I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Κυριακή 17 Φεβρουαρίου 2019

GREEK POETRY -Εξ Αφορμης Λογοι -στιχοι 607-630,Ευριπίδη, Ιφιγένεια εν Αυλίδι-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis -ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑΣ- POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης . .

.
.
GREEK POETRY
-Εξ Αφορμης Λογοι
-στιχοι 607-630,Ευριπίδη, Ιφιγένεια εν Αυλίδι-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis
-ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑΣ-
POETRY-c.n.couvelis-ΠΟΙΗΜΑΤΑ-χ.ν.κουβελης
.
.

Κλυταιμνηστρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ηλεκτρα-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Εξ Αφορμης Λογοι
-στιχοι 607-630,Ευριπίδη, Ιφιγένεια εν Αυλίδι-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

[μεταφραση translation χ.ν.κουβελης c.n.couvelis]

ΚΛΥΤΑΙΜΗΣΤΡΑ
ὄρνιθα μὲν τόνδ᾽ αἴσιον ποιούμεθα,
τὸ σόν τε χρηστὸν καὶ λόγων εὐφημίαν·
ἐλπίδα δ᾽ ἔχω τιν᾽ ὡς ἐπ᾽ ἐσθλοῖσιν γάμοις
πάρειμι νυμφαγωγός. ἀλλ᾽ ὀχημάτων 610
ἔξω πορεύεθ᾽ ἃς φέρω φερνὰς κόρῃ,
καὶ πέμπετ᾽ εἰς μέλαθρον εὐλαβούμενοι.
σὺ δ᾽, ὦ τέκνον μοι, λεῖπε πωλικοὺς ὄχους,
ἁβρὸν τιθεῖσα κῶλον ἀσθενές θ᾽ ἅμα.
ὑμεῖς δέ, νεάνιδές, νιν ἀγκάλαις ἔπι 615
δέξασθε καὶ πορεύσατ᾽ ἐξ ὀχημάτων.
κἀμοὶ χερός τις ἐνδότω στηρίγματα,
θάκους ἀπήνης ὡς ἂν ἐκλίπω καλῶς.
αἳ δ᾽ εἰς τὸ πρόσθεν στῆτε πωλικῶν ζυγῶν·
φοβερὸν γὰρ ἀπαράμυθον ὄμμα πωλικόν· 620
καὶ παῖδα τόνδε, τὸν Ἀγαμέμνονος γόνον,
λάζυσθ᾽, Ὀρέστην· ἔτι γάρ ἐστι νήπιος.
τέκνον, καθεύδεις πωλικῷ δαμεὶς ὄχῳ;
ἔγειρ᾽ ἀδελφῆς ἐφ᾽ ὑμέναιον εὐτυχῶς·
ἀνδρὸς γὰρ ἀγαθοῦ κῆδος αὐτὸς ἐσθλὸς ὢν 625
λήψῃ, κόρης Νηρῇδος ἰσόθεον γένος.
ἑξῆς κάθησο δεῦρό μου ποδός, τέκνον·
πρὸς μητέρ᾽, Ἰφιγένεια, μακαρίαν δέ με
ξέναισι ταῖσδε πλησία σταθεῖσα δός,
καὶ —δεῦρο δὴ— πατέρα πρόσειπε σὸν φίλον 630

ΚΛΥΤΑΙΜΗΣΤΡΑ
για καλο σημαδι παιρνω αυτο εδω
και την καλοσυνη σου και τα καλα λογια
ελπιζω πως για λαμπρο γαμο εχω ερθει
της νυφης συνοδος,ελατε,απ'την αμαξα 610
εξω βγαλτε τα προικια της κορης που φερνω,
και τραβατε τα μεσ'στη σκηνη προσεκτικα,
εβγα και συ,παιδι μου,απ'την αμαξα που σερνουν
τα πουλαρια,ελα κουνα τ'απαλο και μουδιασμενο ποδι,
και σεις,κοπελες,στην αγκαλια μεσα αυτη 615
δεχτητε και κατεβαστε απ'την αμαξα,και σε μενα
το χερι μια να δωσει στηριγμα,ν'αφησω το καθισμα
της τετρατροχης αμαξας μ'ασφαλεια,οι αλλες
μπροστα σταθητε στους ζυγους των πουλαριων,
γιατι των πουλαριων φοβερα δυστροπουν τα ματια 620
κι αυτο δω το παιδι ,τ'Αγαμεμνονα το γονο,
πιαστε,τον Ορεστη,γιατι μωρο'ναι ακομα,
παιδι μου,κοιμασαι σε ζαλισε το κουνημα της αμαξα;
ελα,σηκω για της αδελφης τον ευτυχισμενο γαμο,
γιατι σ'ανδρα απο καλη γεννια συγγενης γενναιου 625
θα γινεις,απ'της Νηρηιδος κορης το ισοθεο γενος,
[απευθυνεται στη κοπελα υπηρετρια]
ελα,βγαλτο το παιδι και καθισ'το εδω στα ποδια μου,
και στη μητερα Ιφιγενεια,στασου κοντα καλοτυχη
ποσο ειμαι σ'αυτες εδω τις ξενες να με δειξεις,
και-να'τος εδω-τον αγαπητο σου πατερα χαιρετησε 620

ΜΟΝΟΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑΣ
να μην ξεστομιζα αυτο το λογο 'καὶ —δεῦρο δὴ— πατέρα πρόσειπε σὸν φίλον' 630
καλλιτερα να σου φωναζα 'ειναι φιδι,προφυλαξου',θα σ'εσωνα,παιδι μου,
ομως δεν ηξερα,ειχα τυφλωθει απ'τους λαμπρους γαμους που μου'ταξε,
τωρα ξερω,ειναι πια αργα,και τι φριχτα θα συμβουν ξερω,κι ειμαι προετοιμασμενη,
γι'αυτο φορω μαυρα,για να μην φανει το αιμα μαυρο κοκκινο οταν χυθει,
σφιγγω,δες,τα χερια μου,σαν να θελω να πνιξω καποιον,οχι,ξερω τι θα πεις,αυτον,
ειναι καλλιτερα να μην ξερω,θελω να κοιμηθω,να'ταν μην ξυπνησω ποτε,
σε σενα μιλω,η γλωσσα μου δεν ειναι ξενη,οι λεξεις μου θα'ναι αυτες που αρμοζουν,
την Ηλεκτρα τοτε την αφησα στις Μυκηνες,με τον Αιγισθο,να τη φροντιζει,ειναι απο
παιδι αρρωστη,βλεπει πραγματα  που κανενας αλλος δεν βλεπει,κι ακουει αυτα που κανενας
αλλος δεν ακουει,λατρευει τον Αιγισθο,βλεπω ποσο με μισει,δεν αντεχει που τον εχω δικο μου,
θα προτιμουσε,ειναι φανερο,να μας δει σκοτωμενους,ετσι θ'απαλλαχθει,ειναι αρρωστο
το μυαλο της,φοβαμαι για τον Ορεστη,σιγα σιγα θα τον παρει με το μερος της,πειθηνιο
οργανο των σχεδιων της,πρεπει να κλεισθει σε ψυχιατρειο,ο πατερας της επρεπε να τιμωρηθει,
καὶ —δεῦρο δὴ— πατέρα πρόσειπε σὸν φίλον 630,αυτο παρακινησα τη κορη μου να τον
χαιρετησει  σαν φιλο,το φιδι,δεν θα συγχωρεσω ποτε τον εαυτο μου,Ορεστη,ελα,μην δισταζεις,
καρφωσε το μαχαιρι βαθεια στο στηθος που σε βυζαξε,το αιμα φωναζει τ'αλλο αιμα,εκδικηση,
την Ηλεκτρα τη λυπαμαι,οχι,τη μισω,ειδα στο ιδρυμα να την αγγιζουν με τα ηλεκτροδια,ποση
ηδονη,αληθεια,ενιωσα,το γυμνο της σωμα συσπασθηκε,τρανταχτηκε,κυρτωθηκε τοξο,οπως
σε οργασμο,ουρλιαζε,επειτα χαλαρωσε,και κοιμηθηκε ωρες,να'ταν,ευχηθηκα,να μην ξυπνουσε,
οταν ξυπνησε ειχε ενα απλανες βλεμμα στα ματια κι ενα ηλιθιο χαμογελο στο στομα,φυτο θα
ειχε πιο ζωη απ'αυτη,μας ειπαν θα χρειασθει νοσηλεια τουλαχιστον ενα εξαμηνο,τωρα την
ακουω στη κρεβατοκαμαρα της να γελαει,γελαει,γελαει,κλεινω τ'αυτια μου,δεν την υποφερω,
ξερω ακριβως τι κανει,δεν το υποθετω,το ξερω,πως,με τι τροπο,τι φαντασιωνει,τι παθος την
τρελενει,η πληγη στο στηθος με ποναει οταν ο καιρος αλλαζει,με την υγρασια επιδεινωνεται,
ο Αιγισθος,κι αυτος,τωρα,εχει αλλαξει,αμιλητος,αν τον αγγιξεις θα διαλυθει,σαν να μην ειναι
σωμα,σωρος σκονη,σκια,τι γυρευει εδω;,γιατι δεν εξαφανιζεται; γιατι δεν γυρναει εκει περα;,
εκεινη,ξερω,προσποιειται πως τον εχει κλεισμενο δικο της μεσα στο δωματιο της τις νυχτες,
την ακουω να του μιλαει,λογια παθους,η ξεδιαντροπη,δεν αντεξα,εσπασα τη πορτα,κρυφτηκε
κατω απ'τα σεντονια,ορμησα και τραβηξα τα σεντονια,τον ειδα γυμνο,'έισαι τρελη' της φωναξα,
'κοιμασαι μ'ενα πεθαμενο',εκεινη με κοιταξε με μισος,το'δα φριχτο στα ματια της,'ειναι
ζωντανος,ζηλευεις,εσυ'σαι νεκρη',χυμηξε πανω μου,'να το μαχαιρι στο στηθος σου','εσυ'σαι
νεκρη,νεκρη,νεκρη'ουρλιαξε,γελουσε,'εισαι νεκρη μητερα,ακους;νεκρη',απο εκεινο το συμβαν
εκανε μια βδομαδα να βγει απ'το δωματιο της,η' και περισσοτερο,δεν ξερω,δεν μ'ενδιεφερε,
ουτε φωναξα τους γιατρους να την μαζεψουν,τοσες φορες την εκλεισαν και δεν καταφεραν
τιποτα,τωρα,απο τοτε που βγηκε,αλλαξε,δειχνει να ενδιαφερεται για μενα,μου λεει ιστοριες,
παιζει στο πιανο,τραγουδαει,κανει εκδρομες με τους φιλους της,ειναι ενθουσιασμενη με την
κανουργια της ζωη,ντυνεται μοντερνα,περιποιειται τα μαλλια της,βαζει κραγιον στο στομα,
βαφει τα νυχια της,προσεχει το σωμα της,εχασε βαρος,γυμναζεται,οχι,δεν νιωθω ζηλεια,
πως σου περασε απ'το μυαλο αυτο,θεατρο παιζει,καταλαβαινω το σχεδιο της,μενω απαθης,
σαν να μην υπαρχει,η' σαν να μην υπαρχω εγω,κοιταζω τις παλιες φωτογραφιες,ο Αγαμεμνονας,
οι γαμοι μας,η Ιφιγενεια μωρο στην αγκαλια μου,φορουσα ενα λευκο φορεμα,τα δυο παιδια
μαζι με τον Αιγισθο,ο Αιγισθος στη μεση χαμογελαστος,δεξια του με ναυτικο φανελακι ο
Ορεστης,η Ηλεκτρα αριστερα του τον κραταει αγκαλιασμενο,εχει,τωρα το βλεπω,σκοτεινο
βλεμμα,τοτε ημουνα εγκυος στην Χρυσοθεμη,εγω ανιδεα,να,δες,η αναμνηστικη φωτογραφια
μας στην Αυλιδα,τα προσωπα κινουνται,στην απνοια το σκηνικο,το φιδι βγαζει το καινουργιο
του πουκαμικο,καὶ —δεῦρο δὴ— πατέρα πρόσειπε σὸν φίλον 630,ακουω τη φωνη μου,καὶ —
δεῦρο δὴ— πατέρα πρόσειπε σὸν φίλον 630,'μητερα,τι μονολογεις;'σηκωνω το κεφαλι,κοντρα
στο εκτυφλωτικο φως του ηλιου βλεπω τη μαυρη σκια της Ηλεκτρας,'μητερα,σε ποια γλωσσα
μιλας;',ολα γυρω μου σ'αυτο το σκληρο φως διαλυονται,τι συμβαινει;που ειμαι;ποιο ρολο
παιζω,σε ποιο θεατρο;,ποια εισαι συ απεναντι μου που μ'ακους;'εγω μητερα ειμαι η Ηλεκτρα'
ακουω την Ηλεκτρα,'κι εσυ μητερα εισαι η βασιλισα Κλυταιμνηστρα','νεκρη;'ρωταω,'ναι,νεκρη,
μητερα'
.
.  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου