1330ὅτ᾽ ἐκ δόμων σε βαρβάρου τ᾽ ἀπὸ χθονὸς

Ἕλλην᾽ ἐς οἶκον ἠγόμην, κακὸν μέγα,

πατρός τε καὶ γῆς προδότιν ἥ σ᾽ ἐθρέψατο.

τὸν σὸν δ᾽ ἀλάστορ᾽ εἰς ἔμ᾽ ἔσκηψαν θεοί·

κτανοῦσα γὰρ δὴ σὸν κάσιν παρέστιον

1335τὸ καλλίπρῳρον εἰσέβης Ἀργοῦς σκάφος.

ἤρξω μὲν ἐκ τοιῶνδε· νυμφευθεῖσα δὲ

παρ᾽ ἀνδρὶ τῷδε καὶ τεκοῦσά μοι τέκνα,

εὐνῆς ἕκατι καὶ λέχους σφ᾽ ἀπώλεσας.

οὐκ ἔστιν ἥτις τοῦτ᾽ ἂν Ἑλληνὶς γυνὴ

1340ἔτλη ποθ᾽, ὧν γε πρόσθεν ἠξίουν ἐγὼ

γῆμαι σέ, κῆδος ἐχθρὸν ὀλέθριόν τ᾽ ἐμοί,

λέαιναν, οὐ γυναῖκα, τῆς Τυρσηνίδος

Σκύλλης ἔχουσαν ἀγριωτέραν φύσιν.

ἀλλ᾽ οὐ γὰρ ἄν σε μυρίοις ὀνείδεσιν

1345δάκοιμι· τοιόνδ᾽ ἐμπέφυκέ σοι θράσος·

ἔρρ᾽, αἰσχροποιὲ καὶ τέκνων μιαιφόνε.

ἐμοὶ δὲ τὸν ἐμὸν δαίμον᾽ αἰάζειν πάρα,

ὃς οὔτε λέκτρων νεογάμων ὀνήσομαι,

οὐ παῖδας οὓς ἔφυσα κἀξεθρεψάμην

1350ἕξω προσειπεῖν ζῶντας ἀλλ᾽ ἀπώλεσα.


Μηδεια

μακρὰν ἂν ἐξέτεινα τοῖσδ᾽ ἐναντίον

λόγοισιν, εἰ μὴ Ζεὺς πατὴρ ἠπίστατο

οἷ᾽ ἐξ ἐμοῦ πέπονθας οἷά τ᾽ εἰργάσω.

σὺ δ᾽ οὐκ ἔμελλες τἄμ᾽ ἀτιμάσας λέχη

1355τερπνὸν διάξειν βίοτον ἐγγελῶν ἐμοὶ

οὐδ᾽ ἡ τύραννος, οὐδ᾽ ὅ σοι προσθεὶς γάμους

Κρέων ἀνατεὶ τῆσδέ μ᾽ ἐκβαλεῖν χθονός.

πρὸς ταῦτα καὶ λέαιναν, εἰ βούλῃ, κάλει

καὶ Σκύλλαν ἣ Τυρσηνὸν ᾤκησεν πέδον·

1360τῆς σῆς γὰρ ὡς χρῆν καρδίας ἀνθηψάμην.


Ιασων

καὐτή γε λυπῇ καὶ κακῶν κοινωνὸς εἶ.


Μηδεια

σάφ᾽ ἴσθι· λύει δ᾽ ἄλγος, ἢν σὺ μὴ ᾽γγελᾷς.


Ιασων

ὦ τέκνα, μητρὸς ὡς κακῆς ἐκύρσατε.


Μηδεια

ὦ παῖδες, ὡς ὤλεσθε πατρῴᾳ νόσῳ.


Ιασων

1365 οὔτοι νιν ἡμὴ δεξιά γ᾽ ἀπώλεσεν.


Μηδεια

ἀλλ᾽ ὕβρις οἵ τε σοὶ νεοδμῆτες γάμοι.


Ιασων

λέχους σφε κἠξίωσας οὕνεκα κτανεῖν;


Μηδεια

σμικρὸν γυναικὶ πῆμα τοῦτ᾽ εἶναι δοκεῖς;


Ιασων

ἥτις γε σώφρων· σοὶ δὲ πάντ᾽ ἐστὶν κακά.


Μηδεια

1370 οἵδ᾽ οὐκέτ᾽ εἰσί· τοῦτο γάρ σε δήξεται.


Ιασων

οἵδ᾽ εἰσίν, οἴμοι, σῷ κάρᾳ μιάστορες.


Μηδεια

ἴσασιν ὅστις ἦρξε πημονῆς θεοί.


Ιασων

ἴσασι δῆτα σήν γ᾽ ἀπόπτυστον φρένα.


Μηδεια

στύγει· πικρὰν δὲ βάξιν ἐχθαίρω σέθεν

.

.

.

 


Monologue of Medea

-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης 


 A hateful woman I am,

 how could I to slaughter my own children? 

in them I gave birth,

and doing this I see still the light of sun?

to hell to go,

but now I understand,

then I didn't understand when I was leaving 

from my home country and in Greece I came,

my father and my land that nurtured  me I betrayed, 

and now the punisher demon plague me,

because I killing my brother 

got inside the Argo ship, 

so these things here

started, after I married this man,

and bore my children, 

for dishonorable bed 

and unfaithful love

I killed them,to take revenge,

there is no Greek woman

such to dare to do,

I am a lioness, not a woman, 

and more ferocious nature have than Scylla Tyrrhenian, 

what  have I such toughness inside me?

criminal and murderer of my children,

there is nothing left for me but my fate to cry,

never again in the children I had in my womb 

and nurtured I'll speak,

these are not alive,I've lost them forever,

I would go so far as to oppose you, if God

didn't know what good

have from me,and what bad you done to me,

You weren't going to dishonor my bed 

and happily to spend your life laughing against me,

nor the royal daughter, nor was it Creon 

who marries you in his daughter 

and he is exiling  me out of this country

to go unpunished,

I hurt your heart as it should be,

my pain is redeemed if you don't laugh against me,

my children, you have been lost 

by the betrayal of father,

not my own hand kill them

but the your insult  killed them 

and  the your new marriage,

those don't exist anymore, and that will hurt you,

and me,the mother, torments this more,

I hate you,forever

.

.

Μονόλογος της Μηδειας

-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης 


μια μισητή γυναίκα είμαι,

πώς μπορεσα και σκοτωσα τα παιδιά μου; 

αυτά που γέννησα,

κι αφού εκανα αυτό 

το φως του ηλιου 

ακόμα βλεπω;

στη κόλαση να πάω,

αλλά τώρα καταλαβαίνω,

τότε δεν καταλάβαινα,

όταν έφυγα απ'τη πατρίδα μου

και στην Ελλάδα ηρθα

τον πατέρα μου και την πατρίδα που μ'εθρεψε

προδωσα

και τώρα η τιμωρία βαριά θα με πλακωσει, 

γιατί τον αδελφό μου σκοτώνοντας

μπηκα μέσα στο καράβι της Αργω,

έτσι αυτά τα πράγματα εδω άρχισαν,

αφού αυτόν τον άντρα παντρεύτηκα,

και γέννησα τα παιδιά μου,

για ατιμασμένο κρεβάτι κι άπιστο έρωτα

τα σκοτωσα,

εκδίκηση να πάρω,

δεν υπάρχει Ελληνίδα γυναίκα τέτοιο 

να κάνει,

μια λέαινα είμαι,όχι γυναίκα,

και πιο άγρια έχω φύση 

κι από τη Σκύλλα

την Τυρρηνικη,

γιατί έχω τέτοια σκληρότητα μέσα μου;

κακουργα και φόνισσα των παιδιών μου,

δεν μου'μείνε τίποτα

παρά τη μοίρα μου να κλαίω,

ποτε πια στα παιδιά που'χα  μέσα στη μήτρα μου

κι έθρεψα δεν θα μιλησω

δεν είναι ζωντανά,

τα'χασα για πάντα,

δεν θα πω πολλά να εναντιωθω μαζί σου,

ο θεός γνωρίζει τα καλά που σου'χω φερει

και τα κακά που μου'κανες,

όμως το κρεβάτι μου

δεν πρόκειται να το ατιμασεις,

κι ευτυχισμένα να ζήσεις

γελώντας εις βάρος μου,

ουτε κι η βασιλική κορη,

ούτε ο Κρέων που σε παντρεύει με την κόρη του 

διώχνοντας με απ' αυτή τη χώρα να μείνει ατιμωρητος,

σε πόνεσα όπως έπρεπε,

ο δικός μου πόνος είναι λυτρωτής

αφού δεν θα γελάς σε βάρος μου, 

παιδιά μου,χαθήκατε απ' του πατερα τη προδοσία,

όχι το δικό μου χέρι δεν τα σκότωσε

αλλά η δική σου προσβολή τα σκότωσε 

κι οι νέοι σου γάμοι,

αυτά δεν υπάρχουν πια,

κι αυτό θα σε πληγώνει,

και μένα,τη μάνα,βασανίζει αυτό περισσότερο,

για πάντα σε μισώ

.

.

.



Hypermultiplications

 c.n. couvelis χ.ν.κουβελης


 a voice was heard

 Supersonic History

 What is your country?

 He sign the check

 The goods have been received

 Troops were coming up to the front

 He move the tower

 Checkmate

 I pay with sayings of Empedocles

 He reach out the hand

 Here are the eyes of Oedipus

 Jocasti wore red high heels

 He lay on the bed

 Marquis de Sade entered the room

 What are you afraid of, he asked,

 Your narcissism

 You changed your hair color

 to pervert morality means freedom

 Hegel does not agree, but Kant does

 Eleni chatters, talks to Dates

 Time 3:41 Greek

 Fredo cappuccino medium cinnamon €2.50

  The ECB issues 8% of the total value of banknotes issued by the Eurosystem

' Adam Smith believes that driving force

 is the love of ourselves'

 are you talking to me sir?

 Right up to you

 Your name

 Adam Smith

 Trailer on the TV: coffee table step 250 €

 The Free Market page would like to send you updates

 Don't talk to the island captain Nikolaos Eggonopoulos

 Women's breasts trained evaporative vision

 Genealogical arteries Descartes

defecates chicks of infinte-words 

 What is what is not what is in between

 Crack of roses

 The fish in the sink

 Self-portrait: Amfikoilos Ionia, Smyrna distinct

 After the rain

 Asymmetric landscapes

sturgeon 

 A priori mining queries

Sensory

 What a simile of passion life is

 Fragments of Dechamp Touch the Leaves of Whitman

 Clytemnestra without pity, merciless and self-centered

 Eleni: I have no burden on my conscience for what I did

 Electra: my hatred is reasonable

 Centrifugal metaphysical of intense speculation

 0 comments

 Say what you wanted, say what you asked for

 How are you doing with the money?

 What money

 I persistently conspire

 .

.

Υπερπολλαπλασιασμοι

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


μια φωνή ακούστηκε

Υπέρηχος Ιστορίας

Τι εστί πατρίς

Υπόγραψε το τσεκ

Το εμπόρευμα παρελήφθη

Στρατεύματα ανέβαιναν προς μέτωπο

Κίνησε τον πύργο

Ματ

Πληρώνω με ρήσεις Εμπεδοκλή

Άπλωσε το χέρι

Να τα μάτια του Οιδίποδα

Κόκκινα ψηλοτάκουνα φορούσε η Ιοκάστη

Ξάπλωσε στο κρεβάτι

Ο Σαντ μπήκε στο δωμάτιο

Τι φοβάσαι ,ρώτησε

Τον ναρκισσισμό σου

Άλλαξες χρώμα στα μαλλιά

Διαστρεφω την ηθική σημαίνει ελευθερία

Δεν συμφωνεί ο Χέγκελ,συμφωνεί όμως ο Καντ

Η Ελένη φλυαρεί,μιλάει στο Dates

Ώρα 3:41 Ελληνικά 

Φρέντο καπουτσίνο μέτριο κανέλα 2.50€

 Η ΕΚΤ εκδίδει το 8% της συνολικής αξίας των τραπεζογραμματίων που εκδίδει 

το Ευρωσύστημα

'ο Adam Smith πιστεύει πως κινητήρια δύναμη

είναι η αγάπη του εαυτού μας'

Σε μένα μιλάτε κύριε,

Ακριβώς σε σας

Το όνομα σας

Adam Smith

Τρέιλερ στην tv:τραπεζάκι σαλονιού step 250 €

Η σελίδα Ελεύθερη Αγορά θα ήθελε να σας στέλνει ενημερώσεις

Μην ομιλείτε στον νησιώτη καπετάνιο Νικόλαο Εγγονόπουλο

Γυναικεία στήθη γυμνασμενα εξατμιζομενα οράσεως

Γενεαλογικες αρτηρίες Descartes

αφοδευει νεοσσούς λέξεων απείρου

Τι ον τι μη ον τι το ενδιάμεσον

Κρότος τριαντάφυλλων 

Τα ψάρια στο νεροχύτη

Αυτοπροσωπογραφία:Αμφικοιλος Ιωνία,διακριτή η Σμυρνη

Μετά τη βροχή 

Ασύμμετρα τοπια οξύρρυγχα

A priori εξόρυξη αποριών 

Ασθητηριακη

Πόσο παρομοίωση πάθους η ζωή

Θραύσματα Dechamp Αγγιξτε τα Φύλλα του Whitman

Η Κλυταιμνήστρα χωρίς οίκτο, ανελέητη και εγωκεντρική

Η Ελένη,:εγώ δεν το ’χω βάρος στη συνείδησή μου γι’ αυτά που έπραξα

Η Ηλέκτρα: είναι λογικό το μίσος μου

Φυγόκεντρο μεταφυσικό έντονης κερδοσκοπιας

0 σχόλια

Πες τι θέλησες πες τι ζήτησες

Με τα χρήματα πως τα πάτε

Ποια χρήματα 

Επίμονα συνομωτω

.

.

.


.


Σαπφω,αποσπασμα 31

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


κείνος ο άντρας με θεο να'ναι  όμοιος μού φαινεται,

αυτός που απέναντι σου κάθεται 

κι από κοντα τη γλυκειά

ακούει  φωνιτσα σου

και το ναζιαρικο σου γέλιο , 

αυτό τη καρδιά μου στα στηθια συνταράζει,

γιατί και λίγο να σε κοιτάξω κόβεται η φωνή μου 

κι η γλώσσα μου παραλύει,

φωτιά  στο κορμί μου χύνεται, 

τα μάτια μου τυφλώνονται,

βουιζουνε τ'αυτια μου

ποιο χλωμή κι απ'τη χλόη

γίνομαι,

και πως θα πεθάνω σε λίγο μού φαίνεται 

.

.

φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν

ἔμμεν' ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι

ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φονεί-

σας ὐπακούει

καὶ γελαίσας ἰμέροεν, τό μ' ἦ μὰν

καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν·

ὠς γὰρ ἔς σ' ἴδω βρόχε', ὤς με φώναί-

σ' οὐδ' ἒν ἔτ' εἴκει,

ἀλλά κὰμ μὲν γλῶσσα <μ'> †ἔαγε†, λέπτον

δ' αὔτικα χρῷ πῦρ ὐπαδεδρόμηκεν,

ὀππάτεσσι δ' οὐδ' ἒν ὄρημμ', ἐπιρρόμ-

βεισι δ' ἄκουαι,

κὰδ' δέ ἴδρως κακχέεται, τρόμος δὲ

παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας

ἔμμι, τεθνάκην δ' ὀλίγω 'πιδεύης

φαίνομ' ἔμ' αὔτᾳ.

.

.

.



Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ημερολόγιο Σαπφούς

-μεταγραφες από ποίηματα 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


.μεσανυχτα,αδειο δωμάτιο,

εγώ έρημη στο σκοταδι κλεισμενη


.τη ζητάει η καρδιά μου,πισω να'ρθει,

πόσο με πονάει η απουσία της; με διαλυει


 .έξω λυσσασμένα ο αέρας φυσάει,θα ξεριζώσει τα δέντρα,

ίδια η ψυχή μου είναι


.είμαι μόνη εδώ,κι είσαι πολυ μακρυά,άραγε με θυμάσαι;

η ανάμνηση σου με  παραλυει

.

(απόσπασμα 94)

τεθνάκην δ’ ἀδόλως θέλω·

ἄ με ψισδομένα κατελίμπανεν

πόλλα καὶ τόδ’ ἔειπέ̣ [μοι·

ὤιμ’ ὠς δεῖνα πεπ[όνθ]αμεν,

Ψάπφ’, ἦ μάν σ’ ἀέκοισ΄ ἀπυλιμπάνω .

τὰν δ’ ἔγω τάδ’ ἀμειβόμαν

̔χαίροισ’ ἔρχεο κἄμεθεν

μέμναισ’, οἶσθα γὰρ ὤς σε πεδήπομεν ·

τώρα να πεθάνω θελω,

μ'αφηνε κι εκλαιγα

και μου'λεγε:

τι κακό παθαμε,Σαπφώ,

χωρίς να θέλω σ'αποχωριζομαι

κι εγώ σ' αυτή ελεγα:

ευτυχισμένη να'σαι όπου κι αν πας,

και μένα να θυμάσαι,το ξέρεις καλά πως σε σκεφτομαι,


ἀλλά σ’ ἔγω θέλω

ὄμναισαι [. . . .] . [. . .] . .αι

11.. . [             ] καὶ κάλ’ ἐπάσχομεν·

πο̣[λλοις γὰρ στεφάν]οις ἴων

καὶ βρ[όδων κρο]κ̣ίων τ’ ὔμοι

κα . .[           ] πὰρ ἔμοι περεθήκαο,

καὶ πό̣[λλαις ὐπα]θύμιδας

πλέκ[ταις ἀμφ’ ἀ]πάλᾳ δέρᾳ

ἀνθέων ἔ̣[βαλες] πεποημμέναις,

καὶ πο̣λ̣λ̣ῳ[               ] . μύρῳ

βρενθείῳ . [             ]ρ̣υ[ . . ]ν

ἐξαλείψαο κα̣[ὶ βασ]ι̣ληίῳ

όμως θέλω τι ομορφα που περνουσαμε να θυμάσαι 

όταν κοντά μου ησουν,με πολλά στεφάνια από βιολέτες 

και ροδα και κρόκους στολιζες το κεφαλι σου

και πολλά πλεκτά περιδεραια έδενες στον απαλό σου λαιμό,

και με μυρα μεθιστικα αρωματιζες το κορμί 

που σε βασίλισσα ταιριαζουν,


καὶ στρώμν[αν ἐ]πὶ μολθάκαν

ἀπάλαν πα . [         ] . . .ων

ἐξίης πόθο̣[ν        

και πάνω σ'απαλο στρώμα πούπουλο ξαπλωνες 

και μ'αναβες τον πόθο,


.σε γυρεύω,που να γυρνάς αγάπη μου; 

σε ποια κρεβάτια να κοιμάσαι;

η σκέψη μου για σένα με λιώνει,

θυμάμαι,και πονω, όταν ήμασταν μαζί,

και τώρα εδω μόνη τρέμω,

σκοτεινές οι νύχτες μου,ερημια

.

.

.


Η αρπαγή της κόρης

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


στης Συριάς τα μέρη ο βασιλιας την Αβδοκια 

κόρη πενταμορφη παντρευει

με τον υγιο τ'Αμιρη

κι ήταν χιλιάδες οι προσκαλεσμένοι

και τρώγανε στις διαμαντένιες ταβλες 

και πινανε απ'τις χρυσές τις κούπες

κι ήρθε καβαλάρης αποσκαλεστος στο γάμο

ποιος είσαι εσύ ο αποσκαλεστος 

ποιος είσαι εσύ ο ξένος;

κι εμείς στη χαρά μας δεν καταδεχομαστε 

ξένο κι απροσκαλεστο ,

εγώ'μαι ο γαμπρός της νύφης ο αγαπητικός

κι ήρθα  για να την πάρω γυναίκα να την κάνω

κι αρπάζει την Αβδοκια στ'αλογο καβάλα

και δίνει βιτσια του μαύρου του και πάει χίλια μίλια

και ξαναδινει του και πάει αλλά τοσα,

και πίσω κουρνιαχτος αντάρα εσηκωθη,

χιλιάδες τους εκυνηγήσανε και δεν τους πιασανε

.

.

.

 


Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c n.couvelis


(Σημειώσεις ενός Ψυχαναλυτή:

όσο μου μιλούσε κοιτούσα την έκφραση της,θυμήθηκα τη Φαίδρα,


η ερωτευμένη ώριμη γυναικα που απορριπτεται)


Ιππόλυτος Ευριπίδη,

-η Φαίδρα-

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Χορός γυναικών


τειρομέναν νοσερᾶι κοίται δέμας ἐντὸς ἔχειν [ἀντ. α]

οἴκων, λεπτὰ δὲ φά-

ρη ξανθὰν κεφαλὰν σκιάζειν·


αρρώστια βαρειά τη τρώει και μέσα  κλεισμένη 

στο σπιτι.ειναι,

και με μαντηλι τα ξανθά της μαλλιά τα σκεπαζει


135τριτάταν δέ νιν κλύω

τάνδ᾽ ἀβρωσίαι

στόματος ἁμέραν

Δάματρος ἀκτᾶς δέμας ἁγνὸν ἴσχειν,

κρυπτῶι πάθει θανάτου θέλουσαν

140κέλσαι ποτὶ τέρμα δύστανον.


κι είναι τώρα τρίτη μέρα 

και στο στόμα φαι δεν εβαλε,

μια μεγάλη τη λιώνει  κρυφη στεναχώρια,

και το θάνατο να'ρθει θελει 

να τελειώσει,


ἢ πόσιν, τὸν Ἐρεχθειδᾶν [ἀντ. β]

ἀρχαγόν, τὸν εὐπατρίδαν,

ποιμαίνει τις ἐν οἴκοις

κρυπτᾶι κοίται λεχέων σῶν;


μήπως τον άντρα της κάποια τον ξεμυαλισε 

και μαζί της πλαγιαζει;


Τροφος


ὦ κακὰ θνητῶν στυγεραί τε νόσοι·

τί σ᾽ ἐγὼ δράσω, τί δὲ μὴ δράσω;

τόδε σοι φέγγος, λαμπρὸς ὅδ᾽ αἰθήρ,

ἔξω δὲ δόμων ἤδη νοσερᾶς

180δέμνια κοίτης.


βάσανα των ανθρώπων κι αναστεναγμοί,

τι να κάνω και τι να μην κάνω;

τόσο λαμπερό φως και τόσο καθαρός αέρας,

το κρεβάτι σου έξω το βγάλαμε όπως το ζήτησες,


δεῦρο γὰρ ἐλθεῖν πᾶν ἔπος ἦν σοι,

τάχα δ᾽ ἐς θαλάμους σπεύσεις τὸ πάλιν.

ταχὺ γὰρ σφάλληι κοὐδενὶ χαίρεις,

οὐδέ σ᾽ ἀρέσκει τὸ παρόν, τὸ δ᾽ ἀπὸν

185φίλτερον ἡγῆι.


όμως γνώμη θ'αλλαξεις,

και μέσα το κρεβάτι πάλι να πάμε  θα ζητησεις,

ολα σου φταίνε και τίποτα δεν χαιρεσε,

αυτο που'χεις δεν σ'αρεσει,

κι αυτό που σου λείπει το επιθυμείς πιο πολυ


κρεῖσσον δὲ νοσεῖν ἢ θεραπεύειν·

τὸ μέν ἐστιν ἁπλοῦν, τῶι δὲ συνάπτει

λύπη τε φρενῶν χερσίν τε πόνος.

πᾶς δ᾽ ὀδυνηρὸς βίος ἀνθρώπων

190κοὐκ ἔστι πόνων ἀνάπαυσις.


καλλίτερα άρρωστη να'μουνα παρά θεραπεύτρια,

το'να είναι απλό,αντέχεται,

ενώ τ'αλλο θλίβει και το σώμα και τη ψυχη,

όλη τ'ανθρωπου η ζωή οδυνηρη,

και δεν υπάρχει των πονων παύση,


ἀλλ᾽ ὅτι τοῦ ζῆν φίλτερον ἄλλο

σκότος ἀμπίσχων κρύπτει νεφέλαις.

δυσέρωτες δὴ φαινόμεθ᾽ ὄντες

τοῦδ᾽ ὅτι τοῦτο στίλβει κατὰ γῆν

195δι᾽ ἀπειροσύνην ἄλλου βιότου

κοὐκ ἀπόδειξιν τῶν ὑπὸ γαίας,

μύθοις δ᾽ ἄλλως φερόμεσθα.


αν κάτι πιο καλλίτερο υπάρχει σκοτεινά 

σύννεφα μας το κρύβουν,

και λαχταρούμε ότι πάνω στη γη γυαλίζει,

αφού άλλη ζωή δεν ξέρουμε 

να'ναι κάτω απ'τη γη,

με παραμύθια παρηγοριομαστε,


Φαιδρα


αἴρετέ μου δέμας, ὀρθοῦτε κάρα·

λέλυμαι μελέων σύνδεσμα φίλων.

200λάβετ᾽ εὐπήχεις χεῖρας, πρόπολοι.

βαρύ μοι κεφαλῆς ἐπίκρανον ἔχειν·

ἄφελ᾽, ἀμπέτασον βόστρυχον ὤμοις.


σηκωστε μου το κορμί,

κρατήστε όρθιο το κεφάλι μου,

μου διαλύθηκαν οι αρθρώσεις στα μέλη,

τα χέρια μου βαστατε,

το μαντήλι μού βαραίνει το κεφάλι,

βγάλτε το,κι αφήστε τα μαλλιά 

στους ωμους να πέσουν


Τροφος


θάρσει, τέκνον, καὶ μὴ χαλεπῶς

μετάβαλλε δέμας·

205ῥᾶιον δὲ νόσον μετά θ᾽ ἡσυχίας

καὶ γενναίου λήματος οἴσεις.

μοχθεῖν δὲ βροτοῖσιν ἀνάγκη.


κουράγιο,κόρη μου,και μην μαζεύεις το κορμί,

βοηθάει στην αρρωστεια η ησυχία κι η υπομονή,

να βασανίζονται είναι οι άνθρωποι,


Φαιδρα


ΦΑ. αἰαῖ·

πῶς ἂν δροσερᾶς ἀπὸ κρηνῖδος

καθαρῶν ὑδάτων πῶμ᾽ ἀρυσαίμαν,

210ὑπό τ᾽ αἰγείροις ἔν τε κομήτηι

λειμῶνι κλιθεῖσ᾽ ἀναπαυσαίμαν;


πόσο θα'θελα δροσερό να' πινα 

καθαρό νερό από βρύση,

και κάτω από λευκα σε πράσινο λιβάδι 

ξαπλώνοντας να ησυχαζα


Τροφος


 ὦ παῖ, τί θροεῖς;

οὐ μὴ παρ᾽ ὄχλωι τάδε γηρύσηι,

μανίας ἔποχον ῥίπτουσα λόγον;


παιδί μου,τι λες;τέτοια δεν πρέπει μπροστά 

σε κόσμο να ξεστομιζεις,του παραλογισμού λογια


Φαιδρα


215 πέμπετέ μ᾽ εἰς ὄρος· εἶμι πρὸς ὕλαν

καὶ παρὰ πεύκας, ἵνα θηροφόνοι

στείβουσι κύνες

βαλιαῖς ἐλάφοις ἐγχριμπτόμεναι.

πρὸς θεῶν· ἔραμαι κυσὶ θωύξαι

220καὶ παρὰ χαίταν ξανθὰν ῥῖψαι

Θεσσαλὸν ὅρπακ᾽, ἐπίλογχον ἔχουσ᾽

ἐν χειρὶ βέλος.


τραβάτε με στο βουνό,στο δάσος και στα πευκα,

όπου σκυλιά είναι κυνηγετικά κι αρπάζουν 

μπαλια ελάφια ,

θεε μου,πως λαχταράω στα σκυλιά δυνατά να φωνάξω

κι αιχμηρο,διπλα απ'τα ξανθά μαλλιά μου 

με το χέρι βέλος  να τιναξω 


Τροφος


τί ποτ᾽, ὦ τέκνον, τάδε κηραίνεις;

τί κυνηγεσίων καὶ σοὶ μελέτη;

225τί δὲ κρηναίων νασμῶν ἔρασαι;

πάρα γὰρ δροσερὰ πύργοις συνεχὴς

κλειτύς, ὅθεν σοι πῶμα γένοιτ᾽ ἄν.


 γιατί,κόρη μου,τέτοια σ' αναστατώνουν;

και κυνήγια σε μέλλουν,

και βρυσιων νερά,

στις πλαγιές εδώ στο σπίτι άφθονα 

είναι νερά να πιεις όσο θελησεις


Φαιδρα


δέσποιν᾽ ἁλίας Ἄρτεμι Λίμνας

καὶ γυμνασίων τῶν ἱπποκρότων,

230εἴθε γενοίμαν ἐν σοῖς δαπέδοις

πώλους Ἐνετὰς δαμαλιζομένα.


Αρτέμιδα δέσποινα της Λίμνης και των γυμνασίων  

που κρότοι αλόγων ακούγονται,

μακάρι στους τόπους σου  εκεί να'μουνα  

πουλαρια ενετικά να δαμαζα


Τροφος


τί τόδ᾽ αὖ παράφρων ἔρριψας ἔπος;

νῦν δὴ μὲν ὄρος βᾶσ᾽ ἐπὶ θήρας

πόθον ἐστέλλου, νῦν δ᾽ αὖ ψαμάθοις

235ἐπ᾽ ἀκυμάντοις πώλων ἔρασαι.

τάδε μαντείας ἄξια πολλῆς,

ὅστις σε θεῶν ἀνασειράζει

καὶ παρακόπτει φρένας, ὦ παῖ.


τι λόγια της παραφροσυνης λες;

τώρα πότε ν'ανεβεις  ποθείς στο βουνο 

να κυνηγήσεις,

τώρα πότε τ'απειρα απ' την άμμου του αγώνα 

πουλαρια σ'αρεσουν,

αυτά εδώ θέλουν καλό μάντη να μαντέψει,

ποιος απ' τους θεούς σε ξετροχιαζει 

και το μυαλό σου ταράζει,παιδί μου


Φαιδρα


δύστηνος ἐγώ, τί ποτ᾽ εἰργασάμην;

240ποῖ παρεπλάγχθην γνώμης ἀγαθῆς;

ἐμάνην, ἔπεσον δαίμονος ἄτηι.


η δυστυχη,τι κάποτε κακό εκανα;

κι απ'τη φρόνημη γνωμη παραστρατησα;

τρελάθηκα,ο θεός με τιμωρει,


φεῦ φεῦ τλήμων.

μαῖα, πάλιν μου κρύψον κεφαλήν,

αἰδούμεθα γὰρ τὰ λελεγμένα μοι.

245κρύπτε· κατ᾽ ὄσσων δάκρυ μοι βαίνει

καὶ ἐπ᾽ αἰσχύνην ὄμμα τέτραπται.


τι άθλια που είμαι,

μανούλα,σκέπασε μου πάλι το κεφάλι,

γιατί γι'αυτό που λέω ντρέπομαι

σκέπασε το,

απ'τα μάτια μου δάκρυα τρέχουν 

και το βλέμμα απ'τη ντροπή στρεφω άλλου,


τὸ γὰρ ὀρθοῦσθαι γνώμην ὀδυνᾶι,

τὸ δὲ μαινόμενον κακόν· ἀλλὰ κρατεῖ

μὴ γιγνώσκοντ᾽ ἀπολέσθαι.


οδυνηρο να συνερθεις,

όμως η τρέλα κακή,

το να πεθάνεις χωρίς να το ξέρεις 

το αντεχεις

 

Τροφος


250 κρύπτω· τὸ δ᾽ ἐμὸν πότε δὴ θάνατος

σῶμα καλύψει;

πολλὰ διδάσκει μ᾽ ὁ πολὺς βίοτος·

χρῆν γὰρ μετρίας εἰς ἀλλήλους

φιλίας θνητοὺς ἀνακίρνασθαι


το σκεπαζω,πότε και μένα ο θάνατος 

το σώμα μου θα σκεπάσει ;

πολλά η πολύχρονη μ'εμαθε ζωή,

πρέπει στις μεταξύ τους  φιλίες χαλαρά 

οι άνθρωποι να συνδεονται


255καὶ μὴ πρὸς ἄκρον μυελὸν ψυχῆς,

εὔλυτα δ᾽ εἶναι στέργηθρα φρενῶν

ἀπό τ᾽ ὤσασθαι καὶ ξυντεῖναι·

τὸ δ᾽ ὑπὲρ δισσῶν μίαν ὠδίνειν

ψυχὴν χαλεπὸν βάρος, ὡς κἀγὼ

260τῆσδ᾽ ὑπεραλγῶ.

βιότου δ᾽ ἀτρεκεῖς ἐπιτηδεύσεις

φασὶ σφάλλειν πλέον ἢ τέρπειν

τῆι θ᾽ ὑγιείαι μᾶλλον πολεμεῖν.

οὕτω τὸ λίαν ἧσσον ἐπαινῶ

265τοῦ μηδὲν ἄγαν·

καὶ ξυμφήσουσι σοφοί μοι

 


και να μην καρφωνονται βαθειά μεσ'στη ψυχή,

εύκολα να διαλύονται,

να δένεις και να ξεδενεις,

για δυο να υποφέρει μια ψυχή είναι βάρος 

αβάσταχτο,

όπως τώρα γι'αυτη εδώ υποφέρω,

στη ζωή λένε οι σοβαρές δεσμεύσεις 

πως ζημιώνουν πιο πολύ παρά ευχαριστούν,

και την υγεία μαλλον προσβάλλουν,

έτσι εγώ το ελάχιστο θέλω πάρα το υπερβολικο,

και με μένα συμφωνούν οι σοφοι


Τροφος


—εἰ θανῆι, προδοῦσα σοὺς

παῖδας, πατρώιων μὴ μεθέξοντας δόμων,

μὰ τὴν ἄνασσαν ἱππίαν Ἀμαζόνα,

ἣ σοῖς τέκνοισι δεσπότην ἐγείνατο,

νόθον φρονοῦντα γνήσι᾽, οἶσθά νιν καλῶς,

310Ἱππόλυτον ... 


αν πεθάνεις,εγκαταλείπεις τα παιδιά σου,

το πατρικό σπίτι δεν θα κληρονομήσουν,

μα τη βασίλισσα ιππευτρια Αμαζόνα,

που στα παιδιά σου γέννησε κυρίαρχο κάτοχο,

νόθος και νομιζεται για γνήσιος,

ξέρεις ποιον ονοματιζω,

τον Ιππολυτο


Φαιδρα


οἶμοι. 


αλίμονο


Τροφος 


θιγγάνει σέθεν τόδε;


σε τάραξε αυτό εδω;


Φαιδρα


ἀπώλεσάς με, μαῖα, καί σε πρὸς θεῶν

τοῦδ᾽ ἀνδρὸς αὖθις λίσσομαι σιγᾶν πέρι.


με σκότωσες,

μανούλα,για το θεό,μην ξαναναφερεις σε ικετευω 

γι'αυτόν εδώ τον αντρα

.

.

.

 


Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c n.couvelis


Ημερολόγιο Σαπφούς-2

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


.έλαβα γράμμα από την Αριγνωτα,έτρεμαν τα χέρια μου όταν το άνοιγα,

μέσα είχε μια φωτογραφία της,ω! πόσο όμορφη είναι,

διάβασα το σημείωμα:

συνέχεια σε θυμάμαι,έγραφε.

τη φωτογραφία και το σημείωμα το εβαλα κάτω από το προσκέφαλο που κοιμαμαι

-γλυκεια που ειναι η ανάμνηση της


.σήμερα κάθισα και της έγραψα:

(Σαπφω 96.1-8 )


]σαρδ.[]

2πόλ]λακι τυίδε̣ [ν]ῶν ἔχοισα

ὠς π.[. . .].ώομεν, .[. . .]. .χ[. .]-

σε θέαι σ’ ἰκέλαν ἀρι-

5γνώται, σᾶι δὲ μάλιστ᾽ ἔχαιρε μόλπαι̣·


στις Σάρδεις βρισκεσαι

όμως ο νους σου εδώ ειναι

όταν ήσουνα Αριγνωτα κοντα μου

όμοια με θέα 

κανένα άλλο δεν σ'αρεσε τραγούδι από το δικό μου


νῦν δὲ Λύδαισιν ἐμπρέπεται γυναί-

κεσσιν 

ὤς ποτ᾽ ἀελίω

8δύντος ἀ βροδοδάκτυλος †μήνα†

πάντα περρέχοισ᾽ ἄστρα· φάος δ᾽ ἐπί-

σχει θάλασσαν ἐπ᾽ ἀλμύραν


τώρα ανάμεσα στις Λυδες γυναίκες ξεχωριζεις,

όπως όταν ο ήλιος δυσει

η ροδοδακτυλη σεληνη

ξεθωριάζει όλα τ'αστρα

και το φως της στην αρμυρη χύνει θαλασσα


έβαψα τα χείλη μου κόκκινα,και τ'ακουμπισα πάνω στο γραμμα που εγραψα

να αποτυπωθούν,

αυτό πολύ θα την ευχαριστησει

.

.

 .



Η αρπαγή της κόρης

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ο βασιλιας του Καρπενησιου

κι ο ρήγας των Τρικάλων 

παντρεύουν τα παιδιά τους

κι όλο τον κόσμο καλεσαν

όλη την οικουμένη

κι ήρθε αποσκαλεστος παλικαρας λεβέντης

στον γρίβα του καβαλα 

ποιος είσαι εσύ και τι ζητάς εδώ

απροσκαλεστος και ξένος

εγώ'μαι του Ξηρομέρου το ρηγόπουλο

κι αρπάζω τη νύφη που παντρεύεται

σαν αετός την άρπαξε σαν χρυσαετός την πηρε

δίνει βιτσια του γρίβα του

και πάει χίλια μιλια

πέρασε όρη και βουνά

και πάει στα πέρατα του κοσμου

.

.

.

 


Ιφιγένεια εν Αυλίδι,Ευριπίδη

στίχοι 49-65,1433-1450,1461-1468

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


Αγαμεμνων


η Λήδα του Θεστιου τρεις γέννησε κόρες

τη Φοίβη και τη Κλυταιμνήστρα τη γυναίκα μου

και την Ε,λενη,που γι'αυτοι μνηστήρες ήρθαν

τα πρώτα ξακουστά της Ελλάδας παιδιά,

φοβεριζαν κι απειλούσαν αναμεταξυ τους

να σκοτωθούν αν κάποιος τη κορη δεν παρει,

και πως να πράξει σ'αδιεξοδο ο Τυνδαρος

ο πατέρας ήταν,να την δώσει να μην την δώσει,

όπως πιο καλλιτερα αυτό να συμβει και σ'αυτό δω

κατέληξε,να ορκιστούν και τα χέρια  οι μνηστήρες

να δώσουν μεταξύ τους και κάνοντας σπονδές 

αυτά εδώ να συμφωνήσουν.οποιανού γυναίκα 

του Τυνδαρου η κόρη γινει σ' αυτόν σύμμαχοι 

να συντρέξουν,αν κάποιοςαπ'το σπίτι την αρπάξει 

κι απ'το κρεβατι τον αποκλείσει,να εκστρατεύσουν 

εναντίον του και την πολη να του κατεδαφίσουν

είτε Ελληνική όμοια είτε βάρβαρη με τα οπλα

.

.

Ιφιγένεια

μάνα,γιατί σιωπηλα με δάκρυα βρέχεις 

τα μάτια;


Κλυταιμνήστρα

έχω το  λόγο μου η δυστυχη να πονω


Ιφιγένεια

σταματα,να δειλιασω μην με κάνεις,κι αυτά δω

από μένα ακουσε


Κλυταιμνήστρα

λεγε,δεν θα σε κατηγορισω σε τιποτα,παιδί μου


Ιφιγένεια

μήτε τα μαλλιά σου να κόψεις μήτε να μαυροφορεσεις


Κλυταιμνήστρα 

τι'ναι αυτό που λες παιδί μου;να σε χάσω;


Ιφιγένεια

όχι δεν με χάνεις,απολυτρωνομαι,από μένα δοξασμένη

θα'σαι


Κλυταιμνήστρα

πως είπες;τον θάνατο σου να μη πρέπει να πενθω;


Ιφιγένεια

καθόλου,αφού σε τάφο εμένα δεν θα χωσουν


Κλυταιμνήστρα

και τι;τον θάνατο,όχι τον τάφο,πρεπει να πενθουν 


Ιφιγένεια

ο βωμος της κόρης του Δία σε μένα μνήμα θα'ναι


Κλυταιμνήστρα

θα σ' ακούσω παιδι μου,γιατί σωστά μιλας

 

Ιφιγένεια

αφού η καλή μου'τυχε τύχη και της Ελλάδας να κάνω καλο


Κλυταιμνήστρα

και τι από σένα  να μηνύσω στις αδελφές σου ;


Ιφιγένεια

καμιά τους να μην μαυροφορεσει


Κλυταιμνήστρα

και τι καλο στις κοπέλες να πω από σενα λόγο;


Ιφιγένεια

χαιρέτησε τες,και τον Ορέστη άντρα να μεγαλωσετε

 

.

.

Ιφιγένεια


ένας απ' του πατερα τους σωματοφύλακες στης Αρτεμης

το λιβάδι ας μ'οδηγησει,όπου εκεί θα σφαγιασθω


Κλυταιμνήστρα

παιδί μου που πας;


Ιφιγένεια

και πίσω δεν γυριζω παλι


Κλυταιμνήστρα

που αφήνεις τη μάνα;


Ιφιγένεια

οπως βλέπεις,χωρίς τιμες


Κλυταιμνήστρα

στάσου,μην μ'αφηνεις


Ιφιγένεια

μη,δεν θέλω δακρυα

.

.


ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ


49Ἐγένοντο Λήδᾳ Θεστιάδι τρεῖς παρθένοι,

50Φοίβη Κλυταιμήστρα τ᾽, ἐμὴ ξυνάορος,

Ἑλένη τε· ταύτης οἱ τὰ πρῶτ᾽ ὠλβισμένοι

μνηστῆρες ἦλθον Ἑλλάδος νεανίαι.

δειναὶ δ᾽ ἀπειλαὶ καὶ κατ᾽ ἀλλήλων φόνος

ξυνίσταθ᾽, ὅστις μὴ λάβοι τὴν παρθένον.

55τὸ πρᾶγμα δ᾽ ἀπόρως εἶχε Τυνδάρεῳ πατρί,

δοῦναί τε μὴ δοῦναί τε, τῆς τύχης ὅπως

ἅψαιτ᾽ ἄριστα. καί νιν εἰσῆλθεν τάδε·

ὅρκους συνάψαι δεξιάς τε συμβαλεῖν

μνηστῆρας ἀλλήλοισι καὶ δι᾽ ἐμπύρων

60σπονδὰς καθεῖναι κἀπαράσασθαι τάδε·

ὅτου γυνὴ γένοιτο Τυνδαρὶς κόρη,

τούτῳ ξυναμυνεῖν, εἴ τις ἐκ δόμων λαβὼν

οἴχοιτο τόν τ᾽ ἔχοντ᾽ ἀπωθοίη λέχους,

κἀπιστρατεύσειν καὶ κατασκάψειν πόλιν

65Ἕλλην᾽ ὁμοίως βάρβαρόν θ᾽ ὅπλων μέτα.

.

.

Ἰφιγένεια

μῆτερ, τί σιγῇ δακρύοις τέγγεις κόρας;


Κλυταιμήστρα

ἔχω τάλαινα πρόφασιν ὥστ᾽ ἀλγεῖν φρένα.


Ἰφιγένεια

1435παῦσαι: 'μὲ μὴ κάκιζε: τάδε δέ μοι πιθοῦ.


Κλυταιμήστρα

λέγ᾽: ὡς παρ᾽ ἡμῶν οὐδὲν ἀδικήσῃ, τέκνον.


Ἰφιγένεια

μήτ᾽ οὖν γε τὸν σὸν πλόκαμον ἐκτέμῃς τριχός,

μήτ᾽ ἀμφὶ σῶμα μέλανας ἀμπίσχῃ πέπλους.


Κλυταιμήστρα

τί δὴ τόδ᾽ εἶπας, τέκνον; ἀπολέσασά σε;


Ἰφιγένεια

1440οὐ σύ γε: σέσῳσμαι, κατ᾽ ἐμὲ δ᾽ εὐκλεὴς ἔσῃ.


Κλυταιμήστρα

πῶς εἶπας; οὐ πενθεῖν με σὴν ψυχὴν χρεών;


Ἰφιγένεια

ἥκιστ᾽, ἐπεί μοι τύμβος οὐ χωσθήσεται.


Κλυταιμήστρα

τί δαί; τὸ θνῄσκειν, οὐ τάφος, νομίζεται.


Ἰφιγένεια

βωμὸς θεᾶς μοι μνῆμα τῆς Διὸς κόρης.


Κλυταιμήστρα

1445ἀλλ᾽, ὦ τέκνον, σοὶ πείσομαι: λέγεις γὰρ εὖ.


Ἰφιγένεια

ὡς εὐτυχοῦσά γ᾽ Ἑλλάδος τ᾽ εὐεργέτις.


Κλυταιμήστρα

τί δὴ κασιγνήταισιν ἀγγελῶ σέθεν;


Ἰφιγένεια

μηδ᾽ ἀμφὶ κείναις μέλανας ἐξάψῃ πέπλους.


Κλυταιμήστρα

εἴπω δὲ παρὰ σοῦ φίλον ἔπος τι παρθένοις;


Ἰφιγένεια

1450χαίρειν γε. Ὀρέστην τ᾽ ἔκτρεφ᾽ ἄνδρα τόνδε μοι.

.

.

Ἰφιγένεια


πατρὸς δ᾽ ὀπαδῶν τῶν δέ τίς με πεμπέτω

Ἀρτέμιδος ἐς λειμῶν᾽, ὅπου σφαγήσομαι.


Κλυταιμήστρα

ὦ τέκνον, οἴχῃ;


Ἰφιγένεια

καὶ πάλιν γ᾽ οὐ μὴ μόλω.


Κλυταιμήστρα

1465λιποῦσα μητέρα;


Ἰφιγένεια

ὡς ὁρᾷς γ᾽, οὐκ ἀξίως.


Κλυταιμήστρα

σχές, μή με προλίπῃς.


Ἰφιγένεια

οὐκ ἐῶ στάζειν δάκρυ.

.

.

.

 


Ο θρήνος της Αντιγόνης

(Αντιγόνη Σοφοκλή,στίχοι 877-882,891-928)

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Αντιγονη


ακλαυτη,μισητή,χωρίς τραγούδια γάμου

με πανε τη δυστυχη στον αγύριστο δρόμο,

ποτέ πια του ήλιου το φως να μην ξαναδώ 

με καταδικάζουν την κακότυχη,

κανεις για τη μοίρα μου απ' τους φιλους

δεν δακρύζει και στεναζει

.

.

Αντιγονη


ταφε μου,νυφικό κρεβάτι μου,βαθειά σκαμμένη 

αιωνια κατοικία μου,όπου στους δικούς μου

πάω,που αριθμό μεγάλο νεκρών αφανισμενων 

η Περσεφόνη έχει δεχτεί και σ'αυτους τελευταία εγω 

μ'ανοσιο κι άδικο πολύ τρόπο θα κατέβω,πριν λήξει 

η ζωή που μου'λαχε να ζήσω,όμως πηγαινω πολύ 

μεγαλη  ελπιδα να με τρέφει πώς θα με καλοδεχτει 

ο πατέρας,και σε σενα,μάνα,αγαπητη,και σε σένα,αδελφε,

αγαπημενη,κι αφού πεθάνατε με τα ίδια μου τα χέρια 

σας έλουσα σας στόλισα και στους τάφους σας 

σπονδές έχυσα,τώρα όμως Πολυνείκη,επειδή 

το σώμα σου κήδεψα τέτοια τιμωρία έλαβα,αν και 

σε τίμησα όπως οι σοφοί νομιζουν,

ούτε ποτέ αν μητέρα παιδιών ήμουνα που γέννησα

ουτε αν ο άντρας μου αφού πέθανε έλιωνε

ενάντια στους πολίτες τετοιο θα σήκωνα βάρος

για χάρη ποιανού νόμου αυτά τα λέω;

ο άντρας κι αν μου πέθαινε άλλον θα'βρησκα 

και παιδι απ'αλλον θα γεννουσα,αν τουτο δω έχανα,

όμως όταν η μητέρα στον Άδη κι ο πατέρας είναι 

στα βάθη της γης δεν μπορεί αδελφός ποτέ

να γεννηθεί,με τέτοιο νόμο λοιπόν πάνω απ' όλα 

σε τίμησα κι ο Κρεοντας αυτό έκρινε αμαρτημα

και φοβερό θράσος,αδελφέ μου,και τώρα με τραβά

πιάνοντας με έτσι με τά χέρια,χωρις νυφικο κρεβάτι,

χωρίς γαμήλιο τραγούδι,χωρίς γάμου χαρά ν'απολαυσω

ούτε την ανατροφή παιδιού,αλλά έρημος η δυσμοιρη 

απο φίλους ζωντανή στων πεθαμένων πηγαίνω 

στους σκαμμένους βαθειους ταφους,ποιο δικαιο 

των θεών παραβιασα;τι χρειάζεται η δυστυχη στους θεούς 

ακόμα να προσβλέπω;σε ποιους συμμάχους να φωνάξω;

όταν την κατηγορία της ασέβειας με την ευσέβεια μου,

απεκτησα,αλλά αν όμως αυτά εδώ στους θεούς σωστά 

είναι,αφού καταδικαστω θα αναγνωρίσω σε τι αμάρτησα,

αν όμως αυτοί εδώ αμάρτησαν, εύχομαι να μην πάθουν 

μεγαλύτερα κακά απ' αυτά που σε μένα άδικα εκαναν

.

.

Αντιγονη


ἄκλαυτος, ἄφιλος, ἀνυμέναιος ταλαίφρων ἄγομαι

τὰν πυμάταν ὁδόν. οὐκέτι μοι τόδε

λαμπάδος ἱερὸν ὄμμα

θέμις ὁρᾶν ταλαίνᾳ.880

τὸν δ᾽ ἐμὸν πότμον ἀδάκρυτον

οὐδεὶς φίλων στενάζει


Αντιγονη


ὦ τύμβος, ὦ νυμφεῖον, ὦ κατασκαφὴς

οἴκησις ἀείφρουρος, οἷ πορεύομαι

πρὸς τοὺς ἐμαυτῆς, ὧν ἀριθμὸν ἐν νεκροῖς

πλεῖστον δέδεκται Φερσέφασσ᾽ ὀλωλότων·

ὧν λοισθία ᾽γὼ καὶ κάκιστα δὴ μακρῷ895

κάτειμι, πρίν μοι μοῖραν ἐξήκειν βίου.

ἐλθοῦσα μέντοι κάρτ᾽ ἐν ἐλπίσιν τρέφω

φίλη μὲν ἥξειν πατρί, προσφιλὴς δὲ σοί,

μῆτερ, φίλη δὲ σοί, κασίγνητον κάρα·

ἐπεὶ θανόντας αὐτόχειρ ὑμᾶς ἐγὼ900

ἔλουσα κἀκόσμησα κἀπιτυμβίους

χοὰς ἔδωκα. νῦν δέ Πολύνεικες, τὸ σὸν

δέμας περιστέλλουσα τοιάδ᾽ ἄρνυμαι.

καίτοι σ᾽ ἐγὼ ᾽τίμησα τοῖς φρονοῦσιν εὖ.

οὐ γάρ ποτ᾽ οὔτ᾽ ἄν, εἰ τέκνων μήτηρ ἔφυν,905

οὔτ᾽ εἰ πόσις μοι κατθανὼν ἐτήκετο,

βίᾳ πολιτῶν τόνδ᾽ ἂν ᾐρόμην πόνον.

τίνος νόμου δὴ ταῦτα πρὸς χάριν λέγω;

πόσις μὲν ἄν μοι κατθανόντος ἄλλος ἦν,

καὶ παῖς ἀπ᾽ ἄλλου φωτός, εἰ τοῦδ᾽ ἤμπλακον,910

μητρὸς δ᾽ ἐν Ἅιδου καὶ πατρὸς κεκευθότοιν

οὐκ ἔστ᾽ ἀδελφὸς ὅστις ἂν βλάστοι ποτέ.

τοιῷδε μέντοι σ᾽ ἐκπροτιμήσασ᾽ ἐγὼ

νόμῳ Κρέοντι ταῦτ᾽ ἔδοξ᾽ ἁμαρτάνειν

καὶ δεινὰ τολμᾶν, ὦ κασίγνητον κάρα.915

καὶ νῦν ἄγει με διὰ χερῶν οὕτω λαβὼν

ἄλεκτρον, ἀνυμέναιον, οὔτε του γάμου

μέρος λαχοῦσαν οὔτε παιδείου τροφῆς,

ἀλλ᾽ ὧδ᾽ ἔρημος πρὸς φίλων ἡ δύσμορος

ζῶσ᾽ εἰς θανόντων ἔρχομαι κατασκαφάς.920

ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην;

τί χρή με τὴν δύστηνον ἐς θεοὺς ἔτι

βλέπειν; τίν᾽ αὐδᾶν ξυμμάχων; ἐπεί γε δὴ

τὴν δυσσέβειαν εὐσεβοῦσ᾽, ἐκτησάμην.

ἀλλ᾽ εἰ μὲν οὖν τάδ᾽ ἐστὶν ἐν θεοῖς καλά,925

παθόντες ἂν ξυγγνοῖμεν ἡμαρτηκότες·

εἰ δ᾽ οἵδ᾽ ἁμαρτάνουσι, μὴ πλείω κακὰ

πάθοιεν ἢ καὶ δρῶσιν ἐκδίκως ἐμέ.

.

.

.



Ελενη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


τα βότανα της Ελένης

Ομήρου Οδύσσεια, ραψωδία δ',στίχοι 219-232

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


.

τότε η Ελένη του Δία κόρη σκέφτηκε μες στο κρασί

που έπιναν να ρίξει βότανο ηρεμιστικό και παυσιλυπο

και που τα βάσανα ολα ξεχνας,οποιος το καταπιεί

αναμειγμένο στο ποτήρι δάκρυ όλη τη μέρα 

στα μάγουλα δεν τρέχει,ούτε κι αν ο πατέρας

κι η μάνα του πεθανει,ούτε αν σφάζουν μπροστα του

με μαχαιρι αδερφό η' αγαπητό γιο και με τα μάτια

το βλεπει,τέτοια η κόρη του Δία είχε επιτηδεια 

δραστικά βότανα,που απ' τη Πολυδάμνα πήρε,

του Θωνα τη γυναίκα,στην Αίγυπτο,που άφθονα 

βοτανα η εύφορη γη φυτρωνει,πολλά καλά γιατρικα

αναμειγμένα,πολλά δηλητήρια,καθένας εκεί γιατρός

είναι πιο πολύ απ' όλους τους άλλους ανθρώπους,

γιατί του Παιηονα είναι απογονοι


ἔνθ' αὖτ' ἄλλ' ἐνόησ' Ἑλένη Διὸς ἐκγεγαυῖα·

αὐτίκ' ἄρ' εἰς οἶνον βάλε φάρμακον, ἔνθεν ἔπινον,220

νηπενθές τ' ἄχολόν τε, κακῶν ἐπίληθον ἁπάντων.

ὃς τὸ καταβρόξειεν, ἐπὴν κρητῆρι μιγείη,

οὔ κεν ἐφημέριός γε βάλοι κατὰ δάκρυ παρειῶν,

οὐδ' εἴ οἱ κατατεθναίη μήτηρ τε πατήρ τε,

οὐδ' εἴ οἱ προπάροιθεν ἀδελφεὸν ἢ φίλον υἱὸν225

χαλκῷ δηϊόῳεν, ὁ δ' ὀφθαλμοῖσιν ὁρῷτο.

τοῖα Διὸς θυγάτηρ ἔχε φάρμακα μητιόεντα,

ἐσθλά, τά οἱ Πολύδαμνα πόρεν, Θῶνος παράκοιτις,

Αἰγυπτίη, τῇ πλεῖστα φέρει ζείδωρος ἄρουρα

φάρμακα, πολλὰ μὲν ἐσθλὰ μεμιγμένα, πολλὰ δὲ λυγρά,230

ἰητρὸς δὲ ἕκαστος ἐπιστάμενος περὶ πάντων

ἀνθρώπων· ἦ γὰρ Παιήονός εἰσι γενέθλης.

.

.

Ελένη 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


οι μνηστήρες της Ελένης που ήρθαν στον πατέρα της Τυνδάρεω:


Αγαπήνωρ, Αγκαίος, Αίας ο Λοκρός, Αίας ο Τελαμώνιος, Αλκμαίων, Αμφίλοχος, 

Αμφίμαχος, Αντίοχος, Ασκάλαφος, Διομήδης, Ελεφήνωρ, Επίστροφος, Εύμηλος, 

Ευρύπυλος, Θάλπιος, Θόας, Ιάλμενος, Ιδομενέας, Κλυτίος, Λεοντέας, Λήιτος, 

Λυκομήδης, Μαχάων, Μέγης, Μενέλαος, Μενεσθέας, Μηριόνης, Νηρέας, Οδυσσέας,

 Πάτροκλος, Πηνέλεως, Ποδαλείριος, Ποδάρκης, Πολύξενος, Πολυποίτης, Πρόθοος,

 Πρωτεσίλαος, Σθένελος, Σχεδίος, Τεύκρος, Τληπόλεμος, Φείδιππος, Φήμιος και

 Φιλοκτήτης

.

.

.






Εικόνες της κρίσης της Κασσάνδρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Αγαμεμνων Αισχύλου,στίχοι 1085-87,1090-92,1095-97,1100-04,

1107-11,1114-18,1125-29,1136-39,1146-49)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


έφτασαν σήμερα το μεσημέρι στις Μυκήνες,ζεστη,καύσωνας,τα

τζιτζίκια σε έκρηξη στα δέντρα,άκουγε τα λόγια της στον Αγαμέμνονα,

η γυναίκα που τιμάει τον άντρα της κι άλλον δεν βάζει στο κρεβατι

της,υποκρισία,πως δεν άντεχε να ακούει τα κακά νέα του πολέμου,

και τρελονταν μήπως εκεί σκοτώνονταν,τώρα ήρθε και τους 

περιμένουν ευτυχισμένες μέρες,τα αγαπημένα παιδιά τους,η Χρυσοθεμη,

ο Ορέστης,και η...,εκεί άλλαξε η φωνή της,..η Ηλέκτρα μας,το 'μας'

το τονισε με ένα παράξενο τρόπο,εκείνος την πίστεψε,γελούσε μάλιστα 

ικανοποιημένος,κι αυτή,την κοίταξε,αν και βαρβαρική είναι γερή

κοπέλα για δούλα μας,ένιωσε την ειρωνία,τη ζήλεια της να την

τρώει,ήρθε κι ο ξάδερφος ο Αίγισθος τον φίλησε σταυρωτά,φιλί

φιδιού,όλα τα έβλεπε καθαρά,τη νύχτα αφού τον ναρκωνε θα'βγαινε

στον κήπο να τον συναντήσει,στο σκοτάδι θα αγκαλιάζονταν,

και μετά εκείνος θα της έδινε το δίκτυ,με αυτό θα τον τύλιγε μέσα

στο λουτρό,σαν ψάρι,και με το μαχαίρι εκείνος θα τον έσφαζε,

έπειτα θα έρχονταν η σειρά της,της ήρθε στο νου η πόλη της,

ο πατέρας,η μάνα,τ'αδελφια,όλα κάηκαν,αφανίστηκαν,ζαλίστηκε

έπεσε στο χώμα,το κορμί της ταράζονταν,από το στόμα της έβγαζε

αφρούς,έσχιζε τα ρούχα της,μαζεύτηκαν γύρω της,αφήστε την,

φώναξε η Κλυταιμνήστρα,επιληπτικη είναι,θα της περάσει,

ο Αίγισθος κοιτούσε τα γυμνωμενα πόδια της,όταν ηρέμησε,μαξεψτε

την είπε η Κλυταιμνήστρα και κλειδώστε την στο δωμάτιο,

ξύπνησε μέσα στη νύχτα,σκοτάδι,ακουσε ένα τριζόνι στο δωμάτιο,

περασε ώρα,άπειρη ώρα,ξαφνικά μέσα στη νύχτα μια κραυγη,

το ουρλιαχτό ενός ζώου που το σφάζουν,έγινε,τελείωσε,άκουσε

το κλειδί στη πόρτα,μια σκιά στη πόρτα,την πλησίασε,άκουσε την

βαριά ανάσα,μην φοβασε,εγώ είμαι,ήταν ο Αίγισθος,την αρπαξε,

μου αρέσεις,της είπε,βρωμουσε κρασί,έβαλε το χέρι του δυνατά

πάνω στο στόμα της,μην φωνάξεις,δεν θα πετύχεις τίποτα,κανένας

δεν θα σε πιστέψει,μια πόρνη,μια αμοροζα,μια βάρβαρη ξένη,

τον έσπρωξε,με τα νύχια τον έσχισε,εκείνος ήταν πιο δυνατός,

ένοιωσε το σπέρμα του στον κόλπο της σαν δηλητήριο φιδιού,

όταν έφυγε ήταν μισολιποθυμη,σύρθηκε ως τη πόρτα,σηκώθηκε,

βρέθηκε σε ενα σκοτεινό δωμάτιο,σκόνταψε σε κάτι,είδε μια

πήλινη κούκλα σπασμένη,έπειτα βρέθηκε σε άλλο σκοτεινό δωμάτιο,

δεν έκλαιγε,μόνο κρύωνε πολυ,έπειτα σε άλλο σκοτεινό δωματιο,

ήξερε πως σε κάποιο θα την περίμεναν αυτοί δυο να την σκοτώσουν,

άκουγε τα γέλια τους,άνοιξε τη πόρτα και τους είδε,η Κλυταιμνήστρα

φορούσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα κι ο Αίγισθος ένα μαύρο κοστούμι,

την έπιασαν,την ακινητοποίησαν,τα χέρια τους στο λαιμό της,είδε τη 

λάμψη του μαχαιριού,έπειτα τίποτα,για πάντα τίποτα,

.

.


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

(Αγαμεμνων Αισχύλου)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Κασσάνδρα

Απολλονα προστάτη των δρόμων,

αφανιστη μου,που μ'εφερες;

σε ποιο σπιτι;


σπίτι μισητό στους θεούς,που πολλά ξέρει 

φονικά συγγενών,λαιμών θηλιές,

ανθρώπων σφαγείο,και χώμα μ'αιμα ραντισμενο


γιατί σ'αυτες εδώ τις μαρτυριες πιστεύω,

βρέφη που σφάζονται και κλαίνε,

και σάρκες ψημενες που ο πατέρας τις έχει φαγωμενες


αλιμονο,άραγε τι να σχεδιάζει;

ποια η νέα μεγάλη συμφορά;

το μεγάλο κακό που μεσα σ'αυτο σχεδιάζεται το σπίτι,

δυσβάσταχτο στους φίλους,αγιατρευτο,

και γλυτωμος δεν ειναι 


καταραμένη,τι πας να κάνεις;

τον άντρα του κρεβατιού σου 

που μέσα στο λουτρό καθαρίζεις,

πώς να πω το τέλος;

γιατί αυτό γρήγορα θα γινει,

να τεντώνει το'να χέρι

και τ'αλλο χέρι απλώνει 


τι'ναι αυτό που βλεπω;

όχι δίκτυ του Άδη,

αλλά η γυναίκα του δίκτυ παγίδα,

αυτή η αιτία του φόνου,

η αχόρταγη κατάρα ας ουρλιάξει

το θρήνο για τον άδοξο θανατο


και να,δες,δες,μακριά βαστα την αγελάδα

απ' τον ταύρο,στα ρούχα αρπάζοντας

μαχαίρι με λαβή μαυροκερατη τον χτυπα,

κι εκείνος πέφτει μέσα στα νερά,

της φονικής λεκάνης σας λέω τα συμβαντα


δυστυχία μου,κακοτυχια μου,

γιατί κι η δική μου συμφορά με πνίγει

γιατί εδώ πέρα τη δυστυχη μ'εφερες;

για τίποτα άλλο παρά να πεθάνουμε μαζί,

γιατί άλλο;


ω μοίρα της γλυκοφωνης αηδονας,

γιατι αυτη οι θεοί την φτερωσαν

και μια γλυκειά ζωή της έδωσαν 

χωρίς κλάματα,και σε μένα μένει

με δίκοπο μαχαιρι να με σχισουν

.

.

Κασσάνδρα 

 Ἄπολλον· Ἄπολλον· [ἀντ. β] 1085

ἀγυιᾶτ᾽, ἀπόλλων ἐμός.

ἆ ποῖ ποτ᾽ ἤγαγές με; πρὸς ποίαν στέγην;

 

μισόθεον μὲν οὖν· πολλὰ συνίστορα, [στρ. γ] 1090

αὐτόφονα, †κακὰ καρτάναι†

ἀνδρὸς σφαγεῖον καὶ πέδον ῥαντήριον.


μαρτυρίοισι γὰρ τοῖσδ᾽ ἐπιπείθομαι· [ἀντ. γ] 1095

κλαιόμενα τάδε βρέφη σφαγὰς

ὀπτάς τε σάρκας πρὸς πατρὸς βεβρωμένας


ἰὼ πόποι, τί ποτε μήδεται; [στρ. δ] 1100

τί τόδε νέον ἄχος μέγα;

μέγ᾽ ἐν δόμοισι τοῖσδε μήδεται κακόν,

ἄφερτον φίλοισιν, δυσίατον· ἀλκὰ δ᾽

ἑκὰς ἀποστατεῖ


ἰὼ τάλαινα, τόδε γὰρ τελεῖς; [ἀντ. δ]

τὸν ὁμοδέμνιον πόσιν

λουτροῖσι φαιδρύνασα—πῶς φράσω τέλος;

τάχος γὰρ τόδ᾽ ἔσται· προτείνει δὲ χεὶρ ἐκ 1110

χερὸς ὀρεγομένα.


ἒ ἔ, παπαῖ παπαῖ, τί τόδε φαίνεται; [στρ. ε]

ἦ δίκτυόν τί γ᾽ Ἅιδου.1115

ἀλλ᾽ ἄρκυς ἡ ξύνευνος, ἡ ξυναιτία

φόνου. στάσις δ᾽ ἀκόρετος γένει

κατολολυξάτω θύματος λευσίμου


ἆ ἆ, ἰδοὺ ἰδού· ἄπεχε τῆς βοὸς [ἀντ. ε] 1125

τὸν ταῦρον· ἐν πέπλοισιν

μελαγκέρῳ λαβοῦσα μηχανήματι

τύπτει· πίτνει δ᾽ ‹ἐν› ἐνύδρῳ τεύχει.

δολοφόνου λέβητος τύχαν σοι λέγω


ἰὼ ἰὼ ταλαίνας κακόποτμοι τύχαι· [στρ. ζ]1136

τὸ γὰρ ἐμὸν θροῶ πάθος ἐπεγχέασα.

ποῖ δή με δεῦρο τὴν τάλαιναν ἤγαγες;

οὐδέν ποτ᾽ εἰ μὴ ξυνθανουμένην. τί γάρ

 

ἰὼ ἰὼ λιγείας μόρον ἀηδόνος· [ἀντ. ζ]1146

πτεροφόρον γάρ οἱ περὶ δέμας βάλοντο

θεοὶ γλυκύν τ᾽ ἀγῶνα κλαυμάτων ἄτερ·

ἐμοὶ δὲ μίμνει σχισμὸς ἀμφήκει δορί.

.

.

,



Ιφιγένεια εν Αυλιδι Ευριπίδη,στίχοι 1151-1163)

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


Κλυταιμνήστρα


άκου λοιπόν,ας μιλήσουμε καθαρά,

χωρίς να μεταχειρισθουμε γλωσσικά τεχνάσματα, 

πρώτα θα σε κατηγορισω με τούτο,

χωρίς να το θέλω με τη βια μ'αρπαξες γυναίκα,

τον πρώτο μου άντρα τον Τανταλο σκοτωνοντας

και το βρέφος μου το πέταξες στο χώμα 

μεσ'στα λαφυρα σου,

αφού με τη βια απ'το στήθος μου το τραβηξες

και τα δυο του Δία παιδιά,τ'αδέλφια μου,

μ'αστραφτερα άλογα εναντίον σου στρατευσαν

και στον γέρο πατέρα μου τον Τυνδάρεω ικέτης

κατεφυγες για προστασία,

κι έτσι με πήρες στο κρεβάτι σου,

αφού λοιπόν μαζί σου συμβιβάστηκα

για σεκαι για το σπίτι θα παραδεχτείς 

πως αμεμπτη γυναίκα ημουν,

ερωτικά πιστη και το σπίτι σου πλούτισα,

ώστε όταν μπαίνεις να χαιρεσε,κι όταν έξω 

βγαίνεις να'σαι ευτυχης,

σπάνια τέτοια γυναίκα να βρει να πάρει άντρας,

άχρηστη να'χεις γυναίκα δεν είναι σπανιο


 Κλυταιμνήστρα


ἄκουε δή νυν· ἀνακαλύψομεν γὰρ λόγους,

κοὐκέτι παρῳδοῖς χρησόμεσθ᾽ αἰνίγμασιν.

πρῶτον μέν, ἵνα σοι πρῶτα τοῦτ᾽ ὀνειδίσω,

ἔγημας ἄκουσάν με κἄλαβες βίᾳ,

1150τὸν πρόσθεν ἄνδρα Τάνταλον κατακτανών·

βρέφος τε τοὐμὸν σῷ προσούδισας πάλῳ,

μαστῶν βιαίως τῶν ἐμῶν ἀποσπάσας.

καὶ τὼ Διός σε παῖδ᾽, ἐμώ τε συγγόνω,

ἵπποισι μαρμαίροντ᾽ ἐπεστρατευσάτην·

1155πατὴρ δὲ πρέσβυς Τυνδάρεώς σ᾽ ἐρρύσατο

ἱκέτην γενόμενον, τἀμὰ δ᾽ ἔσχες αὖ λέχη.

οὗ σοι καταλλαχθεῖσα περὶ σὲ καὶ δόμους

συμμαρτυρήσεις ὡς ἄμεμπτος ἦ γυνή,

ἐς τ᾽ Ἀφροδίτην σωφρονοῦσα καὶ τὸ σὸν

1160μέλαθρον αὔξουσ᾽, ὥστε σ᾽ εἰσιόντα τε

χαίρειν θύραζέ τ᾽ ἐξιόντ᾽ εὐδαιμονεῖν.

σπάνιον δὲ θήρευμ᾽ ἀνδρὶ τοιαύτην λαβεῖν

δάμαρτα· φλαύραν δ᾽ οὐ σπάνις γυναῖκ᾽ ἔχειν.

.

.

.


My own Empire of Hyperrealistic Photos-Enigma of Elektra

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ηλέκτρα Σοφοκλη,στίχοι 92-106

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


Η κρίση της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


.όλη τη νύχτα άκουγαν το μοιρολόγι της,


τὰ δὲ παννυχίδων κήδη στυγεραὶ 

ξυνίσασ᾽ εὐναὶ μογερῶν οἴκων,

ὅσα τὸν δύστηνον ἐμὸν θρηνῶ

πατέρ᾽, ὃν κατὰ μὲν βάρβαρον αἶαν 95

φοίνιος Ἄρης οὐκ ἐξένισεν,

μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὠ κοινολεχὴς

Αἴγισθος, ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι

σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.

κοὐδεὶς τούτων οἶκτος ἀπ᾽ ἄλλης 100

ἢ ᾽μοῦ φέρεται, σοῦ, πάτερ, οὕτως

αἰκῶς οἰκτρῶς τε θανόντος.

ἀλλ᾽ οὐ μὲν δὴ

λήξω θρήνων στυγερῶν τε γόων,

ἔστ᾽ ἂν παμφεγγεῖς ἄστρων105

ῥιπάς, λεύσσω δὲ τόδ᾽ ἦμαρ,


.μετά τη κριση άλλαξε τελείως,έκοψε συριζα τα μαλλια,

ντύθηκε στα μαύρα,γυρνουσε νύχτες στις ερημιές,

-είναι τρελή,λέγανε,θα κρεμαστεί σε δέντρο η' σε πηγάδι θα πεσει


.έπαψε να τρώει,δεν έπινε νερό,-θα πεθάνει,η δυστυχη,πόσο άλλο

θα αντέξει


.είδε το νερό στη λεκάνη,κοκκίνιζε,η μάνα της κι ο Αίγισθος γελαγαν,

-ειναι το αίμα του πατέρα μου,ούρλιαξε,τον σκοτώσατε,δολοφόνοι,

ξύπνησε,

είδε τις νοσοκόμες από πάνω της,μια με χοντρά γυαλιά της έκανε μια 

ενεση στο μπράτσο,

κοιμήθηκε


.ηταν μεσάνυχτα,άγρυπνη,ο μικρός Ορέστης στο διπλανό κρεβατι κοιμόνταν,

τον ξυπνησε-ελα Ορέστη,μη μιλάς,μη μας ακούσουν,τον έπιασε από το χερι

βγήκαν έξω,είχε αστροφεγγια,εκεί πάνω στις πλάκες τήςβαυλής ήταν

δυο ξαπλωμένα σώματα,ακίνητα,-η μανα,είπε το παιδί,τι έπαθε;εκείνη

δεν είπε τιποτα,σήκωσε το φουστάνι της και κατούρησε πάνω στα νεκρά 

σώματα τους,-αθλια εζησαν,άθλια και στο θάνατο τους πρέπει,ειπε


.στο ψυχιατρειο,στο πρόγραμμα της αποθεραπείας των ασθενών,είχαν

συστήσει θεατρική ομάδα,εκείνη ζήτησε να συμμετάσχει απαγγέλλοντας 

από από την Ηλέκτρα του Σοφοκλή τους στίχους 92-106


.μέρα πολύ ζεστη,μεσημέρι,το πέτρινο θέατρο,όπως τα αρχαία ελληνικά,

αμφιθεατρικό,γεμάτο από τους τροφιμους και τους νοσηλευτές τού 

ψυχιατρειου,

βγήκε στη σκηνή,φορούσε μαύρο μακρύ φόρεμα,ακίνητη,αμίλητη έμεινε,

δεν ακούστηκε στον αέρα ο θρήνος της,οι θεατές μέσα τους βαθειά

άκουσαν το πικρό κλάμα της


οι άγρυπνες θλιβερές νύχτες στο άθλιο 

κρεβάτι τού καταραμένου σπιτιου ξέρουν

πόσο το δύστυχο μου πατέρα θρηνω,

τον πατέρα που σε βάρβαρη ξένη γη

ο φονιάς του πολέμου Άρης θανατωνοντας τον

δεν δέχτηκε,αλλά η μάνα μου με τον Αιγισθο

που μοιράζει το κρεβάτι,όπως δέντρο 

οι ξυλοκόποι το κεφάλι με φονικό πελεκι 

σχιζουν,και κανένας άλλος από μένα λύπη 

δεν ένιωσε,για σένα,πατέρα,που τόσο

σκληρα και οικτρά πέθανες,αλλά ποτέ 

δεν θα σταματήσω πικρα εγώ να μοιρολογω,

όσο ακόμα τ'αστρα λαμπυρίζουν κι όσο αυτη

εδώ τη μέρα αντικριζω

.

.

.

 


Το τραγούδι του Γιαννάκη

(στα ακριτικά όρια)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ο Γιάννος ο Γιαννάκης μια κόρη επαντρευτηκε 

εμορφην και ροδομαγουλουσα

στην αστροφεγγιά η μάνα της την έλουζε

στο φεγγαροφωτο την χτενιζε κι ο ήλιος 

ποτες του δεν την είδε 

κι ήτανε άσπρη σαν το γάλα κι απαλή σαν πεταλουδα

κι ήρθε καιρός ο Γιαννακος στα ξένα και στα αποξενα 

να παει 

μάνα τη νύφη να φυλάς την αγαπητικια μου  

μη μαραθεί το ροδομάγουλο της

κι ήρθε δισεκτος ο καιρός και παγωνιες και κρύα

και στα ξένα και στα αποξενα ο Γιαννακος αποθανε

και στο σπιτάκι της καλής του μαραθηκε το κλίμα

που'κανε σταφύλια ροζακια ξεφυλλισαν οι βιόλες τ'ανθη

κι αρρώστησε βαρεια και πέθανε η μάνα

κι απόμεινε η κόρη μοναχή σαν καλαμιά στο κάμπο

ανάθεμα σε ξενιτιά που πήρες τον καλό μου

και τον αγαπητικό μου κι εκεί αποξεχασθηκε

μηνα γυναίκα φαρμακεια και μάγισσα τον μάγεψε

κρεβατι γλυκά φιλιά να χαιρεται

κι εγώ απόμεινα ξερό δεντρι με κίτρινα τα φύλλα

δέκα χρόνοι πέρασαν κι ακόμα πίσω να γυρίσει 

κι αν δεν γυρισει στους δεκατρείς εγώ αρραβωνιάζομαι 

άλλον να πάρω άντρα

και πήρε αέρας το πικρό της κόρης το παράπονο

τη πέτρα ανατριχιασε το μάρμαρο εσχισθει

στο μνήμα του Γιαννάκη κι ακούει τον άνεμο 

να βογγα δέντρα να ξεριζωνει

σηκω Γιαννάκη μ' απ'τη μαύρη γη τον αραχνο τον τόπο

στο σπιτι σου να πας στην  αυλιτσα τη δική σου

γιατί στους χρόνους δεκατρείς παντρεύεται η καλιτσα

κι εκείνος σαν τ'ακουσε εσηκωθηκε μαύρος κι αραχνιασμενος

γοργά σελωνει τον μαύρο του γοργά τονε καβαλικευει

δίνει βιτσια  στον μαύρο του και πάει σαράντα μίλια 

και ξανά δευτερωνει του βιτσια και πάει χίλια τοσα

παίρνει στο πλάι τα βουνά  στο πλάι τα κορφοβουνια

σαν αετός επερασε σαν σταυραετός επεταξε

σαν αστραπή εδιαβη

σε δύο μερουλες έφτασε στη πόρτα του σπιτιού του

είδε κόρην άσπρη και ξανθη να λούζεται στη βρυση

γεια σου χαρα σου κόρη και ξανθη εγώ'μαι ο άντρας σου 

κι ο αγαπητικός σου

εσύ δεν είσαι ο άντρας μου παρά εχτρος και ξένος

τι'σαι μαύρος κι αραχνος

εγώ'χα άντρα άσπρο κι όμορφο αντρειωμενο

στα ξένα κόρη μ' κάματα με ξεραναν με μαυρισαν

στα ξένα  βροχές και πάγοι με μαραγκιασαν

σαν πεθαμένος να'σαι φαίνεσαι του κάτω κόσμου 

βαρειά καλή μ' τα ξένα κι εκεί αρρωστησα 

κι αποθανα μοναχός ο μαύρος

και τη φωνουλα σ' άκουσα και βγήκα απ'το μνήμα 

κι ήρθα ευτυς εδω μαζί μου να σε πάρω

εγώ στο χώμα δεν μπορώ με πεθαμενους να'μαι

θέλω τους ζωντανούς τους καλοτυχισμενους,

αλλιώς εγω'μαι μαθημενη στα γλέντια στις χαρες

ταχιά ξαναπαντρευομαι και παίρνω άλλον άντρα

κι ο Γιαννακος σαν άκουσε τα λόγια ετουτα 

παίρνει το δρόμο το στρατι πισω το μονοπάτι 

και τα πουλάκια που τον ειδανε τονε μοιρολογουσαν

πώς πάει ο αντρειωμενος ακλαυτος και μοναχός

κι όσα δεντρά τον είδαν να διαβαίνει όλα λυγισανε

και λεγασι πώς πάει ο αντρειωμενος μοναχός ερμος

και πικραμένος να τραγουδά πίκρα να λεει

σαράντα πέντε Κυριακές δεν είδα

την αγάπη μου,την αγαπητικια μου

και μια Κυριακιτσα το πρωί

την είδα στολισμένη με δυο μαντήλια

νυφουλα στο γάμο να πηγαίνει

καημό πο'χει η καρδούλα μου

.

.

.




 

Κλυταιμνήστρα-Ιφιγενεια-

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η αγρυπνια της Κλυταιμνήστρας

-χ.ν.κουβελης 


Κλυταιμνήστρα ,λόγος προς τον Αγαμέμνονα

(Ιφιγένεια εν Αυλιδι Ευριπίδη στίχοι 1165...1195)

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Μυκήναι,στο ημιφωτισμενο δωμάτιο,

θυμάται τα λόγια που του'πε στην Αυλίδα,πόνος που δεν περνα,αγιατρευτος 

για το χαμένο,σφαγμένο παιδί της


και από μια απ'τις κόρες μου σκληρά θα με στερήσεις,

και αν κάποιος σε ρωτήσει 

για ποιο λόγο τι σκοτωνεις;

τι θα πεις;λεγε

η' νά το' πω αντι για σένα εγώ;

για να πάρει ο Μενέλαος την Ελενη,πολύ καλά,

μια παλιογυναίκα να ανταλλαχτει

με το παιδί μου,

τα αισχρά ν'αγορασουμε  μ'οτι πιο πολύ αγαπάμε,

και στην εκστραεια σαν πας αφήνοντας με στο σπίτι,

και κει χρόνους μείνεις,

με τι καρδιά νομιζεις εγώ θα'μαι στο σπιτι;

όταν δω όλο το σπίτι 

και το δωμάτιο της αδειο

απ' αυτή;

μόνη τότε θα κάθομαι νά την κλαιω

και να την θρηνω για πάντα,

σ' έχασα,παιδί μου,ο πατέρας

που σε γέννησε,αυτός ο ίδιος σε σκότωσε,

κανένας άλλος ουτ'αλλο χέρι,


εγώ θα σε τιμωρήσω με τα ίδια μου τα χέρια,

η κραυγή της,

δέκα χρόνια και δεν έχω το παιδί μου,

ούτε γελια,ουτε γαμους


κι όταν στ'Αργος γυρίσεις θα τ'αγκαλιασεις τα παιδιά σου;

αλλα δίκιο δεν έχεις,

ποιο απ'τα παιδιά θα σε κοιτάξει,

για να παραδώσεις ένα απ' αυτά να σφαγει;

καταλαβαίνεις τι κάνεις;

η' μόνο το σκήπτρο σ'ενδιαφερει

και στρατηλάτης να'σαι σε μέλλει;


ναι ο Αίγισθος είναι εραστής μου,σου πήρε το κρεβάτι,το ίδιο σε μισεί 

όπως κι εγώ σε μισω,

αυτό μας ενώνει,

τα Θυεστεια Κρίματα είναι ανοησία,

δεν θα δεχτώ ποτέ,για μιαν Ελένη η Ιφιγένεια μου


1165... ὧν μιᾶς σὺ τλημόνως μ᾽ ἀποστερεῖς.

κἄν τίς σ᾽ ἔρηται τίνος ἕκατί νιν κτενεῖς,

λέξον, τί φήσεις; ἢ ᾽μὲ χρὴ λέγειν τὰ σά;

Ἑλένην Μενέλεως ἵνα λάβῃ. καλόν †γένος†,

κακῆς γυναικὸς μισθὸν ἀποτεῖσαι τέκνα.

1170τἄχθιστα τοῖσι φιλτάτοις ὠνούμεθα.

ἄγ᾽, εἰ στρατεύσῃ καταλιπών μ᾽ ἐν δώμασιν,

κἀκεῖ γενήσῃ διὰ μακρᾶς ἀπουσίας,

τίν᾽ ἐν δόμοις με καρδίαν ἕξειν δοκεῖς;

ὅταν θρόνους τῆσδ᾽ εἰσίδω πάντας κενούς,

1175κενοὺς δὲ παρθενῶνας, ἐπὶ δὲ δακρύοις

μόνη κάθωμαι, τήνδε θρηνῳδοῦσ᾽ ἀεί·

Ἀπώλεσέν σ᾽, ὦ τέκνον, ὁ φυτεύσας πατήρ,

αὐτὸς κτανών, οὐκ ἄλλος οὐδ᾽ ἄλλῃ χερί,


η Ηλέκτρα θα με σκοτώσει μαζί με τον Ορέστη,

καθένας το χρέος του,

εγώ πρέπει να σκοτώσω τον φονια του παιδιού μου 

κι η Ηλέκτρα κι ο Ορέστης τα παιδιά μου εμένα τη μάνα θα σφαξουν

για το φόνο του πατερα τους,


ἥκων δ᾽ ἐς Ἄργος προσπεσεῖ τέκνοισι σοῖς;

ἀλλ᾽ οὐ θέμις σοι. τίς δὲ καὶ προσβλέψεται

παίδων σ᾽, ἵν᾽ αὐτῶν προσέμενος κτάνῃς τινά;

ταῦτ᾽ ἦλθες ἤδη διὰ λόγων, ἢ σκῆπτρά σοι

1195μόνον διαφέρειν καὶ στρατηλατεῖν μέλει;


είναι βαθειά νύχτα,

μεσανυχτα,

ο Αίγισθος διπλα μου κοιμαται βαθεια,κι εγώ αγρυπνω,

πόσο πονώ, Ιφιγένεια,

.

.

.



Vladimir Mayakovsky-Βλαντιμιρ Μαγιακοφσκι-poet

-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης


εκτος των εκτρωματων της Ιστοριας ειμαι 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Εγω ο  Βλαντιμιρ Μαγιακοφσκι

εκπυρσωτης λεξεων και αιρετικος επαναστασεων

αποσυναγωγος των εκτρωματων της Ιστορίας

έρχομαι από το μέλλον 

από το μακρυνο παρελθόν

ατμομηχανή

αλλαζονας και υπερόπτης

εχθρός ανελέητος

συνθλιβω το σώμα μου

στην αυτοχειρία μου

μίσος αδυσώπητο 

γι'αυτη την ανθρωπότητα

φίλος δεν είμαι

αλλα πυγμαχος με σιδερογροθιες

να συντρίψω τα μέλη σας

καμια επανάσταση

δεν έχει παρον χωρις εμένα

ένας συμφυρτος πτωματων ο κόσμος

καταβροχθίζεται στο στόμα της αιωνιοτητας

μια χοντρή πλάκα η ευτυχής ύπαρξη

συντροφοι

παρακαλώ κι αυτό να το πάρετε υπ'οψιν σας

πολύ σοβαρά

το σπονδυλωτό φλάουτο της Λίλια

είναι αναιτιο

γενικά εγώ καυγαδιζω

καταστρέφω

καταστρέφω

καταστρέφω

.

.

.



T.S.Eliot The Wast Land 

4 fragments

(μετάφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


Madame Sosostris, famous clairvoyante,

Had a bad cold, nevertheless

Is known to be the wisest woman in Europe,

With a wicked pack of cards. Here, said she,

Is your card, the drowned Phoenician Sailor,

(Those are pearls that were his eyes. Look!)

Here is Belladonna, the Lady of the Rocks,

The lady of situations.

Here is the man with three staves, and here the Wheel,

And here is the one-eyed merchant, and this card,

Which is blank, is something he carries on his back,

Which I am forbidden to see. I do not find

The Hanged Man. Fear death by water.

I see crowds of people, walking round in a ring.

Thank you. If you see dear Mrs. Equitone,

Tell her I bring the horoscope myself:

One must be so careful these days


η μαντάμ Σοσοστρις,διάσημο μέντιουμ,

είχε άσχημο κρυολόγημα,ωστόσο

είναι αναγνωρισμένη σαν την πιο σοφή γυναίκα

στη Ευρώπη,μ'ενα σατανικο πακέτο καρτες

Εδώ,είπε,είναι η κάρτα σου,ο πνιγμένος ναυτικος

απ'τη Φοινίκη (αυτά είναι τα μαργαριτάρια 

που ήταν τα μάτια του,Κοίτα!)

εδώ είναι η Μπελαντονα,η Κυρα των Βράχων,

η Κυρά των καταστασεων

εδώ είναι ο άντρας με τα τρία σπαθιά,κι εδώ ο Τροχός,

κι εδώ είναι ο μονόφθαλμος έμπορος,κι αυτή η κάρτα,

που είναι κενη,είναι κάτι που μεταφέρει στην πλάτη του,

το οποίο μου απαγορεύεται να δω,δεν βρίσκω

τον Κρεμασμενο άντρα,Να φοβάσαι τον θάνατο από νερό,

βλέπω πλήθη ανθρώπων να γυροφερνουν σε κύκλο

Σ'ευχαριστω,αν δεις την αγαπητή κυρία Equitone,

πες της θα φέρω το ωροσκόπιο εγώ η ιδια:

πρέπει κάποιος να'ναι πολύ προσεκτικός αυτές τις μερες


Now Albert’s coming back, make yourself a bit smart.

He’ll want to know what you done with that money he gave you

To get yourself some teeth. He did, I was there.

You have them all out, Lil, and get a nice set,

He said, I swear, I can’t bear to look at you.

And no more can’t I, I said, and think of poor Albert,

He’s been in the army four years, he wants a good time,

And if you don’t give it him, there’s others will, I said.

Oh is there, she said. Something o’ that, I said.

Then I’ll know who to thank, she said, and give me a straight look.


τωρα ο Άλμπερτ επιστρέφει,να φερθεις λιγο έξυπνα

θα θελήσει να μάθει τι έκανες μ'εκεινα τα λεφτά που σου'δωσε

να βάλεις δόντια,γι'αυτό,ήμουνα παρών

όλα τα'χεις βγαλει,Λιλ,βάλε μια καλή οδοντοστοιχία 

σου είπε,τ'ορκιζομσι,δεν αντεχω να σε κοιτάζω,

ούτε κι εγώ πια,είπα,και σκέφτηκα τον φτωχό Άλμπερτ

ήταν στο στρατό τέσσερα χρόνια,θέλει αναπαυση,

κι αν δεν μπορέσεις εσύ να του την προσφερεις,θα υπαρξουν άλλες,είπα,

ναι υπάρχουν,ειπε αυτή,καπως ετσι,είπα,

τότε θα ξέρω ποιον να ευχαριστήσω,είπε,και με κοίταξε ισα στα ματια


Unreal City

Under the brown fog of a winter noon

Mr. Eugenides, the Smyrna merchant

Unshaven, with a pocket full of currants

C.i.f. London: documents at sight,

Asked me in demotic French

To luncheon at the Cannon Street Hotel

Followed by a weekend at the Metropole


Αποκοσμη πολιτεία

κάτω απ' τη καφετιά ομίχλη ενός χειμωνιάτικου μεσημεριου

ο κ.Ευγενιδης,ο Σμυρνιος έμπορος,

αξύριστος,με τη τσέπη γεμάτη σταφίδες

C.i.f London,όλοι οι φάκελλοι ανοιχτοί μπροστά

μου ζήτησε με γαλλικά της πιάτσας

να γευματίσουμε στον Cannon Street Hotel

και μετά να ακολουθήσει ένα γουικεντ στο Metropol


Phlebas the  Phoenician,a fortnight dead,

Forgot the cry of gulls, and the deep sea swell

And the profit and loss.

                                   A current under sea

Picked his bones in whispers. As he rose and fell

He passed the stages of his age and youth

Entering the whirlpool.

                                   Gentile or Jew

O you who turn the wheel and look to windward,

Consider Phlebas, who was once handsome and tall as you


ο Φοίνικας ο Φληβας,δυο βδομάδες νεκρός,

ξέχασε τις κραυγές των γλάρων,και τη φουσκοθαλασσιά

και το κέρδος και τη ζημιά

ένα υποθαλάσσιο ρεύμα

του μάζεψε τα κόκκαλα σφυρίζοντας,καθώς σηκώθηκε

και βυθίστηκε μέσα στη ρουφήχτρα

τα στάδια της ζωής και της νιότης του περασε

Εθνικέ η' Εβραίε

εσύ που στρέφεις το τιμόνι και κοντρα στον ανεμο κοιτάς

αναλογισου τον Φληβα,που μια φορά όμορφος όπως εσύ

και ψηλός ηταν

.

.

.

 


η Άλκηστις αποχαιρετά τα παιδιά και τον άντρα της

(Άλκηστις Ευριπίδη,στίχοι 302-325)

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


γιατί τα παιδια μας αγαπάς όχι λιγότερο

από μένα,κι αφου προσέξεις,μεγάλωσε τα

να γίνουν κύριοι του σπιτιού μας,

και μη παντρευτεις μητρια για τα παιδιά

που κατώτερη θα'ναι από μενα και φθονερο

θ'απλώσει χέρι πάνω στα δικά σου και δικά μου 

παιδιά,μη λοιπον το κάνεις αυτό,σε παρακαλώ,

γιατί εχθρικά φέρεται η μητριά στα παιδιά

απ'αλλη γυναίκα πριν,από οχιά πιο επικίνδυνη,

και τ'αρσενικο παιδί τον πατέρα έχει πύργο

γερό να το υπερασπίζει,εσυ όμως κόρη μου,

πώς θα περάσεις τα παρθενικα σου χρόνια καλά;

ποια θα σου τύχει μητριά γυναίκα του πατερα σου;

να μη σου βγάλει κακό όνομα στη ακμή της νιότης 

και τα συνοικέσια για γάμο σού καταστρέψει,

γιατί η μάνα σου ποτέ δεν θα σε δει νυφουλα,

ούτε στις γέννες σου,κόρη μου,θα σου συμπαρασταθεί,

που απ'της μάνας τη φροντίδα τίποτα πιο καλό,

γιατί πρέπειβνα πεθάνω,κι αυτό το κακό σε μένα 

ουτε αύριο ούτε μεθαύριο θα'ρθει αλλα τωρα

μ'αυτους που δεν υπάρχουν θα λογαριαζομαι,

σας χαιρετώ να'στε χαρούμενα,και συ,άντρα μου,

να περηφανευεσαι πως γυναίκα ενάρετη πήρες,

κι εσείς,παιδιά μου,πως τέτοια μάνα σας γέννησε,


........................................τούσδε γὰρ φιλεῖς

οὐχ ἧσσον ἢ ᾽γὼ παῖδας, εἴπερ εὖ φρονεῖς·

τούτους ἀνάσχου δεσπότας ἐμῶν δόμων,

καὶ μὴ ᾽πιγήμῃς τοῖσδε μητρυιὰν τέκνοις,305

ἥτις κακίων οὖσ᾽ ἐμοῦ γυνὴ φθόνῳ

τοῖς σοῖσι κἀμοῖς παισὶ χεῖρα προσβαλεῖ.

μὴ δῆτα δράσῃς ταῦτά γ᾽, αἰτοῦμαί σ᾽ ἐγώ.

ἐχθρὰ γὰρ ἡ ᾽πιοῦσα μητρυιὰ τέκνοις

τοῖς πρόσθ᾽, ἐχίδνης οὐδὲν ἠπιωτέρα.310

καὶ παῖς μὲν ἄρσην πατέρ᾽ ἔχει πύργον μέγαν,

[ὃν καὶ προσεῖπε καὶ προσερρήθη πάλιν].

σὺ δ᾽ ὦ τέκνον μοι, πῶς κορευθήσῃ καλῶς;

ποίας τυχοῦσα συζύγου τῷ σῷ πατρί;

μή σοί τιν᾽ αἰσχρὰν προσβαλοῦσα κληδόνα 315

ἥβης ἐν ἀκμῇ σοὺς διαφθείρῃ γάμους.

οὐ γάρ σε μήτηρ οὔτε νυμφεύσει ποτὲ

οὔτ᾽ ἐν τόκοισι σοῖσι θαρσυνεῖ, τέκνον,

παροῦσ᾽, ἵν᾽ οὐδὲν μητρὸς εὐμενέστερον.

δεῖ γὰρ θανεῖν με· καὶ τόδ᾽ οὐκ ἐς αὔριον 320

οὐδ᾽ ἐς τρίτην μοι μηνὸς ἔρχεται κακόν,

ἀλλ᾽ αὐτίκ᾽ ἐν τοῖς οὐκέτ᾽ οὖσι λέξομαι.

χαίροντες εὐφραίνοισθε· καὶ σοὶ μέν, πόσι,

γυναῖκ᾽ ἀρίστην ἔστι κομπάσαι λαβεῖν,

ὑμῖν δέ, παῖδες, μητρὸς ἐκπεφυκέναι.325

.

.

.

 


Φωτογράφιση 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η γυναίκα του κόκκινου δωματίου

(και οι 6 μεταφράσεις του English,Francais, German,Italiano,Spanish, Português)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το δωμάτιο ήταν κόκκινο,στο ημίφως,

η γυναίκα ξάπλωσε στο κρεβάτι,

φορούσε άσπρα εσώρουχα,

στη μουσική Round About Midnight του Miles Davis,

ο άντρας έκανε μπάνιο,

τα χρήματα στο κομοδίνο δίπλα,

ένα περιοδικό μόδας,

η γυναίκα γέλασε,

της άναψε το τσιγάρο,

τι περιμένεις;αυτή ρώτησε

τίποτα,απάντησε,

το χέρι εδώ στη κοιλιά

νιώθεις πόσο απαλή είναι;

τι θα είναι μετά;

η μοναξιά μου,είπε η γυναικα

εσένα;

σιωπή,δεν απαντησε

πέρασε κόκκινο κραγιόν στα χείλη

το γαλάζιο μολύβι στα μάτια

σου πάει,είπε ο άντρας

μετά την αιωνιότητα

είδε τον άντρα να φεύγει

έκλεισε τα ματια

κλείστηκε στο απόλυτο κόκκινο

.

.

the woman of the red room

 c.n. couvelis


 the room was red, in the dim light,

 the woman lay in bed,

 she was wearing white underwear,

 to the music Round About Midnight by Miles Davis,

 the man was taking a bath

 the money on the nightstand next to it,

 a fashion magazine,

 the woman laughed

 he lit her cigarette,

 what are you waiting for? she asked

 nothing, he answered himself,

 his hand here on the belly

 can you feel how soft it is?

 what will be next

 my loneliness, said the woman

 you;

 silence, he didn't answer

 she put red lipstick on her lips

 the blue pencil in the eyes

 it suits you, said the man

 after eternity

 she saw the man leave

 she closed her eyes

 she closed in absolute red

 .

 .

la femme de la chambre rouge

  c.n.  couvelis


  la champre était rouge, dans la pénombre,

  la femme était couchée,

  elle portait des sous-vêtements blancs,

  sur la musique Round About Midnight de Miles Davis,

  l'homme prenait un bain

  l'argent sur la table de nuit à côté,

  un magazine de mode,

  la femme a ri

  il a allumé sa cigarette,

  Qu'est-ce que tu attends?  elle a demandé

  rien, se répondit-il,

  sa main ici sur le ventre

  peux-tu sentir à quel point c'est doux ?

  quelle sera la prochaine étape

  ma solitude, dit la femme

  toi ?

  silence, il n'a pas répondu

  elle a mis du rouge à lèvres sur ses lèvres

  le crayon bleu dans les yeux

  ça te va, dit l'homme

  après l'éternité

  elle a vu l'homme partir

  elle a fermé les yeux

  elle a fermé en rouge absolu

  .

  .

die Frau des roten Zimmers

   c.n.  couvelis


   Das Zimmer war rot,in der Dämmerung,

   die Frau hat gelogen,

   sie trug weiße Unterwäsche,

   zur Musik Round About Midnight von Miles Davis,

   Der Mann nahm ein Bad

   das Geld auf dem Nachttisch daneben,

   ein Modemagazin,

   Die Frau lachte

   er zündete sich seine Zigarette an,

   Worauf wartest du?  Sie fragte

   nichts, antwortete er sich selbst,

   seine Hand hier auf seinem Bauch

   Spürst du, wie weich es ist?

   Was ist der nächste Schritt?

   „Meine Einsamkeit“, sagte die Frau

   Du ?

   Schweigen, er antwortete nicht

   Sie trug Lippenstift auf ihre Lippen auf

   blauer Stift in den Augen

   „Es steht dir“, sagte der Mann

   nach der Ewigkeit

   Sie sah, wie der Mann ging

   sie schloss die Augen

   es schloss in absolutem Rot

   .

   .

la donna della stanza rossa

  c.n.  couvelis


  la stanza era rossa, nella penombra,

  la donna giaceva a letto,

  indossava biancheria intima bianca,

  sulla musica Round About Midnight di Miles Davis,

  l'uomo stava facendo il bagno

  i soldi sul comodino accanto,

  una rivista di moda,

  la donna rise

  lui legge la sua sigaretta,

  Che cosa stai aspettando?  lei chiese

  niente, si rispose,

  la sua mano qui sulla pancia

  senti quanto è morbido?

  cosa sarà dopo

  la mia solitudine, disse la donna

  voi;

  silenzio, lui non ha risposto

  lei mise il rossetto rosso sulle labbra

  la matita blu negli occhi

  ti sta bene, disse l'uomo

  dopo l'eternità

 lei vide l'uomo andarsene

 lei sichiuse gli occhi

 lei ha chiuso in rosso assoluto

.

.

la mujer de la habitación roja

  c.n.  couvelis


  la habitación estaba roja, en la penumbra,

  la mujer yacía en la cama,

  ella vestía ropa interior blanca,

  con la música Round About Midnight de Miles Davis,

  el hombre se estaba bañando

  el dinero en la mesita de noche al lado,

  una revista de moda,

  la mujer se rió

  él lee su cigarrillo,

  ¿Que estas esperando?  ella preguntó

  Nada, se respondió a sí mismo.

  su mano aquí en el vientre

  ¿Puedes sentir lo suave que es?

  ¿Qué será lo siguiente?

  mi soledad, dijo la mujer

  tú;

  silencio, el no contesto

  e lla se puso lápiz labial rojo en los labios

  el lápiz azul en los ojos

  te queda bien, dijo el hombre.

  después de la eternidad

  ella vio al hombre irse

  ella cerró los ojos

  ella cerró en rojo absoluto

.

.

a mulher no quarto vermelho

    c.n. couvelis


    o quarto estava vermelho, na sombra,

    a mulher estava deitada na cama,

    ela usava calcinha branca

    ao som da música Round About Midnight de Miles Davis,

    o homem tomou banho

    o dinheiro na mesa de cabeceira ao lado dele,

    uma revista de moda,

    a mulher riu

    ele acendeu o cigarro dela,

    O que você está esperando?  ela perguntou

    nada, ele respondeu

    a mão dele aqui na barriga dela

    Você pode sentir o quão macio é?

    o que virá a seguir

    minha solidão, disse o mulher 

    você;

    silêncio, ele não respondeu

    ela colocou batom vermelho nos lábios

    o delineador azul

    combina com você, disse o homem

    depois da eternidade

    ela viu o homem sair

    ela fechou os olhos

    ela fechou no vermelho absoluto

.

.

.

 


Ιφιγένεια εν Αυλίδι,κρατήρας,περίπου 360-350 πΧ-Φεραρα,

Museo Nationale di Spina,Ιταλία 


Ιφιγένεια εν Αυλίδι Ευριπίδη,στίχοι 16-32

(γνωμολογικα:

θνητὸς γὰρ ἔφυς. κἂν μὴ σὺ θέλῃς)

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Αγαμέμνων 


σε ζηλεύω,γέροντα,

ζηλεύω απ'τους ανθρώπους αυτόν που ακίνδυνα

τη ζωή πέρασε άγνωστος χωρίς δοξα

κι αυτούς που αξιωματα πήραν πολύ λιγο ζηλευω


Γεροντας


κι όμως σ'αυτά στη ζωή αυτή εδώ δίνουμε αξια


Αγαμέμνων


όμως αυτο τ'αξιωμα είναι το σφάλμα

κι οι τιμές 

αν και γλυκές,σε λύπη φερνουν,

κάποτε των θεών αυτά π'αξιωνουν 

ανατρέπουν τη ζωή,κάποτε των ανθρώπων 

οι αλογες κι αδιάλλακτες γνώμες καταστρεφουν


Γεροντας


αυτά δεν συμφωνώ  απ' αρχηγό αντρα ν'ακουω,

δεν σε γέννησε για όλα τ'αγαθα 

Αγαμεμνωνα,ο Αντρέας,

μα να χαίρεσαι και  να λυπάσαι πρεπει

γιατί θνητός γεννήθηκες,κι ας μην το θελεις

.

.

Αγαμέμνων 


ζηλῶ σέ, γέρον,

ζηλῶ δ᾽ ἀνδρῶν ὃς ἀκίνδυνον

βίον ἐξεπέρασ᾽ ἀγνὼς ἀκλεής·

τοὺς δ᾽ ἐν τιμαῖς ἧσσον ζηλῶ.


Πρεσβύτης 


καὶ μὴν τὸ καλόν γ᾽ ἐνταῦθα βίου.20


Αγαμέμνων 


τοῦτο δέ γ᾽ ἐστὶν τὸ καλὸν σφαλερόν,

καὶ τὸ πρότιμον

γλυκὺ μέν, λυπεῖ δὲ προσιστάμενον.

τοτὲ μὲν τὰ θεῶν οὐκ ὀρθωθέντ᾽

ἀνέτρεψε βίον, τοτὲ δ᾽ ἀνθρώπων 25

γνῶμαι πολλαὶ

καὶ δυσάρεστοι διέκναισαν.


Πρεσβύτης 


οὐκ ἄγαμαι ταῦτ᾽ ἀνδρὸς ἀριστέως.

οὐκ ἐπὶ πᾶσίν σ᾽ ἐφύτευσ᾽ ἀγαθοῖς,

Ἀγάμεμνον, Ἀτρεύς. 30

δεῖ δέ σε χαίρειν καὶ λυπεῖσθαι·

θνητὸς γὰρ ἔφυς. κἂν μὴ σὺ θέλῃς,

.

.

.

What is the Time

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


What is the Time

     in seashells 

      an Infinity

            or

a desert landscape

.

.

.


Ενδοτερα

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(και οι 6 μεταφράσεις του English,Francais, German,Italiano,Spanish, Português)


η καρέκλα στο μπαλκόνι,

το δέντρο απέναντι λύγιζε τη σκιά της,

το πέλμα του αριστερού ποδιού ακούμπησε τον ήχο του νερού,

μια κίνηση του αέρα μετακίνησε το ανατολικό παράθυρο,

όλη η αρχιτεκτονική του τοπίου αιωρηθηκε, 

πιο κάτω η θάλασσα,

είχε το δεξί χέρι σε κλίση τριάντα μοιρών από το σώμα της,

τότε είδε τις λέξεις και κατάλαβε,

ψιθυριζε, 

ενδότερα των λέξεων

η ύπαρξη ενός τριαντάφυλλου 

και διάφανο που'ναι το πράσινο στο ξημέρωμα


Endotera-c.n. couvelis


the chair on the balcony, 

the tree opposite was bending its shadow,

the sole of the left foot touched the sound of water,

a movement of the wind moved the east window,

all the architecture of the landscape was suspended, 

the sea below,

she had her right arm at a thirty degree angle from her body,

then he saw the words and understood, 

whispered, 

within the words

the existence of a rose 

and transparent where the green is in the dawn


la chaise sur le balcon,

l'arbre d'en face courbait son ombre,

la plante du pied gauche toucha le bruit de l'eau,

un mouvement du vent a déplacé la fenêtre est,

toute l'architecture du paysage était suspendue,

sous la mer,

avait son bras droit à un angle de trente degrés par rapport à son corps,

puis il a vu les mots et a compris,

murmura,

à l'intérieur des mots

l'existence d'une rose

et transparent là où le vert est à l'aube


der Stuhl auf dem Balkon,

Der Baum gegenüber neigte seinen Schatten,

die Sohle des linken Fußes berührte das Rauschen des Wassers,

Eine Bewegung des Windes bewegte das Ostfenster

Die gesamte Architektur der Landschaft wurde aufgehoben,

unter dem Meer,

hatte ihren rechten Arm in einem Winkel von dreißig Grad zu ihrem Körper,

dann sah er die Worte und verstand,

flüsterte,

in den Worten

die Existenz einer Rose

und durchsichtig, wo im Morgengrauen das Grün ist


la sedia sul balcone,

l'albero di fronte piegava la sua ombra,

la pianta del piede sinistro toccava il rumore dell'acqua,

un movimento del vento mosse la finestra ad est,

tutta l'architettura del paesaggio era sospesa,

sotto il mare,

aveva il braccio destro ad un angolo di trenta gradi rispetto al corpo,

poi vide le parole e capì,

sussurrò,

dentro le parole

l'esistenza di una rosa

e trasparente dove è il verde all'alba


la silla en el balcón,

el árbol de enfrente inclinó su sombra,

la planta del pie izquierdo tocó el sonido del agua,

un movimiento del viento movió la ventana del este,

toda la arquitectura del paisaje quedó suspendida,

debajo del mar,

Tenía su brazo derecho en un ángulo de treinta grados con respecto a su cuerpo,

Luego vio las palabras y comprendió.

susurró,

dentro de las palabras

la existencia de una rosa

y transparente donde está el verde al amanecer


a cadeira na varanda,

a árvore oposta curvou sua sombra,

a sola do pé esquerdo tocou o som da água,

um movimento do vento moveu a janela leste,

toda a arquitetura da paisagem ficou suspensa,

abaixo do mar,

tinha o braço direito em um ângulo de trinta graus do corpo,

então ele viu as palavras e entendeu,

sussurrou,

dentro das palavras

a existência de uma rosa

e transparente onde está o verde da madrugada

.

.

.



Περίπου Παλατινά 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ανωνυμου


Φιλλινα,με τόσους τέτοιους 

εραστές που τραβηχτηκες

επάξια το έπαθλο κερδισες 

της σαβουρογαμου

.

.

 .



Ο Γυρισμος

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


σήμερα ειναι Μάης κι Άνοιξη

σήμερα ειν' το καλοκαίρι

σήμερα κι ο χαιδος βουλεται 

στον τόπο του να παει

νύχτα σελωνει τ'αλογο 

νύχτα το καλιβωνει

βάζει τα πέταλα αργυρά 

χρυσα τα χαλιναρια

και την αυγή γοργά 

τον μαύρο καβαλικευει

βιτσια μια του δινει

και παίρνει τα πλαγια τα βουνα 

βιτσιες του δίνει δυο 

και ποταμιες διαβαινει,

και φτανει στην αυλιτσα του 

και κει ξεκαβαλικευει

βρίσκει και την αγάπη του 

στον αργαλειό να υφαίνει

γεια και χαρα σου λυγερη

εγώ'μαι ο άντρας ο δικός σου

που'χα χρονους εφτά στην ξενητεια

και τώρα να'μαι μπρος σου

κι εκείνης η καρδια πεταρισε,

καλως να σε δεχτω,

νερό να σου θερμανω να λουστεις 

και μόσχο να μυρισεις,

κι ύστερα σαν φας και πιεις 

κι ευφρανθει η ψυχη σου,

να στρωσω τα στρωματα πλατια  

τα σεντονακια τα λευκά?

να πεσεις να ξαπλώσεις

μαζί κι εγώ τα δυο 

να σφιχταγκαλιαστουμε

.

.

.






η αμαζονα Πενθεσίλεια 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


τράβηξε τη μάσκα της,τα μάτια της τον κοίταζαν,

λίγο πριν θολώσουν 

και βυθισθουν αιώνια στο σκοτάδι,

-Πενθεσιλεια,έρωτα μου,με συγχωρείς,

η μεγάλη λύπη του Αχιλλέα,

εκείνη χαμογέλασε ευτυχισμένη,

-σε σκότωσα και σε ερωτεύτηκα παράφορα,

της είπε και τη φίλησε στα χείλη,

-μην λυπασαι αγάπη μου,σύντομα θα συναντηθούμε 

στα Ηλύσια Πεδία,του είπε εκείνη και κύλησε η ψυχή της στον άλλον κόσμο,

τότε ούρλιαξε ο ήρωας,

-απο τον θάνατο έρωτας,

σήκωσε το σπαθί να το χώσει στο στήθος του,ίσα στη καρδιά του,

-τι γελοίος είσαι,σαν γυναικούλα κανεις,άκουσε το απαίσιο γέλιο του Θερσίτη,

για μια εχθρό έρωτας,τι ντροπή,

και περνιεσαι για ήρωας,

ο χλευασμός του υβριστη τον τάραξε,

τρελάθηκε,όρμησε,και με δυνατή γροθια τον χτυπησε στο πρόσωπο 

να κλείσει το στόμα του,του σύντριψε το κεφάλι,

-κλειστο τωρα βρωμοστομε,ουρλιαξε,

κανείς δεν τόλμησε να του αντιμιλησει,

-μην την γυμνοσεται,τους φώναξε, απο τά όπλα της,ήταν γενναία,

το νεκρό σώμα της μην ρίξετε να το φάνε τ'αγρια θηρία και τα ορνια,

θαψτε την με τιμές,

ειπε και γύρισε στη σκηνή του,εκεί μέσα κλείστηκε,

ποτέ πριν σ'αυτον τον φοβερό πόλεμο δεν ευχήθηκε αιχμηρό βέλος 

η' δορυ να τον πετύχει,

για να την συναντησει

.

.

.

 


Das ist es

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Das ist wahr!

Mit einem Minimum an Herrschaft 

Was bedeutet das?

Solange noch ein Mensch

Hungert 

Die ganze Mensch-

Heit

Hungert

Einen gewaltigen Chor

Von Leuten

Es genugt !

NO MORE SECONDHAND GOD 

Was bedeutet das ?

Genau: en finir avec le judgement 

De Dieu ?

Ich-Du-Geschichte

Der Welt von Finnegans Wake

Was Sehen Sie an ?

Meinen Wunsch

Für  Dichtung ein Fernsehgetüt

Zu bekommen -Manchmal

Politwirtschaft 

Sind Sie noch-Immer ein Anarchist ?

Im Gegensatz ein apokalyptical

Wie Wer ?

Aus dem 19 Jahrhundert

Genau

Und Ihr Auswirtkungen

Genau ! Genau !

Rhode Islands

Anarchistisch zu-leben

Yo este rey an un sueño

.

.

.

 


es fundamentalmente verbal

(in Spanish,Francais,English, German,Italian, Portuguese, Ελληνικά)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


es fundamentalmente verbal

De su entonacion natural

Y construccion azarosa

La vanidad 

Linea por linea

Hasta nuestro tiempo

Y en esa soledad 

Un testimonio de la esterilidad

Entre lo artificial y lo natural

Elige lo natural

Mi sobra en la luna

Todos duermen

Sonoro sueno

Homero y Dante

En un lejano pais

Tales confusiones

Falsean la verdad 

La ruina

Nosotros mismos

La memoria

El reflujo del mar

Ese sera todo el universo

En suenos

En su cuerpo

Si el universo es infinito

O finito

Si es eterno

O si ha sido creado

.

.

 C'est fondamentalement verbal

 De son intonation naturelle

 Et construction aléatoire

 vanité

 Ligne par ligne

 Jusqu'à notre époque

 Et dans cette solitude

 Un témoignage de stérilité

 Entre l'artificiel et le naturel

 Choisissez le naturel

 Mes restes sur la lune

 Tout le monde dort

 rêve sonore

 Homère et Dante

 Dans un pays lointain

 De telles confusions

 Ils falsifient la vérité

 La ruine

 Nous-mêmes

 La mémoire

 Le reflux de la mer

 Ce sera l'univers entier

 dans les rêves

 dans ton corps

 Si l'univers est infini

 Ou fini

 Si c'est éternel

 Ou s'il a été créé

 .

 .

 It is fundamentally verbal

 From his natural intonation

 And random construction

 vanity

 Line by line

 Until our time

 And in that loneliness

 A testimony of sterility

 Between the artificial and the natural

 Choose natural

 My leftover on the moon

 Everyone is sleeping

 sonorous dream

 Homer and Dante

 In a distant country

 Such confusions

 They falsify the truth

 The ruin

 Ourselves

 The memory

 The ebb of the sea

 That will be the entire universe

 in dreams

 in your body

 If the universe is infinite

 Or finite

 If it is eternal

 Or if it has been created

 .

 .

 Es ist grundsätzlich verbal

 Von seiner natürlichen Intonation

 Und zufällige Konstruktion

 Eitelkeit

 Zeile für Zeile

 Bis zu unserer Zeit

 Und in dieser Einsamkeit

 Ein Zeugnis der Sterilität

 Zwischen dem Künstlichen und dem Natürlichen

 Wählen Sie natürlich

 Mein Überbleibsel auf dem Mond

 Alle schlafen

 klangvoller Traum

 Homer und Dante

 In einem fernen Land

 Solche Verwirrungen

 Sie verfälschen die Wahrheit

 Die Ruine

 Uns selbst

 Die Erinnerung

 Die Ebbe des Meeres

 Das wird das gesamte Universum sein

 In Träumen

 in deinem Körper

 Wenn das Universum unendlich ist

 Oder endlich

 Wenn es ewig ist

 Oder ob es erstellt wurde

 .

 .

 È fondamentalmente verbale

 Dalla sua intonazione naturale

 E costruzione casuale

 vanità

 Linea per linea

 Fino al nostro tempo

 E in quella solitudine

 Una testimonianza di sterilità

 Tra l'artificiale e il naturale

 Scegli naturale

 I miei resti sulla luna

 Tutti dormono

 sogno sonoro

 Omero e Dante

 In un paese lontano

 Che confusioni

 Falsificano la verità

 La rovina

 Noi stessi

 La memoria

 Il riflusso del mare

 Quello sarà l'intero universo

 nei sogni

 nel tuo corpo

 Se l'universo è infinito

 O finito

 Se è eterno

 O se è stato creato

 .

 .

 É fundamentalmente verbal

 Da sua entonação natural

 E construção aleatória

 vaidade

 Linha por linha

 Até o nosso tempo

 E nessa solidão

 Um testemunho de esterilidade

 Entre o artificial e o natural

 Escolha naturais

 Minha sobra na lua

 Todos estão dormindo

 sonho sonoro

 Homero e Dante

 Em um país distante

 Tais confusões

 Eles falsificam a verdade

 A ruína

 Nós mesmos

 Memória

 A vazante do mar

 Esse será o universo inteiro

 Em sonhos

 em seu corpo

 Se o universo é infinito

 Ou finito

 Se for eterno

 Ou se foi criado

 .

 .

Είναι καθαρά λεκτικα

Με φυσικό τονισμό

Και τυχαία κατασκευή 

Η αλήθεια

Γραμμή προς γραμμή

Μέχρι την εποχή μας

Και μέσα σ'αυτη τη μοναξιά

Μια μαρτυρία στειροτητας

Ανάμεσα στο τεχνητό

Και το φυσικό

Επέλεξε το φυσικο

Η σκιά μου στο φεγγάρι

Όλοι κοιμούνται

Ηχηρό ονειρο

Όμηρος και Δαντης

Σε μια μακρυνή χωρα

Τόσες συγχισεις

Ψευτιζουν την Αληθεια

Τα ερείπια

Εμάς των ιδιων 

Η μνήμη

Η αντανάκλαση της θαλασσας

Αυτό θα είναι όλο το συμπαν

Σε ονειρα

Στο σωμα σου

Αν το σύμπαν είναι άπειρο

Η' πεπερασμενο

Αν είναι αιώνιο

Η' αν έχει δημιουργηθει

.

.

.







My own Empire of Hyperrealistic -Enigma of Medea
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Μήδεια Ευριπιδη,στιχοι 1021-1039
(μεταφραση-κειμενα  χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)

παιδιά μου παιδιά μου,για σας
υπάρχει πόλη και σπίτι,αφήνοντας με 
στη δυστυχία,για πάντα
να κατοικήσεται
απ'τη μανα στερημενα,
κι εγώ σ'άλλη γη ειμαι τώρα εξορισμενη,
πριν να χαρώ ευτυχισμένους να σας δω
πριν το λουτρό και τη νύφη 
και τα γαμήλια να ετοιμασω κρεβατια
λαμπάδες να υψωσω,
πόσο δυστυχισμένη απ'τον εγωισμό μου,
μάταια ,παιδιά μου,σας ανάθρεψα,
μάταια ταλαιπωρηθηκα και υποφερα 
στους πόνους,
τις δυνατές υπομένοντας  ωδίνες του τοκετου
αλήθεια κάποτε η δυστυχή
είχα πολλές σε σάς ελπιδες,
να με γηροκομισεται,κι όταν πεθάνω 
με τα χέρια σας καλά να με στολίσεται,
ζηλευτό στους ανθρώπους,
αλλά τώρα χάθηκε πια 
η ευσεβής φροντίδα,
γιατί απο'σας στερημένη 
λυπηρη θα περασω ζωή 
και γεμάτη πονους για μενα,
και σεις τη μάνα ποτέ 
δεν θα ξαδειτε 
μ'αυτα τ'αγαπημενα μάτια,
σ' άλλη μορφή ζωης αναχωρειται

ὦ τέκνα τέκνα, σφῷν μὲν ἔστι δὴ πόλις
καὶ δῶμ’, ἐν ᾧ, λιπόντες ἀθλίαν ἐμέ,
οἰκήσετ’ αἰεὶ μητρὸς ἐστερημένοι·
ἐγὼ δ’ ἐς ἄλλην γαῖαν εἶμι δὴ φυγάς,
πρὶν σφῷν ὀνάσθαι κἀπιδεῖν εὐδαίμονας,    1025
πρὶν λέκτρα καὶ γυναῖκα καὶ γαμηλίους
εὐνὰς ἀγῆλαι λαμπάδας τ’ ἀνασχεθεῖν.
ὦ δυστάλαινα τῆς ἐμῆς αὐθαδίας.
ἄλλως ἄρ’ ὑμᾶς, ὦ τέκν’, ἐξεθρεψάμην,
ἄλλως δ’ ἐμόχθουν καὶ κατεξάνθην πόνοις,    1030
στεῤῥὰς ἐνεγκοῦσ’ ἐν τόκοις ἀλγηδόνας.
ἦ μήν ποθ’ ἡ δύστηνος εἶχον ἐλπίδας
πολλὰς ἐν ὑμῖν, γηροβοσκήσειν τ’ ἐμὲ
καὶ κατθανοῦσαν χερσὶν εὖ περιστελεῖν,
ζηλωτὸν ἀνθρώποισι· νῦν δ’ ὄλωλε δὴ    1035
γλυκεῖα φροντίς. σφῷν γὰρ ἐστερημένη
λυπρὸν διάξω βίοτον ἀλγεινόν τ’ ἐμοί.
ὑμεῖς δὲ μητέρ’ οὐκέτ’ ὄμμασιν φίλοις
ὄψεσθ’, ἐς ἄλλο σχῆμ’ ἀποστάντες βίου.
.
.
.



Φωτογράφιση 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η πικρή νύχτα της Ανδρομάχης όταν σκοτώθηκε ο Έκτορας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ξεριζώθηκε,ο αέρας μουγκρίζει,τρίζει τα παράθυρα,ποδοβολητα αλόγων,

μεταλλικοί ήχοι όπλων,-ο Έκτορας χάθηκε,κάποια γυναίκα ουρλιάζει,

η φωνή της,άφωνη,πεθαμένη,σφίγγει τον Αστυανακτα στο στήθος,μέχρι πότε 

θα έχει το μωρό της;τρελενεται,-μάνα Εκάβη πονάω πολύ,

ο Έκτορας μου δεν ζει πια,ποτέ πια δεν θα ζει,

βλέμμα θολό,η ακαμψία του σώματος,-γιατι δεν κλαίς να ξεθυμανεις;της λένε,

όχι,εκείνος δεν ήθελε δάκρυα,τώρα όλα είναι ανώφελα,εκείνη ζει,γιατί ζει;

πόλεμος ήταν,στον πόλεμο σκοτώνονται,ήρθε και του Έκτορα η σειρά,

δεν αντέχει που

ηρθε η σειρά του και σκοτώθηκε,

-Εκτορα,που είσαι;σιωπή,

-Εκτορα,που είσαι τώρα;

σιωπή,σκοταδι-ποσο σκοτάδι ανάμεσα μας,

τι είναι ο θάνατος;τι δεν είναι ο θάνατος;τι είναι ανάμεσα;που είσαι Έκτορα;

ποτέ δεν θα μαθω,μόνη μου,αιώνια μόνη μου,χωρίς τον Έκτορα δεν θέλω καμια

αιωνιότητα,ούτε την ανυπαρξία,έζησα με τον Έκτορα,πως θα είμαι χωρίς τον Έκτορα;

ο αέρας φυσάει δυνατά,ξεριζώνει δέντρα,

παρε με,σήκωσε με ψηλά,

πέταξε με στα βράχια,να

συντριφτουν τα κόκκαλα,κοντά στα σπασμένα κοκκαλακια του μικρού μου Αστυανακτα,

μόνη μου,μόνη μου,η νύχτα ποτέ δεν θα περάσει,

Έκτορα,μ'ακούς;

.

.

 .


φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


εντός των αοράτων ορατό σώμα

(Greek,English,Francais,German,Italian,Spanish, Portuguese)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ένα θηλυκό σώμα,εκτείνεται

προσεγγίζει το αδηφάγο βλέμμα

υπερδιπλασιάζεται

σε ταλάντωση

υπερχείλιση

εφελκυσμος αφής

είδωλο

καθρεφτισμα

στο ημίφως

η φωνή

εντός των αοράτων

ορατό

σωμα

.

.

within the invisible visible body


 a female body, stretching

 approaches the ravenous gaze

 more than doubled

 in oscillation

 overflow

 touch tensile

 idol

 mirroring

 in the dim light

 the voice

 within the invisible

 visible

 body

 .

 .

dans visible invisible le corps


 un corps féminin, qui s'étire

 s'approche du regard vorace

 plus que doublé

 en oscillation

 débordement

 toucher la traction

 idole

 mise en miroir

 dans la pénombre

 la voix

 dans l'invisible

 visible

 corps

.

.

innerhalb des unsichtbaren sichtbaren Körpers


 ein weiblicher Körper, der sich streckt

 nähert sich dem gefräßigen Blick

 mehr als verdoppelt

 in Schwingung

 Überlauf

 Berührungszug

 Idol

 Spiegelung

 im trüben Licht

 die Stimme

 im Unsichtbaren

 sichtbar

 Körper

.

.

all'interno visibile invisibile del.corpo

 

 un corpo femminile, che si allunga

 si avvicina allo sguardo famelico

 più che raddoppiato

 in oscillazione

 traboccare

 toccare la trazione

 idolo

 rispecchiamento

 nella penombra

 la voce

 dentro l'invisibile

 visibile

 corpo

.

.

dentro invisible visible del cuerpo

 

 un cuerpo femenino, estirándose

 se acerca la mirada voraz

 más del doble

 en oscilación

 Desbordamiento

 tacto extensible

 ídolo

 reflejando

 en la penumbra

 la voz

 dentro de lo invisible

 visible

 cuerpo

.

.

dentro visível invisível do corpo


 um corpo feminino, alongando

 aproxima-se do olhar voraz

 mais que dobrou

 em oscilação

 transbordar

 toque elástico

 ídolo

 espelhamento

 na penumbra

 a voz

 dentro do invisível

 visível

 corpo

.

.

.



Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η τελευταία εικόνα της Κίρκης στον Ελπηνορα

-Ομηρου Οδύσσεια ραψωδία κ', στιχοι 552-560

-μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


αυτή ήταν η τελευταία εικόνα της Κίρκης που  είδε ο Ελπηνορας 

κι όταν γκρεμιστηκε και σκοτωθηκε αυτή πάγωσε

για πάντα στο μυαλό του


κι αυτή είναι η περιγραφή του τραγικού συμβάντος από τον Όμηρο 

στην Οδύσσεια,ραψωδία κ',στίχοι 552-560


Κάποιος Ελπήνωρας που ήταν ο πιο νέος,

ούτε πολύ γενναίος στο πόλεμο,ούτε στα μυαλά 

ήταν στα καλά του,

αυτός χωρίς τους συντρόφους

στη ψηλή ταράτσα του σπιτιού της Κίρκης

για να δροσιστει

ξάπλωσε με το κεφάλι απ'το κρασί βαρύ,

ακούγοντας τους συντρόφους που ομαδικά 

κινησαν να φύγουν και το θόρυβο

ασυναίσθητα πετάχτηκε πανω και

υπνωτισμενος όπως ηταν πισω ξανα δεν πηγε

τη μεγάλη σκάλα να κατέβει

αλλά απ' την άκρη της σκεπής έπεσε κάτω, 

έσπασε τους αστραγάλους του αυχένα 

κι η ψυχή κατέβηκε στον Αδη


Ἐλπήνωρ δέ τις ἔσκε νεώτατος, οὔτε τι λίην

ἄλκιμος ἐν πολέμῳ οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς,

ὅς μοι ἄνευθ' ἑτάρων ἱεροῖσ' ἐν δώμασι Κίρκης,

ψύχεος ἱμείρων, κατελέξατο οἰνοβαρείων·555

κινυμένων δ' ἑτάρων ὅμαδον καὶ δοῦπον ἀκούσας

ἐξαπίνης ἀνόρουσε καὶ ἐκλάθετο φρεσὶν ᾗσιν

ἄψοῤῥον καταβῆναι ἰὼν ἐς κλίμακα μακρήν,

ἀλλὰ καταντικρὺ τέγεος πέσεν· ἐκ δέ οἱ αὐχὴν

ἀστραγάλων ἐάγη, ψυχὴ δ' Ἄϊδόσδε κατῆλθεν

.

.

.

 


Φωτογράφιση 

χ.ν.κουβελης  c.n.couvelis


Η Ελένη λέει

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ελένη Ευριπίδη στίχοι 123-142

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η Ελένη μου λέει:

πήγαν στην μεγάλη εκστρατεία,πολλοί χάθηκαν κι απ'τις δυο μεριές,Έλληνες και Τρώες,

ο Παλαμήδης,ο Πάτροκλος,ο Έκτορας,ο Αίαντας,ήρωες,οι γυναίκες Ελληνίδες Τρωαδιτισες

 με καταριονταν,μια παλιό γυναίκα,μια πόρνη,μια μοιχαλίδα έφταιγε,ας οψεται η ομορφιά

 της,

πόσο λαθος ειχαν,δεν ήξεραν την αλήθεια,ποτέ δεν πήγα στη Τροία,στην Αίγυπτο

 βρέθηκα,στη χώρα του Νείλου,ασήμαντη γυναικούλα,ξενοδουλεψα για να ζήσω,πολλοί

 άντρες μου ρίχτηκαν,δεν πήγα με κανένα τους,δεν είμαι πιστή ούτε απιστη σε κανέναν

 άντρα,είμαι γυναίκα,η Ελένη,δεν θέλω να γυρίσω βασίλισσα στη Σπάρτη,μια απλή

 γυναίκα να'μαι θελω,να λούζομαι στο ρέμα του Ευρώτα,να με ξυπνούν και να με

 κοιμίζουν τ'αηδονια,

στις Αμύκλες να ζω ταπεινά,η ομορφιά μου θα περάσει,προσκαιρη,φθαρτή,είμαι

 άνθρωπος,να ζήσω ήρεμα,δεν είμαι αιτία κανενός πολέμου,κανενός γάμου μοιχαλιδα,κανενός θεσμού διαφθορεας,δεν κοιτάζω στους καθρεφτες,ανυπόφορη 

η ομορφιά μου,ακραία,απανθρωπη,υπεράνθρωπη,τιμωρία,δεν είμαι η Ωραία Ελένη

 κανενός,είμαι η Ελένη που φοβάται,που τις νύχτες μένει ξάγρυπνη,βγαίνω στο  κήπο 

και με πνίγει το φως της πανσελήνου,ακούω μακρυά τα σκυλιά να γαυγίζουν αόρατους

 εχθρούς,ένας κόσμος σκληρός με περικλείει,

είμαι η βασίλισσα Ελένη που έφυγε με τον Πάρι Αλέξανδρο,είμαι η Ελένη στη Τροία που

έκλαψα τον αγαπημένο μου αντραδελφο Έκτορα,είμαι η Ελένη που έκανα κακο στη μάνα

 μου τη Λήδα και κρεμαστηκε,στα αδέρφια μου τους Διόσκουρους που σφάχτηκαν για

 χάρη μου,είμαι η μάνα που παράτησε το παιδί της την Ερμιόνη για τους πλανερους

 έρωτες της Κυπριας,είμαι η απιστη γυναίκα του βασιλιά Μενελάου,είμαι η Ελένη 

του Ευριπίδη στην Αίγυπτο,είμαι η Ελένη που σου μιλάει και είναι ερωτευμένη μαζί σου

.

την φωτογράφισα,


στην ασπρόμαυρη ταινία με οξύ κοντραστ,το πρόσωπο της,

στον ήχο ακούγεται το παρακάτω απόσπασμα από την Ελένη του Ευριπιδη


Ελένη Ευριπίδη 

στίχοι 123-142

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ελένη 

είναι τωρα στο σπίτι με τον άντρα της τον Μενέλαο;


Τεύκρος 

ούτε στο Άργος ούτε στα ρευματα του Ευρωτα,


Ελένη

πόσο κακό αυτό εδω  που είπες και για κεινους που θα το ακούσουν κακο


Τευκτρος

εκείνος είναι,λένε, εξαφανισμένος μαζί με τη γυναίκα του 


Ελένη 

δεν πήραν τον ίδιο δρόμο γυρισμου όλοι οι Αργειτες;


Τευκτρος

πήραν,αλλά καταιγίδα 

αλλού για αλλού τους χώρισε


Ελένη 

σε ποιο μέρος της βαθειας θάλασσας;


Τευκτρος

καθώς στη μέση του Αιγαιου περνούσαν 


Ελένη

κι από τότε τον Μενέλαο 

κανείς δεν είδε να φτάνει;


Τευκτρος 

κανείς,

πεθαμένος σ'ολη την Ελλάδα λένε πως ειναι


Ελένη

μου'ρχεται συμφορά,

η κόρη του Θεστιου ζει;


Τευκτρος 

για τη Λήδα είπες;

πάει πέθανε πια


Ελένη

η ντροπή για την Ελένη δεν την 

την σκοτωσε;


Τευκτρος 

έτσι λένε,

με θηλιά που πέρασε στον απαλό λαιμό της


Ελένη

του Τυνδάρεω  ζουν

 η' δεν ζουν οι γιοι


Τευκτρος 

έχουν πεθάνει και δεν έχουν πεθάνει,

δύο υπάρχουν φημες


Ελένη 

ποια απ'τις δυο η πιο καλή;

πόσο δυστυχη εγώ απ'τις συμφορες


Τευκτρος 

έγιναν άστρα και για θεούς τους εχουν


Ελένη 

καλό αυτό που είπες,

η αλλη ποια είναι;


Τευκτρος 

για την αδερφή τους σφάχτηκαν και τελείωσαν

τον βίο

.

.

Ελένη 

ἤδη δ᾽ ἐν οἴκοις σὺν δάμαρτι Μενέλεως;


Τευκτρος 

οὔκουν ἐν Ἄργει ‹γ᾽› οὐδ᾽ ἐπ᾽ Εὐρώτα ῥοαῖς.


Ελενη

124αἰαῖ· κακὸν τόδ᾽ εἶπας οἷς κακὸν λέγεις.


Τευκτρος

ὡς κεῖνος ἀφανὴς σὺν δάμαρτι κλήιζεται.


Ελένη 

οὐ πᾶσι πορθμὸς αὑτὸς Ἀργείοισιν ἦν;


Τευκτρος 

 ἦν, ἀλλὰ χειμὼν ἄλλοσ᾽ ἄλλον ὥρισεν.


Ελενη

ποίοισιν ἐν νώτοισι ποντίας ἁλός;


Τευκτρος

130 μέσον περῶσι πέλαγος Αἰγαίου πόρου.


Ελένη 

κἀκ τοῦδε Μενέλεων οὔτις οἶδ᾽ ἀφιγμένον;


Τευκτρος

οὐδείς· θανὼν δὲ κλήιζεται καθ᾽ Ἑλλάδα.


Ελενη

ἀπωλόμεσθα· Θεστιὰς δ᾽ ἔστιν κόρη;


Τευκτρος

Λήδαν ἔλεξας; οἴχεται θανοῦσα δή.


Ελένη 

135 οὔ πού νιν Ἑλένης αἰσχρὸν ὤλεσεν κλέος;


Τευκτρος 

φασίν, βρόχωι γ᾽ ἅψασαν εὐγενῆ δέρην.


Ελένη 

οἱ Τυνδάρειοι δ᾽ εἰσὶν ἢ οὐκ εἰσὶν κόροι;


Τευκτρος

τεθνᾶσι κοὐ τεθνᾶσι· δύο δ᾽ ἐστὸν λόγω.


Ελένη 

πότερος ὁ κρείσσων; ὦ τάλαιν᾽ ἐγὼ κακῶν.


Τευκτρος 

140 ἄστροις σφ᾽ ὁμοιωθέντε φάσ᾽ εἶναι θεώ.


Ελένη 

καλῶς ἔλεξας τοῦτο· θάτερον δὲ τί;


Τευκτρος

σφαγαῖς ἀδελφῆς οὕνεκ᾽ ἐκπνεῦσαι βίον.

.

.

.



Φωτογράφιση της Αντιγονης στη θάλασσα

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


poetry for Antigone 

ποίηση για την Αντιγόνη

(Greek,English,Francais,German,Italian,Spanish, Portuguese)

-χ.ν.κουβελης c n couvelis


 (Ο κ.Κ είπε:

η αξία ενός ανθρώπου είναι αυτό που σε εμπνέει)

.

.

poetry for Antigone 

ποίηση για την Αντιγόνη

(Greek,English,Francais,German,Italian,Spanish, Portuguese)

-χ.ν.κουβελης c n couvelis

.

-

τοσος χρονος στο

σώμα μου


ακούω,οι εφτά στη Θηβα


σιωπη,Ισμηνη


η νυχτα μεγαλωσε το νεκρό σώμα του Πολυνεικη


η Αντιγονη στον καθρεφτη

ένα τεράστιο κενο

-

σε οριζόντια κλαδιά δέντρων

απόψε 

στεγνώνει το φεγγαρι


έπειτα η σιωπή

και ξανά η αναταραχή του αερα


η λάμψη 

στο μέτωπο του αδελφού μου

ακινητη

-

τι γυρευουμε εδώ;

ποιο το κέρδος;

γιατί επιμένεις;

-

βουλιάζω

στη λευκή μνήμη

του κυκνου

τι μένει κέρδος στη ψυχή;

σ'αυτο τον τόπο 

τόσα γεγονότα

άδειασαν τον χρόνο μου

-

το σώμα του

επιστρέφει στην σιωνιοτητα

ένα φύλλο απόσταση

το χωμα

ακούω τη φωνή του πατέρα μου Οιδίποδα

-τι λύπη θα νιώσεις;

όσα έπαθε των Λαβδακιδών το σπιτι

.

.

poetry for Antigone 

 poetry about Antigone

 - c n couvelis


 -

 so long at

 my body


 I hear, the seven in Thebes


 silence, Ismene


 the night raised the dead body of Polyneices


 Antigone in the mirror

 a huge gap

 -

 on horizontal tree branches

 tonight 

 the moon dries up


 then silence

 and again the turbulence of the air


 the shining 

 on my brother's forehead

 motionless

 -

 what are we doing here?

 what's the profit?

 why do you insist;

 -

I sink

 in white memory

 of the swan

 what profit remains in the soul?

 in this place 

 so many events

 they wasted my time

 -

 his body

 returns to eternity 

 one leaf distance

 the soil

 I hear the voice of my father Oedipus

 -what regret will you feel?

 what happened to the Lavdakids at home

 .

 .

poésie pour Antigone 

  poésie sur Antigone

  - c n couvelis


  -

  si longtemps à

  mon corps


  J'entends, les sept à Thèbes


  silence, Ismène


  la nuit a ressuscité le cadavre de Polynice


  Antigone dans le miroir

  un énorme écart

  -

  sur des branches d'arbres horizontales

  ce soir 

  la lune sèche


  puis silence

  et encore la turbulence de l'air


  le brillant 

  sur le front de mon frère

  immobile

  -

  Que faisons-nous ici?

  quel est le bénéfice ?

  pourquoi insistes-tu ;

  -

  Je couler

  dans la mémoire blanche

  du cygne

  quel profit reste-t-il à l'âme ?

  à cet endroit 

  tant d'événements

  ils m'ont fait perdre mon temps

  -

  son corps

  retourne à l'éternité 

  distance d'une feuille

  le sol

  J'entends la voix de mon père Œdipe

  -quel regret ressentiras-tu ?

  qu'est-il arrivé aux Lavdakids à la maison

  .

  .

Gedichte für Antigone

Gedichte über Antigone

- c n couvelis


-

so lange an

meinem Körper


ich höre, die sieben in Theben


Stille, Ismene


die Nacht hob den toten Körper des Polyneikes


Antigone im Spiegel

eine riesige Lücke

-

auf horizontalen Ästen

heute Nacht


der Mond vertrocknet


dann Stille

und wieder die Turbulenz der Luft


das Leuchten

auf der Stirn meines Bruders

bewegungslos

-

was machen wir hier?

was bringt das?

warum bestehst du darauf;

-

Ich versenke

in weißer Erinnerung

an den Schwan

welcher Nutzen bleibt in der Seele?

an diesem Ort

so viele Ereignisse

sie haben meine Zeit verschwendet

-

sein Körper

kehrt in die Ewigkeit zurück

ein Blatt Entfernung

der Boden

ich höre die Stimme meines Vaters Ödipus

-was wirst du bereuen?

was ist mit den Lavdakids zu Hause passiert

.

.

poesia per Antigone 

  poesia su Antigone

  - c n couvelis


  -

  così a lungo a

  il mio corpo


  Ho sentito dire che i sette di Tebe


  silenzio, Ismene


  la notte resuscitò il cadavere di Polinice


  Antigone allo specchio

  un divario enorme

  -

  sui rami orizzontali degli alberi

  stasera 

  la luna si secca


  poi silenzio

  e ancora la turbolenza dell'aria


  il brillante 

  sulla fronte di mio fratello

  immobile

  -

  cosa stiamo facendo qui?

  qual è il profitto?

  perché insisti;

  -

 Io lavello

  nella memoria bianca

  del cigno

  quale profitto resta nell'anima?

  in questo posto 

  così tanti eventi

  mi hanno fatto perdere tempo

  -

  il suo corpo

  ritorna all'eternità 

  una foglia di distanza

  il suolo

  Sento la voce di mio padre Edipo

  -che rimorso proverai?

  cosa è successo ai Lavdakids a casa

  .

  .

poesía para antígona 

  poesía sobre antígona

  - c n couvelis


  -

  tanto tiempo en

  mi cuerpo


  Oigo, los siete en Tebas


  silencio, Ismene


  La noche levantó el cadáver de Polinices.


  Antígona en el espejo

  una enorme brecha

  -

  en ramas de árboles horizontales

  esta noche 

  la luna se seca


  luego silencio

  y otra vez la turbulencia del aire


  el brillo 

  en la frente de mi hermano

  inmóvil

  -

  ¿Qué estamos haciendo aquí?

  cual es la ganancia?

  ¿Por qué insistes?

  -

 Eu hundir

  en la memoria blanca

  del cisne

  ¿Qué beneficio queda en el alma?

  en este lugar 

  tantos eventos

  me hicieron perder el tiempo

  -

  su cuerpo

  regresa a la eternidad 

  distancia de una hoja

  la tierra

  Escucho la voz de mi padre Edipo

  -¿Qué arrepentimiento sentirás?

  ¿Qué pasó con los Lavdakids en casa

  .

  .

poesia para Antígona 

  poesia sobre Antígona

  - c n couvelis


  -

  tanto tempo em

  meu corpo


  Ouvi dizer, os sete em Tebas


  silêncio, Ismene


  a noite ressuscitou o cadáver de Polinices


  Antígona no espelho

  uma lacuna enorme

  -

  em galhos de árvores horizontais

  essa noite 

  a lua seca


  então silêncio

  e novamente a turbulência do ar


  o brilho 

  na testa do meu irmão

  imóvel

  -

  o que você está fazendo aqui?

  qual é o lucro?

  por que você insiste;

  -

  afundar

  na memória branca

  do cisne

  que lucro permanece na alma?

  Neste lugar 

  tantos eventos

  eles desperdiçaram meu tempo

  -

  O corpo dele

  retorna à eternidade 

  distância de uma folha

  o solo

  Eu ouço a voz do meu pai Édipo

  -que arrependimento você sentirá?

  o que aconteceu com os Lavdakids em casa

.

.

.




εικόνες της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το ματ της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ηλεκτρα Σοφοκλή,στίχοι 86-120

-Μονολογος

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το ματ της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


-σου ετοιμάζει παγιδα,μην παιξεις μαζι της,τον προειδοποιησε η Κλυταιμνήστρα,

ο Αιγισθος γέλασε,-ελα τα παραλες,ένα αφελές κοριτσάκι είναι,τι θα μου κάνει;

-αφελες,αλλά όχι αθώο,πρόσεξε,πονηρό και σκληρό,είναι παιδί μου,το ξέρω,αντέδρασε

 εκείνη,


η Ηλέκτρα έκανε την κινηση

-ματ,κύριε Αιγισθε,


τη νύχτα εκείνη ξάγρυπνη σε,το φως της πανσεληνου στο δωμάτιο της,

ησυχία,

οι Μυκήνες βυθισμένες στη σιωπή


εμείς οι θεατές,απογευμα, καθισμένοι στο αμφιθεατρο την είδαμε,

να εκδικείται το θάνατο

του Αγαμεμνωνα,

-του πατέρα μου,ούρλιαξε,


το πρωί ήρθαν τρεις χωροφυλάκοι,την βρήκαν,

στο κρεβάτι της με τα ρουχα,δεν αντιστάθηκε,

-ειμαι έτοιμη,τους είπε,σας περίμενα,την συνέλαβαν,

για διπλό φόνο,

-εγω σκότωσα τη μάνα και τον εραστή της


την ανεκριναν,

-στο λουτρό τύλιξαν τον πατέρα και τον έπνιξαν  αυτη η μάνα μου η μοιχαλίδα 

κι ο εραστής της,

ομολόγησε


το άλογο,να φοβάσαι,τον προειδοποίησε η Κλυταιμνήστρα,οι κινησεις του είναι 

το δυνατό της σημείο στο σκάκι,


την άκουγαν να κάνει πρόβα στον μονόλογο,της τραγωδίας του Σοφοκλή Ηλέκτρα,

-μεσημερι και δεν ησυχαζει,είπε η Κλυταιμνήστρα,τι σχεδιάζει;φοβαμαι


μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὠ κοινολεχὴς

Αἴγισθος, ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι

σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.


-φοβάμαι,Αιγισθε,την ακούς;

ο φόνος με φόνο 

η φωνή της,ακους


ὦ δῶμ᾽ Ἀίδου καὶ Περσεφόνης,

ὦ χθόνι᾽ Ἑρμῆ καὶ πότνι᾽ Ἀρά,

σεμναί τε θεῶν παῖδες Ἐρινύες,

αἳ τοὺς ἀδίκως θνῄσκοντας ὁρᾶθ᾽,

αἳ τοὺς εὐνὰς ὑποκλεπτομένους,

115ἔλθετ᾽, ἀρήξατε, τείσασθε πατρὸς

φόνον ἡμετέρου,


τους είδε στο κήπο,στο μεγάλο τραπέζι,να παίζουν σκάκι,μέσα Ιούλη,καυτή μερα,

τα τζιτζίκια στα δεντρα ξεκουφαιναν,

-η βασίλισσα κινδυνεύει,

ακούστηκε η φωνή της,

σκληρή,

-προσεξε το άλογο,απειλεί τον βασιλιά σου,φώναξε στον Αίγισθο η Κλυταιμνήστρα,

-ο βασιλιάς είναι νεκρός,

πνιγμένος στο λουτρο,

είπε η Ηλέκτρα,

τον είδα με τα ίδια μου τα μάτια,

είδα και τους δολοφόνους μάνα,

-εισαι τρελή,αντέδρασε η Κλυταιμνήστρα,

τέρμα η παρωδία,άρπαξε τη σκακιέρα και την πέταξε,τα πιονια  σκόρπισαν,

-και συ,είπε στον Αίγισθο,τι ανοησία να παίζεις με μια ψυχασθενή,

η Ηλέκτρα σηκώθηκε και σκύβοντας μάζεψε τα πιονια και τη σκακιέρα,

έπειτα ηρεμα

την τοποθέτησε στο τραπέζι,και τα πιόνια στη θέση που ήταν πριν,

καθισε

-ελα,ειπε στον Αίγισθο,να συνεχίσουμε το παιχνίδι των Ατρεα και του Θυέστη,


όταν μέσα στη νύχτα άκουσε τον πυροβολισμό και ξύπνησε ήταν σίγουρη:

-σκοτωσε τον Αιγισθο,

κι επειτα σε λίγο ο δεύτερος πυροβολισμός

-τωρα η μάνα είχε σειρά


περίμενε ξάγρυπνη,το πρωί θα την συνελαμβαναν ως συνενοχο του αδελφού της 

για διπλό φόνο

-θεε μου,τι ευτυχισμένη ειμαι


στο θέατρο σε έναν ημιφωτισμενο χώρο,μια νεαρή γυναίκα όρθια με μακρύ μαύρο

 φόρεμα,

ακούγεται η φωνή της:


ω εσύ αγνό φως κι εσύ 

στη γη ισότιμε αερα, 

τις πολλές ακούτε θρηνωδιες μου,

και τα πολλά βροντερά χτυπηματα

στα ματωμένα στηθη

όταν η ζοφερή νύχτα αποχωρει,

και την νυχτερινή μου θλίψη

τ'αθλιο ξέρει κρεβάτι μου

μέσ'στο καταραμένο σπιτι,

πόσο τον δύστυχο θρηνω πατέρα μου,

που στη βάρβαρη ξενη γη

ο Άρης ο φονιας θάνατο δεν εδωσε,

αλλά η μάνα μου κι ο εραστής της 

στο κρεβάτι Αιγισθος,

όπως δέντρο ξυλοκόποι το κεφάλι 

σχίζουν με φονικό πελεκι,

και κανένας από μένα άλλος 

δεν λυπηθηκε,πατέρα,

για τον σκληρό κι οικτρο σου θανατο,

αλλά ποτέ δεν θα πάψω  να θρηνω 

θλιβερα και να βογγω,

όσο τ'αστρα θα φεγγοβολουν,

κι αυτό το φως θα βλέπω της μέρας,

όπως η Αηδόνα που'χασε το παιδί της 

ο θρήνος μου ακαταπαυστα

σ'αυτες εδώ τις πατρικές πόρτες

παντού θ'αντηχει,

ω σπίτι τ'Αδη και της Περσεφόνης,

ω του κάτω κόσμου Ερμή

και σεβάσμια κυρά Αρά 

και σεμνές κόρες των θεών Ερινύες,

που βλέπετε όσους αδικα πεθαίνουν,

κι οσους τα κρεβάτια κρυφά κλεβουν,

ελάτε,βοηθήστε,

τιμωρήστε του πατέρα μου τον φόνο,

και στείλτε μου τον αδελφό μου,

γιατί μόνη δεν έχω πια τη δύναμη

να σηκώνω της λύπης και να ισορροπω 

το ενάντιο φορτίο 


ὦ φάος ἁγνὸν

καὶ γῆς ἰσόμοιρ᾽ ἀήρ, ὥς μοι

πολλὰς μὲν θρήνων ᾠδάς,

πολλὰς δ᾽ ἀντήρεις ᾔσθου

90στέρνων πλαγὰς αἱμασσομένων,

ὁπόταν δνοφερὰ νὺξ ὑπολειφθῇ·

τὰ δὲ παννυχίδων κήδη στυγεραὶ

ξυνίσασ᾽ εὐναὶ μογερῶν οἴκων,

ὅσα τὸν δύστηνον ἐμὸν θρηνῶ

95πατέρ᾽, ὃν κατὰ μὲν βάρβαρον αἶαν

φοίνιος Ἄρης οὐκ ἐξένισεν,

μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὠ κοινολεχὴς

Αἴγισθος, ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι

σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.

100κοὐδεὶς τούτων οἶκτος ἀπ᾽ ἄλλης

ἢ ᾽μοῦ φέρεται, σοῦ, πάτερ, οὕτως

αἰκῶς οἰκτρῶς τε θανόντος.

ἀλλ᾽ οὐ μὲν δὴ

λήξω θρήνων στυγερῶν τε γόων,

105ἔστ᾽ ἂν παμφεγγεῖς ἄστρων

ῥιπάς, λεύσσω δὲ τόδ᾽ ἦμαρ,

μὴ οὐ τεκνολέτειρ᾽ ὥς τις ἀηδὼν

ἐπὶ κωκυτῷ τῶνδε πατρῴων

πρὸ θυρῶν ἠχὼ πᾶσι προφωνεῖν.

110ὦ δῶμ᾽ Ἀίδου καὶ Περσεφόνης,

ὦ χθόνι᾽ Ἑρμῆ καὶ πότνι᾽ Ἀρά,

σεμναί τε θεῶν παῖδες Ἐρινύες,

αἳ τοὺς ἀδίκως θνῄσκοντας ὁρᾶθ᾽,

αἳ τοὺς εὐνὰς ὑποκλεπτομένους,

115ἔλθετ᾽, ἀρήξατε, τείσασθε πατρὸς

φόνον ἡμετέρου,

καί μοι τὸν ἐμὸν πέμψατ᾽ ἀδελφόν.

μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ

120λύπης ἀντίρροπον ἄχθος.


το χέρι της  σηκώνει να κινήσει το μαύρο άλογο,

ακούγεται η φωνή της:

-ματ

.

.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου