I Am a Greek European Worldwidel Man-Now!- www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

I Am a Greek European Worldwide Man-Now!-

www.artpoeticacouvelis.blogspot.com

Σάββατο 4 Νοεμβρίου 2023

25-LITTERATURE - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ- ΚΕΙΜΕΝΑ- TEXTS-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ-C.N.COUVELIS -ΜΕΡΟΣ 25 PART 25

 .

.

25-LITTERATURE - ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ-

ΚΕΙΜΕΝΑ- TEXTS-Χ.Ν.ΚΟΥΒΕΛΗΣ-C.N.COUVELIS

.

ΜΕΡΟΣ 25

PART 25



(Ιδιοτροποι Έρωτες)

Η απόσταση του έρωτα 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ηταν στο τρένο,σε τρεις ώρες θα την συναντούσε,σε κάποιο σταθμό 

μια κυρία κάθησε στο απέναντι κάθισμα,το τρένο ξεκίνησε,είχε νυχτώσει,

την παρατηρούσε στην αντανάκλαση της στο τζάμι,γύρισε και την κοίταξε,

ήταν εκείνη,ταράχτηκε,κοιμόνταν,έφτασε στο σταθμό,η γυναίκα ακόμα

κοιμόνταν,κατέβηκε από το τρένο,εκείνη  τον περίμενε στην αποβάθρα,

τον αγκάλιασε,το τρένο ξεκίνησε να φύγει,το είδε να απομακρυνεται 

και να χάνεται στην νυχτερινή ομιχλη

.

.

.


Chet Baker's Trombone Enigma

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η πυκνή ομίχλη αιωρουνταν μέσα στη πόλη,ασφυκτική,κοίταξε,απ'το παράθυρο, 

το δρόμο κάτω χαμηλά,άδειος,τα φώτα του hotel αμυδρα,

'παντα υπάρχει η σωστή,η' η λάθος στιγμή',σκέφτηκε,

αδιαφορούσε,η υγρασία στο δωμάτιο,στα μαλλιά του,ένα παγωμένο μπλε 

 καθρέφτη,με τον δείκτη του δεξιού χεριού έκανε το σχέδιο του τρομπονιού,πήγε ξανά 

στο ανοιχτό παράθυρο,κοίταξε,υπολόγισε τα μέτρα,-'ποιο απ'τα δύο θα φτάσει πρώτο 

στο έδαφος;το σώμα η' η τρομπέτα;',χαμογέλασε,άφησε τη τρομπετα,άκουσε τον ήχο της

 όταν έφτασε στην άσφαλτο,τότε είδε μέσα στην πυκνή ομιχλη  από αριστερά έναν

 άνθρωπο να σταματά μπροστά στο σπασμένο όργανο,

-'ο τρομπονιστας Chet Baker έπεσε από το παραθυρο του ξενοδοχείου που έμενε,εδώ 

στο Άμστερνταμ,13 Μαιου1988'τον άκουσε να λέει στο τηλεφωνο,έπειτα απομακρύνθηκε,

το κενό γέμισε σταδιακά με ένα πυκνό μπλε,το τέλος

.

.

Chet Baker's Trombone Enigma

-animations

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


 .

.

.




IL DISPREZZO(Η ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(μετάφραση αποσπασματος από το αρχικό κεφάλαιο του μυθιστόρηματος 

IL DISPREZZO του Alberto Moravia-χ.ν.κουβελης c n.couvelis)


έπρεπε να προλάβει να μεταφρασει το απόσπασμα,σε λίγο,σε μισή ώρα εκεινη θα

έρχονταν,όλα  πια ήταν φανερά,αποκαλύφτηκαν,τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει,

χρειάστηκε πολύς χρόνος να καταλάβει,


τελείωσε τη μετάφραση,

την άφησε δίπλα στο βιβλίο,


βγήκε έξω από το διαμέρισμα,έκλεισε τη πόρτα,

κάποιος κάλεσε το ασανσέρ,

κοίταξε την ώρα,εκεινη ήταν,

το ασανσέρ ανέβαινε,κρυφτηκε στη σκάλα,δεν ήθελε να  συναντηθούν,

το ασανσέρ σταμάτησε,βγήκε εκείνη,

την είδε να ανοίγει τη πόρτα και να την κλείνει,


κατέβηκε από τη σκάλα,

έξω φώναξε ένα ταξί,

εκείνο το βράδυ κοιμήθηκε σε ξενοδοχείο,

την άλλη μέρα έφυγε,


εκείνη είδε στο τραπέζι το βιβλίο και το σημείωμα,

το πήρε και διάβασε:


Alberto Moravia 

IL DISPREZZO


Durante i primi due anni di matrimonio i miei rapporti con mia moglie furono, 

oggi posso affermarlo, perfetti. Voglio dire che in quei due anni l'accordo dei 

sensi, completo e profondo, era accompagnato da quell'oscuramento o, se si 

preferisce, da quel silenzio della mente che in simili circostanze sospende ogni 

giudizio e si rimette al solo amore per ogni valutazione della persona amata. Emilia,

insomma, mi sembrava priva del tutto di difetti e cosi ritengo che apparissi io a lei. 

O forse io vedevo i suoi difetti e lei vedeva i miei, ma per una trasmutazione 

misteriosa prodotta dal sentimento d'amore, essi ci apparivano ad entrambi non 

soltanto perdonabili ma anche amabili, come se invece di difetti fossero stati 

qualità, seppure di un genere particolare. Comunque non ci giudicavamo : ci 

amavamo. Questa storia vuole raccontare come, mentre io continuavo ad amarla 

e a non giudicarla, Emilia, invece, scoprisse o credesse di scoprire alcuni miei 

difetti e mi giudicasse e cessasse di amarmi in conseguenza.


κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων του γάμου οι σχέσεις μου με την 

γυναίκα μου υπήρξαν,σήμερα μπορώ να το βεβαιώσω,τέλειες.

Θέλω να πω ότι σ'αυτα τα δύο χρόνια η συμφωνία των αισθησεων,πλήρης και βαθειά,

ήταν συνοδευόμενη από εκείνο το δυσδιακριτο η' ,αν προτιμάτε,από εκείνη την ηρεμια

 του μυαλού που σε παρόμοιες περιπτώσεις αναστέλλει κάθε κριση και βασίζεται μόνο

 στην αγάπη για κάθε αξιολόγηση του αγαπημένου προσώπου.

Η Εμίλια,εν ολίγοις,μου φαίνονταν να μην έχει καθόλου ελλατωματα,κι έτσι θεωρω 

ότι εμφανιζομουν κι εγω σ'αυτη.Η' ίσως είδα τα ελλατωματα της κι αυτή είδε τα δικά

 μου,αλλά από μια μεταμόρφωση μυστηριωδη που προκλήθηκε από το συναίσθημα της

 αγάπης,αυτά μας φάνηκαν και στους δύο όχι μόνο συγχωρητεα μα και αξιαγαπητα,

όπως αντί για ελλατωματα να ήταν προτερήματα,αν και κάποιου ιδιαίτερου είδους.

Οπως και να'ναι,δεν κρίναμε ο ένας τον άλλον,αγαπούσαμε ο ένας τον άλλον.

Αυτή η ιστορία θέλει να διηγηθεί πως,ενώ εγώ συνέχιζα  και να την αγαπω και να 

μην την κρίνω,η Εμίλια αντίθετα,ανακάλυψε η' πίστεψε ότι ανακάλυψε κάποια 

απ'τα δικά μου ελλατωματα και με έκρινε κι έπαψε κατά συνέπεια να μ'αγαπα.


εκείνη τη νύχτα κοιμήθηκε με ανοιχτό το φως

.

.

.



Η παραίτηση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


μπήκε σε μια τεράστια αίθουσα,υπερφωτισμενη,στο κέντρο της ένα τηλεφωνο,άκουσε 

να χτυπάει,το σήκωσε,μια γυναικεία φωνή του είπε αυστηρα,πως καθυστερησε,πήγε 

να δικαιολογηθεί,το τηλέφωνο έκλεισε αποτομα,βγήκε από την αίθουσα,ένας μακρυς

 διάδρομος,προχώρησε μέσα σ'αυτον,αριστερά και δεξιά καμια πόρτα,του φάνηκε

 ατελείωτος,άπειρος,γύρισε πίσω,είδε αριστερά του μια πόρτα,την άνοιξε,μέσα στο

 ημιφωτισμενο,σχεδόν σκοτεινό δωμάτιο,είδε μια γυναίκα ξαπλωμένη με τα ρούχα 

στο κρεβάτι,η γυναίκα τον είδε και σηκώθηκε,θα σε τιμωρήσουν,του είπε,γιατί δεν

 υπακούς,είναι πολύ ισχυροί,ποιοι είναι;τη ρώτησε,τους γνωρίζεις,κανείς δεν τους

 γνωρίζει,του απαντησε η γυναίκα,έγινα,επίτηδες ερωμένη,ενός δικηγόρου,να μάθω,

τον περιμένω,νόμισα πως ήταν αυτός,φύγε,άκουσε τη φωνή της γυναίκας φοβισμένη,

δεν πρέπει να σε βρει εδώ,θα επιβαρύνεις τη θέση σου,είδε το αριστερό της χέρι,

ο δείκτης και το μέσο δάκτυλο ήταν ενωμένα,εκείνη γέλασε,αυτό,του είπε,εκείνου 

του φαίνεται πολύ ερωτικό,ακούστηκε μια πόρτα να ανοίγει και βήματα,φύγε σου

 λέω,είναι αυτός,από εκεί και του έδειξε μια πόρτα,μπήκε πάλι σε ένα ημιφωτισμενο 

άδειο δωμάτιο,επειτα σε ένα άλλο ίδιο,και σε άλλο ίδιο,άπειρα,ειρωνεύτηκε,ίδια 

δωμάτια τους κρύβουν,η' τους προστευουν,σε ενα πριν ανοίξει άκουσε έναν

πυροβολισμό,άνοιξε τη πόρτα,είδε το σώμα ενός άντρα ξαπλωμένου στο δαπεδο,

πλησίασε,ήταν νεκρός,στο δεξί του χέρι κρατούσε το πιστόλι,άκουσε βήματα,γύρισε,

είδε τη γυναίκα με ένα άντρα,ο δικηγόρος ήταν,πάλι τα ίδια,είπε ο άντρας,δεν

αντέχουν,αυτός ταλαιπωρούνταν πολλά χρόνια,δεν είχε καταφέρει τίποτα,ελάχιστα

προχώρησε η υποθεση του,και μάλιστα χειροτέρευσε,η καταδίκη του,αυτοί λένε η

τιμωρία,ήταν προδεδικασμενη,η γυναίκα πίσω από τον δικηγόρο του έκανε νοήματα,

δεν καταλάβαινε,έφυγαν πρώτοι,έφυγε κι αυτός,βρέθηκε στο διάδρομο,σε κάποιον,

υπέθεσε από όλους τους άπειρους διαδρόμους,αυτού του λαβυρίνθου,πίσω του άνοιξε 

μια πόρτα,γύρισε,είδε τη γυναίκα,του έκανε νόημα να πάει εκεί,πήγε,η γυναίκα 

κλείδωσε τη πόρτα,το δωμάτιο ημιφωτισμενο,εκείνη κάθισε μπροστά στον καθρέφτη,

φορούσε ένα μαύρο κομπινεζον, εβαφε τα χείλη της,έγινε έξαλλος,του είπε,που σε 

βρήκε εδώ μαζί μου,ζηλεύει παθολογικά,όμως εγώ τον σιχαίνομαι,

σηκώθηκε,έλα να ξαπλώσουμε,ακούστηκαν χτυπήματα στη πόρτα,άνοιξε,πουτανα,

θα σπάσω τη πόρτα,άκουσαν την άγρια φωνή του δικηγόρου,η γυναίκα πήγε στη

 πόρτα,φύγε,του φώναξε,αλλιώς δεν θα σε ξαναδεχτω,ησυχία,ακούστηκαν τα βήματα 

του που απομακρύνονταν,τώρα είμαστε ήσυχοι,του είπε η γυναίκα,έλα να ξαπλώσουμε

στο κρεβάτι,τον αγκάλιασε,του έδειξε τα κολλημένα δάχτυλα,χαμογέλασε,σου

αρέσουν,μην το κρύβεις,φίλησε τα,του ψιθύρισε,

τον ξύπνησε ένας θόρυβος,ένας άλλος,του είπε η γυναίκα,αυτοπυροβολήθηκε,μην

 τρομαζεις,όλα θα δεις θα είναι εύκολα,

έχεις δίκιο,της απάντησε,πρέπει κάποια φορά να τελειώσει όλη αυτή η παράνοια,

όταν ξύπνησε η γυναίκα δίπλα του κοιμόνταν ακόμη,δεν την ξύπνησε,βγήκε στο

 διάδρομο,προχώρησε, σχεδον άπειρο χρόνο,χαμογέλασε,άνοιξε αριστερά του μια

 πόρτα,μπήκε στο δωμάτιο,σχεδόν σκοτεινό,έκλεισε τη πόρτα,ήταν σίγουρος πως

κάποιος θα ακούσει τον πυροβολισμό του,από παραίτηση,από αηδία,

.

.

.

η αντανάκλαση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


κάθισε μπροστά στον καθρέφτη,δεν παραξενευτηκε που δεν είδε το είδωλο του,

άκουσε τη πόρτα να ανοίγει,μπήκε μια γυναίκα,ύστερα ακολούθησε ένας άντρας,

-αυτος είναι; ρώτησε ο άντρας,η γυναίκα ούρλιαξε,-μη,τι πας να κάνεις;,τότε είδε 

το είδωλο του στον καθρέφτη,η γυναίκα και ο άντρας είχαν χαθεί

.

.

.

 


Mona Lisa Joconda in Pisa

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

Η σκηνή της Πίζας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(απόσπασμα ημερολογίου)

είχαμε γύρισμα στη Πίζα,σε ασπρόμαυρο,στιλ νεορεαλιστικο,ο ρόλος μου:μια μοναχική γυναίκα σε κρίση απόγνωσης βγαζει τις μεταξωτές κάλτσες της,περιτριγυρισμένη από καθρέφτες,με την άχνη φιγούρα ενός άντρα στο βαθος,μέσα σε ένα ημιφωτισμενο δωμάτιο με αιχμηρές σκιές,κανένας ήχος στην αρχή,προς το τέλος του συνεχούς πλάνου ακούγεται πιάνο,το Νοτουρνο νο.2 του Σοπέν,

η σκηνή γυρίστηκε τρεις φορές,ήταν πολύ δύσκολη,κυρίως να εκφρασθεί η ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της,γύρισα κατάκοπη στο ξενοδοχειο,και κοιμήθηκα με τα ρούχα,τη νύχτα ξύπνησα,έκανε ζέστη,πήγα στο παράθυρο,από εκεί έβλεπα τον κεκλιμένο πύργο,πάνω ήταν το φεγγάρι πανσέληνος,ένας μοναχικός άνθρωπος περνουσε κάτω στη  πλατεία,σταμάτησε,φαίνεται με είδε γιατι με χαιρέτησε,

την άλλη μέρα δεν είχε γύρισμα,θα βλέπαμε τη πόλη,προτίμησα να είμαι μόνη,στη Πιάτσα Ντελ Ντουομο κάθισα για καφέ,

-επιτρεπεται,μια αντρική φωνή με έβγαλε από την αφαίρεση μου,να καθίσω,τον κοίταξα,εκείνος χαμογέλασε,-ειμαι αυτός που σας χαιρέτησε χθες τη νύχτα,-καθιστε,του είπα,-ξερετε,είπε,είμαι ζωγράφος,μου κάνει φοβερή εντύπωση το πρόσωπο σας,θα ήθελα να σας κάνω το πορτραίτο,

δεν αρνήθηκα,μου έδωσε το τηλέφωνο του,είχαμε να γυρίσουμε μια σκηνή ακόμα:μια γυναίκα,ντυμένη με ένα μαύρο ολόσωμο φόρεμα κάθεται ακίνητη όρθια νύχτα μπροστά από ένα μεγαλο κλουβί-κελι δικτυωτό όπου μέσα ειναι φυλακισμένος ένας άντρας που κάθεται στο κέντρο του σε μια καρέκλα με δυνατούς  προβολεις κατά πάνω του και απαγγέλει το Πιζαν- Κάντος 83 του Έζρα Πάουντ,προς το τέλος ακολουθεί μια σιωπή δέκα δευτερολέπτων κι έπειτα ο τρομακτικός θόρυβος μιας  ατομικής έκρηξης,

τη νύχτα ξύπνησα και πήγα στο παραθυρο,είχα μια προαισθηση πως θα τον δω,ήταν εκεί κάτω στη πλατεία,δεν κοίταξε πάνω να με χαιρετίσει,τον έβλεπα μέχρι που χάθηκε στο βάθος της πλατείας,

στεναχωρήθηκα,

την άλλη μέρα,μια συνάδελφος ηθοποιός μου είπε,πως ένας άντρας αυτοκτόνησε χθες μετά τα μεσάνυχτα πέφτοντας από τον τελευταίο όροφο του κεκλιμένου πύργου της Πίζας,ηταν συγκινημενη,την είδα που δακρυσε,-φαινεται εκτέλεσε το πείραμα της ελεύθερης πτώσης του Γαλιλαίου,ένας τρελός,είπε και γέλασε ένας συνάδελφος,-σκασε,ηλίθιε,ξέσπασε η συνάδελφος,

αργότερα,ήμασταν φίλοι,μου εκμυστερευτηκε πως ήταν ερωτευμένη μαζί του,περνούσε τη νύχτα κάτω από το ξενοδοχείο στη πλατεία και τη χαιρετούσε,μάλιστα μια μέρα,που δεν είχαν γύρισμα,στο καφέ την πλησίασε και της πρότεινε να τη ζωγραφίσει,πραγματικά πήγε στο σπίτι του και ποζαρισε,ο πίνακας τώρα είναι εκεί,

δεν της είπα γι'αυτό που μου συνεβηκε εμένα,δεν ξέρω αν ήταν ο ίδιος άντρας,αυτός που χαιρετούσε εμένα κι αυτός που χαιρετούσε εκείνη και αυτοκτόνησε,

εκείνη τη νύχτα είχα αϋπνία,κάθισα στο παράθυρο και κοιτούσα κάτω τη πλατεία,πλήρη ακινησία,

την άλλη μέρα γυρίσαμε την τελευταία σκηνή:μια γυναίκα,που τη υποδυομουν εγώ,ανέβαινε   σε κατασταση υπνοβασιας τον πύργο,όταν έφτασε στο τελευταίο όροφο,είδε στο βαθος την αχνη φιγούρα ενός άντρα να προχωράει στο άνοιγμα και ξαφνικά να χάνεται,σε λίγο ακούει το θόρυβο της πτώσης,και ουρλιάζει,έπειτα όλα σκοτεινιάζουν,το πλάνο τελειώνει με το Νοτουρνο νο.2 του Σοπέν,

μετά από αυτή τη περιπετεια σταμάτησα για  να δουλεύω,παντρεύτηκα,έχω μια κόρη που τη λατρεύω,ο άντρας μου είναι επιχειρηματίας,

από τη Πίζα έχω μόνο μια φωτόγραφια,αυτή που ποζάρω μπροστά από τον Πύργο,

.

.

.



Η Άκρα Ταπείνωση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιστορίες του κ.Κ)

Η Ωδή στη Χαρά

-χ.ν.κουβελης c n.couvelis


ο κ.Κ περνώντας σε ένα κεντρικό δρόμο είδε έναν άνθρωπο ,στο ακορντεόν έπαιζε την

 Ωδή στη Χαρά από την 9η Συμφωνια του Μπετόβεν,σε ένα χαρτί έγραφε,'μην αφήνεται

 χρήματα, ευχαριστώ πολυ',-τετοιο ταλέντο και πάει χαμένο,άκουσε κάποιον δίπλα του 

να λέει,ένας άλλος είπε:-τρελος είναι,δεν θέλει τα χρήματα,

ο κ.Κ σκέφτηκε:καμια Ωδή στη Χαρά δεν θέλει χρήματα,παρά την άκρα ταπείνωση 

του ανθρώπου στον κόσμο

.

.

.






Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η νυχτα της Αντιγόνης

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η εφταπυλη Θήβα πολύ μακρυά,στο βάθος της μυθολογίας,ένα μπρούτζινο άλογο 

αστραψε στο βάθος,χωρίς αναβάτη,το γνώρισε:το άλογο του νεκρού αδελφού,πιο κάτω

είχε νερά,έλη και καλάμια,μια προσωπίδα πολεμιστου έτρωγε η σκουριά,αιώνες,μισή 

στις λάσπες,ένα βατραχι πράσινο πήδησε στο βούρκο,προχώρησε μέσα στη τεράστια

έρημο,το φεγγάρι ψηλά πανσέληνο,ψυχρό ασημένιο φως της διαπέρασε το κορμί,στο

βάθος ένας καθρέφτης αντανακλούσε τη μορφή της,το είδωλο της αδύνατο να

δραπετεύσει από κει,γονάτισε,έσκαψε με τα νύχια της την άμμο,την έριχνε στο πλάι,

έκανε ένα λάκκο,ίσα να χωράει το νεκρό σώμα,όταν τελείωσε έβγαλε το μαύρο της

ρούχο,το διπλωσε προσεκτικά,το εβαλε διπλα,και εξάπλωσε μέσα στο λακκο,ερριξε 

το χώμα πάνω της,σκεπάστηκε,ο αδελφός μου δεν έμεινε άταφος,είπε,το φεγγάρι

πανσεληνος ακίνητη,το είδωλο της παντα στον μακρινό καθρέφτη,η έρημος γύρω

απέραντη,πουθενά η εφταπυλη Θήβα,πριν ολα τελειώσουν άκουσε το πέρασμα ενός

τρενου

.

.

.

 


in big city image-χ.ν.μουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

Η γυναίκα του μετρο

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


στο μετρο,απέναντι μια γυναίκα,ένα κοριτσάκι στην αγκαλιά της,ξαφνικά η γυναίκα 

τον κοίταξε στα ματια,ταράχτηκε,στην επόμενη σταση η γυναίκα κατέβηκε,μια άγνωστη

 γυναίκα,

είχε νυχτώσει,δεν πήγε σπίτι,

στο μπαρ μια ξανθιά γυναίκα δίπλα του,του ζήτησε φωτιά,η γυναίκα πλησιασε,άναψε,

το άρωμα της,επάγγελμα πιανίστρια,ευκαιριακά μοντέλο,

μετά τα μεσάνυχτα στο δωμάτιο ενός ξενοδοχείου,διάλεξε με πιάνο,η κοπέλα έπαιξε 

το Nocturno op9 του Σοπέν,

έπειτα μπροστά στον καθρέφτη γδυθηκε,έβγαλε τη ξανθιά περούκα,τότε αναγνώρισε 

τη γυναίκα στο μετρό,

δεν της είπε τίποτα,

όταν ξύπνησε η γυναίκα είχε φύγει,

είδε το σημείωμα της,

-ειμαι η γυναίκα στο μετρό-,διάβασε,

βγήκε έξω,η τεράστια πόλη τον διέλυσε,

τους διέλυσε,

.

.

.


Η εκτέλεση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


τον ξύπνησε το τηλέφωνο,μια γυναικεία φωνή του είπε:-σημερα είναι το ραντεβού,11 

η ώρα πριν το μεσημέρι,του έδωσε τη διεύθυνση,

έπρεπε όλο αυτό,μια κακη φάρσα έτσι την έλεγε,να τελειώσει,αρκετά τα δυο

 χρόνια,αναμονής,στην αρχή το πήρε αδιάφορα,όμως σιγά σιγά αρχισε να ανησυχει,και 

να τον εκνευρίζει,ποιοι ήταν αυτοι; τι ήθελαν ;,σε τι τον ενοχοποιουσαν;

έφτασε στο κτίριο,ανέβηκε μια ελικοειδή σκάλα,προχώρησε στον διάδρομο,μια πόρτα

 ήταν μισάνοιχτη,μπήκε μέσα σε  μια κυβική αίθουσα,εκεί ήταν μπρούτζινα μοντέρνα

 αγάλματα πετριγυρισμενα από ορθογώνιους καθρέφτες,μέσα σε αυτούς είδε το είδωλο

 του άπειρα καθρεφτιζομενο,ζαλίστηκε,-οχι δεν θα συγχιστω,σκέφτηκε,αυτός είναι 

ο σκοπός τους,να με κάνουν υποχείριο,

-ειναι κανείς εδώ μεσα; φώναξε,καμία απάντηση,ξαναφωναξε,μια νεαρή γυναίκα

 εμφανίσθηκε,κοίταξε το ρολόι της,-ακριβως ήρθατε,είπε,εγώ σας τηλεφώνησα,οι κύριοι

 δεν θα σας δεχτούν,αναβάλλεται η συνάντηση,ήθελαν να δουν αν είστε συνεπής,

-υπακουος,θελεται να πείτε,αντέδρασε νευριασμένος εκείνος,-κυριε,απάντησε η

 κοπέλα,αν θελεται να έχεται καλη εξελιξη στην υπόθεση σας,θα πρέπει να είστε πιο

 συγκρατημένος,

η γυναίκα εξαφανίστηκε μέσα στους καθρέφτες,

-θα σας τηλεφωνήσω για το επόμενο ραντεβού,την άκουσε πο ένα ακαθόριστο βάθος,

βγήκε από την αίθουσα,προχώρησε στο διάδρομο,οχι,δεν το έβαζε κάτω,θα τους

 φανέρωνε,αρθστερα είδε μια ελικοειδή σκάλα,την ανέβηκε,έπειτα προχώρησε σε ένα

 διάδρομο,πάλι αριστερα μια ελικοειδή σκαλα,την ανέβηκε,

αυτό το ίδιο: ελικοειδή σκάλα,διάδρομος, ελικοειδή σκάλα,επαναλαμβάνονταν,

αποφάσισε να κατέβει,

του φάνηκε φάνηκε πως δεν θα εύρισκε ποτέ την έξοδο,η κάθοδος ήταν άπειρη,από

 ελικοειδεις σκάλες,

σε ένα διάδρομο άκουσε πίσω του μια γυναικεία φωνή:-ελα εδώ,

σταμάτησε,γύρισε και είδε τη νεαρή γυναίκα της αίθουσας με τους καθρέφτες,μπήκε στο

 δωμάτιο της,μισό φωτισμένο,εκείνη φορούσε ένα μαύρο κομπινεζον,-απο στιγμή σε

 στιγμή θα έρθει ένας από αυτούς,είναι εραστής μου,ζηλεύει πολύ,θα του ξεφύγω και θα

 ερθω στο σπίτι σου όταν νυχτώσει,τώρα φύγε να προλάβεις,αλλιώς θα επιβαρύνεις τη

 θέση σου,κι ίσως χάσεις την υπόθεση,και σε καταδικάσουν,

έφυγε,άκουσε βήματα,στην ελικοειδή σκάλα,κάποιος κατέβαινε,πρόλαβε και κρύφτηκε

 στην άλλη σκάλα,είδε ένα άντρα να μπαίνει στο δωμάτιο της κοπέλας,σκέφτηκε να

 ορμήσει στο δωμάτιο,να τον αρπάξει και να τον απειλήσει,όμως συγκρατήθηκε,

φοβήθηκε,όλα τότε γι'αυτόν θα τελείωναν,αυτοί είναι πολλοί,

κατέβηκε τις ελικοειδεις σκάλες,τώρα βρήκε την έξοδο του κτιρίου,βγήκε στο δρόμο,

είχε νυχτώσει,

η συνοικία φαίνονταν ακατοίκητη,γύρισε σπίτι,δεν είχε όρεξη να φαει,έπεσε στο κρεβάτι

 με τα ρούχα,τον ξύπνησε το χτύπημα στη πόρτα,σηκώθηκε κι άνοιξε,ήταν εκείνη,

η κοπέλα μπήκε,κλείδωσε τη πόρτα,-ξεφυγα,του είπε,ήθελα να σε δω,μου αρεσεις,αυτόν

 τον σιχαίνομαι,πήγα μαζί του,για να τον επειρεασω για την υπόθεση σου,

ήξερε πως η κοπέλα έλεγε ψέματα,προσποιούνταν,ήθελαν να μάθουν τι σκέφτεται,από 

την απειθαρχία του κινδύνευαν,ήξερε πως τελικά αυτός μόνο ήταν ο κατηγορούμενος τους,δεν είχαν άλλον,αυτόν ειχαν διαλεξει,κι αν δεν υπακούε θα τους κατάστρεφε,δεν 

θα είχαν λογο ύπαρξης,

η γυναίκα δίπλα του, παρ'όλ'αυτά τον ελκυε ερωτικά,την αγκάλιασε,εκείνη έτρεμε,την

 ερριξε στο κρεβάτι,

το πρωί του είπε,πως τη νύχτα πάλι θα ,έρθει,

περίμενε,εκείνη τη νύχτα δεν ήρθε,ούτε και την επόμενη,απελπίστηκε ποτέ δεν θα

 ξανάρχονταν,

αποφάσισε να πάει να τη βρει,

όσο κι αν έψαξε μέσα στην άδεια συνοικία δεν βρήκε το κτίριο,

τη νύχτα πήγε σε ένα μπαρ,αφαιρεθηκε,πέρασε ώρα,κάποια στιγμή μέσα στο μισοσκόταδο

 διέκρινε την κοπέλα με ένα άντρα να κάθονται σε ένα τραπέζι,τους είδε να τον κοιτάνε,

η κοπέλα αγκάλιασε τον άντρα και γελούσαν,ένιωσε εξευτελισμενος,θύμωσε,

αν είχε πιστόλι θα τους εκτελούσε,

ειχε αναστάτωση,ήπιε τρία ποτά μονορουφι,ήταν μεθυσμένος,η κοπέλα σηκώθηκε πέρασε

 δίπλα του,-φυγε,κινδυνεύεις,του ψιθύρισε,όχι δεν θα έφευγε,δεν θα έδειχνε πως τους

 φοβόταν,

η κοπέλα με τον άντρα της συμμορίας είχαν φύγει,η αίθουσα ήταν άδεια,η καθαρίστρια

 καθαριζε,

βγήκε έξω στο δρόμο,κάλεσε ένα ταξί,

δεν πήγε σπίτι,αλλά στη παραλία,είχε πανσέληνο,η φωτισμένη μακρυά παραλία έμοιαζε

 με ακονισμένο μαχαίρι,όταν τους είδε δεν τρόμαξε,ήταν τρεις άντρες,τον πλησίασαν,δεν

 αντιστάθηκε,-οι εκτελεστές μου σκέφτηκε,τον έπιασαν σφιχτά,τον ξάπλωσαν κάτω στην

 άμμο,το κεφάλι του ακινητοποιημένο πάνω σε μια πέτρα,,ένιωσε το παγωμένο μαχαίρι

 στο λαιμό,μια απότομη κινηση,

το φεγγάρι θόλωσε και έσβησε

.

.

.

 



My Friend Vincent van Gogh

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


μου είπε:'αυτή η ιστορία με τα ηλιοτρόπια πρέπει  να σταματήσει,όσο είμαστε 

στην εποχή των πατατοφαγων',

ένιωσα τη θλίψη του,

'είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας',

διάβασε στην εφημεριδα:νεαρή γυναίκα βρέθηκε να επιπλέει στα βρώμικα νερά 

του Σηκουάνα,το σώμα της ήταν φουσκωμένο από το νερό,άλλο ένα θύμα 

της πορνείας και του αλκοολισμού,αποκλείεται το έγκλημα,μάλλον αυτοκτονία

'ειναι η Σιέν μου' τον άκουσα να ψιθυρίζει

είχε νυχτώσει,-'το ακρωτηριασμένο μου αυτί με πονάει κάτω από τον έναστρο 

ουρανό',

το πρωί έγραψε στον Τεο:

στη ζωγραφική μου διακινδυνεύω τη ζωή μου,το λογικό μου βουλιάζει μέσα 

σ' αυτή

mon travail à moi, j'y risque ma vie et ma raison y a fondrée à moitié

με κοίταξε,-'οπως η μικρή μου Σιεν στον βούρκο του ποταμού',

το απόγευμα τον είδα να χάνεται μέσα στα απέραντα κίτρινα σιταροχωραφα,

-'ο Βίνσεντ,αυτοπυροβολήθηκε',με πληροφορεσε ο δόκτωρ Γκασε,

είχε το δεξι χέρι ακουμπισμένο σε ένα κόκκινο τραπέζι και κρατουσε το κεφάλι,

δυο κίτρινα βιβλία,και ένα ιατρικό μωβ βότανο,δακτυλιτις η πορφυρα,digitalis purpurea

-αυτο,δόκτωρ',του είπα,'ειναι το πορτρέτο σας'

-'ακριβως αυτο',απάντησε,

'για να διαρκέσει η θλίψη για πάντα'

.

.

.

 










Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιστορίες του κ.Κ)

Κρίσιμη κατάσταση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ο κ.Κ κοίταξε τις φωτογραφίες,

-δυστυχώς ο άνθρωπος αυτό τον κόσμο θέλει να καταστρεψει 

-ομως,του αντιτειναν,χωρίς τον άνθρωπος αυτός ο κόσμος

δεν έχει ύπαρξη,ο ανθρωπος τον αντιλαμβάνεται,τον συνειδητοποιεί

-δυστυχώς,απάντησε ο κ Κ,αυτό είναι αλήθεια

έκλεισε το άλμπουμ των φωτογραφιών

-αληθεια,από την άποψη μιας φιλοσοφιας,

.

.

.

 


Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιότροποι έρωτες)

Η συνέντευξη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


θέλησε,αυτός ήταν ο όρος της συμφωνίας μας,να συναντηθούμε 

σε ένα λευκό άδειο δωμάτιο,χωρις καθρέφτες και παράθυρα,

την καθορισμένη ώρα του ραντεβού την βρήκα εκεί,

φορούσε ένα μαύρο μακρύ φόρεμα,κάθισαμε στις δύο καρέκλες απέναντι,

-ο καθρεφτης σε διπλασιάζει,δείχνει την εικόνα,το είδωλο σου,κάτι 

φανταστικό,φαντασιακό,α-υλο,από κάποια ηλικία και μετά δεν χρειάζεται,

και τα παράθυρά σού παρουσιάζουν τον κόσμο,

τώρα ο κόσμος για μένα έχει απομακρυνθει,και σβήνει,

-της είπα,πως παραμένει όμορφη

-και θελκτική; απάντησε,

γέλασε,-η γυναικεία κοκεταρια

-εισαι μόνη σου; τη ρώτησα

-ποτε δεν είπα πως θέλω να μείνω μόνη μου,αλλά να με αφήσουν μόνη μου,

υπάρχει νομίζω διαφορα,

την κοιτούσα,

-η ζωή είναι πολυ ομορφη,αν βρεις τον τρόπο να την ζήσεις,

κανένας όμως δεν θα άντεχε να με παντρευτει αν μάθενε ότι δεν μου 

αρέσει να μαγειρευω

με κοίταξε:- ούτε κι εσυ

-πίσω από το γέλιο κρύβεται ένας μεγάλος τρόμος

έκλεισε τα μάτια

-αυτο τι σημαίνει;την άκουσα να ψιθυρίζει,

αλήθεια,που σπατάλησα τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου;

πόσο δύσκολα είναι τα όνειρα,πόσα λίγα πραγματοποιούνται,

η συναναστροφή με τους άλλους σε εκμηδενιζει,αυτό είναι τρομακτικό,

να μην μπορείς να αποφύγεις την καταστροφή σου,

είμαι κουρασμένη,

δεν νομίζω ότι είμαι κάτι ξεχωριστό,για να ρισκαρει κάποιος άντρας

τη ζωή του για μένα,να ασχοληθεί με μια γυναίκα που νιώθει τόση

λύπη,

σηκώθηκε από τη καρέκλα,ανέβασε το φόρεμα της αργα αργά πάνω,

έβλεπα γυμνά τα πόδια της

-βλεπεις; με ρώτησε

έβγαλε το φόρεμα,το άφησε στο δάπεδο,

-τωρα είμαι γυμνή,μια γυμνή γυναίκα απέναντι σε έναν άντρα,

με πλησίασε,μου έπιασε το κεφάλι και το ακούμπησε στη κοιλιά της

-αυτος είναι ο έρωτας της γυναίκας,να βάλει ένα μωρό στη κοιλιά της,

μέσα στη μήτρα,κι εκεί να το κρατήσει αγέννητο,

κι αυτό τώρα θέλω τόσο πολύ να κανω,

μου πίεσε το κεφάλι ανάμεσα στα πόδια της,

-θέλεις εδώ; η' σε κάποιο ξενοδοχείο;

-εδω,της ειπα

.

.

.

 


Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

Το πέρασμα

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


την είδε,κάθε μέρα την ίδια ώρα την έβλεπε απέναντι,όσο διαρκεί να περάσει 

μπροστά από το άνοιγμα του παραθύρου,την περίμενε,της είχε δώσει όνομα,έκανε,

στο μυαλό του,και μια ιστορία μαζί της,μπορούσε να μαντέψει,να καταλάβει,τα

 συναισθήματα της,τη διάθεση της,σήμερα ένοιωθε παράξενα,είχε άγχος,πως κάτι 

άσχημο θα συμβεί,έπρεπε να αλλάξει την ιστορία τους,

αυτή εμπεριείχε αυτή τη περίπτωση,ήταν οδυνηρο γι'αυτόν,είχε αγωνία να την δει,

είχε παραλύσει,όταν τελικά την είδε της φωναξε δυνατά,με το όνομα της, εκείνη 

άκουσε και σταμάτησε,κοίταξε προς το μέρος του,της φώναξε να σταθεί εκεί,θα 

έβγαινε να την συναντήσει,

βγήκε έξω,η γυναίκα δεν ήταν εκεί,

γύρισε στο γραφείο,δεν είχε διάθεση να εργασθεί,ακύρωσε όλα τα ραντεβού,

στο καφέ κάθισε και έγραψε την ιστορία,χωρίς εκείνη την περίπτωση,

όταν έφυγε είχε νυχτώσει,χάθηκε μεσα στους χιλιάδες ανθρώπους  που ήταν στους

 δρόμους της πολης,

τη νύχτα τον ξύπνησε ένας εφιάλτης:στο καφέ ήρθε εκείνη,της έδωσε την ιστορία που

 έγραψε,

εκείνη χαμογέλασε,έπειτα το πρόσωπο της σοβαρεψε,-αυτο δεν μπορεί να μην γίνει,είπε

 κι έφυγε,μετά από λιγο άκουσε ένα τρομακτικό φρενάρισμα,πετάχτηκε από το τραπέζι,

κι εκεί ξύπνησε,

την άλλη μέρα δεν την είδε,περίμενε,τίποτα,

ούτε την επόμενη,

ποτέ δεν την ξαναείδε

.

.

.

 


I will always love you Whitney Houston

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


κοιτούσε στον μεγάλο καθρέφτη,-ειναι διάφανος,είπε,μπορείς να περάσεις μέσα του,

να ζήσεις εκεί,

πολύ καιρό τώρα αποφάσισα να μην ζω στη σκιά κάποιου,αν αποτυχω η' αν επιτύχω,

έγινε τουλάχιστον αυτό που ήθελα,που πίστευα,

η γυναίκα προχώρησε μέσα στον καθρέφτη,άνοιξε το νερό να γεμίσει η μπανιέρα,

-εγω είμαι ειτε ο καλύτερος φίλος μου,είτε ο χειρότερος εχθρός μου,

κοίταξε τη γυναίκα στο καθρέφτη τρομαγμενη,

-μα τι κάνει;πρέπει να σταματήσει,

τη βρήκε η οικιακή βοηθός,ήταν πνιγμενη μεσα στη μπανιέρα,το πολυ καυτό νερό 

τής είχε κάψει το σώμα,

-οχι,δεν είμαι αυτοκαταστροφικη,δεν θέλω να πεθάνω,ψιθύρισε,

βρήκανε ένα κουταλάκι,κάτι σ'αυτο,μια ουσία,κρυστάλλιζε,κι ένα άσπρο χαρτί,

'ο πνιγμός προήλθε από καρδιακό έμφραγμα λόγω χρήσης κοκαινης' αποφάνθηκαν,

'τα άλλα φάρμακα,αγχολυτικα, που  βρέθηκαν στο αίμα της,δεν ευθυνονται για 

τον θάνατο'

χαμογέλασε,φάνηκαν τα δοντια της,δεν προσπαθησε να τα κρύψει,-είχα πει:-μου αρέσει

 που είμαι γυναίκα σε ένα κόσμο αντρών,οι άντρες δεν μπορούν να φορέσουν φούστα

 αλλά εμείς μπορούμε να φορέσουμε παντελονια,

είχε μια φωτογραφία της κορνιζαρισμενη πάνω στο τραπεζι,-εδω είμαι μικρο κοριτσάκι

 στην χορωδία της εκκλησίας,

όταν αποφάσισα να γίνω τραγουδίστρια η μαμά μού είπε πως θα μείνω μονη,όμως έτσι

 όλοι είμαστε,μόνοι,τελικά στη ζωή μας έρχεται η μοναξιά,

όταν άκουσα την Αρέθα Φράνκλιν να τραγουδαει ένιωσα το συναίσθημα να ξεπηδάει 

από βαθιά μέσα της,αυτό ήθελα κι εγω να κάνω,

η γυναίκα μπήκε στη μπανιέρα,ο καθρέφτης θόλωσε από τους ατμούς του καυτού νερού,

ακούστηκε να τραγουδαει 

My darling

Bittersweet memories

That is all I'm taking with me

So goodbye, please don't cry

We both know I'm not what you, you need

And I will always love you

(αγάπη μου,τις γλυκιες πικρες αναμνησεις αυτό είναι όλο που παίρνω μαζί  

μου,γεια,παρακαλώ μην κλαίς,το ξέρουμε κι οι δυο πως δεν είμαι αυτό που 

χρειάζεσαι,

θα σ'αγαπω πάντοτε)

-σαν ένα τελευταίο σημείωμα πριν το τέλος,ψιθύρισε,

φόρεσε μία περούκα με μαύρα μαλλιά,

σηκώθηκε κι άνοιξε την πόρτα του μπανιου και μπήκε μέσα,

έκλεισε τη πόρτα

.

.

.

 




Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιστορίες του κ.Κ)

κρίσιμη επιλογή

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


επιλέγω να φωτογραφίζω,είπε ο κ.Κ,ένα κόσμο,που χάνεται,εξαφανίζεται 

μαζί με την ανθρωποτητα μας,

.

.

.

 


Mikro Theatre 

Monoprakto


this discussion is at least original

-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης


(woman A ,man B ,in a room)


A. this is a consequence of the boredom

 B. which one?

 A. the sensation of the real

 B. how do you explain it?

 A. impossible to explain

 B. you avoid

 A. You would probably prefer a fine and elaborate eulogium

 B. I learned about her, she fell in love with an adventurous guy

 A. I know, from time 

 B. why didn't you tell me?

 A. I thought you weren't interested 

 B. I'm not interested either now, but you should have told me

 A. you would laugh, you would be ironic

 B. you have, it seems to me, a wild imagination

 A. this man committed a crime

 B. it's futile, don't you see?

 A. you pretend, you hide,

 B. you are wrong

 A. she got pregnant

 B. you persist, continue

 A. Jealousy, betrayal, separation

 B. he killed her, why don't you say that?

 A. I didn't know if you wanted to hear it

 B. lies, they are lies, they didn't happen like that

 A. You are right, you married her a year ago

 B. desire takes away freedom, a sad convention

 A. melodramatism

 B. man gets accustoming to it,

 truth, what scares you and what fascinates you?

 A. the fantasy

 B. narcissism

 A. perverse and morbid obsession

 B. you are being ironic

 A.everyone else, I'm serious

 B. what do you think? how are such stories boring today?

 A. Exactly, they are boredom stories

 B. do you want to play something on the piano?

 A. I find a resemblance to Emma Bovary and Eda Gabler, no doubt,

 B. the bullet in Edda Gabler's temple self-centeredness

 A. not to achieve what you want

 B. what does I want mean?, what exactly I want?

A . What about Macbeth?

 B. an imaginator, a coward

 A. this discussion is at least original, is stupid, comical, trivial

.

.

.



Φωτογράφιση της Αντιγόνης

-χνκουβελης cncouvelis


(Ιστορίες του κ.Κ)

Τhe Goldberg Variations του Glenn Gould 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


-ο Glenn Gould είναι ιδιοφυΐα,του ειπε,έχεις ακούσει τη δεύτερη εκτέλεση του 

στις Goldberg Variations του J.S.Bach;


αλήθεια,τι μπορεί να ενώνει δύο ανθρώπους;

σκέφτηκε ο κ.Κ κοιτώντας την


έπειτα του έδειξε τα βαμμενα νύχια της και την φωτογραφισε

.

.

.

 


φωτογράφιση-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι ερωτες)

Το ψεμα

-χ.ν.κουβελης

 c.n.couvelis


-ολα όσα σου είπα είναι ψέματα,του είπε,άναψε τσιγάρο,τον κοίταξε,-τι έχεις να πεις;

δεν αντιδρας; τον ρώτησε,

χαμογέλασε,-εχω μια ερωτική σχέση με μια γυναίκα εδώ και τρεις μήνες,της είπε,

εκείνη σοβαρεψε,-μου το εκρυψες;,-δεν στο έκρυψα, της είπε,-τοτε τι;,

-ηξερα ότι μου έλεγες ψέματα,από τη πρώτη στιγμή,-τοτε γιατί ήσουνα μαζί μου;,

-περιμενα αυτή τη στιγμη,-εκδικηση λοιπόν,είπε η γυναίκα,-ακριβως,απάντησε 

ο άντρας,εκδίκηση,-με αυτή τη γυναίκα τι σε συνδέει;,-η ανταλλαγή ψεματων,

απάντησε,

-κι εμείς;ρώτησε εκείνη,

-εμεις τώρα είμαστε πραγματικά αληθινοί, απάντησε εκείνος,

-λες ψέματα,-ακριβως,λέω ψέματα,

φώναξε το γκαρσονι και πλήρωσε,

-τελευταια φορά που σε βλέπω,είπε η γυναίκα, 

-τελευταια φορά που λέμε ψέματα ο ένας στον άλλον,της είπε,

βγήκαν μαζί έξω από το καφέ,

εκεί χώρισαν,

ανάμεσα τους η τεράστια απρόσωπη πόλη

.


(Monoprakto)


The Iie

-χ.ν.κουβελης cn.couvelis


W,woman-M,man)


W-everything I told you is a lie


what do you have to say? you don't react?


M-I've been in a erotic relationship with a woman for three months


W-did you hide it from me?


M-I didn't hide it from you


W-then what?


 M-I knew you were lying to me, from the first moment


W-then why were you with me?


M-I was waiting for this moment


W-revenge then


M-exactly,revenge


W-with this woman what connects you?


M-the exchange of lies


W-and we? 


M-we are now really real


 W-you're lying


M-exactly, I'm lying


W- last time I see you


M-last time we lie to each other

.

.

.

 

Κατά Ιωαννην Ευαγγέλιον. 8,1-11

-ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν πρῶτος βαλέτω λίθον ἐπ᾿ αὐτήν-

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


ο Ιησούς πήγε λοιπόν στο όρος των ελαιων.

ήταν ακόμα πολύ πρωί όταν πάλι βρέθηκε στο ναό,και πολύς κόσμος

έρχονταν σ' αυτόν κι αφού κάθισε τους δίδασκε.

φέρνουν τότε οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι μια γυναίκα που την

έπιασαν να μοιχευει και την έβαλαν να σταθεί στο μέσο (του ναου)

λένε σ' αυτόν.διδασκαλε,η γυναίκα αυτή πιάστηκε επ'αυτοφορω

να μοιχευει.

και στον νόμο μας ο Μωυσής καθόρισε τις τέτοιες να τις λιθοβολουν.

εσύ λοιπόν τι λες;αυτό το είπαν να τον βάλλουν σε διλλημα,για

να εχουν κατηγορία εναντίον του,τότε ο Ιησούς σκύβοντας με το δάκτυλο

έγραφε στο χώμα.

αφού επέμεναν να τον ρωτούν,σήκωσε το κεφάλι κι είπε σ' αυτούς.

ο αναμάρτητος από σας πρωτος να ρίξει πέτρα σ' αυτή.

και πάλι σκυβωντας έγραφε στο χωμα.

αυτοί τοτε αφού άκουσαν αυτό βγήκαν έξω ο ένας μετά τον άλλον,

αρχίζοντας από τους μεγαλύτερους στην ηλικία,κι έμεινε ο Ιησούς

κι η γυναίκα στο μεσο να είναι.

σηκώνοντας το κεφάλι ο Ιησούς είπε σ' αυτή.γυναικα,που είναι;

κανένας δεν σε καταδίκασε;

κι αυτή είπε.κανενας,Κύριε,

τότε είπε ο Ιησούς.ουτε εγώ σε καταδικάζω.πηγαινε και από τώρα 

και στο εξής ποτε πια να αμαρτανεις.


 Ἰησοῦς δὲ ἐπορεύθη εἰς τὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν.

ὄρθρου δὲ πάλιν παρεγένετο εἰς τὸ ἱερόν, καὶ πᾶς ὁ λαὸς ἤρχετο 

πρὸς αὐτόν· καὶ καθίσας ἐδίδασκεν αὐτούς.

ἄγουσι δὲ οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι γυναῖκα  ἐπὶ μοιχείᾳ 

κατειλημμένην, καὶ στήσαντες αὐτὴν ἐν μέσῳ.

λέγουσιν αὐτῷ· διδάσκαλε, αὕτη ἡ γυνὴ κατείληπται ἐπ᾿ αὐτοφώρῳ 

μοιχευομένη.

καὶ ἐν τῷ νόμῳ ἡμῶν Μωϋσῆς ἐνετείλατο τὰς τοιαύτας λιθοβολεισθαι.

σὺ οὖν τί λέγεις; τοῦτο δὲ εἶπον ἐκπειράζοντες αὐτόν(, ἵνα σχῶσι 

κατηγορίαν κατ᾿ αὐτοῦ. ὁ δὲ Ἰησοῦς κάτω κύψας τῷ δακτύλῳ ἔγραφεν

εἰς τὴν γῆν.

ὡς δὲ ἐπέμενον ἐρωτῶντες αὐτόν, ἀνέκυψε καὶ εἶπεν αὐτοῖς· 

ὁ ἀναμάρτητος ὑμῶν πρῶτος βαλέτω λίθον ἐπ᾿ αὐτήν.

καὶ πάλιν κάτω κύψας ἔγραφεν εἰς τὴν γῆν.

οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐξήρχοντο εἷς καθ᾿ εἷς, ἀρξάμενοι ἀπὸ τῶν 

πρεσβυτέρων, καὶ κατελείφθη ὁ Ἰησοῦς καὶ ἡ γυνὴ ἐν μέσῳ οὖσα.

ἀνακύψας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ποῦ εἰσιν; οὐδείς 

σε κατέκρινεν;

ἡ δὲ εἶπεν· οὐδείς, Κύριε. εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ ἐγώ σε κατακρίνω· 

πορεύου καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε

.

.

.







My own Empire of Hyperrealistic Photos-Enigma of realite-1

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Noir -story

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


προχώρησε στον μακρυ διάδρομο,είδε μια γυναίκα στο βάθος μπροστά του,εκείνη 

γύρισε το κεφάλι προς το μέρος του,άκουσε τη κραυγή της,και σωριαστηκε κάτω,

έτρεξε να την βοηθήσει,έσκυψε,τα μάτια της ήταν κλειστά,από το στόμα της έτρεχε

 αίμα,έπιασε το σώμα της ήταν ακόμα ζεστή,

άκουσε μια φωνή πίσω του,τρόμαξε,-δολοφονε σκότωσες τη γυναίκα μου,

είδε έναν πανηψηλο σωματωδη άντρα,-μην κινηθεις κάθαρμα,θα φωνάξω την 

αστυνομία,

ένιωσε θυμό,ήταν έτοιμος να σηκωθεί να τον αρπάξει απ'το λαιμό,-ολα τέλεια αγάπη

μου,άκουσε τη γυναίκα,όπως τα σκηνοθετησαμε,είχε ανοίξει τα μάτια,σκούπισε το αίμα

από το στόμα της,γέλασε,-κραγιον.ηταν αγόρι μου,σηκώθηκε,-απατεωνες,φώναξε,στο

 διάολο,-που πας;θα με σκοτώσει,ούρλιαξε η γυναίκα,μην με παρατας,

έφυγε,άκουσε έναν πυροβολισμο στο βάθος πίσω του,δεν γύρισε το κεφάλι

.

.

.

 




























Φωτογράφιση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


the wonderful ages of woman


(Ιδιότροποι έρωτες)

μονόλογος Je t'aime ... moi non plus

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η πιθανότητα να συμβεί αυτό;μηδενική λες,όμως συνέβηκε,να,είμαι το 

ζωντανό παράδειγμα,το κόκκινο δωμάτιο,ο χαμηλός φωτισμός,το ποτό 

στο ποτήρι,μουσικη,η Τζέιν Μπιρκιν και ο Σερζ Γκενσπουρ στο Je t'aime ... 

moi non plus,στην αφίσα η Marilyn πάνω στον αεραγωγό του μετρό,εγώ 

με το μαύρο κομπινεζον ξαπλωμένη στο κρεβάτι,βλέπεις τα πόδια μου γυμνά,

το στήθος,εδώ είναι η κοιλιά μου,ακούμπησε την,τώρα βαφω τα χείλια μου

 κόκκινα,φοράω ξανθη περούκα,μ'αρεσει να βλέπω το είδωλο μου,τα είδωλα 

μας, μέσα στον μεγάλο καθρεφτη απέναντι,η ηλικία μου;η ηλικία της γυναίκας,

η γυναίκα δεν έχει ηλικία,με βρίσκεις νέα ακόμα,θελκτική,όταν σου ψιθυρίζω

 τρελενεσαι,το όνομαμμου,Β...η π' Α...η'...,θέλω το χέρι σου στα πόδια μου,

εκεί,συνέχεια επαναλαμβάνεται το Je t'aime ... moi non plus,επαναλαμβάνει 

τον αισθησιασμόμας,μείνε ξαπλωμένος,εγώ θα σηκωθώ όρθια,να με δεις από 

κάτω,κλείσε τα μάτια,θα τυφλωθείς,τώρα άνοιξε τα,κοίταξε,είμαι γυναίκα,

κι είσαι άντρας,σιγα-σιγα κατεβαίνω,σε λίγο θα σε αγγιξω,τώρα σε αγγίζω,

ο έρωτας,το ακουστικό του τηλεφώνου δίπλα,ακούω την αναπνοή σου,παιρνω 

το ακουστικό,σου ψιθυρίζω,Je t'aime ... moi non plus,Je t'aime ... moi non plus,

κόκκινο όλη η ατμόσφαιρα στο δωμάτιο,τα χείλη σου στο λαιμό μου,τα νύχια 

μου στη πλάτη σου,τα πόδια μου,σε λίγο,τώρα η κραυγή,το ουρλιαχτό

.

.

.

 


Φωτογραφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ελένη Lasciate ogni speranza,voi ch’entrate 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


την βρήκα μπροστά στον καθρέφτη,εβαφε τα χείλη της,

επειτα χτένισε τα μαλλιά της,έβαλε ένα περιδέραιο στο λαιμό,

φορούσε ένα μακρύ μαύρο ρούχο με ντεκολτέ,με κοίταξε,

-η αιώνια κοκεταρια της γυναίκας,είπε,τα χρόνια πέρασαν,

είμαι γριά,δεν συμφωνεις;δεν απάντησα,-μην είσαι ευγενικός,

πες:ναι είσαι γριά,κοίταξε στο καθρέφτη,-φοβασαι μην λυπηθώ,

όταν σκέφτομαι,και βλέπω τη φθορά,τα γηρατειά,το θάνατο,

μου έρχεται στο μυαλό ο Dante,στο Inferno III,9 γράφει:

Lasciate ogni speranza,voi ch’entrate 

παρατήστε κάθε ελπίδα,εσείς που μέσα θα μπείτε,

καμια ελπίδα δεν υπάρχει αφού έφτασα εδώ,και γέρασα,

από το ανοιχτό παράθυρο ακουστηκε ενα αηδόνι,

-θυμαμαι μικρό κορίτσι,μια εκδρομή στον Ταϋγετο,

σταμάτησε να μιλάει,το πρόσωπο της σοβαρεψε,

Nessun maggior dolore Che ricordarsi del tempo felice 

Nella miseria.ειπε,καμια μεγαλύτερη θλίψη,να θυμάσαι

ευτυχισμένες στιγμές όταν είσαι δυστυχισμενος,πάλι

από  τον Dante,φώναξε την υπηρέτρια,-κλεισε το παράθυρο,

να μην ακούω,να συνη θεισω στο σκοτάδι,


άνοιξε το συρτάρι στο κομοδίνο,πηρε ένα χαρτί και μου διάβασε:


κι οι χήρες γυναίκες ούρλιαξαν και τα γυμνωμενα 

στήθη με νύχια ξέσκιζαν και τα μαλλιά μαδουσαν 

και την Ελένη βαριοπα την καταριόνταν,για μια πόρνη 

ατιμασμένη πάνε οι άντρες μας,τροφή τα σώματα 

σκυλιών και μαύρων κορακιων,για τον ντροπιασμένο 

έρωτα αυτηνης της σκύλας μείνανε ορφανά παιδιά

και γενη ακληρα,ανάθεμα την ώρα τη στιγμή,στη Τροία

π'αρμενισανε,ανάθεμα την ομορφια την πιότερη 

από κρίνο όπου την έχει αμυαλη κι αστοχαστη γυναίκα


-φυγε,μου είπε,πριν γίνει τελείως σκοτάδι


την κοίταξα για τελευταία φορά 


εφυγα

.

.

.



6 plans

(ταινία μικρού μήκους)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


πλανο1 

το γυμνό σώμα της γυναίκας πάνω στο πράσινο τραπέζι, μυρμήγκια της έτρωγαν 

τα μάτια


πλανο2

ένα μικρό κορίτσι μπήκε στο σκοτεινό δωμάτιο,άνοιξε το φως,-δεν βλεπω τη μάνα

μου,φωναξε


πλανο3

όταν έφυγε,η γυναίκα σηκώθηκε από το τραπέζι,φορούσε ένα μακρύ μαύρο φουστανι,

ήταν περιτριγυρισμένη από καθρέφτες,μέσα σε έναν από αυτούς μια ώριμη γυναίκα

 έβγαζε τη κάλτσα από το πόδι της


πλανο4

ένα σαξόφωνο στο δάπεδο,στην άλλη άκρη ένα κίτρινο τηλέφωνο,χτύπησε το

 τηλέφωνο,έκλεισε,ξαναχτύπησε


πλανο5

η γυμνή γυναίκα ξαπλωμένη στο πράσινο τραπεζι


πλάνο 6

ήχος τηλεφώνου,το μικρό κορίτσι μπαίνει στο δωμάτιο,σηκώνει το τηλέφωνο,-μαμα,που

είσαι;

το δωμάτιο σταδιακά σκοτεινιάζει

.

End 

.

.

6 plans

 (Courts métrages)

 c.n. couvelis


 coup 1

 le corps nu de la femme sur la table verte, les fourmis lui mangeaient les yeux


 coup 2

 une petite fille est entrée dans la pièce sombre, a allumé la lumière, -  je ne vois pas 

ma mère, elle a appelé


 coup 3

 quand il est parti, la femme s'est levée de table, elle portait une longue robe noire,

 elle était entourée de miroirs, à l'intérieur de l'un d'eux une femme mûre retirait 

une chaussette de son pied


 coup 4

 un saxophone par terre, à l'autre bout un téléphone jaune, le téléphone a sonné, 

a raccroché, a encore sonné


 coup 5

 la femme nue allongée sur la table verte


 plan 6

 le téléphone sonne, la petite fille entre dans la pièce, décroche le téléphone, - maman, 

où es-tu ?

 la pièce s'assombrit progressivement

 .

 Fin

 .

 .

6 plans

 (Short Films)

 c.n. couvelis


 shot 1

 the naked body of the woman on the green table, ants were eating her eyes


 shot 2

 a little girl entered the dark room, turned on the light, -I don't see my mother, 

she called


 shot 3

 when he left, the woman got up from the table, she was wearing a long black dress,

 she was surrounded by mirrors, inside one of them a mature woman was removing 

a sock from her foot


 shot 4

 a saxophone on the floor, on the other end a yellow phone, phone rang, hung up, 

rang again


 shot 5

 the naked woman lying on the green table


 plan 6

 phone ringing, the little girl enters the room, picks up the phone, - mom, where are 

you?

 the room gradually darkens

 .

 End

.

.

6 Pläne

 (Kurzfilme)

 c.n. couvelis


 Schuss 1

 Der nackte Körper der Frau auf dem grünen Tisch, Ameisen fraßen ihre Augen


 Schuss 2

 Ein kleines Mädchen betrat den dunklen Raum, machte das Licht an, „Ich sehe 

meine Mutter nicht“, rief sie


 Schuss 3

 Als er ging, stand die Frau vom Tisch auf, sie trug ein langes schwarzes Kleid,

 Sie war von Spiegeln umgeben, in einem davon zog eine reife Frau eine Socke von 

ihrem Fuß


 Schuss 4

 ein Saxophon auf dem Boden, am anderen Ende ein gelbes Telefon, Telefon klingelte,

 aufgelegt, klingelte erneut


 Schuss 5

 die nackte Frau, die auf dem grünen Tisch liegt


 Plan 6

 Das Telefon klingelt, das kleine Mädchen kommt ins Zimmer, nimmt den Hörer ab, 

- Mama, wo bist du?

 Der Raum verdunkelt sich allmählich

 .

 Ende

.

.

6 plani

 (Film brevi)

 c.n.couvelis


 tiro 1

 il corpo nudo della donna sul tavolo verde, le formiche le mangiavano gli occhi


 tiro 2

 una bambina è entrata nella stanza buia, ha acceso la luce, - Non vedo mia madre, 

ha chiamato


 tiro 3

 quando se ne andò, la donna si alzò da tavola, indossava un lungo abito nero,

 era circondata da specchi, all'interno di uno di essi una donna matura si stava 

togliendo un calzino dal piede


 tiro 4

 un sassofono per terra, dall'altra parte un telefono giallo, il telefono squillò, riattaccò, squillò ancora


 tiro 5

 la donna nuda sdraiata sul tavolo verde


 piano 6

 squilla il telefono, la bambina entra nella stanza, alza la cornetta, - mamma, dove sei?

 la stanza gradualmente si oscura

 .

 FINE

.

.

6 planes

 (Cortometraje)

 c.n.couvelis


 tiro 1

 el cuerpo desnudo de la mujer sobre la mesa verde, las hormigas le comían los ojos


 tiro 2

 una niña entró en el cuarto oscuro, encendió la luz, - No veo a mi madre, llamó


 tiro 3

 cuando se fue, la mujer se levantó de la mesa, llevaba un vestido largo negro,

 estaba rodeada de espejos, dentro de uno de ellos una mujer madura se quitaba un

 calcetín del pie


 tiro 4

 un saxofón en el suelo, al otro lado un teléfono amarillo, sonó el teléfono, colgó, volvió 

a sonar


 tiro 5

 la mujer desnuda recostada sobre la mesa verde


 plano 6

 Suena el teléfono, la niña entra a la habitación, levanta el teléfono, - mamá, ¿dónde

 estás?

 la habitación se oscurece gradualmente

 .

 Fin

.

.

.



Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

η εικόνα

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


έβλεπε κάθε νύχτα την ίδια εικόνα,ξύπναγε,το δωμάτιο στο σκοτάδι,άκουγε

 ψιθυρισμους,άνοιγε το φως,μια γυναίκα με γυρισμένη την πλάτη προς αυτόν 

μπροστά στον καθρέφτη απέναντι,

την έβλεπε,ακίνητη,έπειτα σηκώνονταν,φορούσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα,τον

 πλησίαζε,έβαζε το αριστερό της πόδι πάνω στο κρεβάτι,εκεί που ήταν το κεφάλι

 του,έβλεπε μέσα στα πόδια της,έβαζε αργά μια μαύρη κάλτσα,έπειτα  ένα ψηλοτακουνο

 μαυρο γυαλιστερο παπουτσι,το ίδιο έκανε και στο άλλο πόδι,-σου αρέσω,την άκουσε να

 λέει,-ναι,της απάντησε,-τωρα θα φύγω,είπε η γυναίκα,-πότε θα σε ξαναδώ; την ρωτούσε,

-ποτέ,πια,είπε εκείνη,την είδε να περπατά στο δωμάτιο,να απομακρύνεται,έφτασε στη

 πόρτα,την άνοιξε,έσβησε το φως,-ποτέ,πια,άκουσε τη φωνή της,ύστερα την πόρτα που

 έκλεινε,έμεινε στο σκοτάδι

.

.

.





My own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma -Homage to Salvador Dali

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


my interview with Salvador Dali

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Μετά από ένα ματς της Μπαρτσελόνα)


οι ταυρομαχίες είχαν πολύ περισσότερο ενδιαφέρον,

το ποδόσφαιρο είναι βάρβαρη ενασχόληση,όπως φυσικά κάθε μοντέρνα 

αθληση.

το μουστάκι μου είναι ακραίο  φονικό όπλο,αν σε αγγίξει στο μάτι,

θα εξορύξει τη κόρη σου,θα την διακορρευσει


δεν δινω δεκάρα για την τελειότητα,την αποστρεφομαι..

η ευφυΐα χωρίς φιλοδοξία είναι πουλί χωρίς φτερά.

υπάρχει μια διαφορά με έναν τρελό και μένα,ο τρελός νομιζει ότι 

δεν είναι τρελός.

αν δεν μιμηθεις,θα κάνεις ένα τίποτα.

κάθε πρωί που ξυπνάω έχω την απόλυτη ευχαρίστηση ότι είμαι

ο Salvador Dali.

η διαφορά μεταξύ αληθινού και ψεύτικου είναι όπως με τα κοσμήματα,

τα ψεύτικα φαίνονται πιο αληθινά,πιο γυαλιστερα.

αγαπώ το χρήμα,είναι ο θεός μου,χωρίς θρησκεία.

κατά μίαν έννοια οι πόλεμοι γίνονται για να σκοτώνονται άνθρωποι.

όσο σου ανεβαίνει η θερμοκρασία της επιτυχίας,τόσο ανεβαίνει η ζήλεια,

πόσα ανάλογα.

ο πρώτος άντρας που σύγκρινε τα μάγουλα μιας γυναίκας με τα 

τριαντάφυλλα ήταν ποιητής,ο δεύτερος που το επανέλαβε σίγουρα

ένας βλάκας,η κοκεταρια θέλει συνεχή ανανέωση,αντιπαθεί τη ρουτινα.

οι άνθρωποι χωρίζονται σε δύο κατηγορίες:εκείνοι που έχουν 

Dali-an λογικη κι εκείνοι που δεν έχουν Dali-an λογικη,

η πρώτοι ομάδα έχει ένα μόνο μέλος,εμένα,τον Salvador Dali.

στα εξη μου χρόνια ήθελα να γίνω μάγειρας,στα εφτά μου ο Ναπολέοντας,

τώρα που έγινα ο θεός δεν έχω καμία πλέον φιλοδοξια.

κατάφερα οι εχθροί μου,οι κακολογοι μου,να καταβροχθίζουν ο ένας

τον άλλον,γλύτωσα απ' αυτούς.

τα πορτραιτα που κανω δεν μοιάζουν καθόλου με τον άνθρωπο που κάθεται

να τον ζωγραφίσω,εκεινος υποχρεούται να τους μοιάσει,

όταν γίνεις σπουδαίος σε αυτή την κοινωνία,τότε γινε σνομπ,

κατά κάποιο τροπο  είναι ένστικτο αυτοσυντήρησης.

μοντέρνος είσαι έτσι κι αλλιώς,δεν μπορείς να μην είσαι.

η ασχήμια με κουράζει,γιατί είναι τόσο όμορφη,τόσο γοητευτική.

βλέποντας τηλεόραση με τη φαντασία μας ανοίγουμε παράθυρά 

στο τοίχο και βλέπουμε πράγματα που δεν θα τα βλέπαμε ποτέ,

ένα μεγάλο παραισθιογονο.

η δημοκρατία δεν ταιριάζει στη τέχνη μου,είναι εχθρός άσπονδους,

κι εγώ,σε ίση ανταποποδοση,το ίδιο άσπονδος εχθρός της δημοκρατίας.

οι επαναστάσεις είναι ευφυείς απατεωνιες.

γιατί ενώ συμβαίνουν τόσα λίγα στη ζωή,κι αυτά ανούσια,γιατί τόσο 

πολύ ενθουσιαζομαστε,η' τρομοκρατουμαστε,σαν να ήρθε η συντέλεια

του κοσμου.

η συντέλεια του κόσμου έχει συμβεί,αυτό τα έργα μου καταγράφουν,

είναι ιστορικα.

λατρεύω το χάος,από αυτό θα αναδυθεί τέχνη.

κάθε μέρα γευματιζω ομορφιά,και την άλλη μέρα την αφοδευω,

καθαρός διατροφικός  μεταβολισμός.

θέλω είκοσι δύο ώρες για να ονειρεύομαι,και δύο για να ροχαλιζω.

οι άνθρωποι λατρεύουν το μυστήριο,θα ήθελαν να ήταν τα θύματα

ενός τέλειου εγκλήματος.

προτιμώ να κερδίζω στο χρηματιστήριο παρά να μ'αγαπουν.

αν ήμουνα τεμπέλης,κι ατάλαντος,θα δημιουργουσα αριστουργήματα,

σκέπεφθητε τον θεό που ούτε τεμπέλης ούτε ατάλαντος ειναι τι

ανουσιουργημα κόσμο εκανε.

κάτι θα είναι η' εύκολο η' αδύνατο,εγώ διαλέγω το αδύνατο.

αν καταλαβαίνεις τον πίνακα μου,τότε είναι για καψιμο,να καταστραφεί,

Damnatio Memoriae. 

έμαθα,κατ'αρχην,να σχεδιάζω σαν τους μεγάλους ζωγράφους,για να

κάνω μετά ότι μου γουσταρε,κανένας απ' αυτούς δεν μου ζήτησε 

λογαριασμό,μάλλον το καταευχαριστήθηκαν.

αντιπαθώ να επιρρεαζω άλλους,προτιμω να με επιρρεαζουν,

αν επιρρεαζω είναι αντιγράφεις μου,αν επιρρεαζομαι είμαι εικονοκλάστης.

πεθαινεις γιατί η ζωή είναι μικρή,αν ήταν αιώνια ποτέ δεν θα γεννιοσουν,

γιατί οι εγκληματίες κατά της ανθρωπότητας πρέπει να θανατωνονται.

κι εγώ θα πεθάνω,ελπίζω,αν κι είμαι ο Salvador Dali,αωνια


παρόλαυτά ας δώσουμε ραντεβού για το επόμενο ματς της Ρεάλ Μαδρίτης,

είναι λογικό,αφού είμαι αντί-δημοκράτης και προτιμώ την εστεμμένη

βασιλεια.

.

.

.





























My own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


δεν θα τελειώσει ποτέ αυτή η σιωπή

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


από το παράθυρο στο βάθος μέσα στα δέντρα είδε το τρένο,

μετά από λίγο ηρθε η γυναίκα,είχε μια μεγάλη βαλίτσα,

-ειναι πολύ βαριά,είπε,την άνοιξε,ήταν άδεια,-το κενο,είπε,

έχει τεράστιο βάρος,-το ψαράκι είναι νεκρό,πόσες μέρες έχει

να φάει;πήγε στο ενυδρείο,-ειναι ακίνητο,έβαλε το χέρι να το 

πιάσει,εκείνο διαλύθηκε,άφησε ένα κίτρινο ίχνος στα δάκτυλα

της,-κοιταξε,του είπε,πόσο κίτρινο ήταν το ψαράκι μου,

-εμενα,ειπε εκείνος,όλη τη νύχτα με πονούσαν οι πατούσες

μου,δεν κοιμήθηκα,κοίταξε πόσο φουσκωμένα είναι τα πόδια μου,

-καημενε,Οιδίποδα,σε καταλαβαίνω,του είπε εκείνη,θα ετοιμάσω

μια λεκάνη ζεστό νερό να σου κάνω μασαζ,έχει τόσο υγρασία,εδώ

μέσα μυρίζει μούχλα,θα πνιγώ,δεν ανοίγεις τα παράθυρα,

εκείνος γέλασε,-ενας τυφλός τι χρειάζεται τα ανοιχτά παράθυρα;,

το φως;,-με συγχωρείς,του απάντησε εκεινη,,το ξέχασα,

εκείνη τη στιγμή ακούστηκε μια φοβερή  έκρηξη,η γυναίκα τρόμαξε,

-τι είναι;,-μην ανησυχείς,απάντησε εκείνος,εδω είναι καθημερινό 

συμβάν,είναι τύχη που δεν σκοτώθηκαν ακόμα,κάποια μέρα όμως,

-ο θάνατος δεν είναι το τέλος,απάντησε η γυναίκα,-για κάθε 

άνθρωπο,όμως,είναι το τέλος,είπε εκείνος,δεν είχε λύπη στη 

φωνήτου,μάλλον χαίρονταν,-ετσι,συνέχισε,θα εκδικηθώ,-τι;,την αιωνιότητα,

ακούστηκε το σφύριγμα του τρένου,

κοίταξε το ρολόι,-ακριβως,όπως πάντα,το ψαράκι στο ενυδρείο

κιτρινιζε,-η αδιαφορία της ζωής,είπε,ριξ'του τροφή,έκλεισε

την βαλίτσα,-αν την ξανανοιξω πάλι άδεια θα είναι,-ειναι μια

πιθανότητα,απάντησε,ίσως όμως να είναι γεμάτη με πράσινες

σαύρες,η' μικρά βατραχακια,γέλασε,-εικασιες μιας πραγματικότητας,

αδύνατης,έσκυψε και του έβαλε τα πόδια μέσα στη λεκάνη με

το χλιαρό νερό,του έκανε μασάζ,-τωρα δεν τα νιώθεις καλλίτερα;

δεν χαλάρωσαν;-πώς κάθεσε μαζί μου;πως με ανεχεσε;έναν κουτσό,

ανάπηρο;-ησυχασε,το ξέρεις,-θα μπορούσες να με σκοτώσεις στον 

ύπνο μου,δεν το σκέφτηκες;,-πρεπει να πάρεις το χάπι σου,

-το ψαράκι εγώ το φαρμακωσα,-εισαι τυφλός,δεν μπορείς να 

το κάνεις,-για να κάνεις κάτι δεν χρειάζονται μάτια,ακούστηκε 

το σφύριγμα του τρένου που περνουσε,-θα φύγω το πρωί,είπε 

η γυναίκα,θέλω να περάσω τη νύχτα μαζί σου,- η νύχτα μας 

περιμένει,είπε εκείνος,άνοιξε τη βαλίτσα κι έβαλε ένα διάφανο  

μεταξωτό μαυρο κομπινεζον,-σου αρέσει;,έδειξε και τις μαύρες 

κάλτσες,-τα μαλλιά μου είναι μαύρα,-εχεις όμορφο λαιμό,της είπε,

αν στον σφίξω μηνουρλιαξεις,-δεν θα το κάνεις,χρόνια η ίδια απειλή,

ο ίδιος φόβος,φόρεσε το κομπινεζον ύστερα τις κάλτσες,-δεν θα 

το κάνεις,δεναπάντησε,το κίτρινο ψαράκι αεικίνητο μέσα στο 

νερό του ενυδρείου,-ουτε την ομορφιά ξέρει ούτε την ασχήμια,

είπε η γυναίκα,-μονο ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος γι'αυτό,

να ξεχωρίζει,είπε εκείνος,όλο το δωμάτιο το φώτιζε η λάμψη 

από το κίτρινο του ψαριού,

-δεν θ'αργησει να ξημερώσει,είπε η γυναίκα,θα φύγω,για πάντα,

-δεν θα ξημερώσει ποτέ,αυτό για πάντα,είπε εκείνος,-ομως θα

ξημερώσει και θα φύγω,είπε η γυναίκα,ακούστηκε το σφύριγμα

του τρένου,-ηρθε το τρένο,σε λίγο θα είμαι στο σταθμό,θα φύγω,

-ειναι σκοτάδι ακόμα,είπε εκείνος,και ποτέ δεν θα γίνει φως,

άπλωσε τα χέρια του αποφασιστικά,την άγγιξε,εκείνη δεν αντέδρασε,

-να γίνει αυτό,του είπε,τώρα,πέρασε η ώρα,το κολύμπι του ψαριού

στη γυάλα,το σφύριγμα της αναχώρησης του πλοίου,άκουσε τα

βήματα της,-ξεχασα τη βαλίτσα είπε,-,τι τη θέλεις;,αφού άδεια είναι,

είπε εκείνος,-άδειο τίποτα δεν είναι,απάντησε εκείνη,ποτέ πουθενά,

έπειτα σιωπή,-δεν θα τελειωσει ποτέ αυτή η σιωπή,φώναξε, ποτέ

.

.

.

 


Η Σωσαννα και οι δυο γεροι

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η Σωσαννα και οι δυο γεροι

Δανιηλ- κεφ. 1-27,Παλαιά Διαθήκη 

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


ήταν ένας άντρας που κατοικούσε στην Βαβυλώνα και το όνομα του

Ιωακειμ,και πήρε γυναίκα,το όνομα Σωσαννα,κόρη του Χελκιου,

όμορφη πολυ και με φόβο Κυριου,και οι γονείς της δίκαιοι και δίδαξαν 

την κόρη τους κατά τον νόμο του Μωυσή,και ήταν ο Ιωακείμ πλούσιος 

πολυ,και γειτονικά με το σπίτι του είχε κήπο με δέντρα,και σ' αυτόν

πήγαιναν οι Ιουδαίοι επειδή ήταν ο  επιφανέστερος όλων,

και αναδείχτηκαν εκείνη τη χρονιά δυο γέροι από τον λαό ως κριτές,

για τους οποίους είπε ο Κύριος:ότι ανομία εξήλθε από την Βαβυλώνα 

από γέρους κριτές,οι οποίοι νομίζονταν κυβερνήτες του λαου,

αυτοί παρέμεναν στο σπίτι του Ιωακείμ,κι έρχονταν σ'αυτους όλοι οι 

κρινόμενοι,και το μεσημέρι μόλις έφευγαν οι άνθρωποι,εμπαινε

η Σωσαννα και περπατούσε μέσα στον κήπο του άντρα της,και κάθε

μέρα την έβλεπαν οι γέροι να μπαίνει και να περπατά  κι ένιωθαν

επιθυμία γι'αυτη,κι ο νους τους διαστραφηκε και χαμηλωναν τα μάτια 

να μην βλέπουν στον ουρανό,και ξεχασαν τις δίκαιες εντολες,

κι ήσαν κι οι δυο πολύ τσιμπημενοι μ'αυτη,και δεν είπε ο ένας στον 

άλλον τον καημό του,γιατί ντρέπονταν να πουν την επιθυμία τους ότι 

ήθελαν να σμιξουν μ'αυτη,και προσπαθούσαν κάθε μέρα να την κοιτανε,

κι είπε ο ένας στον άλλον,ας πάμε στα σπίτια μας γιατι είναι η ώρα να 

φάμε,και βγαίνοντας έξω χωρίστηκαν,και πίσω γύρισαν και ρωτώντας  

ο ένας τον αλλο τον λόγο,ομολόγησαν την επιθυμία τους,και από κοινου

συμφώνησαν να βρουν την ευκαιρια να την ξεμοναχιασουν,

και  συνέβη ενώ  παραφυλαγαν να βρουν την κατάληλλη στιγμη να μπει 

όπως συχνά έκανε με δύο μόνο κορίτσια στο κήπο κι ήθελε να λουστεί,

γιατί έκανε κάμα,και δεν ήταν κανένας άλλος εκτός από τους δυο γέρους 

που ηταν κρυμμένοι και την  επερναν  μάτι,και είπε στα κορίτσια:φέρτε

μου λάδι και αρωματικα σαπούνια  και τις πόρτες του κήπου κλείστε,

για να λουστω,κι εκαναν όπως είπε κι εκλεισαν τις πόρτες του κήπου

και βγήκαν απ' τις πλαϊνές πόρτες για να φέρουν αυτά που τις παράγγειλε

και δεν είδαν τους γέρους,γιατί ήσαν κρυμμένοι,κι όταν βγήκαν έξω τα 

κορίτσια σηκώθηκαν οι δυο γεροι κι έτρεξαν σ'αυτη,και είπαν:οι πόρτες

του κήπου είναι κλειστές,και κανένας δεν μας βλέπει,και σένα ποθούμε,

γι'αυτό να μας κάτσεις και να σμίξουμε,αν όμως όχι,θα μαρτυρησομε 

πώς μαζί σου  ήταν ένας νεαρός και γι'αυτό έδιωξες τα κορίτσια από

σενα,κι αναστεναξε η Σωσαννα κι είπε:με παγιδεψατε από παντού,

γιατι αν αυτό κάνω,θα θανατωθω,αν δεν το κάνω,δεν ξεφεύγω 

απ' τα χέρια σας,προτιμότερο μού είναι μην κάνοντας αμαρτία να πέσω 

στα χέρια σας παρά να αμαρτήσω ενώπιον του Κυρίου,και φώναξε

η Σωσαννα,φώναξαν και οι δυο γέροι που ήταν κοντά της,και τρέχοντας

ο ένας άνοιξε τις πόρτες του κήπου,όταν άκουσαν τη φωνή στο κήπο

αυτοί που ήταν στο σπίτι όρμησαν μέσα απ' την πλαϊνή πόρτα να δουν 

τι συνέβηκε σ'αυτη,μόλις είπαν οι γέροι τα ψεματα τους,ένιωσαν 

μεγάλοι ντροπή οι υπηρέτες,γιατί ποτέ δεν ειπώθηκε τέτοιος λόγος

για την Σωσαννα.

.

.

1ΚΑΙ ἦν ἀνὴρ οἰκῶν ἐν Βαβυλῶνι, καὶ ὄνομα αὐτῷ ᾿Ιωακείμ. 2 καὶ ἔλαβε 

γυναῖκα, ᾗ ὄνομα Σωσάννα, θυγάτηρ Χελκίου, καλὴ σφόδρα και' φοβουμένη 

τὸν Κύριον· 3 καὶ οἱ γονεῖς αὐτῆς δίκαιοι καὶ ἐδίδαξαν τὴν θυγατέρα αὐτῶν 

κατὰ τὸν νόμον Μωυσῆ. 4 καὶ ἦν ᾿Ιωακεὶμ πλούσιος σφόδρα, καὶ ἦν αὐτῷ 

παράδεισος γειτνιῶν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ· καὶ πρὸς αὐτὸν προσήγοντο οἱ 

᾿Ιουδαῖοι διὰ τὸ εἶναι αὐτὸν ἐνδοξότερον πάντων. 5 καὶ ἀπεδείχθησαν δύο πρεσβύτεροι 

ἐκ τοῦ λαοῦ κριταὶ ἐν τῷ ἐνιαυτῷ ἐκείνῳ, περὶ ὧν ἐλάλησεν 

ὁ δεσπότης, ὅτι ἐξῆλθεν ἀνομία ἐκ Βαβυλῶνος ἐκ πρεσβυτέρων κριτῶν, 

οἳ ἐδόκουν κυβερνᾶν τὸν λαόν. 6 οὗτοι προσεκαρτέρουν ἐν τῇ οἰκίᾳ ᾿Ιωκείμ, 

καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτοὺς πάντες οἱ κρινόμενοι. 7 καὶ ἐγένετο ἡνίκα 

ἀπέτρεχεν ὁ λαὸς μέσον ἡμέρας, εἰσεπορεύετο Σωσάννα καὶ περιεπάτει 

ἐν τῷ παραδείσῳ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς. 8 καὶ ἐθεώρουν αὐτὴν οἱ δύο

πρεσβύτεροι καθ᾿ ἡμέραν εἰσπορευομένην καὶ περιπατοῦσαν καὶ ἐγένοντο 

ἐν ἐπιθυμίᾳ αὐτῆς. 9 καὶ διέστρεψαν τὸν ἑαυτῶν νοῦν καὶ ἐξέκλιναν τοὺς ὀφθαλμοὺς

 αὐτῶν τοῦ μὴ βλέπειν εἰς τὸν οὐρανόν, μηδὲ μνημονεύειν 

κριμάτων δικαίων. 10 καὶ ἦσαν ἀμφότεροι κατανενυγμένοι περὶ αὐτῆς 

καὶ οὐκ ἀνήγγειλαν ἀλλήλοις τὴν ὀδύνην αὐτῶν, 11 ὅτι ᾐσχύνοντο 

ἀναγγεῖλαι τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῶν ὅτι ἤθελον συγγενέσθαι αὐτῇ. 12 καὶ παρετηροῦσαν

 φιλοτίμως καθ' ἡμέραν ὁρᾶν αὐτήν. 13 καὶ εἶπαν ἕτερος 

τῷ ἑτέρῳ· πορευθῶμεν δὴ εἰς οἶκον, ὅτι ἀρίστου ὥρα ἐστί. καὶ ἐξελθόντες διεχωρίσθησαν

 ἀπ' ἀλλήλων, 14 καὶ ἀνακάμψαντες ἦλθον ἐπὶ τὸ αὐτὸ καὶ ἀνετάζοντες ἀλλήλους τὴν

 αἰτίαν, ὡμολόγησαν τὴν ἐπιθυμίαν αὐτῶν· καὶ 

τότε κοινῇ συνετάξαντο καιρὸν ὅτε αὐτὴν δυνήσονται εὑρεῖν μόνην. 15 

καὶ ἐγένετο ἐν τῷ παρατηρεῖν αὐτοὺς ἡμέραν εὔθετον εἰσῆλθέ ποτε 

καθὼς ἐχθὲς καὶ τρίτης ἡμέρας μετὰ δύο μόνων κορασίων καὶ ἐπεθύμησε λούσασθαι 

ἐν τῷ παραδείσῳ, ὅτι καῦμα ἦν. 16 καὶ οὐκ ἦν οὐδεὶς ἐκεῖ 

πλὴν οἱ δύο πρεσβύτεροι κεκρυμμένοι καὶ παρατηροῦντες αὐτήν. 17 καὶ 

εἶπε τοῖς κορασίοις· ἐνέγκατε δή μοι ἔλαιον καὶ σμήγματα καὶ τὰς θύρας 

τοῦ παραδείσου κλείσατε, ὅπως λούσωμαι. 18 καὶ ἐποίησαν καθὼς εἶπε 

καὶ ἀπέκλεισαν τὰς θύρας τοῦ παραδείσου καὶ ἐξῆλθαν κατὰ τὰς πλαγίας 

θύρας ἐνέγκαι τὰ προστεταγμένα αὐταῖς καὶ οὐκ εἴδοσαν τοὺς πρεσβυτέρους, 

ὅτι ἦσαν κεκρυμμένοι. 19 καὶ ἐγένετο ὡς ἐξήλθοσαν τὰ κοράσια, καὶ 

ἀνέστησαν οἱ δύο πρεσβῦται καὶ ἐπέδραμον αὐτῇ 20 καὶ εἶπον· ἰδοὺ αἱ 

θύραι τοῦ παραδείσου κέκλεινται, καὶ οὐδεὶς θεωρεῖ ἡμᾶς, καὶ ἐν ἐπιθυμίᾳ 

σού ἐσμεν· διὸ συγκατάθου ἡμῖν καὶ γενοῦ μεθ' ἡμῶν· 21 εἰ δὲ μή, καταμαρτυρήσομέν 

σου ὅτι ἦν μετὰ σοῦ νεανίσκος καὶ διὰ τοῦτο 

ἐξαπέστειλας τὰ κοράσια ἀπὸ σοῦ. 22 καὶ ἀνεστέναξε Σωσάννα καὶ εἶπε· 

στενά μοι πάντοθεν· ἐάν τε γὰρ τοῦτο πράξω, θάνατός μοί ἐστιν, ἐάν τε 

μὴ πράξω, οὐκ ἐκφεύξομαι τὰς χεῖρας ὑμῶν. 23 αἱρετώτερόν μοί ἐστι μὴ πράξασαν

 ἐμπεσεῖν εἰς χεῖρας ὑμῶν ἢ ἁμαρτεῖν ἐνώπιον Κυρίου. 24 καὶ ἀνεβόησε φωνῇ μεγάλῃ

 Σωσάννα, ἐβόησαν δὲ καὶ οἱ δύο πρεσβῦται 

κατέναντι αὐτῆς. 25 καὶ δραμὼν ὁ εἷς ἤνοιξε τὰς θύρας τοῦ παραδείσου. 

26 ὡς δὲ ἤκουσαν τὴν κραυγὴν ἐν τῷ παραδείσῳ οἱ ἐκ τῆς οἰκίας, 

εἰσεπήδησαν διὰ τῆς πλαγίας θύρας ἰδεῖν τὸ συμβεβηκὸς αὐτῇ. 27 

ἡνίκα δὲ εἶπαν οἱ πρεσβῦται τοὺς λόγους αὐτῶν, κατῃσχύνθησαν 

οἱ δοῦλοι σφόδρα, ὅτι πώποτε οὐκ ἐρρήθη λόγος τοιοῦτος περὶ 

Σωσάννης.

.

.

.




























My own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


3 σκηνές

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


σκηνή 1:

ο Σέρλοκ Χολμς ανέλαβε την υποθεση της εξαφάνισης της γυναίκας,

η γυναίκα ήταν εικαστικός,μπήκε στο εργαστήριο της,ένας μεγαλος 

αριθμος καθρεφτών,ήταν το έργο που δούλευε τελευταία,ο Σέρλοκ 

είδε τα πολλαπλά είδωλα,-τίποτα πιο απατηλό,είπε,από το προφανές,

περιφερθηκε μέσα στους καθρέφτες,ήταν σκεφτικός,στο τέλος

είπε,-αλλο ένα απλό στη λογική του έγκλημα,οι καθρέφτες,εγγραφουν

μια ιστορία,τη διαδρομή ενός συμβάντος,

-και τι συμπερανες από αυτο;ρώτησε ο Γουατσον,

-τον δολοφόνο της γυναίκας,απάντησε ανάβοντας την πίπα του


σκηνή 2:

είχαν καταγράψει σε ηχογραφήσεις πολλές συνομιλίες τους,

βιντεοεγραψαν συναντήσεις τους,φωτογραφίες πολλές, 

αυτά ήταν μέσα σε μπαούλα κλεισμένα,όταν τα βρήκαν

οι ήχοι και οι εικόνες είχαν σβηστεί,τίποτα δεν έμεινε,

να τους θυμίζει,καμιά πραγματικότητα,


σκηνή 3:

στη σκηνή μια γυναίκα στο πατωμα με μακρύ μαύρο φόρεμα,

ακίνητη,

σιγα-σιγα τα φώτα χαμηλώνουν,σκοτάδι,

οι θεατές της παράστασης χειροκροτούν ενθουσιασμένοι,

ήξεραν ότι η γυναίκα ήταν νεκρή,

.

.

.

 


Ιοκάστη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ιοκάστη,(η τραγωδία αρχιζει)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


της είπαν για τον άνθρωπο που έλυσε το αίνιγμα της Σφίγγας,

ένας νεαρός Κορίνθιος,γερος  άντρας αλλά κουτσός,πάσχει

από μια σπάνια αρρώστια στα πόδια,είναι φουσκωμένα τα 

πέλματα του,τον λένε Οιδίποδα, προσωνυμιο από αυτο το

ελάττωμα,η καρδιά της σφίχτηκε,θυμηθηκε το παιδί που

γέννησε,που ο Λαιμός ο άντρας της δεν ήθελε,γιατί είχε πάρει 

χρησμό,πώς το παιδί αυτό θα τον σκοτώσει όταν μεγαλώσει,

θα παρει τη βασιλεία κι εκείνη γυναίκα,πόσο τον παρακάλεσε,

να μην πειράξει το παιδί της,να μην πιστεύει τις αγυρτιες τών

μαντειων,όμως ήταν τρομερή η δυσεδαιμονια του,κι αυτός σκληρος

κι αγύριστο κεφάλι,το έδωσε το παιδί να το θανατώσουν,πόσο

έκλαψε,πόσο πόνεσε,εκείνον τον μίσησε,δεν το συγχώρεσε,

δεν ξάπλωσε ποτέ πια μαζί του στο ίδιο κρεβάτι,τώρα,το ξέρει,

αυτός ο άντρας είναι το παιδί της,ήρθε,αθώος,δεν ξέρει,άγνωστος,

θα την πάρει γυναίκα του,ως ορίζεται,θα αγκαλιαστει μαζί του 

ερωτικά,δεν θα μιλήσει,θα προσέξει μην της ξεφύγει φωνή,και το

φωνάξει παιδί μου,ξέρει πως αυτος ο γαμος είναι ανούσιος,

απαγορευμένος,όμως η μοίρα της είναι αυτή,αν το μαρτυρήσει 

ο χαμένος γιος της,που τόσο πόνεσε κι υποφερε τόσα χρόνια 

γι'αυτόν,και τοση ενοχή ένιωθε,αν το μάθει δεν θ'αντεξει,θα 

σκοτωθεί,πως σκότωσε τον πατέρα και κοιμήθηκε με την

μάνα του,την τρομερή πατροκτονια και αιμομιξία,φοβάται τον 

αδελφό της τον  Κρέοντα,άνθρωπο φιλόδοξο,αλαζονα,τρελλο

για εξουσία,παθιασμένο,θα βάλει τον άνθρωπο του,τον μάντη 

Τειρεσία,σπιουνο του,να ψάξει,το παρελθόν του ξένου,θα βρει 

ποιος αλήθεια είναι,και τότε θα συμβεί η τραγωδία,κανείς δεν 

ξεφεύγει απ' τη μοίρα του,κι ούτε κι εκεινη θα ξεφυγει,όμως το 

ξέρει,δεν θ'αντεξει τη ντροπή του παιδιού της,όταν όλα θα 

αποκαλυφτούν,ξέρει τι θα κάνει να μην τον αντικρύσει,είναι

αποφασισμένη,αυτό το σχοινί θα το κρύψει,κι όταν έρθει η ώρα 

θα το κρεμασει,να κρεμαστεί,τώρα ας χαρεί,πικρή χαρά,τον ερχομό 

του,ο γάμος ας γίνει,αρκει το παιδί της να μην ξαναπάθει κακό,

και να'ναι για δεύτερη φορά αιτία εκείνη,η τραγωδία της αρχίζει,

θα είναι καλή ηθοποιος,

.

.

.

My own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma Odysseus Penelope Circe 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Οι φωτογραφίσεις του Οδυσσέα με την Πηνελόπη και την Κίρκη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


μετά την επιστροφή του αποκαλύφθηκαν οι έρωτες της Πηνελόπης,

ομολόγησε πως είχε πολλούς εραστές,το διαζύγιο βγήκε γρήγορα

με συνοπτικές διαδικασίες, συναινετικό,ήταν ελεύθερος,

τα χρόνια βέβαια είχαν περάσει,για την Πηνελόπη δεν στεναχωρήθηκε,

μια ώριμη βαρετή γυναίκα ήταν,όλα ψεύτικα πάνω της,απανωτά

μποτοξ,υαλουρονικα,πρόσθετα,σιλικόνες,η Κίρκη ήταν ερωτευμένη 

μαζί του,τον δέχτηκε,νεαρή κοπέλα,η διαφορά ηλικίας δεν την ενδιέφερε,

εκείνος ήταν γοητευμένος με εκείνη,την θαύμαζε,εξαίρετη πιανίστρια,

μια τελευταία οριστική πλέον περιπέτεια

.

.





.

.

.




Φωτογράφιση(εικόνες της Κλυταιμνήστρας)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η επιστροφή της Κλυταιμνήστρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


μετά την επιστροφή κλείστηκε στο σπίτι,έσπασε όλους τους

καθρέφτες,τα παράθυρα είπε να μην ξανανοίξουν,δεν ήθελε να δει 

κανέναν,πέρασαν δέκα μέρες,αδυνατισμένη,αμίλητη,,είδε τα παιδιά της,

την Χρυσοθεμη,την Ηλέκτρα,τον Ορέστη,-λειπει η Ιφιγένεια μου,

τους είπε,ακούτε λείπει η Ιφιγένεια μου,ούρλιαξε,ο μικρός Ορέστης

τρόμαξε από τη φωνή κι έβαλε τα κλάματα,-ελα εδώ,του είπε η Ηλέκτρα,

δεν την αντέχω,πήρε το παιδί κι έφυγε,η Χρυσοθεμη έτρεμε,

-τι θα κάνουμε μάνα,μόνες μας,εκείνη την κοίταξε στα μάτια,-ειμαι

αποφασισμένη,θα'ρθει η ώρα να γίνει,το βράδυ κάλεσε τον Αίγισθο 

στη κρεβατοκάμαρα της,κλείδωσε τη πόρτα,-φοβαμαι τη μικρή

την Ηλέκτρα,με μισεί,του είπε,γδυθηκε,-τωρα αγκαλιασεμε,του είπε,

αυτο τόσα χρόνια περίμενες,σβήσε το φως,ξαπλώσανε στο κρεβάτι,

-οταν έρθει η ώρα,του είπε το πρωί,θα κάνεις αυτό που θα σου πω,

τώρα φύγε,ξεκλείδωσε τη πόρτα,-προσεξε μην σε δει η Ηλέκτρα,

έμεινε στο μισοσκόταδο,ακίνητη,έκλεισε τα μάτια,άκουσε τη φωνή 

της Ιφιγένειας,-μανα,που είσαι;,έπειτα το κλάμα της,-μανα, γιατί είμαι 

μόνη;,ζαλίστηκε κι έπεσε στο πάτωμα,-τα ξέρω όλα,είδε το πρόσωπο 

της Ηλέκτρας,ακουμπούσε το δικό της,τα μάτια της άγρια,-κοιμηθηκες 

με κείνον,σε σιχαίνομαι,τον είδαμε με τον Ορέστη να βγαίνει απ' τη 

κρεβατοκάμαρα του πατέρα μας,τα μάτια της φωτιά,φίδι αν την 

τσιμπούσε θα την πονούσε λιγότερο,μαχαίρι αν την έσφαζε,-θα 

πληρώσεις γι'αυτό,είδε και το παιδί στη πόρτα,η Ηλέκτρα πήρε 

το παιδί κι έφυγε,δεν την ένοιαζε,ότι να γίνει,στην Αυλίδα χάθηκε 

η Ιφιγένεια,στις Μυκήνες ας χαθεί κι αυτή,πρώτα όμως εκείνος,

ο φονιάς του παιδιού της

.

.

.

My own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma of Mona Lisa Joconda

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis







Η Μόνα Λίζα Τζοκόντα

(Mona Lisa Joconda)

(Ιδιότροποι Έρωτες)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η γυναίκα έμοιαζε στην Μόνα Λίζα,της είπε:-ειστε όμοια η Μόνα Λίζα,

-δεν είμαι όμοια,είμαι η Μόνα Λίζα,απάντησε με χαμόγελο,-να θεωρήσω,

της είπε,το χαμόγελο σας αινιγματικό;,-ακριβως,απάντησε η Μόνα Λίζα,

έτσι άρχισε η γνωριμία τους,παντρεύτηκαν,την ζωγράφιζε συνέχεια,

έκανε μια έκθεση με τα έργα,μεγάλη επιτυχία,η γυναίκα του δεν θέλησε

να εμφανισθεί στην αίθουσα της έκθεσης,όλοι,επισκέπτες,αγοραστές,

κριτικοι είχαν την εντύπωση πως το πρότυπο,το μοντέλο του,ήταν

το πορτραίτο της Τζοκόντα του Λεονάρντο ντα Βίντσι,τον παραξενεψε

όμως που δεν έβλεπαν την γυναίκα του αφού την είχαν δει μαζί του,

σε κοινωνικές εκδηλώσεις,ούτε και οι κοινοί φίλοι που την ήξεραν

καλα,της το είπε,εκείνη φάνηκε να στεναχωρήθηκε,-ισως πιστεύουν,

νομίζουν,την καθησύχασε,πως καμιά γυναίκα δεν μπορεί να μοιάζει 

στη Μόνα Λίζα,-μα εγώ,του είπε και η φωνή της έτρεμε,είμαι η Μόνα 

Λίζα,δεν είμαι άλλη,ξέρεις τι σημαίνει αυτό;

μετά από εκείνη τη μέρα η συμπεριφορά της άλλαξε,αμίλητη,σκεπτική,

κάτι σοβαρό την βασάνιζε,δεν δέχτηκε να πάει σε ψυχίατρο,τις νύχτες

έμενε άγρυπνη,κοιμόνταν τη μέρα σχεδόν όλη τη μερα,έτρωγε ελάχιστα,

αδυνάτισε,

πέρασαν τρεις μήνες,του ζήτησε να πάνε να φάνε έξω,εκεί του είπε:

-κοιταξε με,τώρα πια δεν είμαι η Μόνα Λίζα,πραγματικά είχε χαθεί

και η παραμικρή ομοιότητα,τίποτα δεν θυμιζε την Μόνα Λίζα,-ειμαι

μια άλλη γυναίκα,αυτή η γυναίκα που βλέπεις ακριβως αυτή τη στιγμή

μπροστά σου,κι αυτό δεν με φοβίζει,του είπε,εκείνος την αγκάλιασε,

-κι εγώ σ' αγαπώ,της είπε,μόνο το χαμόγελο της παρέμενε το ίδιο

αινιγματικό,ομοιο

.

.

.






Εικόνες της κρίσης της Κασσάνδρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(Αγαμεμνων Αισχύλου,στίχοι 1085-87,1090-92,1095-97,1100-04,

1107-11,1114-18,1125-29,1136-39,1146-49)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


έφτασαν σήμερα το μεσημέρι στις Μυκήνες,ζεστη,καύσωνας,τα

τζιτζίκια σε έκρηξη στα δέντρα,άκουγε τα λόγια της στον Αγαμέμνονα,

η γυναίκα που τιμάει τον άντρα της κι άλλον δεν βάζει στο κρεβατι

της,υποκρισία,πως δεν άντεχε να ακούει τα κακά νέα του πολέμου,

και τρελονταν μήπως εκεί σκοτώνονταν,τώρα ήρθε και τους 

περιμένουν ευτυχισμένες μέρες,τα αγαπημένα παιδιά τους,η Χρυσοθεμη,

ο Ορέστης,και η...,εκεί άλλαξε η φωνή της,..η Ηλέκτρα μας,το 'μας'

το τονισε με ένα παράξενο τρόπο,εκείνος την πίστεψε,γελούσε μάλιστα 

ικανοποιημένος,κι αυτή,την κοίταξε,αν και βαρβαρική είναι γερή

κοπέλα για δούλα μας,ένιωσε την ειρωνία,τη ζήλεια της να την

τρώει,ήρθε κι ο ξάδερφος ο Αίγισθος τον φίλησε σταυρωτά,φιλί

φιδιού,όλα τα έβλεπε καθαρά,τη νύχτα αφού τον ναρκωνε θα'βγαινε

στον κήπο να τον συναντήσει,στο σκοτάδι θα αγκαλιάζονταν,

και μετά εκείνος θα της έδινε το δίκτυ,με αυτό θα τον τύλιγε μέσα

στο λουτρό,σαν ψάρι,και με το μαχαίρι εκείνος θα τον έσφαζε,

έπειτα θα έρχονταν η σειρά της,της ήρθε στο νου η πόλη της,

ο πατέρας,η μάνα,τ'αδελφια,όλα κάηκαν,αφανίστηκαν,ζαλίστηκε

έπεσε στο χώμα,το κορμί της ταράζονταν,από το στόμα της έβγαζε

αφρούς,έσχιζε τα ρούχα της,μαζεύτηκαν γύρω της,αφήστε την,

φώναξε η Κλυταιμνήστρα,επιληπτικη είναι,θα της περάσει,

ο Αίγισθος κοιτούσε τα γυμνωμενα πόδια της,όταν ηρέμησε,μαξεψτε

την είπε η Κλυταιμνήστρα και κλειδώστε την στο δωμάτιο,

ξύπνησε μέσα στη νύχτα,σκοτάδι,ακουσε ένα τριζόνι στο δωμάτιο,

περασε ώρα,άπειρη ώρα,ξαφνικά μέσα στη νύχτα μια κραυγη,

το ουρλιαχτό ενός ζώου που το σφάζουν,έγινε,τελείωσε,άκουσε

το κλειδί στη πόρτα,μια σκιά στη πόρτα,την πλησίασε,άκουσε την

βαριά ανάσα,μην φοβασε,εγώ είμαι,ήταν ο Αίγισθος,την αρπαξε,

μου αρέσεις,της είπε,βρωμουσε κρασί,έβαλε το χέρι του δυνατά

πάνω στο στόμα της,μην φωνάξεις,δεν θα πετύχεις τίποτα,κανένας

δεν θα σε πιστέψει,μια πόρνη,μια αμοροζα,μια βάρβαρη ξένη,

τον έσπρωξε,με τα νύχια τον έσχισε,εκείνος ήταν πιο δυνατός,

ένοιωσε το σπέρμα του στον κόλπο της σαν δηλητήριο φιδιού,

όταν έφυγε ήταν μισολιποθυμη,σύρθηκε ως τη πόρτα,σηκώθηκε,

βρέθηκε σε ενα σκοτεινό δωμάτιο,σκόνταψε σε κάτι,είδε μια

πήλινη κούκλα σπασμένη,έπειτα βρέθηκε σε άλλο σκοτεινό δωμάτιο,

δεν έκλαιγε,μόνο κρύωνε πολυ,έπειτα σε άλλο σκοτεινό δωματιο,

ήξερε πως σε κάποιο θα την περίμεναν αυτοί δυο να την σκοτώσουν,

άκουγε τα γέλια τους,άνοιξε τη πόρτα και τους είδε,η Κλυταιμνήστρα

φορούσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα κι ο Αίγισθος ένα μαύρο κοστούμι,

την έπιασαν,την ακινητοποίησαν,τα χέρια τους στο λαιμό της,είδε τη 

λάμψη του μαχαιριού,έπειτα τίποτα,για πάντα τίποτα,

.

.


Το παραληρημα της Κασσάνδρας 

(Αγαμεμνων Αισχύλου)

μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Κασσάνδρα

Απολλονα προστάτη των δρόμων,

αφανιστη μου,που μ'εφερες;

σε ποιο σπιτι;


σπίτι μισητό στους θεούς,που πολλά ξέρει 

φονικά συγγενών,λαιμών θηλιές,

ανθρώπων σφαγείο,και χώμα μ'αιμα ραντισμενο


γιατί σ'αυτες εδώ τις μαρτυριες πιστεύω,

βρέφη που σφάζονται και κλαίνε,

και σάρκες ψημενες που ο πατέρας τις έχει φαγωμενες


αλιμονο,άραγε τι να σχεδιάζει;

ποια η νέα μεγάλη συμφορά;

το μεγάλο κακό που μεσα σ'αυτο σχεδιάζεται το σπίτι,

δυσβάσταχτο στους φίλους,αγιατρευτο,

και γλυτωμος δεν ειναι 


καταραμένη,τι πας να κάνεις;

τον άντρα του κρεβατιού σου 

που μέσα στο λουτρό καθαρίζεις,

πώς να πω το τέλος;

γιατί αυτό γρήγορα θα γινει,

να τεντώνει το'να χέρι

και τ'αλλο χέρι απλώνει 


τι'ναι αυτό που βλεπω;

όχι δίκτυ του Άδη,

αλλά η γυναίκα του δίκτυ παγίδα,

αυτή η αιτία του φόνου,

η αχόρταγη κατάρα ας ουρλιάξει

το θρήνο για τον άδοξο θανατο


και να,δες,δες,μακριά βαστα την αγελάδα

απ' τον ταύρο,στα ρούχα αρπάζοντας

μαχαίρι με λαβή μαυροκερατη τον χτυπα,

κι εκείνος πέφτει μέσα στα νερά,

της φονικής λεκάνης σας λέω τα συμβαντα


δυστυχία μου,κακοτυχια μου,

γιατί κι η δική μου συμφορά με πνίγει

γιατί εδώ πέρα τη δυστυχη μ'εφερες;

για τίποτα άλλο παρά να πεθάνουμε μαζί,

γιατί άλλο;


ω μοίρα της γλυκοφωνης αηδονας,

γιατι αυτη οι θεοί την φτερωσαν

και μια γλυκειά ζωή της έδωσαν 

χωρίς κλάματα,και σε μένα μένει

με δίκοπο μαχαιρι να με σχισουν

.

.

Κασσάνδρα 

 Ἄπολλον· Ἄπολλον· [ἀντ. β] 1085

ἀγυιᾶτ᾽, ἀπόλλων ἐμός.

ἆ ποῖ ποτ᾽ ἤγαγές με; πρὸς ποίαν στέγην;

 

μισόθεον μὲν οὖν· πολλὰ συνίστορα, [στρ. γ] 1090

αὐτόφονα, †κακὰ καρτάναι†

ἀνδρὸς σφαγεῖον καὶ πέδον ῥαντήριον.


μαρτυρίοισι γὰρ τοῖσδ᾽ ἐπιπείθομαι· [ἀντ. γ] 1095

κλαιόμενα τάδε βρέφη σφαγὰς

ὀπτάς τε σάρκας πρὸς πατρὸς βεβρωμένας


ἰὼ πόποι, τί ποτε μήδεται; [στρ. δ] 1100

τί τόδε νέον ἄχος μέγα;

μέγ᾽ ἐν δόμοισι τοῖσδε μήδεται κακόν,

ἄφερτον φίλοισιν, δυσίατον· ἀλκὰ δ᾽

ἑκὰς ἀποστατεῖ


ἰὼ τάλαινα, τόδε γὰρ τελεῖς; [ἀντ. δ]

τὸν ὁμοδέμνιον πόσιν

λουτροῖσι φαιδρύνασα—πῶς φράσω τέλος;

τάχος γὰρ τόδ᾽ ἔσται· προτείνει δὲ χεὶρ ἐκ 1110

χερὸς ὀρεγομένα.


ἒ ἔ, παπαῖ παπαῖ, τί τόδε φαίνεται; [στρ. ε]

ἦ δίκτυόν τί γ᾽ Ἅιδου.1115

ἀλλ᾽ ἄρκυς ἡ ξύνευνος, ἡ ξυναιτία

φόνου. στάσις δ᾽ ἀκόρετος γένει

κατολολυξάτω θύματος λευσίμου


ἆ ἆ, ἰδοὺ ἰδού· ἄπεχε τῆς βοὸς [ἀντ. ε] 1125

τὸν ταῦρον· ἐν πέπλοισιν

μελαγκέρῳ λαβοῦσα μηχανήματι

τύπτει· πίτνει δ᾽ ‹ἐν› ἐνύδρῳ τεύχει.

δολοφόνου λέβητος τύχαν σοι λέγω


ἰὼ ἰὼ ταλαίνας κακόποτμοι τύχαι· [στρ. ζ]1136

τὸ γὰρ ἐμὸν θροῶ πάθος ἐπεγχέασα.

ποῖ δή με δεῦρο τὴν τάλαιναν ἤγαγες;

οὐδέν ποτ᾽ εἰ μὴ ξυνθανουμένην. τί γάρ

 

ἰὼ ἰὼ λιγείας μόρον ἀηδόνος· [ἀντ. ζ]1146

πτεροφόρον γάρ οἱ περὶ δέμας βάλοντο

θεοὶ γλυκύν τ᾽ ἀγῶνα κλαυμάτων ἄτερ·

ἐμοὶ δὲ μίμνει σχισμὸς ἀμφήκει δορί.

.

.

,



The Cry(η Κραυγή)(1893) του Edvard Munch


(Ιστορίες του κ.Κ)

ο θάνατος του ανθρώπου

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ρώτησαν τον κ.Κ για τον θάνατο,τι είναι;

ο κ.Κ απάντησε:ο θάνατοςαυτος που ξέρουμε και εννοούμε,είναι κάτι 

το φυσικο,ο πραγματικός θάνατος όμως είναι αυτός που συμβαίνει 

στη ζωή ενός ανθρώπου,όταν έχουν σβηστεί όλες οι ανάμνησεις του 

σε αυτόν για κάποιον άλλον άνθρωπο,αλλά και στον άλλον άνθρωπο

για αυτόν,

τότε νιώθεις όπως ο άνθρωπος στη Κραυγή(The Cry)του Edvard Munch,

ένα αβάσταχτο ουρλιαχτό μέσα σου,και τότε είναι που πεθαίνει ένας 

άνθρωπος

.

.

.




Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

2 or 3 things of about her

-c.n.couvelis χ.ν.κουβελης


στο καφέ,μουσική Dave Brubeck Take Five, εσπρέσσο εγώ και καπουτσίνο η Α,


Α.λατρευω τη τζαζ,ειδικά το Take Five,


κοίταξε το ρολόι της


Α.ο χρόνος περνάει,ας μιλήσουμε,

χαμογέλασε,βέβαια όσο περισσότερο μιλάμε τόσο οι λέξεις χάνουν το νόημα τους,

ένα πινγκ-πονγκ ασυνεννοησίας,

θυμάμαι ένα φιλμ όπου η πρωταγωνιστρια βλέπει τον φίλο της στο βάθος να πέφτει 

στις ρόδες ενός αυτοκινήτου,έμεινε ακίνητη,'ετσι έγινε,αυτό έτσι το ειδα' ψιθυρισε,


Α.κανένας έρωτας δεν είναι αληθινός,και δεν πρέπει να είναι,

για τίποτα νομίζω δεν είμαστε υπεύθυνοι,αυτό δεν είναι μηδενιστικό,είναι η

 πραγματικότητα,προτιμώ την αυταπάτη της πραγματικότητας από την πραγματικοτητα,

σκεψου ένα νυχτερινό του Σοπέν,έχει σχέση με τη νύχτα; η' τη Γεωργία Σάνδη; η' τη

 μοναξιά του;

σηκώνω το χέρι μου,γι'αυτό μόνο είμαι σίγουρη,τηλεφωνώ,αυτό συμβαίνει,

καπνίζω,κλείνω τα μάτια μου,αυτό


-εισαι όμορφη,της είπα


Α.κατα κάποια έννοια το καθετί είναι όμορφο,

και οι πίνακες του Andy Warhol,και του Jackson Pollack,τα φιλμ του Bergaman,

του Godard,

είμαστε ελεύθεροι,αυτό είναι,η ζωή είναι ζωή,οκ.


έβγαλε από τη τσάντα της ένα βιβλίο,


Α.θα σου διαβάσω από τον Ulysses του Joyce, it's funny!


η αρχή:


Stately, plump Buck Mulligan came from the stairhead, bearing a bowl of lather on 

which a mirror and a razor lay crossed. A yellow dressinggown, ungirdled, was 

sustained gently behind him on the mild morning air. He held the bowl aloft and 

intoned:


—Introibo ad altare Dei.


το τελος:


and I thought well as well him as another and then I asked him with my eyes to ask 

again yes and then he asked me would I yes to say yes my mountain flower and first 

I put my arms around him yes and drew him down to me so he could feel my breasts 

all perfume yes and his heart was going like mad and yes I said yes I will Yes.


και ενδιάμεσα μια μέρα,ένας λαβύρινθος,


με κοίταξε,


Α.γιατι πρέπει να μιλάμε;έτσι και όχι αλλιώς;τι μας συνδέει;γιατί δεν προτιμάμαι 

τη σιωπή;τα συναίσθηματα είναι λαβύρινθος,και η γλώσσα χάνεται,αδύνατη,

ατελης έκφραση,


με κοίταξε:

Α.σ'αγαπω


με κοίταξε:

Α.σε μισώ


με κοίταξε:

Α.αδιαφορω


στη μουσική η Billie Holiday A strange Fruit


Α.ξαφνικα δεν ξέρω τι να πω,


Α.ένας άνθρωπος κρεμασμένος σε ένα δέντρο,εσύ,σκοτεινή νύχτα,απέραντη ερημιά,


(σιωπή)

από τότε ζω στην μοναξιά,


(σιωπή)

στον καθρέφτη το αδειο δωμάτιο


(σιωπή)

-ποιος είναι εκεί μέσα;


Α.δεν μπορείς να διαχωρίσεις τίποτα από τις λεξεις


έξω νύχτωσε,η φωτισμένη πόλη στο κέντρο,


Α.ποσοι άνθρωποι στη πόλη αγνοούνται


ακουστηκε ενας δυνατός θόρυβος φρεναρίσματος


Α.ο φίλος μου στο φιλμ


Α.τι σκέφτεσαι;


-για να σκεφτουμε χρειαζόμαστε λέξεις,

απάντησα,αν ξαφνικά σταματούσα να μιλάω,τι θα συνέβαινε;


Α.εσυ δεν γνωρίζεις,εσύ δεν θα γνωρίσεις


τη νύχτα,στο hotel,διαμέρισμα 3,όροφος 7ος


Α.τι αγαπάς σε μένα;


-εσενα,ολόκληρη


Α.τι σου αρέσει σε μένα;


-τα πόδια σου


Α.γυμνά;


-γυμνά 


Α αυτό θέλω


ξαπλώνει στο κρεβάτι,

στο ημίφως,απλώνει τα χέρια


Α.αυτο θέλω,να σε προκαλώ

.

.

.


My own Empire of Hyperrealistic Photos-Enigma of Elektra

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis



Ηλέκτρα Σοφοκλη,στίχοι 92-106

(μετάφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


Η κρίση της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


.όλη τη νύχτα άκουγαν το μοιρολόγι της,


τὰ δὲ παννυχίδων κήδη στυγεραὶ 

ξυνίσασ᾽ εὐναὶ μογερῶν οἴκων,

ὅσα τὸν δύστηνον ἐμὸν θρηνῶ

πατέρ᾽, ὃν κατὰ μὲν βάρβαρον αἶαν 95

φοίνιος Ἄρης οὐκ ἐξένισεν,

μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὠ κοινολεχὴς

Αἴγισθος, ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι

σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.

κοὐδεὶς τούτων οἶκτος ἀπ᾽ ἄλλης 100

ἢ ᾽μοῦ φέρεται, σοῦ, πάτερ, οὕτως

αἰκῶς οἰκτρῶς τε θανόντος.

ἀλλ᾽ οὐ μὲν δὴ

λήξω θρήνων στυγερῶν τε γόων,

ἔστ᾽ ἂν παμφεγγεῖς ἄστρων105

ῥιπάς, λεύσσω δὲ τόδ᾽ ἦμαρ,


.μετά τη κριση άλλαξε τελείως,έκοψε συριζα τα μαλλια,

ντύθηκε στα μαύρα,γυρνουσε νύχτες στις ερημιές,

-είναι τρελή,λέγανε,θα κρεμαστεί σε δέντρο η' σε πηγάδι θα πεσει


.έπαψε να τρώει,δεν έπινε νερό,-θα πεθάνει,η δυστυχη,πόσο άλλο

θα αντέξει


.είδε το νερό στη λεκάνη,κοκκίνιζε,η μάνα της κι ο Αίγισθος γελαγαν,

-ειναι το αίμα του πατέρα μου,ούρλιαξε,τον σκοτώσατε,δολοφόνοι,

ξύπνησε,

είδε τις νοσοκόμες από πάνω της,μια με χοντρά γυαλιά της έκανε μια 

ενεση στο μπράτσο,

κοιμήθηκε


.ηταν μεσάνυχτα,άγρυπνη,ο μικρός Ορέστης στο διπλανό κρεβατι κοιμόνταν,

τον ξυπνησε-ελα Ορέστη,μη μιλάς,μη μας ακούσουν,τον έπιασε από το χερι

βγήκαν έξω,είχε αστροφεγγια,εκεί πάνω στις πλάκες τήςβαυλής ήταν

δυο ξαπλωμένα σώματα,ακίνητα,-η μανα,είπε το παιδί,τι έπαθε;εκείνη

δεν είπε τιποτα,σήκωσε το φουστάνι της και κατούρησε πάνω στα νεκρά 

σώματα τους,-αθλια εζησαν,άθλια και στο θάνατο τους πρέπει,ειπε


.στο ψυχιατρειο,στο πρόγραμμα της αποθεραπείας των ασθενών,είχαν

συστήσει θεατρική ομάδα,εκείνη ζήτησε να συμμετάσχει απαγγέλλοντας 

από από την Ηλέκτρα του Σοφοκλή τους στίχους 92-106


.μέρα πολύ ζεστη,μεσημέρι,το πέτρινο θέατρο,όπως τα αρχαία ελληνικά,

αμφιθεατρικό,γεμάτο από τους τροφιμους και τους νοσηλευτές τού 

ψυχιατρειου,

βγήκε στη σκηνή,φορούσε μαύρο μακρύ φόρεμα,ακίνητη,αμίλητη έμεινε,

δεν ακούστηκε στον αέρα ο θρήνος της,οι θεατές μέσα τους βαθειά

άκουσαν το πικρό κλάμα της


οι άγρυπνες θλιβερές νύχτες στο άθλιο 

κρεβάτι τού καταραμένου σπιτιου ξέρουν

πόσο το δύστυχο μου πατέρα θρηνω,

τον πατέρα που σε βάρβαρη ξένη γη

ο φονιάς του πολέμου Άρης θανατωνοντας τον

δεν δέχτηκε,αλλά η μάνα μου με τον Αιγισθο

που μοιράζει το κρεβάτι,όπως δέντρο 

οι ξυλοκόποι το κεφάλι με φονικό πελεκι 

σχιζουν,και κανένας άλλος από μένα λύπη 

δεν ένιωσε,για σένα,πατέρα,που τόσο

σκληρα και οικτρά πέθανες,αλλά ποτέ 

δεν θα σταματήσω πικρα εγώ να μοιρολογω,

όσο ακόμα τ'αστρα λαμπυρίζουν κι όσο αυτη

εδώ τη μέρα αντικριζω

.

.

.



Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


(Ιστορίες του κ.Κ)

τα ψέματα

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ο κ.Κ τον τελευταίο καιρό είχε μια. ερωτική σχέση με μια γυναίκα

η οποία συνέχεια του έλεγε ψέματα.

όταν γύρισαν σπίτι μετά από μια θεατρική παράσταση που παρακολούθησαν 

εκείνη τον ρώτησε:

-γιατι μετά από τόσα ψεματα που σου είπα είσαι ακόμα μαζί μου;

-πρεπει κάποιος να σε ακούει,της απάντησε ο κ.Κ

.

.

.

 


(Ιστορίες του κ.Κ)

το τηλέφωνό

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


όταν χτυπούσε το τηλέφωνο του κ.Κ και ήταν από άτομο

που δεν συμπαθούσε ποτέ δεν σήκωνε το τηλέφωνο

κι όταν τον ρώτησαν γιατί το κάνει ο κ.Κ απάντησε:

-γιατι δεν θέλω να το συμπαθήσω

.

.

.

 


Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιστορίες του κ.Κ)

Η ομορφιά

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η γυναίκα που είχε σχέση ο κ.Κ ήταν πολυ ομορφη και μικρότερη

στην ηλικία,

ένας γνωστός του, αδιάκριτα,τον ρώτησε,πως κατάφερε μια τετοια

γυναίκα,

ο κ.Κ του απάντησε:

-απλα,έχω εμμονή με την ομορφιά

.

.

.















Τα 12 πορτραίτα της Mona Lisa Joconda

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


είχε σχεδιάσει την ιστορία του:ο ηρωας της ιστορίας έμπαινε στον λαβύρινθο,ο οποίος

 ήταν έλικας,σε φράκταλ διάσταση,κάθε σημείο του ήταν όμοιο,καταφερε να φτάσει στο

 κέντρο του και να επιστρεψει στην αρχή του με το πορτραίτο μια γυναίκας,με

 αινιγματικό χαμόγελο,πολλοί δεν τον πίστεψαν,τον θεώρησαν απατεώνα,πως λαβύρινθος

 δεν υπήρχε,ούτε έφτασε στο κέντρο του,ούτε εκεί υπήρχε κάποια γυναίκα που την

 ζωγράφισε,άλλοι θεώρησαν ότι λέει αλήθεια,πως βρήκε στο κέντρο μια γυναίκα,

η ιστορία του ήταν ακόμα ατελής,θα την επεξεργάζονταν,έπρεπε να είναι λογικοφανης,

είχε περάσει η νύχτα,κοιμήθηκε,

το πρωί τον ξύπνησε το τηλέφωνο,ήταν ένας γνωστός του αντικερ,αλλά και

 παραχαράκτης, έργων τέχνης,του είπε, παίρνοντας αυστηρες προφυλάξεις,να τον

 επισκεπτει οπωσδήποτε όσο γρηγοτερα γινεται,

σε μια ώρα ήταν εκεί,ο έμπορος ήταν πολύ σοβαρός,ξεκλείδωσε και άνοιξε μια

 πόρτα,μπήκαν σε μια αίθουσα γεμάτη με  έργα τέχνης,έπειτα σε άλλη,και σε αλλη,είχε

 ζαλιστεί,στην έκτη η' έβδομη εκεί είδε μια γυναίκα,ο αντικερ τον σύστησε στην κυρια,

γνωστή ηθοποιος,η γυναίκα του είπε πως κάποιος την πλησίασε στο καμαρίνι της και της

 είπε πως έχει στη κατοχή του 12  αυθεντικούς πίνακες της Τζοκόντας,εκείνη δεν ήθελε να

 έχει δοσοληψίες με κλέφτη και του είπε να φύγει,πριν καλέσει την αστυνομία,εκείνος

 επέμενε,της είπε πως ο λόγος που απευθύνθηκε σε αυτή ειναι γιατί έχει τρομερή

 ομοιότητα με Τζοκόντα,πραγματικά,την κοίταξε,είχε καταπληκτική ομοιότητα,η τιμή για

 τα πορτραίτα που μου ζήτησε,συνέχισε η γυναίκα,δεν ήταν αρκετά μεγάλη,ο άνθρωπος

 της είπε πως είναι κληρονόμος των έργων και όχι κάποιος κλέφτης,κι όταν τον ρώτησε

 πως ξέρει πως είναι έργα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι,απάντησε πως δεν θα της

 αποκαλύψει τη πηγή του,αποφάσισε να αγοράσει τους πίνακες,ζήτησε να τους δει,την

 άλλη μέρα,νυχτωνοντας,πήγε με το αμάξι της στο ερημικό μέρος που είχαν

 συμφωνήσει,τους είδε,12 πίνακες πορτραίτα της Μόνα Λίζα,του έδωσε το ποσό και ο

 άνθρωπος εξαφανίστηκε, γύρισε σπίτι της,όμως μετάνιωσε και ήθελε να απαλλαχθεί από

τους πίνακες,της θύμιζαν μια πολύ άσχημη ψυχολογικά περίοδο της ζωής της,ο πρώτος

 σύζυγος της,εκμυστηρεύθηκε,ήταν ζωγράφος,και την έβαζε να ποζαρει,όλα τα πορτραίτα

 της ήταν όμοια με την Τζοκόντα του  Ντα Βίντσι,και είναι αυτά που της πούλησε ο

 άνθρωπος,τα αναγνώρισε,

ο άντρας της σχεδιαζε να τα παρουσιάσει σε έκθεση,όμως στη σχέση τους είχαν.προκυψει 

 σοβαρά προβλήματα,και όταν χώρισαν εκείνος πήρε και τα πορτραίτα μαζί του,μια μέρα

 που έλειπε εκείνη από το σπίτι,από τον δικηγόρο της έμαθε πως έφυγε με άλλη γυναίκα

 για την Ιταλία,η' για την Γαλλία,άγνωστο,δεν είχε νέα του,εξαφανίστηκε,και τωρα της τον

 θύμισε ο άνθρωπος με τα πορτραίτα,

όσο είχε στο σπίτι της τα έργα ενιωθε αναστατωμενη,κι είχε τη νύχτα τον ίδιο

 εφιάλτη:ήταν κλεισμένη σε ένα άδειο ημιφωτισμενο δωμάτιο,καθισμένη σε μια

 καρεκλα,ούτε ηξερε πόσο χρόνο,και ξαφνικά άνοιγε η πόρτα και έμπαινε μέσα στο χώρο 

ο άντρας της,της έλεγε πως την έχει κλεισμένη σε λαβύρινθο,πως αν δεν καθίσει να την

 ζωγραφίσει,ποτέ δεν θα την βγάλει από αυτόν,

εκεί σε εκείνο το σημείο ξυπνούσε,

αποφασισε να απαλλαχτεί από τους πίνακες,έτσι ήρθε σε επαφή με τον κύριο,έδειξε τον

 αντικερ,και είναι εδώ,-κι εγώ με σας,του είπε εκείνος,

η τιμή πώλησης ήταν καλή,στη προώθηση του βιβλίου,σκέφτηκε,με τον λαβύρινθο θα

εμφάνιζε και τα έργα,σίγουρα θα συνεργουσαν στην επιτυχία του,

την άλλη μέρα πήγε στον αντικερ,η ηθοποιός έλειπε,και αγόρασε τα έργα,

ο αντικερ χαμογέλασε,αυθεντικά έργα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι,του είπε,

για αρκετό καιρό τα είχε κρυμμένα,κλειδωμένα σε ένα δωματιο,σπίτι του,άλλωστε το

 βιβλίο του,για διάφορους επαγγελματικούς λόγους, το παραμέλησε,όταν το

 ξανάρχισε,θυμηθηκε τους πίνακες,κι  έφερε στο σπίτι έναν ειδικό,αυθεντία,για να

εξετάσει την γνησιότητα των πορτραίτων,

εκείνος τα πήρε στο εργαστήριο του,σε τρεις μήνες του απαντησε:πως ναι,πραγματικά

 είναι γνησια έργα του Ντα Βίντσι,όλες οι συγκριτικές του μελέτες με τα έργα αυτό

 έδειξαν,επίσης με  υπεριώδεις ακτίνες ειδε την υπογραφή του Λεονάρντο Ντα Βίντσι 

σε όλα τα έργα,

όταν εκείνος του είπε πως η ηθοποιός,αυτή είναι το μοντέλο και είναι σύγχρονη,και δεν

 είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά,ο μελετητής χαμογέλασε,μην ξεχνάτε,του είπε,την

 ήξερε,πως μοιάζει καταπληκτικά με την Τζοκόντα,και κυρίως η ιστορία σας,αυτή που μου

 διηγηθηκατε,είναι ακριβώς ο εφιάλτης της,

παντως για να τελειώνουμε,αυτα είναι 12 έργα του Ντα Βίντσι,πορτραιτα της

Τζοκόντας,με μοντέλο,σταμάτησε και τον κοίταξε,την ηθοποιό, την πρώην γυναικα σου,

εκείνος δεν του είπε πως ποτέ δεν είχε φύγει για το εξωτερικό,πως  σκηνοθέτησε την

 εξαφάνιση του,αλλάζοντας το παρουσιαστικό του,και πως αυτός έδωσε,χωρίς

 αντίτιμο,τους πίνακες στον άνθρωπο,τον δήθεν κλέφτη,πληρώνοντας τον να πλησιασει 

 την πρώην γυναίκα και να τους πουλήσει σ'αυτη,

όταν έφυγε ο ειδικός τηλεφώνησε στον άνθρωπο του,πως μπορεί να έρθει να πάρει τους

πίνακες,και  εκτελέσει αυτό που συμφωνησαν

.

.

.


Mona Lisa Joconda Enigma of vast desert 
 -mise en scene χ.ν.κουβελης c.n.couvelis






Η Mona Lisa Joconda,Θηβαϊκή Σφιγγα στην ερημο

η Θηβαϊκή Σφιγγα στην έρημο

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


αιώνες στην απεραντη έρημο,δεν έχει μνήμη της αρχής,ο ήλιος τη μέρα κατακαίει,

η νύχτα παγώνει,αγνοεί τη μορφή έχει,καμια αντανάκλαση της να δείξει τι είναι,πως

 είναι,,ούτε σε άλλου μάτια να δει την αντίδραση του,τρόμο φόβο η' αν είναι όμορφη,

η' άσχημο πλάσμα,ο δυνατός αέρας μετακινεί  συνέχεια την άμμο και τη σωριαζει άλλου

και αλλού,είναι παράξενο που δεν την έχει σκεπασει,να μην μπορεί να αναπνεύσει να

πνιγει,τι τρομερή μοναξιά,τις νύχτες στις μεγάλες αγρυπνιες της ακούει ήχους,φωνές

ανθρώπων,καλπασμό αλόγων,τα βήματα ενός ανθρώπου που την πλησιάζει,γιατί δεν την

φτάνει;που χάνεται;αυτή τον περιμενει,αν και ξέρει πως αυτό θα είναι το τέλος της,πόσο

ποθεί να χαθεί,την ανυπαρξία,σταμάτησε να μετρά το χρόνο,κανένα παρελθόν κανενα

παρόν κανένα μέλλον,ποτέ δεν μίλησε,σε ποια γλώσσα;

όμως,έχει διαίσθηση,πως κάποια ερώτηση θα είναι η αιτία του θανάτου της,

πότε;σε ποιον θα μιλήσει;

απόψε η νύχτα είναι αλλιωτικη πολύ σκοτεινή,

ούτε αστέρια ούτε φεγγάρι,ούτε φυσάει,μια νεκρή  επιφανεια γύρω της,όταν ξημέρωσε

είδε έναν άνθρωπο μπροστά της,τον γνώρισε αμέσως,

αυτός είναι ο λυτρωτής της,το τέλος της αιωνιότητας της,άκουσε τη φωνή της,τι είναι

αυτό που ρωτούσε;,δεν ήξερε,

σαν άλλος με τη φωνή της να μιλούσε,ο άντρας απάντησε,άγνωστη η γλώσσα του,τι

είπε;όμως εκείνη ένιωσε χαρά,πρώτη φορά,θα τελείωνε επιτέλους η τρομερή αιωνιότητα

της,η απέραντη έρημος γύρω της θα εξαφανίζονταν μαζί της,είδε τον άνθρωπο να

απομακρύνεται,όταν χάθηκε από τα μάτια της δεν υπήρχε πια, ποτέ πια
.
.
.

 .

















(Εγκατασταση Installation)

Οι φωτογραφίσεις της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

(στίχοι από τις Χοηφόρες του Αισχύλου

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


σκοτάδι,

ακούγεται η φωνή της Ηλεκτρας


Ηλέκτρα 


λέγω καλοῦσα πατέρ᾽· Ἐποίκτιρόν τ᾽ ἐμέ,130

φίλον τ᾽ Ὀρέστην φῶς ἄναψον ἐν δόμοις.

πεπραμένοι γὰρ νῦν γέ πως ἀλώμεθα

πρὸς τῆς τεκούσης, ἄνδρα δ᾽ ἀντηλλάξατο

Αἴγισθον, ὅσπερ σοῦ φόνου μεταίτιος.

κἀγὼ μὲν ἀντίδουλος· ἐκ δὲ χρημάτων 135

φεύγων Ὀρέστης ἐστίν, οἱ δ᾽ ὑπερκόπως

ἐν τοῖσι σοῖς πόνοισι χλίουσιν μέγα


φωνάζω τον πατέρα,βοηθησε κι εμε

και τον αγαπημένο σου Ορέστη,

να σώσουμε το σπίτι,γιατί τώρα 

σαν πουλημένοι γυρίζουμε εξοριστοι

απ'αυτή που μας γέννησε,που τον άντρα της

με τον Αιγισθο ανταλλαξε,που'ναι στο φόνο σου

επαιτιος,κι εγώ'μαι δούλα,κι ο Ορέστης

απ' τη περιουσία του διωγμένος,ενώ εκείνοι 

ξεδιάντροπα με τα πλούτη σου γλεντοκοπουν


στον ημιφωτισμενο χώρο,η Ηλέκτρα όρθια ακίνητη,με μαύρο μακρύ

φόρεμα,

ακούγεται το κλικ μιας φωτογραφικής μηχανής,

ταυτόχρονα πίσω της σε μια οθόνη παρουσιάζεται η φωτογράφιση της,

αυτό επαναλαμβανεται


σκοτάδι,

ακουγεται η φωνή της Ηλεκτρας


Ηλεκτρα


 ἰὼ ἰὼ δαΐα [στρ. θ]

πάντολμε μᾶτερ, δαΐαις ἐν ἐκφοραῖς 430

ἄνευ πολιτᾶν ἄνακτ᾽,

ἄνευ δὲ πενθημάτων

ἔτλης ἀνοίμωκτον ἄνδρα θάψαι


δολοφονισσα,

αδιαντροπη μάνα,τον σφαγμένο του 

βασιλιά  ο λαος στη κηδεία του

δεν ακολουθησαι,

χωρίς να τον πενθησουν,σκληρα

τον άντρα σου αθρηνητο εθαψες


στην οθόνη πίσω,γράφεται:


Αστυνομικό ανακοινωθέν:

η Ηλέκτρα,του Αγαμεμνωνα και της Κλυταιμνήστρας,ετών 21 

με συνεργό τον αδελφό της Ορέστη,ετών 18,σήμερον,κατά

την μεσημβρινήν ώραν,διέπραξεν διπλό φόνο,σκότωσε τη μάνα της 

Κλυταιμνήστρα,ετών 45, μαχαιρωνοντας την στον στήθος και τον

συντροφο της Αίγισθο,ετών 40,μαχαιρωνοντας στον λαιμό,

η δραστης παρουσιάστηκε αυτοβούλως στο αστυνομικό 

τμήμα,ομολόγησε την αποτροπαια πράξη της,κρατήτε στο 

κρατητήριο,και αύριο στις 9 το πρωί θα παρουσιασθεί στον 

ανακριτή,

ο συνεργός της Ορέστης διέφυγε τη σύλληψη προς άγνωστη 

κατεύθυνση


στον ημιφωτισμενο χώρο,η Ηλέκτρα όρθια ακίνητη,με μαύρο μακρύ

φόρεμα,

ακούγεται το κλικ μιας φωτογραφικής μηχανής,

ταυτόχρονα πίσω της σε μια οθόνη παρουσιάζεται η φωτογράφιση της,

αυτό επαναλαμβανεται


σκοτάδι,

ακούγεται η φωνή της Ηλέκτρας και του Ορεστη


Ορέστης


μέμνησο λουτρῶν οἷς ἐνοσφίσθης, πάτερ.492


Ηλέκτρα 


μέμνησο δ᾽ ἀμφίβληστρον ὡς ἐκαίνισαν—


θυμήσου πατέρα τα λουτρά που σ'εσφαξαν


θυμήσου το δίχτυ που σε τυλιξαν


σκοτάδι,

ακούγεται η κραυγή μιας γυναίκας


στον ημιφωτισμενο χώρο,η Ηλέκτρα όρθια ακίνητη,με μαύρο μακρύ

φόρεμα,

ακούγεται το κλικ μιας φωτογραφικής μηχανής,

ταυτόχρονα πίσω της σε μια οθόνη παρουσιάζεται η φωτογράφιση της,

αυτό επαναλαμβανεται


εμφανίζονται,ένας ένας,διάφοροι άνθρωποι,άντρες και γυναίκες,

οι γυναίκες φορούν μαύρο φόρεμα,οι άντρες μαύρο κουστούμι,

στέκονται όρθια δίπλα στην Ηλέκτρα,

κάθε ένας λέει κάτι:


-η Ηλέκτρα από μικρή ήταν παράξενη,έσπαζε και ακρωτηρίαζε τις

κούκλες της,όταν μεγάλωσε νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρείο


-λενε πως έφηβη την βίασε ο Αίγισθος,όταν το είπε στη μάνα της,

εκείνη την κατηγορισε πως λέει ψέματα,γιατί την μισεί,πως

θέλει να την χωρίσει από τον Αίγισθο,να τον έχει δικό της


-εγω είμαι η αδελφή της η Χρυσοθεμη,ημαστε με τη Ηλεκτρα 

αντίθετοι χαρακτήρες,εγώ είμαι κοινωνικη,ενώ εκείνη όχι,

δεν είχε φίλους,εμένα μου άρεσε η διασκέδαση στα κλαμπ,

το φλερτ με νεαρούς,εκείνη όχι,ήταν σοβαρή,φοβόνταν την

ερωτική επαφή με άντρα,όμως την αγαπάω


-ειμαι η δασκάλα της στο πιάνο,μεγάλο ταλέντο,εξαιρετική δεξιοτέχνης,

λάτρευε τον Σοπέν,και τον Μπετόβεν,


-καθε βράδυ την άκουγα να παίζει τη Σονάτα του Σεληνόφωτος τού

Μπετόβεν,και μετά ένα νοτουρνο τού Σοπέν,


-οταν σκότωσαν τον πατέρα της,ούρλιαξε,εσύ τον σκότωσες,μάνα,με τον  

εραστή σου,και θα πληρώστε,χυμηξε πάνω της,την έπιασαν,την έκλεισαν 

τρεις μέρες


-παρουσιασαν το θάνατο του Αγαμέμνονα ως ατύχημα,μεθυσμένος μετά από γλέντι 

με την Κασσάνδρα μπήκε στο μπάνιο,γλυστρησε στο μάρμαρο,χτύπησε 

στο κεφάλι,έχασε τις αισθήσεις του,και πνίγηκε στο νερό


-η Ηλέκτρα μετά από αυτά τα γεγονότα ήταν αμίλητη,τις νύχτες περιπλανιονταν στις

ερημιες,την άκουγαν να μιλάει δυνατά,ακατανόητα λόγια,να κλαιει,να γελάει,

να ουρλιάζει,


στον ημιφωτισμενο χώρο,η Ηλέκτρα όρθια ακίνητη,με μαύρο μακρύ

φόρεμα,

ακούγεται το κλικ μιας φωτογραφικής μηχανής,

ταυτόχρονα πίσω της σε μια οθόνη παρουσιάζεται η φωτογράφιση της,

αυτό επαναλαμβανεται


σκοτάδι,

ακούγεται η φωνή της Ηλεκτρας


μέμνησο λουτρῶν οἷς ἐνοσφίσθης, πάτερ.492


μέμνησο δ᾽ ἀμφίβληστρον ὡς ἐκαίνισαν


σκοτάδι,

όλα τελειώνουν στο σκοτάδι

.

.

.











My own Empire of Hyperrealistic Paintings and Photos-Enigma of L.

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιότροποι έρωτες)

το διηγημα prenom L.

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


έκανε τη φωτογράφιση για ένα περιοδικό μόδας,εκεί την γνώρισε,ήταν μοντέλο,του έκανε

εντυπωση η ομορφιά της,κι εκείνη έδειξε αμέσως ενδιαφέρον,ερωτεύτηκαν και

παντρεύτηκαν,εκτός από μοντέλο εκείνη είχε κάνει σπουδές κλασικής μουσικής και

τραγουδιού,ήταν δεξιοτέχνης στο πιάνο και καταπληκτική σοπράνο,εκεινος άλλαξε

εντελώς τη ζωή του,αφιερωθηκε σε αυτήν,εκείνης της άρεσε αυτό,είχε σταματήσει τη 

μόδα,την ειχε κουράσει,ότι δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα,του είπε,δεν με

ενδιαφέρει,θέλω να ζήσω όχι να σπαταλήσω,

άρχισε να την φωτογραφίζει και να την ζωγραφίζει,εκείνη έβλεπε τα έργα και ήταν

 ενθουσιασμένη,

οι άνθρωποι υπάρχουν μέσα σε αυτές τις πραγματικοτητες,του είπε,είναι θαυμασιο,

όταν της είπε ότι σκέφτονταν να τα εκθεσει είδε το πρόσωπο της να σοβαρευει,

δεν απάντησε,τι έχεις;της είπε,

τίποτα,απάντησε εκείνη,μια μικρή ζαλάδα,

εκείνη τη νύχτα τον αγκάλιασε και του είπε,φοβάμαι,

η έκθεση έγινε,τεράστια επιτυχία,όλα τα έργα πουλήθηκαν,εκείνη δεν

την επισκέφτηκε,ενιωθε αδυναμία,ζαλίζονταν,ήταν ξαπλωμένη συνέχεια 

στο κρεβάτι,ελάχιστα έτρωγε,είχε αδυνατίσει,

όταν τελείωσε η έκθεση,εκείνη είχε αναρρωσει,όμως,εκεινος,κατάλαβε,

πως δεν ήταν όπως πριν,ήταν συνέχεια αφηρημένη,έβγαινε μόνη της

από το σπίτι,έρχονταν μετά από πολλές ώρες,εκείνος ανησυχούσε,

της είπε να επισκεφτούν ψυχολόγο,εκείνη αρνήθηκε,αυτό θα συμβεί,

του απάντησε,

σε λίγες μέρες είχε αλλάξει εντελώς,ένιωθε ότι ήταν μια άλλη γυναίκα,

μια ξένη,παρ'ολαυτα ήταν ερωτευμένος μαζί της,την ρώτησε αν υπάρχει

καποιος άλλος άντρας στη ζωή της,εκείνη του απάντησε αόριστα,κανένας

πια,του ερχονταν να τρελαβει,

εκείνη όλη τη νύχτα έμεινε ξάγρυπνη,

την άκουγε να αυτοσχεδιάζει στο πιάνο,οι ήχοι ήταν παράξενοι,

τη μέρα,κουρασμένη,κοιμόνταν πολλές ώρες,βαθειά,σχεδόν αναίσθητη,

εκείνος φοβονταν για κείνη,πως θα πέθαινε,θα την έχανε,

τώρα έλειπε όλη τη μέρα από το σπίτι και γυρνούσε αργά τη νύχτα,

ξάπλωνε στο κρεβάτι,μέσα στο σκοτάδι άκουγε την αναπνοή της,και

μετά τίποτα,την έπιανε,ήταν παγωμένη,όπως νεκρή,εκείνη ξυπνούσε

και του ελεγε,πάντα το ίδιο,πάντα το ίδιο,

επειτα σταμάτησε να βγαίνει έξω,έγινε όπως πριν,επανήλθε η ομορφιά 

της,γελούσε,του έλεγε πόσο ευτυχισμένη ήταν μαζί του,πως δεν θα

τον αφήσει ποτέ,τον λάτρευε,

πέρασαν έτσι τρεις μήνες ευτυχίας,

μια μέρα,είχε νυχτώσει,όταν επέστρεψε από τη φωτογράφιση στο σπίτι,

εκείνη δεν ήταν στη πόρτα,όπως συνειθιζε,να τον προϋπαντήσει,την

φώναξε,δεν άκουσε απάντηση,πήγε στην κρεβατοκάμαρα μήπως κοιμόνταν,

δεν ήταν εκεί,

τότε πάνω στο κρεβάτι είδε ένα ανοικτό βιβλίο,το πήρε, Διηγήματα

του Edgar Allan Poe,

ανοιγμένο στη σελίδα με το διήγημα Ligeia,

διάβασε:


LIGEIA

And the will therein lieth, which dieth not. Who knoweth the mysteries of the

will, with its vigor? For God is but a great will pervading all things by nature of

its intentness. Man doth not yield himself to the angels, nor unto death utterly,

save only through the weakness of his feeble will.


Joseph Glanvill

I CANNOT, for my soul, remember how, when, or even precisely where, I first

became acquainted with the lady Ligeia. Long years have since elapsed, and my

memory is feeble through much suffering. Or, perhaps, I cannot now bring these

points to mind, because, in truth, the character of my beloved, her rare learning,

her singular yet placid cast of beauty, and the thrilling and enthralling eloquence

of her low musical language, made their way into my heart by paces so steadily

and stealthily progressive that they have been unnoticed and unknown.

...

...

...

And the cheeks-there were the roses as in her noon of life —yes, these

might indeed be the fair cheeks of the living Lady of Tremaine. And the chin,

with its dimples, as in health, might it not be hers? —but had she then grown

taller since her malady? What inexpressible madness seized me with that

thought? One bound, and I had reached her feet! Shrinking from my touch, she

let fall from her head, unloosened, the ghastly cerements which had confined it,

and there streamed forth, into the rushing atmosphere of the chamber, huge

masses of long and dishevelled hair; it was blacker than the raven wings of the

midnight! And now slowly opened the eyes of the figure which stood before me.

“Here then, at least,” I shrieked aloud, “can I never —can I never be mistaken —

these are the full, and the black, and the wild eyes —of my lost love —of the

lady —of the LADY LIGEIA.”


έκλεισε το βιβλίο,

της χαμένης μου αγάπης,ψιθύρισε,

.

.

.

 


Η μοναξιά του Μαθηματικού

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


από τα 60 του χρόνια άρχισαν τα συμπτώματα της αρρωστιας του,

ελλατωματικη μνήμη,μειωμένη αντίληψη,συγχιση λογικής,διαγνώστηκε 

να πάσχει από τη νοσο του Αλτσχάιμερ,

ήταν επιτυχημένος επιχειρηματίας,σταμάτησε την εργασία,

καμία θεραπεία δεν είχε αποτελέσματα,πολύ γρήγορα επιδεινώθηκε 

η κατάσταση του,η οικογένεια,η γυναίκα τα παιδιά ήταν πολύ

κοντά του,δεν τους γνώριζε πια,δεν μιλούσε,καμιά επαφή με το 

περιβαλλον,είχε νεκρωθεί εντελώς,

τον έβλεπαν να κάθεται ακίνητος στον καναπέ,να κοιμάται ώρες,

του είχαν βάλει νοσοκόμα να τον φροντιζει,

είχε φτάσει στα 65,

τότε τον είδαν να γράφει στον αέρα,σαν να υπήρχε ένα τετράδιο και

να έγραφε σε αυτό,πολλές ώρες,και την νύχτα ξύπναγε και συνέχιζε

να γράφει,

φαίνονταν να είναι σε ένταση,κάτι συνέβαινε,αλλά δεν μπορούσαν

να το μάθουν,ο γιατρός είπε,πως οι άνθρωποι που πάσχουν από

Αλτσχάιμερ μπορεί να ζουν άλλες ζωές,που ποτέ δεν θα εμφανισθουν,

στη επιφάνεια,θα μείνουν για πάντα άγνωστες,

στα  67 του χρόνια πέθανε,μέχρι τη τελευταία στιγμή έγραφε,

τυχαία,αργότερα μετά το θάνατο του,βρέθηκε στη βιβλιοθήκη 

ένα βιβλίο,με τίτλο ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΥ,με συγγραφέα

εκεινον,στην αρχική σελίδα έγραφε:

μέσα στη μοναξιά μου ανακάλυψα αυτα τα Μαθηματικά,

που έγραψα εδώ,

οι σελίδες του βιβλίου ήταν γεμάτες με μαθηματικά,σχήματα,σύμβολα,

ακατανόητα,

έδωσαν το βιβλίο σε μαθηματικούς καθηγητες του Πανεπιστημίου να 

το εξετάσουν,

εκείνοι μετά από τρεις μήνες σχολαστικη εργασία τους απάντησαν,πως 

είναι καταπληκτικα τα μαθηματικά που αποκαλύπτει ο συγγραφέας,

με τρομερή λογική συνεκτικότητα και συνεπεια,γραμμένο από μια 

μεγαλοφυια,και δεν θα ήταν καθόλου βλασφημία αν υποστήριζαν

αυτή του Θεού,

όμως,μετά την εξέταση του,όταν το ξανανοιξαν,στο βιβλίο δεν υπήρχε 

τίποτα,σαν να είχαν σβηστεί οι σελίδες του,ένα άγραφο βιβλίο,ότι

ήταν εκεί γραμμένο χάθηκε για πάντα,

όπως συμβαίνει σε μια μαύρη τρύπα,

τότε κατάλαβαν πως όταν εκείνος έγραφε στον αέρα,έγραφε στο

βιβλίο την μαθηματική θεωρία του,

στην αρρώστια του Αλτσχάιμερ,στη μαύρη τρύπα του Αλτσχάιμερ, από επιχειρηματίας

 που ήταν πριν ειχε μεταβληθεί σε ένα ευφυή Μαθηματικό,

που μέσα στην βαθειά μοναξιά τού Μαθηματικού ανακάλυπτε κι έγραφε 

το Βιβλίο του,

τα μαθηματικά του,

.

.

.


























My own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma of desert 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η ιστορία των πινάκων

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ο ζωγράφος τελείωσε τους πίνακες,τους είδε,θαυμάσιοι είπε,συμφώνησαν

στη τιμή αγοράς,ένα πολύ μεγάλο ποσό,

σε μια μεγάλη αίθουσα στο τεράστιο κτίριο που είχε  κτισει έβαλε  τους

πίνακες,

επικοινώνησε με 10 διάσημους συγγραφείς,με κάθε έναν ξεχωριστά,χωρίς 

να αναφέρει τους άλλους,

τους πρότεινε να δουν τους πίνακες,και να γράψουν μια ιστορία εμπνευσμενη

από αυτούς,

το ποσό που θα πληρωνονταν  ήταν δελεαστικο,αρκετά μεγάλο,με τηνσυμφωνία:

κανένας άλλος να μην μάθει γι'αυτό,

έδωσε στον καθένα ακριβείς φωτογραφίες των πινάκων,

κάθε συγγραφέας είχε στη διάθεσή του ένα μήνα για να γράψει την ιστορια,

και να του τη στειλουν υπογεγραμμένη,

όταν τελείωσε ο μήνας ο πολυεκατομμυριούχος έλαβε τους φακέλους με

τις 10 ιστορίες,

θα διάβαζε μια κάθε μέρα, ,

άνοιξε ένα φάκελο,50 σελίδες,και διάβασε την ιστορία,

ενθουσιάστηκε,ακριβώς όπως ήθελε,

την άλλη μέρα,άνοιξε άλλο φάκελο,ίδιος αριθμός σελίδων,50,και ακριβώς η

ίδια ιστορία

την επόμενη μέρα,ο φάκελος είχε 50 σελίδες,με την ίδια ακριβώς ιστορία

την τεταρτη μέρα ακριβώς η ίδια ιστορια

και η πέμπτη,και η έκτη,και η έβδομη,και η όγδοη,και η ένατη,και η δέκατη,

η ίδια ακριβώς ιστορία,

του φάνηκε πολύ παράξενο,αφού η πιθανότητα να συμβεί αυτό ήταν μηδενική,

δεν υπηρχε περίπτωση να είχαν συννενοηθει και οι δέκα,το απέκλεισε,αφού

είχε βάλει ανθρώπους επί 24 ώρες να τους παρακολουθούν,και όλες τις

επικοινωνίες τους με οποιοδηποτε μέσο,

αποφάσισε να τους συναντήσει και τους δέκα μαζί,

επικοινώνησε μαζί τους,όριστηκε το ραντεβού στην αίθουσα των πινάκων,

και να φέρει ο  κάθενας την πρωτότυπη ιστορία που εγραψε,

όταν συναντήθηκαν έδωσε στον καθένα την ιστορία που είχε στείλει και

να την συγκρίνει με την πρωτοτυπη που είχε γράψει,

όλοι οι συγγραφεις ένιωσαν έκπληξη,η ιστορία δεν ήταν αυτή που είχαν 

γράψει,

δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως αυτό έγινε,και ήθελαν να το διορθώσουν

αφήνοντας του τις ιστοριες που πραγματικά είχαν γράψει,

έφυγαν αφήνοντας τις ιστορίες τους,

διάβασε τις 10 ιστορίες,όλες ολοκληρωτικά διαφορετικές,και δεν είχαν καμία

σχέση με τις ίδιες 10 ιστορίες που είχαν σταλεί,

όμως καμία από τις 10 διαφορετικες ιστορίες δεν έφτανε σε τελειότητα και

έμπνευση με αυτή,την ίδια ιστορία,

επέστρεψε τις 10 διαφορετικες ιστορίες στον κάθε ένα συγγραφεα,

δεν του προξενούσαν κανένα ενδιαφέρον,μπορούσαν αν θέλουν να τις

εκδώσουν,με τον όρο να μην αναφέρουν την πηγή έμπνευσης και τι συνέβηκε,

για εκεινον αυτή η ίδια 10 φορές ιστορία ήταν το απόλυτα τέλειο,

κάθε μέρα κλείνονταν μέσα στην μεγάλη αίθουσα με τους πίνακες και τη

διάβαζε,οι πίνακες κάθε φορά τού φαίνονταν διαφορετικοί,

σταμάτησε να ασχολειται προσωπικα με τις επιχειρήσεις του,μεταφέροντας

τη διοίκηση και τη διαχειριση τους σε έμπιστους ανθρώπους του,

τον απορρόφησε κυριολεκτικά το πάθος του για την 10 φορές ίδια ιστορία

των πινακων,

κλεισμένος μέσα στη μεγάλη αιθουσα των πινακων να διαβάζει συνέχεια

την ίδια ιστορια,

βλέποντας διαφορετικά τους πινακες

,

.

.

 

Το κβαντικό φαινόμενο του φόνου

(Αφιερωμα στον Sherlock Holmes )

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis  


The quantum phenomenon of murder

 (Dedication to Sherlock Holmes)

 c.n. couvelis χ.ν.κουβελης 


πήγε στο διαμέρισμα που δολοφονήθηκε η νεαρή γυναίκα,25 χρ,πιανίστρια,ηθοποιός,

περιεργάστηκε το χώρο,

μετά από δύο μέρες του έφεραν στοιχεία,του θύματος, και του περιβάλλοντος της,

είχε μια διαίσθηση πως η υπόθεση ήταν πολύ δύσκολη,

όμως είχε μια αρχή:κανένα έγκλημα δεν είναι τέλειο,

υπάρχει ένα όριο λάθους,θυμήθηκε το χόμπι του της κβαντικής φυσικής,πέρα από το

 οποίο είναι αδύνατο να το ξεπεράσει  και να το μηδενίσει,

οι έρευνες που έκαναν δεν είχε κανένα αποτέλεσμα,

σκοτάδι στο σκοτάδι,του είπαν,

τη νύχτα πήγε σε ένα μπαρ,κάλεσε μια γυναίκα στο τραπέζι,φυσική ξανθια,όμορφη,όλο

 μιλούσε και γελούσε,

πάντα,κι αυτό αρχή του ήταν,μια ομορφη άγνωστη γυναίκα ενεργοποιεί τα φαια κυτταρα,

κοιμήθηκαν ξημερώνοντας σε ενα ξενοδοχειο,

βραδυαζοντας περιπλανήθηκε στους κεντρικούς δρόμους,

πρέπει να φανταστώ πως εγώ θα έκανα αυτο το έγκλημα,να ταυτιστώ με τον δολοφόνο,

αυτή είναι η αρχή της διδυμιας,πάλι η κβαντική φυσική:,δυο σωματίδια που στην αρχή

τους ήταν ενωμένα όταν διαχωριστούν όσο απομακρυσμένα να είναι ότι επηρεάζει το

ένα επηρεαζει και το άλλο,

αυτή η ενότητα  υπαρχει συνεχώς αδιαταρακτη:με αυτόν τον ντετέκτιβ και τον

δολοφονο,ο δολοφόνος και ο ντετέκτιβ που θα τον αποκαλύψει είναι αναγκαίες και

ικανές συνυπάρξεις,

σε ένα τοίχο διάβασε ένα γκράφιτι:ο δολοφόνος σου εισαι εσύ,

γέλασε,

όλα τα ανθρώπινα έχουν λογική επεξεργασία,πόσο μάλλον ο σχεδιασμένος να είναι

τέλειος φόνος,

η λογική του ντετεκτιβ πρέπει να διανύσει  συνεχώς διακλαδισμενες λογικες ακολουθιες, 

στο μπαρ βρήκε τη γυναίκα,αυτή τη φορα φορούσε μαύρη περούκα,

η ομορφιά,σκέφτηκε,είναι προσποιηση ομορφιάς,της το ειπε,εκείνη γέλασε με κοκεταρια,

η κοπέλα του είπε πως το χόμπι της είναι τα αστυνομικα μυθιστορήματα,και μάλιστα στη

τσάντα μου,του ειπε,εχω ένα,αν με δολοφονήσουν,γέλασε,

απο αυτό να βρουν το δολοφόνο μου,

-μου το δανείζεις να το διαβάσω; της ζήτησε ο ντετέκτιβ,

ευχαρίστως,απάντησε γυναίκα,

στο ξενοδοχείο η γυναικα του ψιθύρισε πως ήταν ερωτευμένη μαζί του,

εκεινος γελασε,το τέλειο ψέμα της γυναικας,είπε,

την άλλη μερα διάβασε το αστυνομικό μυθιστόρημα,

κοιμήθηκε,

ξύπνησε,έκανε μπάνιο και ξυρίστηκε,

πήρε το αυτοκίνητο και οδήγησε βγαίνοντας έξω από την πόλη,βγηκε εξω από το

 αυτοκίνητο και περπάτησε στην ερημιά,

-τελικα αυτό είναι το λάθος,που δεν μπόρεσε κβαντικά να περασει ο δολοφόνος,

χτύπησε το τηλεφωνο του τρεις φορές,ήταν η κοπέλα του μπαρ,δεν απάντησε,

αρχή του:η δέσμευση σε αποσταθεροποιει,

κοιμήθηκε νωρις σπίτι του,

την αλλη μερα πήγε στην διεύθυνση που κατεγραψε,σε μια περιοχή λαβυρινθωδη 

της πoλης,

ο λαβυρινθος ενα κβαντικο φαινόμενο-κατασκευασμα σύμφυσης,διδυμιας,της εισοδου-

αρχης του και της εξοδου-τελος του,

είδε το όνομα του συγγραφέα στην είσοδο της πολυκατοικίας,

ανέβηκε στον πέμπτο όροφο,του άνοιξε μια νεαρή κοπέλα,

ο συγγραφέας;ρωτησε,

είμαι η γραμματέας,του είπε,ο κύριος είναι στο γραφείο του,

τον οδήγησε στο γραφείο,ένας άντρας περίπου 45 χρ,

έβγαλε το βιβλίο το άφησε στο γραφείο μπροστα του,

ο συγγραφέας τον κοίταξε παράξενα,τι θελεται;

ο ντετέκτιβ χαμογέλασε,

αυτό,εκεί μέσα,είναι το τέλειο έγκλημα σας,

σας κατηγορώ για τη δολοφονια της πιανιστριας-ηθοποιου,


τη νύχτα στο μπαρ επέστρεψε το βιβλίο στη κοπέλα,

μην φοβάσαι,της είπε,χαμογελωντας αινιγματικά,η δολοφονία έχει γινει

.

.

.

The quantum phenomenon of murder

 (Dedication to Sherlock Holmes)

 c.n. couvelis χ.ν.κουβελης

 

he went to the apartment where the young woman was murdered, 25 years old, 

pianist, actress,

explored the space,

after two days they brought him evidence of the victim and her surroundings,

he had an intuition that the case was very difficult,

but he had a principle: no crime is perfect, there is a margin of error, he recalled from 

his hobby of quantum physics, beyond which it is impossible to cross it and zero it out,

the investigations they made had no results,

darkness in darkness, they told him,

at night he went to a bar, invited a woman to the table, natural blonde, beautiful, 

all talking and laughing,

always, and this was his principle, a beautiful unknown woman activates the gray cells,

 they slept at dawn in a hotel,

 in the evening he wandered the main streets,

 I have to imagine that I would commit this crime, to identify with the murderer,

 this is the principle of twinning, again quantum physics: two particles that were initially

 united when they are separated no matter how far apart they are that it affects one

 affects the other,

 this unity constantly exists undisturbed: with this detective and the murderer, the

 murderer and the detective who will uncover him are necessary and capable

 coexistences,

 on a wall he read a graffiti: your killer is you,

 laughed,

 all human things are rationally processed, let alone the planned perfect murder,

 the logic of the detective must continuously traverse branching logical sequences,

 at the bar he found the woman, this time she was wearing a black wig,

 beauty, he thought, is a pretense of beauty,

 he told her, she laughed coquettishly,

the girl told him that her hobby is detective novels, and in my bag, she told him, 

I have one, if they kill me, she laugh,from this to find my murderer,

 -can you lend it to me to read?  the detective asked her,

 welcome, woman answered,

 at the hotel the woman whispered that she was in love with him,

 he laughed, the woman's perfect lie, he said,

 the other day he read the crime novel,

 he slept

 he woke up, took a bath and shaved,

 he got the car and drove out of the city, got out of the car and walked into a

desertly area,

 - after all, this is the mistake that the killer could not overcome quantumly,

 rang his phone three times, it was the bar girl, he didn't answer,

 his principle of: commitment destabilizes you,

 he slept early at home,

 the other day he went to the address he wrote down, in a labyrinthine area of ​​the city,

 the labyrinth is  a quantum phenomenon-construction of symbiosis, binary, its entrance-

beginning and its exit-end,

 he saw the author's name at the entrance to the apartment building,

 he went up to the fifth floor, a young lady opened the door for him,

 the author? he asked,

 I am the secretary, she told him, the gentleman is in his office,

she led him to the office,

 a man about 45 years old,

 he took out the book and left it on the desk in front of him,

 the author looked at him strangely, what does you want?

 the detective smiled,

 this, in there, is your perfect crime,

 I accuse you of murdering the pianist-actress,


 at night in the bar he returned the book to the girl,

 don't be afraid, he told her, smiling enigmatically, the murder is done

 .

.

.

 

(Ιστορίες του κ.Κ)

-το ψέμα της λογοτεχνίας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ο κ. Κ στη διάλεξη του για το ψέμα είπε:


όλη η λογοτεχνια κι αυτή που έχει γραφτει στο παρελθον κι αυτή που γράφεται τώρα 

στο παρον κι αυτή που θα  γραφτει στο μέλλον  είναι ένα τεράστιο ψέμα,

προσποιηση του ψεύτικου σε αληθινό,

αν συνεχίστε να διαβάζεται λογοτεχνια και να γοητευεσται να ξερεται ότι διαβάζεται

ψέματα και γοητευεσται με ψέματα,

.

.

.


My own Empire of Hyperrealistic Paintings -Enigma-16-

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis













My own Empire of Hyperrealistic Paintings -Enigma-

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


 Ο Θησέας στο λαβύρινθο

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelid


η Αριάδνη ξενάγησε τον Αθηναίο  Θησέα στις πολεις της Κρήτης,

Φαιστό Κνωσο Γορτυνα,Ελεύθερνα, Φαλάσαρνα,δεν το έκρυβε πως ήταν ερωτευμένη 

μαζι του,κι εκείνον τον γοήτευσε η ομορφιά της,

κι ήθελε να γνωρίσει τον Δαίδαλο,τόσα διαδίδονταν γι'αυτον,τις ιδιοφυεις κατασκευές

 του,

τον έφερε σε επαφή με τον μεγαλοφυη αρχιτέκτονα,μηχανικό και εφευρετη,

ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση μετά το χαμό του Ίκαρου,

τίποτα πια δεν τον ενδιέφερε,-ματαιοτητα τα πάντα,του είπε,και πικρα

χαμογέλασε,επίσης είπε πως θα τον αρραβωνιαζε με την Αριάδνη,όμως

ο θάνατος,ο καταλύτης των πάντων,το ματαίωσε,

ο Θησέας του είπε πως στην Αθήνα κινδυνεύουν στο σπιτι,φοβάται 

εξέγερση,οι λαοπλανοι ξεσηκώνουν τον κόσμο,πρέπει το ταξίδι του

στη Κρήτη να είναι επιτυχημένο,να κάνει κάτι θεαματικό,

ο Δαίδαλος,τον κοίταξε,μοιάζεις του είπε με τον Ίκαρο μου,κι εκείνος

ήθελε να ξεπεράσει τα όρια του,να φτάσει τον ήλιο,δεν μ'ακουσε,ανεβηκε

να περάσει τον ήλιο σε ύψος,το κερί που ήταν κολλημένα τα φτερά του 

έλιωσε,κι έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε,στο Ικάριο πελαγο,

οι νέοι τόσο φιλόδοξοι και τόσο άμυαλοι είναι από τη φύση τους,

αν θέλεις κάτι να σου συμβεί ζήτησε από τον Μίνωα να μπεις στον

λαβύρινθο που του έκτισα για να κλείσει μέσα σ' αυτόν τον Μινώταυρο,

γιατί ήθελε να κρύψει τη ντροπή του,επειδή η γυναίκα του η Πασιφάη 

ερωτεύτηκε ένα ταύρο και έσμιξε μαζί του,εγώ,αφού με παρακάλεσε πολυ,

και την λυπήθηκα να υποφέρει τοσο,κατασκεύασα την ιδιαίτερη κατασκευη

να γίνει αυτό,μια πανομοιοτυπη αγελαδα να μπει μέσα, κι έτσι να ξεγελαστει 

ταυρος,κι ο καρπός αυτής της ενωσης ηταν ο Μινώταυρος,ένα πλάσμα με 

κεφάλι ταύρου και σώμα ανθρωπου,

τον λένε και Αστέριο,όμως θέλω να μου υποσχεθείς πως δεν θα κάνεις

κακό στο άτυχο πλάσμα,θα σου έχω ετοιμάσει ένα πανομοιότυπο προσομοιωμα του

 κεφαλιού του να το δείξεις όταν βγεις,πρόσεξε όμως,δεν θέλω

να έχεις ψευδαισθήσεις, ο λαβύρινθος είναι πολύπλοκος,μπορεί να μην βγεις ποτέ,

η Αριάδνη φοβήθηκε με αυτά που άκουσε,όχι,μην μπεις,φοβάμαι,θα

φύγουμε κρυφά,θα πάμε στη Νάξο,εκεί υπάρχουν άνθρωποι δικοί μου

που με αγαπούν,εκεί να ζήσουμε,

ο Θησέας δεν την άκουσε,μπήκε στο Λαβύρινθο,χάθηκε μέσα του,ποτέ

δεν βρήκε τον Μινώταυρο,

οι μέρες,οι μήνες περνούσαν,

η Αριάδνη τρελάθηκε,

ο Θησέας ποτε δεν θα έβγαινε από τον λαβύρινθο ,

ο Δαίδαλος τότε τη λυπήθηκε και κρυφά στο εργαστήριο του κατασκεύασε 

ένα ρομπότ πανομοιότυπο στα πάντα με τον Θησέα,σώμα πρόσωπο εκφραση

ομιλία,

και μια μέρα ο Θησέας βγήκε θριαμβευτής με το κεφάλι του Μινώταυρου

μέσα από τον λαβυρινθο,

πήρε στο ταξίδι του για την Αθήνα και την Αριάδνη,και την αδελφή της Φαίδρα,

ενδιάμεσα στο ταξίδι κατέβηκαν από το καράβι στη Νάξο,

από εκεί έφυγε κρυφά εγκαταλείποντας στο νησί την Αριάδνη,

η Φαίδρα είχε ερωτευτεί παράφορα τον Θησέα,κι επειδή γνώριζε τα βότανα,

από τη θεία της τη Κίρκη,αδελφή της μάνας της Πασιφάης,,τον πότιζε

με αυτά τα ερωτοβοτανα και του γύρισε το μυαλο,να μη θέλει την Αριάδνη,

τόσο πολύ συγχισμενος ήταν που δεν αλλαξε τα μαυρα πανια στο καράβι

τού  γυρισμού με τα άσπρα,

κι όταν είδε ο πατέρας του ο Αιγέας από το ακρωτηρι του Σουνίου να 

επιστρέφει το καραβι με μαύρα πανιά,πάει ο γιος μου,ούρλιαξε απελπισμενος,

κι έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε,στο Αιγαίο πέλαγο,

.

.

.

 




Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιότροποι έρωτες)

3 εκλεκτικές συμπτώσεις

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


3 γυναίκες,που κάθε μία αγνοούσε την ύπαρξη τής άλλης,και τις 

φωτογράφισα,μου διηγήθηκαν τη ζωη τους,

τις ηχογραφισα,

ήταν απίστευτο,μου την περιέγραψαν με τα ίδια λόγια,

δεν θα την δημοσιεύσω,

αλλά στη θέση τους θα επινοήσω 3 άλλες διαφορετικές:


1η γυναικα:

παντρευτηκα από έρωτα,ο άντρας μου ήταν επιχειρηματίας,είχα ένα

ανατομικό πρόβλημα στα γεννητικά μου όργανα και δεν είχαμε παιδιά,

του πρότεινα να χωρίσουμε,αρνήθηκε,

όμως εγώ ένιωθα άσχημα,άλλαξα,δεν τον αγαπούσα,υπέκυψα στο φλερτ

ενός άντρα,γίναμε εραστές,

έπειτα χωρισαμε,γνωρισα δεύτερο,έπειτα τρίτο,

έλεγα ψέματα,αυτό με έκανε να τον μισώ πιο πολύ,

τον εγκατέλειψα με έναν τέταρτο εραστή,

έμεινα μαζί του δύο χρόνια,

ζηλευει,με κακοποιει,με απειλει πως θα με σκοτώσει αν τον άφησω,


2η γυναικα:

δεν παντρεύτηκα από έρωτα,ο άντρας μου ειναι δικηγόρος,δεν ήθελα

να κάνω παιδιά μαζί του,με βόλευε οικονομικά και δεν ήθελα να

χωρίσω,

έμαθα,τυχαία,πως είχε ερωμένη,με πείραξε πολύ,ζήλεψα,

είδα φωτογραφίες τους,ήταν πολύ όμορφη,

μου ζήτησε να χωρίσουμε,αρνήθηκα,θα τρελαθώ αν με αφήσεις,του είπα,

μετά από ένα μήνα χώρισε με τη γυναίκα εκείνη,

τώρα τον σιχαινομουν,

δεν μιλαμε,έρχεται νύχτα σπιτι,εχει μου λεει πολύ δουλειά,

ξερω πως λεει ψέματα,γυρναει στα μπαρ,πίνει


3η γυναικα:

εχω εραστή,του είπα,

γέλασε,

έφυγε από το σπίτι,εξαφανίστηκε,δεν μπορουσα να τον βρω,

ζήτησα από τον εραστή να χωρίσουμε,

το δέχτηκε πολύ εύκολα,

χθες ο άντρας μου γύρισε,

χώρισα,μου είπε,είχα τρία χρόνια ερωμένη,με παράτησε για κάποιον

άλλον άντρα,

.

.

.




η Επίσκεψη του Paul Erdos και το θεώρημα του

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


χτύπησε το κουδούνι της πόρτας μου,άνοιξα,ένας άγνωστος άντρας,κοντός στο

 ανάστημα,με μυωπικα γυαλιά,κρατούσε μια βαλίτσα και μια σακούλα,

-εδω είμαι,μου είπε γελώντας,το μυαλό μου είναι ανοικτό,

-περαστε μέσα,του είπα,

πέρασε,κάθησε σε μια πολυθρόνα,

-να συστηθω,συνέχισε με το ίδιο ανάλαφρο τρόπο,είμαι ο Erdos number 0,

και φυσικά εσεις θα γίνεται ο Erdos number 1,

-καφε;του πρότεινα

-οπωσδηποτε,απάντησε σταυρώνοντας τα πόδια του και ανοίγοντας διαπλατα τα χέρια

 του,εγώ είμαι μια καφετερια που κάνει τον καφέ θεωρήματα,δεν θα χάσουν τα

 μαθηματικά μια μέρα,

-ζαχαρη; ρώτησα

-σκετος,για τα φαιά κύτταρα,απάντησε,

ήπιε από τον καφέ,

-μου αρέσουν,είπε,τα μαθηματικά,που λύνονται μέσα σε μια μέρα,αν χρειάζονται

 περισσότερο χρόνο δεν με ενδιαφέρουν αρκετά,

λοιπόν το πρόβλημα μας είναι αυτό:

ανάμεσα σε έναν αριθμό (n(και στον διπλάσιο του (2n) υπάρχει τουλάχιστον ένας πρώτος

 αριθμός,

-οπως,είπα,3 στο 2 και 4,5 στο 3 και 6,

-ακριβως,στοπ όμως,γιατί αν συνεχίσουμε έτσι,μου θα χρειαστουμε πάνω από ένα

 δισεκατομμύριο χρόνια  για να το αποδείξουμε,ακριβέστερα το άπειρο,

εγώ θέλω να το λύσουμε ακούγοντας την 9η Σύμφωνια του Μπετοβεν,στα 72 λεπτά που

 διαρκει,επιλέγω την 9η γιατί είναι όμορφη, όπως όμορφοι είναι οι αριθμοί,αν δεν ήταν

 ήταν,θα ήταν ένα τιποτα,

και κάτι άλλο,προτείνω,να  κάνουμε την απόδειξη με έναν αντισυμβατικό τρόπο,να

 συζητάμε,συμφωνείς;

συμφώνησα,

-αν ένα πρόβλημα μπορεί να λυθεί,τότε γιατί δεν θα λυθεί;δεν αρκεί να είναι κάποιος στο

 σωστό χρόνο  και μέρος,αλλά πρέπει επίσης να είναι και το σωστό άτομο,

θυμάσαι τον Αρχιμήδη,

δός μοι πᾷ στῶ καί τάν γᾶν κινήσω,

χτύπησε το τηλέφωνο μου,ήταν η Ελένη,

μετά από λίγο ήρθε,

-ο μαθηματικός Paul Erdos,η Ελένη,έκανα τις συστασεις,

-ομορφη,είπε,όπως τα Μαθηματικά,οι γυναίκες είναι η μουσική των ανδρών,και τα

 Μαθηματικα η  μουσική της λογικής,

η Ελένη γίνεται και αυτή Erdos number 1,

- η Ελένη,είπα,σπούδασε Μαθηματικά,και τώρα κανει διδακτορικο πάνω στο Βιβλίο 

του Paul Erdos,

ο Paul Erdos,γέλασε,

-ευχαριστώ πολυ,τιμή μου,

τότε αφού υπάρχει και τρίτος αριθμός Erdos να αποδειξουμε τώρα,ταυτόχρονα,και την

 Υπόθεση του  Riemann,

πως οι μη τετριμμένες ρίζες της συνάρτησης ζήτα του Ρίμαν, έχουν όλες πραγματικό

 μέρος 1/2,

αν είναι αληθής,τότε η απόδειξη θα είναι εύκολη,

-ομως είναι άλυτη πάνω από 150 χρόνια,είπε η Ελένη,

-ακριβως γι'αυτό ήρθε η ώρα να λυθει,τα μαθηματικά δεν είναι ένα θεαματικό

 άθλημα,πρεπει να βουτήξεις βαθειά και να βγεις λερωμένος,

έπειτα δεν χρειάζεται,με τον συμβατικό τροπο να αποδείξουμε το κάθε τι,μερικές φορές

είναι αρκετό να έχουμε την ενόραση της αποδειξης,

η 9η του Μπετόβεν ήταν στο χορωδιακό,Ode an die Freunde 

-μια fractal σύνθεση,από τα Μαθηματικά του Mandelbrot,ακούστε τις κλασματικές

 διαστάσεις των φωνών,ιδιοφυές,σχολίασε

έκλεισε τα μάτια,

-συνεχιστε τις αποδείξεις,

το συνεχές ταξίδι της ανακάλυψης,το Βιβλίο του SF(Supreme Fascist),του Θεού όπως τον

 ονομαζω χαριτολογωντας και όχι,είναι πλήρες τελειων αποδείξεων,αν και δεν πιστεύω

 στην ύπαρξη του,

όμως πιστεύω στην ύπαρξη του Βιβλίο,

είπε 

και συνέχισε,

-ο θεος αν υπάρχει μας δημιούργησε για να χαίρεται με τα βάσανα μας,γι'αυτό όσο

 γρηγοτερα πεθάνουμε τόσο γρηγορότερα θα ακυρώσουμε το σχέδιο του,

τα μαθηματικά είναι ό πιο σίγουρος δρόμος για την αθανασία,αν κάνεις μια μεγάλη

 ανακάλυψη στα μαθηματικά τοτε θα σε θυμούνται,ενώ οποιοσ δηποτε άλλος θα είναι

 ξεχασμένος,φαίνεται εγωιστικό,αλλά δεν είναι,σε ένα κόσμο που εξαθλιωνει τους

 ανθρώπους,απάνθρωπο,

αυτό πρέπει να τελειώσει,

άλλωστε θα υπαρχει άπειρος χρόνος να αναπαύεσαι στο τάφο σου,

κι αυτό σε μένα θα γίνει το 1996,η' έγινε το 1996,για να μιλήσουμε συμφωνα με τη θεωρία

σχετικότητας του Einstein Erdos number απροσδιόριστος,

-Ελένη,για να είμαστε ακριβής Ελένη Erdos number 1, απευθύνθηκε στην Ελενη,ας

 υποθέσουμε ένα σενάριο επιστημονικης φαντασίας,

όπου εξωγήινοι εισβάλουν στην γη και απειλούν να την καταστρεψουν μέσα σε ένα χρόνο

 εκτός αν οι άνθρωποι μπορέσουν να βρουν τον  Ramsey number για red 5  και blue 5,αν

 βάλουμε τα καλύτερα μυαλά και τα ταχύτερα κομπιουτερς να δουλέψουν μέσα σε ενα

 χρόνο υπάρχει πιθανότητα να τον βρουν,αν όμως ζητήσουν τον Ramsey number για red

 6 και blue 6,τότε θα έχουμε καμια τύχη,

ας λοιπόν τώρα,εμείς οι Erdos number 0,1,1 στο χρόνο,που απομενει να τελειώσει η

 9η,γιατί πάντα με ενδιαφέρει ο χρόνος της αποδειξης,να προσπαθήσουμε να βρούμε τον

 Ramsey number για red 6 και blue 6 και να σώσουμε την ανθρωπότητα,

(Ramsey's theorem states that there exists a least positive integer R(r, s) for which every

 blue-red edge colouring of the complete graph on R(r, s) vertices contains a blue clique

 on r vertices or a red clique on s vertices)

-δηλαδη,είπε η Ελένη,μπορεί,είναι πιθανόν,να τους απαντησουμε,αν 5 άτομα σε ένα πάρτι

 γνωρίζονται η' δεν γνωρίζονται και να σωθούμε,

ενώ αν μας ζητήσουν για 6 άτομα...

-τοτε,απάντησε χαμογελώντας ο Paul Erdos,αγαπητή μου Ελένη Erdos number 1,δεν μένει

 παρά να τους επιτεθουμε εμείς πρωτοι,

η μουσική τελείωσε,

-οι αποδειξεις μας επισης τελείωσαν,είπε ο Paul Erdos Erdos number 0,

μάζεψε τις σημειώσεις του,τις έβαλε στη σακούλα του,

σηκώθηκε από την πολυθρόνα,

-ευχαριστώ πολύ για την φιλοξενία,

τώρα,είπε,πρέπει να φύγω,με περιμένει ένα άλλο υποψήφιο Erdos number 1,εσείς από

 εδώ και πέρα θα δημιουργησεται τους διάφορους Erdos numbers,2,3,4,...,απόστασης από

τον Paul Erdos,που δεν συναντήθηκαν με τον Paul Erdos αλλά  συναντήθηκαν με εσάς

 που συναντηθήκατε με τον Paul Erdos,

ο κόσμος είναι γεμάτος μυστήρια,συνεχίστε να τα ξεδυαλυνεται,

ο σκοπός της ζωής είναι να υποθέτουμε και να αποδεικνυουμαι,

δεν υπάρχουν άσχημα πρόβλημα,αλλά άσχημες αποδείξεις,η γοητεία στα μαθηματικά

είναι η απλότητα τους,

πήρε τη βαλίτσα του και τη σακούλα του,

-η περιουσία είναι μια ενόχληση,είπε και χαμογέλασε αινιγματικά,

στη πόρτα μας είπε για τελευταία φορά,

-τώρα φεύγω,δεν θα είμαι εδώ,όμως το μυαλό μου ανοικτό

.

.

.







My own Empire of Hyperrealistic Paintings -Enigma

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


1+1 εικόνες

1-

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


1.η έρημος απέραντη γύρω του,ένας τεράστιος καθρέφτης μπροστά του,

και μέσα σ' αυτόν μια γυναίκα με μαύρο μακρύ φόρεμα έρχονταν από το βάθος 

του καθρέφτη προς το μέρος του,προχώρησε προς τον καθρέφτη,οσο προχωρούσε 

τόσο ο καθρέφτης με την γυναίκα απομακρύνονταν,

συνέχεια,ο χρόνος κυλούσε άπειρος,όπως η έρημος γύρω του απλώνονταν

άπειρη,κατάλαβε πως ποτέ δεν θα τον έφτανε,η γυναίκα πάντα από το βάθος

του καθρέφτη έρχονταν στο μέρος του,όμως συνέχιζε να προχωράει και

ποτέ να μην την συναντάει


2.καθονταν σε μια καρέκλα στο ημιφωτισμενο δωμάτιο,απέναντι του η

γυάλα με το ψαράκι φωσφωριζε,,ήταν σε υπερένταση,είχε μια προαισθηση 

πως κάτι θα συμβεί,πέρασε ώρα,έκλειναν τα μάτια του από την κούραση,τότε είδε 

το ψαράκι να πηδά απ' τη γυάλα,και να πέφτει στο δαπεδο,για λίγο να

σπαρταραει και μετά ακίνητο,ούρλιαξε,μια γυναίκα με μαύρο μακρύ

φόρεμα μπήκε μέσα στο δωμάτιο,προσπάθησε να της φωνάξει,δεν 

μπορουσε να βγάλει φωνή,είδε τη γυναίκα να σκύβει και να μαζεύει

το ψαράκι,κι έπειτα να το βάζει στο στόμα της και να το τρώει,τότε

είδε τη κοιλιά της να φουσκώνει,όπως έγκυας γυναίκας,και να κάθεται

κάτω στο δαπεδο με ανοικτά τα πόδια,σε λίγο άκουσε το κλάμα

του μωρού που γέννησε

.

.

.






My Own Empire of Hyperrealistic Paintings-Enigma 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


1+1 εικονες

-2-

-χ.ν.κουβελης

c.n.couvelis 


1.τον είδαμε να ξαπλώνει στο χώμα και να σταυρώνει τα χέρια του στο στήθος,

απορησαμε,τι θέλει να μας δείξει;τι σημαίνει αυτό;δεν ήμασταν συνειθισμενοι στα

παράξενα,τα ακατανόητα,τότε είδαμε ένα κίτρινο πουλί να κατεβαίνει και να κάθεται

πάνω στο πρόσωπο του,πλησιάσαμε κοντά,του έτρωγε τους βολβούς ματιών,εκείνος

 ακίνητος δεν αντιδρούσε,κάποιος φώναξε να το διώξει,μην το τρομαζεται,είπε,αυτή 

είναι η τροφή του,αιώνες με αυτή τρέφεται,θα σε τυφλώσει,του είπε ένας από μας,

πρώτα ήμουνα τυφλός,τώρα θα βλέπω καθαρά,είπε,απομακρυνθηται,αφήστε το στην

ησυχία του,εγώ εχω τη τροφή τα μάτια μου,

απομακρυνθηκαμε


2.σκοτεινη νύχτα,σε μια κλειστή στροφή,είδε μια μαύρη σκιά να πεφτει μπροστά 

στις ρόδες του αυτοκινήτου της,τρανταχτηκε,πάτησε φρένο,το αυτοκίνητο στριγγλισε 

και κάνοντας ένα  ζιγκ-ζακ ελιγμό βγήκε έξω από το δρόμο,εκεί ακινητοποιήθηκε στο

πλαι,

βγήκε εξω τρομαγμένη,είδε τον άνθρωπο ξαπλωμένο στην άσφαλτο,έτρεξε για

βοήθεια,είστε καλά;φώναξε,δεν πήρε απάντηση,ήταν πεσμένος μπρούμυτα,έσκυψε 

και με δυσκολία τον γύρισε,

τρόμαξε με το θέαμα,το πρόσωπο του δεν υπήρχε,ουτε ματια,μύτη,στομα,αυτιά,

πήρε αμέσως τηλέφωνο τις πρώτες βοήθειες,σε λίγο ήρθαν,τους είπε τι συνέβηκε,

την πήραν για ανάκριση,

μετά από τρεις ώρες της ανακοίνωσαν πως ο ιατροδικαστής από την εξέταση που 

έκανε στο θύμα του τροχαίου διαπίστωσε πως αυτός ο άνθρωπος ποτέ δεν είχε

προσωπο,

αφού δεν ευθυνονταν για το ατυχημα την άφησαν ελεύθερη

,

,

,

 


Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(a short movie)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


plan 1

τραβελινγκ στην άμμο

ήχος νοτουρνο Σοπέν


plan 2 

η γυναίκα γκρο πλάνο,φωνή άντρα off από αριστερα

From now on he had to face nothingness.

His defeat is complete.

σιωπη

βηματα

η φωνή του άντρα από δεξια


From now on he had to face nothingness.

His defeat is complete.


σιωπή


The words fell apart.

Impossible to assemble after that.


plan 3

η γυναίκα κάθεται σε μια καρέκλα με τα χέρια σταυρωμενα,

φοράει μακρύ μαύρο φόρεμα,σε ένα ημιφωτισμενο δωμάτιο,

από το παράθυρο η φωτεινη επιγραφή που αναβοσβυνει

αντανακλά πάνω στο σωμα της,

ακούγεται,μπροστά, μια πόρτα που ανοίγει κι έπειτα κλίνει

σιωπή

ακούγεται,στο βάθος, μια πόρτα που ανοίγει κι έπειτα κλίνει

σιωπη


plan 4

σκοτάδι

σιωπή

φωτογραφικό κλικ

η φωτογραφία της γυναικας

σκοτάδι 

σιωπη


plan 5

η φωτογραφία της γυναίκας

φωτογραφικό κλικ

φλου

η γυναίκα στη στάση της φωτογραφίας χαμογελαει

φωτογραφικό κλικ

το γέλιο της γυναικας

σκοταδι

η φωνή του άντρα off


His voice has no words.

He doesn't know any language


plan 6

η γυναίκα γκρο πλάνο,

ανοίγει το πλάνο,ημιφωτισμενο δωμάτιο,

στο πιάνο ένας άντρας με μαύρο κουστούμι κάθεται

στο πιανο και παίζει 

νοτουρνο τού Σοπεν

κλείνει το πλάνο

η γυναίκα γκρο πλάνο

φλου στο πρόσωπο της


plan 7

ακίνητο πλάνο στην άμμο

σιωπή

φλου


end

.

.

.




περίπου η Ingeborg Bachmann 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το τσιγάρο στα χείλη,βλέπει τη καφτρα του,ησυχία,τι περιμένει;

έξω από το δωμάτιο,ξαφνικά ακούγονται να παρελάσουν,τι θα

συμβεί;γιατί φοβάμαι;σηκώνεται ανοίγει το παράθυρο,βλέπει

τον πατέρα να χάνεται μέσα στο πλήθος που βροντονάζει,

τι λένε;μυρίζει κάτι καμένο,βλέπει το τσιγάρο της στο πάτωμα,

είχε πιάσει φωτιά το ξύλο και καίγονταν,τρόμαξε,το έσβησε

με γυμνό πέλμα,πόνεσε,ούρλιαξε,ξάπλωσε στο κρεβάτι,άναψε

ένα άλλο τσιγαρο,το τσιγάρο στα χείλη,βλέπει τη καφτρα του,

ότι,σκέφτεται,δεν μπορεί να εκφραστεί με λέξεις δεν υπάρχει,

όμως όλα αυτά πρέπει να εκφραστούν,μισώ και λατρευω αυτή

τη γλώσσα που μιλώ,η παρέλαση τελείωσε,ησυχία,μια γυναίκα

με μακρύ μαύρο φόρεμα μπαίνει στο δωμάτιο,της φωνάζει,

ποια είσαι;εκείνη δεν απαντάει,κάθεται σε μια καρέκλα,τη

κοιτάζει,κάτι της λέει,δεν ακούει,τι λες;φώναξε το δυνατά,

κλείνουν τα μάτια της,η μυρωδιά καμένου την ξυπνάει,βλέπει

τη γυναίκα στη καρέκλα να καίγεται,τώρα καταλαβαίνει,

αυτή είμαι εγώ,το αναμενο τσιγάρο στο σεντόνι του κρεβατιού,

τόσες γυναίκες πριν από μένα,απάτη εγκατάλειψη,απογοητευση,







über Ingeborg Bachmann
- c.n. couvelis χ.ν.κουβελης

 die Zigarette auf ihren Lippen,
 Sie sieht die Zigarettenkippe,
 Ruhe, 
worauf wartest du noch?
 Außerhalb des Zimmers Sie hört  plötzlich Menge zu marschieren,
 Was wird passieren? Warum habe ich Angst?
 Sie steht auf und öffnet das Fenster,
 Sie sieht wie der Vater in der fanatischen Menge der laut schreit
zu verschwindet,
 was sagen Sie?
 Sie riecht etwas Verbranntes
 Sie sieht ihre Zigarette auf dem Boden,
 das Holz hatte Feuer gefangen und brannte,
 Sie bekam Angst
 Sie drückte mit ihrer nackten Sohle die Zigarette aus,
 Sie tat weh, Sie schrie,
 Sie lag auf dem Bett, sie zündete sich eine weitere Zigarette an,
 die Zigarette auf ihren Lippen, Sie sieht die Zigarettenkippe,
 das, denkt Sie, das nicht in Worte gefasst werden kann, existiert nicht,
 aber das alles muss zum Ausdruck gebracht werden,
 Ich hasse und liebe meine Sprache, die ich spreche
 Die Parade ist vorbei, 
 Ruhe
 eine Frau in einem langen schwarzen Kleid betritt den Raum,
 Sie schreit ihr zu,
 Welche bist du;
 Sie antwortet nicht
 die Frau sitzt auf einem Stuhl,
 Sie sieht Sie an
 Sie Frau sagt etwas zu ihr,
 Sie hört nicht zu
 Was sagst du? Schrei es laut
 Sie schließe ihre Augen
 der brennende Geruch weckt Sie,
 Sie sieht die Frau auf dem Stuhl brennen,
 jetzt Sie versteht 
 Das bin ich,
 die Zigarette brennt auf dem Bettlaken,
 so viele Frauen vor mir
 Betrug, Verlassenheit, Enttäuschung,
.
.
,


















Some Photos about her

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


οι γείτονες στον όροφο ανοησυχησαν με τη μυρωδιά καπνού

που έβγαινε από το διαμέρισμα της γυναίκας,

χτύπησαν την πόρτα της,

φωναξαν,δεν πήραν απάντηση,

η πορτα ήταν κλειδωμενη,

κάλεσαν την αστυνομία,

εκείνοι έσπασαν τη πόρτα και βρήκαν τη γυναίκα μέσα στους καπνούς 

αναίσθητη στο πάτωμα,το κρεβάτι της είχε πιάσει φωτιά,παντού 

στο πάτωμα τσιγάρα,

κάλεσαν αμεσως ασθενοφόρο,

πήραν την γυναίκα,

έβαλε φωτιά να καει,είπε ο αστυνομικος,δεν φαίνεται για ατύχημα

και ρώτησε τους ενοικους της πολυκατοικίας αν ήξεραν η' είχαν 

αντιληφθεί κάτι παράξενο στη συμπεριφορά της γυναίκας,

για την γυναίκα δεν ήξερε κανενας τίποτα,άγνωστη,

πριν ένα μήνα είχε ενοικιασει το διαμέρισμα,

η γυναικά αφού συνήλθε στο νοσοκομείο,δεν μιλούσε,

στην ψυχιατρική κλινική που την μετέφεραν έπαθε κρίση,

μετά από δύο μήνες βγήκε από το ψυχιατρείο

δεν θυμόνταν τίποτα από αυτό που είχε συμβεί,δεν είχε καμια

εικόνα του,

στο διαμέρισμα εκείνο δεν ξαναπηγε

.

.

.



Adam and Eve 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Το προπατορικό αμάρτημα 

Γέννησης,3,Παλαιά Διαθήκη

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


2,25    

καὶ ἦσαν οἱ δύο γυμνοί, ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ, καὶ οὐκ ᾐσχύνοντο

και ήσαν οι δυο γυμνοί,και ο Αδάμ και η γυναίκα του,και δεν ντρέπονταν


3.1

 Ὁ δὲ ὄφις ἦν φρονιμώτατος πάντων τῶν θηρίων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς, ὧν 

ἐποίησε Κύριος ὁ Θεός. καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί· τί ὅτι εἶπεν ὁ Θεός, 

οὐ μὴ φάγητε ἀπὸ παντὸς ξύλου τοῦ παραδείσου;


ο οφις ήταν το πιο πανούργο απ'ολα τα θηρία πάνω στη γη,που ο Κύριος

ο Θεός εδημιουργησε,και είπε ο οφις στη γυναικα,γιατί είπε ο Θεός,

να μην φάτε καρπό από κανένα δέντρου του παραδεισου;


3,2             

καὶ εἶπεν ἡ γυνὴ τῷ ὄφει· ἀπὸ καρποῦ τοῦ ξύλου τοῦ παραδείσου φαγούμεθα,

3,3             

ἀπὸ δὲ τοῦ καρποῦ τοῦ ξύλου, ὅ ἐστιν ἐν μέσῳ τοῦ παραδείσου, εἶπεν 

ὁ Θεός, οὐ φάγεσθε ἀπ᾿ αὐτοῦ, οὐ δὲ μὴ ἅψησθε αὐτοῦ, ἵνα μὴ ἀποθάνητε.


και είπε η γυναίκα στον όφι,απ'τον καρπό δέντρου του παραδεισου μπορουμε 

να φαμε,

όμως απ' τον καρπό του δέντρου,που είναι στη μέση του παραδείσου,είπε

ο Θεός,δεν θα φάτε απ'αυτο,ούτε θα το αγγιξετε,για να μην πεθανετε


3,4             

καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί· οὐ θανάτῳ ἀποθανεῖσθε·

3,5        

ᾔδει γὰρ ὁ Θεός, ὅτι ᾗ ἂν ἡμέρᾳ φάγητε ἀπ᾿ αὐτοῦ, διανοιχθήσονται ὑμῶν 

οἱ ὀφθαλμοὶ καὶ ἔσεσθε ὡς θεοί, γινώσκοντες καλὸν καὶ πονηρόν.


και είπε ο οφις στη γυναικα,όχι με θάνατο δεν θα πεθανεται 

γιατί ο Θεός γνώριζε,ότι αν μια μέρα φάτε απ'αυτο, θ'ανοιχτουν τα μάτια

σας και θα είστε ως θεοί,που θα γνωρίζεται το καλό και πονηρο


3.6

καὶ εἶδεν ἡ γυνή, ὅτι καλὸν τὸ ξύλον εἰς βρῶσιν καὶ ὅτι ἀρεστὸν τοῖς 

ὀφθαλμοῖς ἰδεῖν καὶ ὡραῖόν ἐστι τοῦ κατανοῆσαι, καὶ λαβοῦσα ἀπὸ τοῦ 

καρποῦ αὐτοῦ ἔφαγε· καὶ ἔδωκε καὶ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς μετ᾿ αὐτῆς, καὶ 

ἔφαγον.


και είδε η γυναίκα,ότι το καλό το δέντρο για να φαγωθεί και ευχαριστο 

στα ματια να βλέπεις και ωραίο είναι σκέφτηκε,κι αφού πήρε απ'τον καρπό 

του έφαγε,και έδωσε και στον αντρα της μαζί και εφαγαν


3,7             

καὶ διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοὶ τῶν δύο, καὶ ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἦσαν, καὶ ἔῤῥαψαν 

φύλλα συκῆς καὶ ἐποίησαν ἑαυτοῖς περιζώματα.


κι άνοιξαν τα μάτια και των δύο,και κατάλαβαν ότι γυμνοί ήταν,κι ερραψαν

φύλλα συκής και έκαναν καλύμματα να ζωθουν μπροστά 


3,8

Καὶ ἤκουσαν τῆς φωνῆς Κυρίου τοῦ Θεοῦ περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ τὸ δειλινόν, 

καὶ ἐκρύβησαν ὅ τε Ἀδὰμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ ἀπὸ προσώπου Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ 

τοῦ ξύλου τοῦ παραδείσου.


κι άκουσαν τη φωνή του Θεού καθώς περπατούσαν μέσα στον παράδεισο

το δειλινο,και κρύφτηκαν και ο Αδάμ και η γυναίκα απ'τον πρόσωπο

του Θεού μέσα στα δέντρα του παραδεισου


3,9             

καὶ ἐκάλεσε Κύριος ὁ Θεὸς τὸν Ἀδὰμ καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ἀδάμ, ποῦ εἶ;

3,10          

καὶ εἶπεν αὐτῷ· τῆς φωνῆς σου ἤκουσα περιπατοῦντος ἐν τῷ παραδείσῳ καὶ ἐφοβήθην, 

ὅτι γυμνός εἰμι, καὶ ἐκρύβην


και κάλεσε ο Κύριος ο Θεός τον Αδάμ και είπε σ' αυτόν,Αδάμ που είσαι;

και είπε σ' αυτόν,τη φωνή σου άκουσα ενώ περπατούσα στο παράδεισο

και φοβήθηκα,γιατί γυμνός είμαι,και κρυφτηκα


3,11          

καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ Θεός· τίς ἀνήγγειλέ σοι ὅτι γυμνὸς εἶ, εἰ μὴ ἀπὸ τοῦ ξύλου, 

οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἀπ᾿ αὐτοῦ ἔφαγες;


και είπε σ' αυτόν ο Θεός,ποιος σου είπε ότι γυμνός είσαι,εκτός αν απ'το 

δέντρο,που σου παρηγγειλα απ'αυτο μονο να μην φας,απ'αυτο έφαγες;


3,12          

καὶ εἶπεν ὁ Ἀδάμ· ἡ γυνή, ἣν ἔδωκας μετ᾿ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπὸ τοῦ 

ξύλου, καὶ ἔφαγον.

3,13          

καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῇ γυναικί· τί τοῦτο ἐποίησας; καὶ εἶπεν ἡ γυνή· 

ὁ ὄφις ἠπάτησέ με, καὶ ἔφαγον


και είπε ο Αδάμ,η γυναίκα,αυτή που μου'δωκες να'ναι μαζί μου,αυτή 

μου'δωκε απ'το δέντρο,κι εφαγα

και είπε ο Κύριος ο Θεός στη γυναίκα,γιατί εκανες αυτό; και είπε

η γυναίκα,ο οφις με ξεγέλασε,κι εφαγα,


3,14           

καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῷ ὄφει· ὅτι ἐποίησας τοῦτο, ἐπικατάρατος σὺ ἀπὸ πάντων 

τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ πάντων τῶν θηρίων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς· ἐπὶ τῷ στήθει σου καὶ 

τῇ κοιλίᾳ πορεύσῃ καὶ γῆν φαγῇ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου.


και είπε ο Κύριος ο Θεός στον όφι,αφού αυτό έκανες,καταραμένος θα'σαι

απ'ολα τα κτήνη κι απ'ολα τα θηρία που είναι πάνω στη γη,με το στήθος

και με τη κοιλιά θα σέρνεται και χώμα θα τρως όλες τις μέρες της

ζωής σου


3,15           

καὶ ἔχθραν θήσω ἀνὰ μέσον σοῦ καὶ ἀνὰ μέσον τῆς γυναικὸς καὶ ἀνὰ μέσον 

τοῦ σπέρματός σου καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σπέρματος αὐτῆς· αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, 

καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν.


και εχτρα θα βάλω ανάμεσα σε σένα και ανάμεσα στη γυναίκα και ανάμεσα

στο σπέρμα σου και ανάμεσα στο σπέρμα αυτής,αυτός θα σου τρυπήσει

το κεφάλι,και συ θα του τρυπήσεις τη φτερνα


3,16           

καὶ τῇ γυναικὶ εἶπε· πληθύνων πληθυνῶ τὰς λύπας σου καὶ τὸν στεναγμόν 

σου· ἐν λύπαις τέξῃ τέκνα, καὶ πρὸς τὸν ἄνδρα σου ἡ ἀποστροφή σου, καὶ 

αὐτός σου κυριεύσει.


και στη γυναίκα είπε,θα πολλαπλαπλασιασω πολλαπλασιάζοντας τις

λύπες σου και τον στεναγμό,με πόνους θα γεννας παιδια,και στον αντρα

σου το καταφύγιο σου,και αυτός κύριος σου


3,17      

τῷ δὲ Ἀδὰμ εἶπεν· ὅτι ἤκουσας τῆς φωνῆς τῆς γυναικός σου καὶ ἔφαγες ἀπὸ 

τοῦ ξύλου, οὗ ἐνετειλάμην σοι τούτου μόνου μὴ φαγεῖν, ἀπ᾿ αὐτοῦ ἔφαγες, ἐπικατάρατος 

ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις σου· ἐν λύπαις φαγῇ αὐτὴν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου·


στον δε Αδάμ είπε,επειδή άκουσες τι σου είπε η γυναίκα σου κι εφαγες

απ'το δέντρο,που σου παρηγγειλα απ'αυτο μονο να μην φας,απ'αυτο έφαγες,

καταραμένη η γη που θα εργάζεσαι,με στεναχώριες θα τρως απ'αυτή όλες

τις μέρες της ζωής σου,


3,18           

ἀκάνθας καὶ τριβόλους ἀνατελεῖ σοι, καὶ φαγῇ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ.

3,19           

ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου, ἕως τοῦ ἀποστρέψαι σε εἰς τὴν 

γῆν, ἐξ ἧς ἐλήφθης, ὅτι γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ·


αγκάθια και ζιζάνια θα σου φυτρώνει ,και θα τρως το χορτάρι τ'αγρου

με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα τρως το ψωμί σου,έως ότου επιστρεψεις στη γη,

απ' την οποία πλαστηκες,γιατί γη είσαι και στη γη θα ξαναγυρισεις

.

.

.






 My Own Empire of Photos-

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Μονόπρακτο)

Ο μονολογος της γυναικας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(ημιφωτισμενο δωμάτιο,

στο κέντρο του μια γυναίκα με μαύρη φούστα μέχρι τα γόνατα 

κάθεται σε μια καρέκλα,

μονολογεί,και αλλάζει κυκλικα θέσεις

(απεναντι στους θεατές,

προφίλ αριστερά,

πλάτη στους θεατές,

προφίλ δεξια,

και τέλος:απέναντι στους θεατές),

μοιράζοντας τον χρόνο της παράστασης,

μετάβαση από θέση σε θέση:σκοταδι)


η ατέλεια είναι ομορφιά,φοβάμαι μην γίνω βαρετή και ηλίθια,

πρέπει να ξέρεις τα όρια σου,εγώ ξέρω πως κατά βάθος δεν έχω 

κανέναν,δεν μ'αρεσει να βγάζω χρήματα,θέλω να με σέβονται,

η δημοσιότητα με κουράζει,θέλω να κρυφτώ,τις νύχτες δεν κοιμάμαι,

έχω αϋπνία,πολλές φορές απέναντι στους άλλους αντιδρώ από ένστικτο,

ένστικτο αυτοσυντήρησης,δεν ξέρω πια τι είναι καλυτερο 

για μενα,φανταστητε πως με τα σωστά ψηλοτακουνα μια γυναίκα 

νομίζει πώς μπορεί να κατακτήσει τον κόσμο,κι εγώ έχω πολλά 

ζευγάρια τέτοια,κι όταν τα φορώ αισθάνομαι άβολα,πως θα κουτσενω,

αλλά το κρυβω με δυσκολία,κάποια φορα θα γίνει το λάθος και θα 

γελοιοποιηθω,με αναστατώνουν πολλά,τότε είμαι εκτός ελέγχου,

μου λένε ψέματα,φέρομαι σαν να τα πιστεύω,δεν εμπιστεύομαι 

κανέναν,έχουν τόσα καταρρεύσει που τα πίστεψα,συνηθεισα,άλλοι 

έρχονται στη θέση άλλων που έφυγαν,τι με κρατάει να συνεχίζω;

να επιμένω;αν αποτύχεις μια φορά,χίλιες φορές,κάποια μπορεί να 

πετύχεις,η ζωή είναι έτσι,η ζωή μου,αν με κάνει κάποιος να γελάσω,

μπορώ να κάνω τα πάντα γι'αυτον,όμως τώρα νιώθω μοναξιά,όχι 

απαγοητευση,ποιος είναι ο πραγματικός έρωτας;όλοι με έκαναν 

να θέλω να φύγω πριν με αφησουν,έχω φιλήσει κάποιους που δεν 

τους αγαπούσα,κατά βάθος είμαι ένα μικρό κορίτσι που προσπαθεί 

να βρει κάποιον να αγαπήσει,είναι καλύτερα να είμαι δυστυχισμενη 

και μόνη,παρά δυστυχισμενη με κάποιον,δεν ξεγέλασα ποτέ κανέναν,

τους άφησα να με απατούν,να λένε ψέματα,ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν 

να μάθουν ποια είμαι,αντίθετα μου επέβαλαν  διαφορά,είμαι έτσι 

είμαι αλλιώς,δικά τους κατασκευάσματα,δεν ερχόμουν σε σύγκρουση 

μαζί τους,καταλάβαινα πώς ήθελαν κάποια που δεν ήμουνα εγώ,

δεν νοιάζονταν τι αισθάνομαι,κουράστηκα,γερνάω κι εγώ όπως οι

αλλοι,θα προλάβω να ζήσω πριν πεθάνω; ξέρω αυτός ο φόβος είναι 

ανόητος,όταν ήμουνα μικρό κορίτσι ενιωθα χαρούμενη,έλεγα πως 

ήμουνα όμορφη,όλα τα κορίτσια αυτό λενε,θυμάμαι είχα συνέχεια 

ανοικτό το ραδιόφωνο κι άκουγα τραγούδια,είχα τότε κάτι,τώρα 

πάνω από το μακιγιάζ,τι είμαι;χωρίς αυτό τι είμαι;δεν έχω αντιπαλότητα 

με τους άντρες,είμαι μια γυναίκα στο κόσμο,θέλω να ονειρεύομαι,

όμως ούτε τις μέρες ούτε τις νύχτες ονειρευομαι,στο επάγγελμα μου 

μου ζήτησαν να λάμπω,η επιτυχία έκανε,το είδα,πολλούς ανθρώπους 

να με φθονησουν,μακάρι να μην ήταν έτσι,να μην αισθανομουν τον 

φθόνο,να με πνίγει,θέλω να γεράσω χωρίς λιφτινγκ,μου αρέσει το 

πρόσωπο μου,όπως το έφτιαξα,

.

.

.




Το Pillow Problem που είπε το ασπρο γουρουνάκι στην Αλίκη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η Αλίκη διάβαζε στο δωμάτιο της ένα βιβλίο,

το πέταξε,

-τι βαρετή ιστορία,

είδε τον λαγό μεσα στον καθρέφτη,φορούσε ένα κίτρινο ημίψηλο

καπέλο,έκανε χειρονομίες προς το μέρος της,κάτι της ελεγε,

αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει,

σηκώθηκε από τον καναπέ,πέρασε μέσα στον καθρέφτη,

-πολύ εύκολα περνάω τώρα τελέυταια,ένα παιχνιδακι,κάτι άλλαξε

στην φυσική μου κατασταση,

ένα καταπράσινο λιβάδι,ο ήλιος έλαμπε ψηλά,ένα συντριβάνι 

πότιζε με τα νερά του ένα κήπο με καρποφόρα δέντρα,μηλιές,αχλαδιές,

κερασιές,και άλλα πολλά,

-τι όμορφα,είπε,υπέροχα,εδώ δεν βαριέσαι,αντίθετα νιωθεις ανάλαφρα,

να πετάξεις,

δες τις πεταλούδες πως πετάνε,έτσι,

-Αλικη,έλα δω,άκουσε μια φωνή πίσω της,

ήταν ο λαγός με το ημίψηλο κίτρινο καπέλο,σε περιμενουμε,αργήσαμε,

τον ακολούθησε,

κάτω από ένα φουντωτό δέντρο,πάνω στο πράσινο χορτάρι κάθονταν 

οι γνωστοί της,κι από άλλη ιστορία,

η χελώνα,το άσπρο γουρουνάκι,και το γατάκι

-αυτή όμως είναι άλλη ιστορία σιγουρα,σκέφτηκε,

να δούμε πως θα εξελιχθει,

-γεια σου Αλίκη,σε περιμέναμε,μας έλειψες,καθησε στη παρέα μας,

-σημερα ,είπε η χελώνα,το θέμα της συζήτησης μας είναι τα μαθηματικα,

-πολυ ωραία,είπε και γέλασε η Αλίκη,ο αγαπημένος μου φίλος,σε άλλη 

φυσική  διασταση μου, είναι ένας μαθηματικός,ο Κάρολ,

-τοτε,είπε το άσπρο γουρουνάκι,θα σου πω ένα πρόβλημα,

όμως θέλω,αυστηρή απαίτηση είναι,όχι παίξε γελασε, να το λύσεις με το 

μυαλό,χωρίς χαρτί και μολύβι,βοήθεια τέτοια μηδέν,απαράδεκτη,

η πιο κατάλληλη ώρα  γι'αυτό είναι όταν έχεις αϋπνία,

αντί να μετράς προβατακια άσπρα και παχια,η' απειρα τρέχουμενα 

μυρμηγκακια,

γι'αυτό αυτά τα προβλήματα,κι έχω εφεύρει πολλά,και συνεχώς εφευρω,

μια μηχανή αϋπνίας,τα λέω Προβλήματα του Μαξιλαριου

-θαυμασια,είπε η Αλίκη,τα Pillow Problems,θα έλεγε και ο  φίλος μου Κάρολ,μεγάλος

 μαθηματικος επαναλαμβάνω και ας γίνομαι κουραστικη,

λοιπόν ακούω το πρόβλημα του μαξιλαριού και είμαι ξύπνια,


-σε ένα τρίγωνο,

είπε το γουρουνάκι με σοβαρό επίσημο πρόσωπο,

τόσο αστείο σε ένα κανονικό φυσιολογικό γουρουνάκι,που της ήρθε 

της Αλίκης να γελάσει,αλλά κρατήθηκε,να μην ρίξει το επιστημονικό

επίπεδο της συζήτησης,

-να φέρεις μια παράλληλη ευθεια σε μια πλευρά του ώστε το άθροισμα 

των τμηματων που τέμνει τις δύο άλλες πλευρές και είναι είναι προσκείμενα 

σε αυτή τη πλευρά να είναι ίσο με αυτή τη πλευρα,

το'χουμε;είπε και γέλασε

-το'χουμε,απάντησε η Αλίκη


από εκεί και πέρα ακολούθησε η επαναλαμβανομενη στην ειδική περίπτωση

της Αλίκης φυσική διαδοχή των καταστάσεων και η Αλίκη πέρασε από την 

άλλη πλευρά του καθρέφτη και βρέθηκε στο δωμάτιο της


νύχτα,και η Αλίκη είχε αϋπνία,πήρε ένα βιβλίο να διαβάσει,

σε λίγο το πέταξε,

-παλι η ιδια ιστορία,τι βαρετή ιστορία,είπε,

είδε τον καθρέφτη απέναντι,

τότε θυμήθηκε το πρόβλημα που της είπε να λύσει στο μαξιλάρι της 

το άσπρο γουρουνάκι,

το πρόβλημα του μαξιλαριού,


έκλεισε τα μάτια για να συγκεντρωθεί καλύτερα,έτσι λειτουργούν στο 

φουλ

τα φαιά κύτταρα,


-ας πούμε πως λύθηκε,

είπε με το μυαλό της,

τότε το παράλληλο τμήμα στη τρίτη πλευρα  του τριγώνου τέμνει τις 

δυο άλλες πλευρες σε προσκείμενα τμήματα σε αυτη που έχουν αθροισμα 

ίσο με αυτή τη πλευρά,

χωρίζω,

είπε με το μυαλό της,πάντα με το μυαλό της,αλλιώς δεν πιάνεται 

η λυση,

αυτή τη πλευρά σε δύο τμήματα αντίστοιχα ίσα με αυτά τα τμήματα,

τότε έχω δύο ισοσκελή τρίγωνα,

στα ισοσκελή αυτά τρίγωνα έχω ίσες τις γωνιες της βάσης 

και λόγω της παραλληλιας  των ευθειών τις εναλλάξ γωνιες,

γνωστό από τον Ευκλείδη,όλα γνωστά από αυτόν τον  Έλληνα,

επομένως οι ευθείες που ενώνουν τα σημεία που τέμνει η παράλληλη 

ευθεια

η' το παράλληλο ευθύγραμμο τμήμα,

ας το πούμε κι έτσι,δεν θα χάσουμε τώρα την αϋπνία μας,

είπε με το μυαλό της,πάντα με το αυπνο μυαλό της,

τις πλευρές με το σημείο της βάσης που χωρισα,προηγούμενα,για να 

μην χαθούμε στον λαβύρινθο του χρονου,

είναι  οι διχοτομοι των εξωτερικών γωνιών στο τρίγωνο πάνω από την παράλληλη,

δηλαδή το σημείο που χώρισα είναι το σημείο τομης των τριών διχοτομων αυτού 

του τριγωνου,όχι του αρχικού να μην ξεχνιόμαστε,του πάνω από

την παράλληλο,

άλλωστε δεν πάσχουμε από Αλτσχάιμερ,έχουμε ακόμα το μυαλό μας,

κι αυτό ξύπνιο στην αϋπνία λέει,η' μάλλον σκέφτεται αυτά,

τα προηγουμενα

και τα επόμενα,

συνεχίζω,από εκεί που σταμάτησα,

και το κέντρο του εγγεγραμμένου εξωτερικά κύκλου σε αυτό το τριγωνο,

αυτό μάλλον είναι περιττό,αλλά ας προσθέσω κάτι περιττο,άλλωστε 

η απαρίθμηση περιττών κάνει την διαφορά στην εντύπωση,

είναι εντυπωσιακά,

εντυπωσιάζεις  τον αλλον,κάτι σαν τα λαμπερά φο-μπιζου,

τον θαμπώνεις,

τότε εχω την διχοτομο του αρχικού τριγώνου που αντιστοιχεί στη βάση

του τρίγωνο,

ο νόμων νοειτω,

συνεχισε να σκέφτεται με το μυαλό της,πάντα με το μυαλό της

τώρα θα κάνω την αντίστροφη πορεία,

φέρνω την διχοτομο μιας γωνιας του αρχικού τριγωνου,

αυτή χωρίζει την απέναντι πλευρά σε δύο τμήματα,

και

φέρνω από το σημείο της διχοτομου στη βάση κάθετα τμήματα σε αυτά 

τα τμήματα αντίστοιχα,

τοτε αυτά είναι ίσα,ιδιότητα της διχοτομου γωνίας,γνωστή από τον 

Ευκλείδη,

επίσης φέρνω κάθετο τμήμα στο σημείο που χώρισα τη βάση ίσο με

τα καθετα τμήματα,

και σε αυτό κάθετη ευθεία στο άκρο του,

και αυτή είναι η παράλληλος ευθεία που ζητούσα,

τέλος του προβλήματος,

τέλος της αϋπνίας,

κλείνουν τα μάτια μου,

ας βυθιστω στο μαλακό μαξιλάρι μου να κοιμηθώ,

το μυαλό μου έκλεισε λόγω της αυπνιας


την άλλη μέρα πριν το μεσημέρι η Αλίκη συνάντησε τον φίλο της μαθηματικό

Κάρολ,

κάθισαν σε ένα καφέ,ζεστή μέρα,κόσμος στις καρέκλες γύρω τους,

-βαρετες ιστορίες,η' ενδιαφέρουσες,είμαστε;ρώτησε η Αλίκη

--αναλογα τις φυσικές μας καταστάσεις,απάντησε ο Κάρολ,

-κι αν έχουν καθρέφτες στα δωμάτια τους,είπε γελώντας η Αλίκη

και βιβλία με βαρετές ιστορίες,


του είπε το πρόβλημα,και τη λύση του

-ακριβως την άυπνη,στο μαξιλάρι που λένε,


εκεινος χαμογέλασε,

-ενδιαφερουσα ιστορία,είπε,

ιδιοφυής μαθηματικός το άσπρο  γουρουνάκι σου,

πές του,όταν το συναντήσεις,αν δεν έχει πρόβλημα,κοπι ράιτ και λοιπά, 

να συμπεριλάβω το πρόβλημα του στο καινούργιο βιβλίο που ετοιμάζω,

The Pillow Problems of Lewis Carroll,


-τι σύμπτωση πνευμάτων και αϋπνίας στο μαξιλαρι των προβλημάτων,

-ειπε η Αλίκη,


και συ Αλίκη,συνεχισε ο Lewis Carroll,να συνεχίσεις να περνάς μέσα από 

τον καθρέφτη,για να συνεχίσω κι εγώ με τη σειρά μου να γράφω την  

ιστορία: Alice Through the Looking Glass


η Αλίκη στο δωμάτιο της διάβαζε ένα βιβλίο,

το πέταξε,

-τι βαρετή ιστορία,

είδε τον λαγό μεσα στον καθρέφτη,φορούσε ένα κίτρινο ημίψηλο

καπέλο,

σηκώθηκε και πέρασε τον καθρεφτη,

κάτω από τη σκιά του δέντρου είδε τη παρέα,

τον λαγό,τη χελώνα,το άσπρο γουρουνάκι,το γατάκι

κάθησε,

-τελικα τι έγινε,αυπνισες η' κοιμήθηκες;,ρώτησε το γουρουνάκι,


-και αυπνισα και ελυσα το pillow problem σου


είπε τη λύση,

μόνο το άσπρο γουρουνάκι την κατάλαβε,


οι άλλοι τρεις της παρεας,ο λαγός,η χελώνα,το γατάκι ζαλίστηκαν 

από τις γραμμές τις γωνίες τις κάθετες και ανοίγοντας το στόμα 

χασμουριονταν έτοιμα να κοιμηθουν


-εμείς,μας συγχωρείτε,δεν είμαστε μαθηματικά μυαλά,τι να καταλάβουμε,

είπε το γατακι,

για μαθηματικό λογαριασμό της χελωνας και του λαγου


-δεν πειράζει,είπε γελώντας η Αλίκη,

γι'αυτό είναι η φίλοι,για να μοιράζονται εμπειρίες μέσα από διάφορες 

φυσικές καταστάσεις,

όλα είναι ζήτημα καθρεφτων,Through the Looking Glass

αύριο θα σας φέρω να διαβασουμε το βιβλίο του φίλου μου Lewis Carroll,

Alice Through the Looking Glass

.

.

.

 

toward LVB 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


είχε χάσει εντελως την ακοή του,και αποφάσισε να μην ξαναμιλήσει,

κάθισε στο πιάνο να παίξει,

σε ένα χαρτί έγραψε και μου το εδωσε:

toward LVB

ήξερα το πάθος του για τον Ludwig van Beethoven,

καταλάβαινα πως ένιωθε ευτυχισμένος που και αυτός είχε χάσει την 

ακοή του όπως κι εκείνος,

άκουγα τη μουσική του,

την αγωνία του να βρει τον Beethoven,

όταν τελείωσε έγραψε σε ένα χαρτί,μου το έδωσε και διαβασα:

Η ύπαρξη του Θεού 

αποδεικνύεται με την ύπαρξη του Μπετόβεν,

.

.

Toward LVB

-piano composition 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis



.
.

Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Μονοπλάνο

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η ταινία θα είναι ένα μονοπλάνο,είπε στη γυναίκα,διάρκεια 11'.34'',

στην αρχή το γρο-πλανο μιας γυναίκας,

μετά το μονοπλάνο με εσένα,

ο φωτισμός του πλάνου  θα αλλάζει:από σκοτάδι,ημίφως,

έως υπερφωτισμενο,

ο ήχος θα εναλλασεται:

σιωπή,θόρυβοι φυσικοί,τεχνητοι,ψίθυροι,φωνές ανθρώπων,μουσική,..

πάνω στο σώμα σου θα γράφεται ένα κείμενο,

στο τέλος το γκρο-πλάνο μιας γυναικας

.

.

-Μονοπλάνο

-Monoplano

-Avant Garde movie 

-mise en scene 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

-sound track Ingmar Bergman,Andrei Tarkovsky,Jean Luc Godard,

Chet Baker,Miles Davis, Karlheinz Stockhausen Kontakte 




.
.
.

Enigma 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το δωμάτιο,οι τοίχοι το δάπεδο και η οροφή,επενδεδυμένo με κόκκινη

μοκέτα,ένα παλιό γραμμόφωνο στη μέση,στο δίσκο ακούγεται η φωνή 

του Ιταλού τενόρου Καρούζο,o sole mio,το φως χαμηλώνει,σκοτάδι,

ακούγεται μια πόρτα που ανοίγει,το κλάμα ενός μωρού,έπειτα ησυχία,

η φωνή μια γυναίκας,-που είσαι;δεν βλέπω,τότε ξαφνικά ανοίγουν

τα φώτα,μια γυναίκα ξαπλωμένη με μακρύ μαύρο φορεμα στο δαπεδο,

τα ποδια της μεχρι ψηλά γυμνωμενα,σηκώνεται,βγαίνει από το δωμάτιο,

ακούγεται το γέλιο της,το δωματιο σιγα-σιγα σκοτεινιάζει

.

(Τα Λαϊκά)

Όποια και να'σαι

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Πειραιάς,αρχές '60,κλειστός,στενός ο κόσμος,πνιγερος,μαχαίρι στο στομάχι,

σήμερα,αύριο ποιος ξερει,σκληρότητα,ποιον να εμπιστευτείς,να μην σε

 προδώσει,ουρλιαχτό,σιωπή,

σηκώνεται,βαζει το κέρμα και διαλέγει ένα τραγουδι στο τζουκ μποξ,

Όποια και να'σαι,του Βασίλη Τσιτσάνη με τη φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη,

κάθεται στο τραπέζι,απέραντη η απόσταση,η μοναξια,

-επιτρεπεται,να καθίσω;

βλέπει τη γυναίκα,

η γυναίκα καθησε,

σιωπή,

-Γιωργος,είπε

-Σουλα,είπε η γυναίκα,

κι ο ψεύτικος,απατηλος κοσμος,συνεχιζει να γυρίζει

.

.


.
.
.

 .

(Ιστορίες του κ.Κ)

α-λεξια

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


τελευταία ο κ.Κ μιλούσε ελάχιστα,

μια φίλη του τού είπε: φοβάμαι πως σε λίγο δεν θα μιλας καθόλου,

ο κ.Κ απάντησε:

-οι λέξεις που θα χρησιμοποιήσω  μιλώντας έχουν φθαρεί,έχουν καταστραφεί,

στις διάφορες σχέσεις μου,και τις αντιπαθω,αρνούμαι να τις επαναλαβω,

-αυτο όμως είναι οδυνηρό,είπε η γυναίκα

-αντιθετα,απάντησε ο κ.Κ χαμογελώντας,είναι ...,

δεν θα πω τη λέξη,γιατί είναι είναι μια από αυτές τις λέξεις

.

.

.






Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


4w εξομολογήσεις

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


1η γυναικα:

-δεν είμαι πόρνη


2η γυναικα:

-δεν είμαι πόρνη 


3η γυναικα:

-δεν είμαι πόρνη 


4η γυναίκα:

-δεν είμαι πόρνη 

.

.





Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης  c.n.couvelis


w προεκτασεις

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


την φωτογράφιζε,

-αν αφαιρέσουμε την πρόκληση τότε μένει ο θάνατος ,του είπε,

αργότερα στο καφε του διηγηθηκε την ιστορία της

-καποιοι άνθρωποι από όνειρα καταλήγουν εφιάλτες,

τη νύχτα στο ξενοδοχείο μέσα στο ημιφωτισμενο δωματιο γυμνωσε 

το στήθος της,

-το βλέπεις; του είπε,

εκείνος πίεσε το πρόσωπο πάνω του,

-η μυρωδιά του,της είπε,με ερεθίζει

.

.

.


.


Κίρκη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η επιστροφή του Οδυσσέα στη Κίρκη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ήρθε αργά το απόγευμα,τώρα κοιμάται,γερασμένος,της είπε τα γεγονότα,

η Πηνελόπη τον απατούσε με τους μνηστήρες,μια γριά γυναίκα,τη σιχαθηκε,

φοβήθηκε πως θα τον έσφαζαν στον ύπνο,

τώρα κοιμάται στο κρεβάτι,αδύναμος,απελπισμένος,ένας άντρας χωρίς γοητεία,

τον μισεί,

σκότωσε με πονηριά τον Ελπηνορα,κι είπε ψέματα πως ήταν μεθυσμενος 

και παραπάτησε κι έπεσε από τη ταράτσα και τσακιστηκε,όχι,εκείνος τον εσπρωξε 

μέσα στη νύχτα,τον ζήλευε,ήταν νέος όμορφος,

φόρεσε ένα διάφανο μαύρο κομπινεζον,είχε σχέδιο,θα τον αποπλανιζε,

με το κορμί της και τον έρωτα θα τον τρέλανε,ύστερα θα τον εξευτελιζε,

σκυλάκι της θα τον μεταμόρφωνε,είχε τα φάρμακα βότανα,μέσα στο γλυκό κρασί,

αρωματισε το κορμί,έβαψε κόκκινα τα χείλη,με το γαλάζιο μολύβι τόνισε τα μάτια της,

το δίχτυ της γοητείας θα τον τυλίξει,τώρα,απόψε,

ξάπλωσε στο κρεβάτι,

τον άγγιξε,εκείνος ξύπνησε,

υπέκυψε στον ερεθισμό του,στον πόθο του γι'αυτη,

εκείνη θα τον δηλητηριαζε με τον έρωτα,

όλη τη νύχτα,

μεχρι το τέλος του

.

.

.



Η Θηβαια Σφιγγα 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis 


Η Θηβαια Σφιγγα και ο Οιδίποδας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


γύρω απέραντη έρημος,ο ήλιος καυτός,η σκόνη ο αέρας,ούτε νύχτωνε ούτε ξημέρωνε,

η Νύχτα δεν γεννούσε τη Μέρα ούτε η Μέρα τη Νύχτα,η εφταπυλη Θήβα άφαντη, 

χωμένη βαθειά μέσα σε πανάρχαια στρωματα άμμου,

τότε την είδε,

-σταματα,μην πεις το αίνιγμα,της φώναξε,ξέρω τη λύση του,και θα καταστραφείς,

εκείνη είπε:-αυτη είναι η κοινή μας μοίρα να συναντηθούμε και να καταστραφουμε,

εγώ σκόρπια γυμνά κόκκαλα στην έρημο κι εσύ τυφλός πατροκτόνος και αιμομικτης 

στη Θήβα,

λοιπόν,Τί εστιν ό μίαν έχον φωνήν τετράπουν και δίπουν και τρίπουν γίνεται;

.

.

.




Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

η γυναίκα στον καθρέφτη

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


τον ξύπνησε ένας θόρυβος,σαν κάποιος να είχε μπει μέσα στο δωμάτιο,

στο ημίφως είδε τη γυναίκα,μέσα στον καθρέφτη,για πρώτη φορά,

μετά άκουσε το άνοιγμα και το κλεισιμο μιας πόρτας,

περίμενε,

η γυναίκα δεν ξαναεμφανισθηκε,

μετά από δύο μέρες,τη νυχτα,την ξαναείδε,αυτή τη φορά δεν κοιμόνταν και ξύπνησε,

του φάνηκε πως μιλούσε με κάποιον αριστερά της,που δεν φαίνονταν,

αυτό κράτησε περίπου τρία λεπτά,

μετα εξαφανίστηκε,

από εκείνη τη μέρα την έβλεπε ακριβώς κάθε νύχτα την ίδια ώρα,

όλο και περισσότερο χρόνο αυτό διαρκούσε,

μέχρι που δύο μήνες την εβλεπε συνεχώς όλο το εικοσιτετραωρο,

ένιωθε έρωτα γι'αυτη,

δεν ηξερε πως μπορούσε να επικοινωνήσει μαζί της,

ούτε το εξομολογήθηκε πουθενά,φοβόνταν μήπως τον χαρακτηρίσουν τρελο,

εκείνη την νυχτα,πριν εξαφανισθεί για πάντα,έχουν.περασει από τότε δέκα χρόνια,

η γυναίκα του καθρέφτη γδυθηκε,τον προκαλούσε,ήταν φανερό,να κάνουν έρωτα,

για πρώτη φορά,και τελευταία,άκουσε τη φωνή της,σε μια άγνωστη γλώσσα,σίγουρα 

ήταν  ερωτικά τα λόγια της,

ένιωθε στο κορμί του το άγγιγμα της,την ανάσα της στο πρόσωπο του,το κορμί της 

στα χέρια του,

όλη τη νύχτα,μέχρι που ξημέρωσε

.

.

.

 




Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


κάθισε στον καναπέ,έβγαλε το αριστερό της παπούτσι,

-τωρα είμαι πιο ερωτική,ειπε,

άναψε τσιγάρο,-βαλε μου ουισκι με πάγο,

-τωρα είμαι πιο ερωτική,

χαμογέλασε,

δεν μπορείς να αντισταθείς στον ερωτισμό,

έβγαλε και το άλλο παπούτσι,

είχε ανοίξει ελαφριά τα πόδια,

-η λευκή σάρκα των ποδιών μου,είπε,

έλα,άγγιξε την,

ξάπλωσε στον καναπέ,

-η γυναίκα που θέλει τον άντρα,είπε,ο άντρας που θέλει τη γυναίκα,

πλησίασε τα χείλη της,

υγρά,μισανοιχτα,

-ολα πλέον είναι όμοια,ψιθύρισε,

στην απόλαυση

.

.

.


My own Empire of Hyperrealistic -Enigma of Medea

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ψυχαναλυση/Θεωρία:Σύνδρομο της Μήδειας,

Το δράμα της Μήδειας,

Μήδεια Ευριπιδη,στιχοι 1021-1039

(μεταφραση-κειμενα  χ.ν.κουβελης c.n.couvelis)


παιδιά μου παιδιά μου,για σας

υπάρχει πόλη και σπίτι,αφήνοντας με 

στη δυστυχία,

για πάντα να κατοικήσεται

απ'τη μανα στερημενα,

κι εγώ σ'άλλη γη ειμαι τώρα εξορισμενη,

πριν να χαρώ ευτυχισμένους να σας δω

πριν το λουτρό και τη νύφη 

και τα γαμήλια να ετοιμασω κρεβατια

λαμπάδες να υψωσω,

πόσο δυστυχισμένη απ'τον εγωισμό μου,

μάταια ,παιδιά μου,σας ανάθρεψα,

μάταια ταλαιπωρηθηκα και υποφερα 

στους πόνους,

τις δυνατές υπομένοντας  ωδίνες του τοκετου

αλήθεια κάποτε η δυστυχή

είχα πολλές σε σάς ελπιδες,

να με γηροκομισεται,κι όταν πεθάνω 

με τα χέρια σας καλά να με στολίσεται,

ζηλευτό στους ανθρώπους,

αλλά τώρα χάθηκε πια 

η ευσεβής φροντίδα,

γιατί απο'σας στερημένη 

λυπηρη θα περασω ζωή 

και γεμάτη πονους για μενα,

και σεις τη μάνα ποτέ 

δεν θα ξαδειτε 

μ'αυτα τ'αγαπημενα μάτια,

σ' άλλη μορφή ζωης αναχωρειται


ὦ τέκνα τέκνα, σφῷν μὲν ἔστι δὴ πόλις

καὶ δῶμ’, ἐν ᾧ, λιπόντες ἀθλίαν ἐμέ,

οἰκήσετ’ αἰεὶ μητρὸς ἐστερημένοι·

ἐγὼ δ’ ἐς ἄλλην γαῖαν εἶμι δὴ φυγάς,

πρὶν σφῷν ὀνάσθαι κἀπιδεῖν εὐδαίμονας,    1025

πρὶν λέκτρα καὶ γυναῖκα καὶ γαμηλίους

εὐνὰς ἀγῆλαι λαμπάδας τ’ ἀνασχεθεῖν.

ὦ δυστάλαινα τῆς ἐμῆς αὐθαδίας.

ἄλλως ἄρ’ ὑμᾶς, ὦ τέκν’, ἐξεθρεψάμην,

ἄλλως δ’ ἐμόχθουν καὶ κατεξάνθην πόνοις,    1030

στεῤῥὰς ἐνεγκοῦσ’ ἐν τόκοις ἀλγηδόνας.

ἦ μήν ποθ’ ἡ δύστηνος εἶχον ἐλπίδας

πολλὰς ἐν ὑμῖν, γηροβοσκήσειν τ’ ἐμὲ

καὶ κατθανοῦσαν χερσὶν εὖ περιστελεῖν,

ζηλωτὸν ἀνθρώποισι· νῦν δ’ ὄλωλε δὴ    1035

γλυκεῖα φροντίς. σφῷν γὰρ ἐστερημένη

λυπρὸν διάξω βίοτον ἀλγεινόν τ’ ἐμοί.

ὑμεῖς δὲ μητέρ’ οὐκέτ’ ὄμμασιν φίλοις

ὄψεσθ’, ἐς ἄλλο σχῆμ’ ἀποστάντες βίου.

.

.

Ψυχανάλυση /Θεωρία

-Σύνδρομο Μήδειας:


ο Ιασων-Φαλλος απο)στερεί τη Μήδεια απο τον Φαλλο

και τον προσκολλα στην Γλαυκη(τη νέα γυναίκα που θα παντρευτεί).


Η Μήδεια σκοτώνει τα παιδιά της με τον  Ιάσωνα,προέκταση του Φαλλου του Ιάσωνα

και την Γλαυκη,την νεα κάτοχο,αποδεκτή,του Φαλλου του Ιασωνα,

ευνουχιζοντας τον.


Η Μήδεια απέκτησε,φαντασιακά,τον Φαλλο του Ιάσωνα αφού στη χώρα της 

την Κολχίδα τεμάχισε τον αδελφό της Αψυρτο,προέκταση του Φαλλου του πατέρα 

της Αιήτη,ευνουχιζοντας τον, 

και εκείνος μάζευε τα τεμάχια του στη θάλασσα,

να συρραψει τον Φαλλο του,και έτσι του διέφυγαν με την Αργώ του Ιάσωνα,Σύμβολο 

του Φαλλου,

και το Χρυσόμαλλο δέρας,ένας Άλλος Φαλλός,που αφαίρεσε από τον πατέρα της,

ευνουχιζοντας τον


Στη Μήδεια έχουμε μια διαρκή μετατόπιση :του ποιος έχει τον Φαλλο


Αιήτης Φαλλος (ευνουχισμός):Χρυσομαλλο δέρας, θάνατος/τεμαχισμός Αψυρτου


Ιάσων Αργώ Χρυσόμαλλο δερας Φαλλος


(ευνουχισμός)αφαιρεση του Φαλλου του Ιάσωνα από την Μήδεια:

φόνος παιδιών του και Γλαυκης

/θάνατος αφαίρεση του Φαλλου,

.

.

Το δράμα της Μήδειας:


-μάνα γιατί το πρόσωπο σου είναι μαύρο;,ρώτησε το παιδί,γιατί δεν βλέπω 

τα μάτια σου;


-εγω είμαι,ησύχασε,το αγκάλιασε η Μήδεια


-μην,φοβάμαι,γιατί κρατάς μαχαίρι;

μάνα,γιατί κλαίς;

τι έκανες στο μωρό μας στη κούνια,γιατί η αδελφή μου δεν ξύπνησε;


-εκει που είναι είναι καλά,εκεί τα μωρά δεν κλαίνε,εκεί θα πας κι εσύ να την

 συναντήσεις,να μην είναι μόνη της,


-μάνα,τα μάτια μου θολώνουν,τ'αυτια  μου δεν σ'ακουνε πια,

μάνα γιατί δεν ζω;

.

.

 









.
.
.



Φωτογράφιση 

χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η πικρή νύχτα της Ανδρομάχης όταν σκοτώθηκε ο Έκτορας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


ξεριζώθηκε,ο αέρας μουγκρίζει,τρίζει τα παράθυρα,ποδοβολητα αλόγων,

μεταλλικοί ήχοι όπλων,-ο Έκτορας χάθηκε,κάποια γυναίκα ουρλιάζει,

η φωνή της,άφωνη,πεθαμένη,σφίγγει τον Αστυανακτα στο στήθος,μέχρι πότε 

θα έχει το μωρό της;τρελενεται,-μάνα Εκάβη πονάω πολύ,

ο Έκτορας μου δεν ζει πια,ποτέ πια δεν θα ζει,

βλέμμα θολό,η ακαμψία του σώματος,-γιατι δεν κλαίς να ξεθυμανεις;της λένε,

όχι,εκείνος δεν ήθελε δάκρυα,τώρα όλα είναι ανώφελα,εκείνη ζει,γιατί ζει;

πόλεμος ήταν,στον πόλεμο σκοτώνονται,ήρθε και του Έκτορα η σειρά,

δεν αντέχει που

ηρθε η σειρά του και σκοτώθηκε,

-Εκτορα,που είσαι;σιωπή,

-Εκτορα,που είσαι τώρα;

σιωπή,σκοταδι-ποσο σκοτάδι ανάμεσα μας,

τι είναι ο θάνατος;τι δεν είναι ο θάνατος;τι είναι ανάμεσα;που είσαι Έκτορα;

ποτέ δεν θα μαθω,μόνη μου,αιώνια μόνη μου,χωρίς τον Έκτορα δεν θέλω καμια

αιωνιότητα,ούτε την ανυπαρξία,έζησα με τον Έκτορα,πως θα είμαι χωρίς τον Έκτορα;

ο αέρας φυσάει δυνατά,ξεριζώνει δέντρα,

παρε με,σήκωσε με ψηλά,

πέταξε με στα βράχια,να

συντριφτουν τα κόκκαλα,κοντά στα σπασμένα κοκκαλακια του μικρού μου Αστυανακτα,

μόνη μου,μόνη μου,η νύχτα ποτέ δεν θα περάσει,

Έκτορα,μ'ακούς;

.

.

 .



Η ανάγνωση του βιβλίου

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


είχε δημιουργήσει πολύ μεγάλη περιουσία από τις επιχειρήσεις του σε όλο το κόσμο,

ήταν φανατικός βιβλιόφιλος,αγόρασε μια τεράστια έκταση και απευθύνθηκε σέ έναν

 ιδιοφυή αρχιτέκτονα να του σχεδιασει και να του κτίσει εκει μια βιβλιοθήκη σύμφωνα 

με την επιθυμία του:μια υπέργεια κυκλικη με μια κυβικη στο κέντρο της,και τρεις

 υπόγειες:η πρώτη κανονικό εξάγωνο,η δεύτερη κανονικό επταγωνο,η τρίτη κανονικό

 οκτάγωνο,κάθε μία εγγεγραμμενη σε κύκλο ίσο με τον υπερκείμενο, 

ο υπόλοιπος χώρος της έκτασης φυτευτηκε  με κάθε είδος δέντρο,οι δρόμοι του 

δημιουργούσαν έναν λαβύρινθο,τη βιβλιοθήκη γέμισε με όλα τα βιβλία που είχαν 

εκδοθεί και εκδίδονταν,

όταν τελείωσε το έργο,παραιτήθηκε από τις επιχειρήσεις του,αφήνοντας την διεύθυνση

 τους στα παιδιά του,και αποσύρθηκε με τη σύντροφό του,μια νεαρή γυναίκα,στη

 πολυτελή βίλα που έκτισε σε εκείνη την έκταση,

κάθε μέρα την ίδια ώρα επισκέπτονταν την τεράστια βιβλιοθήκη,πρώτα κατέβαινε στην

 οκτάγωνη,μετά ανέβαινε στην επταγωνη,μετά στην εξαγωνη,και σε κάθε μία κάθονταν

 στο κέντρο της σε ένα καναπέ που περιστρέφονταν σε χρόνο  μισής ώρας,

τέλος ανέβαινε στην υπέργεια κυκλικη,εκεί στο κέντρο της κυβικής κάθονταν στο

 περιστρεφόμενο καναπέ και για δύο ώρες διάβαζε το ίδιο βιβλίο,

όταν το τελείωνε,μετά από τρεις μέρες,ξανάρχιζε το διάβασμα του,

αυτό δεν το γνώριζε κανένας,ούτε και η γυναίκα του,κατά τα άλλα η ζωή του ήταν

κανονικη,φυσιολογικη

.

.

.












Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

Η φωτογράφιση της γυναικας Φαίδρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η γυναίκα,από την αγγελία,ηρθε,του έκανε εντύπωση,

-σε θέλω,της είπε,για τη φωτογράφιση της Φαίδρας,

εκείνη χαμογέλασε αμήχανα,

-ποια είναι η Φαίδρα; ρώτησε

-η Φαίδρα,ήταν γυναίκα του Θησέα,βασιλιά της Αθήνας,και ερωτεύθηκε τον γιο του

 Ιππόλυτο,από την αμαζονα Ιππολύτη,

εκείνος όμως δεν ανταποκρίθηκε,κι εκείνη τον κατηγορησε στον Θησέα,

ότι προσπάθησε να την βιάσει,ο Θησέας θύμωσε και παρακάλεσε τον Ποσειδώνα να 

τον τιμωρήσει,τότε ένας άγριος ταύρος επετέθηκε στα άλογα που έσερναν το άρμα 

του Ιππολύτου,εκείνα τρόμαξαν κι αναποδογύρισε το άρμα,και σκοτώθηκε ο Ιππόλυτος

-τραγικη ιστορία,είπε η γυναίκα,

-εγω,της είπε,θέλω να σε φωτογραφίσω πριν γίνουν όλα αυτά,όταν ένιωσες έρωτα για 

τον Ιππόλυτο,και ήθελες να τον γοητευσεις 

η γυναίκα χαμογέλασε,

-μια προκλητική γυναίκα,είπε

-ακριβως,της είπε,προκλητική,

κανόνισαν να αρχίσουν  την φωτογράφιση την άλλη μέρα το απόγευμα

στο σπίτι της γυναίκας,

ζούσε μόνη της,εκείνο το διάστημα δεν είχε σχέση

με κάποιον άντρα,

πήγε στο σπίτι της,

άρχισε να την φωτογραφίζει,

κάποια στιγμή η γυναίκα του είπε:

-εσενα θέλω να προκαλώ,

δεν είμαι η Φαίδρα,είμαι γυναίκα και μου αρέσεις,

τώρα θα πάρω την πιο προκλητική στάση,κοίταξε,

όλες θα είναι για σένα,

εκείνη τη νύχτα κοιμήθηκε σπίτι της,

την  επόμενη μέρα συνεχίστηκε η φωτογράφιση,

-ας ξεχάσουμε τι έγινε χθες,του είπε,αυτό είναι το μυστήριο μιας γυναίκας και ενός

 άντρα,τώρα,και μέχρι να τελειώσουν οι φωτογραφίσεις,θα είμαι η Φαίδρα,

όταν ετοίμασε την έκθεση φωτογραφίας με τιτλο:Η γυναίκα Φαίδρα,

της τηλεφώνησε να την προσκαλέσει,

εκείνη του είπε:-προτιμω να μην έρθω,στις φωτογραφίες είναι η Φαίδρα,όχι εγώ,

εγώ είμαι αυτή η γυναίκα που σε προκάλεσε εκείνο το βράδυ,κι αυτό θέλω να θυμάμαι,

κι εσύ αυτό να θυμάσαι,την προκλητική γυναίκα εκείνης της νύχτας,

.

.

.





My own Empire of Hyperrealist Enigma Paintings
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

1,2 τελικά παράλληλα
χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

1.
κοιμήθηκε βαριά,στο διάστημα αυτό ο κόσμος καταστράφηκε,
δεν υπήρχε πλέον το σύμπαν,
ξύπνησε κι ήταν σαν να μην συνέβηκε τίποτα,ούτε κατάλαβε κάτι,
συνέχισε να ζει όπως πριν

2.
πέθανε στον ύπνο του,
δεν υπήρχε πλέον,
όταν ξύπνησε ήταν σαν να μην συνέβηκε τίποτα,
ούτε κατάλαβε κάτι,συνέχισε να ζει όπως πριν
.
.
.

(Ιστορίες του κ.Κ)
Fayrouz Lbn Libanon Land
-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

ο κ.Κ. ειπε:
λατρεύω την Fayrouz,
η φωνή της έχει  διαποτίσει όλη τη χώρα του Λιβάνου,
νιώθω συγκίνηση γι'αυτό το θαυμα
.
.
Fayrouz


.
.
.

 


Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η συμμετρικοτητα της ανυπαρξίας

(Ιστορίες του κ.Κ)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ο κ.Κ κοίταξε τη φωτογραφία και είπε:

δυο  άνθρωποι μια γυναίκα και ένας άντρας,ο φωτογράφος,είμαι εγώ,

φαίνεται από τα πόδια του,κάποτε στο μπαλκόνι ενος ξενοδοχειου,

η γυναίκα διαβάζει και σχεδιάζει,


οι άνθρωποι που δεν γνωριζονται ζουν στην ανυπαρξία,

κάποτε τυχαίνει οι γραμμές τους να συναντηθούν,να συμπέσουν για κάποιο 

πεπερασμένο χρονικό διάστημα,

και ύστερα να χωρίσουν για πάντα,

και να ξαναβρεθούν στην ανυπαρξία

.

ανυπαρξια->υπαρξη->ανυπαρξια

.

.

.

 


Φωτογράφιση 

χ.ν.κουβελης  c.n.couvelis


Η Ελένη λέει

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ελένη Ευριπίδη στίχοι 123-142

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η Ελένη μου λέει:

πήγαν στην μεγάλη εκστρατεία,πολλοί χάθηκαν κι απ'τις δυο μεριές,Έλληνες και Τρώες,

ο Παλαμήδης,ο Πάτροκλος,ο Έκτορας,ο Αίαντας,ήρωες,οι γυναίκες Ελληνίδες Τρωαδιτισες

 με καταριονταν,μια παλιό γυναίκα,μια πόρνη,μια μοιχαλίδα έφταιγε,ας οψεται η ομορφιά

 της,

πόσο λαθος ειχαν,δεν ήξεραν την αλήθεια,ποτέ δεν πήγα στη Τροία,στην Αίγυπτο

 βρέθηκα,στη χώρα του Νείλου,ασήμαντη γυναικούλα,ξενοδουλεψα για να ζήσω,πολλοί

 άντρες μου ρίχτηκαν,δεν πήγα με κανένα τους,δεν είμαι πιστή ούτε απιστη σε κανέναν

 άντρα,είμαι γυναίκα,η Ελένη,δεν θέλω να γυρίσω βασίλισσα στη Σπάρτη,μια απλή

 γυναίκα να'μαι θελω,να λούζομαι στο ρέμα του Ευρώτα,να με ξυπνούν και να με

 κοιμίζουν τ'αηδονια,

στις Αμύκλες να ζω ταπεινά,η ομορφιά μου θα περάσει,προσκαιρη,φθαρτή,είμαι

 άνθρωπος,να ζήσω ήρεμα,δεν είμαι αιτία κανενός πολέμου,κανενός γάμου μοιχαλιδα,κανενός θεσμού διαφθορεας,δεν κοιτάζω στους καθρεφτες,ανυπόφορη 

η ομορφιά μου,ακραία,απανθρωπη,υπεράνθρωπη,τιμωρία,δεν είμαι η Ωραία Ελένη

 κανενός,είμαι η Ελένη που φοβάται,που τις νύχτες μένει ξάγρυπνη,βγαίνω στο  κήπο 

και με πνίγει το φως της πανσελήνου,ακούω μακρυά τα σκυλιά να γαυγίζουν αόρατους

 εχθρούς,ένας κόσμος σκληρός με περικλείει,

είμαι η βασίλισσα Ελένη που έφυγε με τον Πάρι Αλέξανδρο,είμαι η Ελένη στη Τροία που

έκλαψα τον αγαπημένο μου αντραδελφο Έκτορα,είμαι η Ελένη που έκανα κακο στη μάνα

 μου τη Λήδα και κρεμαστηκε,στα αδέρφια μου τους Διόσκουρους που σφάχτηκαν για

 χάρη μου,είμαι η μάνα που παράτησε το παιδί της την Ερμιόνη για τους πλανερους

 έρωτες της Κυπριας,είμαι η απιστη γυναίκα του βασιλιά Μενελάου,είμαι η Ελένη 

του Ευριπίδη στην Αίγυπτο,είμαι η Ελένη που σου μιλάει και είναι ερωτευμένη μαζί σου

.

την φωτογράφισα,


στην ασπρόμαυρη ταινία με οξύ κοντραστ,το πρόσωπο της,

στον ήχο ακούγεται το παρακάτω απόσπασμα από την Ελένη του Ευριπιδη


Ελένη Ευριπίδη 

στίχοι 123-142

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Ελένη 

είναι τωρα στο σπίτι με τον άντρα της τον Μενέλαο;


Τεύκρος 

ούτε στο Άργος ούτε στα ρευματα του Ευρωτα,


Ελένη

πόσο κακό αυτό εδω  που είπες και για κεινους που θα το ακούσουν κακο


Τευκτρος

εκείνος είναι,λένε, εξαφανισμένος μαζί με τη γυναίκα του 


Ελένη 

δεν πήραν τον ίδιο δρόμο γυρισμου όλοι οι Αργειτες;


Τευκτρος

πήραν,αλλά καταιγίδα 

αλλού για αλλού τους χώρισε


Ελένη 

σε ποιο μέρος της βαθειας θάλασσας;


Τευκτρος

καθώς στη μέση του Αιγαιου περνούσαν 


Ελένη

κι από τότε τον Μενέλαο 

κανείς δεν είδε να φτάνει;


Τευκτρος 

κανείς,

πεθαμένος σ'ολη την Ελλάδα λένε πως ειναι


Ελένη

μου'ρχεται συμφορά,

η κόρη του Θεστιου ζει;


Τευκτρος 

για τη Λήδα είπες;

πάει πέθανε πια


Ελένη

η ντροπή για την Ελένη δεν την 

την σκοτωσε;


Τευκτρος 

έτσι λένε,

με θηλιά που πέρασε στον απαλό λαιμό της


Ελένη

του Τυνδάρεω  ζουν

 η' δεν ζουν οι γιοι


Τευκτρος 

έχουν πεθάνει και δεν έχουν πεθάνει,

δύο υπάρχουν φημες


Ελένη 

ποια απ'τις δυο η πιο καλή;

πόσο δυστυχη εγώ απ'τις συμφορες


Τευκτρος 

έγιναν άστρα και για θεούς τους εχουν


Ελένη 

καλό αυτό που είπες,

η αλλη ποια είναι;


Τευκτρος 

για την αδερφή τους σφάχτηκαν και τελείωσαν

τον βίο

.

.

Ελένη 

ἤδη δ᾽ ἐν οἴκοις σὺν δάμαρτι Μενέλεως;


Τευκτρος 

οὔκουν ἐν Ἄργει ‹γ᾽› οὐδ᾽ ἐπ᾽ Εὐρώτα ῥοαῖς.


Ελενη

124αἰαῖ· κακὸν τόδ᾽ εἶπας οἷς κακὸν λέγεις.


Τευκτρος

ὡς κεῖνος ἀφανὴς σὺν δάμαρτι κλήιζεται.


Ελένη 

οὐ πᾶσι πορθμὸς αὑτὸς Ἀργείοισιν ἦν;


Τευκτρος 

 ἦν, ἀλλὰ χειμὼν ἄλλοσ᾽ ἄλλον ὥρισεν.


Ελενη

ποίοισιν ἐν νώτοισι ποντίας ἁλός;


Τευκτρος

130 μέσον περῶσι πέλαγος Αἰγαίου πόρου.


Ελένη 

κἀκ τοῦδε Μενέλεων οὔτις οἶδ᾽ ἀφιγμένον;


Τευκτρος

οὐδείς· θανὼν δὲ κλήιζεται καθ᾽ Ἑλλάδα.


Ελενη

ἀπωλόμεσθα· Θεστιὰς δ᾽ ἔστιν κόρη;


Τευκτρος

Λήδαν ἔλεξας; οἴχεται θανοῦσα δή.


Ελένη 

135 οὔ πού νιν Ἑλένης αἰσχρὸν ὤλεσεν κλέος;


Τευκτρος 

φασίν, βρόχωι γ᾽ ἅψασαν εὐγενῆ δέρην.


Ελένη 

οἱ Τυνδάρειοι δ᾽ εἰσὶν ἢ οὐκ εἰσὶν κόροι;


Τευκτρος

τεθνᾶσι κοὐ τεθνᾶσι· δύο δ᾽ ἐστὸν λόγω.


Ελένη 

πότερος ὁ κρείσσων; ὦ τάλαιν᾽ ἐγὼ κακῶν.


Τευκτρος 

140 ἄστροις σφ᾽ ὁμοιωθέντε φάσ᾽ εἶναι θεώ.


Ελένη 

καλῶς ἔλεξας τοῦτο· θάτερον δὲ τί;


Τευκτρος

σφαγαῖς ἀδελφῆς οὕνεκ᾽ ἐκπνεῦσαι βίον.

.

.

.

 


Φωτογράφιση

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Η συνάντηση μου με μια γυναίκα

,(Greek, English,Francais, German,Italian,Spanish, Portuguese)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


σηκωσε τη φουστα ,μου εδειξε ενα μαύρο σημαδι ψηλα στο αριστερο ποδι

της,

-εσβησε ενα τσιγαρο πανω στο ποδι μου,το πιεσε με μανια,να μ'ασχημηνει,φωναξε,

το κοιταξα,-δες το,μου ειπε

-χωρισα πριν δυο μερες,με κοιταξε,

-μην με νομισεις ευκολη,επιπολαια,

πηγαμε σε μια καφετερια,

-ποια γυναικα αγαπησες περισσοτερο;,ρωτησε,

δεν της απαντησα,

δεν ηθελα να της πω ψεματα,

αργότερα το είδωλο τηςστον καθρεφτη απεναντι μου,δωματιο σ'ενα ξενοδοχειο 

στο κεντρο,εβαφε τα χειλη της,γυρισε προς το μερος μου,

-σ'αρεσουν;

-μ'αρεσουν,απαντησα,

γελασε,

-ήμουνα σίγουρη,είπε,

γυρισε στον καθρεφτη της,

στο ηλεκτρικο τρενο στο υπογειο τουνελ,

-φαντασου κατι να γινει,ενας σεισμος η' ενας κατακλυσμος και να μην βγουμε πανω,

την ακουσα να μου λεει,ψιθυριστα,

σφιχτηκε πανω μου,μαλακο το κορμι της,ευθραυστο,

ηταν παντως μια πιθανοτητα,

φαντάστηκα την αιωνιοτητα μαζι της,

μετα τη νυχτα,

το πρωί στο σπίτι της,

μου εδειχνε παλιες φωτογραφιες,νεαρη κοπελα,

-αυτες ειναι απο το Λυκειο,σχολική εκδρομη,

αυτες οταν αρραβωνιαστηκα,

-αυτες οταν παντρευτηκα,ο γαμος,

μου εδειξε και μια φωτογραφια ,πισω θαλασσα,φορουσε ενα ασπρο κοντο φουστανακι,

 κοιτουσε κατευθειαν το φακο,χαμογελουσε,

-εσυ την τραβηξες,θυμασαι;

γυρισα πισω τη φωτογραφια,εγραφε:17 Ιουνιου 1998,

-τοτε ημουν 19 χρονων,ειπε,

δέχτηκα την πιθανότητα να έχει συμβεί αυτό,

την άλλη μέρα στο σπίτι μου,

χτυπησε το τηλεφωνο της,με κοιταξε,

-σηκωσε το,της ειπα,

με κοιταξε,

-σηκωσε το,

το σηκωσε,

ανοιξα τη πορτα και βγηκα εξω,δεν πηρα το ασανσερ,κατεβηκα απο τις σκαλες,

μετα απο δυο ωρες γυρισα,

κοιμόνταν,

ξύπνησε,

-που ήσουν; μου είπε,

-τωρα είμαι εδώ,της είπα,

μ'αγκαλιασε,

-θα κανω μπανιο,μου ειπε,

πηγε στο μπανιο,σε λιγο ακουσα το νερο που ετρεχε,

κατι μου φωναξε,ανοιξα τη πορτα,

-δωσε μου μια πετσετα,

πηρα τη πετσετα της την εδωσα,πριν την είδα γυμνή,έκανε να κρυφτει,γελασε,

βγηκα απ'το μπανιο,καθησα στο σαλονι,ανοιξα την τηλεοραση,

σε λιγο ηρθε και καθησε διπλα μου,ο αερας γυρω μου αλλαξε,

εγινε πιο δροσερος,

το βράδυ ειχε πανσεληνο,

περπατούσαμε στην παραλία,

-μου αρέσει όταν έχει πανσεληνο,είναι σαν έχεις ζήσει αιώνια,η ίδια αίσθηση 

να επαναλαμβάνεται,

ακουσα τη φωνη της,

καθίσαμε στην άμμο,

το φως της σελήνης στα πόδια της,

-πιασε το φως,είπε,

επιασα τα ποδια της,

-τοσο φως,ειπε,στα χερια σου,

την ακουσα,

και μέσα στο φως την ξαπλωσα


τωρα ολα αυτα τα θυμαμαι


τώρα όλα αυτά ξαναγινονται


τώρα 

.

.

My meeting with a woman

 -c.n. couvelis


She lifted the skirt, she showed me a black mark high on the her left leg,

 - he put out a cigarette above on my leg, press it with fury, to make me ugly, he shout,

 I looked at it, - look at it, she told me

 - I broke up two days ago, she look at me,

 -you don't think I'm easy,casually,

 we went in a coffee shop,

 -which women did you love more?, she asked,

 I didn't answer her

 I didn't want to lie to her,

 later her idol in the mirror across from me, in a hotel room at center of city, 

she painted her lips, she turned to me

 - do you like them?

 - I like them, I replied,

she laughed,

 - I was sure, she said,

 she turned to mirror,

 on the electric train in the underground tunnel,

 - you imagine if something happens, an earthquake or a flood and we don't get out, 

I heard her tell me, in a whisper,

 she clung to me, her body was soft, fragile

 anyway a possibility,

 I imagined eternity with her,

 after night

 in the morning at her house,

 she was showing me old photos, young girl,

 -these are from high school, school trip,

 these are when I got engaged

 - these  are when I got married, the wedding,

 she also showed me a photo, behind her the sea, she wore a white short dress, 

she looked directly into the lens, she smiled,

 -you pulled her, are you remember?

 I turned the photo back, there was written: June 17, 1998,

 - I was 19 years old then, she said,

 I accepted the possibility that this had happened,

 the other day at my house,

 rang her phone,

she looked at me,

 - pick it up, I told her,

 she looked at me,

 -pick it up,

 she pick it up

 I opened the door and went out, I didn't take the elevator, I went down the stairs, 

after two hours I came back,

 she was sleeping,

 she wake up

 -where were you; she told me,

 - now I'm here, I told her,

she hug me

 - I'm going to take a bath, she told me,

 she went to the bathroom, I heard  shortly the running water,

 she was called me for something, I opened the door,

 - give me a towel,

 I took the towel and gave it to her, before I saw her naked, she hid, 

she laughed,

 I got out of the bathroom, I sat in the living room, I turned on the TV,

 in a little while she came and sat next to me, the air around me changed,

 it got cooler

 there was a full moon at night,

 we were walking on the beach

 -I like me when has full moon, it's like you've lived forever, the same feeling 

repeats itself,

 I heard her voice

 we sat on the sand

 the moonlight at her feet,

 - catch the light,she said,

 I grabbed her feet,

 - such light, he said, in your hands,

 I heard her

 and in the light I laid her down


 now I remember all this


 now all this is happening again


 now 

 .

 .

Ma rencontre avec une femme

  -c.n.  couvélis


 Elle a soulevé la jupe, elle m'a montré une marque noire en haut de sa jambe gauche,

  - il a éteint une cigarette dessus sur ma jambe, presse-la avec fureur, pour m'enlaidir,

 cria-t-il,

  Je l'ai regardé, - regarde-le, m'a-t-elle dit

  - J'ai rompu il y a deux jours, elle m'a regardé,

  -tu ne penses pas que je suis facile,mine de rien,

  nous sommes allés dans un café,

  - lequel les femmes, aimais-tu plus ?, elle demandé,

  je ne lui ai pas répondu

  Je ne voulais pas lui mentir,

  plus tard, son idole dans le miroir en face de moi, une chambre d'hôtel au centre,

 elle a peint ses lèvres, elle s'est tournée vers moi

  - tu les aimes ?

  - Je les aime bien, répondis-je,

 elle a ri,

  - J'en étais sûre, dit-elle,

  elle s'est tournée vers le miroir,

  dans le train électrique dans le tunnel souterrain,

  - tu imagines si quelque chose arrive, un tremblement de terre ou une inondation 

et qu'on ne sort pas, me l'entendis-je me dire à voix basse,

  elle s'accrochait à moi, son corps était doux, fragile

  de toute façon une possibilité

  J'ai imaginé l'éternité avec elle,

  après la nuit

  le matin chez elle,

  elle me montrait de vieilles photos, jeune fille,

  - ceux-ci viennent de lycée, voyage scolaire,

  c'est à ce moment-là que je me suis fiancé

  - c'est quand je me suis marié, le mariage,

  elle m'a aussi montré une photo, derrière elle la mer, elle portait une robe courte

 blanche, elle regardait directement l'objectif, elle souriait,

  -tu l'as tirée,t'en souviens tu?

  J'ai retourné la photo, il y avait écrit : 17 juin 1998,

  - J'avais alors 19 ans, dit-elle,

  J'ai accepté la possibilité que cela se soit arrivé

  l'autre jour chez moi

  a appelé son téléphone,

 elle m'a regardé

  - ramasse-le, je lui ai dit,

  elle m'a regardé

  - ramasser,

  elle l'a ramassé

  J'ai ouvert la porte et je suis sorti, je n'ai pas pris l'ascenseur, j'ai descendu les escaliers,

 au bout de deux heures je suis revenu,

  elle dormait

  elle se réveille

  - où étiez-vous?  elle m'a dit

  - maintenant je suis là, je lui ai dit,

 elle me serre dans ses bras

  - Je vais prendre un bain, m'a-t-elle dit,

  elle est allée aux toilettes, j'ai entendu peu de temps l'eau courante,

  elle m'appelait pour quelque chose, j'ai ouvert la porte,

  - donne-moi une serviette,

  J'ai pris la serviette et je la lui ai donnée, avant de la voir nue, elle s'est cachée, 

elle a ri,

  Je suis sorti de la salle de bain, je me suis assis dans le salon, j'ai allumé la télé,

  peu après, elle est venue s'asseoir à côté de moi, l'air autour de moi a changé,

  c'est devenu plus frais

  il y avait une pleine lune la nuit,

  nous marchions sur la plage

  -Je m'aime bien quand il l'a fait   pleine lune, c'est comme si tu avais vécu 

éternellement, le même sentiment se répète,

  J'ai entendu sa voix

  nous nous sommes assis sur le sable

  le clair de lune à ses pieds,

  - attrape ça

  la lumière, dit-elle,

  J'ai attrapé ses pieds,

  - une telle lumière, dit-il, entre tes mains,

  Je l'ai entendue

  et dans la lumière je l'ai couchée


  maintenant je me souviens de tout ça


  maintenant tout cela se reproduit


  maintenant 

  .

  .

Mein Treffen mit einer Frau

  -c.n.  couvelis


 Sie hob den Rock hoch und zeigte mir einen schwarzen Fleck hoch oben auf ihrem

 linken Bein.

  - Er drückte oben eine Zigarette aus auf mein Bein, drücke es mit Wut, um mich 

hässlich zu machen, schrie er,

  Ich habe es mir angeschaut, - seht es euch an, sagte sie mir

  - Ich habe vor zwei Tagen Schluss gemacht, sie hat mich angeschaut,

  -Du denkst nicht, dass ich einfach bin, beiläufig

  wir gingen in einem Café,

  - welche Frauen hast du mehr geliebt?, sie fragte ,

  Ich habe ihr nicht geantwortet

  Ich wollte sie nicht anlügen,

  später ihr Idol Im Spiegel mir gegenüber ein Hotelzimmer

  Mitte, sie bemalte ihre Lippen, sie drehte sich zu mir um

  - magst du sie?

  - Ich mag sie, antwortete ich,

 Sie lachte,

  - Ich war mir sicher, sagte sie,

  Sie drehte sich zum Spiegel um,

  auf der elektrischen Eisenbahn im unterirdischen Tunnel,

  - Stellen Sie sich vor, wenn etwas passiert, ein Erdbeben oder eine Überschwemmung,

 und wir nicht rauskommen, hörte ich sie mir flüsternd sagen:

  sie klammerte sich an mich, ihr Körper war weich, zerbrechlich

  jedenfalls eine Möglichkeit

  Ich stellte mir die Ewigkeit mit ihr vor,

  nach der Nacht

  am Morgen in ihrem Haus,

  Sie zeigte mir alte Fotos, junges Mädchen,

  - diese stammen von weiterführende Schule, Klassenfahrt,

  Das waren die Momente, als ich mich verlobte

  - Das sind, als ich geheiratet habe, die Hochzeit,

  Sie zeigte mir auch ein Foto, hinter ihr das Meer, sie trug ein weißes kurzes Kleid, 

sie schaute direkt in die Linse, sie lächelte,

  -du hast sie aber gezogen,

    erinnerst du dich daran ?

  Ich drehte das Foto zurück, da stand geschrieben: 17. Juni 1998,

  - Ich war damals 19 Jahre alt, sagte sie,

  Ich akzeptierte die Möglichkeit, dass dies passiert war,

  neulich bei mir zu Hause

  klingelte ihr Telefon,

 sie sah mich an

  - Heb es auf, sagte ich ihr,

  sie sah mich an

  - Heb es auf,

  sie hob es auf

  Ich öffnete die Tür und ging raus, ich nahm nicht den Aufzug, sondern ging 

die Treppe hinunter, nach zwei Stunden kam ich zurück,

  Sie hat geschlafen

  Sie wacht auf

  - wo warst du?  Sie sagte mir

  - Jetzt bin ich hier, ich sagte ihr,

 sie umarmt mich

  - Ich werde ein Bad nehmen, sagte sie mir,

  Sie ging auf die Toilette, hörte ich kurz das fließende Wasser,

  Sie rief mich wegen etwas, ich öffnete die Tür,

  - Gib mir ein Handtuch,

  Ich nahm das Handtuch und gab es ihr, bevor ich sie nackt sah, versteckte sie sich, 

sie lachte,

  Ich verließ das Badezimmer, setzte mich ins Wohnzimmer, schaltete den Fernseher ein,

  Nach einer Weile kam sie und setzte sich neben mich, die Luft um mich herum

 veränderte sich,

  es wurde kühler

  Nachts war Vollmond,

  Wir gingen am Strand spazieren

  -Ich mag mich, wenn er es hat  Vollmond, es ist, als hätte man ewig gelebt, das gleiche

 Gefühl wiederholt sich,

  Ich hörte ihre Stimme

  Wir saßen im Sand

  das Mondlicht zu ihren Füßen,

  - Fang es

  das Licht, sagte sie,

  Ich packte ihre Füße,

  - So ein Licht, sagte er, in deinen Händen,

  Ich habe sie gehört

  und im Licht legte ich sie nieder


  Jetzt erinnere ich mich an all das


  jetzt passiert das alles wieder


  Jetzt 

  .

  .

Il mio incontro con una donna

  -c.n.  couvelis


 Ha alzato la gonna, mi ha mostrato un segno nero in alto sulla gamba sinistra,

  - spense una sigaretta sopra  sulla mia gamba, premila con furia, per farmi brutta,

 gridava,

  L'ho guardato, - guardalo, mi ha detto

  - Mi sono lasciata due giorni fa, lei mi ha guardato,

  -non pensi che io sia facile,casualmente

  andammo in un bar,

  - Quale

  donne hai amato di più?, lei chiese,

  Non le ho risposto

  Non volevo mentirle,

  più tardi il suo idolo

  nello specchio di fronte a me, una camera d'albergo

  al centro, si è dipinta le labbra, si è rivolta a me

  - ti piacciono?

  - Mi piacciono, risposi,

 lei rise,

  - Ne ero sicura, disse,

  si voltò verso lo specchio,

  sul trenino elettrico nel tunnel sotterraneo,

  - immagina se succede qualcosa, un terremoto o un'alluvione e non usciamo, l'ho sentita

 dirmi, sottovoce,

  lei si aggrappava a me, il suo corpo era morbido, fragile

  comunque una possibilità

  Ho immaginato l'eternità con lei,

  dopo la notte

  la mattina a casa sua,

  mi stava mostrando vecchie foto, ragazzina,

  - questi vengono da

  liceo, gita scolastica,

  questi sono quando mi sono fidanzato

  - questi sono quando mi sono sposato, il matrimonio,

  mi ha mostrato anche una foto, alle sue spalle il mare, indossava un abito corto bianco,

 guardava dritto nell'obiettivo, sorrideva,

  -l'hai tirata, però-

    te lo ricordi ?

  Ho girato indietro la foto, c'era scritto: 17 giugno 1998,

  - Allora avevo 19 anni, disse,

  Ho accettato la possibilità che ciò fosse accaduto,

  l'altro giorno a casa mia

  le ha squillato il telefono,

 mi ha guardato

  - raccoglilo, le ho detto,

  mi ha guardato

  - prendilo,

  lei lo raccolse

  Ho aperto la porta e sono uscito, non ho preso l'ascensore, ho sceso le scale, dopo due ore sono tornato,

  lei stava dormendo

  lei si sveglia

  - dove eravate?  lei mi ha detto

  - adesso sono qui, le ho detto,

 lei mi abbraccia

  - Vado a farmi un bagno, mi disse,

  è andata in bagno, ho sentito poco dopo

 l'acqua corrente,

  mi stava chiamando per qualcosa, ho aperto la porta,

  - dammi un asciugamano,

  Ho preso l'asciugamano e gliel'ho dato, prima di vederla nuda, si è nascosta, ha riso,

  Sono uscito dal bagno, mi sono seduto in soggiorno, ho acceso la TV,

  dopo poco venne e si sedette accanto a me, l'aria intorno a me cambiò,

  è diventato più fresco

  c'era la luna piena di notte,

  stavamo passeggiando sulla spiaggia

  -Mi piaccio quando lo fa 

  luna piena, è come se vivessi da sempre, la stessa sensazione si ripete,

  Ho sentito la sua voce

  ci siamo seduti sulla sabbia

  la luce della luna ai suoi piedi,

  - prenderla

  la luce, disse,

  Le ho afferrato i piedi,

  - che luce, disse, nelle tue mani,

  L'ho sentita

  e nella luce l'ho adagiata


  ora ricordo tutto questo


  ora tutto questo sta accadendo di nuovo


  Ora 

  .

  .

Mi encuentro con una mujer

  -c.n.  couvelis


 Se levantó la falda, me mostró una marca negra en lo alto de su pierna izquierda,

  - apagó un cigarrillo arriba

  en mi pierna, aprietala con furia, para ponerme feo, gritó,

  Lo miré, - míralo, me dijo

  - Rompí hace dos días, ella me miró,

  -no crees que soy fácil,

  por casualidad

  fuimos

  en una cafetería,

  - cual

  ¿Amaste más a las mujeres?,ella preguntó,

  no le respondí

  No quería mentirle.

  luego su ídolo

  En el espejo frente a mí, una habitación de hotel en

  centro, se pintó los labios, se volvió hacia mí

  - ¿te gustan?

  - Me gustan, respondí,

 ella rió,

  - Estaba segura, dijo,

  ella se volvió hacia el espejo,

  en el tren eléctrico en el túnel subterráneo,

  - te imaginas si pasa algo, un terremoto o una inundación y no salimos, la escuché decirme, en un susurro,

  ella se aferró a mí, su cuerpo era suave, frágil

  de todos modos una posibilidad

  Imaginé la eternidad con ella,

  después de la noche

  por la mañana en su casa,

  ella me estaba mostrando fotos viejas, jovencita,

  - estos son de

  escuela secundaria, viaje escolar,

  estas fueron cuando me comprometí

  - estos son cuando me casé, la boda,

  ella también me mostró una foto, detrás de ella el mar, llevaba un vestido corto blanco,

 miraba directamente al lente, sonreía,

  -la tiraste, aunque-

  ¿.recuerdas que ?

  Volví la foto y allí estaba escrito: 17 de junio de 1998.

  - Entonces tenía 19 años, dijo,

  Acepté la posibilidad de que esto hubiera sucedido,

  el otro dia en mi casa

  sonó su teléfono,

 ella me miró

  - recógelo, le dije,

  ella me miró

  - recógelo,

  ella lo recogió

  Abrí la puerta y salí, no tomé el ascensor, bajé las escaleras, a las dos horas volví,

  ella estaba durmiendo

  ella se despierta

  - ¿Dónde estabas?  ella me dijo

  - ahora estoy aquí, le dije,

 ella me abraza

  - Me voy a bañar, me dijo,

  ella fue al baño, escuché en breve

 el agua corriente,

  ella me estaba llamando por algo, abrí la puerta,

  - dame una toalla,

  Tomé la toalla y se la di, antes de verla desnuda, se escondió, se rió,

  Salí del baño, me senté en la sala, encendí la televisión,

  Al poco tiempo ella vino y se sentó a mi lado, el aire a mi alrededor cambió,

  se puso más fresco

  había luna llena en la noche,

  estábamos caminando en la playa

  -Me gusta cuando tiene 

  luna llena, es como si hubieras vivido desde siempre, se repite el mismo sentimiento,

  escuché su voz

  nos sentamos en la arena

  la luz de la luna a sus pies,

  - Atrapalo

  la luz, dijo,

  Agarré sus pies,

  - Qué luz, dijo, en tus manos,

  la escuché

  y en la luz la acosté


  ahora recuerdo todo esto


  ahora todo esto está pasando de nuevo


  ahora 

  .

  .

Meu encontro com uma mulher

  -c.n.  couvelis


 Ela levantou a saia, me mostrou uma marca preta no alto da perna esquerda,

  - ele apagou um cigarro acima

  na minha perna, aperta com fúria, para me deixar feio, ele gritou,

  Eu olhei para isso, - olhe para isso, ela me disse

  - Eu terminei há dois dias, ela olhou para mim,

  -você não acha que sou fácil,casualmente

  nós fomos em uma cafeteria,

  - qual mulheres você amou mais?, ela perguntou,

  Eu não respondi a ela

  Eu não queria mentir para ela,

  mais tarde seu ídolo

  no espelho à minha frente, um quarto de hotel em

  centro, ela pintou os lábios, ela se virou para mim

  - você gosta deles?

  - Eu gosto deles, respondi,

 ela riu,

  - Eu tinha certeza, ela disse,

  ela se virou para o espelho,

  no trem elétrico no túnel subterrâneo,

  - você imagina se acontecer alguma coisa, um terremoto ou uma enchente e não

 sairmos, ouvi ela me dizer, num sussurro,

  ela se agarrou a mim, seu corpo era macio, frágil

  de qualquer forma, uma possibilidade

  Eu imaginei a eternidade com ela,

  após a noite

  de manhã na casa dela,

  ela estava me mostrando fotos antigas, jovem,

  - estes são de

  ensino médio, viagem escolar,

  foi quando fiquei noivo

  - isso foi quando me casei, o casamento,

  ela também me mostrou uma foto, atrás dela o mar, ela usava um vestido curto branco,

 ela olhou diretamente para a lente, ela sorriu,

  -você puxou ela, embora-

   você lembra disso ?

  Virei a foto, estava escrito: 17 de junho de 1998,

  - Eu tinha 19 anos então, ela disse,

  Aceitei a possibilidade de que isso tivesse acontecido,

  outro dia na minha casa

  tocou o telefone dela,

 ela olhou para mim

  - pegue, eu disse a ela,

  ela olhou para mim

  - pegar,

  ela pegou

  Abri a porta e saí, não peguei elevador, desci as escadas, depois de duas horas voltei,

  ela estava dormindo

  Ela acorda

  - onde você estava?  ela me disse

  - agora estou aqui, eu disse a ela,

 ela me abraça

  - Vou tomar banho, ela me disse,

  ela foi ao banheiro, ouvi em breve

 a água corrente,

  ela estava me chamando para alguma coisa, eu abri a porta,

  - me dê uma toalha,

  Peguei a toalha e dei para ela, antes de vê-la nua, ela se escondeu, ela riu,

  Saí do banheiro, sentei na sala, liguei a TV,

  daqui a pouco ela veio e sentou ao meu lado, o ar ao meu redor mudou,

  ficou mais legal

  havia lua cheia à noite,

  estávamos andando na praia

  -Eu gosto de mim quando ele tem 

  lua cheia, é como se você tivesse vivido para sempre, o mesmo sentimento se repete,

  Eu ouvi a voz dela

  sentamos na areia

  o luar a seus pés,

  - apanha isto

  a luz, ela disse,

  Eu agarrei seus pés,

  - que luz, disse ele, em suas mãos,

  eu a ouvi

  e na luz eu a deitei


  agora eu me lembro de tudo isso


  agora tudo isso está acontecendo de novo


  agora 

.

.

.



Φωτογράφιση 

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιδιοτροποι Έρωτες)

Η αιώνια τιμωρία

-χ.ν.κουβελης c n couvelis


ακολούθησε τη γυναίκα,ημιφωτισμενος δρόμος,εκείνη γύρισε και τον κοίταξε,

σταμάτησε μπροστά από ένα παλιό σπίτι,ανοιξε και μπήκε μεσα,

οταν έφτασε στη πορτα άκουσε τη φωνή της σιγανη,-ελα,μην κάνεις θόρυβο,θα σε

ακούσουν,θα ξυπνήσουν,

μπήκε μέσα στο σπίτι,σκοτάδι,όταν συνειθισε στο φως είδε τη γυναίκα ψηλά στη 

ξύλινη σκάλα,επειτα την εχασε,ανέβηκε τη σκάλα,άκουγε τα βήματα της

ψηλότερα,ανέβαινε,υπολόγισε τέσσερις ορόφους,βρέθηκε σε ένα μακρύ

 διάδρομο,αριστερά και δεξια της σκάλας,η γυναίκα στο βάθος αριστερά,η σκάλα 

συνέχιζε πιο ψηλά,ο διάδρομος είχε πόρτες κλειστές αριστερά και δεξιά,προχωρησε,

-ελα,μέσα,άκουσε τη φωνή της γυναίκας,μπήκε,-κλείσε τη πορτα,ειπε η γυναίκα,το

 δωμάτιο ημιφωτισμενο,ένα τραπέζι,τεσσερις καρεκλες γύρω του,ένας καναπές,ένα

 κρεβάτι,η γυναίκα ξάπλωσε στο κρεβάτι, έβλεπε τα πόδια της γυμνά,-τι περιμένεις;

του είπε,έλα,δεν έχουμε χρόνο,μπορεί να έρθουν από στιγμή σε στιγμή,

πήγε στο κρεβάτι,η γυναικα γυμνωσε το στήθος της,έπιασε το χέρι του,-εδω,του είπε

 ψιθυριστά,-ανάμεσα στα πόδια μου,ακούστηκαν βήματα στο διάδρομο,

τραβήχτηκε,-οχι,μη φοβάσαι,δεν είναι αυτοί,συμφωνήσαμε να έρθουν όταν τελειώσουμε,

η γυναίκα σηκώθηκε από το κρεβάτι,κάθησε στον καναπέ,από εκεί τον προκαλούσε,την

 άρπαξε,την έρριξε στο πάτωμα,

τους ξυπνησαν οι φωνές τους,ήταν τρεις,δυο άντρες και μια γυναίκα,τους είχαν

 περικυκλωμένους,-η αμαρτία,είπε ο ένας άντρας,είναι θέμα προοπτικής,ο άλλος γέλασε,

-και θεμα τιμωρίας,είπε η γυναίκα,τι αποφασίζουμε;

-την αιώνια τιμωρία,είπε ο πρώτος άντρας,-αιωνια τιμωρία,αντέδρασε η γυναίκα,

σημαινει και αιώνια ζωή,

-σηκωθείτε και ντυθητε,διέταξε ο δεύτερος άντρας,

ντύθηκαν,

-εσυ,ειπε η γυναίκα στον άντρα,είσαι ελεύθερος να φύγεις,πριν όμως θα φύγουμε

 εμείς,και μην διανοηθεις,πρόσεξε,να ξεφύγεις από την τιμωρια σου,

οι τρεις έφυγαν,

η γυναικα ετρεμε,-δεν θέλω να σε χάσω,του είπε,τον αγκάλιασε,έκλαιγε,

τότε κατάλαβε την τιμωρια του,

ο έρωτας εκείνης της γυναικας,

έφυγε,

κατέβηκε τη σκάλα,

έξω είχε νυχτώσει,

περιπλανήθηκε σε ένα λαβύρινθο δρόμων,

δυσκολεύθηκε να βγει,

ήξερε ότι εκει στο κέντρο του ήταν εκείνη,

όσες φορές προσπάθησε μετα να φτάσει εκεί δεν τα κατάφερε,

αυτή ήταν η αιώνια τιμωρια τους,

ο έρωτας για εκείνη τη γυναικα

.

.

.

 


Ο Καραγκιόζης Ευρωβουτης

(Θέατρο Σκιών)

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


Χατζηαβάτης:

μπράβο Καραγκιόζη μου,συγχαρητήρια,Ευρωβουλευτής πλέον


Καραγκιόζης:

ευχαριστώ μαλαγανα,έχεις καμία βαλιτζα να σου περισσευει;


Χατζηαβάτης:

τι τη θέλεις τη βαλιτζα;


Καραγκιόζης:

να τη γεμίσω ευρα,που να τα βαλω στις τσέπες;,θα είναι πολλά,να προλάβω τους

 άλλους,θα γίνει χαμός,ο προλαβαίνων τον Κύριον είδεν


Χατζηαβάτης:

τώρα εκεί που θα πας να δουλέψεις για την πατριδα,την Ελλάδα,να κάνεις λόμπι Ελλάδας


Καραγκιόζης:

βεβαιως θα κάνω χόμπι Γελαδας,ξέρω γω,είμαι δασκαλεμενος,τόσοι Ελληνες προηγήθηκαν εις το Ευρωβουτειον από μένα,


Χατζηαβάτης:

τι ανώτερα σχεδια εχεις;


Καραγκιόζης:

έχω σχέδια και ανωτερα και κατώτερα,και πλάγια και υπόγεια,κατά πρωτον θα δώσω

 κοντυλια στον Διονύσιο για τουριστική αναρπαρξη στο Ζαντε,

στον Σταύρακα να κάνει δουλειές με κομπολογια και φουντες,

στον Μπάρμπα Γιώργο για κτηνοτροφία τεχνητης νοημοσύνης με ρομπότ

 γιδοπρόβατα,γενικά θα ευρωδουλεψω με τους συναδέλφους Ευρωβουτηδες,

θα αλλάξω τον αδοξαστο στα ευρα,


Χατζηαβάτης:

καλή σταδιοδρομία σου εύχομαι


Καραγκιόζης:

ακριβως,

τελος τα Καραγκιοζικα  έργα με το ίδιο βαρετο τελος:θα φάμε θα πιούμε και νηστικοι θα

 κοιμηθούμε εμείς οι Ευρωζητουλες,

τώρα στα Ευρωπαϊκά εργα:θα φαμε θα πιουμε και χορτατοι θα κοιμηθούμε εμείς οι

 Ευρωβουτηδες,

με φουλ ευρωβουτητικη ασυλια,

και ΟιΚομισιον

.

.

.




εικόνες της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το ματ της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis

Ηλεκτρα Σοφοκλή,στίχοι 86-120

-Μονολογος

-μεταφραση χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


το ματ της Ηλέκτρας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


-σου ετοιμάζει παγιδα,μην παιξεις μαζι της,τον προειδοποιησε η Κλυταιμνήστρα,

ο Αιγισθος γέλασε,-ελα τα παραλες,ένα αφελές κοριτσάκι είναι,τι θα μου κάνει;

-αφελες,αλλά όχι αθώο,πρόσεξε,πονηρό και σκληρό,είναι παιδί μου,το ξέρω,αντέδρασε

 εκείνη,


η Ηλέκτρα έκανε την κινηση

-ματ,κύριε Αιγισθε,


τη νύχτα εκείνη ξάγρυπνη σε,το φως της πανσεληνου στο δωμάτιο της,

ησυχία,

οι Μυκήνες βυθισμένες στη σιωπή


εμείς οι θεατές,απογευμα, καθισμένοι στο αμφιθεατρο την είδαμε,

να εκδικείται το θάνατο

του Αγαμεμνωνα,

-του πατέρα μου,ούρλιαξε,


το πρωί ήρθαν τρεις χωροφυλάκοι,την βρήκαν,

στο κρεβάτι της με τα ρουχα,δεν αντιστάθηκε,

-ειμαι έτοιμη,τους είπε,σας περίμενα,την συνέλαβαν,

για διπλό φόνο,

-εγω σκότωσα τη μάνα και τον εραστή της


την ανεκριναν,

-στο λουτρό τύλιξαν τον πατέρα και τον έπνιξαν  αυτη η μάνα μου η μοιχαλίδα 

κι ο εραστής της,

ομολόγησε


το άλογο,να φοβάσαι,τον προειδοποίησε η Κλυταιμνήστρα,οι κινησεις του είναι 

το δυνατό της σημείο στο σκάκι,


την άκουγαν να κάνει πρόβα στον μονόλογο,της τραγωδίας του Σοφοκλή Ηλέκτρα,

-μεσημερι και δεν ησυχαζει,είπε η Κλυταιμνήστρα,τι σχεδιάζει;φοβαμαι


μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὠ κοινολεχὴς

Αἴγισθος, ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι

σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.


-φοβάμαι,Αιγισθε,την ακούς;

ο φόνος με φόνο 

η φωνή της,ακους


ὦ δῶμ᾽ Ἀίδου καὶ Περσεφόνης,

ὦ χθόνι᾽ Ἑρμῆ καὶ πότνι᾽ Ἀρά,

σεμναί τε θεῶν παῖδες Ἐρινύες,

αἳ τοὺς ἀδίκως θνῄσκοντας ὁρᾶθ᾽,

αἳ τοὺς εὐνὰς ὑποκλεπτομένους,

115ἔλθετ᾽, ἀρήξατε, τείσασθε πατρὸς

φόνον ἡμετέρου,


τους είδε στο κήπο,στο μεγάλο τραπέζι,να παίζουν σκάκι,μέσα Ιούλη,καυτή μερα,

τα τζιτζίκια στα δεντρα ξεκουφαιναν,

-η βασίλισσα κινδυνεύει,

ακούστηκε η φωνή της,

σκληρή,

-προσεξε το άλογο,απειλεί τον βασιλιά σου,φώναξε στον Αίγισθο η Κλυταιμνήστρα,

-ο βασιλιάς είναι νεκρός,

πνιγμένος στο λουτρο,

είπε η Ηλέκτρα,

τον είδα με τα ίδια μου τα μάτια,

είδα και τους δολοφόνους μάνα,

-εισαι τρελή,αντέδρασε η Κλυταιμνήστρα,

τέρμα η παρωδία,άρπαξε τη σκακιέρα και την πέταξε,τα πιονια  σκόρπισαν,

-και συ,είπε στον Αίγισθο,τι ανοησία να παίζεις με μια ψυχασθενή,

η Ηλέκτρα σηκώθηκε και σκύβοντας μάζεψε τα πιονια και τη σκακιέρα,

έπειτα ηρεμα

την τοποθέτησε στο τραπέζι,και τα πιόνια στη θέση που ήταν πριν,

καθισε

-ελα,ειπε στον Αίγισθο,να συνεχίσουμε το παιχνίδι των Ατρεα και του Θυέστη,


όταν μέσα στη νύχτα άκουσε τον πυροβολισμό και ξύπνησε ήταν σίγουρη:

-σκοτωσε τον Αιγισθο,

κι επειτα σε λίγο ο δεύτερος πυροβολισμός

-τωρα η μάνα είχε σειρά


περίμενε ξάγρυπνη,το πρωί θα την συνελαμβαναν ως συνενοχο του αδελφού της 

για διπλό φόνο

-θεε μου,τι ευτυχισμένη ειμαι


στο θέατρο σε έναν ημιφωτισμενο χώρο,μια νεαρή γυναίκα όρθια με μακρύ μαύρο

 φόρεμα,

ακούγεται η φωνή της:


ω εσύ αγνό φως κι εσύ 

στη γη ισότιμε αερα, 

τις πολλές ακούτε θρηνωδιες μου,

και τα πολλά βροντερά χτυπηματα

στα ματωμένα στηθη

όταν η ζοφερή νύχτα αποχωρει,

και την νυχτερινή μου θλίψη

τ'αθλιο ξέρει κρεβάτι μου

μέσ'στο καταραμένο σπιτι,

πόσο τον δύστυχο θρηνω πατέρα μου,

που στη βάρβαρη ξενη γη

ο Άρης ο φονιας θάνατο δεν εδωσε,

αλλά η μάνα μου κι ο εραστής της 

στο κρεβάτι Αιγισθος,

όπως δέντρο ξυλοκόποι το κεφάλι 

σχίζουν με φονικό πελεκι,

και κανένας από μένα άλλος 

δεν λυπηθηκε,πατέρα,

για τον σκληρό κι οικτρο σου θανατο,

αλλά ποτέ δεν θα πάψω  να θρηνω 

θλιβερα και να βογγω,

όσο τ'αστρα θα φεγγοβολουν,

κι αυτό το φως θα βλέπω της μέρας,

όπως η Αηδόνα που'χασε το παιδί της 

ο θρήνος μου ακαταπαυστα

σ'αυτες εδώ τις πατρικές πόρτες

παντού θ'αντηχει,

ω σπίτι τ'Αδη και της Περσεφόνης,

ω του κάτω κόσμου Ερμή

και σεβάσμια κυρά Αρά 

και σεμνές κόρες των θεών Ερινύες,

που βλέπετε όσους αδικα πεθαίνουν,

κι οσους τα κρεβάτια κρυφά κλεβουν,

ελάτε,βοηθήστε,

τιμωρήστε του πατέρα μου τον φόνο,

και στείλτε μου τον αδελφό μου,

γιατί μόνη δεν έχω πια τη δύναμη

να σηκώνω της λύπης και να ισορροπω 

το ενάντιο φορτίο 


ὦ φάος ἁγνὸν

καὶ γῆς ἰσόμοιρ᾽ ἀήρ, ὥς μοι

πολλὰς μὲν θρήνων ᾠδάς,

πολλὰς δ᾽ ἀντήρεις ᾔσθου

90στέρνων πλαγὰς αἱμασσομένων,

ὁπόταν δνοφερὰ νὺξ ὑπολειφθῇ·

τὰ δὲ παννυχίδων κήδη στυγεραὶ

ξυνίσασ᾽ εὐναὶ μογερῶν οἴκων,

ὅσα τὸν δύστηνον ἐμὸν θρηνῶ

95πατέρ᾽, ὃν κατὰ μὲν βάρβαρον αἶαν

φοίνιος Ἄρης οὐκ ἐξένισεν,

μήτηρ δ᾽ ἡμὴ χὠ κοινολεχὴς

Αἴγισθος, ὅπως δρῦν ὑλοτόμοι

σχίζουσι κάρα φονίῳ πελέκει.

100κοὐδεὶς τούτων οἶκτος ἀπ᾽ ἄλλης

ἢ ᾽μοῦ φέρεται, σοῦ, πάτερ, οὕτως

αἰκῶς οἰκτρῶς τε θανόντος.

ἀλλ᾽ οὐ μὲν δὴ

λήξω θρήνων στυγερῶν τε γόων,

105ἔστ᾽ ἂν παμφεγγεῖς ἄστρων

ῥιπάς, λεύσσω δὲ τόδ᾽ ἦμαρ,

μὴ οὐ τεκνολέτειρ᾽ ὥς τις ἀηδὼν

ἐπὶ κωκυτῷ τῶνδε πατρῴων

πρὸ θυρῶν ἠχὼ πᾶσι προφωνεῖν.

110ὦ δῶμ᾽ Ἀίδου καὶ Περσεφόνης,

ὦ χθόνι᾽ Ἑρμῆ καὶ πότνι᾽ Ἀρά,

σεμναί τε θεῶν παῖδες Ἐρινύες,

αἳ τοὺς ἀδίκως θνῄσκοντας ὁρᾶθ᾽,

αἳ τοὺς εὐνὰς ὑποκλεπτομένους,

115ἔλθετ᾽, ἀρήξατε, τείσασθε πατρὸς

φόνον ἡμετέρου,

καί μοι τὸν ἐμὸν πέμψατ᾽ ἀδελφόν.

μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ

120λύπης ἀντίρροπον ἄχθος.


το χέρι της  σηκώνει να κινήσει το μαύρο άλογο,

ακούγεται η φωνή της:

-ματ

.

.

.




Enigma

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


(Ιστορίες του κ.Κ)

 η ιστορία της γυναίκας

-χ.ν.κουβελης c.n.couvelis


η γυναίκα του λέει μια ιστορία της,

όταν τελειώνει ,χαμογελάει,

-ειμαι ψεύτικη,δεν την έχω ζήσει

μετά από καιρό συναντάει  τη γυναίκα τυχαία στο δρόμο,μεσημέρι,

πηγαίνουν σε μια καφετέρια,

του λέει μια ιστορία,η ίδια ιστορία,

όταν τελειώνει,χαμογελάει

-ειναι αληθινή και την ζω

.

.

.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου